Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2013 TEYXOΣ 29
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
OIKONOMIA
Περί γερμανικής κυριαρχίας (τι είναι και τι δεν είναι) Του Frédéric Lordon*
Μ
ε κύριο άξονα την επικείμενη εκδίκαση στη Γερμανία της συνταγματικότητας των προγραμμάτων Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και Οριστικών Νομισματικών Συναλλαγών, ο Frédéric Lordon διερευνά τη γερμανική οικονομική ηγεμονία στην Ευρωζώνη και αποκαλύπτει τα τρωτά της σημεία: όχι μόνο την αδυναμία της αλλά και -αναπάντεχα- την απροθυμία της να ηγεμονεύσει. Έχει, άραγε, σκοπό να συνειδητοποιήσει, κάπως σύντομα, η Γερμανία την κλιμακούμενη δυσαρέσκεια που επικρατεί όχι μόνο στον ευρωπαϊκό Νότο - τον οποίο, ούτως ή άλλως, απαξιώνει λόγω κάποιου είδους «οικονομικού ρατσισμού» - αλλά και στην καρδιά της Ευρώπης και ιδιαίτερα στη Γαλλία; Γιατί, όσο κι αν εκθειάζεται η ιερότητα του «γαλλογερμανικού άξονα», είναι αναπόφευκτο να μην αναδυθούν κάποιες επώδυνες αλήθειες, αρχικά στο περιθώριο, όπου σχετικά εύκολα μπορεί να αμφισβητηθούν, αλλά σύντομα πολύ ευρύτερα στο προσκήνιο. Η Ευρώπη, η οποία
*Ο Frédéric Lordon είναι οικονομολόγος, συγγραφέας του «Jusqu’à quand? Pour en finir avec les crises financières», Raisons d’agir, Παρίσι.
υποτίθεται ότι διέπεται από την αρχή της ισότητας των λαών, βρίσκεται σήμερα κάτω από την κυριαρχία ενός μόνο εξ αυτών - με τη σιωπηρή ανοχή, είναι αλήθεια, του άτολμου «ισότιμου εταίρου» της, της Γαλλίας. Έτσι, διαμορφώνεται η παρούσα θλιβερή ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ωστόσο, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή όταν αναφερόμαστε στη «γερμανική κυριαρχία», γιατί ακόμη κι αν το γεγονός αυτό καθεαυτό επιβεβαιώνεται, η κατανόησή του χρήζει περαιτέρω εξηγήσεων. Και πρώτα απ’ όλα τι εννοούμε «η Γερμανία»; Διότι δεν είναι πάντοτε οι ίδιες οντότητες που αλληλεπιδρούν με τους διάφορους παράγοντες που καθορίζουν την ιδέα της «κυριαρχίας». Αναφερόμαστε, για παράδειγμα, στη βιομηχανική κυριαρχία; Αν ναι, τότε δεν μιλάμε για την κυριαρχία της Γερμανίας-έθνους αλλά της Γερμανίας-κεφαλαίου, δηλαδή του γερμανικού κεφαλαίου, γεγονός που συνεπάγεται αρκετές διαφορές. Οι γερμανικές επιχειρήσεις, έρμαια της τάσης τους για ανάπτυξη ως χαρακτηριστικές οικονομικές οντότητες και σε αυτό όμοιες με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, προσπαθούν να εξοντώσουν τους αντιπάλους τους, δίνοντας μάχη για την κατάκτηση του μεγαλύτερου μεριδίου της αγοράς, όπως υπαγορεύει η απλή λογική του κεφαλαίου (το οποίο δεν έχει πατρίδα)[1], αναζητώντας συστηματικά το συγκριτικό πλεονέκτημα που θα τους εξασφαλίσει την οικονομική υπεροχή. Δεν απαιτείται, λοιπόν, καμία επιπρόσθετη υπόθεση
