Χαμός στον Πλανήτη Φωτιά Μια φορά κι έναν καιρό ζούσαν σ’ ένα πολύ μακρινό πλανήτη δύο αδέλφια που τους έλεγαν Φτεροσαυροκαλό και Φτεροσαυροφωτιά. Ήταν πολύ αγαπημένα μέχρι που ο Φτεροσαυροφωτιάς πρόσβαλε τον Φτεροσαυροκαλό μπροστά στην αγαπημένη του γυναίκα την Φτεροκαλούλα. Βλέπετε ζήλευε που είχε μια τέτοια αγαπημένη και αυτός όχι. Ο Φτεροσαυροκαλός εξαγριώθηκε με αυτές τις λέξεις! Και όχι μόνο! Είπε «φρικιό» και «αγριοκάτσικο» και τον Φτεροσαυροφωτιά. -Θα έρθω να πάρω το κορίτσι μου! Είπε νευριασμένος ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Ποτέ δε θα στη δώσω, άσχημο κοτόπουλο, είπε αποφασιστικά ο Φτεροσαυροκαλός. -Είναι άσχημη και το μυαλό της είναι κουκούτσι, είπε κοροϊδευτικά ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Με τρόμαξες δειλέ! Είπε περιπαικτικά ο Φτεροσαυροκαλός και του κοπανάει μια βροντερή φωτιά έτσι ξαφνικά! Ο Φτεροσαυροκαλός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί και άρχισε μεγάλος σαματάς. Έβγαλαν τα νύχια τους, άνοιγαν τις στοματάρες τους και έβγαζαν τρομαχτικές φωτιές. Τότε ο Φτεροσαυροφωτιάς άρπαξε τη Φτεροκαλούλα και πέταξε στη σπηλιά του. Από τότε ο Φτεροσαυροκαλός θα ήταν καταδικασμένος να ψάχνει τη Φτεροκαλούλα αλλά μάταια η προσπάθεια αφού ο Φτεροσαυροφωτιάς την είχε κρύψει πολύ καλά. Από τότε ο ήσυχος πλανήτης γέμισε φωτιές από τη στενοχώρια του Φτεροσαυροκαλού και το θυμό του Φτεροσαυροφωτιά και ονομάστηκε……. Φωτιάς!
Το τουρμποαερόστατο Μια μέρα που ο Οδυσσέας και η Αθηνά γύριζαν με τον παππού τους απ’ το σχολείο, τους πήγε στο εργαστήριο του για να δουν τη νέα του εφεύρεση: Το τουρμποαερόστατό του. -Παππού είναι τέλειο! Φώναξε η Αθηνά. -Να μπούμε μέσα; Πρότεινε ο Οδυσσέας. Χαμογέλασε ο παππούς και τους απαντάει. -Όχι ακόμα παιδιά, δεν το’ χω τελειώσει και μπορεί να είναι επικίνδυνο. Θέλει λίγες λεπτομέρειες ακόμα, όταν το τελειώσω θα κάνουμε μαζί την πρώτη μας βόλτα. Εγώ πρέπει να φύγω τώρα, εσείς να είσαστε ήσυχοι μέχρι να έρθω. Είπε ο παππούς και πήγε στον κήπο του. -Αθηνά θες να το δοκιμάσουμε; Είπε πονηρά ο Οδυσσέας. -Και θα παρακούσουμε τον παππού; Είπε διστακτικά η Αθηνά. 1
