e11694

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Kείμενα των: Νίκου Σαραντάκου, Νάντιας Βαλαβάνη, Γ. Π. Στάμου, Χρήστου Λάσκου, Στέφανου Δημητρίου, Δημήτρη Β. Παπαδημητρίου, Κωνσταντίνου Χατζηνικολάου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 734

Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 - ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ 5 ΜΑΪΟΥ 2013

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ

Κόκκινα αβγά, κόκκινες σημαίες ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΥ

Παρά τον τίτλο, η στήλη απλώς αφορμή θα πάρει από το πασχαλινό έθιμο με τα αβγά που τα βάφουμε κόκκινα και τα τσουγκρίζουμε· έτσι κι αλλιώς, αν με ρωτήσετε για ποιο λόγο βάφουμε τ’ αβγά, και ειδικότερα γιατί τα βάφουμε κόκκινα, θα σας απαντήσω ότι δεν ξέρω. Έχουν διατυπωθεί δεκάδες θεωρίες· ας περιοριστούμε στο ότι το κόκκινο χρώμα συμβολίζει το αίμα του Ιησού ή στην πιο πρακτική προτροπή που έδωσε ένας επίσκοπος στον νεαρό Εμμ. Ροΐδη που τον είχε ρωτήσει σχετικά: «Τρώγε και μη ερεύνα!». Ευκαιρία είναι όμως να πούμε μερικά πράγματα για το κόκκινο χρώμα. Το κόκκινο είναι το χρώμα του αίματος και του κινδύνου, του πάθους και της φωτιάς, της θυσίας και του θυμού, της επανάστασης και του κομμουνισμού. Κόκκινο, σε διάφορες αποχρώσεις, φορούσαν οι αυτοκράτορες και οι άλλοι εστεμμένοι, κόκκινο είναι το χρώμα των απαγορευτικών πινακίδων της τροχαίας και των πυροσβεστικών οχημάτων, των χρεωμένων λογαριασμών και των σπιτιών του πληρωμένου έρωτα. Κόκκινη κάρτα δείχνει ο διαιτητής στους άτακτους παίχτες, κόκκινες γραμμές υποτίθεται ότι βάζει η κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές (αλλά πάσχει από αχρωματοψία), κόκκινες είναι και οι ματωμένες φράουλες της Μανωλάδας. Η αρχαία λέξη, ερυθρός, ήδη μυκηναϊκή, ομόρριζη με τις άλλες των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (red, λατινικό ruber απ’ όπου γαλλ. rouge κτλ.), επιβιώνει και σήμερα, στον Ερυθρό Σταυρό, τους ερυθρόδερμους και τους ερυθρόλευκους, στο ερύθημα (κοκκίνισμα) αλλά και στο λυθρίνι (ερυθρίνος). Ωστόσο, συνήθως λέμε κόκκινος, που και αυτό αρχαίο είναι, αλλά ελληνιστικό, και προέρχεται από τον κόκκο· κόκκος σήμαινε κυρίως κουκούτσι, αλλά στην προκειμένη περίπτωση ήταν τα αβγά ενός εντόμου, που λέγεται κόκκος ο βαφικός, και που συσσωματωμένα πολλά μαζί σε μικρές μπαλίτσες σαν μεγάλες φακές, τις κηκίδες ή πρινοκόκκια, τα έβρισκαν κολλημένα στις βελανιδιές και σε άλλα δέντρα (και στην αρχή τα νόμιζαν καρπούς των δέντρων). Ο κόκκος από τα νεολιθικά χρόνια χρησίμευε, αφού τον ξέραιναν και τον άλεθαν, για την παρασκευή κόκκινης χρωστικής, κι έτσι η λέξη «κόκκινος» από την αρχική της σημασία (ύφασμα βαμμένο με κόκκο, π.χ. καταπέτασμα εξ υακίνθου και πορφύρας και κοκκίνου κεκλωσμένου, στη μετάφραση των Εβδομήκοντα) υποκατέστησε τελικά την παλιότερη «ερυθρός». Και το πορφυρό χρώμα είναι επισημότερη και βαθύτερη απόχρωση του κόκκινου, και οφείλει κι αυτό την ονομασία του σε ζώο: σε ένα οστρακοφόρο μαλάκιο που χρησίμευε για την παρασκευή του χρώματος, την πορφύρα, που από τον αδένα του έβγαζε τη βαθυκόκκινη χρωστική που χρησιμοποιούσαν για τα πανάκριβα ρούχα των εστεμμένων, γι’ αυτό και ονομάστηκε Πορφυρογέννητος ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ — η λέξη έχει περάσει και στο αγγλικό purple.

Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και στo www.wordpress.com

Eπαναστάτριες ξεσηκώνουν τον λαό, 1843

Αφίσα της Παρισινής Κομμούνας

Έχουμε ακόμα το πυρρό (της φωτιάς το χρώμα) ή το ρούσο, το ξανθοκόκκινο, το χρώμα των Ρουσίων του βυζαντινού ιπποδρόμου, από το λατινικό russeus και άσχετο με τους Ρώσους. Αλλά και πολλές άλλες λέξεις υπάρχουν για αποχρώσεις του κόκκινου: το άλικο (ανοιχτό κόκκινο, τουρκικό δάνειο), το κρεμεζί (δάνειο από τα τουρκικά, που ανάγεται τελικά στην περσική λέξη για το ίδιο εντομάκι που παράγει την κόκκινη χρωστική, από εκεί και το αγγλικό crimson) ή το σκαρλάτο (που ανάγεται μέσω του βυζαντινού σιγιλλάτος στο λατινικό sigillum, σφραγίδα, στάμπα). Η σύνδεση του κόκκινου με τα αριστερά κινήματα έχει τις ρίζες της στη Γαλλική Επανάσταση. Αρχικά, η Εθνοφρουρά ύψωνε την κόκκινη σημαία σαν προειδοποίηση ότι θα ανοίξει πυρ· έτσι έγινε και στη σφαγή του Πεδίου του Άρεως, στις 17 Ιουλίου 1791, όταν οι Εθνοφρουροί έπνιξαν στο αίμα μια αντιμοναρχική διαδήλωση, και από τότε οι Γιακωβίνοι υιοθέτησαν το κόκκινο σε ανάμνηση των θυμάτων της μέρας εκείνης. Η κόκκινη σημαία πρωταγωνίστησε και στην Επανάσταση του 1848, όταν παραλίγο να αντικαταστήσει την τρίχρωμη ως εθνική σημαία της Γαλλίας, και δέθηκε αδιάρρηκτα με τα σοσιαλιστικά, εργατικά και κομμουνιστικά κινήματα μετά την Κομμούνα του Παρισιού το 1871. Όπως έγραψε ο Κάρολος Μαρξ στον Εμφύλιο πόλεμο στη Γαλλία, «ο παλιός κόσμος έβγαζε αφρούς λύσσας μπροστά στην Κόκκινη Σημαία,

το σύμβολο της δημοκρατίας της εργασίας, που ανέμιζε στο δημαρχείο». Και σ’ ένα ελληνικό Εγκόλπιον εργάτου του 1893 διαβάζουμε: «Η ερυθρά σημαία του σοσιαλισμού φέρει χρυσοίς γράμμασιν: Ελευθερία, όλοι ίσοι». Κόκκινη σημαία ανέμισε και στο Χεϊμάρκετ του Σικάγου, στη ματωμένη συγκέντρωση που γέννησε το γιορτασμό της εργατικής Πρωτομαγιάς, κόκκινη με σφυροδρέπανο υψώθηκε στα χειμερινά ανάκτορα το 1917 από τους μπολσεβίκους και στο Ράιχσταγκ στις 2 Μαΐου 1945 συμβολίζοντας το τσάκισμα του ναζισμού, κόκκινες σημαίες με διάφορα εμβλήματα ανεμίζουν στις εργατικές διαδηλώσεις. Το τραγούδι της Κόκκινης Σημαίας γράφτηκε στα αγγλικά το 1889 από τον Ιρλανδό σοσιαλιστή Τζιμ Κόνελ (πάνω στον σκοπό τού «Αχ έλατο») και μεταφράστηκε σε πάμπολλες γλώσσες («Ω κόκκινη σημαία μας, χρώμα αγάπης και ζωής» αρχίζει στα ελληνικά, ενώ ο αντίστοιχος αγγλικός στίχος είναι The people’s flag is deepest red), και εξακολουθεί να αποτελεί τον επίσημο ύμνο του βρετανικού Εργατικού Κόμματος, όσο κι αν έφερνε τον Τόνι Μπλερ σε μεγάλη αμηχανία. Άλλο πασίγνωστο τραγούδι με κόκκινη σημαία είναι το ιταλικό Bandiera rossa, που δεν το μεταφράσαμε στα ελληνικά γιατί μας είναι οικεία η παντιέρα, ελληνογενές το trionfera του ρεφρέν και διεθνείς οι περισσότερες λέξεις: Εβίβα ιλ κομουνίσμο ε λα λιμπερτά! Καλή ανάσταση λοιπόν, παρά την περιρρέουσα μαυρίλα!


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

28

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Για την αντιμετώπιση του νεοναζισμού σήμερα ΤΗΣ ΝΑΝΤΙΑΣ ΒΑΛΑΒΑΝΗ

Μελετώντας εδώ και χρόνια το έργο του Μπρεχτ και την ιστορική εμπειρία του Μεσοπολέμου και της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, έχω πεισθεί ότι για να κλείσει ο δρόμος στο ρίζωμα του νεοναζιστικού φαινόμενου στην Ελλάδα είναι ανάγκη να υπάρξουν πολλαπλά αντιφασιστικά μέτωπα. Ανάμεσά τους, και αυτό που συμπεριλαμβάνει το πιο περιορισμένο προγραμματικό πλαίσιο, καθώς συμπεριλαμβάνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις που διαφοροποιούνται απέναντι στον νεοναζισμό — μαζί και τα κόμματα που προωθώντας ή αποδεχόμενα τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα έχουν κρίσιμη ευθύνη για το φούντωμα αυτού του φαινόμενου. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να διερευνήσουμε και να αναδείξουμε τους παράγοντες που επέδρασαν στη μετατροπή της Χρυσής Αυγής (ΧΑ) από περιθωριακό νεοναζιστικό γκρουπούσκουλο σε κόμμα το οποίο φαίνεται να στηρίζουν σχεδόν 1 στους 10 Έλληνες. Θα προσπαθήσω να διατυπώσω έξι θέσεις, θεωρώντας παράλληλα ότι σήμερα περισσότερο ανοίγει παρά κλείνει οποιοδήποτε ζήτημα. 1. Η ΧΑ δεν πατάει σε στέρεο έδαφος. Ξεπροβάλλει μέσα απ’ τον βάλτο που δημιούργησαν οι πολιτικές λιτότητας, «τσεκουρώματος» του κοινωνικού κράτους και ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου, που κατέστρεψαν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας: Εξαθλιώνοντας ευρύτατα τμήματα της εργατικής τάξης, οδηγώντας στη βίαιη αποδόμηση των μεσαίων στρωμάτων και το 60% των νέων εκτός προοπτικής εργασίας για πολλά χρόνια. Σήμερα η ΧΑ ριζώνει στα απόνερα από την πειραματική εφαρμογή στην Ελλάδα της τεχνογνωσίας των νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων του ΔΝΤ. Η θηριώδης ύφεση και ανεργία λειτουργούν ως εργαλεία επίτευξης εσωτερικής υποτίμησης μέσω της βίαιης ώθησης προς τα κάτω όλων των αξιών της οικονομίας, και πριν απ’ όλα της τιμής της εργατικής δύναμης. Συμπέρασμα: η αποδέσμευση από τις μνημονιακές πολιτικές κι ένας νέος αέρας αγωνιστικής ελπίδας δεν θα εξάλειφε το πρόβλημα, θα αποστερούσε όμως από τη ΧΑ το βασικό έδαφος που την τροφοδοτεί και τη ριζώνει. 2. Το εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα δημοκρατίας που υπάρχει σήμερα σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής ενισχύει την απονομιμοποίηση του τρόπου λειτουργίας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας μέσα από διάφορες διαδρομές. Πριν απ’ όλα, σαν αποτέλεσμα της κατάρρευσης των παραδοσιακών πελατειακών σχέσεων του πρώην δικομματισμού. Η χειραφέτηση απ’ τις σχέσεις αυτές οδηγεί προς τ’ αριστερά με την ευρύτερη έννοια. Στην αντίθετη κατεύθυνση οδηγεί η αναζήτηση υποκατάστατων αυτών των σχέσεων στο πλαίσιο κύκλων με αυστηρά ιεραρχικά πρότυπα συγκρότησης και με μιλιταριστική στάση απέναντι στη «χαλαρότητα» μιας ζωής χωρίς νόημα, που φαίνεται να μην οδηγεί πουθενά. Η απαιτούμενη ολοκληρωτική πειθαρχία-υποταγή στην ομάδα και στον «φύρερ», σε συνδυασμό με την παροχή υλικής βοήθειας, εμφανίζεται να «γεμίζει» το κοινωνικό κενό, στο οποίο βρίσκεται ένας άνθρωπος χωρίς δουλειά και μέσα διαβίωσης και ταυτόχρονα εκτός οργανωμένου πλαισίου κοινωνικής αλληλεγγύης και βοήθειας, ώστε να μείνει όρθιος. Σε μια τέτοια κατεύθυνση επιδρά επίσης η αίσθηση αδικίας κι αγανάκτησης λόγω της ατιμωρησίας του λεγόμενου «πολιτι-

