Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Κείμενα των: Πολυμέρη Βόγλη, Στρατή Μπουρνάζου, Λόη Λαμπριανίδη, Όλγας Λαφαζάνη, Γιώργου Κουβίδη, Νικoλάου Ηλιού, Φαίδωνα Σόλωνα Καρυδάκη, Όλγας Μπαλαούρα, Γιώργου Σουβλή - Τάνιας Τοφανίν, Στέφανου Δημητρίου, Θανάση Καλαφάτη, Νίκου Σαραντάκου, Χρήστου Λάσκου ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 785
ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
ΓΝΩΜΕΣ & ΙΔΕΕΣ - ΛΟΓΟΣ & ΤΕΧΝΕΣ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ: ΜΑΝΟΣ ΑΥΓΕΡΙΔΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΙΩΑΝΝΑ ΜΕΪΤΑΝΗ, ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ
H πλατεία ήτανε άδεια… ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΕΡΗ ΒΟΓΛΗ Η διαπίστωση είναι πλέον κοινότοπη. Στις συγκεντρώσεις, οι πλατείες είναι άδειες και τα καφέ γεμάτα. Οι αντιδράσεις του κόσμου στα μέτρα που επιβάλλει η κυβέρνηση είναι υποτονικές, κατώτερες των προσδοκιών και των περιστάσεων. Η οργή και η απόγνωση αναλώνονται σε ιδιωτικές συζητήσεις και κλείνονται σε ιδιωτικούς χώρους, δεν εκβάλλουν στο συλλογικό και το δημόσιο. Το κλείσιμο της ΕΡΤ προκάλεσε ένα μαζικό κύμα διαμαρτυρίας, που γρήγορα αποδυναμώθηκε. Οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα ή των καθαριστριών, όχι μόνο δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα ευρύτερο κίνημα ενάντια στη διάλυση των εργασιακών σχέσεων αλλά ούτε να κινητοποιήσουν μαζικά τους συναδέλφους τους. Οι «πλατείες» του 2011 μοιάζουν να αποτελούν μια πολύτιμη αλλά μακρινή ανάμνηση. Πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτή την στάση της κοινωνίας; Σ’ αυτή τη στρατηγική σύγκρουση των τελευταίων τεσσάρων ετών υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Η κοινωνία έδωσε σημαντικές μάχες ενάντια στα μέτρα του Μνημονίου, συγκρούστηκε πολλές φορές, αλλά τελικά τα μέτρα πέρασαν. Το πολιτικό κόστος για τα κόμματα ήταν σοβαρό, αλλά το κοινωνικό κόστος τεράστιο. Η κοινωνία ηττήθηκε. Για να επιτευχθεί αυτή η ήττα, το σύμπλεγμα εξουσίας (πολιτικές ελίτ, επιχειρηματίες και μέσα ενημέρωσης) επιστράτευσε τις πολιτικές του φόβου και της ταπείνωσης. Η διαρκής απειλή της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ και της χρεοκοπίας, η καταστροφολογία, ο λόγος περί «πολέμου», η «αγωνία» για την έγκριση της επόμενης δόσης, καλλιέργησαν ένα κλίμα γενικευμένου φόβου, στο οποίο αναπτύχθηκαν ο ατομισμός, η εργασιακή ανασφάλεια, η καχυποψία, η συμμόρφωση στις ολοένα και πιο δυσβάστακτες εργασιακές συνθήκες. Με αυτό τον τρόπο η πολιτική του φόβου για το μέλλον έγινε εργαλείο πειθάρχησης της κοινωνίας και εξατομίκευσης των αντιδράσεων. Η συλλογική διαμαρτυρία υποχώρησε, η αλληλεγγύη αποδυναμώθηκε: όσοι μέσα στην κρίση διασώθηκαν μάλλον αδιαφόρησαν γι’ αυτούς που βυθίστηκαν. Η πολιτική της ταπείνωσης αποσκοπούσε στην άμβλυνση των κοινωνικών αντιδράσεων μέσω της ενοχοποίησης: η κοινωνία ήταν συλλογικά και αδιακρίτως υπεύθυνη για την οικονομική κρίση, άρα έπρεπε να μεταμεληθεί, να αναμορφωθεί ηθικά. Η Ελλάδα ήταν μια χώρα «διεφθαρμένων», «τεμπέληδων» και «απατεώνων», η οποία έπρεπε να τιμωρηθεί. Όταν ο τιμωρητικός λόγος εξαντλήθηκε, επιστρατεύθηκε ο πατερναλιστικός: η Ελλάδα έγινε ο «καλός μαθητής», η πρόοδος του οποίου διαρκώς ελεγχόταν και ενίοτε επιβραβευόταν. Η ηθική απαξίωση μιας ολόκληρης χώρας, σε συνδυασμό με την ταπείνωση που νιώθει ένας λαός με την εκχώρηση της κυριαρχίας του στους δανειστές, καλλιέργησαν την αίσθηση ότι η όποια αντίδραση ήταν ανώφελη και καταδικασμένη. Και, βέβαια, για όσους επέμεναν να αντιστέκονται επιστρατεύθηκαν ο στιγματισμός και η συκοφαντία, η καταστολή και τα χημικά, η επιστράτευση και οι διώξεις. Η ελληνική κοινωνία σήμερα είναι εν πολλοίς ηττημένη και φοβισμένη. Το επιχείρημα ότι για την υποχώρηση ευθύνεται το πολιτικό υποκείμενο είναι μέχρις ενός σημείου βάσιμο, αλλά δεν επαρκεί για να εξηγήσει την κατάσταση. Η σχέση κοινωνίας και πολιτικού υποκειμένου είναι αμφίδρομη: όσο μια κοινωνία περιπίπτει σε αδράνεια, τα περιθώρια για το πολιτικό υποκεί-
Ασφάλεια ή ελευθερία; την ποίησιν ή την δόξα; ―την ποίηση Χριστόν ή Βαραββάν; ―Χριστόν την Γαλάτειαν ή μιαν καλύβην; ― την Γαλάτεια Ν. Εγγονόπουλος, «Το γλωσσάριο των ανθέων»
Χουάν Μιρό, «Τοπίο», 1924-25
μενο στενεύουν. Και, πάντως, σε αυτό το έδαφος της αδράνειας αναπτύσσεται και η λογική της «ανάθεσης». Η κοινωνία ζητά από το πολιτικό υποκείμενο να πράξει όσα εκείνη δεν μπορεί· στη συγκεκριμένη περίπτωση, να δεσμευθεί ότι όταν πάρει την εξουσία θα καταργήσει τα αντιλαϊκά μέτρα του Μνημονίου, θα επαναπροσλάβει απολυμένους, θα ακυρώσει ιδιωτικοποιήσεις κοκ. Με αυτό τον τρόπο, η «ανάθεση» τροφοδοτεί τον εφησυχασμό της κοινωνίας και πολλαπλασιάζει τις προσδοκίες από το πολιτικό υποκείμενο. Αυτό που δεν έχει γίνει, πιστεύω, αντιληπτό είναι ότι τα εκατοντάδες νομοθετικά μέτρα που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια έχουν διαμορφώσει μια νέα πραγματικότητα. Έχουν δημιουργήσει ένα πλέγμα θεσμών, ρυθμίσεων, δεσμεύσεων και συμφωνιών, τα οποία δεν ακυρώνονται ούτε εύκολα ούτε γρήγορα. Ό,τι χάνεται σήμερα δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί να ανακτηθεί αύριο – ούτε σε ποια έκταση, με ποιο τρόπο και ποιο κόστος. Πουθενά αυτό δεν είναι πιο ορατό απ’ ό,τι στις εργασιακές σχέσεις και τα δημόσια αγαθά. Όλα αυτά που για δεκαετίες θεωρούνταν «δεδομένα» (συλλογικές συμβάσεις, αποζημιώσεις, προστασία από απολύσεις, «δώρα», ωράριο) ήταν στην πραγματικότητα κατακτήσεις, είχαν δηλαδή αποκτηθεί από τους εργαζόμενους με πιέσεις και αγώνες. Δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί και θεωρούνταν κατοχυρωμένα για δεκαετίες, εξανεμίστηκαν μέσα στα τέσσερα τελευταία χρόνια. Το ίδιο ισχύει και για τα δημόσια αγαθά: σταδιακά η γη, το νερό, η ενέργεια εκποιούνται και πωλούνται σε ιδιώτες. Η αλήθεια είναι αμείλικτη: στη σημερινή κατάσταση, εάν η κοινωνία δεν υπερασπιστεί τις κατακτήσεις της, αυτές θα χαθούν· εάν δεν προστατεύσει τα δημόσια αγαθά, αυτά θα ιδιωτικοποιηθούν. Δεν πρόκειται για απειλή που διαγράφεται αόριστα, είναι η πραγματικότητα των τελευταίων χρόνων. Κι αυτή η ήττα είναι στρατηγική, καθώς αφορά το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας. Το να σκεφτούμε και να επινοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αναστραφεί αυτή η κατάσταση αποτελεί, πιστεύω, επείγουσα προτεραιότητα για την Αριστερά.
To ερώτημα «ασφάλεια ή ελευθερία», «ασφάλεια ή δικαιώματα» έχει εγκατασταθεί στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης εδώ και χρόνια. Η απάντηση είναι προδιαγεγραμμένη: η Δεξιά με την ασφάλεια, η Αριστερά με την ελευθερία, και ο πολίτης διαλέγει ελευθέρως. Και ειδικά τούτους τους καιρούς της ανασφάλειας και επισφάλειας, διαλέγει την πολύ συγκεκριμένη και αναγκαία «ασφάλεια», αντί το άπιαστο πουλί που λέγεται «ελευθερία». Τι πταίει; Μα, το ίδιο το ερώτημα. Αν πρέπει να αρνηθούμε έναν όρο, αυτός είναι ο διαζευκτικός σύνδεσμος. Να αρνηθούμε το «ή», για να κερδίσουμε τα άλλα δύο: «και ελευθερία και ασφάλεια», «και δικαιώματα και ασφάλεια» — και ακόμα καλύτερα: «δικαιώματα, για να έχουμε ασφάλεια». Να πούμε, λοιπόν, ότι η ασφάλεια είναι καλό πράγμα. Ότι όλοι, και όχι μόνο οι «νοικοκυραίοι», θέλουν να νιώθουν ασφαλείς. Όταν (νιώθουμε ότι) απειλούμαστε, διαρρηγνύονται βασικοί όροι της συμβίωσης (θυμάμαι, εδώ, το άρθρο του Δημήτρη Χριστόπουλου, σε παλιότερα «Ενθέματα»). Θέλουμε λοιπόν, και εμείς, οι αριστεροί, οι κινηματίες, την ασφάλεια· δεν είμαστε τίποτε ατρόμητα ξωτικά. Αλλά πρέπει να πούμε, πρώτον, ότι ασφάλεια δεν σημαίνει —ή δεν σημαίνει μόνο— φυλακές, αστυνομία και αστυνόμευση. Σημαίνει μέριμνα, σχολεία, νοσοκομεία, παιδικούς σταθμούς, φροντίδα για τους ηλικιωμένους, ασφαλείς δρόμους κ.ο.κ. Δεύτερον, ότι η αστυνόμευση, όπως ασκείται, είναι βασικός παράγων ανασφάλειας και φόβου, σε ένα φαύλο κύκλο. Τρίτον, ότι η καταστολή, εκτός από απάνθρωπη, συχνά είναι δημαγωγική και αναποτελεσματική. Όταν, λ.χ. μια «σκούπα» σαρώνει τους τοξικοεξαρτημένους, πηγαίνοντάς τους σε μια απόμερη γειτονιά, κανένα πρόβλημα δεν λύνει — μόνο το μεταθέτει και το πολλαπλασιάζει. Το θέμα είναι μεγάλο και σοβαρό, και δεν πρέπει να το αποφύγουμε ενόψει δημοτικών εκλογών. Το αντίθετο, ειδικά στην Αθήνα, όπου ο Γ. Καμίνης εξελέγη καλλιεργώντας ελπίδες για μια άλλη πολιτιή. Δεν το έκανε, και πρωτοστάτησε μάλιστα (Βίλα Αμαλία, Αγορά Κυψέλης, έξωση αστέγων από το Πνευματικό Κέντρο, εκκένωση Συντάγματος) στη δοκιμασμένη λογική της καταστολής. Εμείς λέμε: «Και ασφάλεια και ελευθερία. Ζωντανές γειτονιές σε μια ανοιχτή πόλη! Τα δικαιώματα, η φροντίδα για τους ανθρώπους και τους τόπους, εγγυώνται την ασφάλεια». Θα τα συζητήσουμε την Πέμπτη 8 του Μάη, στις 19.30, στην εκδήλωση της Ανοιχτής Πόλης στο περίπτερό της, στα Προπύλαια. Θάναι ωραία, με μικρές εισηγήσεις συγκεκριμένες (για την κατοικία, την υγεία, τους τοξικοεξαρτημένους, τοπικές αναπλάσεις και άλλα πολλά) και κουβέντα. Για να επεξεργαστούμε πώς το «και ασφάλεια και ελευθερία» μπορεί να γίνει απτή πολιτική. ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
28
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Θεσσαλονίκη: για μια δυναμική πορεία προς τα εμπρός ΤΟΥ ΛOΗ ΛΑΜΠΡΙΑΝIΔΗ Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 η Θεσσαλονίκη παρουσίαζε έναν δυναμισμό εν πολλοίς επίπλαστο και εύθραυστο, βέβαια, καθώς στηριζόταν σε σημαντικό βαθμό στην παραγωγή προϊόντων έντασης εργασίας με υπεργολαβική σχέση για τη διεθνή αγορά. Από τη δεκαετία του 1990, όμως, η οικονομία της διαγράφει πορεία σχετικής αποδυνάμωσης. Αρκετές δυναμικές επιχειρήσεις της εξαγοράζονται από επιχειρήσεις των Αθηνών και τα κεντρικά γραφεία τους μεταφέρονται εκεί, άλλες υπολειτουργούν ή κλείνουν, άλλες μετεγκαθίστανται στα Βαλκάνια. Η αποβιομηχάνιση ήταν ιδιαίτερα έντονη, με αποτέλεσμα στο διάστημα 1993-2013 να μειωθεί το ποσοστό απασχόλησης στον δευτερογενή τομέα από 32,3% στο 15,7%. Παράλληλα, παρατηρείται υποχώρηση της πόλης σε κρίσιμα χαρακτηριστικά για την πορεία ανάπτυξης: ανεργία επιστημόνων, αδυναμία να έλξει μεγάλες επιχειρήσεις και να συγκρατήσει ακόμη και τις έδρες των επιχειρήσεων που έχουν τη δραστηριότητα τους στη Θεσσαλονίκη· επίσης, δεν είναι ελκτική στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της χώρας, ενώ υποχωρεί η σημασία του λιμανιού και του αεροδρομίου της. Κυρίως όμως υφίσταται μια «διπλή διαρροή»: ένα μέρος του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού της φεύγει στο εξωτερικό ή στην Αθήνα, γιατί η προοπτική επαγγελματικής απασχόλησης και η ποιότητα ζωής στη Θεσσαλονίκη είναι κατώτερες των προσδοκιών του. Το γεγονός αυτό την οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο περαιτέρω αποδυνάμωσης, γιατί σήμερα στοιχείο-κλειδί για την ανάπτυξη μιας οικονομίας είναι το «άυλο κεφάλαιο» δηλαδή το ανθρώπινο δυναμικό της. Η φυγή των επιστημόνων στο εξωτερικό είναι απόρροια της αναντιστοιχίας προσφοράς και ζήτησης επιστημονικού δυναμικού. Η αναντιστοιχία αυτή δεν οφείλεται στην υπερπροσφορά, σε κάποια υποτιθέμενη «υπερεκπαίδευση» των Ελλήνων, αλλά στην περιορισμένη εγχώρια ζήτηση για επιστήμονες, καθώς οι ελληνικές δεν κατάφεραν να μετακινηθούν στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας, ώστε να παράγουν πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες έντασης γνώσης και τεχνολογίας.
