νερό: δημόσιο και κοινωνικό αγαθό
κάγκελα παντού! Στη σημερινή στροφή της κρίσης, την ώρα που και η Κύπρος εισέρχεται με δραματικό τρόπο στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου υπό τροϊκανή εποπτεία, γίνονται ολοένα πιο ξεκάθαροι οι πραγματικοί όροι και στόχοι της νεοφιλελεύθερης αντεπίθεσης στους λαούς. Παράλληλα με την υποτίμηση της εργασίας, οι κυρίαρχες τάξεις στην ΕΕ και κάθε χώρα ξεχωριστά επιχειρούν να επιβάλλουν μια νέα «πρωταρχική συσσώρευση» κεφαλαίου σε βάρος των κοινών, συλλογικών πόρων, αγαθών και υπηρεσιών. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει ιδιωτικοποιήσεις του δημόσιου τομέα και της κοινής ωφέλειας – ιδιαίτερα του νερού και
O
ικοτριβές
της ενέργειας, την εμπορευματοποίηση των φυσικών αγαθών, την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της γης και των ορυκτών πρώτων υλών. Είναι οι νέες κερδοσκοπικές «περιφράξεις» του δημόσιου χώρου που κατεξοχήν υλοποιούνται σε περιόδους κρίσης, στο πλαίσιο «καθεστώτων εξαίρεσης» και καταπάτησης δικαιωμάτων, πατώντας πάνω στην αποστέρηση των πολλών. Όπως λέει και ένα διάσημο –στους κερδοσκόπους– αγγλοσαξονικό ρητό, «όταν ρέει αίμα στο δρόμο, αγόρασε περιουσίες». Ιδιαίτερα στην Ελλάδα την τελευταία περίοδο, υλοποιούνται σχεδιασμοί που –αν ολοκληρωθούν– θα έχουν μη αναστρέψιμα,
Μάρτιος 2013, τ. 3
τραγικά αποτελέσματα για το περιβάλλον και τα συλλογικά αγαθά. Αφορούν στη συνολική εκποίηση των στρατηγικών τομέων της ενέργειας και του νερού, την υλοποίηση με διαδικασίες-εξπρές μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων στις εξορύξεις, τον τουρισμό και την ηλεκτροπαραγωγή, τη συνεχιζόμενη πλήρη αποσάθρωση των κρατικών υπηρεσιών με τις απολύσεις και την υποχρηματοδότηση, την πλήρη κατεδάφιση του όποιου θεσμικού πλαισίου κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας. Είναι εξελίξεις που επιχειρούν να ναρκοθετήσουν και –εκ των πραγμάτων– να προκαταλάβουν αρνητικά, την προοπτική
ριζικών κοινωνικοπολιτικών ανατροπών που θα θέτουν στο επίκεντρο τις κοινωνικές ανάγκες και την προστασία του περιβάλλοντος. Στον αντίποδα , αναπτύσσονται σημαντικά κινήματα σε μια σειρά κοινωνικά μέτωπα οικολογικού - κοινωνικού χαρακτήρα –με σημαντικότερο εκείνο ενάντια στις εξορύξεις χρυσού στη Χαλκιδική. Η αντιπαράθεση και οι συγκρούσεις γύρω από επιμέρους ζητήματα περιβάλλοντος και ποιότητας ζωής δεν αφορούν στενά τις ζωές όσων πλήττονται άμεσα – χαρακτηριστικό βεβαίως που συνέχεια στη σελ. 2
O
02
ικοτριβές
συνέχεια από τη σελ. 1 δεν θα πρέπει να υποτιμάται πολιτικά. Η σημασία τους υπερβαίνει ακόμα και την υλική ακεραιότητα των αγαθών και των τόπων που μπαίνουν στο στόχαστρο της εκμετάλλευσης. Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, οι οικολογικοί αγώνες, πέρα από ηχηρές, έμπρακτες αρνήσεις ενός μοντέλου ανάπτυξης «πάνω στα ερείπια» που πάει να επιβληθεί, είναι κατεξοχήν πεδία συγκρότησης των εναλλακτικών κατευθύνσεων εξόδου από την κρίση με όρους κοινωνίας. Κι αυτό γιατί στο πεδίο των περιβαλλοντι-
Μάρτιος 2013 – τ. 3
κών ζητημάτων, δεν αναδεικνύονται μόνο οι αντιφάσεις του κυρίαρχου λόγου και οι «αδύναμοι κρίκοι» του συστήματος. Ορίζεται επίσης και το –αναπόδραστο για την αριστερά– πλαίσιο που θέτει η ίδια κοινωνία όσον αφορά στα ζητήματα δημοκρατικού ελέγχου και ουσιαστικής κοινωνικής συμμετοχής στις αποφάσεις, το σχεδιασμό και τη διαχείριση των δημόσιων αγαθών. Ορίζεται κατά κάποιο τρόπο το τι (δεν) είναι διατεθειμένη να θυσιάσει μια κοινωνία χάριν της λεγόμενης «ανάπτυξης» και ταυτόχρονα ιχνηλατούνται άλλα πρότυπα ζωής και συλλογικής ευημερίας, ριζικά διαφορετικά από τις όποιες, ακόμη και «φι-
λολαϊκές» ή «πράσινες», παραλλαγές του αδιέξοδου μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης που κυριάρχησε στο παρελθόν και άγρια επιβάλλεται με επιθετικούς όρους καταναγκασμού σήμερα. Τα θέματα του τ. 3 αγγίζουν ορισμένα από τα παραπάνω ανοιχτά ζητήματα και πεδία προβληματισμού και οικολογικών αγώνων – ζητήματα που βρίσκονται στην επικαιρότητα αλλά και που θα βρούμε μπροστά μας στη διαδικασία συγκρότησης και προώθησης μιας ριζοσπαστικής αριστερής απάντησης. Τα στοιχήματα «στοιχήματα» της περιόδου δεν θα κερδυθούν μακροπρόθεσμα, παρά εάν η Αριστερά εμβαθύνει
στα – φυσιογνωμικά κατοχυρωμένα, αλλά πάντοτε υπό επανακαθορισμό και επικαιροποίηση – δημοκρατικά και οικολογικά χαρακτηριστικά της.
μα και DNA, χωρίς καν να υπάρχουν κατηγορίες και συνάντηση του γνωστού και μη εξαιρετέου «προστάτη των εργατών» Α. Γεωργιάδη με τους μεταλλωρύχους προκειμένου να τους πείσει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από τις αλυσίδες τους, όχι μόνο τις δικές τους, αλλά και των παιδιών τους και του τόπου τους. Ευτυχώς δεν το συμμερίζεται καμία τοπική κοινωνία τόσο στη Χαλκιδική όσο και στη Θράκη, συμπεριλαμβανομένων και των περισσοτέρων αυτοδιοικήσεων. Όσα συμβαίνουν στη Χαλκιδική το τελευταίο διάστημα δείχνουν πως αν η Ελλάδα υπήρξε το πειραματόζωο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας στην ευρωζώνη, η Χαλκιδική αποτέλεσε το πειραματόζωο στο μεγαλεπήβολο κόλπο της «ανάπτυξης» της κυβέρνησης Σαμαρά. Εκεί αποτυπώνεται ανάγλυφα το σχέδιο ανάπτυξης του νεοφιλελευθερισμού, που
για να επιβληθεί χρειάζεται τα ΜΑΤ και τους σύγχρονους στρατούς κατοχής, προκειμένου να σβηστούν από το χάρτη ολόκληρα χωριά. Άλλωστε, όποιο κι αν είναι το πρόσχημα της καταστολής σε όποιο σημείο του πλανήτη κι αν βρίσκονται αυτές οι πολυεθνικές, δρουν με τον ίδιο τρόπο, χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους εξόρυξης και τις ίδιες μεθόδους καταστολής, και με το πέρας των εργασιών φεύγουν, αφήνοντας τα απόβλητα και το μαρασμό για τους εκάστοτε «ιθαγενείς». Τι γίνεται όμως, όταν στη διάρκεια του πειράματος το πειραματόζωο όχι μόνο αντιδρά, αλλά ετοιμάζεται να καταλάβει το εργαστήριο; Τι γίνεται όταν το αντικείμενο, γίνεται υποκείμενο και πειραματιστής; Τι γίνεται όταν οι μέθοδοι πειθάρχησης αντί να τιθασεύσουν τον πληθυσμό στον αγώνα του τον κάνουν να πείθεται ότι έχει περισσότερους λόγους να αντιστέκεται μέχρι
την τελική νίκη; Τι γίνεται όταν τα περήφανα χωριά της Κερατέας και της Χαλκιδικής δεν αλυσοδένονται, αλλά χρειάζονται πολύ photoshop για να μας πείσουν ότι η κοινωνία είναι μοιρασμένη; Αυτά που ζούμε και ακούμε να συμβαίνουν στη Χαλκιδική, είναι εμβληματικά και έρχονται να υπενθυμίσουν σε όλους/όλες εμάς, ότι όπως και να έχουν τα πράγματα, όσο δύσκολη και η αν είναι η κατάσταση, ο λαός θα πει την τελευταία λέξη. Έρχεται επίσης, να υπενθυμίσει σε όλους ότι η κίνηση του λαϊκού παράγοντα, μπορεί να συντρίψει τα πάντα: Είδαμε την κυβέρνηση πανικόβλητη να εξαγγέλει τη θέσπιση των μέχρι σήμερα ανύπαρκτων μεταλλευτικών δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου, και την εταιρία Eldorado Gold να αφήνει «ανοιχτό το ενδεχόμενο αποχώρησης από την Ελλάδα»...
Η συντακτική ομάδα
Αναμένουμε κείμενα ανάλυσης και γνώμης για τις σελίδες των επόμενων τευχών των «Οικοτριβών». Επιπλέον, ενδιάμεσα από κάθε μηναία έντυπη έκδοση την τελευταία Κυριακή κάθε μήνα, η σελίδα μας στο facebook.com/Oikotrives θα φιλοξενεί πολύ περισσότερες ειδήσεις με πολιτικό-οικολογικό ενδιαφέρον, κείμενα και αναλύσεις από άλλες πηγές και ανακοινώσεις για σχετικές δράσεις, εκδηλώσεις κ.λπ. Κάθε συνεισφορά ευπρόσδεκτη!
το σχόλιο του μήνα Όταν τα ΜΜΕ έσπασαν την ομερτά γύρω από τον αγώνα των κατοίκων της Χαλκιδικής ενάντια στα μεταλλεία χρυσού, το έκαναν για να τον συκοφαντήσουν, για να πνίξουν πίσω από την εικονική πραγματικότητα το μεγαλειώδες κίνημα αντίστασης στο χρυσό θάνατο. Το έκαναν για να νουθετήσουν την κοινωνία ότι η αποστολή της είναι να στέκεται αποσβολωμένη, μπροστά στη μεθοδολογία του «σοκ και δέους». Αυτό που συμβαίνει στις Σκουριές είναι μια ακόμα μέθοδος βίαιης πειθάρχησης κομματιών το πληθυσμού ώστε να μάθουν αναντίρρητα να αποδέχονται την καταστροφή τους, που ενορχηστρώνεται από οικονομικά και πολιτικά κέντρα αλλά, δυστυχώς, και από λειτουργίες της δικαστικής εξουσίας. Μετά τις δηλώσεις Δένδια πως η «Ελλάδα είναι ένα ευρωπαϊκό κράτος δικαίου», καθώς και τη δήλωση του Α. Σαμαρά στη Wall Street Journal πως «η επένδυση θα προστατευθεί με κάθε κόστος» ακολούθησαν τα γνωστά χαρακτηριστικά του «ευρωπαϊκού κεκτημένου»: προσαγωγές κατοίκων της περιοχής, εισβολές της ασφάλειας σε σπίτια και καφενεία, απαγωγές κατοίκων, οι εισβολές σε σχολεία, μεταφορά βρεφών σε νοσοκομεία εξαιτίας αναπνευστικών προβλημάτων, λήψη αποτυπωμάτων, ακό-
Σ.Π.
περιεχόμενα μηνιαίο ένθετο στην «Αυγή» της Κυριακής Συντακτική ομάδα: Γιώργος Βελεγράκης, Κώστας Ζαχαριάδης, Ιωάννα Θεοδοσίου, Χάρης Κωνσταντάτος, Γιάννης Μάργαρης, Σίσσυ Πετράκου, Ινώ Σιώζιου, Δήμητρα Σπαθαρίδου, Γιώργος Τσουράκης, Δημήτρης Τσούχλης, Αλέξης Χαρίτσης, Τάσος Χοβαρδάς, Πέτρος Ψαρρέας Σχεδιασμός, σελιδοποίηση: Μυρτώ Μπολώτα Αναμένουμε σχόλια, προτάσεις και άρθρα στο email: oikotrives@gmail.com Πηγές, σχολιασμός και επιπλέον κείμενα στο blog oikotrives.wordpress.com
3 εξορυκτικές δραστηριότητες, ανάπτυξη και τοπικές κοινωνίες 4 προβληματισμοί για τον λιγνίτη 5 Ελευσίνα: η επέκταση των ΕΛΠΕ... επέκτεινε τη ρύπανση 6 ΚΑΠ 2014-2020 7 νεοφιλελεύθερος κυνισμός και διατροφική ανασφάλεια 8 ένα πλαίσιο προτάσεων για τη δασική πολιτική 8 Λέσβος: περιβαλλοντική υποβάθμιση και τοπικές αντιστάσεις 1Ο-15 ΝΕΡΟ : δημόσιο και κοινωνικό αγαθό - η ρευστοποίηση του νερού - κινήματα για το νερό στο νότο της Ευρώπης - Παρίσι: η επαναδημοτικοποίηση της ύδρευσης κέρδισε τους πολίτες - η έννοια του γενικού συμφέροντος στον τομέα του νερού - η κοινωνική ιδιοκτησία και ο έλεγχος στη λειτουργία των επιχειρήσεων ύδρευσης Θεσσαλονίκη: ενωτικές πρωτοβουλίες για το νερό 16 οι ακατοίκητες νησίδες στο στόχαστρο 17 νησιωτικοί υγρό-
18 Via Campesina 19 διεθνείς ειδήσεις 20 η διαχείριση της φύσης και η «τραγωδία των κοινών» 22 διάλογοι για το κυνήγι 23 κοινωνικο-οικολογικός μετασχηματισμός και ενεργειακή πολιτική 24 είδαμε... τοποι
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
03
εξορυκτικές δραστηριότητες, ανάπτυξη
και τοπικές κοινωνίες Ο ορυκτός πλούτος θεωρήθηκε στο παρελθόν και συνεχίζει έως σήμερα –σε πολλές περιπτώσεις– να θεωρείται «προνόμιο» και «ευλογία» ενός τόπου. Σύγχρονες τοπικές κοινωνίες συχνά διαφοροποιούνται, προβάλλοντας σειρά λόγων – κυρίως περιβαλλοντικών. Η τοπικότητα σε αντίστιξη με την εθνική εμβέλεια και την παγκόσμια αγορά επαναπροσδιορίζεται υπό το πρίσμα της διαχείρισης των φυσικών πόρων και εν γένει του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και της αξιοποίησης των ανθρώπινων πόρων. Η «ανωριμότητα» των τοπικών κοινωνιών και η «όψιμη» σωτηρία «εκ των άνω» ή «εκ των έξω» αναδεικνύονται όλο και συχνότερα σε βασικά επιχειρήματα, συνηγορώντας αντιστοίχως στις διαφορετικές απόψεις του τρόπου διαχείρισης / αξιοποίησης / εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου των περιοχών αυτών. Η «αναπτυξιακή» προοπτική τέτοιων περιοχών μοιάζει να αντιστρατεύεται στη διατήρηση των τοπικών χαρακτηριστικών τους, της διαμορφωμένης «ταυτότητάς τους», επικαλούμενη το εθνικό συμφέρον. Συχνά αναδύονται «αναπτυξιακά» διλήμματα εγκλωβισμένα σε ένα φάσμα «αντίπαλων» εναλλακτικών προτάσεων που κινούνται μεταξύ της «σωτήριας οικονομικά επένδυσης για εξορυκτικές δραστηριότητες» που εξασφαλίζει θέσεις εργασίας και της προστασίας των φυσικών πόρων, του τοπίου και των λοιπών χαρακτηριστικών της περιοχής σχετικού επενδυτικού ενδιαφέροντος. Μέθοδοι και τεχνικές αξιολόγησης της επικρατέστερης πρότασης επιστρατεύονται για να αποδείξουν το «σωτήριο» ή το «καταστροφικό» αποτέλεσμα του σχετικού εγχειρήματος. Ο ισχύων και ο υπό μεταρρύθμιση χωρικός σχεδιασμός φαίνεται ότι προτάσσει την «επιχειρηματική» διάσταση του θέματος. Οι θεσμοθετημένες διαδικασίες fast track για την «επιτάχυνση και διαφάνεια υλοποίησης στρατηγικών επενδύσεων» λειτουργούν στην κατεύθυνση της παράκαμψης εμποδίων περιβαλλοντικού και κοινωνικού χαρακτήρα που αναδεικνύουν συχνά πρωτοβουλίες και συλλογικότητες.
Ο ορυκτός πλούτος ως εφήμερο τοπικό προνόμιο Το «προνόμιο» περιοχών υπό την έννοια της ύπαρξης ενός φυσικού πόρου δυνάμει αξιοποιήσιμου/εκμεταλλεύσιμου, έχει απασχολήσει επί δεκαετίες το διάλογο περί «ανάπτυξης» σε διεθνές επίπεδο, από τα βρετανικά ανθρακωρυχεία του ’60, έως το πόνημα του Δ. Μπάτση, από το Λαύριο και το Μαντούδι του ’80 έως τη σύγχρονη Rosia Montana, την Γκιώνα, την Οίτη και τη Χαλκιδική. Η μονοδιάστατη εξάρτηση από την εξορυκτική δραστηριότητα και τον τοπικό πόρο-«προνόμιο» έχει καταλήξει, σε πολλές περιπτώσεις, σε τροχοπέδη μιας βιώσιμης και κοινωνικά δίκαιης αναπτυξιακής προοπτικής τέτοιων «ευλογημένων» τόπων. Το αρχικό «προνόμιο» / τοπικό συγκριτικό πλεονέκτημα μετατράπηκε σε καταλυτικό μοχλό «αναπτυξιακής παθογένειας» περιοχών, ειδικά δε στις περιπτώσεις που η εξορυκτική δραστηριότητα απορρόφησε μεγάλο τμήμα του δυναμικού των λοιπών παραγωγικών ασχολιών. Η χαρακτηριστική περίπτωση του Μαντουδίου με ποσοστό ανεργίας άνω του 70% το 2000 μετά την παύση εξόρυξης του λευκολίθου, συνηγορεί στις δραματικές συνέπειες που προκύπτουν από την εξασφάλιση προσωρινών θέσεων εργασίας που μακροπρόθεσμα όμως, όπως έχει αποδειχθεί, λειτουργούν ανασταλτικά στη δημιουργία μονιμότερων και περισσότερων, υποθηκεύοντας την οποιαδήποτε κοινωνική απόδοση από την αξιοποίηση των φυσικών πόρων.
Η ωριμότητα των τοπικών κοινωνιών για επενδύσεις εθνικού συμφέροντος Ποικίλες αφορμές, φέρνουν στο προσκήνιο τοπικές κοινωνίες, συλλογικότητες και πρωτοβουλίες που αντιδρούν στην υλοποίηση συγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων που αφορούν στην περιοχή τους. Κοινό τόπο αποτελεί η απαίτηση για διαφύλαξη του περιβάλλοντος, του τοπίου, του χαρακτήρα της περιοχής-υποδοχέα συγκεκριμένου τύ-
που επενδύσεων. Επίσης, συχνή είναι η διάσταση αντίληψης περί της ανάπτυξης της περιοχής αλλά και του «εθνικού συμφέροντος», όπως αυτή διατυπώνεται από την κεντρική εξουσία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους λοιπούς δρώντες του τόπου. Η ωριμότητα των τοπικών κοινωνιών τίθεται συχνά ως το κομβικό σημείο αντιπαράθεσης. Σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα των τοπικών κοινωνιών να αποφαίνονται για τον επιθυμητό χαρακτήρα της ανάπτυξης της περιοχής τους αποτελεί κεκτημένο δικαίωμα και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προϊόν πίεσης για σχετική παραχώρησή του από την κεντρική εξουσία. Η ωριμότητα των τοπικών κοινωνιών, των πολιτών, οφείλει να αποτελεί ζητούμενο πολλαπλών επιπέδων για σειρά θεμάτων που αφορούν στην ανάπτυξη. Η δράση συλλογικοτήτων και πρωτοβουλιών βοηθά στην ταχύτερη διάχυση της πληροφορίας και την ενημέρωση ευρύτερου φάσματος ενδιαφερομένων. Η «εκπαίδευση» των τοπικών κοινωνιών ώστε να καθίστανται «ώριμες» για τη λήψη πρωτοβουλιών και αποφάσεων που αφορούν στη βιωσιμότητα τον τόπων τους αποτελεί μια εκ των βασικών προϋποθέσεων επίτευξης της κοινωνικής ευθύνης και δικαιοσύνης που προβάλλονται πιο επιτακτικά πλέον ως αρχές κοινωνικής συγκρότησης και δημοκρατίας.
Διεκδικώντας μια «νέα κουλτούρα για τον ορυκτό πλούτο ως άξονα ανάπτυξης» Ο τρόπος αντιμετώπισης και επομένως διαχείρισης, ενός δημόσιου αγαθού, όπως του ορυκτού πλούτου στη χώρα μας αποτελεί –μεταξύ πολλών άλλων– ζητούμενο έως σήμερα. Με αφορμή τα όρια της «τοπικότητας» των πόρων απαιτείται η επανατοποθέτηση του «τοπικού» κόστους και οφέλους από ανάλογες επενδύσεις. Η επί δεκαετίες έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού αντικαθίσταται από την επικινδυνότητα της ύπαρξης ή της μεταρρύθμι-
σης του ισχύοντος σήμερα σχεδιασμού που δημιουργεί νέες προσδοκίες σε όλους τους ενδιαφερόμενους, επενδυτές και ενεργές τοπικές κοινωνίες. Η χωρίς όρους και όρια «διευκόλυνση» χωροθέτησης και άσκησης δραστηριοτήτων με «εξάρτηση από πρώτες ύλες» δεν πρέπει να αποτελεί σήμερα μονόδρομο «χωρικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης», ειδικότερα σε συνθήκες κρίσης. Η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός εντοπισμένου πόρου είναι αναγκαίο να σταθμίζονται παραλλήλως με σειρά στοιχείων και ποιοτήτων του αναπτυξιακού περιβάλλοντος της επιλεγείσας κάθε φορά θέσης μιας επένδυσης, με μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα αναφοράς. Στο γενικότερο αυτό πλαίσιο θα πρέπει να εντάσσεται και ο χειρισμός για επενδύσεις που αφορούν στην εξορυκτική δραστηριότητα. Η αδιάκριτη δυνατότητα σχετικών επενδύσεων (συναρτώμενη μόνο με την ύπαρξη πόρου) δεν αποτελεί σε καμμία περίπτωση επιλέξιμη «στρατηγική» ανάπτυξης. Στον αντίποδα μιας τέτοιας θεώρησης καταγράφεται η ανάγκη για προτεραιότητες και απαγορεύσεις βάσει κριτηρίων που αποτυπώνουν την υφιστάμενη και σκιαγραφούν τη μελλοντικά επιθυμητή κοινωνικοοικονομική και περιβαλλοντική κατάσταση αυτών των τόπων, ενσωματώνοντας ουσιαστικά τη γνώμη των τοπικών κοινωνιών. Με άλλα λόγια, ο σχεδιασμός των τόπων εξόρυξης πρέπει να συνδιαλέγεται επί της ουσίας και με όρους δημοκρατίας με το σχεδιασμό σε αυτούς με την ενεργό συμβολή των τοπικών κοινωνιών. Άλλωστε, κάθε τόπος φέρει τα αποτυπώματα του χρόνου, της φύσης και των ανθρώπων του, την ταυτότητά του. Το κύριο διακύβευμα για έναν ουσιαστικά διαφορετικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, στο πλαίσιο μιας κοινωνικά δίκαιης και περιβαλλοντικά βιώσιμης προοπτικής, είναι οι όροι στη βάση των οποίων θα επιτρέψει σε κάθε τόπο να συνεχίσει να τα φέρει. ΡΕΝΑ ΚΛΑΜΠΑΤΣΕΑ
Λέκτορας, Σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ
O
04
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
προβληματισμοί για τον Με τη βοήθεια του διαδικτύου διάβασα με προσοχή θέσεις και ομιλίες προβεβλημένων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ 1. Τα κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ διαχρονικά μιλούν για ένα συνολικό, συνεκτικό και μακροχρόνιο σχέδιο απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και για ένα γενικότερο πρόγραμμα ανασυγκρότησης των οικονομιών και της απασχόλησης στην περιφέρεια, όπου έχουν υπερσυγκεντρωθεί παραδοσιακές βιομηχανίες. Διαβάζοντας κανείς παρόμοιες εισηγήσεις, μπορεί με βεβαιότητα να ισχυριστεί πως α) οι επιπτώσεις από την εξόρυξη και χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρισμού είναι μεγάλες τόσο για την υγεία, όσο και για το περιβάλλον, β) οι επιπτώσεις είναι κοινές για όλους τους ανθρώπους και δεν αλλάζουν από τόπο σε τόπο, και γ) οι επιπτώσεις παραμένουν μεγάλες είτε γίνονται από ιδιώτες είτε από κρατικούς φορείς. Οι διαπιστώσεις συμφωνούν με τα επιστημονικά πορίσματα αλλά και τις διεθνείς εξελίξεις, που επιγραμματικά έχουν ως εξής: • Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μείζον περιβαλλοντικό πρόβλημα. Η ΕΕ έχει ορίσει ως στόχο τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 80-95% έως το 2050, πράγμα που πολύ απλά σημαίνει μηδενισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από την ηλεκτροπαραγωγή σε όλες τις χώρες της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. • Ένας τρόπος περιορισμού των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (και μόνο) από την καύση λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρισμού είναι η χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Όμως μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμιά ένδειξη για την τεχνική και την οικονομική βιωσιμότητα τέτοιων τεχνολογιών. • Ακόμα και αν επιτευχθεί (πράγμα εξαιρετικά απίθανο) η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, το πρόβλημα των άλλων ρύπων από την εξόρυξη και χρήση λιγνίτη παραμένει μεγάλο. Για παράδειγμα, οι εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων στην Πτολεμαΐδα κυμαίνονται σε πολύ υψηλά επίπεδα με συχνότατες υπερβάσεις ορίων ιδίως του καλοκαιρινούς μήνες, ενώ ένα άλλο ίσως ακόμα πιο μεγάλο (και εν πολλοίς ανεξερεύνητο) πρόβλημα είναι οι εκπομπές τοξικών ρύπων από τέτοιες μονάδες, όπως υδράργυρος, κάδμιο κτλ. Παραμένει επίσης το πρόβλημα της μόλυνσης και της υποβάθμισης του υδροφόρου ορίζοντα και των παρακείμενων λεκανών απορροής, λόγω γεωτρήσεων αλλά και λόγω αποθέσεων της τέφρας.
• Η χρήση λιγνίτη χρόνο με το χρόνο γίνεται αντιοικονομική. Χρηματιστήριο ρύπων, μείωση της ποιότητας λιγνίτη, νομοθετικές εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο καθιστούν ολοένα και λιγότερο ελκυστική τη χρήση λιγνίτη. Ήδη πολλές εταιρίες του χώρου (π.χ. RWE, Vattenfall, Drax κ.λπ.) έχουν δημόσια εξαγγείλει πως εγκαταλείπουν τις επενδύσεις στον ακριβό πια άνθρακα. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων γίνεται ιδιαίτερα φειδωλή στη χρηματοδότηση «βρώμικων» μονάδων άνθρακα.
