Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
Σύνταξη: Κώστας Βούλγαρης, Κώστας Γαβρόγλου, Γιώργος Μερτίκας, Άλκης Ρήγος, Πέτρος-Ιωσήφ Στανγκανέλλης, Kώστας Χριστόπουλος
ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ, ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΤΕΥΧΟΣ 581
19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
www.avgi-anagnoseis.blogspot.com
αφιέρωμα
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΛΚΗΣ ΡΗΓΟΣ
Ρόζα Λούξεμπουργκ Ένα αφιέρωμα όχι τόσο και όχι μόνο γι’ αυτήν, αλλά κυρίως για μας και την ιστορική πρόκληση μπροστά στην οποία βρισκόμαστε ως Αριστερά, ως χώρος, ως κόμμα, μα κυρίως ως ενεργοί πολίτες, που μας έλαχε μέσα στην επελαύνουσα καθημερινά βαρβαρότητα να εκφράζουμε, με όρους κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, την ελπίδα αντιστροφής της βίαιης νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής πραγματικότητας στη χώρα μας, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως ευρύτερος καταλύτης ανθρωποκεντρικής αντιστροφής σε όλη την Ευρώπη. Ένα αφιέρωμα κριτικού προσωπικού και συλλογικού αναστοχασμού, όχι τόσο για το προς τα πού πάμε όσο για το πώς πάμε και πώς στεκόμαστε απέναντι στην ιστορική πρό-
95 χρόνια από την άγρια δολοφονίας της Ας αναστοχαστούμε το σήμερα με βάση το έργο και τη στάση ζωής της
ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΡΗΓΟΥ
κληση που γέννησε η πολύπλευρη κρίση την οποία βιώνουμε σε όλα τα πεδία, οικονομικόκοινωνικό, πολιτισμικό-πολιτικό, αξιακό-ηθικό, ατομικό-συλλογικό. Και σ’ αυτό το δρόμο το εντυπωσιακό είναι, ότι ενώ όλο το έργο και η οργανικά δεμένη με αυτό δράση της -η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν ήταν ποτέ θεωρητικός του γραφείου-, ενώ είναι χρονικά προσδιορισμένο στην εποχή της και εμπνέονταν απ’ αυτήν και τις αντιφάσεις της, έχει τη δύναμη να παραμένει επίκαιρο στο σήμερα. Δίνει ερεθίσματα για την εσωκομματική μας πραγματικότητα και πορεία προς τον αδιαπραγμάτευτο στρατηγικό τελικό στόχο μας για μια σοσιαλιστική κοινωνία, με Ελευθερία και Δημοκρατία, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και χωρίς κανενός είδους αλλοτριώσεις. Για «ανατροπή όλων των συνθηκών μέσα στις οποίες ο άνθρωπος είναι ένα ταπεινωμένο, σκλαβωμένο, εγκαταλειμμένο και καταφρονεμένο όν» ( Κ. Μαρξ), όπως έχει μετατρέψει την πλειονότητα των συμπολιτών η ανθρωπιστική κρίση που ζούμε ως κοινωνικός σχηματισμός. Μας καλεί σε έναν ανειρήνευτο καθημερινό αγώνα, μέσα στον οποίο το δίλημμα μεταρρύθμιση ή επανάσταση μετατρέπεται σε «Μεταρρύθμιση και Επανάσταση»! Όπως αναλύει στο ομότιτλο βιβλίο της, από το οποίο και τα αποσπάσματα που ακολουθούν. Αρκεί να μην λησμονήσουμε ότι: «Μόνο ο τελικός σοσιαλιστικός σκοπός δίνει στην πάλη ... για τη βελτίωση της κατάστασης των εργαζομέ-
Σχέδια: Γιάννης Κολιός
Έργο του Γιάννη Κολιού
νων και για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως επίσης και στην κοινοβουλευτική πάλη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, έναν χαρακτήρα πραγματικά σοσιαλιστικό... [Ότι] όλο το μυστικό των ιστορικών ανατροπών μέσω της πολιτικής εξουσίας, έγκειται ακριβώς στη μετατροπή των απλών ποσοτικών μεταβολών σε μια καινούργια ποιότητα, συγκεκριμένα στη μεταβολή από μια ιστορική περίοδο, από μια κοινωνική μορφή, σε μια άλλη». Αν αυτό το ιστορικό δίδαγμα το κατανοήσουμε, δεν θα οδηγηθούμε στην τόσες φορές επαναλαμβανόμενη από πολλά αμφισβητη-
σιακά ριζοσπαστικά κινήματα, ρεφορμιστική πορεία ενσωμάτωσης... Να κατανοήσουμε δηλαδή και να επιχειρούμε, συνέχεια, να εκφράζουμε με την πολιτική μας πράξη, το ιστορικά αποδεδειγμένο εξεγερσιακό «αυθόρμητο» «μέσα στο τρικυμιώδες πέλαγος της πολιτικής ζωής». «Να καταλάβουμε επιτέλους ότι ο ρόλος του κόμματος βασίζεται στη συνειδητή διεύθυνση της μαζικής πάλης, εναντίον της σημερινής κοινωνίας, μια πάλη που πρέπει να υπολογίζει τις ζωτικές ανάγκες στο εσωτερικό τής καπιταλιστικής κοινωνίας. Να κα-
ταλάβουμε ότι οι οικονομικοί αγώνες για τα καθημερινά συμφέροντα της εργατικής τάξης, ότι η πάλη για την δημοκρατική μορφή κυβέρνησης, είναι μια σχολή» ουσιαστικής δημοκρατικής προσωπικής συλλογικής και πολιτικής βίωσης. Και είναι από αυτή τη θέση που μας προτρέπει να μη βασιζόμαστε σε «ένα τέλειο σχήμα εγγεγραμμένο σε ένα βιβλίο, σε μια θεωρία» μια που αντιπαλεύει την κυρίαρχη στην εποχή της αντίληψη, της αέναης προόδου και την α-μαρξική ντετερμινιστική αντίληψη εξέλιξης στην πολιτική. Γιατί «η πραγματική ιστορία είναι όπως και η φύση, πολύ πιο ιδιότροπη και εφευρετική από τη λογική που ταξινομεί και συστηματοποιεί». Η συνθηματοποίηση της ανάλυσης του Έγκελς στην ιστορική της φράση «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», όπως ορθά παρατηρεί και ο Μικαέλ Λεβί, αναδεικνύει, με αυτό το διαζευχτικό «ή», το ανοιχτό διακύβευμα μιας Διαλεκτικής της Ιστορίας, όπου όλα εξαρτώνται από τους υποκειμενικούς παράγοντες, τη συνείδηση, τη θέληση, την πρωτοβουλία, την πράξη των ατόμων. Γεγονός το οποίο απαιτεί να έχουμε συνείδηση ότι μόνο «μέσα στην Ιστορία, μέσα στην πάλη μαθαίνουμε πώς πρέπει να αγωνιζόμαστε... [Ότι] ο πρώτος κανόνας των πολιτικών μαχητών είναι να βαδίζουν με την εξέλιξη της εποχής τους και αδιάκοπα να παρακολουθούν τις αλλαγές στον κόσμο για να αλλάζουν την στρατηγική μας». Η αντίληψη αυτή προϋποθέτει -όπως έκανε κι εκείνη σε όλη της τη ζωή- ανοιχτές κεραίες καρδιάς και μυαλού, ανιδιοτέλεια προσφοράς, συνεχή ασυμβίβαστη κριτική των επιλογών μας, πέρα από προσωπικές φιλοδοξίες, παραγοντισμούς και εσωκομματικούς μηχανισμούς... Δηλαδή εσωτερική επαναστατική υπέρβαση της κυρίαρχης περί πολιτικής αστικής αντίληψης, καθώς και των καουτσικο-λενινιστικών αντιλήψεων περί πρωτοπόρων μαχητών, κόμματος Νέου Τύπου και των διαφόρων επιπέδων «κομματοπατέρων», όπως, ειρωνικά, ονομάτιζε εκείνη την κομματική γραφειοκρατία, όσο επίπονο προσωπικά και συλλογικά και αν είναι! Πρόκειται για την ιστορική ανάγκη να διεκδικούμε, ως ενεργά ισότιμα και συνυπεύθυνα μέλη, αυτού του ελπιδοφόρου ενωτικού εγχειρήματος, την ουσιαστική εσωκομματική δημοκρατία, και τους απλούς νόμους της πολιτικής ηθικής, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της «εσωτερικής ευγένειας και αξιοπρέπειας», της πραγματικής συντροφικότητας, του πολιτισμού και του σοσιαλισμού ως πράγΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ
24 ΣΥΝΕΧΕΙΑ AΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ
ματα συνώνυμα. Ταυτόχρονα με τον σεβασμό της «ελευθερίας εκείνου που σκέφτεται διαφορετικά ... γιατί η ελευθερία χάνει την αποτελεσματικότητά της όταν καταντάει προνόμιο», όπως μας θυμίζει, εκείνη η ιστορική της φράση, στην προφητική κριτική της για την Ρώσικη Επανάσταση και η οποία, σύμφωνα με τον Π. Σαμούελσον, «αποτελεί την διαθήκη που κληροδότησε μέσα από την φυλακή στην ανθρωπότητα». Και όλα αυτά, παρά της καθημερινές αντιξοότητες και απογοητεύσεις, «να τα κάνεις με ζέση και με χαρά και όχι σαν ένα δυσάρεστο ιντερμέτζο. Το κοινό εκτιμά πάντα το μαχητικό πνεύμα και η χαρά της πάλης εξασφαλίζει στην πολεμική μια διάχυτη απήχηση, όπως επίσης και μια ηθική ανωτερότητα» (γράμμα από τη φυλακή στον Κάουτσκι). Μια που για αυτήν: «Η επαναστατική δραστηριότητα και ο βαθύς ανθρωπισμός είναι από μόνα τους η αληθινή πνοή του σοσιαλισμού. Έναν κόσμο πρέπει να ανατρέψουμε. Αλλά κάθε δάκρυ που κυλάει, ενώ θα μπορούσε να αποφευχθεί, είναι μια κατηγορία και διαπράττει έγκλημα όποιος στη βιάση πραγμάτωσης ενός αγνού σκοπού, από κτηνώδη αβλεψία, λιώνει ένα κακόμοιρο σκουλήκι» (από άρθρο της για την κατάργηση της θανατικής ποινής, στην Κόκκινη Σημαία, 18 Νοεμβρίου 1918, την ώρα δηλαδή της εξέγερσης των Σπαρτακιστών)! Αυτή τη στάση ζωής και αγώνα μας δίνει με το παράδειγμά της, τόσο σε πολιτικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Όχι ως αμόλυντη ήρωας στο Πάνθεον του εργατικού Κινήματος. Αλλά ακριβώς ως γυναίκα, γεμάτη εξάρσεις, αντιφάσεις, αγάπη για την ποίηση και ανεξάντλητη αγωνιστική ενεργητικότητα. Ως γυναίκα που, μέσα στη σκληρότητα του αγώνα, απολαμβάνει τη χαρά ενός φιλιού με τον αγαπημένο της, την ένταση μιας ερωτικής σχέσης ανάμεσα σε δυο φυλακές, την ομορφιά ενός πουλιού μέσα από το κελί της, και κλαίει με το βλέμμα μιας εξαντλημένης αγελάδας ... την ίδια ώρα που ελπίζει «να πεθάνω στο πόστο μου, στο οδόφραγμα ή στη φυλακή» (από γράμμα στη Σόνια Λίπκνεχτ, πάλι μέσα από τη φυλακή). Που αναζητά ως γυναίκα τον ανδρικό θαυμασμό, ενώ μάχεται, την ίδια ώρα, με το νυστέρι της κριτικής της -»αυτό το ξίφος το πιο αποτελεσματικό από το ρόπαλο του Λένιν», σύμφωνα με την Κλάρα Τσέτκιν- τα από τα πάνω θέσφατα της ανδροκρατούμενης κομματικής ηγεσίας. Που αναζητά εναγώνια την ειλικρίνεια της συντροφικότητας, που κατακτά τη βαθιά φιλία και εκτίμηση ακόμη και με πρόσωπα που συγκρούονταν οι επιλογές της στα πλαίσια της Διεθνούς, όπως ο Ζωρές, ο Κάουτσκι ή ο Λένιν. Όλα αυτά θαρρώ ότι αποκτούν, ανάμεσά μας, μια εκπλήσσουσα επικαιρότητα και την ανάγκη ενός αναστοχασμού των προσωπικών μας στάσεων και πολιτικών δράσεων! Αν πράγματι θέλουμε ως Αριστερά και αριστεροί τού σήμερα, να ξαναδέσουμε τη σπασμένη κόκκινη κλωστή της μεγάλης ελπίδας, που γέννησαν οι αγώνες των εργαζομένων τους δυο προηγούμενους αιώνες. Για να ανοιχτούν οι δρόμοι τού αύριο, προς την κατεύθυνση που μας υποδεικνύει ο σ. Νίκος Πουλαντζάς -δένοντας τις αναλύσεις του για το κράτος και τον Σοσιαλισμό με εκείνες της Ρόζας-, μιας πορείας «ριζικού μετασχηματισμού του κράτους, συναρθρώνοντας τη διεύρυνση και το βάθεμα των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των ελευθεριών (όλων των ελευθεριών χωρίς ιεραρχήσεις και εξαιρέσεις) με την ανάπτυξη μορφών άμεσης δημοκρατίας στη βάση και τη διασπορά αυτοδιαχειριστικών εστιών», καθώς και των αυτόνομων νέων κοινωνικών κινημάτων, όπως συμπλήρωνε ο άλλος υπερασπιστής των αντιλήψεων εκείνης, αείμνηστος δάσκαλος Αριστόβουλος Μάνεσης.
