m11699

Page 1

LE

MONDE

EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ, ΠΩΣ ΘΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΟΥΜΕ

Του Serge Halimi*

O

* O Serge Halimi είναι ο διευθυντής της Le Monde diplomatique

12 ΜΑΪΟΥ 2013 TEYXOΣ 14

diplomatique

Ανισότητες, δημοκρατία, εθνική κυριαρχία

Κανένας δεν πιστεύει πια ότι η λογική θα υπερισχύσει των παράλογων πολιτικών της λιτότητας, ούτε ότι η ηθική θα αποτρέψει σκάνδαλα που ενώνουν το χρήμα με την εξουσία. Η ελπίδα για αλλαγή κατεύθυνσης, τώρα πια, έγκειται στο να κατηγορήσουμε ανοιχτά τα εν λόγω συμφέροντα.

ρισμένες αποκαλύψεις μάς παραπέμπουν σε πράγματα που ήδη γνωρίζαμε. Μήπως μάθαμε τώρα ότι υπάρχουν πολιτικοί που αγαπούν το χρήμα και συναναστρέφονται εκείνους που το κατέχουν; Ότι ενίοτε συμπεριφέρονται από κοινού ως μια κάστα υπεράνω του νόμου; Ότι η εφορία θωπεύει τους πλουσιότερους φορολογούμενους; Ή μήπως ότι η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων τούς επιτρέπει να κρατούν φυλαγμένους τους θησαυρούς τους σε φορολογικούς παραδείσους; Η αποκάλυψη των ατομικών παραβάσεων θα έπρεπε να μας κάνει να αμφισβητήσουμε το σύστημα που τις εξέθρεψε. Αλλά, τις τελευταίες δεκαετίες, ο κόσμος άλλαξε με τέτοια ταχύτητα που ξάφνιασε την αναλυτική μας ικανότητα. Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ανάδυση των Brics (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), νέες τεχνολογίες, οικονομικές κρίσεις, εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, παρακμή της Ευρώπης: κάθε φορά, διάφοροι ειδικοί μπαίνουν στη σειρά για να μας αναγγείλουν το τέλος της ιστορίας ή τη γέννηση μιας νέας παγκόσμιας τάξης.

Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Θέλω να ξέρω από πού θα φύγω Για να διατηρήσω τόση ελπίδα ΠΟΛ ΕΛΥΑΡ, «Ποίηση Αδιάκοπη»

Πέρα από αυτούς τους όποιους πρόωρους ενταφιασμούς και την αβέβαιη γέννηση του καινούργιου, τρεις μεγάλες τάσεις έχουν εξαπολυθεί, λίγο ώς πολύ σε ολόκληρο τον κόσμο, και, για αρχή, είναι απαραίτητο να κάνουμε τον απολογισμό τους: η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η αποσύνθεση της πολιτικής δημοκρατίας και η συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας. Σαν απόστημα ενός μεγάλου, άρρωστου σώματος, το κάθε σκάνδαλο μας επιτρέπει να βλέπουμε τα στοιχεία αυτού του τρίπτυχου να αναδύονται χωριστά και να εγκιβωτίζονται το ένα μέσα στο άλλο. Το γενικό φόντο θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: οι κυβερνήσεις, επειδή εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από τους κανόνες που θέτει μια προνομιούχα μειοψηφία (αυτή που επενδύει, κερδοσκοπεί, καταχράται, απολύει, δανείζει), συναινούν στην ολιγαρχική παρέκκλιση των πολιτικών συστημάτων. Μόλις επαναστατήσουν απέναντι σε αυτήν την παραβίαση της εντολής που τους έδωσε ο λαός, η διεθνής πίεση του οργανωμένου χρήματος αναλαμβάνει να τις τινάξει στον αέρα.

«Οι άνθρωποι γεννιούνται και παραμένουν ελεύθεροι με ίσα δικαιώματα. Κοινωνικές διακρίσεις γίνονται μόνο με γνώμονα το κοινό συμφέρον». Το πρώτο άρθρο της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη όλοι το γνωρίζουν αυτό- δεν τηρήθηκε ποτέ αυστηρά. Σε όλες τις εποχές, οι διακρίσεις γίνονταν με γνώμονα οτιδήποτε άλλο εκτός από το κοινό συμφέρον: έχουν σχέση με τον τόπο στον οποίο έχει κανείς την τύχη (ή την ατυχία) να γεννηθεί, με την οικονομική κατάσταση των γονιών του, την πρόσβαση στην παιδεία και στην υγεία κ.λπ.. Όμως, το βάρος αυτών των διαφορών ανακουφιζόταν ενίοτε με την πίστη στην κοινωνική κινητικότητα, η οποία, θεωρητικά, θα πήγαινε κόντρα στις προϋπάρχουσες ανισότητες. Για τον Αλέξις ντε Τοκβίλ, μια τέτοια ελπίδα, περισσότερο υπαρκτή στις ΗΠΑ απ’ ό,τι στη Γηραιά Ήπειρο, βοηθούσε τους Αμερικανούς να προσαρμοστούν στις εισοδηματικές αποκλίσεις, οι οποίες στη χώρα τους είναι μεγαλύτερες συγκριτικά με άλλων. Ένας λογιστάκος από το Κλήβελαντ ή ένας νέος χωρίς πτυχίο από την Καλιφόρνια μπορούσε να ονειρεύεται ότι το ταλέντο του και η επιμονή του θα τον οδηγούσαν στην ίδια θέση με τον Τζον Ροκφέλερ ή τον Στιβ Τζομπς. «Η ανισότητα αυτή καθεαυτή δεν αποτέλεσε ποτέ μεγάλο πρόβλημα για την αμερικανική πολιτική κουλτούρα, η οποία εμμένει κυρίως στην ισότητα των ευκαιριών και όχι των αποτελεσμάτων», υπενθυμίζει ακόμα και σήμερα ο συντηρητικός διανοούμενος Φράνσις Φουκουγιάμα. «Αλλά, το σύστημα νομιμοποιείται μόνο αν οι άνθρωποι συνεχίζουν να πιστεύουν ότι δουλεύοντας σκληρά και δίνοντας τον καλύτερο εαυτό τους, έχουν σημαντικές πιθανότητες να προοδεύσουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους, και αν έχουν σοβαρούς λόγους να πιστεύουν ότι οι πλούσιοι έγι-

ναν πλούσιοι σεβόμενοι τους κανόνες του παιχνιδιού»1. Η κοσμική αυτή πίστη, είτε λειτουργεί ως κατευναστικό είτε ως αναισθητικό, φθίνει σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Φρανσουά Ολάντ, όταν ρωτήθηκε, έξι μήνες πριν από την εκλογή του στην προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας με ποιον τρόπο θα επιτευχθεί η «ηθική ανύψωση», την οποία επικαλούνταν, αναφέρθηκε στο «γαλλικό όνειρο. Είναι κάτι αντίστοιχο με τον μύθο της δημοκρατίας που μας επέτρεψε να προχωρήσουμε μπροστά παρά τους πολέμους, τις κρίσεις και τους διχασμούς. Έως πριν από λίγα χρόνια, είχαμε την πεποίθηση ότι τα παιδιά μας θα ζούσαν καλύτερα από εμάς». Αλλά, ο τότε υποψήφιος προσέθετε: «Η πίστη αυτή έχει διαλυθεί»2. Ο μύθος της κοινωνικής κινητικότητας παραχωρεί τη θέση του στον φόβο του ταξικού υποβιβασμού. Ένας εργάτης δεν έχει πια καμία πιθανότητα να γίνει αφεντικό, δημοσιογράφος, τραπεζίτης, καθηγητής πανεπιστημίου ή πολιτικός. Τα καλά σχολεία σήμερα είναι ακόμα πιο κλειστά για τις λαϊκές τάξεις, από την εποχή που ο Πιέρ Μπουρντιέ δημοσίευε τους «Κληρονόμους», το 1964. Το ίδιο ισχύει και για τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, που τα δίδακτρά τους έχουν φτάσει στα ύψη. Πρόσφατα αυτοκτόνησε μια νεαρή γυναίκα στη Μανίλα, η οποία αδυνατούσε πλέον να πληρώσει τις πανεπιστημιακές της σπουδές. Και πριν από δύο χρόνια, ένας Αμερικανός φοιτητής εξηγούσε τα ακόλουθα: «Χρωστάω 75.000 δολάρια. Σε λίγο, δεν θα μπορώ να πληρώνω τις δόσεις του δανείου μου. Ο πατέρας μου, ο οποίος είναι και ο εγγυητής μου, θα πρέπει να πληρώσει αυτός το χρέος μου. Θα χρεωκοπήσει και αυτός. Θα έχω, λοιπόν, καταστρέψει ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 2


LE

MONDE

EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

diplomatique

Ανισότητες, δημοκρατία, εθνική κυριαρχία ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 1

την οικογένειά μου επειδή θέλησα να ανεβώ κοινωνική τάξη»3. Θέλησε να ζήσει το αμερικανικό όνειρο, να βρεθεί «από τα κουρέλια στα πλούτη». Η οικογένειά του, εξαιτίας του, θα διανύσει την αντίστροφη πορεία. Όταν «ο νικητής τα παίρνει όλα»4, η εισοδηματική ανισότητα αποτελεί μερικές φορές ένδειξη κοινωνικής παθολογίας. Η περιουσία της οικογένεια Ουόλτον, ιδιοκτήτριας της εμβληματικής αλυσίδας σουπερμάρκετ Walmart, ήταν πριν από τριάντα χρόνια 61.992 φορές μεγαλύτερη από την περιουσία του μέσου Αμερικανού. Μάλλον δεν της ήταν αρκετό, αφού σήμερα η οικογένεια έχει στην κατοχή της 1.157.827 φορές περισσότερα χρήματα. Οι Ουόλτον, δηλαδή, συσσώρευσαν από μόνοι τους το εισόδημα των 48.000.000 φτωχότερων αμερικανικών οικογενειών. Η πατρίδα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι λίγο πίσω σε σχέση με αυτά τα αμερικανικά κατορθώματα, πέρυσι όμως η Τράπεζα της Ιταλίας ανακοίνωσε ότι «οι δέκα μεγαλύτερες περιουσίες της χώρας είχαν στην κατοχή τους τόσα χρήματα όσα και τα τρία εκατομμύρια των φτωχότερων Ιταλών μαζί». Και τώρα πια, η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία και οι χώρες του Κόλπου διαγκωνίζονται στο κλαμπ των δισεκατομμυριούχων. Σε ό,τι αφορά στη συσσώρευση εισοδημάτων και στην εκμετάλλευση των εργαζομένων, δεν χρειάζονται να μάθουν τίποτα από τους Δυτικούς. Ίσα - ίσα, τους παραδίδουν επάξια μαθήματα άγριου φιλελευθερισμού. Οι δισεκατομμυριούχοι της Ινδίας, οι οποίοι κατείχαν, το 2003, το 1,8% του εθνικού πλούτου, έφτασαν να έχουν το 22% πέντε χρόνια αργότερα. Στο μεταξύ, έγιναν λιγάκι περισσότεροι, αλλά, και πάλι, το 22% του πλούτου για μια ομάδα 61 ατόμων δεν είναι υπερβολικό σε μια χώρα με πάνω από ένα δισεκατομμύριο πληθυσμό; Ο Μουκές Αμπάνι, ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ινδίας, ίσως να αναρωτιέται το ίδιο μέσα από το σαλόνι του εκθαμβωτικού εικοσιεπταόροφου σπιτιού του που δεσπόζει στη Βομβάη μια μεγαλούπολη όπου οι περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της ζουν ακόμα σε παράγκες. Φτάσαμε στο σημείο όπου ανησυχεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο... Αφού διατυμπάνιζε για καιρό ότι η «διάχυση των εισοδημάτων» αποτελεί παράγοντα ανταγωνισμού, ικανότητας και δυναμισμού, διαπιστώνει πλέον ότι το 93% των κερδών από την ανάπτυξη που σημειώθηκε στις ΗΠΑ τον πρώτο χρόνο της οικονομικής ανάκαμψης είχε ως αποδέκτες μόνο το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών. Αυτό, ακόμα και για το ΔΝΤ είναι υπερβολικό. Γιατί, πέρα από την όποια ηθική θεώρηση, πώς να εγγυηθείς την ανάπτυξη σε μια χώρα, όταν η ανάκαμψη της οικονομίας δεν ωφελεί πια παρά μόνο μια κλειστή ομάδα, η οποία δεν αγοράζει κιόλας σπουδαία πράγματα, γιατί διαθέτει τα πάντα, και η οποία, κατά συνέπεια, θησαυρίζει ή κερδοσκοπεί, συντηρώντας

