Η μηχανή των Βρυξελλών επιταχύνει ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ των χαμένων ευκαιριών τα βιβλία της Ιστορίας θα καταγράψουν ίσως ένα αξιοπρόσεκτο γεγονός: η ευρωπαϊκή οικοδόμηση, που ξεκίνησε το 1951 και επιταχύνθηκε ολόπλευρα από τη δεκαετία του 1980, έχει ραγίσει κάτω από το σοκ της «μεγάλης κρίσης». Η λογική του ανταγωνισμού μεταξύ παραγωγικών συστημάτων, φορολογικών καθεστώτων και κοινωνικών δικαιωμάτων έχει εκμηδενίσει τις υποσχέσεις για αλληλεγγύη. Μια ισχυ-
AΦΙΕΡΩΜΑ
ΕΥΡΩΠΗ
LE
ρή γραφειοκρατία υποβαθμίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε διακοσμητικό στοιχείο και παρακάμπτει κάθε πρωτοβουλία που θα μπορούσε να εμποδίσει τη φιλελεύθερη φυγή προς τα εμπρός. Η βία της μαζικής ανεργίας, ωστόσο, μας παρακινεί να ξαναπιάσουμε το νήμα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος από εκεί που θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει: από τη συγκρότηση ενός λαού, τον οποίο θα ενώνουν κοινά συναισθήματα.
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΜΑΪΟΥ 2014 TEYXOΣ 69
diplomatique
Του Serge Halimi*
T
ι απέγινε το ευρωπαϊκό όραμα; Μια μηχανή τιμωρίας. Η οποία, όσο τελειοποιείται, τόσο εδραιώνεται το συναίσθημα ότι οι εναλλασσόμενες ελίτ βρίσκουν σε κάθε κρίση την ευκαιρία να σκληρύνουν τις πολιτικές λιτότητας και να επιβάλουν τη φεντεραλιστική τους χίμαιρα.1 Ο διπλός αυτός στόχος διαθέτει τη στήριξη των διοικητικών συμβουλίων και των αιθουσών σύνταξης. Αλλά, ακόμα κι αν προσθέσουμε στους ισχνούς αριθμούς τους και τους Γερμανούς εισοδηματίες, κάποιες off shore του Λουξεμβούργου και αρκετούς Γάλλους σοσιαλιστές ηγέτες, και πάλι δεν θα καταφέρουμε να αυξήσουμε αρκετά τους υποστηρικτές του σημερινού «ευρωπαϊκού σχεδίου». Η Ένωση δεν σταματά να επιπλήττει τα κράτη - μέλη που δεν έχουν ως πρώτη προτεραιότητα να μειώσουν το δημοσιονομικό τους έλλειμμα, ακόμα κι όταν η ανεργία απογειώνεται. Καθώς γενικά υπακούουν χωρίς πολλά παρακάλια, τους επιβάλλει αμέσως διορθωτικά προγράμματα που περιέχουν αριθμητικούς στόχους με ακρίβεια δεκαδικού, μαζί με χρονοδιαγράμματα υλοποίησης. Αντίθετα, όταν ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων ασθενών πρέπει να απαρνηθεί τη θεραπεία του εξαιτίας της έλλειψης πόρων, όταν η παιδική θνησιμότητα αυξάνεται και η ελονοσία εμφανίζεται και πάλι, όπως στην Ελλάδα, οι εθνικές κυβερνήσεις δεν έχουν να φοβηθούν τους κεραυνούς της Επιτροπής στις Βρυξέλλες. Άκαμπτα, όταν πρόκειται για ελλείμματα και χρέη, τα «κριτήρια σύγκλισης» δεν ισχύουν για την απασχόληση, την παιδεία και την υγεία. Κι όμως, είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους: ο ακρωτηριασμός των δημοσίων δαπανών συνεπάγεται σχεδόν πάντα τη μείωση των γιατρών στα νοσοκομεία και την περικοπή της πρόσβασης στην περίθαλψη. Ακόμα περισσότερο και από τις «Βρυξέλλες», οι οποίες συγκεντρώνουν τα βέλη όλης της δυσαρέσκειας, δύο πολιτικές δυνάμεις
* Ο Serge Halimi είναι ο διευθυντής της Le Monde diplomatique
Ευρώπη: μια μηχανή τιμωρίας βοήθησαν στη μεταμόρφωση των μονεταριστικών δογμάτων σε εθελοντική σκλαβιά. Πράγματι, εδώ και δεκαετίες, σοσιαλιστές και νεοφιλελεύθεροι μοιράζονται την εξουσία και τις θέσεις στο Ευρωκοινοβούλιο, την Επιτροπή και στις περισσότερες πρωτεύουσες της Γηραιάς Ηπείρου.2 Εξάλλου ο Ζοζέ Μπαρόζο, υπέρμαχος του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και θιασώτης του πολέμου στο Ιράκ, επανεκλέχθηκε πρόεδρος της Επιτροπής πριν από πέντε χρόνια με την ομόφωνη επιθυμία των 27 ηγετών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και των σοσιαλιστών, παρόλο που όλοι αναγνώριζαν την εντυπωσιακή μετριότητα του απολογισμού της πρώτης του θητείας. Δύο είναι οι υποψήφιοι που συναγωνίζο-
νται για να τον διαδεχθούν, ένας Γερμανός σοσιαλδημοκράτης, ο Μάρτιν Σουλτς, και ένας Λουξεμβούργιος χριστιανοδημοκράτης, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Στις 9 Απριλίου παρακολουθήσαμε στην τηλεόραση ένα ντιμπέιτ που τους έφερε «αντιμέτωπους». Ποιος από τους δύο εκτίμησε ότι «η λιτότητα είναι απαραίτητη για να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη;». Και ποιος του απάντησε ότι «η δημοσιονομική πειθαρχία είναι αναπόφευκτη;». Σε σημείο που ο πρώτος -για τον οποίο οι ανελέητες «μεταρρυθμίσεις» του συντρόφου του, Γκέρχαρντ Σρέντερ, αποτελούν «το ακριβές μοντέλο» που θα πρέπει να ακολουθήσουμεάφησε να του ξεφύγει: «Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μας διαχωρίζει». Σίγουρα, πάντως, όχι
η βούληση να κλείσουν το ευρωπαϊκό οικονομικό στρατόπεδο.
Βλ. «Fédéralisme à marche forcée»,Le Monde diplomatique, Ιούλιος 2012.
1
2 Στις 7-7-09, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (Δεξιά) και οι σοσιαλιστές υπέγραψαν μια «τεχνική συμφωνία», σύμφωνα με την οποία ο υπερσυντηρητικός Πολωνός Γέρζι Μπούζεκ θα προήδρευε του Ευρωκοινοβουλίου τα πρώτα δυόμισι χρόνια και ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης Μάρτιν Σουλτς θα τον ακολουθούσε για τα επόμενα δυόμισι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΑΛΙΑ ΚΑΪΜΑΚΗ
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Μια οδηγία πολύ κρίσιμη για να συζη Στη θεωρία μια ευρωπαϊκή οδηγία, όπως αυτή για τους εργαζόμενους σε διεθνή απόσπαση, συζητείται για μεγάλο χρονικό διάστημα στο κοινοβούλιο του Στρασβούργου. Στην πράξη, διαμορφώνεται κατά τη διάρκεια παράξενων μυστικοσυμβουλίων... Έρευνα του Pierre Souchon* «Μην κουνηθείτε. Περιμένετέ με εδώ». Περιμένουμε στην είσοδο του καφέ των Βρυξελλών, δίπλα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με μια μπύρα στο χέρι, δύο εκπρόσωποι της βελγικής Εθνικής Εταιρείας Σιδηροδρόμων μοιάζουν σαστισμένοι ανάμεσα στους διάφορους κυστουμαρισμένους που έχουν προσηλωθεί στους φορητούς υπολογιστές τους, με το χαρακτηριστικό αστεράκι του ευρωκοινοβουλίου στο πέτο. «Ωραία. Δεν βλέπω κανέναν γνωστό» λέει με ανακούφιση η πηγή μας, η οποία διστάζει για μια τελευταία φορά, μας ζητά να ορκιστούμε στην τιμή μας ότι θα μείνει ανώνυμη και, έπειτα, μας οδηγεί στο βάθος της αίθουσας, πίσω από έναν τοίχο, πριν ρίξει μια τελευταία ανήσυχη ματιά γύρω. Μόνοι χώροι κοινωνικότητας στην αυστηρή ευρωπαϊκή συνοικία, τα μαγαζιά της Place du Luxembourg, όπως το συγκεκριμένο -που προτείνει ως πιάτο ημέρας ραβιόλια με τρούφα- προσελκύουν τους διάφορους αξιωματούχους: «Για έναν λομπίστα, εδώ είναι το μέρος όπου πρέπει να βρίσκεται», αποφαίνεται ένας... λομπίστας, ο οποίος έτυχε να ακούσει τη σχετική στιχομυθία μας. Στον μικρόκοσμο αυτόν, οι προφυλάξεις της πηγής μας οφείλονται στο τόλμημά της: ευρωβουλευτές, συνεργάτες, πολιτικοί σύμβουλοι, υπάλληλοι του Κοινοβουλίου, όλοι, ή σχεδόν όλοι, αρνήθηκαν να μας συναντήσουν. Ωστόσο, η «εκτελεστική οδηγία της οδηγίας 96/71/CE» (sic) για τους εργαζόμενους σε διεθνή απόσπαση, που συζητείται από τον Φεβρουάριο του 2014, αφορά περίπου ενάμισι εκατομμύριο ανθρώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το θέμα, βέβαια, αποδεικνύεται πολύ ευαίσθητο σε περίοδο κρίσης: ο μηχανισμός που συζητείται συμπυκνώνει, σε κάποιο βαθμό, τους λόγους απόρριψης της Ευρώπης που παρατηρείται λίγο πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014. Όπως ανα-
* O Pierre Souchon είναι δημοσιογράφος
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
φέρει διακριτικά σε ενημερωτική της έκθεση η γαλλική Γερουσία, ο μηχανισμός αυτός «μπορεί να προκαλέσει στην κοινωνία την αίσθηση κατάληψης των θέσεων εργασίας από ξένους, φθηνότερους εργαζομένους».1 Επομένως, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι τα σχέδια τροποποίησής του θα προκαλούσαν σφοδρούς κοινοβουλευτικούς διαξιφισμούς, ότι θα εζητείτο η γνώμη των λαών, ότι η συζήτηση θα έπαιρνε έκταση στα μέσα ενημέρωσης... Λάθος, κάτι τέτοιο θα παρεμπόδιζε την εξελισσόμενη επαναδιαπραγμάτευση του ζητήματος. Τα ραβιόλια και το εξαιρετικό μανιτάρι τους φτάνουν επιτέλους. Η συνομιλήτριά μας, αφού, για τελευταία φορά, εκφράζει τη λύπη της για την επιλογή μας -ένα πιάτο άπαχων κρεατικών-, αρχίζει να απαντά στην ερώτηση που μας οδήγησε στις Βρυξέλλες: πώς γεννιούνται οι ευρωπαϊκές οδηγίες, όπως η 96/71/CE για τους εργαζόμενους σε διεθνή απόσπαση; Εδώ «όλα ξεκινούν από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν), η οποία διατηρεί το μονοπώλιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας. Στη συνέχεια, το κείμενο εξετάζεται διαδοχικά από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ένωσης, το οποίο αποτελείται από τους υπουργούς των κρατών-μελών. Εάν μετά από δύο αναγνώσεις δεν υπάρξει συμφωνία, αρχίζει μια φάση συμβιβαστικών προσπαθειών». Σε προηγούμενη συζήτηση ένας υπάλληλος μας περιέγραφε τη διαδικασία ως ατελείωτη: «Οι συζητήσεις στην ολομέλεια κούραζαν τους πάντες. Πώς θέλετε να συμφωνήσουν 751 βουλευτές και να γίνει περιεκτική συζήτηση σε 28 γλώσσες; Προσπαθήστε να ειρωνευτείτε στα πορτογαλικά μετά από την παρέμβαση ενός Σλοβάκου ευρωβουλευτή και
