Κλείνουμε την τηλεόραση...

Page 1

Δ΄ ΤΑΞΗ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2011-12

1


ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΑΣΤΕΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΠΑΜΕ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ… Μένω στη Μυτιλήνη και βλέπω µια λίµνη. Είµαι στην Ιθάκη και νοµίζω πως τη λένε Σαµοθράκη. Πηγαίνω στα νησιά και βλέπω τα παιδιά. Παίζουν όλοι γύρω γύρω και µαλώνουν από πίσω. Γεια σας, γεια σας και χαρά σας. πάω τώρα στα νησιά σας. Μπαίνω, βγαίνω, µπαινοβγαίνω δεν µπορώ να περιµένω. Γιάννης Σαβοργιανννάκης Ζάκυνθος και Κεφαλονιά Κέρκυρα και Λευκάδα, αυτά τα τέσσερα νησιά στολίζουν την Ελλάδα. Γεια σας, γεια σας και χαρά σας και αέρας στα πανιά σας. Χρύσα Βαβουράκη Με τη βάρκα ξεκινώ το Αιγαίο τριγυρνώ. Πρώτα φτάνω εις την Κρήτη και θωρώ τον Ψηλορείτη. Μετά φτάνω Σαντορίνη ακολουθώντας ένα δελφίνι. Τέλος φτάνω και στη Νάξο

2


την αρίδα µου ν’ αράξω. Κωνσταντίνος Αστρινάκης Το καράβι Ο ήλιος µε φιλάει γλυκά γλυκά και ναι κι ο άνεµος µου λέει τα µυστικά του. Είµαι κατάλευκο πανί στα κύµατα αρµενίζω, στις θάλασσες γυρνώ. Είµαι καράβι καραβάκι και πάω γιαλό γιαλό σε θάλασσα γαλάζια και σε δαντελένιο αφρό. Μαρία Σαριδάκη Όλα τα νησιά µαζί είναι µία οµορφιά. Ζάκυνθος, Κεφαλονιά είναι στην κορφή ψηλά. Ντεσάρα Πρέντι Άνοιξα της Κρήτης τη θύρα την παίρνω και φτάνω γρήγορα στη Θήρα. και φεύγω για ταξίδι. Βλέπω τη Σάµο, κάθοµαι κι αράζω. Το πρωί ξυπνάω νιώθω πως πεινάω. Βαγγελιώ Βουµβουλάκη Βγαίνω βόλτα στα νησιά το µαϊστράλι µε φυσά. Με καΐκι πάω στη Ύδρα, τέτοια οµορφιά δεν ήβρα. Κι όταν βρέθηκα στην Κάσο στο φεγγάρι έριξα λάσο. Με του Δαίδαλου φτερά να της Κρήτης τα νερά.

3


Κει στην αµµουδιά, στη Δήλο, έκανα καινούριο φίλο. Και τον πήρα να τον φέρω στην πανέµορφη τη Λέρο. Ο χορός, το γλέντι ανάβει, στο λιµάνι στην Ανάφη. Μες στη νύχτα βλέπω φάρο, να ΄µαι, άραξα στην Πάρο! Εύα Φοβάκη Στην Κρήτη πήγα για χορό και µ’ έπιασε πόνος στο λαιµό. Τήνο, Χίο και Ψαρά πήγα κι ήρθα µια χαρά. Ούτε από Σύρο ούτε από Άνδρο βρήκα φίλο για να πάρω. Στη Μακεδονία και στη Θράκη τριγυρίζουµε µονάχοι. ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Τίτλος βιβλίου: «Το µαρούλι της καλοσύνης» Συγγραφέας: Α. Δηµητρούκα Ο Αντώνης πάει στο δηµοτικό. Το Σεπτέµβριο δάγκωσε την Άρτεµη. Η κυρία του, του είπε να ζητήσει συγγνώµη. Εκείνος ζήτησε συγγνώµη και µετά πήρε τα χρώµατά του και ζωγράφισε ένα λιοντάρι. -Τι ωραίο!, είπε πρώτα η Άρτεµη κι έπειτα συµφώνησαν και τα άλλα παιδιά. Η κυρία κρέµασε τη ζωγραφιά. Τον Οκτώβριο δάγκωσε τον Αλέξανδρο. Τον ξαναµάλωσε η κυρία και του είπε να µην κάνει σαν την τίγρη που πεινάει. Ο Αντώνης ζήτησε συγνώµη µε πιο σιγανή φωνή και ζωγράφισε ένα τίγρη. -Τι ωραίο!, είπε πρώτος ο Αλέξανδρος και συµφώνησαν και τα άλλα παιδιά. Η κυρία το κρέµασε στην άλλη µεριά. Το Νοέµβριο ο Αντώνης δάγκωσε την Άννα. Η κυρία δεν άντεξε και του είπε αυστηρά:

