Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Kείμενα των: Στρατή Μπουρνάζου, Σίας Αναγνωστοπούλου, Μιχάλη Σπουρδαλάκη, Νικολά Βιεγεκάζ, Ραζμίγκ Κεσεγιάν, Στάθη Κουβελάκη, Μαρίας Πετρίτση, Οντέτ Βαρών-Βασάρ, Προκόπη Παπαστράτη ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 736
ΚΥΡΙΑΚΗ 19 ΜΑΪΟΥ 2013
ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ
Καταστολή, αναστολή και ματαιώσεις ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΥ
Για τον κόσμο της Αριστεράς (και πολλούς άλλους, βέβαια) ένα ήταν το ζήτημα, τις τελευταίες μέρες: η απεργία των καθηγητών, η επιστράτευση και το άδοξο —αν μη τι άλλο— τέλος της απεργίας, προτού καν αρχίσει. Το συζητήσαμε, με πάθος και ένταση, όλοι μας, αριστεροί και αριστερές όλων των αποχρώσεων και τάσεων. Και αυτή η σχεδόν περιγραφική διατύπωση υποδεικνύει αμέσως ένα πρόβλημα: ενώ η απεργία και η επιστράτευση ήταν το ζήτημα για όλους μας, δεν καταφέραμε, ως Αριστερά και αριστεροί, να κάνουμε κάτι πολύ περισσότερο —αν εξαιρέσουμε την πορεία της Δευτέρας— από το να το συζητήσουμε. Γι’ αυτό δεν αρκεί να καταγγείλουμε την απερίγραπτη στάση ΑΔΕΔΥ-ΓΣΕΕ, ούτε να εκφράσουμε την οργή μας για το ότι η επιστράτευση αποφασίστηκε από μια κυβέρνηση στην οποία μετέχει ένα κόμμα που ονομάζεται —κατά διπλή πλέον αντίφραση— Δημοκρατική Αριστερά κ.ο.κ. Χρειάζεται να μπούμε στα πιο δύσκολα: στον βαθμό που είμαστε κομμάτι αυτής της υπόθεσης (όχι ως εκπαιδευτικοί, αλλά ως Συριζαίοι, αριστεροί, πολίτες που αγωνίζονται) να αναζητήσουμε τις δικές μας ευθύνες, όσα κάναμε και δεν όσα δεν κάναμε, όσα έκαναν και όσα δεν έκαναν οι χώροι όπου ανήκουμε. Σκέψεις λοιπόν, σ’ αυτή την κατεύθυνση: 1. Είχαμε μια σοβαρή ήττα: όχι μόνο για την ΟΛΜΕ και τους καθηγητές, αλλά και για το συνδικαλιστικό κίνημα, γενικότερα για το κίνημα και την Αριστερά, και ακόμα γενικότερα για τη δημοκρατία. Το γεγονός ότι όχι μόνο «δεν ξεσηκώθηκαν οι πέτρες, δεν άνοιξαν οι ουρανοί, δεν σχίστηκε το καταπέτασμα του ναού» ενάντια στο τερατώδες μέτρο της «προληπτικής επιστράτευσης», όπως έγραψε η Αυγή, αλλά ότι οδηγηθήκαμε στην αναστολή της απεργίας, συνιστά ξεκάθαρη ήττα για μας και επιτυχία της κυβέρνησης. Άκουσα, επ’ αυτού, δύο σοβαρές ενστάσεις. Πρώτον, ότι η εμμονή στην απεργία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ήττα, ακόμα και καταστροφή. Δεύτερον, ότι η κυβερνητική νίκη θα αποδειχθεί πύρρεια, αφού δεν μπορείς να κυβερνάς διαρκώς με το ρόπαλο, επιστρατεύοντας τους πάντες. Ακόμα και αν δεχτούμε πλήρως τα δύο παραπάνω — για λόγους οικονομίας της συζήτησης θα το
Σχέδιο του Γιόζεφ Νέμες Λάμπεθ, 1913
