e11983

Page 1

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Κείμενα των: Δήμητρας Σιατίτσα, Αλαίν Μπαντιού, Τασίας Χριστοδουλοπούλου, Δημήτρη Χριστόπουλου, Γιώργου Μαυρομμάτη, Μουσταφά Μουσταφά, Γιώργου Μπάλια, Κωνσταντίνου Χατζηνικολάου, Νίκου Σαραντάκου, Ηρακλή Οικονόμου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 784

ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

Κοινωνική κατοικία: φιλανθρωπία ή δικαίωμα; ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΣΙΑΤΙΤΣΑ Πρόγραμμα κοινωνικής κατοικίας για τους άστεγους: το ανακοίνωσε πομπωδώς ο πρωθυπουργός, πριν από λίγες μέρες, εξαγγέλλοντας τη λειτουργία ενός υπνωτηρίου 80 ατόμων στο κέντρο της Αθήνας. Το σοβαρότερο ζήτημα –πέρα από τον εμπαιγμό, την ασημαντότητα και τον προεκλογικό χαρακτήρα των εξαγγελιών– είναι ότι οι επιλογές προδιαγράφουν την πορεία που θα ακολουθήσει η όποια κοινωνική πολιτική κατοικίας. Καθώς διανύουμε μια περίοδο μετασχηματισμών και ρευστότητας, τα πρώτα βήματα, ιδιαίτερα σε ένα τόσο αδιαμόρφωτο πεδίο όπως η κοινωνική πολιτική κατοικίας και οι υπηρεσίες για αστέγους, είναι ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς διαπλάθουν την αντίληψή μας και οριοθετούν τις κοινωνικές αξιώσεις για τον ρόλο του δημοσίου. Όταν η φιλανθρωπία μετατρέπεται σε κοινωνική πολιτική του κράτους. Τόσο στο αυτοδιοικητικό όσο και στο «κεντρικοπολιτικό» επίπεδο, εμπεδώνεται ένα μοντέλο και μια ρητορεία για θέματα κατοικίας που ανάγει τη φιλανθρωπία σε κρατική πολιτική, τους χορηγούς σε ρυθμιστές των κοινωνικών παροχών, ευτελίζοντας ταυτόχρονα τους όρους του σχεδιασμού και της εφαρμογής της κοινωνικής πολιτικής. Είναι ξεκάθαρο σε όσους ασχολούνται με τα ζητήματα στέγης, ότι στην παρούσα προεκλογική περίοδο οι κυβερνώντες ενδιαφέρονται μόνο για επικοινωνιακά αξιοποιήσιμες εξαγγελίες, που δεν λαμβάνουν υπόψη τους την εμπειρία των υπηρεσιών και των οργανώσεων. Χωρίς να επενδύουν στις θεσμικές αλλαγές, τις μακροπρόθεσμες δομές και τους μηχανισμούς που απαιτούνται, εισάγουν στην ελληνική πραγματικότητα ένα ξεπερασμένο και αναποτελεσματικό μοντέλο διαχείρισης του ζητήματος των αστέγων. Η πολιτική αυτή δεν κατοχυρώνει δικαιώματα, αλλά κατά περίπτωση, και κυρίως ανάλογα με τη διαθεσιμότητα της ιδιωτικής χρηματοδότησης, διανέμει παροχές και ευεργετήματα. Αυτό τείνει να κυριαρχήσει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο: «οι αγορές» γίνονται ρυθμιστής της πολιτικής απαιτώντας μεγαλύτερες ελευθερίες και στον τομέα της κατοικίας, η δημόσια χρηματοδότηση για κοινωνική πολιτική περιορίζεται, οι χορηγοί και τα διεθνή φιλανθρωπικά ιδρύματα μετατρέπονται σε εγγυητές της βιωσιμότητας του κοινωνικού κράτους. Κάτι τέτοιο, όπως δείχνει η παγκόσμια εμπειρία, εκτός από ένδειξη κατάργησης του κοινωνικού κράτους και των δημοκρατικών θεσμών, συνιστά επισφαλή συνθήκη στον βαθμό που εξυπηρετεί τις προτεραιότητες των χορηγών, συχνά έναντι άλλων ανταλλαγμάτων και, σίγουρα, δεν υποκαθιστά την (απούσα) πολιτική συνολικότερης προστασίας. Επιχειρείται παράλληλα και μια άκρως επικίνδυνη ιδεολογική πλαισίωση της αποκένωσης των δικαιωμάτων και της κατάργησης της κοινωνικής προστασίας, με τη χρήση μιας διαχωριστικής και ρατσιστικής ρητορικής. Η διστύπωση «νεο-άστεγοι» (και μάλιστα Έλληνες), που χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως αναλυτική κατηγορία για να περιγράψει τις τάσεις εκπτώχευσης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, οδηγεί σε κοινωνικό ανταγωνισμό για τους ελάχιστους πόρους και παροχές. Νομιμοποιούνται έτσι προσδοκίες, αλλά και η διοχέτευση πόρων, στην «ελληνική οικογένεια», ενώ παραμένουν στην αφάνεια οι υπό-

Η Δήμητρα Σιατίτσα είναι αρχιτέκτονας, υποψήφια διδάκτωρ ΕΜΠ.

Φράνσις Μπέικον, «Σπουδή για αυτοπροσωπογραφία», 1964

λοιπες αποκλεισμένες ομάδες ως μη επιλέξιμες, προκαλώντας διαιρέσεις στους «από κάτω». Οι όροι και τα εργαλεία πολιτικής έχουν σημασία. Στον κυρίαρχο λόγο παρακολουθούμε επίσης τη διαστρέβλωση των νοημάτων. Σήμερα, στις περισσότερες χώρες τις Ευρώπης, κοινωνική κατοικία ονομάζεται ο τομέας της αγοράς κατοικίας που ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο μη κερδοσκοπικό τομέα και διατίθεται με κοινωνικό ενοίκιο σε δικαιούχους που δεν μπορούν να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες μέσω της αγοράς. Συνολικότερα, η κοινωνική πολιτική κατοικίας αποτελεί ένα πλέγμα προγραμμάτων για την κάλυψη διαφοροποιημένων αναγκών του πληθυσμού, με κύρια εργαλεία το δημόσιο οικιστικό απόθεμα, την επιδότηση ενοικίου και τον έλεγχο της λειτουργίας της αγοράς. Από την άλλη, η πολιτική για τους άστεγους έχει στόχο την ανάπτυξη κοινωνικών υπηρεσιών και δομών για την αντιμετώπιση των ακραίων περιπτώσεων στεγαστικού και πολύπλευρου κοινωνικού αποκλεισμού. Αποτελεί έναν διακριτό, αν και συμπληρωματικό, τομέα πολιτικής ο οποίος αναπτύχθηκε ως απάντηση στα εντεινόμενα φαινόμενα φτώχειας και αποστέρησης, που παρήγαγε η κατάργηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, η πλήρης εκχώρηση της παραγωγής κατοικίας στην ιδιωτική αγορά, και ο περιορισμός της δημόσιας παρέμβασης στις πιο ακραίες περιπτώσεις. O καθ’ ημάς νεολογισμός «κοινωνική κατοικία για άστεγους», μια υβριδική ορολογία που δεν αντιστοιχεί σε καμία από τις τυπολογίες που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ευρώπη, είναι εξαιρετικά βολικός ώστε να καλύψει την απουσία πολιτικών και στις δύο κατευθύνσεις. Αντίθετα, η γεφύρωση των πολιτικών κοινωνικής κατοικίας με τις υπηρεσίες για αστέγους —όταν υπάρχουν— αποτελεί πάγιο αίτημα ειδικών και κοινωνικών οργανώσεων, και σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο. Μάλιστα, σύμφωνα με τις πιο πρό-

σφατες μελέτες, τα ενδιάμεσα στάδια επισφαλούς, μερικής και μη αξιοπρεπούς στέγασης όπως τα υπνωτήρια, οι ξενώνες και οι προσωρινές μονάδες πρέπει να περιοριστούν, καθώς έχει αποδειχθεί ότι στην ουσία ανακυκλώνουν τον αποκλεισμό. Η περιορισμένη μέχρι σήμερα ανάπτυξη τέτοιων δομών στην Ελλάδα, και η ύπαρξη πολλών άδειων και κλειστών κτιρίων και διαμερισμάτων, αποτελεί ευκαιρία για να περάσουμε κατευθείαν σε πολιτικές που προλαμβάνουν την απώλεια της στέγης και προγράμματα άμεσης πρόσβασης σε σταθερή κατοικία, με την παροχή ενός κατάλληλου οικονομικού, προνοιακού και υποστηρικτικού πλαισίου. Διεκδικώντας το δικαίωμα στην κατοικία. Οι κοινωνικές στεγαστικές πολιτικές αναπτύχθηκαν πολύ λίγο στην Ελλάδα. Μέχρι και σήμερα η πρόσβαση στην κατοικία γίνεται σχεδόν αποκλειστικά μέσω της αγοράς με τη σημαντική υποστήριξη της οικογένειας, με όλο και πιο δύσκολους και άνισους όρους, με εντεινόμενη εξάρτηση από τον δανεισμό και αποκλεισμό περισσότερων ομάδων. Η απουσία πολιτικών και η αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών μέσω της αγοράς και με πολιτικές στήριξης της κατασκευής, είχε ως αποτέλεσμα η δημόσια παρέμβαση στον τομέα της κατοικίας να βρίσκεται εκτός δημόσιας συζήτησης, σε μεγάλο βαθμό και από την Αριστερά. Από την άλλη, η περίοδος της κρίσης απέδειξε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του κράτους ως εγγυητή των όρων λειτουργίας της αγοράς κατοικίας. Το ζήτημα της στέγης απαιτεί την ανάπτυξη δημόσιων πολιτικών, χωρίς όμως να είναι ξεκάθαρο ποιες θα είναι αυτές. Μπορούμε να αντλήσουμε έμπνευση από πολλά ευρωπαϊκά κινήματα: Στην Ισπανία το κίνημα ενάντια στις κατασχέσεις και τις εξώσεις διεκδικεί κοινωνικό ενοίκιο και αύξηση του αποθέματος κοινωνικών κατοικιών ως μόνιμες λύσεις στεγαστικής αποκατάστασης για τα νοικοκυριά που χάνουν την κατοικία τους και όσα δεν μπορούν να καλύψουν το κόστος, τους άστεγους, τους επισφαλώς εργαζόμενους, τους άνεργους, τους νέους, τους ηλικιωμένους, τους μετανάστες. Στην Ρώμη, οι δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στις πολιτικές λιτότητας, διεκδικούν, μαζί με την εργασιακή ασφάλεια, κοινωνική κατοικία. Στο Βερολίνο το κίνημα ενοικιαστών ενάντια στις εξώσεις απαιτεί την προστασία των δικαιωμάτων των κατοίκων απέναντι στις αυθαιρεσίες των κερδοσκόπων επενδυτών και την επαναφορά ενός ανεπτυγμένου πλαισίου κοινωνικής κατοικίας και προστασίας του δικαιώματος στη στέγη και την πόλη. Θα διεκδικήσουμε λοιπόν κοινωνική κατοικία, πλαίσιο προστασίας και δικαιώματα ή θα αρκεστούμε σε πολιτικές ανακύκλωσης της φτώχειας, πελατειακές σχέσεις εξάρτησης με μοντέρνο περιτύλιγμα μέσα από ξεπερασμένες παροχές προσωρινής στέγασης; Τα δικαιώματα δεν χαρίζονται αλλά κατοχυρώντονται μέσα από τη διεκδίκησή τους, ενώ οι όροι και οι τρόποι πραγμάτωσής τους είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων συνθηκών και συσχετισμών δύναμης. Και ενώ το δικαίωμα στην κατοικία είναι κατοχυρωμένο στο Σύνταγμα από το 1975, πρέπει να συμφωνήσουμε σαν κοινωνία ότι η πραγμάτωση αυτών των αρχών αποτελεί προτεραιότητα. Κάτι τέτοιο απαιτεί την επερώτηση και μια συνολική επαναδιαπραγμάτευση των διαμορφωμένων όρων πρόσβασης στην κατοικία σε σχέση, για παράδειγμα, με την ιδιοκατοίκηση και την ιδιοκτησία, τον ρόλο του κράτους και της οικογένειας. Δεν υπάρχουν έτοιμες απαντήσεις, αλλά καμία πολιτική δεν θα είναι ριζοσπαστική και αποτελεσματική αν δεν προέρχεται από επεξεργασίες που θα γίνουν στο πλαίσιο της κοινωνίας και των κινημάτων.