θα καταλάβετε...». Η «κατάσκοπός» μας αφήνει τα μαχαιροπίρουνα και μας απευθύνεται εμπιστευτικά, με τη μύτη σχεδόν μέσα στο πιάτο: «Οι διαδικασίες τραβάνε σε τόσο μάκρος, κυρίως επειδή τα λόμπι παρεμβαίνουν σε όλες τις φάσεις: πριν, μετά, στους επιτρόπους, στους υπουργούς, στους ευρωβουλευτές... και όλα αυτά στο όνομα της εξειδικευμένης γνώσης». Και μετά ανασηκώνεται χαμογελώντας: «Καμιά φορά, όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιταχύνει και προχωρεί πιο διακριτικά». Να ο λόγος εμφάνισης των «τριμερών διαλόγων». Στις άτυπες αυτές τριμερείς συναντήσεις, που δεν προβλέπονται από τις συνθήκες, συμμετέχουν μικρές ομάδες διαπραγματευτών από τους θεσμούς που διαθέτουν νομοθετική εξουσία -το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο- με τη μεσολάβηση της Κομισιόν. Η επαναδιαπραγμάτευση της οδηγίας για τους εργαζόμενους σε διεθνή απόσπαση, η οποία είχε αρχικά ψηφιστεί το 1996, «διεξάγεται, λοιπόν, αυτή τη στιγμή μέσω τριμερούς διαλόγου», συνοψίζει η συνομιλήτριά μας, καθώς συμβουλεύεται τον κατάλογο με τα επιδόρπια, μια πραγματική ωδή στη γαστρονομική ακροβασία. Επομένως, για να «επιταχυνθεί η νομοθετική διαδικασία», η τύχη εκατομμυρίων εργαζομένων δεν αποφασίζεται πια δημόσια, αλλά σε συναντήσεις λίγων ανθρώπων σε κάποιο διαμέρισμα... ή σε κάποιο εστιατόριο σαν αυτό που ετοιμαζόμαστε να εγκαταλείψουμε. Οι συζητήσεις σκοπεύουν στη συμπλήρωση «ενός είδους γιγάντιων πινάκων Excel», οι οποίοι αποκαλούνται ποιητικά «έγγραφα τεσσάρων στηλών», αστειεύεται ένας μυημένος. Η πρόταση της Κομισιόν συμπληρώνει την πρώτη στήλη, η «έκθεση» του Ευρωκοινοβουλίου
γεμίζει τη δεύτερη, ενώ οι «εργασίες» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου καλύπτουν την τρίτη στήλη. Μετά, απλώς πρέπει να ληφθεί μέριμνα, ώστε η τέταρτη στήλη, με τίτλο «συμβιβαστικές προτάσεις», να μην παραμείνει κενή... Στα λιτά γραφεία του, λιγότερο από εκατό μέτρα απόσταση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Ντανιέλ Γκεγκέν προτιμά «να μην αναφέρει συγκεκριμένα» τα θέματα στα οποία εργάζονται οι δέκα υπάλληλοί του. Πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Ένωσης Παρασκευαστών Ζάχαρης, μετέπειτα της Επιτροπής για τις Επαγγελματικές Αγροτικές Οργανώσεις - Γενικής Επιτροπής για την Αγροτική Συνεργασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CopaCogeca), «της ενιαίας φωνής των Ευρωπαίων αγροτών και των συνεταιρισμών τους», ο Γκεγκέν είναι πια επικεφαλής της δικής του εταιρείας συμβούλων για ομάδες πίεσης και έχει θυμώσει τόσο ώστε ξεχνά να πιει τον καφέ του. Οι τριμερείς διάλογοι; «Σοβαρότατη δυσλειτουργία. Η διαδικασία αυτή επιτρέπει τις αδιαφανείς συμφωνίες: δέκα τύποι που διαπραγματεύονται σε έναν μικρό χώρο ή σε ένα μπιστρό, αυτό είναι τελείως αδιαφανές, είναι αντιδημοκρατικό! Πρόκειται για πραγματικά κονκλάβια. Στο τέλος, βγαίνει λευκός καπνός: η ψηφοφορία στην ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, που δεν είναι παρά μια επικύρωση». Ο εξηντάχρονος βετεράνος της θεσμικής μηχανορραφίας στους διαδρόμους των Βρυξελλών αναπολεί τους ευλογημένους καιρούς της νομοθετικής «διαφάνειας», που προσέφερε στις ομάδες πίεσης «άνετα περιθώρια ελιγμών. Συναντούσατε ευρωβουλευτές, σας έβλεπαν με ευχαρίστηση. Σήμερα μιλάμε για ένα απόλυτα στεγανό σύστημα. Και έτσι, κάνουμε μια καινούργια δουλειά, πολύ τεχνική, εστιασμένη στους desk officers (χαμηλόβαθμους αξιωματούχους). Γιατί να πας στο Στρασβούργο, να εγκαταστήσεις μια μεγάλη ομάδα στο μπαρ του Κοινοβουλίου και να δίνεις χειραψίες, τη στιγμή που όλα αποφασίζονται στους τριμερείς διαλόγους;». Η ζωή του Γκεγκέν πρέπει να κύλησε πολύ ομαλά για να τον βρίσκει σήμερα να διαμαρτύρεται για ανυπέρβλητα εμπόδια. Γιατί οι τριμερείς διάλογοι δεν αφήνουν τους λομπίστες στο περιθώριο, όπως μας επιβεβαιώνει αξιωματούχος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία δηλώνει ότι δέχεται, αρκετές φορές την εβδομάδα, «τηλεφωνήματα από τη Microsoft, την Apple, από τη Σίλικον Βάλεϊ, από τα ευρωπαϊκά εμπορικά επιμελητήρια», που επιθυμούν να της εξηγήσουν «τα μεγάλα οφέλη της διεθνούς απόσπασης εργαζομένων». Στις 21 Μαρτίου 2012 η Κομισιόν παρουσίασε ένα προσχέδιο εκτελεστικής οδηγίας, νομικού εργαλείου που δίνει τη δυνατότητα να αποφευχθεί η πλήρης αναθεώρηση της
Υπεύθυνη έκδοσης: Βάλια Καϊμάκη Συντακτική ομάδα: Κορίνα Βασιλοπούλου, Θανάσης Κούτσης, Χάρης Λογοθέτης, Βασίλης Παπακριβόπουλος Επικοινωνία: info@monde-diplomatique.gr Αρχείο κειμένων: www.monde-diplomatique.gr Facebook: www.facebook.com/monde.diplomatique.gr
3/35
Η ΑΥΓΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΜΑΪΟΥ 2014
τηθεί δημοσίως αρχικής οδηγίας. Ωστόσο, η «μάχη κατά του κοινωνικού ντάμπινγκ»,2 για την οποία είχε δεσμευτεί ο πρόεδρός της Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, αποδεικνύεται τόσο άτονη ώστε μια από τις διαπραγματεύτριες εκφράζει ανησυχία. Η απάντηση που εξαπέλυσε ο Λάζλο Άντορ, επίτροπος Εργασίας, θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη της: «Μα, αυτή η οδηγία έχει φτιαχτεί ακριβώς για να προτείνει φτηνούς εργαζόμενους! Δεν θα την πνίξετε εν τη γενέσει!». Δεκέμβριος 2013. Είναι η σειρά των υπουργών να συναντηθούν, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Επιτυγχάνουν έναν συμβιβασμό που στη Γαλλία η κυβέρνηση την παρουσιάζει ως δικό της θρίαμβο: «Η σημερινή ημέρα σηματοδοτεί πρόοδο για την προστασία των εργαζομένων και για την καταπολέμηση του κοινωνικού ντάμπινγκ»3 δηλώνει χαρούμενος ο Γάλλος υπουργός Εργασίας, Μισέλ Σαπέν. Η πρόοδος, πάντως, αποδεικνύεται σχετική: οι «ενισχυμένοι» έλεγχοι δεν απαγορεύονταν, απ’ όσο είναι γνωστό, από την οδηγία του 1996, ενώ οι «ενισχυμένοι» έλεγχοι για τους εργαζόμενους σε διεθνή απόσπαση θα πραγματοποιούνται μόνο στον κλάδο της οικοδομής και δεν θα επεκτείνονται στο δαιδαλώδες σύστημα των υπεργολαβιών, που προστατεύει τους πραγματικούς εργοδότες... «Είναι φυσιολογικό, αφού είναι γνωστό πόσο δύσκολη υπόθεση αποτελεί η επίτευξη συμβιβασμού στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», αποκωδικοποιεί η Περβάνς Μπερές, πρόεδρος της Επιτροπής για την Εργασία και τις Κοινωνικές Υποθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοι-
νοβουλίου (Σοσιαλιστικό Κόμμα). «Στην πραγματικότητα, ο κίνδυνος ήταν να ανοίξει ξανά από την αρχή η συζήτηση για την απόσπαση εργαζομένων. Κανείς δεν το ήθελε, ούτε ο Σαρκοζί ούτε ο Ολάντ, καθώς κινδύνευαν να βρεθούν τελείως εκτεθειμένοι». Οι ωμές εκφράσεις αντανακλούν τον αμείλικτο συσχετισμό δυνάμεων: «Εάν είχαμε βάλει εξαρχής το κείμενο του 1996 στο τραπέζι, διατρέχαμε κίνδυνο να τιναχτούμε στον αέρα. Οι χώρες που εντάχθηκαν μεταξύ 2004 και 20074 έχουν γίνει θεριά ανήμερα: θεωρούν ότι η οδηγία αποτελεί έναν, σχεδόν μπολσεβικικό, κανονιστικό λαβύρινθο που παρεμποδίζει την ελευθερία της εγκατάστασης», αναφέρει με ρίγος ακόμη ένας απόφοιτος της περίφημης γαλλικής σχολής δημόσιας διοίκησης (ΕΝΑ), που συμμετείχε στον χειρισμό του θέματος. Έτσι το κείμενο ξαναγυρίζει στο Ευρωκοινοβούλιο, στο πλαίσιο της συνέχισης του τριμερούς διαλόγου. Όμως, εάν πιστέψουμε τον Ολιβιέ Πλιμαντόν, συνεργάτη κοινοβουλευτικού έργου, «στο Συμβούλιο, έχει κανείς να αντιμετωπίσει ανθρώπους με στρατιωτική νοοτροπία, αξιωματούχους που έχουν αποστολή να επιβάλλουν μια άποψη». Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αντίθετα, όλοι «ζουν με τον διαρκή φόβο της διάλυσης της Ευρώπης. Ηθικό δίδαγμα: Οι ευρωβουλευτές καταλήγουν πάντα να αποδέχονται συμβιβασμούς με εκπτώσεις». Κάτι τέτοιο έγινε και στις 5 Μαρτίου, όταν στον τριμερή διάλογο επήλθε συμφωνία αρχής, με την οποία υιοθετούνταν οι προτάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2013.
