ΘΕΑΤΡΟ ΜΕ ΚΟΝΤΡΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013 TEYXOΣ 12
diplomatique
Μια τέχνη κακομεταχειρισμένη, αλλά πάντα δυνατή Για τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Σαουμπίνε και «φοβερό παιδί» του γερμανικού θεάτρου, του οποίου παραστάσεις είδαμε τα τελευταία χρόνια σε Αθήνα και Επίδαυρο, δεν υπάρχει θέατρο χωρίς κάποιου τύπου κοινωνική υποστήριξη, αλλά και χωρίς ρίζες στην κοινωνία. Εδώ αναλύει τους υλικούς και ταυτόχρονα πνευματικούς όρους μιας θεατρικής αναγέννησης, εφόσον το ευρωπαϊκό θέατρο υποφέρει όχι μόνο από τις πολιτικές λιτότητας, αλλά και από την ίδια του τη ροπή να υποτάσσεται στην κυρίαρχη ιδεολογία. Του Thomas Ostermeier*
Σ
τις φερόμενες ως δημοκρατίες της Δύσης, η προστασία του γενικού συμφέροντος υποχρεώνει κάθε κράτος να επιβάλλει φόρους, οι οποίοι επαναδιανέμονται κατά την κρίση διάφορων θεσμικών οργάνων, όπου αυτά θεωρούν ότι είναι δίκαιο ή απαραίτητο. Ας μου συγχωρηθεί η κοινοτοπία αυτού του προοιμίου, όμως μου φαίνεται σημαντικό να υπενθυμίσω πόσο η έννοια του δημόσιου καθήκοντος έχει εγγραφεί στην ίδια την καρδιά των κοινωνιών μας, προκειμένου να επιτρέπει στα άτομα και στις κοινωνικές ομάδες να... Να κάνουν τι ακριβώς; Να είναι ευτυχισμένα; Να έχουν επιτυχίες; Να μαθαίνουν; Να ανοίγονται σε διαφορετικές ιδέες, σε διαφορετικά άτομα, σε διαφορετικές συλλογικότητες; Η θριαμβική προέλαση του νεοφιλελευθερι* Ο Thomas Ostermeier είναι σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός διευθυντής της Schaubühne του Βερολίνου.
σμού, που ξεκίνησε στο Σικάγο κατά τη δεκαετία του 1970 και επιταχύνθηκε από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», μεταφράστηκε σε απορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά και σε ιδιωτικοποίηση θεσμών και υπηρεσιών που μέχρι τότε ενέπιπταν στη δημόσια σφαίρα. Αυτή η αλλαγή υποδείγματος δεν είναι άσχετη με την απώλεια νομιμοποίησης του θεάτρου κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου. Μια μεγάλη μερίδα της δυτικοευρωπαϊκής Αριστεράς, παραδοσιακά σκεπτικιστική καθώς είναι απέναντι στους θεσμούς, για να μην πούμε αντικρατικιστική, βρίσκεται έτσι να έχει την επώδυνη υποχρέωση να υπερασπίσει το κράτος απέναντι στην επίθεση των νεόκοπων οπαδών της αγοράς. Όσο για μένα, ονειρεύομαι μια κοινωνία απελευθερωμένη από τον ζυγό της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, όπου τα πλούτη και τα αγαθά θα ανήκουν ισότιμα σε κάθε ένα από τα μέλη της. Βρισκόμαστε, αλίμονο, χιλιάδες μίλια μακριά από μια τέτοια ουτοπία. Κι ακόμη χειρότερα, η ιδεολογία της αγοράς κάνει κάθε στοχασμό πάνω στο θέμα να βαρύνεται με την υποψία του ολοκληρωτισμού. Ακόμη και η αρχή της μερικής αναδιανομής του πλούτου, που καθιέρωσε η νικήτρια αστική τάξη του 18ου και 19ου αιώνα, βρίσκεται πλέον σε κίνδυνο. Λίγο καιρό μετά τη δημιουργία του γερμανικού Ράιχ, το 1870-1871, κατά τη διάρκεια της αποκαλούμενης περιόδου «των ιδρυτών», εφευρέθηκαν -ή τουλάχιστον θεσμοποιήθηκαν, και επομένως τέθηκαν υπό την ευθύνη της κρατικής εξουσίας- όλα όσα πλέον απειλούνται σοβαρότατα: οι δημόσιες συγκοινωνίες, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, οι βιβλιοθήκες, τα πάρκα κ.ο.κ. Εκείνο τον καιρό, η αστική τάξη θεωρούσε το κράτος ως εκφραστή της υλικής και πνευματικής ισχύος της. Σήμερα, δεν το αντιμετωπίζει παρά ως εμπόδιο για την ευημερία της. Ταυτόχρονα, οι πολιτιστικοί φορείς με δημόσια χρηματοδότηση, που άλλοτε αποτελούσαν αφορμές υπερηφάνειας για τις άρχουσες τάξεις, έχασαν μεγάλο μέρος της νομιμοποίησής τους. Στη Γερμανία, μετά το 1992, δεκαοκτώ θέατρα αναγκάστηκαν να κλείσουν τις πόρτες τους ή να συγχωνευθούν. Αντίθετα με όσα ισχύουν στη Γαλλία, η χρηματοδότηση του πολιτισμού ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των ομόσπονδων κρατιδίων και των δήμων. Στο Βερολίνο, που καυχιέται πως αποτελεί παράδεισο για τους νέους καλλιτέχνες, ο προϋπολογισμός για τον πολιτισμό δεν υπερβαίνει το 2% των δημοσίων δαπανών. Αν λάβουμε υπ’ όψη ότι το μερίδιο του θεάτρου, συμπεριλαμβανομένης και της όπερας, δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνο το 1,1% των κονδυλίων (0,7% εξ αυτών για το θέατρο), οι συζητήσεις για επιπλέον περικοπές στους προϋπολογισμούς μοιάζουν εξωφρενικές. Οι αριθμοί δεν ευημερούν περισσότερο στο Αμβούργο, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας: 2,1% για τον πολιτισμό, 0,9% για το θέατρο και την όπερα. Μια ματιά στην κατάσταση στη Γαλλία δείχνει ότι, το 2013, οι προβλεπόμενες για τον πολιτισμό δημόσιες δαπάνες θα μειωθούν κατά 4,3% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Η αστική τάξη πέταξε στη θάλασσα τη θεμελιακή ιδέα ότι μπορεί να την αντιπροσωπεύει κάτι ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 2