4


-Δεν έµαθες, Αντώνη, τι θα πει συγνώµη, και σαν το λύκο δεν αλλάζεις γνώµη; Έσκυψε το κεφάλι ο Αντώνης και ζωγράφισε ένα λύκο. Η κυρία είπε: -Η τάξη έχει γίνει ζούγκλα. Αν ξαναδαγκώσεις παιδί, θα φύγεις από το σχολείο. Ο Αντώνης αποφάσισε ότι όχι µόνο δεν θα ξαναδαγκώσει παιδί, αλλά ούτε δεν θα ξαναφάει κρέας. Όταν γύρισε από το σχολείο, έφαγε ένα ολόκληρο µαρούλι. Κι έγινε … άλλος άνθρωπος, γιατί απλώς έφαγε το µαρούλι της καλοσύνης. Μαρία Σαριδάκη Τίτλος βιβλίου: «Ο Σόλωνας, ο σοφός νοµοθέτης» Συγγραφέας: Μανδηλαράς Φ. Ο Σόλωνας ήταν ένας σπουδαίος άντρας που ταξίδεψε πολύ και θεµελίωσε τη δηµοκρατία. Τότε στην Ελλάδα, η κάθε πόλη αποτελούσε κράτος ξεχωριστό. Όταν γύρισε πλούσιος µετά από χρόνια ταξιδιών, είδε θλιµµένους τους ανθρώπους. Ο Σόλωνας µε τα ποιήµατά του ξεσήκωσε τους Αθηναίους να πάρουν τη Σαλαµίνα και από τότε ο Σόλωνας ήταν ο άρχοντας της Αθήνας. Ο πρώτος νόµος που άλλαξε ήταν η σεισάχθεια, να απελευθερώσει, δηλαδή, τους αγρότες από τα χρέη τους. Ίδρυσε το λαϊκό δικαστήριο και τη βουλή των τετρακοσίων. Όταν ολοκλήρωσε τη θητεία του, ταξίδεψε πολύ. Στην Αθήνα γύρισε µετά από 10 χρόνια και πέθανε ευχαριστηµένος. Βαγγελιώ Βουµβουλάκη Τίτλος βιβλίου: «Μαριάννα, το κορίτσι που πετάει». Συγγραφέας: Βαγγέλης Ηλιόπουλος Η Μαριάννα ήταν ένα ξεχωριστό κορίτσι. Μια µέρα µετακόµισε µε τους γονείς τους. Σε λίγο καιρό τη γνώρισαν όλοι. Η Μαριάννα ήταν µόνη, γιατί οι γονείς της είχαν πάει στη δουλειά και θα γύριζαν το βράδυ. Δεν είχε τι να κάνει και άρχισε να ψάχνει τα κουτιά που είχαν φέρει οι γονείς της από την πατρίδα. Βρήκε ένα τετράδιο που ήταν της γιαγιά της, το ξεφύλλισε και βρήκε µια φράση, την είπε µερικές φορές από µέσα της και άρχισε να πετάει. Ήρθε ο Σεπτέµβριος και άνοιξε το σχολείο. Πήγε η δασκάλα της και ήταν πολύ συµπαθητική µαζί της, αλλά δεν καταλάβαινε τη γρήγορη γλώσσα που µιλούσε. Όταν της τα έλεγαν τα παιδιά που έκανε παρέα, η Μαριάννα τους είπε ότι µπορεί να πετάξει. Όταν το έµαθαν όλα τα παιδιά, τη θαύµαζαν. Μόνο ένα παιδί δεν της έδινε σηµασία. Του µίλησε και της

