Αντιπαροχή και Αυτοστέγαση | Μεθοδολογίες στεγαστικής αν-οικοδόμησης της Αθήνας

Page 1

T-






φοιτητές: Γιώργος Γιρβαλάκης Δημήτρης Μοδόπουλος επιβλέπων: Γιώργος Τζιρτζιλάκης ερευνητική εργασία τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών πανεπιστήμιο θεσσαλίας 2021, βόλος Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε για την πραγμάτωση της εργασίας μας τους.τις: Βασίλη Κωσταντά, Σπύρο Blackjordanson, Γιώργο Τζιρτζιλάκη, Κωσταντίνα Κάλφα, Camilla Piovesan, Ιωάννα Τίκη, Κωσταντίνα Σταμούλη, Γιάννη Αντωνιάδη, Στέργιο Κουβάτα.


ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ και ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ μεθοδολογίες στεγαστικής αν-οικοδόμησης της αθήνας



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

η αθήνα στις αρχές του μεσοπολέμου οι προσφυγικές ροές του ‘20 και η κρατική διαχείριση η δημόσια συζήτηση για την πόλη οριζόντια ιδιοκτησία γενικός οικοδομικός κανονισμός νέοι τρόποι χρηματοδότησης μεταβαλλόμενη αρχιτεκτονική επίλογος

12 14 15 19 20 21 23 24 27

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

30

ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

38 40 46

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

ο μηχανισμός της αυτοστέγασης η οικονομική διάσταση της αντιπαροχής Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ

η εμπορική πολυκατοικία ως προϊόν το μοντέλο της αθηναϊκής πολυκατοικίας η συνταγή ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

50 51 53 55

οικοπεδούχοι εργολάβοι οικοδόμοι νοικοκυρές αγοραστές μεσίτες θυρωροί διαχειριστές

62 64 66 70 74 78

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ‘80

86

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

90

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

102

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

108




ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟ ΠΟΛΕΜΟ


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

13

Προκειμένου να κατανοήσει και να αναλύσει κανείς την μέθοδο της αντιπαροχής που λειτούργησε ως ο κύριος μηχανισμός οικοδόμησης της μεταπολεμικής ελληνικής πόλης, οφείλει να αναζητήσει τις ρίζες της στον αστικό χώρο κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην επικρατούσα κατάσταση της ελληνικής πόλης και ιδιαίτερα της Αθήνας, σε ό,τι αφορά το κατασκευαστικό τομέα και τις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και κράτους, από την δημιουργία του μέχρι και το 1920. Εκκινώντας από την έκβαση του μικρασιατικού πολέμου και την επίπτωση των βίαιων αλλαγών στα δημογραφικά της χώρας, ασκήθηκαν έντονες πιέσεις στο κράτος για την επίλυση του στεγαστικού προβλήματος, προβαίνοντας σε περαιτέρω θεσμοθετήσεις για τον ορισμό της εξέλιξης, της συγκρότησης και τον εκσυγχρονισμό της πόλης. Η ανάγκη της στέγασης των προσφύγων και η περιφερειακή εξάπλωση της ήδη χαμηλά πυκνωμένης Αθήνας πυροδότησε την δημόσια συζήτηση αναφορικά με το μέλλον της ελληνικής πόλης, με το δίπολο πολυκατοικίας-μονοκατοικίας να πρωταγωνιστεί. Παράλληλα, η αρχιτεκτονική έκφραση του Μοντερνισμού και του Bauhaus είχε ήδη αρχίσει να ανθίζει στην Ευρώπη και να επηρεάζει την μεσοπολεμική Αθήνα. Έθεσε τις κατευθύνσεις των πολυώροφων κτηρίων και της ελάχιστης μορφής κατοίκησης, ξεκινώντας από την οργάνωση του αστικού διαμερίσματος. Προς αυτή την κατεύθυνση επιχείρησε το ελληνικό κράτος να εκσυγχρονιστεί, με τα θεσμικά διατάγματα: «σχεδίου πόλεων, κομμών και συνοικιών του κράτους και οικοδομής αυτών» του ’23, «οριζοντίου ιδιοκτησίας» και του «Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού»1 του ‘29. Αναλύονται οι επιδράσεις των νέων θεσμικών αλλαγών στο τρόπο δόμησης και στους νέους τρόπους χρηματοδότησης της ανέγερσης των πολυκατοικιών, με τη γέννηση της αντιπαροχής να χρονολογείται σε αυτό το χρονικό πλαίσιο. Τέλος, γίνεται μία ανάλυση στη μεταβολή της αρχιτεκτονικής έκφρασης των πολυώροφων κτηρίων. Η επικρατούσα συζήτηση ξεκινάει από τις αρχές της δεκαετίας του ‘20 και τον εκλεκτισμό, περνώντας στις επιδράσεις των θεσμικών διαταγμάτων και των ευρωπαϊκών αρχιτεκτονικών ρευμάτων, για να καταλήξει στην γέννηση της αστικής πολυκατοικίας. Κατά την περίοδο του μεσοπολέμου δίνεται το έναυσμα προκειμένου να αναγνωριστεί ο ριζωματικός χαρακτήρας του κατασκευαστικού τομέα, όπως και των μεθόδων χρηματοδότησης του. Ένας προπομπός των αναπτυξιακών στοιχείων της ελληνικής πόλης, που κυριάρχησαν μεταπολεμικά, γεννήθηκαν δε μεσοπολεμικά. Την ίδια περίοδο εκκινούν φαινόμενα όπως η μαζική αυθαιρετοποίηση της γης, η εμπορευματοποίηση του κτηριακού προϊόντος με την εισαγωγή της οριζόντιας ιδιοκτησίας και φυσικά, η γέννηση της αντιπαροχής που προσέφερε πρόσφορο έδαφος για την μαζική ανέγερση της αστικής πολυκατοικίας. 1. Κάθε οικισμός άνω των 3.000 κατοίκων, όφειλε να αναθεωρήσει μέσα σε δέκα χρόνια το υφιστάμενο σχέδιο, βάση των νέων αρχών, με προεκτάσεις με ορίζοντα πεντηκονταετίας.


14

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Η ΑΘΗΝΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ «Η Αθήνα και ευρύτερα η Ελλάδα είναι μία πόλη και μια χώρα ιδιωτών, όπου το ιδιωτικό υπερισχύει πάντα του δημοσίου».2 Από τις απαρχές του Ελληνικού κράτους το 19ο αιώνα, η γη ήταν κατακερματισμένη σε πολλά και μικρά οικόπεδα. Άνηκε, κατά κυριότητα, σε πολίτες και όχι στο κράτος ή σε μεγάλες εταιρείες.3 Η Αθήνα ήταν μία πόλη με μικρές νεοκλασικές κατοικίες, εξαπλωμένες σε μεγάλη έκταση αναλογικά με τον πληθυσμό της,4 μεγάλωνε χωρίς ρυμοτομικό σχέδιο, αθροιστικά εξαιτίας των σπιτιών που προσκολλήθηκαν στις παρυφές της. Το μέγεθος των οικοδομικών τετραγώνων και των οικοπέδων ήταν (και εξακολουθεί να είναι) από τα μικρότερα στην Ευρώπη. Το τυπικό αποτύπωμα μίας παλιάς αθηναϊκής κατοικίας ήταν από έξι μέχρι δέκα περίπου μέτρα προς τον δρόμο και δώδεκα ή δεκαπέντε μέτρα βάθος.5 Στα ίδια αυτά οικόπεδα επρόκειτο να πατήσει μεταπολεμικά η πολυκατοικία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με 2. Παρακολουθούμε στην διάλεξη του Ανδρέα Γιακουμακάτου: Αθήνα, Μοντέρνα Πόλη και Αρχιτεκτονική, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα, 2018. 3. Επιδιώκοντας να αναπτύξουμε περεταίρω το επιχείρημα του Α. Γιακουμακάτου, παραθέτουμε ένα ιστορικό γεγονός που φανερώνει τις ασυμφωνίες μεταξύ κράτους και πολιτών-κατόχων αστικής γης. Αναφορικά με το 1833: «Τα συμφέροντα των ιδιοκτητών υπερίσχυσαν των διατάξεων του σχεδίου πόλεως των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, γεγονός που οδήγησε στις παραιτήσεις τους. Αυτό ήταν το πρώτο περιστατικό σε αυτό που έγινε η συνήθης ελληνική πολεοδομική πρακτική μέχρι σήμερα: η ανοικτή ανάκληση ή η σιωπηρή μη εφαρμογή ακόμη και εγκεκριμένων σχεδίων, κωδίκων και διαταγμάτων. Η συνεχής μάχη μεταξύ του σχεδιασμού από πάνω προς τα κάτω και του κτηρίου από κάτω προς τα πάνω είχε αρχίσει. Η πόλη ήταν παγιδευμένη ανάμεσα στις “ευρωπαϊκές” φιλοδοξίες των σύγχρονων διανοούμενων και στη “χυδαία” πραγματικότητα ενός έθνους, του οποίου η κοινωνική ενσωμάτωση είχε καθυστερήσει κατά τα πιο κρίσιμα έτη». Διαβάζουμε στο: Άλκηστις Ρόδη, Mutually Generative: Athens and Polykatoikia, στο: The Public Private House, επ. Richard Woditsch, Park Books, Ζυρίχη, 2018, ελ. μτφ., σ. 27. 4. Η πυκνότητα της Αθήνας ήταν περίπου 124,5 άτομα/εκτάριο (συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων προαστίων). Την ίδια εποχή οι παραδεκτές πυκνότητες πόλεων του εξωτερικού ήταν: μικρή πυκνότητα 150 α/ε, μέτρια 300 α/ε, μεγάλη 600 α/ε, σε κανονικά διαμορφωμένες πόλεις. «Έκθεσις επιτροπής εκπονήσεως του νέου σχεδίου Αθηνών συνταχθείσα υπό του προέδρου αυτής Π. Καλλίγα», 1924». Στο άρθρο: Ανδρομάχη Δαμαλά, Μαρία Ζάμπα και Ε. Κορομβλή, αρθ. Η αστική πολυκατοικία στην Αθήνα, 19201940, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, Αθήνα, 1978, σ. 130. 5. Πληροφορίες που παραθέτει ο Δημήτρης Αντωνακάκης. Παρακολουθούμε την εκπομπή ντοκιμαντέρ: Κλεινόν Άστυ: Η Αθηναϊκή Πολυκατοικία, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2021.


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

15

τις αδυναμίες του κράτους για ισχυρές πολιτικές σχετικά με τους οικοδομικούς κανονισμούς και την προώθηση ενός συνολικού σχεδίου πόλεως, σε παραλληλισμό με τη γενικότερη δυσπιστία των πολιτών προς τις διοικητικές Αρχές, δημιούργησε εύφορο κλίμα προς έναν ατομικό τρόπο δόμησης σε όλη την χώρα και κυρίως στην Αθήνα. Η ασυμφωνία μεταξύ αστικού σχεδιασμού και ατομικού τρόπου δόμησης και ανάπτυξης, εντάθηκε ακόμη περισσότερο κατά τον 20ο αιώνα, όταν νέα ρεύματα πολιτών συνέχιζαν να καταφθάνουν και να απλώνονται περιμετρικά της πόλης, χωρίς την οποιαδήποτε πολεοδομική μέριμνα.6

ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΕΣ ΡΟΕΣ ΤΟΥ ’20 ΚΑΙ Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ Η δεκαετία του ‘20 συγκροτείται από διαδικασίες που ωθούν το κράτος να λάβει κρίσιμες θεσμικές και νομοθετικές διατάξεις, επιδιώκοντας να καθορίσουν την μετέπειτα εξέλιξη και την επέκταση των ελληνικών πόλεων. Για τον λόγο αυτό, χρειάζεται αρχικά να γίνουν αντιληπτές οι αλλαγές που συνέβησαν μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο στην Ελλάδα, με σκοπό τη διερεύνηση του αντίκτυπου που είχε στο κατασκευαστικό τομέα της χώρας. Το ’22, με το τέλος του μικρασιατικού πολέμου, ξεκίνησε η μεγάλη μεταναστευτική εισροή στην Ελλάδα, της τάξης του 1,2 εκ. προσφύγων.7 Το γεγονός αυτό άσκησε τεράστιες πιέσεις στο κράτος ως προς τη διαχείριση της νέας προσαύξησης του πληθυσμού. Την πρώτη περίοδο, δημιουργήθηκε το Ταμείο Περίθαλψης Προσφύγων (Τ.Π.Π), ενώ επιπλέον το κράτος αναζήτησε εξωτερική βοήθεια με τη μορφή δανείων (κυρίως από την Αγγλία) και οδήγησε στα μέσα της δεκαετίας του ‘20 στην δημιουργία της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (Ε.Α.Π). Όπως είναι λογικό, οι άνθρωποι που κατέφθασαν κυρίως από τη Σμύρνη είχαν στη κατοχή τους μονάχα τα ρούχα τους. Ταυτόχρονα, οι πρόσφυγες που ήρθαν μετά τη συνθήκη της Λοζάνης είχαν την ευκαιρία να διατηρήσουν κάποια από τα περιουσιακά τους στοιχεία, καθώς η ίδια η συνθήκη με τους όρους της αποσκοπούσε στην κατά το δυνατότερο ειρηνική μετά6. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 62. 7. Συγκεκριμένα, έρχονται να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, 1.222.000 πρόσφυγες, οι μισοί από την Μικρά Ασία. Οι 579.000 θα εγκατασταθούν στην ύπαιθρο και οι υπόλοιποι 653.000 στις πόλεις. Σημειώνεται ότι αντίστοιχα 610.000 Τούρκοι και Βούλγαροι εγκατέλειψαν την Ελλάδα την ίδια περίοδο. Τα βρίσκουμε στο: Δημήτρης Φιλιππίδης, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, Μέλισσα, Αθήνα, 1984, σ. 149, (υποσ. 4: ΜΕΕ τομ. Ι’, 406, 508).


16

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

βαση. Έτσι, η εγκατάσταση τους πραγματοποιήθηκε με διαφορετικό τρόπο. Αρχική πρόθεση του κράτους ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι του προσφυγικού πληθυσμού να εγκατασταθεί στην βόρεια Ελλάδα, όπου τα σύνορα βρίσκονταν ακόμα υπό αμφισβήτηση, λόγω των Βαλκανικών πολέμων. Ωστόσο, οι πρόσφυγες που κατοικούσαν προηγουμένως σε αστικό περιβάλλον επέμειναν να εγκατασταθούν στη Θεσσαλονίκη ή την Αθήνα, όπως και οι επαρχιώτες προτίμησαν περισσότερο τις αγροτικές περιοχές. Τελικά, οι χωροθετικές αποφάσεις της Ε.Α.Π. όρισαν τα σημεία εγκατάστασης των προσφύγων στις πόλεις σε απόσταση μεταξύ δύο και πέντε χιλιομέτρων από τον ήδη δομημένο ιστό.8 Ωστόσο, οι μεγάλες αποστάσεις επιβάρυναν τις μεταφορές των προσφύγων από τη πόλη προς τον οικισμό και το αντίστροφο, λόγω των μεγάλων ζωνών αδόμητου περιβάλλοντος που μεσολαβούσαν. Η πόλη ωθήθηκε προς «άτσαλες» περιμετρικές επεκτάσεις αλλάζοντας απότομα τον τρόπο προέκτασης της. Πολλοί πρόσφυγες δικαιούχοι αγροτικής κατοικίας βάσει του Ε.Α.Π, αρνήθηκαν το δάνειο της επιτροπής και επιχείρησαν να ζήσουν στη πόλη με δική τους πρωτοβουλία.9 Αποτέλεσμα της κίνησης αυτής ήταν η κατασκευή πρόχειρων παραπηγμάτων γύρω από τους οικισμούς της Ε.Α.Π. με αυθαίρετη δόμηση.10 «Αυτό που έχει ενδιαφέρον να συγκρατήσουμε από όλη αυτή τη πολύ εντατική διαδικασία ανάπτυξης της πόλης, είναι ότι πέρα από την ανοικοδόμηση των συγκεκριμένων οικισμών για τους πρόσφυγες, αναπτύσσονται στη δεκαετία του ‘20 όλα αυτά τα νομοθετικά εργαλεία τα οποία βρίσκονται σε ισχύ μέχρι την δεκαετία του ‘80 και πολλά από αυτά μέχρι και σήμερα [...] αυτή η διαδικασία η οποία ξεκινάει από τη δεκαετία του ‘20 και παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις αργότερα, είναι εκείνη η οποία συνδέεται με την οικοδόμηση αυθαίρετων κατασκευών έξω από τη γραμμή οριοθέτησης του σχεδίου, βέβαια σε όλες τις περιόδους και ιδίως τις προεκλογικές υπάρχουν πιέσεις για την επέκταση του σχεδίου, δηλαδή για τη μετατόπισή αυτής της γραμμής παραέξω, ώστε να υπάρξει ένταξη των αυθαίρετων».11 8. Σημειώνουμε από την διάλεξη: Ορόσημα στην ανάπτυξη του αστικού χώρου. Η Αθήνα στον 20ο αιώνα, Ντίνα Βαΐου, Κύκλος Σεμιναρίων: Δώδεκα μαθήματα για τον ελληνικό 20ό αιώνα, ΕΜΝΕ-Μνήμων, Αθήνα, 2017. 9. Oσοι ήταν προηγουμένως κάτοικοι αγροτικών περιοχών στην Τουρκία είχαν δικαίωμα για οικόπεδο στην επαρχία, ενώ αντίστοιχα οι κάτοικοι της πόλης είχαν δικαίωμα για αστικά οικόπεδα. 10. Στο ίδιο. 11. Στο ίδιο.


(επάνω): Προσωρινός καταυλισμός προσφύγων στο Θησείο, 1922. Φωτογραφική συλλογή του Αμερικάνικου Ερυθρού Σταυρού. (κάτω): Πρόσφυγες σε προσωρινό κατάλυμα στα θεωρεία του Δημοτικού Θεάτρου Αθηνών, 1923. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.


(επάνω): Οικοδομικές εργασίες για αυτοστέγαση προσφύγων, 1925. The National Geographic Magazine. (κάτω): Γυναίκα πρόσφυγας οικοδόμος. Μαργαρίτα Δρίτσα: Βιομηχανία και τράπεζες στην Ελλάδα του μεσοπολέμου


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

19

Η ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΠΟΛΗ Οι προσφυγικοί οικισμοί εκτός πόλης, ενίσχυσαν το περιφερειακό της «άπλωμα», φαινόμενο που ούτως ή άλλως συνέβαινε εκείνη την εποχή. Η χαμηλή πυκνότητα του εκάστοτε δήμου σήμαινε μεγάλη επιφάνεια, άρα μεγάλη έκταση αστικών υποδομών και παράλληλα χαμηλές φορολογικές εισροές εξαιτίας του μικρού πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα, οι πόροι του κάθε Δήμου δεν επαρκούσαν για τη συντήρηση της περιοχής, τον φωτισμό των δρόμων, τα συστήματα υδροδότησης κοκ. Η ανάγκη για το «μάζεμα» της πόλης θεωρήθηκε επιτακτική από τις Αρχές. Υπάρχει μία εκτενής αρθρογραφία εκείνη την εποχή αναφορικά με την πολυκατοικία ως λύση στο πρόβλημα της στέγασης, την βελτίωση των συνθηκών υγιεινής, αλλά και γενικότερα την ορθολογική ανάπτυξη της πόλης. Ο Κυπριανός Μπίρης υποστήριξε έντονα την ιδέα της πολυκατοικίας, παρά τα αρνητικά σημεία που αναγνώριζε, ως λύση στο πρόβλημα της στέγασης του συνεχώς αυξανόμενου πληθυσμού της Αθήνας. Επιπροσθέτως, την θεωρούσε το στοιχείο που θα την μεταμόρφωνε «από πόλη σε μεγαλούπολη».12 Ο Κώστας Κιτσίκης αφού αναφέρει τις αντιρρήσεις περί της αισθητικής των πολυκατοικιών, θα θεωρήσει την σκοπιμότητα τους επιβεβλημένη.13 Σε αντίθετη κατεύθυνση, η Σέμνη Καρούζου υποστήριξε πως τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών είναι «οικίες δίχως πάθος, δίχως έρωτα», ενώ η ανάλυση της περιγράφει την απουσία ζωής στις νεότερες δομές κατοίκισης, συμπυκνώνοντας το νόημα στη φράση «ακνίσωτοι οίκοι», οι κατοικίες δηλαδή που δεν «βγάζουν καπνό».14 Το επιχείρημα της οικονομικότερης λύσης μέσω των πολυώροφων κτηρίων αρχίζει να είναι ιδιαίτερα επίκαιρο, κόντρα στην τακτική της χαμηλής δόμησης. Σύμφωνα με έρευνες του αρχιμηχανικού του δήμου Θεσσαλονίκης, Νίκου Παππά, το κόστος κατασκευής μίας μονοκατοικίας στα περίχωρα ήταν τριπλάσιο από ότι ενός διαμερίσματος εντός της πόλης.15 Ένα ακόμα σημαντικό προτέρημα της κατασκευαστικής λογικής των πολυκατοικιών, ήταν 12. Νικόλας Β. Μιτζάλης, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008, σ. 110. 13. Δημήτρης Φιλιππίδης, αρθ. Πολυκατοικία και σύγχρονη ζωή, 1, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, Αθήνα, 1978, σ. 104. 14. Στο ίδιο. 15. Στο: Νίκος Παπάς, αρθ. Η ευθύνη αστική στέγη και το σχέδιον της πόλεως εν Θεσσαλονίκη, περ. Έργα, Θεσσαλονίκη, 1929, σ. 685-693. Το βρίσκουμε στο Νικόλας Β. Μιτζάλης, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008, σ. 108.


20

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

το νέο ισχυρό, οικονομικό και πυρίμαχο υλικό, το οπλισμένο σκυρόδεμα (μπετόν αρμέ), έτοιμο να χρησιμοποιηθεί στις κατασκευές μεγάλης κλίμακας, στα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών πόλεων και μπορούσε να παραχθεί εγχώρια.16 Ακόμη, το επίμαχο ερώτημα «πολυκατοικία ή μονοκατοικία» θα μπορούσε να μεταφραστεί, κατά μία έννοια ως: αυθαίρετη δόμηση κατοικιών ή εφαρμογή του σχεδίου πόλεως. Έτσι λοιπόν, προτείνεται για την Αθήνα το σκεπτικό που θέλει την πολυκατοικία μικρού και μεσαίου ύψους ως «αναγκαίο κακό» και ως τρόπο περιορισμού της ανεξέλεγκτης επέκτασης της. Παρόλα αυτά, η έντονη ανάγκη για στέγαση του πληθυσμού σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στην κατασκευή των πολυκατοικιών, εξώθησαν τη πόλη στην «αυθαιρεσία» κατ’ εξακολούθηση μέσω των πρακτικών της αυτοστέγασης.17 Η πόλη κατά τον μεσοπόλεμο χαρακτηρίζεται από δύο πόλους, την ανάπτυξη των πρώτων αστικών πολυκατοικιών και την «λαϊκή» αυτοστέγαση».

ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ Το καθεστώς της κατακόρυφης ιδιοκτησίας που ήταν σε ισχύ, δηλαδή η ταύτιση του ιδιοκτήτη του εδάφους με τον ιδιοκτήτη του ίδιου του κτηρίου, λειτουργούσε ως εμπόδιο για την εφαρμογή της δόμησης καθ’ ύψος, αφού το κόστος κατασκευής του πολυώροφου επιβάρυνε μονάχα ένα άτομο και δεν επέτρεπε δυνατότητες σύμπραξης.18 Ωστόσο, από το ένα μέρος, η αδυναμία παραγωγικής απορρόφησης του κεφάλαιού που εισήγαγαν οι ομογενείς των παροικιών και από το άλλο, η διεθνής οικονομική κρίση που ήρθε στη χώρα το ‘32, συνέβαλαν στην ανάδειξη του οικοδομικού τομέα ως διέξοδο στο πρόβλημα της εύρεσης ασφαλών και επικερδών επενδύσεων από τους ιδιώτες. 16. Οι πρώτες τσιμεντοβιομηχανίες στην Ελλάδα εμφανίστηκαν την περίοδο 1910-1919 και ήταν εκείνες της Ελευσίνας και του Πειραιά, ενώ το 1924 ιδρύθηκε μία ακόμα στον Βόλο. Σημειώσεις από: Μανόλης Β. Μαρμαράς, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ. 170, (υποσ. 4-5). 17. Νικόλας Β. Μιτζάλης, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008, σ. 112. 18. «Πριν την εισαγωγή της οριζοντίου ιδιοκτησίας, ήταν ευρέος διαδεδομένος ο κανόνας του ρωμαϊκού δικαίου, σύμφωνα με τον οποίο ίσχυε η αρχή «εκεί τα επικείμενα τις υποκειμένοις» - superficies solo cedit (s.s.c.). Βάση του κανόνα αυτού, δεν επιτρέπετε να υπάρχει χωριστή κυριότητα ή άλλα εμπράγματα δικαιώματα στα επιμέρους συστατικά στοιχεία ενός σύνθετου πράγματος και αντίστροφα […] Με άλλα λόγια, δεν είναι δυνατό κάποιος να είναι κύριος ενός


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

21

Η οριζόντια ιδιοκτησία θεσπίζεται κατ’ εξαίρεση με το νομοθετικό διάταγμα του ’27. Σε πρώτη φάση ο θεσμός λειτούργησε μονάχα σε οικοδομές που κατασκευάστηκαν σε προσφυγικούς συνοικισμούς από την Ε.Α.Π. Στις 4 Ιανουαρίου του ‘29, ο νόμος «περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους» 19 καταργεί το προηγούμενο διάταγμα και γενικεύει την οριζόντια ιδιοκτησία ως βασική μορφή ιδιοκτησίας ακινήτων σε ολόκληρη τη χώρα. Πιο συγκεκριμένα, δύναται η ύπαρξη πολλών διαφορετικών ιδιοκτησιών σε ένα συγκεκριμένο τμήμα εδάφους. Ουσιαστικά, δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για το καθεστώς της πολυκατοικίας, αφού πλέον είναι εφικτή η ιδιοκτησία κατ’ ορόφους. Οι λόγοι που επέβαλαν την οριζόντια ιδιοκτησία ήταν κυρίως οικονομικοί. Αποσκοπούσαν στην μείωση των δαπανών για την ανέγερση, διεύρυναν τις δυνατότητες απόκτησης κατοικίας σε κοινόχρηστη αστική γη ως λύση στο πρόβλημα της στέγασης. Το βασικό όφελος της εκάστοτε Αρχής προέρχεται μέσα από τη δυνατότητα συγκατοίκησης πολλών οικογενειών στο ίδιο κτήριο, γεγονός που συνεπάγεται την μείωση των δημοτικών εξόδων. Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι πραγματικοί λόγοι που συνέβαλαν στην πετυχημένη ενσωμάτωση του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας θα συνοψίζονται τόσο στην αντιμετώπιση στεγαστικών, ιδιοκτησιακών και πολεοδομικών προβλημάτων, όσο και στην διέξοδο από την οικονομική κρίση που στιγμάτιζε την εποχή, με την ελπίδα πως θα μειωνόταν το κόστος κατοίκησης στις κεντρικές περιοχές μια πόλης που πύκνωνε ολοένα και περισσότερο.

ΓΕΝΙΚΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Λίγους μήνες μετά την έκδοση του νόμου περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους, στις 3 Απριλίου του ’29, εκδίδεται ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός του Κράτους. Το διάταγμα επιχειρούσε να συμπεριλάβει τα κοινά νομοθετικά περιεχόμενα που σχετίζονται με την δόμηση των κτηρίων πανελλαδικά, ενώ συγχρόνως καταργούσε όλα τα παλαιότερα νομοθετήματα. Ο ΓΟΚ του ’29 θεωρείται το πρώτο εγχείρημα συστηματοποιημένης σύγχρονης ελληνικής κτηριολογικής νομοθεσίας. Σε αντίθεση με προηγούμενα διατάγματα του τμήματος εδάφους και συγχρόνως να μην είναι κύριος των πάνω και κάτω από αυτό συστατικών στοιχείων. Έτσι, σύμφωνα με αυτό τον κανόνα του ρωμαϊκού δικαίου, αναγνωρίζεται το καθεστώς της αποκλειστικής κυριότητας, όπου ο ιδιοκτήτης ή οι συνιδιοκτήτες εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου είναι και κύριος, ή αντίστοιχα συγκύριοι, όλων των κτισμάτων σ’ αυτό κατά την κατακόρυφη και την οριζόντιο έννοια». Aπo το: Μανόλης Β. Μαρμαράς, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ. 16. 19. Νομοθετικό Διάταγμα Περί Οριζοντίου Ιδιοκτησίας: Ν 3741/1929-ΦΕΚ Α-4/09.01.1929.


22

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

παρελθόντος που ορίζονταν ακολουθώντας τα γεγονότα, είχε τη φιλοδοξία του συνειδητού προγραμματισμού των μελλοντικών εξελίξεων. Με διαρρυθμίσεις κατευθυνόμενες προς την αναθεώρηση των ιδιοκτησιακών κανονισμών, επιχειρείται μία προώθηση του κτηριακού τύπου της πολυκατοικίας με διαμερίσματα. Υπάρχει μία σειρά από τεχνικές νομοθεσίες που στόχευαν στην επίτευξη κατάλληλων συνθηκών αερισμού και ηλιασμού των κατοικιών και των δημόσιων χώρων, όπως και προβλέψεις για ζητήματα πυρασφάλειας, υγιεινής και αντοχής των κτηρίων (άρθρο 6). Στην ίδια κατεύθυνση, οι ιδιοκτήτες των οικοπέδων σε κεντρικούς δρόμους ήταν υποχρεωμένοι να κατασκευάσουν κατ’ ελάχιστο τριώροφες οικοδομές (άρθρο 85, παρ.4). Επιπλέον, ορίστηκαν τα ελάχιστα μεγέθη ανάλογα με τη λειτουργία του κάθε χώρου, αλλά και τα αντίστοιχα των ανοιγμάτων (άρθρο 49, παρ.2). Ωστόσο, οι έντονες αντιδράσεις των εργολάβων και των ιδιοκτητών που απέβλεπαν στην μέγιστη κάλυψη των οικοπέδων προς εμπορική χρήση, ανάγκασαν το κράτος να αποσύρει ορισμένα από τα διατάγματα περί ελάχιστων μεγεθών. Στην Αθήνα άρχισαν να εμφανίζονται ψηλές κατοικίες, πυκνώνοντας τις κεντρικές αρτηρίες. Μέσω των νομοθεσιών περί συνεχών συστημάτων δόμησης,20 επιτεύχθηκαν σημαντικά αποτελέσματα για την εικόνα μιας πόλης που ξεκίνησε να μετατρέπεται σε μητρόπολη. Τα πολυώροφα κτήρια πολλαπλασιάστηκαν περιμετρικά των οικοδομικών τετραγώνων παράγοντας ενιαίες όψεις, οι οποίες με την σειρά τους δημιούργησαν μια επόμενη αστική μονάδα, αυτή ενός ενιαίου οικοδομικού τετραγώνου που επρόκειτο να πολλαπλασιαστεί στο μέλλον και να καθορίσει την αισθητική της «νέας» πόλης. Τελικά, παρατηρήθηκε πως με τον πρώτο ΓΟΚ το κράτος κατάφερε ό,τι δεν είχε καταφέρει να επιβάλει με παλαιότερες προτάσεις, μέσα από διάφορες απόπειρες προώθησης συνολικών σχεδίων πόλεως που πολλές φορές ήρθαν σε σύγκρουση με τους ιδιοκτήτες και απορρίφθηκαν. Πλέον, μέσω μιας διαφορετικής προσέγγισης το κράτος προβάλλει τα πλαίσια ανάπτυξης της πόλης, ορίζοντας τις πιθανές εκδοχές για επιλύσεις που έχει στη διάθεσή του ο εκάστοτε ιδιώτης.

20. «Το συνεχές σύστημα θεωρήθηκε κατ’ αρχήν ως παντού ισχύον, εκτός εάν αλλιώς προβλεπόταν στο εγκεκριμένο σχέδιο της πόλης. Κατά το συνεχές σύστημα, η συνέχεια των οικοδομών επιβάλλεται ως προς τις προσόψεις των κτηρίων καθ΄ όλο το ύψος τους και σε βάθος από την οικοδομική γραμμή τουλάχιστον τεσσάρων μέτρων (άρθρ.32, παρ1)». Από το: Νικόλας Β. Μιτζάλης, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008, σ. 122.


