ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΜΕ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΚΟΛΥΜΒΗΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Page 1





ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Εισαγωγή.............................................................................................................................5 2. Γεωγραφική θέση...............................................................................................................6 3. Ιστορική ανασκόπιση........................................................................................................10 4. Ανάλυση πόλης 4.1. Πολεοδομική φυσιοφγνωμία......................................................................................20 4.2. Μορφολογικές ιδιαιτερότητες.....................................................................................25 4.3. Χαρτογραφική μελέτη.................................................................................................28 4.4. Νότιος λιμένας............................................................................................................38 5. Ανάλυση περιοχής μελέτης..............................................................................................44 6. Ανάπλαση επιβατικού λιμένα 6.1. Στρατηγική σχεδιασμού................................................................................................64 6.2. Σχεδιασμός τουτοπίου.................................................................................................67 7. Επεξεργασία στο κτηρίου του κολυμβητηρίου.................................................................84 8. Σημειώσεις και βιβλιογραφία............................................................................................110



1. Εισαγωγή Το αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας αφορά την ανάκτηση του νότιου λιμενικού μετώπου στην πόλη της Μυτιλήνης και την επανάχρηση του παλαιού δημοτικού κολυμβητηρίου. Μέσω μίας υπόθεσης εργασίας για μετεγκατάσταση των λιμενικών δραστηριοτήτων της πόλης εκτός πολεοδομικού κέντρου, εξετάζεται η δυναμική του νότιου λιμένα, καθώς και ο μηχανισμός επανένταξής του στο αστικό περιβάλλον. Στόχος της θεματικής είναι ο σχεδιασμός ενός συνόλου δημόσιων χώρων, επαναπροσδιορίζοντας τον ρόλο του παραλιακού μετώπου της πόλης της Μυτιλήνης, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκεται η δημιουργία ενός συστήματος πόλων έλξης, το οποίο θα λειτουργήσει ως πυκνωτής ροών εντός του αστικού περιβάλλοντος, ενισχύοντας το πολιτιστικό δίκτυο της πόλης. Ταυτόχρονα εξετάζονται οι προοπτικές του κτηριακού δυναμικού της περιοχής επεξεργασίας και προτείνονται νέες χρήσεις, αποσκοπώντας στην επανένταξη του νότιου παραλιακού μετώπου στην πόλη. Η μεθοδολογία της εργασίας ακολουθεί μία επαγωγική συλλογιστική πορεία, εξετάζοντας την πολεοδομική φυσιογνωμία της πόλης της Μυτιλήνης, τόσο μέσω ιστορικών ανασκοπήσεων όσο και μίας χαρτογραφικής μελέτης, αναζητώντας τα προβλήματα και τις δυναμικές του τόπου. Απόληξη αυτής της διαδικασίας αποτελεί η συγκρότηση της προτάσεως για μετεγκατάσταση του λιμένα και η οργάνωση μίας σχεδιαστικής στρατηγικής, ικανή να λειτουργήσει σε επίπεδο αστικού σχεδιασμού καθώς και επαναπροσέγγισης των σταθερών που συνθέτουν το σύγχρονο αστικό περιβάλλον της πόλης.

5


6


2. Γεωγραφική θέση Με έκταση 1.636 km2 και πληθυσμό 86.436 κατοίκων (ΕΛΣΤΑΤ 2011) η Λέσβος αποτελεί το τρίτο κατά σειρά μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας μετά από την Κρήτη και την Εύβοια. Το νησί της Λέσβου εντοπίζεται στο βορειοανατολικό Αιγαίο, απέναντι από το στόμιο του Αδραμυττηνού ή Ιδαίου κόλπου και γειτνιάζει με τις ακτές της μικράς Ασίας, την Χίο, την Λήμνο και άλλα νησιά της ευρύτερης περιοχής. Η γεωγραφική αυτή θέση συντέλεσε στην οικονομική ανάπτυξη του νησιού από την αρχαιότητα (ευρήματα της πρώιμης εποχής του χαλκού μαρτυρούν εμπορικές επαφές με τις Κυκλάδες) ως και την σύγχρονη ελληνική ιστορία, με μια πρωτοφανή βιομηχανική άνθηση κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ου(κυρίως στην περίοδο της Τουρκοκρατίας). Η μικρή απόσταση από την ανατολική ακτή του νησιού ως τα παράλια της μικράς Ασίας (4,75 μίλια) και η σύνδεσή του με εμπορικές οδούς από τον νότο ως τον Ελλήσποντο και την Θράκη, έθεσαν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη μία ισχυρής εμπορικής δραστηριότητας, της οποίας τα αποτυπώματα παραμένουν εμφανή ως και σήμερα.

Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Μυτιλήνη, η οποία βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της Λέσβου και αποτελεί μία εκ των έξι αρχαίων πόλεων του νησιού, ενώ σήμερα είναι η έδρα της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. Ο δήμος της Μυτιλήνης οργανώνεται δύο δημοτικά διαμερίσματα, έχει έκταση 107.460 στρέμματα και πληθυσμό περίπου 36.000 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011, ο οποίος παρουσιάζει μικρές αυξήσεις κατά τις τουριστικές περιόδους. Αντίστοιχα η πόλη της Μυτιλήνης καταλαμβάνει περίπου το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού του νησιού με αριθμό κατοίκων ο οποίος ανέρχεται στους 27.545 (ΕΛΣΤΑΤ 2011). Το φαινόμενο της αστικοποίησης στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα δεν άφησε ανεπηρέαστο το νησί της Λέσβου, καθώς παρατηρείται έντονη συγκέντρωση του τοπικού πληθυσμού στην πόλη της Μυτιλήνης, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζεται μείωση του συνολικού πληθυσμού της τάξεως του 6% προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της ενδοχώρας.

7


8


«…Πουθενά, σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, ο Ήλιος και η Σελήνη δε συμβασιλεύουν τόσο αρμονικά, δε μοιράζονται τόσο ακριβοδίκαια την ισχύ τους όσο επάνω σ‘ αυτό το κομμάτι γης που κάποτε, ποιος ξέρει σε τι καιρούς απίθανους, ποιος Θεός, για να κάνει το κέφι του, έκοψε και φύσηξε μακριά, ίδιο πλατανόφυλλο καταμεσής του πελάγους. Μιλώ για το νησί που αργότερα, όταν κατοικήθηκε, ονομάστηκε «Λέσβος», και που η θέση του, όπως τη βλέπουμε σημαδεμένη στους γεωγραφικούς χάρτες, δε μοιάζει να ανταποκρίνεται και πολύ στην πραγματικότητα.»

Ελύτης για τη Λέσβο από το βιβλίο του «Ο ζωγράφος Θεόφιλος»

9


3. Ιστορική ανασκόπιση Η πρώτη πόλη της Μυτιλήνης κτίστηκε το 1504 π.Χ. από τους Πενθίλιδες και αποτελούσε μία εκ των έξι αρχαίων πόλεων της Λέσβου (Μυτιλήνη, Πύρρα, Αρίσβη, Μήθυμνα, Άντισσα, Ερεσός). Η οικογένεια των Πενθιλιδών διατήρησε την βασιλική εξουσία στο νησί μέχρι και τα πρώτα χρόνια του Πιττακού. Γεωγραφικά, μπορούσε να εντοπιστεί στον λόφο όπου σήμερα βρίσκεται το Μεσαιωνικό κάστρο της πρωτεύουσας, μία θέση με εξαιρετικά αμυντικά προνόμια καθώς προστατευόταν από το κανάλι του Ευρίπου (στενό θαλάσσιο πέρασμα που συνέδεε τα δύο φυσικά λιμάνια της πόλης) και το θαλάσσιο μέτωπο. Η περιοχή του λόφου αποτέλεσε τον πυρήνα του οικισμού των Μυτιληναίων για πολλούς αιώνες. Κατά τον 7ο αιώνα π.Χ. η Μυτιλήνη αποκτά δημοκρατικό πολίτευμα και πολιτική σταθερότητα, γεγονός που της επέτρεψε να εξελιχθεί σε μία ισχυρή ναυτική δύναμη και να υπερισχύσει έναντι των άλλων πόλεων του νησιού. Κατά συνέπια παρατηρείται η δημιουργία ενός οργανωτικού συστήματος αμφικτιονίας με πρωτεύουσα την ίδια. Το εμπορικό κατώφλι της πόλης οργανώθηκε στον Βόρειο λιμένα (σημερινή περιοχή της Επάνω Σκάλας) ενώ στο νότιο υπήρχε το αρχαίο πολεμικό Λιμάνι της Μυτιλήνης. Σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστοριογράφους δεν είναι γνωστή η περίοδος κατά την οποία η οικιστική δόμηση επεκτάθηκε προς τα ενδότερα του νησιού, παρ’ όλα αυτά εκτιμάται ότι η ανάπτυξη της πόλης εκτός του λόφου πραγματοποιήθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ., ως την εποχή που παρατηρείται ξανά η σύμπτυξη αυτής στο όριο του Ευρίπου, δηλαδή από τον 5ο μ.Χ. αιώνα και μετά. (Κοντής Ι., 1977). Η πόλη της Μυτιλήνης συνέχισε να διευρύνεται μετά από τους Περσικούς Πολέμους και εν συνεχεία εντάχθηκε στην συμμαχία της Δήλου στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.. Η οικονομική ανάπτυξη της πόλης οδήγησε στην ενίσχυση των λιμενικών τους υποδομών και την οικοδόμηση τειχών στο χερσαίο μέτωπο. Τμήματα από τους λιμενοβραχίονές των υποδομών των κλασσικών χρόνων σώζο-