5


είπε ότι δεν του αρέσουν τα παιδιά µε τις κοτσίδες. Τα άφησε κάτω τα µαλλιά της αλλά δεν µπορούσε να πετάει. Ο Αντρέας, έτσι ήταν το όνοµά του, δεν ξαναθύµωσε και έγιναν φίλοι. Η δασκάλα της είπε ότι τη θέλει ο διευθυντής. Η Μαριάννα πήγε και της είπε ότι είναι η µαθήτρια της χρονιάς και ότι έπρεπε να έρθουν και οι γονείς της. Εκείνη του είπε ότι δεν έχουν χρόνο και δεν µπορούν. Ο διευθυντής τους πήρε τηλέφωνο και της είπε πως θα έρθουν. Όταν ήρθε εκείνη η µέρα, η Μαριάννα δεν πήγε στο σχολείο. Η δασκάλα έστειλε τον Αντρέα να πάει να δει τι γίνεται. Η Μαριάννα είχε εξαφανιστεί. Ο Αντρέας συνάντησε τους γονείς της Μαριάννας και τους ρώτησε πού είναι. Αυτοί δεν ήξεραν και ο Αντρέας τους είπε ότι ξέρει πού είναι. Ήταν πάνω σε ένα δέντρο. Όταν πήγαν στο σχολείο, η Μαριάννα πέταξε κι όλοι την καµάρωσαν! Γιάννης Σαβοργιαννάκης Τίτλος Βιβλίου: «Το ποδηλατάκι- ήλιος» Συγγραφέας: Αγγελική Βαρελά Μια φορά ήταν ένα παιδί που το έλεγαν Μιχάλη. Ο Μιχάλης ζωγράφιζε µεγάλους ήλιους και το ποδήλατο µε τις τρεις ρόδες που του άρεσε πολύ. Οι γονείς του, όµως, δεν τον άφηναν να βγει να κάνει ποδήλατο στην πόλη, γιατί ήταν επικίνδυνο. Το ίδιο έλεγε και η γιαγιά. Ο παππούς έλεγε ότι η πόλη δεν τα θέλει τα ποδήλατα. Ο Μιχάλης µόνο στην εξοχή έκανε ποδήλατο µε το κράνος του και τα γάντια του. Ο παππούς είχε ένα ποδήλατο από τα νιάτα του, και του τραγουδούσε κιόλας. Πήγαινε σε κανένα φίλο του στη γειτονιά ή στο κοντινό super market. Μια µέρα, πήγε ο παππούς και είπε στο Μιχάλη ότι ήταν η µέρα των ποδηλάτων. Του ζήτησε να ετοιµαστεί για να πάνε. Πήγαν και πέρασαν ωραία! Εύα Φοβάκη Τίτλος βιβλίου: «Η συγνωµοµηχανή» Συγγραφέας: Κ. Χαράλας Η Γιολάντα είναι ένα σκανδαλιάρικο παιδί. Όταν κάνει ζηµιές δεν λέει ποτέ «συγνώµη». Η µαµά, για τα γενέθλιά της, της πήρε ένα δώρο, τη συγνωµοµηχανή. Όταν η Γιολάντα θα κάνει σκανταλιές, η συγνωµοµηχανή θα λέει «συγνώµη». Ένα βράδυ η Γιολάντα έβαλε τη συγνωµοµηχανή στη µπανιέρα. Η συγνωµοµηχανή χάλασε και η Γιολάντα ζήτησε συγνώµη από τους γονείς της. Κωνσταντίνος Αστρινάκης

