e11957

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κείμενα των: Νίκου Ποταμιάνου, Δημήτρι Βεργέτη, Κώστα Δουζίνα, Αντώνη Λιάκου, Δημήτρη Παπανικολάου, Χρ. Γ. Ντούμα, Γιώργη Βουγιουκαλάκη, Γ. Π. Στάμου, Τόνι Μπεν, Λ. Πάνιτς ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 779

ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

Γιατί καθιερώθηκε η μονιμότητα στο δημόσιο; ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ Το «ταμπού» της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων πρέπει να σπάσει, έχει επανειλημμένα τονίσει ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, αλλά και ένας ευρύτατος κύκλος πολιτικών και αναλυτών. Οι πρώτες απολύσεις έγιναν με το κλείσιμο της ΕΡΤ, ενώ την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές μπορούμε ακόμα να ελπίζουμε ότι δεν θα απολυθούν τελικά εκπαιδευτικοί, καθαρίστριες, σχολικοί φύλακες και δημοτικοί αστυνομικοί, που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα. Οι απολύσεις από το δημόσιο, πέρα από τον στόχο της μείωσης των δαπανών, παρουσιάζονται ως μέτρο δικαιοσύνης, κατάργησης ενός αδικαιολόγητου προνομίου που απολαμβάνουν ανίκανα «βύσματα». Το ότι η εξίσωση γίνεται προς τα κάτω, το ότι στην κατάργηση της μονιμότητας στο δημόσιο συμπυκνώνεται η κατάργηση του δικαιώματος στη μόνιμη και σταθερή εργασία εν γένει, τείνουν δυστυχώς να το παραβλέπουν πολλά από τα θύματα των μνημονιακών πολιτικών, παραδομένα σε μια πολιτική της μνησικακίας. Πώς προέκυψε όμως η επάρατος μονιμότητα; Εδώ υπάρχει κάποια αμηχανία, καθώς θα πρέπει να θιγούν τα ιερά και τα όσια του αστικού εκσυγχρονισμού: ο ίδιος ο Βενιζέλος (ο Ελευθέριος, προφανώς), βασικός και αναντικατάστατος κρίκος στην πάλη μεταξύ «εκσυγχρονισμού» και «λαϊκισμού» που αποτελεί την κυρίαρχη αφήγηση για τη νεοελληνική ιστορία. Η θέσπιση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων στο Σύνταγμα του 1911, από μια Βουλή που ήλεγχε πλήρως το Κόμμα των Φιλελευθέρων, αποτελεί αίνιγμα για τους σημερινούς εκσυγχρονιστές. Ακόμα και έγκυροι ιστορικοί, λοιπόν, την αποδίδουν σ’ ένα πνεύμα λαϊκισμού που χαρακτήρισε τα χρόνια του κινήματος στο Γουδί και με το οποίο ο Βενιζέλος αναγκάστηκε σ’ ένα βαθμό να συμβιβαστεί. Ο Γ. Δερτιλής, το 1993, συγκατέλεγε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων στις «αντιπαροχές» που λάμβαναν τα μικροαστικά στρώματα από το κράτος έναντι της υπερφορολόγησής τους και συνέδεσε την καθιέρωσή της με την έκρηξη των μικροαστών το 1909 ενάντια στους φόρους. Πρόσφατα, ο Γ. Μαυρογορδάτος αντιπαρέθεσε στον Βενιζέλο του 1911 αυτόν του 1928-32, ο οποίος πλέον «δυσφορούσε για τις συνέπειες της μονιμότητας» και εξήγγειλε τη μείωση των δημοσίων υπαλλήλων — και «ήταν ο μόνος που έκλεισε δεκάδες σχολεία της μέσης εκπαίδευσης». Ωστόσο, η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων υπήρξε ένα αίτημα του αστικού εκσυγχρονισμού στις αρχές του 20ού αιώνα. Πριν κατοχυρωθεί στο Σύνταγμα του 1911, είχε γίνει αποδεκτή από το σύνολο των κομμάτων ως επιβεβλημένη, και τη συναντά κανείς σ’ ένα πλήθος διαφορετικών πολιτικών προγραμμάτων. Ο πρώτος που είχε ψηφίσει (βραχύβιο) νόμο που καθιέρωνε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων ήταν ο Τρικούπης, ενώ το 1905 η κυβέρνηση Ράλλη θέσπισε

Ο Νίκος Ποταμιάνος είναι δρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μια εκτενέστερη εκδοχή του κειμένου, με αναλυτικές υποσημειώσεις, δημοσιεύεται στο μπλογκ των Ενθεμάτων και την ηλεκτρονική Αυγή

Πορεία δημοσίων υπαλλήλων, Αθήνα 1927. Επιχρωματισμένη φωτογραφία (Αρχείο ΓΣΕΕ)

τη μονιμότητα όσων είχαν συμπληρώσει 15 χρόνια υπηρεσίας. Ποια ήταν τα κίνητρα των πολιτικών και των δημοσιολογούντων που πρότειναν τη μονιμότητα; Εντοπίζουμε τρεις βασικές κατηγορίες επιχειρημάτων. Η πρώτη εστιαζόταν στη μείωση των δημοσίων δαπανών που συνεπαγόταν: λόγω της εναλλαγής στην υπηρεσία ήταν περισσότεροι όσοι θεμελίωναν το ελάχιστο δικαίωμα σύνταξης, ενώ και οι συχνές τιμωρητικές μεταθέσεις πρόσθεταν έξοδα οδοιπορικών. Δεύτερον, από τη σταθεροποίηση της απασχόλησης του υπαλληλικού δυναμικού (το οποίο, εννοείται, θα διέθετε τα απαραίτητα προσόντα) αναμενόταν η αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους: η μονιμότητα θα παρήγαγε εμπειρία, και η υπηρεσία δεν θα ήταν εκτεθειμένη στον «ανεμοστρόβιλον των μεταβολών όστις ανά πάσαν ώραν […] διαταράσσει και παραλύει την αρμονικήν λειτουργίαν της». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου το 1901, «η αδιάκοπος μεταβολή των δημοσίων λειτουργών είνε δυστύχημα εις την δημοσίαν υπηρεσίαν, εκτός δε τούτου όταν ο δημόσιος λειτουργός θεωρή εαυτόν σταθμεύοντα προσωρινώς εν θέσει τινί δεν δεικνύει πολύν ζήλον περί την εκτέλεσιν των καθηκόντων του». Τρίτο και πιο συνηθισμένο επιχείρημα υπέρ της μονιμότητας ήταν ότι έτσι θα συγκροτούνταν ένα ακομμάτιστο κράτος δικαίου. «Η μονιμότης των υπαλλήλων θ’ ασφαλίσει την αφατρίαστον διοίκησιν», ήταν το βασικό επιχείρημα του Βενιζέλου στη συζήτηση στην Εθνοσυνέλευση. Στόχος ήταν να μην αναγκάζονται οι δημόσιοι υπάλληλοι να προσκολλώνται σε βουλευτές και κόμματα για να διατηρήσουν τη δουλειά τους, και άρα να περιοριστούν τα ρουσφέτια, η ευνοιοκρατία κι η αναξιοκρατία. Από παλιότερα η μονιμότητα προβαλλόταν ως το κατεξοχήν μέτρο καταπολέμησης των πελατειακών σχέσεων, οι οποίες θεμελιώνονταν σε μεγάλο βαθμό στις δυνατότητες που είχαν βουλευτές και ελάσσονες κομματάρχες να επηρεάσουν αποφάσεις της διοίκησης και της δικαιοσύνης. Συνήθως η πρόταση αυτή συνδυαζόταν με την κριτική στο πολιτικό σύστημα, η οποία κάποτε γινόταν με ένα αντιδημοκρατικό σκεπτικό που χρέωνε τον «φατριασμό» της διοίκησης

στην ισχυρή παρουσία του λαϊκού παράγοντα στο κράτος. Αν όμως οι από πάνω τόνιζαν τις «δημοκρατικές» πλευρές της «συναλλαγής», η σκοπιά των από κάτω εστιαζόταν στις σχέσεις εξουσίας που συνεπαγόταν. Όπως επεσήμαινε το 1909 ο πρόεδρος του Συνδέσμου Συντεχνιών, της δευτεροβάθμιας οργάνωσης των επαγγελματικών σωματείων της Αθήνας, «ο υπάλληλος είναι υπηρέτης του βουλευτού, διότι αυτός τον προστατεύει» από τυχόν απόλυση – και η μονιμοποίησή του θα έβαζε τέλος σ’ αυτό. Βέβαια, η συνταγματική κατοχύρωση της μονιμότητας δεν προστάτευσε τους δημόσιους υπάλληλους από πολιτικές διώξεις στα επόμενα χρόνια: κατά τη διάρκεια του Διχασμού καταρχάς, οπότε διαβάζει κανείς π.χ. για «απελάσεις» βενιζελικών δημοσίων υπαλλήλων από τις πόλεις όπου υπηρετούσαν μετά τα Νοεμβριανά και για απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων από τους Φιλελεύθερους μόλις επανήλθαν στην εξουσία. Και έπειτα, στα χρόνια του «αντικομμουνιστικού αγώνα», από τη δικτατορία του Μεταξά μέχρι τη δικτατορία των συνταγματαρχών, όταν σημειώθηκαν μαζικές εκκαθαρίσεις αριστερών δημοσίων υπαλλήλων (στα 1936-38 και στα χρόνια του Εμφυλίου) και καθιερώθηκε το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων» tst Τι έχει να μας πει αυτή η συζήτηση σήμερα; Φυσικά μπαίνει κανείς στον πειρασμό να αναρωτηθεί πώς θα επηρεάσει η κατάργηση της μονιμότητας τις σχέσεις των δημοσίων υπαλλήλων με κομματικά πελατειακά δίκτυα, ενθυμούμενος τον τρόπο πρόσληψης πολλών συμβασιούχων και εργαζομένων σε προγράμματα stage τα προηγούμενα χρόνια. Είναι σαφές όμως ότι το βασικό επίδικο της μονιμότητας είναι άλλο. Η κατάργησή της αποτελεί σημαντικό κόμβο στην κοινωνική οπισθοδρόμηση που επιχειρείται, στην επιστροφή μας 100 χρόνια πριν, όταν λίγοι μισθωτοί μπορούσαν να έχουν προσδοκίες σταθερής απασχόλησης. όταν η αντίληψη ότι η κοινωνία έχει κάποια ευθύνη να εξασφαλίζει όρους ευημερίας για τα μέλη της μέσω δημόσιων πολιτικών είχε πολύ περιορισμένη εφαρμογή. όταν το κράτος δεν νομιμοποιούνταν να παρεμβαίνει σε πεδία όπως η απασχόληση και η ανεργία, οι ασφαλίσεις ή ο βασικός μισθός. Στα συμφραζόμενα της δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης και του φορντισμού, κυρίαρχη τάση, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, έγινε η σταθεροποίηση της απασχόλησης και των εργασιακών σχέσεων: τα ακανόνιστα μεροκάματα έδωσαν τη θέση τους στον μισθό, η μαζική παραγωγή στηρίχθηκε από νέα πρότυπα και δυνατότητες κατανάλωσης, νέες φροντίδες για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης συντονίστηκαν με τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος και με τα νέα επίπεδα ταξικού συμβιβασμού που επέβαλαν οι απειλές ανατροπής του καθεστώτος. Η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, λοιπόν, εμφανίζεται συνδεδεμένη με μια προηγούμενη περίοδο του καπιταλισμού. Αν οφείλουμε να την υπερασπιστούμε είναι επειδή έτσι υποστηρίζουμε συνολικά το δικαίωμα στη δουλειά, επειδή δηλαδή ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας: επειδή βρίσκεται στο μονοπάτι που οδηγεί σε μια κοινωνία πιο δίκαιη, και όχι στον δρόμο που οδηγεί στη ζούγκλα.


