E11978

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Kείμενα των: Aριστείδη Καλάργαλη, Τέρπανδρου Αναστασιάδη, Μικαέλ Λεβύ, Τζίνας Πολίτη, Γρηγόρη Ανανιάδη, Γιώργου Παπανάγνου, Μαρίνας Πρεντουλή, Γιάννη Σταυρακάκη, Στάθη Κουβελάκη, Φρίντερ Ότο Βολφ, Νίκου Κοταρίδη, Άγγελου Γουνόπουλου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 783

ΣΑΒΒΑΤΟ 19 - ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

KΡΟΤΙΔΕΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΒΟΛΙΣΜΟΙ Κάποιοι χριστιανοί πηγαίνουν στην εκκλησία μόνο τη μέρα της Ανάστασης. Τέτοιος είναι κι ο ήρωας του χρονογραφήματος «Είχε αναστήσει τον Χριστό», του Τέρπανδρου Αναστασιάδη που δημοσιεύθηκε στις 20 Απριλίου 1930 στην εφημερίδα Δημοκράτης της Λέσβου. Ο Αναστασιάδης ήταν διευθυντής της εφημερίδας, η οποία εκδόθηκε το 1928 και συνεχίζει να κυκλοφορεί μέχρι σήμερα. Είναι από τους συντελεστές της Λεσβιακής Άνοιξης, του πολιτισμικού φαινομένου που αναπτύχθηκε στη Λέσβο προπολεμικά. Αυτός και αρκετοί άλλοι δεν έγιναν γνωστοί, εκτός του νησιού, όπως ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Πανσέληνος και άλλοι, γιατί επέλεξε να ασχοληθεί μόνο με τη δημοσιογραφία. Ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, το 1971, οι οικείοι του εκτύπωσαν κάποια χρονογραφήμα-

Είχε αναστήσει τον Χριστό ΤΟΥ ΤΕΡΠΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ Ο άνθρωπος των παραδόσεων εκρατούσε τη λαμπάδα στα χέρια του και έριχνε δεξιά και αριστερά βλέμματα αληθινής απογνώσεως, ωσάν κάτι να επερίμενε, που καθυστερούσε εν τούτοις τρομακτικά. Και οσάκις περνούσε από μπροστά του κανένας χωροφύλαξ και ερευνούσε με μάτι βλοσυρό τα πέριξ του αυλογύρου της εκκλησίας, ο άνθρωπος των παραδόσεων έκαμε κάποιαν απότομη κίνησιν, σαν κάτι να ήθελε να ειπεί το οποίον όμως σταματούσε ξαφνικά επάνω στα χείλη του. – Σας συμβαίνει μήπως τίποτε, κύριε; Τον ηρώτησα. Ο άνθρωπος μ’ εκοίταξε μ’ ένα βλέμμα οίκτου και μου είπε. – Σε μένα δεν συμβαίνει τίποτε απολύτως. Συμβαίνει όμως κάτι το τρομακτικόν δια την παράδοσιν. – Δηλαδή; – Δηλαδή έχομεν Πάσχα, αλλά δεν έχομεν Πάσχα. Αυτό που γίνεται σήμερον δεν είναι Ανάστασις αλλά κηδεία… Τι είδους χωρισμός του Κράτους και Εκκλησίας είναι αυτός δεν το καταλαβαίνω. Να, που ανακατεύεται το Κράτος εις τα της Εκκλησίας και μάλιστα σκανδαλωδώς. Έρχεται το κρατικόν όργανον και σου λέγει:

τά του σε βιβλίο με τον τίτλο όσα βλέπω και ακούω. Προλογίζοντας την έκδοση, ο Γιώργος Βαλέτας γράφει: «Έδωσε στο χρονογράφημά του βάθος, και λογοτεχνικό παλμό. Το πλησίασε προς το λογοτεχνικό δοκίμιο. Το έκανε λυρικό ή στοχαστικό απόλογο της ζωής. […] είχε την πρωτοτυπία ενός λογοτεχνικού ταλέντου, και αν δεν τον έτρωγε ο Μινώταυρος της δημοσιογραφίας και εργαζόταν συστηματικότερα στη λογοτεχνία θα μας άφηνε μοναδικά πράγματα». Όσο για τις κροτίδες και τους πυροβολισμοί κατά την Ανάσταση, αν και απαγορεύονται, συνεχίζονται. Οι λάτρεις του εθίμου το ακολουθoύν, με αποτέλεσμα, δυστυχώς μερικές φορές τραυματισμούς, ακόμα και απώλεια ζωών. ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΑΛΑΡΓΑΛΗΣ

Σκίτσο του Μίλτη Παρακευαΐδη

«Απαγορεύονται οι πυροβολισμοί». Τι το ενδιαφέρει το Κράτος, σε παρακαλώ, και ανακατεύεται εις την Ανάστασιν του Σωτήρος; – Μα δεν ανακατεύεται διόλου. Η απαγόρευσις των πυροβολισμών δεν σημαίνει ανάμιξιν εις τα υποθέσεις της εκκλησίας… – Με συγχωρείτε! Εδώ υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται μια φορά το χρόνο μόνο στην εκκλησία, και έρχονται ακριβώς, δια να τραβήξουν μερικά σμπάρα… Το Κράτος απαγορεύει τους πυροβολισμούς, άρα απομα«Χθες συνεθαπτόμην σοι, Χριστέ»

κρύνει ένα μεγάλον αριθμόν Χριστιανών από την εκκλησίαν. Με ποίον δικαίωμα σε παρακαλώ, μ’ εμποδίζουν να επιτελέσω τα Χριστιανικά μου καθήκοντα; Έσκυψα προς το μέρος του και τον ρώτησα σιγανά. – Μήπως έχετε κουμπούρα απάνω σας, κύριε; – Ναι, μωρέ παιδί μου και δεν μου αφήνουν αραλίκι οι χωροφύλακες δια να κάμω το

«Εκ θανάτου προς ζωήν ημάς διεβίβασεν»

«Καθαρθώμεν τας αισθήσεις»

καθήκον μου! Θαρρεί κανείς πως το Κράτος προσπαθεί να μη γνωσθεί η Ανάστασις του Σωτήρος. Ζητεί να γίνονται όλα μυστικά, αθόρυβα και κουκλουσκεπαστά… Άλλοτε ήκουε ο κόσμος τα σμπάρα και αμέσως έλεγε: – Αναστήσανε! Τώρα, μόνον οι ιερείς το ξέρουν και κανένας άλλος… Τη στιγμή εκείνη κάποιος πέρασε γνωστός του και τον ρώτησε. – Κυρ Παναγή, αναστήσανε; Ο άνθρωπος των παραδόσεων έγινε έξω φρενών. Ετράβηξε απ’ τη μέση του την κουμπούρα και την έσκασε: – Ναι, μωρέ! Τώρα ναι. Αναστήσανε! Εγύρισε κατόπιν στον χωροφύλακα που είχε σπεύσει μόλις ακούστηκε το σμπάρο και δίχως να πει λέξιν τον ακολούθησε, με το μέτωπο όμως υψηλά με τα μάτια πλημμυρισμένα από κάποιο φως χαράς και υπερηφάνειας μαζί. Είχε αναστήσει τον Χριστό. Μόνος αυτός τον είχε αναστήσει, γιατί όλοι οι άλλοι, είχαν σταυρώσει τα χέρια τους ωσάν να παρακολουθούσαν την κηδείαν του…

ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 12ο Διήμερο για τη διδασκαλία των μαθηματικών

Μπακάληδες, χασάπηδες, ραφτάδες περάσαν από πάνω μου σαν κύμα με τους λογαριασμούς των με ζαλίσανε και… βρέθηκα στο μνήμα

Με το Χριστός Ανέστη αναστήθηκα Μα η ζωή μου είναι μια ζωή αόριστος Μονάχα με το σώβρακο απόμεινα και έγινα «αγνώριστος»

Από τους φούρνους σαν περνώ τη μύτη μου στουμπώνω και ωιμένα… Πλήθεια με το αρνί ταψιά κυττώ δικό μου όμως κανένα!...

Σκίτσα του Μίλτη Παρακευαΐδη, δημοσιευμένα το Πάσχα του 1930 (20.4.1930), στην εφημερίδα «Δημοκράτης» της Λέσβου.

Το 12ο Διήμερο για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών με θέμα «Τα μαθηματικά στην προσχολική και την πρώτη σχολική εκπαίδευση» θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 25 και το Σάββατο 26 Απριλίου 2014 στο Αμφιθέατρο «Ι. Δρακόπουλος» του Κεντρικού Κτιρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών (Πανεπιστημίου 30). Το πρόγραμμα των εργασιών του και πληροφορίες για την παρακολούθησης του θα βρείτε στην ιστοσελίδα http://matheduteapi.weebly.com


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

28

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

K.Σ. Κάρολ, 1924-2014 ΤΟΥ ΜΙΚΑΕΛ ΛΕΒΥ Ο K.S. Karol μας άφησε για πάντα την Πέμπτη 10 Απριλίου. Δημοσιογράφος και συγγραφέας, ο Karol που το πραγματικό του όνομα ήταν Karol Kewes, υπήρξε —μαζί με τη σύντροφό του Ροσάνα Ροσάντα- ένας απ’ τους «αμετανόητους» εκπροσώπους ενός δημοκρατικού κομμουνισμού. Αψηφώντας τις ισχύουσες ταξινομήσεις αρνήθηκε πάντα να ευθυγραμμιστεί με τα στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου. «Μη Εβραίος Εβραίος» (κατά τον διάσημο ορισμό του Ισαάκ Ντόυτσερ), ο Κάρολ γεννήθηκε στην Πολωνία το 1924 και πέρασε τα νεανικά του χρόνια στην ΕΣΣΔ, στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού, πολεμώντας τον ναζισμό. Γι’ αυτή την εμπειρία μας χάρισε τη συγκινητική του μαρτυρία στο βιβλίο Σόλικ, Διηγήσεις ενός νεαρού Πολωνού απ’ την εμπόλεμη Ρωσία, Fayard (σειρά: Grands documents contemporains), Παρίσι 1983. Το τηλεοπτικό κανάλι Histoire, της Γαλλικής τηλεόρασης, παρουσίασε ένα ντοκυμαντέρ που αφηγείται την ιστορία της ζωής του με τίτλο: K.S. Karol, το πορτραίτο ενός σημαντικού μάρτυρα του αιώνα.1 Επιστρέφοντας απ’ την Πολωνία μετά τον πόλεμο, και έπειτα από μια σύντομη σταδιοδρομία ως διπλωμάτης, επιλέγει να αυτοε-

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο www.mediapart.fr

ξοριστεί στη Γαλλία. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1950, ο Ψυχρός Πόλεμος βρίσκεται στο απόγειό του και οι «σοβιετικοί σύντροφοι» έχουν φυλακίσει τον Γκομούλκα ως ύποπτο για τάσεις αυτονόμησης. Αν και έχει καταφύγει στη Δύση, ο Κάρολ αρνείται να μετατραπεί, όπως αρκετοί άλλοι εξόριστοι, σε επαγγελματία αντικομμουνιστή. Αισθάνεται πολιτική συμπάθεια για ανθρώπους όπως ο Πιερ Μεντές-Φρανς ή ο Ανορίν Μπήβαν, που αρνούνται τον Ψυχρό Πόλεμο και προσπαθούν να χαράξουν έναν τρίτο δρόμο ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοβιετικό μοντέλο. Τα άρθρα του Κάρολ στον Nouvel Observateur και το Manifesto, τα βιβλία του για την Κουβανική Επανάσταση (Οι γκεριγιέρος στην εξουσία: η πολιτική διαδρομή της Κουβανικής Επανάστασης, Robert Laffont, Παρίσι, 1970) και για την Κινεζική Επανάσταση (Η Κίνα του Μάο: ο άλλος κομμουνισμός (Robert Laffont, Παρίσι 1966) τροφοδότησαν την σκέψη και τον δημόσιο διάλογο στην Αριστερά σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ο Κάρολ έγινε κυρίως γνωστός ως διεισδυτικός αναλυτής των μεγάλων γεγονότων του αιώνα — αναλύσεις, που ακόμα και αν δεν τις συμμεριζόμαστε όλες, πάντα ήταν ζωντανές και διεισδυτικές. Αλλά το ντοκυμαντέρ του 2002 τον αναδεικνύει και ως έναν γοητευτικό αφηγητή, που περιγράφει με ταλέντο τα επεισόδια, τις συναντήσεις, τις εκπλήξεις.

