Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Κείμενα των: Βασίλη Παπαστεργίου, Ανδρέα Τάκη, Ζόε Ουίλλιαμς, Ταρίκ Αλί, Κώστα Γαβρόγλου, Χάρη Γολέμη, Κωνσταντίνου Χατζηνικολάου, Χρήστου Σίμου, Κώστα Αθανασίου, Σταύρου Τομπάζου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 774
ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ
ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΟΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΣΥΛΛΟΓΟ ΑΘΗΝΩΝ, 23-24 ΤΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗ
Ο Αναπαραδιάδης, ο Σουρής και ο ΔΣΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ Πριν 130 χρόνια, το 1884, ο Γεώργιος Σουρής έγραφε και παρουσίαζε το θεατρικό μονόπρακτο Ο Αναπαραδιάδης. Η υπόθεση της σύντομης αυτής κωμωδίας είναι η εξής: ο Αναπαραδιάδης, νεαρός δικηγόρος της Αθήνας, καταδιώκεται στην οδό Αιόλου από τον Σπαθάδη, ενωμοτάρχη και φοροεισπράκτορα, που επιδιώκει να τον συλλάβει προκειμένου να εισπράξει το φόρο επιτηδεύματος. Καταφέρνει να διαφύγει καταφεύγοντας στο σπίτι της Αθηναίας γεροντοκόρης Μελπομένης. Για κακή του όμως τύχη, στο σπίτι καταφθάνει και ο αδελφός της Μελπομένης, ονόματι Σπαθάδης. Μπροστά στον κίνδυνο της σύλληψης και της προσωπικής του κράτησης, ο Αναπαραδιάδης δέχεται να αποκαταστήσει τη Μελπομένη, γίνεται δηλαδή γαμπρός με το στανιό, με αντάλλαγμα την εξόφληση του χρέους του, την πληρωμή των εξόδων του γάμου από τον Σπαθάδη και τη συμφωνία να μένει στο εξής στο σπίτι του Σπαθάδη, γιατί ο ίδιος στο δικό του χρωστά το νοίκι. Ας ακούσουμε τη φωνή του συναδέλφου Αναπαραδιάδη, μέσα από το κείμενο του Σουρή: Ακούς εκεί να κυνηγούν κι εμάς τους δικηγόρους και στα καλά καθούμενα να μας γυρεύουν φόρους, ενώ εμείς δεν έχομε μισής στιγμής ραχάτι και με τουφέκι τρέχομε να εύρομε πελάτη, ενώ και τα χαρτόσημα κανένας δεν πληρώνει, και ύστερα επιτήδευμα ζητούν καλά και σώνει; Αλλ’ όμως πού, παρακαλώ, να εύρωμεν τους φόρους, ενώ ημείς στερούμεθα και της ζωής τους πόρους; Νομίζετε ότι εγώ κερδίζω το ψωμί μου; ... Ω προσφιλείς ακροαταί, σας λέγω στην τιμή μου ότι συχνά ενήστεψα χειμώνα-καλοκαίρι κι αν έφαγα την σήμερον ένας Θεός το ξέρει. Νομίζετε στην τσέπη μου θα βρείτε χαρτζιλίκι; Νομίζετε πως κέρδισα ως τώρα καμιά δίκη; Νομίζετε αληθινά κι εμένα δικηγόρο; Μου έδωσαν το δίπλωμα για να πληρώνω φόρο. Ω δικηγόροι δυστυχείς και ταλαιπωρημένοι, τι πλέον καταφύγιον και τι ελπίς σας μένει, αφού συχνά νηστεύοντες, πεινώντες και διψώντες, κι εδώ κι εκεί πλανώμενοι ως νέοι Ξενοφώντες,
Ο Βασίλης Παπαστεργίου είναι δικηγόρος, υποψήφιος πρόεδρος του ΔΣΑ με τη Ριζοσπαστική Αριστερή Κίνηση Δικηγόρων Αθήνας.
Γεώργιος Σουρής, 1853-1919 τρέχετε και τον κίνδυνον στη φυλακήν να πάτε κι από το παραθύρι της πελάτες να μετράτε; Και πώς μπορεί, παρακαλώ, το έθνος να προκόψει, αφού και η Κυβέρνηση αντί μισθό να κόψει εις τον καθένα νηστικό της μόδας δικηγόρο, στέλνει τους χωροφύλακες και μας γυρεύει φόρο; […] Λοιπόν αφήσετε και σεις αυτήν την επιστήμην, μη πλέον εκδικάζετε τας δίκας σας ερήμην, αφήσετε εις το εξής ενστάσεις και αντενστάσεις, αφήσετε τας αναστολάς και τόσας παρεμβάσεις, και τα χαρτιά σας σχίσετε και κάμετε κοκκόρους, δια να μην πληρώνετε εις τον αέρα φόρους».
Μήπως μας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Φυσικά, μας θυμίζουν «οικεία κακά». Το τέλος επιτηδεύματος επιβλήθηκε το 2011, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται δεν είναι τωρινή επινόηση, αλλά για παλιά, δοκιμασμένη συνταγή. Η οικονομική δυσπραγία των δικηγόρων και η αναγκαστική έξοδος από το επάγγελμα μας είναι επίσης οικεία. Και δεν είναι πλέον ρητορικό σχήμα, αλλά καθημερινή δραματική πραγματικότητα. Τέλος, είναι γνωστό ότι με το άρθρο 101 του Ν. 4172/2013 ιδρύθηκε το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ), στο οποίο μεταβιβάστηκε η εξουσία είσπραξης των οφειλών και η λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των οφειλετών ασφαλισμένων. Πολλοί και πολλές από εμάς έχουν ήδη λάβει τις σχετικές ατομικές ειδοποιήσεις. Το ΚΕΑΟ είναι
δηλαδή ο σύγχρονος Σπαθάδης. Θα μπορούσε βέβαια να σκεφτεί κανείς: Καλά όλα αυτά, αλλά μήπως πίσω από τη χάρη των στίχων του Σουρή κρύβεται η αξίωση ενός κλάδου να μην πληρώνει φόρους; Η εναντίωση στη φορολογία δεν είναι συντεχνιακή; Δεν νομίζω ότι τίθεται πια τέτοιο ερώτημα. Είναι βέβαια αλήθεια ότι στο παρελθόν μεγάλο μέρος των ελεύθερων επαγγελματιών φοροδιέφευγαν ή υποφορολογούνταν, στο πλαίσιο και μιας άρρητης συναλλαγής με την πολιτική εξουσία, η οποία κατ’ αυτό τον τρόπο εξασφάλιζε την πολιτική τους συναίνεση. Σήμερα όμως ζούμε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση. Οι σύγχρονοι —νέοι και λιγότερο νέοι— δικηγόροι, οι σύγχρονοι Αναπαριάδηδες, βρίσκονται στην ίδια θέση με τον ήρωα του Σουρή. Το πραγματικό τους εισόδημα είναι ελάχιστο και φορολογούνται από το πρώτο ευρώ. Πληρώνουν μεγάλες ασφαλιστικές εισφορές, ενόψει μιας σύνταξης που είναι πιθανό να μην πάρουν ποτέ. Εισπράττουν και αποδίδουν ΦΠΑ, που φυσικά περιορίζει ακόμα περισσότερο τα όρια της αμοιβής τους. Οι κάθε είδους φόροι, κρατήσεις, έξοδα και παράβολα ξεπερνούν το 50% (σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και το 75%) κάθε είσπραξής τους. Καταβάλουν κι αυτοί —μετά από 130 χρόνια!— τον φόρο (τώρα το λένε τέλος) επιτηδεύματος. Εργάζονται σε δικηγορικά γραφεία και δικηγορικές εταιρίες με πενιχρές αποδοχές. Χιλιάδες νέα παιδιά με ταλέντο, σπουδές, γνώσεις, αδυνατούν να ζήσουν τον εαυτό τους και, όταν η οικογένεια δεν είναι σε θέση να βοηθήσει, κινδυνεύουν από τους σύγχρονους Σπαθάδηδες, το ΚΕΑΟ, την Εφορία, τις κατασχέσεις. Κάνουν ρυθμίσεις, προσπαθώντας να ξορκίσουν το κακό, αλλά ο φαύλος κύκλος της λιτότητας και της κρίσης τους ξαναφέρνει στο ίδιο σημείο. Αδιέξοδο. Δεν μπορεί λοιπόν να γίνει κανένας συμψηφισμός με τη φορολογική αντιμετώπιση της παλαιότερης γενιάς, ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι δεν πρόκειται καν για τα ίδια φυσικά πρόσωπα. Στο κάτω κάτω, υπάρχει κι εκείνο το ταλαιπωρημένο τα τελευταία χρόνια Σύνταγμα που επιμένει: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους». Πώς λοιπόν θα προσπεράσουμε το γεγονός ότι η υπερφορολόγηση των νέων –και των λιγότερο νέων– μαχόμενων δικηγόρων συνοδεύε-
ται από τη συνέχιση της φορολογικής ασυλίας που απολαμβάνει η οικονομική ελίτ, τα πολύ υψηλά εισοδήματα, οι εφοπλιστές, οι καναλάρχες, οι ιδιοκτήτες διαφόρων offshore; Στο μονόπρακτο του Σουρή, ο Αναπαραδιάδης διατηρεί μια κάποια υπερηφάνεια και αυτοεκτίμηση: «Σας βεβαιώ πως είμαι εις των πρώτων δικηγόρων κι εσπούδασα της νομικής τους κλάδους κατά κόρον, ότι εκ στήθους έμαθα παν άρθρον των κωδίκων, πως πάντοτε νυχθημερόν εργάζομαι κατ’ οίκον, χωρίς στα δικαστήρια ποτέ μου να πηγαίνω, διότι τους πελάτες μου δεν τους κακομαθαίνω».
Προσπαθεί να αποφύγει τον ανεπιθύμητο γάμο, αλλά τελικά υποτάσσεται με πενιχρά ανταλλάγματα: Θέλοντας και μη θέλοντας θα τον δεχθώ το γάμο. Ας είναι πλέον... δέχομαι... αλλ’ υπό έναν όρον... σεις του επιτηδεύματος να δώσετε τον φόρον […] Θα μένω και στο σπίτι σας, γιατί χρωστώ το νοίκι, ως ότου παρουσιασθή καμμιά σπουδαία δίκη.
