Μπάμπης Καββαδίας
Μπάιρον και Ευστάθιος: Η γέννηση ενός Φιλέλληνα Το πρώτο ταξίδι του Λόρδου Μπάιρον στην Ελλάδα (1809 -1811) και η γέννηση του φιλελληνισμού του. Η ανέκδοτη αλληλογραφία του με τον πρώτο Ρωμιό σύντροφό του, τον Βοστιτσάνο Ευστάθιο Γεωργίου.
ΑΘΗΝΑ, Απρίλης 2021
Στο εξώφυλλο: παράσταση της Βοστίτσας (νυν Αίγιο). Από το Pomardi, Simone, Viaggio nella Grecia fatto da Simone Pomardi negli anni 1804, 1805, e 1806, τομ. I, Ρώμη, 1820
2
Εισαγωγή
Ο θάνατος του Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ου Βαρόνου Μπάιρον, στο Μεσολόγγι στις 7/19 Απριλίου του 1824, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, ήταν ένα γεγονός που συντάραξε την Ευρώπη: Ήταν ο πρώτος «απόλυτος σούπερ σταρ» και τη δόξα του εν πολλοίς την όφειλε στο επικό του έργο «Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», ένα μακροσκελές και σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό ποίημα, το οποίο ξεκίνησε να γράφει κατά το ταξίδι του στην Αλβανία, την Ελλάδα και την Τουρκία τα χρόνια 1809 - 1811. Μέσα από αυτήν την εργασία θα παρακολουθήσουμε στιγμές αυτού του ταξιδιού του Μπάιρον στα Βαλκάνια, στεκόμενοι κυρίως στις σεξουαλικές του περιπέτειες. Θα παρουσιάσουμε την ανέκδοτη μέχρι σήμερα αλληλογραφία του με τον πρώτο καταγεγραμμένο ερωτικό του σύντροφο στην Ελλάδα και θα εξετάσουμε το πώς αυτή η σχέση συνετέλεσε στην διαμόρφωση του φιλελληνισμού του Μπάιρον. Για πολλά χρόνια το πλήρες αρχείο του Λόρδου Μπάιρον, μέρος των αρχείων του εκδότη του John Murray, που φυλάσσονται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Σκωτίας, στο Εδιμβούργο, ήταν απροσπέλαστο. Ακόμα και ο συγγραφέας της μνημειώδους τρίτομης βιογραφίας του που κυκλοφόρησε το 1957, Leslie A. Marchand, είχε πρόσβαση σε αυτό, με τον όρο να αποκρύψει την ακριβή σεξουαλικότητα του ποιητή. Μεταγενέστεροι ιστορικοί και βιογράφοι, όπως ο Louis Crompton (“Byron and Greek Love”, 1985) και η Fiona MacCarthy (“Byron: Life and Legend”, 2002) και άλλοι έσπασαν αυτά τα στεγανά και πλέον η προσωπικότητα του Μπάιρον μπορεί να ξεδιπλωθεί μπροστά στα μάτια μας με όλες τις δυνατές λεπτομέρειες. Ο γράφων ευγνωμονεί τον κύριο David McClay πρώην Senior Curator των αρχείων του John Murray στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Σκωτίας, για την άριστη συνεργασία και την εξυπηρέτηση που μου παρείχε στην αναζήτησή μου των συγκεκριμένων επιστολών.
3
Grand Tour
Το καλοκαίρι του 1809 ο 21χρονος λόρδος Μπάιρον, μαζί με τον υπηρέτη του Γουίλιαμ Φλέτσερ, και τον παλιό συμφοιτητή και στενό του φίλο Τζον Καμ Χόμπχαουζ αναχωρούν από την Αγγλία. Προορισμός τους η Ανατολή. Από πολύ νωρίς, και σίγουρα πριν το 1601, όταν και έγραψε ο Άγγλος φιλόσοφος Φράνσις Μπέικον το περίφημο δοκίμιό του «Για τα ταξίδια»1 απαριθμώντας συμβουλές και οδηγίες για τους ταξιδιώτες, συνηθιζόταν οι νέοι των ευγενικών οικογενειών της Γηραιάς Αλβιόνας, αμέσως μετά τις σπουδές τους να πραγματοποιούν ένα πολύμηνο ταξίδι στην Ηπειρωτική Ευρώπη, για να επεκτείνουν την μόρφωση, την καλλιέργεια, τις γνωριμίες και τις εμπειρίες τους. Να γνωριστούν με τους ομολόγους τους των -πότε συμμαχικών και πότε εχθρικών- ευρωπαϊκών χωρών και να επιστρέψουν στην πατρίδα πιο ώριμοι και έτοιμοι να αναλάβουν τη διαχείριση της οικογενειακής περιουσίας αλλά και να ασχοληθούν με την πολιτική, όντας αυτοδίκαια μέλη της Βουλής των Λόρδων. Την εποχή που αποφάσισε να ξεκινήσει αυτό το ταξίδι ο Μπάιρον, η Ευρώπη ήταν σχεδόν ολόκληρη ένα πεδίο μάχης. Βρισκόμαστε στην κορύφωση των Ναπολεόντειων Πολέμων: Η Γαλλία επιτυγχάνει το μέγιστο της έκτασής της, εγκαθιστώντας δικούς της βασιλείς σε Ισπανία και Γαλλία, οι Άγγλοι εκστρατεύουν «Τα ταξίδια για τους νεότερους είναι μέρος της εκπαίδευσής τους˙ για τους μεγαλύτερους μέρος της εμπειρίας τους. Όποιος ταξιδεύει σε μια χώρα προτού αποκτήσει γνώση της γλώσσας, πηγαίνει σε σχολείο και όχι σε ταξίδι. … Τα πράγματα που πρέπει να δει και να παρατηρήσει κανείς είναι τα εξής: οι αυλές των πριγκίπων, ιδιαίτερα όταν παραχωρούν ακροάσεις σε πρέσβεις˙ τα δικαστήρια, όταν συνεδριάζουν και κρίνουν υποθέσεις, όπως επίσης τα εκκλησιαστικά δικαστήρια και οι σύνοδοι˙ οι εκκλησίες και τα μοναστήρια, μαζί με τα μνημεία που υπάρχουν σε αυτά˙ τα τείχη και τα οχυρωματικά έργα μικρών και μεγάλων πόλεων, καθώς επίσης και τα λιμάνια˙ αρχαία αντικείμενα και ερείπια˙ βιβλιοθήκες˙ πανεπιστήμια, ακαδημαϊκές συζητήσεις και διαλέξεις, όπου τυχαίνει να γίνονται˙ το εμπορικό και το πολεμικό ναυτικό˙ δημόσια μέγαρα και κήποι αναψυχής, κοντά στις μεγάλες πόλεις˙ οπλοστάσια˙ μεγάλες αποθήκες, δημόσιες και ιδιωτικές˙ αγορές˙ χρηματαγορές˙ ασκήσεις ιππικής, ξιφομαχίας, στρατιωτικές ασκήσεις και τα όμοια˙ κωμωδίες, από εκείνες που παρακολουθούν οι πιο καλλιεργημένοι άνθρωποι˙ συλλογές κοσμημάτων και ενδυμάτων˙ έπιπλα και σπάνια αντικείμενα˙ και γενικά, ό,τι είναι αξιόλογο στα μέρη που πηγαίνουν. … Ας κρατάει επίσης ημερολόγιο. Ας μη μείνει μεγάλο διάστημα σε μια πόλη˙ λίγο-πολύ όσο αξίζει το μέρος, αλλά όχι περισσότερο. … Όσο για τις γνωριμίες που πρέπει να αναζητήσει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, εκείνες που είναι οι πιο ωφέλιμες απ’ όλες είναι οι γνωριμίες με τους γραμματείς και τους ανθρώπους που βρίσκονται στην υπηρεσία των πρεσβευτών, διότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ταξιδεύοντας σε μια χώρα θα απορροφήσει την εμπειρία πολλών. Ας δει επίσης και ας επισκεφθεί σημαντικά πρόσωπα κάθε είδους, από εκείνα που έχουν μεγάλη φήμη στο εξωτερικό, ώστε να μπορεί να κρίνει κατά πόσον η ζωή συμφωνεί με τη φήμη. Οι καυγάδες θα πρέπει να αποφεύγονται με προσοχή και διακριτικότητα. Συνήθως έχουν να κάνουν με ερωμένες, κεράσματα, τη συμπεριφορά και τα λόγια. …». Φράνσις Μπέικον, Δοκίμια, μετάφραση Σπύρος Φέγγος, εκδόσεις Ζήτρος, 2005. 1
4
στην Ιβηρική Χερσόνησο για να διώξουν τους Γάλλους από Πορτογαλία και Ισπανία, ενώ παράλληλα το ναυτικό τους, ο απόλυτος κυρίαρχος στην Μεσόγειο, μπλοκάρει τα λιμάνια της Γαλλίας και των αποικιών της, και με ορμητήριο την υπό κατοχή της Μάλτα εκστρατεύει εναντίον των προσωρινών κτήσεων της Γαλλίας στα Επτάνησα. Οι παραδοσιακοί προορισμοί των Grand Tour των βρετανών ευγενών, σε Ισπανία, Γαλλία, Ελβετία, Γερμανία και Βόρεια Ιταλία, είναι απρόσιτοι πλέον, πίσω από ένα παραπέτασμα πυρός.
5
Μπάιρον και Χόμπχαουζ. Και Φλέτσερ
Ο Μπάιρον και ο Χόμπχαουζ, όμως δεν ήταν συνηθισμένοι ευγενείς. Σε ηλικία 21 ετών o Μπάιρον και 24 ο Χόμπχαουζ, αντί να κάνουν πίσω, επιλέγουν να ταξιδέψουν σε Terra Incognita, στην μυστηριώδη Ανατολή. Ελάχιστοι ήταν οι Ευρωπαίοι που είχαν ταξιδέψει μέχρι τότε σε εκείνα τα μέρη και λιγοστές οι μαρτυρίες τους για την κατάσταση που επικρατούσε εκεί. Οι δύο νέοι όμως ήταν αποφασισμένοι να φτάσουν στην κοιτίδα του πολιτισμού τον οποίον είχαν διδαχθεί, στα μέρη που μέχρι τότε επισκέπτονταν μόνο στα βιβλία. Με τον Μπάιρον μάλιστα να φέρει ήδη, μετά τον θάνατο του πατέρα του μερικά χρόνια νωρίτερα, τον τίτλο του Λόρδου, επρόκειτο για τον υψηλότερο μέχρι στιγμής Άγγλο επισκέπτη εκείνων των περιοχών. Και οι δυο τους είχαν τους λόγους τους να ταξιδέψουν τόσο μακριά παρά τους κινδύνους του πολέμου: Ο μεν Μπάιρον είχε ήδη εκδώσει μια ποιητική συλλογή που έλαβε δυσμενείς κριτικές, και σαν απάντηση στους επικριτές εξέδωσε -ανώνυμα, αλλά όλοι γνώριζαν την ταυτότητα του συγγραφέα- μια συλλογή με σάτιρες («English Bards and Scotch Reviewers») για τους ανθρώπους των γραμμάτων της Αγγλίας και της Σκωτίας που είχαν κατακρίνει το έργο του. Το έργο αυτό συναντά μεγάλη επιτυχία -ήδη όταν αναχωρούσαν ήταν στη δεύτερη έκδοση και ετοιμαζόταν για τρίτη-, αλλά ξεσήκωσε και μεγάλες αντιδράσεις. Παράλληλα, ήταν καταχρεωμένος, με αποτέλεσμα να απειλείται από τους πιστωτές του η γη και η ίδια του η βαρονική έπαυλη, το Newstead Abbey. Αυτοί ήταν οι προφανείς λόγοι που τον έκαναν να φύγει σαν κυνηγημένος από την Αγγλία, αλλά ο ίδιος άφηνε να εννοηθεί ότι υπήρχαν και άλλοι: «... δεν θα ξαναζήσω ποτέ στην Αγγλία, αν μπορέσω να το αποφύγω, το γιατί πρέπει να μείνει μυστικό, αλλά όσο περνάει ο καιρός τόσο λιγότερο λυπάμαι που έφυγα.»2. Από την πλευρά του ο Χόμπχαουζ είχε έρθει σε σύγκρουση με τους γονείς του για άγνωστους λόγους, και αναχώρησε χωρίς να ενημερώσει κανέναν για τον προορισμό του, ούτε καν μήνες αργότερα. Ένα ίχνος αυτής της σύγκρουσης το διακρίνουμε σε μια μεταγενέστερη επιστολή του Μπάιρον προς τον φίλο του: «Σκότωσε την μητριά σου και συμφιλιώσου με τον πατέρα σου»3 Όντας και οι δύο ευγενείς, ήταν αδιανόητο να μην συνοδεύονται από υπηρετικό προσωπικό, που θα φρόντιζε τις ανάγκες τους κατά το ταξίδι και θα είχε την 2 3
Επιστολή προς John Hanson, 12/11/1809 Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, Αθήνα, 26/11/1810. 6
ευθύνη των αποσκευών τους. Ο ρόλος αυτός έπεσε στον βαλέ του Μπάιρον, Γουίλιαμ Φλέτσερ, έναν από τους παλιότερους υπηρέτες του, ο οποίος άφηνε πίσω του τη σύζυγό του, επίσης υπηρέτρια στο Newstead.
7
Αυτός που έμεινε πίσω
Ο Μπάιρον σχεδίαζε να συνοδεύεται σε αυτό το ταξίδι όχι μόνο από τον βαλέ του Φλέτσερ, αλλά και από ένα νεαρό αγόρι, τον 16χρονο Ρόμπερτ Ράστον, που τον είχε στην προσωπική του υπηρεσία ήδη από την εποχή που σπούδαζε, και του οποίου οι γονείς ήταν επίσης υπηρέτες στο Newstead. «Μου αρέσει, γιατί, όπως κι εγώ, μοιάζει μ’ ένα ζώο χωρίς φίλους», γράφει ο Μπάιρον στην μητέρα του λίγο πριν την αναχώρηση4. Ο Μπάιρον δεν έβλεπε τον νεαρό Ρόμπερτ μονάχα ως υπηρέτη. Τον ήθελε να παραμείνει «αμόλυντος», αλλά ένα βράδυ ο Φλέτσερ παίρνει τον μικρό και πάνε μαζί σε έναν οίκο ανοχής. «Έπιασα τον Φλέτσερ να έχει σχέση με πόρνες, και να πηγαίνει σε μια γυναίκα της πόλης το ίδιο το αγόρι που του είχα θέσει υπό την προστασία του … Του είχα δώσει αυστηρές οδηγίες να προσέχει την ηθική του και να τον κρατήσει μακριά από τους πειρασμούς αυτού του καταραμένου μέρους. … Πριν από αυτό το περιστατικό ήταν καλόκαρδος, ειλικρινής και ό,τι άλλο μπορεί να ευχηθεί κάποιος, και θα συνέχιζε να είναι, αν δεν μηχανορραφούσε αυτός ο αχρείος…»5 Για να γλιτώσει την ολοκληρωτική διαφθορά του Ρόμπερτ, ο Μπάιρον τον έστειλε πίσω στον πατέρα του, στο Newstead. «Το αγόρι το έστειλα πίσω, σε ικετεύω δείξε του καλοσύνη, γιατί είναι ο αγαπημένος μου. Θα τον έπαιρνα μαζί, αλλά γνωρίζεις πως τα αγόρια δεν είναι ασφαλή ανάμεσα στους Τούρκους. Πες το στον πατέρα του, για να μην νομίζει ότι έκανε κάποια απρέπεια»6. Ο Ρόμπερτ Ράστον δεν ήταν ο πρώτος νέος για τον οποίο έτρεφε τρυφερότητα ο Μπάιρον. Φαίνεται να μπαρκάρει και με ένα παράπονο: «Το μόνο πρόσωπο που περίμενα ότι θα λυπούσα με αποχαιρέτησε με μια ψυχρότητα που, αν δεν γνώριζα την καρδιά του άνδρα, θα μ’ εξέπλησσε˙ θα την απέδιδα σε αίσθημα προσβολής, αν ήμουν ένοχος σ’ αυτή την περίπτωση για οτιδήποτε άλλο εκτός από αγάπη.»7
Επιστολή του Byron προς την μητέρα του, Catherine Gordon Byron, 22/06/1809. Επιστολή του Byron προς την μητέρα του, 22/06/1809. 6 Επιστολή του Byron προς την μητέρα του, Γιβραλτάρ, 11/08/1809. 7 Επιστολή προς τον Robert Charles Dallas, Φάλμαουθ, 23/06/1810 4 5
8
Το πρόσωπο αυτό ήταν ο παλιός του συμφοιτητής Τζον Έντλστον, για τον οποίο έγραψε αργότερα το ποίημα «Thyrza» παρουσιάζοντάς τον με θηλυκές ιδιότητες8. Ήδη από την εποχή που σπούδαζε στο Κέιμπριτζ, ο Μπάιρον μαζί με τον Τζον Καμ Χόμπχαουζ και τον Τσαρλς Σκίννερ Μάθιους είχαν σχηματίσει μια τριάδα όπου μοιράζονταν κοινά ενδιαφέροντα στην τέχνη, τον πολιτισμό αλλά και στις ερωτικές αναζητήσεις, κυρίως προς το ίδιο φύλο. «Κατά μία έννοια, οι τρεις τους μοιράζονταν αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε ‘γκέι ταυτότητα’, βασισμένη σε κοινά ενδιαφέροντα και σε μια αίσθηση αποξένωσης από μια κοινωνία από την οποία πρέπει να προστατέψουν τους εαυτούς τους, διαμορφώνοντας ένα ξεχωριστό, ‘μυστηριώδες’ στυλ και αμοιβαία κατανοητούς κώδικες»9. Η αλληλογραφία του Μπάιρον με τους φίλους και παλιούς συμφοιτητές του είναι διάσπαρτη από αναφορές σε άνθη και από συντομογραφίες φράσεων από τον Πετρώνιο, τον Οβίδιο, τον Βιργίλιο και άλλους Λατίνους συγγραφείς: όλα τους κώδικες για ομοφυλοφιλικούς έρωτες. Απαραίτητο μέτρο, τόσο για να συντηρήσει και να φουσκώσει το μυστηριακό τους στυλ, αλλά και αυτοπροστασία, μιας και η ομοφυλοφιλία θεωρείτο έγκλημα στην Αγγλία, το οποίο τιμωρείτο με θανατική ποινή διά απαγχονισμού10. Έχοντας μεγαλώσει διδασκόμενοι Όμηρο, Πλάτωνα, Ξενοφώντα, Πλούταρχο, οι πολυπληθείς αναφορές της αρχαίας γραμματείας για τον έρωτα μεταξύ παιδαγωγών και μαθητών ή μεταξύ συμπολεμιστών, αλλά και οι ανάλογες μαρτυρίες των συγχρόνων που επέστρεφαν στην Αγγλία από ταξίδια στην Ανατολή, είχαν εξάψει τη φαντασία των δύο φίλων και είχαν ανεβάσει τον πήχη των προσδοκιών που είχαν από το ταξίδι που ετοίμαζαν. Ήταν έτοιμοι να δρέψουν τα απαγορευμένα από κοινωνία και κράτος φρούτα της Ανατολής! Το βράδυ πριν επιβιβαστούν στο πλοίο της αναχώρησης, ο Χόμπχαουζ έγραφε μια επιστολή στον φίλο τους Τσαρλς Σκίννερ Μάθιους. Κάποια στιγμή διακόπτει John Edleston. Γνωρίστηκε με τον Μπάιρον το 1805 στο Κολλέγιο Τρίνιτι στο Κέιμπριτζ, όπου σπούδαζαν και οι δύο, και είχαν στενές σχέσεις μέχρι το 1807. Φαίνεται ότι λίγο καιρό αργότερα ο Edleston βρήκε μπελάδες: Στο ημερολόγιο του Χόμπχαουζ διαβάζουμε: «Κατέφτασε αγγελιοφόρος από την Αγγλία. Φέρνει επιστολή του Hodgson για τον Β. Κυκλόφορούν φήμες. Ο Edleston κατηγορήθηκε για προσβολή δημοσίας αιδούς». (καταχώριση της 06/06/1810). 9 Louis Crompton, Byron and Greek Love: Homophobia in 19th Century England, 1985. 10 Η θανατική ποινή ίσχυε από το 1533. Οι τελευταίες δύο εκτελέσεις καταδικασμένων για σοδομία έλαβαν χώρα το 1835. Το 1861 καταργήθηκε η θανατική ποινή, και αντικαταστάθηκε από φυλάκιση. Γνωστοί καταδικασμένοι είναι ο συγγραφέας Όσκαρ Γουάιλντ, ο οποίος καταδικάσθηκε σε φυλάκιση δύο ετών το 1895, και ο επιστήμονας Άλαν Τούρινγκ, ο οποίος καταδικάσθηκε το 1952, αλλά το Δικαστήριο του προσέφερε δύο εναλλακτικές: φυλάκιση ή χημικό ευνουχισμό. Ο Τούρινγκ επίλεξε το δεύτερο, για να αυτοκτονήσει δύο χρόνια αργότερα. Οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις αποποινικοποιήθηκαν στην Αγγλία το 1967. (ΣτΣ) 8
9
για λίγο το γράψιμο -ίσως επειδή θέλησε να ξεκουράσει το χέρι του. Ο γραφικός χαρακτήρας της επόμενης παραγράφου είναι άλλος: «Παίρνω την πένα που άφησε για μια στιγμή κάτω ο φίλος μας, απλά για να εκφράσω την μάταιη επιθυμία να ήσουν μαζί μας σε αυτήν την απολαυστική περιοχή, γιατί δεν θεωρώ ότι η Γεωργία11 μπορεί να μιμηθεί σε δυνατότητες ή προκλήσεις για ‘Plen. and optabil. Coit.’12 τα λιμάνια του Φάλμαουθ και των περιχώρων του. Είμαστε περικυκλωμένοι από υάκινθους και άλλα ευαίσθητα λουλούδια, και έχω σκοπό να μαζέψω ένα όμορφο μπουκέτο, για να το συγκρίνω με τα εξωτικά άνθη που ελπίζω να συναντήσω στην Ασία.»13 Τα λόγια του Μπάιρον ενθουσιάζουν τον φίλο του, που του απαντάει σχεδόν αμέσως: «mi carissime βυρον14, δεν μπορώ να απέχω από το να σου απευθύνω λίγες γραμμές. Κύρια για να σε συγχαρώ για την θεσπέσια επιτυχία σου στις πρώτες σου προσπάθειες στο Μυστήριο…»15 Δυο μέρες αργότερα, στις 2 Ιουλίου του 1810, ο Μπάιρον αποπλέει για ένα μυστηριακό και ηδονιστικό ταξίδι στην Άγνωστη Ανατολή. Θα επέστρεφε στην πατρίδα του άλλος άνθρωπος.
