H ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ Όλες οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που δεν ξέρατε και θέλετε να μάθετε. Τάξη Γ1 - 60ό Δημοτικό Σχολείο Πάτρας Υπεύθ. Εκπ/κός: Μυλωνάκη Δήμητρα Έλα μου εδώ... Θα σε κάνω αθάνατη! Μωρό μου, κούκλα μου, μανάρι μου, λατρεία μου... Άμα σε πιάσω θα σε παντρευτώ! Μανούλα μου, σώσε μεεεε!
Απόλλωνας και Δάφνη
H IΣΤΟΡΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ Το βιβλίο αυτό δημιουργήθηκε μέσα στα πλαίσια του ομώνυμου project που πραγματοποίησε η Γ1 τάξη κατά το σχολικό έτος 2003-04. Περιέχει κείμενα που έγραψαν και γύρισαν σε τηλεοπτική ταινία οι μαθητές της τάξης. Βασικοί σκοποί του project ήταν: Η σπουδή θεμάτων της Ιστορίας και της Μυθολογίας μέσα από τη δραματοποίηση, να ασκηθούν οι μαθητές στη συνεργασία και την ομαδική αυτοδέσμευση, η ανάπτυξη θετικής διάθεσης απέναντι στην εργασία, τη συνεργασία και την αλληλεγγύη, να βοηθούν να ξεπεράσουν τις αναστολές τους και να «πρωταγωνιστήσουν» μαθητές που σε άλλες περιπτώσεις δεν φαίνονται τόσο πολύ στην τάξη, η ανάπτυξη της προσωπικότητας, , η ελευθερία της έκφρασης και ο αλληλοσεβασμός των μαθητών μέσα στο πλαίσιο της σχολικής ομάδας, να μάθουν «πώς να μαθαίνουν», να αναλαμβάνουν ευθύνες και ρόλους για την επίτευξη των στόχων, να αναδειχθεί η δημιουργικότητα και η φαντασία των παιδιών, να αναπτύξουν το ψυχικό τους δυναμικό, να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους και να καλλιεργήσουν κλίσεις και δεξιότητες, η διαμόρφωση αισθητικής - καλλιτεχνικής αντίληψης, η παραγωγή καλλιτεχνικού προϊόντος, η παραγωγή έντυπου υλικού, ο εμπλουτισμός των μεθόδων διδασκαλίας με τις αρχές και τις τεχνικές του θεάτρου (δραματοποίηση κτλ.) και επομένως η βελτίωση του προγράμματος διδασκαλίας συνολικά, η εξοικείωση των μαθητών με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας, να ανανεωθεί η σχέση διδάσκοντος διδασκομένου μέσα από το βιωματικό τρόπο διδασκαλίας του Θεάτρου. 2
Τροφοσυλλέκτες Μια οικογένεια από τροφοσυλλέκτες πήγε μια μέρα έξω στο δάσος. - Κοιτάξτε μια ωραία μηλιά. - Φαίνεται πως έχει πολύ νόστιμα μήλα. - Έχεις δίκιο μαμά. - Λέω ν’ ανέβουμε να φάμε. - Εγώ λέω να ονομαστούμε τροφοσυλλέκτες. - Καλή σκέψη. - Εγώ ανυπομονώ να φάω τα φρούτα. Αφήστε την κουβέντα. - Ε, κοιτάξτε τι βρήκα εδώ κάτω! - Τι βρήκες; - Είναι μια μυτερή πέτρα που μοιάζει με αμύγδαλο. - Τι να την κάνουμε αυτή την πέτρα; - Θα τη λέμε αμυγδαλόσχημο. - Και τι να την κάνουμε; - Εγώ λέω να την χρησιμοποιούμε να σκάβουμε. - Μήπως μπορούμε να σκοτώνουμε τα ζώα; - Μπορούμε να σκοτώνουμε τα ζώα. - Μπορούμε να σκάβουμε και να βρίσκουμε νερό. - Ναι, μπορούμε κι αυτό. - Θα σκάβουμε και θα βρίσκουμε ρίζες. - Βεβαίως κι αυτό. - Είμαι χαρούμενος που βρήκαμε αυτή τη πέτρα. - Κι εγώ χαίρομαι πολύ. 3
Είμαι τροφοσυλλέκτης. Πρέπει να μαζέψω φρούτα να φάω!
4
- Τι τυχεροί που είμαστε! Είμαστε τροφοσυλλέκτες πονηροί και είμαστε πολύ καλοί και ζωηροί. Τρώμε ρίζες και καρπούς και φρούτα και βλαστούς Βρήκαμε σπουδαίο εργαλέιο για να κυνηγήσουμε ένα θηρίο. Ο αμυγδαλόσχημος είναι δυνατός δε μας ξεφεύγει ούτε ζώο ούτε βλαστός. Η ανακάλυψη της φωτιάς Μια μέρα που χιόνιζε πολύ δυο φίλοι περπάταγαν στα χιόνια. Ξαφνικά πέφτει ένας κεραυνός σε ένα παμπάλαιο δέντρο και άναψε μια φωτιά. -Ο!!!!!!, τι είναι αυτό; Για να πάω να το αγγίξω... Άουυυυ!!!, Ζεματίστηκα! -Ρε συ, μήπως με αυτό μπορούμε να ζεσταθούμε; -Ναι, μπορεί. -Ας την μεταφέρουμε. -Ναι, πάμε να διώξουμε και κανένα θηρίο από καμιά σπηλιά... -Αλλά πώς θα τη μεταφέρουμε; -Με ένα ξύλο. 5
-Ναι, σωστά. -Να μια σπηλιά. -Μια αρκούδα! Δώσε μου τη φωτιά να την τρομάξω. Φύγε και σ’ έφαγα! -Έφυγε; -Ναι, έφυγε. -Τι ωραία! Τώρα θα κατοικήσουμε εμείς στην σπηλιά της. -Ναι, τώρα γίναμε άνθρωποι των σπηλαίων! Σ’ ένα δέντρο μια αστραπή έπιασε φωτιά πολύ. Ανακαλύψαμε τη φωτιά και τη πήγαμε σε μια σπηλιά. Διώξαμε τα θηρία από κει και ζεσταθήκαμε πολύ. Γίναμε άνθρωποι της σπηλιάς και στη μέση έχουμε τη ζέστη της φωτιάς. Γύρω από τη φωτιά Μια οικογένεια που ανακάλυψε τη φωτιά και με αυτή διώξανε τα άγρια θηρία από τις σπηλιές κάτσανε γύρω γύρω από τη φωτιά και κουβεντιάζανε: - Σήμερα εγώ πήγα για κυνήγι και σκότωσα δύο 6
Έρχομαι να ζεσταθώ στη φωτιά!
Πρέπει να βάλουμε κι άλλα ξύλα στη φωτιά. Έλα, έλα!
Πώς σε λένε;
7
λαγούς και έναν ελέφαντα. Πώς δεν με πάτησε, είπε ο πατέρας. - Ευτυχώς που τη γλύτωσες, είπε η μητέρα. - Εγώ σήμελα χτύπησα το πόζι μου, είπε το παιδί. - Ευτυχώς που ανακαλύψαμε τη φωτιά γιατί ζεστάθηκε το κοκκαλάκι μας, είπε ο μπαμπάς. - Ναι, χωρίς τη φωτιά θα είχαμε πεθάνει από το κρύο όπως τα ζώα, είπε η μαμά. - Κάνει πολύ κύο, είπε το παιδί. - Τώρα όμως δεν κρυώνουμε. - Τώρα που βρήκαμε τη φωτιά ψήνουμε και το φαΐ μας και έχουμε και φως. - Ναι, είπε η μαμά. Τι τυχεροί που είμαστε! Τι ωραία που ΄ναι γύρω απ’ τη φωτιά κι έχουμε πολύ ζεστασιά. Τρώμε ψητό το φαγητό και γλυτώσαμε απ’ τον κακό καιρό. Κουβεντιάζουμε πολύ καλά εδώ γύρω απ’ τη φωτιά. Και τραγουδάμε με χαρά μαζί με τα παιδιά. O άνθρωπος βρίσκει πατρίδα Κάποτε το χιόνι σταμάτησε και άρχισε να βρέχει. Οι άνθρωποι βγήκαν έξω από τις σπηλιές 8
να δουν τη φύση. Όταν οι άνθρωποι βγήκαν έξω είδαν τα δέντρα που είχαν φυτρώσει. Λέει η μητέρα: - Να φτιάξουμε καλύβα! - Καλή ιδέα! - Να τη φτιάξουμε κάπου που να έχει ήλιο. - Γιατί δεν τη φτιάχνουμε εκεί που έχει νερό; - Να ένα μέρος για να φτιάξουμε την καλύβα μας. Ωραίο ε; - Μαμά, διψάω! - Πήγαινε να πιεις μόνη σου. Εμείς έχουμε δουλειά. - Οχ. τι είναι αυτά; Μαμάαααα, βρήκα κάτι σπόρους! - Ας τους φυτέψουμε. - Αλλά πού; - Εδώ κοντά. - Ας τους ποτίσουμε. - Κοίτα τι φύτρωσε! - Ουάου! Γίναμε γεωργοί! - Άστα ρε μπαμπά αυτά τώρα και πάμε να φάμε τίποτα. Πεινάω! - Συγνώμη, τι ζώο είναι αυτό; - Ας του δώσουμε λίγο φαγητό. - Μα γιατί δεν μας πειράζει; - Ας το ημερέψουμε. Θα το πούμε σκύλο. 9
10
Αυτή είναι η πατρίδα μου! Έχω και καλύβα και σκύλο και είμαι γεωργός!
Γ. Τσάτσαρης
- Τι ωραία! Επιτέλους τώρα έχουμε ΠΑΤΡΙΔΑ! ΖΗΤΩ! Γίναμε τώρα γεωργοί Κι εξημερώσαμε το σκυλί. Φτιάξαμε πολλά σπιτάκια Κι άλλα καλυβάκια. Κατοικούμε τώρα σ’ ένα χωριό Κι αγαπούμε τον τόπο μας τον καλό. Είναι η πατρίδα μας η αγαπημένη Και είμαστε ευτυχισμένοι. Ο άνθρωπος κάνει διάφορα επαγγέλματα Οι άνθρωποι έφτιαξαν καλύβες κοντά ο ένας στον άλλο και έτσι έγινε ένα χωριό. Και οι άνθρωποι βοηθούσαν ο ένας τον άλλο. Και τελικά κάνανε διάφορα επαγγέλματα. ΤΕΧΝΙΤΗΣ:Εγώ έφτιαξα σπίτια με πέτρες, έφτιαξα κανάτες, ποτήρια, πιάτα, μαχαιροπίρουνα. Είμαι τεχνίτης φοβερός. ΚΥΝΗΓΟΣ: Εγώ σκοτώνω πουλιά, αγριογουρούνα, κουνέλια, λαγούς, ελάφια, αλεπούδες, κόκορες , αγριοκάτσικα. Είμαι κι ο πρώτος κυνηγός. ΨΑΡΑΣ: Εγώ έπιασα λεθρίνια, τσιπούρες, 11
Σου δίνω ένα ψάρι, μου δίνεις ένα αγγείο;
Ναι.
