Visualising Food: Η Επίδραση της Οπτικής Επικοινωνίας στη Γαστρονομία

Page 1

visualising food

η επίδραση της οπτικής επικοινωνίας στην γαστρονομία

1


2


ΑΚΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ • ΚΛΑΔΟΣ GRAPHIC DESIGN • BA (HONOURS) DEGREE IN GRAPHIC DESIGN MIDDLESEX UNIVERSITY • ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ VISUALISING FOOD Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΠΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΤΗ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ • ΟΝΟΜΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗ ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΒΑΚΟΥΜΙΔΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ • ΟΝΟΜΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ • ΑΡΙΘΜΟΣ ΛΕΞΕΩΝ 9328 • 2013 - 2014 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

3


4


5


6


περιεχόμενα 8

εισαγωγή

10

μεθοδολογία έρευνας

13

κριτήρια επιλογής βιβλίου ως μέσο έρευνας

18 20 29 37

best-seller βιβλία μαγειρικής 1838 – 1931 1939 – 1955 1960 – 1989

50 52 60

IACP cookbook awards illustrated/photography awards design awards

102 104 105

από το έντυπο στην ψηφιακή εποχή blogs social media

108

συμπεράσματα

118

γλωσσάρι

122

βιβλιογραφία

124

χρονοδιάγραμμα

7


εισαγωγή

8


Πέραν του όποιου προσωπικού ενδιαφέροντος για το συγκεκριμένο θέμα και το χώρο της γαστρονομίας γενικότερα, το κύριο κριτήριο επιλογής του συγκεκριμένου θέματος είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός της τεράστιας και συνεχούς ανάπτυξης αυτής της βιομηχανίας και η αποδοχή που γνωρίζει όλο και περισσότερο από το καταναλωτικό κοινό καθημερινά. Τα τελευταία χρόνια ο χώρος της γαστρονομίας έχει γνωρίσει μια ραγδαία ανάπτυξη σε όλους τους τομείς της (εστιατόρια, τηλεοπτικές εκπομπές, blogs/vlogs, εκδόσεις μαγειρικής, sites, food packaging, food design, food branding, σπουδές). Παρατηρήθηκε στα πρώτα στάδια της έρευνας ότι δεν έχει ξαναγίνει οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια συσχέτισης σχεδιασμού (design) και οπτικής επικοινωνίας με τη γαστρονομία με εκτενή έρευνα και σε ακαδημαϊκό επίπεδο. ίσως είναι ένα θέμα που ενδιαφέρει πολλούς επαγγελματίες ή και απλούς ανθρώπους που ενδιαφέρονται για αυτούς τους δύο κλάδους καθώς είναι ένας χώρος που έχει πολλά να δώσει ακόμα αφού, όπως ήδη ειπώθηκε, βρίσκεται ακόμα σε ανάπτυξη, τουλάχιστον ποιοτικά, αλλά και οικονομικά σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες. Ως εκ τούτου υπάρχουν πάρα πολλοί λόγοι να ασχοληθεί κάποιος με αυτόν το χώρο σε επαγγελματικό, ή και όχι μόνο, επίπεδο με όποιον τρόπο μπορεί και θέλει. Πόσο μάλλον οι σχεδιαστές οπτικής επικοινωνίας στους οποίους συνεχώς απευθύνονται επαγγελματίες του χώρου της γαστρονομίας με σκοπό την μεταξύ τους συνεργασία. Στόχος αυτής της εργασίας είναι η ανάλυση του οπτικού μέρους της γαστρονομίας μέσα στα χρόνια μελετώντας αρχικά κάποιες επιλεγμένες εκδόσεις μαγειρικής και στη συνέχεια τη μετάβαση από την κυριαρχία του εντύπου, δηλαδή του βιβλίου ως φυσικό αντικείμενο, στο χώρο του διαδίκτυο με σκοπό να εξεταστεί αν, και αν ναι, με ποιο τρόπο έχει συμβάλει η οπτική επικοινωνία στην ανάπτυξη της βιομηχανίας της γαστρονομίας, και κατ’ επέκταση τα αποτελέσματα αυτής της αλληλεπίδρασης για το χώρο των ανθρώπων της οπτικής επικοινωνίας.

9


μεθοδολογία έρευνας

10


Για να απαντηθεί το ερώτημα της εργασίας έπρεπε πρώτα να γίνει μια μελέτη-έρευνα πάνω στις αγγλόφωνες εκδόσεις βιβλίων γαστρονομίας. Χρησιμοποιώντας την μελέτη περίπτωσης μελετήθηκαν best seller και βραβευμένες, για το σχεδιασμό και την οπτική επικοινωνία τους, εκδόσεις γαστρονομίας και στη συνέχεια βραβευμένες εκδόσεις. Σε αυτό το σημείο πρέπει να διευκρινιστούν οι λόγοι που οδήγησαν στην επιλογή των συγκεκριμένων βιβλίων. Στόχος της εργασίας από την αρχή ήταν η μελέτη της εξέλιξης της οπτικής επικοινωνίας στο χώρο της γαστρονομίας και της αλληλεπίδραση αυτής με την γενικότερη ανάπτυξη της γαστρονομίας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, εξετάζοντας τόσο το οπτικό αποτέλεσμα, όσο και τις κοινωνικές διαστάσεις του θέματος. Αποφασίστηκε λοιπόν πρώτο αντικείμενο μελέτης να είναι οι εκδόσεις γαστρονομίας οι οποίες ακολουθούν τις πλέον σύγχρονες και εναλλακτικές τάσεις design και food styling ή ακόμα καλύτερα τις καθορίζουν. Στα πρώτα στάδια την έρευνας λοιπόν διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν δύο παγκοσμίως αναγνωρισμένες διοργανώσεις βραβεύσεων βιβλίων γαστρονομίας. Τα IACP Awards και τα Gourmand Awards. Και οι δύο διοργανώσεις, μέσα στο 1990, καθιέρωσαν στην πορεία τους βραβεία οπτικής επικοινωνίας με τα οποία βραβεύονταν εκδόσεις αξιόλογες ως προς την εικονογράφηση, τη φωτογραφία ή το γενικότερο σχεδιασμό τους. Τα IACP Cookbook Awards ωστόσο προϋπήρχαν για εννιά χρόνια των Gourmand Awards. Τα IACP Awards καθιερώθηκαν το 1986, ενώ ο θεσμός των Gourmand Awards ξεκίνησε το 1997. Λόγο αυτού τα IACP Awards θεωρήθηκαν καταλληλότερα για τις ανάγκες τις έρευνας, καθώς είναι ο θεσμός που εμπνεύστηκε, αντιλήφθηκε την ανάγκη, και εγκαθίδρυσε την βράβευση εκδόσεων, και στη συνέχεια ιστοσελίδων, blogs και vlogs γαστρονομικής θεματολογίας τα οποία ερευνώνται στη συνέχεια της εργασίας μαζί με τα κοινωνικά δίκτυα (social media), το σύνολο δηλαδή των ψηφιακών μέσων μετάδοσης συνταγών και θεμάτων γαστρονομικού περιεχομένου. Όπως ήδη αναφέρθηκε η μελέτη ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα, καθώς τότε προστέθηκε το βραβείο IACP Illustrated/Photography Award στο θεσμό των IACP Cookbook Awards. Έγινε όμως από νωρίς αντιληπτή η ανάγκη μιας αναδρομής σε βιβλία γαστρονομίας παλαιότερων ετών ώστε να μελετηθεί η εξέλιξη τους σε βάθος. Ωστόσο στάθηκε αδύνατο να βρεθούν κριτήρια αξιολόγησης των βιβλίων πριν το 1990 ως προς το σχεδιασμό και το οπτικό περιεχόμενο τους. Η ανάγκη όμως παρέμενε οπότε η λύση βρέθηκε εξετάζοντας τα βιβλία με πολλές πωλήσεις, γνωστά ως bestsellers. Παρά την οποιαδήποτε, όχι απαραίτητα βέβαια, έλλειψη καινοτόμου ή αισθητικά ιδιαίτερου σχεδιασμού, τα βιβλία αυτά μπορούν να αντικατοπτρίσουν την τάση που επικρατούσε την εποχή έκδοσης

11


τους, και εκ τούτου να θεωρηθούν άξια αντιπροσωπευτικά δείγματα προς μελέτη για την συγκεκριμένη έρευνα. Δυστυχώς η βιβλιογραφική έρευνα δεν ήταν επαρκής για τη συλλογή όσων δεδομένων χρειάζονταν. Λόγο έλλειψης επαρκούς ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας σχετικά με το θέμα της ερευνητικής αποφασίστηκε να σταλθούν ερωτηματολόγια στους ίδιους τους παράγοντες των βιβλίων, συγγραφείς, σχεδιαστές και φωτογράφους, ώστε να συλλεχθούν κάποιες απαραίτητες πληροφορίες που θα βοηθούσαν σε μια ασφαλή καταγραφή δεδομένων και συμπερασμάτων για την οπτική επικοινωνία χώρο της γαστρονομίας. Ωστόσο ανταποκρίθηκε ένας πολύ μικρός αριθμός τους και έτσι αποφασίστηκε να μην συμπεριληφθούν στην εργασία και τα δεδομένα τελικά συλλέχθησαν από άρθρα και έρευνες έγκυρων ιστοσελίδων στο διαδίκτυο.

12


13


κριτήρια επιλογής βιβλίου ως μέσο μελέτης 14


Το βιβλίο είναι το παλαιότερο μέσο μετάδοσης μαζικής πληροφορίας. Είναι από τα κυριότερα ερείσματα γύρω από το οποίο οικοδομήθηκε η εύρεση συλλογικής ταυτότητας κατά την νεότερη περίοδο. Σύμφωνα με τον Bringhurst Robert, «το βιβλίο είναι ο καθρέπτης του σώματος και του πνεύματος.» (Bringhurst, 2001, σ. 167). Μέσα από τις σελίδες ενός βιβλίου βλέπουμε και κατανοούμε τον πολιτισμό, τον τρόπο σκέψης και αντίληψης των λαών. Μέσα από την εξέλιξη των βιβλίων γαστρονομίας μπορεί κάποιος να εξετάσει και να αναλύσει το πως και το γιατί αυτά έχουν συμβάλει στην διαμόρφωση των σημερινών τάσεων προβολής του φαγητού από τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας (social media). Το πως δηλαδή ο άνθρωπος έμαθε από τα βιβλία να αντιλαμβάνεται και να προβάλει την εικόνα του φαγητού σήμερα, βασισμένος σε εικόνες που εντυπώθηκαν στο μυαλό μέσα στη μακρόχρονη ιστορία των βιβλίων γαστρονομίας φτάνοντας σήμερα το φαγητό, μία κατ’ εξοχή βιολογική ανάγκη του ανθρώπου να έχει γίνει μία απόλαυση πέρα από σαρκική και εγκεφαλική. Το πρώτο βιβλίο μαγειρικής τυπώθηκε το 1485μ.Χ., ενώ το αρχαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο χρονολογείται στα 350π.Χ. Γίνετε αντιληπτό λοιπόν ότι από πολύ παλιά ο άνθρωπος έδωσε μεγάλη σημασία στο χώρο της γαστρονομίας και της καταγραφής της σε χαρτί, δημιουργώντας από νωρίς μια, έστω σε πρωτόλεια μορφή, ειδική κατηγορία βιβλίων γύρω από αυτήν, φτάνοντας σήμερα αυτές οι εκδόσεις να γνωρίζουν μια πρωτοφανή άνθιση, τόσο σε εμπορικό επίπεδο όσο και σχεδιαστικό.

15


16


17


best-seller βιβλία μαγειρικής* *25 Best-Selling Cookbooks of All Time • • • • • • • • • • • •

The Boston Cooking-School Book 1896, 4 εκ. αντίτυπα The Settlement 1901, 2 εκ. αντίτυπα Better Homes and Gardens: The New Cookbook 1930, 40 εκ. αντίτυπα Joy Of Cooking 1931, 18 εκ. αντίτυπα The American Woman’s Cookbook 1939, 8 εκ. αντίτυπα The Culinary Arts Institute Encyclopedia 1948, 2 εκ. αντίτυπα Betty Crocker’s: Picture Cookbook 1950, 65 εκ. αντίτυπα Better Homes and Gardens: The Junior Cookbook 1955, 2.6 εκ. αντίτυπα I Hate To Cook 1960, 3 εκ. αντίτυπα Julia Child: Mastering the Art of French Cooking 1961, 1.5 εκ. αντίτυπα The New York Times Cookbook 1961, 3 εκ. αντίτυπα Weight Watcher Cookbook 1966, 1.5 εκ. αντίτυπα

18

• • • • • • • • • • • • •

Better Homes and Gardens Eat & Stay Slim 1968, 3.9 εκ. αντίτυπα The American Heart Association Cookbook 1973, 3 εκ. αντίτυπα Crockery Cookery 1975, 6 εκ. αντίτυπα Moosewood Cookbook 1977, 3 εκ. αντίτυπα The Silver Palate 1982, 2.2 εκ. αντίτυπα The Enchanted Broccoli Forest 1982, 1.5 εκ. αντίτυπα The Frugal Gourmet 1984, 1.5 εκ. αντίτυπα The New Basics Cookbook 1989, 1.8 εκ. αντίτυπα In the Kitchen with Rosie: Oprah’s Recipes 1998, 8 εκ. αντίτυπα Dr. Atkins’ Quick & Easy New Diet Cookbook 1999, 1.5 εκ. αντίτυπα Fix-It and Forget-It Cookbook 2000, 5 εκ. αντίτυπα The South Beach Diet Cookbook 2004, 2 εκ. αντίτυπα Taste of Home Cookbook 2006, 2.2 εκ. αντίτυπα