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
2
Βιογραφικές ημερομηνίες 1871: Η Ρόζα Λούξεμπουργκ γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου στην πόλη Τσάμοσκ Κράις στο Λουβλίν. 1873: Η οικογένειά της μετακόμισε στην πόλη Βαρσάου και η Ρόζα Λούξεμπουργκ αρρώστησε σοβαρά στο ισχύο. 1887: Έγινε μέλος πυρήνος του Επαναστατικού Κόμματος της Πολωνίας. 1889: Απόδρασε στην Ελβετία για να αποφύγει την σύλληψη για λόγους πολιτικούς. 1890: Στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης άρχισε να σπουδάζει Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες. Συνδέεται με τον Λέο Γιογκίσες. 1892: Αλλάζει προσανατολισμό Σπουδών και στρέφεται προς τα Νομικά. Η πολιτική της δραστηριότητα ύστερα από ορισμένες επαφές με την ομάδα Πλεχάνοφ, «Απελευθέρωση της Εργασίας», στρέφεται τελικά προς το «Σοσιαλιστικό Κόμμα της Πολωνίας». 1893: Συνεργάζεται με το περιοδικό «Τα πράγματα της Εργασίας». Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνσή του. Συμμετέχει για πρώτη φορά δημόσια στο Συνέδριο της 2ης Διεθνούς στη Ζυρίχη σαν αντιπρόσωπος του περιοδικού. Στο Συνέδριο έρχεται σε αντίθεση με την διεύθυνση των Πολωνών Σοσιαλιστών για το πρόβλημα της ανεξαρτησίας της Πολωνίας. 1894: Η ομάδα του περιοδικού «Τα πράγματα της Εργασίας» αποσπάται από τους Πολωνούς Σοσιαλιστές και ιδρύει νέο κόμμα με τίτλο «Σοσιαλισμός του Βασιλείου της Πολωνίας». Το 1899 το νέο κόμμα ενώνεται με το «Λιθουανικό Σοσιαλισμό» του Φέλιξ Δτσιρτσίνσκι. 1895-1897: Δημοσιεύει στη γερμανική γλώσσα στα περιοδικά «Εργατική Φωνή» και «Νέος Καιρός» άρθρα για τα προβλήματα των πολωνών εργατών. Το 1897 η Ρόζα Λούξεμπουργκ έγινε διδάκτωρ με το έργο «Βιομηχανική ανάπτυξη της Πολωνίας» και παντρεύτηκε με λευκό γάμο τον πρόσφυγα Κάρλ Λύμπεκ για να αποκτήσει γερμανική υπηκοότητα. 1898: Στις 20 Μαΐου έφθασε στο Βερολίνο και γίνεται μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Νοέμβριο έγινε αρχισυντάκτης της Εργατικής Εφημερίδας της Σαξωνίας και συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Νέος Καιρός» και «Λαϊκή Εφημερίδα του Λάιμτσιγκ». Στο Βερολίνο στενή φιλία συνέδεσε την Λούξεμπουργκ με τον Κάρολο και την Λουΐζα Κάουτσκυ. Την ίδια περίοδο εκδίδεται η πρώτη μελέτη της σειράς «Κοινωνική μεταρρύθμιση και Επανάσταση». 1899-1904: Συμμετέχει μαχητικά στα ετήσια συνέδρια του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Πολωνίας, ιδιαίτερα στις συζητήσεις για τον Ρεβιζιονισμό στο Αννόβερο το 1899, σαν αντιπρόσωπος της ριζοσπαστικής πτέρυγας του Κόμματος. Το 1903 χωρίζει από τον Κάρολο Λύμπεκ. 1904: Εκδίδει την εργασία της «Προβλήματα οργάνωσης του Ρωσικού Σοσιαλισμού». Για την ομιλία της εναντίον του Γιουλιέλμου ΙΙ φυλακίζεται. Η ομιλία είχε σαν θέμα: «Ο άνθρωπος που μιλά για την καλή και ασφαλή κατάσταση του Γερμανού Εργάτη δεν έχει ιδέα από την πραγματικότητα». 1905: Συνεργάζεται με τα περιοδικά «Νέος Καιρός», «Σαξωνική εργατική εφημερίδα» και «Ισότητα». Τον Δεκέμβριο
ταξιδεύει μυστικά στο Βαρσάου και παίρνει μέρος στην Ρωσική επανάσταση. 1906: Τον Μάρτιο συλλαμβάνεται στο Βαρσάου. Ελευθερώνεται με εγγύηση τον Ιούλιο και διά μέσου της Πετρούπολης φθάνει στην Φινλανδία. Στο συνέδριο του Κόμματος στο Μανχάιμ η Ρόζα Λούξεμπουργκ προκάλεσε ιδιαίτερες αντιδράσεις με την παρέμβασή της για το πρόβλημα της πολιτικής μαζικής απεργίας. Εκεί συλλαμβάνεται και φυλακίζεται για 2 μήνες. 1907: Από την 1η Οκτωβρίου διδάσκει στο σχολείο του κόμματος στο Βερολίνο «Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία». Τα μαθήματα αυτά έγιναν ο πυρήνας του έργου της «Η συσσώρευση του Κεφαλαίου» που εκδόθηκε το 1913. 1910-1913: Σταματά η φιλία της με τον Καρλ Κάουτσκυ. Παίρνει μέρος στα συνέδρια του Σοσιαλιστικού Κόμματος, με θέσεις εναντίον του πολέμου. Στην Φραγκφούρτη το 1913 διακηρύσσει «Όταν μας απαιτήσουν να στρέψουμε τα θανατηφόρα όπλα μας στους Γάλλους και στους άλλους ξένους αδελφούς μας μία θα πρέπει να είναι η απάντησή μας. Αυτό δεν το κάνουμε». Την περίοδο αυτή ίδρυσε με τους Μέριγκ και Μαρσλέβσκι τον «Σοσιαλιστή Ανταποκριτή». 1914: Για τον λόγο της στην Φρανκφούρτη καταδικάζεται σ’ ένα χρόνο φυλακή. Η απολογία της είναι η εργασία της «Μιλιταρισμός, Πόλεμος και εργατική τάξη». Στις 4 Αυγούστου το Σοσιαλιστικό Κόμμα ψήφισε στη Βουλή τις στρατιωτικές δαπάνες. Στις 10 Σεπτεμβρίου κυκλοφόρησε η πρώτη δημόσια διακήρυξη εναντίον της φιλοπολεμικής πολιτικής του Σοσιαλιστικού κόμματος, με τις υπογραφές των Λύμπνεχτ, Λούξεμπουργκ, Μπέριγκ και Κλάρας Τσέτσκιν. 1915: Στις 18 Φεβρουαρίου η Ρόζα Λούξεμπουργκ μπήκε στις γυναικείες φυλακές του Βερολίνου, όπου και έγραψε τις «Μπροσούρες του Ιουνίου» και πολυάριθμα χρονογραφήματα. Οι μπροσούρες του Ιουνίου δημοσιεύτηκαν σχεδόν συγχρόνως με το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Η Διεθνής», το οποίο αμέσως απαγορεύτηκε. 1916-1917: Την πρώτη Ιανουαρίου η ομάδα «Η Διεθνής» έδωσε συνέντευξη στο Βερολίνο. Στην ομάδα κυριαρχούσαν οι απόψεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Η ομάδα είναι γνωστή σαν «Σπάρτακος» εξαιτίας του παράνομου περιοδικού «Γράμματα του Σπάρτακου» που εξέδιδε. Τον Φεβρουάριο η Ρόζα Λούξεμπουργκ βγήκε από τη φυλακή. Με την ομάδα Σπάρτακος διοργανώνει μεγάλη διαδήλωση την Πρωτομαγιά στο Βερολίνο εναντίον του πολέμου. Για την διαδήλωση αυτή ο Λύμπνεχτ εξορίζεται για 4 χρόνια και στις 10 Ιουλίου η Ρόζα Λούξεμπουργκ συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Γράφει πολλά άρθρα για την εφημερίδα «Γράμματα του Σπάρτακου», μεταφράζει του Κορογένκο «Ιστορίες των συγχρόνων μου» και ξαναγράφει την «Ρώσικη επανάσταση». 1918: Στις 8 Νοεμβρίου βγαίνει από την φυλακή. Στις 18 του ίδιου μήνα εκδίδεται η «Κόκκινη σημαία», η εφημερίδα των Σπαρτακιστών. Στις 29 Δεκεμβρίου συνέδριο ιδρυτικό του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας. 1919, 14 Ιανουαρίου: Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δημοσιεύει στην «Κόκκινη σημαία» το άρθρο «Η τάξη κυριαρχεί στο Βερολίνο». Στις 15 Ιανουαρίου συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στη φυλακή. Κατά την μεταφορά δολοφονείται. Το πτώμα της πετάχτηκε στο ποτάμι και δεν βρέθηκε παρά στις 31 Μαΐου. Στις 13 Ιουνίου ενταφιάζεται στο νεκροταφείο του Βερολίνου. [Αναλυτικότερα, στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και στο blog των «Αναγνώσεων»] ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ
Γιάννης Κολιός, «Η ελευθερία είναι πάντα ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά»
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
3
25
Η ρώσικη επανάσταση Χαίρεσαι για τους ρώσους; Βέβαια δεν θα μπορέσουν να κρατηθούν μέσα σ’ αυτή τη φρικτή κόλαση -όχι εξαιτίας του καθυστερημένου χαρακτήρα της χώρας, όπως μας λέει ο σοφός σου σύζυγος- αλλά γιατί η σοσιαλδημοκρατία της υπεραναπτυγμένης Δύσης αποτελείται από χαμερπή και ψοφοδεή ανθρωπάρια, που ατάραχοι θεατές, θα αφήσουν τους ρώσους να χάσουν όλο το αίμα τους. Αλλά ένας παρόμοιος θάνατος αξίζει πολύ περισσότερο από το να «ζεις για την πατρίδα» Γράμμα στη Λουΐζα Κάουτσκι, 24 Νοεμβρίου 1917 Η κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ στη Ρωσική Επανάσταση σταδιοδρόμησε, στο πλαίσιο του εργατικού κινήματος, με παράξενους τρόπους. Στην αρχή, τρία και πάνω χρόνια μετά τη δολοφονία της Ρόζας, το 1922, δημοσιεύθηκαν κάποια αποσπάσματά της με πρωτοβουλία του Πάουλ
που απαντούσε με την πρόγνωση πως αυτές οι αρχικές επιλογές και υπαναχωρήσεις έκαναν σχεδόν εντελώς αδύνατα τα επόμενα βήματα. Η συζήτηση, κατά τη γνώμη μου, παραμένει ανοιχτή. Εκεί που σίγουρα η Λούξεμπουργκ είχε δίκιο βουνό ήταν όταν υποστήριζε πως οι εξαναγκασμένες πρακτικές της ρωσικής επανάστασης δεν θα έπρεπε, σε καμία περίπτωση, να θεωρούνται οδηγός για όλες τις περιπτώσεις. Όπως με έμφαση το έθετε: «[Οι Μπολσεβίκοι] προσέφεραν ό,τι πραγματικά μπορούσε να προσφερθεί κάτω από δύσκολες συνθήκες. Ο κίνδυνος αρχίζει από τη στιγμή που μεταβάλλοντας την ανάγκη σε αρετή, αποκρυσταλλώνουν θεωρητικά την αναγκαστική, χάρις στους μοιραίους αυτούς όρους, τακτική τους και θέλουν να την επιβάλλουν στο διεθνές προλεταριάτο σαν αξιομίμητο πρότυπο σοσιαλιστικής τακτικής». Και, πρώτα απ’ όλα, αυτό αφορά ακριβώς τα ζητήματα της
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΛΑΣΚΟΥ
Λέβι. Το 1928 επανεμφανίσθηκε με τις αναγκαίες διορθώσεις και συμπληρώσεις, στην αρχική μορφή, στην οποία γράφτηκε. Διήγαγε βίο περιθωριακό για δεκαετίες, «φυλασσόμενη» από μικρές αριστερές ομάδες. Και επανήλθε δυναμικά μαζί με τους εξεγερσιακούς ανέμους του ‘60, αποτελώντας θεμελιώδη αναφορά της Νέας Αριστεράς στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, στο μέτρο που αυτή προσανατολίζονταν όλο και περισσότερο στους δρόμους του ελευθεριακού κομμουνισμού. Και, βέβαια, καθόρισε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘70 αυτό που έμελε να καταχωριστεί στην ιστορία της Αριστεράς ως αριστερός ευρωκομμουνισμός: το καταληκτικό κεφάλαιο του βιβλίου του Νίκου Πουλαντζά Κράτος, Εξουσία, Σοσιαλισμός, όπου σκιαγραφείται η στρατηγική τού -όχι ειρηνικού, όχι κοινοβουλευτικού, όχι βαθμιαίουδημοκρατικού δρόμου για το σοσιαλισμό, συγκροτείται ολόκληρο γύρω από την κριτική της Λούξεμπουργκ. Από αυτήν την άποψη, μπορούμε να πούμε πως η Ρόζα έπαιρνε την εκδίκησή της, τόσο απέναντι στους σοσιαλδημοκράτες -θανάσιμους, στην κυριολεξία- αντιπάλους της όσο και τους σταλινικούς, που την «εξαφάνισαν από το χάρτη» για πολλές δεκαετίες. Οι πιο σύγχρονες και ριζοσπαστικές εκδοχές της Αριστεράς είχαν την εκ νέου ανακάλυψή της στην ιδρυτική τους συνθήκη.