Σταδιακή μετάβαση σε ένα μετα-λιγνιτικό ενεργειακό μίγμα Σήμερα, κανείς δεν ζητά άμεση απόσυρση του λιγνίτη από το ενεργειακό μίγμα της χώρας ή της Ευρώπης. Όμως είναι πασιφανές πως η συμμετοχή του πρέπει να βαίνει μειούμενη, ώστε το αργότερο ως τη δεκαετία του 2040 να έχουμε απεξαρτηθεί πλήρως, κάνοντας τότε αποκλειστική χρήση, όχι εισαγόμενων πόρων, αλλά των πραγματικά καθαρών και ανεξάντλητων πηγών ενέργειας παντός είδους (υδροηλεκτρικά, ηλιακά, αιολικά, γεωθερμικά, βιομάζα). Κάτι τέτοιο φαίνεται και κοινωνικά συμφέρον καθώς σύμφωνα με εκτιμήσεις του περιβαλλοντικού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών, οι δημόσιες πράσινες επενδύσεις δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας ανά καταναλισκόμενο ευρώ, σε σχέση με κάθε επένδυση σε κάθε άλλο τομέα. Δείχνει επίσης ότι η καθαρή ενέργεια και η ενεργειακή εξοικονόμηση αυξάνουν το
λιγνίτη
ΑΕΠ, το εισόδημα και τις θέσεις εργασίας, ενώ μειώνουν τα αέρια του θερμοκηπίου, τη ρύπανση και το κόστος. Όμως βάσει του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ και των ανακοινώσεων της περί απόσυρσης μονάδων, ο λιγνίτης θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρισμού και μέσα στη δεκαετία του 2040 (με τις μονάδες Αγ.Δημήτριος V και Μελίτη Ι, συνολικής ισχύος 620MW). Είναι ικανοποιητικό αυτό για τη χώρα; Και κυρίως, αντέχει η χώρα νέες λιγνιτικές μονάδες, όπως η Πτολεμαΐδα V, για την οποία πρόσφατα η ΔΕΗ υπέγραψε συμβόλαιο με την ΤΕΡΝΑ αξίας €1,4 δις; Ή όπως η Μελίτη ΙΙ και ο Άγ. Δημήτριος VI, που έχουν επίσης εξαγγελθεί από τη ΔΕΗ; Σε περίπτωση που η Πτολεμαΐδα V κατασκευαστεί θα λειτουργεί και μετά το 2050, διαιωνίζοντας το ρυπογόνο στάτους της περιοχής και θέτοντας εν αμφιβόλω κάθε προσπάθεια της χώρας για μηδενισμό των εκπομπών, πληρώνοντας το ανάλογο κοινωνικοοικονομικό και περιβαλλοντικό τίμημα. Έχουν σταθμιστεί πλήρως οι ωφέλειες και οι επιπτώσεις από αυτή την διαφαινόμενη εξέλιξη; Έχει γίνει μια εκτίμηση της κατάστασης ανάλογη με αυτή που ζητείται (ορθά) για την περίπτωση των Σκουριών Χαλκιδικής; Πριν λοιπόν βροντοφωνάξει κανείς «ναι σε νέες μονάδες λιγνίτη», πριν προλάβει κανείς να ειρωνευτεί όσους με ειλικρινές ενδιαφέρον διατυπώνουν σοβαρές ενστάσεις για τη διαιώνιση της χρήσης λιγνίτη, ας σκεφτεί πρώτα το μέλλον της χώρας
και ας καταγράψει τι φέρνει και τι παίρνει η εμμονή στο λιγνίτη. Ας αξιολογήσει προσεκτικά το τίμημα για την οικονομία της χώρας και των τοπικών κοινωνιών, ας δει ποιοι κερδίζουν τελικά τη μερίδα του λέοντος και ποιοι τα ξεροκόμματα. Ας ξεπεράσει ψηφοθηρικές πρακτικές, που σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι αχρείαστες και επικίνδυνες, και ας σχεδιάσει με γνώμονα όλους τους Ελληνες, ας σχεδιάσει προσέχοντας την άμεση άλλα και την μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα των όποιων πράξεων, ας σχεδιάσει με αποφασιστικότητα και προοπτική. Η Δυτική Μακεδονία, η περιοχή που στήριξε τον εξηλεκτρισμό της χώρας, η περιοχή που έχει περάσει τα πάνδεινα εξαιτίας της εκμετάλλευσης του λιγνίτη, είναι συνάμα η περιοχή με τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας, δείγμα της επίπτωσης που έφερε η μονοκαλλιέργεια λιγνίτη και της απουσίας ενός στοιχειώδους αναπτυξιακού προτύπου. Δεν υπάρχει τίποτα πιο αληθές από το ότι όντως σήμερα χρειάζεται ένα «γενικότερο πρόγραμμα ανασυγκρότησης των οικονομιών και της απασχόλησης στην περιφέρεια, όπου έχουν υπερσυγκεντρωθεί παραδοσιακές βιομηχανίες», όπως έχει υποστηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η Ελλάδα –και όχι μόνο οι περιοχές με υπερσυγκέντρωση βιομηχανιών– χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα, που θα ξεφεύγει από τα διλήμματα «βρώμικες επενδύσεις ή ανεργία». Η Ελλάδα δεν χρειάζεται άλλα λόγια, αλλά σχεδιασμό που θα στηρίζεται γερά στους τρεις πυλώνες ανάπτυξης, ήτοι την οικονομία, το περιβάλλον και την κοινωνία. Χρειάζεται ένα νέο υπόδειγμα για το μέλλον, μήπως καταφέρουμε επιτέλους να ξεφύγουμε από τις συμπληγάδες της ανεργίας, της κοινωνικής κατάρρευσης, της κακοδιαχείρισης πόρων και υπηρεσιών, της ελλιπέστατης πολιτικής-τεχνικήςκοινωνικής-περιβαλλοντικής κατάρτισης των λαμβανόντων τις αποφάσεις. Με τις επιλογές του χθες, καταδικάστηκε η γενιά του σήμερα. Κανείς δεν πρόκειται να συγχωρέσει τη γενιά του σήμερα αν και αυτή, με τις δικές της επιλογές, καταδικάσει την γενιά του αύριο. Κοινωνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά. ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΠΛΗΘΑΡΑΣ περιβαλλοντολόγος
1
Ενδεικτικά ομιλίες του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρα στο Αλιβέρι (29/10/2008) και του ευρωβουλευτή Ν. Χουντή (3/12/2009) και ερωτήσεις των βουλευτών Π. Λαφαζάνη (24/10/2008) και Δ. Παπαδημούλη (8/12/2009).
O
05
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
ΕΛΕΥΣΙΝΑ: η επέκταση των ΕΛΠΕ... επέκτεινε τη ρύπανση Στις 18 Μαρτίου, κατά ειρωνικό τρόπο ανήμερα της Καθαράς Δευτέρας, εκδηλώθηκε μεγάλης έκτασης πυρκαγιά σε μονάδα των καινούργιων εγκαταστάσεων του Διυλιστηρίου των ΕΛΠΕ στην Ελευσίνα. Το ατύχημα, που ευτυχώς δεν πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις, ήρθε να προστεθεί στα εκτεταμένα επεισόδια θορύβου και τα συνεχή ρυπαντικά επεισόδια εκπομπών καπνού και καυσαερίων και δυσοσμίας που αναφέρονται στην Ελευσίνα από τα τέλη Σεπτεμβρίου 2012. Από τότε, δηλαδή που σύμφωνα με τα ΕΛΠΕ, μετά από ασφαλή και επιτυχημένη διαδικασία εκκίνησης και δοκιμής, το διυλιστήριο λειτουργεί σε πλήρη δυναμικότητα και με μέγιστη τροφοδοσία όλων των μονάδων (αν και στις 30/1 διακόπηκε εξαιτίας δυσλειτουργιών για μερικές εβδομάδες η λειτουργία μιας από τις «στρατηγικού χαρακτήρα» νέες μονάδες του διυλιστηρίου, που θα συνέβαλλε στην εξάλειψη της παραγωγής μαζούτ). Μετά την ολοκλήρωση της επέκτασης του διυλιστηρίου έγινε ορατή η γιγαντιαία κλίμακα των νέων εγκαταστάσεων, ενώ οι φλόγες του πυρσού του διυλιστηρίου και η δυσοσμία είναι περισσότερο αισθητές από κατοίκους και επισκέπτες της πόλης – ακόμη και θεατές των φετινών «Αισχυλείων» πολιτιστικών εκδηλώσεων του Δήμου... Όπως είναι φυσικό, σε πολλούς κατοίκους της Ελευσίνας, έχουν ξυπνήσει μνήμες υποβάθμισης, έχουν δημιουργήσει προβληματισμό και αγανάκτηση. Την περιοχή –και την εταιρεία ιδιαίτερα– επιβαρύνει µια θλιβερή προϊστορία ατυχηµάτων (το 1992, με 14 νεκρούς και 17 τραυματίες εργάτες), ενώ η ρύπανση της θαλάσσιας περιοχής και του υδροφόρου ορίζοντα ξεκινά από τη δεκαετία του 1970 λόγω διαρροής πετρελαίου από τις δεξαµενές της πρώην ΠΕΤΡΟΛΑ, και – σύμφωνα με καταγγελίες – συνεχίζεται έως και σήμερα. Η επέκταση – κατ’ άλλους «εκσυγχρονισμός» – των εγκαταστάσεων των ΕΛΠΕ υπήρξε ένα ζήτημα που απασχόλησε το δημόσιο
Το ότι δεν αναπτύχθηκαν μαζικές αντιστάσεις, οφείλεται στο μιντιακό «πέπλο σιωπής», αλλά και στον κυρίαρχο και ρόλο που ασκούν τα ΕΛΠΕ στην τοπική κοινωνία.
διάλογο ήδη από την εξαγγελία της επένδυσης το 2006. Όλα τα επόμενα έτη, πολλοί φορείς της πόλης, υπερτοπικά δίκτυα και περιβαλλοντικές οργανώσεις είχαν εκφράσει την ανησυχία και αντίθεση τους στα συγκεκριμένα σχέδια των ΕΛΠΕ. Τα επιχειρήματα πολλά: Οι σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επέκτασης των ΕΛΠΕ και αθροιστικά των ρυπογόνων εγκαταστάσεων της ευρύτερης περιοχής, ο υπερκορεσμός από βαριές βιομηχανικές μονάδες που προκαλεί επιβάρυνση των περιβαλλοντικών συνθηκών στο Θριάσιο, τη ∆υτική Αθήνα αλλά και σ’ όλο το λεκανοπέδιο, η συνολική αύξηση του κινδύνου μεγάλου ατυχήματος από κάθε νέα βιομηχανική εγκατάσταση –ιδιαίτερα καθώς συχνά η τεχνολογική πολυπλοκότητα αυξάνει τις πιθανότητες ανθρώπινου λάθους ή μηχανικής βλάβης. Ωστόσο, οι τεκμηριωμένες αιτιάσεις και αντιπροτάσεις των κατοίκων, της αυτοδιοίκησης και των περιβαλλοντικών φορέων δεν εισακούστηκαν και το έργο της επέκτασης των διυλιστηρίων προχώρησε. Το γεγονός ότι δεν αναπτύχθηκαν μαζικές αντιστάσεις, σίγουρα οφείλεται σε ένα βαθμό και στο πανελλαδικό μιντιακό «πέπλο σιωπής» γύρω από τις επενδυτικές επιλογές Δημοσίου και ομίλου Λάτση, αλλά και στον κυρίαρχο και ρόλο
που ασκούν τα ΕΛΠΕ (όπως κάθε παρόμοια επιχείρηση τέτοιας εμβέλειας) στην τοπική κοινωνία και φορείς. Αν και τα ΕΛΠΕ εξήγγειλαν δημόσια την έναρξη πλήρους λειτουργίας των νέων εγκαταστάσεων από το Νοέμβριο του 2012, η χορήγηση κανονικής άδειας λειτουργίας από τα συναρμόδια Υπουργεία έγινε λίγες μέρες πριν την πυρκαγιά, στις 12 Μαρτίου 2013, αρκετούς μήνες μετά την επίσημη έναρξη της λειτουργίας του ρυπογόνου διυλιστηρίου και τις επαναλαμβανόμενες δημόσιες καταγγελίες φορέων της περιοχής. Φυσικά, αντιμετωπίστηκε ως μια προσπάθεια να «σωθούν τα προσχήματα» από το γεγονός ότι καμία κρατική αρχή δεν είχε αντιδράσει για τη μη νομότυπη λειτουργία των νέων μονάδων της επέκτασης.
Δράση, έστω και «κατόπιν εορτής»... Στις αρχές Μαρτίου, η κίνηση πολιτών Ecoeleusis (www.ecoeleusis. com) κατέθεσε προς τις αρμόδιες αρχές του ΥΠΕΚΑ αίτημα για τη θέσπιση μόνιμης «Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου» για το διυλιστήριο των ΕΛΠΕ στην Ελευσίνα, με τη συμμετοχή εκπροσώπων αρμόδιων Υπουργείων, φορέων της αυτοδιοίκησης και του τεχνικού κόσμου. Στο έγγραφο της Ecoeleusis που
κοινοποίησε στο ΥΠΕΚΑ επισημαίνεται ότι «ο περιβαλλοντικός έλεγχος μιας τόσο πολύπλοκης και ρυπογόνου δραστηριότητας δεν μπορεί να επαφίεται στους υφιστάμενους ελεγκτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι, κυρίως εξαιτίας της ελλιπούς στελέχωσης, πραγματοποιούν αραιούς τακτικούς έως σποραδικούς ελέγχους ή επεμβαίνουν με χρονική καθυστέρηση. Εξάλλου, η φύση των εγκαταστάσεων αυτών είναι τέτοια ώστε απαιτείται εξειδικευμένο στελεχιακό δυναμικό ακόμα και εμπειρογνώμονες για το διαρκή έλεγχό τους». Σε αυτή την αντίστροφη κατεύθυνση πρέπει να αναζητηθεί ένα διαφορετικό μέλλον για το Θριάσιο. Και υπάρχουν τεκμηριωμένες προτάσεις για το τι θα μπορούσε να γίνει ακόμη και σήμερα, «κατόπιν εορτής»: - υποχρέωση εφαρμογής αυξημένων προληπτικών μέτρων ασφάλειας και εγκατάστασης αξιόπιστων και προσβάσιμων από το κοινό μηχανισμών παρακολούθησης της ρύπανσης - μια πολιτική αναβάθμισης των δημόσιων μηχανισμών περιβαλλοντικού ελέγχου και ελέγχου ασφάλειας των βαριών βιομηχανικών εγκαταστάσεων στην ευρύτερη περιοχή (και βέβαια επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβάσεων) - προγράμματα απορρύπανσης και έργα ποιότητας ζωής ως – στοι-
χειώδες – αντιστάθμισμα για τη χρόνια περιβαλλοντική υποβάθμιση που υφίσταται η περιοχή, με δημόσιο έλεγχο και χρηματοδότηση από τις επιχειρήσεις ρυπαντές και το συνυπεύθυνο κράτος Σωστά λοιπόν το Εργατικό Κέντρο Ελευσίνας (σε πρόσφατη απόφασή του για το ατύχημα της Καθαράς Δευτέρας) δηλώνει κατηγορηματικά: «Κύριοι, πέρα από τη γενικότερη επένδυση που έχετε δημιουργήσει στην περιοχή μας, ήρθε η ώρα να δημιουργήσετε μια μεγαλύτερη επένδυση, αυτή της ασφάλειας του διυλιστηρίου σας απέναντι στον οικιστικό και περιβαλλοντικό ιστό της περιοχής μας». Πρόκειται για μια ταυτόχρονη διεκδίκηση της ποιότητας ζωής και εργασίας των ανθρώπων μιας περιοχής. Ωστόσο, τα πράγματα μπορεί σύντομα να γίνουν πολύ χειρότερα: Σύμφωνα με το τροϊκανό-κυβερνητικό πλάνο ιδιωτικοποιήσεων, το Δημόσιο θα παραχωρήσει εξολοκλήρου –μέσω ΤΑΙΠΕΔ– τη συμμετοχή του και τον έλεγχο στα ΕΛΠΕ. Και τότε, η «μεγαλύτερη βιομηχανική επένδυση στην Ελλάδα», «ένα από τα μεγαλύτερα διυλιστηριακά έργα στην Ευρώπη» θα βρεθεί στα χέρια κάποιου πολυεθνικού επενδυτή που θα επιδιώξει να αυξήσει τα όρια τα επιτρεπόμενων ποσοτήτων διύλισης. Τα ΕΛΠΕ θα δεσμεύονται δυσκολότερα πλέον από κοινά και δημοκρατικά αποδεκτούς κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κανόνες που (θα έπρεπε να) βάζει το κράτος. Αυτό αποτελεί αναμφίβολα μια πολύ επικίνδυνη προοπτική, και για την Ελευσίνα, και για όλους τους κατοίκους της Αττικής. “Ο/τ”
06
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
ΚΑΠ 2014-2020: ένα «πρασίνισμα» με γκρίζο περιεχόμενο Οι ρυθμίσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής 2014–2020, ακόμα και μετά τις επιμέρους τροπολογίες που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 14 Μαρτίου 2013, κινούνται με απόλυτη προσήλωση στα νεοφιλελεύθερα δόγματα και την περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς αγροτικών προϊόντων. Και πώς αλλιώς, αφού οι άξονές της είναι οριοθετημένοι στην υπηρέτηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», υπό σκληρή επιτήρηση για την εφαρμογή του Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας. Με σημαία την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας σύμφωνα με τις επιταγές του ΠΟΕ, ο αποκλειστικός στόχος της προτεινόμενης ΚΑΠ είναι η εξάλειψη των μικρών οικογενειακών εκμεταλλεύσεων και η διασφάλιση της κερδοφορίας των μεγάλων βιομηχανιών μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, των μεγάλων αλυσίδων λιανικής πώλησης τροφίμων και των εξαγωγικών επιχειρήσεων, ιδίως των χωρών του Βορρά. Η μείωση της χρηματοδότησης της ΚΑΠ κατά 11,2%, η διατήρηση της κατανομής των ενισχύσεων σε όφελος των μεγάλων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, που ενώ αποτελούν το 20% του συνόλου καρπώνονται (όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στο σύνολο της ΕΕ) το 80% των άμεσων ενισχύσεων, η απουσία εργαλείων ρύθμισης των τιμών και ελέγχου της κερδοσκοπίας και οι οριζόντιες ρυθμίσεις σε όλα τα κράτη μέλη, αγνοώντας τα επιμέρους εθνικά παραγωγικά χαρακτηριστικά, είναι το κεντρικό περιεχόμενο της ακραίας φιλελευθεροποίησης της ευρωπαϊκής γεωργίας. Επιπλέον, το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας της ΕΕ παρουσιάζει ως δήθεν στροφή προς μια πιο «πράσινη» ΚΑΠ την υποχρεωτική διάθεση από κάθε χώρα του 30% των κονδυλίων για τις άμεσες ενισχύσεις, σε μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος. Τα τρία βασικά μέτρα-προϋποθέσεις για την καταβολή στους αγρότες της «πράσινης ενίσχυσης» (greening) είναι: Διαφοροποίηση καλλιεργειών (crop diversification): Οι αγρότες με 100–300 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης υποχρεούνται να φυτέψουν τουλάχιστον δύο διαφορετικές καλλιέργειες. Καμία από αυτές τις καλλιέργειες δεν πρέπει να καλύπτει πάνω από το 80% της καλλιεργήσιμης γης. Αγροτεμάχια πάνω από 300 στρέμματα υποχρεούνται να καλλιεργούν τρεις καλλιέργειες, με την κύρια να καλύπτει όχι περισσότερο από 75% της καλλιεργήσιμης γης. Η διαφοροποίηση δεν θα εφαρμόζεται σε εκτάσεις που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για χορτονομές, είναι σε αγρανάπαυση ή καλλιεργούνται με φυτά που καλύπτονται από το νερό για
σημαντικό μέρος του έτους. Βοσκότοποι (permanent pasture/ grassland): Οι εκτάσεις που αποτελούν μόνιμα λιβάδια και μόνιμους βοσκότοπους σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, οφείλουν να τηρούν μια ελάχιστη αναλογία ως προς τις υπόλοιπες γεωργικές εκτάσεις. Περιοχές οικολογικής εστίασης (ecologically focused areas): Οι αγρότες θα πρέπει να αφήνουν ακαλλιέργητο το 5% των επιλέξιμων στρεμμάτων τους. Σε αυτό περιλαμβάνονται πεζούλες, δέντρα, ρέματα και άλλα στοιχεία του τοπίου και για τις δενδρώδεις καλλιέργειες, να παραμένει σε φυσική κατάσταση. Πάντως, τα μέτρα αυτά θα τροποποιηθούν ως την οριστική απόφαση για την ΚΑΠ τον προσεχή Ιούνιο, καθώς στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας (20 Μαρτίου) ήδη υιοθέτησαν τη διαμόρφωση «ισοδύναμων πρακτικών» ως προς το «πρασίνισμα» που προτείνει η Κομισιόν, την προοδευτική εφαρμογή των απαιτήσεων της διαφοροποίησης των καλλιεργειών, τη ρύθμιση στις αναλογίες μόνιμων βοσκότοπων και λειμώνων και τη σταδιακή εφαρμογή της «Περιοχής Οικολογικής Εστίασης», που θα μπορεί να αυξηθεί σε 7% από το 2018. Το «πρασίνισμα» δεν σημαίνει ότι θα καταργηθούν τα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης (2ος πυλώνας), απλά οι απαιτήσεις τους θα γίνουν ακόμη πιο αυστηρές. Έτσι, ενώ τουλάχιστον το 25% του συνόλου των δαπανών αγροτικής ανάπτυξης θα πρέπει να αφορούν γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα και μέτρα υποστήριξης της βιολογικής γεωργίας, η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου (14 Μαρτίου) για αποφυγή διπλής χρηματοδότησης σημαίνει ότι οι αγρότες που ενισχύονται με το υποχρεωτικό «πρασίνισμα», πρέπει να υποχρεωθούν σε πρόσθετες ενέργειες για την προστασία του περιβάλλοντος, ώστε να είναι επιλέξιμοι για προγράμματα ανάπτυξης της υπαίθρου. Με δυό λόγια, το πολυδιαφημισμένο «πρασίνισμα» με τις πολλές γκρίζες περιοχές και τις παλινωδίες, δεν είναι παρά μια φιλοπεριβαλλοντική πινελιά σε ένα απέραντο τοπίο εντατικής βιομηχανοποιημένης γεωργίας με αλόγιστη χρήση εισροών, κατασπατάληση των φυσικών πόρων και προώθηση Γενετικά Τροποποιημένων Οργανισμών. Η αναστροφή της περιβαλλοντικής κρίσης και η διατροφική ασφάλεια των λαών της Ευρώπης, απαιτούν τη συνολική αλλαγή παραγωγικού προτύπου και τη στροφή σε μια γεωργία φιλική προς το περιβάλλον, με μέτρα πρόσθετης ενίσχυσης ιδίως των μικρομεσαίων παραγωγών και των παραδοσιακών καλλιεργειών. Ο συνολικός μετασχηματισμός της ευρω-
παϊκής γεωργίας σε μια γεωργία χαμηλών εισροών, με εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης και τη στροφή προς τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία, σε όφελος των μικρομεσαίων αγροτών και των κοινωνικών αναγκών, είναι αίτημα και πεδίο πάλης όχι μόνο του ευρωπαϊκού αγροτι-
κού κινήματος, αλλά και του κόσμου της εργασίας και προϋποθέτει την ανατροπή της κυριαρχίας των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού και του δημοσιονομικού στραγγαλισμού των λαών. ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΤΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ
συντονιστρια τμηματος Αγροτικής Πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
Αποχρώσεις μιας συμβιβαστικής συμφωνίας Κατά τη διάρκεια του Μαρτίου συζητήθηκε και στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ η αναθεώρηση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ). Οι διαπραγματεύσεις για την τελική διαμόρφωση της νέας ΚΓΠ θα ξεκινήσουν ξανά στις 11 Απριλίου μεταξύ του Ευρωκοινοβουλίου, του Συμβουλίου των Υπουργών Γεωργίας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σε ορισμένους τομείς αναμένονται να είναι ιδιαίτερα σκληρές. Ο Βαν Ρομπέι (επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου) πέτυχε με τη συμβιβαστική του πρόταση όσον αφορά στις βασικές αρχές της μεταρρύθμισης, να φέρει σε ένα σημείο ισορροπίας τις απαιτήσεις των χωρών όπως η Βρετανία και η Ολλανδία, που θέλουν προϋπολογισμό με μειωμένες δαπάνες, και των χωρών της νότιας και ανατολικής Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Πολωνία, που θέλουν μεγαλύτερες δαπάνες για τις αγροτικές επιδοτήσεις και τις υποδομές. Από την πλευρά των ευρωπαϊκών αγροτο-συνδικαλιστικών οργανώσεων CopaCogeca η αντίδραση ήταν θετική αναφορικά στη συμβιβαστική συμφωνία του Συμβουλίου. Ζήτησαν όμως περισσότερα πρακτικά και φιλόδοξα μέτρα για την ΚΓΠ ως τον Ιούνιο που θα διασφαλίζουν την οικονομική βιωσιμότητα του αγροδιατροφικού κλάδου. Από την άλλη πλευρά όμως, κινήματα πολιτών, αγροτών και καταναλωτών της Ευρώπης όλο το τελευταίο διάστημα που συζητιέται η ΚΓΠ, έχουν προχωρήσει σε δράσεις αναδεικνύοντας το αίτημά τους για μια δίκαιη αλλά προπάντων πράσινη ΚΓΠ. Παράλληλα εισάγουν αιτήματα όπως η διατήρηση των ειδών και των τοπίων, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η προσαρμογή των καλλιεργητικών πρακτικών στην κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Για ένα ευρύτατο φάσμα οργανώσεων και δικτύων της κοινωνίας των πολιτών το Ευρωκοινοβούλιο απέτυχε στο να τοποθετήσει την αγροτική πολιτική στο επίκεντρο μιας σοβαρής πολιτικής αντιπαράθεσης για όλες τις πτυχές της, όπως η υγεία, το περιβάλλον, η κλιματική αλλαγή, η ενέργεια, η περιφερειακή ανάπτυξη, η παγκόσμια δικαιοσύνη και οι ευκαιρίες για τις μελλοντικές γενιές. Υποστηρίζουν ότι ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ μπορεί να εφαρμοστεί μόνο αν είναι κοινωνικά νομιμοποιημένος και ότι η επισιτιστική ασφάλεια της ΕΕ θα πρέπει να εξασφαλιστεί κυρίως μέσω άμεσων πληρωμών στους αγρότες οι οποίοι παράγουν τα τρόφιμα. Είναι ολοφάνερο πως ο προβληματισμός των Ευρωπαίων πολιτών για την αγροτική πολιτική και οι απαιτήσεις τους είναι πολύ μακριά από αυτές των λόμπυ του αγροδιατροφικού κλάδου. Ποιος όμως θα καταφέρει να πείσει το Ευρωκοινοβούλιο, να παίξει καθοριστικό ρόλο για τη διατροφική ασφάλεια της Ευρώπης και την καΙΩΑΝΝΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ τεύθυνση της παραγωγής σε πιο «πράσινα» μονοπάτια;
O
07
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
νεοφιλελεύθερος κυνισμός και ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ Τις τελευταίες δεκαετίες μια σειρά από διατροφικές κρίσεις που αφορούν υψηλών προδιαγραφών τρόφιμα έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών ως προς την ασφάλεια των προϊόντων. Ένα νέο μεγάλο διατροφικό σκάνδαλο ταλανίζει την τελευταία περίοδο την ΕΕ και έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων από την κοινή γνώμη, καταναλωτικές οργανώσεις και φορείς. Προϊόντα που η ετικέτα τους τα περιέγραφε ως «μοσχαρίσιο» κρέας, στην πραγματικότητα περιείχαν «αλογίσιο». Οι αρχές ανακοίνωσαν πως ίχνη φαινυλοβουταζόνης, ενός φαρμάκου για τη θεραπεία αλόγων, εντοπίσθηκαν σε σφάγια, τα οποία εισήλθαν στη διατροφική αλυσίδα. Η «λανθασμένη» αναγραφή των συστατικών στα επεξεργασμένα κρέατα παραβιάζει τους κανονισμούς περί ορθής σήμανσης και δημιουργεί σοβαρές οικονομικές, θρησκευτικές, ηθικές και υγειονομικές επιπτώσεις. Οι εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο αποκόμιζαν υψηλά κέρδη πουλώντας φθηνό κρέας αλόγου για βοδινό χρησιμοποιώντας μάλιστα μαφιόζικα δίκτυα διακίνησης προϊόντων πανευρωπαϊκά. Στη Βρετανία το αλογίσιο κρέας βρέθηκε σε γεύματα σχολείων και νοσοκομείων! Την ίδια στιγμή ο γερμανός βουλευτής Χάρτβιχ Φίσερ, μέλος της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) (κόμμα της Μέρκελ) πρότεινε τη διανομή των γευμάτων που αποσύρθηκαν προληπτικά από τα ράφια, στους φτωχούς, ώστε να μην πάνε χαμένα, μάλιστα έφαγε ο ίδιος μπροστά στις κάμερες ένα από αυτά τα γεύματα με κρέας αλόγου θέλοντας να στηρίξει την πρότασή του. Σύμφωνος με τον Φίσερ είναι και ο υπουργός αρμόδιος για την αναπτυξιακή πολιτική των Φιλελεύθερων, ο οποίος δήλωσε ότι «τη στιγμή που περισσότεροι από 800 εκατομμύρια άνθρωποι λιμοκτονούν, δεν μπορούμε απλώς να πετάξουμε ένα καλό φαγητό». Το ρεσιτάλ κυνισμού μαρτυρά ότι για μερίδα της ευρωπαϊκής δεξιάς το δικαίωμα στη διατροφική ασφάλεια και στη μη λήψη επικίνδυνων – τοξικών ουσιών μέσω της διατροφικής αλυσίδας συνδέεται με τη φορολογική δήλωση των πολιτών. Οι υφιστάμενοι κανονισμοί προβλέπουν ότι όταν το κρέας ως συστατικό ενός προϊόντος είναι σε ποσοστό χαμηλότερο από το 50%, δεν υπάρχει καμία υποχρέωση να αναφερθεί από πού προέρχεται. Πίεση ασκούν και οι εταιρείες εμπορίας και διακίνησης τέτοιου τύπου εμπορευμάτων καθώς ένα αυστηρότερο σύστημα ελέγχου ποιότητας των προϊόντων ανεβάζει σημαντικά το κόστος και συμπιέζει το περιθώριο κέρδους.
• Μελέτη που διεξήχθη από το διεθνή ορ-
Βρισκόμαστε στο μέσο ενός διατροφικού σκανδάλου και μπροστά σε μια αποτυχία του κοινοτικού συστήματος ασφάλειας των τροφίμων. Άμεσα μπορούν και πρέπει να αντιμετωπιστούν τα εξής ζητήματα: • η απάτη αυτή καθεαυτή και η προστασία των καταναλωτών • η δυσλειτουργία του ευρωπαϊκού συστήματος και η ασφάλεια στον τομέα της δημόσιας υγείας με εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης στο σύνολο της αλυσίδας παραγωγής των τροφίμων • η ενίσχυση της ιχνηλασιμότητας, της σήμανσης και η αύξηση των ελέγχων. Με τον όρο ιχνηλασιμότητα υποδηλώνεται η ταυτοποίηση του προϊόντος από την παραγωγή ως και την κατανάλωσή του. Η ιχνηλασιμότητα των τροφίμων αναφέρεται στη
μεθοδολογία που επιτρέπει να γνωρίζουμε την ιστορική εξέλιξη και τη διαδρομή του προϊόντος μέχρι το τραπέζι μας. Έχει μια ολοκληρωμένη λογική από τον καταναλωτή έως τον παραγωγό ή, ακολουθώντας το αντίστροφο μονοπάτι, από τον παραγωγό στον καταναλωτή. Ένα μεγάλο στοίχημα για την περίοδο που διανύουμε είναι να κερδηθεί το δικαίωμα των κοινωνιών να καταναλώνουν τα τρόφιμα που επιθυμούν –όχι αυτά που η βιομηχανία τροφίμων επιθυμεί να αγοράζουν. Η διατροφή είναι απαραίτητη για την επιβίωση, την υγεία και την ευημερία σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, με αυτήν την έννοια το ζήτημα είναι βαθιά πολιτικό και με έντονη ταξική διάσταση. Ας μην ξεχνάμε ότι η βιομηχανοποίηση
Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι 1996 Τρελές αγελάδες: Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια σε κοπάδια στην Αγγλία προκάλεσε πανικό σε όλη την Ευρώπη. Το 1999 πύκνωσαν οι αναφορές για τη μετάδοση της νόσου Κρόιτσφελντ -Γιάκομπς στους ανθρώπους. 1999 Κοτόπουλα & αυγά με διοξίνες: Το Βέλγιο ήταν η αφετηρία για να εξαπλωθεί ο τρόμος ακόμη και στην Ελλάδα. 2008 Ηλιέλαιο ανάμεικτο με ορυκτέλαιο: Ο συναγερμός σήμανε στην Ουκρανία. 2008 Χοιρινά με διοξίνες: εντοπίστηκαν διοξίνες έως και 200 φορές πάνω από το επιτρεπτό όριο. Η επιμόλυνση φαίνεται είχε γίνει από ακατάλληλα έλαια (μετασχηματιστές ηλεκτρικού ρεύματος). 2010 Διοξίνη σε ζωοοτροφές & αυγά: Εντοπισμός διοξίνης στις ζωοτροφές, που προερχόταν από χρήση βιοντίζελ. 2011 Γάλα με μελαμίνη στην Κίνα: Τόνοι γάλακτος με μελαμίνη, βιομηχανική ουσία που παραπλανά τους επιθεωρητές αναφορικά με την ποσότητα της πρωτεΐνης που περιέχεται σε αυτό. Έξι παιδιά έχασαν τη ζωή τους και εκτιμάται ότι 300.000 αρρώστησαν.