Όπως προαναφέρθηκε στη μελέτη περίπτωσης συμπεριλήφθηκαν τα best-sellers βιβλία μαγειρικής ως λύση ώστε να ξεκινήσει μελέτη από αυτά, καθώς στάθηκε αδύνατη η οποιαδήποτε αξιολόγηση των βιβλίων πριν το 1990 με γνώμονα την οπτική επικοινωνία τους. Τα παρακάτω βιβλία προς μελέτη είναι ανάμεσα στα 25 best-sellers βιβλία μαγειρικής σύμφωνα με τη λίστα ”25 Best-Selling Cookbooks of All Time” του thedailymeal.com1 . Η λίστα κανονικά παρουσίαζε τα βιβλία με φθίνουσα σειρά πωλήσεων , αλλά για τις ανάγκες τις εργασίας η παράθεση τους γίνετε με αύξουσα χρονολογική σειρά. Η λίστα συντάχθηκε με στοιχεία πωλήσεων από αρχειοθετημένες λίστες πωλήσεων best-seller βιβλίων καθώς και από τις πωλήσεις που δήλωναν οι εκδότες στις ιστοσελίδες τους. Η έρευνα αρχίζει χρονολογικά από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι το 1990, όποτε και καθιερώνονται τα βραβεία IACP Cookbook Awards, κάτι που θα αναλυθεί εκτενέστερα στο επόμενο κεφάλαιο. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι δεν συμπεριλήφθηκαν και τα εικοσιπέντε βιβλία της λίστας στην έρευνα, παρά μόνο τα δεκαεννέα, και αυτό γιατί τα υπόλοιπα έξι εκδόθηκαν μετά το 1990, από όποτε και ξεκινάνε να υπάρχουν τα IACP Cookbooks Awards. Πριν ξεκινήσει η ανάλυση των βιβλίων πρέπει να αναφερθεί ότι οι παρακάτω φωτογραφίες των βιβλίων, στις οποίες βασίστηκε η μελέτη τους, έγινε με μεγάλη δυσκολία καθώς πολλοί τίτλοι έχουν επανακυκλοφορήσει μέσα στα χρόνια, πολλές φορές με επιπρόσθετο φωτογραφικό υλικό ή διαφορετική χρήση της τυπογραφίας, πολλές φορές χωρίς να αναφαίρετε στους ιστoτόπους όπου βρέθηκαν από ποια έκδοση είναι η κάθε φωτογραφία, καθιστώντας αδύνατη την ταυτοποίηση τους. Έτσι δεν συμπεριλήφθηκαν καθόλου πολλές από τις φωτογραφίες στην έρευνα της εργασίας, κάνοντας της φτωχότερη αλλά ταυτόχρονα ασφαλέστερη ως προς τα συμπεράσματα της.

1 Το thedailymeal.com είναι μια παγκοσμίως γνωστή στο χώρο της ιστοσελίδα, η οποία ασχολείται αποκλειστικά με οτιδήποτε αφορά τη γαστρονομία και τους λάτρεις της.

19


1896 1931

Η αναδρομή ξεκινάει με το best seller «The Boston Cooking-School Book» που εκδόθηκε το 1896. Πριν γίνει αναφορά στο σχεδιασμό και το περιεχόμενο του βιβλίου να σημειωθεί ότι η Βοστόνη ήταν η πρώτη πόλη που εισήγαγε μαθήματα μαγειρικής στα δημόσια σχολεία της από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα οποία έγιναν γρήγορα πού δημοφιλή. Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε την ίδια περίοδο, και αποτέλεσε το βιβλίο-οδηγό των μαθητών. Αυτός είναι και ο λόγος που ένα πολύ μεγάλο μέρος του βιβλίου αφιερώθηκε σε γενικές πληροφορίες γύρω από τη μαγειρική, όπως τεχνικές, σκεύη, μονάδες μέτρησης και θεωρία γύρο από το φαγητό. Στο κεφάλαιο αυτό υπάρχουν εικονογραφήσεις σκευών, σαν οπτική βοήθεια προς του μαθητές-αναγνώστες κυρίως (εικ. 2, 3). Τυπογραφικά, έχει χρησιμοποιηθεί serif γραμματοσειρά ενώ το κείμενο έχει στηθεί σε μονόστηλο με πλήρη στοίχιση (εικ. 3) Μοναδική χρήση δίστηλου υπάρχει για την αναφορά των υλικών κάθε συνταγής, σε μια προσπάθεια ιεράρχησης και διαχωρισμού της πληροφορίας (εικ. 1).

εικ. 1 Τhe Boston Cooking School Book

20


εικ. 2 Τhe Boston Cooking School Book

21


εικ. 3 Τhe Boston Cooking School Book

22


Επόμενη έκδοση της λίστας είναι το «The Settlement» του 1901. Το βιβλίο δεν περιέχει μόνο συνταγές αλλά και γενικότερες οικοκυρικές οδηγίες. Από το τίτλο καταλαβαίνει κάποιος ότι το αγοραστικό κοινό (target group) του βιβλίου ήταν οι γυναίκες, και συγκεκριμένα οι νοικοκυρές, ενώ η λέξη «settlement» αντικατοπτρίζει τη θέση που είχε η γυναίκα στη κοινωνία εκείνη την εποχή. Αυτό γίνετε αντιληπτό και από τους τίτλους αλλά και το περιεχόμενο και των επόμενων εκδόσεων, που κινούνται στο ίδιο πλαίσιο. Το κείμενο έχει στηθεί σε μονή στήλη με serif γραμματοσειρά, κυρίαρχη τάση της εποχής της εποχής κυκλοφορίας του ενώ οι τίτκοι είναι τοποθετημένοι κεντροαξονικά (εικ. 4, 5). Τέλος υπάρχουν κάποιες εικονογραφήσεις με καθαρά διακοσμητικού χαρακτήρα (εικ. 5, 6).

εικ. 4 Τhe Settlement

23


εικ. 5 Τhe Settlement

24


εικ. 6 Τhe Settlement

εικ. 7 Τhe Settlement

25


Σταδιακά η εικονογράφηση απέκτησε χρηστικό λόγο ύπαρξης, απεικονίζοντας με μικρά και απλά σχέδια το τρόπο παρασκευής του φαγητού (εικ. 8, 9), όπως φαίνεται για παράδειγμα στο βιβλίο «The Joy of Cooking» ςτου 1931. Αλλά η τυπογραφία συνέχισε να κυριαρχεί στις σελίδες τους συνεχίζοντας να μην παρουσιάζει καμιά καινοτομία στην εφαρμογή της (εικ. 10, 11), όπως και στο «Better Homes and Gardens: The New Cookbook» του 1930 (εικ. 12, 13), το οποίο όμως δεν είχε καθόλου εικονογραφήσεις, παρά μόνο ελάχιστο φωτογραφικό υλικό με σκηνές νοικοκυρών στην κουζίνα (εικ. 14), αλλά όχι παρουσιάσεις προετοιμασίας ή ολοκληρωμένων πιάτων, όπως συνηθίζεται στις μέρες μας. Παρατηρείται και μια σημαντική διαφοροποίηση στη μορφή του βιβλίου. Το βιβλίο τοποθετήθηκε μέσα σε ντοσιέ και χωρίστηκε σε ενότητες-κατηγόριες, τόσο νοηματικά αλλά και μορφολογικά, καθώς σχεδιάστηκαν εγκοπές στις άκρες των σελίδων ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να διαβάζει το ταμπελάκι που βρίσκεται στη τελευταία σελίδα της κάθε ενότητας, στην αντίστοιχη θέση με τις εγκοπές (εικ. 12, 13). Μια τάση που έμεινε για αρκετά χρόνια και εφαρμόστηκε σε διάφορες εκδόσεις, μετατρέποντας το βιβλίο κατά κάποιο τρόπο σε κατάλογο, τονίζοντας την χρηστική, και μόνο, αξία που είχε τότε.

εικ. 8 The Joy of Cooking

εικ. 9 The Joy of Cooking

26


εικ. 10 The Joy of Cooking

εικ. 11 The Joy of Cooking

εικ. 12 Better Homes and Gardens

27


εικ. 13 Better Homes and Gardens

εικ. 14 Better Homes and Gardens

28


1939 – 1955

Το 1939 και 1948 εκδόθηκαν τα «The American Housewife Cookbook» και «The Culinary Arts Institute Encyclopedia» αντίστοιχα. Οι δύο εκδόσεις παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες σχεδιαστικά. Η φωτογραφία παίρνει τη θέση της εικονογράφησης που προϋπήρχε. Οι συγγραφείς και στις δύο περιπτώσεις χρησιμοποιούν πλούσιο έγχρωμο και ασπρόμαυρο φωτογραφικό υλικό, σε ολοσέλιδα αλλά και σε ολόκληρα σαλόνια, για να δείξει την προετοιμασία του φαγητού αλλά και την τελική παρουσίασης των πιάτων του (εικ. 15, 16, 17). Παρόλο που διαφέρουν ως προς την θεματική προσέγγιση, συμπέρασμα που προκύπτει από τους τίτλους τους, στοχεύουν στο ίδιο αγοραστικό κοινό. Στην περίπτωση του «The American Housewife Cookbook» από την αναφορά στον τίτλο της λέξης «housewife» υποδηλώνεται ξεκάθαρα το κοινό στο οποίο απευθυνόταν ο συγγραφέας. Συναντάται επίσης η ίδια τάση οπτικού διαχωρισμού σε κεφάλαια και στις δύο εκδόσεις (εικ. 18, 19), κάτι που μοιάζει με το αποτέλεσμα του «Better Homes and Gardens: The New Cookbook», με τη διαφορά της σκληρόδετης βιβλιοδεσίας, και όχι τοποθέτηση μέσα σε ντοσιέ. Το «The Culinary Arts Institute Encyclopedia» παρόλο που λόγο τίτλου παραπέμπει σε μία έκδοση που απευθύνεται σε οποιοδήποτε ενδιαφέρετε για την μαγειρική, αν εξετάσει κάποιος τις φωτογραφίες του θα διαπιστώσει ότι τελικά απευθύνεται στο γυναικείο κοινό, αφού παρουσιάζονται μόνο γυναίκες να μαγειρεύουν (εικ. 20), και τελικά φαίνεται ότι όντως εκείνη την εποχή ενδιαφέρονταν σχεδόν αποκλειστικά οι γυναίκες για αυτές τις εκδόσεις.

εικ. 15 The American Housewife Cookbook

29


εικ. 16 The Culinary Arts Institute Encyclopedia

εικ. 17 Better Homes and Gardens

30


εικ. 18 The Culinary Arts Institute Encyclopedia

εικ. 19 Better Homes and Gardens

εικ. 20 The Culinary Arts Institute Encyclopedia

31


Η εταιρία Betty Crocker’s2, το 1950, με το βιβλίο «Betty Crocker’s Picture Cookbook» παρουσιάζει στο κοινό ένα βιβλίο μαγειρικής που, όπως μαρτυράει και ο τίτλος του, η εικονογράφηση παίζει κυρίαρχο ρόλο. Ωστόσο το φωτογραφικό υλικό είναι εξίσου πλούσιο. Υπάρχουν μεγάλες, έγχρωμες εικονογραφήσεις σε όλο το βιβλίο, άλλες με τελείως διακοσμητική διάθεση και άλλες με χρηστικό ρόλο, που καταλαμβάνουν μέχρι και το 60% του χώρου της σελίδας σε κάποιες περιπτώσεις. Ενδιαφέρον προκαλούν κάποιες εικονογραφημένες παραστάσεις που δείχνουν και άντρες να μαγειρεύουν είτε μόνοι τους, είτε μαζί με τη γυναίκα τους (εικ. 21, 26). Κάτι που δείχνει ότι σιγά-σιγά τα βιβλία μαγειρικής και κατ’ επέκταση η γαστρονομία γενικότερα αρχίζει να απευθύνεται και στο αντρικό κοινό. Εικονογράφηση και φωτογραφία χρησιμοποιούνται για αναφορά υλικών ή για οδηγίες παρασκευής και για παρουσίαση τελικών πιάτων. (εικ. 22, 23) Σε αυτό το βιβλίο γίνονται και κάποιες προσπάθειες να δοθεί ένταση και ζωηρός χαρακτήρας στη τυπογραφία με τα μεγέθη και τα βάρη να εναλλάσσονται (εικ. 23, 24, 25) σε εξάστυλο grid, ενώ μέχρι τώρα όλα όσα αναλύθηκαν ήταν μονόστηλα είτε δίστηλα χωρίς πολλές διαφοροποιήσεις στο σχεδιασμό του κειμένου τους. Η επιλογή γραμματοσειρών συνεχίζεται να περιορίζεται μόνο σε serif γραμματοσειρά. εικ. 21 Betty Crocker’s Picture Cookbook

2 Betty Crocker’s: Είναι ένα εμπορικό σήμα που δημιουργήθηκε υπό την εποπτεία της Marjorie Husted το 1921 εκ μέρους της Washburn Crosby Company. Το όνομα Betty επιλέχτηκε γιατί θεωρήθηκε πως είναι ένα πρόσχαρο, αμιγώς αμερικάνικο, όνομα. Crocker λεγόταν ο τότε διευθυντής της Washburn Crosby Co. Εδώ και 90 χρόνια το όνομα Betty Crocker’s είναι ένα πολιτιστικό είδωλο, άμεσα συνδεδεμένο με την παράδοση της κουζίνας των αμερικάνικων νοικοκυριών. Κάτω από το όνομα κυκλοφορούν μέχρι και σήμερα συνταγές, έντυπες ή μέσω της επίσημης ιστοσελίδας, αλλά και προϊόντα μαγειρικής μεγάλης εμπορικής επιτυχίας.