Δημήτρης
12
καλαμαράκια, γαρίδες, μπακαλιάρους, λαυράκια, ξιφίες. Είμαι ψαράς καταπληκτικός. ΓΕΩΡΓΟΣ: Εγώ φυτεύω ντομάτες, αγγούρια, λεμόνια, πορτοκάλια, πατάτες, καρπούζια, πεπόνια, σιτάρια και καλαμπόκια. Είμαι γεωργός πολύ εργατικός. ΝΑΥΤΕΣ: Εμείς ταξιδεύουμε σε ξένους τόπους και κάνουμε μεγάλο εμπόριο. Είμαι ναύτες πολυταξιδεμένοι. -Ναι, μπορούμε να βρούμε και καμιά γυναίκα εκεί που ταξιδεύουμε. -Ναι, έχεις δίκιο φίλε μου. Είμαστε οι άνθρωποι, παιδιά μάθαμε επαγγέλματα πολλά. Γίναμε γεωργοί και τεχνίτες κυνηγοί, ψαράδες και σπουδαίοι χτίστες. Περνάει ωραία η ζωή ευτυχισμένη και καλή. Μαθαίνουμε πράγματα πολλά και ζούμε μια χαρά. Η ανακάλυψη του χαλκού Τα παλιά χρόνια στην Αίγυπτο, σε εργαστήρι κεραμικής οι άνθρωποι έφτιαχναν 13
Κοίτα, έλιωσε ο πηλός και έγινε ένα υγρό.
Οοο! Αυτό έγινε στερεό! Τι να είναι άραγε; Θα το πω χαλκό!!!
Πηνελόπη
14
διάφορα σκεύη. Όμως οι άνθρωποι τα έφτιαχναν με πυλό ή με πέτρα. Δυο καλοί φίλοι δούλευαν στο εργαστήρι όταν παράξενα πράγματα έγιναν. - Βάζουμε τον πυλό στη φωτιά; - Εντάξει, να τον βάλουμε. - Δε μου λες, τι είναι αυτό το υγρό που τρέχει από τον πυλό; - Κι εγώ που θες να ξέρω; - Ναι, αλλά τώρα έγινε στερεό! - Θα τον ονομάσουμε χαλκό. - Μπορούμε να φτιάξουμε όπλα με το χαλκό. - Καλά λες, φίλε μου. Και τι άλλο μπορούμε να κάνουμε μ’ αυτό; - Μπορούμε να το βάζουμε στο καλούπι και να φτιάχνουμε σπαθιά και άλλα που χρειαζόμαστε. - Τελικά γίναμε σπουδαίοι μάστορες! - Φτιάχνουμε κανένα σπαθί, φίλε μου; - Ναι, και κανένα τσεκούρι. - Δίκιο έχεις. Εμπρός ας πιάσουμε δουλειά. Βρήκαμε το χαλκό ποποποπό θα φτιάξουμε ένα τσεκούρι καταπληκτικό! Θα φτιάξουμε ασπίδες και σπαθιά και άλλα πολλά. Φτιάχνουμε σίδερα πολλά και φτιάξαμε όπλα φανταστικά. Κάναμε μάχες πολλές και νικήσαμε σ’αυτές. 15
Η επινόηση του τροχού Κάποτε οι άνθρωποι κουράζονταν πολύ για να μεταφέρουν τα πράγματά τους και ήθελαν να κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη: - Η ζωή μας είναι πολύ δύσκολη. - Ναι, πολύ δύσκολη. - Μου ήρθε μια ιδέα. - Τι; - Να φτιάξουμε ένα τροχό. - Καλή ιδέα. - Ας τον φτιάξουμε. - Εντάξει. - Λίγο ακόμα είναι. - Οχ, ρόδες φτιάξαμε! - Καλά λες! - Ωραία! Τελειώσαμε. - Τώρα δεν θα κουραζόμαστε. Τα πράγματα δεν θα τα κουβαλάμε με τα χέρια. Θα τα κουβαλάμε με τα κάρα. - Ζήτω! Θα περνάμε ζωή και κότα τώρα! Εμείς επινοήσαμε τον τροχό και ξεκουραστήκαμε στο λεπτό. Η ζωή μας έγινε εύκολη πολύ χάρη στην επινόηση αυτή. 16
Είναι ωραία επινόηση ο τροχός που έφτιαξα γιατί κυλάει και με βοηθάει να μεταφέρω τα πράγματά μου.
Ηλίας
17
Κουβαλάμε πράγματα πολλά χάρη στον τροχό παιδιά. Κουβαλάμε τα εργαλεία μας και άμα θέλει και τη θεία μας. Αβούτης και πολυβούτης Στα πολύ παλιά χρόνια το φτωχό τον έλεγαν αβούτη και τον πλούσιο πολυβούτη. Μια μέρα συναντήθηκαν στον δρόμο. - Εγώ ο πολυβούτης έχω τριάντα πέντε βόδια. - Και εγώ έχω ένα σφαγμένο βόδι και δεν έχω να θρέψω την οικογένειά μου. - Εγώ έχω τα πιο πολλά βόδια, λέει ο πολυβούτης. - Ναι, είσαι πολύ πλούσιος όμως δεν έχεις καρδιά μέσα σου. Πού θα πάει όμως, κάποτε οι πλούσιοι θα χάσουν τα βόδια τους και οι φτωχοί θα γίνουν πλούσιοι από αγάπη. - Μωρέ, τι μας λες! Κάνε όνειρα.. - Απαίσιε, πολυβούτη! Άνθρωποι και θεοί H φύση στους ανθρώπους δεν ήταν ειρηνική. Σήμερα έβρεχε, αύριο χιόνιζε, χθες είχε ήλιο. Οι άνθρωποι λέγανε: 18
19
Τα λουλούδια θα ανθίσω τους κάμπους θα πρασινίσω και τον κόσμο θα ευχαριστήσω.
Ευγενία
Αν σε ποτίσω θα καρπίσεις;
- Γιατί βρέχει και χιονίζει έτσι; - Ναι, μα ποιος τα κάνει όλα αυτά; - Πού να ξέρουμε εμείς; - Μήπως τα κάνουν οι θεοί; - Θα τα κάνει ο Ουρανός που με τη βροχή βρέχει και η Μεγάλη Μητέρα, η γη, που γεννάει όλα τα πλάσματα. - Αυτή βγάζει τα φυτά επειδή βρέχει ο ουρανός; - Ναι, δεν πάμε τώρα να πάμε στη Μεγάλη Μητέρα κανένα ειδώλιο; - Ναι, πάμε, πάμε.... Η Μητέρα Φύση είναι ζωηρή, όμορφη και πονηρή. Βγάζει ρίζες και βλαστούς, δέντρα και καρπούς. Η φύση είναι καλή, όμορφη και τρομερή. Μας δίνει καρπούς και νόστιμους βλαστούς. - Πάμε να κόψουμε κι ένα λουλουδάκι; - Πάμε... 20
Ο βασιλιάς Μίνωας, η βασίλισσά του και το παλάτι του Ο βασιλιάς Μίνωας ήταν ο πιο δυνατός και είχε το πιο ωραίο παλάτι. Αυτό ήταν το παλάτι της Κνωσού και εκεί ζούσε με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Μια μέρα η γυναίκα του η Πασιφάη του λέει: - Εμείς έχουμε το πιο ωραίο παλάτι. Έχω το λουτρό μου, την κάμαρά μου που βάφομαι, χτενίζομαι και κοιμάμαι. - Μόνο αυτά βρε γυναίκα; Έχουμε και το σχολείο μας που πηγαίνουν τα παιδιά μας να μάθουν γράμματα, τις πλατείες που πηγαίνουν και παίζουν. Έχουμε το θέατρο που πηγαίνουμε να δούμε έργα και τις τοιχογραφίες που είναι φανταστικά έργα τέχνης. Έχουμε τον πρίγκιπα με τα κρίνα και την Παριζιάνα. Δεν περνάμε τέλεια; - Ναι, έχουμε το πιο ωραίο παλάτι. - Εγώ είμαι ευχαριστημένος που έχω ωραίο παλάτι. - Και εγώ! Είμαι ο Μίνωας ο φοβερός, βασιλιάς της Κρήτης ξακουστός. Έχω το πιο πλούσιο παλάτι και όλο θέλω κάτι. 21
22 Χρύσα
Είμαι ο Μίνωας και κάθομαι στο θρόνο μου. Είμαι βασιλιάς, αρχιερέας, διοικητής, δικαστής και αρχηγός του στρατού.
Οι γυναίκες στην Κρήτη Μια μέρα δύο γυναίκες της Μινωικής Κρήτης συναντήθηκαν στο δρόμο: - Γεια σου, χρυσή μου! - Γεια σου! - Τι ωραίο κότσο που έχεις! - Κι εσύ φοράς πολύ ωραίο βραχιόλι! - Μου αρέσει πάρα πολύ το φόρεμά σου. - Κι εμένα το κολιέ σου. - Σήμερα θα πας στη γιορτή; - Ναι, θα πάω γιατί έχω τα ίδια δικαιώματα και ελευθερίες με τους άντρες. - Ναι, μέχρι και τα παιδιά μας παίρνουν τα ονόματά τους από εμάς. - Ναι, σωστά. - Θα πάρεις μέρος σήμερα στα αγωνίσματα; - Ναι, θα πάρω μέρος. - Σε ποιο; - Στο κυνήγι φυσικά! - Ωραία. Είμαστε γυναίκες καταπληκτικές όμορφες και πολύ κομψές. Έχουμε δικαιώματα πολλά και είμαστε μέσα στη χαρά. - Ματς μουτς, θα τα πούμε στη γιορτή χρυσή μου. - Γεια, ματς μουτς. 23
Εμείς οι γυναίκες έχουμε δικαιώματα και ελευθερίες. Πηγαίνουμε στις γιορτές, στο κυνήγι... Όπως οι άντρες.
Ελένη
24
Θρησκευτικές γιορτές στη Μινωική Κρήτη Οι Κρήτες λάτρευαν πολύ τη Μητέρα -Φύση. Οι θρησκευτικές γιορτές γίνονταν στις αίθουσες των ανακτόρων, στις σπηλιές και στις κορφές των βουνών. Μια μέρα μερικοί νέοι συζητούσαν: - Εγώ θέλω να σας πω ότι το ιερό μας ζώο είναι ο ταύρος. Και ότι τα ιερά μας σύμβολα είναι τα κέρατα του ταύρου και οι διπλοί πέλεκυς. - Ξέρετε ότι η μεγαλύτερη γιορτή είναι τα Ταυροκαθάψια; - Ναι, το ξέρω. Τότε εμείς κάνουμε ακροβατικά με τον ταύρο. - Κι εμείς που είμαστε γυμνασμένοι μπορούμε να πηδάμε πάνω στον ταύρο. - Μήπως ξέρεις ότι εμείς λατρεύουμε πολύ τη Μητέρα - Φύση; - Ε, και βέβαια την αγαπάμε και της πηγαίνουμε μικρά ειδώλια και διπλούς πέλεκυς. - Μη σου πω ότι την παρακαλάμε κι όλας να καρπίσει τη γη! - Όλος ο κόσμος έρχεται στα Ταυροκαθάψια, αυτό το ξέρεις; - Ναι, το ξέρω και το παραξέρω αφού τότε έρχεται ο κόσμος και μας βλέπει αλλά και μας χειροκροτά! - Μπρος πάμε να γυμναστούμε για να είμαστε έτοιμοι. 25
Αχ, μια χαρά τα πάω! Αααααχχ!! θα πέσωωω! Θέλω κι άλλη εξάσκηση.