10


11


νται ως και σήμερα. Παρ’ όλα αυτά η απόφαση των Μυτιληναίων να αποστατήσουν προκάλεσε την οργή των Αθηναίων, με αποτέλεσμα την παράδοση της πόλης το 428 π.Χ., την διακοπή της διεύρυνσής της, καθώς και την σημαντική μείωση του πληθυσμού της, γεγονός που ανατράπηκε κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας (88 π.Χ. με 325 μ.Χ.) η Μυτιλήνη παρουσίασε σημαντική οικονομική άνθηση. Η ευημερία του τόπου αποτυπώνεται τόσο στην οικοδόμηση σημαντικών δημοσίων έργων, όπως η ανακαίνιση του αρχαίου θεάτρου της Μυτιλήνης και το υδραγωγείο της Μόριας, που υδροδοτούσε την πρωτεύουσα, όσο και στην κατασκευή πολυτελών επαύλεων με μεγαλειώδη ψηφιδωτά. Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν την ύπαρξη γεφυρώσεων στο κανάλι του Ευρίπου, η οποίες συνέδεαν την παλιά πόλη με το απέναντι χερσαίο μέτωπο. Η πόλη συνέχισε να επεκτείνεται προς τα δυτικά καθ’ όλη την διάρκεια της ρωμαϊκής κυριαρχίας στο νησί. Σημαντικές μεταβολές συντελέστηκαν κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο ως και το τέλος του 7ου αιώνα, οι οποίες καθόρισαν την οικιστική οργάνωση των νησιών του Αιγαίου. Ο αστικός πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά και πόλεις όπως η Μυτιλήνη, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους που τις απειλούσαν, περιοριζόταν σε ένα τμήμα από την παλιά τους έκταση, το οποίο έπαιρνε τη μορφή κάστρου (Κοντής Ι., 1973). Ο περιορισμός της πόλης στο κάστρο αποτέλεσε σημαντικό γεγονός για την πολεοδομική εξέλιξη της Μυτιλήνης, καθώς ανέκοψε την οικιστική επέκταση της πόλης. Η κατασκευή του οχυρωματικού έργου των Μυτιληναίων εντάσσεται στο πλαίσιο της άμυνας των παραθαλάσσιων πόλεων του 6ου αιώνα μ.Χ., το οποίο χωροθετήθηκε στην κορυφή του λόφου, επιτρέποντας έτσι την εποπτεία του θαλάσσιου ορίζοντα. Συμπληρωματικά των αμυντικών υποδομών οικοδομήθηκε ένα περιτείχιστο προάστειο, με την τοπωνυμία Μελανούδι, δυτικά των τειχών στο όριο του καναλιού που συνέδεε τους δύο λιμένες. Το Μελανούδι αποτέλεσε την κύρια ζώνη κατοίκισης της πόλης μέσα στην παλαιοχριστιανική περιόδου. Το 1355, η κυριαρχία του νησιού πέρασε στα χέρια της γενουατικής οικογένειας των Γατελούζων, καθώς ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε΄ ο Παλαιολόγος παρέδωσε την Λέσβο ως προίκα στον Φραγκίσκο Γατελούζο. Πρακτικά ο γενοβέζικος οίκος κατείχε ρόλο του εμπορικού αντιπροσώπου του

12


νησιού. Ως εκ τούτου η Μυτιλήνη αποτέλεσε σημαντικό κέντρο για το διαμετακομιστικό εμπόριο. Πλέον, στα μέσα του 15ου αιώνα, η Μυτιλήνη έχει εμφανή σημάδια μιας ακμάζουσας πόλης. Γενικά για την πολεοδομία της πόλης σε αυτή την περίοδο αναφέρονται τα εξής: η πόλη χωριζόταν σε δύο μέρη, την εντός του κάστρου και την εκτός αποκαλούμενα «Mitileni η in burgo» αντίστοιχα. Η επίσημη ζωή των Λατίνων ήταν περιορισμένη στο κάστρο, υπήρχαν όμως και ευγενείς που έμεναν στην πόλη (Κοντής, 1973). Η οικογένεια κατείχε τον έλεγχο της πόλης για 107 χρόνια, αναδεικνύοντας την ηγεμονία της σε μία από τις σπουδαιότερες στην ανατολική επικράτεια. Με εντολή των Γενοβέζων ενισχύθηκαν τα οχυρωματικά έργα της πόλης και κατασκευάστηκε το μεσαιωνικό κάστρο της Μυτιλήνης, το οποίο δεσπόζει στον λόφο της πόλης ως και σήμερα και αποτελεί χαρακτηριστικό τοπόσημο της πόλης. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η πόλη επεκτείνεται και διαμορφώνεται μια διαβάθμιση χώρου και πληθυσμού. Η Μυτιλήνη πολιορκείται το 1492 από το Μωάμεθ Β΄. Οι πρώτοι αιώνες της τουρκοκρατίας στο νησί παρουσιάζονται αρκετά σκοτεινοί όσον αφορά την έρευνα του δομημένου περιβάλλοντος και της χωροταξικής κατανομής των επί μέρους οικισμών και του ιστορικού κέντρου. Παρ’ όλα αυτά στα τέλη του 15ου αιώνα παρατηρείται αύξηση στο φαινόμενο της αστικοποίησης, που είχε τις ρίζες του στην οικονομική άνθηση του νησιού και ειδικά στην ανάπτυξη του εμπορίου και στην παράλληλη αύξηση των θαλάσσιων δρομολογίων. Μέσα στον 17ο αιώνα τέθηκε η αφετηρία της αναμόρφωσης της πόλης της Μυτιλήνης με την βαθμιαία ανακατάληψη του χώρου που κατείχε το τμήμα της παλιάς Πόλης εκτός των τειχών. Η χωρική οργάνωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων, τουρκικής και ελληνικής, ήταν εμφανής. Εντός του κάστρου, καθώς και στην οικιστική ζώνη του βόρειου λιμένα κατοικούσε η τουρκική κοινότητα, ενώ στην υποβαθμισμένη περιοχή του νότιου λιμένα, βρισκόταν η ελληνική. Τα δύο μέρη της πόλης συνδέονταν με μία μεγάλη οδική αρτηρία (σημερινή οδός Ερμού) η οποία ακολουθούσε το ίχνος του επιχωμένου, ήδη από τον 15ο αιώνα, Ευρίπου. Η συνδετική αυτή οδός αποτέλεσε και την τοπική αγορά της πόλης.

13


Δύο αιώνες αργότερα οι πολιτικές συνθήκες επαναπροσδιόρισαν και πάλι τις ισορροπίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1774 έθεσε πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής δραστηριότητας, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται σημαντική πολιτισμική άνθηση. Οι Διοικητικές μεταρρυθμίσεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το 1839 κατήργησαν το μονοπώλιο των ναζίρηδων στο εμπόριο των τοπικών προϊόντων, γεγονός που θα πυροδότησε μία αξιοσημείωτη βιομηχανική άνθηση στο νησί της Λέσβου, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. Τόσο ο φυσικός πλούτος του νησιού, όσο και η γεωγραφική του θέση, η οποία συνέδεε τις εμπορικές οδούς του ανατολικού κόσμου με το δυτικό, επέτρεψαν στην ελληνική κοινότητα της Μυτιλήνης, καθώς και σε κέντρο-ευρωπαίους επιχειρηματίες, να επιδοθούν στο εμπόριο των τοπικών πόρων, με πρωταγωνιστή την ελιά. Η Μυτιλήνη μετατράπηκε για ακόμα μία φορά σε διεθνές εμπορικό κόμβο. Κατά συνέπια το οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της πόλης μεταφέρθηκε στον χώρο της ελληνικής κοινότητας και το νότιο λιμάνι ανέλαβε τον ρόλο του κύριου εμπορικού λιμένα της πόλης. Εξίσου σημαντικά γεγονότα που επηρέασαν την πολεοδομική ταυτότητα της πόλης ήταν οι φυσικές καταστροφές του 19ου αιώνα. Η πυρκαγιά του 1851 και ο σεισμός 1867 επέβαλαν την αντικατάσταση του ξύλου ως βασικό στοιχείο δόμησης των κτηρίων με την πέτρα, ενώ παράλληλα

14


πραγματοποιήθηκε η διαπλάτυνση των δρόμων και η κατάργηση αδιεξόδων, στο άναρχο αστικό σύστημα της Μυτιλήνης. Το 1912, η Λέσβος απελευθερώνεται από την τουρκική κυριαρχία, ενώ το 1923 με την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης, το νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου προσαρτήθηκε επίσημα στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Τα νέα γεωγραφικά δεδομένα του νησιού θα αποτελέσαν το βασικό αίτιο για την παρακμή της βιομηχανικής και εμπορικής δραστηριότητας του νησιού, καθώς διακόπηκαν οι εμπορικοί οδοί προς την ανατολή και το νησί έχασε την κεντροβαρικότητά του, περνώντας στην άγονη γραμμή του βορείου Αιγαίου. Ως εκ τούτου η δυναμική του νότιου λιμένα της Μυτιλήνης μειώθηκε δραματικά. Δέκα χρόνια αργότερα η καταστροφή της Σμύρνης το 1922, αποτέλεσε περίοδο αναβρασμού και ανατάξεων λόγω της ανταλλαγής πληθυσμών και της εγκατάστασης σημαντικού αριθμού προσφύγων στην πόλη της Μυτιλήνης. Μέχρι και το τέλος της περιόδου ανταλλαγής πληθυσμών εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο νησί περίπου 24.000 πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Ο μεγαλύτερος αριθμός των προσφύγων κατοίκησε το βόειο τμήμα της πόλης, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί από την τουρκική κοινότητα. Η πληθυσμιακή και οικονομική ανάπτυξη της πόλης μετέπειτα, έδωσαν την ευκαιρία για επέκταση του οικιστικού ιστού σε αγροτικές περιοχές και στις παρυφές της (κατά μήκος της ακτής, στο δυτικό λόφο της πόλης και στα δύο λιμάνια), καθώς και στη διαμόρφωση βιομηχανικών πυρήνων δίπλα στα λιμάνια. Παράλληλα παρατηρήθηκε μετακίνηση των πληθυσμών από κάποιες παραδοσιακές κατοικίες των προς τα νότια προάστια. Η σταδιακή υποβάθμιση του βόρειου τμήματος οδήγησε στην είσοδο οχλουσών χρήσεων. Τα νότια προάστια επεκτάθηκαν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας της ζήτησης. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν οι διεθνείς και εγχώριες πολιτικές αναταραχές δεν άφησαν ανεπυρέαστη την πόλη της Μυτιλήνης. Η πολιτικές διώξεις και η πλήρης οικονομική δυσπραγία οδηγούν σε ένα μεγάλο κύμα εξωτερικής μετανάστευσης, με αποτέλεσμα την σημαντική μείωση του πληθυσμού. Οι μεταναστευτικές ροές κατευθυνθήκαν κυρίως προς την Αυστραλία, τις Ηνωμένες

