2
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ Από τον 19ο στον 21ο αιώνα
3
ISBN: 978-618-80466-0-3 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ©2013 Συγγραφείς και Εκδόσεις Νέος Κύκλος Κεντρική διάθεση: Άγγελος Μαρκοπουλιώτης & Σια ΕΕ Καραολή - Δημητρίου 43, 185 32 Πειραιάς Τ. 210 4100145, F. 2104100146 e-mail: amarkopouliotis@yahoo.gr 4
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ Από τον 19ο στον 21ο αιώνα Επιμέλεια Kατερίνα Μπρεντάνου και Νίκος Αξαρλής
R
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΟΣ p ΚYKΛΟΣ 5
6
7
8
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
10 17 18
37 38 44 55 56
66
83 84 96
118
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Άννα Ταμπάκη, Καθηγήτρια Θεατρολογίας - Ιστορίας του Θεάτρου, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ένα περίλαμπρο θέατρο στην καρδιά της πόλης. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ Kατερίνα Μπρεντάνου, Δρ Θεατρολογίας, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά Οι απαρχές του θεάτρου στον Πειραιά Kατερίνα Μπρεντάνου, Δρ Θεατρολογίας, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: από τη θεμελίωση στην πρώτη παράσταση ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ & ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Κορνηλία Αξιώτη, Αρχαιολόγος Νέα στοιχεία από την αρχαιολογική έρευνα του χώρου του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ, Δρ Αρχιτέκτων, Ομότιμη Καθηγήτρια Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η αρχιτεκτονική αξία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ Kατερίνα Μπρεντάνου, Δρ Θεατρολογίας, Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: από την πρώτη παράσταση έως το 1922 Αγγελική Κωνστάντιου, Φιλόλογος, Master Θεατρολογίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τα χρόνια του Μεσοπολέμου
Πολύμνια Θεοδωράκη, Φιλόλογος, Master Θεατρολογίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1945-1967
148
Νίκος Αξαρλής, Ιστορικός Τέχνης Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: η τελευταία πράξη του δράματος 1967-2012
180
Χρυσόθεμις Σταματοπούλου-Βασιλάκου, Καθηγήτρια Θεατρολογίας - Ιστορίας του Θεάτρου, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η παρουσία του Δημήτρη Ροντήρη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: Εθνικό Θέατρο 1947 – 1954, Πειραϊκό Θέατρο 1957-1959 9
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
19ος αιώνας 1880: Στον προϋπολογισμό του Δήμου Πειραιά για το 1881 αναγράφεται «κονδύλιον εκ 30.000 δρχ. προς ανέγερσιν θεάτρου». Εφ. Ηχώ, 20-11-1880. Δήμαρχος Τρύφων Μουτζόπουλος. 1882: Εγκρίνονται τα αρχιτεκτονικά σχέδια του μηχανικού του Δήμου Ιωάννη Λαζαρίμου για το Δημοτικό Θέατρο. 1883:
Δίνεται η τελική έγκριση για την οικοδόμηση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με Βασιλικό διάταγμα του Γεωργίου του Α’ και «εκτίθεται εις μειοδοτικήν δημοπρασίαν η εργολαβία των προκαταρκτικών εργασιών του Δημοτικού θεάτρου». Εφ. Πρόνοια, 8-10-1883. Δήμαρχος Αριστείδης Ομηρίδης – Σκυλίτσης.
1884: Αρχίζει η εκσκαφή, η οποία αποκαλύπτει μέρη αρχαίου οικήματος Διονυσιαστών και Ιερού του Διονύσου του 3ου-2ου αιώνα π.Χ. 1884 (24 Ιουνίου): Τελετή κατάθεσης του θεμέλιου λίθου. 1895 (9 Απριλίου): Πανηγυρική εκδήλωση για τα εγκαίνια του Δημοτικού Θεάτρου. 1895 (19 Απριλίου/1 Μαιΐου με το νέο ημερολόγιο): Η πρώτη παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με τη λόγια τραγωδία Μαρία Δοξαπατρή του Δημητρίου Βερναρδάκη. 1895: Πρώτες σημαντικές παραστάσεις: Βρυκόλακες του Ίψεν με τον Ευτύχιο Βονασέρα (5-11) και Άμλετ του Σαίξπηρ με τον Νικόλαο Λεκατσά (21-11). 10
1899: Πρώτη προβολή κινηματογραφικής ταινίας στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. 1900
(23 Μαρτίου): Η πρώτη μεγάλη εισπρακτική επιτυχία του Θεάτρου με την όπερα Μποέμ του Τζιάκομο Πουτσίνι από το γαλλικό μελοδραματικό θίασο Γονζολές (ή Γονζάλες) με πρωταγωνιστή τον διάσημο Έλληνα υψίφωνο Ευάγγελο Αποστόλου.
20ος αιώνας 1901-1904: Παραστάσεις της «Νέα Σκηνή» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου στο Δημοτικό Θέατρο. 1904: «Kαι εφέτος μένει κλειστόν όπως και κατά τα προηγούμεα έτη και μόνον επί της οροφής αυτού δίδουσι συναυλίας αι γαλαί και επί της σκηνής χορούς οι ποντικοί.» Εφ. Πρόνοια, 20-11-1904 1906 (8 Ιανουαρίου): Παράσταση των Νεφελών του Αριστοφάνη «μόνο δι' άνδρας». 1907 (18 Οκτωβρίου): Πρώτη παρουσίαση της Νόρας ή Το Κουκλόσπιτο του Χ. Ίψεν στο Δημοτικό Θέατρο από την Κυβέλη Αδριανού. 1907 (10 Νοεμβρίου) Πρώτη εμφάνιση στο Δημοτικό Θέατρο του νεαρού Πειραιώτη Αιμίλιου Βεάκη στο πλευρό της παλαιμάχου πια ηθοποιού Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου στην Φαύστα του Δ. Βερναρδάκη. 1908: Η πρώτη πειραϊκή επιθεώρηση του Λεωνίδα Αρνιώτη με τίτλο Από 11
1913:
Πειραιά - Φάληρον εις Αθήνας παρουσιάζεται στο Δημοτικό Θέατρο. «Το Δημοτικόν μας Θέατρον κατά τον χειμώνα αυτόν φαίνεται ότι θα λειτουργήση όπως και πέρυσι και όλα τα άλλα χρόνια. Άσυλο διαφόρων πλανοδίων θιάσων ή ερμητικώς κλειστόν, όπερ και προτιμώτερον. Περίοπτον σύμβολον της υπνωττούσης Πειραϊκής κοινωνίας.» Εφ. Σφαίρα, 27-8-1913
1913 (5 Οκτωβρίου): Ο Θωμάς Οικονόμου, πρώτος σκηνοθέτης του Βασιλικού Θεάτρου, ανεβάζει τον Άμλετ του Σαίξπηρ στο Δημοτικό. 1916-17: Το Δημοτικό Θέατρο επιτάσσεται ως στρατώνας των αγγλο γαλλικών στρατευμάτων κατοχής του Πειραιά. 1917 (26 Οκτωβρίου): «Μεγάλη Εργατική Εορτή» του Εργατικού Κέντρου Πειραιά με μονόπρακτα στο Δημοτικό Θέατρο. 1918:
«Το Δημοτικόν Θέατρον αρχίζει να καταρρέη. Πέφτουν διαρκώς ολόκληρες κορνίζες από τα νταβάνια. Δια την «καζάρμαν» αυτήν δεν θα ληφθή μία φροντίς από τους αρμοδίους;» Eφ Χρονογράφος, αρ. 21-11-1918
1918 (Οκτώβριος): Η έναρξη και η πρώτη μέρα του 1ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ πραγματοποιείται στο Δημοτικό Θέατρο. 1919: Το Θέατρο κρίνεται ετοιμόρροπο και ο Τύπος κάνει συνεχείς εκκλήσεις για την άρση της επίταξης και για την επισκευή του. 1920 (Μάιος): Η Κατίνα Παξινού ως σοπράνο πρωταγωνιστεί στην όπερα του Δημήτρη Μητρόπουλου Αδελφή Βεατρίκη στο Δημοτικό Θέατρο. 12
1922: Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επιτάσσεται και πάλι για τη στέγαση προσφύγων. Κάθε θεωρείο φιλοξενεί και μία οικογένεια. 1927 (2 Απριλίου): Παρουσίαση τριών μονόπρακτων έργων από τον θίασο νέων Πειραιωτών με την επωνυμία Καινούργιο Θέατρο. 1932 Ιανουάριος: Παραστάσεις του θιάσου Βεάκη-Γονίδη στο Δημοτικό Θέατρο. Εμφάνιση του Αιμιλίου Βεάκη ως Γιάννη Αγιάννη στο έργο Οι άθλιοι του Βίκτορ Ουγκό. 1929-1935: Προσπάθειες αναγέννησης του Δημοτικού Θεάτρου από την «Εταιρεία Ελλήνων Καλλιτεχνών» (Π. Γαβριηλίδης, Ν. Δενδραμής, Ν. Παρασκευάς) και περιστασιακές σημαντικές παραστάσεις, όπως αυτές της Κυβέλης και Κοτοπούλη με τη Μαρία Στιούαρτ του Σίλλερ το 1932. 1941-1944: Στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής το Θέατρο επιτάσσεται για τη ψυχαγωγία των γερμανικών στρατευμάτων. 1944 (Ιανουάριος): Ο βομβαρδισμός του Πειραιά από τη συμμαχική αεροπορία προξενεί σοβαρές ζημιές στο θόλο, στην πρόσοψη και στο πίσω μέρος του Θεάτρου. 1945:
Παραστάσεις του θιάσου Ενωμένων Καλλιτεχνών με πρωταγωνιστή τον Αιμίλιο Βεάκη. Τελευταίες εμφανίσεις του κορυφαίου Έλληνα ηθοποιού του 20ου αιώνα στο Δημοτικό Θέατρο.
1947: Το Θέατρο ανακαινίστηκε και φιλοξένησε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου με σκηνοθέτη τον Δημήτρη Ροντήρη. 13
Δεκαετία 1950: Δεκάδες παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό παράλληλα με εμφανίσεις εμπορικών θιάσων. 1957: Το Δημοτικό Θέατρο χαρακτηρίζεται ως «κέντρον διερχομένων θιάσων». Εφ. Χρονογράφος, 1-3-1957. 1957 (6 Σεπτεμβρίου): Το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά αποδέχεται την πρόταση του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου για συγκρότηση θιάσου στο Δημοτικό Θέατρο από τον Δημήτρη Ροντήρη. 1957-59: Λειτουργία του θιάσου «Πειραϊκό Θέατρο» από τον Δημήτρη Ροντήρη με χρηματοδότηση του Δήμου Πειραιά και έδρα το Δημοτικό Θέατρο. 1957 (Δεκέμβριος): Πρώτη παράσταση του «Πειραϊκού Θεάτρου» με τη Δωδεκάτη νύχτα του Σαίξπηρ. 1961 (Νοέμβριος): Θριαμβευτική εμφάνιση του Πειραϊκού Θεάτρου στο Δημοτικό με την Ασπασία Παπαθανασίου στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή. 1966: Ιδρύεται ο «Μουσικός Οργανισμός του Πειραιά» από τον Μίκη Θεοδωράκη και στεγάζεται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. 1972: Τελευταία εμφάνιση της Κατίνας Παξινού στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με το έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ Μάνα Κουράγιο. 1977 (Νοέμβριος): Παρουσιάζεται η σημαντικότερη παράσταση των τελευταίων χρόνων λειτουργίας του Δημοτικού, οι Τρωάδες του Ευριπίδη σε μετάφραση και σκηνοθεσία Γιάννη Τσαρούχη. 14
1979 (Οκτώβριος-Νοέμβριος): Παραστάσεις του αμερικανικού πρωτοποριακού θιάσου Λίβινγκ Θίατερ στο Δημοτικό Θέατρο με τα έργα Προμηθέας (διασκευή Τζούλιαν Μπεκ) και Αντιγόνη (διασκευή Μπέρτολτ Μπρεχτ). 1980: Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά χαρακτηρίζεται διατηρητέο «έργο τέχνης» από το Υπουργείο Πολιτισμού, ΦΕΚ 1226/Β/25-11-80. 1981 και 1999: Οι σεισμοί έδωσαν το τελειωτικό κτύπημα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Το κτίριο κρίθηκε ετοιμόρροπο και επικίνδυνο, κάθε δραστηριότητα σταμάτησε και το Θέατρο έκλεισε.
21ος αιώνας 2006: Δημοπρατήθηκε το έργο για την αποκατάσταση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με προϋπολογισμό 36 εκατ. ευρώ (Γ’ ΚΠΣ-ΕΣΠΑ). 2012: Ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση με κόστος περίπου 39 εκατ. ευρώ.
15
16
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
R
17
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά αρχές της δεκαετίας του 1930.
18
«Η ευγενής δίψα του καλού»* GEFEG
Ένα περίλαμπρο κτίριο στην καρδιά της πόλης
Άννα Ταμπάκη
Καθηγήτρια Θεατρολογίας - Ιστορίας του Θεάτρου Τμήμα Θεατρικών Σπουδών Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Η πόλη ως αντικατοπτρισμός της ιστορίας «Σαν ξεμακραίνω για καιρό απ' την Ελλάδα, η μνήμη του λιμανιού, του παληού όπως ήταν στα παιδικά μου, μ' ακολουθεί έτσι ανάλλαχτα, γαλήνια και γλυκύτατα πειθαρχημένη σαν θαλασσογραφία του Βολωνάκη ή σαν ένας βουρκωμένος στίχος του Πορφύρα, του Νιρβάνα ένα χαρούμενο γεμάτο σκώμμα και ποίηση χρονογράφημα ή ένα ‘‘κόκκινο πουκάμισο’’ του Σπύρου Μελά».1 Η πόλη στην οποία ζούμε μάς περιβάλλει και διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την ευαισθησία μας, καθώς την ενεργοποιεί είτε θετικά είτε αρνητικά με ωραίες ή ζοφερές εικόνες. Τροφοδοτεί τη φαντασία μας, ταξιδεύοντάς μας στον χρόνο και συντροφεύοντάς μας∙ στους χώρους της περιπατούμε, στοχαζόμαστε. Η πόλη παρέχει εναύσματα στην πνευματική δημιουργία, στην ποίηση και στη λογοτεχνία με την περιρρέουσα ατμόσφαιρά της, με τις γειτονιές της, με τα χρώματα και την αρχιτεκτονική της. Κάτι περισσότερο: σφραγίζει την καθημερινότητα των κατοίκων της, όλων μας. Τα σπίτια στα οποία ζήσαμε, ιδίως εκείνα των παιδικών μας χρόνων που διατηρούν κάτι
* Εφ. Πρόνοια 8-4-1895.
1 Κατίνα Παξινού, «Πειραιεύς και Τέχνη», Λεύκωμα Πειραιώς, 1958, σ. 78. Πρβλ. Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό Πανόραμα. Πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου 1784-2005, Εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2006, σ. 283.
19
το μαγικό, το μυστηριώδες, τα σπίτια των φίλων μας, σαγηνευτικά κι αυτά, με τις μνήμες που φέρουν. τα κτίρια-σύμβολα, τα μνημειακά συγκροτήματα, οι κήποι και οι τόποι περιπάτου, όλα αυτά καθορίζουν ανεπαίσθητα τη μετέπειτα ζωή μας. Η ιστορία των πόλεων ως αυτοτελές γνωστικό αντικείμενο έχει μακρά παράδοση στην Ευρώπη, όχι όμως και στην Ελλάδα, όπως επεσήμανε ήδη το 1984, στην πρωτοποριακή μονογραφία του για τον Πειραιά, ο Βάσιας Τσοκόπουλος, παλαιός μαθητής και συνομιλητής του ιστορικού Κωστή Μοσκώφ.2 «Η ιστορία της πόλης, γράφει ο Βάσιας Τσοκόπουλος, είναι η ιστορία των ανθρώπων της, των σπιτιών της και των χώρων της∙ η πολεοδομία, η αρχιτεκτονική, το χρώμα είναι κι αυτά μέρη του
ιστορικού
της
όλου
–
σημάδια της ηλικίας της. Όμως ο χρόνος, μετασχηματίζοντας τους διαφορετικούς τομείς της
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1896.
πόλης, [...] αλλάζει και την όλη πόλη».3 Η ιστορία του Πειραιά έχει μια περίπλοκη διαχρονικότητα. Αρχαίο επίνειο των Αθηνών, ερημώθηκε την περίοδο της Τουρκοκρατίας για να αναγεννηθεί στον 19 ο αιώνα. Η νεότερη πόλη ανασυγκροτήθηκε στά ίχνη του οικιστικού ιστού της αρχαιότητας, γνωστού για το περίφημο ιπποδάμειό του σύστημα. Εποικίστηκε αρχικά από Χίους και Υδραίους,4 2 Βάσιας Τσοκόπουλος, Πειραιάς, 1835-1870. Εισαγωγή στην ιστορία του ελληνικού Μάντσεστερ, Εταιρεία Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας της Ελλάδας, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1984. Ας αναφερθούμε σε δυο ακόμη πόλεις-λιμάνια που έτυχαν διεξοδικής μελέτης: Κωστής Μοσκώφ, Θεσσαλονίκη, τομή της μεταπραττικής πόλης 1700-1912, Θεσσαλονίκη 1974, και Νίκος Μπακουνάκης, Πάτρα, μια ελληνική πρωτεύουσα στον 19ο αιώνα, Εταιρεία Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας της Ελλάδας, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1988. 3 Βάσιας Τσοκόπουλος, Πειραιάς, 1835-1870. Εισαγωγή στην ιστορία του ελληνικού Μάντσεστερ, ό.π., σ. 17. 4 Ας μου επιτρπεί μια προσωπική μαρτυρία. Στο παλαιό συμβόλαιο της οικίας που αγόρασε η αδελφή της νόνας μου Ζαφειρία Ποταμιάνου, το γένος Τριλίβα, ερχόμενη από τη γενέτειρά της Ιθάκη στον Πειραιά, στις αρχές του 20ού αιώνα, επί της οδού Αλκιβιάδου (κοντά στη Ζέα), υπάρχει
20
μετέπειτα και από άλλους νησιώτες, και σιγά σιγά εξελίχθηκε σε μια ανθούσα βιομηχανική πόλη-λιμάνι, με την ανάλογη μεικτή κοινωνική διαστρωμάτωση (αστικά και εργατικά στρώματα). Αυτήν την κοινωνική διπολικότητα οφείλουμε να την προσμετρήσουμε και να την αξιολογήσουμε αναφορικά με τις μετέπειτα εξελίξεις. Γιατί αν η διαμόρφωση μιας ισχυρής αστικής τάξης θα στηρίξει προς το τέλος του αιώνα το «μεγαλόπνοο» σχέδιο ανέγερσης Δημοτικού Θεάτρου, η ύπαρξη των εργατικών στρωμάτων θα εγείρει πραγματικά ή τεχνητά προσκόμματα, τόσο προς τα τέλη του 19 ου όσο και στον αρχόμενο 20ό, ως προς τη φυσιογνωμία του και το ρεπερτόριό του. Μεγάλο μέρος των μεγαλοαστικών στρωμάτων μετακινείται άλλωστε, προϊόντος του χρόνου, προς την Αθήνα και τά ανατολικά ή βόρεια προάστια της Αττικής ενώ πλειάδα πνευματικών προσωπικοτήτων
(κυρίως
οι
άνθρωποι των γραμμάτων και των «Καρβουνιάρικα», λιμάνι Πειραιά, στο βάθος διακρίνεται το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1920.
τεχνών)5 εγκαταλείπουν σταδιακά τη γενέτειρά τους για την πρωτεύουσα για να βρίσκονται στο επίκεντρο των εξελίξεων. Συχνά τίθεται ή υπονοείται, στέκει εν πολλοίς μετέωρο το ερώτημα εάν πρέπει να θεωρήσουμε την ιστορία του Πειραιά ως μέρος της γενικότερης ιστορίας της Αθήνας. Η τεκμηριωμένη διαπίστωση του Βάσια Τσοκόπουλου ότι αρκεί να αναγνώσουμε τις πηγές του 19 ου αιώνα για να διακρίνουμε τη συγκρότηση μιας τοπικής πειραϊκής συνείδησης και την αυτοτέλεια της πόλης, με βρίσκει απολύτως σύμφωνη. Ο Πειραιάς του 19 ου αιώνα αποτελεί μια πόλη διαχωρισμένη η διευκρίνηση «παρά τη υδραϊκή συνοικία». 5 Διατρέχοντας ο φιλέρευνος αναγνώστης την εξονυχιστική καταγραφή του Γ. Μπαλούρδου, εκπλήσσεται με το αριθμητικό εύρος των διανοουμένων και καλλιτεχνών που είχαν ως γενέτειρα πόλη τον Πειραιά ή έζησαν σ᾽ αυτόν. Στον 20ό αιώνα, οι περισσότεροι εξ αυτών μετακινήθηκαν προς την Αθήνα. Βλ. Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό Πανόραμα. Πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου 1784-2005, ό.π.
21
από την Αθήνα, με το δικό της πολεοδομικό σχέδιο, και: «η απόσταση των οκτώ χιλιομέτρων που τη χωρίζει από την πρωτεύουσα, η δυσδιάβατη οδός που την ενώνει και το υψηλό κόστος μεταφοράς που συνεπάγεται δίνουν στο επίνειο μια κίνηση ανεξάρτητη από αυτή της πρωτεύουσας. Ήδη τα τριάντα πέντε χρόνια που μεσολαβούν από την ίδρυση της πόλης μέχρι τη δημιουργία του σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς αρκετά της
για
τη
επιτόπιας
αντίστοιχων
είναι συγκρότηση
αγοράς,
των
κοινωνικών
δομών, αλλά επίσης και μιας σχετικής τοπικής συνείδησης που διαχωρίζουν τον Πειραιά από την Αθήνα».6 Η γειτνίαση της πόλης με την Αθήνα δημιουργεί ωστόσο συν τω χρόνω, εγγενείς αντιφάσεις, καθώς ολοένα και εντονότερα η πρωτεύουσα με την πολυμορφία
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά δεκαετία του 1950.
των εκδηλώσεων της και τη σφριγηλότητά της δημιουργεί πολιτιστικό και καλλιτεχνικό αντιπερισπασμό. Αυτές οι ιδιομορφίες δίνουν στον Πειραιά μια ξεχωριστή ταυτότητα και θέτουν στον μελετητή ιδιαίτερα ερωτήματα. Προβλήματα και ιδιομορφίες, που φαίνεται ότι τον ταλανίζουν ως σήμερα.
Η νεοελληνική πόλη του 19 ου αιώνα και το θέατρο «Τα θέατρα, τα καφενεία, οι λέσχες, οι σύλλογοι και τα ιδιωτικά σαλόνια αποτελούν πρόσωπα της Ιστορίας ...».
7
6 Βάσιας Τσοκόπουλος, Πειραιάς, 1835-1870. Εισαγωγή στην ιστορία του ελληνικού Μάντσεστερ, ό.π., σσ. 18-19, 7 Nίκος A. Mπακουνάκης, Tο Φάντασμα της Nόρμα. H υποδοχή του μελοδράματος στον ελληνικό χώρο το 19ο αιώνα. Eρμούπολη-Πάτρα, Aθήνα, Kαστανιώτης 1991, Εισαγωγή, σ. 11.
22
Όπως επισημαίνει ο Nίκος Mπακουνάκης στη μονογραφία του Tο φάντασμα της Nόρμα, ευαίσθητος δέκτης καθώς είναι μα και ερμηνευτής των πολιτισμικών αλλαγών και των αντικατοπτρισμών τους στις νοοτροπίες που διαμορφώνουν τα αστικά στρώματα των ελληνικών πόλεων του δέκατου ένατου αιώνα, «σύμβολα του συλλογικού status των αστών, τα θέατρα και οι όπερες αναδεικνύονται στο 19 ο αιώνα (ιδιαίτερα στο δεύτερο ήμισύ του) σε συστατικά στοιχεία των πολεοδομικών σχεδίων, σε βασικούς χώρους των πρωτευουσών και των πόλεων, ισάξιοι των καθεδρικών ναών». Για του λόγου το αληθές, σημειώνει μάλιστα χαρακτηριστικά ένα ακραίο, εύγλωττο όμως παράδειγμα μετατροπής. Στο τέλος του δέκατου όγδοου αιώνα, το 1778, γκρεμίζεται στο Kέντρο του Mιλάνου η Santa Maria alla Scala· στη θέση της υψώνεται το περίφημο Teatro alla Scala.8 Πόλεις όπως το Nαύπλιο, η Eρμούπολη της Σύρου, η Aθήνα, προβάλλουν το καινούργιο, νεοκλασικό τους πρόσωπο μετά το 1830. Aξίζει να σταθούμε στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό τους, στην πρόβλεψη των ποικίλων λειτουργιών τους. Χωρίς αμφιβολία, στη σύλληψη του δομημένου χώρου πόλεων, όπως η νεοκλασική Aθήνα ή η Πάτρα του 19 ου αιώνα, η στέγαση του θεάματος κρίθηκε από την αρχή απαραίτητη. Tι σήμαινε όμως ένα τέτοιο οικοδόμημα στις νεοσύστατες νεοελληνικές πόλεις; Aλλες προτεραιότητες συχνά καθόρισαν τις αναβολές, την τελική καθυστέρηση της οικοδόμησης θεάτρου, κάτι που καθώς υποστηρίχθηκε από πολλούς εκείνα τα χρόνια, δέν ήταν παρά μια περιττή πολυτέλεια. Για να ερμηνεύσουμε τις παλινδρομήσεις, τις αντιστάσεις που δημιουργήθηκαν αλλά και τα επιχειρήματα, το μελάνι που χύθηκε εκατέρωθεν για το παραπάνω ζήτημα, πρέπει να δούμε από πιό κοντά την κοινωνική σύνθεση, το πολιτισμικό υπόβαθρο των πόλεων αυτών κατά τη γένεσή τους. Tο ετερόκλητο, γεωγραφικό μωσαϊκό που τις συνθέτει αποκαλύπτεται ωραία μέσα από την ηθελημένη υπερβολή μιας κωμωδίας της εποχής, της γνωστής Bαβυλωνίας του Δ. K. Bυζάντιου· η σκηνή δράσης τοποθετείται στο μετεπαναστατικό 8 Nίκος A. Mπακουνάκης, Tο Φάντασμα της Nόρμα, ό.π., σ. 28. Για αυτά που θα ακολουθήσουν, πρβλ. Άννα Ταμπάκη, Το νεοελληνικό θέατρο (18ος-19ος αι.). Ερμηνευτικές προσεγγίσεις, Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2005, κεφ. V, «Θεατρικός χώρος και αστική κοινωνία στον 19ο αιώνα. Το θέατρο στη νεοελληνική πόλη», σσ. 301-309.
23
Nαύπλιο και κεντρικό θέμα είναι η γλωσική ασυνεννοησία που οφείλεται κατεξοχήν στις πολιτισμικές και τοπικές ιδιαιτερότητες των ελληνικών περιοχών. Σε άλλες πηγές πάλι αποτυπώνεται με εύγλωττο τρόπο η προσπάθεια δημιουργίας κοινωνικής ζωής δυτικού τύπου. Nέος άνεμος φυσάει και εισάγει ανανεώσεις τόσο στην επίπλωση, εισαγωγή λ.χ. του «κλειδοκυμβάλου» (Nαύπλιο), όσο και στις ποικίλες «διασκεδάσεις» (με την έννοια του δυτικοευρωπαϊκού όρου των loisirs), με τη διοργάνωση μουσικών ακροάσεων,
χοροεσπερίδων,
φιλολογικών
συναντήσεων,
θεατρικών
αναγνώσεων
παραστάσεων
σε
ή
σαλόνια.
και Tά
όσα συμβαίνουν στο Nαύπλιο, σ᾽ αυτόν τον τομέα, περιγράφει παραστατικά
ο
φαναριώτης
Aλέξανδρος Pίζος Pαγκαβής, στα Aπομνημονεύματά του.9 Aπό την πλευρά του ο γάλλος Edmond About, με οξυδέρκεια και παρατηρητικότητα,
σκιαγραφεί
τη διαστρωμάτωση της αθηναϊκής Κεντρικό λιμάνι Πειραιά, στο βάθος διακρίνεται το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1910.
κοινωνίας
γύρω
στά
1850.10
Πολύ ενδιαφέροντα είναι και τα όσα καταγράφει για το θέατρο που οικοδομήθηκε χάρη στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Πρόκειται για μια συλλογική ιδιοκτησία που λειτουργεί στη βάση του συστήματος των μετοχών.11 9 Aλέξανδρος Pίζος-Pαγκαβής, Aπομνημονεύματα, τ. A΄, Aθήνα, 1894. Πρβλ. με Aλέκα Mπουτζουβή-Mπανιά, «Tο Nαύπλιο στα χρόνια 1828-1833. Σκιαγράφηση της κοινωνικής, πολιτισμικής και πνευματικής ζωής», O Eρανιστής, τόμος 18 (1988), σσ. 105-136· αναφορές σε εσπερίδες, σε μουσικά και φιλολογικά σαλόνια, ακόμη σε αναγνώσεις και ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις, σ. 111 κ.ε. Kαι την πρόσφατη πληρέστατη εργασία του Bάλτερ Πούχνερ, «Mια σημαντική πηγή της ιστορίας του ελληνικού θεάτρου του 19ου αιώνα. Tα Aπομνημονεύματα του Aλέξανδρου Pίζου Pαγκαβή (1894/95, 1930)», Eπιστημονική Eπετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Aθηνών, τ. ΛΔ´ (2002-2003), σσ. 429-504 (για το Nαύπλιο, σσ. 453-456). Πρβλ. με τη μελέτη μου: «Το Ναύπλιο στα χρόνια της Ναπολεοντίας: κοινωνικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα» [ομιλία στη σειρά Επιστημονικών – Επιμορφωτικών Διαλέξεων Ακαδημαϊκού έτους 2007-2008, Ανδρέας Στάικος, Ναπολεοντία, (Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, θέατρο «Τριανόν», Ναύπλιο 18 Μαρτίου 2008)], Επιστημονική Επιθεώρηση Τεχνών του Θεάματος, τχ. 1(2009), σσ. 293-306. 10 Edmond About, La Grèce contemporaine, Παρίσι, α’ έκδοση 1854. Bλ. κυρίως το κεφάλαιο ΙΧ, La société (παραπέμπω στη β´ έκδοση, Παρίσι 1855, σ. 375 κ.ε.· για τις διασκεδάσεις και συναναστροφές, σ. 412 κ.ε.) 11 Edmond About, La Grèce contemporaine, ό.π., σ. 419: «La ville d’Athènes a un théâtre et
24
Στην επιλεγμένη με γνώμονα την αρχαία της δόξα νέα πρωτεύουσα του κράτους, στο «Σχέδιον της νέας πόλεως των Aθηνών», δημιούργημα του αρχιτέκτονα Leo Von Klenze, που εγκρίθηκε από την Aντιβασιλεία το φθινόπωρο του 1834, υπήρξε πρόβλεψη, κοντά στους «Nαούς του Xρήματος» (Tράπεζα, Xρηματιστήριο) και στις άλλες βασικές λειτουργίες της σύγχρονης, ευρωπαϊκής πόλης, για το απαραίτητο συμπλήρωμα της γοητείας του αστικού μεγαλείου, το θέατρο, που άρχισε κιόλας να κατασκευάζεται πρίν από το τέλος της χρονιάς, σε σχέδια του Christian Hansen, στη σημερινή πλατεία Kλαυθμώνος. Σύντομα όμως σταμάτησαν οι εργασίες διότι, όπως σημειώνει ο
αρχιτέκτονας
«οι
τοπικές
εφημερίδες επέκριναν ζωηρά την Kυβέρνηση γιατί άρχισε να χτίζει θέατρο στην Aθήνα, τη στιγμή που υπάρχει παντελής έλλειψη σε σχολεία και άλλα πιό σημαντικά κτίρια».12 Στο τέλος του ίδιου χρόνου συναντάμε σχετική μνεία στην εφημερίδα H Eθνική: Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1920.
«Tο περί δημοσίων οικοδομών διάταγμα της Kυβερνήσεως λέγει ότι πρέπει να προηγηθούν ο Στρατών, η κατασκευή των οδών και τα τοιαύτα· άν δεν μένουν ικανοί [:αρκετοί] τεχνίται ν' αρχίση και το θέατρον».13 Δύο χρόνια αργότερα, στα 1836, όταν ζητήθηκε από την Kυβέρνηση να αναγείρει θέατρο, δόθηκε η απάντηση ότι: quelquefois des acteurs. Le théâtre a été construit, non pat l’État, non par la ville, encore moins par le roi, mais par quelques citoyens, et à leurs frais». 12 «But as it is very much crticized in the local papers that the government has began a theatre in Athens whereas schools and other more important buildings are completely lacking, it is has been decided to stop the theatre at the moments». Βλ. Ida Haugsted, «The Architect Christian Hansen and Greek Neoclassicism», Scandinavian Studies in Modern Greek, 4 (1980), σ. 71. Πρβλ. με Δημήτρης Σπάθης, O Διαφωτισμός και το νεοελληνικό θέατρο. Eπτά μελέτες, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 1986, σσ. 217-218. 13 Εφ. Eθνική, αρ. 17, 6(18) Δεκεμβρίου 1834. Δ. Σπάθης, O Διαφωτισμός και το νεοελληνικό θέατρο, ό.π., σ. 218.
25
«Πρίν
ή
εγερθώσιν
άλλα
τεχνουργικά
καταστήματα,
των
οποίων έχει ανάγκην η Eλλάς, τίποτε δεν πρέπει να δαπανήση η Kυβέρνησις προς ανέγερσιν θεάτρου, του οποίου την ύπαρξιν θεωρεί άλλως περιττήν». Aυτή ακριβώς η κρατική ολιγωρία, εξαιτίας άλλων «προτεραιοτήτων», οδήγησε στη λύση του θέματος μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. 1835-36: θέατρο Σκοντζόπουλου· θέατρο Meli, προορισμένο για το ιταλικό μελόδραμα· 1840: θέατρο Mπούκουρα.14 Tρείς δεκαετίες αργότερα, στα 1861, θα ακουστούν και θα γραφούν στον τοπικό τύπο παρεμφερή επιχειρήματα κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την οικοδόμηση θεατρικού κτιρίου στην Eρμούπολη της Σύρου: «Πρίν ή εγερθώσι θέατρα, έχομεν ανάγκην εμπορίου και βιομηχανίας, αλλά και δημοσίου ασφαλείας». Ή το παρακάτω ενδιαφέρον ως προς το πεδίο των νοοτροπιών: «Aπατώνται οι αποφασίσαντες την ανέγερσιν θεάτρου εν Eρμουπόλει,
ότι
θέατρον
υπάρχον
ήθελεν
προσελκύσει
κεφαλαιούχους εις τον τόπον, άλλους τε και ομογενείς ών πολλούς το μονότονον του εν Eλλάδι βίου κατά την δόξαν των κωλύει επανελθείν».15 Eίναι γεγονός ότι η θεατρική ζωντάνια της Eρμούπολης σχετίζεται με την έλευση αυτών των «κεφαλαιούχων» αλλά και η ακμή και παρακμή της θεατρικής της ζωής βαίνει παράλληλα με την ακμή και την παρακμή της εμπορικής δραστηριότητας της πόλης. Mε πειστικό και τεκμηριωμένο τρόπο σχετική έρευνα παρέχει μία συγκριτική μελέτη δύο χαρακτηριστικών πόλεων, της Πάτρας και της Eρμούπολης: Bασικοί εμπορικοί κόμβοι της Aνατολικής Mεσογείου και οι δύο, χώροι όπου 14 Tο ιστορικό έχει αναλυτικά περιγραφεί από τον Nικόλαο Λάσκαρη, Iστορία του νεοελληνικού θεάτρου, τ. B´, Αθήναι 1939, σ. 151 κ.ε. Πρβλ. με τις παρατηρήσεις της Kωνστάντζας Γεωργακάκη, «Θέατρο Aθηνών: οι παραστάσεις στα χρόνια του Όθωνα», Παράβασις/Parabasis, τχ. 2 (1998), σσ. 143180. Της ιδίας, Η θεατρική πολιτική κατά την οθωνική περίοδο, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα, ΕΚΠΑ, 1997. 15 Nικόλαος Λάσκαρης, Iστορία του νεοελληνικού θεάτρου, τ. B´, σ. 128.
26
μορφοποιούνται νέα αστικά, εμπορικά στρώματα, ενσωματώνουν με τον ίδιο περίπου τρόπο το σκηνικό θέαμα, κυρίως με τη λατρεία του ιταλικού μελοδράματος, στην κοινωνική τους ζωή κατά το δέκατο ένατο αιώνα.16 Eιδικά στην Eρμούπολη παρατηρείται άνθηση από ενωρίς και της ελληνικής σκηνής και παράλληλη συγγραφική και εκδοτική δραστηριότητα (Γεώργιος Σερούϊος, Tιμολέων Aμπελάς, Iωάννης Φραγκιάς κ.λπ.).17 Aλ λά
και
ο
ελ ληνισμός
της Διασποράς, κυρίως όπως εκφράζεται
η
βούλησή
του
μέσα από τις ενέργειες των μεγαλοαστικών του στρωμάτων, υποδέχεται με ζέση τη θεατρική πράξη και τη συσσωματώνει στις ομαδικές του εκδηλώσεις (π.χ. Aλεξάνδρεια). Σε αυτόν τον όρο δεν
συμπεριλαμβάνω
ασφαλώς
τον ελληνισμό της «καθ' ημάς Aνατολής», που έδωσε πλούσια δείγματα
θεατρικής
παιδείας,
όπως στην Kωνσταντινούπολη18 ή τη Σμύρνη.19
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1980.
Πλούσιο λοιπόν σε προεκτάσεις θέμα είναι αυτό που σχετίζεται με τις απόπειρες δημιουργίας του «θεάτρου» μέσα στη νεοελληνική πόλη του δέκατου ένατου αιώνα, φαινόμενο που υπόκειται στις πολιτισμικές, 16 Για την Πάτρα, βλ. και Ευανθία Ε. Στιβανάκη, Θεατρική ζωή, κίνηση και δραστηριότητα στην Πάτρα από το 1828 έως το 1900, (διδακτορική διατριβή, Αθήνα, ΕΚΠΑ, 1997), Πάτρα, Περί Τεχνών, 2001. Για την ακµάζουσα στον 19ο αιώνα Ερµούπολη της Σύρου, βλ. Μιχάλης Δήμου, Η θεατρική ζωή και κίνηση στην Ερµούπολη της Σύρου κατά τον 19ο αιώνα (1826-1900). Τάσεις, επιλογές και µεθοδεύσεις της θεατρικής ζωής, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα, ΕΚΠΑ, 2001. 17 Για την Πάτρα, βλ. και Ευανθία Ε. Στιβανάκη, Θεατρική ζωή, κίνηση και δραστηριότητα στην Πάτρα από το 1828 έως το 1900, (διδακτορική διατριβή, Αθήνα, ΕΚΠΑ, 1997), Πάτρα, Περί Τεχνών, 2001. Για την ακµάζουσα στον 19ο αιώνα Ερµούπολη της Σύρου, βλ. Μιχάλης Δήμου, Η θεατρική ζωή και κίνηση στην Ερµούπολη της Σύρου κατά τον 19ο αιώνα (1826-1900). Τάσεις, επιλογές και µεθοδεύσεις της θεατρικής ζωής, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα, ΕΚΠΑ, 2001. 18 Διεξοδική τεκμηρίωση παρέχει η εμπεριστατωμένη διατριβή της Xρυσοθέμιδος Σταματοπούλου-Bασιλάκου, Tο ελληνικό θέατρο στην Kωνσταντινούπολη το 19ο αιώνα, τ. A´ και B´, Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτών, Aθήνα, 1994, 1996. 19 Χρήστος Σολομωνίδης, Το θέατρο στη Σμύρνη (1657-1922), Αθήνα 1954. Πρβλ. Χρυσοθέμις Σταματοπούλου-Βασιλάκου, Το θέατρο στην καθ' ημάς Ανατολή: Κωνσταντινούπολη-Σμύρνη. Οκτώ μελετήματα, Εκδ. Πολύτροπον, Αθήνα 2006.
27
γεωγραφικές και κοινωνικές ιδιοτυπίες του ευρύτερου ελληνικού χώρου, καύχημα για όσους έχουν εξοικειωθεί από ενωρίς με το είδος και κατανοούν την πολλαπλή ιδεολογική του χρησιμότητα, περιττή πολυτέλεια για όσους σταθμίζουν με άλλο γνώμονα τις ανάγκες της κοινωνίας τους.
Ο Περαιάς και η θεατρική του ζωή Πόλη στην οποία αναπτύσσεται δυναμικά ο κοινωνικός της ιστός σε
συνάρτηση
συνάφεια
με
και τις
απόλυτη
οικονομικές
δραστηριότητες, η μορφοποίηση των αστικών στρωμάτων επιδρά στη συλλογική ζωή και στους τρόπους ψυχαγωγίας (περίπατοι, μουσικές μπάντες, θέατρο). H μουσική
αποτελεί
το
μεγάλο
πάθος της πειραϊκής κοινωνίας, ιδίως μετά το 1860, και η απουσία Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1910.
επαγγελματιών μουσικών στην πόλη θα το οξύνει περισσότερο· κάποια ορχήστρα που έδωσε συναυλία «ηυχαρίστησεν εις υπερβολήν το κοινόν του Πειραιώς», σύμφωνα με πληροφορία της Φωνής του Πειραιώς. Kαι συνεχίζει παρακάτω: «Eκ της συρροής ήν βλέπει τις περί τας τοιαύτας μουσικάς συμφωνίας, εξάγει ότι ο κόσμος του Πειραιώς διψά Θεάτρου, διψά μουσικής, διψά διασκεδάσεως. Θα ήτον λίαν επωφελές αν η διά μετοχών ή διά προνομίου εργολάβου τινός κατασκευάσθη μικρόν θέατρον».20 H
πορεία
εγκαθίδρυσης
θεατρικής
σκηνής
στον
Πειραιά
20 Eφ. Φωνή του Πειραιώς, αρ. 207, 15 Mαρτίου 1869. Πρβλ. Bάσιας Tσοκόπουλος, Πειραιάς, 18351870. Eισαγωγή στην ιστορία του Eλληνικού Mάντσεστερ, ό.π., σσ. 131-132.
28
ακολούθησε τα ειωθότα με έναν σχετικά καθυστερημένο ρυθμό. Iδιωτική πρωτοβουλία, πρόχειρες κατασκευές σε κάποια μάνδρα, αρχής γενομένης από το υπαίθριο και ξύλινο θέατρο, που στήθηκε το 1873 στη μάνδρα Σκυλίτση της Τερψιθέας -στη θέση του σήμερα βρίσκεται η Ευαγγελική Εκκλησία-, και διάφορες άλλες βραχύβιες προσπάθειες. Καθώς εδραιώνεται η θεατρική ζωή, κατασκευάζονται μονιμότεροι χώροι: το «θέατρο Διονυσιάδου», το «κομψόν θεατράκι», στη θέση που αργότερα λειτούργησε ο κινηματογράφος «Σπλέντιντ», το «θέατρο Τσόχα» (1880) στο λιμάνι της Ζέας (από την πλευρά της πλατείας Αλεξάνδρας, που βρισκόταν στη σημερινή οδού Σηραγγίου), το λαϊκό θέατρο «Απόλλων» στο Πασαλιμάνι (στην «πλατεία Κανάρη»), κ.ά.21 Εκκινώντας από παλαιότερες έρευνες και αναφορές για τα πρώτα θεατρικά βήματα διάσπαρτες σε μονογραφίες για την κοινωνική και πολιτιστική ζωή του Πειραιά,22 η διδακτορική διατριβή της Κατερίνας Μπρεντάνου [Η θεατρική ζωή του Πειραιά (από την πρώτη παράσταση έως το 1922)],23 ανέτρεψε καταρχήν το ιδεολογικό µόρφωµα, σύµφωνα µε το οποίο στην αντίληψη των Πειραιωτών αλλά και ευρύτερα των ιστορικών-µελετητών και ανθρώπων του θεάτρου, ο Πειραιάς είναι τόσο συνυφασµένος µε το Δηµοτικό του θέατρο, εµβληµατικό κτίριο που δεσπόζει στην καρδιά της πόλης, έτσι ώστε η έκφραση «θεατρική ζωή στον Πειραιά» να µεταφράζεται σχεδόν αυτόµατα σε «παραστάσεις στο Δηµοτικό θέατρο». Η πολύχρονη και συστηματική της έρευνα κατέδειξε ότι αυτή η πτυχή αποτελεί ένα µικρό μόνο µέρος της σύνολης θεατρικής δραστηριότητας που εκτείνεται σε παραπάνω από πέντε χιλιάδες παραστάσεις και είκοσι έξι θέατρα, συνυπολογίζοντας και την άφθονη θεατρική δραστηριότητα του Φαλήρου. Κατά δεύτερον σκιαγράφησε διεξοδικά το είδος των θεατρικών χώρων και των σχηµάτων, το δραµατολόγιο και το ύφος των παραστάσεων, τον πολύµορφο, τέλος, χαρακτήρα της θεατρικής ζωής σε συνάρτηση µε την οικονοµική 21 Eλένη Φεσσά-Eμμανουήλ, H Aρχιτεκτονική του Nεοελληνικού Θεάτρου 1720-1940, τ. Α', Aθήνα 1994, σσ. 321-322, 419. 22 Δ. Θ. Σπηλιωτόπουλος, Ο Πειραιεύς και οι Δήμαρχοι της Α' εκατονταετηρίδος, Πειραιεύς 1939.Γκίκας Μπινιάρης, Εκατό χρόνια θεατρικής πειραϊκής ζωής, εκδ. Πειραϊκού Συνδέσμου, Πειραιάς 1976, και Γιάννης Χατζημανωλάκης, Το χρονικό της πειραϊκής πνευματικής ζωής (1835-1973), Πειραιάς 1973. 23 Κατερίνα Μπρεντάνου, Η θεατρική ζωή του Πειραιά (από την πρώτη παράσταση έως το 1922), Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών, Τµήµα Θεατρικών Σπουδών, διδακτορική διατριβή, [Αθήνα], Μάιος 2010, 1273 σελ.+ 5 χ.α. (τ. Α', 879 σελ.+ 3 χ.α., τ. Β' Παράρτηµα, σσ. 883-1273 + 5 χ.α.).
29
δυναµική και την κοινωνική διαστρωµάτωση της πόλης. Το τρίτο, πολύ ουσιώδες ερώτηµα, στο οποίο θέλησε να απαντήσει, προκύπτει από την ιδιοµορφία του Πειραιά ως «επινείου» της Αθήνας: αποτελεί άραγε ο Πειραιάς µια χωροταξική προέκταση της ιστορίας του θεάτρου της πρωτεύουσας ή έχει ένα σύνολο χαρακτηριστικών που του προσδίδουν ξεχωριστή ταυτότητα, ένα ιδιαίτερο στίγµα στην ιστορία του θέατρου; Η ποικιλία των θεαµάτων, η πληθώρα των θεατρικών σχηµάτων και των έργων που παραστάθηκαν συνθέτουν
την
δυναµικά θεατρικής
εικόνα
µιας
εξελισσόµενης ζωής
και
φωτίζουν
µια άγνωστη-αθέατη πτυχή της πειραϊκής ζωής.24
Το Δημοτικό Θέατρο «Ο μεγαλοπρεπής και σεμνός ναός της Τέχνης είναι εύγλωττος απόδειξις ότι από της πρώτης συμπήξεως της εμπορικωτάτης αυτής πόλεως, η ευγενής δίψα «Λεμονάδικα», πλατεία Καραϊσκάκη δεκαετία του 1910.
του καλού και αι σεμναί μέριμναι της τέχνης, δεν υπήρξαν ξέναι εις τα στήθη των πρακτικών ανδρών, οίτινες μετέβαλον την πρό ημίσεως αιώνος έρημον χερσόνησον, το ακατοίκητον επίνειον εις την πρώτην εμπορικήν και βιομηχανικήν πόλιν του κράτους».25 Το όραμα κατασκευής του Δημοτικού Θεάτρου συμπίπτει με το απόγειο της οικονομικής (βιομηχανικής και εμπορικής) και πολιτιστικής ακμής του Πειραιά, με την παρουσία λαμπρών προσωπικοτήτων των γραμμάτων και τεχνών και την ίδρυση σημαντικών πολιτιστικών φορέων.26 Η απόφαση για την ανέγερσή του πάρθηκε επί δημαρχίας 24 Κατερίνα Μπρεντάνου, Η θεατρική ζωή του Πειραιά …, ό.π., σ. 13. 25 Εφ. Πρόνοια, 8-4-1895. Πρβλ. Ημερολόγιο 2008, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά Χθες, σήμερα, αύριο; Το λιμάνι της αγωνίας, 2008. 26 Βάσιας Τσοκόπουλος, «Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ως σύμβολο της πόλης», Ο Πειραιάς και το Δημοτικό θέατρο. Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, Παν/μιο Πειραιά, 13 Απριλίου 2003. Επιμέλεια
30
Τρύφωνος Μουτζοπούλου, το οικοδόμημα άρχισε να κατασκευάζεται το 1884 επί δημαρχίας Aριστείδη Oμηρίδη-Σκυλίτση, σε σχέδια του Ιωάννη Λαζαρίμου27 – στον οποίο ο Πειραιάς οφείλει και άλλα οικοδομήματα υψηλής αισθητικής, όπως την εκκλησία του Αγίου Νικολάου που δεσπόζει στον χώρο του παλαιού Τελωνείου και τον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου στην πλατεία Κοραή– και ολοκληρώθηκε το 1895 επί δημαρχίας Θεοδώρου Ρετσίνα. Το επιβλητικότερο θέατρο της Νεότερης Ελλάδας, νεοκλασικιστικής τεχνοτροπίας μνημειακό κτίριο, μιμούμενο την αρχιτεκτονική του γαλλικού grand théâtre,28 έρχεται να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις μεγαλοπρέπειας και κύρους της ακμάζουσας πειραϊκής αστικής τάξης. Η πρώτη παράσταση δόθηκε την Τετάρτη 19 Απριλίου/1η Μαΐου 1895 με το εμβληματικό ρομαντικό δράμα του Δημητρίου Βερναρδάκη, Μαρία Δοξαπατρή, σε συνεργασία των σπουδαίων ηθοποιών της εποχής Δημοσθένη Αλεξιάδη, Δημητρίου Ταβουλάρη και Μιχαήλ Αρνιωτάκη. Οι σελίδες της ιστορίας του θα ξετυλιχθούν αναλυτικά στα οικεία μέρη του λευκώματος. Στο γύρισμα του 20 ού αιώνα, θεμελιώδεις μελέτες προσφέρουν πλέον μια εκτεταμένη και διεξοδική θα μπορούσε να πει κανείς εικόνα της ποικιλόμορφης ζωής του: φιλοξένησε θέατρο πρόζας, μουσικό θέατρο, ερασιτεχνικές παραστάσεις, συναυλίες, διαλέξεις, χοροεσπερίδες, κ.λπ. που το καθιστούν τις περιόδους της λειτουργίας του έναν πυρήνα της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της πόλης και το επίκεντρό της σε πραγματικό (χωροταξικό) και συμβολικό επίπεδο. Εκκινώντας από το έργο αναφοράς του Νίκου Αξαρλή29 και το ειδικό κεφάλαιο που αφιερώνει στη διατριβή της η Κατερίνα Μπρεντάνου,30 οι φιλόλογοιθεατρολόγοι
Αγγελική
Κωνστάντιου
και
Πολύμνια
Θεοδωράκη,
στο πλαίσιο της μεταπτυχιακής διπλωματικής τους εργασίας που Νίκος Αξαρλής – Κατερίνα Μπρεντάνου, Εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2008, σσ. 21-26. Πρβλ. Νίκος Αξαρλής, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Θέατρο και πόλη, Οδός Πανός, 2001. 27 Ο Ιωάννης Λαζαρίμος, πειραιώτης υδραϊκής καταγωγής, σπούδασε αρχικά στο Σχολείον των Τεχνών (πρόγονο του Πολυτεχνείου), και εν συνεχεία με υποτροφία στην École des Beaux-Arts των Παρισίων. Για τις αρχιτεκτονικές επιδράσεις που φέρει το ΔΘΠ, εκτενείς αναφορές στο έργο της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ, H Aρχιτεκτονική του Nεοελληνικού Θεάτρου 1720-1940, ό.π. Βλ. της ιδίας, «Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς: το σημαντικότερο θεατρικό αρχιτεκτόνημα της νεότερης Ελλάδας», Ο Πειραιάς και το Δημοτικό θέατρο..., ό.π., σσ. 61-69. Πρβλ. Ιορδάνης Δημακόπουλος, Ο Ιωάννης Λαζαρίμος και το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Σπουδαστήριο Ιστορίας Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη 1983. 28 Eφ. Φωνή του Πειραιώς, αρ. 207, 15 Mαρτίου 1869. Πρβλ. Bάσιας Tσοκόπουλος, Πειραιάς, 18351870. Eισαγωγή στην ιστορία του Eλληνικού Mάντσεστερ, ό.π., σσ. 131-132. 29 Νίκος Αξαρλής, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Θέατρο και πόλη, ό.π. 30 Κατερίνα Μπρεντάνου, Η θεατρική ζωή του Πειραιά (από την πρώτη παράσταση έως το 1922), ό.π., σσ. 601-746.
31
εκπόνησαν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών συμπλήρωσαν επάξια το puzzle, ένωσαν τις ψηφίδες της σκηνικής πράξης και των άλλων πολιτιστικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων που έλαβαν χώρα εκεί και έδωσαν μια εικόνα συνόλου (με αναλυτική παραστασιογραφία) ως το 1967.31 Παρόλη την αμφισημία και την ανακολουθία της λειτουργίας του, που οφείλεται, σύμφωνα με τους μελετητές της ιστορίας του Δημοτικού Θεάτρου,
στη
διοικητική
του
υπαγωγή στον Δήμο και κατά συνέπεια στον καθοριστικό ρόλο που έπαιζε ο βαθμός καλλιέργειας και ευαισθησίας του εκάστοτε δημοτικού Συμβουλίου και του δημοτικού Άρχοντα της πόλης, από τη σκηνή του παρήλασαν όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής: στις πρώτες περιόδους λειτουργίας του η «Νέα Σκηνή» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, επανειλημμένως οι θίασοι ρεπερτορίου της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Κυβέλης και της Ελένης Χαλκούση, οι θίασοι του Τιτάνειος κήπος, δεκαετία του 1880.
Βασίλη Αργυρόπουλου και του Βασίλη Λογοθετίδη, σε λιγοστές αλλά σημαντικές εμφανίσεις ο Αιμίλιος Βεάκης. Στην τρίτη, ενδεχομένως περισσότερο λαμπρή, περίοδο λειτουργίας του (1947-1967), το «Εθνικό Θέατρο» υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Ροντήρη δίνει παραστάσεις για τρεις συνεχείς θεατρικές περιόδους με έργα ελλήνων και ξένων συγγραφέων (μεταξύ των ηθοποιών οι Δημ. Χορν, Έλλη Λαμπέτη, Χριστόφορος Νέζερ, Χρ. Ευθυμίου, Έλσα Βεργή, Θάνος Κωτσόπουλος, κ.ά), ακολουθεί η πρώτη παράσταση της «Εθνικής Λυρικής Σκηνής» (5 Μαρτίου 1947). ο θίασος της Κατερίνας Ανδρεάδη (1952-1953), το «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο» του Μάνου 31 Αγγελική Κωνστάντιου, Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: 1923 έως Απρίλιος 1941, διπλωματική εργασία, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ιούνιος 2009, Αθήνα, 299 σελ. Και Πολύμνια Θεοδωράκη, Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς 1945-1967, διπλωματική εργασία, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ιούνιος 2009, Αθήνα, 285 σελ.
32
Κατράκη (1955-1956). Το
1957
συγκροτείται,
με
παρέμβαση
του
κεντροαριστερού
Δημάρχου Δημ. Σαπουνάκη και με δημοτικό Σύμβουλο τον ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο, το «Πειραϊκό Θέατρο» του Δημήτρη Ροντήρη (μεταξύ των μελών του νεοσύστατου θιάσου η Ασπασία Παπαθανασίου και η Δάφνη Σκούρα). Μεγαλύτερη επιτυχία του σχήματος η Δωδεκάτη νύχτα του Σαίξπηρ (έδωσε 100 παραστάσεις). άλλα
έργα
Ακολούθησαν ρεπερτορίου.
Τον
Οκτώβριο του 1958 παρουσίασε τους Πέρσες του Αισχύλου, σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον λόφο του Προφήτη Ηλία. Ατυχείς συγκυρίες
οδήγησαν
το
1959
στη λύση του συμβολαίου επί δημαρχίας Π. Ντεντιδάκη. Ακολουθούν Μίκη Μαρίας
συναυλίες
Θεοδωράκη, Αλκαίου
ο –
του
θίασος Βασίλη
Διαμαντόπουλου (1963-1964) ενώ την επόμενη θεατρική περίοδο ο θίασος Αλέκου Αλεξανδράκη
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1950.
ανεβάζει σε διασκευή το Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι σε σκηνοθεσία Γιώργου Σεβαστίκογλου. Μια ακόμη σημαντική στιγμή, από τις λίγες που κατέβασαν τους Αθηναίους να δουν θέατρο στο επίνειο: «Πηγαίνετε στον Πειραιά να ιδήτε θέατρο, να ιδήτε μια καλή, μια άριστη παράσταση. ‘‘ Έγκλημα και τιμωρία’’, Ρασκόλνικοφ ο Αλεξανδράκης, σκηνοθέτης ο Γ. Σεβαστίκογλου [...] Το ‘‘Δημοτικό’’ του Πειραιώς είναι αυτή τη στιγμή ένας θεατρικός πόλος έλξεως. Επήγα - δεν το κρύβω - με κάποιες προκαταλήψεις που μου υποκινούσε η τόλμη του εγχειρήματος. Έφυγα συγκινημένος από την προσπάθεια και το επίτευγμά της».32 32 Κριτική του Αιμίλιου Χουρμούζιου, εφ. Καθημερινή, 8/12/1965.
33
Κατά τη ζοφερή περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, αν και κυριαρχεί επισήμως η αποσπασματικότητα και η τυχαιότητα των επιλογών, σημαντικοί αθηναϊκοί θίασοι και σπουδαίοι ηθοποιοί επισκέπτονται το Δημοτικό με ένα ρεπερτόριο αξιώσεων: το περίφημο θεατρικό ζεύγος Κατίνας Παξινού – Αλέξη Μινωτή,33 το «Ελληνικό Λαΐκό Θέατρο» του Μάνου Κατράκη, ο Δημήτρης Χορν, το «Προσκήνιο» του Αλέξη Σολομού, ο Σωκράτης Καραντινός, αργότερα το «Αμφι-θέατρο» του Σπύρου Α. Ευαγγελάτου (1978). Από τις εξέχουσες στιγμές της περιόδου της
Μεταπολίτευσης,
υπήρξαν
οι παραστάσεις των Τρωάδων του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Τσαρούχη (1-16 Οκτ. 1977). Οι
δυο
μεγάλοι
σεισμοί,
των Αλκυονίδων (1981) και της Πάρνηθας
(1999),
σοβαρά
πλήγματα
οικοδόμημα. ωστόσο θεατρικές Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, δεκαετία του 1950.
τα
επέφεραν στο
Συνεχίζονται επόμενα
χρόνια
παραστάσεις,
περιστασιακά
είναι
κάπως
αλήθεια,
καθώς και ποικίλες άλλες εκδηλώσεις (μουσικές συναυλίες, μαθητικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, κ.λπ.). Το 2002, κρίνεται ακατάλληλο και επικίνδυνο από την Πολεοδομία και κλείνει. Το ζήτημα δεν άφησε αδιάφορη μια μερίδα ευαίσθητων Πειραιωτών καρπός αυτού του αγωνιώδους προβληματισμού, σε συνδυασμό με τις άοκνες προσπάθειες του Νίκου Αξαρλή και της Κατερίνας Μπρεντάνου υπήρξε η Διεθνής Επιστημονική Συνάντηση «Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο», που 33 Κατίνα Παξινού, «Πειραιεύς και Τέχνη», ό.π., σ. 78. Πρβλ. Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό Πανόραμα. Πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου 1784-2005, ό.π,, σ. 283: «Κάθε φορά που μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω στον Πειραιά, μία συγκίνηση αλλοιώτικη μία ανυπόμονη τρυφερότητα, μία λαχτάρα και μία τρεμάμενη νοσταλγία με φέρνει στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου, που αντικρίζει το πατρικό μας σπίτι αλλοίμονο σε ξένα χέρια τώρα, στην οδό Γεωργίου Α´. Σαν παιδί έβλεπα αυτό το θέατρο πρωί, μεσημέρι, βράδι σαν ένα καλό γείτονα, έναν αρχοντικό Πειραιώτη φιλοπρόοδο σαν τον πατέρα μου ή σαν ένα πολύπειρο φαροφύλακα να μου μειδιά προστατευτικά, φιλόφρονα, μα και κάπως ανήσυχα για το ανύποπτο λες τότε μέλλον που μου επεφύλασσε αυτές τις περιπετειώδεις μακροτάξιδες περιπλανήσεις σε ηλιόφωτες μέρες και σ᾽ αστροφεγγιές και σιφούνια στα πέλαγα του τρομερού κι᾽ ευλογημένου επαγγέλματος».
34
διοργανώθηκε στις 13 Απριλίου 2003 στο Πανεπιστήμιο Πειραιά με την παρουσία πολλών προσωπικοτήτων από τον χώρο του θεάτρου, ειδικών μελετητών και αρχιτεκτόνων, μελών του Δ.Σ. και παρόντος του τότε Δημάρχου κ. Χρήστου Αγραπίδη. Η Συνάντηση, της οποίας τα Πρακτικά εκδόθηκαν το 2008 έθετε τρεις θεματικούς άξονες, Α. «Πειραιάς: Ιστορία και πολιτισμός», Β. «Δημοτικό Θέατρο Πειραιά Αρχιτεκτονική και μνημείο», και Γ. «Αποκατάσταση και λειτουργία δημοτικών θεάτρων στον 21ο αιώνα: ευρωπαϊκή και ελληνική εμπειρία». Ένα θέατρο ανήκει στην πόλη του και μπορεί η ανακαίνισή του να έρχεται ως αποτέλεσμα της θέλησής της, είχε επισημάνει τότε ο Josep Angel Cabré Martinez, διεθυντής του Γκράν Τεάτρε ντελ Λισέου της Βαρκελώνης.34 Όπως συμπεραίνει η ιστορικός της ελληνικής αρχιτεκτονικής Eλένη Φεσσά-Eμμανουήλ στο τόσο σημαντικό και επιβλητικό σύγγραμμά της «η θεατρική ζωή στον Πειραιά είχε μεγαλύτερη ποικιλία και ένταση» από εκείνη που διέκρινε την ίδια εποχή διάφορες επαρχιακές πόλεις. Παρατηρούμε όμως εκ παραλλήλου και την αδυναμία της πόλης, με ελάχιστες βραχύβιες εξαιρέσεις, να συντηρήσει δικούς της θιάσους. Kαι οι δύο αυτές ιδιοτυπίες οφείλονται, όπως κατ' επανάληψη τονίστηκε, στη γειτνίαση με την πρωτεύουσα, η οποία εξυπηρετεί τις καλλιτεχνικές και άλλες πνευματικές ανάγκες των Πειραιωτών και ως ένα βαθμό τις καταβροχθίζει. Aλλά, τύχη αγαθή, στον Πειραιά, αν και ανενεργό για μακρά διαστήματα το αρχιτεκτονικό κόσμημα του Δημοτικού του Θεάτρου, παραμένει πάντοτε οργανικά δεμένο με την καρδιά της πόλης. Ως προς τούτο, στο επίκεντρο του βασικού οικιστικού ιστού, η πλατεία Kοραή, αποτυπώνει με αναλλοίωτο τρόπο το σχήμα στο οποίο αναφέρθηκα παραπάνω. Aπέναντι από το μνημειακό οικοδόμημα του Nαού του θεάματος, αντικρύζουμε τον ιερό ναό του Aγίου Kωνσταντίνου ενώ στην άλλη πλευρά του τετραπλεύρου, υψώνεται το Δημαρχείο -ένιοι οραματίστηκαν σε άλλες (χαλεπές) εποχές τη μόνιμη στέγασή του στην ημιτελή κατασκευή που θα εναρμονίζονταν αρχιτεκτονικά με το θεατρικό οικοδόμημα- και δίπλα η Iωνίδειος Σχολή, ναός της γνώσης. 34 Josep Angel Cabré Martinez, «Η ανακατασκευή του Γκραν Τεάτρε ντελ Λισέου ως αποτέλεσμα της θέλησης μιας πόλης», Ο Πειραιάς και το Δημοτικό θέατρο..., ό.π., σ. 83.