32


εικ. 22 Betty Crocker’s Picture Cookbook

εικ. 23 Betty Crocker’s Picture Cookbook

εικ. 24 Betty Crocker’s Picture Cookbook

33


εικ. 25 Betty Crocker’s Picture Cookbook

εικ. 26 Betty Crocker’s Picture Cookbook

34


Το 1955 εκδίδεται το «Better Homes and Gardens The Junior Cookbook», ένα βιβλίο μαγειρικής που δεν απευθύνεται αποκλειστικά σε γυναίκες όπως γινόταν σχεδόν καθολικά μέχρι τότε, αλλά και στα παιδιά. Έντονα χρώματα, εικονογραφήσεις με παιδικό ύφος, μεγάλες έγχρωμες φωτογραφίες και τυπογραφία που δίνει έμφαση στους τίτλους χρησιμοποιώντας μεγάλα γράμματα και display γραμματοσειρές. (εικ. 27, 28, 29, 30) Σχεδιαστικές αποφάσεις που βασίστηκαν προφανώς στο target group του βιβλίου αλλά αυτά τα στοιχεία το κάνουν να είναι το πρώτο βιβλίο της λίστας που μπορεί κάποιος να δει ουσιαστικό πειραματισμό και διαφοροποίηση στο σχεδιασμό του.

εικ. 27 Better Homes and Gardens The Junior Cookbook

εικ. 28 Better Homes and Gardens The Junior Cookbook

35


εικ. 29 Better Homes and Gardens The Junior Cookbook

εικ. 30 Better Homes and Gardens The Junior Cookbook

36


1960 – 1989

Μέσα σε αυτά τα χρόνια εκδόθηκαν βιβλία που σχεδιαστικά είναι πιο κοντά στα πρότυπα των βιβλίων μαγειρικής που εκδόθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα, όπως το The Joy of Cooking και του «The Settlement», ακολουθώντας ένα πιο συντηρητικό design, έτσι αντί να παρουσιαστεί εξέλιξη οι τάσεις στο σχεδιασμό παραμένουν στάσιμες, αν όχι ξεπερασμένες. Στα ίδια σχεδιαστικά πλαίσια κινήθηκαν και οι σχεδιαστές των «The American Heart Association Cookbook» που εκδόθηκε το 1973 (εικ. 31) και «Crockery Cookery», του 1975 (εικ. 32).

εικ. 31 The American Heart Association Cookbook

εικ. 32 Crockery Cookery

37


Το 1960 κυκλοφόρησε το «I Hate to Cook» και ένα χρόνο αργότερα το «The New York Times Cookbook». Κυριαρχεί η τυπογραφία, ενώ η φωτογραφία και η εικονογράφηση απουσιάζει τελείως από το πρώτο βιβλίο (εικ. 33, 34, 35, 36,). Το 1961 κυκλοφόρησε και το «κλασικό» πλέον βιβλίο της Julia Child, «Mastering the Art of French Cooking», οπού υπάρχουν εικονογραφημένες οδηγίες προετοιμασίας των πιάτων και υλικών (εικ. 37, 38, 39), κάτι που συναντάτε και στο «Weight Watcher» (εικ. 40, 41) το οποίο εκδόθηκε το 1966.

εικ. 33 I Hate to Cook

εικ. 34 I Hate to Cook

38


εικ. 35 The New York Times Cookbook

εικ. 36 The New York Times Cookbook

εικ. 37 Mastering the Art of French Cooking

39


εικ. 38 Mastering the Art of French Cooking

εικ. 39 Mastering the Art of French Cooking

40


εικ. 40 Weight Watcher

εικ. 41 Weight Watcher

41


Το 1977 και 1982 εκδόθηκαν τα «Moosewood Cookbook» και «The Enchanted Broccoli Forest» αντίστοιχα τα οποία γράφτηκαν και εικονογραφήθηκαν από την Mollie Katzen . Και τα δύο βιβλία εκδόθηκαν με το κείμενο να είναι γραμμένο στο χέρι (εικ. 42, 43), ενώ και οι διακοσμητικές εικονογραφήσεις τους είναι «αδούλευτες» και ερασιτεχνικές, δίνοντας ένα πιο προσωπικό και ανεπίσημο ύφος στο βιβλίο (εικ. 44, 45) . Ταυτόχρονα έχουν χρησιμοποιηθεί και floral ornaments και στις δύο εκδόσεις, αποκτώντας έτσι ρομαντικό ύφος (εικ. 42, 45). εικ. 42 Moosewood Cookbook

εικ. 43 The Enchanted Broccoli Forest

42


εικ. 44 The Enchanted Broccoli Forest

εικ. 45 The Enchanted Broccoli Forest

43


Η έρευνα των best-sellers κλίνει με τα «The Silver Palate» και «The New Basics Cookbook». Και τα δύο είναι γραμμένα από τους Julee Rosso και Sheila Lukins. Οι εικονογραφήσεις του βιβλίου «The Silver Palate», που θεματολογικά περιορίζονται στα υλικά των συνταγών (εικ. 46, 47, 48, 49, 50, 51), έχουν παρόμοιο ύφος με αυτό των βιβλίων της Mollie Katzen. Ωστόσο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη σχεδίαση του κειμένου. Αυστηρή τυπογραφία, με serif γραμματοσειρά, έντονοι τίτλοι, τοποθετημένα σε κάθετα και οριζόντια πλαίσια, δίνοντας ένα επίσημο και αυστηρό ύφος (εικ. 46, 47, 48, 49, 50, 51).

εικ. 46 The Silver Palate

44


εικ. 47 The Silver Palate

45


εικ. 48 The Silver Palate

εικ. 49 The New Basics Cookbook

46


εικ. 50 The New Basics Cookbook

εικ. 51 The New Basics Cookbook

47


48


49


IACP cookbook awards

50


Ο Παγκόσμιος Σύλλογος των Επαγγελματιών Μαγειρικής (International Association of Culinary Professionals)3 το 1986 ιδρύει το θεσμό των IACP Cookbook Awards. Τα IACP Cookbook Awards είναι τα παγκόσμια βραβεία βιβλίων μαγειρικής. Όπως και σε άλλους θεσμούς βράβευσης έτσι και στα IACP Cookbook Awards, υπάρχουν διάφορες κατηγορίες βραβείων βιβλίων μαγειρικής. Στην πορεία του θεσμού οι διοργανωτές αντιλαμβανόμενοι την αξία της οπτικής επικοινωνίας τόσο στις εκδόσεις μαγειρικής και στο χώρο της γαστρονομίας γενικότερα, όσο και την ανάπτυξη που είχε σημειωθεί μέσα στα χρόνια σε αυτό το τομέα αποφάσισαν να καθιερώσουν ένα βραβείο που θα δινόταν σε εκδόσεις που ξεχώριζαν για την οπτική επικοινωνία τους. Το 1991 λοιπόν εμφανίζεται για πρώτη φορά το βραβείο «Illustrated/ Photography Award». Το κριτήριο υποψηφιότητας αυτής την κατηγορίας ήταν, όπως δηλώνει και η ονομασία του, η εικονογράφηση ή η φωτογραφία που είχε πλαισιώσει τις συνταγές, είτε από καλλιτεχνικής άποψης είτε από χρηστικής αξίας. Στην πορεία της διοργάνωσης, και συγκεκριμένα το 1995 το «Illustrated/Photography Award» καταργείται και τη θέση του παίρνει το «Design Award» το οποίο απονέμεται μέχρι και σήμερα σε βιβλία που υπερέχουν των υπολοίπων για το σύνολο του σχεδιασμού τους και όχι μόνο για την εικονογράφηση ή τη φωτογραφία που εμπεριέχονται σε αυτά. Οι υπεύθυνοι της διοργάνωσης αντιλαμβανόμενοι ότι ο σχεδιασμός της οπτικής επικοινωνίας των βιβλίων μαγειρικής στο σύνολο του (τυπογραφία, φωτογραφία/εικονογράφηση, επιλογή χαρτιών, βιβλιοδεσία) άρχισε να αναπτύσσεται και να ξεφεύγει από τα πλαίσια των προηγούμενων ετών. Το 2005 ωστόσο προστίθεται στην λίστα των βραβείων και το «Food Photography and Styling Award», δηλώνοντας την ανάγκη που δημιουργήθηκε για το διαχωρισμό του τομέα της φωτογραφίας από το συνολικό σχεδιασμό της οπτικής επικοινωνίας των εκδόσεων μαγειρικής καθώς ο κλάδος του food photography/styling είχε αναπτυχθεί μέσα σε αυτά τα χρόνια τόσο πολύ που πλέον αποτελεί μέχρι και ξεχωριστό κλάδο στο χώρο της φωτογραφίας.

3 Ο Παγκόσμιος Σύλλογος των Επαγγελματιών Μαγειρικής (International Association of Culinary Professionals) είναι ένας παγκόσμιος «τόπος» συνάντησης με στόχο την ανάπτυξη και την ανταλλαγή πληροφοριών, γνώσεων και έμπνευσης ανάμεσα στους επαγγελματίες του χώρου της μαγειρικής και των ποτών. Ξεκίνησε το 1978 στην Αμερική, όταν μια ομάδα επαγγελματιών του χώρου εκμάθησης μαγειρικής ενώθηκαν, και χωρίς να το ξέρουν τότε, έθεσαν βάσεις για τις αρχές και τα έθιμα στην μαγειρική όπως την ξέρουμε μέχρι σήμερα. Πλέον, με 3.000 μέλη σε 32 χώρες στόχος του οργανισμού είναι η αρίστευση της βιομηχανίας την μαγειρικής από τοπικό μέχρι παγκόσμιο επίπεδο.

51


illustrated / photography awards

1991 America the Beautiful Cookbook: Authentic Recipes from the United States of America Το βιβλίο «America the Beautiful Cookbook: Authentic Recipes from the United States of America» του Phillip S. Schulz εκδόθηκε το 1990 και ήταν υποψήφιο ένα χρόνο μετά στα IACP Awards στη κατηγορία «Illustrated/Photography Awards» που τελικά κατέκτησε για το πλούσιο φωτογραφικό του υλικό κυρίως, καθώς δεν έχει χρησιμοποιηθεί εικονογράφηση σε εκτενή βαθμό, εκτός κάποιον χαρτών οι οποίοι υπάρχουν στην αρχή κάθε κεφαλαίου και των πολύ μικρών εικονογραφημένων με ακουαρέλα φαγητών ή αντικειμένων που υπάρχουν πάνω από κάποιους τίτλους. Το βιβλίο περιέχει παραδοσιακές συνταγές από διάφορες περιοχές των HΠΑ. Στην αρχή κάθε ενότητας αφιερώνεται και ένα μέρος όπου ο συγγραφέας παραθέτει γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία της αντίστοιχης περιοχής, συνυφασμένα με της διατροφικές συνήθειες του τόπου. (εικ. 52, 53) Τα κεφάλαια αυτά συνοδεύονται από φωτογραφίες τοπίων της αμερικάνικης γεωργικής υπαίθρου ή των πόλεων, όπως ακόμα σκηνές κτηνοτρόφων, αγροτών ή ψαράδων την ώρα που εργάζονται (εικ. 53, 54). Αυτή την αίσθηση της παράδοσης και της πολιτισμικής υπόστασης του φαγητού προσπάθησε να προάγει και ο φωτογράφος προσθέτοντας πολλές φορές στις συνθέσεις του, μαζί με τα υλικά και τα πιάτα, χρηστικά, ή και όχι μόνο, αντικείμενα της καθημερινότητας των ανθρώπων, δημιουργώντας μια σπιτική παραδοσιακή ατμόσφαιρα (εικ. 56, 57), κάτι που δεν παρατηρήθηκε σε κανένα από τα best sellers που μελετήθηκαν στο προηγούμενο μέρος της εργασίας, αλλά αντίθετα θα επαναληφθεί πολλές φορές στα επόμενα βιβλία.

52


εικ. 52 America the Beautiful Cookbook

εικ. 53 America the Beautiful Cookbook

53


εικ. 54 America the Beautiful Cookbook

εικ. 55 America the Beautiful Cookbook

54


εικ. 56 America the Beautiful Cookbook

εικ. 57 America the Beautiful Cookbook

55


1992 Italy: Α Culinary Journey / 1993 France: Α Culinary Journey Τα δύο αυτά βιβλία ανήκουν στην ίδια σειρά και βραβεύτηκαν διαδοχικά τις χρονιές 1992 και 1993. Θεματολογικά και σχεδιαστικά δεν παρουσιάζουν καμία διαφορά, εκτός μόνο της χώρας προέλευσης των συνταγών. Πρόκειται για δύο βιβλία μαγειρικής που στόχος τους είναι οι αναγνώστες πέρα από της συνταγές της κάθε χώρας, να γνωρίσουν τις γαστρονομικές συνήθειες τους και το πολιτισμό τους, ταξιδεύοντας σε αυτές μέσα από τις φωτογραφίες των τόπων και των ανθρώπων τους. Η δημιουργική ομάδα είναι η ίδια, καθώς και ο εκδοτικός οίκος είναι ο ίδιος με του «America the Beautiful Cookbook: Authentic Recipes from the United States of America». Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που το φωτογραφικό και εικονογραφικό υλικό δεν διαφέρουν αισθητικά αλλά και εννοιολογικά καθόλου με αυτό της προαναφερθείσας έκδοσης.

