LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014 TEYXOΣ 53
diplomatique
Ο κόσμος από τη σκοπιά της Τεχεράνης
Η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η οποία υπογράφτηκε τον Νοέμβριο στη Γενεύη, αποτελεί σημαντικό σταθμό στην πορεία προσέγγισης μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης μετά από περισσότερες από τρεις δεκαετίες αντιπαραθέσεων. Οπωσδήποτε, τα εμπόδια παραμένουν πολλά, αλλά η ισλαμική δημοκρατία φαίνεται αποφασισμένη να επωφεληθεί από τα νέα δεδομένα στη Μέση Ανατολή και να προχωρήσει σε εποικοδομητικό διάλογο τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και με τις γειτονικές της χώρες. Του Shervin Ahmadi*
A
ι δύο χώρες γνωρίζονται από παλιά. Από τη μία πλευρά, ο ρόλος της CIA στο πραξικόπημα κατά της εθνικιστικής κυβέρνησης του Μοχάμεντ Μοσαντέγκ, το 1953. Από την άλλη, οι όμηροι στην αμερικανική πρεσβεία, το 1979. Στο Ιράν, όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα επεισόδια αυτά παραμένουν ακόμη ιδιαίτερα ζωντανά στη συλλογική μνήμη. Παρ’ όλα αυτά, η Τεχεράνη φαίνεται να θέλει να γυρίσει σελίδα και να δείξει για πρώτη φορά εμπιστοσύνη στην αμερικανική κυβέρνηση του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα. Πρόκειται για απόφαση με ανυπολόγιστο αντίκτυπο στην περιφερειακή πολιτική κονίστρα. Η στροφή αυτή όχι μόνο δεν είχε στοιχεία αυτοσχεδιασμού, αλλά ήταν πολύ προσεκτικά προετοιμασμένη, όπως δείχνει ο τρόπος με τον οποίο οργανώθηκαν οι τελευταίες προεδρικές εκλογές στο Ιράν. Το καθεστώς, επιθυμώντας να αποφύγει κάθε κίνδυνο αντιπαραθέσεων μεταξύ των εμπίστων του, παραμέρισε όλους τους αμφιλεγόμενους υποψηφίους. Οι ψηφοφόροι αντιλήφθηκαν σωστά το κρυφό διακύβευμα των εκλ γών και ψή-
* O Shervin Ahmadi είναι υπεύθυνος της ιρανικής έκδοσης της Le Monde diplomatique.
φισαν μαζικά υπέρ του υποψηφίου που υποστήριζε τον τερματισμό της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ. Ο νέος πρόεδρος Χασάν Ροχανί, που εξελέγη από τον πρώτο γύρο με ποσοστό συμμετοχής 72%, ήταν πια σε θέση ισχύος για να διαπραγματευθεί. Η επιλογή αυτή δεν πηγάζει από μια αγγελική θεώρηση της κυβέρνησης Ομπάμα και των προθέσεών της: η Τεχεράνη είναι πεπεισμένη ότι η κατάσταση στη διεθνή και περιφερειακή σκηνή έχει εξελιχθεί και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πλέον σε θέση να ξεκινήσουν πόλεμο εναντίον της. Οι επιφυλάξεις του Αμερικανού προέδρου να διατάξει στρατιωτικά πλήγματα κατά της Συρίας και η προσχώρησή του στη λύση της καταστροφής του χημικού οπλοστασίου του Μπασάρ Αλ Άσαντ επιβεβαίωσαν την αλλαγή στις περιφερειακές ισορροπίες. Μολονότι ο ρόλος της Ρωσίας υπογραμμίστηκε από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης,1 οι Ιρανοί διαβεβαίωναν από την αρχή ότι η πρόταση για καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας ήταν δική τους και ότι οι ίδιοι είχαν πείσει τη Δαμασκό να την αποδεχθεί. Ό,τι κι αν συνέβη, η αμερικανική στροφή έπεισε την ισλαμική δημοκρατία ότι είχε έρθει πια η ώρα όχι του πολέμου, αλλά της διαπραγμάτευσης, έστω κι αν θα χρειαζόταν να υποχωρήσει σε ορισμένα σημεία για να εξομαλυνθούν οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον. Οι δύο χώρες έχουν ορισμένα κοινά στρατηγικά συμφέροντα στο Αφγανιστάν και στο
Η Τεχεράνη έχει καθορίσει εδώ και πολύ καιρό τους στρατηγικούς άξονες της πολιτικής της, οι οποίοι υπαγορεύονται από τους συσχετισμούς δυνάμεων, παρά από την ιδεολογία
Ιράκ και έχουν τις ίδιες ανησυχίες για τις εξελίξεις στο Πακιστάν. Διατηρούν, όμως, και ανταγωνιστικές πολιτικο-στρατιωτικές συμμαχίες. Το Ιράν υποστηρίζει τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, τη Συρία και την παλαιστινιακή Χαμάς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε συμμαχία με τις πετρελαιοπαραγωγούς μοναρχίες του Κόλπου και με το Ισραήλ. Ακόμη κι αν η Μέση Ανατολή γίνεται λιγότερο σημαντική για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δεσμοί αυτοί είναι αδιανόητο να τεθούν υπό αμφισβήτηση. Στον οικονομικό τομέα μια προσέγγιση θα μπορούσε να καταλήξει σε γρήγορα αποτελέσματα, όπως το ξεπάγωμα των ιρανικών περιουσιακών στοιχείων στις Ηνωμένες Πολιτείες και η υπογραφή επικερδών συμβάσεων σε κλάδους όπου το Ιράν έχει επείγουσες ανά-