222 Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να βγάλουμε το συμπέρασμα πως η κριτική της έγινε στο σύνολό της αποδεκτή. Όπως και η ίδια θα ήθελε, υπήρξε και πολύ έντονη κριτική της κριτικής. Άλλωστε, ήδη από την εποχή που την συνέτασσε η Λούξεμπουργκ, πολλά από τα σημεία της ήταν προς αναίρεση «υπό το βάρος της άμεσης επαναστατικής εμπειρίας». Δεν πρόλαβε να το κάνει, αφού δεν πρόλαβε να ζήσει. Ως γνωστόν, οι βασικές θεματικές της κριτικής της αφορούν τρία ζητήματα: την διανομή της γης στους αγρότες, τη στάση των μπολσεβίκων αναφορικά με την αυτοδιάθεση των εθνών και, τέλος, τη δημοκρατία. Σε ό,τι αφορά τα δύο πρώτα, θα πρέπει να ειπωθεί πως πολύ λίγους έχει πείσει. Παρ’ όλο που, νομίζω, επί της αρχής και στα δύο είχε αρκετό δίκιο. Θέλω να πω, η κοινωνικοποίηση της γης και όχι η διανομή της στους αγρότες ως ατομική τους ιδιοκτησία είναι η σοσιαλιστική επιλογή. Όπως, επίσης, η κατάργηση των συνόρων και όχι η «εθνική ενδυνάμωση» συνιστά το στόχο των κομμουνιστών. Το ενάντιο επιχείρημα, πάντοτε ήταν πως αν δεν συνέβαιναν αυτές οι «παρεκκλίσεις» δεν θα υπήρχε δυνατότητα ούτε καν για τη στοιχειώδη επιβίωση του πρώτου επαναστατικού βήματος. Και η ίδια, περί-
Γιάννης Κολιός, «Καρλ Λήμπνεχτ»
δημοκρατίας. Η εμμονική προσήλωσή της στην ιδέα πως ο σοσιαλισμός είναι η εργατική δημοκρατία ή δεν είναι τίποτε, πως η ελευθερία είναι εξ ορισμού ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά, οδηγούσε στην προφανή θέση πως χωρίς την απεριόριστη ελευθερία του Τύπου, χωρίς το δικαίωμα να συνεταιρίζονται και να συνέρχονται ελεύθερα, είναι εντελώς αδύνατο να εννοηθεί η κυριαρχία των μεγάλων
λαϊκών μαζών. Στη σκέψη της, χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει μέσα σε όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνον ενεργό στοιχείο. Και αυτή η προσήλωση δεν έχει σε τίποτε να κάνει με κάποιο φανατισμό με τη «δικαιοσύνη». Αντίθετα, οι έγνοιες της είναι εντελώς πρακτικές. Με τα λόγια της: «Η πρακτική πραγματοποίηση του σοσιαλισμού ως οικονομικού, κοινωνικού και νομικού συστήματος, μακριά από το να αποτελεί ένα σύνολο από έτοιμες συνταγές, που δεν θα είχε κανείς παρά να τις εφαρμόσει, είναι μια υπόθεση που βρίσκεται ολότελα στην ομίχλη του μέλλοντος [...] Ξέρουμε πάνω κάτω τι πρέπει να καταργήσουμε [...] Τι λογής όμως θα είναι τα χίλια δυο συγκεκριμένα μεγάλα ή μικρά πρακτικά μέτρα που χρειάζονται για να μπουν σοσιαλιστικά θεμέλια στην οικονομία, στο δίκαιο, σε όλες τις κοινωνικές σχέσεις, αυτό δεν το λέει κανένα κομματικό πρόγραμμα και κανένα σοσιαλιστικό εγχειρίδιο. Αυτό δεν αποτελεί έλλειψη, αλλά πλεονέκτημα του επιστημονικού σοσιαλισμού εν σχέσει με τον ουτοπικό. Το σοσιαλιστικό κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι παρά μόνον ιστορικό προϊόν, γεννημένο από τη σχολή της πείρας κατά την ώρα των πραγματοποιήσεων, από την πορεία της ζωντανής ιστορίας, που [...] έχει πάντα την καλή συνήθεια να δημιουργεί μαζί με μια πραγματική ανάγκη και τα μέσα για την ικανοποίησή της [...] Παρθένα χώρα, χίλια προβλήματα! Μόνον η πείρα μπορεί να διορθώνει και να ανοίγει καινούργιους δρόμους. Μόνον η ανεμπόδιστη παλλόμενη ζωή παίρνει χίλιες καινούργιες μορφές και αυτοσχεδιασμούς, αποκτάει δημιουργική δύναμη, διορθώνει μόνη της τα παραπατήματά της [...] Η πρακτική του σοσιαλισμού απαιτεί μια πλήρη πνευματική μεταμόρφωση των ξεπεσμένων από αιώνες αστικής κυριαρχίας μαζών. Πρέπει να μπουν κοινωνικά ένστικτα στη θέση των εγωιστικών, μαζική πρωτοβουλία στη θέση της αδράνειας, ιδεαλισμός που ξεπερνάει όλα τα πάθη [...] Ο μοναδικός δρόμος προς αυτήν είναι το σχολείο της δημόσιας ζωής, η απεριόριστη και όσο είναι το δυνατόν πλατύτερη δημοκρατία, η κοινή γνώμη». Γι’ αυτό, λοιπόν, και όχι για αφηρημένους λόγους «αρχής» η διάζευξη είναι απόλυτη: ή δημοκρατία ή όχι σοσιαλισμός. Γι’ αυτό, επιπλέον, ειρωνεύεται όσους καθαρίζουν εύκολα με την τυπική δημοκρατία. Και όχι μόνο γιατί χωρίς μια ορισμένη «τυπικότητα» αμφισβητείται και η «ουσιαστικότητα»: «‘Σαν μαρξιστές δεν υπήρξαμε ποτέ ειδωλολάτρες της τυπικής δημοκρατίας’. Ασφαλώς, εμείς ποτέ δεν υπήρξαμε ειδωλολάτρες της τυπικής δημοκρατίας. Αλλά ούτε και του σοσιαλισμού ή του μαρξισμού είμαστε ‘ειδωλολάτρες’». Η κριτική της Ρόζας στους ρώσους επαναστάτες είναι υπόδειγμα συντροφικής στάσης. Η φυλακισμένη για πέντε χρόνια κομμουνίστρια δεν τοποθετείται εκ του ασφαλούς. Μεγαλύτερη απόδειξη από τη δολοφονία της λίγους μήνες μετά από το γράψιμο αυτών των σημειώσεων δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να υπάρξει. Η Ρόζα είναι, χωρίς καμιά αμφιταλάντευση, με τους ρώσους. Γιατί, στην πραγματικότητα, έχει την πεποίθηση πως μοιράζεται μαζί τους όλα τα ουσιώδη, στα οποία και στην κριτική της επιμένει. Και αυτό αφορά και το ζήτημα της δημοκρατίας. Να μια υπόθεση, για την οποία η ίδια ήταν βέβαιη: «Ασφαλώς έτσι θα έκαναν και οι μπολσεβίκοι αν δεν βρίσκονταν κάτω από την τρομακτική πίεση του παγκοσμίου πολέμου, της γερμανικής κατοχής και όλων των άλλων εξαιρετικών δυσκολιών». Είχε δίκιο και σε αυτό; Όσο νάναι δείκτης της αλήθειας του, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί το γεγονός πως το σύνολο σχεδόν των επαναστατών του ‘17 έπρεπε να εξολοθρευτεί προκειμένου να γίνουν αυτά που έγιναν.