15


Πολιτείες και την Νότια Αφρική. Το φαινόμενο των πληθυσμιακών εκροών διήρκησε ως και την δεκαετία του 80΄. Από την δεκαετία του 70΄ πραγματοποιούνται στο νησί έργα υποδομών με στόχο την ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας, η οποία αποτελεί έναν από τους κύριους τομείς εισοδήματος για το νησί μαζί με την μεταποίηση προϊόντων, κυρίως λαδιού, και την κτηνοτροφία. Μέσα στα επόμενα χρόνια η Μυτιλήνη ακολούθησε το μοντέλο της αστικοποίησης παράλληλα με την υπόλοιπη ελληνική επικράτεια. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού του νησιού συγκεντρώθηκε στην πρωτεύουσα, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται το φαινόμενο της εσωτερικής μετανάστευσης προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Η οικοδομική δραστηριότητα είχε καταλυτικό χαρακτήρα για την οικονομία της Λέσβου, καθώς τόσο οι νέες υποδομές, όσο και οι αυξημένες ανάγκες για κατοίκηση, πυροδότησαν μία τοπική οικονομία, με σημαντικό κομμάτι του λέσβιου πληθυσμού να απασχολείται στον εργασιακό κλάδο της οικοδομής. Ο εκσυγχρονισμός του νότιου λιμένα της Μυτιλήνης και η οικοδόμηση του νοτιοδυτικού τμήματός της με πολυώροφα κτήρια αποτελούν τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της φάσης η οποία διήρκησε ως και τις αρχές του 2010. Η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια παρέμβασης στο οικιστικό σύστημα πραγματοποιήθηκε το 1984 με το πρόγραμμα των «Ανοικτών Πόλεων» του Υ.Χ.Ο.Π, έχοντας ως κίνητρο την ταξινόμησης των πληθυσμιακών πυκνοτήτων. Κάθε «ανοικτή πόλη» αποτελούσε ένα ενιαίο σύστημα, το οποίο περιελάμβανε ένα κύριο αστικό κέντρο, καθώς και κάποιους δοριφορικούς σε αυτό οικισμούς . Η Μυτιλήνη αποτελούσε οικιστική ενότητα επιπέδου 1ου βαθμού, ο πυρήνας ήταν η πόλη, ενώ οι δορυφόροι της ήταν οι οικισμοί της Βαρειάς, του Κουμικού, της Νεάπολης, το Πλιγονίου, των Λουτρών, της Χαραμίδας, των Ταξιαρχών, της Κώμης, των Αλυφαντών, του Κέδρου, του Πυργίου, της Αγίας Μαρίνας, της Αγριλιάς Κρατηγού και της Αγίας Παρασκευής. Παράλληλα, η οικιστική ανάπτυξη της πόλης της Μυτιλήνης οδήγησε στην δημιουργία νέων συνοικιών, μεταβάλλοντας συνεχώς την διάρθρωση του αστικού της τοπίου. Ωστόσο, οι περισσότερες συνοικίες διατηρούν μέχρι σήμερα, τη μορφή, τα όρια και τις ονομασίες των αρχών του 20ου αιώνα. Σημαντικό, επίσης, γεγονός για το νησί και ιδιαίτερα για την πόλη της Μυτιλήνης αποτελεί η ίδρυ-

16


ση του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Το 1984 ιδρύθηκε το πολυεδρικό πανεπιστημιακό ίδρυμα κατόπιν προεδρικού διατάγματος (ΠΔ 83/1984), δημιουργώντας ένα νέο επιστημονικό δίκτυο μεταξύ των νήσων: Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ρόδος. Βάσει της έκθεσης αξιολόγησης του 2005 από την Ένωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων (EUA), «το Πανεπιστήμιο Αιγαίου είναι μοναδικό Ίδρυμα, στην Ελλάδα αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη» σε ό,τι αφορά την κάλυψη εκτενούς γεωγραφικού χώρου. Η εγκατάσταση του εκπαιδευτικού ιδρύματος στην πρωτεύουσα της Λέσβου μετέτρεψε την πόλη σε σπουδαστικό κέντρο, ενισχύοντας τόσο το πολιτιστικό εκτόπισμα του νησιού, όσο και την τοπική οικονομία της Μυτιλήνης. Την χρονιά του 2015 η Λέσβος μαζί με άλλα νησιά της ανατολικής παραμεθορίου καλείται να διαχειριστεί νέες ισχυρές προσφυγικές ροές, αποτέλεσμα του συριακού εμφυλίου πολέμου (2011). Η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία θα αποτελέσουν τις τρεις μεσογειακές πύλες εισόδου στην Ευρώπη. Κατά συνέπεια, η δημοτική ενότητα Μυτιλήνης κατακλύζεται από τον προσφυγικό και μεταναστευτικό πληθυσμό, που κατέφθασε μέσω θαλάσσης, με τον συνολικό αριθμό σε αιτήσεις ασύλων να ανέρχεται στις 42.924 (στατιστικά στοιχεία Υπηρεσίας Ασύλου, Ελληνική Δημοκρατία, 2019) από το έτος του 2015 ως και τον Ιούνιο του 2019. Το λιμάνι της πρωτεύουσας της Λέσβου θα αποτελέσει για ακόμα μία φορά το κατώφλι του περάσματος από την ανατολή προς την δύση.

17


Από την παραπάνω ανασκόπηση μπορεί να αντιληφθεί κανείς την πολυπλοκότητα της ιστορικής χρονογραμμής στην πρωτεύουσα της Λέσβου. Παρ’ όλα αυτά διακρίνονται δύο πολή βασικές χρονικοί περίοδοι από τις οποίες αντλείται σημαντική πληροφορία για την μελέτη του σύγχρονου αστικού περιβάλλοντος του τόπου. Ο πρώτος σταθμός στην διαμόρφωση της σύγχρονης εικόνας της πόλης αφορά την βιομηχανική άνθηση του νησιού ( τέλη 19ου αι. – αρχές 20ου αι. ). Τόσο η υπόλοιπη Λέσβος όσο και η πόλη της Μυτιλήνης ευνοήθηκαν σημαντικά από τις πολιτικές και οικονομικές αλλαγές της βιομηχανικής περιόδου, με αποτέλεσμα την εδραίωσή τους στον γεωπολιτικό χάρτη της εποχής. Κατ’ επέκταση το νότιο παραλιακό μέτωπο της πόλης μαρτυρά την ύπαρξη έντονων εμπορικών δραστηριοτήτων, οι οποίες αποτυπώνονται στην μορφολογία του δομημένου περιβάλλοντος κατά μήκος της προκυμαίας της πόλης. Σημαντική επίσης συνεισφορά της ίδιας περιόδου αποτελεί και ο θεσμός του κοινοτισμού. Ανατρέχοντας στα συλλογικά ελαιοτριβεία του 20ου αιώνα, ο κοινοτισμός άφησε το στίγμα του στην τοπική παράδοση, θέτοντας τις κατάλληλες βάσεις για την ίδρυση πλήθους σύγχρονων πολιτιστικών συλλόγων και συνεταιρισμών. Η δεύτερη περίοδος στην οποία εστιάζει η ανάγνωση της μελέτης εντοπίζεται από τα τέλη του 20ου αιώνα ως και σήμερα. Η συγκεκριμένη περίοδος καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την υφιστάμενη εικόνα της πόλης, καθώς τότε οικοδομήθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της. Πραγματοποιήθηκαν αρκετά έργα υποδομών σε μία προσπάθεια αναβάθμισης του αστικού συστήματος, ενώ παράλληλα παρατηρείται μία ανάγκη επαναπροσδιορισμού της τοπικής ταυτότητας, ως προς το παρελθόν της αλλά και τις μελλοντικές της προοπτικές. Αν η βιομηχανική και βιοτεχνική δραστηριότητα δεν καθορίζουν πλέον τον χαρακτήρα της πόλης, ποια είναι τα στοιχεία αυτά που συνθέτουν την πολεοδομική φυσιογνωμία της Μυτιλήνης;

18


Άποψη της προκυμαίας, πηγή Παιδαγωγική Ακαδημία Μυτιλήνης

Άποψη της προκυμαίας, πηγή Παιδαγωγική Ακαδημία Μυτιλήνης

19


4.1 Πολεοδομικη φυσιογνωμία Μέσα από μια προσπάθεια σκιαγράφησης της πολεοδομικής ταυτότητας της Μυτιλήνης παρατηρείται η πυκνή και άναρχη δόμηση του αστικού της περιβάλλοντος. Ο σφικτός οικιστικός πυρήνας της αρχαιότητας έχει εγκαταλειφθεί και το πολεοδομικό κέντρο της πόλης έχει μετατοπιστεί προς τα δυτικά και το νότιο παραλιακό μέτωπο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η πόλη της Μυτιλήνης παρουσίασε ένα είδος άτακτης εξάπλωσης προς τα νοτιοδυτικά, ενώ η σταθερή πληθυσμιακή αύξηση, κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω οικιστική ανάπτυξη (με την δημιουργία νέων συνοικιών προς τα περίχωρα του αστικού συνόλου και τις αγροτικές περιοχές), διαμορφώνοντας την σύγχρονη εικόνα της πυκνοδομημένης πρωτεύουσας της Λέσβου, μίας πόλης η οποία οργανώνεται μεταξύ επτά λόφων.