Χα, χα, δεν είναι καλή! Αχ, τη χαζή, θα την πετάξω!
Ευγενία
26
Μινωική θαλασσοκρατία Οι Κρήτες είχαν πολλά καράβια. Οι Κρήτες έκαναν εμπόριο με άλλους λαούς. Πηγαινοέρχονταν με τα γοργοκίνητα καράβια τους στα μεγάλα λιμάνια: - Εμείς πουλάμε σιτάρι, κρασί, λάδι, αγγεία, εργαλεία και κοσμήματα. - Θέλω να κάνω ανταλλαγή με ένα λάδι και με κοσμήματα. - Δώσε μου κι εσύ δύο ελεφαντόδοντα! - Πριτς, που θα σου δώσω! - Κι εγώ δε θα σου δώσω ούτε λάδι ούτε σιτάρι. - Ε, δώσε μου τότε λίγο χαλκό. - Σιγά που θα σου δώσω! Δώσε μου πρώτα τα δυο ελεφαντόδοντα! - Καλά πάρτα αν και είσαι πολύ πλούσιος. - Εγώ είμαι Μινωίτης και έχω πολλά καράβια και αυτό το έχω ονομάσει Μινωική Θαλασσοκρατία. - Και δε χρειάζεσαι τείχη; - Όχι, είσαι χαζούλης; Αφού έχω πολλά καράβια. Πόσες φορές θα σου το πω; - Θα μου το πεις χίλιες φορές. - Καράβια, καράβια, καράβια... Εμείς είμαστε Κρήτες με καράβια πολλά και πηγαίνουμε σε μακρινά νησιά. Είμαστε πρώτοι στο εμπόριο και ξεπερνάμε κάθε εμπόδιο. Έχουμε Μινωική Θαλασσοκρατία και είμαστε πρώτοι στη ναυτιλία. Τα καράβια μας είναι τείχη που δεν αφήνουν εχθρός να μείνει.
27
28
Εμείς πουλάμε λάδι, σιτάρι και έχουμε τα περισσότερα καράβια. Γι’ αυτό δε χρειαζόμαστε τείχη.
Τάσος
Κρήτες, περίφημοι αγγειοπλάστες και μεταλλοτεχνίτες Οι Κρήτες ήταν περίφημοι αγγειοπλάστες και αξεπέραστοι μεταλλοτεχνίτες που πουλούσαν τα εμπορεύματά τους στις αγορές της Κρήτης: - Εδώ τα περίφημα αγγεία με λεπτό τείχωμα σαν το τσόφλι του αυγού. Τα αγγεία μου έχουν πάνω ζωγραφιές όπως λουλούδια, ζώα, το διπλό πέλεκυ που είναι το σύμβολό μας. Μες στα αγγεία μου θα αποθηκεύσετε το λάδι σας, το κρασί, τους καρπούς και άλλα πολλά τρόφιμα. Αγοράστε κόσμε τα καλύτερα αγγείαααα!!! - Εγώ, ο καλύτερος μεταλλοτεχνίτης του νησιού, σκαλίζω σε πολύτιμους λίθους τα κοσμήματά μου. Έχω κοσμήματα με χρυσάφι και ασήμι. Δαχτυλίδια και βραχιόλια, σκουλαρίκια κρεμαστά, κολιέ για τις ωραίες κυρίες, χτενάκια για τα μαλλιά σας! Πάρτε κοσμήματα ωραίες Μινωίτισσεεεεες! Μινωική γραφή Στην Κρήτη στην αρχή είχαν εφεύρει ένα είδος γραφής με σχέδια. Μετά όμως είχαν τη Γραμμική Γραφή. Μια μέρα στο σχολέιο του παλατιού της Κνωσού τα παιδιά έκαναν μάθημα: 29
- Κύριε να πω την προσευχή; - Και βέβαια, αφού κάθε πρωί την κάνουμε, μπουμπούνα! - Εντάξει κύριε, μη φωνάζετε. - Βγάλε τώρα τον πυλό σου να γράψεις. - Εντάξει κύριε, τον βγάζω. Τι να γράψω; - Γράψε: “Ο βασιλιάς μας είναι δυνατός”. - Η Γραμμική Γραφή, δάσκαλε, είναι πιο εύκολη από την άλλη με τα σχέδια. - Έχεις δίκιο, παιδί μου. - Φαντάσου να έπρεπε να γράψω το δίσκο της Φαιστού! Οχ, έκανα λάθος! Ωραία, το διόρθωσα! - Σταμάτα επιτέλους να μιλάς και γράφε! - Καλά, δάσκαλε, γράφω.... Εμείς οι Κρήτες γράφουμε διαφορετικά από τους άλλους Έλληνες, παιδιά. Έχουμε μια παράξενη γραφή που δεν την ξέρετε εσείς οι Πατρινοί. Τη λέμε Γραμμική Γραφή και είναι δύσκολη πολύ. Μας έχει ο δάσκαλος ξεκάνει, με τη γραφή θα μας τρελάνει.
Tα ξακουστά παλάτια καταστρέφονται Τρεις φορές τα παλάτια καταστράφηκαν. Κάθε φορά όμως τα έχτιζαν μεγαλύτερα και 30
λαμπρότερα. Όσπου ήρθε η τελική καταστροφή. Στάχτη σκέπασε τα πάντα. Μια μητέρα με το παιδί της τρέχουν να σωθούν: - Παιδί μου, τρέξε να σωθούμε! - Μαμά, μας κυνηγάει το κύμα! - Μη φοβάσαι, παιδί μου! - Τα παλάτια μας, μαμά, καταστρέφονται! Οχ! Οχ! - Θα πεθάνουμε! - Μαμά, πού είσαι; Σε έχασα! Δε σε βλέπω με τα δηλητηριώδη αέρια! - Δε σε βλέπω ούτε εγώ, παιδί μου! - Με πήρε το κύμα, μαμά! ΒΟΗΘΕΙΑΑΑΑ! - Αχ! παιδί μου, θα πνιγείς! - Μαμά, σώσε με! - Οχ! Τώρα έρχεται και η λάβα από τη Θήρα! - Αχ! θα καούμε! - Πεθαίνουμε τώραααα!!! Και έτσι εξαφανίστηκε κάθε ίχνος ζωής. Συνέντευξη με τον Σερ Άρθουρ Έβανς Ο Σερ Άρθουρ Έβανς έσκαβε 35 ολόκληρα χρόνια για να βρει το παλάτι του Μίνωα. Εμείς του πήραμε συνέντευξη. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σερ Άρθουρ Έβανς, από πού είσαι; ΕΒΑΝΣ: Από την Αγγλία. 31
Παναγία μου, τι είναι αυτό το πράγμα;
Θα μας σκοτώσει! Χάρης
Ηηηη! Τι είναι αυτό; Δε μας έφτανε ο σεισμός;
32
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πόσα χρόνια σκάβεις για να βρεις το παλάτι του Μίνωα; ΕΒΑΝΣ: Όου, σκάβω 35 ολόκληρα χρόνια για να το βρω. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι είχε μέσα το παλάτι όταν το ΄βγαλες έξω; ΕΒΑΝΣ: Όου... Είχε ένα σωρό πράγματα: αίθουσες μεγάλες, χρυσάφια, πολλά δωμάτια, πολλά εργαστήρια... Πού να στα λέω τώρα. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για πες μου κι άλλα, για πες μου. ΕΒΑΝΣ: Είχε αγγεία που έβαζαν τα τρόφιμά τους, τον διπλό πέλεκυ που ήταν το σύμβολό τους, τον ταύρο που ήταν το ιερό τους ζώο, πολλές κόκκινες κολόνες και τοιχογραφίες. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τι τοιχογραφίες είδες; ΕΒΑΝΣ: Είδα τον πρίγκιπα με τα κρίνα, τις ρυτοφόρες, τα δελφίνια στο λουτρό της βασίλισσας, το γαλάζιο πουλί, την Παριζιάνα, τις γαλάζιες κυρίες. Είδα ζώα, φυτά ... ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Βρήκες το θρόνο του Μίνωα; ΕΒΑΝΣ: Ναι, τον βρήκα. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς ήταν; ΕΒΑΝΣ: Ήταν μεγάλος, πέτρινος και γύρω γύρω είχε τοιχογραφίες. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Και καλά δεν κουράστηκες 33
Ουφ! Κουράστηκα! Κάνει ζέστη. Γιατί δεν ψάχνει και κανένας άλλος;
Κωνσταντίνα
34
που έσκαβες τόσα χρόνια; ΕΒΑΝΣ: Και βέβαια, κουράστηκα. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σας βοήθησε κανείς; ΕΒΑΝΣ: Ναι, δυο τρεις. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη. ΕΒΑΝΣ: Παρακαλώ. Άντε γεια τώρα γιατί πρέπει να συνεχίσω το σκάψιμο. ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Γεια σας, σερ Άρθρουρ Έβανς. Oι Αχαιοί έρχονται Κάποτε ένας καινούριος λαός, οι Αχαιοί, κατέβηκαν από το βορρά. Δυο στρατιώτες συζητούν: - Βρε συ, πού πάμε; - Περίμενε και θα δεις. - Μα δέκα ώρες μου το λες αυτό και δεν είδα τίποτα. - Καλά, θα σου πω. - Ε, άντε, πές το. - Πάμε στην Πελοπόννησο. Θα κατακτήσουμε τις Μυκήνες. - Θ’ αργήσουμε; - Όχι, εκεί κάτω είναι. - Επίθεσηηηηηη! 35
36
Κατεβήκαμε από τον βορρά!
Και πώς Εμείς θα θα τα φτιάξουμε κουβαλήσουμε; κυκλώπεια τείχη! Εγώ δεν είμαι.
Κωνσταντίνα
Τι να σου κάνω!
Είμαστε πάρα πολύ γυμνασμένοι!
