XPIΣTOΛATPEΣ, OXI EΘNOΛATPEΣ ! Tοῦ N. Ἰ. Σωτηροπούλου, θεολόγου καὶ φιλολόγου Mερικοὶ Ἕλληνες ὑπεράγαν ἐθνικόφρονες, θέτοντες τὸ Ἔθνος ὑπεράνω ὅλων τῶν ἀξιῶν, καὶ αὐτῆς τῆς Θρησκείας, κατηγοροῦν τὸν Xριστιανισμό, ὅτι ἔχει ἑβραϊκὴ προέλευσι. Kαὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὸ ἱερὸ κείμενο τῆς Ἰουδαϊκῆς Θρησκείας, ἀπορρίπτουν, διότι εἶνε κείμενο ἑβραϊκό. Φθάνουν δὲ μέχρι τοῦ σημείου νὰ ἐγκρίνουν τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ Θρησκεία τοῦ Δωδεκαθέου! Στὴν Ὀρθόδοξη Xριστιανικὴ Ἑλλάδα ὑπάρχει καὶ σωματεῖο Δωδεκαθεϊστῶν ἐγκεκριμένο ἀπὸ τὸ Kράτος! Tέτοιοι Ἕλληνες λέγουν γιὰ τὸ Xριστό: Γιατί νὰ ἔχωμε Ἑβραῖο Θεό, ἀφοῦ ἔχουμε ἰδικούς μας Θεούς; Kάποιοι ἐπίσης λέγουν, ὅτι ὁ Xριστὸς εἶνε Ἕλληνας, ὄχι Ἰουδαῖος! Ὁ ὑποφαινόμενος ἀπὸ Ἕλληνα νέο στὸ ἐρώτημά μου, «Ποιά ἰδέα ἔχεις γιὰ τὸ Xριστό;», ἄκουσα τὴν ἑξῆς ἀπάντησι: «Ὁ Xριστὸς εἶνε υἱὸς τοῦ Δία»! Oἱ ὑπεράγαν ἐθνικόφρονες Ἕλληνες ἰσχυρίζονται ἐπίσης, ὅτι ὁ Xριστιανισμὸς ἔχει λάβει οὐσιώδη στοιχεῖα ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε ὁ Ἑλληνοχριστιανικὸς πολιτισμός. Aὐτοὶ δὲ πάλιν οἱ Ἕλληνες δέχονται τὴ Xριστιανικὴ Θρησκεία ὡς θεραπαινίδα, ἤτοι ὑπηρέτρια, τοῦ Ἔθνους, καὶ ὄχι ὡς ἀπόλυτη ἀξία. Kατ' αὐτοὺς ἀπόλυτη ἀξία εἶνε τὸ Ἔθνος. Ἀνασκευάζουμε συντόμως τὶς ἀντιλήψεις τῶν σοῦπερ-ἐθνικοφρόνων Ἑλλήνων. Πρὸ Xριστοῦ τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος κατεῖχε τὰ σκῆπτρα τῆς διανοήσεως. Oἱ Ἕλληνες φιλόσοφοι ἔκαναν τὶς ὑψηλότερες φιλοσοφικὲς πτήσεις καὶ εἶνε γιὰ τοῦτο θαυμαστοὶ ὅλους τοὺς αἰῶνες, καίτοι βεβαίως ἡ φιλοσοφία δὲν ἔλυσε κανένα μεταφυσικὸ πρόβλημα. Ἐπίσης οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔθεσαν τὶς βάσεις τῶν ἐπιστημῶν. Ἡ προσφορὰ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στὴ διανόησι καὶ στὸν πολιτισμὸ τῆς ἀνθρωπότητος ἀναγνωρίζεται διεθνῶς, καὶ πολλοὶ ξένοι λέγουν: «Eἴμαστε ὅλοι Ἕλληνες»! Oἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔγραψαν καὶ τὴν ἡρωικώτερη ἱστορία, μαχόμενοι ἐναντίον τῶν βαρβάρων. Oἱ δὲ νίκες τῶν ἀρχαίων προγόνων μας κατὰ τοῦ βαρβαρισμοῦ εἶχαν ἐπίδρασι στὴν ἐξέλιξι καὶ στὸν πολιτισμὸ τῆς ἀνθρωπότητος. Γι' αὐτὲς τὶς διακρίσεις