p11905

Page 1

ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ Τ Ε Υ Χ Ο Σ 8 7 • Δ Ε Κ Ε Μ Β Ρ Ι Ο Σ 2 0 1 3 - Ι Α Ν Ο ΥΑ Ρ Ι Ο Σ 2 0 1 4


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΑΙΔΕΙΑ & ΚΟΙΝΩΝΙΑ Περιοδική έκδοση της «Αυγής»

3

ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

4

OΞΥΤΟΝΑ

EKΠΑΙΔΕΥΣΗ 5

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2014: ΟΛΟΚΛΗΡΩΝΕΙ ΤΗΝ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ… ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ

Κυκλοφορεί μαζί

6

ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΜΟΥΣΤΑΦΑ

με την «Κυριακάτικη Αυγή»

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ

την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα

7

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΤΖΕΝΤΑ

Τεύχος 87, Δεκέμβριος 2013

ΠΑΥΛΟΣ ΧΑΡΑΜΗΣ

9

ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΙ ΓΙΑ ΑΓΩΝΕΣ ΘΕΜΗΣ ΚΟΤΣΙΦΑΚΗΣ

Ιανουάριος 2014 Συντακτική Ομάδα: Χρήστος Πιλάλης, Κωνσταντίνα Ρηγοπούλου,

ΕΡΕΥΝΑ 8

Άλκης Ρήγος,

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ ΚΥΠΡΙΑΝΙΔΟΥ

Βασίλης Ρόγγας, Γιώργος Τσιρίδης, Παύλος Χαραμής

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 10

«ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ» ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟΥ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Επικοινωνία: paideia.koinwnia@gmail.com

ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΑΒΙΛΑΣ

11

ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ

facebook: 12

Παιδεία και Κοινωνία

Επιμέλεια: L• Press, τηλ. 210 82.28.258

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΕΙ

ΕΠΩΝΥΜΕΣ ΕΔΡΕΣ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ! ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΠΕΝΤΕ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΙ ΣΥΖΗΤΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ ΜΑΚΗΣ ΚΟΥΖΕΛΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΜΠΑΛΤΑΣ

Ιδιοκτησία:

AΛΚΗΣ ΡΗΓΟΣ

«Η ΑΥΓΗ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΠΟΥΡΔΑΛΑΚΗΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ Α.Ε.» Διεύθυνση: Αγ. Κωνσταντίνου 12,

2

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ 22

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ:

Τηλ. 210 52.31.831

MΙΑ ΡΙΖΙΚΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Fax: 210 52.31.822

Η ΠΡΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ: Η ΠΑΝΤΕΙΟΣ ΑΛΚΗΣ ΡΗΓΟΣ


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

2014 Χρονιά ελπίδας

ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

O

τίτλος του κύριου άρθρου μας για την νέα χρονιά ηχεί, με μια πρώτη ανάγνωση, βολονταριστικός και εξωπραγματικός. Την ώρα που η συστηματική αντιμεταρρύθμιση διάλυσης και απαξίωσης του Δημόσιου Αγαθού της Παιδείας, όπως και κάθε Δημόσιου Αγαθού, έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και τους λειτουργούς της, το μόνο που απομένει είναι το νομοσχέδιο που θα αποτελειώσει και την έρευνα. Την ώρα που ποτέ άλλοτε στην εκπαιδευτική ιστορία αυτού του τόπου, δεν συσσωρεύτηκαν τόσα καταστροφικά, μέσα σε τόσο σύντομο διάστημα. Την ώρα που χιλιάδες σχολεία βασικής εκπαίδευσης κλείσανε, πανεπιστημιακά τμήματα και ολόκληρα ΑΤΕΙ έχουν διαλυθεί, δεκάδες ειδικότητες στην Τεχνική Εκπαίδευση έχουν καταργηθεί και εκατοντάδες εκπαιδευτικοί έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα/απόλυση και το λειτούργημά τους συστηματικά απαξιώνεται, ενώ εκατοντάδες εκλεγμένοι νέοι πανεπιστημιακοί περιμένουν εδώ και χρόνια τον διορισμό τους και κάθε διαμαρτυρία αντιμετωπίζεται με τη βία των ΜΑΤ. Την ώρα που παιδιά λιποθυμούν από την πείνα μέσα στις τάξεις. Την ώρα που ο Προϋπολογισμός για την Παιδεία μειώθηκε στο χαμηλότερο ποσοστό – γύρω στο 2,5% - από την σύσταση του νεοελληνικού κράτους. Την ώρα που ερευνητικά κέντρα κλείνουν ή υποβαθμίζονται δραστικά και οι λειτουργοί τους ζουν μια εντεινόμενη επαγγελματική αβεβαιότητα. Την ώρα που άρχισαν να πουλιόνται πανεπιστημιακές … ‘έδρες’ σε χορηγούς. Την ώρα που η παθογένεια της ιδιωτικής εκπαίδευσης και κυρίως της παραπαιδείας σε όλες τις βαθμίδες, με τις ευλογίες του Κράτους, καλά κρατεί και ανθεί, ενώ οι λειτουργίες της και οι λειτουργοί της μεταφέρονται στο Υπουργείο… Εμπορίου. Την ώρα που η διαρροή νέων επιστημόνων προς το εξωτερικό εντείνεται και η ανεργία των νέων στο εσωτερικό έχει φτάσει στο 60%. Την ώρα που στο εσωτερικό των εκπαιδευτικών θεσμών κυριαρχεί, η νεοφιλελεύθερη χρησιμοθηρική λογική ως αυτονόητος μονόδρομος και πανεπιστημιακοί οργανικοί διανοούμενοι του συστήματος – «μισθοφόρους του σύγχρονου κράτους» τους ονομάτιζε ο Νίκος Πουλαντζάς – παράλληλα με τις συνήθεις πολλαπλά αμειβόμενες εξωπανεπιστημιακές δραστηριότητές τους, καλούν ανενδοίαστα εισαγγελείς να λύσουν ενδοπανεπιστημιακές διαφορές με φοιτητές και συναδέλφους τους. Την ώρα που ο Υπουργός Παιδείας στέλνει στον εισαγγελέα, όχι μόνο τους αγωνιζόμενους Διοικητικούς Υπαλλήλους, αλλά και τα μέλη των Συγκλήτων που σεβάστηκαν τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα και για πρώτη φορά στην πανεπιστημιακή Ιστορία παραπέμπει στο ειδικό πειθαρχικό τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Θ. Πελεγρίνη γιατί υπερασπίστηκε τις συλλογικές αποφάσεις του Ιδρύματος και την συνταγματική του αυτοτέλεια. Την ώρα που μια ενορχηστρωμένη προπαγανδιστική επιχείρηση καθεστωτικών ΜΜΕ Κυβέρνησης και των περισσότερων Συμβουλίων των Ιδρυμάτων, με πρώτο εκείνο του Πανεπιστημίου Αθηνών – ακόμη εκκρεμεί η απόφαση για την αντισυνταγματικότητα αυτού του ιδιότυπου Θεσμού στο ΣτΕ - που θα ζήλευε ακόμη και ο Γκαίμπελς, επιχειρεί - και σε μεγάλο βαθμό κατορθώνει - να ενσταλάξει στα μυαλά μας ότι στη Δημόσια εκπαίδευση και μάλιστα στην Ανώτατη τα πάντα είναι διαλυμένα, αγνοώντας ηθελημένα ότι τα ελληνικά ΑΕΙ βρίσκονται πάνω από το 70% των Ευρωπαϊκών! Την ώρα, δηλαδή, που το τοπίο γίνεται ολοένα και πιο σκοτεινό και το αύριο για την Παιδεία και την Έρευνα φαίνεται να προβάλλει σε όλα τα πεδία εφιαλτικά άλογο και βάρβαρο… …το να μιλάμε για χρονιά ελπίδας, προφανώς μοιάζει εξωπραγματικό. Κι όμως μέσα σ’ αυτή την συγκυρία και ακριβώς λόγω της συνειδητοποίησης της, έχουν δημιουργηθεί μέσα σε εκατοντάδες σχολικά

κύτταρα, μικρές για μεγαλύτερες πρωτοφανέρωτες πρωτοβουλίες αντίστασης, αλληλεγγύης, ευφάνταστων πολιτισμικών δράσεων, κυρίως έξω από τις συνδικαλιστικές εκφράσεις των εκπαιδευτικών. Νέες συσπειρώσεις δασκάλων γονέων και μαθητών δημιουργούνται, κόντρα στην απογοήτευση τον φόβο και την μιζέρια. Την ίδια ώρα που το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών – με θλιβερή εξαίρεση εκείνο των Πανεπιστημιακών – αποτινάζει τον κομματικό/κυβερνητικό έλεγχο και ανοίγεται σε νέους αυτόνομους αγώνες, με αποκορύφωμα την μεγάλη απεργία των Διοικητικών των Πανεπιστημίων, αλλά και τις κινητοποιήσεις της ΟΛΜΕ. Αυτά όλα δημιουργούν ένα νέο εκρηκτικό μείγμα που η ανερχόμενη στην πολιτική σκηνή δύναμη του χώρου μας καλείται, ως αξιωματική αντιπολίτευση, να εκφράσει σε ένα πλατύ και ακηδεμόνευτο ενωτικό αγωνιστικό κίνημα δημοκρατικής ανατροπής. Για την απαρχή μέσα στο 2014 μιας νέας πορείας επαναθεμελίωσης ενός Ανοικτού Δημόσιου και Δωρεάν Ανθρωποκεντρικού Εκπαιδευτικού Συστήματος. Ενός συστήματος λειτουργικά δεμένου σε όλες τις βαθμίδες του όχι μόνο με την, αναγκαία για την παραγωγική και οικολογική ανασυγκρότηση της χώρας, νέα γνώση, αλλά και την δημιουργία ενεργών κριτικά σκεπτόμενων δημοκρατικών πολιτών, ικανών για αισθητική απόλαυση και την χαρά της μάθησης και της ζωής. Γεγονός που απαιτεί υπέρβαση των στενά χρησιμοθηρικών αντιλήψεων για την μόρφωση και την έρευνα. Προς την εμβάθυνση αυτής της αξιακής αντίληψης, επιχειρεί να συμβάλει το αφιέρωμα αυτού του τεύχους, μιας ανοιχτής συζήτησης 5 γνωστών Πανεπιστημιακών. Γιατί ως Αριστεροί Εργαζόμενοι–Διανοούμενοι έχουμε την Ευθύνη όχι μόνο να ανατρέψουμε τις Κασσάνδρες του νεοφιλελεύθερου Καπιταλιστικού ‘μονόδρομου’, αλλά και να συντελέσουμε καταλυτικά στη διάχυση των ιδεολογικών μας αξιών στην πλειονότητα των πολιτών/παραγωγών. Άλλωστε, μια ιδεολογία επαληθεύεται όταν γίνεται ικανή να κινητοποιεί τους ανθρώπους, δείχνοντάς τους –όχι καθοδηγώντας τους – δρόμους αυτόνομης συλλογικής δράσης. Δεν αρκεί να γράφουμε και να διακηρύσσουμε ελευθεριακά οράματα και λεπτομερείς επεξεργασίες. Και έχουμε πλούσιες και θεσμικά άμεσα πραγματοποιήσιμες ειδικά σ’ αυτόν τον προνομιακό χώρο ελεύθερης παραγωγής νέας κριτικής γνώσης: Στόχος, άλλωστε, κάθε ελεύθερης κριτικής γνωσιακής δραστηριότητας – πολιτισμικής, ιδεολογικής, επιστημονικής – δεν είναι μόνο να γνωρίζει, αλλά και να μετασχηματίζει την πραγματικότητα προς την κατεύθυνση που υπαγορεύει η βαθύτερη επιδίωξη της ανθρώπινης ευτυχίας. Και αυτός ο στόχος – ο στόχος μας – κρίνεται κάθε στιγμή στην πράξη, στην αγωνιστική συνέπεια, το ήθος, την ειλικρινή διάθεση προσφοράς – προσωπική και συλλογική – από το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, που ειδικά την περίοδο που ζούμε ένα μεγάλο τμήμα του, επανακαθορίζει τις ιδεολογικοπολιτικές του θέσεις και πεποιθήσεις και στρέφει προς την Ανανεωτική Ριζοσπαστική Αριστερά βλέμμα ελπίδας για μια αντιστροφή της καταστροφικής πορείας του τόπου. Στον καθημερινό αυτό αγώνα, κόντρα στην απαισιοδοξία των ρεαλιστικών αναλύσεων, οφείλουμε, σύμφωνα με τον Αντόνιο Γκράμσι, να δρούμε με αισιοδοξία. Να αναδεικνύουμε καθημερινά το πώς το ρεαλιστικά ‘αδύνατο’, από την σφαίρα του αδιανόητου, μπορεί να μεταφέρεται απτά στη σφαίρα του άμεσα αναγκαίου. Οι αντικειμενικές συνθήκες έχουν ωριμάσει, οι υποκειμενικές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτήν την ιστορική συγκυρία, από μας. Μ’ αυτή την ευθύνη, θεωρούμε το 2014, έτος ελπίδας! Και με αυτή την απτή ελπίδα η Συντακτική Ομάδα του «Παιδεία και Κοινωνία» εύχεται: «Καλό και δημιουργικό 2014» AΛΚΗΣ ΡΗΓΟΣ

3


ΟΞΥΤΟΝΑ WINTER SPORTS ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ με πόσους τρόπους η επιχειρηματικότητα μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία των εκπαιδευτικών θεσμών: παρεμβάσεις στο πρόγραμμα σπουδών, διαφημιστικού χαρακτήρα «κοινωφελείς» δραστηριότητες, συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, εργολαβίες και υπεργολαβίες στον τομέα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών, αξιοποίηση του θεσμού της «μαθητείας», ίδρυση «ιδιωτικών» ακαδημαϊκών εδρών και πολλούς άλλους, ων ουκ έστιν αριθμός. Είναι αδύνατο όμως να πήγε ο νους σας σε αυτό που σκέφτηκε η κυβέρνηση θέτοντας σοβαρή υποψηφιότητα για βραβείο επιχειρηματικότητας και καινοτομίας: Να κλείσει εντελώς τα σχολεία για κάποιες μέρες, ώστε τα παιδιά -μαζί με τους συνοδούς τους- να χρησιμοποιηθούν ευκαιριακά ως τονωτική «καύσιμη ύλη» στην τρέχουσα τουριστική δυσπραγία. Αναφέρουν σχετικά οι κοινωνιολόγοι ότι τον παλιό καιρό, που οι καλοκαιρινές διακοπές στη θάλασσα ήταν όνειρο θερινής νυκτός για τα μέλη της εργατικής τάξης, το μαύρισμα του δέρματος μετά τις διακοπές ήταν επαρκής απόδειξη οικονομικής άνεσης και ευημερίας. Όταν, αργότερα, η πρακτική των θερινών διακοπών διευρύνθηκε προς τα μεσαία και εργατικά στρώματα, το καλοκαιρινό μαύρισμα έχασε την αξία του. Σύντομα αντικαταστάθηκε από το ίχνος που αφήνει γύρω από το πρόσωπο η μάσκα του σκιέρ. Φαίνεται όμως πως ήρθε η ώρα να ξεπεραστεί και αυτό το ταμπού για τα εργατικά στρώματα. Η κυβέρνηση, με τη δραστική παρέμβαση του υπουργείου Παιδείας, άνοιξε διαμιάς νέους ορίζοντες για τα εργατικά στρώματα και τους νεαρούς γόνους τους. Δεν γνωρίζουμε την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές αν τελικά εφαρμοστεί μια τέτοια απόφαση. Δεν χρειάζεται όμως μεγάλη φαντασία για να απεικονίσει κανείς την κατάληξη ενός τέτοιου ενδεχόμενου: Χιλιάδες νέες και νέοι αφήνουν πίσω τους τα σαλέ για να κατακτήσουν τις πιο ψηλές κι απρόσιτες κορυφές της επιτυχίας και της αναγνώρισης, με πανάκριβες στολές και βαρύτιμο εξοπλισμό, τραγουδώντας το νέο μαθητικό ύμνο που λανσάρει το Υπ. Παιδείας σε παραλλαγή του γνωστού άσματος: “We don’t need no education, we just need winter sports…”

ΟΞΥΤΟΝΑ ΑΙΧΜΕΣ

Όλο το τελευταίο διάστημα P λύσσαξαν τα παπαγαλάκια των ΜΜΕ.

p «Ορίστε, τους βλέπετε; Απεργούν και… πληρώνονται». p Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και έγιναν οι δυσβάσταχτες κρατήσεις στους διοικητικούς των πανεπιστημίων. p Και τότε άλλαξαν τροπάριο… p Δεν αποκατέστησαν την αλήθεια.. όχι βέβαια. Αλλά συνόδευσαν τη διαστρέβλωση με ειρωνείες και περισσή απανθρωπιά. p «Ακόμη κι αν πιστέψουμε ότι υπάρχουν υπάλληλοι που δεν έχουν να πληρώσουν το γάλα του παιδιού τους», γράφει ο Μανδραβέλης στην Καθημερινή (21-12)… … αυτό οφείλεται στους συνδικαλιστές, αποφαίνεται με περισσό στόμφο … υπάρχουν άλλωστε και χιλιάδες άνεργοι του ιδιωτικού τομέα με μηδενικό εισόδημα, καταλήγει κυνικά. Γιατί να μη μειωθεί δύο ώρες P το ημερήσιο σχολικό πρόγραμμα διερωτάται ο σ. Νίκος.

p Για ποιο λόγο; Μπας και τονωθεί η κίνηση στις καφετέριες, που έχουν πολλά κεσάτια τελευταία. p Με μια φραπεδιά στο χέρι ξεκινάει αλλιώς η σχολική μέρα… Παπανούτσος, PΠοιος ποιος Γληνός

Ποιος Τριανταφυλλίδης Τώρα ανθεί Μυλόπουλος Και θάλλει Πελεγρίνης p Σημειώνει με άγνοια και κακεντρέχεια στα «κάλαντά του ο Β. Αγγελικόπουλος (Καθημερινή 2212). p Και η δική μας εκδοχή: Πού Παπανούτσος, πού Γληνός; Τα μίντια σαρώνουν και τα διαπλεκόμενα και ψύλλους καλλιγώνουν. Μα όσο κι αν αντρειεύεστε τελειώνουν τα ψωμιά σας κι αυτό θα μείνει από σας: η στάχτη κι η καπνιά σας. Άντε, και καλή (ανατρεπτική) χρονιά!

και ότι αυτοί που προστίθενται είναι πιθανό να αγγίξουν ή και να ξεπεράσουν τους 600, όπως υποστηρίζουν, η ανησυχία των εργαζομένων στο υπουργείο είναι εύλογη. Εμείς αρκούμαστε να προσθέσουμε ότι και αυτό το κτίριο, κληροδότημα των Ολυμπιακών Αγώνων, το έβγαλε στο σφυρί πέρυσι η κυβέρνηση μαζί με πολλά άλλα πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού κράτους, για να αναγκάζεται να πληρώνει στο εξής δυσβάσταχτα ενοίκια στους αγοραστές τους.

ΒΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ

ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟΙ…

4

ΈΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ πρόβλημα «συνωστισμού» καλείται να επιλύσει η ηγεσία της Νεραντζιώτισσας. Πρόκειται για το αδιαχώρητο που αναμένεται σύντομα να προκληθεί στους χώρους όπου στεγάζεται το υπ. Παιδείας τα τελευταία χρόνια. Ο λόγος είναι ότι μετά τη στέγαση ποικίλων υπηρεσιών αρμοδιότητας υπουργείου Παιδείας στο κτίριο αυτό, μέλλεται να ακολουθήσουν και εργαζόμενοι της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού. Όπως τονίζει ο Σύλλογος Εργαζομένων της Κεντρικής Υπηρεσίας του υπ. Παιδείας, ο συνωστισμός στους χώρους του υπουργείου επιβαρύνει αφόρητα τις συνθήκες εργασίας τους, καθώς παραβιάζονται ακόμη και νομικώς προβλεπόμενα όρια υγιεινής και ασφάλειας. Δεδομένου ότι στο οικοδομικό συγκρότημα εργάζονται περίπου 1.200 υπάλληλοι

EΓΚΑΙΡΑ Η ΣΤΗΛΗ είχε προειδοποιήσει πως οι μνημονιακές πολιτικές της ακραίας λιτότητας και της εκμετάλλευσης προϋποθέτουν ως αναγκαία συνοδά στοιχεία τη βία και την καταστολή. Ο εκπαιδευτικός κόσμος είχε τη δυσάρεστη εμπειρία να βιώσει δυο τέτοια χαρακτηριστικά παραδείγματα με το ξεκίνημα του νέου χρόνου. Το πρώτο ήταν η σύλληψη του εκπαιδευτικού, Μέλους του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ, Παύλου Αντωνόπουλου με την απαράδεκτη και αντιδημοκρατική αιτιολογία ότι συμμετείχε σε απαγορευμένη (!) συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στην ΕΕ στα Προπύλαια με την ευκαιρία της ανάληψης της προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα. Το δεύτερο περιστατικό αφορούσε τη βίαιη παρεμπόδιση της συγκέντρωσης των εκπαιδευτικών που βρίσκονται σε διαθεσιμότητα στην Εθνική Οδό την περασμένη εβδομάδα. Αποτέλεσμα του υπερβολικού «ζήλου» και της ωμής βίας των δυνάμεων καταστολής ήταν να βρεθεί ο σύντροφός μας, τ. πρόεδρος της ΟΛΜΕ και μέλος της Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ Γρηγόρης Καλομοίρης με κάταγμα στο χέρι και πολλούς μώλωπες. Δεν φαίνεται να ξεκινά καλά η χρονιά για την κυβέρνηση των μνημονίων και όλα δείχνουν ότι έχουν χάσει την ψυχραιμία τους. Γρηγόρη, σιδερένιος και γρήγορη ανατροπή. Π.Χ.


ΠΑΙΔΕΙΑ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2014:

Ολοκληρώνει την διάλυση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης… ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΣ*

M

ε την δημόσια χρηματοδότηση για την παιδεία να έχει συρρικνωθεί πάνω από 2,5 δις τα τέσσερα τελευταία μνημονιακά χρόνια, ο φετινός προϋπολογισμός για την εκπαίδευση είναι ο ιστορικά χαμηλότερος από την ένταξη της χώρας στο ευρώ. Με 4,6 δις δημόσιας χρηματοδότησης και περίπου μισό δις από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, η εκπαίδευση θα χρηματοδοτηθεί το 2014 με 320 εκατομμύρια λιγότερα από το 2013. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως, πέρα από τα γενικά μεγέθη, να εστιάσει κανείς και στην κατανομή των περικοπών και των δαπανών εντός του γενικού κωδικού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Οι περικοπές προκύπτουν από δύο μεγάλες δεξαμενές, ενώ αντίθετα σε δύο άλλες περιπτώσεις το υπουργείο αποδεικνύεται ιδιαίτερα δαπανηρό. Το μεγάλο θύμα του φετινού προϋπολογισμού είναι η δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από τα 320 εκατομμύρια των γενικών περικοπών στην παιδεία, τα 215 προέρχονται από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Την ίδια στιγμή, από την τριτοβάθμια εκπαίδευση περικόπτονται 130 εκατομμύρια, ενώ αντίθετα ιλιγγιώδη άνοδο παρουσιάζει το κονδύλι των εισαγωγικών εξετάσεων, το οποίο ξεπερνά τα έξι εκατομμύρια ευρώ. Αυξάνονται επίσης οι δαπάνες της κεντρικής υπηρεσίας κατά 42 εκατομμύρια ευρώ, αύξηση η οποία σχετίζεται με την δημιουργία δύο γιγάντιων νομικών προσώπων απευθείας ελεγχόμενων από τον υπουργό, τον ΕΟΠΠΕΠ και το ΙΝΕΔΙΒΙΜ. Σοκ προκαλεί το γεγονός ότι από τα 215 εκατομμύρια περικοπών από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τα 214 αφορούν αποκλειστικά τον κωδικό «αποδοχές και συντάξεις», ο οποίος αναφέρεται ευθέως στους εκπαιδευτικούς της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα τον περασμένο Ιούλιο. Με άλλα λόγια, ο φετινός προϋπολογισμός επικυρώνει, κι ας μην έχει την έγκριση της τρόικα, την συρρίκνωση της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης της χώρας κατά περίπου 1/3, ενώ καθίσταται σαφές ότι πρόθεση του υπουργείου είναι να απολύσει τους εκπαιδευτικούς με το πέρας της περιόδου της διαθεσιμότητας και βέβαια να μην αντικαταστήσει με τίποτα απολύτως, τους τεχνολογικούς κλάδους και τις επαγγελματικές ειδικότητες που κατήργησε χωρίς καμία λογική το καλοκαίρι. Στην μεγάλη δεξαμενή των 214 εκατομμυρίων περικοπών συμπεριλαμβάνονται και αυτές που σχετίζονται με την αύξηση του ωραρίου εργασίας κατά 2 ώρες, με την ταυτό-

* Συνεργάτης ΕΕΚΕ Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ

χρονη μη επαναπρόσληψη πάνω από 10.000 αναπληρωτών και ωρομισθίων εκπαιδευτικών. Ο νόμος του Σεπτεμβρίου για το λύκειο έχει και αυτός τον τραγελαφικό του αντίκτυπο στον φετινό προϋπολογισμό. Μοιραία, αυξάνοντας τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα σε 45 και πλέον, ήταν αναμενόμενο να εκτοξευθεί αναλόγως και το κόστος διεξαγωγής των εξετάσεων εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για το 2014 το συγκεκριμένο κονδύλι προϋπολογίζεται σε 6 εκατομμύρια ευρώ, χρήματα τα οποία απαιτούνται για να χρηματοδοτηθούν οι εξετάσεις, η ανεξάρτητη αρχή που δημιούργησε ο νέος νόμος και η τράπεζα θεμάτων. Την καταστροφή ολοκληρώνει και η μείωση κατά 28 εκατομμύρια ευρώ του προϋπολογισμού των περιφερειακών ενοτήτων (των πρώην νομαρχιών), που αφορά στην χρηματοδότηση των αρμοδιοτήτων τους σε σχέση με την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τα νούμερα είναι και εδώ αποκαλυπτικά. Από 33 εκατομμύρια το 2013, προϋπολογίζονται μόλις 5 για το 2014! Τα ποσά αυτά καλύπτουν κατά βάση την συντήρηση των σχολικών μονάδων, τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ, την θέρμανση, την σχολική φύλαξη και την μεταφορά των μαθητών. Αυτό λοιπόν που λέει με απλά λόγια ο προϋπολογισμός του 2014 για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, είναι ότι στο σύνολό της συρρικνώνεται κατά περίπου 20%, με αντίστοιχη μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού και με την ανάλογη εγκατάλειψη και κατάργηση σχολικών δομών. Αυτή είναι η «μετάφραση» της «δημοσιονομικής προσαρμογής» των 240 εκατομμυρίων ευρώ περικοπών συνολικά από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση,

η οποία εξαφανίζει στην πραγματικότητα το ένα στα πέντε γυμνάσια και λύκεια όλων των τύπων στην χώρα. Το μνημονιακό «ντεκόρ» ολοκληρώνουν τέλος, οι θριαμβολογίες περί περικοπής της δαπάνης για τα σχολικά βιβλία χαρακτηρίζοντας ως «διαρθρωτική μεταρρύθμιση» την «επέκταση της διάρκειας ζωής τους», όπως χαρακτηριστικά επί λέξει αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού. Είναι σαφές ότι αυτή η βίαιη απόσυρση πόρων από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση αφήνει χιλιάδες μαθητές έωλους, ενώ ολόκληροι τομείς της επαγγελματικής εκπαίδευσης περνούν στον απόλυτο έλεγχο της ιδιωτικής αγοράς. Ο μνημονιακός σχεδιασμός άλλωστε δεν είναι άλλος από την άμεση μετατόπιση ενός μεγάλου αριθμού μαθητών από το λύκειο στις σχολές επαγγελματικής κατάρτισης αμέσως μετά το γυμνάσιο. Από την άλλη, με τον πολλαπλασιασμό των εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ενισχύεται η θέση της ιδιωτικής αγοράς παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών, ενώ διαχωρίζεται απολύτως και ο μαθητικός πληθυσμός ανάμεσα σε εκείνους που έχουν να πληρώσουν και σε εκείνους που για οικονομικούς λόγους αποκλείονται από την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση. Με δυο λόγια, το συνολικό «διαρθρωτικό αποτέλεσμα» αυτής της πολιτικής (εάν υιοθετήσει κανείς την τεχνοκρατική ορολογία του προϋπολογισμού) δεν είναι άλλο από την υποβάθμιση του συνολικού επιπέδου εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας με ότι αυτό συνεπάγεται σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.