Ένα επεισόδιο μου φαίνεται εξαιρετικά χαρακτηριστικό: ο Κάρολ καλύπτει δημοσιογραφικά την επίσκεψη του Χρουστσόφ στις ΗΠΑ το 1959. Ο σοβιετικός ηγέτης συνομιλεί συχνά μαζί του, πανευτυχής που βρήκε έναν δυτικό δημοσιογράφο που μιλά ρωσικά. Μετά τις πρώτες συζητήσεις, ο γενικός γραμματέας δείχνει μπερδεμένος: «Επιτέλους κύριε Κάρολ, με ποιανού το μέρος είστε, με εμάς ή με εκείνους;». Απάντηση: «Είμαι με τον ... εαυτό μου». Μια φράση που τα λέει όλα, όσον αφορά τον άνθρωπο της Αριστεράς και τον δημοσιογράφο: πνεύμα ανεξαρτησίας, άρνηση τυφλής συστράτευσης, καυστικό χιούμορ. Κατά τα άλλα, δεν κρύβει τον θαυμασμό του για τον πόλεμο της ΕΣΣΔ εναντίον του ναζισμού, καθώς και για τις υποσχέσεις ισότητας και δικαιοσύνης που διέκρινε στην κινεζική και την κουβανική επανάσταση. Η δημοσιογραφία του είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την μάχη ενάντια στην κοινωνική αδικία. Αλλά δεν θα γίνει ποτέ «άνθρωπος του κόμματος», φερέφωνο ενός δόγματος ή απολογητής του όποιου «υπαρκτού» κράτους. Η διαυγής κριτική του στον σταλινισμό και το σοβιετικό μοντέλο δεν τον έκανε διόλου συγκαταβατικό έναντι της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, που ακολούθησε την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Στεκόταν πάντα στο πλευρό εκείνων που, είτε στο Σιάτλ είτε

στο Πόρτο Αλέγρε, ονειρεύονται έναν άλλο εφικτό κόσμο — ακόμα κι αν πρόκειται, κατά πάσα πιθανότητα, για έναν αγώνα πολύ μακρόπνοο. Όσοι είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε, τον θαυμάζαμε όχι μόνο για την ευρύτητα και παγκοσμιότητα των γνώσεων του αλλά και για τον εγκάρδιο και θερμό χαρακτήρα του, την περιέργεια για το καθετί, την ειρωνεία και την αυτο-ειρωνεία του. Για όλα αυτά, θα μας λείψει… ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ

1 Συνεντεύξεις, 4x60, 2002, δημοσιογραφική επιμέλεια: Pierre Beuchot, Παραγωγή: INA/histoire.

Όλα τα μπουμπούκια ανθίζουν στο Χάρβαρντ ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ Αφορμή για το άρθρο μού έδωσε η πρόσφατη ομιλία του υπουργού Υγείας κ. Άδωνι Γεωργιάδη στο Χάρβαρντ,1 καθώς και συνέντευξή του όπου εκφράζει το παράπονο: «Στην Ελλάδα ακούω μόνο ύβρεις, κατάρες, κριτικές και γκρίνια», ενώ «με το που πάω σε οποιοδήποτε διεθνές φόρουμ όλοι οι ξένοι αρχίζουν τους ύμνους και τα μπράβο που τολμήσαμε». «Μην πολεμάτε τις μεταρρυθμίσεις», συμβουλεύει ο (Εφημερίδα των Συντακτών, 24.3.2014). Αναρωτιέμαι αν κατά την επίσκεψή του ο κ. υπουργός είχε την ευκαιρία να λάβει γνώση των αποτελεσμάτων της «μεταρρύθμισης» της δεκαετίας του 1990 στα αμερικανικά πανεπιστήμια, με στόχο την άμεση σύνδεση των σπουδών και της έρευνας με τις ανάγκες της αγοράς. Και, δεύτερον, αν διαπίστωσε ότι η διαπλοκή μεταξύ φαρμακευτικών και άλλων περί τα ιατρικά εταιρειών με νοσοκομειακούς γιατρούς και πανεπιστημιακούς δεν είναι φαινόμενο των «ανήθικων», «διεφθαρμένων» Ελλήνων, αλλά εισαγόμενη από την υπερδύναμη πρακτική. Αναρωτιέμαι επίσης αν τυχόν διαπίστωσε την οργή ενός ισχυρού φοιτητικού κινήματος, το οποίο οργανώθηκε όταν αποκαλύφτηκαν τα τεράστια σκάνδαλα χρηματισμού και διαπλοκής μελών της Ιατρικής του Χάρβαρντ —και όχι μόνο— με φαρμακευτικές και άλλες εταιρείες, που καταπατούσαν ανενδοίαστα τις θεσπισμένες από τις πανεπιστημιακές αρχές δεσμεύσεις σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων! Τα σκάνδαλα έλαβαν τέτοιες διαστάσεις, ώστε το 2011 ο αμερικανικός Σύλλογος Αποφοίτων Ιατρικών Σπουδών αξιολόγησε την Ιατρική του Χάρβαρντ με F (δηλαδή μηδέν). Σε ένα διαφωτιστικό άρθρο των Νew York Times (2.3.2009) αναφέρεται η εμπειρία ενός πρωτοετούς: Σε κάποιο μάθημα φαρμακολογίας, ο καθηγητής που ανέλυε τις θετικές συνέπειες ενός χαπιού για τη χοληστερόλη, ειρωνεύτηκε έναν φοιτητή ο οποίος ρώτησε για τις τυχόν παρενέργειές του! Ανέτρεξε

λοιπόν στο διαδίκτυο όπου ανακάλυψε ότι ο εν λόγω, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στην Ιατρική Σχολή, καθηγητής ήταν έμμισθος σύμβουλος διαφόρων φαρμακευτικών, μεταξύ των οποίων και πέντε που κατασκεύαζαν χάπια για τη χοληστερόλη! Στη βάση τέτοιων αποκαλυπτικών στοιχείων, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες απαίτησαν όλοι οι διδάσκοντες να αποκαλύψουν τις τυχόν διασυνδέσεις τους με φαρμακευτικές και άλλες ιατρικές βιομηχανίες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα καθηγητή ο οποίος ομολόγησε ότι συναλλασσόταν με 47 εταιρείες. Είναι πρόδηλο ότι η «μεταρρύθμιση» της ανώτατης εκπαίδευσης είχε κύριο στόχο την εμπορευματοποίηση όχι μόνο της Ιατρικής αλλά και άλλων συναφών με τα συμφέροντα της αγοράς επιστημών, και τη σταδιακή υποβάθμιση των ανθρωπιστικών σπουδών. Όπως υποστηρίζει η καθηγήτρια της Ιατρικής Marcia Angell, αυτή η μορφή χρηματοδότησης των πανεπιστημίων πρέπει να απαγορευτεί ώστε να μην συνάπτονται «φαουστικές συναλλαγές» με φαρμακευτικές και άλλες εταιρείες, να μην καθοδηγείται η διδασκαλία και η έρευνα από τα συμφέροντα της αγοράς (The Truth about Drug Companies, New York, Random House, 2004). Ας δούμε δύο εντυπωσιακά παραδείγματα αγαστής συνεργασίας μεταξύ ακαδημαϊκής γνώσης και αγοράς. Στις 8 Ιουνίου 2008, δημοσιεύτηκε στους New York Times μια συγκλονιστική είδηση που αφορούσε τον παγκοσμίου φήμης καθηγητή παιδοψυχιατρικής της Ιατρικής του Χάρβαρντ Joseph Biederman. Η μεν επιστημονική έρευνα του εν λόγω καθηγητή είχε οδηγήσει σε εκτίναξη την κατανάλωση ενός ισχυρού φαρμάκου κατά της σχιζοειδούς διαταραχής σε παιδιά και εφήβους, ενώ η εισαγγελική έρευνα αποκάλυψε ότι ως σύμβουλος φαρμακευτικών εταιρειών που παρήγαγαν ψυχοφάρμακα είχε εισπράξει τα έτη 2000-2007 αμοιβές 1,6 εκ. δολαρίων! Χάρη στη φήμη που έχαιρε ο καθηγητής, «ο αριθμός των παιδιών και εφήβων που νοσηλεύτηκαν στην Αμερική

για σχιζοφρενική διαταραχή αυξήθηκε κατά 40% τα έτη 19942003! Ο εντυπωσιακός αριθμός διαγνώσεων αυτής της διαταραχής, κατέστησε τα παιδιά μέρος του ταχύτερα αυξανόμενου μεριδίου των 11,5 δισ. δολαρίων στην αγορά των ψυχοφαρμάκων»! (Bloomberg News, 4.9.2007). Στην Αυγή δημοσιεύτηκε πρόσφατα η είδηση ότι βρίσκονται «αντιμέτωπα με κακουργηματικές κατηγορίες για απάτη, δωροδοκία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τριάντα πρόσωπα που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση με τα υπερκοστολογημένα ορθοπεδικά υλικά της εταιρείας DePuy» (1.4.2014). Τι σύμπτωση! Τον Νοέμβριο του 2007 αποκαλύφθηκε στη Βοστόνη ένα τεράστιο σκάνδαλο διαπλοκής ανάμεσα σε πέντε εταιρείες κατασκευής ορθοπεδικών, της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ και δύο συνδεδεμένων με αυτήν νοσοκομείων. Όπως αποκάλυψε η εταιρεία DePuy, «oι καθηγητές της Σχολής Richard D. Scott και Thomas S. Thornhill ήσαν οι καλύτερα αμειβόμενοι σύμβουλοι της εταιρείας, έχοντας λάβει για τις υπηρεσίες τους, το 2007, 6,7 εκατομμύρια δολάρια ο καθείς» (The Heights, τόμ. LXXXVIII, τχ. 42, 8.11. 2007). Και εις ανώτερα! Αυτά προκύπτουν από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις «εξυγίανσης» που επιφέρουν, πάντα καθυστερημένα στην Ελλάδα, οι νόμοι Διαμαντοπούλου (για τα «δημόσια» πανεπιστήμια) και Γεωργιάδη (για το «δημόσιο» σύστημα Υγείας). Δεν είναι να απορεί κανείς λοιπόν για τα «μπράβο» που εισπράττει ο κ. Γεωργιάδης στα διεθνή φόρα ούτε χρειάζεται πολλή σκέψη για να ανακαλύψει κανείς ποια συμφέρονται εξυπηρετούν αυτοί που τον επαινούν!

1 Η επίσκεψη διαφημίστηκε δεόντως στα ΜΜΕ και από τον ίδιο τον κ. υπουργό στα τηλεπαράθυρα. Ωστόσο, άμα τη επιστροφή του από τις ΗΠΑ δεν μάθαμε απολύτως τίποτα περί επισκέψεως αυτής. Γιατί άραγε; Δέχτηκε και εκεί «επαίνους» και από ποιους άραγε;