Η μεγάλη ενδυνάμωση της Αθήνας Παράλληλα, τη δεκαετία του 1990 παρουσιάζεται μια τεράστια ενδυνάμωση της Αθήνας, με την ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων του Δημοσίου, που εδρεύουν κυρίως εκεί και τον επαναπατρισμό ελλήνων επενδυτών (κυρίως στον τομέα της ναυτιλίας) σε εταιρείες με έδρα την Αθήνα. Στην Αθήνα άλλωστε παραδοσιακά συγκεντρώνεται η οικονομική, κοινωνική και πολιτική ελίτ, η ελίτ των διαμορφωτών κοινής γνώμης καθώς και οι θεσμοί διακυβέρνησης πανελλήνιας εμβέλειας (Τράπεζα της Ελλάδας, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κλπ).
Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι οικονομικός γεωγράφος και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Το κείμενο παρουσιάστηκε σε εκδήλωση του συνδυασμού «Θεσσαλονίκη Ανοιχτή Πόλη», στις 31.3.2014.
Έργο του Νίκου Βαβάτση
Η εγγύτητα σε αυτό το εθνικό —στην ουσία αθηναϊκό— καθεστώς διακυβέρνησης συντελεί στην ευκολότερη ανάπτυξη κάποιων επιχειρήσεων της Αθήνας. Η ανάπτυξη της Αθήνας υποβοηθήθηκε και από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ): την περίοδο 2001-2005 εισέπραττε το 50-55% του ΠΔΕ, ενώ η Θεσσαλονίκη μόλις το 3-4%. Δηλαδή, με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες υπήρξε μια τεράστια ανακατανομή πόρων που οδήγησε στην εκτίναξη της Αθήνας.
Λόγοι υστέρησης της Θεσσαλονίκης Η πόλη δεν μπορεί να εισέλθει σε πορεία ανάπτυξης, γιατί αδυνατεί να αντιμετωπίσει τα διαρθρωτικά προβλήματα της κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής της δομής, εκτός των άλλων, γιατί δεν έχει «φωνή». Δηλαδή, οι εγχώριοι παίκτες της Θεσσαλονίκης, όπως και όλων των υπολοίπων περιοχών εκτός της πρωτεύουσας, στερούνται κάθε μέσου, εκτός από την εκπροσώπηση του τόπου διαμονής τους στην Αθήνα, πράγμα που οδηγεί στη στρατηγική της εξάρτησης. Έτσι, η πόλη χάνει διαρκώς ευκαιρίες που της δίνονται και δεν μπορεί να αξιοποιήσει ούτε τα μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματά της (π.χ. πανεπιστήμια, Λιμάνι, ΔΕΘ, Φεστιβάλ Κινηματογράφου). Η Θεσσαλονίκη δεν κατάφερε να αξιοποιήσει παραγωγικά τις μεγάλες δυνατότητες που άνοιξε η είσοδος των μεταναστών και η έξοδος ελληνικών επιχειρήσεων στα Βαλκάνια. Η συρρίκνωση της παραγωγικής της βάσης, η γενικότερη υποχώρηση της οικονομίας, και κυρίως η αύξηση της ανεργίας, δεν οδήγησαν σε συστηματική προσπάθεια για «φυγή προς τα εμπρός» μέσω νέων πρωτοβουλιών. Αντίθετα, κυριάρχησε ο συντηρητισμός σε οικονομικό επίπεδο: δηλαδή οι επιχειρήσεις ακολούθησαν «στρατηγική» φτηνού κόστους εργασίας που οδήγησε στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και στην περιορισμένη ζήτηση για επιστήμονες. Αλλά και συντηρητισμός σε πολιτικό/κοινωνικό επίπεδο: υπερεκπροσώπηση συντηρητικών απόψεων, μικρή ανοχή στο «Άλλο» κλπ.
Έτσι, ενδυναμώθηκε ο «φαύλος κύκλος» της υπανάπτυξης. Η Θεσσαλονίκη έχει παύσει πλέον να έχει τα χαρακτηριστικά «συμπρωτεύουσας» και τείνει να γίνει απλώς η μεγαλύτερη επαρχιακή πόλη.
Για τη «φυγή προς τα μπρος» Πώς θα μπορούσε η Θεσσαλονίκη να μπει σε μια αναπτυξιακή τροχιά στις συνθήκες της γενικευμένης κρίσης που περνάει η χώρα; Η Θεσσαλονίκη, όπως κάθε πόλη, έχει ιστορικές καμπές, περιόδους όπου οι πνευματικές και άλλες δυνάμεις της είναι λιγότερο δημιουργικές. Αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο αναπόφευκτο· αυτό που συνιστά όμως πρόβλημα είναι η αδυναμία προώθησης μιας στρατηγικής διεξόδου από την κρίση. Η πόλη πρέπει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα: έχει αναμφίβολα πλούσιο ιστορικό παρελθόν, αξιόλογο παρόν και ιδιαίτερες δυνατότητες. Είναι η δεύτερη σημαντικότερη πόλη της χώρας από άποψη πληθυσμιακή και οικονομική και το σημαντικότερο κέντρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Έχει αξιόλογα ταλέντα, ερευνητικές μονάδες και δημιουργικές επιχειρήσεις που παράγουν σπουδαία προϊόντα και υπηρεσίες, ανταγωνιστικά σε διεθνές επίπεδο. Είναι μια ιδιαίτερα ζωντανή πόλη (λόγω της παρουσίας πολλών φοιτητών, ενός συμπαγούς κέντρου, της μίξης των χρήσεων, των καλών καιρικών συνθηκών κλπ.), πράγμα που την κάνει ελκτική διεθνώς. Για να εισέλθει η πόλη σε τροχιά ανάπτυξης προέχει η αξιοποίηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και δυνατοτήτων της, με σκοπό τη διεύρυνση του ρόλου της στο εθνικό και διεθνές αστικό σύστημα. Πρέπει να υπάρξουν πολιτικές για τη στήριξη της «επαναβιομηχάνισης» της πόλης. Χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις για την αξιοποίηση υπαρχόντων πόρων, αλλά και δόμηση πλεονεκτημάτων με βάση την ιστορία και το σημαντικό πολιτιστικό της απόθεμα. Η πόλη πρέπει να ξεπεράσει τον συντηρητισμό της —συχνά ακραίο (π.χ. «Μακεδονικό»)— που την οδήγησε στο πρόσφατο παρελθόν σε ματαιόδοξες και ανώφελες ρητορείες (π.χ. «Μητρόπολη των Βαλκανίων»,
«συμπρωτεύουσα»). Πρέπει να πάψει να είναι εσωστρεφής και να λειτουργεί φοβικά προς το «άλλο» και να επιδιώξει τη φυγή προς τα μπρος με την αξιοποίηση της συνύπαρξης στην πόλη ανθρώπων από περισσότερες από 130 χώρες και πολιτισμούς και τη βελτίωση των σχέσεων με τις γειτονικές της χώρες. Μην ξεχνάμε ότι η πόλη στη μακρόχρονη ιστορία της μεγαλουργούσε όποτε ήταν «ανοικτή στο άλλο». Ο Δήμος Θεσσαλονίκης, παρότι δεν έχει τη δυνατότητα μεγάλων παρεμβάσεων στην οικονομία, μπορεί να παίξει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, να λειτουργήσει ως καταλύτης για την ανάπτυξη. Εξάλλου, μπορεί να διασφαλίσει τη συνεργασία όλων των δήμων του πολεοδομικού συγκροτήματος, ώστε να δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα που θα επιτρέψει στη Θεσσαλονίκη να αναδειχθεί σε ένα σημαντικό πόλο. Ο νέος ρόλος της πόλης δεν μπορεί να προκύψει αυτομάτως· απαιτεί σχεδιασμό και η έλλειψη του δεν αποτελεί αίτιο, αλλά μάλλον αποτέλεσμα. Το πραγματικό αίτιο είναι η έλλειψη των οικονομικο-κοινωνικοπολιτικών δεδομένων, αλλά και μιας ισχυρής συμμαχίας κοινωνικών-οικονομικών, πολιτικών και πνευματικών δυνάμεων, που θα είναι σε θέση να συντονίσει τη διαμόρφωση ενός Στρατηγικού Σχεδίου για την ανάπτυξη της. Ενός Σχεδίου με έντονο αναδιανεμητικό χαρακτήρα και θα διασφαλίζει τη δημιουργία μονιμότερων οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και θεσμικών συνθηκών (μείωση της ανεργίας, εξασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου υγειονομικής περίθαλψης και παιδείας), που θα επιτρέπουν την ολοκλήρωση της ανθρώπινης προσωπικότητας στο επίπεδο του ατόμου και των συλλογικών δραστηριοτήτων της κοινωνίας. Μάλιστα, ο Δήμος, στη βάση ενός τέτοιου Σχεδίου, θα μπορούσε να διεκδικήσει σημαντικούς πόρους, ώστε να διαμορφωθούν οι αρχικές συνθήκες (δηλαδή η διασφάλιση υψηλής ποιότητας στρατηγικού χαρακτήρα υποδομών) για την ώθηση της Θεσσαλονίκης προς τα εμπρός.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
29
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Ιδιωτικοποιώντας τον έλεγχο της μετανάστευσης ή Business… as usual ΤΗΣ ΟΛΓΑΣ ΛΑΦΑΖΑΝΗ «[…] έχοντας υπόψη […] την έκτακτη περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης για τη δημιουργία και άμεση λειτουργία εγκαταστάσεων κράτησης παρανόμως διαμενόντων στη χώρας μας αλλοδαπών που έχουν κατακλύσει το Κέντρο της πρωτεύουσας και άλλες μεγάλες πόλεις δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην ασφάλεια, την κοινωνική συνοχή, τη δημόσια υγεία και την οικονομία της χώρας μας». Το απόσπασμα δεν προέρχεται από κάποιο ακροδεξιό έντυπο. Είναι τμήμα της εισαγωγικής παραγράφου της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ 190, 8.10.2012), η οποία τροποποιεί τρία άρθρα που αφορούσαν τη «Ρύθμιση θεμάτων συμβάσεων που αφορούν Κέντρα Πρώτης Υποδοχής και Εγκαταστάσεων Κράτησης παράνομα διαμενόντων στη χώρα αλλοδαπών και τρόπο φύλαξης αυτών». Ο λόγος που χρησιμοποιείται πλέον σε επίσημα κρατικά έγγραφα, για να περιγράψει ένα κοινωνικό φαινόμενο όπως η μετανάστευση, είναι εφάμιλλος ακροδεξιών οργανώσεων, κατασκευάζοντας εικόνες τόσο για τη μετανάστευση όσο και για την πόλη που οδηγούν στο ρατσιστικό μίσος, τον φόβο και την ανασφάλεια. Στο άρθρο αυτό όμως δεν θα ασχοληθώ με την «εξέλιξη» του δημόσιου λόγου περί μετανάστευσης , αλλά θα σταθώ σε ένα άλλο κρίσιμο σημείο: το γιατί η κατάσταση κρίνεται «έκτακτη», «εξαιρετικά επείγουσα» και «απρόβλεπτη» το φθινόπωρο του 2012, χρονιά, άλλωστε, που οι αφίξεις των μεταναστών και μεταναστριών χωρίς χαρτιά στα σύνορα είχαν μειωθεί κατά 42% σε σχέση με δύο χρόνια πριν.1 Όπως συμπεραίνουμε από την πρώτη τροποποίηση, η κατάσταση κρίνεται ως «εξαιρετικά επείγουσα», για να δικαιολογήσει τη σύναψη συμβάσεων χωρίς δημόσιο διαγωνισμό αλλά με διαδικασία «διαπραγμάτευσης». Έτσι, όλες πλέον οι υποδομές που αφορούν τα κέντρα κράτησης (π.χ. κατασκευή ή ανακατασκευή, εξοπλισμός, σίτιση κλπ.) ανατίθενται πλέον με «διαπραγμάτευση» σε συγκεκριμένους επιχειρηματίες. Όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση: «προβλέπεται ρητά ότι οι ως άνω συμβάσεις [με διαπραγμάτευση και χωρίς δημόσιο διαγωνισμό] αφορούν κάθε κατηγορία υποδομών (Κέντρα και Μονάδες Πρώτης Υποδοχής - Κέντρα Κράτησης) και κάθε τόπο εγκατάστασής τους, ώστε να είναι δυνατή η άμεση σύναψη των συμβάσεων αυτών […]» (goo.gl/5guq3B). Η νομοθετική ρύθμιση ήρθε να καλύψει εκ των υστέρων τη συνήθη πρακτική της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες εταιρείες και επιχειρηματίες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της σίτισης στο κέντρο κράτησης της Κορίνθου, την οποία ανέλαβε τον Αύ-
Η Όλγα Λαφαζάνη είναι μέλος του Δικτύου Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, δρ Κοινωνικής Γεωγραφίας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
Κυριάκος Κατζουράκης, «Φυλακή 1», 2010
γουστο του 2012 με «διαπραγμάτευση» επιχειρηματίας ο οποίος είχε την εκμετάλλευση του κυλικείου της Βουλής για δυο χρόνια, παραβιάζοντας συστηματικά την εργατική νομοθεσία, ενώ είχε συλληφθεί τον Απρίλιο του 2012 για χρέη προς το δημόσιο ύψους 316.472 ευρώ.2 Η κατάσταση όμως στο κέντρο της Αθήνας και των άλλων πόλεων κρίνεται ως «έκτακτη» και «επείγουσα» για έναν ακόμη λόγο, όπως διαβάζουμε στη δεύτερη τροποποίηση: για να ανοίξει τον δρόμο στις ιδιωτικές εταιρείες security να αναλάβουν τη φύλαξη των κέντρων κράτησης. Όπως αναδείχτηκε σε πρόσφατα δημοσιεύματα, το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης προτίθεται να αναθέσει τη φύλαξη τριών κέντρων κράτησης (στο Φυλάκιο Ορεστιάδας, την Κόρινθο και το Παρανέστι Δράμας) σε ιδιωτική εταιρεία security πληρώνοντας 14 εκατομμύρια το χρόνο. Ένα από τα φαβορί για το διαγωνισμό είναι η G4S:3 η μεγαλύτερη εταιρεία security παγκοσμίως, η οποία αναπτύσσει δράση σε περίπου 120 χώρες παγκοσμίως, με αρκετά βεβαρυμμένο παρελθόν. Κατηγορείται για βασανισμούς σε φυλακές της Νοτίου Αφρικής και του Ισραήλ,4 αλλά και για θανάτους κατά τη διάρκεια απελάσεων μεταναστών τις οποίες οργανώνει στη Βρετανία5.