γκες, ιδιαίτερα στην αεροπλοΐα. Οι αμερικανικές εταιρείες είναι καλά τοποθετημένες για να τις αποσπάσουν, καθώς, παρά τις κυρώσεις κατά του Ιράν, έχουν διατηρήσει έμμεση παρουσία στη χώρα. Άλλο πλεονέκτημα; Η σημαντική ιρανική διασπορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία διατηρεί πάντοτε τους δεσμούς της με τη μητέρα πατρίδα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν, επίσης, συμπαγή πολιτιστική βάση στο Ιράν, το οποίο, κατά παράδοξο τρόπο, είναι η μόνη χώρα της περιοχής μαζί με το Ισραήλ- όπου δεν υπάρχει εχθρικό, αντιαμερικανικό αίσθημα, καθώς η σχετική προπαγάνδα έχει αποδειχθεί αντιπαραγωγική. Αλλά ο αναπροσανατολισμός της εξωτερικής πολιτικής του Ιράν δεν αφορά μόνο τις σχέσεις με την Ουάσιγκτον. Κάθε άλλο. Η Τεχεράνη έχει καθορίσει εδώ και πολύ καιρό τους στρατηγικούς άξονες της πολιτικής της, οι οποίοι υπαγορεύονται από τα περιφερειακά της συμφέροντα και από τους συσχετισμούς δυνάμεων μάλλον, παρά από την ιδεολογία. Τα τελευταία δέκα χρόνια, τα βήματα προόδου του ιρανικού καθεστώτος στη διεθνή σκηνή είναι εντυπωσιακά. Το καθεστώς κινήθηκε με μεγάλη επιδεξιότητα και ρεαλισμό στο πεδίο αυτό, το δεύτερο σημαντικότερο στα μάτια των Ιρανών ηγετών μετά το στρατιωτικό πεδίο. Αρκετά εξειδικευμένα κέντρα έρευνας δημιουργήθηκαν γύρω από το Συμβούλιο των Ανώτατων Συμφερόντων του καθεστώτος και γύρω από το υπουργείο Εξωτερικών. Από το 1997, το Κέντρο Στρατηγικών Μελετών, που ιδρύθηκε το 1989, κάτω από την εποπτεία του Συμβουλίου, εκπονεί διαρκώς μελέτες για ζητήματα - κλειδιά και τις προωθεί στην ηγεσία της χώρας. Μέρος των μελετών αυτών δημοσιεύεται στην τρίμηνη έκδοση του κέντρου, στο οποίο επικεφαλής ήταν ο Ροχανί, ο σημερινός πρόεδρος της χώρας.2 Οι αναλύσεις που γίνονται εκεί και οι οποίες απέχουν πολύ από το ύφος της επίσημης προπαγάνδας, θυμίζουν πολύ περισσότερο τις παραδοσιακές αρχές της στρατηγικής, ενώ το περιοδικό δεν διστάζει να συνεργάζεται και με ξένους ειδικούς. Το Ιράν κινείται μέσα σε ένα πολύπλοκο περιβάλλον επιδεικνύοντας μεγάλη ευελιξία. Στο ανατολικό μέτωπο το Πακιστάν αποτελεί την κύρια πηγή ανησυχίας. Ο ρόλος του Πακιστάν στο Αφγανιστάν, η συμμαχία του με τις ΗΠΑ, το καταφύγιο που προσφέρει στους πιο ακραίους ισλαμιστές, για να μη μιλήσει κανείς για το πυρηνικό του οπλοστάσιο, προκαλούν ανησυχία στο Ιράν, όπως επίσης και η αστάθεια που πηγάζει από τις αντιφατικές δεσμεύσεις της γειτονικής χώρας. Αποφεύγοντας να θίξει το ζήτημα της τύχης των σιιτών του Πακιστάν,3 η Τεχεράνη ελπίζει να σταθεροποιήσει ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 4
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
ΙΡΑΚ ΣΥΡΙΑ Στο Ιράκ η βία εξαπλώνεται καθημερινά. Ποτέ δεν είχε φτάσει σε τέτοια κλιμάκωση μετά το τέλος του πολέμου των πολιτοφυλακών, μεταξύ 2006 και 2008, και την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών, στα τέλη του 2011. Η κρίση στη Συρία υποδαυλίζει, εξάλλου, την αντιπαλότητα και στο γειτονικό Ιράκ. Στη Βαγδάτη ο πρωθυπουργός Νούρι Αλ Μαλίκι ακολουθεί πολιτική θρησκευτικών διακρίσεων. Και η διεύρυνση του πεδίου των μαχών αποσταθεροποιεί ολόκληρη την περιοχή. Του Feurat Alani*
A
ώς σταματάμε έναν καμικάζι;». Να η ερώτηση που απασχολεί την κυβέρνηση στη Βαγδάτη, στις 30 Νοεμβρίου 2013, πάνω από δέκα χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν. Αντιμέτωπες με τις καθημερινές δολοφονικές επιθέσεις, οι δυνάμεις ασφαλείας του ιρακινού κράτους οργάνωσαν σεμινάριο για να βοηθήσουν τους ιδιοκτήτες καφενείων. Πρόσληψη ιδιωτικού φρουρού, περιορισμός των πελατών: περίπου εκατό έμποροι από τη Βαγδάτη άκουσαν τις συμβουλές των ελάχιστα πειστικών, ουσιαστικά ανήμπορων, αστυνομικών. Ολόκληρη η χώρα συγκλονίζεται από επιθέσεις που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 6.000 ανθρώπους, το 2013. Εύλογη είναι η διαπίστωση ότι η κυβέρνηση, αφού δεν καταφέρνει να εξαλείψει τη βία, προσπαθεί να ζήσει μαζί της. «Πάντα η ίδια ιστορία. Όταν μια βόμβα εκραγεί σε κάποια
«
* Ο Feurat Alani είναι δημοσιογράφος.