Εκπτώσεις; Εδώ προτιμούν να κάνουν λόγο για «αίσθηση του συμβιβασμού», ιδιότητα που υποτίθεται ότι αποτελεί χαρακτηριστικό της πολιτικής κουλτούρας στις Βρυξέλλες.5 Κάτι που επιβεβαιώνει η Μπερές: «Για το θέμα της διεθνούς απόσπασης, θα πάρουμε το ελάχιστο που μπορούμε να έχουμε αμέσως και θα δούμε τι θα κάνουμε μετά τις ευρωεκλογές...». Το σημαντικότερο είναι η διαφύλαξη των τεσσάρων θεμελιωδών ελευθεριών που εγγυώνται οι συνθήκες: ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών, των υπηρεσιών, των κεφαλαίων και των ανθρώπων. Τι να κάνουμε εάν μοιάζει «ιδιαίτερα διεστραμμένο να παρουσιάζει κανείς ως ελευθερία το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις θα μπορούν να παίζουν το παιχνίδι του ανταγωνισμού μεταξύ των λαών όπως το επιθυμούν» σχολιάζει ο κομμουνιστής ευρωβουλευτής Ερίκ Μποκέ. Όποιος θέ-
Η οδύσσεια μιας «καλής ιδέας» ΤΟ 1971 η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, την οποία εισηγείται η Συνθήκη της Ρώμης (1957), αρχίζει σιγά σιγά να εφαρμόζεται. Στόχος; Η μείωση του «κόστους» εργασίας. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ - πρόγονος της Ευρωπαϊκής Ένωσης) θέτει ως αρχή τη διατήρηση των εργαζομένων που έχουν αλλάξει χώρα στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης της χώρας προέλευσης. Το κοινωνικό ντάμπινγκ επιταχύνεται το 1986, με την ένταξη της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην ΕΟΚ. Την ίδια χρονιά, η γαλλική εταιρεία Bouygues πληρώνει 46 Πορτογάλους εργαζόμενους στο εργοτάξιο του τρένου υψηλής ταχύτητας (TGV), στη δυτική Γαλλία, με μισθούς Πορτογαλίας. Η συνεργαζόμενη πορτογαλική εταιρεία, η Rush Portuguesa, δίνει το όνομά της στη διάσημη απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το 1990, με την οποία μπορεί να επιβάλλονται στους ξένους παρόχους υπηρεσιών η νομοθεσία και οι συλλογικές συμβάσεις της χώρας υποδοχής. Η νομολογία αυτή κωδικοποιείται με την οδηγία 96/71/CE της 16ης Δεκεμβρίου 1996: το κείμενο κατοχυρώνει την αρχή της εφαρμογής του δικαίου της χώρας υποδοχής, αλλά διατηρεί το καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης της χώρας προέλευσης για τα δύο πρώτα χρόνια απασχόλησης. «Η οδηγία παρείχε προστασία και κανείς δεν είχε διαβλέψει τα προβλήματα ντάμπινγκ με τις μελλοντικές διευρύνσεις» δια-
βεβαιώνουν οι περισσότεροι συνομιλητές μας στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, από το 1991, ο Ζακ Ντελόρ, τότε πρόεδρος της Κομισιόν, ζητά «επιτάχυνση» του ανταγωνισμού μεταξύ των εργαζομένων μέσω της διεύρυνσης, ενώ οι Ευρωπαίοι εργοδότες πολλαπλασιάζουν τις δηλώσεις υπέρ της ένταξης χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Το 2007 και το 2008, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συστηματοποιεί τις δικαστικές αποφάσεις φιλελεύθερης έμπνευσης. Στην υπόθεση Viking ένας Φινλανδός εφοπλιστής ήθελε να αποφύγει μια συλλογική σύμβαση δρομολογώντας οχηματαγωγό με σημαία Εσθονίας. Στην υπόθεση Λαβάλ, ένα σουηδικό συνδικάτο προσπαθούσε να υποχρεώσει κάποιον Λετονό πάροχο υπηρεσιών να υπογράψει συλλογική σύμβαση, ενώ στην υπόθεση Ρίφερτ πολωνική εταιρεία πλήρωνε στη Γερμανία μισθούς χαμηλότερους από την κατώτατη αμοιβή που επιβάλλεται σε κάθε τεχνική εταιρεία η οποία αναλαμβάνει δημόσια έργα. Οι δικαστές στο Λουξεμβούργο αναγνωρίζουν το δικαίωμα της συλλογικής δράσης, ακόμη και της απεργίας, αποφαίνονται, όμως, ότι «η άσκησή του μπορεί να υπόκειται σε κάποιους περιορισμούς». Δίνοντας σιωπηρά προτεραιότητα στα συμφέροντα των επιχειρήσεων, οι δικαστές εκτιμούν ότι το εθνικό εργατικό δίκαιο δεν πρέπει να παρεμποδίζει την ελευθερία εγκατάστασής τους ούτε την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, οι οποίες είναι ακρογωνιαίοι λίθοι των ευρωπαϊκών συνθηκών.
σει την υπόθεση σε κίνδυνο στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών, θα δεχτεί χτυπήματα από όλες τις πλευρές: «Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στηρίζεται εκεί. Δεν μπορούμε να το αγγίξουμε» αποφαίνεται με περιφρόνηση αξιωματούχος της Κομισιόν. Ευτυχώς οι λαοί στέλνουν κάπου κάπου τα χαιρετίσματά τους σε αυτό το κλειστό, κορεσμένο σύμπαν. Έτσι, στις 18 Φεβρουαρίου, μια φωτογραφική έκθεση εγκαινιάστηκε στον χώρο Γιεχούντι Μενουχίν του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ματωμένοι νέοι με υψωμένες γροθιές, δρόμοι γεμάτοι δακρυγόνα, διμοιρίες απειλητικών αστυνομικών: με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, η... Ουκρανία και το εξεγερμένο πλήθος της πλατείας Μαϊντάν έχει την τιμητική του. Στους ορόφους του κτηρίου, μάταια ψάξαμε τα στιγμιότυπα από τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων σε διεθνή απόσπαση, οι οποίοι γίνονται αντικείμενο κακομεταχείρισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράξενο, γιατί, από τους Πορτογάλους της Μανόσκ και τους Πολωνούς του ευρωπαϊκού αντιδραστήρα σταθερής πίεσης στη Φλαμανβίλ μέχρι τους Ρουμάνους στα χωράφια της Καλαβρίας, οι κινητοποιήσεις τους είναι πολλές.
1 Eric Bocquet, «Rapport d’ information fait au nom de la commission des affaires européennes sur les normes européennes en matière de détachement des travailleurs», τ.527, γαλλική Γερουσία, Παρίσι, 18 Απριλίου 2013. 2 Ομιλία στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο, 15 Σεπτεμβρίου 2009. 3 Δελτίο Τύπου του υπουργείου Εργασίας, Απασχόλησης, Επαγγελματικής Κατάρτισης και Κοινωνικού Διαλόγου, Παρίσι, 9 Δεκεμβρίου 2013.