εικ. 58 ItalΥ : Α Culinary Journey

56


εικ. 59 ItalΥ : Α Culinary Journey

εικ. 60 ItalΥ : Α Culinary Journey

57


εικ. 61 ItalΥ : Α Culinary Journey

εικ. 62 ItalΥ : Α Culinary Journey

58


εικ. 63 ItalΥ : Α Culinary Journey

59


design awards

1995 Bobby Flay’s Bold American Food: More Than 200 Revolutionary Recipes Το πρώτο βιβλίο που βραβεύτηκε με το «Design Award» ήταν το «Bobby Flay’s Bold American Food: More Than 200 Revolutionary Recipes». Ένα βιβλίο επηρεασμένο από την pop art. Έντονα χρώματα (εικ. 66), χρωματικές αντιθέσεις, επεξεργασμένες χρωματικά φωτογραφίες φαγητών και υλικών (εικ. 64, 67) και μεγάλοι σε μέγεθος τίτλοι, φαινομενικά άναρχα τοποθετημένοι στο σύνολο τους (εικ. 64, 65) είναι τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του βιβλίου. Έχουν χρησιμοποιηθεί serif γραμματοσειρά για το κείμενο και san serif για τους τίτλους (εικ. 68). Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η πιο πρωτοποριακή σχεδιαστικά έκδοση από όσες μελετήθηκαν μέχρι αυτή τη στιγμή.

εικ. 64 Bobby Flay’s Bold American Food

60


εικ. 65 Bobby Flay’s Bold American Food

εικ. 66 Bobby Flay’s Bold American Food

61


εικ. 67 Bobby Flay’s Bold American Food

εικ. 68 Bobby Flay’s Bold American Food

62


1997 Tukka: Real Australian Food Το 1997 για μια ακόμη φορά βραβεύεται ένα βιβλίο μαγειρικής που προσεγγίζει πρώτα την ιστορία και την γαστρονομική παράδοση του τόπου, και συγκεκριμένα της Αυστραλίας, και τα φυσικά προϊόντα που υπάρχουν σε αυτή τα οποία αποτελούν και τη βάση των συνταγών που έχει επιλέξει να δημοσιεύσει ο σεφ Jean-Paul Bruneteau. Ο σχεδιαστής χρησιμοποιώντας τρία χρώματα, μαύρο, πορτοκαλί και σκούρο καφέ, μια εικονογραφημένη σαύρα (εικ. 69), χαρακτηριστικό αυστραλέζικο ζώο, serif γραμματοσειρά σε υποτίτλους και κυρίως κείμενο (εικ. 71, 72) και τέλος μία custom display γραμματοσειρά για του τίτλους των κεφαλαίων (εικ. 70), καταφέρνει να δώσει την ταυτότητα και το ύφος που ταιριάζει σε ένα βιβλίο παραδοσιακής αυστραλέζικης κουζίνας.

εικ. 69 Tukka : Real Australian Food

εικ. 70 Tukka : Real Australian Food

63


εικ. 71 Tukka : Real Australian Food

εικ. 72 Tukka : Real Australian Food

64


2001 Hot, Sour, Salty, Sweet: A Culinary Journey Through Southeast Asia Οι Jeffry Alford και Naomi Duguid το 2001 το 2001 κυκλοφόρησαν το βιβλίο «Hot, Sour, Salty, Sweet: A Culinary Journey Through Southeast Asia». Ένα βιβλίο ασιατικής κουζίνας το οποίο, όπως και το «Tukka: Real Australian Food» ή τα παλιότερα «America the Beautiful Cookbook: Authentic Recipes from the United States of America προσεγγίζει την καταγωγή των συνταγών του. Θέλει πρώτα από όλα να μυήσει τον αναγνώστη στο κόσμο και τη φιλοσοφία της ασιατικής κουζίνας, να γνωρίσει και να κατανοήσει τη σχέση της γαστρονομίας με το πολιτισμό, τους ανθρώπους και τη θρησκεία σε αυτές τις χώρες (εικ. 1) ώστε να μπορέσει αργότερα όταν εκτελέσει τις συνταγές και τις δοκιμάσει να τις καταλάβει στη βάση τους. Φωτογραφίες του αστικού χώρου και των ανθρώπων του, σκηνές αγροτών και κτηνοτρόφων (εικ. 2), ατμοσφαιρικές συνθέσεις με τα πιάτα και τα συστατικά τους (εικ. 3), όλα αυτά παντρεμένα με αυστηρή τυπογραφία σε τίτλους και κείμενο με serif γραμματοσειρά (εικ. 4). Αυτά τα στοιχεία χρειάστηκαν να συντεθούν για να οπτικοποιηθεί το «Hot, Sour, Salty, Sweet: A Culinary Journey Through Southeast Asia».

εικ. 73 Hot Sour Salty Sweet

65


εικ. 74 Hot Sour Salty Sweet

εικ. 75 Hot Sour Salty Sweet

66


εικ. 76 Hot Sour Salty Sweet

εικ. 77 Hot Sour Salty Sweet

67


2002 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux: Recipes From the Artist’s Last Home and Paintings of Cafe Life Ένα βιβλίο που πραγματεύεται τις τελευταίες βδομάδες της ζωής του Van Gogh στο Auberge Ravoux αλλά και τη σχέση του καλλιτέχνη με το φαγητό και τα ποτά. Συγγραφείς του ένας Αμερικάνος ιστορικός μαγειρικής και ο έφορος του μουσείου Van Gogh στο Άμστερνταμ. Καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι δεν πρόκειται για ένα απλό βιβλίο μαγειρικής. Είναι ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ τέχνης και φαγητού, με αφορμή το τελευταίο σπίτι του Van Gogh και τις τελευταίες μέρες τις ζωής του στο Auberge Hotel. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου ο Fred Leeman εξιστορεί τη διαμονή του Gogh και τα έργα που παρήγαγε αυτή τη περίοδο ενώ στο δεύτερο μέρος η Alexandra Leaf, μαζί με το chef του ξενοδοχείου, συνέλεξαν τις συνταγές των πιάτων που έτρωγε ο Gogh οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο. Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να ταξιδέψει στα χρόνια που ζούσε ο καλλιτέχνης εκεί μέσα από τις εικόνες έργων του καλλιτέχνη που έχουν συμπεριληφθεί αλλά και τις φωτογραφίες του ίδιου του χώρου, καθώς το μέρος, που πλέον λειτουργεί και σαν μουσείο, δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου από τότε (εικ. 78, 79). Ο σχεδιαστής επέλεξε να χρησιμοποιήσει μια κλασική serif γραμματοσειρά δίνοντας ένα επίσημο και αυστηρό ύφος (εικ. 80, 81). Καθώς και σκούρο καφέ χρώμα σε πολλές σελίδες του βιβλίου, χρώμα που ταιριάζει με τον εσωτερικό του μουσείου (εικ. 81, 82). 2004

εικ. 78 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux

68


εικ. 79 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux

εικ. 80 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux

69


εικ. 81 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux

εικ. 82 Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux

70


The Baltazar Cookbook Το «The Baltazar Cookbook» είναι το δεύτερο βιβλίο της λίστας των βραβευμένων με «Design Award» βιβλίων που κυκλοφορεί εκ μέρους ενός εστιατορίου-μαγαζιού εστίασης (το πρώτο ήταν το «Book of Tarts: Form, Function and Flavor at the City Baker» από το οποίο δυστυχώς δε στάθηκε δυνατό να βρεθεί υλικό ώστε να μελετηθεί). Στην συνέχεια θα ακολουθήσουν βέβαια πάρα πολλές ακόμα περιπτώσεις εκδόσεων μαγειρικής με την υπογραφή εστιατορίων και ζαχαροπλαστείων, κάτι που δείχνει ότι αυτή η τάση συνεχίζει να υπάρχει μέχρι και σήμερα και μάλιστα να εξελίσσεται. Η σχεδίαση του βιβλίου έχει μια έντονη retro αισθητική που ταιριάζει με το σύνολο της ταυτότητας του εστιατορίου όπως αυτό φαίνεται από τις φωτογραφίες (εικ. 83). Χρήση διαφόρων γραμματοσειρών στους τίτλους και τις πληροφορίες και serif γραμματοσειρά για τα κείμενα. Επίσης ο σχεδιαστής τοποθετεί πλαίσια όπου βάζει τα συστατικά των συνταγών (εικ. 84, 85). Τα κείμενα, χωρισμένα σε νοηματικές κατηγορίες στοιχίζονται άλλοτε κεντρικά με πλήρη στοίχιση, άλλοτε με αριστερή στοίχιση σε μονόστηλο ή δίστηλο ή και κολόνα, δηλαδή πλήρη στοίχιση (εικ. 84, 85). Δεν λείπουν ούτε τα εικονογραφικά στοιχεία υπό τη μορφή ornaments ή μοτίβων (εικ. 86). 2005 εικ. 83 The Baltazar Cookbook

71


εικ. 84 The Baltazar Cookbook

72


εικ. 85 The Baltazar Cookbook

εικ. 86 The Baltazar Cookbook

73


The Japanese Kitchen A Book of Essential Ingredients with 200 Authentic Recipes Το «The Japanese Kitchen A Book of Essential Ingredients with 200 Authentic Recipes» είναι ακόμα ένα βιβλίο μαγειρικής, ασιατικής κουζίνας, που συνδέει το φαγητό με τον πολιτισμό και την παράδοση. Αισθητικά και εννοιολογικά το φωτογραφικό υλικό είναι όπως του «Hot, Sour, Salty, Sweet: A Culinary Journey Through Southeast Asia». Εικόνες της καθημερινότητας, γαστρονομικού ή πολιτισμικού περιεχομένου, με τους ανθρώπους και της συνήθειες του τόπου τους να έχουν σχεδόν τον πρωταγωνιστικό ρόλο (εικ. 87, 88, 90), μαζί με τις φωτογραφίες των φαγητών. Σχεδιαστικά ωστόσο παρουσιάζει διαφοροποιήσεις ως προς την προαναφερθείσα έκδοση. Ο σχεδιαστής έχει χρησιμοποιήσει san serif γραμματοσειρά και slab γραμματοσειρά για τους τίτλους, δίνοντας με αυτό το τρόπο ένα πιο σύγχρονο ύφος (εικ. 87, 89, 91). Τα κείμενα είναι στοιχισμένα σε αριστερή στοίχιση σε δύο στήλες ή σε μονή στήλη (εικ. 87, 91, 89). 2006

εικ. 87 The Japanese Kitchen

74


εικ. 88 The Japanese Kitchen

εικ. 89 The Japanese Kitchen

75


εικ. 90 The Japanese Kitchen

76


εικ. 91 The Japanese Kitchen

77


Fonda San Miguel: Thirty Years Of Food And Art Το 2006 βραβεύτηκε ακόμα μια έκδοση που κυκλοφόρησε ένα εστιατόριο. Αφορμή η τριακοστή επέτειος λειτουργίας του και φυσικά η επιτυχία του. Το San Miguel έχει δώσει πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, πέρα από το φαγητό που προσφέρει, και στο χώρο του εστιατορίου και συγκεκριμένα έχει καταφέρει να είναι σημείο αναφοράς όσο αφορά την παραδοσιακή μεξικάνικη τέχνη και λαογραφία που το διακοσμεί. Αυτό το στοιχείο δε θα μπορούσε να λείπει από το βιβλίο που κυκλοφόρησε. Οι σελίδες του είναι γεμάτες με εικόνες έργων που διακοσμούν τους τοίχους, και όχι μόνο, του εστιατορίου (εικ. 92, 95, 97). Οι εικόνες αυτές συνειδητά συνυπάρχουν πολλές φορές στο ίδιο σαλόνι με μια φωτογραφία φαγητού που αναφέρεται στην αντίστοιχη συνταγή (εικ. 95, 97). Η τυπογραφία απλή και ταυτόχρονα προσεγμένα διακριτική, ώστε να μην τραβάει την προσοχή του αναγνώστη από τις εικόνες του. Για μία ακόμη φορά ο σχεδιαστής προτίμησε να χρησιμοποιήσει serif γραμματοσειρά για το κυρίως κείμενο και san serif για τους τίτλους (εικ. 96, 97). 2007

εικ. 92 Fonda San Miguel

78


εικ. 93 Fonda San Miguel

εικ. 94 Fonda San Miguel

εικ. 95 Fonda San Miguel

79


εικ. 96 Fonda San Miguel

εικ. 97 Fonda San Miguel

80


Au Pied de Cochon: The Album Το «Au Pied de Cochon: The Album» είναι το πρώτο βιβλίο μαγειρικής όσων μελετήθηκαν έως τώρα που η εικονογράφηση είναι ίσως το σημαντικότερο σχεδιαστικό χαρακτηριστικό του. Ο ρόλος της είναι κυρίαρχος στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου κυρίως. Πρωταγωνιστής τους είναι ο ιδιοκτήτης και chef του εστιατορίου Au Pied de Cochon, Martin Picard, εικονιζόμενος ως γουρούνι (εικ. 98). Με το «βρώμικο» σκίτσο και την τεχνική του mixed media ο Tom Tassel δημιούργησε ένα εντυπωσιακό και πρωτότυπο για τα μέχρι τότε δεδομένα, αποτέλεσμα. Οι φωτογραφίες που βρίσκονται σε αυτό το κεφάλαιο δεν είναι επαγγελματικές, αλλά τραβηγμένες από τους ίδιους τους παράγοντες του εστιατορίου. Δείχνουν σκηνές μέσα από το εστιατόριο μεταφέροντας στον αναγνώστη με ένα πιο άμεσο τρόπο την ατμόσφαιρα που επικρατεί (εικ. 101). Στο κεφάλαιο των συνταγών δεν υπάρχει καθόλου εικονογράφηση, παρά μόνο μεγάλες φωτογραφίες του τελικού πιάτου και μικρότερες της διαδικασίας παρασκευής του (εικ. 102).