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

28

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΟΜΟΥ «ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ»

Σχετικά με την ελληνική κατάσταση Δεν είμαι καθόλου απαισιόδοξος. Είμαι πεπεισμένος ότι η παρούσα καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση εγκαθιστά ένα σύστημα συλλογικής ζωής καθ’ όλα παθολογικό και ότι αργότερα θα μιλάνε γι’ αυτή την περίοδο — κυρίως από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα— σαν μια εποχή αντίδρασης και παραλογισμού, που δεν μπορούσε να εγκαταστήσει κανέναν βιώσιμο κόσμο. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι πρέπει, ειδικά εμείς, οι «Δυτικοί», να διαχωριστούμε ριζικά από όλη τη σύγχρονη παθολογία, στην ιδεολογία, τη μαζική δράση και τις οργανωτικές διαδικασίες. Ο ελληνικός λαός, που υφίσταται έντονα τις συνέπειες της καπιταλιστικής ασθένειας, δεν πρέπει να κάνει τον υπόλοιπο κόσμο να νομίζει ότι μπορούμε να γλιτώσουμε μέσω εκλογών και «μεταρυθμίσεων». Θα ήταν κρίμα πραγματικά, με δεδομένο το κουράγιο και τη μακρά επαναστατική ιστορία αυτού του λαού.

Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις νήσος, στα ελληνικά, ο τόμος Το ελληνικό σύμπτωμα, σε επιμέλεια Μαρίας Κακογιάννη. Τα κείμενα του τόμου, με θεματικούς άξονες την κρίση, το χρέος, τα κινήματα και η Αριστερά έχουν γράψει οι: Κ. Δουζίνας, Δ. Κουσουρής, Ε. Μπαλιμπάρ, Α. Μπαντιού, Τ. Νέγκρι, Ε. Παπαγεωργίου, Ζ. Ρανσιέρ-Μ. Κακογιάννη, Γ. Σταυρακάκης, Μ. Τερέ, Δ. Χριστόπουλος. Με την ευκαιρία αυτή, η Μαρία Κακογιάννη, συζητάει με τον Αλαίν Μπαντιού. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΛΑΙΝ ΜΠΑΝΤΙΟΥ ΣΤΗ ΜΑΡΙΑ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗ w Έχετε υποστηρίξει η έννοια της «Αριστεράς» είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένα είδος «δομικής απάτης «(imposture)». Γιατί; Η «Αριστερά» είναι μια εντελώς εσωτερική έννοια του κράτους, που ορίζεται με αφετηρία το κράτος, και όχι την πολιτική, την πολιτική υποκειμενικότητα. Περιγράφει τις δυνάμεις οι οποίες, έχοντας συνάψει σιωπηρά μια συμφωνία με την κυρίαρχη ολιγαρχία, θέλουν να διαχειριστούν το κράτος, σε εναλλαγή με τους συνήθεις αφέντες, τους άμεσους αντιπροσώπους αυτής της κυρίαρχης ολιγαρχίας που ονομάζουμε «Δεξιά». Από το τέλος του 19ου αιώνα, η έννοια αυτή παγιώθηκε και σημαίνει πιο συγκεκριμένα, μέσα στο κοινοβουλευτικό πλαίσιο, τα κόμματα που πρεσβεύουν ότι αποτελούν μια «εναλλακτική» εκλογική πρόταση στην κυριαρχία της «Δεξιάς». Ωστόσο, μέσα σε ενάμιση αιώνα, καμία απολύτως ιστορική εμπειρία δεν έχει επιβεβαιώσει αυτό τον ισχυρισμό της Αριστεράς. Έχουμε, αντίθετα, πολλά παραδείγματα όπου η άνοδος της Αριστεράς στην εξουσία επέτρεψε να γίνουν αποδεκτές από τον λαό νεοφιλελεύθερες «μεταρυθμίσεις» που η Δεξιά αδυνατούσε να περάσει ή ακόμα και η δέσμευση της χώρας σε αποικιακούς πολέμους ή οικτρές αυτοκτατορικές αποστολές. Η τάση αυτή έχει επιδεινωθεί σημαντικά τα τριάντα τελευταία χρόνια, σε βαθμό που έχει γίνει αδύνατο να διακρίνουμε την Αριστερά και τη Δεξιά, ακόμα και σε δευτερεύοντα σημεία της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης. w Μπορούμε να το καταλάβουμε αν με αυτό τον τρόπο βάζετε στο στόχαστρο την ψευδο-αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας. Θα μπουρούσε όμως να σας αντιτάξει κανείς ότι αυτή δεν είναι η αληθινή Αριστερά, η «αριστερή Αριστερά». Τι σας εμπνέει λοιπόν αυτή η αληθινή Αριστερά στην εξουσία; Από την κατάρρευση των —δεσποτικών και γραφειοκρατικών— σοσιαλιστικών κρατών, η παγκόσμια κατάσταση κυριαρχείται πλήρως από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση. Στο πλαίσιο αυτό, η παραδοσιακή Αριστερά έχει ενσωματώσει τόσο την κοινοβουλευτική συναίνεση με την κυρίαρχη ολιγαρχία που δεν καταφέρνει πια να συσπειρώσει γύρω της τις πλατιές λαϊκές μάζες, εντάσσσοντάς τις στη συναίνεση αυτή. Το ΠΑΣΟΚ και το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα είναι, εμφανέστατα, οι υπάκουοι μαθητές του νεοφιλελευθερισμού, θεμελιώδους δόγματος της κυρίαρχης ολιγαρχίας από τις αρχές του 21ου αιώνα. Υπάρχει επομένως ένας καινούριος χώρος για καινούριους σχηματισμούς της «Αριστεράς», όπως επίσης και για καινούριους φασιστικούς σχηματισμούς. Οδεύουμε προς μια δόμηση του κοινοβουλευτικού και κρατικού πεδίου γύρω από τέσσερις δυνάμεις: τα δύο παραδοσιακά κόμματα, τα λεγόμενα «κυβερνητικά», της Δεξιάς και της Αριστεράς, και δύο κόμματα στα άκρα, η άκρα Αριστερά και η άκρα Δεξιά.

Ωστόσο, σήμερα, η νέα αυτή Αριστερά αντικαθιστά απλώς την παλαιά, στον βαθμό που έχει όλα τα αρνητικά της χαρακτηριστικά. Καταρχάς, έχει εγκαταλείψει την κομμουνιστική ιδέα, δηλαδή τη δημόσια διακηρυγμένη, κεντρική αντίληψη ότι είναι απαραίτητη μια ριζική αλλαγή της κοινωνικής οργάνωσης και —για να θέσουμε το κοινό αγαθό στην κεντρική θέση— η καταστροφή της ίδιας της βάσης της ολιγαρχικής εξουσίας, δηλαδή της ιδιωτικής ιδιοκτησίας του συνόλου των μεγάλων μέσων παραγωγής, ανταλλαγής και πίστωσης. Ύστερα, συντηρεί τον μύθο που οδηγεί στην αποστράτευση, σύμφωνα με τον οποίο η εκλογική διαδικασία, που συνιστά τον τρόπο διακυβέρνησης σε όλες τις προχωρημένες καπιταλιστικές χώρες, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για «επαναστατικούς» σκοπούς, κάτι που έχει αποδειχθεί πολιτική παγίδα εδώ και δύο σχεδόν αιώνες. Τέλος, ισχυρίζεται ότι μια εθνική αναδίπλωση μπορεί να παράσχει ένα καταφύγιο ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, ενώ ήδη από τον Μαρξ ξέρουμε ότι οι προλετάριοι πρέπει να διακηρύσσουν ότι δεν έχουν πατρίδα κι ότι μπορούμε να βγούμε από τις κρίσεις μόνο με τον πιο αδιάλλακτο διεθνισμό. Και είναι ακόμα πιο αληθινό σήμερα, που σημαντικό μέρος του προλεταριάτου, σε όλες τις χώρες, έρχεται από την Αφρική, τις εγκαταλελειμμένες χώρες της Ανατολής, τα βάθη της Ασίας... Το σύγχρονο προλεταριάτο είναι πρωτίστως νομαδικό και αποτελεί πραγματικά αντιδραστική θέση να του προτείνουμε έναν εθνικό μύθο σαν καταφύγιο. Κατά συνέπεια, από τους σχηματισμούς που τοποθετούνται στα αριστερά της Αριστεράς δεν μπορούμε να περιμένουμε παρά μόνο αποχρώσεις, λεπτομέρειες, μια ελάχιστη επιπλέον αναδιανομή, αλλά καμία θεμελιώδη αλλαγή της κυρίαρχης καπιταλιστικής λογικής. w Έχετε αναφερθεί συχνά στο σύνθημα του γαλλικού Μάη «Εκλογές = παγίδα για μαλάκες». Ωστόσο, η κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα, με όλες αυτές τις διαδοχικές κυβερνήσεις υποτελείς στη νεοαποικιακή Ευρώπη, δεν είναι ίδια με αυτήν της Γαλλίας του ’68. Τι νομίζετε; Και πώς αντιλαμβάνεστε τη σχέση και τη μη σχέση ανάμεσα στα κινήματα και την εκλογική στιγμή; Εξηγήθηκα ως προς αυτό μόλις λίγο παραπάνω. Ένα σύγχρονο πολιτικό κίνημα, πραγματικά συνδεδεμένο με τις λαϊκές μάζες, ικανό να δημιουργήσει παντού πλήρως ανεξάρτητες οργανώσεις, που να διαπνέεται από μια Ιδέα του κοινού αγαθού, φορέας μιας πλήρως κοινωνικοποιημένης αντίληψης της οικονομίας, δεν πρόκειται να πετύχει τους σκοπούς του μέσω της εκλογικής διαδικασίας, όπως αυτή λειτουργεί στην Ευρώπη. Έχει μεγάλη σημασία η δημόσια και ριζική κριτική της κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας» που είναι, στη Δύση, το όνομα του κράτους στην υπηρεσία της ολιγαρχίας. w Θα μπορούσατε να κατηγορηθείτε για πολιτική απαισιοδοξία. Αν και είστε ένας ακούραστος πολιτικός αγωνιστής, μιλάτε ταυτόχρονα για μια σύγχρονη «αδυναμία».1 Απαισιοδοξία στη θεωρία και αισιοδοξία στην πράξη είναι μια ρήση που σας ταιριάζει;