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

28

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Πυροβολήστε τον πιανίστα Μπαντιού! Απάντηση στο άρθρο του Κώστα Δουζίνα ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙ ΒΕΡΓΕΤΗ Η τεράστια απήχηση της πρόσφατης επίσκεψης του Α. Μπαντιού (ΑΜ) στην Αθήνα, οργανωμένης από το περιοδικό αληthεια, είχε και κάποιες δυσανάγνωστες παρενέργειες. Εντάσσω σε αυτές και το άρθρο του φίλτατου Κ. Δουζίνα (ΚΔ) («Ενθέματα», 9.2.2014). Ας μιλήσουμε ευθέως. Πρόκειται για ένα κείμενο εμφορούμενο από την υπέρμετρη και βιαστική φιλοδοξία να μηδενίσει σε ελάχιστες γραμμές όλο σχεδόν το πολιτικό έργο του ΑΜ, αποσυνδέοντάς το μάλιστα άνευ συζητήσεως από τις φιλοσοφικές του συντεταγμένες και κατακρημνίζοντάς το στα τάρταρα του «ακαδημαϊσμού». Έχoντας σχέσεις χρόνιας εγγύτητας με το έργο του, μένω ενεός μπροστά στην ελαφρότητα της προσέγγισης του ΚΔ. Δεν υπάρχει ούτε μία σχεδόν φράση που να αντιστοιχεί στην πραγματικότητα. Ελλείψει χώρου θα περιοριστώ εδώ σε μια μινιμαλιστική, ανεπαρκή σταχυολόγηση, για να επανέλθω αλλού με εμπεριστατωμένο σχολιασμό. Επιγραμματικά λοιπόν. 1. Το ύφος και η μεθόδευση. Οι λεπτά σμιλεμένες θέσεις του ΑΜ, βίαια αποσπασμένες από τα συμφραζόμενα και τη θεωρητική τους πλαισίωση, εκτίθενται δυσφημιστικά παραποιημένες. Μια ακροβατική συρραφή βεβιασμένων ετυμηγοριών μοντάρει μια εξευτελιστική καρικατούρα του ΑΜ, εμφανίζοντάς τον ακόμη και ως εγγαστρίμυθο των «κατεστημένων ΜΜΕ» ή αστοιχείωτο σε σημείο που «αγνοεί τη συμβολή της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης στην παγκόσμια έκρηξη». Και λοβοτομημένος να ήταν ο άνθρωπος, μάλλον θα το είχε υποψιαστεί! Ομοίως, τα επιστρατευμένα παραθέματα θα αποδειχτούν ράκη κοπτοραπτικής — όπως εκεί όπου ο ΑΜ υποτίθεται ότι συνταυτίζει εξεγερμένους και μαφιόζικα μικροκυκλώματα, καταποντίζοντας τους πάντες στην άβυσσο του μηδενισμού. 2. Ο ΚΔ επικαλείται την Αναγέννηση της Ιστορίας του ΑΜ. Το κομβικό σημαίνον του τίτλου έχει παραμορφωθεί: réveil δεν σημαίνει ποτέ και πουθενά renaissance. Σημαίνει αφύπνιση, ξύπνημα. Δεν πρόκειται για μεταφραστική ανεπάρκεια, αλλά για πλήρη εννοιολογική καθίζηση του τίτλου. Για λόγους που δυστυχώς ο ΚΔ δεν έχει αντιληφθεί, ο ΑΜ επιστρατεύει σκοπίμως το εμβληματικό σημαίνον réveil, με το οποίο ο Λακάν επισφράγισε την δομική ασυμβατότητα ανάμεσα σε πραγματικότητα και πραγματικό. Ο όρος υποδηλώνει το σημείο σύμπραξης του υποκειμένου και ενός ενεργοποιημένου συμβαντικού χώρου, όπου συμπυκνώνεται η λανθάνουσα παρουσία ενός πραγματικού. Ο ΑΜ τον ενεργοποιεί στο πεδίο της Iστορίας. Δεν υπάρχει τοπική διάρρηξη της ιστορικής πραγματικότητας χωρίς την ανάδυση ενός πραγματικού, μιας αναφομοίωτης ετερογένειας της τάξεως του μη υπαρκτού (inexistant), δηλαδή μη ταυτοποιήσιμου από τη θεσμική συμβολική τάξη. Εκεί διαμορφώνονται εστίες αφύπνισης της Iστορίας. Ο τίτλος

Ο Δημήτρις Βεργέτης είναι ψυχαναλυτής, διευθυντής του περιοδικού αληthεια.

Φωτογραφία του Robert Carrithers από το «Έρωτας και σεξ. Μια σειρά φωτογραφιών αφιερωμένων στο βιβλίο του Αλαίν Μπαντιού “Eγκώμιο για τον έρωτα”», 2012

πλαισιοθετεί τον ορίζοντα της αναλυτικής των εξεγέρσεων και η στρεβλή κατανόησή του ναρκοθετεί εκ προοιμίου την ενστόχαστη πρόσληψή της. 3. Το βιβλίο ταξινομεί «τις πρόσφατες αντιστάσεις σε «άμεσες» ταραχές και «ιστορικές» εξεγέρσεις», γράφει ο ΚΔ. Νέα συγχυτική ανάγνωση. Σε όλο το βιβλίο ο ΑΜ σηματοδοτεί με έναν ενιαίο ταξινομικό όρο ως «εξεγέρσεις», τόσο τις άμεσες όσο και τις ιστορικές: émeute. Ταξινόμηση ανακριβέστατη πρωτίστως, γιατί εκεί που ο ΚΔ βλέπει δύο τύπους εξέγερσης, το βιβλίο μας εκθέτει διεξοδικά τρεις! Συγκεκριμένα ο ΑΜ αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στην ανάλυση της «ύπαρξης στις πλούσιες χώρες μιας

υποκειμενικότητας λανθάνουσας εξέγερσης». 4. Περίοπτη θέση στο κατηγορητήριο καταλαμβάνει η καταγγελία του «ολιγαρχικού» πυλώνα της σκέψης του «προφήτη» Μπαντιού! Γράφει ο ΚΔ: «Μόνο οι λίγοι στρατευμένοι που ασπάζονται την “ιδέα του κομμουνισμού” μπορούν να αλλάξουν την πορεία της Ιστορίας. Ωστόσο, η κατασκευή πολιτικού υποκειμένου δεν αφορά μόνο τους στρατευμένους κομμουνιστές». Οι «λίγοι» του ΑΜ επανέρχονται πιο κάτω, ενώ πιο πάνω ο ΑΜ οραματίζεται μια «πολιτική οργάνωση που χαρακτηρίζεται από υψηλή πειθαρχία και ενεργεί απέναντι στο λαό με ηγετικό και δεσποτικό τρόπο». Επιτέλους οι μάσκες έπεσαν: κάτω από τον πράο φιλόσοφο ο

Η ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΔΟΥΖΙΝΑ

Χωρίς συναξάρια και αχρείαστες προσβολές Δεν έχω την παραμικρή διάθεση να μπω σε διαμάχη με τον φίλτατο Δημήτρι Βεργέτη, και πολύ περισσότερο να επιτεθώ ως ο δήθεν νεότερος των «νέων φιλοσόφων» στον Αλαίν Μπαντιού, του οποίου το έργο έχω τιμήσει και σχολιάσει επανειλημμένα (όπως και στο εγκαλούμενο άρθρο). Φιλοσοφία δεν σημαίνει δύσπεπτος αναμηρυκασμός αλλά σκέψη και κριτική, η οποία κατά Αντόρνο προϋποθέτει μια απόσταση — έστω και ελάχιστη— από το αντικείμενο της. Συγκεκριμένα για τις αιτιάσεις: 1. Η αγγλική έκδοση του βιβλίου του Μπαντιού, την οποία χρησιμοποίησα, τιτλοφορείται The Rebirth of History (rebirth σημαίνει αναγέννηση). 2. Ο υπότιτλος του βιβλίου είναι Times of Riots and Uprisings, δηλαδή η γαλλική λέξη émeutes μεταφράζεται σε ταραχές (banlieues Παρισιού, Δεκέμβρης, Λονδίνο) και εξεγέρσεις (μόνο η Ταχρίρ αναφέρεται). Το βιβλίο μου Philosophy and Resistance in the Crisis αναγνωρίζει και σχολιάζει εκτεταμένα τη μεταφραστική αυτή επιλογή, η οποία υποβιβάζει την πολιτική σημασία του Δεκέμβρη και των νεανικών εξεγέρσεων σε όλο τον κό-

σμο και δεν αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα βρίσκεται κοντά σε μια δύσκολη βέβαια, μα μεγάλη αλλαγή (σ. 141-2, 182-6). Η αγγλική διττή μετάφραση εκφράζει πλήρως τις εννοιακές διαφοροποιήσεις στη χρήση της γαλλικής émeute στο πρωτότυπο. 3. Για τα υπόλοιπα, δίνω στο άρθρο των «Ενθεμάτων», καθώς και στην πλήρη μορφή του που θα εμφανιστεί σύντομα, εκτενείς βιβλιογραφικές αναφορές. Σκοπός μου δεν ήταν να επιτεθώ στον Μπαντιού, τον οποίο έχω ονομάσει τον «μεγαλύτερο ζώντα φιλόσοφο της γενιάς των ’60», ούτε βέβαια να τον παρουσιάσω ως «τύραννο» (εκτός αν αυτό παραπέμπει στον Οιδίποδα). Ήθελα να υποστηρίξω ότι, στην ελληνική συγκυρία, η άποψή του περί «αφαίρεσης» από το κράτος και την οικονομία δεν συνάδει με τις ανάγκες της κοινωνίας ούτε με την πολιτική συγκυρία. Όλα τα άλλα μπορούμε να τα συζητήσουμε εν καιρώ, στο πλαίσιο της επιτακτικής ανάγκης μιας συζήτησης εφ’ όλης της ύλης στην Αριστερά χωρίς συναξάρια, τυφλοσούρτες και αχρείαστες προσβολές. ΚΩΣΤΑΣ ΔΟΥΖΙΝΑΣ