Η Νάντια Βαλαβάνη είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ Β΄ Αθηνών. Το κείμενο συνοψίζει την τοποθέτησή της στην εκδήλωση του ΙΣΤΑΜΕ «Θεσμική απάντηση στον νεοναζισμό» (Άλιμος, 21.4.2013). Στη συζήτηση συμμετείχαν επίσης οι Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης (ΝΔ), Γιάννης Μανιάτης (ΠΑΣΟΚ), Μαρία Γιαννακάκη (ΔΗΜΑΡ) και ο γ.γ. του Υπουργείου Εσωτερικών Γιάννης Ιωαννίδης. Το πλήρες κείμενο της ομιλίας δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση της «Αυγής» (www.avgi.gr) και στο μπλογκ των «Ενθεμάτων» (enthemata.wordpress.com)

Αντιφασιστική αφίσα του Ισπανικού Εμφυλίου

κού προσωπικού», που τείνει ωστόσο να «βγάλει λάδι» τις οικονομικές ελίτ που ενορχήστρωσαν τη διαπλοκή. 3. Τα δόγματα «νόμος και τάξη» και «επανακατάληψη των πόλεων μας» απ’ τη ΝΔ, με τις «επιχειρήσεις-σκούπα» και τα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» για μετανάστες έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα: Αντί να δημιουργήσουν «αναχώματα», ενισχύεται η διαρροή της προς τη ΧΑ, γιατί αυτοί που εμφορούνται ή παρασύρονται από τέτοιες αντιδραστικές αντιλήψεις, κατά κανόνα προτιμούν τους γνησιότερους εκφραστές από τα υποκατάστατα. Το ουσιαστικό ξαναζωντάνεμα του κέντρου της Αθήνας και το σπάσιμο της γκετοποίησης της παράνομης μετανάστευσης, συνδέεται πρωτίστως με την αναγέννηση της οικονομικής ζωής. Με την ενίσχυση της λειτουργίας στο κέντρο των δημοσίων υπηρεσιών, που όλη την προηγούμενη δεκαετία «αποσύρονταν» προς τα προάστια. Και φυσικά δεν μπορεί να υπάρξει λύση, αν η χώρα δεν αρνηθεί το ρόλου του ανθρωποφύλακα, που εγκλωβίζει στην πύλη εισόδου της Ε.Ε. τα κύματα των απελπισμένων, «προστατεύοντας» τις χώρες προορισμού τους στη Βόρεια Ευρώπη. Ας ανοίξουμε την ουσιαστικά ανύπαρκτη σήμερα πολιτική ασύλου. Ας αποδώσουμε στην αστυνομία τον κανονικό της ρόλο για την ασφάλεια και προστασία απ’ την έξαρση της παραβατικότητας και της εγκληματικότητας, που πλήττουν κυρίως τις λαϊκές γειτονιές κι όχι τα προφυλασσόμενα πλούσια προάστια. Έτσι θα αχρηστευόταν ένα μέρος των αστικών μύθων που καλλιεργεί η ΧΑ, κατασκευάζοντας για τον εαυτό της τον ρόλο του «τιμωρού των κακών» και «προστάτη των αδυνάτων». 4. Η πρόσληψη της Ιστορίας και η διαχείριση της ιστορικής μνήμης. Τα παιδιά δεν διδάσκονται τη σύγχρονη ιστορία του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Οι γνώσεις τους για τη δικτατορία περιορίζονται στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Παράλληλα, η επιχείρηση αναθεώρησης της ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, που εργολαβικά έχουν αναλάβει δυο-τρεις

πανεπιστημιακοί με ευρεία πρόσβαση στα ΜΜΕ, αθωώνει ιστορικά τους δοσίλογους μεταλλάσσοντας τους από προδότες και συνεργάτες του εχθρού σε αγνούς μαχητές της «αντικομμουνιστικής ευρωπαϊκής σταυροφορίας» — φωτίζοντας έτσι από ιστορική άποψη την πρόσφατη αποστροφή της ΧΑ: «Είμαστε τα παιδιά των νικητών του Εμφυλίου». Ταυτόχρονα, η ατιμωρησία του πολιτικού προσωπικού που υπηρέτησε τη δικτατορία χωρίς οποιασδήποτε διερεύνηση των οικονομικών σκανδάλων της επταετίας, η ατιμωρησία των βασανιστών της Ασφάλειας κ.ά. παράγουν σήμερα συγκεκριμένους καρπούς: για τους δήθεν «έντιμους συνταγματάρχες», για το «πόσο καλά περνούσε ο κόσμος επί χούντας» κ.λπ. Στην ίδια κατεύθυνση δρα και η τακτική αναπαραγωγή φαινομένων στυλ «ζαρντινιέρας» από μεριάς θυλάκων της αστυνομίας, που καλύπτονται —-όταν δεν προκαλούνται, όπως έγινε στην περίπτωση ολόκληρων πόλεων (Κερατέα, Ιερισσός)— από την επίσημη κρατική και αστυνομική ηγεσία. Ας μην ξεχνάμε ότι οι σχετικοί θύλακοι στα σώματα ασφαλείας και στις Ένοπλες Δυνάμεις σήμερα είναι κυρίως οργανωμένοι θύλακοι της ΧΑ, κι ας βγάλουμε τα αντίστοιχα συμπεράσματα. 5. Το μίγμα κρίσης, σύγχυσης, δημαγωγίας και οργής τροφοδοτεί ένα ιδιόμορφο «μέτωπο μίσους»: «όλων των Ελλήνων». Ο μεγαλοεργοδότης πλάι στον εργάτη, ενάντια σε οτιδήποτε «ξένο» και διαφορετικό. Με τη ΧΑ να «προεδρεύει» σε αυτό το μέτωπο ως «αντισυστημική» δύναμη, αλλά και «δύναμη που λύνει κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα» αλά Χεζμπολάχ. Αυτό επιτρέπει σήμερα στη ΧΑ επιδείξεις δύναμης, με σημαία την απαίτηση να πεταχτούν έξω από βιοτεχνίες κι εργοστάσια ξένοι εργάτες για να προσληφθούν στη θέση τους Έλληνες με το ίδιο μεροκάματο —18 ευρώ… Η αποτροπή μετατροπής όλης της χώρας σε ΕΟΖ είναι η καλύτερη προστασία απέναντι στις θέσεις αυτές, που φυσική τους επέκταση είναι να πετάγονται οι ξένοι ασθενείς απ’ τα νοσοκομεία και τα παιδάκια των μεταναστών απ’ τους παιδικούς σταθμούς. Ταυτόχρονα, η μη απόδοση ιθαγένειας στα παιδιά μεταναστών που γεννήθηκαν εδώ και δε νγνωρίζουν άλλη πατρίδα, δρα ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση. 6. Η ΧΑ έχει ως πρότυπο το Ναζιστικό Κόμμα της Γερμανίας. Ωστόσο, η πιο αποτελεσματική απομίμηση του NSDAP δεν είναι η υιοθέτηση του Ο αγών μου, αλλά οι τύπου Ταγμάτων Εφόδου νυχτερινές επιδρομές μπρατσωμένων αντρών ενάντια σε απομονωμένους μελαψούς λιπόσαρκους ανθρώπους. Ό,τι κατάσταση κι αν επικρατούσε όλα τα προηγούμενα χρόνια στη Μανωλάδα, είναι αμφίβολο αν θα εκδηλωνόταν η πρωτοφανής δολοφονική επίθεση ενάντια σε απλήρωτους ξένους εργάτες, αν δεν είχε προηγηθεί η πρόσφατη εξαχρείωση της πολιτικής ζωής. Και βέβαια η προπαγάνδιση μιας παντελώς ανιστόρητης θεωρίας «των δύο άκρων» —ανιστόρητη τόσο στη Γερμανία της Βαϊμάρης τότε, όσο και στην Ελλάδα σήμερα— δεν λειτουργεί παρά σαν άλλοθι, πριν απ’ όλα, στη νεοναζιστική δράση. Η μάχη ενάντια σ’ αυτά τα φαινόμενα δεν μπορεί να δοθεί και να κερδηθεί αναπτύσσοντας αντίπαλα στρατιωτικού τύπου σώματα. Πρέπει να δοθεί από τη μια με τον αποφασιστικό τερματισμό του καθεστώτος της ατιμωρησίας κι από την άλλη με τη μάχη στο επίπεδο των ιδεών και των αξιών: στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση απ’ αυτά που έλεγε ο Μάκης Βορίδης σε συνέντευξη του (Το Βήμα, 17.2.2013), καλώντας μας να καταλάβουμε ότι «οι ψευδοαξίες της γενιάς του Πολυτεχνείου ενταφιάστηκαν». Σήμερα χρειάζεται η συνάντηση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων με την τέχνη, τον πολιτισμό και τις αξίες μιας αγωνιζόμενης και αλληλέγγυας κοινωνίας και ανθρωπότητας, για να περιθωριοποιηθεί ο αγριανθρωπισμός, που στις μέρες μας απλώνεται σαν κηλίδα στην ελληνική κοινωνία. Κι αυτό, ανεξάρτητα απ’ τις βαθιές πολιτικές διαφορές μας, είναι στο χέρι όλων μας να επιδιώξουμε και να το πετύχουμε.


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

29

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Ο χώρος και ο χρόνος ως κοινωνικά φαινόμενα: οι δυνατότητες της πολιτικής Κριτική στις αντιλήψεις του ΚΚΕ και της συστημικής οικολογίας ΤΟΥ Γ. Π. ΣΤΑΜΟΥ

Γενικολογίες, στερεότυπα, απολυτότητα, αυταρέσκεια και κλειστότητα είναι μερικά από τα συμπτώματα που φαίνεται να κυριάρχησαν στις διαδικασίες του 19ου Συνεδρίου του ΚΚΕ. Τουλάχιστον αυτό μετέφερε ο απόηχος που έφτασε εκτός των τειχών. Είμαι της γνώμης ότι τα παραπάνω σχετίζονται, εκτός όλων των άλλων, και με το γεγονός ότι η ρητορική του κόμματος μπλέκει αδιάκριτα τον χρόνο της πολιτικής με τον χρόνο της Ιστορίας, καθώς και το τοπικό με το παγκόσμιο. Όπως, αντίστοιχα, διάφοροι οικολογικοί νατουραλισμοί εξισώνουν το τοπικό με το πλανητικό ή τον χρόνο της πολιτικής με τον γραμμικό φυσικό χρόνο. Δεν θα κομίσω βέβαια γλαύκα στην Αθήνα, αν πω ότι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η πολιτική βρίσκεται σε στενή συνάφεια με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η ροή του χρόνου, αλλά και η ιδιαιτερότητα του χώρου όπου η πολιτική θα εφαρμοστεί. Ή, με άλλα λόγια, το πώς γίνεται αντιληπτή η πολιτική αξία του χωροχρόνου, δηλαδή το πώς μιλάμε για πολιτική με τρόπο συγκεκριμένο: για την καθολική μεν, πλην πάντα συγκεκριμένη στον χώρο και τον χρόνο, δυναμική των φαινομένων.