6


Τίτλος βιβλίου: «Η πολυλογού» Συγγραφέας: Ζωρζ Σαρή Κάποτε ήταν µια πολυλογού µε τον άντρα της. Μία µέρα ο άντρας της πήγε στο δάσος για να κόψει ξύλα. Εκεί, κοντά στη µηλιά, ήταν θαµµένη µία κασέλα. Ήταν γεµάτη φλουριά! ! ! Ο ξυλοκόπος έτρεξε στο σπίτι να πει στη γυναίκα του τα χαρµόσυνα νέα. Έκατσε η γυναίκα του σε µία καρέκλα, όπως της είπε ο άντρας της. Έκλεισαν την πόρτα, τα παραθύρια και τις κουρτίνες. Ο άντρας της τής είπε: «Γυναίκα, γίναµε πλούσιοι! Ε, να µην το πεις σε ΚΑΝΕΝΑ, κατάλαβες;». Η πολυλογού άντεξε µία, άντεξε δύο µέρες. Την τρίτη δεν άντεξε και βγήκε έξω και φώναξε τη γειτόνισσά της. Της τα είπε όλα. Η γειτόνισσά της, της είπε να πάει στο δικαστή, για να πάρει όλα τα φλουριά δικά της. Η πολυλογού έφυγε τρέχοντας για το δικαστή. Άρχισε να τον καλοπιάνει (το δικαστή) κι εκείνος της είπε να πάει να φωνάξει τον άντρα της. Η γυναίκα πήγε και τον φώναξε. Τα είπε όλα µε τη σειρά τους. Τέλος, πήγε η πολυλογού σπίτι και ο δικαστής είπε στον ξυλοκόπο: «Να δίνεις στη γυναίκα σου πού και πού κανένα χαµοµηλάκι! Λένε πως είναι ηρεµιστικό!». Κι η πολυλογού καµάρωνε τον εαυτό της µέσα στο ατλαζωτό και µεταξωτό φουστάνι που φορούσε! Κι έζησαν αυτοί καλά κι εµείς καλύτερα! ! ! Χρύσα Βαβουράκη Τίτλος βιβλίου: «Το σοκολατένιο σπίτι» Συγγραφέας: C. Newson Μια φορά ήταν δύο αδερφάκια. Η µαµά τους, τους είπε να καθαρίσουν. Ο αδερφός µάζευε ξύλα και η αδερφή καθάριζε. Μετά πήγαν για ύπνο. Αργότερα έφυγαν µε το µπαµπά τους. Όµως τα δύο αδέρφια χάθηκαν και κάθισαν κάτω από ένα δέντρο και κοιµήθηκαν. Ύστερα είδαν ένα σοκολατένιο σπίτι. Χτύπησαν την πόρτα. Ήταν µια κακή µάγισσα και τους έδωσε γλυκό. Μετά τους έπιασε στα χέρια. Τον αδερφό τον φυλάκισε σε ένα κλουβί και το κοριτσάκι καθάριζε µε τα αδέρφια. Το κοριτσάκι δεν άντεξε άλλο. Η κακιά µάγισσα ήταν στο φαγητό. Η αδερφή την έσπρωξε και έπεσε µέσα στο φαΐ και πέθανε. Έσωσε τον αδερφό της και έφυγαν χαρούµενοι. Μετά, είδαν το µπαµπά τους. Γιάννης Τρουλλινός Τίτλος βιβλίου: «Η βιβλιοθηκάριος της Βασόρας» Συγγραφέας: Jeanette Winter Μια φορά κι έναν καιρό, σε µια πόλη που την έλεγαν Βασόρα ήταν µια βιβλιοθήκη, που µέσα είχε εκατοµµύρια βιβλία. Ήταν καλά όλοι στην

7


πόλη αυτή, µέχρι που άρχισε ο πόλεµος. Η βιβλιοθηκάριος αγαπούσε πολύ τα βιβλία και ήξερε ότι η βιβλιοθήκη κάποια στιγµή θα καεί. Άρχισε, λοιπόν, να µεταφέρει σιγά σιγά τα βιβλία σε ένα διπλανό εστιατόριο για να µην καούν. Μετά τα πήγαινε στο σπίτι της, που ήταν λίγο πιο µακριά. Έβαλε όλα τα βιβλία στο σπίτι της και έπιασαν όλο το χώρο. Αλλά άφησε λίγο χώρο για να κάθεται. Έτσι κατάφερε να τα σώσει από τον πόλεµο. Ευαγγελία Μπιρλιράκη Τίτλος βιβλίου: «Ο Τριγωνοψαρούλης» Συγγραφέας: Β. Ηλιόπουλος Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ο Τριγωνοψαρούλης. Όταν µεγάλωσε, πήγε στο σχολείο. Τα άλλα ψάρια τον κορόιδευαν. Όταν µάθαιναν τα σχήµατα, ο Τριγωνοψαρούλης προσπαθούσε να τα κάνει, µα δεν µπόρεσε να κάνει παρά µόνο τρίγωνα, όλο τρίγωνα. Προσπαθούσε να κάνει τετράγωνα αλλά δεν µπορούσε και στο διάλειµµα όλοι τον κορόιδευαν. Μια µέρα η δασκάλα τους πήγε εκδροµή. Τα έπιασαν στα δίχτυα οι ψαράδες. Ο Τριγωνοψαρούλης κατάφερε να τρυπήσει τα δίχτυα και να σώσει τα άλλα ψάρια. Από τότε δεν τον κορόιδευαν αλλά τον έφτιαξαν άγαλµα. Στράτος Λαµπρινός Τίτλος βιβλίου: «Ο φαλακρός σκαντζόχοιρος» Συγγραφέας: Ευγένιος Τριβιζάς Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα σκαντζοχοιράκι, που ήταν πολύ χαρούµενο. Μάλιστα είχε τις µεγαλύτερες τσίτες και τον είχαν όλοι φίλο. Μια µέρα, λοιπόν, έβαλε φύλλα και ξάπλωσε να κοιµηθεί. Αλλά πριν κοιµηθεί περάσανε δυο σκίουροι και του είπανε για µετά. Αυτός ξάπλωσε να κοιµηθεί. Μετά από λίγο πέρασαν δυο κένταυροι και του πήραν δυο τσίτες και φύγανε. Μετά πέρασαν η Μινί και η Μινονό και του πήραν από δυο. Μετά ήρθε ο φακίρης παρέα µε τη γιαγιά και πήραν τα υπόλοιπα αγκάθια. Ο φακίρης τα έκανε για κρεβάτι και η γιαγιά τα έκανε για βελόνες. Το πρωί που ξύπνησε ο σκαντζόχοιρος είδε το πρόσωπό του στον καθρέπτη και είδε ότι δεν είχε καθόλου τσίτες. Άρχισε και έκλαιγε. Τον είδε ένας κύριος να κλαίει και του είπε να µην κλαίει. Του είπε ότι «έχω χίλια καλαµάκια να σου βάλω» και του τα έβαλε. Μετά πήγε στους φίλους του να παίξει. Τους άρεσε πολύ και τον έκαναν βασιλιά τους. Μετά έκαναν γιορτή. Μανόλης Λαµπρινός