επίδοξος δεσπότης, ο δυσοίωνος τύραννος. Ο Γκλυκσμάν και τα απομεινάρια των Νέων Φιλοσόφων έχουν προ πολλού διαπρέψει σε αυτό το άθλημα! Η παραποίηση όμως δεν αντέχει στη δοκιμασία των κειμένων, γιατί ο ΑΒ διακηρύσσει με εμμονική συνέπεια ακριβώς το αντίθετο. Σταχυολογώ στην τύχη, και ο αναγνώστης ας βγάλει τα συμπεράσματά του: «Αυτό που ο Πλάτωνας λέει για τη φύση και την κατάρτιση της ελίτ το μετέφρασα, έτσι ώστε να εφαρμόζεται σε όλους τους πολίτες χωρίς εξαίρεση. Αντικατέστησα την ελιτίστικη προκατάληψη του Πλάτωνα με μια εξισωτική θεώρηση» (ομιλία στο Γαλλικό Ινστιτούτο). Απερίφραστη επίσης απόρριψη «της κομματικής συγκέντρωσης της εξουσίας, του σταλινικού κανόνα “όταν η γραμμή καθοριστεί τα στελέχη αποφασίζουν για όλα”» (Logiques des Mondes, σ. 522). Όλη η θεωρία της γενολογικής πολλαπλότητας, της «ενσωμάτωσης» και της ιδιότυπης χρήσης του λακανικού καθολικού ποσοδείκτη διαψεύδει την «ολιγαρχική» επινόηση του ΚΔ. Ελλείψει χώρου, αφήνω ασχολίαστους τους παραπειστικούς υπαινιγμούς στη λογική έννοια της «πειθαρχίας». 5. Η κλινική εμπειρία μου δεν με συνδράμει επαρκώς ώστε να ενστερνιστώ τη διαγνωστική ετυμηγορία του ΚΔ για τη μελαγχολία του ΑΜ ως μοιραία «μετεξέλιξη της αριστερής πίστης στην ιστορική νομοτέλεια». Στη νοσολογική ταξινόμηση του ΑΒ στην μπενγιαμινική «αριστερή μελαγχολία» θα αντιτάξω το παροιμιώδες σφρίγος ζωής, την αστείρευτη και χαρούμενη δημιουργικότητά του. Ο Μπένγιαμιν παραδόθηκε σε ένα εκούσιο τέλος στο χείλος της Hilflosigkeit της εποχής του και του είναι του. Επιτρέψτε μου να σας καθησυχάσω: ο Μπαντιού δεν πρόκειται να αυτοκτονήσει! Επίσης, για ποια μετεξελιγμένα ίχνη ιστορικής νομοτέλειας μιλάμε στη σκέψη του ΑΒ όταν η θεωρία του συμβάντος κονιορτοποιεί κάθε έννοια περατοκρατικής τελεολογίας και ενσταλάζει την συμβαντική ενδεχομενικότητα σε κάθε πτυχή του ιστορικού γίγνεσθαι; Έλεος! ΑΣΚΙ ΚΑΙ «ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ» ΓΙΑ ΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Την Τετάρτη 26 Μαρτίου, ώρα 19.00, θα πραγματοποιηθεί η Πέμπτη εκδήλωση της σειράς «Γιατί αλλάζει ο κόσμος; Η Αριστερά στον 20ό αιώνα: Στρατηγικές επιλογές και ιστορικές συγκυρίες» που διοργανώνουν το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας. Οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται με την υποστήριξη του Δικτύου transform!europe. Τίτλος της εκδήλωσης είναι «Η ελληνική Αριστερά στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: από τους πρωτοσοσιαλιστές στο μικρασιατικό μέτωπο». Θα μιλήσουν ο Μιχάλης Λυμπεράτος και ο Κώστας Παλούκης, με συντονιστή τον Σταύρο Παναγιωτίδη. Η εκδήλωση γίνεται στη Νομική Αθηνών αμφιθέατρο Παπαρηγοπούλου.


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

29


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

30

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η επιστροφή της Κοκκινοσκουφίτσας: η Αριστερά σε κρίσιμους καιρούς ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ w Η «Κοκκινοσκουφίτσα», όπως μαθαίνουμε από τον τίτλο του βιβλίου, επιστρέφει. Πού και πώς επιστρέφει; Aπό το παραμύθι στην πραγματικότητα· από τις μαγικές λύσεις στα προβλήματα. O μύθος επιτρέπει μια αναπνοή, μια απόσταση. Είναι μια πολυτέλεια. Σοκολατάκι εν ώρα εργασίας. Η Kοκκινοσκουφίτσα επιστρέφει από μια εξαφάνιση δεκαετιών. Έχει κάνει τα μαθήματά της; Έμαθε καινούρια πράγματα για να μας πει; Το τι μπορεί να είναι η Αριστερά σήμερα, καθώς η κρίση παγιώνεται σε καθεστώς, είναι το αντικείμενο αυτού του μικρού βιβλίου. w Στο βιβλίο, χαρακτηρίζεις «βαριά σκουριά» της ελληνικής Αριστεράς την ανάγνωση της σημερινής εποχής με όρους παλιότερων εποχών. Υπάρχει μια νοσταλγική αναβίωση που δημιουργεί τον πειρασμό ανάγνωσης της εποχής μας με όρους παλαιότερων. Το σύνθημα «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73», τα μνημόνια ως νέα γερμανική κατοχή, η αναζήτηση «νέου ΕΑΜ» είναι μερικά χτυπητά παραδείγματα. Η σκέψη με αναλογίες δημιουργεί ένα χάρτη: εξάρτηση, υποτέλεια, ραγιαδισμός από εδώ, μικρός λαός που πολεμά από εκεί — έναν χάρτη νοητικό και συναισθηματικό. Το «όπως τότε - έτσι και τώρα» δημιουργεί ένα ηρωικό τύπο αντίληψης, προσωποποιεί πολύπλοκες δυνάμεις και διαδικασίες, αποδίδει οικονομικά και κοινωνικά φαινόμενα σε εθνικές στρατηγικές. «Μας επιβουλεύονται». «Αποικία χρέους». Αλάτισμα με συνωμοσιολογία. Δε λέω, εύπεπτος τρόπος σκέψης, αλλά είναι σαν να υπνοβατείς διασχίζοντας λεωφόρο. w Υπάρχουν και άλλες «σκουριές» στην Αριστερά, όπως η παράδοση του σταλινισμού. Δεν μένω εδώ, μου φαίνεται αυτονόητο. Ας σταθούμε στην παράδοση του «εκσυγχρονισμού», ως πολιτικό πείραμα και εργαλείο. Πώς την αποτιμάς; O εκσυγχρονισμός δεν είναι υπόθεση της δεκαετίας του 1990. Με διαφορετικές λέξεις και όρους, εκφράζει ένα πλαίσιο στην ελληνική πολιτική από τότε που η Ελλάδα έγινε κράτος. Και οι επαναστάτες που μαζεύτηκαν στην Επίδαυρο, και ο Καποδίστριας, και οι Βαυαροί, επεδίωκαν ένα κράτος όπως τα ευρωπαϊκά. Αυτό ήταν το πρότυπο. Στο βαθμό δηλαδή που άλλαζαν τα πρότυπα στη Δυτική Ευρώπη, η Ελλάδα έτεινε, ή ήταν υποχρεωμένη, να τα ακολουθεί. Βέβαια, πρόκειται για πρότυπα διαφορετικά, περισσότερο ή λιγότερο αυταρχικά ή φιλελεύθερα. Και διαφορετικά κατά εποχές. Στη δεκαετία του 1930, πολλοί προσέβλεπαν σε έναν εκσυγχρονισμό μουσολινικής ή χιτλερικής έμπνευσης. Ο εκσυγχρονισμός επίσης ήταν εκλεκτικιστικός. Μεταπολεμικά η Αριστερά μιλούσε για τον εκσυγχρονισμό της παιδείας, την απαλλαγή της από σκοταδιστικές, καθαρευουσιάνικες και εθνοθρησκευτικές αγκυλώσεις. Στη μεταπολίτευση ο εκσυγχρονισμός γίνεται θεω-

Με αφετηρία το πρόσφατο βιβλίο του,

μιλάει για τις «βαριές σκουριές της

Αριστεράς», τον εκσυγχρονισμό, την πολιτισμική Αριστερά, την τεχνολογία, τον ΣΥΡΙΖΑ

ρία ερμηνείας της νεοελληνικής Ιστορίας: από τη μια οι δυνάμεις της συντήρησης και της αδράνειας, από την άλλη της προόδου και της αλλαγής. Ο Όμιλος Παπαναστασίου, πριν τη δικτατορία, η Δημοκρατική Άμυνα, στα χρόνια της δικτατορίας, ο σημιτικός εκσυγχρονισμός στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ συγκροτούν γενεαλογία ιδεών. Γενεαλογία αλλά και μεταλλαγή. Η θεωρία για τις δυο κουλτούρες, την εκσυγχρονιστική και την underdog, άδειασε τον εκσυγχρονισμό από το κοινωνικό του περιεχόμενο. Ο εκσυγχρονισμός έγινε ελκυστικός για πολλούς διανοούμενους της Aριστεράς —και δεν εξαιρώ βέβαια τον εαυτό μου—, όταν το παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ ξεδίπλωσε την ελληνορθόδοξη ιδεολογία του. Ο σημερινός αρχηγός του υποστήριζε τον Χριστόδουλο στο θέμα των ταυτοτήτων, έναντι του τότε πρωθυπουργού. Τη δεκαετία του ’90, λοιπόν, το πασοκικό μοντέλο της δεκαετίας του ’80 αφενός είχε αποδιοργανωθεί και εμφανίσει όλες τις αντινομίες και τα προβλήματά του (θυμηθείτε το «βρόμικο» ’89), αφετέρου φαινόταν πλέον ασύμβατο με το νέο οικονομικοκοινωνικό υπόδειγμα που άρχισε να γίνεται κανόνας στην Ευρώπη. Στο ρεύμα του εκσυγχρονισμού, λοιπόν, εκείνο που πρώτευε ήταν η προσαρμογή της οικονομίας στη νέα ορθοδοξία. Από την επίκληση του λαού στα 1980, στην επίκληση των τεχνοκρατών στα 1990. Από τη μεταπολίτευση η Ελλάδα ταξιδεύει σε δυο βάρκες: αφενός οικονομία φθίνουσα, αφετέρου επέκταση των προσδοκιών. Πώς ισορρόπησε η εξουσία; Με την επέκταση του κράτους και του δανεισμού. Πάνω στην ισορροπία αυτή οικοδομήθηκε μια νέα νομενκλατούρα που συνέδεε ανθρώπους των τραπεζών, των ΜΜΕ, προμηθευτές του δημοσίου, συνδικαλιστική γραφειοκρατία, πολιτικούς. Χωρίς σχέδιο, με συμφύσεις και πανωσηκώματα. Στη δεκαετία του ’90 οι εκσυγχρονιστές, για να λύσουν το δίλημμα, είπαν (σαν τον Γκιζώ, που έλεγε στη μεταναπολεόντειο Γαλλία: «Πλουτίστε για να γίνετε εκλογείς»): «Πλουτίστε για να εκσυγχρονιστεί η Ελλάδα». Φυσικά, δεν υπήρξε εξυγίανση. Από το σκάνδαλο Κοσκωτά, στα σκάνδαλα Τσοχατζόπουλου, πολλοί αναρωτιούνται: Πέτυχε ή απέτυχε ο εκσυγχρονισμός; Η σημερινή κρίση έχει τις αιτίες της στον εκσυγχρονισμό ή στην αποτυχία του; w Τελικά, πέτυχε ή απέτυχε; Και τι αλλάζει στα χρόνια της κρίσης;

Αυτό το ερώτημα με απασχολεί ακριβώς στο βιβλίο, όταν υποστηρίζω ότι η κρίση πρέπει να κατανοηθεί ως το αποτέλεσμα ταυτόχρονα της προσαρμογής και της μη προσαρμογής στην αλλαγή του παραδείγματος. Το παιχνίδι ήταν ματ — κι όχι μόνο για την Ελλάδα. Η κρίση είναι εργαλείο εξαναγκασμού σε προσαρμογή. Αλλά προσαρμογή στο νέο παράδειγμα σημαίνει ότι η κρίση εμπεδώνεται ως καθεστώς. Αυτό έγινε τώρα: πλήρης απογύμνωση της εργασίας από κάθε δικαίωμα. Ένας μισθός επιβίωσης, αν τον βρίσκεις, παροδικός, μέσα από εταιρείες ενοικίασης εργαζομένων. Πρόκειται για μεγάλο ιστορικό φαινόμενο. Η εργατική τάξη, έπειτα από πάνω από έναν αιώνα αγώνων, κατακτήσεων, θεσμικών πλαισιώσεων μετατρέπεται σε ένα σύνολο ανδράποδων. Η εργασία, όπως οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα, πουλιέται και αγοράζεται με το κομμάτι. Αλλάζει η φύση της κοινωνίας που γνωρίζαμε. Αλλάζει ο κύκλος ζωής των ανθρώπων. Εδώ πρέπει να τοποθετηθεί η Ελλάδα. Αυτή η αλλαγή γίνεται με την πλαισίωση του αφηγήματος του εκσυγχρονισμού. Η κρίση ήταν το παράθυρο ευκαιρίας για να καμφθούν οι αντιστάσεις, και μεγάλο μέρος των εκσυγχρονιστών, εγκλωβισμένο μέσα σε αυτό το αφήγημα, είδε στην τρόικα σαν την τελευταία ευκαιρία εκσυγχρονισμού της Ελλάδας. Εκσυγχρονισμός ως προς τι; Η Ανατολική Ευρώπη είναι πρωταθλήτρια αυτού του τύπου εκσυγχρονισμού. Ως αντίδραση όμως, αναπτύχθηκε ένας πόλος προσκόλλησης στο παλαιό παράδειγμα που απέρριπτε κάθε μεταρρύθμιση. Σήμερα όμως επιστροφή δεν υπάρχει. Οι πύλες πίσω μας έκλεισαν. Προφανώς χρειάζονται εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές — και φυσικά δεν εννοώ τη σημερινή πολιτική ερείπωσης της χώρας, όπου υπάρχει μια πειρατεία του όρου «μεταρρύθμιση». Το ζήτημα είναι ποιο παράδειγμα θα εννοηματώσει τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται. Να η μέγιστη πρόκληση για την Αριστερά. Να δώσει καινούριο νόημα στον όρο «κοινωνική μεταρρύθμιση», όρο που της ανήκει ιστορικά. w Γράφεις ότι η κεντροαριστερά κατα-