2004: Κύπρος, Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Πολωνία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Σλοβακία και Σλοβενία. 2007: Βουλγαρία και Ρουμανία. 4
5 Βλ. Marc Abélès και Irène Bellier, «La Commission européenne: du compromis culturel à la culture politique du compromis», Revue française de science politique, τ.3, Παρίσι, 1996.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Για να μην προσθέσει κανείς οτιδήποτε του φαίνεται σωστό στην ήδη τεράστια φιλολογία για το έθνος, μπορεί να προσεγγίσει το ζήτημα περισσότερο εννοιολογικά, ξεκινώντας, για παράδειγμα, από τη σαφή υπενθύμιση του Μπαρούχ Σπινόζα στη «Θεολογικο-πολιτική Πραγματεία»: “Η ΦΥΣΗ ΔΕΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΕΘΝΗ”. Spinoza, «Traité théologicopolitique, OEuvres ΙΙΙ», Presses universitaires de France (PUF), συλλ. «Epiméthée», Παρίσι, 2012 (1η εκδ. 1670) Του Fréderic Lordon*
K
αταρχάς διαπιστώνει κανείς ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να ξεκόψει κατηγορηματικά από τις ουσιοκρατικές ή τις εθνοκεντρικές αντιλήψεις. Στη συνέχεια, μαθαίνει ένα μάλλον καλό νέο: όσον αφορά τα έθνη, τίποτε δεν κρατάει για πάντα, αφού, εφόσον δεν είναι η φύση, αλλά η Ιστορία που τα δημιουργεί, κάτι τέτοιο σημαίνει ότι οι λαοί, όπως δημιουργούνται, έτσι μπορούν και να εξαφανιστούν, καθώς επίσης και να μετεξελιχθούν. Ειδικότερα, τίποτε δεν απαγορεύει να εξεταστεί η υπόθεση της δημιουργίας ενός λαού από ήδη υπάρχοντες λαούς -πρόκειται, μάλιστα, όπως έχει δείξει ιδιαίτερα ο Έρικ Χόμπσμπαουμ,2 για διαδικασία συνηθισμένη στην Ιστορία. Επομένως, η ιδέα της συγκρότησης ενός ευρωπαϊκού λαού, μολονότι, προφανώς, δεν είναι αυτονόητη, δεν έχει και τίποτε το παράλογο στην ουσία της. Η φύση δεν δημιουργεί έθνη, λέει ο Σπινόζα, αλλά πολύ περισσότερο δεν τα δημιουργούν τα ζήματα της νομικιστικής ορθολογικότητας, σύμφωνα με το πρότυπο της οικειοθελούς, ελεύθερης και διαφανούς ένωσης, το οποίο διαμόρφωσε τα ποικίλα σχήματα του «κοινωνικού συμβολαίου». Και τότε, τι; «Αφού οι άνθρωποι επηρεάζονται περισσότερο από το συναίσθημα παρά από τη λογική, συνεπάγεται ότι η πολλαπλότητα εναρμονίζεται με φυσικό τρόπο και θέλει να πορεύεται ως μια ψυχή όχι με την καθοδήγηση της λογικής, αλλά κάποιου κοινού συναισθήματος».3 Οι πολιτικές κοινότητες, οι εθνικές κοινότητες, είναι θεμελιωδώς κοινότητες συναισθηματικές. Υπάρχουν, βέβαια, αρκετές παγίδες σε μια * Ο Fréderic Lordon είναι οικονομολόγος, συγγραφέας του βιβλίου «La Malfaçon. Monnaie européenne et souveraineté démocratique», Les Liens qui libèrent, Παρίσι, 2014. Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου, το οποίο κυκλοφόρησε τον Μάρτιο.
Θα μπορούσε να υπάρξει ευρωπαϊκός λαός; Αντικείμενα γύρω από τα οποία θα μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί το κοινό συναίσθημα που θα συγκροτεί έναν ευρωπαϊκό λαό είναι η ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας, η ίδια ιδέα που βρίσκεται σε βαθιά κρίση στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση
τέτοια διατύπωση. Πρώτον, πρέπει να προσέξουμε τον ενικό: το κοινό συναίσθημα που προσφέρει στην κοινότητα (τη συγκεντρωμένη πολλαπλότητα) τη συνεκτική αρχή της είναι ένα σύνθετο συναίσθημα -ή μια συναισθηματική σύνθεση. Έχει ως αντικείμενο διάφορους τρόπους: τρόπους να νιώθεις, τρόπους να σκέφτεσαι και να κρίνεις -να κρίνεις το καλό και το κακό, το κατάλληλο και το επιλήψιμο, το θεμιτό και το αθέμιτο. Άρα το κοινό συναίσθημα έχει τη θέση μιας συλλογικής ηθικής τάξης.
Αλλά σε ποια έκταση; Να κρίνεις το καλό και το κακό, αλλά για ποια πράγματα; Σε ποια θέματα; Για ποιο ορισμένο σύνολο πράξεων; Ο Σπινόζα σίγουρα δεν λέει ότι πρέπει να είναι κοινοί οι τρόποι που κρίνουμε τα πάντα! Μάλιστα, στη Θεολογικο-πολιτική Πραγματεία ισχυρίζεται ρητά το αντίθετο και υπερασπίζεται, έτσι, την ελευθερία των απόψεων -δηλαδή τις αποκλίσεις τους. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει κανένας ολοκληρωτισμός στο κοινό συναίσθημα, κανένας απώτερος σκοπός απόλυτης ομογενοποίησης της πολλαπλότητας. Από εκεί και πέρα, η οπτική γωνία του αυστηρού εθνοκεντρισμού έχει την τάση να υποτιμά συστηματικά την εσωτερική πολιτιστική και ηθική ποικιλομορφία, ακόμη και στις περιπτώσεις εθνών-κρατών που φημίζονται για την ενότητά τους, πολιτιστική πολλαπλότητα που σχετίζεται, μεταξύ άλλων, και με τη γεωγραφία. Το να ισχυρίζεται κανείς ότι δεν υπάρχει ολοκληρωτισμός στο κοινό συναίσθημα είναι σαν να αναγνωρίζει από την αρχή ότι το συλλογικό συναισθηματικό κράμα είναι απαραίτητα μια συνάρθρωση του πολλαπλού με το κοινό. Πρόκειται, όμως, γιαιεραρχική συνάρθρωση: συνάρθρωση του πολλαπλού με το κοινό κάτω από την κυριαρχία του κοινού. Έτσι, δίπλα στα τοπικιστικά κοινά (υπο)συναι-
σθήματα, υπάρχουν κοινά (υπο)συναισθήματα κοινωνικής θέσης, τα οποία ορίζονται κυρίως σε επίπεδο υλικών συμφερόντων -αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί κοινώς ταξικά συναισθήματα. Το γενικό σύνολο δεν λειτουργεί παρά μόνο εάν το συνολικό κοινό συναίσθημα υπερισχύει των τοπικών κοινών συναισθημάτων, δηλαδή εάν το αίσθημα του ανήκειν στο σύνολο υπερισχύει του αισθήματος του ανήκειν στα μέρη. Για παράδειγμα, ορισμένες περιφέρειες της Γαλλίας ανέχονται δυναμικές οικονομικού μαρασμού, πολιτιστικής εγκατάλειψης και ερήμωσης χωρίς να προκαλείται η ανάδυση βίαιων συναισθημάτων αντίδρασης σε τοπικό επίπεδο, σε κάθε περίπτωση τίποτε που να μπορεί να αμφισβητήσει το συνολικό (εθνικό) κοινό συναίσθημα των κατοίκων των συγκεκριμένων περιοχών. Έτσι, οι νομοί της Κρεζ και της Αρντές δέχονται, στο πλαίσιο της Γαλλίας, την υποβάθμιση, ακόμη και την εγκατάλειψη, που κανένα κράτος δεν θα δεχόταν στο πλαίσιο μιας ενωμένης Ευρώπης, και αυτό δεν συμβαίνει παρά μέσω της στάθμισης, σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, των συνολικών κοινών συναισθημάτων και των τοπικών κοινών (υπο) συναισθημάτων. Αντίστροφα, ό,τι έχει απομείνει από τις αυτόματες μεταβιβάσεις χρηματικών πόρων ανάμεσα στις περι-
5/37
Η ΑΥΓΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΜΑΪΟΥ 2014
φέρειες, οι οποίες συνδέονται με το κυρίαρχο βάρος του κεντρικού προϋπολογισμού, οδηγεί αντικειμενικά τις πιο πλούσιες περιφέρειες να υποστηρίζουν τις πιο φτωχές, χωρίς, όμως, οι συνεισφορές αυτές να βιώνονται από τις πλουσιότερες περιοχές ως ένα μόνιμο βάρος που έχουν άδικα επωμιστεί, κάτι που θα τροφοδοτούσε σφοδρές διαμαρτυρίες. Καθώς δεν θέτει το πρόβλημα με τους όρους αυτούς, η ρητορική με τις κορώνες περί (χρηματικής) «αλληλεγγύης» των ευρωπαϊκών λαών («Θα πρέπει να δείξουμε την αλληλεγγύη μας στην Ελλάδα»), ή, αντίθετα, περί «εγωισμού» της Γερμανίας, είναι καταδικασμένη να βρίσκεται στο τελευταίο σκαλί της πολιτικής ματαιότητας -με τη διάλυσή της μέσα σε έναν θλιβερό ηθικολογικό χυλό. Ποιο είναι ή ποια είναι τα αντικείμενα γύρω από τα οποία θα μπορούσε να αποκρυσταλλωθεί το κοινό συναίσθημα που θα συγκροτεί έναν ευρωπαϊκό λαό; Η υπόθεση του άρθρου είναι ότι ένα από τα αντικείμενα θα μπορούσε να είναι η ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή η ίδια ιδέα που βρίσκεται σε βαθιά κρίση στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση και που, αντίστροφα, θα μπορούσε να γίνει ο μοχλός της αναγέννησής της. Στην πραγματικότητα μπορεί κανείς να θεωρήσει τη λαϊκή κυριαρχία, με άλλα λόγια το δικαίωμα των συλλογικοτήτων να είναι κύριες του πεπρωμένου τους, ως το θεμελιώδες γεγονός της πολιτικής νεωτερικότητας, εάν όχι και του ορισμού της, έτσι όπως αυτός έχει ιστορικά εξελιχθεί στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Παραφράζοντας τον Σπινόζα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η λαϊκή κυριαρχία είναι το πρωταρχικό κοινό συναίσθημα των κοινωνιών αυτών, το αρχετυπικό πολιτικό συναίσθημά τους. Μήπως, λοιπόν, η ιδέα της διεκδίκησης της