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

23

ΝΕΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ Η εισαγωγή της οριζόντιας ιδιοκτησίας προώθησε την πρώιμη ακόμα αντίληψη του κατασκευαστικού κλάδου στην θεώρηση της ανέγερσης των πολυκατοικιών ως κερδοφόρο μηχανισμό, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει ένας νέος τρόπος εκμετάλλευσης της αστικής γης.21 Έτσι, δημιουργήθηκε ένα ολόκληρο σύστημα διαπλεκόμενων που κατευθύνθηκαν προς την αστική ανοικοδόμηση, μέσα από νέους τρόπους χρηματοδότησης. Εκεί ακριβώς τοποθετείται η «γέννηση» του μηχανισμού αντιπαροχής.22 Μέχρι τότε υπήρχαν άλλες περιπτώσεις χρηματοδότησης ενός ιδιωτικού έργου, όπως η μέθοδος της «αυτοχρηματοδότησης» κατά την οποία ένα έργο χρηματοδοτείται εξ’ ολοκλήρου από τον τελικό του ιδιοκτήτη. Υπήρχαν βέβαια περιπτώσεις συμφωνιών που ένα σύνολο ατόμων μεγάλης ή μεσαίας κοινωνικό-οικονομικής τάξης συνένωνε ένα αρχικό κεφάλαιο με σκοπό την ανέγερση και τον διαμοιρασμό των ορόφων (μέθοδος αρωγής με συνιδιοκτήτες). Σχετικά με την κατασκευή, οι οικοδόμοι ήταν εκείνοι που συμφωνούσαν με τους ιδιοκτήτες τις τιμές των υλικών τα οποία αγόραζαν οι ίδιοι και έπειτα τα συνυπολόγιζαν στις πληρωμές. Το φαινόμενο αυτό όμως δημιούργησε αρνητικές υποψίες στους ιδιοκτήτες, κάτι που εκκίνησε μία νέα μέθοδο που έμεινε γνωστή στην πιάτσα ως «φατούρα». Σε αυτή την περίπτωση ο ιδιοκτήτης και χρηματοδότης του έργου έβρισκε και αγόραζε ο ίδιος τα υλικά με σκοπό να μην αφήσει περιθώρια στους οικοδόμους να βγάλουν εις βάρος του κέρδος διαστρεβλώνοντας τις τιμές.23 Η περίπτωση της φατούρας συγγενεύει σε ένα βαθμό με την αντιπαροχή. Κατά την δεύτερη, ο οικοπεδούχος ερχόταν σε συμφωνία με τον κεφαλαιούχο εργολάβο που θα ανέγειρε την πολυκατοικία με ένα ποσοστό να επιστρέφεται στον πρώτο. Σκοπός της ανέγερσης με αντιπαροχή ήταν η απόκτηση ιδιόκτητης στέγης για τους αρχικούς ιδιοκτήτες και η πώληση των υπόλοιπων διαμερισμάτων από τον κατασκευαστή. Η ανέγερση πολυκατοικιών μέσω του μηχανισμού της αντιπαροχής κατά τον μεσοπόλεμο συμμε21. Μανόλης Β. Μαρμαράς, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ. 161. 22. Ο Μαρμαράς τοποθετεί την έναρξη της αντιπαροχής στο 1932, καθώς μέσα από την έρευνα για εκείνη τη περίοδο, τοποθετεί τις πρώτες συνεννοήσεις και αναγνωριστικές προσπάθειες με σκοπό την έμμεση αποτίμηση της αξίας της γης για τη παραγωγή του δομήσιμου χώρου με συμφέροντα προς αμφότερες πλευρές. Στο ίδιο, σ. 165. 23. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 75.


24

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

τείχε στο 7.03% του συνολικού αριθμού των πολυκατοικιών που κατασκευάστηκαν.24 Παρά το μικρό ποσοστό των οικοδομών που αξιοποίησαν την συγκεκριμένη μέθοδο, διαπιστώνεται ότι οι «ρίζες» της αντιπαροχής χρονολογούνται την ίδια περίοδο.

ΜΕΤΑΒΑΛΟΜΕΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Οι συζητήσεις για την πόλη και τον τρόπο διαβίωσης σε αυτή έλαβαν μεγάλη έκταση στην Ευρώπη, επιχειρώντας να βρουν σχεδιαστικές λύσεις στο ζήτημα της στέγασης και τον υψηλών ενοικίων. Πιο συγκεκριμένα, στο δεύτερο C.I.A.M. με τίτλο «Το ελάχιστο απαραίτητο κατάλυμα» (γερμ. Die Wohnung für das Existenzminimum), επιχειρήθηκε να απαντηθεί το ερώτημα αναφορικά με το ελάχιστο μέγεθος κατοικίας, όχι μόνο σχετικά με τη ποσοτική ανάλυση της, αλλά ταυτόχρονα και την αναζήτηση της οικονομικότερης κατασκευής και μίσθωσης, με σκοπό την προσφορά καταλυμάτων για ένα ευρύτερο κοινωνικό φάσμα.25 Έως τότε, οι κατασκευές γίνονταν με τη χρήση ενός μικτού συστήματος, το οποίο είχε ως φέροντα οργανισμό κατά τον κατακόρυφο άξονα τη λιθοδομή και κατά τον οριζόντιο τη σιδηροδοκό.26 Το πρόβλημα εστιαζόταν στο κόστος των υλικών και ειδικά της σιδηροδοκού, επειδή ήταν εισαγόμενο προϊόν. Τα συγκεκριμένα υλικά προσέδιδαν δυσκολίες και περιορισμούς στο χειρισμό για τη χωρική διάταξη και απαιτούνταν μεγάλες ποσότητες για την επίτευξη της απαραίτητης ανθεκτικότητας και στατικής επάρκειας, πόσο μάλλον σε μία χώρα με έντονο σεισμικό ιστορικό όπως η Ελλάδα. Σε αντίθεση με προηγούμενες υλικότητες, το οπλισμένο σκυρόδεμα απέφερε σημαντικές μειώσεις στο κόστος της κατασκευής, της τάξης του 20-40% και μείωση 24. Τα ποσοστά αποτελούν προϊόντα της έρευνας του Μ. Μαρμαρά και βρίσκονται στο: Μανόλης Β. Μαρμαράς, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ. 75. 25. Σχετικά με το θέμα, ο Νικόλας Μιτζάλης αναφέρεται στην ανάλυση που έγινε στο δεύτερο C.I.A.M. σχετικά με το «Existenzminimum». Το σχολιάζει όμως ως «αποτυχία» προς τις συνολικές βλέψεις του συνεδρίου, δηλαδή την καταπολέμηση των υψηλών ενοικίων και τη στέγαση χαμηλόμισθων στρωμάτων. Τονίζει δε, πως η επίλυση του προβλήματος δεν βρίσκεται μονάχα στα χέρια της Αρχιτεκτονικής, αλλά το πρόβλημα είναι κυρίως πολιτικό. Δίχως τη πολιτική βούληση το κτηριακό προϊόν της αρχιτεκτονικής γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης προς κερδοσκοπία. Διαβάζουμε στο: Νικόλας Β. Μιτζάλης, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008, σ. 26. 26. Μανόλης Β. Μαρμαράς, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991, σ. 168.


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

25

περίπου στο 1/3 του όγκου των φέροντων στοιχείων.27 Παράλληλα με την αλλαγή του βασικού οικοδομικού υλικού, άλλαξε και η μεθοδολογία κατά την κατασκευή, που πλέον γινόταν ταχύτερα και οικονομικότερα. Το οπλισμένο σκυρόδεμα απαιτούσε μικρότερη ποσότητα σιδήρου, με αποτέλεσμα την μείωση των εισαγωγών, δίνοντας συγχρόνως την δυνατότητα για παραγωγή των υπόλοιπων απαραίτητων, δηλαδή του τσιμέντου, των σκύρων και της άμμου, από την εγχώρια οικοδομική βιομηχανία. Οι επιρροές της εισαγωγής του νέου υλικού και η διείσδυση της θεωρίας της μοντέρνας αρχιτεκτονικής με το «Existenzminimum» είχαν αντίκτυπο στη διάταξη των λειτουργικών χώρων της κάτοψης των πολυκατοικιών. Η συστηματική χρήση και τοποθέτηση ανελκυστήρων αποτέλεσε ένα ακόμα σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της αστικής εξάπλωσης των πολυώροφων κτηρίων, με τις πρώτες συστηματικές εφαρμογές στην χώρα να χρονολογούνται περίπου το ’30. Παράλληλα, μεγάλη μεταβολή παρουσιάστηκε στην αρχική χρήση των χώρων υποδοχής και ιδίως του χωλ. Στις πρώτες πολυκατοικίες υπήρξε αισθητά μεγαλύτερο κατά πλάτος, προσφέροντας μια τάση «ενοποίησης» των υπόλοιπων δωματίων μέσω ανοιχτών πλατωμάτων. Προς τα τέλη του μεσοπολέμου, το χωλ έχασε τον ποσοτικό του αποτύπωμα, έγινε στενότερο και πήρε την μορφή διαδρόμου, παίρνοντας έτσι την μορφή που πρόκειται να συνεχιστεί μεταπολεμικά. Επιπλέον, η τοποθέτηση των φωταγωγών κρίθηκε συχνά απαραίτητη (στο ελάχιστο επιτρεπόμενο μέγεθος) προσφέροντας τον αναγκαίο, αλλά υποτυπώδη φωτισμό των χώρων που ήταν ανάμεσα στην όψη του δρόμου και του ακαλύπτου. Με τον ΓΟΚ φαίνεται πως οι ακάλυπτοι έγιναν συχνότεροι και σχετικά μεγαλύτεροι, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως ήταν επαρκείς. Η τάση προς την διάταξη των ζωτικών χώρων παρέμεινε αναλλοίωτη καθ΄ όλη τη διάρκεια του μεσοπόλεμου, με τους χώρους υποδοχής, το καθιστικό, το σαλόνι και την τραπεζαρία να παίρνουν πάντα θέση προς την όψη επί του δρόμου, ενώ οι χώροι ανάπαυσης τοποθετούνταν στο πίσω μέρος του οικοπέδου προς τον ακάλυπτο. Οι χώροι προετοιμασίας του φαγητού και το λουτρό βρίσκονταν στο ενδιάμεσο, με άνοιγμα στον φωταγωγό. Η συγκεκριμένη ιεράρχηση κυριάρχησε κατά συντριπτική πλειοψηφία στις αστικές μεσοπολεμικές πολυκατοικίες. Έπειτα της οριζοντίου ιδιοκτησίας και την απαρχή της οικοδόμησης πολυώροφων κτηρίων για κερδοσκοπικούς σκοπούς, η τάση που επικράτησε επιζητούσε την πλήρη κάλυψη των επιτρεπόμενων μεγεθών δόμησης. Τα κτήρια υπερκάλυπταν τις νομοθετικές τους δυνατότητες, τόσο στην κάλυψη 27. Στο ίδιο, σ. 168-169, (υποσ. 3).


26

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

του εμβαδού του οικοπέδου, όσο και καθ’ ύψος. Δημιουργήθηκαν συμπαγείς όγκοι, «πνίγοντας» τα μικρά οικόπεδα της Αθήνας, δημιουργώντας συνεχόμενες «τυφλές» τοιχοποιίες στις πλαϊνές όψεις με (ίσως μοναδικές) εξαιρέσεις τις μικρές εσοχές των φωταγωγών. Οι ανάγκες ηλιασμού και αερισμού των δρόμων στο επίπεδο του εδάφους δημιούργησαν τις χαρακτηριστικές εσοχές των τελευταίων ορόφων της ελληνικής πολυκατοικίας (ιδεατό στερεό). Παράλληλα, το τελευταίο διαμέρισμα (το ρετιρέ) διέθετε συνήθως τον μεγαλύτερο εξώστη, ο οποίος έδινε ένα «πολυτελές» χαρακτηριστικό στο διαμέρισμα. Ωστόσο, η τελευταία εσοχή της πολυκατοικίας δημιουργούσε μία συνθετική αμηχανία ως προς τον συνολικό όγκο του κτηρίου με αρκετά παραδείγματα που οι αρχιτέκτονες επιχείρησαν να «γεφυρώσουν» το γεωμετρικό κενό με διάφορα οικοδομικά στοιχεία (π.χ. πέργκολα), επεκτείνοντας νοητά τον στατικό φορέα του κτηρίου, ή χρησιμοποιώντας άλλες πιο ελαφριές κατασκευές. Λόγω της τακτικής έλλειψης επαρκούς νομοθεσίας σχετικά με τη μορφή ή την γενικότερη αξιοποίηση του δώματος, πολλές φορές κατέληγαν ως «κενές οριζοντιότητες» που αξιοποιούνταν μονάχα για την τοποθέτηση των απολήξεων των μηχανολογικών εγκαταστάσεων, προσδίδοντας την φαινομενική εντύπωση μιας χωρικής εγκατάλειψης. Ταυτόχρονα, η δυνατότητα κατασκευής περίκλειστων οριζοντίων προεξοχών (έρκερ) πάνω από τα πεζοδρόμια των αθηναϊκών γειτονιών, προσέφερε πέρα από επιπλέον χώρο στο εσωτερικό των διαμερισμάτων, περίπλοκες ογκοπλαστικές ιδιότητες στις όψεις των οικοδομών. Ωστόσο, η ύπαρξη τους μείωνε αυτομάτως το πλάτος των δρόμων με αρνητικό αντίκτυπο για την δημόσια υγιεινή, κάτι που οδήγησε αρχικά στην μείωση της έκτασης (από 1.40 σε 0.40 μ.) το ‘37 και στη συνέχεια στην ολοκληρωτική κατάργηση το ‘73. Με τη πάροδο των χρόνων και την διείσδυση της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, επιχειρήθηκαν προσπάθειες εφαρμογής των αρχών της «ελάχιστης κατοίκησης».28 Αξίζει να σημειωθεί πως κύρια πηγή εισροής της ιδεολογίας της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στον ελλαδικό χώρο αποτέλεσαν οι Έλληνες αρχιτέκτονες που σπούδασαν στο εξωτερικό και επέστρεψαν. Σύμφωνα με τον Μ. Μαρμαρά, σχεδίασαν και κατασκεύασαν σχεδόν τρείς φορές περισσότερο σε σχέση με τους απόφοιτους του ΕΜΠ κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Οι κατοικίες άρχισαν να εμφανίζουν περισσότερα χωρίσματα ανάλογα με τη χρήση του κάθε χώρου, αλλά και μεγαλύτερη ανομοιομορφία στους τρόπους επίλυσης της κάτοψης.29 Τα νέα μέσα αρχιτεκτονικής έκφρασης συγκρού28. Στο ίδιο, σ. 198, (υποσ. 26). 29. Τα στοιχεία για τις περιγραφές των κατόψεων των μεσοπολεμικών πολυκατοικιών


ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

27

ονται με τα προηγούμενα, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται νέοι μέθοδοι κατασκευής και τρόποι διάταξης των λειτουργιών. Φυσικά, πρόκειται για τα πρώτα ακόμα ψήγματα, έπειτα από πολλές αλλαγές στον κτηριολογικό τομέα, μαζί με τις εκσυγχρονισμένες νομοθετικές διατάξεις και τους νέους τρόπους χρηματοδότησης, την εισαγωγή του οπλισμένου σκυροδέματος όπως ακόμα και την υιοθέτηση της ιδέας για ελάχιστη κατοίκηση. Στοιχεία που στο σύνολο τους δημιουργούσαν μία νέα αστική «σύγχυση» και παράλληλα απαιτούσαν την γενναιότητα της καινοτομίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ Παρά τις ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη των πολυώροφων κτηρίων και την εξυπηρέτηση της στέγασης ολοένα και περισσότερων ανθρώπων με βελτιωμένες συνθήκες διαβίωσης, το πλήθος των κτηρίων δεν στάθηκε επαρκής. Παρότι, από τα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 30, οι πολυκατοικίες αυξήθηκαν και η κατασκευή με σκοπό την ιδιοκατοίκηση μειώθηκε, μόνο τα υψηλά και τα μεσαία στρώματα διέμεναν σε αυτές, με το μέσο αποτύπωμα του κάθε διαμερίσματος να ήταν περίπου 170 τετραγωνικά μέτρα. Μοναδική ίσως εξαίρεση αποτέλεσαν οι προσφυγικές πολυκατοικίες της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Μέχρι το ‘41, ένας σημαντικός αριθμός πολυώροφων κτηρίων είχε ανεγερθεί στο κέντρο της πόλης.30 Το ποσοστό των πολυκατοικιών που ήταν σχεδιασμένο από αρχιτέκτονες έφτανε κοντά στο 59%, ένας αριθμός που δεν έχει ξεπεραστεί έκτοτε. Η αστική δόμηση στην Αθήνα είχε αποκτήσει έναν διττό χαρακτήρα, με ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού των ανωτέρων και μεσαίων οικονομικών στρωμάτων να μένει πλέον σε πολυκατοικίες στο κέντρο, ενώ συγχρόνως η μεγαλύτερη μερίδα της πόλης απλωνόταν περιμετρικά. Αυτό το δίπολο, κάνει διακριτές τις ταξικές διαφορές ως προς τον τρόπο σύλληψης και πραγματοποίησης της κατοικίας. Από τη μία, η αστική τάξη εγκαταλείπει την μονοκατοικία για τα νέα ευρωπαϊκά πρότυπα του διαμερίσματος, αποτελώντας το μέσο για την μοντέρνα ζωή. Από την άλλη, η προκύπτουν μέσα από παρατηρήσεις από τα σχέδια που παραθέτει ο Μ. Μαρμαράς. Για περισσότερα βλ.: Στο ίδιο, Παράρτημα-Σχέδια, σ. 253. 30. Σύμφωνα με τον Μαρμαρά, την περίοδο ’25-’41 υπήρχαν 689 νεοαναγερθείσες πολυκατοικίες στην Αθήνα, κατασκευασμένες από ανώνυμες εταιρίες. Στο ίδιο, Πίνακας 21, σ. 154. Ο Θ. Μαλούτας αναφέρει πως μέχρι το ‘50 τα κτήρια που ξεπερνούσαν τους 5 ορόφους έφταναν περίπου τα 1.000. Παρακολουθούμε την διάλεξη: Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, Richard Woditsch, Πάνος Δραγώνας, Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Θωμάς Μαλούτας, Νίκος Σουλιώτης, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αθήνα, 2015.


28

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

τακτική των μαζών συμβάδιζε με την «αυτοστέγαση», την χαμηλή και αυθαίρετη δόμηση της περιφέρειας που επεκτείνονταν μέχρι τους προσφυγικούς συνοικισμούς. Κατά τον μεσοπόλεμο, στην Αθήνα η πολυκατοικία δεν υπήρξε τόσο αποτέλεσμα της αύξησης της αξίας της γης όπως έγινε στην υπόλοιπη Ευρώπη, όσο «εργαλείο» για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής της αστικής τάξης. Παρότι δεν αποτέλεσε μαζική λύση, με το πέρας των πολέμων η πολιτεία θα επιστρέψει στις επιλύσεις που επινοήθηκαν κατά τον μεσοπόλεμο (αντιπαροχή και δόμηση καθ’ ύψος), οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στο σύνολο της πόλης.

(δεξιά) Παράθεση σχεδίων από το βιβλίο του Μ. Μαρμαρά, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας. Στη πρώτη κάτοψη, παρατηρούμε την οικοδομική τεχνογνωσία της λιθοδομής με τη σιδηροδοκό, εξού και το μεγάλο πάχος της τοιχοποιίας. Ένα ακόμη στοιχείο βρίσκεται στο ευρύχωρο χωλ προσδίδοντας μεγαλοπρέπεια στους χώρους υποδοχής. Στις επόμενες κατόψεις, έπειτα των νομοθεσιών του ‘29 και την εκτενή χρήση του οπλισμένου σκυροδέματος, το πάχος των τοίχων έχει ελαττωθεί. Η είσοδος στο τρίτο παράδειγμα γίνεται σε έναν διάδρομο και το χωλ αρχίζει να χάνει το εκτόπισμα του. Σε όλα τα σχέδια παρατηρούμε την ίδια ιεράρχηση των χώρων., πηγαίνοντας από το δρόμο προς το κέντρου του οικοδομικού τετραγώνου, υπάρχει ένα πέρασμα από το δημόσιο προς το ιδιωτικό, από τους χώρους υποδοχής στους χώρους ανάπαυσης με το χώρο προετοιμασίας και του λουτρού να βρίσκονται στο ενδιάμεσο με άνοιγμα στον ακάλυπτο. 1. χώλ 2. σαλόνι 3. τραπεζαρία 4. υπνοδωμάτιο 5. λουτρό 6. wc

7. κουζίνα 8. office 9. αποθήκη 10. δωμάτιο υπηρεσίας 11. διάδρομος 12. κύριο κλιμακοστάσιο

13. κύριος ανελκυστήρας 14. κλιμακοστάσιο υπηρεσίας 15. εξώστης 16. φωταγωγός 17. ακάλυπτος οικοπέδου 18. σκάλα παταριού


Πολυκατοικία του Γ. Γαλανάκη Γ’ Σεπτεμβρίου 130 με Κοδριγκτώνος 28 1925


Πολυκατοικία της Ελ. Γεωργιάδη Λουκιανού 26 Αρχιτέκτονας Ρένος Κουτσούρης 1933


Πολυκατοικία του Αν. Μάτσα Κανάρη 16 Αρχιτέκτονας Σπ. Μπονάνος 1935


ΤΟ ΧΡΟΝΙ ΚΟ ΤΩΝ ΠΟΛ ΕΜΩΝ


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

33

Ως γνωστών, η ομαλή λειτουργία της ζωής στη χώρα παρενοχλήθηκε σημαντικά κατά την πολεμική περίοδο. Οι καταστροφές ήταν δυσθεώρητες και η οργανωμένη καταγραφή τους πολύ δύσκολη. Σε εθνικό επίπεδο υπέστησαν σοβαρές πληγές οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι, ομοίως οι δημόσιες και ιδιωτικές εγκαταστάσεις, οι υποδομές των μεταφορών, η ναυτιλία, η ολικώς κατεστραμμένη αεροπορία, οι τηλεπικοινωνίες κ.α. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η συνολική αποδυνάμωση της λειτουργίας του κράτους.32 Παρόμοια τύχη είχαν και οι οικοδομές της χώρα. Στο κείμενο Ο πόλεμος, οι πόλεις, η ανοικοδόμηση οι Α. Καραδήμου-Γερολύμπου και Μ. Καρδαμίτση-Αδάμη αναφέρονται σε συνέχεια με τα παραπάνω: «Η καταγραφή των ζημιών σε πίνακες και η τελική μορφή εγκρίθηκε από ειδική επιτροπή και χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τις διεκδικήσεις της Ελλάδας σε διάφορα διεθνή φόρουμ. Με υπολογισμούς και αναγωγές υπολογίστηκε ότι οι ζημιές του πολέμου υπερέβαιναν τις 400.000 οικοδομές ή το 23% του οικοδομικού πλούτου της χώρας».33 Οι απαραίτητες διαδικασίες για την συνολική ανοικοδόμηση ξεκίνησαν πάραυτα, με την κήρυξη του πολέμου το ’40, σε συνδυασμό με την Γενική Απογραφή του ίδιου έτους. Οι εργασίες καταγραφής και συλλογής στοιχείων των πολεμικών καταστροφών, ακολούθησαν τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Αγγλία και η Γαλλία. Οι τοπικοί φορείς που επιχείρησαν τις εργασίες, συντονίστηκαν κάτω από την ευρύτητα του Γραφείου Χωροταξικών και Πολεοδομικών Μελετών της Ελλάδος, του τότε Υπουργείου Συγκοινωνιών και αργότερα Υφυπουργείου Ανοικοδομήσεως και Οικισμών, με επικεφαλής τον Κ. Α. Δοξιάδη, που είχε θέσει ως στόχο την προετοιμασία στρατηγικών πολεοδομικών προτάσεων για την συνολική αναδιοργάνωση του οικιστικού δικτύου της χώρας, υπό την αιγίδα μιας ενιαίας και συγκεντρωτικής Αρχής.34 Α ξίζει να σημειωθεί ότι παρά την δεινοπάθεια που επικρατούσε, υπήρξε μια μεγάλη ευκαιρία για την ανοικοδόμηση της χώρας βασισμένη σε νεότερους πολεοδομικούς στόχους που θα επηρέαζαν άμεσα το κτηριακά αποθεματικά της, την ποιότητα ζωής και τέλος, την αισθητική της. Η ανάγκη για ολική ανασυγκρότηση σε εθνικό επίπεδο, έμοιαζε απαραίτητη. 32. Αλέκα Καραδήμου Γερόλυμπου και Μάρω Καρδαμίτση Αδάμη, κεφ. Ο ΠΟΛΕΜΟΣ, ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ, Η ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ, στο συλλογικό: Ελληνικός Αστικός Χώρος: Επιστημονικό Συμπόσιο (4-5 Απριλίου 2003), Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα, 2004, σ. 62. 33. Στο ίδιο, σ. 60. 34. Στο ίδιο, σ. 58.


34

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Παράλληλα, είναι προφανής η οικονομική δυσχέρεια που χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων την ιστορική περίοδο και έτσι πραγματώνονται διάφορες πρακτικές αστικής στέγασης. Κάθε φορά που ένα πολεοτοπίο υπόκειται σε φθορές ζωτικής σημασίας, καλείται να ανοικοδομηθεί με νέους όρους, ακόμα πιο συμβατούς με την εποχή και ανάλογους της εμπειρίας που έχει αποκτήσει από αντίστοιχες του παρελθόντος, όπως επίσης και από την προνοητικότητας της. Η πρώτη περίοδος μετά τον Β΄Π.Π. και τον Εμφύλιο έμοιαζε με ευκαιρία για συνολική ανασυγκρότηση στην χώρα. Η εκκίνηση της νέας δεκαετίας βρήκε την κοινωνικοπολιτική κατάσταση πολύ πιο σταθερή σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα, όπου βέβαια δεν έλειπαν οι αναμενόμενες ανοικτές πληγές. Καθώς το βασικό ζήτημα σε εθνικό επίπεδο ήταν η ολική ανασυγκρότηση της χώρας, με εστίαση σε κάθε περιοχή ξεχωριστά στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου ρυθμιστικού συστήματος.


(επάνω): Καταστροφές του πολέμου στον πολεοδομικό ιστό της Αθήνας, Εφημερίδα Καθημερινή (κάτω): Πατησίων και Στουρνάρη. Το ανατιναγμένο από τον ΕΛΑΣ κτήριο της Γενικής Ασφάλειας δίπλα στο Πολυτεχνίο, 1944. φωτ. Δημήτρης Παπαδήμος. Εφημερίδα Καθημερινή.




ΜΕΤΑ ΠΟΛΕ ΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟ ∆ΟΛΟ ΓΙΕΣ ΑΝ ΟΙΚΟ ∆ΟΜΗΣΗΣ


ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

39

Τα αρχικά γνωρίσματα της μεταπολεμικής περιόδου στην χώρα, θα μπορούσαν να συμπυκνωθούν σε έννοιες όπως η «ανασφάλεια» και η «υπανάπτυξη». Ουσιαστικά, η ελληνική επαρχία είχε καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά από τις επιθέσεις και τις κακουχίες των πολέμων, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η μεγάλη ανάγκη των ανθρώπων της να μεταναστεύσουν στα μεγάλα και αναπτυσσόμενα αστικά κέντρα. Κατά τη περίοδο της μεγάλης αστυφιλίας διακρίνουμε δύο κυρίαρχες μεθόδους ανοικοδόμησης. Στα περίχωρα της Αθήνας η ανάγκη για κατοίκηση συνέβη μέσω της αυτοστέγασης, τη διαδικασία δηλαδή που εκκινεί με την αγορά ενός αγροτεμαχίου όπου μία οικογένεια κατασκεύαζε την κατοικία με δικά της έξοδα, με εργασίες της ίδιας και συγγενικών προσώπων ή φίλων. Οι κατοικίες ήταν συνήθως μικρές μονοκατοικίες, πρόχειρα κατασκευασμένες και επεκτείνονταν με τον καιρό. Στις κεντρικές περιοχές η ανοικοδόμηση επιτεύχθη μέσω της εφαρμογής του μηχανισμού της αντιπαροχής. Η αέναη επανάληψη της πολυκατοικίας πύκνωσε την Αθήνα ανεξέλεγκτα. Αναλύοντας την αντιπαροχή και τις επεκτάσεις της, οφείλουμε να κατανοήσουμε την οικονομική διάσταση του μηχανισμού, καθώς και τις σχέσεις των ιδιοκτητών γης με τους εργολάβους. Η αθηναϊκή πολυκατοικία επαναλήφθηκε μαζικά, με αποτέλεσμα την εμπορευματοποίηση και την συσχέτιση της με ένα εμπορικό προϊόν. Ως ένα προϊόν ο στόχος του έγκειται στην απεύθυνση σε ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων. Η πολυκατοικία τυποποιήθηκε, με τους αρμόδιους κατασκευαστές-εργολάβους να δημιουργούν έτοιμες συνταγές επίλυσης ανάλογα το μέγεθος και τη θέση του οικοπέδου. Γίνεται μία εκτενής ανάλυση του στερεοτύπου της εμπορικής πολυκατοικίας σε συνδυασμό με την αναζήτηση των επιρροών από τα διεθνή αρχιτεκτονικά κινήματα και τις απλουστεύσεις ή προσαρμογές που συνέβησαν προς την ανάδειξη της εμπορικής εκδοχής, μέχρι την ολοκληρωτική επιβολή της στην ελληνική πόλη. Για να κατανοήσουμε τα παράγωγα του φαινομένου σφαιρικά, γίνεται μία προσπάθεια αποσαφήνισης των διαπλεκόμενων υποκειμένων, το πέρασμα στη νεωτερικότητα, όπως και των επιρροών ή συμφερόντων που δέχθηκαν και επέβαλαν, μέχρι και την δημιουργία της σύγχρονης Αθήνας-μητρόπολης.