σκευάζει μια ανύπαρκτη εξιδανικευμένη σοσιαλδημοκρατία, η οποία της χρησιμεύει ως ταυτότητα. Και, επίσης, ότι αν η εμπειρία αυτή ιστορικοποιηθεί, έχει μεγάλη σημασία για μια μελλοντική αριστερή διακυβέρνηση στην Ελλάδα. Γιατί; Κεντρική ιδέα του βιβλίου είναι ότι ούτε το σοσιαλδημοκρατικό παράδειγμα ούτε το κομμουνιστικό μπορούν σήμερα να λειτουργήσουν ως υποδείγματα για τη σύγχρονη Αριστερά. Η ιστορικοποίηση, η κριτική αποτίμηση γιατί ο κομμουνισμός κατέληξε σε μια δυστοπία, και επίσης γιατί η σοσιαλδημοκρατία κατέληξε στην πλήρη προσαρμογή σήμερα στο νέο μοντέλο οικονομίας, είναι ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τη σύγχρονη Αριστερά σε βάθος. Η δεκαετία του 1990 είναι κομβική από τρεις πλευρές: Η σοσιαλδημοκρατία, έως τότε, βασιζόταν στα εργαλεία του εθνικού κράτους. Από τότε και έπειτα αρχίζουν να εκλείπουν, η αγορά παγκοσμιοποιείται, μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα ανθρώπων και κεφαλαίων διαλύουν τα παλιά κοινωνικά συμβόλαια. Η επανάσταση της αυτοματοποίησης, της ψηφιακής τεχνολογίας και του διαδικτύου καταργεί μαζικά θέσεις εργασίας, αλλάζει τη φύση της εργασίας, η βιομηχανία μεταναστεύει, νέες ανταγωνιστικές δυνάμεις γιγαντώνονται στις άλλες ηπείρους, η πίεση του ανταγωνισμού από το κόστος εργασίας είναι τεράστια. Τέλος, ο πληθυσμός της Ευρώπης γερνάει. Περισσότεροι ηλικιωμένοι, περισσότερα χρόνια στη σύνταξη, ακριβότερη συντήρηση. Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας και περίθαλψης αντιμετωπίζουν το φάσμα κατάρρευσης. Στην κρίση αυτή ηγεμονεύει ο νεοφιλελευθερισμός. Η σοσιαλδημοκρατία προσπάθησε να διαχειριστεί τις νέες πραγματικότητες (τρίτος δρόμος, μπλερισμός, δικός μας εκσυγχρονισμός) και τελικά προσαρμόζεται πλήρως και χωρίς αστερίσκους. Το ερώτημα είναι (και εδώ δεν μπορεί να διαφύγει κανείς) πώς θα αντιμετωπίσει κανείς αυτές τις προκλήσεις, με ποια λογική, προς ποια κατεύθυνση. Η Αριστερά δεν μπορεί να εφησυχάζει ότι έχει λύσεις. Αυτά που ήξερε, και μερικές φορές επαναλαμβάνονται στερεοτυπικά και αυτόματα, δεν ισχύουν πλέον, γιατί δεν υπάρχει η κοινωνία που ξέραμε. Πρέπει να επινοήσει λύσεις. Ακόμη περισσότερο, πρέπει να συγκροτήσει ένα νέο παράδειγμα. Πάνω σε αυτό κρίνεται η βιωσιμότητά της στον 21ο αιώνα. Αυτό που υποστηρίζει το βιβλίο είναι ότι η Αριστερά, για να μάθει, πρέπει να ξεμάθει. Ή, καλύτερα, να μάθει μέσα από την κριτική εκείνου που ξεμαθαίνει. w Αναφέρεσαι σε μεγάλες προκλήσεις για την Αριστερά του 21ου αιώνα, όπως τα δη-

Η Επιστροφή της Κοκκινοσκουφίτσας, με υπότιτλο «Η Αριστερά και πώς να την σκεφτούμε σε κρίσι-μους καιρούς» μόλις κυκλοφόρησε από τη Νεφέλη. Περιέχει πέντε πολιτικά δοκίμια του Αντώνη Λιάκου, παλιότερα και νεότερα, που απαντούν —με ερεθιστικό τρόπο— στο αγωνιώδες και βασικό ερώτημα: Τι σημαίνει Αριστερά τον 21ο αιώνα;


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

35

ΕΝΘΕΜΑΤΑ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΑ IMPERIAL

Άδωνις. Τώρα και στο Λονδίνο ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ

Έργο του Daniel Egnéus, από τη σειρά «Κοκκινοσκουφίτσα»

μοκρατικά δικαιώματα ή τα κινήματα της αντιπαγκοσμιοποίησης. Θα σταθώ τις προκλήσεις που συζητάμε λιγότερο στην Ελλάδα. Πρώτον, την πολιτισμική Αριστερά… Η απειλή του ναζισμού στη χώρα μας, ο εκτεταμένος και έμπρακτος ρατσισμός εναντίον των προσφύγων και των μεταναστών, ο εθνικισμός που φτάνει και μέσα στις γραμμές της Αριστεράς, δείχνουν την ισχύ όχι των παραδοσιακοτήτων, αλλά το πώς αυτές οι νοοτροπίες και οι ιδεολογίες βίας και ισχύος διαπλέκονται με τις ηγεμονικές δυνάμεις, καθώς και πώς διεισδύουν επίσης στο αντιηγεμονικό μπλόκ. Από την άποψη αυτή, ο φεμινισμός, ο αντιεθνικισμός, η καταπολέμηση της ομοφοβίας, η καλλιέργεια αποδοχής της διαφορετικότητας δεν αποτελούν κερασάκι στην τούρτα. Στο πεδίο της κουλτούρας σμιλεύονται οι νέες ταυτότητες. Επομένως, η κριτική της Αριστεράς στο πεδίο της κουλτούρας, δηλαδή η πολιτισμική Αριστερά, αποτελεί ένα από τα κεντρικά πεδία της διαμάχης. Δεν μπορεί κανείς να αδιαφορεί γι’ αυτά. w Και δεύτερον, τις πολιτικές διαστάσεις των τεχνολογικών αλλαγών, την ενσωμάτωσή τους στον κριτικό λόγο της Αριστεράς. Ένα οικείο παράδειγμα, στο οποίο αναφέρομαι και στην Κοκκινοσκουφίτσα: Διαβάζουμε σε μια πρόσφατη ανακοίνωση του Τμήματος Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ: «να διατυπώσουμε αρχές και προτάσεις για μια νέα εθνική πολιτική βιβλίου που θα το μετατρέψει από φτωχό συγγενή σε άξονα της πολιτιστικής μας πολιτικής και σε μοχλό για μια κοινωνική και πολιτιστική ανασυγκρότηση». Το απόσπασμα αυτό, που θέλει να κάνει το βιβλίο άξονα πολιτισμικής πολιτικής, δείχνει έναν εγκλωβισμό στην εποχή του έντυπου καπιταλισμού και των εθνικών πολιτικών, ενώ ήδη βρισκόμαστε στην εποχή διαδικτύου, της ψηφιακής εικόνας, των δωρεάν ηλεκτρονικών βιβλίων και των open access περιοδικών που κινούνται από τη μία στην άλλη άκρη του πλανήτη. Μοιάζει σαν διαμαρτυρία αντιγραφέων χειρογράφων στην εποχή του Γουτεμβέργιου, με αίτημα να γίνουν τα χειρόγραφα μοχλός κοινωνικής και πολιτισμικής ανασυγκρότησης! Είναι ένα μικρό παράδειγμα μιας ευρύτερης αμηχανίας, την έχω αισθανθεί κι εγώ, απέναντι σε μια καινούρια φάση της τεχνοεπιστήμης που αλλάζει τα κοινωνικά

δεδομένα που δημιούργησαν οι δυο προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις. Αμηχανία και δυσπιστία εξαιτίας της ανεργίας που προκαλείται. Η Αριστερά συνδέεται ιστορικά με τις αλλαγές στην τεχνοεπιστήμη. Αλλά συνδέεται αμφίδρομα. Και ως αποτέλεσμα των μεταβολών, και ως προϊόν των αντιδράσεων ή των αγώνων να τιθασευτούν αυτές οι μεταβολές. Η Αριστερά του 20ού αιώνα σχετιζόταν με τη Δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση, την παραγωγή αλυσίδας, τα μεγάλα συνδικάτα, την οργανωμένη και στεγανή αγορά εργασίας. Τώρα αυτά μας τέλειωσαν. Το μέλλον εξαρτάται από το ποιος θα ηγεμονεύσει στις τεχνοεπιστημονικές αλλαγές και σε ποια κατεύθυνση θα τις οδηγήσει. Σήμερα, τις οδηγεί ένας συνασπισμός δυνάμεων ο οποίος επιχειρεί μια εκτεταμένης κλίμακας αναδιανομή του πλούτου από τους πολλούς στους λίγους. w Τελευταία ερώτηση, πιο άμεσα πολιτική. Είναι πολύ πιθανό ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει κυβέρνηση. Τι θεωρείς κρίσιμο σε αυτή την προοπτική; Την Αριστερά τη σπρώχνει στην εξουσία ένας συνδυασμός προσδοκιών και οργής. Οι προσδοκίες αφορούν την αντιμετώπιση αφενός της ανεργίας και της αναδουλειάς, αφετέρου της ανθρωπιστικής και υγειονομικής κρίσης, της καλπάζουσας εκπτώχευσης του πληθυσμού. Η οργή αφορά τη διαφθορά, στην αδιαφάνεια, στην ιδιοτέλεια, στην ιδιοποίηση του κοινωνικού πλούτου, στην ανικανότητα, στην εξαπάτηση, στη συνενοχή στο ρήμαγμα της χώρας. Η Αριστερά πρέπει να δώσει προοπτική. Δεν αρκεί πλέον να διεκτραγωδούμε την κρίση. Ούτε πείθουν οι εύκολες απαντήσεις. Λέξεις-κλειδιά για μένα —τις λέω κωδικά— για να οικοδομηθεί αυτή η εμπιστοσύνη, είναι η ειλικρίνεια, η εντιμότητα, η συναίσθηση των δυσκολιών, η αλλαγή του ύφους και του ήθους διακυβέρνησης σε κάθε επίπεδο, η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα. Το ιστορικό δίλημμα που αντιμετωπίζει η Αριστερά είναι το εξής: Θα αποτελέσει την ιστορική αφετηρία αλλαγών που θα αναχαιτίσουν την αθυρματοποίηση της κοινωνίας, επομένως θα την ανασυντάξει και θα την οδηγήσει σε νέες τροχιές, ή θα αποτελέσει ένα ηρωικό παράδειγμα αντίστασης και θυσίας, ένα ολόκαυστον; ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΗΡΕ Ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