20


21


Είναι γεγονός ότι το μεγαλύτερο τμήμα του πολεοδομικού κέντρου της πόλης είχε ήδη οικοδομηθεί ως και τα τέλη του 19ου αιώνα. Στην χαρτογράφηση του μηχανικού Τζέημς Αριστάρχη το 1890 παρουσιάζεται η εικόνα του δομημένου περιβάλλοντος στην περιοχή του νότιου λιμένα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην συγκεκριμένη χαρτογράφηση έχει μελετηθεί μόνο η περιοχή της ελληνικής κοινότητας, καθώς η πλήρης καταγραφή της πόλης είχε αποτραπεί από τις οθωμανικές αρχές. Εξετάζοντας τον χάρτη, παρατηρείται η οργάνωση των οικοδομικών τετραγώνων παράλληλά στο λιμενικό μέτωπο και τον οδικό άξονα της αγοράς. Τα όρια των οικοδομικών τετραγώνων ορίζονται από κτηριακά σύνολα, ενώ το εσωτερικό τους λειτουργεί ως δημόσιος ή ιδιωτικός χώρος πρασίνου ανάλογα με τις ιδιοκτησιακές συνθήκες της κάθε περίπτωσης. Η απουσία σχεδιαστικής στρατηγικής και η αδυναμία πρόβλεψης των μελλοντικών αναγκών, οδήγησε στην συγκρότηση ενός άτακτου οικιστικού αυτοσχεδιασμού, ο οποίος διαρθρώνεται σε ένα δαιδαλώδες δίκτυο στενών οδών. Ως και την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η πόλη παρουσίασε συνεχείς μεταβολές, μέσα από προσπάθειες υπέρβασης των αδυναμιών της και κάλυψης των εκάστοτε νέων αναγκών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταβολών αυτού του τύπου αποτελούν, η διεύρυνση του οδικού άξονα της προκυμαίας, οι επιχωματώσεις του εμπορικού και επιβατικού λιμένα καθώς και η επέκταση του οικιστικού της συστήματος με την δημιουργία νέων συνοικιών. Η οικοδομική έξαρση κατά τον 20ο αιώνα και τις αρχές του 21ου αλλοίωσε σε μεγάλο βαθμό την εικόνα του 1890. Το δομημένο περιβάλλον είναι πλέον πυκνότερο καταργώντας το μεγαλύτερο μέρος των χώρων πρασίνου στον πυρήνα της πόλης, ενώ το οδικό δίκτυο δέχτηκε ελάχιστες μεταβολές. Τα έργα υποδομών της προκυμαίας και του επιβατικού λιμένα επηρέασαν σημαντικά τη φυσιογνωμία του νότιου παραλιακού μετώπου, καθώς κάλυψαν πλήρως τα κατάλοιπα του προηγούμενου ανατολικού λιμενοβραχίονα, ενώ ο άξονας της προκυμαίας φορτίστηκε με ισχυρές κυκλοφοριακές εντάσεις και λιμενικές χρήσεις αυξημένης δυναμικής. Η επιτακτική ανάγκη για κατοίκιση είχε ως αποτέλεσμα την ανέγερση νέων κτηριακών συνόλων, μέσω ενός πλήθους οικοδομικών πρωτοβουλιών τόσο εντός όσο και εκτός σχεδίου πόλεως. Παρατηρείται, λοιπόν, μία γενικότερη διαστολή του αστικού περιβάλλοντος, το οποίο συνέχιζε να διευρύνεται ως ότου ο αριθμός των μόνιμων κατοίκων έφτασε σε σημείο σταθεροποίησης. Ωστόσο η έκταση της πόλης

22


Πολεοδομικός Χάρτης της Ευρύτερης περιοχής του Νότιου Λιμανιού της Μυτιλήνης, Τζέις Αριστάρχης, 1890.

23


εν συγκρίσει με τον πληθυσμό της παρουσιάζεται δυσανάλογη. Ο χαμηλός αριθμός τον κατοίκων σε σχέση με το εύρος της πόλης οφείλεται στο ότι μόνο το νότιο και το νοτιοδυτικό τμήμα της πόλης έχει υποστεί τον οικοδομικό οργασμό των δεκαετιών του 80’ και του 90’, της πυκνής δόμησης και κατασκευής πολυκατοικιών και οικιστικών συγκροτημάτων. Αναπόφευκτά ο εκσυγχρονισμός της πόλης και η πληθυσμιακή αύξηση επέφεραν μεταβολές στο αστικό τοπίο, αρκετές φορές εις βάρος της αρχιτεκτονικής της κληρονομιάς, αν και σε γενικές γραμμές η Μυτιλήνη έχει καταφέρει να διατηρήσει την πολεοδομική φυσιογνωμία του παρελθόντος, προστατεύοντας την το ύφος του πολεοδομικού της κέντρου.

Διάγραμμα εκτίμησης της οικιστικής ανάπτυξης ανάπτυξης της πόλης της Μυτιλήνης από τον 15ο αι. ως και σημερα σύμφωνα με το βιβλιογραφικό υλικό.

24


4.2. Μορφολογικές ιδιαιτερότητες

Μία περιήγηση στην πόλη της Μυτιλήνης είναι αρκετή για να αποκαλύψει την σύνθετη πολιτική ιστορία της καθώς και την πολιτισμική της διάρθρωση. Η ίδια η αρχιτεκτονική της πόλης μετουσιώνεται σε μηχανισμό αφήγησης, μέσω της πολύπλευρης μορφολογίας των κτηρίων της. Τα αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά ευρήματα, το μεσαιωνικό κάστρο, οι οθωμανικές κατασκευές, οι αρχοντικές και λαϊκές κατοικίες καθώς και οι σύγχρονες κατασκευές του αστικού περιβάλλοντος αποτελούν δείγματα της αρχιτεκτονικής ποικιλομορφίας του τόπου, συνθέτοντας το ιδιάζον μορφολογικό συνονθύλευμα της νησιωτικής πόλης. Αδιαμφισβήτητα μία από τις πιο ενδιαφέρουσες αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες της πρωτεύουσας της Λέσβου αφορά το πλήθος των αρχοντικών κατοικιών. Πρόκειται για κατοικίες των υψηλών οικονομικών στρωμάτων του 19ου και 20ου αιώνα, οι οποίες αντικατοπτρίζουν την εμπορική και βιομηχανική άνθηση της εποχής. Κάθε κτίσμα υλοποιούταν σύμφωνα με την άποψη του ιδιοκτήτη, ο οποίος πολλές φορές επιβαλλόταν στον αρχιτέκτονα ώστε να εκφράσει την κοινωνική του ισχύ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν πολυδιάστατα δείγματα αρχιτεκτονικής, επιμελημένα από επιφανείς αρχιτέκτονες όπως ο Αδαλής ( μαθητής του Τσίλερ), ο Φούσκας κ.α. Η μορφολογία των κτηρίων ήταν επηρεασμένη από διάφορα ευρωπαϊκά πρότυπα (Μπαρόκ, Γοτθικά στοιχεία κ.α.), προσαρμοσμένα στο νεοκλασικό ρεύμα της εποχής. Τα αρχοντικά της Μυτιλήνης εντοπίζονται τόσο στο κέντρο της πόλης σε προνομιακές θέσεις, όσο και στην συνοικία της Σουράδας στο νοτιοδυτικό παραλιακό μέτωπο. Την ίδια ιστορική περίοδο αντιπροσωπεύουν και τα βιομηχανικά και βιοτεχνικά κτήρια του νότιου λιμένα. Κατασκευασμένα σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και μικρασιατικά πρότυπα, τα βιομηχανικά κτήρια του 19ου και 20ου αιώνα αναπτύχθηκαν κατά μήκος της προκυμαίας καθώς ήταν άμεσα συνδεδεμένα με τις εμπορικές και τις λιμενικές δραστηριότητες της πόλης. Μάλιστα πολλά από αυτά εμφανίζου διαμπερή περάσματα, τα οποία εκτονώνονται τόσο στην προκυμαία, όσο και στον εμπορικό άξονα της αγοράς. Σήμερα τα βιομηχανικά κελύφη επαναχρησιμοποιούνται ώστε