LE

MONDE

EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

diplomatique

για λίγο ακόμα μια ήδη παρασιτική χρηματοπιστωτική οικονομία; Πριν από δύο χρόνια, μια μελέτη του ΔΝΤ κατέθετε τα όπλα. Παραδεχόταν ότι η ενίσχυση της ανάπτυξης και η μείωση των ανισοτήτων αποτελούσαν «τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος»5. Οι οικονομολόγοι, εξάλλου, παρατηρούν ότι ορισμένοι τομείς της βιομηχανίας, που εξαρτώνται από τον καταναλωτή της μεσαίας τάξης, αρχίζουν να χάνουν την πελατεία τους, σε έναν κόσμο όπου η παγκόσμια ζήτηση, όταν δεν στραγγαλίζεται από τις πολιτικές της λιτότητας, ευνοεί είτε τα είδη πολυτελείας είτε τα φτηνά προϊόντα μαζικής παραγωγής. Σύμφωνα με τους κήρυκες της παγκοσμιοποίησης, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων οφείλεται κυρίως στη σημερινή ραγδαία εξάπλωση της τεχνολογίας, η οποία τιμωρεί τους λιγότερο μορφωμένους, τους λιγότερο κινητικούς, τους λιγότερο ευέλικτους, τους λιγότερο γρήγορους. Οπότε, η απάντηση στο όλο πρόβλημα έχει βρεθεί: να εκπαιδευτούν και να επιμορφωθούν (όσοι έχουν μείνει πίσω). Τον περασμένο Φεβρουάριο, το περιοδικό της παγκόσμιας ελίτ The Economist παρουσίαζε εν συντομία το παραμύθι της νομιμοφροσύνης από το οποίο απουσιάζουν η πολιτική και η διαφθορά: «Το 1% των πιο πλούσιων είδαν τα εισοδήματά τους να εκτοξεύονται ξαφνικά, χάρη στην πριμοδότηση που αποδίδει μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία υψηλής

τεχνολογίας στους έξυπνους ανθρώπους. Η αριστοκρατία που άλλοτε αφιέρωνε τα χρήματά της ‘στο κρασί, τις γυναίκες και τη μουσική’, έχει αντικατασταθεί από μια ελίτ που έχει μορφωθεί στα business schools, τα μέλη της παντρεύονται μεταξύ τους και δαπανούν σοφά τα χρήματά τους πληρώνοντας στα παιδιά τους μαθήματα κινεζικής γλώσσας και συνδρομές στον The Economist» Επομένως, η σοβαρότητα, η επιμέλεια και η σοφία των αφοσιωμένων γονέων που διαπαιδαγωγούν τα βλαστάρια τους με την ανάγνωση του (μόνου) εντύπου που θα τα κάνει καλύτερα, αποτελούν την εξήγηση για τη διόγκωση των περιουσιών τους. Δεν απαγορεύεται, βέβαια, να κάνουμε και άλλες υποθέσεις. Όπως, για παράδειγμα, αυτή: το κεφάλαιο, το οποίο φορολογείται λιγότερο από την εργασία, αφιερώνει στην εδραίωση των πολιτικών του ερεισμάτων ένα τμήμα των κερδών που οφείλει σε ευνοϊκές γι’ αυτό αποφάσεις: βολική φορολόγηση, διάσωση των μεγά-

Τρεις μεγάλες τάσεις έχουν εξαπολυθεί, λίγο ώς πολύ, σε ολόκληρο τον κόσμο: η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η αποσύνθεση της πολιτικής δημοκρατίας και η συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας

λων τραπεζών με ομήρους τους μικροκαταθέτες, λαοί που πιέζονται προκειμένου να πληρωθούν οι δανειστές, δημόσιο χρέος που για τους πλούσιους αποτελεί ένα επιπλέον επενδυτικό πεδίο (και μέσο πίεσης)... Οι αμέτρητες συμπαιγνίες του με την πολιτική εγγυώνται στο κεφάλαιο ότι θα διατηρήσει όλα τα προνόμιά του. Το 2009, οι έξι από τους 400 πλουσιότερους Αμερικανούς δεν πλήρωσαν καθόλου φόρους. Είκοσι επτά πλήρωσαν λιγότερο από 10%, ενώ κανένας δεν πλήρωσε πάνω από 35%. Εν ολίγοις, οι πλούσιοι χρησιμοποιούν την περιουσία τους για να αυξήσουν την επιρροή τους, κατόπιν την επιρροή τους για να αυξήσουν την περιουσία τους. «Με τον καιρό, οι ελίτ είναι σε θέση να προστατεύουν τα προνόμιά τους χειραγωγώντας το πολιτικό σύστημα, τοποθετώντας τα χρήματά τους στο εξωτερικό για να αποφύγουν τη φορολογία και μεταβιβάζοντας αυτά τα προνόμια στα παιδιά τους χάρη σε μια προνομιακή πρόσβαση σε επίλεκτους θεσμούς»6, συνοψίζει ο Φουκουγιάμα. Μαντεύουμε λοιπόν ότι η όποια θεραπεία γι’ αυτό απαιτεί περισσότερα πράγματα από έναν απλό συνταγματικό καλλωπισμό... Μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία στην οποία «ο νικητής τα παίρνει όλα», κατακερματισμένα εθνικά συνδικάτα, φορολογικές ελαφρύνσεις για τα μεγάλα εισοδήματα: η μηχανή της ανισότητας κόβει και ράβει από την αρχή ολόκληρο τον πλανήτη. Τα 63.000 άτομα (μεταξύ των οποίων 18.000 στην Ασία, 17.000 στις ΗΠΑ και 14.000 στην Ευρώπη) που έχουν στην κατοχή τους έναν πακτωλό άνω των 100 δισ. δολαρίων διαθέτουν συνολική περιουσία 39.900 δισ. δολάρια. Το να αναγκαστούν να πληρώσουν οι πλούσιοι αποκτά μια σημασία πολύ μεγαλύτερη της συμβολικής.

Υπεύθυνη έκδοσης: Βάλια Καϊμάκη Συντακτική ομάδα: Κορίνα Βασιλοπούλου, Θανάσης Κούτσης, Χάρης Λογοθέτης, Βασίλης Παπακριβόπουλος Επικοινωνία: info@monde-diplomatique.gr Αρχείο κειμένων: www.monde-diplomatique.gr Facebook: www.facebook.com/monde.diplomatique.gr


3/35

Η ΑΥΓΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΜΑΪΟΥ 2013

Παρ’ όλα αυτά, οι οικονομικές πολιτικές που χορταίνουν τη μειοψηφία δεν έχουν παραβιάσει σχεδόν ποτέ τα δημοκρατικά προσχήματα - την κυβέρνηση της πλειοψηφίας. Εδώ, εκ των πραγμάτων, συναντάμε ένα παράδοξο. Ο Λούις Μπράντεϊς, ένας από τους διασημότερους δικαστές στην ιστορία του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, είχε όντως δηλώσει ότι «πρέπει να διαλέξουμε. Μπορούμε είτε να έχουμε δημοκρατία είτε να έχουμε συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια λίγων - πάντως δεν μπορούμε να τα έχουμε και τα δύο». Η γνήσια δημοκρατία, εξάλλου, δεν περιορίζεται στην τήρηση των προσχημάτων (επιλογή μεταξύ διαφόρων υποψηφίων, παραβάν, κάλπη). Απαιτεί περισσότερα πράγματα από την απαθή συμμετοχή σε μια ψηφοφορία που δεν θα αλλάξει τίποτα: εντατικοποίηση, εκπαίδευση του λαού, πολιτική κουλτούρα, το δικαίωμα να απαιτείς απόδοση λογαριασμών και ανάκληση των βουλευτών που προδίδουν τη λαϊκή εντολή. Δεν είναι τυχαίο ότι το 1975, σε μια εποχή πολιτικού αναβρασμού, συλλογικής αισιοδοξίας, διεθνούς αλληλεγγύης και κοινωνικών ουτοπιών, ο συντηρητικός διανοούμενος Σάμιουελ Χάντινγκτον ομολογούσε την ανησυχία του. Σε μια περίφημη έκθεση που δημοσίευσε η Τριμερής Επιτροπή, εκτιμούσε ότι «η αποτελεσματική λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος απαιτεί, σε γενικές γραμμές, ένα επίπεδο απάθειας και μη συμμετοχής ορισμένων ατόμων και ομάδων»7. Αποστολή εξετελέσθη. Η Τριμερής Επιτροπή, εξάλλου, γιόρτασε πρόσφατα τα 40 της χρόνια διευρύνοντας τον κύκλο των συνδαιτυμόνων της με πρώην σοσιαλιστές υπουργούς από την Ευρώπη (Πίτερ Μάντελσον, Ελιζαμπέτ Γκιγκού, Ντέιβιντ Μίλιμπαντ) και με συμμετοχές από Κίνα και Ινδία. Δεν χρειάζεται να ντρέπεται για τη διαδρομή της. Το 2011, δύο από τα μέλη της, ο Μάριο Μόντι και ο Λουκάς Παπαδήμος, αμφότεροι πρώην τραπεζίτες, προωθήθηκαν από μια τρόικα μη εκλεγμένων θεσμών -ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- ως επικεφαλής κυβερνήσεων στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Συμβαίνει, όμως, κάποιες φορές οι πρωτόγονοι, που το «επίπεδο της απάθειάς» τους παραμένει ανεπαρκές, να συνεχίσουν να κλωτσάνε. Έτσι, όταν ο Μόντι αποπειράθηκε να μετατρέψει την ψήφο υποτέλειας της τρόικας σε λαϊκή ψήφο, υπέστη μια ηχηρή ήττα. Ο Γάλλος φιλόσοφος Λυκ Φερί δεν έκρυψε τη στενοχώρια του για αυτό: «Αυτό που με θλίβει, επειδή είμαι δημοκράτης στην ψυχή, είναι η συνέπεια με την οποία ο λαός, σε περιόδους κρίσης, εκλέγει ανελλιπώς αν όχι τους χειρότερους, σίγουρα εκείνους που του κρύβουν περισσότερο και με μεγαλύτερο ταλέντο την αλήθεια»8. Το απλούστερο, προκειμένου να προφυλαχθεί κανείς από τέτοιες απογοητεύσεις, είναι να μη λαμβάνει υπόψη του την ετυμηγορία των ψηφοφόρων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία παραδίδει μαθήματα δημοκρατίας σε ολόκληρη την υφήλιο, έχει αναγάγει την άρνηση αυτή σε ειδικότητά της. Κι αυτό δεν γίνεται τυχαία. Διότι, εδώ και 30 χρόνια, οι νεοφιλελεύθεροι που σέρνουν τον ιδεολογικό χορό και στις ΗΠΑ και στη Γηραιά Ήπειρο, εμπνέονται από τη «θεωρία των δημόσιων επιλογών» του οικονομολόγου Τζέιμς Μπιουκάναν. Η συγκεκριμένη ιδεολογική σχολή, βαθιά δύσπιστη απέναντι στη δημοκρατία, την οποία βλέπει ως τυραννία της πλειοψηφίας, πρεσβεύει ότι οι πολιτικοί είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν το γενικό συμφέρον -το οποίο είναι ένα και το αυτό με τις πρωτοβουλίες των διευθυντών επιχειρήσεων- προκειμένου να ικανοποιήσουν την πελατεία τους και να εξασφαλίσουν την επανεκλογή τους. Κατά συνέπεια, η δικαιοδοσία τέτοιων ανεύθυ-