Καθώς οι δικηγορικές εκλογές πλησιάζουν, είναι φανερό ότι το σώμα των δικηγόρων διακατέχεται από βαθιά αδιαφορία. Δεν είναι καλό σημάδι. Είναι απόδειξη ότι ο κλάδος διακατέχεται από μια αίσθηση σαρωτικής ήττας, ότι βρίσκεται στο όριο να θεωρήσει ότι οι συλλογικές διαδικασίες δεν έχουν νόημα, ότι η ήττα είναι οριστική. Θα έλεγε κανείς ότι οι σύγχρονοι Αναπαραδιάδηδες, γονατισμένοι από την οικονομική δυσπραγία των τελευταίων ετών, αναζητούν μια ατομική λύση, μια σύγχρονη Μελπομένη, έτσι ώστε μ’ ένα «γάμο συμφέροντος», να διασωθούν όπωςόπως. Δεν μας αξίζει αυτή η προοπτική. Έτσι κι αλλιώς οι σύγχρονες Μελπομένες σπανίζουν. Πόσες ανύπαντρες αδελφές να έχει κι αυτός ο Σπαθάδης; Ο Αναπαραδιάδης του Σουρή επέλεξε εκών-άκων τη μίζερη προοπτική μιας ζωής με τη γεροντοκόρη Μελπομένη (συγγνώμη για το στερεότυπο, φίλες μου φεμινίστριες!) στο ίδιο σπίτι με τον φοβερό κουνιάδο του Σπαθάδη, η χατζάρα του οποίου θα επικρέμεται μια ζωή πάνω απ’ το κεφάλι του. Ελπίζουμε ότι ο σύγχρονος Απαραραδιάδης θα βρει τη δύναμη να χαιρετήσει ευγενικά αλλά αποφασιστικά τους άλλους δύο ήρωες του έργου, να ανοίξει την πόρτα του σπιτιού της Μελπομένης και να βγει στον καθαρό αέρα της πολύβουης οδού Αιόλου.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
28
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Ματαίωση και υποκρισία: Γιατί καταργείται η ψήφος των μεταναστών; ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΤΑΚΗ Λίγοι, φαίνεται, είχαν αντιληφθεί πως η διαβόητη περσινή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία ματαιώθηκε ένα από τα σημαντικότερα βήματα εκδημοκρατισμού της κοινωνίας μας (η χορήγηση ελληνικής ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα ή πήγαν ελληνικό σχολειό), έκρινε αντισυνταγματική και την ψήφο, στις δημοτικές εκλογές, των μεταναστών που ζουν εδώ με μακρόχρονες άδειες παραμονής. Μόνο έτσι εξηγείται ότι πολιτικοί και κοινωνικοί παράγοντες έσπευσαν να καταγγείλουν ως «αποκλεισμό» και «κοινωνική περιθωριοποίηση» των νομίμως διαμενόντων μεταναστών την πρωτοβουλία του Γ. Μιχελάκη να συμπεριλάβει στις αιφνιδιαστικές τροπολογίες που κατέθεσε, ενόψει των επερχομένων διπλών εκλογών, την ολοσχερή κατάργηση των σχετικών ρυθμίσεων του πολύπαθου Ν. 3838/2010. Στην πραγματικότητα, ο αποκλεισμός έχει επέλθει με την έκδοση της επίμαχης δικαστικής απόφασης. Το σκεπτικό παρέπεμπε ρητά στην αντίστοιχη απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, την οποία εν πολλοίς κόπιαρε: στη δημοκρατία κάθε εκλογική διαδικασία που αποβλέπει στην ανάδειξη δημοσίων αρχόντων συνδέεται εξ ορισμού με τη λαϊκή κυριαρχία, άρα η εκεί συμμετοχή επιφυλάσσεται, επίσης εξ ορισμού, μόνον σε όσους ανήκουν στο ελληνικό πολιτικό σώμα: όσους διαθέτουν την ιδιότητα του έλληνα πολίτη. Πολλά θα μπορούσε να καταμαρτυρήσει κανείς στην «πρωσική» αυτή αντίληψη, που κρύβει τον αυταρχισμό της πίσω από έναν μανδύα δημοκρατικοφάνειας. Παραβλέπει σκανδαλωδώς ότι το Σύνταγμά μας κάνει λόγο για το δικαίωμα του καθενός, άρα και των αλλοδαπών, να συμμετέχουν στη πολιτική ζωή της χώρας, καθώς και ότι, όπως φαρδιάπλατιά γράφεται στα Πρακτικά (πρόκειται για λόγια των κ.κ. Βενιζέλου και Παυλόπουλου), η αναθεώρηση των συνταγματικών διατάξεων για τους ΟΤΑ έγινε συνειδητά, μεταξύ άλλων, και για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή αλλοδαπών στις δημοτικές εκλογές. Κυρίως όμως παρακάμπτει την ουσιώδη διαφορά μεταξύ λειτουργίας και διακυβευμάτων της δημοκρατίας σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, με αποτέλεσμα πρόσωπα που ζουν δεκαετίες ανάμεσά μας, συμμετέχοντας ενδεχομένως καθοριστικά στην τοπική κοινωνική ζωή να μην έχουν λόγο ακόμη και για στοιχειώδεις αποφάσεις που ορίζουν την καθημερινότητά τους, λ.χ. πού θα μπουν οι σκουπιδοτενεκέδες της γειτονιάς τους. Αυτά όμως, καλώς κακώς, έχουν κριθεί «αμετάκλητα» από το ΣτΕ, όπως τονίζει το ΠΑΣΟΚ. Μήπως λοιπόν αδικείται ο υπουργός για την πρωτοβουλία του, που την εμφανίζει ως αυτονόητη και νομικά επιβεβλημένη; Μήπως αδικείται το ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου, όταν σπεύδει κατά τα φαινόμενα να προΟ Ανδρέας Τάκης διδάσκει στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ.
Tζαίημς Ένσορ, «Οι καλοί δικαστές», 1891
εξοφλήσει την υπερψήφιση της τροπολογίας, προκειμένου «να διαφυλαχθεί η νομιμότητα» των εκλογών; Ας είμαστε ξεκάθαροι. Το γεγονός ότι το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο —-έστω και με μια, κατ’ εμέ, αυταρχικής έμπνευσης και εν τέλει νομικά εσφαλμένη απόφαση— έκρινε τις διατάξεις αντισυνταγματικές δίνει κάθε δικαίωμα στην κυβέρνηση να επιλέξει τον τρόπο με τον οποίο θα υλοποιήσει την κρίση αυτή. Βέβαια, μπορούμε να θυμηθούμε ότι πέρσι, υλοποιώντας την αντίστοιχη απόφαση για την ιθαγένεια, το Υπουργείο, αντί της κατάργησης των διατάξεων, επέλεξε το «πάγωμα» των διαδικασιών με απλή εγκύκλιο, και μάλιστα πριν τη δημοσίευση της απόφασης… Στην περίπτωση της μεταναστευτικής ψήφου, διέθετε μια ακόμη ευχερέστερη οδό. Με δεδομένο ότι μετανάστες και ομογενείς θα ψήφιζαν με βάση έναν ειδικό κατάλογο που συντάσσουν οι δήμοι και επικυρώνει προεκλογικά το Υπουργείο, θα μπορούσε απλώς να αρνηθεί την επικύρωση των σχετικών καταλόγων που τυχόν θα του απέστελλε κάποιος δήμος, αποκλείοντας έτσι κάθε ενδεχόμενο συμμετοχής μεταναστών, και μαζί κάθε ενδεχόμενο αμφισβήτησης του κύρους των εκλογών. Η νομοθετική κατάργηση των διατάξεων είναι πρωτίστως πολιτική επιλογή, καθιστώντας έκδηλη την πολιτική αμηχανία του ασθενέστερου εταίρου της συγκυβέρνησης, που αδυνατεί να επιδράσει στοιχειωδώς στις πρωτοβουλίες του ισχυρού κυβερνητικού παρτενέρ. Μπορεί κανείς εύλογα να εικάσει ότι η ενέργεια του κ. Μιχελάκη αποτελεί ξεκάθαρο προσκλητήριο νεύμα προς το παραδοσιακό ακροατήριο της λαϊκής Δεξιάς, που φυλλορροεί προς τη Χρυσή Αυγή. Άλλωστε, ο βασικός κυβερνητικός εταίρος —παρά τις ευκαιριακές εκδηλώσεις σχετλιασμού του πρωθυπουργού και ορισμένων άλλων κυβερνητικών παραγόντων απέναντι στη νεοναζι-
στική ακροδεξιά— μας έχει αρκούντως αποδείξει, με τα διαβόητα περί «ανακατάληψης των πόλεων μας» ή τις απειλές εκδίωξης των «λαθρομεταναστών» νηπιακής ηλικίας από τους δημοτικούς σταθμούς, ότι δεν ορρωδεί να υιοθετήσει μια ατζέντα που χαϊδεύει ακροδεξιά ώτα, ιδίως ενόψει προσδοκώμενων εκλογικών οφελών. Από την άλλη, στο πικρό ερώτημα τι υποχρεώνει το ΠΑΣΟΚ να συρθεί πίσω από μια πρωτοβουλία που αποβλέπει τόσο πρόδηλα στον πανηγυρικό ενταφιασμό ενός νομοθετήματος συμβολικού της πολιτικής του προσήλωσης, σε παλαιότερες εποχές, στην υπόθεση της δημοκρατίας και της κοινωνικής προόδου, πολλοί θα επισήμαιναν την αγωνιώδη προσπάθεια της παρούσας ηγεσίας του να διατηρήσει, πάση θυσία, την απομειούμενη επιρροή της στις πολιτικές εξελίξεις. Θα διακινδυνεύσω, τέλος, μια «συστημική» εξήγηση, που ανάγεται λιγότερο σε δεδηλωμένες θέσεις και προθέσεις, και περισσότερο σε μια πιθανή υπόγεια ανησυχία των παραδοσιακών παικτών του πολιτικού συστήματος, συνδεόμενη, εν τέλει, με την ιδιομορφία του ελέγχου συνταγματικότητας των νόμων στη χώρα μας. Έχουμε εθιστεί —με ευθύνη και της Αριστεράς που εκστασιαζόταν με τον συντηρητικό βαθύ οικολογικό «ακτιβισμό» του ΣτΕ— να τρέφουμε ένα ιδιότυπο δέος απέναντι στο ΣτΕ. Ξεχνάμε έτσι ότι δεν είναι συνταγματικό δικαστήριο, και κυρίως ότι το Σύνταγμα της Δημοκρατίας μας δεν είναι ό,τι αυτό πει σε μια απόφασή του. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι το ΣτΕ —σε αντίθεση με το όχι και τόσο δημοκρατικό πρότυπο που ενσαρκώνει το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο— δεν έχει την εξουσία ούτε να «δικάσει» αφηρημένα έναν νόμο, που έχει ψηφίσει το εκλεγμένο κοινοβούλιο, ούτε, ακόμη λιγότερο, να τον «ακυρώσει», αν τον κρίνει αντισυνταγματικό. Το Σύνταγμα του δίνει, όπως και σε κάθε άλλο δικαστήριο της χώ-