Έκτακτη Ανάγκη: η μετατροπή της εξαίρεσης σε κανόνα Έτσι, λοιπόν, η «έκτακτη ανάγκη», όπως την επικαλείται η εν λόγω νομοθετική τροποποίηση, μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα. Δεν αποτελεί στην ουσία έκτακτο μέτρο αλλά τεχνική διακυβέρνησης, που συναρθρώνεται με πολλαπλές άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις, «γνωμοδοτήσεις» αλλά και άτυπες πρακτικές ελέγχου και πειθάρχησης. Η κράτηση επ’ αόριστον —σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και τη σχετική υπουργική απόφαση— ανθρώπων που δεν έχουν διαπράξει κανένα αδίκημα πέραν του ότι πέρασαν τα σύνορα χωρίς χαρτιά αποτελεί, ίσως, την πιο απολυταρχική και ακροδεξιά έκφραση του
δικαιικοπολιτικού συστήματος. Αντίστοιχα, τον Νοέμβριο του 2001 ο Τζ. Μπους είχε θεσμοθετήσει την «αόριστη κράτηση» (indefinite detention) των μη πολιτών που θεωρούνταν ύποπτοι για τρομοκρατικές ενέργειες. Οι «ύποπτοι», λοιπόν, αλλά και οι «χωρίς χαρτιά» δεν είναι αιχμάλωτοι πολέμου, φυλακισμένοι ή κατηγορούμενοι, αλλά «αορίστως» κρατούμενοι. Αποτελούν, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Αγκάμπεν, αντικείμενο μιας αόριστης κράτησης, όχι μόνο με τη χρονική έννοια του όρου αλλά και λόγω της φύσης της, εφόσον εκφεύγει τελείως του νόμου και του νομικού ελέγχου. Η διαχείριση αυτής της πολιτικής από ιδιωτικές εταιρείες αποτελεί την τομή του ολοκληρωτισμού με τον νεοφιλελευθερισμό. Η διαχείριση της καθημερινής ζωής ανθρώπων που βρίσκονται έγκλειστοι επ’ αόριστον από εταιρείες security σημαίνει, ταυτόχρονα, τη συσκότιση και μετάθεση της πολιτικής ευθύνης. Έτσι, για τη βίαιη καταστολή των εξεγέρσεων, για τα βασανιστήρια, την κακομεταχείριση, τις αυτοκτονίες εντός των κέντρων κράτησης δεν θα ευθύνεται πλέον το κράτος και οι φορείς του, αλλά οι εταιρείες φύλαξης αυτών των χώρων. Αυτή η πολιτική, στην ουσία, δεν αφορά το outsourcing της φύλαξης ή της σίτισης. Στην ουσία αφορά το outsourcing της πολιτικής και κοινωνικής ευθύνης επί των ζωών χιλιάδων ανθρώπων.
Πόλεμος χαμηλής έντασης Στην τροποποίηση του κανονισμού λειτουργίας της Frontex, το 2011,6 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Κομισιόν ανέθεσαν στη Frontex την κατασκευή του συστήματος Eurosur, το οποίο και εγκρίθηκε στις αρχές Οκτωβρίου του 2013. Το Eurosur θα αποτελεί ένα σύστημα συνεχούς επιτήρησης μέσω δορυφόρων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών (surveillance drones), αλλά και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών-μελών με στόχο την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης. Το Ευρωκοινοβούλιο έχει προϋπολογίσει 340 εκατομμύρια ευρώ για τη λειτουργία του συστήματος τα επόμε-
να εννιά χρόνια (Berger 2013). Σύμφωνα όμως με την ανεξάρτητη έκθεση «Borderline», το κόστος λειτουργίας του Eurosur μπορεί να φτάσει τα 847 εκατομμύρια ευρώ (Hayes & Vermeulen 2012). Άλλωστε, υπέρογκα ποσά έχουν ήδη διατεθεί για την προπαρασκευή του συστήματος. Στην πρώτη φάση χρηματοδότησης του 7ου Ευρωπαϊκού Πλαισίου Χρηματοδότησης Έρευνας (FP7) τουλάχιστον 50 εκατομμύρια διατέθηκαν σε έξι ερευνητικά προγράμματα για την επιτήρηση των ευρωπαϊκών συνόρων, στα οποία συμμετείχαν μεγάλες εταιρείες κατασκευής όπλων όπως (BAE Systems, Finmeccanica, Thales, EADS, Dassault Aviation, Sagem, Israel Aircraft Industries· βλ. Hayes 2010). Εκτός αυτών, μόνο για τη συμμετοχή τους σε επίδειξη τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών (Drones), στο Άκτιο τον Οκτώβριο του 2011, οι 13 εταιρείες κατασκευής όπλων και συστημάτων ασφαλείας που έλαβαν μέρος αποζημιώθηκαν με ποσά που κυμαίνονταν μεταξύ 10.000 και 198.000 ευρώ, ανάλογα με την εταιρεία (Fotiadis & Ciobanu 2013). Ο έλεγχος της μετανάστευσης, πέρα από πολιτικά κερδοφόρα επιχείρηση —καθώς παράγει ιεραρχήσεις και διαχωρισμούς εντός της εργατικής τάξης, αλλά και αποδιοπομπαίους τράγους για τη διαχείριση κάθε λογής κρίσεων— αποτελεί και μια οικονομικά κερδοφόρα επιχείρηση για τις οικονομικές ελίτ. Με άλλα λόγια, ένας συνεχής, χαμηλής έντασης και μερικά αναποτελεσματικός «πόλεμος» εναντίον του εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού που ενσαρκώνει η μετανάστευση τις τελευταίες δεκαετίες, είναι εξαιρετικά κερδοφόρος για την πολεμική βιομηχανία, για τις εταιρείες security, αλλά και για κάθε λογής «γνωστούς» επιχειρηματίες. Βιβλιογραφικές αναφορές Berger, A. 2013. Goals of Eurosur border scheme questioned. Deutsche Welle, ημ. έκδοσης: 11.10.2013 (dw.de/p/19xk9). Fotiadis, A., & C. Ciobanu 2013. Closing Europe’s Borders Becomes Big Business. Inter Press Service, ημ. έκδοσης: 9.1.2013 (goo.gl/BCwkPP). Hayes, B. 2010. The robot armies at our borders. European Voice, ημ. έκδοσης: 2.12.2010 (goo.gl/4Gp6Gb). Hayes, B., & M. Vermeulen 2012. Borderline: The EU’s New Border Surveillance Initiatives. Heinrich Böll Foundation (goo.gl/e12HSp).
1 Για μια ανάλυση των στατιστικών στοιχείων
για την είσοδο «παράνομων» μεταναστών στην Ελλάδα βλ. και Όλγα Λαφαζάνη «Παιχνίδια με τους αριθμούς ή πόσοι μπαίνουν “παράνομα” στη χώρα», «Ενθέματα», Η Αυγή, 30.12.2012 (wp.me/pT5Wh-2IQ). 2 Βλ. το ρεπορτάζ της Λίνας Γιάνναρου, Η Καθημερινή, 27.1.2013 (goo.gl/tgqWhQ). 3 Περισσότερα, βλ. στο άρθρο του Κώστα Ζαφειρόπουλου, Η Εφημερίδα των Συντακτών, 3.4.2014 (goo.gl/KMySPv). 4 Για περισσότερα, βλ. goo.gl/MJENCq. 5 Αναλυτικά για τη δράση της G4S παγκοσμίως, βλ. το άρθρο της «filistina» , omnia tv (goo.gl/Y8HGnL). 6 Η τροποποίηση του Κανονισμού 1168/2011, στο goo.gl/vrV1l7.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
30
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Η ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ ΩΣ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛ Ασφαλείς και έξυπνες υποδομές; ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΥΒΙΔΗ Τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική «εκσυγχρονιστική» πολιτική ταυτίστηκε με την αχαλίνωτη προώθηση της χρήσης του αυτοκινήτου. Ο διπλασιασμός του αριθμού των αυτοκινήτων στην Ελλάδα σε μια δεκαετία θεωρήθηκε δείκτης ανάπτυξης: οι ίδιοι που μας καλούσαν να απολαύσουμε τη χαρά του tuning («φτιαγμένα» αυτοκινητα), αργότερα μας κατηγορούσαν πως τα αγοράζαμε με δανεικά, ενώ σήμερα σχεδιάζουν να επιβραβεύσουν «συνεπείς φορολογούμενος» με κατασχεμένες Maserati . Η χώρα καταλαμβάνει την πρώτη θέση σε αγορά Porsche Cayenne, διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό «βαριών φορτηγών» αναλογικά με τον πληθυσμό — και «συμπτωματικά» κατέχει την πρώτη θέση σε θανάτους και τραυματισμούς από τροχαία στην Ευρώπη. Ο δρόμος της ανάπτυξης για την ελληνική και την ευρωπαϊκή ελίτ ονομαζόταν Αυτοκινητόδρομος. Το όχημα, Αυτοκίνητο. Ο σιδηρόδρομος και τα μέσα σταθερής τροχιάς γενικότερα έμπαιναν στην άκρη. Οι ποδηλατόδρομοι και οι πεζόδρομοι, ακόμα περισσότερο. Το κόστος των δρόμων στην Ελλάδα (Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, 2009) είναι επταπλάσιο από τον μέσο ευρωπαϊκό, ενώ η χώρα μας είναι πρωταθλήτρια στις χρονικές υπερβάσεις στην παράδοσή τους, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (αποτίμηση οδικών έργων σε τέσσερις χώρες, 2013) στην οποία σημειώνεται: «α) Η πλειονότητα των έργων που υποβλήθηκαν σε έλεγχο χαρακτηρίζονταν από ανακριβείς προβλέψεις κυκλοφορίας […] β) Ο τύπος οδού που επελέγη δεν ήταν ο πλέον κατάλληλος για την αντίστοιχη κυκλοφορία: οι αυτοκινητόδρομοι, μακράν δαπανηρότεροι από τις οδούς ταχείας κυκλοφορίας (το μέσο συνολικό κόστος ανά χιλιόμετρο ανέρχεται σε περίπου 11 εκατομμύρια ευρώ για τους αυτοκινητόδρομους και σε 6,2 εκατομμύρια ευρώ, ήτοι 43 % φθηνότερα, για τις οδούς ταχείας κυκλοφορίας), ήταν η προτιμώμενη επιλογή, ακόμα και για τμήματα στα οποία οι κυκλοφοριακές ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν με οδούς ταχείας κυκλοφορίας». Οι αυτοκινητόδρομοι είναι η ακριβότερη επιλογή: προφανώς αυτός είναι ο πρώτος λόγος για την επιλογή τους ως βασική υποδομή. Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Την τελευταία δεκαετία, το ευρωπαϊκό δίκτυο αυτοκινητοδρόμων επεκτάθηκε κατά 27%, ενώ το σιδηροδρομικό μειώθηκε κατά 2%. Οι σιδηρόδρομοι καλύπτουν μόλις το 6% των επιβατικών μεταφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην Ελλάδα, βέβαια, αυτό το όραμα απογειώθηκε. Με δεδομένο ένα υποτυπώδες σιδηροδρομικό δίκτυο που άφηνε ακάλυπτη τη δυτική πλευρά της χώρας, οι συντονισμένες δράσεις των ελληνικών κυβερνήσεων όχι μόνο υπέσκαψαν την προοπτική ανάπτυξής του (κατασκευή Γέφυρας Ριου Αντιρριου χωρίς πρόβλεψη σιδηροδρομικής γραμμής), αλλά προχώρησαν στην παραπέρα συρρίκνωσή του, διαλύοντας τις γραμμές Πελλοπονήσου
και αποκόπτοντας την χώρα από το εξωτερικό εδώ και τρία χρόνια. Προηγουμένως, οι σιδηρόδρομοι στην Ελλάδα κάλυπταν μόλις το 8% των εμπορευματικών μεταφορών. Σήμερα, είναι αστείο να επιχειρήσουμε να καταγράψουμε ποσοστά. Ποια είναι η κατάσταση σε σχέση με τους ποδηλατόδρομους, τους πεζόδρομους και τα μέσα σταθερής τροχιάς στις πόλεις; Υπάρχουν ασφαλή δίκτυα ποδηλατοδρόμων και πεζοδρόμων για να μετακινηθεί κανείς χωρίς να απειλείται από κάποιο μηχανοκίνητο μέσο; Υπάρχουν μέσα σταθερής τροχιάς που να καλύπτουν τις μεγάλες αποστάσεις των μεγαλουπόλεων; Η απάντηση είναι γνωστή. Ζούμε σε μια δημοκρατική χώρα· η δημοκρατία απεχθάνεται τις διακρίσεις. Η ελεύθερη μετακίνηση είναι εγγυημένη. Όλοι μαζί στον δρόμο (και στο πεζοδρόμιο και στον πεζόδρομο), νταλίκες και ποδήλατα, μηχανές και πεζοί, ΙΧ και καροτσάκια — οι ικανοί θα επιβιώσουν… Στις 9 του Μάη η Ελλάδα, προεδρεύουσα της Ε.Ε. (χορηγός της προεδρίας, η Audi) οργανώνει στο Ζάππειο ημερίδα για την οδική ασφάλεια με θέμα «Ασφαλείς και Έξυπνες Υποδομές». Είναι η ίδια χώρα που διατηρεί όρια ταχύτητας 90 χλμ./ώρα σε δρόμους του αστικού ιστού (Λεωφόρος Συγγρού), που δεν θεωρεί σκόπιμο να κατασκευάσει έναν σύγχρονο ποδηλατόδρομο στον ίδιο δρόμο, που έχει μετατρέψει τους πεζόδρομους σε πάρκινγκ, που μεταθέτει μια δεκαετία την ολοκλήρωση μιας γραμμής μετρό (Θεσσαλονίκη) — σε όποιο σημείο κι αν την κοιτάξεις, σου δίνει ανάγλυφα την αιτιολογία γιατί κατέχει την πρωτοκαθεδρία σε θανάτους και τραυματισμούς από τροχαία εγκλήματα. Ασφαλείς και έξυπνες υποδομές για ανασφαλείς και καθυστερημένους πολίτες… Υπάρχουν όμως και αισιόδοξα μηνύματα. Την Κυριακή 11 Μάη στις περισσότερες ελληνικές πόλεις θα πραγματοποιηθεί η 7η Πανελλαδική Ποδηλατοπορεία με κεντρικό σύνθημα «Προώθηση του Ποδηλάτου και των Μέσων μαζικής Μετακίνησης-Περιορισμός του Ι.Χ.». Οι ίδιοι οι (ευάλωτοι) χρήστες του δρόμου δείχνουν πώς και πού μπορεί να λυθεί το πρόβλημα.