- Για περίμενε πρώτα λίγο. Θα βρούμε καμία κοπέλα εκεί; - Ναι, σ’ αυτή την πόλη που θα πάμε θα βρούμε σίγουρα. - Ωραία, ωραία! - Ε, τότε, επίθεσηηη! - Ρε, συ, περίμενε. Τι άλλο θα κάνουμε εκεί; - Θα κάνουμε πόλεμο και θα διώξουμε τους παλιούς κατοίκους. - Και γιατί, ρε, να κατακτήσουμε τις Μυκήνες; - Γιατί θα αποκτήσουμε μεγάλες πεδιάδες, πολλά ανάκτορα και πολλά στρατόπεδα. Θα χτίσουμε κυκλώπεια τείχη με μεγάλες πύλες που δε θα μπορεί κανένας να τις διαλύσει. Θα φτιάξουμε και θολωτούς τάφους και θα βάζουμε μέσα όσους πεθαίνουν. - Ναι; Γιούπι! Και πότε θα επιτεθούμε; - Τώρα αμέσως! - Και πού είναι; - Στο απέναντι βουνό. - Πάμε λοιπόν! - Επίθεσηηηηηηηη!!! Πόλεμος βαρύς θα γίνει και οι Αχαιοί θα νικήσουν ότι κι αν γίνει πολλά στρατόπεδα, χαμός και θα γίνει πανικός. 37
Τους παλιούς λαούς θα κατακτήσουμε και νέες πόλεις θα χτίσουμε θα κάνουμε πολλά λεφτά και θα περνάμε μια χαρά. Πόλεις πάνω σε λόφους Τα σπίτια των Αχαιών ήταν χτισμένα πάνω σε λόφους. Γύρω γύρω είχαν χτίσει κυκλώπεια τείχη. Μέσα σ’ αυτά τα τείχη ήταν η ακρόπολη. Μια μέρα συναντήθηκαν δύο άντρες. Ο ένας ήταν από το παλάτι και ο άλλος ήρθε να τον επισκεφθεί, και λέει ο ένας στον άλλον: - Καλημέρα. - Καλημέρα. - Ο! τι ωραία πόλη που είναι αυτή η πόλη! - Σου αρέσει; - Ναι, πολύ. Πώς είναι το παλάτι μέσα; - Το παλάτι είναι μεγάλο, στη μέση έχει μια εστία και εκεί είναι το μέγαρο. - Και τι άλλα έχει μέσα; - Τα δωμάτια της βασιλικής οικογένειας είναι στον πρώτο όροφο. Στο ισόγειο έχει σκάλες, διαδρόμους και κουζίνες. - Και αυτές οι μεγάλες πέτρες τι είναι; - Αυτά είναι τα Κυκλώπεια τείχη και τα έχουμε φτιάξει για να μας προστατεύουν. 38
39
Ευτυχώς που χτίσαμε τα σπίτια μας πάνω στους λόφους για να βλέπουμε αν έρχονται οι κακοί.
Οοο... τι ωραίο ανάκτορο!
Ευτυχώς που έχουμε τεράστια τείχη για να προφυλαγόμαστε από τους εχθρούς!
-Ορέ, μπράβο! Είστε απίθανοι! Συγχαρητήρια! - Η πόλη μας είναι καταπληκτική και μεγάλη και δυνατή. Έχει τείχη φοβερά και ανάκτορα λαμπρά. Kαι οι Αχαιοί σπουδαίοι τεχνίτες Οι Αχαιοί ήταν σπουδαίοι τεχνίτες. Μια μέρα συναντήθηκαν ένας ζωγράφος και ένας τεχνίτης. - Καλημέρα, λέει ο ζωγράφος, τι κάνεις; - Μια χαρά. Τι έφτιαξες σήμερα; λέει ο τεχνίτης. - Οοοο, έκανα ένα σωρό πράγματα! Ζωγράφισα πολεμικές σκηνές, σκηνές από κυνήγια, ανθρώπους που πολεμάνε... - Μόνο αυτά έκανες; Εγώ έκανα περισσότερα από εσένα, ρε φίλε! - Ααα, για να δούμε, τι έκανες; - Έφτιαξα όπλα, ξίφη από χαλκό, περιδέραια, κοσμήματα από κρύσταλλο, πανοπλίες, κύπελα, στραγίδες, χρυσές προσωπίδες, αγάλματα θεών και ανθρώπων... Τέλος πάντων περισσότερα από σένα! λέει ο τεχνίτης. - Σου βγάζω το καπέλο. Είμαστε και οι δύο καλοί τεχνίτες τελικά. 40
Η ζωή στις Μυκήνες Oι Αχαιοί είχαν βασιλιά. Ο βασιλιάς των Μυκηνών ήταν ο πιο δυνατός. Κάθε πόλη είχε το βασιλιά της. Αυτό λέγεται “πόλεις-κράτη”. Ο βασιλιάς όταν ήθελε να πει την απόφασή του έκανε συνέλευση στην αγορά. - Μαζέψτε το λαό για συνέλευση. - Αμέσως, βασιλιά μας! - Αύριο θα κάνουμε πόλεμο! - Όχι!!! - Οχιά κι αστρίτης! Σκοτώστε τον! - Αμέσως, βασιλιά μας! - ΧΡΑΨ! Στην κοιλιά. - Αντιπαραμεθαύριο θα πληρώσετε πολλούς φόρους! - Όπου πάει θα μας ξεφραγκιάσει. - Τι είπες; - Ότι είναι .... καλό να πληρώνεις φόρους. - Αλήθεια; Πλήρωσέ τους όλους τους φόρους εσύ! - Οι άλλοι τι θα πληρώσουν; - Τίποτα! - Τίποτα....Αχ! Αχ! Αχ!!!! - Γες! Γες! Γες! - Μη φωνάζετε γιατί θα πληρώσετε κι εσείς! - Όχι!!! - Η συνέλευση τελείωσε! Φύγετε! 41
42
Ναι!
Ναι!
Θέλουμε πόλεμο!
Ουάου! Θα πολεμήσουμε!
Μπράβο, βασιλιά!
Πηνελόπη
Μαζευτήκαμε στη συνέλευση για να σας πω ότι αύριο στις 5 η ώρα το πρωί θα κυρήξουμε πόλεμο στην Πύλο. Ευχαριστώ που ήρθατε. Με τη νίκη!
Ουφ! Τέλειωσε! - Αύριο θα κάνουμε κι άλλη συνέλευση! - Όχι! - Φύγετε! - Μα ήρθε η ώρα για το πάρτι. - Θα τραγουδήσει ο αοιδός; - Ναι. Να, να ο αοιδός! - Ε, τότε ας γλεντήσουμε! Είμαστε γλεντζέδες Αχαιοί και μας αρέσει το κρασί. Ακούμε μουσική πολύ από τον αοιδό τον τραγουδιστή. Όταν τελείωσε το πάρτι πήγαν όλοι για ύπνο. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Θρησκευτικές συνήθειες των Αχαιών Οι Αχαιοί εκτός απ’ την Μητέρα γη λάτρευαν κι άλλους θεούς. Όταν πέθαινε κάποιος νόμιζαν ότι ζούσε κάτω απ’ τη γη. Μια μέρα τα παιδιά κάποιου που πέθανε συζητούσαν: - Ρε συ, ο πατέρας μας πέθανε. Του βάλαμε χρυσή προσωπίδα; - Ναι, του βάλαμε μία τις προάλλες. 43
44
Εγώ είμαι νεκρός!
Ωραία λουλούδια!
Γ. Τσάτσαρης
- Λες να είναι ευχαριστημένος με τα πράγματα που του βάλαμε μαζί του; - Δηλαδή με τα κτερίσματα; Και βέβαια. - Α, τώρα που το θυμήθηκα, του βάλαμε και μία κατσαρόλα για να μαγειρεύει; - Τι λες! Γέρος άνθρωπος θα μαγειρεύει; - Είπες σε κείνον που φτιάχνει τους θολωτούς τάφους να τον βάλει στον καλύτερο; - Ναι, του το είπα. - Τώρα ξέρεις τι ωραία που περνάει! - Τέλεια! Με τα ρούχα του και τα όπλα του. Θα πολεμάει κι όλας; - Σίγουρα θα πολεμάει. - Πάμε τώρα να προσευχηθούμε στη Μεγάλη Μητέρα και στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. - Πάμε. - Γεια σου, πατερούλη. Θα τα ξαναπούμε. Θα έρθουμε πάλι αύριο να σου αφήσουμε τριαντάφυλλα. - Γεια, μπαμπά, γεια, γεια. Η καταστροφή του Μυκηναϊκού Πολιτισμού Είναι δύο Αχαιοί και λέει ο ένας στον άλλον: - Τι κουβαλάς στην πλάτη σου; - Εγώ κουβαλάω τα όπλα μου και το νοικοκυριό μου γιατί καταστρέφεται ο πολιτισμός μας. Γι αυτό 45
46
Γι’ αυτό φεύγουμε.
Τα σπίτια μας έπιασαν ΦΩΤΙΑ!!!
Ηλίας
φεύγω. Εσύ; - Εγώ κλαίω τη μοίρα μου. - Γιατί; - Γιατί είμαι φτωχός και έφυγα και από τις Μυκήνες. - Και γιατί έφυγες από την πόλη σου; - Δεν τα ΄μαθες; Της έβαλαν φωτιά εχθροί που ήρθαν από το βορρά. Έγιναν όλα στάχτη. Κλαψ! Είμαστε δυστυχισμένοι και κακοντυμένοι, γιατί χάσαμε την πόλη μας και τη χαρά μας όλη μας. Είμαστε δυστυχισμένοι και πολύ χαμένοι, χάσαμε τα σπιτάκια μας και τα χρυσοκαλυβάκια μας. - Άντε τώρα, πάμε να βρούμε την τύχη μας αλλού. Γεια. - Γεια.
ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΗΡΩΕΣ Δίας και Ήρα Ο Δίας και η Ήρα ζούσαν στον Όλυμπο, το 47
πιο ψηλό βουνό της Ελλάδας. Όταν γνωρίστηκαν είπε ο Δίας: ΔΙΑΣ: Ομορφούλα μου θέλεις να παντρευτούμε; ΗΡΑ: Ναι! ΔΙΑΣ: Πότε θα παντρευτούμε; ΗΡΑ: Δεν ξέρω αλλά σίγουρα θα παντρευτούμε. ΔΙΑΣ: Εσύ τι είσαι; ΗΡΑ: Είμαι η θεά του γάμου και της οικογένειας. Εσύ τι είσαι; ΔΙΑΣ: Εγώ είμαι πατέρας των θεών. Δίνω ευτυχία στους ανθρώπους όταν ακούνε τους νόμους μου και τους τιμωρώ σκληρά όταν δεν τους ακούνε. ΗΡΑ: Καλά, πάμε να παντρευτούμε τώρα; ΔΙΑΣ: Εντάξει, πάμε. Ο Δίας και η Ήρα παντρεύτηκαν και κάθισαν στους θρόνους τους. Μια μέρα: ΗΡΑ: Πού ήσουνα το βράδυ, Δία; ΔΙΑΣ: Είχα δουλειές. ΗΡΑ: Μήπως ήσουν με καμία άλλη; ΔΙΑΣ: Μη λες κουταμάρες! ΗΡΑ: Μήπως με απατάς με καμία άλλη πιο όμορφη; ΔΙΑΣ: Αφού εσύ είσαι η πιο όμορφη, κούκλα μου. ΗΡΑ: Θα το δούμε. Την άλλη μέρα το βράδυ ο Δίας γυρίζει πολύ αργά στο παλάτι: ΔΙΑΣ: Θα κάνω ησυχία για να μην ξυπνήσω τη 48
49
Εγώ είμαι ο Δίας. Έχω χρυσό στεφάνι και είμαι πατέρας των θεών.