ρας, την εξουσία να μην τον εφαρμόσει όταν κρίνει το ατομικό αίτημα κάποιου προσώπου σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, εν προκειμένω το αίτημα ενός νομικού συνεργάτη της Χρυσής Αυγής να ακυρωθούν κάποιες εφαρμοστικές διοικητικές πράξεις της τότε ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών που είχαν εκδοθεί με βάση τον επίμαχο νόμο. Γι’ αυτό και η απόφασή του περί αντισυνταγματικότητας δεν δεσμεύει νομικά τα άλλα δύο ανώτατα δικαστήρια, τον Άρειο Πάγο και το Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά ούτε τα κατώτερά του διοικητικά δικαστήρια, που μπορούν να κρίνουν διαφορετικά — άλλο αν δεν το πράττουν, φοβούμενα την κατ’ έφεση ή αναίρεση ανατροπή των αποφάσεών τους. Έτσι, ένας νόμος που έχει κριθεί αντισυνταγματικός εξακολουθεί να ισχύει κανονικά και, εφόσον υφίσταται η σχετική πολιτική βούληση της ηγεσίας της διοίκησης, να εφαρμόζεται πλήρως, καθώς οι πράξεις της, μέχρι να ακυρωθούν δικαστικά, θα έφεραν το τεκμήριο νομιμότητας. Στο πλαίσιο αυτό, μια κυβέρνηση, στηριζόμενη σε μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα μπορούσε να εμμείνει αποφασιστικά στην άποψή της για τη συνταγματικότητα ενός νόμου, αψηφώντας τη μεμονωμένη κρίση μιας επισφαλούς πλειοψηφίας του δικαστηρίου, αλλά αναλαμβάνοντας το ρίσκο να δει τις αποφάσεις να ακυρώνονται κατ’ επανάληψη δικαστικά, μετά από προσφυγές των πολιτικών της αντιπάλων. Η έγκαιρη κατάργηση των διατάξεων για τη δημοτική ψήφο των μεταναστών απομακρύνει το ενδεχόμενο μιας ενδοπολιτειακής εν τέλει αντιπαράθεσης με αφορμή το συγκεκριμένο νομοθέτημα, μεταθέτοντας το ζήτημα σε επίπεδο συνταγματικής αναθεώρησης, στο απώτερο μέλλον. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αφενός τις μη καλυπτόμενες πλήρως από την παρούσα συνταγματική τάξη τάσεις του ΣτΕ και, αφετέρου, το σοβαρό ενδεχόμενο μιας ουσιώδους αναδιάταξης των πολιτικών δυνάμεων στο κοινοβούλιο στις προσεχείς εθνικές εκλογές, μια τέτοια αντιπαράθεση φαντάζει όλο και πιο πιθανή, αν όχι αναπόφευκτη. ΑΣΚΙ ΚΑΙ «ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ» ΓΙΑ ΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ Την Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου, ώρα 19.00, θα πραγματοποιηθεί η τρίτη εκδήλωση της σειράς «Γιατί αλλάζει ο κόσμος; Η Αριστερά στον 20ό αιώνα: Στρατηγικές επιλογές και ιστορικές συγκυρίες» που διοργανώνουν το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται με την υποστήριξη του Δικτύου transform!europe. Τίτλος της εκδήλωσης είναι: Στον απόηχο της Οκτωβριανής Επανάστασης: η διάσπαση του σοσιαλιστικού κινήματος. Θα μιλήσουν η Ιωάννα Παπαθανασίου και ο Ηλίας Νικολακόπουλος, με συντονιστή τον Θόδωρο Παρασκευόπουλο. Η εκδήλωση γίνεται στη Νομική Αθηνών, αμφιθέατρο Παπαρηγοπούλου.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
29
Στιούαρτ Χολ (1932-2014) Ένας θεός της Αριστεράς ΤΗΣ ΖΟΕ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ (ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΟΥ ΠΗΡΕ ΣΤΟΝ ΣΤ. ΧΟΛ, 11.2.2012)
Ο Στιούαρτ Χολ είναι κάτι σαν Θεός στον χώρο της Αριστεράς. Όχι λόγω του υπερβολικού σεβασμού με τον οποίο τον αντιμετωπίζουν, αλλά επειδή κάθε συζήτηση, είτε για την πολυπολιτισμικότητα ή τον φεμινισμό, είτε για τον Καρλ Μαρξ ή την ελεύθερη αγορά, μόλις φτάσει σε κάποιο βάθος, αναγκαστικά θα ανατρέξει στις δικές του ιδέες (παραλίγο να γράψω το «Τ» με κεφαλαίο). Κάθομαι στην κουζίνα του στο Χάμπστεντ, λουσμένη στο φως του ήλιου, μια μέρα πριν από τα ογδοηκοστά του γενέθλιά, με τη σουρεαλιστική αίσθηση πως έχω απέναντί μου ένα αρχέτυπο ακαδημαϊκού, εντελώς ασυμβίβαστου, ολοκληρωμένου, επιτυχημένου: το είδος του ακαδημαϊκού για τον οποίο θα έγραφε ο Τζον Απντάικ, όταν ήταν νέος. Ο Χολ, με περιπαικτικό ύφος, μου λέει: «Ήμουν προορισμένος να γίνω —ακολουθεί βρώμικη λέξη— διανοούμενος. Με την ακαδημαϊκή καριέρα έβγαλα τα λεφτά μου». Βρίσκει πλέον προβληματική την κατάσταση της Αριστεράς: «Η Αριστερά έχει πρόβλημα. Δεν έχει ιδέες, δεν έχει κάποια δική της ανάλυση του τι συμβαίνει, κι έτσι δεν έχει και όραμα. Έρχεται απλώς με το θερμόμετρο και λέει: “Πωπώ, άσχημα τα πράγματα, ας μετακινηθούμε προς τα δεξιά!”. Δεν αισθάνεται πια ότι η πολιτική έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα, ότι πρέπει να αλλάζει τον τρόπο που οι άνθρωποι βλέπουν τα πράγματα». Τα παραδείγματα είναι παντού γύρω μας, αλλά η περίπτωση με τον πιο επείγοντα χαρακτήρα είναι το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS). «Πώς είναι δυνατόν εκατομμύρια άνθρωποι να έχουν ευεργετηθεί από το NHS και να μην είναι στους δρόμους για να το υπερασπιστούν; Ελάτε τώρα. Το NHS είναι ένα από τα πλέον σημαντικά ανθρωπιστικά εγχειρήματα έχουν λάβει χώρα σε καιρό ειρήνης. Και τώρα, η αρχή ότι δεν πρέπει κανένας να κερδοσκοπεί με την ασθένεια του άλλου έχει χαθεί! Εάν πει κάποιος ότι μια αμερικανική εταιρεία παροχής υπηρεσιών υγείας θα τρέξει το NHS αποτελεσματικά, κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι να τον αντικρούσει. Οι καθοδηγητικές αρχές έχουν χαθεί». Πρόσφατα, δημοσιεύθηκε μια μελέτη που διερευνούσε γιατί οι ΗΠΑ, που ξοδεύουν περισσότερα χρήματα κατά κεφαλή για την υγεία από τη Βρετανία, έχουν χειρότερα αποτελέσματα, και η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: Όταν υπάρχει το κίνητρο του κέρδους, οι πλούσιοι απολαμβάνουν μεγαλύτερης προσοχής από όση χρειάζονται, και οι φτωχοί μικρότερης. Έτσι, άνθρωποι πεθαίνουν χωρίς λόγο. Συνεπώς, υπάρχει ένα ασφαλές και ρεαλιστικό επιχείρημα εναντίον της εμπλοκής του
ιδιωτικού τομέα στην υγεία, αλλά ο Χολ επιμένει σε μια αμείλικτη ηθική απόφανση: Ποιος θα έβγαζε λεφτά από την ασθένεια του άλλου; Τι είδους άνθρωπος θα έκανε κάτι τέτοιο; Θα του εμπιστευόσασταν τη διαχείριση των χρημάτων σας, και πολύ περισσότερο τη φροντίδα της υγείας σας ή της υγείας κάποιου αγαπημένου σας προσώπου; Το ηθικό επιχείρημα δεν προβάλλεται αρκετά σε τέτοιες περιπτώσεις — ή, μάλλον, δεν προβάλλεται καθόλου. Καθώς είναι άνθρωπος κι αυτός, και μάλιστα στα ογδόντα του, ο Χολ είχε την ευκαιρία να ζήσει πρόσφατα από κοντά το NHS· πάσχοντας από νεφρική ανεπάρκεια, εδώ και εφτά χρόνια κάνει αιμοκάθαρση, η οποία «μετά από τόσο καιρό σε σκοτώνει και ταυτόχρονα σε κρατά στη ζωή». Ήταν μια εμπειρία που τον άγγιξε πολύ βαθειά. «Σου δίνει μια διαφορετική οπτική του εαυτού σου και μια διαφορετική οπτική του εαυτού σου στη σχέση σου με τους άλλους. Η γυναίκα σου γίνεται η νοσηλεύτριά σου. Για όνομα του Θεού!». Ασφαλώς, η εμπειρία αυτή βάθυνε και την πολιτική του ταυτότητα. «Πάντα ήξερα ότι δεν είμαι “δέντρο μοναχό”, αλλά τούτο επιβεβαιώθηκε περίτρανα στην κατάσταση αυτή. Δεν είναι μόνο τα νεφρά — θα μπορούσα να μιλάω ώρες για τα προβλήματα υγείας μου. Δεν θα έβγαζα ούτε δυο μέρες χωρίς κάποιον να με βοηθάει. Ο [Ρίτσαρντ] Τίτμους αποκαλούσε αυτό το πράγμα δωρητική σχέση: «Απόστειλον τον άρτον σου επί πρόσωπον του ύδατος» [Εκκλησιαστής, 11,1]· δεν ξέρεις ποιος θα το μαζέψει, δεν ξέρεις αν θα το χρειαστείς αργότερα, απλώς το δίνεις γιατί το έχεις. Είναι το αντίθετο της ανταλλακτικής αξίας. Είναι μια κίνηση χωρίς οικονομική αξία». Πάντοτε πίστευα πως το εγώ, το εγωιστικό άτομο του Άνταμ Σμιθ, είναι λάθος. Ο έξω κόσμος εισχωρεί στο κεφάλι μας και ξεκινά μια συνεχή διαλεκτική, δεν μπορείς να τον ξεριζώσεις. Έτσι πρέπει να σφυρηλατήσουμε την αδελφοσύνη. Πάντοτε το ήξερα, αλλά φυσικά όταν είσαι άρρωστος, το συνειδητοποιείς ακόμα εντονότερα. Έχεις ιδέα πόσο κοστίζει η αιμοκάθαρση, ανά επίσκεψη; Εάν πιστεύω σε ένα δημόσιο σύστημα υγείας; Φυσικά και πιστεύω. Μέχρι τα μπούνια». [...]