25


να ικανοποιήσουν τις υπηρεσιακές και εμπορικές χρήσεις. Αν εξαιρέσουμε τα οικοδομικά έργα από τον δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και έπειτα, τα βασικά υλικά επιλογής των κατασκευών του νησιού είναι η πέτρα, το ξύλο, ενώ η οργάνωση των χώρων γίνεται συνήθως καθ’ ύψος σε δύο με τρία επίπεδα, λόγω της πυκνής δόμησης του αστικού κέντρου. Οι πέτρινοι τοίχοι των λαϊκών κατοικιών κατασκευάζονται συνήθως στο όριο των δρόμων, διαμορφώνοντας τα στενά σοκάκια που χαρακτηρίζουν το βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα της πόλης. Ενδιαφέρουσα μορφολογική έκφραση των κατοικιών αυτών είναι το «σαχνισίνι», ένας ξύλινος κλειστός πρόβολος, συνήθως στην στάθμη του πρώτου ορόφου. Το «σαχνισίνι» αποτελεί αρχιτεκτονικό ιδίωμα το οποίο χρησιμοποιείται κατά κόρον τόσο στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική της πόλης της Μυτιλήνης, όσο και σε άλλους οικισμούς του νησιού. Σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να κατηγοριοποιήσουμε την πόλη σε θύλακες μορφολογικών ενοτήτων. Στον βόρειο λιμένα, δηλαδή στην περιοχή της Επάνω Σκάλας και το βορειοδυτικό τμήμα της πόλης εντοπίζεται το παραδοσιακό τμήμα της Μυτιλήνης, όπου βρίσκεται η πλειοψηφία των λαϊκών κατοικιών και των τουρκικών και προσφυγικών διατηρητέων. Κατά μήκος της ζώνης του νότιου λιμένα παρατηρούνται τα σύνολα των βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων του 19ου και 20ου αιώνα, ενώ στα νοτιοδυτικά της προκυμαίας παράλληλα στο παραλιακό μέτωπο, τα αρχοντικά κυριαρχούν στο αστικό τοπίο. Το σύγχρονο τμήμα της πόλης οργανώνεται νότια και νοτιοδυτικά, όπως στην περιοχές της Καλλιθέας και της Χρυσομαλλούσας, όπου φαίνεται το αποτέλεσμα του φαινομένου της αστικοποίησης των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Εδώ οφείλει να σημειωθεί ότι ο η παραπάνω ανάγνωση του αστικού περιβάλλοντος σε μορφολογικές ενότητες δεν αποτελεί αυστηρή κατηγοριοποίηση, καθώς τα όρια των αρχιτεκτονικών αυτών συνόλων δεν είναι ξεκάθαρα. Οι πολύπλευρες αρχιτεκτονικές εκφάνσεις της πόλης συμπλέκονται σε όλη την έκταση της, συνθέτοντας το μορφολογικό της μωσαϊκό. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να γίνει λόγος για μία οργάνωση γενικευμένων χωρικών συνόλων σύμφωνα με τις αισθήσεις του παρατηρητή σε επίπεδο μορφολογικής ανάγνωσης.

26


27


4.3. Χαρτογραφική μελέτη Εστιάζοντας στο πολεοδομικό κέντρο της πρωτεύουσας της Λέσβου, πραγματοποιήθηκε μία σειρά από χαρτογραφήσεις με στόχο την διεξοδικότερη κατανόηση του αστικού περιβάλλοντος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ανάγνωση της πόλης οργανώθηκε σε πολλαπλά επίπεδα, ώστε να καταγραφεί η απαραίτητη πληροφορία σύμφωνα με το «φίλτρο» του κάθε χάρτη. Οι χρήσεις γης, τα πλήρη και τα κενά του αστικού ιστού, οι χώροι πρασίνου καθώς και τα δίκτυα των υφιστάμενων πόλων έλξης, αποτελούν κάποιες από τις πολλαπλές σκοπιές με βάση τις οποίες πραγματοποιήθηκε η διαστρωμάτωση των απαραίτητων πληροφοριών για την ερμηνευτική προσέγγιση της θεματικής.

28



30


31


32


33


34


35


Διάγραμμα εντάσεων κινητικότητας πεζών κατά τους χειμερινούς και εαρινούς μήνες

36


37


4.4 Νότιος λιμένας

Το εν χρήσει λιμάνι της Μυτιλήνης βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία από τον 19ο αιώνα. Αρχικά φιλοξενούσε ξύλινα ιστιοφόρα, καθώς όμως η τεχνολογία εξελισσόταν, δέχτηκε αρκετές τροποποιήσεις ώστε να έχει την δυνατότητα να υποδέχεται σκάφη μεγαλύτερου εκτοπίσματος. Ως εκ τούτου στη λυμενολεκάνη του νότιου κόλπου πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες εκβαθύνσεις ως και τα τέλη του 20ου αιώνα, ενώ την ίδια περίοδο κατασκευάστηκαν οι παράπλευρες εγκαταστάσεις του επιβατικού και εμπορικού λιμένα για την καλύτερη εξυπηρέτηση των σύγχρονων αναγκών. Η σημερινή εικόνα του νότιου λιμένα είναι αποτέλεσμα διαδοχικών έργων με στόχο την ενίσχυση των λιμενικών υποδομών. Στο επίκεντρο του λιμενικού μετώπου εντοπίζεται ο κόλπος της προκυμαίας, ο οποίος λειτουργεί ως αλιευτικό καταφύγιο και καταφύγιο σκαφών αναψυχής. Ανατολικά της προκυμαίας υπάρχουν οι εγκαταστάσεις του επιβατικού λιμένα, ενώ στα δυτικά λειτουργεί ο εμπορικός. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο εμπορικός λιμένας αδυνατεί να καλύψει πλήρως τις ανάγκες του νησιού και σημαντικό μέρος της τροφοδοσίας του νησιού πραγματοποιείται μέσω του λιμένα των επιβατών. Τέλος στο νότιο τμήμα του λιμενικού κόλπου εντοπίζονται οι εγκαταστάσεις της μαρίνας οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 2010. Το οδικό δίκτυο της πόλης, λόγω της αρχαιότητάς του και της δόμησής του περί των λιμενικών υποδομών, δέχθηκε ελάχιστες βελτιώσεις διαφυγής των διακινουμένων. Παρά τις όποιες αναβαθμίσεις δέχτηκε, οι εντάσεις κίνησης και διακίνησης από το λιμάνι στο εσωτερικό της πόλης και του νησιού γενικότερα δημιουργούνται πολλά προβλήματα. Τόσο τα ζητήματα κυκλοφοριακής φόρτισης όσο και τα θέματα αλλοίωσής του αστικού τοπίου (οφειλόμενα στην κλίμακα των σκαφών και την βαριά λιμενική χρήση), καθιστούν συζητήσιμη την πρόταση για μετεγκατάσταση του λιμένα εκτός του πολεοδομικού κέντρου.

38


39


Στα ακόλουθα διαγράμματα παρουσιάζονται πληροφορίες σχετικά με την λειτουργία του επιβατικού λιμένα σε μία προσπάθεια αποκρυστάλλωσης της σημερινής του εικόνας. Σύμφωνα με τον εβδομαδιαίο κύκλο των ακτοπλοϊκών δρομολογίων, γίνεται αντιληπτή η συχνότητα της φόρτισης της πόλης λόγω της λιμενικής δραστηριότητας, με ισχυρότερες εντάσεις στα χρονικά διαστήματα των αφίξεων και αποβιάσεων των πλοίων.

40


41


42


Εξετάζοντας τους παραπάνω προβληματισμούς, συγκροτήθηκε η υπόθεση εργασίας για μετεγκατάσταση της βαριάς λιμενικής δραστηριότητας εκτός της πόλης της Μυτιλήνης στην περιοχή του Καρά Τεπέ. Μόλις στα τέσσερα χιλιόμετρα εκτός της πόλης, η συγκεκριμένη περιοχή ως η ευμενέστερη θέση για την ανάπτυξη νέων λιμενικών υποδομών, καθώς είναι ικανή να καλύψει της χωρικές ανάγκες του λιμένα, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε κομβικό σημείο του οδικού δικτύου του νησιού, επιτρέποντας καλύτερη διακίνηση των εμπορικών οχημάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόταση της νέας θέσης του Καρά Τεπέ αποτελεί ζήτημα τι οποίο έχει απασχολήσει το δημοτικό συμβούλιο από την δεκαετία του 90΄. Φυσικά πρόκειται για μία πρόταση η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ελαφρότητα, επομένως είναι απαραίτητο να εξετασθούν οι προοπτικές και τα μειονεκτήματα μίας τέτοιας χειρονομίας. Τόσο η βελτίωση της σύνδεσης του λιμένα με το οδικό δίκτυο της Λέσβου, όσο και η αποφόρτιση της πόλης της Μυτιλήνης από οχλούσες χρήσεις και η αποκατάσταση του αστικού τοπίου δείχνουν να έχουν θετικό πρόσημο. Βέβαια στον αντίλογο τίθενται τα εξής ζητήματα. Το πρώτο αφορά την αποκοπή της άμεσης σύνδεσης των επιβατών με την πόλη της Μυτιλήνης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το νέο λιμάνι δεν αποτελεί πλέον το κατώφλι της πόλης για τους επισκέπτες της, αλλά είναι μεταβατικό σημείο το οποίο βέβαια θα διοχετεύει κινήσεις σε ολόκληρη την Λέσβο. To δεύτερο ζήτημα αφορά τη δημιουργία αστικών κενών στις θέσεις του υφιστάμενου εμπορικού και επιβατικού λιμένα, γεγονός που χρήζει επεξεργασίας και επανένταξης στο αστικό σύστημα. Τι θα γινόταν, λοιπόν, αν έφευγε το λιμάνι; Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μελέτη του παραπάνω ενδεχομένου, εστιάζοντας στην περιοχή του επιβατικού λιμένα και την συρραφή αυτού με την πόλη της Μυτιλήνης.

43


5. Ανάλυση περιοχής μελέτης Προκειμένου να οργανωθεί μία ολοκληρωμένη στρατηγική για την επανένταξη της περιοχής του επιβατικού λιμένα στην πόλη της Μυτιλήνης, πραγματοποιήθηκε έρευνα πεδίου με στόχο τη συλλογή υλικού προς ερμηνευτική ανάγνωση. Συνεπώς τα στοιχεία που συνθέτουν το τοπίο της εξεταζόμενης περιοχής, ενώ ταυτόχρονα αναζητήθηκαν τα προβλήματα και οι δυναμικές της. Η κλίμακα του τόπου σε σύγκριση με την κλίμακα του ανθρώπου, τα θαλάσσια και τα αστικά όρια, οι θεάσεις καθώς και η καταγραφή του κτηριακού δυναμικού, αποτέλεσαν την βασική θεματολογία η οποία κατεύθυνε τη μελέτη.