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

29


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

30

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Ε. ΛΑΚΛΑΟΥ (1935-2014): Ο ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΗΓΕΜΟ Aποχαιρετισμός με ένα αναπάντητο ερώτημα ΤΟΥ ΓΡΗΓOΡΗ ΑΝΑΝΙΑΔΗ Uno busca lleno de esperanzas el camino que los sueños prometieron a sus ansias… Sabe que la lucha es cruel y es mucha, pero lucha y se desangra por la fe que lo empecina… Enrique Santos Discépolo, «Uno»* Είχα πολύ καιρό να δω τον Ερνέστο Λακλάου, αγαπημένο δάσκαλο και φίλο από τα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, όταν ήρθε η αναπάντεχη είδηση του θανάτου του — λίγους μόνο μήνες πριν από την προαναγγελθείσα έκδοση του νέου του βιβλίου The Rhetorical Foundations of Society. Η είδηση με συγκλόνισε γιατί, ξεγελασμένος από τη διαρκή παρουσία του στον αγωνιστικό στίβο των ιδεών, έτρεφα την ψευδαίσθηση ότι θα ήταν πάντα εκεί, ευπροσήγορος ως συνήθως, και ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαμε να ξαναπιάσουμε τη συζήτηση από το σημείο που την είχαμε αφήσει. Θα εξακολουθήσουμε βέβαια να συνδιαλεγόμαστε με τα κείμενά του — «εσαεί» ήλπιζε εκείνος, συμμεριζόμενος δικαίως τη θουκυδίδεια φιλοδοξία του Γκράμσι· όσοι όμως είχαμε την τύχη να διασταυρωθούμε μαζί του δύσκολα θα συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι δεν θα τον ξανακούσουμε να σκέφτεται, να κορφολογάει την ιστορία, να απαγγέλλει από μνήμης Σαρμιέντο ή Μπόρχες, να τραγουδάει με πάθος ένα τάνγκο. Εμπνευσμένος από τον στίχο του Αρχίλοχου «πόλλ’ οίδ’ αλώπηξ, αλλ’ εχίνος εν μέγα», ο Αϊζάια Μπερλίν κατέτασσε τους στοχαστές σε δύο κατηγορίες: τους «σκαντζόχοιρους» που βλέπουν τον κόσμο υπό το πρίσμα μιας κεντρικής ιδέας ή οργανωτικής αρχής και τις «αλεπούδες» που πειραματίζονται με πολλές ιδέες, συχνά μεταξύ τους αντιφατικές. Εάν υιοθετήσουμε την παιγνιώδη διάκριση του Μπερλίν, θα κατατάξουμε αναμφίβολα τον Ερνέστο Λακλάου στην πρώτη κατηγορία: «Σε όλη του τη ζωή ο Τζόυς επανερχόταν στην οικεία εμπειρία του από το Δουβλίνο· στη δική μου περίπτωση», ομολογoύσε ο Λακλάου, «αυτό που χρησιμεύει ως σημείο αναφοράς είναι τα χρόνια του πολιτικού αγώνα στην Αργεντινή της δεκαετίας του ’60.» Τότε ακριβώς θα διαμορφωθεί η «κεντρική ιδέα» του ετερόδοξου μαρξιστή της «περιφέρειας» που σαν κόκκινο νήμα επρόκειτο να διατρέξει την πολιτικο-θεωρητική περιπέτεια μιας ολόκληρης ζωής. Το επιτακτικό πολιτικό ζήτημα που αντιμετώπιζε ο νεαρός Λακλάου ήταν οι σχέσεις της Αριστεράς με την εθνο-λαϊκή ιδεολογία τού πολιτικά ετερόκλιτου περονισμού που εξέφραζε και οργάνωνε τη δημοκρατική κινητοποίηση των μαζών εναντίον των δυνάμεων της ολιγαρχίας. Αντίθετος προς τον σεκταριστικό εργατισμό και την ιδεολογική καθαρότητα που πρέσβευαν πολιτικοί φορείς της Αριστεράς, όπως το Κομμουνιστικό Κόμμα Αργεντινής, ο Λακλάου ήταν πεπεισμένος ότι η Αριστερά θα μπορούσε να βάλει τη δική της σφραγίδα στις εξελίξεις μόνον εάν, εμβαπτιζόμενη η ίδια στην εθνο-λαϊκή ιδεολογία, κατάφερνε να την ανανοηματοδοτήσει και να

την αναπροσανατολίσει. Την ιδέα αυτή —τις θεωρητικές της προϋποθέσεις, αλλά και τις προεκτάσεις της ως προς τον χαρακτήρα του πολιτικού ανταγωνισμού, τη συγκρότηση των πολιτικών υποκειμένων, τη σχέση μεταξύ καθολικού και μερικού, την ίδια την υφή της κοινωνίας— θα την καλλιεργήσει ο Λακλάου σε ένα πολυσχιδές έργο που θα αναδείξει τον κοσμοπολίτη Αργεντίνο σε έναν από τους σημαντικότερους πολιτικούς στοχαστές της εποχής μας. Γειωμένος πάντοτε στα πολιτικά ζητήματα του καιρού (κρίση του κράτους κοινωνικής προνοίας, νέα κοινωνικά κινήματα, ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού, άνοδος της ακροδεξιάς), ο Λακλάου είχε τη μοναδική ικανότητα να γονιμοποιεί την μεταγκραμσιανή προβληματική του έλκοντας στο μαγνητικό της πεδίο στοιχεία από ένα ευρύτατο φάσμα θεωρητικών πηγών πέραν της μαρξιστικής παράδοσης (από τη γλωσσολογία, τη φουκωική μικροφυσική της εξουσίας και τη ντεριντιανή αποδόμηση ώς τη χαϊντεγκεριανή κριτική της μεταφυσικής, τη λακανική ψυχανάλυση και τη ρητορική). Ο αντιουσιοκρατικός μετα-μαρξισμός που θα προκύψει από αυτήν τη δημιουργική ανασύνθεση έχει ως πολιτική απόληξη την πλουραλιστική δημοκρατία εν κινήσει, τη «ριζοσπαστική δημοκρατία»: δεν ευαγγελίζεται την καθολική και οριστική χειραφέτηση —αδιανόητη πλέον, αν όχι εφιαλτική—, αλλά τις χειραφετήσεις, στον πληθυντικό, που επιτυγχάνονται μέσα από ηγεμονικές συναρθρώσεις που διανοίγουν νέους δημόσιους χώρους διεκδίκησης και πάλης. Για την Ελλάδα και την ελληνική Αριστερά ο Λακλάου επιδείκνυε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όχι μόνο τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης, αλλά από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του ογδόντα, όταν άρχισε να επισκέπτεται τη χώρα μας με τη σύντροφό του Σαντάλ Μουφ, προσκεκλημένοι από το ΚΚΕ εσωτερικού. Είχε αναπτύξει μάλιστα δεσμούς αμοιβαίας εκτίμησης και φιλίας με τον Κώστα Φιλίνη, απόντα και αυτόν σήμερα. Μακάρι να επιδείξει το ίδιο ενδιαφέρον για το έργο του και η σημερινή Αριστερά. Ο Λακλάου παραμένει για μένα δάσκαλος, και με θλίβει το γεγονός ότι έχασα πια τη δυνατότητα να του θέσω ένα ερώτημα που με απασχολεί πολύ, ιδιαίτερα στις μέρες μας. Σχηματικότατα διατυπωμένο, το ερώτημα είναι εάν και τίνι τρόπω είναι συμβατός ο ρητά εκπεφρασμένος αντι-ιακωβινισμός του κλασικού πλέον Hegemony and Socialist Strategy, που συνέγραψε με τη Σαντάλ Μουφ, με το οι-

ονεί ιακωβινικό πνεύμα που, στη δική μου τουλάχιστον ανάγνωση, λανθάνει στο εξ ίσου σημαντικό On Populist Reason της τελευταίας περιόδου (αμφότερα τα έργα παραμένουν δυστυχώς ακόμη αμετάφραστα στα ελληνικά). Πρόκειται, νομίζω, για ένα ερώτημα καίριο για το μέλλον της Αριστεράς και της δημοκρατίας. Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα το απαντούσε ο maestro· ξέρω όμως ότι επινόησε και αποδέσμευσε τους θεωρητικούς πόρους που μας επιτρέπουν να το σκεφτούμε. * Ένα από τα αγαπημένα τάνγκο του Ερνέστο. Στο κομμάτι αυτό θα αναγνώριζε, πιστεύω, τον εαυτό του.

Ο Γρηγόρης Ανανιάδης διδάσκει πολιτική φιλοσοφία στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και είναι συνεκδότης της επιθεώρησης «Σύγχρονα Θέματα».

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ, «ΛΑΟΣ» ΚΑΙ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ερνέστο, το τανγκό συνεχίζεται... ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗ Έμαθα για τον θάνατο του δασκάλου μου, του Ερνέστο Λακλάου, από την Νορήν, την πιστή, επί σειρά ετών, γραμματέα του στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ. Μου είχε αδυναμία και μου έκλεινε πάντα πρωινά ραντεβού μαζί του όταν είχαμε να συζητήσουμε κεφάλαια της διδακτορικής διατριβής που έγραφα, έτσι ώστε να μην τον έχουν κουράσει οι αλλεπάλληλες συναντήσεις και τα μαθήματα. Έτσι και τώρα, μόλις έμαθε το ξαφνικό μαντάτο, έσπευσε να με ενημερώσει από τους πρώτους. Θλιβερή πρωτιά αυτή τη φορά και αναπάντεχη. Παρά τα 78 του χρόνια, ο Ερνέστο έδειχνε το τελευταίο διάστημα ιδιαίτερα ακμαίος και δραστήριος. «Νόμιζα ότι θα συνέχιζε για πάντα», μου έγραψε η Νορήν. Και δεν είχε άδικο. Εξάλλου, αυτήν ακριβώς την αίσθηση ζωντάνιας, αισιοδοξίας και προοπτικής κατόρθωνε να μεταδώσει και να εμφυσήσει ο Λακλάου σε οτιδήποτε έκανε: στα μαθή-

ματά του, στην πολιτική θεωρία, στην πολιτική πράξη. Την ίδια διάθεση μετέδιδε —πάντοτε με μεγάλη γενναιοδωρία— σε όλους όσους συναντούσε: στους μαθητές του, στους συνομιλητές και τους συντρόφους του. Κι αυτό, μάλιστα, την ίδια στιγμή που στοχαζόταν τα εμπόδια και τις αστοχίες της κριτικής σκέψης και της αριστερής πολιτικής πρακτικής, τόσο να ερμηνεύσουν τον κόσμο όσο και να τον αλλάξουν σε μια ριζοσπαστικά δημοκρατική κατεύθυνση. Αυτή η εμμονή στην αντιδογματική διερώτηση, σε ζωτικές αμφιβολίες που ξεβολεύουν, αλλά είναι αναγκαίες αν θέλουμε να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα των σύγχρονων κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και να ανανεώσουμε τις ηγεμονικές αξιώσεις ενός εναλλακτικού προσανατολισμού, του χάρισε στην πορεία πολλούς εχθρούς. Του εξασφάλισε όμως, ιδίως τα τελευταία χρόνια, και μια αξιοζήλευτη θέση στην αιχμή της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας, την οποία πολλοί λίγοι πλέον θα αμφισβητούσαν. Ωστόσο, αυτά τα «ωραία» λόγια αποτυγχάνουν, «αδυνατούν» θα έλεγε ίσως εκείνος ακολουθώντας τον Λακάν, να αποδώσουν με ακρίβεια την απόλυτη αφοσίωσή του στην αναστοχαστική αποτίμηση της πολιτικής εμπειρίας της παγκόσμιας αριστεράς —στο πλαίσιο της οποίας, ιδιαίτερη έμφαση απέδιδε στην ελληνική περίπτωση—, αλλά και την παθιασμένη ενασχόλησή του με την Θεωρία (με κεφαλαίο «Θ») στις πιο απαιτητικές της εκδοχές. Πάνω απ’ όλα, εκείνο που οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε είναι η μοναδική του συμβολή στην διασύνδεση τούτων των δύο εγχειρημάτων ή διαστάσεων, και μάλιστα με τρόπους όχι απλώς πρωτότυπους και σαγηνευτικούς ως κριτικά επιχειρήματα, αλλά και στρατηγικά επωφελείς ως δημοκρατικές πολιτικές παρεμβάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, ο Λακλάου πρόλαβε να βιώσει την (αγωνιστική) καταξίωση πολλών από τις θεωρητικές και αναλυτικές καινοτομίες που εισήγαγε: από την αναθεμελίωση της θεωρίας της ηγεμονίας και την προσέγγισή του στην ανάλυση του πολιτικού λόγου μέχρι την ρηξικέλευθη πολιτικοθεωρητική στάση του πάνω στο ζήτημα του λαϊκισμού. Σε αυτό το τελευταίο θα επιμείνω λίγο παραπάνω γιατί αποκαλύπτει την συστατική διαπλοκή θεωρίας και πολιτικής εμπειρίας που προσανατόλιζε πάντα τη σκέψη του. Πράγματι, ο «λαϊκισμός», η ηγεμονική έλξη που ασκούν οι εξισωτικές αναφορές στον «λαό», ιδίως οι αξιώσεις δημοκρατικής αντιπροσώπευσής του απέναντι σε ένα «κατεστημένο» που θέτει τις κοινωνικές ομάδες που τον συναποτελούν στο περιθώριο, εντοπίζεται στις απαρχές της πολιτικής εμπειρίας που καθόρισε τόσο τις θεωρητικές αναζητήσεις όσο και την πολιτική εμπλοκή του Λακλάου σε όλη τη διάρκεια της πορείας του. Η αποτυχία του παραδοσιακού ταξικού αναγωγισμού να συλλάβει την ριζοσπαστική πολιτική πρωτοκαθεδρία του «λαϊκού», ιδίως σε χώρες της «ημι-περιφέρειας» όπως η Αργεντινή και η Χιλή —αλλά και η Ελλάδα—, κινητοποίησε τις θεωρητικές αναζητήσεις του στον μετα-μαρξιστικό ορίζοντα, από την σημειολογία και τον Φουκώ μέχρι τον Ντεριντά και τον Λακάν. Δεν επρόκειτο όμως για ζήτημα αμιγώς θεωρητικό, αλλά για μια βαθιά πολιτική αντινομία. Το αίτημα σύγκλισης της λαϊκής/«λαϊκιστικής» δυναμικής και της σοσιαλιστικής και σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης είχε ήδη τεθεί — χωρίς αποτέλεσμα— στο πλαίσιο του αμερι-