8


Τίτλος βιβλίου: «Οι περιπέτειες του Πινόκιο» Συγγραφέας: C. Lorenzini Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας γέρος, ο Τζεππέτο. Ο Τζεππέτο έφτιαχνε ένα ξύλινο άνθρωπο. Μόλις τον έφτιαξε τον ονόµασε Πινόκιο και έγινε ο µπαµπάς του. Ο Τζεππέτο είπε στον Πινόκιο να πάει στο σχολείο. Καθώς πήγαινε, συνάντησε δύο κακούς ανθρώπους. Αυτοί οι κακοί άνθρωποι τον ακολούθησαν τον Πινόκιο σε ένα τσίρκο. Ο Πινόκιο, όµως, κατάλαβε ότι αυτοί είναι κακοί άνθρωποι και έφυγε. Όταν έφυγε, είδε µια χρυσή άµαξα. Ανέβηκε πάνω και πήγε σε ένα µεγάλο Λούνα Παρκ. Το πρωί ο Πινόκιο είχε γαϊδουρινά αυτιά. Μόλις το κατάλαβε, έφυγε κρυφά από εκεί και πήδηξε σε µια βάρκα. Πήρε τη βάρκα και έφυγε ταξίδι. Όµως, χωρίς να το ξέρει, µπήκε σε µια µεγάλη φάλαινα. Μέσα στη φάλαινα ήταν και ο µπαµπάς του. Οι δυο τους κατάφεραν να βγουν από κει µέσα. Μόλις βγήκανε, πήγανε στο σπίτι τους. Η Νεράιδα είπε στον Πινόκιο να πει την αλήθεια, όµως εκείνος ο Πινόκιο είπε ψέµατα και µεγάλωσε η µύτη του. Ο Πινόκιο µετά προσπάθησε να πει την αλήθεια και την είπε. Την άλλη µέρα ο Πινόκιο έγινε αληθινός άνθρωπος. Ντεσάρα Πρέντι Τίτλος βιβλίου: «Τα Χριστούγεννα της Άννας» Συγγραφέας: M. Καρακώστα Η Άννα ήθελε να της φέρει ο Άι- Βασίλης ένα όµορφο κόκκινο ποδήλατο. Η µαµά της δε συµφωνεί και η Άννα θυµώνει και της λέει ότι, αν δεν της το πάρουν οι γονείς της, θα της το φέρει ο Άι- Βασίλης. Τότε η µαµά της λέει την πιο τροµερή κουβέντα που άκουσε ποτέ. Της λέει ότι δεν υπάρχει Άι Βασίλης. Η Άννα θυµώνει πολύ, επειδή τόσα χρόνια την κοροϊδεύουν. Αποφάσισε να φύγει και να πάρει τους δρόµους. Τότε συνάντησε τον Ιάκωβο, το γείτονά της. Αυτός άρχισε να της λέει ιστορίες από τη δική του ζωή και µε τα πολλά την έπεισε να επιστρέψουν στο σπίτι. Εκεί την περίµενε µια έκπληξη: το ποδήλατο που ήθελε. Η µεγαλύτερη έκπληξη, όµως, ήταν που ο µπαµπάς κάλεσε το φτωχό Ιάκωβο να φάει µαζί τους. Μαρία Λαδιανού