35
Συνύπαρξη αναμφίβολα συμβολική, μοναδική και σπάνια στο πιο ζωντανό σταυροδρόμι της πόλης. Όλα αυτά τα χρόνια που ήταν κλειστό και τη μακρά περίοδο της ανακαίνισής του, εμείς οι Πειραιώτες που περνούμε σχεδόν καθημερινά από μπροστά του, στρέφαμε το βλέμμα μας προς αυτό με κρυφή προσμονή, λαχταρώντας να το ξαναδούμε καλλωπισμένο, μεγαλόπρεπο, έτοιμο να μας ανοίξει τις πόρτες του και να μας καλωσορίσει. Επιτρέψτε μου να παραφράσω για την περίπτωση τον Τζιόρτζιο Στρέλλερ (από το
«Πρόγραμμα
Teatro»):
του
Piccolo
35
Αυτό το θέατρο, το δικό μας και το δικό σας [...], όλων των Πειραιωτών στην αξιοπρέπεια
των
οποίων
μπορεί να ανταποκριθεί με το ωραίον και το αγαθόν της προσπάθειας όλων μας. Δεν πρέπει να πιστεύουμε Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1995.
ότι το θέατρο είναι απλό κατάλοιπο κοσμικών συνηθειών ή αποτίει γενικώς και αορίστως φόρο τιμής στον πολιτισμό. Δεν πρέπει να αναζητούμε και να προσφέρουμε ένα χώρο συνάντησης για αργόσχολους, ούτε μια ευκαιρία για διασκέδαση των οκνηρών ούτε τον καθρέπτη μιας εξωραϊσμένης κοινωνίας. Γιατί, όπως δεν υπάρχει λαός χωρίς ιστορία, δεν υπάρχει και πόλη χωρίς την ιστορία της, που τη συνθέτουν οι κάτοικοί της και την αποτυπώνουν ως θεματοφύλακες και ζωντανοί οργανισμοί τα μνημεία της.
35 Δανείζομαι την αναφορά από την παρέμβαση του Τάκη Τζαμαργιά, «Το θέατρο ζωντανεύει στην πόλη μας» Ο Πειραιάς και το Δημοτικό θέατρο..., ό.π., σσ. 86-90, ιδίως σσ. 89-90.
36
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
R
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΟΝ 19o ΑΙΩΝΑ
37
«Ο κόσμος του Πειραιώς διψά θεάτρου, διψά μουσικής, διψά διασκεδάσεως…»* GEFEG
Οι απαρχές του θεάτρου στον Πειραιά
Κατερίνα Μπρεντάνου
Δρ Θεατρολογίας Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά
Η πρώτη παράσταση που δόθηκε στην πόλη του Πειραιά - μια πόλη μερικών χιλιάδων κατοίκων τότε - δεν ήταν ελληνική και δεν απευθυνόταν στον πειραϊκό λαό. Το 1856 η Ελλάδα είχε υποστεί ναυτικό αποκλεισμό από τις δυνάμεις κατοχής των Άγγλων και των Γάλλων στα πλαίσια του Κριμαϊκού πολέμου.1 Οι Άγγλοι και Γάλλοι, λοιπόν, στρατιώτες - ερασιτέχνες ηθοποιοί για να διασκεδάσουν το χρόνο τους έφτιαξαν στην πλατεία Θεμιστοκλέους στο λιμάνι μια πρώτη θεατρική σκηνή με το όνομα «αγγλικό θέατρο» και έδωσαν μία σειρά από θεατρο-μουσικές παραστάσεις.2 Χρειάστηκε να περάσουν 10 χρόνια (1866) για την επόμενη σειρά παραστάσεων. Ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της εποχής, ο Διονύσιος Ταβουλάρης, με το θίασό του φιλοξενήθηκε3 στην αυτοσχέδια σκηνή της ξυλαποθήκης του Σκουζέ, στην ομώνυμη οδό. Οι παραστάσεις ήταν ευεργετικές, υπέρ δηλαδή των αγωνιστών της Κρήτης4 και σημείωσαν τόση επιτυχία ώστε ο θίασος έμεινε στον Πειραιά όλο το καλοκαίρι. Το πρώτο «Θέατρον Πειραιώς» στήθηκε στη μάντρα της Τερψιθέας και λειτούργησε από το 1873 έως το 1877. Η μάντρα αυτή βρισκόταν στη θέση που σήμερα είναι η Ευαγγελική εκκλησία. Ήταν ένα ξύλινο παράπηγμα με τρεις μόνο σειρές καθίσματα και πολύ κόσμο γύρω-γύρω στα δέντρα. Οι παραστάσεις είχαν μάλλον αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα. Οι θίασοι
* Εφ. Φωνή του Πειραιώς 15-3-1869
1 Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1854-1857) το λιμάνι του Πειραιά είχε αποκλειστεί από τον αγγλο-γαλλικό στόλο και επιδημία χολέρας είχε πέσει στην πόλη. 2 Εφημερίδα Αθηνά, 25 Μαρτίου 1856. 3 Ταβουλάρης Διονύσιος, Απομνημονεύματα, εκδ. Πυρσός, Αθήνα 1930, σελ. 20. 4 Το 1866 σηματοδοτεί την έναρξη της μεγάλης Κρητικής επανάστασης (1866-1869) κατά τη διάρκεια της οποίας πλήθος προσφύγων κατέκλυσε τον Πειραιά.
38
ήταν μιμοδραματικοί και παρουσίαζαν εκτός από μιμικά δράματα, ηρωικού και πατριωτικού περιεχομένου, παιχνίδια, χορούς, τραγούδια και πυροτεχνήματα με πολλά απρόοπτα. Η παράσταση, αν γινόταν – γιατί συχνά απουσίαζαν οι ηθοποιοί και ο κόσμος ζήταγε πίσω τα λεφτά του αντί για τις 8.30΄ άρχιζε στις 10.00΄ είτε γιατί ο ράπτης του θεάτρου εβράδυνε, είτε γιατί η φουστανέλα του Μάρκου Μπότσαρη δεν είχεν εισέτι κομισθή υπό του προς τούτο εντεταλμένου γαλατά.5 Αλλά και τις φορές που σκηνικά και κοστούμια ήταν έτοιμα, μπορούσε να τους προδώσει το φως ,- έσβηνε η μοναδική πηγή φωτισμού, μια στήλη ρητίνης - ή ο ήχος - ακουγόντουσαν κοκόρια στο υπόγειο του θεάτρου που χρησίμευε και ως κοτέτσι - ακριβώς τη στιγμή που στη σκηνή ξεψυχούσε ο Αθανάσιος Διάκος. Από το 1876, η μάντρα της Τερψιθέας ονομάζεται επίσημα στις εφημερίδες «Θέατρον Πειραιώς» και αλλάζει ο χαρακτήρας των παραστάσεων. Το πρόγραμμα του θεάτρου ανακοινώνεται στον Τύπο και ο θίασος Αλεξιάδη, από τους πρώτους ελληνικούς θιάσους πρόζας, δίνει δύο, τρεις ή και τέσσερις παραστάσεις την εβδομάδα. Το 1877 το «Θέατρον Πειραιώς»6 μεταστεγάζεται στη μάντρα του Ρετσίνα, ανάμεσα στις οδούς Καραίσκου και Αριστοτέλους. Πρόκειται για μια πρόχειρη αλλά ενδιαφέρουσα ξύλινη κατασκευή, που διαθέτει καλή σκηνή, θεωρεία και τυγχάνει διακεκοσμημένον ευπρεπώς.7 Το θέατρο φιλοξένησε με επιτυχία το θίασο «Αριστοφάνη» και το ελληνικό θέατρο ανεγνωρίσθη εν Πειραιεί άξιον της αποστολής του.8 Το 1878 το «Θέατρον Πειραιώς» στεγάστηκε στη μάντρα Βραχνού, ακριβώς πίσω από τη μάντρα Ρετσίνα. Το νέο θέατρο είχε χωρητικότητα 700 ατόμων (σε πλατεία και εξώστη) και φωτισμό με αέριο. Το καλοκαίρι αυτό φιλοξένησε τους διασημότερους ηθοποιούς της εποχής,9 που έδιναν τέσσερις παραστάσεις τη βδομάδα κάτω από την καθοδήγηση των μεγάλων θιασαρχών της εποχής, του Αρνιωτάκη και του Αλεξιάδη. Οι αξιόλογες παραστάσεις του θεάτρου Πειραιώς συνεχίστηκαν το 1880 με το θίασο «Μένανδρο» του Δ. Ταβουλάρη, ο οποίος παρουσίασε για πρώτη φορά στον Πειραιά έργα του Σαίξπηρ.10 Το 1881 ο θίασος «Σοφοκλής» σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, κυρίως με έργα του Μολιέρου και του Ουγκώ11
5 Εφημερίδα Πρόνοια, 13 Μαρτίου 1884. 6 Εφημερίδα Ποσειδών, 6 Μαΐου 1877. 7 Εφημερίδα Ποσειδών, 5 Ιουνίου 1877. 8 Εφημερίδα Ποσειδών, 21 Ιουνίου 1877. 9 Εφημερίδα Ποσειδών, 8 Ιουνίου 1878. 10 Συγκεκριμένα παρουσίασε τον Οθέλλο στις 30 Ιουλίου και τον Άμλετ στις 13 Αυγούστου με πρωταγωνιστή τον Δ. Ταβουλάρη (Εφημερίδα Ηχώ, 21-8-1880). 11 Ο Αρχοντοχωριάτης του Μολιέρου και η Μαρία Τυδώρ του Ουγκώ ήταν οι μεγάλες επιτυχίες του καλοκαιριού (Εφημερίδα Σφαίρα, 6-7-1881).
39
Το πρώτο ξύλινο θέατρο στο Φάληρο δεκαετία του 1870.
Το Θέατρο Φαλήρου αρχές του 20ού αιώνα.
και το 188212 και 188313 το θέατρο φιλοξενεί και πάλι το θίασο «Πανελλήνιο» του Αλεξιάδη. Οι παραστάσεις του εν λόγω θιάσου είχαν μεγάλη επιτυχία στον Πειραιά. Ωστόσο η σπουδαιότερη παράσταση14 ήταν αυτή του πρωτοεμφανιζόμενου σαιξπηριστή Π. Λεκατσά στις 21 Σεπτεμβρίου του 1882, ο οποίος παρουσίασε αποσπάσματα από τον Οθέλλο, τον Άμλετ και τον Έμπορο της Βενετίας. Το «Θέατρον Πειραιώς» λειτούργησε για άλλη μία χρονιά, το 1884, και ενώ παράλληλα είχε ξεκινήσει τις παραστάσεις του το «Χειμερινόν Θέατρον Πειραιώς», που είχε ανεγερθεί στο χώρο της μάντρας Ρετσίνα15 και η γειτνίαση των δύο θεάτρων δημιουργούσε προβλήματα στις παραστάσεις, καθώς οι ήχοι της μίας επικάλυπταν την άλλη.16 Η δημιουργία χειμερινής ελληνικής σκηνής στον Πειραιά το 1883 αποτελεί μία σημαντική στιγμή στην Ιστορία του θεάτρου και της πόλης. Η είσοδος του θεάτρου βρισκόταν στην οδό Σωκράτους, τώρα Ηρώων Πολυτεχνείου. Το θέατρο είχε 56 θεωρεία, πολυτελώς διακοσμημένα, σε τρεις σειρές, μεγάλη πλατεία και χωρητικότητα άνω των 700 ατόμων. Σκηνή 9 μέτρων με καινούργιες σκηνογραφίες και ζωγραφιστό θόλο. Η σκηνή φωτιζόταν με αεριόφως και οι διάδρομοι με κεριά. Υπήρχαν 6 έξοδοι και επειδή ο φόβος της πυρκαγιάς ήταν μεγάλος, υπήρχε νερό κάτω από τη σκηνή. Η στέγη ήταν φτιαγμένη από κασσίτερο και προμελετημένη έτσι ώστε το καλοκαίρι να σηκώνεται και το θέατρο να γίνεται θερινό.17 Ο θίασος με την επωνυμία «Πρόοδος» 18 του Α. Πίστη ανέλαβε να δώσει παραστάσεις στο καινούργιο θέατρο. Δυστυχώς, ο πρώτος αυτός θεατρικός χειμώνας του Πειραιά έμελλε να τελειώσει στα δικαστήρια. Ο ιδιοκτήτης του θεάτρου Καμπανάκης ζήτησε από το θιασάρχη Α. Πίστη να φύγει από το χώρο του για λόγους ασυμφωνίας οικονομικής και αθέτησης όρων του συμβολαίου. Συγκεκριμένα κατηγορήθηκε ότι εισέπραξε χρήματα καταχρηστικά με πλαστές ή άκυρες αποδείξεις, δηλαδή χωρίς την υπογραφή του Καμπανάκη, όπως είχε συμφωνηθεί. Ο Πίστης δε συμμορφώθηκε και συνέχισε τις παραστάσεις. Ο Καμπανάκης προέβη σε έξωση του θιάσου από το θέατρο του και κλείδωσε το θέατρο. Η απόφαση του πρωτοδικείου Αθηνών δικαίωσε τον Καμπανάκη και επέβαλε ασφαλιστικά μέτρα αλλά ο θίασος έσπασε τις κλειδαριές και έδωσε τις δύο τελευταίες παραστάσεις του.19 12 Εφημερίδα Σφαίρα, 15-5-1882. 13 Εφημερίδα Πρόνοια,19-5-1883. 14 Εφημερίδα Σφαίρα, 20-9-1882. 15 Η μάντρα Ρετσίνα το 1879 είχε γίνει αναψυκτήριο με το όνομα «Θρίαμβος» (Εφημερίδα Πρόνοια, 9-7-1884). 16 Εφημερίδα Πρόνοια, 9-7-1884. 17 Εφημερίδα Σφαίρα, 8-10-1883. 18 Εφημερίδα Σφαίρα, 21-9-1883. 19 Εφημερίδα Πρόνοια, 24-12-1883.
40
Τα επόμενα τρία χρόνια, 1884, 1885 και 1886, που λειτούργησε το «Χειμερινό Θέατρον Πειραιώς», ευτυχώς δεν επαναλήφθηκαν τέτοιου είδους επεισόδια. Πολλοί και σπουδαίοι θίασοι κατέβηκαν στον Πειραιά και παρουσίασαν πλήθος ελληνικών έργων.20 Ανάμεσα τους ο θίασος του Αλεξιάδη «Πανελλήνιος»,21 ο θίασος «Μένανδρος»22 του Ταβουλάρη, ο θίασος του Αρνιωτάκη23 και ο θίασος του Λεκατσά, ο οποίος παρουσίασε για πρώτη φορά στην ελληνική σκηνή το έργο Ρωμαίος και Ιουλιέττα του Σαίξπηρ στις 9 Νοεμβρίου του 1885.24 Την ίδια εποχή, 1873, που στη μάντρα της Τερψιθέας παίζουν οι οι μιμοδραματικοί θίασοι, κάτι ανάμεσα σε θέατρο και παρωδία θεάτρου, κάνει την εμφάνισή του το «Θέατρον Φαλήρου», το οποίο έμελλε να έχει πρωταγωνιστική θέση στην πειραϊκή θεατρική ζωή. Η ιστορία του θεάτρου του Φαλήρου είναι η ιστορία μιας εποχής και μίας κοινωνικής τάξης. Με αφορμή τη δημιουργία της πρώτης σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών – Πειραιώς το 1869, και προκειμένου να δημιουργηθούν κίνητρα για τη χρησιμοποίηση της, έγιναν στην έρημη φαληρική ακτή μια σειρά από έργα: πολυτελέστατα ξενοδοχεία - το Ακταίον και το Grand Hôtel -, λουτρά, ειδικός χώρος για τον περίπατο και τη φιλοξενία της φιλαρμονικής, που για μεγάλα διαστήματα παιάνιζε καθημερινά και φυσικά θέατρο. Το μικρό ξύλινο θεατράκι, που κατασκευάστηκε το 1873 με τη χορηγία της τράπεζας Βιομηχανικής Πίστεως,25 η οποία είχε αναλάβει την εκμετάλλευση του σιδηροδρόμου και παρείχε δωρεάν παρακολούθηση της παράστασης με την επίδειξη του εισιτηρίου του σιδηροδρόμου, αντικαταστάθηκε με νέο, πάλι ξύλινο, το 1881, αφού το πρώτο αποτεφρώθηκε από εμπρησμό. Το 1896 κτίστηκε λίθινο στην άλλη πλευρά της ακτής, το οποίο κατεδαφίστηκε σχετικά πρόσφατα, το 1968. Το θέατρο Φαλήρου λειτούργησε απρόσκοπτα για περισσότερα από 50 χρόνια και αποτέλεσε τον κύριο εκπρόσωπο του αστικού λυρικού θεάτρου στην Ελλάδα. Όλες οι ξένες και οι ελληνικές όπερες και οπερέτες ανέβηκαν στη φαληρική σκηνή. Οι πρεμιέρες τους αποτελούσαν το μεγαλύτερο κοσμικό γεγονός της πρωτεύουσας. Όλοι οι μεγάλοι αοιδοί του λυρικού θεάτρου, τα διασημότερα ονόματα της εποχής χειροκροτήθηκαν στη σκηνή αυτή. Όλοι οι μελοδραματικοί 20 Εφημερίδα Πρόνοια, 23-2-1884. 21 Εφημερίδα Πρόνοια, 12-1-1884. 22 Εφημερίδα Πρόνοια, 7-2-1884. 23 Εφημερίδα Πρόνοια, 21-2-1885. 24 Εφημερίδα Πρόνοια, 8-11-1885. 25 Μπαλόγλου Παύλος, «Το θέατρο του Νέου Φαλήρου» στο περ. Φιλολογική Στέγη, αρ. 30, Δεκέμβριος 1983, σελ. 137-139.
41
θίασοι, ιταλικοί, γαλλικοί, ελληνικοί, παρέλασαν από το Φάληρο. Η ιδεολογία της “Belle époque” βρήκε στο Φάληρο την ελληνική έκφραση της. Εκεί συγκεντρωνόταν όλη η κοσμική κίνηση, κυρίως στη διάρκεια του καλοκαιριού. Πλούσιοι Αθηναίοι και Πειραιώτες αστοί περνούσαν εκεί τις διακοπές τους, μεταξύ των οποίων και η βασιλική οικογένεια. Οι παραστάσεις που δίνονταν στο Θέατρο Φαλήρου, μουσικές παραστάσεις κυρίως γαλλικών και ιταλικών μελοδραμάτων, διασκέδαζαν την αστική κοινωνία και προωθούσαν τα δυτικά ήθη. Ο συντηρητικός κόσμος του Πειραιά, θεωρούσε το Φάληρο τόπο διαφθοράς και κολάσεως26 που τούτου πλήττει θανάσιμα την εικόνα του Πειραιά ως τόπου ησυχίας, φιλοσοφίας και μελέτης.27 Το 1884 και το 1885 είναι δύο χρονιές με ιδιαίτερα έντονη θεατρική ζωή στον Πειραιά. Το Θέατρο Φαλήρου κάνει ρεκόρ παραστάσεων ενώ παράλληλα τα καφωδεία28 βρίθουν κόσμου. Ωδικοί και μιμοδραματικοί θίασοι φιλοξενούνται σχεδόν σε κάθε καφενείο που σέβεται τον εαυτό του και τους πελάτες του. Από αυτά τα καφενεία ξεπηδούν δύο από τα σημαντικότερα θέατρα στη θεατρική ιστορία του Πειραιά. Πρόκειται για το θέατρο «Τσόχα» που ονομάστηκε αργότερα «Πειραϊκόν» και το θέατρο «Διονυσιάδου». Ο επιχειρηματίας Αναστάσιος Τσόχας, ήδη το 1880 είχε στήσει στο ομώνυμο καφενείο29 στη Μουνυχία - σημερινό Πασαλιμάνι -, στο χώρο των Δημόσιων Λουτρών, εξέδρα μέσα στη θάλασσα, όπου και εμφανίζοντο τα ξένα νούμερα, ένα είδος δηλαδή “βαριετέ”.30 Το εν λόγω καφενείο έκλεισε το 188031 και κατεδαφίστηκε από το Δήμο Πειραιά γιατί αποτελούσε πηγή δυσωδίας.32 Ο Τσόχας, όμως, ο οποίος διατηρούσε θέατρο και στην Αθήνα, άνθρωπος πλήρους ενεργητικότητας, λίγα χρόνια αργότερα - το 1884 - έκτισε στην ίδια περιοχή33 θερινό θέατρο. Το θέατρο του Τσόχα, στη σημερινή οδό Σηραγγίου, εκεί που αργότερα βρισκόταν ο κινηματογράφος Αελλώ και σήμερα συγκρότημα σχολικών κτιρίων, κτίστηκε με σχέδιο του Τσίλλερ σ’ ένα μεγάλο, σαν γήπεδο, χώρο και εκτός από το θέατρο διέθετε ξενοδοχείο, καφενείο και ζαχαροπλαστείο.34 Το υπαίθριο αυτό θέατρο ήταν κομψό και διέθετε μια πολύ καλά εξοπλισμένη σκηνή ιταλικού τύπου. Η όψη της σκηνής ήταν 26 Εφημερίδα Περιστερά, 11-7-1871. 27 Εφημερίδα Περιστερά, 6-6-1871. 28 Εφημερίδα Σφαίρα, 12-5-1880. 29 Εφημερίδα Σφαίρα, 9-5-1880. 30 Γκίκας Μπινιάρης, Εκατό χρόνια Πειραικής Θεατρικής Ζωής, …, σ. 10. 31 Εφημερίδα Ηχώ, 6-10-1880. 32 Εφημερίδα Ηχώ, 8-12-1880. 33 Εφημερίδα Σφαίρα, 29-5-1884. 34 Εφημερίδα Πρόνοια, 24-1-1885.
42
διακοσμημένη με δύο αγάλματα παραπλεύρως της μπούκας, κατά μήκος του μαντρότοιχου υπήρχαν λουλούδια και η είσοδος του ήταν διακοσμημένη με δύο μικρότερα αγάλματα.35 Το θέατρο ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1885 με δύο θιάσους, το θίασο «Μένανδρο» και έναν ιταλικό μελοδραματικό, που έπαιζαν εναλλάξ.36 Τα εγκαίνια έγιναν στις 9 Ιουνίου με προσκεκλημένους τους βασιλείς, το υπουργικό συμβούλιο, το δημοτικό συμβούλιο Αθηνών και Πειραιά.37 Το θέατρο Τσόχα αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στο πειραϊκό θέατρο όχι μόνο γιατί το οίκημα ήταν αισθητικά άρτιο, «όμορφο», αλλά και γιατί οι παραστάσεις που δόθηκαν εκεί ήταν ποιοτικές και γιατί ο,τιδήποτε καινούργιο συνέβαινε, συνέβαινε στη σκηνή του (πρώτη κινηματογραφική προβολή στον Πειραιά). Το άλλο σπουδαίο θέατρο του Πειραιά είναι το θέατρο «Διονυσιάδου», το χαρακτηριστικότερο πειραϊκό θέατρο. Κι αυτό για δύο λόγους. Και γιατί ήταν το μόνο θέατρο που δεν φιλοξενούσε αθηναϊκούς θιάσους αλλά είχε αποκλειστικά δικούς του θιάσους και γιατί κατάφερνε να συγκεντρώνει το πλήθος των Πειραιωτών ανεξάρτητα από την κοινωνική τους τάξη. Ξεκίνησε από ωδικό καφενείο το 1884 και έγινε «κομψόν» θεατράκι το 1894. Την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα βρέθηκε στην κορυφή των πειραϊκών θεάτρων. Ο θεατρώνης του Διονυσιάδης άφησε εποχή με τη συμπεριφορά και την παρουσία του στο χώρο του θεατρικού Πειραιά. Έδωσε βήμα έκφρασης στους πειραιώτες ηθοποιούς και συγγραφείς καθώς και σε περιοδεύοντες θιάσους. Ο κόσμος του εργατικού Πειραιά το προτιμούσε38 γιατί ήταν σημαντικά φθηνότερο. Τα ίδια χρόνια στον Πειραιά και όλα αυτά πριν ανοίξει την αυλαία του το μεγάλο Δημοτικό Θέατρο στον Πειραιά λειτουργούσαν επίσης η Νέα Λέσχη ή Grand Club (1886-1891), το Θέατρο «Ποσειδών» (18881894), το Θέατρο Ζέας ή Τσοκαροπούλου ή Μουνυχίας (1887-1892), το Θέατρο «Ερμής» (1894 - 1896), η «Αίθουσα παρά τη Τρούμπα» ή «Θέατρον Πειραιώς» (1894 -1897) και το «Πολυθέαμα» (1894 -1898). Ήδη, λοιπόν, από το 1856, χρονιά που έχουμε τις πρώτες πληροφορίες για παραστάσεις και μέχρι το 1895, που λειτούργησε το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, είχαν δοθεί στον Πειραιά χιλιάδες παραστάσεις σε δέκα τουλάχιστον θεατρικές σκηνές (αυτοσχέδιες ή όχι) και είχαν ιδρυθεί και λειτουργήσει 13 θέατρα.
35 36 37 38
Ελένη Φεσσά - Εμμανουήλ, Η Αρχιτεκτονική του Νεοελληνικού Θεάτρου,…, Α΄ Τόμος, σ. 322. Εφημερίδα Σφαίρα, 3-6-1885. Εφημερίδα Πρόνοια, 4-6-1885. Εφημερίδα Πρόνοια, 24-7-1885.
43
Ο αρχιτέκτονας του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά Ιωάννης Λαζαρίμος.
44
«Δια να είναι πόλις αρτία [ο Πειραιεύς] έχει ανάγκην επείγουσαν κι επιτακτικήν της λύσεως του θεατρικού της ζητήματος»* GEFEG
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: από τη θεμελίωση στην πρώτη παράσταση
Κατερίνα Μπρεντάνου
Δρ Θεατρολογίας Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά
Α. Η περιπέτεια της δημιουργίας (1880-1895) Ο
Πειραιάς
της
τελευταίας
εικοσαετίας
του
19ου
αιώνα
χαρακτηρίστηκε ως το Μάντσεστερ της Ανατολής και ήταν ήδη το 1
μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας με αλματώδη βιομηχανική ανάπτυξη. Η πόλη αριθμούσε 51.020 κατοίκους το 1896, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν μερικοί από τους πλουσιότερους αστούς της χώρας, ίσως και της Ευρώπης. Η ισχυρή αυτή μεγαλοαστική τάξη είχε τη διάθεση, την πρόθεση και το όραμα να δημιουργήσει στην πόλη του Πειραιά ένα μεγαλοπρεπές θέατρο, όχι μόνο ισάξιο αλλά καλύτερο (από άποψη αρχιτεκτονική, τεχνική, σκηνική, μεγέθους και πολυτελείας) του θεάτρου της Ερμούπολης (1864) και της Πάτρας (1875).2 Η παρουσία ενός τέτοιου θεάτρου θα πιστοποιούσε με τον καλύτερο τρόπο την οικονομική και πολιτιστική ευρωστία της αστικής τάξης, θα συνέβαλε στην κοινωνική άνοδο των Πειραιωτών και θα καταξίωνε τον Πειραιά ως πρότυπο πόλης. Η συζήτηση για τη δημιουργία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά ξεκίνησε το 1880, όπως πληροφορούμαστε από την εφημερίδα Σφαίρα.
* Εφ. Πρόνοια 10-2-1894
1 Λίζα Μιχελή, Πειραιάς - Από το Πόρτο Λεόνε στη Μαγχεστρία της Ανατολής, εκδ. Δρώμενα, 1988, σ.135. 2 Τόσο η Ερμούπολη όσο και η Πάτρα ήταν πόλεις/ λιμάνια ανταγωνιστικά προς την πόλη του Πειραιά. Στις πόλεις αυτές τα Δημοτικά θέατρα ιδρύθηκαν αρκετά χρόνια πριν τη δημιουργία του Δημοτιού Θεάτρου Πειραιά -30 και 20 χρόνια αντίστοιχα -.
45
Στην πρώτη αυτή αναφορά το Δημοτικό Συμβούλιο με Δήμαρχο τον Τρύφωνα Μουτζόπουλο,3 αποφάσισε, αν και όχι ομόφωνα, να διαθέσει 30.000 δραχμές για την ανέγερση ενός Δημοτικού θεάτρου. Τα σχέδια ανατέθηκαν στον μηχανικό του Δήμου, Ιωάννη Λαζαρίμο. Από τότε όμως μέχρι την αποπεράτωση του μεγαλόπνοου αυτού έργου χρειάστηκε να περάσουν 15 χρόνια και τρεις δημοτικές αρχές - αυτή του Τρύφωνα Μουτζόπουλου (1874-1883), του Αριστείδη Ομηρίδη - Σκυλίτση (1883-1887) και του Θεόδωρου Ρετσίνα (1887-1895). Συγκεκριμένα ο επόμενος Δήμαρχος Αριστείδης Ομηρίδης Σκυλίτσης,4 το 1883 προώθησε το έργο της κατασκευής του Θεάτρου με την έγκριση δανείου 200.000 δραχμών και ένα χρόνο αργότερα - 1884 - , όταν ο Ιωάννης Λαζαρίμος ολοκλήρωσε τη σύνταξη του προϋπολογισμού, το Δημοτικό Συμβούλιο ψήφισε την πίστωση του υπέρογκου, για την εποχή, ποσού των 450.000 δραχμών για την ολοκλήρωση του έργου.5 Το Μάιο του 1884 η εφημερίδα Σφαίρα δημοσίευσε την πρώτη περιγραφή του υπό κατασκευήν θεάτρου: «[…] Το μήκος τούτου θέλει είναι 45 μέτρων, 34 δε το πλάτος και 30 το ύψος, διηρημένον ανά 10 μέτρα εις την σκηνήν, τον υπ’ αυτήν χώρον και τον υπέρ την σκηνήν. Θα περιέχει δε τρεις σειράς θεωρείων, εκάστην ανά 23 και υπερώον μετά τριών σειρών βαθμίδων αμφιθεατρικώς. Ούτω θα δύναται να εμπεριλάβη ανέτως 1.154 εν ανάγκη δε και 1.400 θεατάς. Έχει επτά εν συνόλω εξόδους, δύο διά τους εν τη σκηνή και πέντε διά τους εν πλατεία και τοις θεωρείοις. Η κεντρική δε του θεάτρου είσοδος έσται ευρεία και πολυτελής. Η θέρμανσις αυτού θέλει γίνεσθαι κατά το σύστημα όπερ εφήρμοσαν εν τω θεάτρω της Βιέννης. Εν τω ισοπέδω της πλατείας θέλουσιν είναι εις την διάθεσιν των θεατών δύο ευρύχωρα καφενεία, υπεράνω δε αυτών, διά τους εν τοις θεωρείοις δύο όμοιαι αίθουσαι. Έξωθεν επί των παροδίων όψεων του Θεάτρου θέλουσι κατασκευασθή οκτώ 3 Επί Δημαρχίας Τρύφωνος Μουτσοπούλου το Δημοτικό Συμβούλιο αποτελείτο από τους: Ι. Μελετόπουλο, Α. Ζωγράφο, Σ. Αναστασόπουλο, Γ. Καψαμπέλη, Ι. Χριστοφίδη, Γ. Βραχνό, Δ. Πικιώνη, Κ. Παναγιωτόπουλο, Α. Βολανάκη, Αρ. Σκυλίτση, Λ. Πενεμούντα, Ι. Σκλαβούνο, Γ. Σεργόπουλο, Χ. Ριζιώτη, Α. Μανίνα, Α. Δαμάσκο και Β. Τσάτση. 4 Επί Δημαρχίας του Αρ. Σκυλίτση το Δημοτικό Συμβούλιο αποτελείτο από τους: Γ. Λυμπεράκη, Α. Μελετόπουλο, Β. Οριγώνη, Α. Δαμάσκο, Ι. Ζίζηλα, Ν. Χριστοφίδη, Γ. Ζωγράφο, Α. Αντωνιάδη, Κ. Βασιλειάδη, Α. Ρετσίνα, Ν. Παγκώστα, Χρ. Σταμόπουλο και Ι. Σκλαβούνο. 5 Εφ. Πρόνοια, 22-2-1884.
46
αποθήκαι διατεθείμεναι υπό του Δήμου επί ενοικίω».6 Στο χώρο της εκσκαφής, η οποία άρχισε τον Απρίλιο του 1884, στα θεμέλια του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά ανακαλύφθηκαν ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Την αναγνώριση των ευρημάτων ως μέρη αρχαίου οικήματος Διονυσιαστών και ιερού του Διονύσου του 3ου-2ου αιώνα π.Χ. έκανε ο Γυμνασιάρχης Ιάκωβος Δραγάτσης7 σε άρθρο που δημοσίευσε στην εφημερίδα Σφαίρα8 με τίτλο «Ναός Διονύσου εν Πειραιεί». Στις 24 Ιουνίου του 1884 έγινε η τελετή κατάθεσης του θεμέλιου λίθου. Η τελετή έγινε με κάθε επισημότητα «παρισταμένου του Νομάρχου, των επιτοπίων αρχών, πλήθους πολλού και πολλών κεκλημένων, εν οις και των ηθοποιών των εν Αθήναις και Πειραιεί δύο ελληνικών θιάσων»9. Επί της αναμνηστικής πλάκας χαράχτηκαν τα εξής: «Επί Γεωργίου του Α’ βασιλεύοντος εν Έλλησι, Χ. Τρικούπη Προέδρου των Υπουργών, Αρ. Σκυλίτση, τουπίκλην Ομηρίδου, Δημάρχου Πειραιώς, υπεβλήθη όδε του πρώτου εν Πειραιεί Εθνικού Θεάτρου θεμέλιος, Ιωάννου Λαζαρίμου αρχιτεκτονούντος, του δήμου Πειραιώς χορηγούντος, ψήφω των Συμβούλων. Μηνός Ιουνίου δευτέρα ισταμένου, έτει μετά Χριστόν αωπδ».10 Τα σχέδια του θεάτρου δημοσιεύτηκαν τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς στο περιοδικό Απόλλων (βλ. σχέδιο σ. 48). Από τη θεμελίωση μέχρι το 1887, χρονιά εκλογής του νέου Δημάρχου Θεόδωρου Ρετσίνα, είχε κατασκευαστεί ο σκελετός και η στέγη του Δημοτικού Θεάτρου. Ωστόσο το υπό κατασκευήν Δημοτικό Θέατρο αντιμετώπιζε ιδιαίτερα οικονομικά προβλήματα. Το έργο δεν προχωρούσε. Η εποχή ήταν ιδιαίτερα δύσκολη οικονομικά και ο Πειραιάς 6 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 1082, 25-5-1884. 7 Ο Ιάκωβος Δραγάτσης, φιλόλογος και αρχαιολόγος, διατηρούσε στο Γυμνάσιο Αρρένων του Πειραιά τη Δημοτική Αρχαιολογική συλλογή. Η τοποθέτηση του σχετικά με τα ευρήματα επιβεβαιώθηκε και από νεώτερους ερευνητές. (Γ. Στάϊνχαουερ, Έφορος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, «Η Ανασκαφή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά» στο Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο, Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης-Παν/μιο Πειραιά 13 Απρίλη 2003, επιμέλεια Νίκος Αξαρλής - Κατερίνα Μπρεντάνου, εκδ. Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2008, σσ. 16-20). 8 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 1054, 14-4-1884. 9 Εφ. Πρόνοια, 25-6-1884. 10 Εφ. Πρόνοια, 25-6-1884.
47
Σχέδιο του αρχιτέκτονα Ι. Λαζαρίμου για την πρόσοψη του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, περιοδικό Απόλλων, Οκτώβριος 1884.
48
αντιμετώπιζε το φάσμα της οικονομικής κατάρρευσης. Το εργοτάξιο του Δημοτικού Θεάτρου είχε καταντήσει «αποθήκη λεμβούχων και ψαράδων». 11 Το 1888 ο μηχανικός του Δήμου, Γεώργιος Ζίζηλας, που είχε διαδεχθεί τον Λαζαρίμο στην επίβλεψη του έργου, θεώρησε ότι η ολοκλήρωση του θεάτρου, η οποία απαιτούσε 250.000 δραχμές ακόμα, ήταν μη εφικτή. Πρότεινε λοιπόν να μετατραπεί το υπό κατασκευήν κτίριο σε αίθουσες που θα ενοικιαστούν στις δημόσιες υπηρεσίες και θα αποφέρουν κέρδη στο Δήμο από τα ενοίκια. Από τα έσοδα αυτά και με λιγότερα χρήματα, περίπου με 120.000 δραχμές, πρότεινε να φτιαχτεί κάπου αλλού στον Πειραιά ένα μικρό θέατρο, όπως στη Σύρο, στην Πάτρα και στην Κέρκυρα, το οποίο θα μπορούσε να συντηρηθεί ευκολότερα.12 Η πρόταση φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο τον Δήμαρχο Θ. Ρετσίνα, ο οποίος το 1891, στην προεκλογική εκστρατεία για την επανεκλογή του, αναφέρει ότι πλακόστρωσε την πλατεία του Δημοτικού Θεάτρου και ετοίμασε «προς ενοικίασιν»13 τα εργαστήρια του ισογείου. Τρεις μήνες αργότερα ο επανεκλεγείς Δήμαρχος προτείνει να μετατραπεί το θέατρο σε χώρο στέγασης δημόσιων υπηρεσιών. Συγκεκριμένα σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ακρόπολις ο Θ. Ρετσίνας δήλωσε τα εξής: «[…] τινι τρόπω δυνάμεθα να χρησιμοποιήσωμεν το κτίριον αυτό, το οποίον επί του παρόντος εις ουδέν χρησιμεύει. Και άλλοτε εγένετο σκέψις περί θεάτρου δι’ ο εδαπανήθησαν αρκεταί εκατοστύες χιλιάδων και έλαβον και την γνώμην διαπρεπών ευρωπαίων μηχανικών, ως του κ. Τσίλλερ14 […]. Ο Πειραιεύς επί του παρόντος δεν έχει ανάγκην τοιούτου δαπανηρού θεάτρου αλλ’ ετέρου μικρού, κατά τα σχέδια των ιταλικών θεάτρων άτινα χρησιμεύουσι διά πάσας του έτους τας εποχάς. Διά το Θέατρον αυτό δεν θα χρειασθώμεν ει μη 150.000 - 200.000 δρχ. το ποσόν το οποίον θα εισπράξωμεν εντός ολιγίστου χρόνου, εκ των μαγαζίων του Νέου θεάτρου και θα έχωμεν εις την διάθεσιν μας μικρόν και 11 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 1345, 19-11-1888. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ο Πειραιάς κατάντησε φτωχογειτονιά, χωρίς εμπόριο, χωρίς οικοδομές, χωρίς αστούς. 12 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 1341, 12-11-1888. 13 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 1341, 12-11-1888. 14 Ο Τσίλλερ (Ziller), διάσημος αρχιτέκτονας της εποχής, είχε ήδη σχεδιάσει τα δημοτικά θέατρα Πάτρας (1871), Ζακύνθου (1872) και Αθήνας (1873). Στον Πειραιά είχε σχεδιάσει ένα κτιριακό συγκρότημα στην πλατεία Αλεξάνδρας (1875-76) και το Θέατρο Τσόχα (1884).
49
κομψόν θέατρον. Δι’ οικόπεδον δεν θα δαπανήσωμεν τι καθόσον ο Δήμος έχει τοιούτο και μάλιστα καταλληλότατον εν τη πλατεία της Τερψιθέας. […] είνε δε χιλιάκις προτιμότερον να έχωμεν μικρόν θέατρον με ηθοποιούς, παρά μεγαλοπρεπές κτίριον … κενόν».15 Οι προτάσεις του Δημάρχου βρίσκουν αντίθετο σύσσωμο τον πειραϊκό λαό. Η εφημερίδα Σφαίρα γράφει χαρακτηριστικά: «[…] να ερωτήσωσι τον κύριον Δήμαρχον πόσα θα δαπανήση διά την μεταβολήν του θεάτρου εις δημόσια γραφεία και την ίδρυσιν νέου θεάτρου. […] δεν είναι δυνατά αυτά να γείνωσιν εν Πειραιεί. Διότι ούτε διαθέσιμα χρήματα έχομεν να σπαταλώμεν ούτε μαστροχαλαστήδες θέλομεν τους δημάρχους, αλλ’ άνδρας σοβαρούς και δημιουργικούς […]».16 Εν τω μεταξύ, το Δημοτικό Θέατρο εξακολουθούσε να είναι εργοτάξιο. Οι πειραϊκές εφημερίδες έβαλαν εναντίον των υπευθύνων και έκαναν συνεχείς εκκλήσεις προς τον Δήμαρχο για την ολοκλήρωση του θεάτρου. Χαρακτηριστικά η εφημερίδα Πρόνοια αναφέρει: «Δεν ηξεύρομεν με ποίον δυσοίωνον φίλτρον εποτίσθησαν τα θεμέλια του αμαρτωλού αυτού κτιρίου […]. Δεν ηξεύρομεν αν δύναται να υπάρξη θυσία δυναμένη να εξιλεώση τους χολωθέντας θεούς. Αλλ΄ εάν το θέατρον ορίζει να χυθή αίμα αλεκτρυόνων και περιστερών […] ο κ. Ρετσίνας θα διστάση να καλέση τους άρχοντας του τόπου και τους πολίτας και να τελέση θυσία; Δεν ηξεύρομεν αν ο κ. Ρετσίνας επείσθη ακόμα να το πράξη […]. Ας λάβη τον κόπο να μεταβή εις την πλατείαν Κοραή, ας ανέλθη τας μαρμαρίνας κλίμακας του θεάτρου, […]. Ας το πράξη. Είμεθα βέβαιοι ότι θα φύγη εκείθεν, φέρων την απόφασιν εις τα στήθη του, ήτις σήμερον είναι ευχή όλης της πόλεως. […] Διά να γίνη ο Πειραιεύς σας και ο Πειραιεύς μας πόλις, δυναμένη να συγκρατήση εις τους κόλπους της τους δημότας σας και τα κεφάλια των και να μη φυγαδεύη έτος προς έτος τας πειραικάς οικογενείας προς το άστυ και να μη τρέπη εις δρομαίαν φυγήν 15 Εφ. Ακρόπολις, αρ. φ. 3618, 15-2-1892. 16 Εφ. Σφαίρα, 8-10-1891.
50
προς την πρωτεύουσαν πάντα επιθυμούντα να ψυχαγωγηθή, ξένους και εντοπίους, τους αξιωματικούς ξένων στόλων και τον διαβατικόν πληθυσμόν, δια να γίνη γνωστοτέρα και εις αυτούς ακόμα τους Αθηναίους, οι οποίοι δεν την γνωρίζουν, […] δια να δυνηθή να έχει τα θεάματα της, τας συναυλίας της, […]. Δια να είναι πόλις αρτία […] έχει ανάγκη επείγουσαν κι επιτακτικήν της λυσεως του θεατρικού της ζητήματος».17 Τελικά το Φεβρουάριο του 1894 συστήνεται επιτροπή18 με επικεφαλής τον αρχιτέκτονα του θεάτρου Ιωάννη Λαζαρίμο και ζητά εγγράφως να ολοκληρωθούν τα έργα στο Δημοτικό και να λειτουργήσει επιτέλους το θέατρο. Το Δημοτικό Συμβούλιο ευαισθητοποιείται και καταθέτει αίτηση δανείου στην Εθνική τράπεζα για την αποπεράτωση των έργων. Οι προσπάθειες τελεσφόρησαν και ορίσθηκε να αρχίσουν τα έργα τον Ιούνιο.
Β. Τα εγκαίνια Ένα χρόνο αργότερα, το θέατρο είναι έτοιμο. Το Μάρτιο του 1895 τοποθετούνται τα μηχανήματα του αερόφωτος και ο πολυέλαιος,19 κατασκευάζονται επίσης οι σκηνογραφίες.20 Το πολυτελές Δημοτικό Θέατρο Πειραιά είναι έτοιμο να ανοίξει τις πύλες του. «Θαυμάζωμεν
[…]
την
αρχιτεκτονικήν
εντέλειαν
και
συμμετρίαν του έργου, την τελειότητα προ πάντων της σκηνής, της οποίας από έποψιν μηχανισμών, εκτάσεως και σκηνικού εν γένει οργανισμού, δεν υπάρχει εφάμιλλος εν Ελλάδι, την 17 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2405, 10-2-1894. 18 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2406, 12-2-1894. Η επιτροπή αποτελείται από τους κυρίους Σεφερλή, Μάνο, Δαμαλά, Λυμπεράκη, Στρατήγη, Αποστολίδη, Φουτούλη, Καλοστύπη, Καψαμπέλη και Κολοσούκα. 19 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2624, 14-3-1895. Ο πολυέλαιος εισήχθη από τη Μασσαλία, κομψότατος και μεγαλοπρεπής, με 120 φώτα. «Καίτοι η γενική επιθυμία πάντων ήτο να φωτισθή το θέατρον μας δι΄ ηλεκτρικού φωτός, όμως το υπέρογκον των δαπανών ηνάγκασε ώστε να αναβληθή η περί τούτου σκέψις». 20 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2630, 24-3-1895 και ό.π., αρ. φ. 2643, 20-4-1895. Οι σκηνογραφίες σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής ήταν μόνιμες. Ωστόσο «το κάλλος των σκηνογραφιών, συμπληρουμένων καθ΄εκάστην υπό διακεκριμένων σκηνογράφων, του ευέλπιδος Έλληνος καλλιτέχνου κ. Πούλακα, νέου με ευρύτατον εις τον κλάδον του μέλλον, και του γηραιού Ιταλού κ. Τάμη, αρχαίου σκηνογράφου, διακοσμήσαντος πολλά μέχρι τούδε θέατρα της Ανατολής και ιδίως το της Σύρου, οπόθεν επί τούτω μετεκλήθη παρά της Επιτροπής του θεάτρου».
51
εξασφάλησιν πάσης ανέσεως εν τοις θεωρείοις και τη πλατεία, την εξαίρετον ανάγλυφον διακόσμησιν των θεωρείων, την μνημειώδη μεγαλοπρέπεια του φουαγιέ, με το πολυμάρμαρον περιστύλιον και τα διάχρυσα φατνώματα και τα στιλπνά δάπεδα και όλας τας άλλας οικοδομικάς και τεκτονικάς λεπτομερείας, μέχρι και αυτής της συστηματικοτάτης διοχετεύσεως του φωτισμού […]».21 Στις αρχές Απριλίου του 1895 προαναγγέλλεται το πρόγραμμα των παραστάσεων, ανακοινώνεται το δραματολόγιο και οι τιμές.22 Ο θίασος «Πανελλήνιος» του Αλεξιάδη και ο θίασος «Μένανδρος» του Ταβουλάρη μαζί με τον ηθοποιό Αρνιωτάκη συνενώνονται σε ένα άνευ προηγουμένου σχήμα αποτελούμενο από 35 ηθοποιούς (12 κυρίες και 23 κύριοι). Το ρεπερτόριο τους έχει μόνο ελληνικά έργα των γνωστότερων συγγραφέων της εποχής, του Βασιλειάδη, του Βερναδάκη, του Κορομηλά, του Καπετανάκη, του Άννινου και των Πειραιωτών Καλοστύπη, Αντωνιάδη και Στρατήγη. Οι συνδρομές για τους θεατές δίνονται σε κύκλους των 16 παραστάσεων και οι τιμές κάθε παράστασης ξεκινούν από 16 δραχμές για τα θεωρεία της Α’ σειράς και φτάνουν στα 70 λεπτά για το υπερώο.23 Δωρεάν προσκλήσεις αποφασίστηκε να δοθούν στους επισήμους - Βασιλείς, διπλωμάτες, υπουργούς και συμβούλους. Τα εγκαίνια του θεάτρου γίνονται μέσα σε πανηγυρικό κλίμα στις 9 Απριλίου του 1895. Η τελετή ξεκινά με τον καθιερωμένο αγιασμό. Ακολουθεί η προσφώνηση του Δήμαρχου Θεόδωρου Ρετσίνα24 και το εμβατήριο που συνέθεσε ο Γεώργιος Στρατήγης και μελοποίησε ο Λουδοβίκος Σπινέλλης. Τέλος, η Φιλαρμονική του Δήμου με την καθοδήγηση του αρχιμουσικού Καίσαρη και ο «Όμιλος Φιλομούσων» 21 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2637, 8-4-1895. 22 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ 2635, 4-4-1895. 23 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2635, 4-4 1895. Οι τιμές για τις συνδρομές διαμορφώνονται ως εξής: Θεωρεία Α΄ σειράς 206 δρχ., Β΄ σειράς 130, έδρες 40 και καθίσματα 26. Αντίστοιχα για κάθε παράσταση 16 δρχ το Α’ θεωρείο, 10 το Β’, 2,70 οι έδρες και 1,80 τα καθίσματα. 24 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2638, 10-4-1895. Η προσφώνησις του Δημάρχου έχει ως εξής: «Κυρίαι και κύριοι Το δημοτικό θέατρον ανιδρυθέν υπό του προώρως μεταστάντος δημοτικού άρχοντος, του φιλοπόλιδος Αριστείδου Σκυλίτση Ομηρίδου και περατωθέν παρ’ ημών, αναπετάννυσι σήμερον τας πύλας αυτού εις το πεφιλημένον κοινόν του Πειραιώς. Αναπέμψωμεν ευχαριστίας εις τον Ύψιστον αξιώσαντα την πόλιν ημών μετά μακραίωνα σιγήν, ίνα δεξιώσηται αύθις τας Μούσας εις την γενέτειραν αυτών. Ευχηθώμεν δε επί τη ευκαιρία των εγκαινίων, ίνα η σκηνή αύτη λαμπρυνθή διά πνευματικών έργων ανταξίων εκείνων των προγόνων ημών και όπως διά της ευεργετικής αυτής επιδράσεως συντελέση εις την διάπλασιν των ηθών και τον εξευγενισμόν της ημετέρας κοινωνίας».
52
Πειραιά ψάλλει εμβατήρια και ύμνους. Η πρώτη παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, που δόθηκε στις 19 Απριλίου, ήταν η λόγια τραγωδία Μαρία Δοξαπατρή25 του Δημητρίου Βερναδάκη. Ακολούθησε η Άλωσις της Τριπολιτσάς26 του Γιαννούκου Μαυρομιχάλη στις 20, η Νίκη του Λεωνίδα27 του Μπάμπη Άννινου στις 22, ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας28 του Δημητρίου Κορομηλά στις 23, η Τύχη της Μαρούλας του ιδίου στις 25, ο Άμλετ29 του Σαίξπηρ στις 29 και για δύο παραστάσεις το Λίγο απ΄ όλα30 του Μιχ. Λάμπρου στις 2 και 4 Μαΐου. Ανάμεσα στα έργα της ελληνικής σκηνής στο Δημοτικό Θέατρο παρουσιάζονται και τα δημοφιλή για την εποχή ιταλικά μελοδράματα. Στις 26 Απριλίου ο Ιταλικός μελοδραματικός θίασος του Γονζάλες με πρωταγωνίστρια την Θέκλα Κορδοβέ παρουσιάζει σειρά γνωστών μελοδραμάτων. Ωστόσο και ενώ το θέατρο συνεχίζει τις παραστάσεις του και μάλιστα με μειωμένες τιμές, πληθώρα καταγγελιών βαραίνει τη λειτουργία του.31 Οι καταγγελίες αφορούν την εκχώρηση του θεάτρου χωρίς την άδεια του Δημοτικού Συμβουλίου, την αγορά του ιματιοφυλακίου χωρίς δημοπρασία, τη διάλυση της επιτροπής του θεάτρου και τον παραγκωνισμό σημαντικών θεατρικών συγγραφέων του Πειραιά. Η πρώτη θεατρική περίοδος του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά τελειώνει μετά από 10 παραστάσεις και 17 μέρες λειτουργίας. Στις 9 Μαΐου ο Δήμος Πειραιά ανακοινώνει τη λήξη της χειμερινής περιόδου. Παρουσίαση του δραματολογίου του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά - Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2635, 4/4/1895
25 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2643, 20-4-1895. Η εφημερίδα Πρόνοια σχολιάζει το έργο ως «φιλολογικώς ατελέστατον έργον, ωχρά απομίμησις σαιξπηρικών τύπων και σκηνών και ύφους ακόμη […] αλλά ανεξαρτήτως πάσης καλλιτεχνικής γνώμης ιδιαιτέρας, ουδείς δύναται να αρνηθή ότι εις την Μούσαν του Βερναδάκη, του πρώτου και επιφανεστέρου των δραματουργών μας, επέβαλλεν ο στοιχειώδης σεβασμός την εγκαινίασιν της νεοτεύκτου πειραϊκής σκηνής». 26 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2643, 20-4-1895. Μαζί παρουσιάστηκε η κωμωδία του Παπαρηγόπουλου Συζύγου εκλογή. 27 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2644, 24-4-1895. Το έργο παρουσιάστηκε πρώτη φορά στον Πειραιά. Ιδιαίτερα καλά σχόλια για την υποκριτική τους τέχνη απέσπασαν οι ηθοποιοί Ζάνος και Πεταλάς. Επί σκηνής χειροκροτήθηκε και ο συγγραφέας. 28 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2644, 24-4-1895. Παίζουν: Ζάνος (Μπάρμπα Λινάρδος), Χαρίκλεια Ταβουλάρη (Μαρούλα) και Σπύρος Ταβουλάρης (μάγειρας). 29 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2647, 29-4-1895. Ο Σπύρος Ταβουλάρης στο ρόλο του Άμλετ θεωρήθηκε άξιος ειδικής μνείας «[…] παρ΄ ημίν υπάρχουσι και ευσυνείδητοι ηθοποιοί, οίτινες κατενόησαν ότι η υποκριτική τέχνη είναι τέχνη, απόρροια δήλον ότι και μελέτης ψυχολογικής και γνώσεων καλλαισθητικών και προ πάντων εμπνεύσεως». 30 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2649, 4-5-1895. Το Λίγο απ΄ όλα έχει ήδη παιχθεί τρεις φορές στον Πειραιά. Ωστόσο ο συγγραφέας έχει προσθέσει καινούργιες σκηνές. Παίζουν: Φιλιππίδης, Χέλμης, Πομόνη, Στεφάνου. 31 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2644, 24-4-1895.
53
54
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
R
ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ & ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
55
«Αφού εκ των άλλων μνημείων της αρχαιότητος τα μεν προ αιώνων ηφανίσθησαν, τα δε … ενεφανίσθησαν»* GEFEG
Νέα στοιχεία από την αρχαιολογική έρευνα στο χώρο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά
Κορνηλία Αξιώτη
Αρχαιολόγος
* Ι. Δραγάτσης, Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1880.
εικ. 1 Κάτοψη της ανασκαφής του Δημοτικού Θεάτρου του 1884
56
εικ. 2 Το ψήφισμα των Διονυσιαστών ΙG II2 1325 (MΠ 1287).
Η έρευνα στο χώρο ανέγερσης του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, που πραγματοποιήθηκε το 1884 από τον Ιάκωβο Δραγάτση και δημοσιεύθηκε από τον Wilhelm Dörpfeld1, είχε περιοριστεί - άγνωστο γιατί - στη μισή (τη δυτική, δηλ. προς την οδό Κολοκοτρώνη) σχεδόν έκταση από αυτήν που στη συνέχεια κατέλαβε το κτήριο, καθώς και σε τμήματα των οδών Αθηνάς (σημερινή Βασ. Γεωργίου) και Κολοκοτρώνη. Η ανασκαφή τού 1884 έφερε στο φως τα ερείπια μεγάλου τμήματος (πάνω από το μισό) ενός κεντρικού οικοδομικού τετραγώνου του αρχαίου Πειραιά, στη διασταύρωση τής κατά τον άξονα Β-Ν «πλατείας» οδού της αρχαίας πόλης με μια από τις κάθετες 8μετρες οδούς, η συνέχεια της οποίας εντοπίσθηκε μετά τον τελευταίο πόλεμο στην εκσκαφή των θεμελίων της νέας εκκλησίας της Αγ. Τριάδος2. Συγκεκριμένα, απεκαλύφθη (εικ.1) ένα ορθογώνιο κτήριο διαστάσεων 40μ Χ 23μ και τμήμα μιας μεγάλης περίστυλης αυλής, που συνεχιζόταν κάτω από την προς Δ οδό Κολοκοτρώνη. 1 W. Dörpfeld, «Ein antikes Bauwerk im Piräus», Athenische Mitteilungen IX 1884, 279-287 2 W. Höpfner - E. L. Schwandner, Haus und Stadt im klassischen Griechenland, 1994, σ. 22-50, ειδ. σ. 29, εικ.19 (οδός αρ. 29)
57
Όπως διαπιστώθηκε από τις στήλες με τα ψηφίσματα του 2ου αι. π. Χ. (εικ.2, 3), που βρέθηκαν στην ανατολική στοά της προαναφερθείσης περίστυλης αυλής, δίπλα στη σκάλα που τη συνέδεε με το προς Α κτήριο, ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο είχε διαμορφωθεί τον 2ο αι. π. Χ. σε τόπο συγκέντρωσης και λατρείας των Διονυσιαστών και χώρο κατοικίας της ιερατικής οικογένειας του Διονύσου, ο ναός του οποίου κατελάμβανε πιθανώς το κέντρο της αυλής. Κάποια ερείπια του ναού ο Dörpfeld αναγνώρισε κατά την εκσκαφή γειτονικής οικίας, ενώ μόλις πρόσφατα αναγνωρίσθηκε και το άγαλμα του θεού σε ένα κορμό (εικ. 4) που είχε χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό στο γωνιακό σπίτι στη διασταύρωση των οδών Κολοκοτρώνη και Βασ. Γεωργίου.3
Μετά
από
χρόνια,
το
1994,
οι
Höpfner
και
Schwandner αναγνώρισαν στις - διακρινόμενες κάτω από τις μεταγενέστερες προσθήκες - βασικές οικοδομικές γραμμές της αρχαίας ορθογώνιας οικοδομικής νησίδας της ανασκαφής του 1884 (δηλ. στον περιμετρικό τοίχο και στο σταυρό των δύο κάθετα τεμνόμενων τοίχων που χώριζαν εσωτερικά τη νησίδα σε τέσσερα ίσα μέρη), την ύπαρξη μιας αρχικής διαίρεσης της νησίδας σε οκτώ όμοια οικόπεδα διαστάσεων 20,31μ Χ 11,87μ.4 Τούτο απετέλεσε την αφετηρία για την αποκατάσταση από τους δύο αρχιτέκτονες ενός ιπποδάμειου οικοδομικού τετραγώνου διαστάσεων 40,62μ Χ 47,49μ (με τέσσερα οικόπεδα σε δύο σειρές5), και στη συνέχεια του καννάβου του ιπποδάμειου σχεδίου της αρχαίας πόλης, μια υπόθεση που - με μικρές αποκλίσεις - επιβεβαιώθηκε έκτοτε από την ανασκαφή μεγάλου αριθμού ολόκληρων ή τμηματικά σωζόμενων οικοδομικών τετραγώνων της αρχαίας πόλης6. 3 Γ. Σταϊνχάουερ, «Η ανασκαφή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά» στο Νίκος Αξαρλής- Κατερίνα Μπρεντάνου (επιμ.) Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο, Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, Πανεπιστήμιο Πειραιά, 13 Απριλίου 2003, Πειραιάς, 2008, σ.16-20. 4 Höpfner-Schwandner, ό.π., σ. 41 εικ. 33. 5 Höpfner-Schwandner, ό.π., σ. 39 εικ. 31. 6 Αναφέρω ενδεικτικά τις ανασκαφές των οικοπέδων: Πανεπιστημίου Πειραιά (επί των οδών Τσαμαδού-Δεληγιώργη-Θεάτρου και ΚαραολήΔημητρίου), Δικαστικού Μεγάρου (επί των οδών Ηρώων ΠολυτεχνείουΦιλελλήνων-Λεωσθένους-Σκουζέ), Ο. Σ. Κ. (επί των οδών ΚαραΐσκουΣκουζέ- Περικλέους), Φλέσσα και Ζαϊμη, Φλέσσα 36-38 κλπ.
εικ. 3 Μεταγραφή του ψηφίσματος των Διονυσιαστών II2 1325 (MΠ 1287).
58
Οι εργασίες αποκατάστασης του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, που είχε
υποστεί σημαντικές ζημιές από το σεισμό του 1981, έδωσαν την ευκαιρία για την πραγματοποίηση σωστικής ανασκαφικής έρευνας, η οποία περιορίστηκε αυστηρά στους χώρους όπου προβλεπόταν να γίνουν εκσκαφές για την ενίσχυση της θεμελίωσης του υφιστάμενου κτηρίου και για τη δημιουργία νέων υπόγειων χώρων, τόσο στο εσωτερικό του κτηρίου, όσο και στην έμπροσθεν αυτού (προς την Ηρώων Πολυτεχνείου) πλατεία7.
Η έρευνα αυτή, πέραν των νέων αρχαιολογικών ευρημάτων που προέκυψαν,
μας επέτρεψε να διαπιστώσουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των αποκαλυφθέντων το 1884 καταλοίπων είχε καταστραφεί στη συνέχεια, κατά τις εργασίες ανέγερσης του κτηρίου, από τις εκσκαφές για τη θεμελίωση του και για την κατασκευή των υπόγειων χώρων του. Είχαν σωθεί μόνο τμήματα της λαξευμένης στο 7 Οι ανασκαφικές εργασίες διενεργήθησαν από τον Αύγουστο 2008 έως τον Ιούλιο 2010, παράλληλα με τις οικοδομικές εργασίες. Τις επέβλεψαν, υπό τη διεύθυνση της υπογράφουσας, οι αρχαιολόγοι Ευρυδίκη Γαβριήλ, Μυρτιά Hellner και Αναστασία Καψιάνη. Τα σχέδια της ανασκαφής έγιναν από τη σχεδιάστρια Κωνσταντίνα Πανούση.
59
εικ. 4 Ο κορμός του λατρευτικού αγάλματος του Διονύσου.
βράχο εγκοίτασης και της κατώτατης σειράς της θεμελίωσης του ανατολικού εξωτερικού τοίχου, καθώς και του βοτσαλωτού δαπέδου του ΒΑ δωματίου του κτηρίου των Διονυσιαστών, όπως και κάποιες μεμονωμένες δεξαμενές. Δεν βρέθηκε ούτε ίχνος των υπόλοιπων αποτυπωθέντων από τους W. Dörpfeld και E. Fabricius καταλοίπων8.
Το κτήριο των Διονυσιαστών είχε, όπως περιγράφεται από τον Dörpfeld,
πρόσοψη στον κεντρικό, με κατεύθυνση Β-Ν, οδικό άξονα της πόλης, την «πλατεία» οδό (οδό J των Höpfner–Schwandner), η οποία ακολουθούσε πορεία παράλληλη, περίπου 30μ δυτικότερα, της σημερινής Ηρώων Πολυτεχνείου. Η κλίση του εδάφους είχε ως συνέπεια την οικοδόμηση τόσον του κτηρίου των Διονυσιαστών, όσο και του προηγηθέντος κλασσικού οικοδομικού τετραγώνου σε βαθμιδωτά επίπεδα. Όπως φαίνεται στο σχέδιο των W. Dörpfeld - E. Frabricius, στη μεγάλη αυλή των Διονυσιαστών κατέβαινε κανείς με 4 ή 5 σκαλοπάτια. Το ίδιο το κτήριο (εννοείται το δάπεδο χρήσεώς του) βρισκόταν - όπως προκύπτει από το διασωθέν τμήμα του βοτσαλωτού δαπέδου του ΒΑ δωματίου - σε βάθος 4,28μ από τη στάθμη του πεζοδρομίου της Ηρώων Πολυτεχνείου9. Σ’ αυτό αντιστοιχούσαν δύο επάλληλα - σχεδόν εφαπτόμενα οδοστρώματα της παρακείμενης «πλατείας» οδού, αποκαλυφθέντα σε βάθος 4,30μ και 4,55μ αντίστοιχα: το παλαιότερο, επιμελέστερα κατασκευασμένο, οδόστρωμα, πάχους 0,20μ έως 0,30μ, όριζε δυτικά μια σειρά αδρά δουλεμένων πλακοειδών λίθων πλάτους 0,40μ έως 0,50μ. Το νεότερο ήταν λεπτότερο, πάχους 0,15μ έως 0,25μ, λιγότερο επιμελημένο, αποτελούμενο από καλά πατημένο κιμηλόχωμα με χαλίκια και θραύσματα κεραμεικής.
Ένας από τους βασικούς στόχους της νέας ανασκαφής ήταν η διαπίστωση
του πλάτους της «πλατείας» οδού και η έρευνα τού προς Α αυτής χώρου, όπου πολλοί μελετητές - μεταξύ των οποίων και οι W. Höpfner και E.L.Schwandner τοποθετούσαν την Ιπποδάμειο αγορά. Η αποκάλυψη του εξωτερικού τοίχου τού προς Α της «πλατείας» οδού αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου (εικ. 5) επέτρεψε την επαλήθευση της διατυπωθείσης ήδη με βάση τοπογραφικούς υπολογισμούς υπόθεσης για το μεγάλο πλάτος της οδού10, το οποίο όπως αποδεικνύεται τώρα ήταν 16,50μ, δηλαδή ακριβώς 50 πόδες των 0,33μ (το μέτρο του ποδός εικ. 5 Ο εξωτερικός τοίχος του προς Α της «πλατείας» οδού αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου.
που συναντάμε στη Σκευοθήκη του Φίλωνος είναι 0,3275μ). Κατά μήκος της «πλατείας» οδού - σε απόσταση δύο μέτρων δυτικά από τον προαναφερθέντα 8 Dörpfeld, ό. π. πιν. ΧΙΙΙ, εδώ εικ.1 9 Τα βάθη της ανασκαφής έχουν μετρηθεί από σταθερό σημείο που ορίστηκε επί του πεζοδρομίου της Ηρώων Πολυτεχνείου, σε απόσταση 33,10μ από τη γωνία των οδών Βασ. Γεωργίου και Ηρώων Πολυτεχνείου. 10 Γ. Σταϊνχάουερ, «Ο Ιππόδαμος και η διαίρεσις του Πειραιώς», στο Ε.Greco και M. Lombardo (επιμ.), Atene e l’Ocidente. I grandi temi, Atti del Convegno Internazionale, Atene 25-27 maggio 2006, Αθήνα 2007, σ. 191-206.