Εννοεί το Λονδίνο, την πρωτεύουσα του βασιλείου του Γεωργίου του 3ου (ΣτΣ) «Πλέριο και πολυπόθητο συνουσιασμό». Από στίχο από το «Σατυρικόν» του Πετρώνιου, 86: «si ego huic dormienti abstulero coitum plenum et optabilem» (ΣτΣ). 13 Επιστολή του John Cam Hobhouse και του Byron προς τον Charles Skinner Matthews, Φάλμαουθ, 22/06/1809 14 Στα ιταλικά και στα ελληνικά στο χειρόγραφο (ΣτΣ). 15 Επιστολή του Charles Skinner Mathews προς τον Byron, Λονδίνο, 30/06/1809 11 12
10
Ταξίδι μέχρι την Ελλάδα
Πρώτος σταθμός του ταξιδιού των δύο νέων ήταν η Πορτογαλία. Για να αποφύγουν τον θαλάσσιο διάπλου του Γιβραλτάρ, το οποίο ήταν έδρα πολεμικών επιχειρήσεων, διέσχισαν από στεριά την Πορτογαλία και την Ισπανία μέχρι το Καδιθ, πίσω από τις γραμμές του προελαύνοντας Βρετανικού Στρατού, και από εκεί έπλευσαν προς την αγγλοκρατούμενη Μάλτα. Σε κάθε σχεδόν στάση του ταξιδιού ο Μπάιρον είχε και μια ερωτική περιπέτεια με κυρίες των περιοχών που επισκέπτονταν, από φλερτ μέχρι ολοκληρωμένες σχέσεις, ενώ λίγο έφτασε στην τελευταία στάση πριν την Ανατολή, στη Μάλτα, να μονομαχήσει με έναν Άγγλο αξιωματικό, επειδή αυτός υπέκλεψε την ερωτική αλληλογραφία του με τη σύζυγό του. Σεπτέμβρης του 1809. Μπροστά στους δύο φίλους πλέον ανοιγόταν το Ιόνιο και πέρα από αυτό η άγνωστη Ανατολή. Η υπό οθωμανική κατοχή Αλβανία και Ελλάδα. Άθελά τους, ο Μπάιρον και ο Χόμπχαουζ εμπλέκονται στο διπλωματικό παρασκήνιο της περιοχής: Ενώ είχαν σκοπό να κατευθυνθούν κατ’ ευθείαν στην Αθήνα και από εκεί στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη, πείθονται από τους Άγγλους αξιωματούχους της Μάλτας να κάνουν μια παράκαμψη στο ταξίδι τους και να επισκεφθούν την αυλή του Αλή Πασά, του δεσπότη της Αλβανίας. Το Αγγλικό ναυτικό τις επόμενες ημέρες θα εκστράτευε εναντίον των υπό Γαλλική κατοχή Επτανήσων, και οι Άγγλοι επιθυμούσαν να ενισχύσουν την παρουσία τους στην αυλή του ουδέτερου προς το παρόν Αλή Πασά, για αποφύγουν τη συμμετοχή του στην διαμάχη τους. Θεώρησαν ότι η επίσκεψη ενός Βρετανού Λόρδου θα κολάκευε τον Αλβανό ηγέτη. Οι δύο νέοι και ο υπηρέτης τους επιβιβάζονται στο πολεμικό βρίκι HMS Spider και περνούν στα Βαλκάνια.
11
Πρώτες παρατηρήσεις
Μετά από ταξίδι ενός μήνα, στις 20 του Οκτώβρη, φτάνουν μπροστά στον Αλή Πασά, ο οποίος είχε αφήσει για λίγο καιρό την πρωτεύουσά του, τα Γιάννενα, και βρισκόταν στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Τεπελένι. Ο Μπάιρον κάνει μεγάλη εντύπωση στον Αλή Πασά, που τον γέμισε με φιλοφρονήσεις και κομπλιμέντα. «Η πρώτη του ερώτηση ήταν γιατί έφυγα από την πατρίδα μου σε τόσο νεαρή ηλικία (οι Τούρκοι δεν έχουν ιδέα από ταξίδια αναψυχής), έπειτα είπε ότι ο Άγγλος πρεσβευτής, ο λοχαγός Leake, του είχε πει πως είμαι από σπουδαία οικογένεια, και μου ζήτησε να υποβάλω τα σέβη του στη μητέρα μου, πράγμα που κάνω τώρα εξ ονόματος του Αλή πασά. Είναι βέβαιος, είπε, πως είμαι αρχοντογεννημένος, γιατί έχω μικρά αφτιά, σγουρά μαλλιά και λεπτοκαμωμένα άσπρα χέρια, και δήλωσε ότι του αρέσουν η εμφάνιση και το ντύσιμό μου. Μου είπε να τον θεωρώ πατέρα μου όσο είμαι στην Τουρκία και ότι με βλέπει σαν γιό του. Πράγματι μου φέρθηκε σα να ήμουν παιδί, μου έστελνε 20 φορές τη μέρα μύγδαλα και σερμπέτι, φρούτα και γλυκά. Με παρακάλεσε να τον επισκέπτομαι συχνά, κατά προτίμηση τα βράδια, που ήταν λιγότερο απασχολημένος. […] Η Υψηλότης του είναι 60 ετών, πολύ παχύς και όχι ψηλός, αλλά με ωραίο πρόσωπο, φωτεινά γαλάζια μάτια και άσπρη γενειάδα, οι τρόποι του είναι πολύ ευγενικοί και ταυτόχρονα έχει εκείνη την αξιοπρέπεια που βρίσκω γενικά ανάμεσα στους Τούρκους. Η εμφάνισή του δείχνει οτιδήποτε άλλο εκτός από τον αληθινό του χαρακτήρα, γιατί είναι ένας αμείλικτος τύραννος, ένοχος για τις πιο φριχτές ωμότητες, πολύ γενναίος, και στρατηλάτης τόσο καλός ώστε αποκαλείται «ο μωαμεθανός Βοναπάρτης». […] Στάθηκε δεινός πολεμιστής, αλλά όσο πετυχημένος, άλλο τόσο βάρβαρος είναι, αφού ψήνει τους στασιαστές κλπ κλπ. […] Η ιδέα του ότι μπορείς να κρίνεις την καταγωγή ενός ανθρώπου από τα αφτιά, τα χέρια κλπ ήταν αρκετά παράξενη. Εμένα μου στάθηκε πράγματι σαν πατέρας, μου έδωσε συστατικά γράμματα, φρουρούς, και μου έκανε κάθε δυνατή διευκόλυνση. Οι επόμενες συνομιλίες μας αφορούσαν τον πόλεμο και τα ταξίδια, την πολιτική και την Αγγλία.»16
Επιστολή του Byron προς μητέρα του, Τεπελένι, 12/11/1809. Στο Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996. 16
12
Το ίδιο βράδυ ο Μπάιρον και ο Χόμπχαουζ συζητούν με κάποιους Ευρωπαίους, που βρίσκονταν χρόνια στην αυλή του Αλή Πασά. Ένας γιατρός, του οποίο επίτηδες αφήνει κενό το όνομά του στο ημερολόγιό του ο Χόμπχαουζ, τους είπε τα παρακάτω: «Ο γιατρός … μιλάει Λατινικά, και μας είπε ότι η παιδεραστία, η οποία εδώ ασκείται ανοιχτά, συναντάται σε κάθε περίπτωση όπου μεγάλος αριθμός ανδρών ζουν χωρίς γυναίκες, και είπε με την απολυτότερη απάθεια ‘aut pueri aut mastrupratione utuntur’.»17 Βολεύονται είτε με παιδιά είτε με αυνανισμό. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέλεγαν τέτοιες πληροφορίες. Λίγες μέρες νωρίτερα, καθώς ταξίδευαν για να φτάσουν στα Γιάννενα, συναντούν στο χάνι που διανυκτέρευσαν στον Αμβρακικό κόλπο, μια ομάδα Αλβανών στρατιωτών. «Αυτός ο αξιωματικός τότε πήρε οχτώ ποτηράκια με αλκοόλ με γλυκάνισο. Το σέρβιρε ένα όμορφο αγόρι, ένας απ’ τους στρατιώτες, γύρω στα δεκαπέντε, όπως μας είπε, ο οποίος, όπως μας είπε ο Γιώργος18, ήταν κοινό αγαθό. Και πράγματι, αμέσως οι στρατιώτες μας είπαν ότι ήταν «καλός»19. Το όνομά του ήταν Γιατσι (δες πώς το έγραψε ο ίδιος) και του επικεφαλής τους Ελμάς.»20 Στο βιβλίο που έγραψε μερικά χρόνια αργότερα για το ταξίδι αυτό, ο Χόμπχαουζ μετέφερε μερικές ακόμα πληροφορίες για τον Αλή πασά: «Μετά από όσα έχουν λεχθεί, ίσως πρέπει να ενημερωθείς ότι ο Αλή απολαμβάνει στο μέγιστο όλες τις απολαύσεις που επιτρέπονται από τις συνήθειες της χώρας21. Το χαρέμι του λέγεται ότι περιλαμβάνει τριακόσιες γυναίκες. Οι άλλες του απολαύσεις δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικές ή εκλεπτυσμένες»22 Στα Γιάννενα είχαν την ευκαιρία να δουν πού ακριβώς στεγαζόταν αυτό το χαρέμι, συνοδευόμενοι μάλιστα από έναν νεαρό Σουλιώτη με το όνομα Μπότσαρης, ο οποίος τους ξεναγούσε σε όλη την περιοχή και με τον οποίο είχαν πολλές συζητήσεις για διάφορα θέματα, από την καθημερινότητα στη χώρα μέχρι και τις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις.
Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 20/10/1809. Γιώργης Φουσμιώτης, Πατρινός. Ο δραγουμάνος/διερμηνέας τους στο πρώτο μέρος του ταξιδιού τους, τον οποίο τους τον παρείχε ο αντιπρόξενος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Πάτρα, Νικόλαος Στρανης. (ΣτΣ) 19 Στα ελληνικά στο χειρόγραφο. (ΣτΣ) 20 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 01/10/1809. 21 Προφανώς ο Χόμπχαουζ συμπεριλαμβάνει και τον ποινικά κολάσιμο στην Αγγλία ομοφυλοφιλικό έρωτα. 22 Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Α, σελ. 112. 17 18
13
«Περπατήσαμε μετά το δείπνο -στις τρεις- στην πόλη, προς το παλάτι του Αλή Πασά. Μεγάλα δωμάτια με γυμνούς τοίχους και λίγους καναπέδες. Μας το έδειξε ο Αλβανός κυβερνήτης, ένας πολύ ευχάριστος άντρας, που γέλασε πολύ με τον μικρό Σινιόρ Μπόσαρι, και του είπε … avec un sourire impudent23, ότι ένα από τα δωμάτια ήταν ‘για τα αγόρια’»24. Μήνες αργότερα, στην Τριπολιτσά, όντας φιλοξενούμενος του γιου του Αλή Πασά, ο Μπάιρον θα μάθαινε ότι και αυτός ο νεαρός ήταν ένας από «τα αγόρια» του Αλή: «Υ.Γ. Γνώρισες στα Γιάννενα τον νεαρό Μπότσαρη, είναι τεκνό του Αλή πασά!! Καλά έγραψε ο Οράτιος “Nil Admirari”25 Στα Γιάννενα είχαν και άλλες ευκαιρίες για να πληροφορηθούν για την παιδεραστία, χωρίς όμως να αποκτήσουν οι ίδιοι εμπειρία από πρώτο χέρι. Στα Γιάννενα επίσης, είχαν την ευκαιρία να επισκεφθούν ένα χαμάμ, χωρίς όμως να απολαύσουν όλες τις υπηρεσίες που παρέχονταν σε αυτό: «Στις έντεκα πήγαμε σε ένα λουτρό -γεμάτο Τούρκους, γιατί είναι το Ραμαζάνι. Τρομάξαμε από έναν άθλιο γέρο, έναν παλιό κλέφτη, και δεν μπήκαμε στο ενδότερο δωμάτιο, όπου λαμβάνει χώρα το πλύσιμο και όπου γίνεται η επιχείρηση, όπως είπε ο Σινιόρ Νικολό, από belli giovanni26 -χύνουν το νερό πάνω σου…»27 Ο Νικολό τους είχε ενημερώσει και για άλλες συνήθειες του τόπου: «Οι ανύπαντρες γυναίκες δεν φαίνονται πουθενά. Ο γαμπρός δεν βλέπει ποτέ τη νύφη του πριν της δώσει τη βέρα -κατά συνέπεια δεν υπάρχουν ερωτικές σχέσεις παρά μόνο με παντρεμένες γυναίκες – και πού και πού κάνα «απαγορευμένο», όπως το αποκάλεσε ο σινιόρ. Αυτή είναι μια εξήγηση και για την παιδεραστία, που ασκείται στα κρυφά από τους Έλληνες, αλλά στα ανοιχτά από τους Τούρκους.»28 Αυτή η πρώτη επαφή με την παιδεραστία, σε μια τραχιά και πρωτόγονη για τα δεδομένα του Μπάιρον, μορφή, αποτυπώνεται και σε μια στροφή στο μακροσκελές ποίημα που ξεκίνησε να γράφει όταν πάτησε στην Ήπειρο, το «Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», μιλώντας για την ανίερη αγάπη προς νεαρούς «Με ένα αναιδές χαμόγελο», γαλλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ) Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 29/9/1809. 25 Επιστολή του προς τον John Cam Hobhouse, Τριπολιτσά, 14/08/1810. “Nil (ή Nihil) admirari”: Να μη σε εκπλήσσει τίποτα. Στο Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996. 26 Όμορφα αγόρια. Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. Ο σινιόρ Νικκολό ήταν Έλληνας συνοδός τους στα Γιάννενα, που είχε περάσει πολλά χρόνια στην Τεργέστη. 27 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 09/10/1809. Τα αποσιωπητικά στο τέλος της καταχώρησης τα έβαλε ο ίδιος ο Hobhouse. 28 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 06/10/1809 23 24
14
υπηρέτες και για την άσβεστη δάδα πόθου για χάδια που είναι προτιμότερα κι απ’ αυτά των γυναικών. Τη στροφή αυτή την έκοψε μετά από προτροπή του φίλου του Ρόμπερτ Τσαρλς Ντάλλας πριν παραδώσει το χειρόγραφο στον εκδότη, αλλά διασώθηκε στο αρχείο του29.
CHP, Canto II, εναλλακτική Stanza 61: «Here woman's voice is never heard — apart, And scarce permitted guarded, veiled to rove, She yields to one her person & her heart, Tamed to her cage, nor feels a wish to move, For boyish minions of unhallowed love The shameless torch of wild desire is lit, Caressed, preferred even woman's self above, Whose forms for Nature's gentler errors fit All frailties mote excuse save that which they commit.» 29
15
Στη Βοστίτσα
Μετά την συνάντησή τους με τον Αλή Πασά, οι δύο φίλοι ξεκινούν το ταξίδι τους προς την Αθήνα διαμέσου της Πάτρας, στην οποία εδραζόταν πρόξενος της βρετανικής αυτοκρατορίας, και των Δελφών. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο μέρη πραγματοποίησαν ολιγοήμερη στάση, από τις 5 έως τις 14 Δεκέμβρη (23/11 έως 2/12 σύμφωνα με το εν ισχύ στην περιοχή «παλιό»/Ιουλιανό ημερολόγιο), στη Βοστίτσα, το σημερινό Αίγιο. Εκεί φιλοξενήθηκαν από τον τοπικό κοτζαμπάση, τον νεαρό και ενθουσιώδη Ανδρέα Λόντο. Ούτε στη Βοστίτσα είχαν επαφή με γυναίκες. «Είχαμε τακτοποιηθεί άνετα και μας ψυχαγωγούσε εξαιρετικά. Το σπίτι του ήταν μεγάλο, κτισμένο πάνω σε πέτρινες αψίδες, ενώ σε αυτό ανεβαίναμε από ξύλινες σκάλες. Διέθετε δύο πτέρυγες, με την δεξιά να στεγάζει τις γυναίκες της οικογένειας, -εκ των οποίων παρεμπιπτόντως δεν είδαμε ούτε μία, στις δέκα μέρες που βρισκόμασταν εκεί.»30 Αντίθετα, είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τον Λόντο σε μια πληθώρα δραστηριοτήτων: από την άσκηση των διοικητικών του καθηκόντων μέχρι το κυνήγι: «Ο κοτζαμπάσης σηκωνόταν περίπου στις οκτώ και συνήθως περνούσε το πρωινό του, μέχρι τις δώδεκα, είτε απασχολούμενος με τα καθήκοντα του αξιώματός του, είτε με τις γυναίκες της οικογένειας, είτε στην εκκλησία. Μετά καβάλαγε το άλογό του και έβγαινε για κυνήγι, ή καλούσε στο σπίτι του τους Τούρκους και τους Έλληνες της πόλης. Μετά το φαγητό ασχολιόταν λίγο ακόμα με τις δουλειές του ή πήγαινε στον γυναικωνίτη με τις κυρίες. Το υπόλοιπο απόγευμα, μέχρι τις 11 το βράδυ, όταν και αποσυρόταν για ύπνο, το πέρναγε κάνοντας συντροφιά σε εμάς. Καθ’ όλη τη μέρα δεν έβγαζε σχεδόν ποτέ την πίπα από το στόμα του, ούτε καν όταν ήταν καβάλα στο άλογό του. Μάλιστα μια μέρα, που πληροφορήθηκε ότι ερχόταν ο Άγγλος Πρόξενος από την Πάτρα, βγήκε για να τον προϋπαντήσει με δύο από τις πιο μακριές του πίπες, και οι δυο τους μπήκαν στην πόλη καπνίζοντας καβάλα στα άλογά τους. Αυτή θεωρείται η πιο τιμητική τελετή υποδοχής ενός σπουδαίου ξένου.
Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Α, σελ. 193. 30
16
Συνοδέψαμε σε μια ή δύο εξορμήσεις του τον οικοδεσπότη μας, καβάλα σε εξαιρετικά άλογα από τους στάβλους του. Βέβαια ένας Άγγλος δεν θα μπορούσε να συγκρατήσει τα γέλια του με τον τρόπο που διεξάγεται ο κυνήγι στον Μοριά: Είχαμε μαζί μας τέσσερα λεπτότριχα κυνηγόσκυλα που τα λένε Λακούνια31, τρία ημίαιμα πόιντερ και κάμποσα άλλα μπασταρδάκια. Άλλοι προχωρούσαμε με τα πόδια και άλλοι καβάλα στα άλογα, και χτυπούσαμε τους θάμνους, κάνοντας όσο περισσότερο θόρυβο μπορούσαμε. Όταν ξεπεταγόταν κάποιος λαγός τα σκυλιά αμολιόνταν και χώνονταν στους διάσπαρτους σε όλην την πεδιάδα θάμνους, γαυγίζοντας, αξιοποιώντας τόσο την όραση όσο και την όσφρησή τους. Ο λαγός πότε φαινόταν και πότε χανόταν, μέχρι που μετά από μια σύντομη καταδίωξη τα σκυλιά τον σκότωναν. Οι λαγοί είχαν χρώμα γκρι ανοιχτό. Όσο αναζητούσαμε τους λαγούς, είχαμε το νου μας και για μπεκάτσες, που είναι άφθονες στον Μοριά και τη Ρούμελη το χειμώνα.»32 Σε κάποιο από αυτά τα κυνήγια, ο Μπάιρον είχε μια τραυματική εμπειρία: «Κυριακή, 20 Μαρτίου [1814] […] Το τελευταίο πουλί που πυροβόλησα ποτέ ήταν ένα αετόπουλο, στην ακτή του κόλπου του Λεπάντο, κοντά στη Βοστίτσα. Το τραυμάτισα, αλλά προσπάθησα να το σώσω. Είχε τόσο φωτεινά μάτια· μαράζωσε όμως και σε λίγες ημέρες πέθανε. Από τότε ούτε σήκωσα ούτε θα σηκώσω ποτέ μου όπλο σε πουλί33» Στο πλευρό του Λόντου ο Μπάιρον και ο Χόμπχαουζ ήρθαν και για πρώτη φορά σε επαφή με την διάθεση ανεξαρτησίας που έβραζε στους ραγιάδες. «29 Ιανουαρίου [1824: …] Ο Λόρδος Μπάιρον έλαβε ένα γράμμα από τον Λόντο, έναν παλιό του φίλο, που ζούσε στη Βοστίτσα, στον κόλπο. Ο Λόντος ήταν ένας από τους σπουδαιότερους προεστούς του Μοριά, όταν ο Μπάιρον ταξίδευε σε αυτήν περιοχή το 1809. […] Ο Λόρδος Μπάιρον χάρηκε πάρα πολύ από το γράμμα του Λόντου και μου μίλησε αρκετά για την πρώτη του επίσκεψη σε αυτόν, το 1809: […] Κάτω από αυτό το εφηβικό περίβλημα, έκρυβε ώριμα πατριωτικά συναισθήματα, τα οποία ξεσπούσαν σε διάφορες περιπτώσεις, αψηφώντας τους περιορισμούς του δεσποτισμού. Μια μέρα, ενώ έπαιζε ντάμες με τον Λόρδο Μπάιρον, στο άκουσμα του ονόματος του Ρήγα τινάχτηκε από το τραπέζι και, χτυπώντας δυνατά παλαμάκια με τα χέρια του, άρχισε να τραγουδάει το διάσημο Θούριο αυτού του άτυχου πατριώτη: “Ως πότε παλικάρια κλπ.”»34 Canes Laconici, ελληνική ράτσα κυνηγετικών σκύλων. (ΣτΣ). Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Α, σελ. 194-195. 33 Moore Th., “Letters and Journals of Lord Byron: with notices in his life”, τομ. Α΄, σελ. 368 34 Gamba Ρ., “A Narrative of Lord Byron’s Last Journey”, σελ. 145-147. 31 32
17
«Η απέχθεια [των Ελλήνων] για τους κυρίους τους εκφράζεται σε κάθε δυνατή περίπτωση: όταν οι προσευχές που ακούγονται από τους μιναρέδες ενημερώνουν για το θάνατο κάποιου Μωαμεθανού, οι Έλληνες που συναντιόνται στους δρόμους χαιρετιούνται ως εξής: «Απέθανε σκυλί» . Οι Άρχοντες, παρόλο που απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη των Τούρκων, τρέφουν κι αυτοί παρόμοια συναισθήματα, και η δίψα τους για εκδίκηση είναι ανάλογη με τη δύναμή τους, μεγαλύτερη από των υπολοίπων. Ο σινιόρ Λόντος, της Βοστίτσας, του οποίου ο πατέρας, την εποχή του Βελή Πασά, θεωρείτο ο ουσιαστικός διοικητής του Μοριά, στο άκουσμα του ονόματος του Ρήγα, μια μέρα που παίζαμε μια παρτίδα ντάμες, τινάχτηκε από τον καναπέ, αναποδογύρισε το ταμπλό του παιχνιδιού, και χτυπώντας παλαμάκια με τα χέρια του επαναλάμβανε το όνομα του πατριώτη με ξέφρενο πάθος και με δάκρυα να κυλάνε από τα μάτια του. Κι ύστερα, μέσα σε έκσταση, απήγγειλε το Θούριο εκείνου του δύστυχου Έλληνα.»35 Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο Μπάιρον μέσω του Λόντου γνώρισε, ενδεχομένως σε κάποιο απ’τα κυνήγια ή τις ακροάσεις του κοτζαμπάση, έναν νεαρό Βοστιτσάνο, τον Ευστάθιο. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για την πρώτη ή τις πρώτες τους συναντήσεις.
Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Β, σελ.45-46. 35
18
Αθήνα, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη
Μετά από λίγες μέρες ο Μπάιρον και ο Χόμπχαουζ αναχωρούν για την Αθήνα, στην οποία περνούν δυο μήνες, γνωρίζοντας την πόλη και τις γύρω περιοχές, αλλά -κυρίως- τους ανθρώπους της, άνδρες και γυναίκες, ρωμιούς, αρβανίτες, τούρκους αξιωματούχους, Ευρωπαίους επισκέπτες και εμπόρους. Σκορπούσαν τον χρόνο τους πραγματοποιώντας επισκέψεις στους αρχαιολογικούς χώρους της πόλης και της Αττικής, μιας και έφτασαν μέχρι το Σούνιο, τον Μαραθώνα, την Σαλαμίνα και την Ελευσίνα, ενώ καταγράφουν τα ήθη και τα έθιμα της περιοχής, συμμετέχοντας μάλιστα και σε αυτά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το καρναβάλι: ο Μπάιρον καρναβαλίζεται ντυμένος γυναικεία36, ο Φλέτσερ να ξεπορτίζει με τους νέους Ρωμιούς φίλους του37 και ο Χόμπχαουζ πολιορκεί χωρίς επιτυχία την κόρη του προηγούμενου προξένου της Αγγλίας στην Αθήνα με την αλβανική φορεσιά που είχε ράψει στα Γιάννενα38. Ούτε στις επιστολές του Μπάιρον προς τη μητέρα και τους φίλους του, ούτε στο ημερολόγιο του Χόμπχαουζ βλέπουμε τους δύο νέους να εμπλέκονται σε κάποια σοβαρή ερωτική περιπέτεια την περίοδο που παρέμειναν στην Αθήνα. Προς το τέλος της παραμονής τους, όμως, τους συνέβη το εξής περιστατικό: Η σπιτονοικοκυρά τους, χήρα του προηγούμενου προξένου της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Αθήνα, βλέποντας στο πρόσωπο του Μπάιρον την ελπίδα να μεγαλοπιαστεί η μικρότερη κόρη της, του την προσφέρει για να την ξεπαρθενέψει. Ήταν η 12χρονη Τερέζα Μακρή, στην οποία αργότερα αφιέρωσε το ποίημά του «Κόρη των Αθηνών»39. Ο Μπάιρον δεν το έκανε, αλλά υποσχέθηκε να πάρει την μικρή μαζί του. Όταν όμως η μητέρα της του ζήτησε χρήματα, αρνήθηκε40 και οι δύο φίλοι απέδρασαν με το πρώτο πλοίο που βρήκαν για τη Σμύρνη.
«Δείπνησα. Έπεσα για ύπνο. Νωρίτερα ο Μπάιρον ντύθηκε γυναικεία και κι εγώ χόρεψα με τον Δημήτριο», Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 26/01/1810. Ο Δημήτριος ήταν ο Δημήτριος Ζωγράφος, νεαρός ζωγράφος που είχε περάσει λίγα χρόνια στο εξωτερικό. Θα συνόδευε τον Μπάιρον στο ταξίδι της επιστροφής στην Αγγλία τον Ιούνιο του 1811. 37 «Ντυμένος με την αλβανική φορεσιά. Έκανα βόλτα με το άλογο στην πόλη. Ο Φλέτσερ με τον Δημήτριο μεθυσμένοι και απόντες. Καρναβάλι.» Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 04/03/1810 38 «Μασκαρευτήκαμε το βράδυ. Η Μαριάννα Κονσουλίνα ντύθηκε με τα Αλβανικά μου ρούχα – μάταιες και μπερδεμένες απόπειρες» Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 14/02/1810. 39 «Έφεραν εδώ την Τερέζα, δώδεκα χρονών, για να ξεπαρθενευτεί, αλλά ο Μπάιρον δεν το έκανε.» Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 03/03/1810. 40 «… εκείνη η γριά, η μητέρα της Τερέζας, ήταν τόσο τρελή που νόμιζε ότι θα παντρευόμουν την κόρη της!» (Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, 23/08/2010). «Ήμουν 36
19
Τον Μάη βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη. Ανάμεσα στις περιπλανήσεις τους στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συλλέγουν κι άλλες εμπειρίες: «Όμορφη μέρα. Σηκώθηκα στις δέκα. Περπάτησα με τον Αντρέα προς το Τόπ Χανέ κι από εκεί στον Γαλατά […]. Ακούγοντας μουσική, μπήκα σε ένα δωμάτιο σαν διάδρομο, με γαλαρία γύρω γύρω. Ήταν ένα κρασοπωλείο και εκεί είδα ένα αγόρι να χορεύει με έναν απερίγραπτα κτηνώδη τρόπο, σχεδόν αμετακίνητο, αλλά κάνοντας χιλιάδες λάγνα λικνίσματα με τα μπούτια, τη μέση και την κοιλιά του. Σε διάφορα σημεία της γαλαρίας είχε τραπέζια. Τα αγόρια, Έλληνες, με χοντρό και μακρύ μαλλί. Ένας άθλιος γέρος έπαιζε μια κιθάρα και τραγουδούσε κοντά στο χορευτή, και τις πιο λάγνες στιγμές φώναζε «Όμορφα όμορφα»41.42 Ο Χόμπχαουζ μπορεί να αηδίασε από αυτό το θέαμα, αλλά δυο μέρες αργότερα θα πήγαινε από εκεί και τον Μπάιρον. «Σήμερα πήγα με τον Μπάιρον και άλλους στα κρασοπωλεία του Γαλατά. Πήραμε τσιμπούκια και είδαμε δύο μεγάλα και άσχημα αγόρια, που έσταζε ιδρώτας από τα φρύδια τους, να χορεύουν όπως την περασμένη φορά, κουνώντας τα μακριά μαλλιά τους. Είχαν απλώσει και ένα χαλάκι, και φορώντας ένα είδος σαλιού, χόρεψαν έναν χορό των Αλεξανδρινών γυναικών -πάνω κάτω παρόμοιο με πριν, αλλά αυτή τη φορά γονάτιζαν και πλησιάζοντας τα κεφάλια τους έμοιαζε σαν να φιλιούνται. Ένας από τους γενιτσάρους του κυρίου Adair, που μιλούσε αγγλικά και είχε βρεθεί στην Αγγλία, ήταν μαζί μας. Τον ρώτησα αν αυτά τα αγόρια θα απαγχονίζονταν στην Αγγλία43. «Ω, ναι, αμέσως». Για αυτό το κτηνώδες θέαμα πληρώσαμε πενήντα πέντε πιάστρα44, πέντε σε κάθε αγόρι και από πέντε στους βιολιστές και τραγουδιστές. Απ’ όσο καταλαβαίνω, τα αγόρια των Τούρκων δεν επιτρέπεται να χορεύουν.»45 Δεν λείπουν και οι εμπειρίες από τον αγοραίο έρωτα.
έτοιμος να έπαιρνα μαζί μου την Τερέζα, αλλά η μητέρα της μου ζήτησε 30.000 πιάστρα!» (Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, 15/05/1811). 41 Στα Ελληνικά στο πρωτότυπο. (ΣτΣ). 42 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 17/05/1810. 43 Στην Αγγλία εκείνη την εποχή η ομοφυλοφιλία τιμωρείτο με θάνατο ή πολυετή φυλάκιση (ΣτΜ). 44 Πιάστρο: η ονομασία των Ευρωπαίων για το τουρκικό νόμισμα γρόσι. 45 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 19/05/1810. 20
«Βροχερή μέρα. Δεν κάναμε τίποτα, αλλά μετά το δείπνο ο κύριος Μπούφφο46, ο άντρας που παράστησε την αρκούδα μπροστά στον Σουλτάνο Σελίμ, μας έφερε δύο balleurs de pavé47 για όλο το βράδυ.»48 Ο Μπάιρον όμως πλέον έχει βαρεθεί την συντροφιά του φίλου του και επιθυμεί διακαώς να μείνει μόνος του. Ο Χόμπχαουζ έχει και ο ίδιος κουραστεί από το ταξίδι, και έτσι αποφασίζουν να χωρίσουν οι δρόμοι τους. Τον Ιούλη του 1810 επιβιβάζονται μαζί σε ένα πλοίο για τη Σμύρνη και από εκεί ο μεν Μπάιρον με τον Φλέτσερ επιστρέφουν στην Αθήνα, ο δε Χόμπχαουζ παίρνει το δρόμο για την Αγγλία. Συνεχίζουν όμως να γράφουν τακτικά ο ένας στον άλλον.