26
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
4
Η Ρόζα και το εθνικό ζήτημα Το «πολωνικό εθνικό ζήτημα» αποτέλεσε, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα πιο σύνθετα προβλήματα στις ευρωπαϊκές σχέσεις του 19ου αιώνα και συνετέλεσε ώστε το πολωνικό εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα να αποτελέσει έναν αποφασιστικό παράγοντα στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Η Πολωνία, εξαιτίας μιας σειράς ιστορικών παραγόντων, δεν υπήρξε ως ανεξάρτητο κράτος, από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι και την υπογραφή της συνθήκης των Βερσαλλιών στα 1919. Οι πολωνικές επαρχίες, μέχρι και τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ήταν διαμοιρασμένες κατά βάση στην τσαρική Ρωσία και κατά δεύτερο λόγο στην Πρωσία και την Αυστρία. Ο Τσαρλς Τίλυ αναφέρει ότι «ο τριμερής διαμελισμός μεταξύ Αυστρίας, Πρωσίας και Ρωσίας δεν άΤΟΥ ΤΑΚΗ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
φησε κάποιο τμήμα πολωνικού εδάφους ανεξάρτητο. Η Πολωνία εξαφανίστηκε από τη χάρτη, και παρέμεινε στη συνείδηση του κόσμου ως ένα σύνολο διοικητικών υποδιαιρέσεων εν μέσω ισχυρών και προσφάτως διευρυμένων αυτοκρατοριών, οι οποίες και κράτησαν το πολωνικό έθνος υπό το ζυγό τους επί ένα και πλέον αιώνα».1 Ο Μαρξ, στα 1872, είχε ήδη επισημάνει την ιδιαιτερότητα του πολωνικού ζητήματος για το εργατικό κίνημα: «Η σημερινή αλλαγή της κατάστασης στην Κεντρική Ευρώπη κάνει μια δημοκρατική Πολωνία πιο αναγκαία από ποτέ, γιατί δίχως αυτήν η Γερμανία θα είναι ένας προχωρημένος προμαχώνας της Ιεράς Συμμα. χίας με αυτήν θα είναι σύμμαχος της δημοκρατικής Γαλλίας. Το κίνημα της εργατικής τάξης θα είναι διαρκώς διασπασμένο, παραλυμένο και τροχοπεδημένο μέχρις ότου αυτό το μεγάλο ζήτημα θα έχει λυθεί». Το εθνικό ζήτημα επηρέασε και το εργατικό και σοσιαλιστικό κίνημα στην Πολωνία, που για μια ολόκληρη περίοδο ήταν άμεσα επηρεασμένο από τις δημοκρατικές επαναστατικές παραδόσεις. Στα 1893 ιδρύθηκε το Πολωνικό Σοσιαλιστικό κόμμα (PPS). Από την ίδρυσή του, όμως, το κόμμα αυτό, ως αποτέλεσμα και των πολιτικών δυνάμεων που το σχημάτισαν, διαμόρφωσε μια ισχυρή πατριωτική πτέρυγα, η οποία, υποκύπτοντας στις πιέσεις της εθνικής μεγαλορωσικής καταπίεσης, περιόριζε τους στόχους του πολωνικού εργατικού κινήματος στα στενά πλαίσια του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία. Η πολιτική της ανερχόμενης δεξιάς, πατριωτικής τάσης, προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, την αντίδραση της αριστεράς τάσης του κόμματος που εκπροσωπούσαν Ρ. Λούξεμπουργκ, ο Λέο Γιόγκιχες, ο Α. Βάρσκι, ο Τζ. Κάρσκι (Μαρχλέφσκι) κλπ, οι οποίοι καταδικάζοντας τη στενά εθνική πολιτική της δεξιάς πτέρυγας, υποστήριζαν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα του αγώνα. Από την άλλη, όμως, η αριστερή αυτή τάση υποτίμησε, στο εθνικό ζήτημα, το αίτημα της αυτοδιάθεσης. Για την αριστερή πτέρυγα το αίτημα «για αποκατάσταση του πολωνικού κράτους» μέσα σε αστικά πλαίσια, δεν ήταν παρά μια
«ουτοπία». Η Ρ. Λούξεμπουργκ, μάλιστα, σε ένα άρθρο της στη γερμανική επιθεώρηση Die Neue Zeit (Η Νέα Εποχή) θα υποστήριζε ότι η εθνική ανεξαρτησία της Πολωνίας αφορούσε την πολωνική αστική τάξη, αντίληψη που προκάλεσε όπως ήταν φυσικό την αντίδραση του Κάουτσκυ, υποστηρικτή της ανεξαρτησίας της Πολωνίας. Τον Ιούλιο του 1893, η αριστερά του πολωνικού σοσιαλισμού, Ρ. Λούξεμπουργκ, Λέο Γιόγκιχες, Α. Βάρσκι, Τζ. Κάρσκι (Μαρχλέφσκι), κυκλοφόρησαν στο Παρίσι την εφημερίδα Εργατική Υπόθεση (Sprawa Robotnicza), η οποία υποστήριζε αντιεθνικιστικές, σοσιαλιστικές θέσεις. Ο Peter Nettl, σε μια βιογραφία της Ρόζας, αναφερόμενος στους στόχους της εφημερίδας σημειώνει ότι «Η έμφαση ήταν στην πάλη κατά του καπιταλισμού, στην αλληλεγγύη με τις ρωσικές εργατικές τάξεις στον αγώνα τους κατά της τσαρικής απολυταρχίας, και στον διεθνή χαρακτήρα όλων των εργατικών κινημάτων συμπεριλαμβανομένου του Πολωνικού».2 Η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο τάσεις του πολωνικού σοσιαλισμού αποδείχτηκε, όπως άλλωστε και κάθε εσωκομματική διαμάχη, σκληρή και χωρίς όρους. Στο συνέδριο της Διεθνούς στη Ζυρίχη, στα 1893, οι εσωκομματικές αντιθέσεις εκδηλώθηκαν ιδιαίτερα έντονα, με αποτέλεσμα την απόρριψη του πληρεξουσίου της Ρόζας Λούξεμπουργκ που εμφανίσθηκε ως εκπρόσωπος της συντακτικής ομάδας της (Sprawa Robotnicza με το ψευδώνυμο Κρουσζύνσκα (Kruszynska). Ο Π. Φρέλιχ -σε μια βιογραφία της Ρ. Λούξεμπουργκ- αναφερόμενος στο συνέδριο αυτό της Διεθνούς, σημειώνει ότι «Οι αντίπαλοι (της Ρόζας Λούξεμπουργκ) εξαπολύουν εναντίον της και προ παντός εναντίον του Βάρσκι, συντάκτη της εφημερίδας, μυστηριώδεις υπαινιγμούς. Μια ατμόσφαιρα γεμάτη ψέμματα, πνιγηρή και έξαλλη δημιουργείται».3 Στο συνέδριο, τόσο ο Ένγκελς όσο και ο Πλεχάνωφ υποστήριξαν την πατριωτική πτέ-
ρυγα. Ο Ένγκελς ήταν δύσπιστος εκείνη την περίοδο απέναντι σε μια τάση που απέρριπτε την ανεξαρτησία της Πολωνίας. Ο Ριαζάνωφ ανέφερε αργότερα ότι η Ρ. Λούξεμπουργκ ήταν «εντελώς απομονωμένη» και πως στη Ζυρίχη «είχε παρακληθεί να εγκαταλείψει το συνέδριο. Υπέστη αυτή την προσβολή μπροστά σε όλη τη Διεθνή, παρόντος αυτού του Ένγκελς ακόμα».4 Η απόρριψη του πληρεξουσίου της Ρόζας Λούξεμπουργκ στο συνέδριο της Ζυρίχης και η απαράδεκτη στάση των δεξιών ηγετών απέναντι σε στελέχη της αριστεράς προκάλεσαν μια σοβαρή κρίση μέσα στις γραμμές του πολωνικού σοσιαλιστικού κόμματος (PPS). Η δεξιά πτέρυγα του κόμματος έφθασε στα άκρα. Κατηγόρησε, μάλιστα, τον Μ. Κάσπρτσακ ως πράκτορα της αστυνομίας! Τον Μάρτιο του 1894, τα αριστερά στελέχη εγκατέλειψαν το ΠΣΚ, και, σε μια μυστική συνδιάσκεψη που οργάνωσαν στην Βαρσοβία, ίδρυσαν το «Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του Βασιλείου της Πολωνίας». Το νεαρό κόμμα πάνω στο επίδικο θέμα υιοθέτησε τις απόψεις της Ρ. Λούξεμπουργκ. Η πατριωτική ηγεσία του ΠΣΚ, την αμέσως επόμενη περίοδο, συνέχισε αμείωτη τις επιθέσεις ενάντια στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Στο συνέδριο της Διεθνούς στο Λονδίνο στα 1896 κατηγόρησαν για μια ακόμα φορά τόσο τον Βάρσκι όσο και την Ρ. Λούξεμπουργκ. Ο Ντασζύνσκι του ΠΣΚ έφθασε, μάλιστα, στα άκρα, υποστηρίζοντας, αν και χωρίς επιτυχία, τον αποκλεισμό τους, με το επιχείρημα ότι «Δεν μπορούμε να γίνεται το κίνημα μας θύμα αχρείων όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Ούρμπαχ κ.λπ. Θα αγωνιστούμε με όλα τα μέσα εναντίον αυτού του αίσχους
που λερώνει το κίνημά μας, θα τους αποκαλύψουμε και θα νικήσουμε. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τον διεθνή μας στρατό από αυτή την αισχρή συμμορία των δημοσιογραφίσκων που θέλει να καταστρέψει το απελευθερωτικό μας κίνημα»! 5 Οι απόψεις της Ρόζας και των Πολωνών συντρόφων της για το εθνικό ζήτημα έγιναν αργότερα αντικείμενο κριτικής από τον Λένιν και άλλα στελέχη της μαρξιστικής αριστεράς. Ο Λένιν σε ένα άρθρο του στην Πράβντα ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους οι αριστεροί του πολωνικού σοσιαλισμού απαρνήθηκαν το αίτημα της εθνικής αποκατάστασης της Πολωνίας: «Η ιδιομορφία της θέσης τους στο εθνικό ζήτημα υπαγορεύτηκε από την ιδιαίτερη θέση στην Πολωνία, η τσαρική καταπίεση έθρεψε τα εθνικιστικά πάθη των αστικών και μικροαστικών στρωμάτων της Πολωνίας. Οι Πολωνοί σοσιαλδημοκράτες υποχρεώθηκαν να διεξάγουν απεγνωσμένα πάλη ενάντια σε εκείνους τους ‘σοσιαλιστές’ (ΠΠΣ), που ήταν έτοιμοι να πάνε και για ευρωπαϊκό πόλεμο χάρη της απελευθέρωσης της Πολωνίας, και μόνον αυτοί, οι Πολωνοί σοσιαλδημοκράτες, καλλιεργώντας τα αισθήματα διεθνούς αλληλεγγύης ανάμεσα στους Πολωνούς εργάτες, τούς οδηγούσαν στην προσέγγιση με τους εργάτες της Ρωσίας. Ωστόσο, η προσπάθειά τους να επιβάλουν την άρνηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης στους σοσιαλιστές των καταπιεσμένων εθνών είναι πάρα πολύ λαθεμένη». Ο Μ. Λεβί, σε μια ανάλυσή του στο New Leſt Rewiew (1976) εύστοχα εκτίμησε ότι η μονόπλευρη θέση της Ρ. Λούξεμπουργκ πάνω στο εθνικό ζήτημα «ήταν σε τελευταία ανάλυση ιδεολογικό παραπροϊόν της ακατάπαυτης και σκληρής ιδεολογικής πάλης του SDKPiL ενάντια στο PPS».6 Παρά τις απόψεις αυτές, το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα -όπως άλλωστε και η Ρόζα Λούξεμπουργκ- όχι μόνον είχε μια σημαντική συμμετοχή στη μεγάλη ρωσική επανάσταση του 1905 αλλά και κράτησε μια διεθνιστική θέση την περίοδο της μεγάλης δοκιμασίας, όταν ξέσπασε, τον Αύγουστο του 1914, ο παγκόσμιος πόλεμος. Ο Λένιν είχε δίκιο να υποστηρίζει ότι «Στην Πολωνική Σοσιαλδημοκρατία ανήκει η τεράστια ιστορική υπηρεσία, ότι δημιούργησε για πρώτη φορά ένα πραγματικά μαρξιστικό, πραγματικά προλεταριακό κόμμα στην Πολωνία». Charles Tilly: Οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις 1492-1992, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, σελ. 385. 2Peter Nettl: Roza Luxemburg, εκδόσεις Oxford University Press, σελ. 45) 3Πάουλ Φρέλιχ: Ρόζα Λούξεμπουργκ, εκδόσεις Ύψιλον, σελ. 62 4Ριαζάνωφ: Μαρξ-Ένγκελς, εκδόσεις Αναγνωστίδη, σελ. 272. 5Π. Φρέλιχ, όπ.π., σελ. 64. 6Μ. Λεβί (M. Lowy), στο βιβλίο Το εθνικό ζήτημα από τον Μαρξ μέχρι σήμερα, εκδόσεις Στάχυ, σελ. 62. 1
Γιάννης Κολιός, «Στο συνέδριο της Β΄ Διεθνούς»
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
39
5
«Ρόζα Λούξεμπουργκ», της φον Τρότα Πώς μπορούμε να αξιολογήσουμε την ταινία «Ρόζα Λούξενμπουργκ»; Είναι μια απλή βιογραφία, δημιουργικό ντοκιμαντέρ ή ταινία εποχής; Είναι γνωστό ότι η βιογραφία είναι ένα είδος που αναπτύχθηκε από τη λογοτεχνία της αστικής κουλτούρας. Συνδέεται με την ατομοκρατία της κουλτούρας αυτής και, σύμφωνα με τη θεωρία του Καρλάιλ, αναφέρεται σε σημαντικούς άνδρες, που με το πνεύμα τους και τη δράση τους έγιναν ορόσημα και μοντέλα για μίμηση. Αν και ο μεταδομισμός κατέλυσε τους «ήρωες» και τους έβγαλε έξω από την ιστορία, επιβιώνουν ακόμα ορισμένα στερεότυπά ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