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Καταστροφή του ΚΡΑΤΟΥΣ, βία των ΠΟΛΙΤΟΦΥΛΑΚΩΝ αγορά, η αστυνομία και ο στρατός επιβάλλουν απαγόρευση κυκλοφορίας στην περιοχή, αλλά φτάνουν πάντοτε μετά! Η κυβέρνηση λειτουργεί σαν πυροσβέστης, σβήνοντας τη φωτιά. Αλλά το θέμα είναι να σταματήσει τους πυρομανείς«, λέει εξοργισμένος ο Μοκλάς Αλ Ζουράισι, δημοσιογράφος που ζει στη Βαγδάτη. Στην πρωτεύουσα του Ιράκ κάθε οικογένεια φέρνει στο μυαλό της ξανά και ξανά την τραγική ιστορία της, την πίκρα της και τους νεκρούς της. «Μετά το τέλος της αμερικανικής κατοχής, τίποτα δεν άλλαξε. Εκρήξεις τότε, εκρήξεις και τώρα. Το ίδιο ισχύει για την ανεργία και για τα υπόλοιπα προβλήματα που περνούν οι Ιρακινοί. Οι Αμερικανοί μάς άφησαν τον θάνατο για κληρονομιά. Τουλάχιστον, οι Άγγλοι είχαν κατασκευάσει γέφυρες και σχολεία«, δηλώνει κάτοικος της Βαγδάτης κάνοντας αναφορά στην κατοχή της χώρας από τους Βρετανούς μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα αίτια της βίας είναι πολλαπλά. Για να τα κατανοήσει κανείς, πρέπει να επιστρέψει στο 2003, λίγο μετά την πτώση του μπααθικού καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν. Ο Αμερικανός διοικητής Πολ Μπρέμερ αποφασίζει να διαλύσει τους μηχανισμούς ασφαλείας του ιρακινού κράτους και να το εκκαθαρίσει από τα «μπααθικά» στοιχεία. Πρόκειται για αυθαίρετη και καταστροφική πολιτική επιλογή, που θέτει στο κοινωνικό περιθώριο σχεδόν ένα εκατομμύριο ανθρώπους με προσόντα και πείρα. Μέσα σε λίγες ημέρες, το Ιράκ περνά από ένα ασφυκτικό αστυνομικό καθεστώς σε μια διοικητική έρημο. Η πολιτική αυτή εκκαθάριση, που είχε στόχο όποιον είχε συνεργαστεί στενά ή και πιο χαλαρά με το καθεστώς, εξηγεί, σε κάποιο βαθμό, την ευάλωτη θέση της χώρας. Η αποδυνάμωση του κράτους προκάλεσε με σχεδόν φυσικό τρόπο την όξυνση των θρησκευτικών εντάσεων μεταξύ σουνιτών και σιιτών, οι οποίες έφτασαν στο απόγειό τους μετά την επίθεση στο μαυσωλείο της Σαμάρα, έναν ιερό τόπο των σιιτών, στις 21 Φεβρουαρίου 2006. Εκείνη την εποχή το συγκεκριμένο γεγονός είχε εκληφθεί ως κήρυξη πολέμου. Παρά τις εκκλήσεις για ηρεμία από όλες τις θρησκευτικές ηγεσίες, σιίτες μαχητές εκδικήθηκαν χτυπώντας σουνιτικά τζαμιά. «Ήταν η δική μας 11η Σεπτεμβρίου«, θυμάται ένας Ιρακινός, του οποίου ο αδελφός δολοφονήθηκε από κάποιον μαχητή κατά τη διάρκεια των αντιποίνων. Για περισσότερα από δύο χρόνια, οι σιιτι-
κές πολιτοφυλακές, ιδιαίτερα οι δύο πιο γνωστές -ο Στρατός του Μάχντι, του σαντριστικού κινήματος, και η ταξιαρχία Μπαντρ του Ανώτατου Ισλαμικού Συμβουλίου του Ιράκ-,1 οργάνωναν εφόδους εναντίον σουνιτών, τους απήγαν και, συνήθως, τους βασάνιζαν και τους εκτελούσαν. Σουνιτικές πολιτοφυλακές απάντησαν πλήττοντας τις σιιτικές γειτονιές της Βαγδάτης με παγιδευμένα αυτοκίνητα. Δεν περνούσε ημέρα με λιγότερους από 100 νεκρούς να κείτονται στα πεζοδρόμια της πόλης ή να επιπλέουν στον Τίγρη. Αν και καθυστερημένα, και για προφανείς λόγους πολιτικής αντιπαλότητας, ο πρωθυπουργός Νούρι Αλ Μαλίκι εξαπέλυσε, στις 24 Μαρτίου 2008, μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις στο Σαντρ Σίτι προκειμένου να αφοπλίσει τον Στρατό του Μάχντι του Μοκτάντα Αλ Σαντρ. Στη συνέχεια, μολονότι η βία άρχισε να υποχωρεί στους δρόμους, μετατοπίστηκε για να τροφοδοτήσει τις αντιπαλότητες στο εσωτερικό της πολιτικής τάξης της χώρας. Η βία διαποτίζει πλέον τον πυρήνα της ρητορικής του Αλ Μαλίκι, ο οποίος χρησιμοποιεί ένα απλουστευτικό και μανιχαϊστικό λεξιλόγιο, όπου οι λέξεις «τρομοκράτης» και «μπααθιστής» υποδεικνύουν τους σουνίτες. Για να εξηγήσει κανείς την κρίση ασφάλειας μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων, πρέπει να ανατρέξει και στον ρόλο των πολιτοφυλάκων της Sahwa - «αφύπνιση» στα αραβικά. Αυτά τα μέλη σουνιτικών φυλών συμμάχησαν με τον αμερικανικό στρατό για να πολεμήσουν την Αλ Κάιντα στη Μεσοποταμία. Σύμφωνα με τον στρατιωτικό σχεδιασμό
