ΤΑ ΦΤΕΡΩΤΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ περιπλανώμενοι στο αστικό τοπίο
Ασημίνα Παρασκευοπούλου
υπεύθυνοι καθηγητές: Καλαμαρά Σ. | Γουλάκος Π. Ε. Μ. ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ
Ποιήμα:
“Το κοράκι”, Έδγαρ Άλλαν Πόε, 1845 μετάφραση Νίκου Σημηριώτη
ΙΟΥΛΙΟΣ 2012
Μες στη σκοτεινιά κοιτώντας, φοβισμένος κι απορώντας, Σ’ όνειρα έμεινα δοσμένος που άνθρωπος δεν είδε ως τώρα
Κ’ οι μετάξινοι, άυλοι, αθρόοι κάθε ωχρής κουρτίνας θρόοι
Με φόβιζαν - με γέμιζαν τρόμους άγνωρους ως τώρα
Κι άνοιξα το τζάμι μου, όντας μπήκε μέσα φτερουγώντας
Δίχως καν να χαιρετήσει, να σταθεί, ν’ αργοπορήσει
Πήγε αγάλια να καθήσει λες κυρά ήταν μαυροφόρα
Πήγε και θρονιάστη τώρα
Κι ως το εβένινο όρνιο εκείνο είχε φαιδρύνει μου το θρήνο
Με τη σοβαρή, σεβάσμια στάση που είχε πάρει τώρα
“Αλλοι φίλοι ως τώρα Πέταξαν, κι αυτό σαν πόθος θα διαβεί σε λίγην ώρα”
μ’ εθώρα
Τ’ άχαρο, αγριωπό, παράξενο όρνιο που ήρθε μες στην μπόρα
Στ’ όρνιο
που η πύρη ματιά του
μου ’καιγε τα στήθια τώρα
Κι άλλα στοχαζόμουν πάλι, με γυρμένο το κεφάλι
“Ναι ’ναι αυτή η στερνή κρωξιά σου, δαίμονα ή πουλί!” είπα
“Χάσου”
Κ’ η ψυχή μου
από τον ίσκιο,
στο χαλί θόλος που εθώρα
Δε θα βγει
ποτέ
πια τώρα!