εικ. 98 Au Pied de Cochon

81


εικ. 99 Au Pied de Cochon

εικ. 100 Au Pied de Cochon

82


εικ. 101 Au Pied de Cochon

εικ. 102 Au Pied de Cochon

83


2009 The Big Fat Duck Cookbook Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από έναν επαγγελματία του χώρο της γαστρονομίας και απευθυνόταν, αρχικά τουλάχιστον, σχεδόν αποκλειστικά σε επαγγελματίες. Κυκλοφόρησε σε δύο εκδόσεις. Η αρχική ήταν μια πολυτελής συλλεκτική έκδοση, δερματόδετη με θήκη. Τελικά ύστερα από πρόταση του art director κυκλοφόρησε και σε μία πιο φτηνή έκδοση, πάλι hardcover, με διαφορετικό εξώφυλλο και χωρίς δερμάτινη θήκη και εξώφυλλο. Το εσωτερικό δεν παρουσίασε καμία διαφοροποίηση. Στόχος αυτής της δεύτερης κυκλοφορίας ήταν η διεύρυνση του αγοραστικού κοινού. Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρεις ενότητες. Όλο το βιβλίο περιέχει πλούσιο εικονογραφικό υλικό, τεχνοτροπίας mixed-media (εικ. 103 - 106). Υπάρχουν συνολικά περισσότερες από 70 εικονογραφήσεις, ολοσέλιδες και αναπτυγμένες σε σαλόνια. Έχουν επιλεχθεί δύο γραμματοσειρές, μία serif και μία san-serif (εικ. 108, 109), για την καλύτερη ιεράρχηση πληροφοριών (διαχωρισμός συνταγής από εκτέλεση της). Από τα αντιπροσωπευτικότερα ίσως παραδείγματα της λίστας που ανήκουν στη κατηγορία των coffee-table books.

εικ. 103 The Big Fat Duck Cookbook

84


εικ. 104 The Big Fat Duck Cookbook

εικ. 105 The Big Fat Duck Cookbook

85


εικ. 106 The Big Fat Duck Cookbook

εικ. 107 The Big Fat Duck Cookbook

86


εικ. 108 The Big Fat Duck Cookbook

εικ. 109 The Big Fat Duck Cookbook

87


2010 Thai Street Food Το 2010 τιμήθηκε με το IACP Design Award ακόμη ένας τίτλος με θεματική προσέγγιση τον πολιτισμό και την κουλτούρα μίας ασιατικής χώρας. Ο σχεδιαστής έχει επιλέξει δύο χρώματα, το κίτρινο και το ροζ τα οποία χρησιμοποιεί σαν backround (εικ. 110) ή σε τίτλους (εικ. 111, 114, 115). Πιθανότατα γιατί αυτά τα δύο χρώματα είναι συσχετισμένα με το πολίτευμα της βασιλείας στην Ταϊλάνδη επομένως είναι «ιερά» για τους ντόπιους. Για να τονιστεί παραπάνω το στοιχείο ο πολιτισμικός χαρακτήρας του βιβλίου, πέραν των φωτογραφιών από τους δρόμους την πόλης (εικ. 112, 113) χρησιμοποιούνται και ταϊλανδέζικοι χαρακτήρες σε display εφαρμογή (εικ. 111, 112, 114).

εικ. 110 Thai Street Food

εικ. 111 Thai Street Food

88


εικ. 112 Thai Street Food

εικ. 113 Thai Street Food

89


εικ. 114 Thai Street Food

εικ. 115 Thai Street Food

90


2011 ΝΟΜΑ: Time and Place in Nordic Cuisine Το «ΝΟΜΑ» αν και είναι εστιατόριο η θεματική προσέγγιση εστιάζει στην κουζίνα του τόπου και όχι στο brand του εστιατορίου. Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου περιέχει φωτογραφικό υλικό ατμοσφαιρικής αισθητικής τοπίων της Δανίας (εικ. 116), υλικών των συνταγών και παρουσιασμένων πιάτων (εικ. 117, 118, 120). Πρέπει να σημειωθεί πως ο συγκεκριμένος τίτλος τιμήθηκε και με το Design Award αλλά και με το Food Photography & Styling Award. Χρησιμοποιήθηκαν black sanserif για τους τίτλους και serif, regular και italic για το τρέχον κείμενο δημιουργώντας έτσι έντονη αντίθεση αλλά διατηρώντας κομψό ύφος (εικ. 121, 122).

εικ. 116 NOMA

εικ. 117 NOMA

91


εικ. 118 NOMA

εικ. 119 NOMA

92


εικ. 120 NOMA

εικ. 121 NOMA

εικ. 122 NOMA

93


2012 Modernist Cuisine Οι τόνοι της σειράς «Modernist Cuisine» κυκλοφόρησαν σε ένα πολυτελές πακέτο. Το αγοραστικό κοινό σύμφωνα και με τους συγγραφείς του είναι αποκλειστικά οι επαγγελματίες του χώρου της γαστρονομίας. Επιλέχτηκε σπιράλ βιβλιοδεσία για να βοηθηθεί ο αναγνώστης κατά τη διάρκεια της χρήσης του. Επίσης για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε αδιάβροχο πλαστικοποιημένο χαρτί σε όλες τις σελίδες των τόμων για να αποφευχθεί το λέρωμα του κατά την διάρκεια της ανάγνωσης του σε περίπτωση που ο αναγνώστης ταυτόχρονα μαγειρεύει. Το φωτογραφικό υλικό χρησιμοποιείται είτε σε «συνεργασία» με το κείμενο, δηλαδή η εικόνα είναι αναπαράσταση του λεκτικού μέρους ή εργαλείο επεξήγησης του (εικ. 124, 125), είτε σαν «διάλειμμα» για να ξεκουράζεται ο αναγνώστης (εικ. 127). Για το κείμενο έχει χρησιμοποιηθεί serif γραμματοσειρά, ενώ για τους τίτλους san serif (εικ.125, 126).

εικ. 123 Modernist Cuisine

94


εικ. 124 Modernist Cuisine

εικ. 125 Modernist Cuisine

95


εικ. 126 Modernist Cuisine

εικ. 127 Modernist Cuisine

96


2013 Too Many Chefs Only One Indian Το τελευταίο βιβλίο της λίστας απευθύνεται επίσης σε επαγγελματίες κυρίως, αλλά και σε ιδιώτες με παραπάνω γνώσεις και εμπειρία στην κουζίνα. Σχεδόν αποκλειστική σχεδιαστική επιλογή χρώματος είναι το μαύρο, με μοναδική παρουσία χρώματος στις φωτογραφίες και σε κάποια γραφικά (εικ. 128, 129). Επιτυγχάνεται έτσι η ανάδειξη του φωτογραφικού υλικού. Έχει επιλεχθεί μόνο san-serif γραμματοσειρά με χρήση μόνο των κεφαλαίων χαρακτήρων, ενώ στους τίτλους διαχειρίστηκε ως display (εικ. 130, 131, 132). Τέλος έχουν δημιουργηθεί γραφικά για την οπτικοποίηση πληροφοριών (εικ. 129, 133).

εικ. 128 Too Many Chefs Only One Indian

εικ. 129 Too Many Chefs Only One Indian

97


εικ. 130 Too Many Chefs Only One Indian

εικ. 131 Too Many Chefs Only One Indian

98


εικ. 132 Too Many Chefs Only One Indian

εικ. 133 Too Many Chefs Only One Indian

99


100


101


από το έντυπο στην ψηφιακή εποχή

102


Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και η ολοένα αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και μετά δε θα μπορούσε να μην επηρεάσει τους επαγγελματίες και τους λάτρεις του χώρου του φαγητού και της γαστρονομίας. Από πολύ νωρίς δημιουργήθηκαν sites και forums με κύρια, αν όχι αποκλειστική, ενασχόληση το φαγητό και οτιδήποτε γύρω από αυτό. Κριτικές βιβλίων μαγειρικής, συνταγές, οδηγοί εστιατορίων και έρευνες είναι μερικά μόνο από τα θέματα που πραγματεύονταν. Αμέσως υπήρξε ένα φανατικό κοινό το οποίο αυξανόταν όλο και περισσότερο και μαζί με αυτό όπως ήταν αναμενόμενο αυξάνονταν και οι ιστοσελίδες. Το φαινόμενο είχε αντίκτυπο και στις εκδόσεις βιβλίων μαγειρικής καθώς πλέον το μονοπώλιο χάθηκε και το διαδίκτυο είναι ο σημαντικότερος «αντίπαλος» τους. Το αναγνωστικό κοινό αρχίζει πλέον να χρησιμοποιεί το internet όλο και περισσότερο για την εύρεση συνταγών και γενικότερα ως γαστρονομικό του σύμβουλο αφού πλέον ο καθένας μπορεί να βρει θεωρητικά ότι θέλει, και μάλιστα τις περισσότερες φορές εντελώς δωρεάν. Χαρακτηριστικά, μία δειγματοληπτική έρευνα του BlogHer.com που έγινε το 2012 σε σύνολο 1.139 (817 γυναίκες, 322 άνδρες) Αμερικάνων, έδειξε πως πλέον το 89% των χρηστών του διαδικτύου χρησιμοποιεί το ίντερνετ σαν εργαλείο εύρεσης συνταγών. Αυτός είναι ίσως και λόγος που οι πωλήσεις των έντυπων εκδόσεων μαγειρικής παρουσιάζουν μια συνεχή πτώση, κάτι που βέβαια έχει παρατηρηθεί στο χώρο του έντυπου βιβλίου γενικότερα. Οι επαγγελματίες του χώρου αρχίζουν και προσαρμόζονται με το πέρασμα των χρόνων όλο και περισσότερο στα νέα δεδομένα. Άνοιξαν προσωπικές ιστοσελίδες όπου ανεβάζουν συνταγές, φωτογραφίες, γαστρονομικές προτάσεις, videos ή διαδικτυακές εκπομπές, διαφημίζουν και πουλούν προϊόντα και σκεύη μαγειρικής που κυκλοφορούν με την επωνυμία τους, και γενικά οτιδήποτε μπορεί να ενδιέφερε το κοινό τους δημιουργώντας ένα brand γύρω από το όνομα τους. Οι επιλογές τους ως προς τη σχεδίαση και την οπτική επικοινωνία των ιστοσελίδων τους είναι σαφώς επηρεασμένες από τις εκδόσεις μαγειρική, όπως για παράδειγμα το ύφος των φωτογραφιών που ανεβάζουν ή το τρόπος ιεράρχησης των πληροφοριών στις σελίδες παρουσίασης των συνταγών τους.

103


blogs

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 εμφανίστηκαν κυρίως στην Αμερική, αλλά και όχι μόνο, και τα πρώτα ιστολόγια (blogs) γαστρονομίας. Άνθρωποι από όλο το κόσμο θέλοντας να συμμετέχουν ενεργά και αυτοί με το τρόπο τους στη μετάδοση γνώσεων και ανταλλαγή πληροφοριών γύρω από την αγάπη τους, το φαγητό, εκμεταλλεύτηκαν τις δυνατότητες που τους προσέφεραν τα blogs και ξεκίνησαν να είναι ενεργά μέλη μιας κοινότητας που σιγά σιγά δυνάμωνε όλο και περισσότερο. Μέσα σε λίγα χρόνια ο αριθμός των bloggers αυτών αυξήθηκε και έτσι ο όρος food blogging δεν άργησε να καθιερωθεί στο χώρο του διαδικτύου. Ήταν μια ξεχωριστή κατηγορία blogs που με το καιρό εξελίχθηκε και απέκτησε δικά της χαρακτηριστικά, τόσο στη θεματολογία τους, όσο και στο σχεδιασμό και την εικόνα τους. Με τα χρόνια οι food bloggers άρχισαν και οι ίδιοι να αντιλαμβάνονται τη δύναμη και τη σημασία της οπτικής επικοινωνίας στο κλάδο της γαστρονομίας. Έχοντας τάσεις μίμησης, υποσυνείδητα ίσως, των επαγγελματιών chef του χώρου θέλησαν να κάνουν τα ιστολόγια τους και κατ’ επέκταση τη δουλειά τους, να φαίνεται πιο επαγγελματική. Έτσι άρχισαν να ενδιαφέρονται περισσότερο για τις γραμματοσειρές, την επιλογή χρωμάτων την ποιότητα των φωτογραφιών που ανέβαζαν και γενικότερα τον σχεδιασμό των blogs τους, κρατώντας πάντα στοιχεία ενός βιβλίου μαγειρικής, ιδικά όσο αφορούσε την ιεράρχηση πληροφοριών, πχ. για τα υλικά των συνταγών σε σχέση με το κείμενο για την εκτέλεση της είναι τις περισσότερες φορές ίδια όπως σε ένα μέσο βιβλίο μαγειρικής. Δημιουργήθηκε έτσι κατά κάποιο τρόπο μια κοινή τάση όσο αφορά την οπτική ταυτότητα στο χώρο του food blogging. Φυσικά σε αυτό βοήθησε και η ανάπτυξη της τεχνολογίας που δίνει πλέον στο διαχειριστή πολλές περισσότερες δυνατότητες διαμόρφωσης layout στο ιστολόγιο τους από ότι παλιότερα, έτσι πολλά blogs σήμερα, ανεξάρτητα θεματολογίας, οπτικά δε διαφέρουν σχεδόν καθόλου από ένα site. Όπως προαναφέρθηκε και προηγουμένως ο θεσμός των IACP Awards στην πορεία του, παρατηρώντας αυτή την ανάπτυξη στο χώρο των γαστρονομικών blogs καθιέρωσε μια ξεχωριστή κατηγορία βραβείων, τα Digital Media Awards με τα οποία βραβεύει από το 2012 εκπομπές, blogs και sites μαγειρικής. Παρόμοια βραβεία βέβαια δίνουν και άλλοι φορείς, ακόμα και περιοδικά η sites. Ένα από τα βραβεία των IACP Digital Media Awards ονομάζεται «Photo-Based Culinary Blog» και σύμφωνα με την ιστοσελίδα iacp.com σε αυτή τη κατηγορία η κριτική επιτροπή εξετάζει την ποιότητα του φωτογραφικού υλικού, το συνολικό σχεδιασμό του blog και την οπτική «αφήγηση» του περιεχομένου του, ενώ δε δίνουν καθόλου σημασία στο λεκτικό κομμάτι του. Ακόμα και η παντελής έλλειψη κειμένου δεν επηρεάζει τα κριτήρια υποψηφιότητας του σε αυτή τη κατηγορία.