40

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗΣ Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, η «πληγωμένη» επαρχία αδυνατούσε να προσφέρει βασικές βιοτικές παροχές στους κατοίκους της. Το πέρασμα του εμφυλίου επιβάρυνε ένα ήδη δυσμενές περιβάλλον με την ιδέα της πόλης να έχει συνυφαστεί με την έννοια του νέου ξεκινήματος. Η εκρηκτική ανάπτυξη που συνέβαινε στον οικοδομικό κλάδο προσέφερε πολλές θέσεις εργασίας, ενώ η κατοίκηση κυρίως μέσω της αυτοστέγασης ήταν αρκετά εύκολη και οικονομική. Η ανάγκη των επαρχιωτών για κατοίκηση εκτονώθηκε στις παρυφές της πρωτεύουσας. Παράλληλα, πολλές από τις αγροτικές οικογένειες που δεν ήταν σε θέση να μεταναστεύσουν ολόκληρες, έστελναν μονάχα τα παιδιά τους στα μεγάλα κέντρα, συνήθως σε κάποιον φίλο ή συγγενή, προκειμένου να κυνηγήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Κατά την έλευση τους στην Αθήνα, οι εσωτερικοί μετανάστες συνήθιζαν να εγκαθίστανται σε περιοχές όπου συγγενείς και φίλοι συντοπίτες είχαν ήδη μετοικήσει κάποια προηγούμενη περίοδο, με αποτέλεσμα την δημιουργία ομοιογενών γειτονιών, σαν προέκταση του προηγούμενου τόπου κατοίκησης τους. Εκεί, συνήθως έφερναν μαζί τους ορισμένα αναμνηστικά αντικείμενα από την «πατρίδα» και φυσικά, τα παραδοσιακά έθιμα και τις συνήθειες της αγροτικής ζωής. Στις προαστιακές γειτονιές η λύση στα ζητήματα στέγασης ήταν η αυθαίρετη δόμηση κάποιου παραπήγματος, του οποίου μάλλον οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες με τη βοήθεια των γειτόνων κατασκεύασαν γρήγορα και πρόχειρα, προκειμένου να εγκατασταθούν και να ξεκινήσει η αναζήτηση εργασίας και η οργάνωση της νέας τους ζωής. Οι οικογένειες έκτιζαν τις κατοικίες που διέμεναν με τις αποταμιεύσεις τους. Τα σπίτια εκεί ήταν τις περισσότερες φορές μικρά, καθώς δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα για περαιτέρω πολυτέλειες. Την ίδια στιγμή όμως, οι μικρότερες μορφές δόμησης ομαλοποίησαν την μετάβαση από την αγροτική ζωή στην αστική. Ένα ακόμα αίτιο για την μορφή της προαστιακής φτωχικής κατοικίας υπήρξε ο συνδυασμός του θεσμού της «αυτοστέγασης», με την οικοδομική τεχνογνωσία που μετέφεραν οι κάτοικοι παραδοσιακών οικισμών. Η μέθοδος λειτούργησε ως έκτακτη απάντηση στο ζήτημα, γεγονός που υποστηρίχθηκε μέσα από πράξεις αλληλεγγύης μεταξύ των κατοίκων της κάθε γειτονιάς, καθώς τις περισσότερες φορές οργανώνονταν πολλοί μαζί προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις κατασκευαστικές ανάγκες μίας μόνο οικογένειας. Με την πάροδο των χρόνων η περιφέρεια της πρωτεύουσας γέμισε «αυθαιρετουπόλεις», δηλαδή νέες περιοχές πέρα από την «κυανή γραμμή» που τις διαφοροποιούσε από τις εντός σχεδίου. Πολλές φορές μάλιστα, η εγκατάσταση στις


ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

41

γειτονιές αυτές άφηνε λαογραφικά στοιχεία που μπορεί να βρει κανείς μέχρι σήμερα, όπως για παράδειγμα τα ονόματα των οδών. Όπως συνέβαινε στην επαρχία, έτσι και στα περίχωρα των Αθηνών, όταν χτιζόταν μία κατοικία, οι οικοδόμοι που συμμετείχαν, συνήθως αποτελούσαν μέλη της ευρύτερης οικογένειας. Κατασκεύαζαν πρωτίστως ένα ενιαίο χώρο με εξωτερική τουαλέτα και καθώς οι ανάγκες αυξάνονταν και βρίσκονταν οι απαραίτητοι πόροι, προσέθεταν επιμέρους δωμάτια (στον οριζόντιο άξονα) ή άλλες απαραίτητες παροχές. Έτσι και στη πόλη, οι κατοικίες ξεκινούσαν από έναν χώρο τοποθετημένο σε ένα οριοθετημένο οικόπεδο και η ανάπτυξη τους με τον καιρό συνέβαινε στον κατακόρυφο άξονα. Οι επεκτάσεις των κτηρίων βασίζονταν σε μια τεχνική που ονομάστηκε «πανωσήκωμα». Το πανωσήκωμα συνέβαινε σε περιπτώσεις όπου προϋπήρχε μία μονώροφη κατοικία, στην οποία επάνω κατασκεύαζαν επιπλέον ορόφους. Στις περιπτώσεις μάλιστα που ένα σπίτι ήταν κατασκευασμένο από οπλισμένο σκυρόδεμα, γνωρίζοντας πως μελλοντικά υπάρχει περίπτωση να αναπτυχθεί το οίκημα, αφήναν στο δώμα τις λεγόμενες «αναμονές» προκειμένου να αποτελέσουν τα σημεία που ο σκελετός θα προεκταθεί, συνεχίζοντας το ίδιο σύστημα οικοδόμησης. Ένα ακόμα χαρακτηριστικό που κρίνεται αξιοσημείωτο στην περίπτωση των νέων γειτονιών, είναι το γεγονός πως αντί να μετατρέπονται με τον καιρό σε μικρές «περίκλειστες» ή εσωστρεφείς γειτονιές, συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Οι κάτοικοι οργάνωναν τις περιοχές τους με βασικές υποδομές και σε περιπτώσεις που αυτές δεν υπήρχαν, με κάποιο τρόπο, έστω και πρόχειρα, τις εφευρίσκαν, μέχρις ότου να ενταχθούν στο σχέδιο πόλης. Για παράδειγμα, καθώς στις περιοχές αυτές δεν υπήρχαν διαθέσιμα σχολεία, οι γονείς πλήρωναν (συνήθως τρείς) δασκάλους, προκειμένου να μπορούν να εκπαιδεύονται τα παιδιά, τα οποία με την σειρά τους εργάζονταν με τους γονείς, με σκοπό να κατακτήσουν την τέχνη της οικοδομικής και της μαστορικής από νεαρές ηλικίες. Η ενσωμάτωση μιας περιοχής στο σχέδιο πόλεως αυτομάτως σήμανε ότι ο Δήμος, στον οποίο πλέον υπάγεται έχει την υποχρέωση να καθορίσει αρχικά τις απαραίτητες ρυμοτομήσεις και στην συνέχεια να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες αστικές υποδομές (συνολική ηλεκτροδότηση, υδροδότηση, αποχέτευση κ.α.) και υπηρεσίες (δημόσια κτήρια, σχολεία, νοσοκομεία, μεταφορές κλπ). Ως αποτέλεσμα της εσωτερικής αναταξινόμησης των πληθυσμών, τις δεκαετίες του ‘50 και ’60 η πρωτεύουσα αναπτύσσονταν με εκρηκτικούς ρυθμούς. Μέχρι το ‘61, η Περιφέρεια της Αθήνας είχε καταφέρει να αυξήσει σημαντικά τον πληθυσμό της. Ενώ το ’40 απαριθμούσε λίγο περισσότερους από ένα


42

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

εκ. κατοίκους, μέσα σε δύο δεκαετίες πλησίασε τα δύο εκ. με τα νούμερα να συνεχίζουν να ανεβαίνουν ακόμα πιο θεαματικά τις επόμενες δεκαετίες.35 Την ίδια περίοδο, η πρωτεύουσα χαρακτηριζόταν ταυτοχρόνως από δύο μέτωπα: «Τα σύνορα […] είναι κάπου ανάμεσα στο Σύνταγμα και στην Ομόνοια. Από δω η πόλις λουξ, από κει η καθυστερημένη πόλις των φτωχών. Ο κοσμοπολιτισμός - η επαρχία. Τα μεγάλα ξενοδοχεία, με το μεγάλο ύφος, τα ταξιδιωτικά γραφεία, τα πρακτορεία των αεροπορικών εταιριών και οι μπουτίκ, οι φίρμες “μπoν στυλ”, οι ξενόγλωσσες επιγραφές […] Από κει τα μαγαζιά ειδών λαϊκής καταναλώσεως, τα πρακτορεία των υπεραστικών λεωφορείων της ΣΠΑΠ […] Τα τοπικά καφενεία – κέντρα επαρχιωτών, τα ξενοδοχεία της Β’, της Γ’, της… Ε’ κατηγορίας […] Από κει και πέρα είναι το αεροδρόμιο και ο “Αστέρας”. Από δω και πέρα το λιμάνι, οι σιδηροδρομικοί σταθμοί».36 Η ευθεία ενασχόληση με τον οικοδομικό τομέα μέσω της αυτοστέγασης, ώθησε τους ανθρώπους των προαστίων στην αναζήτηση εργασίας σε αντίστοιχους κλάδους. Αρχικά, οι περισσότεροι ξεκίνησαν από τις χαμηλότερες θέσεις, καθώς ήταν μέχρι τότε αυτοδίδακτοι και στην συνέχεια εργάστηκαν ως «μαθητές» στο πλάι πιο έμπειρων μαστόρων. Η εύρεση εργασίας συνέβαινε μέσω των ευρύτερων οικογενειακών κύκλων. Ως αποτέλεσμα, ξεκίνησαν να οργανώνονται σε συμπαγείς ομάδες από τεχνίτες με συγκεκριμένη ειδίκευση, η οποία είχε καταβολές από τον τόπο καταγωγής τους. Συγκεκριμένες γειτονιές άρχισαν να χαρακτηρίζονται διάσημες για ένα χαρακτηριστικό: οι μαρμαράδες, οι μπετατζήδες, οι σοβατζήδες, οι μωσαϊκοί, οι μαραγκοί, οι πλακατζήδες, οι μπογιατζήδες, οι σιδεράδες κοκ. 37

35. Για την ακρίβεια, το 1940 στην Αθήνα υπήρχαν 481.000 κάτοικοι (1.124.109 στην περιφέρεια), το ’51 565.084 (1.556.029) και το ’61 627.564 (1.852.709). Από το ψηφιακό αρχείο της Γενικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος. 36. Αποσπάσματα από το άρθρο «Αποικία Αθήνα» των Ελ. Καμουλάκου και Δ. Ραυτόπουλου στην εφημερίδα «Αυγή» (12.3.1961). Το απόσπασμα βρίσκεται στο: Δήμητρα Λαμπροπούλου, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009, σ. 65-66.

37. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 130.


Αυθαίρετος οικισμός στο κέντρο της Αθήνας, 1966. Αρχείο Δημήτρη Φιλιππίδη.


44

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

45


46

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ Κατά τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, υπήρξε μία πολύ σημαντική αντιπαράθεση, για τη πολιτική που επρόκειτο να ακολουθηθεί από το κράτος, μεταξύ δύο οικονομολόγων της Εθνικής Τράπεζας και στενά συνδεδεμένων με τη κυβέρνηση, τους: Ξενοφών Ζολώτα και Κυριάκο Βαρβαρέσο. Η αντιπαράθεση εκτυλίχθηκε γύρω από το ερώτημα: εάν η κυβέρνηση θα έπρεπε να επενδύσει στο βιομηχανικό ή στο στεγαστικό τομέα. Ο πρώτος θεώρησε πως η κρατική επένδυση στη κατοικία δεν ήταν τόσο κερδοφόρα και υποστήριξε τη κατεύθυνση των κεφαλαίων προς την βιομηχανία, καθώς εκείνη τη περίοδο ήταν αρκετά υποανάπτυκτη. Ο Βαρβαρέσος, από την άλλη, υποστήριξε πως η επένδυση στη κατοικία θα συνείσφερε στη μεγάλη προσφορά εργασίας για την ανοικοδόμηση των κοινωνικών κατοικιών και παράλληλα θα δημιουργούσε καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τις κατώτερες τάξεις. Η κυβέρνηση, τελικώς, οδηγήθηκε στην συγκρότηση της εγχώριας βιομηχανίας με τα ποσοστά της κρατικής συμμετοχής στο στεγαστικό τομέα να είναι από τα μικρότερα στην Ευρώπη.38 Το βάρος, λοιπόν, της ανέγερσης κατοικιών επιβάρυνε τον ιδιωτικό τομέα, με το κράτος να αποφασίζει τη γενική πολιτική της μη έκδοσης δανειοδοτήσεων.39 Η συγκεκριμένη πολιτική δημιούργησε ακόμη μεγαλύτερη οικονομική στενότητα στους πολίτες, αλλά και στους επιχειρηματίες, που πλέον θα έπρεπε να στηριχτούν στις προσωπικές τους αποταμιεύσεις. Παράλληλα, η αυξανόμενη πληθυσμιακή πυκνότητα της Αθήνας δημιουργούσε υψηλή ζήτηση στην εύρεση κατοικίας και ως φυσικό επόμενο, έπρεπε να αναζητηθεί υπό το πρίσμα μίας μαζικής και οικονομικής παραγωγής. 38. Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, η συμμετοχή του κράτους στη στεγαστική παραγωγή υπέπεσε από το 5% την περίοδο 1959-1968, στο 3% το 1970-1977. Οι συγκεκριμένοι αριθμοί αποτελούν από τις μικρότερες ποσοστιαίες μονάδες που υπάρχουν στα κράτη της Ευρωπαϊκής ένωσης. Διαβάζουμε στο: Σοφία Ν. Αντωνοπούλου, Ο μεταπολεμικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας και το οικιστικό φαινόμενο 1950-1980, Παπαζήση, Αθήνα, 1991, σ. 127-128. 39. Ο οικονομολόγος Χρυσάφης Ι. Ιορδάνογλου, είχε υποστηρίξει πως η πολιτική αποκλεισμού των ιδιωτών από τα επίσημα κανάλια δανειοδοτήσεων αποσκοπούσε στην επιβράδυνση της αστικής οικιστικής ανάπτυξης, η οποία εκείνο το διάστημα βρισκόταν σε εκρηκτική διάσταση. Θεωρήθηκε πως μία πολιτική ευρείας πιστοδότησης θα πυροδοτούσε εκτόξευση των αξιών γης και κατοικίας όπως και των μισθών. Το πέρασμα της χούντας μας υπέδειξε ότι τέτοιοι φόβοι δεν αποτελούσαν φανταστικοί. Διαβάζουμε στο: Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, ελ. μτφ., σ. 128.


ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

47

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κατασκευαστικός τομέας της πόλης χρησιμοποίησε μαζικά το πρότυπο της πολυκατοικίας. Ανεπτυγμένο αρχιτεκτονικά στο μεσοπόλεμο και έτοιμο να περάσει στα πλατιά στρώματα των μηχανικών. Η κυριάρχηση της πολυκατοικίας συνδέθηκε άτυπα με το μηχανισμό της αντιπαροχής, ως τον κεντρικό τρόπο χρηματοδοτήσεων. Η ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, εμφάνισε τη μεγαλύτερη ζήτηση στεγαστικής κάλυψης, οπότε μετατράπηκε στο πλέον θεμιτό σημείο για την ανέγερση πολυκατοικιών. Αυτή η μεταβολή έπρεπε να συμβεί «πατώντας» στο ήδη δομημένο έδαφος από μονοκατοικίες μίας προηγούμενης εποχής. Κατ’ ουσία, η αντιπαροχή αποτελεί μία εργολαβική σύμβαση, της οποίας η πράξη μπορεί να συμπτυχθεί σε μία μορφή προσωρινής δανειοδότησης της γης από τον κάτοχό της προς τον εργολάβο. Ο σκοπός της πράξης επιτυγχάνεται με την επιστροφή του δανείου υπό τη μορφή ενός ποσοστού επί του κτηρίου, ανταποκρινόμενο στην αξία της γης. Η ανέγερση (και η πιθανή κατεδάφιση) χρηματοδοτείτε από τον εργολάβο. Επίσης, μπορεί να νοηθεί ως μία προσωρινή σύσταση εταιρείας με τη συμμετοχή των δύο υποκειμένων, με αμφότερους σκοπούς την διαιώνιση των κεφαλαιακών τους αποθεμάτων. Παρότι, η χρήση του μηχανισμού της αντιπαροχής ποτέ δεν υπήρξε υποχρεωτική, κατάφερε να κυριαρχήσει επί των μεθόδων σύμπτυξης διατιθέμενης γης και κεφαλαίου για πάνω από 50 χρόνια και κάτω από εντελώς διαφορετικές κοινωνικό-οικονομικές συνθήκες. Η αναζήτηση της αιτιότητας της κυριαρχίας του φαινομένου της αντιπαροχής κρίνεται απαραίτητη. Είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι η γενικότερη συμπεριφορά του πληθυσμού από τα οθωμανικά ακόμη χρόνια συντελείται στην διοχέτευση των αποταμιεύσεων στην αγορά σταθερών αξιών, δηλαδή αγροτική γη, διαμερίσματα και αστικά οικόπεδα. Ο λόγος της παραπάνω επιλογής έγινε περισσότερο με κριτήρια επιθυμητής ασφάλειας παρά αποδόσεως: «Τα ελληνικά νοικοκυριά κινήθηκαν έξω από τις αρχές του οικονομικού ορθολογισμού. Δεν ήταν η μεγιστοποίηση της απόδοσης και κατ’ επέκταση της ευημερίας αυτό που καθόρισε τις βασικές τους επιλογές. Πρωταρχικός τους στόχος ήταν η εξασφάλιση ενός ελάχιστου βιοτικού επιπέδου διαχρονικά. Η συμπεριφορά αυτή είναι τυπική στις νεοανερχόμενες βιομηχανικά κοινωνίες και εμφανίζεται ως κατάλοιπο της οικονομικής στενότητας, της στασιμότητας και της αβεβαιότητας για το μέλλον που χαρακτηρίζουν τις αγροτικές οικονομίες».40 40. Ηλίας Κατσίκας, Το κοινωνικό περιεχόμενο της Αντιπαροχής και οι οικονομικές του προεκτάσεις, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 2004, σ. 15.


48

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Επομένως, οι κάτοχοι της γης ήταν απρόθυμοι να παραχωρήσουν την ιδιοκτησία τους έναντι χρηματικού ποσού. Η κατοχή της γης ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατοικία. Η αστική γη σπάνια προσφερόταν έναντι χρηματικού ανταλλάγματος, ενώ στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων προοριζόταν για ανοικοδόμηση με αντάλλαγμα περιουσιακά στοιχεία. Η πράξη αυτή, αντικατοπτρίζει επίσης την αδυναμία του χρήματος να σταθεί ως σταθερό και αξιόπιστο μέσο απόδοσης της αξίας σε διαχρονικό επίπεδο. Παρότι με την αντιπαροχή οι οικοπεδούχοι μάλλον δεν πλούτισαν υπό τη μορφή χρηματικού αποθέματος (σε αρχικό επίπεδο τουλάχιστον), σε αντίθεση με τους εργολάβους, οι ίδιοι φαίνεται πως συγκρατούσαν το πρώτο λόγο στην εκκίνηση του έργου, αφού ως ιδιοκτήτες είχαν τη δυνατότητα παύσης και παραμονής έως ότου οι αξίες γης θα ήταν οι πιο προσοδοφόρες προς αυτούς. Ωστόσο, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας είναι ότι η κατοχή γης δεν αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο μίας και μόνο τάξης.41 Αντιθέτως, συναντάται διάχυτη σε ένα ευρύ κοινωνικό φάσμα, ενώ η άτακτη προέλευση από διάφορες κοινωνικές κλίμακες αποκρυστάλλωνε έναν ρευστό τρόπο διαχείρισης και αξιοποίησης της γης. Η απουσία σταθερών προτύπων συμπεριφοράς μετέφερε τη βαρύτητα της απόδοσης της αξίας της γης στο «τραπέζι» των διαπραγματεύσεων. Εκεί που ανάλογα την επικοινωνιακή ευχέρεια του καθενός σε συνδυασμό με την εποχική αναγκαιότητα, μπορούσε να διεκδικηθεί ένα μεγαλύτερο μερίδιο. Παρόλα αυτά, είναι σημαντικό να τονιστεί πως η θεμελιώδης βαρύτητα βρισκόταν στον ιδιοκτήτη γης και η ταύτιση της κυριαρχίας της αντιπαροχής αντανακλά πρωταρχικά τα συμφέροντα τους. Ο Κ. Κατσίκας τονίζει: «Η αντιπαροχή ήταν επιλογή των ιδιοκτητών γης και η επικράτηση της συνδέεται με τη λειτουργία της αστικής γης ως μέσου αποθεματοποίησης αξίας. Οι εργολάβοι υποχρεώθηκαν εκ των πραγμάτων να λειτουργήσουν κάτω από αυτόν τον περιορισμό».42 Συνεχίζοντας την ίδια επιχειρηματολογία, εάν εξετάσουμε τη περίπτωση που οι οικοπεδούχοι ήταν διατεθειμένοι να πουλήσουν τη γη έναντι χρηματικού ποσού, τότε ο ανταγωνισμός από τη πλευρά των εργολάβων θα εστίαζε στην απόκτηση ολοένα και περισσότερων αστικών οικοπέδων, τα οποία θα 41. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 123. 42. Ηλίας Κατσίκας, Το κοινωνικό περιεχόμενο της Αντιπαροχής και οι οικονομικές του προεκτάσεις, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 2004, σ. 9.


ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΑΝ-ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ

49

συγκρατούσαν ολόκληρα τα δικαιώματα των μελλοντικών αποδόσεων. Η καθολική απονομή δικαιωμάτων στην κατασκευαστική εταιρία θα της προσέδιδε την προοπτική μεγαλύτερου κέρδους από την μετέπειτα πώληση ολόκληρου του παραχθέντος κτηριακού προϊόντος. Σε αυτή τη περίπτωση, οι κατασκευαστικές εταιρίες αναπόφευκτα θα προέβαιναν σε κινήσεις συμπτύξεων και εξαγοράσεων η μία της άλλης, τη διαμόρφωση μεγαλοεταιριών, με απώτερο σκοπό την αύξηση της κεφαλαιακής τους δύναμης και την απόκτηση περισσότερης γης. Όμως, ακριβώς επειδή οι ιδιοκτήτες δεν προθυμοποιούνταν να πουλήσουν τη γη, ο ανταγωνισμός γινόταν πιο έντονος μεταξύ των εργολάβων, μέσω των καλύτερων προσφορών που μπορούσαν αυτοί να παρέχουν. Δηλαδή, μεγαλύτερα ποσοστά αντιπαροχής προς τους οικοπεδούχους για την επίτευξη της συμφωνίας και την εκκίνηση των έργων. Το μεγάλο πλήθος των ιδιοκτησιών καθιστούσε αναγκαία την ύπαρξη αντίστοιχα πολλών κατασκευαστικών εταιριών για την επίτευξη των διαπραγματεύσεων. Η συγκεκριμένη τακτική λειτούργησε προφανώς υπέρ των οικοπεδούχων.


Η ΑΡΧΙ ΤΕΚΤΟ ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑ ΡΟΧΗΣ


Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ

51

Η ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΩΣ ΠΡΟΙΟΝ Κατά τις δεκαετίες ‘50-’60, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας ο αστικός πληθυσμός καθίσταται μεγαλύτερος του αγροτικού.43 Υπό αυτές τις συνθήκες, χρειαζόταν ένα συσπειρωτικό μοντέλο διαβίωσης που να μπορεί να εξυπηρετήσει τον αυξανόμενο πληθυσμό της πόλης. Οι δημόσιες συζητήσεις, είχαν ήδη αναδείξει την πολυκατοικία ως ένα μέσο επίλυσης ζητημάτων πυκνότητας. Η κατοίκηση στη πολυκατοικία έμοιαζε να είναι η μόνη «βιώσιμη» λύση. Η ζωή στο διαμέρισμα σήμαινε αυτομάτως καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους κατοίκους, μέσα από νέες εγκαταστάσεις, όπως για παράδειγμα σύγχρονες κουζίνες, κεντρική θέρμανση, ανελκυστήρας κλπ. Επίσης, σημαντικό πλεονέκτημα ήταν ότι η εκπόνηση μιας μελέτης για πολυκατοικία μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι εργολάβοι και τα συνεργεία είχαν αναπτύξει την δική τους «γλώσσα» παραγωγής, δίχως επιπλέον καινοτομίες και σχεδιαστικούς προβληματισμούς. Έτσι, ο απαιτούμενος χρόνος από το σχεδιασμό στην αδειοδότηση και έπειτα στην υλοποίηση ενός έργου μειωνόταν σημαντικά.44 Στο συγκεκριμένο σημείο, θα αναφερθούμε στον τύπο της πολυκατοικίας που επικράτησε, με το ενδιαφέρον μας να εστιάζει στην στερεοτυπική αντίληψη της εμπορικής δομής. Παρότι μεταπολεμικά υπήρξαν παραδείγματα πολυκατοικιών γνωστών και σημαντικών αρχιτεκτόνων, αποτέλεσαν την μειοψηφία επί των συνολικών πολυώροφων κτηρίων της Αθήνας. Ο ρόλος του πολιτικού μηχανικού εκείνη την περίοδο στάθηκε πρωταγωνιστικός ως προς την εκπόνηση των εργασιών, την στατική μελέτη και ακόμη, την διαμόρφωση των σχεδίων. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα παραγκωνίστηκε, οι εργολάβοι αντιλαμβάνονταν τις υπηρεσίες του ως προϊόν πολυτελείας, με αποτέλεσμα η συμβολή τους να συμβαίνει στρατηγικά, ιδίως στις ακριβότερες μελέτες. Για την αδειοδότηση ενός έργου υπήρχε η υποχρεωτικότητα της υπογραφής του πολιτικού μηχανικού ή αρχιτέκτονα, αλλά πολλές φορές αυτό λειτουργούσε μονάχα ως γραφειοκρατική δικλείδα. Εφόσον η παραπάνω διαδικασία είχε ξεπεραστεί, δηλαδή αφότου τα σχέδια είχαν εγκριθεί από την πολεοδομία, το έργο μπορούσε πρακτικά να συνεχιστεί αποκλειστικά από το συνεργείο του εργοταξίου το οποίο πολλές φορές δρούσε αυτόνομα, ειδικότερα σε ό,τι αφορούσε το εσωτερικό της κατασκευής.45 43. Γεώργιος Kων. Γιαννίτσαρης, H ελληνική μεταπολεμική αρχιτεκτονική, περ. Αρχαιολογία & Τέχνες, τχ. 106, Αθήνα, 2008, σ. 81. 44. Άλκηστις Ρόδη, κεφ. Mutually Generative: Athens Polykatoikia, στο: The Public Private House, επ. Richard Woditsch, Park Books, Ζυρίχη, 2018, σ. 37. 45. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 124.


52

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Τα πρότυπα που καλλιεργήθηκαν μεταπολεμικά είχαν προφανώς τις ρίζες τους στο μεσοπόλεμο. Περνώντας δε από τις πρώτες εφαρμογές στα ευρεία στρώματα των μηχανικών, υπήρξαν αλλεπάλληλες απλουστεύσεις στην αρχιτεκτονική τους έκφραση. Εάν η μοντέρνα αρχιτεκτονική συσχετιζόταν με την τυπολογία, η μεταπολεμική πολυκατοικία υπέπεσε στην «μανιέρα».46 Αντίστοιχα, εάν ο μοντερνισμός ενσαρκώνεται στο «τύπο» και στη καινοτομία που απαιτεί η επινόηση του, οι πρακτικές της πιάτσας στηρίχτηκαν σε έτοιμες και ασφαλής λύσεις. Οι επιλύσεις μαζικοποιήθηκαν και συνέβαλαν στη δημιουργία στερεοτύπων στο τρόπο διαμόρφωσης της πολυκατοικίας. Οι συνταγές επίλυσης, προσαρμοσμένες στον προσανατολισμό και το μέγεθος του οικοπέδου, κυκλοφόρησαν στους κατασκευαστικούς κύκλους της οικοδομής και συνέθεσαν την φαντασιακή εικόνα της πολυκατοικίας, τόσο στην υπόληψη των μηχανικών, όσο και των κατοίκων της πόλης. Ο θεσμός της αντιπαροχής συνέβαλε τα μέγιστα στην μετουσίωση της πολυκατοικίας σε ένα εμπορικό προϊόν, αφού η ανέγερση της διαπραγματευόταν με την λογική του «πάρε-δώσε». Ο πυρήνας των διαπραγματεύσεων μεταξύ οικοπεδούχου και εργολάβου, αφορούσε κυρίως ποσοτικά μεγέθη ορόφων και διαμερισμάτων, υπαγόμενα σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, με τον αρχιτεκτονικό προβληματισμό να περνάει σε δεύτερη μοίρα. «Δεν πρέπει ποτέ να μας διαφεύγει ότι η πολυκατοικία -το διαμέρισμα πιο συγκεκριμένα- είναι ένα «προϊόν». Παράγεται από επιχειρήσεις, μικρές ή μεγάλες, πουλιέται και αγοράζεται, χρησιμοποιείτε και «καταναλώνεται». Σαν παραγόμενο «προϊόν», υπακούει και αυτό στους νόμους της αγοράς: προσφορά και ζήτηση, κόστος-κέρδος-τιμή κλπ. Οι συντελεστές που διαμορφώνουν βασικά το «προϊόν» είναι δύο: η οικονομική σκοπιμότητα και ο ΓΟΚ. Οι λειτουργικές και αισθητικές απαιτήσεις έρχονται γενικά σε δεύτερη μοίρα, εκτός αν αποτελούν συστατικό μέρος της ζήτησης».47 Συνεχίζοντας στην ίδια επιχειρηματολογία, οι Σουζάνα και Δημήτρης Αντωνακάκη, συνέδεσαν την πολυκατοικία, με τις έννοιες της «εμπορευματοποίησης» και της «γραφειοκρατίας».48 Από την μία, η έννοια της «εμπορευματοποίησης» εκφρά46. Δάνειο από ιταλικά, manièra: που γίνεται με τα χέρια, ιδιαίτερος τρόπος λειτουργίας, συμπεριφορών. Χρησιμοποιούμε τη λέξη «μανιέρα», ως τη στείρα τυποποίηση, την μονότονη επανάληψη του ίδιου μοτίβου. 47. Ξενοφών Βλάχος, αρθ. Πολυκατοικία, Προβλήματα κατοικησιμότητας, επικοινωνίας, προτύπων και συμβόλων, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, Αθήνα, 1978, σ. 154. 48. Στο ίδιο, Σουζάνα Αντωνακάκη και Δημήτρης Αντωνακάκης, αρθ. Η πολυκατοικία στην Ελλάδα. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα, σ. 151.


Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ

53

στηκε στην πλήρη εκμετάλλευση του κάθε διαθέσιμου τετραγωνικού, αφού η κάθε «χαμένη» επιφάνεια αποτελούσε οικονομική ζημία που οι κατασκευαστές δεν επιδέχονταν να υποστούν, παρά τις ποιοτικές βελτιώσεις που ενδεχομένως να προέκυπταν. Από την άλλη, ο ΓΟΚ εξέφρασε την γραφειοκρατία, επιχειρώντας να προστατεύσει κάποιες βιοτικές προδιαγραφές, καταλήγοντας όμως να αντικατοπτρίζει στην ουσία ένα σύστημα αναλογιών που πρέπει να τηρηθεί, προκειμένου να προχωρήσει η έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Οι αστοχίες του κανονισμού συνήθως συγχέονται στην αποτυχία του να προβάλλει και να διαγράψει μία συνολική εικόνα για την πόλη. Ο πλουραλισμός της αρχιτεκτονικής έκφρασης δοκιμάστηκε σε ένα πολύ μικρό φάσμα. Αρχικά, κάτω από δοσμένες από τον ΓΟΚ δυνατότητες κάλυψης και ύψους. Ακόμη, με προσυμφωνημένους τους όρους και τα ποσοστά της αντιπαροχής πριν ακόμη ξεκινήσουν οι εργασίες. Τέτοιες συμφωνίες συχνά εμπεριείχαν ορολογίες τύπου «δυάρι», «τριάρι» κλπ. περιγραφές δηλαδή που αφορούσαν χαρακτηριστικά διαμερισμάτων που όλοι λίγο-πολύ είχαν κατά νου και ανταποκρινόταν σε συγκεκριμένες στερεοτυπικές εικόνες. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ο ρόλος του αρχιτεκτονικού πειραματισμού έμοιαζε να χάνει τη δυναμική του και να παίρνει περισσότερο διεκπαιρεωτικό χαρακτήρα.

Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ Ένας ακόμη λόγος της επικράτησης της εμπορικής πολυκατοικίας, μπορεί να καταλογισθεί στην απλότητα της κατασκευής της. Ο στατικός φορέας από οπλισμένο σκυρόδεμα, αποτελούμενος από τα κάθετα στοιχεία των κολώνων και τα οριζόντια των δοκαριών και της πλάκας, αποτέλεσε τη «μήτρα», η οποία με αλλεπάλληλες προσθήκες στοιχείων μπορούσε να αναπαράγει πολλαπλές παραλλαγές. Το μικρό σε όγκο μέγεθος του στατικού φορέα προσέδιδε έναν ανοιχτό χώρο στην επιφάνεια του κάθε ορόφου και έτσι μπορούσε να προσαρμοστεί στις ανάγκες του εκάστοτε νοικοκυριού. Συμπληρωματικά, ο Ν. Βαλσαμάκης αφηγείται: «Οι κατασκευαστικές εταιρίες συνήθιζαν να βγάζουν ένα πάγκο επί του δρόμου και μπροστά από το εργοτάξιο. Εκεί διαπραγματευόντουσαν τη πώληση ενός διαμερίσματος που είναι ακόμη, στη διαδικασία κατασκευής. Οι επίδοξοι αγοραστές μπορούσαν να δουν τους χώρους εντός του εργοταξίου και να έχουν δυνατότητες αλλαγών επί τόπου, ούτος ώστε να διαμορφώσουν τη κατοικία σύμφωνα με τις επιθυμίες τους. Μέσα από αυτό το γεγονός, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε το κλίμα της ανέγερσης μίας πολυκατοικίας, την ταχύτητα με


54

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

την οποία μπορούσε να μεταβληθεί κάτι εκτός επίσημων σχεδίων και ολόκληρη την ατμόσφαιρα «μαστορεμάτων» που επικρατούσε στο εργοτάξιο».49 Ωστόσο, παρά τις μεγάλες δυνατότητες που προσέδιδε το συγκεκριμένο οικοδομικό μοντέλο, οι εσωτερικές διαρρυθμίσεις στηρίχτηκαν έντονα σε στερεότυπα που είχαν δημιουργηθεί ήδη κατά το μεσοπόλεμο. Τα διαμερίσματα, υποβαθμισμένα πλέον λόγω της εισαγωγής χαμηλότερων οικονομικών τάξεων, έχασαν το πλουσιοπάροχο μέγεθος όπως και τους βοηθητικούς λειτουργικούς χώρους (δωμάτια υπηρεσίας, δευτερεύουσα είσοδος κ.ο.κ.) συγκράτησαν όμως την ίδια ιεράρχηση. Πιο συγκεκριμένα, οι χώροι υποδοχής συνέχισαν να βρίσκονται επί της όψης του δρόμου με τους χώρους ανάπαυσης να τοποθετούνται στο πίσω μέρος με ανοίγματα στον ακάλυπτο, ενώ ο χώρος της κουζίνας και του λουτρού βρίσκονταν στο ενδιάμεσο με άνοιγμα στον φωταγωγό. Παρά τις ομοιότητες, του τύπου της ελληνικής αστικής πολυκατοικίας με το παράδειγμα του Dom-ino του Le Corbusier,50 θα ήταν αδόκιμο να προβούμε σε συμπτύξεις περί αρχιτεκτονικής θεωρίας μεταξύ των δύο. Αφενός, η δομή του dom-ino αποτέλεσε την πιο απλή μονάδα στατικότητας κατασκευασμένη από οπλισμένο σκυρόδεμα, αφετέρου ο ελληνικός κατασκευαστικός τομέας ήταν ήδη συνυφασμένος με το υλικό αυτό από την δεκαετία του ‘20. Έτσι, θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για αλλεπάλληλες απλουστεύσεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής τόσο σε πολιτικό επίπεδο, όσο και στα αισθητικά στοιχεία που την αποτελούν.51 Ο εκμοντερνισμός της Ελλάδας συνέβη περισσότερο ως μέσο αναβάθμισης της οικιστικής και βιοτικής ποιότητας στις πόλεις, παρά ως πολιτικό στρατήγημα. Η πολυκατοικία υπήρξε το μέσο της 49. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, ελ. μτφ., σ. 125. 49. Σχεδιασμένο το 1914 ως σύστημα κατασκευής αυτοβοήθειας, το Dom-ino (από τα λατινικά “dooms”, το «σπίτι» και η συντομογραφία της «καινοτομίας») έχει γίνει η πανταχού παρούσα μορφή κατασκευής σε όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες: ένα πλαίσιο οπλισμένου σκυροδέματος ανοιχτό σε κάθε πλήρωση και συνεπώς σε οποιαδήποτε χωρική ερμηνεία. Κατά την ανάπτυξη αυτού του μοντέλου, ο Le Corbusier εμπνεύστηκε από κτήρια με ξύλινους πυλώνες στην Τουρκία από τη μία πλευρά και φλαμανδικά σπίτια από την άλλη. (συνέχεια σελ.55) 50. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 121.


Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ

55

εξοικείωσης των Ελληνίδων και των Ελλήνων με την νεωτερικότητα, υπό το πρίσμα της μεταβολής του βιοτικού επιπέδου και μέσα από το πέρασμα από τη μονοκατοικία στην πολυκατοικία. Η μεταβλητότητα σε συνδυασμό με την οικοδομική απλότητα της δομής του Le Corbusier, εκπλήρωσε κατά ένα μέρος το όραμα του σε σχέση με την αξιοποίηση του domino ως κατασκευαστικό στρατήγημα σε καιρούς εκτεταμένης στεγαστικής ανάγκης. Ωστόσο, αν υπήρχε ένα χαρακτηριστικό σημείο όπου αυτή η ιδέα αστόχησε είναι στην δημιουργία ενός αρχιτεκτονικού διαλόγου ανάμεσα στην ευέλικτη δομή και τις μετέπειτα προσθήκες των χρηστών-κατοίκων. Επιπλέον συντέλεσε αντικείμενο αμιγούς εμπορικής εκμετάλλευσης, με την οικοδομή να υποκύπτει στους όρους της αγοράς και των μικροεπιχειρήσεων.

Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ Θέλοντας να αποδώσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά του μοντέλου της αστικής πολυκατοικίας, είναι σημαντικό να λάβουμε υπόψιν τις μεταβολές που συνέβησαν ανά χρονικές περιόδους. Συνοψίζοντας τα στερεοτυπικά στοιχεία της πολυκατοικίας σε κάποια αναλλοίωτα συστατικά μιας «συνταγής», την τριακονταετία ’50-’80, καταγράφουμε τα εξής: Οι τυπολογίες της εμπορικής πολυκατοικίας εκκινούν πάντοτε με τον σκελετό από οπλισμένο σκυρόδεμά και το κλιμακοστάσιο. Εφόσον έχουν καθοριστεί τα πρωταρχικά οριζόντια και κατακόρυφα στατικά στοιχεία, εκκινεί η διαδικασία της πλήρωσης με τα συμπληρωματικά στοιχεία της δομής (μεσοτοιχίες, ανοίγματα, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, παροχές νερού κλπ.). Οι είσοδοι είχαν κατά μέσο όρο πέντε μέτρα ύψος, αποδίδοντας έτσι έναν Ο Le Corbusier κοίταξε προσεκτικά τα ιδιότροπα κατασκευαστικά συστήματα προκειμένου να μειώσει την απόσταση μεταξύ αρχιτεκτονικής και καθημερινών διαδικασιών κατασκευής, αλλά ερμήνευσε εκ νέου αυτά τα ιδιότροπα παραδείγματα μέσα στη λογική ενός τυπικά βιομηχανικού σχεδίου και των νέων εξελίξεων με την κατασκευή μέσω οπλισμένου σκυροδέματος. Ο Le Corbusier ανέπτυξε το πρωτότυπο του, φαντάζοντας μια μεταπολεμική ανακατασκευή στην οποία η επείγουσα ανάγκη στέγασης θα απαιτούσε νέους και πιο ευέλικτους τρόπους κατασκευής κατοικιών, ειδικά για τις χαμηλές τάξεις. Με αυτή την έννοια, η αρχή Dom-ino είναι η καλύτερη ενσάρκωση του μότο του Le Corbusier «Αρχιτεκτονική ή Επανάσταση». Στο Dom-ino, η αρχιτεκτονική δεν είναι απλώς ένα καταφύγιο, αλλά σύμφωνα με τα λόγια του Michel Foucault, είναι ένα «dispositif» (γαλ. συσκευή), ένα apparatus που βάζει στην εργασία και ελέγχει τις πιο βασικές ικανότητες των ανειδίκευτου εργαζόμενου. Διαβάζουμε στο άρθρο: Pier Vittorio Aureli, Maria S. Giudici και Πλάτων Ησαΐας, From Dom-ino to Polykatoikia, περ. Domus, πρώτη δημοσίευση τχ. 962, 2012, ελ. μτφ.


56

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

μεγαλειώδη χαρακτήρα στον χώρο του ισογείου. Όπως είδαμε στο κεφάλαιο για τον μεσοπόλεμο, οι χώροι υποδοχής (κοινόχρηστοι και ιδιωτικοί) αξίωναν τη μεγαλύτερη προσοχή τόσο από άποψη υλικότητας όσο και επίπλωσης. Οι είσοδοι βρίσκονταν στις πλέον προνομιακές θέσεις μέσα στο οικόπεδο, συνήθως στη πλευρά του δρόμου που θα είχε τη μεγαλύτερη πρόσβαση σε ηλιοφάνεια. Το μεγάλο ύψος του ισογείου εξυπηρετούσε τις εμπορικές δραστηριότητες που συνέβαιναν στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας. Τα κεραμικά τούβλα προστίθονταν στον σκελετό διαμορφώνοντας τις εσωτερικές τοιχοποιίες. Το κλιμακοστάσιο, με την σκάλα και τον ανελκυστήρα βρισκόταν πιο πίσω, στον πυρήνα της οικοδομής και έφτανε μέχρι τον ακάλυπτο του οικοπέδου. Σχετικά με το κλιμακοστάσιο θα μπορούσαμε να πούμε πως τις περισσότερες φορές παρέμενε κρυμμένο από την δημόσια θέα, σαν μια μορφή «ταμπού». Τα μπαλκόνια υπήρξαν απαραίτητο κομμάτι του διαμερίσματος, εκπληρώνοντας την ανάγκη για υπαίθρια οικιστική ζωή. Ένα αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της γεωγραφικής θέσης, συνυφασμένο με το κλίμα, το οποίο αποτέλεσε συστατικό στοιχείο των κατοικιών, από αρχαία ακόμη χρόνια. Οι κλιμακωτές υποχωρήσεις των τελευταίων ορόφων αποτέλεσαν και αυτές με τη σειρά τους ογκοπλαστικά σύμβολα της αστικής πολυκατοικίας. Ως αποτέλεσμα των οικοδομικών ρυθμίσεων, η εφαρμογή του «ιδεατού στερεού» αποσκοπούσε στην βελτίωση των συνθηκών υγιεινής στις πόλεις, καθώς ο ηλιασμός και αερισμός στο επίπεδο του δρόμου αυξανόταν σημαντικά. Τα δώματα στις απολήξεις των κτηρίων υπήρξαν κενές οριζοντιότητες. Όπως στο μεσοπόλεμο, αποτέλεσαν ίσως τον μοναδικό κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας, εξαιρουμένων των εισόδων και κλιμακοστασίων. Ωστόσο, πολύ σπάνια οι κάτοικοι επιδίωξαν κινήσεις ενεργοποίησης της κοινωνικής τους διάστασης. Λειτούργησαν κυρίως ως χώροι τοποθέτησης των μηχανολογικών απολήξεων και εγκαταστάσεων. Το περίγραμμα των κτηρίων στον ορίζοντα της πόλης δημιούργησε την πολύ χαρακτηριστική «καλτ» εικόνα της Αθήνας από ψηλά, με τις αμέτρητες κεραίες, τα ντεπόζιτα των ηλιακών και τις λοιπές εγκαταστάσεις, εκκινώντας μια νέα συζήτηση αναφορικά με το ζήτημα της διαχείρισης των δωμάτων στο πέρας των χρόνων. Οι γενικότερες τυπολογικές προσεγγίσεις των πολυκατοικιών αποτέλεσαν μία συνένωση των διάφορων παραλλαγών, σε ένα μοντέλο που γνώριζαν και εφάρμοζαν όλες οι μικρές κατασκευαστικές εταιρίες και τα συνεργεία των οικοδόμων. Συνέβη ασυνείδητα, ως αποτέλεσμα της συσσώρευσης


Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗΣ

57

γενικευμένης γνώσης, δημιουργώντας έτσι την έννοια της «γενικής διάνοιας» (general social knowledge).53 Αποτέλεσε ένα σύνολο πληροφοριών που ήταν σχετικές με την διαδικασία της οικοδόμησης και την μορφή της πολυκατοικίας, χωρίς μοναδικό δημιουργό, αλλά αντιθέτως αποτελεί «προϊόν» όλων των διαπλεκόμενων. Όλες οι επινοήσεις μεγάλων και μικρών αρχιτεκτόνων και μηχανικών συνενώθηκαν στη δημιουργία ενός σταθερού μοντέλου με έτοιμες λύσεις προσαρμοσμένες με απλό τρόπο στην κάθε περίσταση. Δηλαδή, ανάλογα πάντα με την θέση του οικοπέδου στην πόλη, στο οικόπεδο (γωνιακό, πλατύ, μακρόστενο κλπ.) στους οικοδομικούς περιορισμούς, με τον ίδιο εσωτερικό τρόπο ιεράρχησης των λειτουργιών. Φυσικά, όλοι οι τύποι μπορούν εμφανώς να διαχωριστούν σε χρονικές δέσμες, πάντοτε κατευθυνόμενες από τις αρχές των οικοδομικών κανονισμών έως την (επόμενη) αναθεώρηση τους. «Η σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική έχει πολύ σταθερό έδαφος. Σχεδιάζεται άμεσα για ανθρώπους με απλές, αναγνωρίσιμες επιθυμίες και ανάγκες, κατασκευάζεται με απλά υλικά και με τα χέρια απλών οικοδόμων […] Εάν μπορεί να υπάρξει μία ιδιαίτερη συμβολή της ελληνικής στην ευρωπαϊκή και διεθνή αρχιτεκτονική, τότε θα πρέπει να αφορά τη σιωπή, την ευρεία ακύρωση του εντυπωσιασμού […]».54 Η Αθήνα μετατράπηκε σε ένα γιγαντιαίο εργοστάσιο του ίδιου της του εαυτού. 53. Ο Καρλ Μαρξ αναφέρεται στο «Grundrisse» (γερμ.), στο «Αποσπάσματα για τις μηχανές», στο VI και στο VII σημειωματάριο, στην έννοια της συνεργασίας των διανοιών ως ένας παράγοντας της παραγωγής. Πιο συγκεκριμένα, προσδιορίζει όλα τα παραγόμενα προϊόντα της βιομηχανίας ως «προϊόντα της ανθρώπινης βιομηχανίας, φυσική ύλη μετουσιωμένη σε παράγωγα της ανθρώπινης συνύπαρξης με την φύση. Είναι παράγωγα (φυσικές προεκτάσεις) του ανθρώπινου νου, φτιαγμένα από το ανθρώπινο χέρι· η δύναμη της γνώσης, αντικειμενοποιημένη». Συνεχίζοντας, αναλογίζεται τον βαθμό, κατά τον οποίο η γενική διάνοια (General Social Knowledge) έχει καταστεί υπαρκτή «δύναμη» της παραγωγής, κατά συνέπεια σε ποιο βαθμό «Oι συνθήκες της ίδιας της διαδικασίας της κοινωνικής ζωής έχουν τεθεί υπό τον έλεγχο της γενικής διάνοιας και έχουν μετασχηματιστεί σύμφωνα με αυτήν. Σε ποιο βαθμό έχουν παραχθεί οι δυνάμεις της κοινωνικής παραγωγής, όχι μόνο υπό τη μορφή της γνώσης, αλλά και ως άμεσα όργανα της κοινωνικής πρακτικής, της πραγματικής διαδικασίας της ζωής». Karl Marx, Grundrisse, Penguin Books σε συνεργασία με την New Left Review, συγγραφή: 1857-61, (πρώτη δημοσίευση στα γερμ.: 1939-41), αγγ. μτφ., από: Martin Nicolaus, 1973, ελ. μτφ., σ. 625-626. 54. Παναγιώτης Τουρνικιώτης, κεφ. Η μυθολογία του διεθνισμού, στο: Τοπία εκμοντερνισμού, επ: Γιάννης Αίσωπος και Γιώργος Σημαιοφορίδης, Metapolis Press, Αθήνα, 2002, σ. 27.


58

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Η μαζική κατασκευή πολυκατοικιών δημιούργησε ένα δίκτυο «παραγωγών» και «καταναλωτών» του ίδιου προϊόντος.55 Το κυρίαρχο μοντέλο κατοίκησης άρχισε να εμφανίζεται σε κάθε οικόπεδο του κέντρου, να επαναλαμβάνεται και να γεμίζει τα οικοδομικά τετράγωνα, δημιουργώντας έτσι συνεχόμενες (ομοιόμορφες και μη) όψεις. Σύμφωνα με την Άλκηστις Ρόδη «[…] δεν ήταν η Αθήνα που παρήγαγε την πολυκατοικία, αλλά η πολυκατοικία που δημιούργησε την Αθήνα».56 Το διαμέρισμα αποτέλεσε την κατοικία όλων των κοινωνικών στρωμάτων και οικονομικών τάξεων. Αργότερα, πέραν των εμπορικών χρήσεων στα ισόγεια των πολυκατοικιών, ξεκίνησαν να εντάσσονται τα ιδιωτικά γραφεία στους ορόφους της, δημιουργώντας ένα τρισδιάστατο ψηφιδωτό χρήσεων. Αυτή η ικανότητα της να μπορεί να προσαρμοστεί στις κοινωνικές ανάγκες, μπορεί να θεωρηθεί ένα από το θεμελιώδη στοιχεία της επικράτησης της στην ελληνική πόλη.57 Εν τέλη, η εικόνα της Αθήνας από ψηλά με το απέραντο ξεδίπλωμα του αστικού τοπίου, των φαινομενικά όμοιων και επαναλαμβανόμενων όγκων, παρουσιάζει την κοινωνική και λειτουργική μικτή της σύνθεση.

55. Pier Vittorio Aureli, Maria S. Giudici και Πλάτων Ησαΐας, From Dom-ino to Polykatoikia, περ. Domus, πρώτη δημοσίευση τχ. 962, 2012.. 56. Άλκηστις Ρόδη, κεφ. Mutually Generative: Athens and Polykatoikia, στο: The Public Private House, επ. Richard Woditsch, Park Books, Ζυρίχη, 2018, ελ. μτφ., σ. 39. 57. Στο ίδιο, Richard Woditsch και Mark Kammerbauer, κεφ. Approaching the Polykatoikia, σ. 111.





ΤΑ ΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥ ΚΑΤΟΙ ΚΙΑΣ 62

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

63

Όπως γίνεται αντιληπτό, η Αθήνα και κατ’ επέκταση πολλές ελληνικές πόλεις επιδιώκουν αργά ή γρήγορα να εκσυγχρονιστούν, αλλάζοντας το ύφος της καθημερινής διαβίωσης στο αστικό περιβάλλον, μέσω της μετάβασης από τις μικρότερες δομές κατοίκησης, στις πολυκατοικίες. Υπό ένα πρίσμα, θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς πως η συμβολή του μηχανισμού της αντιπαροχής στο κεφάλαιο της μαζικής παραγωγής κτηρίων (άρα της μαζικής στέγασης) αποτελεί ταυτόχρονα ένα σύστημα προώθησης ενός νεωτερικού εγχειρήματος, εφόσον η καθημερινότητα αλλάζει παράλληλα με την εικόνα της πόλης, με όλες τις προεκτάσεις που συνεπάγεται. Η ζωή στο διαμέρισμα διαφέρει σημαντικά από την ζωή στην επαρχία και έχει ενδιαφέρον να προσπαθήσει κανείς να διακρίνει τις/τους πρωταγωνίστριες/στές του εγχειρήματος. Βάσει μιας περισσότερο γραμμικής ροής σκέψης, κρίνεται σκόπιμο να δοκιμάσουμε να προσεγγίσουμε τις βασικές φιγούρες που απαρτίζουν την σύγχρονη αστική ζωή στην Ελλάδα, από τη στιγμή της σύλληψης και την κατασκευή μιας πολυκατοικίας, έως το χρονικό σημείο που πραγματώνεται όντως η κατακόρυφη «συμβίωση». Εν ολίγης, σκεπτόμενοι τους ρόλους που συμμετέχουν στις διαδικασίες παραγωγής και κατανάλωσης του αστικού φαινομένου, θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε να ορίσουμε το βασικό «αρχέτυπο» ως προς τα εμπλεκόμενα υποκείμενα που πρωταγωνιστούν στην ελληνική πολυκατοικία: την/τον οικοπεδούχο, τον εργολάβο, την νοικοκυρά και τον οικοδόμο.58

58. Τα γένη που επιλέγονται υπάγονται στις στερεοτυπικές ερμηνείες των όρων και σαφώς υπάρχουν οι περιπτώσεις που υπερισχύουν τα αντίθετα.


64

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ΟΙΚΟΠΕΔΟΥΧΟΙ Ο ρόλος των οικοπεδούχων αποτελεί το νομικό πρόσωπο που είναι αρμόδιο για τις αποφάσεις όταν πρόκειται για περιπτώσεις οικονομικών συμφωνιών που αποσκοπούν στην αξιοποίηση ενός οικοπέδου που διαθέτει κανείς. Όπως είδαμε, η αστική γη ήταν διαιρεμένη σε πολλές μικρές ιδιοκτησίες και το διαθέσιμο κεφάλαιο για την αξιοποίηση τους ήταν συχνά ανεπαρκές. Συνεπώς, για την πιθανή αξιοποίηση τους κατέφευγαν σε συμφωνίες με κεφαλαιούχους-εργολάβους. Παράλληλα, για την ελληνική οικογένεια γνωρίζουμε με σαφήνεια πως η ιδιοκατοίκηση αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο υψηλής σημασίας. Αυτό προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από την αίσθηση κατοχής ακίνητων περιουσιακών στοιχείων, όπου τελικώς το ενδιαφέρον των μελών εστιάζει στην αποθεματική τους αξία.59 Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, τα αθηναϊκά οικόπεδα έγιναν ανάρπαστα στο κέντρο της πόλης από τις μεγαλοαστικές οικογένειες και στην περιφέρεια από τα υπόλοιπα οικονομικά στρώματα. Το σύστημα της αυτοστέγασης αποτέλεσε από την μία, λύση στο μείζον ζήτημα κατοίκησης, την ίδια ώρα όμως επιβάρυνε τους δημοτικούς φορείς, καθώς η μη ελεγχόμενη αυθαιρετοποίηση των γειτονιών ανάγκασε πολλές φορές τις Αρχές να διαχειριστούν το ζήτημα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αντιμετώπιση βασίστηκε στην αστυνόμευση των περιοχών. Ωστόσο, υπήρχαν περιπτώσεις που συνέβησαν εντατικοποιημένες νομιμοποιήσεις προαστιακών περιοχών. Σαφώς, η ένταξη στο σχέδιο πόλης συνεπάγεται την υλοποίηση νέων υποδομών με αποτέλεσμα την ανάπτυξη αυτών και συνεπώς την αύξηση της αξίας της ίδιας της γης, προς όφελος των οικοπεδούχων. Όπως αναλύθηκε και προηγουμένως, με την εφαρμογή του συστήματος της αντιπαροχής, οι κύριοι του εδάφους ήταν στην προνομιακή θέση να αποκτήσουν χωρίς χρήματα νέα διαμερίσματα για ιδιοκατοίκηση, για γονική παροχή ή για άλλου είδους εμπορική εκμετάλλευση. Βέβαια, η σχέση των οικοπεδούχων με το φαινόμενο της σύμβασης εργολαβίας με αντιπαροχή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί προκαθορισμένη. Οι περιπτώσεις διαφέρουν συχνά λόγω της ποικιλομορφίας των υποκειμένων, καθώς οι κάτοχοι γης μπορούσαν να εμβαθύνουν στις διμερείς διαπραγματεύσεις στον βαθμό που έκριναν ότι τους συνεισφέρει τα μέγιστα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την επιθυμία της οικογένειας για παροχή προίκας (ιδίως με την 59. Με την έννοια «αποθεματική αξία» ορίζεται η εξασφάλιση κατοικίας αντί για χρήμα, ως βέλτιστη αποταμιευτική επιλογή. Διαβάζουμε: Δήμητρα Λαμπροπούλου, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009, σ. 64.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

65

μορφή ακινήτων), ως αποτέλεσμα του κοινωνικού στερεότυπου που υπερίσχυε στην ελληνική πραγματικότητα, παρήγαγε πληθώρα περιπτώσεων. Για παράδειγμα, όταν ένας πατέρας έχει στην διάθεση του κάποια μικρή μονοκατοικία ή οικόπεδο εντός σχεδίου πόλεως, προκειμένου να το διαθέσει προς αντιπαροχή, πρέπει η συμφωνία του με τον εργολάβο να προνοεί και να καλύπτει πέρα από τις παροντικές, και τις μελλοντικές οικογενειακές ανάγκες (στις περιπτώσεις που η αξία του οικοπέδου το επέτρεπε). Η κατοχή διαμερισμάτων πολλές φορές παραλληλίζεται με την «αποκατάσταση» των απογόνων, αφού οι γονείς κατάφεραν μέσω αντιπαροχής να παρέχουν ανεξάρτητη στέγη στα παιδιά τους και συνεπώς, να προχωρήσει πιο εύκολα ένας πιθανός γάμος κ.ο.κ. Σε περιπτώσεις που η αντιπαροχή συμβαίνει με σκοπό την ιδιοκατοίκηση ή την γονική παροχή, ο οικοπεδούχος έχοντας το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις ασκεί πιέσεις στον εργολάβο, επιδιώκοντας να παραλάβει ένα διαμέρισμα το οποίο να βασίζεται στις προσωπικές του επιθυμίες, πολλές φορές μάλιστα συμμετέχοντας ο ίδιος στην εκπόνηση των σχεδίων που το αφορούν, ως «επιβλέπων». Όσο περνάει ο καιρός, το πιο συχνό φαινόμενο αρχίζει να γίνεται εκείνο που θέλει τους οικοπεδούχους γονείς να έχουν πλέον παραχωρήσει το οικόπεδο ή την παλιά κατοικία στα παιδιά τους, φέρνοντας τα στην θέση να αποφασίσουν εκείνα πως θα διαχειριστούν το ακίνητο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου ένα κτήριο ή οικόπεδο οφείλει να μοιραστεί σε περισσότερους από έναν δικαιούχο, η πώληση έναντι χρηματικού αντίτιμου ή η αντιπαροχή μοιάζουν οι μόνες προσοδοφόρες λύσεις (δεδομένου ότι δεν έχουν τα χρήματα να κατασκευάσουν μόνοι τους). Στις καταστάσεις που οι συνοικοπεδούχοι αποφασίζουν να προχωρήσουν στην αντιπαροχή, εκεί οι περιπτώσεις ποικίλουν, καθώς κάθε φορά εξαρτάται από τις επιθυμίες του/της καθεμιάς/νος. Το βέβαιο είναι ότι τα ποσοστά αντιπαροχής μειώνονται για το κάθε άτομο όσο αυξάνονται οι συνιδιοκτήτες.60 Σε άλλη περίπτωση, αναφορικά με την στεγαστική παροχή, ένας οικοπεδούχος που δεν έχει πραγματική ανάγκη για κατοχή ακινήτων, μπορεί μέσα από το ίδιο σύστημα παραγωγής πολλαπλών ιδιοκτησιών να έχει στην κατοχή του διαθέσιμα διαμερίσματα με σκοπό την εμπορική τους εκμετάλλευση. Εφόσον υπάρχει για τον κάτοχο της γης η επιλογή να μεταβιβάσει 60. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, ας υποθέσουμε πως υπάρχουν δύο απόγονοι, εκ των οποίον ο ένας εξασφαλισμένος στεγαστικά και ο άλλος όχι. Σε ένα τέτοιο σενάριο, μοιάζει πιθανό ο πρώτος να προτιμήσει κάποιο κατάστημα ή μικρότερα διαμερίσματα που θα μπορέσει να νοικιάζει, ενώ ο δεύτερος είναι πιθανότερο να προτιμήσει ένα διαμέρισμα που να αναλογεί στο αντίστοιχο ποσοστό επί του συνόλου.


66

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

στον εργολάβο ποσοστά εξ’ αδιαιρέτου του οικοπέδου με ανταλλαγή οριζόντια ιδιοκτησία, του παρέχεται η δυνατότητα να ενοικιάσει όσους χώρους έχουν προσυμφωνήσει. Σε περιπτώσεις που ο ιδιοκτήτης ενδιαφέρεται για ενοικιάσεις συνήθως προνοεί στη συμφωνία του με τον εργολάβο προκειμένου να του διαβιβαστούν περισσότερα μικρότερα διαμερίσματα ή ισόγεια καταστήματα. Πέρα όμως από την εξασφάλιση ενός σταθερού εισοδήματος, υπάρχει και η δυνατότητα να προωθηθούν προς πώληση, με σκοπό την αποταμίευση μεγαλύτερου ποσού προς όφελος του οικοπεδούχου. Μια τελευταία περίπτωση που, όμως, δεν παρατηρείται ακόμα σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα, αλλά υπάρχει η πιθανότητα να πραγματωθεί στο μέλλον. Οι πρώην οικοπεδούχοι και νυν ιδιοκτήτες ενός ακινήτου, κατοικούν για ένα συγκεκριμένο διάστημα στα νέα διαμερίσματα μέχρις ότου η εμπορική τους αξία να ανέβει περισσότερο, έπειτα τα πωλούν για ένα επόμενο, στο οποίο επαναλαμβάνουν στρατηγικά την ίδια επενδυτική διαδικασία χωρίς απαραίτητα να αποσκοπούν σε κάποιο ανώτατο οικονομικό όριο. Η ιεράρχηση των κατοίκων ανά τους ορόφους συνέβαινε με οικονομικούς όρους, αφού μεγαλύτερο διαμέρισμα ή σε υψηλότερο όροφο σήμαινε αυτομάτως και υψηλότερη εμπορική αξία. Οι κάτω χώροι (πιο οικονομικοί) συνήθως αποτελούνταν από μικρότερα διαμερίσματα τα οποία ήταν περισσότερο «αναλώσιμα», καθώς οι ιδιοκτήτες επιδίωκαν την ενοικίαση τους. Αντιθέτως, τα επάνω διαμερίσματα ήταν μεγαλύτερα, πιο φωτεινά και με λιγότερη όχληση από τον δρόμο. Από τις οικονομικές στρωματώσεις της πολυκατοικίας δεν θα μπορούσαν να λείψουν ωστόσο και οι εξαιρέσεις. Είναι γεγονός, πως σε περιπτώσεις που ένα κτήριο κατασκευάστηκε με αντιπαροχή, τα ακριβότερα διαμερίσματα δεν τα κατοίκησε κάποια μεγαλοαστική οικογένεια, αλλά οι οικοπεδούχοι, εντελώς ανεξάρτητα από την οικονομική τους κατάσταση.

ΕΡΓΟΛΑΒΟΙ61 Οι εργολάβοι, με την σειρά τους, είναι τα υποκείμενα που ο ρόλος τους ξεκινάει την στιγμή που ένα οικόπεδο είναι διαθέσιμο και εκμεταλλεύσιμο οικονομικά. Για εκείνους, ο στόχος πάντοτε εναπόκειται στην κερδοσκοπία που μπορούν να πετύχουν μέσα από μια κατασκευή. Οι ιδανικές, συνήθως, συνθήκες που προσεγγίζουν αρχικά, είναι οι περιπτώσεις που ένα οικόπεδο 61. Το παρόν υποκεφάλαιο βασίζεται σε συζητήσεις της συγγραφικής ομάδας με πολιτικό μηχανικό- «αντιπαροχιτζή» που έδρασε στον Βόλο από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι και το 2005.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

67

διατίθεται σε προνομιακή τιμή για την περιοχή που βρίσκεται. Επειδή, όμως, αυτό δεν συμβαίνει πάντα και πρωτίστως δεν συνέβαινε τόσο εύκολα τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ο μηχανισμός της αντιπαροχής αποτέλεσε το μέσο με το οποίο οι εργολάβοι μπορούσαν να επιδιώξουν τα μέγιστα. Ένας από τους λόγους για τον οποίο οι οικοπεδούχοι δεν είναι (ή τουλάχιστον δεν ήταν προ οικονομικής κρίσης) διατεθειμένοι να παραχωρήσουν προς πώληση ένα οικόπεδο, είναι ότι η μέθοδος αντιπαροχής έμοιαζε δελεαστικότερη, για τους λόγους που αναλύσαμε προηγουμένως. Επομένως, για ορισμένους από τους εργολάβους η αντιπαροχή πολλές φορές αποτέλεσε την μοναδική συμφέρουσα λύση, δεδομένων των διαθέσιμων επιλογών. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που υπήρξαν κατά το παρελθόν αρκετοί (συνήθως πολιτικοί μηχανικοί) που επιτέλεσαν κατασκευαστές μόνο με αυτή την μεθοδολογική προσέγγιση οικοδόμησης πολυκατοικιών. Ένας τέτοιου είδους μηχανικός ονομάστηκε από την πιάτσα ως «αντιπαροχιτζής» ή «αντιπαροχάς». Για τους εργολάβους, το πρώτο και σημαντικότερο βήμα όλης της διαδικασίας κατασκευής με αντιπαροχή είναι η αυτοψία του οικοπέδου, δηλαδή της περιοχής στην οποία βρίσκεται, το μέγεθος του, οι πιθανές κλίσεις, καθώς και ο προσανατολισμός, όπου παράλληλα με τους συντελεστές δόμησης της οικοδομικής ζώνης που βρίσκεται μπορούν να αξιολογήσουν αν μια επένδυση κρίνεται ωφέλιμη ή μη. Βασικό συστατικό για να επιτευχθεί η προσδοκώμενη κερδοφορία προς όφελος του μηχανικού είναι η πολυκατοικία να μπορεί να διαθέτει κατ’ ελάχιστο τρείς με τέσσερις ορόφους που να ξεπερνούν κατά προσέγγιση τα 100 τ.μ. (αν θεωρήσουμε πως είναι ένας μέσος όρος ικανού μεγέθους) εκτός των κοινόχρηστων χώρων. Όποτε μια περίπτωση μοιάζει ενδιαφέρουσα το επόμενο βήμα είναι η προσέγγιση του οικοπεδούχου, προκειμένου να συνάψουν ένα προσύμφωνο σχετικά με την μέλλουσα κατασκευή. Στο σημείο αυτό είναι που ο οικοπεδούχος (που έχει άλλωστε τον τελευταίο λόγο) παρουσιάζει τους όρους του, οι οποίοι αξιολογούνται από τον μηχανικό και οριστικοποιείται μια πρώτη συμφωνία. Μέχρι τις οριστικές υπογραφές μεσολαβούν και άλλα βήματα, με κυριότερο αυτό της σύνταξης πίνακα κατανομής. Έτσι, εργολάβος και οικοπεδούχος γνωρίζουν ακριβώς τα ποσοστά οριζόντιας ιδιοκτησίας που θα διαθέσουν, τα οποία εξαρτώνται κάθε φορά από τις τιμές της κατασκευής, της περιοχής και φυσικά, από τις απαιτήσεις του ιδιοκτήτη της γης. Οι τιμές των ποσοστών δεν θα μπορούσαν να παραμένουν σταθερές για κάθε περίπτωση. Για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις που μια συμφωνία κινήθηκε λίγο πάνω από 30-70% υπέρ του εργολάβου, αντίστοιχες που τα