w Λέγατε πρόσφατα σε μια εκπομπή στη Γαλλία ότι δεν απεχθάνεστε να έχετε εχθρούς. Νομίζω όμως ότι υπάρχουν δύο ειδών εχθροί: ο μακρινός εχθρός που βρίσκεται απέναντι (ο νεοφιλελεύθερος, ο φασίστας κλπ.) και ο εχθρός που μας μοιάζει, σε σημείο που μερικές φορές δεν διακρίνεται από εμάς. Ποιοι είναι λοιπόν οι εχθροί που δεν απεχθάνεστε να έχετε; Υπάρχουν, πράγματι, τόσο προφανείς εχθροί, που δεν μπορούν να μου προσφέρουν τίποτα. Τι μπορώ να μάθω από τον Σαρκοζί, τον Ολάντ, την Τρόικα, που δεν το γνωρίζω ήδη; Οι πραγματικά χρήσιμοι για μένα «εχθροί» είναι εκείνοι που, όπως ο σύντροφος Δουζίνας, έχουν πραγματικούς δεσμούς με τα κινήματα χειραφέτησης, δίνουν όμως μια ωραιοποιημένη και περιορισμένη εικόνα της σημερινής κατάστασης, αντί να αντιληφθούν ότι πρέπει σχεδόν να ξεκινήσουμε από την αρχή, όπως το έκαναν οι επαναστάτες τη δεκαετία του 1840: ιδεολογία, πολιτική κριτική, μορφές μαζικής δράσης, οργάνωση... Πρέπει να τα ξανασκεφτούμε όλα και να πειραματιστούμε. Χαίρομαι πάντα όταν έχω την ευκαιρία να απαντήσω σε όσους μου επιτίθενται ως «απαισιόδοξο», «αφηρημένο» κτλ.: «Αγαπητοί μου φίλοι, αγαπητοί μου σύντροφοι, οι προτάσεις σας όσον αφορά την τακτική δεν είναι “ρεαλιστικές”, όπως το νομίζετε, ούτε το στρατηγικό σας όραμα ότι με λίγο κλασικό μαζικό κίνημα και λίγο εκλογικό κοινοβουλευτισμό μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά. Θα πρέπει να αποδεχτείτε ότι κάτι τέτοιο δεν μοιάζει σήμερα περισσότερο αληθινό απ’ ό,τι το 1848, όταν οι επαναστάσεις σε όλη την Ευρώπη και η καθολική ψηφοφορία οδήγησαν παντού στον θρίαμβο της αντίδρασης. Δείτε προσεκτικά, εδώ, την καταστροφική κατάσταση των επαναστατών στην Αίγυπτο: η δυναμική, ενθουσιώδης και από πολλές πλευρές αξιοθαύμαστη δράση τους, εγκλεισμένη μέσα στην ιδεολογική σύγχυση και την οργανωτική αναρχία, τελικά οδήγησε απλώς στην επιστροφή των στρατιωτικών». w Και λίγα λόγια κλείνοντας… Κάθε πολιτική εμπειρία, κάθε λαϊκό κίνημα, ακόμα και κάθε αποτυχία, είναι εν τέλει χρήσιμα. Αλλά είναι άχρηστο να δεσμευόμαστε σε μια εμπειρία, η αχρηστία της οποίας αποδεικνύεται εδώ και καιρό. Δείτε τη Γαλλία της Αριστεράς του Ολάντ, την Αίγυπτο, την Τουρκία, τη Βραζιλία, την Αργεντινή και στοχαστείτε πάνω σ’ αυτά. Είναι αναγκαίο, απόλυτα αναγκαίο, να απομακρυνθούμε για μια μεγάλη περίοδο από κάθε συγκατάβαση στην εξουσία του κράτους όπως και κάθε θριαμβολογία που συνδέεται με τη λατρεία του κινήματος. Αυτό που μετράει είναι να εργαστούμε για να πλέξουμε, συνθήκη με συνθήκη, την οργανωμένη συνάντηση ανάμεσα στις λαϊκές μάζες όπως αυτές είναι σήμερα και την κομμουνιστική Ιδέα, όπως θα την έχουν αναδιατυπώσει οι οργανικοί διανοούμενοι. 1 Αναφορά στον τίτλο της ομιλίας του Aλαίν Μπαντιού στο συνέδριο «Το ελληνικό σύμπτωμα» (Παρίσι, Γενάρης 2013)και του κειμένου του στον ομώνυμο τόμο.


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

29


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

30

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η ΘΡΑΚΗ, Η ΜΕΙΟΝΟ Όσα εκτυλίσσονται με αφετηρία την απόσυρση της υποψηφιότητας Σαμπιχά, υπερβαίνουν, πιστεύουμε, πολύ τα πρόσωπα, τις επιλογές και τα λάθη του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κυρίαρχος λόγος των μήντια, όπως ενορχηστρώνεται από τη Ν.Δ., μας γυρίζει σε σκοτεινές εποχές: το ότι συλλήβδην και διαχρονικά οι μειονοτικοί βουλευτές αναγορεύονται σε «ενεργούμενα» του τουρκικού προξενείου, το οποίο υπαγορεύει και στην αξιωματική αντιπολίτευση τις επιλογές της, είναι μια αντίληψη τρομακτική, επικίνδυνη όχι μόνο για τη μειονότητα, αλλά και όλη την περιοχή, τα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Ξεφεύγοντας από αυτό τον κυκεώνα, θέλουμε να ξαναφέρουμε τη συζήτηση στις πραγματικότητες της μειονότητας, στις αρχές και την πολιτική της Αριστεράς. Με αυτό κατά νου, ζητήσαμε τα κείμενα που ακολουθούν (Επισημαίνουμε επίσης δύο άλλα αξιοπρόσεκτα άρθρα: Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, «Η Σαμπιχά και η μπάλα στην εξέδρα», Εφημερίδα των Συντακτών, 27.4.2014 και Λάμπρος Μπαλτσιώτης, «Στη μέγγενη δύο εθνικισμών. Mε αφορμή την Σαμπιχά Σουλεϊμάν, οι Ρομά της Θράκης και οι πολιτικές απέναντί τους», ηλεκτρονικό περιοδικό Χρόνος, τχ. 12, Απρίλιος 2014).

Ο φαύλος κύκλος της αμοιβαιότητας των εθνικισμών ΤΗΣ ΤΑΣΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ Οι αστοχίες της επιλογής της Σαμπιχά Σουλεϊμάν ως υποψήφιας στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξαν το μειονοτικό της Θράκη σε κεντρικό ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης. Με όρους όμως, από όσους το ανέδειξαν, που επιδιώκουν να συσκοτίσουν τις κύριες πλευρές του ζητήματος, ώστε να περιοριστεί η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ στην περιοχή. Και πιστεύω ότι οι Έλληνες της Θράκης είναι οι πρώτοι που αντιλαμβάνονται πόσο καιροσκοπική είναι αυτή η αντισυριζική εκστρατεία ενός ετερόκλητου συνασπισμού, όπου πρωτοστατούν η Ν.Δ. και τα κυρίαρχα μήντια. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η καταστολή και ο επιθετικός εξελληνισμός υπήρξαν το βάθρο της κρατικής πολιτικής για τη μειονότητα, από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Κατ’ αυτό τον τρόπο το ελληνικό κράτος θεωρούσε ότι ασκεί πιέσεις προς την Τουρκία (κυρίως στο Κυπριακό) και ότι έτσι περιόριζε την επιρροή του τουρκικού προξενείου. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 το ελληνικό κράτος μιλάει για Τούρκους· στη συνέχεια θα κάνει μεν λόγο για μουσουλμανική μειονότητα, στην πράξη όμως θατην αντιμετωπίζει ως τουρκική, σπρώχνοντάς την ουσιαστικά προς το τουρκικό προξενείο. Παράλληλα, επιχειρεί διαχρονικά τον προσεταιρισμό τμημάτων της μειονότητας, μέσω του εξελληνισμού τους: μέχρι το 1966, 608 μουσουλμάνοι Ρομά βαφτίστηκαν στη Ροδόπη χριστιανοί, με πρωτοβουλίες του νομάρχη και της μητρόπολης. Ήδη από τα χρόνια αυτά, η ελληνική μειονοτική πολιτική λαμβάνει παρακρατικά χαρακτηριστικά. Στην Κομοτηνή, το Γραφείο Πολιτιστικών Υποθέσεων αναλαμβάνει, τη λειτουργία σχολείων και συλλόγων, τη χορήγηση αδειών τρακτέρ ή αγροτικών επιδοτήσεων, μέχρι και ζητήματα ιθαγένειας. Οι διαβόητες «διοικητικές ενοχλήσεις» πληθαίνουν επί ΠΑΣΟΚ (1981-1988) και στο πρώτο διάστημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη (1990-91). Ο διεθνής Τύπος και εκθέσεις διεθνών οργανισμών βοούν για τις «ενοχλήσεις» — όποιοι όμως τολμούν να μιλήσουν γι’ αυτές στην Ελλάδα (λιγοστοί αριστεροί και υπερασπιστές των ανθρώπινων δικαιωμάτων), αντιμετωπίζονται ως «εθνοπροδότες». Η πρόσφατη εκστρατεία εναντίον του Δημήτρη Χριστόπουλου και του ΣΥΡΙΖΑ ανακαλεί στη μνήμη τη στυφή γεύση τέτοιων ημερών. Ο Μάιος του 1991, με τις δηλώσεις Μητσοτάκη περί «ισονομίας και ισοπολιτείας», σηματοδοτεί μια τομή και σημαντική βελτίωση του κλίματος. Στο εξής, η εθνικιστική λογική της αφομοίωσης θα συνδυάζεται με πολιτικές κατακερματισμού της μειονότητας, πάλι με βάση μια παράλληλη κρατική λειτουργία και διάθεση μυστικών κονδυλίων πέρα από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Με τη χρήση των κονδυλίων αυτών, και τη δραστηριοποίηση στη Θράκη «εθνικοφρόνων» επιχειρη-

ματιών, το ελληνικό κράτος θα ευνοήσει τη δημιουργία πελατειακών δικτύων. Αντί να παρέμβει για να αντιμετωπιστούν η απόλυτη φτώχεια και οι κάθε λογής αποκλεισμοί, θα επιλέξει να κάνει πολιτική και διπλωματία με τη φτώχεια, σε βάρος τελικά ολόκληρης της μειονότητας και προς όφελος των εθνικισμών. Η Αριστερά προσπαθεί διαχρονικά να σπάσει τον φαύλο κύκλο της «αμοιβαιότητας» των εθνικισμών. Βρίσκεται στον αντίποδα της λογικής ότι η ανάσχεση του τουρκικού εθνικισμού είναι υπέρτατος σκοπός που καθαγιάζει τον ελληνικό εθνικισμό. Βασική μας θέση, λοιπόν, είναι η κατάργηση της αρμοδιότητας του ΥΠΕΞ και της ΕΥΠ για τα θέματα που αφορούν τη μειονότητα και η μεταφορά των σχετικών αρμοδιοτήτων στο υπουργείο Εσωτερικών. Κάτι πολύ σημαντικό: τα μέλη της μειονότητας της Θράκης έχουν τρεις προσδιορισμούς: Είναι έλληνες πολίτες, μουσουλμανικού θρησκεύματος, τουρκικού —ως επί το πλείστον, αλλά όχι μόνο— εθνοτικού προσδιορισμού. Είναι τρεις προσδιορισμοί άξιοι σεβασμού σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σέβεται αυτή ακριβώς την τριπλή ταυτότητα, και δεν την αξιοποιεί πολιτικά ούτε στους ανταγωνισμούς μεταξύ των μειονοτήτων, ούτε στην αντιπαράθεση μεταξύ κρατών. Από τις ιδιότητες αυτές απορρέουν δικαιώματα που το ελληνικό κράτος ακυρώνει στην πράξη, αγνοώντας αλλεπάλληλες καταδίκες του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Αριστερά υπερασπίζεται τη νομολογία και τις διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες εξάλλου αφορούν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, που κατοχυρώνει και το ελληνικό Σύνταγμα. Την ίδια στιγμή, έχει επίγνωση των ιεραρχικών σχέσεων εντός της μειονότητας και καταστάσεων που προσβάλλουν τα δικαιώματα, όπως η εφαρμογή της Σαρία. Και, βεβαίως, γνωρίζει ότι η χειραγώγηση τμημάτων της μειονότητας, ένθεν και ένθεν, διευκολύνεται από τις συνθήκες απόλυτης ένδειας και τους ακραίους κοινωνικούς αποκλεισμούς που μαστίζουν τη Θράκη. Χρειάζεται να δουλέψουμε περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση, επιμένοντας ότι τα δικαιώματα, πολιτικά και κοινωνικά, είτε ισχύουν για όλους είτε, εν τέλει, για κανέναν.

