e11881

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κείμενα των: Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου, Στρατή Μπουρνάζου, Αντώνη Λιάκου, Όλγας Καρυώτη, Κώστα Σπαθαράκη, Νίκου Τσιβίκη, Κώστα Αθανασίου, Δημήτρη Παπανικολάου, Παναγιώτη Πάντου, Βαγγέλη Μάλιου, Φοίβου Καλλίτση, Κώστα Δουζίνα, Βασίλη Καρύδη, Δημήτρη Χριστόπουλου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 763

ΚΥΡΙΑΚΗ 15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2013

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

Ποιος δεν άκουσε τον Μούιζνιεκς; ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ-ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες της Αυγής που διέτρεξαν τις εξήντα δύο σελίδες της Έκθεσης Μούιζνιεκς, πιθανότατα βρήκαν εκεί πράγματα που ήδη ήξεραν. Οι πιο αυστηροί ίσως είδαν στα διάφορα «πρέπει» του επιτρόπου ένα ευχολόγιο, ακυρωμένο την ίδια κιόλας μέρα από τον θάνατο της Σάρας, σ’ ένα από τα χιλιάδες σπίτια δίχως ρεύμα. Κι όμως, παρά την (προφανή, αλλά δεδομένη) απουσία ριζοσπαστικής διάθεσης, παρά την «αποστασιοποίηση» του συντάκτη της, και παρά την απεύθυνση συστάσεων σε ώτα επιλεκτικά ακουόντων, η Έκθεση Μούιζνιεκς αποτελεί μια σημαντική παρέμβαση. Σκέφτομαι πέντε λόγους: Πρώτον, γιατί όσο πειστικά κι αν εξηγεί η Αριστερά εντός (και κυρίως εκτός) ότι τα Μνημόνια έφεραν την Ελλάδα μπροστά σε μια σοβαρή ανθρωπιστική κρίση (βλ. λχ. και τη σχετική έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ: goo.gl/T6rmiO), έχει πολλαπλάσια σημασία ο ισχυρισμός της να τεκμηριώνεται από έναν οργανισμό με το κύρος του Συμβουλίου της Ευρώπης. Έχει δε πολλαπλάσια σημασία, όταν ο Επίτροπος είναι ένας κεντροδεξιός λετονός τεχνοκράτης, που ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους ευρωπαίους συναδέλφους του, δεν θεωρεί πρώτιστο μέλημά του να αβαντάρει τους κρατούντες (δείτε, αντιστικτικά, τα συγχαρητήρια της κ. Μάλμστρομ για την μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης...), αλλά, αντίθετα, να συμβάλει στην προστασία αυτών που πλήττονται από την πολιτική τους. Δεύτερον, γιατί η Έκθεση αποτυπώνει στις πραγματικές διαστάσεις της μια ιστορική καμπή για την Ευρώπη: τη στιγμή κατά την οποία η ίδια παύει να αποτελεί το «λίκνο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», απεμπολώντας το περίφημο «ευρωπαϊκό κεκτημένο», και επιλέγοντας να θυσιάσει τα δικαιώματα χάριν των προγραμμάτων λιτότητας. Από τη δική μας σκοπιά, αν η Μεταπολίτευση διεκδίκησε τη νομιμοποίησή της στη βάση της δημοκρατίας και του εξευρωπαϊσμού, το πρόβλημα για την Ευρώπη σήμερα, σε πείσμα όσων καταγγέλλουν τη «γερμανοποίηση», είναι μάλλον η «ελληνοποίησή» της – ένα μείγμα ακραίας λιτότητας και αυταρχικού κρατικού βολονταρισμού. Τρίτον, γιατί η λιτότητα (και όχι δηλαδή ο λαϊκισμός, ο εξτρεμισμός κ.ο.