60
τοίχο - έτρεχε ένας λαξευμένος στο βράχο (από βάθος 3,26μ) και κατά το
ανώτερο
τμήμα
αποχετευτικός 0,50-0,60μ
του
αγωγός, και
κτιστός, πλάτους
βάθους
0,80-
0,90μ, που εκάλυπταν πλακοειδείς λίθοι.11
Διαπιστώθηκε
ότι
υπήρχε
μια σημαντική υψομετρική διαφορά περίπου ενός μέτρου μεταξύ των δύο πλευρών (της ανατολικής και της δυτικής) της «πλατείας» οδού, δηλαδή ανάμεσα αφενός στα δύο προαναφερθέντα οδοστρώματα και το δάπεδο του κτηρίου των Διονυσιαστών (βάθος 4,28μ έως 4,55μ) στα δυτικά, και
αφετέρου
στο
επίπεδο
της
νεότερης φάσης του δρόμου - όπως αυτό ορίζεται από τη στάθμη του βράχου (βάθος 3,26μ) και των καλυπτήριων λίθων του αγωγού - στα ανατολικά. Η διαφορά αυτή εξηγείται μόνο με την υπόθεση ότι η «πλατεία» οδός είχε μεν αρχικά χαραχθεί σε πλάτος 50 ποδών (16,50μ), όπως δηλώνει η διαπιστωθείσα ανασκαφικά απόσταση μεταξύ των οικοδομικών γραμμών των δύο εκατέρωθεν τετραγώνων, όμως η οριστική διαμόρφωση της οδού σε όλο της το πλάτος, έγινε μόνο μετά την κατασκευή του αγωγού και την ανύψωση της στάθμης της οδού κατά ένα μέτρο. Το έργο αυτό δεν αποκλείεται να συνδέεται με το γνωστό επιγραφικώς πρόγραμμα εξομάλυνσης και βελτίωσης, το έτος 320/19 π. Χ., των κεντρικών οδών του Πειραιά12. Τούτο σημαίνει ότι κατά τους χρόνους της λειτουργίας του κτηρίου των Διονυσιαστών η είσοδος σ’ αυτό από την «πλατείαν» οδό δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από τον κατά ένα μέτρο υψηλότερο δρόμο, παρά μόνο μέσω μιας σκάλας, η οποία όμως δεν σημειώνεται στο σχέδιο των W. Dörpfeld και E. Fabricius (εικ. 1).
Από το ανατολικό οικοδομικό τετράγωνο, τμήμα του οποίου (περίπου το μισό)
ανεσκάφη στο εσωτερικού του Δημοτικού Θεάτρου και στην έμπροσθεν αυτού πλατεία (εικ. 6), σώθηκαν μόνο τα δάπεδα δύο δωματίων της ΒΔ γωνίας του, τμήμα του βόρειου εξωτερικού τοίχου, καθώς και μια ζώνη διαστάσεων 11μ Χ 11 Δεν αποκλείεται η πιθανή ανεύρεση του τοιχώματος του αγωγού και η παρερμηνεία του ως τοίχου του οικοδομικού τετραγώνου να οδήγησαν τον W. Dörpfeld στην εκτίμηση του πλάτους της οδού σε 14-15μ, αντί των 16,50μ. 12 ΙG II² 380, στ.19-23: επιμεληθήναι τους αγορανόμους των οδών των πλατειών, ή η πομπή πορεύεται τώι Διί τώι Σωτήρι και τώι Διονύσωι όπως αν ομαλισθώσιν και κατακευασθώσιν ως βέλτιστα.
61
εικ. 6 Γενική άποψη της ανασκαφής στον εξωτερικό χώρο του Θεάτρου.
22μ κατά μήκος της Βασ. Γεωργίου. Οι υπόλοιπες αρχαιότητες είχαν καταστραφεί από διάφορες μεταγενέστερες χρήσεις του χώρου (π.χ. εκδοτήριο εισιτηρίων, καταστήματα κλπ.) και από τις εργασίες διαμόρφωσης (ισοπέδωσης) της πλατείας κατά τους νεότερους χρόνους. Από το βόρειο εξωτερικό τοίχο του αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου, που οριοθετούσε τη διερχόμενη με κατεύθυνση κάθετη προς την Ηρώων Πολυτεχνείου αρχαία οδό, πλάτους 8 μέτρων, που προαναφέρθηκε (Höpfner-Schwandner οδός αρ. 29), σώθηκε τμήμα μήκους 3,80μ. Από το αντίστοιχο σπίτι δεν σώθηκε παρά μόνο μία κωδωνόσχημη δεξαμενή (διάμετρος πυθμένα 2,65μ, συνολικό ύψος 6,80μ), ενώ ένα πηγάδι (διάμετρος στομίου 0,80μ), που βρέθηκε σε απόσταση μόλις 1,20μ από αυτήν, είναι προγενέστερο, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι κατά τη διάνοιξη της δεξαμενής ελήφθη μέριμνα για τη διατήρησή του (εικ. 7). Το υπόλοιπο του χώρου κατελάμβαναν λάκκοι και ορύγματα διαφορετικού σχήματος και βάθους το καθένα, χωρίς κάποια κανονική διάταξη, έτσι ώστε να αποκλείεται η αρχιτεκτονική τους προέλευση π.χ. ως εικ. 7 Σχέδιο της δεξαμενής 1 και του φρέατος στο ανατολικό όριο της ανασκαφής.
λάκκων θεμελίωσης. Εντοπίσθηκε επίσης το ίχνος της εγκοίτασης του τοίχου που οριοθετούσε από Α το σπίτι αυτό.
Πιο διαφωτιστικά για την οργάνωση της κατοίκησης στον κλασσικό Πειραιά,
- και εξαιρετικά ενδιαφέροντα για το θέμα της θέσεως της Ιπποδαμείου αγοράς είναι τα κατάλοιπα των βοτσαλωτών δαπέδων δύο συνεχόμενων κατά μήκος της «πλατείας» οδού δωματίων, στη ΒΔ γωνία του αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου, που ήρθαν στο φως κατά την ανασκαφή στο εσωτερικό του Δημοτικού Θεάτρου και διατηρήθηκαν σε κατάχωση. Όπως συμπεραίνεται από τη θέση (με πλάτη στο βορρά) και τις διαστάσεις (4,40μ Χ 4,40μ) του γωνιακού δωματίου, που αποκαθίστανται χάρη στο συμμετρικό σχέδιο του βοτσαλωτού (εικ. 8), όπου μια ζώνη πλάτους 0,85μ περιβάλλει το κεντρικό μοτίβο, επρόκειτο πιθανότατα για τον ανδρώνα μιας υστεροκλασσικής οικίας και τον προθάλαμό του.
Πολύ καλύτερη ήταν η κατάσταση διατήρησης των αρχαίων στο νότιο,
κατά μήκος της Βασ. Γεωργίου, τμήμα του χώρου (εικ. 9). Τα αποκαλυφθέντα ερείπια ανήκουν σε ένα μεγάλο ελληνιστικό οικοδόμημα στη διασταύρωση της «πλατείας» οδού των 16,50μ (Ηoepfner-Schwandner οδός J) και της δευτερευούσης, πλάτους 5μ οδού (Ηoepfner-Schwandner οδός άρ. 28), που σήμερα βρίσκεται κάτω από τη Βασ. Γεωργίου. Αυτό είχε κτιστεί μετά τη εικ. 8 Το βοτσαλωτό δάπεδο του ανδρώνος στη ΒΔ γωνία του ανατολικού οικοδομικού τετραγώνου.
συνένωση δύο κλασσικών οικοπέδων και την κατεδάφιση των παλαιών οικιών, φαινόμενο χαρακτηριστικό του ελληνιστικού Πειραιά. Από την αρχική διαίρεση διατηρήθηκαν ο εξωτερικός (κατά μήκος της «πλατείας» οδού) τοίχος, καθώς και οι μεσοτοιχίες που διαιρούσαν το ιπποδάμειο οικοδομικό τετράγωνο κατά τους άξονες Α-Δ και Β-Ν. Σώθηκαν επίσης οι τοίχοι που χώριζαν τον ανδρώνα από τον προθάλαμό του και τον οίκο από την αυλή, ενώ αντίθετα δεν βρέθηκε 62
εικ. 9 Γενική άποψη της ανασκαφής στο νότιο, κατά μήκος της Βασ. Γεωργίου, τμήμα του χώρου.
εικ. 10 Το εσωτερικό της δεξαμενής 2 με την είσοδο του αγωγού.
63
εικ. 11 Η αίθουσα με το βοτσαλωτό δάπεδο στο νότιο τμήμα του χώρου. Στο βάθος διακρίνονται οι βάσεις των κιόνων της στοάς.
κανένα ίχνος του διαχωριστικού τοίχου μεταξύ του ανδρώνος και του οίκου.
Το ελληνιστικό κτήριο αποτελείται από τρείς, πιθανόν τέσσερις πτέρυγες,
οι οποίες πλαισίωναν μια αυλή πλάτους 9,50μ. Η αυλή ήταν στρωμένη με βοτσαλωτό δάπεδο (βρέθηκε τμήμα του σε βάθος 2,80μ). Στην ανατολική πλευρά της υπήρχε ένα σύστημα δύο δεξαμενών. Ερευνήθηκε η μία (διάμετρος πυθμένα 4,90μ, συνολικό ύψος 5,20μ) και εν μέρει ο αγωγός (εικ. 10) που τη συνέδεε με τη δεύτερη, η οποία βρίσκεται κάτω από το οδόστρωμα της Βασ. Γεωργίου. Στη βόρεια πλευρά της αυλής (εικ. 11) ανοιγόταν, πίσω από μια στενή, πλάτους 2μ, στοά, από την οποία σώζονται κατά χώραν σε αξονικές αποστάσεις 1,10μ τρείς ορθογώνιες βάσεις κιόνων, μια μεγάλη (διαστάσεων 14,50μ Χ 6μ) αίθουσα στρωμένη επίσης με βοτσαλωτό δάπεδο (σε βάθος 2,70μ). Η αίθουσα επικοινωνούσε με την αυλή μέσω μιας έκκεντρα τοποθετημένης δίφυλλης θύρας, όπως δείχνει το μήκος του σωζόμενου κατά χώραν κατωφλιού (εικ. 12), που ξεπερνά τα δύο μέτρα13.
Την αυλή πλαισίωναν, όπως προαναφέρθηκε, δυτικά και ανατολικά δύο
μακρόστενες πτέρυγες οι οποίες πιθανότατα εκτείνονταν έως το νότιο εξωτερικό τοίχο του αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου, ο οποίος βρίσκεται επίσης κάτω από τη Βασ. Γεωργίου. Από τη δυτική πτέρυγα ανεσκάφη ένα δωμάτιο πλάτους 4,50μ, τα κατάλοιπα του οποίου διατηρήθηκαν ορατά και επισκέψιμα στο εκδοτήριο του Θεάτρου. Η ανατολική πτέρυγα ήταν κτισμένη, ακολουθώντας την κλίση του εδάφους, σε ένα ελαφρώς (κατά 0,55μ) υψηλότερο επίπεδο. Είχε 13 Τα κατάλοιπα αυτά διατηρήθηκαν ορατά και επισκέψιμα σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο με είσοδο από τη Βασ. Γεωργίου.
64
εικ. 12 Το κατώφλι της αίθουσας της εικ. 11.
πλάτος 6μ και οριζόταν ανατολικά από την εγκοίταση στο βράχο του τοίχου, που όριζε το κτισμένο σε υψηλότερο επίπεδο ανατολικό μισό του αρχαίου οικοδομικού τετραγώνου. Από την πτέρυγα αυτή σώζονταν σε βάθος 2,15μ μόνο τα βοτσαλωτά δάπεδα δύο μικρών δωματίων (διαστάσεων 3μ Χ 3μ και 3μ Χ 2,50μ), που κατελάμβαναν το βόρειο τμήμα του χώρου. Η διαφοροποίηση του βοτσαλωτού δαπέδου επιτρέπει τη διαπίστωση μιας θύρας, πλάτους 0,90μ, που συνέδεε τα δύο δωμάτια. Το υπόλοιπο (νότιο) τμήμα του κτηρίου είχε καταστραφεί από νεότερες επεμβάσεις. Τη χρονολόγηση του κτηρίου στην ελληνιστική εποχή επιβεβαιώνει η κεραμεική που περισυνελέγη από το άριστα διατηρημένο στρώμα καταστροφής της κεντρικής αίθουσας, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο τύπος της οικοδομής, που προέκυψε από τη συνένωση των δύο κλασσικών οικιών, ο οποίος σε αντίθεση προς το χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό τύπο της πειραϊκής ελληνιστικής οικίας με περιστύλιο, του οποίου τα τελευταία χρόνια έχουμε πολλά δείγματα, παραμένει ουσιαστικά πιστός στα κλασσικά πρότυπα.
Η ανασκαφική έρευνα στο χώρο του Δημοτικού Θεάτρου προσέφερε
σημαντικές νέες πληροφορίες για τη μορφή και την ιστορία του κεντρικού οδικού άξονα της πόλης, για την εφαρμογή του Ιπποδάμειου σχήματος, για την εξέλιξη της πειραϊκής κατοικίας και την τοπογραφία του αρχαίου Πειραιά. Ειδικότερα, η ανασκαφικά πλέον αποδεδειγμένη οικοδόμηση του συγκεκριμένου χώρου κατά την αρχαιότητα προσφέρει ένα σοβαρό επιχείρημα κατά της υποστηριζόμενης από πολλούς ερευνητές τοποθέτησης στο σημείο αυτό της Ιπποδαμείου αγοράς. 65
Το Δημοτικό Θέατρο (1882-1895), έργο του διακεκριμένου αρχιτέκτονα - μηχανικού Ιωάννη Λαζαρίμου (1849-1913) μετά την αποκατάσταση - αναδιαρρύθμισή του με εποπτεία της Δ.Α.Ν.Σ.Μ. του Υπουργείου Πολιτισμού.
66
«To μεγαλοπρεπές και καλλιμάρμαρον Δημοτικόν μας Θέατρον»* GEFEG
Η αρχιτεκτονική αξία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά
Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ
Δρ Αρχιτέκτων ΕΜΠ, Ομότιμη Καθηγήτρια Τμήμα Θεατρικών Σπουδών Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά είναι, χωρίς αμφιβολία, το σημαντικότερο θεατρικό κτίριο της νεότερης Ελλάδας. «Κόσμημα της πόλης» το χαρακτήρισε ο Θ. Βλάσης στα 1966, θεωρώντας το ως το πιο αξιόλογο επίτευγμα της δημοτικής πρωτοβουλίας του 19 ου αιώνα. Και δεν είχε άδικο. Γιατί παρά την υπολειτουργία και την όχι πάντα ικανοποιητική στάθμη των παραστάσεών του, το πειραϊκό αρχιτεκτόνημα ανήκει στα αξιολογότερα μνημεία της δημόσιας αρχιτεκτονικής μας του 20 ού αιώνα. Αντικείμενο αυτού του σημειώματος είναι η τεκμηρίωση της αρχιτεκτονικής αξίας του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιώς. Στο σημείωμα αυτό δεν εξετάζεται η αποκατάσταση-αναδιαρρύθμιση του κτιρίου η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Νεωτέρων και Συγχρόνων Μνημείων (Δ.Α.Ν.Σ.Μ.) του ΥΠ.ΠΟ. (2004-2012). Για το μνημειώδες αυτό έργο του αρχιτέκτονα Ιωάννη Λαζαρίμου υπάρχουν πολλά στοιχεία. Η απόφαση για την ανέγερση του Δημοτικού Θεάτρου σε οικόπεδο της κεντρικής πλατείας Κοραή πάρθηκε το 1883, επί δημαρχίας Τρύφωνος Μουτζοπούλου, παρά τις λογικές αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν τότε, αφού ο Πειραιάς είχε γύρω στις 30.000 κατοίκους.1 Το κτίριο, προϋπολογισμού 450.000 δρχ., άρχισε να χτίζεται το 1884 επί δημαρχίας Αριστείδη Σκυλίτση-Ομηρίδη.2 Για την ανοικοδόμησή του ο Δήμος αναγκάστηκε να συνάψει δάνειο ύψους 250.000 δρχ. με * Εφ. Χρονογράφος, 9-1-1903
67
Το γαλλικής επιρροής καπνιστήριο (foyer) του Δημοτικού Θεάτρου.
την Εθνική Τράπεζα.3 Το Δημοτικό Θέατρο αποπερατώθηκε στα 1895, όταν δήμαρχος του Πειραιά ήταν ο Θεόδωρος Ρετσίνας, και για την κατασκευή του πρέπει να δαπανήθηκαν γύρω στις 900.000 δρχ.4 Από αυτές οι 200.000 περίπου διατέθηκαν για την εσωτερική διακόσμηση.5 Ο υδραϊκής καταγωγής Ιωάννης Λαζαρίμος σπούδασε αρχιτεκτονική στην École des Beaux Arts του Παρισιού και παρακολούθησε μαθήματα στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου. Δημοτικός αρχιτέκτονας του Πειραιά, καθηγητής για πολλά χρόνια στη στρατιωτική Σχολή των Ευελπίδων, τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και το «Σχολείον των Τεχνών», το μετέπειτα «Σχολείον των Βιομηχανικών Τεχνών» και σημερινό Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, του οποίου υπήρξε υποδιευθυντής και διευθυντής, είχε ένα πλούσιο αρχιτεκτονικό και συγγραφικό έργο. Μέ σχέδιά του διαμορφώθηκαν πολλοί ελεύθεροι χώροι (πλατείες, κήποι κ.ά.) και 68
οικοδομήθηκαν αρχοντικά, σχολικά κτίρια, οι μεγαλοπρεπείς ναοί του Αγίου Κωνσταντίνου και του Αγίου Νικολάου επί δημαρχίας Τρύφωνος Μουρτζοπούλου (1877-1883) και πολλά δημοτικά κτίρια, από τα οποία το σημαντικότερο ήταν το μνημειώδες Θέατρο της πλατείας Κοραή (18821895). Βοηθός και διάδοχος του Λαζαρίμου στην τεχνική υπηρεσία του Δήμου ήταν ο Πειραιώτης μηχανικός Γεώργιος Ζίζηλας.6 Στα δεκαπέντε χρόνια που διήρκεσαν οι εργασίες κατασκευής, το Δημοτικό Θέατρο κινδύνευσε μία τουλάχιστον φορά ν’ αλλάξει χρήση. Αυτό έγινε στα 1889, όταν ο δημομηχανικός του Πειραιά και διάδοχος του Ι. Λαζαρίμου, Γεώργιος Ζίζηλας, με επιστολή του προς τον δήμαρχο,7 πρότεινε τη μεταρρύθμιση του ημιτελούς κτιρίου ώστε να στεγάσει όλες τις τοπικές υπηρεσίες: το δημαρχείο, την αστυνομία, την υπομοιραρχία, το ταχυδρομείο, τα τηλεγραφεία, την εφορία, το ειρηνοδικείο κ.λπ. Η εκτέλεση της μελέτης Λαζαρίμου απειλήθηκε ακόμη μία φορά στα 1892. Τότε ο νέος δήμαρχος Θεόδωρος Ρετσίνας, υποτιμώντας πιθανόν τις αρχιτεκτονικές ικανότητες του συμπατριώτη του, ζήτησε από τον πιό έμπειρο αρχιτέκτονα Ernst Ziller να συντάξει τα σχέδια για την αποπεράτωση του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά. Η τροποποίηση όμως της μελέτης του Λαζαρίμου από τον Ziller δεν προχώρησε, ίσως επειδή ο τελευταίος ζήτησε εγγράφως από τον Ρετσίνα επίσημη ανάθεση του έργου με σαφή καθορισμό της αμοιβής του, δηλαδή ποσοστό 5,50% ή 6% επί του προϋπολογισμού σε περίπτωση εκτέλεσης των σχεδίων, ενώ σε περίπτωση μη εκτέλεσής τους το 1/5 αυτών των ποσοστών. Όπως και στις άλλες ελληνικές πόλεις, έτσι και εδώ, το κόστος κατασκευής, λειτουργίας και συντήρησης του Θεάτρου ξεπερνούσε τις δυνατότητες του δημοτικού προϋπολογισμού. Για να καλυφθεί μέρος 69
Λεπτομέρεια της αρχικής οροφογραφίας της αίθουσας εισόδου του Δημοτικού Θεάτρου, που αποκαλύφθηκε από την Υπηρεσία Συντήρησης Αρχαιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ. το 2003.
70
Η μνημειώδης τρίκλωνη σκάλα.
71
Το επιβλητικό πρόπυλο με τους ραδινούς αράβδωτους μαρμάρινους κίονες κορινθιακού ρυθμού.
72
των δαπανών λειτουργίας και συντήρησης του Θεάτρου εφαρμόστηκε η γνωστή λύση του «μαγαζοθεάτρου»,8 πράγμα που διευκόλυνε η κλίση του οικοπέδου κατά 7%.9 Τα 25 ενοικιαζόμενα καταστήματα, που εμφανίζονταν στην αποτύπωση του 1965 είναι περισσότερα από εκείνα της μελέτης του 1882. Δεν είναι όμως εύκολο να ξέρει κανείς πότε ακριβώς έγινε η αύξηση αυτή και σε ποιο βαθμό. αν δηλαδή άρχισε στα συμπληρωματικά σχέδια του 1892 και συνεχίστηκε στις κατά καιρούς ανακαινίσεις του κτηρίου που πραγματοποιήθηκαν στα 1927, 1946-1947,1962,1967-1968 και 1979-1982.10 Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι χάρη στο διαρκές ενδιαφέρον των δημοτικών αρχόντων του Πειραιά, το μνημειώδες έργο του Λαζαρίμου συντηρήθηκε καλύτερα από όλα τα Δημοτικά Θέατρα της νεότερης Ελλάδας.11 Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά εγκαινιάστηκε «μετά περισσής λαμπρότητος», στις 9 Απριλίου 1895.12 O Πειραιάς είχε τότε γύρω στους 50.000 κατοίκους. Η επιτροπή του το παραχώρησε για πρώτη φορά στους δυο αξιολογότερους ελληνικούς θιάσους της εποχής – τον «Πανελλήνιο» του Αλεξιάδη και τον «Μένανδρο» του Ταβουλάρη – οι οποίοι συνεργάστηκαν μεταξύ τους, αλλά και με τον θιασάρχη-ηθοποιό Αρνιωτάκη.13 Το ρεπερτόριο του θιάσου αυτού αποτελούσαν γνωστά ελληνικά δράματα, κωμωδίες και κωμειδύλλια. Έκτοτε το Δημοτικό Θέατρο λειτούργησε τόσο ως λυρική, όσο και ως δραματική σκηνή, φιλοξενώντας ελληνικούς και ξένους θιάσους. Κατά καιρούς όμως φιλοξένησε και άλλα θεάματα ή ακροάματα – κινηματογράφο, χορευτικά συγκροτήματα, συναυλίες, ρεσιτάλ, χορωδιακά συγκροτήματα, παραστάσεις ερασιτεχνικών θιάσων του Πειραιά, διαλέξεις και καλλιστεία.14 Ένας ιδιαίτερα σημαντικός χώρος του πειραϊκού θεάτρου, ήταν το μεγαλόπρεπο καπνιστήριο (foyer), διαστάσεων 18 x 18μ.15 Η συμβολή του στην κοσμική και καλλιτεχνική κίνηση της πόλης υπήρξε πολύ μεγάλη. Στην αρχή χρησίμευε για χορούς φιλανθρωπικών συλλόγων, που συγκέντρωναν την «καλή κοινωνία» του Πειραιά. Σιγά σιγά όμως το ευρύχωρο καπνιστήριο εξελίχθηκε σε χώρο προβολής κάθε τοπικής πνευματικής και καλλιτεχνικής κίνησης με την οργάνωση διαλέξεων και εκθέσεων.16 Το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά, πλάτους 34,50 περίπου μ., και μήκους 47 περίπου μ., κτίστηκε στο πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα.17 Η μικρή κλίση του οικοπέδου και η κεντρική του θέση μπροστά στην ευρύχωρη 73
Εικ. 1
Εικ. 2
Εικ. 3
Εικ. 4
πλατεία Κοραή, έδωσαν στον Λαζαρίμο την ευκαιρία να δημιουργήσει ένα περίοπτο και επιβλητικό αρχιτεκτόνημα. Με τις αρμονικές αναλογίες και την οργανική του ένταξη σε μια μνημειώδη πολεοδομική σύνθεση, το έργο αυτό του προικισμένου πειραιώτη αρχιτέκτονα ανήκει στον τύπο του «μεγαλόπρεπου γαλλικού θεάτρου» (Grand Théâtre)18. Έτσι ανταποκρίθηκε στη φιλοδοξία των αρχών της πόλης να τη στολίσουν με ένα μνημειώδες αρχιτεκτόνημα, αντάξιο της προβλεπόμενης σημασίας της. Η οργάνωση των όγκων ακολουθεί περισσότερο τη γαλλική παράδοση παρά τη γερμανική, η οποία διακρινόταν για τις δυναμικότερες και οργανικότερες συνθέσεις της. Στο Δημοτικό όμως Θέατρο του Πειραιά δόθηκε μεν η γαλλική λύση του συμπαγούς κατά βάση κτιρίου, αλλά με τρόπο που θυμίζει περισσότερο τις εφαρμογές της σε άλλες χώρες. Τέτοιες εφαρμογές ήταν το Εθνικό Θέατρο του Μονάχου (1811) σχεδιασμένο από τον K. Fischer (εικ. 4), η πρώτη Όπερα του Βερολίνου (1741/43, 1787), έργο του G.W. von Knobelsdorff (εικ. 1) και το Θέατρο Μπολσόϊ της Μόσχας, που σχεδίασαν οι Ο. Bove και Α. Michailov (εικ. 3). Η αίθουσα, χωρητικότητας 1400-1500 θέσεων, ανήκει βασικά στον γαλλικό τύπο. Η πεταλόσχημη πλατεία της είχε αρχικά 500 θέσεις και αργότερα γύρω στις 340. Οι υπόλοιπες θέσεις κατανέμονταν στα 23 θεωρεία των δυο πρώτων σειρών με τα χαμηλά χωρίσματα, στον εξώστη και στο υπερώο.19 Για λόγους οικονομίας πρέπει να καταργήθηκε το αμφιθεατρικό δάπεδο του υπερώου και να τροποποιήθηκε η μορφή των επίσημων θεωρείων του προσκηνίου. Το οικόπεδο αξιοποιήθηκε έτσι ώστε και η σκηνή να έχει τις μεγαλύτερες δυνατές διαστάσεις και οι χώροι του κοινού μια άνεση. Εδώ δηλαδή δεν εμφανίζονται οι δυσαναλογίες των αθηναϊκών θεάτρων του Ziller. H γαλλικού τύπου σκηνή, με πλάτος 20,30μ., βάθος 16,15μ., ύψος 30μ., και άνοιγμα 12 x 18μ., υπερέχει από όλες τις σκηνές των νεοελληνικών θεάτρων του 19ου αιώνα.20 Η πληροφορία ότι η εσωτερική διάταξη βασίστηκε στο παρισινό Θέατρο του Ωδείου (Théâtre de l’ Odéon, εικ. 2),21 το οποίο είχε εμπνεύσει και τον δημιουργό του Εθνικού Θεάτρου του Μονάχου Karl von Fischer,22 είναι ακριβής σε γενικές γραμμές. Οι μόνες ουσιώδεις διαφορές είναι ότι στη θέση της περιμετρικής στοάς του Odéon μπήκαν τα προσοδοφόρα καταστήματα του Δημοτικού Θεάτρου και από τις δύο συμμετρικές κλίμακες της εισόδου του καταργήθηκε η μία για να δώσει τη θέση της σε κατάστημα. 74
Η διάρθρωση όμως της πειραϊκής αίθουσας είναι επηρεασμένη κυρίως από το πρώτο Θέατρο του Ωδείου (1782-1799) των M.J. Peyre και Ch. De Wailly, ένα από τα βασικά πρότυπα της αρχιτεκτονικής του γαλλικού θεάτρου. Αποτελεί μια απλοποιημένη και εκσυγχρονισμένη εκδοχή της παριζιάνικης αίθουσας. Από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας προκύπτει ότι το Δημοτικό Θέατρο υπήρξε καρπός της πολύ σοβαρής μελέτης του Λαζαρίμου. Αν και ο πειραιώτης αρχιτέκτων δεν είχε την εμπειρία του Ziller στον σχεδιασμό θεάτρων, το έργο του αυτό υπερέχει σε πολλά σημεία από τα αντίστοιχα έργα του γερμανού ομοτέχνου του. Την ευσυνειδησία, τον ορθολογισμό και την τεχνική κατάρτιση του Λαζαρίμου φανερώνουν κυρίως οι λύσεις που έδωσε σε βασικά θέματα του πειραϊκού Θεάτρου: στην ασφαλή και γρήγορη εκκένωσή του, στη διάταξη και τον εξοπλισμό της σκηνής, στον σωστό εξαερισμό της αίθουσας και στην άνετη εξυπηρέτηση ηθοποιών και θεατών. Η ξύλινη σκηνή ειδικότερα, η οποία αποκαλύφθηκε σχεδόν ακέραιη από τις εργασίες αποκατάστασης της Δ.Α.Ν.Σ.Μ. του ΥΠ.ΠΟ., αξιολογήθηκε από τους ειδικούς ως δατηρητέο μνημείο της τεχνολογικής κληρονομιάς του 19 ου αιώνα.23 Εκτός από τα άφθονα καμαρίνια, το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά είχε ένα πολυτελές καθιστικό για τους ηθοποιούς. Οι χώροι αυτοί των ηθοποιών διασκευάστηκαν πρόσφατα για να στεγάσουν το μουσείο του, πειραϊκής καταγωγής σκηνογράφου, Πάνου Αραβαντινού. Οι ηθοποιοί μέχρι πρόσφατα εξυπηρετούνταν από μέτρια καμαρίνια και ανεπαρκείς χώρους υγιεινής, οι οποίοι δημιουργήθηκαν εκ των ενόντων. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στο νεωτερικό σύστημα εξαερισμού και θέρμανσης του κτιρίου, καθώς και στην πυροπροστασία του.24 Με αξιώσεις διαμορφώθηκαν η σκηνή, η αίθουσα, το καπνιστήριο και η τρίκλωνη σκάλα του. Στην εσωτερική διακόσμηση ο Λαζαρίμος, ακολουθώντας τον γαλλικό εκλεκτικισμό του συρμού, εναρμόνισε στοιχεία από το ρωμαϊκό, το αναγεννησιακό και το νεοκλασικό λεξιλόγιο, εμπλουτίζοντας τα με άλλα λιγότερο συμβατικά.25 Παρά την ασυνήθιστη αυτή ποικιλία, το αποτέλεσμα δεν υστερεί καθόλου σε κομψότητα από τα γαλλικά του πρότυπα. Μας αποκαλύπτει, όπως θα δούμε, ότι η μορφοπλαστική δεξιοτεχνία του Λαζαρίμου συμπλήρωνε τα άλλα δύο σημαντικά του εφόδια: την κατασκευαστική εμπειρία και την τεχνική κατάρτιση. Ο προθάλαμος της αίθουσας έχει τον σχετικά απλούστερο διάκοσμο. 75
Μερική άποψη των θεωρείων του προσκηνίου.
Κάτοψη του υπογείου. Σχέδιο του Ι. Λαζαρίμου 1882.
Η φατνωματική οροφή, που το άνοιγμα της είναι 7,75μ., στηριζόταν σε τέσσερις κολόνες με κιονόκρανα αιγυπτιακής τεχνοτροπίας και ισάριθμους τοσκανικούς πεσσούς, τοποθετημένους αξονικά προς τις τρεις συμμετρικές εισόδους του Θεάτρου και της αίθουσας. Πολύ πιο περίτεχνη είναι η μορφή του κεντρικού καπνιστηρίου, όπου φθάνει κανείς από μια μνημειώδη μαρμάρινη σκάλα. Η τρίκλωνη αυτή σκάλα, γαλλικής επιρροής, εντυπωσιάζει χάρη στο ασυνήθιστο χυτοσίδηρο της κιγκλίδωμα με τους λεπτούς κιονίσκους και τα κομψά φυτικά κοσμήματα. Οι τοίχοι του καπνιστηρίου, σε χρώμα ανοιχτής πατιναρισμένης ώχρας, είχαν έντονο αλλά καλαίσθητο διάκοσμο. Η μορφή αυτού του χώρου είναι μια απλοποιημένη έκφραση του γαλλικού ακαδημαϊκού εκλεκτικισμού. Η μορφή της αίθουσας του Δημοτικού Θεάτρου μετά την ανακαίνιση του 1967-1968 (δημαρχία Σκυλίτση) πρέπει να διέφερει αρκετά από την αρχική. Αυτό είναι φυσικό αν αναλογιστεί κανείς τα πάθη του πειραϊκού αυτού μνημείου. Στα χρόνια των Βαλκανικών Πολέμων και του Εθνικού Διχασμού (1915-1917) άλλαξε χρήσεις. Λειτούργησε ακόμη και ως Πρωτοδικείο, Γυμνάσιο και στέγη των γαλλικών στρατευμάτων κατοχής του Πειραιά. Επιτάχθηκε από τις ναζιστικές δυνάμεις της Κατοχής, βομβαρδίστηκε τον Ιανουάριο του 1944 και υπέστη σοβαρό πλήγμα από τους σεισμούς του 1981 και 1999. Είναι γνωστό ότι άλλαξαν τα καθίσματα, η παλιά ζωγραφιστή αυλαία, η οποία σωζόταν ακόμη κατά τη δεκαετία του 1980, και η θολωτή ψευδοροφή της αίθουσας. Στην τομή του 1882 η ψευδοροφή φαίνεται να έχει γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο. Ο ζωγραφικός διάκοσμος του θόλου αντικαταστάθηκε μεταπολεμικά από αυτόν που υπάρχει σήμερα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο Γιάννης Τσαρούχης προσφέρθηκε να τον αναζωγραφίσει, αλλά δυστυχώς η δημοτική αρχή αδιαφόρησε. Η τοξοστοιχία του σημερινού και μεταγενέστερου θόλου έχει για μοναδικό της διάκοσμο την απλή πλαισίωση των τόξων. Ανάλογη απλούστευση πρέπει να έγινε και στο πλαίσιο του ανοίγματος της σκηνής. Εδώ το άρθρο 25 του συμφωνητικού προέβλεπε ανάγλυφο διάκοσμο, όμοιον με εκείνο των επίσημων θεωρείων του προσκηνίου, ο οποίος σήμερα έχει ως βασικό του θέμα τους Τρίτωνες . Αντίθετα, η μορφή των θεωρείων και ο διάκοσμος των στηθαίων τους δεν πρέπει να έχουν αλλάξει. Τα στηθαία των θεωρείων, ακολουθώντας την αρχική λύση του 1882, χωρίζονται με πεσίσκους σε ορθογώνια. 76
Τα ορθογώνια στολίζονται με συμπλέγματα φυτικών κοσμημάτων, διαφορετικά σε καθεμιά από τις δύο σειρές. Κεντρικό θέμα της πρώτης σειράς είναι η λύρα. Ο χωρισμός αυτός δεν υπάρχει στα στηθαία του εξώστη και του υπερώου, όπου τα ρυθμικά επαναλαμβανόμενα φυτικά κοσμήματα είναι απλούστερα. Εκείνο που άλλαξε κυρίως ήταν τα χρώματα της αίθουσας. Στην Εστία της 11ης Μαρτίου 1895 διαβάζουμε ότι «το χρώμα των θεωρείων καί έξω καί έσω εΐνε βαθύ ερυθρόν μετά κοσμημάτων επίχρυσου ορειχάλκου», πράγμα που επιβεβαιώνει και η Νέα Εφημερίς στις 15 Μαρτίου 1895, σημειώνοντας: «ό χρωματισμός της αιθούσης είναι εν γένει ερυθρός». Το βαθυκόκκινο θα πρέπει να αναδείκνυε καλύτερα την κομψή ανάγλυφη διακόσμηση και τους θεωρειούχους από ό,τι ο προ της ανακαίνισης ψυχρός τόνος του μπεζ, ο οποίος κυριαρχεί στο ακροατήριο ζημιώνοντας το αισθητικά. Και είναι πραγματικά κρίμα που η άτεχνη αλλαγή των χρωματισμών και του θόλου της αίθουσας εμποδίζουν τον μέσο θεατή να εκτιμήσει την αρχιτεκτονική της ποιότητα. Γιατί καμιά άλλη από τις σωζόμενες ελληνικές αίθουσες του 19ου αιώνα δεν έχει τη δική της κομψότητα και αρμονία αναλογιών. Εξαίρεση αποτελεί το πολύ μικρότερο Θέατρο της Πάτρας, μετά την τελευταία μερική του αποκατάσταση. Εκείνο όμως που αποκαλύπτει τις συνθετικές ικανότητες του Λαζαρίμου είναι η μορφολογική επεξεργασία των όψεων του κτηρίου. Χάρη σ’ αυτές, το έργο του λύνει με τέχνη τα προβλήματα που έθετε μια κοσμοπολίτικη αρχιτεκτονική μεγάλων προθέσεων και σχετικά περιορισμένων μέσων στο πανταχόθεν ελεύθερο σύστημα. Οι όψεις του περίοπτου Δημοτικού Θεάτρου, κλασικιστικής τεχνοτροπίας, δεν παραπέμπουν σε συγκεκριμένα πρότυπα. Είναι καρπός εναρμόνισης στοιχείων κυρίως από τους ρωμαϊκής καταγωγής κώδικες του γαλλικού και του γερμανικού κλασικισμού, που καθιέρωσε η μιμητική ιδιοφυΐα των J.A. Gabriel, J.G. Soufflot, V. Louis, K.Fr. Schinkel, K. von Fischer κ.ά. Οι όψεις του κτιρίου οργανώνονται ορθολογικά και με ενιαίο τρόπο, εκτός από τις επιφάνειες του μπροστινού επίσημου τμήματος. Στη διάπλασή τους δηλαδή ο Λαζαρίμος ακολούθησε τη γαλλική πρακτική και όχι τη γερμανική, η οποία διακρινόταν για τις πλαστικότερες συνθέσεις της. Οι πλευρικοί τοίχοι και η πίσω όψη διαμορφώνονται ως εξής: την 77
Κάτοψη επιπέδου πλατείας. Από τη μελέτη Αποκατάσταση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, Δ.Α.Ν.Σ.Μ., ΥΠ.ΠΟ.
Ο ξύλινος σκελετός της ψευδοροφής του θόλου της αίθουσας παραστάσεων του Δημοτικού Θεάτρου.
78
ισόγεια ζώνη του βάθρου, από αρμολογημένη λαξευτή λιθοδομή, τη διατρέχουν ρυθμικά οι τοξωτές πόρτες των καταστημάτων και του Θεάτρου. Οι δύο επάνω όροφοι, που αποτελούν τη ζώνη του ρυθμού, οργανώνονται με γιγάντιες κορινθιακές παραστάδες. Η επάνω σειρά διαφοροποιείται από την κάτω, της οποίας τα παράθυρα έχουν αετωματικές στέψεις. Εξαίρεση αποτελούν τα ανοίγματα του πίσω τοίχου της σκηνής που είναι αδιακόσμητα. Πάνω από το γείσο της ζώνης του ρυθμού υπάρχει ένα κομψό στηθαίο με κιονίσκους, που το υποδιαιρούν μικροί πεσσοί, τοποθετημένοι στους άξονες των περιμετρικών παραστάδων. Τις επιφάνειες αυτές τις διατρέχουν κορινθιακές παραστάδες. Ανάμεσα στις παραστάδες υπάρχουν παράθυρα, που ο μεγάλος τους αριθμός ελαφρύνει τον υπερυψωμένο όγκο. Με όμοιο αρχιτεκτονικό κώδικα, αλλά πιο μνημειώδη τρόπο, γίνεται η μορφολογική και πλαστική ανάδειξη της κύριας όψης. Όπως στις άλλες επιφάνειες, έτσι και εδώ, υπερέχει η κατακόρυφη διάρθρωση. Η ζώνη του βάθρου είναι συμπαγής και μικρότερη λόγω υψομετρικής διαφοράς. Αυτό κάνει κυρίαρχη την παρουσία της ζώνης του ρυθμού. Η οργάνωση της γίνεται με δίδυμες γιγάντιες παραστάδες, που έχουν κορινθιακά επίκρανα. Ανάμεσα τους υπάρχουν δύο σειρές ανοιγμάτων και ψευδοανοιγμάτων, τα οποία πλαισιώνουν τοσκανικές παραστάδες. Η κάτω σειρά παριλαμβάνει τις τρεις πόρτες του Θεάτρου και τέσσερα ψευδοπαράθυρα με συμπαγή ψευδοστηθαία. Στην επάνω σειρά υπάρχουν τα τρία παράθυρα του καπνιστηρίου και άλλα τέσσερα ψευδοπαράθυρα με στηθαία κιονίσκων. Στο ύψος των επικράνων και ανάμεσα τους παρεμβάλλονται ζώνες με ανάγλυφα φυτικά κοσμήματα. Τη μνημειώδη του όμως εμφάνιση το Δημοτικό Θέατρο την οφείλει κυρίως στο δεσπόζον ναόσχημο πρόπυλο με τις τέσσερις μαρμάρινες αράβδωτες κολόνες, κορινθιακού ρυθμού. Οι γιγάντιες αυτές κολόνες δεν έχουν τις κλασικές αναλογίες. Όπως σωστά παρατηρεί ο Ι. Μελετόπουλος, είναι δυσανάλογα λεπτές για το ύψος τους. Και αυτό, φαίνεται, έγινε αφορμή να μη χαραχθούν οι ραβδώσεις που σημειώνονται στο σχέδιο (εικ. 502) και των οποίων υπάρχουν μόνο ίχνη στον κάτω και τον επάνω σπόνδυλο. Γιατί η χάραξη τους θα λέπταινε ακόμη περισσότερο τις κολόνες.26 Μολονότι η κριτική παρατήρηση του Μελετόπουλου είναι σωστή, οι δυσανάλογα λεπτοί κίονες όχι 79
μόνο δεν αδικούν το αρχιτεκτόνημα, αλλά του προσδίδουν ξεχωριστή χάρη. Άλλωστε παρόμοιες δυσαναλογίες συναντά κανείς και σε άλλα αξιόλογα ευρωπαϊκά θέατρα, όπως λ.χ. στο εξάστυλο κορινθιακό πρόπυλο της Όπερας του Βερολίνου. Αντίθετα, οι ακαδημαϊκές συνταγές δεν δικαιώθηκαν πάντα αισθητικά ούτε έσωσαν ποτέ έναν μέτριο αρχιτέκτονα ή αρχιτεκτόνημα.
Αντί επιλόγου Κλείνω με δύο ευχές: Η πρώτη είναι να αποκτήσει το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά καλλιτεχνική διεύθυνση, πρόγραμμα εκδηλώσεων και σκηνή αντάξια προς την αρχιτεκτονική του. Θα πρέπει δηλαδή η λειτουργία του να ξεφύγει πάσει θυσία από τη Σκύλλα της γραφειοκρατίας και τη Χάρυβδη της φανταχτερής ή ανούσιας επικοινωνιακότητας που καταταλαιπωρούν την «αξιοποίηση» των νεότερων μνημείων μας. Επιπλέον, οι τύχες της παλιάς ξύλινης σκηνής επιβάλλεται να καθοριστούν με τη συνείδηση ότι πρόκειται για σπάνιο, με διεθνή κριτήρια, μνημείο θεατρικής τεχνολογίας. Η δεύτερη ευχή είναι να τιμηθεί ο σπουδαίος Πειραιώτης αρχιτέκτων Ιωάννης Λαζαρίμος από τη γενέτειρά του την οποία κόσμησε με το έργο του. Αυτό μπορεί να γίνει με τη χρηματοδότηση έρευνας για την έκδοση μονογραφίας, τη διοργάνωση έκθεσης του έργου του, τη θέσπιση βραβείου ή υποτροφίας κ.λπ. Τις ίδιες ευχές διατύπωσα πριν εννέα χρόνια στη Διεθνή Επιστημονική Συνάντηση, η οποία οργανώθηκε με πρωτοβουλία του ιστορικού τέχνης Νίκου Αξαρλή και της φιλολόγου-θεατρολόγου Κατερίνας Μπρεντάνου και πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά στις 13 Απριλίου 2003.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Την
απόφαση
Συμβουλίου,
η
αυτή οποία
Πειραιάς, σσ. 107-108. 2. Ι. Α. Μελετόπουλος, Πειραϊκά, σ. 121. του
Δημοτικού
πάρθηκε
κατά
3. Για
την
Σκυλίτσης
απόφαση
του
αυτή
από
τα
κατηγορήθηκε
ο
άλλα
πλειοψηφία, την εκάκισαν ορισμένοι ως
δύο αντιπολιτευόμενα κόμματα. Βλ. Δ.Θ.
πρόωρη και υπέρμετρα φιλόδοξη για τον
Σπηλιωτόπουλου,
πληθυσμό της πόλης και τις οικονομικές της
ψήφισμα υπ’ αριθ. 195 (16 & 18 Μαρτίου 1885)
δυνατότητες. Βλ. Δ.Θ. Σπηλιωτόπουλου, Ο
αναφέρεται ότι το δάνειο θα ήταν ύψους
Πειραιεύς και οι Δήμαρχοι της Α΄ Εκατονταετηρίδος,
350.000 δρχ.
80
ό.π.,
σ.
110-111.
Στο
4. Θ.
Βλάσση,
«Το
Δημοτικό
Θέατρο»,
διορισμένων
επιτροπών
του
Θεάτρου.
ευκολίας
και
δια
τα
πολυπλοκώτερα
των
που
θεαματικών έργων. Αι σκηνογραφίαι ανέρχονται
Σπουδών, Πειραιεύς, εκδ. Ν. Κατσικάρης,
διατυπώνεται στην εφημερίδα Σφαίρα (9
και κατέρχονται υπό το δάπεδον χωρίς να
1966, σ. 159.
Νοεμβρίου 1904): «Καί θα είσαν αναμφιβόλως
διπλούνται, διότι το ύψος άνω της σκηνής και,
5. Νέα Εφημερίς, 15 Μαρτίου 1895.
μεγαλείτεραι αί πρόσοδοι καί επιτυχεστέρα ή
το βάθος υπό το δάπεδον αυτής έχει τας αυτάς
6. Για τον Ιωάννη Λαζαρίμο και το έργο
διοίκησις των οικονομικών εάν δεν άνεμίγνυεν
διαστάσεις με το ορώμενον μέρος της σκηνής. Δια
του
όλως διόλου την ολίγον βρωμεράν μουρίτσαν της
των ποικίλων άνωθεν και κάτωθεν μηχανημάτων
ή πολιτική καί το κόμμα καί αί συμπάθειαι των
δύνανται μετά καταπληκτικής ευκαιρίας να
Πειραϊκόν Ημερολόγιον, Αρχείον
στο
υπάρχουν
αρκετές
σημείωμα
του
Γ.
Πειραϊκών
πληροφορίες
Ν.
Σαχίνη
«Ο
Χαρακτηριστικό
είναι
το
ερώτημα
κρατούντων».
εκτελώνται παντός είδους εναέριοι η υποχθόνιοι
Φιλολογική
12. Μετά τον αγιασμό, μίλησε ο δήμαρχος
εμφανίσεις έστω και αι μάλλον πολυπρόσωποι».
Στέγη τον Δεκέμβριο του 1983 (σσ. 123-124).
Θ. Ρετσίνας και απήγγειλε ο ποιητής
Και ο αρθρογράφος της Νέας Εφημερίδος
Βλ. ακόμη: «Η εκατονταετηρίς του Εθν. Μ.
Στρατήγης. Το πρόγραμμα των εγκαινίων
συνεχίζει:
Πολυτεχνείου, 1837-1937», Τεχνικά Χρονικά,
έκλεισε με τη Φιλαρμονική του Δήμου, η
συντελείται εξ απασών των πλευρών, δι’ επτά
τχ. 181, 1.7.1939, σ. 101 και Ε. Φεσσά-
οποία έπαιξε εκλεκτά μουσικά κομμάτια.
ευρυτάτων κλιμάκων. Πλην των καταληφθεισών
Εμμανουήλ, Η αρχιτεκτονική του νεοελληνικού
Βλ. Θ. Βλάσση, ό.π., σ. 60.
υπό της λέσχης αιθουσών και δωματίων υπάρχουσι
θεάτρου, τόμος Α΄, Αθήνα 1994, σσ. 324,
13. Εστία, 11 Μαρτίου 1895.
ικαναί αίθουσαι εις ανάπαυσιν των θεατών και
419, 420.
14. Θ. Βλάσση, ό.π., σσ. 161, 162.
22 δωμάτια εις χρήσιν των υποκριτών, οίτινες
7. Ε. Φεσσά-Εμμανουήλ, Η αρχιτεκτονική του
15. Νέα Εφημερίς, 15 Μαρτίου 1895.
νεοελληνικού θεάτρου, ό.π., σσ. 324, 420.
16. Βλ.
8. Στη λύση αυτή εναντιώθηκε ο δημοτικός
και
σύμβουλος
(σημείωμα
αρχιτέκτονας
Ιωάννης
δημοσιεύτηκε
στο
Λαζαρίμος»
περιοδικό
που
Θ.
εφημ.
Βλάσση, Σφαίρα,
ό.π., 10
«Η
εκκένωσις
του
θεάτρου
δύνανται να εισέρχονται και να εξέρχονται δια δύο
σσ.
162-164
Μαρτίου
εισόδων επί της οδού Κολοκοτρώνη».
1901
24. «Ό αερισμός του θεάτρου» σύμφωνα
έναρξη
με σημείωμα του Απόλλωνα «εκτελείται κατά
συνεδρίαση της 13ης Μαΐου 1882, γιατί
κινηματογραφικών παραστάσεων υπό την
το μέσον της οροφής του πετάλου προς τούτο δε
θεώρησε
μαγαζείων
διεύθυνση Continsonza).
καί ως προς την θέρμανσιν εν καιρώ χειμώνος,
Πρακτικά
17. Ε. Φεσσά-Εμμανουήλ, ό.π., σσ 327, 421.
μολονότι δια το κλίμα ημών τούτο δύναται να
Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιέων, τ. 11
18. Για τα γαλλικά πρότυπα του Δημοτικού
θεωρηθή περιττόν, ελήφθη ύπ’ όψιν το σύστημα,
(1874-1883) - Ψήφισμα 298, σ. 529.
Θεάτρου του Πειραιά – τα παρισινά Θέατρα
όπερ εφήρμοσαν εν τω θεάτρω της Βιέννης. Τη
9. Απόλλων, 1/1884, σ. 278.
του
Comédie
συνδρομή δύο αεριστήρων (ventilateurs), του
Française – βλ. Ε. Φεσσά - Εμμανουήλ, ό.π.,
ενός εμφυσιτικού τοποθετημένου εν τω υπογείω
μαθαίνουμε ότι στα 1927, επί δημαρχίας
σσ. 326, 332, 333, 336, 337, 339, 341, 421.
του θεάτρου, του δε έτερου αναρροφητικού
Τ.
19. Ε. Φεσσά - Εμμανουήλ, ό.π.. σσ. 327-331,
τοποθετουμένου εν τω εσωτερικώ της οροφής της
εξωτερική του πλατεία. Το 1946-1947, κατά
421.
πλατείας, πλησίον του κατά το μέσον ανοίγματος
τη δημαρχία του Γ. Χαραλαμπόπουλου,
20. Ε. Φεσσά-Εμμανουήλ, ό.π.. σσ.329, 421.
εξ ου κρέμαται ο πολυέλαιος. Η κίνησις του αέρος
το
1952,
21. Αυτό αναφέρεται ρητά σε δημοσίευμα
η προκαλούμενη εκ των αεριστήρων εκτελείται
Ανδριανόπουλου,
γραμμένο με στοιχεία που έδωσε πιθανότα ο
εκ των κάτω προς τα άνω προκαλούμενη εκ της
μηχανικές
αρχιτέκτων (Απόλλων, 1/1884, σ. 278).
θερμότητας της παραγόμενης υπό του πολυελαίου.
φωτιστικά
22. Το Εθνικό Θέατρο του Μονάχου (1811-
Καθαρός αήρ αντλούμενος εκ των έξω θερμαίνεται
σώματα, ενώ επί δημαρχίας Π. Ντεντιδάκη,
1818) ήταν έργο του αρχιτέκτονα Karl von
τον χειμώνα, διερχόμενος δια θερμαγωγών καί εις
στα 1962, αντικαταστάθηκαν τα παλαιά
Fischer (1782-1820). Καταστράφηκε από
θερμοκρασίαν 17-18 εισέρχεται δια των πατωμάτων
θορυβώδη
με
πυρκαγιά το 1818 και ανακατασκευάστηκε
εντός του θεάτρου». Για την πυροστασία «ελήφθη
πολυτελείς βελούδινες πολυθρόνες. Από τον
το 1823-1825 με σχέδια του αρχιτέκτονα Leo
ύπ’ όψει ή κατασκευή διπλών δεξαμενών, εξ ου
Γ. Χατζημανωλάκη έμαθα ότι η ριζικότερη
von Klenze (1784-1864).
μία μεταξύ σκηνής καί πλατείας κατά την θέσιν
ανακαίνιση του Θεάτρου έγινε το 1967-
23. Να τι αναφέρουν σχετικά δημοσιεύματα
της ορχήστρας, και η τοποθέτησις μεταλλικού
1968 επί δημαρχίας Σκυλίτση, ενώ κάποιες
της εποχής των εγκαινίων του: « Ή σκηνή
παραπετάσματος απομονούντος την πλατείαν από
αλλαγές πρέπει να έγιναν το 1979-1982 επί
είναι κάτι τι εκτακτον δι’ έλληνικόν θέατρον»,
της σκηνής».
δημαρχίας Κυριακάκου.
παρατηρεί η Νέα Εφημερίς στις 15 Μαρτίου
25. Βλ. Φεσσά-Εμμανουήλ Ε., ό.π., σσ. 332,
11. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν σχόλια για
1895, εξηγώντας παράλληλα το γιατί. «Το
333, 335-339, 421.
την αδιαφορία και την ανικανότητα των
δάπεδον ταύτης είνε άπαν κινητόν, παρέχον
26. Ι. Μελετόπουλος, Πειραϊκά, ό.π., σ. 121.
Βασ.
Σκυρλής,
«άτοπον
την
ϊδρυσιν
έξωτερικώς του Θεάτρου».
10. Από
επί
τον
Θ.
Θέατρο
Βλ.
Βλάσση
Παναγιωτόπουλου,
(ό.π.,
εμπλουτίστηκε εγκαταστάσεις
Γ. με
και
νέες σύγχρονα
καθίσματα
τη
σ.
160)
διαρρυθμίστηκε
επισκευάστηκε.
δημαρχίας
κατά
της
Το
πλατείας
η
Ωδείου
που
άναγελλει
(Odéon)
81
και
την
της
82
ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
R
ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΤΟΝ 20Ο ΑΙΩΝΑ
83
«Ω! του αιωνίου παραπόνου των κενών εδωλίων και των κενών αιθουσών ενός κτιρίου εις το οποίον έπρεπε να λατρεύηται και να διακονήται η θειοτέρα των τεχνών»* GEFEG
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: από την πρώτη παράσταση έως το 1922
Κατερίνα Μπρεντάνου
Δρ Θεατρολογίας Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων Πειραιά
Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας (1895-1899) Στις 19 Απριλίου του 1895, μετά από τον πανηγυρικό εορτασμό των εγκαινίων του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, οι σημαντικότεροι ελληνικοί θίασοι της εποχής – ο θίασος «Πανελλήνιος» του Αλεξιάδη και ο θίασος «Μένανδρος» του Ταβουλάρη μαζί με τον ηθοποιό Αρνιωτάκη – παρουσίασαν στη σκηνή του Θεάτρου τη λόγια τραγωδία Μαρία Δοξαπατρή1 του Δ. Βερναρδάκη. Ακολούθησαν μερικές ακόμα παραστάσεις του εν λόγω θιάσου, καθώς και παραστάσεις του δημοφιλούς ιταλικού μελοδραματικού θιάσου του Γονζάλες με πρωταγωνίστρια την Θέκλα Κορδοβέ. Η πρώτη θεατρική περίοδος του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά τελείωσε μετά από 10 παραστάσεις και 17 μέρες λειτουργίας. Αρχές Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου (1895) ο Αθηναίος επιχειρηματίας Ιωάννης Ασλάνης αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Θεάτρου. Το Θέατρο κάτω από την καθοδήγησή του παραχωρείται σε σειρά θιάσων, ανάμεσα στους οποίους ο ιταλικός μελοδραματικός θίασος του Εδουάρδου Φραντζίνι, ο θίασος «Αναγέννησις» της Αρτέμιδος Ζάμπου2 και ο 1 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2643, 20-4-1895. Η εφημερίδα Πρόνοια σχολιάζει το έργο ως «φιλολογικώς ατελέστατον έργον, ωχρά απομίμησις σαιξπηρικών τύπων και σκηνών και ύφους ακόμη […] αλλά ανεξαρτήτως πάσης καλλιτεχνικής γνώμης ιδιαιτέρας, ουδείς δύναται να αρνηθή ότι εις την Μούσαν του Βερναρδάκη, του πρώτου και επιφανεστέρου των δραματουργών μας, επέβαλλεν ο στοιχειώδης σεβασμός την εγκαινίασιν της νεοτεύκτου πειραϊκής σκηνής». 2 Ο θίασος «Αναγέννησις» παρουσίασε στις 4 Νοεμβρίου το έργο Μαρκέλλα του Δημητρακοπούλου,
84
* Εφ. Σφαίρα 10-11-1904
θίασος Λεκατσά – Αρνιωτάκη, ο οποίος μεταξύ άλλων3 παρουσίασε και τον Άμλετ4 του Σαίξπηρ στις 21 Νοεμβρίου. Στις αρχές του επόμενου χρόνου, στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου φιλοξενείται ο ενωμένος θίασος των Αρνιωτάκη, Λεκατσά και Κοτοπούλη με το όνομα «Ολυμπιακός»5 καθώς και ο θίασος της Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου για μερικές μόνο παραστάσεις.6 Ήδη με το ξεκίνημα της λειτουργίας του Δημοτικού Θεαάτρου, οι υπεύθυνοι προσπάθησαν να συγκεντρώσουν στη σκηνή του τα καλύτερα και δημοφιλέστερα θεατρικά σχήματα της εποχής. Οι παραστάσεις των πολυπρόσωπων και εκλεκτών αυτών θιάσων ήταν περιορισμένες σε αριθμό και – συνήθως – ήταν επαναλήψεις των έργων που σημείωναν θεατρική επιτυχία στις σκηνές της Αθήνας. Δυστυχώς, αυτή η πολιτική έμελλε να γίνει καθεστώς για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Πρόγραμμα παράστασης του Θιάσου Κυβέλης Αδριανού στο Δημοτίκο, 19-10-1908.
Στα πρώτα, λοιπόν χρόνια της λειτουργίας του Θεάτρου (1895-1899) ανέβηκαν περίπου 120 παραστάσεις. Από αυτές η πλειοψηφία ήταν παραστάσεις ξένων - κυρίως ιταλικών μελοδραματικών θιάσων και μάλιστα επιχορηγούμενων αδρά από τη δημοτική αρχή. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του θιάσου Μαυρόχη το 1898. Ο εν λόγω θίασος, αποτελούμενος από 24 ηθοποιούς και 28 μουσικούς, επιχορηγήθηκε7 με 8.000 δραχμές για 40 παραστάσεις. Τελικά, έδωσε 20 μόνο παραστάσεις μελοδραμάτων σε τιμές υψηλές και κατά συνέπεια καθόλου προσιτές στις λαϊκές τάξεις.8 Οι κριτικές που ακολούθησαν τις παραστάσεις αυτές ήταν απροκάλυπτα αρνητικές. Μετά την αποτυχία του θιάσου Μαυρόχη παραιτήθηκε η επιτροπή του Θεάτρου και ο Δήμος Πειραιά επέστρεψε στην προηγούμενη τακτική, να παραχωρεί δηλαδή το Θέατρο σε διαφορετικούς κάθε φορά θιάσους. Έτσι στη διάρκεια του 1899 παρέλασαν από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά πάμπολλα θεατρικά σχήματα - τόσο της ελληνικής όσο και στις 5 τους Βρυκόλακες του Ίψεν με τον Ευτύχιο Βονασέρα στον πρωταγωνιστικό ρόλο, στις 14 τη Γαλάτεια του Βασιλειάδη και στις 18 την Καλαματιανή του Μελισσιώτη. 3 Ο θίασος Λεκατσά – Αρνιωτάκη παρουσίασε επίσης τον Ρήγα Φεραίο του Ζαμπέλιου στις 25 Νοεμβρίου και στις 26 τον Μεγάλο Κωνσταντίνο του Αντωνιάδη. 4 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2766, 21-11-1895. Παίζουν: Λεκατσάς (Άμλετ), Αικ. Λεκατσά (Οφηλία), Σοφία Νέρη (Γερτρούδη), Πεταλάς (σκιά), Κ. Νέζερ, Α. Θέρος, κ.α. 5 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2813, 15-2-1896. Μεταξύ των ηθοποιών που απαρτίζουν το θίασο είναι οι κυρίες Λεκατσά, Στεφάνου, Ζάμπου, Αρνιωτάκη και Κοτοπούλη και οι κύριοι Λεκατσάς, Αρνιωτάκης, Κοτοπούλης, Πεταλάς, Λαζαρίδης, Τσούκας, Απέργης και Χέλμης. 6 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2837, 30-3-1896. Ο θίασος παρουσίασε το δράμα των Μεϊλάκ και Αλεβύ Φρου - φρου και την Ανδριανή Λεκουβρέρ των Σκράιμπ και Λεγκουβέ. 7 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 4935, 25-8-1898. 8 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 4916, 1-8-1898.
85
της ξένης σκηνής. Συγκεκριμένα: Ο θίασος του Γ. Νικηφόρου, ο ιταλικός θίασος των Εδουάρδου Φάβι και Αιμιλίας Δάρβια, ο θίασος «Πανελλήνιος» του Αλεξιάδη, ο ιταλικός θίασος του Λαμπρούνα με την υψίφωνο Καστελλάνο, ο θίασος Παντοπούλου και ο γαλλικός μελοδραματικός θίασος του Μπουαγιέ. Ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε να κάνουμε στις παραστάσεις9 της «Εταιρείας υπέρ της Διδασκαλίας Αρχαίων Ελληνικών Δραμάτων» του καθηγητή Γ. Μιστριώτη.10 Το 1896 η νεοσυσταθείσα τότε «Εταιρεία» παρουσίασε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Στον αντίποδα αυτής της παράστασης παρουσιάστηκε με επιτυχία στο Δημοτικό Θέατρο από την «Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων Πειραιά» η τραγωδία Αίας του Σοφοκλή, μεταφρασμένη σε απλή καθαρεύουσα από τον γιατρό του πολεμικού ναυτικού Αριστείδη Κηρύκο, με το όνομα Αίας ο Μαστιγοφόρος.11 Την τελευταία αυτή χρονιά του 19ου αιώνα (1899) φιλοξενείται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά12 για πρώτη φορά και το θαύμα της εποχής, ο κινηματογράφος.
1900-1905 Στις απαρχές του 20ού αιώνα ο πειραϊκός λαός είναι δυσαρεστημένος από το πολυτελές Δημοτικό Θέατρο. Οι παραστάσεις απευθύνονται στους λίγους αστούς και η εργατική τάξη του Πειραιά, που συνεχώς γίνεται πολυαριθμότερη, καθώς προχωρά η βιομηχανική ανάπτυξη, δυσανασχετεί
με
τις
επιλογές
των
υπευθύνων
του
Θεάτρου.
Συγκεκριμένα η εφημερίδα Σφαίρα σχολιάζει: « [...] δεν λαμβάνη υπ΄ όψιν τας απαιτήσεις των εννέα δεκάτων της κοινωνίας, της εργατικής δηλαδή τάξεως, η οποία έχει 9 Εκτός από την πρώτη αυτή παράσταση η «Εταιρεία» του Μιστριώτη εμφανίστηκε στη σκηνή του Δημοτικού άλλες τρεις φορές: το 1899 με την Ηλέκτρα του Σοφοκλή, το 1901 με τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή και το 1903 με τη Μήδεια του Ευριπίδη. 10 Ο Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γ. Μιστριώτης, υπέρμαχος της καθαρεύουσας, ίδρυσε το 1896 την «Εταιρεία υπέρ της Διδασκαλίας των Αρχαίων Δραμάτων» με σκοπό την αναβίωση του αρχαίου δράματος. Φυσικά καμμία ερμηνευτική παρέμβαση στη γλώσσα των αρχαίων δραματικών ποιητών δεν ήταν αποδεκτή. 11 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 2841, 6-4-1896. Τα χορικά (που παρέμειναν στα αρχαία ελληνικά) μελοποίησε ο Πειραιώτης μουσικός Σπινέλλης. Η παράσταση του Αίαντα του Μαστιγοφόρου δόθηκε πρώτα στην Αθήνα από το θίασο «Πρόοδος» υπό την προστασία του πρίγκιπα Γεωργίου ενώ στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά παραστάθηκε στις 7 Απριλίου και είχε μεγάλη επιτυχία.