Σύμφωνα με τους κήρυκες της παγκοσμιοποίησης, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων οφείλεται κυρίως στη σημερινή ραγδαία εξάπλωση της τεχνολογίας, η οποία τιμωρεί τους λιγότερο μορφωμένους, τους λιγότερο κινητικούς, τους λιγότερο ευέλικτους, τους λιγότερο γρήγορους

νων ανθρώπων θα πρέπει να περιοριστεί αυστηρά. Αυτός είναι ο ρόλος των μηχανισμών επιτήρησης που εμπνέουν αυτή τη στιγμή την οικοδόμηση της Ευρώπης (ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, κανόνας για έλλειμμα 3%, σύμφωνο σταθερότητας) και στις ΗΠΑ την αυτόματη περικοπή των κρατικών πιστώσεων. Διερωτάται κανείς, ωστόσο, τι έχουν ακόμα να φοβηθούν οι νεοφιλελεύθεροι από τις κυβερνήσεις, αφού οι οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζουν δεν παύουν να ταυτίζονται με τις απαιτήσεις των επιχειρηματικών κύκλων και των αγορών. Στην κορυφή του κράτους, εξάλλου, η σύγκλιση αυτή ενισχύεται χάρη στην

Διερωτάται κανείς, ωστόσο, τι έχουν ακόμα να φοβηθούν οι νεοφιλελεύθεροι από τις κυβερνήσεις, αφού οι οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζουν δεν παύουν να ταυτίζονται με τις απαιτήσεις των επιχειρηματικών κύκλων και των αγορών

εξόφθαλμη υπερεκπροσώπηση των μεγαλοαστικών κοινωνικών στρωμάτων και στην ευκολία με την οποία οι εκπρόσωποί τους μεταπηδούν από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα. Όταν, σε μια χώρα όπως η Κίνα, όπου το μέσο ετήσιο εισόδημα μετά βίας ξεπερνά τα 2.500 δολάρια, η Βουλή αριθμεί 83 εκατομμυριούχους, καταλαβαίνουμε ότι οι πλούσιοι Κινέζοι δεν πάσχουν από έλλειψη καλών συνηγόρων στην κορυφή του κράτους. Σε αυτό το σημείο τουλάχιστον, το αμερικανικό μοντέλο έχει βρει τον δάσκαλό του, όσο κι αν, ελλείψει εκλογών, το Πεκίνο δεν μοιράζει ακόμα τις πολυπόθητες πρεσβείες του στους πιο γενναιόδωρους χορηγούς των εκστρατειών του εκάστοτε προέδρου, όπως κάνει η Ουάσιγκτον. Οι συμπαιγνίες -και τα αντικρουόμενα συμφέροντα- ανάμεσα σε κυβερνώντες και δισεκατομμυριούχους εκτυλίσσονται πλέον εκτός συνόρων. Ο Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος, όσο ήταν πρόεδρος, έκανε χάρες στο Κατάρ, όπως μια φορολογική σύμβαση που απάλλασσε το εμιράτο από τον φόρο στην υπεραξία των ακινήτων του, φιλοδοξεί σήμερα να επιδοθεί στο χρηματιστηριακό παιχνίδι με την υποστήριξη της Ντόχα. «Το γεγονός ότι είναι πρώην πρόεδρος δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να κλειστεί σε μοναστήρι», είπε χαριτολογώντας ο πρώην υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησής του, Κλοντ Γκεάν. Σε κανέναν πρώην πρωθυπουργό δεν αρέσει η φτώχεια. Οπότε, οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας, Τόνι Μπλερ, του Βελγίου, Ζαν-Λυκ Ντεάν, και της Ιταλίας, Τζουλιάνο Αμάτο, έγιναν αντίστοιχα σύμβουλοι της JP Morgan, της Dexia και της Deutsche Bank. Είναι δυνατό να προασπίζεται κανείς το κοινό καλό όταν πρέπει να προσέχει μήπως δυσαρεστήσει κάποια φεουδαρχικά καθεστώτα ή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αφού υπολογίζει ότι μπορεί στο μέλλον να τον προσλάβουν; Όταν σε όλο και περισσότερες χώρες ένα τέτοιο αλισβερίσι αφορά και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία, στα μάτια του λαού παίρνουν τη μορφή αυτού που ο συγγραφέας Άπτον Σίνκλερ ονόμαζε «οι δυο φτερούγες του ίδιου αρπακτικού». Το ινστιτούτο Demos θέλησε να σταθμίσει τις συνέπειες της εγγύτητας ανάμεσα σε κυβερνητικά στελέχη και την οικονομική ολιγαρχία. Πριν από δύο μήνες λοιπόν, δημοσίευσε μια έκθεση που αναλύει «πώς η κυριαρχία των πλούσιων και του επιχειρηματικού κόσμου επί της πολιτικής βάζει φρένο στην κοινωνική κινητικότητα στην Αμερική»9. Απάντηση: σε ό,τι αφορά στις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές και στο δικαίωμα στην εργασία, οι πιο εύποροι εκ των πολιτών συγκλίνουν σε πολύ διαφορετικές προτεραιότητες από την πλειονότητα των συμπολιτών τους.

Μόνο που αυτοί διαθέτουν ασυνήθιστα μέσα προκειμένου να δουν τις επιθυμίες τους να ικανοποιούνται. Έτσι, ενώ το 78% των Αμερικανών εκτιμά ότι ο κατώτερος μισθός πρέπει να συνδέεται με το κόστος ζωής και να είναι αρκετός ώστε ο δικαιούχος του να μπορεί να ζει αξιοπρεπώς, μόνο το 40% των πλουσιότερων φορολογούμενων συμμερίζεται την ίδια άποψη. Η δεύτερη κατηγορία, μάλιστα, αποδεικνύεται λιγότερο θετική από την πρώτη απέναντι στα συνδικάτα και τους νόμους που διευκολύνουν τη λειτουργία τους. Η δε πλειονότητα θα επιθυμούσε να φορολογείται το κεφάλαιο όσο και η εργασία και δίνει πολύ μεγαλύτερη προτεραιότητα στην καταπολέμηση της ανεργίας (33%) από ό,τι στη μείωση των ελλειμμάτων (15%). Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της απόκλισης απόψεων; Ο κατώτατος μισθός έχει χάσει το 30% της αξίας του από το 1968. Κανένας νόμος (παρά την προεκλογική υπόσχεση του Μπάρακ Ομπάμα) δεν έχει διευκολύνει τον Γολγοθά που συνιστά η δημιουργία συνδικάτου σε μια επιχείρηση. Το κεφάλαιο εξακολουθεί να φορολογείται δύο φορές λιγότερο από την εργασία (20% έναντι 39,6%). Τέλος, το Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος ερίζουν αυτή τη στιγμή πάνω στις περικοπές του προϋπολογισμού, σε μια χώρα στην οποία η αναλογία του εργαζόμενου ενεργού πληθυσμού έπεσε πρόσφατα σε σχεδόν ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Υπάρχει άλλος, καλύτερος τρόπος για να πει κανείς ότι οι πλούσιοι αφήνουν έντονα τη σφραγίδα τους στο κράτος και στο πολιτικό σύστημα; Ψηφίζουν συχνότερα, χρηματοδοτούν τις προεκλογικές εκστρατείες περισσότερο από τους άλλους και, κυρίως, ασκούν διαρκή πίεση σε βουλευτές και σε μέλη της κυβέρνησης. Η εκτόξευση των ανισοτήτων στις ΗΠΑ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιαίτερα χαμηλή φορολόγηση του κεφαλαίου. Κι αυτό, διότι τα διάφορα λόμπι ασκούν έντονες πιέσεις στο Κογκρέσο υπέρ αυτού του μέτρου, τη στιγμή που το 71% του κόστους του (που το επωμίζεται το σύνολο των φορολογούμενων) ωφελεί μόνο το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών. Η άρνηση για την υιοθέτηση μιας δραστικής πολιτικής υπέρ της εργασίας αποκαλύπτει και μια ταξική επιλογή, η οποία, με τη σειρά της, υποκρύπτει ένα ολιγαρχικό σύστημα. Τον Ιανουάριο του 2013, το ποσοστό της ανεργίας μεταξύ των Αμερικανών που διαθέτουν τουλάχιστον έναν πανεπιστημιακό τίτλο, ήταν μόλις 3,7%. Αντίθετα, ανέβαινε στο 12% στους μη πτυχιούχους, καΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 4