λαϊκής κυριαρχίας είναι διαδεδομένη σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορεί να αποτελέσει βασικό στοιχείο συγκρότησης ενός ευρωπαϊκού πολιτικού φαντασιακού και, άρα, την πιθανή πρώτη ύλη ενός επαρκούς κοινού συναισθήματος; Το ζήτημα της επάρκειας αυτής είναι, βέβαια, νευραλγικό. Με άλλα λόγια, γνωρίζοντας και τις διαφοροποιήσεις και τις προσεγγίσεις που έχουν ήδη συντελεστεί ιστορικά, η διεκδίκηση της λαϊκής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκή κλίμακα μπορεί, άραγε, να αποτελέσει το επαρκές συμπληρωματικό βήμα για να δημιουργηθεί ένα κοινό συναίσθημα που θα είναι, με τη σειρά του, ικανό να πυροδοτήσει τη δημιουργία κοινών πολιτικών (υπο)συναισθημάτων που θα τέμνουν εγκάρσια τα εθνικά κράτη, με αποτέλεσμα το κοινό, νεο-εθνικό, ευρωπαϊκό πολιτικό συναίσθημα να υπερισχύσει των κοινών, παλαιο-εθνικών (υπο)συναισθημάτων; Δηλαδή, τίθεται εδώ το ζήτημα των συναισθηματικών προϋποθέσεων αποδοχής του νόμου της πλειοψηφίας. Επομένως, το διακύβευμα είναι εάν ορισμένες από τις σημερινές εθνικές ιδιοσυγκρασίες, αντικείμενα ισχυρών τοπικών κοινών συναισθημάτων, θα ανέχονταν να τεθούν σε αμφισβήτηση από έναν νόμο της ευρωπαϊκής πλειοψηφίας -κάτι που θα μπορούσε να συμβεί εάν ο νόμος της πλειοψηφίας εφαρμοζόταν σε πεδία κοινής πολιτικής. Τυχαίο παράδειγμα: Η οικονομική πολιτική και ιδιαίτερα η νομισματική πολιτική. Δηλαδή η επανεξέταση των αρχών της νομισματικής πολιτικής, δηλαδή του καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άρα και το ενδεχόμενο να μην είναι πια ανεξάρτητη, η ύπαρξη
και το ύψος των στόχων για τον πληθωρισμό, η δυνατότητα ή μη της νομισματικής χρηματοδότησης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, οι κανόνες περί ισοσκελισμένων προϋπολογισμών κ.λπ. Ερώτηση: Η Γερμανία, η οποία έχει επιβάλει τις εμμονές της και τα νομισματικά της δόγματα στο σύνολο της ευρωζώνης, θα αποδεχόταν, στα ζητήματα αυτά, τα οποία έχουν για την ίδια έναν σχεδόν ιερό χαρακτήρα, να υποταχθεί σε έναν νόμο της ευρωπαϊκής πλειοψηφίας που θα ανέτρεπε τις μέχρι τώρα ρυθμίσεις; Εδώ τίθεται το ζήτημα των τοπικών κοινών συναισθημάτων. Όλα πηγαίνουν καλά όσο οι διάφορες ιδιοσυγκρασίες μπορούν να συμβιβάζονται με μηχανισμούς επικουρικότητας. Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν οι ιδιοσυγκρασίες αγγίζουν τομείς κοινού συμφέροντος -όπως συμβαίνει κατεξοχήν με την οικονομική και τη νομισματική πολιτική. Για όσους θεωρούν ότι οι ενδιάμεσοι πολιτικοί σχηματισμοί, συμπεριλαμβανομένης της κοσμοπολίτικης μορφής της συνομοσπονδίας εθνικών κρατών, δεν είναι βιώσιμοι και εντούτοις δεν εγκαταλείπουν τον στοχασμό γύρω από την προοπτική ενός ευρωπαϊκού κράτους, εδώ ακριβώς βρίσκεται το είδος της πολύ συγκεκριμένης ερώτησης που πρέπει
απαραίτητα να θέσουν, εκτός εάν θέλουν να παραμένουν στο έδαφος των φθηνών γενικοτήτων -»ειρήνη»- οι οποίες καταδικάζουν τους μεταγενέστερους πολιτικούς πειραματισμούς σε καταστροφικά αποτελέσματα. Περιττό να διευκρινιστεί ότι οποιαδήποτε αρνητική απάντηση καταδικάζει εξ ορισμού την ίδια την ιδέα της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης. Όμως, με την οικονομική πολιτική αγγίζει κανείς ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα της κοινής ευρωπαϊκής ζωής... και, ταυτόχρονα, ένα από τα ζητήματα που μπορούν να προκαλέσουν ανυπέρβλητη τοπική αντίσταση, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα. Επομένως, όσο ισχυρή και να είναι, και σίγουρα είναι, μάλλον είναι υπερβολικό να ζητά κανείς από τη σύγχρονη ιδέα της δημοκρατικής κυριαρχίας, την ιδέα της συλλογικής απόφασης, να πυροδοτήσει από μόνη της ένα επαρκές κοινό συναίσθημα για να συγκροτηθεί μια πολιτική Ευρώπη, ακόμη κι αν αληθεύει ότι αιώνες ευρωπαϊκής Ιστορίας έχουν διαμορφώσει κι άλλα είδη κοινών πολιτιστικών χαρακτηριστικών που θα μπορούσαν να τη στηρίξουν. Άλλωστε η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί διαρκώς να επιστρατεύει αυτά τα ενισχυτικά κοινά χαρακτηριστικά από τον «ανθρωπισμό» μέχρι... τον «χριστια-
νισμό»!- τα οποία θα ήθελε να χρησιμοποιήσει ως συναισθηματικό υπόστρωμα μιας ενδεχόμενης πολιτικής κοινότητας. Βρισκόμαστε, όμως, πολύ μακριά από το σημείο αυτό, εάν το ζήτημα είναι να διασφαλιστεί ότι οι κοινές πολιτικές διαθέτουν τις συναισθηματικές προϋποθέσεις αποδοχής του νόμου της ευρωπαϊκής πλειοψηφίας. Άρα λέει κανείς ένα μικρό ψέμα όταν ανακοινώνει ότι απλώς προσπαθεί να επαναδιατυπώσει εννοιολογικά το πρόβλημα του ευρωπαϊκού κράτους χωρίς πρόθεση να αποφανθεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Κι αυτό γιατί η επαναδιατύπωση προδιαγράφει μόνη της τις πιθανές λύσεις. Ανάμεσα στις οποίες πρέπει κανείς να διαλέξει. Είτε διατηρείται το σημερινό περίγραμμα της Ευρώπης -οι 28 της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή οι 17 της Ευρωζώνης- αλλά εγκαταλείπεται η πραγματική πολιτική ενοποίηση, η οποία, εξ ορισμού, θα έπρεπε να περιλαμβάνει όλα τα ζητήματα οικονομικής πολιτικής, και, κάτι τέτοιο, τη στιγμή που τα σημαντικότερα από τα ζητήματα αυτά βρίσκονται εκτεθειμένα στο εμφανές βέτο μίας από τις χώρες και, άρα, απαγορεύεται να τεθούν ως επίδικο πανευρωπαϊκών αποφάσεων. Με το σχήμα αυτό, δεν θα υπάρξει ευρωπαϊκό κράτος, δεν θα υπάρξει ευρωπαϊκή πολιτική ενοποίηση -κάτι που δεν σημαίνει καθόλου Ευρώπη, αλλά σημαίνει μια Ευρώπη με πιο ταπεινές φιλοδοξίες, η οποία θα νοείται ως ιστός ποικίλων συνεργασιών, χωρίς βλέψεις για τη συγκρότηση ενιαίου κυρίαρχου κράτους, κατά συνέπεια χωρίς παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας των σημερινών ευρωπαϊκών κρατών. Είτε, ίσως, ένα λιγότερο απαισιόδοξο δίδαγμα που μπορεί να αντλήσει κανείς από αυτή την αποφασιστική δοκιμασία του νομισματικού ζητήματος: ενδεχομένως μπορούμε να δημιουργήσουμε ευρωπαϊκό κράτος... αλλά όχι με τον οποιονδήποτε. Και, για την ώρα, εμφανέστατα όχι με τη Γερμανία.
1 Spinoza, «Traité théologico-politique, OEuvres ΙΙΙ», Presses universitaires de France (PUF), συλλ. «Epiméthée», Παρίσι, 2012 (1η εκδ: 1670). 2 Eric Hobsbawm, «Nations et nationalisme depuis 1780», Gallimard, Παρίσι, 1992. 3 Spinoza, «Traité politique, OEuvres V», PUF, 2005 (1η εκδ: 1677).
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Ευρωπαϊκή άμιλλα αντί για ανταγωνισμό
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2005
Ο κόσμος περιμένει πολλά από την Ευρώπη. Τουλάχιστον αυτή την εντύπωση δίνουν διάφορα πρόσφατα βιβλία.1 Οι εκκλήσεις για μια «άλλη Ευρώπη», που διατυπώνονται από τα κοινωνικά κινήματα στη Γηραιά Ήπειρο, υποδηλώνουν, και αυτές, την ίδια προσδοκία. Η Ευρώπη δεν θα οικοδομηθεί παρά μόνο εάν βρει τον τρόπο να ανταποκριθεί σε αυτή την προσδοκία. Σε τι ακριβώς συνίσταται, όμως, μια τέτοια προσδοκία; Του Bernard Stiegler*
O
κόσμος δεν περιμένει καλές προθέσεις: περιμένει η Ευρώπη να διαμορφώσει ένα νέο βιομηχανικό μοντέλο, το οποίο θα θέσει τέρμα στη διαδικασία γενικευμένης απώλειας ταυτότητας που υποσκάπτει τις δυτικές κοινωνίες. Ο Ζιλμπέρ Σιμοντόν αποκαλούσε ψυχοκοινωνική συγκρότηση ταυτότητας τη διαδικασία κατά την οποία ένα συλλογικό υποκείμενο γίνεται αυτό που είναι μέσω της ψυχικής συγκρότησης ταυτότητας των συστατικών του. Η διαδικασία αποτελεί μια δυναμική στην οποία η ψυχική συγκρότηση ταυτότητας εμπεριέχει στοιχεία της κοινωνικής συγκρότησης ταυτότητας, συμβάλλοντας στη συγκρότηση αυτή. Η πραγματική οικοδόμηση της Ευρώπης θα έπρεπε να πυροδοτήσει μια νέα διαδικασία ψυχικής και συλλογικής συγκρότησης ταυτότητας των πολιτών της, ενισχύοντας τη σύγκλιση ήδη υπαρκτών διαδικασιών συγκρότησης ταυτότητας:
* Ο Bernard Stiegler είναι φιλόσοφος και συγγραφέας. Έργα του, μεταξύ άλλων, το «Mécréance et discrédit» και το «De la misère symbolique», Galilée, Παρίσι, 2004 και 2005 αντίστοιχα. Το παρόν άρθρο περιέχει σκέψεις που αναπτύσσονται στο βιβλίο του «Constituer l’ Europe».