Ο Γιώργος Κουβίδης είναι γιατρός, μέλος S.O.S. Τροχαία Εγκλήματα.
Οδική Ασφάλεια: σχέδια επί χάρτου ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΗΛΙΟΥ Τις τελευταίες δεκαετίες, σύμφωνα με τους στόχους που έθεταν τα ευρωπαϊκά κράτη, εκπονήθηκαν πολλά, στρατηγικά κυρίως, «σχέδια» για την οδική ασφάλεια. Η εκπόνησή τους έγινε από εξαιρετικούς επιστήμονες του ΕΜΠ, οι οποίοι, παρακολουθώντας τις διεθνείς καλές πρακτικές και πολιτικές, και ενσωματώνοντας τις ιδιαιτερότητες της χώρας μας, προσπάθησαν να διαμορφώσουν τους βασικούς άξονες των πολιτικών και των μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος της οδικής ασφάλειας. Πρόσφατα, εκπονήθηκε και το 3ο Στρατηγικό Σχέδιο για
την Οδική Ασφάλεια από ομάδα επιστημόνων, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Γ. Κανελλαΐδη του ΕΜΠ. Ο καλοπροαίρετος πολίτης αναρωτιέται γιατί όλα αυτά τα σχέδια δεν απέδωσαν, το πρόβλημα της Οδικής Ασφάλειας παραμένει οξύ, και το πλήθος των θυμάτων από τα οδικά τροχαία δυστυχήματα είναι συγκρίσιμο με τα θύματα ενός διαρκούς ακήρυχτου πολέμου. Η απάντηση προκύπτει εύκολα, αν αναζητήσει κανείς τι ακολούθησε τα Στρατηγικά Σχέδια: δεν ακολούθησε τίποτα. Οι προτάσεις του 1ου και 2ου Στρατηγικού Σχεδίου ελάχιστα λήφθηκαν υπόψη από τους αρμοδίους, μολονότι οι επιστήμονες που τις συνέταξαν προσπαθούσαν με επιμονή να γίνουν αποδεκτές. Αποτέλεσμα είναι η σημαντική παρέκκλιση της χώρας μας από τους ευρωπαϊκούς στόχους σχετικά με τη μείωση των Οδικών Τροχαίων Δυστυχημάτων κατά 50%, ενώ μόνο μελαγχολία προκαλεί, στα καθ’ ημάς, ο στόχος, που θέτουν πλέον κάποιες χώρες, για μηδενισμό τους την επόμενη δεκαετία … Δεν υπάρχουν έστω και αποχρώσες ελπιδοφόρες ενδείξεις ότι θα εφαρμοστούν οι αντίστοιχες προτάσεις του πρόσφατου 3ου Στρατηγικού Σχεδίου, μολονότι έχουν παρουσιαστεί, με μεγάλη αποδοχή, τόσο σε επιστημονικά ακροατήρια όσο και σε ακροατήρια όπου συμμετείχαν οι φορείς που ασκούν πολιτική. Οι ανυποψίαστοι που διαβάζουν τα στοιχεία των οδικών τροχαίων δυστυχημάτων για τα δύο τελευταία χρόνια θεωρούν ότι η παρατηρούμενη μείωση είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής ορθών πολιτικών για την οδική ασφάλεια. Δυστυχώς και μερίδα των ΜΜΕ υιοθετεί τέτοιες εκτιμήσεις, αγνοώντας ότι αυτό οφείλεται κυρίως στη δραματική μείωση των κυκλοφορικών φόρτων (για οικονομικούς λόγους), αλλά και στην ύπαρξη νέων ή βελτιωμένων τμημάτων αυτοκινητοδρόμων. Είναι προφανές ότι το πρόβλημα της οδικής ασφάλειας πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα το πλαίσιο που προτείνει το 3ο Στρατηγικό Σχέδιο, με την εξειδίκευση, μελέτη και υλοποίηση των στόχων που θέτει. Ενδεικτικά, κάποιες σημαντικές δράσεις: Να υπάρχει ένας φορέας ο οποίος δεν θα συντονίζει απλώς τους δεκάδες φορείς οι οποίοι σχετίζονται με τη Οδική Ασφάλεια, αλλά:
α) Θα επεξεργάζεται επιμέρους πολιτικές, θα έχει την εξουσία να επιβάλλει και να παρακολουθεί την εφαρμογή τους σε όλα τα επίπεδα διοίκησης (κεντρική, περιφερειακή και τοπική) και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητά τους. β) Θα αναθεωρεί αναποτελεσματικές πολιτικές, μετά από επιστημονική επεξεργασία και δημόσια διαβούλευση. γ) Θα καθορίζει, έπειτα από διαβούλευση με την επιστημονική κοινότητα και τους κοινωνικούς φορείς, τους στρατηγικούς στόχους στους οποίους θα επικεντρώνεται η Εθνική Επικοινωνιακή Πολιτική για την οδική ασφάλεια. Οι στόχοι θα αφορούν τόσο τις διάφορες ηλικιακές ομάδες, τους ευάλωτους χρήστες όσο και θεματικές ενότητες: οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, κόπωση, απόσπαση προσοχής κ.ά. Πρέπει επιτέλους να σταματήσει ο καταιγισμός των πολιτών με εκστρατείες αμφίβολης επιστημονικής τεκμηρίωσης, ποιότητας και αποτελεσματικότητας από διάφορους φορείς (ΜΚΟ, ΜΜΕ κλπ.), γιατί συνήθως έχουν αποτέλεσμα τον εθισμό των πολιτών και την απαξίωση των μηνυμάτων που θέλουν να διαχύσουν στην κοινωνία. Πρέπει να υπάρξει μάθημα «κυκλοφοριακής αγωγής», υποχρεωτικό τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με σαφές περιεχόμενο που θα καθοριστεί από συγκοινωνιολόγους, εκπαιδευτικούς και εφαρμοσμένους ψυχολόγους. Τα πάρκα κυκλοφοριακής αγωγής πρέπει να ξαναζωντανέψουν, αποτελώντας πολύτιμα εργαλεία για την εκπαίδευση των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να επιμορφώνονται από κατάλληλους επιστήμονες, τόσο αρχικά όσο και περιοδικά, να τους δίνεται κατάλληλο σύγχρονο και ελκυστικό εκπαιδευτικό υλικό ώστε να καταστούν οι σημαντικότεροι μοχλοί επίτευξης των στόχων. Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί έχουν πολύ υψηλό μορφωτικό και συνειδησιακό επίπεδο και έχουν αποδείξει ότι ανταποκρίνονται με ζήλο στις προσκλήσεις που τους γίνονται να συμβάλουν σε πολύ σημαντικά θέματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Έπειτα από τόσα χρόνια, πρέπει πλέον να συγκεκριμενοποιηθούν ως στόχοι οι ανθρωπογενείς παράμετροι που συμβάλλουν στην οδική ανασφάλεια.
Ο Νικόλαος Ηλιού είναι πολιτικός μηχανικός, καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, και συντονιστής Παρατηρητηρίου Οδικής Ασφάλειας του ΤΕΕ
Οι πεζογέφυρες της Αθήνας ΤΟΥ ΦΑΙΔΩΝΑ ΣΟΛΩΝΑ ΚΑΡΥΔΑΚΗ H πιθανότητα θανάτου πεζού που παρασύρεται από αυτοκίνητο, για ταχύτητα οχήματος 70 χλμ./ώρα αγγίζει το 98%, ενώ για ταχύτητα 30 χλμ./ώρα πέφτει στο 20%, ποσοστό ασφαλώς μη αποδεκτό, αλλά σαφώς μειωμένο. Μέσα στον αστικό ιστό, λοιπόν, η ταχύτητα δεν πρέπει να ξεπερνά τα 30 χλμ., κάτι το οποίο αποτελεί διεθνή απαίτηση και έχει φέρει αποτελέσματα σε αρκετές χώρες που σέ-
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
43
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
ΗΝΙΚΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Σχεδιασμός: Δημήτρης Αρβανίτης
βονται την ανθρώπινη ύπαρξη. Όταν μιλάμε για ταχύτητα, εννοούμε πραγματική ταχύτητα και όχι θεωρητικό όριο. Εφόσον όμως η υπάρχουσα πραγματικότητα απαιτεί, παράλογα και λανθασμένα, τη μετατροπή δρόμων, μέσα στον αστικό ιστό, σε οδούς «ταχείας κυκλοφορίας», απαιτείται, παράλληλα με τη μείωση των ορίων ταχύτητας, απόλυτος διαχωρισμός των πεζών από τα αυτοκίνητα σε όλο το μήκος της οδού. Απαιτείται η δημιουργία κλειστών οδών με ανισόπεδες πεζοδιαβάσεις. (Η οικονομικότερη λύση της κατασκευής δικτύου πεζογεφυρών καλύπτει μόνο εν μέρει την ανάγκη της ασφαλούς διάβασης, αμβλύνει υπό προϋποθέσεις το πρόβλημα, αλλά σαφώς δεν το λύνει). Τον Δεκέμβριο του 2009, τέσσερα παιδιά, μαθητές της πρώτης λυκείου, πηγαίνοντας στον χορό του σχολείου τους, επιχειρούν να διασχίσουν την Κηφισίας, στο ύψος του Κολεγίου, από τη διάβαση πεζών. Στην περιοχή υπάρχουν συγκεντρωμένα δεκάδες σχολεία, με δεκάδες χιλιάδες μαθητές. Η μόνη πινακίδα είναι της ταχύτητας, με όριο 70 χλμ./ώρα, χαρακτηρίζοντας την Κηφισίας σε αυτή τη θέση, με τις δεκάδες χιλιάδες μαθητές, οδό ταχείας κυκλοφορίας. Η κίνηση είναι μικρή. Ένας οδηγός, κινούμενος με υπερδιπλάσια της —ήδη παράλογα υψηλής— επιτρεπόμενης ταχύτητας, πέφτει πάνω τα παιδιά και εκτοξεύει τον έναν σε απόσταση 40 μέτρων. Στη συνέχεια, πιστός στην αγωνιστική-επιθετική του προσέγγιση, εγκαταλείπει το αιμόφυρτο θύμα του αβοήθητο στην άσφαλτο. Για να απονείμουμε τα εύσημα στη δικαιοσύνη, η πρωτόδικη εισαγωγή της υπόθεσης (κακούργημα) θα γίνει τον ερχόμενο Ιανουάριο, πάνω από πέντε χρόνια μετά το συμβάν! Μία βδομάδα μετά το συμβάν, οι μαθητές της περιοχής καταλαμβάνουν την Κηφισίας, διαδηλώνοντας την απαίτησή τους «να γεφυρωθούν τα όνειρά τους». Η διοίκηση του ΕΕΙ (Κολεγίου), με την αμέριστη συμπαράσταση ομάδας εθελοντών, μελετά και κατασκευάζει μια πεζογέφυρα, που παραδίδεται στο κοινό μόλις δύο χρόνια αργότερα. Στην παρουσίασή της (29.5.2010), ο τότε υπουργός Δ. Ρέππας υπόσχεται την άμεση κατασκευή 20 αντίστοιχων γεφυρών — αριθμός πολύ μικρός, αν υπολογίσουμε τον αριθμό των οδών ταχείας
κυκλοφορίας (Κηφισίας, Μεσογείων, Αθηνών, Ποσειδώνος κλπ). Τρία χρόνια μετά (Μάιος 2013) δημοπρατείται η μελέτη έξι , στα πλέον επικίνδυνα σημεία (με βάση τον αριθμό όσων παρασύρθηκαν και των νεκρών). Τον Μάρτιο του 2014, οι μελέτες ανατίθενται στον πρώτο μειοδότη, με έκπτωση 82%, χωρίς οι προδιαγραφές να εξασφαλίζουν τη χρήση τους και χωρίς ουσιαστικά να συνεκτιμηθούν οι προτάσεις και η εμπειρία των διαγωνιζομένων με βάση τον επιτυχή σχεδιασμό κατασκευασμένων λειτουργικών πεζογεφυρών, όπως απαιτούσε σαφώς η προκήρυξη. Στην Αθήνα υπάρχουν αρκετά δείγματα ατυχούς σχεδιασμού: πεζογέφυρες με ιδιαίτερα περιορισμένη, ακόμα και μηδενική, χρήση. Ελάχιστες χρησιμοποιούνται κατ’ αποκλειστικότητα, και οι περισσότερες σπανίως, γιατί δεν είναι λειτουργικές, και οι χρήστες προτιμούν την ισόπεδη διέλευση, ακόμη και σε θέσεις που δεν υπάρχουν ισόπεδες διαβάσεις. Όταν μια πεζογέφυρα υπάρχει και δεν χρησιμοποιείται, το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό: ο βαθμός επικινδυνότητας της διάβασης αυξάνεται κατακόρυφα, καθώς ο οδηγός θεωρεί αυτονόητη τη χρήση της γέφυρας από τους πεζούς. Επιπλέον, η γέφυρα, ως ιδιαίτερο αισθητικό στοιχείο —θετικό ή και αρνητικό— αποσπά την προσοχή του οδηγού, με άμεσο αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση της επικινδυνότητας του σημείου για τους χρήστες των ισόπεδων διαβάσεων. Για συντελεί στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, μια αστική πεζογέφυρα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ελκυστική στον χρήστη, ώστε να την προτιμήσει σε σχέση με τις ισόπεδες διαβάσεις. Η ελκυστικότητα αυτή επιτυγχάνεται με πολλούς τρόπους: προσαρμογή στη διαδρομή του χρήστη, ευκολία πρόσβασης (κατακόρυφη και οριζόντια), αίσθηση άνεσης, ασφάλειας και προστασίας, ποιότητα κατασκευής, αισθητική ένταξή της στο περιβάλλον, τελική αποδοχή του έργου από τους χρήστες και ταύτιση τους μ’ αυτό — ειδικά τους συχνούς χρήστες (κατοίκους και εργαζόμενους της περιοχής) και με πρόσθετα στοιχεία ενδιαφέροντος, παράλληλων χρήσεων, θέσεων στάσης, ανάπαυσης και αναψυχής. Στη φάση σχεδιασμού της πεζογέφυρας στην Κηφισίας, μόνιμη αγωνία της ομάδας ήταν πώς το κάθε παιδί, τη βραδιά του συμβάντος που οδήγησε στη δημιουργία της, θα διάλεγε τη γέφυρα, αντί τις ισόπεδες διαβάσεις. Η αγωνία αυτή, παράλληλα με την ευλαβική εφαρμογή όλων των παραπάνω παραμέτρων σχεδιασμού, δημιούργησαν μια από τις ελάχιστες πεζογέφυρες που χρησιμοποιείται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από τους διερχόμενους διαβάτες. Ας ελπίσουμε ότι και αυτές που θα σχεδιαστούν, αν και ελάχιστες σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες του τόπου, κατ αρχήν θα κατασκευαστούν και στη συνέχεια θα αποδειχθούν λειτουργικές, θα αγαπηθούν και θα χρησιμοποιηθούν, σώζοντας ζωές, ο τόπος μας και η οδική ασφάλεια στην Ελλάδα χρειάζονται θαύματα. Η πολιτεία πρέπει επιτέλους να αρχίσει να προστατεύει τα παιδιά της, όπως έχει υποχρέωση και δεν έχει μπορέσει, ούτε θελήσει να το κάνει μέχρι τώρα: αρχικά επιτρέποντας, μετά αγνοώντας τον θάνατό τους στην άσφαλτο και στη συνέχεια στερώντας τους ακόμη και τη μετά θάνατον δικαίωση.