Ένα παράδειγμα: Πώς μελετάμε την αέρια ρύπανση στη Θεσσαλονίκη Καθώς περνάμε από τη μια κλίμακα του χωροχρόνου στην επόμενη, βέβαια, διαφοροποιούνται και οι δυνάμεις που κινητοποιούν τα κοινωνικά φαινόμενα, παρόλο που μεταξύ τους υφίστανται διασυνδέσεις διαφόρων τύπων. Για παράδειγμα, η αέρια ρύπανση στη Θεσσαλονίκη και η κλιματική αλλαγή στο επίπεδο του πλανήτη είναι δύο διαφορετικά φαινόμενα, αναφέρονται σε δύο εντελώς διαφορετικές χωροχρονικές κλίμακες και ελέγχονται από εντελώς διαφορετικούς μηχανισμούς, ωστόσο διασυνδέονται μεταξύ τους. Η διασύνδεση αυτή όμως δεν είναι ούτε άμεση ούτε ευθεία, οπότε ανακύπτει το ερώτημα: Πώς και σε ποιο βαθμό μπορούμε να προβάλουμε σε μια κατώτερη κλίμακα (στο επίπεδο μιας πόλης, σήμερα), όσα διαδραματίζονται σε ένα ανώτερο επίπεδο (στο πλανητικό επίπεδο, στη μακρόσυρτη χρονική κλίμακα της κλιματολογίας), αλλά και το αντίστροφο; Το να πούμε, όπως το ΚΚΕ, ότι για την ατμοσφαιρική ρύπανση στην πόλη ευθύνεται ο καπιταλισμός ή, όπως οι συστημικοί οικολόγοι, ότι ευθύνεται η αλλαγή του κλίματος είναι σαν να μη λέμε τίποτα. Αν θέλουμε να μιλήσουμε ουσιαστικά, οφείλουμε να είμαστε συγκεκριμένοι. Αυτό σημαίνει, πρώτα, να ορίσουμε τη χρονική διάρκεια της συγκυρίας για την οποία συζητάμε. Στην περίπτωσή μας, από το 1960 κι εδώ. Έπειτα, πρέπει να μιλήσουμε για τους μηχανισμούς που γεννούν τα φαινόμενα. Πώς η συγκέντρωση των πηγών αέριων εκπομπών —μεταποίηση, αυτοκίνητα, καλοριφέρ κλπ.— σε χώρους με τη φυσιογραφία της Θεσσαλονίκης αναμένεται να επηρεάσουν την ατμοσφαιρική ποιότητα, καθώς και για τις αναμενόμενες συνέπειες στα φυσικά συστήματα και τους ανθρώπους. Μετά, να μιλήσουμε για τις συνθήκες που συνέτειναν στη δημιουργία του προβλήματος. Πώς και γιατί μια πόλη 200.000, με χαμηλής όχλησης μεταποιητικές μονάδες κατανεμημένες εντός της οικιστικής ζώνης (κατά βάση Χαριλάου και Τούμπα), με συγκεκριμένη γεωγραφική θέση και φυσιογραφία, εξελίχθηκε, μέσα σε λίγες δεκαετίες, σε μεγαλούπολη του 1,5 εκατομμυρίου. Πώς και γιατί βρέθηκε περικυκλωμένη, και στις δύο πλευρές της, από βαριάς όχλησης (βόρεια) και ελαφρότερης όχλησης (νότια) μεταποιητικές μονάδες, πώς

Ο Γ. Π. Στάμου διδάσκει στο Τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ

Έργο του Κάζιμιρ Μάλεβιτς, 1911

δηλαδή η μεταπολεμική καπιταλιστική ολοκλήρωση επέβαλε τη συγκέντρωση της μεταποίησης στη βάση εντοπισμένων πληθυσμιακών υπερσυγκεντρώσεων. Να πούμε γιατί υιοθετήθηκαν αυτά και όχι άλλα αναπτυξιακά και κυκλοφοριακά πρότυπα, και γενικότερα για το πώς οργανώθηκε η ζωή στον εμπορευματοποιημένο χώρο και χρόνο του νέου άστεος, τους νέους συσχετισμούς στην εποχή της παγκοσμιοποίησης κλπ. Aφού τα πράξουμε όλα αυτά, μπορούμε να αναλύσουμε τα εμπειρικά δεδομένα και να αποφανθούμε για την αέρια ρύπανση στην πόλη. Τότε, και μόνο τότε, δικαιούμαστε να καταμερίσουμε ευθύνες στον καπιταλισμό, την παγκόσμια κλιματική αλλαγή, την τοπική φυσιογραφία, στην τυχαιότητα, στους συνδυασμούς όλων των παραπάνω. Αφού δηλαδή οριοθετήσουμε τη συγκυρία, τον χώρο και τον χρόνο αναφοράς, προχωράμε στην εκτίμηση των στοιχείων που τη συγκροτούν καθώς και τις μεταξύ τους σχέσεις.

Κυρίαρχα στερότυπα: ένας «παγωμένος» χρόνος και χώρος Αυτονόητα πράγματα ίσως, πλην όχι και τόσο αυτονόητα για μπλοκ εξουσίας που επιδιώκουν την απρόσκοπτη αναπαραγωγή τους. Το κυρίαρχο στερεότυπο συλλαμβάνει τη ροή του χρόνου και την οργάνωση του χώρου ως μεταβλητές ανεξάρτητες από τα κοινωνικά δρώμενα, έτσι ώστε η έννοια του χωροχρόνου να καθίσταται ομογενής, απόλυτη και χωρίς πολιτική αξία. Εκεί, η ζωή διαδραματίζεται σε συνθήκες κοινωνικής ακινησίας με τη χωροχρονική ομοιογένεια να ανάγεται σε οργανώτρια αρχή των κοινωνικών φαινομένων. Εκεί, ο χρόνος έχει πάντα μια αρχή. Για παράδειγμα, η αρχή του κοσμολογικού χρόνου συμπίπτει με τη Μεγάλη Έκρηξη, ενώ η αρχή του ιστορικού χρόνου των σύγχρονων ταξικών κοινωνιών ταυτίζεται χονδρικά με τα τέλη του 18ου αιώνα, τότε που ξέσπασαν η Αμερικανική και η Γαλλική Επανάσταση. Εκεί, ο χρόνος έχει και ένα τέλος: το τέλος του πλανητικού χρόνου συμπίπτει με το πάγωμα του Ήλιου, ενώ τέλος στην Ιστορία επιβάλει το τέλος των ιδεολογιών. Από τη μεριά της, η εικόνα του χώρου μοιάζει με εκείνη μιας χύτρας όπου βράζει ο κοινωνικός χυλός. Η γραμμικότητα του χρόνου και η ομοιογένεια του χώρου

σχηματοποιούν ένα αδιαφοροποίητο μέσον. Ο χώρος δεν έχει ιδιαιτερότητες, γωνίες, προεξοχές, λακκούβες και καμπυλότητες. Ο χρόνος δεν έχει πυκνώματα και αραιώματα. Σε ένα τέτοιο αδιαφοροποίητο μέσον, γίνεται αδύνατον τα πράγματα και οι μεταξύ τους σχέσεις να προσδιοριστούν σε αναφορά με συγκεκριμένες χωροχρονικές δομές (συνέβη εκεί, τότε), αφού όλες οι στιγμές είναι ίδιες και όλοι οι τόποι όμοιοι. Ούτε λίγο ούτε πολύ, αιτίες και αφορμές παύουν να έχουν νόημα. Έτσι, τα φαινόμενα καταντούν είτε εντελώς τοπικά και δεν συσχετίζονται μεταξύ τους (η ρύπανση του Θερμαϊκού δεν σχετίζεται με εκείνη του Παγασητικού ούτε και η αποβιομηχάνιση του Βόλου με εκείνη της Θεσσαλονίκης) ή τόσο όμοια ώστε οι ίδιες αιτίες (π.χ. ο καπιταλισμός και η επιδίωξη του κέρδους) να επάγουν τη ρύπανση τόσο στον Θερμαϊκό όσο και στον Παγασητικό, καθώς και την αποβιομηχάνιση στις δύο πόλεις. Αλλιώς θα δούμε τα πράγματα αν συνδέσουμε τη ροή του χρόνου με την εκδίπλωση του κοινωνικού φαινομένου σε συγκεκριμένο χώρο. Θα μιλήσουμε για υλικές διαδικασίες και υλικούς μηχανισμούς, ιδεολογίας, καταστολής, κυκλοφορίας, συσσώρευσης κλπ. που αναπτύσσονται στον χώρο και ανελίσσονται στον χρόνο. Μια τέτοια αντίληψη των πραγμάτων θέλει τον χωροχρόνο —σε ένα βαθμό τουλάχιστον— πολιτιστικό προϊόν: η χρονική μονάδα και η μονάδα του χώρου γίνονται μεταβλητές εξαρτημένες από τις περιπέτειες του κοινωνικού φαινομένου. Ο χρόνος παύει να είναι γραμμικός και ο χώρος αδιαφοροποίητος. Σε ορισμένες θέσεις και χρονικές στιγμές τα κοινωνικά γεγονότα πυκνώνουν· σε άλλες, αραιώνουν. Κοντολογίς, ο χώρος, ο χρόνος και η δυναμική των φαινομένων είναι κατηγορίες αλληλένδετες, που συγκροτούν ένα όλον. Η καθεμιά νοηματοδοτεί τις άλλες δύο, αλλά και νοηματοδοτείται από αυτές.

Αριστερά: η αναγκαία διάκριση ανάμεσα στην πολιτική και την ιστορική συγκυρία Στην περίπτωση της ελληνικής Αριστεράς, αναγνωρίστηκαν από νωρίς οι ιδιαιτερότητες του χώρου και περιγράφηκαν οι αντιθέσεις ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο, και η δυναμική τους. Η εστίαση ωστόσο έγινε στο πολιτικό νόημα του χρόνου. Σε συμφωνία με τη βασική θεωρία, η διάρκειά της εξισώθηκε με το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στις κορυφώσεις των κυκλικών οικονομικών κρίσεων. Η απόπειρα υπήρξε ατελής για δύο λόγους. Ο πρώτος σχετίζεται με το γεγονός ότι εκείνη την εποχή, η διάρκεια των κυκλικών οικονομικών κρίσεων (και συνακόλουθα η μονάδα του πολιτικού χρόνου) εθεωρείτο γενικά σταθερή. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την αντίληψη ότι οι αλλαγές, που στη διάρκεια του ιστορικού χρόνου συμβαίνουν στο οικονομικό επίπεδο, υπερκαθορίζουν την πολιτική δράση στο επίπεδο του εποικοδομήματος. Η πρόσληψη αυτή όμως δεν βοηθά να γίνει η αναγκαία διάκριση ανάμεσα στην πολιτική και την ιστορική συγκυρία. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, διαμορφώθηκε μια παράδοση που θέλει την Ιστορία να οδηγεί αναπόφευκτα, μέσα από γνωστά και καλά καθορισμένα βήματα, σε ένα τέλος, την παγκόσμια αταξική κοινωνία, όπου η Ιστορία σταματά. Υπ’ αυτό το πρίσμα, η ιστορική επικράτηση του καπιταλισμού έκανε τα φαινόμενα να διαβάζονται ως αδιαίρετα και παγκόσμια, που συμβαίνουν με τον ίδιο τρόπο παντού, και μάλιστα με κανονικότητες αναλλοίωτες. Εκτιμώ ότι εδώ ανέκυψε η αντίφαση ανάμεσα στον χρόνο της Ιστορίας, δηλαδή στο δρομολόγιο προς τη σοσιαλιστική κοινωνία, και τον χρόνο της πολιτικής, δηλαδή τον ρεαλισμό της καθημερινότητας. Η αντίφαση έγκειται στο ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 35


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

30

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η Αριστερά και το Ευαγγέλιο ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΛΑΣΚΟΥ

Να ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής πως δεν μιλώ ως ειδικός. «Κόκκινος και όχι ειδικός», είναι ο προσδιορισμός που ταιριάζει καλύτερα, νομίζω, στην περίσταση. Επιπλέον, εξηγούμαι πως δεν πρόκειται να ανακοινώσω τη «γραμμή» του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τα θέματα της θρησκείας. Όσα ακολουθoύν είναι η προσωπική τοποθέτηση ενός ανθρώπου που είναι από χρόνια ενταγμένος στη ριζοσπαστική Αριστερά και θεωρεί αυτή την ένταξη κεντρικό στοιχείο της ταυτότητάς του. Όπως ακριβώς οι πιστοί δεν μπορούν να αντιληφθούν τον εαυτό τους χωρίς την πίστη, έτσι κι εγώ αδυνατώ να υπάρχω χωρίς την κομμουνιστική και ελευθεριακή μου ένταξη. Και αυτό δεν συνιστά μια ιδιωτική μου υπόθεση. Όσο δεν μπορείς να είσαι χριστιανός χωρίς Εκκλησία, άλλο τόσο δεν μπορείς να είσαι κομμουνιστής χωρίς κόμμα. Να κάνω, ακόμη, μια προκαταρκτική, περισσότερο θεωρητική, διευκρίνιση: ο μαρξισμός είναι θεωρία της Ιστορίας, και όχι φιλοσοφικό σύστημα. Απεχθάνεται μάλιστα σφόδρα τα συστήματα. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, δεν έχει αντιθεολογικές, ειδικά, αξιώσεις.