-Σιγά το πράγμα, εγώ τα ξέρω όλα. Είπε με εγωισμό ο Οδυσσέας. Και χωρίς δεύτερη σκέψη όρμησαν και οι δύο στο αερόστατο. Τότε, η Αθηνά πάτησε ένα κουμπί και το αερόστατο άρχισε να ανεβαίνει ψηλά. Όσο ανέβαινε τόσο τα σπίτια μίκραιναν. Το ταξίδι στον Πλανήτη Φωτιά Όταν ο Οδυσσέας και η Αθηνά μπήκαν στο αερόστατο, ο καιρός ήταν καλός. Έτσι ξεκίνησαν το ταξίδι τους! Μόλις έφτασαν αρκετά ψηλά, η Αθηνά είπε στον Οδυσσέα: «Ε, Οδυσσέα κοίτα εκεί κάτω τους ανθρώπους! Φαίνονται σα μικρά μυρμήγκια!». Ξαφνικά, ο ουρανός άρχισε να γεμίζει γκρίζα σύννεφα και να σκοτεινιάζει. Ο αέρας άρχισε να φυσά δυνατά. Έπειτα ακούστηκε μια αστραπή και σε λίγο άρχισε να βρέχει πάρα πολύ δυνατά. Ξεκίνησε μια τρομερή καταιγίδα. Το αερόστατο κουνιόταν από δω κι από κει και έκανε γύρω-γύρω. Η Αθηνά και ο Οδυσσέας τρόμαξαν πολύ και αγκάλιασε ο ένας τον άλλον. Ήθελαν να γυρίσουν σπίτι. Κρύωναν και πεινούσαν. Τότε είπε η Αθηνά: -Δεν έπρεπε να πάρουμε το αερόστατο! -Γιατί; είπε ο Οδυσσέας. -Γιατί ο αέρας φυσά πολύ δυνατά και μπορεί να μας παρασύρει, είπε η Αθηνά. Ξαφνικά, είδαν μπροστά τους ένα μαγικό ανεμοστρόβιλο που έβγαζε σύννεφα από μαλλί της γριάς. Το αερόστατο έκατσε πάνω στο σύννεφο και άρχισε να στροβιλίζεται. Μετά ένας δυνατός άνεμος έκανε το αερόστατο να πηγαίνει πολύ γρήγορα. Τα παιδιά ήταν τρομοκρατημένα όμως τους περίμενε κάτι ακόμα πιο τρομακτικό. Επειδή, το αερόστατο πήγαινε πολύ γρήγορα, σαν πύραυλος, βρέθηκε στο διάστημα. Και πριν προλάβουν να δουν καλά καλά, τους ρούφηξε μια μαύρη τρύπα. Τότε χτύπησε κεραυνός το αερόστατο και έσκασε το μπαλόνι του. Το αερόστατο άρχισε να πέφτει. Η Αθηνά και ο Οδυσσέας φοβήθηκαν πολύ και φώναζαν «ΒΟΗΘΕΙΑ!!». Έβαλαν τα κλάματα και νόμιζαν ότι θα πεθάνουν. Έκλεισαν τα μάτια και λιποθύμησαν. Η συνάντηση με τη Φτεροκαλούλα Όταν τα παιδιά έπεσαν από το αερόστατο ήταν ζαλισμένα και τρομοκρατημένα. Όταν σηκώθηκαν, ο Οδυσσέας έτριβε τα μάγουλα του και η Αθηνά τον ποπό της από το χτύπημα. -Είμαστε πολύ μακριά. Πώς θα γυρίσουμε σπίτι μας;». Τα παιδιά ένιωσαν φόβο και η Αθηνά είπε: -Πού όμως είμαστε; Τι είναι αυτό το μέρος; Ρώτησε η Αθηνά. -Δεν έχω ιδέα αλλά νομίζω ότι κάτι μας ρούφηξε» της είπε ο Οδυσσέας. 2
-Λες να ήταν η μαύρη τρύπα; Συμπλήρωσε η Αθηνά. -Νομίζω πως ναι. Τότε ο Οδυσσέας έβαλε τα χέρια στην τσέπη και ρώτησε την Αθηνά: -Ποιος είναι αυτό ο πλανήτης; -Δεν ξέρω, απάντησε η Αθηνά. Εκείνη τη στιγμή, η Φτεροκαλούλα έτρωγε τα φρούτα της σ’ ένα κλαδί του Μαγικού της Δέντρου. -Τι γυρεύετε εδώ και ποιοι είστε; Ρώτησε με έκπληξη η Φτεροκαλούλα. -Χαίρετε! Είπαν τα παιδιά. Εγώ είμαι η Αθηνά και αυτός εδώ είναι ο αδελφός μου ο Οδυσσέας. Ερχόμαστε από έναν άλλο πλανήτη που τον λένε Γη. Λέει με θάρρος η Αθηνά. -Πού βρισκόμαστε; Ρώτησε ο Οδυσσέας.