12 Εφ. Πρόνοια, αρ. φ. 3914, 13-3-1899. 86
τουλάχιστον την ειλικρίνειαν να σου λέγη ότι δεν σκαμπάζει τίποτε από τα μελοδράματα και από την μουσικήν και επιθυμεί να ακούση κανένα ελληνικόν έργον κωμωδίαν ή τραγωδίαν, δια να διδαχθή ή δια να περάση ευαρέστως την βραδυάν του […]. Ας είμεθα ειλικρινείς. Εις τα δάκτυλα μετριώνται εκείνοι οι οποίοι πράγματι εννοούσι και τέρπονται με το μελόδραμα και προ πάντων εν Πειραιεί, όπου το πλείστον των μεγάλων και εντίμων βιοπαλαιστών κατήλθον εκ Πελοποννήσου εις τα βουνά της οποίας ελικνίσθησαν κατά την παιδικήν των ηλικίαν από την γκάιδαν και την φλογέραν».13 Ωστόσο τα πρώτα αυτά χρόνια του 20ού αιώνα και μάλιστα το 1900 έχουμε και τις περισσότερες παραστάσεις της περιόδου (62 παραστάσεις μέσα σε μία χρονιά) αλλά και τις μεγαλύτερες επιτυχίες - τόσο εξαιτίας της αθρόας προσέλευσης του κοινού όσο και χάρη στις διθυραμβικές κριτικές που γράφτηκαν στον πειραϊκό τύπο για αυτές. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε: 1. Τις
παραστάσεις
της
«βεντέτας»
της
εποχής,
Ευαγγελίας
Παρασκευοπούλου, θιασάρχη και ηθοποιού, η οποία για σειρά ετών Πρόγραμα της Νέας Σκηνής για το έργο Κάτι ξέρω στο Δημοτικό, 18-9-1904.
(1900, 1902, 1904 και ήδη από το 1896) 14 παρουσίαζε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τις επιτυχίες της. Σε αυτές περιλαμβάνονται η Φρύνη του Καστελβέκιο, η Εσμέ του Σπ. Περεσιάδη, η Δούκισσα των Αθηνών του Αλ. Ραγκαβή και κυρίως η Κυρία με τας Καμελίας του A. Δουμά (υιού), ο κορυφαίος ρόλος του ρεπερτορίου της μεγάλης ηθοποιού. 2. Την παράσταση του ιταλικού μελοδραματικού θιάσου Γονζολές (ή Γονζάλες) με πρωταγωνιστή τον διάσημο Έλληνα υψίφωνο Αποστόλου.15 Ο θίασος παρουσίασε την όπερα Μποέμ του Πουτσίνι στις 23 Μαρτίου του 1900. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ποτέ έως τότε δεν είχε περισσότερο κόσμο. Όλα τα εισιτήρια προπωλήθηκαν, αν και οι τιμές ήταν υψηλές. Τα θεωρεία της Α’ θέσης κόστιζαν 50 13 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 4995, 3-11-1898. 14 Η τελευταία εμφάνιση της παλαιμάχου Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου στο Δημοτικό Θέατρο ήταν το 1922. 15 «Με τελειοποιημένες τις σπουδές του και με μεγάλες επιτυχίες στην Ιταλία φτάνει στις 9 Μαρτίου στην Αθήνα ο λυρικός τενόρος Ιωάννης Αποστόλου, γνωστός στους Αθηναίους από τις εμφανίσεις του με το θίασο Καραγιάννη, αλλά και παλιότερα, με τον Υποψήφιο Βουλευτή». (Κώστας Μπαρουτάς, Η μουσική ζωή στην Αθήνα το 19ο αι., εκδ. Φίλιππος Νάκας, Αθήνα 1991, σ. 70).
87
δραχμές, της Β’ θέσης 25 δραχμές, οι έδρες 12 δραχμές, η γαλαρία 3 δραχμές και το υπερώον 1 δραχμή. Τα έσοδα της παράστασης ανήλθαν στις 5.730 δραχμές, το υψηλότερο ποσό από την έναρξη λειτουργίας του θεάτρου. Ο Αποστόλου εμφανίστηκε και για δεύτερη φορά τη χρονιά αυτή στο Δημοτικό Θέατρο αυτή τη φορά συνεργαζόμενος με το μελοδραματικό θίασο Δάρβια - Φάβι. 3. Τις παραστάσεις του νεοσύστατου ελληνικού μελοδραματικού θιάσου των Διονυσίου Λαυράγκα και Λουδοβίκου Σπινέλλη.16 Ο θίασος, αποτελούμενος από 22 άντρες, 16 γυναίκες και 36 μουσικούς, έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με την όπερα Μποέμ του Πουτσίνι στις 17 Απριλίου του 1900, δύο μέρες μετά την πρώτη παρουσίαση της ίδιας όπερας στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Οι κριτικές και τα σχόλια για όλες τις παραστάσεις του ελληνικού μελοδράματος ήταν διθυραμβικές. Ωστόσο ο θίασος εγατέλειψε τη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά λόγω οικονομικών δυσκολιών.17 Από τους ηθοποιούς – αοιδούς του θιάσου διακρίθηκε ιδιαίτερα η υψίφωνος Πειραιώτισσα Αθηνά Ρουσσάκη στον ομώνυμο ρόλο στη Φαβορίτα του Πουτσίνι. 4. Τις παραστάσεις του καινούργιου θεατρικού σχήματος της «Νέας Σκηνής» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. Η νεοϊδρυθείσα «Νέα Σκηνή», αποτελούσε ένα προοδευτικό σχήμα ποιοτικού θεάτρου, που επεδίωκε να μυήσει και να εξοικειώσει το ελληνικό κοινό με τις τάσεις του σύγχρονου τότε ευρωπαϊκού θεάτρου (Ρεαλισμός και Ίψεν, Στρίντμπεργκ και Τσέχωφ). Ο ιδρυτής Κων. Χρηστομάνος, νεωτεριστής και δημοτικιστής, αποπειράθηκε να εισαγάγει «καινά δαιμόνια» στην έως τότε επικρατούσα αντίληψη περί θεάτρου. Το Νοέμβριο του 1901, ο Χρηστομάνος μετέφρασε την Άλκηστη του Ευριπίδη στη δημοτική και την ανέβασε στη σκηνή του θεάτρου Βαριετέ (22 Νοεμβρίου). Η ίδια παράσταση 16 Ο Δ. Λαυράγκας (1864-1941), μουσουργός και μουσικός διευθυντής, ιδρυτής του Ελληνικού Μελοδράματος και ο Λ. Σπινέλλης, πιανίστας και μουσικός διευθυντής, συνιδρυτής του Ελληνικού Μελοδράματος (Αντ. Χατζηαποστόλου, Ιστορία του Ελληνικού Μελοδράματος, Αθήνα, 1949, σσ. 40-49). 17 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 5602, 14-10-1900. Ο Δήμος Πειραιά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του είχε 100 οικογένειες που μπορούσαν να πληρώνουν μόνιμα θεωρείο και 1000 ανθρώπους που είχαν τη δυνατότητα να κρατούν μόνιμη έδρα στην πλατεία. Με αυτά τα δεδομένα επιχορήγησε το θίασο του Λαυράγκα με δωρεάν παροχή φωτισμού και 100 δραχμές για κάθε παράσταση. Το Δημοτικό Συμβούλιο μάλιστα ψήφισε πίστωση 4.000 δραχμές Δυστυχώς όμως το θέατρο δεν είχε κόσμο. Πολλά θεωρεία ήταν άδεια και ο θίασος δεν μπόρεσε να καλύψει τα έξοδα του.
88
δόθηκε και στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στις 29 Νοεμβρίου και στις 7 Δεκεμβρίου του 1901.18 Η «Νέα Σκηνή» εμφανίστηκε και πάλι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά το 1902, το 1904 και το 1905 για σειρά παραστάσεων με δημοτική επιχορήγηση. Από τις παραστάσεις αυτές αναφέρουμε την Λοκαντιέρα και τους Ερωτευμένους του Γκολντόνι (1902), το Κάτι Ξέρω του Ρ. Νέιζελ, τις Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη19 (1904) και την Στρίγγλα που έγινε αρνάκι του Σαίξπηρ στις 22 Οκτωβρίου 1905, λίγες μέρες πριν η «Νέα Σκηνή» κατεβάσει για πάντα την αυλαία της, εξαιτίας μεγάλων οικονομικών προβλημάτων. 5. Το 1905, μαζί με τις τελευταίες παταστάσεις της «Νέας Σκηνής», παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά και ο θίασος του «Εθνικού Θεάτρου» με τέσσερις παραστάσεις της Κατοχής του Γεράσιμου Βώκου και με πρωταγωνιστές τον Πέτρο Λέοντα και την Ελένη Κουκούλα.
1906 - 1910 Στο τέλος της πρώτης πενταετίας του 20ού αιώνα και ενώ το θέατρο έχει μόλις 10 χρόνια ζωής ο πειραϊκός τύπος μιλά για «υπολειτουργία» και βάλλει εναντίον των υπευθύνων κατηγορώντας τους για ολιγωρία. Οι Πρόγραμμα παράστασης της Νέας Σκηνής στο Δημοτικό με το έργο Άλκηστις, 29-11-1901.
προσπάθειες της δημοτικής αρχής για επιχορήγηση αξιόλογων θιάσων είχαν αποβεί μάταιες. Όλοι οι θίασοι εξαντλούνταν σε μία σειρά 10 το πολύ παραστάσεων. Η ανάγκη εξεύρεσης πόρων μετέτρεψε το Θέατρο σε αίθουσα διερχομένων θιάσων και ποικίλων χρήσεων. «Ω! της αδιαφορίας αυτής μας είτε ως άρχοντες παρουσιαζόμεθα είτε ως κοινόν. Ω! του αιωνίου παραπόνου των κενών εδωλίων και των κενών αιθουσών ενός κτιρίου εις το οποίον έπρεπε να λατρεύηται και να διακονήται η θειοτέρα των τεχνών ήτις κοιτίδα είχεν την χώραν αυτήν. Και εν τούτοις αιωνίως ζητούμεν χωρίς ουδέν να προσφέρωμεν, προβάλλωμεν απαιτήσεις χωρίς ουδαμώς 18 Πρόγραμμα: Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς - «Νέα Σκηνή» - Άλκηστις - υπό Κ. Χρηστομάνου, 29 Νοεμβρίου 1901. Η διανομή των ρόλων στο Πρόγραμμα της παράστασης είχε ως εξής: Σωτήρης Σκίπης (Απόλλων), Μάριος Ρωμανός (Θάνατος), Ελένη Πασαγιάννη (Θεράπαινα), Ειμαρμένη Ξανθάκη (Άλκηστις), Νικόλαος Παπαγεωργίου (Άδμητος και Εύμηλος), Πέτρος Λέων (Ηρακλής), Αρ. Ζήνων (Φέρης), Μ. Μυράτ (Θεράπων). 19 Η είσοδος ήταν απαγορευμένη σε δεσποινίδες και κυρίες καθώς και σε μαθητές σε όλες τις παραστάσεις του Αριστοφάνη.
89
να εργαζόμεθα, είμεθα κοινόν το οποίον αντιπροσωπεύει εκατοντάς μόνη θεατών σπανίως αυξανομένων, τακτικότατα δε δυστυχώς μειουμένων. Και έχομεν πάντοτε ημείς την κατηγορίαν κατά των κλειστών θηρών της Πειραϊκής θεμέλης ενώ το παντοτεινόν αυτό κλείσιμον αποτελεί το σφοδρότερον καθ’ ημών κατηγορητήριον. Αλλ’ έως πότε η κατάστασις αύτη; Τι χρειάζεται άραγε να δώση την νέαν ζωήν εις το θέατρον να το σπρώξη εις την επιτυχίαν και να εμφυσήση ιδίως την αγάπη και το ενδιαφέρον εις το κοινόν;»20 Οι ελάχιστες παραστάσεις διανθίζονται από τις καλλιτεχνικές ημερίδες, τις συναυλίες, τις παιδικές γιορτές, τις διαλέξεις και τις χοροεσπερίδες. Το Θέατρο παραχωρήθηκε σε θαυματοποιούς, έγινε αίθουσα κηρυγμάτων, έγινε «υπνωτήριο» με το διάσημο υπνωτιστή Σοφοκλή Καρύδη, εμπορικό κατάστημα, φιλοξενώντας τη φιλανθρωπική αγορά του «Πειραϊκού Συνδέσμου» και τσίρκο όταν το πλήθος των σκύλων, γατών και πιθήκων του Λεωνίδα Αρνιώτη21 έδωσε σειρά παραστάσεων (1904). Το 1906 δόθηκαν μόνο 13 παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο. Η σημαντικότερη από αυτές ήταν το τετράπρακτο ιστορικό δράμα22 Η Έξωσις του Όθωνος των Δημητρακόπουλου και Κυριακού στις 6 και 8 Οκτωβρίου από το θίασο Ευ. Παντοπούλου - Δ. Ταβουλάρη με την επωνυμία «Εθνικόν Θέατρον». Το έργο είχε ήδη παιχθεί με μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα. Το 1907 ξεκινά με αίσιους οιωνούς για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Ο Σταύρος Πλυτζανόπουλος, ο γνωστός και πετυχημένος θεατρώνης 20 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 6850, 10-11-1904. 21 Λεωνίδας Αρνιώτης: θρυλικός θιασάρχης σκύλων, γάτων, ... (περίπου 50 ζώων). Το 1907 έχτισε το υπαίθριο «Θέατρο Αρνιώτη» (το κατοπινό θέατρο «Ολύμπια»), διατέλεσε θεατρώνης του θεάτρου "Τσόχα" για δύο χρόνια (1907-8), αναδημιούργησε το θίασο «Ελληνικό Μελόδραμα» και έγραψε την επιθεώρηση Από Πειραιά- Φάληρον εις Αθήνας. Δυστυχώς ο θίασος του «ψόφησε» (από λύσσα) και ο άτυχος φιλότεχνος δεν κατάφερε να συνέλθει από την οικονομική ζημιά, παρά την απελπισμένη περιοδεία του στην Ευρώπη. Πέθανε ξεχασμένος στο Λονδίνο. Θεωρείται επίσης ο πρώτος αεροπόρος στην Ελλάδα για τις προσπάθειες του να πετάξει με το δικής του εφεύρεσης υδροπλάνο σε επιδείξεις στο Φάληρο. 22 Το πρόγραμμα αναφέρει: Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς - Εθνικόν Θέατρον - Η Έξωσις του Όθωνος, 6 Οκτωβρίου 1906. Η διανομή των ρόλων είχε ως εξής: Πέτρος Λέων (Όθων), Ελ. Θεοδώρου (Αμαλία), Κ. Χέλμης (Κολοκοτρώνης), Β.Μακρής (Χαρίδημος), Σπ. Παντόπουλος (Μπάρμπα Γιώργης, θαλαμηπόλος), Ανθή Μακρή (Ιωάννα, θαλαμηπόλος), Μ. Χέλμη (Βαρωνίς Πλουσκώφ), Κ. Παντόπουλος (Μέξης), Γ. Νικολαΐδης (Υπουργός Οικονομικών), Ν. Μηλιάδης (Υπουργός Εξωτερικών), Π. Γεωργίου (Υπουργός Παιδείας), Γ. Τσίντος, Κ. Κύρος, Κ. Κανδηλιώτης και Ν. Βουτσινάς (Στρατηγοί), Ι. Βαξεβανίδης (Αυλάρχης), Γ. Παντόπουλος (Υπολοχαγός), Ν. Βαρβέρης (Καλλιφρονάς), Σ. Σάββας (Αχ. Παράσχος), Δ. Κανδηλιώτης, Ε. Παντοπούλου και Ε. Νικολάου (Πολίτες).
90
του θεάτρου «Τσόχα»23, αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Θεάτρου. Από τις πρώτες λοιπόν μέρες του νέου έτους το θέατρο λειτουργεί και μάλιστα με ολοένα και περισσότερο κόσμο. Το 1907 ο αριθμός των παραστάσεων που δόθηκαν έφτασε τις 43. Σε αυτές περιλαμβάνονται: § η πρώτη παρουσίαση στον Πειραιά της Νόρας ή Το Κουκλόσπιτο του Ίψεν από το θίασο της Κυβέλης Αδριανού, με πρωταγωνίστρια την ίδια στις 18 Οκτωβρίου, § το καινούργιο έργο του Πειραιώτη Σπ. Μελά Ο Γιος του Ίσκιου24 στις 27 του ίδιου μήνα, § η Κυρά Βασιλική του Γερ. Βώκου από τον παλαίμαχο Μιχ. Αρνιωτάκη (στο ρόλο του Αλή Πασά) και την κόρη του Ροζαλία Νίκα (στο ρόλο της Κυρά - Βασιλικής) στις 2 Νοεμβρίου25 και § η Φαύστα του Δ. Βερναρδάκη στις 10 Νοεμβρίου26 από την παλαίμαχο πια Ευαγγελία Παρασκευοπούλου, συνοδευόμενη από τον νεαρό Πειραιώτη Αιμίλιο Βεάκη. Το 1908 το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά συνεχίζει την ανοδική του πορεία φιλοξενώντας σχεδόν όλους τους δημοφιλείς ελληνικούς θιάσους. Ο θίασος της Μαρίκας Κοτοπούλη, ο θίασος της Κυβέλης, ο θίασος του Συντάγματος των Νίκα - Φυρστ, ο θίασος Νεαπόλεως, η Ελληνική Οπερέτα του Οικονόμου, … όλοι κατεβαίνουν στον Πειραιά και παίζουν στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Συγκεκριμένα αναφέρουμε τις παραστάσεις: § Βρυκόλακες του Ίψεν από το θίασο του Ευτ. Βονασέρα, § Νέα Παναθήναια, επιθεώρηση των Άννινου και Τσοκόπουλου από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη σε συνεργασία με τον Κ. Σαγιώρ με το όνομα «Νέα Σκηνή», § Μποτίλλια των Α. Μεϊλάκ και Λ. Αλεβύ από το θίασο Κυβέλης
Το πρόγραμμα παράστασης του έργου Η έξωσις του Όθωνος στο Δημοτικό, 6-10-1906.
23 Το θέατρο «Τσόχα» ιδρύθηκε από τον επιχειρηματία Αναστάσιο Τσόχα το 1885 και λειτούργησε αδιάλειπτα έως το 1912, οπότε μετονομάστηκε σε «Πειραϊκόν». Βρισκόταν στη σημερινή οδό Σηραγγίου, κτίστηκε με σχέδιο του Τσίλλερ και αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στο πειραϊκό θέατρο. 24 Το έργο είχε ήδη παιχθεί με επιτυχία στο θέατρο Συντάγματος από τη Μαρίκα Κοτοπούλη και τον Ευ. Βονασέρα. Εδώ πρόκειται για την πρώτη παρουσίαση του στον Πειραιά αλλά δε γνωρίζουμε από ποιο θίασο. 25 Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 2549,2-11-1907, η ίδια παράσταση παίχθηκε και στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. 26 Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 2554,9-11-1907, Ο Βεάκης «διακεκριμένος νεαρός ηθοποιός και συγγραφέας» απήγγειλε τον πατριωτικό μονόλογο από το Μαρία Δοξαπατρή. Πρόκειται για την πρώτη εμφάνιση του μεγάλου μας ηθοποιού στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
91
Αδριανού, § Το Κόκκινο Πουκάμισο του Σπ. Μελά από το θίασο της Κυβέλης, § η πρώτη πειραϊκή επιθεώρηση - Από Πειραιά - Φάληρον εις Αθήνας του Λ. Αρνιώτη27, § η Νυχτερίδα του Στράους, το Πανόραμα του Μωραϊτίνη και η Ωραία Ελένη του Όφφενμπαχ από την Ελληνική Οπερέτα του Θωμά Οικονόμου. 28 § Οι Λησταί του Δήλεσι του Γ. Ασπρέα από το θίασο Νεαπόλεως με την Ελένη Θεοδώρου ως Ερικέττη Λόυδ και την Γεωργίου ως Τσιγγάνα Αϊσέ. § Η Μαμζέλ Νιτούς του Ερβέ από το θίασο του Συντάγματος, της Ροζαλίας Νίκα και του Εδμόνδου Φυρστ Το 1909 συνεχίστηκε η παρέλαση των αθηναϊκών θιάσων, αλλά δυστυχώς το 1910 μόνο 12 παραστάσεις δόθηκαν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, γεγονός που σημαίνει ότι ουσιαστικά το Θέατρο ήταν κλειστό. Ανάμεσα σ’ αυτές ξεχωρίζει η παράσταση των Βρυκολάκων του Ίψεν με πρωταγωνίστρια την Πειραιώτισσα ηθοποιό Άννα Βώκου, οι Νεφέλες του Αριστοφάνη σε μετάφραση Γ. Σουρή με πρωταγωνιστή τον ηθοποιό Γρηγόρη Σταυρόπουλο29 και τα Νέα Παναθήναια του 1910 των Άννινου και Τσοκόπουλου από το θίασο Κοτοπούλη – Φυρστ. Η Ροζαλία Νίκα- Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 2827, 13-10-1908.
1911-1922 Τις επόμενες χρονιές το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ακολουθεί με ταχύτερους ρυθμούς τη φθίνουσα πορεία του. Μέσα στα ταραγμένα χρόνια των Βαλκανικών πολέμων (1912-13), του Εθνικού διχασμού (191516), της συμμετοχής της Ελλάδας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (191718) και της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής (1919-1922) 27 Πρόκειται για την πρώτη επιθεώρηση γραμμένη αποκλειστικά για τον Πειραιά. Χαρακτηριστικά η εφ. Χρονογράφος (αρ. φ. 2819, 3-10-1908) αναφέρει: «Εν αυτή παρελαύνουν ως εν φαντασμαγορικώ πανοράματι όλη η κίνησις, η δράσις, η ζωή, τα τρελά και τα αστεία επεισόδια και όλα τα αξιοπαρατήρητα της πόλεως μας. Η επιθεώρησις του κ. Αρνιώτου, όλη νεύρα, με την αμίμητον γλυκυτάτην μουσικήν της, με τους τελείους κωμικούς χορούς της, με το λεπτεπίλεπτον σατυρικόν πνεύμα της και τα ευφυέστατα λογοπαίχνια της προκαλεί τον ακατάσχετον γέλωτα και τα διαρκή παταγώδη χειροκροτήματα». 28 Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 2869, 1-12-1908 και 2871, 3-12-1908, αυτή είναι η πρώτη εμφάνιση του σκηνοθέτη και ηθοποιού Θωμά Οικονόμου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. 29 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 8421, 29-1-1910, ο ηθοποιός Γρ. Σταυρόπουλος πέθανε επί σκηνής το 1914 παίζοντας Νεφέλες.
92
το Δημοτικό Θέατρο μετατρέπεται από Χριστουγεννιάτικο δέντρο,30 σε στρατώνα,31 σε σχολείο32, σε Αμερικάνικη Λέσχη33 και τέλος σε χώρο εγκατάστασης προσφύγων34. Ανάμεσα σε όλα αυτά στο Θέατρο δίνονται και παραστάσεις. Μερικές μάλιστα από αυτές είναι εξαιρετικές, συγκεντρώνουν το πλήθος του φιλοθεάμονος πειραϊκού κοινού και σχολιάζονται με διθυράμβους από τον πειραϊκό τύπο. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε για το 1911 τις παραστάσεις: § Ο Πειρασμός του Ξενόπουλου από το θίασο Κυβέλης, Η Ελένη Θεοδώρου ως Ερικέττη Λόυδ στο έργο: Οι Λησταί του Δήλεσι- Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 2814, 27/9/1908
§ το
καινούργιο
εθνικοπατριωτικό
έργο
του
Πειραιώτη
Ιω.
Βουλόδημου Σημαία του Πύργου με πρωταγωνιστή τον Βενιέρη, § το Τζιώτικο Ραβαΐσι (μουσικοκωμική ηθογραφία) του Τίμου Δεπάστα από το θίασο της Νίτσας Μουστάκα, § τα Ανάμεικτα Παναθήναια των Άννινου και Τσοκόπουλου από το θίασο Κύρου και § την επιθεώρηση Κινηματογράφος του Πολ. Δημητρακόπουλου από το θίασο Απέργη. Το 1912 επαναλήφθηκε η πετυχημένη ηθογραφία Τζιώτικο Ραβαΐσι του Τίμου Δεπάτσα (έχει ήδη συμπληρώσει περισσότερες από 200 παραστάσεις) από το θίασο Μουστάκα, συμπληρωμένη με πειραϊκά δίστιχα για να ικανοποιήσει το πειραϊκό κοινό. Το 1913 και 1914 σημαντικές ήταν οι παραστάσεις του Θωμά Οικονόμου, με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Ο Οικονόμου ανέβασε στις 4 Οκτωβρίου του 1913 τον Άμλετ του Σαίξπηρ35 και στις 21 Οκτωβρίου του 1914 για πρώτη φορά τον Πατέρα του Στρίνμπεργκ. 36 Το 1915 μόνο δύο παραστάσεις πραγματοποιήθηκαν στο Δημοτικό Θέατρο: το Νέο Πανόραμα του Μωραϊτίνη από το θίασο της Κυβέλης 30 Η σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου μετατρέπεται σε χώρος εορτασμού των Χριστουγέννων το 1912, όταν ένα τεράστιο δέντρο στήνεται στο κέντρο διακοσμημένο με 2.000 αντικείμενα προς πώληση. Κυλικείο, επίσης λειτουργεί επί της σκηνής. 31 Το 1916 και 1917 με τον αποκλεισμό του Πειραιά από τις δυνάμεις της Αντάντ το Δημοτικό Θέατρο στεγάζει στρατιώτες. 32 Το 1918 στεγάζεται στο Δημοτικό Θέατρο το Α’ Γυμνάσιο Αρρένων Πειραιώς γιατί το κτίριο του Γυμνασίου κρίνεται ακατάλληλο. 33 Το 1918 γίνονται τα εγκαίνια και φιλοξενείται στο Θέατρο η Αμερικάνικη Λέσχη. 34 Το 1922 το Δημοτικό Θέατρο επιτάχθηκε για να στεγάσει οικογένειες προσφύγων από τη Μικρά Ασία. 35 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 9517, 5-10-1913. Μόνο 100 άνθρωποι παρακολούθησαν την παράσταση αυτή. 36 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 9827, 20-10-1914 [9828, 21-10-1914].
93
ο Οθέλλος του Σαίξπηρ από τον Θωμά Οικονόμου σε συνεργασία με τον Βονασέρα. Το 1916 το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ξεκίνησε με μία ακόμα παράσταση του Θωμά Οικονόμου και του Βονασέρα, αυτή τη φορά με ένα ρομαντικό πεντάπρακτο δράμα του 19ου αιώνα, τον Σεβέρο Τορέλλη του Κοππέ. Ακολούθησαν ο θίασος της Αρτ. Ζάμπου, ο θίασος «Αρχαίων Έργων», ο θίασος Κονταράτου με την Έλσα Ένκελ και την Μ. Κολυβά, το «Ελληνικό Μελόδραμα» με πρωταγωνιστή τον βαρύτονο Αγγελόπουλο, ο θίασος Θάνου-Βάθη με την επιθεώρηση Σκούπα του Θάνου, κ.α. Τον Οκτώβριο37 του 1917 το Εργατικό Κέντρο Πειραιά διοργάνωσε «Μεγάλη
Εργατική
Εορτή».
Παρουσιάστηκαν
η
μονόπρακτη
κωμωδία Ο Ακατάστατος με τους Ε. Κουκουδάκη, Ανδρέα Βάθη, Β. Δελενάρδου και Ιουλία Βάθη, το δίπρακτο δράμα Η Τιμή του Εργάτη με τους Β. Αργυρόπουλο, Ε. Δελενάρδο, Μ. Βεάκη, Αρ. Ιωαννίδη, Παρασκευόπουλο και Ανδρέα Βάθη, η μονόπρακτη κωμωδία Βρεφοκτόνος με τη Βιργ. Δελενάρδου και τον Εμμ. Κουκουδάκη και το μονόπρακτο δράμα Ο Εργάτης του Δ. Πίππη με τους Κουκουδάκη, Ιωαννίδη, Βάθη και Αργυρόπουλο. Από το 1918 έως το 1922 το Δημοτικό Θέατρο υπολειτουργεί. Η κατάσταση του κτιρίου, που εδώ και χρόνια χρήζει επισκευής, είναι οικτρή. Μέχρι και το 1922 καμμία επισκευή δεν έχει γίνει. Το Δημοτικό Θέατρο χαρακτηρίζεται από τον τύπο ετοιμόρροπο και επικίνδυνο. Η τελευταία χρονιά πριν από τη μεγάλη καταστροφή, το 1922 ξεκίνησε για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με την εμφάνιση της παλαιμάχου Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου στις 16 Ιανουαρίου38 και με το έργο Κουρσάρος του Δημητρακόπουλου. Ακολούθησε ο θίασος «Οπερέτας» του Σαμαρτζή και ο θίασος της Πέρσας Σάνδη με οπερέτες. Από τότε μέχρι το Δεκέμβριο, που έχουμε πάλι παραστάσεις μεσολάβησε η Μικρασιατική Καταστροφή. Στον Πειραιά φτάνουν μέρα με τη μέρα όλο και περισσότεροι πρόσφυγες. Ωστόσο κανείς δεν έχει ακόμα συνειδητοποιήσει το μέγεθος των γεγονότων ούτε τις αλλαγές που πρόκειται να επέλθουν στην κοινωνική και οικονομική ζωή τους. Τα θέατρα λειτουργούν κανονικά. Τον Δεκέμβριο του 1922 το 37 Το πρόγραμμα αναφέρει: Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς - Μεγάλη Εργατική Εορτή δοθησομένη υπό του Εργατικού Κέντρου Πειραιώς - Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 1917. 38 Εφ. Σφαίρα, αρ. φ. 13012, 15-1-1922.
94
To πρόγραμμα της «Μεγάλης Εργατικής Εορτής» στο Δημοτικό, 26-10-1917.
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά φιλοξενεί το θίασο του Βασιλικού Θεάτρου για μερικές παραστάσεις. Παρουσιάζουν την Τόσκα του Σαρδού στις 18 Δεκεμβρίου,39 τον Αστυνόμο της Ρώμης σε απογευματινή και το Κουρέλι του Ντ. Νικοντέμι σε εσπερινή στις 25 Δεκεμβρίου και την επόμενη, στις 26,40 την Άγνωστο του A. Μπισόν σε απογευματινή και τη Θεία του Καρόλου του Μπραντόν σε εσπερινή παράσταση. Λίγους μήνες μετά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά επιτάσσεται για την κάλυψη των αναγκών στέγασης των προσφύγων και μετατρέπεται σε κατοικία άστεγων και ταλαιπωρημένων Ελλήνων. Κάθε θεωρείο και μία οικογένεια.
Γενική εκτίμηση της περιόδου 1895-1922 Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τις χρονιές που εξετάζουμε (18951922) ανέβηκαν συνολικά 573 παραστάσεις από 116 θιάσους. Οι θίασοι με τις περισσότερες παραστάσεις ήταν ο ιταλικός Μελοδραματικός θίασος των Αιμιλία Δάρβια και Εδουάρδου Φάβι και ακολουθούν οι θίασοι: το «Ελληνικό Μελόδραμα», ο θίασος Κυβέλης Αδριανού και ο ελληνικός μελοδραματικός θίασος των Λαυράγκα και Σπινέλλη. Παίχθηκαν συνολικά 330 έργα 190 συγγραφέων ή συνθετών. Το έργο που παίχθηκε τις περισσότερες φορές ήταν το μελόδραμα Μαμζέλ Μιτούς του Ερβέ και ακολουθούν τα μελοδράματα Μποέμ του Πουτσίνι, Φάουστ του Γκουνό, Ριγολέττος του Βέρντι και Γρεναδιέροι του Βαλέντε. Ως εκ τούτου οι πιο δημοφιλείς συνθέτες είναι ο Βέρντι (με το πλήθος των έργων του), ο Πουτσίνι, ο Ερβέ, ο Οντράν, ο Ντονιζέτι, ο Γκουνό, ο Φον Σουππέ και ο Βαλέντε. Από τους συγγραφείς σημαντική είναι η παρουσία του Σαίξπηρ και κυρίως του έργου του Άμλετ. Επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζει ο αριθμός των παραστάσεων των κωμωδιών του Αριστοφάνη και συγκεκριμένα των Νεφελών. Από τα κωμειδύλλια ιδιαίτερα παίχθηκε ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας του Κορομηλά και από τις επιθεωρήσεις το Τζιώτικο Ραβαΐσι του Τίμου Δεπάστα.
39 Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 7991, 15-12-1922 40 Εφ. Χρονογράφος, αρ. φ. 7994, 24-12-1922.
95
«Ελπίζεται να ίδη ημέρας θεατρικών θριάμβων το Δημοτικόν μας Θέατρον»* GEFEG
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τα χρόνια του Μεσοπολέμου
Αγγελική Κωνστάντιου
Φιλόλογος, Master Θεατρολογίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
1. Οι συγκυρίες διαμόρφωσης της «ιδιοτυπίας» του Δημοτικού Το διάστημα του Μεσοπολέμου μάς φέρνει στο νου τη δίψα των ανθρώπων να ζήσουν και να χαρούν γνωρίζοντας ότι έχουν ξεφύγει από τα δεινά ενός παγκόσμιου πολέμου και μιας ανελέητης Μικρασιατικής καταστροφής και αγνοώντας ότι εξαργυρώνουν προκαταβολικά το αντίτιμο που πρόκειται να πληρώσουν με την είσοδό τους στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα συνδέεται με την παγκόσμια οικονομική κρίση και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις της στον ελληνικό χώρο, ενώ σηματοδοτεί σωρεία κρίσεων, κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών που σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στη χώρας μας, πλήττει δίχως άλλο την πολιτιστική ζωή του τόπου και κατά συνέπεια τη θεατρική, αλλάζοντας τους τρόπους ψυχαγωγίας του κοινού. Μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε και την πορεία του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά που διανύοντας ήδη την Τρίτη δεκαετία της ζωής του φιλοδόξησε να ανταποκριθεί στα θεατρικά και εν γένει πολιτιστικά δρώμενα της εποχής του. Οι προσδοκίες όμως του «στολιδιού» της πόλης φάνηκαν, τουλάχιστον προσωρινά στα * Eφ. Χρονογράφος 15-10-1927
πρώτα μεσοπολεμικά χρόνια, κατώτερες της αναμενόμενης θεατρικής 96
Ο Αιμίλιος Βεάκης και ο Αλέξης Μινωτής στο έργο Τ' αρραβωνιάσματα, Εθνικό Θέατρο 1936.
κίνησης και πολιτιστικής του δράσης, κάτω από το βάρος των ιστορικών γεγονότων που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την τύχη του και τη θεατρική του πορεία. Επιπλέον, στη μακρόχρονη ιστορία του Θεάτρου σημαντικό ρόλο έπαιξε τόσο η δημοτική αρχή του Πειραιά, όσο και οι κοινωνικές τάξεις της πόλης – βαθιά ανομοιογενείς εκείνη την περίοδο, λόγω οικονομικών δυσκολιών, προσφυγιάς, μετανάστευσης, πολιτικών αναταράξεων – που αποζήτησαν στο Δημοτικό ένα συνεκτικό κρίκο και του ανέθεσαν τη θεατρική και πολιτιστική ανύψωση του τόπου. Η οικονομική επομένως ανέχεια της μεσοπολεμικής περιόδου, η ένταση της πολιτικής ζωής, η διάρκεια της κοινωνικής αναστάτωσης είχαν σαν αποτέλεσμα το γεγονός ότι, παρόλο που το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά κατασκευάστηκε για να λειτουργήσει σαν θέατρο τελικά χρησιμοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει πολλούς και ποικίλους σκοπούς. Ιδιαίτερα τη δεκαετία 1927-1937 η κίνησή του παρέμεινε αμείωτη και συνεχής με ετερόκλητες, πολλαπλές, θεατρικές και μη, καθημερινές εκδηλώσεις συγκεντρώνοντας ανθρώπους όλων των τάξεων. Ένα παράδειγμα της ατμόσφαιρας που επικρατούσε συχνά στο Δημοτικό, 97
μάς μεταφέρει αυτόπτης μάρτυρας, ο δημοσιογράφος «Παρισινός» της πειραϊκής εφημερίδας Χρονογράφος, διηγούμενος πως πέρασε την Κυριακή της 12ης Φεβρουαρίου του 1928. Την ημέρα εκείνη το πρωί παρακολούθησε από θεωρείο του Δημοτικού τη Λαϊκή συναυλία του Δήμου, το απόγευμα είδε την παράσταση της Ελένης Χαλκούση Μονομαχία κυριών, ενώ το βράδυ δινόταν η συναυλία του βαθύφωνου Δ. Παναγιωτάκου και του υψίφωνου Α. Σούφλα και παράλληλα γινόταν η χοροεσπερίδα του συλλόγου «Άγιος Νείλος» στο φουαγιέ· την περίπλοκη κατάσταση που δημιουργήθηκε μάς περιγράφει ευτράπελα ο δημοσιογράφος: «Το τι εγένετο κατά την είσοδον θεατών και χορευτών δεν περιγράφεται. Λόγω του μεγάλου συνωστισμού οι χορευταί, εκ πλάνης, εισήρχοντο εις το θέατρον, οι δε κάτοχοι εισιτηρίων της συναυλίας ανήρχοντο εις το φουαγιέ. Η νίλλα του Νείλου και όχι του Μάμαλη, συνετελείτο εντός του προθαλάμου του θεάτρου. Ευτυχώς και η συναυλία και ο χορός διεξήχθησαν εν πλήρει επιτυχία, ησυχία και τάξει. Εις την πρώτην ήσαν συγκεντρωμένοι οι μουσοτραφείς, εις τον δεύτερον οι λάτραι και αι λάτριδες του ηλίου Νείλου»1. Σαν θέατρο το Δημοτικό δεν κατάφερε να αναδείξει γύρω από αυτό νέους καλλιτέχνες ή θιάσους του επαγγελματικού θεάτρου πρόζας. Η περιοδική εμφάνιση αθηναϊκών θιάσων που παρέμειναν πιστοί στην ήδη γνωστή και προβλεπόμενη τροχιά των δραματολογίων τους δίνοντας ουσιαστικά επαναλήψεις των παραστάσεων της Αθήνας υιοθετήθηκε ως τακτική της λειτουργίας του κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, ενώ οι τοπικοί ερασιτεχνικοί θίασοι πρόζας, όσο κι αν επιζήτησαν τη διαρκέστερη παρουσία τους στο Θέατρο της πόλης τους, ποτέ δεν το κατόρθωσαν. Η παρουσίαση όμως, από την άλλη, των εμπορικότερων παραστάσεων του αθηναϊκού θεάτρου, οι προσεγμένες παραστάσεις των τοπικών θιάσων, όπως και οι πρώτες εμφανίσεις έργων στη σκηνή του Δημοτικού, που οφείλονταν στην παρουσία του Μιχάλη Κουνελάκη, ο οποίος διακρίθηκε ως επαγγελματίας-σκηνοθέτης εκείνη την εποχή στον Πειραιά, δικαίωσαν σε ένα μεγάλο βαθμό την ύπαρξη του Δημοτικού ως θεάτρου της πόλης. Ταυτόχρονα το Δημοτικό προσφέρθηκε στο κοινό ως κέντρο ψυχαγωγίας: 1
οπερέττες,
επιθεωρήσεις,
χοροεσπερίδες,
Παρισινός, «Η Κυριακή μου», Χρονογράφος, αρ. 9570, 13 Φεβρ. 1928, σ. 1.
98
εορτές.
Λειτουργώντας περισσότερο ως μουσική σκηνή φιλοξένησε τους οπερεττικούς θιάσους της εποχής που με τη διαρκή, εναλλασσόμενη παρουσία τους διατήρησαν έντονα και ευχάριστα την κίνηση της πόλης. Αντανακλώντας σε κάθε χρονική στιγμή τους δημότες του Πειραιά και τις προτιμήσεις τους λειτούργησε παράλληλα σαν χώρος συγκέντρωσης των ανθρώπων, ενδυνάμωσε την κοινωνική συνεύρεση, ανέβασε ευχάριστα τους τόνους της κοινωνικής ζωής φιλοξενώντας συγκεντρώσεις, συνελεύσεις, χοροεσπερίδες, εορτές, μαθητικές εκδηλώσεις. Σαν χώρος συνέβαλε επίσης στη βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου των απλών ανθρώπων και της εργατικής τάξης με ομιλίες, διαλέξεις, μαθήματα, συναυλίες, εκθέσεις στεγάζοντας παράλληλα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη. Ενίσχυσε τους φιλανθρωπικούς σκοπούς με αγορές και εορτές για την προικοδότηση απόρων κοριτσιών και για μαθητικά συσσίτια, με Χριστουγεννιάτικα γεύματα μικρών παιδιών. Πρόβαλε τις επιδόσεις των σχολείων, δημόσιων και ιδιωτικών με τις θεατρικές, μουσικές παραστάσεις και επιδείξεις. Συντέλεσε στην πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης αναλαμβάνοντας ως θεσμός περισσότερο, ρόλο διαμεσολαβητικό στη διαμόρφωση της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής του τόπου.
2. Η κτηριακή κατάσταση ρυθμιστής των πρώτων παραστάσεων Η μικρασιατική τραγωδία, εκτός από τις καταιγιστικές συμφορές σε εθνικό και οικονομικό επίπεδο, αφήνει τα ίχνη της και στο Δημοτικό Θέατρο μετατρέποντάς το σε τόπο στέγασης προσφύγων και χρόνιας εγκατάστασης στρατιωτικών μονάδων που προξενούν καταστροφές μεγάλου μεγέθους και μετατρέπουν το χώρο σε ερείπιο, ακατάλληλο για συστηματική θεατρική χρήση τη χρονική περίοδο 1923-1925. Η οικονομική δυσπραγία της εποχής σε συνδυασμό με το κόστος αποκατάστασης των ζημιών προβληματίζουν έντονα τον δήμαρχο Αν. Παναγιωτόπουλο (19141925) που μαζί με το δημοτικό συμβούλιο σκέπτονται τη δημοπρασία του Δημοτικού Θεάτρου ύστερα από σχετική αίτηση κινηματογραφικής εταιρείας, «Ν. Λαγούδης και Κρέμερ» η οποία ζητά την ενοικίαση του θεάτρου για δέκα χρόνια με ετήσιο μίσθωμα το ποσό των 25.000 δραχμών και τον όρο να προβεί σε επισκευές διαρρύθμισης του 99
Θεάτρου μέχρι 500.000 δραχμές με δικά της έξοδα2. Ο κίνδυνος ιδιωτικής τελικά
εκμετάλλευσης απομακρύνεται,
όμως
το ζήτημα αποκατάστασης του κτηρίου για
παραμένει
μεγάλο
χρονικό
μετέωρο διάστημα.
Αντιλαμβανόμαστε
την
κατάσταση
οποία
στην
άθλια έχει
περιπέσει το Θέατρο εκείνη την περίοδο από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει
ο
οπερεττικός
θίασος του Γ. Δράμαλη προκειμένου να ξεκινήσει τις παραστάσεις του τον Ιανουάριο του 1925: «Χάρις εις τον κ. Δράμαλη το θέατρον εκαθαρίσθη, απελυμάνθη και εχρωματίσθη, και ούτω δύναται κανείς αφόβως να εισέλθη εις αυτό». Στο διάστημα αυτό δεν έγιναν σοβαρές επισκευές, το Θέατρο υπολειτουργούσε και παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για αναδιοργάνωσή του και προβολή σοβαρού θεάματος, το αίτημα της τοπικής κοινωνίας παρέμενε ανικανοποίητο, όπως μαρτυρεί συντάκτης του Χρονογράφου: «Θα ήτο ευχής έργον έξαφνα να κατήρχετο εις την πόλιν μας ένας σοβαρός θίασος […]. Να διοργανούτο, όπως και άλλοτε εγράψαμεν, η μουσική του Δήμου και το Δημοτικόν Θέατρον της πόλεώς μας να διετίθετο μόνον δια σοβαρούς σκοπούς και όχι δι' αναξίας παραστάσεις αδέσποτων και πλανόδιων θιάσων, οι οποίοι προσβάλλουν την τόσον λαμπράν ιστορίαν του παρελθόντος του. Αυτό τουλάχιστον απαιτεί μία πόλις τριακοσίων χιλιάδων κατοίκων, όπως ο Πειραιεύς». Από τη μία η αποσπασματικότητα και η ελλιπής πληροφόρηση του Τύπου για τις δύο πρώτες θεατρικές περιόδους 1923-24, 1924-25 και από την άλλη οι ανακοινώσεις αόριστων σχολίων και γενικόλογων σχολιασμών για την ποιότητα και το είδος του θεάματος ή ο χαρακτηρισμός των ηθοποιών ως ερασιτεχνών, καθώς και η δημοσίευση μόνο του τίτλου των έργων, χαρακτηριζόμενων μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις 2 Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου, συνεδρίαση 270η, 7/2/24, Χρονογράφος, αρ. 8396, 20 Μαρτ. 1924, σ. 2.2
100
«ακατάλληλα»
αποδεικνύουν
την υπολειτουργία του Θεάτρου, καθώς
και
την
παρατηρήσεων
ορθότητα του
των
συντάκτη
για προσέλευση «αδέσποτων και πλανόδιων θιάσων» στο Δημοτικό. Η
παρουσίαση
προσεγμένων
παραστάσεων στο θέατρο πρόζας υπήρξε
μετρημένη
διάστημα.
Η
εκείνο
επιτυχία
το που
σημείωσε ο θίασος Ε. Δαμάσκου με το δράμα η «Δασκαλίτσα» τον Οκτώβριο του 1924 ενθουσίασε το κοινό, όπως μαρτυρεί θερμή κριτική για την παράσταση και τους ηθοποιούς: «Υπέρ πάσαν προσδοκίαν, το αριστούργημα του Ιταλού συγγραφέως εδόθη με μίαν πρωτοφανή επιτυχίαν που ειμπορεί να χαρακτηρισθή ως θεατρικόν γεγονός. […]. Η εμφάνισίς της (ενν. της πρωταγωνίστριας Δανάης Συράκου) είνε αξία ενός πολύ-πολύ μεγάλου εύγε και ας βεβαιωθή ότι τα θερμά και ατελείωτα χειροκροτήματα με τα οποία το Κοινόν την ανεκάλεσε τρις επί της σκηνής ήσαν πραγματικό κτήμα της.». Ο θίασος επανεμφανίζεται για δύο μέρες τον Νοέμβριο με τρία έργα, το δράμα η «Σκιά», τη «Δασκαλίτσα» και την κωμωδία η «Δαιμονισμένη». Αξιομνημόνευτη είναι επίσης για την ιστορία του Θεάτρου και η παράσταση της Μαρίκας Κοτοπούλη με το έργο η «Στοργή» του Henry Bataille τον Νοέμβριο του 1925. Αντίθετα με το θέατρο πρόζας, οι οπερεττικοί θίασοι είναι συχνότεροι εκείνη την περίοδο στο Δημοτικό. Ο πρώτος θίασος που δίνει σειρά παραστάσεων με δημοφιλή έργα της εποχής και έργα που παίζονταν για πρώτη φορά στην πόλη είναι ο θίασος Σαμαρτζή - Μηλιάδη τον Μάρτιο του 1924. Επίσης, δίνονται τιμητικές παραστάσεις, όπως της «καρατερίστας της οπερέττας», Ολυμπίας Δαμάσκου για τη συμπλήρωση τριάντα χρόνων της στο θέατρο και παραστάσεις του θιάσου Ε. Δαμάσκου - Ι. Στυλιανοπούλου τον Νοέμβριο του 1924 με τα έργα «Ερωτικά γυμνάσια» και «Πουπέ». Τέλος, ο αριθμός των παραστάσεων του θιάσου του Γ. Δράμαλη τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 1925 για ημέρες δεν μπορεί 101
παρά να λειτουργήσει υπαινικτικά για
την
πληθώρα
οπερεττικών
παραστάσεων που θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια.
3. Η «χρυσή δεκαετία» 1927-1937: συντελεστές δημιουργίας Η πολυάριθμη σε θεατρικές και μουσικές παραστάσεις δεκαετία πρέπει να αποδοθεί σε τέσσερις καθοριστικούς
παράγοντες
της
εποχής: στη γενικότερη επισκευή του
θεάτρου,
στον
δικαιωμάτων Δημοτικού,
κανονισμό
χρήσης στη
του
δραστηριότητα
και το ενδιαφέρον του δημάρχου Τάκη Παναγιωτόπουλου, καθώς και στο γεγονός ότι οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης του Μεσοπολέμου ωθούν το αθηναϊκό θέατρο με τους περιοδεύοντες θιάσους του να αναζητά θεατρική στέγη στον ελλαδικό χώρο, έχοντας κατά συνέπεια ως πρώτο ή ενδιάμεσο σταθμό το πλησιέστερο και «ακτινοβόλο» Δημοτικό του λιμανιού. Οι αναγκαίες επισκευές και μεταρρυθμίσεις γίνονται κατά τη διάρκεια της δημαρχίας του Τάκη Παναγιωτόπουλου (1925 - 1931). Το 1926 ξεκινούν οι εργασίες της εσωτερικής ανακαίνισης του Θεάτρου και συνεχίζονται το 1927 με τη διαμόρφωση του εξωτερικού χώρου. Το Θέατρο προσφέρεται «τελείως ανακαινισμένο» για την εορτή της εθνικής επετείου στις 25 Μαρτίου του 1926 και, όπως υποστηρίζεται σε σχετικό άρθρο, οι θεατές δε θα το αναγνωρίζουν: «Το πολυπληθές ακροατήριον των συμπολιτών κατά την αυριανήν εορτήν θα ευρεθή προ μιας μεγάλης εκπλήξεως. Δεν θα γνωρίζη ωρισμένως το Δημοτικόν μας Θέατρον. Η γενόμενη εσωτερικώς γενική επισκευή αυτού, το παρουσιάζει με τελείαν εμφάνισιν θεάτρου, αντάξιαν της πόλεως.». Το σημαντικότερο για το πειραϊκό κοινό είναι ότι το 1926 ξεκινά η σταδιακή εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης. Η συγκρότηση 102
επίσης καλλιτεχνικής επιτροπής Θεάτρου από τη δημοτική αρχή τον Μάρτιο του 1926 έχει ως στόχο να
συμβαδίσει
του
ο
καλλωπισμός
οικοδομήματος
με
την
πρέπουσα καλλιτεχνική κίνηση. Με
την
ομόφωνη
γνώμη
του
δημάρχου, Τ. Παναγιωτόπουλου το Θέατρο «να μη δίδεται εις θιάσους, αποτελουμένους ηθοποιών,
αλλά
από εις
μπουλούκια τοιούτους
σοβαρούς και ανεγνωρισμένους για ένα θέατρο της προκοπής» στην πόλη τους, αρχίζει η τακτική λειτουργία και τα εγκαίνια γίνονται την 1 Απριλίου του 1926 με την οπερέττα του Ν. Χατζηαποστόλου, Ερωτικά γυμνάσια από τον μουσικό θίασο των Ε. Δαμάσκου – Ι. Στυλιανοπούλου που δίνει επιτυχημένες παραστάσεις με τα έργα Υπνοβάτης, Σοκολατένιος Στρατιώτης, Χορ-Χορ Αγάς κ.ά. κατά τη διάρκεια της πολυήμερης παραμονής του στο Δημοτικό. Το 1929 ο δήμαρχος και το δημοτικό συμβούλιο εγκρίνει τον «κανονισμό δικαιωμάτων χρήσης» του Δημοτικού Θεάτρου και σύμφωνα με αυτόν ορίζονται τα δικαιώματα του δήμου για τη χρησιμοποίηση του Θεάτρου από τρίτους, όπως και ο τρόπος διαχείρισης των εσόδων του Θεάτρου. Ο κανονισμός ορίζει ανάμεσα σε άλλα ότι το δικαίωμα παραχώρησης του Δημοτικού για παραστάσεις, συναυλίες, διαλέξεις, αγορές, εορτές κ.λ.π. έχει ο δήμαρχος και καθορίζει τα δικαιώματα του δήμου για κάθε χρήση, όπως π.χ. το χρηματικό ποσό των 600 δραχμών για κάθε παράσταση ή συναυλία. Τα έσοδα αυτά έχουν σκοπό τη μερική κάλυψη των δαπανών για τον φωτισμό, την καθαριότητα, τη συντήρηση ή βλάβη που θα μπορούσε να προκληθεί από τη χρήση του Δημοτικού, καθώς και για την αμοιβή του τεχνικού προσωπικού 3. Σε διαφωτιστικό επίσης άρθρο που δημοσιεύεται το 1927 ανάμεσα 3 Πρακτικά Δημοτικού Συμβουλίου, συνεδρίαση 2η, απόφαση αρ. 15, 27/11/29.
103
σε άλλα επισημαίνεται και ο ενδεδειγμένος τρόπος συμπεριφοράς των περιοδευόντων θιάσων: «Οι διάφοροι ιμπρεσσάεριοι και οι διευθυντές θιάσων, κατερχόμενοι εις Πειραιά, δεν πρέπει να θεωρώσι το δημοτικόν θέατρον, ούτε ως τσιφλίκι των, εναποθηκεύοντες εν αυτώ τας θεατρικάς των αποσκευάς επί μήνας ολοκλήρους, ούτε ως μεσάζοντα σταθμόν, δια τα διάφορα τουρνέ των.». Η προσδοκία του συντάκτη δεν διαψεύσθηκε και ο φόβος του - ευτυχώς δεν επαληθεύτηκε, τουλάχιστον όσο αφορά τα κεντρικά χρόνια του μεσοπολέμου: «Ούτω μόνον ελπίζεται να ίδη ημέρας θεατρικών θριάμβων το δημοτικόν μας θέατρον. Εν εναντία περιπτώσει, ή θα κλείση μοιραίως τας πύλας του, ή θα στεγάζη εν αυτώ, κατά τας Κυριακάς και εορτάς, λαθροβίους θιάσους του γλυκού νερού!»4.
4. Η παρουσία του θεάτρου πρόζας κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου Μαρίκα Κοτοπούλη Η εμφάνιση της Μαρίκας Κοτοπούλη στη σκηνή του Δημοτικού διατρέχει όλη σχεδόν τη μεσοπολεμική περίοδο και οι παραστάσεις της, είτε μέσω του δικού της θιάσου είτε μέσω της «Ελευθέρας Σκηνής» ή της συνεργασίας της με τη Κυβέλη, είναι συχνές σε κάθε θεατρική περίοδο από το 1926 έως το 1939. Δίνει συνήθως έκτακτες απογευματινές παραστάσεις με λαϊκές τιμές των 20-15-10 δραχμών, απογευματινές παραστάσεις που καθιερώνει κάθε Παρασκευή από το 1936 έως το 1938, καθώς και παραστάσεις των επιτυχημένων της έργων για λίγες συνεχόμενες μέρες. Ενδεικτικά ορισμένες μόνο από την πληθώρα των παραστάσεών της που μπορούν να αναφερθούν είναι η Αντιγόνη για την οικονομική ενίσχυση του «Ολυμπιακού» το 1926, ο Κουρέας της Σεβίλλης, ο Εισαγγελεύς Χάλλερ και η Δεύτερη ζωή το 1927, η Εκάβη το 1928, ο Ερωτόκριτος με το θίασο «Ελευθέρα Σκηνή» το 1929, η Μαρία Στιούαρτ με το θίασο «Κοτοπούλη-Κυβέλη» το 1932. Μολονότι στον πειραϊκό Τύπο τα θεατρικά κριτικά σημειώματα που αφορούν τα έργα και τις παραστάσεις τους είναι λιγοστά, προφανώς επειδή οι αρθρογράφοι τις θεωρούν γνωστές από την παράλληλη παρουσία τους στην Αθηναϊκή σκηνή, για τις παραστάσεις των έργων της Μαρίκας 4 Παρισινός, «ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟΝ ΘΕΑΤΡΟΝ», Χρονογράφος, αρ. 9465, 15 Οκτ. 1927, σ.1.
104
Κοτοπούλη η πληροφόρηση που έχουμε είναι μεγαλύτερη και η εικόνα που σχηματίζουμε είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός κοινού τις υποδεχόταν θερμά, καθώς και ότι οι εισπράξεις για το θίασο ήταν εξίσου μεγάλες. Για τις καθιερωμένες κάθε Παρασκευή το χρονικό διάστημα 1936-1938 μαθαίνουμε ότι «αι παραστάσεις αυταί είχον εισπράξεις 12 και 14 χιλιάδων δραχμών.»5. Για την παράσταση της Στοργής στις 24 Νοεμβρίου του 1927 ο Τύπος αφιερώνει καθημερινά ανακοινώσεις και εκτενή άρθρα λόγω της αναμενόμενης καθόδου της ηθοποιού στην πόλη τους και το θεατρικό κοινό, ενθουσιασμένο την αποθεώνει: «Μα προχτές στη «Στοργή» η Μαρ. Κοτοπούλη απεθεώθη. Το κοινό ξέσπασε αυθόρμητα σε θερμά χειροκροτήματα, συγκινήθηκε, δάκρυσε.»6. Την ίδια μεγάλη επιτυχία γνωρίζουμε, και λόγω των επαναλήψεων, ότι έχουν μεταξύ άλλων τα έργα: Το επάγγελμα της κυρίας Γουώρεν το 1932, όπου σχολιάζεται ότι «το έργον επαναλαμβάνεται κατόπιν γενικής απαιτήσεως πολλών πειραιωτών, οίτινες δεν κατόρθωσαν να παρακολουθήσουν την παράστασιν της παρελθούσης Τετάρτης λόγω της προπωλήσεως όλων των εισιτηρίων», η Στέλλα Βιολάντη το 1937 κατά την οποία η εφημερίδα αναφέρει ότι «την προσεχή Παρασκευήν επαναλαμβάνεται κατά γενικήν απαίτησιν εις το Δημοτικόν μας Θέατρον υπό του θιάσου της κυρίας Μαρ. Κοτοπούλη, το αριστούργημα του κ. Γρ. Ξενόπουλου Στέλλα Βιολάντη» ή «ο θρίαμβός της»7 στην Ηλέκτρα το 1939 με την οποία η ηθοποιός γιόρτασε στην Αθήνα την τριαντάχρονη καλλιτεχνική της πορεία και επανέλαβε την παράσταση στο Δημοτικό ύστερα από πρόσκληση του δήμου. Μοναδική φορά που η Μ. Κοτοπούλη δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του πειραιώτικου κοινού ήταν στην παράσταση που επρόκειτο να δοθεί στις 25 Νοεμβρίου του 1938 με το έργο Η Λαίδη Μπέτση εξοφλεί. Η διάθεση 138 μόνο εισιτηρίων έκανε την ηθοποιό να αναβάλει την παράσταση, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο και στηλιτεύτηκε από τον Τύπο χαρακτηρίζοντας την ενέργεια ως «πράξις τελείως «αντιθεακή» από απόψεως επιχειρήσεως, αλλά συγχρόνως και πράξις μη ευγενική». Αιμίλιος Βεάκης Αντίθετα με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και τη σημαντική της παρουσία στη Δημοτική σκηνή, ο Αιμ. Βεάκης, αν και Πειραιώτης, δε φαίνεται 5 «Ο θίασος Κοτοπούλη», Νέοι Καιροί, έτος Θ΄, αρ. 2067, 26 Νοεμ. 1938, σ. 1. 6 Ν. Ι. Μαράκης, «Η Στοργή», Χρονογράφος, αρ. 9504, 26 Νοεμ. 1927, σ. 1. 7 Σφαίρα, έτος 59, αρ. 18113, 9 Δεκ. 1939, σ. 1.
105
να παίρνει μέρος στη θεατρική και
καλλιτεχνική
τόπου του
του
κατά
Μεσοπολέμου.
περιπτώσεις
κίνηση τη
του
διάρκεια Οι
πέντε
αναφοράς
του
ονόματός του από τον πειραϊκό Τύπο είναι ελλιπέστατες με αποτέλεσμα να μη μας αφήνουν περιθώρια για ασφαλή
συμπεράσματα,
εκτός
από μία περίπτωση. Η καταχώριση στο Χρονογράφο της επικείμενης παράστασης του θιάσου Βεάκη στις 8 Νοεμβρίου του 1925 με το Ο Αιμίλιος Βεάκης (αρισ.) στο έργο Τ' αρραβωνιάσματα, Εθνικό Θέατρο 1936.
έργο Ο Καθηγητής Κλένοβ παρουσιάζεται στον Τύπο για τρεις συνεχείς ημέρες, χωρίς όμως να υπάρχει καμία σχετική ενημέρωση τις επόμενες ημέρες για την πραγματοποίηση ή μη τελικά της παράστασης. Επίσης, για την παράσταση του έργου ο Κουρέας της Σεβίλλης στις 16 Οκτωβρίου του 1927 με το θίασο της Μ. Κοτοπούλη κατά την οποία, σύμφωνα με ανακοίνωση της εφημερίδας, συμμετέχει ο Βεάκης δεν έχουμε στη διάθεσή μας κανένα άλλο στοιχείο πέρα από μία ακόμη καταχώριση την προηγούμενη ημέρα της παράστασης8. Η ίδια σύγχυση επικρατεί για την παράσταση της Ανθής με το θίασο Κυβέλη στις 29 Οκτωβρίου του 1928. Το όνομα του Αιμ. Βεάκη υπάρχει στην καταχώριση της εφημερίδας Σημαία στις 27 Οκτωβρίου του 1928, ενώ δύο μέρες αργότερα ανάμεσα στους ηθοποιούς αναγράφεται το όνομα της Σμαρώς Βεάκη, συζύγου του Αιμ. Βεάκη. Αυτό, προφανώς, δε μας βοηθά να διαμορφώσουμε σαφή άποψη σχετικά με τη συμμετοχή του ή μη στην παράσταση, η οποία παρεμπιπτόντως σημείωσε εξαιρετική επιτυχία9. Για την παράσταση της Εκάβης από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη που ανεβαίνει στο Δημοτικό στις 28 Ιανουαρίου του 1928, ο Γιώργος Μπαλούρδος10 αναφέρει και τη συμμετοχή του Αιμ. Βεάκη στο ρόλο του «Πολυμήστορος», αλλά ο τοπικός Τύπος που έχω στη διάθεσή μου, ενώ 8 «ΔΗΜΟΤΙΚΟΝ ΘΕΑΤΡΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ,- Αύριον ο Κουρεύς της Σεβίλλης», Χρονογράφος, αρ. 9465, 15 Οκτ. 1927, σ. 2. 9 Σημαία, αρ. 2715, 30 Οκτ. 1928, σ. 3. 10 Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό Πανόραμα, πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του Πειραϊκού χώρου, 1784-2005, Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2006, σ. 67.
106
διαφημίζει για πολλές ημέρες την παράσταση και την αντιμετωπίζει ως «το μεγαλύτερον θεατρικόν γεγονός» στην πόλη, δεν κάνει καμία αναφορά σε ηθοποιούς ή συντελεστές. Μπορούμε όμως με βεβαιότητα, όπως μας επιτρέπει η διασταύρωση στοιχείων, να θεωρήσουμε ότι ο Αιμ. Βέακης ανέβηκε τουλάχιστον μία φορά στη σκηνή του Δημοτικού στο ρόλο του «Γιάννη-Αγιάννη». Οι ενθουσιώδεις ανακοινώσεις διαφορετικών εφημερίδων για την παράσταση της 3ης Ιανουαρίου του 1931 σύμφωνα με τις οποίες «ο κ. Βεάκης ως Γιάννης-Αγιάννης θα μας παρουσιάση μίαν από τας μεγαλειτέρας του δημιουργίας»11 στο έργο οι Άθλιοι του Victor Hugo από το θίασο Βεάκη-Γονίδη σε συνδυασμό με επιστολή-ντοκουμέντο του ίδιου του Βεάκη που βρέθηκε στο Αρχείο Θεατρικού Μουσείου και μου παραχωρήθηκε από τον Ν. Αξαρλή, δεν αφήνει αμφιβολία για τη μοναδική, ίσως, μεσοπολεμική εμφάνιση του ηθοποιού στο Δημοτικό, παρά τις ανύπαρκτες σχετικές θεατρικές κριτικές τις επόμενες μέρες. Στην επιστολή με ημερομηνία 22 Νοεμβρίου 1930 ο Βεάκης ζητά την παραχώρηση του Θεάτρου για λίγες παραστάσεις τον Δεκέμβριο του 1930 από τον δήμαρχο Τάκη Παναγιωτόπουλο: «[…] Οπωσδήποτε εγώ σας υποβάλλω την αίτησιν μου και σας παρακαλώ θερμά να τύχω μιας απαντήσεως, κατά διαταγήν σας, εκ μέρους της Διευθύνσεως του Δημοτικού Θεάτρου. Σας εσωκλείω εις την παρούσαν μου το γενικόν πρόγραμμα του θιάσου μου δια την τουρνέ μου των επαρχιών. Εννοείται ότι το προσωπικόν μου για τον Πειραιά θα συμπληρωθεί εξ όλων των διαθέσιμων καλών στοιχείων τα οποία θα ευρεθούν εις Αθήνας κατά την εποχήν εκείνην. Επίσης και το δραματολόγιον μου θα συμπληρωθεί από έργα κατάλληλα δια τον Πειραιάν. Δεν αποκλείω ακόμην και συνεργασίαν με καλλιτέχνας που Σεις θα είχατε διάθεσιν να μου υποδείξετε. Ελπίζω να τύχω μιας ευνοϊκής απαντήσεως Σας. […]. Τέλος, δεν ζητώ άλλον παρά να φιλοξενηθώ κι εγώ, στο Ναό της τέχνης της ιδιαιτέρας μου πατρίδος, με τη βοήθεια του Δημοτικού μου Άρχοντος. Νομίζω πως οι ευδόκιμοι μου στο θέατρο μου δίνουν αυτό το δικαίωμα. Με σεβασμόν, αγάπην Αιμ. Βεάκης.». Ο ικετευτικός χαρακτήρας της επιστολής παράλληλα με τη μετριοπάθεια, τους συμβιβασμούς και τις υποχωρήσεις του μεγάλου ηθοποιού της δραματικής τέχνης δεν κατάφεραν να πετύχουν την ενδοτικότητα του δημάρχου παρά για μία μόνο παράσταση. Υποθέτω ότι αυτό μπορεί να συνέβη, για τον επιπλέον λόγο ότι το Θέατρο είχε 11 Χρονογράφος, αρ. 10530, 3 Ιαν. 1931, σ. 2 και Θάρρος, έτος 19, 5697, 3 Ιαν. 1931, σ. 2.