Εγώ είμαι η Ήρα, μητέρα των θεών και θεά του γάμου και της οικογένειας.
γυναίκα μου. ΗΡΑ: ΓΙΑΤΙ ΗΡΘΕΣ ΤΟΣΟ ΑΡΓΑ;;;; ΔΙΑΣ: Συμφορά! Με βρήκε! ΗΡΑ: Νόμιζες πως κοιμόμουνα, ε; Τώρα θα δεις. ΔΙΑΣ: Βοήθειααααα! ΗΡΑ: Πάρε μία τηγανιά για να βάλεις μυαλό και να μη με απατάς άλλη φορά! ΔΙΑΣ: Αααα! Μη γυναικούλα μου, δε θα το ξανακάνω! ΗΡΑ: Είμαι η θεά του γάμου και αγαπάω τα παιδιά μου. Ο Δίας όμως με απατά γιατί είναι άντρας με λεφτά. ΔΙΑΣ: Είμαι ο Δίας, ρε παιδιά και μένω στον Όλυμπο ψηλά. Και έχω αμέτρητα παιδιά γιατί είμαι γυναικάς από τα χρόνια τα παλιά. ΜΑΖΙ: Είμαστε δυο θεοί παντρεμένοι και πάντα θυμωμένοι. 50
Αθηνά και Ποσειδώνας Η Αθηνά ήταν θεά των τεχνών και των επιστημών. Η Αθηνά ήταν κόρη του Δία. Οι Αχαιοί πίστευαν ότι βγήκε απ’ το κεφάλι του πατέρα της και γι’ αυτό ήταν σοφή και δίκαιη. Ο Ποσειδώνας ήταν αδερφός του Δία και θεός της θάλασσας. Ζούσε στο θαλάσσιο παλάτι του μαζί με τη γυναίκα του, την Αμφιτρίτη. Κάποτε η Αθηνά και ο Ποσειδώνας φιλονίκησαν για μία πόλη. Πήγαν εκεί και είπαν στο βασιλιά της, τον Κέκροπα: ΑΘΗΝΑ: Αυτήν την πόλη να την ονομάσεις, Κέκροπά μου, Αθήνα. ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όχι, αυτήν την πόλη να την ονομάσεις Ποσειδωνία. Α΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Την πόλη θα την ονομάσουμε Αθήνα! Β΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Όχι, μωρέ, θα πρέπει την πόλη να την ονομάσουμε Ποσειδωνία. Α΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Μπα, τι μας λες! Αθήνα θα την πούμε! Β΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Πριτς! Ποσειδωνία θα την πούμε! Α΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Αθήνα! Β΄ ΧΩΡΙΑΝΟΣ: Ποσειδωνία! ΚΕΚΡΟΠΑΣ: Σταματήστε! Όποιος χαρίσει το πιο πολύτιμο δώρο στους κατοίκους, έτσι θα την 51
52
Είμαι η θεά Αθηνά και προστατεύω τις πόλεις από τους εχθρούς.
Μάνος
Είμαι ο Ποσειδώνας, ο θεός της θάλασσας.
ονομάσουμε. ΑΘΗΝΑ: Την πόλη να την πείτε Αθήνα γιατί θα σας χαρίσω την ελιά που είναι το πιο πολύτιμο δώρο. Θα τρώτε τις ελιές της, θα έχετε λάδι που θα σας φωτίζει και το κλωνάρι της θα συμβολίζει την ειρήνη. ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Όχι, την πόλη να την ονομάσετε Ποσειδωνία γιατί θα σας χαρίσω το άλογο που θα σας οδηγεί στη νίκη. Τότε όλοι φωνάξανε: ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ!!! ΑΘΗΝΑ: Σας ευχαριστώ πάρα πολύ! ΚΕΚΡΟΠΑΣ: Από αυτήν την ημέρα αυτή η πόλη ονομάζεται ΑΘΗΝΑ! ΑΘΗΝΑ: Είμαι εγώ η Αθηνά έχω μια καλή καρδιά, έδωσα στους Αθηναίους την ελιά και τους έδωσα χαρά. ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Ο Ποσειδώνας είμαι εγώ με το άλογο το λευκό. Με νίκησε η Αθηνά με την πράσινη ελιά. 53
Αφροδίτη και Ήφαιστος Η Αφροδίτη ήταν η θεά της ομορφιάς και του έρωτα. Είχε παντρευτεί τον Ήφαιστο αλλά ήταν λίγο ζωηρούλα. ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Κάποτε με αγαπούσες όμως τώρα δε μ’ αγαπάς. ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Ναι, τώρα δε σ’ αγαπάω γιατί εγώ είμαι μία κουκλάρα κι εσύ ένας κουτσός. Μπορεί να ξέρεις να φτιάχνες σπίτια και να είσαι σπουδαίος σιδηρουργός αλλά εμένα δε μ’ ενδιαφέρει. ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Όμως, αγαπημένη μου Αφροδίτη, μη με βλέπεις έτσι. Είμαι κι εγώ ένας θεός. Είμαι κι εγώ αθάνατος. Όλοι οι άλλοι θεοί έρχονται σε εμένα να φτιάξουν τα όπλα τους. Είμαι λίγο κουτσός αλλά είμαι πολύ σπουδαίος. ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Δε με νοιάζει. Εγώ τώρα αγαπάω τον κούκλο τον Άρη και θα χωρίσω εσένα και θα παντρευτώ τον Άρη. ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Μα, αγαπούλα μου, ο Άρης είναι ο θεός του πολέμου και όλοι τον μισούνε. Εσύ τι τον θέλεις; ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Εγώ τον θέλω γιατί είναι όμορφος και είναι δυνατός και τον θαυμάζω. Γι’ αυτό, άντε γεια, μωρό μου. ΗΦΑΙΣΤΟΣ: Μη! Μη φεύγεις, μη! 54
Είμαι η Αφροδίτη, η πιο όμορφη στον κόσμο.
Είμαι ο Ήφαιστος, ο πιο άσχημος από τους θεούς.
55
ΑΦΡΟΔΙΤΗ: Πάρε το απόφαση, φεύγω. Η Αφροδίτη είμαι εγώ Που όλους τους αγαπώ. Τον Ήφαιστο είχα παντρευτεί Και τον χώρισα σε μια στιγμή! Να ο Άρης! Σου ΄ρχομαι, αγαπημένε μου Δήμητρα και Περσεφόνη Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Δήμητρα, θεά της γεωργίας και η κόρης της, η Περσεφόνη. Η Περσεφόνη, μια μέρα, καθώς μάζευε λουλούδια είδε ένα νάρκισσο. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Αχ, τι ωραίος νάρκισσος! Θα κόψω κι αυτόν. Μαγεμένη η Περσεφόνη πήγε να τον πιάσει. Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η γη και βγήκε οΠλούτωνας. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Αμάν! Τι ωράια κοπέλα! Θα την παντρευτώ και θα την πάρω μαζί μου στο σκοτεινό παλάτι μου, στον Άδη. Έλα εδώ, κούκλα μου! ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Βοήθεια! Βοήθεια! Με απαγάγουνε! Η Περσεφόνη φώναξε βοήθεια και η 56
57
Είμαι η Περσεφόνη και όταν έρχομαι στον Πάνω Κόσμο έχουμε άνοιξη.
Είμαι η Δήμητρα,θεά της γεωργίας και όταν πάει η κόρη μου στον Κάτω Κόσμο γίνεται χειμώνας και κλαίω.
μητέρα της άκουσε τη φωνή της κι έτρεξε να τη βρει. ΔΗΜΗΤΡΑ: Περσεφόνη μου, πού είσαι; Πού είσαι κόρη μου; Περσεφόνηηηηηη! Τότε της είπε ο ήλιος: ΗΛΙΟΣ: Κρίμα, Δήμητρα, την κόρη σου την άρπαξε ο Πλούτωνας και την πηγε στον κάτω κόσμο. ΔΗΜΗΤΡΑ: Ααααα, πάει το κοριτσάκι μου! Πάει η κορούλα μου! Αααααχ, τι στενοχώρια είναι αυτή! Κλαψ! Κλαψ! Η Δήμητρα έκλαιγε κι έκλαιγε και η γη σταμάτησε να καρπίζει. Οι άνθρωποι ζητούσαν βοήθεια από το Δία. Και ο Δίας αποφάσισε. ΔΙΑΣ: Τον περισσότερο χρόνο θα ζει η Περσεφόνη με τη μητέρα της και το λιγότερο χρόνο στον Άδη με τον άντρα της, τον Πλούτωνα. ΔΗΜΗΤΡΑ: Ζήτω! Ζήτω! Η κόρη μου θα ζει μαζί μου! ΔΙΑΣ: Όχι όλο το χρόνο είπαμε. Τον περισσότερο χρόνο. Τώρα αγκάλιασε την κόρη σου. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Μαμά, κρίμα που δεν θα ΄μαι συνέχεια μαζί σου! ΔΗΜΗΤΡΑ: Τότε, όταν είσαι μαζί μου θα είναι άνοιξη, καλοκαίρι και φθινόπωρο γιατί θα είμαι χαρούμενη. Και όταν είσαι με τον άντρα σου θα είναι χειμώνας γιατί θα είμαι στενοχωρημένη και 58
θα ξεχνάω να φροντίσω τη φύση. ΜΑΖΙ:Είμαστε πολύ αγαπημένες, όμορφες, χαριτωμένες! Είμαστε κουκλάρες, ωραίες γυναικάρες! Ο Πλούτωνας μας χώρισε και μας στενοχώρησε. Και τώρα είμαστε μαζί κι ο Πλούτωνας μόνος του θα ζει. Άρτεμη και Απόλλωνας Η θεά Άρτεμη γοητευμένη από το κυνήγι τεντώνει το λαμπερό χρυσό δοξάρι της και ρίχνει τα θανάσιμα βέλη της. ΑΡΤΕΜΗ: Είμαι η Άρτεμη, θεά του κυνηγιού, κόρη της Λητώς και του Δία και σκότωσα ένα άγριο θηρίο και τριγυρνώ στο δάσος. Ποιος είναι εκεί στους θάμνους; ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εγώ είμαι, ο αδερφός σου ο Απόλλωνας. ΑΡΤΕΜΗ: Τι θες εδώ; ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Ήρθα να παίξω τη λύρα μου στη καταπράσινη και πανέμορφη φύση. ΑΡΤΕΜΗ: Καλή η ιδέα σου να παίξεις λύρα στη 59
φύση. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Τι είχες πάει να κάνεις εσύ; ΑΡΤΕΜΗ: Είχα πάει να σκοτώσω ένα άγριο θηρίο. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Και το σκότωσες; ΑΡΤΕΜΗ: Ναι, παίξε τώρα τη λύρα να χορέψω. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Η μουσική εκπληκτική και μαγική είναι καλή φοβερή και τρομερήηηηηη! Απόλλωνας και Δάφνη Ο Απόλλωνας ήταν θεός της μουσικής, της μαντικής τέχνης και του ήλιου. Κάποτε ήθελε να χτίσει ένα παλάτι στους Δελφούς. Όταν περνούσε από τα Τέμπη της Θεσσαλίας είδε μια όμορφη κοπέλα, τη Δάφνη και την ερωτεύτηκε. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Κούκλα, θέλεις να γίνεις γυναίκα μου; ΔΑΦΝΗ: Όχι, δε θέλω. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Θα σε κάνω αθάνατη. Θα σε κάνω τη καλύτερη θεά του Ολύμπου. Ό,τι θέλεις θα στο κάνω. Παντρέψου με, κούκλα μου. ΔΑΦΝΗ: Δε σε θέλω. Θέλω να ζω εδώ μόνη μου στο δάσος. Να πλένομαι στο ποτάμι και να ζω μαζί με τη μάνα μου τη Γη και τον πατέρα μου 60
Θες να με παντρευτείς; Όχι, δε σε θέλω! Σε μισώ! Θέλω Είμαι ο Απόλλωνας. να φύγεις! Σε αγαπάω. Είμαι τρελά ερωτευμένος. Τώρα! Θα σε πάρω μαζί μου στον Όλυμπο! Βοήθεια, μαμά! ΒΟΗΘΕΙΑ!