τους. Εν πρώτοις, οι επιφανείς είναι βασικά άνδρες, αν και το άτομο που έχει πάρει δύο βραβεία Νόμπελ είναι γυναίκα, η μαντάμ Κιουρί. Επιπλέον, κινούνται επάνω από την κοινωνία, ανήκουν σε ξεχωριστή κατηγορία έξω από τη «μάζα», (ο κάου μπόι της Δύσης επιβάλει το νόμο σε μια πόλη και φεύγει μοναχικός για να τον επιβάλει και σε άλλη). Στον κινηματογράφο, η αποδόμηση του κλασικού «ήρωα» με τον ακλόνητο χαρακτήρα και τη συμπαγή προσωπικότητα έγινε με την ταινία «Ο πολίτης Καίην» του Όρσον Γουέλες. Η ζωή του απεικονίζεται σαν ένα φιλμικό παζλ από αφηγήσεις των γνωστών του, το οποίο όμως δεν μπορεί να συγκροτήσει την εικόνα του. Στη σύγχρονη Βαβέλ, οι φιλμικοί ήρωες λιγοστεύουν. Γίνονται αθύρματα των περιστάσεων ή μισθοφόροι ή βρικόλακες ή αναβιώσεις παραμυθιών ή διαστημικά τέρατα. Πρόκειται για το «θάνατο του συγγραφέα» που έγραφε ο Roland Barthes ή για την παρακμή ενός ολόκληρου πολιτισμού; Είναι φανερό ότι διαδραματίζονται έντονοι μετασχηματισμοί που οριοθετούν την αφετηρία μιας κρίσιμης πολιτισμικής αλλαγής. Μερικοί είναι φανεροί και άλλοι είναι σε διαμόρφωση. Ας κοιτάξουμε στον τομέα του κινηματογράφου. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι ξεφυτρώνουν συνεχώς φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, που πριν 10 χρόνια ήταν περιφρονημένο και άγνωστο. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι στον εμπορικό κινηματογράφο συσσωρεύονται ταινίες-παραμύθια για παιδιά, υποβαθμίζοντας τη νοημοσύνη μας, ενώ αντίθετα, στο παράλληλο κύκλωμα αναπτύσσεται ο κινηματογράφος μιας άλλης τάξης με ταινίες του τύπου «Ο Μεσσίας» του Κλάιν, «Ματωμένη Αμερική» του Σάιλς, «Μνήμες λεηλασίας» του Σολάνας, «Σοκ» της Ναούμι Κλάιν και άλλες. Σ’ αυτή την άλλη τάξη, στην πρόταση μιας νέας κουλτούρας
Στην πολιτική της απολογία, στις 20 Φεβρουαρίου του 1914, στη δίκη της Φραγκφούρτης, η Ρόζα Λούξεμπουργκ επέδειξε με το λόγο της δημόσια το θάρρος και την πολιτική μαχητικότητα που τη διέκρινε σε μια εποχή εμπόλεμης κατάστασης ιδιαίτερα κρίσιμης. Ο λόγος της, έντονα αντιμιλιταριστικός και αντισωβινιστικός, αποτελεί ένα δείγμα πολιτικής αγωνιστικότητας που τοποθετείται ενάντια στον πόλεμο και το μιλιταρισμό. Παράλληλα όμως αποτελεί και ένα δείγμα μιας εξαίσιας επιχειρηματολογίας που αναπτύσσει ένα συλλογισμό (θέση-αντίθεση-συμπέρασμα) που στη βάση μιας εύστοχης ρητορικής εκφοράς εκτυλίσσει την σκέψη-θέση της ενάντια στο κυρίαρχο μιλιταριστικό πνεύμα της εποχής της. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η επικαιρότητα μιας ιδέας, ενός γεγονότος, συμβαδίζει με τη χρονικότητα και τη συγκυρία και μόνον μέσα στο περικείμενο ένας λόγος αποκτά την αξία του και τη νοηματοδότησή του. Παρόλα αυτά, θεωρούμε εξίσου αναμφισβήτητο, ότι σε στιγμές κρίσης, κάποιες ιδέες, κάποιες αξίες γίνονται το ίδιο επίκαιρες, αδιαμφισβήτητα διαχρονικές, όταν το πλαίσιο αναφοράς αναδύει ζητήματα που εξακολουθούν να απασχολούν την κοινωνία και το άτομο μέσα σε αυτήν αποκτώντας οικουμενικότητα, διαχρονικότητα και εσαεί επικαιρότητα. Πως αλλιώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίζαμε την αγωνίστρια, γυναίκα, κομμουνίστρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, που με τη δράση και το λόγο της στέκεται υπέρμαχη του κοινωνικού συ-
θα πρέπει να εντάξουμε και την ταινία «Ρόζα Λούξεμπουργκ» της γερμανίδας σκηνοθέτισας, Μαργκαρέτε φον Τρότα. Γυρίστηκε το 1986 στη Γαλλία. Κέρδισε την ίδια χρονιά το βραβείο του Χρυσού Φοίνικα στο φεστιβάλ των Κανών, μαζί και το βραβείο του πρώτου γυναικείου ρόλου της πρωταγωνίστριας Μπάρμπαρα Σούκοβα. Την επόμενη χρονιά επήρε πάλι το πρώτο βραβείο στη Γερμανία. Η φον Τρότα έχει πάρει και άλλα βραβεία, όπως επίσης και για την ταινία «Χάνα Άρεντ» το 2012. Πρώτη βασική διαφορά της ταινίας προς τα μοντέλα της κυρίαρχης κουλτούρας, είναι ότι το ενεργό υποκείμενο της φιλμικής αφήγησης βρίσκεται μέσα στην κοινωνία και . όχι πάνω από αυτήν δεν πρόκειται για υπεράνθρωπο. Δεύτερη βασική διαφορά: εξετάζονται οι σχέσεις του δρώντος προσώπου με την ιστορία. Τρίτη διαφορά, το δρων πρόσωπο που εμπλέκεται με την ιστορία είναι γυναίκα. Είναι γνωστό ότι η αστική κουλτούρα είχε αποκλείσει εντελώς τη γυναίκα από την ιστορία. Συνεπώς, η φον Τρότα βρίσκεται στην απέναντι
Και τώρα καταδικάστε με ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΝΝΑΣ ΨΥΛΛΑ
στήματος του σοσιαλισμού με ελευθερία, αλληλεγγύη και ανεξαρτησία μακριά από ιμπεριαλιστικές και μιλιταριστικές λογικές. Εναποθέτοντας τη δυναμική της δράσης και της πολιτικής ζωής στο σύνολο των εργαζομένων πολιτών θεωρεί ότι μόνον ο αλληλέγγυος λαός μπορεί να αποφασίζει για την πορεία του και παραπέρα για τον πόλεμο και την παγκόσμια ειρήνη (Συνέδριο της 1ης Διεθνούς στις Βρυξέλλες 1868, Συνέδριο της Ζυρίχης 1893, Συνέδριο του Λονδίνου 1896) «Μόνον οι λαοί μπορούν να περιορίσουν τον αριθμό των πολέμων, αντιτιθέμενοι σε αυτούς που τον κάνουν ή σε αυτούς που τον κηρύσσουν». Η πίστη της στη δύναμη του λαού αντανακλάται στην παραπάνω ρήση που διασαφηνίζει ρητώς τον έντονα ταξικό και διαφοροποιημένο χαρακτήρα της κοινωνίας με τα εμφανή διαφοροποιημένα συμφέροντα. «Η ανατροπή του καπιταλι. σμού να τι κατοχυρώνει πραγματικά την παγκόσμια ειρήνη». H αγωνιστικότητα των λόγων της συμβαδίζει απόλυτα με τη δράση της. Το θάρρος της γνώμης της και της ιδεολογίας της. Το
όχθη, εκεί που αλλάζουν οι αξίες και η γυναίκα γίνεται ισότιμη με τον άνδρα. Υπάρχει και τέταρτη βασική διαφορά. Το δρων πρόσωπο, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, δεν ενεργεί για τις αξίες του υφιστάμενου συστήματος, γιατί τέτοιες αξίες δεν υπάρχουν. Ζει και ενεργεί για την ανατροπή του. Η ταινία βάζει εξαρχής τον θεατή στον πυρήνα της ζωής της Λούξεμπουργκ. Ξεκινά με τη διαμονή της στη φυλακή. Στις απέραντες ώρες του εγκλεισμού της, παρελαύνει μέσα από διαδοχικά φλας μπακ όλη η προηγούμενη ζωή της. Όταν ξεπηδούν οι σκέψεις της, την περιτριγυρίζουν πουλιά που παίζουν στο άσπρο χιόνι. Αμέσως μετά ακολουθεί η εκτέλεση συντρόφων και το μαύρο κελί. Μέσα από τέτοιες συνεχείς αντιθέσεις ξεδιπλώνονται η πριν και μετά τη φυλακή περίοδος. Πρόκειται απλά για μια ιστορία αγώνων. Πρόκειται για μια στάση ζωής που δίνει τη μάχη της κάθε στιγμή. Ακούγοντας τα πουλιά, περιμένοντας ν’ ανθίσει το τριαντάφυλλο, περιμένοντας να ακουστεί το σύνθημα της εικονικής εκτέλεσης, διακινδυνεύει συνεχώς τη στάση της στη σφαίρα των αξιών. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν αγωνίζεται μόνο για το όραμα, για τις ιδέες. Αγωνίζεται για τον ίδιο το λόγο της ύπαρξής της. Εκείνο ακριβώς που πετυχαίνει η δόμηση της ταινίας είναι να ταυτίσει τις αξίες του σοσιαλισμού με την ουσία της ζωής, να ενώσει τη σκληρότητα του αγώνα με την τρυφερότητα ενός φιλιού, τις αμφιταλαντεύσεις με την ακριβοζυγισμένη απόφαση. σαν αλυσίδα που συνδέει την ίδια πάντα άκαμπτη στάση ζωής. Πρόκειται για μια ζωή που αποτελεί ένα απόσταγμα αγώνων και πολιτικών κρίσεων που έχουν μοναδική επικαιρότητα. Μέσα από τη συνεχή εναλλαγή της κριτικής σκέψης και της αγωνιστικής πράξης που σημαδεύουν τη ζωή της πρωταγωνίστριας, η φον Τρότα αναδεικνύει την πρωτοποριακή φυσιογνωμία της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Ας σημειωθεί ότι η μεγάλη επαναστάτρια έκανε μαθήματα στους εργάτες για τις εξισωτικές κοινωνίες, όταν οι κοινωνίες αυτές δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα. Μαζί με τη ζωή της, στην ταινία παρελαύνουν οι ζυμώσεις και οι κρίσεις που σημάδεψαν το τέλος της Β’ Διεθνούς, η εναλλαγή των θέσεων με τους Μπερστάιν, Πλεχάνοφ, Κάουτσκι, Μπέμπελ και άλλους. Για να καταλήξει στην ίδρυση του Σπάρτακου και του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Η ταινία τελειώνει με την άνανδρη δολοφονία της Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ. Όμως ο θεατής μένει με τη βαθιά αίσθηση ότι δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική η ζωή όποιου θα αποφάσιζε να κατακτήσει μια στάση ζωής στο πεδίο των αξιών.
θάρρος να είσαι αγωνιστής μα πάνω από όλα άνθρωπος. Πόσο πιο επίκαιρες θα μπορούσαν να ήταν αυτές οι παροτρύνσεις σήμερα με «το φώτισμα των ιστορικών προοπτικών πάνω στις οποίες βασιζόμαστε», με το καθήκον της ανατροπής που ανοίγεται εμπρός μας για μια νέα προοπτική με αρχές και με ήθος. Η γνησιότητα των λόγων της Ρόζας Λούξεμπουργκ στη διάρκεια της δίκης της δεν αποκρυσταλλώνει παρά την ορμή, το πάθος για αγώνα ενώ παράλληλα σημασιοδοτεί εμφανώς τη γνώση που κατέχει. Μέσα από έναν δικανικό και καθαρά πολιτικό λόγο εκτυλίσσει μια αξιόλογη επιχειρηματολογία στη βάση της οποίας απορρίπτει την εκμετάλλευση, το σωβινισμό και το μιλιταρισμό αντιτάσσοντας την ελευθερία, την ανεξαρτησία και την ειρήνη. Η δημοσιοποίηση των πάντων η με ανοιχτό τρόπο υπεράσπιση των απόψεων και της ιδεολογίας συνιστά το όπλο της νίκης. Η διεξαγωγή της δίκης συνιστά για αυτήν μια ευκαιρία να υπερασπιστεί δημόσια την πολιτική της Διεθνούς και να εκθέσει τις δικές της θέσεις ενάντια σε κάθε μορφής καταπίεση, ενάντια στον μιλιταρισμό απορρίπτοντας ένα ένα τα επιχειρήματα του εισαγγελέα και εκθέτοντας με σαφήνεια την σοσιαλιστική, ανθρώπινη πρόθεση των επιδιώξεων της. Η καταληκτική φράση της απολογίας της, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΕ ΜΕ, είναι η λύτρωση της συνείδησης της αφού είχε το θάρρος της γνώμης της, το Θάρρος της αληθινής ζωής!