Νταβατζής που δεν έχει ταυτοποιηθεί. Διασκεδάστριες του πεζοδρομίου. Ο Χόμπχαουζ σημειώνει ότι ήταν «κυρίως Ελληνίδες, αλλά υπήρχαν και κάποιες Αρμένισσες και ελάχιστες Μουσουλμάνες για τις χαμηλότερες τάξεις» (Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Β, σελ. 850). 48 Ημερολόγιο του John Cam Hobhouse, 22/05/1810. 46 47
21
Επιστροφή στη Βοστίτσα
Δεν έκατσε πολύ στην Αθήνα ο Μπάιρον. Είχε μια καυτή εκκρεμότητα. Στην πρώτη του επιστολή προς τον φίλο του, γραμμένη στην Πάτρα στις 29 Ιουλίου του 1810, του περιγράφει την άφιξή του στην Αττική και την άμεση αναχώρησή του. «Στη Βοστίτσα βρήκα τον πολυαγαπημένο μου Ευστάθιο, έτοιμο να με ακολουθήσει όχι μόνο στην Αγγλία, αλλά και στην Terra Incognita, αν η πυξίδα μου έδειχνε κατά κει. Αυτό έγινε πριν τέσσερις μέρες, τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει λιγουλάκι. Το άλλο πρωί βρήκα τον λατρευτό μου στη ράχη ενός αλόγου, ντυμένον πολύ φροντισμένα μ’ ελληνική φορεσιά, μ’ εκείνες τις θεσπέσιες49 μπούκλες να κρέμονται στη γλυκιά πλάτη του και, προς τεράστια έκπληξή μου και μεγάλη αποστροφή του Φλέτσερ, ένα παρασόλι στο χέρι για να προφυλάσσει το δέρμα του από τη ζέστη. Ωστόσο, παρά το παρασόλι, συνεχίσαμε το ταξίδι πολύ ερωτευμένοι, θα έλεγε κανείς, ώσπου φτάσαμε στην Πάτρα, όπου ο Strané50 μας υποδέχτηκε στο καινούργιο σπίτι του, απ’ όπου και σου γράφω. Την άλλη μέρα πήγε να επισκεφθεί κάποιον αναθεματισμένο ξάδελφό του και την παράλλη τσακωθήκαμε άσχημα, ο Strané είπε πως τον έχω κακομάθει, εγώ δεν είπα τίποτα, το παιδί δυστροπούσε σαν ατίθασο πουλάρι και ο γενίτσαρος του Strané είπε πως δεν έπρεπε να εκπλήσσομαι, γιατί παραήταν Έλληνας για να μην είναι αντιπαθής. Νομίζω πως ποτέ στη ζωή μου δεν προσπάθησα τόσο πολύ να ευχαριστήσω κάποιον και δεν απέτυχα τόσο οικτρά, απέφυγα καθετί που θα μπορούσε να θίξει έστω και στο ελάχιστο με οποιονδήποτε τρόπο, κάποιος λέει ότι όσοι προσπαθούν να δώσουν ευχαρίστηση τη δίνουν, αυτό εγώ δεν το ξέρω˙ αλλά είμαι βέβαιος ότι σε κανέναν δεν αρέσει να προσπαθεί και να αποτυγχάνει. Τώρα επιστρέφει στον πατέρα του, αν κι έχει γίνει πιο φρόνιμος. Ο χωρισμός μας ήταν όλο περιπάθεια, φιλιά που θα έφταναν για ένα οικοτροφείο και αγκαλιάσματα αρκετά για να διαφθείρουν τον χαρακτήρα μιας κομητείας στην
49 50
Στο πρωτότυπο: «Ambrosian», σαν από αμβροσία. (ΣτΣ). Νικόλαος Στράνης: Ο Υποπρόξενος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Πάτρα (ΣτΣ). 22
Αγγλία, χώρια τα δάκρυα (όχι από τη δική μου μεριά) και οι άφθονες εκδηλώσεις τρυφερότητας51. Όλα αυτά μαζί με τη ζέστη που κάνει, με κατέβαλαν. Αύριο θα συνεχίσω, για την ώρα «στο κρεβάτι, στο κρεβάτι, στο κρεβάτι». Ο νεανίας επιμένει να με δει αύριο, το θέμα αυτής της συνέντευξης θα το μάθεις. Σου εύχομαι καλόν ύπνο. Φύλλο δεύτερο. 30 Ιουλίου 1810. Ελπίζω να κοιμήθηκες καλά, εγώ ψευτοκοιμήθηκα, εδώ κι έξι μέρες κοιμάμαι λίγο και τρώω ακόμα λιγότερο, η ζέστη μ’ έχει καβουρντίσει και όσο για τον Φλέτσερ, είναι ένα περιφερόμενο αποκαΐδι. Ο καινούργιος Έλληνας γνωστός μου πέρασε τρεις φορές να με δει και κάνουμε τεράστιες προόδους, με καλή πίστη, έτσι πρέπει, γιατί έχω εξαντλήσει για τα καλά τις φτωχές μου δυνάμεις να ευφραίνω, που μα την αλήθεια είναι αρκετά λιγοστές, ο Θεός να βάλει το χέρι του! Θα πάμε μαζί στην Τριπολιτσά και στην Αθήνα, δεν ξέρω τι τον έκανε τόσο ευδιάθετο, εκτός αν είναι το πτητικό άλας που του έδωσα για τον πονοκέφαλό του κι ένα πράσινο αντήλιο αντί για εκείνο το θηλυπρεπές παρασόλι, αλλά έτσι είναι, αποκαταστήσαμε (καινούρια λέξη για σένα) τα αισθήματά μας με γοργό ρυθμό. Μα δεν είναι πολύ γελοία όλα αυτά; Πες στον Μάθιους ότι θα ευφραινόταν η καρδιά του αν μ’ έβλεπε να ταξιδεύω με τον Τάταρο, τους Αλβανούς, τον παλιάτσο, τον Φλέτσερ, κι αυτό το αξιαγάπητο παιδή52 να χοροπηδάει στο πλευρό μου. […] Υποθέτω ότι είσαι στη Μάλτα ή στο Παλέρμο, διασκεδάζω πολύ μόνος κάνοντας με την καρδιά μου ιππασία, κολυμπώντας, ιδρώνοντας, ακούγοντας το μουσικό ρολόι του κ. Πώλ53, κοιτάζοντας τις κόκκινες βράκες του, του κάνουμε επίσκεψη κάθε βράδυ και τον βρίσκουμε να παίζει χαρτιά με τον γέρο κοτζαμπάση, όταν εξαντλούνται αυτές οι διασκεδάσεις έχω τον Έλληνά μου να τσακώνομαι μαζί του κι έναν σοφά να σωριάζομαι πάνω του.»54 Μπάιρον και Ευστάθιος ξεκίνησαν, λοιπόν, μαζί για να επισκεφθούν στην Τριπολιτσά τον γιο του Αλή Πασά, και μετά να γυρίσουν στην Αθήνα. Όμως τα πράγματα δεν θα εξελίσσονταν έτσι ακριβώς: Tenerrezza. Ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΣ) Ελληνικά στο πρωτότυπο (ΣτΣ). 53 Ο Πρόξενος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Πάτρα, ξάδελφος του υποπρόξενου Νικολάου Στράνη. 54 Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, Πάτρα, 29-30/07/1810. Στο Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996. 51 52
23
«Τριπολιτσά, 16 Αυγούστου 1810 Αγαπητέ Χόμπχαουζ Ετοιμάζομαι πυρετωδώς να ξεκινήσω για το Άργος ανάμεσα στα συνηθισμένα τρεξίματα, βλαστήμιες, φορτώματα και χλιμιντρίσματα δεκαέξι αλόγων κι άλλων τόσων ανδρών [που μας υπηρετούν;]. Θα πρέπει να έλαβες ένα γράμμα από την Πάτρα και στέλνω αυτό εδώ στην τύχη. Ο Βελή πασάς μας υποδέχτηκε ακόμα καλύτερα απ’ όσο ο πατέρας του, μολονότι ετοιμάζεται να ενωθεί με τον σουλτάνο και η πόλη είναι γεμάτη στρατεύματα και σύγχυση, πράγμα που, όπως είπε, τον εμποδίζει να μου αφιερώσει τη δέουσα προσοχή. Μου έδωσε ένα πολύ όμορφο άλογο και μια προσωπική πρόσκληση να τον συναντήσω στη Λάρισα [… Ό]ταν με ρώτησε πού σκοπεύω να πάω και πήρε την απάντηση ότι ετοιμάζομαι να επιστρέψω στην Αλβανία με την πρόθεση να προχωρήσω πιο πάνω σ’ αυτή τη χώρα, αποκρίθηκε, “Όχι, μην πάρεις αυτόν τον δρόμο, πήγαινε από τη Λάρισα, όπου θα μείνω κάμποσο καιρό. Θα στείλω μήνυμα στην Αθήνα, θά ‘ρθεις να με βρεις, θα φάμε και θα πιούμε καλά και θα πάμε κυνήγι”. Είπε πως η επιθυμία του ήταν όλοι οι γέροι (απέδωσε αυτό τον χαρακτηρισμό στους Νορθ, Φορέστη και Στράνη) να πάνε στον πατέρα του και οι νέοι ν’ ακολουθήσουν τον ίδιο, για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του, “vechio con vechio, Giovane con Giovane”55. Με τίμησε αποκαλώντας με φίλο και αδελφό του, κι εξέφρασε την ελπίδα ότι θα τα πάμε καλά, όχι μόνο για λίγες μέρες, αλλά σ’ ολόκληρη τη ζωή μας. Όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά έχει τη δυσάρεστη συνήθεια να τυλίγει το μπράτσο του γύρω από τη μέση σου και να ζουλάει το χέρι σου δημόσια, πράγμα που αποτελεί μεγάλη φιλοφρόνηση, αλλά φέρνει σε δύσκολη θέση την “απονήρευτη νεολαία”. Την πρώτη φορά που τον είδα με υποδέχτηκε όρθιος, με συνόδεψε κατά την αναχώρησή μου ως την πόρτα της αίθουσας ακροάσεων και μου είπε πως είμαι παλικάρι56 και εύμορφω παιδί57. Με ρώτησε αν δεν συμφωνούσα κι εγώ ότι ως νέοι (έχει μια γενειάδα που φτάνει ως τη μέση του) πρέπει να ζήσουμε μαζί, καθώς και διάφορα άλλα που έκαναν τον Στράνη να γουρλώνει τα μάτια του και μένα ν’ απαντώ σαστισμένα. Ήταν πολύ χωρατατζής με τον Ανδρέα και τον Βασίλι, και μου συνέστησε να κόψω τα κεφάλια των Αλβανών μου αν συμπεριφέρονται άσχημα.
«Οι γέροι με τους γέρους, οι νέοι με τους νέους». Ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΣ) Στα Ελληνικά στο πρωτότυπο. 57 Στα Ελληνικά στο πρωτότυπο. 55 56
24
Θα σου γράψω από τη Λάρισα και θα σε πληροφορήσω για τις κινήσεις μας σ’ εκείνη την πόλη. Στο μεταξύ θα παρεπιδημώ στην Αθήνα. Έστειλα τον Ευστάθιο σπίτι του, μου έβγαλε την ψυχή με τις ιδιοτροπίες του, κι εκτός απ’ αυτό παθαίνει κρίσης επιληψίας (πες το αυτό στον Μάθιους) που τον έκαναν προβληματικό συνοδό, σε άλλα ζητήματα ήταν ευχάριστος, εννοώ τη μόρφωσή του, γιατί ξέρει καλά αρχαία ελληνικά58. Θυμάσαι το Νικολό στην Αθήνα, τον αδελφό της γυναίκας του Λουζιέρι. Δώσε τα χαιρετίσματά μου στον Μάθιους, από τον οποίο περιμένω ένα συγχαρητήριο γράμμα. Έχω χίλια ανέκδοτα για σένα κι εκείνον, αλλά για την ώρα “τι να κάμω”59; …»60 Οι δρόμοι του Μπάιρον με τον Ευστάθιο χώρισαν, μάλλον άδοξα.
«Hellenics», στο πρωτότυπο. Ενδεχομένως να μην αναφέρεται στη μόρφωση του νεαρού, αλλά να είναι κώδικας για τις ερωτικές του δεξιότητες. (ΣτΣ). 59 Στα Ελληνικά στο πρωτότυπο. 60 Byron προς John Cam Hobhouse, Τριπολιτσά, 16/08/1810. 58
25
Ο Ευστάθιος
Ελάχιστα πράγματα μας είναι γνωστά για τον Ευστάθιο. Το επίθετό του το μαθαίνουμε από τις επιστολές που δημοσιεύουμε στο πρώτο παράρτημα της παρούσας εργασίας: Γεωργίου. Από αυτές τις επιστολές μαθαίνουμε και το οικονομικό του στάτους και εικάζουμε πώς μπορεί να ήρθε σε επαφή με τον Μπάιρον. Το γεγονός ότι όταν συναντήθηκε με τον Μπάιρον είχε δικό του άλογο, όμορφη φορεσιά και ακόμα και γυναικείο παρασόλι -προφανώς αντικείμενο εισαγωγήςμας κάνει να εικάζουμε ότι ήταν από σχετικά ευκατάστατη οικογένεια. Είχε πρόσβαση στον κύκλο του κοτζαμπάση Λόντου, του πλουσιότερου και ισχυρότερου ανθρώπου της επαρχίας της Βοστίτσας και της Αχαΐας ολόκληρης. Στις επιστολές επίσης βλέπουμε ότι η οικογένειά του είχε επαφές με τον υποπρόξενο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Πάτρα, τον Νικόλαο Στράνη. Με τον Μπάιρον γνωρίστηκαν κάποια στιγμή ανάμεσα στις 5 και 14 Δεκέμβρη του 1809. Πλέον γνωρίζουμε ότι ο Μπάιρον του πρότεινε αμέσως να τον ακολουθήσει στη συντροφιά του, στο ταξίδι του με τον Χόμπχαουζ. Δεν το αναφέρει πουθενά ο ίδιος ο Μπάιρον, αλλά έχουμε στα χέρια μας δύο επιστολές του ίδιου του Ευστάθιου προς αυτόν. Στην πρώτη, γραμμένη στις 13 με το νέο ημερολόγιο και 1 με το παλιό, του Γενάρη του 1810, ο Ευστάθιος αναφέρει ότι πληροφορήθηκε την πρόταση που του έκανε ο Μπάιρον για να τον ακολουθήσει, μέσω του υποπρόξενου Στράνη. Τον ευχαριστεί για την πρότασή του, αλλά λόγω ενός σφοδρού πυρετού που τον είχε κυριεύσει αδυνατούσε να τον ακολουθήσει τη δεδομένη στιγμή. Ήταν άραγε μια ψεύτικη δικαιολογία μπροστά στο άγνωστο; Ήταν ο φόβος του να μην φανερωθεί η ασθένεια που διαπίστωσε αργότερα ο Μπάιρον; Στις 19 (7) του Απρίλη του 1810 ο Ευστάθιος ξαναγράφει στον Μπάιρον. Έμαθε ότι ετοιμαζόταν να φύγει από την Αθήνα. Ο Ευστάθιος άλλαξε γνώμη, αποφάσισε να τον ακολουθήσει και θα κάνει όποιες ενέργειες χρειάζονταν για να φύγει αμέσως για να τον βρει. Αλίμονο. Ο Μπάιρον με τον Χόμπχαουζ είχαν ήδη αναχωρήσει από την Αθήνα στις 5 του Μάρτη. Δεν ξέρουμε πότε και πού βρήκε αυτό το γράμμα τον Μπάιρον. Ίσως αυτός που το παρέλαβε στην Αθήνα το προώθησε προς την Σμύρνη και από εκεί στην Κωνσταντινούπολη. Ίσως -το πιο πιθανό- να το κράτησε κάποιος συνεργάτης του Στράνη στην Αθήνα μέχρι να
26
επιστρέψει εκεί ο Μπάιρον. Ίσως να ήταν ένας από τους λόγους που ο Μπάιρον όταν επέστρεψε στην Αθήνα βιάστηκε να φύγει για να πάει στη Βοστίτσα. Στην από 29-30 Ιούλη του 1810 επιστολή του προς τον Χόμπχαουζ ο Μπάιρον αναφέρει ένα σωρό περιστατικά για τον Ευστάθιο. Πώς τον βρήκε, πώς ξεκίνησαν για την Πάτρα, πώς αυτός αναγκάστηκε να γυρίσει για δυο μέρες στην Βοστίτσα και πώς ξαναπήγε και τον βρήκε στην Πάτρα και φιλιώσανε μετά από τους τσακωμούς που είχανε. Στις 27 του Ιούλη, όμως, είχε προηγηθεί μια σπαραχτική επιστολή της Κονδύλως Γεωργίου, μητέρας του Ευστάθιου, προς τον Στράνη, στην οποία ικέτευε να στείλουν πίσω τον γιο της. «Χτες μισεύοντας ο γιος μας με τον κύριον μιλόρδον, έπεσα κατάκειτη, τόσον οπού κινδυνεύω την ζωή μου. … Σας παρακαλώ θερμώς διά την ζωήν σας να μου σταλθή το παιδί μου οπίσω.» Ο Ευστράτιος επέστρεψε στην Βοστίτσα, μετάπεισε τους γονείς του και ξαναβρήκε τον Μπάιρον στην Πάτρα. Για να χωρίσουν οι δρόμοι τους λίγες ημέρες αργότερα, στην Τριπολιτσά, υπό τις συνθήκες που περιγράφει ο Μπάιρον. Απ’ ό, τι φαίνεται όμως, δεν είχαν διαρρηχθεί εντελώς οι σχέσεις τους. Στις 27(15) Μάρτη του 1811 ο Ευστάθιος παίρνει το θάρρος και στέλνει μια επιστολή στον Μπάιρον με την οποία του ζητάει να τον δανείσει ένα σεβαστό ποσό χρημάτων, 200 γρόσια, για να φτιάξει μια νέα φορεσιά. Δεν είχε πλέον χρήματα η οικογένειά του, γιατί ο πατέρας του είχε καταστραφεί οικονομικά, κάτι το οποίο, όπως αναφέρει στην επιστολή του ο Ευστάθιος, ο Μπάιρον το γνώριζε. Ο Ευστάθιος παρακαλεί τον Μπάιρον να συνεχίσει να τον αγαπάει και να τον συγχωρέσει που δεν τον ακολούθησε και στο υπόλοιπο ταξίδι του, και τον διαβεβαιώνει ότι αυτός είναι όλος δικός του. Ο Μπάιρον έστειλε στον Ευστάθιο τα χρήματα, όπως συμπεραίνουμε από την τελευταία ανέκδοτη επιστολή. Με αυτήν, που στάλθηκε στην Αγγλία στις 01/04 (20/03) του 1813 ο Ευστάθιος του ζητάει συγγνώμη που δεν έχει καταφέρει ακόμα να του επιστρέψει το δάνειο των 200 γροσιων. Έχει ακόμα πολλά βάρη αυτός και η οικογένειά του και είναι σε άθλια κατάσταση, αλλά δεν λέει περισσότερα, ούτε ζητάει περισσότερα χρήματα από τον Μπάιρον. Οι επιστολές είναι γραμμένες στα Ελληνικά, μιας και Ευστάθιος γνώριζε ότι ο Μπάιρον θα μπορούσε να τις διαβάσει: Συνοδευόταν συνέχεια από δραγουμάνους που θα μπορούσαν να του μεταφράσουν τα γράμματα, αλλά και ο ίδιος προσπαθούσε να μάθει Ελληνικά και σε κάθε ευκαιρία ζητούσε από τους ανθρώπους που συναντούσε να του δίνουν ελληνικά κείμενα για να μελετάει: σύγχρονα τραγούδια και ποιήματα, επιστολές κλπ. Αναζητώντας άλλα ίχνη του Ευστάθιου Γεωργίου στην τοπική ιστορία της Βοστίτσας, εντοπίσαμε ελάχιστα στοιχεία. 27
Από την υπογραφή του σε ένα έγγραφο του 1819 που σώζεται στο αρχείο του Ανδρέα Λόντου, ένα κείμενο προεστών και λοιπών κατοίκων της επαρχίας της Βοστίτσας που στρέφεται εναντίον Καλαβρυτινών αγροτών που κατέβηκαν στον κάμπο της Βοστίτσας για να φυτέψουν σταφίδα, το χαρακτηριστικό προϊόν της περιοχής, συμπεραίνουμε ότι ο Ευστάθιος ασχολήθηκε αργότερα και με την καλλιέργεια σταφίδας. Στο ίδιο αρχείο βρίσκουμε το όνομά του σε μια στρατιωτική αναφορά του βοστιτσάνου οπλαρχηγού Δημητρίου Μελετόπουλου προς τον Ανδρέα Λόντο από τις 29 Νοεμβρίου του 1823, στην οποία βλέπουμε ότι ο Ευστάθιος συμμετείχε σε μάχη του Εμφυλίου στη Λυγιά Ηλείας. Τέλος, σε μια επιστολή από τις 15/10/1824, που σώζεται επίσης στο αρχείο του Ανδρέα Λόντου, ένας Ζακυνθινός ονόματι Κωνσταντίνος Τζαις ζητάει από τον Ευστάθιο να επιστρέψει ένα χρέος 2.246 γροσιων προς τον μακαρίτη αδελφό του Νικόλαο. Το χρέος αυτό βεβαιώνεται από μια ομολογία που είχε υπογράψει ο ίδιος ο Ευστάθιος προς την Νικόλαο Τζαι στις 15/10/1820, την οποία ανακάλυψε ο Κωνσταντίνος στα χαρτιά του αδελφού του μετά τον θάνατό του. Είναι άγνωστο γιατί αυτή η επιστολή αυτή βρέθηκε στο αρχείο του Νικολάου Λόντου, στου οποίου το δημοσιευμένο μέρος δεν υπάρχουν πολλά άλλα παρόμοια έγγραφα. Είναι πιθανό να κάλυψε αυτός το χρέος του Ευστάθιου προς τον Τζαι, είτε επειδή ο Ευστάθιος ήταν υπό την προστασία του είτε επειδή έδωσε τα χρήματα σαν δάνειο στον Ευστάθιο και κράτησε την επιστολή σαν ομολογία οφειλής. Και κάπου εδώ χάνονται τα ίχνη του Ευστάθιου Γεωργίου, εκτός ίσως αν πρόκειται για έναν «Σταθάκη» που αναφέρεται χωρίς άλλα στοιχεία σε μια άλλη αναφορά προς τον Ανδρέα Λόντο, από τον Φλεβάρη του 1827.