Το μήνυμα του Στ. Χολ ΤΟΥ ΤΑΡΙΚ ΑΛΙ «Αυτό που πραγματικά καθορίζει τις ζωές μας είναι ο τρόπος που η συμπάθειά μας ρέει και αναδιπλώνεται». Τούτη η εισαγωγική φράση της κριτικής που έγραψε ο Στιούαρτ Χολ το 1960 για τον Εραστή της Λαίδης Τσάτερλυ ανήκει στον Ντ. Χ. Λώρενς. Ο κριτικός την ξέθαψε από τα βάθη του μυθιστορήματος. Και θα μπορούσε άνετα να
σταθεί ως επιτάφιος για τον ίδιο τον Στιούαρτ. Οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες που είχε έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην πολιτικής του συγκρότηση. Ήταν, πάνω και πριν απ’ όλα, ένα πολιτικό πρόσωπο. Η πολιτική είχε μεγάλη σημασία για εκείνον κι ήταν αυτή που του επέτρεψε να αναπτύξει τις πραγματικά μαγευτικές ρητορικές του ικανότητες. Ήταν «παιδί» του 1956. Η δίδυμη κρίση που ξέσπασε εκείνη τη χρονιά (η αγγλο-γαλλο-ισραηλινή εισβολή στην Αίγυπτο και η σοβιετική επέμβαση την Ουγγαρία) δημιούργησε ένα κύμα αμφισβήτησης που σάρωσε την Ευρώπη. Στη Βρετανία, οδήγησε στην ανάδυση του πρώτου κύματος της Νέας Αριστεράς, που εκφράστηκε με περιοδικά (όπως το New Left Review), τη δημιουργία των Λεσχών της Νέας Αριστεράς σε όλη τη χώρα, καθώς και στην Εκστρατεία για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό. Εκτός από τον Στιούαρτ, ο Ε.Π. Τόμσον, ο Ραλφ Μίλιμπαντ, ο Ρέιμοντ Ουίλιαμς, η Ντόρις Λέσινγκ και πολλοί άλλοι έπαιξαν τους δικούς τους ρόλους. Όταν ο Στιούαρτ έγινε ο πρώτος αρχισυντάκτης του New Left Review, με μια έντονη παρεμβατική και ακτιβιστική προσέγγιση, το μήνυμά του ήταν ξεκάθαρο: Εάν επιθυμείτε την αλλαγή, σηκωθείτε από τους καναπέδες σας και προκαλέστε την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων — αλλά επίσης να σκέφτεστε, να επιχειρηματολογείτε, να συζητάτε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να πάμε μπροστά. Αυτή παραμένει μια σπουδαία κληρονομιά. Ο Χολ εντάχθηκε στο κέντρο σύγχρονων πολιτισμικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπέρμινχαμ υπό τον Ρίτσαρντ Χόγκαρτ, του οποίου το κέντρο ήταν το πνευματικό παιδί. Όταν ο Χόγκαρτ αποχώρησε, ο Χολ ριζοσπαστικοποίησε το εγχείρημα, λέγοντας μισοαστεία-μισοσοβαρά στους φίλους του ότι οι πολιτισμικές του σπουδές ήταν πολιτική με άλλα μέσα. Το κέντρο είχε ξεκινήσει τη λειτουργία του επεκτείνοντας τα εργαλεία της λογοτεχνικής κριτικής στη μαζική κουλτούρα. Η πιο φιλόδοξη προσπάθεια του Χολ είχε να κάνει με την ανάπτυξη μιας θεωρίας για την ανάλυση της λαϊκής κουλτούρας. Αυτή η προσπάθεια είχε παγκόσμιο αντίκτυπο, αρχικά στον αγγλόφωνο κόσμο, αλλά αργότερα και έξω από αυτόν. Επίσης, τον κατέστησε μια φιγούρα που εμψύχωσε νεαρούς μαύρους καλλιτέχνες και κινηματογραφιστές στη Βρετανία, από τους οποίους ο Άιζακ Τζούλιεν και ο Τζον Ακόμφρα είναι τα πλέον εξέχοντα παραδείγματα. H πολιτική της κουλτούρας μπήκε σε δεύτερο πλάνο για λίγο, δίνοντας τη θέση της στην έμφαση στη νέα πολιτική πραγματικότητα που κωδικοποιήθηκε με τον όρο θατσερισμός. Ακολούθησε ένα σύνολο δυνατών αναλύσεων στις σελίδες του περιοδικού του Κομμουνιστικού Κόμματος, Marxism Today. Μαζί με τον Έρικ Χομπσμπάουμ και τον Μάρτιν Ζακς, ο Χολ ήταν κεντρική μορφή στις συζητήσεις εκείνες που προειδοποιούσαν την Αριστερά, τόσο εντός όσο και εκτός του κόμματος των Εργατικών, ότι ο θατσερι-
σμός ήταν ένα νέο φαινόμενο, ένας «απολυταρχικός λαϊκισμός» που δεν ήταν δυνατόν να ηττηθεί με τις παραδοσιακές μεθόδους των Εργατικούς μεθόδους. Έπρεπε η κατανόηση να προηγηθεί της αντιμετώπισής του. Πολλοί από τους συνεργάτες του περιοδικού (όχι ο Χολ, ούτε ο Ζακς) διάβασαν το μήνυμα με τον δικό τους τρόπο και συμπέραναν πως η αντιμετώπιση του θατσερισμού δεν ήταν πλέον εφικτή. Έτσι, αυτομόλησαν μαζικά, πρώτα προς τον Νιλ Κίνοκ και μετά προς το Νέο Εργατικό Κόμμα, του οποίου οι ηγέτες επιχείρησαν να εμβαθύνουν στον θατσερισμό, εξολοθρεύοντας εν τω μεταξύ την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία. Ο Στιούαρτ παρέμεινε σφοδρός επικριτής του καθεστώτος Μπλερ και των διαδόχων του, και μάλιστα γινόταν όλο και πιο ευέξαπτος όσο περνούσαν τα χρόνια, επιδοκιμάζοντας με θέρμη τους διαδηλωτές κατά του πολέμου στο Ιράκ, αλλά και τους φοιτητές που κατέλαβαν τα πανεπιστήμια λίγο μετά τη νίκη του Ντέιβιντ Κάμερον. Μέσα στην καταπιεστική ξηρασία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και κουλτούρας, όπου τα ψέματα των υπερασπιστών της φοριούνται αρχικά σαν προστατευτικές μάσκες που τελικά ριζώνουν στα πρόσωπά τους, η φωνή και τα κείμενα του Χολ θα μας λείψουν πάρα πολύ. Σε αντίθεση με σχεδόν όλους τους συνοδοιπόρους του από το 1956 αλλά και αργότερα, δεν έγραψε κανένα βιβλίο. Πολλοί ρωτούσαν γιατί επικεντρώθηκε τόσο στη συγγραφή δοκιμίων. Ίσως διότι του άρεσε η προσωρινότητα της μικρής φόρμας. Ή ίσως η μαζοχιστική προσπάθεια σύνθεσης των απόψεων των σεχταριστών εικοσάρηδων που τον περιστοίχιζαν στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμινχαμ να τον εξαντλούσε υπερβολικά. Δεν έχω απάντηση στο ερώτημα, αλλά δεν έχει και τόση σημασία. Υπάρχουν πάρα πολλά να εξερευνήσει κανείς σε αυτά που άφησε πίσω του, και ειδικά στην άρνησή του να εξοβελιστεί η πολιτική από την καθημερινή μας σκέψη. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
Τα κείμενα της Zoe Williams και του Tariq Ali, που μεταφράζονται εδώ με περικοπές, δημοσιεύθηκαν στον «Guardian», στις 11.2.2012 και στις 10.2.2014.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
30
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Physics for blind students Προς τον Πρόεδρο του Φυσικού Τμήματος, ΑΠΘ Αγαπητέ συνάδελφε, Δεν γνωριζόμαστε, αλλά θα ήθελα να σας συγχαρώ για το θάρρος σας να απαγορεύσετε την εγγραφή στο Τμήμα σας ενός τυφλού φοιτητή που διέπρεψε στις Ολυμπιάδες Μαθηματικών. Καταρχάς, κακώς αποφάσισε ότι θέλει να σπουδάσει φυσική. Επειδή, δηλαδή, διακρίθηκε διεθνώς στα μαθηματικά, πρέπει ντε και καλά να σπουδάσει φυσική; Δεν του έκανε η ιστορία; η φιλολογία; η φιλοσοφία; κάποια τεχνική σχολή; Και, όπως δηλώσατε, δεν υπάρχει καμία απολύτως διάκριση ενάντια στους τυφλούς, όπως σας κατηγορούν οι αδαείς, το ίδιο θα κάνατε και για άλλες κατηγορίες φοιτητών με προβλήματα στα «άνω δύο άκρα». Ακόμη και ο «απειθής» πρύτανής σας παρενέβη. Είναι, λέει, παλιός ο εσωτερικός κανονισμός και πρέπει να αλλάξει. Εννοούσε, προφανώς, ότι ο κανονισμός είναι από τον καιρό που δεν υπήρχαν τυφλοί… Υπάρχουν, βέβαια, και οι εμπαθείς. Συνήθως είναι αριστεροί. Λένε για εμάς τους πανεπιστημιακούς ότι ασκούμε δημόσιο λειτούργημα, και ως εκ τούτου θεωρούν ότι πρέπει να χάνουμε την πολύτιμη ώρα μας ώστε να βοηθούμε τους λιγότερο ευνοημένους. Καλά, όλοι αυτοί, δεν έχουν ακούσει για τις άλλες δουλειές που έχουμε; Τι είναι το πανεπιστήμιο; Κέντρο κοινωνικής πρόνοιας; Και κάτι που μάλλον ξέφυγε της προσοχής σας, και εδώ θα ήθελα να σας βοηθήσω: Έψαξα στο ίντερνετ για «science/physics for blind students» και μου βγάζει πάνω από 10.000 σάιτ. Με βιβλία, ερευνητικές εργασίες, εργαστηριακές ασκήσεις, πρακτικά συνεδρίων και άλλα πολλά για τυφλούς φοιτητές. Διάβασα αρκετά απ’ αυτά, και εντυπωσιάστηκα με τι πράγματα χάνουν την ώρα τους οι κουτόφραγκοι. Απίστευτοι τύποι. Κατεβατά ολόκληρα, με ανοησίες. Μπουρδολογίες ολκής. Αστειότητες. Καλά κάνουν οι Τούρκοι με τον πρόσφατο νόμο τους που θα απαγορεύουν διάφορα σάιτ να εμφανίζονται στις οθόνες. Αυτό θα πει κράτος, όχι το δικό μας. Να βάζεις physics for blind students, και να σου βγάζει Error 404, όχι όλες αυτές τις φλυαρίες που διάβασα. Μην σας ταλαιπωρώ περισσότερο, σας έχουν ήδη ταλαιπωρήσει τα ΜΜΕ με την γνωστή αγραμματοσύνη τους. Αν σας ζητήσουν, όμως, να κάνετε κάποια δήλωση, μήπως θα έπρεπε να τους πείτε ότι στην Ελλάδα η φυσική είναι μόνο για τους φυσιολογικούς; Να το βροντοφωνάξετε, σας παρακαλώ, για να το καταλάβουν καλά. Με εκτίμηση ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΓΟΛΕΜΗ, ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ «TRANSFORM!» w Οι επικείμενες ευρωεκλογές συζητιούνται προς το παρόν στην Ελλάδα ως ένα μεγάλο δημοψήφισμα εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής. Θεωρείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να τις αντιμετωπίσει μ’ αυτόν κυρίως τον τρόπο; Προφανώς, αν στις ευρωεκλογές υπάρξει μια μεγάλη ήττα της ΝΔ (για το ΠΑΣΟΚ, όπως και αν μεταμφιεστεί, αυτό είναι βέβαιο), η συγκυβέρνηση δύσκολα θα αντέξει μέχρι το 2015, όταν αναγκαστικά θα γίνουν οι εθνικές εκλογές. Άλλωστε, οι ευτελείς σχεδιασμοί της τελευταίας στιγμής (ταυτόχρονη διεξαγωγή των ευρωεκλογών με τον δεύτερο γύρο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, καθιέρωση του σταυρού προτίμησης αντί της λίστας) μοναδικό στόχο έχουν να περιορίσουν κατά το δυνατόν αυτή την ήττα ή/και να αποκρύψουν τη σημασία της. Παρά ταύτα, η αναγόρευση των επικείμενων εκλογών για το ευρωκοινοβούλιο αποκλειστικά σε «δημοψήφισμα» κατά της κυβέρνησης δεν με βρίσκει σύμφωνο. Αφενός το θεωρώ αποπροσανατολιστικό: οι πολιτικές δυνάμεις που είναι κατά της κυβέρνησης δεν συνιστούν ενιαίο μέτωπο, ώστε οι ψήφοι που θα λάβουν να μπορούν να αθροιστούν σε ένα «όχι», όπως γίνεται στα δημοψηφίσματα. Είναι μεγάλες έως και χαώδεις οι διαφορές που χωρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ από τα άλλα αντιπολιτευόμενα κόμματα (ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΔΗΜΑΡ, Πράσινοι, ΑΝΕΛ), διάφορες ευκαιριακές αντιευρωπαϊκές συσπειρώσεις (όπως το Σχέδιο Β΄ του Αλαβάνου, το ΕΠΑΜ του Καζάκη, τη Δραχμή των Πέντε Αστέρων του Κατσανέβα), και φυσικά από τη Χρυσή Αυγή — που δεν τη βάζω βέβαια στον ίδιο λογαριασμό. Αφετέρου, το θεωρώ μίζερο: οι ευρωεκλογές, στη σημερινή περίοδο (κατά την οποία οι σοσιαλδημοκράτες και οι συντηρητικοί έχουν σχεδόν ταυτόσημες θέσεις για μια νεοφιλελεύθερη έξοδο της Ε.Ε. από την κρίση και, ταυτόχρονα, αυξάνεται η δύναμη των «ευρωσκεπτικιστικών» κομμάτων της λαϊκιστικής δεξιάς, της ακροδεξιάς αλλά και του ναζισμού), έχουν και τη δική τους αυτόνομη σημασία. w Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει δηλαδή να αναφέρεται μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι στα ελληνικά προβλήματα; Κάθε άλλο. Να σου πω μια ιστορία απ’ τα παλιά. Στο παρελθόν, οι διάφορες εκφράσεις της ανανεωτικής κομμουνιστικής και ευρύτερης Αριστερά, μόνες τους ή σε συμμαχικά σχήματα με ακτιβιστές των κινημάτων, στις ευρωεκλογές τόνιζαν κυρίως τα ευρωπαϊκά ζητήματα στις διάφορες διαστάσεις τους —θεσμικές, οικονομικές, κοινωνικές-, καταγγέλλοντας μάλιστα τις άλλες πολιτικές δυνάμεις ότι ασχολούνταν αποκλειστικά με τα εγχώρια ζητήματα, όπως πράγματι συνέβαινε. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ευρωεκλογές του 1989 το βασικό σύνθημα του εκσυγχρονιστικού, ευρωπαϊστικού ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη ήταν «Πρώτα η Ελλάδα»! Αλλά επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι
Η επιτυχία μιας κυ μπορεί να αλλάξει κράτος, ώστε η ψήφος στο ευρωκοινοβούλιο να επηρεάζει τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, ήταν σαν αυτή η Αριστερά να ζητούσε από τον κόσμο να φύγει από την άμεση πραγματικότητα, όπου ζούσε, και να μεταφερθεί σε ένα πεδίο αόριστο, όπως φάνταζε η Ευρώπη· αόριστο από πλευράς διεκδίκησης εξουσίας, διεκδίκησης δικαιωμάτων, κατακτήσεων κλπ. Γι’ αυτό, τα αποτελέσματά της, αν και αρκετά υψηλότερα από τα αντίστοιχα των εθνικών εκλογών, απείχαν πολύ από εκείνα του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ: τα συνθήματα, η διαπάλη της αναμέτρησης εντοπίζονταν στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά: το ελληνικό με το ευρωπαϊκό επίπεδο είναι τόσο στενά δεμένα, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κάνει μια προεκλογική εκστρατεία που να είναι ελληνική και ευρωπαϊκή μαζί. Παράλληλα, όλη η Ευρώπη είναι στραμμένη στην Ελλάδα, και ειδικότερα στο κόμμα μας, σε αυτά που λέει και σε αυτά που υπόσχεται ότι θα κάνει αν αναλάβει τη διακυβέρνηση. Σήμερα υπάρχει μια αρμονική συνύπαρξη εθνικού και ευρωπαϊκού, και υπ’ αυτή την έννοια η συγκυρία ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ. Ελπίζω να την αξιοποιήσει όχι μόνο επικοινωνιακά, αλλά κυρίως πολιτικά. w Θα έλεγα ότι η σύνδεση εθνικού-ευρωπαϊκού συμβολίζεται από την υποψηφιότητα Τσίπρα για την προεδρία του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Συμφωνείς; Απολύτως. Γι’ αυτό, άλλωστε, πήρε αυτή την απόφαση το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), η οποία έχει γίνει αποδεκτή με μεγάλο ενθουσιασμό και ενδιαφέρον, όχι μόνο από τα κόμματα της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και από κινήματα, συνδικάτα που παραδοσιακά συνδέονται με τη σοσιαλδημοκρατία, από απλούς πολίτες σε διάφορες χώρες, έχει απήχηση και στα «δεξιά» αλλά και στα «αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ. Γνωρίζοντας τα πράγματα από κοντά, σου λέω ότι η δυναμική που αναπτύσσει η συγκεκριμένη υποψηφιότητα σε όλη την Ευρώπη αυξάνεται μέρα με τη μέρα, ενισχύοντας την απήχηση των ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων ή/ και συνασπισμών πολιτών σε όλες σχεδόν τις χώρες, ακόμα και σ’ αυτές που κάτι τέτοιο φαινόταν αδιανόητο πριν λίγους μήνες. Η «λίστα Τσίπρα» στην Ιταλία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τα αιτήματα στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για να δώσει συνεντεύξεις στα ΜΜΕ όλου του κόσμου και να μιλήσει εκδηλώσει παντού στην Ευρώπη είναι συνεχή, θα έλεγα καθημερινά. Ανεξάρτητα από την έκβαση της εκλογικής μάχης, για την οποία προσωπικά αισιοδοξώ, αυτό που ζούμε σήμερα στην Ευρώπη είναι μια μοναδική και ελπιδοφόρα εμπειρία. Στο σημείο αυτό, όμως, επίτρεψέ μου να επανέλθω σ’ αυτό που προηγουμένως αποκάλεσα αυτόνομη σημασία της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης. Τον Μάιο, οι ψηφοφόροι σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. δεν καλούνται να ψηφίσουν μόνον εκείνους και
Mιλάει για τις ευρωεκλογές
την ευρωπαϊκή Αριστερά και
προοπτικές της αριστερής κυ
Μαξ Μπέκμαν, «Η αρπαγή της Ευρώπης»
εκείνες που θα εκπροσωπήσουν καλύτερα τα επιμέρους «εθνικά» τους συμφέροντα στο ευρωκοινοβούλιο, έστω και με τον ιδιαίτερο τρόπο που το κάνει αυτό κάθε εθνική πολιτική δύναμη. Η αναφορά των εθνικών ψηφοδελτίων (όσων το θέλουν, βέβαια) σε υποψήφιους των ευρωπαϊκών πολιτικών οικογενειών που θα διεκδικήσουν την ψήφο του ευρωκοινοβουλίου για την επιλογή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «πολιτικοποιεί» συμβολικά τις ευρωεκλογές και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στις εκλογές αυτές, λοιπόν, η πολιτική σύγκρουση δεν θα είναι μόνο ελληνική, γερμανική, ιταλική ή σλοβένικη, αλλά και πανευρωπαϊκή: δεν θα αναμετρηθούν μεταξύ τους μόνο τα ελληνικά κόμματα ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΔΗΜΑΡ ή τα γερμανικά Die Linke (Η Aριστερά), SPD (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας) και CDU (Χριστανοδημοκρατική Κίνηση). Η αντιπαράθεση θα γίνει και μεταξύ του Έλληνα Αλέξη Τσίπρα, υποψηφίου του ΚΕΑ, τον οποίο στηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και το Die Linke, του Γερμανού Μάρτιν Σουλτς, υποψήφιου του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, τον οποίο στηρίζουν το SPD,αλλά και το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ και του (Λουξεμβούργιου) Κλοντ Γιούνκερ, υποψήφιου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, τον οποίο θα στηρίξει το CDU και η Ν.Δ. Πέρα από τα εθνικά, υπάρχουν και τα κοινωνικά συμφέροντα, και σ’ αυτά οι Σαμαράς και Βενιζέλος είναι με τον Γιούνκερ και τον Σουλτς, που δεν διαφέρουν και πολύ μεταξύ τους.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
35
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
υβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ι την Ευρώπη
ς, την υποψηφιότητα Τσίπρα,
ι σοσιαλδημοκρατία, τις
υβέρνησης
w Τι σημαίνει η προοπτική μας αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα για την ευρωπαϊκή Αριστερά αλλά και για την ευρωπαϊκή «σοσιαλδημοκρατία», πώς την αντιμετωπίζουν; Η ευρωπαϊκή πολιτική Αριστερά ελπίζει ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ή με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι ο προπομπός προοδευτικών εξελίξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικότερα στην Ευρώπη. Βέβαια, έχει δικαιολογημένους φόβους για την επιβίωσή της με δεδομένες τις τρομακτικές πιέσεις που αναμένεται να μας ασκηθούν έσωθεν και έξωθεν και, σε μια τέτοια περίπτωση, δείχνει διατεθειμένη να σταθεί αλληλέγγυα στο εγχείρημά μας. Ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν, πρόεδρος του Αριστερού Μετώπου της Γαλλίας είπε, πρόσφατα, ότι μόλις σχηματιστεί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να δημιουργηθούν σε όλες τις χώρες Επιτροπές Αλληλεγγύης στην Ελλάδα που θα έχουν, ταυτόχρονα, στόχο και την επανίδρυση της Ευρώπης. Την ίδια διάθεση ενεργού αλληλεγγύης δείχνει και η ευρωπαϊκή κοινωνική Αριστερά, δηλαδή τα κινήματα και τα συνδικάτα που, από την έναρξη της κρίσης μέχρι σήμερα, συμπαρίστανται γενναία στους φτωχούς και τους άστεγους της χώρας μας, αλλά και στους εξεγερμένους κατοίκους της Χαλκιδικής και τους καταληψίες της ΒΙΟΜΕ. Στο εσωτερικό της ευρωπαϊκής Αριστεράς υπάρχει, βέβαια, και ένα υπαρκτό, αλλά μειοψηφικό, ρεύμα που θεωρεί ότι μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποχωρήσει από την ευρωζώνη, τη διάλυση της οποίας (ορισμένοι λένε και της
Ε.Ε.) θεωρεί επίσης αναγκαία προϋπόθεση για οποιαδήποτε προοδευτική εξέλιξη στην Ευρώπη. Αυτό που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον είναι η στάση των ευρωπαϊκών συνδικάτων που έχουν παραδοσιακά στενή σχέση με τη σοσιαλδημοκρατία. Αυτά τα συνδικάτα, λοιπόν, δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ΣΥΡΙΖΑ, η δε ηγεσία και τα υψηλόβαθμα στελέχη τους επιδιώκουν να έρθουν σε επαφή με τον πρόεδρο ή άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο να γνωρίσουν τις θέσεις μας όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά και για τα ευρωπαϊκά ζητήματα. Το ίδιο ισχύει ακόμα και για την ηγεσία της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, μια εντελώς ασυνήθιστη εξέλιξη. Αν και υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανά χώρα, τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στέκονται γενικώς αμήχανα μπροστά στην προοπτική μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Στο εσωτερικό τους υπάρχουν ομάδες που θεωρούν το κόμμα μας εξτρεμιστικό, αντιευρωπαϊκό και επικίνδυνο, και άλλες που, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν πως δεν είμαστε σοσιαλδημοκράτες (ο Τσίπρας το είπε καθαρά στη διάλεξη που έδωσε, πριν λίγους μήνες, στο αριστερό σοσιαλδημοκρατικό Ινστιτούτο Κράισκυ στη Βιέννη), θέλουν να συνομιλούν μαζί μας. Ας μην ξεχνάμε ότι το σκιάχτρο του διαρκώς απισχνούμενου ΠΑΣΟΚ πλανάται πάνω από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και γι’ αυτό δεν αποκλείεται κάποια αλλαγή πορείας ορισμένων κομμάτων που ανήκουν σ’ αυτήν, αλλά ακόμα και διασπάσεις, αποχωρήσεις και δημιουργία νέων σχημάτων. Συνοψίζοντας, θεωρώ ότι η ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι τα σοσιαλδημοκρατικά ευρωπαϊκά κόμματα, είτε μετέχουν σε κυβερνήσεις είτε όχι, θα είναι εξ ορισμού εχθρικά απέναντί μας. Εν πάση περιπτώσει, εμείς οφείλουμε να εμποδίσουμε αυτό το ενδεχόμενο, χωρίς βέβαια εκπτώσεις από τις αξίες μας ή το πρόγραμμα μας. w Μπροστά στις δυσκολίες έχουμε δει να αναπτύσσονται δύο στάσεις, από κομμάτια της ελληνικής Αριστεράς. Μία που λέει ότι εμείς θα πετύχουμε να επιβάλλουμε τους όρους μας (επειδή ξέρουμε να διαπραγματευόμαστε, επειδή θα έχουμε τον λαϊκό παράγοντα με το μέρος μας, επειδή οι νυν κυβερνώντες δεν έκαναν καμία διαπραγμάτευση) και μια άλλη που αναζητά τη λύση εκτός ευρώ και εκτός Ευρώπης. Πώς τις σχολιάζεις; Δεν θέλω να σχολιάσω την πρόταση για αναζήτηση λύσεων εκτός ευρώ και Ε.Ε. Ο Ελεφάντης, στις περιπτώσεις συνεχιζόμενων διαφωνιών, συνήθιζε να λέει «τους τα ’παμε, μας τα ’πανε, τους τα ξαναλέμε». Εμείς προχωρούμε προς τις ευρωεκλογές με τις θέσεις του συνεδρίου μας, που λένε ότι η έξοδος από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. δεν είναι επιλογή μας. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι να μη στέλνουμε στον κόσμο, ηθελημένα ή αθέλητα, αμφίσημα μηνύματα. Σε σχέση με τη διαπραγμάτευση τώρα.