-Είσαστε στον Πλανήτη Φωτιά, απάντησε η Φτεροκαλούλα. Τότε τα παιδιά αναρωτήθηκαν: «Άραγε θα γυρίσουμε ποτέ στον παππού και στην οικογένεια μας;». -Μη φοβάστε, είμαι η Φτεροκαλούλα. Πώς φτάσατε εδώ; -Είναι μεγάλη ιστορία! Αναστέναξε η Αθηνά. Πήραμε το τουρμποαερόστατο του παππού μας, μετά αυτό σηκώθηκε ψηλά και μετά ήρθε μια τρομερή καταιγίδα και μετά μας κατάπιε μια μαύρη τρύπα……. Έλεγε με κομμένη την ανάσα η Αθηνά.
-Ξέρετε τον Φτεροσαυροφωτιά; Διέκοψε η Φτεροκαλούλα. - Όχι, είπα ομόφωνα τα παιδιά. -Θέλει να κυβερνήσει τον Πλανήτη μας και μαλώνει συνέχεια με τον αδελφό του τον Φτεροσαυροκαλό. Τώρα έβγαλαν χορό ν’ αγωνιστούν σώμα με σώμα και στο τρέξιμο. Όποιος κερδίσει το βραβείο Θα γίνει ο βασιλιάς του πλανήτη και όλου του διαστήματος. Αν κερδίσει το βραβείο ο Φτεροσαυροκαλός, η καρδιά όλων των κατοίκων του διαστήματος θα γεμίσει χαρά και καλοσύνη. Αν όμως κερδίσει ο Φτεροσαυροφωτιάς, οι καρδιές όλων θα γεμίσουν κακία, μίσος και το διάστημα θα βυθιστεί στον πόνο και τη δυστυχία. θα με βοηθήσετε; -ΝΑΙ! Είπαν μ’ ενθουσιασμό τα παιδιά. Τότε ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια. -Τώρα, πάμε στις φίλες μου τις νεράιδες. Είπε η Φτεροκαλούλα. -Με τι θα το σκάσουμε; Ρώτησε ο Οδυσσέας. 3
-Με το μαγικό χαλί! Είναι σε μια στενή κρύπτη στο δωμάτιο του Φτεροσαυροφωτιά. Συνέχισε η Φτεροκαλούλα και χωρίς δεύτερη σκέψη οδήγησε τα παιδιά στο μυστικό δωμάτιο.
-Έλα Αθηνά, πιάσε με το χεράκι σου αυτήν την άκρη! Τότε, η Αθηνά έχωσε το χεράκι της και τράβηξε το χαλί. Μετά, ανέβηκαν όλοι στο χαλί και η Φτεροκαλούλα είπε μια μαγική λέξη: «Αμπρα κατάμπρα σου κου του μπλο, πέταξε όμορφο χαλί μαγικό». Τότε ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια. Το ξωτικό πράκτορας Μια μέρα απ’ το πουθενά εμφανίστηκε ένα περίεργο ξωτικό στην Νεραϊδοχώρα. Μια νεράιδα τον είδε και τον ρώτησε: -Τι γυρεύεις εσύ εδώ; -Δεν ξέρω πώς ήρθα. Πού είμαι; Αναρωτήθηκε το περίεργο ξωτικό κι έτριψε το κεφάλι του. -Είσαι στη Νεραϊδοχώρα. Από πού ήρθες; Ρώτησε η μικρή Νεράιδα. -Από τη Στρουμπουλοπόλη. Ανέβηκα στη μαγική μου σκούπα και πέταξα! Το’ σκασα από τη χώρα μου γιατί είχε πόλεμο. Είπε εκείνο. -Ω! Πονεμένο! Είπε με συμπόνοια η Νεράιδα. -Θέλετε να γίνουμε φίλοι; Ρώτησε το ξωτικό. -Ευχαρίστως! -Θέλω όμως να με βοηθήσεις. -Για ποιο πράγμα; -Θέλω να είσαι ο