40
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
6
Από την πλευρά του εκδότη Η γνωριμία μου με τα κείμενα της Ρόζας Λούξεμπουργκ χρονολογείται από το 1975. Τα περισσότερα στα γαλλικά, αφού τα μόνα βιβλία που κυκλοφορούσαν πιο παλιά στην Ελλάδα ήταν το Μεταρρύθμιση και Επανάσταση και η Κριτική της Ρωσικής Επανάστασης. Κι αυτά όμως ήταν γνωστά μόνο από μια μειοψηφία. Ήταν εντυπωσιακό το πόσο άγνωστα στο ελληνικό κοινό ήταν τα περισσότερα έργα τους. Αντίθετα, τα έργα του Λένιν μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον του κοινού, ενώ ο Μαρξ στο μεγαλύτερο μέρος του παρέμεινε ουσιαστικά άγνωστος. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία, μετά τα γεγονότα του Μάη 1968, τα έργα της Ρ.Λ. εμφανίζονταν στις προθήκες των βιβλιοπωλείων το ένα μετά το άλλο και η σκέψη της αποδεικνυόταν πιο επίκαιρη παρά
αναδύεται απ’ όλα τα κείμενά της. Σε κανέναν άλλο σύγχρονό της μαρξιστή δεν το συναντάμε αυτό. Να ένα έξοχο δείγμα, από ένα γράμμα της στη Λουίζα Κάουτσκι:2 «Μ’ αυτόν τον λαμπρόν ήλιο του Ιουνίου, καταμεσίς σ’ αυτόν τον αρωματικό και πράσινο ναό της φύσης, όταν το ψιθύρισμα της αιώνιας θάλαττας προσκαλεί στην ησυχία, πρέπει άραγε να συζητάμε για την ‘κοινοβουλευτική αποβλάκωση’, να τη σκεφτόμαστε και να διαβάζουμε απόψεις γι’ αυτήν; Σας απαλλάσσω απ’ αυτήν. Ας μιλήσουμε λοιπόν για θάλαττα. Λοιπόν όταν ακούτε στα πόδια σας το αιώνιο ψιθύρισμά της, αναθυμόσαστε τον ωραίο θρύλο του τυφλού Έλληνα τραγουδιστή που έπαιζε με τη λύρα του στην ακτή της θάλασσας και νόμιζε ότι ο θόρυβος των κυμάτων ήταν ο θόρυβος του λαού; Στο τέλος του πιο ωραίου του τραγουδιού, καθώς δεν άκουσε το παραμικρό χειροκρότημα, καταράσθηκε πικρά την αχαριστία του πλήθους και πάνω στο θυμό του πέταξε τη λύρα του μακρυά για να σπάσει. Τα κύματα όμως την καλοδέχτηκαν και την πήγαν μακρυά μ’ ένα ερωτικό λίκνισμα. Σκέφτεστε αυτό τον θρύλο; Έχετε φαντασιώσεις; Νομίζω ότι στην ακροθαλασσιά το συναίσθημα που σας καταπνίγει πρέπει να είναι αυτό της δικής σας εκμηδένισης, μπροστά σ’ αυτό το αιώνιο θέαμα, το αμετακίνητο, το υπέροχα αδιάφορο».
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΡΟΝΤΖΗ
ποτέ. Οι ιδέες της αυτοδιαχείρισης, η κατάληψη και λειτουργία κάποιων επιχειρήσεων από τους ίδιους τους εργαζόμενους, η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στο εσωτερικό των αριστερών κομμάτων, ήταν πολύ πιο κοντά στη σκέψη της Ρ.Λ., ενώ τα γεγονότα στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» επαλήθευαν με δραματικό τρόπο τις προβλέψεις της. Ωστόσο, η Ελλάδα ακόμα δεν είχε μπει σ’ αυτή τη φάση. Το πολιτικό σκηνικό της εποχής εκείνης ήταν πολύ διαφορετικό από το σημερινό: Υπήρχε ακόμα η Ένωση Κέντρου και η Αριστερά ήταν κατακερματισμένη, με την κύρια δύναμή της στο ΚΚΕ κι με ένα σύνολο κομμάτων μικρότερης εμβέλειας, όπως το ΚΚΕσ., το ΕΚΚΕ κ.λπ. Σε επίπεδο ιδεών και σε παραγωγή πολιτικής το ΚΚΕσ. υπερτερούσε, αλλά και σ’ αυτόν τον χώρο η άγνοια των κειμένων της Ρ.Λ. ήταν μεγάλη, παρά τις μελέτες και τα άρθρα του Νίκου Πουλαντζά, που έφερε στο προσκήνιο τη σκέψη και τους προβληματισμούς της Ρ.Λ. Το έργο του Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός (1978), αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα πολύτιμο έργο για όποιον θα ήθελε να μελετήσει σε βάθος τις δυνατότητες ενός δημοκρατικού περάσματος στον σοσιαλισμό. Μέσα στο πολιτικό πλαίσιο της εποχής, τα κείμενα της Ρ.Λ. ήταν απλώς ανεκτά, ενώ στη χειρότερη περίπτωση τα κόμματα της Αριστεράς τα θεωρούσαν επικίνδυνα. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, αυτό ήταν πολύ φυσικό, αν σκεφτεί κανείς ότι η Ρ.Λ. στηλίτευε με τα έργα της ακριβώς αυτά που έλειπαν τόσο από τα μεγάλα κόμματα όσο και από τα μικρότερα της Αριστεράς: την έλλειψη εσωτερικής δημοκρατίας, τον δογματισμό και την αυταπάτη κάθε κομματικής ηγεσίας ότι αποτελεί την «πρωτοπορία» του κινήματος, που οι «μάζες» πρέπει να ακολουθήσουν σε μια κάποια στιγμή. Είναι σ’ αυτές τις συνθήκες που ο διακαής πόθος μας να γίνουν γνωστά τα έργα της Ρ.Λ. μάς έκανε να εκδώσουμε δέκα βιβλία μέσα σε δύο χρόνια. Δεν έχω καμία αυταπάτη ότι τα βιβλία αυτά θα μπορούσαν να είχαν εκδοθεί πιο επιμελημένα, και μάλιστα αυτό θα μπορούσε να γίνει από κάποιον συλλογικό φορέα επιστημόνων. Ακολουθώντας όμως
Η επικαιρότητα της Ρόζας Λούξεμπουργκ
την παροιμία που λέει «το καλύτερο σκοτώνει το καλό», δεν διστάσαμε και προχωρήσαμε στην έκδοση των βιβλίων της Ρ.Λ. Αποδείχθηκε ότι είχαμε δίκιο, αφού μέχρι και σήμερα τέτοιος φορέας δεν έχει συσταθεί. Ας έλθουμε τώρα στα στοιχεία εκείνα που εντυπωσιάζουν αμέσως κάποιον που έρχεται σε επαφή για πρώτη φορά με τα κείμενα της Ρ.Λ. 1. Η βαθιά συνειδητοποίηση ότι χωρίς τη δράση των εργαζομένων σε κάθε πτυχή της οικονομικοκοινωνικής ζωής, η κοινωνική αλλαγή θα μένει πάντα ένα άπιαστο όνειρο: «Οι προλεταριακές μάζες πρέπει να μάθουν, από νεκρές μηχανές που είναι, όταν το κεφάλαιο τις βάζει μέσα στην κοινωνική διαδικασία της παραγωγής, να γίνουν οι σκεπτόμενοι, ελεύθεροι και δρώντες διευθυντές αυτής της κοινωνικής παραγωγής... Όλες τις γνώσεις και τις ικανότητες που απαιτούνται για τη διεύθυνση των σοσιαλιστικά οργανωμένων επιχειρήσεων, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να τις αποκτήσουν παρά μόνο με τη δική τους δραστηριότητα, με τη δική τους πείρα»1. 2. Η απουσία οποιουδήποτε δογματισμού και η ελεύθερη έκφραση της άποψής της, ακόμα κι αν ήταν αντίθετη με τις αυθεντίες της εποχής. Έτσι για παράδειγμα, μελετώ-
ντας τους τύπους του Μαρξ για τη συσσώρευση του κεφαλαίου, δεν δίστασε να πει ότι κάποιο λάθος υπήρχε σ’ αυτούς, και γράφει με αυτή την ευκαιρία το μνημειώδες έργο της Συσσώρευση του κεφαλαίου. Δεν μπαίνουμε στο ζήτημα κατά πόσον είχε ή όχι δίκιο, στεκόμαστε μόνο στο ότι καμιά αυθεντία δεν την έκανε να διστάσει να πει τη γνώμη της, αν τη θεωρούσε σωστή. Εκεί όμως που η διορατικότητά της αποδείχθηκε προφητική, είναι η κριτική που κάνει στον Λένιν, στα κείμενά της για τη Ρωσική Επανάσταση: «Αλλά πνίγοντας την πολιτική ζωή σ’ όλη τη χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει ολοένα και περισσότερο η ζωή μέσα στα ίδια τα Σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει μέσα σ’ όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο... από καιρό σε καιρό συγκαλείται μια αριστοκρατία της εργατικής τάξης στις συγκεντρώσεις για να χειροκροτήσει τους λόγους των αρχηγών και να ψηφίσει ομόφωνα τις αποφάσεις που της προτείνουν». 3. Ένα βαθύ συναίσθημα αγάπης για τον άνθρωπο, για τη φύση, τον έρωτα και τη ζωή
Η πεποίθηση της Ρ.Λ. ότι οι εργαζόμενοι στον αγώνα της για το σοσιαλισμό έχουν πριν απ’ όλα ανάγκη από μια άλλη κουλτούρα, βρίσκει σήμερα αρωγούς όλες εκείνες τις κινηματικές μορφές που περιλαμβάνουν την οικοδόμηση εναλλακτικών δομών αλληλέγγυας οικονομίας, την ενεργητική και όχι παθητική κατάληψη των χώρων εργασίας (βλέπε ΒΙΟΜΕ), τη δημιουργία δημιουργικών αντιστάσεων, τα δίκτυα παραγωγών-καταναλωτών, και όλα εκείνα που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα νέο πολιτικό υποκείμενο. Γιατί όλα αυτά που αναφέραμε έχουν τη δυνατότητα -κι αυτό είναι το πιο σημαντικότης σύλληψης αξιών και αντιλήψεων πριν ακόμη απαλλαγούμε από την καπιταλιστική κοινωνία. Σήμερα, σε μια εποχή που η διάλυση και κατάρρευση των παλιών δομών αποτελεί μια σημαντική αιτία της «ιδιώτευσης» και της απόσυρσης από το «δημόσιο χώρο» των ανθρώπων, τα κείμενα της Ρ.Λ. έρχονται για άλλη μια φορά να μας θυμίσουν τη σημασία της αυτενέργειας και του συλλογικού Εγώ των εργαζομένων. Η λογική της «ανάθεσης» σε μια «πρωτοπορία» φαντάζει σήμερα -όπως και πάντα ήταν- αδιέξοδη και δείχνει μόνο την έλλειψη ανάληψης κοινωνικής ευθύνης. Τα λόγια της Ρ.Λ., πάντα επίκαιρα, έρχονται να μας το θυμίσουν: «Το μόνο υποκείμενο στο οποίο ανήκει ο ρόλος του ηγέτη είναι το συλλογικό ‘Εγώ’ της εργατικής τάξης, που διεκδικεί αποφασιστικά για τον εαυτό της το δικαίωμα να υποπίπτει σε σφάλματα και να μαθαίνει τη διαλεκτική της ιστορίας».3 Τι είναι και τι θέλει ο «Σπάρτακος». Αλληλογραφία, γράμμα 32 στη Λουίζα Κάουτσκι σελ. 93, εκδ. Κοροντζή, Αθήνα 1979. 3 Σοσιαλισμός και δημοκρατία, σελ. 64. 1
2
Η ΑΥΓΗ • 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
7
41
Ένα πολυσυζητημένο αλλά «άγνωστο» έργο ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ, Η συσσώρευση του κεφαλαίου - Μια συμβολή στην οικονομική εξήγηση του ιμπεριαλισμού ...Η Ρόζα Λούξεμπουργκ επιδιώκει με το συγκεκριμένο έργο: α) θέλει να ξεπεράσει ορισμένες δυσκολίες που θεωρεί ότι εντόπισε στις οικονομικές θεωρίες του Μαρξ στην προσπάθεια της να τις καταστήσει ευρύτερα προσιτές. Αυτές σχετίζονται με τα σχήματα αναπαραγωγής του Μαρξ που εκτίθενται στον Δεύτερο Τόμο του Κεφαλαίου όπου η εξετάζονται η απλή και η διευρυμένη αναπαραγωγή κατά την κυκλοφορία του κοινωνικού κεφαλαίου, ενώ αυτό χωρίζεται σε δύο υποδιαιρέσεις ή τομείς τον τομέα Ι, της παραγωγής μέΤΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑ ΔΕΜΑΘΑ