γανισμό Oceana έδειξε ότι το 84% των ψαριών που διατίθενται στην αγορά με την ένδειξη «λευκός τόνος», είναι στην πραγματικότητα ένα σκούρο καφέ έως μαύρο ψάρι (escolar). Η μελέτη έδειξε επίσης ότι το 87% των λυθρινιών που διατίθενται στις ΗΠΑ, έχουν λάθος ετικέτες σήμανσης. • Το 2009, μια μεγάλη εταιρία παραγωγής και διάθεσης κρέατος, ανακάλεσε από την αγορά 900 κιλά κατεψυγμένου κρέατος, που περιείχε σόγια και γάλα, χωρίς κάτι σχετικό να αναφέρεται στην ετικέτα σήμανσης. Ακόμη πιο πρόσφατα το 2012, αποσύρθηκαν τόνοι από λουκάνικα καθώς αποδείχθηκε ότι περιείχαν τη χημική ουσία MSG (κάτι σαν ενισχυτικό γεύσης, με τη μορφή λευκών κρυστάλλων -σαν χοντρό αλάτι), χωρίς να αναγράφεται και πάλι κάτι σχετικό στην ετικέτα τους. • Ενεργειακά ποτά: Εκθέσεις που συντάσσουν καταναλωτικές οργανώσεις, αναφέρουν χαρακτηριστικά τις παρενέργειες που μπορεί να προκύψουν από την κατανάλωση των εν λόγω ποτών. Σύμφωνα με έρευνα δεκαέξι ενεργειακών ποτών, τα πέντε από αυτά περιείχαν μεγαλύτερη από την αναγραφόμενη ποσότητα καφεΐνης, σε ποσοστό της τάξης του 20%.
της διατροφικής παραγωγής και όλες οι μεταποιητικές πρακτικές προκαλούν αυξημένα κρυφά κόστη (οικονομικά, κοινωνικά, ανθρώπινα) στον τομέα της δημόσιας υγείας (πρόκληση αλλεργιών, νόσων του πεπτικού και χρόνιων νόσων) και δαπάνες για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Επιβάλλεται η ενοποίηση των πολιτικών στους τομείς της γεωργίας, του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και της ποιότητας των τροφίμων. Το σκάνδαλο με το αλογίσιο κρέας που ταρακουνά το σύστημα ασφάλειας τροφίμων της ΕΕ ανοίγει, θέλοντας και μη, πέρα από τα μέτρα διαχειριστικού χαρακτήρα για την αντιμετώπιση της έκτακτης κατάστασης, τη συζήτηση για τα όρια του παραγωγικού και καταναλωτικού μοντέλου στην ΕΕ και τις σύγχρονες κοινωνίες. Για τον τρόπο οργάνωσης της καθημερινότητας των ανθρώπων, τη διαδικασία παραγωγής και κατανάλωσης τροφής και εμπλοκή του καταναλωτή στην όλη διαδικασία. ΚΩΣΤΑΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
08
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
ένα πλαίσιο προτάσεων για τη
ΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η πολιτική για τα δάση ως μη δασική πολιτική
Δάσος ελάτης με λιβάδια και θαμνώνες στον Πάρνωνα (φωτό Π. Κακούρος)
σικές και ανθρωπογενείς πιέσεις και απειλές, οι οποίες αναμένεται να ενταθούν λόγω της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με πρόσφατη Η Ελλάδα, τουλάχιστον μεταποδημοσίευση 1, η πλειονότητα των λιτευτικά δεν είχε καμία συγκροελληνικών δασών αναμένεται να τημένη δασική πολιτική, με εξαίχάσει μεγάλο μέρος της παραγωρεση την άοκνη στήριξη των καγικότητάς της στα επόμενα 50 έτη, ταπατητών από όλες τις κυβερνήενώ, εφόσον καταστραφούν από σεις. Ακόμα και για το ζήτημα των φυσικά ή ανθρωπογενή αίτια, το δασικών πυρκαγιών, για το οποίο πιθανότερο είναι να εξελίσσονται έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες προσε δάση άλλων μορφών, πιο ανθετάσεων και αναλύσεων, η συζήτηκτικών στην ξηρασία. ση εξακολουθεί να επικεντρώνεται Οι εξελίξεις αυτές επιβάλλουν τη στην καταστολή των πυρκαγιών διαμόρφωση μιας δασικής πολιτικής (συχνά με την υστερική παρουσίαπροσαρμοσμένης στις ιδιαιτερότητες ση από τα ΜΜΕ των ελλείψεων σε των μεσογειακών οικοσυστημάτων, εναέρια μέσα κατάσβεσης) και όχι που θα αναγνωρίζει τη μακραίωστην πρόληψη ή ορθότερα στη διανη αλληλεπίδραση και παράλληλη χείρισή τους. Σύμπτωμα αυτού του εξέλιξη των δασών και των υπόλοιτρόπου σκέψης των κυβερνήσεων πων φυσικών οικοσυστημάτων με από το 1974 και μετά ήταν και η τις ανθρώπινες κοινότητες. Μιας εγκληματικής άγνοιας απόφαση να πολιτικής που θα αντιλαμβάνεται μεταφερθεί η αρμοδιότητα της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Η πλειονότητα των ελληνικών δασών αναμένεται να χάσει μεγάλο μέρος της τη δυναμική των χρήσεων γης και Σώμα, με ταυτόχρονη απαγόρευση παραγωγικότητάς της στα επόμενα 50 έτη, ενώ, εφόσον καταστραφούν από των ορίων που θέτει η φύση και θα εξασφαλίζει τη βιοποικιλότητα και συμμετοχής δασικών υπαλλήλων φυσικά ή ανθρωπογενή αίτια, το πιθανότερο είναι να εξελίσσονται σε δάση άλλων τη διατήρηση των ευεργετικών για στην κατάσβεση. μορφών, πιο ανθεκτικών στην ξηρασία. τον άνθρωπο λειτουργιών τόσο των Ο τομέας των δασών είναι ίσως δασών όσο και των υπόλοιπων οιο πρώτος στον οποίο εφαρμόσθηκοσυστημάτων, που συγκροτούν τα κε ο νεοφιλελευθερισμός και η ιδεοληπτική του στάση να απομακρύνει τον δημόσιο τομέα μόσιου συμφέροντος στα δάση και το φυσικό περιβάλλον, φυσικά μας τοπία και που νομικά περιγράφονται ως δασιαπό τομείς που θεωρεί ότι μπορούν να αποτελέσουν πεδία που παραδίδονται σταδιακά σε κερδοσκοπικά και ιδιοτε- κές εκτάσεις. Μιας πολιτικής που θα αποτελεί ένα σύνολο κερδοσκοπικής ανάπτυξης. Το 1986 εκχωρείται σημαντι- λή συμφέροντα (βλ. Σκουριές, Κασσιόπη, Οξειά, Παρνασ- αρχών και κατευθύνσεων, διαμορφωμένη και ευρεία αποκό μέρος της κρατικής εκμετάλλευσης των δασών στους σός κ.λπ.). Η μακροημέρευσή τους στην εξουσία πρέπει δεκτή μετά από διάλογο μεταξύ τόσο των ειδικών όσο και της κοινωνίας, υπέρ της οποίας θα ασκείται. Στο πλαίσιο ιδιωτικούς δασικούς συνεταιρισμούς, μια απόφαση με σο- να μας ανησυχεί. Μακροπρόθεσμα, η πολιτική της ανυπαρξίας δασικής αυτό διατυπώνονται ορισμένες θέσεις ως συμβολή προς βαρότατες επιπτώσεις τόσο στα δασικά οικοσυστήματα όσο πολιτικής συνέβαλε καθοριστικά στη μείωση των επενδύ- αυτή την κατεύθυνση: και στις τοπικές οικονομίες. • Να διατηρηθεί ο δημόσιος χαρακτήρας όλων των εκτάΑπό το 2000 η θηροφύλαξη, δηλαδή η φύλαξη του σεων και των θέσεων εργασίας στα δάση και στον ορεινό κοινού αγαθού της άγριας πανίδας, ανατέθηκε στην ιδι- χώρο, καθώς και στον περιορισμό της παρουσίας της Δα- σεων με φυσική βλάστηση (δασών, λιβαδιών, υγροτόπων ωτική θηροφυλακή των ομοσπονδιών των κυνηγετικών σικής Υπηρεσίας που μπορεί, λόγω της αποκεντρωμένης κ.λπ.) που βρίσκονται υπό δημόσιο έλεγχο, ως κρίσιμο συλλόγων, που χρηματοδοτούνταν από τις άδειες χρήσης φύσης της εργασίας της, να εφαρμόσει και να επιβλέψει εργαλείο για την αειφορική και ολοκληρωμένη διαχείριπου εκδίδουν οι κυνηγετικοί σύλλογοι. Με τον τρόπο αυ- πολιτικές διατήρησης της φύσης. Στην εξέλιξη αυτή συ- ση του. Ο υφιστάμενος έλεγχος του μεγαλύτερου ποσοτό ανατέθηκε η διαχείριση δημόσιων πόρων σε σωματεία νέτεινε και το ότι στην ΕΕ δεν υπάρχει κοινή δασική πο- στού των ορεινών και ημιορεινών εδαφών από το Δημόπου ελέγχονται υποτυπωδώς ως προς τη διαχείριση των λιτική, αλλά διάσπαρτα μέτρα εντός της ΚΑΠ που απευ- σιο ή άλλους οργανισμούς δημοσίου συμφέροντος όπως οικονομικών τους. Την ίδια στιγμή οι αρμόδιες δασικές θύνονται κυρίως σε δασικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού οι ΟΤΑ, δίνει τη δυνατότητα χάραξης ενιαίων πολιτικών αρχές, ελλείψει προσωπικού και μέσων, αδυνατούν να τομέα. Άλλες ευρωπαϊκές πολιτικές, που θα μπορούσαν για την οικολογική ανασυγκρότηση της δασοπονίας, της υλοποιήσουν ακόμα και τις τακτικές εργασίες διαχείρισης να χρησιμοποιηθούν για τη – διαμόρφωση έστω – αρχών εκτατικής κτηνοτροφίας και τη διατήρηση της φύσης, με του δάσους. Η κατάρτιση των δασικών χαρτών αφέθηκε μιας διευρυμένης πολιτικής δασών και φυσικού περιβάλ- κριτήριο τις ανάγκες των πολλών όχι μόνο σήμερα αλλά σκόπιμα να καρκινοβατεί για πολλά χρόνια, προκειμένου λοντος, όπως η δημιουργία του Natura 2000, έπεσαν θύ- και στο μέλλον. • Να εισαχθεί η ολοκληρωμένη διαχείριση των δασών και να εκχωρηθεί τελικά «για λόγους αποτελεσματικότητας» ματα άγνοιας και συντεχνιακών θεωρήσεων. Ενδεικτικό σε ιδιωτικά μελετητικά γραφεία. Έτσι, ενδυναμώνονται οι της αδιαφορίας των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων για των λιβαδιών με εξειδικεύσεις των παραγωγικών χρήσεων ιδιώτες με δημόσιο χρήμα, ενώ οι δασικές υπηρεσίες που τα δάση είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί τη μόνη χώρα της ΕΕ (δασοπονία, εκτατική κτηνοτροφία κ.λπ.) ως εξέλιξη της διαχείρισης των παραδοσιακών δασολιβαδικών συστημάκαλούνται να ελέγξουν τους χάρτες είναι υποστελεχωμέ- που δεν διαθέτει Εθνικό Πρόγραμμα για τα Δάση. των προσαρμοσμένη φυσικά στις σημερινές ανάγκες και νες και χωρίς επαρκή μέσα να προστατεύσουν το δημόυποχρεώσεις. Η ολοκληρωμένη διαχείριση εξυπηρετεί μεσιο συμφέρον. Ακόμα και η δασοπυρόσβεση κινδύνευσε Σκέψεις για τη διαμόρφωση ταξύ άλλων την υδρολογική διαχείριση και την ενσωμάστις αρχές της δεκαετίας του ‘90 να ιδιωτικοποιηθεί. Την δασικής πολιτικής τωση, με οικολογικά αποδεκτό τρόπο, παραδοσιακών και τελευταία τριετία ο έλεγχος της χώρας από τους νεοφιλεΤα δάση της Ελλάδας υφίστανται ήδη σοβαρές φυ- ήπιων ανθρώπινων δραστηριοτήτων. λεύθερους ισοπεδώνει κάθε έννοια υπεράσπισης του δη-
O
ικοτριβές
• Να προωθηθούν κατά προτεραιότητα οι προσαρμογές της διαχείρισης των δασικών και λιβαδικών τοπίων για την αύξηση της ανθεκτικότητας τους στην κλιματική αλλαγή και, όπου είναι δυνατόν, να αυξηθεί η συμβολή τους στην άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της. Θα πρέπει να τεθούν εθνικοί στόχοι για τη δασοκάλυψη και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή κατά δασικό τύπο και περιοχή, με ειδικότερους σχεδιασμούς για την ανόρθωση των υποβαθμισμένων δασών και λιβαδιών και την προστασία του εδάφους. • Να μεταβούμε από την εποχή της καταστολής των δασικών πυρκαγιών στη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών. Ο συντονισμός της καταστολής, που αποτελεί μέρος της διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών, μαζί με την πρόληψη να επανέλθουν στη Δασική Υπηρεσία, η οποία θα στηριχθεί με υλικοτεχνική υποδομή και προσωπικό, καθώς και εκσυγχρονισμένο νομικό πλαίσιο. • Να υπάρξει ειδική μέριμνα για τη διατήρηση, ανόρθωση και αποκατάσταση της ορεινής οικονομίας και την προσαρμογή της στην κλιματική αλλαγή που ενδεχομένως συνοδευθεί και από αύξηση του πληθυσμού. Η συμβολή της δασικής πολιτικής αφορά στην ανασυγκρότηση της εκτατικής κτηνοτροφίας, ενός από τους πλέον δυναμικούς και κρίσιμους κλάδους της πρωτογενούς παραγωγής. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται α) ενιαία χαρτογράφηση των εκτάσεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκτατική κτηνοτροφία και προώθηση της χρήσης της κτηνοτροφίας ως μέσου ελέγχου της φυσικής βλάστησης δασών, θαμνώνων και υγροτόπων και β) θεσμοθέτηση διαδικασιών παραχώρησης δικαιωμάτων βοσκής με τρόπο που να προστατεύεται ο δημόσιος χαρακτήρας, η ακεραιότητα, η παραγωγικότητα και η βιοποικιλότητα των εκτάσεων που μπορούν να βόσκονται. • Να χρηματοδοτηθεί γενναία και σταθερά η εφαρμογή της δασικής πολιτικής. Η διατήρηση και αποκατάσταση των αξιών και λειτουργιών των δασών και των λιβαδικών (βοσκόμενων και μη) οικοσυστημάτων απαιτεί εφαρμογή μακροχρόνιων προγραμμάτων που έχουν ως προϋπόθεση τη σταθερή χρηματοδότηση. Οι επενδύσεις στους τομείς αυτούς έχουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την κοινωνία, τόσο ως προϋπόθεση παραγωγής προϊόντων όσο, κυρίως, μέσω της παροχής πληθώρας υπηρεσιών, όπως το νερό, η ρύθμιση της θερμοκρασίας κ.ά.
Η Δασική Υπηρεσία Αν και η διαμόρφωση της δασικής πολιτικής αποτελεί υπόθεση όλης της κοινωνίας, κύριος φορέας άσκησής της μπορεί να είναι μια δημόσια Δασική Υπηρεσία, ικανή να αναπτύσσει τεχνογνωσία, στελεχικό δυναμικό και στέρεες σχέσεις με τοπικές κοινωνίες που ζουν συχνά σε αντίξοες συνθήκες. Μια υπηρεσία που θα βρίσκεται όλο το χρόνο στα δάση και τα λιβάδια, όπου θα μπορεί με κατάλληλη στελέχωση, κάθετη οργάνωση, διασύνδεση με τους φορείς έρευνας για τα δάση και το φυσικό περιβάλλον, να αποτελέσει έναν από τους πυλώνες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της υπαίθρου, ιδιαίτερα στον ορεινό χώρο και θα μεριμνά για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας σε όλες τις χερσαίες περιοχές της χώρας. Μια υπηρεσία με πλήρη έλεγχο του χώρου και των αντικειμένων ευθύνης της, ταυτόχρονα όμως εξωστρεφή, ανοικτή σε συνεργασίες με άλλους δημόσιους φορείς και μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς για τη διατήρηση και την αποκατάσταση της φύσης, την παροχή υπηρεσιών εκπαίδευσης και αναψυχής και άλλες δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο της δασικής πολιτικής και της πολιτικής για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΚΟΥΡΟΣ Δρ. Δασολόγος
1
Hanewinkel, M., D.A. Cullmann, M.-J. Schelhaas, G.-J. Nabuurs and N.E. Zimmermann 2013. Climate change may cause severe loss in the economic value of European forest land. Nature Clim. Change 3: 203207.
09
Λέσβος: περιβαλλοντική υποβάθμιση και τοπικές αντιστάσεις Πριν από λίγα χρόνια στη Λέσβο, στην περιοχή της Γέρας, κάποιοι κάτοικοι θεώρησαν καλό να μπαζώσουν το μονοπάτι που οδηγούσε στα χωράφια τους, στον υδροβιότοπο Ντιπί-Λάρσος που «απολαμβάνει» καθεστώς προστασίας Natura. Η περιοχή, γεμάτη καλαμιές, πλημμύριζε κάθε χειμώνα και το μονοπάτι ήταν προσβάσιμο μόνο κάποιους μήνες το χρόνο. Εναποτέθηκαν παράνομα, μεγάλες ποσότητες δομικών υλικών, πιθανά από τις εκσκαφές για τη δημιουργία παρακείμενης εθνικής οδού και πολύ γρήγορα ανοίχθηκε ένας δρόμος με πλάτος τέσσερα και μήκος τριακόσια μέτρα. Ο υγρότοπος χωρίστηκε στη μέση. Στις περιβαλλοντικές υποβαθμίσεις οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες είναι εκείνοι που ενεργοποιούνται, κυρίως όταν οι αρμόδιες υπηρεσίες, για διάφορους λόγους, δεν δραστηριοποιηθούν. H καταγγελία αποτελεί την πιο άμεση λύση και μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, να οδηγήσει σε πρόστιμο από την Περιφέρεια, σε πίεση για νέο έλεγχο από τις υπηρεσίες και πιθανά σε νέο πρόστιμο. Τα υπόλοιπα μέσα που μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς είναι η ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών, η συλλογή υπογραφών, η πίεση μέσω δημοσιευμάτων, οι συμμαχίες και οι κοινές δράσεις με άλλες ομάδες ενεργών πολιτών ή άμεσα θιγόμενων καθώς και τα μέσα που προσφέρει η ΕΕ για διαμαρτυρία. Εάν εξετάσει κάποιος το ζήτημα από την σκοπιά των κρατικών υπηρεσιών, διαπιστώνει ότι το νομοθετικό καθεστώς περιβαλλοντικής ευθύνης στη χώρα μας είναι αρκετά ανεπτυγμένο και επαρκές για όποιον υπάλληλο θέλει να κάνει σωστά τη δουλειά του. Υπάρχει όμως ένα τεράστιο κενό στη εκτέλεση του ελέγχου επιτρέποντας στους παρανομούντες να συνεχίζουν να υποβαθμίζουν το περιβάλλον, δημιουργώντας ιδιωτικό κέρδος και παραμένοντας ατιμώρητοι. Η διαδικασία απαιτεί όλα να φαίνονται “εντάξει” με τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) στην φάση της αδειοδότησης αλλά στην ουσία, οι αρμόδιοι φορείς, δεν ασχολούνται με το τι γίνεται στη συνέχεια, δηλαδή στην αποπεράτωση και στην μετέπειτα λειτουργία του έργου ή της επιχείρησης. Η γραφειοκρατία είναι τόσο μεγάλη που δίνει την ευκαιρία στις υπηρεσίες να καλύπτονται πίσω από αυτή. Εξαιτίας της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού, καυσίμων για την κίνηση των οχημάτων και άλλων προβλημάτων, ο ελεγκτής σπάνια βγαίνει στο δρόμο, ακινητοποιημένος και από τις αυξημένες διεκπεραιωτικές εργασίες. Κάθε ΜΠΕ για να εγκριθεί απαιτεί τόσο χρονοβόρα διαδικασία που οι αρμόδιοι υπάλληλοι, προβαίνουν σε ελέγχους, κυρίως, σε περίπτωση καταγγελιών. Η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών, σε όλη τη χώρα, είναι στελεχωμένη μόνο με 40 υπαλλήλους (μαζί με τους διοικητικούς), η Υπηρεσία Επιθεωρητών Δόμησης με ένα υπάλληλο και η Υπηρεσία Κατεδαφίσεων (και για
φωτό από τον υδροβιότοπο Ντιπί-Λάρσος
Μάρτιος 2013 – τ. 3
αυθαίρετα) με δύο, εκ των οποίων ο ένας συνταξιοδοτείται και ο άλλος φεύγει με απόσπαση. Αυτή είναι η κατάσταση και το Μεσοπρόσθεσμο ήρθε να την κάνει χειρότερη ορίζοντας ρητά για το πράσινο ταμείο, που είναι ο κύριος φορέας για την χρηματοδότηση περιβαλλοντικών παρεμβάσεων, ο φορέας στον οποίο καταλήγουν όλοι οι “πράσινοι” φόροι, τέλη, δασμοί, εισφορές, πρόστιμα (πχ νομιμοποίηση αυθαιρέτων από το νόμο Παπακωνσταντίνου) κλπ, ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί πάνω από το 2,5% του προϋπολογισμού του, αφού, το 97,5% προορίζεται να μεταφερθεί στον κρατικό προϋπολογισμό. Να μην αναφέρουμε περαιτέρω και την κατάσταση με τους Φορείς Διαχείρισης, τα fast track και τις εξελίξεις στην ενέργεια. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η περιβαλλοντική πολιτική που ασκείται οδηγεί σε μεγάλη υποβάθμιση και μη εύκολα ανατρέψιμη, συρρίκνωση του περιβαλλοντικού πλούτου της χώρας.. Ο νόμος 3937/11 «περί διατήρησης της βιοποικιλότητας» παρόλα αυτά, απλουστεύει κάπως τις διαδικασίες για τις ΜΠΕ για τις επιχειρήσεις χαμηλής όχλησης και σε κάποιες περιπτώσεις τις αντικαθιστά με πρότυπες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις. Υπάρχει επίσης μία τάση ιδιώτες μελετητές να εμπλακούν στην διαδικασία ελέγχου και αδειοδότησης των ΜΠΕ, διευκολύνοντας τους αρμόδιους ελεγκτές να βγουν στο πεδίο και να πραγματοποιούν ελέγχους. Αυτές οι προσπάθειες, αν εφαρμοστούν χωρίς να δημιουργήσουν πρόσθετα προβλήματα, σε συνδυασμό με υιοθέτηση ενιαίων ελεγκτικών κανόνων και διαφάνεια, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα πρώτα βήματα για μία βελτίωση της κατάστασης. Η χρόνια, όμως, χαμηλή προτεραιότητα των περιβαλλοντικών υποθέσεων δείχνει ότι οι διαχειριστικές λύσεις, από μόνες τους, δεν είναι δυνατό να ευοδωθούν. Έτσι, η κατάσταση παραμένει στα χέρια των ενεργών πολιτών που, αντιμέτωποι με την κρατική αδράνεια, αναγκάζονται να οργανωθούν και να αντιδράσουν. Όσοι αντέξουν βέβαια και συνεχίσουν να παλεύουν, με προσωπικό κόστος, σε αυτά τα ασφυκτικά πλαίσια, για να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί. ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΟΥΝΑΚΗΣ μέλος του συλλόγου «Ναυτίλος εν δράσει»
O
10
ικοτριβές
νερό:
Μάρτιος 2013 – τ. 3
δημόσιο και κοινωνικό αγαθό
επιμέλεια αφιερώματος: ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΠΑΘΑΡΙΔΟΥ
η ρευστοποίηση* του νερού Προσπαθώντας ένας λογικός άνθρωπος να κατανοήσει το πώς ένα φυσικό αγαθό μπορεί να καταλήξει ιδιοκτησία μιας ιδιωτικής εταιρείας, θα πρέπει προηγουμένως να σταθεί στην έννοια της εμπορευματοποίησης. Εστιάζοντας στο νερό, η μετατροπή του από φυσικό σε αναπτυξιακό πόρο (άρδευση στη γεωργία, κίνηση βιομηχανίας, παραγωγή ενέργειας κλπ) και η αντιμετώπισή του ως οικονομικό αγαθό, του προσέδωσε αξία χρήσης και το μετέτρεψε σε εμπόρευμα, δημιουργώντας έτσι μία νέα πηγή πρωταρχικής συσσώρευσης. Αυτό που ήταν δωρεάν οφείλει τώρα να πουληθεί και μάλιστα με ικανό κέρδος. Από τη στιγμή αυτή, στη νεοφιλελεύθερη λογική τα πράγματα είναι απλά και προφανή. Η διαχείριση του νέου εμπορεύματος-προϊόντος δεν μπορεί να παραμένει στα χέρια του «αντιπαραγωγικού» και «διεφθαρμένου» δημόσιου τομέα. Μόνο ο δυναμισμός και η ευελιξία που παρέχει ο «υγιής» ιδιωτικός τομέας μπορεί να δώσει λύσεις. Η ιδιωτικοποίηση του νερού είναι γεγονός εδώ και 25 χρόνια παγκοσμίως, από τα τέλη του ’90 στη χώρα μας. Στην περίπτωση του νερού βέβαια, η διαδικασία αποκτά άκρως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε σχέση με άλλα εμπορεύματα, για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με τον εμβληματικό χαρακτήρα του νερού, ως οικολογική και βιολογική βάση της ζωής μας. Ο δεύτερος σχετίζεται με το γεγονός της σπανιότητας του συγκεκριμένου πόρου-εμπορεύματος, δηλαδή με αυτό που περιγράφεται ως ένα από τα εντονότερα περιβαλλοντικά προβλήματα του πλανήτη σήμερα, της κρίσης του νερού. Η εξάντληση των υδατικών συστημάτων από την υπερεκμετάλλευση και η συνακόλουθη ρύπανσή τους, έχουν περιορίσει τα υδατικά διαθέσιμα σε επικίνδυνο βαθμό. Το σκηνικό λοιπόν ήταν έτοιμο από καιρό. Το νερό ως εμπόρευμα, έχει μία ανυπολόγιστη (αυτ)αξία, οι ανθρώπινες υδατικές ανάγκες διαρκώς αυξάνουν και πληθαίνουν (η επινόηση νέων, τεχνητών αναγκών ήταν ανέκαθεν το δυνατό σημείο του καπιταλισμού) και είναι και σπάνιο. Έτσι π.χ. καταλήγει κανείς να αισθάνεται υποχρεωμένος
* ρευστοποίηση ονομάζεται η μετατροπή χρηματοοικονομικών προϊόντων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων σε μετρητά (Οικονομικό Λεξικό)