Ο Φαίδων Σόλων Καρυδάκης είναι πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, MSc, DIC, PhD.
Το «καθεστώς» της γειτονιάς ΤΗΣ ΟΛΓΑΣ ΜΠΑΛΑΟΥΡΑ «Άλλαξε τον κόσμο» είπε ο Μάρξ, «άλλαξε ζωή» είπε ο Ρεμπώ. «Για μας αυτoί οι δύο στόχοι είναι ταυτόσημοι» είπε ο Αντρέ Μπρετόν. (Σύνθημα [Γενάρης 2008], στην Plaza de las Tres Culturas στην πόλη του Μεξικού, τόπο της σφαγής των φοιτητών από την αστυνομία το 1968) Με αφετηρία την αναγγελία ανάπλασης της Πανεπιστημίου (Rethink Athens) έχουν γραφεί πολλά από ακαδημαϊκούς, διανοούμενους, ανθρώπους της αυτοδιοίκησης κ.ά. Πολλοί τάχθηκαν κατά του έργου για λόγους που σχετίζονται με ζητήματα εγκυρότητας του διαγωνισμού, την προτεραιότητα αναγκών για την πόλη της κρίσης, την απουσία δημόσιας διαβούλευσης και παρέμβασης αρμόδιων φορέων, την αμφισβητούμενη χρησιμότητα και λειτουργικότητα της παρέμβασης, που στοχεύει σε έναν «βιώσιμο» αισθητικό εξωραϊσμό (beautification). Στον αντίποδα, αρκετοί, με προεξάρχοντα τον δήμαρχο Αθηναίων, επικροτούν το έργο, εντάσσοντάς το στον άξονα παρεμβάσεων που, μαζί με το «Re-launching Athens», θα «μεταμορφώσουν» την πόλη μέχρι το 2020 σε πόλη πρασίνου, με συρρικνωμένη παραβατικότητα. Ο Γ. Καμίνης, επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Δικαίωμα στην Πόλη» (όνομα εμπνευσμένο από το ιστορικό έργο του Ανρί Λεφέβρ), σύμφωνα με το προεκλογικό του πρόγραμμα, οραματίζεται το δικαίωμα στην πόλη σαν μια Αθήνα αφηρημένα πράσινη με χρήματα του ΕΣΠΑ, αναζωογονημένη από νέα ζευγάρια που θα την επανα-κατοικήσουν και επενδυτές που μέσω ΣΔΙΤ (πρόγραμμα Jessica) θα την αναμορφώσουν. Φυσικά, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν αν δεν «αποκατασταθεί η ασφάλεια» με ηθικοπλαστικές φαντασιώσεις και κατασταλτικές επιχειρήσεις. Στο πνεύμα αυτό, η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου αποτελεί κορωνίδα των παρεμβάσεων στο ιστορικό κέντρο. Για μια ιδεαλιστική ψευδαίσθηση του δημόσιου χώρου. «Η αναβάθμιση της οδού Πανεπιστημίου περιλαμβάνει τη δημιουργία φιλόξενων χώρων. Η μελέτη εισάγει την ιδέα του θεάτρου των 1.000 δωματίων στα κενά κτήρια όπου οργανώνονται πολιτιστικά δρώμενα και δημιουργούνται νέα σημεία ενδιαφέροντος για τη δημιουργία μιας ζωντανής ατμόσφαιρας. Το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων αυτών θα έχει σχέση με την ελληνική φιλοσοφία, την επιστήμη, το θέατρο και την τέχνη. Στόχος είναι η δημιουργία ενεργών μετώπων που θα δημιουργήσουν συνδέσεις μεταξύ των κτηρίων και της δημόσιας σφαίρας». (Αρχιτεκτονικό γραφείο Okra, Rethink Athens). Η ιδέα της «δημόσιας σφαίρας» ως πεδίου πολιτικής συζήτησης και συμμετοχής, συνεπώς ως θεμέλιου μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης (το αρχέτυπο της αρχαιοελληνικής αγοράς) κινητοποιεί έντονα την πολιτική φαντασία. Κι αυτό γιατί δημιουργείται συσχέτιση, ακόμα και η ταύτιση, μεταξύ του κατάλληλου σχηματισμού του αστικού δημόσιου χώρου και της πρέπουσας λειτουργίας της δημοκρατικής διακυβέρνησης. Κάθε ενδιαφερόμενος όμως, θα παρατηρούσε πως στην περίπτωση της ανάπλασης της Πανεπιστημίου το περιεχόμενο της συσχέτισης είναι κενό. Θα αναρωτιόταν πώς ενισχύεται η δημοκρατική συμμετοχή με την απουσία του δημοσίου ως εγγυητή ή του δήμου στον σχεδιασμό, ή, έστω, πώς θα ενθαρρυνθεί η πολιτική συμμετοχή σε ένα αστικό περιβάλλον αποτελούμενο από ιδιωτι-
κοποιημένους χώρους, επιτηρούμενα μεγάλα εμπορικά κέντρα, στρατιωτικοποιημένους δρόμους, χωρίς λαϊκά μέσα μεταφοράς που εξυπηρετούν όλο το λεκανοπέδιο (λεωφορεία, τρόλεϊ) και ψευδαισθήσεις κατανάλωσης με ανθρώπους χωρίς καταναλωτική δυνατότητα. Κυρίως όμως ξενίζει η προσπάθεια ενσωμάτωσης κοινωνικών στοιχείων στην αφήγηση, με την εικόνα μιας πόλης που αποτελείται από ανθρώπους στυλιζαρισμένους σε μια hip-φότοσοπ αισθητική να μπαινοβγαίνουν σε αίθουσες τέχνης μιλώντας για φιλοσοφία. Η πραγματική εικόνα. Στον αντίποδα, υπάρχει η πραγματική εικόνα της περασμένης βδομάδας από τη διανομή τροφίμων στον Κολωνό: Απελπισμένοι πολίτες κάθε ηλικίας στριμώχνονται στην ουρά για ένα κιλό ντομάτες ή πορτοκάλια. Κενές κατοικίες και χώροι που παλιά φιλοξενούσαν τη μικρή μεταποιητική παραγωγή, υπηρεσίες, χώρους αναψυχής και πολιτισμό που ενίσχυαν την πολυλειτουργικότητα της πόλης. Η μεγάλη εικόνα των απολυμένων σε Δήμους, το κλείσιμο του ΟΕΚ, η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και των ασφαλιστικών ταμείων, των νεοαστέγων, των τοξικοεξαρτημένων και εκδιδόμενων, του ροζ τζίρου που ξεπερνά αυτόν των ναρκωτικών, η υποβάθμιση γειτονιών και η φασιστική απειλή. Το πραγματικό δικαίωμα στην πόλη. Το δικαίωμα στη πόλη ως πολιτικό διακύβευμα ενέχει τον κόσμο της εργασίας, τον ανασφάλιστο, τον άνεργο και τον φτωχό που κερδίζει στην εσωτερική σύγκρουση μεταξύ αστικοποίησης και της υπεραξίας της παραγωγής και της αξίας χρήσης. Συνδέει τον ταξικό αγώνα με τα προβλήματα της πόλης, αναπτύσσοντας καινούργιες κοινωνικές αντιθέσεις, στο επίκεντρο της καθημερινής ζωής. Αυτό το δικαίωμα έχει χρέος να υπερασπιστεί η Αριστερά, απαντώντας στη δομική προβληματική της πόλης. Στις συνθήκες στέγασης και της πρόσβασης στον κοινωνικό εξοπλισμό (σχολεία, νοσοκομεία, βρεφονηπιακοί σταθμοί, πάρκα, αθλητισμός, πολιτιστικά κέντρα). Στην κατανόηση της πόλης μέσα από την εκπόνηση σειράς αστικών χωρικών μετασχηματισμών, με προτεραιότητα σε προγράμματα αλληλεγγύης (χρήσεις κοινωνικές, κοινωνική στέγη) που ενδυναμώνουν τους πολίτες να συμμετέχουν ενεργά στη λήψη των αποφάσεων για τη διαμόρφωση του δικού τους περιβάλλοντος. Στην υπεράσπιση του «καθεστώτος» της γειτονιάς κατά τον Καστέλς, των λαϊκών κινητοποιήσεων που σαν αντικείμενο έχουν το «πλαίσιο ζωής» ως καινούρια μορφή συλλογικής οργάνωσης. Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για την πόλη που οργανώνεται γύρω από την αξία χρήσης και την αυτοδιαχείριση. Να μάθουμε από παραδείγματα αυτοδιαχείρισης και συμμετοχής, όχι με όρους αισθητικού πειραματισμού μιας κατ’ επίφαση συμμετοχής από ειδικούς, εκτός κοινωνίας (reactivate Athens). Μέσα από τα συμφραζόμενα του δημόσιου ελέγχου και του δημοκρατικού πολεοδομικού σχεδιασμού, με όρους παραγωγικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης με στόχο την αναδιανομή της συσσωρευμένης υπεραξίας της πόλης. Το δικαίωμα στην πόλη θα το κατακτήσουμε αν αναγνωρίσουμε καταρχάς την πολυπλοκότητα της αστικής δυναμικής και τις δυνατότητες πολυλειτουργικότητας μέσα από τη φωνή και τις ανάγκες μας, λαμβάνοντας υπόψη το υπαρκτό υλικό και κοινωνικό κεφάλαιο της πόλης μας.
Η Όλγα Μπαλαούρα είναι αρχιτέκτων-πολεοδόμος, υποψήφια διδάκτωρ πολεοδομίας.