Η Τασία Χριστοδουλοπούλου είναι δικηγόρος, συντονίστρια του Τμήματος Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφια ευρωβουλευτής.

Τι είναι και τι δεν είναι αριστερή πολιτική στα μειονοτικά ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Το πιο αξιοπρόσεκτο, κατ’ εμέ, από όλα τα επιχειρήματα εναντίον της απόσυρσης της υποψηφιότητας Σαμπιχά, είναι αυτό που λέει ότι το ατομικό της δικαίωμα προσ-

διορισμού της ως Ρομά θυσιάστηκε στο όνομα της αντίληψης ότι η μειονότητα ηγεμονεύεται από την τουρκική ιδεολογία. Και είναι το πιο αξιοπρόσεκτο, επειδή αγγίζει, με τρόπο όμως λανθασμένο, ένα ουσιώδες ζήτημα. Κανένας, στην Αριστερά, δεν αρνείται σε κανέναν να πιστεύει ό,τι θέλει για τον εαυτό του και να προσδιορίζεται όπως θέλει — είτε είναι μειονότητα της μειονότητας είτε μειονότητα της πλειονότητας. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν οι άνθρωποι μπορούν να προσδιορίζονται όπως θέλουν, αλλά το αν αυτό αρκεί για να συμπεριληφθούν σε ένα αριστερό ψηφοδέλτιο. Κατά τη γνώμη μου, προφανώς όχι. Το ότι κάποιος ή κάποια είναι λ.χ. Ρομά (ή γκέι ή τρανς — ή άνεργη ή προλετάριος) δεν αρκεί αφεαυτού για να είναι υποψήφιος της Αριστεράς. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχουν υποψήφιοι από τις ομάδες αυτές στο ψηφοδέλτιο — αλλά όχι με (μόνο) κριτήριο αυτή την ιδιότητά τους. Σε επίπεδο αρχών λοιπόν, εκτιμώ ότι μια αριστερή πολιτική για τα μειονοτικά διέπεται από: • Τη σταθερή αναφορά και προσήλωση στην καθολικότητα των δικαιωμάτων. Όλων των δικαιωμάτων, για όλους, χωρίς διακρίσεις. Αυτό διέκρινε, στη Θράκη, την Αριστερά από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., που συστηματικά ακολουθούσαν πολιτική διακρίσεων. Η πολιτική αυτή, όλων των κυβερνήσεων μέχρι το 1990, είχε τραγικά αποτελέσματα. Η Αριστερά πάλευε για την ισότητα σε καιρούς πολύ δύσκολους για τη Θράκη. Σε καιρούς που αυτοί που κυβερνούν σήμερα, υποκριτικά ωρυόμενοι για την αποσυρθείσα υποψηφιότητα, θεωρούσαν «προδότη» όποιον εναντιώνονταν στη λογική των διακρίσεων. • Ο σεβασμός των δικαιωμάτων των ανθρώπων είναι προϊόν συντεταγμένης πολιτειακής βούλησης και όχι διμερούς δέσμευσης με βάση την αρχή της «αμοιβαιότητας», όπως κατεξοχήν εφαρμόστηκε στη Θράκη. Η αρχή της αμοιβαιότητας («ό,τι έκανες στους δικούς μου, θα κάνω στους δικούς σου») μπορεί να ισχύει στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές, είναι όμως αδιανόητη για τα δικαιώματα των ανθρώπων. Έτσι, όσο κι αν δυσαρεστεί κάποιους, η Ελλάδα στη Θράκη δεν μπορεί ούτε πρέπει να κάνει αυτά που έκανε η Τουρκία στους Ρωμιούς της Πόλης — για την ακρίβεια δεν πρέπει καν να έχει αυτό τον γνώμονα. • Τα προηγούμενα δύο σημεία, ουσιαστικά μια φιλελεύθερη και όχι αριστερή παρακαταθήκη, αποτελούν αναγκαίο, αλλά όχι ικανό όρο μιας αριστερής πολιτικής. Η Αριστερά επιπλέον αντιλαμβάνεται τα μειονοτικά ζητήματα ως σχέσεις εξουσίας, ανάμεσα σε ομάδες και ανθρώπους, καθώς ο αγώνας της, αγώνας ισότητας, δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, δεν περιορίζεται στις σχέσεις μεταξύ κράτους και μειονότητας αλλά προχωρά παραπέρα: στην άρση δηλαδή των κοινωνικών ανισοτήτων, όπου κι αν εντοπίζονται: είτε εντός των σχέσεων μειονότητας και κράτους, είτε εντός των ίδιων των μειονοτήτων. Η Αριστερά δεν μπορεί να συνομιλεί μόνο με μια εγκατεστημένη μειονοτική ελίτ, αλλά με το σύνολο του μειονοτικού σώματος που βιώνει διπλή οδύνη: και υπό την ιδιότητα του μειονοτικού και υπό την ιδιότητα του πολίτη που υποφέρει, όπως υποφέρουν οι υπόλοιποι Έλληνες πολίτες. • Οι μειονότητες δεν είναι ενιαίες ή «επίπεδες», όπως νομίζουν συχνά όσοι τις πρωτοβλέπουν. Έχουν δικές τους ιεραρχήσεις και εσωτερικές δομές καταπίεσης, ενίοτε πιο αυταρχικές από τις κρατικές που ασκούνται σε βάρος τους. Η μειονοτική πλειοψηφία της Θράκης, οι Τούρκοι, ανέκαθεν συμπεριφερόταν στους Τσιγγάνους της όπως περίπου εμείς στους δικούς μας Τσιγγάνους. Και αυτό εντείνει τις ανισότητες. Αυτά οφείλουμε να τα αναδεικνύουμε, παλεύοντας για την άρση όλων των εσωτερικών μηχανισμών αναπαραγωγής τους στο όνομα της συλλογικής μειονοτικής ταυτότητας. Για τον λόγο αυτό, οφείλουμε να είμαστε υπέρ της κατάργησης της Σαρίας στη Θράκη, ό,τι και αν θέλουν οι ελίτ της μειονότητας. • Όλοι οι μειονοτικοί να μπορούν να αυτοπροσδιορίζονται ατομικά ή συλλογικά εντός των συλλόγων τους, όπως αυτοί θέλουν και με όποια ιδιότητα επιθυμούν. Μπορούν ακόμη και να εγκαταλείπουν τη μειονότητα. Είναι δικαίωμά τους. Μπορούν να λένε πως είναι ό,τι θέλουν και εμείς παλεύουμε ώστε το δικαίωμα τους αυτό να γίνεται σεβαστό, ανεξαρτήτως αν στο κράτος αρέσει ο προσδιορισμός τους. Μιας


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

35

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

ΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σχέδιο του Μίνου Αργυράκη, από το λεύκωμα «Η πολιτεία έπλεε εις την μελανόλευκον»

και το θέμα μας είναι η Θράκη, ο ατομικός αυτοπροσδιορισμός λοιπόν είναι το ίδιο δεκτός είτε κάποιος λέει ότι «είμαι Τούρκος», «Τσιγγάνος», «Πομάκος» ή αλλιώς. Τι δεν είναι αριστερή πολιτική για τα μειονοτικά; Με δυο λόγια: να υποστηρίζεις όλα τα προηγούμενα, όχι στο όνομα της καθολικότητας των δικαιωμάτων και των αξιών για τις οποίες έκανα λόγο, αλλά στο όνομα της κρατικής σκοπιμότητας, υπηρετώντας τον έναν εθνικισμό, με αδιαφανείς διαδικασίες και μυστικά κυβερνητικά κονδύλια της μιας ή της άλλης πλευράς.

Ο Δημήτρης Χριστόπουλος είναι αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ

Μειονοτική σχέση: μια σχέση εξουσίας ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ Στη Θράκη, σήμερα, υπάρχουν πολλοί μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες, με τουρκική εθνική υπαγωγή. Αυτό είναι σίγουρο. Και, σίγουρα, δεν είναι παράνομο. Ούτε μπορεί κάποιος να τους διώξει γι’ αυτό τον λόγο, ούτε να τους «υποδείξει» να φύγουν: αυτό θα ήταν παράνομο. Είναι απόλυτα σίγουρο —μπορούν να το διαπιστώσουν οι κοινωνικοί επιστήμονες που θα ασχοληθούν σοβαρά με το θέμα— ότι ο τουρκισμός αυτών των ανθρώπων είναι διαφορετικός από τον τουρκισμό των Τούρκων της Τουρκίας. Μπορεί να «κοιτάνε» κατά εκεί —άλλοι λίγο και άλλοι πολύ, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο—, αλλά ο τόπος τους είναι εδώ, μαζί με τους Έλληνες. Είναι λοιπόν τουρκοέλληνες ή ελληνότουρκοι, αν προτιμάτε. Αυτό δεν μπορεί να το χωνέψει ούτε ο ελληνικός ούτε ο