Το σκηνικό λοιπόν ήταν έτοιμο από καιρό. Το νερό ως εμπόρευμα, έχει μία ανυπολόγιστη (αυτ)αξία, οι ανθρώπινες υδατικές ανάγκες διαρκώς αυξάνουν και πληθαίνουν και είναι και σπάνιο. Κάπως έτσι το νερό αναδείχθηκε σε πεδίο δυνάμει τεράστιας κερδοφορίας. να αγοράσει εμφιαλωμένο νερό και να το πληρώσει 2 χιλιάδες φορές περισσότερο απ’ το νερό της βρύσης, και κάπως έτσι το νερό αναδείχθηκε σε πεδίο δυνάμει τεράστιας κερδοφορίας. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμούσε, ήδη 10 χρόνια πριν, ότι η δυνητική αγορά του νερού ξεπερνά το 1 τρισ. δολάρια. Η ιδιωτικοποίηση του νερού, της ύδρευσης αρχικά, όπου εφαρμόστηκε στηρίχτηκε στην αντίληψη πως το πρόβλημα της υστέρησης στην επαρκή κάλυψη των βασικών αναγκών, θα μπορούσε να λυθεί με την αξιοποίηση των ευέλικτων εργαλείων που περιλαμβάνουν οι στρατηγικές ιδιωτικοποίησης. Αρωγοί στη διαδικασία αυτή στάθηκαν όλοι οι εμπλεκόμενοι διεθνείς οργανισμοί (μηδέ της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιρουμένης) που πήραν αποφάσεις και προώθησαν πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα. Τα σχήματα ιδιωτικοποίησης που προωθήθηκαν ήταν πολύμορφα και αφορούσαν είτε στην εμπλοκή των πολυεθνικών επιχειρήσεων του νερού με συμπληρωματική συμμετοχή του δημοσίου, είτε σε μοντέλα πλήρους μεταβίβασης των παγίων και της διαχείρισης από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα1. Έτσι πέντε πολυεθνικές έφτασαν να διακινούν το νερό που πίνουν και χρησιμοποιούν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι (20% του πληθυσμού στις 30 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ) σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Τα αποτελέσματα είναι λίγο πολύ γνωστά. Με βασικό μέλημα των εταιρειών την αύξηση του κέρδους, η ιδιωτικοποίηση μεγέθυνε τα προβλήματα που πήγε να λύσει και όξυνε τις ανισότητες. Προβληματικές περιοχές των υφιστάμενων αστικών δικτύων άρχισαν να αποκλείονται, τα δίκτυα αντί να εκσυγχρονίζονται εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους, οι υπηρεσίες αντί να βελτιωθούν υποβαθμίστηκαν και η ποιότητα του προσφερόμενου νερού χειροτέ-
ρεψε. Το μόνο που ανέβηκε τελικά ήταν η τιμή του νερού. Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο. Η μείωση των επενδύσεων στην ύδρευση, που άρχισε να εμφανίζεται το 2000, εντάθηκε τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα το 2005 η Παγκόσμια Τράπεζα να παραδεχθεί ότι «οι προσδοκίες για συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη χρηματοδότηση των έργων υποδομής ήταν υπερβολικά αισιόδοξες». Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις κατάλαβαν ότι το νερό απαιτεί μεγαλύτερες από ό,τι υπολόγιζαν επενδύσεις, με μικρότερο περιθώριο κέρδους. Η μεγάλη περίοδος απόσβεσης των επενδύσεων σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό πελατών που δεν μπορούσαν να πληρώσουν τους φουσκωμένους λογαριασμούς, δημιούργησαν ένα οικονομικό περιβάλλον υψηλού ρίσκου. Οι έντονες λαϊκές διαμαρτυρίες και τα κινήματα κατά της ιδιωτικοποίησης έδωσαν, σε πολλές περιοχές της γης, τη χαριστική βολή. Ο τομέας του νερού, από επιχειρηματικό Eldorado κατέληξε να προσελκύει τις χαμηλότερες επενδύσεις από οποιονδήποτε άλλο τομέα, όπως αποδεικνύει ο μεγάλος αριθμός ακυρώσεων συμβολαίων τα τελευταία χρόνια. Η επιστροφή στη δημόσια διαχείριση του νερού (επαναδημοτικοποίηση) άρχισε να προβάλλει ξανά ως η μόνη λύση. Στην Ελλάδα η πορεία είναι αντίστροφη. Η σύγχρονη ιδιωτικοποίηση των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ που ξεκίνησε δειλά στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ολοκληρώνεται στις μέρες μας με την πώληση σε ευτελιστικές τιμές της πλειοψηφίας των μετοχών, παρότι και οι δύο εταιρείες εμφανίζουν υψηλή κερδοφορία. Η ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης όμως είναι το πρώτο βήμα για την ιδιωτικοποίηση όλων των διαστάσεων της χρήσης του νερού. Με το 86% της συνολικής υδατικής χρήσης στην Ελλάδα να καταναλώνεται στην άρδευση, είναι προφανές
το λαμπρό πεδίο που ανοίγει για την ιδιωτικοποίηση και του αρδευτικού νερού. Η παραχώρηση σε ιδιωτικές ή μεικτές εταιρείες της διαχείρισης όλου του πανάκριβου κύκλου έργων που το συνοδεύει (ταμιευτήρες, αντλιοστάσια, αγωγοί μεταφοράς, αρδευτικά δίκτυα κλπ) θα έχει ως τελικό στόχο την μετακύληση του (διογκωμένου) κόστους νερού στους αγρότες. Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται και από τα πρόσφατα ευρωπαϊκά νομοθετήματα που αφορούν τόσο στη διαχείριση του νερού, όσο και στον αγροδιατροφικό τομέα (νέα ΚΑΠ κλπ). Τα μνημόνια της τελευταίας τριετίας, όπως και σε άλλους τομείς, θα παίξουν και εδώ τον ρόλο καταλύτη με στόχο τόσο την επίσπευση της διαδικασίας, όσο και την επιδείνωση των όρων εις βάρος του δημοσίου. Ενώ, λοιπόν στις περισσότερες χώρες όπου εφαρμόστηκε –και τελικά απέτυχε- η συνταγή της ιδιωτικοποίησης του νερού, η τάση πλέον είναι η επανακοινωνικοποίησή του, στη χώρα μας ανοίγει ένας νέος κύκλος ιδιωτικοποιήσεων, με τους χειρότερους οιωνούς, και με σημάδια επέκτασης σε όλες τις χρήσεις. Έτσι μαζί με τις συνταγές του ΔΝΤ που, αφού απέτυχαν παντού όπου εφαρμόστηκαν πρέπει να εφαρμοστούν από την αρχή και αναλλοίωτες στην Ελλάδα, μαζί με την εφαρμογή των μοντέλων ιδιωτικοποίησης στην Παιδεία και την Υγεία, την αποτυχία των οποίων παραδέχονται πλέον και οι ίδιοι οι εμπνευστές τους, τώρα ζούμε κάτι αντίστοιχο στους φυσικούς πόρους και το νερό. Ας το πάρουμε απόφαση: στην Ελλάδα ο νεοφιλελευθερισμός περνάει τη δεύτερη νιότη του. ΝΙΚΟΣ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Αν. καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 1
Για μία πιο αναλυτική παρουσίαση των μορφών ιδιωτικοποίησης του νερού, βλ. «Για την ιδιωτικοποίηση του νερού: ροές και σχήματα», των Ν. Μυλόπουλου και Σ. Γκιάλη, στα Ενθέματα της Αυγής, τεύχος 09/09/2012
Μάρτιος 2013 – τ. 3
O
ικοτριβές
11
κινήματα για το νερό στο νότο της Ευρώπης Πορτογαλία: Πλήρως εναρμονισμένη με τις επιταγές του μνημονίου η κυβέρνηση της Πορτογαλίας προωθεί την πώληση της δημόσιας εταιρίας ύδρευσης και αποχέτευσης Aguas de Portugal, στην οποία το κράτος κατέχει το 51%. Αντιδρώντας στην ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης, η οποία είχε ξεκινήσει σε περιορισμένη κλίμακα σε διάφορες πόλεις από το 1993, 10 οργανώσεις πολιτών δημιούργησαν την πρωτοβουλία «Agua é de todos» το 2008 και ξεκίνησαν ενεργά τις δράσεις τους από τον Ιούλιο του 2011 και έπειτα, όταν ανακοινώθηκε το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων των δημοσίων αγαθών. Περισσότερο από 100 δήμοι, κινήματα, οργανώσεις πολιτών, συνδικάτα και σωματεία καταναλωτών συμμετέχουν πλέον στην πρωτοβουλία, η οποία και προωθεί μια «Νομοθετική Πρωτοβουλία Πολιτών» ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού, χρησιμοποιώντας τη δυνατότητα που δίνουν οι πορτογαλικοί νόμοι για να τεθεί ένας νόμος προς ψήφιση στη βουλή όταν έχει την στήριξη 35.000 πολιτών. Δείτε: http://www.aguadetodos.com
Συλλογή υπογραφών: Η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Συνδικάτων Δημοσίων Υπηρεσιών στοχεύει στη συλλογή υπογραφών μέσω του εργαλείου «Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών», με το οποίο 1 εκατομμύριο πολίτες από τουλάχιστον 7 διαφορετικά κράτη μέλη και μέσα από ποσοστώσεις, μπορούν να προτείνουν νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε τομείς όπου η ΕΕ έχει αρμοδιότητα να νομοθετεί. Η πρωτοβουλία έχει ήδη συγκεντρώσει περίπου 1.300.000 υπογραφές αλλά χρειάζονται πολλές παραπάνω ώστε να ισχυροποιηθεί η φωνή των Ευρωπαίων πολιτών ενώ υπογραμμίζεται πως η ελληνική συμμετοχή βρίσκεται σε πολύ χαμηλά νούμερα. Υπογράψτε: http://www.right2water.eu/
Ελλάδα: Κίνηση 136 Η Κίνηση 136 ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2011 ως μια πρωτοβουλία πολιτών που εναντιώνεται στην ιδιωτικοποίηση της Εταιρίας Ύδρευσης και Αποχέτευσης της Θεσσαλονίκης και αντιπροτείνει ένα διαφορετικό σχέδιο διαχείρισης του νερού, μέσα από τη δημιουργία συνεταιρισμών σε επίπεδο γειτονιάς. Το προτεινόμενο σχέδιο προβλέπει την ίδρυση 16 τοπικών συνεταιρισμών που θα ενωθούν σε μια εταιρεία. Μέλη των συνεταιρισμών είναι οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, που έχουν αγοράσει ή θα αγοράσουν από μια μετοχή της ΕΥΑΘ, εξασφαλίζοντας το 40% του μετοχικού της κεφαλαίου που σήμερα ανήκει στο κράτος και είναι αυτό που σήμερα βαίνει προς ιδιωτικοποίηση. Αν και η λογική της αγοράς μετοχών του δημοσίου έχει δεχτεί κριτική – καθώς, όπως υποστηρίζεται μια δημόσια εταιρεία ανήκει στους πολίτες/χρήστες ούτως ή άλλως - η συγκεκριμένη πρόταση αποτελεί μια εναλλακτική προσέγγιση κοινωνικής διαχείρισης του νερού, που βάζει τα ζητήματα του κοινωνικού ελέγχου και της ενεργής συμμετοχής των χρηστών. Δείτε: http://www.136.gr/ Save Greek Water Το Save Greek Water ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2012 ως μια ανοιχτή πρωτοβουλία πολιτών για τη μη ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης/αποχέτευσης και προωθεί την ενημέρωση της κοινής γνώμης, έχοντας ως αρχή ότι το καθαρό προσιτό νερό αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα και πρέπει να παραμείνει ένα δημόσιο αγαθό. Διοργανώνει και συμμετέχει σε πολλές και ποικιλόμορφες δράσεις, παράγει ενημερωτικό υλικό και υλικό τεκμηρίωσης σε πολλές γλώσσες, μεταφράζει κείμενα, άρθρα και ντοκιμαντέρ, ενώ συμμετέχει στα ευρωπαϊκά κινήματα για το νερό. Παράλληλα, δραστηριοποιείται στη συλλογή υπογραφών πολιτών στο avaaz ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδρευσης σε όλη την ελληνική επικράτεια αλλά και συλλέγει υπογραφές στην ιστοσελίδα του από σωματεία, συλλογικότητες και οργανώσεις από την Ελλάδα για την υποστήριξη και συμμετοχή στις δράσεις του. Δείτε: http://www.savegreekwater.org
Ιταλία: Το πιο εμβληματικό και νικηφόρο κίνημα για το νερό στην Ευρώπη, το «Ιταλικό Φόρουμ των Κινημάτων για το Νερό» αποτελεί μία μεγάλη συμμαχία από κινήσεις πολιτών από όλη τη χώρα, η οποία ξεκίνησε περίπου το 2007 και το 2011 πέτυχε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ιδιωτικοποίηση του νερού στην Ιταλία, στο οποίο 95% των πολιτών υπερασπίστηκε το δημόσιο χαρακτήρα του νερού. Παρόλο όμως το δεσμευτικό χαρακτήρα του δημοψηφίσματος, οι κυβερνήσεις Μπερλουσκόνι και Μόντι συνέχισαν να σχεδιάζουν το ξεπούλημα των υπηρεσιών ύδρευσης της χώρας αλλά μετά από την κινητοποίηση του ιταλικού Φόρουμ, το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε παράνομα τα σχετικά νομοθετικά διατάγματα περί ιδιωτικοποίησης του νερού. Σήμερα, το Ιταλικό Φόρουμ των Κινημάτων για το Νερό συνεχίζει να προασπίζεται τη δημόσια και συμμετοχική διαχείριση του νερού, μέσα από αγώνες ενάντια στην εμπορευματοποίησή του αλλά και στα σχέδια των νεοφιλεύθερων πολιτικών για αναίρεση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος. Δείτε: www.acquabenecomune.org
Ισπανία: Η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης ξεκίνησε στα µέσα της δεκαετίας του 1980 και σήµερα, περίπου το 50% των υπηρεσιών ύδρευσης βρίσκεται σε ιδιωτικά χέρια, μεταξύ των οποίων φιγουράρουν η Suez και η Veolia, μέσω των ισπανικών θυγατρικών τους. Αρκετά κινήματα δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη τη χώρα στη μάχη ενάντια της ιδιωτικοποίησης των εναπομείναντων δημόσιων υπηρεσιών ύδρευσης, χωρίς ωστόσο να έχουν δημιουργήσει μια κοινή διαδικασία συντονισμού. Στη Μαδρίτη, η πλατφόρμα κατά της ιδιωτικοποίησης της εταιρίας Canal de Isabel II, η οποία διαχειρίζεται το νερό στην περιοχή της Μαδρίτης, κατάφερε να παγώσει τη διαδικασία με προσφυγή της. Το Μάρτιο του 2012 οργάνωσε άτυπο δημοψήφισμα, στο οποίο το 97% των Μαδριλένων που συμμετείχαν, ψήφισε ενάντια στην ιδιωτικοποίηση. Στη Βαρκελώνη, η πλατφόρμα Aigua és Vida, η οποία αποτελείται από συνδικάτα, κινήματα και περιβαλλοντικές οργανώσεις της Καταλονίας, δραστηριοποιείται ενάντια στην ιδιωτική εταιρία ύδρευσης Agbar, θυγατρική της Suez, και αγωνίζεται για την ακύρωση του συμβολαίου, καθώς δεν υπάρχουν δημόσια στοιχεία για τη σύμβαση παραχώρησης της παροχής υπηρεσιών ύδρευσης στην πόλη. Δείτε: plataformacontralaprivatizaciondelcyii.org, http://plataformaaiguaesvida.wordpress.com/
Γαλλία: Το 2012, 40 επιπλέον γαλλικοί δήμοι επαναδημοτικοποίησαν τις υπηρεσίες ύδρευσης, μεταξύ των οποίων σημαντικές πόλεις όπως το Μπορντό και η Βρέστη. Σε άλλες περιπτώσεις, οι αναθεωρήσεις των συμβολαίων αποκάλυψαν ότι οι ιδιωτικές εταιρίες είχαν υπέρογκα κέρδη, και οι δήμοι διαπραγματεύτηκαν τεράστιες επιστροφές ή μειώσεις τιμών από τις εταιρίες, χωρίς όμως να τις επαναδημοτικοποιήσουν. Η Veolia κατάφερε να διασώσει το μεγαλύτερο συμβόλαιό της με τη διαδημοτική υπηρεσία ύδρευσης για την περιοχή Ile-de-France (Ένωση υδάτων της περιφέρειας Ile-de-France (SEDIF) όπου συμμετέχουν 144 δήμοι στην ευρύτερη μητροπολοτική περιοχή του Παρισιού, αλλά όχι ο Δήμος του Παρισιού), αλλά τα περιθώρια κέρδους της μειώθηκαν σημαντικά, και κάποιες κοινότητες σχεδιάζουν να αποσυρθούν από τη SEDIF και να φτιάξουν δικές τους δημοτικές υπηρεσίες, γεγονός που επίσης μειώνει την αξία του συμβολαίου. Η Suez προσέλαβε συμβούλους για να δυσφημίσουν τους υπέρμαχους της επαναδημοτικοποίησης, να δημιουργήσουν ψεύτικα blogs, προσποιούμενοι ότι είναι απλοί πολίτες και να προωθήσουν την ιδιωτικοποίηση.
O
12
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
ΠΑΡΙΣΙ: η επαναδημοτικοποίηση της ύδρευσης
κέρδισε τους πολίτες
Για ποιους λόγους και υπό ποιες συνθήκες ο Δήμος του Παρισιού αποφάσισε να επαναδημοτικοποιήσει την ύδρευση; Μετά από δεκαετίας κυριαρχίας της δεξιάς στη δημοτική εξουσία, μια συμμαχία της Αριστεράς, που συγκέντρωσε σοσιαλιστές, κομμουνιστές, πράσινους και ανένταχτους αριστερούς, κέρδισε τις δημοτικές εκλογές το 2001. Αυτή η καινούρια ομάδα, με επικεφαλής το δήμαρχο Bertrand Delanoë, αποφάσισε πολύ γρήγορα να επανεξετάσει συνολικά τις υπηρεσίες ύδρευσης του Παρισιού. Πράγματι, διαπίστωσαν γρήγορα την παντελή απουσία ελέγχου τόσο των εταιριών που είχαν αναλάβει εργολαβικά την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, όσο και των προσφερόμενων υπηρεσιών. Υπήρχε πλήρης οικονομική αδιαφάνεια και δεν γινόταν κανένας έλεγχος των έργων που είχαν πραγματοποιήσει. Αποφασίστηκε λοιπόν, πρώτα και κύρια, να ενδυναμωθούν οι υπηρεσίες του δήμου ώστε να αποκτήσουν πρώτα την ικανότητα να διεξάγουν έναν μίνιμουμ έλεγχο και να αρχίσουν έτσι να ξαναπαίρνουν τον έλεγχο της υπηρεσίας. Όταν το 2003 έγινε επαναδιαπραγμάτευση των συμβολαίων, ο δήμος απαίτησε οι ιδιωτικές εταιρίες να πραγματοποιήσουν συγκεκριμένα, σημαντικά έργα για τα οποία είχαν παρακρατήσει σημαντικά ποσά, αλλά δεν τα είχαν υλοποιήσει. Σε αυτή την περίπτωση φάνηκε ωστόσο ότι τα περιθώρια ελιγμών που είχαμε παρέμεναν πολύ στενά όσο παραμέναμε στο πλαίσιο της διαχείρισης από ιδιωτικές εταιρίες-παρόχους. Για να ορίσουμε πώς θα έπρεπε να είναι η υπηρεσία ύδρευσης στο Παρίσι, εκπονήθηκαν νομικές, οικονομικές και τεχνικές μελέτες, και ξεκίνησε μια διαδικασία διαβούλευσης με το σύνολο του προσωπικού της Eau de Paris (σ.σ.: η σημερινή δημόσια επιχείρηση ύδρευσης-αποχέτευσης του Παρισιού) για την οργάνωση της υπηρεσίας (τεχνική, διαχείριση του προσωπικού και των πόρων της κ.λπ. Οι δημοτικές εκλογές του 2008 έδωσαν την ευκαιρία στον Bertrand Delanoë, που διεκδικούσε την επανεκλογή του, να δεσμευτεί επίσημα ενώπιον των πολιτών ότι θα επαναφέρει την υπηρεσία ύδρευσης σε εξ ολοκλήρου δημόσια διαχείριση εφόσον εκλεγεί. Έτσι κι έγινε. Έκτοτε, ξεκίνησε η διαδικασία. Τα συμβόλαια παραχώρησης έληγαν στα τέλη Δεκεμβρίου του 2009,
Συνέντευξη της αντιδημάρχου του Παρισιού Anne Le Strat στις «Οικοτριβές» Η Anne Le Strat είναι Αντιδήμαρχος του Παρισιού, υπεύθυνη για τη διαχείριση της ύδρευσης/αποχέτευσης και τη διαχείριση των καναλιών, πρόεδρος της Eau de Paris καθώς και πρόεδρος της Aqua Publica Europea (Δίκτυο Ευρωπαϊκών Δημόσιων Υπηρεσιών Υδρευσης). οπότε έπρεπε να ξαναστηθεί ολόκληρο το σύστημα και να ολοκληρωθεί η μετάβαση σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Με αυτή τη μεταρρύθμιση ο δήμος του Παρισιού, και επομένως και οι κάτοικοί του, ξαναπήραν στα χέρια τους τη διαχείριση των υπηρεσιών ύδρευσης, θέτοντας στόχους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς, δημοκρατικούς, κοινωνικούς – κάτι που δεν ήταν δυνατόν ή πολύ δύσκολα θα μπορούσε να συμβεί με τους ιδιώτες διαχειριστές. Η επαναδημοτικοποίηση του νερού αποφασίστηκε στη βάση μιας ισχυρής πολιτικής και ιδεολογικής επιλογής που συνοψίζεται στην εξής φράση: το νερό είναι ένα δημόσιο αγαθό, ως εκ τούτου υπάρχει απόλυτη ανάγκη να ελέγχουμε την κατάσταση και την εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πόρου, στη βάση ενός οράματος και ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος. Παρά την επαναδημοτικοποίηση της διαχείρισης του νερού στο Παρίσι, η εξουσία των ιδιωτικών εταιριών παραμένει πολύ σημαντική, ενώ ακόμα και μέσα στο ίδιο το δημοτικό συμβούλιο υπήρξε αντίδραση στην επαναδημοτικοποίηση. Πώς ξεπεράσατε αυτές τις δυσκολίες και τις αντιθέσεις σε πολιτικό επίπεδο, χωρίς ένα ισχυρό κίνημα να σας υποστηρίζει; Η απόφαση να ξαναπάρουμε στα χέρια μας τις υπηρεσίες ύδρευσης ήταν ομόφωνη στην πλειοψηφία του δημοτικού συμβουλίου. Δημοσιεύσαμε ένα κοινό Δελτίο Τύπου, πράγμα πολύ σπάνιο. Όλες οι ομάδες της αριστεράς με την ευρεία έννοια θεώρησαν ότι επρόκειτο για μια από τις σημαντικότερες πολιτικές μεταρρυθμίσεις στο δήμο. Το σύνολο της δεξιάς την καταψήφισε. Υπήρξε μάλιστα και ανεπιτυχής προσφυγή από δυο εκλεγμένους συμβούλους της αντιπολίτευσης στο διοικητικό δικαστήριο για
να σταματήσουν την απόφαση. Εξακολουθούν να καταγγέλλουν τη μεταρρύθμιση σε ιδεολογικό επίπεδο, αλλά δεν αντιτίθενται στην πολιτική μας για το νερό, καθώς ψηφίζουν μαζί μας την πλειοψηφία των σημαντικών αποφάσεων. Πέρα από την αντίθεση των εκπροσώπων των ιδιωτικών συμφερόντων, αυτή ήταν η μόνη αντίδραση που αντιμετωπίσαμε. Πράγματι, εκείνοι, μεταξύ των Παριζιάνων, που ενδιαφέρονταν για το ζήτημα ήταν στην πλειοψηφία τους υπέρ της επαναδημοτικοποίησης. Θα πρέπει να ξέρουμε ότι στο Παρίσι, εξαιτίας της συλλογικής χρέωσης (υπάρχουν 2.200.000 κάτοικοι αλλά μόνο 93.500 εγγεγραμμένοι στις υπηρεσίες ύδρευσης), δεν γίνεται συχνά δημόσια συζήτηση για το νερό. Αλλά αυτό αλλάζει σιγά σιγά. Ο διάλογος για τη δημόσια ή ιδιωτική διαχείριση είναι πλέον πολύ έντονος στη Γαλλία. Η παρισινή επαναδημοτικοποίηση είχε πολύ σημαντικό αντίκτυπο και όλο και πιο συχνά με καλούν να μιλήσω αλλού για την επιλογή του Παρισιού. Εντούτοις, εάν ο πολιτικός διαχωρισμός γι’ αυτό το ζήτημα ήταν ξεκάθαρος στο Παρίσι, δεν συμβαίνει απαραιτήτως το ίδιο στη Γαλλία συνολικά. Κάποιες αριστερές συλλογικότητες εξακολουθούν να ευνοούν την ανάθεση της διαχείρισης σε ιδιώτες, ενώ κάποιες δεξιές ομάδες υπερασπίζονται τη δημόσια διαχείριση, όπως πρόσφατα στη Νίκαια (πέμπτη σε μέγεθος πόλη της Γαλλίας) που αποφάσισε να περάσει στη δημόσια διαχείριση.
Μπορεί κάποιος να διαφωνεί με την πολιτική μας απόφαση, είναι δύσκολο όμως να αρνηθεί τα καλά αποτελέσματα της επαναδημοτικοποίησης… Και σκέφτομαι ότι θα ήταν πραγματικά πολύ δύσκολο να αιτιολογήσει τη διάλυση ενός συστήματος που λειτουργεί καλά και για το οποίο κανείς δεν έχει αντικειμενικά λόγους να παραπονιέται. Επιπλέον, λόγω της πρόσφατης ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για το νερό και τη διαχείρισή του στη Γαλλία, πιστεύω ότι η δημοτική παράταξη που θα προτείνει να διαλύσει την Eau de Paris προς όφελος της Suez ή της Veolia θα έχει να αντιμετωπίσει την απόλυτη κατακραυγή. Οι Παριζιάνοι δεν κινητοποιήθηκαν για την επαναδημοτικοποίηση, αλλά εάν αύριο αυτή αμφισβητούνταν, πολλοί θα ήταν εκείνοι που θα την υπερασπίζονταν. Εκ των υστέρων, η υποστήριξη των πολιτών στη δική μας επιλογή είναι αναμφισβήτητη. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, τίθενται άλλα ερωτήματα. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να εξεταστεί η σημασία της γεωγραφικής κλίμακας στη διαχείριση του νερού: τελικά, είναι δυνατόν να στοχεύουμε σε βιώσιμη διαχείριση του νερού μόνο στο Παρίσι και να εξακολουθούμε να αγνοούμε τη βιωσιμότητα στα προάστια; Καθώς πλέον κανείς δε μιλά παρά για το Μητροπολιτικό Παρίσι και την ευρύτερη περιοχή του Παρισιού (Grand Paris), η διαχείριση του νερού θα πρέπει να εξελιχθεί. Έχουμε κάποιες σκέψεις ως προς αυτό το θέμα και δεν είμαστε μόνοι.