LE

MONDE

EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

diplomatique

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 3

τά πολύ φτωχότερους. Αυτούς δηλαδή, που η γνώμη τους μετρά πολύ λιγότερο στην Ουάσιγκτον από τη γνώμη του Σέλντον και της Μίριαμ Άντελσον, του ζεύγους των Ρεπουμπλικανών δισεκατομμυριούχων, το οποίο συνεισέφερε πέρυσι περισσότερα χρήματα στις εκλογές από ό,τι όλοι μαζί οι κάτοικοι δώδεκα αμερικανικών πολιτειών... «Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι επιθυμίες της συντριπτικής πλειονότητας του πληθυσμού φαίνεται να μην έχουν κανέναν αντίκτυπο στις πολιτικές επιλογές», καταλήγει η μελέτη του Demos. «Θέλετε να παραιτηθώ; Αν αυτό θέλετε, να μου το πείτε!» Ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, φέρεται να απευθύνθηκε με αυτά τα λόγια στην πρόεδρο του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, όταν απαίτησε το κλείσιμο μιας από τις μεγαλύτερες τράπεζες του νησιού, από την οποία εξαρτώνται πολλά εισοδήματα και θέσεις εργασίας. Ο Γάλλος υφυπουργός Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας και Κατανάλωσης, Μπενουά Αμόν, μοιάζει κι αυτός να παραδέχεται ότι η δικαιοδοσία (ή η επιρροή) της κυβέρνησής του είναι περιορισμένη, καθώς «υπό την πίεση της γερμανικής Δεξιάς, εφαρμόζονται πολιτικές λιτότητας οι οποίες μεταφράζονται παντού στην Ευρώπη σε αύξηση της ανεργίας»10. Οι κυβερνήσεις, εφαρμόζοντας μέτρα που εδραιώνουν την πολιτική της υποτέλειας στο κεφάλαιο και το κέρδος, ξέρουν να ανατρέχουν πάντα στην πίεση έξωθεν «ψηφοφόρων», που το όνομά τους και μόνο προκαλεί τρόμο: τρόικα, οίκοι αξιολόγησης, αγορές. Μόλις ολοκληρωθεί η τελετουργία των εθνικών εκλογών, οι Βρυξέλλες, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ αποστέλλουν τις οδηγίες τους στη νέα κυβέρνηση, ώστε αυτή να αρχίσει πάραυτα να καταπατά μία προς μία τις προεκλογικές της υποσχέσεις. Ακόμα και η Wall Street Journal τον περασμένο Φεβρουάριο εξέφρασε την ενόχλησή της γι’ αυτό: «Από την έναρξη της κρίσης, πριν από τρία χρόνια, οι Γάλλοι, οι Ισπανοί, οι Ιρλανδοί, οι Ολλανδοί, οι Πορτογάλοι, οι Έλληνες, οι Σλοβένοι, οι Σλοβάκοι και οι Κύπριοι, όλοι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ψήφισαν κατά του οικονομικού μοντέλου της Ευρωζώνης. Οι οικονομικές πολιτικές, ωστόσο, δεν άλλαξαν ύστερα από αυτές τις εκλογικές αποτυχίες. Η Αριστερά αντικατέστησε τη Δεξιά, η Δεξιά έδιωξε την Αριστερά, μέχρι που και η Κεντροδεξιά συνέτριψε τους κομμουνιστές (στην Κύπρο), όμως τα κράτη εξακολουθούν να μειώνουν τις δαπάνες τους και να αυξάνουν τους φόρους. (...) Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι νέες κυβερνήσεις είναι ότι πρέπει να δρουν μέσα στο πλαίσιο των θεσμών της Ευρωζώνης και να ακολουθούν τις μακροοικονομικές ντιρεκτίβες που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (...) Δηλαδή, ύστερα από τη φασαρία και το πάθος μιας εκλογικής αναμέτρησης, οι κυβερνήσεις έχουν στενά περιθώρια

ελιγμών στην οικονομία»11. «Έχουμε την εντύπωση πως είτε μια δεξιά είτε μια αριστερή πολιτική χορηγεί την ίδια δοσολογία με διαφορετικούς τρόπους»12, παραδέχεται με θλίψη ο Αμόν. Υψηλόβαθμος υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρευρέθη σε συνάντηση ανάμεσα σε συναδέλφους του και την ηγεσία του γαλλικού Γενικού Λογιστηρίου: «Ήταν εξωφρενικό: φέρονταν σαν τον δάσκαλο στο σχολείο που εξηγεί σε έναν κακό μαθητή τι πρέπει να κάνει. Θαύμασα πραγματικά τον διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου που κράτησε την ψυχραιμία του»13. Μια κατάσταση την οποία βιώνει σήμερα η Ευρώπη. Τον Ιανουάριο του 2012, η Κομισιόν στις Βρυξέλλες διέταξε την ελληνική κυβέρνηση να περικόψει περίπου 2 δισ. ευρώ από τις δημόσιες δαπάνες της χώρας. Αυτό, μέσα σε διάστημα πέντε ημερών και υπό την απειλή προστίμου. Αντιθέτως, καμία ποινή δεν απειλεί τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Μογγολίας, τον πρωθυπουργό της Γεωργίας, τη σύζυγο του αναπληρωτή πρωθυπουργού της Ρωσίας ή τον γιο του πρώην προέδρου της Κολομβίας. Όλοι τους, όμως, έχουν στείλει ένα μέρος της περιουσίας τους -την οποία είτε απέκτησαν με δόλια μέσα είτε την έκλεψαν ευθέως- σε φορολογικούς παραδείσους. Όπως, για παράδειγμα, στις βρετανικές Παρθένους Νήσους, όπου η αναλογία μεταξύ εταιρειών και κατοίκων είναι μεγαλύτερη από 20 προς 1. Ή στα Νησιά Καϊμάν, τα οποία διαθέτουν τόσα hedge funds όσα και οι ΗΠΑ. Για να μην παραλείψουμε και στην καρδιά της Ευρώπης την Ελβετία, την Αυστρία και το Λουξεμβούργο, χώρες που δίνουν στη Γηραιά Ήπειρο το στίγμα του εκρηκτικού κοκτέιλ με τις ιδιαίτερα βάρβαρες πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής και τη βιομηχανία της φοροδιαφυγής. Δεν παραπονιούνται πάντως όλοι για το πόσο διάτρητα είναι τα σύνορα. Ο Μπερνάρ Αρνό μάλιστα, ιδιοκτήτης μιας πολυεθνικής ειδών πολυτελείας και ο δέκατος πλουσιότερος άνθρωπος στον πλανήτη, εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι οι δημοκρατικές κυβερνήσεις χάνουν την επιρροή τους: «Οι επιχειρήσεις, οι πολυεθνικές κυρίως, έχουν στη διάθεσή τους ολοένα και περισσότερα μέσα και έχουν κατακτήσει, τουλάχιστον στην Ευρώπη, τη δυνατότητα να συναγωνίζονται τα κράτη. (...) Η πραγματική επιρροή των πολιτικών στην οικονομική ζωή μιας χώρας περιορίζεται όλο και πιο πολύ. Ευτυχώς».14 Αυτό που μεγαλώνει, αντίθετα, είναι η πίεση προς τα κράτη. Την ασκούν μάλιστα ταυτόχρονα οι δανείστριες χώρες, η ΕΚΤ, το ΔΝΤ, η επιτήρηση των οίκων αξιολόγησης και οι οικονομικές αγορές. Ο Ζαν Πιέρ Ζουγιέ, νυν πρόεδρος της Δημόσιας Τράπεζας Επενδύσεων (BPI), παραδέχθηκε πριν από δύο χρόνια ότι αυτές ήταν που άσκησαν στην Ιταλία «πιέσεις στο δημοκρατικό παιχνίδι. Είναι η τρίτη κυβέρνηση που καταρρέει με δική τους πρωτοβουλία, ως αποτέλεσμα αυτής

Οι κυβερνήσεις, εφαρμόζοντας μέτρα που εδραιώνουν την πολιτική της υποτέλειας στο κεφάλαιο και το κέρδος, ξέρουν να ανατρέχουν πάντα στην πίεση έξωθεν «ψηφοφόρων», που το όνομά τους και μόνο προκαλεί τρόμο: τρόικα, οίκοι αξιολόγησης, αγορές της κατάχρησης. (...) Η εκτόξευση στα ύψη των επιτοκίων του ιταλικού χρέους ήταν το ψηφοδέλτιο των αγορών. (...) Στο τέλος, οι πολίτες θα επαναστατήσουν ενάντια σε αυτή την de facto δικτατορία»15. Μόνο που η «de facto δικτατορία» μπορεί να υπολογίζει στα μεγάλα μέσα ενημέρωσης για να κατασκευάζει θέματα τα οποία αποσπούν την προσοχή, καθυστερούν και εν συνεχεία διαστρέφουν τις συλλογικές εξεγέρσεις, τα οποία προσωποποιούν, δηλαδή αποπολιτικοποιούν, τα πιο κραυγαλέα πολιτικά σκάνδαλα. Το να ρίξεις φως πάνω στις αληθινές αιτίες όλου αυτού που εξυφαίνεται, πάνω στους μηχανισμούς χάρη στους οποίους ο πλούτος και η εξουσία είναι δέσμιοι μιας μειοψηφίας που ελέγχει συγχρόνως τις αγορές και τα κράτη, είναι κάτι που απαιτεί συνεχή δουλειά πάνω στην εκπαίδευση του λαού. Κάτι τέτοιο θα του υπενθύμιζε ότι η εκάστοτε κυβέρνηση χάνει τη νομιμοποίησή της όταν αφήνει να διογκώνονται οι κοινωνικές ανισότητες, επικυ-

ρώνει την αφαίμαξη της πολιτικής δημοκρατίας και δέχεται να μπαίνει η εθνική κυριαρχία σε καθεστώς κηδεμονίας. Καθημερινά, γίνονται απανωτές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας -στην κάλπη, στους δρόμους, στις επιχειρήσεις-, οι οποίες επιβεβαιώνουν την άρνηση των λαών απέναντι σε κυβερνήσεις που έχουν απολέσει τη νομιμοποίησή τους. Όμως, παρά το μέγεθος της κρίσης, αυτές οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας βαδίζουν ακόμα ψηλαφιστά, αναζητώντας εναλλακτικές προτάσεις, κι έχοντας μισοπειστεί ότι δεν υπάρχουν ή ότι το κόστος τους είναι μάλλον απαγορευτικό. Εξ ου και η εμφάνιση μιας απελπισμένης αγανάκτησης. Η εξεύρεση διεξόδων αποτελεί επιτακτική ανάγκη.

1 Francis Fukuyama, «Le Début de l’histoire. Des origines de la politique à nos jours», Saint-Simon, Παρίσι, 2012, σελ. 23. 2

La Vie, Παρίσι, 15-12-11.