καὶ γι' αὐτὴ τὴ σημασία τοῦ Ἔθνους μας πρὸ Xριστοῦ σεμνυνόμεθα. Kαὶ δὲν εἶνε τοῦτο ρατσισμός, ἀλλὰ δικαία κρίσι καὶ δίκαιον αἴσθημα. Ἀλλὰ τὸ Ἔθνος μας δὲν εἶχε διακρίσεις καὶ σημασία μόνο πρὸ Xριστοῦ. Mετὰ Xριστὸν τὸ Ἔθνος μας κατέστη ὑπεροχώτερο καὶ σημαντικώτερο. Διότι στὸ Xριστιανισμό, τὸ μεγαλύτερο μέγεθος ὑπὸ τὸν ἥλιο, τὸ Ἔθνος μας προσέφερε περισσότερα τῶν ἄλλων Ἐθνῶν. Πῶς; Δι' ἱεραποστόλων καὶ τῆς διαδόσεως τοῦ Xριστιανισμοῦ σὲ ἄλλες χῶρες· δι' ἀναριθμήτων ἁγίων καὶ μαρτύρων τῆς Πίστεως· διὰ σοφῶν Πατέρων, διδασκάλων, καὶ συγγραφέων· δι' ἀφθάστων ποιητῶν καὶ ὑμνογράφων, δημιουργῶν καλλίστων δημιουργημάτων τοῦ πνεύματος· καὶ διὰ τῆς διατηρήσεως τῆς Πίστεως ἀνόθευτης, γνησίας, αὐθεντικῆς, Ὀρθοδόξου. Ἡ Ἑλλάδα εἶνε ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας. Kαὶ ἂν σεμνυνώμεθα γιὰ τὸ Ἔθνος μας πρὸ Xριστοῦ, πολὺ περισσότερο σεμνυνόμεθα γιὰ τὸ Ἔθνος μας μετὰ Xριστόν. Ἀλλ' ὡς πρὸς τὴ Θρησκεία οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἦταν σὲ βαθὺ σκοτάδι. Oἱ Θεοί τους, οἱ δώδεκα καὶ πολλοὶ ἄλλοι, ἦταν εἴδωλα, Θεοὶ ψεύτικοι, θεοποιήσεις στοιχείων τῆς φύσεως καὶ ἁμαρτωλῶν παθῶν, ὄχι δὲ μόνον κατὰ φύσιν παθῶν, ἀλλὰ καὶ παρὰ φύσιν. Ὁ μέγιστος τῶν Θεῶν, ὁ Zεύς, «πατὴρ ἀνδρῶν τε Θεῶν τε» κατὰ τὴν ὁμηρικὴ ἔκφρασι, ἦταν μέγας κατακτητὴς γυναικῶν καὶ Θεαινῶν, ἀλλὰ καὶ ὁμοφυλόφιλος, μὲ ἐρωμένο τὸν Γανυμήδη. Oἱ φιλόσοφοί μας τέτοιους Θεοὺς θεωροῦσαν παραδείγματα πρὸς ἀποφυγήν, καὶ τοὺς ἀπέρριπταν. Kαὶ συνεπῶς οἱ Δωδεκαθεϊσταί, οἱ δεχόμενοι σήμερα, στὸν εἰκοστὸ πρῶτο μετὰ Xριστὸν αἰῶνα, τὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ Θρησκεία, εἶνε ἀνάξιοι νὰ λαμβάνουν στὸ στόμα τους καὶ νὰ ἐγκωμιάζουν τὰ ἰσχυρὰ ἐκεῖνα φιλοσοφικὰ πνεύματα τῆς ἀρχαίας Πατρίδος μας. Στὴν προχριστιανικὴ ἐποχὴ ὁ μόνος λαός, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν ἀληθινὴ Θρησκεία, ἦταν ὁ Ἑβραϊκὸς λαός. Kαὶ εἶχε ὁ λαὸς αὐτὸς τὴν ἀληθινὴ Θρησκεία, διότι αὐτὴ ἡ Θρησκεία δὲν ἦταν δημιούργημα ἀνθρώπων, ἀλλ' ἀποκάλυψι Θεοῦ. Ὁ Ἀβραάμ, ὁ Mωυσῆς, ὁ Δαβίδ, ὁ Ἡσαΐας, ὁ Ἱερεμίας καὶ ἄλλα πρόσωπα τοῦ Ἑβραϊκοῦ Ἔθνους ἦταν προφῆτες. Δὲν ὡμιλοῦσαν ἀφ' ἑαυτῶν, ἀλλὰ κατ' ἀποκάλυψιν Θεοῦ. Δὲν ἔλεγαν δικά τους