Ο Μαρξ και η θρησκεία «Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Η συγκεκριμένη πρόταση είναι από τις γνωστότερες που αποδίδονται στο Μαρξ. Συγκρίσιμο ως σήμα-κατατεθέν του μαρξικού ανθολογίου είναι, ίσως, μόνο το «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε!», άντε και το «Οι προλετάριοι δεν έχουν να χάσουν παρά τις αλυσίδες τους» ή το «Οι προλετάριοι δεν έχουν πατρίδα». Και, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, πολύ συχνά ο αποδέκτης ή και ο χρήστης του έχει μια στρεβλή ή τουλάχιστον ελλειμματική άποψη σχετικά με το νόημα που του απέδιδε ο αρχικός του δημιουργός. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν ο τελευταίος δεν το φαντάστηκε ως μότο ή σύνθημα, αλλά το διατύπωσε ως τμήμα ενός ευρύτερου κειμένου με συγκεκριμένα συμφραζόμενα. Ας θυμηθούμε, λοιπόν, τι ακριβώς έγραψε ο Μαρξ στη Συμβολή στην κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας του δικαίου. Λέει: «Η θρησκεία είναι ο αναστεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, το πνεύμα μιας χωρίς πνευματικότητα κατάστασης. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού […] Η κριτική της θρησκείας είναι, επομένως, η εμβρυακή κριτική της κοιλάδας των δακρύων, που φωτοστέφανό της είναι η θρησκεία […] Η κατάργηση της θρησκείας ως απατηλής ευτυχίας του λαού σημαίνει απαίτηση της πραγματικής της ευτυχίας. Η απαίτηση της εγκατάλειψης των ψευδαισθήσεων για την κατάστασή του είναι η απαίτηση της εγκατάλειψής του μιας κατάστασης που χρειάζεται τις ψευδαισθήσεις». Κι αυτό βγάζει εντελώς άλλο νόημα. Φυσικά, ο Μαρξ υποβάλλει σε απηνή κριτική τη θρησκεία. Η κριτική του, ωστόσο, αφορά πρωτίστως τον ρόλο της θεσμικής Εκκλησίας στο εξουσιαστικό πλέγμα των ταξικών κοινωνιών. Την κρίνει ως εξουσία, που ασκήθηκε πολλές φορές σκληρά απέναντι στους ταπεινούς και καταφρονεμένους, στους οποίους ο λόγος του Χριστού ευαγγελίστηκε πως σ’ αυτούς ανήκει η Βασιλεία των Ουρανών. Ως οπαδός της εξισωτικής χειραφέτησης, στο όνομα της υπέρτατης αξίας της ισότητας δεν θα μπορούσε παρά να είναι εχθρός κάθε ιεραρχίας — και της ιερής.

Εκλεκτικές συγγένειες: Εξισωτισμός Αντίθετα με την κρατούσα άποψη, ο μαρξισμός αισθάνεται διαχρονικά πολύ οικεία με τα σχήματα των ευαγγελίων. Και όχι μόνο. Στη μακριά σειρά των χειραφετητικών κινημάτων, από τον Κλεομένη και τον Αριστόνικο, τον Σπάρτακο, τους Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης, τον Τόμας Μύντσερ και τους Αναβαπτιστές,

Ο Χρήστος Λάσκος είναι οικονομολόγος, μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Το κείμενο αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της εισήγησής του στοσυνέδριο «Εκκλησία και Αριστερά», που οργάνωσε το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, 2223.1.2013

Ρέμπραντ, «O Iησούς εκδιώκει τους εμπόρους από τον ναό», 1626

τους βρετανούς Levelers και τους γάλλους εξισωτιστές επαναστάτες μέχρι τις μεγάλες εργατικές επαναστάσεις του 19ου ή του 20ού αιώνα, ο χριστιανισμός κατέχει περίβλεπτη θέση. Για το σύνολο των μαρξιστών ιστορικών ο χριστιανισμός αντιπροσωπεύει μια μεγάλη εξέγερση των ταπεινών της ύστερης δουλοκτητικής αρχαιότητας. Και τα τεκμήρια, ως προς αυτό, δεν είναι μόνο ιστορικοϋλιστικά ή κοινωνιολογικά. Τα Ευαγγέλια, καθαυτά, αλλά και οι κοινοκτημονικές πρακτικές του πρώιμου χριστιανισμού είναι ο σημαντικότερος δείκτης. Η οικειότητα, μάλιστα, γίνεται βαθιά, όταν ο αριστερός ακούει τα λόγια του Χριστού «Μακάριοι είναι οι φτωχοί…» ή, ακόμη περισσότερο, πως «ευκολότερο είναι να περάσει καραβόσκοινο από το μάτι της βελόνας, παρά να εισέλθει πλούσιος στο Βασίλειο του Θεού». Το ίδιο κι όταν διαβάζει την Ομιλία προς τους πλουτούντας του Μεγάλου Βασιλείου, που δώρισε η Αυγή στους αναγνώστες της, σε μετάφραση Γιώργου Κοροπούλη, τη μέρα των Θεοφανείων. Πραγματικά δεν νομίζω πως οι προηγούμενες διατυπώσεις είναι λιγότερο ριζοσπαστικές από το επαναστατικό απόφθεγμα πως «δεν αρκεί να είσαι με τους φτωχούς, πρέπει να είσαι και εναντίον των πλουσίων». Η βίαιη επίθεση του Ιησού εναντίον των εμπόρων του Ναού, μαζί και η διαχρονική αντιμετώπιση του χρήματος ως μιαρού και του τόκου ως αμαρτίας, τουλάχιστον από τους Ορθόδοξους και τους Καθολικούς, εικονοποιεί με πολύ σαφή τρόπο αυτήν την πρακτική στάση. Ο Χριστός είναι με τους αναγουήμ αδιάλλακτα, είναι στην πλευρά των ενδεών και των απόκληρων. Τον Χριστό των Ευαγγελίων, όπως γράφει ο Τέρυ Ήγκλετον (Λογική, Πίστη και Επανάσταση, μετ. Πέτρος Γεωργίου Πατάκης, 2011), «θα τον γνωρίσεις αληθινά όταν δεις το πεινασμένο πλάσμα να χορταίνει με όλα τα καλά και τους πλούσιους να αποδιώχνονται, μένοντας με άδεια χρόνια». Αν, όμως, το κεντρικό μήνυμα των Ευαγγελίων είναι πως «η τραυματική αλήθεια της ανθρώπινης ιστορίας είναι ένα βασανισμένο και παραμορφωμένο σώμα», που είναι προορισμένο να αναστηθεί, τότε οι μαρξιστές δεν μπορεί παρά να δείχνουν το μέγιστο ενδιαφέρον.

Νεοφιλελεύθερος αθεϊσμός Είναι γνωστό πως τα τελευταία χρόνια ένας αριθμός, αγγλοσαξόνων κυρίως, διανοητών (Ο Ντώκινς με την Περί Θεού

αυταπάτη, ο Χίτσενς με το Ο Θεός δεν είναι μεγάλος, ο Ντάνιελ Ντένετ κ.ά.) έχουν, στο όνομα της πάλης εναντίον του φονταμενταλισμού, επιτεθεί με μεγάλη σφοδρότητα στην θρησκεία. Οι φιλελεύθεροι αυτοί διανοητές, σε αντίθεση με τους μαρξιστές, ενορχηστρώνουν την επίθεσή τους χτυπώντας, με απλοϊκό εντέλει τρόπο, στα αδύνατα σημεία, ενώ η εντιμότητα θα επέβαλλε έναν προσανατολισμό στα δυνατά σημεία του αντιπάλου. Φτιάχνουν, έτσι, μια καρικατούρα αυτού που υπήρξε χωρίς αμφιβολία ίσως η πιο εκτεταμένη και διαχρονική λαϊκή κουλτούρα της ανθρώπινης ιστορίας. Και αφιερώνουν εκατοντάδες σελίδες χωρίς να παραδέχονται το παραμικρό ανθρώπινο όφελος, που να έχει απορρεύσει από την θρησκευτική εμπειρία. Γι’ αυτούς, οι μυριάδες ανθρώπων που θυσίασαν το βόλεμά ή και τη ζωή τους ακόμη για τους άλλους στο όνομα του Χριστού, του Αλλάχ απλά είναι σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Εξαχνώνονται από την ιστορία χωρίς ίχνος. Στην πραγματικότητα, αυτό που έχουμε εδώ είναι η τεράστια διαστροφή, που ονομάζεται επιστημονισμός και τείνει να περιλάβει ως αντικείμενο αποδόμησης ακόμη και όσα —ή, κυρίως, όσα— δεν μπορεί ούτε στοιχειωδώς να κατανοήσει. Είναι η άλλη πλευρά της καπιταλιστικής νεοτερικότητας, στην οποία οι Χορκχάιμερ και Αντόρνο, ήδη από τη δεκαετία του 1940, με τη Διαλεκτική του Διαφωτισμού, εντάσσουν τόσο την πενικιλίνη όσο και το Άουσβιτς. Είναι η πλευρά, από την οποία ο κοινός νεοφιλελεύθερος «υλισμός» και η τεχνοκρατία παράγει τέρατα. Με δεδομένο πως η καπιταλιστική κουλτούρα είναι βουτηγμένη στο αίμα όσο καμιά άλλη στην ανθρώπινη ιστορία ο Ήγκλετον και πάλι σημειώνει πως «το προηγμένο καπιταλιστικό σύστημα είναι εγγενώς αθεϊστικό. Είναι άθεο τόσο στις απτές υλικές προοπτικές του όσο και στις υπονοούμενες σε αυτές αξίες και πεποιθήσεις, ό,τι κι αν διατείνονται ορισμένοι από τους απολογητές του. Υπό αυτήν την έννοια, το καπιταλιστικό σύστημα είναι αθεϊστικό με όλους τους λάθος τρόπους, ενώ ο Μαρξ και ο Νίτσε είναι αθεϊστές με τους σωστούς κατά κανόνα τρόπους». tst Πρέπει να υπογραμμιστεί το συγκεκριμένο σημείο γιατί συνήθως είναι ο μαρξισμός, που ελέγχεται ως φορέας του μηχανιστικού υλισμού. Ουδέν αναληθέστερον για όποιον έχει στοιχειώδη γνώση του μαρξιστικού φιλοσοφικού προβληματισμού. Ο μαρξισμός δεν ισχυρίζεται πως «η ψυχή έχει μάζα». Αυτό που λέει είναι πως «οι ιδέες είναι πρακτικές» κι όχι όντα πτερόεντα. Αυτή η πρακτική του διάσταση είναι η καρδιά αυτού που αντιλαμβάνεται ως υλισμό και, από αυτήν την άποψη, και πάλι προσεγγίζει έναν ορισμένο χριστιανισμό. Συμφωνεί με τον Πασκάλ, όταν αυτός ισχυρίζεται πως «δεν πιστεύεις κι έτσι γονατίζεις και προσεύχεσαι», αλλά «γονατίζεις, προσεύχεσαι, πιστεύεις». Ο υλισμός, που συνήθως προσάπτεται από τους ανθρώπους της θρησκείας στον μαρξισμό, είναι αυτό που οι ίδιοι οι μαρξιστές αποκαλούν «χυδαίο υλισμό» και ταιριάζει ακριβώς στο νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό φαντασιακό. Και, από αυτήν την άποψη, η «αποδόμηση» του μαρξισμού από την θρησκεία μοιάζει με αυτήν που κάνουν οι φιλελεύθεροι αθεϊστές στη χριστιανική διδασκαλία. Η εχθρότητα, βέβαια, είναι εξηγήσιμη. Προκύπτει από την σφοδρότητα, με την οποία το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα συγκρούστηκε με την εκκλησιαστική εξουσία, η οποία συχνά στην ιστορία του κόσμου υπήρξε από τις βαρύτερες μορφές εξουσίας. Εξηγείται, όμως, και από τη βάρβαρη και μισαλλόδοξη αντιμετώπιση πολλών πιστών στις κοινωνίες του «ανατολικού στρατοπέδου». Μόνο που η αλήθεια αυτής της εμπειρίας δεν μπορεί να σβήσει την εντελώς διαφορετική, ανοιχτή και μεγαλόκαρδη, πρακτική της μεγάλης Ρωσικής Επανάστασης, για την οποία αν δεν εκλείψει η κοιλάδα των δακρύων κανείς δεν μπορεί να διαγράψει με διατάγματα την θρησκεία.