Την προηγούμενη εβδομάδα βρέθηκα σε ένα αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής Σχολής στην Αθήνα. Στον τοίχο δέσποζε μία (και μοναδική) αφίσα. «Οι Νέοι Ορίζοντες στον Βασίλη Καρρά». Από κάτω τιμές φιάλης, στοιχεία για δηλώσεις συμμετοχής. Μέσα στο αμφιθέατρο όλα αυτά – Αθήνα, μέρες του 2014. Οι Νέοι Ορίζοντες, για όποιον δεν το γνωρίζει, είναι φοιτητικό σχήμα της Φιλοσοφικής. Ξεκίνησε ως νεολαία της πάλαι ποτέ Πολιτικής Άνοιξης, και παραμένει μέχρι σήμερα ενεργό ως αυτόνομο δεξιό σχήμα, στηρίζοντας, εκτός από τον Βασίλη Καρρά και τις εκδρομές στη Μύκονο, κάθε εθνικιστικό και λαϊκιστικό σχέδιο του Αντώνη Σαμαρά ειδικώς, και της ελληνικής Δεξιάς γενικότερα. Είναι επίσης το σχήμα με το οποίο συνδέθηκε κατά τη διάρκεια των μακρόχρονων βασικών σπουδών του στη Φιλοσοφική ο Άδωνις Γεωργιάδης, αλλά και κοντινοί του συνεργάτες και πολιτικοί του φίλοι. Την αφίσα τη θυμήθηκα όταν λίγες μέρες μετά ο υπουργός Υγείας Γεωργιάδης βρέθηκε σε ένα άλλο αμφιθέατρο, στο Imperial College του Λονδίνου. Χωρίς αφίσες του Βασίλη Καρρά μεν, τριγυρισμένος όμως από κάποια μέλη του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών του Κολεγίου που τον κάλεσαν για να συζητήσουν μαζί του σε εκδήλωση υπό τον εθνολυρικό τίτλο «Αντιστρέφοντας το κλίμα: Η ελληνική εθνική προσπάθεια για έξοδο από την κρίση». Το τι έγινε στην εκδήλωση είναι λίγο πολύ γνωστό. Ο Άδωνις μπορεί να πήγε καλεσμένος από πολιτικούς του φίλους, βρέθηκε όμως εντέλει αντιμέτωπος με ένα εχθρικό περιβάλλον. Άλλες ομάδες φοιτητών και εργαζομένων είχαν εκδώσει ανακοινώσεις εναντίον του, μια από τις οποίες διαβάστηκε· και πολλοί είχαν έρθει στην αίθουσα αποφασισμένοι να εκφράσουν την αγανάκτησή τους για την παρουσία του εκεί. Τον διέκοπταν επί ένα εικοσάλεπτο, υιοθετώντας την ίδια πρακτική στην οποία ο ίδιος έχει βασίσει όλη του την πολιτική καριέρα. Όπως έγραψε αργότερα πολύ εύστοχα η σκηνοθέτις Ζωή Μαυρουδή, «το “κοινό” σου, Υπουργέ, θα σε σεβαστεί όσο το σέβεσαι κι εσύ». Όταν αργότερα ο υπουργός κλήθηκε να απαντήσει σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, περιγράφει η Μαυρουδή, «συνέδεσε και πάλι τους “παράνομους μετανάστες” με την ελονοσία, μίλησε με προκλητική αναισθησία για το Φαρμακονήσι, και αντί να σχολιάσει επίμονες ερωτήσεις γιατρών για το πρόσφατο δημοσίευμα του έγκυρου ιατρικού περιοδικού Lancet για την πεισματική άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να αναγνωρίσει τον επιστημονικά τεκμηριωμένο ρόλο της λιτότητας στην κατρακύλα του συστήματος υγείας, μας αντιπροκάλεσε να του ονομάσουμε μια χώρα που έχει χρεοκοπήσει και δεν “πεθαίνουν άνθρωποι”». Με το που τελείωσε αυτός ο πολιτικάντικος χαβαλές, στον οποίο τόσο καιρό ο Άδωνις αριστεύει, ακολούθησε γαϊτανάκι σε ΜΜΕ,

Ο Δημήτρης Παπανικολάου διδάσκει νεοελληνική φιλολογία, θεωρία της λογοτεχνίας και σπουδές φύλου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

συνεπικουρούμενο από τη συγκροτημένη κυβερνητική προπαγάνδα με τη γνωστή στρατηγική: στοχοποιήθηκαν οι διαμαρτυρόμενοι ως «κομμουνιστές σε σύγχυση, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ», και επενδύθηκε όλη η υπόθεση με εμφυλιοπολεμικά τσιτάτα. «Αν είσαι κομμουνιστής, να πας στη Βόρεια Κορέα», όπως χαρακτηριστικά είπε ο υπουργός — και φρόντισε να διευκρινίσει ότι «σιχαίνεται τους κομμουνιστές». Συνέδεσα την αφίσα του Βασίλη Καρρά με τον —με φωνή Βούλας Πάλλα—Άδωνι, όχι γιατί οι δυο τους θα μπορούσαν να κάνουν ντουέτο, ούτε επειδή το εκπαιδευτικό ιδανικό του δεύτερου μάλλον εμπεριέχει και την οργανωμένη εκδρομή στις πίστες του πρώτου. Αλλά γιατί κάθε φορά που ο συγκεκριμένος υπουργός και οι ομοτράπεζοί του μιλούν «για την κατάντια του ελληνικού πανεπιστημίου», για «χαμένες γενιές φοιτητών», για την ανάγκη «ήρεμου πανεπιστημιακού διαλόγου» αλλά και «για μια χώρα που χρεωκόπησε και τι να κάνουμε θα πεθάνουν και άνθρωποι», είναι καλό να θυμόμαστε τι εκπροσωπούν οι συγκεκριμένοι πολιτικοί, πώς καλλιέργησαν, στο βάθος του χρόνου, συγκεκριμένες λογικές, συγκεκριμένες πρακτικές και τρόπο παρέμβασης. Εθνικισμός και μπουζούκια. Τώρα, πλέον, και με χαρτοφυλάκιο που τους επιτρέπει να επιχαίρουν για το ποιος ζει και ποιος πεθαίνει. Το θέμα είναι ακριβώς εδώ: ο Άδωνις και ο κάθε Άδωνις, που αναδύθηκαν μέσα από ένα πλαίσιο ακραίου λαϊκισμού, λαϊκής μισαλλοδοξίας και εθνικιστικοφοβικής ημιμάθειας (αλήθεια, πόσο νωρίς ξεχάσαμε εκείνες τις εκπομπές του;), τώρα χαράσσουν πολιτική. Μολονότι δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν την τυχαιότητα και τον καιροσκοπισμό με την οποία τη χαράσσουν, μολονότι με τρόπο παρανοϊκό αγνοούν κάθε αναλυτική συζήτηση και συμβουλή της διεθνούς και εγχώριας επιστημονικής κοινότητας, την ίδια στιγμή αναζητούν νομιμοποίηση. Μια μειοψηφία ενός φοιτητικού συλλόγου του εξωτερικού, που μπορεί να οργανώσει ένα εύκολο χάπενινγκ σε αίθουσα πανεπιστημίου, ακριβώς αυτή τη νομιμοποίηση προσφέρει. Το πλαίσιο παραμένει «εθνικισμός μπουζούκι», η συζήτηση δεν μπορεί να είναι ουσιαστική, η πολιτική παραμένει λαϊκιστική, τυχάρπαστη, φοβική, επικίνδυνη. Μόνο που η φωτογραφία, καλά ζουμαρισμένη, μπορεί να έχει από πάνω το λογότυπο του Imperial ή του Harvard. Και γιατί όχι; Εδώ κατάφερε να έχει το λογότυπο της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο Imperial θα κολλήσει;


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

36

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

H MEΓΑΛΗ ΕΚΡΗΞΗ ΤΟΥ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟΥ Αλλάζει πράγματι η χρονολόγησή της;

Η χρονολογία της έκρηξης ως παιχνίδι της κολοκυθιάς

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΒΟΥΓΙΟΥΚΑΛΑΚΗ

ΤΟΥ ΧΡ. Γ. ΝΤΟΥΜΑ Όταν ο μακαρίτης Σπύρος Μαρινάτος άρχισε την ανασκαφή στο Ακρωτήρι της Θήρας το 1967, οι θετικές επιστήμες είχαν ήδη εμπλακεί συστηματικά στην παροχή των υπηρεσιών τους στην αρχαιολογία. Με εργαστηριακές αναλύσεις αναζητούσαν χημικές συστάσεις και προελεύσεις υλικών, εφαρμοζόμενες τεχνικές (π.χ. ψήσιμο κεραμικών), αναπλάσεις οικοσυστημάτων κλπ. Ένας τομέας που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση και προσέλκυσε το ενδιαφέρων πολλών εργαστηρίων ανά την υφήλιο ήταν κι αυτός του προσδιορισμού της απόλυτης χρονολόγησης. Με διάφορες μεθόδους, όπως ο αρχαιομαγνητισμός, η θερμοφωταύγεια, η μέτρηση του άνθρακα 14 (ραδιοχρονολόγηση), η δενδροχρονολόγηση, η παγοχρονολόγηση κ.ά., έγινε προσπάθεια να προσδιοριστεί ο χρόνος, κατά τον οποίο συντελέστηκε ένα ιστορικό γεγονός σε έτη πριν από σήμερα (απόλυτη χρονολόγηση). Οι περισσότερες από τις μεθόδους αυτές, παρουσιάζοντας υπερβολικά μεγάλο περιθώριο σφάλματος, κρίθηκαν ακατάλληλες για περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας, εγκαταλείφτηκαν από την αρχαιολογική έρευνα. Η ραδιοχρονολόγηση, που αφορά στον προσδιορισμό της ηλικίας οργανικών καταλοίπων, παρουσιάζοντας μικρότερο περιθώριο σφάλματος, παρέμεινε στην υπηρεσία της αρχαιολογίας συχνά επικουρούμενη, για μεγαλύτερη ακρίβεια, από την δενδροχρονολόγηση, που με τη σειρά της έχει τους δικούς της περιορισμούς. Το Ακρωτήρι της Θήρας, με μοναδικό πλήθος και ποικιλία οργανικών καταλοίπων, ευθύς εξ αρχής έγινε αποδέκτης αιτημάτων για δείγματα από πολλά εργαστήρια ανά τον κόσμο, που προσπαθούσαν να χρονολογήσουν την έκρηξη του θηραϊκού ηφαιστείου, η οποία κατέστρεψε την προϊστορική πόλη. Έτσι, οι ραδιοχρονολογήσεις για το θέμα αυτό ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες καθιστώντας τον αρχαιολογικό αυτό χώρο μοναδικό και από αυτή την άποψη. Πολλές από αυτές τις επιστημονικές ανακοινώσεις έγιναν στο περιοδικό Αntiquity, που εξακολουθεί να φιλοξενεί σχετικά άρθρα, όπως δείχνει και το τελευταίο τεύχος του Σταδιακά, η χρονολόγηση της ηφαιστειακής έκρηξης εξελίχθηκε σε αυτοσκοπό με καθένα από τους εμπλεκόμενους επιστήμονες να υποστηρίζει ότι έχει κάνει τους καλύτερους υπολογισμούς και συνεπώς ότι κατέχει την επιστημονική αλήθεια. Ο υπογράφων, ως μη ειδικός, αδυνατεί να αξιολογήσει τόσο την αξιοπιστία των εφαρμοζόμενων μεθόδων όσο και την επιχειρηματολογία των υποστηρικτών τους. Ο ρόλος του αρχαιολόγου είναι να μελετήσει και να αναπλάσει περασμένες κοινωνίες μέσα από τα υλικά τους κατάλοιπα. Η χρονο-