28
Η γέννηση ενός Φιλέλληνα
Για να επιστρέψουμε στον Μπάιρον. Ο βρετανός λόρδος καταφτάνει στην «βαρβαρική» Ανατολή φέροντας μαζί του την ισχύ της αυτοκρατορίας του, αλλά ταυτόχρονα είναι απαλλαγμένος από τα δεσμά της ηθικής της. Στο ταξίδι του ρουφάει πληροφορίες κι εμπειρίες για τον άγνωστο τόπο. Γρήγορα πετάει στην άκρη τους ταξιδιωτικούς οδηγούς που είχε μέχρι να πατήσει στα χώματά του, τα βιβλία του Παυσανία και των σύγχρονών του περιηγητών. Σκίζει τα «αναγνωστικά» που χρησιμοποιούσε για να μάθει τη γλώσσα των ντόπιων και τους βάζει να του γράφουν αυτοί τις λέξεις και τα τραγούδια τους. Μένει στα σπίτια τους, γνωρίζει τις γυναίκες και τα παιδιά τους και αναζητεί «λουλούδια» για να τα δέσει σε «μπουκέτο» να το στείλει στους καταπιεσμένους φίλους του πίσω στην Αγγλία. Στη Βοστίτσα, όμως, έρχεται σε επαφή και με την πάλη ενάντια σε μια άλλη καταπίεση. Δεν ήταν η πρώτη φορά που μάθαινε πως αρκετοί Έλληνες έτρεφαν μίσος για τους κατακτητές και αυθέντες τους Τούρκους και ότι επιθυμούσαν να επαναστατήσουν και να ανεξαρτητοποιηθούν. Μια από τις πρώτες εικόνες που αντίκρισαν οι δύο Άγγλοι φίλοι στα Γιάννενα ήταν αυτή του τετραμελισμένου αρματωλού Παπα-Ευθύμη Βλαχάβα61 που είχε ξεσηκωθεί ενάντια στον Αλή Πασά. Στις κουβέντες τους με τους Έλληνες στην Ήπειρο, στην Αλβανία, στην Πάτρα, με τους αρβανίτες στρατιώτες που τους συνόδευαν στο ταξίδι, οι δύο βρετανοί ευγενείς είχαν μάθει για τα επαναστατικά κινήματα που είχαν προηγηθεί αλλά και για τα συναισθήματα που έτρεφε ο λαός. Όταν είδε όμως ο Μπάιρον να τρέφει παρόμοια συναισθήματα και ο Αντρέας Λόντος, ένας ντόπιος «ευγενής», ένας -όσο ήταν δυνατόν- «ίσος» του, τότε αυτή η διάθεση για ανεξαρτησία «νομιμοποιήθηκε» στη συνείδησή του.
«Καθώς περνούσαμε από ένα μεγάλο δέντρο στα αριστερά μας, απέναντι από ένα χασάπικο, είδα κάτι να κρέμεται από τα κλαριά, το οποίο από απόσταση φαινόταν σαν κρέας που το είχαν κρεμάσει εκεί προς πώληση. Σύντομα συνειδητοποίησα ότι ήταν ένα αντρικό χέρι, μαζί με κομμάτι από τον κορμό του σώματος, και ότι κρεμόταν εκεί από ένα σκοινί που ήταν δεμένο σε ένα από τα δάχτυλα. Πριν χαρακτηρίσεις τους Τούρκους ως σκληρούς και βάρβαρους ανθρώπους ακούγοντάς το, να θυμηθείς ότι ένας ξένος που θα περνούσε από το Temple Bar πενήντα χρόνια νωρίτερα θα συμπέραινα κάτι παρόμοιο και για τους Άγγλους. Πληροφορηθήκαμε ότι το χέρι ανήκε σε έναν ληστή που είχε αποκεφαλιστεί πριν πέντε μέρες και, αφού τετραμελίστηκε, τα μέλη του εκτίθενταν σε διάφορα μέρη των Ιωαννίνων.» Hobhouse, John Cam, A Journey through Albania, and other Provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, Τόμος Α, σελ. 56-57. 61
29
Ταυτόχρονα, γνωρίζει και τον Ευστάθιο. Και τότε, αρχίζει και γίνεται Φιλέλληνας, με όλες τις σημασίες του όρου. Διακρίνει στους αγροίκους που συναντάει στο ταξίδι του ίχνη από τις αρχαίες δόξες στις οποίες είχε κατηχηθεί, και ψάχνει τρόπο να τις αναβιώσει. Αρχίζει να θέλει να συμμετάσχει και αυτός στην πάλη για την κατάκτηση της Ελευθερίας. Και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, επιζητεί και την απελευθέρωση του ίδιου από τα δικά του δεσμά. Έχοντας ήδη μεγάλη ανασφάλεια για την εμφάνισή του λόγω μιας εκ γενετής δυσμορφίας στο πόδι που τον ανάγκαζε να χωλαίνει ελαφρά, είχε αποδράσει από μια πατρίδα που τον αρνιόταν σαν καλλιτέχνη και που του επιφύλασσε σκληρή τιμωρία αν ερωτευόταν όπως ήθελε να ερωτευτεί62. «Η Τουρκική κατοχή του ελληνικού εδάφους είναι ανάλογο του παρασόλ που προστατεύει το ευαίσθητο δέρμα του Ευστάθιου: Το αγόρι είναι ελκυστικό όσο διατηρείται αυτό που τον καλύπτει και τον επιδιορθώνει. […] Η απελευθέρωση που προβλέπει ο Μπάιρον συγχέει το σεξουαλικό με το πολιτικό, και ενθαρρύνει τον Μπάιρον να συγχέει την δικιά του σεξουαλική απελευθέρωση με μια πολιτική απελευθέρωση, σαν να είχε κάτι να κάνει με τον Ευστάθιο. Η καταπίεση του Μπάιρον μπορεί να αρθεί. Αλλά όρος για αυτήν την άρση είναι ο Ευστάθιος να παραμείνει ένα αντικείμενο του πόθου, και έτσι να εγκλωβιστεί στην υποβαθμισμένη του θέση. Η σεξουαλική και πολιτική έλξη του αγοριού είναι ζωντανή όσο διατηρείται η συνθήκη που τον καλύπτει και του αφαιρεί την αρρενωπότητα. Ο Μπάιρον επιθυμεί το ελληνόπουλο μόνο όσο το σώμα του παραμένει έτσι. Τον επιθυμεί σαν ένα πλάσμα που ξέπεσε από σώμα σε σημείο. Η ‘καταπιεστική υπόθεση’ είναι καλοπροαίρετη: Δίνει στον Μπάιρον έναν σκοπό, ένα ευαγές έργο για να επιτελέσει. Θα ελευθερώσει τον εαυτό του. Θα ελευθερώσει τον Έλληνα, ή, όπως το θέτει ο Jerome J. McGann, σμίγοντας υβριδικά τους -ισμούς, νατουραλ-, σουπερνατουραλ- και οριενταλ-, ο Μπάιρον ‘αποκτά εμμονή με την ιδέα της ανανέωσης της ανθρώπινης κουλτούρας στη Δύση σε μια από τις πιο σκοτεινές της στιγμές. Αυτό για τον Μπάιρον σημαίνει την ανανέωση της αξίας του ατόμου, και την ανανέωση της Ελλάδας σαν μια ανεξάρτητη πολιτική οντότητα.»63
Ο Μπάιρον παραδέχθηκε κρυπτικά ότι είχε ομοφυλοφιλικές σχέσεις στη σύζυγό του Annabella, σύμφωνα με τις σημειώσεις που κρατούσε αυτή για το ενδεχόμενο μετά τον χωρισμό τους να ζητούσε την επιμέλεια της κόρης τους. Συγκεκριμένα, στις 03/01/1816 της είπε: «Δεν έχω κάνει καμία πράξη που θα με έφερνε ενώπιον του νόμου -τουλάχιστον σε αυτήν την πλευρά των νερών.» 63 «Sex, Class and the Naked Letter of Romance», στο «Lord Byron's Strength: Romantic Writing and Commercial Society», Jerome Christensen, 1993 62
30
Όμως ο Μπάιρον δεν είναι τόσο άδολος. Η απελευθέρωση θα γίνει με τους δικούς του όρους. Δεν είναι απλός μαχητής που συστρατεύεται σε έναν δίκαιο αγώνα, θα προτιμούσε να είναι Μεσσίας64. Δεν είναι μόνο αυτό που έγραψε σε μια σημείωση στο «Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ»: «Οι Έλληνες δεν θα είναι ποτέ ανεξάρτητοι. Ποτέ δεν θα καταφέρουν να γίνουν κύριοι του εαυτού τους όπως παλιά, και Θεός φυλάξει αν ποτέ γίνουν! Αλλά μπορούν να γίνουν υπήκοοι χωρίς να είναι σκλάβοι. Οι αποικίες μας δεν είναι ανεξάρτητες, αλλά είναι ελεύθερες και δημιουργικές, και έτσι θα μπορεί να είναι και η Ελλάδα στο μέλλον»65. Αυτό το αποικιοκρατικό ιμπεριαλιστικό αίσθημα βλέπουμε να αντανακλάται και στην ολιγοήμερη σχέση του με τον Ευστάθιο. Αντίθετα με την πρωτόγονη και ζωώδη ερωτική έλξη των κατακτητών και των στρατιωτών τους για τα αγόρια, τέτοια που θα μπορούσε να ικανοποιηθεί και με το χέρι, όπως είχε πει και ο ανώνυμος γιατρός εκείνο το βράδυ του Οκτώβρη του 1809 στο Τεπελένι, η δικιά του έλξη είναι πιο ραφινάτη, πιο εκλεπτυσμένη. Η περιγραφή του Ευστάθιου στην συνάντησή τους τον Σεπτέμβρη του 181066, όταν ο Μπάιρον απαλλαγμένος από το βαρίδι του συνεσταλμένου Χόμπχαουζ, μπορεί να κινηθεί ελεύθερα, θυμίζει τις περιγραφές των ηρώων του Ομήρου πριν τις μονομαχίες τους: «Το άλλο πρωί βρήκα τον λατρευτό μου στη ράχη ενός αλόγου, ντυμένον πολύ φροντισμένα μ’ ελληνική φορεσιά, μ’ εκείνες τις θεσπέσιες, σαν από αμβροσία, μπούκλες να κρέμονται στη γλυκιά πλάτη του…». Στο πρόσωπο του Ευστάθιου, στην σεξουαλικότητά του, βλέπει το σκίρτημα των καταπιεσμένων Ελλήνων για ανεξαρτησία, το οποίο, όμως, για τον αποικιοκράτη είναι επίφοβο αν μείνει ακηδεμόνευτο, θέλει καθοδήγηση και φροντίδα. Ο Μπάιρον είναι αυτός που θα αποκαταστήσει την αρχαία αγνότητα, που θα καθοδηγήσει τον νέο στην Ελευθερία ενός κανονικοποιημένου σύμφωνα με τα αρχαία και κλασικά εξιδανικευμένα πρότυπα Έρωτα. Η πραγματικότητα της επαφής του με τον Ευστάθιο, όμως, τον απογοήτευσε. Οι παραξενιές του νεαρού, η πίεση από τους συγγενείς του, οι επιληπτικές κρίσεις που πάθαινε67 πήραν το θηλυπρεπές παρασόλι από το χέρι του και του έδωσαν
Κάτι που έφτασε αρκετά κοντά στο να γίνει πραγματικότητα, μιας και κατά τη διάρκεια της επανάστασης ήταν προχωρημένες οι σκέψεις για να προταθεί στην Βρετανική Κυβέρνηση να τοποθετηθεί ο Μπάιρον στη θέση του Βασιλιά της Ελλάδας. Στο ημερολόγιο του, ο Hobhouse (18/08/1825) σημειώνει ότι «Οι αντιπρόσωποι [σημ.: των Ελλήνων, που είχαν πάει στο Λονδίνο για να αιτηθούν και να διαπραγματευτούν την χορήγηση των δανείων της επανάστασης] μου λένε και ξαναλένε ότι αν ζούσε ο Μπάιρον, θα βρισκόταν στην Κεφαλη της Ελλάδας». 65 Σημείωση στο CHP Canto ΙΙ, Stanza lxxiii. 66 Στην επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, Πάτρα, 29-30/07/1810 67 Ο Μπάιρον ζητάει από τον φίλο του Χόμπχαουζ να μεταφέρει την πληροφορία για τις επιληπτικές κρίσεις του Ευστάθιου στον έτερο λιμπερτίνο φίλο τους, τον Τσαρλς Σκίννερ Μάθιους, 64
31
να κρατάει ένα πιο αρρενωπό αλεξήλιο, και έτσι τον κατέστησαν αδιάφορο για τον Μπάιρον.
κάτι που ενισχύει την υπόθεση πως οι κρίσεις αυτές είχαν σχέση με τις ερωτικές συνευρέσεις των δύο νέων. 32
Επιστροφή στην Αθήνα
Ο Μπάιρον επιστρέφει στην Αθήνα. Εγκαθίσταται στην γαλλική μονή των Καπουτσίνων Μοναχών, η οποία εκτεινόταν γύρω από το Χορηγικό Μνημείο του Λυσικράτη στην Πλάκα, και συνεχίζει τις αναζητήσεις του με τη συντροφιά του δεκαπεντάχρονου τότε Νικολό Ζιρό68 και άλλων αγοριών που φοιτούσαν στο σχολείο της μονής. «Εγκαταστάθηκα αισίως στη Μονή, είναι πιο άνετη από κάθε άλλο κατάλυμα που είχα ως τώρα, με χώρο για την ακολουθία μου, και δεν είναι καθόλου απόκοσμη, αφού δεν υπάρχει μόνον «il Padre Abbate69», αλλά και η «schuola» του, που αποτελείται από έξι «Regatzi»70, όλα φιλαράκια μου. Καθώς αυτοί οι κύριοι είναι σχεδόν τα μόνα άτομα που συναναστρέφομαι (εκτός από τον Φωβέλ71 και τον Λουζιέρι72), είναι ενδεδειγμένο να περιγράψω τον χαρακτήρα, τη θρησκεία και τα ήθη τους. Από αυτή την όμορφη παρέα τρεις είναι καθολικοί και τρεις Έλληνες, κι έχω μάθει ήδη σ’ αυτούς τους σχισματικούς να παίζουν μποξ προς μεγάλη διασκέδαση του πάτερ, που ενθουσιάζεται όταν βλέπει τους καθολικούς να θριαμβεύουν. Τα ονόματά τους είναι Μπαρτελεμί, Τζουζέπε, Νικολό, Γιάννης, και δύο ανώνυμοι, τουλάχιστον στη μνήμη μου. Από αυτούς ο Μπαρτελεμί είναι ένα «simplice Franciullo»73 σύμφωνα με τον πάτερ, του οποίου η συμπάθεια είναι ο Τζουζέπε, που κοιμάται στο φανάρι του Δημοσθένη. Από το μεσημέρι ως τη νύχτα χαλάει ο κόσμος εδώ. Την πρώτη φορά που ανακατεύτηκα μ’ αυτές τις σύλφες, έπειτα από ένα δυο αναγνωριστικά λεπτά, ο αξιαγάπητος σινιόρ Μπαρτελεμί κάθισε δίπλα μου χωρίς καμιά προειδοποίηση και, αφού παρατήρησε εν είδει φιλοφρόνησης ότι η «Σινιορία» μου είναι ο «pieu bello»74 από τους Άγγλους γνωστούς του, με φίλησε στο αριστερό μάγουλο, οικειότητα για την οποία επιπλήχθηκε από τον Τζουζέπε, που τον πληροφόρησε
Nicolas Giraud: Γεννήθηκε στην Αθήνα από Γάλλους γονείς. Ο Μπάιρον αργότερα τον πήρε μαζί του στη Μάλτα, τον συμπεριέλαβε στη διαθήκη του και πλήρωσε για την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής του. (ΣτΣ). 69 «Ο Πατήρ Αββάς». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΜ). 70 «Αγόρια». Το ορθό θα ήταν «Raggazzi». (ΣτΣ). 71 Louis Francois Sebastian Fauvel: Ο Γάλλος πρόξενος στην Αθήνα. 72 Giovanni Battista Lusieri. Ιταλός ζωγράφος, στενός συνεργάτης του Λόρδου Έλγιν. Θείος του Nicοlas Giraud. 73 «Απλοϊκό παιδί». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 74 «Πιο όμορφος». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΣ). 68
33
ορθότατα ότι είμαι «μεγάλοσ»75, αυτός του είπε πως είμαι «φίλοσ»76 του και «μα τα γένια του» θα το ξανάκανε, προσθέτοντας ως απάντηση στο ερώτημα «διατί ασπάσετε»77, βλέπεις ότι γελάει, όπως πράγματι έκανα με την καρδιά μου. Αλλά ο φίλος μου, όπως μπορείς εύκολα να καταλάβεις, είναι ο Νικολό, που επί τη ευκαιρία είναι δάσκαλός μου στα ιταλικά, και το έχουμε ήδη ρίξει στη φιλοσοφία. Είμαι «Padrone»78 και «amico»79 του κι ένας Θεός ξέρει τι άλλο, πάνε δυο ώρες που, αφού με πληροφόρησε ότι φλέγεται από την επιθυμία ν’ ακολουθήσει αυτόν (δηλαδή εμένα) σ’ όλο τον κόσμο, κατέληξε λέγοντάς μου ότι το σωστό για μας είναι όχι μόνο να ζήσουμε αλλά και «morire insieme»80. Το τελευταίο ελπίζω να το αποφύγω, σε ό, τι αφορά το πρώτο όσο τραβάει η όρεξή του. Ξυπνάω το πρωί απ’ αυτά τα διαβολάκια που φωνάζουν «venite abasso»81 και ο φρέρης παρατηρεί με σοβαρότητα ότι είναι «bisogno bastonare»82 όλους για ν’ αρχίσει επιτέλους το μάθημα. Εκτός απ’ αυτά τα παιδιά, η ακολουθία μου, στην οποία έχω προσθέσει έναν Τάταρο κι έναν νεαρό για να φροντίζει τους δυο καινούργιους κέλητές μου, η ακολουθία μου, λέω, είναι πολύ θορυβώδης και πίνει καθημερινά ολόκληρα ασκιά κρασί της Ζέας προς 8 παράδες την οκά. Έχουμε έπειτα κάμποσες Αλβανίδες που πλένουν στον «giardino»83 και που περνούν τις ελεύθερες ώρες τους μπήγοντας καρφίτσες στον πισινό του Φλέτσερ. … Με δυο λόγια, κάτι οι γυναίκες, κάτι τα αγόρια, κάτι η ακολουθία μου, έχουμε μεγάλη ακαταστασία. Αλλά είμαι τρισευτυχισμένος, κάνω σαν παιδί κι έχω άπειρες ιστορίες για σένα και τον «Citoyen»84. Η ίντριγκα δίνει και παίρνει, … ο Ανδρέας σαλιαρίζει με την Ντουντού85 ως συνήθως και η Μαριάννα86 κατέκτησε την καρδιά του δερβίση Ταχίρι, ο Βασίλι, ο Φλέτσερ και ο Σουλλή, ο καινούργιος Τάταρός μου, έχουν ο καθένας και από μια αγαπητικιά. «Vive l’ Amour»87.