κάνω, παρότι η άποψη μου διαφέρει αρκετά— αυτό δεν συνεπάγεται ότι η αναστολή της απεργίας μπορεί να βαφτιστεί «σχετική επιτυχία», «καλύτερη δυνατή εκδοχή» κ.ο.κ. Τα μισόλογα, οι ωραιοποιήσεις και οι παρακάμψεις δεν ωφελούν, αντιθέτως βλάπτουν, και μάλιστα πολύ. 2. Η απόφαση της Τετάρτης, και με το περιεχόμενό της και με τον τρόπο που πάρθηκε, είναι πολύ προβληματική, καθώς, εκτός όλων των άλλων, δημιουργεί ζητήματα φερεγγυότητας και αξιοπιστίας — όχι μόνο για τους συνδικαλιστές της ΟΛΜΕ αλλά συνολικότερα για τον συνδικαλισμό και τον ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό, ο κλονισμός της πολιτικής εμπιστοσύνης, είναι κατά τη γνώμη μου κάτι πολύ βαρύτερο από το αν μια απόφαση είναι δεξιότερη ή αριστερότερη. 3. Με τις δεδομένες συνθήκες (στάση ΑΔΕΔΥ-ΓΣΕΕ, φόβος απόλυσης, γενικότερη παγωμάρα στην κοινωνία κ.ά.), όλες οι αποφάσεις ήταν δύσκολες, όλες ήταν εξαιρετικό πιθανό να καταλήξουν σε ήττα (βέβαια, από εκεί και πέρα ανοίγει το κεφάλαιο ότι δεν είναι όλες οι ήττες ίδιες, με λυδία λίθο και πάλι το ζήτημα της πολιτικής εμπιστοσύνης). Δεν βρισκόμασταν στο παρά πέντε της εξέ-
γερσης — αλλιώς τα χαράματα της Πέμπτης τα γραφεία των ΕΛΜΕ και της ΟΛΜΕ θα πολιορκούνταν από πλήθη αγανακτισμένων, καθηγητών και λαού. 4. Το τελευταίο δεκαήμερο μας υποχρεώνει να συζητήσουμε ξανά συνολικά για το συνδικαλιστικό κίνημα. Εκτός και πέρα από τις ευθύνες προσώπων, μακριά από λογικές αγωνιστικής πλειοδοσίας ή οδηγιών του τύπου «Αριστερότερα, Κουροπάτκιν!»,1 είναι σίγουρο ότι οι διαδοχικές ήττες (Χαλυβουργία, μετρό, καθηγητές) κάνουν αναγκαία την κριτική και τη σκέψη. Με δυο λόγια, γιατί τη στιγμή που το συνδικαλιστικό κίνημα είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ, δεν μπορεί να εκπληρώσει τον ρόλο του, πηγαίνει από ήττα σε ήττα. 5. Φτάνω στον ΣΥΡΙΖΑ. Και, όσο πλησιάζουμε στα δικά μας χωράφια, μπορούμε, και πρέπει, να είμαστε πιο αυστηροί. Ως ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, ενώ όλα τα δεδομένα ήταν γνωστά εδώ και μέρες, δεν δείξαμε τα πολιτικά αντανακλαστικά που έπρεπε. Δεν αξιολογήσαμε το ζήτημα ως κεντρικό, πρώτης γραμμής, που υπερβαίνει πολύ τους εκπαιδευτικούς, θίγοντας συνολικά τη δημοκρατία και τα δικαιώματα. Δεν εκτιμήσαμε την απεργία ως έναν αγώνα που στην πιο προωθημένη (εξαιρετικά δύσκολη, ίσως και απίθανη) περίπτωση της επιτυχίας μπορούσε μέχρι και να ρίξει την κυβέρνηση, ενώ στη χειρότερη (και πιθανότερη) να επιφέρει καίρια πλήγματα στον συνδικαλισμό και την Αριστερά. Το σημαντικό, για μένα, δεν είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν βγήκε στα κεραμίδια», αλλά ότι δεν εκτίμησε την κεντρικότητα και την κρισιμότητα του