104


Να σημειωθεί εδώ μια παρατήρηση σε σχέση με τα IACP Awards. Το βραβείο «Food Photography & Styling Award» των IACP Awards καθιερώθηκε το 2005 παρά το γεγονός ότι το «food styling» υπάρχει από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ακόμα και το προηγούμενο βραβείο φωτογραφίας της διοργάνωσης, το «Illustrated/Photography Award» δεν αξίωνε τη δουλειά του food stylish παρά μόνο τη φωτογραφία. Κοντά στο 2005 λοιπόν ήταν και η εποχή που άρχισε να γιγαντώνεται το φαινόμενο της γαστρονομίας και το μοίρασμα φωτογραφιών φαγητού στο διαδίκτυο, μέσο των blogs και των social media. Ίσως είναι σύμπτωση, αλλά παράλληλα ίσως είναι μια ακόμη απόδειξη της δύναμης που απέκτησε η εικόνα χάρη στο διαδίκτυο και πως αυτή η τάση επηρέασε το χώρο της γαστρονομίας καθολικά.

social media

Τα τελευταία τρία χρόνια ξεκίνησε μία τάση (trend) στο χώρο των κοινωνικών δικτύων που άλλαξε τα δεδομένα για το φαγητό και την εικόνα που είχε ο κόσμος σε καθολικό ίσως επίπεδο. Χρήστες του διαδικτύου που πολλοί από αυτούς δεν είχαν καμία σχέση με το χώρο της γαστρονομίας ξεκίνησαν αρχικά να μοιράζονται επαγγελματικές φωτογραφίες, υψηλής αισθητικής, φαγητών και ποτών που είχαν βρει σε ιστοσελίδες ή blogs μέσο των κοινωνικών δικτύων τους όπως το facebook ή το twitter. Η τάση αυτή άρχισε να γιγαντώνεται και έτσι σύντομα οι χρήστες αρχίζουν να ανεβάζουν και δικές τους φωτογραφίες. Άνθρωποι από όλο το κόσμο μοιράζονται καθημερινά τα πιάτα που τρώνε ή φωτογραφίες από καταστήματα εστίασης όπου βρίσκονται, π. χ. βιτρίνες ζαχαροπλαστείων, μέσο των social media. Αποτέλεσμα, χιλιάδες φωτογραφίες φαγητών ανεβαίνουν πλέον καθημερινά σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα και μέρα με τη μέρα ο αριθμός των χρηστών που ακολουθεί αυτή τη τάση αυξάνεται. Το instagram στην ετήσια έκθεση στατιστικών στοιχείων του 2013 ανακοίνωσε ότι το #food μεταξύ άλλων ένα από τα πιο δημοφιλή hashtags ενώ η έρευνα του BlogHer.com που αναφέρθηκε και προηγουμένως έδειξε πως το 30% των χρηστών του διαδικτύου έχει ανεβάσει έστω μία φορά φωτογραφία του πιάτου που ετοίμασε ο ίδιος. Το φαγητό, και μάλιστα το καλό φαγητό συγκεκριμένα, ήταν ανέκαθεν μέρος του τρόπου ζωής (lifestyle) των ανθρώπων και ένας τρόπος επίδειξης και υπεροχής ώστε να ξεχωρίσει ανάμεσα στους υπόλοιπους. Η τάση αυτή λοιπόν έχει τις ρίζες της στην ίδια ακριβώς ανάγκη προβολής, μια ανάγκη που καλύπτουν τα κοινωνικά δίκτυα άλλωστε με διάφορους τρόπους και όχι μόνο με το «μοίρασμα» φωτογραφιών φαγητού. Παράλληλα με την τάση του «food sharing» στα social media και με την επιρροή των foodblogs στο διαδίκτυο γιγαντώθηκε το φαινόμενο του «food porn». Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που ενώ παλιότερα με το

105


όρο αυτό γινόταν αναφορά κυρίως σε φωτογραφίες φαγητών με υψηλά επίπεδα θερμίδων, δηλαδή fast food, ή γλυκά, με το καιρό άρχισαν να θεωρούνται φωτογραφίες «food porn» οτιδήποτε είναι φωτογραφημένο επαγγελματικά και ακούει στους κανόνες του food styling. Με την επικρατούσα τάση λοιπόν στα social media η τεχνική ουσιαστικά αυτή φωτογράφισης και παρουσίασης φαγητού, ενώ υπήρχε από τα τέλη του 20ου αιώνα πήρε τη μορφή «φαινομένου», του οποίου μάλιστα η φήμη γιγαντώνεται συνεχώς. Φυσικά η βιομηχανία της γαστρονομίας δε άφησε ανεκμετάλλευτη την τάση που δημιουργήθηκε. Το «food porn» ήταν άλλωστε κατά από τη φύση του κατασκεύασμα της βιομηχανίας αυτής και εργαλείο marketing. Από πολύ νωρίς ξεκίνησαν πολλά εστιατόρια και επαγγελματίες chefs να χρησιμοποιούν τα κοινωνικά δίκτυα για αυτοπροβολή και διαφήμιση τους. Ανεβάζουν φωτογραφίες των πιάτων τους πολλές φορές χωρίς καν να γράψουν το όνομα του πιάτου. Θεωρούν πως η εικόνα μόνη της θα πετύχει το στόχο της, ίσως όχι και άδικα καθώς η εικόνα έχει το κυρίαρχο ρόλο πλέον στο διαδίκτυο όπως έχει ήδη αναφερθεί.

106


107


συμπεράσματα

108


Πριν αρχίσει η παράθεση των συμπερασμάτων πρέπει να ειπωθεί ξανά πως ο αρχικός στόχος της εργασίας ήταν αναζήτηση, και καταγραφή αν όντως υπήρχε, της συνεισφοράς της οπτικής επικοινωνίας στο χώρο της γαστρονομίας, και τελικό σκοπό την ανάλυση της αξίας που θα είχε αυτό το γεγονός για τους ανθρώπους του χώρου της οπτικής επικοινωνίας. Οπότε και τα συμπεράσματα αφορούν στο μεγαλύτερο μέρος τους αυτό το κομμάτι. Η ιστορική καταγραφή της εξέλιξης της από το έντυπο μέχρι το ψηφιακό χώρο ήταν το «εργαλείο» για να βγουν συμπεράσματα πάνω στο παραπάνω ερώτημα, και όχι αυτοσκοπός της εργασίας. Τα συμπεράσματα χωρίστηκαν και δύο νοηματικά μέρη. Το πρώτο πραγματεύεται πώς η οπτική επικοινωνία επηρέασε τη βιομηχανία της γαστρονομίας και ποια είναι τελικά τα αποτελέσματα της συνύπαρξης τους μέσα στα χρόνια, ενώ στο δεύτερο μέρος αναφέρονται οι επιπτώσεις αυτής της αλληλεπίδρασης και πως με τη σειρά τους επηρεάζουν και αυτές το χώρο της οπτικής επικοινωνίας και επομένως τους ανθρώπους του. Από την μελέτη των best-seller βιβλίων μαγειρικής άρχισε να γίνετε αντιληπτό ότι η οπτική επικοινωνία και οι σχεδιαστικές επιλογές (γραμματοσειρές, στοίχιση, χρήση εικονογράφησης ή φωτογραφίας) ήταν ικανές να κατευθύνουν και να ορίσουν το αγοραστικό κοινό της κάθε έκδοσης. Ίσως σε πολύ μικρότερο βαθμό από ότι αργότερα βέβαια. Τα πρώτα χρόνια η επιρροή και η επίδραση της οπτικής επικοινωνίας δεν ήταν τόσο μεγάλη καθώς όπως παρατηρήθηκε η χρήση της δεν ήταν τόσο συνειδητή όσο στις μέρες μας. Παρατηρήθηκε ότι οι σχεδιαστικές επιλογές των εκδόσεων δεν έδειχναν διάθεση διαφοροποίησης ή έστω εκμετάλλευσης του σαν εμπορικό παράγοντα μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα περίπου. Τότε η πολιτική του χώρου φαίνεται να αλλάζει. Επαγγελματίες και εταιρίες αρχίζουν να προωθούν τα προϊόντα τους, είτε αυτά είναι βιβλία μαγειρικής είτε υπηρεσίες, πχ. εστίασης, με διάφορους τρόπους και έτσι αρχίζει η οπτική επικοινωνία να χρησιμοποιείται στοχευμένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δημιουργίας εταιρικού σήματος (brand) στο χώρο της μαγειρικής εκείνης της περιόδου, και ουσιαστικά χρήση της οπτική επικοινωνίας σε μεγάλο βαθμό, μπορεί να θεωρηθεί η σειρά προϊόντων Betty Crocker’s. Η δημιουργία ενός φανταστικού χαρακτήρα, που μάλιστα κατάφερε να γίνει ορόσημο της αμερικάνικης κουζίνας, με το όνομα του οποίου κυκλοφορούσαν προϊόντα μαγειρικής και βιβλία συνταγών είναι ίσως ένα από τα μεγαλύτερα και παλιότερα παραδείγματα εμπορευματοποίησης και δημιουργίας υπεραξίας το χώρο της γαστρονομίας. Φυσικά την «συνταγή» αυτή ακολούθησαν αργότερα εκατοντάδες ακόμα εταιρίες με εξίσου μεγάλη επιτυχία πολλές φορές. Η βιομηχανία λοιπόν μέσα στα χρόνια συνειδητά αρχίζει και είτε εκμεταλλεύεται

109


υπάρχοντα χαρακτηριστικά του φαγητού είτε του προσδίδει, ώστε να ενισχυθεί η εικόνα που ήθελαν να εντυπώσουν στην αντίληψη του κοινού. Το πρώτο στοιχείο που παρατηρήθηκε μέσα από την έρευνα είναι ότι προσδόθηκε στο φαγητό, όπως αναφέρθηκε και με το παράδειγμα της σειράς Betty Crocker’s, ήταν η πολιτισμική του υπόσταση, ή μάλλον χρησιμοποιήθηκε από την βιομηχανία, αφού είναι γεγονός πως είναι στοιχείο πολιτισμού ανά τα χρόνια και τους διάφορους λαούς. Εκδόθηκαν βιβλία όπως το «America the Beautiful Cookbook: Authentic Recipes from the United States of America» ή το «Tukka: Real Australian Food» και άλλα που έχουν ήδη αναφερθεί τα οποία από τον τίτλο δηλώνουν τη θεματική τους προσέγγιση. Μία δεύτερη τάση ήταν η έκδοση βιβλίων εκ μέρους γνωστών και πετυχημένων εμπορικά εστιατορίων και ζαχαροπλαστείων. Παρατηρείται μία τάση δηλαδή γενικότερης δημιουργίας brand γύρω από τα ίδια τα εστιατόρια με σκοπό την περαιτέρω προβολή τους στο κοινό. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι πολλές εκδόσεις τέτοιας προσέγγισης βραβεύτηκαν, και πολλές περισσότερες ήταν υποψήφιες, με το IACP Design Award και Food Photography & Styling Award. Είναι ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα για να καταλάβει κανείς τη σημασία και την αξία που έδωσαν οι ίδιοι οι καταξιωμένοι επαγγελματίες του χώρου στην οπτική επικοινωνία. Αντιλήφθηκαν δηλαδή την ανάγκη της και επένδυσαν σε αυτή ώστε να αποκομίσουν κέρδη με το χρόνο. Τέλος, η σύνδεση φαγητού και τέχνης ήταν ακόμα μια τάση προσέγγισης των συγγραφέων και των εκδοτικών οίκων. Τίτλοι όπως οι «Van Gogh’s Table at the Auberge Ravoux: Recipes From the Artist’s Last Home and Paintings of Cafe Life» και η έκδοση του εστιατορίου «Fonda San Miguel: Thirty Years Of Food And Art» είναι αντιπροσωπευτικοί αυτής της τάσης. Οι συγγραφείς ή οι εκδότες λοιπόν δεν έμειναν μόνο στους τίτλους για να δείξουν τη προσέγγιση και το ύφος του κάθε βιβλίου. Επέλεξαν συνειδητά να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη της οπτικής επικοινωνίας για να την τονίσουν. Σε κάθε περίπτωση χρησιμοποιήθηκαν οι κατάλληλες φωτογραφίες, οι γραμματοσειρές που θα ταίριαζαν περισσότερο με το ύφος της κάθε έκδοσης, ακόμη και χαρτιά και βιβλιοδεσίες που θα βοηθούσαν στην ανάδειξη όλων όσων πρέσβευε η κάθε έκδοση ώστε να καθορίσουν το αγοραστικό κοινό και μέσα από την οπτική επικοινωνία τους. Παρατηρείται λοιπόν πως η οπτική επικοινωνία παρόλο που στην αρχή χρησιμοποιούνταν με ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο, σχεδόν συμβατικά, μέσα σε λίγα χρόνια γίνεται ένα αναπόσπαστο κομμάτι των βιβλίων μαγειρικής και σιγά σιγά οι σχεδιαστικές επιλογές αλλά και οι φωτογραφίες εξελίσσονται και αυξάνονται. Αρχίζουν να θέτονται κάποια πρότυπα στην αντίληψη του αναγνωστικού κοινού γύρω από την μορφή που πρέπει να έχει η πληροφορία, είτε είναι λεκτική είτε