61
τον ποταμό Πηνειό. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Θα σε πάρω στον Όλυμπο και θα πεις κι ένα τραγούδι. ΔΑΦΝΗ: Αμάν! Αφού σου είπα πως δε σε θέλω. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Έλα εδώ, τώρα!!! ΔΑΦΝΗ: Βοήθεια! Βοήθεια! Μαμά! Μαμάαααα!!! ΓΗ: Έλα στην αγκαλιά μου, κόρη μου! Και θ’ αφήσω στον Απόλλωνα μια δάφνη. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Αγαπημένη μου Δάφνη μου, πού είσαι; Γιατί έγινες δάφνη; Τι θα κάνω τώρα;;; Το βρήκα! Από αυτή τη στιγμή εσύ θα είσαι το αγαπημένο φυτό γιατί μου θυμίζεις την αγαπημένη μου Δάφνη. Ο Απόλλωνας είμαι εγώ που τη μουσική μου αγαπώ. Ήμουνα ερωτευμένος κι έμεινα μπουκάλα ο καημένος! Η Δάφνη με παράτησε γιατί δε με αγάπησε. Κι όταν την έχασα εγώ έκλαιγα ποπό! Ποπό! 62
Ερμής, ο αγγελιαφόρος των θεών Ο Ερμής είναι γιος του Δία και της Μαίας. Είναι αγγελιαφόρος των θεών. Του αρέσει να κλέβε και, να προστατεύει το εμπόριο και δίνει τις ψυχές των νεκρών ανθρώπων στον Πλούτωνα. ΕΡΜΗΣ: Είμαι ο Ερμής και μου αρέσει να κλέβει και να προστατεύω το εμπόριο. Είμαι αγγελαφόρος των θεών και ψυχοπομπός γιατί οδηγώ τις ψυχές των νεκρών ανθρώπων στο παλάτι του Πλούτωνα, στον Άδη. ΔΙΑΣ: Εεεε, Ερμή, έλα εδώ! Θέλω να στείλεις ένα μήνυμα. ΕΡΜΗΣ: Πες μου, πού να το στείλω για να το πάω αμέσως. ΔΙΑΣ: Θέλω να το πας στη Δήμητρα και να της πεις να το διαβάσει οπωσδήποτε. ΕΡΜΗΣ: Εντάξει, θα της το πάω. ΔΙΑΣ: Τι θα της πεις; ΕΡΜΗΣ: Θα της πω να το διαβάσει οπωσδήποτε. ΔΙΑΣ: Μπράβο! Το θυμάσαι! ΕΡΜΗΣ: Εμ, τι με πέρασες! Πετάχτε φτερωτά μου σανδάλια και φτερωτό μου καπέλο. Να πάμε γρήγορα το μήνυμα του Δία. 63
Είμαι αγγελιαφόρος εγώ καλός γρήγορος και φτερωτός. Ξέρω να πετάω καλά και να στέλνω μηνύματα πολλά. Μια νύχτα στο βασίλειο του Πλούτωνα Ο Πλούτωνας ήταν άρχοντας του Κάτω κόσμου. Φυσικά ζούσε μέσα στα σκοτάδια με τη γυναίκα του, την Περσεφόνη. Ο Ερμής ήταν επίσης ψυχοπομπός και πήγαινε τις ψυχές των ανθρώπων στον Άδη. Μια μέρα, δηλαδή τι μέρα, νύχτα στο παλάτι του Πλούτωνα: ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Περσεφόνη, φέρε μου έναν καφέ. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Ναι, τώρα, θα σου φέρω. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Άνοιξε την πόρτα, χτυπάνε. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Πέρασε στο σπιτικό μας, Ερμή. ΕΡΜΗΣ: Γεια σας. Πλούτωνα, σου έφερα μια ψυχή ενός νεκρού. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Μπράβο σου, Ερμή. Δεν πιστεύω να πας να κλέψεις τα βόδια του αδερφού σου του Απόλλωνα; Ή θα πας κάπου αλλού; ΕΡΜΗΣ: Κάτι τέτοιο θα κάνω. Πάω να δω κανένα κλέφτη καλύτερα να τον προστατέψω από τους αστυνομικούς. Τώρα τελευταία γίνανε πολύ κακοί... ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Άντε καλά. Τώρα που θα φεύγεις 64
πήγαινε κι αυτό το γράμμα στον αδερφό μου το Δία. ΕΡΜΗΣ: Έγινε. Γεια σου τώρα. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Στο καλό. Περσεφόνη, πήγαινε να πλύνεις κανένα ποτήρι και φέρε μου νερό. Α, να μην το ξεχάσω, πήγαινε στο Κέρβερο λίγο φαγητό. Θα πείνασε ο κακομοίρης τόσες ώρες. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Πάρε το ποτήρι το νερό σου. Πάω τώρα στον Κέρβερο και γυρίζω να ξεσκονίσω. Αμ, δε θα πάω στη μάνα μου; Θα σου πω εγώ! ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Γύρισες; ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Ναι, γύρισα. Νριννννν!! Χτυπάει το τηλέφωνο. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Για δώστο μου και πήγαινε πίσω στη δουλειά. Εμπρός! Ποιος είναι; Μπα, κόπηκε η γραμμή. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Άνοιξε κανένα φως. Πολύ σκοτάδι έχει εδώ μέσα. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Μην ανοίγεις τα φώτα! ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Για ομορφιά τα έχεις, καλέ; ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Ναι, για ομορφιά τα έχω. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ:Καλά, δεν πειράζει. Μωρέ δεν θα πάω στη μάνα μου να δω το φως του ήλιου; Μαύρη πέτρα θα ρίξω πίσω μου. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Άντε ξεσκόνισε να μην υπάρχει τόση πολύ σκόνη. Τέλειωσες επιτέλους; ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Τέλειωσα. 65
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Άντε τώρα να πάμε για ύπνο. ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Ναι, πάμε Διόνυσος, θεός του κρασιού O Διόνυσος ήταν θεός του κρασιού και ήταν ελευθερωτής γιατί έκανε χαρούμενους τους ανθρώπους. Μια μέρα που τα είχε κοπανήσει λιγάκι περπατούσε στο δάσος: ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Είμαι ο Διόνυσος, θεός του κρασιού. Και είμαι ελευθερωτής γιατί λυτρώνω τη γη από την παγωνιά του χειμώνα και διώχνω τη λύπη από τις καρδιές των ανθρώπων. Ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά του ο Απόλλωνας. ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Γεια σου, Διόνυσε. Πού πας; ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Όπως πάντα, να γλεντήσω! Χικ! ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Καλά, γεια σου. ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Τώρα, χικ!, που το σκέφτομαι... ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Μπορώ να έρθω μαζί σου; ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Υπό έναν όρο. Χικ! ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Τι όρο; ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Άμα στο γλέντι, χικ!. παίξεις με τη λύρα σου, χικ! ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Εντάξει, θα παίξω! ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Μου το ορκίζεσαι; χικ! ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Άμα δεν ήθελα να έρθω δε θα 66
έπαιζα. ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Σωστά! Χικ! Έχεις δίκιο! Χικ! ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ: Πάμε λοιπόν; ΔΙΟΝΥΣΟΣ: Πάμε! Χικ! Χικ! Aσκληπιός, θεός της ιατρικής Ο Ασκληπιός ήταν θεός της ιατρικής. Γιάτρευε τους αρρώστους αλλά όχι μόνο τους αρρώστους, ανάσταινε και τους πεθαμένους. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Είμαι ο Ασκληπιός, θεός της ιατρικής, γιατρεύω τους αρρώστους και ανασταίνω τις ψυχές. Α, να ένας πεθαμένος. Πάω να τον αναστήσω. ΠΕΘΑΜΕΝΟΣ: Γιούπι! Αναστήθηκα! Μπράβο, Ασκληπιέ! Φεύγω, πάω στη γυναίκα μου. Επειδή του Πλούτωνα δεν του άρεσε να ανασταίνει ο Ασκληπιός τους πεθαμένους άρχισε να ανησυχεί. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Α, αυτός ο Ασκληπιός ανάστησε κι άλλον πεθαμένο. Τι θα κάνω; Άστο καλύτερα. Θα το θυμηθώ αργότερα. Α, τώρα που το θυμήθηκα, θα πάω να ταΐσω τον Κέρβερο, να του δώσω καμιά μπριζόλα. Στο μεταξύ ο Ασκληπιός συνέχιζε το βιολί του. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Α, ένας άρρωστος εκεί κάτω. Ας 67
68
Φρααατς! Ααααα! Με σκότωσε! Εγώ είμαι ο Ασκληπιός.
Πάρε την αστραπή! Γιανα μάθεις να μην αφήνεις τις ψυχές των νεκρών να πηγαίνουν στον Άδη!