Λύτρωση και (ή) απελευθέρωση Αν θα έπρεπε να ονομάσουμε έναν κομμουνιστή, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική συνείδηση του καιρού του και του κινήματος, στο οποίο συμμετείχε, νομίζω πως ο


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

35

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Βάλτερ Μπένγιαμιν θα ήταν ο κατεξοχήν υποψήφιος. Εμμένοντας —στις «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας»— πως η επανάσταση επιβάλλεται όχι ως δώρο προς τις μέλλουσες γενιές, αλλά ως υποχρέωση προς τις παρελθούσες ταπεινωμένες και καταπιεσμένες γενιές των ταξικών κοινωνιών θύμισε πως «ο Μεσσίας δεν έρχεται μόνο ως λυτρωτής, αλλά και ως νικητής του Αντίχριστου». Και χρησιμοποίησε την χριστιανική-μεσσιανική αντίληψη του χρόνου, για να αρνηθεί τη νομοτελειακή εικόνα τους αναπόφευκτου της ανοδικής προόδου, που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του σοσιαλδημοκρατικού θετικισμού. Ο Μπένγιαμιν, μαζί με τους φίλους του σπαρτακιστές εξεγερμένους του 1919 —και, κυρίως, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τη μάρτυρα της Γερμανικής Επανάστασης— ήξερε πως «το κάθε δευτερόλεπτο είναι η μικρή πύλη, από την οποία μπορεί να περάσει ο Μεσσίας». Και, έτσι, διάβαζε τη Βασιλεία του Θεού ως εκείνες τις σκόρπιες, συχνά καταδικασμένες σε αποτυχία, μάχες εξ ονόματος των καταπιεσμένων, ιδωμένες, κατά κάποιον τρόπο, από την σκοπιά της αιωνιότητας. Όπως ακριβώς ο Χριστός ήρθε μια τυχαία στιγμή και μπορεί να επιστρέψει οποτεδήποτε, χωρίς καμιά αιτιακή χρονική αλυσίδα να μπορεί να προβλέψει την ώρα, έτσι και η Επανάσταση είναι συμβάν μη προσδιορίσιμο. Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, οι άνθρωποι πρέπει να προετοιμάζονται. Ο Σάββας Μιχαήλ προβλέπει για την εποχή μας: «Όπως τον καιρό εκείνο, στην αυγή της Ρωσικής και της Γερμανικής Επανάστασης, καθόλου τυχαία ο Μπένγιαμιν και ο Ερνστ Μπλοχ ή ο αναρχικός Λαντάουερ ξαναβλέπουν τη Βίβλο με άλλο μάτι, μέσα σε μια Ευρώπη παραδομένη στις φλόγες, πιστεύω πως και τώρα υπάρχουν βαθύτατα ιστορικά ρεύματα που οδηγούν στην επανεμφάνιση μιας τέτοιου είδους προβληματικής» (στον συλλογικό τόμο Ο θεός της Βίβλου και ο θεός των φιλοσόφων, επιμ. Σταύρος Ζουμπουλάκης, Άρτος Ζωής, Αθήνα, 2012). Δεν ξέρω αν θα επιβεβαιωθεί η πρόβλεψή του, αλλά, σε ό,τι αφορά το σύγχρονο μαρξισμό, δεν είναι τυχαία, νομίζω, η κεντρικότητα της φιλοσοφικής αναφοράς στον Σπινόζα, αυτό τον

Φραντσέσκο Μπονέρι, «O Iησούς εκδιώκει τους εμπόρους από τον ναό», 1610

«Χριστό των φιλοσόφων», για τον οποίο ο Ιησούς υπήρξε ο κορυφαίος των σοφών, χάρη στη διδασκαλία του οποίου ακόμη και οι αδαείς και οι αμαθείς μπορούν πλέον να σωθούν. tst Οι κομμουνιστές αγωνίζονται για την υπέρβαση του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας αταξικής κοινωνίας ισότητας και ελευθερίας. Δεν είναι, όπως προείπαμε, μόνο με

τους φτωχούς, αλλά και μαχητικά εναντίον των πλουσίων. Κι αυτό σημαίνει προσανατολισμό σε μεγάλη, ακραία ταξική σύγκρουση. Γιατί, όπως είπε ο μεγάλος προτεστάντης θεολόγος του 20ού αιώνα Καρλ Μπαρτ, το καπιταλιστικό σύστημα είναι «σχεδόν αναμφίβολα δαιμονικό». Η υπέρβασή του είναι προϋπόθεση για την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπινου προσώπου.

Ο χώρος και ο χρόνος ως κοινωνικά φαινόμενα ΣΥΝΕΧΕΙΑ AΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 29

γεγονός ότι αν στον ιστορικό χρόνο μπορεί κανείς να διαγνώσει, έστω και σε πολύ αδρές γραμμές, γραμμικότητες και ντετερμινισμούς, στον πολιτικό χρόνο κυριαρχούν η ενδεχομενικότητα, οι παλινδρομήσεις και οι ανατροπές. Εκτιμώ εντέλει ότι, σε μεγάλο βαθμό, το αδιέξοδο του ΚΚΕ οφείλεται στο ότι μοιάζει ανίκανο να κάνει το δύσκολο: να επιλύσει τη διαλεκτική αντίφαση ανάμεσα στον τελικό στόχο της σοσιαλιστικής κοινωνίας και τον ρεαλισμό, δηλαδή να αποκαταστήσει την ενότητα ανάμεσα στη μικροκλίμακα της πολιτικής και τη μακροκλίμακα της Ιστορίας. Αντίθετα, επιλέγει το εύκολο: να υποτάξει την πολιτική στην Ιστορία. Ωστόσο, οι τραυματικές εμπειρίες που προκάλεσε η αργή κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» (αργή, παρά το εκκωφαντικό φινάλε) αναδεικνύουν τη ματαιοπονία της επιβολής πολιτικών λύσεων στην Ιστορία. Ακόμα περισσότερο, δείχνουν πόσο αναγκαία είναι η υπέρβαση της διάκρισης ανάμεσα στην πολιτική και την Ιστορία και πόσο επιζήμια η ιδέα της ομοιογένειας του χωροχρόνου.

Στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης Απόλυτα κυρίαρχος μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ο καπιταλισμός της χρηματοπιστωτικής αναλγησίας οδηγήθηκε με τη σειρά του σε κρίση, που στη χώρα μας προσέλαβε άγριες διαστάσεις. Πολλοί περιγράφουν τη συγκυρία της καπιταλιστικής κρίσης ως μεσο-φάση, όπου το πέρασμα από τη βιομηχανική στη μεταβιομηχανική κοινωνία της πληροφορικής και των αυτοματισμών δεν έχει ολοκληρωθεί. Από την πλευρά του, ο καπιταλισμός επιδιώκει να οργανώσει εκείνο το κοσμοείδωλο που θα ορίζει προδιαγραφές μετάβασης που διασφαλίζουν την αναπαραγωγή του εκμεταλλευτικού του χαρακτήρα. Αναγκαία προϋπόθεση είναι η δημιουργία μιας απατηλής αντίληψης συνέχειας, όπου στην πορεία από το γιγαντιαίο εργοστάσιο της βιομηχανικής εποχής στο αποκεντρωμένο, εξειδικευμένο και αυτοματοποιημένο εργαστήρι της μεταβιομηχανικής κοινωνίας, τίποτα δεν αλλάζει επί της ουσίας — και σίγουρα όχι ο εκμεταλλευτικός χαρακτήρας του συστήματος. Τούτο όμως δεν είναι αλήθεια. Κατά τη μεσο-φάση συμβαίνουν ριζικές κοινωνικές με-

ταβολές, ο χρόνος πυκνώνει πολύ και ο χώρος αποκτά καινούργια νοήματα. Για τον καπιταλισμό αυτό είναι ανυπόφορο, αφού η απατηλή εικόνα της συνέχειας αίρεται. Η απλούστερη και ταυτόχρονα πιο αποτελεσματική λύση είναι η τέλεια έκθλιψη του χωροχρόνου. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν οριστεί κατάλληλα η μονάδα του κοινωνικού χρόνου και ομογενοποιηθεί ο χώρος, οπότε οι τόποι και οι αποστάσεις χάνουν το νόημά τους. Ένα καλό παράδειγμα μας το αφηγείται η συστημική οικολογία. Το συγκεκριμένο ρεύμα προβάλλει την ιδέα ότι το φυσικό περιβάλλον διαθέτει πεπερασμένη χωρητικότητα και όταν η κοινωνία την ξεπεράσει ανακύπτει πρόβλημα. Τότε, μας διδάσκει η θεωρία της Γαίας, η φύση, προκειμένου να αυτοπροστατευτεί, αντιδρά και εκδικείται τον αλαζόνα άνθρωπο με τους πλανητικών διαστάσεων αναδραστικούς μηχανισμούς που διαθέτει. Εδώ η ιδέα της αυτορυθμιζόμενης φύσης ανάγεται σε οργανώτρια αρχή των κοινωνικών φαινομένων, ο κοινωνικός χρόνος ανάγεται στον γραμμικό χρόνο της φυσικής και ο κοινωνικός χώρος αποκτά πλανητικές διαστάσεις. Έτσι, όταν η οικολογία μιλάει για βιοποικιλότητα και εξα-

φάνιση ειδών, στην πραγματικότητα αναφέρεται σε φαινόμενα δαρβινικής εξέλιξης, η εκδίπλωση των οποίων μετριέται με χρονική μονάδα τους γεωλογικούς αιώνες. Όταν μιλάει για την κλιματική αλλαγή αναφέρεται σε φαινόμενα με πλανητικό πεδίο εφαρμογής. Κατ’ αναλογία, με βάση τις ομογενείς αναπαραστάσεις περί χωροχρόνου, η μετάβαση από τη μια φάση κοινωνικής οργάνωσης στην άλλη δεν είναι παρά απλό επεισόδιο μιας συνεχούς ανέλιξης, όπου το καθετί κρίνεται με βάση το κατά πόσον παραβιάζει τα περιβαλλοντικά όρια. Το συμπέρασμα είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ομομορφικές αναπαραστάσεις που εκδηλώνονται με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο στα διάφορα πεδία της ανθρώπινης πράξης. Πρόκειται για άκρως συντηρητικές αναπαραστάσεις που, στην περίπτωση της συστημικής οικολογίας, όπως και του ΚΚΕ, λειτουργούν αμυντικά, απαλύνοντας έστω και αμυδρά τον τρόμο των ανθρώπων μπροστά στο άδηλο μέλλον που εγκυμονούν οι ραγδαίες κοινωνικές και φυσικές αλλαγές, που συνεπάγεται η μετάβαση στην επόμενη φάση. Γ. Π. ΣΤΑΜΟΥ


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

36

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κινδυνεύει η δημοκρατία; ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Είναι κοινός τόπος η κρίση της δημοκρατίας. Η κυβέρνηση Σαμαρά συνδέει την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας με την «κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Η επίκλησή της είναι ένσκοπη ενέργεια, που σχετίζεται με την παραβίαση μιας αρχής συστατικής για το κοινωνικό κράτος δικαίου: το κράτος δεν δικαιούται να εγκαταλείπει τον ρυθμιστικό ρόλο του και τη συναφή εξουσία, που του αναγνωρίζει το Σύνταγμα, να μεριμνά για την ίση και ευχερή πρόσβαση όλων στα δημόσια κοινωνικά αγαθά, όπως είναι η κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, η παιδεία, η υγεία και η εργασία ως προϋπόθεση για αξιοπρεπή ζωή. Η αποσάθρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων προϋποθέτει την επίκληση της «έκτακτης ανάγκης».