αγώνα, ιδίως μετά την επιστράτευση. tst Η κυβέρνηση έχει δείξει επανειλημμένα ότι δεν μπλοφάρει. Όσο και αν, με τις παραστάσεις και τα εργαλεία του παρελθόντος, δυσκολευόμαστε να το συλλάβουμε, είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι απεργίες θα κηρύσσονται συλλήβδην παράνομες και καταχρηστικές (βλ. και ΕΡΤ, προχθές), οι επιστρατεύσεις θα δίνουν και θα παίρνουν. Η κυβέρνηση θα κινηθεί έτσι, επειδή η πυγμή αποτελεί το βασικό πολιτικό εργαλείο που της απομένει. Σε ένα κομμάτι της κοινωνίας, η λογική «νόμος και τάξη», «Ξένιος Δίας» κ.ο.κ. συναντά αποδοχή, και η κυβέρνηση χτίζει συναινέσεις σε ένα πεδίο προνομιακό γι’ αυτήν. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, η Αριστερά δεν μπορεί να
αποτελεί απλώς ένα «παρατηρητήριο» ή «διαπιστωτή» της κοινωνικής αδράνειας. Πρέπει να οργανώνει τους τρόπους που θα σπάει η αδράνεια, που οι διάχυτες αντιδράσεις, η οργή, η απογοήτευση, η ματαίωση θα γίνονται πολιτική πράξη — αυτό που δεν κατάφερε στην απεργία των εκπαιδευτικών. Είναι κάτι που αφορά όχι μόνο την πολιτική της επιβίωση, αλλά την επιβίωση της δημοκρατίας και της κοινωνίας. tst «Αν οι εκλογές άλλαζαν κάτι, θα απαγορεύονταν», έλεγε ένα παλιό αναρχικό σύνθημα. Φαίνεται πως αυτό ισχύει σήμερα, αντίστροφα, για τις απεργίες. Παρά την τρομοκρατία, παρά τα προβλήματα του συνδικαλιστικού κινήματος, παρά την ιδιώτευση και τον φόβο, φαίνεται ότι οι απεργίες μπορούν κάτι να αλλάξουν, ότι απειλούν, πραγματικά και συμβολικά, την καθεστηκυία τάξη. Γι’ αυτό και απαγορεύονται, η μία μετά την άλλη. ΥΓ. Δυο διευκρινίσεις. Παρότι το άρθρο εστιάζεται στην Αριστερά, ασφαλώς το ζήτημα δεν αφορά μόνο την Αριστερά, αλλά και πολλούς άλλους: τους εκπαιδευτικούς (αριστερούς και μη), τους δημοκράτες κλπ. Επίσης, ξέρω ότι πολλοί σύντροφοι πιστεύουν πως τέτοιες κρίσιμες στιγμές δεν είναι ώρα για κριτική. Αν έγραψα, καθόλου εύκολα, τα παραπάνω, το έκανα έχοντας την εντελώς αντίθετη πεποίθηση: ότι σε τέτοιες ακριβώς στιγμές η πολιτική και προσωπική ειλικρίνεια, η κριτική είναι όρος πολιτικής αξιοπρέπειας και δύναμης. Το να βλέπουμε τα λάθη —με πρώτα τα δικά μας— μπορεί να είναι ακόμα και λυτρωτικό. Με το βλέμμα μπροστά, για να προχωρήσουμε, διατηρώντας και δημιουργώντας δεσμούς εμπιστοσύνης.
1
Ο Π. Κανελλίδης, εκδότης των Καιρών, καλύπτοντας με πάθος τον Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμο του 1905, είχε φτάσει να δίνει, από τις στήλες του φύλλου, λεπτομερείς οδηγίες στον ρώσο αρχιστράτηγο Αλεξέι Κουροπάτκιν πώς να κινήσει τα στρατεύματά του για να νικήσει τους Ιάπωνες — με αποκορύφωμα τον περίφημο τίτλο: «Δεξιότερα, Κουροπάτκιν!».