των ευρωπαϊκών εθνών. Όμως, η βιομηχανική ψυχική και συλλογική συγκρότηση ταυτότητας, που προέκυψε από το σύγχρονο καπιταλισμό, διανύει μια κρίση χωρίς προηγούμενο. Υποφέρει από βαριά και επικίνδυνη ασθένεια: την έλλειψη εκπλήρωσης, δηλαδή τον σφετερισμό και τη χωρίς όρια εκμετάλλευση της ενέργειας της λίμπιντο των παραγωγών και των καταναλωτών. Γιατί, από τη στιγμή που η ενέργεια της λίμπιντο ατόμων και ομάδων διοχετεύεται σε πολύ μεγάλο βαθμό προς τα αντικείμενα της κατανάλωσης, όλα τα υπόλοιπα αντικείμενα της λίμπιντο, και, ιδιαίτερα, τα αντικείμενα που επιτρέπουν τη δημιουργία πολιτισμού απογυμνώνονται και απειλούνται σοβαρά. Κάτι τέτοιο ισχύει για την οικογένεια, την εκπαίδευση -και, επομένως, για το σχολείο και τις γνώσεις στο σύνολό τους-, ισχύει, όμως, και για την πολιτική, για το ίδιο το δίκαιο, για όλες τις ευγενείς δραστηριότητες του πνεύματος, καρπούς αυτού που οι Γερμανοί ονόμαζαν Bildung.2 Η διαδικασία της καπιταλιστικής και βιομηχανικής συγκρότησης ταυτότητας βρίσκεται πια σε αντίφαση με τον εαυτό της και τείνει να αυτοκαταστραφεί μέσω της πτωτικής τάσης της ενέργειας της λίμπιντο, που μεταφράζεται σε απώλεια ταυτότητας. Η απώλεια αυτή στερεί από τα άτομα τη δυνατότητα να υπάρξουν και, σε τελική ανάλυση, είναι θανατηφόρα για την εμπορευματική κοινωνία στο σύνολό της, καθώς η λίμπιντο και η εκπλήρωση βρίσκονται στην αφετηρία τόσο της αγοράς όσο και της παραγωγής.3 Εάν, λοιπόν, η Ευρώπη επιθυμεί να οικοδομηθεί, να υπάρξει, πρέπει κατ’ αρχάς να αντιστρέψει τη διαδικασία γενικευμένης απώλειας ταυτότητας μέσα από μια νέα βιομηχανική πολιτική.4 Με άλλα λόγια, ολόκληρος ο κόσμος και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι περιμένουν από την Ευρώπη να επινοήσει ξανά την ιδέα ενός βιομηχανικού πολιτισμού και να αποδείξει ότι η βιομηχανία δεν είναι κατ’ ανάγκη η αιτία της οπισθοδρόμησης. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση στήριξε συστηματικά την ανεξέλεγκτη εξάπλωση ενός ξεπερασμένου βιομηχανικού μοντέλου και έθεσε μοναδικό στόχο της την εμπορευματοποίηση όλων των κοινωνικών πρακτικών - που υποβιβάστηκαν, έτσι, στην ταπεινή κατηγορία των καταναλωτικών συμπεριφορών. Το αποτέλεσμα είναι ότι η οικοδόμηση της Ευρώπης βιώνεται όλο και περισσότερο από τους Ευρωπαίους ως διαδικασία καταστροφής της Ευρώπης.
Εάν η Ευρώπη επιθυμεί να οικοδομηθεί, να υπάρξει, πρέπει κατ’ αρχάς να αντιστρέψει τη διαδικασία γενικευμένης απώλειας ταυτότητας μέσα από μια νέα βιομηχανική πολιτική
Η αίσθηση της απειλής έγινε ακόμη εντονότερη, καθώς ο μοναδικός στόχος της ανάπτυξης των αγορών σε όλους τους τομείς της ύπαρξης επιδιωκόταν πάντοτε ρητά στο όνομα μιας ιδεολογίας που έθετε ως απόλυτη αρχή ότι τα ευρωπαϊκά κράτη έπρεπε να ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Και κάτι τέτοιο, χωρίς να διαφαίνεται και να διακηρύσσεται συστηματικά κάποιος ορίζοντας ενότητας πάνω από τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων. Οι Ευρωπαίοι, όμως, γνωρίζουν πού τους οδήγησε στο παρελθόν ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα κράτη τους: σε δύο παγκόσμιους πολέμους, κατά τον 20ό αιώνα, που ερείπωσαν το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, χωρίς να υπολογίζονται οι πόλεμοι των προηγούμενων αιώνων. Μια παρόμοια απειλή γίνεται τόσο πιο αισθητή όσο η έλλειψη εκπλήρωσης που προκύπτει από τον αχαλίνωτο καταναλωτισμό, ο
οποίος έχει αναχθεί σε μοναδικό στόχο, διεγείρει τα ένστικτα του θανάτου.5 Χωρίς αμφιβολία, ο ανταγωνισμός αποτελεί θεμελιώδη δυναμικό παράγοντα σε κάθε διαδικασία ψυχοκοινωνικής συγκρότησης ταυτότητας. Η κριτική της κρατικοποιημένης οικονομίας στηρίζεται, και πολύ σωστά, στα φαινόμενα μειωμένης απόδοσης και έλλειψης κινήτρων που χαρακτήριζαν τις κομμουνιστικές χώρες, για να καταδείξει ότι ο ανταγωνισμός των ατομικών συμφερόντων αποτελεί προϋπόθεση για οποιαδήποτε μορφή οικονομικής βιωσιμότητας. Παρ’ όλα αυτά, η καπιταλιστική οργάνωση του ανταγωνισμού, στο σημερινό στάδιο της υπερφιλελεύθερης ιδεολογίας, παράγει, με τη σειρά της, και μάλιστα μαζικά, έλλειψη κινήτρων και «απαισιοδοξία», όπως με λύπη διαπιστώνουν ορισμένες φορές οι πολιτικοί6 εκτός του γεγονότος ότι συντελεί και στη δημιουργία καπιταλιστικών μονοπωλίων. Οι πολίτες της Ευρώπης φοβούνται ότι όσα βιώνουν αποτελούν όλο και λιγότερο την οικοδόμηση της Ευρώπης και όλο και περισσότερο την καταστροφή της, γιατί στέκονται με δικαιολογημένη δυσπιστία απέναντι στη λανθασμένη και επικίνδυνη ιδέα σύμφωνα με την οποία η Ευρώπη θα μπορούσε να οικοδομηθεί θέτοντας τις χώρες της σε ανταγωνισμό μεταξύ τους. Πώς να φανταστεί κανείς ότι μια κοινότητα θα μπορούσε να συγκροτηθεί υποχρεώνοντας τους λαούς που τη συγκροτούν μόνο σε μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλαδή σε αντίθεση;
7/39
Η ΑΥΓΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΜΑΪΟΥ 2014
Η έννοια του ανταγωνισμού που εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή αποτελεί ολέθρια απλούστευση της έννοιας της άμιλλας, όπως τη στοχάζονταν οι αρχαίοι Έλληνες οι οποίοι την ονόμαζαν έριδα.7 Το γεγονός ότι η άμιλλα βρίσκεται στην αφετηρία του εσωτερικού δυναμισμού κάθε οικονομικο-πολιτικής κοινότητας μοιάζει όχι απλά κατανοητό, αλλά και ανυπέρβλητο. Ωστόσο, η άμιλλα πρέπει να εξυψώνει όσους κινεί πάνω από τις ιδιαιτερότητές τους και με τον τρόπο αυτό να γίνεται πρωταρχική δύναμη ένωσης και συγκρότησης ταυτότητας. Επομένως, ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να αποτελεί τη σημαντικότερη και πολύ περισσότερο τη μοναδική αρχή μιας νεοπαγούς πολιτικής και οικονομικής κοινότητας. Ακριβώς επειδή οι σχέσεις μεταξύ των κρατών-μελών μιας ενιαίας πολιτικής κοινότητας δεν περιορίζονται στις οικονομικές ανταλλαγές και στον ανταγωνισμό -αλλά προϋποθέτουν ένα κοινό συμφέρον που υπερτερεί απέναντι στα συμφέροντα του κάθε ξεχωριστού κράτουςείναι δυνατή η διάκριση ανάμεσα σε μια πολιτική ένωση και σε μια απλή ένωση οικονομικών συμφερόντων, όπως ήταν για παράδειγμα η χανσεατική λίγκα,8 ή όπως είναι η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA) και τόσες άλλες ζώνες προνομιακών οικονομικών ανταλλαγών. Επομένως, το ζήτημα είναι ακριβώς στις συνειδήσεις των πολιτών των κρατών που απαρτίζουν την Ευρώπη να σμιλευθεί η ευρωπαϊκή ιδέα, δηλαδή η διατύπωση ενός ευρωπαϊκού τρόπου ζωής. Ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής πρέπει να εκφράζει ένα ευρωπαϊκό πνεύμα το οποίο συγκροτείται ιστορικά από μια αίσθηση του δικαίου, που αποτελεί χαρακτηριστική ευρωπαϊκή κληρονομιά: μετά τον Φρόιντ πρέπει να θεωρείται ως επιθυμία και να ενσαρκώνεται ως κίνητρο. Η επιθυμία, όμως, είναι από τη φύση της και στην ουσία της δύναμη μετουσίωσης. Είναι αυτή που μετουσίωσε την έριδα του Ησίοδου, που τόσο κέντριζε τον νεαρό Νίτσε, σε δύναμη της πόλης,9 γεγονός που υποδηλώνει ότι η έρις πρέπει να εξυψώνει προς το καλύτερο, προς το άριστον.10 Ο χωρικός στα «Έργα και Ημέρες» του Ησίοδου βρίσκεται, προφανώς, σε ανταγωνισμό ή σε άμιλλα με κάποιον άλλο χωρικό, αυτό, όμως, συμβαίνει για να τον κατευθύνει προς το καλύτερο. Το καλύτερο παραπέμπει σε αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες πατέρες του δικαίου ονομάζουν δίκη και αιδώ,11 οι οποίες δεν αποτελούν απλές «αξίες», αλλά μάλλον θεμελιώδεις αρχές. Η αιδώς, η οποία μεταφράζεται και ως λεπτότητα και άλλοτε ως ταπεινότητα, αποτελεί τη βάση της έριδος. Εάν δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, η έρις δεν είναι πια «η καλή έρις», όπως γράφει ο Ησίοδος: γίνεται μια δύναμη αυτοκαταστροφής, εκφράζει το ένστικτο του θανάτου - που οδηγεί στον πόλεμο. Όμως, ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, που δεν ρυθμίζεται από ενοποιητικές αρχές, οδηγεί σε έναν κόσμο χωρίς ντροπή: κάτι τέτοιο, στο όνομα της αποτελεσματικότητας, μας κατεβάζει πάντοτε στο χαμηλότερο σκαλί. Και εξομοιώνει προς τα κάτω την ποιότητα των τηλεοπτικών προγραμμάτων -όπως δήλωσε, χωρίς ντροπή, ο Πατρίκ λε Λε, πρόεδρος και γενικός διευθυντής του ιδιωτικού τηλεοπτικού καναλιού TF1,12 αλλά και την κοινωνική νομοθεσία. Δυστυχώς, η Ευρώπη είναι η ήπειρος των
Οι πολίτες της Ευρώπης φοβούνται ότι όσα βιώνουν αποτελούν όλο και λιγότερο την οικοδόμηση της Ευρώπης και όλο και περισσότερο την καταστροφή της
πολέμων και η πολιτική οικοδόμησή της είναι απαραίτητη πρώτα απ’ όλα για να αποφευχθεί, πάση θυσία, η επιστροφή ενός τέτοιου ενδεχομένου. Οι Ευρωπαίοι φοβούνται μήπως ένα Σύνταγμα που θα θεμελιώνεται στον ανεξέλεγκτο ανταγωνισμό οδηγήσει τις χώρες τους προς την αντίθετη κατεύθυνση, αυτή της πυροδότησης νέων συγκρούσεων. Δεν θεωρούν ότι οι «αξίες» που διέπουν το σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος έχουν κάποια σχέση με τις ιδρυτικές αρχές μιας πολιτικής ένωσης, η οποία παλεύει ενάντια στη δυσαρμονία που πάντοτε εμπεριέχει η απαραίτητη δυναμική αρχή που οργανώνει την άμιλλα και τον ανταγωνισμό, δυνάμεις χωρίς τις οποίες πραγματικά δεν υπάρχει διαρκές κίνητρο. Γι’ αυτό και η ρητορική περί αξιών, που αναπτύσσεται στο άρθρο 2 του σχεδίου του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, ηχεί παράφωνα στα αυτιά τους: δεν την πιστεύουν γιατί δεν νιώθουν να ενσαρκώνει κανένα απολύτως κίνητρο. Βλ., για παράδειγμα, το Jeremy Rifkin, «Το ευρωπαϊκό όνειρο», Λιβάνης, Αθήνα, 2005.