68

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ποσοστά να κινήθηκαν σε αντιπαροχές 50-50, υπάρχουν όμως και εκείνες που ένα οικόπεδο σε εξαιρετικά προνομιακή τοποθεσία, λειτούργησε με το θεαματικό 70% υπέρ του οικοπεδούχου, αφού κάλυπταν πλήρως τις απαιτήσεις του επίδοξου μηχανικού-πωλητή. Συνήθως, πέρα από τα διαμερίσματα που διαμοιράζονται, στον πίνακα κατανομής φαίνονται και οι αντίστοιχες θέσεις στάθμευσης που ενδεχομένως να παρέχονται, οι αποθήκες στο υπόγειο, οι αναλογίες στα κοινόχρηστα έξοδα και η πιθανότητα για κάποια ισόγεια καταστήματα. Τότε είναι που ο εργολάβος μπορεί πια να υπολογίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις απολαβές που επιθυμεί και να ορίσει τα πρώτα κοστολόγια για το κάθε διαμέρισμα ή χώρο. Συνήθως, σε περιπτώσεις που ένας οικοπεδούχος δεν αποσκοπεί σε ιδιοκατοίκηση δηλώνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τμήματα της οικοδομής που μπορεί να νοικιάσει (π.χ. γκαρσονιέρες, καταστήματα). Σε αντίθετη περίπτωση εστιάζει σε κάποιο «καλό» διαμέρισμα, συνήθως στον προτελευταίο όροφο, προκειμένου να έχει θέα λόγω ύψους, μεγάλους εσωτερικούς χώρους (μέχρι και ολόκληρο τον όροφο) και μεγάλο μπαλκόνι εξαιτίας του κανονισμού περί «ιδεατού στερεού». Δεν λείπουν βέβαια και οι περιπτώσεις που ο ίδιος ο εργολάβος ενδιαφέρεται να κατοικήσει στην οικοδομή, σε διαμέρισμα που να ταιριάζει στις δικές του προτιμήσεις. Πολλές φορές η σύλληψη της ιδέας για αντιπαροχή μπορούσε να συλληφθεί στα καφενεία και γενικότερα σε χώρους συναθροίσεων. Ένα άτομο μπορούσε να επικοινωνήσει μία επικείμενη συμφωνία που έκλεισε με κάποιον εργολάβο και αυτό να παρακινήσει τους γείτονες στην αναζήτηση της ίδιας πράξης. Έτσι, πολλές φορές μια ιδέα για αντιπαροχή συλλαμβάνεται σε αυτούς τους χώρους, μέσα από αφηγήσεις και εμπειρίες. Κατ’ αυτό τον τρόπο, εφευρέθηκε η έννοια του «εργολάβου περιοχής»,62 του μηχανικού δηλαδή που ξεκινώντας με μια οικοδομική εργασία σε μία γειτονιά, αναλάμβανε και τις επόμενες δουλειές του στην ίδια, δημιουργώντας έτσι την δική του «περιοχή επιρροής». Το να γνωρίζει κάποιος εργολάβος καλά μια περιοχή από προηγούμενες εμπειρίες αναφορικά με τους κανονισμούς, τα συνεργεία κτλ. αποτέλεσε το πρώτο «εργαλείο» πειθούς προκειμένου να πειστούν οι ιδιοκτήτες και να διαθέσουν ένα οικόπεδο. Το παραπάνω γεγονός, σε συνδυασμό με την δυνατότητα του οικοπεδούχου να «εξετάσει» την ποιότητα της 62. Ορολογία που χρησιμοποιεί η Μαρία Μαντουβάλου. Παρακολουθούμε στο ντοκιμαντέρ: Antiparochi – A Short Introduction, Σταύρος Αλιφραγκής και Κωνσταντίνα Κάλφα, για το ερευνητικό πρόγραμμα 2018-2022: Η Αντιπαροχή και οι Αρχιτέκτονες (της), επ. υπευθ. Παναγιώτης Τουρνικιώτης και Κωνσταντίνα Κάλφα, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π., Αθήνα, 2021.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

69

δουλειάς ενός εργολάβου κάνοντας απλώς αυτοψία στην γειτονιά του, ήταν ο κατάλληλος συνδυασμός προκειμένου να δημιουργηθεί η σύγχρονη εικόνα της πόλης μέσα από τις μαζικές αναδιαμορφώσεις της εκάστοτε γειτονιάς. Για να θεωρείται μια εργασία με αντιπαροχή επιτυχημένη για τον εργολάβο, χρειάζεται να πληροί μια σειρά από αυστηρές προϋποθέσεις. Αρχικά, τα συμμετέχοντα συνεργεία, οφείλουν να τηρούν τους όρους της συμφωνίας που έχουν πραγματοποιήσει εξ’ αρχής με τον επιβλέπων και συντονιστή του έργου, που συνήθως είναι ο ίδιος ο εργολάβος ή κάποιο αξιόπιστο μέλος της τεχνικής του εταιρίας. Για τον εργοδηγό, η χρονική και ποιοτική συνέπεια των οικοδόμων, υδραυλικών, πλακατζήδων κλπ. συνεπάγεται και μια κερδοφόρα δουλειά. Βέβαια αυτή η σχέση λειτουργεί αμφίδρομα, με την έννοια ότι και ο ίδιος ο εργολάβος με την σειρά του έχει την υποχρέωση να είναι τυπικός σε θέματα πληρωμών, ένσημα και εργασιακής ασφάλειας στην οικοδομή (εξοπλισμός προστασίας από χτυπήματα ή πτώσεις). Αξιοσημείωτη μπορεί να θεωρηθεί επίσης η αντίληψη που επικρατούσε για τη θέση του αρχιτέκτονα σε αυτές τις διαδικασίες, που νομικά δεν ήταν απαραίτητη. Σύμφωνα με τον Κ. Δεκαβάλα, τις περισσότερες φορές που ένας μηχανικός αποφάσισε να χρησιμοποιήσει αρχιτέκτονα σχεδιαστή για ένα έργο, αποσκοπούσε στο να εκμεταλλευτεί αυτό το γεγονός κοστολογώντας υψηλότερα την κατασκευή, με το τεκμήριο της επιπλέον ποιότητας.63 Αντιθέτως, κατά τον Δ. Φιλιππίδη, στην πλειονότητα των περιστάσεων οι κατασκευαστές προτιμούσαν να δουλεύουν με «μανιέρες» που είχαν στην διάθεση τους προκαταβολικά ή από προηγούμενες δουλειές σε πολυκατοικίες, διατηρώντας πάντοτε την κεντρική ιδέα και προσαρμόζοντας τα σχέδια, όσο το δυνατόν ταχύτερα, στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του οικοπέδου.64 Αναφορικά με τον οικονομικό αντίκτυπο των κατασκευαστικών εταιριών, απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί πέρα από τα παραπάνω, ο έγκυρος και ποιοτικός προϋπολογισμός ενός έργου. Για να συμβεί αυτό, βασικός «κανόνας» των εργολάβων είναι οι καλές γνώσεις που σχετίζονται με την ζήτηση της εποχής, δηλαδή ποιες είναι οι τάσεις που αναζητάει ο κόσμος για να αγοράσει στις τιμές που επιθυμεί. Φυσικά, αυτή η διαδικασία είναι αμφίδρομη, καθώς οι επιθυμίες «κατασκευάζονται» ή προσαρμόζονται σε ένα πλαίσιο διαθέσιμων επιλογών. Παράλληλα, ο κατάλληλος οικονομικός (αλλά και χρονικός) προγραμματισμός επιτυγχάνεται με τις αναγκαίες γνώσεις ΓΟΚ. 63. Στο ίδιο. 64. Στο ίδιο.


70

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Κατέχοντας τα προαναφερθέντα, ο εργολάβος μπορεί να φροντίσει προκειμένου η κατασκευή να εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις νομοθετικές δυνατότητες, αφού για κάθε τετραγωνικό που πωλείται το κέρδος μεγαλώνει, επομένως σε τέτοιου είδους δουλειές δεν υπάρχει χώρος για «φλυαρίες» σε ό,τι αφορά τους κοινόχρηστους χώρους κλπ. Αυτό βέβαια αποτελεί συχνά έντονο πρόβλημα για το σύνολο της πόλης, η οποία γεμίζει με πολυκατοικίες «ογκόλιθους» με ελάχιστες αρχιτεκτονικές ποιότητες. Ακόμη, στην ελληνική πραγματικότητα είναι ευρέως γνωστό πως η συνέπεια απέναντι στους ελεγκτικούς μηχανισμούς από τους εκτελεστές του έργου δεν είναι πάντοτε το ζητούμενο, οδηγώντας συχνά σε λύσεις εκτός ορίων, γεγονός που όπως γνωρίζουν οι εργολάβοι αποτελεί ρίσκο στο «όνομα» του κέρδους. Τέλος, ακριβώς επειδή η αντιπαροχή αφορά περισσότερο έναν οικονομικό όρο (με πολλές συνεπαγωγές), ολόκληρος ο μηχανισμός που την αποτελεί βασίζεται στην ύπαρξη ικανού κεφαλαίου. Είναι επίσης γνωστό, πως οι δανειοδοτήσεις των απαραίτητων ποσών για ολόκληρη ανέγερση είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθούν δημιουργώντας ανάγκες για πιστωτικές «εφευρέσεις». Για να εκκινήσει η κατασκευή είναι προαπαιτούμενη η πίστωση ενός ποσού της τάξης του 60% του συνολικού κόστους της οικοδομής. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που η παραπάνω συνθήκη δεν πληρείται και έτσι οι εργολάβοι επιδιώκουν να ξεκινήσουν τις πωλήσεις «φανταστικών» διαμερισμάτων, όσο η οικοδομή βρίσκεται ακόμα στα θεμέλια. Τελευταία περίπτωση της οικονομικής πτυχής για τους «αντιπαροχιτζήδες» αποτελεί η αποτυχία πώλησης ορισμένων διαμερισμάτων. Το μέγεθος της επένδυσης, τις περισσότερες φορές, είναι τόσο μεγάλο που μια περίπτωση ενοικίασης των «περιττών» θεωρείται πως δεν μπορεί να πετύχει την θεμιτή απόσβεση σε αξιοπρεπές χρονικό διάστημα. Ορισμένες φορές η λύση δόθηκε με την πτώση των τιμών, αλλά αυτή η συνθήκη δεν αποτελούσε την προτιμότερη λύση για τους εργολάβους. Έτσι, η απάντηση στο παραπάνω ζήτημα της αδυναμίας πωλήσεων δινόταν την περίοδο πριν τις εκλογές, που οι τράπεζες έδιναν ευκολότερα στεγαστικά δάνεια, με αποτέλεσμα οι τεχνικές εταιρίες να καταφέρνουν να προωθήσουν στην αγορά όσα διαμερίσματα θεωρήθηκαν «σκάρτα» με τους πλέον κερδοφόρους όρους για τις ίδιες.

ΟΙΚΟΔΟΜΟΙ Με την σειρά τους, οι οικοδόμοι συνέβαλαν τα μέγιστα στην διαδικασία παραγωγής της εικόνας της σημερινής Αθήνας, με τα θετικά και τα αρνητικά της. Μετά τον Εμφύλιο, μεγάλες ροές εσωτερικής μετανάστευσης έσπευσαν από την αποδιοργανωμένη ελληνική επαρχία προς τα μεγάλα αστικά κέντρα, με


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

71

σημαντικότερο εκείνο της Αθήνας. Οι άνθρωποι της επαρχίας όφειλαν τις περισσότερες φορές να κατασκευάσουν μόνοι τους το περιβάλλον που θα τους προσέφερε την ποιότητα ζωής που αναζητούσαν σε μια στιγμή που η πόλη από μόνη της δεν είχε τις προδιαγραφές απορρόφησης τους. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στις «αυθαιρετουπόλεις» δεν ήταν ακριβώς συνυφασμένες με το τρόπο που ήταν δομημένη η επαρχία, πλέον δεν χρησιμοποιούσαν λιθοδομές, ήταν ένα αναβαθμισμένο σύστημα, το οποίο ούτε σύγχρονο μπορούσε να θεωρηθεί αλλά ούτε παραδοσιακό. Χρησιμοποιούνταν ξύλο και οπλισμένο σκυρόδεμα, συνήθως δουλεμένο με τα χέρια, χωρίς εξοπλισμούς και ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες, αλλά βασίζονταν στην γενική γνώση που επικρατούσε στις οικογένειες, με όλους λίγο πολύ να εμπλέκονται στο κατασκευαστικό τομέα ως ένα βαθμό.65 Αυτό που χρειαζόταν στην Αθήνα αφορούσε την στέγαση του πλήθους, με αποτέλεσμα την ακαριαία ίδρυση πολλών μικρών κατασκευαστικών συνεργείων, αποτελούμενα από οικοδόμους-μπετατζήδες, μπογιατζήδες, μαραγκούς, υδραυλικούς, πλακατζήδες, κ.ο.κ. Μέσα από την έξαρση της ανοικοδόμησης των Αθηνών βρέθηκε η λύση στο μείζον πρόβλημα της εργασιακής απασχόλησης της μάζας, αφού πολλές φορές οι ροές των ανθρώπων από την επαρχία ενσωματώθηκαν πάραυτα. Ακόμα και αγράμματοι ή ανειδίκευτοι, εντάχθηκαν στο εργατικό δυναμικό της κατασκευής. «Μπακάληδες, μανάβηδες, μαυραγορίτες γινόντουσαν οικοδόμοι».66 Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί πως ο κατασκευαστικός «πυρετός» που προκάλεσε η έξαρση της αντιπαροχής συνέβαλε τα μέγιστα. Τα πρώτα έτη μάλιστα, το επάγγελμα των οικοδόμων ανέβασε τους δείκτες του, φτάνοντας στο σημείο να απασχολεί πολύ μεγάλα ποσοστά του πληθυσμού: «Εκείνοι οι οποίοι απασχολήθηκαν στον τομέα της οικοδόμησης υπολογίζονται σε 11,7% του συνόλου των εσωτερικών μεταναστών στην Αθήνα και σε 12,1% του συνόλου των εσωτερικών μεταναστών στις υπόλοιπες πόλεις».67 Έτσι, γίνεται λόγος για «την σχολή των οικοδόμων της σύγχρονης Αθήνας», όπως την ονοματίζει η ιστορικός Δ. Λαμπροπούλου.68 Ένα ακόμη αίτιο που πολλοί κάτοικοι της επαρχίας επέλεγαν να μεταφερθούν στην πρωτεύουσα, αποτελούσε το γεγονός 65. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, ελ. μτφ., σ. 130. 66. Παρακολουθούμε στο ντοκιμαντέρ: Antiparochi – A Short Introduction, Σταύρος Αλιφραγκής και Κωνσταντίνα Κάλφα, 2021. 67. Δήμητρα Λαμπροπούλου, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009, σ. 21. 68. Στο ίδιο, σ. 73.


72

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ότι στην Αθήνα και κυρίως στον οικοδομικό τομέα δεν ήταν πάντα απαραίτητο για την εύρεση εργασίας η προσκόμιση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Το χαρτί δηλαδή που πιστοποιούσε ότι ένα άτομο δεν ήταν κουμουνιστής.69 Η εργατική τάξη των οικοδόμων αποτέλεσε ίσως την μόνη προλεταριακή τάξη της Ελλάδας, με πολύ ισχυρό εργατικό συνδικάτο και τις ιστορικές πολιτικές συγκρούσεις που δόθηκαν, με αποκορύφωμα την απεργία του Δεκεμβρίου του ‘60.70 Η επανάληψη των τεχνικών κατασκευής για πολλά διαφορετικά έργα, είχε πλην των υπολοίπων και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Πολλές φορές η τεχνογνωσία που αποκτούσε κανείς στο γιαπί «επέστρεφε» πίσω στην γειτονιά και με αυτό τον τρόπο πολλοί έκαναν επιδιορθώσεις ή προσθήκες στις κατοικίες τους. Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που συμμετείχαν όλοι μαζί σε εργασίες που αφορούσαν μονάχα έναν από αυτούς, δηλώνοντας έμπρακτα την ποιότητα της συναδελφικής τους σχέσης. Έτσι κι αλλιώς, η εργασία στην οικοδομή συνέβαινε κυρίως με τα χέρια (καλούπωμα, ξεκαλούπωμα κτλ.),71 επομένως τα «εργαλεία» ήταν πάντα διαθέσιμα στις εξωτερικές δουλειές που αναλάμβαναν. Επειδή όμως εκείνοι συνήθως κατοικούσαν σε αυθαίρετες κατασκευές και συνεπώς, οι προσθήκες ή μετατροπές που έκαναν ήταν εξίσου παράνομες, οι δουλειές αυτές γίνονταν την νύχτα, όταν δεν κυκλοφορούσαν οι χωροφύλακες.72 69. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 124-125. 70. Η συλλογική δράση των οικοδόμων της Αθήνας αποτέλεσε πολυδιάστατο και σημαντικό γεγονός για τα ελληνικά πράγματα. Στο: Δήμητρα Λαμπροπούλου, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009, σ. 324-344. 71. Παρακολουθούμε στο ντοκιμαντέρ: Antiparochi – A Short Introduction, Σταύρος Αλιφραγκής και Κωνσταντίνα Κάλφα, 2021. 72. Ένα ακόμη γεγονός που μπορεί να αποτελέσει δείγμα -από τα πρώτα ακόμη χρόνια ιδρύσεως του ελληνικού κράτους- της αμεσότητας και της γενικότερης αμφισβήτησης και δυσπιστίας προς τις διοικούσες αρχές αποτελεί το παρακάτω γεγονός: Κατά την οικοδόμηση του παλατιού του Όθωνα το 1836, είχαν καλεστεί οικοδόμοι από την Ανάφη στην Αθήνα, για την εκπλήρωση των έργων. Παράλληλα όμως, αποφάσισαν να χτίσουν και τις δικιές τους κατοικίες στο βόρειο τμήμα του βράχου της ακροπόλεως. Το αποτέλεσμα ήταν η γειτονιά των Αναφιώτικων, μία πέρα για πέρα αυθαίρετη γειτονιά. Οι οικοδόμοι εργαζόταν το βράδυ για να αποφύγουν τα βλέμματα των αρχών και τελικά τα κατάφεραν οικοδομώντας μία κυκλαδίτικη γειτονιά ακόμη και με μία μικρή εκκλησία επάνω στον ιερό βράχο. Διαβάζουμε στο: Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 130.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

73

Συμπληρωματικά, όταν οι παράνομες αυτές εργασίες αφορούσαν κάποιο μέλος του συνεργείου συμμετείχαν τάχιστα περισσότεροι συνεργάτες από το φυσιολογικό. Επομένως, στις περιοχές αυτές θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει έντονες αλλαγές σε σημεία κατά την μεσολάβηση μίας μονάχα νύχτας. Δεν έλειπαν βέβαια και οι περιπτώσεις όπου οι χωροφύλακες χρειαζόταν να «λαδωθούν»73 προκειμένου να κάνουν τα «στραβά μάτια». Διαφορετικά, κατά περιπτώσεις έκαναν πρωινές επιδρομές (τις ώρες δηλαδή που οι άνδρες συνήθως απουσίαζαν) με σκοπούς που ξεκινούσαν από το απλό αυτόφωρο και μπορούσαν να φτάσουν μέχρι και την κατεδάφιση του κτηρίου ή τμήματος του.74 Ακόμη αξίζει να αναφερθούν οι σημειώσεις που έγραφε ο Kevin Andrews μέσα από το ταξίδι του στην Αθήνα. Η αυθαίρετη δόμηση νομιμοποιούταν εάν η οροφή ενός σπιτιού κατασκευαζόταν το βράδυ. 30.000 τέτοιες κατοικίες ξεπήδησαν κατά τη διάρκεια μερικών εβδομάδων του ‘63, ενώ η αστυνομία βρισκόταν σε επιφυλακή, ενόψει ενδεχόμενου πραξικοπήματος κατά την διάρκεια των εκλογών. Ήταν εύκολο για κάποιον αρκετά διασυνδεδεμένο να χτίσει επάνω στον Λυκαβηττό ένα πολυώροφο κτήριο (μία περιοχή με πολύ χαμηλά επιτρεπτά όρια ύψους) και στη συνέχεια να πιέσει για νομιμοποιήσεις διά μέσου του κοινοβουλίου, όπως και συνέβαινε.75 Το κέντρο της πόλης άλλαξε δραματικά. Η Αθήνα πύκνωνε και οι «εμποροσπιτάδες»76 συνέχιζαν ακατάπαυστα να αντλούν οικονομικά οφέλη μέσα από τις κατασκευές πολυκατοικιών. Μολονότι μέσα από την οικοδομή κατάφερε πολύς κόσμος να αποκατασταθεί, αυτό δεν σήμαινε πως όλοι οι συμμετέχοντες, πόσο μάλλον οι οικοδόμοι, κατάφεραν να καρποφορήσουν αντίστοιχα. Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων που εργάστηκαν στην οικοδομή, στις εργασίες με αντιπαροχή οι κατασκευαστές έφταναν σε ποσοστά κέρδους της τάξης του 50-60%, ενώ κατά περιπτώσεις οι απολαβές μπορεί να άγγιζαν και το εξωπραγματικό 75%.77 Οι απολαβές των μηχανικών παραμένουν άμεσα 73. Δήμητρα Λαμπροπούλου, Οικοδόμοι: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα, 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009, σ. 69. 74. Στο ίδιο, σ. 68. 75. Πληροφορίες από μαρτυρία του Kevin Andrews. Διαβάζουμε στο: Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 135. 76. Ορολογία που χρησιμοποιεί ο αρχιτέκτονας Κ. Δεκαβάλας στο ντοκιμαντέρ: Antiparochi – A Short Introduction, Σταύρος Αλιφραγκής και Κωνσταντίνα Κάλφα, 2021. 77. Στο ίδιο. Μαρτυρία από τους οικοδόμους Λευτέρη Μακρυκώστα και Βασίλη Δούρο.


74

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

συνδεδεμένες με την διαχείριση των εργασιών του εργοταξίου, πολλές φορές μέσα από αθέμιτες καταστάσεις. Οι κομπίνες των εργολάβων είναι μια γνωστή κατάσταση στα ελληνικά πράγματα, με άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία και αντίστοιχες επιρροές στις οικοδομικές εργασίες. Η παραπάνω διαδικασία επηρεάζει άμεσα την δουλειά των οικοδόμων, καθώς οι εντολές των κατασκευαστών, τους αναγκάζουν να προβούν σε «αντιεπαγγελματικές» και πιθανών επικίνδυνες πράξεις. Υπάρχουν αφηγήσεις εργατών που αναγκάστηκαν να αφαιρέσουν σίδερα από τον οπλισμό του σκελετού με αποτέλεσμα από εκεί που υπό φυσιολογικές συνθήκες τοποθετούσαν 120-130 κιλά σίδερο ανά κυβικό μπετόν, οι εργολάβοι δίχως την γνώμη των μηχανικών έδιναν εντολές για να χρησιμοποιούν την «εγκληματική» ποσότητα των 20 κ/τ.μ. Αντίστοιχα, σε άλλη περίπτωση ένας οικοδόμος αφηγείται πως «με τα σίδερα μιας πλάκας, σηκώναμε δύο ορόφους». Μέσα από τις δικιές τους μαρτυρίες, μπορούμε να διακρίνουμε έναν απολογισμό κοιτώντας στο παρελθόν, κατά την περίοδο της «ξέφρενης» ανοικοδόμησης: «Είναι ένα εμπόριο! Γέμισε όλη η Αθήνα αντιπαροχές. Τι καλό μας έχει προσφέρει η αντιπαροχή; Με αυτήν την έννοια, γέμισε μπετά η Αθήνα. Μπορεί να είχαμε δουλειά, να δουλεύαμε εμείς, αλλά γέμισε μπετά η Αθήνα. Δεν ήταν καλό για τη φύση, δεν ήταν καλό για την Αθήνα. Αυτή τη στιγμή, υπάρχει κάποιο μέρος εδώ ανοιχτό;».78 Και συνεχίζει ο συνάδελφος του: «Άναρχη οικοδόμηση! Άναρχη οικοδόμηση! Επάνω στο κέντρο της Αθήνας, εκεί που ζούμε τώρα. Αυτή η ανοικοδόμηση έφερε το νέφος, κλείσανε τα πάντα, ότι ελεύθεροι χώροι υπήρχαν, έκλεισαν».79

ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΣ80 Η επαρχία, στον απόηχο του εμφυλίου, υπήρξε πολύ περισσότερο «πληγωμένη» σε σχέση με τη πόλη. Οι συνθήκες διαβίωσης, ειδικά για τις πολυμελής οικογένειες, είχαν καταστεί ιδιαίτερα δυσχερείς, αδυνατώντας να εξασφαλί78. Στο ίδιο. Περιγραφή από τον υπεργολάβο Δημήτρη Κουτρουμπίλια. 79. Στο ίδιο. Περιγραφή από τον οικοδόμο Δημήτρη Τζώτζου. 80. Για το παρόν υποκεφάλαιο συνέβαλαν σημαντικά οι ερευνητικές μελέτες της Ιωάννας Θεοχαροπούλου και του Πάνου Δραγώνα σχετικά με τη συμβολή του παλιού ελληνικού κινηματογράφου ως εργαλείο μαρτυρίας των σχέσεων εργολάβων-οικοπεδούχων, την σημασία μιας συμφωνίας αντιπαροχής για την οικογένεια κλπ. Παρακολουθούμε στην


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

75

σουν ένα υποτυπώδη βιοτικό επίπεδο ανώτερο των ορίων της φτώχειας.81 Κατά συνέπεια, πολλές οικογένειες επέλεξαν να στείλουν ένα ή περισσότερα νέα μέλη, τα παιδιά, σε κάποια συγγενική ή φιλική οικογένεια στις μεγάλες πόλεις. Πολύ περισσότερο μάλιστα τα νεαρά κορίτσια, για τα οποία υπήρχαν αγγελίες οικογενειών αστών που αποζητούσαν οικιακή βοηθό μικρής ηλικίας, η οποία θα έμενε στο σπίτι και θα βοηθούσε με τις εργασίες του. Σύμφωνα με τις κυρίαρχες επιταγές της κοινωνίας, εκείνη την εποχή, το πρότυπο της γυναίκας περιγραφόταν στο «όραμα» για μία σύγχρονη ζωή, που ξεκινούσε με ένα καλό σύζυγο, μία όμορφη οικογένεια και συνεχιζόταν μέσα σε ένα μοντέρνο διαμέρισμα, με ωραία διακόσμηση και ηλεκτρικές συσκευές.82 Η ζωή στη πόλη ήταν συνυφασμένη με τη ζωή στο διαμέρισμα και τον «εκμοντερνισμό» που αυτό πρόσφερε. Κεντρική θέρμανση, παροχή νερού, ηλεκτρικές οικιακές συσκευές. Η καθημερινότητα της νοικοκυράς ως επί το πλείστων, ήταν συνδεδεμένη με τη χρήση του οικιακού εξοπλισμού και τη ζωή στην κατοικία. Ο ρόλος της νοικοκυράς θα μπορούσε να θεωρηθεί η μετουσίωση της εργασίας στην συντήρηση της κατοικίας. Έτσι λοιπόν, αποτέλεσε το υποκείμενο που βίωσε την μεγαλύτερη «αναβάθμιση» όσον αφορά τις καθημερινές συνθήκες, δηλαδή στην αναλογία ταχύτητας και ποιότητας που πραγματώνονταν οι καθημερινές εργασίες και στο αντίκτυπο τους στη ζωή της νοικοκυράς. Στην ελληνική παράδοση, η κατοικία του ζευγαριού πολλές φορές αποτελούσε κομμάτι της προίκας της κοπέλας, ενώ σε περιπτώσεις που για οικονομικούς λόγους αυτό δεν ήταν εφικτό, το έθιμο πρόσταζε στην οικογένεια της νύφης να φροντίσει τουλάχιστον, για την παροχή του οικιακού εξοπλισμού.83 Σύμφωνα με την Ι. Θεοχαροπούλου «το νοικοκυριό αποτέλεσε μορφή εκπαίδευσης για τις γυναίκες»,84 υπό την έννοια ότι στο ελληνικό σπίτι, προτεδιάλεξη: Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, Richard Woditsch, Πάνος Δραγώνας, Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Θωμάς Μαλούτας, Νίκος Σουλιώτης, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αθήνα, 2015. 81. Η κατάσταση περιγράφεται πολύ αναλυτικά μέσα από τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα στον πυρήνα τους, καθώς αποτέλεσαν οι ίδιες/ίδιοι υποκείμενα εσωτερικής μετανάστευσης. Παρακολουθούμε το ντοκιμαντέρ: Παρασκήνιο: Στην Αθήνα με το Όνειρο, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2001. 82. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 160. 83. Στο ίδιο, σ. 151. 84. Στο ίδιο, ελ. μτφ.


76

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ραιότητα για την μητέρα ήταν η διδασκαλία της κόρης σε ό,τι αφορά την καθαριότητα, το μαγείρεμα κ.α. πρακτικές της συντήρησης της κατοικίας που ήταν κατά κύριο λόγο οι γυναικείες εργασίες.85 Η μητέρα προσπάθησε να περάσει στην κόρη πως η εικόνα ενός καλοδιατηρημένου σπιτιού για στους καλεσμένους αποτελεί κομπλιμέντο για μια νοικοκυρά.86 Το ίδιο μοτίβο εξακολούθησε να πραγματώνεται πέρα από τις παραδοσιακές κατοικίες, στα διαμερίσματα, με μια καίρια όμως διαφοροποίηση· ο οικιακός εξοπλισμός στα μεταπολεμικά χρόνια ήταν πια τεχνολογικά εξελιγμένος και συνεπώς, οι χρήστες (ως επί το πλείστον οι γυναίκες) έπρεπε να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Μέχρι τότε, τα σπίτια πολλές φορές στερούνταν βασικών υποδομών όπως το τρεχούμενο νερό, η εσωτερική τουαλέτα, ηλεκτρικές οικοσκευές κ.α. με αποτέλεσμα οι απαραίτητες εργασίες κάθε φορά να χρειάζονται παραπάνω χρόνο προκειμένου να πραγματωθούν.87 Ο συνδυασμός αρχιτεκτονικής και εκμοντέρνισης της βιομηχανίας της κατοικίας, δηλαδή η μαζική παραγωγή ηλεκτρικών οικοσκευών όπως και του αναλογικού εξοπλισμού, ήταν τα συστατικά που ώθησαν τους χρήστες του σπιτιού, πόσο μάλλον τις γυναίκες, σε ένα είδος «επικαιροποίησης της κατοίκησης». Ανοξείδωτες κουζίνες, σίδερα ατμού, πλυντήρια, ηλεκτρικές σόμπες, το «ηλεκτροκίνητο νοικοκυριό»88 που στο σύνολο του καθόρισε το νέο στυλ διαβίωσης· το μοντέρνο διαμέρισμα. Επιπλέον, οι διαφημίσεις της εποχής συνέβαλαν με τον τρόπο τους, στην διαμόρφωση των προτύπων. Οι δεκαετίες ’70-’80 χαρακτηρίζονται έως και σήμερα από την αισθητική που είχαν και επιχειρούσαν να μετατρέψουν σε μία νόρμα. Περιοδικά διάφορων θεματικών όπως για την μόδα, την διακόσμηση, συμβουλές ζωής και πολλά άλλα στόχευαν το γυναικείο κοινό. Αντίστοιχα αποτελέσματα επιδίωκαν τα άρθρα του τύπου και λίγο αργότερα η τηλεόραση. Η εικόνα που έπλασε την ιδέα της σύγχρονης ζωής ήταν πια μέσα σε όλα τα σπίτια, πολλές φορές παράγοντας «εκρηκτικούς» συνδυασμούς που προέκυπταν από το «πάντρεμα» εκμοντερνισμού με παραδοσιακά κατάλοιπα, με ίσως κορυφαία στιγμή την κλασική ανάμνηση με το κεντητό σεμεδάκι επάνω στην ογκώδη τηλεόραση του σαλονιού. Η γενική ιδέα που προωθήθηκε αφορούσε την ταύτιση της γυναίκας με το εσωτερικό του σπιτιού. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι διαφημίστηκες εταιρίες συνέ85. Στο ίδιο. 86. Στο ίδιο. 87. Στο ίδιο, σ. 152. 88. Στο ίδιο, ελ. μτφ., σ. 155.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

77

δεσαν την εσωτερική διακόσμηση με την προσωπικότητα της «δυναμικής γυναίκας-νοικοκυράς», προτείνοντας μάλιστα μια ιδέα βασισμένη στο Αγγλοσαξονικό πρότυπο, της υλικής ταύτισης των διακοσμητικών στοιχείων με την γυναικεία ενδυμασία. «Για εσένα και τις πολυθρόνες σου! Το ύφασμα από μετάξι και βαμβάκι είναι πολύ στην μόδα φέτος. Οι δυνατότητες που μας προσφέρει είναι ατελείωτες: φορέματα, φούστες, γραβάτες, παντελόνια, τραπεζομάντηλα, ακόμα και καλύμματα για τις πολυθρόνες. Ναι, ναι. Δεν θα έπρεπε να σου ακούγεται παράξενο…Είναι πολύ μοντέρνα ιδέα».89 Στη συλλογή με τις διαφημιστικές προτάσεις δεν θα μπορούσαν να λείπουν βέβαια οι συμβουλές που να αφορούν τα ερωτικά ζητήματα του ζευγαριού ή ακόμα και προτάσεις για τους «ανδρικούς χώρους» της κατοικίας, που εντάσσονταν συνήθως σε κάποιο κεντρικό σημείο του σαλονιού ή καταλάμβαναν ένα δωμάτιο κοντά στο «δημόσιο» τμήμα του σπιτιού και απαρτίζονταν από την μεγάλη πολυθρόνα, πίνακες ζωγραφικής, το μέρος που ο άνδρας άφηνε τα άνετα υποδήματα του σπιτιού κτλ. Η θέση του άνδρα στο διαμέρισμα συνδέθηκε άρρηκτα με το έμφυλο ζήτημα,90 καθώς η θεώρηση που κυριάρχησε εκείνες τις δεκαετίες (και αφήνει σαφή κατάλοιπα στο σήμερα) αφορούσε την περιποίηση του «κουρασμένου εργαζόμενου» από την γυναίκα του σπιτιού. 91 Τέλος, μία μοντέρνα κατοικία συμπληρωνόταν από στοιχεία όπως οι διακοσμητικές πολυθρόνες σε κάποια αχρησιμοποίητη γωνία με ένα επιτραπέζιο φωτιστικό να τις συνοδεύει, μια βιβλιοθήκη ή ένα 89. Διαφήμιση από το περιοδικό Μοντέρνο Σπίτι (Αύγουστος 1967) που χρησιμοποιείται από την Ι. Θεοχαροπούλου. Στο ίδιο, ελ. μτφ., σ. 157. 90. Η ίδια η θέση των λειτουργικών χώρων του εκάστοτε φύλου στην κατοικία, μας φέρνει στη μνήμη την οργάνωση της αρχαίας κατοικίας. Πιο συγκεκριμένα, ο οίκος, ο χώρος της εστίας όπου προετοιμαζόταν το φαγητό, χώρος κατεξοχήν των γυναικών, βρισκόταν στο βάθος της κατοικίας χωρίς κανένα άνοιγμα στους τοίχους. Απεναντίας ο «ανδρώνας», ο χώρος κατά τον οποίο ο άντρας πραγματοποιούσε συμπόσια με τους καλεσμένους, βρισκόταν επί του δρόμου, με άνοιγμα προς αυτόν. Οι γυναίκες της κατοικίας δεν επιτρεπόταν να βρεθούν στους ανδρώνες. 91. Αντίστοιχα, η μεγάλη απουσία του άνδρα από την κατοικία όριζε την νοικοκυρά ως διαχειρίστρια των λειτουργικών ζητημάτων που προέκυπταν, με αποτέλεσμα να κατέχει ένα ηθικό δικαίωμα στην επιλογή του τρόπου αντιμετώπισης. Για παράδειγμα, σε μια περίπτωση που ένας τοίχος χρειαζόταν φρεσκάρισμα, επιλογή των χρωμάτων αποτελούσε σε ένα βαθμό πεδίο «εκτόνωσης» της θηλυκής αισθητικής, η οποία συνήθως αποσκοπούσε σε έναν μάλλον περισσότερο λειτουργικό σκοπό (ένα ανοιχτό χρώμα ή μια επιλογή τεχνοτροπίας που καμουφλάρει την σκόνη ή τους λεκέδες). Στο ίδιο, σ. 147.