κατάσκοπος μου. -Εντάξει! Είπε το ξωτικό και από τότε εγκαταστάθηκε στο σπιτομανιτάρι του στη Νεραϊδοχώρα . Η συμφωνία με το Τζίνι Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα τζίνι πολύ κακό και πολύ έξυπνο. Οι συγχωριανοί του δεν τον αγαπούσαν γιατί ήταν κακόκαρδος και πολύ ψεύτης. Ποτέ δεν είχε πει την αλήθεια και όποιος έλεγε ψέματα, το Τζίνι τον έκανε φίλο. Επειδή, ο Φτεροσαυροφωτιάς φοβόταν μην τον νικήσει ο Φτεροσαυροκαλός πέρασε από τη σπηλιά που κυκλοφορούσαν φήμες ότι το τζίνι ζούσε εκεί. Εκεί που έκανε γύρους και σκεφτόταν πώς θα ήταν ο αγώνας, ξαφνικά, σκοντάφτει σε μία πέτρα και βλέπει μπροστά του ένα χρυσό λυχνάρι. Σκύβει έκπληκτος, πιάνει το λυχνάρι και το τρίβει. Τότε, πετάχτηκε 4
ένα τζίνι σαν βόμβα αλλά πολύ γεροδεμένο. Στην αρχή, ο Φτεροσαυροφωτιάς τρόμαξε γιατί δεν πίστευε τις φήμες. -Τι είσαι εσύ; Ρώτησε ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Είμαι ένα μαγικό τζίνι και ήρθα να σε βοηθήσω αφέντη μου. -Πώς θα με βοηθήσεις; - Έχεις 3 ευχές. Όσο πιο μοχθηρές είναι, τόσο πιο πολύ θα σε βοηθήσω. Γέλασε με απέραντη κακία το Τζίνι.
-Τότε να στήσουμε μια παγίδα στον Φτεροσαυροκαλό για να μη με νικήσει. Βρυχήθηκε από χαρά ο Φτεροσαυροφωτιάς.
- Κάνε με μπρατσαρά και γρήγορο. Είπε βιαστικά ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Άμπρα κατάμπρα λύκιτι μπλομ να γίνει ο Φτεροσαυροφωτιάς γρήγορος και δυνατός. -Τώρα, έχεις μόνο δύο ευχές. Να τις εκμεταλλευτείς όσο πιο κακά μπορείς. Να σου φτιάξω κι ένα μπουρμπουλοφίλτρο για να κοιμηθεί ο Φτεροσαυροκαλός; -Σύμφωνος, αναφώνησε από χαρά ο Φτεροσαυροφωτιάς. Η Προσγείωση στη Νεραϊδοχώρα Μια μέρα, όλες οι Νεράιδες πήγαν για καφέ. Έτσι όπως φεύγανε είδαν την Φτεροκαλούλα, την Αθηνά και τον Οδυσσέα να προσγειώνονται μπροστά τους πάνω σ’ ένα μαγικό χαλί. Τότε σκέφτηκαν να τους βοηθήσουν. -Ε! Νεράιδες των Λουλουδιών! -Ναι! -Τι θέλεις; -Ουφ πια! Βαρέθηκα τους καβγάδες και τις φασαρίες. Πρέπει να σκεφτώ κάτι για να τραβήξω μακριά από τους καβγάδες τους κατοίκους του πλανήτη μου. Τρέξτε νεράιδες και βοηθήστε τον Φτεροσαυροκαλό! Κινδυνεύει ο πλανήτης Φωτιάς από τον Φτεροσαυροφωτιά! Φώναξε η Φτεροκαλούλα. -Μμμ! Ξέρω ένα ξωτικό σε ένα δάσος και είναι πράκτορας μου. Την καθησύχασε η Νεράιδα των Λουλουδιών. -Πού μένει; Ρώτησε με αγωνία η Φτεροκαλούλα. -Μένει στο σπιτομανιτάρι. Πετάχτηκε η μικρή νεράιδα. 5