τουρκικός εθνικισμός (ενώ αμφότεροι δέχονται ότι μπορούν να υπάρχουν ελληνογερμανοί και τουρκογερμανοί!), γιατί αμφότεροι παραμένουν εγκλωβισμένοι σε σχήματα ανάγνωσης και ερμηνείας που συγκροτήθηκαν τον 19ο αιώνα. Σχήματα που εξυπηρετούσαν τις τότε ανάγκες, και αξίωναν και επέβαλλαν αποκλειστικές υπαγωγές, ενώ σήμερα (έχουμε καταλάβει πια ότι) κανονικότητα αποτελούν οι πολλαπλές υπαγωγές. Όλα αυτά συμβαίνουν γιατί στη γειτονιά μας υπάρχει φροντίδα να παραμένουν ανοιχτές οι διαδικασίες εθνογένεσης. Όπως είναι γνωστό, τόσο στη συγκρότηση του ελληνικού εθνικού φαντασιακού όσο και στη θεσμοθέτηση μέτρων για τη διαχείριση των μειονοτήτων στο (νεωτερικό/εθνικό) ελληνικό κράτος, κυριάρχησε η λογική του (προεθνικού) οθωμανικού διοικητικού θεσμού του μιλλέτ. Αυτό είχε, και έχει, ως αποτέλεσμα να θεωρούνται ομοεθνείς, και άρα να έχουν προοπτικές αποδοχής και ένταξης, οι ομόθρησκοι, ακόμα και αλλόγλωσσοι (π.χ. σλαβόφωνοι, λατινόφωνοι/βλάχοι, αλβανόφωνοι/αρβανίτες). Από την άλλη, θεωρούνται αλλοεθνείς και άρα αποκλείονται οι αλλόθρησκοι, ακόμα και οι ομόγλωσσοι (όπως οι ελληνόγλωσσοι μουσουλμάνοι των Ιωαννίνων και της κοιλάδας του Αξιού, οι ελληνόγλωσσοι μουσουλμάνοι της Κρήτης κλπ). Στη βάση αυτή έγινε η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών, και στη βάση αυτή εντάχθηκαν στην ελληνική κοινωνία οι ποικιλόγλωσσοι πρόσφυγες που ήρθαν το 1923 στην Ελλάδα. Εξαιτίας αυτής της θέσης αντιμετώπιζαν και αντιμετωπίζουν προβλήματα ένταξης, τόσο σε συμβολικό όσο και σε υλικό επίπεδο, οι τουρκόγλωσσοι, σλαβόγλωσσοι και ρομανίγλωσσοι μουσουλμάνοι μειονοτικοί της Θράκης. Γι’ αυτό ο τουρκικός εθνικισμός «κατάφερε» και ενσωμάτωσε τους βαλκάνιους μουσουλμάνους που επιθυμούσε. Γι’ αυτό ο ελληνικός εθνικισμός κοιτούσε και κοιτάει απορημένος. Μη έχοντας μια σύγχρονη πρόταση για το πώς θα μπορούσε να εντάξει μουσουλμάνους στο ελληνικό εθνικό φαντασιακό, έκανε το παν για να τους «διατηρήσει» σε ένα προεθνικό στάδιο, όπου το σημαντικό στοιχείο της ταυτότητάς τους θα ήταν η θρησκευτική και όχι η εθνική υπαγωγή. Όλα αυτά σε καιρούς που, για όλους τους άλλους, σημαντικότερο στοιχείο ταυτότητας αποτελούσε η εθνική υπαγωγή! Οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι Ρομά αποτελούν μια ειδική κατηγορία. Ο σημαντικός αριθμός τους τραβά το ενδιαφέρον και των δύο πλευρών, ενώ το ότι είναι φτωχοί και πολιτικά αδύναμοι τούς καθιστά εύκολα χειραγωγήσιμους. Η σχετικά πρόσφατη εμπλοκή τους στα γρανάζια του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού —το επεδίωξαν ή το δέχτηκαν με την ελπίδα να βελτιώσουν κάπως τη θέση τους—, δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να επιτείνει τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την εξαθλίωσή και την εμπλοκή τους σε αδυσώπητα πελατειακά σχήματα. Βέβαια, οι κοινοτικές ελίτ που συμμετέχουν στη διαχείριση αυτής της «κίνησης» (κίνηση που περιλαμβάνει διανομή ψηφοδελτίων και χρημάτων, διαμεσολάβηση για πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, σβήσιμο προστίμων και έκδοση αδειών μικροπολητών ή αδειών οδήγησης καθώς και ποικίλες άλλες εκδουλεύσεις) είχαν, και θα συνεχίσουν να έχουν, μια καλύτερη τύχη. Επισήμανση: Το ζήτημα είναι πολιτικό, και η όποια απόπειρα διερεύνησής του επιβάλλεται να παραμείνει εντός αυτού του πλαισίου. Αλλιώς, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα διολίσθησης σε λογικές φιλανθρωπίας, ενώ υπάρχει και ο σοβαρός κίνδυνος να βρεθεί κανείς, αγκαζέ με τον εκμαυλιστή, να ελέγχει ηθικά τον εκμαυλισθέντα. Το μειονοτικό ζήτημα, στη Θράκη και αλλού, ελάχιστα έχει να κάνει με βιολογικές ή πολιτισμικές διαφορές. Έχει να κάνει με την πρόσληψη και τη διαχείρισή των διαφορών αυτών, μέσα σε συγκεκριμένα σχήματα σχέσεων εξουσίας. Πάντα και παντού, μειονότητα είναι η ομάδα που δεν μπορεί να ορίσει και να επιβάλλει τη νόρμα. Αυτό που πραγματικά απασχολεί τους εμπλεκόμενους είναι η μειονοτική σχέση: η σχέση εξουσίας μεταξύ εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Η διατήρηση, η μείωση ή η αύξηση της απόστασης είναι πάντα το διακύβευμα. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά και οι εξουσιαστές και οι εξουσιαζόμενοι. Καλά είναι να το συνειδητοποιήσουν και όσοι, άλλοι, επιθυμούν να εμ-

πλακούν, και δηλώνουν πως στέκονται κριτικά απέναντι σε όλα αυτά.

Ο Γιώργος Μαυρομμάτης είναι λέκτορας διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στη ΣΕΑ του ΔΠΘ.

Η καταλυτική παρουσία της Αριστεράς στη Θράκη ΤΟΥ ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΜΟΥΣΤΑΦΑ H Aριστερά πορεύεται στη Θράκη ανάμεσα σε Συμπληγάδες. Έτσι πορεύθηκε μέχρι τώρα και στάθηκε όρθια. Και έτσι θα πορευθεί και από δω και πέρα. Η δράση της Αριστεράς στη Θράκη, ανεξάρτητα από το μέγεθος της δύναμής της, κατά καιρούς υπήρξε καταλυτική. Είναι η δύναμη που είχε το κουράγιο να αρθρώνει πολιτικό λόγο, τον ίδιο πολιτικό λόγο σε διαφορετικές γλώσσες και να απευθύνεται σε όλη την κοινωνία της Θράκης. Αντιστάθηκε και αντιστέκεται σε λογιών λογιών εθνικισμούς, προκαταλήψεις, αγκυλώσεις, σε πολιτικές εκμετάλλευσης των ιδιαίτερων προβλημάτων της περιοχής, σε εκλογικίστικους τακτικισμούς. Δεν έκλεισε και δεν κλείνει το μάτι πονηρά, προς τη μία ή την άλλη ομάδα που συνυπάρχουν στην περιοχή, αλλά απευθύνεται προς όλη την κοινωνία, με αρχές, με προγραμματικό λόγο, με προτάσεις, προωθώντας την ενότητα της κοινωνίας, την ομαλότητα στην περιοχή, τη νηφάλια συζήτηση, τον ειλικρινή διάλογο μέσα στην κοινωνία για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν χρόνια την περιοχή. Σε αυτή τη βασανιστική, επίπονη αλλά και ταυτόχρονα χρήσιμη, ανθρωπιστική και ωραία προσπάθειά της, η Αριστερά δεν έχει να φοβηθεί ούτε από τα σφάλματα, τις αστοχίες και τους λαθεμένους χειρισμούς της. Το αξιακό φορτίο που κουβαλάμε, οι αρχές και οι προγραμματικές μας θέσεις, οι «εξετάσεις» που έχουμε δώσει όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης, οι δεσμοί μας με την κοινωνία είναι εγγύηση ότι θα διδαχθούμε και από τα λάθη μας, θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας, θα υπερασπιστούμε την κοινωνία μας. Λόγο πρέπει να δώσουν στην κοινωνία της Θράκης όσοι κυβέρνησαν τη χώρα επί σαράντα χρόνια. Λόγο πρέπει να δώσουν αυτοί που εγκλημάτησαν στο σώμα της Θράκης διαχρονικά, καταδικάζοντάς την στις τελευταίες θέσεις ανάμεσα στις περιφέρειες όλης της Ευρώπης. Αυτοί που αφήνουν ανεπίλυτα τα υπερώριμα αιτήματα της περιοχής για να τα ανακυκλώνουν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, για να τα εκμεταλλεύονται, να διχάσουν την κοινωνία — και τώρα παριστάνουν τους «υπεύθυνους», τους «εθνικά ευαίσθητους». Λόγο πρέπει να δώσουν στην κοινωνία της Θράκης και οι τοπικοί παράγοντες, βουλευτές, περιφερειάρχες, δήμαρχοι και λοιποί των κομμάτων της συγκυβέρνησης, ένθεν κακείθεν, που στο όνομα της πολιτικής τους επιβίωσης δεν σεβάστηκαν την κοινωνία που τους αναδείκνυε σε αυτά τα αξιώματα. Υποκριτικά, τυχοδιωκτικά, χαϊδεύοντας πλάτες και αυτιά, κλείνοντας το ένα μάτι στη μια πλευρά, το άλλο στην άλλο, διαχειρίστηκαν τη μιζέρια και τη στασιμότητα, το τέλμα της περιοχής. Οι εκλογές του Μάη είναι μια δοκιμασία και για μας και για την κοινωνία. Θα δώσουμε αυτή τη μάχη με αισιοδοξία, με πίστη στις αρχές και στις αξίες μας. Στόχος μας είναι να σώσουμε τη χώρας μας και την κοινωνία μας, να σταματήσουμε την καταστροφή. Κερδισμένη θάναι η χώρα, η κοινωνία και η Θράκη.

Ο Μουσταφά Μουσταφά είναι πρώην βουλευτής Ροδόπης του ΣΥΡΙΖΑ.


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

36

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η ΤΤΙP, το περιβάλλον και οι καταναλωτές ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΠΑΛΙΑ Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι ουσιαστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ για τη δημιουργία ζώνης ελεύθερων ανταλλαγών (ΤΤΙP) μεταξύ των δύο μεγαλύτερων εμπορικών δυνάμεων του πλανήτη. Η ελληνική προεδρία, μάλιστα, υποσχέθηκε ότι θα τις επιταχύνει. Η εν λόγω ζώνη αντιπροσωπεύει το 50% του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος και έτσι οι ρυθμίσεις που θα υιοθετηθούν θα επηρεάσουν σημαντικά και τις υπόλοιπες χώρες. Ευθύς εξαρχής είχαν εκφραστεί φόβοι, κυρίως από τις δυνάμεις της Αριστεράς και της Οικολογίας, ότι οι διαπραγματεύσεις θα οδηγήσουν σε χαμηλότερο επίπεδο την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία των καταναλωτών της Ευρώπης λόγω της μειωμένης, σε σχέση με την Ε.Ε., προστασία τους στις ΗΠΑ. H επαπειλούμενη μείωση της εν λόγω προστασίας, μάλιστα, γίνεται τη στιγμή που στην Ευρώπη δυναμώνουν οι φωνές για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση του σχετικού προστατευτικού καθεστώτος. Οι φόβοι μεγαλώνουν καθώς η διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων κινείται αναγκαστικά στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, καθώς τα δύο μέρη είναι ταυτόχρονα μέλη του και η Συμφωνία θα πρέπει να κοινοποιηθεί σε αυτόν. Ας σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του ΠΟΕ η σχέση διεθνούς εμπορίου και περιβάλλοντος είναι ανισοβαρής λόγω της πρωτοκαθεδρίας του πρώτου έναντι του δεύτερου, παρά τις βελτιώσεις που έχουν γίνει πρόσφατα. Η υπό διαπραγμάτευση Συμφωνία, λοιπόν, έχει κρίσιμη σημασία δεδομένου ότι, λόγω του εύρους και των επιπτώσεών της, επιβάλλεται να στηρίζεται σε κανόνες που παρέχουν την υψηλότερη προστασία στο περιβάλλον και στους καταναλωτές. Εξάλλου, στο πεδίο αυτό παρουσιάζονται τα μεγαλύτερα προβλήματα, όπως προκύπτει και από τη σχετική έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Legal Implications of TTIP for the Acquis Communautaire in ENVI Relevant Sectors) που δημοσιεύτηκε πρόσφατα. Η γενική εκτίμηση που αποτυπώνεται στην έκθεση είναι ότι «οι ΗΠΑ είτε δεν αναγνωρίζουν τους κινδύνους στο περιβάλλον και στην υγεία του ανθρώπου που αναγνωρίζει η Ε.Ε. είτε έχουν διαφορετική προσέγγιση, υιοθετώντας απλώς κατευθυντήριες γραμμές εθελούσιας συμμόρφωσης αντί για υποχρεωτικούς κανόνες συμπεριφοράς (πράγμα που συμβαίνει στην Ε.Ε.)». Ως αντιπροσωπευτικά παραδείγματα αναφέρονται οι Γενετικά Τροποποιημένοι Οργανισμοί, τα χημικά προϊόντα, τα σφάγια (χλωριωμένων) πουλερικών και η ένταξη στο σύστημα εμπορίας ρύπων των αεροπορικών δραστηριοτήτων. Η αναζήτηση των λόγων της διαφοροποίησης των δύο πλευρών στους εν λόγω —όπως και σε άλλους- τομείς δεν είναι καθόλου εύκολη. Ωστόσο, μπορούμε να επιχειρήσουμε μια πρώτη προσέγγιση. Έτσι, για με-