Η αυταρχική διακυβέρνηση Η ηθικοπολιτική δικαιολόγηση αυτών των δικαιωμάτων γίνεται σε αναφορά προς την αξία της ίσης αξιοπρέπειας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Το εναγκαλιζόμενο με τον εσμό της ακροδεξιάς πρωθυπουργικό επιτελείο κηρύττει τον αναγκαίο περιορισμό αυτών των αρχών, τις οποίες διασύρει ως απολιθώματα της μεταπολίτευσης. Προφανώς και έχουν πρόβλημα με τη μεταπολίτευση όσοι δεν είχαν πρόβλημα με τη χούντα — με τη θρασεία αρωγή των ΜΜΕ, ορισμένα από τα οποία εξακολουθούν να δανείζονται από τις τράπεζες, όταν ένας μικροεπαγγελματίας δεν μπορεί. Ο τελευταίος πρέπει να πιστέψει ότι του φταίνε οι «Μεχμέτ» και οι «Χασάν» — απλώς και μόνο επειδή δεν τους λένε «Γιάννη» ή «Κώστα»—, αυτοί που σταυρώνονται από τους επανακάμψαντες Χίτες, οι οποίοι υψώνουν σβάστικες στις συνοικίες της Αθήνας. Η αυταρχική εκτροπή του νεοφιλελευθερισμού έχει ανάγκη τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, προκειμένου να πλήξει τη δημοκρατία και την Αριστερά, για να επιτύχει την υποταγή της δυσπραγούσας κοινωνίας.

Η ιδεολογική ταύτιση ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. και η συνεργασία με την Ακροδεξιά Ας αναρωτηθούμε: η διακυβέρνηση ασκείται δημοκρατικά ή αυταρχικά; Εάν ισχύει το δεύτερο, τότε, ως αξιωματική αντιπολίτευση, καλώς στηρίζουμε όσους δικαίως διαμαρτύρονται. Η ειρηνική διαμαρτυρία είναι έκφραση της δημοκρατικής νομιμότητας και του συλλογικού δημοκρατικού αυτοκαθορισμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ εντέλλεται να εκφράσει αυτή την αγανάκτηση, να τη θέσει εντός του αντιπολιτευτικού και προγραμματικού του λόγου και να την αναδείξει στο κοινοβούλιο και την κοινωνία. Όσοι λοιδορούν τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή στηρίζει τη διαμαρτυρόμενη κοινωνία, παραβλέπουν ότι αυτός πράττει με σεβασμό στην αντιπροσωπευτική μορφή του πολιτεύματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ασκώντας αντιπολίτευση, πράττει το καθήκον του. Αντιπροσωπεύει αυτούς που τον όρισαν αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι υπεύθυνη, θεσμική στάση, αναγκαία για την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Το πράττει και η κυβέρνηση; Θα πρέπει να εξετάσουμε πώς κυβερνά, καθώς και το ότι ακύρωσε το με-

Ο Στέφανος Δημητρίου διδάσκει φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

ταπολιτευτικό, καραμανλικό «συμβόλαιο», αναγνωρίστηκε έννομη προστασία, επειδή που προέβλεπε πολιτική αυστηρού διαχωριδιεκόπη η σχέση εργασίας τους. Το «μάθησμού Κεντροδεξιάς και Ακροδεξιάς: την άκρα μα» περιελάμβανε και τους εργαζόμενους για Δεξιά η καραμανλική Δεξιά την έθετε εκτός τους οποίους είχε εκδοθεί σχετική προσωρισυμμαχιών. νή διαταγή. Πρόκειται για τη διά νόμου καΥφιστάμεθα την επίθεση του κεφαλαίου τάργηση δικαστικών διαταγών, δηλαδή την εναντίον της κοινωνίας, σε όλη την Ευρώκατάργηση της φιλελεύθερης αρχής περί διάπη. Το μεταπολεμικό, κοινωνικό κράτος κόκρισης των εξουσιών. Είναι προς τιμήν του Α. στισε ακριβά στο κεφάλαιο. Τώρα, το κεφάλαιο Ρουπακιώτη που —προσωρινά, φοβούμαι— παίρνει πίσω, στο πολλαπλάσιο, ό,τι αναγανέκοψε αυτή την αντιφιλελεύθερη υποτροκάστηκε να παραχωρήσει. Στην ουσία, ακυπή. Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών είναι ρώνει τον μετασχηματισμό του φιλελεύθεφιλελεύθερη και όχι δημοκρατική, όπως η ρου κράτους σε κοινωνικό κράτος. Το τελευαρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Δεν αφορά, ταίο δεν υπήρξε χωριστή μορφή κράτους: όπως η λαϊκή κυριαρχία, τον δημοκρατικό, προέκυψε και έλαβε συνταγματική μορφή ως πολιτικό αυτοκαθορισμό του λαού. Αφορά εξέλιξη του φιλελεύθερου κράτους, με σκοπό τον φιλελεύθερο και δικαιοκρατικό καθορισμό την ενσωμάτωση των αρχών της αλληλεγτης μορφής του κράτους. γύης και την εναρμόνισή της με τις φιλελεύΗ επιχειρηθείσα κατάργηση θεμελιωδών θερες αρχές. Είναι ιστορική εξέλιξη που συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών, υπήρξε αποτέλεσμα αγώνων. Γι’ αυτό, ο ανόπως και η κατάργηση δικαστικών διατατιφιλελευθερισμός, όταν στρέφεται κατά του γών, κατά παράβαση της διάκρισης των εξουπολιτικού φιλελευθερισμού, δεν είναι αντισιών, σημαίνει ότι πλήττονται και η φιλεκαπιταλιστικός ούτε ριζοσπαστικός. Αρκεί λεύθερη και η δημοκρατική αρχή της συννα δούμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός προκαλεί ταγματικής δημοκρατικής πολιτείας. Η ποτη μέγιστη κρατική παρέμβαση, προκειμέλιτική του Μνημονίου στρέφεται εναντίων νου να περιστείλει ατομικά και συλλογικά διτων αρχών του φιλελεύθερου και δημοκρακαιώματα ή να κατευθύνει την πορεία μετοτικού συνταγματισμού. Το κοινωνικό κράτος χών στο χρηματιστήριο, όπως έκανε, από του δικαίου έστρεψε τον φιλελευθερισμό προς βήματος του κοινοβουλίου, ο υπουργός Οιτον εξισωτικό, πολιτικό φιλελευθερισμό. Τώκονομικών με τη μετοχή του Ταχυδρομικού ρα, διάγουμε την εποχή της αντιμεταρρύθΤαμιευτηρίου. μισης σε όλη την Ευρώπη και η δημοκρατία Το κοινωνικό κράτος συνυπήρχε με τις αποτελεί εμπόδιο. αξίες του πολιτικού φιλελευθερισμού ως Συνεπώς, η πολιτική συρρίκνωσης της δηπρος τον σεβασμό των δικαιωμάτων. Το ότι μοκρατίας έχει έντονα ταξικά χαρακτηριστιπροσβλέπουμε στον δημοκρατικό σοσιαλικά, παντού. Τέτοια έχει και στη χώρα μας, αλσμό και τον ριζοσπαστικό, κοινωνικό μεταλά επειδή η εγχώρια, επιχειρηματική τάξη σχηματισμό δεν σημαίνει ότι θα παραβλέαποτελείται κυρίως από κατσαπλιάδες — ψουμε πως οι αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και του δημοκρατικού ρεπουμπλικανισμού προσδιορίζουν το περιεχόμενο της δημοκρατίας στον όρο «δημοκρατικός σοσιαλισμός». Ο κυβερνητικός νεοφιλελευθερισμός συμπορεύεται με την άκρα Δεξιά, ώστε συνεργάτες του πρωθυπουργού και υπουργών να δηλώνουν ότι δεν ενδιαφέρονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις συναφείς διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας ή να αναμέλπουν ύμνους στον Χίτλερ, σε βιβλία. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής προαπαιτεί τη μείζονα κρατική παρέμβαση ως προς τη συρρίκνωση ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων (οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας είναι έκφραση της συλλογικής αυτονομίας) και την πλήρη απουσία του κράτους ως προς τη στήριξη συλλογικών κοινωνικών αγαθών. Η ασκούμενη πολιτική προϋποθέτει την περιστολή των αξιών της δημοκρατίας, ως προς τον συλλογικό αυτοκαθορισμό, και του πολιτικού φιλελευθερισμού ως προς τον σεβασμό των δικαιωμάτων. Αυτό υφίστανται οι πολίτες της Χαλκιδικής. Αυτοί γνωρίζουν τι ακριβώς συνεπάγεται η καταρράκωση των δικαιοκρατικών αρχών. Τώρα, θα το μάθουν και άλλοι. Προσπάθησε να το μάθει το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης σε όσους εργαζόμενους Έργο του Τζωρτζ Γκρος, 1920

Έργο του Φράνσις Μπέικον, 1969

υπερτραφέντες μέσω της δήωσης του δημοσίου πλούτου— έχει και άλλα γνωρίσματα. Είναι ο κύκλος συμφερόντων που επέβαλε να μην πληρώσουν οι ανωτέρω, αλλά να συντριβούν η μεσαία τάξη και τα ασθενέστερα στρώματα. Η καταβάρθωση των εργασιακών δικαιωμάτων και ο εκβαρβαρισμός των εργασιακών σχέσεων προϋποθέτουν αυταρχική διακυβέρνηση. Η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και η προταθείσα κατάργηση του δικαιώματος στην απεργία μόνο δημαγωγικά μπορούν να επικαλούνται τη «σωτηρία της πατρίδας». Η πατρίδα δεν κινδυνεύει από τους εργαζόμενους, τους ανέργους και τους συνταξιούχους. Η εν λόγω πολιτική υπηρετεί συγκεκριμένο πλέγμα συμφερόντων. Είναι ο εσμός που λοιδορεί τους ανθισταμένους πολίτες της Χαλκιδικής ως τρομοκράτες και τους χρεώνει τη διασάλευση της τάξης. Πρόκειται για τον κίνδυνο, του οποίου η επίκληση θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στην ενεργοποίηση του άρθρου 48 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει αναστολή διατάξεων σε περιόδους έκτακτης ανάγκης. Έκτακτη ανάγκη είναι η κατάρρευση της κοινωνίας και ο αυταρχικός περιορισμός της δημοκρατίας. Αυτή η πολιτική διασαλεύει τη συνταγματική τάξη και υπονομεύει συντακτικές αρχές της δημοκρατικής πολιτείας. Είναι πλέον σαφές ότι οι αντιμεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις έχουν πολιτικούς στόχους: τη δημιουργία εργασιακού καθεστώτος που αρμόζει στον ανωτέρω κύκλο συμφερόντων, τα οποία έχουν ταυτίσει την ευόδωση των σχεδίων τους με την κυβέρνηση της Δεξιάς και των ακροδεξιών της παραφυάδων. Αυτοί αντιμάχονται την Αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί ανέλαβαν τη σκαιά, πολιτική δίωξη της εφημερίδας μας, της Αυγής, καθώς και του περιοδικού Unfollow. Η δίωξη της Αυγής πλήττει ευθέως τον διαβουλευτικό χαρακτήρα της δημοκρατίας. Αυξανομένου του νεοφιλελευθερισμού, εξασθενεί ο πολιτικός φιλελευθερισμός και η δικαιοκρατική συνηγορία υπέρ του ελεγκτικού ρόλου που οφείλει να ασκεί ο Τύπος ως όργανο της δημόσιας πολιτικής διαβούλευσης και αναγκαίο μέσο για την πραγμάτωση του ίσου πολιτικού αυτο-