Έτσι όλες οι νεράιδες έτρεξαν στο σπιτομανιτάρι. «Τικ τικ». -Ποιος είναι; -Είμαι η Νεράιδα των Λουλουδιών. -Τι θέλεις; -Θέλω να με βοηθήσεις. -Για ποιο πράγμα; -Θέλω να γίνεις ένας προπονητής κατάσκοπος μου. -Εντάξει. -Ωραία ντύσου γρήγορα και πάμε στους αγώνες. -Και πώς θα σου πω τι γίνεται εκεί; -Θα έρθει ένα πουλί, ο Φόρμπι και θα του γράψεις ότι γίνεται. -Ωραία, αλλά ποιον θα προπονήσω; -Θα προπονήσεις τον Φτεροσαυροκαλό. -Εντάξει. -Φεύγω γιατί θα αργήσω. -Περίμενε!!! Θα χρειαστείς και κάποια πράγματα. Θα χρειαστείς ένα μικροσκόπιο για να δεις από μακριά τι γίνεται. Επίσης, θα χρειαστείς μια σφυρίχτρα. -Πήγαινε τώρα! -Πηγαίνω, γεια! Ο μέγας φτεροσαυροχαμός. Στην αρχή του αγώνα, έπεσαν και οι δύο με τα μούτρα στην προθέρμανση. Ο Φτεροσαυροκαλός ήθελε να νικήσει και δεν κρατιόταν. Τότε λέει στον εαυτό του: «Μακάρι να νικήσω τον Φτεροσαυροφωτιά, αν πιστεύω μπορεί και να γίνει. Ποιος να με βοηθήσει άραγε;». Τότε είδαν μπροστά τους το ξωτικό προπονητή. -Γεια σας! Είμαι το ξωτικό προπονητής. -Και τι θέλεις εδώ; Ρώτησε αγριεμένος ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Ε εε! Θέλω να σας προπονήσω. Είπε φοβισμένα το ξωτικό. 6
-Ωραία! Και ποιον θα προπονήσεις! Τον ρώτησαν και οι δύο. -Και τους δύο. Μπρος λοιπόν ξεκινάμε! Το ξωτικό όμως παρακολουθούσε πολύ τον Φτεροσαυροφωτιά αλλά προπόνησε πιο καλά τον Φτεροσαυροκαλό. Μετά Φτεροσαυροκαλός και Φτεροσαυροφωτιάς συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο.
-Τι θέλεις εδώ; Ρώτησε αγριεμένος ο Φτεροσαυροκαλός. -Ήρθα για να σε κερδίσω Φτεροσαυροκοτούλα! Κορόιδεψε ο Φτεροσαυροφωτιάς. -Φέρεσαι σαν ένα κακομαθημένο παλιόπαιδο. Είπε με νεύρα ο Φτεροσαυροκαλός. -Δε θα με νικήσεις ποτέ Φτεροσαυροψαρούλη. Είπε κοροϊδευτικά ο Φτεροσαυροφωτιάς και γέλασε βροντερά. -Αρχίζουμε κοτούλα! Ετοιμάσου, είπε αποφασιστικά ο Φτεροσαυροκαλός. Τότε πήρε το κοντάρι και ανέβηκε στο σχοινί. Στο μεταξύ, το τζίνι έγινε αόρατο και αντάλλαξε τη σούπερ σούπα του Φτεροσαυροκαλού με το μπουρμπουλοφίλτρο. Ο Φτεροσαυροκαλός διψασμένος και ιδρωμένος όρμησε στη σούπα του. Τότε άρχισε να ζαλίζεται και να νιώθει αδύναμος. Μετά άρχισε να τα βλέπει όλα θολά και διπλά. Ανεβαίνοντας στο σχοινί ζαλίστηκε και μπλέχτηκαν τα φτερά του. Ευτυχώς κατάφερε να κόψει το σχοινί με το