Tim Mak, «Unpaid student loans top $1 trillion», 19 Οκτωβρίου 2011, www.politico.com. 3

4 Robert Frank et Philip Cook, «The Winner-TakeAll-Society», Free Press, Nέα Υόρκη, 1995.

«Income inequality may take toll on growth, The New York Times, 16-10-12. 5

6

Francis Fukuyama, «Le Début de l’ histoire», ό.π.

Michel Crozier Samuel Huntington, Joji Watanuki, «The Crisis of Democracy», New York University Press, 1975. 7

8

Luc Ferry, Le Figaro, Παρίσι, 7-3-13.

David Callahan & J. Mijin Cha, «Stacked deck: How the dominance of politics by the affluent & business undermines economic mobility in America», Demos, www.demos.org. 9

10

Matthew Dalton, «Europe’s institutions pose counterweight to voters’ wishes», The Wall Street Journal, 28-2-13. 12

Η «de facto δικτατορία» υπολογίζει στα μεγάλα μέσα ενημέρωσης για να κατασκευάζει θέματα τα οποία αποσπούν την προσοχή, διαστρέφουν τις συλλογικές εξεγέρσεις, αποπολιτικοποιούν τα πιο κραυγαλέα πολιτικά σκάνδαλα

Ραδιοφωνικός σταθμός RMC, 10-4-13.

11

Ραδιοφωνικός σταθμός RTL, 8-4-13.

«A Bruxelles, la grande déprime des eurocrates», Libération, Παρίσι, 7-2-13. Η σκηνή θυμίζει την τύχη της Αιθιοπίας ή της Ινδονησίας την εποχή που οι κυβερνήσεις τους είχαν υποβιβαστεί σε απλούς εκτελεστές των εντολών που εξέδιδε το ΔΝΤ για τις χώρες τους [βλ. Joseph Stiglitz, «La preuve par l’ Ethiopie», Le Monde diplomatique, Απρίλιος 2002. 13

14 «Bernard Arnaud, «La passion créative», συνομιλίες με τον Yves Messarovitch», Plon, Παρίσι, 2000. 15 «Jouyet: «Une dictature de fait des marches»», Le Journal de dimanche, Παρίσι, 13-11-11.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΟΡΙΝΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ


5/37

Η ΑΥΓΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΜΑΪΟΥ 2013

Μονόφθαλμη δικαιοσύνη για τα Βαλκάνια Του Jean-Arnault Dérens*

Σ

τις 12 Δεκεμβρίου του 2012, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη τον Σέρβο πρώην στρατηγό της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης Ζντράβκο Τόλιμιρ, έναν από τους υπεύθυνους της σφαγής της Σρεμπρένιτσα. Τον Νοέμβριο, το ίδιο δικαστήριο είχε αθωώσει τους Κροάτες στρατηγούς Άντε Γκοτοβίνα και Μλάντεν Μάρκατς, όπως επίσης και τους πρώην διοικητές των αλβανικών αντάρτικων ομάδων στο Κόσοβο. Δικαιοσύνη δύο ταχυτήτων; Η ανακοίνωση, με ελάχιστες ημέρες διαφορά (16 και 29 Νοεμβρίου), της αθώωσης, από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ΔΠΔΥ), των δύο Κροατών στρατηγών, και στη συνέχεια των Ραμούς Χαραντινάι, Ιντρίς Μπαλάι και Λαχί Μπραχιμάι, διοικητών του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσόβου (UCK), προκάλεσαν σάλο, επιβεβαιώνοντας τις αμφιβολίες που έχουν εκφραστεί για την αμεροληψία του δικαστηρίου. Στη Σερβία διαπίστωσαν ότι, από τη στιγμή που ιδρύθηκε, το ΔΠΔΥ έχει καταδικάσει μονάχα Σέρβους, με εξαίρεση τις δίκες κάποιων Κροατών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, οι οποίες ακόμα εκκρεμούν. Συνεπώς, η σερβική κυβέρνηση εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να διακόψει τη συνεργασία της με ένα προκατειλημμένο δικαστήριο. Μάλιστα, οι κριτικές δεν προέρχονται μονάχα από τους επίσημους κύκλους. Η ιστορικός Ντουμπράβακα Στογιάνοβιτς, εξέχουσα μορφή και σημείο αναφοράς των αντιεθνικιστικών κύκλων, εξηγεί: «Με θλίβει βαθύτατα το γεγονός ότι το ΔΠΔΥ φέρθηκε τόσο επιπόλαια. Αυτός ο θεσμός αποτελούσε μια ευκαιρία για να κατορθώσουμε να κατανοήσουμε τα γεγονότα των πολέμων. Όμως, το ΔΠΔΥ έχει χάσει την αξιοπιστία του και έχει ακυρώσει κάθε δυνατότητα συμφιλίωσης στην περιοχή»1. Επίσης, πολλές οργανώσεις, όπως η Διεθνής Αμνηστία2, έχουν εκφράσει την ανησυχία τους μετά από τις ετυμηγορίες του δικαστηρίου. Στο ΔΠΔΥ -το οποίο ιδρύθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1993 με το ψήφισμα 808 του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών- είχε ανατεθεί ιδιαίτερος ρόλος: να πρωτοστατήσει στη δημιουργία μιας αντικειμενικής και αμερόληπτης διεθνούς δικαιοσύνης. Το δικαστήριο, που δημιουργήθηκε για να δοθεί μια απάντηση στο πλήθος των βιαιοπραγιών που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια των πολέμων που ακολούθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας3 είχε ως αποστολή να εντοπίσει και να τιμωρήσει τις ατομικές ευθύνες των υπεύθυνων για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων. Ο στόχος ήταν διπλός: αφενός να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να μείνουν ατιμώρητοι οι δράστες, αφετέρου να αποφευχθεί ο στιγματισμός των λαών που ενεπλάκησαν στη σύγκρουση με το να τους χρεωθεί η συλλογική ευθύνη γι’ αυτά. Επίσης, το δικαστήριο όφειλε να συμβάλει στη συμφιλίωση των χωρών της περιοχής των Βαλ-

Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία

«Αυτός ο θεσμός αποτελούσε μια ευκαιρία για να κατορθώσουμε να κατανοήσουμε τα γεγονότα των πολέμων. Όμως, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει χάσει την αξιοπιστία του και έχει ακυρώσει κάθε δυνατότητα συμφιλίωσης στην περιοχή»

κανίων, επιτρέποντάς τους να αντιμετωπίσουν το πρόσφατο παρελθόν τους. Όμως, οι αθωωτικές αποφάσεις για τους Γκοτοβίνα και Μάρκατς αναζωπύρωσαν τον εθνικισμό: τόσο στο Βελιγράδι όσο και στο Ζάγκρεμπ, ο Τύπος επέστρεψε στις χειρότερες πολεμοχαρείς κραυγές της δεκαετίας του 1990. Στην Κροατία, μονάχα οι φωνές των «αιωνίως διαφωνούντων» υψώνονται για να επιστήσουν την προσοχή στο γεγονός ότι η αθώωση δεν κλείνει το ζήτημα: από τη στιγμή που όντως διαπράχθηκαν εγκλήματα κατά του σερβικού πληθυσμού όταν οι Κροάτες ανακατέλαβαν την Κράινα, τον Αύγουστο του 19954, αν δεν ήταν υπεύθυνοι οι στρατηγοί που διοικούσαν τα κροατικά στρατεύματα, τότε ποιος διέπραξε αυτά τα εγκλήματα; Στο αιτιολογικό της απόφασής του, το δικαστήριο δεν δέχθηκε την εμπλοκή των στρατηγών σε μια «εγκληματική δράση από κοινού σχεδιασμένη», για την οποία είχαν καταδικαστεί πρω-

τόδικα τον Απρίλιο του 2011. Με βάση το σκεπτικό του, η μαζική εκδίωξη των Σέρβων από την Κράινα, οι λεηλασίες και οι δολοφονίες δεν εντάσσονταν σε μια προσχεδιασμένη στρατηγική εθνοκάθαρσης, αλλά, αντίθετα, αποτελούσαν μεμονωμένα γεγονότα. Τα σημειωματάρια του στρατηγού Φιλίπ Ροντό, πρώην επικεφαλής των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών, αποκάλυψαν ότι ο Γκοτοβίνα, πρώην στέλεχος της γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων, απολάμβανε της διαρκούς υποστήριξης των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών5. Γνωρίζουμε επίσης ότι ο κροατικός στρατός είχε την υποστήριξη των Αμερικανών καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης «Θύελλα», που είχε στόχο την ανακατάληψη της Κράινα. Στο εξής, είναι κάτι παραπάνω από πιθανόν ότι δεν θα εξεταστεί ποτέ η τυχόν συνενοχή των Δυτικών στα εγκλήματα που διαπράχθηκαν. Η περίπτωση του Χαραντινάι και των συγκατηγορουμένων του θυμίζει ακόμα περισσότερο αρνησιδικία, άρνηση απονομής δικαιοσύνης. Τουλάχιστον εννέα από τους μάρτυρες που κλήθηκαν από την κατηγορούσα αρχή βρήκαν τον θάνατο κάτω από ύποπτες συνθήκες, ενώ ορισμένοι άλλοι υπαναχώρησαν από τις καταθέσεις τους κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το ΔΠΔΥ υποχρεώθηκε να αθωώσει, στις 3 Απριλίου του 2008, τον πρώην διοικητή του UCK. Μάλιστα, κατ’ εξαίρεσιν, αποφάσισε να αναιρέσει την πρώτη του απόφαση και να ξαναδικάσει τον Χαραντινάι και τους συγκατηγορούμενούς του, όχι πλέον για τις 39 κατηγορίες που περιλαμβάνονταν στο αρχικό κατηγορητήριο, αλλά μόνο για έξι κατηγορίες που αφορούσαν τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο κέντρο κράτησης της Ζαμπλάνιτσα, στο οποίο Σέρβοι, Ρομά και Αλβανοί πολίτες βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν από τους αντάρτες του UCK. Δεδομένου ότι το δικαστήριο δεν είχε τη δυνατότητα να αναστήσει τους μάρτυρες, τα ίδια αίτια παρήγαγαν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα και δεν κατέστη δυνατόν να βεβαιωθεί η προσωπική ευθύνη των κατηγορούμενων. Κατά την επιστροφή του στο Κόσοβο, ο Χαραντινάι έγινε δεκτός με τιμές εθνικού ήρωα και ενδέχεται πολύ σύντομα να ανέλθει στον πρωθυπουργικό θώκο. Η αθώωσή του είχε κριθεί αναγκαία από όλους όσοι είναι υπεύθυνοι για τη χάραξη της στρατηγικής των δυτικών χωρών, οι οποίοι επιθυμούν να κλείσουν όσο το δυνατόν