του Αμερικανού στρατηγού Ντέιβιντ Πετρέους, το surge2 θα λειτουργούσε μόνον χάρη στη συνεργασία των σουνιτικών φυλών, συνεργασία που συμβόλιζε ο χαρισματικός Αμπντούλ Σατάρ Αμπού Ρίτσα, ο οποίος δολοφονήθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 2007 από κομάντο της Αλ Κάιντα. Η πολιτοφυλακή αυτή, με δύναμη 100.000 ανδρών, κατέγραψε σημαντικές επιτυχίες εκδιώκοντας από διάφορες πόλεις το παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Μεσοποταμία. Τα μέλη της Sahwa θα έπρεπε να ενσωματωθούν στον τακτικό στρατό του Ιράκ, αλλά η υπόσχεση αυτή του Αλ Μαλίκι δεν τηρήθηκε ποτέ. Μόνο το 20% των πολιτοφυλάκων έγιναν δεκτοί. Οι υπόλοιποι εγκαταλείφθηκαν και έγιναν δακτυλοδεικτούμενοι από έναν πρωθυπουργό όλο και πιο καχύποπτο απέναντι στους σουνίτες. Σήμερα, η χώρα έχει αλλάξει. Η Βαγδάτη δεν είναι πια εκείνη η πόλη-χωνευτήρι, όπου συναντούσε κανείς ανθρώπους από όλες τις επαρχίες. Εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις, οι σουνίτες ζουν στις σουνιτικές και οι σιίτες στις σιιτικές συνοικίες. Στο υπόλοιπο Ιράκ ο «ήπιος διαμελισμός» ανάμεσα στον κουρδικό Βορρά, το σουνιτικό κεντρικό τμήμα και τον σιιτικό Νότο, τον οποίο ονειρευόταν ο Τζο Μπάιντεν,3 αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Παρά τους μαιάνδρους των εξελίξεων και τις υποσχέσεις που αθετήθηκαν, η κάθοδος του Ιράκ στην Κόλαση θα μπορούσε να έχει αποτραπεί εάν ο Αλ Μαλίκι είχε δώσει πραγματικό περιεχόμενο στο προεκλογικό του σύνθημα για «εθνική συμφιλίωση». Πολύ περισ-
«Μετά το τέλος της αμερικανικής κατοχής, τίποτα δεν άλλαξε. Εκρήξεις τότε, εκρήξεις και τώρα. Το ίδιο ισχύει για την ανεργία και για τα υπόλοιπα προβλήματα που περνούν οι Ιρακινοί»
Υπεύθυνη έκδοσης: Βάλια Καϊμάκη Συντακτική ομάδα: Κορίνα Βασιλοπούλου, Θανάσης Κούτσης, Χάρης Λογοθέτης, Βασίλης Παπακριβόπουλος Επικοινωνία: info@monde-diplomatique.gr Αρχείο κειμένων: www.monde-diplomatique.gr Facebook: www.facebook.com/monde.diplomatique.gr
3/33
Η ΑΥΓΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
σότερο που, μετά τον ερχομό του στην κυβέρνηση, πολλά σουνιτικά συμβούλια φυλών τον είχαν εμπιστευθεί. Ο Αλ Μαλίκι, όμως, συνέχισε να τροφοδοτεί τις αντιπαραθέσεις μεταξύ σουνιτών και σιιτών, όπως και μεταξύ Αράβων και Κούρδων, ενώ παραμέρισε με επιθετικό τρόπο όσους δεν ήταν ικανοποιημένοι από την πολιτική του. Η απομόνωσή του ξεκίνησε με την απομάκρυνση του Τάρεκ Αλ Χασέμι, του σουνίτη αντιπροέδρου, ο οποίος κατηγορήθηκε για «τρομοκρατία». Την επόμενη χρονιά ήταν η σειρά ενός άλλου σουνίτη, του Ράφι Αλ Ισάουι, αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομικών, με το ίδιο πρόσχημα. Στις 21 Δεκεμβρίου 2012, δηλαδή έναν χρόνο μετά την αποχώρηση των Αμερικανών, μια τεράστια λαϊκή κινητοποίηση ξεκίνησε στη Φαλούτζα, στον οδικό άξονα που οδηγεί στη Βαγδάτη, στην «πλατεία της αξιοπρέπειας». Επεκτάθηκε σε ολόκληρο το σουνιτικό τμήμα της χώρας. Η συμμαχία μεταξύ Αλ Μαλίκι και σουνιτικών φυλών δεν ήταν πια δυνατή. Στις κινητοποιήσεις αυτές αρχηγοί σουνιτικών φυλών με σημαντική επιρροή, όπως οι Ντουλαϊμί, Ζουμαϊλί και Μαχάμντα, ζήτησαν την παραίτηση του πρωθυπουργού. Κάποιοι τον χαρακτήρισαν μαριονέτα του Ιράν ή «σαφαβίδη», όρος απαξιωτικός που χρησιμοποιείται για τους Ιρανούς συντηρητικούς. Από το ξεκίνημά του, το λαϊκό αυτό κίνημα εξέφρασε την αλληλεγγύη του στη συριακή εξέγερση, παρομοιάζοντας τον Αλ Μαλίκι με τον Μπασάρ Αλ Άσαντ. Ανάμεσα στο πλήθος και τις σημαίες του Ιράκ, το έμβλημα του Ελεύθερου Συριακού Στρατού διακρινόταν καθαρά. Η μάχη των σουνιτών του Ιράκ είχε υπερβεί τα εθνικά σύνορα: ο εχθρός δεν ήταν πια μόνον ο Αλ Μαλίκι, αλλά ο σιιτικός άξονας Δαμασκού - Βαγδάτης - Τεχεράνης. Οι διασυνδέσεις μεταξύ των σουνιτών της επαρχίας Αλ Ανμπάρ και της συριακής εξέγερσης στην άλλη πλευρά των συνόρων μπορούν να εξηγήσουν, σε κάποιο βαθμό, την αναζωπύρωση των βιαιοτήτων στο Ιράκ. Με τη μάχη της εξουσίας να έχει πάρει όλο και περισσότερο θρησκευτική διάσταση, πολλοί Ιρακινοί έχουν φανταστεί ένα σενάριο παρόμοιο με της Συρίας «για να εξισορροπηθεί ο συσχετισμός δυνάμεων στην περιοχή«, θέλει να πιστεύει ο σεΐχης Ραφέχ Αλ Ζουμαϊλί. Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο φύλαρχο, εάν το καθεστώς της Δαμασκού έπεφτε, η Τεχεράνη θα έχανε έναν σημαντικό σύμμαχο. «Εάν οι σουνίτες πάρουν την εξουσία στη Συρία, θα
Παρά τους μαιάνδρους των εξελίξεων και τις υποσχέσεις που αθετήθηκαν, η κάθοδος του Ιράκ στην Κόλαση θα μπορούσε να έχει αποτραπεί εάν ο Αλ Μαλίκι είχε δώσει πραγματικό περιεχόμενο στο προεκλογικό του σύνθημα για «εθνική συμφιλίωση»