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Μια τέχνη κακομεταχειρισμένη, αλλά πάντα δυνατή ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 1
άλλο πέρα από τον προσανατολισμό στην ωμή επιδίωξη του κέρδους, ενώ ο βαθιά ριζωμένος και συχνά εύλογος- σκεπτικισμός των λαϊκών τάξεων απέναντι σε αυτούς τους καλλιτεχνικούς «ναούς της μπουρζουαζίας» βρίσκεται σε αρμονία με το πνεύμα των καιρών. Πριν από ενάμιση χρόνο, ένας οδηγός ταξί στο Άμστερνταμ, μόλις έμαθε ότι δουλεύω στο θέατρο, μου πέταξε καγχάζοντας: «Now it’s payback time!» («Ήρθε η ώρα σας να πληρώσετε!»). Η νέα κυβέρνηση μόλις είχε βάλει μπροστά μια χωρίς προηγούμενο επιχείρηση ερημοποίησης του ολλανδικού πολιτιστικού τοπίου. Τέτοιο είναι το κλίμα που διαχέεται στην Ευρώπη. Η κατεδάφιση του πολιτισμού, που γίνεται αισθητή σε ποικίλους βαθμούς στο σύνολο της ηπείρου, εντάθηκε επίσης και στην Ιταλία, ιδιαιτέρως όμως στην Ουγγαρία, όπου ο αντι-διανοουμενισμός της άρχουσας τάξης, ανάμεικτος με ανοιχτά αντισημιτικά ή ομοφοβικά συνθήματα, οδήγησε στην αντικατάσταση του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου της Βουδαπέστης από έναν μισθοφόρο του Fidesz, του κόμματος της εθνικιστικής Δεξιάς. Σε αυτό το φαινόμενο προστίθεται ένα ακόμη, που διαβρώνει το θέατρο εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Με πρόσχημα την ενδυνάμωση των ανεξάρτητων δομών, στρέφουν τους εκπροσώπους του θεατρικού χώρου τον έναν εναντίον του άλλου. Οι υποστηρικτές του ελεύθερου ή και του πειραματικού θεάτρου κραυγάζουν σε όλους τους τόνους ότι θα χρησιμοποιούσαν με καλύτερο τρόπο τα ποσά που καταβροχθίζονται από τους δημόσιους φορείς, επιδιδόμενοι έτσι, σίγουρα χωρίς τη θέλησή τους, σε μια απολογία του πνεύματος της εποχής: σας προσφέρουμε περισσότερη Τέχνη με λιγότερα χρήματα. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι αυτή η αδελφοκτόνος ρητορική συναντά μια διαρκώς αυξανόμενη απήχηση στα δημοτικά συμβούλια και στους υπευθύνους διαχείρισης κονδυλίων πολιτισμού. Καθότι το «ελεύθερο θέατρο» παρουσιάζει ένα διπλό πλεονέκτημα: το ελκυστικό όνομά του παραπέμπει στη νεότητα, την ανυπακοή και τον ρομαντισμό, ενώ ταυτόχρονα υπόκειται σε εξαιρετικά ελαστικές χρηματοδοτήσεις. Πράγματι, τίποτε δεν εμποδίζει τους πολιτικούς ιθύνοντες να ακυρώσουν τις επιχορηγήσεις ή να στραφούν προς άλλους καλλιτέχνες. Η ευελιξία αυτή υποχρεώνει κάθε καλλιτεχνικό έργο να γνωρίσει άμεση επιτυχία, αλλιώς οι δημιουργοί του κινδυνεύουν να καταλήξουν στην ψάθα. Παράλληλα, εμποδίζει τους θιάσους και τους σκηνοθέτες να καταγράψουν σε βάθος χρόνου την εξέλιξή τους. Για να τα βγάλουν πέρα, οι αποκαλούμενοι «ελεύθεροι» καλλιτέχνες συχνά πρέπει να κυνηγούν μικροδουλειές, σε βάρος της έρευνάς τους. Όσο για τα διάφορα σκηνικά επαγγέλματα (κατασκευαστές σκηνικών, μακιγιέρ, ζωγράφοι κ.λπ.), απειλούνται με εξαφάνιση.
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Οι καλλιτέχνες οφείλουν να αντιμετωπίσουν μια τεράστια πρόκληση: να δώσουν, χρόνο με τον χρόνο, γενιά με τη γενιά, ένα νέο νόημα στο θεσμικό θέατρο. Ένας αριθμός δημιουργών δεν υπολογίζει και τόσο πολύ την ευκαιρία που έχει να διαθέτει επιχορηγούμενους χώρους. Όπως εγώ, η πλειονότητά τους έχει γαλουχηθεί με μια κουλτούρα εχθρότητας προς τους θεσμούς και αντιμετωπίζει με δυσπιστία αυτές τις μεγάλες σκηνές κύρους, όπου για τόσον πολύ καιρό επιδεικνυόταν αλαζονικά η αστική ματαιοδοξία. Ωστόσο, οι χώροι αυτοί μας προσφέρουν απαράμιλλες δυνατότητες δουλειάς και ασύγκριτα περισσότερα μέσα παραγωγής, προκειμένου να καταφέρουμε να ακουστεί μια διαφορετική αφήγηση της κοινωνίας. Σίγουρα, παραμένουμε οι μοντέρνοι γελωτοποιοί μιας ελίτ που αποδέχεται ότι τη χλευάζουμε, προκειμένου να απολαμβάνει το προνόμιο να παρουσιάζεται ανεκτική και ικανή να γελάει με τον εαυτό της. Ωστόσο, η εγκατάλειψη αυτών των χώρων θα ισοδυναμούσε με το κόψιμο των φτερών μας και θα διευκόλυνε το έργο όσων ονειρεύονται να μας στερήσουν την καλλιτεχνική επιβίωση. Μετά το 2008, αρκετές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ απέσυραν τις χορηγίες τους, οι οποίες καθορίζουν τι προχωράει και τι όχι στον αμερικανικό πολιτισμό. Οι καλλιτέχνες το πλήρωσαν με βαρύτατο τίμημα.