5


ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Για μια δημοκρατική μειονοτική πολιτική ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΓΙΑΤΡΟΣ, ΠΡΩΗΝ ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ ΣΥΡΙΖΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ, ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΣΥΡΙΖΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ

A

6

υτό το κείμενο το γράφουν και το υπογράφουν δύο άνθρωποι: ένας Έλληνας και ένας Τούρκος. Και οι δύο μένουν στην Κομοτηνή. Το να γράψουν δύο άνθρωποι ένα κείμενο σημαίνει πράγματα. Πριν γράψουν έχουν εδώ και χρόνια ζυμωθεί με τις ιδέες της Αριστεράς αλλά και με την πράξη της, έχουν φάει μαζί και έχουν πιει μαζί. Με λίγα λόγια έχουν εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο. Γιατί ο Άλλος έγινε Ένας και ο Ένας Άλλος. Ο όλος Άλλος όπως έλεγε ο Κωστής Μοσκώφ. Επομένως μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς αυτό πρέπει να κάνει. Να κερδίσει τις ψυχές των ανθρώπων της μειονότητας όχι μόνο με τον λόγο της αλλά με την πράξη της. Ταυτόχρονα να εξηγήσει με σαφή λόγο και στην πλειονότητα πως ότι δημοκρατικό μέτρο θα παίρνει υπέρ της μειονότητας αφορά και στην πλειονότητα. Γιατί η Θράκη έχει δύο πόδια. Πρέπει να πατά και στα δύο. Αν θεωρούμε ότι η εμπιστοσύνη είναι μια εύκολη διαδικασία είναι λάθος. Οι άνθρωποι εδώ μας ξέρουν. Ξέρουν τους ανθρώπους της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ξέρουν και τον λόγο τους και την πράξη τους. Αλλά μια κυβέρνηση ακόμη και της Αριστεράς οφείλει να αποδείξει τον λόγο της. Πριν φτάσουμε στα επιμέρους πρέπει να κατακτήσουμε το πρώτο. Αλλά αυτό το πρώτο μπορεί να κατακτηθεί όταν αρχίσουν να γίνονται και συγκεκριμένα πράγματα. Πρώτο χρέος να φτιάξουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που τα παιδιά της μειονότητας να αισθάνονται ότι μπορούν να υπάρξουν με αξιοπρέπεια. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τα όσα έχουν ήδη γίνει πρέπει να διευρύνουμε τους ορίζοντες. Τα τουρκικά δεν είναι μια «ακατάληπτη» γλώσσα. Είναι μια γλώσσα που την μιλούν 100.000 άνθρωποι στην Θράκη, Έλληνες πολίτες. Κάτω από αυτή την λογική υπάρχουν προτάσεις συγκεκριμένες. Για παράδειγμα, δημιουργία εξατάξιων δημοτικών μειονοτικών σχολείων, συνενώσεις δηλαδή με κριτήρια μόνο και αυστηρά παιδαγωγικά, επίσης δημιουργία πειραματικών πολυπολιτισμικών σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Κομοτηνή, στις Σάπες και στον Ίασμο όπου ο πληθυσμός είναι μεικτός και επίσης διδασκαλία ελληνικών, τούρκικων και ρώσικων όπου αυτό είναι αναγκαίο π.χ. στην Κομοτηνή και στις Σάπες. Επίσης το συντονιστικό της μειονοτικής εκπαίδευσης να μετατραπεί από όργανο ελεγκτικό και με σκοτεινό ρόλο στο παρελθόν σε όργανο στήριξης, όργανο επιστημονικό και παιδαγωγικό που θα βοηθά τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και τους μαθητές. Τέλος η κατάργηση της ΕΠΑΘ δεν φτάνει. Είναι καιρός να δούμε επιτέλους να υπάρχει δουλειά σε βάθος ώστε από το πανεπιστήμιο να βγουν

καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί με όλα εκείνα τα εφόδια ώστε να μπορούν να δουλέψουν στα σχολεία αυτά. Μια κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει να καταλάβει ότι οι πολίτες της μειονότητας είναι Έλληνες πολίτες και δεν είναι δυνατόν να υπάγονται κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη στο Υπουργείο των Εξωτερικών. Δεν είναι δυνατόν επίσης οι όποιοι μηχανισμοί να λειτουργούν σε καθεστώς αδιαφάνειας. Δεν έχουμε ανάγκη από τοποτηρητές μιας εθνικής αλήθειας. Έχουμε ανάγκη από δημοκρατικές αριστερές πολιτικές. Δεν μπορούμε ακόμη να ασχολούμαστε με τον μουφτή και τον τρόπο επιλογής του. Ας βρούμε ένα εκλεκτορικό σώμα και ας τον επιλέγει αυτό το σώμα. Με μια αυστηρή προϋπόθεση, ότι δεν θα έχει καμία δικαστική ή αστική αρμοδιότητα. Μια σοβαρή αριστερή πολιτική οφείλει να στηρίξει την χειραφέτηση της μειονότητας. Ας στρίψουμε αλλιώς. Επί σειρά ετών η ελληνική πολιτεία τόνιζε τον θρησκευτικό χαρακτήρα της μειονότητας. Αυτό αποδείχθηκε λάθος. Μια κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει να φέρει στην βουλή και να κυρώσει την σύμβαση πλαίσιο του ΟΑΣΕ για τις μειονότητες. Στους καιρούς της κρίσης οφείλουμε να βρούμε τρόπους ώστε οι άνθρωποι της μειονότητας μαζί με εκείνους της πλειονότητας θα μπορέσουν να παράξουν και πλούτο και πολιτισμό μαζί. Δεν μπορούμε ακόμη να συζητάμε για την διατήρηση της σαρία σε χώρα της Ευρώπης. Δεν είναι δυνατόν ακόμη και σήμερα να μην υλοποι-

Πρώτο χρέος να φτιάξουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που τα παιδιά της μειονότητας να αισθάνονται ότι μπορούν να υπάρξουν με αξιοπρέπεια. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τα όσα έχουν ήδη γίνει πρέπει να διευρύνουμε τους ορίζοντες. Τα τουρκικά δεν είναι μια «ακατάληπτη» γλώσσα. Είναι μια γλώσσα που την μιλούν 100.000 άνθρωποι στην Θράκη, Έλληνες πολίτες

ούνται αποφάσεις του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσον αφορά στην ονοματοδοσία των συλλόγων της μειονότητας. Οι ορφανές πινακίδες προσβάλλουν την αξιοπρέπεια των ανθρώπων της μειονότητας αλλά και το αίσθημα της δημοκρατίας. Μα πάνω απ’ όλα οφείλουμε να συζητήσουμε με τους ανθρώπους. Οι σκέψεις μας, οι πολιτικές μας δεν πρέπει να είναι ερήμην των πολιτών της μειονότητας. Να γίνουν κτήμα τους και μέσα από κοινό μόχθο να υλοποιηθούν. Να ακούσουμε με υπομονή και να δουλέψουμε με επιμονή. Να παραμερίσουμε σκιές και φαντάσματα που βάζουν φραγμό στις δημοκρατικές εξελίξεις. Γιατί οι σκελετοί στην ντουλάπα έχουν δυο σημαίες και μια ιδέα: τον αγοραίο εθνικισμό. Εμείς οφείλουμε να έχουμε μια ιδέα, την δημοκρατία στην πράξη και να αδειάσουμε την ντουλάπα από τους σκελετούς. Τότε οι άνθρωποι θα εμπιστευτούν και την πράξη μας. Δεν είναι εύκολο αλλά για τα δύσκολα είναι η Αριστερά δεν είναι για τα εύκολα. Θα πρέπει να αντιπαλέψει ιδεοληψίες και μηχανισμούς αλλά και φοβίες. Θα πρέπει να αντιπαλέψει αναστολές που υπάρχουν ακόμη και μέσα στην ίδια. Γι’ αυτό επιμένουμε, καθαρό παιχνίδι, καθαροί κανόνες που δεν αλλάζουν συνέχεια όπως γίνεται σήμερα, δηλαδή δημοκρατία. Αυτήν έχουμε ανάγκη. Αυτήν οφείλουμε να οικοδομήσουμε. Γιατί μόνο κάτω από αυτήν την προϋπόθεση θα δημιουργηθεί το πλαίσιο εκείνο που θα μας επιστρέψει να ασκήσουμε πολιτικές που θα φέρουν αποτελέσματα ουσίας για τους ανθρώπους της μειονότητας αλλά και για τους ανθρώπους της Θράκης συνολικότερα. Αυτό είναι το ακριβό ζητούμενο εν τέλει.


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

Ελληνική προεδρία και ευρωπαϊκή εκπαιδευτική ατζέντα ΠΑΥΛΟΣ ΧΑΡΑΜΗΣ*

E

ορταστικό διάκοσμο μιας τυπικής διαδικασίας αποτελούν πλέον οι ανά εξάμηνο εναλλασσόμενες προεδρίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες και η διαφυγή από την «πεπατημένη» του νεοφιλελευθερισμού φαντάζει αδύνατη. Ειδικά η ελληνική προεδρία, με δεδομένες τις προτεραιότητες και τις στοχεύσεις της κυβέρνησης των Σαμαρά και Βενιζέλου, πόρρω απέχει από μια τέτοια προοπτική. Η ίδια φθορά και αποτελμάτωση παρατηρείται αναπόφευκτα και στα εκπαιδευτικά ζητήματα. Πρυτανεύει η διεκπεραίωση μιας πολιτικής που έχει ήδη σχεδιαστεί κεντρικά και που όλο και περισσότερο επιτονίζει τα νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά της, μακριά από τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των καιρών. Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί να εκμεταλλευτεί κάθε δυνατότητα που της παρέχει η ελληνική προεδρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια απέλπιδα προσπάθεια για τη δημιουργία θετικών εντυπώσεων και τον προσπορισμό ωφελημάτων στον τομέα της επικοινωνίας ενόψει των αναμενόμενων εκλογικών αναμετρήσεων. Κεντρικό στοιχείο του σχεδιασμού που θέλουν να προβάλουν οι κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ στον τομέα της εκπαίδευσης, με δεδομένο το ισχύον οικονομικό πλαίσιο - οικονομικοί περιορισμοί και περικοπές – είναι η στενότερη σύνδεση της εκπαίδευσης και της κατάρτισης με την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή. Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, ισχυρίζονται οι σχεδιαστές της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, πρέπει να συμβάλλουν σε μια αειφόρο οικονομική ευημερία και στην εξασφάλιση θέσεων εργασίας, ειδικά για τους νέους. Αυτό επιδιώκεται να επιτευχθεί με δύο τρόπους: με την προαγωγή της παγκοσμιοποιημένης αγοράς εργασίας των ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών και της καινοτομίας, και με τη διασφάλιση των αναγκαίων δεξιοτήτων και ικανοτήτων για κάθε πολίτη της ΕΕ. Η προαγωγή των δημοκρατικών αξιών, ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, η κοινωνική συνοχή, η προετοιμασία των νέων για ενεργητική συμμετοχή στα κοινά, η περιβαλλοντική ευαισθησία και η διαπολιτισμική συνείδηση είναι ο συμπληρωματικός διάκοσμος που διανθίζει αυτή τη ρητορική. Σε αυτό το πλαίσιο, κατά τη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας θα τεθούν σε δημόσια συζήτηση δύο ντοκουμέντα στα οποία η ΕΕ δίνει μεγάλη σημασία. * πρόεδρος του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ

Πρόκειται αφενός για τα πορίσματα του Προγράμματος «PISA 2012» που υλοποίησε ο ΟΟΣΑ, και αφετέρου τα συμπεράσματα του Προγράμματος για τη Διεθνή Αξιολόγηση των Ικανοτήτων των Ενηλίκων (PIAAC), που υλοποιήθηκε από την ΕΕ. Τα ντοκουμέντα αυτά αναμένεται να συζητηθούν τον προσεχή Φεβρουάριο και θα οδηγήσουν στη λήψη αντίστοιχων μέτρων. Βασικά θέματα σε αυτή τη συζήτηση, ανάμεσα σε άλλα, θα είναι οι ψηφιακές δεξιότητες και ο ψηφιακός αλφαβητισμός, οι μέθοδοι μάθησης, η αξιοποίηση των ανοιχτών πόρων εκπαίδευσης και η μαθητεία. Παράλληλα, η ελληνική

προεδρία θα δώσει ιδιαίτερο βάρος στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, με αιχμή την εναρμόνιση των ικανοτήτων μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Στη Σύνοδο των υπουργών παιδείας και νεολαίας του προσεχούς Ιουνίου θα συζητηθεί το θέμα της «διασφάλισης της ποιότητας» σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης και κατάρτισης. Άλλα ζητήματα που έχουν ενταχθεί στην ατζέντα της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ είναι το νέο σύστημα κατάταξης των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων «U-Multirank», η εφαρμογή του νέου προγράμματος «Έρασμος» (Erasmus +), η περαιτέρω προώθηση της γλωσσομάθειας των νέων ως «ουσιαστικού στοιχείου μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας της γνώσης»

και η αρχική εκπαίδευση και συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Τέλος, στο πεδίο της ισότητας και της κοινωνικής συνοχής η προεδρία θα δώσει ιδιαίτερο βάρος στην προσχολική εκπαίδευση και στην πρώιμη σχολική διακοπή (διαρροή). Μια παρόμοια ιεράρχηση παρατηρείται και στα ζητήματα της νεολαίας, όπου έμφαση θα δοθεί επίσης στην προώθηση της κοινωνικής συνοχής. Πρόθεση είναι να ληφθούν μέτρα για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού των νέων, σε τομείς όπως η κουλτούρα και η επιχειρηματικότητα. Τρία τουλάχιστον βασικά σημεία τεκμηριώνουν τον υποκριτικό χαρακτήρα αυτής της ρητορικής. Το πρώτο αφορά μια θεμελιακή αντίφαση που επισημαίνεται ανάμεσα στις διακηρύξεις και την πράξη: ενώ προβάλλεται σε κάθε ευκαιρία η ανάγκη να διατηρηθεί ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης, οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες στις περισσότερες χώρες καθιστούν πλήρως απαγορευτικό αυτό το στόχο. Το δεύτερο αφορά τις κοινωνικές διαστάσεις αυτής της πολιτικής: είναι εύκολη η ρητορική της προώθησης της ένταξης μέσω της εκπαίδευσης και της κοινωνικής συνοχής, αλλά οι πολιτικές της πρόσδεσης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στα επιχειρηματικά συμφέροντα και των ιδιωτικοποιήσεων κινούνται προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Το τρίτο αποτελεί την αναπόφευκτη προέκταση των άλλων δύο: όσο κι αν προβάλλεται η ανάγκη για παράλληλη προώθηση της αποτελεσματικότητας και της ισότητας στην εκπαίδευση, εκείνο που τελικά επιδιώκεται είναι η βελτίωση της ποιότητας για ολοένα και λιγότερους. Ταυτόχρονα, αυξάνεται ραγδαία ο αριθμός των νέων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την εκπαίδευση χωρίς να έχουν καν συμπληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση και χωρίς να διαθέτουν κάποια επαρκή πιστοποίηση. Είναι προφανές ότι χωρίς μια συνολική επαναθεμελίωση της ΕΕ και ένα ριζικό αναπροσανατολισμό της, ώστε να ενισχυθούν τα πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της, σε αντίθεση με τις πολιτικές της ενίσχυσης του ρόλου των αγορών και των τραπεζών, δεν δικαιώνεται η ύπαρξή της. Καθώς μάλιστα στην Ελλάδα έχει επιβληθεί ένας ρόλος πειραματόζωου σε ό,τι αφορά τη λιτότητα και τις περικοπές, θα είχε δικαίωμα όσο και υποχρέωση η ελληνική κυβέρνηση να προωθήσει μια διαφορετική πολιτική, για μια Ευρώπη της ανάπτυξης, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, με έμφαση στην κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη. Μια τέτοια πολιτική όμως είναι εντελώς ξένη προς τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της παρούσας κυβέρνησης.

7


ΕΡΕΥΝΑ

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ ΚΥΠΡΙΑΝΙΔΟΥ*

ΣΗΜΕΡΑ, εν μέσω πολυετούς κρίσης και ύφεσης και ενώ οι νέοι επιστήμονες ήδη μεταναστεύουν μαζικά και η ανεργία καλπάζει, μεγάλη κουβέντα γίνεται σχετικά με τον «νέο» ρόλο που πρέπει να παίξουν η Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία για την έξοδο από την κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, και σε συντονισμό με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για την Έρευνα και Καινοτομία, το ΥΠΑΙΘ και η ΓΓΕΤ κατέθεσαν στη δημόσια διαβούλευση τον περασμένο Δεκέμβριο (9-30/12) νέο Σχέδιο Νόμου. Όπως αναφέρθηκε και σε επίσημες δηλώσεις, στόχος είναι η δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών για τη διασύνδεση της έρευνας με την επιχειρηματικότητα, βασική προϋπόθεση για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Το Σχέδιο Νόμου συνδυάζεται με το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Έρευνα και Καινοτομία (ΕΤΑΚ) 2014-2020 και το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» προκειμένου, όπως λέγεται, η χώρα να συμβάλλει στις προσπάθειες της Ευρώπης να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να ενισχύσει την παγκόσμια ανταγωνιστικότητά της σε τομείς αιχμής. Στο πλαίσιο αυτό, το Σ/Ν αποτελεί μια προσπάθεια στείρας, πιστής αντιγραφής των ευρωπαϊκών πολιτικών. Δεν προσπαθεί να απαντήσει στα δύσκολα προβλήματα του ελληνικού παραδείγματος, στις σημερινές σύνθετες ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Παραγνωρίζοντας τις σημερινές αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας, τις χρόνιες παραμορφώσεις του οικονομικού μοντέλου, αλλά και τις σοβαρές ανισομέρειες εντός ΕΕ ειδικά στους τομείς της Έρευνας & Καινοτομίας, το Σ/Ν χαρακτηρίζεται από ιδεοληψία νεοφιλελεύθερης αντίληψης για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία περιγράφοντας ως στόχο: «την ενίσχυση των επενδύσεων στην ΕΤΑΚ και τον ελεύθερο ανταγωνισμό». Εφόσον εφαρμοστεί, θα οδηγήσει σε αναπροσανατολισμό τη δημόσια Έρευνα βάζοντας τα θεμέλια για πλήρη απορρύθμιση, η οποία ενδέχεται να καθορίσει το τεχνολογικό και αναπτυξιακό αύριο της χώρας. Από την άλλη πλευρά, το Σ/Ν δεν καλύπτει ώριμες ανάγκες για επικαιροποίηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου ευρισκόμενο στους αντίποδες του Ν.1514/85. Εάν δεν περιέγραφε μία εντελώς διαφορετική κατεύθυνση για το μέχρι τώρα δημόσιο σύστημα Ε&Α, θα μπορούσε κανείς να το συγκρίνει με τον Ν.2919/2001 («Σύνδεση Έρευνας & Τεχνολογίας με την παραγωγή και άλλες διατάξεις»). Βασικά στοιχεία του είναι: Η ριζική αναθεώρηση του ρόλου και των προτεραιοτήτων των δημόσιων ερευνητικών φορέων και η μετατροπή τους από φορείς παραγωγής νέας γνώσης με σκοπό το δημόσιο συμφέρον, σε φορείς εκπόνησης στοχευμένης έρευνας με βάση βραχυπρόθεσμες ανάγκες των επιχειρήσεων και της αγοράς. Η περαιτέρω συρρίκνωση του ακαδημαϊκού ρόλου ειδικά των δημόσιων Ερευνητικών Κέντρων.