γρηγορότερα την εκκρεμότητα του Κοσόβου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μια κυβέρνηση συνασπισμού, στην οποία θα συμμετέχουν όλες οι φατρίες που προέκυψαν από το αντάρτικο του UCK, θα είναι σε θέση να κάνει την κοινή γνώμη του Κοσόβου να δεχθεί τους συμβιβασμούς και τις παραχωρήσεις που θα πρέπει να γίνουν απέναντι στο Βελιγράδι όσον αφορά το Βόρειο Κόσοβο, καθώς η πλειονότητα των κατοίκων του είναι Σέρβοι που έχουν δρομολογήσει την απόσχισή τους. Συνεπώς, ο πολιτικός πραγματισμός υπερίσχυσε των απαιτήσεων για δικαιοσύνη. Σαν να ήθελαν δε να οξύνουν ακόμα περισσότερο τα πνεύματα, οι κυβερνήσεις της Αλβανίας και του Κοσόβου ζήτησαν, στις 2 Δεκεμβρίου του 2012, να διαταχθεί η διεξαγωγή μιας «ανεξάρτητης έρευνας» εις βάρος της Κάρλα ντελ Πόντε, της γενικής εισαγγελέως του ΔΠΔΥ την περίοδο 1999-2007, καθώς υποπτεύονται ότι διαδραμάτισε ρόλο «μεροληπτικό και παράνομο» στην απαγγελία κατηγοριών εναντίον του Χαραντινάι. Μερικές ημέρες αργότερα, οι δικηγόροι του Γκοτοβίνα ζητούσαν, με τη σειρά τους, την επιβολή κυρώσεων εναντίον της πρώην γενικής εισαγγελέως, την οποία κατηγορούσαν ότι αμφισβήτησε την αμεροληψία και την ηθική ακεραιότητα του δικαστηρίου, καθώς δήλωσε στη σερβική εφημερίδα Blic ότι η ετυμηγορία που αθώωσε τον κατηγορούμενο «κάθε άλλο παρά δικαιοσύνη απέδιδε». Δεν αποκλείεται η επίθεση να έχει ως στόχο να θεωρηθεί ανυπόληπτη η Κάρλα ντελ Πόντε, η οποία είχε αποκαλύψει ότι οι πρώην ηγέτες του UCK εμπλέκονταν πιθανότατα σε κύκλωμα εμπορίας ανθρώπινων οργάνων: αν δινόταν συνέχεια στην υπόθεση, η οποία κάλλιστα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολύκροτο σκάνδαλο, υπήρχε το ενδεχόμενο να αποκαλυφθεί η συνενοχή πολλών δυτικών χωρών6. Το ΔΠΔΥ δεν είχε κατορθώσει να επιληφθεί αυτής της υπόθεσης, καθώς τα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν συλλέξει οι ερευνητές καταστράφηκαν με μυστηριώδη τρόπο.

1 «Acquittement de Gotovina: indignation unanime en Serbie», 16 Νοεμβρίου 2012, Le Courrier des Balkans, http://balkans.courriers.info/article21175.html.

Amnesty International, «Kosovo. S’ils ne sont pas coupables, qui a commis les crimes de guerre?», 29 Νοεμβρίου 2012, www.amnesty.org 2

Η αρμοδιότητά του περιορίστηκε στα εγκλήματα που διαπράχθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου του 1991 στο έδαφος της πρώην Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (άρθρο 8). 3

4 Εκατό έως διακόσιες χιλιάδες Σέρβοι της Κράινα εγκατέλειψαν την περιοχή. Αρκετές εκατοντάδες άμαχοι, στην πλειονότητά τους ηλικιωμένοι που δεν θέλησαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, σφαγιάστηκαν τις ημέρες που ακολούθησαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Βλέπε Jean-Arnault Dérens και Laurent Geslin, «Ex Yougoslavie: la France a protégé durant des années des criminels de guerre», Mediapart, 3 Μαρτίου 2011. 5

6 Βλέπε «Au Kosovo, la ‘sale guerre’ de l’UCK», Le Monde Diplomatique, Μάρτιος 2011.

* Ο Jean-Arnault Dérens είναι αρχισυντάκτης της ιστοσελίδας Courrier des Balkans

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΡΙΒΟΠΟΥΛΟΣ


LE

MONDE

EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ

diplomatique

Στην εποχή του Διαδικτύου, οι άνθρωποι δεν συγκροτούν πλέον μάζες, αλλά περίπλοκα πλέγματα αλληλεπιδράσεων. Και με την ευκαιρία μιας ερευνητικής πρότασης προς την Eυρωπαϊκή Ένωση, εξετάζουμε την κατεύθυνση που μπορεί να πάρει η επεξεργασία των σύνθετων αυτών δεδομένων: είτε προς όφελος ενός αναδυόμενου «Μεγάλου Αδελφού» είτε προς όφελος ενός πολυποίκιλου ψηφιακού κόσμου.

Ψηφιακή προσομοίωση των κοινωνικών συγκρούσεων Tου Pablo Jensen*

H

διαχείριση του μέλλοντος από την επιστήμη και την τεχνολογία: αυτή είναι η φιλοδοξία του ερευνητικού μεγα-προγράμματος FuturICT (ΜέλλονΠΕΤ - από τα αρχικά «Πληροφορία, Επικοινωνία, Τεχνολογίες). «Ένας μεγάλος αριθμός σύγχρονων προβλημάτων, όπως η χρηματοπιστωτική κρίση, η κοινωνική και οικονομική αστάθεια, οι πόλεμοι, οι επιδημίες, συνδέονται με την ανθρώπινη συμπεριφορά», επιχειρηματολογούν οι ερευνητές που το διευθύνουν. «Υπάρχει όμως σοβαρή έλλειψη στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν η κοινωνία και η οικονομία»1. Το FuturICT είχε προεπιλεγεί στο πλαίσιο του πιο εκτεταμένου προγράμματος υποστήριξης της έρευνας που εκκινήθηκε ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και τελικά δεν διασφάλισε τη χρηματοδότηση του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ - αντ’ αυτού, η Ένωση προτίμησε το Πρόγραμμα Ανθρώπινος Εγκέφαλος (Human Brain Project), που σκοπεύει να δημιουργήσει μια προσομοίωση του εγκεφάλου σε υπολογιστή, ώστε να κατασκευάσουν «νευρο-μορφικούς» σούπερ-υπολογιστές-, τα ερωτήματα που θέτει το FuturICT παραμένουν στην ημερήσια διάταξη. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για την εκμετάλλευση της υπολογιστικής ισχύος των ηλεκτρονικών υπολογιστών, προκειμένου να ενοποιηθούν οι γνώσεις της μηχανικής με εκείνες των φυσικών και κοινωνικών επιστημών, με στόχο τη διοίκηση της κοινωνίας. Η χιονοστιβάδα πληρο-

* Ο Pablo Jensen είναι ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας (CNRS) της Γαλλίας

φοριών που δημιουργήθηκε, μεταξύ άλλων, από την ανάπτυξη του Διαδικτύου και τις ανταλλαγές εντός των επονομαζόμενων «κοινωνικών» δικτύων, επιτρέπει την επεξεργασία μεγάλου όγκου δεδομένων (big data), με εφαρμογές που ήδη φανταζόμαστε πως μόνο ανώδυνες δεν είναι. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η υπηρεσία IARPA (Intelligence Advanced Research Projects Activity - Δράση συγκέντρωσης πληροφοριών σχετικά με προηγμένα ερευνητικά έργα), επιφορτισμένη με τη διενέργεια ερευνών σχετικών με την πληροφόρηση, χρηματοδοτεί από το 2011 ένα έργο που υλοποιείται από πανεπιστημιακούς και επιχειρήσεις και το οποίο ως στόχο έχει την αυτόματη καταγραφή των διαδικτυακών δεδομένων από τις λατινοαμερικανικές χώρες, ώστε να «αναπτύξει μαθηματικές μεθόδους πρόβλεψης και πρόληψης πιθανών εξεγέρσεων». Η ιδέα της χρήσης επιστημονικών μεθόδων για τη διακυβέρνηση της κοινωνίας κάθε άλλο παρά πρόσφατη είναι2. Έπρεπε όμως να περιμένουμε την εφεύρεση της στατιστικής προκειμένου να αποκτήσει δυνατότητες εφαρμογής. Από τον 19ο αιώνα και μετά, προκειμένου να διευκολυνθεί η συλλογή των φόρων ή η στράτευση των νέων, τα ευρωπαϊκά κράτη απογράφουν τους πληθυσμούς και τις περιουσίες τους. Κάτι τέτοιο απαιτεί την εγκατάσταση μιας νομικής και υλικής υποδομής, τη γενίκευση της χρήσης διάφορων εργαλείων, όπως οι χάρτες ή το κτηματολόγιο, την ομογενοποίηση των μονάδων μέτρησης και της γλώσσας, ακόμη και τη σταθεροποίηση των οικογενειακών επωνύμων. Για να γίνει δυνατή η εκμετάλλευση των πληροφοριών αυτών από τις κεντρικές αρχές, κλήθηκε ο μεγάλος μαθηματικός Πιερ Σιμόν ντε Λαπλάς, ο οποίος εφηύρε μαθηματικά εργαλεία όπως ο υπολογισμός των πιθανοτήτων, ώστε το μέγεθος του συνολικού πληθυσμού να εκτιμάται μέσα από επιμέρους δεδομένα.