Η ΑΥΓΗ • Μ. ΣΑΒΒΑΤΟ 4 ΜΑΪΟΥ 2013

ΕΝΘΕΜΑΤΑ καθορισμού και της ίσης αντιπροσώπευσης των πολιτών. Είναι δίωξη που αντιστρατεύεται το γενικό συμφέρον. Αυτές τις δημοκρατικές αξίες υπερασπιζόταν η Αυγή, με τον Ηλία Ηλιού και τον Τάσο Χαϊνογλου αυτές υπερασπίζεται και τώρα. Δεν άλλαξαν οι υπερασπιστέες αξίες της, αλλά ούτε και οι διώκτες της. Η εκτραπείσα προς τον ακροδεξιό νεοφιλελευθερισμό Δεξιά επιτίθεται στη δημοκρατία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόμαχος της δημοκρατίας και του δημοκρατικού πατριωτισμού Ο καπιταλισμός χρειάζεται τον φιλελευθερισμό χωρίς δημοκρατία. Χρειάζεται τον οικονομικό —όχι τον πολιτικό— φιλελευθερισμό. Ο πρώτος απολήγει σε αντιδημοκρατικό αυταρχισμό. Πλέον, όποιος είναι με τη δημοκρατία δεν μπορεί παρά να είναι αντικαπιταλιστής. Στη χώρα μας, η μεταλλαγή του κεντρώου χώρου καταφαίνεται από την ιδεολογική συνταύτιση ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Το ΠΑΣΟΚ απεμπόλησε την ιδρυτική, κενόηχη αναφορά του στον σοσιαλισμό και υιοθέτησε την ιδεολογική ταυτότητα της Δεξιάς, τον λεγόμενο «κοινωνικό φιλελευθερισμό». Αυτές οι δυνάμεις χρειάζονται την αυταρχική εξουσία. Η άσκησή της μπορεί να γίνεται νομίμως ή και κατά παράβαση της δημοκρατικής νομιμότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να υπερασπίζεται τη δημοκρατική νομιμότητα και την αξία του δημοκρατικού αυτοκαθορισμού του λαού. Αυτή είναι η αξία του δημοκρατικού πατριωτισμού και της ρεπουμπλικανικής εννόησης του γενικού συμφέροντος. Η αυταρχική εξουσία ασκείται στο όνομα της ασφάλειας, προς συρρίκνωση των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών. Η αυταρχική εξουσία του Μνημονίου αδιαφορεί για τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και τον ακώλυτο κοινοβουλευτικό διάλογο.

Ξανά για το ΕΑΜ, ξανά για την ΕΔΑ, ξανά για τη συνέχειά τους Ο ΣΥΡΙΖΑ, αναδεχόμενος την κληρονομιά της σύμφυσης δημοκρατίας και σοσιαλισμού, ελευθερίας και ισότητας, οφείλει να ανοιχτεί στους πολίτες και πρώην ψηφοφόρους του προοδευτικού Κέντρου. Δεν θα μας κάνει λιγότερο αριστερούς αυτό. Και αυτοί κατατρύχονται από τις συνέπειες αυτής της πολιτικής. Και αυτοί είναι μέρος μιας αναγκαίας πολιτικής εθνικής αλληλεγγύης, όπως αυτή που οργάνωσε το ΕΑΜ. Το καθήκον του ΣΥΡΙΖΑ — μαζί με τον σκοπούμενο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό— είναι και πατριωτικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να προασπίσει την βαλλόμενη λαϊκή κυριαρχία, τα υπονομευόμενα κυριαρχικά δικαιώματα, την πληγείσα εθνική, πατριωτική αξιοπρέπεια. Θα πρέπει, όπως έπραξε η ΕΔΑ, να αποτελέσει εγγυητή των αξιών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας —αλλά και των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των ανέργων— των κοινοβουλευτικών θεσμών και του αντιπροσωπευτικού ελέγχου. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι η δύναμη που θα αναπροσδιορίσει τον δημόσιο χώρο του γενικού συμφέροντος, του δημόσιου αγαθού αλλά και των όρων για μια εθνική στρατηγική. Αυτό είναι το ηθικοπολιτικό καταπίστευμα του δημοκρατικού πατριωτισμού, που μας άφησαν ο Ρήγας, ο Γληνός και το ΕΑΜ. Είναι όμως και η προοπτική της αναγκαίας κοινωνικής εμβάθυνσης της δημοκρατίας: ο δημοκρατικός σοσιαλισμός.

37

«Αποτελεί φαντασίωση ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σύντομα στις αγορές» ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ Β. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟΝ Χ. Ι. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ

w Οι επιπτώσεις του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης έχουν αποδειχθεί καταστροφικές για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Ποια είναι η λογική που καθοδηγεί αυτού του είδους πολιτικές; Η δημοσιονομική εξυγίανση και τα μέτρα λιτότητας αποτελούν μια τυποποιημένη συνταγή του ΔΝΤ, μαζί με τις νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που υποτίθεται ότι θα επιτρέψουν στις αγορές να είναι ελεύθερες, χωρίς δεσμά και ανταγωνιστικές. Παρά τις συντριπτικές αποδείξεις περί του αντιθέτου, αυτή η στρατηγική συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό κάθε φορά που καλείται να παρέμβει το ΔΝΤ. Κανείς δεν εξεπλάγη από το φάρμακο που προσφέρθηκε στην Ελλάδα — εκτός από τη δοσολογία, την απίστευτη σκληρότητα των μέτρων. Σε ανάλογη δοκιμασία θα υποβληθεί και η Κύπρος. Αναρωτιέται πλέον κανείς τι είναι η Ε.Ε. και προς ποιανού όφελος λειτουργεί. Σε τελική ανάλυση, δεν φαίνεται να αποτελεί κάτι παραπάνω από μια τελωνειακή ένωση, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης μερκαντιλιστικής δυναμικής, προς όφελος μιας τεχνολογικά προηγμένης χώρας: της Γερμανίας. w Η μοναδική ίσως θετική επίπτωση του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι η μείωση των ελλειμμάτων, όπως τονίζει και η κυβέρνηση. Μπορούμε όμως να μιλήσουμε πραγματικά για επιτυχία; Η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος δεν αποτελεί σοβαρό οικονομικό επίτευγμα. Οποιοσδήποτε μπορεί να πετύχει τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, αν αγνοήσει τις οικονομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες. Η διαδικασία της μείωσης του ελλείμματος που βαθαίνει την ύφεση, μειώνει τα φορολογικά έσοδα, και στη συνέχεια απαιτεί περισσότερη λιτότητα είναι φαύλος κύκλος. Αποτελεί σκέτη φαντασίωση ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σύντομα στις αγορές. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα δυσκολότερες οικονομικές συνθήκες και από αυτές της Μεγάλης Ύφεσης του 1929 στις ΗΠΑ. Φυσικά, οι επενδυτές που επιδιώκουν το βραχυπρόθεσμο κέρδος θα μπουν στον πειρασμό να επωφεληθούν από τις θετικές ευκαιρίες arbitrage που προσφέρονται από το ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων, αλλά τα θετικά σημάδια στις αγορές κεφαλαίων θα είναι βραχύβια και θα είναι ελάχιστος ο αριθμός των παικτών που θα επωφεληθεί.

O καθηγητής Δημήτρης Β. Παπαδημητρίου είναι πρόεδρος του Levy Economics Institute της Νέας Υόρκης. Το πλήρες κείμενο, στην ηλεκτρονική έκδοση της «Αυγής» (www. avgi.gr) και στο μπλογκ των «Ενθεμάτων» (enthemata.blogspot.com).

O Δημήτρης Β. Παπαδημητρίου μιλάει για το ΔΝΤ, το έλλειμμα, την ανεργία, την έξοδο από το ευρώ, την οικονομική πολιτική μιας αριστερής κυβέρνησης w Ελάχιστα έχουν γίνει από τις ελληνικές κυβερνήσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας. Γιατί, κατά τη γνώμη σας; Η δημοσιονομική «εξυγίανση» (περικοπές δαπανών και υψηλότεροι φόροι) μειώνει τη συνολική ζήτηση, η οποία μειώνει την παραγωγή και την απασχόληση. Καθώς αυξάνεται η ανεργία, τα εισοδήματα μειώνονται, ο ιδιωτικός τομέας μειώνει την παραγωγή και απολύει εργαζόμενους. Αυτή η καθοδική πορεία μπορεί να σταματήσει μόνο με την παρέμβαση του δημόσιου τομέα. Σε περίπτωση έλλειψης δημοσίων πόρων, η καθοδική πορεία θα συνεχιστεί έως ότου η οικονομία πιάσει πάτο. Προτού συμβεί αυτό, ωστόσο, προετοιμαστείτε να δείτε την έκρηξη ενός ηφαιστείου με ανυπολόγιστες συνέπειες, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη ως σύνολο. Η αντίσταση στη λιτότητα δεν περιορίζεται στην Αθήνα, αλλά έχει περικυκλώσει τη Ρώμη, τη Μαδρίτη και τις Βρυξέλλες. w Αρκετοί οικονομολόγοι έχουν υποστηρίξει ότι η Ελλάδα θα ήταν σε καλύτερη μοίρα εάν επέστρεφε στη δραχμή. Τι πιστεύετε;

Όταν όλες οι επιλογές για την παραμονή στην ευρωζώνη έχουν εξαντληθεί, είναι καιρός να σκεφτούμε το αδιανόητο έως τότε. H έξοδος από το ευρώ είναι η χειρότερη δυνατή επιλογή για μια χώρα-μέλος της ευρωζώνης. Όσοι από εμάς ήμασταν ενάντιοι στη στρατηγική της εξόδου, πιστεύαμε ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες θα αναγνώριζαν εγκαίρως την ελαττωματική δομή της ευρωζώνης και θα προσπαθούσαν να τη διορθώσουν. Βλέπουμε όμως ότι η Γερμανία επιμένει στη δημιουργία μιας γερμανικής Ευρώπης, αντί μιας ευρωπαϊκής Ευρώπης. Οι συνέπειες μιας εξόδου από το ευρώ θα είναι πολύ σοβαρές και πολύ χειρότερες από αυτές των τελευταίων ετών. Βέβαια, η έξοδος θα προσφέρει περισσότερο χώρο στη δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση της ανεργίας και την επέκταση των δημοσίων επενδύσεων, αλλά αυτό θα πρέπει να συνδέεται με την αναστολή στις πληρωμές των τόκων επί του χρέους, τον περιορισμό στις εκροές κεφαλαίων και την εθνικοποίηση του τραπεζικού τομέα. Θα προκύψουν σημαντικές ελλείψεις στον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων και στο πετρέλαιο, ακόμη και στα τρόφιμα, οπότε ένα πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών για ορισμένα αγαθά που τώρα εισάγονται θα είναι αναγκαίο. Ελπίζω ότι δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο.

w Εάν μια κυβέρνηση της Αριστεράς σας το ζητούσε, τι συμβουλές θα της δίνατε; Η πρώτη προτεραιότητα θα ήταν να ξεκινήσουν συζητήσεις με τα άλλα κράτη της περιφέρειας, την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, για την ανάπτυξη ενός κοινού μετώπου. Στη συνέχεια, θα επέμενα στην αναγνώριση εκ μέρους του ΔΝΤ των κολοσσιαίων λαθών σχετικά με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές και θα έκανα τις απαραίτητες προσαρμογές στο πρόγραμμα λιτότητας. Θα διαπραγματευόμουν την αναστολή της πληρωμής των τόκων και θα χρησιμοποιούσα το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού για τη θέσπιση προγραμμάτων που αποσκοπούν στην αύξηση της απασχόλησης και στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Και αν όλα αυτά αποτύχουν, κάτι που είναι πολύ πιθανό δεδομένης της τελευταίας αδίστακτης απόφασης για την Κύπρο, θα πρέπει να έχουμε ένα Σχέδιο Β. Αυτό θα περιλαμβάνει τη σταδιακή εισαγωγή ενός παράλληλου νομίσματος, το οποίο θα ενεργοποιηθεί μέσω ενός συστήματος χρεώσεων και πιστώσεων που θα δώσει στην οικονομία τον ελεύθερο χώρο για την εφαρμογή μιας δημοσιονομικής πολιτικής που τόσο πολύ χρειάζεται. Περιορισμένης χρήσης παράλληλα νομίσματα έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν με αρκετή επιτυχία. Θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένα τέτοιο σύστημα και στην Ελλάδα, παρά τις πολλές δυσκολίες που περικλείει.


Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

4 ΜΑΪΟΥ 2013

ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com

Ο ξένος και ο γέρος ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ

Όταν εκείνο το απόγευμα έφτασε ο ξένος στο χωριό, κανείς δεν του έδωσε σημασία. Ο ξένος περιπλανήθηκε στους δρόμους γι’ αρκετή ώρα, μέχρι που βρήκε ένα ερειπωμένο σπίτι κι έκρυψε το σάκο του σε μια εσοχή, και μόλις ήρθε το βράδυ έστρωσε την τρύπια του κουβέρτα στο πάτωμα και αποκοιμήθηκε. Το επόμενο πρωινό ο ξένος ξύπνησε πεινασμένος. Το στομάχι του γουργούριζε γιατί είχε να φάει μέρες. Έψαξε τα σκουπίδια που ήταν πεταμένα στο κατώφλι του απέναντι σπιτιού κι αφού πάλεψε με τις γάτες βρήκε ένα κομμάτι ξερό ψωμί και το καταβρόχθισε. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη και όλος ο κόσμος είχε βγει έξω. Ο ξένος περπάτησε για λίγο δίπλα τους, μα για μια ακόμη φορά κανείς δεν τον πρόσεξε. Έπειτα έστριψε σ’ ένα σοκάκι, βγήκε απ’ το χωριό και προς το μεσημέρι βρέθηκε σε μια πηγή με καθαρό νερό. Έσκυψε λοιπόν, γέμισε τις χούφτες του με νερό και ξεδίψασε. Ύστερα επέστρεψε στο καταφύγιό του. Ο καιρός πέρασε κάπως. Γενικά ο ξένος απέφευγε να κυκλοφορεί με το φως της μέρας κι ώσπου να σουρουπώσει, λούφαζε στη γωνίτσα του δίχως να ενοχλεί κανέναν και μόνο όταν ερχόταν το δειλινό έβγαινε για να βρει τροφή. Ένα τέτοιο απόγευμα, την ώρα που ο ουρανός σκοτείνιαζε, ένας γέρος είδε τον ξένο να περιφέρεται με τα φθαρμένα του ρούχα και τον περιμάζεψε. Ο γέρος τον πήγε σπίτι του, του έβαλε ένα πιάτο φαγητό, του γέμισε ένα ποτήρι με κρασί και ο ξένος ήπιε και έφαγε. Ύστερα ο γέρος έδειξε το αχυρόστρωμα που βρισκόταν πίσω απ’ το τραπέζι. «Μπορείς να κοιμηθείς εκεί», του είπε και ο ξένος τον ευχαρίστησε και του φίλησε το χέρι. Τον αποκάλεσε μάλιστα «Άρχοντα». «Τα λέμε αύριο, ξένε», του είπε ο γέρος κι έσβησε το φως. Την επομένη ο ξένος σηκώθηκε νωρίς και ρώτησε τον γέρο: «Άρχοντα, έχεις καμιά δουλειά για μένα;». Και ο γέρος απάντησε: «Ξένε, ξεκουράσου». Τη δεύτερη όμως μέρα που τον ξαναρώτησε, ο γέρος σκέφτηκε πιο λογικά: «Ναι, έχω κάτι για σένα» και του έδωσε μια σκούπα και ο ξένος σκούπισε το σπίτι που ήταν βρώμικο, γιατί είχε να καθαριστεί από την εποχή που ζούσε η γυναίκα του. Ο ξένος έκανε καλή δουλειά, ο γέρος χάρηκε και για να τον ανταμείψει τον έντυσε με τα ρούχα του γιου του που τον είχε εγκαταλείψει. Ένα βράδυ έκανε πολύ κρύο και ο γέρος άναψε το τζάκι και κάθισε με τον ξένο μπροστά στη φωτιά. Τότε ο ξένος πρόσεξε ένα ωραίο καμπυλωτό αντικείμενο που κρεμό-

Ο Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου είναι κινηματογραφιστής. Η Αναστασία Δούκα είναι γλύπτρια.

Αναστασία Δούκα, «ΓΕΡΟΣ», 2013

ταν στον τοίχο και ρώτησε τον γέρο: «Τι είναι αυτό;» και ο γέρος απάντησε: «Μ’ αυτό παίζεις μουσική». Και ο ξένος είπε: «Μπορώ να το κρατήσω για λίγο;». Και ο γέρος είπε «Ναι». Ο ξένος ξεκρέμασε την κιθάρα, την έβαλε στα γόνατά του και χτύπησε με τα δάχτυλα τις χορδές. Ο γέρος γέλασε καλόκαρδα κι έκλεισε τ’ αυτιά του. «Σου τη χαρίζω», είπε, και ο ξένος φίλησε ξανά το χέρι του γέρου. Οι μέρες περνούσαν, ήρθαν τα χιόνια. Ο ξένος συνέχιζε να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Τις νύχτες πριν κοιμηθεί, γρατζούνιζε την κιθάρα του μουρμουρίζοντας, και η αλήθεια είναι πως πολύ σύντομα έπαιζε κάτι δικά του τραγούδια γιατί δεν ήξερε άλλα. Και ο γέρος δεν βούλωνε τ’ αυτιά του πια αλλά τον άκουγε σχεδόν μ’ ευχαρίστηση. Μια Κυριακή τα χιόνια έλιωσαν και ο ξένος πήγε στην πλατεία του χωριού με την κιθάρα του. Μαζεύτηκαν κάποιοι γύρω του κι όταν

άκουσαν τα τραγούδια του, γέλασαν μαζί του. Αυτό συνέβη και την επόμενη Κυριακή. Όμως την πρώτη Κυριακή της άνοιξης ένας άντρας παραμέρισε τους χωριάτες, πλησίασε τον ξένο και του πέταξε ένα κέρμα. «Αυτός είναι καλός», είπε. Ο άντρας αυτός ήταν παλατιανός. Το περιστατικό μαθεύτηκε αμέσως και την επόμενη φορά συγκεντρώθηκε πολύς κόσμος. Όταν ο ξένος τέλειωσε το τραγούδι του, κάποιος τον χειροκρότησε και τον ακολούθησαν κι άλλοι. Το χειροκρότημα ήταν δυνατό και μέσα απ’ το πλήθος κάποιοι πέταξαν κέρματα στα πόδια του. Ο ξένος μάζεψε τα κέρματα και με τις χούφτες του γεμάτες πήγε στον γέρο που, αν και ήταν στεναχωρημένος επειδή ο ξένος παραμελούσε πια τις δουλειές του σπιτιού, τον αγκάλιασε. «Είσαι άξιος», του είπε και ο ξένος τού έδωσε τα κέρματα. «Είναι για το φαγητό που μου δίνεις, για τη

στέγη σου που με προστατεύει», είπε, και ο γέρος συγκινήθηκε. Όσο η άνοιξη προχωρούσε, ο ξένος πήγαινε στην πλατεία όλο και πιο συχνά κι έπαιζε την κιθάρα του και τραγουδούσε. Ο βασιλιάς άκουσε για τον ξένο τραγουδιστή κι έστειλε έναν αγγελιοφόρο να τον φωνάξει. Και πράγματι ο ξένος παρουσιάστηκε μπροστά στο βασιλικό ζευγάρι κι έπαιξε καλύτερα από κάθε άλλη φορά και η βασίλισσα μαγεύτηκε και ο βασιλιάς τον κάλεσε να παίξει στη μεγάλη γιορτή. Το βράδυ της γιορτής όλο το χωριό μαζεύτηκε στους κήπους του παλατιού και γλέντησε με τα τραγούδια του ξένου και ο γέρος που στεκόταν κάπου παράμερα έκλαψε από περηφάνια. Ήταν η νύχτα που η βασίλισσα ερωτεύτηκε τον ξένο και ζήτησε απ’ τον βασιλιά να τον κάνει αρχιμουσικό της αυλής του. Έτσι ο βασιλιάς ανακοίνωσε την απόφασή του στον ξένο και ο ξένος αποχαιρέτησε τον γέρο κι έφυγε απ’ το σπίτι του. Τώρα η βασίλισσα τον είχε ερωτευτεί παράφορα. Του είπε: «Θέλω να γίνεις άντρας μου» και οι δυο τους συνωμότησαν και δηλητηρίασαν τον βασιλιά. Μια μέρα μετά, ο κόσμος συγκεντρώθηκε έξω απ’ το παλάτι και όταν ο ξένος ανέβηκε στον πιο ψηλό πύργο του παλατιού, το πλήθος τον έδειξε και ζητωκραύγασε: «Αυτόν θέλουμε να μας κυβερνά!». Ο ξένος έγινε βασιλιάς. Είχε αφήσει πια την κιθάρα του και είχε πιάσει το σκήπτρο και ετοίμαζε το στράτευμά του για να επιτεθεί στο γειτονικό χωριό. Είχε γίνει φοβερός και τρομερός. Και ο γέρος μάθαινε γι’ αυτόν. Το σπίτι του είχε βρωμίσει ξανά και προς το τέλος της άνοιξης αρρώστησε και παρόλο που ήταν τελείως αβοήθητος δεν ήθελε να πάει στο παλάτι, ώσπου δεν άντεξε και πήγε. Ο βασιλιάς τον υποδέχτηκε και μόλις ο γέρος τον είδε, δάκρυσε. «Θα σ’ ευγνωμονώ για πάντα», του είπε ο βασιλιάς και ο γέρος, μαγεμένος απ’ την κορώνα του, είπε: «Σ’ αγαπώ περισσότερο και απ’ τον ίδιο μου τον γιο». Και ο βασιλιάς πρόσταξε τους υπηρέτες του να φέρουν στον γέρο τα πιο νόστιμα φαγητά. Ο γέρος έφαγε και καρδάμωσε και είπε: «Σ’ αγαπώ, γιε μου» και τα μάτια του βασιλιά βούρκωσαν και ύστερα έβγαλε μέσα απ’ τα ρούχα του ένα πουγκί με χρυσά φλουριά και το πέταξε στο τραπέζι. Ο γέρος σηκώθηκε και του φίλησε το χέρι. Ο βασιλιάς χάιδεψε τ’ άσπρα μαλλιά του γέρου και μετά φώναξε τον υπηρέτη του να τον συνοδεύσει ως την πύλη. Ήταν μια γλυκιά βραδιά, το φεγγάρι έλαμπε, φυσούσε ένας ελαφρύς ζεστός αέρας και ο γέρος πήρε το δρόμο για το σπίτι του. Δεν είχε απομακρυνθεί πολύ από το παλάτι, όταν ο βασιλιάς κάλεσε τον υπασπιστή του και τον διέταξε να πάει να βρει τον γέρο και να τον αποκεφαλίσει.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.