Ναι, πιστεύω ότι οι κυβερνώντες ουσιαστικά δεν διαπραγματεύτηκαν, όταν η τρόικα τους παρέδιδε έτοιμα τα διάφορα «πακέτα διάσωσης». Αυτό συνέβη είτε επειδή συμφωνούσαν με τα μέτρα που περιέχονταν σ’ αυτά (ας μην ξεχνάμε όσα ανέφερα προηγουμένως για τις ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες με τα κοινά προγράμματα και το κοινό σχέδιο για την Ευρώπη), είτε γιατί δεν ήταν διατεθειμένες, λόγω φόβου, να χρησιμοποιήσουν όλα τα «όπλα» που διέθετε, τα οποία ήταν υπαρκτά και ισχυρά, όπως έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή και παραδέχθηκε πρόσφατα η Μέρκελ, αναφερόμενη στον κίνδυνο που ενείχε, ιδιαίτερα το 2010, για την ίδια την Ε.Ε. μια ενδεχόμενη αποχώρηση της Ελλάδας από το ευρώ. Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις μας λοιπόν, μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα διαπραγματευθεί τη δανειακή σύμβαση, επιδιώκοντας τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του χρέους και την αποπληρωμή του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης. Θεωρώντας, μάλιστα, ότι το χρέος είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό ζήτημα, θα προτείνει την πραγματοποίηση μιας Ευρωπαϊκής Διάσκεψης, ανάλογης με εκείνη που έγινε το 1953 στο Λονδίνο για τη ρύθμιση των γερμανικών χρεών. Είναι βέβαιο ότι θα πετύχουμε τον στόχο μας; Δεν υπάρχουν βεβαιότητες σε μια διαπραγμάτευση στην οποία εμπλέκονται κράτη (που αποτελούν, όπως ξέρουμε, συμπύκνωση κοινωνικών και πολιτικών αντιθέσεων) και διεθνείς οργανισμοί (που η γραφειοκρατία τους έχει μια σχετική αυτονομία). Εμείς, πάντως, οφείλουμε να κάνουμε το καθήκον μας: να επιλέξουμε μια ικανή διαπραγματευτική ομάδα, η οποία θα προετοιμαστεί κατάλληλα με τη βοήθεια όσων έχουν ειδικές γνώσεις, και που κατά τις συζητήσεις θα είναι σταθεροί στις βασικές θέσεις μας, αλλά και ευέλικτοι στα επιμέρους σημεία, όταν αυτό χρειάζεται. Ταυτόχρονα, πρέπει να ενισχύσουμε τις κοινωνικές και πολιτικές μας συμμαχίες, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας. Όσο καλύτερα τα κάνουμε όλα αυτά τόσο θα αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχίας της διαπραγμάτευσης και η μακροημέρευση της κυβέρνησής μας, ενώ ταυτόχρονα θα μπαίνουν οι βάσεις για μια αλλαγή στην Ευρώπη. Ζούμε μεγάλες στιγμές. Έχουμε την ιστορική ευθύνη να πετύχουμε τον στόχο μας. ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΗΡΕ Ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ
ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ
Κόκκινο ψωμί Να βλέπεις ταινίες σημαίνει να τρως το λωτό. Γιατί, με τον καιρό, είναι ελάχιστες εκείνες οι εικόνες που καταφέρνουν να διασωθούν απ’ τη λήθη. Όταν όμως διασώζονται, παύουν να είναι εικόνες: κάθε εικόνα γίνεται ένας οπτικός ιός και είναι ένας ιός που δεν λέει να φύγει απ’ το σώμα μας. Έτσι και στον Κόκκινο Ψαλμό (1972) του Μίκλος Γιάντσο που πέθανε πρόσφατα: υπάρχει η σκηνή του ψωμιού. Στο δέκατο πλάνο της ταινίας -η ταινία αποτελείται από 26 πλάνα μεγάλης διάρκειας, μ’ εξαίρεση τα πλάνα της πυρκαγιάς- η γυναίκα τεντώνει τις παλάμες της πάνω από ένα μεγάλο φουσκωμένο καρβέλι, λες και θέλει να τις ζεστάνει, λες και θέλει να ζεσταθεί η ίδια, λες και το ψωμί είναι φούρνος. Για μια στιγμή κρύβει το πρόσωπό της στις χούφτες της και ύστερα πιάνει το ψωμί. Το σηκώνει στο ύψος του στήθους της και περπατά. Ο ήλιος πέφτει πάνω στο ψωμί. Η άκρη του ψωμιού χρυσίζει. Όταν συναντά τον ιερέα, ο ιερέας το ευλογεί: το ψωμί γίνεται άρτος και ο άρτος γίνεται το σώμα του Ιησού. Ο ιερέας νομίζει πως μόνο τα δάχτυλά του μπορούν να ευλογήσουν τα πράγματα. Συνειρμικά θυμάμαι τον Τάκη Σινόπουλο: «Μιλώντας τόσο πολύ για την πείνα ξεχάσαμε να προστατέψουμε το ψωμί. Τώρα στο ερμάρι τα ποντίκια χαίρονται τρομαχτικές ελευθερίες». Τις προάλλες είδα μια γριά γυναίκα να βγαίνει από το φούρνο. Μόλις είχε αγοράσει μια φρατζόλα ψωμί. Κρατούσε το ψωμί σφιχτά στην αγκαλιά της μέσα σε μια πλαστική σακούλα. Οι γυμνές της γάμπες είχαν κοκκινίσει απ’ το κρύο. Περπατούσε αργά, με τρομερή δυσκολία (σχεδόν δεν περπατούσε), με τη μεγάλη της καμπούρα ενάντια στην παγωνιά. Προσπαθούσε να επιστρέψει στο σπίτι της. Μια δύσκολη επιστροφή. Το ψωμί έμοιαζε βαρύ σαν πέτρα. Κάθε ταινία μάς οδηγεί στην αμνησία. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
Για κάποιον που έχει τη συνήθεια να γράφει έξω, συμβαίνει το εξής παράδοξο: οι μόνες ώρες που γράφει πραγματικά είναι μέσα στο σπίτι και ειδικά τις ώρες που δεν προλαβαίνει να γράψει ούτε μια γραμμή. Εκεί γίνεται το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς. Εκεί όπου όλα συγκλίνουν. Έξω απλά πληκτρολογεί. Τα νέα έρχονται από το σπίτι. Αυτός και ο τίτλος της στήλης.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
36
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Αυτοδιοικητικές επιλογές: «Βάθος» ή επιφάνεια»; ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΙΜΟΥ Το άρθρο του Αντώνη Λιάκου στα προηγούμενα «Ενθέματα» («Αυτοδιοικητικές εκλογές: στο βάθος της εικόνας») ξεκινά με την υπόθεση ότι η «αντίληψη πως οι αυτοδιοικητικές εκλογές αποτελούν “δημοψήφισμα για την κυβέρνηση”» είναι λανθασμένη, καθώς οι περιφέρειες της χώρας «ζουν την κρίση διαφορετικά». Επιπλέον, υποστηρίζει ότι «ένα αριστερό κόμμα εξουσίας δεν λογοδοτεί στον εαυτό του», αλλά «στην κοινωνία που επιδιώκει την εμπιστοσύνη της». Και καταλήγει πως η «επιλογή υποψηφίων που υιοθετούν αντισημιτικές απόψεις ή ανέχονται τους νεοναζιστές» δεν βοηθά στο χτίσιμο δεσμών εμπιστοσύνης. Είναι προφανές πως οι περιφέρειες της χώρας ζουν την κρίση διαφορετικά· αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ζουν την κρίση και τις επιπτώσεις του Μνημονίου. Είτε ζει κάποιος στην Κοζάνη είτε στην Τρίπολη είτε στις Κυκλάδες, τις επιπτώσεις των περικοπών στους μισθούς, τις συντάξεις και το κοινωνικό κράτος τις βιώνει με σχεδόν παρόμοιο τρόπο. Η νησιωτική Ελλάδα έχει διαφορετικού τύπου προβλήματα από την ηπειρωτική, όπως και η Αττική σε σχέση με την Πελοπόννησο (κάτι που ίσχυε βέβαια και πριν την κρίση), όμως η εφαρμοζόμενη πολιτική παραμένει η ίδια. Στο πλαίσιο αυτό, είναι όντως αναγκαία μια σύνθετη διαδικασία πολιτικοποίησης του ζητήματος των περιφερειακών εκλογών. Αυτή όμως δεν μπορεί να γίνει, πιστεύω, ερήμην του Μνημονίου, της πολιτικής που ασκείται τα τέσσερα τελευταία χρόνια σε ολόκληρη τη χώρα, με επιπτώσεις σε ολόκληρο το φάσμα της καθημερινότητας των ανθρώπων, στο επίπεδο της δημοκρατίας, της λειτουργίας των θεσμών κλπ. — εφόσον μάλιστα μιλάμε για ένα «αριστερό κόμμα εξουσίας», που επιδιώκει τομές και μεταρρυθμίσεις προς όφελος των πολλών. Ακόμα, ο Α. Λιάκος προβαίνει σε ένα χαρακτηρισμό τόσο προβληματικό, που καθιστά το επιχείρημα περί «τοπικών ιδιαιτεροτήτων» εντελώς ανίσχυρο: ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζει η κρίση δύο πόλεις των ΗΠΑ, της ισχυρότερης οικονομίας του κόσμου, δεν έχει —και δεν μπορεί να έχει— σχέση με τον τρόπο που χτυπάει η κρίση τις περιφέρειες της Ελλάδας. Υποστηρίζει, επίσης, πως «ένα αριστερό κόμμα εξουσίας δεν λογοδοτεί στον εαυτό του. Χρειάζεται δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά λογοδοτεί στην κοινωνία που επιδιώκει την εμπιστοσύνη της», αναφερόμενος προφανώς στην αποδοχή της υποψηφιότητας Καρυπίδη από την περιφερειακή επιτροπή Δ. Μακεδονίας του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, αν ισχύει το κριτήριο του σεβασμού στις τοπικές ιδιαιτερότητες, βασικές αρχές του κόμματος πρέπει να παραμεριστούν, καθώς η συγκεκριμένη υποψηφιότητα τύγχανε ευρύτερης αποδοχής από την τοπική κοινωνία. Η αναίρεση της υποψηφιότητας, με βάση τα κριτήρια του άρθρου, τίθεται εν αμφιβόλω: Σε ποια κοινωνία πρέπει να λογοδοτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ για τον Καρυπίδη: Στης Δυτικής Μακεδονίας; Σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία; Κι αν η υποψηφιότητα γίνει αποδεκτή; Εντέλει,
Χουάν Μιρό, «Τοπίο», 1924-5
από πού προκύπτει ότι η ελληνική κοινωνία δεν θα εμπιστευόταν a priori τον Θ. Καρυπίδη; Κόμμα «νέου» τύπου. Από κει και πέρα, η θέση περί λογοδοσίας εισάγει, εμμέσως πλην σαφώς, μια διάκριση ανάμεσα στην Αριστερά που βρίσκεται απλώς στην αντιπολίτευση και την Αριστερά που επιδιώκει την κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, η λειτουργία των συλλογικών οργάνων περνάει σε δεύτερο πλάνο, από τη στιγμή που ένα κόμμα της Αριστεράς διεκδικεί τη διακυβέρνηση· τότε, το κύριο βάρος της λογοδοσίας περνάει στην κοινωνία. Η διάκριση αυτή μετατρέπει το κόμμα σε διφυή οργανισμό: από τη μια μεριά η ηγεσία, από την άλλη τα συλλογικά όργανα. Τα δεύτερα, σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, δεν έχουν και πολύ μεγάλη σχέση με την κοινωνία. Τότε όμως πώς προκύπτει η ηγεσία του κόμματος; Σε ένα δεύτερο επίπεδο, αν το κόμμα οφείλει να λογοδοτεί στην κοινωνία, τότε, στην πράξη, μπορεί να μη λογοδοτεί πουθενά, με αποτέλεσμα να παραμείνει έκθετο σε μια αντίληψη κυβερνητισμού, αντίληψη που η Αριστερά έχει πληρώσει πολύ ακριβά. Σε κάθε περίπτωση, η άποψη αυτή ανοίγει την πόρτα σε πρακτικές σαν αυτές που επέλεξε το ΠΑΣΟΚ πριν λίγα χρόνια, δηλαδή την εκλογή του επικεφαλής από τα μέλη και τους «φίλους» του κόμματος. Αν και φαίνονται δημοκρατικές και «ανοιχτές», τέτοιες πρακτικές καταργούν στην πράξη τη δημοκρατία και, οριακά, και την ίδια την έννοια του κόμματος, ως οργανισμό όπου η σχέση «βάσης»-«ηγεσίας» δεν είναι μονοσήμαντη.