9


ΠΩΣ Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΩΦΕΛΙΜΗ!!! Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ (ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΜΑΣ) 1. Αν βλέπουµε τηλεόραση λίγη ώρα και µε µέτρο (µισή έως µία ώρα είναι αρκετή). 2. Αν για την ενηµέρωσή µας δεν επιλέγουµε µόνο την τηλεόραση. (Μπορούµε και να ενηµερωθούµε αν διαβάσουµε λίγη ώρα ή αν ακούσουµε ραδιόφωνο). 3. Να επιλέγουµε τα προγράµµατα που θα δούµε. Να βλέπουµε µόνο τα πιο σηµαντικά. 4. Να επιλέγουµε προγράµµατα που είναι κατάλληλα για την ηλικία µας. 5. Αν θέλουµε να δούµε δύο προγράµµατα σε διαφορετικές ώρες, καλό θα είναι να παίξουµε λίγο, να δούµε λίγη τηλεόραση, να παίξουµε πάλι και µετά µπορούµε να την ξανανοίξουµε (την τηλεόραση). 6. Θα είναι ωφέλιµη η τηλεόραση αν δεν καθόµαστε πολύ κοντά. Αν καθόµαστε πολύ κοντά, µπορεί να κάνουµε κακό στα µάτια µας. 7. Αντίθετα, θα είναι βλαβερή, αν έχουµε πολύ δυνατά τον ήχο. 8. Αν βλέπουµε ένα παιδικό ή κάποιο άλλο πρόγραµµα, για παράδειγµα τον Spiderman, να µην προσπαθήσουµε να κάνουµε ό ,τι κάνει αυτός. 9. Επιλέγουµε να βλέπουµε έργα που είναι κατάλληλα για την ηλικία µας. 10. Να συζητάµε πάντα µε τους γονείς µας τα προγράµµατα που παρακολουθούµε. Φυσικά είναι απαραίτητο να τους ενηµερώνουµε.

Το δεκάλογο έφτιαξαν οι µαθητές και οι µαθήτριες: Εύα Φοβάκη, Βαγγελιώ Βουµβουλάκη, Χρύσα Βαβουράκη, Γιάννης Σαβοργιαννάκης, Μαρία Σαριδάκη, Ελένη Βαµβακά.

10


ΒΡΑΔΙΑ ΔΙΧΩΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ!!! Έχετε σκεφτεί, αλήθεια, πώς περνούσαν τα βράδια τους οι παππούδες µας, όταν δεν υπήρχε τηλεόραση; Πώς διασκέδαζαν; Πώς ενηµερώνονταν; Εµείς ρωτήσαµε και µάθαµε τα παρακάτω: «Τα καλοκαίρια καθόντουσαν στις γειτονιές, στις αυλές, και συζητούσαν διάφορα θέµατα. Το χειµώνα πηγαίνανε στα σπίτια και καθόντουσαν γύρω από το τζάκι. Πίνανε τσικουδιά, τρώγανε κανένα αµύγδαλο… κι έτσι περνούσε η βραδιά. Οι άνθρωποι που ζούσαν στα χωριά ζητούσαν πληροφορίες από τους ανθρώπους που πήγαιναν στην πόλη. Αργότερα και από κάποιες εφηµερίδες, που πήγαιναν στα χωριά από κάποιους άλλους ανθρώπους. Για να διασκεδάσουν παλιά οι άνθρωποι πήγαιναν στα καφενεία. Πήγαιναν και στα πανηγύρια. Εκεί διασκέδαζαν και χόρευαν µε τους τοπικούς λυράρηδες». Βαγγελιώ Βουµβουλάκη «Παλιά, όταν δεν υπήρχαν οι τηλεοράσεις, οι παππούδες µας και οι γιαγιάδες µας, που ήταν τότε παιδιά, έπαιζαν διάφορα παιχνίδια, όπως κρυφτό, κυνηγητό, µπάλα. Οι παππούδες µας, αντί να βλέπουν τηλεόραση, πήγαιναν στο χωράφι, µαζί τον πατέρα τους, και βοηθούσαν στις αγροτικές δουλειές. Των γιαγιάδων µας τους άρεσε να βοηθάνε τη µάνα τους στις δουλειές που έκανε». Κωνσταντίνος Αστρινάκης «Ο παππούς µου διασκέδαζε µε το γραµµόφωνο, που ήταν πολύ ωραίο! Επίσης, διασκέδαζε µε το ραδιόφωνο, που είχε πολλούς σταθµούς. Ενηµερωνόταν από τις εκποµπές του ραδιοφώνου και από τις εφηµερίδες». Γιάννης Σαβοργιαννάκης «Οι παππούδες µας τα βράδια πήγαιναν στα καφενεία και γλεντάγανε. Ενηµερώνονταν από τις εφηµερίδες». Ελένη Βαµβακά «Οι άντρες πήγαιναν στα καφενεία. Οι γυναίκες καθόντουσαν στο σπίτι. Εκεί πήγαιναν οι φίλες τους και κουβέντιαζαν. Καµιά φορά, αν βαριόντουσαν, πήγαιναν κι αυτές στο καφενείο και κουβέντιαζαν µε τη γυναίκα του καφετζή. Έλεγαν αστεία και γελούσαν.