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
44
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
IΤΑΛΙΑ: Μια ασπόνδυλη Aριστερά; ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΟΥΒΛΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΑΝΙΑΣ TOΦΑΝΙΝ Ο Πέρρυ Άντερσον, σε μια απόπειρά του να κριτικάρει την πορεία της μεταπολεμικής ιταλικής Αριστεράς, χρησιμοποίησε τον παραπάνω τίτλο, χωρίς ερωτηματικό ωστόσο («An Invertebrate Left», London Review of Books, τόμ. 1, τχ. 5, 2009). Επίκεντρο της κριτικής του ήταν η ανικανότητά της να αρθρώσει αυτόνομο λόγο και πρακτικές, οι οποίες να τη διαφοροποιούν ουσιωδώς από την ιταλική νεοφιλελεύθερη Δεξιά. Ωστόσο, από τον Μάρτιο του 2009, οπότε γράφτηκε το άρθρο του, έχουν σημειωθεί δυο κεφαλαιώδεις αλλαγές στην Ευρώπη συνολικά. Η πρώτη είναι η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης που ξέσπασε το 2008, οι οικονομικές συνεπαγωγές της οποίας για την Ευρώπη γίνονται πλήρως ορατές μόλις την τελευταία τριετία. H δεύτερη —στενά συνδεδεμένη με την πρώτη, και δη τις πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν— είναι η αναδιάρθρωση του ευρωπαϊκού πολιτικού σκηνικού: κατάρρευση των σοσιαλδημοκρατικών (στην πλειονότητά τους) κυβερνήσεων που διαχειρίστηκαν το ξέσπασμα της κρίσης και διαδοχή τους από κυ-
Ο Γιώργος Σουβλής είναι υποψήφιος δρ ιστορίας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Φλωρεντίας. Η Τάνια Toφανίν διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας.
βερνητικούς σχηματισμούς όπου κυριαρχούν τα κόμματα της χριστιανοδημοκρατίας. Ταυτόχρονα, ενίσχυση πολιτικών δυνάμεων στα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας, και ανάδειξη συλλογικοτήτων και κινημάτων, τα οποία —άλλοτε σε συνεργασία με τα κόμματα αυτά και άλλοτε όχι—, αμφισβήτησαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Σε αυτό το ευρύτερο ιστορικό συγκείμενο πρέπει να εγγραφεί και η λίστα «Η άλλη Ευρώπη με τον Τσίπρα», που θα συμμετάσχει στις ευρωεκλογές και μάχεται, για μια εναλλακτική Ευρώπη ενάντια στην κυριαρχή λογική της λιτότητας. Περιλαμβάνει 71 υποψήφιους, από κόμματα της Αριστεράς (Κομμουνιστική Επανίδρυση, Αριστερά Οικολογίας και Ελευθερίας και άλλα ελάσσονος εμβέλειας κόμματα), συλλογικότητες της κοινωνίας των πολιτών και κοινωνικά κινήματα ενεργά για χρόνια στους αγώνες για τα κοινά αγαθά (Ιταλικό φόρουμ των κινημάτων για το νερό). Η μέχρι τώρα παρουσία της Λίστας μπορεί να χαρακτηριστεί ικανοποιητική, καθώς κατάφερε, μέσα σε ένα μήνα, χάρη στην επιτυχή ενεργοποιήση ενός δικτύου εθελοντών, να συλλέξει 220.000 υπογραφές (70.000 παραπάνω από όσες απαιτεί ο ιταλικός νόμος για τη συμμετοχή στις ευρωεκλογές). Η δυναμική της Λίστας μπορεί να ερμηνευθεί, πιστεύουμε, στη βάση τριών αλληλένδετων διαδικασιών. Η πρώτη σχετίζεται με την απόπειρά της να κεφαλαιοποιήσει τη συνειδητοποίηση (ταξική;), που απέκτησε τμή-
μα των ψηφοφόρων μετά την εμπειρία των συνεπειών των πολιτικών λιτότητας, ότι τα «εθνικά» προβλήματα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., έχουν διεθνικό χαρακτήρα — ως εκ τούτου μπορούν να επιλυθούν μόνο πανευρωπαϊκά. Δεν είναι τυχαίο ότι η Λίστα Τσίπρα συνιστά, ιστορικά, το πρώτο εγχείρημα εκλογικού συνδυασμού στην Ιταλία που προκύπτει στη βάση του κοινού αιτήματος ριζικού αναπροσανατολισμού των εφαρμoζόμενων πολιτικών της Ε.Ε. Η δεύτερη σχετίζεται με το γεγονός ότι έχει συσπειρώσει γύρω της έναν αριθμό απογοητευμένων αριστερών ψηφοφόρων, που είναι διατεθειμένοι να συμβάλουν στην οικοδόμηση ενός πολιτικού εγχειρήματος, εφόσον αυτό θα διαφοροποιείται τόσο σε σχέση με τις προσωποκεντρικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές του τωρινού πρωθυπουργού και ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος, Ματέο Ρέντσι όσο και σε σχέση με τις α-πολιτικές ρατσιστικές αντιλήψεις που προωθεί το Κίνημα των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο. Η τρίτη παράμετρος είναι η συμμετοχή στη Λίστα ανθρώπων που μετέχουν στα κοινωνικά κινήματα: έτσι επιτυγχάνεται σύνδεση και υποστήριξη από τα δίκτυα αυτών των υποψηφίων και τις τοπικές κοινωνίες όπου δραστηριοποιούνται — γείωση την οποία, εν πολλοίς, τα κόμματα της Αριστεράς έχουν απολέσει. Η επιτυχία ή όχι της Λίστας —τόσο στις επικείμενες εκλογές όσο και την επαύριο— θα
καθοριστεί, πιστεύουμε, από το αν καταφέρει να μετατρέψει τα παραπάνω τρία ερμηνευτικά στοιχεία της δυναμικής της σε μόνιμα προσδιοριστικά στοιχεία της ταυτότητας και της πολιτικής της. Αναδιατυπώνοντας με θετικό τρόπο τα επίδικα αυτά, θα λέγαμε: Πρώτον, είναι αναγκαίο να καταδείξει με σαφήνεια το ταξικό πρόσημο των ευρωπαϊκών αγώνων ενάντια στη λιτότητα, αντιπροτείνοντας πειστικές πολιτικές στα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα, που θα επανορίσουν την ατζέντα του εθνικού και ευρωπαϊκού διαλόγου. Δεύτερον, να εγκαταλείψει οριστικά τον κενό —κοινωνικά- περιεχομένου κυβερνητισμό και προσωποκεντρικό που ταλανίζει επί δεκαετίες την ιταλική Αριστερά, επιδιώκοντας την πραγματική δημοκρατική συμμετοχή των πολιτών, με ταυτόχρονη οριοθέτηση έναντι της ιταλικής εκδοχής του πολιτικού «εξτρεμιστικού κέντρου» (Δημοκρατικό Κόμμα και Λαός της Ελευθερίας). Τέλος, να καταστήσει ουσιαστική τη συμμετοχή των κινημάτων στο εγχείρημα, προκρίνοντάς τα ως αναγκαίους θεσμούς άμεσης δημοκρατίας που συμβάλλουν καθοριστικά στην επαναθεμελίωση της διαρραγείσας σχέσης των τοπικών κοινωνιών με την κεντρική πολιτική μέσω της συμμετοχής των απλών πολιτών σε αυτά. Ο προσανατολισμός αυτός ίσως δώσει τη δυνατότητα στην ιταλική Αριστερά να αμφισβητήσει τον επιθετικό προσδιορισμό του Πέρυ Άντερσον, καθιστώντας την απογοητευτική του διάγνωση ανοικτό ιστορικό ερώτημα.
Το «ανοιχτό κόμμα» του Ευάγγελου Βενιζέλου ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Η σχέση δημοκρατίας, λαϊκής κυριαρχίας και αντιπροσώπευσης καθορίζει τη θέση των κομμάτων στη δημοκρατία. Συνήθως, η λαϊκή κυριαρχία ανάγεται στην πολιτική αντιπροσώπευση και συνιστά την εξουσία εκλογής των αντιπροσώπων του λαού στο κοινοβούλιο. Με αυτή τη σημασιολόγηση της λαϊκής κυριαρχίας, η δημοκρατία ταυτίζεται με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ως δημοκρατία νοείται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία· συνεπώς, η λαϊκή κυριαρχία χάνει τη νοηματική της αυτοτέλεια, καθώς και το αντίστοιχο κανονιστικό της περιεχόμενο. Το τελευταίο ανάγεται απλώς στην εκλογική διαδικασία και την αντιπροσώπευση. Η κυριαρχία του λαού εξαντλείται στην έκφραση της βούλησής του, η οποία έχει σκοπό την εκλογή κυβέρνησης. Έτσι, η θεσμική και εννοιολογική διάκριση της κυριαρχίας από την κυβέρνηση, αλλά και του δημοκρατικού πολιτεύματος από το κυβερνητικό σύστημα, συσκοτίζεται και σχεδόν απαλείφεται. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κόμματα συνιστούν συνταγματικώς αναγνωριζόμενους θεσμούς, αναγκαίους για τον καθορισμό και την κινητοποίηση της λαϊκής κυριαρχίας. Οφείλουν να οργανώνουν την πολιτική και να εκφράζουν τη λαϊκή κυριαρχία, διότι συνιστούν το πεδίο για την ανάπτυξη αυτόβουλης πολιτικής δράσης. Συνδέουν την αντιπροσώπευση με τη συμμετοχή. Τα κόμματα είναι αντίβαρα στην
αντιπροσωπευτική δημοκρατία, επ’ ωφελεία της αμεσοδημοκρατικής πολιτικής. Όλα τα παραπάνω μετεωρίζονται εντός του ρευστού κοινωνικού και πολιτικού πλαισίου. Σε αυτό, τα κόμματα διαμεσολαβούν τη σχέση κρατικής εξουσίας και αυτενέργειας των κοινωνικών δυνάμεων. Συνεπώς, τα κόμματα είναι διπλώς αναγώγιμα: και στο κράτος και στην κοινωνία. Σήμερα, η εξάρτηση των κομμάτων από ιδιώτες —κυρίως κρατικοδίαιτους ιδιοκτήτες ΜΜΕ και τραπεζίτες— βαθαίνει διαρκώς. Με το Μνημόνιο, εντάθηκε και η κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Με την παρούσα κυβέρνηση, η δημοκρατία συρρικνούται και το Σύνταγμα υποκαθίσταται από το Μνημόνιο. Εκδόθηκαν περισσότερες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου σε όλη τη μεταπολίτευση. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ως υποκατάσταση της νομοθετικής εξουσίας από την εκτελεστική, παγιώνεται. Το 2003, ο Ευάγγελος Βενιζέλος διατύπωνε τη θεωρία του περί «ανοιχτού» κόμματος (Ευ. Βενιζέλος, «Το “ανοιχτό” κόμμα ως απάντηση στην κρίση του κομματικού φαινομένου», στο Δ.Θ. Τσάτσος, Ξ. Κοντιάδης (επιμ.), Το μέλλον των πολιτικών κομμάτων, εκδ. Παπαζήσης). Ξεκινούσε από την παραδοχή ότι έχει αλλάξει το μοντέλο της πολιτικής αντιπροσώπευσης και αναρωτιόταν ποιος τύπος κόμματος μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η κρίση των κομμάτων συνίστατο στη μεταλλαγή τους σε κλειστούς, σκληροπυρηνικούς σχηματισμούς, με αυ-
ταρχικές δομές και λειτουργίες. Η λύση του προβλήματος ήταν, κατά τον Βενιζέλο, η ιδέα του «ανοικτού» κόμματος, δηλαδή του πολυσυλλεκτικού κόμματος, που θα υπηρετούσε το γενικό συμφέρον. Αυτό το κόμμα θα προήγαγε τη διαβούλευση μέσω των οργανώσεών του και θα αποτελούσε το ίδιο ένα δίκτυο κοινωνικών συλλογικοτήτων. Συνεπώς, θα ήταν κόμμα ουσιωδώς δημοκρατικό, κόμμα της πολιτικής συμμετοχής. Αυτά τότε. Τώρα, το κόμμα του οποίου ηγείται ο Ευ. Βενιζέλος συγκυβερνά με αυτόμολους του ΛΑΟΣ και έναν πρωθυπουργό συνεργαζόμενο με μινιατούρες του Γεωργαλά. Είναι δύσκολο να πούμε πόσο «ανοικτό» κόμμα είναι το ΠΑΣΟΚ, καθώς είναι δύσκολο να προσδιορισθεί ως κόμμα και όχι συνονθύλευμα παραγόντων. Επιπλέον, οφείλει 130 εκ. Όσα περίπου και η όμαιμη αυτού ΝΔ, η οποία, μετονομαζόμενη λ.χ. σε «Νέα Ελλάδα»- -και αλλάζοντας, εκτός από όνομα, ενδεχομένως και ΑΦΜ—, θα τα μετακυλίσει στους φορολογουμένους. Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, ως εμπνευστής της ιδέας του «ανοικτού κόμματος» και της λειτουργίας του ως αντίβαρου, διά της πολιτικής συμμετοχής, στην κρίση της αντιπροσώπευσης φιλοδωρείται από τον αρμόδιο υπουργό Γ. Μιχελάκη, με 1,5 εκ. ευρώ. Απλώς, το ποσό της εκλογικής επιχορήγησης και ο δωρεάν τηλεοπτικός χρόνος υπολογίζονται, κατά κύριο λόγο βάσει των ευρωεκλογών του 2009… Αποτελεί προσβολή στον θεσμικό ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, απαξίωση του κοι-