8

* Δρ. Χημικός, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος Υπεύθυνη συντονισμού της Θεματικής για την Έρευνα-Τμήμα Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ

Η δημιουργία κατάλληλου θεσμικού και χρηματοδοτικού περιβάλλοντος για τη μετατροπή δημόσιων και εθνικής ή/και διεθνούς εμβέλειας ερευνητικών και τεχνολογικών υποδομών σε υποδομές του ιδιωτικού τομέα. Η θέσπιση χρηματοδοτικών όρων, φοροαπαλλαγών και άλλων διευκολύνσεων προς τις επιχειρήσεις ως προς τη χρήση των διατιθέμενων πόρων για Ε&Α. Η περαιτέρω περικοπή της δημόσιας χρηματοδότησης προς τους ερευνητικούς φορείς. Ο περαιτέρω συγκεντρωτισμός στο μοντέλο διοίκησης και στη λήψη αποφάσεων. Με τον τρόπο αυτό, κατά τη γνώμη μας, το Σ/Ν δεν πρόκειται να εξυπηρετήσει την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας, ούτε το δημόσιο συμφέρον. Το δημόσιο σύστημα Ε&Α δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ύπαρξη και λειτουργία καινοτόμου παραγωγικού τομέα, ούτε επιτρέπεται να ιδιωτικοποιηθούν κρίσιμες ερευνητικές και τεχνολογικές δημόσιες υποδομές. Είναι γεγονός ότι φτωχή ήταν και είναι η συνεργασία των δημοσίων φορέων της έρευνας με τον ιδιωτικό τομέα, πράγμα που αποτυπώνεται και στα διαθέσιμα στοιχεία: Για το 2006, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο διατίθενται στοιχεία (!), οι δαπάνες των επιχειρήσεων για Ε&Α ήταν από τις χαμηλότερες στον ΟΟΣΑ και η ακαθάριστη εγχώρια δαπάνη για Ε&Α αναλογούσε σε €1,223 δις ή 0,6% του ΑΕΠ (έναντι 1.9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) και αφορούσε κυρίως δημόσιους πόρους. Όμως, η περιορισμένη έρευνα που διεξάγεται στον ιδιωτικό τομέα και τα χαμηλά επίπεδα καινοτομίας, είναι στοιχεία που έχουν να κάνουν με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα που δεν έχει εύκολη απάντηση και το οποίο απαιτεί μια συνολικότερη κατά τη γνώμη μας αναπτυξιακή και οικονομική πολιτική. Με μεγάλη ευκολία αποδίδονται ευθύνες σήμερα στο δημόσιο ερευνητικό σύστημα και στο ανθρώπινο δυναμικό του για προβλήματα της αγοράς σε μια προσπάθεια να ενοχοποιηθεί και να αποδεχθεί τη μετάλλαξή του. Στο πλαίσιο παρόμοιων νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων, πότε φταίει η διόγκωση του δημόσιου τομέα, πότε ότι ο ερευνητής είναι δημόσιος υπάλληλος και δεν κινητοποιείται ώστε να αξιοποιήσει εμπορικά τα ερευνητικά αποτελέσματα κλπ. Απέναντι σε όλη αυτή τη προβληματική πρέπει από την πλευρά μας να θέσουμε μια κατεξοχήν θεωρητική αιτιολόγηση, που αφορά στην υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της έρευνας και τη διασύνδεσή της με την κοινωνία. Οι φορείς που υλοποιούν ΕΤΑΚ, τα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο καινοτόμος βιομηχανικός τομέας οφείλουν να έχουν ισόρροπο, διακριτό και συνεργατικό ρόλο υπό την εποπτεία της Πολιτείας και του Κράτους (τρίγωνο της γνώσης). Από τη πλευρά τους οι δημόσιοι φορείς Ε&Α πρέπει να λειτουργούν με σκοπό το δημόσιο συμφέρον και να συμβάλουν στη υγεία, την ασφάλεια της χώρας, του περιβάλλοντος & του πολίτη. Δεν είναι τυχαίο, που παγκοσμίως είναι υπό δημόσια χρηματοδότηση, παίζουν τον κύριο ρόλο σε διεθνείς συνεργασίες, ερευνητικά δίκτυα κλπ και αποτελούν βασική προϋπόθεση για την έρευνα που διεξάγεται στον ιδιωτικό τομέα. Δυστυχώς το ελληνικό σύστημα Ε&Α υποφέρει επί δε-

καετίες από έλλειψη μακροπρόθεσμου οράματος και εθνικής στρατηγικής. Η σποραδική φύση της χρηματοδότησης έργων, προγραμμάτων, υποτροφιών, η πλήρης εξάρτηση από χρηματοδοτήσεις των ΠΠ της ΕΕ – σε θεματικές προτεραιότητες της ΕΕ, η μακρόχρονη περικοπή δαπανών για Ε&Α, η απουσία Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, η μη προκήρυξη θέσεων νέων ερευνητών, η μικροδιαχείριση, το πελατειακό κράτος, οι διευθυντικές ιεραρχίες και άλλα γνωστά δεινά, αποτελούν κοινό τόπο. Την αλήθεια αυτή διαπιστώνει με τον δικό της τρόπο και η έκθεση της RAND Europe, μια σύντομη ανασκόπηση του ελληνικού συστήματος Ε&Α που εκπονήθηκε το 2011 κατ’ ανάθεση του ΥΠΑΙΘ και η οποία έμεινε στα χαρτιά και δεν τροφοδότησε πολιτικές αποφάσεις. Τα αξιοσημείωτα ερευνητικά επιτεύγματα τα οποία κατά γενική ομολογία υπάρχουν, δεν οφείλονται σε μακρόπνοες πολιτικές που αποδίδουν σταθερά ερευνητικά αποτελέσματα, αλλά στο πείσμα και στο υψηλό επίπεδο ειδίκευσης των ελλήνων και ελληνίδων επιστημόνων, που παρά τις δυσμενείς συνθήκες, στάθηκαν με επιτυχίες απέναντι στον ευρωπαϊκό και διεθνή ανταγωνισμό - με όποιο κόστος και εάν αυτό είχε τελικά, τόσο στο ερευνητικό περιβάλλον, όσο και στον περαιτέρω κατακερματισμό του ερευνητικού ιστού, του ανθρώπινου δυναμικού και των πόρων. Σήμερα δεν υπάρχει άλλος καιρός για χάσιμο. Η πλειοψηφία των ερευνητών ανώτερων βαθμίδων συνταξιοδοτείται και οι υποδομές απαξιώνονται. Οι νεότεροι επιστήμονες όταν δεν μεταναστεύουν, απασχολούνται ως εργολάβοι με μπλοκάκια και οι συνδικαλιστικοί φορείς της έρευνας διαπιστώνουν συνθήκες σοβαρής απειλής για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Πρέπει επειγόντως να συνειδητοποιήσουν οι κρατούντες ότι η έρευνα και η τεχνολογία, παρά τη μαγεία που αναμφιβόλως εξασκούν στον ανθρώπινο νου, δεν έχουν μαγικές ιδιότητες: χωρίς επενδύσεις από την Πολιτεία, χωρίς στρατηγική και προγραμματισμό, η δημόσια έρευνα δεν θα μπορέσει να αποτελέσει λύση, αλλά θα συνεχίσει να είναι μέρος του προβλήματος. Για τη παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την υλοποίηση του προγράμματος μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, η αξιοποίηση της Ε&Α και του εγχώριου επιστημονικού δυναμικού πρέπει να αποτελούν κομβικό στοιχείο. Για να υπάρξουν χρήσιμα για τη κοινωνία και την οικονομία αποτελέσματα, χρειαζόμαστε ένα δημόσιο σύστημα Ε&Α με σαφή και μακρόχρονη στρατηγική και με ένα επίπεδο αυτονομίας, αυτορρυθμιζόμενο μέσω των αυτόνομων θεσμών του υπό την εποπτεία του Κράτους, το οποίο θα μπορεί να εξηγεί κάθε στιγμή στη Κοινωνία τη χρήση του δημοσίου χρήματος. Ένα τέτοιο σύστημα, μπορεί παράλληλα με την έρευνα υψηλού επιπέδου, να προωθήσει συνεταιριστικά σχήματα που να δίνουν διέξοδο στην επιχειρηματική δραστηριότητα νέων επιστημόνων, να υποστηρίξει δράσεις μεταφοράς τεχνολογίας, να αφήσει χώρο για δημιουργία μικρών και μικρομεσαίων εταιρειών έντασης γνώσης σε τομείς ειδικά όπου η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, συμπεριλαμβανομένων των τεχνών και των ανθρωπιστικών & κοινωνικών επιστημών και να παίξει ρόλο στη δημιουργία οικονομικού και κοινωνικού αποτελέσματος και νέων σταθερών θέσεων απασχόλησης.


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

Διαθέσιμοι για αγώνες ΘΕΜΗΣ ΚΟΤΣΙΦΑΚΗΣ*

Μ

ε ένα τιποτένιο «μη έγγραφο» που δίνει στη δημοσιότητα το Υπουργείο Παιδείας το απόγευμα της 9ης Ιουλίου 2013, 2424 εκπαιδευτικοί της Τεχνικής – Επαγγελματικής Εκπαίδευσης μπαίνουμε στην διαθεσιμότητα και στον προθάλαμο της απόλυσης, ελέω μιας ανηλεούς κυβέρνησης και της τρόικας. Από αυτούς πάνω από 400 έμπειροι και προσοντούχοι εκπαιδευτικοί μετατρέπονται σε διοικητικούς υπαλλήλους και αρκετοί άλλοι σπρώχνονται με βίαιο τρόπο σε πρόωρη σύνταξη – επίδομα. Σήμερα περίπου 500 εκπαιδευτικοί απειλούνται με απόλυση στις 22 Μάρτη 2014, ημερομηνία που λήγει το 8μηνο της διαθεσιμότητας. Για να μην ξεχνούμε 153 βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έβαλαν την υπογραφή τους στο έγκλημα. Γιατί για εγκληματική πολιτική κατά του δημόσιου σχολείου και της ζωής των μαθητών, των οικογενειών τους και των εκπαιδευτικών πρόκειται. Μαύρο καλοκαίρι για τους εκπαιδευτικούς που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση χωρίς καμιά δική τους ευθύνη. Μαύρο το φθινόπωρο και για τους μαθητές. Το 33% των μαθητών (πάνω από 20.000 ανά έτος) στα ΕΠΑΛ και στις ΕΠΑΣ χάνουν τις ειδικότητες που ήθελαν να σπουδάσουν στο δημόσιο σχολείο. Οι μαθητές της Γ’ ΕΠΑΛ και της Β’ ΕΠΑΣ έχασαν και χάνουν χιλιάδες ώρες μαθημάτων ειδικότητας εδώ και τέσσερις μήνες ακόμα και σε πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, εξαιτίας της διαθεσιμότητας των καθηγητών τους. Επίσης 829 πολυδάπανα εργαστήρια στα τεχνικά σχολεία αχρηστεύονται. Οι ιδιώτες σχολάρχες θριαμβολογούν. Ο Υπουργός Παιδείας παρευρίσκεται τον Ιούλιο λίγες ημέρες πριν στα εγκαίνια μεγάλου ιδιωτικού ΙΕΚ. Οι πιο περιζήτητες ειδικότητες (υγείας – πρόνοιας, εφαρμοσμένων τεχνών και αισθητικής – κομμωτικής) παραδίνονται στα Ιδιωτικά ΙΕΚ. Δεύτερο δωράκι, η δυνατότητα που δίνεται στα ιδιωτικά ΙΕΚ, χωρίς άλλη αδειοδότηση και επιπλέον έξοδα, να διευρύνουν την «πελατεία» τους με τη δημιουργία των μεταγυμνασιακών σχολών κατάρτισης (ΣΕΚ). Πρόσφατα, με νέα τροπολογία σε άσχετο νομοσχέδιο, λίγο πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων, ο Υπουργός Παιδείας έδωσε ακόμα ένα «δωράκι» στους ιδιώτες. Έτσι τα ιδιωτικά ΙΕΚ και ΣΕΚ έχουν πλέον τη δυνατότητα, μόνο αυτά, να λειτουργούν όποια ειδικότητα επιθυμούν, ακόμα και αν δεν προβλέπεται από το νόμο! Εξαιρετικά! Όλο το προηγούμενο διάστημα με συνεχείς διαβεβαιώσεις και διαψεύσεις οι Υπουργοί Παιδείας και Διοικητικής Μεταρρύθμισης προσπαθούν να μας πείσουν ότι η διαθεσιμότητα των εκπαιδευτικών και γενικότερα των εργαζομένων στο δημόσιο δεν οδηγεί σε απολύσεις. Διαψεύδονται όμως οικτρά από αυτά που έχουν συνυπογράψει η κυβέρνηση με την τρόικα. Συγκεκριμένα, έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ιούλιος 2013) η οποία αξιο* Πρόεδρος ΟΛΜΕ

Δεν διαπραγματευόμαστε με ποια «αξιολόγηση» ή ποια θα είναι τα «καλά» κριτήρια, για να απολυθούν συνάδελφοί μας. Για μας, καμιά απόλυση εκπαιδευτικού δεν είναι αποδεκτή. Δεν περισσεύει κανείς και καμιά

λογεί το μνημόνιο και τα μέτρα που λαμβάνονται αναφέρεται ρητά ότι «Η συνάφεια των στόχων κινητικότητας με τους στόχους της εξόδου συνεπάγεται ότι ένα σημαντικό μέρος αυτών στο σύστημα τελικά θα οδηγηθεί στην έξοδο». Έξοδος=απολύσεις. Ολόκληρη αυτή τη δύσκολη περίοδο οι εκπαιδευτικοί δίνουμε μια δύσκολη και σκληρή μάχη. Όμως τη δίνουμε συλλογικά με πρωτόγνωρη αγωνιστικότητα αλλά και προβλήματα, που όμως λύνονται όταν υπάρχει η συλλογική σκέψη και επικρατεί το συλλογικό συμφέρον. Η κυβέρνηση προσπαθεί με διάφορους τρόπους να μας διασπάσει αξιοποιώντας και τις ενδοκλαδικές αντιθέσεις. Μια με τις περιορισμένες θέσεις για μετάταξη, την άλλη με τις μοριοδοτήσεις. Εμείς από

την πλευρά μας είμαστε σαφείς, δεν διαπραγματευόμαστε με ποια «αξιολόγηση» ή ποια θα είναι τα «καλά» κριτήρια, για να απολυθούν συνάδελφοί μας. Για μας, καμιά απόλυση εκπαιδευτικού δεν είναι αποδεκτή. Δεν περισσεύει κανείς και καμιά. Είναι όμως σαφές τι επιδιώκει η κυβέρνηση. Με το «διαίρει και βασίλευε» ανάμεσα στους εργαζόμενους, με την πολιτική δυσφήμησης των εκπαιδευτικών επιχειρεί να δικαιολογήσει στην κοινωνία τις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις εκπαιδευτικών. Εμείς απαντάμε ενωμένοι. Είναι πια τόσο φανερή η στόχευσή τους, που δεν «τσιμπάμε». Προασπίζουμε την ενότητα του κλάδου μας. Ξέρουμε καλά πως η πολιτική τους δεν κάνει διακρίσεις. Η εμπειρία από τις καταργήσεις ολόκληρων τομέων και ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ και τις ΕΠΑΣ αυτό δείχνει. Ο ίδιος ο Υπουργός στην πρόσφατη συνάντηση με το ΔΣ της ΟΛΜΕ χαρακτήρισε την διαθεσιμότητα κατάρα και δήλωσε ότι δεν περισσεύει κανείς εκπαιδευτικός. Έχουν πράγματι αξία αυτές οι δηλώσεις; Σε λίγες ημέρες θα γνωρίζουμε. Σε πρόσφατη επιστολή μου προς τον Υπουργό Παιδείας αναρωτιόμουνα: «Αλήθεια, πως θα αισθάνεται ένας Υπουργός Παιδείας όταν θα είναι ο πρώτος Υπουργός, προερχόμενος μάλιστα και από το χώρο της εκπαίδευσης, που θα «βάψει με αίμα» τα χέρια του και θα βάλει την υπογραφή του στις πρώτες απολύσεις εκπαιδευτικών;». Τα περιθώρια έχουν στενέψει δραματικά. Προετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη μάχη που έρχεται, με ενότητα και αποφασιστικότητα, χτίζοντας τις κατάλληλες κοινωνικές συμμαχίες. Με τους γονείς και τους μαθητές μας. Με όλους τους εργαζόμενους. Με όλη την κοινωνία. Για να αποτραπούν οι απολύσεις εκπαιδευτικών και σχολικών φυλάκων. Όχι άλλα πλήγματα στο δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς. Κανείς μαθητής, κανείς εκπαιδευτικός δεν περισσεύει.

9


ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

«Πρωτογενές πλεόνασμα» βίας και αυταρχισμού στα Πανεπιστήμια και σε όλη την εκπαίδευση ΤΑΣΟΣ ΚΟΥΡΑΚΗΣ*

H

10

οικονομική κρίση πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Στην Ελλάδα όμως η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη. Η νεοφιλελεύθερη λογική σταδιακής εκχώρησης της Παιδείας στις επιταγές της αγοράς, η οποία συνδέεται άρρηκτα με την εφαρμογή των μνημονιακών πολιτικών της λιτότητας και των απολύσεων, έχει οδηγήσει τα Ιδρύματα σε πραγματικό αδιέξοδο. Προφανής στόχος είναι η υποβάθμιση και η απαξίωση των πανεπιστημίων, τα οποία αδυνατώντας πια να αντεπεξέλθουν, εξωθούνται στο να βάλουν δίδακτρα και να βρουν «χορηγούς», προκειμένου να στηρίξουν την εκπαιδευτική και την ερευνητική τους δραστηριότητα. Ταυτόχρονα, επιχειρείται να ακυρωθούν στην πράξη, κάποιες από τις σημαντικότερες κατακτήσεις της μεταπολίτευσης: Ο εκδημοκρατισμός της ανώτατης παιδείας, καθώς και η παραγωγή κριτικής σκέψης, ικανής να αμφισβητήσει τη καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, είναι δύο ενοχλητικά «συστατικά» που πρέπει να εξαλειφθούν. Να ακυρωθεί δηλαδή στην πράξη, ο ισχυρός δεσμός γνώσης, κοινωνικής συνείδησης, ελευθερίας και ευθύνης που σφυρηλατείται στα ακαδημαϊκά περιβάλλοντα. Όπως επίσης, να κατασταλούν οι κοινωνικές αντιδράσεις που ζυμώνονται και εκδηλώνονται μέσα στα πανεπιστήμια ενάντια στις ακραίες, αντιδραστικές και αντικοινωνικές νεοφιλελεύθερες επιταγές οι οποίες εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια στη χώρα. Η μόνη οδός για να χαθούν δικαιώματα και κατακτήσεις είναι να φοβηθεί ο κόσμος, ώστε να πειθαρχήσει. Η μεθοδευμένη και ανελέητη επίθεση που δέχθηκε η πανεπιστημιακή κοινότητα τα τελευταία χρόνια, η συκοφάντηση και η αμαύρωσή της, από τα κυρίαρχα ΜΜΕ, φαίνεται πως δεν έχει πετύχει επαρκώς το σκοπό της. Γιατί τα ελληνικά πανεπιστήμια, παρά τη μείωση της χρηματοδότησής τους, παρά την αποψίλωση του ανθρώπινου δυναμικού τους, εξακολουθούν να διακρίνονται διεθνώς για την επιστημονική και ερευνητική δράση τους. Έτσι, ο μόνος δρόμος που μένει ανοικτός για τους κυβερνώντες είναι ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία και η πάταξη κάθε μορφής αντιδράσεων, είτε πρόκειται για αντιδράσεις –παλαιότερα– απέναντι στον νόμο «Διαμαντοπούλου», είτε – τώρα– για τη μεγαλειώδη απεργία των διοικητικών υπαλλήλων ενάντια στο ανορθολογικό, καταστροφικό και επαχθές, μέτρο της διαθεσιμότητας. Γι αυτούς ακριβώς τους λόγους, οι εισαγγελικές παρεμβάσεις έγιναν πια καθημερινότητα στα πανεπιστήμιά μας. Θυμίζω χαρακτηριστικά την δίωξη του προηγούμενου Δ.Σ. των διδασκόντων και ενός μέλους του Συλλόγου Διοικητικών Υπαλλήλων του Α.Π.Θ. για «διατάραξη οικιακής ειρήνης» κατά τη διάρκεια κινητοποιήσεων στις αρχές του 2012, αναφορικά με τη διαδικασία εκλογής Συμβουλίου Ιδρύματος. Οι αντιδράσεις για τα Σ.Ι. υπήρξαν εξαρχής μαζικές, από όλες τις πλευρές, ενάντια σε έναν νόμο, τον 4009, εναντίον

Προφανής στόχος είναι η υποβάθμιση και η απαξίωση των πανεπιστημίων, τα οποία αδυνατώντας πια να αντεπεξέλθουν, εξωθούνται στο να βάλουν δίδακτρα και να βρουν «χορηγούς», προκειμένου να στηρίξουν την εκπαιδευτική και την ερευνητική τους δραστηριότητα. Ταυτόχρονα, επιχειρείται να ακυρωθούν στην πράξη, κάποιες από τις σημαντικότερες κατακτήσεις της μεταπολίτευσης: Ο εκδημοκρατισμός της ανώτατης παιδείας, καθώς και η παραγωγή κριτικής σκέψης, ικανής να αμφισβητήσει τη καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, είναι δύο ενοχλητικά «συστατικά» που πρέπει να εξαλειφθούν

του οποίου είχε τότε τοποθετηθεί κατ’ επανάληψη η Σύνοδος των Πρυτάνεων, τα ακαδημαϊκά όργανα των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, καθώς και οι σύλλογοι του διδακτικού προσωπικού και των φοιτητών. Αλλά, δεν πρόκειται μόνο για ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης. Φέτος, γίναμε μάρτυρες, της ποινικοποίησης ακόμη και της πανεπιστημιακής κρίσης. Ο καθηγητής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Κάππας, πριν από δύο χρόνια ήρθε αντιμέτωπος με την δικαιοσύνη, μόνο και μόνο επειδή διατύπωσε, ως όφειλε, την επιστημονική του κρίση, σε εισήγηση για την πλήρωση μιας θέσης συμβασιούχου διδάσκοντα με το ΠΔ 407/80. Η μήνυση έγινε από υποψήφιο για τη θέση, ο οποίος δεν εκλέχθηκε από τη Γενική Συνέλευση του Τμήματος Ιατρικής. Η πρωτόδικη απόφαση υπήρξε αθωωτική, αλλά ο Εισαγγελέας άσκησε έφεση γιατί θεώρησε πως ο άλλος υποψήφιος είχε ανώτερα προσόντα (!) Είναι προφανές πως η άμεση εισαγγελική παρέμβαση σε διαδικασία ακαδημαϊκής κρίσης συνιστά σαφέστατη παρα-

βίαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης ακαδημαϊκής αυτοτέλειας, αφού μόνο τα θεσμικά όργανα (Πρόεδρος και Γενική Συνέλευση του Τμήματος) έχουν την αποκλειστική ευθύνη για την επιλογή των πανεπιστημιακών διδασκάλων, μονίμων και συμβασιούχων. Όλα αυτά, αλλά και άλλα ακόμα που δεν σημειώνονται εδώ, δημιουργούν μια βαριά, σκοτεινή ατμόσφαιρα που τείνει να παγιωθεί. Με κορύφωση, χωρίς καμία αμφιβολία, τα όσα διαδραματίστηκαν από το Σεπτέμβριο μέχρι σήμερα, στη μεγαλειώδη απεργία των διοικητικών υπαλλήλων ενάντια στο μέτρο της διαθεσιμότητας. Καθώς το Υπουργείο βρισκόταν κυριολεκτικά σε πανικό, απέναντι στη σθεναρή αντίσταση των εργαζομένων, αναγκάστηκε να εκβιάσει την απογραφή τους σε ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΑΣΕΠ, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι βρισκόταν σε απεργία, τη στιγμή που ήταν αδύνατο να γίνει συγκέντρωση στοιχείων και δικαιολογητικών με τα γραφεία της Διοίκησης των πανεπιστημίων κλειστά. Ωστόσο, περισσότερο από κάθε τι άλλο, έπρεπε να πληγεί η ανυπότακτη και αγωνιστική συνείδηση των υπαλλήλων, και γι αυτό ακριβώς ψηφίστηκε ένα είδος «ποινικοποίησης» του φρονήματος, η κατάπτυστη τροπολογία –με αναδρομική μάλιστα ισχύ– που οδηγούσε τους «απείθαρχους» σε αργία, αν δεν συμμορφώνονταν απογραφόμενοι. Αλήθεια, σε τι έπρεπε να συμμορφωθούν; Ανάμεσα σε τι έπρεπε να διαλέξουν; Ανάμεσα στη διαθεσιμότητα και στην απόλυση, είτε τη δική τους είτε των συναδέλφων τους. Στο ίδιο άλλωστε εκδικητικό και τιμωρητικό πνεύμα εγγράφεται και η δίωξη του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδόση Πελεγρίνη. Με μια ανήκουστη για τα ακαδημαϊκά δεδομένα κίνηση, ο Υπουργός παρέπεμψε στο πειθαρχικό εν ενεργεία Πρύτανη ακριβώς επειδή ανέλαβε, ως όφειλε, να προασπίσει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, το οποίο οδήγησε στο χάος η απόφαση για τη διαθεσιμότητα. Κυρίως όμως θα πρέπει να σκεφτούμε πως πίσω από το πρόσωπο ενός πρύτανη, βρίσκεται ο ίδιος ο θεσμός, η αρχή της αυτοτέλειας των Ιδρυμάτων και της δημοκρατικής λειτουργίας τους. Ας μην παραβλέπουμε άλλωστε, σε αυτό το συμφραζόμενο, πως λειτούργησε το Συμβούλιο Ιδρύματος: ως εντολοδόχος και εκτελεστής της κυβερνητικής βούλησης μέσα στο πανεπιστήμιο. Η κατάσταση στα Πανεπιστήμια μαζί με τη διαρκή στοχοποίηση των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, με την διοικητική τιμωρητική αξιολόγηση που έχουν θεσμοθετήσει, με τη διαθεσιμότητα, με ξυλοδαρμούς εκπαιδευτικών, όπως ο πρόσφατος στα διόδια Πυργετού, δείχνουν πως το μόνο «πρωτογενές πλεόνασμα» που έχει καταφέρει η υποταγμένη στους δανειστές κυβέρνηση, είναι αυτό της βίας και του αυταρχισμού. «Πλεόνασμα» που δεν μπορεί να απομακρύνει άλλο την ώρα της ανατροπής από το λαό και την Αριστερά.