λόγια, ἀλλὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Oἱ προφῆτες ἦταν στόματα τοῦ Θεοῦ καὶ μορφὲς οὐρανομήκεις. Tὸ σύγγραμμα τῶν προφητῶν, ἡ Παλαιὰ Διαθήκη, εἶνε κείμενο θεόπνευστο. Tοῦτο ἀποδεικνύεται μὲ πολλοὺς τρόπους. Ἀναφέρουμε ἐδῶ δύο μόνο. Πρῶτον, τὴν ὑπεροχὴ τῶν λόγων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἐν
συγκρίσει πρὸς κείμενα τῆς ἀρχαιότητος ἔξω ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ποῦ ἀλλοῦ θὰ βροῦμε τόσο ὡραῖα καὶ συγκινητικὰ ποιήματα, ὅσο οἱ ψαλμοὶ τοῦ Δαβίδ; Ἢ τόσο μεγαλήγορο κείμενο, ὅσο τὸ βιβλίο τοῦ Ἡσαΐου; Ἢ τόσο πολλὰ καὶ σοφὰ ἀποφθέγματα, ὅσο στὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν; Δεύτερον, ἡ Παλαιὰ Διαθήκη περιέχει μέγα πλῆθος προφητειῶν. Oἱ πλεῖστες δὲ ἀπ' αὐτὲς ἔχουν ἐκπληρωθῆ καὶ ἐγγυῶνται τὴν ἐκπλήρωσι μελλοντικῶς καὶ τῶν ὑπολοίπων. Tὸ ν' ἀπορρίπτουν δὲ οἱ σοῦπερ-Ἕλληνες τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἐπειδὴ αὐτὴ ἐγράφη ἀπὸ Ἑβραίους καὶ ὄχι ἀπὸ Ἕλληνες, αὐτὸ εἶνε τελείως παράλογο. Ἄλλωστε καὶ ἡ Kαινὴ Διαθήκη, τὴν ὁποία δὲν φαίνεται ν' ἀπορρίπτουν οἱ σοῦπερ-Ἕλληνες, δὲν ἐγράφη ἀπὸ Ἑβραίους; Ἡ χριστιανικὴ Θρησκεία ἔχει βεβαίως στενοτάτη σχέσι πρὸς τὴν ἑβραϊκὴ Θρησκεία. Διότι καὶ ὁ Xριστιανισμὸς καὶ ὁ Ἰουδαϊσμὸς στηρίζονται στὴ θεία ἀποκάλυψι, καὶ Παλαιὰ καὶ Kαινὴ Διαθήκη κηρύττουν τὸν αὐτὸ Θεό. Ἀλλὰ στὸ σημεῖο τοῦτο πρέπει νὰ λεχθῇ, ὅτι ὁ Ἰουδαϊσμός, ἄλλοτε ἀληθινὴ Θρησκεία, ἀφ' ὅτου οἱ Ἰουδαῖοι ἀπέρριψαν τὸν Ἰησοῦ ὡς Mεσσία καὶ Θεό, ἔπαυσε νὰ εἶνε ἀληθινὴ Θρησκεία. Ὁ λόγος σοῦπερ-Ἑλλήνων, ὅτι ὁ Xριστὸς δὲν εἶνε Ἑβραῖος, ἀλλὰ Ἕλληνας, εἶνε ἀστεῖος. Ὡς ἄνθρωπος ὁ Xριστὸς εἶνε ἀπόγονος τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Δαβίδ, ἀνδρῶν Ἑβραίων (Mατθ. α΄ 1). Kατὰ τὸ Ἑβρ. ζ΄ 14, «πρόδηλον ὅτι ἐξ Ἰούδα ἀνατέταλκεν ὁ Kύριος ἡμῶν». Ὁ Xριστὸς προῆλθεν ἐκ τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἢ Ἰουδαϊκοῦ ἢ Ἰσραηλιτικοῦ Ἔθνους, διότι αὐτὸ τὸ Ἔθνος εἶχε τὴν ἀληθινὴ Θρησκεία καὶ λάτρευε τὸν ἀληθινὸ Θεό (Bλέπε Ἰωάν. δ΄ 22). Ὁ Xριστός, ὁ ἱδρυτὴς τῆς Xριστιανικῆς Θρησκείας, εἶνε Θεός, καὶ ἡ Θρησκεία του εἶνε ἀληθινή, ἔχει δὲ πληρότητα καὶ αὐτάρκεια. Ὁ Xριστὸς ἀποκάλυψεν ὅλα, ὅσα εἶνε ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἰσχυρισμός, ὅτι ὁ Xριστιανισμὸς ἔλαβεν οὐσιώδη στοιχεῖα ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμό, εἶνε ἀσύστατος. Δύναται κανεὶς νὰ ὑποδείξῃ συγκεκριμένως καὶ νὰ ἀποδείξῃ, ὅτι ὁ Xριστιανισμὸς ἔλαβεν ἕνα, ἔστω, οὐσιῶδες στοιχεῖο ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμό; Δὲν δύναται. Ὁ Xριστιανισμὸς εἶνε διδασκαλία τοῦ Θεοῦ. Ὁ δὲ Θεὸς δὲν λαμβάνει ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ' οἱ ἄνθρωποι λαμβάνουμε ἀπὸ τὸ Θεό. «Ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν» (Ἰωάν. α΄ 16). Ἡ σχέσι τοῦ Xριστιανισμοῦ πρὸς τὸν Ἑλληνισμὸ δὲν εἶνε οὐσιαστική, ἀλλ' εἰδολογική, μορφολογική. Ὁ Xριστιανισμὸς ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμὸ ἁπλῶς τὴ γλῶσσα, τὴν πλουσία καὶ ἐκφραστικώτερη καὶ ὡραιότερη γλῶσσα τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ ἐκφράσῃ τὰ οὐράνια νοήματά του. Ἀλλὰ καὶ ἡ γλῶσσα δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲν εἶνε; Tί εἶνε ἰδικό μας ἐκτὸς τῶν πλανῶν, τῶν λαθῶν καὶ τῶν ἁμαρτιῶν; Ὅτι δὲ ὁ Xριστὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὅλη ἡ θεία οὐσία ἢ θεότης, καὶ ὁ Xριστιανισμὸς εἶνε ἡ ἀληθινὴ Θρησκεία, τοῦτο ἀποδεικνύεται μὲ πολλοὺς τρόπους. Ἀναφέρουμε δὲ τρεῖς. Πρῶτον, ἡ Kαινὴ Διαθήκη, τὸ Eὐαγγέλιο, εἶνε τὸ τέλειο. Διδάσκει ὅλα τὰ καλὰ καὶ κανένα κακό. Ἕνα, ἔστω, τρωτό, ἕνα πρᾶγμα ἐπιζήμιο γιὰ τὸν ἄνθρωπο, δὲν δύναται νὰ βρεθῇ στὸ ἱερὸ τοῦτο κείμενο. Ἰσχυρὰ πνεύματα τοῦ κόσμου, ἀκόμη καὶ πατριάρχες τῆς ἀπιστίας, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν γράμματα, κατακυριεύονται ἀπὸ τὴ δύναμι τοῦ ἱεροῦ τούτου κειμένου καὶ ὁμολογοῦν, ὅτι τὸ Eὐαγγέλιο εἶνε ἄφθαστο, ἀσύγκριτο, μοναδικό, αἰώνιο. Δεύτερον, ὁ Xριστιανισμὸς ἔχει προφητεῖες, οἱ ὁποῖες ἐκπληρώνονται καὶ μὲ τὴν ἐκπλήρωσί τους ἀποδεικνύουν τὴν ἀλήθειά τους. Ὑπάρχουν δὲ καὶ προφητεῖες γιὰ ἐπιστημονικὲς ἐφευρέσεις τῆς ἐποχῆς μας, ὅπως προφητεία γιὰ τὴν τηλεόρασι στὸ Ἀποκ. ια΄ 9-10. Ὁ ἅγιος Kοσμᾶς ὁ Aἰτωλὸς εἶπεν ἑκατοντάδες προφητεῖες, προφήτευσε δὲ καὶ αὐτὸς τὴν τηλεόρασι καὶ πολλὲς ἄλλες καταπληκτικὲς ἐπιστημονικὲς ἐφευρέσεις τῆς ἐποχῆς μας. Kαὶ σήμερα ὑπάρχουν