44


45



Φωτογραφία του δημοτικού κολυμβητηρίου από το κατάστρωμα αφιχθέντος πλοίου

Ανατολική έξοδος του επιβατικού λιμενα και περίκλειστο όριο

47


Τελωνείο, βόρεια όψη

ΛΙμενικό ταμείο, νότια όψη

48


Κυματισμός στην ανατολική ακτή

Θέαση ανατολικού λιμενοβραχίονα

49


Επιβατικό πλοίο

Ανατολικός λιμενοβραχίονας

50



Σκίτσο θέασης, βορεία του λιμενοβραχίονα

Σκίτσο θέασης από το ανατολικό μέτωπο του λιμενοβραχίονα

52


Σκίτσο θέασης, νότια του λιμενοβραχίονα

Σκίτσο θέασης από το δυτικό μέτωπο του λιμενοβραχίονα

53


Ανάπτυγματα εεπιβατικού λιμένα

54


Τα δύο αναπτύγματα παρουσιάζουν την υφιστάμενη κατάσταση της περιοχής. Τόσο το μέγεθος του επιβατικού πλοίου όσο και ο όγκος του παλαιού δημοτικού κολυμβητηρίου, επιβάλουν την παρουσία τους στο τοπίο, ενώ οι ανοικτοί δημόσιοι χώροι μοιάζουν αποσυνδεδεμένοι από το υπόλοιπο αστικό περιβάλλον. Εντός της περιοχής μελέτης παρατηρούνται δύο ζεύγη κτηρίων. Εκείνο του τελωνείου με το λιμενικό ταμείο και αυτό του διατηρητέου κτηρίου της ένωσης ελαιοπαραγωγών (λειτουργεί πλέον σαν αποθηκευτικός χώρος) με το κτήριο του κολυμβητηρίου. Με μία πρώτη ματιά είναι εμφανής ο σχεδιαστικός αυτοσχεδιασμός του συνόλου των υποδομών του επιβατικού λιμένα, καθώς και η αδυναμία της πόλης να συνδεθεί με τις εντάσεις της λιμενικής δραστηριότητας.

55


Κλίμακα φύτευσης στην ευρύτερη περιοχή του επιβατικού λιμένα

56


57


58


Το παλαιό δημοτικό κολυμβητήριο της Μυτιλήνης αποτελεί ένα από τα πιο περίεργα τοκόσημα της περιοχής. Κατασκευάστηκε το 1973 και από τότε ως και το έτος του 2011 λειτουργούσε ως αθλητική μονάδα, φιλοξενώντας εκτός από τους κολυμβητικούς συλλόγους και αυτούς της επιτραπέζιας αντισφαίρισης και ελληνορωμαϊκής πάλης. Σύμφωνα με τις τοπικές αρχές ο τερματισμός της λειτουργίας του οφείλεται σε λόγους στατικής ανεπάρκειας. Η επικινδυνότητα του κτηρίου επανεξετάσθηκε και αναθεωρήθηκε εντός του 2019. Η επιλογή της θέσης του εντός του επιβατικού λιμένα αλλά και αρχιτεκτονική του ιδιαιτερότητα, προκαλούν απορία στον παρατηρητή, καθώς φαντάζουν ασύνδετες με τον αστικό ιστό σε επίπεδο λειτουργίας και μορφολογικής συνάφειας. Παρ’ όλα αυτά για τους κατοίκους της Μυτιλήνης αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της τοπικής μνήμης για πέντε σχεδόν δεκαετίες. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι εκτός του αθλητικού του εκτοπίσματος, το κτήριο του κολυμβητηρίου αποτελεί μία από τις πρώτες εικόνες που αντικρίζει κανείς καταφθάνοντας στην πόλη μέσω των ακτοπλοϊκών δρομολογίων. Μία επιβεβαίωση των κατοίκων για την επιστροφή στον τόπο τους και ένας υποδοχέας των νέων επισκεπτών στο θαλάσσιο κατώφλι της πόλης.

59


60


61


Προοπτικό διάγραμμα δομικού συστήματος

62



6.1. Στρατηγική σχεδιασμού Η στρατηγική του σχεδιασμού κινείται σε δύο βασικούς θεματικούς άξονες. Ο πρώτος αφορά την ανάκτηση του παραλιακού μετώπου και την ολοκλήρωση μίας πεζοδρομημένης ποριάς, η οποία κινείται παράλληλα στο θαλάσσιο όριο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται η ενίσχυση ενός αστικού περιπάτου, ο οποίος θα επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση από το δυτικό τμήμα της προκυμαίας ως και τον φάρο του ανατολικού λιμενοβραχίονα. Ο δεύτερος θεματικός άξονας της πρότασης αφορά την οργάνωση ενός συστήματος δημόσιων χώρων, εστιάζοντας στην ενίσχυση του πολιτιστικού δικτύου της πόλης, με κύριο σημείο αναφοράς το κτήριο του παλαιού κολυμβητηρίου. Οι πρώην αθλητικές εγκαταστάσεις επανασυστήνονται και επανεντάσονται στην πόλη ως πολιτιστικό κέντρο με στόχο την ανάδειξη της πολιτισμικής ταυτότητας του νησιού. Στον χάρτη που ακολουθεί αποτυπώνεται το σύνολο των προθέσεων που συνθέτουν την στρατηγική του σχεδιασμού. Μία ποδηλατική οδός κινείται παράλληλα στην πεζοδρομημένη πορεία της προκυμαίας, συνδέοντας τους δύο λιμενικούς κόλπους της πόλης, μέσω της περιφερειακής στον λόφο του κάστρου διαδρομής. Στην περιοχή του επιβατικού λιμένα προτείνεται ένα σχέδιο ανάπλασης του αστικού τοπίου ενώ παράλληλα τα κτήρια του τελωνείου, του κολυμβητηρίου και της ένωσης ελαιοπαραγωγών τίθενται προς επανάχρηση. Πιο συγκεκριμένα, το κτήριο του τελωνείου καλείται να λάβει τον ρόλο ερευνητικού κέντρου, το οποίο θα αποδοθεί στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (άμεση σύνδεση με την βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου), οι εγκαταστάσεις του λιμενικού ταμείου απομακρύνονται, το κολυμβητηρίου μετατρέπεται σε πολιτιστικό κέντρο και το πίσω από αυτό διατηρητέο αλλάζει την χρήση του σε πρατήριο συνεταιρισμών. Συνεπώς, επιχειρείται η δημιουργία ενός δικτύου, το οποίο θα συνδέει την περιοχή ενδιαφέροντος με σημαντικούς πόλους έλξης εντός του αστικού περιβάλλοντος, ενώ το ίδιο το λιμενικό μέτωπο δύναται να λειτουργήσει ως κοινός τόπος συγκέντρωσης των πολιτών, ικανός να φιλοξενήσει κοινωνικά δρώμενα και εκδηλώσεις που αναζητούν στέγη.

64


65


66


6.2. Σχεδιασμός του τοπίου Παράλληλα με την συγκρότηση της στρατηγικής σχεδιασμού πραγματοποιήθηκε μία δεύτερη ερμηνευτική μελέτη του τοπίου με στόχο την οργάνωση των σχεδιαστικών προθέσεων στις οποίες θα βασιστεί η συνθετική διαδικασία. Εξετάζοντας την περιοχή του επιβατικού λιμένα, παρατηρείται πως το τοπίο οργανώνεται σε δύο χωρικές ενότητες, ένα αρθρωτό σύστημα μεταξύ του δυτικού τμήματος και του ανατολικού, ενώ στο κτήριο του κολυμβητηρίου εντοπίζεται η περιοχή σύνδεσης των δύο αυτών ενοτήτων. Το δυτικό τμήμα αναφέρεται κυρίως στην σύνδεση του τοπίου με την πόλη. Εκεί παρατηρούνται τα πιο νευραλγικά σημεία που επιτρέπουν την συρραφή του τόπου με το αστικό περιβάλλον. Αντιθέτως το ανατολικό σκέλος αφορά την σχέση του λιμενικού μετώπου με το φυσικό τοπίο και τις θεάσεις προς την θάλασσα. Το κτήριο του κολυμβητηρίου αποτελεί τον σύνδεσμο μεταξύ των χωρικών ποιοτήτων του δυτικού και ανατολικού τμήματος τοπίου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο το κτηριακό απόθεμα των πρώην αθλητικών εγκαταστάσεων καλείται να λειτουργήσει ως ρυθμιστής των κινήσεων, παράγοντας ένα «φίλτρο» εναλλαγής ανάμεσα στους πολλαπλούς δημόσιους χώρους. Το εσωτερικό του κτηρίου δρα ως «πυκνωτής» ροών δημιουργώντας αξονικά περάσματα, τα οποία διαμορφώνουν την ραχοκοκαλιά πάνω στην οποία αναπτύσσεται ο σχεδιασμός του τοπίου. Με αυτόν τον τρόπο το λειτουργικό πρόγραμμα της προτάσεως καθώς και οι ροές των κινήσεων απλώνονται στο τοπίο δορυφορικά στο νέο πολιτιστικό κέντρο.

67


Η τοποθέτηση των χώρων πρασίνου αποτελεί ένα από τα κύρια σχεδιαστικά εργαλεία της πρότασης. Επεκτείνοντας το πράσινο μέτωπο του λόφου του κάστρου, προτείνεται ένα σύνολο φυτεμένων ενοτήτων, οι οποίες παρεμβάλλονται μεταξύ των δημόσιων χώρων του αναπλασθέντος τοπίου. Έτσι, δημιουργείται ένα νέο πάρκο εντός του αστικού περιβάλλοντος, συνδέοντας την περιοχή μελέτης με την πόλη, ενώ παράλληλα αποφορτίζει την πύκνωση του δομημένου περιβάλλοντος γύρω από το λιμενικό μέτωπο. Η φύτευση του νέου χώρου πρασίνου αποτελείται από επιλεγμένα δέντρα της τοπικής χλωρίδας με στόχο την οργανική ένταξη της αναπλασθείσας περιοχής στο αστικό τοπίο, καθώς και την ρύθμιση της κλίμακας μεταξύ των μεγεθών των υφιστάμενων υποδομών και της κλίμακας του ανθρώπου. Τα διαδοχικά ύψη του προτεινόμενου πρασίνου αναλύονται σε ενδιάμεσα μεγέθη, κατεβάζοντας ήπια το ανάγλυφο της πόλης προς το παραλιακό μέτωπο. Επίσης η κορυφογραμμή της φύτευσης δημιουργεί ένα απαλό όριο στο ανάπτυγμα του τοπίου μειώνοντας την σύγκριση των ανθρώπινων μεγεθών με τους όγκους των πρώην αθλητικών εγκαταστάσεων και του ερευνητικού κέντρου. Αξίζει να σημειωθεί μία τρίτη πρόθεση ως προς την διαχείριση του πράσινου στοιχείου η οποία αφορά την εποχικότητα του τοπίου. Η επιλογή των προτεινόμενων δέντρων έχει γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε το τοπίο να μεταλλάσσεται δυναμικά καθ’ όλη την διάρκεια του ετήσιου κύκλου, παράγοντας διαφορετικές εικόνες, υφές, ήχους και αρώματα.