107
εκείνο το χρονικό διάστημα παραχωρηθεί στο θίασο της «Εταιρείας Ελλήνων Καλλιτεχνών», οι οποίοι κατέκλυζαν με τις παραστάσεις τους για ένα χρόνο, 1930-31 το Δημοτικό. Η έλλειψη οποιουδήποτε σχολίου από τη μεριά του τοπικού Τύπου για την αποδοχή ή πρόσληψη των παραστάσεων του Βεάκη που σήμερα τις καθιστούν αβέβαιες, δεν ξέρω αν πρέπει να θεωρηθεί επιλήψιμη. Οι λόγοι δεν είναι ακόμα ξεκάθαροι· γιατί δηλαδή ο Βεάκης, αν και Πειραιώτης, δεν έδωσε παραστάσεις στο Θέατρο του Πειραιά. Δεν γνωρίζουμε εάν υπήρχαν προσωπικές αντιπαραθέσεις, επαγγελματικές δεσμεύσεις, πολιτικοί ή άλλοι ιδεολογικοί λόγοι που έπαιξαν ρόλο σε αυτή τη θεατρική και καλλιτεχνική αποξένωση του Βεάκη από τους συντοπίτες του. «Εταιρεία Ελλήνων Καλλιτεχνών» Ο θίασος με τη διαρκέστερη παρουσία στη σκηνή του Δημοτικού υπήρξε η «Εταιρεία Ελλήνων Καλλιτεχνών». Τη θεατρική περίοδο 1930-1931 ο δήμαρχος Τάκης Παναγιωτόπουλος παραχωρεί δωρεάν το Θέατρο στην προσπάθειά του να αποκτήσει η πόλη μόνιμο θίασο πρόζας κάτω από την πίεση των δημοτών. Ο θίασος που αποτελείται από τον Χρ. Νέζερ, τον Περ. Γαβριηλίδη, την Αλίκη, τον Ν. Παρασκευά, τον Ν.Δενδραμή, τον Κ.Μουσούρη, την Μ. Φιλιππίδου, την Μ. Νέζερ κ.ά. παρουσιάζει 62 έργα πρόζας του ευρωπαϊκού κυρίως δραματολογίου. Το πλήθος των παραστάσεων που έδωσε ο θίασος εκείνη την περίοδο οδηγεί το Δημοτικό στη μεγαλύτερη θεατρική κίνηση έργων πρόζας που παρατηρείται κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Οι καθημερινές παραστάσεις, η καθιέρωση Φιλολογικών βραδιών κάθε Τετάρτη, οι συχνές επαναλήψεις του ρεπερτορίου τους, όπως για παράδειγμα ο Φιλάργυρος, ο Οθέλλος, το Κουρέλι, η Άγνωστος, το Τρελλοκόριτσο, η Όγδοη γυναίκα του Τζων Μπρόουν, καθώς και το φθηνό εισιτήριο οδηγούν το πειραϊκό κοινό στην αίθουσα του Δημοτικού και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο έργο Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας που παίζεται το 1930 με την παράσταση να εντάσσεται στις τοπικές εκδηλώσεις εορτασμού των 100 χρόνων του Πειραιά, παρατηρείται «πρωτοφανής κοσμοσυρροή, αφού και το υπερώον ακόμη ήτο γεμάτο από κυρίας, το δε ταμείον του Θεάτρου 108
ηρνείτο εις το τέλος θέσεις.»12. Η μαρτυρία εξάλλου του δημάρχου στην «αναλυτική έκθεση πεπραγμένων» της τελευταίας 16μηνης δημοτικής περιόδου τον Μάρτιο του 1931 αποδεικνύει την έντονη κίνηση που προέκυψε στο Δημοτικό λόγω του συγκεκριμένου θιάσου εκείνο το διάστημα. Αναφέρει ότι «η Δημοτική αρχή απέδωκε εξαιρετικήν σημασίαν εις την μορφωτικήν δύναμιν του Θεάτρου. Προσεκλήθη θίασος εξ εκλεκτών καλλιτεχνών πρωτοβουλία του Δήμου. Αι τιμαί των εισιτηρίων ήσαν προσιταί. Εδόθησαν 197 παραστάσεις. Εκόπησαν 61.514 εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων και εγένοντο 1.152.247 εισπράξεις ταμείου θεάτρου». «Α΄ Άρμα Θέσπιδος» Στην ιστορική διαδρομή του Θεάτρου πρέπει να προστεθεί και η εμφάνιση του θιάσου «Α΄ Άρμα Θέσπιδος» τον Νοέμβριο του 1939. Η πρόσκληση του θιάσου από τον δήμαρχο Μιχαήλ Μανούσκο (1938 - 1941) με τη δωρεάν παραχώρηση του Θεάτρου και όλων των εξόδων, φωτισμού, διαφήμισης, σκηνικών, ταξιθετών, μηχανικών έχει σαν αποτέλεσμα να παρουσιαστεί στη σκηνή του Δημοτικού μεγάλο μέρος από το ρεπερτόριό του με έργα δραματικά και κωμικά της παλιάς και σύγχρονης θεατρικής παραγωγής. Οι πειραϊκές εφημερίδες ανακοινώνουν με ικανοποίηση την κάθοδο του θιάσου, ο οποίος δίνει σειρά παραστάσεων στα έργα: Οθέλλος, Ο επιθεωρητής, Άννα Κρίστι, Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται, Το τραγούδι της κούνιας, Ένας γάμος, Πριν απ' το ηλιοβασίλεμμα, Η μεγάλη στιγμή, Τ' αρραβωνιάσματα και Ζακυνθινή σερενάτα. Οι άρτιες και προσεγμένες παραστάσεις ενθουσιάζουν το πειραϊκό κοινό που είδε «δια πρώτην φοράν ένα πραγματικόν Οθέλλον, απηλλαγμένον από τας προχειρότητας και τας ατελείας των διαφόρων ετεροκλήτων θιάσων, οι οποίοι επέρασάν ποτε από της σκηνής του Δημοτικού Θεάτρου.». Στη χορεία των παραπάνω αθηναϊκών θιάσων θα πρέπει να προστεθούν αρχικά αυτοί που είχαν τη συχνότερη και χρονικά εκτενέστερη παρουσία κατά τη διάρκεια ολόκληρου του Μεσοπολέμου, όπως η «Ελληνική κωμωδία» του Β. Αργυρόπουλου, ο θίασος της Κυβέλης Αδριανού και του Μήτσου Μυράτ, έπειτα εκείνοι που είχαν την πυκνότερη παρουσία, αλλά οριοθετημένη χρονική διάρκεια, όπως ο θίασος «Οι Νέοι» και ο 12 Χρονογράφος, αρ. 10486, 3 Νοεμ. 1930, σ. 2. 109
θίασος της Ελ. Χαλκούση την πρώτη δεκαετία και οι θίασοι της Αλίκης, του Χρ. Νέζερ, του Β. Λογοθετίδη, της Κατερίνας Ανδρεάδη κατά τη δεύτερη μεσοπολεμική δεκαετία. Η παρουσία του θιάσου της Αικ. Βερώνη -δύο παραστάσεις το 1925-, καθώς και οι αραιές εμφανίσεις μικρότερων θεατρικών σχημάτων που συνηθίζουν να συγκροτούν οι μεσοπολεμικοί ηθοποιοί, όπως οι θίασοι «Σύνδεσμος Καλλιτεχνών», «Ηνωμένοι Καλλιτέχναι» συμπληρώνουν την εικόνα των επαγγελματικών θιάσων πρόζας που αξιοποίησαν το ρεπερτόριό τους και στη σκηνή του Δημοτικού φέρνοντας σε επαφή το πειραϊκό κοινό με το σύνολο της θεατρικής παραγωγής. Επίσης, η εμφάνιση τοπικών θιάσων πρόζας, όπως το 1927 το «Σύνολο Καλλιτεχνών» και το «Καινούργιο Θέατρο», το 1935 ο θίασος «Ελληνική Σκηνή», το 1936 η «Λαϊκή Σκηνή», το 1937 το «Εργατικόν Θέατρον» και το 1939 η «Πειραϊκή Σκηνή» έχουν σημαντική θέση στην ιστορία του Θεάτρου για τις αξιόλογες προσπάθειες δημιουργίας τοπικής θεατρικής καλλιτεχνικής κίνησης και αξιοποίησης των θεατρικών δυνατοτήτων των ερασιτεχνών ηθοποιών. Το χρονικό διάστημα 1924-1941 στο Δημοτικό Θέατρο παριστάνονται συνολικά 325 διαφορετικά θεατρικά έργα πρόζας. Από τα έργα αυτά 173 είναι κωμωδίες, 2 αρχαίες κωμωδίες, 2 κωμειδύλλια, 122 δράματα, 5 αρχαίες τραγωδίες και η Φαύστα του Δημ. Βερναρδάκη, 3 δραματικά ειδύλλια, 3 πατριωτικά δράματα και Η Γέφυρα των στεναγμών του Διον. Βενιέρη και άλλα δράματα· στη ξένη δραματουργία ανήκουν 208 έργα και τα υπόλοιπα στην ελληνική.
5. Η παρουσία του μουσικού θεάτρου κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου Σε αντίθεση με το επαγγελματικό θέατρο πρόζας, οι μουσικές παραστάσεις και κυρίως οι οπερέττες και οι επιθεωρήσεις κατέκλυσαν το Δημοτικό Θέατρο τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Όλοι οι μεγάλοι θιασάρχες της εποχής και οι μεγάλοι «αστέρες» του ελαφρού μουσικού θεάτρου επισκέφθηκαν τον Πειραιά πολλές φορές και έπαιξαν στο Δημοτικό του. Από την πρώτη χρονιά της εξεταζόμενης περιόδου έως την τελευταία, η παρουσία τους είναι σχεδόν συνεχής, άλλοτε περιστασιακή κι άλλοτε πιο μόνιμη. Υπήρξαν χρονικά διαστήματα κατά τα οποία η 110
εναλλαγή θιάσων για παραστάσεις λίγων ημερών ή μιας ημέρας για «έκτακτη καλλιτεχνική παράσταση» ήταν συχνή, όπως και χρονικά διαστήματα που η παρουσία ενός θιάσου ήταν μονιμότερη για μερικούς μήνες. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι θίασοι προσέφεραν ένα πλούσιο ρεπερτόριο προκειμένου να ικανοποιήσουν τα μουσικά γούστα της μεγαλύτερης μερίδας του πειραϊκού κοινού, με παραστάσεις που δεν ήταν όμως πάντα προσεγμένες, αλλά πολλές φορές διακρίνονταν από προχειρότητα και αυτοσχεδιασμούς με σκοπό το άμεσο κέρδος, όπως συχνά κατακρίνει ο πειραϊκός Τύπος13. Στις πρώτες θεατρικές περιόδους συστηματικής λειτουργίας του Θεάτρου, 1926-27 και 1927-28, η παροδική εμφάνιση θιάσων για λιγοστές παραστάσεις είναι ενδεικτική του τρόπου που λειτουργούσε το Δημοτικό. Η διάθεσή του για μία ή δύο ημέρες είχε σαν αποτέλεσμα τη συχνή παρουσία διαφορετικών θιάσων που κατέβαιναν από την Αθήνα και διασκέδαζαν τους Πειραιώτες, είτε με έργα που ανήκαν ήδη στο ρεπερτόριό τους, είτε με έργα καινούρια που ταυτόχρονα παρουσίαζαν στην Αθήνα. Τη θεατρική περίοδο 1928-29, κυρίαρχη είναι η παρουσία του θιάσου των Σαμαρτζή και Οικονόμου. Από τον Οκτώβριο του 1928 έως τον Φεβρουάριο του 1929, οι επιτυχημένες παραστάσεις του θιάσου επαναλαμβάνονται και η ανταπόκριση του πειραϊκού κοινού σε αυτές είναι μεγάλη. Το πλούσιο ρεπερτόριο του θιάσου διασκεδάζει το κοινό του Δημοτικού και κάνει «την πλατείαν και τας τρεις σειράς των θεωρείων ασφυκτικώς πεπληρωμέναι κόσμου». Στις δύο επόμενες θεατρικές περιόδους 1929-30 και 1930-31, η σκηνή του Δημοτικού παραχωρείται αρχικά στο θίασο της Ολ. Καντιώτη/Ριτσιάρδη για μεγάλο χρονικό διάστημα (Οκτώβριος-Νοέμβριος του 1929) στη διάρκεια του οποίου παριστάνονται τα «ωραιότερα έργα του ρεπερτορίου του» και το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, κατά τη συνηθισμένη τακτική, παραχωρείται σε άλλους θιάσους, όπως το θίασο του Στυλιανοπούλου, του Ζ. Θάνου ή του Π. Οικονόμου και άλλων για παραστάσεις μίας ή δύο ημερών. Επιθεωρήσεις νέες που έχουν γνωρίσει τεράστια επιτυχία στην Αθήνα και έχουν χαρακτηριστεί «επιθεωρησιακοί θρίαμβοι» της εποχής, όπως η Λοβιτούρα, Έξω Όλα και Παναθήναια του 1931 παρουσιάζονται στο Δημοτικό. 13 Ενδεικτικά: Παρισινός, «Πειραϊκά σημειώματα», Χρονογράφος, αρ. 9565, 7 Φεβρ. 1928, σ. 1, Ο Θυμόσοφος, «Η Χαλιμά», Νέοι Καιροί, έτος Γ΄, αρ. 351, 28 Νοεμ. 1932, σ. 2. 111
Ιδιαίτερα για την παράσταση της επιθεώρησης Έξω Όλα που δόθηκε τον Δεκέμβριο του 1930 ο Χρονογράφος αναφέρει ότι οι Πειραιώτες δε θα πρέπει να θυμούνται τόση κοσμοπλημμύρα στο Δημοτικό, εφόσον χιλιάδες κόσμου είχε «εξ εφόδου κυριεύσει από ενωρίτερα την πλατείαν ολόκληρον, τα θεωρεία και το υπερώον» και ότι «η αστυνομία από της 9ης εσπερινής έσπευσε να εμποδίση την περαιτέρω έκδοσιν εισιτηρίων και έτσι πολλοί επήραν εισιτήρια για την σημερινήν παράστασιν.». Ο μουσικός θίασος με τη μεγαλύτερη παραμονή στο Δημοτικό ήταν το θεατρικό συγκρότημα των Γ. Δράμαλη, Ηρ. Χαντά και Σπ. Πατρικίου. Ο θίασος έδινε καθημερινά σχεδόν παραστάσεις, πολλές φορές δύο την ημέρα, για πέντε περίπου μήνες, από τα μέσα Οκτωβρίου του 1931 έως τα μέσα Μαρτίου του 1932 καθιστώντας την παρουσία του σχεδόν μόνιμη εκείνη την περίοδο στο Θέατρο. Η πληροφόρηση που έχουμε για τη «θριαμβευτική» εναρκτήρια παράσταση του θιάσου με την οπερέττα Γυναίκες - Γυναίκες τον Οκτώβριο του 1931 κατά την οποία «το Θέατρον υπερπληρώθη θεατροφίλου κόσμου όστις κατεχειροκρότησε τους εκλεκτούς ηθοποιούς»14, η κατά καιρούς ενημέρωση ότι οι ηθοποιοί είχαν κατακτήσει τη συμπάθεια του κοινού, οι συχνές επαναλήψεις δημοφιλών έργων, οι μειωμένες τιμές των εισιτηρίων με γενική είσοδο 10 δραχμές, η αναμενόμενη «αληθινή κοσμοσυρροή από την ζήτησιν των εισιτηρίων»15 καθώς και ότι οι Πειραιώτες είχαν απελπιστεί μετά την αναχώρηση του θιάσου για την Πάτρα16 είναι επαρκείς λόγοι για να υποθέσουμε ότι ο θίασος ευχαριστούσε ιδιαίτερα το κοινό. Το Δημοτικό Θέατρο γίνεται και τις επόμενες θεατρικές περιόδους στόχος διαφόρων θιάσων. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1932 είχαν υποβληθεί στο δημοτικό συμβούλιο συνολικά εννέα αιτήσεις από γνωστούς θιασάρχες του ελαφρού μουσικού θεάτρου και του θεάτρου πρόζας που ζητούσαν την αποκλειστική εκμετάλλευση του Δημοτικού για όλη τη χειμερινή περίοδο. Η μουσική κίνηση συνεχίζεται μέχρι το τέλος της θεατρικής περιόδου όπου το Δημοτικό παραχωρείται για μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε διάφορους θιάσους. Από αυτούς, μεγάλη επιτυχία σημείωσαν οι παραστάσεις του θιάσου της Ειρ. 14 Χρονογράφος, αρ. 10771, 30 Οκτ. 1931, σ. 4. 15 Χρονογράφος, αρ. 10877, 17 Μαρτ. 1932, σ. 3. 16 Γ. Μπ. «Η αποψινή εναρκτήριος του θιάσου Αρντάτωφ», Χρονογράφος, αρ. 10887, 30 Μαρτ. 1932, σ. 2.
112
Βασιλάκη και του Αλ. Αρντάτωφ τον Μάρτιο του 1933. Τη μεγαλύτερη επιτυχία είχε ο θίασος στην παράσταση του έργου Τρεις αγάπες. Οι πειραϊκές εφημερίδες χαρακτήρισαν «θρίαμβο» την παράσταση κατά την οποία «το κοινόν εν εξάλλω ενθουσιασμώ κατεχειροκρότησε τους λαμπρούς καλλιτέχνας» και τους ανάγκασε να επαναλάβουν δύο και τρεις φορές τα τραγούδια της οπερέττας. Το Δεκέμβριο του 1933, η πόλη του Πειραιά αποκτά για τέσσερις μήνες μόνιμο οπερεττικό θίασο ο οποίος στεγάζεται στο Δημοτικό Θέατρο. Ο θίασος που απαρτίζεται από τους δημοφιλείς ηθοποιούς του μουσικού θέατρου Π. Οικονόμου, Σπ. Πατρίκιο, Σπ. Τριχά και άλλους, μπαλλέτο με χορογράφο τον Ν. Οικονόμου, πλήρη ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Λ. Καρακάση, με πολυτελή σκηνικά και βεστιάριο, παρουσιάζει στο Θέατρο όλες τις τελευταίες μουσικές επιτυχίες ελλήνων και ξένων μουσουργών έως τον Απρίλιο του 1934. Όταν ολοκληρώνονται οι παραστάσεις, ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γ. Μπουκουβάλας σημειώνει σε άρθρο του «την πραγματική καλλιτεχνική ευσυνειδησία»17 που επέδειξε ο θίασος χάρις ιδιαίτερα στις προσπάθειες του Π. Οικονόμου και των άλλων πρωταγωνιστών. Τη θεατρική περίοδο 1934-35, στη σκηνή του Δημοτικού εναλλάσσονται περιοδικά δημοφιλείς μουσικοί θίασοι δίνοντας μονοήμερες ή πολυήμερες παραστάσεις έργων που γνώρισαν επιτυχία στα Αθηναϊκά θέατρα. Από τις παραστάσεις της περιόδου ξεχώρισε η παράσταση της οπερέττας Ο βασιληάς του χαλβά που δόθηκε τον Ιανουάριο του 1935 από το θίασο του Π. Κυριακού, ο οποίος καταχειροκροτήθηκε. Η ίδια τακτική εμφάνιση διαφορετικών θιάσων σε πιο πυκνούς ρυθμούς παρατηρείται και την επόμενη θεατρική περίοδο, 1935-36. Η σχεδόν καθημερινή διαφορετική παρουσία νέων -συνεχώς ανασυγκροτούμενων- μουσικών θιάσων είναι τόσο έντονη, ώστε εκείνη τη χρονιά να εμφανιστούν στη σκηνή του Δημοτικού δέκα πέντε διαφορετικοί θίασοι με πλούσιο ρεπερτόριο από παλιές και νέες οπερέττες και επιθεωρήσεις. Ενδεικτικό της συχνής εναλλαγής παραστάσεων και θιάσων είναι οι σχετικές ανακοινώσεις που λαμβάνουν χώρο στην ίδια εφημερίδα, όπως: «Αύριον Κυριακήν ο θίασος Κρεββατά – Μαυρέα δίδει εις το Δημοτικόν Θέατρον δύο παραστάσεις» και λίγο πιο κάτω σε ξεχωριστό άρθρο: «Την Δευτέραν ο θίασος Ζαζάς – 17 Χρονογράφος, αρ. 11373, 16 Απρ. 1934, σ. 1.
113
Πρινέα – Δράμαλη κατέρχεται εις την πόλιν μας δια να δώση έκτακτον λαϊκήν απογευματινήν παράστασιν εις το Δημοτικόν Θέατρον». Η
ζήτηση
του
Δημοτικού
Θεάτρου από τους θιασάρχες της εποχής, οι οποίοι κάθε Σεπτέμβριο αναζητούν μόνιμη στέγη για το θεατρικό
τους
χειμώνα,
είναι
μεγάλη και την επόμενη περίοδο, 1936-37. Το Δημοτικό συγκεντρώνει τα βλέμματα πολλών θιασαρχών της πρόζας και του μουσικού θεάτρου και η εφημερίδα Νέοι Καιροί Σπ.
μάς
πληροφορεί
Πατρίκιος
ζητά
ότι
να
ο
του
παραχωρηθεί το Δημοτικό για ολόκληρη τη χειμερινή περίοδο, η Μ. Κοτοπούλη κάθε Τετάρτη και Παρασκευή για απογευματινές μόνο παραστάσεις, η Αλίκη κάθε Δευτέρα και Τετάρτη, ο Γιάν. Πρινέας για εξήντα συνεχείς παραστάσεις, ο θίασος Αυλωνίτη – Ιατρού για δέκα «και έχει ο Θεός». Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1936, το Δημοτικό παραχωρείται σε διάφορους μουσικούς θιάσους για μια ημέρα. Δεν παρατηρείται όμως κανένας σχολιασμός των παραστάσεων αυτών από τον πειραϊκό Τύπο, όπως ακριβώς συμβαίνει και κατά την περασμένη θεατρική περίοδο. Το κενό που έχουμε για την επικρατούσα κατάσταση στη σκηνή του Δημοτικού διαφωτίζεται ύστερα από τις επιτυχείς, άρτιες και προσεγμένες παραστάσεις του θιάσου των Μ. Κρεββατά – Γ. Δράμαλη τον Νοέμβριο του 1936, οι οποίες, όπως σχολιάζει ο Τύπος, σε αντίθεση με εκείνες προηγούμενων θιάσων και την παρουσία διαφορών «μπουλουκιών», έκαναν τον Πειραιά να ξαναζήσει «παληές καλές ημέρες του θεάτρου»18. Στην υπόλοιπη θεατρική περίοδο, το Δημοτικό παραχωρείται σχεδόν ισόχρονα σε άλλους θιάσους, όπως για ένα μήνα στο θίασο των Μ. Νέζερ - Σπ. Πατρικίου - Ορ. Μακρή, ένα μήνα στο θίασο της Ολ. Καντιώτη/Ριτσιάρδη, μερικές ημέρες στον θίασο του Κυριακού και 18 Χρονογράφος, αρ. 12215, 11 Νοεμ. 1936, σ. 2, Χρονογράφος, αρ. 12227, 26 Νοεμ. 1936, σ. 2.
114
στον θίασο του Πρινέα, οι οποίοι ανεβάζουν έργα από το ελληνικό και ξένο ρεπερτόριό τους. Ίδια τακτική ακολουθείται και τις επόμενες θεατρικές περιόδους. Κάθε Σεπτέμβριο, η δημοτική αρχή δέχεται αιτήσεις για παραχώρηση του
Δημοτικού
από
θιάσους
πρόζας και μουσικού θεάτρου. Η προτίμηση των Πειραιωτών προς το μουσικό θέατρο φαίνεται από το πλήθος των περιοδευόντων και διερχομένων
μουσικών
θιάσων
που ανελλιπώς φιλοξενούνται στη σκηνή του Δημοτικού με τακτικές ή έκτακτες παραστάσεις μέχρι το τέλος του Μεσοπολέμου. Χωρίς να λείπουν οι «μπουλουκοπαραστάσεις» που έκαναν το πειραϊκό κοινό «να περνάη μακρυά από την εξώπορτα του Δημοτικού»19,
ανασυγκροτημένοι
νέοι
οπερεττικοί
θίασοι
με
αναγνωρισμένες ηθοποιούς της εποχής, όπως τις Μαρία και Άννα Καλουτά, την Λουίζα Ποζέλλι και Ξένη Δράμαλη, δίνουν επιτυχημένες παραστάσεις, κάνουν τους Πειραιώτες «να σπάσουν τζάμια και πόρτες του Θεάτρου» και σημειώνεται «πρωτοφανή κοσμοσυρροήν διά τα θεατρικά χρονικά της πόλεως»20 προκειμένου να παρακολουθήσουν μία παράσταση με τους αγαπημένους τους ηθοποιούς. Βέβαια, και ο αριθμός από όπερες ήταν σεβαστός, αν και απείχε κατά πολύ από τις οπερέττες και τις επιθεωρήσεις. Σπάνια είναι η εμφάνιση Ιταλικών μελοδραματικών θιάσων στο Δημοτικό, όπως ο θίασος «Castel Monte» που δίνει σειρά παραστάσεων τον Μάρτιο του 1928, ενώ κυριαρχεί το «Ελληνικόν Μελόδραμα» το οποίο από το 1926 έως το 1939 δίνει κατά καιρούς παραστάσεις με τους καλύτερους μουσικούς του κλασικού ρεπερτορίου της εποχής, όπως τους Γ. Αγγελόπουλο, Μ. Βλαχόπουλο, Ηλ. Οικονομίδη, Ι. Φωτεινό, Τ. Ξηρέλλη, Μιρέιγ Φλερύ, 19 Ν. Γεωργακάλος, «Τα Καλουτάκια», Νέοι Καιροί, έτος Θ΄, αρ. 2027, 8 Οκτ. 1938, σ. 2. 20 Νέοι Καιροί, έτος Θ΄, αρ. 1839, 18 Φεβρ. 1938, σ. 2.
115
Ελ. Βλαχοπούλου κ. ά. Στο το
αναφερόμενο
σύνολο
των
μουσικών
διάστημα
διαφορετικών
έργων
παρουσιάζονται
στο
που Δημοτικό
είναι 349. Από τα έργα αυτά 214 είναι οπερέττες, η πλειοψηφία των οποίων ανήκει σε έλληνες συνθέτες (143 περίπου), με συχνότερη την παρουσίαση των Θ. I. Σακελλαρίδη και Ν. Χατζηαποστόλου και σε μικρότερο αριθμό συνθέσεις ξένων δημιουργών (51), με συχνότερη την παρουσία του Fr. Lehar. Από τις όπερες, 23 ανήκουν σε ξένους δημιουργούς
με
τακτική
την
εμφάνιση του G. Verdi σε επτά διαφορετικά έργα και 3 όπερες ανήκουν σε έλληνες, στους Μ. Καλομοίρη, Π. Καρρέρη και Θ. I. Σακελλαρίδη. Από τα υπόλοιπα έργα, 81 είναι επιθεωρήσεις, μια μουσική κωμωδία (διασκευή) Δικηγόρος και μπακάλης, 3 πολεμικές επιθεωρήσεις («πολεμικά μούβιττο») που παίχτηκαν το 1940 και λοιπά μουσικά έργα. Επίσης, το 1943 παριστάνεται από τη Λυρική Σκηνή η οπερέττα Η χώρα του μειδιάματος του Fr. Lehar.
Επίλογος Όπως αποδεικνύει η εξέταση της μεσοπολεμικής περιόδου, στο Δημοτικό η παρουσία του μουσικού θεάτρου υπήρξε μεγαλύτερη και διαρκέστερη σε σύγκριση με εκείνη του θεάτρου πρόζας. Το πλήθος των οπερεττικών έργων, των επιθεωρήσεων, των συναυλιών, καθώς και των μουσικών εκδηλώσεων ξεπερνά κατά πολύ τις θεατρικές παραστάσεις, τόσο των επαγγελματικών θιάσων όσο και των ερασιτεχνικών. Το Δ.Θ.Π., άμεσα συνδεδεμένο με τις προτιμήσεις του κοινού, δεν δείχνει μόνο την αγάπη των Πειραιωτών για τη μουσική, αλλά και τη συμμετοχή σε κάθε είδους εκδηλώσεις που κάλυπταν εκείνα τα χρόνια τα ενδιαφέροντά τους, τους διασκέδαζαν ή τους ψυχαγωγούσαν. Το 116
Δ.Θ.Π. στάθηκε για τους κατοίκους η «καρδιά» και ο «πνεύμονας» της πόλης και δικαίωσε τόσο την ύπαρξή του όσο και την ονομασία του ως Δημοτικό παραμένοντας στα χρόνια του Μεσοπολέμου αυτό που ήταν: Δημοτικό. Η επιβλητική παρουσία του στο κέντρο της πόλης, η σύνδεσή του με τον κοινωνικό ιστό και την καθημερινότητα των δημοτών κάνει μέχρι σήμερα τους Πειραιώτες να δίνουν τα ραντεβού τους ή να καθοδηγούν τους επισκέπτες με αναφορά στις οδικές πινακίδες «Προς Δημοτικό» ή στάση «Δημοτικό». Συνεπώς, η αξία του παραμένει διαχρονική τόσο ως κτηρίου όσο και ως θεσμού.
Πρόταση Με την επίγνωση ότι το Δ.Θ.Π. είναι ένα από τα σημαντικότερα νεοκλασικά κτήρια της Ελλάδας, η επαναλειτουργία του θα πρέπει να συνδεθεί με παραστάσεις, θεατρικές και μουσικές, αντάξιες της μεγαλοσύνης του. Σήμερα, το 2012 με εμφανείς τις μεσοπολεμικές αντιστοιχίες στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο τολμώ, σε αντίθεση με αυτό που θεωρείτο απευκταίο τότε, να προτείνω η τύχη του να εξαρτηθεί περισσότερο από ιδιώτες παρά από δημόσιους φορείς, που έτσι κι αλλιώς αποδείχτηκαν ότι εξυπηρετούν πολιτικά, οικονομικά και κάθε τύπου ιδιοτελή συμφέροντα. Η σύσταση μίας επιτροπής από ειδικούς μάνατζερ, έμπειρους στη διοργάνωση παρόμοιων παρουσιάσεων σε συνδυασμό με την εθελοντική προσφορά ανθρώπων προερχόμενων, είτε από τον Πειραιά είτε από άλλη περιοχή του ελληνικού χώρου, αλλά με εφόδιο τις καλλιτεχνικές γνώσεις και την αγάπη για το θεατρικό «γίγνεσθαι» και το μουσικό «άκουσμα», νομίζω ότι θα μπορούσαν να αναλάβουν τη φροντίδα και την εποπτεία των παραστάσεων του Δ.Θ.Π. προκειμένου ως χώρος και ως θεσμός να ξαναζωντανέψει και, αν με τι άλλο, ο Πειραιάς να μη χάσει το «σύμβολό» του. Με δεδομένη την οικονομική ανεπάρκεια της τοπικής αυτοδιοίκησης και των άλλων προτεραιοτήτων του κράτους στις μέρες μας, θεωρώ ότι μόνο η ενασχόληση ανθρώπων ικανών στο διοικητικό και καλλιτεχνικό τομέα θα μπορούσε να κάνει το κοινό να αγκαλιάσει τις παραστάσεις και να γεμίσει ξανά κόσμο το Θέατρο.
117
«Εως πότε το Δημοτικόν μας Θέατρον θα είναι δια τους διερχομένους θιάσους;»* GEFEG
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1945-1967
Πολύμνια Θεοδωράκη
Φιλόλογος, Master Θεατρολογίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Από την παράσταση της Ε. Λ. Σ. με την Αγνή Σουζάνα, Δημοτικό Θέατρο 1947.
* Εφ. Χρονογράφος, Μάρτιος 1957
118
Μεταπολεμικά η σύνθεση του πληθυσμού του Πειραιά διαφοροποιήθηκε σε σχέση με το παρελθόν: διετηρείτο βεβαίως μέρος της «παλιάς καλής πειραϊκής κοινωνίας» αλλά στην πλειονότητά τους οι Πειραιώτες ανήκαν στην εργατική τάξη. Ο Πειραιάς ήταν πλέον εργατούπολη, διέθετε όμως και λογίους, καλλιτέχνες και θεατές με ευρεία καλλιέργεια και παιδεία καθώς και νοσταλγούς της προπολεμικής κοινωνικής ζωής. Κάθε μία από τις ομάδες αυτές είχε διαφορετικές απαιτήσεις από το θέατρο της πόλης: οι εργάτες και οι μικροαστοί ζητούσαν ψυχαγωγία με κωμωδίες, επιθεωρήσεις και οπερέττες, οι μετέχοντες παιδείας ζητούσαν «σοβαρό» θέατρο, κλασσική μουσική, όπερα και ποιητικές βραδιές, οι νοσταλγοί επιθυμούσαν λαμπρότητα στις παραστάσεις και κοσμική κίνηση1. Γι’ αυτό ο Δήμος επιδίωκε την ποικιλία στο θέαμα, ώστε να ικανοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι δημότες, που εκτός από κοινό θεατρικό ή μουσικό ήταν και ... ψηφοφόροι. Η πρόθεση και ο στόχος της δημοτικής αρχής διατυπώθηκε με σαφήνεια: «Κύριο μέλημα της δημοτικής μας αρχής είναι η διάθεσι του θεάτρου μας σε άρτιο θεατρικό συγκρότημα, ικανό να καλλιεργήση, να αναπτύξη και να ψυχαγωγήση το μεγαλύτερον ποσοστό του δραχμοσυντηρήτου πειραϊκού λαού, που δεν έχει την δυνατότητα ούτε και τα χρονικά περιθώρια θεατρικής ψυχαγωγίας στην πρωτεύουσα με έργα του συγχρόνου ρεπερτορίου»2. Μπορεί να μην αποδείχθηκαν άρτιες όλες οι παραστάσεις, πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι την περίοδο αυτή τα «μπουλούκια» εκτοπίσθηκαν από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Παρά ταύτα μεγάλο μέρος του πειραϊκού θεατρόφιλου κοινού διέρρεε στην Αθήνα, επειδή ήθελε να έρχεται σε επαφή τακτικά με 1 «Είναι γεγονός ότι ο θίασος του Εθνικού Θεάτρου θα προσφέρη το εκλεκτόν του ρεπερτόριον εις την μικράν σχετικώς μερίδα του ανεπτυγμένου κοινού και εις τους ευτυχώς ολίγους σνομπ της πόλεώς μας. Πέραν αυτών όμως, υπάρχουν αι πλεονάζουσαι εργατικαί, τεχνικαί και επαγγελματικαί τάξεις, αι οποίαι έχουν ανάγκην ψυχαγωγίας, αλλά ψυχαγωγίας συγγενούς προς την ψυχολογίαν των [...] Το θέατρον πρέπει να κατέρχεται αρχικώς εις το επίπεδον του θεατού και να υποβοηθή εις την ανύψωσίν του. Το πολύμορφον Πειραϊκόν κοινόν έχει την αξίωσιν να παρελάσουν από της σκηνής του Δημοτικού μας Θεάτρου και το δράμα, και η κομεντί, και η οπερέττα και η μουσική κωμωδία αλλά και η επιθεώρησις, διά να ικανοποιηθή εν τω συνόλω του.» Χρονογράφος, 5 Αυγ. 1953, σ. 1. 2 «Είναι γεγονός ότι ο θίασος του Εθνικού Θεάτρου θα προσφέρη το εκλεκτόν του ρεπερτόριον εις την μικράν σχετικώς μερίδα του ανεπτυγμένου κοινού και εις τους ευτυχώς ολίγους σνομπ της πόλεώς μας. Πέραν αυτών όμως, υπάρχουν αι πλεονάζουσαι εργατικαί, τεχνικαί και επαγγελματικαί τάξεις, αι οποίαι έχουν ανάγκην ψυχαγωγίας, αλλά ψυχαγωγίας συγγενούς προς την ψυχολογίαν των [...] Το θέατρον πρέπει να κατέρχεται αρχικώς εις το επίπεδον του θεατού και να υποβοηθή εις την ανύψωσίν του. Το πολύμορφον Πειραϊκόν κοινόν έχει την αξίωσιν να παρελάσουν από της σκηνής του Δημοτικού μας Θεάτρου και το δράμα, και η κομεντί, και η οπερέττα και η μουσική κωμωδία αλλά και η επιθεώρησις, διά να ικανοποιηθή εν τω συνόλω του.» Χρονογράφος, 5 Αυγ. 1953, σ. 1.
119
Από την παράσταση της Ε. Λ. Σ. με τα Ερωτικά γυμνάσια, Δημοτικό Θέατρο 1947.
θιάσους και ρεπερτόριο που μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στα τόσα αθηναϊκά θέατρα. Το ενημερωμένο αυτό κοινό δεν στήριζε πλέον με την παρουσία του το «Δημοτικό», αφού οι παραστάσεις του ήταν επαναλήψεις αθηναϊκών παραστάσεων. Ερωτήματα που ετίθεντο συχνά ήταν: Είναι ο Πειραιάς θεατρική «πιάτσα»; Μπορεί ο Πειραιάς να συντηρήσει θέατρο; Η εμπειρία έδειξε ότι αυτό, στο πλαίσιο και τις συνθήκες αυτής της εικοσαετίας ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Το θέατρο γέμιζε τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές αλλά όχι και τις καθημερινές3. Το πρόβλημα γινόταν εντονότερο όταν επρόκειτο για πολυπρόσωπους μουσικοθεατρικούς θιάσους, των οποίων τα έξοδα ήταν μεγαλύτερα. 3 Δίνουμε ένα μεσαίο παράδειγμα πληρότητας του θεάτρου την περίοδο 1957-58 επί Δωδεκάτης νύχτας του «Πειραϊκού»: 5/12 Πέμπτη (έναρξη) 320 εισιτήρια, 6/12 Παρασκευή 734 εισιτήρια, 7/12 Σαββάτο 224 εισιτήρια, 8/12 Κυριακή 1.007 εισιτήρια, 11/12 Τετάρτη 287, 12/12 Πέμπτη 334, 13/12 Παρασκευή 830, 14/12 Σαββάτο 522, 15/12 Κυριακή 830, 17/12 Τρίτη 467. Ας λάβουμε υπόψη δε ότι επρόκειτο για μια πολυαναμενόμενη παράσταση, που σημείωσε όμως μέτρια εισπρακτική επιτυχία. Ας σημειωθεί τέλος ότι η σάλα του Δ.Θ. είχε χωρητικότητα 1400-1500 θέσεων.
120
Συχνά αναζητούνταν ευθύνες από το κοινό και τονιζόταν το χρέος του να υποστηρίξει το θέατρο της πόλης. Το κοινό όμως, παρά τις προτροπές, εξακολουθούσε να έχει τις δικές του απόψεις για το θέμα, όπως φαίνεται και από την παρακάτω επιστολή: Οι πλούσιοι Πειραιώτες έφυγαν. Μείναμε μόνον βιοπαλαισταί. Μέσα στα πλαίσια της βιοπάλης μας, προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε και τις καλλιτεχνικές μας απασχολήσεις. [...] Ξέρουμε πολύ καλά να κρίνουμε τι πρέπει να δούμε [...] Έχουμε τόσο λίγα χρήματα ώστε με πολλή περίσκεψη τα δίνουμε. με αυτές τις προϋποθέσεις υποστηρίξαμε [...] και τον θίασο της κ. Β. Κύρου, γιατί μας ένιωσε. Χωρίς φούμαρα και τυμπανοκρουσίες, μας καλούσε κάθε βράδυ [...] να περάσουμε δυο ευχάριστες ώρες. Και περνούσαμε. δεν ζητούσε να μας αδειάση την τσέπη, ούτε να φιλοσοφήσουμε. Αρκετή φιλοσοφία μας διδάσκει κάθε μέρα η ζωή.4 Φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος του πειραϊκού κοινού, θεωρούσε το θέατρο ευκαιρία για διασκέδαση και απομάκρυνση από τα καθημερινά του προβλήματα. Του ήταν αρκετή η προσεγμένη και τεχνικά άρτια παράσταση καθώς και η παρουσία γνωστών πρωταγωνιστών. Ενθουσιαζόταν δε όταν το έργο πρόσφερε πλούσιο θέαμα, μουσική και χορό. Γι’ αυτό και ήταν ιδιαίτερα αγαπητές οι επιθεωρήσεις και οι οπερέττες, που ο Δήμος δεν παρέλειπε κατά καιρούς να παρέχει στους Πειραιώτες. Σχετική με τις ιδιομορφίες και τις ανάγκες του Πειραιά, ήταν και η λειτουργία του Δημοτικού Θεάτρου ως πνευματικού κέντρου και χώρου επισήμων και άλλων εκδηλώσεων (διαλέξεων, επετειακών τελετών, εκθέσεων, χοροεσπερίδων, σχολικών επιδείξεων κ.ά). Η έλλειψη άλλων ισάξιων χώρων στον Πειραιά έδωσε στο «Δημοτικό» πολλές χρήσεις, που αφενός το έφθειραν ως κτήριο και ως αξία, αφετέρου το μετέτρεψαν σε ψυχή της πόλης. Όποια σημαντική εκδήλωση πραγματοποιούνταν στον Πειραιά από το φθινόπωρο έως την αρχή του θέρους, γινόταν στο «Δημοτικό». Οι εκδηλώσεις όμως αυτές διοργανώνονταν ευκαιριακά από τον Δήμο, από συλλόγους ή από ιδιώτες, και σπανίως συνδέονταν 4 Φωνή του Πειραιώς, 3 Δεκ. 1955, αρ. 3.347, σ. 1.
121
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1965-66.
122
μεταξύ τους. Και αν δεχθούμε ότι οι εκδηλώσεις του Δήμου είχαν κοινό παρονομαστή μία πολιτιστική πολιτική με στόχο την ωφέλεια της πόλης και των δημοτών, οι υπόλοιπες απλώς γίνονταν στις ίδιες νοικιασμένες ή παραχωρημένες αίθουσες του Δημοτικού Θεάτρου, κάποτε μάλιστα συνοδεύονταν από τραγελαφικά επεισόδια5. Πρέπει, τέλος, να επισημάνουμε τη σχέση του Δημοτικού Θεάτρου με την πολιτική. Η αξιοποίησή του αποτελούσε συνεχώς πεδίο αντιπαράθεσης στις σχετικές συνεδριάσεις των Δημοτικών Συμβουλίων. Στην αντιπαράθεση αυτή μάλιστα αναμιγνυόταν ενεργά και ο πειραϊκός Τύπος. Το θέατρο αναδεικνυόταν με τον τρόπο αυτό σε τρόπαιο της παράταξης ή του συνασπισμού παρατάξεων που κατόρθωναν κάθε φορά να επιβληθούν. Επιπλέον η παραχώρησή του υπέκειτο και στις πελατειακές σχέσεις που ανέπτυσσαν σύμβουλοι και δήμαρχοι με παράγοντες της πόλης, όπως εταιρείες που διαφημίζονταν, ιδιωτικά σχολεία και καλλιτεχνικά συγκροτήματα. Συνεπώς γύρω από το θέατρο είχε αναπτυχθεί ένα πολύπλοκο δίκτυο σχέσεων, που καθόριζε την πορεία του με κριτήρια όχι πάντοτε καλλιτεχνικά και πνευματικά. Το θέατρο πρόζας συναγωνίζεται αυτή την εικοσαετία το ιδιαίτερα αγαπητό στον προπολεμικό Πειραιά μουσικό θέατρο. Η συνύπαρξη των δύο ειδών εθεωρείτο ιδανική από τον πειραϊκό Τύπο και τα Δημοτικά Συμβούλια, αν και δεν στάθηκε πάντοτε δυνατόν να επιτευχθεί. Από τη σκηνή του «Δημοτικού» παρουσιάστηκαν αυτό το διάστημα περίπου 140 έργα πρόζας, από τα οποία τα 80 ήταν κωμωδίες, 4 τραγωδίες (3 αρχαίες και η Ερωφίλη), 4 πατριωτικά και τα υπόλοιπα δράματα. Επίσης τα 63 ήταν έργα Ελλήνων συγγραφέων. Από τους συγγραφείς αυτούς ιδιαίτερα δημοφιλείς υπήρξαν οι Σπ. Μελάς, Δημ. Μπόγρης, Γρ. Ξενόπουλος, Παντελής Χορν αλλά και οι Δ. Ψαθάς, Γ. Ρούσσος και το δίδυμο Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος. Οι δύο πρώτοι μάλιστα υποστηρίζονταν και ως Πειραιώτες συγγραφείς. Οι θίασοι που εμφανίστηκαν ανήκουν σε δυο κατηγορίες: αυτοί που 5 «Μία απίθανος εκδήλωσις έγινε χθες εις το Φουαγιέ του Δημοτικού μας Θεάτρου και μάλιστα καθ’ ην στιγμήν τούτο έχει παραχωρηθή διά την έκθεσιν των νέων γελοιογράφων. Μία ξένη εταιρία προσεκάλεσε ευρύ κύκλον κυριών και έκαμε επίδειξιν των ηλεκτρικών της συσκευών οικιακής χρήσεως! Μέσα εις το Φουαγιέ, δηλαδή, εις την μοναδικής διά τον Πειραιά αίθουσαν πνευματικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, εμαγειρεύθησαν φαγητά, επλύθησαν και ... εστεγνώσθησαν ρούχα, διά να διαφημισθούν αι συσκευαί μιας εταιρίας, ενώ γύρω ήσαν ανηρτημένοι οι πίνακες [...] Προβλέπει ο Κανονισμός την διά τοιαύτας διαφημιστικάς εκδηλώσεις ιδιωτικών επιχειρήσεων παραχώρησιν του Φουαγιέ;» Φωνή του Πειραιώς, 3 Φεβρ. 1962, αρ. 5.210, σ. 1.
123
παρουσίασαν σειρά παραστάσεων για μία ή περισσότερες θεατρικές περιόδους και αυτοί που έδωσαν μία ή λίγες παραστάσεις ευκαιριακά στα κενά του προγράμματος άλλων. Στους τελευταίους ανήκουν οι θίασοι του Β. Λογοθετίδη, Μουσούρη, Γ. Περράκη, Λ. Καλλέργη, Μ. Φωτόπουλου, Ν. Σταυρίδη, Ντ. Ηλιόπουλου, Λ. Καρζή, ΚαρούσουΛεκκού, Τ. Κονταξή, το «Πειραϊκό Θέατρο Νέων», ΡηγόπουλουΑναλυτή κ.ά. Θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στους θιάσους της πρώτης κατηγορίας, των οποίων η παρουσία στο θέατρο υπήρξε ιδιαίτερα έντονη. Εθνικό Θέατρο: Ο θίασος του Εθνικού, με γενικό διευθυντή τον Δημ. Ροντήρη και για σύντομο διάστημα τον Γ. Θεοτοκά, εμφανίστηκε στον Πειραιά από το φθινόπωρο του 1947 έως το 1951 και αργότερα από τον χειμώνα του 1953 έως τον χειμώνα του 1954. Τα έργα, που παρουσιάσθηκαν, 34 δράματα και κωμωδίες, ανήκαν στο ρεπερτόριο του Βασιλικού Θεάτρου και αποτελούσαν επαναλήψεις των αθηναϊκών παραστάσεων, συχνά της ίδιας χρονιάς, με ελάχιστες αλλαγές στη διανομή. Το εικαστικό μέρος κάλυπταν οι σταθεροί συνεργάτες του Ροντήρη Κλ. Κλώνης και Αντ. Φωκάς και την σκηνοθετική ευθύνη είχαν ως επί το πλείστον ο Ροντήρης αλλά και οι Κ. Μιχαηλίδης, Σ. Καραντινός, Κ. Κουν και Αλ. Σολομός. Ως πρώτο έργο επιλέχτηκε το πατριωτικό δράμα του Σπ. Μελά Παπαφλέσσας με πρωταγωνιστή τον Στ. Βόκοβιτς. Η παράσταση, την οποία παρακολούθησαν το βασιλικό ζεύγος, «ο δήμαρχος Γ. Χαραλαμπόπουλος, οι βουλευταί, δικαστικοί άρχοντες, έμποροι και βιομήχανοι, άνθρωποι των γραμμάτων και των Τεχνών, με δυο λόγια οι άνθρωποι της διανοήσεως, του πλούτου και της πολιτικής ζωής»6 ενθουσίασε κοινό και κριτικούς 7 και έδωσε την αίσθηση «ότι κάποια ρόδινη αυγή διεγράφη στον κοινωνικό ορίζοντα της πόλεως». Ιδιαίτερα αγαπήθηκαν τα έργα του Δημ. Μπόγρη, του Σπ. Μελά και του Γρ. Ξενόπουλου και οι ηθοποιοί που ενσάρκωναν τους ήρωές τους: Και χθες εκτός από τον δοκιμασμένο Αρώνη, τον φθασμένο 6 «Τα αυτιά μου δονούν ακόμα, τα θερμότατα χειροκροτήματα του εκλεκτού κοινού, με κορωνίδα του Βασιλικού ζεύγους, που, αφού επί 3 ½ ώρες παρηκολούθησε το έργο ολόκληρο όρθιο στο τέλος, επρωτοστάτει στις ποικίλες εκδηλώσεις για την αρτιότητα της παραστάσεως.» Ελληνική Ώρα, ό.π. 7 «Τα αυτιά μου δονούν ακόμα, τα θερμότατα χειροκροτήματα του εκλεκτού κοινού, με κορωνίδα του Βασιλικού ζεύγους, που, αφού επί 3 ½ ώρες παρηκολούθησε το έργο ολόκληρο όρθιο στο τέλος, επρωτοστάτει στις ποικίλες εκδηλώσεις για την αρτιότητα της παραστάσεως.» Ελληνική Ώρα, ό.π.
124
Η Έλλη Λαμπέτη στον Κουρέα της Σεβίλλης, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1948.
Ο Γκίκας Μπινιάρης (αρισ.) και ο Χριστόφορος Νέζερ στον Κατά φαντασίαν ασθενή, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1953.
Ευθυμίου, την χαρακτηριστική Ροζάν, και τους πρωτοδιδάξαντας Μαλλιαγρόν και Ταλιάνον οι άλλοι είναι νεώτεροι [...] Ο Βόκοβιτς είχε τον ανδρισμό και την χάρι της παλληκαριάς, η Τιτίκα Νικηφοράκη, όλη την παρθενικότητα, αλλά και την ομορφιά, ο Γκίκας Μπινιάρης έναν αυθορμητισμό που γοήτευε [...] Αν ο Πειρασμός κράτησε ένα μήνα και πλέον, τ’ Αρραβωνιάσματα πρέπει να κάνουν διπλές παραστάσεις. Τ’ αξίζουν.8 Οι Πειραιώτες υποστήριζαν με θέρμη τους νέους ηθοποιούς· χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από κριτική για τις Φουσκοθαλασσιές του Μπόγρη:
Ο Δημήτρης Χορν στον Κουρέα της Σεβίλλης, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1948.
Σκηνή από τις Φουσκοθαλασσιές, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1954.
«Η Αλίκη Βουγιουκλάκη μαθήτρια ακόμη της δραματικής σχολής του Εθνικού μας, ήταν εξαιρετική στον ρόλο της μικρής αδελφής. [...] Αναρωτιόμουν, κάθε φορά που έβγαινε στην σκηνήν- και με το μπρίο της εσκόρπιζε ευθυμία σε ολόκληρον το θέατρον-μήπως τάχα γεννιέται μία νέα Κυβέλη.»9 Επιτυχία γνώρισαν και έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου όπως ο Αμφιτρύων του Μολιέρου, Μια πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή ή κλειστή του Μυσσέ, Άνθρωπος και υπεράνθρωπος του Σω, ο Κουρεύς της Σεβίλλης του Μπομαρσαί, το Παιχνίδι του έρωτα και της τύχης του Μαριβώ, Άννα Κρίστι του Ο’Νηλ, Σπασμένη στάμνα του Κλάιστ, Ρουί Μπλας του Ουγκώ. Για το τελευταίο διαβάζουμε στη σχετική κριτική: «Ο ακλόνητος βράχος της ελληνικής σκηνής κ. Θ. Αρώνης, κύριος του εξαιρετικού του ταλέντου και του δύσκολου ρόλου του Ντον Σαλούστιου γέμιζε τη σκηνή. Καλοί επίσης-επί τέλους!- ο κ. Χορν ως Ντον Καίσαρας, ο κ. Γαβριηλίδης, ο κ. Δεστούνης, ο κ. Μπινιάρης, η δις Α. Μουστάκα [...] Πλέον ή ατυχής υπήρξεν η ανάθεσις του ρόλου της Βασιλίσσης εις την νέαν ηθοποιόν Μ. Μερκούρη. Θα ήτο ευχής έργον, εάν αντεκαθίστατο σήμερον.»10 Αίτημα του Δήμου ήταν η συχνότερη αλλαγή προγράμματος αλλά δεν εισακούσθηκε. Τα πρώτα σοβαρά προβλήματα παρουσιάστηκαν με την πρεμιέρα της Στρίγγλας. Διατυπώθηκαν αντιρρήσεις για την 8 Ελληνική Ώρα, 16 Ιαν. 1948, αρ. 835, σ. 1. 9 «Τα αυτιά μου δονούν ακόμα, τα θερμότατα χειροκροτήματα του εκλεκτού κοινού, με κορωνίδα του Βασιλικού ζεύγους, που, αφού επί 3 ½ ώρες παρηκολούθησε το έργο ολόκληρο όρθιο στο τέλος, επρωτοστάτει στις ποικίλες εκδηλώσεις για την αρτιότητα της παραστάσεως.» Ελληνική Ώρα, ό.π. 10 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
125
τακτική του Εθνικού να παρουσιάζει στον Πειραιά σε επανάληψη έργα που είχαν πρόσφατα παιχθεί στην σκηνή της Αγ. Κωνσταντίνου, προφανώςδιότι πολλοί θεατρόφιλοι Πειραιώτες τα είχαν ήδη δει και οι Αθηναίοι, την προσέλευση των οποίων πάντα επιθυμούσε ο Δήμος και ο εμπορικός κόσμος του Πειραιά, δεν επρόκειτο πια να κατέβουν στο «Δημοτικό». Σε έναν απολογισμό της πρώτης τριετίας του Εθνικού στο «Δημοτικό» ο αρθρογράφος της ασχολούμενης τακτικά με τα καλλιτεχνικά Φωνής του Πειραιώς συνοψίζει την κατάσταση: Δυστυχώς από τον πρώτο χρόνο καταλάβαμε το λάθος μας, τον δεύτερο δόθηκε η απόδειξις και φέτος, τον τρίτο χρόνο, η πίκρα και η διαμαρτυρία γίνανε αγανάκτηση και αηδία. Για το Εθνικό Θέατρο είναι μια «πιάτσα» ο Πειραιάς, που το εξυπηρετεί ταμειακώς, χωρίς αντίκρισμα, χωρίς τίποτα [...] Ο Πειραιώτης αναγκάζεται ή να περιοριστή στο πρόγραμμα του Οργανισμού και στις επαναλήψεις των επαναλήψεων, που μαζί με τ’άλλα κουράζουν και κοινό και καλλιτέχνες, που σαν σε αγγαρεία ξαναλένε και πάλι και πάλι τα ίδια πράγματα ή να μην πηγαίνη στο Θέατρο και γι’αυτό φέτος τα ταμεία είναι χειρότερα από πέρυσι. [...] Μόνο δικαιώματα λοιπόν, που φθάνουν μέχρι του σημείου ν’απορρίπτονται λαμπρές προτάσεις της Λυρικής Σκηνής με σαθρές δικαιολογίες και με τον πραγματικό λόγο: «Δεν το θέλει ο κ. Ροντήρης»11. Το Εθνικό παρά ταύτα συνέχισε τις παραστάσεις του, μολονότι το κοινό συνεχώς μειωνόταν και η δυσαρέσκεια μεγάλωνε. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του αρθρογράφου της ίδιας εφημερίδας για μια παράσταση του Πειρασμού: Οι ηθοποιοί βαρεθήκανε να λένε καιρούς και ζαμάνια τα ίδια λόγια, να κάνουνε τα ίδια τερτίπια και καμώματα, αηδιάσανε οι άνθρωποι να παίζουνε μπροστά σε αδειανά καθίσματα και το ρίξανε όξω. Ο υποβολέας σιχάθηκε να ψιθυρίζει και φώναζε. Η κ. Αλκαίου – καλός πειρασμός – μπερδεύτηκε αρκετές φορές για γούστο. Ο κ. Χατζίσκος έδωσε μια γερή σβερκιά του νεαρού Φιλιππόπουλου κι ευτυχώς τον παρετήρησε ο κ. Αποστολίδης. 11 Φωνή του Πειραιώς, 10 Δεκ. 1949, αρ. 1523, σ. 1.
126
Έντυπο Ε. Λ. Σ. 1957.
127
Η σκηνή και το φουαγιέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά τη δεκαετία του 1960
128
Η κ. Ποδηματά γελούσε και κοιμισμένη στον καναπέ. Μα ήτανε απόλαυση, κ. Ροντήρη. Χάσατε που δεν ήλθατε προχτές. Εγώ θα πηγαίνω τακτικά στις επαναλήψεις σας ... »12 Αν και η τελευταία περίοδος, 1953-1954, θεωρήθηκε η πιο πετυχημένη του Εθνικού στον Πειραιά, οι Πειραιώτες δεν έμειναν ευχαριστημένοι από την εθνική σκηνή. Παραδέχονταν μεν την καλλιτεχνική αρτιότητα των παραστάσεων, ζητούσαν όμως «ποικιλία θεάματος», συχνή εναλλαγή των έργων και βέβαια πρεμιέρες στο θέατρο της πόλης τους. Θίασος Κατερίνας Ανδρεάδη: Ο θίασος της κυρίας Κατερίνας εμφανίστηκε στο «Δημοτικό» για πρώτη φορά για δέκα μόνο μέρες, τον Οκτώβριο του 1951 με δύο κωμωδίες που ανήκαν στο ρεπερτόριο του θιάσου της (Περάστε την 1η του μηνός των Μπεκέφι και Στέλα και το Σύζυγοι με δοκιμή του Λοντέιλ). Την επόμενη θεατρική περίοδο η θιασάρχις παρουσίασε δέκα έργα, από τα οποία τα έξι ήταν κωμωδίες. Ιδιαίτερη προτίμηση έδειξε σε δράματα και κωμωδίες του Σ. Μωμ (Πιστή σύζυγος, Η βροχή, Τι ώρα θα γυρίσεις;, Ιερή φλόγα). Ο θίασος διέθετε και «παιδικό θέατρο» που δεσμεύτηκε να δίνει παραστάσεις Τετάρτη και Παρασκευή απόγευμα και Κυριακή πρωί. Με την κυρία Κατερίνα συνεργάζονταν δημοφιλείς ηθοποιοί, όπως ο Μ. Κατράκης, ο Λ. Κωνσταντάρας, ο Γ. Βρασιβανόπουλος, ο Γ. Οικονομίδης, η Α. Κυριακού κ.ά. Παρά την μικρή προσέλευση του κοινού, ο θίασος ζήτησε παράταση της αρχικής τρίμηνης σύμβασης και συνέχισε τις παραστάσεις του με τις διασκεδαστικές και διδακτικές κωμωδίες του Βερνεϊγ Η αδελφή μου κι εγώ και Θα με παντρευτείς και το Βρήκε τον μάστορή του του Σαβουάρ. Τηρώντας εν μέρει την υπόσχεσή της να παρουσιάσει και νέα έργα στο πειραϊκό κοινό η κυρία Κατερίνα ανέβασε στα τέλη Ιανουαρίου του 1953 το αστυνομικό δράμα Στο φως του γκαζιού του Χάμιλτον σε σκηνοθεσία Τ. Μουζενίδη. Με αυτό κατά τον πειραϊκό Τύπο «η πόλις μας παίρνει ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον διότι τα πρωτόπαικτα έργα της Κατερίνας παρακολουθούνται από ευρύ κοινό και είναι ίσως η πρώτη φορά που παίζεται στη σκηνή του Δημοτικού
12 «Τα αυτιά μου δονούν ακόμα, τα θερμότατα χειροκροτήματα του εκλεκτού κοινού, με κορωνίδα του Βασιλικού ζεύγους, που, αφού επί 3 ½ ώρες παρηκολούθησε το έργο ολόκληρο όρθιο στο τέλος, επρωτοστάτει στις ποικίλες εκδηλώσεις για την αρτιότητα της παραστάσεως.» Ελληνική Ώρα, ό.π.
129
Θεάτρου καινούργιο έργο από μεγάλο θίασο»13. Ποτέ δεν ξεχνούσαν οι Πειραιώτες τον στόχο τους: την προσέλκυση αθηναϊκού κοινού. Το ανέβασμα του νέου έργου στοίχισε 25.000.000 δρχ. Η πρεμιέρα σημείωσε επιτυχία και επαινέθηκαν ιδιαίτερα η Κατερίνα, ο Μ. Κατράκης, ο Θ. Μορίδης και η Α. Κυριακού (παίχτηκε για 15 ημέρες με 4.498 θεατές). Ο θίασος τερμάτισε τις εμφανίσεις του με την κωμωδία του Γκρέντυ Το χάρισμα της Αδέλλας. Η αιτία του πρόωρου τέλους ήταν οικονομική· η κυρία Κατερίνα διέκοψε τις παραστάσεις της «διότι δεν συνήντησε την ανάλογον ενίσχυσιν και κατανόησιν από το Πειραϊκόν κοινόν»14. Συνολικά τα δέκα έργα του θιάσου παρακολούθησαν 43.430 θεατές, με μέσο όρο 290 εισιτήρια την ημέρα. Για τελευταία φορά ο θίασος της Κατερίνας Ανδρεάδη εμφανίστηκε στο «Δημοτικό» για ένα δεκαπενθήμερο τον Οκτώβριο του 1955 με δύο κωμωδίες. Εξετάζοντας συνολικά την παρουσία του στο «Δημοτικό» διαπιστώνουμε ότι ο θίασος αυτός αντιμετωπίστηκε με σεβασμό από τον πειραϊκό Τύπο. Το ρεπερτόριό του, παρά τις επαναλήψεις, με την ποικιλία και την τακτική εναλλαγή των έργων ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις των θεατών της εποχής, σε αντίθεση με την ακαμψία του Εθνικού, που επέμενε στο – αθηναϊκό στην ουσία – πρόγραμμά του αδιαφορώντας για τις προτιμήσεις του πειραϊκού κοινού. Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο: Την χειμερινή περίοδο 1955-56, επί δημαρχίας Δ. Σαπουνάκη, το Δημοτικό Θέατρο παραχωρήθηκε στον θίασο του Μ. Κατράκη. Τα δύο πρώτα έργα (ο Λόρδος Βύρων του Μ. Σκουλούδη και το Τέλος του ταξιδιού του Σέριφ) παρά τις καλές κριτικές δεν προσέλκυσαν αρκετούς θεατές. Μεγαλύτερη επιτυχία όμως γνώρισε η πολυπρόσωπη κωμωδία Μονοσάνδαλος του Ν. Τσεκούρα, σε σκηνοθεσία Π. Κατσέλη, με σκηνικά του Σπ. Βασιλείου. Χαρίσματα του διανθισμένου με ελληνικούς χορούς και τραγούδια έργου θεωρήθηκαν η ρωμαλεότητα, η ζωντάνια, η φρεσκάδα και η ελληνικότητα αλλά ο Μ. Κατράκης εφάρμοζε μεθόδους για να προσελκύσει θεατές που δυσαρέστησαν τους Πειραιώτες. Τον κατηγόρησαν ότι «εξέρχεται εις το προσκήνιον του θεάτρου [...] και συνιστά εις τους θεατάς να του ... προσκομίσουν πελατείαν!». Η ενέργεια αυτή κρίθηκε αναξιοπρεπής και για τον θιασάρχη και για το κοινό και θύμιζε «επαρχιακόν θίασον, 13 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1. 14 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
130
Οι Ν. Καζής, Χ. Νέζερ, Α. Συνοδινού στο Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό 1954.