είμαστε πιο δυνατοί απέναντι στην ενίσχυση των σιιτών στη Βαγδάτη« αναλύει ο Αλ Ζουμαϊλί. Το ιρακινό ισοδύναμο του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, το οποίο ελάχιστα αναφέρουν τα μέσα ενημέρωσης, δημιουργήθηκε έξι μήνες πριν από τις διαδηλώσεις των σουνιτών. Σε επίσημη διακήρυξή του, στις 19 Ιουλίου 2012, ο Ελεύθερος Ιρακινός Στρατός έθετε τρεις στόχους: «Να πολεμήσουμε την ιρανική εισβολή στο Ιράκ, να υποστηρίξουμε τον συριακό λαό και τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό και να ενώσουμε τους σουνίτες μαχητές όλου του Ιράκ κάτω από μία και μόνη σημαία«. Ποιος είναι πίσω από τον νέο αυτό σχηματισμό; Διαθέτει κάποια πραγματική επιρροή; Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να το πει κανείς. Θα δημοσιεύσει στο Διαδίκτυο βίντεο από τις επιθέσεις του κατά του τακτικού στρατού του Ιράκ και, στη συνέχεια, θα εξαφανιστεί σταδιακά, μέχρι τη σύλληψη του -άγνωστου, ακόμη- αρχηγού του, τον Φεβρουάριο του 2013, κοντά στο Κιρκούκ. Η συμμαχία μεταξύ της Αλ Κάιντα στη Μεσοποταμία και της αντίστοιχης οργάνωσης στη Συρία αποτελεί άλλη μια απόδειξη των «φυσικών» δεσμών που ενώνουν τους σουνίτες σε Ιράκ και Συρία. Κάτω από τη σημαία της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και το Λεβάντε (EIIL) οι μαχητές της Αλ Κάιντα διασχίζουν με ευκολία τα σύνορα Ιράκ - Συρίας, τα οποία ελέγχουν οι αντάρτες. Το EIIL, το οποίο σχηματίστηκε το 2006 στο Ιράκ ως πλατφόρμα για τις διάφορες ομάδες των ένοπλων ισλαμιστών, αποτελεί πλέον σημαντική ψηφίδα του φρικτού πολέμου που μαίνεται στη Συρία.
Η οργάνωση δεν συναντά προβλήματα στις κινήσεις και τον ανεφοδιασμό της. Στην περιοχή αυτή των συνόρων οι συμμαχίες μεταξύ των φυλών είναι αρχαίες. Είναι πολύ εύκολο για έναν κάτοικο της Φαλούτζα ή του Αλ Κάιμ να επισκεφθεί και να καταλύσει στη συριακή πλευρά των συνόρων, στο Αμπού Καμάλ. Η συριακή διένεξη επεκτάθηκε πραγματικά και στο Ιράκ τον Μάρτιο του 2013. Εκείνη την περίοδο, περίπου 40 Σύροι στρατιώτες και δημόσιοι υπάλληλοι σκοτώθηκαν στην ιρακινή επαρχία Αλ Ανμπάρ. Είχαν καταφύγει εκεί μερικές ημέρες πριν, για να γλυτώσουν από επίθεση των ανταρτών. Στο συγκεκριμένο επεισόδιο έχασαν τη ζωή τους και επτά Ιρακινοί στρατιώτες. Μολονότι η κατάσταση στις δύο χώρες οφείλεται σε διαφορετικά αίτια, η κρίση έχει πάρει και στις δύο θρησκευτική τροπή. Ο συριακός εμφύλιος πόλεμος έχει φέρει αντιμέτωπες μια εξέγερση με κυρίαρχο το σουνιτικό στοιχείο και μια συμμαχία εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων που υποστηρίζουν την κυβέρνηση Αλ Άσαντ. Στο Ιράκ η κυβέρνηση με κυρίαρχο το σιιτικό στοιχείο αμφισβητείται από σουνίτες που αμφιταλαντεύονται μεταξύ πολιτικής και ένοπλης αντιπολίτευσης. Μάλλον δεν είναι σύμπτωση το ότι οι θρησκευτικές συγκρούσεις αναζωπυρώνονται στο Ιράκ τη στιγμή που ο συριακός εμφύλιος πόλεμος κλιμακώνεται. Ακόμη και η αμερικανική κυβέρνηση αποδίδει σημαντικό ρόλο στο Ιράκ όσον αφορά τη συριακή κρίση. Κατά την επίσκεψη του Αλ Μαλίκι στην Ουάσιγκτον, στα τέλη του Οκτωβρίου του 2013, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα φέρεται να του είχε ζητήσει να αξιοποιήσει τις καλές σχέσεις του με την Τεχεράνη για να προτρέψει τον Αλ Άσαντ να εγκαταλείψει «βελούδινα» την εξουσία. Άλλωστε το Ιράκ δέχεται όλο και μεγαλύτερες πιέσεις από την πλευρά του Ιράν, της κυριότερης σιιτικής δύναμης στην περιοχή, αλλά και από τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, δύο μεγάλες σουνιτικές χώρες, βασικούς χρηματοδότες της εξέγερσης κατά του καθεστώτος Άσαντ. Μετά από δέκα χρόνια πρωτοφανούς βίας, το Ιράκ βρίσκεται παγιδευμένο σε μια δίνη από μάχες εξουσίας μεταξύ σουνιτών και σιιτών, οι οποίες τροφοδοτούνται από τη συριακή διένεξη. Η κυβέρνηση του Αλ Μαλίκι προσπαθεί να αψηφήσει τα νέα περιφερειακά δεδομένα. Ο εκλογικός νόμος που ψηφίστηκε από το κοινοβούλιο και ορίζει τις επόμενες βουλευτικές εκλογές για τις 30 Απριλίου 2014 αντιμετωπίζεται ως ανέκδοτο. Ο λαός