68


69


0

70

25

50

100

Τ ΟΠΟΓΡΑΦΙΚ Ο


Όπως προαναφέρθηκε το δυτικό τμήμα της τοπιακής διαμόρφωσης αναφέρεται κυρίως στο αστικό περιβάλλον, κατευθύνοντας τις ροές της πόλης προς το παραλιακό μέτωπο. Την απόληξη της προκυμαίας βρίσκεται το πρώτο σημείο πρόσβασης της αναπλασθείσας περιοχής, όπου συλλέγονται οι κινήσεις των επισκεπτών και ανατροφοδοτούνται στον δημόσιο χώρο. Μία παράλληλη στο θαλάσσιο όριο κατευθύνει τους χρήστες προς την περιοχή του λιμενοβραχίονα, ενώ ο άξονας που διασχίζει τους χώρους πρασίνου δημιουργεί ένα πέρασμα κατευθυνόμενο προς την κατασκευή του παλιού κολυμβητηρίου, ώστε να καταλήξει στην ανατολική ακτή. Κατά μήκος της διαδρομής εντοπίζονται κάποια υδάτινα στοιχεία τα οποία αποτελούν αναφορά στην προηγούμενη χρήση της αθλητικής μονάδας αλλά και ίχνη τα οποία ενισχύουν την κίνηση του περάσματος. Στο βόρειο τμήμα βρίσκεται ο άξονας σύνδεσης του πάρκου με την οδό που κατεβαίνει από τον λόφο του κάστρου και συνδέει την περιοχή με το αρχαιολογικό μουσείο. Κάτω από αυτό το σημείο χαράζεται το πέρασμα των οχημάτων, το οποίο καταλήγει σε υπόσκαφο χώρο στάθμευσης, ενώ δεξιά του περάσματος εδράζεται το ερευνητικό κέντρο του πανεπιστημίου. Μία προβλήτα συνδέει την νότια λιμενολεκάνη με το ερευνητικό κέντρο, επιτρέποντας την επάνδρωση σκαφών για θαλάσσιες έρευνες. Κεντρικά της σχεδιαστικής πρότασης εντοπίζεται το πολιτιστικό κέντρο. Ένας στεγασμένος δημόσιος χώρος στο εσωτερικό του λειτουργεί ως πόλος έλξης στο τοπίο αποτελώντας των κεντρικό πυρήνα της περιοχής ανάπλασης. Πρόκειται για ένα χώρο ο οποίος καλείται να ενισχύσει το πολιτιστικό δίκτυο του τόπου, μέσω κοινωνικών δράσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων που αδυνατούν να φιλοξενηθούν στις υφιστάμενες υποδομές της πόλης. Στόχος του δημόσιου αυτού χώρου είναι η ενίσχυση της κινητικότητας στον πρώην επιβατικό λιμένα, τόσο για την βιωσιμότητα και την επανένταξη της περιοχής στο αστικό τοπίο, όσο και την υποστήριξη της τοπικής οικονομίας. Πίσω από το κτηριακό σύνολο του πολιτιστικού κέντρου αξιοποιείται το διατηρητέο της ένωσης ελαιοπαραγωγών και επανεισάγεται ως πρατήριο συνεταιρισμών αποσκοπώντας στην ανάδειξη της τοπικής παράδοσης. Το ανατολικό τμήμα της αναπλασθείσας περιοχής συνδέεται με το βίωμα του φυσικού τοπίου. Η

71


παράλληλη κίνηση στο θαλάσσιο όριο, οι πολλαπλές θεάσεις καθώς και η σύνδεση με τον φάρο αποδίδουν στον χώρο μια αίσθηση ηρεμίας, αποκαλύπτοντας σχεδόν αβίαστα τις μνήμες της πόλης. Ο άνεμος και ο ισχυρός κυματισμός της ανατολικής ακτής τονίζουν την δραματικότητα του τοπίου, επιτρέποντας στον παρατηρητή να ξεφύγει από το αστικό περιβάλλον. Δύο σημειακές επεμβάσεις κεντρικά και νότια του λιμενοβραχίονα κατεβάζουν τον χρήστη στην στάθμη της θάλασσας, ελαχιστοποιώντας, έτσι, την απόσταση από το υδάτινο στοιχείο. Κλείνοντας, γίνεται αναφορά στην πλατεία του ανατολικού σκέλους, η οποία επιτρέπει την κάλυψη εκδηλώσεων αυξημένης δυναμικής σε θέματα χωρητικότητας επισκεπτών και εγκαταστάσεων. Επομένως δίνεται η δυνατότητα να φιλοξενηθούν οι δράσεις των πολυάριθμων πολιτιστικών συλλόγων, κυρίως κατά τους εαρινούς μήνες.

72


0

25

50

100

Τ ΟΠΟΓΡΑΦΙΚ Ο

73


Φωτορεαλιστική απεικόνιση τοπίου

74


Φωτορεαλιστική απεικόνιση τοπίου

75


Προοπτική απεικόνιση του δυτικού σημείου πρόσβασης του αναπλασθέντος χώρου

76


Προοπτική απεικόνιση της παραλιακής κίνησης στην περιοχή του κολυμβητηρίου

77


Προοπτική απεικόνιση του ανατολικού λιμενοβραχίονα

78


Προοπτική απεικόνιση πιθανών εκδηλώσεων στην περιοχη του λιμενοβραχίονα

79


Φωτογραφία μακέτας

80


Φωτογραφία μακέτας

81


Φωτογραφία μακέτας

82


Φωτογραφία μακέτας

83


7. Επεξεργασία στο κτηρίου του κολυμβητηρίου Για την επεξεργασία του παλαιού κολυμβητηρίου προτείνεται η απομάκρυνση της λεκάνης της κολυμβητικής πισίνας και η εγκατάσταση μίας ελαφριάς κατασκευής η οποία θα καλύπτει τις ανάγκες του νέου κτηριολογικού προγράμματος. Ακολουθώντας την γεωμετρία των εγκαταστάσεων, δημιουργείται ένας κεντρικός «πυρήνας», ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του συνόλου των δημόσιων χώρων της πρότασης, ενώ μέσα σε αυτόν τοποθετείται η νέα κατασκευή, η οποία λειτουργεί συμβιωτικά με την υφιστάμενη υποδομή και οργανώνει το εσωτερικό της σε επιμέρους χωρικές ενότητες.

84


85


Ως προς την διαχείριση του εξωτερικού κελύφους, εκτός της συντήρησης του φοραία και των μεταλικών στοιχείων, η κεντρική ιδέα της εφαρμογής αφορά την διάτρηση του κλειστού ορίου, δημιουργώντας ένα πορώδες «φίλτρο», ικανό να συλλέξει κινήσεις από κάθε κατεύθυνση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δέχεται μία επεξεργασία η οποία του επιτρέπει να αποκαλύπτει το εσωτερικό του, καθώς δεν αποτελεί πλέον κτηριακό κέλυφος, αλλά ένα προστατευτικό όριο το οποίο στεγάζει την εσωτερική κατασκευή. Τόσο η επεξεργασία του τρούλου όσο και των όψεων συνομιλούν με τον εσωτερικό, παράγοντας μία πολλαπλή διαστρωμάτωση μεταξύ των αρχιτεκτονικών στοιχείων, η οποία συνθέτει ένα μωσαϊκό χωρικών ποιοτήτων. Για την κατασκευή του εσωτερικού δακτυλίου επιλέγεται μία σύμμικτη μέθοδος ξυλοκατασκευής μεταξύ συμβατικών τεχνικών και σταυρωτής επικολλητής ξυλείας (CLT). Στα τοιχία που φέρουν την ακαμψία και τις πλάκες χρησιμοποιήθηκε σταυρωτή επικολλητή ξυλεία, ενώ στις κολώνες και τα υπόλοιπα οριζόντια στοιχεία ακολουθήθηκε η συμβατική μέθοδος. Η εφαρμογή CLT επιλέγεται για λόγους μείωσης του οικολογικού αποτυπώματος και ανθεκτικότητας στις καιρικές συνθήκες του περιβάλλοντος, καθώς και της καταλληλόλητάς της για την επίλυση των συνθετικών ζητημάτων του σχεδιασμού. Τα οριζόντια στοιχεία στηρίζονται από διπλές κολώνες διατομής 60x20 cm, έτσι ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη του ρυθμού στον φορέα του κολυμβητηρίου ως προς το σύστημα και την υλικότητά τους, ενώ παράλληλα επιτυγχάνεται μια αντίστιξη μεταξύ των στοιχείων στήριξης λόγω κοινής γεωμετρίας.

86


87


3.

3.

2.

8.

7. 6. 1.

4.

8.

5.

7.