Στα ελληνικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ) Στα ελληνικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 77 Στα ελληνικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 78 «Αφέντης». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 79 «Φίλος». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 80 «Να πεθάνουμε μαζί». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 81 «Κατεβείτε κάτω». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 82 «πρέπει να τους δείρει». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 83 «Κήπος». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο (ΣτΜ). 84 Πολίτη». Ήταν το παρατσούκλι του φίλου τους Μάθιους. (ΣτΜ) 85 Dudu Roque, κόρη του Phokion Roque, Γάλλου εμπόρου που ζούσε στην Αθήνα. Ο Μπάιρον αργότερα ονόμασε έτσι την αθώα αφράτη οδαλίσκη το κρεβάτι της οποίας μοιράστηκε ο Δον Ζουάν στο χαρέμι. (ΣτΜ) 86 Η μεγάλη αδελφή της Τερέζας Μακρή, την οποία λίγους μήνες νωρίτερα προσπάθησε να κατακτήσει ανεπιτυχώς ο Χόμπχαουζ. (ΣτΣ) 87 «Ζήτω η Αγάπη». Στα γαλλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΣ). 75 76
34
Μαθαίνω ιταλικά, και σήμερα μετέφρασα σ’ αυτή τη γλώσσα την ωδή του Οράτιου “Exegi monumentum”88. Φλυαρώ με όλους, καλούς και κακούς, και μεταφράζω προσευχές από το υμνολόγιο, αλλά τα μαθήματά μου, αν και κρατούν πολύ, διακόπτονται θλιβερά από τρεχαλητά, φρουτοφαγίες, πετροπόλεμους, παιχνίδια, και στ’ αλήθεια ξαναγύρισα στα θρανία και κάνω εξίσου λίγες προόδους όσο τότε, ξοδεύοντας τον καιρό μου με τον ίδιο τρόπο. Όλα αυτά όμως παραείναι ωραία για να διαρκέσουν, θα κάνω άλλον ένα γύρο της Αττικής μαζί με τον Λουζιέρι, που είναι ένας καινούργιος σύμμαχός μου, και ο Νικολό θα με ακολουθήσει, σύμφωνα με τη δική του επίμονη ικεσία, «per mare, per terrass»89, «Forse»90 μας δεις στην Ινγκλιτέρρα, αλλά «non so, come»91 κλπ. Προς το παρόν, καλησπέρα, Buona sera a vos signoria, Bacio le mani.92»93 Μετά από λίγες βδομάδες ο Μπάιρον ξαναταξιδεύει προς την Πάτρα. Περνάει ξανά από τη Βοστίτσα, όμως δεν κάνει καμιά αναφορά στον Ευστάθιο στις επιστολές του. Πίσω στην Αθήνα οι συμπατριώτες του έχουν σκανδαλιστεί από τις συμπεριφορές τους και δεν το κρύβουν. Για παράδειγμα: «Ο Λόρδος Βύρων δεν είναι εδώ. Αλλά δεν λείπει σε κανέναν. Η συμπεριφορά του είναι παντελώς προκλητική και ακόμα και ο Πασάς έχει αρχίσει να μιλάει γι’αυτήν, παρόλο που κι ο ίδιος διαπράττει εγκλήματα της ίδιας φύσης. Τον έχω εντοπίσει σε πάρα πολλές βρώμικες περιστάσεις και ψεύδεται για να αποκρύψει την συμπεριφορά του.»94 Ο ενθουσιασμός του Μπάιρον σιγά σιγά ξεφτάει. «Έχω δει πια τον κόσμο, δηλαδή το αρχαιότερο από το αρχαίο τμήμα του, ξόδεψα το λιγοστό μου έχει, γεύτηκα κάθε λογής ηδονή (έτσι να πεις στον Citoyen95), δεν έχω πια τίποτε να ελπίσω και μπορώ ν’ αρχίσω να σκέφτομαι τον
Η τελευταία ωδή του Ορατίου στη Μούσα του, που ξεκινά με τα λόγια: exegi monumentum aere perennius…, τελείωσα μνημείο αιωνιότερο από το χαλκό. (ΣτΜ) 89 «Σε θάλασσα, σε στεριά». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΜ). 90 «Ίσως». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΜ). 91 «Δεν ξέρω πώς». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΜ). 92 «Καλησπέρα σας κύριε, σας φιλώ τα χέρια». Στα ιταλικά στο πρωτότυπο. (ΣτΜ). 93 Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, Αθήνα, 23/08/1810. Στο Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996. 94 Επιστολή του Peter Howe Brown, 2ου Μαρκησίου του Σλίγκο, προς τη μητέρα του, 15/09/1810. Ήταν συνομήλικος και γνωστός του Μπάιρον από την Αγγλία. Συναντήθηκαν στην Αθήνα και για ένα μικρό διάστημα ταξίδεψαν μαζί στην Πελοπόννησο, αλλά τσακώθηκαν στο Άργος και εκεί χώρισαν οι δρόμοι τους. 95 Εννοεί τον Μάθιους. 88
35
καταλληλότερο τρόπο ν’ απέλθω, είναι πιθανό να βρω στην Αγγλία κάποιον που θα με απαλλάξει από τον κόπο. Πες στον Μ.96 ότι βρήκα τόσο πολλούς από τους αρχαίους του σ’ αυτή την κλασική γη, ώστε βαρέθηκα τους pl & opt Cs97, το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσα να βαρεθώ, μακάρι να μπορούσα να βρω λίγο από το κώνειο του Σωκράτη, αλλά ο Λουζιέρι μου λέει ότι σήμερα δεν δηλητηριάζει πια ανθρώπους.»98 Και όταν επιτέλους φεύγει από την Αθήνα για να επιστρέψει στην Αγγλία, δύο χρόνια μετά την έναρξη του ταξιδιού, κάνει έναν κυνικό απολογισμό: «Συνοδεύομαι από δύο Έλληνες υπηρέτες, και οι δύο μεσήλικες, και ο ένας είναι ο Δημήτριος, ο παλιός σου παλιοδιερμηνέας. … Η υγεία μας είναι πολύ αδιάφορη, έχω γονόρροια και ο σινιόρ Δημήτριος έχει έναν πρησμένο όρχι, οδυνηρή συνέπεια περίπου σαράντα σκουλαμέντων99.»100 Το ταξίδι έφτασε στο τέλος του. Ο Μπάιρον, καταχρεωμένος, χορτασμένος για την ώρα από περιπέτειες και με γνώσεις κι εμπειρίες που θα ζήλευαν οι περισσότεροι απ’ τους συγχρόνους του, παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Κουβαλάει μαζί του την αγάπη του για τον τόπο που αφήνει πίσω και τους λαούς που τον κατοικούν, αλλά και μια γνήσια συμπάθεια για τον αδύναμο. Δεν είναι τυχαίο ότι πίσω στην πατρίδα του, συμμετέχει πλέον στις εργασίες της Βουλής των Λόρδων, της οποίας είναι μέλος από την ενηλικίωσή του το 1809, συντασσόμενος με την προοδευτική παράταξη των Ουίγων. Στην παρθενική του ομιλία το 1812, αναφορικά με τα προβλήματα της περιφέρειάς του, του Νότιγχαμσαϊρ, θα υπερασπιστεί σθεναρά τους Λουδίτες101 απέναντι στις προθέσεις της βρετανικής κυβέρνησης να καταστήσει το σπάσιμο των μηχανών έγκλημα που επισύρει θανατική ποινή.
Ξανά αναφορά στον Μάθιους. «Πλέριους και πολυπόθητους συνουσιασμούς». Δες και ανωτέρω, σημ. 8. 98 Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobhouse, Αθήνα, 26/11/1810. Στο Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996. 99 Επίσης η βλεννόρροια ή γονόρροια. «Sculamente» στο πρωτότυπο. (ΣτΣ) 100 Επιστολή του Byron προς τον John Cam Hobbhouse, επί της φρεγάτας «Volage», 19/06/1811. 101 Οι «Λουδίτες» ήταν πρώιμο, ανώριμο εργατικό κίνημα στην Αγγλία του 19ου αι. που θεωρούσε ως υπεύθυνη για τη χειροτέρευση της θέσης της εργατικής τάξης στην παραγωγή την εισαγωγή της τεχνολογίας και συγκεκριμένα των υφαντουργικών μηχανών. Το αποτέλεσμα ήταν να σπάνε τις μηχανές αφήνοντας πίσω τους γραμμένο το όνομα «Νεντ Λουντ», ένα πιθανότατα φανταστικό πρόσωπο που θεωρούσαν «ηγέτη» τους. 96 97
36
Ο κύκλος ίσως κλείνει στη Βοστίτσα
Φαίνεται πως ο κύκλος που άνοιξε με τη συνάντηση του Μπάιρον και του Ευστάθιου στη Βοστίτσα τον Δεκέμβρη του 1809, κλείνει στο ίδιο μέρος μετά τη λήξη της Ελληνικής Επανάστασης. Τον Απρίλιο του 1824 ο Μπάιρον πεθαίνει στο Μεσολόγγι. «Το φέρετρό του ήταν ένα τραχύ ξύλινο κιβώτιο. Το σάβανο ήταν ένας μαύρος μανδύας. Και από πάνω του, τοποθετήσαμε μια περικεφαλαία, ένα ξίφος και ένα δάφνινο στεφάνι»102. Στο πλευρό του Μπάιρον μέχρι το τέλος βρίσκονταν δύο άτομα. Ο ένας ήταν ο βαλές του, ο γνώριμός μας Φλέτσερ. Ο άλλος ήταν ένας νεαρός Έλληνας, ο Λουκάς Χαλανδριτσάνος. Ο Μπάιρον τον συνάντησε στην Κεφαλονιά λίγο πριν περάσει στην Ελλάδα. «Τον Αύγουστο του περασμένου έτους, ο Λόρδος Μπάιρον και η συνοδεία του, ταξίδεψαν από την Κεφαλονιά προς την Ιθάκη. Πολλές δυστυχισμένες οικογένειες από την Πάτρα και την Χίο είχαν αναζητήσει εκεί καταφύγιο. Ο κύριος Νοξ, ο βρετανός διοικητής του νησιού, ικέτευσε τον Μυλόρδο να παρέχει ανακούφιση στους πρόσφυγες, ως επί το πλείστον γυναίκες, γέροι και μικρά, και του σύστησε να προσέξει ιδιαίτερα μια οικογένεια που μέχρι τότε ήταν πλούσια στην Πάτρα, αλλά κατάπεσε στη φτώχεια κατά την Επανάσταση. Ήταν μια γηραιά και ασθενής μητέρα, με τρεις πολύ νεαρές κόρες. Ο Μυλόρδος έδωσε πενήντα λίρες στερλίνες για βοήθεια στους πρόσφυγες, και κανόνισε η οικογένεια να μεταφερθεί στην Κεφαλονιά, όπου τους παρείχε ένα μηνιαίο βοήθημα τριάντα ταλίρων. Οι τρεις κόρες ήταν νεαρές και καθόλου δυσάρεστες, αλλά η συμπεριφορά του Μπάιρον απέναντί τους δεν θα μπορούσε να ήταν πιο αδιάφορη και πιο γεναιόδωρη. Τις είδε σπάνια, μια ή δύο φορές στο σπίτι του Σινιόρε Κοριαλένο. Δύο από τα αδέρφια τους ήταν στον Μοριά, το ένα (ο Λουκάς) στην υπηρεσία του Κολοκοτρώνη. Όταν πληροφορήθηκαν την γενναιοδωρία του Μπάιρον προς την οικογένειά τους, έσπευσαν και οι δύο στην Κεφαλονιά και ικέτευσαν
Gamba Ρietro, “A Narrative of Lord Byron’s Last Journey”, σελ. 276. Την περικεφαλαία την είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Μπάιρον όταν βρισκόταν στην Ιταλία και έκανε τις τελευταίες προετοιμασίες για να περάσει στην επαναστατημένη Ελλάδα, και την φιλοτέχνησε ένας Γενοβέζος μάστορας, ο Giacomo Aspe. Έφερε το οικόσημο και το μότο του «Crede Biron». 102
37
τον Μυλόρδο να τους πάρει στην υπηρεσία του. Ο Λουκάς μιλούσε Ιταλικά ήταν περίπου 15 ετών- και είχε καλή ανατροφή και τρόπους. Δεν ήθελε να τον υποβιβάσει στην τάξη του υπηρέτη. Πολλές φορές μου είπε ότι στην Ελλάδα θα χρειαζόταν αρκετούς νεαρούς για να τον υπηρετούν ως νεαροί ακόλουθοι103. Εκείνη τη στιγμή ήμασταν έτοιμοι να αναχωρήσουμε για το Μεσολόγγι, κι έτσι πήρε τον Λουκά ως ακόλουθο. Κατά το ταξίδι και την παραμονή στο Μεσολόγγι τον φρόντισε ιδιαίτερα τον νεαρό, τόσο που θα έλεγε κανείς ότι ήταν η αδυναμία του. Του έδωσε υπέροχα ρούχα, όπλα και χρήματα. Και περνούσε μισή ώρα κάθε μέρα μαζί του διαβάζοντας σύγχρονα ελληνικά. Τον πήρε μαζί μας για ιππασία και στο τέλος του έδωσε τη διοίκηση τριάντα άτακτων στρατιωτών από την μπριγάδα του.»104 Δεν έκρυβε ότι ήταν παθιασμένα ερωτευμένος μαζί του -τα δύο τελευταία ποιήματά του, μάλιστα, ήταν γι’ αυτόν- όμως ο μικρός δεν ανταποκρινόταν στα αισθήματά του. Μετά την κηδεία, ο Φλέτσερ συνόδευσε το φέρετρο στην Αγγλία, ενώ ο Λουκάς πήρε την περικεφαλαία και το ξίφος του Μπάιρον, καθώς και ομολογίες για τα χρήματα τα οποία είχε υποσχεθεί η προσωρινή διοίκηση της Ελλάδας προς τον Μπάιρον, και παρέμεινε στην Ελλάδα. «[Η] απαίτηση την οποία είχε ο Μυλόρδος από την πόλη του Μεσολογγίου, ποσού 2.600 ταλίρων, μεταβιβάστηκε νόμιμα προς τον Λουκά Ανδριτζάνο [σημ.: εννοεί τον Χαλανδριτσάνο]. Επιπλέον, απ' όσο γνωρίζουμε εγώ, ο σπιτονοικοκύρης και ο Φλέτσερ, θα έπρεπε να έχουν βρεθεί περισσότερα από τριάντα Ισπανικά δουβλόνια και διακόσια ασημένια φραντσεσκόνια στην κατοχή του Μυλόρδου. Μετά τον θάνατο του Μπάιρον, αναζητήθηκαν αυτά τα χρήματα, περίπου 700 τάλιρα, αλλά μάταια. Υποπτευθήκαμε ότι τα είχε ο Λουκάς. Τον ανέκρινα διακριτικά, αλλά μου δήλωσε ότι ο Λόρδος Μπάιρον του είχε δώσει μερικά δουβλόνια για να βοηθήσει την οικογένειά του. Δεν θελήσαμε να επιμείνουμε περισσότερο, γιατί φαινόταν απίθανο να ανακτήσουμε τα χρήματα, και επιπλέον θα μπορούσε να είναι αντικείμενο κουτσομπολιού, το οποίο θα έβλαπτε την εικόνα του
Ο αγγλικός όρος είναι «page». Διαφέρει από τον servant, που είναι η κατώτερη τάξη υπηρέτη, αλλά και από τον βαλέ (valet), που είναι συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας και έχει αυξημένα καθήκοντα. 104 Επιστολή του Pietro Gamba προς τον John Cam Hobbhouse, 11/06/1824. Στο Moore, Doris Langley, Late Lord Byron, σελ. 180. 103
38
φίλου μας. Κάθε φίλος του Μπάιρον πρέπει να επιθυμεί να θαφτεί, αν είναι δυνατόν, αυτό το θλιβερό θέμα.»105 Τρία χρόνια μετά, το φθινόπωρο του 2007, σε ένα παζάρι στον Πόρο, αυτά τα δύο αντικείμενα θα έβγαιναν σε πλειστηριασμό. Η περικεφαλαία κατέληξε στα χέρια ενός Αμερικανού φιλέλληνα γιατρού, που είχε φτάσει στην επαναστατημένη Ελλάδα λίγο μετά το θάνατο του Μπάιρον, για να βοηθήσει στον Αγώνα. «Γνωρίζουμε από αυτά που μας είπε ο πατέρας μου, ότι αγόρασε την περικεφαλαία του Λόρδου Μπάιρον σε ένα παζάρι των πραγμάτων του ποιητή στον Πόρο. … Ο F. B. Sanborn γράφει γι’ αυτό το παζάρι: “Παρόντες ήταν ο Howe, ο Συνταγματάρχης Miller και ο George Finley, και ο Howe απέκτησε την περικεφαλαία του ποιητή, ενώ ο Συνταγματάρχης Miller πήρε το χρυσοποίκιλτο ξίφος”»106. Πώς βρέθηκαν στο παζάρι αυτά τα αντικείμενα; Τα έβγαλε στο σφυρί ο Λουκάς Χαλανδριτσάνος; Ο φίλος και συμπολεμιστής του Μπάιρον Τρελόνι107 αναφέρει τα εξής: «Ο Λόρδος Μπάιρον είχε πάρει υπό την προστασία του στην Ιθάκη μια οικογένεια εξόριστων από την Πάτρα. Τον μεγαλύτερο γιο τον πήρε στο Μεσολόγγι και τον έκανε τον chibookghee [sic] του. [...] Η οικογένεια βρέθηκε στην απόλυτη ένδεια μετά τον θάνατο του Μπάιρον, και ο νεαρός πέθανε έξι μήνες μετά, αναζητώντας τα απαραίτητα προς το ζην.»108 Η πληροφορία αυτή όμως δεν είναι ορθή. Από μαρτυρίες που συνέλεξαν οι απόγονοι του ιδιοκτήτη του ξίφους του Μπάιρον, Συνταγματάρχη Μίλερ, προκύπτουν τα εξής: Όπως είπε ο Συνταγματάρχης Μίλερ στον εγγονό του, «Ο Λόρδος Μπάιρον έδωσε το ξίφος του σε έναν νεαρό Έλληνα, ονόματι Λουκά, έναν λοχαγό στην λεγεώνα του, ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε σε μια εξόρμηση ενάντια στους Τούρκους στην Ακρόπολη της Αθήνας. Βρήκαν το ξίφος δεμένο
Επιστολή του Pietro Gamba προς τον John Cam Hobbhouse, 11/06/1824. Στο Moore, Doris Langley, Late Lord Byron, σελ. 179 106 Howe-Elliot Maud, Lord Byron’s Helmet, σελ. 24. Ο Howe είχε φοιτήσει στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ. Το 1824 ήταν 22 ετών και μέχρι το 1827 υπηρέτησε σε διάφορες εκστρατείες, ενώ διορίστηκε και επικεφαλής ιατρός στο Ναυτικό. Το φθινόπωρο του 1827 κατάφερε και ίδρυσε νοσοκομείο στον Πόρο και γι’ αυτόν τον λόγο βρισκόταν εκεί κατά τον πλειστηριασμό των αντικειμένων του Μπάιρον. 107 Edward Trelawny. Άγγλος που γνώρισε τον Μπάιρον όταν ταξίδευε με τον ποιητή Πέρσι Μπις Σέλεϊ στην Τοσκάνη το 1822. Πέρασε μαζί του και μαζί με τον Πιέτρο Γκάμπα στην Ελλάδα και μετά το θάνατο του Μπάιρον γνωρίστηκε και συνδέθηκε στενά με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. 108 Edward Trelawny, απόσπασμα από επιστολές του που δημοσιεύτηκαν στην London Literary Gazette τον Φεβρουάριο του 1831. Στο Moore, Doris Langley, Late Lord Byron, σελ. 182. 105
39