γελά με τους βουλευτές του για την ευκολία με την οποία ψηφίζουν νόμους που εξυπηρετούν τα προσωπικά τους συμφέροντα και την ανικανότητά τους να συμφωνήσουν σε κάποια βασικά ζητήματα. Ο Ιρακινός διανοούμενος και κοινωνιολόγος Αμίρ Αχμέντ εγγράφει τις εκλογές αυτές στο ρεύμα του θεάτρου του παραλόγου. Συγκρίνει την πολιτική σκηνή του Ιράκ με το θεατρικό έργο Περιμένοντας τον Γκοντό, του Σάμιουελ Μπέκετ. «Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, η πολιτική τάξη μάς ανακοινώνει την έλευση ενός ανθρώπου που μας υπόσχεται την αλλαγή. Αλλά αυτός δεν έρχεται ποτέ. Όσο περιμένουμε, εισβάλλουν στη χώρα μας, τη λεηλατούν. Οι Ιρακινοί περιμένουν τον Γκοντό...«. «Η ενισχυμένη παρουσία του Ιράν στη χώρα έχει αυξήσει την καχυποψία και τον φόβο στον αραβικό κόσμο«, συνεχίζει ο Αχμέντ. «Αυτή η βίαιη αλλαγή περιφερειακής πολιτικής βρίσκεται στη ρίζα των εντάσεων. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Ιράκ είναι μια χώρα πλούσια σε πετρέλαιο, γεγονός που προκαλεί την απληστία των ξένων δυνάμεων. Οι δυνάμεις αυτές επιδιώκουν να υποδαυλίσουν τη βία παρά να σταθεροποιήσουν την κατάσταση, καθώς είναι πιο εύκολο να εκμεταλλευθείς μια αδύναμη και ασταθή παρά μια δυνατή και ισορροπημένη χώρα«. Το πετρέλαιο, να ποια είναι μάλλον η πραγματική δυστυχία του Ιράκ... 1 Ο σαντρισμός είναι ένα ρεύμα που εκπροσωπεί τους μη προνομιούχους και τους αποκλεισμένους από το σιιτικό κατεστημένο. Το συμβούλιο, που ιδρύθηκε το 1982, διαθέτει ένοπλη πτέρυγα, την ταξιαρχία Μπαντρ, μια πολιτοφυλακή με δύναμη 8-15.000 στρατιωτών. 2 Στις 10 Ιανουαρίου 2007 ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος αποφασίζει να αποστείλει επιπλέον 30.000 Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ. Ορίζει επικεφαλής του surge («ενίσχυση») τον στρατηγό Πετρέους. 3 Για την επίλυση του ιρακινού προβλήματος, ο -τότε γερουσιαστής και σήμερα αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών- Μπάιντεν επεξεργάστηκε σχέδιο διαίρεσης του Ιράκ σε τρεις κοινοτικές και θρησκευτικές ζώνες, κατά το πρότυπο της διχοτόμησης της Βοσνίας, το 1995. Βλ. Helene Cooper, «Biden plan for «soft partition» of Iraq gains momentum», The New York Times, 30 Ιουλίου 2007, http://www.nytimes.com/2007/07/30/world /americas/30iht-letter.1.6894357.html?_r=0.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: XAΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
LE
MONDE
4/34
Η ΑΥΓΗ
diplomatique
ΚΥΡΙΑΚΗ 19 IANOYAΡΙΟΥ 2014
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ 1
τις σχέσεις της με το Ισλαμαμπάντ υπολογίζοντας στην ενεργειακή του εξάρτηση. Το σχέδιο ενός «αγωγού φυσικού αερίου για την ειρήνη», ο οποίος προοριζόταν αρχικά να μεταφέρει το φυσικό αέριο του Ιράν στην Ινδία μέσω Πακιστάν, υπογράφτηκε, τελικά, τον Μάρτιο του 2013 μεταξύ Τεχεράνης και Ισλαμαμπάντ. Κάτω από τις αμερικανικές πιέσεις, η Ινδία ακύρωσε τη συμμετοχή της στο σχέδιο το 2005,4 αλλά το Ιράν είναι πεπεισμένο ότι οι ενεργειακές ανάγκες αυτού του οικονομικού γίγαντα θα τον υποχρεώσουν, μεσοπρόθεσμα, να επανεξετάσει τη θέση του. Στο Αφγανιστάν η Τεχεράνη διατηρούσε πάντοτε καλές σχέσεις με την κυβέρνηση που εγκατέστησαν οι Αμερικανοί, την οποία προτιμά από τους Ταλιμπάν. Οι οικονομικές συναλλαγές υπολογίζεται ότι έχουν οκταπλασιαστεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, φτάνοντας σε αξία τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακόμη κι αν οι αριθμοί αυτοί μοιάζουν υπερβολικοί, τα ιρανικά προϊόντα έχουν εισβάλει στην αφγανική αγορά, παρά τις πιέσεις των ΗΠΑ, οι οποίες υποψιάζονται ότι η Τεχεράνη προσπαθεί με τον τρόπο αυτόν να παρακάμψει τις εμπορικές κυρώσεις που της έχουν επιβληθεί.5 Στο Ιράκ, η πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν απάλλαξε το Ιράν από έναν από τους χειρότερους εχθρούς του και του επέτρεψε να ενισχύσει την πολιτική επιρροή του στη χώρα αυτήν και στην ευρύτερη περιοχή. Αφήνοντας πίσω έναν από τους μακρύτερους πολέμους του 20ού αιώνα (1980-1988), οι δύο χώρες έχουν γίνει οικονομικοί εταίροι και πολιτικοί σύμμαχοι. Επί καθεστώτος Χουσεΐν η Τεχεράνη είχε βοηθήσει ενεργά τη σιιτική αλλά και κουρδική αντιπολίτευση στο Ιράκ. Μετά το 2003, ορισμένες ομάδες διατήρησαν τους στενούς δεσμούς τους με το Ιράν και του επέτρεψαν να ενισχύσει την επιρροή του στην ιρακινή πολιτική σκηνή. Ο πρωθυπουργός Νούρι Αλ Μαλίκι θεωρείται πολύ κοντά στην Τεχεράνη, ενώ ο Κούρδος ηγέτης Τζαλάλ Ταλαμπανί έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προσέγγιση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν. Η πρώτη επίσημη διαπραγμάτευση μεταξύ των δύο χωρών, με θέμα τη σταθερότητα στο Ιράκ, οργανώθηκε το 2007 με πρωτοβουλία του Ταλαμπανί. Οι σχέσεις με την Άγκυρα, έναν ακόμη δυτικό γείτονα, αποδεικνύονται πιο λεπτές. Οι οικονομικοί δεσμοί ενισχύονται εδώ και δέκα χρόνια, με τις εμπορικές συναλλαγές να έχουν περάσει από τα 2,1 δισεκατομμύρια δολάρια, το 2002, στα 21,3 δισεκατομμύρια δολάρια, το 2012.6 Μετά τις αμερικανικές κυρώσεις, οι ιρανικές εταιρείες με έδρα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οι οποίες πραγματοποιούσαν μεγάλο μέρος των εισαγωγών της χώρας, μεταφέρθηκαν στην Τουρκία. Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει την Άγκυρα ως πολύ σημαντικό στρατηγικό εταίρο, πολύ περισσότερο που η γοητεία της Ευρώπης ξεθωριάζει και κοινές περιφερειακές φιλοδοξίες μπορούν να φέρουν κοντά τις δύο χώρες, μολονότι συνεχίζουν να διαφωνούν για το μέλλον της Συρίας. Αλλά, ακόμη και στο συγκεκριμένο ζήτημα, δεδομένης της παράτασης του αδιεξόδου, είναι πιθανές κάποιες συγκλίσεις, όπως απέδειξε η επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου στην Τεχεράνη, στις 27 Νοεμβρίου.7 Ο Ψυχρός Πόλεμος συνεχίζεται ανάμεσα
στο Ιράν και τον νότιο γείτονά του, τη Σαουδική Αραβία. Τη δεκαετία του 1980, το βασίλειο είχε υποστηρίξει τον Σαντάμ Χουσεΐν στον πόλεμο κατά του Ιράν και, το 1987, στη Μέκκα, η αστυνομία είχε ανοίξει πυρ εναντίον προσκυνητών που διαδήλωναν κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ, σκοτώνοντας πάνω από 400 ανθρώπους, μεταξύ τους 250 Ιρανούς. Αργότερα, οι διμερείς σχέσεις εξομαλύνθηκαν επί προεδρίας Χασεμί Ραφσαντζανί (1989-1997) και Μοχάμαντ Χαταμί (1997-2005), οι οποίοι επισκέφτηκαν αρκετές φορές το βασίλειο. Το 2003, η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ προκάλεσε νέες εντάσεις, με το Ριάντ να ανησυχεί για την ενίσχυση της επιρροής του Ιράν και για την πολιτική περιθωριοποίηση των σουνιτών. Η προεδρία του Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ (2005-2013), με τις προκλητικές θέσεις που διατύπωνε, δεν συνέβαλε καθόλου στην εκτόνωση της έντασης. Η Χεζμπολάχ κατηγόρησε το Ριάντ για την επίθεση κατά της πρεσβείας του Ιράν στη Βηρυτό, στις 19 Νοεμβρίου 2013, ενώ εξελίσσονταν στη Γενεύη οι διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Και στην πολιτική σκηνή του Λιβάνου οι δύο χώρες ανταγωνίζονται, με τη Σαουδική Αραβία να υποστηρίζει τον πρώην πρωθυπουργό Σαάντ Χαρίρι, αλλά και ριζοσπαστικές σουνιτικές ομάδες που συχνά συνδέονται με την Αλ Κάιντα. Το ξεπάγωμα των σχέσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον περιέπλεξε την κατάσταση. Το Ιράν θα προσπαθήσει να υφάνει προνομιακούς δεσμούς με τους Αμερικανούς σε ορισμένα ζητήματα, όπως η ασφαλής αποχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν ή η εκμετάλλευση των πετρελαιοπηγών του νότιου Ιράκ, κάτι που κινδυνεύει να αποδυναμώσει τη θέση της Σαουδικής Αραβίας. Επομένως ο Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ θα συνεχιστεί. Τις τελευταίες εβδομάδες το Ιράν έχει εξαπολύσει επίθεση γοητείας προς τις άλλες χώρες του Κόλπου με την επίσκεψη, στις αρχές Δεκεμβρίου, ου Μοχάμαντ Ζαβάντ Ζαρίφ, του αρχιτέκτονα της συμφωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Ομάν, στο Κουβέιτ, στο Κατάρ και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στην τελευταία αυτή χώρα, ο Ζαρίφ άφησε να εννοηθεί ότι το Ιράν είναι έτοιμο να αναθεωρήσει ελαφρώς τη θέση του στο πρόβλημα των νησιών. Τα τρία νησιά, ο Μεγάλος Λόφος, ο Μικρός Λόφος και το Αμπού Μούσα προσαρτήθηκαν από το καθεστώς του σάχη, το 1968, αλλά διεκδικούνται από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Παραδοσιακά οι σχέσεις με το Κατάρ υπήρξαν πάντοτε καλές. Η Ντόχα δεν υποστήριξε το Ιράκ στον πόλεμο με το Ιράν, όπως έκαναν οι άλλες χώρες του Κόλπου και, το 2006, όταν ήταν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών δεν υπερψήφισε τις κυρώσεις κατά του Ιράν. Η συριακή διένεξη, όμως, προκάλεσε χάσμα μεταξύ των δύο χωρών, καθώς η βοήθεια του Κατάρ στους ισλαμιστές μαχητές δεν μπορούσε να αφήσει αδιάφορη την Τεχεράνη. Επιπλέον στην Ντόχα κατέφυγε ο πρώην αντιπρόεδρος του Ιράκ Τάρεκ ΑλΧασέμι, ο οποίος διώκεται από τις δικαστικές αρχές της χώρας του για «χρηματοδότηση τρομοκρατικών επιθέσεων«. Για να αντιμετωπίσει τις ανακατατάξεις στη διεθνή σκηνή, η Τεχεράνη αναζητά εταίρους. Το Ιράν είναι ήδη χώρα - παρατηρητής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και ονειρεύεται να γίνει μέλος των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), μολονότι το μικρό οικονομικό βάρος του, με εξαίρεση τον κλάδο της ενέργειας, αποτελεί μειονέκτημα. Εξάλλου, οι χώρες BRICS έχουν εκφράσει σε αρκετές περιπτώσεις την ανησυχία τους για τις