κοντάρι του. Τότε, ο Φτεροσαυροφωτιάς πέρασε με άνεση ακροβατώντας πάνω στο σχοινί. «Τι έχει πάθει ο Φτεροσαυροκαλός και κουνιέται σαν βάρκα; Πρέπει να το πω στις νεράιδες. Τώρα χρειάζομαι ένα απ’ τα απαραίτητα! Για να δω τι έχω στο σακάκι μου; Ααα! Ένα σετ γυαλιών που μπορείς να δεις τα πράγματα που είναι αόρατα». Τότε είδε με τα μαγικά του γυαλιά το τζίνι με το μπουρμπουλοφίλτρο. «Αμάν! Πώς οι νεράιδες των λουλουδιών και οι νεράιδες θα βγάλουν από τη δύσκολη θέση τον Φτεροσαυροκαλό;» Αναστέναξε με αγωνία το ξωτικό. «Πρώτα όμως θα φωνάξω το Φόρμπι το πουλάκι να ειδοποιήσει τις νεράιδες» σκέφτηκε το ξωτικό-προπονητής. Τότε το ξωτικό σφύριξε με τη νεροσφυρίχτρα του και κάλεσε τον Φόρμπι. Όταν ήρθε ο Φόρμπι, το ξωτικό έβγαλε το μαγικό μπλοκάκι του κι έγραψε: «Αγαπητές νεράιδες ΣΟΣ, ο Φτεροσαυροκαλός δεν είναι καθόλου καλά, πρέπει να το βοηθήσουμε. Ο Φτεροσαυροφωτιάς έχει γίνει πάρα πολύ δυνατός και πάρα πολύ γρήγορος». Μετά, το ξωτικό- προπονητής έδεσε με μια κλωστή το χαρτάκι στο λαιμό του Φόρμπι και το πουλάκι πέταξε. Όταν ο Φόρμπι πήγε το γράμμα στις νεράιδες είπε η μικρότερη: -Δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνες μας, πρέπει να φωνάξουμε βοήθεια. -Φώναξε τις τίγρεις με το μαγικό ασύρματο, είπε η μεσσαία. 7
- Μη φοβάσαι Φτεροσαυροκαλέ, εμείς θα σε βοηθήσουμε να νικήσεις τον Φτεροσαυροφωτιά», θα φέρουμε τους τίγρεις με τα φτερά που είναι στο Μαγικό Δάσος», είπαν οι Νεράϊδες των Λουλουδιών δίνοντας ελπίδα στον αδύναμο δράκο. Οι τίγρεις εν δράση Στο μεταξύ, οι φτερωτοί τίγρεις ήταν στο δέντρο της αγάπης και προσέχανε το φίλτρο της καλοσύνης. Τότε χτύπησε το ασύρματο κολάρο τους. -Όβερ τίγρεις εδώ! -Τίγρεις με λαμβάνετε; Έχουμε ένα σοβαρό θέμα! Φέρτε μας το φίλτρο της καλοσύνης, κινδυνεύει ο πλανήτης! -Πού είναι ο αγώνας; Ρώτησαν οι τίγρεις. -Στο « Γήπεδο του Χαμού», απάντησαν οι νεράιδες. -Έλα φίλε μου, να διαβάσουμε το ποίημα της Φιλίας για να κατέβει το φίλτρο της καλοσύνης, είπε ο ένας τίγρης στον άλλον. Έχω ένα φίλο μου αγαπημένο, ένα δέντρο ζωηρό. Συμφωνία του’ χω κάνει με χαρτί και με μπογιά. Να το τρέφω φρέσκο νερό, να μου δίνει αυτό ταγκό. Να θαυμάζω τα πουλιά του, να του λέω σε λατρεύω. Να μου δίνει τον καρπό του, ν’ ακουμπάω τον κορμό του. Να με θέλει γι’ αδελφό του. Και θα είμαστε μαζί όσο ζω κι όσο θα ζει.