110


φωτογραφία/εικονογράφηση. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι φωτογραφίες. Ενώ στην αρχή χρησιμοποιούνταν μόνο σαν εργαλεία οπτικοποίησης του λεκτικού μέρους, δηλαδή έδειχναν τα στάδια προετοιμασίας ενός πιάτου και η τελική παρουσίαση του, τα δεδομένα αλλάξαν τελείως και με την εισαγωγή του παράγοντα του food styling στις αρχές της δεκαετίας του ’90 οι φωτογραφίες άρχισαν να αποκτούν περισσότερη δύναμη και αισθητική χρηστική αξία. Ξεκίνησαν και χρησιμοποιούνται σε μεγαλύτερο βαθμό μέσα στις εκδόσεις και το εύρος του θεματικού περιεχομένου τους μεγάλωσε όπως διαπιστώθηκε. Έγιναν έτσι ισάξιες του λεκτικού και σταδιακά φτάνοντας σήμερα φαίνεται πως υπερτερούν σε σχέση με αυτό σε πολλές περιπτώσεις . Όλες αυτές οι επιλογές ήταν ένας ακόμα παράγοντας, μεταξύ άλλων, στο οποίο οφείλεται η αύξηση των πωλήσεων των εκδόσεων γαστρονομίας η οποία παρουσιάστηκε ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, με μία αισθητά τεράστια άνοδο που σημειώθηκε το 2010, όποτε και οι πωλήσεις βιβλίων μαγειρικής αυξήθηκαν κατά 30% περίπου σε σχέση με τις πωλήσεις του 2005. Οι πωλήσεις των έντυπων εκδόσεων βέβαια άρχισαν να παρουσιάζουν πτωτική πορεία από το 2011 και έπειτα, ενώ σχεδόν παράλληλα, το 2012 συγκεκριμένα, παρουσιάστηκε άνοδος των e-cookbooks από 9% σε 22%. Οι σχεδιαστικές επιλογές επίσης μπορούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι έγινε μια προσπάθεια αναβάθμισης του βιβλίου μαγειρικής από ένα αμιγώς χρηστικό αντικείμενο που ήταν μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα σε ένα αντικειμένου με αισθητική αξία πλέον, όπου κριτήριο αγοράς τους είναι η εμφάνιση και όχι απαραίτητα μόνο οι συνταγές που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό. Χαρακτηριστικά μία έρευνα της Publishers Weekly του 2012 έδειξε πως τα σκληρόδετα (hardcovers) βιβλία μαγειρικής πουλάνε πολύ περισσότερο, ακόμα και αν παρουσιάστηκε πτώση στις πωλήσεις τους σαν μονάδες (από 49% σε 42%) σε σχέση με τις υπόλοιπες εκδόσεις (χαρτόδετα, e-book). Ακόμα σε στις επίσημες περιγραφές τους σε διαδικτυακά καταστήματα ή σε άρθρα παρουσίασης πολλών βραβευμένων βιβλίων γαστρονομίας αναφέρεται ο όρος «coffee-table book». Βιβλία δηλαδή, ογκώδη που το μεγαλύτερο μέρος τους καταλαμβάνεται από φωτογραφίες ή εικονογραφήσεις και με μικρό όγκο κειμένων, τα οποία τοποθετούνται στο καθιστικό ενός χώρου ώστε να ψυχαγωγούνται οι επισκέπτες ξεφυλλίζοντας τα. Γίνετε εμφανής λοιπόν η προσπάθεια από τους ίδιους τους εκδοτικούς οίκους για τη μεταστροφή της χρήσης κάποιων συγκεκριμένων εκδόσεων και επομένως της διεύρυνσης του αγοραστικού κοινού τους. Είναι ίσως μία «άμυνα» κατά της συνεχούς πτώσης των πωλήσεων της αγοράς που προς το παρόν δείχνει να έχει πετύχει το στόχο της. Παράλληλα με όλα όσα συνέβαιναν στο χώρο των έντυπων εκδόσεων μαγειρικής, υπήρξε η μετάβαση, όπως προαναφέρθηκε στο προη-

111


γούμενο κεφαλαίο, της γαστρονομίας στο διαδίκτυο. Ήταν ίσως το πιο καθοριστικό σημείο στην εξέλιξη της οπτικής επικοινωνίας γύρω από το χώρο της γαστρονομίας, κατ’ επέκταση στη διαμόρφωση της αντίληψης του κοινού αλλά και τέλος στην εμπορική επιτυχία που γνωρίζει η βιομηχανία τα τελευταία χρόνια. Η εικόνα, λόγο μέσου μετάδοσης κυρίως, αρχίζει να «δυναμώνει» στη σχέση της με το, απαραίτητα μέχρι τότε, συνοδευτικό κείμενο. Αποκτά αφηγηματική ικανότητα και κοντά στο 2010 οι φωτογραφίες των φαγητών ανεξαρτητοποιούνται από το λεκτικό κομμάτι και εμφανίζονται ως αυτόνομα αφηγηματικά μέσα πλέον στις οθόνες των χρηστών να μπορούν να μεταφέρουν την πληροφορία χωρίς να χρειάζονται ούτε συνοδευτικό τίτλο πολλές φορές. Η έκφραση «καθοριστικό σημείο» ίσως ακούγεται υπερβολική αλλά αν αναλογιστεί κανείς τα δύο κυριότερα αποτελέσματα αυτής της πράξης θα καταλάβει. Από τη μία της καταλογίζεται η μύωση στις εκδόσεις βιβλίων γαστρονομίας, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει τεράστια αύξηση στις πωλήσεις e-books, που ίσως είναι ο λόγος που πλέον κυκλοφορούν όλο και περισσότερες εκδόσεις που έχουν δώσει μεγάλη έμφαση στην οπτική επικοινωνία τους. Παράλληλα μέσο του διαδικτύου ξεκίνησε η αύξηση του ενδιαφέροντος του κόσμου και για την γαστρονομία, μέσο των blogs αρχικά, και στη συνέχεια των social media, αποτελώντας το μέσο με το οποίο ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με αυτό το χώρο χιλιάδες άνθρωποι. Όπως αναφέρθηκε λοιπόν στο προηγούμενο κεφάλαιο δημιουργήθηκε ανάμεσα στα μέλη των κοινωνικών δικτύων μια τάση να «ανεβάζουν» φωτογραφίες με θέμα τους φαγητά και ποτά, αριθμός που μάλιστα αυξάνεται συνεχώς μέχρι και σήμερα. Οι φωτογραφίες που ανεβάζουν κατά ένα μεγάλο ποσοστό ακολουθούν, ή έστω γίνετε μία προσπάθεια, τα πρότυπα που έχουν θέσει οι επαγγελματικές φωτογραφίες των βιβλίων και των blogs. Μία τακτική που ακολούθησαν βέβαια και τα blogs, αφού και οι bloggers βασίζουν τις λήψεις των φαγητών που φωτογράφιζαν και ανεβάζουν σύμφωνα με τα ίδια πρότυπα που βλέπουν στα βιβλία. Αποτέλεσμα της παραπάνω τάσης ήταν το φαινόμενο του «food porn» το οποίο με τη συμβολή της ίδιας της βιομηχανίας πήρε τεράστιες διαστάσεις στο χώρου του διαδικτύου. Οι επαγγελματίες του χώρου της γαστρονομίας, ιδιοκτήτες εστιατορίων και μάγειρες, άρχισαν να χρησιμοποιούν αυτή τη τάση, ουσιαστικά να την εκμεταλλεύονται προς όφελος τους, και ξεκίνησαν να ανεβάζουν και οι ίδιοι φωτογραφίες των πιάτων τους με σκοπό φυσικά την αυτοπροβολή τους αλλά και τη γενικότερη διαφήμιση του χώρου τους. Αυτές οι προσεγγίσεις προώθησης υπάρχουν μέχρι σήμερα βέβαια, ακόμα και μέσο του διαδικτύου. Δημιουργήθηκε έτσι μια υπεραξία γύρω από το φαγητό μέσο των social media και του διαδικτύου γενι-

112


κότερα, που ωφέλησε τη βιομηχανία. Αν εξετάσει κάποιος το τρόπος χρήσης των κοινωνικών δικτύων και παράλληλα ληφθεί υπόψη ότι το φαγητό είναι, και ήταν ανέκαθεν, μέρος του τρόπο ζωής (lifestyle) θα καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: εφόσον το φαγητό είναι μέρος του lifestyle ενός ανθρώπου και εφόσον το lifestyle επηρεάζεται από τα social media τότε τα social media έχουν επηρεάσει την εικόνα του φαγητού. Και εφόσον σκοπός ενός ανθρώπου, μεταξύ άλλων, όταν χρησιμοποιεί τα social media είναι η δημιουργία μιας καλύτερης εικόνας του εαυτού του με την προβολή των καλύτερων στιγμών της ζωής του, τότε γίνετε περισσότερο αντιληπτός ο τρόπος και ο λόγος δημιουργίας της υπεραξίας. Άλλωστε είναι κάτι που βοηθάει και τις δύο μεριές να καταφέρουν το σκοπό τους. Τέλος εφόσον η δημιουργία υπεραξία μπορεί να επιτευχθεί μέσω της οπτικής επικοινωνίας αποδεικνύεται ότι η οπτική επικοινωνία συντέλεσε για ακόμη μία φορά μεγάλος παράγοντας στην ανάπτυξη της βιομηχανίας της γαστρονομίας. Μπορεί η οπτική επικοινωνία όπως φαίνεται να βοήθησε όντως στην ανάπτυξη της βιομηχανίας της γαστρονομίας αλλά έχει κερδίσει και ο δικός της χώρος από αυτή την αλληλεπίδραση. Αναφέρθηκε προηγουμένως ότι έχει παρατηρηθεί μείωση στις εκδόσεις βιβλίων γαστρονομίας ενώ ταυτόχρονα υπάρχει τεράστια αύξηση στις πωλήσεις e-books. Παρόλα αυτά συνεχίζουν να εκδίδονται βιβλία μαγειρικής, και μάλιστα τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί και τίτλοι όπως το «The Big Fat Duck Cookbook» ή το «Too Many Chiefs Only One Indian» και το «The Modernist Cuisine» τα οποία σχεδιαστικά παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Πρόκειται για πλούσιες εκδόσεις με συλλεκτικό χαρακτήρα πέραν της χρηστικής αξίας τους τα οποία γράφτηκαν και εκδόθηκαν με πρωτοβουλία των ίδιων των συγγραφέων-chef. Άνθρωποι πετυχημένοι με δημιουργικότητα, μεράκι και όρεξη για δουλειά επιμένουν στις έντυπες εκδόσεις. Απευθύνθηκαν στους κατάλληλους σχεδιαστές, πίστεψαν σε αυτούς, και το αποτέλεσμα όντας άρτιο σχεδιαστικά, φωτογραφικά και εικονογραφικά, όπως στις περιπτώσεις των «The Big Fat Duck Cookbook» ή του «ΝΟΜΑ» τους αντάμειψε καθώς βραβεύτηκαν μεταξύ άλλων και με το IACP Design Award. Μπορεί δηλαδή οι δουλείες να έχουν μειωθεί ποσοτικά αλλά λόγο της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά οι πελάτες που θα θελήσουν να εκδώσουν έντυπο βιβλίο θα έχουν απαιτήσεις για διαφοροποίηση και καινοτομίες ώστε να ξεχωρίσουν ανάμεσα στα υπόλοιπα, κάτι που αμέσως οδηγεί στην ανάγκη για περαιτέρω αναβάθμιση του ποιοτικού επιπέδου στην οπτική επικοινωνία και επομένως αναβάθμιση όλων των κλάδων της. Τέλος σύμφωνα με τον Roger Tagholm ο οποίος έγραψε σε ένα άρθρο του στην ιστοσελίδα Publishing Perspectives πως τα e-cookbooks ίσως είναι το μέλλον στο χώρο των εκδόσεων μαγειρικής. Αν συλλογιστεί κάποιος και την αύξηση που παρουσιάστηκε στις

113


πωλήσεις τους μέσα στο 2012, η οποία έφτασε το 22% από το 9% που βρισκόταν το 2011, σύμφωνα με την έρευνα που παρουσιάστηκε στο publishersweekly.com μάλλον αυτή η θεωρία τείνει θα επιβεβαιωθεί. Μπορεί τα e-books να βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο επίπεδο σχεδιαστικά, όπως βρισκόντουσαν και οι πρώτες έντυπες εκδόσεις μαγειρικής, αλλά είναι σχεδόν δεδομένο σύμφωνα με ό,τι έχει δείξει μέχρι τώρα η ιστορία σχετικά με τις εκδόσεις και αργότερα με τα blogs, και ίσως και η γενικότερη πορεία των μέσων μετάδοσης πληροφοριών, ότι αυτό θα αλλάξει και αργά η γρήγορα θα δημιουργηθεί ανάγκη ανάπτυξης και διαφοροποίησης της οπτικής επικοινωνίας τους, κάτι που θα πρέπει να λύσουν οι σχεδιαστές φυσικά, άρα ακόμα μία πρόκληση για το χώρο της οπτικής επικοινωνίας που ίσως αναβαθμίσει τος σύνολο της. Η γαστρονομία, ως εμπορικό προϊόν, είναι πλέον άμεσα συνδεδεμένο με την οπτική επικοινωνία. Είναι δύο κλάδοι που η μεταξύ τους αλληλεξάρτηση υπάρχει εδώ και χρόνια, και πλέον λόγο του διαδικτύου και των πολυτελών εκδόσεων έγινε περισσότερο ορατή στο σύνολο του κόσμου. Για να φτάσουν όμως σε αυτό το επίπεδο σημείωσαν μια εξελικτική πορεία μαζί από τον 13ο αιώνα μ.Χ. ουσιαστικά. Η μεταξύ τους σχέση είναι σαν ένας κύκλος, η οπτική επικοινωνία βοήθησε στην ανάπτυξη της γαστρονομίας και με τη σειρά της η οικονομική άνθιση αυτής της βιομηχανίας προσέφερε με τη σειρά της τόσο οικονομική αλλά και ποιοτική ανάπτυξη στην οπτική επικοινωνία. Και η ανάπτυξη αυτή είναι και πάλι ο λόγος της συνεχούς και σταθερής περαιτέρω ανάπτυξης της γαστρονομίας. Όσο αυτός ο κύκλος συνεχίζει να υπάρχει τόσο ο κάθε κλάδος θα μπορεί να προσφέρει στον άλλο και αντίστροφα.