Ο Α. Λιάκος ανταπαντά: Δεν υποστηρίζω τις απόψεις που μου αποδίδει ο Χρ. Σίμος. Προφανώς πρόκειται για πολύ βιαστική ανάγνωση του σημειώματός μου. Αναφορικά με το ερώτημα σε ποιους λογοδοτεί ένα αριστερό κόμμα που δεν επιδιώκει απλώς να διαμορφώνει κριτικές συνειδήσεις αλλά να κυβερνήσει, το ζήτημα πράγματι είναι σύνθετο. Να θυμίσω μόνο πως αν η έννοια κόμμα σημαίνει το μέρος, η έννοια διακυβέρνηση αφορά το όλον, δηλαδή το σύνολο και σε ιστορική προοπτική. Η συνειδητοποίηση αυτής της εγγενούς αντινομίας μπορεί να προφυλάξει από ανυποψίαστες απλουστεύσεις. ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ
AΝΤΙΚΛΙΜΑΚΑ
Καλοκαιρινό μπάνιο στο Βαρώσι… Τούτες τις μέρες που αρχίζει να αχνοφαίνεται για άλλη μια φορά ένα μικρό φως ελπίδας στο Κυπριακό, θυμήθηκα το ντοκιμαντέρ Κυπραίες, που είχαν σκηνοθετήσει το 2004 η (νυν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ) Βασιλική Κατριβάνου και η Μπούσρα Αζούζ. Θυμήθηκα τις Ελληνοκύπριες και τις Τουρκοκύπριες γυναίκες που κατέθεταν τη δική τους ματιά για τη μνήμη και για το μέλλον, για τα τείχη που δεν είναι μόνο γύρω μας αλλά και μέσα στο μυαλό μας, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον άλλο, τον φίλο, τον εχθρό. Θυμήθηκα την αγωνία με την οποία οι Κυπραίες μιλούσαν για την ελπίδα να βρεθεί μια λύση που να αποκλείει την οριστική διχοτόμηση του νησιού. Θυμήθηκα την ελπίδα, παραμονές του δημοψηφίσματος για το Σχέδιο Ανάν, ότι η πόρτα που άνοιγε δεν θα ξανακλείσει, παρόλο που αναγνώριζαν τις ιμπεριαλιστικές πτυχές του Σχεδίου Ανάν. Θυμήθηκα την Τουρκοκύπρια που έλεγε, μιλώντας για τη στιγμή που άνοιξαν τα σύνορα, πως «ήταν σαν να άνοιγε ο κόσμος». Θυμήθηκα την οδύνη των αναμνήσεων αλλά και την προσδοκία που επένδυαν οι ομιλήτριες στην άμεση επαφή μεταξύ Ε/Κ και Τ/Κ, τη λαχτάρα για την επαφή που ήταν η μόνη ικανή να γκρεμίσει τα στερεότυπα, τους φόβους, τις φοβίες. Και θυμήθηκα την εξέγερση, ή καλύτερα τα έντονα ταξικά χαρακτηριστικά της εξέγερσης, των Τ/Κ εργαζομένων, την ένταση που υπήρχε στην Τ/Κ πλευρά όσο πλησίαζε το δημοψήφισμα, την αντίδραση των Τ/Κ ενάντια στην κατοχή και την κηδεμονία του τουρκικού στρατού. Και, τέλος, θυμήθηκα, την αίσθηση προδοσίας που εξέφραζαν πολλοί Τ/Κ προς το ΑΚΕΛ, μετά την κωλοτούμπα της τελευταίας στιγμής πριν από το δημοψήφισμα. Η δύσκολη αλήθεια είναι ότι συχνά μεγάλο κομμάτι της (ελληνικής, και όχι μόνο) Αριστεράς αντιμετωπίζει ορισμένα ζητήματα με εργαλείο μόνο το «εθνικό επιχείρημα», ξεχνώντας εντελώς το ταξικό στοιχείο που διαπερνά τις κοινωνίες. Γι’ αυτή την Αριστερά, υπάρχουν μόνο Ε/Κ και Τ/Κ ως παραρτήματα των Μητέρων-Πατρίδων· δεν υπάρχουν τάξεις, φτωχοί και πλούσιοι, δεν υπάρχουν Τ/Κ που με τον τρόπο τους αντιστέκονται και αυτοί στην κατοχή από τον τουρκικό στρατό, δεν υπάρχει ελληνοκυπριακό κεφάλαιο, δεν υπάρχουν Τ/Κ που υφίστανται ταξική εκμετάλλευση από το κεφάλαιο. Έτσι, η ελληνική πλευρά είναι αυτή που έχει πάντα όλα τα δίκια του κόσμου, αλλά δυστυχώς την επιβουλεύονται πάντα συνωμοσίες και σκοτεινά κέντρα και μυστικοί εχθροί. Και όταν αρχίζει η συνωμοσιολογία, η συζήτηση γίνεται μάταιη — «αυγά στον τοίχο», που λένε και στην Κύπρο. Την προηγούμενη φορά που διαμορφώθηκαν συνθήκες για κάποια επίλυση του Κυπριακού, την εποχή του Σχεδίου Ανάν, η Αριστερά διχάστηκε. Είναι προφανές ότι ο καθένας και η καθεμία κάνει την αποτίμησή του για τη στάση που κράτησε τότε. Ωστόσο, θα πρέπει να παραδεχτούμε πως κάθε σχέδιο που έρχεται είναι χειρότερο
«Συνομιλίες εκατέρωθεν της Πράσινης Γραμμής», από την ταινία «Κυπραίες»
από το προηγούμενο, καθώς και ότι υπάρχουν δυνάμεις που, για δικούς τους λόγους η καθεμιά, θεωρούν πως η καλύτερη λύση είναι πράγματι η μη-λύση, η διχοτόμηση. Αν όμως δεν θέλουμε την παγίωση της διχοτόμησης, πρέπει κάποια στιγμή να μιλήσουμε σοβαρά για τις υπαρκτές πιθανότητες μιας λύσης. Και να θυμόμαστε ότι η Κύπρος δεν αναδύθηκε στα γαλανά νερά της Μεσογείου το 1960 ή το 1974· η ιστορία που κουβαλάει το νησί είναι πολύ βαριά και έρχεται από πολύ μακριά. Και τα σαράντα χρόνια στασιμότητας μετά την εισβολή, οι τέσσερις δεκαετίες μη επίλυσης, έχουν δημιουργήσει τη δική τους πραγματικότητα, που κάθε μέρα που περνάει γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Βρέθηκα πρόσφατα στην παραλία της Αμμοχώστου. Η αμμουδιά απλώνεται μέχρι εκεί που αρχίζουν τα συρματοπλέγματα της κλειστής πόλης. Λίγος κόσμος κολυμπούσε στη θάλασσα, στη σκιά του φαντάσματος της νεκρής πόλης, κάτω από τα σίδερα των μισογκρεμισμένων ξενοδοχείων της παραλίας, κάτω από τα παράθυρα που χάσκουν, κάτω από τα φυλάκια με τις ένοπλες σκοπιές. Αυτό το φάντασμα θα ήταν σήμερα μια ζωντανή και ανοιχτή πόλη, αν είχε άλλη έκβαση το δημοψήφισμα στην Ε/Κ πλευρά, το 2004. Κανείς δεν ξέρει πού θα οδηγήσουν αυτές οι συνομιλίες, κανείς δεν ξέρει αν η τελική πρόταση θα είναι υποστηρίξιμη ή όχι. Δεν χρειάζεται να βιαζόμαστε και να προκαταλαμβάνουμε. Το Κοινό Ανακοινωθέν δεν είναι πρόταση λύσης, αλλά το πρώτο βήμα προς τα κει. Ωστόσο, και μόνο το γεγονός της υπογραφής του Κοινού Ανακοινωθέντος και η έναρξη των συνομιλιών είναι ένα μικρό φως στην ελπίδα για την αποφυγή της διχοτόμησης, και είναι πολύ παρήγορη και θετική η κατ’ αρχήν στήριξη του ΑΚΕΛ στη διαδικασία. Ας κλείσω λοιπόν αντιγράφοντας τον τίτλο του πρόσφατου άρθρου της Σίας Αναγνωστοπούλου, του Αδάμου Ζαχαριάδη και του Χρήστου Καραγιαννίδη στο Rednotebook: «Ας δώσουμε στην ελπίδα την τελευταία της ευκαιρία». Στην άλλη πλευρά του δρόμου είναι η νεκρή Αμμόχωστος, οι πληγές των αδιάβατων συνόρων, η οριστική διχοτόμηση. ΚΩΣΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014
ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com
ΚΥΠΡΟΣ: ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΚΑΙ Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
Επιτέλους, επανέναρξη των συνομιλιών! ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΤΟΜΠΑΖΟΥ Λευκωσία, 13.2.2014. Προτού προλάβει να δει καλά-καλά το φως της δημοσιότητας το Κοινό Ανακοινωθέν ΑναστασιάδηΈρογλου, τα απορριπτικά κόμματα στην Κύπρο, από τη σοσιαλιστική ΕΔΕΚ μέχρι και το κυπριακό παράρτημα της Χρυσής Αυγής (ΕΛΑΜ) έσπευσαν να το κατακεραυνώσουν. Αυτή η άμεση αρνητική αντίδραση, που δημιούργησε κρίση στη δεξιά συμμαχία ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ, με ορατό πλέον το ενδεχόμενο αποχώρησης των υπουργών του ΔΗΚΟ από το κυβερνητικό σχήμα, αποδεικνύει ένα και μοναδικό πράγμα: ένα καθόλου ευκαταφρόνητο (ευτυχώς όμως μειοψηφικό) ποσοστό των Ελληνοκυπρίων προτιμά τη διχοτόμηση, διαμέσου της διατήρησης του υφιστάμενου στάτους κβο και της σταδιακής νομιμοποίησής του, από οποιαδήποτε επίλυση του προβλήματος στη βάση της ομοσπονδιακής επανένωσης της Κύπρου. Αυτή η διαπίστωση προκύπτει αβίαστα από μια απλή ανάγνωση του Κοινού Ανακοινωθέντος, το οποίο καθορίζει το πλαίσιο λύσης του προβλήματος. Το Κοινό Ανακοινωθέν δεν αποκλίνει αρνητικά ούτε κατ’ ελάχιστον από τα ήδη συμφωνηθέντα σε προγενέστερους κύκλους συνομιλιών ή τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Πιο συγκεκριμένα, καθορίζει τη φύση της ομοσπονδίας ως διζωνικής, δικοινοτικής με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, όπως ακριβώς προβλέπεται από τα Ψηφίσματα 716 και 750 του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1991 και 1992 αντίστοιχα. Το πρώτο καθορίζει την έννοια της «πολιτικής ισότητας» και το δεύτερο την έννοια της «διζωνικότητας». «Πολιτική ισότητα» δεν σημαίνει ίση αριθμητική εκπροσώπηση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στα όργανα του ομόσπονδου κράτους, αλλά αποτελεσματική εκπροσώπηση και των δύο πλευρών σ’ αυτά, έτσι που να αποκλείεται η επικυριαρχία της μιας πλευράς πάνω στην άλλη. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Τάσσος Παπαδόπουλος, μετά την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν, στη συμφωνία της 8ης Ιουλίου 2006 με τον Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, δεσμεύτηκε «για την επανένωση της Κύπρου με βάση μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία και πολιτική ισότητα, όπως [αυτές οι έννοιες] καθορίζονται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας». Συνεπώς, ο τότε αδιαμφισβήτητος ηγέτης του ΔΗΚΟ και πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δέχθηκε να αρχίσει μια νέα διαδικασία επίλυσης του προβλήματος στη βάση μιας συμφωνίας που σε τίποτα δεν διαφέρει, ως προς τη φύση της επιδιωκόμενης ομοσπονδίας, από το Κοινό Ανακοινωθέν Αναστασιάδη-Έρογλου. Ο σημερινός πρόεδρος του ΔΗΚΟ, Νικόλας Παπαδόπουλος, μεθοδεύει την έξοδο των υπουργών του κόμματός του από την κυΟ Σταύρος Τομπάζος διδάσκει στο Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Λευκωσία, γκράφιτι σε δρόμο στην Πράσινη Γραμμή (The Associated Press)
βέρνηση λόγω του περιεχομένου του Κοινού Ανακοινωθέντος. Ωστόσο, το Κοινό Ανακοινωθέν όχι μόνο δεν υστερεί σχετικά με τη συμφωνία Τ. Παπαδόπουλου-Μ.Α. Ταλάτ της 8ης Ιουλίου, αλλά εμπεριέχει και δεσμεύσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς που καταγράφονται ως διπλωματικές επιτυχίες του Δημήτρη Χριστόφια. Στην κοινή δήλωση Χριστόφια-Ταλάτ της 23ης Μαΐου 2008, πέρα από την επανάληψη του λεκτικού της συμφωνίας της 8ης Ιουλίου σχετικά με τη φύση του ομόσπονδου κράτους, εξασφαλίζεται και η δέσμευση της τουρκοκυπριακής πλευράς για «μία και μόνη διεθνή προσωπικότητα» της ομοσπονδιακής, ενωμένης Κύπρου. Επειδή το θέμα της «μίας και μόνης κυριαρχίας και ιθαγένειας» δεν συμπεριλήφθηκε στην κοινή δήλωση της 23ής Μαΐου 2008, ο Δ. Χριστόφιας πέτυχε να το εντάξει στη συμφωνία του με τον Ταλάτ της 1ης Ιουλίου του 2008. Το Κοινό Ανακοινωθέν Αναστασιάδη-Έρογλου αποτελεί ουσιαστικά μια σύνοψη όχι μόνο της συμφωνίας της 8ης Ιουλίου 2006, αλλά και των συμφωνιών της 23ης Μαΐου 2008 και 1ης Ιουλίου 2008, διότι συμπεριλαμβάνει τα θέματα της μιας και μόνης διεθνούς προσωπικότητας, κυριαρχίας και ιθαγένειας, ενώ απαγορεύει ρητά κάθε απόσχιση από το επιδιωκόμενο ομόσπονδο κράτος. Επιπλέον, στο Κοινό Ανακοινωθέν γίνεται λόγος για «σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες» (κυκλοφορίας, εγκατάστασης και ιδιοκτησίας). Το Κοινό Ανακοινωθέν κινείται, συνεπώς, στο πλαίσιο των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, που ερμηνεύονται με συγκλίνοντα τρόπο και από τις δύο πλευρές, ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή, πράγμα βέβαια που δεν εμποδίζει ούτε τον Αναστασιάδη ούτε τον Έρογλου να παρουσιάζουν ο καθένας με τον τρόπο που θέλει το Κοινό Ανακοινωθέν στο δικό τους κοινό.
Η ουσία είναι ότι η επιδιωκόμενη λύση δεν είναι η διχοτόμηση ή η συνομοσπονδία δύο κρατών, αλλά η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων ή των δύο συνιστωσών πολιτειών της ενωμένης Κύπρου. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο κανένας στον χώρο της Αριστεράς στην Κύπρο, κυριολεκτικά κανένας, δεν επιχειρηματολόγησε κατά της επανέναρξης των συνομιλιών στη βάση του Κοινού Ανακοινωθέντος. Η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα είναι ο δεδηλωμένος επιδιωκόμενος στόχος τόσο του ΑΚΕΛ όσο και της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Στον χώρο της τελευταίας, η εν λόγω ομοσπονδία δεν θεωρείται καν «οδυνηρός συμβιβασμός», αλλά ένα πολίτευμα που μπορεί να αποτελέσει ένα καθοριστικής σημασίας βήμα στην υπέρβαση μιας εθνοτικής διένεξης ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους που ταλανίζει την Κύπρο εδώ και δεκαετίες και προηγείται χρονικά ακόμη και της ίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960. Το Κυπριακό δεν είναι μόνο πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Είναι ταυτόχρονα και ένα πρόβλημα εθνοτικής διένεξης που προηγείται της τουρκικής εισβολής του 1974, όπως καταδεικνύουν τα γεγονότα του 1958, 1963/1964, 1967 και 1974, ενώ τουρκική εισβολή προσέθεσε μια νέα βαρύνουσα παράμετρο στο κυπριακό πρόβλημα. Κάποιοι έλληνες Αριστεροί ενοχλούνται από τη δραστήρια αμερικανική εμπλοκή στη διαδικασία για την έναρξη ενός νέου κύκλου συνομιλιών επίλυσης του Κυπριακού, η οποία εξυπηρετεί τα «ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα». Είναι όμως δυνατό να πιστεύει κανείς ότι το Κυπριακό θα λυθεί εκτός του πλαισίου του ΟΗΕ, στον οποίο οι ΗΠΑ παίζουν καθοριστικό ρόλο, ή χωρίς την εμπλοκή του λεγόμενου «διεθνούς παράγοντα»; Ποια είναι η κυριότερη συνιστώσα αυτού του διεθνούς πα-
ράγοντα; Μήπως το Αφγανιστάν; Τι επιδιώκουν αλήθεια οι ΗΠΑ διαμέσου της επίλυσης του Κυπριακού; Η βασική τους επιδίωξη είναι απλή: να αποτρέψουν να μετατραπούν οι υδατάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο, από απλή ενεργειακή πηγή σε αποσταθεροποιητικό μήλον της έριδας, σε μια περιοχή που ταλανίζεται ήδη από τις συγκρούσεις στη Συρία, την αστάθεια στην Αίγυπτο και το διαιωνιζόμενο παλαιστινιακό πρόβλημα. Ελάχιστα ενδιαφέρονται εάν η επίλυση του Κυπριακού θα είναι «δίκαιη» ή «άδικη» για την μια ή την άλλη κοινότητα, ενδιαφέρονται όμως να είναι κοινά αποδεκτή, διότι μόνο έτσι θα συμβάλει στη σταθεροποίηση της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου. Και σε ποιο σημείο, άραγε, η απομάκρυνση του ενδεχομένου «θερμών επεισοδίων» και της αποσταθεροποίησης της περιοχής είναι αντίθετη με τα συμφέροντα των Κύπριων, Ελλήνων, Τούρκων, Ισραηλινών ή Αράβων εργαζομένων; Ο «αντιιμπεριαλιστικός» λόγος αποτελεί σε κάποιες περιπτώσεις μεταμφίεση του εθνικιστικού λόγου, δηλαδή υιοθέτηση μιας δεξιάς, εθνικιστικής αντίληψης εις βάρος μιας αριστερής, ταξικής, διεθνιστικής αντίληψης του κόσμου. Τα εθνικά προβλήματα όπως το Κυπριακό, δεν λύνονται πραγματικά εκ των άνω με μια υπογραφή και συμφωνία βασισμένες στους εθνικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Η δουλειά της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής Αριστεράς δεν είναι να αντιταχθούν στην έναρξη των συνομιλιών, συμπλέοντας με τις πιο εθνικιστικές δυνάμεις των δύο πλευρών, αλλά αντίθετα η δημιουργία μιας νέας ομοσπονδιακής συνείδησης από τα κάτω, που θα σφυρηλατηθεί με τους κοινούς αγώνες των εργαζομένων, ανεξαρτήτως εθνικής συνείδησης για την υπεράσπιση και διεύρυνση του κοινωνικού και δημοκρατικού κεκτημένου. Το τελευταίο δεν απειλείται από τη διζωνική, διακοινοτική ομοσπονδία, απειλείται όμως από τις πολιτικές λιτότητας και τα μνημόνια της εργοδοσίας και της τρόικας. ΚΡΙΣΙΜΗ ΤΕΧΝΗ-ΤΕΧΝΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ Η Πρωτοβουλία για την Υπεράσπιση της Κοινωνίας και της Δημοκρατίας, συνδιοργανωτής της έκθεσης «Κρίσιμη Τέχνη-Τέχνη σε Κρίση» (με έργα Ά. Κινδύνη, Β. Κανιάρη, Γ. Ψυχοπαίδη, Δ. Κατσούδα) μας προσκαλεί την Τρίτη 18 Φεβρουαρίου, στις 19.00 σε μια συζήτηση-ξενάγηση στην έκθεση, επικεντρωμένη στα έργα του Βλάση Κανιάρη και του Γιάννη Ψυχοπαίδη. Θα μιλήσουν ο Βασίλης Αλεξάκης, ο Γιάνης Γιανουλόπουλος, ο Ηλίας Νικολακόπουλος και η Πέπη Ρηγοπούλου. Στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων (Γερμανικού και Μυλλέρου, Μεταξουργείο), τηλ. 210-5202420.