Κρίση περιεχομένου Εκτός όμως από τις υποβαθμισμένες υλικές προϋποθέσεις, βιώνουμε παράλληλα τόσο μια αισθητική κρίση όσο και μια κρίση περιεχομένου. Τα τελευταία χρόνια, η θεατρική δημιουργία πρόθυμα συντάχθηκε με τις όχι πάντοτε ξεκάθαρες θεωρίες γύρω από τη μετα-δραματουργία και την «περφόρμανς». Περιέργως, οι νεωτεριστικές φόρμες που εμφανίστηκαν κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 συνεχίζουν να καθοδηγούν το αισθητικό δόγμα πολυάριθμων δημόσιων θεάτρων και φεστιβάλ, μολονότι επί της ουσίας οι μιμητές πολύ απέχουν από το μέγεθος των προτύπων τους. Τα συστατικά αυτής της άνοστης πρωτοπορίας συνθέτουν έναν σκηνικό χυλό, ο οποίος στο σύγχρονο θέατρο περνιέται για υπόδειγμα δημιουργικότητας. Η ποιητική αυτού του θεάτρου βασίζεται στην ιδέα πως η δραματική πράξη δεν ταιριάζει στην
Στο Βερολίνο, που καυχιέται πως αποτελεί παράδεισο για τους νέους καλλιτέχνες, ο προϋπολογισμός για τον πολιτισμό δεν υπερβαίνει το 2% των δημοσίων δαπανών
εποχή μας πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να νοηθεί ως κύριος των πράξεών του πως υπάρχουν τόσες υποκειμενικές αλήθειες όσες και οι παριστάμενοι θεατές πως τα συμβάντα που αναπαρίστανται επί σκηνής δεν εκφράζουν κάποιαν αλήθεια με γενική ισχύ πως η αποσπασματική εμπειρία μας του κόσμου δεν βρίσκει την ερμηνεία της παρά μόνο μέσα σε ένα θέατρο που είναι και το ίδιο θρυμματισμένο, όπου τα είδη απλώς παρατίθενται: σώμα, χορός, φωτογραφία, βίντεο, μουσική, λόγος... Αυτή η αισθητηριακή σύμπτυξη διαβεβαιώνει τον θεατή ότι τούτος ο χαοτικός κόσμος θα παραμείνει για πάντα ανεξιχνίαστος γι’ αυτόν και άρα δεν συντρέχει λόγος να αναζητήσει αιτιακές σχέσεις ή ενόχους. Όπως και ο σοσιαλιστικός ομόλογός του, αυτός ο «καπιταλιστικός ρεαλισμός» αισθητικοποιεί μια νικηφόρα ιδεολογία -και δεν είναι λιγότερο αυθαίρετος ούτε και λιγότερο αυταρχικός από τον πρώτο. Μέσα σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από το νεοφιλελεύθερο δόγμα, τίποτε δεν θα μπορούσε να ευχαριστήσει περισσότερο τους ευεργετημένους από αυτό, από προϋποθέσεις σαν τις εξής: κανείς δεν είναι υπεύθυνος για τίποτε και η πολυπλοκότητα του κόσμου καθιστά απατηλή κάθε απόπειρα κατανόησης των μηχανισμών του. Είναι αυτονόητο ότι δεν ασπάζονται όλοι οι εκπρόσωποι του μετα-δραματικού θεάτρου τη συγκεκριμένη οπτική γωνία. Η δουλειά ορισμένων εκπροσώπων του θεάτρου-ντοκουμέντο, όπως η γερμανική κολεκτίβα Rimini Protokoll1 ή ο Ελβετός δραματουργός Μίλο Ράου2, δουλειά η οποία συχνά αγγίζει τα όρια της δημοσιογραφίας, εμφανίζεται πιο διαφωτιστική από την πλειονότητα των έργων που συνήθως ανεβαίνουν. Η επιτυχία τους επεξηγεί με τον τρόπο της την κρίση του παραδοσιακού θεάτρου: καθώς αυτό εστιάζεται στο κλασικό ρεπερτόριο, αποσυνδέεται από την πραγματικότητα. Ο κλασικιστικός αισθητισμός, που πολύ λίγο ενδιαφέρεται να παρέχει στο κοινό έστω και μια ελάχιστη αντανάκλαση της καθημερινότητάς του, έχει καθηλωθεί εδώ και τριάντα χρόνια σε μια ευλαβική ευσέβεια απέναντι στο παρελθόν. Στους κόλπους αυτού του κλειστού -ή και φαύλου- κύκλου, το σύμφωνο που συνδέει το θέατρο με τα πολιτικά και κοινωνικά διακυβεύματα του καιρού του διαρρηγνύεται αδυσώπητα. Ακόμη και οι ερμηνείες πάσχουν, καθώς οι ηθοποιοί αντλούν τα προς αναπαράσταση συναισθήματα από τους σπουδαίους του παρελθόντος και όχι από την ίδια τους τη σάρκα. Κατά συνέπεια, κάποιοι ειδικοί στην καθημερινότητα δείχνουν πιο εμπνευσμένοι στη μαρτυρία τους για την κατά-
σταση του κόσμου από τους κλασικούς ηθοποιούς, κάτι που ωστόσο αποτελεί κομμάτι του λειτουργήματος των τελευταίων.