11


Ενηµερώνονταν από στόµα σε στόµα και µάθαιναν όσα γινόταν. Ενηµερωνόντουσαν και από τις εφηµερίδες της εποχής, που πουλούσαν τότε». Χρύσα Βαβουράκη «Τα βράδια που δεν υπήρχε τηλεόραση, οι παππούδες µας πήγαιναν στο καφενείο και συζητούσαν το πώς πέρασε η µέρα τους. Οι παππούδες διασκέδαζαν στο καφενείο και έπαιζαν πρέφα. Ενηµερώνονταν από στόµα σε στόµα». Μαρία Σαριδάκη «Η γιαγιά µου, τα βράδια χωρίς τηλεόραση, καθόταν στο τζάκι µε τη λάµπα ή το λύχνο, διάβαζε βιβλία, κεντούσε, έπλεκε, έκλωθε. Η γιαγιά της τους έλεγε παραµύθια και ο πατέρας τους για τον πόλεµο που είχε πάει. Παίζανε κουτσό και κρυφτό, µάζευαν ελιές, φέρνανε νερό, έκαναν µπουγάδα στον ποταµό, µάζευαν χοχλιούς το χειµώνα, το καλοκαίρι µάζευαν στο βουνό σύκα και αχλάδια, µάθαιναν µόνες τους χορό και ο αδερφός τους έπαιζε λύρα. Τα αγόρια διασκέδαζαν παίζοντας µε πάνινες µπάλες και τα κορίτσια µε πάνινες κούκλες». Εύα Φοβάκη Τα παλιά χρόνια οι άνθρωποι που δεν είχαν τηλεόραση, µαζεύονταν στα σπίτια και έκαναν βεγγέρα. Έτρωγαν και έπιναν ό, τι είχαν. Οι άντρες πήγαιναν στο καφενείο και οι γυναίκες κάθονταν σπίτι και έπλεκαν ή ζύµωναν. Τα παιδιά έπαιζαν στη γειτονιά ή κάθονταν και άκουγαν παραµύθια από τη γιαγιά. Γιάννης Τρουλλινός Οι γυναίκες, όταν δεν είχε τηλεόραση, καθόντουσαν σε κάθε γειτονιά έξω στο δρόµο µε άλλες γειτόνισσες, βεγγέριζαν δηλαδή, κουβέντιαζαν µεταξύ τους, λέγανε αστεία και πολλές φορές κουτσοµπολεύανε. Τα παιδιά έπαιζαν κι αυτά έξω. Τα κορίτσια που ήταν µεγάλα, κεντούσαν. Μανώλης Λαµπρινός Οι άντρες πήγαιναν στο καφενείο, όταν δεν είχαν τηλεόραση, και έπαιζαν χαρτιά ή κουβέντιαζαν µε τους άλλους. Άλλες φορές, πάλι, έκαναν παρέες στα σπίτια και περνούσε η ώρα τους µε µεζέδες και µε κρασί. Στράτος Λαµπρινός

12


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.