114


115


116


117


γλωσσάρι βιβλίο μαγειρικής μία έντυπη ή ψηφιακή έκδοση που περιέχει μία επιλεγμένη συλλογή συνταγών, οδηγιών και πληροφοριών που αφορούν την προετοιμασία, παρουσίαση και το σερβίρισμα φαγητού. γαστρονομία τέχνη και επιστήμη της ανθρώπινης διατροφής, στην οποία συμπεριλαμβάνεται όχι μόνο η επιλογή και η παρασκευή της τροφής αλλά και το σερβίρισμά της. Σύμφωνα με τον πρώτο ορισμό που έδωσε ο διάσημος Γάλλος γαστρονόμος του 18ου αιώνα Ζαν-Αντέλμ Μπριγιά-Σαβαρέν: «Γαστρονομία είναι η βαθιά γνώση όλων όσων αφορούν την διατροφή του ανθρώπου». ιστολόγιο (blog) είναι ένα είδους ιστότοπου με διαδραστικό χαρακτήρα. Οι καταχωρήσεις που δημοσιεύει ο διαχειριστής του παραθέτονται με χρονολογική σειρά, από την παλαιότερη στην πιο πρόσφατη, ενώ δίνεται στον επισκέπτη η δυνατότητα παράθεσης σχολίων (comments) κάτω από κάθε ανάρτηση. best seller βιβλίο το οποίο παρουσίασε πολύ υψηλές πωλήσεις, υψηλότερες από τις υπόλοιπες εκδόσεις της κατηγορίας του σε μια συγκεκριμένη χρονική περιόδο. Το χαρακτηριστικό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθει σαν κριτήριο παρατήρησης του γενικότερου γούστου αλλά της κρίσης του αναγνωστικού κοινού.

118

food photography κατηγόρια του χώρου της διαφημιστικής φωτογραφίας. Στόχος του φωτογράφου είναι η παραγωγή καλαίσθητων και ελκυστικών φωτογραφίων φαγητών ή υλικών οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν σε διαφημίσεις, συσκευασίες, καταλόγους ή βιβλία μαγειρικής. Το αποτέλεσμα πολλές φορές έχει εικαστική υπόσταση και αγγίζει τον χώρο της καλλιτεχνικής φωτογραφίας. food porn ονομάζεται η απεικόνιση και παρουσίαση σε οποιοδήποτε έντυπο ή οπτικό μέσο, της προετοιμασίας ή της τελικής παρουσίασης ενός φαγητού, συνήθως πολύ λιπαρών τροφών ή γλυκών, με τέτοιο τρόπο ώστε η φωτογραφία να γοητεύει τον αναγνώστη με το φανταστικό τελικό αποτέλεσμα γεμάτο αισθήματα πόθου και επιθυμίας για αυτό. Σύμφωνα με τον Frederick Kaufman το αποτέλεσμα αυτό επιτυγχάνεται καθώς ο χώρος του food photography δανείστηκε τεχνικές φωτογραφίας που χρησιμοποιούνταν στην πορνογραφία, εκ’ σου η ονομασία του αλλά και τα αισθήματα που προκαλεί. food styling η δημιουργία μίας ελκυστικής εικόνας ενός φαγητού ή ενός πιάτου με σκοπό την παρουσίαση του στο κοινό ή την φωτογράφιση του. Οι food stylists συνδυάζουν τη γαστρονομίας και την επιστήμη ώστε να πετύχουν το καλύτερο αποτέσμα.


forum ονομάζεται ένας χώρος συζήτησης και ανταλλαγής σχολίων μεταξύ των χρηστών ενός site. Οι χρήστες μπο ρούν να δημοσιεύουν συγκεκριμένα θέματα προς συζήτηση και τα υπόλοιπα μέλη του forum μπορούν να διαβάσουν και να απαντήσουν σε αυτή τη δημοσίευση. hashtag τρόπος κατηγοριοποίησης και εύρεσης κοινοποιήσεων (tweets) με κοινό θέμα των χρηστών στο twitter. Δηλώνεται με την τοποθέτηση του συμβόλου # στην αρχή της λέξης/φράσης κάθε θέματος. Στην περίπτωση της εργάσιας ερευνήθηκε το #food.

119


120


121


βιβλιογραφία βιβλία

ΜΠΡΙΓΙΑ-ΣΑΒΑΡΕΝ, Ζ. Α., (2008), Η Γαστρονομία ως Καλή Τέχνη. Αθήνα: Στοχαστής. ΜΠΑΡΜΠΙΕ, Φ., (2002), Η Ιστορία του Βιβλίου. Αθήνα: Μεταιχμιο. ΜΠΡΙΝΓΚΧΕΡΣΤ, Ρ., (2008), Στοιχεία Τυπογραφικής Τέχνης. Κρήτη: ΠΕΚ (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης). ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, (2006), Art Cuisine Το φαγητό ως Τέχνη. Αθήνα: ΙΜΑΚΟ. RAYMAN, M., (2010), The Trend Forecaster’s Handbook. London: Laurence King. BENDERSKY, A., (2013), Food & Art Styling Ideas. Minneapolis: Rockport Publishers.

άρθρα περιοδικών

ιστοσελίδες

ΑΡΟΥΧ, Α., (2008), Έχει Γούστο η Γεύση. Cogito. 08. (6) σ. 104-109.

BENEATH THE COVER, (2007) Cookbooks. [ONLINE] Μάιος 2007. Διαθέσιμο από: http://www.beneaththecover.com/2007/05/21/ cookbooks. [Ανακτήθηκε 15 Δεκεμβρίου 2013] BLOGHER, (2012) Foodfacts 2012: A Blogher Study. [ONLINE] Ιούνιος 2012. Διαθέσιμο από: http://www.blogher.com/food-facts-2012-blogherstudy?page=full. [Ανακτήθηκε 10 Δεκεμβρίου 2013]

122


BRITANNICA, (2014) Cookbook. [ONLINE] Ιανουάριος 2014. Διαθέσιμο από: http://www.britannica.com/EBchecked/topic/136079/ cookbook#ref=ref26264 [Ανακτήθηκε 22 Νοεμβρίου] CHOW, (2010) The Future of Cookbook Publishing. [ONLINE] Ιανουάριος 2010. Διαθέσιμο από: http://www.chow.com/food-news/55425/the-future-ofcookbookpublishing/ [Ανακτήθηκε 13 Δεκεμβρίου 2013] DIGITAL BLOND, (2013) Why Do People Share Food Photographs Via Social Media Channels?. [ONLINE] Σεπτέμβριος 2013 Διαθέσιμο από: http://www.slideshare.net/karenfewell/the-psychologyof-sharingfood-via-social-networks [Ανακτήθηκε 12 Δεκεμβρίου 2013] EAT YOUR BOOKS, (2013) What Do 2012’s Best Selling Cookbooks Tell Us About Food Trends. [ONLINE] Απρίλιος 2012 Διαθέσιμο από: http://www.eatyourbooks.com/blog/2013/4/2/whatdo-2012%27sbest-selling-cookbooks-tell-us-about-food-trends [Ανακτήθηκε 12 Δεκεμβρίου 2013] PUBLISHERS WEEKLY, (2013) The Bestselling Cookbooks of 2012. [ONLINE] Φεβρουάριος 2013 Διαθέσιμο από: http://www.publishersweekly.com/pw/by-topic/industrynews/cooking/index.html [Ανακτήθηκε 17 Δεκεμβρίου 2013] PUBLISHING PERSPECTIVES, (2010) What’s Cookin’ in Cookbooks? China, Latin America and Digital. [ONLINE] Φεβρουάριος 2012 Διαθέσιμο από: http://publishingperspectives.com/2012/02/whatscookin-in-cookbooks-china-latin-america-and-digital/ [Ανακτήθηκε 10 Δεκεμβρίου 2013] SMARTBLOG, (2013) Food Blogging and the Internet: Some Statistic. [ONLINE] Ιούνιος 2012 Διαθέσιμο από: http://smartblogs.com/food-and-beverage/2012/06/21/ bloghers-food-facts-2012-draft/ [Ανακτήθηκε 8 Δεκεμβρίου] THE DAILY MEAL, (2011) 25 Best-Selling Cookbooks of All Time. [ONLINE] Σεμπέμβριος 2011 Διαθέσιμο από: http://www.thedailymeal.com/25-best-sellingcookbooksall-time [Ανακτήθηκε 28 Νοεμβρίου 2013] THE INDEPENDENT, (2012) Sweet Taste of Sales Success: Why are Cookbooks Selling Better Than Ever. [ONLINE] Σεπτέβριος 2012 Διαθέσιμο από: http://www.independent.co.uk/life-style/food-anddrink/ features/sweet-taste-of-sales-success-why-are-cookbooks-sellingbetterthan-ever-8113937.html [Ανακτήθηκε 12 Δεκεμβρίου]

123


χρονοδιάγραμμα 17/11/2013

Πρώτη συνάντηση με την υπεύθυνη καθηγήτρια (Αντωνοπούλου Νικολέττα.) όποτε και έγινε η επιλογή θέματος.

19/11/2013

Αρχή συλλογής ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας γύρω από το θέμα που επιλέχτηκε με μια πρώτη έρευνα στο διαδίκτυο.

25/11/2013

Αποφασίστηκε να γίνει μελέτη περίπτωσης (case study) πάνω στις έντυπες εκδόσεις μαγειρικής. Συγκεκριμένα αρχικά στις best selling εκδόσεις μαγειρικής και στη συνέχεια των βραβευμένων βιβλίων με IACP Awards.

30/11/2013

Ξεκίνησε η μελέτη και καταγραφή των χαρακτηριστικών των προαναφερθέντων βιβλίων μέσω διαδικτύου καθώς και η έρευνα για πιθανή αγορά εκδόσεων που στάθηκε αδύνατο να βρεθεί υλικό τους στο διαδίκτυο ή σε βιβλιοθήκη.

02/12/2013

Συνάντηση με την υπεύθυνη καθηγήτρια ώστε να γίνει ένας πρώτος έλεγχος και διόρθωση των κειμένων. Επίσης έγινε η παραγγέλια εκδόσεων μαγειρικής και βιβλίων τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα. Τέλος έγινε η καταγραφή ερευνητικού ερωτήματος.

14/12/2013

Αποστολή ερωτηματολογίων στους συντελεστές των βραβευμένων εκδόσεων μαγειρικής. Παράλληλα γινόταν αναζήτηση στατιστικών στοιχείων σχετικά με της πωλήσεις των τελευταίων ετών των βιβλίων μαγειρικής με τη βοήθεια δημοσιευμένων ερευνών και στοιχείων πωλήσεων εκδοτικών οίκων.

124


19/11/2013

Τέλος των κειμένων που αφορούν τη μελέτη περίπτωσης. Επίσης αποφασίστηκε να συμπεριληφθεί στην εργασία το φαινόμενο της γαστρονομίας στο χώρο του διαδικτύου οπότε και ξεκίνησε η έρευνα για την εύρεση βιβλιογραφικού υλικού για αυτή την παράμετρο.

09/01/2014

Πρώτη ανάγνωση του κεφαλαίου για την γαστρονομία στο διαδίκτυο και διόρθωση του. Έγινε αντιλυπτό το γεγονός της έλλειψης αρκετών άρθρων και ακαδημαϊκής βιβλιογραφίας οπότε και ξεκίνησε νέα έρευνα για έυρεση τους.

13/01/2014

Τέλος συγγραφής του ερευνητικού μέρους της εργασίας. Ανάθεση συγγραφής συμπερασμάτων και εισαγωγικού κειμένου.

18/01/2014

Πρώτη ανάγνωση των συμπερασμάτων και διορθώσεις πάνω σε αυτά.

21/01/2014

Ανάγνωση διορθωμένου κειμένου. Δώθηκαν οι τελευταίες παρατηρήσεις καθώς και τα πρώτα προσχέδια για το σχεδιάσμό του εντύπου.

25/01/2014

Διατύπωση ερευνητικού ερωτήματος και τίτλος εργασίας.

27/01/2014

Συνάντηση με σχεδιασμένο το έντυπο. Παρατηρήσεις και διορθώσεις.

29/01/2014

Έγκριση για παράδοση της εργασίας. Άμεση ανάθεση παραγωγής του εντύπου σε κατάστημα ψηφιακών εκτυπώσεων.

10/02/2014

Παράδοση των εντύπων μαζί με όλα τα υπόλοιπα υποχρεωτικά αρχεία στην υπεύθυνη B.A. του ΑΚΤΟ, Μαρία Καπνά.

125


126


127


128


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.