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

35

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

ΟΝΙΑΣ, ΤΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

κανικού αγροτικού λαϊκισμού του 19ου αιώνα, αλλά και με αφορμή την εμπειρία του περονισμού. Ως ο βασικός θεωρητικός αυτής της σύγκλισης, ήδη από τη δεκαετία του 1970, υπήρξε αρκετά τυχερός ώστε να ζήσει την εκλογική δικαίωσή της και να βεβαιώσει την πολιτική και χειραφετητική της τελεσφορία στην πολιτική εμπειρία της Λατινικής Αμερικής τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Γνωρίζοντας βαθιά ότι κανένα πολιτικό εγχείρημα δεν εξαιρείται της ιστορικότητας και της ενδεχομενικότητας, ότι καμιά ηγεμονία δεν είναι ποτέ πλήρης ή άφθαρτη, μας άφησε σε μια κρίσιμη καμπή, στην οποία το αίτημα της διαρκούς δημοκρατικής ανανέωσης προβάλλει επιτακτικό και πάλι στην Λατινική Αμερική, αλλά κυρίως στην μαστιζόμενη από τον νεοφιλελευθερισμό Ευρώπη. Όσο κι αν ο ίδιος θα μας λείψει, η θεωρητική παρακαταθήκη που μας αφήνει, το (αυτο)κριτικό και ανατρεπτικό ήθος που τον χαρακτήριζε, και βέβαια το χαμόγελο και η αισιοδοξία του, δεν θα πάψουν να μας συντροφεύουν στον δύσβατο αυτό δρόμο. Για όλα αυτά, Ερνέστο, σε ευχαριστούμε... το τανγκό συνεχίζει...

Ο Γιάννης Σταυρακάκης διδάσκει Ανάλυση Πολιτικού Λόγου στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

Το φάντασμα του λαϊκισμού ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΝΑΓΝΟΥ Μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές του Λακλάου στη σύγχρονη πολιτική σκέψη είναι η αποσαφήνιση της έννοιας του λαϊκισμού. Ο αργεντινός θεωρητικός αποδεσμεύει την έννοια από τα παραδοσιακά πλαίσια που την εξισώνουν με τη δημαγωγία και τον μανιχαϊσμό και την τοποθετεί στην καρδιά του πολιτικού φαινομένου. Ο Λακλάου διδάσκει ότι οι ηγεμονικοί πολιτικοί λόγοι χτίζονται γύρω από βασικά κομβικά (κενά) σημαίνοντα, στη βάση του συνδυασμού των λογικών της ισοδυναμίας και της διαφοράς. Ανάλογα με την ιστορική συγκυρία, ορισμένα πολιτικά σημαίνοντα καταφέρνουν

να συνασπίσουν γύρω τους μια σειρά από κοινωνικές απαιτήσεις/διαφορές. Τα μέτωπα αυτά χτίζονται στη βάση της διάκρισης από τον καταστατικό πολιτικό «εχθρό/αντίπαλο». Αυτό το σύνορο, ωστόσο, προσδίδει σε όλα τα διαφορικά στοιχεία εντός του συστήματος μια ποιότητα ισοδυναμίας έναντι του αποκλεισμένου. Οδηγεί, με άλλα λόγια, στη σύσταση του «λαού». Αυτό που περιλαμβάνει λοιπόν ο λαϊκισμός είναι μια συγκεκριμένη διαφορά που παρουσιάζει τον εαυτό της σαν τον «λαό» που βρίσκεται αντιμέτωπος με τον «εχθρό». Ως εκ τούτου, η διαίρεση του κοινωνικού πεδίου και η σύσταση εν δυνάμει ηγεμονικών πολιτικών λόγων μέσω της επίκλησης του «λαού» αποτελεί καταστατικό στοιχείο της πολιτικής και χαρακτηρίζει τόσο δυνάμεις της (κεντρο)Αριστεράς όσο και της (κεντρο)Δεξιάς. Ο λαϊκισμός και ο κοινωνικός ανταγωνισμός είναι αναγκαίες συνθήκες για τη σύσταση των πολιτικών υποκειμένων και την υπέρβαση των εκάστοτε ηγεμονιών. Εκείνο που προκύπτει, επομένως, από την καινοτόμα αυτή θεωρία είναι ότι: α) θα πρέπει κανείς να διακρίνει μεταξύ του λαϊκισμού ως συνώνυμου του απλουστευτικού, του δημαγωγικού, της μισαλλοδοξίας και της υποκίνησης του μίσους, και του λαϊκισμού ως παραγωγικού φαινομένου, απαραίτητου για τη δημιουργία νέων πολιτικών ηγεμονιών. β) Κατ’ επέκταση, οι καταγγελίες περί λαϊκισμού τις περισσότερες φορές κρύβουν πολιτικές σκοπιμότητες και εκτοξεύονται κυρίως εναντίον δυνάμεων που αναζητούν την ανασύνθεση των πολιτικών ισορροπιών και που έχουν έντονο το στοιχείο του κοινωνικού ανταγωνισμού. Ειδικότερα σε μεταβατικές περιόδους (εξάρθρωσης της ηγεμονίας) οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που απειλούνται κάνουν ολοένα και μεγαλύτερη κατάχρηση του λαϊκιστικού «εργαλείου» (π.χ. Ελλάδα). Ωστόσο, γίνεται σαφές ότι η Αριστερά σήμερα (όπως το ευρωπαϊκό εργατικό, σοσιαλιστικό κίνημα των μέσων του 20ού αιώνα) δεν θα πρέπει να πτοηθεί και να αφήσει ελεύθερο το πεδίο στις συντηρητικές δυνάμεις. Αντίθετα, θα πρέπει να ενισχύσει τις προσπάθειές της για τη σύνθεση του νέου «λαϊκού» υποκειμένου και τη διατύπωση του ηγεμονικού εκείνου προτάγματος που θα επιτρέψει την υπέρβαση του νεοφιλελευθερισμού.

Ο δρ Γ. Παπανάγνου είναι ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Ηνωμένων Εθνών-Ινστιτούτο Συγκριτικών Μελετών Περιφερειακής Ενοποίησης.

Μια μεταμαρξιστική κοινότητα θεωρίας και πράξης ΤΗΣ ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΡΕΝΤΟΥΛΗ Όταν μαθαίνουμε έναν θάνατο, η ροή της πραγματικότητας αναστέλλεται, καθώς η ανάμνηση έρχεται αντιμέτωπη με τη διαπίστωση της απώλειας. Από τις 13 του Απρίλη, όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Ερνέστο Λακλάου η ανάμνηση που αντιστέκεται πιο πολύ στην ετυμηγορία της πραγματικότητας είναι ένα από εκείνα τα βράδια, σε

κάποιο εστιατόριο του Κολτσέστερ, όταν ο Ερνέστο αποφάσιζε ότι ήρθε η ώρα να τραγουδήσουμε όλοι μαζί κομμάτια από το αστείρευτο διεθνές επαναστατικό του ρεπερτόριο. Ανάμνηση που μοιράζομαι με πολλούς από τους μαθητές του, είτε συμπέσαμε στην ίδια συντροφιά είτε όχι. Αντισυμβατικός και ως διανοητής και ως άνθρωπος, ερωτευμένος με τη ζωή και με την προοπτική μιας ριζοσπαστικής δημοκρατίας, μοιραζόταν απλόχερα τόσο ιστορίες από την πολιτική του δράση στην Αργεντινή όταν ήταν νέος όσο και έναν αστείρευτο διανοητικό πλούτο, που δεν χωρούσε στα όρια ενός μεμονωμένου ακαδημαϊκού κλάδου. Το μεταπτυχιακό και διδακτορικό πρόγραμμα που ίδρυσε το 1982 στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ, Iδεολογία και Aνάλυση Λόγου, είχε κάτι από την προσωπικότητά του, καθώς αντλούσε τόσο από την πολιτική θεωρία όσο και από τη φιλοσοφία, την ιστορία και τη γλωσσολογία. Ήταν ένα πρόγραμμα αντισυμβατικό και προκλητικά αντίθετο προς τον εμπειρισμό και τον θετικισμό των πολιτικών επιστημών, που κυριαρχούσαν τόσο στο Τμήμα Πολιτικής (Government) του πανεπιστημίου όσο και στον ευρύτερο ακαδημαϊκό κλάδο. Πέρα από ένα πανεπιστημιακό πρόγραμμα, ο Ερνέστο διαμόρφωσε μια διεθνή κοινότητα φοιτητών και καθηγητών μεταμαρξιστικής θεωρητικής και πολιτικής προσέγγισης, μια κοινότητα που εξακολουθεί να αναγνωρίζει την ταυτότητά της ενάντια τόσο στα ακαδημαϊκά όσο και στα πολιτικά κατεστημένα. Στο βιβλίο του Hegemony and Socialist Strategy (1985, με τη Σαντάλ Μουφ) η κλασική μαρξιστική σκέψη αποδομείται, έτσι ώστε να αναδείξει τον πλουραλισμό τον κειμένων και με αυτόν τον τρόπο να βοηθήσει στην δημιουργία μιας νέας αριστερής πολιτικής. Η ίδια κατεύθυνση συνεχίζεται και στο βιβλίο του On Populist Reason (2005). Από το τέλος της δεκαετίας του 1990, ο Λακλάου άρχισε να ασχολείται συστηματικά με τον «λαϊκισμό». Η εκλογική νίκη του Τσάβες το 1998 και του Λούλα το 2002 αναθέρμαναν, πιστεύω, το ενδιαφέρον του προς το σύνολο των στρατηγικών που οδηγούν στην επανεμφάνιση του «λαού» ως συλλογικού πολιτικού φορέα. Επηρεασμένος απο το περονιστικό κίνημα της Αργεντινής, ο Λακλάου επανεξετάζει τον «λαϊκισμό». Τον «λαϊκισμό» δεν τον χρησιμοποιεί σαν μομφή, αλλά σαν πολιτική λογική που μπορεί να πάρει τόσο δημοκρατικό όσο και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα, ανάλογα με την ιστορική συγκυρία. Οι δύο αυτοί όροι, «ηγεμονία» και «λαϊκισμός» (κυρίως ο προοδευτικός «λαϊκισμός») πιστεύω ότι μπορούν να έχουν μια κεντρική θέση στην ανάλυση και στρατηγική της ελληνικής Αριστεράς. Τον Ερνέστο τον συνάντησα τυχαία τελευταία φορά στο Ανατολικό Χάμστεντ του Λονδίνου πριν δυο-τρία χρονιά. Λυπάμαι που δεν πρόλαβα να κάνω αυτή τη συζήτηση μαζί του. Και λυπάμαι, ακόμα, που δεν πρόλαβα να του δείξω το βίντεο των «Αγανακτισμένων» στο Σύνταγμα να τραγουδάνε το «Πότε θα κάνει ξαστεριά».

Η Μαρίνα Πρεντουλή έλαβε το διδακτορικό της από το πρόγραμμα «Ιδεολογία και Ανάλυση Λόγου» του Πανεπιστημίου του Έσεξ, με επιβλέποντα τον Ε. Λακλάου. Διδάσκει πολιτική και πολιτικές επικοινωνίας στο University of East Anglia.

ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Παραβολή Βρισκόταν στην κορυφή του λόφου —σ’ έναν ωραίο λόφο αλλά φαλακρό, δίχως βλάστηση— και από κει μπορούσε να δει ολόκληρη την πόλη και ν’ ακούσει το βούισμα που ερχόταν μέσα από τα σπίτια και τους δρόμους, τις γυναίκες που φώναζαν στους άντρες τους να σηκωθούν επιτέλους από τα κρεβάτια τους και τα παιδιά που έτρεχαν και χτυπούσαν τα ζώα που βάδιζαν τεμπέλικα στο λιθόστρωτο ψάχνοντας για καμιά σκιά. Και αυτός χαιρόταν τη θέα και το θόρυβο. Μόνο που ήταν καρφωμένος. Η ζέστη ήταν αφόρητη. Κι όταν δίψασε, το ζήτησε. Οι φρουροί τού έδωσαν ξύδι αντί για νερό, βουτηγμένο σ’ ένα σφουγγάρι που το είχαν καρφώσει στη λόγχη ενός κονταριού, και αυτός έβγαλε τη γλώσσα του και έγλειψε το σφουγγάρι και τα χείλη του μούσκεψαν. Πριν υποκύψει όμως, λιποθύμησε και ονειρεύτηκε τη Μαρία, όταν την αγκάλιαζε, όταν έσπαγε τα κόκαλά του πάνω της, όταν έσπαγαν τα κόκαλα αναμεταξύ τους. Ονειρεύτηκε λοιπόν τις παλιές μέρες. Ένα απόγευμα είχαν πάει μέχρι το ποτάμι. Η Μαρία κρατούσε το καλάθι. Μόλις έφτασαν στη όχθη, αυτή έβγαλε ένα σεντόνι και το άπλωσε πάνω στο χορτάρι. Ξάπλωσαν εκεί, ο ένας δίπλα στον άλλον. Μετά αυτός αποκοιμήθηκε. Προτού νυχτώσει, η Μαρία στάθηκε από πάνω του και τον σκούντηξε για να ξυπνήσει. Πήγαν σπίτι. Αυτό, σκέφτηκε μέσα στ’ όνειρό του, δεν θα το ξεχάσω ποτέ και δεν σκέφτηκε τίποτα άλλο ξανά. Το Σάββατο όλοι ήταν έξω, είχαν στρώσει τα τραπέζια τους κι έτρωγαν. Έκανε λιακάδα, ήταν χαρά θεού, χαρά πραγματική. Την ώρα που τον ξεκρέμαγαν, οι περισσότεροι είχαν ήδη μεθύσει. Το δέρμα στις παλάμες του είχε γίνει λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο και οι πατούσες του είχαν φουσκώσει από τα καρφιά. Το αίμα είχε ξεραθεί γύρω από τις τρύπες. Ύστερα τον πήραν και τον πέταξαν σ’ ένα λάκκο και τον σκέπασαν. Το σώμα του ήδη μύριζε. Προς το βράδυ ένα αγόρι βρήκε στην παραλία δώδεκα αγελάδες νεκρές. Τις είχε ξεβράσει η θάλασσα. Κάποιοι είπαν πως ήταν θαύμα. Πως κάτι σήμαινε αυτό. Η αλήθεια είναι ότι το πλήρωμα του πλοίου που τις μετέφερε είχε αναγκαστεί να τις πετάξει στο νερό γιατί αυτές, κάπως αναίτια, είχαν ψοφήσει και ήταν πια ένα άχρηστο φορτίο που έπιανε ζωτικό χώρο στο αμπάρι. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

36

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

«Επιτέλους, σύντομα — ψωμί και Μια αναφορά στις «Θέσεις του Ιούνη», aνέκδοτο κείμενο του

Δημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα από τις «Θέσεις του Ιούνη» του Λουί Αλτουσέρ. Μια εκτενέστερη εκδοχή, με υποσημειώσεις, μπορείτε να διαβάσετε στο μπλογκ των «Ενθεμάτων». Ολόκληρο το κείμενο θα δημοσιευτεί στο τεύχος Οκτωβρίου του περιοδικού Ουτοπία, πλαισιωμένο από ένα αφιέρωμα στον Αλτουσέρ και την πολιτική θεωρία. ΤΟΥ ΦΡΙΝΤΕΡ ΟΤΤΟ ΒΟΛΦ

Θέση 6 […] «Υπάρχει η ιδέα στον Μαρξ, και πάνω από όλα στους Ένγκελς, Λένιν, Μάο, πως οι επιστημονικές έννοιες είναι έγκυρες μόνο όταν διαθέτουν ως υπόβαθρο μια σωστή φιλοσοφία» [στο πρωτότυπο: philosophie juste], και πως [...] ενδέχεται να μπορούν χρησιμοποιηθούν μόνο στη βάση του σωστού προσανατολισμού που παρέχεται από μια τέτοια σωστή φιλοσοφία». Σε αυτή τη μακροσκελή Έκτη Θέση, ο Aλτουσέρ πρώτα επισημαίνει πως μια τέτοια «σωστή φιλοσοφία» δεν μπορεί να βρεθεί «στον θεωρητικό ανθρωπισμό του νεαρού Μαρξ, δηλαδή στη φιλοσοφική θεωρία της φοϋερμπαχιανής αποξένωσης» και υπογραμμίζει ότι «ο θεωρητικός αντιανθρωπισμός του Μαρξ είναι η προϋπόθεση: α) της επιστημονικής του θεωρίας των κοινωνικών σχηματισμών,. β) του πρακτικού, αδελφικού ανθρωπισμού του κομμουνισμού». Ο Αλτουσέρ ωστόσο επιμένει πως ο Μαρξ ποτέ «δεν είχε επιχειρήσει να συστηματοποιήσει αυτή τη φιλοσοφία»: στη Γερμανική Ιδεολογία (την οποία ο Αλτουσέρ διαβάζει ακολουθώντας την ανάλυση του Ζωρζ Λαμπικά) «ο Μαρξ θεωρεί πως η φιλοσοφία είναι μόνο ιδεολογία, και ως εκ τούτου ψευδαισθητική». […] Ο Αλτουσέρ υπενθυμίζει στον αναγνώστη πως αναμφισβήτητα ο Μαρξ έχει «επαναλάβει χιλιάδες φορές ότι ήταν υλιστής» - αυτό «σήμαινε γι’ αυτόν, πάνω απ’ όλα, “να μη λέμε ιστορίες μεταξύ μας” για την πραγματικότητα, αλλά να την κατανοούμε χωρίς καμία ξένη προσθήκη (Ένγκελς)». Και προσθέτει: «αλλά ο Μαρξ δεν είχε ποτέ χρησιμοποιήσει την έννοια του διαλεκτικού υλισμού, αυτό τον «κίτρινο λογάριθμο», όπως θα του άρεσε να λέει, αυτή τη

Ο τίτλος «Επιτέλους, σύντομα — ψωμί και τριαντάφυλλα!» είναι η τελευταία πρόταση του χειρογράφου του Αλτουσέρ «Οι θέσεις του Ιούνη», σε μια γραμμή μόνη της και στο κέντρο αυτής της γραμμής, δηλαδή σαφώς τοποθετημένη ως το τελικό κάλεσμα για να ολοκληρώσει την παρουσίαση του.

Το κείμενο που ακολουθεί απεικονίζει στο έπακρο την αμφιλεγόμενη θέση του έργου του Αλτουσέρ που εκτείνεται από το τραγικό γεγονός του 1980 ως τον θάνατό του, μια δεκαετία αργότερα. Συνέχεια ή ρήξη με την προηγούμενη σκέψη του; Απέλπιδες προσπάθειες ενός συντετριμμένου υποκειμένου ή νέα δημιουργική αρχή για τον στοχασμό του; Είναι τελικά ο «ίδιος» Αλτουσέρ που γράφει το Για τον Μαρξ και ο «ζωντανός νεκρός» που υπογράφει την εκτός κάθε ορίου «αυτοβιογραφία» του; Στις Θέσεις του Ιούνη τα ερωτήματα αυτά, που διατρέχουν την ίδια τη σκέψη του Αλτουσέρ, παίρνουν μια νέα τροπή, καθότι εδώ ο λόγος του μας φτάνει διαμεσολαβημένος από τον λόγο του φίλου του Φρίντερ Όττο Βολφ, που προσπάθησε ανεπιτυχώς να τις δημοσιεύσει, αλλά προσέκρουσε στην άρνηση των κληρονόμων. Αναγκαστικά, λοιπόν, η ίδια η μορφή του κειμένου τροποποιείται και παίρνει τον χαρακτήρα μιας «αναφοράς». Οι Θέσεις του Ιούνη έχουν αναμφισβήτητα μια ονειρική χροιά και αποπνέουν μια ιδιόμορφη αισιοδοξία για το εγχείρημα της κομμουνιστικής απελευθέρωσης, που μοιάζει με αντεστραμμένη εικόνα της καταθλιπτικής ατμόσφαιρας των γραπτών της περιόδου 1978-1980, αλλά και αρκετών κατοπινότερων. Φαίνεται ότι ορισμένοι θεώρησαν ότι αποτελεί κάτι σαν θεωρητικό παραλήρημα, αλλά το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί για όλα τα κείμενά του που γράφτηκαν μετά το 1980 και είναι πλέον στο μεγαλύτερο μέρος τους δημοσιευμένα. Ας σημειώσουμε εδώ μόνο ότι, αν και αδημοσίευτο (αλλά προσβάσιμο στο κατατεθειμένο αρχείο των χειρογράφων του), το κείμενο αυτό απετέλεσε ένα βασικό τεκμήριο της μεταμοντέρνας ερμηνείας της σκέψης του ύστερου Αλτουσέρ που διατύπωσε ο Αντόνιο Νέγκρι το 19931 και άσκησε ισχυρή επίδραση σε όλη τη συζήτηση που ακολούθησε. Οι Θέσεις αυτές σίγουρα αποτυπώνουν μια θεωρητική μετατόπιση, ειδικά όταν διαγράφουν την ταξική πάλη ως κινητήρια ιστορική δύναμη, αλλά σχεδόν εξίσου και μια ριζοσπαστιθεωρητική ανοησία». Ο Αλτουσέρ επιμένει πως το γεγονός της ανικανότητας του Μαρξ «να γράψει “είκοσι σελίδες για την διαλεκτική”» (την οποία περιγράφει ως μια «ευτυχή ανικανότητα», τους λόγους της οποίας «θα χρειαστεί κάποιος να θελήσει να τους καταλάβει»), έχει ως τελικό αποτέλεσμα πως «το οτιδήποτε θα πρέπει να γνωρίζουμε από την αντίληψή του για τη διαλεκτική (αφήνοντας κατά μέρος το “διαλεκτικό” παιχνίδι των εννοιών της εργασιακής θεωρίας της αξίας) περικλείεται στην όμορφη φράση πως “η διαλεκτική, η οποία ως επί το πλείστον έχει υπηρετήσει τις κατεστημένες εξουσίες, είναι επίσης κριτική και επαναστατική”». Σε αυτή τη φράση ο Aλτουσέρ βρίσκει «τα πάντα». «Χρησιμοποιούμενη με θετικό τρόπο, όταν οι “νόμοι” της διατυπώνονται ρητά (Ένγκελς, Στάλιν) η διαλεκτική είναι συντηρητική, αντιδραστική ή απολογητική [...]. Αλλά χρησιμοποιούμενη με αρνητικό τρόπο, όταν δεν είναι μόνο κριτική αλλά και επαναστατική, η διαλεκτική είναι άξια εκτίμησης [appreciable]». Αυτό σημαίνει για τον Aλτουσέρ πως οποιαδήποτε συζήτηση για τους «νόμους της διαλεκτικής» ή «νόμους της ιστορίας» είναι ένας παραλογισμός. Τι θα μπορούσε τότε να είναι μια τέτοια απολύτως αρνητική διαλεκτική; Ο Αλτουσέρ στο σημείο αυτό μετατοπίζεται, «ερχόμενος στην ουσία» του ζητήματος, και διατυπώνει την κεντρική του θέση: «Ο “αληθινός” υλισμός είναι ο υλισμός του αστάθμητου, εγγεγραμμένος στην παράδοση του Δημόκριτου, όπως ο Λένιν έχει επισημάνει τόσο επιτυχημένα». Και προσθέτει ορισμένες διευκρινίσεις: «Αυτός ο υλισμός δεν είναι μια φιλοσοφία που πρέπει να επεξεργαστεί ως σύστημα, προκειμένου να καταστεί άξιος του ονόματος της φιλοσοφίας. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν μια απρόσιτη πολυτέλεια, αλλά δεν είναι απαραίτητο». Περισσό-