1
2
(ΣτΜ): Μόρφωση, εκπαίδευση.
«Le désir asphyxié, ou comment l’ industrie culturelle détruit l’ individu», Le Monde diplomatique, Ιούνιος 2004. 3
Αυτός είναι ο στόχος της Ars Industrialis, διεθνούς ένωσης για τη βιομηχανική πολιτική των τεχνολογιών του πνεύματος.
4
5 Ο Richard Durn, που σκότωσε οκτώ μέλη του δημοτικού συμβουλίου της Ναντέρ, εκμυστηρευόταν ότι «έκανε κακό, τουλάχιστον για μια φορά στη ζωή του, για να αισθανθεί ότι υπάρχει», «Le Monde», 10 Απριλίου 2002.
Για παράδειγμα, ο πρόεδρος Ζακ Σιράκ, σε τηλεοπτική συζήτηση με νέους, στις 14 Απριλίου 2005.
6
(ΣτΜ): Ελληνικά στο κείμενο Βλ. «Έργα και Ημέραι», καθολικά αναγνωρισμένο ως έργο του Ησίοδου.
7
(ΣτΜ): Ένωση γερμανικών εμπορικών πόλεων στον Βορρά της χώρας, που κυριάρχησε κατά τον 12ο και 13ο αιώνα, στον εμπορικό άξονα Βόρεια Θάλασσα - Βαλτική. Πρωτεύουσά της ήταν το Λίμπεκ.
8
9
(ΣτΜ): Ελληνικά στο κείμενο.
10
(ΣτΜ): Ελληνικά στο κείμενο.
11
(ΣτΜ): Ελληνικά στο κείμενο.
«Για να μπορεί, όμως, ο τηλεθεατής να προσλάβει ένα διαφημιστικό μήνυμα, πρέπει ο εγκέφαλός του να είναι διαθέσιμος. Οι εκπομπές μας έχουν την τάση να τον καθιστούν διαθέσιμο: δηλαδή να τον διασκεδάζουν, να τον χαλαρώνουν, για να τον προετοιμάσουν ανάμεσα σε δύο μηνύματα. Το προϊόν που πουλάμε στην Κόκα Κόλα είναι διαθέσιμος χρόνος του ανθρώπινου εγκεφάλου», Βλ. «Les Dirigeants face au changement», Editions du Huitieme Jour, Παρίσι, 2005. 12
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
Ποια Ευρώπη θέλουμε; Του Ignacio Ramonet*
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ (ΑΝΕΚΔΟΤΟ) ΙΟΥΝΙΟΣ 1994
ΡΟΥΑΝΤΑ, Βοσνία, Σαράγεβο, αβάσταχτες εικόνες σφαγής, μάχης και ερειπίων. Συμβολίζουν με τραγικό τρόπο, 50 χρόνια μετά την απόβαση στη Νορμανδία και την απελευθέρωση της Γηραιάς Ηπείρου, την απάθεια και την αδυναμία της Ευρώπης. Μήπως σηματοδοτούν και το τέλος του μεγάλου ευρωπαϊκού οράματος; Σίγουρα το πληγώνουν σοβαρά, την ώρα όπου 40 εκατ. φτωχοί, 19 εκατ. άνεργοι και 3 εκατ. άστεγοι υπενθυμίζουν στους ηγέτες την απειλή της διάλυσης του κοινωνικού κράτους η οποία επικρέμαται πάνω από την Ευρώπη. Όπως και οι προηγούμενες εκλογές, η 12η Ιουνίου δεν θα έχει βοηθήσει καθόλου στη συνειδητοποίηση των πραγματικών διακυβευμάτων της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Δύο χρόνια μετά την καμπάνια για την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, οι τέταρτες εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο θα μπορούσαν επιτέλους να αποτελέσουν μια ευκαιρία για τους πολίτες να συγκρίνουν διαφορετικά ή και αντικρουόμενα οράματα για την οργάνωση της Γηραιάς Ηπείρου. Δεν έγινε τίποτα, και στη Γαλλία αυτό οφείλεται κυρίως στα Την ώρα που η ανεργία μεγάλα κόμματα που ανταγωνίζονται σε κοινοτοπίες και γενικότητες, αναμένοντας και ο αποκλεισμός τις προεδρικές εκλογές του 1995. Οι διαεντείνονται, η επιβίωση των φωνίες της εσωτερικής πολιτικής κυριαρευρωπαϊκών κοινωνιών ως χούν και οι πλειονότητα των 87 βουλευτών που θα πάνε στις Βρυξέλλες δεν θα έχει αλληλέγγυα σύνολα δεν είναι δεσμευτεί σε τίποτα στους ψηφοφόρους. εξασφαλισμένη. Έτσι Και αυτοί ενώ, με το δίκιο τους, γκρινιάαναγεννιούνται ο εθνικισμός, ζουν για το «δημοκρατικό» έλλειμμα από ο λαϊκισμός και η ξενοφοβία το οποίο υποφέρει η Ένωση, την ίδια ώρα συμβάλλουν στο να χειροτερέψει η κατάσταση, αποδεχόμενοι την ανευθυνότητα των ευρωβουλευτών. Για να λυθούν πολλά προβλήματα, η Ευρώπη θα μπορούσε να αποτελεί ένα σοβαρό πλαίσιο δράσης. Είναι, όμως, οι ψηφοφόροι διατεθειμένοι ν’ ανταλλάξουν ό,τι τους έχει απομείνει από τη δημοκρατική παρέμβαση στη χώρα τους με κάποια υποθετικά μέσα ελέγχου των αποφάσεων που παίρνονται στις Βρυξέλλες; Υπάρχει πράγματι η αίσθηση ότι το σύστημα των συγκοινωνούντων δοχείων δεν λειτουργεί: την εξουσία που χάνουν τα εθνικά Κοινοβούλια δεν την ξαναβρίσκουμε στο Ευρωκοινοβούλιο. Για να μπορέσει ο πολίτης να βαρύνει στις αποφάσεις των Βρυξελλών, διαθέτει δύο τόπους. Είτε άμεσα, μέσω του Ευρωκοινοβουλίου, είτε έμμεσα, ελέγχοντας την κυβέρνησή του. Βλέπουμε, λοιπόν, πεντακάθαρα το ενδιαφέρουν που παρουσιάζει το να στέλνουμε στο Ευρωκοινοβούλιο βουλευτές με βάση καθαρές πολιτικές πλατφόρμες και ταυτόχρονα να οργανώνουμε καλύτερα τον έλεγχο των εθνικών κοινοβουλίων πριν τη λήψη οποιαδήποτε απόφασης σε ενωσιακό επίπεδο. Χωρίς να αλλάξουμε τις λεπτές ισορροπίες του «θεσμικού τριγώνου» της Ένωσης, υπάρχουν απλά μέσα για να λειτουργήσουν με περισσότερη δημοκρατία. Ποιος φταίει αν κάτι τέτοιο δεν γίνεται, παρά οι ίδιες οι κυβερνήσεις και τα κόμματα που τις στηρίζουν; Από την άλλη πλευρά, απέναντι στη βαθιά μετάλλαξη του παραγωγικού συστήματος, οι πολίτες περιμένουν από την Ευρώπη τη διατήρηση του κοινωνικού μοντέλου, το οποίο αποτελεί την καρδιά του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Και όχι την επιδείνωση της ανεργίας, της επισφαλούς εργασίας και του αποκλεισμού. Γιατί το κοινωνικό παραμένει ένα παραμελημένο κομμάτι της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Στο πλαίσιο της οξυμένης εσωτερικής ανταγωνιστικότητας, του εκβιασμού και της διαφθοράς, το κόστος της εργασίας υπαγορεύει τους νόμους. Η αναζήτηση του μέγιστου κέρδους οδηγεί στο ροκάνισμα του κράτους πρόνοιας, το οποίο δέχεται από παντού επιθέσεις. Την ώρα που η ανεργία και ο αποκλεισμός εντείνονται, η επιβίωση των ευρωπαϊκών κοινωνιών ως αλληλέγγυα σύνολα δεν είναι εξασφαλισμένη. Κι έτσι αναγεννιούνται ο εθνικισμός, ο λαϊκισμός και η ξενοφοβία. Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, η ελπίδα να οικοδομήσουμε τον μεγάλο ευρωπαϊκό πύργο θα αποδειχθεί, άραγε, τόσο μάταια όσο το εγχείρημα του πύργου της Βαβέλ;
* Ο Ignacio Ramonet διετέλεσε διευθυντής της Le Monde diplomatique (1990-2008)
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΑΛΙΑ ΚΑΪΜΑΚΗ
LE
MONDE
EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ
diplomatique
Αξιοποίηση της οικονομικής συνεργασίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να επιταχυνθεί η εκθεμελίωση των εθνικών κοινωνικών πολιτικών. Κι αν το όνειρο των Βρυξελλών γινόταν πραγματικότητα; Του Frédéric Panier*
T
ην ώρα που διαδηλωτές κινητοποιούνταν κατά της συμφωνίας διατλαντικής εμπορικής συνεργασίας που διαπραγματεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση με την Ουάσιγκτον,1 οι Ευρωπαίοι ηγέτες κρατών και κυβερνήσεων, οι οποίοι συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες στις 19 και 20 Δεκεμβρίου 2013, εξέταζαν τη θέσπιση ενός νέου εργαλείου: των «συμφωνιών δεσμευτικού χαρακτήρα», οι οποίες θα υπογράφονται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών-μελών. Μόλις τεθούν σε εφαρμογή, οι συμφωνίες αυτές θα μπορούσαν να εξελιχθούν στο ισχυρότερο όπλο που είχαν ποτέ στη διάθεσή τους οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για να διαλύσουν το κοινωνικό κράτος στις χώρες-μέλη. Παρ’ ότι ο μηχανισμός βρίσκεται ακόμη στη φάση των συζητήσεων, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, Σεργκέι Στάνισεφ, διαβεβαιώνει ότι το μέτρο θα μπορούσε «να εξαφανίσει τις κοινωνικές ρυθμίσεις σε όλα τα κράτη-μέλη, στο ένα μετά το άλλο, τη μία ρύθμιση μετά την άλλη».2 Με τον φόβο της έκρηξης του ευρωσκεπτικισμού, εάν δινόταν με τέτοιο τρόπο το δικαίωμα στην Ευρώπη να εισβάλει στον χώρο δικαιοδοσίας των κρατών-μελών για να εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ο Γκι Φέρχοφσταντ, ο ηγέτης των Φιλελευθέρων στο Ευρωκοινοβούλιο, δηλώνει λακωνικά ότι το σύστημα προαναγγέλλει «τον θάνατο της Ευρώπης».3 Γνωστές και με το όνομα «εργαλεία σύγκλισης και ανταγωνιστικότητας», οι δεσμευτικές συμφωνίες στηρίζονται σε μία απλή αρχή: με αντάλλαγμα χρηματοδοτικές ενισχύσεις, τα ευρωπαϊκά κράτη θα καλούνται να υπογράφουν συμφωνίες μακροοικονομικών μεταρρυθμίσεων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι σχετικές δεσμεύσεις θα αφορούν το κοινωνικό, οικονομικό ή και φορολογικό πεδίο, ανεξάρτητα από τις αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμών. Έτσι, με δεδομένες τις σημερινές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μπορεί κανείς να φανταστεί άνετα ότι η χορήγηση «χρηματοδοτικών πλεονεκτημάτων» θα μπορούσε να εξαρτάται από την κατάργηση μέτρων προστασίας της εργασίας, από τη μείωση των κοινωνικών δαπανών ή από φορολογικά «δώρα» προς τις επιχειρήσεις... Μέχρι σήμερα τα κοινωνικά, οικονομικά και φορολογικά θέματα συνεχίζουν να υπόκεινται, σε μεγάλο βαθμό, στον κανόνα της ομοφωνίας των 28 κυβερνήσεων, γεγονός που αφήνει σε κάθε κυβέρνηση περιθώρια ελιγμών. Η επέμβαση των ευρωπαϊκών θε-