στρατιωτικές απειλές κατά του Ιράν. Κατά τη διάρκεια της θ τείας του Αχμαντινετζάντ, το Ιράν έκανε σοβαρά ανοίγματα στη Λατινική Αμερική. Δύο πρόεδροι, ο Ούγο Τσάβες της Βενεζουέλας και ο Έβο Μοράλες της Βολιβίας, επισκέφθηκαν την Τεχεράνη και οι εμπορικές σχέσεις ενισχύθηκαν σε τέτοιο βαθμό που, το 2009, η Χίλαρι Κλίντον, τότε υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, εξέφρασε δημόσια την ανησυχία της για τις διπλωματικές επιτυχίες του Ιράν στη Λατινική Αμερική.8 Με την Ευρώπη, μετά την επανάσταση του 1979 οι σχέσεις χαρακτηρίζονται από διακυμάνσεις. Τον Σεπτέμβριο του 1992, στο Βερολίνο, η δολοφονία αρκετών μελών του Δημοκρατικού Κόμματος του Ιρανικού Κουρδιστάν (PDKI), μεταξύ των οποίων και ο γενικός γραμματέας του Σαντέγκ Σαραφκαντί, προκάλεσε τη διακοπή του «κριτικού διαλόγου» μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τεχεράνης. Χρειάστηκε να έρθει η εκλογή του Χαταμί, το 1997, για να αποκατασταθεί η επαφή των δύο πλευρών. Στη συνέχεια, το 2003, ενώ ο πόλεμος στο Ιράκ μόλις είχε αρχίσει, η Ευρώπη, με εκπροσώπους τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το Ιράν γύρω από το πυρηνικό του πρόγραμμα. Η Τεχεράνη αποδέχτηκε ορισμένες παραχωρήσεις, όπως το πάγωμα
του εμπλουτισμού και την εφαρμογή του συμπληρωματικού πρωτοκόλλου της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όμως, έχοντας μεθύσει από την «εύκολη νίκη» τους στο Ιράκ, οδήγησαν την όλη διαδικασία σε ναυάγιο. Τον Δεκέμβριο του 2006, η Ευρωπαϊκή Ένωση ψήφισε την απόφαση 1737 του Συμβουλίου Ασφαλείας, με την οποία επιβάλλονταν οι πρώτες κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών στο Ιράν, ενώ υιοθέτησε ακόμη πιο αυστηρές κυρώσεις για τα κράτη-μέλη της. Το 2012 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επέβαλε εμπάργκο στις εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου και πάγωσε περιουσιακά στοιχεία της ιρανικής κεντρικής τράπεζας. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες διατήρησαν τις εμπορικές σχέσεις τους με το Ιράν. Βέβαια, οι συναλλαγές υποχωρούν: μέσα σε δύο χρόνια οι ιρανικές εξαγωγές προς την Ευρώπη περιορίστηκαν από τα 16,5 δισεκατομμύρια ευρώ στα 5,6 δισεκατομμύρια και οι εισαγωγές συρρικνώθηκαν από τα 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ στα 7,4.9 Η ΒΡ προσπαθεί να παρακάμψει το καθεστώς των κυρώσεων για να μπορέσει να επενδύσει στο σχέδιο Chah Deniz 2, σε συνεργασία με ιρανική εταιρεία. Το Λονδίνο έπαιξε σημαντικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Μετά την εκλογή του Ροχανί, το κανάλι BBC Farsi, με μεγάλη ακροαματικότητα στο Ιράν, δίνει μια θετική εικόνα της χώρας. Η Τεχεράνη επιδιώκει να αξιοποιήσει τις νέες περιφερειακές φιλοδοξίες του Λονδίνου,10 τη στιγμή που το Παρίσι εμφανίζεται πια τελείως απαξιωμένο. Εάν η επανάληψη των σχέσεων με την Ουάσιγκτον επιβεβαιωθεί, οι ευρωπαϊκές εταιρείες κινδυνεύουν να χάσουν την προνομιακή θέση που απολαμβάνουν εδώ και τριάντα χρόνια στην ιρανική αγορά... Βλ. Jacques Lévesque, «Επιστροφή στην παγκόσμια σκηνή με τολμηρή διπλωματία», Le Μonde diplomatique, Νοέμβριος 2013, http://www.mondediplomatique.gr/spip.php?article488. 2 www.isrjournals.ir/en. 3 Βλ. Christophe Jaffrelot, «Le Pakistan miné par les affrontements entre sunnites et chiites», Le Monde diplomatique, Δεκέμβριος 2013. 4 Michael T. Klare, «Oil, geopolitics, and the coming war with Iran», 11 Απριλίου 2005, http://www.tomdispatch.com/post/2312. 5 Michael Makinsky, «Iran-Afghanistan, les dimensions économiques d’une interdépendance, ou commerce et investissements comme outils d’influence», στο «L’Afghanistan 2014: retrait ou retraite?», EurOrient, τ.40, Παρίσι, 2013. 6 Bijan Khajehpour, «Five trends in Iran-Turkey trade, energy ties», 31 Οκτωβρίου 2013, http://www.almonitor.com/pulse/originals/2013/10/iranturkey-trade-energy-ties-increase-fivereasons.html. 7 Βλ. Ali Mohtadi, «Damas, l’allié encombrant de Téhéran», Le Monde diplomatique, Οκτώβριος 2013. 8 Les Echos, Παρίσι, 4 Μαΐου 2009. 9 http://ec.europa.eu. 10 Βλ. Jean-Claude Sergeant, «Επανεξετάζει το Λονδίνο τη σχέση του με την Ουάσιγκτον», Le Monde diplomatique, Σεπτέμβριος 2010, http://www.mondediplomatique.gr/spip.php?article291. 1
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: XAΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