Όμως, ο πραγματικός ιδρυτής της «επιστήμης» της κοινωνίας ήταν ένα ελάχιστα γνωστό πρόσωπο, ο Βέλγος αστρονόμος Αδόλφος Κετελέ. Δουλεύοντας δίπλα στον Λαπλάς στο Αστεροσκοπείο των Παρισίων, μελετούσε τις εθνικές απογραφές και γοητεύθηκε από τη σχετική σταθερότητα του αριθμού των αυτοκτονιών και των εγκλημάτων. Κατέληξε στο λογικό συμπέρασμα ότι η μη προβλεψιμότητα των ατομικών συμπεριφορών ισορροπείται όταν συναθροίζουμε έναν μεγάλο αριθμό ατόμων. Ότι το ανθρώπινο είδος, όταν μελετάται στο σύνολό του, εμπίπτει στην τάξη των φυσικών φαινομένων. Θέλησε, λοιπόν, να δημιουργήσει μια «Κοινωνική Μηχανική» εξίσου αυστηρή με την «Ουράνια Μηχανική» του Λαπλάς, ικανή να διακυβερνήσει τις μάζες των ανθρώπων. Αυτή η ανάλυση της κανονικότητας και της προβλεψιμότητας στη συμπεριφορά των κοινωνικών ομάδων χρησίμευσε ως σημείο εκ-

Η ιδέα της χρήσης επιστημονικών μεθόδων για τη διακυβέρνηση της κοινωνίας κάθε άλλο παρά πρόσφατη είναι. Έπρεπε όμως να περιμένουμε την εφεύρεση της στατιστικής προκειμένου να αποκτήσει δυνατότητες εφαρμογής

κίνησης για τον φιλόσοφο και κοινωνιολόγο Εμίλ Ντυρκέμ (1858-1917) και για την επιστήμη της σύγχρονης κοινωνίας, την κοινωνιολογία. Έτσι, μέχρι και την «Ένδοξη Τριακονταετία»3, τα κεντρικά διοικούμενα κράτη θα διακυβερνήσουν τους πολίτες κατανοώντας τους ως ομογενείς κοινωνικές ομάδες, τις οποίες τα κέντρα εξουσίας αντιλαμβάνονται σύμφωνα με προκαθορισμένα διοικητικά κριτήρια (φύλο, ηλικία, κοινωνικοεπαγγελματική κατηγορία...). Στη συνέχεια, κατά τη δεκαετία του 1980, το νεοφιλελεύθερο κράτος εγκαταλείπει την ιδέα μιας κοινωνίας δομημένης σε κοινωνικές κατηγορίες. Την αντιλαμβάνεται περισσότερο σαν μια (αντι)παράθεση απομονωμένων ατόμων, «κοινωνικών μορίων» σε ανταγωνισμό μέσα σε μια ελεύθερη αγορά, τα οποία θα πρέπει να καθοδηγείς παρέχοντας ενθάρρυνση και δημοσιεύοντας καταλόγους επιτυχημένων, όπως κατέδειξε ο Αλέν Ντεροζιέρ (που χάθηκε πρόσφατα και στον οποίο οφείλει πολλά αυτό το κείμενο) στο ανεκτίμητο Η Πολιτική των μεγάλων αριθμών. Ιστορία της στατιστικής αντίληψης4. Το FuturICT συνδυάζει αυτή την αγαπητή στον φιλελευθερισμό αντίληψη των «κοινωνικών μορίων» με την παλιά ιδέα του Κετελέ περί ύπαρξης κοινωνικών νόμων. Ο ένας από τους στόχους του πράγματι είναι «να αποκαλύψει τους κρυμμένους νόμους που αποτελούν τη βάση της περίπλοκης κοινωνίας μας». Χάρη σε αυτούς, θα μπορούσαμε να κατασκευάζουμε εικονικές κοινωνίες, όπου θα δοκιμάζονται σενάρια. Κάτι τέτοιο θα μας επέτρεπε να επιλέξουμε τα «καλύτερα» ανάμεσά τους και έτσι «να αποτρέπουμε τις κρίσεις που συστηματικά κλονίζουν τον κόσμο». Στις πόλεις ήδη έχουμε τη δυνατότητα να καταφύγουμε σε προσομοιωτές κυκλοφορίας, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η λειτουργία των φωτεινών σηματοδοτών με τη μέτρηση της μέσης ροής οχημάτων. Όμως, ο Ντιρκ Χέλμπινγκ, ένας από τους δύο υπευθύνους του σχεδίου FuturICT, εξετάζει μια άλλη προσέγγιση: χρησιμοποιώντας δεδομένα από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων, δημιούργησε με την ομάδα του ένα μοντέλο συμπεριφοράς των οδηγών, λαμβάνοντας υπόψη παραμέτρους όπως ο χρόνος της αντίδρασής τους. Βάζοντας έναν μεγάλο αριθμό από τέτοιους «οδηγούς-ρομπότ» να αλληλεπιδράσουν σε περιβάλλοντα που περιλαμβάνουν φανάρια συντονισμένα με διαφορετικούς τρόπους, μπόρεσε να διε-


7/39

Η ΑΥΓΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΜΑΪΟΥ 2013

ρευνήσει τον χρόνο της διαδρομής και να δείξει ότι, καθιστώντας τους φωτεινούς σηματοδότες ικανούς να μετρούν τη ροή των οχημάτων σε πραγματικό χρόνο και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με τους κοντινούς ομόλογούς τους ώστε να συντονίζονται, είμαστε σε θέση να προβλέψουμε την άφιξη ενός «κύματος» αυτοκινήτων. Αυτή η «μικροκοινωνική» μηχανική μπορεί να έχει εφαρμογή και σε άλλα πεδία: έτσι, μια διεπιστημονική ομάδα αποτελούμενη από φυσικούς, γιατρούς και επιστήμονες πληροφορικής δημιούργησε ένα αναλυτικό μοντέλο που επιτρέπει την πρόβλεψη των επιδημιών γρίπης. Με το FuturICT, η χρήση αυτού του τύπου προσέγγισης γενικεύεται στο σύνολο των κοινωνικών προβλημάτων. Παρ’ όλο που παραδέχεται ότι δεν είναι δυνατή η δημιουργία ενός μοντέλου που θα περιλαμβάνει όλους τους κατοίκους της Γης χρησιμοποιώντας πληροφορίες από την προσωπική ζωή τους, το FuturICT οραματίζεται ωστόσο έναν «παγκόσμιο προσομοιωτή», τροφοδοτούμενο από ένα «πλανητικό νευρικό σύστημα», ένα παγκόσμιο δίκτυο αισθητήρων που κάθε δευτερόλεπτο καταγράφει και συγκεντρώνει δισεκατομμύρια ατομικά και περιβαλλοντικά δεδομένα. Ιδανικά, αυτός ο προσομοιωτής θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει ένα μοντέλο λειτουργίας των κοινωνιών, όπως ήδη κάνουμε για τα σύνθετα συστήματα στη φυσική, και έτσι να είμαστε σε θέση να δοκιμάζουμε τις επιπτώσεις διαφορετικών πολιτικών. Ακριβώς όπως όλοι οι χημικοί στις μέρες μας μπορούν να πουν «κι αν αναμείξω λίγο ζιρκόνιο με τον χαλκό ώστε να δρα καλύτερα ως καταλύτης στην παραγωγή καυσίμων;» και να δοκιμάσουν την ιδέα τους in silicio (στον υπολογιστή), οι ερευνητές θα μπορούσαν λοιπόν να πουν: «Κι αν αύξανα την κινητικότητα των ατόμων, θα μπορούσα άραγε να καταλήξω σε μια πιο αλληλέγγυα κοινωνία;» Ωστόσο, τέτοια εξατομικευμένα μοντέλα, όπου κάθε ανθρώπινο ον αναπαρίσταται ως φορέας οικονομικής δραστηριότητας που ακολουθεί έναν απλό κανόνα, συχνά δυσκολεύονται να αναπαραγάγουν την πραγματικότητα. Για να πειστούμε, αρκεί να κοιτάξουμε μερικά από τα θεωρητικά άρθρα που έχουν αφιερωθεί στη δημιουργία μοντέλων βασισμένων στην «τραγωδία των κοινών αγαθών», τις καταστάσεις εκείνες όπου το ατομικό συμφέρον θα ωθούσε τον καθένα να υπερεκμεταλλευθεί ένα μοιραζόμενο αγαθό (ένα κοινόχρηστο βοσκοτόπι, για παράδειγμα) σε βάρος της συλλογικότητας, άρθρα που όλα επιβεβαιώνουν τη δυσκολία αποφυγής αυτής της υπερεκμετάλλευσης. Όπως όμως έδειξε μια εμπειρική εργασία, που το 2009 απέφερε στην Έλινορ Όστρομ5 το βραβείο της Τράπεζας της Σουηδίας στις οικονομικές επιστήμες εις μνήμην του Αλφρέδου Νόμπελ, οι κοινοί κανόνες, οι οικογενειακοί δεσμοί, οι συζητήσεις πρόσωπο με πρόσωπο παίζουν ρόλο-κλειδί στη συγκρότηση μιας πραγματικής συνεργασίας, με στόχο την αποφυγή της «τραγωδίας». Όμως, αυτοί οι παράγοντες βρίσκονται έξω από την εμβέλεια των προσομοιώσεων... Οι αναλογίες με τη φυσική αποτελούν πλάνη για πολλούς λόγους. Οι μέθοδοι των φυσικών επιστημών είναι έγκυρες στο μέτρο που οι επιστήμονες δεν εργάζονται στο ίδιο το φυσικό υλικό, αλλά πάνω σε τεχνητά υλικά, καθαρισμένα και ελεγχόμενα στο εργαστήριο. Εξάλλου, οι εφαρμογές των υποσχέσεων που δίνουν τα εικονικά «χωνευτήρια» είναι ακόμη σπάνιες, καθώς τα βέλτιστα υλικά είναι δύσκολο ή πολύ ακριβό να παρασκευαστούν. Τα αποτελέσματα του «παγκόσμιου προσομοιωτή» δεν θα έχουν συνεπώς εφαρμογή παρά σε κοινωνίες αρκούντως ελεγχό-

Το FuturICT οραματίζεται έναν «παγκόσμιο προσομοιωτή», τροφοδοτούμενο από ένα «πλανητικό νευρικό σύστημα», ένα παγκόσμιο δίκτυο αισθητήρων που κάθε δευτερόλεπτο καταγράφει και συγκεντρώνει δισεκατομμύρια ατομικά και περιβαλλοντικά δεδομένα

μενες ώστε να εγγυώνται την ορθότητα των «κοινωνικών νόμων», όπως οι «οικονομικοί νόμοι» δεν αποδεικνύονται έγκυροι παρά μόνο σε έναν κόσμο διαμορφωμένο από τους οικονομολόγους, χάρη στη χρηματική αποτίμηση όλων των αξιών. Αν πιστεύουμε σε αυτούς τους νόμους, σημαίνει ότι ξεχνάμε πως οι χρηματοπιστωτικές αγορές δημιουργήθηκαν σύμφωνα με ένα θεωρητικό μοντέλο που κρίθηκε βέλτιστο σύμφωνα με μια ιδεολογία (η οποία είτε υπονοείται είτε όχι). Στο κοινωνικό πεδίο, σημαίνει ότι αρνούμαστε να διερευνήσουμε την πολιτική διάσταση της αιτιολόγησης των κοινωνικών κανόνων. Είναι γεγονός ότι ένας από τους επαναλαμβανόμενους όρους στις παρουσιάσεις του σχεδίου είναι η «ελαστικότητα», όρος που εξουδετερώνει την πι-