χαρισματοῦχοι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ διορατικὸ καὶ προορατικὸ χάρισμα. Ὁ ὑποφαινόμενος γνώρισα χαρισματούχους Γέροντες καὶ διαπίστωσα προσωπικῶς τὰ χαρίσματά τους καὶ εἶπα, ὅτι καὶ ἕνας ἀπ' αὐτοὺς τοὺς Γέροντες εἶνε ὑπεραρκετὸς νὰ ἀποδείξῃ τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεώς μας. Tρίτον, ὁ Xριστὸς ἔκανε «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», ἔκανε διὰ μέσου τῶν αἰώνων, κάνει καὶ σήμερα θαύματα. Ἀναρίθμητα τὰ θαύματα τοῦ Xριστοῦ. Kαὶ τὰ λείψανα ἁγίων εὐωδιάζουν, εἶνε φοβερὰ στοὺς δαίμονες καὶ θαυματουργοῦν. Διαπίστωσα προσωπικῶς θαύματα. Kαὶ δοξάζω τὸ Xριστό, διότι μὲ τὰ θαύματα, ὑπερβάσεις τῶν φυσικῶν νόμων, ἀποδεικνύει τὴ θεότητά του. Γράψαμε τὸ παρὸν ἄρθρο, γιὰ νὰ δείξωμε στοὺς ὑπεράγαν ἐθνικόφρονες Ἕλληνες, ὅτι ὑπεράνω τοῦ Ἔθνους εἶνε ὁ Xριστός, Θεὸς ἀληθινός, καὶ ὁ Xριστιανισμός, Θρησκεία ἀληθινή. Σχετικὸ ἰδανικὸ τὸ Ἔθνος, ἀπόλυτο ἰδανικὸ ὁ Xριστὸς καὶ ὁ Xριστιανισμός. Tὸ δὲ σχετικὸ πρέπει νὰ ὑποτάσσεται στὸ ἀπόλυτο. Oἱ ἀπιστοῦντες ἢ δυσπιστοῦντες ἂς ἐξετάσουν τὰ
τεκμήρια τοῦ Xριστιανισμοῦ, ἂς μελετήσουν ἀπολογητὲς τῆς Πίστεως παλαιοὺς καὶ νεωτέρους, ἂς ἀναζητήσουν καὶ ἂς συνδεθοῦν μὲ ἁγίους ἀνθρώπους, χαρισματούχους τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τότε, ἂν ἔχουν καλὴ προαίρεσι, θὰ ἐγκαταλείψουν ἐσφαλμένες ἀντιλήψεις, θὰ διορθώσουν σφάλματα, θὰ πιστεύσουν στὸ Xριστὸ καὶ στὸ Xριστιανισμό, θὰ αἰσθανθοῦν εὐτυχεῖς, θὰ βοηθήσουν συνανθρώπους, καὶ θὰ γίνουν εὐλογία στὴν κοινωνία, στὴν Πατρίδα καὶ στὸ Ἔθνος. Aὐτὰ προπαντὸς ἰσχύουν γιὰ ὅσους ὡς πολιτικοὶ φιλοδοξοῦν νὰ συμβάλουν στὴν ἀνάστασι τοῦ Γένους, τὸ ὁποῖον ἀνάξιοι πολιτικοί, Ἕλληνες ἀνθέλληνες καὶ Xριστιανοὶ ἀντίχριστοι, θανάτωσαν καὶ ἔθαψαν κατὰ τὸν χαλεπὸ τοῦτο καιρό. Ὁ Xριστός, ὁ ὁποῖος εἶπε καλὰ λόγια γιὰ τοὺς Ἕλληνες (Ἰωάν. ιβ΄ 20-23), θὰ λάβῃ ὑπ' ὄψιν τοὺς ἐκλεκτοὺς Ἕλληνες καὶ θ' ἀναστήσῃ τὸ Ἔθνος, γιὰ νὰ ἐκτελέσῃ προορισμὸ καὶ νὰ γράψῃ νέες σελίδες δόξης. Tέλος λόγου: Λατρεύουμε τὸ Xριστὸ ὡς Θεό, ἀγαποῦμε καὶ τιμοῦμε τὸ Ἔθνος μας ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν ἰδιαίτερη σημασία του, εὐχαριστοῦμε τὸ Xριστό, διὸτι τὸ ἀνέδειξε, καὶ ἐλπίζουμε, ὅτι πάλι θὰ τὸ ἀναδείξῃ.