ΚΑΤΟΨΗ ΙΣΟΓΕΙΟΥ

88


Το εξωτερικό κέλυφος του κτηριακού αποθέματος είναι διάτρητο και προσπελάσιμο από πολλαπλές κατευθύνσεις, καθώς τρεις ακτινικοί άξονες οργανώνουν τα βασικά περάσματα προς το εσωτερικό της κατασκευής. Κεντρικά της κάτοψης του ισογείου βρίσκεται ένας κυκλικός ημιυπαίθριος χώρος, ο οποίος φιλοξενεί πολιτιστικές δράσεις. Ο κεντρικός αυτός χώρος εκδηλώσεων περικλείεται από μία ξύλινη κατασκευή, η οποία παραλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του κτιριολογικού προγράμματος, ενώ περιμετρικά αυτής βρίσκεται η εκθεσιακή ζώνη, άμεσα συνδεδεμένη με τον πυρήνα της κατασκευής. Στο βόρειο τμήμα του ισογείου εντοπίζεται η υποδοχή του πολιτιστικού κέντρου, η οποία συνδέεται με την είσοδο του πρατηρίου συνεταιρισμών. Δεξιά της υποδοχής υπάρχουν δύο αίθουσες διαλέξεων, ενώ στα αριστερά αναπτύσσονται η κεντρική γραμματεία και οι θέση ανάβασης μαζί με κάποιους βοηθητικούς χώρους. Μία δεύτερη ανάβαση πραγματοποιείται στη νότια πλευρά του ξύλινου δακτυλίου, μέσω μίας αμφιθεατρικής σκάλας, η οποία επιτρέπει την θέαση στο θαλάσσιο τοπίο, καθώς και διεξαγωγή δράσεων που συνδέονται με την θεματολογία του τόπου. Τέλος το μέτωπο του κεντρικού χώρου εκδηλώσεων κλείνει με τους ευέλικτους εργαστηριακούς χώρους στο ανατολικό τμήμα του δακτυλίου. Τα υαλοστάσια της κατασκευής ανοίγουν προς την εσωτερική πλατεία, συνδέοντας τον ημιυπαίθριο χώρο με το εσωτερικό της, αυξάνοντας την μεταβλητότητα των χώρων.

1. Χώρος εκδηλώσεων

2. Χώρος υποδοχής

3. Αίθουσες διαλέξεων

4. Εργαστήριο / Πολυχώρος

5. Γραμματεία

6. Εκθεσιακή ζώνη

7. Χώροι υγιεινής

8. Αποθηκευτικοί χώροι / Η/Μ

89


3.

4.

2.

6.

1.

6.

5.

ΚΑΤΟΨΗ ΟΡΟΦΟΥ

90


Στο επίπεδο του ορόφου αναπτύσσεται η ψηφιακή βιβλιοθήκη στα δυτικά και οι χώροι ανάγνωσης και το ηλεκτρονικό ευρετήριο στο βόρειο τμήμα της κατασκευής. Ο χώρος του ιδιωτικού αναγνωστηρίου μπορεί να λειτουργήσει και ως χώρος συσκέψεων ή εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Στην απόληξη της αμφιθεατρικής σκάλας εντοπίζεται το καφέ του πολιτιστικού κέντρου, το οποίο εκτονώνεται σε κρίσιμα σημεία θέασης, καθώς και προς το πιο εσωστρεφές περιβάλλον στην καρδιά του κτηριακού συνόλου. Όλο το νότιο-ανατολικό μέτωπο του ορόφου αγκαλιάζεται από έναν ημιυπαίθριο χώρο αφιερωμένο στην εποπτεία του τοπίου. Εκτός από τα προαναφερθέντα σημεία ανάβασης, ο χώρος αυτός προσεγγίζεται από το ανατολικό γεφύρωμα καθώς και μία εξωτερική ραμπόσκαλα, κάτω από την οποία βρίσκονται κάποιοι αποθηκευτικοί χώροι και οι μηχανολογικές εγκαταστάσεις. Ο ρυθμός του φορέα του εξωτερικού κελύφους καδράρει τις οπτικές φυγές προς το αστικό και το φυσικό τοπίο, ενώ ένα περσιδοτό σύστημα προστατεύει την κατασκευή σε ανατολή και δύση και δημιουργεί ένα συνεχώς εναλλασσόμενο παιχνίδι μεταξύ φωτός και σκιάς, σε συνδυασμό πάντα με την επεξεργασία του τρούλου.

1. Ψηφιακή βιβλιοθήκη

2. Αναγνωστήριο

3. Αίθουσα συσκέψεων / Ιδιοτικό αναγνωστήριο

4. Ηλεκτρονικό ευρετήριο

5. Καφέ

6. Χώροι υγιεινής

91


ΚΑΤΟΨΗ ΟΡΟΦΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ

92


ΚΑΤΟΨΗ ΟΡΟΦΗΣ ΤΡΟΥΛΟΥ

93


0

94

10

20

50

ΑΝΑΠΤ ΥΓΜ Α Ι


0

10

20

50

ΑΝΑΠΤ ΥΓΜ Α II

95


0

96

10

20

50

ΑΝΑΠΤ ΥΓΜ Α III


0

10

20

50

Τ ΟΜ Η I

97


0

98

10

20

50

T OM H II


0

10

20

50

Τ ΟΜ Η III

99


Φωτορεαλιστική απεικόνιση εσωτερικής κατασκευής

100


Φωτορεαλιστική απεικόνιση εσωτερικής κατασκευής

101


Φωτογραφία μακέτας

102


Φωτογραφία μακέτας

103


Φωτογραφία μακέτας

104


Φωτογραφία μακέτας, εσωτερική κατασκευή

105


Φωτογραφία μακέτας, εσωτερική κατασκευή

106


Φωτογραφία μακέτας, εσωτερική κατασκευή

107




ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Αδραμυττηνός κόλπος: μεγάλος κόλπος της δυτικής Τουρκίας που σχηματίζεται στις ακτές του Αιγαίου. Βρίσκεται στα νότια της χερσονήσου της Τρωάδας, ανατολικά της Λέσβου Γατελούζοι: ισχυρή οικογένεια πατρικίων της Γένοβας. Έγιναν άρχοντες της Λέσβου, Λήμνου, Αίνου Θράκης, Σαμοθράκης, Θάσου και Φώκαιας. Η οικογένεια έδωσε τέσσερις γενιές ηγεμόνων της Λέσβου. Εύριπος: θαλάσσιο κανάλι που συνέδεε τον βόρειο με τον νότιο λιμένα της Μυτιλήνης ως τον 15ο αιώνα Επάνω Σκάλα: συνοικία στο βόρειο τμήμα της πόλης της Μυτιλήνης Καζάς: διοικητική διαίρεση που χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τα διάδοχα κράτη της αυτοκρατορίας. Λέσβος: ελληνικό νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου Μυτιλήνη: πρωτεύουσα της Λέσβου Μόρια: χωριό της ανατολικής Λέσβου Πενθιλίδες: αρχαία αριστοκρατική οικογένεια της Μυτιλήνης, γενάρχης της οποίας ήταν ο Πενθίλος, που αναφέρεται από τον μύθο ως γιος του Ορέστη και οικιστής του νησιού. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Πενθίλος ήταν ο οικιστής της Λέσβου. Πιττακός ο Μυτιληναίος : πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Μυτιλήνης, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας Σουράδα: συνοικία στο νότιο τμήμα πόλης της Μυτιλήνης Συμμαχία της Δήλου: πολιτική και στρατιωτική ένωση περίπου 150 αρχαίων ελληνικών κρατών-πόλεων κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., υπό την κηδεμονία της πόλης των Αθηνών. Συριακός εμφύλιος πόλεμος: εμφύλια διαμάχη στην περιοχή της Συρίας με έναρξη το 2011 Τοπόσημο: (νεολογισμός) χαρακτηριστικό σημείο αναφοράς σε μια περιοχή ή έναν τόπο Υ.Χ.Ο.Π: Υπουργείο Χωροταξίας Οικισμού και περιβάλλοντος Χρυσομαλλούσα: συνοικία στο νοτιοδυτικό τμήμα της Μυτιλήνης

110


ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αλατζάς Ευάγγελος: Μελέτη Εξέλιξης του Ιδιοκτησιακού Καθεστώτος και των Χρήσεων Γης στην Πόλη της Μυτιλήνης, ΕΜΠ, Αθήνα 2012 Θεοδούλου Θεοτόκης, Κουρτζέλλης Ιωάννης : Ενάλια Λέσβος, Το αρχαίο λιμενικό δίκτυο, εκδ. Μύθος, Μυτιλήνη 2019 Κοντής Ιωάννης : Η Λέσβος και η Μικρασιατική της Περιοχή, εκδ. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος, Αθηναϊκό Κέντρο, Αθήνα 1977 Κοντής Ιωάννης : Λεσβιακό Πολύπτυχο. Από την Ιστορία, την Τέχνη και τη Λογοτεχνία, εκδ. Έσπερος, Αθήνα Μαρία Παναγοπούλου : Η βιομηχανική Λέσβος του 19ου και 20ου αιώνα / παρελθόν-παρόν-μέλλον, ΕΜΠ, Αθήνα 2012 Μολίνος Στρατής : Λέσβος, Ένας ολόκληρος αιώνας, εκδ. Μύθος, Μυτιλήνη 2017

Σιφναίου Ευρυδίκη : Λέσβος, Οικονομική και κοινωνική ιστορία (1840-1912, εκδ. Τροχαλία, Αθήνα 1996 Jan Gehl : Ανθρώπινες πόλεις, ειδικές εκδ. MBike, Αθήνα 2013

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ Ευαγγελία Γούρνη : Λέσβος, Ιστορική αναδρομή στο νησί των ποιητών, https://www. gnoristetinellada.gr Ιστορία του Πανεπιστημίου Αιγαίου, https://www.aegean.gr Γιατροί του κόσμου: Συνοπτική κατάσταση στα νησιά του Αιγαίου, https://data2.unhcr.org

111


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.