Οι μεγαλύτερες πολυεθνικές του νερού έχουν την έδρα τους στο Παρίσι κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που η δική σας επαναδημοτικοποίηση είναι ιδιαίτερα σημαντική. Θεωρείτε ότι θα μπορούσε να αμφισβητηθεί από ένα δήμαρχο διαφορετικού πολιτικού προσανατολισμού;
Ποια ήταν η αντίδραση των εργαζομένων και των συνδικάτων στην επαναδημοτικοποίηση; Στήριξαν τις διαδικασίες της μεταρρύθμισης; Ξεκινήσαμε τις διαπραγματεύσεις με το σύνολο των κοινωνικών εταίρων τον Οκτώβριο του 2008, αρκετά νωρίτερα από τον
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
προβλεπόμενο χρόνο. Με την επιτροπή που δημιουργήθηκε από τα ενδιαφερόμενα συνδικάτα, συμφωνήσαμε πρώτα στη μεθοδολογία και κατόπιν στα θέματα συζήτησης, προκειμένου να συμπεριληφθούν όλα τα ανοιχτά ζητήματα. Διασφαλίσαμε ότι τα συνδικάτα των διανομέων θα ενταχθούν στο συνδικάτο της Eau de Paris, κάτι που δεν αποτελούσε νομική μας υποχρέωση. Το αποτέλεσμα οδήγησε σε μια εναρμόνιση προς τα πάνω, ευνοϊκή για το σύνολο του προσωπικού. Όχι μόνο όλα τα δικαιώματα εξασφαλίστηκαν αλλά και πολυάριθμα οφέλη επεκτάθηκαν σε όλο το προσωπικό (13ος μισθός, μπόνους, αργίες, κ.λπ.). Κάναμε επίσης σημαντική δουλειά στο πλαίσιο της Μεικτής Εταιρίας (σ.σ.: πρόκειται για ανώνυμη εταιρία που το 85% του μετοχικού της κεφαλαίου το κατέχουν δημόσιες εταιρίες) που ανέλαβε την παραγωγή του νερού και που μετατράπηκε σε εταιρία δημοσίου δικαίου (ΕPIC). Η καμπάνια που ξεκινήσαμε υπό τον τίτλο «Εau de Paris demain» (το νερό του Παρισιού αύριο) κινητοποίησε κοινωνικές δυνάμεις και ομάδες που προσχώρησαν στην ιδέα της επαναδημοτικοποίησης. Το προσωπικό των ιδιωτικών εταιριών ήταν περισσότερο ανήσυχο και ένιωσε ότι αμφισβητείται άμεσα από την κριτική στο σύστημα ύδρευσης. Εντούτοις, οι συνδικαλιστικοί τους εκπρόσωποι υπήρξαν οι συνομιλητές μας πριν ακόμα τη συγχώνευση των διάφορων φορέων. Σήμερα, η Eau de Paris ξεκινά μια συλλογική δουλειά γύρω από τη δημιουργία ενός επιχειρηματικού σχεδίου που θα επιτρέψει να καταρτιστεί ένας Οδικός Χάρτης για τη δημόσια διαχείριση (2015-2025) και να καθοριστεί μια κοινή πορεία. Ποιες ήταν οι συνέπειες αυτής της μεταρρύθμισης για τους χρήστες; Πρέπει καταρχήν να υπογραμμίσουμε ότι τα σημαντικά οικονομικά κέρδη που προέκυψαν χάρη στη μεταρρύθμιση, επανεπενδύθηκαν στο σύνολο τους στις υπηρεσίες ύδρευσης. Τα κέρδη υπολογίζονται σε 35 εκατ. ευρώ ετησίως. Στην πραγματικότητα, εσωτερικεύσαμε τα κέρδη που είχαν οι ιδιωτικοί φορείς. Κάναμε δημόσιες ανταγωνιστικές συμβάσεις για τα έργα, ενώ στο παρελθόν αυτά ανατίθεντο στις θυγατρικές των μεγάλων εταιριών που έκαναν υπερτιμολογήσεις. Στο εξής, όλα τα έσοδα από την εκμετάλλευση επανεπενδύονται στο σύνολό τους στην υπηρεσία και υπάρχει πλήρης οικονομική διαφάνεια, σε αντίθεση με τους προϋπολογισμούς των ιδιωτικών εταιριών που χαρακτηρίζονταν από πλήρη αδιαφάνεια, όπως αποδείχθηκε από πολυάριθμες ελέγχους. Την 1η Ιουλίου 2011, η τιμή του πόσιμου νερού μειώθηκε κατά 8%, τη στιγμή που είχε αυξηθεί κατά 260% από τότε που ιδιω-
τικοποιήθηκαν οι υπηρεσίες το 1985! Αυτή η μείωση της τιμής επιτρέπει να αποδοθούν στους Παριζιάνους 76 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2011-2015. Είναι μια λογική μείωση, παρά τη μείωση της κατανάλωσης νερού, που έχει ως αποτέλεσμα απώλεια εσόδων για την Eau de Paris. Συνοδεύεται επίσης από κοινωνικά μέτρα για τους οικονομικά ασθενέστερους. Ο Δήμος και η Eau de Paris έχουν τη θέληση να διασφαλίσουν το δικαίωμα στο νερό για όλους στο Παρίσι: ενισχύσεις για την πληρωμή των λογαριασμών, αύξηση των σημείων παροχής νερού στους δημόσιους χώρους, εγκατάσταση εξοπλισμού εξοικονόμησης νερού. Καθώς η ρύπανση επιδεινώνεται (νιτρικά, φυτοφάρμακα, κ.λπ.) η διαχείριση των πηγών του νερού συνδέεται άμεσα με την υγεία, το περιβάλλον αλλά ακόμα και την οικονομία. Αποτελεί λοιπόν ένα πεδίο όπου θα δραστηριοποιηθεί δυναμικά η Eau de Paris. Τέλος, και ταυτόχρονα, η Eau de Paris έχει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα επενδύσεων 70 εκατ. ευρώ ετησίως για τη βελτίωση του δικτύου και την εξασφάλιση της καλύτερης ποιότητας νερού για τους χρήστες τα επόμενα χρόνια. Η συμμετοχή των χρηστών στις αποφάσεις για τη διαχείριση του νερού είναι μια βασική αρχή δημοκρατικής διακυβέρνησης. Έχουν προβλεφθεί συγκεκριμένες διαδικασίες για να διευκολυνθεί αυτή η συμμετοχή, και ποια είναι η εμπλοκή του κοινού μέχρι σήμερα; Καταρχήν θα ήθελα να μιλήσω για ένα άλλο όφελος της μεταρρύθμισης, που έχουμε την τάση να ξεχνάμε: το δεσμό που έχουμε ξεκινήσει να εγκαθιδρύουμε με τους Παριζιάνους. Η Eau de Paris βραβεύτηκε ως η καλύτερη υπηρεσία διανομής νερού το 2013, μόλις ένα χρόνο μετά την ενσωμάτωση αυτής της υπηρεσίας! Καλύτερη παρακολούθηση της ατομικής κατανάλωσης και πληροφόρηση του κοινού, καλύτερη απόκριση στις προσδοκίες των καταναλωτών. Η Eau de Paris αναπτύσσει επίσης διάφορες εκπαιδευτικές δράσεις ή δράσεις ευαισθητοποίησης για θέματα νερού στο Παρίσι και παγκοσμίως. Έχει επίσης ξεκινήσει εκστρατείες προώθησης της χρήσης νερού από τη βρύση, ως πιο οικολογικό και οικονομικότερο από το εμφιαλωμένο νερό. Όσον αφορά στην εμπλοκή των χρηστών στη διαχείριση του νερού, θα αναφέρω δυο
παραδείγματα. Καταρχήν, ο Δήμος του Παρισιού δημιούργησε το Παρισινό Παρατηρητήριο για το νερό. Πρόκειται για ένα φορέα των πολιτών, εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στα θέματα ύδρευσης και αποχέτευσης, που επιτρέπει σε κάθε πολίτη να ενημερώνεται και να συμβάλλει στο διάλογο. Αποτελείται από διάφορους φορείς με διαφορετικό προφίλ –κοινωνικές υπηρεσίες στέγασης, ενώσεις ενοικιαστών, χρήστες, περιβαλλοντικές οργανώσεις, συνδικάτα, συμβούλους γειτονιάς, ερευνητές κ.λπ.- , και υποστηρίζει το Δήμο στην κατάρτιση και εφαρμογή της πολιτικής του για τα ζητήματα του νερού. Αποτελεί το σύνδεσμο μεταξύ των πολιτών και του δήμου αναδεικνύοντας τις προσδοκίες των πρώτων και τους επιτρέπει να εμπλακούν στα άμεσα ζητήματα που προκύπτουν. Σε αυτό προεδρεύει προσωπικότητα εκτός του Δήμου του Παρισιού και εκπροσωπείται στο διοικητικό συμβούλιο της Eau de Paris. Το Παρατηρητήριο οργανώνει ολομελειακές συναντήσεις ανοιχτές σε όλους προκειμένου να συζητηθούν άμεσα τα κεντρικά ζητήματα της πολιτικής του δήμου για το νερό. Αυτές οι συναντήσεις επιτρέπουν στα μέλη του Παρατηρητηρίου να ενημερωθούν προτού ληφθούν αποφάσεις από το Συμβούλιο του Παρισιού και την Eau de Paris. Το Παρατηρητήριο ενεπλάκη κατ’ αυτό τον τρόπο στη διαδικασία της επαναδημοτικοποίησης, συζήτησε το μέλλον του δικτύου μη πόσιμου νερού του Παρισιού, το συμβουλεύτηκαν για την τιμή και την τιμολόγηση του νερού και την εφαρμογή του δικαιώματος στο νερό στην πρωτεύουσα. Αν και θεωρούμε ότι το Παρατηρητήριο
13 εκπληρώνει το ρόλο του δίπλα στην εκτελεστική εξουσία, παραμένει ωστόσο πολύ δύσκολο να κινητοποιήσει μεγάλο αριθμό κατοίκων του Παρισιού για ένα θέμα που δεν θεωρείται ότι δημιουργεί προβλήματα και του οποίου η τεχνική πλευρά μπορεί να αποθαρρύνει τη συμμετοχή των πολιτών, καθώς φοβούνται ότι δεν είναι αρκετά εξειδικευμένοι. Για το λόγο αυτό ένας από τους άξονες που πρέπει σίγουρα να αναπτυχθεί είναι αυτός της εκπαίδευσης και της κατάρτισης των πολιτών σε θέματα ύδρευσης και αποχέτευσης. Επιπλέον, η οργάνωση καταναλωτών UFC Que Choisir, η περιβαλλοντική οργάνωση France Nature Environnement και το Παρισινό Παρατηρητήριο για το νερό διαθέτουν το καθένα μία ψήφο στο Διοικητικό Συμβούλιο της Eau de Paris, που περιλαμβάνει επίσης δύο εκπροσώπους από το προσωπικό και 13 δημοτικούς συμβούλους. Στο Διοικητικό Συμβούλιο συμμετέχουν επίσης δύο εξειδικευμένα άτομα, ένας επιστήμονας και ένας ειδικός σε ζητήματα τοπικής δημοκρατίας, που έχουν συμβουλευτικό ρόλο. Ολοι συμμετείχαν με επιμέλεια στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και η εμπλοκή τους αναμφισβήτητα συνεισέφερε στη διεξαγωγή πλούσιων συζητήσεων. Το άνοιγμα της διαχείρισης της Eau de Paris στην κοινωνία των πολιτών υπήρξε ένας από τους πυλώνες της μεταρρύθμισης της παριζιάνικης δημόσιας υπηρεσίας ύδρευσης. Αυτό είναι και το νόημα της αρχής που πάντα υποστηρίζαμε, να βάλει το χρήστη στην καρδιά της υπηρεσίας, και έχει συμβάλει χωρίς αμφιβολία στην επιτυχία της επαναδημοτικοποίησης. Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση, υπό την πίεση της Τρόικας, προχωρά στην ιδιωτικοποίηση των εταιριών ύδρευσης/αποχέτευσης της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, για την αποπληρωμή του χρέους. Μεταξύ των εταιριών που έχουν εκφράσει ενδιαφέρον είναι και οι Suez και Veolia. Πώς σχολιάζετε αυτή την πολιτική απόφαση; Έχετε καταλάβει τη δέσμευσή μου στη δημόσια διαχείριση του νερού, και ακόμα περισσότερο την αντίθεσή μου στον οικονομικό φιλελευθερισμό. Αλλά δεν έχω να παραδώσω μαθήματα σε κανέναν. Θα έλεγα απλά ότι η πρωτεύουσα της χώρας που ιστορικά είχε περισσότερο απ’ όλους παραχωρήσει τη διαχείριση του νερού σε ιδιώτες, απέδειξε ότι είναι δυνατό να την επαναδημοτικοποιήσει, και κατόπιν, αποδείξαμε ότι η δημόσια διαχείριση λειτουργεί! Άρα, γιατί να αφήσουμε τους ιδιώτες να κερδίσουν; Προτρέπω τους έλληνες να υποστηρίξουν την Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών «Η ύδρευση και η αποχέτευση είναι ανθρώπινο δικαίωμα!». Τη συνέντευξη πήρε και μετάφρασε η ΕΡΜΙΟΝΗ ΒΑΚΗ
14
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
η έννοια του γενικού συμφέροντος στον τομέα του νερού:
από τη θεωρία στην πράξη
«Δημόσια», «κοινωνικά», «συλλογικά» ή και «κοινά» αγαθά. Τα προσδιοριστικά αυτά απηχούν μια κοινή αντίληψη στη δημόσια συζήτηση σύμφωνα με την οποία η διαχείριση ορισμένων αγαθών οφείλει να διέπεται από κανόνες άλλους από αυτούς του ιδιωτικού τομέα και της αγοράς με στόχο την εξυπηρέτηση του «δημοσίου» ή «γενικού συμφέροντος». Στα εν λόγω αγαθά συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, το νερό, η ενέργεια αλλά και οι αστικές συγκοινωνίες, ο σιδηρόδρομος, οι ταχυδρομικές υπηρεσίες και οι τηλεπικοινωνίες, δηλαδή μια σειρά από δραστηριότητες ευρύτερα γνωστές στην υπόλοιπη Ευρώπη ως «υπηρεσίες κοινής ωφέλειας» ή, πιο συγκεκριμένα, ως «υπηρεσίες γενικού συμφέροντος» με βάση το ανεπαρκές (πλην όμως υπαρκτό) κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο. Η αναγκαιότητα προάσπισης του κοινωνικού χαρακτήρα αυτών των αγαθών και υπηρεσιών αποκτά τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές ανά την Ευρώπη σε κινηματικό, πολιτικό, συνδικαλιστικό και ερευνητικό επίπεδο. Αν και το κίνημα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις φαίνεται να ισχυροποιείται σήμερα στην Ελλάδα, διαπιστώνεται ταυτόχρονα μια αδυναμία διατύπωσης προτάσεων για το πώς μετουσιώνεται η έννοια του κοινωνικού αγαθού σε επίπεδο άσκησης πολιτικής. Η αδυναμία αυτή διακρίνεται σε τρία επίπεδα και αφορά: • στα χαρακτηριστικά των εν λόγω αγαθών (π.χ. εξισορρόπηση μεταξύ συλλογικής και ατομικής χρησιμότητας) • στους όρους υπό τους οποίους παρέχονται στους πολίτες (τιμές, κοινωνική και χωρική προσβασιμότητα, συμφιλίωση κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτεραιοτήτων) • στις πρακτικές διοίκησης των οργανισμών που παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες, κυρίως από τη σκοπιά του βαθμού συμμετοχής κοινωνικών φορέων και εργαζομένων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Αρχές προοδευτικής διοίκησης δημόσιων οργανισμών Τα παραδείγματα καλής πρακτικής από τη διεθνή εμπειρία ευτυχώς δεν λείπουν: μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής και σύνθεσης των χαρακτηριστικών δέκα διακεκριμένων -για τις κοινωνικές τους επιδόσειςδημοτικών επιχειρήσεων ολοκληρώθηκε με επιτυχία το 2009 από τους μάχιμους ερευνητές του Transnational Institute (TNI) που επέλεξαν την έκφραση «προοδευτικό
Από τη ρητορική αναφορά στην εξειδίκευση των προτάσεων…
δημόσιο μάνατζμεντ στον τομέα του νερού» (Progressive Public Water Management) για να περιγράψουν ένα σύνολο αρχών που συμβάλλουν στη βελτίωση των υπηρεσιών ύδρευσης. Συνοπτικά, οι αρχές αυτές είναι α) η ισότητα των πολιτών ως προς την πρόσβαση και τη χρήση των υπηρεσιών, β) η συμμετοχή πολιτών και εργαζομένων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, γ) η οικονομική αποτελεσματικότητα και βιωσιμότητα των οργανισμών, δ) η συνεχής βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών, ε) η λογοδοσία ενώπιον του κοινωνικού συνόλου, στ) η διαφάνεια σε όλες τις αποφάσεις και συναλλαγές των οργανισμών, ζ) η βελτίωση των συνθηκών και όρων εργασίας των εργαζομένων, η) η υπαγωγή όλων των δραστηριοτήτων στις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, θ) η ανάπτυξη σχέσεων αλληλεγγύης και ι) η ανάδειξη αξιών «δημόσιας επιχειρηματικότητας».
Το παράδειγμα της Eau de Paris και οι προεκτάσεις του Η δημοτική επιχείρηση ύδρευσης Eau de Paris, που τέθηκε σε λειτουργία το 2010, παρουσιάζει μέχρι σήμερα μια έμπρακτη και αξιοσημείωτη δέσμευση στις αρχές προοδευτικής διαχείρισης του νερού. Κύριο χαρακτηριστικό της νέας αυτής επιχείρησης αποτελεί, όπως αναδεικνύεται και στη συνέντευξη της Αν λε Στρατ, η συστηματική προσπάθεια εμπλουτισμού της έννοιας του δημοσίου συμφέροντος στο πεδίο του νερού με νέα στοιχεία και προτεραιότητες κοινωνικο-περιβαλλοντικού και δημοκρατικού περιεχομένου. Η επιδίωξη αυτή βρίσκεται στον αντίποδα του μοντέλου της εσωστρεφούς και συγκεντρωτικής δημόσιας επιχείρησης που κυριάρχησε ιστορικά κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα στην Ευρώπη. Το μοντέλο αυτό -παρά τις αδιαμφισβήτητες επιτυχίες του- κατηγορήθηκε συχνά για την απουσία διαβούλευσης των
ενδιαφερόμενων μερών, την περιφρόνηση των ποικιλόμορφων και μεταβαλλόμενων προσδοκιών των πολιτών, καθώς και την ανυπαρξία κάθε έννοιας λογοδοσίας ενώπιον του κοινωνικού συνόλου. Η προσπάθεια διαχείρισης του νερού ως «κοινού αγαθού» (bien commun) από την Eau de Paris προσεγγίζει έτσι τις εργασίες διακεκριμένων ερευνητών στο πεδίο της δημόσιας παρέμβασης αναφορικά με την εδραίωση διευρυμένων δημοκρατικών διαδικασιών για τον ορισμό του «γενικού συμφέροντος». Υπό τη συγκεκριμένη προσέγγιση, η διασφάλιση του γενικού συμφέροντος επιδιώκεται μέσω της πλαισίωσης, της δημιουργικής αξιοποίησης και εντέλει της σύνθεσης αντιφατικών συμφερόντων που καταγράφονται μεταξύ διαφόρων επιπέδων όπως μεταξύ της ατομικής και της κοινωνικοποιημένης διάστασης, του καταναλωτή και του πολίτη, του τοπικού, περιφερειακού, εθνικού και διεθνούς επιπέδου, του βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χρονικού ορίζοντα. Η ανάδειξη των κοινωνικών αγαθών σε προνομιακό πεδίο ανάπτυξης της ανανεωμένης αυτής αντίληψης, που αρνείται το ρόλο της ελεύθερης αγοράς ή -σε αντιδιαστολή- του συγκεντρωτικού και αδιαφανούς κράτους ως υπέρτατων και αποκλειστικών ρυθμιστών του γενικού συμφέροντος, είναι παρούσα και στο κείμενο του TNI. Όπως σημειώνουν οι συντάκτες του: «Οι δημόσιες επιχειρήσεις του νερού πρέπει να αξιολογούνται με βάση την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των πολιτών και να διασφαλίζουν άλλα στοιχεία δημοσίου συμφέροντος. Η φύση αυτών των αναγκών και του δημοσίου συμφέροντος και ο τρόπος ικανοποίησής τους δεν μπορούν να οριστούν με μια top-down προσέγγιση, αλλά πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συζήτησης, να ορίζονται και να αξιολογούνται με συμμετοχικές δημοκρατικές διαδικασίες».
Η ίδρυση μιας νέας δημόσιας επιχείρησης όπως η Eau de Paris με στόχο την εφαρμογή ενός δημοκρατικά και συμμετοχικά καθορισμένου πλέγματος δραστηριοτήτων υψηλής κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστιθέμενης αξίας στο πεδίο των κοινωνικών αγαθών συνιστά αδιαμφισβήτητα ένα τολμηρό και πλούσιο σε διδάγματα εγχείρημα. Τα κινήματα, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οργανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης και οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα που θεωρούν μείζονα αναγκαιότητα την προάσπιση των κοινωνικών αγαθών καλούνται σήμερα να εμβαθύνουν και να εξειδικεύσουν τις προτάσεις τους. Η προσπάθεια αυτή κρίνεται ιδιαίτερη σημαντική για την ενίσχυση του κινήματος ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, παρέχοντας την προσδοκώμενη από τους πολίτες προοπτική εκσυγχρονισμού των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών. Ο στόχος αυτός μπορεί να υλοποιηθεί σε δύο στάδια: Αρχικά, κρίνεται αναγκαία η διατύπωση προτάσεων για την έννοια του γενικού συμφέροντος σήμερα στον τομέα του νερού, της ενέργειας και άλλων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, καθώς και για τις διευρυμένες δημοκρατικές διαδικασίες που θα επιτρέψουν την υπέρβαση των αντιθέσεων που καταγράφονται στο εν λόγω πεδίο. Σε δεύτερο στάδιο, οι επεξεργασίες αυτές μπορούν να διευκολύνουν τη διαμόρφωση αναλυτικών προτάσεων σε επίπεδο δημοσίων επιχειρήσεων για την εφαρμογή τους. Η πρόταση που έχει επεξεργαστεί το 2010 το Δίκτυο Μελετών και Τεκμηρίωσης (www. leftlab.gr) για την ελάχιστη εγγυημένη πρόσβαση στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας μπορεί να εκληφθεί ως μια συμβολή σε αυτόν το διάλογο. ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ οικονομολόγος
δείτε / διαβάστε Ερευνες του πανεπιστημίου Greenwich για την ιδιωτικοποίηση και την αναδιάρθρωση των δημόσιων υπηρεσιών: www.psiru.org Ομάδα για τις Δημόσιες Υπηρεσίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: http://services-publics-europe.eu/ Transnational Institute: Παγκόσμιο δίκτυο κριτικής ανάλυσης για ένα βιώσιμο και δίκαιο κόσμο, www.tni.org Corporate Europe Observatory: Ομάδα ερευνών και εκστρατειών ενάντια στις επιχειρήσεις και τα λόμπι, www.corporateeurope.org
Μάρτιος 2013 – τ. 3
O
ικοτριβές
η κοινωνική ιδιοκτησία και ο έλεγχος στη λειτουργία των επιχειρήσεων ύδρευσης Σε Βόρεια και Λατινική Αμερική αλλά και στην Ευρώπη, δεκάδες δήμοι, επαναδημοτικοποιούν τις υπηρεσίες τους, διαπιστώνοντας υπερβολική αύξηση των τιμολογίων, κακή συντήρηση των δικτύων, υποβάθμιση της ποιότητας του νερού. Στη Βολιβία για να διατηρηθεί το ιδιωτικό μονοπώλιο απαγορεύτηκε στους κατοίκους η συλλογή του νερού της βροχής. Στις Βρυξέλλες μολύνθηκε ο ποταμός που διασχίζει την πόλη, αφού για δέκα μέρες δεχόταν τα αστικά λύματα, επειδή η ιδιωτική εταιρεία έκρινε ασύμφορη την επεξεργασία τους. Η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης, όπου και αν εφαρμόστηκε, απέτυχε. Στην Ελλάδα το κίνημα κατά της ιδιωτικοποίησης της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ βρίσκεται σε ανάπτυξη. Όλο και περισσότεροι/ες πείθονται για τους κινδύνους από το ξεπούλημά τους σε ιδιώτες. Τα οικονομικά στοιχεία είναι συντριπτικά σε βάρος αυτής της πολιτικής. Δεν πρόκειται για αναπτυξιακή επιλογή, αλλά για πλιάτσικο σε βάρος της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου συμφέροντος. Ο στόχος να παραμείνουν οι δύο εταιρείες στην ιδιοκτησία του κράτους είναι εφικτός. Πολλοί όμως ρωτούν: είναι σήμερα εξασφαλισμένη η διαχείριση των δικτύων του νερού και της αποχέτευσης προς όφελος της κοινωνίας; Η απάντηση είναι «όχι». Σήμερα, στην Αθήνα της ανθρωπιστικής κρίσης, πολίτες μένουν χωρίς νερό επειδή αδυνατούν να πληρώσουν το λογαριασμό. Οι δημοτικές υπηρεσίες στο Κερατσίνι, μένουν χωρίς νερό, επειδή υπάρχει οικονομική διένεξη μεταξύ Δήμου και ΕΥΔΑΠ. Πολλοί δήμοι στην Αττική χρησιμοποιούν ακόμα βόθρους. Οι επιχειρήσεις αυτές υπήρξαν τυπικά και μόνο δημόσιες. Στην πράξη, λειτούργησαν ως το κέλυφος ικανοποποίησης ιδιωτικών συμφερόντων. Με ευθύνη των κυβερνήσεων, έγιναν πεδίο διαπλοκής, έντονης κομματικοποίησης, μηχανισμός εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων και μικροκομματικών συμφερόντων. Όλα αυτά περιόρισαν, ιδίως τα τελευταία χρόνια, δραματικά την αποτελεσματικότητά τους και έπληξαν την κοινωνική νομιμοποίησή τους. Χρησιμοποιώντας τα προβλήματα αυτά ως άλλοθι, οι κυβερνήσεις της τελευταίας εικοσαετίας έθεσαν σε εφαρμογή μια πολιτική με την οποία κατέστησαν τις δημόσιες επιχειρήσεις κομματική τους λεία και πεδίο επέκτασης της δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου. Αυτό έγινε άμεσα μέσω των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και έμμεσα με την απομύζηση των δημόσιων επιχειρήσεων από μέσα. Το 1999 η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ εντάχθηκαν στο χρηματιστήριο. Μεταλλάχθηκαν σε ιδιωτικές εταιρείες με πρωταρχικό στόχο την κερδοφορία και όχι την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου. Η συμμετοχή εκπροσώπων των δήμων στις διοικήσεις τους καταργήθηκε. Ακολουθήθηκε μια πολιτική ραγδαίας ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών τους. Στην ΕΥΔΑΠ
15
Θεσσαλονίκη: ενωτικές πρωτοβουλίες για το νερό
βασικές υπηρεσίες έχουν παραδοθεί σε εργολάβους, όπως τα Κέντρα Ελέγχου Λυμάτων (Μεταμόρφωση, Ψυτάλλεια), οι μελέτες, οι βλάβες, η τοποθέτηση νέων παροχών, το διυλιστήριο στο Θριάσιο, η φύλαξη εγκαταστάσεων, οι καθαρίστριες, το κέντρο εξυπηρέτησης 1022 κ.ά. Ακολουθείται μια επεκτατική πολιτική με στόχο να ενταχθούν σε αυτή όλα τα δίκτυα των δήμων της Αττικής, ενώ μέσω της ΕΥΔΑΠ Νήσων, επιχειρείται ο έλεγχος των δικτύων ύδρευσης των νησιών του Αιγαίου. Η κερδοφορία της ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ δεν κατευθύνεται στην ανάπτυξη των δικτύων, τη βελτίωση υπηρεσιών και τιμολογίων, αλλά στη διανομή μερίσματος στους μετόχους (κέρδη μετά φόρων το 2011: ΕΥΔΑΠ 26,1 εκατ. - ΕΥΑΘ 20,5 εκατ.). Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι απλώς δημόσιο ή ιδιωτικό. Το θέμα είναι η κοινωνική ιδιοκτησία και ο έλεγχος στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Στην ατζέντα του διαλόγου για το πρόγραμμα της κυβέρνησης της αριστεράς μπορούν να μπουν τα παρακάτω: 1. Συνταγματική κατοχύρωση του αποκλειστικά δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των επιχειρήσεων υπηρεσιών ύδρευσης - αποχέτευσης και έξοδός τους από το χρηματιστήριο. 2. Το καταστατικό κάθε επιχείρησης πρέπει να ορίζει με σαφήνεια τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα και γενικά τη σχέση της με το κράτος, την αυτοδιοίκηση και την κοινωνία, στη βάση της λειτουργικής, διοικητικής και διαχειριστικής της αυτοτέλειας. 3. Διαμόρφωση ενός θεσμικού οργάνου κοινωνικού ελέγχου, μέσω του οποίου τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι χρήστες των υπηρεσιών κάθε επιχείρησης θα έχουν βαρύνοντα λόγο. Δήμοι, εργαζόμενοι και κοινωνικοί φορείς μπορούν να συμμετάσχουν στα ΔΣ των επιχειρήσεων. 4. Κάθε επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να διαθέτει συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο, τουλάχιστον πενταετούς ορίζοντα, το οποίο θα προκύπτει από θεσμοθετημένες διαδικασίες κοινωνικού και κοινοβουλευτικού διαλόγου. 5. Τα κριτήρια αποτελεσματικότητας και αξιολόγησής τους οφείλουν να είναι σύνθετα. Δεν θα περιορίζονται στα οικονομικά αποτελέσματα με όρους πλεονάσματος αλλά θα περιλαμβάνουν δείκτες κοινωνικής αποτελεσματικότητας που θα αναφέρονται στην τιμολογιακή πολιτική και τη συνολική λειτουργία της επιχείρησης. 6. Η θεσμοθέτηση της δημόσιας λογοδοσίας των διοικήσεων των επιχειρήσεων, με ετήσιες απολογιστικές εκθέσεις τους τόσο στο παραπάνω όργανο κοινωνικού ελέγχου όσο και στο Κοινοβούλιο και, μέσω αυτών, ευρύτερα στην κοινωνία. 7. Οι εργασιακές σχέσεις και η κατανομή ρόλων μεταξύ εργασίας και διεύθυνσης θα πρέπει να ανασυγκροτηθούν στην κατεύθυνση της εμπέδωσης αρχών οικονομικής δημοκρατίας.
Η ιδιωτικοποίηση του νερού δεν είναι κάτι καινούργιο ούτε για την Ευρώπη ούτε για την Ελλάδα. Θα μπορούσε να πει κανείς, πως η μνημονιακή Ελλάδα αποτελεί απλά, ένα πολύ καλό εργαλείο άμεσης ολοκλήρωσης του πλάνου της ιδιωτικοποίησης, που στη χώρα μας έχει ξεκινήσει ήδη από το 1999 επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, όταν η ΕΥΑΘ «έσπασε» σε ΕΥΑΘ Παγίων και ΕΥΑΘ ΑΕ, και στη συνέχεια εισήχθησαν στο χρηματιστήριο. Μετά από αυτή την καθοριστική κίνηση, η πολυεθνική Suez εισχώρησε στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΥΑΘ. Η γαλλική Suez είναι μεταξύ των 100 μεγαλύτερων πολυεθνικών και ελέγχει υπηρεσίες νερού και επεξεργασίας λυμάτων σε 130 χώρες. Πολύ άμεσα, μέσω διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού θα πωληθεί το 51% του συνόλου των μετοχών της ΕΥΑΘ. Η διαγωνιστική διαδικασία έχει ξεκινήσει και προγραμματίζεται να ολοκληρωθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2013. Οι συνέπειες της ιδιωτικοποίησης είναι γνωστές από την παγκόσμια εμπειρία. Στη χώρα μας εδώ και χρόνια υπάρχουν έντονες αντιδράσεις από διάφορες συλλογικότητες ή φορείς. Στη Θεσσαλονίκη, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και οι Οικολόγοι Πράσινοι, αλλά και η «κίνηση 136» έχουν κάνει σοβαρές προσπάθειες υπεράσπισης του αγαθού. Από την πρώτη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ στάθηκε δίπλα στους εργαζόμενους της ΕΥΑΘ οργανώνοντας καμπάνια ευαισθητοποίησης των πολιτών. Τα τελευταία χρόνια η πρωτοβουλία πολιτών «κίνηση 136» διαμορφώνει μια πολύ καλή δικτύωση με αντίστοιχες πρωτοβουλίες και συλλογικότητες στην Ευρώπη, ωστόσο τοπικά φαίνεται πως η μέχρι σήμερα στρατηγική της έχει όρια και δέχεται κριτική. Σε μια εποχή, που οι πολιτικές που εφαρμόζονται καταπατούν θεμελιώδη ανθρώπινα και συνταγματικά δικαιώματα απαιτείται μια πάρα πολύ προσεκτική και στοχευμένη στρατηγική από τη μεριά της κοινωνίας, προκειμένου να αντισταθεί σε αυτές τις πολιτικές και τελικά να τις ανατρέψει. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ καλείται να αναδείξει την οικολογική και κοινωνική διάσταση του ζητήματος μέσα από τη διαμόρφωση της δικής του εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης, και να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός κινήματος ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού. Πρόκειται για έναν κομβικό αγώνα, που αξίζει να δοθεί και σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να εργαστούμε. Να ενημερώσουμε για το επικείμενο έγκλημα τους κατοίκους, να βρεθούμε με τις δημοτικές και οικολογικές κινήσεις που εναντιώνονται στην ιδιωτικοποίηση, που ήδη αγωνίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο για την υπεράσπιση του αγαθού αυτού. Μόνο ενωτικά θα καταφέρουμε να οργανώσουμε ένα κίνημα, που θα έχει δυνατότητες να αποτρέψει την ιδιωτικοποίηση. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς της πόλης και οι κινήσεις πολιτών μπορούν να συναντηθούν και να συνεργαστούν στα πλαίσια της πολιτικής ωριμότητας, που έχουν επιδείξει τα κινήματα τα τελευταία χρόνια στη χώρα. Έτσι ώστε να διαμορφωθούν οι όροι για τη δημιουργία ενός νικηφόρου κινήματος που επιπλέον θα διατυπώσει ένα βιώσιμο εναλλακτικό μοντέλο για τη διαχείριση αυτού του πολύτιμου φυσικού πόρου.
ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΑΣΤΕΑΣ
μέλος γραμματείας του τμήματος Οικολογίας και Περιβάλλοντος του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
μέλος της Οργάνωσης ΕΥΔΑΠ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ
ΕΥΑ ΜΠΑΜΠΑΛΩΝΑ
O
16
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
η «τρέλα» της διάσωσης της φυσικής μας κληρονομιάς
οι ακατοίκητες νησίδες στο στόχαστρο «Είναι τρέλα. Ποιος θα έρθει να επενδύσει έτσι;» φέρεται να δήλωσε προ λίγων εβδομάδων ο δήμαρχος Ιθάκης όταν ενημερώθηκε ότι ο Εμίρης του Κατάρ αποσύρει το ενδιαφέρον του για την αγορά της νησίδας Οξειάς στο Ιόνιο πέλαγος, επειδή τμήμα της, το οποίο προοριζόταν για οικοδόμηση, προστατεύεται από τη δασική νομοθεσία. Υπό την απειλή, βεβαίως, της απόσυρσης των επενδυτών, μέσα σε χρόνο ρεκόρ ακολούθησαν: • η πληροφορία ότι η κυβέρνηση διαβεβαίωσε τον Εμίρη ότι μπορεί να χτίσει οτιδήποτε επιθυμεί στη νησίδα • η διαρροή της είδησης ότι ο Εμίρης αγόρασε τελικά και την Οξειά και 5-6 ακόμη νησάκια στο Ιόνιο (αν και σύμφωνα με τα κατά καιρούς δημοσιεύματα, η Οξειά φαίνεται να έχει πωληθεί δύο ή τρεις φορές τα τελευταία χρόνια…) • η ανακοίνωση του Φορέα Διαχείρισης Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου που ενημέρωνε και τους μη μυημένους ότι η Οξειά (και γενικότερα το σύμπλεγμα των Εχινάδων νήσων) αποτελούν τμήμα του Εθνικού Πάρκου (και της περιοχής Natura 2000) και σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, ενδεχόμενα σχέδια για επαύλεις ή άλλου είδους πολυτελείς τουριστικές εγκαταστάσεις αποκλείονται. Όλα τα παραπάνω είναι ενδεικτικά της άγνοιας και της επιπολαιότητας με την οποία συχνά αντιμετωπίζεται από τους κυβερνώντες η πολύτιμη φυσική μας κληρονομιά. Θεωρείται «τρέλα», λοιπόν, να μην είναι δυνατή η παράκαμψη της δασικής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας κατά περίπτωση. Θεωρείται «τρέλα» να πρέπει να εναρμονίζονται οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις με την νομοθεσία αυτή και όχι το αντίστροφο. Θεωρείται «τρέλα» να θωρακίζεται θεσμικά και νομικά η οικολογική αξία μίας περιοχής και να καθορίζονται οι δραστηριότητες που είναι συμβατές με αυτή. Μία πλήρης στρέβλωση, δηλαδή, της έννοιας της προάσπισης του περιβάλλοντος ως συλλογικού αγαθού και φυσικά ούτε λόγος για το σε τι συνίσταται τελικά αυτό το «μοναδικό φυσικό περιβάλλον» της Ελλάδας, που πολλοί το επικαλούνται αλλά λίγοι το σέβονται στην πράξη. Η Οξειά, οι Εχινάδες νήσοι και οι υπόλοιπες ακατοίκητες νησίδες της Ελλάδας είναι από τα λίγα τελευταία «άβατα» της ελληνικής φύσης: εκεί όπου τα θαλασσοπούλια, οι μαυροπετρίτες, οι φώκιες, οι σαύρες, τα άνθη των γκρεμών σχηματίζουν ένα μονα-
Φωλιά θαλασσοπουλιών (φωτό Γ. Ρουσσόπουλος)
δικό αλλά εξαιρετικά ευαίσθητο οικοσύστημα, που επιβιώνει χάρη σε αυτήν ακριβώς την απουσία μόνιμης ή έντονης ανθρώπινης δραστηριότητας. Για τις περισσότερες από αυτές τις νησίδες, λόγω και του μικρού τους μεγέθους, ενδεχόμενες ανθρωπογενείς επεμβάσεις που κατά καιρούς προτείνονται, όπως η κατασκευή προβλητών και παραθεριστικών κατοικιών, η διάνοιξη δρόμων και η εγκατάσταση ανεμογεννητριών, η ανεξέλεγκτη συνάθροιση σκαφών και επισκεπτών, η αναπόφευκτη εγκατάσταση τεχνητού φωτισμού, θα αναιρούσαν τους λόγους για τους οποίους σημαντικό κομμάτι της άγριας ζωής έχει καταφύγει εκεί και τελικά θα ακύρωναν την ίδια την οικολογική αξία των περιοχών αυτών. Η περίπτωση της Οξειάς είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αποικιοκρατικού τύπου αντίληψης για την ανάπτυξη που η σημερινή κυβέρνηση προωθεί με κάθε τρόπο, όχι μόνο στον τουρισμό αλλά σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας. Αυτό το πλαίσιο υπηρετεί και η πρόθεση να παραχωρηθούν άνευ όρων και για οποιουδήποτε είδους εμπορική αξιοποίηση οι ακατοίκητες νησίδες. Η αρχική πρόβλεψη για πώλησή τους μετατράπηκε σε μακροχρόνια μίσθωση, συνοδευόμενη από υποσχέσεις για κάθε είδους διευκολύνσεις στην αδειοδότηση έργων και για επιλεκτικές παρεκκλίσεις από την περιβαλλοντική νομοθεσία. Αυτό,
όμως, που σκοπίμως αποκρύπτεται από τους υποψήφιους επενδυτές - πιθανότατα λόγω υπερβολικής πεποίθησης ότι θα παρακαμφθεί ή απλά λόγω κουτοπονηριάς - είναι ότι το καθεστώς προστασίας στο οποίο υπόκεινται η πλειονότητα αυτών των νησίδων (περίπου το 66% αυτών περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura 2000) ως φυσικές περιοχές υψηλής οικολογικής αξίας, δεν σχετίζεται και δεν μεταβάλλεται ανάλογα με το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους (δημόσιες, ιδιωτικές, εκμισθωμένες). Όσες ρυθμίσεις και να ψηφιστούν που να στοχεύουν στη χαλάρωση της περιβαλλοντικής προστασίας, υπάρχει η δικλείδα ασφαλείας του ευρωπαϊκού νομοθετικού κεκτημένου, ενσωματωμένου στο εθνικό δίκαιο, που δεν μπορεί να υπερκεραστεί. Αυτό το κεκτημένο, η ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία που διέπει τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000, αποτελεί ένα βασικό εργαλείο στο οποίο θα ανατρέξουν οι οικολογικά ευαισθητοποιημένοι πολίτες, που εκφράζονται και μέσα από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και συλλογικότητες, για να αποτρέψουν αυτές τις εξελίξεις. Είναι οι άνθρωποι που αγωνίζονται, εδώ και χρόνια, ακόμη και για λιγότερο κραυγαλέα (εξίσου σημαντικά, πάντως) οικολογικά ζητήματα και είναι τουλάχιστον αφελές να πιστεύει κανείς ότι θα χάψουν μία χοντροκομμένη και διάτρητη προπαγάνδα, που παρουσιάζει ένα άκρως επιθετικό και περιβαλλοντικά επιζήμιο αναπτυξιακό σχέδιο ως τη νέα Μεγάλη Ιδέα, πίσω από την οποία θα πρέπει να στοιχηθούμε όλοι αδιαμαρτύρητα. Αντίθετα, πρέπει να γίνει συνείδηση σε όλους ότι τελικά το ελληνικό
Νησίδα Οξειά από το Διόνι (από το αρχείο της Ε.Ο.Ε.)
Δημόσιο θα βγει ζημιωμένο, όταν τα όποια κέρδη από τέτοιου είδους επενδύσεις θα επιστρέφονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως πρόστιμα για την υποβάθμιση των περιοχών Natura 2000. Είναι δεδομένο ότι υπάρχει η δυναμική να γίνει η ήπια, αειφορική χρήση των φυσικών πόρων και η διατήρηση της φύσης ένας από τους κεντρικούς άξονες της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας. Ειδικότερα στον τουρισμό, είναι πλέον κοινός τόπος πως πολλοί συμπολίτες μας και ασφαλώς ένα σημαντικό και σαφέστατα το πιο ποιοτικό μέρος των επισκεπτών της Ελλάδας επιδιώκουν να βλέπουν τα δάση, τα πουλιά, τα θαλάσσια θηλαστικά, τα σπάνια φυτά, τις ανέγγιχτες ακρογιαλιές και νησίδες οπού η βλάστηση φτάνει ως εκεί που σκάει το κύμα. Το τοπίο και η φυσική ομορφιά της χώρας - των οποίων οι ακατοίκητες νησίδες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι - είναι για αυτούς το βασικό κίνητρο επίσκεψης σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, δίνοντας παράλληλα τόνωση στις τοπικές οικονομίες και εκτός της θερινής, παραδοσιακά τουριστικής, περιόδου. Η επένδυση στο φυσιολατρικό τουρισμό (περιπατητικός τουρισμός, ορνιθοτουρισμός, αγροτουρισμός), που αποτελεί κατά κανόνα φιλική προς το περιβάλλον και βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα, μπορεί να αποδώσει πολλά περισσότερα σε βάθος χρόνου από ένα τουριστικό πρότυπο που βασίζεται στην καταστρατήγηση της χωροταξίας και την έλλειψη μέτρου και ισορροπίας με το φυσικό περιβάλλον. ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΚΑΛΤΣΗΣ Πρόεδρος Δ.Σ. Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας
O
17
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
νησιωτικοί υγρότοποι:
τι κι αν είναι μικροί, είναι πολλοί και πολύτιμοι Με χιλιάδες μικρά και μεγάλα νησιά η Ελλάδα αποτελεί μια μοναδική περίπτωση στη Μεσόγειο. Ιδιαίτερα το αρχιπέλαγος του Αιγαίου είναι το πλέον εκτεταμένο νησιωτικό σύμπλεγμα στην Ευρώπη και παράλληλα ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα αρχιπελάγη στον κόσμο λόγω της γεωλογικής, της παλαιογεωγραφικής και της πολιτιστικής του ιστορίας. Το φυσικό περιβάλλον της νησιωτικής Ελλάδας παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες, ξεχωρίζουν όμως η μεγάλη βιολογική και οικολογική ποικιλία καθώς και ο υψηλός ενδημισμός, ενώ μεταξύ των οικοσυστημάτων που ανέκαθεν είχαν μέγιστη σημασία για τη γεωγραφική συνέχεια, την ποικιλία και τη διατήρηση της ζωής στα νησιά, οι υγρότοποι έχουν ξεχωριστή θέση. Ωστόσο μέχρι πρότινος αγνοούσαμε τον ακριβή αριθμό και την κατάστασή τους. Για να καλυφθεί το κενό στην γνώση, το WWF Ελλάς ξεκίνησε το 2004 το πρόγραμμα “Προστασία των υγρότοπων των νησιών Ελλάδας” με το οποίο ανέλαβε την πρωτοβουλία και αγωνίζεται έκτοτε, να καταγράψει την κατάσταση και να αναδείξει τη σημασία και τις ανάγκες για τη διατήρηση των νησιωτικών υγρότοπων. Στο πλαίσιο του προγράμματος, απογράφηκε με επιτόπιες επισκέψεις το σύνολο σχεδόν των νησιωτικών υγρότοπων και υλοποιήθηκαν πολλές και συντονισμένες δράσεις τεκμηρίωσης, ενημέρωσης, εκπαίδευσης, ευαισθητοποίησης, αποτροπής υποβαθμιστικών ενεργειών και προώθησης της αποτελεσματικής προστασίας τους. Σήμερα έχει πλέον αποκτηθεί πολύτιμη γνώση σχετικά με την κατάσταση, τη σημασία και την αξία 804 υγρότοπων μεγαλύτερων από 1 στρέμμα σε 75 νησιά (100 σε 8 νησιά του Ιονίου, 500 σε 57 νησιά του Αιγαίου, 11 σε 7 νησιά των κόλπων Σαρωνικού και Κορινθιακού και 193 στην Κρήτη και σε 2 δορυφορικά νησιά της). Στην πλειονότητά τους οι νησιωτικοί υγρότοποι είναι παράκτιοι (εκβολές ρυάκων, έλη υφάλμυρου ή αλμυρού νερού, έλη γλυκού νερού) και είναι μικροί. Το 55% είναι μικρότεροι από 20 στρέμματα. Μόνο 24 υγρότοποι είναι μεγαλύτεροι από 1.000 στρέμματα, ενώ κάποιοι στα μεγάλα νησιά όπως η Κέρκυρα, η Εύβοια, η Λέσβος και η Λήμνος φτάνουν ή και ξεπερνούν τα 3.000 στρέμματα. Συνολικά οι υγροτοπικές εκτάσεις στα νησιά μας είναι 106 τ.χλμ., έχουν δηλαδή συνολική έκταση όση περίπου η Σύρος. Για τη νησιωτική Ελλάδα οι υγρότοποι είναι τα νησιά των νησιών. Είναι πολύ απομονωμένες οάσεις βιοποικιλότητας που
Το έλος Άχλα στην Άνδρο (Ν. Γεωργιάδης/ WWF Ελλάς)
βρίσκονται κυρίως σε παράκτιες περιοχές απαράμιλλης ομορφιάς. Παρόλο που η συνολική τους έκταση είναι μικρότερη του 1% της έκτασης των νησιών, φιλοξενούν σπάνιους τύπους οικοτόπων και αποτελούν χώρους διατροφής, φωλιάσματος και αναπαραγωγής πληθυσμών εκατοντάδων ειδών ζώων, πολλά από τα οποία είναι απειλούμενα ή και ενδημικά. Τόσο οι μεγάλοι όσο και οι μικροί νησιωτικοί υγρότοποι είναι εξαιρετικά σημαντικοί ως σταθμοί ξεκούρασης, καταφυγίου και διατροφής για εκατομμύρια μεταναστευτικά πουλιά κάθε χρόνο. Επιπλέον, η διατήρηση των υγροτόπων έχει αποφασιστική σημασία για την επιβίωση των ενδημικών υδρόβιων ειδών όπως το ενδημικό ψάρι της Ρόδου (γκιζάνι), το ψάρι της Λέσβου, ο βάτραχος της Καρπάθου, ο βάτραχος της Κρήτης, αλλά και ένα πολύ μεγάλος αριθμό ασπονδύλων. Σχεδόν όλοι οι νησιωτικοί υγρότοποι χρησιμοποιούνται λίγο ή πολύ από τους κατοίκους ή του επισκέπτες των νησιών. Μερικοί, όπως οι αλυκές, είχαν και έχουν μεγάλη οικονομική αξία, πολλοί χρησιμοποιούνται για άρδευση και ύδρευση ενώ οι παράκτιοι προστατεύουν τα παρακείμενα γεωργικά εδάφη από την αλμύρινση. Οι νησιωτικοί υγρότοποι προσελκύουν ένα ολοένα αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών. Άλλωστε πολλές από τις πανέμορφες νησιωτικές παραλίες είναι δημιούργημα της αλληλεπίδρασης των υγροτόπων και της θάλασσας. Επιπλέον μερικά νησιά, όπως
για παράδειγμα η Λέσβος, έχουν ήδη γίνει προορισμός ορνιθοπαρατηρητών. Χωρίς να εξαντλούνται τα οφέλη από τους υγροτόπους των νησιών, η περιβαλλοντική εκπαίδευση των μαθητών και η πρακτική εκπαίδευση των φοιτητών είναι ακόμα μια αυξανόμενη δημιουργική δραστηριότητα. Η αλλαγή του τρόπου ζωής τις τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας της ανάπτυξης, η αύξηση του τουρισμού, η έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού, η παράνομη δόμηση και ο ελλιπής έλεγχος νομιμότητας των ανθρώπινων δραστηριοτήτων έχουν επιτρέψει (σχεδόν επιβάλλει) ραγδαίους ρυθμούς αλλαγής των χρήσεων γης. Ρυθμούς, που τα φυσικά οικοσυστήματα δεν αντέχουν. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες υποβαθμίζουν και συρρικνώνουν με ανησυχητικούς ρυθμούς τους νησιωτικούς υγρότοπους. Ήδη περισσότεροι από 45 υγρότοποι έχουν καταστραφεί πλήρως τα τελευταία 30 χρόνια ενώ το 50% των φυσικών νησιωτικών υγρότοπων είναι κρίσιμα υποβαθμισμένοι. Τα σημαντικότερα προβλήματα που διαπιστώθηκαν είναι οι επεκτάσεις των καλλιεργειών, οι αποστραγγίσεις, οι εκχερσώσεις, τα μπαζώματα, η ρύπανση, η δόμηση, οι διανοίξεις δρόμων και η διακοπή της τροφοδοσίας των υγροτόπων με γλυκό νερό. Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί προς την κατεύθυνση της προστασίας των νησιωτικών υγρότοπων είναι αξιοσημείωτη: α) Τέθηκε το θέμα της προστασίας των νησιωτικών υγρότοπων στο δημόσιο διάλογο, β) Κινη-
τοποιήθηκε μεγάλος αριθμός πολιτών και φορέων στα πλαίσια ενός δικτύου παρακολούθησης υγρότοπων για την έγκαιρη διάγνωση απειλών σε 7 νησιά και αποτράπηκαν σοβαρές απειλές σε περισσότερες από 70 περιπτώσεις με την κινητοποίηση των αρμοδίων υπηρεσιών, γ) Προωθήθηκαν συγκεκριμένα διαχειριστικά μέτρα για μια σειρά υγρότοπων και μέχρι σήμερα έχουν οριοθετηθεί ευαίσθητες περιοχές και σημανθεί 7 υγρότοποι στην Κρήτη ενώ μια έκταση 10 στρεμμάτων στην εκβολή Μορώνη (Σούδα Χανίων) ξεμπαζώθηκε και αποκαταστάθηκε οικολογικά, και δ) Προωθήθηκαν συγκεκριμένα νομικά μέτρα για την προστασία των νησιωτικών υγρότοπων σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο και θεσπίστηκαν αρκετά από αυτά για ένα μεγάλο αριθμό υγρότοπων με την ίδρυση ενός Καταφυγίου Άγριας Ζωής στη Λέσβο (4 υγρότοποι), με τη θεσμοθέτηση ΣΧ.Ο.Ο.Α.Π. και Γ.Π.Σ. (69 υγρότοποι στα νησιά Κρήτη, Πάρος, Λέρος, Λήμνος και Αμμουλιανή), με την πρόβλεψη για προστασία των νησιωτικών και ηπειρωτικών υγρότοπων με έκταση έως 80 στρέμματα (άρθρο 13) στο νόμο για την προστασία της βιοποικιλότητας της Ελλάδας (ν. 3937/2011), και με την έκδοση του Π.Δ. για την προστασία των μικρών νησιωτικών υγρότοπων (380 φυσικοί υγρότοποι σε 59 νησιά, ΦΕΚ ΑΑΠ 229/19.06.2012). Θα απαιτηθούν ακόμη πολλές και συντονισμένες προσπάθειες από πολλούς φορείς μέχρι να διασφαλιστεί η διατήρηση των νησιωτικών υγρότοπων. Προς αυτή την κατεύθυνση, το WWF Ελλάς δημιούργησε το “Υγροτόπιο” (http://www.oikoskopio. gr/ygrotopio/), μια διαδικτυακή πύλη για την ενημέρωση και τη διάχυση της περιβαλλοντικής πληροφορίας για τους νησιωτικούς υγρότοπους, θέτοντας τις βάσεις για τη μεγαλύτερη εμπλοκή των αρμοδίων υπηρεσιών, των φορέων και των πολιτών στην ουσιαστική προστασία και ορθολογική διαχείριση αυτών των εύθραυστων και πολύ απειλουμένων οικοσυστημάτων των νησιών μας. ΚΑΛΟΥΣΤ ΠΑΡΑΓΚΑΜΙΑΝ
επιστημονικός συνεργάτης του WWF Ελλάς
O
18
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
γεωργία και κτηνοτροφία μικρής κλίμακας
για μια αειφόρο σχέση συνεργασίας με τη φύση Τι είναι η Via Campesina
Το αγροτικό μοντέλο που επιβλήθηκε κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, είχε αρνητικό αντίκτυπο σε πολλά επίπεδα: κατασπατάληση πόρων, καταστροφικές επιπτώσεις για το κλίμα, το περιβάλλον, τους εργαζομένους, τους αγρότες και τους καταναλωτές, ομογενοποίηση των περιοχών και καταστροφή της βιοποικιλότητας. Το εξαγωγικό μοντέλο γεωργικής παραγωγής οδήγησε στην εμπορευματοποίηση της γεωργικής δραστηριότητας και στη δημιουργία υπερκερδών για τη βιομηχανία τροφίμων. Στον αντίποδα αυτών των πρακτικών, παραμένει ζητούμενο η διατροφική ασφάλεια και η παγκόσμια ειρήνη. Το γαλλικό αγροτικό συνδικάτο Confédération Paysanne (μέλος της La Via Campesina) επιχειρεί να αναπτύξει ένα εναλλακτικό αγροτικό μοντέλο, βασικές αρχές του οποίου είναι: Αυτονομία επιλογών: Ορίζει την ικανότητα του κάθε παραγωγού να διαμορφώνει τις επιλογές του. Αφορά τον τρόπο λήψης αποφάσεων στο αγρόκτημα, βάσει των οικονομικών και τεχνικών δεδομένων της αγροτικής εκμετάλλευσης. Αυτονομία στο γεωργικό τομέα δεν σημαίνει απαραιτήτως αυτάρκεια. Αντιθέτως, η αυτονομία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη λογική της συμπληρωματικότητας με άλλους φορείς. Ως εκ τούτου συμβάλλει στη μεγιστοποίηση της αξίας του ανθρώπινου δυναμικού, των τεχνικών και οικονομικών πόρων σε τοπικό επίπεδο. Για παράδειγμα, προωθούνται αυτόνομες πρακτικές όπως η αυτοκαλλιέργεια ζωοτροφών και τα δίκτυα «χωρίς μεσάζοντες» για τη διάθεση των προϊόντων. Κατανομή παραγωγής: Μια δίκαιη κατανομή του όγκου παραγωγής περιλαμβάνει τον καθορισμό ανώτατων ορίων παραγωγής ώστε να παρέχεται επαρκές εισόδημα για περισσότερους αγρότες, τόσο για την εργασία τους όσο και από τη χρηματοδότηση
Η Via Campesina είναι ένα διεθνές κίνημα εκατομμυρίων χωρικών, μικρών και μεσαίων αγροτών, ανθρώπων χωρίς γη, ιθαγενών, μεταναστών και εργατών γης από όλο τον κόσμο. Ιδρύθηκε το 1993 στο Βέλγιο από ομάδα εκπροσώπων αγροτών και αγροτισσών από τις 4 ηπείρους. Την περίοδο εκείνη οι πολιτικές στον αγροτικό χώρο και στην αγροτική βιομηχανία άρχισαν να παγκοσμιοποιούνται και οι μικροί γεωργοί είχαν ανάγκη να αναπτύξουν και να παλέψουν για ένα κοινό όραμα. Η Via Campesina υπερασπίζεται τη μικρής κλίμακας βιώσιμη γεωργία ως έναν τρόπο προώθησης της κοινωνικής δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας. Εναντιώνεται στην γεωργία που καθορίζεται από τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, που καταστρέφει ανθρώπους και φύση. Στη Via Campesina συμμετέχουν 150 τοπικές και εθνικές οργανώσεις από 70 χώρες της Αφρικής, Ασίας, Ευρώπης και Αμερικής. Εκπροσωπεί περίπου 200 εκατομμύρια αγρότες. Πρόκειται για ένα αυτόνομο, πλουραλιστικό και πολυπολιτισμικό κίνημα, ανεξάρτητο από όποιον πολιτικό, οικονομικό ή άλλου τύπου οργανισμό. Βασίζεται στην ισχυρή ενότητα και αλληλεγγύη μεταξύ μικρής και μεσαίας κλίμακας παραγωγών από το Βορρά μέχρι το Νότο. Οι γυναίκες παίζουν καθοριστικό ρόλο στο έργο του κινήματος. Σύμφωνα με τον FAO οι γυναίκες παράγουν το 70% της τροφής στον πλανήτη αλλά περιθωριοποιούνται και καταπιέζονται από τον νεοφιλελευθερισμό και την πατριαρχία. Το κίνημα υπερασπίζεται τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων σε όλα τα επίπεδα. Βασικός στόχος του κινήματος είναι η διατροφική αυτοδυναμία και το σταμάτημα της καταστροφικής νεοφιλελεύθερης διαδικασίας. Στηρίζεται στην πεποίθηση ότι οι μικροί γεωργοί (χωρικοί, ψαράδες, κτηνοτρόφοι και ιθαγενείς) που αποτελούν περίπου τον μισό πληθυσμό της γης, είναι ικανοί να παράξουν τροφή για τις κοινότητές τους και να θρέψουν τον κόσμο μέσα από έναν αειφόρο και υγιή τρόπο παραγωγής. Θέτει σε προτεραιότητα την τοπική παραγωγή τροφής και την τοπική κατανάλωση. Αναγνωρίζει σε μια χώρα το δικαίωμα να προστατεύει τους ντόπιους παραγωγούς από φθηνές εισαγωγές, να ελέγχει την παραγωγή της και να διασφαλίζει το δικαίωμα χρήσης και διαχείρισης της γης, των εδαφών, του νερού, των σπόρων, της κτηνοτροφίας και της βιοποικιλότητας σε αυτούς που παράγουν τροφή και όχι στον εταιρικό τομέα. ΙΩΑΝΝΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ
της παραγωγής τους. Για επιτευχθεί αυτό χρειάζονται άλλες αγροτικές πολιτικές για τη διανομή και ρύθμιση της παραγωγής, και περιορισμός των επιδοτήσεων για τις μεγάλες δομές με ταυτόχρονη ενθάρρυνση των μικρών αγροτικών επιχειρήσεων. Συνεργασία με τη φύση: Η προστασία του περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητας και της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελούν προτεραιότητες που τα γεωργικά συστήματα πρέπει να λάβουν υπόψη: η φύση μπορεί να είναι σύμμαχός και εχθρός ανάλογα με το πώς την προσεγγίζουμε. Το εναλλακτικό γεωργικό μοντέλο έχει διπλό στόχο: να συνδυάσει την αγροτική παραγωγικότητα με την αειφόρο διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος. Η βιώσιμη γεωργία μπορεί να αυξήσει την αγροβιοποικιλότητ-
τα, να αντιμετωπίσει την εγκατάλειψη και τη διάβρωση των εδαφών, να ρυθμίσει τις πυρκαγιές, κερδίζοντας σε γονιμότητα του εδάφους, κ.λπ. Δυνατότητα επέκτασης: Αντικατοπτρίζει κυρίως τις κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του αγροτικού τομέα. Στόχος είναι αγροτικές επιχειρήσεις που αναπτύσσονται εύκολα, ώστε να επιτρέπουν την είσοδο μεγαλύτερου αριθμού και ειδικά νέων αγροτών. Σχετίζεται με την ποιότητα ζωής και εργασίας στο αγρόκτημα, την ασφάλεια της ιδιοκτησίας αγροτικής γης,
την προσαρμοστικότητα της επιχείρησης σε διαφορετικές συνθήκες και τη συνολική αξία της επένδυσης, ώστε να μην αποτρέπεται η είσοδος νέων αγροτών. Ποιότητα των προϊόντων: Καθώς πρωταρχική λειτουργία της γεωργίας είναι η παραγωγή τροφίμων σε επαρκή ποσότητα και ποιότητα, διεκδικούνται υγειονομικά πρότυπα προσαρμοσμένα στη μέθοδο και την κλίμακα της παραγωγής. Σημαντική είναι η απουσία επικίνδυνων ουσιών από τα αγροτικά προϊόντα – π.χ. χημικά, αυξητικές ορμόνες, ουσίες από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, αντιβιοτικά, τοξίνες, φυτοφάρμακα, βαρέα μέταλλα, ιονίζουσα ακτινοβολία. Η ποιότητα εξαρτάται κυρίως από τις μεθόδους και τα μέσα παραγωγής που χρησιμοποιούνται στο αγρόκτημα. Η ποιότητα των προϊόντων πρέπει να αναγνωρίζεται και να προσδιορίζεται. Τοπική ανάπτυξη και δυναμική: Εάν η βιωσιμότητα της γεωργίας που θέλουμε εξαρτάται εν μέρει από τη στάση των πολιτών και των καταναλωτών καθώς και από την αλλαγή των αγροτικών πολιτικών, το οικονομικό και κοινωνικό μέλλον της κάθε περιοχής εξαρτάται επίσης από τους αγρότες και από τον τρόπο που συμμετέχουν στην τοπική κοινωνία. Επομένως ενθαρρύνονται οι συλλογικές και κοινωνικές μορφές παραγωγής, δραστηριότητες αγροτουρισμού και τοπικής διανομής «χωρίς μεσάζοντες», και ο χωροταξικός σχεδιασμός με στόχο την εγκατάσταση και εξυπηρέτηση περισσότερων αγροτικών δραστηριοτήτων στην ύπαιθρο. Η γεωργία και η κτηνοτροφία μικρής κλίμακας είναι μια προσέγγιση που συνδυάζει εναλλακτικές αγροτικές πολιτικές καθώς και αλλαγές στο τρόπο παραγωγής και διαχείρισης του αγροκτήματος. Μας δείχνει ότι τα μικρά αγροκτήματα σε παραγωγικά ποικιλόμορφες περιοχές είναι αυτά που μπορούν να εξασφαλίσουν τη διατροφική κυριαρχία των λαών, την αξιοπρεπή ζωή για τους αγρότες καθώς και μια αειφόρο σχέση συνεργασίας με τη φύση. ΡΩΞΑΝΗ ΜΗΤΡΑΛΙΑ Συνεργάτιδα στο γαλλικό τμήμα της Via Campesina
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
No dash for gas Μεγάλη νίκη πέτυχε το περιβαλλοντικό κίνημα στην Αγγλία καθώς η γαλλική εταιρεία ενέργειας Électricité de France (EDF) απέσυρε τη μήνυση ενάντια σε 21 ακτιβιστές, από τους οποίους διεκδικούσε το εξωφρενικό ποσό των 5 εκατομμυρίων λιρών. Οι 21 ακτιβιστές, μέλη της ομάδας No dash for gas, είχαν προχωρήσει σε κατάληψη του σταθμού παραγωγής ενέργειας West Burton στο Nottinghamshire για μια βδομάδα τον περασμένο Οκτώβριο, διαμαρτυρόμενοι για την ενεργειακή πολιτική της χώρας τους, η οποία και σχεδιάζεται προς όφελος των καρτέλ ενέργειας και αντιβαίνει τους στόχους για μείωση των εκπομπών αερίων και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στη μήνυση της η EDF δήλωσε πως η ενέργεια των ακτιβιστών κόστισε στην εταιρία ζημιές που άγγιζαν το εν λόγω ποσό, συνυπολογίζοντας το κόστος εργασίας και τα χαμένες πιστώσεις από το εμπόριο άνθρακα ενώ παράλληλα, στόχευε, όπως είπε, να διασφαλίσει πως οποιοσδήποτε σχεδιάζει παρόμοιες δράσεις στο μέλλον, είναι και έτοιμος να υποστεί τις συνέπειες. Όμως, η γενική κατακραυγή που ακολούθησε ανάγκασε την εταιρία να αποσύρει τη μήνυση και να έρθει σε διακανονισμό με τους ακτιβιστές, οι οποίοι και πλέον κατηγορούνται για καταπάτηση ιδιωτικής περιουσίας. Η εκστρατεία για την αλληλεγγύη στους ακτιβιστές ενάντια στην EDF έλαβε τεράστια δυναμική, κυρίως μέσα από το διαδίκτυο, όπου και κινητοποιήθηκε χιλιάδες κόσμου. Συγκεκριμένα, οι γονείς των ακτιβιστών ξεκίνησαν την συλλογή υπογραφών στο διαδίκτυο, η οποία προσέλκυσε 64.000 υπογραφές μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, ενώ αρκετές εκατοντάδες πελάτες της EDF δημοσίευσαν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης την πρόθεση τους να αλλάξουν πάροχο ενέργειας σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μήνυση. Παράλληλα, τα μέλη του No dash for gas δημιούργησαν μια νέα ιστοσελίδα, όπου και παρείχαν πληροφορίες στους πελάτες της EDF για τις δυνατότητες επιλογής εταιριών πράσινης ενέργειας, δημιουργώντας ένα τεράστιο κλίμα αλληλεγγύης και πίεσης προς την εταιρία και τελικά, αναγκάζοντάς την, όπως λένε, σε ντροπιαστική υποχώρηση. Περισσότερες πληροφορίες: www.nodashforgas.org.uk/, http://www.edfoff.org/
19 Οταν η ενεργειακή φτώχεια γίνεται θρυαλλίδα για την πτώση μιας κυβέρνησης Σε μια χώρα πρότυπο κατά τη νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα, όπου οι πολιτικές άγριας λιτότητας, κοινωνικής εξαθλίωσης και απόλυτης προσήλωσης στις απαιτήσεις των επενδυτών και της αγοράς πέτυχαν τα «εκπληκτικά» αποτελέσματα: δημόσιο χρέος 19,5%, έλλειμμα 1,5% και πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ 2% το 2013, η κυβέρνηση αναγκάζεται σε παραίτηση, από την ασφυκτική πίεση πολυήμερων μαζικών και μαχητικών διαδηλώσεων. Στην ίδια χώρα της μαγικής νεοφιλελεύθερης εικόνας, που ο κατώτατος μισθός ανέρχεται στα 155€, η μέση σύνταξη στα 75€, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας ανακοίνωσε τον Αύγουστο αυξήσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος 13% για την εξυπηρέτηση των τριών ιδιωτικών εταιριών, δύο Τσεχικών CEZ και Energo-Pro και μιας Αυστριακής EVN, που ελέγχουν τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας μετά την ιδιωτικοποίηση του 2004. Υπολογίζεται ότι οι υπηρεσίες αυτές, της διανομής, κοστίζουν, στους καταναλωτές, μια επιβάρυνση στην τελική λιανική τιμή της τάξης του 140%! Με άλλα λόγια η ιδιωτικοποίηση… συμφέρει! Εκατοντάδες χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους πολιορκώντας τη βουλή, τα δημαρχεία δεκάδων πόλεων, επιτιθέμενοι/ες και στα γραφεία των επιχειρήσεων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος διεκδικώντας την άμεση κατάργηση των αυξήσεων και την επανεθνικοποίηση του τομέα της ενέργειας ή την παραίτηση της κυβέρνησης.