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

Εξωτερική αξιολόγηση στα ελληνικά ΑΕΙ ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ *

A

πό τις αρχές του φθινοπώρου του 2013 τα ελληνικά Πανεπιστήμια υφίστανται μια πρωτόγνωρη διαδικασία εξωτερικής αξιολόγησης σε κάθε Τμήμα ή μονοτμηματική Σχολή. Νομίζω ότι αυτή η εμπειρία εξωτερικής αξιολόγησης αξίζει να μην αφεθεί ασχολίαστη, σαν να επρόκειτο για θέμα ταμπού για τον χώρο μας. Στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο στα περισσότερα Τμήματα έχει ήδη περατωθεί η σχετική διαδικασία και υπάρχουν ήδη εκθέσεις αξιολόγησης. Πληροφορούμαι ότι σχεδόν σε όλα τα Τμήματα η έκθεση αξιολόγησης ήταν ικανοποιητική έως πολύ θετική, με παρατηρήσεις μάλλον ήσσονος σημασίας, κατά κανόνα, όπως π.χ. ότι θα ήταν καλό να διαθέτουμε περισσότερες ξενόγλωσσες δημοσιεύσεις και εντονότερη διεθνή παρουσία. Ή ότι προσφέρουμε υπέρμετρα μεγάλο αριθμό μαθημάτων επιλογής στα προγράμματα σπουδών. Κατά τη γνώμη μου, πάντως, αυτό το τελευταίο αποτελεί κατ’ αρχήν ισχυρό και όχι αδύναμο γνώρισμα, αφού δεν είναι πολλά τα πανεπιστήμια διεθνώς, που διαθέτουν τέτοια πολυτέλεια, πολύτιμη όμως για ολόπλευρη μόρφωση των φοιτητών και φοιτητριών. Α. Εδώ και χρόνια έχουμε εκφράσει στάση αρνητική και πάντως επιφυλακτική στο ζήτημα της αξιολόγησης για πολλούς λόγους. Ο βασικός φόβος ήταν εύλογος: μήπως η εξωτερική αξιολόγηση πρόκειται να γίνεται με κριτήρια μη ακαδημαϊκά, προσανατολισμένα σε μετεξέλιξη των ΑΕΙ στη βάση κριτηρίων ιδιωτικοοικονομικών ή σε συρρίκνωση Τμημάτων; Διευκρινίζω εξ αρχής ότι αυτός ο προέχων φόβος παραμένει εύλογος, αφού δεν αποκλείεται η δεδομένη σύνθεση προσώπων σε κάποιες επιτροπές εξωτερικής αξιολόγησης να εμφορείται πράγματι από τέτοιο πνεύμα. Ωστόσο, ο φόβος αυτός δεν επιβεβαιώθηκε από την εμπειρία αξιολόγησης που αποκομίσαμε πριν από δύο μήνες στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Η νεοπαγής Σχολή (πρώην Τμήμα) διήλθε κι αυτή από διαδικασία εξωτερικής αξιολόγησης, όπως πέρασαν και τα περισσότερα Τμήματα του Πανεπιστημίου μας. Η εμπειρία αυτή υπήρξε πολλαπλώς διδακτική, ώστε να κατανοήσουμε από πρώτο χέρι τι στο καλό είναι αυτή η εξωτερική αξιολόγηση και ποια κριτήρια εφαρμόζονται ως προς αυτή στην πράξη. Και στη Σχολή μας επίσης, όπως και αλλού, μία ομάδα φοιτητών εισήλθε στην αίθουσα συνεδριάσεων, με πρόθεση να διακόψει την αρξαμένη διαδικασία. Ο Κοσμήτορας της Σχολής τους/τις μίλησε με μεγάλη νηφαλιότητα και διαλλακτικότητα. Τους είπε κάτι πολύ κατανοητό: «σας προσκαλούμε να παραμείνετε στην αίθουσα, για να παρακολουθήσετε τι λέγεται, ώστε να σχηματίσετε από μόνοι σας μια γνώμη για την αξιολόγηση, πέρα από προσχηματισμένες εντυπώσεις. Και, εάν συμβεί να έχετε αντίρρηση για κάτι που θα σας φανεί ύποπτο εναντίον του δημόσιου Πανεπιστημίου, θα χαρούμε να την ακούσουμε ή και να τη συμμερισθούμε οι δι-

* καθηγητής Δικαίου στο ΑΠΘ

Ας έχουμε την ετοιμότητα να διακρίνουμε εδώ ότι ένα πράγμα είναι η εξωτερική αξιολόγηση αυτή καθ’ εαυτήν και άλλο πράγμα είναι, το πώς η κυβέρνηση και το κατεστημένο ―ιδίως τα ΜΜΕ― ενδέχεται να την παρουσιάσουν παραμορφωτικά

δάσκοντες». Οι φοιτητές και φοιτήτριες έμειναν όντως για κάμποσα λεπτά της ώρας και σιγά-σιγά αποχώρησαν, χωρίς άλλη διαμαρτυρία. Υποθέτουμε, επειδή ακριβώς τίποτε το επιλήψιμο δεν ελέχθη. Ούτε ενόσω ήταν παρόντες ούτε πριν ή μετά από την παρουσία τους. Η τετραμελής επιτροπή αποτελείτο από Έλληνες υπηρετούντες σε αλλοδαπά πανεπιστήμια. Επί τρεις μέρες παρακολούθησε την ενδελεχώς προετοιμασμένη (επί τρεις-τέσσερις εβδομάδες), πολυπρόσωπη, λεπτομερή κι εντατική παρουσίαση από τους διδάσκοντες της Σχολής. Και οι ίδιοι οι αξιολογητές, όμως, είχαν κάνει κάποια ανάλογη προεργασία από την πλευρά τους. Η διαδικασία απέληξε σε μια αρκετά σοβαρή, αναλυτική και πολυσέλιδη έκθεση εκ μέρους τους. Αυτή ήταν κατά βάση πολύ θετική, ενίοτε και ενθουσιώδης, ενώ σε κάποια σημεία περισσότερο συγκρατημένη και σε ελάχιστα σημεία κριτική. Εν πολλοίς, με αιτιολογημένες κρίσεις, παρότι κάποιες από τις σκέψεις ή τις προτάσεις τους κρίνονται ως μη δίκαιες, δυσχερώς εφαρμόσιμες ή ξένες στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα. Σημειωτέον ότι εν συνεχεία η Σχολή μας αξιολόγησε με ευθύτητα τη δική τους έκθεση και τους κοινοποίησε συναφές κείμενο, επισημαίνοντας ποιες από τις προτάσεις τους δεν είναι εύστοχες ή πραγματώσιμες ή δεν είναι καλό να υλοποιηθούν στη χώρα μας. Οι άνθρωποι, απόφοιτοι ελληνικών ΑΕΙ όλοι τους, κατενόησαν πλήρως ότι οι Έλληνες πανεπιστημιακοί εργαζόμαστε κάτω από συνθήκες χρη-

ματοδοτικής ασφυξίας και πολλαπλών στερήσεων. Έτσι, όμως, εντυπωσιάσθηκαν ακόμη περισσότερο για επιδόσεις των διδασκόντων της Σχολής ως συνολικής εκπαιδευτικής μονάδας, σε όλα τα πιθανά επίπεδα. Σύμφωνα με τη ρητώς εκφρασμένη εκτίμησή τους μάλιστα, η Σχολή μας κρίθηκε ότι ανήκει στη χορεία των κορυφαίων (leading) νομικών Σχολών της Ευρώπης. Ήδη κάποιες μέρες πριν από την αξιολόγηση οι ενδοιασμοί που αρχικά έτρεφα γενικώς ως προς αυτήν είχαν εν μέρει καμφθεί, μετά από πολλή περίσκεψη και συζήτηση, με την ακόλουθη απλή σκέψη. α) Εάν μεν η αξιολόγηση αποδεικνυόταν ανάξια λόγου ως διαδικασία ή με κριτήρια αμφίβολης ακαδημαϊκής αξίας, τότε θα ήταν εν πάση περιπτώσει μια ευκαιρία να το διαπιστώσουμε εξ ιδίας πείρας οι διδάσκοντες της Σχολής. Έτσι ώστε στο μέλλον να αντιμετωπίζουμε την αξιολόγηση αναλόγως, δηλαδή επικριτικά. β) Εάν, απεναντίας, επρόκειτο αυτή να διεξαχθεί με τρόπο σε γενικές γραμμές σοβαρό και ειλικρινή, τότε θα ήταν μια καλή ευκαιρία να αποδοθεί έξωθεν στη Σχολή μας αυτό που όντως της αξίζει. Εάν δε αυτό συνέβαινε σε κρίσιμο αριθμό πανεπιστημιακών Τμημάτων στη χώρα μας, θα μας προσέφερε, έστω και απλώς ηθικά, ένα όπλο έναντι της αξιοθρήνητης πολιτικής των κυβερνώντων για ασταμάτητες περικοπές στην παιδεία. Αυτό το δεύτερο συνέβη, εν τέλει, στην περίπτωση της συγκεκριμένης Σχολής, και δεν μπορεί παρά να είμαστε ευχαριστημένα τα μέλη της γι’ αυτό. Δεν γνωρίζω αν η μεμονωμένη αυτή εμπειρία είναι αρκετά γενικεύσιμη για τα ελληνικά ΑΕΙ, όπως πάντως θέλω να ελπίζω. Παρ’ όλα αυτά, μετά από τη συγκεκριμένη εμπειρία αξιολόγησης, έτσι όπως αυτή ξετυλίχθηκε στην πράξη, σήμερα βλέπω το πράγμα ως μια άσκηση αυτογνωσίας περισσότερο. Άρα ως κάτι χρήσιμο, εφόσον η αξιολόγηση γίνεται με ακαδημαϊκούς όρους και δίχως δυσμενείς επιπτώσεις ως προς την κρατική χρηματοδότηση. Παρόμοιων προδιαγραφών αξιολόγηση μας εμπλέκει σε μια διαδικασία να συζητήσουμε ανοιχτά μεταξύ μας, να γνωρίσουμε τι επιτελείται π.χ. ερευνητικά στη Σχολή, να εντοπίσουμε περισσότερο συνειδητά ορισμένα δυνατά κι αδύνατα σημεία ως εκπαιδευτική μονάδα και ούτω καθ’ εξής. Τίποτε το επικριτέο δεν υπάρχει σε αυτό. Τουναντίον, μπορεί να ενδυναμώνεται η διεθνής εικόνα των ελληνικών πανεπιστημιακών Τμημάτων και των ΑΕΙ γενικότερα. Εικάζω ότι κάτι τέτοιο πιθανότατα δεν θα είναι ευπρόσδεκτο από καθεστωτικούς κύκλους στη χώρα μας, οι οποίοι συστηματικά και εκ του πονηρού δυσφημούν την ανώτατη παιδεία της! Βεβαίως, ο αρχικός φόβος μας δεν διασκεδάζεται έτσι εύκολα. Δεν αποκλείεται οι κυβερνώντες να εκμεταλλευθούν προσεχώς την αναμενόμενη πτώση της ποιότητας σπουδών και έρευνας, εξ αιτίας του διαγραφόμενου οικονομικού στραγγαλισμού των ΑΕΙ, τον οποίο οι ίδιοι επιζητούν μανιωδώς. Δηλαδή να τη χρησιμοποιήσουν ως πρόσχημα για πλήρη εγκατάλειψη των ΑΕΙ στην τύχη τους. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗ ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

11


ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Επώνυμες έδρες στα Πανεπιστήμια! ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ

A

λήθεια, ποιός δεν ενθυμείται τον τιτάνιο αγώνα που διεξήγαγε η πανεπιστημιακή κοινότητα, πριν από τέσσερα χρόνια, προκειμένου να αποσυρθεί και να μην εφαρμοστεί ο περιβόητος νόμος «Διαμαντοπούλου» για την ανώτατη εκπαίδευση; Ποιός δεν ενθυμείται ότι ένας από τους βασικούς στόχους των αγώνων αυτών ήταν να μην πραγματοποιηθεί η εκλογή του Συμβουλίου του Ιδρύματος, του βασικού οργάνου Διοίκησης των Πανεπιστημίων, γιατί η εκλογή του θα άνοιγε πλέον διάπλατα την πλήρη εφαρμογή του νόμου αυτού; Ποιός δεν ενθυμείται τις λυσσαλέες προσπάθειες του νυν Υπουργού Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλου να επιτύχει με κάθε τρόπο τη σύσταση του Συμβουλίου του Ιδρύματος, που τελικά κατάφερε, με τη θέσπιση της αμφιβόλου συνταγματικότητας, διαδικασίας της ηλεκτρονικής ταξινομικής ψήφου, να κάμψει την αντίσταση φοιτητών, καθηγητών, πανεπιστημιακών αρχών και οργάνων; Έτσι πια, άρχισαν να εφαρμόζονται μια οι διατάξεις του δίδυμου των νόμων 4009/2011 και 4079/2012 που, όπως πολλάκις είχαμε επισημάνει, η εφαρμογή του θα ήταν η ταφόπλακα του Δημόσιου Πανεπιστημίου. Η ακολουθηθείσα οικονομική ασφυξία των Πανεπιστημίων, η καταλήστευση των αποθεματικών τους, η σταδιακή αποχώρηση δεκάδων διδασκόντων που δεν αντικαταστάθηκαν ποτέ, η συρρίκνωση της φοιτητικής μέριμνας, οι καταργήσεις και συγχωνεύσεις Τμημάτων και Σχολών με το περιβόητο σχέδιο «Αθηνά» και τέλος ο ανελέητος διωγμός 1400 περίπου διοικητικών υπαλλήλων δια μέσου της διαθεσιμότητας-απόλυσής των, ολοκληρώνουν το έργο των προαναφερθέντων νόμων. Και μέσα στη ζοφερή αυτή κατάσταση που έχουν οδηγηθεί τα Πανεπιστήμια, μόλις πριν από μια εβδομάδα, το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου της Δυτικής Μακεδονίας, βρήκε τη μαγική λύση (!) για το ξεπέρασμα της κρίσης του. Ανακάλυψε και ενεργοποίησε το θεσμό των «Επώνυμων Εδρών», που προβλέπονται στο άρθρο 47 του Ν. 4009/2012. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό: 1. Είναι δυνατή, με απόφαση του πρύτανη, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της κοσμητείας και εγκρίνεται από το Συμβούλιο με τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου του ιδρύματος, η ίδρυση και λειτουρ-

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

12

Παρ’ όλα αυτά, πρώτον, ας έχουμε την ετοιμότητα να διακρίνουμε εδώ ότι ένα πράγμα είναι η εξωτερική αξιολόγηση αυτή καθ’ εαυτήν. Και άλλο πράγμα είναι, το πώς η κυβέρνηση και το κατεστημένο, ιδίως τα ΜΜΕ, ενδέχεται να την παρουσιάσουν παραμορφωτικά. Αλλά έτσι γίνεται φανερό ότι, παρασυρμένοι από πιθανό φόβο μήπως συμβεί αυτό το δεύτερο, δεν είναι ορθό να απορρίπτουμε εκ των προτέρων την ιδέα κάθε πιθανής αξιολόγησης. Δεύτερον, αν μη τι άλλο, μήπως αξίζει επί τέλους να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να ακούσει πώς αποτιμούν άλλοι τη δουλειά και το μόχθο μας

γία σε σχολή επώνυμης έδρας διδασκαλίας και έρευνας σε συγκεκριμένη γνωστική περιοχή. 2. Για την ίδρυση της έδρας απαιτείται η δωρεά στο ίδρυμα από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό, κεφαλαίου για την κάλυψη των δαπανών της διδακτικής και γενικότερης επιστημονικής δραστηριότητας της έδρας. Αν ο δωρητής δεν προσδιορίσει τη γνωστική περιοχή, ο προσδιορισμός γίνεται από τη Σύγκλητο του ιδρύματος. Η επιλογή διδάσκοντος στην επώνυμη έδρα και ο ορισμός του χρόνου της θητείας του γίνεται από το ίδρυμα. 3. Οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την ίδρυση, τη λειτουργία και την πλήρωση της επώνυμης έδρας καθορίζονται στον Οργανισμό του ιδρύματος.(σ.σ. ο Οργανισμός αυτός δεν έχει ακόμη συνταχθεί). Έτσι, το Συμβούλιο του συγκεκριμένου Πανεπιστημίου, ενέκρινε τη δημιουργία όχι μιας αλλά τριών «Επώνυμων Εδρών» που θα θεραπεύουν συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα τα οποία έχει καθορίσει ο χρηματοδότης και ο οποίος μπορεί να επιβάλλει και τον διδάσκοντα. Ο πρόθυμος χρηματοδότης στην περίπτωση του Πανεπιστημίου της Δυτικής Μακεδονίας είναι η ΔΕΗ, η οποία, προχωρώντας σήμερα στο ξεπούλημα του δικτύου μεταφοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας έναντι πινακίου φακής σε στρατηγικούς επενδυτές, ανέλαβε την κάλυψη όλων των δαπανών της διδακτικής και γενικότερης επιστημονικής δραστηριότητας κάθε μιας έδρας. Με την κίνηση αυτή άνοιξε η εισβολή ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, εταιριών και άλλων νομικών ή φυσικών προσώπων στα Πανεπιστήμια, που χάριν της χρηματοδότησης θα μπορούν πλέον να παρεμβαίνουν στον καθορισμό και διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων που αυτοί επιθυμούν και που θα κατευθύνουν την έρευνα σύμφωνα με τα δικά τους επιχειρηματικά συμφέροντα. Πολλοί θα πουν ότι ο θεσμός των «Επωνύμων Εδρών» είναι ένας επιτυχημένος θεσμός, εφαρμόζεται σχεδόν παντού και ότι δια μέσου αυτού μπορεί να επιτευχθεί η διασύνδεσή των Πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας. Μακάρι να ήσαν μόνο έτσι τα πράγματα. Δυστυχώς ο θεσμός αυτός φαίνεται ότι είναι ένα πολυτελές περιτύλιγμα που θα σκεπάζει την επιχειρούμενη από τον εκάστοτε χρηματοδότη πο-

λύμορφη αξιοποίηση του Πανεπιστημίου και των υποδομών του για την εξυπηρέτηση δικών του συμφερόντων. Για την προβολή και διαφήμιση ορατών ή κεκαλυμμένων σκοπών και δραστηριοτήτων. Είναι ένας πολιορκητικός κριός κατεδάφισης των γνωστικών αντικειμένων, μια κερκόπορτα για την εισβολή της διαπλοκής και της αυθαιρεσίας στα Ιδρύματα, για το βόλεμα «δικών μας» παιδιών και την ανάθεση σε στελέχη των επιχειρήσεων του ρόλου του διδάσκοντος. Είναι μια προσπάθεια προσαρμογής της Ανώτατης Εκπαίδευσης στα συμφέροντα των μονοπωλίων. Είναι λοιπόν καθήκον και υποχρέωσή μας να προστατέψουμε τα Πανεπιστήμιά μας από μια τέτοια προοπτική και εξέλιξη. Η κυβέρνηση έχει βρει τη λύση και για αυτό! Φρόντισε να εκπαιδεύσει δεκάδες μεταπτυχιακούς φοιτητές ενάντια στη διαφθορά, εξασφαλίζοντας τη χρηματοδότηση των σπουδών τους από τον ιεροκήρυκα της διαφθοράς, τον πρωταθλητή της μίζας και της διαπλοκής, τη γερμανική Siemens. Πως; Θεσπίζοντας, στο πλαίσιο της συμφωνίας συμβιβασμού μεταξύ της ελληνικής Δημοκρατίας και της SIEMENS, υποτροφίες «Αριστείας Μεταπτυχιακών Σπουδών», σε εφαρμογή της με αριθμ. 2/112446/16-12-2013 Κοινής Υπουργικής Απόφασης του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 3198/Β/17-122013). Με την απόφαση αυτή το ΙΚΥ ανακοινώνει την συμπληρωματική προκήρυξη εβδομήντα τριών (73) θέσεων υποτροφιών για μεταπτυχιακές σπουδές δεύτερου κύκλου (Διδακτορικό) στην Ελλάδα αναδρομικά για το ακαδημαϊκό έτος 2012-13 και την συμπληρωματική προκήρυξη είκοσι επτά (27) θέσεων για μεταπτυχιακές σπουδές πρώτου κύκλου (Μάστερ) στην Ελλάδα για το ακαδημαϊκό έτος 2013-14! Γενικευμένη πλέον η εισβολή των επιχειρήσεων στα ιδρύματα. Εντείνει η κυβέρνηση τις προσπάθειες της για την πλήρη εμπορευματοποίηση της Παιδείας και το πέρασμα της εκπαίδευσης στα χέρια ιδιωτικών επιχειρηματικών συμφερόντων. Πρέπει να αντισταθούμε, πρέπει να τους εμποδίσουμε, πρέπει να τους ανατρέψουμε. Οι καιροί ου μενετοί.

με τρόπο συντεταγμένο και κατά το δυνατόν απροκατάληπτο; Β. Διά ταύτα. Εάν μεν η αξιολόγηση τού σήμερα αποδειχθεί αληθινά καλή, πολύ καλή ή, ενδεχομένως, άριστη, τότε τούτο μας παρέχει έναν πολύ καλό τρόπο υπεράσπισης του δημόσιου πανεπιστημίου εναντίον των κάθε λογής λασπολόγων του. Εάν πάλι τυχόν, σε επί μέρους περιπτώσεις Τμημάτων, η αξιολόγηση δεν αποφέρει θετικές κρίσεις, τότε ένας λόγος παραπάνω να στηλιτεύσουμε την εξουθενωτική κυβερνητική πολιτική για την παιδεία, η οποία καθηλώνει πολλά Τμήματα σε επίπεδα λειτουργίας χαμηλότερα του επιθυμητού. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη φαίνεται να αξίζει να τη δοκιμάσουμε τουλάχιστον. Οπότε θα

μπορούμε να βγούμε τεκμηριωμένα και με καθαρό πρόσωπο στην κοινωνία, για να διεκδικήσουμε καλύτερη εκπαίδευση, με αξιοπρεπή χρηματοδότηση για όλα τα Τμήματα της ανώτατης εκπαίδευσης. Τότε εκτεθειμένη θα είναι η άθλια κυβερνητική πολιτική και η μνημονιακή υποταγή της. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θαρρώ ότι αρμόζει να σχηματίσουμε επαγωγικά μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα, από παρόμοιες ή αλλιώτικες εμπειρίες σε διαφορετικά Τμήματα της χώρας. Έτσι ώστε να σκεφθούμε από κοινού μήπως αξίζει να διαμορφώσουμε μια ανανεωμένη και πιο σταθμισμένη, γενικότερη τοποθέτηση πάνω στο θέμα αυτό, εφοδιασμένοι πια με κάτι καθόλου αμελητέο: την ανάλογη εμπειρία, εν είδει πειραματικής επαλήθευσης.


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

πανεπιστημιακοί

συζητούν για την ΠΑΙΔΕΙΑ οιος ο ρόλος της εκπαίδευσης στις σύγχρονες κοινωνίες; Πώς οι οικονομικές και κοινωνικές δομές επηρεάζουν την Παιδεία μας; Ποιο αξιακό πλαίσιο οφείλει να προάγει ένα εκπαιδευτικό σύστημα; Ποια η θέση της Αριστεράς στα παραπάνω; Ποιος θα εκπαιδεύσει τους εκπαιδευτικούς; Τέλος, πόσο συχνά οι τελευταίοι έχουν τη δυνατότητα να κουβεντιάσουν για το αντικείμενό τους; Πέντε πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, ενεργοί πολίτες και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, οι Κώστας Γαβρόγλου, Μάκης Κουζέλης, Αριστείδης Μπαλτάς, Άλκης Ρήγος και Μιχάλης Σπουρδαλάκης συναντήθηκαν και ανέπτυξαν τις σκέψεις τους, σε μια ανοιχτή κουβέντα για την Παιδεία και το ρόλο της Αριστεράς στο σύγχρονο εκπαιδευτικό τοπίο. Το ανεξάντλητο εύρος του πεδίου αποτελεί ίσως το σημαντικότερο λόγο που ανάλογες συζητήσεις σπανίζουν. Πράγματι, οι κοινωνικές προεκτάσεις της Παιδείας είναι αναρίθμητες και τα ζητήματα που την αφορούν δεν επιδέχονται κάποια αυτόματη λύση. Ωστόσο, όπως συμβαίνει και στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, είναι το ερώτημα, «το πρόβλημα προς επίλυση», που πυροδοτεί τη διανοητική διαδικασία και ανοίγει δρόμους για την κατανόηση και βελτίωση του κόσμου. Απομαγνητοφώνηση/Επιμέλεια Κειμένου: Γ. Τσιρίδης

Κώστας Γαβρόγλου

Μάκης Κουζέλης

Αριστείδης Μπαλτάς

Άλκης Ρήγος

Μιχάλης Σπουρδαλάκης

13


ΑΦΙΕΡΩΜΑ Ρήγος: Εν όψει όλων των επεξεργασιών που γίνονται από το τμήμα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ και ελλείψει μιας οραματικής αντίληψης από πλευράς του υπουργείου, κρίναμε σκόπιμο να κάνουμε μια γενική συζήτηση για το αξιακό στοιχείο στην Παιδεία ως θεμελιώδους δημόσιου αγαθού, σε συνάρτηση με την εγχώρια και παγκόσμια επίθεση που δέχεται ο χώρος της εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα, με άλλοθι το μνημόνιο επιχειρείται μια συνολική αλλαγή της ουμανιστικής αντίληψης της νεωτερικότητας για την παιδεία, ως δημόσιο αγαθό και τη μετατροπή της σε ένα σύστημα τεχνικών εξειδικεύσεων. Θα θέλαμε σήμερα να θίξουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν το οραματικό πλαίσιο μιας ανανεωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς. Στόχος μας μια ανοιχτή κουβέντα. Μπαλτάς: Θα έλεγα πως για να γίνει γόνιμη η κουβέντα θα έπρεπε να κάνουμε μια καταρχήν διάκριση: «Μόρφωση/Παιδεία» σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από τη μια μεριά, «επαγγελματική αποκατάσταση/ένταξη στην αγορά εργασίας», από την άλλη μεριά. Να πούμε ακόμη πως, αν εξαιρέσουμε τις επαγγελματικές σχολές, που απαιτούν ειδική κουβέντα, όλο το εκπαιδευτικό σύστημα, από την πρώτη βαθμίδα μέχρι τα μεταπτυχιακά, δεν θα έπρεπε να έχει ως αποκλειστικό στόχο την προετοιμασία των αποφοίτων για την αγορά εργασίας. Η δομή του εκπαιδευτικού συστήματος οφείλει να είναι συγκροτημένη σε μια λογική μόρφωσης και ευρύτερης παιδείας. Θα έλεγα ότι αυτό που λείπει από τις κουβέντες μας είναι ένα είδος «ορισμού» της κάθε βαθμίδας. Δηλαδή, τι ακριβώς περιμένει μια κοινωνία από την εκάστοτε εκπαιδευτική βαθμίδα; Να το πω τελείως απλοϊκά: Ο βρεφονηπιακός σταθμός είναι μια διαδικασία ένταξης σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, που δεν είναι η οικογένεια. Η πρώτη βαθμίδα συνδυάζει το προηγούμενο στοιχείο με κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις σχετικές με τη γλώσσα, την αριθμητική κτλ. Μπορούμε να βρούμε τέτοιους πυκνούς ορισμούς για όλες τις βαθμίδες ως προϋπόθεση μια σοβαρής συζήτησης; Ρήγος: Μήπως να δούμε και έναν συνολικότερο ορισμό της Παιδείας και να τον εξειδικεύσουμε ανά βαθμίδα; Δηλαδή, αν λέγαμε πως η Παιδεία στοχεύει στο να φτιάχνει κριτικά σκεπτόμενους ανθρώπους με ικανότητα μιας στοιχειώδους αισθητικής απόλαυσης των πραγμάτων… Μπαλτάς: Και ανθρώπους με γνώση. Ρήγος: Προφανώς και με γνώση. Δε γίνεται κριτική ικανότητα χωρίς γνώση. Όχι όμως απομνημονευτική αντίληψη της γνώσης. Ταυτόχρονα, οφείλει να προωθεί και την ταυτότητα του ενεργού πολίτη. Τότε, στην μεν πρώτη βαθμίδα σκοπός είναι η γενική γνώση του κόσμου. Από εκεί και έπειτα μπαίνει ένα ουσιαστικότερο πρόβλημα που αφορά τα παραπάνω στοιχεία σε αντιστοιχία και με την ηλικία του μαθητή.