Η πρόκληση Ιδού ο βρόχος της κρίσης. Για να ξεφύγει από αυτόν, το θέατρο πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να παρέχει στους ανθρώπους του τόσο μια εναρκτήρια όσο και μια διαρκή παιδεία. Ως σκηνοθέτης στο Μπερλίνερ Ανσάμπλ, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ ζητούσε από τους ηθοποιούς του να έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα, να παρευρεθούν σε ακροαματικές διαδικασίες δικαστηρίων, να βυθιστούν μέσα στη ζωή των εργοστασίων, προκειμένου να αναλύσουν τη συμπεριφορά των συγχρόνων τους με επίγνωση των αιτιών της. Κάνω το ίδιο με τους δικούς μου, προσκαλώντας τους να εμπνευστούν από την ίδια τους την προσωπική διαδρομή και τις καθημερινές παρατηρήσεις τους. Ποιες είναι οι επιπτώσεις που προκαλεί ο φόβος του κοινωνικού υποβιβασμού στους ομοίους μας; Πώς επηρεάζει τα συναισθήματα, τις συγκινήσεις, τις επιθυμίες μας... η υποχρέωση να πετύχουμε; Σε ποιον βαθμό η ιδιωτική ζωή μας υποτάσσεται στην προσταγή για υψηλές επιδόσεις; Πόσες δημιουργικές περιπέτειες τσακίζονται κάτω από την κοινωνική συνθήκη του ευέλικτου μισθωτού; Γιατί διαθέτουμε ένα ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο λεξιλόγιο για την ανάλυση των συζυγικών, ερωτικών ή σεξουαλικών σχέσεών μας, ενώ οι λέξεις μάς λείπουν με τόσο επώδυνο τρόπο όταν είναι να περιγράψουμε την πολιτική μας κατάρρευση («σάπιο σύστημα»); Γιατί μας ευχαριστεί να κάνουμε επίδειξη της ψυχολογίας παζαριού που έχουμε αναπτύξει; Γιατί δεν αντιμετωπίζουμε με το ίδιο πάθος τον κοινωνικό όλεθρο που έχει ξεσπάσει εδώ και καμιά εικοσαριά χρόνια, ενώ βαραίνει τόσο πολύ και στο σώμα και
Σίγουρα παραμένουμε οι μοντέρνοι γελωτοποιοί μιας ελίτ που αποδέχεται ότι τη χλευάζουμε, προκειμένου να απολαμβάνει το προνόμιο να παρουσιάζεται ανεκτική και ικανή να γελάει με τον εαυτό της
Υπεύθυνη έκδοσης: Βάλια Καϊμάκη Συντακτική ομάδα: Κορίνα Βασιλοπούλου, Θανάσης Κούτσης, Χάρης Λογοθέτης, Βασίλης Παπακριβόπουλος Επικοινωνία: info@monde-diplomatique.gr Αρχείο κειμένων: www.monde-diplomatique.gr Facebook: www.facebook.com/monde.diplomatique.gr
3/37
Η ΑΥΓΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013
στο πνεύμα μας -ελαστικά ωράρια εργασίας, ψηφιοποίηση της καθημερινότητας, υποχρέωση να παραμένουμε μονίμως συνδεδεμένοι, με επαγγελματικά ηλεκτρονικά μηνύματα να καταφθάνουν έως και αργά τη νύχτα, πλήρως ταυτισμένοι με την επιχείρηση που μας απασχολεί, λες και την έχουμε παντρευτεί; Αυτές οι πραγματικότητες εισβάλλουν μέχρι το μεδούλι των ανθρώπων με τους οποίους διασταυρωνόμαστε. Πώς αλλιώς να εξηγήσουμε την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος του Τύπου για άρθρα σχετικά με τις επαγγελματικές ασθένειες, το στρες, την κατάθλιψη, το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης; Η διείσδυση της οικονομικής σκέψης στα έσχατα κύτταρα του νευρικού συστήματος των σύγχρονων κοινωνιών παραμορφώνει τα σώματά μας, αλλοιώνει τη φύση των παρορμήσεων και των συναισθημάτων μας. Από αυτή τη θέση πρέπει να μιλάει το θέατρο. Αυτό θα μπορούσαμε να αναπαριστάνουμε επί σκηνής, και με ταλέντο μάλιστα, φτάνει να ζωογονούσαμε τη φαντασία μας από την πηγή που αναβλύζει ολόγυρά μας. Κατά τη γνώμη μου, στην ιδεώδη του μορφή το θέατρο κρύβει μέσα του τη μυστική υπόσχεση να θίξει όλα αυτά τα ζητήματα. Μέσω της δημόσιας χρηματοδότησής του, το θεσμικό θέατρο ακόμη ξεφεύγει από τη λογική της ανταγωνιστικότητας, έστω και αν είναι γεγονός ότι κερδίζουν έδαφος οι αντιλήψεις που απαιτούν την κερδοφορία του. Ίσως η κοινωνία να ξανακέρδιζε λίγη αυτοπεποίθηση αν πρόσφερε στον εαυτό της μερικούς γελωτοποιούς αρκετά τολμηρούς ώστε να της τείνουν έναν καθρέφτη, να την αμφισβητήσουν ξανά, να την κοροϊδέψουν χωρίς περιορισμούς και αυτοσυγκράτηση. Να τι θα μπορούσε να είναι το θέατρο: ένα ιερό που κατοικείται από μια δύναμη αναγέννησης, τη στιγμή που οι αφιερωμένες στην αφήγηση του κόσμου βιομηχανίες μαστίζονται από μια απαίτηση για κερδοφορία ευθέως ανάλογη με την έλλειψη ελευθερίας τους - αρκεί να ανοίξουμε την τηλεόραση για να πειστούμε. Η απογοήτευση που προκαλείται από τα όλο και λιγότερο ανεξάρτητα ΜΜΕ εξηγεί εν μέρει γιατί πολλοί άνθρωποι, κυρίως νέοι, σπεύδουν στη Σαουμπίνε με την πεποίθηση ότι εκεί θα βρουν έναν χώρο όπου μπορούμε ακόμη να παίζουμε και να σκεφτόμαστε ελεύθερα. Έναν χώρο όπου μπορούμε να δούμε επί σκηνής πώς στρεβλώνεται το σώμα των ανθρώπων που τσακίζονται από την εργασιακή ευελιξία. Συν το ότι, στο θέατρο, όλα εκτυλίσσονται στο παρόν: είναι αδύνατο να κάνεις πολλές λήψεις ή να μοντάρεις διαφορετικά τις σκηνές, όπως στον κινηματογράφο. Ο ερμηνευτής βιώνει τον ρόλο του εδώ και τώρα και ο θεατής, με την εμπειρία της αντίληψης των καταστάσεων που έχει διαμορφώσει, αποφασίζει αν επιθυμεί να αφεθεί στο παιχνίδι. Στην υπερ-ψηφιοποιημένη ύπαρξή μας, όπου το πραγματικό επιβάλλεται μέσα από μια οθόνη δύο διαστάσεων, η αποστολή και η πρόκληση του θεάτρου συνοψίζονται σε αυτή τη σπάνια στιγμή όπου μια εικονική πράξη προσκαλεί όλη την πραγματικότητα του κόσμου.