Στην Τυνησία τα κινήματα δικτυώνονται ενάντια στην κλιματική αλλαγή Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του 2013 πραγματοποιήθηκε μεταξύ 26 και 30 Μαρτίου, στην Τύνιδα της Τυνησίας. Εντός του φόρουμ φιλοξενήθηκε το Climate Space, η παγκόσμια δικτύωση ακτιβιστών-τριών, συλλογικοτήτων, περιβαλλοντικών και κοινωνικών κινημάτων που δραστηριοποιούνται στον αγώνα ενάντια στο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Όπως μας είπαν οι διοργανωτές στην εναρκτήρια εκδήλωση «η Τυνησία με την πρόσφατη εξέγερση του λαού (βλ. Αραβική Άνοιξη) αποτελεί πηγή έμπνευσης και δράσης για τα κινήματα ανατροπής σε όλο τον κόσμο. Η ίδια έμπνευση μέσα από το κύμα παγκόσμιων νέων κινημάτων είναι που γέννησε το Climate Space. Βρισκόμαστε στην Τυνησία, αγωνιστές/ αγωνίστριες, κοινωνικά κινήματα, φορείς και συλλογικότητες να συζητήσουμε τα αίτια, τις επιπτώσεις, τους αγώνες, τις εναλλακτικές λύσεις και τις στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Κατά τη διάρκειά του Climate Space πραγματοποιήθηκαν συζητήσεις και δράσεις που συμπεριέλαβαν θέματα όπως η προστασία των κοινών αγαθών, η αντιμετώπιση των πολλαπλών αρνητικών φαινομένων της κλιματικής αλλαγής ειδικά στον «παγκόσμιο Νότο», η αντίσταση στην περαιτέρω «οικονομοποίηση» της φύσης, οι νέες εξορυκτικές δραστηριότητες και τα προβλήματα που δημιουργούν κ.ά. Το ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο ήταν η συμμετοχή πολλών οικολογικών και κοινωνικών κινημάτων από την Υποσαχάρια Αφρική και τη Λατινική Αμερική, περιοχές στις οποίες η οικονομική κρίση έφερε μεγαλύτερη επιδείνωση του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των κατοίκων. Το Climate Space του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ κατάφερε να ενώσει διαφορετικά κινήματα και ακτιβιστές που εκτείνονται από οικολογικές οργανώσεις και κινήματα αυτόχθονων μέχρι σωματεία και αριστερά πολιτικά κόμματα σε μια κοινή στρατηγική για την αντιμετώπιση των σύγχρονων οικολογικών προβλημάτων και προς μια κατεύθυνση ευθείας σύγκρουσης με ένα κοινωνικό σύστημα που τα παράγει και τα συντηρεί. Πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Climate Space 2013: http://climatespace2013.wordpress.com/
Την Τρίτη 19 Φεβρουαρίου τα ΜΑΤ επιτίθενται άγρια στους διαδηλωτές στη Σόφια, δεκάδες διαδηλωτές/τριες τραυματίζονται. Την επομένη 20 Φεβρουαρίου η κυβέρνηση Μπορίσοφ οδηγείται σε παραίτηση. Γλαφυρή είναι η περιγραφή μιας διαδηλώτριας: «Δεν το αντέχουμε πλέον. Η σύνταξή μου είναι στα 155 λέβα (110 δολάρια) και ο λογαριασμός μου το Δεκέμβριο ήταν στα 175 λέβα. Τι πρέπει να κάνω;».
O
20
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
η διαχείριση της φύσης και η «τραγωδία των κοινών» Η έννοια των «κοινών» έχει πολλές και ενδιαφέρουσες πτυχές. Ο όρος εμφανίζεται σε διάφορα ιστορικά πλαίσια. Πρώτα απ’ όλα, ο όρος συνδέεται με τις περιφράξεις γης (land enclosure) κατά τη διάρκεια της προ-καπιταλιστικής περιόδου ή στις αρχές του καπιταλισμού στην Αγγλία και τις διαδικασίες πρωταρχικής συσσώρευσης (από τον 16ο αιώνα και μετά). Ξανασυναντάμε τον όρο στις επεξεργασίες από το ιταλικό κίνημα της εργατικής αυτονομίας στη δεκαετία του 1960. Ξαναέρχεται στο προσκήνιο τις τελευταίες μία-δύο δεκαετίες, με το διαδίκτυο, τα λογισμικά ανοιχτού κώδικα, τα δίκτυα ομότιμης παραγωγής, καθώς επίσης, όλο και περισσότερο, στο κίνημα της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης. Οι Νέγκρι και Χαρντ ανανέωσαν τη συζήτηση γύρω από ανάλογα θέματα, με την τριλογία των βιβλίων τους «Αυτοκρατορία», «Πλήθος» και «Κοινοπολιτεία» (Commonwealth) . Σύμφωνα με μια από τις πιο ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις , τα κοινά δεν πρέπει να τα αντιλαμβανόμαστε απλώς ως πόρους για τους οποίους δεν χρειάζεται να πληρώνουμε. Για να αντιληφθούμε τα κοινά πρέπει να συμπεριλάβουμε τρία πράγματα την ίδια στιγμή. Πρώτα από όλα τα κοινά περιλαμβάνουν κάποιου είδους κοινούς πόρους που γίνονται αντιληπτοί ως μη εμπορευματικά μέσα για την εκπλήρωση αναγκών των ανθρώπων. Δεύτερον, τα κοινά δημιουργούνται και διατηρούνται από κοινότητες, που είναι σύνολα από commoners (κοινωνούς), οι οποίοι μοιράζονται αυτούς τους κοινούς πόρους, και καθορίζουν οι ίδιοι τους κανόνες σύμφωνα με τους οποίους παρέχεται πρόσβαση και χρήση σε αυτούς. Επιπρόσθετα σε αυτά τα δυο στοιχεία – τους κοινούς πόρους και τις κοινότητες- το τρίτο και πιο σημαντικό στοιχείο για να οριστούν τα κοινά είναι το ρήμα «to common» (κοινωνώ, μοιράζομαι), που αφορά στην κοινωνική διαδικασία η οποία δημιουργεί και αναπαράγει τα κοινά. Η αναφορά σε αυτό το εννοιολογικό πλαίσιο, μας βοηθά στην αμφισβήτηση των κυρίαρχων τάσεων που θεωρούν πως η προστασία της φύσης προϋποθέτει την επιλογή μεταξύ είτε της πλήρους ιδιωτικοποίησης και εμπορευματικοποίησης των φυσικών πόρων (νεοφιλελεύθερες προσεγγίσεις) είτε της κρατικοποίησης και του αυξημένου κρατικού ελέγχου.
Συγκεκριμένα, μια μεγάλη κατηγορία τοποθετήσεων βασίζονται στην παραδοχή ότι (και) η προστασία της φύσης είναι μία κατ’ αρχήν ιδιωτική υπόθεση: Σύμφωνα με το γενικό πλαίσιο των τοποθετήσεων αυτών, η περιβαλλοντική προστασία δεν μπορεί να αγνοεί το «αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα» στην ατομική ιδιοκτησία. Κίνητρα που βασίζονται στην ελεύθερη αγορά παρακινούν, με υλικό και συγκεκριμένο τρόπο, στην αποτελεσματικότερη φροντίδα των φυσικών πόρων. Είναι μάλλον ευρέως γνωστό το άρθρο του Γκάρετ Χάρντιν στο περιοδικό Science, το 1968, με τίτλο «Η τραγωδία των κοινών» . Στο άρθρο αυτό αναπτύσσεται η συλλογιστική πως όταν κάποια αγαθά δεν ανήκουν σε συγκεκριμένα άτομα, αλλά είναι ελεύθερα σε όλους (κοινά), τότε η εκμετάλλευσή τους αποφέρει ατομικά πλεονεκτήματα μεν, κοινά μειονεκτήματα δε. Το συμπέρασμα είναι πως οδηγούμαστε αναπόφευκτα σε τραγωδία βιωσιμότητας, αφού τα άτομα που έχουν πρόσβαση στους κοινούς πόρους, θα έχουν ως στόχο πάντα να μεγιστοποιούν τα ατομικά τους οφέλη και γι αυτό θα τους καταστρέψουν. Τα επιχειρήματα του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν και εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ευρέως από τους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού για να ενισχυθεί η θέση περί υπεροχής των ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη διαχείριση των φυσικών πόρων, προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη διαχείρισή τους. Φυσικά, προϋποτίθεται κάποια μορφή ιδιοκτησίας, που θα αποκλείει όσους δεν έχουν δικαιώματα εκμετάλλευσης των πόρων αυτών. Η δεύτερη κατηγορία τοποθετήσεων, αντιμετωπίζει την προστασία της φύσης ως μία κατ’ αρχήν κρατική υπόθεση: Οι τοποθετήσεις αυτές θεωρούν το κράτος ως εκφραστή του δημόσιου συμφέροντος και, συνεπώς, κατ’ εξοχήν αρμόδιο και υπεύθυνο για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών περιβαλλοντικής προστασίας. Αυξημένος
κρατικός έλεγχος και μορφές κρατικών περιφράξεων είναι η καταλληλότερη και πιο ενδεδειγμένη πολιτική για την προστασία των δημόσιων αγαθών και η απάντηση στα επιχειρήματα του Χάρντιν περί «τραγωδίας των κοινών». Αξιοσημείωτο είναι ότι στη θέση αυτή συναντούνται μια μερίδα της αριστεράς με τις πιο αντιδραστικές και αυταρχικές εκδοχές της δεξιάς. Στη φασιστική εκδοχή του κρατισμού, η «Φύση» επενδύθηκε με μυστικιστικά και μεταφυσικά χαρακτηριστικά, συνδέθηκε με τη Γη, τη Φυλή και το Αίμα, και η προστασία της, με αυταρχικό και ολοκληρωτικό τρόπο, αποτελούσε βασική υποχρέωση του κράτους. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι, στην Ελλάδα, η πρώτη Προστατευόμενη Περιοχή, ο Εθνικός Δρυμός Ολύμπου, θεσπίστηκε από το καθεστώς του Μεταξά. Στον κρατικό καπιταλισμό, που αυτοχαρακτηρίστηκε ως «υπαρκτός σοσιαλισμός», η έννοια της κοινής κτήσης, της κοινοκτημοσύνης, ταυτίστηκε με την κρατική ιδιοκτησία. Στην κεϋνσιανή παράδοση, τέλος, είτε στην ευρωπαϊκή εκδοχή της, που συνδέθηκε με την σοσιαλδημοκρατία, είτε στην αμερικανική εκδοχή του New Deal, η προστασία της φύσης περιλαμβα-
νόταν στις αυτονόητες υποχρεώσεις του κοινωνικού κράτους και του κοινωνικού συμβολαίου. Ξαναγυρνώντας στην «τραγωδία των κοινών», πρέπει να σημειώσουμε τις αντιρρήσεις που διατυπώνονται στη σχετική επιχειρηματολογία του Χάρντιν. Στο προαναφερθέν άρθρο του, παραθέτει το παράδειγμα διαχείρισης ενός κοινού βοσκοτόπου από κτηνοτρόφους. Ωστόσο, το παράδειγμα αυτό δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εάν το κοπάδι διαχειριζόταν από κοινού, γιατί τότε θα αναδεικνυόταν πως αυτό που προτείνεται ως λύση (η ιδιωτικοποίηση και η «περίφραξη» του κοινού) είναι μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης του. Επιπλέον, ιστορικές και οικονομικές έρευνες έχουν δείξει ότι τα υφιστάμενα κοινά αυτού του είδους σπάνια αντιμετώπισαν τέτοια προβλήματα, διότι οι χρήστες επινοούσαν κανόνες πρόσβασης στους πόρους. Οι άνθρωποι ξανά και ξανά προσπαθούν να δημιουργήσουν και να έχουν πρόσβαση σε πόρους με τρόπους οι οποίοι είναι διαφορετικοί από τους όρους της αγοράς, που είναι ο τυπικός τρόπος του κεφαλαίου να προσεγγίζει τους πόρους. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι μελέτες της Έλινορ Όστρομ, που πήρε μάλιστα το βραβείο Νόμπελ οικονομίας γι αυτές. Στο βιβλίο της «Διαχείριση των Κοινών», συστηματοποιεί τις ανθρωπολογικές, κοινωνικές και ιστορικές μαρτυρίες και δείχνει ότι τα μεμονωμένα άτομα μπορούν και συχνά επινοούν ευφυείς και λογικούς τρόπους να διαχειρίζονται τις περιοχές κοινής ιδιοκτησίας (common property resources) για ατομικό και συλλογικό όφελος. Αυτές οι μελέτες περιπτώσεων «συντρίβουν τις αναλύσεις πολλών πολιτικών αναλυτών ότι ο μόνος τρόπος να λυθεί το πρόβλημα των περιοχών κοινής ιδιοκτησίας είναι οι εξωτερικές αρχές να επιβάλλουν πλήρη ιδιωτική ιδιοκτησία ή συγκεντρωτική ρύθμιση» και, όπως ισχυρίζεται η Όστρομ, αποδεικνύουν «τον πλούτο των μειγμάτων δημόσιων και ιδιωτικών εργαλείων». Αμφισβητώντας, λοιπόν, την άποψη ότι όταν οι άνθρωποι μοιράζονται έναν πεπερασμένο φυσικό πόρο στο τέλος θα τον καταστρέψουν, προτείνει ως απάντηση στο δίλημμα της τραγωδίας των κοινών (κράτος ή ιδιωτικοποίηση) συμμετοχικές διαδικασίες διαχείρισης των κοινών και εμπλοκής των
Μάρτιος 2013 – τ. 3
O
τοπικών κοινωνιών, κάτω από την ομπρέλα της κρατικής θεσμικής προστασίας. Βέβαια, οι απόψεις της Όστρομ έχουν κατηγορηθεί ως νεοκεϋνσιανές, που κατά βάση αναζητούν μια συμβατότητα του καπιταλισμού με τα κοινά.
σύνθεση των δημόσιων με τις συλλογικές μορφές της είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για τη «δημοκρατία του πλήθους», την Άμεση Δημοκρατία». Η παρατήρηση αυτή παραπέμπει στη θέση των Χαρντ και Νέγκρι πως «μπορούμε να φανταστούμε μια δημοκρατία του πλήθους και να τη θεωρήσουμε δυνατή μόνο επειδή όλοι μοιραζόμαστε το κοινό και συμμετέχουμε σε αυτό» . Χρησιμοποιώντας αυτές τις έννοιες, μπορούν να εξαχθούν, κατά τη γνώμη μου, χρήσιμα συμπεράσματα, όχι μόνο για την κατανόηση αλλά και για την πρακτική παρέμβαση σε θέματα που σχετίζονται με την προστασία της φύσης: 1. Η ανάπτυξη και υποστήριξη δομών κοινωνικής οικονομίας ταιριάζουν καλύτερα στον χαρακτήρα των υπό προστασία κοινών φυσικών πόρων. Είναι το οικονομικό υπόβαθρο της κοινωνικής διαδικασίας που δημιουργεί και αναπαράγει τα κοινά. Παράλληλα, στις σημερινές συνθήκες οικονομικής κρίσης, η κοινωνική οικονομία αντικαθιστά το κοινωνικό κράτος σε στοιχειώδεις προνοιακές λειτουργίες. 2. Η ανάπτυξη παραγωγικών και λοιπών οικονομικών δραστηριοτήτων, για να είναι συμβατή με την προστασία των φυσικών
Διάγραμμα 1
Η προστασία της φύσης πέρα από τους ιδιώτες και το κράτος Η θέση που υποστηρίζεται εδώ είναι ότι, για την προστασία της φύσης, όπως και για άλλα κοινά, αντί κρατικού ή ιδιωτικού ελέγχου, είναι προτιμότερος ένας κατανεμημένος έλεγχος, ο οποίος δεν σχετίζεται ούτε με κρατικά, αλλά ούτε και με ατομικά καθεστώτα ιδιοκτησίας. Για να μπορέσει να αντιμετωπιστεί καλύτερα το ζήτημα προστασίας της φύσης πρέπει να αναζητηθούν πιο σύνθετα θεωρητικά σχήματα, που υπερβαίνουν το δίλημμα «ιδιωτικοποίηση ή κράτος» και τη διάκριση μεταξύ ιδιωτικής και κρατικής ιδιοκτησίας. Ο Δ. Κωτσάκης στο βιβλίο του «3 και 1 κείμενα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα, προτείνει ανάμεσα σε άλλα, την υιοθέτηση του όρου «κοινή κτήση» που συνενώνει τη συλλογική με τη δημόσια κτήση, σύμφωνα με το Διάγραμμα 1. Οι όροι ιδιοκτησία και κτήση στην προσέγγιση αυτή προσλαμβάνονται ως θεσμικά συγκροτημένη εξουσία αποκλεισμού. Γίνεται διάκριση μεταξύ ιδιωτικής και πολιτικής ιδιοκτησίας εντός του σύγχρονου κράτους, κατ’ αντιστοιχία της γκραμσιανής διαίρεσης του κράτους σε πολιτική κοινωνία (political society) και ιδιωτική κοινωνία (civil society). Στη συνέχεια διακρίνεται η ιδιωτική ιδιοκτησία σε ατομική ιδιοκτησία και συλλογική κτήση, ενώ η πολιτική ιδιοκτησία σε δημόσια κτήση και κρατική ιδιοκτησία. «Η πρώτη συνθετική μορφή ιδιοκτησίας σύμφωνα με το παραπάνω διάγραμμα, η ιδιωτική ιδιοκτησία, είναι το οικονομικό θεμέλιο της ιδιωτικής κοινωνίας στο αστικό κράτος. Η τρίτη συνθετική μορφή, η πολιτική ιδιοκτησία, είναι το οικονομικό θεμέλιο της πολιτικής κοινωνίας στο κράτος αυτό. Η μεσαία, η κοινή κτήση, η οποία διαμορφώνεται ως τομή των δύο προηγούμενων, είναι το οικονομικό θεμέλιο για τη μετάβαση προς μια άλλη κοινωνία […] Σκοπός της δημόσιας κτήσης, ως μέρους της κοινής κτή-
21
ικοτριβές
σης, είναι να καλύπτει τις προϋποθέσεις για την κοινωνική συγκρότηση. Να διασφαλίζει, δηλαδή, την αναπαραγωγή του οικοσυστήματος και τους αναγκαίους για την κοινωνική ζωή πολιτισμικούς όρους». Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση σχετικά με την κοινή κτήση, ως σύνθεση της δημόσιας και της συλλογικής κτήσης, που σχετίζεται ιδιαίτερα με το θέμα που μας απασχολεί, είναι η εξής: Σύμφωνα με το άρθρο 24 του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος «η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός». Ο Δ. Κωτσάκης θεωρεί ότι μπορούμε να προσεγγίσουμε στην πληρότητά της τη σημερινή έννοια της δημόσιας κτήσης με την ακόλουθη ενδεικτική διατύπωση: «Η ολοκληρωμένη προστασία του οικοσυστήματος και της κοινής πολιτισμικής παράδοσης είναι υποχρέωση της πολιτείας και των πολιτών». Σημειώνει για την εναλλακτική αυτή διατύπωση: «Το ‘ολοκληρωμένη’ παραπέμπει στην ενότητα της φυσικής με την πολιτισμική διάσταση των προϋποθέσεων για την κοινωνική συγκρότηση. Το ‘κοινή’ ορίζει την κοινωνία συνολικά ως υποκείμενο της παράδοσης και όχι επιλεγμένα σώματα, εθνικά, θρησκευτικά ή άλλα. Και η ‘υποχρέωση των πολιτών’ (αντί για το ‘δικαίωμα του καθενός’) παραπέμπει στη συμμετρία πολιτείας-πολιτών ως προς την πολιτική εξουσία (έναντι της ασυμμετρίας πολιτείας-υπηκόων). Αν, δηλαδή, η πολιτεία επιχειρήσει να κρατικοποιήσει τη δημόσια κτήση, είναι υποχρέωση των πολιτών να την αποτρέψουν, όπως, συμμετρικά, είναι υποχρέωση της πολιτείας να αποτρέπει τους πολίτες να ιδιωτικοποιήσουν τη δημόσια κτήση». Μια δεύτερη ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι η ιστορική διαδρομή της συλλογικής κτήσης με την οποία καλύπτονται οι προϋποθέσεις για την κοινωνική συγκρότηση της κοινής κτήσης είναι η κοινωνική οικονομία: παραγωγικοί και καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, οργανισμοί αλληλοβοήθειας (για την υγεία, την κοινωνική πρόνοια, την ασφάλεια), κάθε μορφής συλλογικότητες (οικονομικές, μορφωτικές, πολιτιστικές κ.λπ.). Μια τρίτη παρατήρηση, τέλος, που προσδίδει μια άλλη διάσταση στη συζήτηση για τις μορφές κτήσης των κοινών, είναι ότι: «Η ολοκλήρωση της κοινής κτήσης, ως
και πολιτιστικών κοινών, πρέπει να ελέγχεται από αμεσοδημοκρατικούς θεσμούς, στις οποίες συμμετέχουν ενεργά και αδιαμεσολάβητα οι πολίτες και, πρωτίστως, οι τοπικές κοινωνίες. ΣΠΥΡΟΣ ΨΑΡΟΥΔΑΣ
Γενικός Συντονιστής της Περιβαλλοντικής Οργάνωσης «Καλλιστώ» 1
2
3
4
5
6
7
8
Το κείμενο αποτελεί μέρος ευρύτερης εισήγησης που παρουσιάστηκε στις 13/2/2013, στο πλαίσιο κύκλου συζητήσεων με θέμα «Οικολογία και κρίση – για τη σχέση της κοινωνίας με τη φύση», που διοργάνωσε ο «Όμιλος Φίλων Ινστιτούτου Ν. Πουλαντζάς Θεσσαλονίκης» Michael Hardt & Antonio Negri. Commonwealth. The Belknap Press of Harvard University Press, 2009. On the Commons: A Public Interview with Massimo De Angelis and Stavros Stavrides. http://www. e-flux.com/issues/17-june-august-2010/ Garrett Hardin (December 1968). “The Tragedy of the Commons”. Science 162 (3859): 12431248 Elinor Ostrom. Governing the Commons: The Evolution of Institutions for Collective Action. Cambridge University Press, 1990 Δημήτρης Κωτσάκης (2012), «Το κοινό και η δημοκρατία», στο βιβλίο: 3 και 1 κείμενα. Οι εκδόσεις των συναδέλφων, 2012 (σελ. 36) Δημήτρης Κωτσάκης (2012), ό.π. Η υπογράμμιση δική μου. Michael Hardt & Antonio Negri (2009). Commonwealth
«Οικολογία και κρίση»: κύκλος συζητήσεων στη Θεσσαλονίκη Τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2013, ο Όμιλος Φίλων Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς Θεσσαλονίκης διοργάνωσε κύκλο συζητήσεων με θέμα «Οικολογία και κρίση – για τη σχέση της κοινωνίας με τη φύση». Στόχος του Ομίλου ήταν να επαναφέρει τη συζήτηση για την Οικολογία και να δείξει ότι η Οικολογία δεν είναι πολυτέλεια αλλά κρίσιμη παράμετρος για την παραγωγική ανασυγκρότηση συνολικά και ειδικά μέσα στη σημερινή συγκυρία της κρίσης. Η Οικολογία ως προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση προσθέτει κριτήρια για τη διερεύνηση επιλογών που θα καθορίσουν την αναπαραγωγή των συνθηκών παραγωγής και ευρύτερα την κοινωνική αναπαραγωγή. Πολλές φορές στα κείμενα και τις διακηρύξεις της Αριστεράς η Οικολογία αντιμετωπίστηκε ως ένας αναγκαίος επιθετικός προσδιορισμός χωρίς όμως να ακολουθεί πάντοτε η επεξεργασία που απαιτείται προγραμματικά ώστε ο προσδιορισμός αυτός να ενταχθεί αποτελεσματικά στο ευρύτερο σχέδιο της Αριστεράς. Για να συμβάλουμε στην επεξεργασία αυτή, επικεντρωθήκαμε στα πεδία της ανάπτυξης/αποανάπτυξης, στις έννοιες της αρμονίας και της ισορροπίας στην Οικολογία, και σε θεωρητικές και παραδειγματικές εκδοχές της διαλεκτικής σχέσης μεταξύ της κοινωνίας και της φύσης. Η πρώτη συζήτηση του κύκλου είχε θέμα την πρόταση της απο-ανάπτυξης (Γιώργος Καλλής, Καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης) και την οικοαριστερή προσέγγιση στην απο-ανάπτυξη (Τάσος Χοβαρδάς, Επισκέπτης Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας). Η δεύτερη συζήτηση οργανώθηκε γύρω από την έννοια της αρμονίας και της ισορροπίας ως οργανώτρια αρχή του πράσινου λόγου (Νίκος Νικήσιανης, Διδάκτορας Τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ) και τις συνθήκες ανάδυσης του πράσινου λόγου (Γιάννης Σταυρακάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ). Η τρίτη συζήτηση επικεντρώθηκε στη σχέση της κοινωνίας με τη φύση (Γιώργος Στάμου, Καθηγητής Οικολογίας στο ΑΠΘ) και στην παραγωγική διαδικασία σε προστατευόμενες περιοχές (Σπύρος Ψαρούδας, Γενικός Συντονιστής της Περιβαλλοντικής Οργάνωσης «Καλλιστώ»). Ευχαριστούμε το Τμήμα Βιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου που φιλοξένησε όλες τις συζητήσεις. Βίντεο από τις τρεις συζητήσεις είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα http://www. poulantzas.gr. Όμιλος Φίλων Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς Θεσσαλονίκης
22
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
διάλογοι