14

Κουζέλης: Θα μπορούσα να παρέμβω λίγο στο θέμα των βαθμίδων, επειδή με έχει απασχολήσει, χωρίς να θεωρώ ότι είναι εύκολο να απαντήσει κανείς, να δώσει ένα τίτλο στο σκοπό που πρέπει να υπηρετεί μία εκπαιδευτική βαθμίδα. Ο χώρος μας νομίζω είναι και λίγο

Δύο είναι τα βασικά πράγματα που πρέπει να κάνει ο εκπαιδευτικός: Το ένα είναι να διευρύνει τον ορίζοντα των μαθητών/σπουδαστών και το δεύτερο να φτιάξει γι’ αυτούς μια προοπτική ευτυχίας ή ικανοποίησης ή απόλαυσης

επόμενη βαθμίδα κυρίως έχει σκοπό να εξοικειώσει τους μαθητές με τον τρόπο των επιστημών. Αναφέρομαι στον βασικό τρόπο των επιστημών, εξ ου και δε χρειάζεται να είναι διακόσιες ούτε εκατό ούτε καν πέντε. Δηλαδή θα έπρεπε να τους εξοικειώνει με τον τρόπο των φυσικών επιστημών και τον τρόπο των κοινωνικών επιστημών και φυσικά με αυτό που λέγεται ανθρωπιστικό πεδίο, δηλαδή τις φιλολογίες κτλ. Εάν είναι έτσι, τότε θα πρέπει να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε τι κάνει το πανεπιστήμιο. Διότι ένα κομμάτι του πανεπιστημίου, που είναι οι προπτυχιακές σπουδές, μοιάζει με αυτό που περιέγραψα πριν, ενώ το επόμενο κομμάτι, που θα έπρεπε να έχει το βασικό στίγμα της έρευνας, είναι αυτό που συνήθως συνδέουμε με τα μεταπτυχιακά και είναι η παραγωγή γνώσης. Το λέω λιγάκι πρόχειρα. Σπουρδαλάκης: Γίνεται στα μεταπτυχιακά παραγωγή γνώσης; Κουζέλης: Θα έπρεπε να γίνεται.

βιαστικός καμιά φορά. Όλα αυτά υπό την αίρεση του να σκεφτεί κανείς τι σημαίνει «εκπαίδευση». Δηλαδή τι σημαίνει «μόρφωση/διαμόρφωση», τι σημαίνει «Παιδεία», τι σημαίνει «προετοιμασία του πολίτη», «επαγγελματική αποκατάσταση», «εργασία», «ελεύθερος χρόνος» κτλ. Επειδή τον τελευταίο καιρό έτυχε να συμμετέχω σε διάφορες συζητήσεις που αφορούσαν θέματα αυταρχισμού στην εκπαίδευση, χρησιμοποιούσα μια τοποθέτηση που δεν είναι δική μου και η οποία έχει κάτι το προκλητικό και την ξαναλέω: Δύο είναι τα βασικά πράγματα που πρέπει να κάνει ο εκπαιδευτικός: Το ένα είναι να διευρύνει τον ορίζοντα των μαθητών/σπουδαστών και το δεύτερο να φτιάξει γι’ αυτούς μια προοπτική ευτυχίας ή ικανοποίησης ή απόλαυσης. Είναι μια ενδιαφέρουσα σκέψη. Τώρα για τις βαθμίδες, η προσχολική αναφέρεται στην προετοιμασία. Αυτός ο όρος είναι αντιφατικός και γι’ αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία το πώς τον χρησιμοποιούμε εμείς, ως αριστερά. Γιατί είναι προετοιμασία στην πειθαρχεία μέσω της μη χρήσης της. Και κάτι που αφορά νομίζω πάρα πολύ την αριστερά: Η συγκεκριμένη είναι μια αντισταθμιστική βαθμίδα. Δηλαδή παρέχει στα παιδιά την προετοιμασία για να μπούνε στο σχολείο. Αν αυτό το συνειδητοποιήσουμε νομίζω θα πρέπει να ξανασκεφτούμε λιγάκι και την υποχρεωτικότητά της, το χρόνο φοίτησης (2 χρόνια ή ένα), κάποια πράγματα δηλαδή, που έχουν κατά τη γνώμη μου αποφασιστεί με πολύ μεγάλη ευκολία. Οι επόμενες βαθμίδες: Η πρωτοβάθμια συνήθως αναφέρεται στη διεύρυνση των οριζόντων, δηλαδή τον πολλαπλασιασμό των παραστάσεων των παιδιών –ώστε να μπορούν να παρακολουθήσουν άλλα πράγματα– και στην εκμάθηση «γλωσσών». Δηλαδή, την ελληνική, την ξένη γλώσσα, τη γλώσσα των μαθηματικών, τη γλώσσα των άλλων επιστημών, τη γλώσσα της τέχνης. Αυτό νομίζω είναι το κρίσιμο. Τώρα αν αυτό θα τελειώνει στα 12 ή θα πρέπει να τελειώνει στα 15 (προσωπικά είμαι υπέρ της δεύτερης εναλλακτικής), νομίζω ότι θέλει μια πολύ μεγάλη συζήτηση με ειδικούς κυρίως σε αναπτυξιακά ζητήματα. Η

Σπουρδαλάκης: Αυτό που γίνεται, ωστόσο, είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι ουσιαστικά μια εξειδίκευση ενός συνήθως γενικού πτυχίου για την προετοιμασία στην αγορά εργασίας. Επανέρχομαι λίγο στο αρχικό ερώτημα μετά την παρέμβαση του Κουζέλη: Η μεγάλη πρόκληση είναι πρώτα από όλα να αποφασίσουμε τη σύνδεση ανάμεσα στις βαθμίδες, όπως είπε και ο Μπαλτάς πριν, και το δεύτερο είναι να δούμε τους θεσμικούς όρους κάτω από τους οποίους αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί. Διότι εμείς εδώ μπορεί να συζητήσουμε και άλλοι ειδικότεροι εμού μπορεί να είναι πιο συγκεκριμένοι, αλλά πρέπει να δούμε και τα θεσμικά εμπόδια. Δεν ξέρω αν σπρώχνω την κουβέντα προς μια άλλη κατεύθυνση, αλλά το έναυσμα μου το έδωσε ο Κουζέλης, όταν είπε πως πολύ εύκολα αποφασίζουμε για τη διάρκεια σπουδών των διάφορων βαθμίδων κτλ. Μήπως εκεί αποκρύπτονται - το λέω πολύ ευγενικά – θεσμικές αδράνειες και συντεχνιακές διεκδικήσεις, οι οποίες μάλιστα καθορίζουν τις προγραμματικές προτάσεις; Προτάσεις που φυσικά δεν μπορούν να συμβάλουν σε θεσμικά και διοικητικά εναλλακτικές προοπτικές. Μπαλτάς: Πριν όμως συζητήσουμε τα θεσμικά, που συμφωνώ πως είναι απολύτως απαραίτητο, να κάνουμε μια συζήτηση για τα περιεχόμενα. Δηλαδή, όλη η κουβέντα της Αριστεράς, όσο την έχω παρακολουθήσει, αποφεύγει τη συζήτηση των περιεχομένων. Δεν ξέρω σε ποια από τις βαθμίδες, σύμφωνα με τη λογική του Μάκη Κουζέλη, εντάσσεται αυτό που θα πω, αλλά κατά τη γνώμη μου η βασική εκπαίδευση, ας πούμε γυμνάσιολύκειο, οφείλει να εδράζεται, από τη στιγμή που πρόκειται για την προετοιμασία ένταξης στο πεδίο των επιστημών, στις πιο βασικές από αυτές. Για παράδειγμα, μαθηματικά, φυσική, βιολογία -στη μία κατεύθυνση. Η χημεία - και ας με συγχωρήσουν οι χημικοί - δεν είναι ίδιας βαρύτητας εδώ. Αντίστοιχα, στα ανθρωπιστικά-κοινωνικά η ιστορία, η γλώσσα, η φιλοσοφία δεν είναι ίδιας βαρύτητας με την κοινωνιολογία ή την πολιτική επιστήμη. Αυτή η συζήτηση δεν έχει ανοίξει μέχρι τώρα. Και άρα αν θέλουμε να δομήσουμε κάπως ουσιαστικά - με τα στρατηγικά στοιχεία που θέσαμε - τα οράματα και τις αξίες της Αρι-


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

στεράς, δε μπορούμε να αποφύγουμε τη συζήτηση εις βάθος περί περιεχομένων, με το επιπλέον κόστος ότι αυτή δεν έχει γίνει ποτέ. Ξεκινούμε περίπου εκ του μηδενός. Γαβρόγλου: Να έρθω κι εγώ στο αρχικό ζήτημα που έθεσε ο Άλκης. Είναι δεδομένο ότι έχουμε λύσει το αξιακό ζήτημα; Δεν νομίζω. Οι αξίες δεν είναι κάτι διαχρονικό. Δεν υπάρχουν αξίες αναλλοίωτες ας πούμε από το 18ο αιώνα μέχρι τις μέρες μας. Άρα η μεγάλη πρόκληση για την αριστερά είναι πώς θα καταφέρουμε να ιστορικοποιήσουμε αυτές τις αξίες. Θεωρούμε, συχνά, ως ζητούμενο την ουμανιστική παιδεία. Μια τέτοια παιδεία, όμως, έχει ιστορικά διαμορφωθεί στο πλαίσιο της αστικής ιδεολογίας. Αποτελεί, μάλιστα, έναν από τους βασικούς πυλώνες της. Βέβαια η ελληνική αριστερά η οποία για δεκαετίες ήταν με την πλάτη στον τοίχο, θεωρούσε, και σωστά, οτιδήποτε ουμανιστικό ως αντίσταση και εναλλακτική πρόταση στον σκοταδισμό που, ιδιαίτερα στην εκπαίδευση, ήταν κυρίαρχος. Σήμερα, όμως, διαμορφώνεται μια άλλη κατάσταση και άρα, εμείς θα πρέπει να δούμε γύρω από ποιες διαφορετικές αξίες πάμε να συγκροτήσουμε όλα όσα είπαμε. Ας τονίσουμε και κάτι άλλο: οι αξίες δεν είναι διαχρονικές ούτε, βέβαια, και μεταφυσικές. Θα μπορέσουμε να τις διατυπώσουμε και να τις νομιμοποιήσουμε στο βαθμό που θα καταφέρουμε να εκφράσουμε έμπρακτα μία κριτική στο υπάρχον σύστημα. Ταυτόχρονα το υπάρχον σύστημα γίνεται ολοένα και πιο σύνθετο κάτι που κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για κριτική. Να δώσω τρία παραδείγματα: Η εκπαίδευση μας είναι απολύτως βιβλιοκεντρική. Χωρίς να είμαι από αυτούς που εκθειάζουν το ίντερνετ, πρέπει να δεχτούμε πως ο έντυπος λόγος έχει υποστεί μια ριζική αναθεώρηση. Ας μην το πούμε ήττα. Ακόμη και για την αριστερά, πολλές από τις ιδέες μας και πολλοί τρόποι νομιμοποίησης των ιδεών μας, βασίστηκαν σε μία βιβλιοκεντρική εκπαίδευση. Σήμερα υπάρχει μία μεταμόρφωση του έντυπου λόγου, αλλάζουν οι πρακτικές γραφής και ανά-

γνωσης. Ως αριστεροί πώς κατανοούμε αυτά τα φαινόμενα; Πώς τα φαινόμενα αυτά αλλάζουν και ανανοηματοδοτούν τις ιδέες μας; Το δεύτερο παράδειγμα είναι το εξής: Νομίζω ότι δεν έχουμε μια ευαισθησία, ως αριστερά, να δούμε πού αλλού παράγεται γνώση πέρα από τους κλασικούς θεσμούς παραγωγής γνώσης. Μου έχει κάνει εντύπωση τελευταία πόσες συλλογικότητες υπάρχουν και παράγουν γνώση, διαφορετική από αυτήν που εμείς ως πανεπιστημιακοί θεωρούμε ως έγκυρη γνώση. Από μουσικές συλλογικότητες, από ομάδες αντιμετώπισης ψυχικών ασθενειών, μέχρι ομάδες εναλλακτικής αγροτικής παραγωγής. Ας αναζητήσουμε ως αριστερά τους νέους χώρους παραγωγής γνώσης, έχοντας πεισθεί ότι δεν είναι τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα οι αποκλειστικοί θεσμοί που παράγουν γνώση. Ανέκαθεν, βέβαια, στην κοινωνία οι πρακτικές δραστηριότητες παρήγαγαν γνώση, αλλά νομίζω πως πλέον υπάρχει και μια παραγωγή θεωρητικής γνώσης που γίνεται από πολλαπλές εστίες και αυτό θα έπρεπε να μας απασχολήσει ως αριστερά. Το τρίτο, στο οποίο υποψιάζομαι ότι θα διαφωνήσει ο Ρήγος, είναι πως ενώ η αριστερά έχει κάνει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες επεξεργασίες για το μαρξισμό, το θέμα του διαφωτισμού το έχει αφήσει στο απυρόβλητο. Επειδή τον διαφωτισμό τον χτυπάνε πολλοί - από την εκκλησία μέχρι κι εγώ δεν ξέρω ποιος άλλος - έχουμε κάποιο κόμπλεξ στο θέμα κριτικής αποτίμησης του διαφωτισμού. Αν, όμως, η αριστερά δεν ανοίξει μία κριτική συζήτηση γύρω από το διαφωτισμό, είναι δυνατόν να μιλάμε για επαναπροσδιορισμό των αξιών μας; Ρήγος: Ναι, Κώστα. Άλλο ιστορικοποίηση αξιών και άλλο σχετικοποίηση αξιών. Το λέω για την οικονομία της κουβέντας και για τους αναγνώστες αυτής της προφορικής συζήτησης. Θα διαφωνούσα με το ότι ο διαφωτισμός, η ουμανιστική παράδοση είναι απλά ένα αστικό δημιούργημα. Είναι ένα δημιούργημα της ανερχόμενης αστικής τάξης, το οποία η ίδια απεμπολεί στην πορεία. Γιατί σήμερα δεν της χρειάζεται πια με τον ίδιο τρό-

τχ. 87

πο που της χρειαζόταν όταν διεκδικούσε την κατάληψη της εξουσίας. Της παράδοσης αυτής παιδί είναι και η αριστερά, η οποία πάτησε ακριβώς στην αντίφαση του ότι η πολιτική ισότητα, η ελευθερία, ως αξίες, δεν είχαν κοινωνικό περιεχόμενο. Έρχεται λοιπόν η αριστερά από τον Μπαμπέφ και μετά να βάλει το στοιχείο της κοινωνικής αξίας. Και αυτή είναι μια αντίφαση που κουβαλάει το αστικό σύστημα ευρύτερα. Δηλαδή, ενώ διακηρύσσει την ισότητα και την ελευθερία, λειτουργεί άνισα στην παραγωγική διαδικασία. Ενώ λοιπόν η ίδια η εργασία είναι κοινωνικοποιημένη, η ιδιοποίηση του προϊόντος είναι ατομοκεντρική. Αυτό είναι μια αντίφαση που κουβαλάει το αστικό κράτος σε όλη του την πορεία και είναι μια άλυτη αντίφαση. Απλά στις κεϋνσιανές περιόδους μπορεί να την εξουδετερώνει μέσα από ένα κοινωνικό κράτος και στις εποχές κρίσης δε μπορεί να την εξουδετερώσει. Άρα με αυτή την έννοια η ανθρωποκεντρική κοινωνική αντίληψη της αριστεράς είναι παιδί της ουμανιστικής παιδείας, προέκτασή της, μεγέθυνσή της, ουσιαστικοποίησή της. Υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα που έθεσες: Όλοι εμείς έχουμε εκπαιδευτεί με τη γραφή και βρισκόμαστε ήδη σε μια εποχή της εικόνας. Εμείς μεγαλώσαμε με βιβλία και μάθαμε να δουλεύουμε έτσι. Άλλες κοινωνίες, που τις θεωρούσαμε ίσως και υπανάπτυκτες, είχανε μια πιο εικονική αντίληψη, όπως πολλές κοινωνίες της Αφρικής. Η Ινδία, για παράδειγμα, στη σημαία της έχει το σύμβολο του «Ασόκα Τσάκρα», του τροχού του Ασόκα με τις 24 ίσες ακτίνες. Συμβολίζει το κράτος και την ισότητα των πολιτών μέσα σε αυτό. Ο ευρωπαϊκός λόγος δεν έχει αυτή την ικανότητα της απεικόνισης. Αυτό που ένας Ευρωπαίος μπορεί να το περιγράψει με πέντε σελίδες, ο άλλος στο δίνει με μια εικόνα. Μπαλτάς: Να ξαναέρθω λίγο στην κουβέντα για τον ουμανισμό η οποία νομίζω πως είναι πολύ σοβαρή καθώς κάπου συνδέεται με την παρούσα κατάσταση: Στο δικό μου το μυαλό, το διαφωτιστικό πρόταγμα είναι «τολμήστε να σκεφτείτε». Αυτό που γίνεται σήμερα είναι περίπου απαγόρευση της σκέψης έναντι της χρησιμότητας. Δηλαδή, «δε χρειάζεται να σκέφτεστε τίποτα, υπάρχουν αλγόριθμοι, υπάρχουν οικονομολόγοι νεοφιλελεύθεροι, υπάρχουν θεσμοί που σκέφτονται το μέλλον για σας. Πρόκειται για ένα δένδρο αποφάσεων. Το μόνο που έχετε να κάνετε εσείς είναι να ενταχθείτε στη χρησιμότητα και να χτυπηθούν οι μορφές γνώσης, παιδείας κτλ. που «ανοίγουν το μυαλό», όπως είπε ο Κουζέλης προηγουμένως. Σε αυτή τη λογική λοιπόν, είναι πολύ προφανής η επίθεση που δέχονται ειδικά οι ουμανιστικές σπουδές, σίγουρα στον αγγλοσαξωνικό και έπειτα και στον υπόλοιπο κόσμο. Άρα, είναι εύλογη η αντίσταση εκεί. Αυτό όμως - συμφωνώντας με τον Κώστα σε αυτό δεν πρέπει να μας εγκλωβίσει σε μια συζήτηση του 18ου αιώνα. Γιατί πια ο «σύγχρονος» ουμανισμός -δεν μου αρέσει ιδιαίτερα ο όρος- έχει σχέση με τα λαϊκά προτάγματα, με την ανάγκη οι κοινωνίες αυτές να αυτοπροσδιοριστούν, όπως προτάσσει και το «τολμήστε να σκεφτείτε». Κουζέλης: Απολύτως ισχύει αυτό που λέει ο Αριστείδης. Να δούμε λοιπόν, πόσο αντιφατικό είναι το «τολμήστε να σκεφτείτε» με τις συνθήκες που επιβάλλονται σήμερα. Να θυμίσω και τον άλλο παρόμοιο όρο,

15


ΑΦΙΕΡΩΜΑ αυτόν της «αυτονομίας». Δηλαδή, αν κρατάμε κάτι από το διαφωτιστικό πρόταγμα - και το κρατάμε ενάντια στην πορεία που πήρε και ο ίδιος ο διαφωτισμός - είναι η «αυτονομία». Νομίζω ότι αυτό είναι και το κρισιμότερο διακύβευμα της εκπαίδευσης συνολικά, γιατί ο όρος συνεπάγεται και την αυτόνομη σκέψη. Γαβρόγλου: Το «τολμήστε να σκεφτείτε» έχει μία προϋπόθεση: Τη διαχείριση του χρόνου. Και φαίνεται ότι κάθε περίοδος επαναπροσεγγίζει το θέμα διαχείρισης του χρόνου. Δηλαδή, το θέμα του ελεύθερου χρόνου δεν είναι μόνο αυτό το ρεφορμιστικό «να δουλεύουμε μόνο 8 ώρες» κτλ. Είναι και το πώς οικειοποιούνται διάφορες κοινωνικές ομάδες τον ελεύθερό τους χρόνο. Το να είσαι π.χ. στο facebook στον ελεύθερό σου χρόνο, με όλους αυτούς τους «φίλους» σε πολλά εισαγωγικά, είναι μια συγκεκριμένη κουλτούρα διαχείρισης του χρόνου. Άρα, το θέμα της επανοικειοποίησης του διαφωτισμού, την ώρα που λέμε πως ο νεοφιλελευθερισμός πάει να καταστρέψει το δημόσιο χώρο, θέτει ζητήματα τέτοιου χαρακτήρα. Το «τολμήστε να σκεφτείτε» δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ένα κενό, αλλά στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης καθημερινότητας, και αυτή η καθημερινότητα κάθε φορά μας θέτει το ερώτημα του τι θέλουμε να κάνουμε με τον ελεύθερο χρόνο μας. Εμένα με πιάνει άγχος όταν βλέπω την οθόνη και σκέφτομαι πόσα πολλά έχω να διαβάσω, με πιάνει άγχος όταν διαβάζω ένα βιβλίο και λέω «πόσο αργά προχωράω». Προφανώς κάτι δεν πάει καλά με εμένα, αλλά υποψιάζομαι δεν είμαι ο μόνος. Και - συμφωνώντας με τον Άλκη- να τονίσω ότι δεν πρέπει μπαίνουμε κάθε φορά σε μια διαδικασία να σώσουμε εμείς αυτό που απεμπόλησε ο αστισμός. Ρήγος: Μήπως πρέπει σε ορισμένες περιπτώσεις να σώζουμε αυτά που απεμπολεί ο αστισμός; Δηλαδή η δημοκρατία π.χ. είναι πλέον εμπόδιο στην αστική καπιταλιστική ολοκλήρωση που ζούμε. Κουζέλης: Ναι αλλά αυτό που θα σου θέσει τώρα [ο Γαβρόγλου] είναι αν πρόκειται για την ίδια δημοκρατία – αυτή που θα σώσεις με αυτή που απεμπολεί ο αστισμός. Όπως και η Παιδεία που θα σώσεις, δε θα είναι αυτή που εγκαταλείπει το αστικό σύστημα. Ούτε καν η σκέψη δε θα είναι η ίδια. Γαβρόγλου: Ακριβώς.