κ.) είναι αυτή που σύμφωνα με τον Μούιζνιεκς «απειλεί την κοινωνική αλληλεγγύη, την οικονομική ολοκλήρωση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων [που αναπτύχθηκαν] επί έξι και πλέον δεκαετίες στα κράτη του Συμβουλίου της Ευρώπης» (σ. 15): η λιτότητα, που δεν αποτελεί –όπως ο ίδιος επισημαίνει– εθνική, αλλά διεθνή πραγματικότητα, σε πείσμα της πραγματικότητας, και εν μέσω μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Τέταρτον, γιατί η ίδια η Έκθεση, αφενός δηλώνει ρητά ότι τα προγράμματα λιτότητας απέτυχαν ως προς τους στόχους τους, αφετέρου αμφισβητεί τη «διάγνωση» που υπαγόρευσε τη στοχοθεσία. Εξηγεί δηλαδή ο Μούιζνιεκς ότι τα εθνικά ελλείμματα, η μείωση των οποίων έγινε ο υπέρτατος σκοπός των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων από το 2008, δεν οφείλονται στις μη βιώσιμες κοινωνικές δαπάνες (όπως δεν έπαψε να μας τριβελίζει ο μνημονιακός ευρω-εθνικισμός), αλλά α) στα εξωφρενικά κρατικά πακέτα διάσωσης των χρηματογορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που μεταξύ 2008 και 2011 άγγιξαν τα 4,5 τρις ευρώ (ήτοι το 37% του ΑΕΠ της), καθώς και β) στη μείωση των φορολογικών εσόδων, λόγω της ύφεσης και της ανεργίας που έφτασε σε ύψη-ρεκόρ. Πέμπτον, γιατί —όπως είναι αναμενόμενο— ο κεντροδεξιός Μούιζνιεκς δεν θέτει την απαξίωση της εργασίας στο επίκεντρο του προβλήματος, ιεραρχεί όμως ψηλά στις συστάσεις του την εγγύηση του δικαιώματος στην αξιοπρεπή εργασία και την προστασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η οπτική της Έκθεσης, με άλλα λόγια, δεν είναι απλώς και μόνο η «ανεκτικότητα» προς τις μειονότητες, η «ελευθερία επιλογών», ο «σεβασμός του διαφορετικού» κ.ο.κ., η ύλη δηλαδή ενός τυπικού ευρωπαϊκού-μεσοστρωματικού δικαιωματισμού – που αν και δεν είναι αυτονόητος στις μέρες μας, είναι εντούτοις πλήρως παρωχημένος. Αντίθετα, η Έκθεση απηχεί μια σαφώς πιο καθολική αντίληψη περί δημοκρατίας, που εκτείνεται από το χώρο εργασίας και την προστασία των ανέργων και των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, μέχρι την υγεία, την εκπαίδευση, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και την ελεύθερη ενημέρωση. Διόλου αναμενόμενα, ως προς το τελευταίο, ο επίτροπος επισημαίνει ως πλήγμα το κλείσιμο της ΕΡΤ, πράγμα που (αναμενόμενα) αποσιώπησαν τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης. tst Με την εργασία και τη ζωή να απαξιώνονται διαρκώς, τον πρωθυπουργό να κομπάζει ότι εφαρμόζει παράνομες πρακτικές αποτροπής προσφύγων, και το γενικό γραμματέα της κυβέρνησης να δηλώνει πως δεν τον ενδιαφέρουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι λογικό ο λόγος περί δικαιωμάτων να μοιάζει συχνά αδειανό πουκάμισο – όταν δεν πρόκειται απλώς για την προσχηματική ανταπόκριση των κυβερνώντων σε ευρωπαϊκές πιέσεις (λες και τα δικαιώματα αφορούν άλλους, όχι τους πολίτες τους). Στην περίπτωση της Έκθεσης Μούιζνιεκς, ωστόσο, έχουμε κάτι αξιοσημείωτο: τη χαρτογράφηση μερικών από τα κρισιμότερα πεδία του πολιτικού αγώνα στην Ελλάδα και την Ευρώπη από σήμερα και για τα επόμενα αρκετά χρόνια. Στο βαθμό που μιλάμε για δικαιώματα, πρόκειται για έναν αγώνα με δύο «στιγμές»: μέσα, και ταυτόχρονα απέναντι.