στον καρπό του και τον μεταφέρανε στο φρούριο. Όταν το ξίφος και τα ρούχα του πουλήθηκαν για λογαριασμό των τριών αδελφών του από τον Βρετανό Πρόξενο στον Πόρο, στην Ελλάδα, ήμουν παρών στην πώληση, απέκτησα το ξίφος και το έφερα σπίτι μου όταν επέστρεψα από την Ελλάδα.» Τα παραπάνω φαίνεται να επιβεβαιώνει και ο Τζορτζ Φίνλεϊ, τον Γενάρη του 1853, στην κόρη του Μίλερ: «Το ξίφος το έχω δει να βρίσκεται στην κατοχή του Λόρδου Μπάιρον πριν το δώσει στον Λουκά, και ήμουν παρών στον Πόρο όταν πωλήθηκε»109 Οι μαρτυρίες αυτές φαίνεται να συμφωνούν και με αυτά που προκύπτουν από τα έγγραφα που βρίσκονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και στα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Εκεί παρακολουθούμε την εξέλιξη του Λουκά Χαλανδριτσάνου στη διοίκηση του επαναστατικού Στρατού και τις διαταγές που λάμβανε: του απονεμήθηκε ο βαθμός του Χιλίαρχου τον Γενάρη του 1825 και σε ηλικία 16 ετών διοικούσε εκατό άντρες, με τους οποίους συμμετείχε σε διάφορες επιχειρήσεις. Βλέπουμε όμως και τις αναφορές του προς την Διοίκηση με τις οποίες ζητούσε να του αποδοθούν τα χρήματα από την εκμετάλλευση των αλυκών του Μεσολογγίου: επρόκειτο για την πρόσοδο που είχε υποσχεθεί η επαναστατική διοίκηση προς τον Μπάιρον, σε αντάλλαγμα της βοήθειάς του στο Μεσολόγγι. Από μια αναφορά του αδερφού του Ανδρέα προς τον Καποδίστρια τον Μάιο του 1829, μαθαίνουμε την τύχη του Λουκά και των πραγμάτων του. Σκοτώθηκε στην πολιορκία της Ακρόπολης110, και η περιουσία του πουλήθηκε από τον αντιπρόξενο της Βρετανίας: «Εξοχώτατε/ Ο εις την πολιορκίαν Αθηνών αποθανών αδελφός μου Λουκάς Ιωάννου Χαλανδριτζάνος, εκ Π. Πατρών, εδούλευσεν ικανόν καιρόν τον αείμνηστον λόρδ[ο] Μπάϋρον. Ο ένδοξος ούτος άνθρωπος ευχαριστηθείς από την πιστήν δούλευσιν του αδελφού μου, τον αντίμειψε με μίαν χρεωστικήν ομολογίαν εκ μέρους του ελληνικού έθνους από τρεις χιλιάδες τάλαρα, και μετά τον θάνατόν του, με μερικά πράγματά του εκτιμούμενα εις Κολλον.. «5.000» επί των οποίων έχω αρκετάς αποδείξεις. Η ομολογία αύτη υπ’ αριθμόν 560, και μηνολογουμένη τη 8η Φεβρουαρίου 1824 ευρίσκεται ήδη εις χείρας μου. Ο αδελφός μου […] ζων δεν ημπόρεσε να εξαργυρώσει, αυτήν την ομολογίαν. Έλαβε μόνον εις λογαριασμόν γρόσια 5.000 κατά την δεκάτην τετάρτην Νοεμβρίου 1824. Περί της αληθείας των λεγομένων δύναται η Α. Σ. να λάβει πληροφορίας από τον κύριον Μαυροκορδάτον, όστις τότε ευρίσκετο εις Μεσολόγγι και διηύθυνε Οι δύο μαρτυρίες στο C.W.J. Eliot, Howe, Greece and Byron’s Helmet στο Journal of Modern Greek Studies του The John Hopkins University, Vol. 10, Number 2, Οκτ. 1992. 110 Η πολιορκία διήρκησε από τον Αύγουστο του 1826 μέχρι τον Μάιο του 1827. 109
40
τα πράγματα της Δυτικής Ελλάδος. Αφού ο αδελφός μου επλήρωσε το κοινόν χρέος εις την πολιορκίαν των Αθηνών, παρέλαβεν τα πράγματά του ο συνταγματάρχης κύριος Φαβιέρος, και ο γραμματικός του κύριος Δημήτριος Κυριακίδης, αλλ’ επειδή ο κύριος Φαβιέρος έμελλε ν’ αναχωρήσει παρέδωσεν τα διαλειφθέντα πράγματα εις χείρας του εμπόρου αγγλικού αντιπροξένου κυρίου Κωνσταντή Μανάγια./ Εξοχώτατε είναι γνωστόν τοις πάσι η πολυχρόνιος καταστροφή της πατρίδος μας και η καταδρομή μας από Νήσου εις Νήσον με φαμήλια βαρυτάτη. Πότε περιφερόμενοι εδώ κι εκεί εφθάσαμε εις τον έσχατον βαθμόν της πενίας τόσον και αυτού του επιουσίου άρτου. Προστρέξας λοιπόν εις τον ρηθέντα Μανάγιαν με την ελπίδα ότι θέλω λάβει τα πράγματα του μακαρίτου αδελφού μου δια να οικονομήσω την δυστυχεστάτην φαμήλιαν μου, πλην εις απόκρισιν με λέγει ότι τα επώλησεν δια τάλαρα 63[;] πράγμα ανήκουστον, και διόλου παράνομον και δεν ξεύρω αν είχεν εξουσίαν να πουλήσει αυτά. Αλλά και αν τήν έλαβε, χρεωστεί να μου αποδείξει, τις είχε το δικαίωμα να του την δώσει; Ποίοι αγόρασαν τα πράγματά του; Πως έγινεν η δημοπρασία, και ποίον το αποτέλεσμά της; Ο εδώ αντιπρέσβης της Μ. Β. μου είπε προφορικώς ότι δύναμαι να ζητήσω τα δίκαιά μου από τον Κ. Μανάγιαν ενώπιον της Ελληνικής Κυβερνήσεως./ Μεταξύ των πραγμάτων του αδελφού μου ευρέθησαν [… 2 λ.] και ένα μουλάρι, το οποίον δουλεύει τώρα εις την αλτελαρίαν[;], και ένα άλογον το οποίον κατέχει ο ιππότης[;] κύριος Φούτζης εις την καβελαρίαν. Μετά τον θάνατον του λόρδ[ου] Μπάϋρον, ο αδελφός μου εδούλευσεν Χιλίαρχος την πατρίδα στρατιωτικός. Πολλά ολίγες φορές επληρώθη δια τους μισθούς των στρατιωτών του. Η Ελληνική Κυβέρνησις του χρεωστεί σχεδόν αρκετά, κατά τα οποία , φέρω εις χείρας μου, αποδεικτικά. Όλη αυτή η ιστορία με οδηγεί, εξοχώτατε, να σας παρακαλέσω ταπεινώς να ευσπλαχνισθείτε την δυστυχή κατάστασιν της πολυαρίθμου και αδυνάτου οικογενείας μου, και να διατάξητε πρώτον να μου εξαργυρωθεί η ομολογία των 3.000 ταλήρων, δεύτερον να μου δοθούν το μουλάρι και το άλογον, τρίτον να μου γενεί καμία εξοικονόμησις, δια να μου δοθεί εν μέρος τουλάχιστον εκ των όσα του χρεωστεί η κυβέρνησις δια τας εκδουλεύσεις του, και τέταρτον να υποχρεωθεί ο κύριος Μανάγιας να μου επιστρέψει τα πράγματά μου, και να μου αποδώσει τον λογαριασμόν μου, και εύελπις ότι η σεβαστή κυβέρνησις θέλει ενεργήσει τας δικαίας αιτήσεις μου. Μένω με το προσήκον σέβας. τη 22 Μαΐου 1829 εν Πόρω. Ο πατριώτης Ανδρέας Ιωάννου Χαλανδριτζάνος».111 Τα ίδια αιτήματα επαναλαμβάνουν και οι αδερφές του Λουκά, Κατίνα, Άννα/Αννέτα και Ευγενία, προς τον Κυβερνήτη Καποδίστρια τα επόμενα χρόνια, μετά και τον θάνατο του αδερφού τους Ανδρέα. Το 1830 είναι πλέον 18 έως 22 ετών και εξοικονομούν ελάχιστα χρήματα ράβοντας όπου βρουν. Από έγγραφα των 111
Στα Γ.Α.Κ. 41
Διοικητών των επαρχιών Π. Πατρών και Βοστίτζης και Καλαβρύτων προκύπτει ότι είχε εγκριθεί να τους παρέχεται ένα βοήθημα, το οποίο, όμως, πολύ συχνά δεν καταβαλλόταν. Τον Δεκέμβριο του 1832 είναι εγκατεστημένες στα Καλάβρυτα, όπως προκύπτει από την τελευταία αναφορά τους προς το Διοικητή της επαρχίας Καλαβρύτων, στις 28 Δεκεμβρίου, ενώ λίγες μέρες νωρίτερα είχαν φτάσει μέχρι το σημείο να γράψουν μια απελπισμένη επιστολή προς την κόρη του Μπάιρον στην Αγγλία: «Από τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο έδαφός μας, επέδειξε την φιλανθρωπία του σε όλους τους υποφέροντες Έλληνες, γενικά και συγκεκριμένα. Ανάμεσα σε αυτούς που δέχτηκαν αυτήν την φιλάνθρωπη συμπεριφορά ήταν ένας από τους αδελφούς μας, ονόματι Λουκάς, ο οποίος είχε αγαπηθεί πάρα πολύ από τον αξέχαστο Λόρδο Μπάιρον, αλλά που πέθανε μεσούντος του πολέμου και μεσούσης της ευτυχίας την οποία είχε εξασφαλίσει ο Μπάιρον γι' αυτόν. ... Στην Ελλάδα πολλές οικογένειες θρηνούν τέτοιες απώλειες και πολλές χύνουν δάκρυα. Αλλά η δυστυχία μας είναι η χειρότερη. ... Τρεις κοπέλες, φτωχές, εγκαταλελειμμένες, δεν γνωρίζουμε πού να στραφούμε, και το μόνο που μας απομένει είναι να απευθυνθούμε προς εσένα, κόρη ενός Φιλέλληνα πατέρα, που θα λυπηθείς τη δυστυχία μας. Θα ολοκληρώσεις ένα καλό έργο το οποίο, δυστυχώς, ο αξιομνημόνευτος πατέρας του είχε την ατυχία να μην κατορθώσει να το εκπληρώσει.»112 Δεν έχει σωθεί κάποια απάντηση στην επιστολή τους, ούτε προκύπτει ότι η ελληνική κυβέρνηση έλαβε κάποιο μέτρο για να ικανοποιήσει τα αιτήματά τους. Προκύπτουν κάποια ερωτηματικά, όμως, από κάτι που συνέβη εκατό χρόνια μετά τον αναφερόμενο από τόσες διασταυρωμένες πηγές θάνατο του Λουκά κάτω από την Ακρόπολη. Τον Απρίλιο του 1926, η κόρη του Αμερικανού γιατρού που αγόρασε την περικεφαλαία του Μπάιρον, του Σάμιουελ Χάου, Μωντ, ήρθε σε συνεννοήσεις με την ελληνική κυβέρνηση για να επιστρέψει την περικεφαλαία στον τόπο που άφησε την τελευταία του πνοή ο αρχικός της ιδιοκτήτης113. Ο γαμπρός της ανέλαβε τις νομικές διαδικασίες για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης και είναι αναμενόμενο να πραγματοποιήθηκαν και έρευνες για την πιστοποίηση της γνησιότητας της περικεφαλαίας αλλά και της ιχνηλάτησης των προκατόχων της, μιας και από την πλευρά τους, οι Χάου δεν είχαν πληροφορίες Επιστολή των τριών αδελφών του Λουκά Χαλανδριτσάνου προς την κόρη του Μπάιρον, 9/12/1832. Μετάφραση από την αγγλική δημοσίευση στο Moore, Doris Langley, Late Lord Byron, σελ. 182-183. 113 Η παράδοση έλαβε χώρα στις 23 Ιούνη του 1926, σε μια τελετή στο τότε Εθνολογικό και πλέον Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, στην Παλαιά Βουλή από την ίδια τη Μωντ Χάου, που ταξίδεψε στην Ελλάδα για αυτό το λόγο. 112
42
για το ποιος κατείχε την περικεφαλαία από το θάνατο του Μπάιρον μέχρι τον πλειστηριασμό στον Πόρο. Έτσι, ίσως, εξηγείται η καταχώριση στην πρώτη σελίδα του φύλλου της 25 ης Απριλίου του 1926 της Αιγιώτικης εφημερίδας «Έρευνα» της παρακάτω αγγελίας: «ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΙ. Παρακαλούμεν τους γνωρίζοντάς τι περί της οικογενείας και εν γένει των κληρονόμων του εν Αιγίω εγκατεστημένου μετά την επανάστασιν του 21 Λουκά Χαλανδριτσάνου όπως δώση εις τα γραφεία μας πάσαν δυνατήν πληροφορίαν»114. Η αδυναμία να βρεθούν παρόμοιες αγγελίες σε άλλες εφημερίδες, καθώς και η απουσία κατοπινών δημοσιευμάτων για τυχόν ανθρώπους που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της εφημερίδας για να παρέχουν πληροφορίες, εντείνουν τα ερωτήματα. Ποιος παράγγειλε τη δημοσίευση της αγγελίας; Από πού είχε πληροφορίες ότι ο Λουκάς Χαλανδριτσάνος εγκαταστάθηκε στη Βοστίτσα/Αίγιο μετά την επανάσταση; Δεν γνώριζε ότι είχε πεθάνει στην Ακρόπολη το 1826 ή το 1827; Πόσο πιθανό είναι, λίγο πριν τον θάνατό του, ο Μπάιρον να σύστησε στον Λουκά να πάει αυτός και η οικογένειά του στη Βοστίτσα για να αναζητήσουν στήριξη από τον πρώτο άνθρωπό του στην Ελλάδα, τον Ευστάθιο;
Εφημερίδα «Έρευνα», Φύλλο υπ’αριθμ. 216, 25 Απριλίου 1926. Αρχείο της Βιβλιοθήκης της Βουλής. 114
43
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι: ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
1. 13/01/1810, Ευστάθιος Γεωργίου προς Μπάιρον (NLS Ms. 433550 f.1) την ευγενίαν σας δουλικώς προσκυνώ, φιλώ την δεξιάν σας μετά την δουλικήν μοι προσκύνησιν, και έρευναν της ευκταίας μοι υγείας, σας φανερόνω ότι ο σιόρ κόνσολος στράνης γράφει του πατρός μου λέγοντας ότι τον εγράψετε οπού με θέλησιν του πατρός μου να με συντροφεύση η εκλαμπρότης του να με στείλη αυτός εις τας Αθήνας προς την ευγενίαν σας ωσάν που γράφετε να ακολουθήση έτζι. όθεν εδώ τολμώ και σας αποκρίνομαι, και πρώτον μεν σας ευχαριστώ πολλά διά την κλίσιν και εύνοιαν οπού προς εμέ τον δούλον σας εδείξατε˙ λυπάμαι όμως πολλά, επειδή κυριευμένος ώντας από ένα σφοδρόν πυρετόν μετά την εντεύθεν αποδημίαν σας, δεν ημπορώ να ελθώ. ελπίζω όμως ότι εις την επιστροφήν σας θέλω σας ακολουθήση, το οποίον είναι η μεγαλητέρα μου χαρά. ταύτα προσκυνητώς. εις βοστίτζη της ευγενίας σας δούλος 1809: Ιανουαρίου πρώτη ευστάθιος Γεωργίου [στο νώτο] Τω ευγενεστάτω άρχοντι σιόρ βείρων μιλιόρδω τω εκ της μεγάλης βρετανίας: προσκυνητώς εις τας Αθήνας:
44
45
46
2. 19/04/1810, Ευστάθιος Γεωργίου προς Μπάιρον (NLS Ms. 433550 f.2) Την ευγενίαν σας δουλικώς προσκυνώ˙ φιλώ την δεξιάν σας Μετά τον άνωθεν δουλικόν μοι προσκυνησμόν, και έρευναν της ευκταίας μοι υγείας σας φανερόνω, ότι απέρασαν κάποιοι ανθρώποι και μου είπαν, ότι σε ολίγες ημέρας μέλη να κατευωδοθήται με καλόν. και τολμώ και ξαναγράφω πάλιν προς τον αυθέντην μου να τον παρακαλώ εάν και ήθελεν το εύρη εύλογον να γράψη προς τον σιόρ κόνσολον στράνην να υμπορέση να με ξεκινήσει προτήτεραν εις τα αυτόθη το οποίον προξενή μοι μεγάλην χαράν. Ταύτα και με όλον το σέβας ξαναπροσκυνώντας σας μένω. 1810 απριλίου 7 βοστίτζα της ευγενίας σας δούλος ευστάθιος Γεωργίου [στο νώτο] Τω ευγενεστάτω άρχοντι κυρίω κω βείρων μιλιόρδω τω εκ της μεγάλης βρετανίας προσκυνητώς εις τας αθήνας
47
48
49
3. 27/07/1810, Μητέρα Ευστάθιου Γεωργίου προς Νικόλαο Στρανή (NLS Ms. 433550 f.3) Την εκλαμπρότητά σας δουλικώς προσκυνώ, φιλώ το χέρι σας. Χθες μισεύωντας ο υιός μας με τον κον μιλόρδον, έπεσα κατάκειτη τόσον οπού κινδυνεύω την ζωήν μου, λοιπόν σας παρακαλώ θερμώς διά την ζωήν σας να μου σταλθή το παιδή μου οπίσω, ότι εχάθη το παιδή μου, και αναλαμβάνωντας την υγείαν μου, επιστρέφει και ο άρχων μιλόρδος από Τριπολιτζάν, και τότε ελπίζω να ακολουθήση το ταξίδι του, τόρα όμως εφένδη μου χωρίς άλλο να μου σταλθή το παιδή μου με τον κουμπάρον χωρίς άργηταν αν θέλετε την ζωήν μου. Ταύτα και ξαναπροσκυνώντας μένω με όλον το σέβας.1810: Ιουλίου 15: βοστίτζα. εις τους ορισμούς σας πρόθυμη και ταπεινή δούλη κονδύλο Γεωργίου.[στο νώτο] Τω εκλαμπροτάτω γγενεράλ κονσόλω της μεγάλης βρετανίας κυρίω κω νικολάω στρανή. Προσκηνητώς Εις πάτραν.
50
51
52
4. 27/03/1811, Ευστάθιος Γεωργίου προς Μπάιρον (NLS Ms. 433550 f.8) Την εκλαμπρότητά σας δουλικώς προσκυνώ, φιλώ το χέρι σας Με το να απέρασεν από εδώ ο δούλας σας βασίλης, παρά του οποίου έμαθον την ευτυχισμένην υγίειαν σας, εχάριν αμέτρως. Λοιπόν δεν λύπω διά του δουλικού μου πρώτον να σας προσκύνήσω και δεύτερον να σας παρακαλέσω θερμώς να με έχετε εις την μνήμην και να με αγαπάτε, ωσάν οπού είμαι όλος εδικός σας και ντοατζής (1) σας και η ελπίδα μου κρέμεται εις την εκλαμπρότητά σας. η δυστυχία του πατρός μου σας έγινε γνωστή, από την οποίαν τυρανούμαι και εγώ ο δούλος, λοιπόν σας παρακαλώ θερμώς θάρρη δουλικώ να μου στείλεται διακόσια γρόσια διά να κάμω ένα τακίμι ρούχα, διά να σας κάμω χαήρ-ντουά (2), και αν δεν έχεται μαζή σας μου στέλνεται μίαν γραφήν προς τον σιόρ νικόλαον στράνην και μου τα δίδει η εκλαμπρότης του. αφένδη μου μη μου το μετρίσεται διά κουσούρι κανένα εμένα οπού δεν ήλθα μαζή σας επειδή δεν είναι κανένα σφάλμα εις εμέ τον δούλον σας, παρακαλώ θερμώς να με αγαπάται, ότι εγώ είμαι όλος εδικός σας και έτιμος εις κάθε σας προσταγήν. Ταύτα και θάρρη δουλικώ ξαναπροσκυνόντας σας μένω. 1811 μαρτίου 15 βοστίτζα: της εκλαμπρότητός σας πρόθυμος και παραμικρός δούλος Ευστάθιος Γεωργίου [στο νώτο] Τω εκλαμπροτάτω και ευγενεστάτω άρχοντι σινιόρ λορδ μπειρών το εκ της μεγάλης βρετανίας Προσκηνυτώς Εις τας Αθήνας (1) Ντοατζής (;): λέξη τουρκικής προέλευσης, παράγωγο μάλλον της dua (προσευχή) -βλ. και επόμενη σημείωση- ή της dava (δίκη, υπεράσπιση). (2) Χαήρ-ντουά: Το τουρκικό hayır dua, ευλογία.