Τοιχογραφίες από τον προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου στη Σαντορίνη

λόγηση αυτών των καταλοίπων —και κατά συνέπεια της κοινωνίας που τα δημιούργησε- γίνεται είτε με βάση την στρωματογραφική τους ακολουθία, σύμφωνα με την οποία τα βαθύτερα στρώματα στο έδαφος είναι αρχαιότερα (σχετική χρονολόγηση), είτε συγκρίνοντάς τα με αντίστοιχα άλλων πολιτισμών (απόλυτη χρονολόγηση). Η συμβολή των θετικών επιστημών στην αρχαιολογία είναι ανεκτίμητη φωτίζοντας πτυχές όπως το περιβάλλον με το αντίστοιχο οικοσύστημα (αρχαιοζωολογία, αρχαιοβοτανική) μέσα στο οποίο έζησε η συγκεκριμένη κοινωνία, καθώς και οι ποικίλες δραστηριότητες των μελών της (χημεία, φυσική κλπ). Η ραδιοχρονολόγηση, ως μέσον ακριβέστερου προσδιορισμού της ηλικίας ενός αντικειμένου ή γεγονότος είναι εξίσου πολύτιμη και ευπρόσδεκτη. Με την αρχαιολογική μέθοδο, η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας αδιαμφισβήτητα χρονολογείται στις αρχές της Υστεροκυκλαδικής Περιόδου, σε μια στιγμή που η θηραϊκή κοινωνία είχε φτάσει σε πολύ υψηλό πολιτισμικό επίπεδο. Ωστόσο, οι τραγικές συνέπειες για τους κατοίκους του νησιού και οι επιπτώσεις της έκρηξης στην περιοχή της Μεσογείου ή και πέραν αυτής, δεν πρόκειται να μεταβληθούν, οποιαδήποτε κι αν είναι η απόλυτη χρονολόγηση του γεγονότος. Γιατί ούτε η χρονική αλληλουχία των περιόδων πρόκειται να μεταβληθεί, ακόμη κι αν επαναπροσδιοριστεί η διάρκεια καθεμιάς τους. Με άλλα λόγια, ο αρχαιολόγος μέσα στο δικό του εργαστήριο, το έδαφος, δεν θα πάψει να ψαύει αντικείμενα προσπαθώντας να εκμαιεύσει πληροφορίες σχετικά με τις συμπεριφορές των δημιουργών ή των χρηστών τους. Και στον βαθμό που οι θετικές επιστή-

μες τον βοηθούν σ’ αυτό, ο ρόλος τους είναι πολύτιμος. Με αυτές τις σκέψεις, που από επίσημα fora τις κατέστησα γνωστές, εδώ και αρκετά χρόνια έχω πάψει να συμμετέχω στην διελκυστίνδα των ραδιοχρονολογήσεων για τον προσδιορισμό του έτους της ηφαιστειακής έκρηξης. Πρωταρχική μου φροντίδα είναι η μελέτη, η διάσωση και προστασία του μοναδικού πολιτισμού που η τραγωδία των προϊστορικών Θηραίων μας κληροδότησε. Εδώ και τρία χρόνια η πολιτεία έχει διακόψει την οικονομική αρωγή της, ενώ σταδιακά, λόγω της κρίσης, στέρεψαν και οι ιδιωτικές χορηγίες. Για πρώτη φορά, ύστερα από 46 χρόνια, τα εργαστήρια συντήρησης παραμένουν κλειστά. Χιλιάδες θραύσματα κονιαμάτων, που αντιστοιχούν σε εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα τοιχογραφικών συνθέσεων, παραμένουν στις αποθήκες περιμένοντας τα ευαίσθητα χέρια των άριστων συντηρητών μας προκειμένου να τα ανασυγκροτήσουν εντάσσοντάς τα στο πλούσιο θεματολόγιο της θηραϊκής τέχνης. Ο κίνδυνος να παραμείνουν και να λησμονηθούν στις αποθήκες, δηλαδή να καταστραφούν, είναι μεγάλος, ενώ οι συντηρητές μας αναζητούν αλλού δουλειά για να επιβιώσουν μέσα στην κρίση. Η ευθύνη μας ως κοινωνίας είναι μεγάλη: τους μοναδικούς και ανεκτίμητους θησαυρούς που με στοργή η θηραϊκή γη διαφύλαξε επί χιλιάδες χρόνια, κινδυνεύουν από δική μας αβελτηρία!

O Χρ. Γ. Ντούμας είναι ομότιμος καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της ανασκαφής Ακρωτηρίου Θήρας

Στις αρχές Μαρτίου εμφανίστηκαν μια σειρά άρθρα στον ελληνικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, με τίτλους όπως «Διαψεύδεται η δενδροχρονολόγηση για την έκρηξη της Θήρας» και υπότιτλους όπως «Νέα μελέτη επιβεβαιώνει την παραδοσιακή άποψη ότι το ηφαίστειο εξερράγη στη διάρκεια του 16ου αιώνα π.Χ.» (βλέπε π.χ. Το Βήμα, 7.3.2014). Τα κείμενα αυτά αναπαράγουν στην ουσία τη δημοσίευση του ιστότοπου του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Ερευνών Δασών και Χιονιού με αντίστοιχο τίτλο («Οι δακτύλιοι δέντρων της Σαντορίνης υποστηρίζουν την παραδοσιακή χρονολόγηση της ηφαιστειακής έκρηξης»). Ωστόσο, καμιά από αυτές τις δημοσιεύσεις δεν έχει σχέση με τα συμπεράσματα των επιστημονικών εργασιών τις οποίες επικαλούνται. Για τους αναγνώστες που δεν γνωρίζουν, κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, εκδηλώθηκε μια τεράστια έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνη, η οποία αφάνισε κάθε ίχνος ζωής από όλο το νησιώτικο σύμπλεγμα. Κάτω όμως από τα μεγάλα πάχη τέφρας που απέθεσε διαφύλαξε τον μοναδικό πλούτο της προϊστορικής Σαντορίνης, που έρχεται στο φως τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, με τις ανασκαφές στο Ακρωτήρι. 1. Η πρώτη, κλασική, χρονολόγηση της έκρηξης, βασίστηκε σε συγκριτικές μελέτες τέχνεργων και αγγείων και σε αιγυπτιακές πηγές, και ορίστηκε περίπου το 1500-1525 π.Χ. Οι απόλυτες χρονολογήσεις που διαθέταμε μέχρι το 2006 έδιναν ηλικίες τουλάχιστον 100-150 χρόνια παλαιότερες και προέρχονταν από τρεις διαφορετικές μεθόδους: τον ραδιενεργό άνθρακα, τη δεντρο-χρονολόγηση και την παγο-χρονολόγηση. 2. Τον Απρίλιο του 2006, δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Science τα αποτελέσματα της χρονολόγησης με 14C ενός κλαδιού ελιάς που θάφτηκε από την τέφρα της μινωικής έκρηξης, στο οποίο διακρίνονται 73 δακτύλιοι ετήσιας αύξησης. Το δείγμα χρονολογήθηκε σε τέσσερα διαφορετικά σημεία, και η διορθωμένη τιμή για τον τελευταίο, εξωτερικό δακτύλιο, αυτόν που διακόπηκε από τη μινωική έκρηξη, προκύπτει μεταξύ του 1627 και του 1600 π.Χ., με βεβαιότητα 95%. 3. Τον Ιανουάριο του 2013 δημοσιεύεται η μελέτη του Paolo Cherubini και συνεργατών του με τίτλο «Προβληματική χρονολόγηση δακτυλίων δέντρων ελιάς: Μια συγκριτική ανάλυση στη Σαντορίνη». Εκεί μελετάται αναλυτικά το πρόβλημα των «ψευδο-δακτυλίων» ανάπτυξης σε ξύλα όπως της ελιάς και στις κλιματικές συνθήκες της Σαντορίνης, και συμπεραίνεται ότι σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αναμενόμενο ένα λάθος στη μέτρηση των δακτυλίων ετήσιας αύξησης που κυμαίνεται από 31 έως 44%. Τότε δεν δημιουργείται κανένα θέμα, και δεν εμφανίζεται καμιά δημοσίευση. Στο τεύχος του Μαρτίου 2014 του περιοδικού Antiquity δημοσιεύεται μια σειρά επτά άρθρων με τίτλο «Η καταστροφή της εποχής του


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 23 MAΡΤΙΟΥ 2014

37

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

ΤΗΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ

χαλκού και οι μοντέρνες αντιθέσεις: χρονολογώντας την έκρηξη της Σαντορίνης». Σε ένα από αυτά, ο Paolo Cherubini εκθέτει τα αποτελέσματα της μελέτης που προαναφέρθηκε, και ακολουθεί άρθρο-σχολιασμός από τους Friedrich και συνεργάτες (την ομάδα που χρονολόγησε με ακρίβεια τη μινωική έκρηξη με βάση το κλαδί ελιάς) που στοιχειοθετεί γιατί αυτή η χρονολόγηση ισχύει ακόμα. Στη συνέχεια, ο ιστότοπος του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Ερευνών Δασών και Χιονιού αναρτά το προαναφερόμενο κείμενο, θέλοντας προφανώς να ελκύσει το ενδιαφέρον και να προβάλει τις δράσεις του. Εκεί, μετά από στομφώδεις ανακρίβειες του τύπου «αν η έκρηξη είχε συμβεί έναν αιώνα πριν, θα πρέπει να ξαναγραφεί όλη η ιστορία της εξέλιξης του πολιτισμού της Ανατολικής Μεσογείου», αναφέρονται μια σειρά αιτιάσεις που κατά τη γνώμη του Cherubini δεν επιτρέπουν να θεωρηθεί η χρονολόγηση με βάση το κλαδί ελιάς πολύ ακριβής: η αυξημένη ροή διοξειδίου του άνθρακα σε ηφαιστειακές περιοχές που τείνει να διαμορφώσει εικόνα παλαιότερης ηλικίας από την πραγματική, η αβεβαιότητα της μέτρησης των δακτυλίων ή η πιθανότητα το κλαδί να