Ο Γιώργος Μπάλιας διδάσκει πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

Έργο του Βλαντιμίρ Τάτλιν

ρικά από τα αναφερόμενα ζητήματα, η διαφοροποίηση οφείλεται κυρίως στην οικονομική και κατ’ επέκταση πολιτική ισχύ των αμερικανικών εταιρειών έναντι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών και στη συνακόλουθη επιβολή των απόψεών τους στην αμερικανική κυβέρνηση. Αυτό συμβαίνει κυρίως στον τομέα των ΓΤΟ, όπου οι αμερικανικές εταιρίες (Monsanto, Pioneer κλπ.) κατέχουν το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της παγκόσμιας αγοράς. Το ίδιο ισχύει και στη βιομηχανία πουλερικών. Κάτι αντίστοιχο όμως δεν ισχύει σε άλλους τομείς, όπως η αεροπορία και τα χημικά. Εδώ η εξήγηση είναι πιο περίπλοκη και ίσως πρέπει να αναζητηθεί στο αυστηρά πολιτικό πλαίσιο και συγκεκριμένα στη σχετική αυτονομία του πολιτικού. Στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό, για λόγους που συνδέονται με την ιστορική εξέλιξή του, υπάρχει μεγαλύτερη παρέμβαση του δημοσίου στην κατεύθυνση της θέσπισης μηχανισμών πρόληψης. Αντίθετα, στον αμερικανικό καπιταλισμό, για αντίστοιχους λόγους, δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στην αγορά, με συνέπεια να απομειώνεται η δημόσια παρέμβαση για πρόληψη και να ενισχύεται η εκ των υστέρων επιβολή ποινής ή αποζημίωση σε περίπτωση βλάβης. Παρά τις παραπάνω διαφοροποιήσεις, αν και δύσκολη, είναι πιθανή η επίτευξη συμφωνίας στην οποία να περιλαμβάνονται χαμηλότερα στάνταρντ για το περιβάλλον και την υγεία των καταναλωτών σε σχέση με τα ήδη υπάρχοντα. Ο παραπάνω κίνδυνος έχει να κάνει κυρίως με την κυριαρχία —σήμερα- των νεοφιλελεύθερων πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, οι οποίες επιχειρούν μια σύγκλιση με τις ΗΠΑ, στη βάση της μείωσης των προστατευτικών (για την κοινωνία και το περιβάλλον) κανόνων. Αυτό, άλλωστε, δείχνει η πρόσφατη ιστορία με το γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι 1507 στο Συμβούλιο Υπουργών ή η εξαγγελθείσα, πρόσφατα, αλλαγή πολιτικής της Επιτροπής αναφορικά με την κλιματική αλλαγή και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μια τέτοια εξέλιξη, πέρα από το ότι έρχεται σε αντίθεση με το κοινοτικό κεκτημένο, δεν απαντά στα σύγχρονα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Χρειάζεται, λοιπόν, δυ-

ναμική παρέμβαση, η οποία θα βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις αναδυόμενες ιδέες είτε για εθνική αναδίπλωση είτε για «ρεαλιστική» προσαρμογή. Αυτή η παρέμβαση δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την ενίσχυση των πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη που αναζητούν ένα άλλο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης, το οποίο θα έχει άξονα αναφοράς την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου και θα αποσκοπεί στην ισορροπία μεταξύ διεθνούς εμπορίου και περιβάλλοντος. Ειδικότερα, ο δρόμος για να γίνει κάτι τέτοιο είναι η ενεργός συμμετοχή (και πάλη) των αριστερών και οικολογικών δυνάμεων σε όλα τα θεσμικά μορφώματα – είτε υπερεθνικά (π.χ. όργανα της ΕΕ) είτε διεθνή (ΠΟΕ, ΠΟΥ κλπ.) η οποία θα έχει μόνιμο στόχο και γνώμονα τη ριζοσπαστική μεταρρύθμισή τους, όπως άλλωστε το υπογραμμίζει ο πάντοτε επίκαιρος Νίκος Πουλαντζάς (στον επίλογο του βιβλίου του Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός).

ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ «ΑΝΗΣΥΧΕΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ» ΜΕ ΤΗ ΜΙΚΕΛΑ ΧΑΡΤΟΥΛΑΡΗ Μια ανήσυχη συζήτηση για τη μεγάλη ουτοπία του 20ού αιώνα, όπως αυτή αποτυπώθηκε στη λογοτεχνία. Μια επίκαιρη συζήτηση για την ΕΣΣΔ και την Ουκρανία, την Κούβα και τη Λατινική Αμερική, την Ελλάδα και την Ευρώπη. Μια διαφορετική ματιά στην Πολιτική και στη Λογοτεχνία, στα οράματα και στους αγώνες, στις διαψεύσεις και στις ελπίδες των λαών. Μια ανάγνωση του χθες και του σήμερα, μέσα από δέκα ανήσυχα βιβλία της εποχής μας. Την Τρίτη 29 Απριλίου, ώρα 19.00, στο Public Συντάγματος (5ος όροφος). Συμμετέχουν: Κώστας Αθανασίου (μεταφραστής λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας), Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου (ομότιμη καθηγήτρια ΑΠΘ), Δημήτρης Παπαδημούλης (βουλευτής, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ), με συντονίστρια τη Μικέλα Χαρτουλάρη.

ΝΕΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Άγγελοι Πρόσφατα ο Μίλαν Κούντερα —στα 85 του πια— εξέδωσε, ύστερα από μακρόχρονη παύση, ένα νέο μυθιστόρημα κι εγώ βρήκα την ευκαιρία να ξαναδιαβάσω τη Βραδύτητα. Σε κάποιο σημείο του βιβλίου, ο Κούντερα γράφει για τα κακά της φωτογραφίας: αν το 14ο αιώνα ο Τσέχος βασιλιάς Βάτσλαβ μπορούσε να περιφέρεται ανενόχλητος στους δρόμους της Πράγας, δίχως να τον αναγνωρίζει κανείς, σήμερα (το 1995) ο πρίγκιπας Κάρολος της Αγγλίας είναι υποχρεωμένος να κρύβεται διαρκώς γιατί όλοι έχουν δει κάπου το άσχημο πρόσωπό του. Πάντως εγώ, εκείνη την Παρασκευή, βγαίνοντας από το πατρικό μου, πήγα να πέσω κυριολεκτικά πάνω στη Μέρκελ, εννοώ στην αυτοκινητοπομπή της Μέρκελ, και ευτυχώς που βρέθηκε ένας φύλακαςάγγελος αστυνομικός για να με σταματήσει: «Έρχεται η πομπή», με προειδοποίησε ψύχραιμα και πράγματι, λες και ήταν ο απεσταλμένος του βασιλιά που ήξερε την πληροφορία από πρώτο χέρι, η πομπή εμφανίστηκε αμέσως μπροστά μου και έστριψε επιτόπου, στο αντίθετο ρεύμα της Βασιλίσσης Σοφίας, σαν ένα μαύρο δυσοίωνο σκουλήκι. Έτσι η Καγκελάριος είδε την Αθήνα όπως ακριβώς θα ήθελε να είναι: μια έρημη πόλη δίχως κατοίκους. Αναγκάστηκα λοιπόν να περπατήσω υπό βροχή μέχρι τα Πετράλωνα για το σπίτι του θείου μου που του είχα υποσχεθεί πως θα τον επισκεπτόμουν. Έφτασα μια ώρα αργότερα και μόλις η βροχή κόπασε, τον πήρα και βγήκαμε για την καθιερωμένη βόλτα στον περιφερειακό του Φιλοπάππου. Ο θείος μου δεν βλέπει πια καλά και για μεγαλύτερη ασφάλεια κρατούσε σφιχτά το χέρι μου. Φορούσε ένα μαύρο αδιάβροχο κι όταν άρχισε πάλι να βρέχει, έβαλε την κουκούλα στο κεφάλι του και τότε σκέφτηκα πως έμοιαζε με τον μαύρο άγγελο της ατυχίας. Και είναι κρίμα: γιατί τώρα που είναι άρρωστος και το χέρι του τρέμει, κάνει τα πιο ωραία σχέδια, υπέροχα τρεμουλιαστά σχέδια που βγαίνουν κατευθείαν από τον καρκίνο του. Το φως έφευγε πίσω από το λόφο κι εμείς συνεχίζαμε να βαδίζουμε αργά, όταν άξαφνα ένιωσα μια στιγμιαία μα απέραντη γαλήνη, ίσως επειδή περπατούσαμε μαζί κάτω από τη βροχή που δυνάμωνε, και μακάρι να ένιωσε το ίδιο και ο θείος μου. Το μόνο που διέλυε την ησυχία μας ήταν το ελικόπτερο που στριφογύριζε από πάνω μας, προσπαθώντας να προστατεύσει τη Μέρκελ από εμάς που μπορούσαμε ακόμα να κάνουμε ένα δύο απλά πράγματα που δεν μπορούσε να κάνει πλέον αυτή. «Η δόξα καταβρόχθισε όλη την ελευθερία του», γράφει ο Κούντερα για τον Κάρολο: «Μόνο τα απολύτως αναίσθητα πνεύματα μπορούν σήμερα να συγκατατεθούν και να σέρνουν εκούσια πίσω τους την κατσαρόλα της διασημότητας». ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ


Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 27 AΠΡΙΛΙΟΥ 2014

37

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

Η «Προσευχή του ταπεινού» και η παρωδία του Βάρναλη

Καρχαρίας Παπαφαταούλας vs Ζαχαρία Παπαντωνίου ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΥ Μια ειδική κατηγορία της σατιρικής ποίησης είναι η παρωδία, η σατιρική μίμηση του ύφους ενός ποιητή ή ενός συγκεκριμένου ποιήματός του, είτε για να επικριθεί ο ποιητής είτε, συχνότερα, για να σχολιαστεί σατιρικά η επικαιρότητα. Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, που η (έμμετρη) ποίηση είχε μεγαλύτερη θέση στη ζωή μας, η Αυγή φιλοξενούσε καθημερινά ένα στιχούργημα στην πρώτη σελίδα της, το οποίο κάποτε παρωδούσε κάποιο γνωστό ποίημα, του Καβάφη, ας πούμε, ή του Βάρναλη, για να σατιρίσει γεγονότα της επικαιρότητας, π.χ. την αναχώρηση του Καραμανλή από την Ελλάδα το 1963 ή την αποστασία του 1965. Φυσικά, η αξία της παρωδίας εξαρτάται και από το ποιητικό μέγεθος όχι μόνο του παρωδού αλλά και του παρωδούμενου. Όταν και οι δυο είναι μάστορες, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι απολαυστικό και να αντέξει στο χρόνο, σε αντίθεση με τις παρωδίες της σειράς, που προορίζονται να ξεχαστούν. Μια τέτοια παρωδία θα παρουσιάσω σήμερα — θα δούμε πώς παρώδησε ο Κώστας Βάρναλης την «Προσευχή του ταπεινού» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Το ποίημα παραμένει και σήμερα γνωστό, αλλά στην εποχή του είχε κάνει πάταγο. Πράγματι, το εκδοτικό γεγονός των Χριστουγέννων του 1931 ήταν η κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής Θεία δώρα του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Το βιβλίο δέχτηκε διθυραμβικές κριτικές από τον Τύπο, επαινέθηκε δημόσια από πολιτικούς αρχηγούς όπως ο Αλέξ. Παπαναστασίου ή ο Γ. Καφαντάρης, αλλά είχε και εμπορική επιτυχία (όχι πάντοτε αυθόρμητη: γράφτηκε ότι η Εθνική Τράπεζα αγόρασε 2.000 αντίτυπα!) Αμέσως ξεχώρισε ένα ποίημα, «Η προσευχή του ταπεινού». Όχι άδικα:

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ

της Εκδοτικής Τράπεζας (που αργότερα εξελίχθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος) με παχυλούς μισθούς. Σε συνδυασμό με την κάθε άλλο παρά ταπεινή υποδοχή του ποιήματος, οι στίχοι της «Προσευχής» ηχούσαν σχεδόν σαν πρόκληση — ή τουλάχιστον σαν πρόσκληση για παρωδία, στην οποία ανταποκρίθηκε με τον καλύτερο τρόπο ο Κώστας Βάρναλης, ο οποίος είχε απολυθεί από καθηγητής εξαιτίας της συμμετοχής του στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, στο λεγόμενο σκάνδαλο των Μαρασλειακών. Ο Βάρναλης λοιπόν, δημοσίευσε την εξής αριστοτεχνική (και δηλητηριώδη) παρωδία:

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ Κύριε, σαν ήρθε η βραδιά και μάτι δε μας βλέπει βρέχε σωρό διορισμούς στην ταπεινή μου τσέπη. Την προσευχή μου, Κύριε, σου λέω με προθυμία καμιά ψυχή δεν έβλαψα, εξόν απ’ τα ταμεία. Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι. Που να μη την εβούτηξα θέση σπουδαία δε μένει. Ήσυχα εγώ κι αθόρυβα τα έργα μου έχω πράξει κι από Γραικύλους και Γκρεκούς το σύμπαν έχω εισπράξει Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα όλες εγώ τις χτύπησα (δουλειά μου κάθε μέρα). Ήμουνα των μικρών παιδιών και των σκυλιών ο φίλος κι όλων εγώ των Αρχηγών πιστός χαδιάρης σκύλος. Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα. (Αφού το Κράτος πλήρωνε, ζήτω η γλυκιά πατρίδα). Σ’ ευχαριστώ, που μου’ δωκες χωρίς να μου ανήκει τη θέση της Εκδοτικής και την Πινακοθήκη.

Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω την προσευχή μου. Άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου. Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι. Την πίκρα μου τη βάσταξα. Μου δίνεις και την ξένη.

Για την καπατσοσύνη μου οι εχθροί θα με μισήσουν. Ευδόκησε ν’ αφανιστούν χωρίς να ξαναζήσουν.

Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω. Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω. Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα. Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.

Με τρόπο της ποιήσεως δώσε μου, Κύριε, τώρα τα πενήντα χιλιάρικα, τ’ αληθινά «θεία δώρα».

Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει. Άκουσα τη γλυκιά βροχή. Τη δύση έχω κοιτάξει. Έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι. Ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ. Τώρα δεν έχω τίποτα να διώξω ή να κρατήσω. Δεν περιμένω ανταμοιβή. Πολύ ’ναι τέτοια ελπίδα. Ευδόκησε ν’ αφανιστώ χωρίς να ξαναζήσω... Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα. Ωστόσο, αν και άξιος λογοτέχνης, ο Παπαντωνίου είχε ταυτιστεί απόλυτα με τα βενιζελικά κόμματα που νέμονταν την εξουσία τις δύο προηγούμενες δεκαετίες και είχε ωφεληθεί πολλαπλά από αυτό, έχοντας διοριστεί κατ’ επανάληψη νομάρχης, από το 1919 διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης (όχι εντελώς αταίριαστα: είχε σπουδάσει ζωγραφική και έγραφε τεχνοκριτικά άρθρα) και αργότερα καλλιτεχνικός σύμβουλος

Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και στo www.sarantakos.com.

(Σιγά στ’ αφτί του θεού)

Καρχαρίας Παπαφαταούλας (Από τα «Ηλίθια δώρα») Κάποιες επεξηγήσεις χρειάζονται. Η αναφορά σε «Γκρεκούς» είναι λογοπαίγνιο με τον Γκρέκο· ως διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, ο Παπαντωνίου είχε πρόσφατα ταξιδέψει στη Γερμανία για να αγοράσει σε πλειστηριασμό τον πίνακα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου «Η συναυλία των αγγέλων» για λογαριασμό της Πινακοθήκης. Τα «πενήντα χιλιάρικα» είναι το έπαθλο που είχε προκηρύξει η Ακαδημία Αθηνών για το καλύτερο ποιητικό έργο της χρονιάς, που σύμφωνα με τις φήμες προοριζόταν για τον Παπαντωνίου. Η παρωδία δημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι, το ανεπίσημο λογοτεχνικό όργανο του ΚΚΕ, στο τεύχος του Φεβρουαρίου 1932. Σαν δείγμα παρωδίας, το βρίσκω έξοχο: επαναλαμβάνει ελαφρά παραλλαγμένους αρκετούς στίχους του υποδείγματός του, αντιστρέφοντας μαστόρικα το νόημα για να το αντιστοιχίσει στον βίο και την πολιτεία του ποιητή του. Η υπογραφή βέβαια στάζει βιτριόλι: τα «Θεία» δώρα παραφράζονται σε «Ηλίθια», ο γλυκός Ζαχαρίας σε αδηφάγο Καρχαρία και ο Παπαντωνίου σε Παπαφαταούλα. Όχι τυχαία, στο ίδιο τεύχος του περιοδικού υπήρχε κι ένα τσουχτερό σχόλιο για την υπερπροβολή του βιβλίου του Παπαντωνί-

Ο Κώστας Βάρναλης τη δεκαετία του 1920

ου, τη μαζική αγορά αντιτύπων από την Εθνική Τράπεζα κτλ. Οι περισσότεροι παροικούντες τη λογοτεχνική πιάτσα της προπολεμικής Αθήνας σίγουρα θα ήξεραν ή θα μάντεψαν τον δημιουργό της παρωδίας, η οποία απέκτησε ευρύτερο ακροατήριο λίγο αργότερα, αφού αναδημοσιεύτηκε στην καθημερινή εφημερίδα Ελεύθερος Άνθρωπος, του Δημ. Πουρνάρα, που έκανε δριμεία κριτική στην κυβέρνηση Βενιζέλου από αριστερές θέσεις, χωρίς όμως να ταυτίζεται με το ΚΚΕ. Στο φύλλο της 13.3.1932, με τον τίτλο «Η μεταμφίεσις ενός ποιητού» και τον επίτιτλο «Αποκριάτικη σάτιρα», δημοσιεύτηκε η ίδια παρωδία, με εκτενή εισαγωγή στην οποία δικαιολογείται η επίθεση εξαιτίας του «μοχθηρού χαρακτήρα» του Παπαντωνίου και της πολυθεσίας του, ενώ για τον παρωδό αναφέρεται υπαινικτικά ότι είναι «έτερος διακεκριμένος ποιητής — αποφεύγομεν ημείς τα ονόματα». Το κείμενο είναι πανομοιότυπο με τη δημοσίευση στους Νέους Πρωτοπόρους, με μόνη διαφορά ότι τώρα το υπογράφει ο Καρχαρίας Φαγαντωνίου. Απ’ όσο ξέρω, ο πρώτος που απέδωσε ρητά την πατρότητα της παρωδίας στον Βάρναλη ήταν ο ο Μ.Μ. Παπαϊωάννου, που τη δημοσίευσε στο τεύχος αρ. 2 του περιοδικού Πολιτιστική (1984), στο άρθρο του «Θέματα από το έργο του Βάρναλη», το οποίο περιλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο του Κώστας Βάρναλης – Μελέτες. Ο Παπαϊωάννου δεν θυμόταν το περιοδικό της πρώτης δημοσίευσης, ούτε το ψευδώνυμο (την ανεύρεση την οφείλουμε στον ιστορικό Γιώργο Πετρόπουλο), αλλά ίσως είχε πρόσβαση σε μεταγενέστερο χειρόγραφό της αφού το κείμενο που δίνει έχει μικρές αλλαγές σε σχέση με την πρώτη δημοσίευση. Παρόλο που σήμερα έχουν ξεχαστεί οι λεπτομέρειες από τις αντιπαραθέσεις της εποχής, και οι δυο ποιητές έχουν πάρει ο καθένας τη θέση του στην ιστορία της λογοτεχνίας μας, νομίζω ότι η παρωδία του Βάρναλη διατηρεί την αξία της σαν σάτιρα όχι ειδικά του Παπαντωνίου, αλλά του κάθε κρατικοδίαιτου διανοούμενου — αν και οι περισσότεροι σημερινοί ως λογοτεχνικά μεγέθη μάλλον ωχριούν μπροστά στον Παπαντωνίου.


Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΕΝΘΕΜΑΤΑ

27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2014

ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com

Κερδίζοντας από την κρίση Μια έκδοση του Transnational Institute και του Corporate Europe Observatory με ειδικό ελληνικό ενδιαφέρον Στις αρχές Μαρτίου, οι γνωστές ριζοσπαστικές δεξαμενές σκέψης Transnational Institute και Corporate Europe Observatory ένωσαν τις δυνάμεις τους, εκδίδοντας την έκθεση Κερδίζοντας από την Κρίση. Η μελέτη έχει άμεσο ενδιαφέρον για την Ελλάδα και την ελληνική Αριστερά καθώς καταδεικνύει πώς οι εταιρείες, με την υποστήριξη δικηγόρων, χρησιμοποιούν τις διεθνείς επενδυτικές συμφωνίες για να μεγεθύνουν τα κέρδη τους, υποβάλλοντας αγωγές εναντίον ευρωπαϊκών χωρών που μαστίζονται από την κρίση. Με άλλα λόγια, και σε ό,τι μας αφορά, μας περιγράφει πώς οι κερδοσκόποι γκρεμίζουν ό,τι αφήνουν πίσω τους η τρόικα και η κυβερνητική πολιτική, δείχνοντας ταυτόχρονα τις πανίσχυρες ασφαλιστικές δικλείδες υπέρ του κεφαλαίου που βρίσκονται σε ισχύ διεθνώς και περιορίζουν το εύρος δράσης της οποιασδήποτε κυβέρνησης της Αριστεράς, αν μια τέτοια κυβέρνηση δεν έχει τη βούληση να αμφισβητήσει αυτές τις δικλείδες. Η έκθεση δημοσιεύτηκε στα αγγλικά, στο tinyurl.com/l3lg96m. Εδώ παρατίθενται μεταφρασμένα εκτενή αποσπάσματα από τη σύνοψη της έκθεσης. Η.Ο.

Για αρκετό καιρό, οι ευρωπαϊκές χώρες παρέμεναν απρόσβλητες από το διογκούμενο παγκόσμιο κύμα αγωγών επενδυτή εναντίον κράτους, που έτεινε να επικεντρώνεται στις αναπτυσσόμενες χώρες. Με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, όμως, οι εταιρείες και οι δικηγόροι επενδύσεων έχουν στρέψει το βλέμμα τους στην εν δυνάμει λεία τους στην Ευρώπη. Ένα καθεστώς επενδύσεων που επινοήθηκε σε μυστικές αίθουσες διοικητικών συμβουλίων σε ευρωπαϊκό έδαφος, το οποίο δίνει στις εταιρείες πανίσχυρα δικαιώματα άσκησης αγωγών εναντίον των κυβερνήσεων, επιστρέφει πλέον πίσω στην «έδρα» του για να κερδοφορήσει. Οι νομικές βάσεις αυτών των αγωγών είναι οι πάνω από 3.000 διεθνείς επενδυτικές συμφωνίες που βρίσκονται σε ισχύ σήμερα. Περιέχουν λεπτομερείς προστατευτικές δικλείδες υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, που ενσωματώνονται σε γενικόλογες διατάξεις περί «δίκαιης και ισότιμης αντιμετώπισης» και «προστασίας από έμμεση απαλλοτρίωση». Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι διατάξεις ερμηνεύονται με τέτοια ευρύτητα ώστε να δίνεται λευκή επιταγή στις επιχειρήσεις να καταθέτουν αγωγή εις βάρος κρατών για οποιαδήποτε ρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδρά στα τρέχοντα ή μελλοντικά κέρδη τους. Επιπλέον, οι συμφωνίες επενδύσεων παραχωρούν στις εταιρείες δικαιώματα προστασίας, χωρίς να παραχωρούν παρεμφερή δικαιώματα στα κράτη για να προστατεύσουν τους πολίτες τους. Η μελέτη Κερδίζοντας από την Κρίση αποκαλύπτει πως:

Η

δημόσια διάσωση των τραπεζών που οδήγησε στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους θα μπορούσε να επαναληφθεί με μία δεύτερη δημόσια διάσωση, αυτή τη φορά των κερδοσκόπων επενδυτών. Οι εταιρικοί επενδυτές διεκδικούν σε διαιτητικές διαφορές πάνω από 700 εκατομμύρια Ευρώ από

ματικά ο αριθμός των αστέγων. Ένα στα τρία παιδιά (600.000 περίπου) ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. ι εταιρείες επενδύσεων και οι δικηγόροι τους χρησιμοποιούν την απειλή άσκησης αγωγής για να αλλάξουν δημόσιες πολιτικές ή να αποτρέψουν ρυθμίσεις που θα απειλούσαν τα κέρδη τους. Σε ένα ενημερωτικό δελτίο προς τους πελάτες της τον Οκτώβριο του 2011, η εταιρεία δικηγόρων K&L Gates, με έδρα στις ΗΠΑ, σύστησε στους επενδυτές να χρησιμοποιούν την απειλή της διαιτησίας επενδύσεων σαν «διαπραγματευτικό εργαλείο» στις διαπραγματεύσεις τους με κυβερνήσεις που αφορούν την αναδιάρθρωση του χρέους. Παρομοίως, η βρετανική εταιρεία Clyde & Co πρότεινε να χρησιμοποιείται η «εν δυνάμει αρνητική δημοσιότητα» μιας επενδυτικής αγωγής σαν «μοχλός πίεσης σε περίπτωση διαμάχης με μία ξένη κυβέρνηση». Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παίξει ένα δόλιο ρόλο συνυπαιτιότητας, καθώς στην πραγματικότητα ενθαρρύνει αυτό το κύμα εταιρικών αγωγών που μαστίζει χώρες που έχει χτυπήσει βαριά η κρίση. Κάποιες από τις αγωγές προκύπτουν λόγω μέτρων σχετικών με την αναδιάρθρωση του χρέους και του τραπεζικού συστήματος και τα οποία απαιτούνται στο πλαίσιο των πακέτων διάσωσης που παρέχει η ΕΕ. Επιπλέον, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ασκήσει κριτική στις Διμερείς Επενδυτικές Συμφωνίες (ΔΕΣ) μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ (γνωστές και ως ενδοκοινοτικές ΔΕΣ), συνεχίζει να προωθεί ενεργά τη χρήση διαιτητικών μηχανισμών επιπέδου σχέσης επενδυτή-κράτους, σε παγκόσμια κλίμακα και ιδιαίτερα στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις για την αμφιλεγόμενη εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ (TTIP). Η υπεράσπιση της εταιρικής ασυλίας τη στιγμή που αμφισβητείται η κοινωνική προστασία είναι μία θλιβερή απόδειξη για τις προτεραιότητες που υπηρετούν οι τρέχουσες εμπορικές και οικονομικές πολιτικές της ΕΕ. ο καθεστώς επενδυτικής διαιτησίας παρέχει αντιμετώπιση VIP σε ξένους επενδυτές και ιδιωτικοποιεί την απονομή δικαιοσύνης. Οι ξένοι επενδυτές απολαμβάνουν περισσότερων δικαιωμάτων σε σχέση με τις εγχώριες εταιρείες, τα άτομα και τις κοινότητες, ακόμα και όταν αυτές επηρεάζονται εξίσου με τους επενδυτές από τα μέτρα που οδήγησαν στη δικαστική διένεξη. Οι υποθέσεις κρίνονται από ένα «σώμα» αποτελούμενο από τρεις ιδιώτες δικηγόρους, οι οποίοι εκδίδουν αποφάσεις σχετικά με πολιτικές οι οποίες επηρεάζουν την ευημερία εκατομμυρίων ανθρώπων. Και κάποιοι απ’ αυτούς αγνοούν αρχές του διεθνούς δικαίου που επιτρέπουν σε κράτη να παραβιάσουν τις διεθνείς τους υποχρεώσεις, προκειμένου να προστατέψουν τα συμφέροντα των πολιτών τους, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης. Η εντεινόμενη κρίση στις χώρες της Ευρώπης έχει προσελκύσει ολοένα και περισσότερους «γύπες» που παραμονεύουν για κέρδη. Το 2012, η εταιρεία Greylock Capital, με έδρα στη Νέα Υόρκη, υποστήριξε δημόσια ότι η εξαγορά ελληνικών ομολόγων ήταν «η συναλλαγή της χρονιάς». Εκείνη την περίοδο, οι επενδυτές πλήρωναν 19 με 25 σεντς για κάθε ένα δολάριο αξίας των ομολόγων.

Ο

H

Πώς εταιρείες και δικηγόροι

κερδίζουν από τις ευρωπαϊκές

χώρες που πλήττει η κρίση

την Ισπανία, πάνω από ένα δισεκατομμύριο Ευρώ από την Κύπρο, και άγνωστο ποσό από την Ελλάδα. Αυτός ο λογαριασμός, μαζί με τις εξωπραγματικές αμοιβές των δικηγόρων που διαχειρίζονται τις υποθέσεις, θα πληρωθεί από τα δημόσια ταμεία σε μία περίοδο όπου τα μέτρα λιτότητας έχουν οδηγήσει σε σημαντικές περικοπές των κοινωνικών δαπανών και διογκούμενη εξαθλίωση των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. ολλές από τις αγωγές επενδύσεων που εκκρεμούν εναντίον των ευρωπαϊκών χωρών που μαστίζονται από την κρίση προέρχονται από κερδοσκόπους επενδυτές. Δεν πρόκειται για μακροπρόθεσμους επενδυτές, αλλά για εκείνους που επένδυσαν καθώς εξελισσόταν η κρίση, και άρα γνώριζαν πλήρως τους κινδύνους. Όμως, αντί να πληρώσουν το κόστος των επενδύσεων υψηλού ρίσκου που επέλεξαν, εξασφάλισαν μέσω των επενδυτικών συμφωνιών μια δίοδο διαφυγής, και τις χρησιμοποιούν πλέον για να απομυζήσουν επιπλέον πλούτο από τις πληττόμενες από την κρίση χώρες. Η σλοβάκικη τράπεζα Poštová Banka για παράδειγμα, αγόρασε ομόλογα στις αρχές του 2010, την ίδια στιγμή που η Standard & Poor’s χαρακτήριζε το χρέος της Ελλάδας ως «για πέταμα». ι επενδυτές που εμπλέκονται στις αγωγές έχουν αποκομίσει σημαντικά κέρδη παρά την «απειλή» προς τις επενδύσεις τους από τις χώρες που μαστίζονται από την κρίση. Η Poštová Banka ανακοίνωσε καθαρά κέρδη 67,5 εκατομμυρίων ευρώ το 2012, ενώ η εταιρεία επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας Abengoa SA ανακοίνωσε αύξηση 17% στο τζίρο της, που έφτασε στα 5,23 δισεκατομμύρια ευρώ τους πρώτους εννιά μήνες του 2013. Όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά για τις χώρες που μηνύονται. Οι Έλληνες, για παράδειγμα, είναι κατά 40% φτωχότεροι σε σχέση με την οικονομική τους κατάσταση το 2008, ενώ έχει αυξηθεί δρα-

Π

Ο

Τ

Τον Απρίλιο του 2013, η δικηγορική εταιρεία Skadden, με έδρα στις ΗΠΑ (αντιπροσωπεύει την Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου σε μία διαφαινόμενη αγωγή εναντίον της Ελλάδας αξίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, που προκύπτει από επενδυτική συμφωνία) επαίνεσε την «αυξανόμενη ελκυστικότητα και την καινοτόμο χρήση των ΔΕΣ». Η εταιρεία σημείωσε ότι «η ελκυστικότητα του καθεστώτος επενδυτικής διαιτησίας των ΔΕΣ, μαζί με την οικονομική αβεβαιότητα της σημερινής περιόδου, έχουν πυροδοτήσει μία αυξανόμενη χρήση των ΔΕΣ για την επίλυση διαφορών με τρόπους που προηγουμένως δεν ήταν διαθέσιμοι, και αναμένουμε τη συνέχιση αυτής της τάσης». Η εμπειρία της Αργεντινής, που αντιμετώπισε 55 αγωγές επενδυτών μετά την κρίση του 2001, δείχνει ότι οι απαιτήσεις καταφτάνουν για αρκετό καιρό μετά από μία κρίση. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΗΡΑΚΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.