53
54
55
5. 01/04/1813, Ευστάθιος Γεωργίου προς Μπάιρον (NLS Ms. 433550 f.10) Την εκλαμπρότητά σας προσκυνώ ταπεινώς. Γίνοσκε παμφίλτατε, και ποθητέ μοι αυθέντα, ότι η αιτία και αφορμή του παρόντος μου ευτελούς γράμματος είναι τοιαύτη. αν και το χρέος μου δεν έκαμα να (την) ακολουθήσω, η αλλεπάλληλαις συμφοραίς οπού επανέβησαν εις του λόγου μου έγιναν αιτία της εδικής μου ελείψεως, διά τούτο μη μου αναφέρη καμμίαν κατηγορίαν, διά τι όποιος είναι βεβαρημένος από την τύχην και βίαν φαίνεται αμελής, ώστε η έμφυτος συμπάθεια, την οποίαν πάντοτε εσυνήθιζε να χαρίζη εις εμέ δεν θέλει αποβλέψει τόσον εις την υπερβολήν του χρέους μου, όσον εις ταις εναντίαις περίστασες, η οποίαις μου θλίβουν την ψυχήν, δεν λογιάζω άξιον να της ενθυμήσω ταις δυστυχίαις μου να μη της φέρω καμμίαν ζάλην εις την ψυχήν, τόσον μόνον της λέγω˙ πως όταν έλειψα να πληρώσω το χρέος μου προς την εκλαμπρότην σας με την εξακολούθησίν μου είμουν βεβαρημένος από πολλά βάρη, από τούτο ημπορεί να συμπεράνη εις πόσον μέτρον αθλιότητος με έφερεν του καιρού η κατάστασις, διά τι την ασφάλειαν της ελπίδος μου τόσον και της ζωής μου την έχο προς την εκλαμπρότην σας (.) δεν εκτείνομαι περισότερον διά να μην αυξάνω ταις πίκραις μου με την μνήμη των δυστυχιών μου. Ταύτα και ξαναπροσκυνόντας την μένω. 1813 μαρτίου 20 Βοστίτζα της εκλαμπρότητός σας πιστός δούλος Ευστάθιος ο του γεωργίου. [στο νώτο] Τω Εκλαμπροτάτω Άρχοντι Σινιώρ μυλόρδι μπυρόν της αγγλήας Προσκυνητώς Εις εγκλοτέραν
56
57
58
59
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ. ΑΛΛΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΥΣΤΑΘΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
1. 1819 - Συνασπισμός προεστώτων και λοιπών εγκατοίκων του καζά Βοστίτζης και συμφωνία παρεμποδίσεως εμφυτεύσεως σταφίδος υπό των Καλαβρυτινών εις τον κάμπον του κασαμπά Διά του παρόντος συμφωνητικού και αποφασιστηκού γράμματος, ημείς οι προεστοί και λοιποί Εγκάτοικοι του κασαπά βοστήτζης συμφόνως, και με μίαν ψυχήν, και με μίαν φωνήν, φανερόνωμεν ομολογούμεν, και αποφασήζωμεν αμεταθέτως, ότι με το να ήλθαν πρό χρόνων οι καλαβριτινοί, αποκτήσαντες, και φυτεύσαντες σταφήδας εις τον κάμπον του κασαπά μας, και εκ τούτου μας επροξενήθη, και μας προξενείται μεγάλη ζημία εις τον τόπον μας, από την αυγάτησιν των ημεροδουλίων, και των λοιπών αναγκαίων εις δούλευσιν, και περιποίησιν των αυτών υποστατικών, και επειδή προλαβόντως τα υποστατικά των ήτον ολίγα, και εξουσιαζώμενα μόνον από τους μαγελητέρους των καλαβρύτων, και επειδή τα δοσήματα του τόπου μας ήτον πολλά ολιγώτερα, από ότι είναι τώρα δεν τους εξεσινεριζόμεθα εις το ολίγον χρέϊ οπού μας έδιδαν, τώρα όμως επειδή τα υποστατικά των έγιναν περισσώτερα από τα εδικά μας, και η εκ τούτων ζημία μας έγινε μεγαλητέρα και τα δοσήματα του τόπου μας, καθώς και όλων των καζάδων αυγάτησαν πολύ περισσώτερον από το πρώτον, και επειδή οι άρχοντες, και λοιποί καλαβριτινοί, όχι μόνον δεν καταπείθωνται να πληρώσουν το χρέϊ τους κατά την αναλογίαν της αυξήσεως των δοσημάτων, αλλά μάληστα από εκεί οπού μας έδιδαν προτίτερον γρόσια δεκαοκτώ την κάθε χηλιάδα, τώρα καταχρώμενοι την γειτωνικήν, και φηληκήν σχέσιν, ισχυρογνωμούντες μας δίδουν γρόσια οκτώ, διά τούτο αποφασήσαμεν να τους ζητήσωμεν με οίον δήποτε τρόπον δυνηθώμεν, κοινούμενοι εις κάθε κρητήροιον, τόσον εδώ, όσων, και εις βασιλεύουσαν, το [δυσανάγνωστο] από ότι ήθελε έρχεται εις ημάς το χρέος, εις κάθε χηλιάδος, οπού μένει εις αυτήν την ποσώτητα, μ’ όλις εμπεριέχωνται τα διά βασιλικόν ορισμόν και κοινών τυπωμάτων του Μορέως δωσήματα, μ’ όλον οπού έπρεπε να πληρόνουν μέρος, και από τα τωπικά δωσήματα, ωσάν οπού από τον ίδοιον βοεβόνδα δεκατίζωνται, και από τον ίδιοιν πελούκπασιν γίνωνται μουαφεζά. Όθεν κοινή τη γνμώμη εσυμφωνήσαμεν, οπού να μην αφήσωμεν εις το εξής να φυτεύσουν εις τον κάμπον του κασαπά μας σταφήδας, εάν δεν μας δώσουν χοτζέτι ότι πληρώνουν το χρέϊ τους, εμποδίζωντες αυτούς δυνάμει των ζαπητάδων μας, και διά να [δυσαν] να επιστατούν, και να φροντίζουν, δίδωντες εις κάθε περίστασιν ίδησιν των ζαπιτάδων, και προεστού μας, και να γίνωνται εις κάθε καιρόν δαβαντζήδες δραστήροιοι, επάνω εις αυτήν την υπόθεσιν,
60
διωρήζωμεν επιτρόπους, και βεκίληδές μας κοινώς από το μέρος του κασαπά, τους κυρίους Σπυρίδωνα χαραλάμπην, Αναγνώστην Ανδριόπουλον, γιαννάκην δημητρίου, αναγνώστην Αλεξανδρόπουλον, και σταθάκην μπόγδανον, και επειδή οι καλαβριτινοί εις αυτόν τον μαδέ ημπορούν να κηνηθούν με διαφόρους τρόπους, και να επιφέρουν ζημίας, και έξωδα ή κοινώς, εις τον τόπον μας, ή κοινώς εις τους ειρημένους επιτρόπους μας, ή χωριστά εις καννένα από τους επιτρόπους μας, ή ιδιαιτέρως εις τον προεστόν του καζά μας, ή εις κανένα άλλον από τους άρχοντας του καζά μας, συμφωνούμεν, και αποφασήζωμεν, οπού αυτή η ζημία να είνε κοινοί εις όλους ημάς. Ομοίως υποσχώμεθα να πληρόνωμεν μετ’ ευχαρηστίας, και ότι άλλα έξωδα ήθελε χρειασθούν εις κάθε κίνημα, αποβλέπων εις τελείωσιν του δικαίου σκοπού μας επάνω εις αυτόν τον μαδέ. Και όποιος εξ ημών ήθελε εύγει από την συμφωνίαν, ή φανερά, ή κρυφά, και δεν ήθελε δείξει όλην την προθυμίαν, και αποφασηστηκόν γαιρέτι, και ήθελε βοηθήσει το μέρος των καλαβριτινών, ή καννένα από τους καλαβρητινούς εμέσως, ή αμέσως, ο τοιούτος όποιος και αν είναι να νομήζεται, και να λέγεται από όλους ημάς, κοινός εχθρός της πατρίδος, άνθρωπος άτιμος, και ανάξοιος, πάσης υπολείψεως, και συμφωνίας, και να υπόκειται εις την πληρωμήν των εξόδων οπού ήθελε ακολουθήσουν μέχρι εκείνης της στιγμής, οπού ήθελε φανερωθεί, η ασυμφωνία, και απιστία του. Ούτως συμφωνήσαντες, και αποφασήσαντες, εγένοντο δύο παρόμοια, να στέκη, το ένα εις χείρας των ειρημένων επιτρόπων μας, και το έτερον εις χείρας του προεστού του καζά μας κυρίου Ανδρέου λόντου, βεβαιωμένα ιδίαις ημών χερσί και μεμαρτυρημένα παρά των παρευρεθέντων αξιοπήστων μαρτύρων. 1819: α?: Ιανουαρίου. Βοστήτζα. Ανδρέας λόντος βεβαιώ. κωνσταντίνος δημητρίου βεβαιώ. αγγελής μελετόπλος βεβαιώνει διά χειρός εμού αναγνώστη αλεξανδρόλου. λέων Μεσσηνέζης βεβαιώ. Αναγνώστης χαραλάμπης βεβαιώ. Σπυρίδων χαραλάμπης βεβαιώ. γιαννάκης δημητρίου βεβαιώ. μιχαήλ θεοδώρου βεβαιώ. Πανάγος Χρυσανθόπουλος βεβαιώ: Αναγνώστης αλεξανδρόπλος βεβαιώ:
61
αναγνώστις ανδριόπλος βεβεόνο: παναγιώτης δεσποτόπουλος βεβαιώ. Δημίτριος χαραλάμπις βεβεόνω. ευστάθιος γεωργίου βεβαιώνω. αθανάσιος μπουρόπουλος βεβεόνω Ιωάννης χαραλάμπης βεβαιόνω. Ευστάθιος μπόγδανος βεβαιώνω. παναγηωτάκης αλεξήου βεβαιόνω. Εις την αρχήν του εγγράφου επί του αριστερού περιθωρίου υπάρχει και η εξής διαβεβαίωσις: Χαλίλις. ο βοεβόδας βοστίτζας μαρτυρώ. μεθ' ό η τουρκική σφραγίς αυτού. (ΙΑΑΛ, Α΄, 28-31)
2. 1823 - Δημ. Μελετόπουλος κλπ προς Ανδρέαν Λόντον για περιστατικό που έλαβε χώρα στη Λυγιά Ηλείας Εξοχώτατε! Καθώς μας εδιορίσατε όλοι ήλθαμεν εδώ εις Λιγιάς, και τους ηύραμεν όλους φευγάτους, οίτινες ήταν πηγεμένοι εις το μοναστήρι,, ημείς αμέσως εκινήθημεν κατ’ αυτών, στοχαζόμενοι ότι είναι αυτοί μόνοι τους οι φονείς, ο Σισίνης όμως είχε στείλλη και τον Καραμέρον Δημήτρην διά να προφυλάξη αυτούς, τους οποίους και έχει μέσα μαζή του, και αφ’ ού επήραμεν άντικρυς του Μανστηρίου, χωρίς να μας ομιλήσουν τελείως, αυτοί πρώτοι μας άρχησαν το τουφέκι μέσα από το Μοναστήρι και από την Κούλιαν, το τουφέκι εκράτησε δύω ώρας, μας εφόνευσαν δύω συντρόφους, και ένα επλήγωσαν. επειδή λοιπόν είδαμεν το μοναστήρι πολλά δυνατόν, και ήτον αδύνατον να πολεμηθή με τουφέκι, και με αυτό το κανόνι, με το να ήτον ο τόπος ανάζερβα, ετραβιχθήκεμεν και ήλθαμεν εις την Λιγιάν, με απόφασιν να ξενυκτίσωμεν απόψε εδώ, και την αυγήν να κάψωμεν το χωρίον, και να διευθυνθώμεν πρωΐας διά τα αυτόσε. Το μοναστήρι ούτε με τουφέκι πολεμείται, ούτε με κανόνι, μάλιστα, καθώς καταλαμβάνεται, ο Σισίνης τους είχε στείλλει μαξούς, και ως φαίνεται, έχουν άλλους σκοπούς,, όθεν προσμένομεν απόκρισίν Σας. Λάβετε και το γράμμα του Σισίνη οπού μας
62
έστειλε, και ένα ντεσκερέν του Καραμέρου, οπού μας έστειλεν από την Κούλιαν, περί πάντων προσμένομεν απόκρισίν Σας. ταύτα και με όλον το σέβας μένομεν. Τη 29 9μβρίου 1823 τη 12 ώρα. Εμερ[ίου] από Λιγιάν. Εις τους ορισμούς Σας Δημήτριος Μελετόπουλος Νικόλαος πετιμεζάς Θάνος χρησαντακόπουλος Λάμπρος Βέϊκος Ευστάθιος Γεωργίου Τω εξοχοτάτω στρατηγώ Κυρίω Ανδρέα Λόντω – Εις Λεχαινά. (ΙΑΑΛ, Α΄, 180-181)
3. 1824 - Επιστολή του Ζακύνθιου Κων/νου Τζαί προς τον Ευστάθιο Γεωργίου για χρέη του προς τον αδερφό του Προς τον Ευγενέστατον Κύριον Ευστάθιος Γεοργίου αδελφικώς ασπάζομε. Μετά τον θάνατον του μακαρίτου φίλου σας αδελφού μου Νικολάου τζαίν οπού ηκολούθησεν περί τα τέλη απριλίου ερευνώντας τα Κατάστιχά του ευρών και μίαν ομολογίαν της Ευγενείας σας σημειωμένην τας 1820 οκτοβρίου 15: με την οποίαν αναφέρεσθε ότι εδανείσθητε από τον ειρημένον αδελφόν μου γρώσια 2246: και παράδας δέκα,, με το διάφορόν τους προς είκοσι τα εκατόν τον χρόνον. Είμαι βέβαιος ότι αν ηξεύρατε ότι σας άφησεν χρόνους και ότι έμεινα εγώ ο μόνος Κληρονόμος του, ηθέλατε έως τώρα αναφερθή εις εμέ διά το αυτό χρέος, αλλά επειδή τα περιστατικά έκαμαν οπού διά το παρόν να μην ηξεύρομεν πού ευρίσκετε ο κάθε φίλος μας, και ή ζή ή απόθανεν, στοχαζόμενος να μην εμάθατε ίσως ακόμη τον άγουρον θάνατόν του, διά τούτο λαμβάνω αιτίαν να σας τον αναφέρω, ομού και την άνωθέν σας Παρακαλώντας σας, να επιμεληθήτε να μου τα εμβάσετε εδώ με μέσον φίλου σας των οποίον μετά την περιλαβήν θέλει τους δώσω την εγραφόν σας εξοφλισμένην: και μου κάμνεται μεγάλην την χάριν ωσάν οπού τώρα είναι όλαις αι υποθέσεις της φαμηλί μου επάνο και έχων χρείαν. Είμαι καλά πληροφορημένος από τον Μακαρίτην αδελφόν μου διά την μεταξύ σας φιλίαν, και τίμιον χαρακτήρασας, όθεν και σας περικαλώ να με σημειόσετε εις την φιλίαν οπού είχεται του μακαρίτην προστάζωντάς με εις τα
63
της δυνάμεως μου και θέλει με εύρηται πάντοτε πρόθυμον εις τας προστάσας. Μένω. Ζακίνθω τας 15: οκτωβρίου 1824: Ε.Π. Ταπίνως Δούλο σας και φίλον σας. Κωνσταντίνος τζαιν. (ΙΑΑΛ, Β΄, 312-313)
4. 1827 - Αναφορά σε κάποιον «Σταθάκη» σε περιστατικό. Γράμμα Μίτζου Μουρικόπουλου προς Ανδρέα Λόντο. Εξοχώτατε αρχηγέ, ταπεινώς προσκυνώ. Εις τας δέκα έξ του Ιανουαρίου έλαβον μίαν διαταγήν σου εις την οποίαν έγραφες προς ημάς και τον Σταύρον τον Μαραγκόν… οπού, επειδή δεν εσυμφώνησαν οι άρχοντες να ισάξουν τόσον τα πολιτικά όσον και τα στρατιωτικά, να περιλάβωμεν ημείς το Βαθύ και Ζήρια. Έτζι λοιπόν εγώ εβγήκα και εσύναξα μερικούς συντρόφους, να ακολουθήσω τας διαταγάς σου. Ο… Σταθάκης, (ο) Φεϊζόπουλος, (ο) Γεροαγγελής … ηθέλησαν να μας εμποδίσουν την στρατολογίαν, και σταθείς εδιόρισα τον Γιώργο Μοραΐτη και τον Σταύρο και επαρέλαβον το Βαθύ. […] Και μένω ο δούλος σας Μίτζος Μουρικόπουλος. 1827, Φεβρουαρ. 4: Αράχωβα. (Νύσης Μεταξάς Μεσσηνέζης, Το Αίγιον στον Αγώνα, σελ. 91-92)
64
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ. ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΕΡΕΥΝΑ
65
Βιβλιογραφία
Φράνσις Μπέικον, Δοκίμια, μετάφραση Σπύρος Φέγγος, εκδόσεις Ζήτρος, 2005 Leslie Marchand, Byron: A Biography, 1957 Leslie Marchand, Byron: Byron: A Portrait, 1979 Louis Crompton, Byron and Greek Love: Homophobia in 19th Century England, 1985 Fiona MacCarthy: Byron: Life and Legend, 2002 Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Ιδεόγραμμα, 1996 Συλλογικό, Gothic Masculinity: Effeminacy and the Supernatural in English and German Romanticism, 2003 Jerome Christensen, Lord Byron's Strength: Romantic Writing and Commercial Society, 1995 Dimitris Papanikolaou, «Between Philhellenism and Greek Eros» στο «Das Bild Griechenlands Im Spiegel Der Voelker, (17. Bis 18. Jahrhundert)» Ιστορικό Αρχείο Ανδρέα Λόντου, τόμος Α και Β, Αθήνα, 1914-16 Νύσης Μεταξάς Μεσσηνέζης, Το Αίγιον στον Αγώνα, Αθήνα, 1949 Gamba Ρietro, “A Narrative of Lord Byron’s Last Journey”, London, 1825 Moore Thomas, “Letters and Journals of Lord Byron: with notices in his life”, 1830 Howe-Elliot Maud, Lord Byron’s Helmet, Boston 1927 C.W.J. Eliot, Howe, Greece and Byron’s Helmet στο Journal of Modern Greek Studies του The John Hopkins University, Vol. 10, Number 2, Οκτ. 1992. Moore, Doris Langley, The Late Lord Byron: Posthumous Dramas, 1961. Όλες οι επιστολές του Λόρδου Μπάιρον στο πρωτότυπο: https://petercochran.wordpress.com/byron-2/byron/ Το ημερολόγιο του Hobhouse: https://petercochran.wordpress.com/hobhouses-diary/
66