κοποιημένη εκδοχή του πυρήνα της αλτουσεριανής σκέψης, όταν π.χ. αποφαίνονται ότι «τα πάντα κρίνονται σε τελευταία ανάλυση στο πεδίο της ιδεολογικής πάλης και της φιλοσοφικής παρέμβασης». Κυρίως όμως ξαναπιάνουν και ξετυλίγουν ένα βασικό νήμα του αλτουσεριανού έργου που αφορά τη σχέση της φιλοσοφίας με την πολιτική πρακτική, ένα νήμα που γνωρίζουμε τώρα ότι διαπερνούσε υπόγεια τη δουλειά του από τη δεκαετία του 1970 και ήρθε στο φως με τη μεταθανάτια δημοσίευση των εξαιρετικά σημαντικών κειμένων του για τον Μακιαβέλι. Αυτός είναι ο Αλτουσέρ που προσπαθεί να σκεφτεί την ιδιαιτερότητα της πολιτικής και την «αστάθμητη» τροχιά που χαράζουν οι διαδράσεις της ενδεχομενικότητας και των ιστορικά προσδιορισμένων καθορισμών. Είναι ο Αλτουσέρ της συγκυρίας, και όχι της δομής, του «κενού», δηλαδή της ενικότητας των συμβάντων, αλλά και της επαναδιατύπωσης της κομμουνιστικής προοπτικής. Μια προοπτική που ορίζεται πλέον ως προσπάθεια μετασχηματισμού των «νησίδων κομμουνισμού» που εμπερικλείει ο σημερινός κόσμος σε ένα νέο απελευθερωτικό κίνημα, πέρα από τη μορφή-κόμμα, ίσως και πέρα από τον μαρξισμό, αλλά που, σε ρήξη με τη μεταμοντέρνα αντίληψη, επιμένει στον στόχο του «να κάνουμε το περιθώριο κέντρο». Στο κείμενο αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Αλτουσέρ, ταυτιζόμενος πλήρως με τη «μοναξιά» των στρατευμένων στοχαστών στους οποίους έχει αναφερθεί, επιχειρεί, με μια ύστατη ζαριά, να σπάσει το τείχος της σιωπής και της απομόνωσης που τον περιέβαλλε και, όπως ο Μακιαβέλι που τόσο θαύμαζε, να «στοχαστεί το καινούργιο». 1 Antonio Negri, «Pour Althusser. Notes sur l’évolution de la pensée du dernier Althusser», στο Futur Antérieur, τεύχος εκτός σειράς: Sur Althusser. Passages, 1993, σ. 73-96. ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ

τερο προσδιορίζεται από τη θέση που καταλαμβάνει στο πεδίο της φιλοσοφίας: «Αυτό το οποίο είναι αποφασιστικό στον μαρξισμό είναι το ότι καταλαμβάνει μια θέση στη φιλοσοφία». Και τούτο επειδή μια φιλοσοφία δεν συγκροτείται από την περισσότερο ή λιγότερο συστηματική της επεξεργασία: «Αυτό που την καθιστά φιλοσοφία δεν είναι ο αποδεικτικός της λόγος (δεν υπάρχει αληθινή απόδειξη στη φιλοσοφία, όπως οι λογικοί φιλόσοφοι γνωρίζουν εδώ και πολύ καιρό), ούτε ο νομιμοποιητικός της λόγος». Αντ’ αυτού, «εκείνο που προσδιορίζει μια φιλοσοφία είναι η θέση της (thèsis, thesis) στο φιλοσοφικό πεδίο του αγώνα (το «πεδίο μάχης» του Καντ) — υπέρ ή κατά της τάδε ή της δείνα υφιστάμενης φιλοσοφικής θέσης (μια νέα θέση: Satz, Setzen, Thèsis, thesis)».

Θέση 7 Στην ακόλουθη, έβδομη θέση γίνεται σαφές «το πολύ μεγάλο πλεονέκτημα» του «υλισμού του αστάθμητου» ως φιλοσοφικής θέσης: «Πρώτον, θέτει την προτεραιότητα του υλισμού έναντι οτιδήποτε άλλου, του αστάθμητου συμπεριλαμβανομένου, παρά το ότι ο υλισμός και το αστάθμητο είναι ένα και το αυτό». Αυτό σχετίζεται με τη διάκριση μεταξύ «ύλης» και «υλικότητας»: «ο υλισμός μπορεί να είναι απλά ύλη, αλλά όχι αναγκαία μόνο ύλη, “ολόγυμνη” ύλη». Αντί να περιορίζεται «στην ύλη του φυσικού ή του χημικού» ή σ’ αυτήν «του εργάτη που δουλεύει το μέταλλο ή τη γη, ο αστάθμητος υλισμός, με το να επιβεβαιώνει την “προτεραιότητα της ύλης έναντι οτιδήποτε άλλου”, μπορεί να φτάσει μέχρι και την “υλικότητα της διαθετικότητας” [dispositif] ή ακόμη και στο “απλό ίχνος” (Ντεριντά), την υλικότητα της χειρονομίας, η οποία αφήνει ένα ίχνος, που δεν διακρίνεται από το ίχνος

που αφήνεται σε τοίχους σπηλαίων ή σε ένα φύλλο χαρτί», ή, σύμφωνα με τον Ντεριντά πάλι, ακόμη και με την υλικότητα μιας «ομιλούσας φωνής». Με αυτή τη διευρυμένη έννοια, ο Aλτουσέρ είναι έτσι σε θέση να διαβεβαιώσει ότι: «Η προτεραιότητα της υλικότητας είναι καθολική» - και να διακρίνει αυτή τη θέση από τη θέση της «πρωτοκαθεδρίας της βάσης (λανθασμένα κατανοημένη ως το συνολικό άθροισμα των παραγωγικών υλικών δυνάμεων και των πρώτων υλών)», της οποίας οι βλέψεις για καθολικότητα είναι «παράλογες στον βαθμό που αναφέρονται στις παραγωγικές δυνάμεις, ενώ αυτές υπάγονται [soumises] στις σχέσεις παραγωγής». Σε ένα απόσπασμα από την Συμβολή στην κριτική της πολιτικής οικονομίας ο Μαρξ έχει γράψει σε ό,τι αφορά «το ερώτημα που τίθεται σχετικά με το εάν οι μορφές ιστορικής προτεραιότητας είναι και λογικά πρότερες»: “Eξαρτάται”. Μια αστάθμητη και όχι μια διαλεκτική διατύπωση». Ο Aλτουσέρ προτείνει την ακόλουθη επαναδιατύπωση αυτής της θέσης: «Οτιδήποτε ενδέχεται, σε τελευταία ανάλυση, να είναι επικαθοριστικό δηλαδή να κυριαρχήσει». Ανατρέχει στον Μαρξ όταν αυτός αναφέρεται στους μεταβαλλόμενους επικαθορισμούς της κοινωνικής ολότητας (από «την πολιτική στην Αθήνα, και τη θρησκεία στην Ρώμη») αλλά και στις επεξεργασίες του ίδιου και του Μπαλιμπάρ στο Να διαβάσουμε το κεφάλαιο, όπου «είχαν επιχειρήσει να θεωρητικοποιήσουν» μια «μη αρθρωμένη θεωρία της μετάθεσης της δεσπόζουσας», ανάλογα με τον κάθε τρόπο παραγωγής. Και διευρύνει την ίδια αυτή ιδέα, ερμηνεύοντας ταυτόχρονα «το επόμενο βήμα του» στη θεωρία: «Αλλά εντός της ίδιας της υπερδομής αυτό που είναι επικαθοριστικό είναι επίσης η υλικότητά της. Για αυτό τον λόγο επιχείρησα να καταδείξω την de facto υλικό-


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 20 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

37

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

ι τριαντάφυλλα!» Αλτουσέρ τητα όλων των υπερδομών και όλων των ιδεολογιών (των ιδεών) που εδρεύουν στους ΙΜΚ (Ιδεολογικούς Μηχανισμούς του Κράτους)». Και ο Aλτουσέρ προσθέτει μια περαιτέρω μεθοδολογική διευκρίνιση: «Εδώ είναι που θα πρέπει να εντοπίσουμε “σε τελική ανάλυση” τη μετάθεση της υλικότητας (που είναι τόσο ευμετάβλητη), που είναι πάντα επικαθοριστική “σε τελευταία ανάλυση” σε κάθε συγκεκριμένη κατάσταση, και είναι πάντα αληθές πως “εξαρτάται” - από την συγκεκριμένη διάταξη των δυνάμεων, και, ως εκ τούτου από την κατανομή τους κάτω από μια δεσπόζουσα».

Θέση 8 […] «Σε κάθε διασταύρωση, η τάση μπορεί να πάρει το τάδε ή το δείνα απρόβλεπτο μονοπάτι, επειδή είναι αστάθμητη». Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον Αλτουσέρ, «η περίφημη διαλεκτική δεν είναι τίποτε άλλο από το αστάθμητο· και το αστάθμητο δεν υπακούει σε κανένα νόμο (εκτός από τους στατιστικούς νόμους, αλλά με αυτούς βρισκόμαστε στο σκότος της περίφημης επιτυχημένης ζαριάς σύμφωνα με “το νόμο των μεγάλων αριθμών”)». Αυτό το οποίο διαθέτουμε είναι ορισμένα σταθερά στοιχεία: «Αντίθετα, το αστάθμητο διαθέτει ορισμένες σταθερές μορφές τάσεων επηρεαζόμενες από τις μεταβλητές εντός των οποίων ενυπάρχουν». […]

Θέση 9 […] «Έτσι είναι λοιπόν ο κόσμος όταν τον παρατηρούμε από το 1925 έως το 1975. Μια παγκόσμια αγορά ενοποιημένη από την αποικιοποίηση, και με ένα κυρίαρχο οικονομικό, χρηματοπιστωτικό, χρηματιστηριακό και πολιτικό κέντρο: την Wall Street». Αυτή η περιγραφή της βασικής συνέχειας του παγκόσμιου συστήματος λειτουργεί ως υπόβαθρο της ιστορικής εξήγησης του σταλινισμού που σκιαγραφεί ο Αλτουσέρ και την οποία θα παραθέσω ολόκληρη: «Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου οι ΗΠΑ υπήρξαν το κυρίαρχο κέντρο του κόσμου από όλες τις απόψεις [sous tous les rapports]. Αλλά με τον πόλεμο της Ισπανίας συνέβη ένα περίεργο φαινόμενο, το οποίο ήταν πολύ σημαντικό. Όχι μόνο η συγκρότηση του Άξονα (Βερολίνο, Ρώμη, Τόκιο). Αλλά κάτι το οποίο μπορούμε, μέχρι το Περλ Χάρμπορ, να αποκαλέσουμε με κάποια επιφύλαξη “συγκρουσιακή” συμμαχία μεταξύ των ΗΠΑ και της Γερμανίας του Χίτλερ. Για ακόμη μια φορά, οι ΗΠΑ δεν κατασκεύασαν έναν Στάλιν προσαρμοσμένο στις ανάγκες της πολιτικής τους, αλλά εκμεταλλεύτηκαν την ύπαρξή του και την ενσωμάτωσαν στη στρατηγική τους». Ο Αλτουσέρ συνεχίζει επιχειρώντας να αποσαφηνίσει την θέση του, την οποία κρίνει «αναγκαία για την κατανόησή του γιατί ο σταλινισμός είναι τόσο ακατάβλητος, ζωντανός ακόμη και σήμερα, σε ένα μεγάλο αριθμό κομμουνιστικών συνειδήσεων»: «Ο σταλινισμός ήταν η μορφή που “προέκυψε” (και δεν προσχεδιάστηκε), ήταν η ιδιάζουσα μορφή εκμετάλλευσης και αιματηρής καταστολής που επιβλήθηκε (και στηρίχθηκε) από τον ιμπεριαλισμό στους πληθυσμούς των “σοσιαλιστικών” χωρών». Ο Αλτουσέρ συγκρίνει αυτό το φαινόμενο με «την ταυτόσημη πολιτική αιματηρής δικτατορίας, την

οποία οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει για δεκαετίες σε χώρες της Λατινικής Αμερικής — δικτατορίες οι οποίες υποδέχονταν ευπρόσδεκτα ευρωπαίους ναζί εγκληματίες».