Γενηθήτω φως ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΥ

Ανοίγοντας την τηλεόραση, Πέμπτη βράδυ, άκουγα μια φωνή να εξηγεί ότι κανένα νοικοκυριό δεν μπορεί να μείνει χωρίς ρεύμα. Είναι απαράδεκτο, έλεγε. Γι’ αυτό, συνέχιζε η φωνή, αρκεί μια υπεύθυνη δήλωση για την επανασύνδεση. Έτριψα και ξανάτριψα τα μάτια μου, μόλις αντελήφθην ότι δεν μίλαγε κάποιος εκπρόσωπος της Αλληλεγγύης, του Σκόρου, του Μυρμηγκιού ή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η φωνή έβγαινε από το στόμα του Σίμου Κεδίκογλου. Εντωμεταξύ, οι εικόνες διαδέχονταν η μία την άλλη: επανασυνδέσεις ρεύματος σε σπίτια που είχαν μείνει μήνες στο σκοτάδι και το κρύο, δήμαρχοι που αναλαμβάνουν το κόστος, ρεπορτάζ για τις προσπάθειες να εντοπιστούν όσοι δεν έχουν ρεύμα — μέχρι και ένα φορτηγάκι κάποιου δήμου με ντουντούκα, που γύρναγε κάνοντας τη σχετική ανακοίνωση. Συναισθήματα πολλά μπορούν να ανακινήσουν αυτές οι εικόνες: Ανακούφιση (που επιτέλους γίνεται κάτι), οργή (χρειάστηκαν κάμποσοι θάνατοι γι’ αυτό), σκεπτικισμό (πόσους αφήνει ακάλυπτους το μέτρο), λύπη (αν σκεφτείς τους νεκρούς, αλλά και τους χιλιάδες που έμειναν χωρίς ρεύμα), αηδία (για την υποκρισία των καναλιών, τις «εικαστικές συνθέσεις» τους με τα γιγάντια κεριά σα φόντο στο στούντιο). Πέρα από αυτά όμως, παρά την υποκριτική και την καθυστερημένη αντίδραση του κρατικού μηχανισμού, υπάρχει κάτι άλλο, εξαιρετικά σημαντικό: για πρώτη φορά ο επίσημος λόγος ξεκινάει από την παραδοχή ότι δεν μπορεί κανείς να ζει χωρίς ρεύμα, ότι αυτό αποτελεί στοιχειώδες αγαθό. Κι αυτό συνιστά τομή. Με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα, θα περιμέναμε μάλλον διαφορετική αντιμετώπιση: ανώδυνα κλαψουρίσματα οδύνης («συμπάσχουμε με τους αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας»), φιλανθρωπίες (ο Σκάι να μαζεύει πυροστιές και πυρότουβλα για τους ενδεείς), αλλά και πιο επιθετικές κινήσεις: λογύδρια για «μπαταχτσήδες», λόγους περί «νομιμότητας» (να σου κόβουν το ρεύμα) και «παρανομίας» (να το επανασυνδέουν τα κινήματα αλληλεγγύης), οιμωγές για την επικείμενη κατάρρευση της ΔΕΗ από τα «φέσια» κλπ. κλπ. Πολλά νομίζω ότι συνετέλεσαν σ’ αυτή την αλλαγή: και οι διαμαρτυρίες και τα κινήματα και οι ψηφοθηρικοί υπολογισμοί της κυβέρνησης. Μα πάνω από όλα, η πραγματικότητα. Όσο και αν έχει εξαθλιωθεί η κοινωνία μας, όσο κι αν έχει καταπιεί πολλά, εγώ τουλάχιστον πιστεύω ότι δεν αντέχει εύκολα το βάρος να πεθαίνουν άνθρωποι από μαγκάλια, να είναι χωρίς ηλεκτρικό χιλιάδες νοικοκυριά. Αν ξεκινάμε από αυτό, το απλό και μεγάλο, «κανένα σπίτι χωρίς ρεύμα», τα πάντα μπορούν ν’ αλλάξουν. Γιατί αυτή η παραδοχή βάζει στο επίκεντρο τον άνθρωπο. Όλοι πρέπει να έχουν ρεύμα, είτε μπορούν να το πληρώσουν οι ίδιοι είτε όχι. Αν ξεκινήσουμε από αυτό, μετά ανοίγει η κουβέντα ποιος θα πληρώσει (γιατί ασφαλώς κάποιος πρέπει να πληρώσει) για όσους δεν μπορούν: θα πληρώσουν όλοι οι καταναλωτές, θα πληρώσουν οι δήμοι, θα πληρώσουν οι πλούσιοι κ.ο.κ. — όλα αυτά πρέπει να τα συζητήσουμε, αυτό είναι το πεδίο της πολιτικής και της αντιπαράθεσης. Αυτά να συζητήσουμε, και όχι το αν κάποιοι θα ζουν σε σπηλιές, υπό το φως των λύχνων, θα θερμαίνονται με μαγκάλια, αφού είναι ατομικό τους πρόβλημα… Και ας το προχωρήσουμε. Κανένας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ρεύμα, χωρίς περίθαλψη, χωρίς νερό, χωρίς ένα ελάχιστο εισόδημα. Ας επιμείνουμε ότι η κουβέντα ξεκινάει από αυτό το σημείο: ότι κανένας δεν θα ζει και θα πεθαίνει στο δρόμο σα σκυλί, επειδή δεν έχει περίθαλψη, σπίτι, ρεύμα —αυτό είναι το Α που δεν συζητάμε. Ας συζητήσουμε το β, το γ, το δ: Πώς θα βρεθούν τα λεφτά, με ποιους τρόπους, πώς θα βρουν δουλειά και στέγη αυτοί οι άνθρωποι. Το ότι η κυβέρνηση, δειλά, απρόθυμα και υποκριτικά αναγκάζεται να το παραδεχτεί στην περίπτωση των επανασυνδέσεων, ας μας κάνει να εντείνουμε τον αγώνα: και για το ηλεκτρικό, και για τους πλειστηριασμούς και για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, για όλα όσα αν δεν υπάρχουν πλήττεται ο πυρήνας της αξιοπρέπειας του ανθρώπου.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.