78

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

γυάλινο σκρίνιο με τα «επίσημα» κρυστάλλινα ή πορσελάνινα σερβίτσια και άλλες «οικιακές ανέσεις». Εν κατακλείδι, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα πως οι συνθήκες διαβίωσης μέσα στα διαμερίσματα της Αθήνας ήταν σαφώς βελτιωμένες σε σχέση με τις αντίστοιχες στις κατοικίες της επαρχίας κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Η «οικειοποίηση» της νεωτερικότητας επεβλήθη στους κατοίκους των αστικών κέντρων της χώρας με πρακτικό τρόπο, μέσα από τις αλλαγές που προσέφερε η διαβίωση στους ορόφους των πολυκατοικιών και της γειτονιάς. Ο ρόλος της γυναίκας-νοικοκυράς, ως πρωταρχικό υποκείμενο που βιώνει τις διαφοροποιήσεις που προσέφερε ο εκμοντερνισμός της καθημερινότητας, εξελίχθηκε σε μεγάλο βαθμό, χωρίς όμως να καταρρίψει πολλά από τα κοινωνικά στεγανά που καθορίζουν τις ανισότητες του γυναικείου ρόλου μέσα στην οικογένεια. Από την μια πλευρά παρατηρούμε το νοικοκυριό όντως να εκσυγχρονίζεται, με νέες οικοσκευές και άλλες προνομιακές παροχές για το σπίτι. Από την άλλη, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία παρά τα τεχνολογικά άλματα, παρέμενε σε πολλά σημεία εξίσου καταπιεσμένη και εξαρτώμενη από συντηρητικές καταβολές, καθώς η στερεοτυπική αντίληψη εξακολουθούσε να την «τοποθετεί» στα οικιακά, αυτή τη φορά όμως υπό το πέπλο ενός φαντασιακού εκσυγχρονισμού.

ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ, ΜΕΣΙΤΕΣ, ΘΥΡΩΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ Σε μια επόμενη κλίμακα ανάλυσης των υποκειμένων της ελληνικής αστικής πολυκατοικίας, θα μπορούσαμε να συμπεριλαμβάνουμε επιπλέον τους αγοραστές, τους μεσίτες, τους θυρωρούς και τους διαχειριστές. Συνοπτικά: Οι αγοραστές, πέρα από μελλοντικούς κατοίκους των νέων κτηρίων, ήταν τα υποκείμενα που μέσα από τις συμφωνίες με τους εργολάβους προσέφεραν το απαραίτητο κεφάλαιο για την ανέγερση, το μερίδιο δηλαδή που αναλογούσε στην εμπορική αξία του διαμερίσματος που είχαν επιλέξει. Επιπλέον, για τη μεταβίβαση ιδιόκτητων χιλιοστών επί του συνολικού κτηρίου, καθίσταται απαραίτητη η παρουσία του αρχικού οικοπεδούχου στην συγγραφή των συμβολαίων. Εξαιτίας του γεγονότος, ότι πολλές φορές οι αγοραστές αγοράζαν τη κατοικία κατά τη διάρκεια των κατασκευών ή ακόμη και πριν αρχίσουν οι εργασίες, είχαν τη δυνατότητα να επέμβουν στο χώρο τους. Αυτό συνέβαινε είτε μέσω επιτόπιων εργασιών, σε συνεννόηση με τον εργολάβο και τους οικοδόμους (αυθαιρεσίες), είτε μπορούσαν ακόμη να συμβουλευτούν κάποιον αρχιτέκτονα για την εσωτερική διαρρύθμιση του διαμερίσματος.


ΤΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

79

Οι μεσίτες ήταν εκείνοι που έφερναν κοντά τους εργολάβους με τους οικοπεδούχους. Αναζητούσαν διαρκώς ενδιαφερόμενους για να τους φέρουν σε επαφή, αντλώντας τις ανάλογες οικονομικές προμήθειες. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η ανέγερση μιας πολυκατοικίας με αντιπαροχή εξασφάλιζε την οικονομική και στεγαστική σταθερότητα στις οικογένειες των οικοπεδούχων και με αυτό τον τρόπο μπορούσε να προχωρήσει ένας πιθανός γάμος. Υπάρχουν μάλιστα μαρτυρίες που αναφέρουν ότι δύο από τα μεγάλα μεσιτικά γραφεία της Αθήνας μετατράπηκαν αργότερα σε γραφεία συνοικεσίων, αφού πολλοί τους προσέγγιζαν με τέτοιους σκοπούς.92 Οι θυρωροί αποτέλεσαν βασικό συστατικό της λειτουργικότητας του κτηρίου. Η εργασία τους αφορούσε την συντήρηση των μηχανολογικών εγκαταστάσεων, την γενικότερη εξυπηρέτηση των κατοίκων της πολυκατοικίας και ιδίως, την διατήρηση της καθαριότητας των κοινόχρηστων χώρων. Για τους θυρωρούς-φροντιστές, βασική απασχόληση ήταν η περιποίηση της εισόδου της πολυκατοικίας, που αποτελεί άλλωστε και την εικόνα της προς την γειτονιά. Το επάγγελμα του θυρωρού στις μέρες μας έχει εξαλειφθεί σημαντικά, αν και τα ίχνη της ύπαρξης τους υπάρχουν σε πολλές πολυκατοικίες με την μορφή κάποιας κενής καρέκλας ή κάποιου εγκαταλελειμμένου γραφείου. Τέλος, ο ρόλος του διαχειριστή μιας πολυκατοικίας λειτουργούσε περισσότερο συντονιστικά. Ήταν πιθανότατα κάτοικος του κτηρίου (ίσως και ο οικοπεδούχος ή ο εργολάβος). Διασφάλιζε την βιωσιμότητα των κοινόχρηστων χώρων μαζί με τον θυρωρό (εάν υπήρχε), διαμοίραζε τα λειτουργικά έξοδα, κανόνιζε τα συνεργεία σε περιπτώσεις κάποιας μεγάλης συντήρησης (φρεσκάρισμα των εσωτερικών χώρων ή των όψεων) και καλούσε σε συνελεύσεις των κατοίκων όποτε χρειαζόταν, συνήθως στο διαμέρισμα του. Πολλές φορές μάλιστα, ο διαχειριστής αποτελούσε τον διαμεσολαβητή σε εσωτερικούς καυγάδες των ενοίκων ή ιδιοκτητών της πολυκατοικίας, αφού ο χαρακτήρας του έμοιαζε περισσότερο συναινετικός. Οι διαχειριστές διασφάλιζαν την τήρηση του καταστατικού της πολυκατοικίας, τους κανόνες δηλαδή που έχουν συμφωνηθεί από την ίδρυση της. Πλέον αυτός ο ρόλος χάνεται και όσο περνάει ο καιρός και η διαχείριση ζητημάτων των πολυκατοικιών περνάει σε εταιρίες διαχείρισης με «ελλιπή» τρόπο, αφού η μόνη ενασχόληση τους είναι η οργάνωση των οικονομικών. Αποτέλεσμα αυτής της μετάλλαξης είναι η ύπαρξη άτυπων διαχειριστών που συνήθως είναι κάποιος από τους παλαιότερους ιδιοκτήτες. 92. Από αφήγηση του Λεωνίδα Οικονόμου στο ντοκιμαντέρ: Κλεινόν Άστυ: Η Αθηναϊκή Πολυκατοικία, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2021.






84

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ‘80

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ‘80

85


Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚ ΗΣ ΤΟΥ ‘80 86

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ‘80

87

Με το πέρας του εμφυλίου και μέχρι το ’80, η Αθήνα αναπτύχθηκε με εκρηκτικούς ρυθμούς, πυκνώνοντας σε τέτοιο βαθμό που σε ορισμένα σημεία δημιουργήθηκαν ασφυκτικές συνθήκες. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και έπειτα, το αυτοκίνητο είχε μπει για τα καλά στη ζωή των ανθρώπων. Όλες οι μετακινήσεις γινόταν με αυτό και δεδομένου του πυκνοκατοικημένου κέντρου, δημιουργήθηκαν επιπλέον κυκλοφοριακές συμφορήσεις, θόρυβος, νέφος και δυσκολίες στην εύρεση θέσης στάθμευσης, καθώς τα κτήρια και οι δημόσιοι χώροι δεν είχαν σχεδιαστεί προβλέποντας αρμόδιο χώρο. Η πόλη ήταν σχεδιασμένη με βάση τις ανάγκες μίας άλλης εποχής. Όπως είδαμε, η πολυκατοικία «πάτησε» στα οικόπεδα που βρίσκονταν μέχρι πρότινος μονοκατοικίες, ενώ οι πολεοδομικές χαράξεις είχαν σχεδιαστεί με γνώμονα αυτή τη κλίμακα. Στην μετάβαση από τη μονοκατοικία στην πολυκατοικία δεν υπήρξαν περεταίρω συνολικές αναθεωρήσεις. Το κράτος θα έπρεπε να προβεί σε κινήσεις εξομάλυνσης της μεταβαλλόμενης κλίμακας, από τη προηγούμενη μορφή της πόλης σε σύγχρονη μητρόπολη. Ορισμένες από αυτές αφορούν τις διαπλατύνσεις των δρόμων και την εξαγορά οικοπέδων, με γνώμονα την εξυπηρέτηση των νέων αναγκών και γενικότερα την πρόβλεψη και την προετοιμασία της πόλης για την υποδοχή των νέων μοντέλων διαβίωσης, τα ψηλά κτήρια και τον κατακλυσμό του εδάφους από μηχανοκίνητα οχήματα. Αντιθέτως, το κράτος και οι αρμόδιες αρχές αδράνησαν. Το μοντέλο της πολυκατοικίας επαναλήφθηκε μαζικά και ανεξέλεγκτα, παρεισφρέοντας σε κάθε κενό της πόλης, «κατακτώντας» κάθε οικόπεδο, δίχως τις απαραίτητες προβλέψεις περί χώρων πρασίνου, ιστορικών κτηρίων που κατεδαφίστηκαν, πλατειών και λοιπών κοινωφελών εγκαταστάσεων. Λειτούργησε κατά μία άποψη «παρασιτικά» ως προς το έδαφος της, καταλαμβάνοντας και μετασχηματίζοντας το.93 Ο λόγος περί διαμορφώσεως της πόλης είχε εκπέσει στον ιδιωτικό τομέα, που δεν προθυμοποιούταν να κάνει υποχωρήσεις, εφόσον λειτουργούσε με οικονομικά κίνητρα. Ο αστικός μετασχηματισμός συνέβη με κύριο γνώμονα το κέρδος, κάτι που φυσικά δημιούργησε, εκ των υστέρων, δυσχερείς συνθήκες για τους κατοίκους, με βαρύτατες ευθύνες να καταλογίζονται στο κράτος, καθώς δεν επενέβη όταν έβλεπε πως το πρόβλημα «θέριευε».94 Παράλληλα, η ταχύτητα με την οποία πραγματοποιούταν οι οικοδομικές εργασίες και οι ανεγέρσεις, προκάλεσαν κατασκευαστικές αστοχίες που 93. Από αφήγηση του Γιώργου Τζιρτζιλάκη. Στο ίδιο 94. Από αφήγηση του Δημήτρη Αντωνακάκη. Στο ίδιο.


88

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

φανερώθηκαν στην συνέχεια. Με τη πάροδο του χρόνου διαπιστώθηκε η προχειρότητα και η έλλειψη τεχνογνωσίας των κατασκευαστικών συνεργείων. Οι κοινόχρηστοι χώροι της πολυκατοικίας ανήκαν σε όλους, με αποτέλεσμα κανείς να μην θέλει να πάρει την ευθύνη της συντήρησης και έτσι παρήκμασαν. Τα προβλήματα που προέκυψαν στην ανάγκη για την συντήρηση των κτηρίων, ήρθαν να περιπλέξουν ακόμη περισσότερο τις σχέσεις και τις ευθύνες των ιδιοκτητών. Η Αθήνα χαρακτηρίζεται τσιμεντούπολη, χαώδης και αποκρουστική. Οι κάτοικοι των κεντρικών περιοχών αρχίζουν να προβληματίζονται και να αναζητούν νέες λύσεις. Το κέντρο αποκηρύσσεται, κατά κύριο λόγο από τις υψηλές και μεσαίες οικονομικές τάξεις, με την μεγάλη έξοδο προς τα προάστια να εκκινεί.95 Οι περιοχές του κέντρου ξεκίνησαν σταδιακά να εγκαταλείπονται προς μία αναζήτηση ενός καλύτερου περιβάλλοντος, τόσο σε επίπεδο κατοίκησης όσο και σε αυτό της γειτονιάς. Η ανοικοδόμηση από το 1980 και έπειτα, επικεντρώνεται στα προάστια, συνεχίζοντας με το ίδιο μοντέλο πολυκατοικίας με ελαφρές προσαρμογές και παραλλαγές, όπως για παράδειγμα το χαρακτηριστικό στοιχείο της πιλοτής που παρείχε θέσεις στάθμευσης. Την ίδια στιγμή στο κέντρο της πόλης έκαναν την εμφάνιση τους για πρώτη φορά μαζικά, ολόκληρα κτήρια με χώρους στάθμευσης οχημάτων (υπόγεια ή πολυώροφα). Τα περίχωρα πλέον συλλάμβαναν τον οικιστικό χαρακτήρα της πόλης με το κέντρο να αλλάζει χαρακτήρα. Τα παλιά διαμερίσματα υποτιμήθηκαν και κατακλείστηκαν από τα κατώτερα οικονομικά στρώματα και αργότερα από τους φοιτητές και τα μεταναστευτικά ρεύματα, ενώ ορισμένα από αυτά που διατηρήθηκαν σε κεντρικές περιοχές όπως το Κολωνάκι, εκτίναξαν την αξία τους, λόγω της καλής τους θέσης στη πόλη. Πολλές από τις περιοχές παρήκμασαν και άλλες εξευγενίστηκαν με δραματικές συνέπειες για την ευρύτερη περιοχή του κέντρου στις επόμενες δεκαετίες.

95. Σχετικά με το θέμα της προαστιοποίησης, ο Θωμάς Μαλούτας αναφέρει ότι μέσα στην εικοσαετία ‘51-‘71 οι κάτοικοι του Δήμου Αθηναίων αυξήθηκαν κατά σχεδόν 60% (από 550.000 σε 870.000). Ωστόσο, η υποβάθμιση των κεντρικών περιοχών οδήγησε στη σταδιακή μετακίνηση των υψηλών-μεσαίων οικονομικών στρωμάτων, προς τα προάστια. Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ ‘71-‘91 τα ποσοστά της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας στις κεντρικές περιοχές υποβαθμίστηκαν από 62% σε 27%. Στην διάλεξη: Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, Richard Woditsch, Πάνος Δραγώνας, Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Θωμάς Μαλούτας, Νίκος Σουλιώτης, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αθήνα, 2015.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

89


ΟΡΙ ΣΜΕ ΝΑ ΠΡΩΤΑ ΣΥΜΠΕ ΡΑ ΣΜΑ ΤΑ


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

91

Επιχειρώντας έναν απολογισμό των μεθοδολογιών ανοικοδόμησης της ελληνικής πόλης και των φυσικών τους προεκτάσεων στην μεταπολεμική πολυκατοικία, οφείλουμε να τις εξετάσουμε μέσα από το πρίσμα πολλαπλών συνιστωσών. Συνοψίζοντας, είναι σημαντικό να αναλογιστούμε τις οικονομικές και κοινωνικές δυσχέρειες που επικρατούσαν στην Ελλάδα κατά το πέρας των πολέμων. Σε μία κατακερματισμένη εθνική οικονομία, το κράτος επέλεξε να μην εμπλακεί στο ζήτημα της μαζικής στέγασης συγχρόνως με τη πολιτική της μη εκδόσεως δανειοδοτήσεων. Στη πόλη της Αθήνα+ς, όπου ο πληθυσμός της αυξανόταν δραματικά, η ζήτηση της στέγης εκτοξεύθηκε και ο ρόλος της ανοικοδόμησης αποδόθηκε στον ιδιωτικό τομέα και στους κατόχους της γης. Από τη μία, ο μηχανισμός της αντιπαροχής και από την άλλη, η αυτοστέγαση με την αυθαίρετη δόμηση (σε ορισμένες περιπτώσεις λειτούργησαν συμπληρωματικά), παρήγαγαν το μεγαλύτερο μερίδιο κτηριακού αποθέματος εκείνη την εποχή. Δυστυχώς, τα πραγματικά μεγέθη των παραχθέντων κτηρίων με αυτές τις μεθόδους είναι αδύνατο να καταμετρηθούν, αφού δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία. Ανάμεσα, στους δύο παραπάνω παράγοντες, σημειώνουμε μία κοινή σταθερά ως προς τις αρχικές τους επιθυμίες. Στο στοιχείο δηλαδή, που έγκειται η κοινωνική νόρμα εκείνης της εποχής, στην ανάγκη για κατοχή ακίνητης περιουσίας. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως η ιδιοκτησία γης ή εν γένει η κατοχή ακίνητων περιουσίων αποτέλεσε «έθιμο» στην ελληνική κοινωνία. Όσον αφορά την ανοικοδόμηση και πιο συγκεκριμένα τον τρόπο με τον οποίο μία οικογένεια αποκτούσε κατοικία, παρατηρούμε δύο βασικές διαφορές στον τρόπο προσέγγισης του θέματος. Η διαφορά έγκειται στο εάν η οικογένεια είχε ήδη στην κατοχή της αστική γη. Από τη μία, στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε διαθέσιμη (ούτε το απαραίτητο χρηματικό ποσό για την αγορά κατοικίας), η στέγαση συνέβαινε σε κάποιο διαθέσιμο αγροτεμάχιο. Βασικό κίνητρο για να προχωρήσουν στην απόφαση της αυθαίρετης δόμησης ήταν η σοβαρή πιθανότητα μίας μελλοντικής ένταξης ολόκληρης της περιοχής στο σχέδιο πόλης. Σε αυτό το σημείο έγκειται η συγγένεια, ανάμεσα στην αντιπαροχή και την αυτοστέγαση. Πολλές φορές, η νομιμοποίηση ωθούσε την κατοικία στο αγροτεμάχιο στο να μετατραπεί σε πολυκατοικία, μέσω ενός πανωσηκώματος είτε μέσω της αντιπαροχής. Χαρακτηριστικά, η Μ. Μαντουβάλου αναφέρει: «Τα κτίσματα που κατασκευάσθηκαν αυθαίρετα σε περιοχές όπως το Περιστέρι, η Πετρούπολη, τα Λιόσια, το Μπραχάμι κλπ. Μετά από 15-20 χρόνια (και έπειτα της νομιμοποίησης τους) γίνανε τριώροφες


92

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

πολυκατοικίες με αντιπαροχή. Έτσι η οικογένεια είχε μία καλύτερη κατοικία και ένα επιπλέον εισόδημα από κάποια ενδεχόμενο ενοίκιο. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, οι γειτονιές στα περίχωρα της Αθήνας που είχαν αρχικώς κατοικηθεί από πρόχειρα κτίσματα που κατασκεύαζαν οι ίδιοι οι κάτοικοι, πλέον είχαν μεταμορφωθεί σε πραγματικές πόλεις με κέντρα αντίστοιχα των καταναλωτικών προτύπων της μεσαίας τάξης».96 Οι ιδιοκτήτες γης ως κύριοι προνομιούχοι αναβάθμισαν και επέκτειναν το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς. Οι μικροί εργολάβοι και οι ανώνυμες κατασκευαστικές εταιρίες, έβρισκαν πρόσφορο έδαφος για την διαιώνιση της εργασίας και κατ’ επέκταση του κεφαλαίου τους. Αντίστοιχα, ο κλάδος της οικοδομής πρόσφερε περισσότερη απορρόφηση. Η ανεργία βρισκόταν σε χαμηλά επίπεδα και το εθνικό κεφάλαιο έμοιαζε να βρίσκεται σε μία κυκλική κίνηση παρά στην συσσώρευση. Από τη δεκαετία του ‘50, ο κατασκευαστικός κλάδος υπήρξε σημαντικός παράγοντας για την ανόρθωση της εθνικής οικονομίας.97 «Η πολύ μεγαλύτερη παραγωγή μέσω της αντιπαροχής, σήμαινε πολύ περισσότερη προσφορά κατοικίας και η πολύ περισσότερη προσφορά κατοικίας σήμαινε χαμηλότερες τιμές, και οι χαμηλότερες σήμαιναν μεγαλύτερη πρόσβαση για ευρύτερα κοινωνικά στρώματα».98 Ακόμη και εάν η άνθιση της αντιπαροχής έγκειται σαφώς στις αρχές της καπιταλιστικής παραγωγής, λειτούργησε υπό όρους που δεν συμπεριλάμβαναν μεγάλες εταιρίες, προ-απαίτηση μεγάλου κεφαλαίου ή συμμέτοχή

96. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builder, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, ελ.μτφ., σ.141. 97. Ενδεικτικά, η μεταπολεμική πορεία της Ελλάδας στα οικονομικό τομέα απέδωσε τεράστια προσαύξηση. Το 1950, η Ελλάδα βρισκόταν στην 45η παγκόσμια θέση στη κλίμακα GNP με κεφάλαιο 239$ κατά κεφαλήν. Μέχρι το 1979 το νούμερο είχε εκτοξευθεί σε 3500$, με την Ελλάδα πλέον να βρίσκεται στην 28η θέση. Από στοιχεία του Peter S. Allen στο Positive aspects of Greek Urbanization: The case of Athens by 1980, (σ.190). Τα παραθέτει η Ι. Θεοχαροπούλου στο: Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 114. 98. Απόσπασμα από αφήγηση του Θωμά Μαλούτα. Παρακολουθούμε την εκπομπή ντοκιμαντέρ: Κλεινόν Άστυ: Η Αθηναϊκή Πολυκατοικία, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2021.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

93

δανειοδοτήσεων από τις τράπεζες ή άλλους δανειστικούς φορείς.99 Δημιουργήθηκαν ορισμένες σπάνιες ποιότητες, όπως η δυνατότητα κίνησης ανά τα ταξικά στρώματα, γεγονός που συντέλεσε στην διόγκωση της μεσαίας τάξης και στην έξοδο πολλών οικογενειών από τα όρια της φτώχειας. Όλα αυτά, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι αποτελούν προϊόντα ή επιλύσεις που συνέβησαν με κύριο γνώμονα την τάση της ελληνικής κοινωνίας να διαμένει και να έχει στη κατοχή της ιδιόκτητη κατοικία. Άλλωστε, ένα ακόμη βασικό στοιχείο του όλου συστήματος παραγωγής κατοικίας, τόσο δηλαδή της αυθαίρετης δόμησης, όσο και της αντιπαροχής είναι ότι ευνοήθηκε η προσέγγιση όλων των κοινωνικών στρωμάτων στην μικροϊδιοκτησία. Σχετικά με την τάση προς την ιδιοκτησία της γης και κατ’ επέκταση της κατοικίας, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι απέδωσε έναν διττό χαρακτήρα, όσον αφορά το αποτύπωμα του στην οικονομία. Από τη μία, η συγκράτηση της γης, λειτούργησε ως ανάχωμα στην δημιουργία μεγάλων εταιριών και στη συσσώρευση κεφαλαίου. Σε μία αντίθετη περίπτωση θα οδηγούσε σε μία ακραία μορφή εκβιομηχάνισης του ιδιωτικού τομέα και προλεταριοποίησης του εργατικού δυναμικού.100 Μέσω της κατακράτησης της ιδιοκτησίας της γης, αποδόθηκε μία μορφή δύναμης, που δεν επέτρεπε στους πολίτες να καταστούν άμεσα εξαρτώμενοι των εργασιακών συνθηκών και αμοιβών για την εξασφάλιση των απαραιτήτων. Ωστόσο, η συγκράτηση των περιουσιακών στοιχείων δημιούργησε εμπόδια στην κυκλική κίνηση της οικονομίας. Ο οικοδομικός τομέας μονοπώλησε τις επενδύσεις χωρίς την πρόβλεψη ότι όταν δεν υπάρχει μία αναλογία στον τρόπο με τον οποίο διοχετεύεται το κεφάλαιο σε πολλούς τομείς, τότε είναι φυσικό πως η ανάπτυξη (ή γενικότερα η αστική ανανέωση) έχει πεπερασμένη χρονική διάρκεια και κάποια στιγμή η πορεία θα αρχίσει να φθίνει ή ακόμη και να παύσει εντελώς. Επιπλέον, η κοινωνική αυτή νόρμα, ακόλουθη ενός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου, συνέχισε να υφίσταται, αυτή τη φορά όμως δεν αφορούσε αποκλειστικά την πρώτη κατοικία. Αντιθέτως, λειτούργησε ως μία μέθοδος αποταμίευσης του αποθεματικού κεφαλαίου και προσπόρισης κέρδους υπό τη μορφή «παθητικού εισοδήματος», δηλαδή ένα εισόδημα το οποίο παρέχεται δίχως καμία παραγωγική διαδικασία. 99. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 142. 100. Αποσπάσματα από το Ο Mεταπολεμικός Mετασχηματισμός της Eλληνικής Oικονομίας και το Oικιστικό Φαινόμενο, 1950-1980, (1991) της Σοφίας Ν. Αντωνοπούλου, στο ίδιο, σ. 111.


94

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Φυσικά, εδώ μπορούμε να κάνουμε λόγο για μία σύγκρουση που συμβαίνει ανάμεσα στις παλαιότερες αξίες, την ιδιοκτησία και σε μία νεωτερική προσέγγιση του καπιταλισμού που αποζητάει την μη στασιμότητα του κεφαλαίου. Για την ορθή λειτουργία της οικονομίας είναι απαραίτητη η κίνηση του σε μία κυκλική πορεία, από την παραγωγή, στην πώληση, στην κατανάλωση κοκ. Χωρίς να θέλουμε να επιμείνουμε στη προκειμένη σύγκρουση, θα συνεχίσουμε συγκρατώντας την τάση της ιδιοκτησίας, ως ένα μέσο κατά το οποίο η ίδια η οικογένεια επιχειρεί να παρέχει στηρίγματα στα νεότερα της μέλη, διότι δεν υπάρχει η αναγκαία «πίστη» στην λειτουργία της οικονομίας και του κράτους. Το κράτος δεν ενεπλάκη με κανέναν τρόπο στην διαδικασία στεγαστικής παραγωγής, επενδύοντας στην κοινωνική κατοικία. Όπως προαναφέρθηκε, οι αυθαίρετες κατοικίες κατασκευάζονταν με το σκεπτικό μίας μελλοντικής νομιμοποίησης. Ενδεικτικά, στις περιοχές των αυθαιρέτων, οι κατατμήσεις γης και η οικοδόμηση κατοικιών ακολουθούσαν τα προβλεπόμενα μεγέθη των οικοπέδων και των δρόμων που προβλεπόταν από τον ΓΟΚ, ώστε να διευκολύνουν την μελλοντική τους ένταξη στο σχέδιο πόλεως.101 Ο Δ. Φιλιππίδης συμπυκνώνει ένα ολόκληρο σύμπλεγμα πράξεων πέρα από τα όρια του νόμου, που αφορούν τον κατασκευαστικό τομέα, στην έννοια της «παραπολεοδομίας». Σύμφωνα με τον ίδιο, η «παραπολεοδομία» και η επίσημη Αρχή της πολεοδομίας, όχι μόνο υπήρξαν και λειτουργήσαν παράλληλα, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις έδρασαν συμπληρωματικά.102 Υπό αυτές τις συνθήκες, δημιουργήθηκε ένα ευρύ φάσμα επιλύσεων που είχαν στην διάθεση τους οι πολίτες στη περίπτωση της οικοδόμησης. Ακόμη, και εάν η πιο συμφέρουσα λύση, ως προς τους ίδιους, ήταν η παράνομη, γνώριζαν πως σε κάποια απερχόμενη τροπολογία η αυθαιρεσία θα νομιμοποιούταν. Για να κατανοήσουμε την κλίμακα της παρέμβασης στις περιοχές της περιφέρειας της Αθήνας, αρκεί να παρατηρήσουμε μέσα από την έρευνα του Π. Λέφα ότι μέχρι το 1967 κατασκευάζονταν 20 χιλιάδες αυθαίρετα κτήρια τον χρόνο.103 101. Μαρία Μαντουβάλου και Μαρία Μαυρίδου, Αυθαίρετη Δόμηση: Μονόδρομος σε αδιέξοδο;, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, τχ. 7, Αθήνα, 1993, σ. 13. 102. Για να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα της κατάστασης στην περιφέρεια της Αθήνας, αναφέρουμε ενδεικτικά πως κατά την περίοδο 1836-1920 συνέβησαν μόλις 565 διατάγματα τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης, ενώ τα αντίστοιχα την περίοδο 1968-1975 ήταν 1700. Δημήτρης Φιλιππίδης, Για την ελληνική πόλη: Μεταπολεμική Πορεία – Μελλοντικές Προοπτικές, ΘΕΜΕΛΙΟ, Αθήνα, 1990, σ. 213.

103. Ιωάννα Θεοχαροπούλου, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017, σ. 125.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

95

Η αίσθηση ασφάλειας που προκάλεσε η παραπάνω συνθήκη προκάλεσε την έκρηξη αυθαιρεσιών σε διάφορα σημεία. Τόσο στις εκτός σχεδίου περιοχές, όσο και στις οικοδομές της πόλης των οποίων τα όρια στάθηκαν σε εκείνα όπου η «φαντασία» και ο «αυτοσχεδιασμός» των διαπλεκόμενων μπορούσε να φτάσει. Η διαχρονική δυσπιστία πλήρως συνυφασμένη με τη κρατική απουσία σε διάφορα επίπεδα, οδήγησε τον ιδιωτικό τομέα σε μία συνεχή αναζήτηση τρόπων υπεκφυγής, των νομικών του υποχρεώσεων. Πυροδοτήθηκε μία εκρηκτική καινοτομία γύρω από την έννοια της «κομπίνας». Ως προς αυτό, θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για μία σχέση αντίστροφης αναλογίας: η έλλειψη ρηξικέλευθης σκέψης στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και η κυρίευση των έτοιμων λύσεων (λογική της μανιέρας), αντικαταστάθηκε από την εκπληκτική επινοητικότητα, όταν ο λόγος έφτανε στην απόκρυψη αυθαιρεσιών, στην φοροδιαφυγή και τα στρατηγήματα που αποσκοπούν στην απόκτηση οικονομικού ή άλλου οφέλους, εις βάρος της ποιότητας και πολλές φορές ακόμη, της ασφάλειας του κτηρίου ή και ως προς το σύνολο της πόλης. Φυσικά, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι αυθαιρεσίες αποτέλεσαν κυρίως χαρακτηριστικό των κατώτερων οικονομικών στρωμάτων, αφού τα πιο εύπορα είχαν αφενός περισσότερες επιλογές και αφετέρου την άνεση της διευθετήσεως και την αποφυγή αχρείαστων ρίσκων. Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι στην έννοια της κομπίνας ενυπάρχουν σαφέστατα ταξικά χαρακτηριστικά. Ακόμη και αν διαμέσου της υπάρχει μία μεγάλη δόση απληστίας, ενδότερα υπάρχει το αίσθημα της ανασφάλειας ως κύρια γενεσιουργός αιτία. Μία ανασφάλεια αποτέλεσμα των άστατων καιρών του παρελθόντος, στη βάση της ανάρρωσης ή ακόμη και της «επιβίωσης»104 σε ένα δυσμενές περιβάλλον. Εν κατακλείδι, αναζητώντας μία πιθανή διαδικασία αστικής ανανέωσης του ήδη υπάρχοντος κτηριακού αποθέματος και έχοντας ως δεδομένο πως πλέον οι αστικές περιοχές αποτελούνται κυρίως από πολυκατοικίες, η ευρεία χρήση του μηχανισμού της αντιπαροχής, με τα σημερινά δεδομένα, δύναται πολύ δύσκολο να επαναληφθεί με μαζικούς όρους. Ο λόγος βρίσκεται στα ίδια τα αίτια που μαζικοποιήσαν τη χρήση της, δηλαδή στις αποδόσεις εκμε104. Με τον όρο «επιβίωση» δεν αναφερόμαστε μονάχα σε περιπτώσεις λιμού, ακόμη και αν αυτό δεν απείχε πολύ από τις συνθήκες διαβίωσης ορισμένων οικογενειών στα μεταπολεμικά χρόνια. Αναφερόμαστε περισσότερο στην έννοια της εγκαθίδρυσης μίας σταθερότητας ενός βιοτικού επιπέδου που δεν διακατέχεται από την ανασφάλεια των μελλοντικών εξελίξεων, που μπορεί να οδηγήσουν σε σπασμωδικές κινήσεις, με σκοπό την εξασφάλιση του κατά δύναμιν σε μία πεπερασμένη χρονική διάρκεια.