1 Ονομασία που προσδιορίζει διάφορους καλλιτέχνες, των οποίων οι πειραματικές σκηνοθεσίες αναμειγνύουν θέατρο και πραγματικότητα.
Σκηνοθέτης και δοκιμιογράφος που εργάζεται πάνω σε θεατρικές αναπαραστάσεις (reenactment) βίαιων καταστάσεων: πόλεμος στη Ρουάντα, δίκη του ζεύγους Τσαουσέσκου στη Ρουμανία...
OΨΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Νάπολη ή το μέλλον της Ευρώπης Εδώ και χρόνια, η Νάπολη δείχνει δύο διαφορετικά πρόσωπα: από τη μία, πολιτιστική πρωτεύουσα με κομμουνιστικό και εργατικό παρελθόν, από την άλλη, η πόλη της Καμόρα, με τις δουλειές του ποδαριού και τις απομιμήσεις επώνυμων προϊόντων. Η οικονομική κρίση, συντείνοντας στην αύξηση της ανεργίας και στην εξαφάνιση των θέσεων εργασίας στη βιομηχανία, έκανε την επισφάλεια και τον αγώνα για επιβίωση καθημερινή μοίρα ενός διαρκώς αυξανόμενου αριθμού Ναπολιτάνων. Πρόκειται, άραγε, για πρόγευση του τι θα μπορούσε να συμβεί στην Ευρώπη; Του Angelo Mastrandrea*
Σ
τις φερόμενες ως δημούμφωνα με τον θρύλο, ο Όσσο, ο Μαστρόσο και ο Καρκανιόσο, ιππότες του Τολέδο και μέλη της μασονικής στοάς Λα Γκαρδούνια, κατέφυγαν, το 1400, σε ένα μικρό νησί του αρχιπελάγους των Αιγάδων1, όπου ίδρυσαν τρεις μαφίες: τη σικελική Κόζα Νόστρα, την Ντράνγκετα της Καλαβρίας και τη ναπολιτάνικη Καμόρα. Μια τριάδα την οποία, από τότε, η Ιταλία δεν έχει σταματήσει να βρίσκει μπροστά της. Μπορεί, λοιπόν, να φανταστεί κανείς το πόσο εμβρόντητοι έμειναν οι πνευματικοί κύκλοι της Νάπολης, όταν αντιλήφθηκαν ότι το έργο τέχνης που παρίστανε έναν έφιππο άνδρα, δημιούργημα του Νοτιοαφρικανού γλύπτη Ουίλιαμ Κέντριτζ, το οποίο βρίσκεται στην έξοδο του νέου σταθμού του μετρό «Τολέδο», στο κέντρο της πόλης, είχε τίτλο Ο Καβαλάρης του Τολέδο ή αλλιώς Καρκανιόσο, ο ιδρυτής της Καμόρα, αυτού του αντι-κράτους που το rosso-arancione (κοκκινο-πορτοκαλί)2 δημοτικό συμβούλιο, με επικεφαλής τον πρώην δικαστή Λουίτζι ντε Ματζίστρις, προσπαθεί να ξεριζώσει.
2
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΟΥΤΣΗΣ
* Ο Angelo Mastrandrea είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος, αναπληρωτής διευθυντής της εφημερίδας Il Manifesto. Το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά του είναι το «Il trombettiere di Custer e altri migranti», Ediesse, Ρώμη, 2011.
Το εάν η γκάφα υπήρξε καρπός της ελαφρότητας, της άγνοιας ή συνειδητής επιλογής μένει να αποδειχτεί. Η όλη υπόθεση, όμως, προσφέρει μια ιδανική μεταφορά των αντιθέσεων της Νάπολης. Από τη μια πλευρά, η πόλη προσπαθεί να αναδείξει τη γοητεία της ως αριστοκρατική πρωτεύουσα, επενδύοντας στον δημόσιο τομέα και στον πολιτισμό: το νέο μετρό-μουσείο, που συνδέει το κέντρο της με τα προάστια, τα πιο βίαια της Ευρώπης, είναι γεμάτο έργα τέχνης και μπορεί να θεωρηθεί το ομορφότερο της Γηραιάς Ηπείρου3. Από την άλλη πλευρά, η Νάπολη συνεχίζει να κουβαλά τις κακοδαιμονίες του παρελθόντος, οι οποίες διαρκώς επανέρχονται στην επιφάνεια. Πέρυσι το καλοκαίρι, η δολοφονία ενός νονού σε παραλία της περιοχής πυροδότησε πόλεμο ανάμεσα σε διάφορες εγκληματικές συμμορίες, για τον έλεγχο της αγοράς των ναρκωτικών, ο οποίος αφήνει καθημερινά πίσω του νεκρούς και τραυματίες, συχνά ανήλικα παιδιά του δρόμου, στο βόρειο προάστιο της Σκάμπια. Και καθώς, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (Istat), το ποσοστό ανεργίας των νέων αγγίζει το 47%, η κοινωνική κατάσταση βρίσκεται διαρκώς στα πρόθυρα της έκρηξης. Όποιος θέλει να αντιληφθεί τις διαστάσεις της ευρωπαϊκής κρίσης και, ενδεχομένως, να προσπαθήσει να προβλέψει την εξέλιξή της, πρέπει να έρθει εδώ, σε αυτή την «πορώδη πόλη», όπως την ονόμασε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν σε μια εμπνευσμένη μεταφορά του, στην οποία παρομοίαζε τους Ναπολιτάνους με την ηφαιστιογενή πέτρα, από την οποία έχει χτιστεί η πόλη τους.