σων παραγωγής; και τον τομέα ΙΙ, της παραγωγής μέσων κατανάλωσης, β) ασκεί κριτική σε διάφορες απόψεις που συνδέονται με τις θεωρίες της αναπαραγωγής των κλασικών οικονομολόγων και ορισμένων Γερμανών καθηγητών της εποχής της, με τον τρόπο που οι λεγόμενοι «νόμιμοι μαρξιστές», ο Τουγκάν-Μπαρανόφσκυ και οι μαθητές του κατανοούσαν τα σχήματα του Μαρξ και έφθαναν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα, γ) αντιπαρατίθεται στις απόψεις και τις πολιτικές πρακτικές που συνήγαν από αυτές οι παραδοσιακοί ηγέτες της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, ο Μπερνστάιν και ο Κάουτσκυ, αλλά και στους Αυστρομαρξιστές. Κινείται με άλλα λόγια στην κριτική της στο επίπεδο του έργου το Μαρξ, σε ακαδημαϊκό επίπεδο και της τότε κυρίαρχης θεωρίας, αλλά και συγκεκριμένων μαρξιστικών ερμηνειών και, τέλος, ασκεί και κριτική σε πολιτικό επίπεδο σε σχέση με τον τρόπο πρόσληψης του ιμπεριαλισμού και των συνεπειών του για το εργατικό κίνημα και των αναπτυγμένων, όπως θα λέγαμε σήμερα, ή της μητρόπολης και των χωρών που την εποχή της δεν ήταν καπιταλιστικά αναπτυγμένες και τις οποίες προσπαθούσε να ενσωματώσει στο σύστημά του ο ιμπεριαλισμός, κινούμενη σε μια διεθνιστική γραμμή. Το βιβλίο αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο, που περιλαμβάνει εννέα κεφάλαια, τοποθετείται το πρόβλημα της αναπαραγωγής. Στο δεύτερο, που έχει τίτλο Η ιστορική τοποθέτηση του προβλήματος, ασκείται πολεμική σε τρεις συγκρουσιακές ενότητες, με την έννοια της πολεμικής, που περιλαμβάνουν αντίστοιχα πέντε, τρία και επτά κεφάλαια η καθεμία, στους κλασικούς, στους Γερμανούς «προφεσόρους» και στις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις, ενώ στο τρίτο περιλαμβάνονται οι Ρώσοι νομιμόφρονες της σχολής του Τούγκαν-Μπαρανόφσκυ. Τέλος, στο τρίτο μέρος του βιβλίου, που αποτελείται από οκτώ κεφάλαια, αναπτύσσονται κάτω από τον τίτλο Οι ιστορικές συνθήκες της συσσώρευσης οι θέσεις της συγγραφέως. Συνολικά, το έργο αποτελείται από 382 σελίδες, στις οποίες πρέπει να προστεθούν και άλλες 100-110 σελ. της Αντικριτικής του 1915, που γράφτηκε στη φυλακή, και ενός προσαρτήματος το οποίο έχει γραφτεί από άλλο συγγραφέα, τον G. Eckstein, αυστρομαρξιστή, του οποίου την κριτική σκόπευε να συμπεριλάβει η ίδια σε μια επόμενη έκδοση του έργου, μάλλον για να αναδείξει την αδυναμία των επιχειρημάτων των «επιγόνων», όπως τους χαρακτηρίζει. Ποιες, όμως, είναι οι βασικές θέσεις της Ρ.Λ; Σε επίπεδο πολύ μεγάλης αφαίρεσης, που σχεδόν καταλήγει να γίνει απλούστευση, μπορεί να υποστηριχθεί ότι εκκινώντας από τα σχήματα αναπαραγωγής Μαρξ, συνεπώς από την κυκλοφορία, στην περίπτωση της διευρυμένης αναπαραγωγής, άρα της συσσώρευσης, οι σχέσεις των δύο τομέων Ι (μέσων παραγωγής) και ΙΙ (ειδών κατανάλωσης) και για τις δύο τάξεις που εμφανίζονται στην προσέγγιση του Μαρξ, των καπιταλιστών και των εργατών, δεν μπορούν να αναπαράγονται στο διηνεκές εντός του συστήματος, μια και χονδρικά η εκμετάλλευση των εργατών τους οδηγεί σε αδυναμία κατανάλωσης (υποκατανάλωση), τέτοια που να μην επιτρέπεται η πραγματοποίηση της υπεραξίας ώστε η κοινωνική αναπαραγωγή του συστήματος να διασφαλίζεται μέσα σε αυτό. Το σύστημα για να επιβιώσει και για να αναπαράγεται διευρυνόμενο είναι υποχρεωμένο να επεκτείνεται σε έναν «τρίτο τομέα», ουσια-
στικά προκαπιταλιστικό, εντάσσοντας τον στην κίνηση του κεφαλαίου. Αυτή η δυναμική καθορίζει και την οικονομική βάση του ιμπεριαλισμού. Τα όρια του συστήματος επέρχονται όταν αυτός ο τομέας εξαντληθεί και η αναπαραγωγή επανακάμψει στο αρχικό της περιβάλλον, με τους τομείς Ι και ΙΙ πάλι. Τότε αυτό καταρρέει μέσα από την αδυναμία αναπαραγωγής της κυκλοφορίας. Και αυτό είναι κάτι που θα γίνει κάποτε στο μέλλον. Συγκροτείται, έτσι, μια θεωρία του ιμπεριαλισμού που τοποθετεί τον διεθνισμό σε κεντρικό σημείο της στρατηγικής του εργατικού κινήματος. Η Ρ. Λ. εκτός από την, ας την πούμε «βελτίωση» ή «συμπλήρωση» των απόψεων του Μαρξ και την κριτική των κλασικών με τις θέσεις αυτές, ασκεί κριτική και στους «νομιμόφρονες μαρξιστές», που θεωρούσαν, αντλώντας αριθμητικά παραδείγματα από τα σχήματα κυκλοφορίας, ότι αν οι δύο τομείς, Ι και ΙΙ, βρίσκονται σε συγκεκριμένη σχέση, η συσσώρευση μπορεί να συνεχίζεται απρόσκοπτα. Επίσης, αντιμετωπίζει και την «ηθική» στάση του Μπερνστάιν και της περί ενσωμάτωσης των εργατών της Γερμανίας, επί του προκειμένου, και βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου απόψεις
του Κάουτσκυ, που οδήγησαν στον «ρεφορμισμό» και στην άποψη της ειρηνικής ανάπτυξης του καπιταλισμού τη συγκεκριμένη περίοδο σε όλο τον κόσμο και σε αυτό που αργότερα θα ονομαστεί «εργατική αριστοκρατία». Πράγματι, η κριτική αυτή ανταποκρίνονταν στις τάσεις επέκτασης του συστήματος, στην ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση των αποικιών και άλλων εξαρτημένων και κηδεμονευμένων, τυπικά, ανεξάρτητων χωρών, σε μια περίοδο μονοπωλιακού ανταγωνισμού, συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, όλο και συχνότερα εμφανιζόμενων και εντεινόμενων εμπορικών, βιομηχανικών, χρηματιστικών κρίσεων, κερδοσκοπιών, και ανάπτυξης μεγάλων τραπεζικών ιδρυμάτων, τραπεζικών συστημάτων και μεγάλων κινήσεων διεθνώς του κεφαλαίου στις διάφορες μορφές του, όπως η περίοδος από το 1870 μέχρι τον πρώτο πόλεμο, που οδηγούσε όλο και περισσότερο στον προστατευτισμό και στον ανταγωνισμό των κρατών που κορυφώθηκε στον πόλεμο, καθώς ο φιλελευθερισμός ως ιδεολογία έδινε τη θέση του στον εθνικισμό, τον ρατσισμό και τον μιλιταρισμό. Κατά συνέπεια, σε έναν ολοένα αυξανόμενο ρόλο του κράτους στην οικονομία και στην κοινωνία. Ποια είναι η σχέση του συγκεκριμένου έργου με τον προβληματισμό του Μαρξ; Πάνω στο ζήτημα αυτό έχει χυθεί αρκετή μελάνη και χύνεται ακόμα! Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά εξαρτάται με τη σειρά της: α) από τον τρόπο πρόσληψης των σχετικών με τις αντιφάσεις του συστήματος ιδεών του Μαρξ στη φάση της παραγωγής, β) τη σημασία των σχημάτων αναπαραγωγής του Μαρξ, ειδικά στην θέση όπου αυτά εμφανίζονται, και γ) τη στάση απέναντι στο έργο του Μαρξ συνολικά, από τον τρόπο πρόσληψης της ιστορικής συγκρότησης, άρα και του πεπερασμένου της κίνησης του κεφαλαίου και της εκμετάλλευσης, άρα της συγκεκριμένης κοινωνικής σχέσης, καθώς και από τους κανόνες κίνησης της ιστορίας, δηλ. της ταξικής πάλης και του ιστορικού υλισμού. Ο σχετικός προβληματισμός δεν μπορεί να αναπαραχθεί εδώ. Φθάνει, πάντως, να αναφερθεί ότι η Ρ.Λ. αντιμετώπισε περισσότερα αναλυτικά, από ό,τι το ίδιο το έργο του Μαρξ απαιτεί και επιτρέπει, τα παιδαγωγικού χαρακτήρα σχήματα κυκλοφορίας του Μαρξ, καθώς και το γεγονός ότι αυτά προέρχονταν από σημειώσεις που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Εδώ, μάλλον, η Ρ. Λ. υπερβάλλει ως προς την «ακαδημαϊκά» επιστημονική πρόσληψη του συγκεκριμένου έργου του Μαρξ από την πλευρά της και μπλέκει τα επίπεδα αφαίρεσης του Πρώτου και του Δεύτερου τόμου του Κεφαλαίου. Μπορούν πάντως να εξαρθούν τρία ακόμα σημεία σχετικά με το συγκεκριμένο έργο της Ρ.Λ.: α) η ανάγκη συναγωγής με κάποιο τρόπο συμπερασμάτων από το έργο του Μαρξ στο συνεχώς μεταβαλλόμενο ιστορικό περιβάλλον του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που βρίσκονταν πια στη φάση του ιμπεριαλισμού, με όλο και περισσότερο αυξανόμενη την κρατική παρέμβαση στην κοινωνική παραγωγική διαδικασία, β) την ανάγκη συναγωγής πρακτικών συμπερασμάτων για την πολιτική πρακτική σε διεθνιστικό, παγκόσμιο επίπεδο σε σχέση με τον ιμπεριαλισμό, γ) τη συγκεκριμένη κίνηση του κεφαλαίου, τις κρίσεις, και την κατάρρευση του συστήματος σε κάθε ιστορική φάση ανάπτυξης του. Και τα τρία αυτά σημεία εξακολουθούν να είναι ιδιαίτερα κρίσιμα και επίκαιρα, και η σχετική με αυτά συζήτηση περισσότερο από ποτέ αναγκαία, διατηρώντας πάντα στο προσκήνιο και τις παγίδες που συνεπάγεται η «χυδαία» ακαδημαϊκή προσέγγιση του συνολικού έργου του Μαρξ και ο πολιτικός πρακτικισμός που καταλήγει σε ενσωματώσεις διαφόρων τύπων στο κυρίαρχο σύστημα και την ιδεολογία του. Ας τελειώσουμε αυτό το σημείωμα με την παράθεση του τέλους της Αντικριτικής: «Ο μαρξισμός συνιστά μια επαναστατική κοσμοθεωρία η οποία πρέπει να παλεύει συνεχώς για νέες γνώσεις, που δεν σιχαίνεται τίποτα περισσότερο από την απολίθωσή της σε τύπους που ισχύουν μια φορά και διά παντός, που δοκιμάζει τη ζωντανή της δύναμη κατά τον καλύτερο τρόπο στην κλαγγή των όπλων της αυτοκριτικής και στο αστραπόβροντο της ιστορίας». [Το κείμενο, στην ολοκληρωμένη μορφή του, μαζί με τις βιβλιογραφικές παραπομπές, δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και στο blog των «Αναγνώσεων»]
42
Η ΑΥΓΗ 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ
8
Η Λούξεμπουργκ στα ελληνικά Η παρουσία της Λούξεμπουργκ και του έργου της και στα Ελληνικά, ακολουθεί την ίδια αντιφατική και αποσπασματική πορεία και χρήση, που είχε, λίγο πολύ, η τύχη της ίδιας και των γραπτών της, στην όλη ιστορία του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος. Την ανθολογούμε με βάση και τις πληροφορίες του Π. Νούτσου, στη μόνη πανεπιστημιακή εκδήλωση για αυτήν στα 70χρόνια από την δολοφονία της (Δωδώνη τομ. ΙΗ, μέρος τρίτο, Ιωάννινα 1989, όπου και όλη η υπάρχουσα βιβλιογραφία μέχρι τη δεκαετία του ‘40 σελ. 118-9) στην οποία καταχωρούμε και νέα στοιχεία. Για πρώτη φορά συναντάμε αναφορά στην «άξια γερμανική σοσιαλιστική μειοψηφία» που αντιτάχθηκε στην γραμμή της Β’ Διεθνούς για τον χαρακτήρα του επερχόμενου πολέμου, στις θέσεις της Φεντερασιόν του 1915 που είχε την ίδια τοποθέτηση με εκείνη ενάντια στον πόλεμο. Αλλά συγκεκρι-
Κομμουνιστικού Κινήματος, αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον για την κριτική σκέψη της Ρ.Λ., με άρθρα κυρίως του Π. Πουλιόπουλου, στο ομώνυμο με την οργάνωσή του περ. Σπάρτακος, ενώ για πρώτη φορά έχουμε έκδοση από τον Κ. Σκλάβο ολόκληρου έργου της Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση στα 1934. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι αναφορές στο έργο της από την άλλη ομάδα της Αριστερής Αντιπολίτευσης, τους Αρχειομαρξιστές (Πάλη των Τάξεων, Ιανουάριος 1931) με ανάδειξη της κριτικής της για το σοβιετικό καθεστώς. Με αυτές τις κριτικές απόψεις συμφωνούν και ανένταχτοι κομμουνιστές -πάντα υπήρχε αυτό το είδος στις γραμμές του κινήματος- όπως ο Κορδάτος, αλλά και μια μερίδα αριστερών σοσιαλιστών, κυρίως με άρθρα στη Σοσιαλιστική Επιθεώρηση. Ενδεικτική η βιβλιοκριτική του Στ. Σωμερίτη για το έργο της που είχε μεταφράσει ο Κ. Σκλάβος.
ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΡΗΓΟΥ
μένη αναφορά στο όνομα και την δράση της, πρωτοβρίσκουμε στον Σοσιαλιστή του Νίκου Γιαννιού στα 1918, σε πρωτοσέλιδο άρθρο «Η επανάστασις εν Γερμανία» (φ. 2-12- 1918) και πάλι πρωτοσέλιδα στο ίδιο με αναφορά στη δολοφονία της (φ. 2-2-1919). Aκολουθεί στον Ριζοσπάστη άρθρο τού «Ηομο»(;): «Ο Σπάρτακος. Αι Αρχαί του» (φ. 12-1-1919 και 17-41919) και τον επόμενο χρόνο άρθρο «Ο Σπάρτακος και οι σκοποί του» (φ. 945-946) και ένα επετειακό, για τα δύο χρόνια από την δολοφονία της, στο Εργατικός Αγών με την υπογραφή «Ταϋγέτης», ψευδώνυμο του Γ. Γεωργιάδη, ηγετικού τότε στελέχους του ΣΕΚΕ. Από εδώ και πέρα, αναφορές στην ίδια, εκτός από την επίσημη γιορτή μνήμης των τριών «Λ», Λένιν, Λούξεμπουργκ, Λήμπκνεχτ, κάθε Γενάρη, της Γ’ Διεθνούς (ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, Ιαν. 1929 τομ. Γ’ 1975), δεν συναντάμε. Χαρακτηριστικό αυτής της συνέπειας είναι η ...μόνη έκδοση κειμένου της, όλη την μεταπολίτευση να είναι εκείνη του Οδηγητή στα 1987 (βλ. και Ριζοσπάστη, 27-9) με τα Γράμματα της απ’ τη Φυλακή στη Σόνια Λήμπκνεχτ. Οι σκέψεις της όμως επανεμφανίζονται σε περιόδους έντονων καπιταλιστικών κρίσεων, κυρίως από του διαφωνούντες με την επίσημη γραμμή του ΚΚΕ και της Γ’ Διεθνούς. Μοναδικές εξαιρέσεις, ένα διστακτικό άρθρο στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση του «Πετράνου» (Οικονομίδης): «Περισσότερη προσοχή στο ιδεολογικό μας μέτωπο» (Σεπτ. 1932) και δύο κριτικά άρθρα του Μ. Πορφυρογένη, «Ρόζα Λούξεμπουργκ», στο πρώτο τχ. των Νέων Πρωτοπόρων, και την ίδια χρονιά στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, αρ. 12, «Πάνω σε μια κριτική», όπου ρητά αναφέρεται ότι πρόλαβε η Ρ.Λ. να διακρίνει τους «κινδύνους της ρωσικής επανάστασης». Βέβαια, και ο Γ. Κορδάτος και ο Π. Πουλιόπουλος, όντας ακόμη εντός του κόμματος, έχουν με άρθρα τους αναφερθεί στη Ρ.Λ. κατά τη διάρκεια της εσωκομματικής πάλης του 1925-1928. Την ίδια περίοδο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αναλυτική αναφορά στο έργο της «Λούξεμβουργ», όπως και σε εκείνο των Λένιν, Κάουτσκι, Μπερνστάιν και Λίμπνεχτ, σε πανεπιστημιακό πεδίο, από τον οπαδό του «από καθ’ έδρας σοσιαλισμού» καθηγητή στην ΑΣΟΕΕ Δημήτριο Καλιτσουνάκη, στο πρώτο απ’ ότι γνωρίζουμε σύγγραμμα Πολιτικής Επιστήμης στην ελληνική βιβλιογραφία (Ελευθερουδάκης και Μπάρτ, εν Αθήναις 1925). Την ίδια εποχή δημοσιεύεται στο περ. Ηλύσια τχ. Α’, Αθήνα 1927, το κείμενο του Ν. Καζαντζάκη «Η κραυγή της Ρόζας Λούξεμπουργκ», αναδεικνύοντας την ευρύτερη απήχηση που είχε το έργο και η πολύμορφη προσωπικότητα της στους πιο ευαίσθητους δέκτες των εξελίξεων του μεσοπολέμου. Στις Επιστολές στη Γαλάτεια μάλιστα ο Καζαντζάκης αναφέρει ότι από το 1922 αγοράζει όλα της τα βιβλία, συλλέγει της κάρτες της αλληλογραφίας της, στοχεύοντας στη μετάφρασή τους στα ελληνικά (Επιστολή 33, σελ. 83-84, Δίφρος, 1958) Πάντως στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, λόγω και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά και των διασπάσεων του
Θα περάσουν χρόνια παντελούς αγνόησης, με μοναδικές σποραδικές εξαιρέσεις στην διάρκεια του εμφυλίου από την Σοσιαλιστική Επιθεώρηση, για να φτάσουμε στο χάραμα της άνοιξης της Αριστεράς του 1958, που ο παλιός αρχειομαρξιστής Άγις Στίνας θα εκδώσει σε μικρό αριθμό αντιτύπων την Ρώσικη Επανάσταση, ενώ στο περ. Καινούργια Εποχή την ίδια περίοδο θα δημοσιευτούν τα «Γράμματα απ’ τη φυλακή», πιθανότατα μεταφρασμένα από τον Νίκο Καζαντζάκη. Θα ακολουθήσει και πάλι περίοδος σιωπής, με φωτεινή εξαίρεση τον αείμνηστο Αριστόβουλο Μάνεση, που από το... 1962 ανέλυε στους φοιτητές του, τις αντιλήψεις της Λούξεμπουργκ για τη δημοκρατία και την ελευθερία. Φθάνουμε έτσι, στην έκρηξη του 1968, και από τις δύο πλευρές της χωρισμένης Ευρώπης και στις διεργασίες και αναζητήσεις μιας Νέας Αριστεράς, που περνάνε με ένταση και στο δικό μας αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, με τις πρώτες εκδόσεις της βιογραφίας-ανάλυσης της ζωής και του έργου της, από το Πάουλ Φρέλιχ (Νέοι Στόχοι), το «Τι ζητάει ο Σπάρτακος» (Υδρο-
χόος), και το συλλογικό «Απεργία, αυθορμητισμός των μαζών» (Διεθνής Βιβλιοθήκη), μέσα στο 1972, και, από τον ίδιο εκδότη, ο πρώτος τόμος της Συσσώρευσης του Κεφαλαίου, το 1973. Από αυτή την άνοιξη κριτικής και αμφισβήτησης θα ξεπηδήσουν δυό ρεύματα μαρξιστικής σκέψης που θα γονιμοποιήσουν και θα γονιμοποιηθούν με τις (και από τις) αναλύσεις της Ρ.Λ.: εκείνο της «Αυτοδιαχείρισης» και εκείνο του «Αριστερού Ευρωκομμουνισμού». Σμίξιμο που ανάγλυφα δίνει από την μεριά του δεύτερου ο Νίκος Πουλαντζάς, στο τελευταίο του βιβλίο Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός (Θεμέλιο, 1982). Και από την πλευρά της αυτοδιαχείρισης, οι Μπουρντέ Υ. Γκιγιέρμ Α., Αγώνες για την αυτοδιαχείριση (Ανδρομέδα, 1981). Ενώ εμφανίζεται και η μόνη έκδοση σε χώρα με κομμουνιστικό καθεστώς, που εμπεριέχει ανάλυση του έργου της στο Βρανίκσκι Π. Ιστορία του Μαρξισμού τόμ. 1, (Οδυσσέας, 1976 σελ. 330 επ.) Την ίδια εποχή, αρχίζει και στα ελληνικά μια έντονη εκδοτική παραγωγή των έργων της Ρ.Λ, άλλοτε επιμελημένη και με καλές μεταφράσεις άλλοτε όχι και τόσο. Οι εκδοτικοί οίκοι Ανδρομέδα, Ύψιλον/βιβλία, Κομμούνα, και κυρίως Κοροντζής, μέσα στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης εκδίδουν σχεδόν όλο το έργο της, με αναλυτικές εισαγωγές και σχόλια και αρκετές επανεκδόσεις. Επίσης, άρθρα γι’ αυτήν δημοσιεύονται στην Αυγή, όπως του Τάσου Βουρνά (17-1-1979) του Δ. Ραυτόπουλου (21-9-1980) και δικό μου (10-1-1982) αλλά και στο Βήμα, όπως του Ν. Cherosn (23-3-1980) και του P. Samuelson καθώς και στην Δημοκρατική Λευκάδα (Σεπτέμβριος 1979) με επιμέλια Θ. Καλαφάτη. Την ίδια χρονιά, ο πειραιώτης τυπογράφος Ν. Γιαννουλέας εκδίδει μια μικρή διεισδυτική κριτική ανάλυση του έργου και της ζωής της. Επίσης το έργο της, και στην Ευρώπη και εδώ, μπαίνει στην πανεπιστημιακή διδασκαλία και έρευνα στα πλαίσια μελέτης του εργατικού κινήματος. Χαρακτηριστικά, Β. Αμπεντροτ, Κοινωνική ιστορία του εργατικού κινήματος (Οδυσσέας, 1976), Χ. Γκρέμπινκ, Η ιστορία του Γερμανικού Εργατικού Κινήματος (Παπαζήσης, 1982) Π. Πιζάνια, Ο Μαρξισμός της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας (Πολύτυπο, 1987), D. Geary, Το Ευρωπαϊκό Εργατικό Κίνημα (Παρατηρητής, 1988), και Σατελέ Φ., ΚουσνερΠιζιέ Ε., Οι πολιτικές αντιλήψεις του 20ού αιώνα, (Ράππας, 1982). Ενώ λίγο νωρίτερα έχει περάσει σχεδόν απαρατήρητη στην Ελλάδα η πολυβραβευμένη ταινία του 1966, της φον Τρότα, Ρόζα Λ, με δυο μόνο σχόλια στην Αυγή, του Γιώργου. Μπράμου (13-3-1987) και της Λένας Δουκίδου (17-3-1987), καθώς και το αφιέρωμα της Εργατικής Αλληλεγγύης (φ. 15, Μάρτιος 1987) και λίγο μετά του Ιχνευτή (τχ. 27, Οκτώβριος 1988), όπως και η μονογραφία της Αντωνοπούλου Σ., Η πολιτική και Οικονομική Σκέψη της Ρόζα Λούξεμπουργκ, Παπαζήσης, Αθήνα 1989. Ακολουθεί νέα περίοδος σιωπής με κάποια σκόρπια άρθρα στην Εποχή, του Θ. Π. (30-1-94), στο Βήμα, του L. Rosenzweig (23-1-94), στην Ελευθεροτυπία, του Π. Γκλοτς (13-2-96). Ενώ κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα του νεοφιλελευθερισμού, διοργανώνονται δύο συνέδρια με εισηγήσεις και για τις σκέψεις της. Από το Πάντειο, με μεγάλη διεθνή συμμετοχή, «Ο Λένιν στην εποχή του και σήμερα», άνοιξη του 1991, και στο Πολυτεχνείο, «Για την Οκτωβριανή Επανάσταση», από τα περιοδικά Άλφα, Θέσεις, Ουτοπία και Πολίτης, Νοέμβριος του 1997. Ακολουθεί νέα περίοδος σιωπής για να φτάσουμε στο 3ήμερο Συνέδριο για τα 90 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση, που διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Νοέμβριο 2007. Τον θεωρητικό εμπλουτισμό αυτού του ρεύματος σκέψης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, επιχείρησαν και τα δύο μεγάλα αφιερώματα του «Εντός εποχής» της Εποχής, (19 Απριλίου και 10 Μάιου 2009, και των «Αναγνώσεων» της Αυγής (τχ. 108, 231-2005), και προφανώς συνεχίζει το σημερινό. Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε το πρόσφατο εντυπωσιακό ιστορικό αστυνομικό μυθιστόρημα, μεταφρασμένο και στα ελληνικά, του νεαρού αμερικανού J. Rabb, Ρόζα (Πόλις, 2013). [Το κείμενο, στην ολοκληρωμένη μορφή του, μαζί με πλήρη βιβλιογραφία, δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και στο blog των «Αναγνώσεων»]