* Ο Frédéric Panier είναι οικονομολόγος στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ (Καλιφόρνια)
«Δεσμευτικές συμφωνίες» το νέο ευρωπαϊκό φονικό όπλο σμών περιορίζεται συχνά σε απλές, μη δεσμευτικές, συστάσεις, ενώ η μη εφαρμογή τους συνήθως δεν συνοδεύεται από συνέπειες. Έτσι, κατά την προετοιμασία της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου, ο Γιέργκ Άσμουσεν, τότε μέλος του συμβουλίου των διοικητών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), εξέφραζε τη λύπη του που «μόνο το 10% των συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει μέχρι τώρα τεθεί σε εφαρμογή από τα κράτη-μέλη».4 Επομένως, για τους υποστηρικτές τους, ιδιαίτερα τη γερμανική κυβέρνηση και τους συμμάχους της, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν προχω-
έσοδα μελλοντικών ευρωπαϊκών φόρων, ιδιαίτερα από τον φόρο επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών. Δηλαδή να φορολογηθούν οι χρηματιστικές αγορές για να φιλελευθεροποιηθεί η οικονομία: η ιδέα δεν στερείται τόλμης... Όμως, ένα εσωτερικό έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διέρρευσε λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής5 δείχνει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται πια να επεξεργάζονται ένα διαφορετικό σενάριο: ευρωπαϊκά δάνεια με ευνοϊκό επιτόκιο, δηλαδή μια πρώτη εφαρμογή του μηχανισμού αμοιβαιοποίησης των εθνικών δημοσίων χρεών, ο οποίος απο-
ρούν ούτε πολύ γρήγορα ούτε πολύ ριζικά: πρέπει να περάσουμε στην επόμενη ταχύτητα. Οι «διευθετήσεις» μοιάζουν να εμπνέονται άμεσα από τα δάνεια υπό προϋποθέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τα οποία επέτρεψαν να επιβληθεί σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες το άνοιγμα της οικονομίας τους. Η μέθοδος έχει ήδη χρησιμοποιηθεί από την «τρόικα», στο πλαίσιο της «βοήθειας» προς τις χώρες που βρέθηκαν σε αδιέξοδο: στην Ελλάδα, στην Κύπρο, στην Πορτογαλία επιβλήθηκαν, μεταξύ άλλων, σημαντικά προγράμματα ιδιωτικοποιήσεων. Επομένως, δίνεται η δυνατότητα να επεκταθούν τα «οφέλη» μιας τέτοιας στρατηγικής σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, ακόμη κι όταν δεν βρίσκεται σε κρίση. Μάλιστα, σε κάποια φάση, η Κομισιόν είχε εξετάσει το ενδεχόμενο να επιβληθεί η χρήση του νέου εργαλείου της στο σύνολο της Ευρωζώνης... Μένει να συμφωνηθούν τα «χρηματοδοτικά πλεονεκτήματα» που πρόκειται να προσφέρονται ως αντάλλαγμα προς τις χώρες-μέλη. Κατά τη σύνοδο κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν κατέληξαν σε συμφωνία για το συγκεκριμένο ζήτημα. Στην αρχή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε προτείνει τη δημιουργία ενός ταμείου από νέες συνεισφορές των κρατών-μελών ή από τα
τελεί απαίτηση των πιο ευάλωτων χωρών από την αρχή της κρίσης. Η έκδοση ευρωπαϊκού δημόσιου χρέους θα έδινε στις ασθενέστερες χώρες τη δυνατότητα να δανειστούν με τα (χαμηλότερα) επιτόκια που απολαμβάνουν οι πιο ισχυρές οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον ισχυρό μοχλό πίεσης που ο μηχανισμός αυτός θα προσέφερε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Για τις ευάλωτες χώρες, η επιλογή θα ήταν η εξής: είτε να προχωρήσουν στις μεταρρυθμίσεις που απαιτεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είτε να παραιτηθούν από πολύτιμους χρηματικούς πόρους. Στα μάτια των Ιταλών ή των Ισπανών ηγετών, οι οποίοι δανείζονται με επιτόκια περίπου 2% υψηλότερα από ό,τι η Γερμανία, η πρόσβαση στα ευρωπαϊκά δάνεια θα μεταφραζόταν σε σημαντική εξοικονόμηση πόρων, κάτι που θα έφερνε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε θέση ισχύος για να επιβάλει τις απόψεις της. Ενώ η αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους προοριζόταν να δώσει οξυγόνο στα πιο ευάλωτα κράτη, οι δεσμευτικές συμφωνίες απειλούν να μετατρέψουν τα ευρωπαϊκά δάνεια σε ένα νέο μέσο καθυπόταξης των εθνικών κυβερνήσεων. Κατά συνέπεια, το νέο αυτό οπλοστάσιο, που θα συνδέεται με σημαντικούς χρηματικούς πόρους, θα μπορούσε να απειλήσει τους εθνικούς μηχανισμούς αλληλεγγύης ακόμη
περισσότερο και από το ίδιο το Δημοσιονομικό Σύμφωνο. Το σύμφωνο αυτό, παρ’ ότι αποτελεί πραγματική μέγγενη, αφήνει, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό, τα κράτη-μέλη να αποφασίσουν ποια μέσα θα χρησιμοποιήσουν για να διαγράψουν τη δημοσιονομική πορεία που απαιτείται. Αντίθετα, οι δεσμευτικές συμφωνίες θα επέτρεπαν στην Κομισιόν να ασκεί πρωτοφανή πίεση στα απείθαρχα κράτη. Η ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου έκλεισε με μια συμφωνία επί της αρχής. Η απόφαση για τις υπόλοιπες πτυχές του ζητήματος μετατέθηκε για τις επόμενες συναντήσεις, με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αναλαμβάνει την υποχρέωση να υποβάλει, τον Οκτώβριο του 2014, έκθεση για το συγκεκριμένο θέμα. Με την υποστήριξη του προέδρου του Συμβουλίου, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ υποσχέθηκε να παρακολουθεί την πρόοδο του εγχειρήματος «χιλιοστό προς χιλιοστό».6 Η πρόταση έχει προκαλέσει ισχυρό σκεπτικισμό σε ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη, ακόμη και σε παραδοσιακούς συμμάχους της Γερμανίας, ενώ στους κόλπους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου οι αντιστάσεις παραμένουν ισχυρές. Επομένως, μια ακόμη και μέτρια κοινωνική κινητοποίηση θα έβρισκε εσωτερικούς αποδέκτες για να εμποδιστεί η έγκριση του εγχειρήματος (ή, τουλάχιστον, για να απαλειφθούν οι πιο προβληματικές πτυχές του). Έτσι, η εκστρατεία για τις ευρωεκλογές προσφέρει μια σπάνια ευκαιρία δράσης στην ευρωπαϊκή Αριστερά, η οποία, αντιδρώντας πολύ συχνά εκ των υστέρων, συσσωρεύει ήττες από την εκδήλωση της κρίσης, το 2007. 1 Βλ. Serge Halimi, «Μια διατλαντική παγίδα», http://www.mondediplomatique.gr/spip.php?article537. 2 Προπαρασκευαστική σύνοδος για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, 13 και 14 Δεκεμβρίου 2013.
Ian Wishart, «EU economic contracts would stroke protests, lawmakers say», Bloomberg, 11 Δεκεμβρίου 2013. 3
4 Peter Muller, Christoph Pauly, Christian Reiermann, Michael Sauga και Christoph Schult, «European reform: Merkel’s surprising new ally in Brussels», Der Spiegel Online, 28 Οκτωβρίου 2013.
Luke Baker, «Euro zone mulls cheap loans as incentive for economic reforms», Reuters, 22 Νοεμβρίου 2013, http://www.reuters.com/article/2013/11/2 2/us-eurozone-reformsidUSBRE9AL0OB20131122.
5
6 Ian Wishart, «EU leaders delay deal on incentives for economic reforms», Bloomberg, 19 Δεκεμβρίου 2013, http://www.bloomberg.com/news/2013-1219/european-leaders-seek-to-tie-nations-to-econ omic-improvements.html.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΑΡΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