εργασίας για να επιβεβαιωθεί το γεγονός αυτό, ούτε απαιτείται η επίκληση κάποιας τάσης εθνικής κυριαρχίας, διότι η τάση κυριαρχίας είναι σύμφυτη με τη λογική του κεφαλαίου και διοχετεύεται από τις ιδιωτικές καπιταλιστικές οντότητες. Άρα, αναμφισβήτητα υπάρχει επίδειξη ισχύος από την πλευρά κάποιων γερμανικών καπιταλιστικών πόλων, αλλά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κίνηση αυτή αποτελεί μέρος κάποιου ευρύτερου εθνικού σχεδίου. Ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δεν αποκλείει το γεγονός ότι, πέρα από τις ιδιωτικές καπιταλιστικές οντότητες, και η ίδια η Γερμανία, ως εθνικό κράτος, να επιχειρεί να αναδείξει και να προβάλλει τη σημερινή της κυριαρχία. Αλλά με ποιον ακριβώς τρόπο; Όχι ακριβώς με αυτόν που αυθορμήτως θα αναμέναμε λόγω της δεδομένης ηγεμονικής της θέσης στην Ευρώπη. Διότι, παραδόξως, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η Γερμανία διατηρεί μια δυστυχισμένη ή έστω άβολη σχέση με την ίδια της την κυριαρχία. Στα ήρεμα και χαλαρά χρόνια του «Κλιντονισμού», ο Ρίτσαρντ Χάας έγραφε το 1997 -συνδυάζοντας τον αόριστο κεντρώο ιδεολογικό προσανατολισμό του[2] με τη «ρεαλιστική» του στάση απέναντι στην εξωτερική πολιτική- ότι οι ΗΠΑ βρέθηκαν στη θέση του «reluctant sheriff» (του απρόθυμου σερίφη), διότι, ενώ είχαν εγκαταλείψει οποιοδήποτε ανοιχτά ιμπεριαλιστικό σχέδιο [3], συνέχιζαν να έχουν de facto την ευθύνη για τη διατήρηση της παγκόσμιας τάξης, γεγονός που τις υποχρέωνε να συ-
ναινούν με πρακτικές «αστυνομικής» κυριαρχίας. Ανεξαρτήτως αν η άποψη αυτή επαληθεύεται ή όχι στην περίπτωση των ΗΠΑ [4], υπάρχει στην ιδέα αυτή της άσκησης της κυριαρχίας «με βαριά καρδιά» κάτι που ταιριάζει αρκετά καλά στη σημερινή Γερμανία στο ιδιαίτερο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης. Η Γερμανία ασφυκτιά από την ίδια της την κυριαρχία, δεν ξέρει πώς να τη διαχειριστεί και εξαιτίας του γεγονότος αυτού, εδώ και αρκετό καιρό προσπαθεί να πείσει τον εαυτό της ότι δεν τη θέλει ή, για να είμαστε πιο ακριβείς -και στο σημείο αυτό η ακρίβεια παίζει καθοριστικό ρόλο- ότι δεν θέλει ένα συγκεκριμένο τμήμα ή κάποιο συγκριμένο τύπο της. Η γερμανική κυριαρχία είναι νομισματική και είναι αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που την ωθεί ταυτόχρονα και προς την επιθυμία να την ασκήσει αλλά και προς ένα συναίσθημα αμηχανίας απέναντι σε αυτή. Σε αμηχανία, διότι λόγω της προγενέστερης εμπειρίας του κανόνα του δολαρίου, η Γερμανία γνωρίζει πολύ καλά ποιο είναι το κόστος της ηγεμονίας σε ένα παγκόσμιο νομισματικό καθεστώς. Η θεωρία της ηγεμονικής σταθερότητας του Κίντλεμπεργκερ, ακόμα κι αν σήμερα δεν είναι τόσο διαδεδομένη όσο ήταν όταν πρωτοεμφανίστηκε, συλλαμβάνει την πιθανή ύπαρξη διεθνών συστημάτων στα οποία κυριαρχεί μια δύναμη, με το μονοπώλιο της ηγεμονίας να δημιουργεί σταθεροποιητικά αποτελέΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 26