ενώ, το λέμε διά μίαν εισέτι φοράν, ο Πειραιεύς δεν είναι επαρχία»15. Στο μεταξύ, όσο ο Μ. Κατράκης δούλευε στον Πειραιά, συμμετείχε σε λογοτεχνικές και άλλες εκδηλώσεις, που πραγματοποιούνταν στο θέατρο, απαγγέλλοντας μαζί με συναδέλφους του, όπως η Κ. Παναγιώτου, η Ασπασία Παπαθανασίου κ.ά. Μετά την 100ή του παράσταση ο Μονοσάνδαλος αντικαταστάθηκε από το Κορίτσι με το κορδελάκι του Ν. Περγιάλη. Ευνοϊκές κριτικές συνόδευσαν το νέο έργο και την ερμηνεία των ηθοποιών, κυρίως της Αλ. Γεωργούλη, του Μ. Κατράκη, του Γ. Αργύρη και του Κ. Παπά. Ο θίασος του Μ. Κατράκη άφησε άριστες εντυπώσεις και παρά την αρχική δυσπιστία αποδείχθηκε ανώτερος των προσδοκιών των Πειραιωτών. Ήταν ο πρώτος θίασος με σαφή αριστερή ιδεολογία που εμφανίστηκε στο «Δημοτικό» και, μολονότι όφειλε την παρουσία του στον Πειραιά στην πολιτική τοποθέτηση του Δημάρχου, κέρδισε το κοινό με την ευσυνείδητη καλλιτεχνική δουλειά του και την προσπάθειά του να πλησιάσει τα λαϊκά στρώματα. Πειραϊκό Θέατρο: Ο Δ. Ροντήρης ως ιδρυτής του Πειραϊκού Θεάτρου συνδέεται με την πιο φιλόδοξη προσπάθεια στην μεταπολεμική ιστορία του «Δημοτικού». Τον συναντούμε σε τρεις διαφορετικές φάσεις της δραστηριότητάς του στο πειραϊκό θέατρο: ως διευθυντή του Εθνικού, ως θιασάρχη της βραχύβιας «Ελληνικής Σκηνής» το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου του 1951 και ως ιδρυτή και θιασάρχη του «Πειραϊκού Θεάτρου». Το 1957, μετά την νέα απόλυσή του 15 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
131
από το Εθνικό, ο Ροντήρης αποδέχθηκε την πρόταση του δημοτικού Συμβουλίου και του Δημάρχου Δ. Σαπουνάκη να αναλάβει την ίδρυση ενός θεατρικού οργανισμού στην πόλη, ενός μόνιμου δημοτικού θιάσου, που φυσικά θα στεγαζόταν στο Δημοτικό Θέατρο· μια φιλοδοξία που έτρεφαν οι Πειραιώτες από κτίσεως του θεάτρου. Αν και οι όροι λειτουργίας του «Πειραϊκού Θεάτρου» δεν ήταν ευνοϊκοί16 και ο κίνδυνος οικονομικής αποτυχίας μεγάλος, ο Ροντήρης προχώρησε στη συγκρότηση του «αντιβεντετικού» του θιάσου αποτελούμενου από νέους στην πλειονότητά τους ηθοποιούς και με βασικούς συνεργάτες τον σκηνογράφο Μ. Αγγελικόπουλο και τη χορογράφο Λουκία. Μετά από μεγάλη καθυστέρηση η πολυπόθητη πρεμιέρα της Δωδέκατης νύχτας του Σαίξπηρ δόθηκε στις 5-12-1957, «εις την υπερπλήρη αίθουσαν από εκπροσώπους των Γραμμάτων και των τεχνών, ως και πολλών επισήμων»17. Την παράσταση προλόγισε ο ένθερμος υποστηρικτής του Ροντήρη στον Πειραιά Νικηφόρος Βρεττάκος εκ μέρους της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Δήμου. Το θέμα παρακολουθούσε και ο αθηναϊκός Τύπος· ο Β. Βαρίκας, που παρατήρησε ανομοιογένεια και έλλειψη πείρας των ηθοποιών, κατέληγε στην κριτική του: «Πρόκειται για μια ωραία παράσταση που έρχεται να μας δείξει για μια ακόμη φορά τι μπορεί να επιτύχει ένας ευσυνείδητος και εμπνευσμένος σκηνοθέτης ακόμη και όταν δεν έχει στην διάθεσή του τα αναγκαία μέσα.»18. Δόθηκαν συνολικά 111 παραστάσεις, τις οποίες παρακολούθησαν 28.000 θεατές. «Θα περίμενε όμως κανείς θερμότερη υποδοχή εκ μέρους του νοήμονος κοινού»19. Ακολούθησαν το δράμα του Σίλλερ Έρως και ραδιουργία και το Μελτεμάκι του Π. Χορν. Τον Οκτώβριο του 1958 μεταφέρθηκε στο «Δημοτικό» η παράσταση των Περσών του Αισχύλου, που είχε ανεβάσει στις αρχές του μήνα με επιτυχία το «Πειραϊκό» στο υπαίθριο θέατρο της Καστέλλας. Επιδοκιμάστηκε ιδιαίτερα η ενότητα και το πάθος του χορού, παρά την ανομοιογένεια των ηθοποιών, η τελετουργική και γεμάτη δύναμη σκηνοθεσία και η ερμηνεία της Α. Παπαθανασίου και του Ν. Δενδρινού. 16 «Ο Δήμος θα παραχωρούσε μονάχα το θέατρο και όλα τα έξοδα για τη λειτουργία του, δηλαδή ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, καθαριότητα [...] Τα υπόλοιπα έξοδα θα 'τανε εις βάρος του θιάσου, μισθοί ηθοποιών, τεχνικών, σκηνογραφία, διαφήμιση κ.τ.λ.» Δημήτρης Ροντήρης, Σελίδες αυτοβιογραφίας, Αθήνα, Καστανιώτης, 2000, σ σ. 125-128. 17 Χρονογράφος, 6 Δεκ. 1957, αρ. 16.370, σ σ. 1 και 4. 18 Τα Νέα, 12 Δεκ. 1957 19 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
132
Η χειμερινή περίοδος εγκαινιάσθηκε με τους Γάμους του Φίγκαρο του Μπωμαρσαί και συνεχίσθηκε με την κωμωδία του Π. Καγιά Τοπικός παράγων και την Τετραπέρατη γυναίκα του Γκολντόνι. Με την λήξη της θητείας του Δ. Σαπουνάκη και την ανάδειξη του νέου Δημάρχου Π. Ντεντιδάκη δεν ανανεώθηκε η συνεργασία του «Πειραϊκού Θεάτρου» με τον Δήμο Πειραιά. Λόγοι που μπορούν να εξηγήσουν το ναυάγιο αυτής της συνεργασίας ήταν εκτός της μικροπολιτικής, η μη συχνή εναλλαγή των έργων, ο ισχυρισμός ότι η πλειονότητα των κατοίκων του Πειραιά δεν κατανοούσε τα πολύπλοκα και μεγάλης διάρκειας έργα, η έλλειψη διάσημων πρωταγωνιστών και η οικονομική αποτυχία. Συνολικά όμως ο Δ. Ροντήρης τήρησε τις υποσχέσεις του απέναντι στην πόλη του Πειραιά. Αναγνωρίσθηκε η ευσυνείδητη εργασία του· με τη φλόγα και την ακούραστη δημιουργικότητά του κινητοποίησε τον κόσμο της πόλης και παρέσυρε τον δυσκίνητο δημοτικό μηχανισμό στο κυνήγι οραμάτων, που ο τελευταίος δεν είχε τα μέσα – ούτε τα οικονομικά ούτε τα πνευματικά – ώστε να τα κάνει πραγματικότητα. Για να υπάρξει ορατό αποτέλεσμα χρειαζόταν χρόνος και χρήμα· τίποτε από αυτά δεν δόθηκε στον Ροντήρη ώστε να αποδώσουν οι προσπάθειές του. Θίασος Βίλμας Κύρου: Ο θίασος αυτός εμφανίσθηκε στο Δημοτικό Θέατρο όλη τη θεατρική περίοδο 1959-60, και για μικρά διαστήματα το 1961 και 1966. Την πρώτη περίοδο παρουσίασε 9 έργα, όλα επαναλήψεις παλαιότερων παραστάσεων σε σκηνοθεσία Π. Κατσέλη, από τα οποία τα 8 ήταν κωμωδίες, οι 4 μάλιστα ελληνικές. Ξεκίνησε με τις κωμωδίες Θέλω να μ’αγαπήσεις του Βολφ και Σκάνδαλα κοριτσιών του Χέρμπερτ δίνοντας στις πρεμιέρες πανηγυρικό χαρακτήρα και απολαμβάνοντας καλές κριτικές. Ιδιαίτερα επαινέθηκαν οι ερμηνείες της πρωταγωνίστριας Β. Κύρου («Μας έδωσε μια 15χρονη παιδούλα με τον αυθορμητισμό της, με τις ανησυχίες της, με το παιχνίδισμά της, με τη θηλυκότητά της [...] Και όλα αυτά με τόση υποκριτική τέχνη, που δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν πιο τέλεια».)20, της Ν. Ρούμπου, του Α. Ντούζου, του Δ. Σταρένιου, της Ελ. Θεοφίλου κ.ά. Η αντίδραση του Τύπου όμως στο μοναδικό δράμα της σαιζόν, Ήταν όλοι τους παιδιά μου του Α. Μίλλερ, παρά τις καλές κριτικές ανάγκασε την Β. Κύρου να στραφεί και πάλι στις κωμωδίες: 20 Για τα «Σκάνδαλα κοριτσιών». Χρονογράφος, 29 Οκτωβ. 1959, αρ. 16.935, σ. 1-4.
133
Εξώφυλλο του προγράμματος του έργου Το κορίτσι με το κορδελάκι 1955 - 1956
134
Προς Θεού όχι σχολείο. Αρκετά κατά τα προηγούμενα χρόνια ταλαιπωρήθηκε εν ... απομονώσει η σκηνή του Δημοτικού, με τους πειραματισμούς της βαριάς σκηνοθεσίας. Είμαστε όπως μας λένε μαουνιέρηδες, αλλά η πλάτη μας δεν σηκώνει τόσο ... βαριά τέχνη που μοιραία ξεσπάει στο ταμείο του θιάσου. Ο Πειραιώτικος κόσμος θέλει να σας αγκαλιάση μα όχι για να πιάση το ... κλάμα. Σας θέλει πρόσχαρους, ανοιχτόκαρδους, όπως κι αυτός.21 Ο θίασος της Β. Κύρου άφησε καλές αναμνήσεις στον Πειραιά. Οι παραστάσεις του – συντηρητικές, ψυχαγωγικές, κόσμιες και ευπρεπείς – με την απήχηση που είχαν, απεδείκνυαν ότι αυτό το είδος θεάτρου είχε ευρεία απήχηση στην πόλη. Θίασος Β. Διαμαντόπουλου - Μ. Αλκαίου: Η εξαιρετική επιτυχία που σημείωσε ο θίασος αυτός με το έργο του Κασόνα Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια το 1961, συντέλεσε ώστε να του παραχωρηθεί το θέατρο το διάστημα 1963-1965. Ξεκίνησε με το Νησί της Αφροδίτης του Αλ. Πάρνη και εμφανίζονταν μεταξύ άλλων, εκτός από τους θιασάρχες, οι: Α. Καπελαρή, ο Θ. Κατσαδράμης, η Λ. Πρωτοψάλτη και ο Λ. Βουρνάς. Οι κριτικές υπήρξαν διθυραμβικές: «[...] το πειραϊκό κοινό – αυτό που κατάκλυσε χθες την πλατεία και τα θεωρία του Δημοτικού επεφύλαξε την ανάλογη υποδοχή και στο έργο και στον συγγραφέα. [...] Ο Διαμαντόπουλος, η Αλκαίου και όλοι οι συνεργάται των εδημιούργησαν μίαν θαυμασίαν παράστασιν, από τις μοναδικές μέχρι σήμερα του Δημοτικού Θεάτρου».22 Το Νησί της Αφροδίτης παιζόταν για τέσσερις μήνες (200 παραστάσεις), ενώ ταυτόχρονα ανέβηκε και στην Αθήνα από τον θίασο της Β. Κύρου. Χαρακτηριστικό το απόσπασμα από Τα Νέα (17/10/63): «Αθήνα και Πειραιάς βρίσκονται και πάλι αντιμέτωποι. Μα για πρώτη φορά όχι σε γήπεδο με μπάλλα και κλωτσιές, αλλά στη σκηνή, σ’ έναν ευγενικό αγώνα καλλιτεχνικής άμιλλας». Η οικονομική επιτυχία επίσης ήταν πρωτοφανής· οι εισπράξεις έφθαναν τις 65.000 με 70.000 την εβδομάδα. Την ίδια θεατρική περίοδο παρουσιάστηκαν δύο ακόμη δράματα, το Πέντε στρέμματα παράδεισος των Γ. Σταύρου και Α. Φραγκιά και το Τα δέντρα πεθαίνουν όρθια του Κασόνα, παλιές επιτυχίες του θιάσου. Για την σκηνοθεσία υπεύθυνος ήταν πάντα ο θιασάρχης και στα τελευταία έργα στη δύναμη του θιάσου ανήκαν ο Θ. Παπαγεωργίου 21 Χρονογράφος, 16 Νοεμβ. 1959, αρ. 16.950, σ. 1. 22 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
135
136
και ο Δ. Χρυσομάλλης. Και την επόμενη χρονιά το κοινό υποστήριξε τις παραστάσεις του Β. Διαμαντόπουλου: τη δραματική κωμωδία Το έμπα και το έβγα του κόσμου των Ανδρεόπουλου-Γκούφα, τις κωμωδίες Μια γυναίκα χωρίς σημασία του Ο. Γουάιλντ και Τίνος είναι ο Μπιμπής του Λετράζ και τέλος το αμερικάνικο δράμα Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν. Συνολικά στο διάστημα των δύο χρόνων ο θίασος ΔιαμαντόπουλουΑλκαίου παρουσίασε 7 έργα με πρωτοφανή καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία. Παρά το εχθρικό κλίμα που αντιμετώπισε ο «αριστερός» θιασάρχης από τους αντιφρονούντες πολιτικά, δεν φοβήθηκε να ανεβάσει και δράματα, αν και ήξερε ότι επιτυχία στον Πειραιά έκαναν οι ελαφρές κωμωδίες. Με την νοοτροπία και την ιδεολογία που τον διέκριναν πλησίασε τους Πειραιώτες θεατές παρουσιάζοντάς τους έργα που διαπνέονταν από ανθρωπισμό και κοινωνική ευαισθησία, σε άρτιες παραστάσεις, που λειτούργησαν ως μέτρο σύγκρισης για τους επόμενους θιάσους. Θίασος Αλεξανδράκη-Γεωργούλη: Μετά από πολύμηνη μάχη
Εξώφυλλο του προγράμματος του έργου Έγκλημα και τιμωρία 1965 - 1966
ανάμεσα στα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, ενδεικτική για τα πολιτικά πάθη της 10ετίας του 1960, το θέατρο παραχωρήθηκε στον θίασο Αλέκου Αλεξανδράκη και Αλίκης Γεωργούλη τον Νοέμβριο του 1965, επί δημαρχίας του κεντροαριστερού, υποστηριζόμενου από την ΕΔΑ Γ. Κυριακάκου. Παρουσίασε δύο έργα, από τα οποία τη μεγαλύτερη επιτυχία γνώρισε η διασκευή του μυθιστορήματος του Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και τιμωρία σε σκηνοθεσία Γ. Σεβαστίκογλου. Ο πολυπληθής θίασος απαρτιζόταν, εκτός από τους θιασάρχες, από τον Ζ. Τσάπελη, τον Α. Ουδινότη, τον Γ. Διαλεγμένο, την Υβόνη Μαλτέζου, τον Β. Ανδρονίδη, τον Δ. Χρυσομάλλη, την Δ. Μπεμπεδέλη και άλλους πολλούς. Το έργο απετέλεσε την μεγαλύτερη και μακροβιότερη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά και παρουσιαζόταν, γεγονός εξαιρετικό, για πρώτη φορά από τον εν λόγω θίασο· δεν ήταν επανάληψη παλαιότερης παράστασης. Παιζόταν για τεσσερισήμιση μήνες (24/11/65 -10/4/66) σε απογευματινές παραστάσεις (5.30 μ.μ.) Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο και Κυριακή, από τις οποίες οι τέσσερις πρώτες ήταν λαϊκές απογευματινές με λαϊκό εισιτήριο 20, 15 και 10 δρχ., και σε βραδινές καθημερινά στις 8.30 μ.μ. με εισιτήριο 30, 20 και 10 δρχ. Μεγάλο ενδιαφέρον για την παράσταση έδειξαν οι αθηναϊκές εφημερίδες (οι 137
τοπικές την αγνόησαν επιδεικτικά) και περιέγραψαν την ανταπόκριση του κοινού: «Παράλληλα με τον ομόθυμο έπαινο της κριτικής για τη θαυμάσια ερμηνεία του, το Έγκλημα και τιμωρία βρίσκει απήχηση στο κοινό, που συρρέει στο θέατρο και χειροκροτεί με ενθουσιασμό κάθε βράδυ...»23. Ο Αιμ. Χουρμούζιος έγραψε: «Πηγαίνετε στον Πειραιά, να ιδήτε θέατρο, να ιδήτε μια καλή, μια άριστη παράσταση.[...] Το «Δημοτικό» του Πειραιώς είναι αυτή τη στιγμή πόλος έλξεως. Επήγα, δεν το κρύβω, με κάποιες προκαταλήψεις, που μου υποκινούσε η τόλμη του εγχειρήματος. Έφυγα συγκινημένος από την προσπάθεια και το επίτευγμά της»24. Οι παραστάσεις του θιάσου τελείωσαν με το Ένας μήνας στην εξοχή του Τουργκένιεφ σε σκηνοθεσία Λ. Τριβιζά. Ο Α. Αλεξανδράκης διεκδίκησε το «Δημοτικό» και για την επόμενη θεατρική περίοδο αλλά συνάντησε την άρνηση του Συμβουλίου, που στηρίχθηκε στο γεγονός ότι παρουσιάστηκαν δύο μόνο έργα ολόκληρη σαιζόν και ότι υπήρχε οικονομική ζημία. Επιπλέον ο συντηρητικότατος Χρονογράφος του καταμαρτυρούσε χαρακτηριστικά: Μετεβλήθη εις υμνητήν του Ντοστογιέφσκυ διά να καθυβρίση από σκηνής Βασιλιάδες της παλαιάς εποχής για να ικανοποιήση προφανώς τους ομοϊδεάτας του. Και ετερμάτισεν την σαιζόν με δύο έργα. [...] Το Δημ. Θέατρον δεν ελειτούργησε κ. Αλεξανδράκη ως πνευματικόν τέμενος, αλλά ως προπαγανδιστικόν. Απόδειξις ότι τας πολυαρίθμους και μονοτόνους παραστάσεις σας παρηκολούθησαν και ενίσχυσαν θεαταί ολίγοι εκ Πειραιώς και οι περισσότετροι εκ Δουργουτίου, Κοκκινιάς, Καισαριανής, Βύρωνος, Περιστερίου κ.λ.π. [...] Αν προσφέρατε υπηρεσίας οι ωφεληθέντες δεν ήσαν οι Πειραιείς. Ήσαν υμείς – αι προσωπικαί σας εισπράξεις – και το κόμμα σας την τέρψιν των οπαδών του οποίου είχατε αυτοσκοπόν.25 Παρά ταύτα το Δημοτικό Συμβούλιο στον απολογισμό του ανέφερε ότι οι τελευταίες περίοδοι με τους θιάσους Διαμαντόπουλου και Αλεξανδράκη στο «Δημοτικό» ήταν από τις πιο δημιουργικές «με το 23 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1. 24 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1. 25 Χρονογράφος, 9 Αυγ. 1966, αρ. 18.958, σ. 1.
138
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης στο έργο Έγκλημα και τιμωρία Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 1965
139
ανώτατον όριον μέχρι σήμερον θεατών [...] και με αναντίρρητον την υψηλήν καλλιτεχνικήν αξίαν των παραστάσεών των»26. Μουσικό θέατρο: Το διάστημα 1945-1967 παρουσιάστηκαν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά 18 όπερες και 25 οπερέττες, που γνώρισαν πολλές επαναλήψεις, 10 επιθεωρήσεις, 7 μουσικές κωμωδίες και 2 κωμειδύλλια. Στον τομέα της όπερας το «Δημοτικό» μονοπώλησε η Εθνική Λυρική Σκηνή. Με την παράσταση της Μανόν του Μασσενέ υπό την διεύθυνση Α. Ευαγγελάτου εγκαινιάστηκε άλλωστε το θέατρο (5/3/1947) μετά τις επισκευές. Η βραδιά είχε έντονο κοσμικό χαρακτήρα με την παρουσία τοπικών παραγόντων, βουλευτών, καλλιτεχνών και πλήθους κόσμου, του διαδόχου και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Τσαλδάρη. Η πόλη δεν χάρηκε μόνο μια καλή παράσταση αλλά και την ομορφιά του πλήρως ανακαινισμένου θεάτρου· ίσως μάλιστα αυτό το τελευταίο να έκλεψε την παράσταση εκείνη: Πώς μπόρεσε, αλήθεια, χθες βράδυ και χώρεσεν ολόκληρη η Ελλάδα στο Δημοτικό Θέατρο; Εκπρόσωποι από τα ανώτατα αξιώματα και την ανωτέραν κοινωνίαν, ως τα κατώτερα στρώματα, που νιώθουν σαν απαραίτητη τροφή της ψυχής την μουσική [...] είχαν κατακλύσει χθες το τελείως ανακαινισθέν Δημοτικό. Γι αυτό η χθεσινή βραδιά στα μελλοντικά χρονικά της κοινωνικής ζωής και καλλιτεχνικής κινήσεως της πόλης θα αναφέρεται σε περίοπτη θέσι.27 Την θεατρική περίοδο 1951-52 η «Λυρική» παρουσίασε 13 έργα υπό την διεύθυνση των αρχιμουσικών Β. Πφέφφερ, Αθ. Κόκκινου, Λ. Ζώρα, Α. Ευαγγελάτου και Τ. Καραλίβανου με πρωταγωνιστές την Α. Ζαχαράτου, τον Π. Χοϊδά, την Δ. Αρμπάτζογλου, τον Τ. Παπαναστασίου, την Ν. Βουτυρά, την Μ. Ράντεβ κ.ά. Οι παραστάσεις κρίθηκαν άρτιες, ισάξιες με αυτές των «Ολυμπίων» και η «συρροή των Πειραιωτών» έδειξε ότι το πειραϊκό κοινό μπορούσε να τις εκτιμήσει. Ιδιαίτερα αγαπήθηκε η Πουλημένη μνηστή του Σμέτανα με την Α. Ζαχαράτου που «υπήρξε [...]άφθαστη σε τέχνη και ομορφιά. Γενικώς η παράσταση ήταν μία μουσική πανδαισία και ένας χαρούμενος και πολύχρωμος
26 Φωνή του Πειραιώς, 31 Δεκ. 1966, αρ. 6.682, σ σ. 1-2. 27 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
140
ανθόκηπος»28 αλλά και η Χώρα του Μειδιάματος του Λέχαρ, ο Κουρεύς της Σεβίλλης του Ροσσίνι, ο Βαφτιστικός του Σακελλαρίδη κ.ά. Τις παραστάσεις της «Λυρικής» απόλαυσε το πειραϊκό κοινό και την περίοδο 1955-1957, τον καιρό δηλαδή που ξανακτιζόταν το κτήριο των «Ολυμπίων» και το λυρικό συγκρότημα έμεινε άστεγο. Το πρόγραμμα της εβδομάδας δημοσιευόταν καθημερινά στις εφημερίδες· δινόταν μία παράσταση καθημερινά πλην Δευτέρας και δύο (απογευματινή 4.30 μ.μ. και βραδινή 8 μ.μ.) την Κυριακή. Διακρίθηκαν οι καλλιτέχνες Γ. Κοκολιός, Ζ. Βλαχοπούλου, Π. Χοϊδάς, Α. Ζαχαράτου, Φ. Αϊδαλή, Λ. Χέβα, Δ. Ευστρατίου, Μ. Μολότσος, Κ. Πασχάλης, Σπ. Καλογεράς, Λ. Ζωγράφου κ. ά. Διευθυντής της χορωδίας ήταν σταθερά ο Μ. Βούρτσης και σκηνοθέτες οι: Π. Κατσέλης, Κ. Πέρσης, Φρ. Θεολογίδης, Ν. Συνοδινός, Π. Μπαξεβάνος και Τ. Μουζενίδης. Το κοινό του Πειραιά ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό στις λυρικές παραστάσεις. Η αθρόα προσέλευση των κατοίκων της πόλης και μάλιστα των λαϊκών συνοικιών εντυπωσίασε τους πάντες και επιχειρήθηκε από τον Τύπο να δοθεί κάποια εξήγηση. Πιθανές αιτίες μπορεί να ήταν οι 100 ατέλειες που έδινε καθημερινά ο Δήμος, οι θελκτικές μελωδίες, τα πλούσια και θεαματικά κοστούμια και σκηνικά, η επιβλητική εμφάνιση της χορωδίας, τα μπαλλέτα, οι άριες και οι ...κορώνες, που αποδίδονταν από γνωστούς καλλιτέχνες. Το σίγουρο πάντως ήταν ότι «τα συγκοινωνιακά μέσα τα οδηγούντα προς τας πειραϊκάς συνοικίας [...] εθύμιζαν τον συνωστισμόν της κατοχικής εποχής...»29. Στην πρώτη παράσταση του Βαπτιστικού (24/3/56) πολλοί μουσικόφιλοι έμειναν έξω κι άλλοι παρακολούθησαν όρθιοι από τον εξώστη και τα θεωρεία. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιους αριθμούς που αφορούν στο τρίμηνο Μαρτίου-Μαϊου του 1956: «Δόθηκαν 56 παραστάσεις και εισεπράχθησαν 340.000 δρχ. περίπου. Αναλυτικά: Λουκία, 6 παραστάσεις, 3.139 εισιτήρια, Μπάλλο ιν Μάσκερα, 3 παραστάσεις, 1.901 εισιτήρια, Ντον Πασκουάλε, 3 παραστάσεις, 1.246 εισιτήρια, Μπατερφλάυ,4 παραστάσεις, 1961 εισιτήρια...»30. Το διάστημα 4/1-19/5/57 η επιτυχία ήταν ακόμη μεγαλύτερη: Ριγγολέτο, 10 παραστάσεις. 6.513 θεατές και έσοδα 71.520 δρχ. Κάποιες από τις παραστάσεις ξεχώρισαν, όπως αυτή της Μπατερφλάυ με την Λ. Χέβα και την Ζ. Βλαχοπούλου («Δεν ήταν 28 Χρονογράφος, 3 Δεκ. 1951, αρ. 36, σ. 2. 29 Χρονογράφος, 1 Ιουν. 1955,, αρ. 850, σ. 1. 30 Φωνή του Πειραιώς, 24 Μαίου 1956, αρ. 3.491, σ. σ. 1-2.
141
μελοδραματική παράστασις αυτή που μας έδωσε την Πέμπτη στο Δημοτικό η Λυρική Σκηνή με την Μπατερφλάυ. Όνειρο ήταν από τα ωραιότερα που μπορεί να ιδή ο άνθρωπος»31), του Μποέμ («Ο κότινος της επιτυχίας οφείλεται κατά κύριον λόγον στον κ. Αντ. Παπακωνσταντίνου και στην κ. Λέλα Ζωγράφου. Ο πρώτος εδικαίωσε αυτή τη φορά την καλή του φήμη [...] Το συγκινητικό τέλος της Μιμής την οποίαν υπεδύθη κατά τρόπον τέλειον η κ. Βλαχοπούλου συνεκίνησε μέχρι δακρύων...»32) και της
Εξώφυλλο του προγράμματος του έργου 300 λέξεις το λεπτό 1961.
Τραβιάτα με την Ζ. Βλαχοπούλου («...το ευμάλακτον όργανον του λάρυγγός της μεταβάλλεται σε χρυσορυχείο και δεν βγάζει φωνή αλλά χρυσάφι! Και οι τρεις πρωταγωνισταί, Ζ. ΒλαχοπούλουΑντ. Παπακωνσταντίνου-Κ. Πασχάλης- υπήρξαν απαράμιλλοι. [...] εδημιούργησαν παραλήρημα ενθουσιασμού εις τους υπερχιλίους θεατοακροατάς, οι οποίοι ανεκάλεσαν είκοσι φορές στη σκηνή τους λαμπρούς καλλιτέχνας.»33 Όταν η «Λυρική» απέκτησε τη μόνιμη στέγη της στα «Ολύμπια», οι Πειραιώτες στερήθηκαν τις τόσο αγαπητές σ’ αυτούς παραστάσεις της. Οι περιπέτειες της «Λυρικής» ωφέλησαν συνολικά τον Πειραιά, διότι –σύμφωνα με τον Τύπο– δημιούργησαν «ζωηρή κίνηση στους πάσης φύσεως επαγγελματίες, στους ραπτικούς οίκους μόδας, ανδρών και γυναικών, στα διάφορα μέσα συγκοινωνίας και γενικά ζωντάνεψαν τη νεκρή θεατρική και κοσμική κίνηση»34 της πόλης. Τα θεατρικά είδη όμως που αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από τα λαϊκά στρώματα του Πειραιά ήταν οι οπερέττες, οι μουσικές κωμωδίες και 31 32 33 34
Χρονογράφος, 31 Μαρτ. 1956, σ σ. 1-2 Χρονογράφος, 15 ΜαΪου 1956, αρ. 18.899, σ. 1. Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1. Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
142
οι επιθεωρήσεις. Πέντε θίασοι ξεχώρισαν στο είδος αυτό: Ο πρώτος ήταν η «Πειραϊκή Μουσική Σκηνή» με σκηνοθέτη τον Ρενάτο Μόρντο, σκηνογράφο τον Ν. Ζωγράφο και τους ηθοποιούς του μουσικού θεάτρου Ο. Μακρή, Κ. Μανιατάκη, Σπ. Πατρίκιο, Λ. Διανέλλο, Ν. Βασταρδή, Γ. Βλαχόπουλο, Μπ. Δόξα, Φρ. Κοκκόλα, Σμ. Γιούλη κ.ά. Εμφανίστηκαν με μουσικές κωμωδίες, οπερέττες και επιθεωρήσεις τη θεατρική περίοδο 1951-1952 δίνοντας παραστάσεις πέντε ημέρες την εβδομάδα, ενώ η Τρίτη και η Παρασκευή διαθέτονταν για τη «Λυρική». Οι Πειραιώτες απόλαυσαν μουσικές κωμωδίες όπως Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο των Θεοφανίδη - Σακελλάριου και το Φτερό στον άνεμο των Χαιρόπουλου - Σακελλάριου, οπερέττες όπως τις Νησιώτικες αγάπες των Σακελλαρίδη-Σπυρόπουλου και την Γκρεμισμένη φωλιά του Χατζηαποστόλου, επιθεωρήσεις όπως το Απόψε το κορίτσι θέλει θάλασσα και το Απόψε που υπάρχουνε τα τάλληρα των Τσαρή - Πατρίκιου - Λυκιαρδόπουλου αλλά και ένα κωμειδύλλιο, τον Αγαπητικό της βοσκοπούλας του Κορομηλά. Μικρότερη επιτυχία γνώρισε ο δεύτερος θίασος, αυτός των θιασαρχών Καλουτά-Κοκκίνη-Σταυρίδη-Μαυρέα το φθινόπωρο του 1953 με τέσσερις επιθεωρήσεις που αποδοκιμάστηκαν από τους κριτικούς για την προχειρότητά τους: «Στην Αθήνα τέτοιες επιθεωρήσεις δεν παίζονται ούτε στις πιο μικρές συνοικίες της. Γιατί, λοιπόν, ο Πειραιεύς, μια ολόκληρη πόλις να υφίσταται τέτοιον εξευτελισμό;»35 Επιθεωρήσεις και μουσικές κωμωδίες παρουσίασε και ο επόμενος θίασος Μπάμπη Δόξα - Μ. Κοκκίνη το φθινόπωρο του 1954. Καλές κριτικές απέσπασε η δραματική κομεντί Έγκλημα στα παρασκήνια, που εμφανίζονταν εκτός από τους θιασάρχες οι Ν. Βασταρδής, Β. Παγουλάτος, Β. Μεσολογγίτης κ.ά. Καλύτερες εντυπώσεις άφησε ο μουσικός θίασος οπερέττας «Πειραϊκή Λυρική Σκηνή» την περίοδο 1961-1962 με θιασάρχες τους μουσικούς Τ. Καραλίβανο και Β. Λυκιαρδόπουλο, ερμηνευτές τους Τζ. Ραυτοπούλου, Γ, Αμαξοπούλου, Η. Ζάκκα, Γ. Κρίνο, Κ. Δούκα, Α. Χρυσοχόο και χορευτές τους Γ. Φλερύ και Λ. Άλμα. Φροντισμένες παραστάσεις από θιάσους πρόζας, είχαμε παρακολουθήσει από της σκηνής του Δημοτικού. Μα άλλο οι θίασοι πρόζας με τα δέκα πρόσωπα και άλλο ένας θίασος 35 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
143
οπερέττας με τις πριμαντόνες του, με τις σουμπρέττες του, τους τενόρους, τους κωμικούς, τα κόρρα του, τα μπαλέττα του, την ορχήστρα,τα κοστούμια και τα σκηνικά του. [...] Επετεύχθη ένα πραγματικά απίστευτο προοδευτικό άλμα, που μας χάρισε το συναίσθημα του συμβαδίσματος με την πρωτεύουσα.36 Ο τελευταίος μουσικός θίασος, η «Λυρική Σκηνή Πειραιώς», εμφανίστηκε τη σαιζόν 1962-1963, με μαέστρους τους Μ. Θεοφανίδη και Μ. Κατριβάνο. Συμμετείχαν οι καλλιτέχνες Τ. Μηλιάδης, Γ. Φέρμης, Κ. Δούκα, Μπ. Μοσχονά, Σ. Βερώνη, Μπ. Δόξα κ.ά. και παρουσίασαν δυο οπερέττες, μια επιθεώρηση και ένα κωμειδύλλιο. Η πρώτη μάλιστα οπερέττα τους, οι Αυτοκρατορικές βιολέττες του Β. Σκότο συμπλήρωσαν 150 παραστάσεις εντυπωσιάζοντας το κοινό με «τας πλουσίας σκηνογραφίας και την ποικιλία και λαμπρότητα των κοστουμιών. Επίσης ήρεσαν εξαιρετικά τα μουσικά κομμάτια του έργου, ως και τα διάφορα νούμερα...»37 Από τους λίγους ξένους μουσικούς θιάσους, που εμφανίστηκαν στο «Δημοτικό», αξίζει να αναφερθεί αυτός του «Γκραντ Τεάτρ» του Νανσύ, που έδωσε έξι προγραμματισμένες παραστάσεις τον Σεπτέμβριο του 1966 με τις οπερέττες του Όφφενμπαχ Η ωραία Ελένη και η Παρισινή ζωή. «Υπερπλήρες το Δημοτικό Θέατρον εγνώρισε καλλιτεχνικήν δόξαν απεριγράπτου μεγαλείου» περιέγραψε ο Χρονογράφος την πρεμιέρα του πρώτου έργου και «...το μπαλλέτο με τον τρελλό χορό Καν-Καν ξετρέλλανε τους θεατές Πειραιώτες και Αθηναίους. [...] που κρατούσαν τον ρυθμό του χορού με τα χειροκροτήματά τους στα αλλεπάλληλα “μπις”.» σημειώνει η ίδια εφημερίδα για το δεύτερο. Αν δούμε συνολικά τις παραστάσεις Μουσικού Θεάτρου στο «Δημοτικό», διαπιστώνουμε ότι, αν και το είδος ήταν αγαπητό στον Πειραιά, οι Πειραιώτες έμειναν ικανοποιημένοι σχεδόν μόνο από την «Λυρική», της οποίας οι εμφανίσεις δεν μπορούσαν να συγκριθούν με αυτές των μη κρατικών θιάσων όσον αφορά στο επίπεδο των ερμηνευτών, της ορχήστρας, των σκηνικών και των κοστουμιών. Η υπεροχή των παραστάσεων της ‘Λυρικής’ οφειλόταν κυρίως στη γενναία κρατική οικονομική ενίσχυση, την οποία ο Δήμος Πειραιώς αδυνατούσε να παράσχει στους ιδιωτικούς θιάσους. 36 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1. 37 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
144
Εξώφυλλο του προγράμματος του έργου Έγκλημα και τιμωρία 1965 - 1966
Μουσικές εκδηλώσεις: Εκτός από τις μουσικοθεατρικές παραστάσεις, ιδιαίτερα αγαπητές στον Πειραιά ήταν και οι μουσικές εκδηλώσεις: ρεσιτάλ κλασικού τραγουδιού και πιάνου, συναυλίες κλασικής και λαϊκής μουσικής, μανδολινάτες και εμφανίσεις χορωδιών. Όλες αυτές οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν στη σάλα του Δημοτικού Θεάτρου τα πρωινά της Κυριακής αλλά και άλλες, ελεύθερες από παραστάσεις μέρες και ώρες. Οι Πειραιώτες απόλαυσαν ρεσιτάλ των λυρικών τραγουδιστών Γ. Πασσαλάρη, Γ. Κοκολιού, Ζ. Καμπάνη, Τ. Παπαναστασίου, Ντ. Μασκλαβάνη· παρακολούθησαν ρεσιτάλ πιάνου των Θ. Κουτρουφίνη, Γ. Θέμελη, Αντρέ Περρέ κ.ά. και ρεσιτάλ κιθάρας του Δ. Φάμπα· ενθουσιάστηκαν με τις χορωδίες όπως την παιδική χορωδία Παναγιωτάτου, την ανδρική χορωδία της Εργατικής Εστίας Θεσσαλονίκης, την χορωδία Αινιάν, την Δημοτική Χορωδία Πειραιώς. Αλλά οι φιλόμουσοι του Πειραιά δεν στερήθηκαν ούτε τις ορχήστρες. Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, η ορχήστρα της «Λυρικής», η Συμφωνική της Ε.Ι.Ρ. και φυσικά η Δημοτική Συμφωνική και η Φιλαρμονική Πειραιώς ήταν μερικές από τις ορχήστρες που έπαιζαν τακτικά στο θέατρο της πόλης. Από το 1964 όμως ξεκινά ένα άλλο κεφάλαιο στη μουσική ιστορία του Πειραιά. Το κεφάλαιο αυτό έχει να κάνει με την έντεχνη λαϊκή ελληνική μουσική και είχε πρωτεργάτη τον συνθέτη και βουλευτή της ΕΔΑ στην Β΄ Περιφέρεια Πειραιά Μ. Θεοδωράκη. Την καλλιτεχνική παρουσία του στο «Δημοτικό» ξεκίνησε τον Δεκέμβριο διευθύνοντας την Μικρή Ορχήστρα Αθηνών με έργα Μπαχ, Μπρίττεν, Μότσαρτ, Σκαλκώτα κ.ά. Από τις αρχές του 1965 αρχίζει μια εξαιρετικά έντονη μουσική δραστηριότητα στην πόλη ανοίγοντας έτσι τον δρόμο και σε 145
Αλέκος Αλεξανδράκης, Μίκης Θεοδωράκηςμ Μάνος Κατράκης, Βασίλης Διαματόπουλος και Αλίκη Γεωργούλη, στο μπαρ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά 1966.
άλλους συνθέτες. Ο Στ. Ξαρχάκος δίνει μια επιτυχημένη συναυλία στο «Δημοτικό» (1/2/1965) με τραγούδια δικά του, του Τσιτσάνη και του Θεοδωράκη και ερμηνευτές τους Γρ. Μπιθικώτση και Β. Μοσχολιού. Μια εβδομάδα αργότερα ο Μ. Θεοδωράκης σε συναυλία του παρουσιάζει τις Μικρές Κυκλάδες, τη Γειτονιά των αγγέλων, το Ένας Όμηρος και άλλα έργα του με ερμηνευτές τους Γρ. Μπιθικώτση, Ντ. Γιαννακοπούλου και Μ. Φαραντούρη. Στο ίδιο κλίμα ανήκουν και οι δύο συναυλίες του Χρ. Λεοντή (1/3/1965 και 5/12/1966). Βέβαια δεν έλειψαν και οι αντιρρήσεις: Το Δημοτικό είναι κατ’ εξοχήν θέατρο όπερας και η ακουστική του είναι μια απ’ τις μοναδικές στα Βαλκάνια. [...] Τα θεωρεία είναι διακοσμημένα με ανάγλυφα και πατίνες [...] για τον [...] θόλο έχουν χρησιμοποιηθεί τρία κιλά ατόφιο χρυσάφι. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι αδύνατον να εννοήσης Λαϊκή μουσική.38 38 Ελληνική Ώρα, 31 Μαρτ. 1948, αρ. 888, σ. 1.
146
Το 1966 αποφασίστηκε από τον Δήμο η ίδρυση του Μουσικού Οργανισμού Πειραιά (Μ.Ο.Π.) με επικεφαλής τον Μ. Θεοδωράκη. Στα πλαίσια του Οργανισμού αυτού λειτούργησε η νέα Δημοτική Συμφωνική Ορχήστρα με μαέστρους τον Θεοδωράκη και τον Στ. Καφαντάρη, πραγματοποιήθηκε δε από τις αρχές του 1967 σειρά σεμιναρίων για τη μουσική, τον κινηματογράφο και την ποίηση. Οι στόχοι του Μ.Ο.Π. καθορίστηκαν από τον ίδιο τον εμπνευστή του ως εξής: Σκοπός των εκδηλώσεων αυτών, είναι η γνωριμία του κοινού με το μουσικό έργο, τα προβλήματα αναπτύξεώς του μέσα στις σημερινές συνθήκες, τις δυνατότητες και την ανάγκη για την κατανόησί του, τις απόψεις και τα ρεύματα, γύρω από τα διάφορα είδη της μουσικής. Μ’ αυτό τον τρόπο πιστεύουμε ότι θα συμβάλουμε στη δημιουργία φιλομούσου κοινού. Και θα βοηθήσουμε να αναπτυχθή η μεγάλη τέχνη.39 Οι δραστηριότητες του Μ.Ο.Π. πρέπει να γνώρισαν μεγάλη επιτυχία, αν κρίνουμε από τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάποιες από αυτές: μέχρι τα μέσα Μαρτίου σε 6 μουσικά σεμινάρια συμμετείχαν 1.200 άτομα και σε 2 κινηματογραφικά 500 άτομα. Επίσης, σύμφωνα με τον απολογισμό του Δήμου, κατά το 10μηνο από την 10η Απριλίου του 1966 πραγματοποιήθηκαν 33 τακτικές και έκτακτες συναυλίες. Μία από τις εξαιρετικές συναυλίες ήταν και αυτή του Άξιον εστί (25/1/1967) με ερμηνευτές τον Γρ. Μπιθικώτση, την Μ. Φαραντούρη και τον Γ. Ζωγράφο. Συνολικά το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά έφερε σε επαφή το κοινό της πόλης με όλα τα είδη της Τέχνης, όμως στον τομέα της μουσικής, με τις δραστηριότητες του Μ.Ο.Π., πλησίασαν οι Πειραιώτες το όραμά τους, να γίνει η πόλη τους κέντρο του ενδιαφέροντος στον χώρο του πολιτισμού, να πνεύσει επιτέλους άνεμος δημιουργίας, η ουτοπία να γίνει έστω και για λίγο πραγματικότητα. Δυστυχώς όμως το νήμα κόπηκε ξαφνικά και βίαια με την επιβολή της δικτατορίας, και οι συνθήκες δεν επέτρεψαν να ξανασυνδεθεί μέχρι σήμερα.
39 Φωνή του Πειραιώς, 21 Ιαν. 1967, αρ. 6.699, σ. 1
147
Η Κατίνα Παξινού στο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ Μάνα Κουράγιο, Αθήνα 1972.
148
«Το στολίδι που έγινε ερείπιο»* GEFEG
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: η τελευταία πράξη του δράματος 1967-2012
Νίκος Αξαρλής
Ιστορικός Τέχνης
Το τέλος της «Πολιτιστικής Άνοιξης» Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στην Ελλάδα η ενέργεια της νέας μεταπολεμικής γενιάς συνάντησε μια σπουδαία γενιά καλλιτεχνών. Αυτός ο δυναμικός συνδυασμός, που αποκαλέστηκε Πολιτιστική Άνοιξη, έδωσε αρκετά ποιοτικά έργα στις τέχνες τα περισσότερα βαθιά πολιτικοποιημένα. Κορυφαίες εκφάνσεις τής Πολιτιστικής Άνοιξης στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, υπήρξαν οι παραστάσεις του θιάσου Αλέκου Αλεξανδράκη – Αλίκης Γεωργούλη με σκηνοθέτη τον Γιώργο Σεβαστίκογλου (περίοδος 1965-66), η δημιουργία του Μουσικού Οργανισμού Πειραιά (ΜΟΠ) (1966) με διευθυντή τον Μίκη Θεοδωράκη, και οι εκδηλώσεις τής Κινηματογραφικής Λέσχης Πειραιά με μεγάλη συμμετοχή της νεολαίας. Παράλληλα εμφανίστηκαν στο Δημοτικό σημαντικοί ευρωπαϊκοί θίασοι όπως το περίφημο Μαύρο Θέατρο της Πράγας (1965), ο δημοτικός θίασος της γαλλικής πόλης Νανσί (1966) με την οποία είχε «αδελφοποιηθεί» ο Πειραιάς, και ο θίασος Μιούζικ Χολ της Μόσχας (Γενάρης 1967) με εμπορική επιτυχία. Προγραμματισμός όμως στο ΔΘΠ δεν υπήρχε. Στις αρχές του 1967 έδωσαν σειρά παραστάσεων στο θέατρο ο θίασος Γκέλυς Μαυροπούλου - Ανδρέα Μπάρκουλη και η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) με όπερες και μπαλέτο.1 1
Στις 28/2/67 Ο Χρονογράφος δημοσίευσε στοιχεία για την «εισπρακτική κίνηση των θιάσων»
149
*Εφ. Σπορ στον Πειραιά, Μάης 2003
Οι Α. Κυριακού, Ν. Τζόγιας και Ρ. Μυράτ στο έργο Ο πειρασμός στο Δημοτικό από το Εθνικό Θέατρο, 1970.
Οι συναυλίες (σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής κλασικής μουσικής) και οι εκδηλώσεις (σεμινάρια, διαλέξεις κ.α.) που οργάνωσε ο Μουσικός Οργανισμός Πειραιά την περίοδο 1966-67 είχαν μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό. Στις τρείς συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη με το Άξιον Εστί (Ο. Ελύτη) και Έρως και Θάνατος (Λ. Μαβίλη), με ερμηνευτές τους Γρ. Μπιθικώτση, Τζ. Καρούσο (αφηγητής), Μ. Φαραντούρη και Γ. Ζωγράφο, το Φλεβάρη 1967, οι θεατές κατάκλυσαν το θέατρο και οι φοιτητές στο υπερώο και τον εξώστη φώναζαν πολιτικά συνθήματα. Το Δεκέμβρη 1966 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ο κύκλος τραγουδιών του Μάνου Λοίζου σε στίχους Γιάννη Νεγροπόντη Τα Νέγρικα. « Ήταν στη Φοιτητική Εβδομάδα της Ανωτάτης Βιομηχανικής και τραγουδούν την πρώτη φορά η Φαραντούρη και ο Γιώργος Ζωγράφος και τη δεύτερη η Φαραντούρη και ο Γιώργος Μούτσιος. Κόσμος πολύς, αλλά οι αστυνομικοί και οι μυστικοί ακόμη περισσότεροι.» Οι παραπάνω εξελίξεις – ΜΟΠ, ποιοτικές παραστάσεις και συρροή κοινού – οδήγησαν μια εξαιρετική ομάδα Ελλήνων δημιουργών, τότε στο απόγειο των δυνατοτήτων τους, να προτείνουν στις αρχές του Απρίλη 1967 στο Δήμο Πειραιά συγκρότηση «Θεατρικού Οργανισμού σε μόνιμη βάσι, διά τη λειτουργία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιώς». Η Καλλιτεχνική Επιτροπή του Θεατρικού Οργανισμού αναφέρεται ως εξής: Αλέκος Αλεξανδράκης (ηθοποιός), Αλέξης Διαμαντόπουλος (φιλόλογος), Ιάκωβος Καμπανέλλης (συγγραφέας), Μάριος Πλωρίτης (συγγραφέας, σκηνοθέτης), Γιώργος Σεβαστίκογλου (σκηνοθέτης) και Γιάννης Τσαρούχης (ζωγράφος).2 στο Δημοτικό το διάστημα Οκτώβρη 1966 – Γενάρη 1967 σημειώνοντας ότι τις «μεγαλύτερες εισπράξεις», ανάλογα με τον αριθμό των παραστάσεων, είχε το Μιούζικ Χολ Μόσχας. 2 Επιστολή με ημερομηνία 5/4/1967, Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά όπου υπάρχει και 8σέλιδη έκθεση με τίτλο «Πρώτη μελέτη για την ουσιαστική αξιοποίηση του Δημοτικού Θεάτρου
150
Στις αρχές Φλεβάρη 1967 άρχισε παραστάσεις στο Δημοτικό ο θίασος Τζ. Καρούσου με το έργο του Γουίλιαμ Σαίξπιρ Ο έμπορος της Βενετίας. Ο θίασος συμπλήρωσε 100 παραστάσεις αλλά η στρατιωτική δικτατορία που επιβλήθηκε με τα τανκς στις 21 Απρίλη συνέλαβε τον Καρούζο, σταμάτησε τη δυναμική ποιοτική πορεία του Δημοτικού, και η Πολιτιστική Άνοιξη και οι δημοκρατικές ελευθερίες μπήκαν στο γύψο.
Δικτατορία 1967-74 Οι παραστάσεις στο Δημοτικό ξανάρχισαν μόλις δυο βδομάδες μετά το πραξικόπημα της 21ης Απρίλη 1967. Από τις 3-14 Μάη ο Θίασος Γ. Παράβα παρουσίασε την Εκλογή συζύγου του Α. Μπραϊτχάουζ, και στις 17-21 Μάη ο Θίασος Γ. Μαλλούχου το έργο του Γ. Ρούσσου Οι γκάφες του Αριστείδη. Η Δικτατορία έπαυσε την εκλεγμένη Δημοτική Αρχή Γ. Κυριακάκου και το καλοκαίρι διόρισε Δήμαρχο το διαφημιστή Α. Σκυλίτση ο οποίος σχεδίασε το μισητό θυρεό της Δικτατορίας («το πουλί»). Τον Ιούνη 1967 με απόφαση του Γενικού Επιτελείου Στρατού απαγορεύτηκε η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη ενώ ο ίδιος φυλακίστηκε, βασανίστηκε και εξορίστηκε. Στην εφτάχρονη χούντα συνδυάστηκαν τα έργα και θεάματα, η αλαζονεία του Σκυλίτση και η Δικτατορία με καταστροφικό αποτέλεσμα για την πόλη. Η περίοδος αποδείχτηκε παράδεισος για τους εργολάβους οικοδομών. Κατεδαφίστηκαν αρχιτεκτονικά και ιστορικά μνημεία της πόλης (Δημαρχείο «Ρολόϊ», θέατρο Φαλήρου, δημοτική αγορά, Ράλλειος Σχολή, σπίτι Μιαούλη κ.α.), μπαζώθηκε μέρος του Κονώνειου Τείχους της Πειραϊκής, και παραμορφώθηκαν οι ακτές «Βοτσαλάκια» και «Φρεαττύδα» καθώς και το άλσος στην κορυφή του λόφου της Καστέλλας. Ο Σκυλίτσης σχεδίαζε την επιχωμάτωση του Πασαλιμανιού (Ζέας) και τη μετατροπή του σε πάρκο, σήραγγα κάτω από την πλατεία Τερψιθέας και άλλη μια από το λιμάνι στο Φάληρο για τον Ηλεκτρικό, καθώς και οικοδόμηση σύγχρονου θεάτρου πάνω στα θεμέλια του αρχαίου θεάτρου στο χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά. Στον εξαιρετικά σημαντικό χώρο της κορυφής του λόφου Καστέλλας (συνδυασμός άλσους, αρχαιολογικού και ιστορικού χώρου με θέα την Πειραιώς από τον ίδιο τον Δήμο Πειραιώς» με ημερομηνία 14/2/1967.
151
Διαφήμιση για την εμφάνιση του Δ. Χορν στο Δημοτικό Χρονογράφος, 2/1/1973.
Διαφήμιση για παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, Χρονογράφος, 2/2/1974.
Ακρόπολη και το Σαρωνικό) οικοδομήθηκε Τουριστικό Περίπτερο με σάλα μπόουλινγκ και κατασκευάστηκε το Σκυλίτσειο, μεγάλο υπαίθριο αμφιθεατρικό θέατρο στην τοποθεσία που είχε προσεκτικά διαμορφώσει ο Ροντήρης για την παράσταση της τραγωδίας του Αισχύλου Πέρσες (με θέα προς τη Σαλαμίνα) με το Πειραϊκό Θέατρο το 1958. Τα δημοτικά κτίρια που άρχισε να οικοδομεί ο Σκυλίτσης στον Πειραιά, με τεράστιο κόστος στο Δήμο (25όροφος «Πύργος» στο λιμάνι, νέο δημαρχείο στο χώρο της Ραλλείου Σχολής, Ίδρυμα Ζαχαρία στο Τουρκολίμανο), παραμένουν γιαπιά μέχρι σήμερα. Στο Δημοτικό Θέατρο το φθινόπωρο 1967 ο Σκυλίτσης πραγματοποίησε σειρά αυθαίρετων μετατροπών στη σκηνή, στο εσωτερικό και το εξωτερικό του κτιρίου, καθώς και του χώρου μπροστά στο θέατρο. Στη δικτατορία λειτούργησαν στον Πειραιά τέσσερα ακόμη θέατρα: Πειραϊκόν Λυρικόν (Πασαλιμάνι), Πειραιεύς (γούβα Βάβουλα), Σκυλίτσειον (λόφος Καστέλλας) και Δελφινάριο (στις επιχωματώσεις Ακτή Πρωτοψάλτη) που πρόσφεραν αποπροσανατολιστική διασκέδαση. Το καλοκαίρι 1967 ο Σκυλίτσης είχε στα χέρια του κατάλογο περίπου 25 αιτήσεων από διάφορους θιάσους για ενοικίαση του Δημοτικού. Μια βδομάδα μετά το διορισμό του ανάγγειλε ότι το ΔΘΠ θα παραχωρηθεί «εις θίασον τουλάχιστον 4 πρωταγωνιστών» και σύνταξε «Κανονισμόν Δημοτικού Θεάτρου» όπου αναφερόταν ότι καμιά παράσταση δεν ήταν επιτρεπτή αν δεν είχε άδεια της Αστυνομίας. Ο Σκυλίτσης δεν συμφώνησε με κάποιο θίασο και στράφηκε στο Εθνικό Θέατρο και στη Λυρική Σκηνή με το σίγουρο κλασικό ρεπερτόριο. Το Εθνικό ξεκίνησε παραστάσεις στο Δημοτικό στα τέλη Νοέμβρη 1967 με τον Ταρτούφο του Μολιέρου και συνέχισε με Ερρίκο Δ3 του Λ. Πιραντέλο, Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις του Μπ. Σω, Καινούργια Ζωή του Δ. Μπόγρη και 3 Στις εμφανίσεις του Δημήτρη Χορν (ως Ερρίκος Δ στο έργο του Λ. Πιραντέλο) σχηματίστηκαν ουρές στα εκδοτήρια εισιτηρίων του Δημοτικού.
152
το Μάη 1968 Ένας ιδανικός σύζυγος του Ο. Γουάιλντ.4 Η ΕΛΣ ξεκίνησε τις εμφανίσεις της το Νοέμβρη 1968 με την όπερα Μπάτερφλαη. Στις επόμενες δυο περιόδους 1968-70 το Εθνικό παρουσίασε γνωστά έργα των Κ. Γκολντόνι, Μολιέρου, Ζ. Ανούϊγ, Α. Τσέχοβ, Ο. Γουάϊλντ, Γ. Σαίξπηρ. Μόνο μια φορά, το Πάσχα 1969, το Εθνικό παρουσίασε στο Δημοτικό νέα έργα Ελλήνων συγγραφέων, τους Νυχτοφύλακες του Στρατή Καρρά, «έργο ζυμωμένο με το μόχθο των ανθρώπων του λιμανιού» όπως ανάφερε ο Χρονογράφος, και την Τελετή του Π. Μάτεσι. Το Δεκέμβρη 1969 το Εθνικό «απαίτησεν περιστροφική σκηνή» να κατασκευαστεί στο Δημοτικό για τις ανάγκες των παραστάσεων του έργου Νεκρή Βασίλισσα του Ανρί ντε Μοντερλάν. Το κόστος ήταν 130.700 δρχ.5 Όπως το Εθνικό έτσι και η ΕΛΣ παρουσίασε γνωστές όπερες (Μποέμ, Ριγκολέτο, Μαγικό Αυλός). Εκείνη τη χρονιά οι τιμές των εισιτηρίων για τις παραστάσεις της Λυρικής και των αθηναϊκών θιάσων στο Δημοτικό ήταν 100 δρχ. τα θεωρεία (4-6 θέσεις), 50 δρχ. πλατεία και πρώτη σειρά θεωρείων, 30 δρχ. δεύτερη σειρά θεωρείων και 20 δρχ. στο υπερώο. Τα εισιτήρια για τις παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου κόστιζαν ακριβώς τα μισά (25, 15, 10 δρχ.). Οι παραστάσεις του Εθνικού και της ΕΛΣ μειώθηκαν στο Δημοτικό από το 1970 καθώς ο Σκυλίτσης άρχισε να συνεργάζεται με καλλιτεχνικά γραφεία που παρουσίαζαν μουσικοχορευτικούς θιάσους (Μεξικάνικη φιέστα, κογκολέζικα μπαλέτα, ρωσικά μπαλέτα, κλπ.) και μπουλούκια Γάλλων ηθοποιών (Συγκρότημα Εταίρων της Κομεντί Φρανσέζ, Νέοι της Κομεντί Φρανσέζ, 1972) σε ανούσια βουλεβάρτα. Υπήρξαν όμως και 4 Οι ημερομηνίες και συντελεστές όλων των παραστάσεων του Εθνικού Θεάτρου στο ΔΘΠ στο www.n-t.gr/el/archive
5 Χρονογράφος 8/12/1969. 153
Διαφήμιση για εμφάνιση του Πειραιώτη πρωτοπόρου χορευτή Γιάννη Μέτση, Χρονογράφος, 9/5/1974.
επισκέψεις, τον Απρίλη 1974, των Μοντέρνων Μπαλέτων του Κεμπέκ, του γαλλικού Μπαλέτου Ρυθμός και Δομή τής Αλίν Ρου και του Πειραματικού Μπαλέτου Αθηνών του Πειραιώτη Γιάννη Μέτση. Μέσα σ’ αυτό το ποτ-πουρί πραγματοποιήθηκαν συναυλίες του Στ. Κόκκοτα (Γενάρης 1970) και της Μαριλένας (Οκτώβρης 1973) με δικαιολογία δωρεές σε θρησκευτικά ιδρύματα. Το Δημοτικό επισκέφτηκαν και αθηναϊκοί ποιοτικοί θίασοι αλλά με κοινότυπες παραστάσεις και γνωστά έργα (θίασοι ΦέρτηΚαλογεροπούλου, Μ. Κατράκη, Λ. Καλλέργη – Ε. Βεργή, Δ. Χορν κ.α.).6
Διαφήμιση για παραστάσεις του θιάσου Ρένας Βλαχοπούλου, Χρονογράφος, Οκτώβρης 1974.
Μετά το 1970, όταν άρχισαν να εκφράζονται δημόσια τα αντιστασιακά συναισθήματα του κοινού, μερικές παραστάσεις στο Δημοτικό αντανακλούσαν τις διεργασίες που πραγματοποιούνταν στο ελληνικό θέατρο, και γενικά στις τέχνες. Την άνοιξη του 1971 ο Θίασος Προσκήνιο του σκηνοθέτη Α. Σολωμού παρουσίασε τον Κοριό του Βλ. Μαγιακόβσκι, με τους Γ. Γκιωνάκη και Ε. Ανουσάκη, και την άνοιξη του 1972 το έργο του Μ. Μπρεχτ Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν.7 Αμέσως μετά, το Μάη 1972, ο θίασος Μινωτή-Παξινού παρουσίασε το Μάνα Κουράγιο του Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Μινωτή, με την Παξινού να εντυπωσιάζει παρ’ ότι ήταν τότε 72 χρονών. Ο Χρονογράφος (17/5/1972) έγραψε ότι «απεθεώθη χθες η μεγάλη κυρία του ελληνικού θεάτρου». Η Κατίνα Παξινού πέθανε ένα χρόνο αργότερα στις 15 Φλεβάρη 1973. Στη διάρκεια της χούντας δημιουργήθηκαν πολιτιστικοί σύλλογοι αντιστασιακού χαρακτήρα, με έντονη και ποικίλη δράση, καθώς και θίασοι που παρουσίασαν τα νέα ρεύματα και πολιτικά έργα. Υπήρξε έντονο ενδιαφέρον, ιδιαίτερα από τους νέους, για την ιστορία και για τις παραδοσιακές τέχνες της Ελλάδας (Καραγκιόζης, Ρεμπέτικο, κλπ.) αλλά και για τα σύγχρονα κινήματα στις τέχνες και τη λογοτεχνία. Μέσα απ’ αυτές τις διαδικασίες αναδείχτηκαν νέοι συγγραφείς και καλλιτέχνες και σχηματίστηκαν πειραματικές θεατρικές ομάδες. Στον Πειραιά λειτούργησε η Στοά, ως πολύπλευρο πνευματικό κέντρο, και 6 Στοιχεία από « Έκθεση πεπραγμένων» για το ημερολογιακό 1970 του Σκυλίτση, Χρονογράφος, 21/4/71. ΔΘΠ: εισιτήρια 59.735, εισπράξεις 2.313.367 δρχ. Περιλαμβάνονται 120 παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, 4 της ΕΛΣ, 15 του θιάσου Φέρτη-Καλογεροπούλου, 9 των Εθνικών Μπαλέτων Μεξικού, και άλλων 18 εκδηλώσεων μουσικής, μόδας, κ.α. Σκυλίτσειο: 73.224, 3.354.180 δρχ. Πειραϊκόν Δημοτικόν Λυρικόν Θέατρον (Πασαλιμάνι): 48.059, 2.044.835 δρχ. 7 Τα έργα του Μπρεχτ που παίχτηκαν στο ΔΘΠ είναι τα εξής: 1958 Η Εβραία. 1972 Ο καλός άνθρωπος του Σε-Τσουάν και Μάνα Κουράγιο. 1978 Η Εβραία. 1979 Αντιγόνη. Το 1974-75 στο Θέατρο Κύβος παρουσιάστηκε Ο Σβεϋκ στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
154
Από τις παραστάσεις των Τρωάδων σε σκινοθεσία Γιάννη Τσαρούχη. Πάνω η Σαπφώ Νοταρά (αρισ.) και Σμαρώ Στεφανίδου. Κάτω, οι Κατερίνα Χέλμη, Γιάννης Φακής και Σμαρώ Στεφανίδου. Θέατρο της οδού Καπλανών 6, Αθήνα
155
τον Οκτώβρη 1973 άρχισε τη λειτουργία του το μικρό Θέατρο Κύβος που ίδρυσε ο ηθοποιός Γιάννης Γεωργιάδης με το σύγχρονο έργο του Βρετανού Τζο Όρτον Τι είδε ο υπηρέτης. Στην περίοδο 1973-74 το Εθνικό ολοκλήρωσε τις παραστάσεις στο ΔΘΠ με το Όπως σας αρέσει του Σαίξπηρ το Νοέμβρη 1973 και το Καμίνο Ρεάλ του Τ. Γουίλιαμς το Γενάρη 1974. Το Εθνικό δεν έδωσε ούτε μια παράσταση στο Δημοτικό για τα επόμενα επτά χρόνια. Επανήλθε ως σωτήρας τον Οκτώβρη 1981, μετά την κατάρρευση για μια ακόμη φορά του μοντέλου χρήσης του Δημοτικού ως ενοικιαζόμενης αίθουσας από εμπορικούς θιάσους και ιμπρεσάριους.
Τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης 1974-81 Στη Μεταπολίτευση οι δήμαρχοι Πειραιά συνέχισαν την πρακτική λειτουργίας του Δημοτικού ως ενοικιαζόμενης αίθουσας και το παράδωσαν ανεξέλεγκτα στους θιάσους του εμπορικού θεάτρου. Την περίοδο 1974-75 εμφανίστηκε στο Δημοτικό ο θίασος της Ρένας Βλαχοπούλου πρώτα με την επιθεώρηση Παπαδόπουλος και CIA και στη συνέχεια με την κωμωδία του Δ. Ψαθά Η χαρτοπαίχτρα. Την επόμενη περίοδο 1975-76 ο θίασος του Μάνου Κατράκη παρουσίασε το Χριστόφορος Κολόμβος του Ν. Καζαντζάκη. Το φθινόπωρο 1976 δεν υπήρξε καμιά παράσταση στο Δημοτικό και οι πειραϊκές εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα διαμαρτυρίας.8 Στο δεύτερο μισό όμως της δεκαετίας του 1970 δόθηκαν μερικές σημαντικές παραστάσεις στο Δημοτικό και παράλληλα το Θέατρο Κύβος προσπάθησε να κρατήσει μια ποιοτική πορεία ενώ το 1977 ιδρύθηκε και το Θέατρο του Πειραιά από τον Τάκη Βουτέρη. Ανάμεσα στον Κολοκοτρώνη του Β. Ρώτα το Γενάρη 1977 (Θίασος Ελεύθεροι Καλλιτέχνες), το Γυμνό Έρωτα του Μ. Ασάρ (Θίασος Πρέκα) Φλεβάρη 1978 και το Ο Λαμπρούκος και οι λατρείες του (Θίασος Λ. Κωνσταντάρα) Μάρτης 1978, ο Γιάννης Τσαρούχης παρουσίασε στο Δημοτικό τον Οκτώβρη 1977, μετά από καλοκαιρινές παραστάσεις στην Αθήνα, την τραγωδία Τρωάδες του Ευριπίδη με την αισθητική του σύγχρονου λιτού ευρωπαϊκού θεάτρου χωρίς υπερβολές στις ερμηνείες και με έμφαση στο αναλλοίωτο κείμενο. Οι Αχαιοί πολέμαρχοι εγκληματίες πολέμου 8 Χρονογράφος 9/11/76
156
Από το πρόγραμμα του Λίβινγκ Θίατερ, φθηνόπωρο 1979.
157
Από το έργο Κιλελέρ που παρουσίασε το Εθνικό Θεάτρο στο Δημοτικό το 1986.
παρουσιάστηκαν ως αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού με ατσαλάκωτες καλοκαιρινές στολές. Σε δηλώσεις του σε πειραϊκή εφημερίδα ο Τσαρούχης τόνισε: « Ύστερα από μια δοκιμή με τους φωτισμούς στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, έμεινα τόσο ικανοποιημένος από την ατμόσφαιρα ώστε δέχτηκα από τη στιγμή που δεν επιτρέπει το ψύχος … το νέο σκηνικό θα είναι οι γυμνοί τοίχοι του θεάτρου και ο ξύλινος οπλισμός της σκηνής.» [πρόσθετη έμφαση] Όμως η τότε δημοτική αρχή (δήμαρχος Κ. Βουλόδημος) δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τη σημασία της παράστασης και να καλέσει σε συνεργασία τον Πειραιώτη ζωγράφο. Μετά τις παραστάσεις Τσαρούχη εμφανίστηκε στο Δημοτικό ο Θίασος Βολανάκη με το Πέντε στρέμματα παράδεισος των Κ. Σταύρου και Α. Φραγκιά. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ξεχωρίζουν μερικά σημαντικά καλλιτεχνικά γεγονότα. Το Σεπτέμβρη 1978 η Έλλη Λαμπέτη παρουσίασε τα Έξι μονόπρακτα, Στρίνμπεργκ (Η πιο δυνατή), Τσέχοβ - Ο. Αρού (Μια ψυχούλα), Μπρεχτ (Η εβραία), Κοκτό (Η ανθρώπινη φωνή, Η ψεύτρα, Ο πιερότος/Την έχασα). Τον Οκτώβρη-Δεκέμβρη 1978 το Αμφιθέατρο του Σπ. Ευαγγελάτου παρουσίασε με μια νέα ματιά τον Πλούτο του Αριστοφάνη και τον Ταρτούφο του Μολιέρου. Στις 10 Απρίλη 1979 συναυλία μουσικής για κιθάρα του κορυφαίου Δημήτρη Φάμπα. Μεγάλο γεγονός για το Δημοτικό ήταν η επίσκεψη το Νοέμβρη 1979 του περίφημου Λίβινγκ Θίατερ της Νέας Υόρκης που παρουσίασε την Αντιγόνη του Μ. Μπρεχτ (στα αγγλικά βασισμένη στην ελεύθερη μετάφραση του Φ. Χέντερλιν) και τον Προμηθέα του Αισχύλου, το δεύτερο με πλήρη έλλειψη σκηνικών. Το 1980 το Υπουργείο Πολιτισμού χρηματοδότησε το πρόγραμμα μουσικών εκδηλώσεων Έκφραση 80 στο Δημοτικό, αλλά η πιο σημαντική πρωτοβουλία ήταν η διοργάνωση από τον Μάνο Χατζιδάκι 158
εβδομάδας Εκδηλώσεων του Τρίτου Προγράμματος στο τέλος του Μάρτη. Οι Εκδηλώσεις ήταν δωρεάν, είχαν καθημερινά δυο μέρη με διαφορετικούς καλλιτέχνες, στις 6 και 9 μμ, και μεταδίδονταν απ’ ευθείας από το Τρίτο Πρόγραμμα. Το πρόγραμμα των Εκδηλώσεων αποτελεί πρότυπο κύκλων μουσικών εκδηλώσεων σε μητροπολιτικά Δημοτικά Θέατρα όπως του Πειραιά. Την Παρασκευή 28 Μάρτη δόθηκε ρεσιτάλ κιθάρας από τον Π. Καλαντζόπουλο και πραγματοποιήθηκε βραδιά παρουσίασης του έργου έξι νέων Ελλήνων συνθετών. Το Σάββατο 30 Μάρτη συναυλία με ελληνικά δημοτικά τραγούδια και ρεσιτάλ της σοπράνο Κικής Μορφονιού. Την Κυριακή των Βαΐων 30 Μάρτη η Αλεξάνδρα Παπατζάκου ερμήνευσε κυπριακά τραγούδια και στη συνέχεια ρεσιτάλ του βαρύτονου Αντώνη Κοντογεωργίου. Τη Μεγάλη Δευτέρα 31 Μάρτη εμφανίστηκε η Χορωδία του Τρίτου Προγράμματος και ήταν προγραμματισμένη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου. Όμως υπήρχαν χιλιάδες κόσμου που ήθελαν να την παρακολουθήσουν και τελικά ματαιώθηκε για λόγους ασφάλειας.9 Τη Μεγάλη Τρίτη 1 Απρίλη η Μαρίζα Κωχ ερμήνευσε μια επιλογή τραγουδιών από διάφορες παραδόσεις και παρουσιάστηκαν έργα σύγχρονης μουσικής του Γιώργου Κουρουπού. Οι Εκδηλώσεις έκλεισαν τη Μεγάλη Τετάρτη 2 Απρίλη με την πρώτη εκτέλεση του έργου του Μάνου Χατζιδάκι Η εποχής της Μελισσάνθης, έργο του 1968, στο κατάμεστο Δημοτικό. Τραγούδησαν οι Μαρία Φαραντούρη, Βασίλης Λέκκας, Γιώργος Μιχαλισλής, Στέλλα Γαδέδη, με τη χορωδία και ορχήστρα του Τρίτου Προγράμματος με διευθυντή τον συνθέτη. Στο τέλος της χρονιάς, 29/12/80, επίσης κοσμοσυρροή στο ρεσιτάλ του 11χρονου Πειραιώτη πιανίστα Δημήτρη Σγούρου. Στη δεκαετία του 1970 το Θέατρο Κύβος του Γιάννη Γεωργιάδη προσπάθησε να επιβιώσει στον Πειραιά μ’ ένα ποιοτικό πρόγραμμα. Τον Οκτώβρη 1974 ο θίασος Ν. Χατζίσκου – Τ. Νικηφοράκη παρουσίασε το έργο του Νότη Περγιάλη Αυτό το δέντρο δεν το λέγανε υπομονή και αμέσως μετά ο Γιάννης Γεωργιάδης σκηνοθέτησε το έργο του Μπρεχτ Ο Σβέικ στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Οκτώβρη 1975 παρουσίασε την υπαρξιακή σάτιρα του Βικτόρ Λανού Το Ανοιχτήρι. Ακολούθησαν δυο 9 «Για τον Διον. Σαββάπουλο - Πλήθος κατέκλυσε το Δημοτικό και η συναυλία … ματαιώθηκε», ρεπορτάζ στη Φωνή του Πειραιώς, 1/4/1980.
159
δύσκολές χρονιές (Η Χιονάτη και οι 7 ανώμαλοι, Πορτοφολά αγάπη μου), αλλά το Δεκέμβρη 1977 ο Γεωργιάδης σκηνοθέτησε το Εδώ Ροβινσώνας μια διασκευή του πασίγνωστου μυθιστορήματος του Ντανιέλ Ντεφό. Μετά δυο χρόνια σιωπής, παρουσιάστηκε ο Μακρινός δρόμος (Γενάρης 1979) του Ρώσου Α. Αρμπούζοβ, ενός δημοφιλή συγγραφέα στην Ελλάδα εκείνη την εποχή, το Έγκλημα στο κατσικονήσι του Ούγκο Μπέτι (Γενάρης 1980) και η κωμωδία του Εντουάρντο ντε Φίλιπο Αχ αυτά τα φαντάσματα (Νοέμβρης 1980). Το Δεκέμβρη 1981 σε σκηνοθεσία Αλέξη Δαμιανού παρουσιάστηκαν οι Θεατές, μεγάλη επιτυχία του συγγραφέα Μάριου Πόντικα. Αυτή ήταν η τελευταία αναλαμπή του Θεάτρου Κύβος που μετά από λίγα χρόνια εμφανίσεων εμπορικών θιάσων, έκλεισε το 1987. Μια δεύτερη προσπάθεια για ποιοτικό θέατρο ήταν το Θέατρο του Πειραιά που ίδρυσε ο Τ. Βουτέρης που άρχισε τις παραστάσεις του το Φλεβάρη 1977, κάθε Δευτέρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με τη Σημαία Εντός του Πορτορικανού Χάϊμε Καρέρο. Το 1978-79 παρουσίασε την Υπόσχεση του Αρμπούζοβ και την άνοιξη του 1980 την Ανάκριση τρίτου βαθμού του Ρομπέρτο Ντανιέλ ντε Σάλομο. Το Νοέμβρη 1979 ο θίασος Καρέζη-Καζάκου εμφανίστηκε στο Δημοτικό με το έργο Μάνα Μητέρα Μαμά του Γ. Διαλεγμένου αλλά μετά από μερικές παραστάσεις ο συγγραφέας απέσυρε το έργο του το οποίο παρουσιάστηκε ένα χρόνο αργότερα με μεγάλη επιτυχία στο Θέατρο του Πειραιά, στο δικό του διαμορφωμένο χώρο στην οδό Αλκιβιάδου. Ο συγγραφέας έγινε διάσημος και το Θέατρο του Πειραιά χάραξε στη δεκαετία του 1980 μια πολύ πετυχημένη πορεία με πρεμιέρες έργων Ελλήνων συγγραφέων. Το 1990 το Θέατρο Πειραιά μετακόμισε στα Εξάρχεια.10 Το περιεχόμενο των ελληνικών έργων που παρουσίασαν το Θέατρο Κύβος και το Θέατρο του Πειραιά, που χαρακτηρίζουν τη δραματολογία της εποχής, ήταν μια κριτική του μικροαστικού κόσμου αλλά σε επιφανειακό επίπεδο. Ο νατουραλισμός, αν και ποιοτικός, ήταν κυρίαρχος στη σκηνοθεσία και στην ηθοποιία. Σ’ αυτή τη δημιουργική περίοδο το Δημοτικό δεν συνδέθηκε με τα 10 Έργα και συγγραφείς στο Θέατρο του Πειραιά 1982-1989: 1982 Κατάθεση Αλ. Σεβαστάκη, Οι σύζυγοι Γ. Μανιώτη (ξεπέρασε τις 150 παραστάσεις και ακολούθησε επιχορήγηση από ΥΠΠΟ). 1983 Μικροαστικό δίκαιο Π. Μάτεσι, Της Ελλάδος τα παιδιά Τ. Κουκουβίνου 1984 Οι χρωματιστές γυναίκες Β. Ζιώγα, 1987 Το βουνό Β Ζιώγα, 1988 Το μαγικό δωμάτιο Γ. Χρυσούλη, Εμπρός μαρσ-άρω Κ. Βέργου.
160
ανανεωτικά ρεύματα του ελληνικού θεάτρου ούτε με τις αξιόλογες τοπικές δυνάμεις (Θέατρο Κύβος, Θέατρο του Πειραιά, Θεατρική Λέσχη Πειραιά11) και ιδιαίτερα με τους νέους Έλληνες συγγραφείς. Η ιδέα συγκρότησης Θεατρικού Οργανισμού και θιάσου δεν εκφράστηκε ποτέ από τον τότε Δήμαρχο Γ. Κυριακάκο ή τους φορείς της πόλης. Αποτέλεσμα ήταν η αποξένωση του Δημοτικού από το θεατρικό κοινό και τη νεολαία. Μια καλή στιγμή για το Δημοτικό ήταν η εμφάνιση το Φλεβάρη 1981 του Μπαλέτου της Όπερας Λιόν που έδωσε έξι παραστάσεις σε μουσική Μπερλιόζ, Μπάρτοκ και Βιβάλντι. Δέκα μέρες μετά τις παραστάσεις, στις 25 Φλεβάρη 1981, ένας δυνατός σεισμός χτύπησε το Λεκανοπέδιο με θύματα 16 νεκρούς και πολλούς τραυματίες και προξένησε σοβαρά δομικά προβλήματα στο Δημοτικό Θέατρο.
Μεταξύ δυο σεισμών 1982-1999 Ο σεισμός ματαίωσε τις εκδηλώσεις Έκφραση 81 του Υπουργείου Πολιτισμού. Ο Δήμος Πειραιά αποφάσισε άμεσες επισκευές των ρωγμών στις λιθοδομές και στη στέγη του θεάτρου που εκτελέστηκαν το Σεπτέμβρη 1981 – Γενάρη 1982. Παράλληλα άρχισαν μελέτες σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού και τον αρχιτέκτονα-μηχανικό Μιχάλη Δωρή για έργα αποκατάστασης του Δημοτικού. Τοποθετήθηκαν σκαλωσιές στις πλαϊνές πλευρές του Δημοτικού που παράμειναν για 20 χρόνια. Η μόνη σοβαρή δομική επέμβαση στο κτίριο πραγματοποιήθηκε το 1986 και απέτρεψε την κατάρρευση του θεάτρου στον επόμενο 11 Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1980 στην Αίθουσα Τέχνης Πειραιά με το Βαριέμαι του Αργεντίνου Ρικάρντο Τελέσνικ.
161
Οι Τ. Χαλκιάς, Ε. Ράντου και Τ. Βουλαλάς στό έργο Μιάς πεντάρας που παρουσίασε το Εθνικό Θεάτρο στο Δημοτικό το 1985.
Δημοσίευμα στην εφημερίδα Χρονογράφος 21/12/1983.
μεγάλο σεισμό το Σεπτέμβρη 1999. Αμέσως μετά τις εκλογές του Οκτώβρη 1981 που τις κέρδισε το ΠΑΣΟΚ, άρχισαν οι παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό με τη «λαϊκή κωμωδία» του Άγγελου Τερζάκη Το μεγάλο παιχνίδι και στη συνέχεια με το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη Οδυσσέα γύρισε σπίτι που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1966 στο Θέατρο Τέχνης. Στο τέλος Γενάρη 1982 τα Μπαλέτα Βρετανίας της Μαρί Ρομπέρ έδωσαν τρεις παραστάσεις στο Δημοτικό ως μέρος του προγράμματος Έκφραση του ΥΠΠΟ και λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε η Χορωδία Βάρνας σε εκδήλωση «αδελφοποίησης» των πόλεων-λιμανιών Βάρνας και Πειραιά. Για δυο βδομάδες το Μάρτη 1982 στο Δημοτικό ο Γιώργος Νταλάρας με συμμετοχή της Μαργαρίτας Ζορμπαλά και της Γλυκερίας έδωσαν συναυλίες-παραστάσεις σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη με τίτλο Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα το τραγούδι μένει. Αυτός ο τρόπος σκηνοθετημένων συναυλιών σε θέατρα έγινε εξαιρετικά δημοφιλής στα επόμενα χρόνια. Μια πυρκαγιά το φθινόπωρο του 1982 στο Θέατρο Ρεξ της Αθήνας, που είχε παραχωρηθεί από το ΥΠΠΟ σε επιχειρηματία, έγινε η αιτία για μια ακόμη περιπέτεια στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Με επιμονή του ΥΠΠΟ το «μιούζικαλ» Μαντάμ Ορτάνς, των ΚαμπάνηΜακρίδη-Χατζηνάσιου-Ιατρόπουλου, σε σκηνοθεσία Ν. Σοφιανού μετακόμισε στο Δημοτικό εξοστρακίζοντας τις προγραμματισμένες παραστάσεις του Εθνικού. Οι εισπράξεις όμως δεν πήγαν καλά καθώς, όπως κατάγγειλε ο Σοφιανός τον Απρίλη 1983, οι Δημοτικοί Σύμβουλοι δάνειζαν την κάρτα δωρεάν εισόδου που είχαν για το θέατρο σε συγγενείς και φίλους με αποτέλεσμα διαφυγή εσόδων από το θίασο. Η παράσταση κατέβηκε μεταξύ σφοδρών αντεγκλήσεων Δήμου και θιάσου. Το ΥΠΠΟ τελικά κατέβαλε στο Δήμο το ποσό που χρώσταγε ο θίασος. Το ΥΠΠΟ στο διάστημα αυτό συνέχισε στο Δημοτικό την πολιτική χρηματοδότησης μουσικών εκδηλώσεων αυτή τη φορά μέσω μιας ΕΚΙΤΕΠ (Εταιρεία κινηματογράφου τέχνης και πολιτισμού). Στο «Μουσικό Χειμώνα» έδωσαν συναυλίες το Φλεβάρη-Μάρτη 1983 οι Β. Παπακωνσταντίνου, Σ. Μπουλάς, Γ. Ζουγανέλης και η Μαρία Φαραντούρη. Τον Απρίλη η Κινητή Μονάδα του Εθνικού Θεάτρου παρουσίασε σε ενιαία παράσταση δυο νέες παραγωγές, το ηθογραφικό δράμα Η 162
δράκαινα του Δ. Μπόγρη (έργο του 1928) με τη σάτιρα Η Δημαρχίνα (1893) του Γ. Σουρή Τον Οκτώβρη 1983 η Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη ανάγγειλε τη χρηματοδότηση 6 δημοτικών θιάσων σ’ όλη την Ελλάδα (που αποκαλέστηκαν ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.), τα οποία έγιναν 16 τα επόμενα χρόνια. Ήταν ένα εξαιρετικό μέτρο καλλιτεχνικής και θεατρικής αναπτυξιακής πολιτικής το οποίο οδήγησε σε μεγάλες επιτυχίες. Αλλά και σε παταγώδεις αποτυχίες που οφείλονταν, κατά κύριο λόγο, στο χαμηλό πολιτισμικό επίπεδο της Ελλάδας και στις ποταπές και μικροπολιτικές επεμβάσεις διαφόρων δημάρχων. Η θεσμοθέτηση των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. και η χρηματοδότηση από το ΥΠΠΟ του Θεάτρου του Πειραιά, ήταν μια μεγάλη ευκαιρία για να συγκροτηθεί δημοτικός θίασος και να επιλεγεί καλλιτεχνικός διευθυντής στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στο πλαίσιο ίδρυσης Θεατρικού Οργανισμού στα πρότυπα του ΚΘΒΕ και του Εθνικού. Όμως το ΥΠΠΟ και η δημοτική αρχή Γ. Παπασπύρου φαίνεται ότι δεν έδειξαν καμιά διάθεση και το Δημοτικό οδηγήθηκε σε παρακμή και αφάνεια. Τον Ιούνη 1983 άρχισαν νέες οικοδομικές εργασίες στο Δημοτικό και τον Οκτώβρη έδωσε παραστάσεις το Εθνικό Θέατρο για να σωθούν τα προσχήματα. Την περίοδο 1983-84 το Εθνικό παρουσίασε την Αυλή των θαυμάτων (1957) του Ι. Καμπανέλλη, το κοινωνικό δράμα Ενυδρείο (1974) του Πειραιώτη Κώστα Μουρσελά και σε πρεμιέρα (24 Μάρτη 1984) το ιστορικό δράμα του Νίκου Ζακόπουλου Χαρίλαος Τρικούπης. Αμέσως μετά (Απρίλης-Μάης) εμφανίστηκε η Εθνική Λυρική Σκηνή με την οπερέτα Το σπίτι των τριών κοριτσιών των Φ. Σούμπερτ – Χ. Μπερτέ, το πασίγνωστο μπαλέτο Ζιζέλ του Α. Άνταμ και τη δημοφιλή οπερέτα Νυχτερίδα του Γ. Στράους (υιού). Στο τέλος Σεπτέμβρη 1984 ο Δήμαρχος Πειραιά παρουσίασε στο Δημοτικό Συμβούλιο έγγραφο του Υπουργείου Πολιτισμού το οποίο ανάφερε ότι το θέατρο ήταν «επικίνδυνο» και δεν μπορούσε να λειτουργεί. Το Γενάρη 1985 δημοσίευμα της πειραϊκής εφημερίδας Κοινωνική ανάφερε ότι όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες στο Δημοτικό θα ξεκινήσουν παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου. Το Μάρτη το Εθνικό παρουσίασε τη φαρσοκωμωδία των Α. Γιαλαμά – Κ. Πρετεντέρη Μιας πεντάρας νιάτα (1965). Για μια ακόμη φορά ο Δήμος χρησιμοποιούσε το Εθνικό για να καλύψει την ανικανότητα του στη λειτουργία του Δημοτικού. 163
Έργα ανακαίνισης στο Δημοτικό το 1995.
Ο αρχικός διάκοσμος των θεωρείων που αποκάλυψαν οι εργασίες της Υπηρεσίας Συντήρησης Αρχαιοτήτων του ΥΠ.ΠΟ. στο Δημοτικό το 2003.
164
Το Εθνικό συνέχισε τις παραστάσεις του και την επόμενη περίοδος 1985-86 από τον Οκτώβρη έως στο τέλος Μάρτη 1986 με τέσσερα έργα. Τη Στρίγγλα που έγινε αρνάκι του Σαίξπηρ (μετ. Κ. Καρθαίου), το αστικό δράμα Ο βασιλικός (έργο του 1829) του Αντ. Μάτεσι, την αρχαία τραγωδία του Ευριπίδη Τρωαδίτισσες (μετ. Θ. Βαλτινού), και το δράμα Κιλελέρ του Γιώργου Χαραλαμπίδη που είχε παρουσιαστεί το 1975 από τον ίδιο στο Θέατρον Πειραιεύς. Το Εθνικό δεν ξανάπαιξε στο Δημοτικό.12 Στις αρχές Νοέμβρη εμφανίστηκε για δυο μόλις παραστάσεις ο περίφημος θίασος Νιού Σέξπηρ Κόμπανι του υπαίθριου θεάτρου Ρίντζεντς Παρκ στο Λονδίνο, με το Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας. Το 1988 ολοκληρώθηκαν οι επισκευές στη στέγη του Δημοτικού και ανακοινώθηκε ότι έπαυσε να χαρακτηρίζεται ως «επικινδύνως ετοιμόρροπο» από τις σχετικές αρχές. Αλλά το θέατρο παράμεινε στην εποχή της κυριαρχίας των εμπορικών θιάσων και συχνής χρήσης του ως αίθουσας εκδηλώσεων διάφορων τοπικών συλλόγων. Γι’ αυτό το διάστημα αξίζει να αναφερθούν η συναυλία του περίφημου Γάλλου βιολιστή της τζαζ Στεφάν Γκραπελί με το συγκρότημα του (24/2/1988), οι ιστορικές συναυλίες του 100χρονου ρεμπέτη κιθαρίστα Γιώργου Κατσαρού (Μάης 1988), που διοργάνωσε ο Παναγιώτης Κουνάδης, και οι παραστάσεις της αρχαίας τραγωδίας του Σοφοκλή Φιλοκτήτης με τον Χ. Τσάγκα (Φλεβάρης 1989). Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 «πλερέζες» τύλιξαν το Δημοτικό καθώς άρχισαν έργα «ανακαίνισης» και ανακοινώθηκε ότι την εκπόνηση των μελετών αποκατάστασης των ζημιών από το σεισμό (του 1981) αναλάμβανε το Υπουργείο Πολιτισμού μετά από συμφωνία με το Δήμο Πειραιά. Αυτό αποδείχτηκε ένα τεράστιο λάθος του Δήμου καθώς έτσι παραχώρησε τη διαχείριση του Δημοτικού στο Υπουργείο. Το λογικό θα ήταν το ΥΠΠΟ να χρηματοδοτούσε τις μελέτες και τα έργα αποκατάστασης στο θέατρο, μαζί με τη Νομαρχία, που θα αποφάσιζε ο Δήμος Πειραιά. 12 Από τον Οκτώβρη 1981 ως την άνοιξη 1986 το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε στο ΔΘΠ 10 έργα Ελλήνων συγγραφέων, μια τραγωδία του Ευριπίδη και μια κωμωδία του Σέξπηρ. Το Δελτίο για τη Γενική Στατιστική Υπηρεσία του Δήμου Πειραιά με ημερομηνία 22/2/87 αναφέρει τα εξής στοιχεία για τις παραστάσεις του ημερολογιακού 1986:«Τραγωδία 1 [Τρωαδίτισσες, Εθνικό Θέατρο], παραστάσεις 14, θεατές (εισιτήρια) 2404, μ. ο. 172. Δράμα 1, παραστάσεις 36, θεατές (εισιτήρια) 3308, μ. ο. 92. Κωμωδία 1, παραστάσεις 20, θεατές (εισιτήρια) 2715, μ. ο. 135. Οπερέτα 1, παραστάσεις 11, θεατές (εισιτήρια) 1552, μ. ο. 141.» Σύνολο: 91 παραστάσεις, 9979 θεατές, μ. ο. 110 θεατές.
165
Το καλοκαίρι του 1991 ο νέος Δήμαρχος Πειραιά Στέλιος Λογοθέτης ανάγγειλε Διεθνές Φεστιβάλ Δήμου Πειραιά με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Θάνο Μικρούτσικο ο οποίος οργάνωσε πλήθος ποιοτικών παραστάσεων και εκδηλώσεων σε χώρους της πόλης. Αλλά δεν υπήρξε καμιά φροντίδα οργανωμένης λειτουργίας για το Δημοτικό. Στις στήλες των εφημερίδων δίπλα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά έγινε κανόνας η φράση «Το θέατρο αργεί». Το Δεκέμβρη 1991 επανήλθε για δυο βδομάδες παραστάσεων η ΕΛΣ με την Τραβιάτα του Βέρντι, τους Απάχηδες των Αθηνών του Ν. Χατζηαποστόλου, και το μπαλέτο Κοπέλια του Λ. Ντελίμπ. Το Φλεβάρη 1992 δόθηκε σειρά παραστάσεων του Γ. Νταλάρα με τους Π. και Χ. Κατσιμίχα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 το Δημοτικό είχε εκπέσει τόσο – όχι για πρώτη φορά – ώστε να θεωρείται κατάλληλο μόνο για καμιά «αρπαχτή» από τους αθηναϊκούς θιάσους. Μέσα στο αλαλούμ ποικίλων εκδηλώσεων και περαστικών θιάσων, οποιαδήποτε ποιοτική παράσταση αδρανοποιούταν, όπως η παρουσίαση για πρώτη φορά στην Ελλάδα τής σύντομης όπερας του Μπ. Γκαλούπι Ο φιλόσοφος της εξοχής (έργο του 1761) από την Όπερα Δωματίου Αθηνών το Μάη 1992, και οι παραστάσεις της όπερας Όνειρο καλοκαιρινής νυκτός του Π. Κούκου τον Οκτώβρη 1992.
100 Χρόνια Το Φλεβάρη 1992 ο Δήμος Πειραιά ίδρυσε τη Δ.Ε.Π.Α.Π. (Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Πειραιά) με αιτιολογία την αναβάθμιση του πολιτισμού στην πόλη με ένα ευέλικτο διοικητικό σχήμα.13 Το καλοκαίρι 1993 η Δ.Ε.Π.Α.Π. οργάνωσε «Φεστιβάλ Πειραιά» στο Βεάκειο Θέατρο, με κόστος 93 εκ. δρχ., και εξάγγειλε διετές πρόγραμμα εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια λειτουργίας του Δημοτικού 1895-1995. Το παράδοξο είναι ότι το εορταστικό πρόγραμμα δεν περιλάμβανε ούτε μια θεατρική παράσταση. Το Γενάρη 1994 παρουσιάστηκαν οι εκδηλώσεις «Μουσική Χωρίς Σύνορα» με συναυλίες των Μ. Θεοδωράκη, Μ. Πλέσσα, Α. Καγιαλόγλου, κ.α. και παράσταση του αριστουργηματικού ορατόριου του Γ. Χάιντν Η δημιουργία (1801) με τη συμφωνική ορχήστρα και χορωδία της ΕΡΤ σε 13 H ΔΕΠΑΠ ιδρύθηκε με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά στις 17/2/1992. Τέτοιες «δημοτικές επιχειρήσεις» ιδρύθηκαν σ’ όλη την Ελλάδα και όλες είχαν κακή τύχη. Η ΔΕΠΑΠ διαλύθηκε μετά από πολυετείς πολεμικές στον πειραϊκό Τύπο για «κακοδιαχείριση» και «σκάνδαλα».
166
διεύθυνση του διεθνούς φήμης μαέστρου Δημήτρη Χωραφά. Τον ίδιο μήνα πρεμιέρα της Συμφωνικής Ορχήστρας Πειραιώς με έργα Βιβάλντι, Μότσαρτ και Μπετόβεν. Η Ορχήστρα δημιουργήθηκε με υποστήριξη του Δήμου και της Νομαρχίας Πειραιά αλλά μετά λίγα χρόνια σταμάτησε τη δραστηριότητα της. Με πρόσκληση του Δήμου Πειραιά το Φλεβάρη ο θίασος και η ορχήστρα της Όπερας Οδησσού παρουσίασαν στο Δημοτικό τις όπερες Μπόρις Γκοντούνοβ (1874) του Μ. Μουσόργκσκι και Ιολάντα (1892) του Π. Τσαϊκόφσκι. Τον Απρίλη κι άλλες μουσικές εκδηλώσεις αλλά και σπάνια επίσκεψη του Θεάτρου Τέχνης στο Δημοτικό για λίγες παραστάσεις της δημοφιλούς κωμωδίας του Γρ. Ξενόπουλου Ο πειρασμός σε «εκσυγχρονιστική» εκδοχή. Τον Ιούνη 1994 η Καθημερινή δημοσίευσε δηλώσεις του αρχιτέκτονα Μ. Δωρή, ο οποίος είχε εκπονήσει τις μελέτες αποκατάστασης του Δημοτικού, όπου τόνισε ότι «το κράτος επέδειξε χαρακτηριστική αδιαφορία για το μέλλον» του ΔΘΠ.14 Το Δεκέμβρη 1994 - Γενάρη 1995 πραγματοποιήθηκαν συναυλίες του Β. Παπακωνσταντίνου με την Αφροδίτη Μάνου. Παράλληλα ξεκίνησε κυριακάτικες παραστάσεις παιδικού θεάτρου στο Δημοτικό ο Θίασος 81 – Πειραϊκή Σκηνή με Τ’ όνειρο του σκιάχτρου του Ευ. Τριβιζά σε σκηνοθεσία Νίκου Δαφνή. Το 1996 ο Νίκος Δαφνής και οι συνεργάτες του ίδρυσαν το Θέατρο κατ’ απ’ τη Γέφυρα δίπλα από το σταθμό του Ηλεκτρικού στο Νέο Φάληρο προσφέροντας τη μοναδική θεατρική σκηνή συνεχούς λειτουργίας στην πόλη. Τον Απρίλη 1995 παρουσιάστηκαν στο Δημοτικό κι άλλες μουσικές εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια με τίτλο «Ω Γλυκύ μου Έαρ». Περιλάμβαναν ρεσιτάλ κλασικής μουσικής και συναυλίες των Χαϊνηδων, της μπάντας τζαζ Μασάντα του Τζον Ζορν και θρησκευτικής μουσικής του Δ. Παπαποστόλου με την Ελένη Δήμου. Το Μάη 1995 η Όπερα Δωματίου Αθηνών παρουσίασε το Συμβόλαιο Γάμου (1810), μονόπρακτη κωμική όπερα του Τζιoακίνο Ροσίνι. Το σημείωμα του Δημάρχου Πειραιά Σ. Λογοθέτη στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων «Ω Γλυκύ μου Έαρ» ανάφερε: «Σωσμένο από σεισμούς, βομβαρδισμούς, κακές παρεμβάσεις, έχει επιτέλους 14 Η Καθημερινή 18/6/1994. 167
Εργασίες αποκατάστασης, 2009.
Εργασίες αποκατάστασης, 2011.
αποκαταστημένη την εξωτερική του όψη και διαθέτει μια πολύτιμη λεπτομερή μελέτη για την πλήρη αναβάθμισή του, την ανακατασκευή εξ ολοκλήρου της σκηνής, των παρασκηνίων και της ορχήστρας με τον απαραίτητο εξοπλισμό, ώστε να μπορεί άνετα να υποδεχθεί λυρικό θέατρο και απαιτητικές παραγωγές. Επίσης την δημιουργία δεύτερης σκηνής κάτω από την ήδη υπάρχουσα, την σωτηρία του θαυμάσιου φουαγιέ του, την μετατροπή των καταστημάτων του και των άλλων χώρων του σε χώρους παραγωγής πολιτιστικών δρώμενων». (έμφαση πρόσθετη) Είναι προφανές από το κείμενο και από το χαρακτήρα όλων των εορταστικών εκδηλώσεων για τα 100 χρόνια του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, ότι ο Δήμος και το Υπουργείο Πολιτισμού, όπως ανάφεραν οι μελέτες, είχαν συμφωνήσει σε δυο εξαιρετικά κρίσιμες πρωτοβουλίες: την «ανακατασκευή εξ ολοκλήρου της σκηνής» και τη «δημιουργία δεύτερης σκηνής κάτω από την ήδη υπάρχουσα», και τη μετατροπή του Δημοτικού σε «λυρικό θέατρο» κατά παράβαση της οντότητας, της ιστορίας και της ταυτότητας του. Αυτές οι συμφωνίες ήταν και παραμένουν αυθαίρετες, με απουσία τεκμηρίωσης και συζήτησης στο Δημοτικό Συμβούλιο και χωρίς διαβουλεύσεις με τους φορείς της πόλης. Οι εορταστικές εκδηλώσεις συνεχίστηκαν το Νοέμβρη-Δεκέμβρη 1995 με συναυλίες από τις οποίες ξεχωρίζει η παρουσίαση από την Ορχήστρα των Χρωμάτων του ορατόριου Σκοτεινή πράξη του Πειραιώτη Μιχάλη Γρηγορίου σε ποίηση Τάσσου Λειβαδίτη (2/11/1995). Οι εορτασμοί συμπληρώθηκαν με την παραγωγή και προβολή στο κινηματογράφο Αττικόν του βραβευμένου ντοκιμαντέρ του Πειραιώτη Διονύση Γρηγοράτου Το Δημοτικό μας Θέατρο.
Απαξίωση 1996-1999 Στα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το νέο σεισμό το Σεπτέμβρη 1999, στο Δημοτικό συνεχίστηκε η παράδοση της ενοικιαζόμενης αίθουσας με τέτοια πληθώρα διαφορετικών θεαμάτων που σίγουρα θα τη ζήλευε ο πιο αξιόλογος θίασος ποικιλιών. Σε μια τέτοια περίοδο δεν μπορούσαν να λείψουν και τα Καλλιστεία Σταρ Ελλάς που οργάνωσε ο τηλεοπτικός σταθμός Αντέννα το 1998. Το Δημοτικό παράμεινε τυλιγμένο με λινάτσες αλλά ο Δήμος το κρατούσε σε λειτουργία παρά την επικινδυνότητα του. Ενδιαφέρουσα ήταν η παράσταση της Φαίδρας από το Εθνικό Θέατρο της πόλης Κραϊόβα Ρουμανίας, το Μάρτη 1996, έργο βασισμένο στο ομώνυμο του Σενέκα 168
και στην τραγωδία του Ευριπίδη Ιππόλυτος. Το Μάη 1996 συναυλία με έργα για το θέατρο και τον κινηματογράφο του Νίκου Κυπουργού, με την Ορχήστρα των Χρωμάτων σε διεύθυνση Μίλτου Λογιάδη και τραγουδιστές τους Τάση Χριστογιαννόπουλο, Σαβίνα Γιαννάτου, Λιζέτα Καλημέρη και Δώρο Δημοσθένους. Τον Οκτώβρη 1996 στο Δημοτικό πραγματοποιήθηκαν μερικές παραστάσεις της Άννα Καρένινα, από το μυθιστόρημα του Λ. Τολστόη, με την Τατιάνα Λύγαρη να μιλά ελληνικά και ηθοποιούς του Ακαδημαϊκού Θεάτρου Τβερ της Ρωσίας να απαντούν στα ρωσικά. Το Νοέμβρη 1997 η Κατερίνα Βασιλάκου εμφανίστηκε σε πολυπαιγμένα μονόπρακτα των Τ. Γουίλιαμς (Μίλα μου σαν τη βροχή), Ζ. Κοκτό (Το φάντασμα της Μασσαλίας και Την έχασα), Α. Τσέχοβ (Μια ψυχούλα και Η κυρία με το σκυλάκι) και των αδελφών Κιντέρο (Ένα ηλιόλουστο πρωινό). Η Δ.Ε.Π.Α.Π. διοργάνωσε αρκετές μουσικές και τιμητικές εκδηλώσεις ως αντίβαρο της απουσίας θεατρικού προγράμματος στο Δημοτικό. Μέχρι και στον εορτασμό της Παγκόσμιας Μέρας Θεάτρου (1996) στο Δημοτικό παρουσιάστηκε μουσική και όχι θεατρική παράσταση. Το Γενάρη 1997 η Δ.Ε.Π.Α.Π. οργάνωσε «4 βραδιές μουσικής στον Πειραιά» με συναυλία της Καμεράτας, ρεσιτάλ του πιανίστα Ερμή Θεοδωράκη σε τέσσερα έργα Ιάνη Ξενάκη και την Όπερα Δωματίου Αθηνών σε συνεργασία με την ΕΛΣ στην οπερέτα Η ευκαιρία κάνει τον κλέφτη (1812) του Τζ. Ροσίνι. Το Μάρτη ο Θίασος Ρούλας Πατεράκη παρουσίασε το έργο Στο Σπλέντιντ (γραμμένο το 1948) του Ζαν Ζενέ και το Μάη πραγματοποιήθηκε συναυλία του Στέλιου Βαμβακάρη. Το Φλεβάρη 1998 άρχισαν στο Δημοτικό οι θεατροποιημένες συναυλίες τής Άλκηστις Πρωτοψάλτη σε σκηνοθεσία του Δ. Παπαϊωάννου που συνεχίστηκαν το 1999 και ξεπέρασαν τις 200. Τον Απρίλη 1998 η ορχήστρα και χορωδία Γκράντους αντ Μούσικαμ από το Νανσί, πόλη «αδελφοποιημένη» με τον Πειραιά, παρουσίασε το ορατόριο Σολομών (1749) του Χέντελ. Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη παρουσιάστηκε στο Δημοτικό σε συναυλίες οργανωμένες από τη Δ.Ε.Π.Α.Π. Το Φλεβάρη 1994, ως μέρος των εκδηλώσεων «Μουσική Χωρίς Σύνορα», ο Μίκης Θεοδωράκης έδωσε μια από τις κορυφαίες συναυλίες της πορείας του μ’ ένα εξαιρετικό λυρικό πρόγραμμα, σε τρία μέρη, που ενθουσίασε το κοινό στο κατάμεστο Δημοτικό. Στο πρώτο μέρος η Νένη Ζάππα 169
τραγούδησε τους Χαιρετισμούς (1978-81) με την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ σε διεύθυνση του συνθέτη, και στο δεύτερο μέρος η Μαρία Φαραντούρη, με την Ντόρα Μπακοπούλου στο πιάνο, έδωσε ένα θαυμάσιο ρεσιτάλ με το έργο Η Βεατρίκη στην οδό Μηδέν σε ποίηση Δ. Καρατζά. Στο τρίτο μέρος παρουσιάστηκε η παγκόσμια πρεμιέρα του έργου Μυθιστόρημα (σύνθεση του 1968) που έγραψε ο Γ. Σεφέρη το 1935, σε έκδοση συμφωνικής ορχήστρας με την Μαρία Φαραντούρη και τον συνθέτη να διευθύνει την Ορχήστρα της ΕΡΤ. Το Μάρτη 1996 πραγματοποιήθηκε και τιμητική εκδήλωση για το συνθέτη με τη χορωδία τής Τ. Παπαστεφάνου. Άλλη μια τιμητική συναυλία για τον συνθέτη διοργάνωσε το Γενάρη 1999 ο Σύλλογος Υπαλλήλων Τράπεζας Ελλάδος με την Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» και τραγουδιστές την Μαρία Φαραντούρη, την Μαρία Δημητριάδη, την Σωτηρία Λεονάρδου, την Μελίνα Κανά, τον Κώστα Θωμαϊδη και τον Κώστα Μακεδόνα. Με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του δραματουργού και ποιητή Μπέρτολτ Μπρεχτ, το Δεκέμβρη 1998 με πρωτοβουλία και επιμέλεια του Μηνά Τίγκιλη, εκδότη τότε του θεατρικού περιοδικού Εκκύκλημα, η Δ.Ε.Π.Α.Π. οργάνωσε τιμητική εκδήλωση και έκθεση στο Δημοτικό. Η εκδήλωση είχε ιστορικό χαρακτήρα καθώς ήταν αφιερωμένη στην πρωτοποριακή παρουσίαση του έργου του Μπρεχτ που είχε πραγματοποιηθεί στο Δημοτικό το Δεκέμβρη 1958 με συμμετοχή των ηθοποιών Μαρίας Αλκαίου, Βασίλη Διαμαντόπουλου, Πέτρου Φυσσούν κ.α. Σαράντα χρόνια αργότερα παρουσιάστηκαν αποσπάσματα από το σπουδαίο πειραματικό έργο του Μπρεχτ Η εξαίρεση και ο κανόνας, και η Γεωργία Συλλαίου με τον Σάκη Παπαδημητρίου στο πιάνο ερμήνευσαν τραγούδια από έργα του Μπρεχτ σε μουσική Κουρτ Βάϊλ.15
Κατάρρευση 1999-2003 Στις 9 Σεπτέμβρη 1999 ένας δεύτερος ισχυρός σεισμός ταρακούνησε το Δημοτικό ως συμβολικός τιμωρός της παρακμιακής του πορείας. Η Φύση ειδοποίησε, για δεύτερη φορά, ότι καθώς καταφρονείται το πιο σημαντικό θεατρικό οικοδόμημα στην Ελλάδα, με πλήρη απουσία θιάσου και συνεχών θεατρικών παραστάσεων, δεν αξίζει να υπάρχει. 15 Η έκθεση για τα έργα του Μ. Μπρεχτ στην Ελλάδα παρουσιάστηκε σε αίθουσα του ΔΘΠ στις 9-14 Δεκέμβρη 1998.
170
Η κρίσιμη κατάσταση κινητοποίησε τους πολιτιστικούς συλλόγους του Πειραιά και ο Τύπος της πόλης διαμαρτυρήθηκε με συνεχή δημοσιεύματα. Αλλά αυτές οι κινήσεις δεν απέκτησαν δυναμικότητα και δεν κατόρθωσαν να συγκροτήσουν ένα στιβαρό κίνημα με σαφείς στόχους. Έτσι αγνοήθηκαν από τις δημοτικές και κρατικές αρχές. Το Δεκέμβρη 1999 σε υπόμνημα του προς την Υπουργό Πολιτισμού Ε. Παπαζώη, ο Δήμαρχος Πειραιά Χ. Αγραπίδης τόνιζε την ανάγκη «συντήρησης» του Δημοτικού χωρίς όμως να αναφέρει ιδέες για τη λειτουργία του.16 Ο Δήμος και το Υπουργείο Πολιτισμού αποδείχτηκαν ανίκανοι να συνειδητοποιήσουν ότι πριν από τα οικοδομικά έργα αποκατάστασης προέχει η συγκρότηση Θεατρικού Οργανισμού που θα προτείνει τις χρήσεις λειτουργίας του Δημοτικού ώστε σύμφωνα μ’ αυτές να εκπονηθούν οι κατάλληλες μελέτες της κτιριακής αποκατάστασης. Για το Δήμο και το Υπουργείο το ζήτημα ήταν η διαχείριση του μεγάλου ποσού της αποκατάστασης. Παρά την επικινδυνότητα του κτιρίου, στο Δημοτικό ξανάρχισαν οι παραστάσεις το Φλεβάρη 2000, αλλά η χρήση των θεωρείων απαγορεύτηκε όπως και η λειτουργία του Φουαγιέ μετά την πτώση οικοδομικών στοιχείων της οροφής του. Οι ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού Κ. Σημίτη στις εκλογές του 1996 και του 2000 για άμεση έναρξη έργων αποκατάστασης στο Δημοτικό δεν οδήγησαν πουθενά.17 Στον ελληνικό Τύπο δημοσιεύτηκαν κατηγορίες ότι τα κονδύλια των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων για το Δημοτικό, διοχετεύονταν στο Μέγαρο Μουσικής και στη Θεσσαλονίκη με αποτέλεσμα την αφαίρεση του Δημοτικού από τα Προγράμματα.18 16 Χρονογράφος 17/12/1999. Δηλώσεις των Δημάρχων Πειραιά μετά από συναντήσεις με Υπουργούς Πολιτισμού υποδηλώνουν διαπραγματεύσεις όπου το ΔΘΠ συζητήθηκε στο πλαίσιο θεμάτων που δεν είχαν σχέση με τον πολιτισμό και τις τέχνες 17 Το 1996 ο Κ. Σημίτης είχε εξαγγείλει ότι το Δημοτικό θα γινόταν Λυρικό Θέατρο. Στις 17 Φλεβάρη 2000 ως Πρωθυπουργός ο Κώστας Σημίτης επισκέφτηκε τον Πειραιά όπου ανάγγειλε μια σειρά έργων για την πόλη τονίζοντας ότι: «Το Δημοτικό Θέατρο θα ανακαινιστεί πλήρως και θα γίνει ένα σύγχρονο, υψηλών απαιτήσεων θεατρικό κέντρο. Το έργο εντάσσεται στο Γ ΚΠΣ με προϋπολογισμό 6 δις και θα εκτελεσθεί σε συνεργασία ΥΠΠΟ και Δήμου». Η Φωνή του Πειραιώς, 18/2/2000, έμφαση πρόσθετη. Στο Δημοτικό, όπως και σε κάθε Μνημείο σύμφωνα με τον Αρχαιολογικό Νόμο, δεν επιτρέπονται «ανακαινήσεις» παρά μόνο αποκαταστάσεις της αυθεντικής μορφής. 18 «ΔΘΠ: Καταρρέει για χάρη της όπερας του Λαμπράκη» Ριζοσπάστης 22/1/1998. Η Ελευθεροτυπία στις 27/1/1998 ανάφερε δήλωση του Ε. Βενιζέλου για «σοβαρότατες επιπλοκές» σχετικά με την
171
Εργασίες αποκατάστασης, 2011.
Εργασίες κατασκευής νέας σκηνής στο Δημοτικό, 2011.
Την άνοιξη του 2001 πραγματοποιήθηκαν συναυλίες της Χάρις Αλεξίου, της ομάδας Σπείρα Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη, και ασπροκόκκινη ποδοσφαιρική φιέστα στο Δημοτικό για την κατάκτηση του πρωταθλήματος από τον Ολυμπιακό. Το Νοέμβρη 2001 οργανώθηκε από τον Πειραϊκό Σύνδεσμο και το Δήμο Πειραιά στο ΔΘΠ εκδήλωση με τίτλο «Το Δημοτικό Θέατρο στον 21ο αιώνα» με προτάσεις σχετικά με τη μελλοντική λειτουργία του.19 Αλλά ο Δήμος και το ΥΠΠΟ είχαν ήδη συμφωνήσει για το Δημοτικό και δεν ήταν διατεθειμένοι να υπάρξει δημόσιος διάλογος. Οι επίσημες σκέψεις για τη μελλοντική λειτουργία του Δημοτικού διατυπώθηκαν σε Δελτίο Τύπου του ΥΠΠΟ, 10 Μάη 2002, όπου ο τότε Υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος τόνισε ότι «το Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς, θα γίνει μόνιμη έδρα της Ορχήστρας των Χρωμάτων, υπό τη διεύθυνση του κ. Κουρουπού». Ο Δήμαρχος Αγραπίδης ανάφερε: «Άλλα θέματα που συζητήσαμε ήταν για το Δημοτικό Θέατρο, όπου είχαμε την διαβεβαίωση του Υπουργού ότι θα είναι στο Γ ΚΠΣ». Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά προσφέρθηκε στο πιάτο σ’ ένα ιδιωτικό, μουσικό, αθηναϊκό οργανισμό σε απόλυτη άρνηση του ίδιου του ονόματος του. Το Μάρτη 2003, τέσσερεις πολιτιστικοί φορείς της πόλης σε κοινό τους Υπόμνημα προς το Δήμο Πειραιά τόνισαν την εναντίωση τους στην παραχώρηση του Δημοτικού στην Ορχήστρα των Χρωμάτων και ζήτησαν «συγκρότηση ενός αυτόνομου Δημοτικού Οργανισμού και τη δημιουργία Μόνιμου Δημοτικού Θιάσου».20 Με σκοπό την έναρξη επιστημονικού διαλόγου για την αποκατάσταση αποκατάσταση του ΔΘΠ που τις είχε «προκαλέσει η δημοτική αρχή». 19 Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο ΔΘΠ στις 28 Νοέμβρη 2001 με πρωτοβουλία του προέδρου του Πειραϊκού Συνδέσμου Γιάννη Πολυχρονόπουλου. Οι εισηγήσεις των ομιλητών Βάσια Τσοκόπουλου, Νίκου Αξαρλή, Κώστα Γεωργουσόπουλου και Γιάννη Πολυχρονόπουλου δημοσιεύτηκαν σε αφιέρωμα του περιοδικού του Πειραϊκού Συνδέσμου Ενημερωτική Έκδοση, 5, Οκτώβριος-Νοέμβριος 1981. Δυο άλλες εκδηλώσεις όπου έγιναν αναλύσεις και προτάσεις για το ΔΘΠ ήταν οι εξής. Στις 10 Δεκέμβρη 2002 η Πολιτιστική Κίνηση «Τερψιχόρη» οργάνωσε στο Bistrot 1910 τη συζήτηση Πολιτισμός του Πειραιά – Χώροι και Προοπτικές με ομιλητές τον Γιάννη Οικονομίδη και τον Νίκο Αξαρλή, και στις 31 Μάρτη 2003 το Λιμάνι της Αγωνίας οργάνωσε συζήτηση στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά (λεωφόρος Ηρώων Πολυτεχνείου) με τίτλο Πολιτισμός, κοινωνία και παιδεία (ομιλητές Γ. Ιωαννίδης, Β. Τσοκόπουλος, Ν. Αξαρλής). Το Λιμάνι της Αγωνίας κυκλοφόρησε το 2008 το καθιερωμένο του ημερολόγιο αφιερωμένο στο ΔΘΠ, σε συντονισμό, επιμέλεια και σχεδιασμό των Ε. Σταματάκη, Α. Φραντζεσκάκη, Α. Φωτοπούλου. 20 Η Φωνή του Πειραιώς 4/4/2003.
172
και τη μελλοντική χρήση του Δημοτικού, καλλιτέχνες του θεάτρου, πανεπιστημιακοί και μελετητές του Πειραιά διοργάνωσαν τον Απρίλη 2003 τη διεθνή επιστημονική συνάντηση «Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: η ιστορική του διαδρομή, η αποκατάσταση και η λειτουργία του στον 21 ο αιώνα».21 Λίγες μέρες αργότερα, τη Δευτέρα 5 Μάη 2003, κατέρρευσε κομμάτι οροφής σε αίθουσα του Δημοτικού και μετά από αυτοψία της υπηρεσίας Πολεοδομίας του Δήμου αποφασίστηκε η «προσωρινή διακοπή λειτουργίας του». Παρά τις διαφορετικές κυβερνήσεις, κοινοβουλευτικές ή δικτατορικές, και τις διάφορες δημοτικές αρχές, το Δημοτικό λειτούργησε ως ενοικιαζόμενη αίθουσα χωρίς κανένα προγραμματισμό. Η λειτουργία του ήταν ο ορισμός της αναρχίας. Γενικά οι εκδηλώσεις στο Δημοτικό μπορούν να μπουν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Από τη μια οι επισκέψεις των αθηναϊκών θιάσων με επιθεωρήσεις, βουλεβάρτα, κωμωδίες και κλασικά έργα. Από την άλλη η χρήση του ως αίθουσας κοινωνικών εκδηλώσεων τοπικής εμβέλειας (σχολικές πανηγύρεις, εκλογικές και φιλανθρωπικές συγκεντρώσεις, κλπ.). Καμιά δημοτική αρχή δεν αποφάσισε μια τουλάχιστον ορθολογική λειτουργία του Δημοτικού. Με μια σειρά κριτήρια για ένα Δημοτικό Θέατρο μιας μητροπολιτικής βαλκανικής πόλης (ποιότητα έργων, ποιότητα θιάσου, εντοπιότητα, ιστορικότητα), στο διάστημα 1974-2003, σχεδόν 30 χρόνια, οι σημαντικές παραστάσεις ή συναυλίες μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Στο Δημοτικό για δεκαετίες λειτούργησε το Ιστορικό Αρχείο του Δήμου Πειραιά και τα γραφεία της Δημοτικής Πινακοθήκης η οποία στερούνταν ακόμη και τους απαραίτητους πόρους για σωστή συντήρηση των καλλιτεχνικών έργων. Μετά από δωρεά στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά συγκροτήθηκε το Μουσείο Αραβαντινού με μακέτες και έργα του διεθνούς φήμης σκηνογράφου. Τα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν στις 20 Νοέμβρη 1972 με ομιλίες του Κ. Μπαστιά και του Γ. Σιδέρη. Το 1993 η Λίντα Άλμα, σύντροφος του Μάνου Κατράκη, δώρισε κοστούμια του ηθοποιού στο Δήμο Πειραιά μετά την υπόσχεση του 21 Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο, Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, Πανεπιστήμιο Πειραιά 13 Απρίλη 2003, επιμ. Νίκος Αξαρλής – Κατερίνα Μπρεντάνου, εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς, 2008. Μέρος των εξόδων της Επιστημονικής Συνάντησης καλύφτηκαν με χορηγία του Γιάννη Πολυχρονόπουλου.
173
Δήμαρχου Λογοθέτη για τη δημιουργία Μουσείου Μάνου Κατράκη στον Πειραιά.22 Στο μεγάλο Φουαγιέ του Δημοτικού την περίοδο 1970-1996 πραγματοποιήθηκαν ελάχιστες εκθέσεις άξιες αναφοράς καθώς ποτέ δεν υπήρξε προγραμματισμός και η διεύθυνση της Δημοτικής Πινακοθήκης δεν είχε λόγο.23
Η ερασιτεχνική δημιουργία στο ΔΘΠ Το 1963 ο ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου και Πειραιώτης Γκίκας Μπινιάρης ανέλαβε τη διεύθυνση της Δραματικής Σχολής του Πειραϊκού Συνδέσμου και πέτυχε να αναγνωριστεί ως Ανώτερη Σχολή. Ο Μπινιάρης οργάνωσε παραστάσεις των σπουδαστών και στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά το 1972 με τον Επιθεωρητή του Ν. Γκόγκολ, και το 1975 και 1979 με τον Πειρασμό του Ξενόπουλου. Αλλά ποτέ δεν αναπτύχτηκε προγραμματισμένη συνεργασία μεταξύ της Σχολής και του Δημοτικού. Το 1989 το Χατζηκυριάκειο Ορφανοτροφείο υποστήριξε το Θεατρικό Εργαστήρι Πειραιά με σκηνοθέτη τον Κώστα Τσαρή. Η ομάδα παρουσίασε στο Δημοτικό το 1990 τον Ποπολάρο του Γρ. Ξενόπουλου, το 1992 Το παλιό μας ρολόι, μια νοσταλγική ματιά στον Πειραιά, και τον Ιούνη 1993 Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα του Φ. Γ. Λόρκα καθώς και μονόπρακτα των Πειραιωτών συγγραφέων Τούλας Μπούτου Αν όλα άλλαζαν, Πότη Κατράκη Παζάρι, Αντώνη Μπούγου Για μια ώρα παιδιά καθώς και το Γάμο του Α. Τσέχοφ. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιά ο Στέφανος Καρυδάκης συγκρότησε θεατρική ομάδα όπως και μερικά Δημοτικά Διαμερίσματα της πόλης. Ο Αντώνης Φουστέρης στο Πρώτο Δημοτικό Διαμέρισμα, με υποστήριξη της ΝΕΛΕ (Νομαρχιακής Επιτροπής Λαϊκής Επιμόρφωσης), δημιούργησε θεατρική ομάδα με μακρόχρονη δράση. Το 1995 η ομάδα του Β Δημοτικού Διαμερίσματος παρουσίασε το 22 Το Μουσείο δεν έχει ιδρυθεί ακόμη. Για την όλη υπόθεση δες δημοσιεύματα τής Α. Κωττή στην Ελευθεροτυπία 23/8/1993 και Δ. Γκιώνη στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 15/9/1996. 23 Οι πιο σημαντικές εκθέσεις ήταν το Μάη-Ιούνη 1970 με πίνακες των Πειραιωτών ζωγράφων Θ. Λεκού, Γ. Συρίγου και του γλύπτη Νικόλα, τον Απρίλη 1983 με έργα του λαϊκού καλλιτέχνη Γιάννη Σαββόπουλου και το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς αναδρομική του Δημήτρη Τηνιακού. Σε τακτά διαστήματα η Φιλολογική Στέγη Πειραιά διοργάνωνε στο Φουαγιέ Πανελλήνιες Εκθέσεις Θαλασσογραφίας.
174
αντιρατσιστικό έργο Βαθιές είναι οι ρίζες των Τζέημς Γκάου και Αρνό Ντ’ Ουζό στο Δημοτικό. Γεγονός για την ερασιτεχνική θεατρική κίνηση ήταν η Πρώτη Συνάντηση Θεατρικών Σχημάτων Πειραιά τον Οκτώβρη 1996 στο Δημοτικό όπου επτά ομάδες παρουσίασαν τη δουλειά τους.24 Μέσα από παραστάσεις του Ραλλείου Σχολής στο Δημοτικό το 1996 και 1997, η Λίζα Μιχελή δημιούργησε τη Θεατρική Εταιρία Μίμησις Πράξεως και το Μάη 1999 παρουσίασε τρία μονόπρακτα: Το φάντασμα της Μασσαλίας του Ζαν Κοκτό, Η Εβραία του Μπ Μπρεχτ, και Εϊ εσείς οι έξω του Γ. Σαρογιάν. Τον Οχτώβρη 2000 η Μίμησις Πράξεως παρουσίασε ξανά στο Δημοτικό την Αυλή των θαυμάτων του Ιακ. Καμπανέλλη και τον Μάη 2002 δραματοποίηση του ποιήματος του Δ. Σολωμού Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Τα ερασιτεχνικά θεατρικά σχήματα της πόλης δεν κατόρθωσαν να έχουν μια συνεχή παρουσία και να αναπτύξουν τη δική τους δραματουργία. Παίζουν όμως σημαντικό ρόλο επιμόρφωσης και ανάπτυξης θεατρικού κοινού. Με τη φιλότιμη δουλειά τους βάζουν το ζήτημα σχέσης θεάτρου και πόλης και την επιτακτική ανάγκη συνεχούς θεατρικής λειτουργίας του Δημοτικού.
2003 – 2012 Έργα αποκατάστασης Στο διάστημα 2000-2005 οι αρχιτέκτονες Κ. Κορρές και Μ. Μιχαηλίδης του Υπουργείου Πολιτισμού εκπόνησαν νέες μελέτες για το Δημοτικό. Το 2003 η Διεύθυνση Συντήρησης του υπουργείου εκτέλεσε εργασίες αποκάλυψης και αποτύπωσης των τοιχογραφιών στο θέατρο. Σε αίθουσες αποκαλύφθηκε φυτικός διάκοσμος και στη δεύτερη σειρά θεωρείων επιγραφές με τα ονόματα αρχαίων ποιητών και κορυφαίων Ευρωπαίων (Ιταλών, Γάλλων, Γερμανών και Βρετανών) ποιητών και μουσικών του 13ου-19ου αιώνα.25 24 Οι ομάδες και τα έργα που παρουσίασαν ήταν: Π.Τ.Π.Α. Κλελέκτρα με κείμενα αρχαίων και σύγχρονων δραματουργών, Θεατρική Σκηνή Πανεπιστημίου Πειραιά Φαύστα Μποστ, Θεατρικό Εργαστήρι Δήμου Κορυδαλλού Αγκάλιασε με Φωλβίλ Ε. Λαμπίς και Πόρνη της Μασσαλίας Ζ. Κοκτό, Λέσχη Νεολαίας Πειραιά και Ομάδα Χοροδράματος Έλξις Σπασμένες μορφές στους καθρέφτες, Θεατρικό Εργαστήρι Δήμου Ρέντη Η παράσταση αρχίζει με μονόπρακτα των Ζ. Κοκτό, Α. Τσέχοβ, Κ. Βάλεντιν, Θεατρική Ομάδα Νέων Α Δημοτικού Διαμερίσματος Αγγέλα Γ. Σεβαστίκογλου, και Παιδικό Εργαστήρι Πνευματικού Κέντρου Δήμου Περάματος Ματίας ο πρώτος ή Παιδοκρατία Άλκη Ζέη. 25 Τα στοιχεία για το έργο αναφέρονται σε δημοσίευμα του Δελτίου ΤΕΕ, 2560, 16 Νοέμβρη 2009.
175
Το Δημοτικό μετά από συνεχείς αναβολές – και αποτάξεις 26 – εντάχτηκε σε χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, ΕΣΠΑ 2007-2013) με προϋπολογισμό 35.896.465,64 Ευρώ και φορέα υλοποίησης τη ΔΑΝΣΜ (Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων και Σύγχρονων Μνημείων) του Υπουργείου Πολιτισμού. Το 2006 μετά από δυο δημοπρατήσεις του έργου «Αποκατάσταση Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά», ανάδοχος αναδείχτηκε η εταιρεία ΤΟΜΗ ΑΒΕΤΕ η οπαία και σύνταξε την οριστική μελέτη εκτέλεσης του έργου σύμφωνα με τη μέθοδο «μελέτη-κατασκευή» που έχει επικριθεί. Η ΔΑΝΣΜ του ΥΠΠΟ ορίστηκε «εποπτεύουσα και διευθύνουσα υπηρεσία έργου» και σχηματίστηκαν Επιτροπές ειδικών που θα παρακολουθούσαν το έργο. Ενώ ο Δήμος Πειραιά ήταν ο «κύριος του έργου», δεν υπήρξε αντιπρόσωπος του Δήμου στις Επιτροπές.27 Την άνοιξη του 2008 άρχισαν τα έργα αποκατάστασης στο Δημοτικό χωρίς να υπάρχει Οργανισμός Θεάτρου και με αδιευκρίνιστη τη μελλοντική χρήση του. Άγνωστο αν εκπονήθηκε χωροταξική μελέτη για τη σχέση του θεάτρου με το Αναπτυξιακό Σχέδιο Πειραιά 2010-20. Σε αντιπερισπασμό του αιτήματος των φορέων, δημοτικών παρατάξεων καλλιτεχνών και μελετητών του Πειραιά και του θεάτρου για δημιουργία Επιτροπής Δημοτικού Θεάτρου ώστε να ξεκινήσει το έργο της δημιουργίας Δημοτικού Θεατρικού Οργανισμού, ο Δήμαρχος Παναγιώτης Φασούλας συγκρότησε το 2009 Επιτροπή Προσωπικοτήτων. Το όποιο έργο ή πόρισμα αυτής της Επιτροπής
http://portal.tee.gr/portal/page/portal/press/ENHMEROTIKO_DELTIO/ED-YEAR-2009/ ED2560 Το περιοδικό Πειραϊκά, αρ. 3, Δεκέμβριος 2009, κυκλοφόρησε με εντυπωσιακό αφιέρωμα 90 σελίδων στο Δημοτικό Θέατρο. Επίσης το περιοδικό Τα μικρά πειραϊκά, αρ. 1, Μάϊος-Αύγουστος 2009, είχε αφιέρωμα στο Δημοτικό. Οι εκδότες διοργάνωσαν εκδήλωση στο Σύλλογο Αποφοίτων Ιωνιδείου το Μάρτη 2010 με ομιλητές τον κριτικό και εκδότη Κώστα Κρεμμύδα, τον ιστορικό τέχνης και καθ. στο Παν. Αθήνας Μάνο Στεφανίδη και την ομ. καθ. του Παν. Αθήνας αρχιτέκτονα Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ. 26 Το ρεπορτάζ του Ματθαίου Τσιμιτάκη στο Μ, Απρίλης 1998, παραθέτει δηλώσεις του «κ. Λιουδάκη εκ μέρους του δήμου … Προτείναμε να ενταχθεί στο Πακέτο Ντελόρ του 93 - 99 με χρηματοδότηση 1δισ. Ενώ όμως εγκρίθηκε, κόπηκε στην πορεία, δεν καταλαβαίνω γιατί». 27 Όλα τα μέλη των Επιτροπών αναφέρονται στο δημοσίευμα του Δελτίου ΤΕΕ, αρ. 2560, 16 Νοέμβρη 2009.