ήταν ξερό πάνω στο δέντρο δεκάδες χρόνια. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τελικά μπορεί να προκύψει διαφορά αρκετών δεκαετιών και προτείνει να συνεχιστεί η διεπιστημονική έρευνα με τη συμμετοχή αρχαιολόγων, γεωεπιστημόνων, δεντρο-κλιματολόγων και ιστορικών για πιο ασφαλή συμπεράσματα. Το πώς αυτά τα συμπεράσματα μπορούν να μεταφραστούν στους τίτλους και τα σχόλια των δημοσιευμάτων, είναι απορίας άξιο. Για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις μόνο, παρατίθεται ένα τμήμα της δημοσίευσης στο Science το 2006: «Ακόμη και αν λάβουμε υπόψη μια αβεβαιότητα 50% στη μέτρηση των δακτυλίων ανάπτυξης, τα όρια αυτά αυξάνουν την αβεβαιότητα της χρονολόγησης μόνο μία δεκαετία». Σημειώνουμε ότι η αβεβαιότητα που εκτιμήθηκε από τον Cherubini στη μέτρηση των δακτυλίων είναι μεταξύ 31 και 44%! Σημειώνουμε επίσης το σχόλιο των Friedrich και συνεργατών στο Antiquity ότι, ακόμη και αν δεν πάρεις καθόλου υπόψη την ύπαρξη των ετήσιων δακτυλίων, η χρονολόγηση δίνει ηλικίες μεταξύ 1656-1609 π.Χ., με βεβαιότητα 95,4%. Αναφέρουμε ακόμα, ότι η χρονολόγηση των αποθέσεων τσουνάμι που προκλήθηκαν από την έκρηξη και κατέστρεψαν το Παλαίκαστρο στην Ανατολική Κρήτη, συμπίπτουν απόλυτα (βλ. Bruins & Van der Plicht στο ίδιο αφιέρωμα). Μπορούμε λοιπόν νηφάλια να συμπεράνουμε ότι η χρονολόγηση της έκρηξης στο 1613 π.Χ., συν-πλην 7 έτη, συνεχίζει να θεωρείται η ακριβέστερη μέχρι σήμερα. Γιατί λοιπόν όλος αυτός ο «θόρυβος»; Για όσους διαβάζουν πίσω από τους τίτλους, οι λόγοι είναι δύο και αμφότεροι αφορούν κυρίαρχα ρεύματα της καθεστηκυίας επιστημονικής τάξης: 1. Μια χρονολόγηση στη δύση του 17ου π.Χ. αιώνα καταρρίπτει τη θεώρηση της έκρηξης ως αίτιου της κατάρρευσης του μινωικού πολιτισμού. Η θεώρηση αυτή έχει βέβαια ήδη καταρριφθεί, άσχετα από την πρώιμη ημερομηνία της έκρηξης, με τις μοντέρνες ηφαιστειολογικές εκτιμήσεις του μεγέθους, της εξέλιξης και των επιπτώσεών της στο χώρο του Αιγαίου.1 Αυτό όμως είναι ενοχλητικό για όσους επιμένουν στις «καταστροφολογικές» θεωρήσεις της εξέλιξης της ζωής και των πολιτισμών. 2. Η πρώιμη χρονολόγηση δημιουργεί επίσης προβλήματα σε ορισμένους από τους αιγυπτιολόγους «βαρόνους» της αρχαιολογίας, οι οποίοι καθόρισαν την ηλικία των φάσεων εξέλιξης του πολιτισμού της αρχαίας Αιγύπτου (Παλαιό, Μέσο και Νέο Βασίλειο) με μια ιδιότυπη και μάλλον κάπως αυθαίρετη κλίμακα χρόνου, βασισμένη στα ονόματα των Φαραώ. Αν αποδεχτούν την πρώιμη χρονολόγηση, πρέπει να διορθώσουν τις ηλικίες της κλίμακάς τους. Για τον λόγο αυτό υπήρξαν πολέμιοι των αποτελεσμάτων της χρονολόγησης των φυσικών επιστημών και επιμένουν να το πράττουν σε κάθε ευκαιρία και με κάθε μέσο.

Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός

και στις δημοτικές εκλογές ΤΟΥ Γ.Π. ΣΤΑΜΟΥ

έκρηξη και ο κόσμος του Αιγαίου», ΑΛΣ 4, 2006, σ. 21-55

Διαθέτει ιδεολογικά στοιχεία τούτη η εποχή που έρχονται να καταρρίψουν τα στερεότυπα της Aριστεράς, όπως τα ξέραμε και όπως βολευόμασταν με αυτά. Κι όχι μονάχα στην Ελλάδα. Παντού οι σύγχρονες κοινωνίες μοιάζουν κατακερματισμένες, πράγμα που σημαίνει και κατακερματισμένες ανθρώπινες συνειδήσεις. Και αυτό, με τη σειρά του, υψώνει δυσκολίες, βάζει νέα καθήκοντα στην Αριστερά, και προπάντων στους αριστερούς. Δεν έχουμε πια να κάνουμε με τις συνειδήσεις του εργάτη, του αφεντικού, του μικροαστού, τις οποίες η Αριστερά αποκωδικοποιούσε εύκολα κι έτσι ο λόγος της, αν και μειοψηφικός, διέθετε στιβαρότητα. Τούτες οι σιγουριές χάθηκαν. Καθώς οι παραγωγικές δυνάμεις μεταλλάσσονται ιλιγγιωδώς, η πληροφορική, η βιοτεχνολογία, η νανοτεχνολογία, η τεχνολογία των υλικών κλπ. παρασέρνουν στην ξέφρενη κίνησή τους και την κοινωνία. Νέες ταξικές συγκροτήσεις αναδύονται, νέες ταξικές συνειδήσεις γεννιούνται και διαπλέκονται με τις παλιές. Η ανθρώπινη ταυτότητα δεν καθορίζεται πια σε τόσο μεγάλο βαθμό από τη θέση του υποκειμένου στην αλυσίδα της παραγωγής, καθώς η αλυσίδα αυτή βρίσκεται υπό συνεχή αναδιαμόρφωση και ολόκληρη η κοινωνία υπό διαρκή εκκρεμότητα. Τούτες τις μέρες του Μνημονίου, όπως έχει πει πολλές φορές ο ΣΥΡΙΖΑ, καταστρέφεται η μεσαία τάξη και μεγάλες μάζες προλεταριοποιούνται, ακόμα και πέφτουν στην κατηγορία των λούμπεν. Ας θυμηθούμε τις αναλύσεις του Μαρξ, τον καιρό της πρώιμης εκβιομηχάνισης, για τις συνέπειες της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της απλοποίησης της κοινωνικής δομής. Στην καθημερινή κοινωνική πράξη, έχουμε μια αντιφατική συνύπαρξη πολλαπλών και ετερόκλητων ταυτοτήτων. Ένα παράδειγμα: Είμαι άντρας, εργαζόμενος που βλέπει τη θέση του να απειλείται και τον μισθό του να συρρικνώνεται διαρκώς, την ώρα που άλλοι γύρω μου πλούτισαν ανεξέλεγκτα. Δεν έχω θρησκευτικές δεσμεύσεις· έχω ισχυρές οικογενειακές δεσμεύσεις, και είμαι δεσμευμένος στην Αριστερά και τη μυθολογία της. Ταυτόχρονα, προβάλω στον «Ηρακλή» τις παιδικές μου φαντασιώσεις, και το ξέρω· ωστόσο θυμώνω στ’ αλήθεια επειδή λαθρέμποροι και λαμόγια υποβίβασαν την ομάδα μου. Απαξιώνω την τηλεόραση των ολιγαρχών και ενημερώνομαι από το διαδίκτυο, ξέρω όμως ότι κι αυτού η αξιοπιστία ελέγχεται. Διαβάζω αστυνομική παραλογοτεχνία, με ενδιαφέρει όμως και η πρωτοποριακή θεατρική σκηνή της πόλης. Όλα αυτά και άλλα πολλά, αντιφατικά και ασύμμετρα, συγκροτούν την ταυτότητά μου. Όλα φύρδην μίγδην στο μυαλό μου — κι ευτυχώς που μερικά από αυτά αναλαμβάνουν να συναρθρώσουν τα υπόλοιπα και να φτιάξουν ταυτότητα. Κατά τεκμήριο, τα κομβικά αυτά στοιχεία έχουν να κάνουν με την επαγγελματική μου ηθική, καθώς και με την ισχυρή μου δέσμευση στον βολονταρισμό της συγκεκριμένης Αριστεράς, κατασκευάζοντας μια ταυτότητα κατά

Ο δρ Γιώργης Βουγιουκαλάκης είναι ηφαιστειολόγος, ερευνητής στο ΙΓΜΕ.

Ο Γ. Π. Στάμου διδάσκει οικολογία στο ΑΠΘ

1 Γιώργης Βουγιουκαλάκης, «Η Μινωική

βάση ταξική και ριζοσπαστική, όχι όμως απόλυτα. Την ώρα που η κοινωνία μοιάζει να ακούει τον λόγο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο λόγος του αντίπαλου εμφανίζει σαφή σημεία εξάρθρωσης. Τα σύμβολα του συντηρητικού εκσυγχρονισμού (αξιοκρατία, ισότητα ευκαιριών, ελευθερία των επιλογών, κοινωνική αναγνώριση και επιτυχία κ.ο.κ.) απομυθοποιούνται ένα-ένα και δεν μπορούν πια να συναρθρώσουν και να κάνουν ηγεμονική τη συντηρητική ταυτότητα. Ωστόσο, πάμπολλα απ’ αυτά αποδεικνύονται σκληροτράχηλα και επιβιώνουν, εμποδίζοντας σαν ζιζάνια τις νέες ιδέες να συγκροτηθούν. Οι παλιές καλές βεβαιότητες χάνονται, οι παλιές συναινέσεις ανατρέπονται, οι άνθρωποι δεν ξέρουν πού στέκονται και πού πατάνε. Και εδώ αρχίζουν τα πολύ δύσκολα για εκείνη την Αριστερά που θέλει να πάρει την κυβέρνηση και την εξουσία. Τα κόμματα του δεξιού εκσυγχρονισμού έχουν πλήρως απαξιωθεί, η κοινωνία στέκει αδιάφορη απέναντι στον κατά βάση παρηγορητικό λόγο της συντηρητικής αριστεράς, ενώ ακούει τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποτε ψιλοπείθεται, άλλοτε τον αντιμετωπίζει ως αναγκαίο κακό, αλλά πάντως όχι όπως θα έπρεπε: ως την αυτονόητη επόμενη λύση. Και αν ο λόγος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορέσει να παράγει αυτονόητα, δεν θα μπορέσει να γίνει ηγεμονικός. Πάνω στις αντιφάσεις και τη σύγχυση πρέπει να δουλέψει η ριζοσπαστική Αριστερά, να κατασκευάσει συνεκτικές αριστερές ταυτότητες και αυτονόητα. Αυτό το νόημα θα έδινα στη διαπίστωση του ΣΥΡΙΖΑ όταν μιλάει για αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού και το καθήκον της κοινωνικής ανασυγκρότησης. Έχει μπροστά του το σπουδαίο και συνάμα απίστευτα δύσκολο καθήκον να καταστήσει τον λόγο του ηγεμονικό. Οι δημοτικές εκλογές απαιτούν να το πράξει αμέσως: στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών μπορούν να προβληθούν, με τη μορφή αντιπαραδείγματος και να εμπεδωθούν στις συνειδήσεις, στοιχεία της προγραμματικής πρότασης, να αναδειχθεί η κοινωνική της διάσταση, η κινηματικότητα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, το ήθος και το ύφος της. Η ενίσχυση, ακόμα και η ένταξη στο πλαίσιο της τοπικής διακυβέρνησης δομών εκπαίδευσης και αλληλεγγύης, χώρων ελεύθερης δημιουργίας, οικολογικών πρωτοβουλιών και πολλών άλλων αυτοοργανούμενων συλλογικοτήτων οφείλουν να γίνουν προγραμματικά στοιχεία των υποψηφίων. Κοντολογίς, η εξειδίκευση της πολιτικής πρόταση στο τοπικό επίπεδο θα κάνει πρόδηλο ότι ο άλλος κόσμος που επαγγελλόμαστε είναι συγκεκριμένος και γι’ αυτό εφικτός. Όσο όμως εύκολο αν ακούγεται τόσο δύσκολο θα αποδειχθεί στην καθημερινή πράξη, με δεδομένη την επιμονή των ιδεολογικών επιβιώσεων και των παλαιών στερεότυπων που παρεισφρέουν απρόσκλητα. Αν το κατορθώσουν αυτό οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν καλές πιθανότητες νίκης· αν δεν το κατορθώσουν, έχουν βεβαιότητα ήττας. Με άλλα λόγια, πιστεύω ότι το παιχνίδι των δημοτικών εκλογών θα κριθεί στο επίπεδο των πολιτικών προτάσεων, ενώ τα επώνυμα και οι παραγοντισμοί μικρό ρόλο θα παίξουν. Ευτυχώς. Και για τον ΣΥΡΙΖΑ και για όλους.


Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

23 MAΡΤΙΟΥ 2014

ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com

Οι δέκα καλύτερες ατάκες του Τόνι Μπεν Ο Τόνι Μπεν πέθανε την Παρασκευή 14 Μαρτίου, σε ηλικία 88 ετών. Όπως έγραφε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στις «Συναντήσεις» της Τρίτης, ο «εμβληματικός ηγέτης της βρετανικής Αριστεράς στις δεκαετίες του εβδομήντα και του ογδόντα, ήταν από τους μεγάλους “mavericks” της πολιτικής. Μια λέξη που δύσκολα μεταφράζεται στα ελληνικά και σημαίνει κάποιον ή κάποια που διαμορφώνει ανεξάρτητη γνώμη, την οποία δεν φοβάται να εκφράσει και αρνείται να παίξει με τους κανόνες του παιχνιδιού». Δημοσιεύουμε σήμερα τις «δέκα καλύτερες ατάκες του», που συγκέντρωσε η εφημερίδα Τhe Guardian, με βάση τις προτάσεις αναγνωστών της, καθώς και αποσπάσματα από τη νεκρολογία του Λίο Πάνιτς, που δημοσιεύτηκε στην ίδια εφημερίδα.

1. ΕΑΝ ΕΧΟΥΜΕ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΚΟΤΩΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, ΤΟΤΕ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΛΕΦΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ Μιλώντας στο «Sicko» (το ντοκιμαντέρ του Μάικλ Μουρ με θέμα την υγειονομική βιομηχανία των ΗΠΑ) και εξηγώντας τη δημιουργία του κράτους πρόνοιας μετά τον Πόλεμο, ο Μπεν θυμήθηκε ποια ήταν η γενική πεποίθηση του κόσμου στις εκλογές του 1945: «Εάν μπορείς να διασφαλίσεις την πλήρη απασχόληση σκοτώνοντας Γερμανούς, γιατί να μην μπορείς να το κάνεις χτίζοντας νοσοκομεία και σχολεία;».

2. ΤΑ «ΠΕΝΤΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ» ΠΟΥ ΑΠΗΥΘΥΝΕ ΣΤΟΥΣ ΙΣΧΥΡΟΥΣ Η τελευταία ομιλία του στη Βουλή των Κοινοτήτων ήταν ένας εύγλωττος αποχαιρετισμός, στον οποίο εξέθεσε τις απόψεις του για τον ρόλο του Κοινοβουλίου και το ζήτημα της δημοκρατίας: «Κατά τη διάρκεια της ζωής μου, ανέπτυξα πέντε μικρά δημοκρατικά ερωτήματα. Εάν ποτέ συναντήσετε ένα ισχυρό πρόσωπο —τον Αδόλφο Χίτλερ, τον Ιωσήφ Στάλιν ή τον Μπιλ Γκέιτς- να του θέσετε πέντε ερωτήματα: “Τι δύναμη έχετε; Από πού την αντλήσατε; Για ποιου τα συμφέροντα την εξασκείτε; Σε ποιον λογοδοτείτε; Και πώς μπορούμε να σας ξεφορτωθούμε;”. Αν δεν μπορείτε να ξεφορτωθείτε τους ανθρώπους που σας κυβερνούν, τότε δεν ζείτε σε δημοκρατία».

3. KANONTAΣ ΛΑΘΗ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του για το πρόγραμμα «Today» του Radio 4, του ζήτησαν να ανασκοπήσει την καριέρα του. Απάντησε: «Έκανα όλα τα δυνατά λάθη, αλλά το να κάνεις λάθη είναι μια διαδικασία μάθησης. Θα ντρεπόμουν εάν είχα πει ποτέ κάτι που δεν το πίστευα, μόνο και μόνο για να ωφεληθώ προσωπικά».

4. ΤΩΡΑ ΘΕΛΩ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΧΡΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΑΦΙΕΡΩΘΩ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΩ To 1999 ανακοίνωσε πως δεν θα έβαζε υποψηφιότητα στις επόμενες εκλογές, τερματίζοντας έτσι τον πολύχρονο κοινοβουλευτικό του βίο. Όταν τον ρώτησαν εάν θα έπαιρνε τη θέση του στη Βουλή των Λόρδων ως υποκόμης του Στάνσγκεϊτ —παρότι είχε αποποιηθεί ήδη το 1963, μετά από μεγάλο

αγώνα, τον τίτλο ευγενείας του- ο Μπεν απάντησε: «Μη λέτε σαχλαμάρες!».

5. Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΛΟΡΔΩΝ ΕΙΝΑΙ Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΜΟΓΓΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ Αν ξέρουμε όσα αναφέρθηκαν στο υπ’ αρ. 4, αυτή η ατάκα δεν προκαλεί ιδιαίτερη έκπληξη, αλλά αξίζει να τη θυμόμαστε. Άλλωστε, ο Τόνι Μπεν πέρασε όλη του τη ζωή υποστηρίζοντας τη συνταγματική μεταρρύθμιση και ήταν εμπνευστής ενός νομοσχεδίου, με βάση το οποίο, αν ίσχυε θα μπορούσε να έχει αποποιηθεί τον τίτλο ευγενείας του ήδη από το 1955.

6. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΛΕΓΞΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ: ΝΑ ΤΟΥΣ ΦΟΒΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΠΑΣΕΙΣ ΤΟ ΗΘΙΚΟ Άλλη μια ατάκα από τη συνέντευξή του στον Μάικλ Μουρ για το «Sicko», στην οποία ανέδειξε ως βασικό ζήτημα δημοκρατίας τη φτώχεια και την άνιση πρόσβαση την περίθαλψη: «Οι άνθρωποι που χρωστάνε χάνουν την ελπίδα, και οι απελπισμένοι δεν ψηφίζουν... Ένα έθνος μορφωμένων και υγιών ανθρώπων με αυτοπεποίθηση είναι δυσκολότερο να κυβερνηθεί».

7. Η ΕΛΠΙΔΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΥΣΙΜΟ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ, ΕΝΩ Ο ΦΟΒΟΣ Η ΦΥΛΑΚΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΛΕΙΝΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ Ο Τόνι Μπεν πίστευε πως όλες οι ουσιαστικές αλλαγές έρχονται μόνο από τα κάτω, και γι’ αυτό όσοι κατέχουν θέσεις εξουσίας ενθαρρύνουν ανοιχτά την απάθεια. «Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έλεγε το 1911, 14 χρόνια πριν γεννηθώ, ότι εάν οι γυναίκες ψηφίσουν θα υπονομευτεί η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Πώς τέλειωσε το απαρτχάιντ; Πώς έγινε το οτιδήποτε;».

8. ΣΚΟΠΟΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΘΟΡΙΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΥΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ Πολλοί κατηγόρησαν τον Τόνι Μπεν ως υπαίτιο για τις εκλο-

γικές αποτυχίες των Εργατικών τη δεκαετία του 1980, κυρίως γιατί στοχοποιήθηκε εμβληματικά από όλους εκείνους που απέρριπταν τη δεξιά στροφή του κόμματος ως αναγκαία προϋπόθεση επαναφοράς του στην εξουσία. Τα παραπάνω λόγια δείχνουν γιατί αντιστεκόταν σε μια τέτοια εξέλιξη.

9. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΗΘΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΕΝΑ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΙΚΟ ΣΤΕΛΘ ΚΙ ΕΝΑΝ ΒΟΜΒΙΣΤΗ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ Μετά την απόσυρσή του από το Κοινοβούλιο, ο Μπεν έγινε το δημόσιο πρόσωπο της συμμαχίας «Σταματήστε τον Πόλεμο». Σε μια ιδιαίτερα αιχμηρή εμφάνισή του στην εκπομπή «Question Time» του BBC, η αντιπαράθεσή του με τον αμερικανό Ρεπουμπλικάνο Τζον Μπόλτον κορυφώθηκε μ’ αυτή την ομοβροντία: «Γεννήθηκα περίπου 400 μέτρα από το σημείο που καθόμαστε αυτή τη στιγμή. Ζούσα στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια των γερμανικών βομβαρδισμών, στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κάθε νύχτα κατέβαινα στο καταφύγιο. Πεντακόσιοι άνθρωποι σκοτώθηκαν εκείνη την περίοδο, ο αδελφός μου σκοτώθηκε, οι φίλοι μου σκοτώθηκαν. Και ήμουν πιλότος που γυρνούσα σπίτι, μέσα σ’ ένα μεταγωγικό πλοίο, όταν μας διάβασαν για πρώτη φορά τη Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών: “Εμείς, οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών, είμαστε αποφασισμένοι να σώσουμε τις επόμενες γενιές από τη μάστιγα του πολέμου, η οποία επεσώρευσε, δύο φορές στη διάρκεια της ζωής μας, ανείπωτη θλίψη στην ανθρωπότητα”. Αυτή ήταν η δέσμευση που ανέλαβε η δική μου γενιά έναντι της νεότερης — κι εσείς την ξεσκίσατε! Είναι έγκλημα πολέμου αυτό που γίνεται στο Ιράκ, γιατί δεν υπάρχει καμία ηθική διαφοροποίηση ανάμεσα σε ένα υπερηχητικό βομβαρδιστικό και έναν βομβιστή αυτοκτονίας. Και το ένα και ο άλλος σκοτώνουν αθώους για πολιτικούς λόγους».

10. Η ΠΙΣΤΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΠΕΘΑΙΝΕΣ, ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΣΚΟΤΩΝΕΣ Ο Τόνι Μπεν αντιμετώπιζε σταθερά τις ΗΠΑ σαν ιμπεριαλιστική δύναμη. Αυτό τον έκανε συνήθως να ακούγεται περιθωριακός κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο, μετά την εισβολή στο Ιράκ το 2003 πολλοί σκέφτηκαν ότι αποτελεί τη φωνή της λογικής. ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Δάσκαλος, ριζοσπάστης, μαχητής της δημοκρατίας Υπάρχουν δύο πράγματα που πρέπει να θυμόμαστε για τον Τόνi Μπεν. Το πρώτο είναι ότι, ως πολιτικός, έβλεπε τον εαυτό του πρωτίστως ως δάσκαλο που έχει αναλάβει να καλλιεργήσει στον λαό δημοκρατικές φιλοδοξίες και ικανότητες. Το δεύτερο είναι πως, σε αντίθεση με τους περισσότερους πολιτικούς, έπαιρνε αλήθεια στα σοβαρά τη δημοκρατία όσον αφορά τις δυνατότητές της να αλλάξει τον κόσμο. Αυτές οι δύο σπάνιες ιδιότητες εξηγούν γιατί ήταν ένας από τους ελάχιστους πολιτικούς ηγέτες του 20ού αιώνα που ο ριζοσπαστισμός του εντεινόταν, αντί να αμβλύνεται, όσο εξελισσόταν η σταδιοδρομία του. «Ο σοσιαλισμός δεν είναι απλώς ζήτημα υλικής προόδου», έλεγε ο Μπεν στην κομματική συνεδρίαση της εκλογικής του περιφέρειας, η οποία τον επέλεξε ως υποψήφιο

βουλευτή το 1950. «Είναι ένας τρόπος σκέψης που μπορεί να βρει έκφραση σε κάθε πόλη, σε κάθε κοινότητα και σε κάθε σπίτι». Και σκοπό του θεωρούσε «να εμπνεύσει εκ νέου τους ανθρώπους», και δουλειά του «να φτιάχνει και να διδάσκει σοσιαλιστές — και να τους κρατά» Ο Μπεν συνήθιζε να λέει πως ήταν η κυβερνητική του εμπειρία στη δεκαετία του 1960 που τον έσπρωξε ακόμα αριστερότερα, γιατί τότε είδε πόσο απόλυτα εξαρτημένος ήταν, ως υπουργός Τεχνολογίας, από αυτά που οι (μη εκλεγμένες, φυσικά) ιδιωτικές επιχειρήσεις επέλεγαν να αποκαλύπτουν για τις πληροφορίες και τα σχέδιά τους. Η κοινωνικοποίηση των “ανώτατων επιπέδων” της οικονομίας ήταν, επομένως, ζήτημα υλοποίησης της υπόσχεσης της δημοκρατίας. ΛΙΟ ΠΑΝΙΤΣ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.