16

Σπουρδαλάκης: Αυτό φοβάμαι μήπως μας πάει σε μια συζήτηση στην οποία αυτοί που εμπλέκονται με την παιδεία, εμείς, οι δάσκαλοι και οι θεσμικοί παράγοντες, προσπαθήσουν να λύσουν ένα θέμα το οποίο έχει ήδη λυθεί, με την -ελπίζω πρόσκαιρη- ήττα ημών, έξω από τα όρια της παιδείας και των σχετιζόμενων με αυτή θεσμών. Δηλαδή, όλοι χρόνια διδάσκουμε. Προσωπικά έχω διδάξει από το δημοτικό μέχρι το πανεπιστήμιο και βλέπω μια κοινωνία η οποία συνεχώς αλλάζει. Βλέπω τους γονείς των παιδιών με ποιες αξίες στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Άλλες ήταν οι αξίες της δικής μας γενιάς, άλλες οι σημερινές. Βλέπουμε, δηλαδή, αυτή την εργαλειακότητα της παιδείας, για την οποία εδώ υπαινισσόμεθα πως πρέπει να την υπονομεύσουμε έμπρακτα. Αυτή μας πιέζει, πιέζει τα προγράμματα σπουδών, τη βλέ-

Oι αξίες δεν είναι διαχρονικές ούτε, βέβαια, και μεταφυσικές. Θα μπορέσουμε να τις διατυπώσουμε και να τις νομιμοποιήσουμε στο βαθμό που θα καταφέρουμε να εκφράσουμε έμπρακτα μία κριτική στο υπάρχον σύστημα. Ταυτόχρονα το υπάρχον σύστημα γίνεται ολοένα και πιο σύνθετο κάτι που κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για κριτική

πουμε να παίρνει θεσμικές αποτυπώσεις στα πανεπιστήμια σε μια λογική αντίθετη με αυτή που έθεσε ο Αριστείδης πριν. Σήμερα έχουμε τμήματα στατιστικών και ασφαλιστικών σπουδών και management και λειτουργιών της διοίκησης κτλ. Όλα αυτά είναι πραγματικά και για αυτά πιέζει με τη σειρά της η κοινωνία ώστε να της αποδοθούν από ένα κράτος, το οποίο μάλιστα χαρακτηρίζει και «κοινωνικό». Μπαλτάς: Με αυτή την έννοια, το γεγονός ότι υπάρχει τόσο μεγάλη ανεργία μπορεί να «βοηθάει» την παιδεία, διότι κανένα πτυχίο πλέον δεν είναι διαβατήριο για την αγορά εργασίας. Άρα, μπορείς να αλλάξεις την παιδεία στη βάση της λογικής που κουβεντιάζουμε, επειδή δεν υφίσταται η σύνδεση αυτή στην πράξη. Ρήγος: Υπάρχει λοιπόν ένα θετικό στοιχείο που παραπέμπει στην «απόλαυση» που έλεγε πιο πριν ο Κουζέλης: Η αποσύνδεση του όλου εκπαιδευτικού συστήματος από το άμεσα επαγγελματικό, από το χρησιμοθηρικό στοιχείο. Δηλαδή, σπουδάζω, μορφώνομαι γιατί χαίρομαι μέσα σε αυτό. Όχι μόνο για να βρω μια δουλειά αύριο. Κι εδώ είναι και η άλλη αντίφαση της κλασικής μαρξιστικής αντίληψης ότι το σχολείο αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία και κατατάσσει τους ανθρώπους ανάλογα με την εκπαιδευτική τους βαθμίδα στην παραγωγική διαδικασία. Πλέον, ούτε το ένα μπορεί να κάνει, γιατί υπάρχει πια διαταξικότητα μέσα στα σχολεία και στους εκπαιδευτικούς και στους μαθητές με την κοινωνική διαπάλη να εξελίσσεται μέσα στο σχολείο, ούτε να τους κατατάξει στην παραγωγή μπορεί. Σπουρδαλάκης: Θυμάμαι στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 στη Β. Αμερική, αυτή η τάση που λες εμφανίστηκε στο επίπεδο της ζήτησης προγραμμάτων και εγγραφής φοιτητών σε τμήματα κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών. Γιατί πραγματικά ήταν πολύ μεγάλη η ανεργία και πολλοί έψαχναν πλέον για την «απόλαυ-


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

ση». Αυτόν τον όρο που χρησιμοποίησε ο Κουζέλης πριν τον άκουσα σε σχέση με την Παιδεία από φοιτητή μου, που έπαιζε στη μπάντα του Bob Dylan. Μπορούσες και ποσοτικά να τη δεις αυτή την τάση. Δεν είναι απλώς μια υπόθεση εργασίας. Μπαλτάς: Και αυτή ακριβώς η διάσταση της «απόλαυσης» θα έπρεπε να είναι, κατά τη γνώμη μου, βασική συνιστώσα από την πρώτη δημοτικού. Δηλαδή να χαίρεσαι που μαθαίνεις. Για παράδειγμα, όταν κατάλαβα και έμαθα όλη την προπαίδεια ήμουν πολύ ευχαριστημένος. Ενώ αντίθετα, όλη η πίεση του υποχρεωτικού στοιχείου δεν οδηγεί στη διαδικασία της ανακάλυψης από την πλευρά του παιδιού. Ρήγος: Εδώ ακόμη και η κτηριακή λειτουργία των σχολείων αναιρεί τη δυνατότητα απόλαυσης. Αυτά τα μπετονένια τεράστια οικοδομήματα, τα ψηλά κάγκελα δε σου επιτρέπουν να απολαύσεις το χώμα, τον ήλιο, τη ζωή την ίδια. Αλλά σε μαντρώνουν, σε περιορίζουν. Κουζέλης: Είναι σαφές πως στο πανεπιστήμιο έχουμε, για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, ξανά φοιτητές που έρχονται από ενδιαφέρον και επομένως τίθεται διαφορετικά το ζήτημα της απόλαυσης. Αυτό είναι μια από εκείνες τις λίγες θετικές δυνατότητες που μας δίνει η κρίση. Δεν είναι σίγουρο προς τα πού θα πάει και - για να είμαι σαφής σε αυτό - δε σημαίνει ότι μόνο κερδίζουμε κάτι, γιατί χάνουμε από την άλλη πλευρά: Χάνουμε κάτι από έγνοια του φοιτητή για το τι θα κάνει. Αναφέρομαι όμως στη θετική πλευρά, δηλαδή στο σπάσιμο, στην αναστολή της εργαλειακότητας της παιδείας. Αυτό αφορά και το είδος της γνώσης. Είναι, για να το πούμε λίγο πιο προσεκτικά, σα να χτυπιέται η εργαλειακή πλευρά της γνώσης. Βέβαια για να γίνει αυτό, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πού είμαστε σήμερα. Να λάβουμε υπόψη μας τις μορφές γνώσης που έχουν εισαχθεί στο πεδίο και δεν ανταποκρίνονται στη συνήθη ακαδημαϊκή διαδικασία και στους παραδεδομένους τρόπους παραγωγής γνώσης, όπως το έθεσε πριν ο Κώστας. Ναι, δεν είναι μόνο το βιβλίο. Γιατί το βιβλίο, μεταξύ άλλων, είναι και παγιωμένη γνώση. Είναι έτοιμη. Η αλήθεια είναι εκεί. Θυμίζω πως, αν δε χτυπήσει κανείς αυτή την ιδιότητα του βιβλίου, που δυστυχώς έχει κατοχυρωθεί στο πανεπιστήμιο, δεν μπορεί πράγματι να φτιάξει γνώση για αυτόνομα και ελεύθερα σκεπτόμενους πολίτες. Επομένως, αυτά τα πράγματα πηγαίνουνε μαζί: Δηλαδή, χρειαζόμαστε μια μετακίνηση προς ένα πρόταγμα αυτονομίας, αλλά αυτό το πρόταγμα να έχει εφαρμογή ακόμα και στο πώς δουλεύουμε. Με βιβλία; Αξιοποιώντας την εικόνα; Αξιοποιώντας τους νέους τρόπους παραγωγής γνώσης; Μια μετακίνηση προς αυτή την κατεύθυνση μας δίνει νέες ευκαιρίες. Ρήγος: Μια παρέμβαση: Φοίτησα σε ένα δημόσιο δημοτικό, στο οποίο γινόταν ένα «πείραμα νέας εκπαίδευσης». Μιλάω για τη δεκαετία του ‘50. Εκεί, ένα από τα βασικά που μας λέγανε ήταν «βρείτε λάθη στα βιβλία. Διαφωνείστε με αυτό που γράφει το βιβλίο». Και αυτό θεωρείτο κατάκτηση. Όταν, αργότερα, πήγα στο κλασικό γυμνάσιο και βρήκα ένα λάθος σε ένα βιβλίο με έστειλαν στο γυμνασιάρχη γιατί τόλμησα κάτι τέτοιο. Εν-

τάξει, ο γυμνασιάρχης κατάλαβε, βέβαια, ο άνθρωπος. Η καθηγήτρια της γαλλικής, που μας έκανε ιστορία, δεν καταλάβαινε. Στο δημοτικό λοιπόν δεν αρχίζαμε από την Αλφαβήτα, αλλά με μια εικόνα ενός χελιδονιού, που δίπλα έγραφε τη λέξη «χελιδόνι». Από την τρίτη δημοτικού μιλάγαμε χωρίς έδρα, με τραπέζι εισηγητή-μαθητή. Δηλαδή, η διάταξη των θρανίων ήταν σε σχήμα «Π». Μεικτά καθισμένοι, αγόρια-κορίτσια, από την Τρίτη τάξη δουλεύαμε με βιβλιογραφία, την οποία μπορούσαμε να βρούμε από τη βιβλιοθήκη του σχολείου. Όχι δουλειά στο σπίτι. Μέσα στο σχολείο υπήρχε εργαστήριο χημείας, εργαστήριο χειροτεχνίας (εκεί έμαθα να δένω βιβλία) και γυμναστής για τη γυμναστική και ένας κήπος για να φυτεύουμε. Όλα αυτά στη δεκαετία του ‘50. Μπαλτάς: Και αυτά μπορεί να είναι φτηνά. Μπορεί να μην είναι ακριβά αυτά τα πράγματα. Γαβρόγλου: Ως προ το θέμα του χαμηλού κόστους να πω κάτι που με έχει εντυπωσιάσει: Έχει παρατηρηθεί ότι αν στο σχολείο υπάρχει αυλή με φυτά, αλλάζει η «ιεραρχία» στις σχέσεις ανάμεσα στους μαθητές. Δηλαδή, αν έχεις την αυλή μόνο για τρέξιμο, κυνηγητό κτλ, τα ψηλά και δυνατά αγόρια έχουν αρχηγική θέση στις διάφορες ομάδες. Όταν την φυτέψεις η ιεραρχία, το ποιος είναι «αρχηγός» αλλάζει και αναδεικνύονται οι πιο ευαίσθητες προσωπικότητες. Ένα τέτοιο εγχείρημα σε ένα σχολείο είναι μια επένδυση εξαιρετικά χαμηλού κόστους. Αμέσως λοιπόν αλλάζει το πώς διαμορφώνονται οι ιεραρχίες στις παρέες. Ένα ακόμη σημείο που θέλει μια λελογισμένη κριτική: Αυτό που ορίσαμε ως «απόλαυση» σε σχέση με την γνώση και με το οποίο είμαι σύμφωνος, πρέπει να πηγαίνει χέρι με χέρι και με τη συνειδητοποίηση πως η απόκτηση της γνώσης είναι δύσκολο πράγμα και τα δύσκολα πράγματα μαθαίνονται με κόπο. Ο κόπος είναι προϋπόθεση για τη μάθηση αλλά και τη δημιουργικότητα. Ένα τελευταίο σημείο σχετικό με την κριτική παρουσία μας στο πανεπιστήμιο: Κάτι που θα μπορούσαμε

να «ζυμώνουμε» είναι να κάνουμε μια κριτική στο αριθμοκεντρικό χαρακτήρα της παρεχόμενης γνώσης. Πχ., όλοι γνωρίζουμε πως το θέμα των οικονομικών σπουδών έχει ουσιαστικά μετατοπιστεί πλέον στην κατεύθυνση των εφαρμοσμένων μαθηματικών. Πρόκειται για την ποσοτικοποίηση των πάντων. Ακόμη και το ανθρώπινο σώμα αντιμετωπίζεται πια ως ένα σύνολο αριθμών. Η αξιολόγηση των πανεπιστημίων βασίζεται σε ένα σύνολο αριθμητικών δεικτών. Υπάρχει λοιπόν μία κυριαρχία των αριθμών, της ποσοτικοποίησης. Αν η αριστερά δεν αντιπαρατεθεί με ένα κριτικό τρόπο σε αυτή την ιδεολογία της ποσοτικοποίησης, σε αυτήν την ιδεολογία της «αντικειμενικότητας» των αριθμών, πολύ φοβάμαι ότι θα πέσουμε πάλι σε εκσυγχρονιστικά μοντέλα. Θα είχε πραγματικά ενδιαφέρον λοιπόν, το περιοδικό σας να οργάνωνε μια διημερίδα για τέτοιου είδους ζητήματα. Δηλαδή για αυτά τα ζητήματα που δεν διαβάζουμε -και δεν είναι ανάγκη να υπάρχουν - σε κομματικές θέσεις. Ρήγος: Θα έλεγα ότι η ποσοτικοποίηση άλλωστε έχει μπει πολύ έντονα και στις κοινωνικές επιστήμες. Ταυτόχρονα έχει μπει και η ουδετεροποίηση των όρων. Δηλαδή η απαξίωση του αξιακού περιεχομένου της έκφρασης. Π.χ. δε λέμε «αντιδημοκρατική πορεία», λέμε «έλλειμα δημοκρατίας». Δηλαδή χάνεται το αξιακό στοιχείο. Άλλο είναι να πεις «πολυσυλλεκτικό κόμμα» και άλλο «ψηφοθηρικό κόμμα». Θα έλεγα πως σε αυτό το σημείο μπορούμε να επιστρέψουμε σε αυτά που έλεγε στην αρχή ο Αριστείδης σχετικά με το περιεχόμενο. Δηλαδή σκοτώνονται τα παιδιά πάρα πολλές ώρες σε άσκοπα πράγματα. Π.χ. η ίδια ύλη του μαθήματος της ιστορίας επαναλαμβάνεται τρεις φορές: Στην Στ’ Δημοτικού στη Γ’ Γυμνασίου, στη Γ’ Λυκείου την ώρα που δεν καλύπτονται άλλα βασικά στοιχεία. Κουζέλης: Εδώ το ζήτημα που έθεσαν οι Ρήγος και Μπαλτάς συναντά αυτό που έλεγε πριν ο

17


ΑΦΙΕΡΩΜΑ Σπουρδαλάκης. Μιλάμε για μια κακή σύνδεση δύο διαφορετικών διαστροφικών τάσεων: Η μία είναι να συμπεριλάβουμε τα πάντα και η άλλη είναι να συμπεριλάβουμε μόνο «τα δικά μας». Αυτό που είναι αδιανόητο στην πραγματικότητα, συμβαίνει παντού και στην Ελλάδα με τεράστια ένταση: Ήδη από το δημοτικό υπάρχουν αξιώσεις επιστημονικών κλάδων. Σας θυμίζω ότι μία από τις συγκρούσεις σχετικά με το δημοτικό είναι για το ποιοι κλάδοι θα υφίστανται, εκτός των δασκάλων. Αυτό το πράγμα θα πρέπει κάποια στιγμή κάποιος να το δει τελείως απ’ έξω και να πει «αγαπητοί συνάδελφοι…στοπ». Δηλαδή, δεν είναι δυνατόν επειδή έχουμε πολλούς φυσικούς να μπει υποχρεωτικά φυσική στο δημοτικό. Άρα, πρέπει το σύστημα να ξανασχεδιαστεί με βάση τι θέλουμε να πετύχουμε, κατά βαθμίδα. Είναι βέβαιο πως πρέπει να επιστρέψουμε στον κοινό κορμό των μεγάλων Ηπείρων των Επιστημών και να πούμε «κρατάμε αυτά τα πράγματα». Στο κάτω-κάτω, στο γυμνάσιο και εν μέρει και στο Λύκειο, είναι δευτερεύον αν ένα μάθημα θα το διδάξει ένας φυσικός ή ένας χημικός, στο βαθμό που μπορεί να ελέγξει και τα δύο αντικείμενα. Και στο παράδειγμά μου αποκλείονται ένας θεολόγος ή ένας κοινωνιολόγος. Αλλά εγώ που είμαι κοινωνιολόγος λέω εδώ και 20 χρόνια πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπάρχει κοινωνιολογία στο σχολείο. Διότι έτσι όπως γίνεται η κοινωνιολογία, δηλαδή με μια εγκεκριμένη ερμηνεία των κοινωνικών προβλημάτων, πρόκειται για τον απόλυτο δογματισμό. Τους έχουμε «χάσει» αυτούς τους μετέπειτα φοιτητές. Διότι νομίζουν πως την απάντηση τη μάθανε στο σχολείο. Πρέπει να τους «ξεμάθεις». Ο Μπαλτάς μίλησε πριν για «ανακάλυψη». Αυτό είναι το κρίσιμο. Δηλαδή να βρεις έναν τρόπο να φτιάχνεις αυθεντικά προβλήματα προς επίλυση μέσα στην τάξη. Άρα να παρέχεις τη δυνατότητα στους μαθητές να επιλύουν οι ίδιοι προβλήματα. Προβλήματα φυσικο-επιστημονικά, προβλήματα κοινωνικοεπιστημονικά, προβλήματα ερμηνείας, προβλήματα αντίληψης της ιστορίας κτλ. Πρέπει, λοιπόν, να δούμε πώς σχεδιάζεται κάτι τέτοιο. Μπαλτάς. Η «απόλαυση», η σχέση της με την «πειθαρχία» και το πρόβλημα όπως το έθεσε ο Μάκης Κουζέλης: Ας πάρουμε λίγο και την καλή πλευρά των μαθηματικών: Προσωπικά, η απόλαυση που αισθάνθηκα όταν άρχισα να καταλαβαίνω τη δομή και την πειθαρχία της γεωμετρίας ήταν τεράστια. Και η έννοια της «ανακάλυψης» πήγαινε στην επίλυση ενός δύσκολου γεωμετρικού προβλήματος. Αν τα καταφέρεις, είναι τεράστια η απόλαυση. Αλλά πρόκειται για μια «απόλαυση» συνδεδεμένη με «πειθαρχία». Δηλαδή δε χωράει γνώμη. Και εκεί υπάρχει μια κριτική στη λεγόμενη «αντιαυταρχική εκπαίδευση». Αν το θέσουμε λοιπόν έτσι και καταλάβουμε το πεπερασμένο της μαθηματικής γνώσης, ότι τα μαθηματικά δεν είναι εφαρμόσιμα παντού αδιακρίτως, αρχίζεις και ξεχωρίζεις τις πειθαρχίες αλλά και τα ταλέντα ή τις κλίσεις των μαθητών προς την Α ή Β κατεύθυνση.

18

Ρήγος: Εδώ είναι και ο ρόλος του εκπαιδευτικού: Γιατί θυμόμαστε κάποιους μόνο από τους δασκάλους μας στο γυμνάσιο; Γιατί μας δώσανε αυτή τη χαρά της κατανόησης. Εγώ που είμαι των θεωρητικών επιστημών, έμαθα και χάρηκα τη γεωμετρία στη Γ’ γυμνασίου

Έχει παρατηρηθεί ότι αν στο σχολείο υπάρχει αυλή με φυτά, αλλάζει η «ιεραρχία» στις σχέσεις ανάμεσα στους μαθητές. Δηλαδή, αν έχεις την αυλή μόνο για τρέξιμο, κυνηγητό κτλ, τα ψηλά και δυνατά αγόρια έχουν αρχηγική θέση στις διάφορες ομάδες. Όταν την φυτέψεις η ιεραρχία, το ποιος είναι «αρχηγός» αλλάζει και αναδεικνύονται οι πιο ευαίσθητες προσωπικότητες. Ένα τέτοιο εγχείρημα σε ένα σχολείο είναι μια επένδυση εξαιρετικά χαμηλού κόστους από έναν πολύ καλό μαθηματικό, ο οποίος με «έβαλε μέσα». Αυτόν θυμάμαι. Κουζέλης. Καμιά φορά, λοιπόν, η υπερβολική κριτική ακόμη και στα μαθηματικά, στη μαθηματικοποίηση, μπορεί να οδηγήσει σε αυτό που ο Γαβρόγλου έλεγε πιο πριν, σε κάτι «φλου». Είναι πολύ εύκολο και κοιτάχτε γιατί: Γιατί πράγματι πρέπει να αρχίσουμε να σκεπτόμαστε και τι είναι ο εκπαιδευτικός. Και είναι όντως διαφορετικό πράγμα ο εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας - διαφορετική εκπαίδευση και προετοιμασία - και άλλο ο εκπαιδευτικός της δευτεροβάθμιας. Εξ ου και τους δασκάλους σου τους θυμάσαι για την αγάπη τους, για το πόσο σε φροντίσανε, για το πώς σου μάθανε προπαίδεια. Τους δασκάλους του γυμνασίου και του λυκείου τους θυμάσαι επειδή ήταν εξαιρετικοί σε αυτή τη δουλειά. Σου δώσανε την αγάπη για το αντικείμενο που είναι πολύ συγκεκριμένο πράγμα. Σπουρδαλακης: Μια ανακεφαλαίωση: Είπαμε ότι πρέπει να ορίσουμε όχι μόνο τις αξίες αλλά και το περιεχόμενο της κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας. Πώς κάθε βαθμίδα συμβάλει στην οικοδόμηση αυτού που λέμε «Παιδεία». Είπαμε ότι στόχος του εκπαιδευτικού είναι να διευρύνει τους ορίζοντες των μαθητών και να προσφέρει μια προοπτική ευχαρίστησης. Είπαμε ότι δεν πρέπει να περιορίσουμε την πηγή της γνώσης στο βιβλίο, καθώς αυτή φαίνεται να παράγεται με πειθαρχία και κόπο και σε εναλλακτικά κέντρα μάθησης. Είπαμε ότι ο διαφωτισμός δεν πρέπει να μείνει στο απυρόβλητο, αλλά να τον ξαναδούμε κριτικά. Και βέβαια όλοι εμείς είμαστε δάσκαλοι, εκπαιδευτικοί, αλλά έχουμε και την ιδιότητα των μελών

ενός κόμματος, το οποίο φιλοδοξεί να αλλάξει την κοινωνία, τις αξίες της, τους συσχετισμούς και τις δομές της. Πώς όμως προχωράμε προς αυτή την κατεύθυνση; Εμείς που είμαστε εκπαιδευτές, πώς εκπαιδευόμαστε, πώς εκπαιδεύουμε; Πώς αυτό αποτυπώνεται σε κάποιο πρόγραμμα; Πώς ξεπερνάμε εκείνες τις αδράνειες που αναφέραμε στην αρχή της συζήτησης; Αυτό λοιπόν, είναι μια πολύ μεγάλη πρόκληση, στην οποία πρέπει να απαντήσουμε όλοι όσοι ενδιαφερόμαστε, ώστε να προτείνουμε συγκεκριμένες πρακτικές εκπαίδευσης και σύνθεσης, που θα περάσουν και σε προγράμματα. Μπαλτάς: Πολλοί εκπαιδευτικοί παίρνουν πρωτοβουλίες, οι οποίες όμως δε συζητιούνται. Ρώτησα κάποιους από τους εκπαιδευτικούς φίλους μου: «Γιατί τέτοιες πρωτοβουλίες δε μπαίνουν στα προγράμματα της ΟΛΜΕ, του συνδικάτου, της παράταξης;» Μου λένε πως είναι εξαιρετικά δύσκολο. Αλλά αν δεν γίνει αυτή η συζήτηση, φτάνουμε απλώς σε ένα σύνολο αιτημάτων συνδικαλιστικού, κατά βάση, χαρακτήρα των διάφορων βαθμίδων της εκπαίδευσης και άρα εγκλωβιζόμαστε σε μια συζήτηση που δεν θίγει ζητήματα περί περιεχομένου, περί του ρόλου του εκπαιδευτικού, περί του ρόλου των βαθμίδων κοκ. Ρήγος: Αυτό που λες τώρα, σε συνάρτηση με τη σχετική διημερίδα που πρότεινε πριν ο Κώστας Γαβρόγλου, έχει τεράστιο ενδιαφέρον και να το βάλουμε μπροστά σα σκέψη. Προχθές το βράδυ συνάντησα ένα μεταπτυχιακό φοιτητή μου που είναι διευθυντής δημοτικού: Έβαψε διαφορετικά το σχολείο από τα άλλα, έσπασε το μπετό σε μια περιοχή και άρχισε να φυτεύει. Ποιος το ξέρει; Δεν πρόκειται στο συνδικάτο να μπει. Υπάρχουν πολιτιστικά κύτταρα λοιπόν, αυτή τη στιγμή πάρα πολύ έντονα και δημιουργικά στα οποία μάλιστα συμμετέχουν άνθρωποι του δικού μας χώρου. Όλο αυτό δεν αρθρώνεται στην κεντρική πολιτική σκηνή. Αυτό πρέπει να αρχίσουμε να το ψάχνουμε. Υπάρχει και ένα ακόμη πρόβλημα που νομίζω ότι είναι έντονο: Αυτό το άλυτο του Φίχτε «ποιος θα εκπαιδεύσει του εκπαιδευτικούς», το οποίο είναι μεν άλυτο, αλλά από τη στιγμή που τίθεται, μπορούμε να το δουλέψουμε. Ένα τρίτο σημείο είναι πως αυτή η ηγεμονία της εργαλειακότητας, που έλεγε ο Μιχάλης, έχει περάσει. Γι’ αυτό άλλωστε είναι ηγεμονία και τη συναντάμε και μέσα στο χώρο μας. Δεν είμαστε το κυρίαρχο στοιχείο της κοινωνικής πολιτιστικής κουλτούρας. Προσπαθούμε να φτιάξουμε μια άλλη. Και έχουμε και εσωτερικά να παλέψουμε, από το συντεχνιακό μέχρι το πολιτικό στοιχείο. Κουζέλης: Θα ήθελα να την υπογραμμίσω αυτή τη δυσκολία. Είχαμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα σοβιετικού τύπου με την κακή έννοια, γιατί θα μπορούσε να έχει και καλή. Δηλαδή είχαμε από τα αυστηρότερα αναλυτικά προγράμματα στον κόσμο. Την ίδια ώρα, στην ίδια τάξη όλων των σχολείων της χώρας έπρεπε να διδάσκεται η ίδια σελίδα. Μάλιστα, αν δεν καλυπτόταν η ύλη, υπήρχαν πειθαρχικές διαδικασίες. Εδώ υπάρχει ένα πραγματικό ζήτημα: Ανάμεσα στην απόλυτη αυθαιρεσία του έχοντος την εξουσία στην τάξη και την απόλυτη ρύθμισή του. Είμαστε αναγκασμένοι να τολμήσουμε. Ακούγεται βέβαια λίγο έξω από τις παραδόσεις της αριστεράς αυτό,


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

λίγο στο σχολείο και αυτό τους δίνει τα τυπικά προσόντα να γίνουν καθηγητές μέσης εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει πως, πολλοί εκπαιδευτικοί δεν επιλέγουν την εκπαίδευση σαν επαγγελματικό χώρο, αλλά και στη διάρκεια των σπουδών τους δεν τους δίνεται η κουλτούρα και οι αξίες αυτού του λειτουργήματος. Και αυτό το άλλοθι «ολίγον ψυχολογία, ολίγον παιδαγωγικά» πρέπει να σταματήσει και η πρωτογενής εκπαίδευση των εκπαιδευτικών θα πρέπει να απασχολήσει ιδιαίτερα στην Αριστερά. Κουζέλης: Μια σύνδεση με την επιστημολογία: Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Μπασλάρ, ήδη τη δεκαετία του ‘40, λέει ότι αν τον εκπαιδευτικό δεν τον βγάλεις λίγο έξω από το εκπαιδευτικό πλαίσιο, είναι χαμένος. Είναι καμένος και δε μπορεί να κάνει τι δουλειά του. Αν δεν τον βγάλεις λίγο από έξω, να αρχίσει ξανά να αναρωτιέται, να αρχίσει να ψάχνεται… Στο ζήτημα λοιπόν της επιμόρφωσης, μιλάμε για ήδη έτοιμους εκπαιδευτικούς. Τι κάνεις; Τους αφήνεις εκεί για 20 χρόνια να διαβάζουν το ίδιο βιβλίο; Χαμένη ιστορία, δεν μπορούν να θέσουν πραγματικά ερωτήματα στους μαθητές.

αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να σπάσουμε το αναλυτικό πρόγραμμα. Δε γίνεται αλλιώς. Χρειαζόμαστε εκπαιδευτικούς, οι οποίοι πράγματι να μπορούν να πάρουν πρωτοβουλίες, πράγματι να είναι πολύ καλά εκπαιδευμένοι και πρέπει να είναι και αξιωμένοι κοινωνικά. Ειδικά το τρίτο, έτσι όπως έχουν τα πράγματα αυτή τη στιγμή, είναι αποφασιστικό. Χρειαζόμαστε εκπαιδευτικούς που μπορούν να τολμήσουν. Τώρα έλεγε ο Αριστείδης για το πώς διαχέονται τέτοια πράγματα. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να πείσεις έναν εκπαιδευτικό που είναι απόλυτα στριμωγμένος να κινητοποιηθεί, όταν ενδεχομένως δεν καλύπτεται πλήρως από το αναλυτικό πρόγραμμα, έχοντας απέναντί του εμπόδια. Διαδικασίες πρωτοβουλίας, που είναι πολύ παραπάνω από «δουλειά». Αυτό θέλει πολύ μεγάλη στήριξη. Ρήγος: Και η απαξίωση που λες είναι διάχυτη. Το τελευταίο διάστημα ζούμε μια συστηματική απαξίωση του εκπαιδευτικού και την οικονομική του εξαθλίωση. Να πατάμε στην πραγματικότητα. Ζητάμε ένα οραματικό πράγμα, περισσότερη δουλειά, την ώρα που ο εκπαιδευτικός βομβαρδίζεται από παντού. «Δεν αξίζεις τίποτα, είσαι ένας από τους πολλούς». Δεν υπάρχει αυτό το αξιακό στοιχείο του ρόλου του εκπαιδευτικού μέσα στην κοινωνία. Μπαλτάς: Να προσθέσω εδώ ένα παράδειγμα, που είναι μεν υπερβολικό για τα καθ’ ημάς, αλλά έχει τη σημασία του. Είναι οι περίφημες «Écoles Normales» στη Γαλλία: Η δημιουργία, στην εξέλιξη της Γαλλικής Επανάστασης από τον Ναπολέοντα, ανωτάτων σχολών κατασκευής εκπαιδευτικών. Και είναι τέτοιο το κύρος, ώστε το να έχεις κάρτα αποφοίτου της École Normale, είναι ανώτερο από το να έχεις Nobel στην αντίστοιχη επιστήμη. Συχνά κάποιος που είναι απόφοιτος αυτής της σχολής γράφει αυτό στην carte visite, παρότι έχει πάρει Nobel. Τέτοια έγινε η αξίωση του εκπαιδευτικού στην πορεία της Γαλλικής Επανάστασης. Και αυτό έμεινε. Οι από-

φοιτη της École Normale έγιναν οι elites της Γαλλίας. Δεν λέω να το μιμηθούμε, αλλά είναι προς την κατεύθυνση που συζητάμε. Ρήγος: Η δομή της εκπαίδευσης, οι βαθμίδες κτλ. άλλωστε είναι ναπολεόντεια. Τότε για πρώτη φορά φτιάχτηκε το δημόσιο σχολείο με αυτή τη δομή και επιχειρήθηκε και η ένταξη του πανεπιστημίου μέσα σε αυτό. Αυτό δεν κατορθώθηκε και με σκοπό την αντιμετώπιση αυτού ακριβώς του προβλήματος γίνανε οι Ecoles Normales. Γιατί το πανεπιστήμιο ήταν προκρατικός θεσμός, δε μπόρεσε να ενταχθεί ως η κορωνίδα, όπως έλεγαν, στο υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα, γιατί πάντοτε ξέφευγε από τη νόρμα. Ακόμη και το πιο αυταρχικό πανεπιστήμιο στην πιο αυταρχική κοινωνία, υπήρξε πάντοτε μια εστία που ξέφευγε από την ίδια τη φύση της λειτουργίας του. Ξεφεύγει από τη νόρμα του υπόλοιπου εκπαιδευτικού συστήματος και ίσως εδώ ο βασικός λόγος της επίθεσης που δέχεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Γαβρόγλου: Επιστρέφοντας σε αυτά που λέγαμε πριν, αυτός ο κόσμος μεταξύ των εκπαιδευτικών που παίρνει πρωτοβουλίες για τη συζήτηση κάποιων νέων θεμάτων είναι ένας κόσμος που, κατά κανόνα, δεν μπλέκεται με τα συνδικαλιστικά. Από τη μία μεριά, υπάρχει μια κοινωνική παρουσία, ηγεμονία και διεκδικητικότητα ανθρώπων με διάφορα συνδικαλιστικά αιτήματα, καθόλα νόμιμα και από την άλλη, ένας κόσμος που ολοένα και απομακρύνεται από τον συνδικαλισμό αλλά με τεράστιο ενδιαφέρον, εμπειρία και συμβολή στα εκπαιδευτικά ζητήματα. Έπειτα υπάρχει το θέμα «ποιος εκπαιδεύει τους εκπαιδευτικούς;» Πώς παράγονται οι εκπαιδευτικοί; Σήμερα λοιπόν δεν υπάρχει τρόπος παραγωγής εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το ξέρουμε αυτό, το λέμε από παλιά. Δηλαδή πας στο φυσικό: Το πρόγραμμα του φυσικού τμήματος καταρτίζεται για να βγάλει καλούς ερευνητές, για να βγάλει καλούς φυσικούς. Στο τέλος παίρνουν έναν μάθημα ψυχολογίας, πάνε

Σπουρδαλάκης: Χωρίς αμφιβολία, καλώς η συζήτησή μας αναδεικνύει τα παραπάνω ζητήματα ως καίριας σημασίας. Ωστόσο, επειδή όλη αυτή η διαδικασία εμπλέκει τα πανεπιστήμια, επειδή τα πανεπιστήμια αυτή τη στιγμή βρίσκονται ίσως στην πιο κρίσιμη καμπή τους (ένα φαινόμενο που δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό), αξίζει τον κόπο να ασχοληθούμε λίγο παραπάνω. Το «ρυθμό» για τη «μελωδία» που συζητούμε εδώ πρέπει να τον δώσει το πανεπιστήμιο. Δηλαδή μια δομή. Βλέπουμε λοιπόν στο πανεπιστήμιο, τάσεις για τμήματα χωρίς γνωστικό/ακαδημαϊκό αντικείμενο και βλέπουμε μια πλήρη αλλοίωση της έρευνας, η οποία εκπίπτει στο επίπεδο των μελετών. Σπανίως έχουμε μια κανονική έρευνα, που υπηρετεί το αξιακό πλαίσιο που συζητάμε. Έχουμε στοχευμένες μελέτες, γιατί αυτές φέρνουν χρήματα, γιατί αυτές κατασκευάζουν την πλασματική καταξίωση του εκπαιδευτικού, κάτι που αποτελεί και την έμμεση συνέπεια από την δραματική ελλιπή στήριξη της έρευνας. Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια δύσκολη καμπή που η συνάντηση, αυτού που παραπάνω περιγράψαμε με την παρομοίωση της σχέσης «ρυθμού» και «μελωδίας» δεν είναι αυτονόητη. Με αυτή την έννοια το ζήτημα των πανεπιστημίων βρίσκεται αναγκαστικά στην καρδιά αυτής της συζήτησης. Μπαλτάς: Μια εμπειρία από το Πολυτεχνείο σχετική με αυτά που λέει ο Μιχάλης: Αν διακρίνουμε τέσσερα επίπεδα, μπορούμε να αρχίσουμε να το συζητάμε. Μιλάω για τις φυσικές επιστήμες καταρχήν, παρόλο που κάποια εμπίπτουν και στις κοινωνικές: Βασική έρευνα, εφαρμοσμένη έρευνα, στοχευμένη έρευνα, μελέτη. Το Πολυτεχνείο χονδρικά δέχεται τα τρία ως ερευνητικά πεδία. Το τέταρτο, το να κάνεις μια μελέτη για ένα σπίτι, για μια γέφυρα, δεν είναι καν στοχευμένη έρευνα. Πρέπει να γίνει μια κουβέντα για το «προφίλ» του πανεπιστημιακού. Είχαν τεθεί παλιότερα κάποια ερωτήματα: «Έρευνα για το ΝΑΤΟ; Έρευνα με χρηματοδότηση από ερευνητικά προγράμματα του εξωτερικού;» Πρώτον, πρέπει να πούμε πως δε νοείται πανεπιστημιακή έρευνα, σε οποιαδήποτε από αυτές τις κατηγορίες, χωρίς τη δημοσιότητα προς όλους, είτε σε χρηματοδοτεί ο Α, είτε ο Β φορέας.

19


ΑΦΙΕΡΩΜΑ Δεύτερον, πρέπει να υπάρχει μια συνάφεια του χρηματοδοτικού πλαισίου με το ερευνητικό πεδίο. Γιατί, έτσι που είναι οι κοινωνίες σήμερα, δεν μπορείς να αποκλείεις τη χρηματοδότηση της έρευνας με μια μονοκοντυλιά. Αν δεν υπάρχουν όμως έσωθεν όροι ελέγχου αυτού του τύπου χρηματοδότησης, έχει χαθεί το παιχνίδι. Είναι δύσκολη συζήτηση, αλλά θέλει μια καταρχήν εννοιολόγηση των δυσκολιών, για να μπορέσεις σιγά σιγά να τις αντιμετωπίσεις. Γαβρόγλου: Στην έρευνα παράγεται και αναπαράγεται ένας τεράστιος όγκος θορύβου. Και αυτό γίνεται παρά τις διαδικασίες κρίσης και αξιολόγησης. Προφανώς υπάρχουν και πολύ ενδιαφέροντα ερευνητικά αποτελέσματα, αλλά στο σύνολο των δημοσιεύσεων σε περιοδικά και βιβλία το ποσοστό του θορύβου, των επαναλήψεων και αλληλοεπικαλύψεων αποτελεί την κυρίαρχη τάση. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια αυξάνεται με απίστευτους ρυθμούς. Ένας από τους λόγους που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο είναι ότι οι δημοσιεύσεις άρθρων και, κυρίως, βιβλίων αποτελεί μέρος του πλέγματος εξουσίας στα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα και, γενικότερα, στην επιστημονική κοινότητα. Οι παγιωμένες αλλά και οι υπό διαμόρφωση εξουσίες αποτελούν εγγενώς μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας. Και, όπως σε όλες τις μορφές εξουσίας, έτσι και εδώ το ποιος θα περάσει το κατώφλι είναι ένα σύνθετο ζήτημα όπου τα κριτήρια δεν είναι ούτε αυστηρά αλλά ούτε και αποκλειστικά ακαδημαϊκά. Το φαινόμενο είναι διεθνές με αντανακλάσεις και στην Ελλάδα. Παράλληλα εισβάλλει επιθετικά η στρατηγική της ανοιχτής πρόσβασης στο διαδίκτυο, γιατί πολλά περιοδικά και πολλές εκδόσεις είναι πια ανοιχτής πρόσβασης, κάτι που ολοένα και περισσότερο γίνεται αποδεκτό ως μορφή κοινοποίησης της έρευνας. Εδώ οι διαδικασίες αξιολόγησης ποικίλουν, και οι δομές της εξουσίας δεν έχουν ακόμη μορφοποιηθεί. Άρα αυτό που ενδιαφέρει και εμάς ως αριστερά είναι «ποια είναι τα καινούρια κριτήρια εγκυρότητας αυτού που παράγεις;» Το ερώτημα δεν παραπέμπει σε επιστημολογικές διερευνήσεις, αλλά κυρίως σε κοινωνικές και πολιτικές. Σπουρδαλάκης: Δεν υπάρχει μεγάλος αγγλόφωνος εκδοτικός οίκος ο οποίος να μην διαθέτει απίθανα μακροσκελείς καταλόγους με περιοδικά. Πριν από 20-25 χρόνια υπήρχαν σε κάθε κλάδο 4-5 περιοδικά, σε κάθε χώρα με την σχετική πανεπιστημιακή παράδοση. Σήμερα, η λογική της ποσοτικής «αξιολόγησης», που αναδεικνύει το «δημοσίευση ή θάνατος» (publish or perish) σε απόλυτο κριτήριο αξιοσύνης των πανεπιστημιακών δασκάλων έχει ανατρέψει πλήρως αυτή την παράδοση. Έτσι, φτάσαμε - και ακόμα φαίνεται να ξεπερνάμε - το ζήτημα που έχει ανοίξει η δυναμική της αναφοράς σου στη λεγόμενη ανοικτή πρόσβαση.

20

Γαβρόγλου: Η Elsevier πέρυσι είχε τζίρο περίπου 1 δις και κέρδη τριακόσια εκατομμύρια. Βγήκε λοιπόν ένας μαθηματικός στο Cambridge και διακίνησε ένα κείμενο που μάζεψε πάρα πολλές υπογραφές ότι είναι απαράδεκτο οι μεγάλοι εκδότες να χρησιμοποιούν αυτά που παράγει η επιστημονική κοινότητα, να πληρώνουν ελάχιστα σε αυτούς και όταν θελήσεις να διαβάσεις ένα άρθρο σε ένα περιοδικό να σου το χρεώνουν γύρω

στα 30 ευρώ, αν το πανεπιστήμιό σου δεν είναι συμβεβλημένο με τον συγκεκριμένο οίκο. Έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια εντελώς νέα κατάσταση και πολλοί οργανισμοί που χρηματοδοτούν την έρευνα απαιτούν να κοινοποιούνται τα αποτελέσματα της έρευνας και μέσα από φορείς της ανοιχτής πρόσβασης. Το πώς θα εξελιχθεί αυτή η κατάσταση, το πώς θα εμπλακούν οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι σε αυτές τις μορφές κοινοποίησης της έρευνας, θα καθορίσει πάρα πολλά πράγματα. Η ανοιχτή πρόσβαση λοιπόν, παρ’ όλο που δε θεωρώ πως είναι πανάκεια, νομίζω πως αναγκάζει να αλλάξουν πολλά πράγματα στο χώρο της έρευνας, των επιστημονικών περιοδικών και βιβλίων. Σε αυτά τα θέματα ως αριστερά έχουμε μια αμηχανία. Δεν ξέρουμε πώς να τα αντιμετωπίσουμε, κυρίως γιατί έχουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της χρηματοδότησης της έρευνας από φορείς που δεν είναι μόνο δημόσιοι. Καλώς ή κακώς η εξωτερική χρηματοδότηση δε μπορεί να είναι ταμπού. Μια εποχή ήταν ταμπού και καλώς ήταν. Τώρα όμως; Κουζέλης: Υπάρχουν δύο ογκόλιθοι που πέσαν στο τραπέζι, που πρέπει να συζητηθούν: Ο Μπαλτάς μίλησε για τη «δημοσιότητα» στην έρευνα και να προσθέσω εγώ την «κοινότητα». Δηλαδή, ποια είναι η κοινότητα στην οποία συζητιέται αυτό το πράγμα, για να βάλω το ζήτημα που έθεσε και ο Κώστας. Ο άλλος ογκόλιθος είναι το ζήτημα της διαχείρισης της γνώσης. Γιατί αυτό που είπε για τα επιστημονικά περιοδικά ο Γαβρόγλου έχει να κάνει με ζητήματα εξουσίας. Ας σκεφτούμε, δηλαδή, τον τρόπο με τον οποίο έγινε αυτονόητος ο νεοφιλελευθερισμός. Αυτονόητος. Είναι πλέον ο κυρίαρχος τρόπος σκέψης. Δηλαδή πρέπει να αντιπαλέψεις κάτι για να φύγεις από εκεί. Ρήγος: Να πω κάτι για την ιστορική διαδρομή του πανεπιστημίου, το οποίο σχετίζεται με αυτό που λες. Πάντοτε το πανεπιστήμιο είχε ένα πρόβλημα ένταξης ή μη ένταξης στα ιερά ανήκειν της εποχής του: Από τον

καιρό της πάλης του με την εκκλησία, με το κράτος, με την οικονομία. Σήμερα, φαίνεται σε μεγάλο βαθμό πως πολλές δυνάμεις στο εσωτερικό του έχουν υποταχθεί σε αυτή τη νόρμα της νεοφιλελεύθερης λογικής που εξαφανίζει την ουσία του πανεπιστημίου και τη μετατρέπει σε όλα αυτά που έλεγε ο Γαβρόγλου πριν. Και δεν πρόκειται πάντα για μια έξωθεν επίθεση που μπορεί να αποκρουστεί, αλλά συχνά για μια προερχόμενη από το εσωτερικό του. Δηλαδή η επίθεση στον πρύτανη του πανεπιστημίου Αθηνών είναι μια σαφής επίθεση, η οποία είναι ύπουλη, γιατί παρασύρει και πολλούς καλοπροαίρετους. Ειδικότερα στις πιο χαμηλές βαθμίδες. Σπουρδαλάκης: Και αν συμβαίνει αυτό, πολύ γρήγορα το αυτονόητο της αντίδρασης της παραπομπής του πρύτανη δε θα υπάρχει, έτσι όπως πάει. Ρήγος: Βεβαίως και επειδή τον αναφέραμε αξίζει να πούμε δυο λόγια. Το πόσο έπιασε το ότι είναι και ηθοποιός του θεάτρου. Δηλαδή μια αδικαιολόγητη απαξίωση ενός πράγματος, το οποίο θα έπρεπε να είναι θεμελιακό. Μπαλτάς: Πολιτισμός και πανεπιστήμιο λοιπόν. Τώρα, για τους ογκόλιθους που είπε ο Κουζέλης και για το νέο πεδίο εγκυρότητας περιοδικών κτλ.: Αυτό το φαινόμενο, εξ ορισμού, δεν είναι μόνο ελληνικό. Κριτική σε όλη αυτή τη δομή γίνεται με πολύ έντονους και συχνά τεχνοκρατικούς όρους - με την καλή πια έννοια του όρου - από πάρα πολλούς επιστήμονες παγκοσμίως. Είμαστε εκτός αυτή της συζήτησης και αδυνατούμε να ανάγουμε αυτό το ερώτημα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Δηλαδή, αν θέλουμε να έχουμε μια παρέμβαση στα ευρωπαϊκά ζητήματα παιδείας, πέρα από την κριτική στη Μπολόνια, υπάρχει αυτό το τεράστιο πακέτο που είναι πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας εμβέλειας και οφείλει να μπει στην ημερήσια διάταξη κάθε προγράμματος της Αριστεράς για την παιδεία και την Ευρώπη.


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

Κουζέλης: Και δυστυχώς συμμετέχουμε απολύτως μηδενικά σε αυτή τη συζήτηση, ενώ θα έπρεπε να είμαστε πρωτοπορία. Δηλαδή δεν υπάρχει η αντιστοιχία των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ. Γαβρόγλου: Και για να το θέσουμε πιο έντονα ακόμη, οι περισσότεροι συμμετέχουμε και πολύ ενεργά στην αναπαραγωγή του προβλήματος. Για να αμφισβητήσουμε λοιπόν την υπάρχουσα κατάσταση, είμαστε υποχρεωμένοι να συμμετέχουμε σε αυτήν αλλά έχουμε συνεισφέρει ελάχιστα στην κριτική της. Σπουρδαλάκης: Για τις νέες ανθρωπιστικές σπουδές πρέπει να έχουμε και μια κριτική αντιμετώπιση του ουμανισμού, χωρίς να καταπίνουμε τον παγιωμένο αστικό ορισμό του. Πρέπει ακόμα να αναφέρουμε τον Ντεριντά, που στο βιβλίο του για το πανεπιστήμιο ουσιαστικά αυτό λέει. Κουζέλης: Θέτει ένα ζήτημα που μας βοηθάει να δούμε τι συμβαίνει. Μοιάζει αυτό που συμβαίνει με την αποσταθεροποίηση και τη διάλυση του πανεπιστημίου να έχει να κάνει κάτι με την αξία και το είδος των ερωτημάτων που μπορούν να τεθούν προς επίλυση. Υποθέτω ότι αυτή η επιμονή, πως δεν τα χρειαζόμαστε όλα αυτά, σχετίζεται με το ότι δεν υπάρχουν τάχα και πάρα πολλά προβλήματα κοινωνικά προς επίλυση. Δηλαδή σα να τα έχουμε λύσει. Την ώρα ακριβώς που οξύνονται. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί πρέπει να σκεφτούμε πώς το αντιμετωπίζουμε. Τα κοινωνικά προβλήματα λοιπόν πρέπει να τεθούν ως πραγματικά και «κόφτε το», δεν έχει τελειώσει η ιστορία. Και αυτό είναι πολιτικό αίτημα. «Δεν έχει τελειώσει η ιστορία» σημαίνει πως οι αγώνες είναι εδώ και υπάρχουν διακυβεύματα. Και αυτά, μέσω του πανεπιστημίου, γίνονται και επιστημονικά ζητήματα. Αυτή είναι η σύνδεση κοινωνίας-επιστήμης. Ρήγος: Εδώ να αναφέρουμε τη σταδιακή μετατόπιση του συντονισμού της οργάνωσης σε παγκόσμιο επίπεδο, από την UNESCO στον ΟΟΣΑ. Μεταφέρεται πια, δηλαδή, σε ένα χώρο οικονομικής συνεργασίας και ανάπτυξης με τους όρους που αυτό συνεπάγεται. Κουζέλης: Αντίστοιχη εξέλιξη είχαν και τα ιδιωτικά σχολεία στην Ελλάδα: Από το Υπουργείο Παιδείας στο Υπουργείο Εμπορίας. Ρήγος: Ακριβώς το ίδιο. Δηλαδή, μεταφέρονται λίγο λίγο ως εμπορικές επιχειρήσεις, άρα με κριτήρια εμπορικού προϊόντος που πουλιέται και αγοράζεται με αγοραίες λογικές. Φαινόμενα τα οποία οφείλουν να είναι έξω από αυτό το αγοραίο και εντός της αγοράς, με την κλασική έννοια της λέξης. Μπαλτάς: Και αυτό δείχνει, όπως έλεγε πιο πριν ο Κουζέλης, πως η ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού αδιόρατα πέρασε και καθορίζει τα πάντα. Σε αυτό το γενικό φαινόμενο εμείς συχνά δυστυχώς εστιάζουμε την κριτική μας σε επί μέρους ζητήματα, κατά καιρούς και εν μέρει. Σπουρδαλάκης: Μάλιστα, συχνά η κριτική μας είναι και σε ηθική βάση. Βέβαια ο νεοφιλελευθερισμός έτσι τουλάχιστον όπως εμφανίζεται και διαχέεται

στον δημόσιο διάλογο χαρακτηρίζεται από απλουστευτική λογική και δίπολα (προσφορά-ζήτηση, δημόσιο-αγορά κά) κάτι που διευκολύνει την εμπέδωσή του και τελικά τις εκδοχές της ηγεμονικής επικράτησης. Γαβρόγλου: Ας μην αφήσουμε απ’ έξω τη γελοιότητα που ονομάζεται λίστα της Σανγκάης ή τις διάφορες παραλλαγές της. Η λίστα αυτή της κατάταξης των πανεπιστημίων συγκροτείται με βάση τέτοια νεοφιλελεύθερης κοπής κριτήρια. Το χυδαίο είναι πως κατάφεραν να νομιμοποιήσουν στη συνείδηση της κοινωνίας ότι μπορείς να κατατάσσεις πανεπιστήμια και από τα δεκάδες χιλιάδες να υπάρχει ένα σύστημα που βγάζει ποιο είναι το πρώτο, ποιο είναι το δεύτερο κτλ. Βέβαια κάτι τέτοιο γίνεται δυνατό επειδή όλα τα κριτήρια είναι ποσοτικά, αλλά μέσα από αυτόν τον τρόπο ακυρώνεται η ίδια η έννοια του πανεπιστημίου. Σπουρδαλάκης: Επειδή πολλές φορές στο δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα ακούγεται πως τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν έχουν καλή θέση διεθνώς με βάση τα στοιχεία αυτά, μπαίνοντας στη λογική του αντιπάλου, να πούμε πως σε σύγκριση με άλλους τομείς της χώρας (επιχειρηματική δραστηριότητα, αθλητική, καλλιτεχνική κτλ.) τα πανεπιστήμια είναι σε εμφανώς καλύτερη μοίρα. Με όλα αυτά τα προβλήματα που συζητάμε, το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι συγκριτικά μια χαρά - επαναλαμβάνω - ακόμη και με τη λογική του αντιπάλου. Γαβρόγλου: Μία σχετικά αισιόδοξη νότα: Πρόσφατα βγήκε από την ΕΕ μία προκήρυξη για χώρες όπου οι διδάσκοντες των πανεπιστημίων τους, είτε δε δημοσιεύουν στα λεγόμενα «καλά» περιοδικά, είτε οι αναφορές που έχουν, παρ’ όλες τις δημοσιεύσεις τους, είναι χαμηλές. Υπάρχει ένας αλγόριθμος και επιδοτούνται χώρες με τις χαμηλότερες επιδόσεις. Η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα για επιδότηση, καθώς βρίσκεται πάνω από το 70% του μέσου όρου των χωρών της Ευρώπης, τόσο σε

δημοσιεύσεις, όσο και στις αναφορές στις εργασίες των ερευνητών από τρίτους. Αυτό είναι ένα συγκλονιστικό στοιχείο. Μιλάμε για ένα πραγματικό «success story» που θάβεται από το πρωί μέχρι το βράδυ για να χτυπηθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο. Σπουρδαλάκης: Κάποια στοιχεία που έχω στη διάθεσή μου: Η χρηματοδότηση της παιδείας ήταν το 2009 3,13% του ΑΕΠ. Το 2008 έγιναν κινητοποιήσεις για να πάει στο 5%, που είναι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος και το 2014 προβλέπεται να είναι 2,68%. Αυτά τα στοιχεία είναι ήδη παλιά και νομίζω πως ο προϋπολογισμός προβλέπει ακόμη λιγότερα. Γαβρόγλου: Και το ΑΕΠ ήταν πολύ υψηλότερο, άρα σε απόλυτα νούμερα η χρηματοδότηση έπεσε δραματικά. Σπουρδαλάκης: Μιλάμε λοιπόν για μια ηρωική προσπάθεια του ελληνικού πανεπιστημίου και για αυξημένη αποτελεσματικότητα, με οποιαδήποτε κριτήρια. Ελπίζω πως όλα αυτά τα θέματα θα μπουν στην προβληματική του ΣΥΡΙΖΑ σε έναν οδικό χάρτη μεθοδολογίας για να αρχίσουν να αποτυπώνονται συγκεκριμένα και να μετατρέπονται σε συγκεκριμένες πολιτικές. Έχει πολύ μεγάλη σημασία. Ρήγος: Θα έλεγα ότι μπορούμε να κλείσουμε εδώ την κουβέντα, όχι γιατί κλείνει, αλλά γιατί ανοίγει πάρα πολλά θέματα, τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι, ως χώρος της ανανεωτικής ριζοσπαστικής αριστεράς, να τα θίξουμε. Αυτοί οι προβληματισμοί δεν είναι μόνο δικοί μας. Τίθενται αυτή την ώρα σε όλο το εκπαιδευτικό σύστημα παγκοσμίως, απέναντι σε αυτή την ενορχηστρωμένη επίθεση που δέχεται. Παράλληλα έχουν αρχίσει οι αντιστάσεις και οι αναζητήσεις των νέων δρόμων, των νέων αξιακών επαναθεμελιώσεων όλου του εκπαιδευτικού ζητήματος. Και η ελληνική προεδρεία της ΕΕ είναι ευκαιρία να τα δούμε διεξοδικά.