176
ποτέ δεν ανακοινώθηκε.28 Η αποκατάσταση του Δημοτικού συνέπεσε με την έκρηξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά τα έργα ολοκληρώθηκαν την άνοιξη 2012. Η αποκατάσταση του Δημοτικού είχε να αντιμετωπίσει δυο κύρια προβλήματα: τη στατικότητα του οικοδομήματος και τον εκσυγχρονισμό της σκηνής και του θεάτρου. Καθώς το Δημοτικό είναι χαρακτηρισμένο Μνημείο, που προστατεύεται από τον Αρχαιολογικό Νόμο, όλες οι εργασίες αποκατάστασης έπρεπε να εκτελεστούν σύμφωνα με τους όρους που ορίζουν οι Διεθνείς Συμβάσεις της ΟΥΝΕΣΚΟ, ο Διεθνής Χάρτης για τη Συντήρηση και Αποκατάσταση των Μνημείων και Τοποθεσιών (Χάρτα Βενετίας 1964), η Διακήρυξη του Άμστερνταμ (1975), και η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας (1985) για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης.29 Η σκηνή και οι διάφοροι μηχανισμοί αλλαγής σκηνικών κλπ. στο Δημοτικό είχαν κατασκευαστεί από ξύλο σύμφωνα με πρότυπα ευρωπαϊκών νεοκλασικών θεάτρων. Στη διάρκεια του 20ου αιώνα οι μηχανισμοί σκηνής πέσανε σε αχρηστία καθώς δεν υπήρχε μόνιμο εκπαιδευμένο προσωπικό. Όταν έκλεισε το Δημοτικό το 2003 είχαν απομείνει εξαρτήματα του μηχανισμού σκηνής. Στη σκηνή έπρεπε να αντιμετωπιστεί το διπλό πρόβλημα στατικότητας και εκσυγχρονισμού (μηχανισμοί, φωτισμός, κλπ.) παράλληλα με την αποκατάσταση του ξύλινου μηχανισμού. Οι υπεύθυνοι αποκατάστασης του ΥΠΠΟ επέλυσαν αυτό το πρόβλημα με τη δραστική αλλά και μόνη μέθοδο που γνωρίζουν: όλη η ξύλινη σκηνή (δάπεδο, υποσκήνιο, υπερσκήνιο) εκτός από τις πασαρέλες (τις κατασκευές στις δυο πλευρές της σκηνής), καθώς και όλος ο μηχανισμός (τροχαλίες, ταμπούρα κλπ.), αφαιρέθηκαν 28 Την Επιτροπή Προσωπικοτήτων αποτελούσαν ο αρχιτέκτονας Μάνος Περάκης, ο συνθέτης Γιώργος Κουρουπός, ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός, η λυρική τραγουδίστρια Βάσω Παπαντωνίου, ο θεατρολόγος καθ. Παν. Αθήνας Πλάτων Μαυρομούστακος, ο δικηγόρος Τάκης Δέγλερης, ο αρχαιολόγος Γιάννης Σακελλαράκης και οι συγγενείς επιχειρηματιών Τζένη Γλου και Βίκυ Σκλαβενίτη. Στην Επιτροπή δεν προσκαλέστηκαν θεατρικοί συγγραφείς, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, οι πολιτιστικοί φορείς του Πειραιά και οι μελετητές του θεάτρου και της πόλης. Το 2012 κυκλοφόρησε η σημαντική μελέτη του Τάκη Δέγλερη Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Μια νομική πρόταση για το θεσμικό πλαίσιο της νέας περιόδου λειτουργίας του, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα. 29 Η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας (1985) για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης αποτελεί το Ν.2039/92, ΦΕΚ61Α/13.04.1992, Κύρωση Σύμβασης Γανάδας 1985. Ν.1126/81 Σύμβαση UNESCO για την πολιτιστική κληρονομιά (1972). Ν.3028/02 Αρχαιολογικός Νόμος. Ν.3378/05 Σύμβαση Βαλέτα (Μάλτας) (1992).
177
και μεταφέρθηκαν σε αποθήκες. Μια νέα σκηνή οικοδομήθηκε από μπετόν και πάνω στη στέρεα βάση αυτού του τόσο αγαπητού στους Έλληνες εργολάβους υλικού, κατασκευάστηκε μια νέα σκηνή στις αρχές του 2012. Πρόσφατα, στο Θέατρο Μπολσόη στη Μόσχα οι συντηρητές ακολούθησαν την αντίθετη πορεία. Εκεί αφαίρεσαν το μπετόν ώστε να βελτιωθεί η ακουστική του θεάτρου. Στις 19-30 Οκτώβρη 2009 η ΔΑΝΣΜ του ΥΠΠΟΤ (Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού) διοργάνωσε έκθεση στον πολυχώρο πολιτισμού Απόλλων της Νομαρχίας Πειραιά με τίτλο Deus ex Machina, η μαγεία της σκηνής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Η έκθεση τόνιζε την αξία του μηχανισμού σκηνής στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και πρόβαλε με ψηφιακά γραφικά τη λειτουργία της. Με υπερηφάνεια η ΔΑΝΣΜ οργάνωσε και ημερίδα για το ΔΘΠ στις 30/10/09.30 Το 2011 με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού χαρακτηρίστηκαν ως «Μνημεία» «η παλιά σκηνή και ο κινητός εξοπλισμός» του ΔΘΠ τα οποία παράμειναν αποθηκευμένα ενώ έγινε γνωστό ότι δεν θα τοποθετούνταν πίσω στη θέση τους αλλά σε κάποιο μουσειακό χώρο που θα διαμορφωθεί στο θέατρο. Αυτές οι αποφάσεις και ενέργειες ήταν ουσιαστικά κανιβαλισμός της σκηνής-μνημείου του Δημοτικού και κατάφωρη παραβίαση των επιστημονικών διαδικασιών και δεοντολογίας, των Διεθνών Συμβάσεων προστασίας μνημείων (που έχουν γίνει αποδεκτές ως νόμοι του κράτους) και του Αρχαιολογικού Νόμου. Η Ηθική στην Επιστήμη ταυτίζεται με το επιστημονικά τεκμηριωμένο Σωστό και λειτουργεί με προσήλωση σ’ αυτό και στις εκπορευόμενες δεοντολογίες και πρακτικές. Οι Διεθνείς Συμβάσεις προστασίας μνημείων και η αρχαιολογική νομοθεσία, παρά τις μεγάλες αδυναμίες τους, δεν είναι τεχνολογικές συνταγές αλλά ορίζουν τις διαδικασίες για να επιτευχθεί το Σωστό. Στη σημερινή περίοδο της οικονομικής κρίσης και των συνεχών περικοπών των κρατικών χρηματοδοτήσεων στο θέατρο και στις τέχνες, είναι απαραίτητη η συγκρότηση ενός Θεατρικού Οργανισμού για το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Βεάκειο Θέατρο ώστε να μελετηθεί πώς είναι δυνατό να λειτουργήσουν με επιτυχία σύμφωνα με τα ονόματα τους. 30 Οι ομιλίες της ημερίδας δημοσιεύτηκαν στο Δελτίο ΤΕΕ, αρ. 2560.
178
Ο Μάνος Κατράκης (κέντρο) στο έργο Χριστόφορος Κολόμβος που παρουσίασε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο στο Δημοτικό το 1977.
179
Δημήτρης Ροντήρης
180
«Τώρα ή ποτέ ο Πειραιεύς θ’ αποκτήση καλό θέατρο»* GEFEG
Η παρουσία του Δημήτρη Ροντήρη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: Εθνικό Θέατρο 1947 – 1954, Πειραϊκό Θέατρο 1957-1959
Χρυσόθεμις Σταματοπούλου-Βασιλάκου Καθηγήτρια Θεατρολογίας - Ιστορίας του Θεάτρου Τμήμα Θεατρικών Σπουδών Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Με οικογενειακή καταγωγή από την Ναύπακτο,1 ο Δημήτρης Ροντήρης γεννήθηκε στον Πόρο στις 7 Ιανουαρίου 1893, αλλά μεγάλωσε στον Πειραιά,2 όπου και ανδρώθηκε. Μετά από λαμπρές σπουδές στην Ελλάδα δίπλα σε διακεκριμένους σκηνοθέτες και θεατρανθρώπους της εποχής του και στο εξωτερικό σε φημισμένες θεατρικές σχολές, τα καλλιτεχνικά βήματά του θα τον φέρουν ξανά πίσω στην πατρώα γη και θα τον συνδέσουν με το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, η παρουσία του οποίου στο υπέρλαμπρο αυτό ιστορικό θεατρικό κτήριο θα ταυτιστεί με δύο περιόδους-σταθμούς για τη θεατρική ζωή του Πειραιά α) με τις εκεί παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου3 με σκηνοθέτη τον ίδιο, την περίοδο 1947-1954 και β) με την εμφάνιση του δικού του δημιουργήματος, του
* Εφ. Χρονογράφος, Μάρτιος 1957
1 Ζιαμπάρα, Μαρία. «Η πατριά των Ροντηραίων και ο σκηνοθέτης Δημήτρης Ροντήρης». Δημήτρης Αχιλ. Ροντήρης, ο μεγάλος δάσκαλος του θεάτρου:Ε΄ Πολιτιστική Συνάντηση, Ναύπακτος 8 Νοεμ. 2003, Πλάτανος 9 Νοεμ. 2003. Αθήνα: Εταιρεία Ναυπακτιακών Μελετών, 2005, σσ. 31-46. 2 Σπάθης, Δημ. «Αφιέρωμα στον Δημ. Ροντήρη». Τα Νέα, 25 Ιαν. 2000, σσ. 16-17. Για τη ζωή και το έργο του βλ. επίσης Γεωργουσόπουλος, Κώστας. «Δημήτρης Ροντήρης». Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 9. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1991, σσ. 104-105. Του ίδιου. «Δημήτρης Ροντήρης: Ο πρακτικός της γλώσσας». Μετά το θέατρο: Δοκίμια. Αθήνα: Καστανιώτης, 1985, σσ. 119-123. Δεμέστιχα, Αικ. «Δημήτρης Ροντήρης». Νέα Εστία, έτος 72, αρ. 1698-1699, 1-15 Απρ.1998, σσ. 562-568 και Κρασονικολάκης Δημήτρης. «Χρονοδιαδρομές: Ο Δημήτρης Ροντήρης και το Πειραϊκό Θέατρο». Πειραϊκή Πολιτεία, 25 Σεπτ. 1997, σ. 18. 3 «Τα ανήσυχα χρόνια 1945-1955. Διευθυντές Δ. Ροντήρης, Γ. Θεοτοκάς, Η. Βενέζης, Δ. Ροντήρης». Στον τόμο: «Χρονικό ζωής και τέχνης ενός θεάτρου: Εθνικό Θέατρο 1932-1973: Με μία σύντομη αναφορά στην προϊστορία του» Θεατρικά, τόμ. Α΄, αρ. 11-12-13, Ιούλ.Σεπτ. 1973, σσ. 281-360.
181
«Πειραϊκού Θεάτρου»4 (1957-1959). Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, αρχίζει το 1933 να εργάζεται στο Εθνικό Θέατρο ως βοηθός σκηνοθέτης δίπλα στο Φώτο Πολίτη, ο πρόωρος θάνατος του οποίου το 1934, αλλά και οι αποδεδειγμένες πλέον ικανότητές του θα τον χρήσουν μόνιμο σκηνοθέτη του Εθνικού Θεάτρου, θέση που θα διατηρήσει έως τη γερμανική κατοχή το 1942. Από το 1946 ώς το 1950 θα επανέλθει στο Εθνικό Θέατρο ως σκηνοθέτης αλλά και γενικός διευθυντής5 του. Είναι η περίοδος που ο Ροντήρης εκδηλώνει για πρώτη φορά το ενδιαφέρον του για τον Πειραιά, προτείνοντας να αναλάβει τη διεύθυνση παραρτήματος του Εθνικού Θεάτρου που θα έδινε παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο. Η πρότασή του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τον πειραϊκό τύπο και το Δημοτικό Συμβούλιο του Πειραιά το οποίο στη συνεδρίασή του της 29ης Απριλίου 1947 αποφάσισε να στηρίξει το εγχείρημα.6 Θα ακολουθήσουν τρία χρόνια (1947-1950) συνεχούς εμφάνισης τού Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά με συνολικά 28 παραστάσεις, όπου παρουσιάστηκαν σημαντικά έργα του ελληνικού και ευρωπαϊκού ρεπερτορίου, όλα σκηνοθετημένα από τον ίδιο. Πρόκειται για παραστάσεις υψηλού επιπέδου υπό τη σκηνοθετική μπαγκέττα του Ροντήρη, ενός ταλαντούχου και προικισμένου νέου σκηνοθέτη, όπως είχε ήδη αποδείξει την πρώτη περίοδο της συνεργασίας του με το Εθνικό (1934-1941), με στόχο να μυήσουν το πειραϊκό κοινό στην ελληνική και ξένη δραματουργία, προσφέροντας ψυχαγωγία και συνάμα πνευματική καλλιέργεια, σε εποχές πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά χειμαζόμενες για τον ελληνικό λαό. Η έναρξη της σειράς αυτής παραστάσεων του Εθνικού Θεάτρου έγινε στις 25 Οκτωβρίου 1947 με τον Παπαφλέσσα7 του Σπύρου Μελά, παρουσία του βασιλικού ζεύγους, με πρωταγωνιστή τον Στέλιο Βόκοβιτς, παράσταση που παίχτηκε έως και τις 18 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς. Ενδιάμεσα στις παραστάσεις του ανωτέρω έργου, παρεμβλήθηκαν οι Πέρσαι του 4 Χ. Σταματοπούλου - Βασιλάκου «Ο Δημήτρης Ροντήρης στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: 1957 - 1959». Στον τόμο Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο: Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, Πανεπιστήμιο Πειραιά, 13, Απριλίου 2003, επιμ. Νίκος Αξαρλής - Κατερίνα Μπρεντάνου, Εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2003. 5 Κατερίνα, Δεμέστιχα, ό.π., σ. 562. Βλ. επίσης Βασίλης Κανάκης, Εθνικό Θέατρο: Εξήντα χρόνια σκηνή και παρασκήνιο. Αθήνα: Κάκτος 1999, σσ. 69-107. 6 Νίκος, Αξαρλής. Δημοτικό Θέατρο Πειραιά: Θέατρο και πόλη. Αθήνα: Οδός Πανός, 2001, σ. 99. 7 Βαρβάρα, Γεωργοπούλου «Παπαφλέσσας: Ένα ιστορικό δράμα του Σπ. Μελά». Επιστημονική Επιθεώρηση Τεχνών του Θεάματος, Ναύπλιο, αρ. 1, 2005-2008, σσ. 79-95.
182
Αισχύλου, σε μία και μοναδική παράσταση στις 28 Οκτωβρίου 1947, ημέρα εορτασμού της έναρξης του ελληνοϊταλικού πολέμου. Πρόκειται για επανάληψη της τραγωδίας που είχε αρχικά παρουσιαστεί το 1939 στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, το 1940 στο θέατρο «Παλλάς» της Βουκουρεστίου, το 1946 πάλι στο Εθνικό Θέατρο και σε περιοδεία από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 1947 (Ρόδος, Κύπρος, Αλεξάνδρεια, Θεσσαλονίκη) με τους ίδιους συντελεστές.8 Θα ακολουθήσει για λίγες παραστάσεις από τις 19 Νοεμβρίου έως τις 7 Δεκεμβρίου 1947, η Βαβουλωνία,9 του Δημήτριου Βυζάντιου, με τους Χριστόφορο Νέζερ, Ηλία Δεστούνη, Χρήστο Ευθυμίου, Μάνο Κατράκη, Μιχάλη Καλογιάννη, Άρη Μαλλιαργό, Νίκο Παρασκευά κ.ά. σε πρωταγω νιστούς ρόλους, έργο που αντιμετωπίστηκε με αντιφατικά σχόλια από την πλευρά της κριτικής.10 Το 1948 θα ανοίξει με την κωμωδία Πειρασμός του Γρηγόριου Ξενόπουλου που παίζεται στο Δημοτικό Θέατρο από τις 10 Δεκεμβρίου 1947 έως τις 14 Ιανουαρίου 1948 με πρωταγωνιστές τον Άρη Μαλλιαγρό, την Ελένη Χαλκούση, την Λουΐζα Ποδηματά, τον Στέλιο Βόκοβιτς, την Τιτίκα Νικηφοράκη, τον Ανδρέα Φιλιππίδη, τον Παντελή Ζερβό, την Μαρία Αλκαίου κ.ά. στους κύριους ρόλους.11 Την πρεμιέρα παρακολούθησε η Μαρίκα Κοτοπούλη και η Κυβέλη,12 με το κοινό να καταχειροκροτεί τους ηθοποιούς για την απόδοσή τους, παρά τις λίγες πρόβες τους,13 χωρίς βέβαια να λείπει από την πλευρά της κριτικής και των θεατρόφιλων του Πειραιά η επισήμανση της κακής επιλογής ενός έργου εντελώς ανεπίκαιρου με τα γεγονότα της εποχής.14 Όσον αφορά τη σκηνοθεσία, ο Ροντήρης επαινείται για την αριστουργηματική εκτέλεση και τη σφραγίδα της επίπονης προσωπικής του συμβολής στο τελικό καλό αποτέλεσμα.15 Την επομένη κιόλας της λήξης της σειράς των παραστάσεων του Πειρασμού 8 Βλ. ψηφιοποιημένο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (www.nt-archive.gr). Σχετικά με τη σκηνοθεσία της τραγωδίας από τον Δημ. Ροντήρη, βλ. Κατερίνα Αρβανίτη, Η αρχαία ελληνική τραγωδία στο Εθνικό Θέατρο. Τόμ. Α΄: Θωμάς Οικονόμου, Φώτος Πολίτης, Δημήτρης Ροντήρης. Αθήνα: Νεφέλη, 2010, σσ. 235-250. 9 Αθανάσιος Γ. Μπλέσιος, Το θεατρικό έργο του Δ.Κ.Βυζάντιου. Αθήνα: Παπαζήσης, 2010, σσ.108-114. 10 Βλ. ψηφιοποιημένες κριτικές της Βαβυλωνίας, στο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου (www.ntarchive.gr). 11 Βλ. πρόγραμμα της παράστασης στο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). 12 Δρόσος Τριφύλλης «Ο Πειρασμός του Γρ. Ξενόπουλου από το Εθνικό στο Δημοτικό Θέατρο: Εντυπώσεις και κρίσεις». Ελληνική Ώρα Πειραιώς, 11 Δεκ. 1947. 13 Μ. Λαμπρινίδης «Παρακολουθώντας τον Πειρασμό στο Δημοτικό Θέατρο». Νέοι Καιροί Πειραιώς, 16 Δεκ. 1947. 14 Δρόσος Τριφύλλης ό.π. 15 Ό.π. Βλ. επίσης Στάθης Μπάτης «Παρακολουθώντας αθέατος τις δοκιμές του Πειρασμού. Να επαναληφθή πεντάκις ! Της κωμωδίας προηγείται το δράμα των ηθοποιών». Φωνή Πειραιώς, 10 Δεκ. 1947.
183
ανεβαίνει για ένα μήνα μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου 1948 η ηθογραφία του Δημ. Μπόγρη Τ’ Αρραβωνιάσματα, που, σύμφωνα με την κριτική, άγγιξε το πειραϊκό κοινό για το στοιχείο της θάλασσας που αναβλύζει από το έργο. Οι ηθοποιοί Θεόδωρος Αρώνης, Χρήστος Ευθυμίου, Μερόπη Ροζάν, Άρης Μαλλιαγρός, Γιώργος Ταλάνος, Στέλιος Βόκοβιτς, Τιτίκα Νικηφοράκη, Γκίκας Μπινιάρης, αν και είχαν να αναμετρηθούν με τους Αιμίλιο Βεάκη, Αλέξη Μινωτή, Σαπφώ Αλκαίου, Αθανασία Μουστάκα, Νίκο Παρασκευά και Ρίτα Μυράτ που είχαν ερμηνεύσει τους βασικούς ρόλους σε παλαιότερες παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου (1936, 1937, 1939), ικανοποίησαν το κοινό με την απόδοσή τους, αλλά και τον συγγραφέα που παρακολούθησε την πρεμιέρα.16 Μετά από τέσσερα έργα της νεότερης νεοελληνικής δραματουργίας (Παπαφλέσσας / Πειρασμός / Βαβυλωνία / Αρραβωνιάσματα) και ένα από την αρχαία ελληνική γραμματεία, το πειραϊκό κοινό θα έρθει στη συνέχεια σε επαφή με τρία έργα της ευρωπαϊκής δραματουργίας, το καθένα αντιπροσωπευτικό στο είδος του. Πρώτα παρουσιάζεται ο Αμφιτρύων του Μολιέρου μαζί με το μονόπρακτο Μία πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή ή κλειστή του Alfred de Musset, που παίζονται το πρώτο σε μετάφραση Γεώργιου Ν. Πολίτη και το δεύτερο σε μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου, από τις 17 Φεβρουαρίου έως τις 7 Μαρτίου 1948. Η επιλογή δύο κωμωδιών μιας κλασικιστικής και μιας ρομαντικής, αν και διαφέρουν μεταξύ τους διακόσια χρόνια, δεν ξένισε το κοινό. Ο σκηνοθέτης πέτυχε να αποδώσει την ατμόσφαιρα του παλαιού καιρού σχεδόν άρτια σε ύφος, σε τόνο, σε πνοή, σε έμπνευση και περισσότερο σε ήθος17 αναδεικνύοντας ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Μολιέρου, σε συνδυασμό με τον αβρό διάλογο-διαξιφισμό, τη σπιρτάδα και τη φινέτσα του ρομαντικού μονόπρακτου του Μυσσέ. Τους ρόλους απέδωσαν στον Αμφιτρύωνα οι ηθοποιοί Τάκης Γαλανός, Μιράντα Οικονομίδου, Δημήτρης Χορν, Νίκος Χατζίσκος, Μαίρη Αρώνη, Βέρα Δεληγιάννη, Μιχάλης Καλογιάννης, Κώστας Παππάς, Γιάννης Αποστολίδης, Νίκος Παπακωνσταντίνου και Ν. Ντουνάκης και στο μονόπρακτο η Μαίρη Αρώνη με τον Δημήτρη Χορν.18 Θα ακολουθήσει ο Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος του Μπέρναρντ Σω που παίχτηκε σε μετάφραση Αχιλλέα Α. Κύρου από τις 9 έως 28 16 Δρόσος Τριφύλλης. «Τ’Αρραβωνιάσματα: Συνομιλία με τον Μπόγρη κοντά στη μεγάλη του αγάπη τη θάλασσα». Ελληνική Ώρα Πειραιώς, 16 Ιαν. 1948. 17 «Αμφιτρυών, Η πόρτα ανοιχτή ή κλειστή». Νέα Αλήθεια (Θεσσαλονίκη), 21 Ιουν. 1948. 18 Βλ. πρόγραμμα στο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). Βλ. επίσης Δρόσος Τριφύλλης «Ο Αμφιτρύων του Μολιέρου….:Εντυπώσεις και κρίσεις». Ελληνική Ώρα Πειραιώς, 15 Ιαν. 1948.
184
Οι Ε. Χαλκούση, Χ. Νέζερ, Ρ. Μυράτ στο Καινούργια ζωή, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό 1948.
Οι Ε. Χαλκούση, Τ. Νικηφοράκη και Λ. Ποδηματά στον Πειρασμό, παράσταση του Εθνικού Θεάτρου στο Δημοτικό 1947.
Μαρτίου 1948,19 με τους Δημήτρη Χορν, Μαίρη Αρώνη, Τάκη Γαλανό, Λέλα Ησαΐα, Μελίνα Μερκούρη, Ελένη Χαλκούση, Νίκο Παρασκευά, Χριστόφορο Νέζερ, Θεόδωρο Αρώνη, Γκίκα Μπινιάρη, Περικλή Γαβριηλίδη, Μιχάλη Καλογιάννη κ.ά., οι οποίοι απέδωσαν άψογα τους ρόλους τους, παρά τις εντατικές δοκιμές για τον Συρανό ντε Μπερζεράκ,20 ενώ ιδιαίτερα επαινούνται οι Πειραιώτες ηθοποιοί Γκίκας Μπινιάρης και Μιχάλης Καλογιάννης.21 Στη συνέχεια το πειραϊκό κοινό θα απολαύσει από τις 30 Μαρτίου έως 18 Απριλίου 1948 το ρομαντικό πεντάπρακτο δράμα Ρουί-Μπλας του Victor Hugo σε μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου, από τα λιγότερο γνωστά έργα του μεγάλου φιλέλληνα και ιδιαίτερα αγαπητού στο ελληνικό κοινό Γάλλου συγγραφέα, στη μόνη μέχρι σήμερα παράσταση του έργου από το Εθνικό Θέατρο.22 Τους βασικούς ρόλους ερμήνευσαν οι Θάνος Κωτσόπουλος, Θεόδωρος Αρώνης, Δημήτρης Χορν, Περικλής Γαβριηλίδης, Αθανασία Μουστάκα, οι πειραιώτες ηθοποιοί Γκίκας Μπινιάρης, Μιχάλης Καλογιάννης κ.ά., ενώ η παρουσία της νέας τότε ηθοποιού Μελίνας Μερκούρη προκαλεί αντιφατικές κριτικές για την εμφάνιση23 και την ηθοποιία της.24 Μετά από μία πρόσκαιρη διακοπή έξι (6) μηνών, το Εθνικό Θέατρο θα επανέλθει τον Οκτώβριο 1948 μέχρι τα τέλη της χρονιάς στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά με δύο ακόμη παραγωγές του, με ένα έργο της νεοελληνικής δραματουργίας και ένα της ευρωπαϊκής. Πρόκειται για το δράμα του Δημ. Μπόγρη Καινούργια ζωή που παίχτηκε από τις 9 Οκτωβρίου έως τις 14 Νοεμβρίου του 1948 με κάθε επιμέλεια, όπως επισημαίνει ο κριτικός της εποχής Κώστας Παράσχος,25 όπου ξεχώρισαν οι ηθοποιοί Χριστόφορος Νέζερ, Μιράντα Οικονομίδου, Ελένη Χαλκούση, Ρίτα Μυράτ, Γιάννης Αποστολίδης, Νίκος Βλαχόπουλος κ.ά. Παράσταση λαγαρή και ζεστή σύμφωνα με τον Άγγελο Τερξάκη,26 19 Βλ. πρόγραμμα στο Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). 20 Κύπρος Φραγκούλης, «Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος: Η χθεσινή πρώτη». Ελληνική Ώρα Πειραιώς, 10 Μαρτίου 1948. 21 Γιάννης, Καραμήτσος «Εις το Δημοτικόν Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος του Μπέρναντ Σω». Φωνή Πειραιώς, 10 Μαρτ. 1948. 22 Βλ. πρόγραμμα στο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). 23 Άννα Χαρβαλιά «Ο κόσμος της τέχνης: Βίκτωρος Ουγκώ Ρουΐ Μπλας εις το Δημοτικόν Θέατρον». Νέοι Καιροί Πειραιώς, 31 Μαρτίου 1948. 24 Κύπρος Φραγκούλης «Η χθεσινή πρώτη Ρουΐ-Μπλας από το Κρατικό Θίασο στο Δημοτικό Θέατρο: Εντυπώσεις και κρίσεις». Ελληνική Ώρα Πειραιώς, 31 Μαρτίου 1948. 25 Κώστας Παράσχος «Θεατρικές πρώτες: Καινούργια ζωή, στο Δημοτικό Πειραιώς», Εθνικός Κήρυκας, 13 Οκτ. 1948. 26 Άγγελος Τερζάκης «Από τα θέατρα:Καινούργια ζωή Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς». Το Βήμα, 12
185
που αγκαλιάστηκε θερμά από κοινό και κριτικούς.27 Ακολούθησε η γνωστή κωμωδία του Σαίξπηρ Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι, ή Το ημέρωμα της στρίγγλας που παίχτηκε σε μετάφραση Κ. Καρθαίου από τις 21 Δεκεμβρίου 1948 έως τις 30 Ιανουαρίου 1949 με πρωταγωνιστές τους Μαίρη Αρώνη, Θάλεια Καλλιγά, Άρη Μαλλιαγρό, Άρη Βλαχόπουλο, Δημήτρη Μυράτ, κ.ά.28 Το 1949 θα αρχίσει με το ανωτέρω έργο και θα ακολουθήσουν τρία ακόμη έργα της νεοελληνικής δραματουργίας (Φοιτηταί / Φιντανάκι / Στέλλα Βιολάντη) και ένα της ευρωπαϊκής (Συρανό ντε Μπερζεράκ). Οι Φοιτηταί του Γρηγ. Ξενόπουλου (1 Φεβρ.-13 Μαρτ. 1949) με τον Δημήτρη Χόρν και την Έλλη Λαμπέτη στους ρόλους των δύο ερωτευμένων νέων ενθουσιάζουν με τα νειάτα τους και τη φρεσκάδα του παιξίματός τους, όπως αποτυπώνεται και στην κριτική της εποχής.29 Παρεμβάλλεται ο Συρανό ντε Μπερζεράκ του Εντμόν Ροστάν που παίζεται από τις 15 Απρ. – 8 Μαΐου 1949 σε μετάφραση Δημήτρη Γιαννουκάκη, παράσταση που κρίθηκε μέτρια και δεν ενθουσίασε το κοινό30 και ακολουθεί η επιτυχημένη ηθογραφία του Παντελή Χόρν Το Φιντανάκι από τις 11 έως τις 29 Μαΐου 1949. Μετά την παύση των καλοκαιρινών μηνών, η χειμερινή περίοδος του 1949 θα αρχίσει με μια νέα παραγωγή, με τη Στέλλα Βιολάντη του Γρηγ. Ξενόπουλου από 1-13 Νοεμ. 1949 και στη συνέχεια θα δοθούν σε επανάληψη η Καινούργια ζωή από 15-20 Νοεμ. 1949, Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι από 22-27 Νοεμ. 1949, Ο Πειρασμός από 29 Νοεμ. – 4 Δεκ. 1949 και η χρονιά κλείνει πάλι με τη Στέλλα Βιολάντη, (6-18 Δεκ. 1949) και Τ’ Αρραβωνιάσματα (27 Δεκ. 1949 – 1 Ιαν. 1950) σε επανάληψη.31 Το 1950 θα ξεκινήσει με δύο επαναλήψεις, με Το Φιντανάκι (10-22 Ιαν. 1950) και τους Φοιτητές (24-29 Ιαν. 1950) και θα ακολουθήσουν δύο νέες παραγωγές, μία της νεοελληνικής και μία της ευρωπαϊκής δραματουργίας με τα έργα Ο βασιλικός του Αντώνιου Μάτεσι που παίχτηκε Οκτ. 1948. Βλ. επίσης Κώστας Οικονομίδης, «Εθνικόν Θέατρον – Δημοτικόν Πειραιώς Η καινούργια ζωή του Δημήτρη Μπόγρη». Έθνος, 11 Οκτ. 1948. 27 Γιάννης, Καραμήτσος «Δημήτρη Μπόγρη Καινούργια ζωή. Οργανισμός Εθνικού Θέατρου, Δημοτικόν Θέατρον». Φωνή Πειραιά, 11 Οκτ. 1948. Βλ. επίσης άλλες κριτικές στο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). 28 Δρόσος Τριφύλλης «Η χθεσινή πρώτη Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι στο Δημοτικό Θέατρο από τον θίασο του Εθνικού». Πειραϊκή Ζωή, 22 Δεκ. 1948. 29 Βλ. κριτικές για το έργο στο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). 30 Καραμήτσος, Γιάννης «Οργανισμός Εθνικού Θεάτρου Συρανό ντε Μπερζεράκ εις το Δημοτικόν Θέατρον». Φωνή Πειραιώς, 6 Απρ. 1949 (βλ. Αρχείο Εθνικού Θεάτρου). 31 Βλ. Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (ό.π.).
186
από 30 Ιαν. έως 5 Φεβρ. 1950 και σε επανάληψη από 22-26 Φεβρ. την ίδια χρονιά και Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης, κωμωδία του Μαριβώ από 14 Φεβρ. – 12 Μαρτ. 1950.32 Ακολουθεί σε επανάληψη Ο Πειρασμός του Γρηγ. Ξενόπουλου με μία μόνη παράσταση στις 14 Μαρτ. 1950 και στη συνέχεια το πειραϊκό κοινό θα γνωρίσει έναν σύγχρονο Αμερικάνο θεατρικό συγγραφέα τον Τζων Πάτρικ με ένα έργο εμπνευσμένο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το δράμα Ανυπόμονη καρδιά που θα παιχτεί σε τρεις μόνο παραστάσεις από τις 21-23 Μαρτ. 1959, χωρίς ιδιαίτερη υποδοχή από το κοινό, παρά την άριστη ερμηνεία του Δημήτρη Χορν.33 Η περίοδος αυτή της σκηνοθετικής παρουσίας του Ροντήρη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά θα κλείσει με τον Παπαφλέσσα του Σπ. Μελά που επιλέγεται λόγω της θεματολογίας του να παιχτεί σε επανάληψη στις 25 Μαρτ. 1950,34 ημέρα εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης του ’21. Από εκεί και ύστερα για τρία χρόνια (1950-1953) ο Ροντήρης παύει να εμφανίζεται στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Είναι η περίοδος που θα αντικατασταθεί από τον Γ. Θεοτοκά στη Γενική Διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου35 γεγονός που θα τον οδηγήσει σε παραίτηση και από τη θέση του σκηνοθέτη. Θα επανέλθει ως Γενικός Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου το 1953-195536 και στο ενδιάμεσο διάστημα θα παρουσιάσει μία ακόμη παράσταση σε δική του σκηνοθεσία στον Πειραιά με το έργο του Σπύρου Μελά Ο βασιλιάς και ο σκύλος, σάτιρα κατά του κυνικού φιλοσόφου Διογένη, που παίχτηκε από τις 13 Ιαν. – 3 Φεβρ. 1954,37 παράσταση που έμελλε να είναι και η τελευταία του που παρουσίασε στη γενέθλια πόλη του ως σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρά τα επικριτικά σχόλια των θεατρόφιλων πειραιωτών ότι όλες οι παραστάσεις του Εθνικού στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ήταν επαναλήψεις παραστάσεων έργων της Κεντρικής Σκηνής και συχνά με ηθοποιούς της δεύτερης διανομής, και ουδέποτε μία καινούργια παραγωγή, το πειραϊκό κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει 32 Ό.π. 33 Μανόλης Θρ. Ρούνης. «Η θεατρική δημιουργία Η ανυπόμονη καρδιά του Τζων Πάτρικ». Νέοι Καιροί Πειραιώς, 22 Μαρτ. 1950. 34 Βλ. Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (ό.π.). Θα ήθελα με την ευκαιρία της άντλησης του ερευνητικού υλικού για τον Ροντήρη από το ψηφιοποιημένο Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου να συγχαρώ την Δρ. Θεατρολογίας Ελένη Γουλή και όλη την ομάδα των θεατρολόγων που εργάστηκαν φιλότιμα για την άψογη οργάνωσή του και την υποδειγματική παρουσίασή του προς χρήση από το κοινό. 35 Βασίλης Κανάκης, ό.π., σσ. 109-150. 36 Ό.π., σσ. 151-183. 37 Βλ. Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (ό.π.).
187
ευπρόσωπες παραστάσεις, καλοκουρδισμένες από έναν πεπειραμένο σκηνοθέτη, με μόνιμους συντελεστές στη σκηνογραφία τον επίσης πειραιώτη Κλεόβουλο Κλώνη και στην ενδυματολογία τον Αντώνη Φωκά. Στην αγαπημένη του πόλη θα στρέψει ξανά τα βλέμματά του ο Δημ. Ροντήρης μετά το 1955, όταν με αφορμή το νέο νομοσχέδιο περί Εθνικού Θεάτρου (Φεβρ. – Μαρ. 1955) θα μεθοδευτεί η απόλυσή του ως σκηνοθέτη από το Εθνικό Θέατρο.38 Οι συγκυρίες για την πολιτιστική ζωή του Πειραιά θα είναι τότε πρόσκαιρα ευνοϊκές. Τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς (1955) εκλέγεται δήμαρχος ο Δημήτριος Σαπουνάκης και ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος με την πλειοψηφούσα παράταξη και τοποθετείται επικεφαλής της Επιτροπής Θεάτρου του Δήμου Πειραιά, θέτοντας ως προτεραιότητα την κανονική λειτουργία του Δημοτικού Θεάτρου. Ένα χρόνο μετά, τον Φεβρουάριο του 1956, αναγγέλλει τη δημιουργία αυτόνομου Οργανισμού Δημοτικού Θεάτρου.39 Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις ο Δ. Ροντήρης, βρισκόμενος σε ανάρρωση μετά από σοβαρή εγχείρηση στο δεξί του μάτι – είχε υποστεί αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς από στενοχώρια λόγω της απομάκρυνσής του από το Εθνικό,40 - όπως ο ίδιος ομολογεί στην αυτοβιογραφία του, θα δεχτεί ένα τηλεφώνημα από μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου του Πειραιά που ζητούσαν να τον επισκεφθούν. Στη συνάντησή τους του εκφράσανε τον πόθο τους να ιδρύσουν στον Πειραιά ένα θεατρικό οργανισμό και θεώρησαν φυσικό να απευθυνθούν στον πιο έμπειρο και ξεχωριστό καλλιτέχνη του θεάτρου, που χρόνια τώρα ανέβαζε σε τόσο υψηλό επίπεδο το Εθνικό Θέατρο. Ο Ροντήρης θα τους απαντήσει θετικά, αφού προηγήθηκε η συγκατάθεση του θεράποντος γιατρού του, εφιστώντας βέβαια την προσοχή τους στις οικονομικές δυσκολίες που θα προέκυπταν από την ίδρυση ενός τόσο απαιτητικού καλλιτεχνικού οργανισμού. Ο ενθουσιασμός και η συγκίνηση των ανθρώπων του Δήμου έφτασε στο κατακόρυφο, σε επόμενη συνάντησή τους, όταν ο σκηνοθέτης τούς παρουσίασε το σχέδιο που είχε συλλάβει. Θα αναλάμβανε για ένα μόνο χρόνο τη 38 Δημήτρης, Ροντήρης. Σελίδες αυτοβιογραφίας. Επιμ. σχόλια Δηώ Καγγελάρη. Αθήνα: Καστανιώτης, 1999, σ. 160. 39 Ν. Αξαρλής, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ό.π., σ. 109. 40 Δημ. Ροντήρης, ό.π., σ. 137.
188
Η Ασπασία Παπαθανασίου στο Έρως και ραδιουργία που παρουσίασε το Πειραϊκό Θέατρο στο Δημοτικό 1958.
189
λειτουργία του θεάτρου, το οποίο μετά το χρόνο αυτό θα περιερχόταν στη δικαιοδοσία του Δήμου Πειραιά. Ο Δήμος από την μεριά του θα του παραχωρούσε το θέατρο και θα κάλυπτε τα έξοδα λειτουργίας του (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, καθαριότητα). Τα υπόλοιπα έξοδα (μισθοί ηθοποιών, έξοδα σκηνογραφίας, ενδυματολογίας, διαφήμισης κλπ.) θα επιβάρυναν το θίασο.41 Έτσι το «Πειραϊκό Θέατρο» λαμβάνει σάρκα και οστά τον Σεπτ. 1957, με στόχο την ανάπτυξη της θεατρικής και καλλιτεχνικής κίνησης του Πειραιά, με έργα ανώτερης καλλιτεχνικής αξίας, του ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου, μακριά από βεντετισμούς και προσωπικούς ανταγωνισμούς. Η πρόταση του Ροντήρη για τη δημιουργία θεατρικού οργανισμού περιλάμβανε επίσης τη σύσταση Δραματικής Σχολής στον Πειραιά και την οργάνωση παραστάσεων αρχαίας τραγωδίας, συγκροτώντας ξεχωριστό όμιλο γι’ αυτήν και αξιοποιώντας το αρχαίο πειραϊκό θέατρο, που μέχρι τότε χρησιμοποιούνταν ως γυμναστήριο. Ο ίδιος μάλιστα σε συνέντευξή του διατυπώνει τη φιλοδοξία το «Πειραϊκό Θέατρο», να εξελιχθεί σε θίασο περιωπής, που να μπορεί, πέρα από τον Πειραιά, να δίνει παραστάσεις στην επαρχία, αλλά και να περιοδεύει με αξιοσύνη στο εξωτερικό.42 Η ίδρυσή του χαιρετίζεται με ενθουσιασμό από τον τοπικό τύπο,43 χωρίς να αποσιωπάται η αγωνία του για την ανταπόκριση του κοινού στο φιλόδοξο αυτό εγχείρημα. Η προηγούμενη εμπειρία λειτουργίας του Δημοτικού Θεάτρου υπήρξε οδυνηρή για την τοπική θεατρική ζωή. Κανένας θίασος, μέχρι τότε, δεν είχε μπορέσει να μακροημερεύσει στον Πειραιά, λόγω οικονομικών δυσκολιών για τρεις κυρίως λόγους: α) είχε χαθεί η εμπιστοσύνη του θεατρόφιλου κοινού της πόλης που αναζητούσε το καλό θέατρο, ελαφρό ή σοβαρό στην πρωτεύουσα, β) οι θίασοι που επισκέπτονταν τον Πειραιά για μικρό κάθε φορά χρονικό διάστημα στερούνταν των υπηρεσιών μεγάλων καλλιτεχνών του θεάτρου, οι οποίοι έκλειναν συμφωνίες με κεντρικά θέατρα της Αθήνας, για ολόκληρες θεατρικές περιόδους και γ) μία τρίτη αιτία εθεωρείτο η λανθασμένη επιλογή ρεπερτορίου. Ο Δήμος παραχωρεί τελικά στο «Πειραϊκό Θέατρο» το Δημοτικό 41 Ό.π., σσ.138-139. 42 Χρονογράφος (Πειραιά), 28 Νοεμ. 1957. 43 Ό.π., 5 Σεπτ. 1957.
190
Θέατρο για δύο χρόνια, μετά από απόφαση του Δημοτικού Συμβούλου, ενώ η αρχική πρόταση ήταν για ένα χρόνο, παρά τις μεμονωμένες αντιρρήσεις δημοτικών συμβούλων, που φοβόντουσαν ενδεχόμενη αποτυχία του Ροντήρη λόγω του αυταρχικού χαρακτήρα του και της διάθεσής του να ενεργεί αυτόβουλα.44 Ο Ροντήρης θα συγκροτήσει τότε εικοσαμελή θίασο με συνεργάτες το σκηνογράφο Μάριο Αγγελόπουλο και τη χορογράφο Λουκία45 και ηθοποιούς τους : Ασπασία Παπαθανασίου,46 Θεανώ Ιωαννίδου, Δάφνη Σκούρα, Ανδρέα Φιλιππίδη, Μύρτα Πολύζου, Μαίρη Εγυπίδου, Δημήτρη Καλλιβωκά, Τρύφωνα Καρατζά, Σπύρο Καλογήρου, Ανδρέα Ντούζο, Χρήστο Πάρλα, Αθηνόδωρο Προύσαλη, Δημήτρη Σταυρολέμη, Σταύρο Χριστοφίδη, Γιάννη Κοντούλη κ.ά. εκλεκτά στελέχη του θεάτρου, αλλά και πολλούς νέους, την εποχή εκείνη, ηθοποιούς, επιλογή για την οποία θα αντιμετωπιστεί με περίσκεψη από τον Γρηγόρη Θεοχάρη, πρόεδρο της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά, ο οποίος εξέφραζε μερίδα της πειραϊκής κοινωνίας. Σε δημοσίευμά του ο Γρ. Θεοχάρης διατυπώνει την αντίρρησή του στην απόφαση της δημοτικής αρχής να αποδεχτεί τους πειραματισμούς του Δ. Ροντήρη, παρά την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική αξία και ικανότητά του. Και πειραματισμό θεωρεί τη συγκρότηση θιάσου χωρίς καλλιτέχνες δοκιμασμένου κύρους, που να μπορούν να σηκώσουν στους ώμους τους, ρόλους δύσκολους και απαιτητικούς του ποιοτικού ρεπερτορίου. Ένα άλλο αρνητικό στοιχείο, που επισημαίνεται στο ίδιο δημοσίευμα, είναι ο αποκλεισμός διακεκριμένων πειραιωτών καλλιτεχνών από το θίασο, αλλά και η μη συμμετοχή του Δήμου στην κατάρτιση του δραματολογίου.47 Αντίθετα προς την άποψη αυτή, της τήρησης δηλ. της πεπατημένης στη θεατρική πρακτική, ο Ροντήρης δημιούργησε ένα συνεταιρικό θίασο συνόλου, μακρυά από ερασιτεχνισμούς και προχειρότητες, όπως ο ίδιος δήλωνε, στηριζόμενος σε νέους ηθοποιούς στους οποίους διένειμε, πέρα από τον κανονικό τους ρόλο σε κάθε έργο και ρόλο αντικαταστάτη, έτσι ώστε να αξιοποιούνται όλα τα στελέχη του θιάσου και τα έργα να μπορούν να παρουσιάζονται με δύο διαφορετικές διανομές. Ο ίδιος, απεχθανόμενος τους αστέρες και τις βεντέτες, προσπάθησε να 44 Ό.π., 7 Σεπτ. 1957. 45 Λουκία [μιλάει για τον Δημ. Ροντήρη]. Στον τόμο: Με τους μαθητές του Ροντήρη για τον Ροντήρη. Επιμ. Θανάσης Λάλας. Αθήνα: Καστανιώτης, 2001, σσ.71-85. 46 Παπαθανασίου, Ασπασία [μιλάει για τον Δημ. Ροντήρη] ό.π., σσ.105-118. 47 Χρονογράφος, 29 Νοεμ. 1957.
191
Σκηνή από το έργο Έρως και ραδιουργία που παρουσίασε το Πειραϊκό Θέατρο στο Δημοτικό 1958.
192
προστατεύσει το θίασό του απ’ αυτή τη νοσηρή συμπεριφορά, χωρίς τελικά να το αποφύγει, όταν το «Πειραϊκό Θέατρο» γνώρισε επιτυχίες στο εξωτερικό, όπως με πίκρα ομολογεί στην «Αυτοβιογραφία» του. Όμως ότι η επιλογή των νέων ηθοποιών υπήρξε επιτυχής, αποδεικνύεται σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, από το γεγονός ότι όλοι οι τότε συνεργάτες του έκαναν και συνεχίζουν ακόμα επιτυχή σταδιοδρομία στη θεατρική ζωή του τόπου μας. Το «Πειραϊκό Θέατρο», μετά από επανειλημμένες σκληρές πρόβες, θα κάνει πρεμιέρα στις 5 Δεκ. 1957, ενώπιον πολιτικών, δημοτικών αρχόντων και εκλεκτού κοινού, με την Δωδεκάτη Νύχτα του Σαίξπηρ, σε μετάφραση Βασίλη Ρώτα, σκηνογραφία Μάριου Αγγελόπουλου, χορογραφία της Λουκίας και μουσική επιμέλεια Σπύρου Σκιαδαρέση.48 Την πεντάπρακτη αυτή κωμωδία, έργο ποιητικής μαγείας, όπου η μουσική και η κίνηση παίζουν σημαντικό ρόλο, ο Ροντήρης είχε αρχικά σκηνοθετήσει το 1935 στο Εθνικό Θέατρο στηριζόμενος σε μια πλειάδα εκλεκτών ηθοποιών: Αιμ. Βεάκη, Κατίνα Παξινού, Μάνο Κατράκη, Βάσω Μανωλίδου, Χρήστο Ευθυμίου, Νίκο Δενδραμή κ. ά., σε σκηνογραφία Κλεόβουλου Κλώνη, κουστούμια Αντώνη Φωκά και χορογραφία Άγγελου Γριμάνη.49 Στη νέα του αυτή απόπειρα ο σκηνοθέτης έπρεπε να εκπαιδεύσει νέους ηθοποιούς, άγραφα ακόμη χαρτιά,50 πολλοί από τους οποίους ήταν ακόμη μαθητές δραματικών σχολών, για να πετύχει ένα καλό αποτέλεσμα. Όμως κατόρθωσε με ευσυνειδησία και σκληρή δουλειά να πειθαρχήσει το ανομοιογενές ανθρώπινο υλικό του και να παρουσιάσει μία αξιόλογη παράσταση, όπως επισημαίνουν οι κριτικοί της εποχής Κλέων Παράσχος,51 Άγγελος Τερζάκης52 και Βάσος Βαρίκας53. Μάλιστα ο τελευταίος προτείνει, όπως οι θεατρόφιλοι του Πειραιά ανέβαιναν έως τότε στην Αθήνα για να δουν θέατρο, είναι καιρός να αρχίσει να γίνεται το αντίθετο: οι Αθηναίοι να κατεβαίνουν στο επίνειο προκειμένου να δουν τη Δωδεκάτη Νύκτα. 48 «Ποιοι θα παίζουν στην Δωδεκάτη Νύχτα στο Δημοτικό Πειραιώς». Έθνος, 6 Νοεμ. 1957. Βλ. επίσης Τα Νέα, 13 Νοεμ. 1957, Θρύλος, Άκης. Το ελληνικόν θέατρον. Τόμ. Ζ΄ 1956-1958. Αθήναι: Ακαδημία Αθηνών, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 1979, σσ. 314-315 και Νικ. Αξαρλής, ό.π., σ. 111. 49 Νίκ. Αξαρλής ο.π., σ. 112. Βλ. επίσης Αρχείο Εθνικού Θεάτρου (όπ.). 50 Κ. Οικονομίδης, «Πειραϊκόν Θέατρον Η Δωδεκάτη Νύχτα του Σαίξπηρ». Έθνος, 6 Δεκ. 1957, σ.2. 51 Κλέων Παράσχος, «Δωδεκάτη Νύχτα του Σαίξπηρ. Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς». Καθημερινή, 7 Δεκ. 1957. 52 Βλ. κριτική του Άγγελου Τερζάκη στο Βήμα, 6 Δεκ. 1957. 53 Βάσος Βαρίκας, «Η Δωδεκάτη Νύχτα στο Δημοτικό Πειραιώς». Τα Νέα, 11 Δεκ. 1957.
193
Η επιτυχία της παράστασης, που δόθηκε την επομένη, για την Εργατική Εστία, θα οδηγήσει το Εργατικό Κέντρο Πειραιά να ζητήσει μέσω του προέδρου του Ιω. Κασιμάτη να δίνονται εβδομαδιαίως δύο παραστάσεις για τους εργατοϋπαλλήλους της πόλης.54 Η επιτυχία συνεχίστηκε μέχρι τέλη Ιανουαρίου 1958, οπότε γιορτάστηκε η 100η παράσταση, πανηγυρικά με ομιλίες γνωστών διανοουμένων. Ας σημειωθεί ότι η παράσταση «έκοβε» 550 εισιτήρια την ημέρα κατά μέσο όρο.55 Ο Ροντήρης, δικαιωμένος και πλήρως ικανοποιημένος από την ανταπόκριση αυτή του πειραϊκού κοινού, θα συνεχίσει το δημιουργικό του έργο και θα ανεβάσει το Φεβρ. του 1958 το δράμα του Σίλλερ Έρως που Ραδιουργία με την Ασπασία Παπαθανασίου και την Δάφνη Σκούρα εναλλάξ στο ρόλο της Λουΐζας Μίλλερ, επιτυγχάνοντας με τη σκηνοθεσία του το συγκερασμό του αστισμού με το ρομαντισμό, στοιχείων αδιάσπαστων του έργου.56 Όμως το κοινό του Πειραιά δεν θα στηρίξει με τον ίδιο ενθουσιασμό την παράσταση αυτή. Τα λιγοστά εισιτήρια διαταράζουν τις σχέσεις των ηθοποιών του θιάσου με τον Ροντήρη, σύμφωνα με δημοσιεύματα στον τύπο,57 που διαψεύδονται όμως από τις ίδιους τους ηθοποιούς,58 ενώ μια διαμάχη με τον Αχιλλέα Μαμάκη που μίλησε για απουσία κοινού από την παράσταση, θα δει το φως της δημοσιότητας από τις στήλες των εφημερίδων.59 Θα ακολουθήσει το Μελτεμάκι του Παντελή Χόρν που παίζεται από 13 Απρ. – 4 Μαΐου 1958 και Οι γάμοι του Φίγκαρο60 του Beaumarchais σε μετάφραση Γ. Σημηριώτη στις 29 Μαΐου, ενώ τελικά ο Αρχοντοχωριάτης που είχε εξαγγελθεί δεν παίζεται.61 Παράσταση σημαντική για τη θεατρική ζωή του Πειραιά αποτέλεσε το ανέβασμα από 3-12 Οκτ. 1958 των Περσών62 του Αισχύλου από το Δ. Ροντήρη, σε μετάφραση Ιω. 54 Χρονογράφος, 8 Δεκ. 1957. 55 Τα Νέα, 24 Ιαν. 1958. 56 Κλέων Παράσχος, «Έρως και ραδιουργία του Φρειδ. Σίλλερ Δημοτικόν Θέατρον Πειραιώς». Καθημερινή, 14 Φεβρ. 1958. 57 «Η δεινή κρίσις του Πειραϊκού Θεάτρου». Έθνος, 1 Μαρτ. 1958. Βλ. επίσης. Αχιλλέας Μαμάκης, «Ο αριθμός των θεατών είναι δυστυχώς μικρός. Ροντήρης – Ανεμογιάννης – Τα μερίδια συνεταίρων». Ό.π., 1 Μαρτ. 1958. 58 «Μια καταγγελία των καλλιτεχνών του Πειραϊκού Θεάτρου». Έθνος, 5 Μαρτ. 1958. 59 Αχιλλέας Μαμάκης, «Απάντησις εις τον κ. Ροντήρην. Το “Πειραϊκόν Θέατρον” και η απουσία του κοινού… Αστήρικτοι αιτιάσεις του θιάσου». Ό.π., 6 Μαρτ. 1958. 60 Άλκης Θρύλος, Το Ελληνικόν Θέατρον, τόμ. Ζ΄ ό.π., σσ. 443-444. 61 Νικ. Αξαρλής, ό.π., σ. 112. 62 Συμπόσιο Εργασίας «Η σκηνοθετική προσέγγιση του αρχαίου ελληνικού δράματος από τον Δημήτρη Ροντήρη». Αθήνα: ΚΕΠΕΑΕΔ «Δεσμοί», 1999, σ. 29 και Αξαρλής, Νικ. ό.π., σ. 112.
194
Γρυπάρη, με την Ασπασία Παπαθανασίου «Άτοσσα» και χορογραφία της Λουκίας, σε υπαίθριο θεατρικό χώρο, στο λόφο του προφήτη Ηλία στην Καστέλλα, εκεί όπου το 1969 θα κτιστεί το Βεάκειο θέατρο. Και ήταν σημαντική για τις ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες του Ροντήρη, η τραγωδία αυτή να παιχτεί χωρίς σκηνικά, αξιοποιώντας το φυσικό περιβάλλον, να χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά η μελωδική απαγγελία από το χορό, το δε τελευταίο χορικό να είναι τραγούδι, διατυπώνοντας την ελπίδα ότι «σιγά – σιγά θα φτάσουμε σε μια μορφή άσματος του χορού που θα προσεγγίζει το αρχαίο πνεύμα της τραγωδίας».63 Τη δεύτερη θεατρική περίοδο 1958 – 1959 θα επαναληφθούν Οι γάμοι του Φίγκαρο στις 6 Νοεμ. 1958 μέχρι τις 14 Δεκ. 1958. Στη συνέχεια θα παρουσιαστεί Ο τοπικός παράγων Παναγιώτη Καγιά (18 Δεκ. 1958 – 27 Φεβρ. 1959) και η Λοκαντιέρα του Γκολντόνι με τίτλο Η τετραπέρατη γυναίκα σε μετάφραση του ίδιου του σκηνοθέτη (1 Μαρτ. – 26 Απρ. 1959).64 Τον Μάϊο του 1959 το «Πειραϊκό Θέατρο» θα πραγματοποιήσει την πρώτη του ευρωπαϊκή περιοδεία στο Βελιγράδι και στο Βισμπάντεν με τους Πέρσες του Αισχύλου και την Ηλέκτρα του Σοφοκλή.65 Όμως, τον Ιούνιο του 1959 εκλέγεται νέος δήμαρχος του Πειραιά ο Π. Ντεντιδάκης, ο οποίος διακόπτει τη συνεργασία του Δήμου με τον Ροντήρη, ίσως, γιατί ήταν επιλογή της προηγούμενης δημοτικής αρχής, ή γιατί χολώθηκε με την πετυχημένη περιοδεία του «Πειραϊκού Θεάτρου»66 στο εξωτερικό. Στην πραγματικότητα οι λόγοι ήταν οικονομικοί. Οι δαπάνες για το Δημοτικό Θέατρο επιβάρυναν τον Δήμο με 450.000 δρχ. το χρόνο, ενώ τα έσοδα για το 1959 ήταν μόνο 50.000 δρχ.67 Έτσι μία ελπιδοφόρα πρωτοβουλία έληξε άδοξα, γεμίζοντας με πίκρα και απογοήτευση το δημιουργό της και στερώντας το πειραϊκό κοινό και το Δημοτικό Θέατρο της πόλης από ένα μόνιμο θίασο υψηλής καλλιτεχνικής δημιουργίας.68 63 «Ο Δ. Ροντήρης για το ανέβασμα των Περσών». Τα Νέα, 3 Οκτ. 1958. Βλ. επίσης Βάσος Βαρίκας. «Οι Πέρσαι στον Πειραιά», ό.π., 22 Οκτ. 1958, και Άλκης Θρύλος, ό.π., σσ.412-415. Ο Δημ. Σπάθης επισημαίνει: «Ο Ροντήρης αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος του δημιουργικού του έργου στο πρόβλημα της ερμηνείας του αρχαίου δράματος στη σύγχρονη σκηνή. Επεδίωξε και πέτυχε τη δραστική συμμετοχή τού χορού στην εξέλιξη της θεατρικής πράξης, την πλήρη ρυθμική και πλαστική ενσωμάτωσή του στη δράση, την ενότητα ερμηνευτών και χορού, του δραματικού και λυρικού στοιχείου». (βλ. Σπάθης, «Δημ. Αφιέρωμα για τον Δημήτρη Ροντήρη» ό.π., σ. 17). 64 Νικ. Αξαρλής, ό.π. 65 Δημ. Ροντήρης, Σελίδες αυτοβιογραφίας , ό.π. σσ.140-142. Βλ. επίσης Συμπόσιο Εργασίας, ό.π., σ. 30 και Αξαρλής, Νικ. ό.π., σ. 113. 66 Νικ. Αξαρλής, ό.π. 67 Χρονογράφος, 1 Ιαν. 1960. 68 Νικ. Αξαρλής, ό.π., σ. 114.
195
196
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αξαρλής Νίκος, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Θέατρο και Πόλη, εκδόσεις Οδός Πανός, Αθήνα 2001. Αξαρλής Νίκος και Μπρεντάνου Κατερίνα (επιμ.), Ο Πειραιάς και το Δημοτικό Θέατρο, Πρακτικά της Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2008. Δέγλερης Παναγιώτης Εμμ., Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Μια νομική πρόταση για το θεσμικό πλαίσιο της νέας περιόδου λειτουργίας του, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2012. Δημακόπουλος Ιορδάνης Ο Ιωάννης Λαζαρίμος και το Δ.Θ.Π., Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης 1983. Μπαλούρδος Γιώργος, Πειραϊκό Πανόραμα, εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2006. Μπινιάρης Γκίκας, Εκατό χρόνια Θεατρικής Πειραϊκής Ζωής, εκδόσεις Πειραϊκού Συνδέσμου, Πειραιάς 1976. Μπρεντάνου Κατερίνα, Η Θεατρική ζωή του Πειραιά, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών 2010, http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/25420#page/1/mode/2up [τελευταία πρόσβαση στις 27/1/2013]. Περιοδικό Δελτίο ΤΕΕ, αριθμός 2560, 16 Νοεμβρίου 2009. Περιοδικό Πειραϊκά, τόμος 3, Δεκέμβριος 2009. Ταμπάκη Άννα, Το Νεοελληνικό Θέατρο, (18ος – 19ος αι.) Ερμηνευτικές προσεγγίσεις, εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2005. Ταμπάκη Άννα, «Η θεωρία περί ρομαντικού δράματος και η Μαρία Δοξαπατρή» στο Παράβασις, τόμος 9, εκδόσεις Ergo, Αθήνα 2009, σσ. 587- 611. Το Λιμάνι της Αγωνίας, Ημερολόγιο 2008, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά - Χθες, σήμερα, αύριο;, Πειραιάς 2008. Τσοκόπουλος Βάσιας: Πειραιάς 1835-1870 – Εισαγωγή στην ιστορία του ελληνικού Μάντσεστερ, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα 1984. Φεσσά-Εμμανουήλ Ελένη: Η αρχιτεκτονική του Νεοελληνικού Θεάτρου 17201940, ιδιοτική έκδοση, Αθήνα 1994. Χατζημανωλάκης Γιάννης: Χρονικό της πειραϊκής πνευματικής ζωής 1835-1973, Πειραιάς 1973. 197
198
ΠΗΓΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ Οι φωτογραφίες από το Αρχείο Εθνικού Θεάτρου είναι από πρόβες. Εξώφυλλο Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 6-7 Νίκος Κοκκάλιας Η Καθημερινή, σ. 18 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 20-21 Εκδόσεις Τσαμαντάκη, σ. 22 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 24-25 Εκδόσεις Τσαμαντάκη, σ. 27 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 28, 30, 32, 33 Εκδόσεις Τσαμαντάκη, σ. 34 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 36 Νίκος Αξαρλής, σ. 39 Λεύκωμα ΕΗΣ, 40 Εκδόσεις Τσαμαντάκη, σ. 44 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, 46-48 Θεατρικό Μουσείο, σ. 49 Σάββας Αβραμίδης, σ. 52-53 Θεατρικό Μουσείο, σ. 56-65 Κορνηλία Αξιώτη, σ. 6667 Νίκος Κοκκάλιας Η Καθημερινή, σ. 68 Σάββας Αβραμίδης, σ. 69 Νίκος Κοκκάλιας Η Καθημερινή, σ. 72 Νίκος Αξαρλής, σ. 75 Νίκος Κοκκάλιας, Η Καθημερινή, σ. 76 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 77 ΔΑΝΣΜ, σ. 85-93 Θεατρικό Μουσείο, σ. 94 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 97 και σ. 106 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου, σ. 100-105 Θεατρικό Μουσείο, 1σ. 08-117 Θεατρικό Μουσείο, σ. 118 και σ. 120 Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ) αρχείο Ασαντούρ Μπαχαριάν, σ. 122 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 124 και σ. 125 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου φωτο. Κουρέα Α. Δ. Χαρισιάδης, φωτό Κατά φαντασίαν και Φουσκοθαλασσιές Φώτο-Εmile, σ. 127-128 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 131 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου Φώτο Emile, σ. 134 Θεατρικό Μουσείο, σ. 136 Διονύσης Γρηγοράτος, σ. 139 ELITE, σ. 142 Θεατρικό Μουσείο, σ. 145 Θεατρικό Μουσείο, σ. 146 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 148 Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) αρχείο Αλέξη Μινωτή, σ. 150 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου, σ. 151-154 Νίκος Αξαρλής, σ. 155 Ευριπίδου Τρωάδες μετάφραση Γιάννη Τσαρούχη, Εκδόσεις Οδός Πανός, Αθήνα 1978, Νίκη Τυπάλδου, Κώστας Αντωνιάσης, 156-157 Βάνα Μελά, σ. 158 και σ. 161 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου Μιας πεντάρας φώτο. Δέλτα, σ. 162-163 Νίκος Αξαρλής, σ. 164 Σάββας Αβραμίδης, σ. 167-172 Νίκος Αξαρλής, σ. 179 Ιστορικό Αρχείο Δήμου Πειραιά, σ. 180 Χρήστος-Μιχαήλ Παπανδρόπουλος, σ. 184-185 Αρχείο Εθνικού Θεάτρου Φώτο-Emile, σ. 189-192 Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ) αρχείο Ασπασίας Παπαθανασίου. 199
200
201
202
ΘΕΡΜΕΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Στο Δήμο Πειραιά και στον Δήμαρχο κ. Β. Μιχαλολιάκο, Ιστορικό Αρχείου του Δήμου Πειραιά, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Εθνικό Θέατρο, Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης και Προστασίας Πνευματικών Δικαιωμάτων Φωτογράφων ΦΟΙΒΟΣ, Η Καθημερινή, Νίκο Κοκκάλια, Σάββα Αβραμίδη, Βάνα Μελά, Χρήστο-Μιχαήλ Παπανδρόπουλο, Γιώργο Χρονά.
203
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ Κεντρική Διάθεση: Άγγελος Μαρκοπουλιώτης & ΣΙΑ ΕΕ Καραολή - Δημητρίου 43, 185 32 Πειραιάς Τ.: 210 41 00 145, F.: 210 41 00 146 e-mail: amarkopouliotis@yahoo.gr
ISBN: 978-618-80466-0-3
Tυπώθηκε σε 1500 αντίτυπα στις εγκαταστάσεις ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Α.Ε. τον Ιανουάριο του 2013 για λογαριασμό των ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ.
Σχεδιασμός: Αντώνης Ηλιάκης 204