Μια πόλη όπου εκατοντάδες παράνομα εργαστήρια παράγουν εντελώς ανενόχλητα πολλά και διάφορα προϊόντα-μαϊμού, από πειρατικά CD μέχρι απομιμήσεις Λουί Βιτόν ή Πράντα. Μια πόλη όπου ένα μουσικό φαινόμενο, το ρεύμα των λεγόμενων «νεομελωδικών» τραγουδιστών, έχει το δικό του κύκλωμα παραγωγής και εμπορικής διακίνησης, το οποίο συχνά χρησιμοποιείται και από την Καμόρα για ξέπλυμα χρήματος ή ακόμη για να περάσει τα μηνύματά της. Ο Τζόζεφ Χάλεβι είναι πεπεισμένος: εδώ μπορούμε να διαβλέψουμε το μέλλον της Ευρώπης. Ο ερευνητής του πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, φημισμένος αρθρογράφος της εφημερίδας Il Manifesto, αναγγέλλει την έναρξη ενός «καπιταλιστικού Μεσαίωνα» για το σύνολο της Γηραιάς Ηπείρου. Πώς τη φαντάζεται αυτή τη νέα εποχή σκοταδισμού; «Σαν μια τεράστια Νάπολη όπου, κάθε πρωί, οι κάτοικοι βάζουν το σακάκι τους και κατεβαίνουν στον δρόμο για να κερδίσουν τον επιούσιο της ημέρας». Μετατρέπεται, λοιπόν, η χαρακτηριστικά ναπολιτάνικη τέχνη της επιβίωσης, την οποία έχουν απαθανατίσει δεκάδες ταινίες, σε ευρωπαϊκό πρότυπο; Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση του 2007, αντί να προκαλέσει το κλείσιμο εργοστασίων, επέδρασε με υπόγειο τρόπο στα δίκτυα αλληλοβοήθειας, στη μαύρη οικονομία και στους κοινωνικούς δεσμούς. Στα φανάρια, ηλικιωμένοι άνθρωποι διεκδικούν πλέον από τους φτωχότερους μετανάστες το παραδοσιακό τους πόστο στο πλύσιμο των τζαμιών των αυτοκινήΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 4
LE
MONDE
4/38
Η ΑΥΓΗ
diplomatique
των. Ο κοινωνικός λειτουργός Αντρέα Μορνιρόλι συμμετείχε στην επιτροπή «Η καλή ζωή δεν είναι πολυτέλεια», ένα δίκτυο 150 οργανώσεων και συνεταιρισμών -μεταξύ των οποίων και η δική του, η Dedalus-, που έδωσε αγώνα κατά των περικοπών των δημοσίων δαπανών από την κυβέρνηση Μπερλουσκόνι. Όσα διηγείται προκαλούν ρίγος: «Όταν έφτασα στη Νάπολη, πριν από δεκαεπτά χρόνια, βρήκα στις ισπανικές συνοικίες μια κατάσταση χειρότερη απ’ όσα γνώριζα στο Τορίνο, στην πολυπολιτισμική συνοικία του Σαν Σαλβάριο. Αλλά, ακόμη και με τους μετανάστες, υπήρχε ένας άτυπος κώδικας διευθέτησης των συγκρούσεων και ένας αμοιβαίος σεβασμός, ο οποίος βασιζόταν στο γεγονός ότι όλος ο κόσμος βρισκόταν σε καθεστώς επισφάλειας και έπρεπε να κερδίσει τα προς το ζην. Σήμερα, η γκρίζα οικονομία, η οποία άλλοτε επέτρεπε σε χιλιάδες ανθρώπους να επιβιώσουν χάρη σε μια πλειάδα από δουλειές του ποδαριού, δεν αντέχει πια. Και ξαφνικά, αυτός ο κώδικας μεσολάβησης εξαφανίστηκε. Οι φτωχοί βάλθηκαν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον. Τα ρατσιστικά περιστατικά πολλαπλασιάζονται με πρωτόγνωρο ρυθμό. Άνθρωποι που, μέχρι πρόσφατα, ζούσαν μια φυσιολογική ζωή, έχουν βρεθεί στο απόλυτο περιθώριο. Η περιστασιακή πορνεία, τόσο η ανδρική όσο και η γυναικεία, εξαπλώνεται». Στα νυχτερινά καταλύματα για αστέγους, ο αριθμός των Ιταλών έχει τριπλασιαστεί από το 2008. Με τη βοήθεια διαφόρων οργανώσεων, οι δημοτικές αρχές εξετάζουν το ενδεχόμενο να ανοίξουν ξανά το Βασιλικό Πτωχοκομείο που είχαν ανεγείρει οι Βουρβόνοι στα μέσα του 18ου αιώνα. Στην περίπτωση αυτή, το ίδρυμα θα έβρισκε ξανά τη θέση του ως το μεγαλύτερο νυχτερινό άσυλο στην Ευρώπη. Για όποιον θέλει να έχει μια αίσθηση του μεγέθους της μαύρης οικονομίας -που αποκαλείται κομψά «οικονομία των στενών» από κοινωνιολόγους και οικονομολόγους-, η συνοικία Ριόνε Σανιτά αποτελεί υποχρεωτικό σταθμό. Πρόκειται για μια πραγματική πόλη μέσα στην πόλη, τουλάχιστον από τότε που, στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Ιωσήφ Βοναπάρτης κατασκεύασε γέφυρα που συνέδεε τον οχυρό λόφο του βασιλικού ανακτόρου του Καποντιμόντε με την πόλη, περνώντας πάνω από αυτόν τον λαβύρινθο με τα στενά σοκάκια, όπου σήμερα ζουν εβδομήντα χιλιάδες άνθρωποι. Εκεί μένει και ο ιεραπόστολος της αδελφότητας Κομπόνι4, Άλεξ Τζανέτι, γνωστή φιγούρα του κινήματος της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, ο οποίος εγκαταστάθηκε στη ναπολιτάνικη συνοικία μετά από πολυετή δράση στην παραγκούπολη του Κορογκότσο, στην Κένυα. Για τον Τζανέτι, η κοινωνική καταστροφή που βιώνει η συνοικία οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στον μπερλουσκονισμό, δηλαδή στη μοναδική ιδεολογία που κατάφερε, μέσω του βομβαρδισμού των μέσων