21


IΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Κ Α Ι Φ Ο Ι Τ Η Τ Ι ΚΟ Κ Ι Ν Η Μ Α 7 2 o

Mια ριζική καινοτομία στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης Η ΠΡΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ: Η ΠΑΝΤΕΙΟΣ

Σ

τo πλαίσιo της όλης προσπάθειας της Κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου για έναν αστικό εκσυγχρονισμό της νεοελληνικής κοινωνίας και για την αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών φαινομένων τα οποία προβάλλουν έντονα στην κοινωνικό-πολιτική σκηνή, γίνεται αναγκαία η προσέγγιση νέων επιστημονικών χώρων που υπερβαίνουν τα στενά όρια της Νομικής Επιστήμης του Δημόσιου και Συνταγματικού Δικαίου, της παραδοσιακής Ιστορικής γεγονοτολογικής αφήγησης και της Λαογραφίας. Aυτή τη νέα κοινωνική-δυναμική ανάγκη υπηρετεί, για πρώτη φορά στην νεοελληνική πανεπιστημιακή παράδοση, η θεσμοθέτηση επιστημονικών αντικειμένων μελέτης των δυναμικών συγκρουσιακών σχέσεων Κοινωνίας και Κρατικών Θεσμών, με την ίδρυση/πλήρωση έδρας Κοινωνιολογίας, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης που όπως είδαμε κατέλαβε ο Αβροτέλης Ελευθερόπουλος. Ταυτόχρονα, στο Αθηνών στα 1929 θεσμοθετήθηκε έκτακτη έδρα με το ίδιο αντικείμενο, που ως υφηγητής στην αρχή και λίγο αργότερα –στα 1933 - ως καθηγητής εκλέχτηκε ο νεότατος Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Στην ίδια κατεύθυνση εντάσσεται, έστω και με μια ιδιότυπη ιδιωτική πρωτοβουλία - που καμιά αναλογία δεν έχει με τις σημερινές αγοραίες επιχειρήσεις του χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης – και με το στενότατο απ’ αρχής εναγκαλισμό και έλεγχο του κράτους, η ίδρυση της πρώτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών στην Αθήνα, στα 1930. Επρόκειτο για γεγονός που «θα μπορούσε να δει κανείς «ως το τελευταίο πνευματικό δημιούργημα των εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων των φιλελευθέρων» και ταυτόχρονα ως «εκπαιδευτικό πραξικόπημα» - σύμφωνα με τον Κουτσούκη – στην κυρίαρχη παράδοση και αντίληψη στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Προϊστορία

22

Η ανάγκη ύπαρξης Σχολής Πολιτικών Επιστημών, βέβαια, είχε επισημανθεί ήδη από την εποχή του Χαριλάου Τρικούπη και είχε επιχειρηθεί κατά την διάρκεια της πρώτης Κυβέρνησης Ελ. Βενιζέλου, η οποία στα 1911 είχε καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο, το οποίο όμως δεν προχώρησε λόγω της εμπλοκής της χώρας στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το ενδιαφέρον είναι ότι την ανάγκη ύπαρξης ανεξάρτητου επιστημονικού κλάδου μελέτης των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων και του όλου πολιτικού συστήματος, πρώτοι διαπίστωσαν κιόλας από τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα, καθηγητές του Συνταγματικού, που αν και βαθιά επηρεασμένοι από την Γερμανική Νομική Θεωρία περί Κράτους, συνειδητοποιούσαν ότι η πολιτική πράξη υπερβαίνει τα όρια των Νομικών τους μελετών. Ο Ν. Ν. Σαρίπολος ήδη στην εισαγωγή του στο ‘Ελληνικό Συνταγματικό Δίκαιο’ στα 1915 αναφέρετε στην ανάγκη διαφοροποίησης ανάμεσα στη νομική και πολιτική επιστήμη. Ακόμη πιο συστηματικά ο Αλέξανδρος Σβώλος από τα 1921 στο άρθρο του ‘Η κοινωνική κατεύθυνσις εν τη εξελίξει του Κράτους’ εισήγαγε πρώτος την κοινωνική και πολιτική διάσταση στη μελέτη του δικαίου, συμβάλλοντας σημαντικά – όπως

αναφέρουν οι Νικηφόρος Διαμαντούρος και Μιχάλης Σπουρδαλάκης στη μελέτη τους ‘Η πολιτική Επιστήμη στην Ελλάδα’ – στη συστηματική και διακριτή μελέτη του πολιτικού φαινομένου.

Απαρχή Το αίτημα πάντως παίρνει σάρκα και οστά μέσα από την πρωτοβουλία του σωματείου ‘Εκπαιδευτική Αναγέννησις’, που ίδρυσε το 1924 ένας ιδιότυπος υπερσυντηρητικός αλλά και ρηξικέλευθος μεταρρυθμιστής – ‘φασίζοντα’ τον θεωρεί ο Μαρκέτος ‘περιθωριακό ριζοσπάστη’ ο Κουτσούκης - βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης του 1923 με την δεξιά πτέρυγα του Κόμματος των Φιλελευθέρων, προσωπικός φίλος του Βενιζέλου, ο Κύπριος από την Λεμεσό, Γεώργιος Φραγκούδης. Άποψη του :«Εάν είναι αληθές ότι δια της εκπαιδεύσεως και μόνον είναι δυνατόν να δημιουργηθή η Ελληνική πατρίς, η ίδρυσης Σχολής [εννοεί Πολιτικών Επιστημών] θα δώση το σύνθημα της Εθνικής αναπλάσεως, δια της δημιουργίας εστίας μελετών των εθνικών ζητημάτων και βήματος ανωτέρας μεταρρυθμιστικής διδασκαλίας…εις την οποίαν θα εδίδασκον άνδρες μεταξύ των αρίστων Ελλήνων και η οποία θα αποβεί ανωτέρα Ακαδημία ηθικής μυήσεως και αναδημιουργίας …» Με αυτές τις σαφώς συντηρητικά οριοθετημένες σκέψεις, που εκφράζουν και την αγωνία μιας παραπαίουσας ιδεολογικά αστικής τάξης και πρότυπο την ‘Σχολή Πολιτικών Επιστημών’ του Παρισιού – της οποίας ήταν και απόφοιτος – ο πολυπράγμων και πεισματάρης Φραγκούδης, αρχίζει ένα τεράστιο αγώνα συγκέντρωσης χρημάτων κυρίως στην ομογένεια και ειδικά εκείνη της Αμερικής. Πρώτος χορηγός, ο αυτοεξόριστος τότε στο Παρίσι Ελ. Βενιζέλος που εισφέρει 200λίρες για την ίδρυση της Σχολής, εκφράζοντας και την πρόθεση να είναι ο πρώτος καθηγητής της. Τελικά συγκεντρώνει - όπως αναφέρει ο Παπαπάνου – 1.583.000 δραχμές. Με αυτό το ποσό και ένα δάνειο 500χιλιάδων αγοράζει το οικόπεδο στη Λεωφόρο Συγγρού 136 και «περί την μεσημβρίαν» -όπως μας πληροφορεί η εφημ. ‘Εμπρός’ της επομένης - στις 2 Ιανουαρίου 1927 μπαίνει ο θεμέλιος λίθος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και αγιασμό από τον Αρχιεπίσκοπο, της «Εν Αθήναις Ελευθέρας Μορφωτικής Σχολής των Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών». Στο φυλλάδιο αριθ. 4 της ‘Εκπαιδευτικής Αναγεννήσεως’ που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1930 διαβάζουμε σχετικά με τη θέση του οικοπέδου αλλά και τους σκοπούς της Σχολής: «Η θέσις είναι ολίγον μακράν του κέντρου αλλ’ είναι αμέσου μέλλοντος. Άλλως τε ήτο αδύνατον να ευρεθή εις κεντρικώτερον μέρος έκτασις μεγάλη, με ελπίδα προσαυξήσεως. Ούτε είναι δυνατόν να τα μαζεύσωμεν όλα μεταξύ των πλατειών Συντάγματος και Ομονοίας. Η συγκοινωνία δε σήμερον κατέστησε κεντρικά και τα απόκεντρα. Επί πλέον η διδασκαλία θα γίνεται εν συνεχεία μαθημάτων, ώστε Καθηγηταί και σπουδασταί να μεταβαίνουν άπαξ μόνο της ημέρας. Εκεί δε, θα ευρίσκουν επί τόπου εκτός των μαθημάτων και πάσαν άλλην ευκολίαν, τροφήν, ανα-

γνωστήρια, αναπαυτήρια,, πρατήρια κ.λ.π. Σκοπός της Σχολής είναι η μόρφωσις υπαλλήλων δια το Κράτος,, τας Τράπεζας και άλλα ανώτατα Ιδρύματα και η δημιουργία δημοσιολόγων και πολιτικών εν γένει ανδρών με αρχάς, χαρακτήρα, ανάπτυξιν ανωτέραν και γνώσεις στερεάς». Στο ίδιο κείμενο που αποτελεί κατά κάποιο τρόπο και το μανιφέστο του Σωματείου τονίζεται ιδιαίτερα η ανεξαρτησία της Σχολής από το Κράτος. «Αι νεώτεραι αυταί Σχολαί είναι συνήθως ελεύθεραι και ανεξάρτηται από το Κράτος. Ιδρύματα φιλεκπαιδευτικών οργανώσεων και κέντρα νέων ιδεών, ερεύνης και ελευθέρας σκέψεως»

Πρώτη διάρθρωση Το σχέδιο της ‘Εκπαιδευτικής Αναγεννήσεως’ προβλέπει – όπως καταγράφει και ο Παπαπάνου και ο Χατζηγιαννάκης - την οργάνωση και λειτουργία τριών Σχολών. Η πρώτη είναι η «Ελευθέρα Σχολή Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών» που διαιρείται αργότερα σε τρία Τμήματα, «το Πολιτικόν, το Οικονομικόν και το Γενικόν Τμήμα ανωτέρας μορφώσεως» και στην οποία γίνονται δεκτοί ως κανονικοί φοιτητές κάτοχοι απολυτηρίου γυμνασίου που επιθυμούν «να σταδιοδρομήσουν εις δημοσίας υπηρεσίας, εις την δημοσιογραφίαν και εις τον εν γένει πολιτικόν βίον». Η δεύτερη Σχολή με το ίδιο πρόγραμμα και προσόντα εγγραφής, αφορά τους εργαζόμενους στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα και τις τράπεζες αλλά και φοιτητές άλλων σχολών και γι’ αυτό θα λειτουργεί βραδινές ώρες. Η τρίτη αποτελεί μια ενδιαφέρουσα καινοτομία, θα λειτουργεί και αυτή βραδινές ώρες, αλλά θα απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα Ανοιχτό Λαϊκό Πανεπιστήμιο, στην οποία, όποιος επιθυμεί, «θα μαθαίνει τα δικαιώματα, αλλά προ παντός τα καθήκοντα του και τα στοιχειώδεις γνώσεις καλού Έλληνος πολίτου που μέχρι τότε άκουγε μόνο φευ, από τους υποψηφίους κατά τας παραμονάς των εκλογών…» Ως που ν’ αρχίσει να λειτουργεί όμως αυτό το Λαϊκό Πανεπιστήμιο οργανώνονται τις Κυριακές σειρά ανοιχτών διαλέξεων ενδεικτικές των προθέσεων αλλά και του συντηρητικού εθνοκεντρικού οράματος του Φραγκούδη, οι οποίες αφορούν: «Στοιχεία Συνταγματικού Δικαίου – Τα καθήκοντα του Πολίτου – Στοιχεία Διοικητικού Δικαίου – Στοιχεία Ιστορίας και Πολιτικής Γεωγραφίας – Ο σχηματισμός των νεώτερων λαών – Οι Έλληνες και εχθροί των – Μαθήματα μορφωτικά του χαρακτήρος – Τα φυλετικά ελαττώματα των Ελλήνων και η κοινωνική διάπλασις – Σοσιαλισμός – Αληθινή Δημοκρατία» και άλλα αντίστοιχης αντίληψης μαθήματα. Έναρξη λειτουργίας Με αυτές τις αντιλήψεις και μια επιπλέον ενίσχυση ενός εκατομμυρίου του Υπουργείου Παιδείας από τα περισσεύματα του προϋπολογισμού του 1929, αλλά και την προσωπική επίβλεψη και εργασία του Φραγκούδη, το κτήριο ολοκληρώνεται. Έτσι τον Μάιο του 1930 γίνεται η επίσημη εμφάνιση της πρώτης «Ελευθέρας Σχολής Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών» με πανηγυρική συγκέντρωση παρουσία του Υπουργού Παιδείας Γ. Παπανδρέου. Σε


ΠΑΙΔΕΙΑ

&ΚΟΙΝΩΝΙΑ 19 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2014

τχ. 87

Λαϊκό Πανεπιστήμιο Σύμφωνα με το καταστατικό της «Εκπαιδευτικής Αναγέννησεως» στη νέα Σχολή ως εξάρτημα λειτουργεί Λαϊκό Πανεπιστήμιο – για πρώτη φορά στη χώρα – το οποίο αποβλέπει στη μόρφωση των «λαϊκών τάξεων», όπου μπορούν να γραφτούν νέοι πάνω από τα 18, ανεξάρτητα επιπέδου μόρφωσης. Η διάρκεια των μαθημάτων είναι δύο χρόνια και η διδασκαλία είναι δύο ώρες τη βραδιά

Αγωνίες

αυτή παρουσιάζονται οι πρώτοι καθηγητές της νέας Σχολής. Μεταξύ τους διακρίνουμε τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Σ. Μενάρδο, Κ. Τριανταφυλλόπουλο, Κ. Βαρβαρέσσο, Σ. Κουγέα, Α. Κεραμόπουλο, Κ. Άμαντο, Μ. Βολονάκη, Α. Αλιβιζάτο, Γ.Μαριδάκη, Α. Σβώλο, Κ.Γαρδίκα Σ. Σεφεριάδη, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ι. Σπυρόπουλο, τον Δ. Λαμπαδάριο του ΕΜΠ. Δ. Καλιτσουνάκη της ΑΣΟΕΕ, τους τότε υφηγητές Αθηνών Π.Κανελλόπουλο και Κ.Τσάτσο, τον τότε διδάκτωρα Φ. Βεγλερή αλλά και τους Α Βαρβαγιάννη Διευθυντή του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, Σ. Κορώνη Γεν. Διευθυντή των Σιδηροδρόμων και Π. Σκουριώτη, Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα κυκλοφορεί και δημόσια πρόσκληση για την εγγραφή φοιτητών για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος. Η έναρξη των μαθημάτων γίνεται με την παρουσία του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Παιδείας στις 18 Νοεμβρίου με πρώτη καθηγητική παράδοση εκείνη του Κωνσταντίνου Βαρβαρέσσου.

μεταξύ 1936-1937- όταν η Σχολή δεν είχε ακαδημαϊκή διάρθρωση με Σύγκλητο και Πρύτανη. Επίσης ο καθηγητής Σεφεριάδης που αναφέρεται ως πρώτος πρόεδρος του Συμβουλίου ήταν απλά και μόνο πρόεδρος ‘Συμβουλίου Σπουδών’. Με την μετονομασία της Σχολής σε Πάντειο τον Ιούνιο του 1931, όπως θα δούμε στη συνέχεια, Πρόεδροι του Συμβουλίου Διοίκησης της Σχολής μέχρι το 1937, οπότε έγινε Ανώτατο Ίδρυμα Δημοσίου Δικαίου, ήταν οι εκάστοτε Υπουργοί Παιδείας και στη συνέχεια (στην αρχή ο Γεν. Διευθυντής του Υπουργείου και μετά ένας τον καθηγητών της μέχρι το 1952, που πήρε πλήρη ακαδημαϊκή μορφή) πρόεδροι ήταν καθηγητές της Σχολής, με τελευταίο και πρώτο με τον τίτλο του Πρύτανη - τον Μιχάλη Στασινόπουλο. Δυστυχώς, ένα Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα οφείλει να σέβεται την Ιστορία και να μην την χρησιμοποιεί παραποιώντας την μάλιστα στο βωμό της όποιας ‘νομιμοποίησης’ συγκυριακών πολιτικών επιλογών, ιδιαίτερα όταν θητεύει στις Πολιτικές Επιστήμες … !

Όργανα Διοίκησης

Διδακτικό προσωπικό

Η νέα Σχολή, σύμφωνα με το καταστατικό της Εταιρείας, διοικείται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, το οποίο εγκρίνει τους κανονισμούς λειτουργίας, τους οικονομικούς προϋπολογισμούς, τους διορισμούς του προσωπικού και ένα 11μελές «Συμβούλιο Σπουδών» από καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών που διδάσκουν στη Σχολή και πρόεδρο τον Σ. Σεφεριάδη, ενώ Διευθυντής της Σχολής ορίζεται ο ίδιος ο Φραγκούδης. Αναγκαία Διευκρίνιση: Στην κεντρική είσοδο του Παντείου Πανεπιστημίου αναρτήθηκε πρόσφατα τιμητικός πίνακας των διατελεσάντων Προέδρων των Διοικητικών Συμβουλίων της πρώτης περιόδου της Σχολής μέχρι το 1952 και στη συνέχεια του τωρινού Προέδρου του... Συμβουλίου Ιδρύματος, κ. Κούρτη, πρώην Προέδρου του Ελεκτικού Συνεδρίου. Πρόκειται για παραπλανητική χρήση της Ιστορίας για να …‘νομιμοποιήσει’ προφανώς στα μάτια φοιτητών και επισκεπτών, την αντισυνταγματική ρύθμιση κατάργησης του Αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ- που βρίσκεται υπό αίρεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, με αγωγή όλων των Πρυτάνεων της χώρας – με την δημιουργία Συμβουλίων Ιδρυμάτων με συμμετοχή, μελών ΔΕΠ Πανεπιστημίων της αλλοδαπής, ακόμη και μη πανεπιστημιακών. Στην Πάντειο ουδέποτε υπήρξε τέτοιου είδους Συμβούλιο και κακώς συγχέεται με τα παλιά Συμβούλια Διοίκησης – Διοικούσα Επιτροπή

Το διδακτικό προσωπικό της νέας Σχολής διακρίνεται σε κανονικούς, τους επιτίμους και εκτάκτους καθηγητές, καθώς και σε επιμελητές

Φοιτητές Οι καινοτομίες της νέας Σχολής εμφανίζονται και σε αυτό το επίπεδο. Για πρώτη φορά στην νεοελληνική πανεπιστημιακή ιστορία, έχουμε τέσσερεις διαφορετικές κατηγορίες φοιτητών: «τακτικούς, έκτακτους, ακροατάς και κατ’ ανταπόκρισιν». Τακτικοί είναι οι κανονικοί φοιτητές που έχουν απολυτήριο Γυμνασίου και γράφονται χωρίς εξετάσεις. Έκτακτοι είναι νέοι 20 ως 30 χρονών χωρίς απολυτήριο, που μπαίνουν στη σχολή με εξετάσεις στην Έκθεση Ιδεών, στην Ιστορία και την Γεωγραφία. Ακροατές είναι όσοι ανεξάρτητα ηλικίας και προσόντων θέλουν να παρακολουθήσουν ορισμένα μαθήματα. Κατ’ ανταπόκριση είναι «Έλληνες το γένος, διαμένοντες εν Αμερική, έχοντες απολυτήριον…και εγγραφόμενοι εις την Σχολήν, ως τακτικοί σπουδασταί λαμβάνουν δε ταχυδρομικώς πολυγραφημένας τας παραδόσεις και υφιστάμενοι εν Αθήναις τας εξετάσεις όπως και οι λοιποί…» Η φοίτηση είναι τρία χρόνια και οι φοιτητές είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν τα μαθήματα που ορίζονται ως υποχρεωτικά, τουλάχιστον δύο ώρες την ημέρα, ορθότερα την βραδιά, μια που τα μαθήματα γίνονταν μόνο βραδινές ώρες.

Μ’ αυτές τις καινοτόμες αρχές και αυτό το εντυπωσιακό επιστημονικό δυναμικό, οι ιδρυτές, επί της ουσίας ο Φραγκούδης, καλούν με αγωνία νέους να γραφτούν στο νέο αυτό πείραμα ανώτατης μόρφωσης του οποίου οι τίτλοι σπουδών προφανώς δεν αναγνωρίζονται από το κράτος. Το διαπιστώνουμε από μια παράγραφο της πρόσκλησης προς την νεολαία για εγγραφή στη νέα ιδιωτική Σχολή: «Μέχρις ότου το δίπλωμα της Σχολής θα αναγνωρισθή θα υπάρξουν άραγε νεαροί Έλληνες οι οποίοι θα προσέλθουν δια να ενισχύσουν απλώς τας πνευματικάς και ηθικάς των δυνάμεις και να υψώσουν εαυτούς εις ανώτερον ηθικόν επίπεδον ; Το ελπίζομεν». Εντύπωση προκαλεί ότι και στην πρόσκληση όπως και σε όλα τα κείμενα της νέας Σχολής, ο Φραγκούδης αναφέρεται μόνο σε άνδρες, παρ’ όλο που η παρουσία των νέων γυναικών είναι ήδη παρούσα από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα στα Πανεπιστήμια. Πάντως η ελπίδα δικαιώθηκε και 200 νέοι γράφονται στην Σχολή.

Η μετονομασία σε Πάντειο Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς πεθαίνει στο Παρίσι ένας τριαντάρης νέος από τον Βόλο, που αφήνει όλη την περιουσία του για την δημιουργία Σχολής αντίστοιχης με εκείνη της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, απόφοιτος της οποίας ήταν και αυτός. Εκτελεστή της διαθήκης ορίζει τον Πρωθυπουργό της χώρας. Όταν το 1931 γίνεται γνωστή η διαθήκη, ο Ελ. Βενιζέλος αποδέχεται, παρά τις έντονες αντιδράσεις, την πρόταση του Φραγκούδη για συγχώνευση του κληροδοτήματος με την νέα Σχολή της ‘Εκπαιδευτικής Αναγεννήσεως’. Το ανάλογο συμβόλαιο υπογράφεται στις 3 Ιουνίου του 1931 μεταξύ του Φραγκούδη και του Προέδρου της Κυβέρνησης και η Σχολή μετονομάζεται από τότε σε «Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών». Η δομή και οι σκοποί της, παραμένουν ίδιοι, όπως και ο Φραγκούδης, ως Διευθυντής της, ενώ Πρόεδρος του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται ο εκάστοτε Υπουργός Παιδείας. Με αυτό τον ασφυκτικό και θεσμικά πια εναγκαλισμό του Κράτους, το νέο Ίδρυμα συνεχίζει την πορεία του και τον αγώνα του για την αναγνώρισή του ως ισότιμου των άλλων Πανεπιστημιακών Σχολών. Παράλληλα συνεχίζει τις καινοτομίες προκαλώντας, για πρώτη φορά στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, δημόσιες συζητήσεις για καυτά κοινωνικό-πολιτικά και ευρύτερα πολιτισμικά προβλήματα της εποχής, από την επόμενη κιόλας χρονιά, το 1932, για την γυναικεία χειραφέτηση και για την διαπάλη μεταξύ δημοκρατίας και δικτατορίας. Συζητήσεις που η ένταση τους και το εύρος των ομιλητών τους, προκαλούν άρθρα και έντονα ρεπορτάζ στον Αθηναϊκό Τύπο. Οι πρώτοι του φοιτητές συμμετέχουν ενεργά, όπως θα δούμε, στις συλλογικές φοιτητικές κινητοποιήσεις της περιόδου. Η πορεία του αγώνα ανωτατοποίησης της Σχολής και των δημόσιων παρεμβάσεων της ξεφεύγει των ορίων αυτής της γραφής, που για ευνόητους υποκειμενικούς λόγους πήρε τόση έκταση ΑΛΚΗΣ ΡΗΓΟΣ

23



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.