96

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

τάλλευσης της αστικής γης οι οποίες στο σήμερα μοιάζουν να φθίνουν. Πιο συγκεκριμένα, η θέσπιση νέων χαμηλότερων συντελεστών δόμησης αποκλείει τη πιθανότητα της αντικατάστασης του κτηρίου (σε ένα σενάριο κατεδάφισης), με ίσο κτηριακό όγκο. Μέτρο που τουλάχιστον με τα παρόντα δεδομένα δεν φαίνεται να αναιρείται, δεδομένου των ήδη επιβαρυμένων περιβαλλοντικών συνθηκών. Επιπλέον, κατά την περίοδο της μεγάλης ανοικοδόμησης, οι εμπορικές τάσεις, εξώθησαν την πολυκατοικία στα όρια του ΓΟΚ. Η έννοια της αντιπαροχής μοιάζει να καταρρέει μπροστά στο σενάριο της επιστροφής ενός μη προσαυξημένου σε αξία προϊόντος. Τέλος, ένας ακόμη λόγος που η χρήση του μηχανισμού της αντιπαροχής κρίνεται δύσκολη, είναι τα ίδια τα αποτελέσματα της οριζοντίου ιδιοκτησίας και της αντιπαροχής. Πλέον, μέσω της αναγνώρισης της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους, δημιουργήθηκαν πολλοί ιδιοκτήτες εξ’ αδιαιρέτου. Οι δυσκολίες συγχρονισμού των επιθυμιών όλων των ιδιοκτητών σε μία δεδομένη στιγμή προς μία πιθανή ανανέωση του κτηρίου, φανερώνει με ειρωνικό τρόπο τις δυσκολίες του θεσμού να αναπαραχθεί υπό το καθεστώς των κονιορτοποιημένων ιδιοκτησιακών που η ίδια έχει δημιουργήσει.105 Η αντιπαροχή έμπλεξε υπερβολικά τα ιδιοκτησιακά για να μπορεί να επαναληφθεί στο ίδιο οικόπεδο.

105. Νίκος Παπαμίχος, Από την αντιπαροχή στα αστικά ακίνητα, στο Συλλογικό: Η Σύγχρονη (Ελληνική) Πόλη, επ. Αίσωπος Γιάννης, Δομές, Αθήνα, 2018, σ. 84.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Άποψη εγκατάστασης στην πλατεία Ομόνοιας του έργου Εις Δόξαν (δημιουργία 1993) του Βλάση Κάνιαρη σε επιμέλεια της Άννας Καφέτση, 2011.

97


98

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


99


100

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


101


102

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αντωνοπούλου Ν. Σοφία, Ο μεταπολεμικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας και το οικιστικό φαινόμενο 1950-1980, Παπαζήση, Αθήνα, 1991. Θεοχαροπούλου Ιωάννα, Builders, Housewives and the Construction of Modern Athens, Artifice Books on Architecture, Λονδίνο, 2017. Κάλφα Κωνσταντίνα, ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ ΤΩΡΑ!: Η αθέατη πλευρά της αμερικανικής βοήθειας στην Ελλάδα, Futura, Αθήνα, 2019. Καραδήμου Γερόλυμπου Αλέκα, Καρδαμίτση Αδάμη Μάρω, Ο Πόλεμος, οι Πόλεις, Η Ανοικοδόμηση, στο συλλογικό: Ελληνικός Αστικός Χώρος: Επιστημονικό Συμπόσιο (4-5 Απριλίου 2003), Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα, 2004, σ. 55-78. Λαμπροπούλου Δήμητρα, ΟΙΚΟΔΟΜΟΙ: Οι άνθρωποι που έχτισαν την Αθήνα 1950-1967, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2009. Μαλούτας Θωμάς, Αθήνα, Κατοικία, Οικογένεια: Ανάλυση των μεταπολεμικών πρακτικών στέγασης, Εξάντας, Αθήνα, 1990. Μαρμαράς Β. Μανόλης, Η αστική πολυκατοικία της μεσοπολεμικής Αθήνας: Η Αρχή της εντατικής εκμετάλλευσης του αστικού εδάφους, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, Αθήνα, 1991. Μιτζάλης Β. Νικόλας, Παραγωγή Κατοικίας και αστικός χώρος τον Μεσοπόλεμο, Futura, Αθήνα, 2008. Παπαμίχος Νίκος, Από την αντιπαροχή στα αστικά ακίνητα, στο: Η Σύγχρονη (Ελληνική) Πόλη, επ. Αίσωπος Γιάννης, Δομές, Αθήνα, 2018, σ. 82-85. Ρόδη Άλκηστις, Mutually Generative: Athens and Polykatoikia, στο: The Public Private House: Modern Athens and Its Polykatoikia, επ. Woditsch Richard, Park Books, Ζυρίχη, 2018, σ. 26-43. Συλλογικό, 1949-1967: Η Εκρηκτική Εικοσαετία, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου, Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα, 2000. Συλλογικό, Ελληνικός Αστικός Χώρος: Επιστημονικό Συμπόσιο (4-5 Απριλίου 2003), Σχολή Μωραΐτη, Αθήνα, 2004. Συλλογικό, Η Σύγχρονη (Ελληνική) Πόλη, επ. Αίσωπος Γιάννης, Δομές, Αθήνα, 2018. Συλλογικό, Τοπία Εκμοντερνισμού: Ελληνική Αρχιτεκτονική ’60 και ‘90, επ. Αίσωπος Γιάννης και Σημαιοφορίδης Γιώργος, Metapolis Press, Αθήνα, 2002.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

103

Τουρνικιώτης Παναγιώτης, Η μυθολογία του διεθνισμού, στο: Τοπία εκμοντερνισμού, επ: Γιάννης Αίσωπος και Γιώργος Σημαιοφορίδης, Metapolis Press, Αθήνα, 2002, σ. 25-27. Φιλιππίδης Δημήτρης, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική: Αρχιτεκτονική Θεωρία και Πράξη (1830-1980) σαν Αντανάκλαση των Ιδεολογικών Επιλογών της Νεοελληνικής Κουλτούρας, Μέλισσα, Αθήνα, 1984. Φιλιππίδης Δημήτρης, Για την ελληνική πόλη: Μεταπολεμική Πορεία – Μελλοντικές Προοπτικές, ΘΕΜΕΛΙΟ, Αθήνα, 1990. do.co.mo.mo, Η ελληνική πόλη και η πολεοδομία του μοντέρνου, Futura, Αθήνα, 2015. Rossi Aldo, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, επ. Παπαδόπουλος Λόης, μετ. Πετρίδου Βασιλική, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1991. Woditsch Richard, The Public Private House: Modern House and Its Polykatoikia, Park Books, Ζυρίχη, 2018. Woditsch Richard, Kammerbauer Mark, Approaching the Polykatoikia, στο: The Public Private House: Modern House and Its Polykatoikia, επ. Woditsch Richard Park Books, Ζυρίχη, 2018, σ. 77-111.


104

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ Αντωνακάκη Σουζάνα, Αντωνακάκης Δημήτρης, κεφ. Η πολυκατοικία στην Ελλάδα. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, κεφ. 3, Αστική Πολυκατοικία, επ. Φιλιππίδης Δημήτρης, Αθήνα, 1978, σ. 151-153. Αρχαιολογία & Τέχνες, τχ. 106, Αθήνα, 2008. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, Αθήνα, 1978. Βλάχος Ξενοφών, Πολυκατοικία, Προβλήματα κατοικησιμότητας, επικοινωνίας, προτύπων και συμβόλων, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, κεφ. 3, Αστική Πολυκατοικία, επ. Φιλιππίδης Δημήτρης, Αθήνα, 1978, σ. 154-160. Γιαννίτσαρης Κων. Γεώργιος, H ελληνική μεταπολεμική αρχιτεκτονική, περ. Αρχαιολογία & Τέχνες, τχ. 106, Αθήνα, 2008, σ. 81-87. Δαμαλά Ανδρομάχη, Ζάμπα Μαρία, Κορομβλή Ε., Η αστική πολυκατοικία στην Αθήνα, 1920-1940, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, κεφ. 3, Αστική Πολυκατοικία, επ. Φιλιππίδης Δημήτρης, Αθήνα, 1978, σ. 125-130. Κατσίκας Ηλίας, Κρίσης Κατοικίας στην Ελλάδα: Η Πολιτική Οικονομία της Αντιπαροχής, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 1991. Κατσίκας Ηλίας, Το Κοινωνικό Περιεχόμενο της Αντιπαροχής και οι Οικονομικές του Προεκτάσεις, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 2004. Μαντουβάλου Μαρία, Μαυρίδου Μαρία, Αυθαίρετη Δόμηση: Μονόδρομος σε αδιέξοδο;, Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, τχ. 7, Αθήνα, 1993. Φιλιππίδης Δημήτρης, Πολυκατοικία και σύγχρονη ζωή, περ. Αρχιτεκτονικά Θέματα, τχ. 12, κεφ. 3, Αστική Πολυκατοικία, επ. Φιλιππίδης Δημήτρης, Αθήνα, 1978, σ. 103-107. Aureli Pier Vittorio, Giudici S. Maria, Ησαΐας Πλάτων, From Dom-ino to Polykatoikia, περ. Domus, πρώτη δημοσίευση τχ. 962, 2012: domusweb.it/en/architecture/2012/10/31/from-dom-ino-to-empolykatoikia-em-.html?fbclid=IwAR26GLpNsjI5xcwJtvGIHZ5ViuJGc4UaY4TmqVVWIw9cxHegZ8N6Gic a4.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

105

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ-ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Αντιθέσεις: Αρχιτέκτονες, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 1988: youtube.com/ watch?v=o5OUlK3xplY&t=2192s&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Από τον Καλλικράτη στον Καλατράβα: Η εξέλιξη της πολυκατοικίας, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2010: archive.ert.gr/91303, τελ. προσ. 30.8.2021. Αρχιτεκτονικοί Δρόμοι, ΕΤ.1, Αθήνα, 1990: youtube.com/ watch?v=uWd8d2GHJ8o&t=1323s&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Αστικό Τοπίο: Δημήτρης & Σουζάνα Αντωνακάκη 1969, Οικία & Γραφείο, Τηλεοπτικός Σταθμός της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2013: youtube.com/ watch?v=uIJCu8biqR0&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Αστικό Τοπίο: Μπλε Πολυκατοικία, Πολυκατοικίες, Τηλεοπτικός Σταθμός της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2010: youtube.com/ watch?v=IaJxVANPOh4&t=1034s&ab_channel=%CE%91%CF%83%CF %84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CE%A4%CE%BF%CF%80%CE%AF %CE%BF, τελ. προσ. 30.8.2021. Αστικό Τοπίο: Νίκος Κτενάς, Πολυκατοικία, Τηλεοπτικός Σταθμός της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2013: youtube.com/watch?v=-QH2MMeNro&ab_channel=%CE%91%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA %CF%8C%CE%A4%CE%BF%CF%80%CE%AF%CE%BF, τελ. προσ. 30.8.2021. Η Ιστορία των Χρόνων μου: Δημήτρης & Σουζάνα Αντωνακάκη, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2004: archive.ert.gr/8281, τελ. προσ. 30.8.2021. Κλεινόν Άστυ: Η Αθηναϊκή Πολυκατοικία, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2021: ertflix.gr/ ellinika-docs/kleinon-asty-i-athinaiki-polykatoikia/?series=kleinonasty, τελ. προσ. 28.08.2021. Παρασκήνιο: Δημήτρης & Σουζάνα Αντωνακάκη, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 1988: archive.ert.gr/69035, τελ. προσ. 30.8.2021. Παρασκήνιο: Στην Αθήνα με το Όνειρο, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2001: archive.ert. gr/6607, τελ. προσ. 28.08. 2021. Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων Αρχιτεκτόνων: Θουκυδίδης Βαλεντής, “κατοικώντας τον κάνναβο”, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2005: youtube.com/ watch?v=TFQEqDy7mhQ&t=775s&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Πορτραίτα και Διαδρομές Ελλήνων Αρχιτεκτόνων: Κούλης Παναγιωτάκος, Η “μπλε”- “c’est tres bon”, ΕΡΤ ΑΕ, Αθήνα, 2005: youtube.com/watch?v=_


106

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

A9iJokCd54&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Συναντήσεις: Σκέψεις για το λαϊκό, Κεραμδιώτης Γιώργος, Αθήνα, 2014: youtube.com/watch?v=NdIuDh5aBVA&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Antiparochi – A Short Introduction, Σταύρος Αλιφραγκής και Κωνσταντίνα Κάλφα, για το ερευνητικό πρόγραμμα 2018-2022: Η Αντιπαροχή και οι Αρχιτέκτονες (της), επ. υπευθ. Παναγιώτης Τουρνικιώτης και Κωνσταντίνα Κάλφα, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π., Αθήνα, 2021: www.youtube.com/watch?v=d vjFiopD9wA&ab_channel=EuropeanMi ddleClassMassHousingCOSTAction, τελ. προσ. 28.08. 2021.

ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ Βαΐου Ντίνα, Ορόσημα στην ανάπτυξη του αστικού χώρου. Η Αθήνα στον 20ο αιώνα, Κύκλος Σεμιναρίων: Δώδεκα μαθήματα για τον ελληνικό 20ό αιώνα, ΕΜΝΕ-Μνήμων, Αθήνα, 2017: blod.gr/lectures/orosima-stinanaptyksi-tou-astikou-horou-i-athina-sto n-20o-aiona, τελ. προσ. 28.08.2021. Γιακουμακάτος Ανδρέας, Αθήνα, Μοντέρνα Πόλη και Αρχιτεκτονική, Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Αθήνα, 2018: youtu.be/ YLauqeXqA00, τελ. προσ. 28.08.2021. Σημαιοφορίδης Γιώργος - Για την Κατοικία, Μαγνητοσκοπημένη διάλεξη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Πολυτεχνικά Σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Εργαστήριο Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού του Α’ Τομέα, Θεσσαλονίκη, 1990: youtube.com/ watch?v=gZAh95jabnw&t=1196s&ab_channel=Dot, τελ. προσ. 30.8.2021. Woditsch Richard, Δραγώνας Πάνος, Θεοχαροπούλου Ιωάννα, Μαλούτας Θωμάς, Σουλιώτης Νίκος, Η πολυκατοικία της αντιπαροχής, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αθήνα, 2015: blod.gr/lectures/i-polykatoikia-tisantiparohis, τελ. προσ. 28.08. 2021.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

107

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ σελ. 8: Οικοδόμοι κατά την ανέγερση πολυκατοικίας, 1964. φωτ. Κυριακός Τασίδης, Αρχείο Κ4Station Τεχνικό Γραφείο Μελετών. σελ. 10-11: Άποψη από ανέγερση πολυκατοικίας στους πρόποδες της Ακρόπολης. φωτ. Δημήτρης Χαρισιάδης, Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη. σελ. 36-37: Ερείπια στην Πατησίων, 1944. φωτ. Δημήτρης Παπαδήμος. Εφημερίδα Καθημερινή. σελ. 44-45: Οικοδομή με αυτοστέγαση και πανωσήκωμα στην περιφέρεια της Αθήνας, Δημήτρης Φιλιππίδης: Μοντέρνα Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. σελ. 59: Το πρωτοχρονιάτικο Λαχείο Συντακτών (σημ. Πρωτοχρονιάτικο Λαχείο) κληρώνει εξαώροφη πολυκατοικία, 1962. σελ. 60-61: Ανέγερση πολυκατοικίας στην Καλλιθέα, 1987. φωτ. Μανώλης Μπαμπούσης. Προσωπικό Αρχείο Φωτογράφου. σελ. 80: Ρίψιμο αγιασμού στα θεμέλια. Γ. Αικατερινίδης: Εθιμολογικά ελληνικής λαϊκής οικοδομίας. σελ. 81: Εργολάβος ραντίζει με αίμα σφαγμένου κόκορα τα θεμέλια της οικοδομής, 1956. Γ. Αικατερινίδης: Εθιμολογικά Ελληνικής Λαϊκής Οικοδομίας. σελ. 82: Ακροβατώντας…Αρχείο Αναστασίας Πινέλη. σελ. 83: Παρέα Οικοδόμων. Ίδρυμα Σταύρου Σ. Νιάρχου: Η Ελλάδα Του Μόχθου 1900-1960 Συλλογή Νίκου Πολίτη. σελ. 84-85: Κολλάζ από διαφημίσεις για οικιακά προϊόντα την περίοδο ‘60-’80. σελ. 89: Εκφόρτωση εμπορεύματος επιβατηγών αυτοκινήτων στο λιμάνι του Πειραιά, αρχές δεκαετίας του ’60. σελ. 98-99: Άποψη του κέντρου της Αθήνας, 2000. Αρχείο Δημήτρη Φιλιππίδη. σελ. 98-99: Λεωφόρος Συγγρού και Καλλιρρόης, δεκαετία του ’70.


ΠΑΡΑΡ ΤΗΜΑ ΣΥΛΛΕ ΧΘΕ ΝΤΩΝ ΝΤΟ ΚΟΥΜΕ ΝΤΩΝ 108

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

109

Στο πλαίσιο της σπουδαστικής μας εργασίας με θέμα τον μηχανισμό της αντιπαροχής, κρίναμε απαραίτητο να προσπαθήσουμε ως ερευνητές να γίνουμε οι ίδιοι μέρος της διαδικασίας που επιδιώξαμε να κατανοήσουμε και να περιγράψουμε στο παρών τεύχος. Από την εκκίνηση της διαδικασίας καταλάβαμε πως για να γίνει αυτό εφικτό με κάποιο άμεσο και δραστήριο τρόπο θα ήταν αρκετά δύσκολο. Οι αρχικές μας σκέψεις αφορούσαν την εύρεση και στη συνέχεια την επικοινωνία με άτομα που έχουν εμπλακεί με το ζήτημα, είτε με άμεσο τρόπο ως εργολάβοι ή οικοπεδούχοι, είτε με έμμεσο, ως μέλη οικογένειας ή άλλα συγγενικά πρόσωπα κατόχων αστικής γης που παραχωρήθηκε για αντιπαροχή. Αναζητώντας παροντικές εφαρμογές του μηχανισμού, συνειδητοποιήσαμε πως η επικοινωνία μας με τεχνικές εταιρίες που να έχουν αναλάβει μελέτες και κατασκευές τα τελευταία χρόνια ή σήμερα ήταν φαινομενικά απίθανή, αφού τα γραφεία επιλέγουν να κρατήσουν τα στοιχεία τους «αφανή», δεδομένου ότι οι εργολαβίες για αντιπαροχή βασίζονται σε οικονομικές διαπραγματεύσεις που δεν προτιμάει κανείς να εκθέσει. Επίσης, καταλάβαμε πολύ σύντομα πως στον χώρο των μηχανικών, η επικοινωνία για ζητήματα που έχουν να κάνουν άμεσα με τις οικονομικές τους απολαβές και την διαχείριση αυτών θα ήταν πέρα από εξαιρετικά δύσκολη, ενδεχομένως «μη ειλικρινής», ακόμη και αν αυτό αφορά ένα μακρινό παρελθόν. Αντιθέτως, ανακαλύψαμε πως η επικοινωνία με άτομα που να έχουν εμπλακεί από την άλλη «πλευρά», δηλαδή ως συγγενείς οικοπεδούχων, ήταν εμφανώς ευκολότερη (ήδη από το οικογενειακό μας περιβάλλον), με αποτέλεσμα, οι περισσότερες/οι εξ’ αυτών να μας μιλήσουν για τις εμπειρίες τους, όχι μόνο περιγραφικά, αλλά καμαρώνοντας για το «επίτευγμα», γεγονός που βασίζεται στα μεγάλα οφέλη που απέσπασαν οι ιδιοκτήτες γης κατά το παρελθόν. Δεδομένης της όλης έρευνας που είχε προηγηθεί, μπορέσαμε και εμείς με την σειρά μας να κατανοήσουμε τον ενθουσιασμό και την ευχαρίστηση που τους διέπει. Οι ιστορίες αυτές ποικίλουν ανάλογα με την περίοδο, την περιοχή και τις ανάγκες τους, άλλα ταυτοχρόνως διακρίναμε και ορισμένα κοινά στοιχεία που ενσωματώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στο προηγούμενο μέρος του κειμένου. Στην ανάγκη για εμβάθυνση της ερευνητικής μας διαδικασίας ενημερωθήκαμε ότι την δεδομένη χρονική περίοδο πραγματοποιείται από το ΕΜΠ ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο: Η Αντιπαροχή και οι Αρχιτέκτονες (της). Ιστορίες Κοινωνικών Δυνάμεων, Χωρικών Πολιτικών και του Επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα στην Ελλάδα, 1929-74, με συντονιστές την Κ. Κάλφα (Επιστημονική


110

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Υπεύθυνη) και τον Π. Τουρνικιώτη (Ιδρυματικός Επιστημονικός Υπεύθυνος) και πολλές/ους ακόμα συμμετέχοντες ερευνήτριες/τες. Η προσπάθεια μας για επικοινωνία απέδωσε καρπούς και η συζήτηση μας με την Κ. Κάλφα λειτούργησε εξαιρετικά επιμορφωτικά και έθεσε σημαντικές κατευθυντήριες γραμμές για την εξέλιξη της έρευνας. Σε συνέχεια, προσπαθήσαμε να αντλήσουμε στοιχεία που να σχετίζονται μέσα από το αντικείμενο μέσα από τα ιστορικά ντοκουμέντα του Γενικού Αρχείου του Κράτους, το αρχείο του Δημοτικού Κέντρου Ιστορίας και Τεκμηρίωσης Βόλου, όπως και από το αρχείο της τοπικής εφημερίδας Ταχυδρόμος. Βάση των παραπάνω ερεθισμάτων, ο ενθουσιασμός και η επιμονή μεγάλωνε διαρκώς μέχρι που συνειδητοποιήσαμε πως μας δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσουμε όντως με έναν από τους «πρωταγωνιστές» της ιστορίας που μελετήσαμε το προηγούμενο διάστημα. Έτσι λοιπόν, ήρθαμε σε αρχική επικοινωνία με τον φίλο Σ. που μας ενημέρωσε πως στην εταιρία που εργάζεται, υπάρχει ένας παλιός συνταξιούχος εργολάβος ο οποίος ασχολήθηκε με τις κατασκευές με την αντιπαροχή. Έτσι λοιπόν, στις 29 Ιούλη συναντηθήκαμε στην είσοδο της πολυκατοικίας που ήταν τα γραφεία της εταιρίας που διεύθυνε στο παρελθόν ο συνταξιούχος εργολάβος, μέρος που ύστερα μάθαμε ότι έχει ο ίδιος κατασκευάσει με αντιπαροχή και συχνάζει καθημερινά. Ο Γ. σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο ΑΠΘ στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και άσκησε το επάγγελμα του για πάνω από 30 χρόνια στον Βόλο, όπου και μεγάλωσε. Το ενδιαφέρον στην περίπτωση του, που λειτούργησε επιπλέον ενθαρρυντικά μόλις ενημερωθήκαμε ότι προτίθεται να κάνει μια συζήτηση μαζί μας, είναι το γεγονός ότι επιτέλεσε όχι απλά πολιτικός μηχανικός, αλλά συγκεκριμένα εργολάβος-αντιπαροχιτζής, έχοντας κατασκευάσει δέκα πολυκατοικίες στον Βόλο από το ’74 μέχρι το ’05, όλες με αντιπαροχή. Η συζήτηση εκτυλίχθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας και αποτέλεσε έκπληξη για εμάς ότι πέρα από τους εμάς τους τρείς, το «σεμινάριο» όπως το αποκαλούσαν επέλεξαν να το παρακολουθήσουν και άλλα μέλη της εταιρίας. Η παρακάτω συζήτηση αποτελεί ένα ενδιαφέρον ντοκουμέντο, άμεσης και λεπτομερής καταγραφής της επικοινωνίας που είχαμε, χωρίς προετοιμασμένες ερωτήσεις ή θεματικές, πέρα από την ευρύτερη «ομπρέλα» της αντιπαροχής. Σκοπός μας ήταν να αντλήσουμε τόσο πληροφορίες για το πως πραγματώνεται η αντιπαροχή, και κατ’ επέκταση πως διαχειρίστηκε το ζήτημα η πόλη. Δηλαδή, με ποιον τρόπο και πότε άλλαξε ο Βόλος ριζικά, κάνοντας το πέρασμα από την προ των σεισμών «εικόνα χωριού», σε σημαντικό για την χώρα αστικό κέντρο. Επιπλέον, το ενδιαφέρον μας επικεντρώθηκε αμέσως και σε άλλες «παρασκηνιακές» ιστορίες που για πολλούς λόγους δεν βρίσκει


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

111

κανείς στην βιβλιογραφία. Διευκρινιστικά, με απαλό μαύρο χρώμα ορίσαμε τον λόγο του εργολάβου και με έντονο των τριγύρω, μαζί και τον δικό μας. Το ιστορικό αρχείο που παραθέτουμε αποτελεί αποτέλεσμα επιτόπιας καταγραφής της επικοινωνίας. Σε μια ανάγκη να διατηρηθούν τα ανθρωπολογικά στοιχεία έγινε μια προσπάθεια αυτούσιας αποτύπωσης της ορολογίας, των εκφράσεων και της ντοπιολαλιάς, όπως και των περισσότερων στοιχείων που συζητήσαμε με τον εργολάβο, πέρα από τα προσωπικά στοιχεία και τα ονόματα οδών ή καταστημάτων, καθώς το ενδιαφέρον μας εστιάζει μονάχα στις πρακτικές των εργασιών και στις «οικοδομικές συνταγές» που οι κατασκευαστές αξιοποιούσαν. Τέλος, από την συνομιλία απουσιάζουν οι παύσεις, σε περιπτώσεις που κάποιος περαστικός, παλιός συνεργάτης ή πελάτης διέκοπτε προκειμένου να χαιρετήσει τον συνομιλητή μας. […] Για να κάνεις την αντιπαροχή πρέπει να έχεις λεφτά. Χωρίς λεφτά δεν γίνεται. Από την πλευρά του εργολάβου. Ναι, από την πλευρά του εργολάβου. Πρέπει να έχεις 60% του κόστους το λιγότερο, 60 προς 70. Δεύτερο, να έχεις γνώσεις ΓΟΚ βασικές. Όχι λεπτομέρειες, αλλά να ξέρεις τι είναι ο συντελεστής δόμησης, έτσι δεν είναι; Τρίτων, να αξιολογήσεις το οικόπεδο και την περιοχή. Είναι νοτιομεσημβρινό, δυτικοβορεινό, το βορειοδυτικό που λέμε. Λεπτομέρειες του οικοπέδου με μία αυτοψία να δεις που είναι το οικόπεδο. Ποιο είναι το καλύτερο; Λοιπόν, εδώ παράδειγμα, η γωνία αυτή στο σταυροδρόμι, ποια είναι η πρώτη γωνία που λέμε. Η πρώτη γωνία; Η καλή, όσων αφορά τον προσανατολισμό. Στην Ι. (οδός) μάλλον που είναι ο βασικός δρόμος και κοιτάει και προς την θάλασσα. Γενικά εγώ σου λέω, ποιος είναι ο καλύτερος προσανατολισμός; Ο νότιος; Ο προσανατολισμός του οικοπέδου. Ανατολικομεσημβρινός είναι η πρώτη γωνία. Εδώ στην Ι. ποια είναι η ανατολικομεσημβρηνία; Εκεί που είναι οι Μ. (κατάστημα). Πρώτος προσανατολισμός. Δεύτερος είναι ο βορειοανατολικός, που είναι από κάτω, εκεί που είναι το φαρμακείο. Τρίτος είναι από πάνω που


112

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

είναι η ΙH. (κατάστημα) Τέταρτος είναι ο βορειοδυτικός. Πρέπει να τα προσέχεις αυτά. Αν το οικόπεδο είναι φλατ ή αν έχει κλίση. Αν δεν είναι γωνία; Αν δεν είναι γωνία πάλι το ανατολικό είναι καλύτερο. Αφού τα αξιολογήσεις αυτά και δεις περίπου τι διαστάσεις περίπου είναι το οικόπεδο, μην είναι 150-200 μέτρα. Τι να τα κάνεις; Που να βάλεις τη σκάλα, που να βάλεις αυτά που θα πουλήσεις; Τρίτων, πρέπει να ξέρεις να κάνεις πίνακα κατανομής. Χωρίς αυτό δεν μπορείς να προχωρήσεις. Έτσι; Τι είναι ο πίνακας κατανομής; Καταρχάς να πούμε κάτι άλλο. Θα σου χρειαστεί μετά την αυτοψία και όλα αυτά που σας είπα, ένα τοπογραφικό σχεδιάγραμμα με τους όρους δόμησης. Ποιος είναι ο συντελεστής δόμησης; Πόσο ύψος επιτρέπεται; Αφετηρία μετρήσεως του ύψους; Αν έχει πρασιά ή αν δεν έχει. Αν έχει στοά. Τα προσέχουμε όλα αυτά τα βασικά. Εμείς τώρα στην εργασία μας έχουμε ασχοληθεί με την αντιπαροχή ιστορικά, από τον μεσοπόλεμο και το διάταγμα επί οριζοντίου ιδιοκτησίας που μετά επινοήθηκε, δηλαδή δεν ήταν κάποιος νόμος, αλλά γινόταν μέσα από συμφωνίες. Μετά τους πολέμους, την κατοχή και τον εμφύλιο που υπήρχε έντονη φτώχεια στην Ελλάδα, (η αντιπαροχή) χρησιμοποιήθηκε κατά κόρων. Δηλαδή, μπορούσε κάποιος που είχε ένα μικρό σπιτάκι να το δώσει σε κάποιο εργολάβο και από εκεί ξαφνικά αποκτούσε ένα ή δύο διαμερίσματα και ένα μαγαζάκι. Έτσι, κάποιος χωρίς να βάλει λεφτά ανέβαινε οικονομικά. Λοιπόν, άκου να δεις. Εγώ τώρα πρακτικά θα σας πω. Δεν το έχω ψάξει (ιστορικά). Αρχικά, κοιτάς λίγο τις διαστάσεις για να βγάλεις ένα συμπέρασμα. Αφού τα δούμε όλα αυτά η πρώτη δουλειά που πρέπει να κάνεις, είναι να βγάλεις το τοπογραφικό. Μετά βλέπεις τι γίνεται με τους ορόφους, ώστε να μην είναι ας πούμε τριώροφο, αλλά από τέσσερα πέντε και πάνω. Έπειτα, αξιολογείς τι πωλείται την εποχή αυτή, για να δεις τι θα κάνεις σε κάθε όροφο. Θα κάνεις γκαρσονιέρες; Θα κάνεις δυάρια; Πεντάρια; Όσο μικρότερα τα κάνεις τα διαμερίσματα, τόσο μεγαλύτερο θα κάνεις το κλιμακοστάσιο, επειδή χρειάζεται ο διάδρομος για την πρόσβαση. Άμα κάνεις το μικρότερο, δηλαδή οροφοδιαμερίσματα, το κλιμακοστάσιο μαζί με το ασανσέρ βγαίνει γύρω στα 15-16 τετραγωνικά, αν όμως είναι τρία διαμερίσματα τον όροφο μπορεί να βγει 18, ενώ αν θες να κάνεις τέσσερα διαμερίσματα τον όροφο μπορεί να σου βγει και 20 τετραγωνικά υπέρ των κοινοχρήστων, επομένως χάνεις μέτρα από αυτά που θες να πουλήσεις εσύ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

113

Επειδή είναι οι κοινόχρηστοι χώροι. Ουσιαστικά για τον κάθε όροφο που κτίζεις χάνεις 15 τετραγωνικά. Ναι, χάνεις επειδή το κλιμακοστάσιο μετράει στον συντελεστή. Είναι κοινόχρηστοι χώροι, άρα μετράει. Αν είναι τριώροφη η πολυκατοικία δεν θα μπορείς να τον συναγωνιστείς τον άλλο. Δεν θα σε πιάνει και ο ακάλυπτος. Ο ακάλυπτος γιατί να μην σε πιάνει; Γιατί θα πρέπει να αφήσεις 30-40% ακάλυπτο. Άμα το κάνεις χαμηλό, ναι μεν κερδίζεις στα κλιμακοστάσια και στον συντελεστή δόμησης, αλλά χάνεις από τον ακάλυπτο. Μπορεί να μην σου βγαίνει (οικονομικό συμφέρον). Επόμενο. Εγώ συνεχίζω. Πρέπει να κανονίσεις το ποσοστό αντιπαροχής. Άρα κοιτάζεις με τον συντελεστή δόμησης. Πόσα μέτρα κτίζεις; Αφαιρείς τα κοινόχρηστα, γιατί εδώ στον Βόλο και στην περιοχή πουλάμε καθαρό εμβαδόν, όχι μεικτό, ενώ στην Θεσσαλονίκη ή στη Λάρισα πουλάνε με μεικτό, που είναι και το πιο δίκαιο. Μετά κάνουμε το κοστολόγιο και λέμε, άμα δώσουμε για παράδειγμα ένα ποσοστό 30-37% επί του συνόλου, αφαιρείς τα κλιμακοστάσια, βγάζεις τα εμβαδά των διαμερισμάτων και λες θα δώσω από αυτά το 30-35%, τι θα μου μείνει; Τόσο. Πόσο θα τα πουλήσω; Τόσο. Πόσο κοστολόγιο έχω; Χίλια ευρώ το τετραγωνικό, συμπεριλαμβανομένου και του κλιμακοστασίου. Τώρα, αν μπαίνει μέσα η πιλοτή ή όχι. Στα τετραγωνικά, όχι. Συντελεστής δόμησης επί χίλια και έτσι βγαίνει το κοστολόγιο. Όταν εσείς κάνατε αυτές τις δουλειές υπήρχε στάνταρ ποσοστό ή πήγαινε ανάλογα την διαπραγμάτευση; Ανάλογα την περιοχή. Υπάρχει όμως κάποιο ενδεικτικό εύρος; Εδώ, αυτή η πολυκατοικία πήγε 50%. Πότε περίπου; Το ‘78. Είναι πολύ υψηλό το ποσοστό για την εποχή (για τον οικοπεδούχο). Ναι. Τώρα έχουν αλλάξει και οι συντελεστές δόμησης. Πρέπει κάθε φορά που ελέγχεις, πριν κτίσεις, να πηγαίνεις στην πολεοδομία για να μην γίνει κανένα μπέρδεμα και νομίζεις πως θα πουλήσεις τόσα και τελικά πουλήσεις λιγότερα. Βασικό πράγμα. Εμείς βλέπουμε μέσα από την έρευνα πως ο Βόλος είχε μια ευκαιρία την περίοδο μετά τους σεισμούς να γεμίσει πολυκατοικίες, αλλά δεν συνέβη αυτό ή όσοι το έκαναν ήταν πολύ λίγοι.