Θέση 10 Ενώ στη Θέση 9 επισημαίνει τις συνέχειες του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος κατά τη διάρκεια της μετάβασης από τη βρετανική στην αμερικανική κυριαρχία, στη Θέση 10 ο Αλτουσέρ τονίζει μια ασυνέχεια: «Μόλις τα δύο τελευταία χρόνια ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός έχει αποκηρύξει την κλασική λύση της αιματηρής δικτατορίας, υποστηριζόμενης από δολοφονίες και βασανιστήρια, υπέρ μιας σοσιαλδημοκρατικής λύσης σε παγκόσμια κλίμακα». Εδώ ο Αλτουσέρ μας παραπέμπει «στους αστούς ιστορικούς και τους πολιτικούς επιστήμονες», οι οποίοι «έχουν μελετήσει ήδη σοβαρά αυτό το ζήτημα. Και συνεχίζει εξηγώντας τον νέο «σχηματισμό της παγκόσμιας αγοράς» των τελευταίων «δύο-τριών ετών». Τα «βασικά χαρακτηριστικά» της είναι «στα μάτια μου» τα ακόλουθα, λέει: α) Κάθε γεγονός τώρα είναι παγκόσμιο [mondial], ασχέτως του εάν είναι οικονομικό (η μαύρη εργασία της νοτιοανατολικής Ασίας, οι παράνομοι μετανάστες στην Ευρώπη, η εντυπωσιακή ανάπτυξη των εξαγωγών χάλυβα κτλ), πολιτικό ή πολιτισμικό. Ο κόσμος έχει γίνει ένας. Κάθε στοιχείο έχει τις συνεπαγωγές του στην άλλη άκρη του κόσμου. Για αυτό η πληροφορία αποκτά μια νέα και επαναστατική σημασία. β) Αυτός ο κόσμος δεν έχει πλέον ένα κυρίαρχο κέντρο, αλλά μια πολλαπλότητα κέντρων μεταξύ των οποίων η κυριαρχία αλλάζει χωρίς καμία ρήξη. Αυτό γίνεται φανερό στις διακυμάνσεις του χρηματιστηρίου, στο γιγάντιο αμερικάνικο χρέος, στην απρόβλεπτη πτώση του δολαρίου, τώρα στην ελεύθερη πτώση του μετά από μια εντυπωσιακή άνοδο. [ (Ξανά, εδώ, ο Αλτουσέρ παραπέμπει τον αναγνώστη σε μη κατονομασθείσες «εξαίρετες αστικές μονογραφίες σχετικές με αυτά τα κρίσιμα ζητήματα»]. γ) Στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου οι εκβιομηχανισμένες χώρες, καπιταλιστικές και σοσιαλιστικές, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας κτλ., είναι σε θέση ισχύος — εάν όχι εν ενεργεία [en acte], τουλάχιστον δυνάμει. Και την ημέρα που η κινέζικη και γαλλική πολιτική μιας ένωσης της Κίνας, της Ευρώπης και του Τρίτου Κόσμου δεν θα αποτελεί πλέον ένα απλό σχέδιο αλλά μια υπαρκτή δύναμη, η κατάσταση θα ανατραπεί [basculera] οριστικά. Επισημαίνω πως σε αυτή τη «σιωπηρή συμμαχία», η οποία κατευθύνεται ενάντια στις ιμπεριαλιστικές ΗΠΑ, δεν υπάρχει κέντρο πλέον, καμία διευθύνουσα δύναμη [pays dirigeant]. δ) Από τούδε και εφεξής, ο κόσμος είναι μια απρόβλεπτη ροή. Εάν θέλουμε να σχηματίσουμε μια εικόνα για αυτόν, πρέπει να ανατρέξουμε στον Ηράκλειτο («δεν μπορούμε να μπούμε στο ίδιο ποτάμι δύο φορές») ή στον Επίκουρο (προτεραιότητα του κενού έναντι των ατόμων). Εάν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε μια εικόνα που είναι εγγύτερα σε εμάς δεν θα πρέπει να αναπαριστούμε πλέον τον κόσμο με τον τρόπο του Ντεκάρτ ως ένα δέντρο με ιεραρχήσεις, αλλά, όπως ο Ντελέζ (ένας ιδιοφυής γάλλος φιλόσοφος), ως ένα «οριζόντιο ρίζωμα». […] ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΟΥΒΛΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ

Λιάνα Κανέλλη: Αποκάλυψη τώρα! ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΟΤΑΡΙΔΗ Η πολεμική του ΚΚΕ προς τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί πλέον θεμελιώδη άξονα της πολιτικής του. Βασικά στοιχεία της, η απόδειξη, η αντίκρουση (βλ. τη σ. Παπαρήγα), και κυρίως η «αποκάλυψη» του «σφάλματος» ή -στο ιδίωμα της Αριστεράς— της θεωρητικής, ιδεολογικής και ιστορικής πλάνης. Αυτοματικά παρεπόμενο: κάθε παρέκκλιση από τη «σωστή γραμμή» οδηγεί τελικά στην αποδυνάμωση του κινήματος. Η λειτουργία ωστόσο της Λιάνας Κανέλλη στα τηλεοπτικά πάνελ ξεπερνάει τα παραπάνω· είναι ενδεικτική μιας ορισμένης συνθήκης στον δημόσιο διάλογο, όπου η αντιπαράθεση δεν αναφέρεται στις θέσεις του αντιπάλου και την πολιτεία του, αλλά σε ιδιότητες, κρυφές και ενίοτε δόλιες. Η «λογική πλάνη» δεν αφορά πια αστοχίες στην ανάλυση, αλλά την ουσιώδη θεωρητική, ιδεολογική και ηθικο-πολιτική ελλειμματικότητα του αντιπάλου: οπορτουνιστής, αναθεωρητής κλπ. Επομένως, δεν πρόκειται περί πλάνης, αλλά για την εκδήλωση συμφυών προς την ουσία του αντιπάλου ιδιοτήτων. Έτσι, η αντιπαράθεση μετατοπίζεται από τον έλεγχο των θέσεων στην «αποκάλυψη» του, σε «τελική ανάλυση», ρόλου του· από την κατάδειξη της πλάνης στην αποκάλυψη των σαγηνευτικών (επικοινωνιακών) κόλπων που στοχεύουν στην αποπλάνηση ενός άδολου και ανυποψίαστου ακροατηρίου, του λαού, στο «ξεσκέπασμα» της δόλιας φύσης και λειτουργίας του αντιπάλου (εξού και η «σωτηριώδης» λειτουργία της αποκάλυψης) και, τέλος, στο «ξεμπρόστιασμα»: ο αντίπαλος είναι διαφορετικός από αυτό που φαίνεται ή λέει. Επιπλέον, η ταυτότητά του δεν συγκροτείται στο εσωτερικό της Αριστεράς, αλλά ανάγεται σε ορισμένες «ιστορικά δόλιες» ιδιότητες του καπιταλισμού (π.χ. ενσωμάτωση των ταξικών του εχθρών, ανάσχεση ριζοσπαστικοποίησης). Ως εδώ όλα καλά και το στραβό το ριζικό μας… «Η Ε.Ε. γιατί έφτιαξε την έννοια πολυπολιτισμός; Για να καταστρέψει την έννοια πολιτισμός. Η έννοια πολιτισμός εμπεριέχει την έννοια της διαφορετικότητας. Άμα είσαι διεθνιστής, αναγνωρίζεις την έννοια έθνος. Άμα είσαι κοσμοπολίτης; Τουρλουμπούκι, όλα πράσινα σαν το δολάριο». Χωρίς σχόλια, από την άποψη του μαρξισμού-λενινισμού. Επίσης: «Ο Τσίπρας θα κάνει μεγάλο κακό. Ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του Δαυίδ απέναντι στον Γολιάθ. [Θεωρεί ότι] η Ευρώπη είναι κρεμασμένη από πάνω του για να σωθεί. Θα κάνει ζημιά. Καταργεί ένα μεγάλο μέρος από την αξιοπιστία που έχουμε μάθει τεχνηέντως να εναποθέτουμε στους νέους. Είναι πολύ, πολύ γέρος, είναι πολύ δεινόσαυρος στην προσαρμογή. Προσαρμόζεται με μεγαλύτερες ταχύτητες απ’ ό,τι οι δεινόσαυροι τους οποίους κατηγορείτε στο ρεαλισμό και την πραγματικότητα: που σημαίνει ότι πουλάει ευκολότερα ψευδαισθήσεις λόγω του φαίνεσθαι. Ο Τσίπρας έχει διάσταση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι. Και αυτό όταν συμβαίνει σε νέο άνθρωπο παγιδεύει μάζες, τις οποίες όταν μετά θα κληθεί να χειριστεί, θα δεις το πραγματικό του πρόσωπο. Είμαι οπαδός της άποψης ότι αρχή άνδρα δείκνυσι. Άμα πιστεύεις ότι θα κάνει ταξικό πόλεμο η Κομισιόν, παίρνω τις φλέβες μου και τις κόβω». (Λ. Κανέλλη στην εκπομπή «Τα καρντάσιανς»).

Καλές οι μεταφορές, αλλά ούτε έτσι διεξάγεται η ταξική πάλη. Πρόκειται την κλιμάκωση μιας διαδικασίας έκπτωσης του αριστερού πολιτικού πολιτισμού, καθώς ζήλεψαν οι αριστεροί την δόξαν των ανελέητων δημαγωγών του καθεστώτος και στρογγυλοκάθισαν στα πάνελ τους. Εκεί η κ. Κανέλλη εναρμονίζεται με χαρακτηριστικές ποιότητες του δημόσιου χώρου: Ακύρωση της ιστορικότητας των τοποθετήσεων, των θέσεων και των ταυτοτήτων. Συσκότιση του αντίπαλου λόγου («το είναι και το φαίνεσθαι» της κ. Κανέλλη, το «στο βάθος δραχμή» του Κεδίκογλου), απομείωση του αντίπαλου ως φορέα έγκυρου λόγου (μιζέρια, ύποπτα συμφέροντα, τσογλάν-boy). Μετασχηματισμός των «εννιάμερων του κώλου» σε ιστορική και κατακλυσμιαία ιστορική στιγμή (1η δόση, 2η δόση…). Καταδολίευση των κανόνων του δημόσιου χώρου, παραγωγή συγκεχυμένων εικόνων περί των διακυβευμάτων και στρέβλωση των επίδικων των επιμέρους αντιπαραθέσεων. Κυρίως όμως ακυρολογία, ήτοι ο λόγος δεν νοηματοδοτείται στο πεδίο των έκδηλων σηματολογήσεών του αλλά στις περιοχές των συνειρμών. Στο βάθος οι μεγάλοι δάσκαλοι, Πάγκαλος και Βενιζέλος, τα επικοινωνιακά σαΐνια της Ν.Δ., οι συστηματικά «επιμορφωμένοι» δημοσιογράφοι και δημοσκόποι. Τι καταλαβαίνει η Λ. Κανέλλη όταν συγχρονίζεται με αυτούς που διαλαλούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι επικίνδυνος για το εθνικό μέτωπο, διαλαλώντας με τη σειρά της ότι είναι ομοίως επικίνδυνος και για το πατριωτικό λαϊκό κίνημα; Και επιδίδονται, Πρετεντέρης και Κανέλλη μαζί, να αποδείξουν ότι τα φαινόμενα απατούν, γιατί κατά βάθος ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί την επιστροφή στην δραχμή και, ακόμα βαθύτερα, αναστρέφει τη ριζοσπαστικοποίηση εναντίον της Ε.Ε. Ο ένας τοποθετεί τον ΣΥΡΙΖΑ εκτός τόπου και χρόνου, ενώ η άλλη τον αποδίδει ως πυλώνα των διεργασιών ενσωμάτωσης της ριζοσπαστικοποίησης. Και οι δύο αναφέρονται σε ιδιότητες: δηλαδή ο λόγος είναι μη έγκυρος εξαιτίας της εγγενούς ελλειμματικότητας του φορέα, της δολιότητας ως προς το σκοπούμενο και, κυρίως, της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει το «υπονοούμενο» ως προς τις απώτερες στοχεύσεις και οι συνειρμοί ως προς τις ποιότητες του αντιπάλου. Πώς προσχωρεί στη ρητορεία του τύπου «είναι επικίνδυνος ο Τσίπρας» και αναλαμβάνει το ΚΚΕ(;) διά της κας Κανέλλη να «αποκαλύπτει ό,τι κρύβει και δεν φαίνεται»; Αυτό δεν είναι επιχείρημα της Αριστεράς ούτε γνώρισμα της Δεξιάς. Είναι χαρακτηριστικό ενός τύπου λογικών ασυναρτησιών που δοκιμάστηκαν ως εξόχως αποτελεσματικοί από τα καθεστωτικά ΜΜΕ, όπου λειτουργεί η κ. Κανέλλη, εκφυλίζοντας την Αριστερά ως πεδίο καλλιέργειας και επεξεργασίας της μετά λόγου γνώσεως πολιτικής αντιπαλότητας. «Επέμεινε η Κανέλλη στον χαρακτηρισμό “τσογλάν μπόι”, τονίζοντας μάλιστα πως είναι ηπιότερος της πραγματικότητας». Παρένθεση: τσογλάνι σημαίνει ό,τι λένε τα λεξικά. Boy όλοι ξέρουμε ότι σημαίνει και κάτι παραπάνω από όσα λένε τα λεξικά. Εδώ όμως, στο «αποκαλυπτικό» ιδίωμα της κ. Κανέλλη, «τσογλάν-boy» σημαίνει απλώς ότι «άνοιξαν οι πύλες της Κολάσεως».


Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ:

Η Εκκλησία του φτωχού λαού ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ΓΟΥΝΟΠΟΥΛΟΥ Η Θεολογία της Απελευθέρωσης, το σημαντικό χριστιανικό ρεύμα της Λατινικής Αμερικής της δεκαετίας του ‘60 και δώθε, που εκδηλώθηκε τόσο μέσα από μια μεγάλη παραγωγή θεολογικών κειμένων όσο και μέσα από πλήθος κοινωνικών δράσεων, χαρακτηρίστηκε από τη στράτευση μαζί με τον φτωχό λαό για την απελευθέρωσή του. Τοποθετήθηκε στον κόσμο ως μια «Εκκλησία των Φτωχών» και όχι ως μια «Εκκλησία των Κυρίων», ως «μια φωνή γι’ αυτούς που δεν έχουν καμιά».1 Ο P. Berryman προσδιορίζει τη Θεολογία της Απελευθέρωσης ως «μια ερμηνεία της χριστιανικής πίστης για τον αγώνα και την πάλη αυτών που υποφέρουν από τη φτώχεια, καθώς και μια κριτική της κοινωνίας […] μέσα από τα μάτια των φτωχών».2 Ο φτωχός για τη Θεολογία της Απελευθέρωσης είναι αυτός που υφίσταται κοινωνική, πολιτική, οικονομική καταπίεση, που ζει μέσα στον πόνο κάποιας προσωπικής απώλειας, που δεν μπορεί να ορθοποδήσει μέσα στην αποξένωση, την αλλοτρίωση, την καταθλιπτική μοναξιά και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Ο Φιντέλ Κάστρο διαπιστώνει ότι «οι φτωχοί επηρέασαν την Εκκλησία, και η Εκκλησία από την πλευρά της, σαν αντανάκλαση ή ηχώ αυτού του πόνου, διείσδυσε στους φτωχούς […] η Εκκλησία σ’ αυτό το ημισφαίριο ποτέ δεν είχε το κύρος και την εξουσία που απέκτησε από τη στιγμή που πολλοί ιερείς και επίσκοποι άρχισαν να ταυτίζονται με την υπόθεση των φτωχών», ενώ ο Βραζιλιάνος θεολόγος Frei Betto επισημαίνει ότι «στο βαθμό που οι φτωχοί εισέβαλαν στην Εκκλησία, καθολικοί παπάδες και επίσκοποι άρχισαν να στρέφονται στο χριστιανισμό».3 Ο βραζιλιάνος «Επίσκοπος των φτωχών», ο Dom Hélder Câmara, τονίζει πως «Ανακαλύπτονται οι κοινωνικές διαστάσεις της αμαρτίας και δημιουργείται μια νέα θεολογία: η Θεολογία της Απελευθέρωσης, για την οποία ο Χριστός ζει σήμερα στο πρόσωπο των φτωχών και εξαθλιωμένων […] αφού ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, σε κανέναν δεν επιτρέπεται να προσβάλλει την εικόνα του Θεού καταδικάζοντάς την σε μια χαμοζωή».4 Όταν βλέπουμε γύρω μας πολλούς ανθρώπους να δυστυχούν, αυτό αποτελεί ένδειξη ότι κάτι σοβαρό αποσαθρώνει τον κόσμο μας. Η έλλειψη σχέσεων αλληλεγγύης, ο ατομοκεντρισμός και ο εγωισμός εκδηλώνονται στο πρόσωπο του δοκιμαζόμενου ανθρώπου, του φτωχού αδερφού, ως απουσία αγάπης, διαλύοντας κάθε εμπειρία σχέσης κοινωνίας και ανθρώπινης ελευθερίας, αφήνοντας τον κόσμο στην ακοινωνησία και τη φτώχεια σε όλες τις πτυχές του βίου. Η απελευθέρωση του φτωχού είναι απελευθέρωση όλου του κόσμου, μαρτυρώντας την ύπαρξη της αγάπης και της ελευθερίας σε αυτόν. Από την εμπειρία μας γνωρίζουμε ότι η αγάπη είναι δύναμη απελευθερωτική, ανθρωποκεντρική και κοινωνιοκεντρική, αφού πάντα αναφέρεται και παραπέμπει στον Άλλο. Ο Άλλος δεν είναι η κόλασή μας, αλλά η δυνατότητα της ελευθερίας μας. Το μίσος είναι βίωμα χωρισμού και αποξένωσης, άρα εμπειρία αντικοινωνική και ατομοκεντρική. Ο Λόγος του Θεού εκφράζεται από τις Ενέργειές Του, σύμφωνα με τον πατέρα της Ορθοδοξίας Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή.5 Το ενέργημα του ανθρώπου που αγαπά εκφράζει το Λόγο (αιτία, σκοπό, νόημα) της ύπαρξής του. Η αγάπη όταν υπάρχει γίνεται αιτία, κίνητρο για ενέργημα απελευθερωτικό, τόσο από μια κατάσταση προσωπικής και εσωτερικής αλλοτρίωσης εξαιτίας του εγωισμού όσο και από μια κατάσταση κοινωνικής και εξωτερικής αλλοτρίωσης, όπως εκδηλώνεται

Ο Άγγελος Γουνόπουλος είναι πολιτικός επιστήμονας.

Τοιχογραφία του Cerrero Barredo (κατεξοχήν ζωγράφου της θεολογίας της απελευθέρωσης), στον καθεδρικό ναό της Sao Felix do Araguaia (Βραζιλία)

στις άδικες καταπιεστικές κοινωνικές και πολιτικές δομές, στην ειδωλολατρία του χρήματος ή της κυριαρχίας. Συνεπώς η αλλαγή που απαιτείται είναι τόσο στις κοινωνικές σχέσεις όσο και στον ίδιο τον άνθρωπο. Ο χιλιανός θεολόγος S. Galilea σημειώνει: «Δεν υπάρχει ανθεκτικός τρόπος για τη δικαιοσύνη και την ανθρώπινη αλληλεγγύη χωρίς την αλλαγή της καρδιάς. Κανείς δεν μπορεί να συμβάλει στην απελευθέρωση του άλλου αν δεν έχει πρώτα αυτός απελευθερωθεί από τον εγωισμό και όλες τις μορφές της ειδωλολατρίας. Αυτό που η σημερινή Εκκλησία ονομάζει “ολοκληρωμένη απελευθέρωση” είναι μια σύνθεση εσωτερικής και κοινωνικής απελευθέρωσης. Βρίσκεται μεταξύ των καλών πράξεων και του τρόπου της καρδιάς».6 Η αγάπη και η αλληλεγγύη είναι τρόπος ζωής και όχι ιδεολογία προς αναζήτηση οπαδών. Το σκάνδαλο της φτώχειας γίνεται το μέτρο της κατάστασης της κοινωνίας, της προσωπικής μας κατάστασης στο πώς τοποθετούμαστε απέναντί της. Ο θεολόγος Θανάσης Παπαθανασίου μας θυμίζει τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου: «Γνωρίζω πολλούς που νηστεύουν, προσεύχονται, σκληραγωγούνται και γενικά εφαρμόζουν με προθυμία κάθε θρησκευτική συνήθεια, αρκεί να μην τους κοστίζει τίποτα, και δεν δίνουν δεκάρα για όσους έχουν ανάγκη. Τι τους ωφελεί η υπόλοιπη αρετή τους; Δεν είναι κατάλληλοι για τη Βασιλεία του Θεού».7 Η διακονία μαζί με τον φτωχό δεν σημαίνει πατρωνία του. Όπως λέει ο Γκουτιέρες, «δεν θα έχουμε δημιουργήσει μια γνήσια Θεολογία της Απελευθέρωσης παρά μόνο όταν οι ίδιοι οι καταπιεσμένοι […] διαχειριστούν τη δική τους απελευθέρωση».8 Οι φτωχοί γίνονται το υποκείμενο της δικής τους ιστορίας και σωτηρίας και όχι το αντικείμενο μιας κατάστασης που χρειάζεται τη φιλανθρωπία. Όχι ότι η φιλανθρωπία δεν έχει σημασία. Αυτό όμως που κυρίως αναγνωρίζεται στους φτωχούς και τους καταπιεσμένους είναι η σημασία της ανάκτησης της αξιοπρέπειάς τους. Η επιλογή υπέρ και μαζί με τους φτωχούς είναι εδραιωμένη και στον ορθόδοξο κόσμο. Η Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη του ‘86 ομόφωνα επισήμανε πως «η φτώχεια, η πείνα, η οδύνη, η άδικη και συχνά εγκληματική κατανομή και διαχείριση των υλικών αγαθών προσβάλλουν όχι μόνο την εικόνα του Θεού στο κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά και τον ίδιο το Θεό, ο οποίος σαφώς ταυτίζει τον εαυτό του με τον πεινασμένο φτωχό άνθρωπο (κατά Ματθαίον 25:40, όπου και ο Χριστός λέει: “Αληθινά σας λέω ότι κάθε τι που κάνατε σε έναν από τους φτωχούς αυτούς αδελφούς μου, που φαίνονται άσημοι και πολύ μικροί, το κάνατε σε μένα”). Γι’ αυτό οποιαδήποτε αδράνεια και αδιαφορία του κάθε χριστιανού και της Εκ-

κλησίας γενικότερα μπροστά στο τρομακτικό σύγχρονο φαινόμενο της πείνας ολόκληρων λαών θα ταυτίζονταν με προδοσία του Χριστού και με απουσία ζωντανής πίστης […] Η πίστη στον Χριστό χωρίς διακονική αποστολή χάνει τη σημασία της […] κάθε άλλη προσπάθεια να δούμε τον Χριστό ως πραγματική παρουσία, χωρίς υπαρξιακή σχέση με αυτόν ο οποίος χρειάζεται βοήθεια, δεν είναι τίποτα άλλο από απλή θεωρία».9 Γιατί όμως η Θεολογία της Απελευθέρωσης αναλαμβάνει αυτό τον αγώνα δίπλα και μαζί με τον φτωχό αδελφό; Γιατί δεν αρκεί η πίστη; Ο ορθόδοξος επίσκοπος Κάλλιστος Ware παραθέτει μια αφήγηση από το οικολογικό μανιφέστο των Αμερικανίδων Βενεδικτίνων Ηγουμενισσών: «Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μια γερμανίδα χήρα έκρυβε εβραίους πρόσφυγες μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Όταν οι φίλοι της το ανακάλυψαν, τρομοκρατήθηκαν. “Μπαίνεις σε μεγάλο κίνδυνο”, της είπαν. “Το ξέρω”, απάντησε. “Τότε γιατί επιμένεις σ’ αυτή την τρέλα;”. Η απάντησή της ήταν άμεση και καταλυτική. “Το κάνω”, είπε, “γιατί η στιγμή είναι τώρα και εγώ είμαι εδώ”».10 Οι θεολόγοι, οι ιερείς, οι μοναχές και οι λαϊκοί χριστιανοί ανέλαβαν αυτή την «τρέλα», δίπλα και μαζί με τον φτωχό, γιατί εκείνη τη στιγμή αυτοί ήταν εκεί. Ζώντας με τη δύναμη της αγάπης, κάπου όλα έμοιαζαν σαν να είχαν ήδη απελευθερωθεί, καθώς βάδιζε ο αγωνιζόμενος, σταυρωμένος και αναστημένος άνθρωπος μέσα στην ιστορία…

1 Dom Helder Camara, Δημοκρατία, Πανεπιστήμιο, Ανάπτυξη, Μήνυμα 1974, σ. 7. 2 Phillip Berryman, Liberation Theology: Essential Facts about the

Revolutionary Movement in Latin America and Beyond, Pantheon Books 1987, σ. 8. 3

F. Betto, F. Castro, Ο Φιντέλ και η Θρησκεία, Γνώσεις 1987, σ. 315.

4 F. Cardenal / E. Cardenal / M. D’ Escoto, Και Χριστός και Μαρξ, Πα-

ρατηρητής 1986, σ. 13. 5 Ambigua 22 Patrologia Graeca, 91:1257 ΑΒ. 6 Galilea Segundo, «The Spirituality of Liberation», The Way, τχ.

25/3, Campion Hall 1985, σ. 193, 194. 7

Ιωάννου Δαμασκηνού, Ιερά Παράλληλα, σ. 95, 1489C-D.

8 Gustavo Gutierrez, Θεολογία της Απελευθέρωσης, Άρτος Ζωής 2012,

σ. 493-494. 9

Πέτρος Βασιλειάδης, Ενότητα και Μαρτυρία, Επίκεντρο 2007, σ. 286-287. 10

Κάλλιστος Ware, Οικολογική Κρίση και Ελπίδα, Ακρίτας 2008, σ. 44.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.