πάω να τον βοηθήσω. Ε, τι έχεις; ΑΡΡΩΣΤΟΣ: Βοήθεια, πονάω, θα πεθάνω σε λίγο. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Μη φοβάσαι, θα σε γιατρέψω. ΑΡΡΩΣΤΟΣ: Ευχαριστώ! Ο Πλούτωνας μόλις τα ΄μαθε νευρίασε. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Α, θα τον σκοτώσω! Θα πάω στο Δία. Το πήρα απόφαση. Ψηλά στον Όλυμπο: ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Σε παρακαλώ, αδερφέ μου Δία, βοήθησέ με. Αυτός ο χαμένος ο Ασκληπιός γιατρεύει ζωντανούς και πεθαμένους και οι ψυχές δεν έρχονται στον Άδη. Μου παίρνει την πελατεία. Αμάν! ΔΙΑΣ: Ησύχασε, Πλούτωνα. Θα δω τι θα κάνω. Φωνάξτε μου τον Ασκληπιό. ΔΙΑΣ: Γιατί, Ασκληπιέ, γιατρεύεις τους πεθαμένους; ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Είμαι γιατρός και είναι το καθήκον μου. ΔΙΑΣ: Αλλά ο Πλούτωνας θύμωσε πολύ. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Σκασίλα μου. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Αυτό δεν είναι δίκαιο να ανασταίνει τους πεθαμένους. Εγώ θα μείνω με σταυρωμένα χέρια; ΔΙΑΣ: Έχει δίκιο ο Πλούτωνας. Σταμάτα αυτό το βιολί τώρα! ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Πριτς! Εμένα η δουλειά μου είναι 69
να γιατρεύω τους ανθρώπους και αυτό θα κάνω! Τότε ο Δίας αγρίεψε και έριξε ένα μεγάλο κεραυνό στον Ασκληπιό και τον σκότωσε. ΔΙΑΣ: Πάρε μία με τον κεραυνό μου! Να μάθεις, Ασκληπιέ, που δεν υπάκουσες τις εντολές μου. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Ευχαριστώ αδερφέ μου Δία που σκότωσες τον Ασκληπιό. Τώρα οι ψυχές θα πεθαίνωουν και θα έρχονται στον Άδη. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ: Έφαγα έναν κεραυνό από το Δία τον τρανό. Έφαγα μία στην κοιλιά και μου τίναξε τα μυαλάααα! ΔΙΑΣ: Καλά σου έκανα εγώ γιατί μου τσάτισες τον αδερφό. Και τώρα καλά να πάθεις για να μάθεις. ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ: Είμαι χαρούμενος εγώ που ΄ριξε ο Δίας κεραυνό και άφησε στον τόπο τον Ασκληπιό. Ήθελε να γιατρέυει τους πονεμένους και να ανασταίνει τους πεθαμένους. Τώρα ο Άδης θα γεμίσει πάλι και θα ησυχάσει το δικό μου το κεφάλι. 70
Ευρώπη Στα παλιά χρόνια, ο Αγήνορας που ήταν γιος του Ποσειδώνα είχε μια κόρη, την Ερώπη. Ήταν πιο όμορφη κι από την Αφροδίτη. Ένα βράδυ η Ευρώπη είδε ένα όνειρο: δυο κοπέλες που τη μία την έλεγαν Δύση και την άλλη Ανατολή. Η Δύση τσακωνόταν με την Ανατολή γιατί ήθελαν και οι δύο να πάρουν την Ευρώπη. Όταν η Ευρώπη ξύπνησε, φοβήθηκε και παρακάλεσε τους θεούς και πιο πολύ το Δία να μη γίνουν αυτά που είδε στο όνειρό της. Αλλά ο Δίας είχε άλλα σχέδια. Μετά η Ευρώπη έφαγε το πρωινό της και είπε στον πατέρα της: ΕΥΡΩΠΗ: Μπαμπά, να πάω στο λιβάδι με τις φίλες μου; ΑΓΗΝΟΡΑΣ: Τι θα κάνεις στο λιβάδι πρωί πρωί, κορούλα μου; ΕΥΡΩΠΗ: Θα μαζέψω λουλούδια για τα βάζα μας. ΑΓΗΝΟΡΑΣ: Ε, τότε να πας και να προσέχεις! ΕΥΡΩΠΗ: Γεια, μπαμπάκα! Θα προσέχω. Όταν η Ευρώπη πήγε στο λιβάδι να μαζέψει λουλούδια είδε έναν άσπρο ταύρο. ΕΥΡΩΠΗ: Ω! τι ωραίος ταύρος! Τι ήμερος! Για να τον χαϊδέψω. ΤΑΥΡΟΣ: Μουουουουουου! ΕΥΡΩΠΗ: Αχ! ας ανέβω στην πλάτη του! Καλέ 71
Αχ! όχι! Δε θέλω να με πάρει ούτε η Δύση ούτε η Ανατολή!
72
περπατάει! Σταμάτα, ταύρε! Αμάν! δε σταματάει! Αχ! πού με πάει; Βοήθεια! Αχ! θεέ μου, τι με βρήκε! ΒΟΗΘΕΙΑΑΑΑΑ...!!! Ο ταύρος ήταν ο Δίας. Πήγε την κακομοίρα την Ευρώπη στη μεγάλη Κρήτη. ΔΙΑΣ: Μην κλαις και μη χτυπιέσαι! Είμαι ο Δίας και θα μείνεις μόνιμα στην Δύση. Γιατί εγώ κούκλα μου σ’ αγαπάω. Είμαι τρελά ερωτευμένος μαζί σου! ΕΥΡΩΠΗ: Εγώ θα φύγω θέλεις δεν θέλεις! ΔΙΑΣ:Μωρέ, τι μας λες; Έλα εδώ, Τάλε! Μη φύγει ποτέ από δω! Να τη φιλάς σαν τα μάτια σου. ΤΑΛΩΣ: Μάλιστα, κύριε. ΕΥΡΩΠΗ: Τι έπαθα η Ευρώπη η καημένη και τώρα είμαι λυπημένη. Με πήρε ο Δίας απ’ την Ανατολή και μ’ έφερε στη Δύση μοναχή! Κλαψ!!! Και από τότε η Ευρώπη έμεινε για πάντα στη Δύση. Ειδήσεις από το κανάλι “Όλυμπος” ΔΗΜ.: Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Είναι οι ειδήσεις από το κανάλι “Όλυμπος” με τον Ερμή. Μείνετε μαζί μας και θα δείτε τις πιο έγκυρες ειδήσεις, συνεντεύξεις με σημαντικά πρόσωπα, 73
ανταποκρίσεις, καλλιστεία κ.ά. Και τώρα παρακολουθήστε τι μας δήλωσαν δυο αγαπημένα αδέρφια που πέρασαν πολλά. Συνέντευξη με το Φρίξο και την Έλλη ΔΗΜ.: Σήμερα παίρνουμε συνέντευξη από τον Φρίξο και την αγαπητή αδερφή του, την Έλλη. Φρίξε, πές μας, πώς κατάφερες να ξεφύγεις από την οργή της μητριάς σου; ΦΡΙΞΟΣ: Η μητέρα μ’ έσωσε από θυσία. Μου έστειλε ένα χρυσόμαλλο κριάρι από τον ουρανό. ΔΗΜ.: Έλλη, τι κάνατε όταν ήρθε το χρυσόμαλλο κριάρι; ΕΛΛΗ: Πετάξαμε πάνω από τη θάλασσα. ΔΗΜ.: Και τι έπαθες; ΕΛΛΗ: Ζαλίστηκα και έπεσα και πνίγηκα. Και εκείνη η θάλασσα ονομάστηκε Ελλήσποντος. ΔΗΜ.: Φρίξο, εσύ πού έφτασες; ΦΡΙΞΟΣ: Έφτασα στην Κολχίδα κι εκεί έγινα βασιλιάς. ΔΗΜ.: Α, ωραία! Πολύ ωραία! Εδώ, αγαπητοί κύριοι και κυρίες, τελειώσαμε. Γεια σας. ΦΡΙΞΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗ: Ναι, γεια σας. 74
Κρατήσου, Έλλη!
Ποπό! Φρίξε, ψηλά που είναι!
75
Συνέντευξη με τον Ιάσονα και τη Μήδεια ΔΗΜ.: Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Σήμερα θα πάρουμε συνέντευξη από τον Ιάσονα και τη Μήδεια. Για πες μας, Ιάσονα, γιατί πήγες να πάρεις το χρυσόμαλλο δέρας; ΙΑΣ.: Γιατί ήθελα να πάρω το θρόνο. Για να πάρω το θρόνο μου ο Πελίας μου είπε ότι πρέπει να του φέρω το χρυσόμαλλο δέρας από τον Αιήτη. ΔΗΜ.: Πώς πήγες στον Αιήτη; ΙΑΣ.: Πήγα με την Αργώ που είναι το καράβι μου. ΔΗΜ.: Με ποιους πήγες; ΙΑΣ.: Με τους συντρόφους μου. Τον Ορφέα, τους Διόσκουρους, τον Κάστορα, τον Πολυδεύκη, τον Ηρακλή και πολλούς άλλους. ΔΗΜ.: Τι περιπέτειες περάσατε; ΙΑΣ.: Περάσαμε πολλές περιπέτειες όπως οι Συμπληγάδες πέτρες που ανοιγόκλειναν. ΔΗΜ.: Τελικά ο Αιήτης σου το έδωσε το δέρας; ΙΑΣ.: Όχι, δε μου το έδινε. ΔΗΜ.: Και πώς το πήρες; ΙΑΣ.: Δεν το πήρα μόνος μου αλλά με βοήθησε η Μήδεια. ΔΗΜ.: Τι έκανες εσύ, Μήδεια; ΜΗΔ.: Αποκοίμησα το δράκο και τον Αιήτη και πήραμε το χρυσόμαλλο δέρας. ΔΗΜ.: Γιατί τον βοήθησες τον Ιάσονα, Μήδεια; 76
77
Είμαστε οι Αργοναύτες και πάμε να πάρουμε το χρυσόμαλλο δέρας.
ΜΗΔ.: Γιατί ήταν ωραίος άντρας, νοστιμούλης και έτσι τον ερωτεύτηκα. ΔΗΜ.: Και μετά τι κάνατε; ΜΗΔ.: Μετά πήραμε την Αργώ, το καράβι μας, και πήγαμε στον Πελία. ΔΗΜ.: Ο Πελίας σου έδωσε το θρόνο, Ιάσονα; ΙΑΣ.: Όχι! ΔΗΜ.: Τότε τι κάνατε; ΙΑΣ.: Τότε τον σκοτώσαμε και γι’ αυτό το φόνο φύγαμε και πήγαμε στην Κόρινθο. Εκεί, μια μέρα που καθόμουν κάτω από την Αργώ, έπεσε ένα ξύλο στο κεφάλι μου και ξεράθηκα από ατύχημα. ΔΗΜ.: Κι εσύ, Μήδεια, τι έκανες; ΜΗΔ.: Εγώ έφυγα και παντρεύτηκα άλλον άνδρα. Σιγά μην καθόμουνα μόνη μου. ΔΗΜ.: Ιάσονα, Μήδεια, σας ευχαριστούμε πολύ για τη συνέντευξη που μας δώσατε. Γεια σας. Συνέντευξη με τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα ΔΗΜ.: Σήμερα, κυρίες και κύριοι, είναι εδώ ο Ηρακλής και ο κύριος Ευρυσθέας και τους παίρνουμε συνέντευξη. ΗΡΑΚΛΗΣ: Γεια σας, τι κάνετε; ΔΗΜ.: Μια χαρά. Τι σας είπε να κάνετε ο κ. Ευρυσθέας; ΗΡΑΚΛΗΣ: Με έβαλε να κάνω δώδεκα 78
ολόκληρους άθλους. Ευτυχώς τους έκανα όλους. ΔΗΜ.: Κι εσείς κ. Ευρυσθέα γιατί του βάλατε δώδεκα άθλους; ΕΥΡ.: Γιατί τον μισούσα. Νόμιζα ότι θα μου πάρει το θρόνο. ΔΗΜ.: Το νομίζετε ακόμα; ΕΥΡ.: Ναι, το φοβάμαι. ΔΗΜ.: Δεν είναι έτσι, ε, κύριε Ηρακλή; ΗΡΑΚΛΗΣ: Και βέβαια, όχι. ΔΗΜ.: Για πέστε μου όμως ποιος ήταν ο πρώτος σας άθλος; ΗΡΑΚΛΗΣ: Ο πρώτος μου άθλος ήταν να σκοτώσω το λιοντάρι της Νεμέας. Το κυνήγησα και όταν το σκότωσα πήρα το δέρμα του και το φόρεσα. ΔΗΜ.: Ποιος ήταν ο δεύτερος άθλος σας; ΗΡΑΚΛΗΣ: Ήταν να σκοτώσω τη Λερναία ύδρα. Τη νίκησα και το μεσαίο της κεφάλι το έθαψα πολύ βαθιά στο χώμα για να μη ζωντανέψει. ΔΗΜ.: Ποιος ήταν ο τρίτος σας άθλος; ΗΡΑΚΛΗΣ: Ο επόμενος άθλος ήτανε να φέρω το ιερό ελάφι της Άρτεμης με τα χρυσά κέρατα και τα χάλκινα πόδια. Ήταν δύσκολος άθλος. ΔΗΜ.: Ποιους άλλους έκανες; ΗΡΑΚΛΗΣ: Ε, να, σκότωσα τον Ερυμάνθειο κάπρο, καθάρισα τους σταύλους του Αυγεία και σκότωσα τις Στυμφαλίδες όρνιθες. 79
Φθθθθ....