νοβουλευτικού πνεύματος και περιφρόνηση των εκλογέων. Είναι προσβολή της λαϊκής κυριαρχίας. Τώρα, ο εμπνευστής του «ανοικτού» κόμματος δεν διαπιστώνει κρίση της δημοκρατίας ούτε και αλλοίωση των δημοκρατικών και δικαιοκρατικών αρχών του πολιτεύματος. Δεν αναγνωρίζει ευθύνες στον πρωθυπουργό για την ακροδεξιά μεταλλαγή του κόμματός του και την υποτίμηση του Συντάγματος, το οποίο παρακάμπτεται χάριν του Μνημονίου και της μετατροπής του τελευταίου σε διαρκή οργανωτική αρχή της πολιτικής ζωής και της καθημερινότητας των ανθρώπων. Ο θεωρητικός του «ανοικτού» κόμματος, προφανώς, θεωρεί ότι η συγκυβέρνηση με τον ακροδεξιό πρωθυπουργό προάγει την πολιτική συμμετοχή, ενισχύει την πολιτική αυτενέργεια, δεν οδηγεί σε εκβιασμούς βουλευτών ούτε υπονομεύει το πολίτευμα. Τώρα, το ΠΑΣΟΚ κατέστη όντως «ανοικτό» κόμμα και, ως τέτοιο, μπορεί να συνεργάζεται με την ακροδεξιά ηγεσία της Ν.Δ. Ως «ανοικτό» κόμμα είναι και ευρύχωρο, και έτσι μπορεί να δέχεται τους καινούριους φίλους, που δεν έρχονται ποτέ με άδεια χέρια, γιατί ξέρουν ότι η κυβέρνησή τους εξαρτάται από την ευρυχωρία αυτού του «ανοικτού» κόμματος. Η κυβερνώσα Άκρα Δεξιά τιμά έργω και το συγκυβερνών «ανοικτό» κόμμα και τους ολιγάρχες των ΜΜΕ. Έτσι, και ο Σαμαράς υιοθέτησε την ιδέα του «ανοικτού» κόμματος. Πού αλλού, άλλωστε, θα φιλοξενούσε τόσους και τέτοιους ακροδεξιούς φίλους και αδελφούς;
Η ΑΥΓΗ • ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014
45
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Θοδώρα Καλαφάτη μορφή πολύτιμη και αρχετυπική Έφυγε πριν λίγο, στα 102 χρόνια της, παίρνοντας μαζί της στο ταξίδι ό,τι έσφυζε ακόμα ζωντανό από την ιστορία της Λευκάδας, του τόπου της, του τόπου μας, παίρνοντας μαζί της τα ίχνη των καιρών. Στους δύο αιώνες που περπάτησε, μοιράστηκε, μαζί με τους πολλούς μόχθους και τα δάκρυα, τους αγώνες, τις νίκες και τις ήττες, όλα όσα σφράγισαν ανεξίτηλα την πατρίδα στα χρόνια του βίου της, τις ζωές των ανθρώπων, άλλες επώνυμες και άλλες, οι περισσότερες, σιωπηλές, ευγενικές και ανώνυμες. Τα λιγοστά που ακολουθούν, τελευταίος χαιρετισμός του γιού της Θανάση Καλαφάτη, ας θεωρηθούν μια κατάθεση οφειλόμενης τιμής στον πόνο και στην εγκαρτέρηση των πολλών. Πολυαγαπημένη μας μητέρα Είμαστε όλοι εδώ, τα παιδιά σου, τα εγγόνια σου, οι συγγενείς σου, οι φίλοι σου, οι γείτονες, για να σου απευθύνουμε τον τελευταίο χαιρετισμό. Μητέρα μας, δεν μπορούμε εύκολα να εκφράσουμε τα αισθήματά μας. Η ζωή σου, η ζωή μας, ήταν δύσκολη αλλά και τόσο όμορφη. Έζησες ανάμεσα σε δύο αιώνες, γνώρισες διαφορετικές ζωές και εποχές, καιρούς δύσκολους, άδικους, σημαδεμένους και σημαδιακούς. Τα χρόνια της υπομονής ήταν ατελείωτα. Έμαθες πολλά και μας έμαθες πολλά, μέσα απ’ όλον αυτό τον τιτάνιο αγώνα. Ενσάρκωσες με τον αγώνα σου το παράδειγμα της ελληνίδας γυναίκας, τη δύναμη και την απαντοχή της, για την οικογένεια, την πατρίδα, τις υψηλές αρχές της αγάπης και του αλτρουισμού. Τα παιδικά σου μάτια είδαν και έζησαν τους οδυρμούς και τον πόνο εκείνων των πρώτων ξεριζωμένων αδελφών μας, των προσφύγων που έφτασαν στη Λευκάδα το 1922. Ύστερα μπήκες στην ορφάνια και στη μαθητεία-βιοπάλη, ασκώντας το επάγγελμα της κορδελιάστρας. Η Πάτρα, εκεί που έμαθες τη δουλειά και πρωτοεργάστηκες, ήταν ένα τόπος όπου δέθηκε τ’ ατσάλι, ανάμεσα στους φτωχούς κι εργατικούς ανθρώπους, στο σωματείο των τσαγκαράδων, με τους αγώνες τους στα τέλη της δεκαετίας του ’20, τους ανθρώπους που αναζητούσαν ένα καλύτερο αύριο μέσα απ’ τους δύσκολους δρόμους του Οκτώβρη και της χριστιανικής ισοπολιτείας. Ύστερα ήρθες ξανά στη Λευκάδα, νέα και όμορφη σ’ εκείνα τα δύσκολα χρόνια των αρχών της δεκαετίας του ’30, στις απεργίες για την επιβίωση και τα όνειρα, αυτά που σ’ έφεραν κοντά και στον πατέρα μας. Βαρύς ο ίσκιος της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, ο άντρας σου, ο πατέρας μας, στην Ακροναυπλία — κι εσύ πατέρας και μητέρα μας. Κι ύστερα η Κατοχή. Μπαινοβγαίνατε στη φυλακή και τα κρατητήρια εσύ κι ο παππούς κι η γιαγιά, για να σας αναγκάσουν να μαρτυρήσετε τον παράνομο αγωνιστή πατέρα μας. Όχι για πολύ — τον χάσαμε τόσο νωρίς. Κι από τότε στάθηκες πατέρας μαζί και μάνα μας, και στα άλλα βάσανα και τις κακουχίες που ακολούθησαν και την καινούρια δικτατορία. Το κουβάρι μεγάλωνε. Είχες υψηλό το αίσθημα της οικογενειακής ευθύνης και της κοινωνικής συνέπειας, και ήσουν αταλάντευτη στις αξίες σου. Οι συνθήκες αδίκησαν τα χαρίσματα και τις ικανότητές σου, σε έκαναν ίσως σκληρή, χωρίς να πάψεις να είσαι δίκαιη και γεμάτη αγάπη.
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ
Η πόλη, το άστυ, ο δήμος ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΥ
Αυτά μάθαμε από εσένα και σ’ ευχαριστούμε. Μας κράτησες στη ζωή και με το παράδειγμά σου μας δίδαξες κάποιες από τις μεγάλες αρχές, με πρωταρχική αξία την αγάπη. Το σπίτι μας δεν ήταν ό,τι έκλεινε πίσω της η πόρτα του, ήταν ο κόσμος όλος. Και ήταν εκείνη η ανάταση της αλληλεγγύης, στην κρίση του ’29 και στην πείνα της Κατοχής που έκανε να ανθήσει μέσα στον λαό μας αυτό το αίσθημα. Ύστερα, ήταν το αίσθημα του δικαίου και της αξιοκρατίας. Θυμάμαι όταν ήμασταν στην πρώτη Δημοτικού, ο δίδυμος αδερφός μου, ο Σπύρος, είχε σπάσει τα πόδι του και έχασε τα μαθήματα για έναν μήνα περίπου. Στο τέλος προβιβάστηκε με βαθμό εννέα. Θεώρησες πως ο βαθμός ήταν χαριστικός και στη νέα χρονιά τον έγραψες ξανά στην πρώτη τάξη. Πάντα βοηθούσες το φτωχό και τον πεινασμένο από το υστέρημά σου. Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος πλούτος, έτσι το αισθανόμασταν κι εμείς. Κι αν ίσως ήσουνα σκληρή στην οργάνωση του σπιτιού, ήταν γιατί έπρεπε με λιγοστά μέσα να τα φέρεις όλα βόλτα. Η σωστή διαχείριση του χρόνου και το ήθος της εργασίας ήταν χαρακτηριστικά σου στοιχεία. Παρά τα εσωτερικά χτυπήματα, πίστευες πάντα στην αναγκαιότητα του κοινωνικού αγώνα και υπερασπιζόσουν με πάθος τη δίκαιη αμοιβή της εργασίας. Ταυτόχρονα, ήσουν φιλελεύθερη. Ήμουν δεν ήμουν 12 ετών, όταν πλέον είχα δεσμευθεί στην υπηρεσία του κοινωνικού αγώνα. Μέσα στις συνθήκες εκείνης της εποχής δεν ήμουν πια μικρό παιδί. Άλλωστε εργαζόμουν από μικρός, όπως κι εσύ, που διέκοψες το σχολείο στα έντεκά σου για να βγεις στη βιοπάλη. Με κάλεσες, λοιπόν, και μου είπες: «Κοίταξε, ξέρω τους προσανατολισμούς σου, ο κοινωνικός αγώνας είναι δίκαιος αλλά και δύσκολος. Θα βρεις μπροστά σου φυλακές και εξορίες. Δεν στο λέω για να σ’ αποθαρρύνω, αλλά δεν πρέπει να πάρεις κανέναν άλλον άνθρωπο, καμιά γυναίκα στο λαιμό σου». Ήταν η σκληρή πείρα της ζωής σου και όσα η ίδια σαν γυναίκα από μικρό παιδί είχες υποστεί, που σε οδηγούσαν στην ιδιαίτερη ευαισθησία και την αγάπη σου για τη γυναίκα, αυτό το άλλο μισό του ουρανού. Όλη σου η ζωή ήταν μια λαμπάδα που κάηκε ευλαβικά κι αργόσυρτα στην υπηρεσία των ακατάλυτων αρχών της αγάπης και της δικαιοσύνης. Αρχές που της ζήτησαν πολύ κόστος, πολλές φορές και αίμα, και τα πρόσφερε. Για όλα αυτά, πολυαγαπημένη μας μητέρα σ’ ευχαριστούμε. Καλό ταξίδι. ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ
Σε δυο Κυριακές από σήμερα θα εκλέξουμε δημοτικές και περιφερειακές αρχές, οπότε το σημερινό σημείωμα θα είναι αφιερωμένο σε μερικές από τις λέξεις της πόλης, και ειδικότερα της Αθήνας. Η ίδια η λέξη πόλη, έρχεται από τα αρχαία ελληνικά, όπου ήταν πόλις, υπήρχε όμως και εναλλακτικός πανάρχαιος τύπος, πτόλις, που θα τον θυμόμαστε ίσως από το «Τροίης ιερόν πτολίεθρον» στην αρχή της Οδύσσειας. Η αρχική σημασία της λέξης πρέπει να ήταν το φρούριο, ο οχυρωμένος τόπος, η ακρόπολη. Στη συνέχεια, στην κλασική αρχαιότητα η λέξη δήλωνε μια πολιτική και θρησκευτική κοινότητα, μια κοινότητα κατοίκων, σε αντίθεση με τη λέξη «άστυ», επίσης πανάρχαια, που δήλωνε την πόλη ως οικιστική μονάδα. Από την πόλη παράγονται πολλές λέξεις σημαντικές: η πολιτεία, αρχικά με τη σημασία της ιδιότητας του πολίτη αλλά και του συνόλου των πολιτών, και του πολιτεύματος· ο πολίτης, με αρχική σημασία τον ελεύθερο άνδρα που είναι μέλος μιας πόλης, δηλ. μιας κοινότητας κατοίκων, που συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων· από εκεί και ο πολιτικός, αρχικά ο σχετικός με την πολιτεία, την κοινωνία. Και η λέξη πολιτισμός ελληνιστική είναι και είχε τη σημασία της δημόσιας διοίκησης· το 1810 την επανέφερε και την ανανοηματοδότησε ο Κοραής για να αποδώσει στα ελληνικά το γαλλικό civilisation. Από το άστυ βέβαια προέρχεται ο αστός, ο κάτοικος του άστεoς, του αστικού κέντρου· ο αστός στην κλασική αρχαιότητα δεν είναι απαραίτητα πολίτης· τη σημασία αυτή την παίρνει στην ελληνιστική εποχή, όταν συνδέεται με το λατινικό civis. Ο κάτοικος του άστεoς, που είχε μεγαλώσει στην πόλη, θεωριόταν πιο καλλιεργημένος από τον κάτοικο της υπαίθρου· έτσι, στα αρχαία, η λέξη αστείος, «ο σχετικός με το άστυ», σήμαινε τον καλλιεργημένο, τον ραφιναρισμένο, τον πνευματώδη, σε αντίθεση με τους κατοίκους των αγρών, που ήταν πιο χοντροκομμένοι και λέγονταν αγροίκοι. Ο «αστείος λόγος» ήταν ο πνευματώδης, και σιγά-σιγά έφτασε να σημαίνει κάτι το ευτράπελο, που προκαλεί το γέλιο. Η διάκριση αυτή χωριού-πόλης έχει περάσει και στα νεότερα ελληνικά, αν σκεφτούμε ότι τα χωρατά, τα αστεία δηλαδή, τα έκαναν οι κάτοικοι της χώρας, της πόλης δηλαδή. Όσο για την Αθήνα, στα αρχαία, όπως και στην καθαρεύουσα, το τοπωνύμιο είναι στον πληθυντικό, Αθήναι, κάτι που συμβαίνει άλλωστε αρκετά συχνά, π.χ. Θήβαι, Πάτραι. Φαίνεται πως ο πληθυντικός οφείλεται στο ότι την πόλη την αποτέλεσαν πολλοί οικισμοί με το ίδιο όνομα, Αθήνη, ένα
Ο Νίκος Σαραντάκος είναι συγγραφέας, μεταφραστής και κατοικοεδρεύει στα sarantakos.wordpress.com και στo www.sarantakos.com.