114

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Ποιος να κάνει πολυκατοικία μετά τους σεισμούς; Είχε κανένας λεφτά; Όλοι έπαιρναν δάνειο και φτιάχνανε τα σεναζοτά, τα Παρασκευόπουλου. Τούβλο δεξιά, τούβλο αριστερά με δέκα πόντους κενό και ψίχα μέσα. Τριάντα πόντους σύνολο. Αφού τα κάνεις όλα αυτά που είπαμε, λες ότι συμφωνήσαμε. Τα είπαμε προφορικά με τον οικοπεδούχο και ο εργολάβος συμφώνησε. Η διαδικασία τώρα. Πριν αρχίζεις να κουράζεσαι, είπαμε πως θα βγάλεις το τοπογραφικό, δεν το αποφεύγεις, για να έχεις μια σοβαρή εικόνα. Χωρίς τοπογραφικό δεν μπορείς να προχωρήσεις. Χρειάζεσαι τις οικοδομικές γραμμές για να έχεις το εμβαδόν του οικοπέδου. Όταν λέμε 37%, 35% ή 30% εννοούμε πως ό,τι γίνει θα πάρει το 30% ο οικοπεδούχος. Αυτό συμβαίνει για όλους τους χώρους. Αποθήκες με 37% θα πάρει ο οικοπεδούχος. Γκαράζ με 37% και τα διαμερίσματα επάνω με 37%. Όταν όμως δεν μπορείς να τα μοιράσει ακριβώς, δεν μπορείς να πεις πως κάποιος θα πάρει ενάμισι γκαράζ, θα εξαρτηθεί από τι διαμερίσματα θα έχεις απάνω. Το καθένα να έχει το ένα του γκαράζ. Η συμφωνία από πριν λέει τι θα πάρει ο καθένας; Περίμενε, δεν φτάσαμε εκεί. Αυτά που είπαμε πρέπει να τα ξέρεις. Να κοντρολάρεις αυτά τα πράγματα. Άμα είναι να πάρει τρία διαμερίσματα ο οικοπεδούχος θα πρέπει να πάρει και τρείς αποθήκες. Τι να του πεις; Να πάρει δυόμισι ή δύο; Τρία και τα γκαράζ. Αλλά εάν θέλει αυτός για παράδειγμά πέντε γκαρσονιέρες, δεν μπορείς να του πεις εσύ τελικά ότι θα πάρει πέντε γκαράζ. Θα έχεις και δυο γκαρσονιέρες φίλε χωρίς γκαράζ. Έτσι, δεν είναι; Λογικά πράγματα. Αφού κάνεις αυτή τη δουλειά, προτού προχωρήσεις στα δαπανηρά που σου τρώνε χρόνο -δεν μπορείς να καθίσεις να βγάλεις σχέδια εσύ τώρα, για να βγάλεις σοβαρά σχέδια θέλει χρόνο, μπορεί να βγάλεις κανένα προσχέδιο σε δύο-τρείς μέρες- αν θέλεις να ασχοληθείς σοβαρά, πρέπει να ζητήσεις από τον οικοπεδούχο να υπογράψετε ένα προσύμφωνο εργολαβικού. Προσύμφωνο του προσυμφώνου, γιατί το εργολαβικό λέγεται και προσύμφωνο. Αυτό το προσύμφωνο πάει στον συμβολαιογράφο και πρέπει να έχεις να καταθέσεις το τοπογραφικό, την συγγραφή υποχρεώσεων, τι θα περιλαμβάνει, ότι δηλαδή η οικοδομή θα γίνει υπό την επίβλεψη μου, ο σκελετός θα είναι από γενική κοιτόστρωση, το κτίσιμο θα γίνει από τούβλα, τα σοβαντίσματα θα γίνουν με αυτό τον τρόπο, θα γίνουν τζάκια ή δεν θα γίνουν και καθένας αποδέχεται ότι θα γίνουν τζάκια και δεν μπορεί να σου απαγορεύσει ο από πάνω να περάσεις την καμινάδα. Πρέπει να γραφούν αυτά και να αναφέρεις μέσα τι παίρνει ο οικοπεδούχος γενικά. Αν είναι να πάρει έναν όροφο, για παράδειγμα τον τρίτο, πρέπει να το πεις πως παίρνει όλο τον τρίτο όροφο 180 τετραγωνικά και ένα διαμέρισμα στον πρώτο όροφο 80 τετραγωνικά, εκεί κοντά, στο περίπου. Θα βάλεις και την λέξη “περίπου”, αφού δεν έχεις κάνει ακόμα τα σχέδια. Λες


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

115

κιόλας ότι θα πάρει και τρία γκαράζ και στο τέλος λες πως αν αθετήσει τον λόγο του, μέχρι την υπογραφή του κανονικού εργολαβικού, πληρώνει μια ποινική ρήτρα χίλια ευρώ. Έχει κάνει το τοπογραφικό. Να μην σε πληρώσει για αυτά που έκανες; Χίλια ή δύο χιλιάδες, δεν ξέρω. Τώρα δεν θυμάμαι να σου πω κιόλας. Αφού λοιπόν υπογράψετε αυτό το συμφωνητικό και πεις ότι τα σχέδια θα γίνουν περίπου έτσι και θα εκπονηθούν από τον τάδε αρχιτέκτονα μπορείς να του βγάλεις και ένα προσχέδιο, για να του δείξεις τι θα γίνει στο περίπου, χωρίς αυτό να το αναφέρεις πουθενά. Πρέπει να έχω εμπιστοσύνη και στον αρχιτέκτονα που θα βάλω, εγώ προσωπικά. Μιας και είστε αρχιτέκτονες, μετά από ένα μήνα από τις υπογραφές θα έχεις φτιάξει και το αρχιτεκτονικό εσύ, εγώ συνήθως βάζω ένα μήνα ή δύο. Αυτό μπορείς να το έχεις γράψει κιόλας από πριν. Ότι δηλαδή θα σου δώσω σε δύο μήνες τα κανονικά σχέδια, να τα πάρει, να τα εγκρίνει και πας στον συμβολαιογράφο και υπογράφεις το προσύμφωνο το εργολαβικό πλέον, το κανονικό. Εκεί καταθέτεις πάλι το τοπογραφικό, σχέδια πλέον σοβαρά, τα οποία πρέπει να είναι τα ίδια με την άδεια που θα βγάλεις αργότερα. Τώρα μπορεί κάπου να μην συμφωνούμε. Θα φτάσω κι εκεί πέρα. Καταθέτεις τα σχέδια πλησίον της άδειας, από το υπόγειο μέχρι το δώμα. Κατόψεις και πίνακα κατανομής. Αυτό είναι το βασικότερο όλων. Να μάθεις πίνακα κατανομής. Θα σας δώσω εγώ έναν. Πριν είπες στα παιδιά καθαρό και μεικτό εμβαδόν, τους εξήγησες τι είναι; Αν δεν έχεις ένα σχέδιο να το μελετήσεις λιγάκι είναι λίγο δύσκολο να το εξηγήσεις. Κοιτάξτε, μετράμε το κάθε διαμέρισμα ξεχωριστά και λέμε από το υπόγειο μέχρι τον τελευταίο όροφο. Υπόγειο: Ε1 αποθήκη, Ε2, Ε3, Ε10. Ισόγειος χώρος: Α1, Α2, Α3. Συνεχίζεις: Β1, Β2, Β3. Χρειάζεσαι αρίθμηση για τον κάθε χώρο. Το καθαρό εμβαδόν το γράφεις δίπλα. Αντίστοιχα για τα κοινόχρηστα. Αναλογία κοινοχρήστων στο κάθε εμβαδόν. Εμβαδόν και μεικτό εμβαδόν. Όγκος και μεικτός όγκος κλπ. Αφού υπογράψει το εργολαβικό πλέον, πας και βγάζεις την άδεια. Τρέχεις τέσσερις με πέντε μήνες, τόσο θα σας τραβήξει. Θα κάνει αλλαγές η πολεοδομία. Θα κάνει αλλαγές. Μετά, μόλις πάρεις και την άδεια υπογράφεις την σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας. Οπωσδήποτε, πριν την εκκίνηση των εργασιών, γιατί τρως πρόστιμο από εφορία μετά. Θα έρθουν και θα σου πουν ότι θέλουν τον φόρο διανομής. Πολύ βασικό. Άρα μετά την άδεια, επειγόντος σύσταση. Δεν έχει ξεκινήσει το εργοτάξιο ακόμα; Όχι, πως να ξεκινήσει; Άμα ξεκινήσει σου βάζει η εφορία ότι είναι όλα εξ αδιαίρετου, ενώ με την σύσταση εσύ είσαι καλυμμένος, είναι όλα ξεκαθαρισμένα. Καταθέτεις πάλι τοπογραφικό του συμβολαίου που συμφωνεί με την άδεια.


116

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

Καινούριο τοπογραφικό και κατόψεις βάση της άδειας. Ακριβώς. Χωρίς να ξεφεύγεις καθόλου. Πίνακας κατανομής διορθωμένος κλπ. και τι περιγράφεται στη σύσταση. Στη σύσταση τι περιγράφεται ξέρεις; Δεν ξέρεις. Εκεί λέει: εμφανίζονται οι τάδε και τάδε, οι μεν οικοπεδούχοι και οι άλλοι εργολάβοι και έχουν ένα οικόπεδο στην οδό τάδε, το οποίο προέκυψε από συνένωση ας πούμε, γράφει εκεί διάφορα για την περιγραφή του τελικού οικοπέδου. Μόλις τελειώσεις την περιγραφή του τελικού, αρχίζεις την περιγραφή όλων των οριζόντιων ιδιοκτησιών που έχουν και χιλιοστά στο οικόπεδο. Και αρχίζεις πάλι από το υπόγειο: Ε1-Ε2 αποθήκη και τα κοινόχρηστα, τα οποία περιλαμβάνουν το κλιμακοστάσιο κλπ. Όλες οι περιγραφές φαίνονται στον πίνακα κατανομής που τους έχεις δώσει εσύ. Με τη σειρά όλα: Α1, Α2, με εμβαδόν τάδε και αναλογία επί του οικοπέδου τάδε, έχει κοινόχρηστα τάδε, ασανσέρ τόσο, κάνεις πλήρη περιγραφή και αφού τα τελειώσεις όλα αυτά στο τέλος λέει για τον κανονισμό. Γι’ αυτό την λέμε σύσταση οριζοντίων ιδιοκτησιών και κανονισμός πολυκατοικίας. Τι επιτρέπεται, τι απαγορεύεται, από τι διοικείται η πολυκατοικία κλπ. Αφού κάνει και αυτό, μετά μπορείς να αρχίσεις να πουλάς. Άμα θες μπορείς και πριν να κτίσεις. Μέσα στο εργολαβικό αναφέρεται και ο τρόπος πωλήσεων. Δεν μπορείς εσύ από τα θεμέλια ήδη να τα πουλήσεις όλα, να πάρεις τις προκαταβολές και να σηκωθείς να φύγεις και να αφήσεις τον οικοπεδούχο εκτεθειμένο χωρίς τίποτα. Σε κάθε πώληση που κάνεις, εμφανίζομαι εγώ ως εργολάβος και σου πουλάω το διαμέρισμα και υπογράφει και ο οικοπεδούχος τα χιλιοστά που ανήκουν στο τάδε διαμέρισμα να μεταβιβαστούν στον αγοραστή. Άρα οι πωλήσεις γίνονται με την πρόοδο των εργασιών και λέει ας πούμε: Με την έκδοση της άδειας μπορείς να πουλήσεις τάδε χιλιοστά, με την αποπεράτωση του σκελετού του δευτέρου ορόφου μπορείς τόσα χιλιοστά, με όλο τον σκελετό τόσα και έτσι πάει με την πρόοδο των εργασιών. Στα χιλιοστά αυτά έχεις περιορισμό; Αν αναπτύξεις μόνο τον πρώτο ή και τον δεύτερο όροφο, μπορείς να πουλήσεις ποσοστό και από τον πέμπτο; Φυσικά. Από τα θεμέλια ήδη μπορείς να πουλήσεις, αρκεί να μη ξεφύγεις από τα χιλιοστά που έχεις κανονίσει στο πίνακα κατανομής. Οι Πιλοτές δεν έχουν χιλιοστά επί του οικοπέδου, είναι κοινόκτητες, αλλά όχι κοινόχρηστες. Πάει κατευθείαν από τη σύσταση, από το εργολαβικό, που πάει η κάθε θέση. Το καλύτερο είναι να κανονίσεις με ποιο διαμέρισμα θα παντρευτεί η κάθε θέση στάθμευσης και πάει πακέτο εφόρου ζωής. Δεν μπορείς ούτε να πουλήσεις ξεχωριστά το διαμέρισμα χωρίς τη θέση στάθμευσης, αλλά ούτε τη θέση στάθμευσης μόνη της, αφού δεν έχει χιλιοστά. Μέχρι τώρα όλα αυτά που μας είπατε είναι ένας χρόνος; Ένα εξάμηνο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

117

Από το να βρεις τον οικοπεδούχο μέχρι τα θεμέλια; Ναι. Από το να κάνεις όλες αυτές τις δουλειές μέχρι να βγάλεις και την άδεια. Μετά πρέπει να ξέρεις και άλλα πράγματα. Δηλαδή ποσά κιλά σίδερο, ανάλογα τα κυβικά μπετόν που μπαίνουν. Πόσα κιλά θέλει το κάθε κυβικό. Στις τελευταίες μου δουλειές, επειδή είχε ανέβει πολύ ο συντελεστής αντισεισμικότητας ήθελαν 140 κιλά σίδερο ανά κυβικό μπετόν. Και ανάλογα με τον συντελεστή δόμησης πρέπει να ξέρεις πόσα κυβικά έπεσαν. Δεν θυμάμαι ακριβώς τώρα. Αυτό το έχετε κάνει από πριν για να δείτε αν σας συμφέρει να πάρετε το έργο. Ε αφού σας είπα, 1000 ευρώ το τετραγωνικό. Μην μπαίνουμε τώρα σε αυτές τις λεπτομέρειες, αλλά αυτά σιγά σιγά πρέπει να τα μάθεις. Αυτά περισσότερο στη πράξη τα βρίσκεις. Εσείς πότε ξεκινήσατε περίπου τις δουλείες στον Βόλο; Εγώ ξεκίνησα το 74. Έκανα 10 πολυκατοικίες, όχι πολλές, αλλά τις έκανα με μεράκι. Όλες με αντιπαροχή; Ναι, τώρα άμα θες να αγοράσεις το οικόπεδο πρέπει να έχεις λεφτά. Εμείς, όπως είπαμε, είδαμε ότι μετά τους σεισμούς δεν έγιναν πολυκατοικίες, παρότι ο Bόλος είχε την ευκαιρία να κτίσει καθ’ ύψος, ωστόσο κτίστηκαν μονοκατοικίες με το σύστημα Παρασκευόπουλου. Το 67 ξεκίνησαν οι πολυκατοικίες. Είδαμε κάποια στατιστικά για τον Βόλο, όπως ότι το 70 υπήρχαν περίπου 150 πολυκατοικίες και στα τέλη του 80 περίπου 2000, χωρίς όμως ο συνολικός αριθμός των κτηρίων να ανέβει ιδιαίτερα. Πλέον ο Βόλος είναι γεμάτος πολυκατοικίες, οπότε εικάζουμε πως αυτές οι μονοκατοικίες γκρεμίστηκαν και στη θέση τους ανεγέρθηκαν πολυκατοικίες. Οπότε, το πιο πιθανό θεωρούμε πως είναι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών να κτίστηκε με αντιπαροχή, χωρίς όμως να έχουμε επίσημα στοιχεία για αυτή την υπόθεση. Εσείς με βάση την εμπειρία σας από τη πόλη του Βόλου και ως μηχανικός που ανέγειρε πολυκατοικίες τη δεκαετία του ‘70 είστε σε θέση να επιβεβαιώστε αυτή την εικασία; Δεν ασχολήθηκα με αυτά. Με τα στατιστικά αυτά. Πολύ χονδρικά, από το πως βλέπατε να κινείται η αγορά. Δεν ξέρω να σου πω πόσες πολυκατοικίες έγιναν εκείνη την εποχή. Πάντως ο Βόλος είχε έξαρση το 2000 έως το 2008. Να πούμε και λίγο πιο μπροστά; Από το 1995. Τότε υπήρξε πολύ μεγάλη έξαρση. Περίπου το 2000. Δηλαδή τότε γινόταν


118

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

αρκετές πολυκατοικίες. Εμείς διαβάσαμε πως τη δεκαετία του ‘70 δεν υπήρχε η δυνατότητα δανειοδότησης. Οι τράπεζες δεν έδιναν καθόλου δάνεια. Ποτέ. Μόνον όταν είχαμε εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια έδιναν δάνειο με τις εκλογές που παίρναμε όλοι ανάσα. Τότε γινόταν το ξεπούλημα. Παίρναμε λεφτά και ξεπουλούσαμε όλα τα άχρηστα. Κατάλαβες. Όταν έχεις άχρηστα κοιτούσαν όλοι σε τέτοιες εποχές να τα πουλήσουν και πωλούνταν πράγματι όλα. Επειδή ο κόσμος έπαιρνε δάνεια και έψαχνε να αγοράσει; Ναι. Ήταν και εργολάβοι που δεν έκαναν καλά τη δουλειά. Το λάθος σε αυτή τη δουλειά τι μπορεί να είναι; Λάθος δουλειά! Να μην έχεις κάνει καλό πίνακα κατανομής. Ένα διαμέρισμα ίδια τετραγωνικά από ένα άλλο να πληρώνει περισσότερα κοινόχρηστα. Πάρα πολύ βασικό. Και δεν μπορεί να πει κανείς κουβέντα σε αυτό. Ούτε ο εισαγγελέας. Άπαξ και κάνεις εσύ πίνακα κατανομής, πάει στο υποθηκοφυλακείο και τελείωσε. Όχι το προσύμφωνο, το εργολαβικό και η σύσταση πάνε, όπως και τα συμβόλαια αγοραπωλησίας. Κάθε τέσσερα χρόνια έδιναν τα δάνεια. Αυτά τα δάνεια ήταν δηλαδή για τους αγοραστές και όχι για τους εργολάβους; Πες ότι κάνεις αποθήκες ή πιλοτή. Πρέπει να τα κάνεις σωστά. Οι αποθήκες από που θα παίρνουν ρεύμα; Από τα κοινόχρηστα; Ο ένας έχει 10 τετραγωνικά αποθήκη και ό άλλος έχει 100 τετραγωνικά αποθήκη και η δαπάνη μπαίνει στα κοινόχρηστα. Με κατάλαβες τώρα; Κάθε αποθήκη πρέπει να τραβάει καλώδιο από το πίνακα απάνω στο διαμέρισμα. Το καλώδιο να πηγαίνει από πάνω μέχρι την αποθήκη και να τραβάει ρεύμα. Πάει ο άλλος κάνει γραφείο στην πιλοτή, ο εργολάβος, βάζει και κλιματιστικά και παίρνει ρεύμα από τα κοινόχρηστα. Αυτά ο κόσμος όταν αγοράζει δεν τα ψάχνει. Κοιτάει αν είναι όμορφο. Η λεπτομέρεια μετράει. Να είναι σωστή, να μην κάνει υπέρβαση δόμησης. Αυτό είναι ημιυπαίθριος και τώρα είναι δωμάτιο. Σε όλη την Ελλάδα αυτό γινότανε. Τρέχουν τώρα όλοι οι αγορασταί και ο μηχανικός ο εργολάβος το πληρώθηκε. Πήρε τα λεφτά, τα έβαλε στη τσέπα και τρέχουν τώρα οι υπόλοιποι να κάνουν τακτοποιήσεις. Όχι φίλε, δεν θα κλείσεις τίποτα. Καθαρή οικοδομή. Παρανομία μηδέν. Έρχεται σε εσένα ο οικοπεδούχος και του λες 30% αντιπαροχή και πάει και τη δίνει στον άλλον που του έταξε 35%. Και τι κάνει ο άλλος; Πόσο είναι το οικόπεδο; 300 μέτρα; Θα το δείξει 400, ότι τάχα μου είναι και του γείτονα η αυλή. Βάζει τα γκαράζ στου γείτονα την αυλή δήθεν. Πως πήγες ρε φίλε σε ξένο οικόπεδο; Και του δίνει παραπάνω (ποσοστό αντιπαροχής), γιατί βγάζει άδεια για παραπάνω.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

119

Τα κτίζει κανονικά; Με παράνομες τις θέσεις στάθμευσης; Ναι. Άντε πήγαινε αγόρασε εσύ μετά. Άμα δεν έχεις το τοπογραφικό το σωστό. Στον πόντο! Να έρθει ο άλλος να σε ελέγξει και να μη βρει ούτε ένα πόντο διαφορά. Μπορείς να το κάνεις; Θα έχεις το κεφάλι σου ήσυχο. Δεν το έκανες; Έχεις στεναχώρια. Έχεις στεναχώρια! Σε παίρνουν τηλέφωνα, σε χαλάνε την ησυχία. Είναι και καμμιά φορά και ο νόμος που σε κάνει να τον παραβιάσεις. Στη συγκεκριμένη πολυκατοικία έκανα μία παράβαση. Όλα είναι στο πόντο. Έκανα εδώ (στην είσοδο της πολυκατοικίας) από πάνω ένα χώρο που τον έκλεισα, γιατί με έλεγε να κάνω έξι μέτρα ύψος. Στάσου ρε φίλε, γιατί να κάνω έξι μέτρα ύψος εισόδου; Το τακτοποίησα βέβαια, αλλά θέλω να σου πω, ότι ο νόμος μου έλεγε ότι εδώ από πάνω πρέπει να έχεις έξι μέτρα ύψος. Μα τι να το κάνω ρε παιδί μου; Δώσε μου νομιμότητα για αυτή την επιλογή μου. Δεν είναι καλά τώρα; Πιο ωραία από το να έχω έξι μέτρα ύψος. Άχρηστο πράγμα μέσα στον όγκο. Η πιλοτή μετράει κανονικά μέσα στην δόμηση; Όχι. Ο ανοικτός χώρος δεν μετράει, αρκεί να είναι μέχρι το 50% της καλύψεως. Άρα, αφαιρούμε το κλιμακοστάσιο μαζί με τα ασανσέρ και στο υπόλοιπο μπορείς να κάνεις έναν χώρο κλειστό γκαράζ, αλλά δεν θα υπερβεί ο κλειστός χώρος το 50% της καλύψεως. Το λένε μέσα οι κανονισμοί αυτό. Φαντάζομαι πως όταν γίνονται αυτές οι δουλειές έχουν μέσα πολύ κόσμο, δηλαδή τους μηχανικούς, τα συνεργεία, μπετατζήδες, σιδεράδες κλπ. Εσείς όταν ξεκινήσατε πως οργανώσατε όλο αυτό το προσωπικό και πως μετά αυτό συνεχίστηκε; Κοίταξε, εγώ 40 χρόνια δεν άλλαξα συνεργεία. Δηλαδή πόσος κόσμος ήταν στο εργοτάξιο; Είχα να κάνω με 50 άτομα, άμα βγάλεις όλα τα συνεργεία με τους βοηθούς. Το ΙΚΑ πολύ βασικό πράγμα. Δεν θα τολμήσεις να μην πληρώσεις το ΙΚΑ κάθε μήνα που σου λέει. Ή άμα δεν ξεκινήσεις την δουλειά, να το ενημερώσεις. Απαγορεύεται μέσα σε τρείς μήνες να έχεις σταματήσει τη δουλειά και να μην το ενημερώσεις, σε βάζουν πρόστιμο. Ένα διαμέρισμα απ’ όλα στο παίρνει το ΙΚΑ. Στα χίλια ευρώ ανά τετραγωνικό που μας είπατε μπαίνουν όλα; Οι μισθοί, τα υλικά, τα συμβόλαια, τα σχέδια, οι άδειες, όλα; Όλα, όλα. Περίπου τα βάζεις για να υπολογίζεις, χίλια εύρω για να είσαι και καλυμμένος, γιατί άμα κάνεις ένα κοντρόλ, αυτό το αρχικό που σου είπα και πριν, δηλαδή πόσα θα μπουν, πόσα θα έρθουν, πόσο θα πουλήσω, θα δεις στην αγορά πόσο πιάνει. Θα σου πει ο άλλος δεν σου δίνω 1800, αλλά 1200


120

ΑΝΤΙΠΑΡΟΧΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣΤΕΓΑΣΗ

και αν εσύ είσαι στρυμωγμένος και το δώσεις στο τέλος θα πληρώσεις. Πολλοί κάνανε αντιπαροχή και μπήκαν μέσα και δεν ασχολήθηκαν ποτέ ξανά και τους κυνηγάνε ακόμα. Μία-μία τις δουλειές για να τις κοντρολάρεις. Όχι πέντε δουλείες γιατί τώρα έχει ζήτηση και αύριο-μεθαύριο όταν κάνεις την εκκαθάρισή να είσαι για φυλακή. Από την στιγμή που συμφωνούσατε με τον οικοπεδούχο, πόσο χρόνο χρειαζόσασταν για να ολοκληρώσετε το έργο; Δύο χρόνια. Ο εργολάβος πληρώνεται μόλις τελειώσει το έργο και πουληθεί και το τελευταίο διαμέρισμα; Ναι. Η δουλειά συνήθως ξεκινούσε με δάνειο; Όχι, εγώ δάνειο δεν πήρα ποτέ. Με τα χρήματα που έβγαιναν από την μία δουλειά ξεκινούσε και η επόμενη, κάπως έτσι; Τα λεφτά της προηγούμενης δουλειάς πηγαίναν στην επόμενη. Και στο τέλος σου έχει μείνει κάποιο διαμέρισμα που ξέμεινε. Δεν το πήρε κανείς και εσύ μετά θα πρέπει να το νοικιάσεις για να παίρνεις τέσσερα κατοστάρικα και να λες γαμώ την πουτάνα μου ρίσκαρα 800 χιλιάδες ευρώ για να παίρνω τέσσερα εκατοστάρικα το μήνα. Όλες οι δουλείες έχουν τις δυσκολίες. Πάνω από όλα να εξασφαλίσεις το οικονομικό. Άμα εξασφαλίσεις το οικονομικό και είναι καλό το οικόπεδο. Το πολύ το κεφάλαιο να σου μείνει σε διαμερίσματα, τα οποία εκτός από το κέρδος θα τα νοικιάζεις και αυτά. Το σημαντικό είναι να είναι καλό το οικόπεδο. Πολύ σημαντικό. Υπήρχε κάποια ιδιαίτερη προτίμηση από τους οικοπεδούχους σε σχέση κάποιο διαμέρισμα; Συνήθως προτιμάνε τον προτελευταίο όροφο. Όλα έχουν τα υπέρ και τα κατά. Ο τελευταίος όροφος λόγω μόνωσης υστερεί λιγάκι, αλλά έχει την θέα. Στον πρώτο όροφο μπορεί να χαλάσει το ασανσέρ και να μην σε νοιάζει. Εγώ στην τελευταία πολυκατοικία που έκανα κράτησα διαμέρισμα στον πρώτο όροφο. Έχουμε ένα διαμέρισμα στον πρώτο όροφο, ας πούμε 40 τετραγωνικά, σε σχέση με ένα που έχει ακριβώς τα ίδια τετραγωνικά στον πέμπτο όροφο, φαντάζομαι πως δεν κοστολογούνται το ίδιο. Σωστά; Το απάνω πουλιέται ακριβότερα. Το προτιμάνε περισσότερο, αλλά άμα ρωτήσεις εμένα που είμαι έτσι, θα σου πω ότι θέλω τον πρώτο όροφο. Εμένα μου αρέσει περισσότερο. Άμα βάλεις την κουζίνα να κοιτάει μπροστά στον δρόμο


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

121

είναι ωραία, έχει χάζι. Άμα βάλεις και τη λάντζα στο παράθυρο, ξέρεις τι είναι για τη νοικοκυρά; Ενώ απάνω βλέπεις μόνο τα περιστέρια. Η δε κουζίνα τη σήμερον ημέρα λέγετε σαλόνι, ενωμένο. Δεν θα την κλείσετε. Πάσο! Ένα μέτρο από μπετόν κτίσιμο. Άλλο, ύψος ορόφου θα το κάνεις τέσσερα μέτρα; 3.05 το κάνω εγώ, από δάπεδο σε δάπεδο. Το δοκάρι έξω 50, φτάνουμε 2.55. Έξω και 20 το κουτί από το ρολό, 2.35 και βγαίνει η μπαλκονόπορτα, αλλά δεν κάνεις τίποτα, ούτε σενάζ κάτω από το δοκάρι. Στα πλάγια το κάνεις, στα τούβλα. Κάτω από το δάπεδο μόλις φτιάξεις τον σκελετό η πρώτη σου δουλειά είναι η ασφάλεια. Στο ασανσέρ κλείσιμο με νοβοπάν για να μη πλησιάζει κανένας και με τη πρώτη ευκαιρία εφόσον τελειώσει ο σκελετός, καλείς τον ασανσερά να βάλει τις πόρτες. Για να τις βάλει όμως αυτός θέλει τελειωμένο το δάπεδο. Θα του βάλεις το μαρμαράκι που είναι στην πόρτα. Δέκα εκατοστά θα υπολογίζεις το δάπεδο, τελειωμένο σε όλο τον όροφο. Με γεμίσματα, τα πάντα. Το κτίσιμο στα 2.25 τα πρέκια, για τις πόρτες. Είπαμε, 3.05 ο όροφος, 2.55 βγαίνουν οι μπαλκονόπορτες μπροστά μαζί με το ρολό, 2.25 τα πρέκια μέσα (στο εσωτερικό) καθαρά, στο σενάζ, 10 πόντους δάπεδο. Τελείωσες. Στην πολυκατοικία στην Κ. ποιος ήταν ο οικοπεδούχος; Κάναμε κόλπο εκεί. Έδωσα στην γυναίκα μου αμέσως-αμέσως αντιπαροχή, έκανε τον εργολάβο και της έμεινε το διαμέρισμα χωρίς να πληρώσει καθόλου φόρο. Αλλά είναι επικίνδυνο. Κάποτε είχα βάλει και την μάνα μου και το μετάνιωσα. Καθαρές δουλειές. Ό,τι κάνεις για να γλυτώσεις το ρισκάρεις. Θα μάθετε κι άλλα από την πράξη, μόνοι σας.


[...]

Απόσπασμα από: προσύμφωνο μεταβιβάσεως ποσοστών εξ αδιαιρέτου οικοπέδου, πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας και εργολαβικό.



Απόσπασμα από: Συγγραφή υποχρεώσεων του εργολάβου.


Απόπσπασμα από: Πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας.







Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.