ενημέρωσης, να εισχωρήσει στα σπίτια και στις συνειδήσεις. «Δίπλα στην οικονομική κρίση, για την οποία μιλούν όλοι, εκτυλίσσεται μια οικολογική κρίση, την οποία λίγοι καταγγέλλουν, καθώς και μια ανθρωπολογική κρίση, ακόμη πιο ανησυχητική», υποστηρίζει ο Τζανέτι. «Οι περισσότερες κοπελίτσες θέλουν να γίνουν veline5, ενώ τα αγόρια σκέφτονται μόνο το μηχανάκι τους και τα ναρκωτικά. Τ’ αγόρια και τα κορίτσια αυτά δεν βγαίνουν ποτέ από τη συνοικία και πολλά δεν έχουν αντικρίσει τη θάλασσα ούτε μια φορά. Είναι πιο βίαια από τους συνομήλικούς τους που γνώρισα στο Κορογκότσο. Έχουν έναν θυμό που δεν συναντούσες στα παιδιά του δρόμου στην Κένυα και ο μπερλουσκο-
Ο Τζόζεφ Χάλεβι, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, είναι πεπεισμένος: Στη Νάπολη μπορούμε να διαβλέψουμε το μέλλον της Ευρώπης νισμός διέλυσε και την τελευταία αξία που τους είχε απομείνει: την οικογένεια». Το μόνο που τους ενώνει πια είναι το πάθος τους για την ποδοσφαιρική ομάδα της πόλης, πάθος που διατηρήθηκε αμείωτο από την εποχή που έπαιζε στην ομάδα ο Ντιέγκο Μαραντόνα. Όσο για την οικολογική κρίση, το ζήτημα έχει λάβει τον χαρακτήρα του επείγοντος. Οι εικόνες της πνιγμένης στα σκουπίδια πόλης και της εξέγερσης των πολιτών, το 2009, έκαναν τον γύρο του κόσμου. Σήμερα, το πρόβλημα μοιάζει να έχει λυθεί: η monnezza (τα σκουπίδια, στη ναπολιτάνικη διάλεκτο) μεταφέρεται στην Ολλανδία για να αποτεφρωθεί εκεί. Ωστόσο, στο Τζουλιάνο, στην είσοδο της πόλης, στέκει ένα μνημείο που διατηρεί ανεξίτηλα στη μνήμη τα εγκλήματα του παρελθόντος: μια αποθήκη με οκτώ εκατομμύρια ecoballe, δηλαδή απόβλητα κάθε είδους τυλιγμένα με πλαστικό. Καθώς είναι αδύνατον να αποτεφρωθούν ή να υποστούν επεξεργασία λόγω της τοξικότητάς τους, οι μπάλες αυτές καταλαμβάνουν έκταση ανάλογη μιας πόλης μεσαίου μεγέθους και προορίζονται να μείνουν εκεί, όπως οι πυραμίδες της Αιγύπτου ή το Κολοσσαίο, για να μαρτυρούν την πολιτιστική παρακμή του ύστερου καπιταλισμού. Το 1991, το κλείσιμο των χαλυβουργιών της Ilva de Bagnoli σήμανε το τέλος του βιομηχανικού ονείρου, το οποίο είχε προλάβει, ωστόσο, να δώσει ένα πολύτιμο αποτέλεσμα: τη συγκρότηση εργατικής τάξης με ιδιαίτερη κοινωνική συνείδηση, πέρα από την ιδεολογία «ο καθένας για τον εαυτό του» που διαπότιζε την «οικονομία των στενών». Ακολούθησε η κρίση των ναυπηγείων της Καστελαμάρε ντι Στάμπια, των αρχαιότερων της Ιταλίας. Στο εργοστάσιο της Φίατ στο Πομιλιάνο ντ’ Άρκο, στα περίχωρα της Νάπολης, ο διευθυντής της εταιρείας, Σέρτζιο Μαρκιόνε, επέβαλε εργασιακές σχέσεις που στηρίζονται στον περιορισμό των εγγυήσεων για τους εργαζομένους και στον αποδεκατισμό των συνδικάτων που αρνούνταν να συναινέσουν. Κανένα από τα μέλη του κύριου συνδικάτου μεταλλουργών (Federazione Impiegati Operai Metal-
ΚΥΡΙΑΚΗ 28 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013
lurgici -Confederazione Italiana Generale del Lavoro, FIOM-CGIL) δεν βρισκόταν ανάμεσα στους περίπου 2.000 προνομιούχους που επαναπροσλήφθηκαν στο νέο εργοστάσιο - ακόμη κι αν η Δικαιοσύνη καταδίκασε, στη συνέχεια, την εταιρεία για αντισυνδικαλιστικές πρακτικές και επέβαλε την επιστροφή 19 εργαζομένων. Σύμφωνα με την Ιταλική Γενική Συνομοσπονδία Εργαζομένων (CGIL), κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, η Νάπολη έχει απολέσει 75.000 θέσεις εργασίας, εκ των οποίων 23.000 θέσεις στη βιομηχανία, 30.000 στις υπηρεσίες, 8.000 στην αγροτική παραγωγή και σχεδόν 10.000 στον κατασκευαστικό τομέα. Το ΑΕΠ της Καμπανίας, της περιοχής που έχει πρωτεύουσα τη Νάπολη, έπεσε κατά 10%. Επίσης, την εμφάνισή του έκανε το φαινόμενο των esodati -περισσότεροι από 30.000 στη Νάπολη-, δηλαδή των εργαζόμενων άνω των 50 ετών που έχουν αποκλειστεί από την αγορά εργασίας, αλλά δεν μπορούν να εισπράξουν σύνταξη6. Ακόμη και όσοι έχουν δουλειά, βέβαια, δεν τα πάνε και τόσο καλά: οι πολύμηνες καθυστερήσεις στην καταβολή των μισθών έχουν γίνει κανόνας. Η ατμόσφαιρα αυτή προκαλεί μόνιμο άγχος: Στις 19 Δεκεμβρίου 2012, όλα τα δημόσια μέσα μεταφοράς της πόλης παρέλυσαν από αυθόρμητη διαδήλωση των οδηγών, όταν διαδόθηκε η φήμη ότι δεν θα τους καταβαλλόταν ο 13ος μισθός. Μπορεί να φαίνεται παράδοξο ότι μια πόλη με τέτοια εμβληματικά χαρακτηριστικά απέκτησε, από τον Μάιο του 2011, δημοτική αρχή που