προελληνικό θεωνύμιο που λέγεται ότι ανάγεται σε μια φιδόμορφη θεότητα που φύλαγε τα ανάκτορα. Από τη μεσαιωνική φράση «εις την πόλιν (τας) Αθήνας», όπου το «Αθήνας» εννοήθηκε ως γενική, προέκυψε η νέα ονομαστική σε ενικό πια αριθμό, Αθήνα. Ο δήμος, πανάρχαια επίσης λέξη, πιθανόν να συνδέεται με αρχαία ρίζα που σημαίνει «διανέμω»· θα δήλωνε αρχικά το τμήμα μιας περιοχής και στη συνέχεια τον λαό που κατοικεί εκεί. Θα άξιζε ειδικό άρθρο γι’ αυτή τη λέξη, που μας έδωσε πλήθος από παράγωγα, από τη δημοκρατία και το δημόσιο έως τη δημιουργία αλλά και τον δήμιο. Η λέξη δήμος ήδη από την αρχαιότητα σήμαινε αφενός το λαό (εκκλησία του δήμου) και αφετέρου μια διοικητική μονάδα: με βάση τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη, η Αττική είχε χωριστεί σε 139 δήμους, ο καθένας από τους οποίους είχε επικεφαλής τον δήμαρχο, που οριζόταν με κλήρο. Στο Βυζάντιο, δήμοι ονομάζονταν οι φατρίες του ιπποδρόμου, με γνωστότερους τους Πράσινους και τους Βένετους, ενώ ο όρος πήρε τη σημερινή σημασία με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, οπότε γεννήθηκαν και παροιμίες για τους αιρετούς πλέον άρχοντες του δήμου, όπως η «από δήμαρχος κλητήρας», για κάποιον που χειροτέρεψε η κατάστασή του και ιδίως η κοινωνική του θέση, και «τα παράπονά σου στον δήμαρχο», δήλωση αδιαφορίας προς κάποιον που παραπονιέται ή διαμαρτύρεται άκαιρα. Ο πρώτος δήμαρχος της Αθήνας μετά την ανάδειξή της σε πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους ήταν ο Ανάργυρος Πετράκης, της γνωστής οικογένειας που επίσης έδωσε το όνομά της στη μονή Πετράκη· ένας πρόγονός του την ανακαίνισε, και από τότε είχε καθιερωθεί ο εκάστοτε ηγούμενος της μονής να είναι μέλος της οικογένειας· ο γιατρός Ανάργυρος Πετράκης λοιπόν, ο οποίος εκλέχτηκε δήμαρχος το 1835, ήταν ο πρώτος που έσπασε την παράδοση και δεν εκάρη μοναχός. Βέβαια, δεν εκλέχτηκε ακριβώς δήμαρχος: πλειοψήφησε σε κατάλογο δημοτικών συμβούλων και ο βασιλιάς Όθωνας τον διόρισε δήμαρχο: δεν ίσχυε η άμεση εκλογή από τον λαό. Σύμφωνα με έναν περίεργο εκλογικό νόμο που ίσχυε το 1964, σχεδόν φωτογραφικό, αν κανείς συνδυασμός δεν συγκέντρωνε το 40% των ψήφων δεν γινόταν δεύτερος γύρος αλλά ο δήμαρχος εκλεγόταν έμμεσα, από τους δημοτικούς συμβούλους. Κι έτσι, ενώ το 1964 είχε πλειοψηφήσει ο αριστερός συνδυασμός της ΕΔΑ, με υποψήφιο δήμαρχο τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Νικόλαο Κιτσίκη, τελικά πολλοί δημοτικοί σύμβουλοι του κεντρώου υποψήφιου Παυσανία Κατσώτα, που είχε έρθει τρίτος, ψήφισαν τον δεξιό υποψήφιο, τον Αμβρ. Πλυτά, που έγινε και δήμαρχος. Σήμερα, πενήντα χρόνια από τότε, είναι καιρός να εκλέξει ο λαός της Αθήνας τον πρώτο αριστερό δήμαρχο στην ιστορία της πόλης, τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη!
Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
4 MAΪOY 2014
ΤΟ BLOG ΤΩΝ «ΕΝΘΕΜΑΤΩΝ»: enthemata.wordpress.com e-mail: enthemata@gmail.com
Κρίση και αριστερή πολιτική ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΛΑΣΚΟΥ
Οι αναγνώστες των «Ενθεμάτων» και της Αυγής γνωρίζουν τον Χρήστο Λάσκο, υποψήφιο ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Μάη, τόσο από την τακτική του αρθρογραφία εδώ (αλλά και στην Εποχή, το Red Notebook, το Alterthess), από το βιβλίο του Η μαρξιστική συζήτηση για την παρούσα κρίση (Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, 2010), καθώς και τα τρία βιβλία που έγραψε σε συνεργασία με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο: Χωρίς επιστροφή (KΨΜ 2011), 22 πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι (ΚΨΜ 2012) και Crucible of Resistance. Greece, the Eurozone and the World Economic Crisis (Pluto Press, 2013). Την ερχόμενη εβδομάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις νήσος και το Red Notebook το βιβλίο Κρίση και αριστερή πολιτική. Ταξική αναμέτρηση στην Ελλάδα και τον κόσμο 20092014. Κεντρικό επιχείρημα του βιβλίου είναι ότι οι προσπάθειες υπέρβασης της παρούσας κρίσης από τη σκοπιά του κεφαλαίου είναι αδύνατο να ανασχεθούν από μια στρατηγική της Αριστεράς με άξονα το εθνικό κράτος. Αν λοιπόν η «υπαρξιακή» για τον καπιταλισμό απαίτηση για «περισσότερο» και πιο «καθαρό» καπιταλισμό είναι υπερεθνική, η συνθήκη αυτή υποχρεώνει την Αριστερά να αποκοπεί από τον εθνοκρατισμό, τον λαϊκομετωπισμό και τον κυβερνητισμό της, που στο παρελθόν της κόστισαν βαριές ήττες, και να αντιπαρατάξει μια εξίσου υπερεθνική κοινωνική και πολιτική δυναμική. Προδημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα από την Εισαγωγή και το κεφάλαιο «Ξαφνικά μια ωραία πρωία, κυβέρνηση της Αριστεράς;». Δ.Π.
Eισαγωγή Το μικρό αυτό βιβλίο είναι καρπός της συμμετοχής μου στη διαρκή και διαρκώς έντονη συζήτηση περί κρίσης στο πλαίσιο της Αριστεράς τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια. Στην πραγματικότητα, συνιστά ένα είδος σύνοψης των κύριων θεματικών και απαντήσεων που αναπτύχθηκαν αυτά τα χρόνια της μεγάλης κρίσης από ένα τμήμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ελλάδα· ένα τμήμα που επηρέασε σε σημαντικό βαθμό την τοποθέτηση και την πολιτεία του ΣΥΡΙΖΑ, και το οποίο, με αυτόν τον τρόπο, είχε και έχει έναν αξιοπρόσεκτο, νομίζω, ρόλο στις ευρύτερες εξελίξεις. Ποιες είναι οι αιτίες της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που βιώνουμε; Τι κάνει το κεφάλαιο προκειμένου να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία για λογαριασμό του; Πώς κινούνται οι κοινωνικές δυνάμεις σε αυτό το πλαίσιο; Ποιες εναλλακτικές λύσεις έχει το σύστημα στην παρούσα συνθήκη; Και ποιες δυνατότητες υπάρχουν για τους αντιπάλους του; Στα καθ’ ημάς: Πώς εντάσσεται η ελλαδική κρίση στο ευρύτερο συγκείμενο, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο; Γιατί στη χώρα μας τα κρισιακά φαινόμενα και οι αστικές πολιτικές πήραν τόσο ακραίο χαρακτήρα; Πώς θα καταλήξει όλο αυτό; Και, επιπλέον: Γιατί —και πώς— ο ΣΥΡΙΖΑ; Ποιες είναι, δηλαδή, οι δυνατότητες και ποιες οι πραγματικές προοπτικές της ριζοσπαστικής Αριστεράς; Πώς συναρμόζονται αυτές με τον αναγκαίο, περισσότερο από ποτέ, σοσιαλιστικό μετασχηματισμό και τα συναφή στρατηγικά ζητήματα; Οι κύριες οδηγητικές αρχές, οι άξονες γύρω από τους οποίους οικοδομούνται οι απαντήσεις, είναι δύο: Πρώτον, μια τα-
Τζόρτζιο ντε Κίρικο, «Μυστήριος διάλογος», 1973
ξική ματιά: η προσπάθεια να διαγνωστούν οι κοινωνικές —και κοινωνικά συγκρουσιακές— διαστάσεις των εξελίξεων, οι οποίες σχεδόν πάντοτε στον κυρίαρχο, αλλά και σε ανταγωνιστικούς λόγους, εμφανίζονται με ποικίλους τρόπους μεταμφιεσμένες, σε βαθμό που να γίνονται αγνώριστες. Αν τελικά το «Τάξη εναντίον Τάξης» ταιριάζει σε κάποια πραγματικότητα, αυτή είναι κατεξοχήν η δική μας πραγματικότητα. Δεύτερον —και αλληλένδετο— μια διεθνιστική ματιά: η ιδέα πως τα κοινά προβλήματα των εργαζόμενων του κόσμου απαιτούν κοινές προσπάθειες και κοινές λύσεις. Ο διεθνισμός δεν είναι συμπλήρωμα, αλλά καταστατικό, ιδρυτικό στοιχείο κάθε χειραφετητικού εγχειρήματος, άρα και κάθε αριστερού πολιτικού οργανισμού. Είναι βάσει των αρχών αυτών που θεωρώ ότι τα δημοφιλή σχήματα περί κατοχής, αποικίας, ξένων επικυρίαρχων και δωσίλογων μερκελιστών αστοχούν ολοκληρωτικά και πρέπει, επί ποινή ζοφερών καταλήξεων, να αντικατασταθούν από τα άλλα, τα αντίπαλα. Από ερμηνείες στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται η καπιταλιστική αντεπίθεση μέσα στην κρίση — μια αντεπίθεση που παίρνει χαρακτηριστικά ταξικής αντεπανάστασης και επιχειρεί να γυρίσει τους δείκτες του ρολογιού δυο αιώνες πίσω. Η έγνοια γι’ αυτήν την κατανόηση είναι κρίσιμη. Κατά τη γνώμη μου, συνιστά προϋπόθεση για να αλλάξουν τα πράγματα. Ήδη τα αλλάζει ο τρόπος που τα βλέπουμε.
Ξαφνικά μια ωραία πρωία, κυβέρνηση της Αριστεράς; Iσχυρίζομαι πως όλα, σε ό,τι αφορά την αναγκαία ανατροπή, θα κριθούν πρωταρχικά —να γιατί χρησιμοποιώ τον όρο «η αρχή της συνάρθρωσης»— από τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να φέρει πίσω στην πολιτική όλον αυτόν τον κόσμο, που βιώνοντας με ακραίο τρόπο την ανεργία, την εκμετάλλευση και την ανημπόρια απελπίζεται, αποσύρεται, εξαχνώνεται πολιτικά και περνάει στην επικράτεια του αόρατου. Γιατί, παρόλο που υπάρχουν πολλοί απελπισμένοι, δεν είναι όλοι με τον ίδιο τρόπο απελ-
πισμένοι. Γιατί, επιπλέον, έχει πολύ μεγάλη σημασία να μπορέσει η ριζοσπαστική Αριστερά να απαντήσει σε αυτές τις ποικίλες μορφές της απελπισίας, ιεραρχώντας και προσανατολίζοντας. Η ηγεμονία δεν αποτελεί αποτέλεσμα αθροίσεων, αλλά πράξεων πολύ συνθετότερων, πράγμα που δεν φαίνεται να είναι πάντοτε αντιληπτό όταν κάνουμε τους πολιτικούς σχεδιασμούς μας. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να «απαντήσουμε» σε όλα. Δεν γίνεται όμως να μην βρούμε λύσεις στην κατεύθυνση, μεταξύ άλλων, του να έχουν όλοι οι άνθρωποι εισόδημα, πρόσβαση σε τροφή, στέγη, νερό και ρεύμα, θέρμανση και ιατρική φροντίδα· να αποκτήσουν βάσιμη προσδοκία πως θα αποκτήσουν, για πρώτη φορά ή ξανά, αξιοπρεπή εργασία, να νιώσουν πως δεν τους απειλεί ο εργοδοτικός δεσποτισμός με τον θανάσιμο τρόπο που συμβαίνει στη μνημονιακή Ελλάδα, πως έχουν ξανά δικαιώματα ως εργαζόμενοι, ως πολίτες, ως άνθρωποι — πως δεν είναι «γυμνές ζωές». Αν πείσουμε πως αυτά γίνονται, τότε η δυναμική για την οποία μίλησα στην αρχή, μπορεί να εξελιχτεί σε πλημμυρίδα. Έτσι, πρακτικά, μπορεί να κερδηθεί η ιδεολογική ηγεμονία· έτσι, σε τέτοιο ασφαλές έδαφος, μπορεί να διαμορφωθούν οι ηγεμονικές συναρθρώσεις. Και έτσι μπορεί να αντιμετωπιστεί ο αρνητικός σήμερα διεθνής συσχετισμός για ένα εγχείρημα πολιτικής ανατροπής. Ή και να μεταβληθεί προς όφελος μιας συνολικής στροφής. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο δείχνουν μια πρόθεση ψήφου προς τη ριζοσπαστική Αριστερά της τάξης του 17%, όταν στις εκλογές του 2009 το ποσοστό της ήταν μόλις 5%. Ένα ελληνικό κυβερνητικό παράδειγμα, που θα τα καταφέρει «στα βασικά», μπορεί να ωθήσει σε μεγάλη μεταβολή των συσχετισμών. Έχω ξανασημειώσει πρόσφατα ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των ριζοσπαστικών πολιτικών και κοινωνικών εγχειρημάτων είναι, όπως συχνά έχει δείξει η ιστορία, πως έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να ξεσπάσουν μέσα στις πλέον αντίξοες συνθήκες. Οι κλασικοί του μαρξισμού έχουν ασχοληθεί με αυτό το δεδομένο. Σε ένα γράμμα του της 19ης Αυγούστου 1852, ο Μαρξ, σχολιάζοντας τη δυνατότητα κατάληψης της εξουσίας, σημείωνε πως «τίποτε δεν είναι χειρότερο για τους επαναστάτες από το να υποχρεωθούν να ασχοληθούν με την προμήθεια ψωμιού». Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η απάντηση στα άμεσα προβλήματα των κατώτερων στρωμάτων και η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης συνιστούν τη στρατηγική προϋπόθεση προκειμένου να εμπλακούν ενεργητικά όλοι εκείνοι, χωρίς τους οποίους όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς λόγια. Από αυτήν την άποψη, η υλοποίηση του «ελάχιστου προγράμματος» θα αποτελέσει πραγματικά επαναστατική κίνηση. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ «ΝΕΩΝ ΕΝ ΚΙΝΔΥΝΩ» ΤΗΣ EΦΗΣ ΑΒΔΕΛΑ Οι εκδόσεις Πόλις μας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου της Έφης Αβδελά «“Nέοι εν κινδύνω”: επιτήρηση, αναμόρφωση και δικαιοσύνη ανηλίκων μετά τον πόλεμο». Με τη συγγραφέα θα συζητήσουν: Ελευθερία Ζέη (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Βασίλης Καρύδης (Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη), Δήμητρα Λαμπροπούλου (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Τάκης Σαλκιτζόγλου (δικηγόρος, πρώην Επιμελητής Ανηλίκων), με συντονίστρια τη δημοσιογράφο Μικέλα Χαρτουλάρη. Την Τρίτη 6 Μαΐου, ώρα 19.00 στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων (Ερμού 134136).