για το κυνήγι Δυσκολεύομαι να ανακαλύψω «τριβές» που δεν θα αναπαράγουν απλώς τα «τετριμμένα», όσον αφορά το κυνήγι και την οικολογία! Και είναι περισσότερο από δυο δεκαετίες τώρα που αυτές οι «τριβές» κατασπατάλησαν περισσότερη ενέργεια από όση άξιζαν, για να κατασκευάσουν.... το πλαστό δίπολο «κυνηγών – οικολόγων», μέσα σε ένα υποχρεωτικό πλαίσιο αντίθεσης και αντιπαλότητας. Παντού στον υπόλοιπο κόσμο, η οικολογία ως επιστήμη αντιλαμβάνεται το κυνήγι ως μια συμβατή προς το περιβάλλον ανθρώπινη δραστηριότητα, με την προϋπόθεση ότι δεν θα υπονομεύεται η ακεραιότητα και η ομορφιά της άγριας ζωής... Δυστυχώς, για χρόνια πολλά στη δική μας χώρα, επικράτησε ένας περιβαλλοντικός «λαϊκισμός» που προωθούσε την ιδεολογία της «αποστειρωμένης» φύσης και των ενοχικών συμπλεγμάτων, για πράγματα τόσο αυθεντικά και φυσιολογικά όσο και η ίδια η ζωή! Αυτή η αντίληψη αγνοούσε πως ανέκαθεν οι άνθρωποι οικοδομούσαν τη σχέση τους με τη φύση, μέσα από το κυνήγι, το ψάρεμα και την καλλιέργεια της γης. Αν δεχτούμε ότι σήμερα είναι «ανήθικο» να κυνηγήσεις ένα λαγό ή έναν αγριόχοιρο στα Άγραφα, αύριο το ίδιο... «ανήθικο» μπορεί να είναι να μαζεύεις σαλιγκάρια στην Πεντέλη, να ψαρεύεις στη Σαλαμίνα, ή να πιάνεις – και να βράζεις – καβούρια στην Αίγινα... Πίσω, όμως, από τέτοιου είδους ιδεολογήματα «ηθικού τύπου», ελλοχεύει η απειλή του οριστικού εγκλεισμού μας μέσα... στον αφύσικο κόσμο που φτιάξαμε γύρω μας. Η φύση πρέπει να βιώνεται όμως, όχι να αποστειρώνεται! Η εικόνα του «κακού κυνηγού» που ευθύνεται για όλα τα δεινά της φύσης, μπορεί να λειτούργησε κάποτε ή να βοήθησε τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ να συσπειρώσουν «ακροατήριο», έχει όμως ήδη εξαντλήσει τη δυναμική του... Ο «λαϊκισμός» είναι πάντα γοητευτικός, γιατί βολεύεται στο «μαύρο» και στο «άσπρο», στην απλή αντίθεση των «καλών» και των «κακών». Για τα πάντα... φταίνε οι άλλοι –στην προκειμένη περίπτωση οι κυνηγοί. Και στο σημερινό σύνθετο κόσμο μας, που όλοι ψάχνουμε μια απόλυτη αλήθεια για να «ακουμπήσουμε» και να ξεγνοιάσουμε, αυτό μας απαλλάσσει από δεύτερες σκέψεις, πολύπλοκες αναζητήσεις, ιδέες, επώδυνες αλήθειες ή διλήμματα... Κι όμως, τη βιοποικιλότητα και την «αντοχή» των δικών μας οικοσυστημάτων, θα τις ζήλευαν οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης! Σήμερα, συναντάμε είδη της άγριας πανίδας ακόμα και σε τόπους που ποτέ άλλοτε δεν είχε καταγράψει η ζώσα μνήμη και οι έρευνες των περιβαλλοντολόγων. Οι αγριόχοιροι, για παράδειγμα, που είχαν εξαφανιστεί τον 18ο αι. από την Πελοπόννησο, σήμερα βρίσκονται εκεί σε τέτοιους πληθυσμούς που οι αγρότες ...καταγγέλουν τους κυνηγούς γιατί επανέφεραν το είδος. Το ίδιο συμβαίνει στην Εύβοια, ενώ τα αγριοκούνελα στη Λήμνο έφτασαν σε τέτοιο σημείο πληθυσμιακής έξαρσης που το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αναγκάστηκε να πάρει ειδικά μέτρα. Οι αρκούδες και οι λύκοι που σε άλλες χώρες της Ευρώπης εκδιώχθηκαν ανηλεώς και έπαψαν να υπάρχουν αιώνες πριν, σήμερα φτάνουν στη χώρα μας μέχρι και τη Ναυπακτία! Το μεγάλο στοίχημα είναι πώς θα «διαχειριστούμε» με σύνεση τη φυσική κληρονομιά της πατρίδας μας, χωρίς τις οιμωγές της «καταστροφολογίας», τις πολώσεις και τις αγκυλώσεις που ανέκαθεν χαρακτήριζαν τις σχέσεις κυνηγών και «οικολόγων». Ευχής έργον θα ήταν, πέρα και έξω από πολώσεις του παρελθόντος, να υπάρξει ένα κοινό πεδίο δράσεων και συνεργασιών που θα αναβαθμίζει το περιβάλλον και θα κατοχυρώνει την αειφορία της άγριας ζωής. Αν αυτή είναι η κατεύθυνση όμως, τίθεται εκ των πραγμάτων για την Αριστερά και για τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ ένα δίλημμα, στο οποίο είναι ακόμα «αμήχανες» να απαντήσουν: Θα αντιμετωπίσουν – και θα αξιοποιήσουν – τους 250.000 κυνηγούς αυτής της χώρας και τις οργανώσεις τους ως μια πολύτιμη κοινωνική εφεδρεία ή θα συνεχίσουν να τους χρησιμοποιούν ως «κακούς δράκους» στο... παραμύθι που επί δυο δεκαετίες φιλοτεχνήθηκε; Πριν δοθεί η απάντηση στο ερώτημα ένα μόνο στοιχείο: μόνο στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ δραστηριοποιούνται 7,6 εκατομμύρια κυνηγοί! Πόσο «αριστεροί» και «δημοκράτες» μπορεί να είναι λοιπόν, όσοι επιδιώκουν απαγόρευση του κυνηγιού, με την πεποίθηση ότι εκπροσωπούν κάποιου είδους «πλειοψηφικό ρεύμα», ή έστω μια φαντασιακή... «κοινωνική πρωτοπορία»; ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΡΙΛΑΚΟΣ Αρχισυντάκτης «Εθνος - Κυνήγι»
Η επικράτηση του εδώ και τέσσερις περίπου αιώνες καπιταλισμού, μας έχουν εκπαιδεύσει ώστε η σχέση ανθρώπου-φύσης να μην είναι πια μια απλή σχέση. Όπως η αλιεία, η γεωργία και η κτηνοτροφία δεν είναι ίδιες τον τελευταίο αιώνα της επικράτησης της σχέσης κεφάλαιο, έτσι δεν είναι ίδιο και το κυνήγι. Όπως η γεωργία εντατικοποιήθηκε, συντηρήθηκε από επιδοτήσεις και εν τέλει η παραδοσιακή της μορφή καταστράφηκε, έτσι και τα κίνητρα των κυνηγών άλλαξαν. Δεν μιλάμε πια για μία ανάγκη για τροφή, μιλάμε για τη διασκέδαση, την ψυχαγωγία (από την παρέα μέχρι τον μεζέ). Στον καπιταλισμό η ψυχαγωγία του ατόμου έχει αναχθεί σε «ανάγκη» του σύγχρονου ανθρώπου. Έτσι, το κυνήγι διεξάγεται νόμιμα σε όλη την ελληνική ύπαιθρο, εκτός από τις απαγορευμένες περιοχές για τη θήρα και τις περιοχές όπου δεν υπάρχει θηρευτικό ενδιαφέρον. Η Ορνιθολογική έχει κάνει μια βασική παραδοχή. Ότι εφόσον η κατάσταση διατήρησης των πληθυσμών των άγριων πουλιών δεν υποβαθμίζεται, το κυνήγι είναι συμβατό με τη διατήρηση των πουλιών. Και για να μη μασάμε τα λόγια μας, η παραδοχή αυτή κρύβει από πίσω της μία ηθική στάση που λέει ότι στις καπιταλιστικές κοινωνίες ο άνθρωπος δικαιούται να θανατώνει άγρια ζώα για ψυχαγωγία. Αυτό υποστηρίζει και η Ευρωπαϊκή Ένωση και από αυτό δεν αποκλίνουμε. Η αποδοχή του κυνηγιού ως de facto δραστηριότητα όμως δεν είναι ένα έτοιμο κλειστό πακέτο, κάθε άλλο, έχει βάθος και όρια: α) το κυνήγι πρέπει να ασκείται ορθολογικά και να μη απειλεί το ευνοϊκό καθεστώς διατήρησης των άγριων πουλιών, β) εάν οι όροι αυτοί δεν τηρούνται το κυνήγι δεν πρέπει να ασκείται και γ) η λαθροθηρία δεν είναι αποδεκτή και γι’ αυτό θα πρέπει να φροντίσει (και) η κοινότητα των κυνηγών. Εδώ λοιπόν εισερχόμαστε στο πεδίο μάχης μεταξύ ορνιθολόγων και κυνηγών. Κατά τη γνώμη μου, η «πλευρά μας», η πλευρά δηλαδή των ανθρώπων που θέτουν λογικά και επιστημονικά τεκμηριωμένα όρια στη θήρα (δηλαδή ορίζουν τα όρια της νομιμότητάς της) έχει με το μέρος της δύο σημαντικά προνόμια: α) το ηθικό προνόμιο της προστασίας της φύσης (το οποίο δεν προκύπτει ότι έχουν και οι κυνηγοί εγγενώς από τη δραστηριότητά τους – ίσως με εξαίρεση τις ελάχιστες δράσεις διατήρησης που κάνουν), β) τα ορνιθολογικά δεδομένα δεκαετιών μας δείχνουν το σωστό δρόμο για τη διαχείριση των πουλιών (δεδομένα τα οποία επίσης οι κυνηγοί δεν έχουν, με εξαίρεση αποσπασματικές προσπάθειες της τελευταίας δεκαετίας, και περιορισμένα στα θηρεύσιμα μόνο είδη). Ορισμένες πρακτικές θήρας λοιπόν έχουν εκτοπιστεί εκτός νομιμότητας, όπως: να θανατώνονται τα πουλιά όταν είναι εξαντλημένα και πετούν προς τους τόπους αναπαραγωγής τους (ανοιξιάτικη μετανάστευση), να ενοχλούνται τα ευαίσθητα στην όχληση είδη πουλιών (ειδικά κατά την φωλεοποίηση), να λήγει η κυνηγετική περίοδος σε διαφορετικές ημερομηνίες (προκαλεί σύγχυση). Η Ορνιθολογική λοιπόν δεν είναι μία οργάνωση αντικυνηγετική. Ζητά όμως όρια στην ανθρώπινη δραστηριότητα με σκοπό την διατήρηση της ορνιθοπανίδας. Τα θέματα «τριβής» της τελευταίας εικοσαετίας δεν είναι καθόλου ασήμαντα. Για παράδειγμα, γιατί ενώ οι θεσμικοί εκπρόσωποι των κυνηγών δηλώνουν συνέχεια ότι καταδικάζουν τη λαθροθηρία δεν κάνουν σωστή φύλαξη στα Ιόνια νησιά (κάνουν μόνο στα Στροφάδια) όπου είναι εκτεταμένη η ανοιξιάτικη λαθροθηρία; Γιατί αρνούνται να συνεργαστούν με την Ορνιθολογική στην εκστρατεία κατά της ανοιξιάτικης λαθροθηρίας; Γιατί, ενώ συνεργάζονται με την Ορνιθολογική για την προστασία της Νανόχηνας, αρνούνται να παραδεχτούν την λαθροθηρία του είδους; Γιατί δίνουν τροφή και χώρο στους οργανωμένους λαθροθήρες του Αμβρακικού Κόλπου, απειλώντας ότι εάν δεν «ανοίξει» το Εθνικό Πάρκο στο κυνήγι δε θα καταβάλουν προσπάθεια για την πάταξη των παρανομιών; Οι θεσμικοί εκπρόσωποι των κυνηγών φροντίζουν ανελλιπώς να διατηρούν τις τριβές αυτές, γιατί: α) γιατί δε θέλουν να διαχωρίσουν με ουσιαστικό τρόπο την κοινότητα των κυνηγών σε λαθροθήρες και νόμιμους, β) για να κατασκευάσουν έναν «εχθρό», και γ) γιατί όταν διατηρούνται υψηλής έντασης συγκρούσεις με έναν εχθρό, τα μέλη (εν προκειμένω, ο «λαός», γιατί οι κυνηγοί δεν είναι και λίγοι) συσπειρώνονται όλο και περισσότερο γύρω από την ήδη συγκεντροποιημένη ηγεσία τους. μαλαμω κορμπετη Υπεύθυνη Πολιτικής Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας
O
ικοτριβές
Μάρτιος 2013 – τ. 3
κοινωνικο-οικολογικός μετασχηματισμός
και ενεργειακή πολιτική του Ulrich Brand, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης Απόσπασμα από την εισαγωγή του τεύχους «Socioecological Transformation and Energy Policy in Latin America and Europe», έκδοση πρακτικών συνεδρίου του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ Βρυξελλών (2012).
Στη σημερινή πολύμορφη κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού, που εξελίσσεται διαφορετικά κατά τόπους, αναδύεται μια γκάμα πραγματικών και δυνητικών ρήξεων που σχετίζονται με τις διαδικασίες διαχείρισης της κρίσης. [...] Οι μορφές διαχείρισης της κρίσης δεν μπορούν να ειδωθούν ανεξάρτητα από τις ιστορικές εξελίξεις και τα απρόοπτα, από το βάθος της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικο-οικολογικής κρίσης, από τους κοινωνικούς θεσμούς και τις σχέσεις εξουσίας, ή από τη στρατηγική και των αγώνων. Γενικά, θα ήταν επομένως δυνατό, να επικρατήσουν είτε πολιτικά αυταρχικά (νεοφιλελεύθερα, συντηρητικά, σοσιαλφιλελεύθερα, σοσιαλδημοκρατικά) είτε απελευθερωτικά μονοπάτια. Ένα φαίνεται βέβαιο. Η διαχείριση της σύνθετης κρίσης επιβάλλεται να δώσει απαντήσεις στην κοινωνικο-οικολογική κρίση: ιδιαίτερα όσον αφορά στο σχεδιασμό για την παροχή ενέργειας. Οι απαντήσεις ενδέχεται να διαφέρουν: Μια δυνατότητα είναι η περαιτέρω εμπορευματοποίηση της φύσης, με κύριο παράδειγμα το εμπόριο ατμοσφαιρικών ρύπων. Μία άλλη δυνατότητα θα μπορούσε να περιλαμβάνει οικο-αυταρχικές παραλλαγές, στις οποίες η πολιτική δομείται έτσι ώστε να ωφελεί μια μειοψηφία. Ή ένα διεθνές σύστημα υπό το οποίο το δυτικό μοντέλο πλούτου υπερασπίζεται από μια στρατιωτική δύναμη και δις. ανθρώπων με αυταρχικό τρόπο παρέμενουν στη φτώχεια. Ή θα μπορούσαν να εφαρμοστούν προτάσεις για μια Πράσινη Οικονομία, όπως στη μορφή του «Green New Deal» που αναπτύσσεται στη Γερμανία, στη βάση ενός συνδυασμού
αγοράς, κρατικού ελέγχου και κοινωνικού συμβιβασμού. Όλες αυτές οι παραλλαγές έχουν ένα κοινό: ένα βαθμό πίστης στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, στους υπάρχοντες πολιτικούς θεσμούς, και στις τεχνολογίες που αναπτύσσονται από τον καπιταλισμό για τη διαχείριση αυτών των πολλαπλών κρίσεων. Σε αντίθεση με αυτές τις πιθανές παραλλαγές εξέλιξης, οι προσεγγίσεις που αναφέρονται στον κοινωνικο-οικολογικό μετασχηματισμό αντιμετωπίζουν τις καπιταλιστικές και ιμπεριαλιστικές δυναμικές – και τις σχέσεις παραγωγής και τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων – περισσότερο σαν την αιτία των τωρινών προβλημάτων παρά σαν την επίλυση τους. Η έννοια του κοινωνικο-οικολογικού μετασχηματισμού είναι κατ’ αρχάς μια οπτική που δεν πρέπει να ερμηνευθεί λαθεμένα ως κοινωνικο-τεχνολογική. Το κατά πόσο μπορεί να αναπτυχθεί ως ένα πλουραστικό σχέδιο τα επόμενα χρόνια παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα. Πρέπει να διαμορφωθεί ουσιαστικά και να στηριχθεί από ένα ευρύ πλέγμα ριζοσπαστικών δυνάμεων που προσανατολίζονται στις μεταρρυθμίσεις, πρέπει να μετατοπίσει τη σχετική συζήτηση και να αλλάξει τις θεσμικές πρακτικές. Πρέπει να είναι ανοιχτή στην αναδιαμόρφωση των αξιών και των συμφερόντων για την επίλυση των συγκρούσεων και για την κριτική επεξεργασία των εμπειριών. Τα παραπάνω μπορούν να ειδωθούν με αναφορά στον τομέα της παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης ενέργειας, που είναι το θεμέλιο όλων των τρόπων παραγωγής. (...).
Από μία κριτική σκοπιά, οι ακόλουθες όψεις πρέπει να ληφθούν υπόψη: Οι ενεργειακές πηγές και οι μέθοδοι παραγωγής ενέργειας δεν είναι κοινωνικά ουδέτερες, αλλά συνδέονται στενά με τις καπιταλιστικές κοινωνικές μορφές της αξίας και του χρήματος, του αστικού κράτους και των διεθνών θεσμών, των ίδιων των υποκειμένων. Αυτό το σημείο είναι σημαντικό για την κατανόηση των δυναμικών ανάπτυξης και τη θέση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την παραγωγή τους και τα συστήματα μετασχηματισμού τους. Η στροφή σε ανανεώσιμες πηγές είναι δυνατή με καπιταλιστικούς όρους και ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη με την «πράσινη οικονομία», αλλά είναι πιθανό να παραμείνει μια συμπληρωματική στρατηγική και αν δεν ελεγχθεί θα παραμείνει υπό την κυριαρχία του κεφαλαίου. Οι καπιταλιστικές δυναμικές εμπορευματοποίησης της φύσης και η απαίτηση των ισχυρών οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων να ελέγξουν την πρόσβαση στη φύση και στη χρήση της προς ίδιον όφελος, δεν έχουν προς το παρόν αμφισβητηθεί στο πλαίσιο των στρατηγικών για μια «πράσινη οικονομία». Ο ρόλος του στρατού στην προστασία των υφιστάμενων πόρων και του ενεργειακού συστήματος πρέπει να ληφθεί υπόψη. Δεν αποτελεί σύμπωση το γεγονός ότι σημαντικές τεχνολογικές καινοτομίες πραγματοποιούνται εντός των στρατιωτικών δομών. Ο στρατός παίζει σημαντικό ρόλο στη σχέση Βορρά-Νότου, και – μαζί με την αστυνομία – στο εσωτερικό των
κοινωνιών, προστατεύοντας υφιστάμενες σχέσεις εξουσίας. Η χρήση ενέργειας στις καπιταλιστικές διαδικασίες παραγωγής είναι η βάση για την αντικατάσταση ανθρώπινης εργασίας από μηχανές. Εδώ επίσης η ενέργεια δεν είναι ουδέτερη, αλλά η φθηνή ορυκτή ενέργεια καθιστά δυνατές τις δυναμικές της καπιταλιστικής ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της αντίστοιχης εμπορευματοποίησής τους. Η διαθεσιμότητα φθηνής ενέργειας μπορεί να μεταφραστεί, μεταξύ άλλων, ως τμήμα της ταξικής πάλης και της διατήρησης της ισχύος του κεφαλαίου. Το βιομηχανικό σύστημα που στηρίζεται στους ορυκτούς πόρους είναι επίσης στοιχείο του ταξικού συμβιβασμού που εξασφαλίζει την κυριαρχία των υφιστάμενων αρχών και ενσωματώνει υλικά τα κατώτερα στρώματα. Αυτό έχει επαληθευτεί ιστορικά στα καπιταλιστικά κέντρα. Τι τάσεις βλέπουμε στις μέρες μας; Ποιά είναι η θέση της ενέργειας στην παγκόσμια εξάπλωση του «ιμπεριαλιστικού τρόπου ζωής»; Το κυρίαρχο σύστημα ενέργειας και πόρων είναι μέρος μιας νεοαποικιακής παγκόσμιας τάξης, στο πλαίσιο της οποίας ανατίθεται σε συγκεκριμένες περιοχές και χώρες ο ρόλος των προμηθευτών πόρων για τις εσωτερικές και παγκόσμιες αγορές στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Οι τρέχουσες υψηλές παγκόσμιες τιμές αγοράς έχουν περισσότερο ως αποτέλεσμα την ισχυροποίηση παρά την αλλαγή αυτού του μηχανισμού. Κεντρικό ζήτημα είναι να ανοίξει η δυνατότητα για την κοινω-
23 ιδέες & θεωρία νία για ένα εναλλακτικό, αυτο-διαχειριζόμενο ενεργειακό σύστημα προμήθειας, με ελάχιστες σχέσεις κυριαρχίας. Ένα τέτοιο εναλλακτικό σύστημα και οι αγώνες και πολιτικές που απαιτεί, θα φέρει αλλαγές ως προς το πώς πρόκειται να εκτελεστεί η επιθυμητή και κοινωνικά αναγκαία εργασία, πώς πρέπει να οργανωθεί ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας, ποια επίπεδα παραγωγής και κατανάλωσης είναι επιθυμητά, και τι ρόλο θα παίξουν το πολιτικό πεδίο και η διαμόρφωση των δομών συμφερόντων. Η βιώσιμη εκμετάλλευση του περιβάλλοντος μπορεί μόνο να τεθεί σε συνδυασμό με την κοινωνικο-οικολογική δικαιοσύνη. Επομένως, το κεντρικό ζήτημα είναι η δημοκρατικά ελεγχόμενη παραγωγή, πρόσβαση και βιώσιμη χρήση της ενέρεγειας. Αυτό περιλαμβάνει όχι απλά επένδυση σε «πράσινους» τομείς, αλλά κυρίως δημοκρατικούς τρόπους λήψης αποφάσεων για επενδύσεις και επίσης μια απάντηση στο θεμελιώδες ερώτημα για το ποιος καλείται να διαμορφώσει την κατεύθυνση ανάπτυξης της κοινωνίας. Μια απελευθερωτική ενεργειακή πολιτική και το αντίστοιχο σύστημα προμήθειας ενέργειας που στηρίζονται στον κοινωνικο-οικολογικό μετασχηματισμό θα εστιάσουν στο γεγονός ότι η έλλειψη πόρων έχει προκύψει από τον καπιταλισμό, και στο ότι οι μορφές που καθορίζουν το πώς γίνεται η διαχείριση τέτοιων κρίσεων – περιλαμβάνοντας την αυξημένη απόδοση πόρων, ύλης και ενέργειας – είναι επίσης καπιταλιστικές. Αυτοί είναι σημαντικοί παράγοντες. Η υλικότητα των κοινωνικών σχέσεων με τη φύση πρέπει να ληφθεί υπόψη, αλλά θα πρέπει να συνδεθούν με τις σχέσεις κοινωνικής εξουσίας και κυριαρχίας. Αυτή η ολοκληρωμένη προοπτική μπορεί να οριοθετηθεί με κανονιστικό τρόπο και να συνδεθεί με αιτήματα για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της κοινωνίας. Η κανονιστική απαίτηση θα ήταν: Η επαρκής προμήθεια ενέργειας πρέπει να οργανωθεί δημοκρατικά και είναι ανθρώπινο δικαίωμα. μετάφραση-επιμέλεια: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΓΑΡΗΣ
24
O
είδαμε... Καφές με άρωμα δακρυγόνων και γεύση καταστολής
Περίπου 70.000 παραγωγοί καφέ διαδήλωσαν στην Κολομβία ενάντια στις χαμηλές τιμές στην αγορά καφέ και τη νεοφιλελεύθερη αγροτική πολιτική της χώρας, που στρέφεται εναντίον των μικροκαλλιεργητών και των συνεταιρισμών προς όφελος της συγκέντρωσης της παραγωγής στα χέρια λίγων. Στήνοντας οδοφράγματα και κηρύσσοντας απεργία διαρκείας σε πολλούς νομούς της Κολομβίας, οι καφετέρος ζητούν αύξηση των επιδοτήσεων για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα από τη μείωση των εξαγωγών τους και τις χαμηλές συγκομιδές, λόγω των σφοδρών βροχοπτώσεων που έπληξαν τη χώρα. Η κυβέρνηση απάντησε στην απεργία με βία και καταστολή ενώ οι καφετέρος συνεχίζουν τον αγώνα, σημειώνοντας πως η Κολομβία πλέον σερβίρει καφέ με άρωμα δακρυγόνων και γεύση καταστολής.
ικοτριβές
Δεν απομακρύνεται ο πυρηνικός εφιάλτης από την Ιαπωνία Στις 11 Μαρτίου, τη δεύτερη επέτειο του πυρηνικού δυστυχήματος στη Φουκουσίμα , διοργανώθηκαν στην Ιαπωνία αντιπυρηνικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Στη φωτογραφία, διαδηλωτές έξω από τα γραφεία της εταιρείας ενέργειας TEPCO, διεκδικούν αποζημιώσεις για τους κατοίκους της Φουκουσίμα και να μην ξανανοίξουν τα πυρηνικά εργοστάσια. Όπως μας ενημερώνει το Αντιπυρηνικό Παρατηρητήριο Μεσογείου (http://www. manw.org), τον “περασμένο Σεπτέμβριο κάτω από την πίεση του ισχυρού αντιπυρηνικού κινήματος της χώρας η Ιαπωνική κυβέρνηση αποφάσισε το κλείσιμο όσων αντιδραστήρων συμπληρώνουν 40 χρόνια λειτουργίας και ακύρωση κάθε νέας κατασκευής. Πρόσφατα όμως η Ιαπωνία ανακοίνωσε την επέκταση του πυρηνικού της προγράμματος ακόμα και στον τομέα των πυρηνικών όπλων”.
Το No-TAV και πάλι στους δρόμους Στις 23 Μαρτίου, περίπου 80.000 διαδηλωτές, τοπικοί ακτιβιστές και μέλη του κινήματος Νo-TAV, περπάτησαν 8 χιλιόμετρα διασχίζοντας την κοιλάδα Susa στη Βόρεια Ιταλία σε μια πορεία αντίστασης στην κατασκευή σιδηροδρομικής υπερταχείας στον Ιταλικό Βορρά. Το κεντρικό σύνθημα της πορείας ήταν ιδιαίτερα συμβολικό: «Υπερασπιστείτε το μέλλον σας». Το κίνημα Νo-TAV υποστηρίζει ότι ο αγώνας τους δεν αφορά απλώς στην παρεμπόδιση της κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής, αλλά την ανάπτυξη ενός εναλλακτικού μοντέλου διαχείρισης των φυσικών πόρων και των δημόσιων αγαθών.
ΗΠΑ: Νόμος η προστασία της Μοσάντο Στις 22 Μαρτίου, η Βουλή των Αντιπροσώπων στις ΗΠΑ, με μια προσθήκη σε νομοθεσία για τους αγρότες, αφαίρεσε από τα Ομοσπονδιακά Δικαστήρια τη δυνατότητα να σταματούν αμέσως τη φύτευση και πώληση σοδειάς από γενετικά τροποποιημένους σπόρους, ανεξάρτητα από ανησυχίες και προφυλάξεις σε σχέση με την υγεία των καταναλωτών. Η πρόβλεψη αυτή, που βαφτίστηκε Monsanto Protection Act από τους επικριτές της, πέρασε χωρίς καν να τηρηθούν οι προβλεπόμενες διαδικασίες στο Κογκρέσο. Ομάδες όπως το «Κέντρο για τη Διατροφική Ασφάλεια» εγκαλούν τον πρόεδρο της αρμόδιας επιτροπής για «κάτω από το τραπέζι» συναλλαγές με την βιομηχανία της βιοτεχνολογίας. Κινήσεις πολιτών ζητούν πλέον από τον πρόεδρο Ομπάμα να θέσει βέτο στη συγκεκριμένη ρύθμιση.
Μάρτιος 2013 – τ. 3
Περισσότερες πληροφορίες για την 24χρονη ιστορία του Νo-TAV στο: http://www.notav.info
Σώστε τις μέλισσές μας! Στις 15 Μαρτίου, μέλη του διεθνούς δικτύου Avaaz έστησαν μια γιγάντια φουσκωτή μέλισσα στις Βρυξέλλες, έξω από συνεδρίαση όπου συζητούνταν πρόταση για την απαγόρευση τεσσάρων εξαιρετικά επικίνδυνων για τις μέλισσες ουσιών (νεο-νικοτινοειδή) που χρησιμοποιουνται σε εντομοκτόνα. Το Avaaz δημοσιοποίησε έτσι την σχετική διαδικτυακή έκκληση προς τους Υπουργούς Γεωργίας της Ε.Ε. που υπογράφουν μέχρι στιγμής 2,5 εκατομύρια άνθρωποι. Όμως, όπως αναφέρουν, τα λόμπι της Bayer, της Syngenta και των άλλων χημικών γιγάντων είναι ισχυρά και η πρόταση της Επιτροπής απέτυχε να εξασφαλίσει την ενισχυμένη πλειοψηφία των εκπροσώπων των κρατών-μελών, με τη Γερμανία, το Ηνωμενο Βασίλειο και άλλες χώρες να απέχουν ή να καταψηφίζουν την διετή αναστολή χρήσης των συγκεκριμένων εντομοκτόνων. Ωστόσο, το θέμα θεσμικά δεν έχει κλείσει και η καμπάνια συνεχίζεται: http://www.avaaz.org/en/hours_to_save_the_bees/