8
Τότε άνοιξε το δέντρο κι ένα κλαδί έδωσε το φίλτρο στον τίγρη. Μετά άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν μακριά! Η διάσωση του Φτεροσαυροκαλού Στο «Γήπεδο του Χαμού» οι νεράιδες έπρεπε να βρουν ένα τρόπο να σταματήσουν τις σκανδαλιές του τρομερού τζίνι που στο μεταξύ είχε γίνει αόρατο και βοηθούσε τον Φτεροσαυροφωτιά να περνάει το ένα εμπόδιο μετά το άλλο. Τότε η Νεράιδα των Λουλουδιών βρήκε τη λύση :
-Κορίτσια που είναι ο Φόρμπι; Φώναξε ρωτώντας τις υπόλοιπες. -Νάτος με τους φτερωτούς τίγρεις. Είπαν ομόφωνα οι άλλες δύο! -Φόρμπι, Φόρμπι! Θέλω να πας στη Νεραϊδούπολη για να μου φέρεις τη μαγική μου χτένα που κάνει τους αόρατους να φαίνονται! Είπε στην καταϊδρωμένη κουκουβάγια η Νεράιδα των Λουλουδιών. -Και που θα είναι; Ρώτησε η κουκουβάγια. -Θα είναι στην πολυθρόνα μου. -Φεύγω αμέσως. Έτσι ο Φόρμπι πέταξε στη Νεραϊδούπολη και πήρε την μαγική χτένα και σε λίγο………….. -Κοιτάξτε Νεράιδες, ο Φόρμπι! Φώναξε η μικρότερη. -Έφερα τη μαγική χτένα! -Έλα Φόρμπι πες το τραγουδάκι! Φώναξαν με αγωνία οι Νεράιδες. Χτένα μου σοφή, γίνε μαγική, να χτενίσουμε μαζί το διάφανο το τζίνι. Τότε η χτένα όρμησε με τον Φόρμπι γύρω-γύρω από το τζίνι. Ο Φόρμπι άφησε τη χτένα, που βρήκε τα μαλλιά του τζίνι κι έτσι εμφανίστηκε. Μετά, όρμησαν οι τίγρεις, τον στριμώξανε σε μια γωνία και του έδωσαν το φίλτρο της αγάπης. Τότε, η Αθηνά και ο Οδυσσέας πιάστηκαν χεράκι και είπαν: Τζίνι μου καλό, γίνε μαγικό, για να σώσεις τον πλανήτη 9
από τόσο να κακό!! Το μαγεμένο τζίνι ζαλισμένο από την αγάπη λέει στον Φτεροσαυροφωτιά την Τρίτη ξεχασμένη ευχή: «Φίλε μου Φτεροσαυροφωτιά γίνε φίλος με τον αδελφό σου ξανά και ξέχασε τα παλιά!» Τότε, ο Φτεροσαυροφωτιάς κοίταξε μετανιωμένος τον Φτεροσαυροκαλό και είπε: «Συγχώρα με αδελφέ που ήθελα να αγωνιστώ και να σε κοροϊδέψω, δε θα σου ξανακάνω ποτέ κακό!» Και τα δύο αδέλφια αγκαλιάστηκαν. Όλοι τους χειροκρότησαν και τραγούδησαν με χαρά:
Όταν κάνουμε ανόητο πόλεμο έχουμε λυπημένο πονόλαιμο. Πονάει η καλόκαρδη καρδιά μας και κλαίνε λυπημένα τα παιδιά μας. Κι όλο κάνουμε καχύποπτο πόλεμο! Κι άντε με τον πονεμένο πονόλαιμο τον άρρωστο βραχνιασμένο λαιμό μας. ΕΝΑΝΤΙΑ στον πόνο και τον πόλεμο, υπάρχει ανακουφιστική μια ασπιρίνη: Άνθρωποι! Πέστε φιλική ΕΙΡΗΝΗ!! Από τότε βασίλεψε η ΕΙΡΗΝΗ, η ΑΓΑΠΗ και η ΚΑΛΟΣΥΝΗ στον μέχρι τότε πονεμένο πλανήτη. Ο Φτεροσαυροκαλός και ο Φτεροσαυροφωτιάς βασίλεψαν αγαπημένοι και όλοι γιόρτασαν στους γάμους του Φτεροσαυροκαλού και της Φτεροκαλούλας. Πώς όμως η Αθηνά με τον Οδυσσέα θα γυρνούσαν στον αγαπημένο τους παππού; Οι Νεράιδες είχαν βρει τη λύση! Έβαλαν τα παιδιά πάνω στο μαγικό χαλί και τα αποχαιρέτησαν για το μεγάλο ταξίδι τους. Άλλη μια μαγική περιπέτεια ξεκινούσε……………………………………..
10