πρόσκειται στη ριζοσπαστική Αριστερά, στέλνοντας στην αντιπολίτευση τόσο τη Δεξιά όσο και το Δημοκρατικό Κόμμα. Η αιτία είναι ότι το γεμάτο αντιφάσεις και συγκρούσεις περιβάλλον προκαλεί ισχυρούς κοινωνικούς ανταγωνισμούς, που έδωσαν ώθηση και οδήγησαν στη νίκη τον ντε Ματζίστρις. Ο Αλμπέρτο Λουκαρέλι, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στα πανεπιστήμια Φρειδερίκος-ΙΙ της Νάπολι και Παρίσι-1, αντιδήμαρχος για θέματα «συλλογικών αγαθών» και συμμετοχικής δημοκρατίας, μπορεί να υπερηφανεύεται ότι κατάφερε να επανέλθει η διαχείριση του νερού στη δημόσια δικαιοδοσία και να δημιουργηθούν λαϊκές συνελεύσεις, χάρη στις οποίες οι κάτοικοι της πόλης μπορούν να επιβάλλουν στον δήμο θέματα για δημόσια συζήτηση. Σήμερα, ο Λουκαρέλι σχεδιάζει την επανεξέταση της παραχώρησης παραλιών σε ιδιώτες, με στόχο να τις επαναφέρει στον έλεγχο του δήμου. «Η πρόκληση που έχουμε μπροστά μας είναι να δημιουργήσουμε μια δημοκρατία του κοινωφελούς, προχωρώντας πέρα από τη θεωρητικοποίηση του Τόνι Νέγκρι και του Μάικλ Χαρντ7»,
εξηγεί ο Λουκαρέλι, στο περιθώριο μιας θυελλώδους συνεδρίασης του δημοτικού συμβουλίου. Το μοντέλο είναι η αυτοδιαχείριση. Αλλά οι δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσει η «ακροαριστερή» δημοτική αρχή είναι τεράστιες: η διαφθορά και οι πελατειακές σχέσεις είναι πανταχού παρούσες, το ίδιο και η εχθρότητα των τοπικών μέσων ενημέρωσης. Η δημοτική αρχή χρειάστηκε, επίσης, να αντιμετωπίσει, πριν από τις πρόσφατες εκλογές, την κυβέρνηση του Μάριο Μόντι, η οποία συνέδεε την κρατική χρηματοδότηση με τις ιδιωτικοποιήσεις και την πώληση της περιουσίας του δήμου. Παρά την επικράτηση της Κεντροαριστεράς -το Δημοκρατικό Κόμμα έλαβε 33% των ψήφων στη Νάπολη-, η οδυνηρή ήττα του συνδυασμού της ριζοσπαστικής Αριστεράς (Rivoluzione Civile-Επανάσταση των Πολιτών) στις βουλευτικές εκλογές του Φεβρουαρίου δεν θα διευκολύνει την εφαρμογή του προγράμματος ριζοσπαστικής δημοκρατίας που προωθεί το δημοτικό συμβούλιο. Ο συγγραφέας Ερμάνο Ρέα8, αν και υποστήριξε τον δήμαρχο ντε Ματζίστρις, αφήνει σήμερα να φανεί μια νότα απογοήτευσης: «Η Νάπολη έχει ανάγκη από άλλα παραγωγικά πρότυπα, που να αξιοποιούν το δυναμικό της περιοχής και να σέβονται το περιβάλλον. Οι Ναπολιτάνοι δεν θα σπάσουν τον φαύλο κύκλο, παρά μόνο εάν καταφέρουν να πλάσουν μια ουτοπία». Μια ουτοπία ικανή να ταρακουνήσει τις συνειδήσεις, να αλλάξει τις τόσο βαθιά ριζωμένες συμπεριφορές και να προκαλέσει ενθουσιασμό -»τον ενθουσιασμό του αδύνατου»-, όπως το διατυπώνει ο Ρέα. Ενθουσιασμός που θα μπορούσε να εξαπλωθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Για να αποσοβηθεί ο «καπιταλιστικός Μεσαίωνας» που επαπειλείται.
(ΣτΜ) Σύμπλεγμα νησιών δυτικά της Σικελίας. Συμμαχία που αποτελείται από τα κόμματα Κομμουνιστική Επανίδρυση, Συμμαχία για την Εργασία, τα Κοινωφελή Αγαθά και το Περιβάλλον (Allianza per il lavoro, I beni comuni, l’ambienteALBA), Ιταλία των Αξιών (το κόμμα του δικαστή Αντόνιο ντι Πιέτρο) και το Πορτοκαλί Κίνημα (Movimento Arancione), στο οποίο ανήκει ο δήμαρχος. 3 Βλ. «Naples shows the world how to hop aboard the style train with Art Station», The Daily Telegraph, Λονδίνο, 6-11-12. 4 (ΣτΜ) Καθολική ιεραποστολική αδελφότητα που ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Ιταλό Ντανιέλ Κομπόνι και η οποία ανέπτυξε πλούσια δράση στην Αφρική. 5 Παρουσιάστριες και ηθοποιοί στα τηλεοπτικά κανάλια του Μπερλουσκόνι. 6 Με τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, η κυβέρνηση Μόντι ανέβασε το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση στα 66 χρόνια και 3 μήνες για τους άνδρες (από την 1η Ιανουαρίου 2012) και, από το 2014, στα 65 χρόνια για τις γυναίκες. 7 Ο φιλόσοφος Τόνι Νέγκρι, παλαιός ηγέτης του κινήματος της ιταλικής ριζοσπαστικής Αριστεράς «Εργατική Εξουσία» (Potere Operaio), έγραψε, μαζί με τον Αμερικανό Μάικλ Χαρντ, το βιβλίο «Empire, Multitude and Commonwealth». Στο έργο αυτό, οι συγγραφείς προτείνουν μια κοινωνία που θα στηρίζεται στην έννοια του «κοινωφελούς αγαθού», όπου η ιδιοκτησία δεν θα είναι ούτε ιδιωτική ούτε δημόσια, αλλά συλλογική. 8 Πιο πρόσφατο βιβλίο του: «La Comunista. Due storie napoletane», Giunti Editore, Φλωρεντία, 2012. 1 2
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