θανότητα συγκρούσεων. Ωστόσο, το FuturICT έχει δίκιο σε ένα θεμελιώδες ζήτημα: τη σπουδαιότητα που έχει για την ακαδημαϊκή κοινότητα να αξιοποιήσει την ψηφιοποίηση της κοινωνίας - πεδίο στο οποίο οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, ιδίως η Google και το Facebook, έχουν αναλάβει τον ηγετικό ρόλο. Η χρήση αυτών των δεδομένων φαίνεται πως δεν μπορεί να οδηγηθεί παρά προς δύο κατευθύνσεις: είτε προς την ενίσχυση της υπολογιστικής δύναμης ενός κέντρου που θα αξιώνει την καθοδήγηση της κοινωνίας είτε προς την ανάπτυξη εργαλείων που θα επιτρέπουν τον συντονισμό της διασκορπισμένης νοημοσύνης. Το FuturICT επέλεξε την οπτική σύμφωνα με την οποία τα άτομα που χρησιμοποιούνται στο μοντέλο αποτελούν τα μόρια ενός οργανισμού του οποίου ο εγκέφαλος βρίσκεται αλλού, υιοθετώντας μια στρατηγική ανάλυσης τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων. Ή αλλιώς, πίσω από τα big data κρύβεται ο Big Brother. Εντούτοις, αν παραδεχθούμε την ύπαρξη νοημοσύνης στα άτομα και όχι μόνο στους συγκεντροποιητικούς θεσμούς, ένας άλλος ψηφιακός κόσμος μπορεί να αναδυθεί. Ήδη από το 1975, ένας ερασιτέχνης είχε επινοήσει ένα λογισμικό για να βοηθήσει τους ανθρώπους να διαχειρίζονται μια μικρή προσωπική βάση τροφικών δεδομένων, καταχωρίζοντας αυτόματα τις αγορές και προτείνοντας συνταγές. Τότε, αποτελούσε επιστημονική φαντασία, σήμερα όμως αρχίζουν να εμφανίζονται προγράμματα που επιτρέπουν στον καθένα να καταχωρίζει τα δεδομένα του, να τα οργανώνει και να τα κοινοποιεί όποτε αυτός επιθυμεί στις επιχειρήσεις ή στις αρχές, διατηρώντας ταυτόχρονα τον έλεγχό τους6. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από τον στόχο του έργου που έχει αναρτηθεί στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «τη

δημιουργία και τη λειτουργία παρατηρητηρίων κρίσεων και συστημάτων υποστήριξης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων εκ μέρους των επιχειρηματικών και πολιτικών ιθυνόντων», κάτι που θα προσδιόριζε μια πολύ περίεργη δημοκρατία...

Αν δεν υπάρχει άλλη ένδειξη, όλες οι παραπομπές προέρχονται από τον ιστότοπο www.futurict.eu. 1

Βλ. Philippe Rivière, «Allende, l’informatique et la révolution», Le Monde Diplomatique, Ιούλιος 2010. 2

3 (Σ.τ.Μ.): Έτσι αποκαλούνται στη Γαλλία τα τριάντα χρόνια που ακολούθησαν το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1945-1975), κατά τη διάρκεια των οποίων αυξήθηκε κατακόρυφα η οικονομική και κοινωνική ευμάρεια. 4 «La Politique des grands nombres. Histoire de la raison statistique», εκδ. La Découverte, 1993. Στα ελληνικά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2005.

Elinor Ostrom, «Gouvernance des biens communs. Pour une nouvelle approche des ressources naturelles», De Boeck, Βρυξέλλες, 2010. Βλ. επίσης Hervé Le Crosnier, «Elinor Ostrom ou la reinvention des biens communs», Puces savantes, 15 Ιουνίου 2012, http://blog.mondediplo.net/2012-06-15Elinor-Ostrom-ou-la-reinvention-des-bienscommuns. 5

6

Για παράδειγμα, το Mydex.org. EΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΟΥΤΣΗΣ


LE

MONDE

8/40

Η ΑΥΓΗ

diplomatique

ΚΥΡΙΑΚΗ 12 ΜΑΪΟΥ 2013

Η νέα ηλεκτρονική έκδοση της Le Monde diplomatique

Σ

χεδόν είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία της ιστοσελίδας της, της πρώτης στον γαλλικό Τύπο, η Le Monde diplomatique εγκαινιάζει μια νέα ηλεκτρονική έκδοση, διαθέσιμη σε όλους τους συνδρομητές της. Με αυτό το «χειροποίητο» διαδικτυακό λανσάρισμα, το οποίο έφτιαξε η μικρή ομάδα που ασχολείται με την ιστοσελίδα σε καθημερινή βάση, δεν γιορτάζουμε τις αρετές της διαδραστικότητας ούτε προτείνουμε κάποιο θαυμαστό αποκλειστικό περιεχόμενο: σκοπεύουμε, κυρίως, να σας δώσουμε τη δυνατότητα να διαβάζετε την εφημερίδα παντού και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Για να διαβάσετε την εφημερίδα σε ταμπλέτα, εκτός από την όποια σύνδεση στο Διαδίκτυο, προτείνουμε, αντί για διάφορες εφαρμογές που ταιριάζουν σε αντίστοιχες συσκευές, να κατεβάσετε την εφημερίδα σε μορφή ηλεκτρονικού βιβλίου (e-book). Οι συνδρομητές μας μπορούν να φορτώσουν τα βιβλία κατευθείαν από την ιστοσελίδα μας. Η πρόσβαση στην ψηφιακή έκδοση της ιστοσελίδας μας, καθώς και τα ηλεκτρονικά βιβλία, έχουν δομηθεί κυρίως με βάση το ελεύθερο λογισμικό. Η ομάδα της Le Monde diplomatique παραμένει πιστή στις αρχές που διέπουν την ιστοσελίδα της από την παρθενική της εμφάνιση στις 4 Φεβρουαρίου του 1995: να διατηρήσει την τεχνογνωσία και τον πειραματικό χαρακτήρα της παραγωγής μας. Έτσι, γεννήθηκε το «Σύστημα δημοσιεύσεων για το Διαδίκτυο», ένα λογισμικό που είναι πιο γνωστό με το όνομα SPIP, το οποίο υποστηρίζει μέχρι σήμερα τη βάση για τα αρχεία μας και παραμένει το εργαλείο για την εξέλιξή μας. Το εργαλείο αυτό έπαιξε ουσιαστικό ρόλο με την εμφάνιση της «Ένωσης για τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και τη δράση πολιτών» (Attac) το 1998, αμέσως μόλις η ιστοσελίδα μας αποκάλυψε το σχέδιο για την Πολυμερή Συμφωνία Επενδύσεων υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ. Αυτή η σχεδόν αποκλειστική χρήση ελεύθερου λογισμικού ενισχύει την ανεξαρτησία μας απέναντι στο τάδε ή στο δείνα μεγαθήριο της πληροφορικής. Κόντρα στη δικτατορία του στιγμιαίου που επιβάλλουν οι μεγάλες ενημερωτικές ιστοσελίδες, η Le Monde diplomatique επικεντρωνόταν πάντα στην επιστροφή στο παρελθόν, στον χρόνο, στην Ιστορία. Επομένως, το γεγονός ότι το λανσάρισμα της ηλεκτρονικής της έκδοσης συμπίπτει με την πλήρη ψηφιοποίηση των αρχείων του εντύπου από το 1954 δεν οφείλεται στην τύχη. Η συνδρομή στην ηλεκτρονική έκδοση δίνει τη δυνατότητα στους αναγνώστες να συνδέσουν τις φωτιές του παρόντος με τις στάχτες του παρελθόντος και να επιδοθούν με αυτό τον τρόπο σε μια πνευματική γυμναστική την οποία επιχειρεί να καταστήσει παρωχημένη η συνεχής ροή πληροφοριών: να συνδέσει τα αίτια με τις συνέπειες. Σύνοδος του Μπαντούνγκ και δημιουργία του

Δεν είναι μόνο η Αυγή που ομόρφυνε και πλούτισε τη σελίδα της στο Διαδίκτυο. Η Le Monde diplomatique μόλις αναβάθμισε και αυτή τη σελίδα της

κινήματος των αδεσμεύτων, γαλλοβρετανική αποστολή στο Σουέζ (1956), επέμβαση των Σοβιετικών στη Βουδαπέστη την ίδια χρονιά, ανεξαρτητοποίηση των αφρικανικών κρατών, κρίση των πυραύλων στην Κούβα (1962), πόλεμος στο Βιετνάμ, πραξικόπημα κατά του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή (1973), προεδρία του Ρόναλντ

Ρίγκαν στις ΗΠΑ (1981 - 1989), πρώτη και δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα, πτώση του Τείχους του Βερολίνου και τέλος της Σοβιετικής Ένωσης (1989 - 1991), πόλεμοι στη Γιουγκοσλαβία, ευρωπαϊκή διεύρυνση, ανάδυση της Κίνας και της Ινδίας ως παγκόσμιων δυνάμεων: είναι τόσα τα ιστορικά μονοπάτια που το αρχείο μας προτείνει να ανακαλύψετε, να συγκρίνετε, να κατανοήσετε. Παρά τον τίτλο της, η μηνιαία εφημερίδα μας δεν ενδιαφέρεται μόνο για τις γεωπολιτικές αναταραχές. Παρακολούθησε τις απόπειρες για τη δημιουργία μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής τάξης τη δεκαετία του 1970, την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού και της οικονομίας του χρήματος, τις κοινωνικές αντιστάσεις, τις εξελίξεις στον χώρο της εργασίας, τις μάχες και τις κατακτήσεις των γυναικών. Τέλος, επειδή δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε τις πολιτικές μεταβολές από τις επιστημονικές και τις πολιτισμικές, το έντυπό μας ανέλυσε επίσης την κατάκτηση του διαστήματος, την επέλαση των ρομπότ, την επανάσταση του Διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών. Κανείς, επίσης, δεν εκπλήσσεται βρίσκο-

ντας στις στήλες της κείμενα μεγάλων συγγραφέων όλων των ηπείρων: Τζέιμς Μπάλντουϊν, Τζον Μπέρτζερ, Μαχμούτ Νταρουίς, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Εδουάρδο Γκαλεάνο, Ναντίν Γκόρντιμερ, Χουάν Γοϊτισόλο, Γκίντερ Γκρας, Ελφρίντε Γέλινεκ, Σούκι Κιμ, Ντόρις Λέσινγκ, Αλία Μαμντούχ, Κενζαμπούρο Όε, Αρουντάτι Ρόι, Γουόλε Σογίνκα, Μάριο Βάργας Λιόσα, Κρίστα Βολφ... Νιώθει κανείς τεράστια ικανοποίηση ανατρέχοντας έτσι στον χρόνο, μετατρέποντας την Ιστορία σε εργαλείο γνώσης για να κατανοήσει το παρόν - και σε όπλο για να χαράξει το μέλλον. Ανάγνωση επί χάρτου, ανάγνωση και επί της οθόνης: όπως η έντυπη έκδοση, έτσι και η ηλεκτρονική έχει ανάγκη από βελτιώσεις και εξέλιξη. Υπολογίζουμε στις παρατηρήσεις και τις προτάσεις σας. Γιατί, όποια υποστήριξη κι αν έχουμε, το μέλημά μας είναι πάντα να βελτιώσουμε αυτή την κοινότοπη όσο και πολύτιμη πρακτική: την ανάγνωση μιας εφημερίδας.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΟΡΙΝΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.