80
Η Ήρα με μισεί, ο Δίας μ’ αγαπάει, ο Ευρυσθέας με ταλαιπωρεί και ο Ιόλαος με βοηθάει.
ΔΗΜ.: Μπράβο, Ηρακλή, είσαι φοβερός! Κι εσύ, κύριε Ευρυσθέα, σαν δε ντρέπεσαι! ΕΥΡ.: Εγώ πάντως τον μισώ τον Ηρακλή και θα μισώ και τα παιδιά του. ΗΡΑΚΛΗΣ: Δεν πειράζει, εγώ έγινα αθάνατος. Γεια σας τώρα. ΔΗΜ.: Γεια σας και ευχαριστώ για τη συνέντευξη. Καλλιστεία στον Όλυμπο ΔΗΜ.: Και τώρα, κυρίες και κύριοι, μας έρχονται φρέσκες ειδήσεις από τα πάρτι των θεών. Στο γάμο του Πηλέα, χτες το βράδυ, ήταν καλεσμένοι όλοι οι θεοί εκτός από την Έριδα. Η Έριδα θύμωσε κι έριξε ένα χρυσό μήλο ανάμεσά τους που έγραφε πάνω “Στην πιο όμορφη”. Τρεις θεές, η Αθηνά, η Ήρα και η Αφροδίτη τσακώθηκαν για το ποια είναι η ομορφότερη. ΑΘΗΝ.: Εγώ είμαι η ομορφότερη. ΗΡΑ: Εγώ είμαι η πιο όμορφη. ΑΦΡ.: Τι μας λέτε, καλέ! Εγώ είμαι η ομορφότερη. ΔΗΜ.: Κυρίες και κύριοι, ο σοφός Δίας αποφάσισε ότι το πρόβλημα αυτό θα το λύσει ο Πάρης. Παρακολουθήστε τώρα σε απ’ ευθείας μετάδοση τα καλλιστεία από τον Όλυμπο με κριτή τον Πάρη, το γιο του Πριάμου. Πρώτη έρχεται η Αθηνά, η θεά της σοφίας! 81
82
Πάρε το μήλο, Αφροδίτη. Είσαι η πιο όμορφη!
Ευχαριστώ, Πάρη. Κι εγώ θα σου φέρω την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου. Την ωραία Ελένη.
AΘΗΝΑ: Να δώσεις σε μένα το μήλο, Πάρη, γιατί θα σε κάνω να νικάς σε όλες τις μάχες. ΔΗΜ.: Δεύτερη μπαίνει η Ήρα, η θεά της οικογένειας! ΗΡΑ: Σε εμένα να δώσεις το μήλο, Πάρη, γιατί θα σε κάνω πλούσιο και όλοι θα τρέχουν από πίσω σου. ΔΗΜ.: Τρίτη έρχεται η Αφροδίτη, κυρίες και κύριοι, η θεά του έρωτα! ΑΦΡ.: Σε εμένα να δώσεις το μήλο γιατί θα σου δώσω την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου για γυναίκα σου. ΔΗΜ.:Και τώρα, κυρίες και κύριοι, θα μάθουμε τα αποτελέσματα! ΠΑΡΗΣ: Διάλεξα να δώσω το μήλο στην Αφροδίτη. ΑΦΡ.: Γιούπι! Είμαι η πιο όμορφη! Τώρα πάμε στη Σπάρτη να σου δώσω την ωραία Ελένη. Συνέντευξη με τον Αγαμέμνονα ΔΗΜ.: Ας περάσουμε τώρα, κυρίες και κύριοι, στις ειδήσεις μας από τον Τρωικό Πόλεμο. Παίρνουμε συνέντευξη σήμερα από τον στρατηγό των Ελλήνων, το φοβερό Αγαμέμνονα. Για πες μας Αγαμέμνονα πώς έγινε αυτός ο Τρωικός πόλεμος; ΑΓΑΜ.: Αυτός ο Τρωικός πόλεμος έγινε επειδή ο 83
84
Αααα...! Πώς κατάλαβε πού με βρίσκει ο χάρος;;; Αααα... Πεθαίνωωωω!!!
Ευχαριστώ τον Άρη που μου είπε σε ποιο σημείο ο Αχιλλέας δεν είναι αθάνατος για να τον σκοτώσω!
Πάρης έκλεψε την ωραία Ελένη, γυναίκα του αδερφού μου, του Μενέλαου. ΔΗΜ.: Γιατί ο Πάρης έκλεψε την ωραία Ελένη; ΑΓΑΜ.: Ξέρω ΄γω! Γιατί στον γάμο του Πηλέα και της Θέτιδας έγινε ένας τσακωμός με την Αθηνά, την Ήρα και την Αφροδίτη για το ποια είναι η πιο όμορφη. Κάνανε καλλιστεία στον Όλυμπο και βγήκε η Αφροδίτη λέγοντάς του ότι θα τον παντρέψει με την ωραία Ελένη. ΔΗΜ.: Πού συγκεντρωθήκατε για να φύγετε; ΑΓΑΜ.: Συγκεντρωθήκαμε στην Αυλίδα. ΔΗΜ.: Οι Τρώες ποιον φοβόντουσαν πιο πολύ; ΑΓΑΜ.: Οι Τρώες φοβόντουσαν τον Αχιλλέα... Τον έβλεπαν; Το έβαζαν στα πόδια! ΔΗΜ.: Εσύ είχες μαλώσει με κανέναν; ΑΓΑΜ.: Είχα μαλώσει με το δυνατότερο από τους Αχαιούς. ΔΗΜ.: Με τον Αχιλλέα; ΑΓΑΜ.: Ναι, με τον Αχιλλέα. ΔΗΜ.: Ποιος ανακάλυψε το Δούρειο Ίππο; ΑΓΑΜ.: Το Δούρειο Ίππο τον ανακάλυψε ο Οδυσσέας. ΔΗΜ.: Έχεις τίποτα άλλο να μας πεις; ΑΓΑΜ.: Όχι. Γεια σου! ΔΗΜ.: Γεια σου. Ευχαριστούμε που ήρθες να σου πάρουμε συνέντευξη! 85
Εγώ είμαι ο Οδυσσέας που πέρασα το βέλος από τα δαχτυλίδια και ξαναέχω τη γυναίκα μου.
86
Συνέντευξη με τον Οδυσσέα ΔΗΜ.: Γεια σου, Οδυσσέα, καλημέρα. Θες να μας πεις τι έγινε μετά από τον Τρωικό πόλεμο; ΟΔΥΣ.: Άστα πού να στα λέω. Πέρασα από τους Κίκονες, από τους Λωτοφάγους, από την Κίρκη, από τη Σκύλα και τη Χάρυβδη... ΔΗΜ.: Ποπό, περιπέτειες! Και τελικά πώς βρέθηκες στην Ιθάκη; ΟΔΥΣ.: Μετά από είκοσι χρόνια επιτέλους με άφησε ο Δίας να γυρίσω. Και τότε σκότωσα τους μνηστήρες και πήρα πίσω τη γυναίκα μου την Πηνελόπη και τη βασιλεία μου. ΔΗΜ.: Μπράβο, Οδυσσέα! Χαίρομαι που γύρισες στο σπίτι σου. ΟΔΥΣ.: Κι εγώ χαίρομαι. Γεια σας τώρα γιατί πρέπει να πάω στη πιστή μου γυναικούλα που με περιμένει. Έγραψαν, εικονογράφησαν και πρωταγωνίστησαν οι: Γιώργος Τσάτσαρης Ελένη Γουρδούπη Γιώργος Ζαρανιάκος Αλέξανδρος Μαρούλης Κων/να Φούκα Ηλίας Κυριακόπουλος Μάνος Αθανασόπουλος Μαρία Γιαννούλη Χάρης Δεληγιαννάκης Κων/νος Γιαννακόπουλος Παναγιώτης Καρπής Τάσος Ηλιόπουλος Κώστας Παναγιωτόπουλος Πηνελόπη Κοσμά Χρύσα Σώρρα Κατερίνα Νικολοπούλου Ευανθία Δαββέτα Νίκος Μαρτζάκλης Ευγενία Κωστοπούλου Νίκος Τζαβάρας Νίκος Γουρδούπης Κων/νος Ραμπαβίλας Σωτηρία Πανούση Δημήτρης Μακρής
87
H ιστορία μέσα από τα μάτια των παιδιών Οι μαθητές της Γ1 τάξης του 60ού Δημοτικού Σχολείου Πάτρας δίνουν σ’ αυτό το βιβλίο απίστευτες πληροφορίες για τους εκπληκτικούς προγόνους μας και όχι μόνο! Μάθετε για ανακαλύψεις και επινοήσεις, για έργα ανθρώπων, για σκάνδαλα θεών, ζήλιες, έρωτες ίντριγκες... Λύστε σημαντικά ερωτήματα που σας βασανίζουν εδώ και χρόνια: *Πώς ανακαλύφθηκε η φωτιά; * Γιατί η Δάφνη έγινε δάφνη; * Γιατί ο Ακληπιός έφαγε έναν κεραυνό στην κοιλιά και του τινάχτηκαν τα μυαλά; *Ήταν ο Πάρης ένας ακόμα κριτής καλλιστείων που χρηματίστηκε;
ΠΟΤΕ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΤΟΣΟ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