‘... καὶ ταῦτα ἤρξατο Σαλωμὼν τοῦ οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ· μῆκος πήχεων ἡ διαμέτρησις ἡ πρώτη πήχεων ἑξήκοντα καὶ εὗρος πήχεων εἴκοσι... καὶ πέντε καὶ εἴκοσιν ἐν πήχει τὸ ὕψος αὐτοῦ...’ Β Παραλ. 3,3
εικόνα εξωφύλλου: λεπτομέρεια από κατασκευή σε ρόλο ορίου του φωτός. Thermal Baths. Peter Zumthor. πηγή: pinterest
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Μήκος 60_Πλάτος 20_Ύψος 25 Η διαμόρφωση των ορίων στους χώρους θρησκευτικής τελετουργίας
[επιμέλεια] Δομνίκη Παπανικολάου [επίβλεψη] Αναστάσιος Τάντσης
Ερευνητική Εργασία / Θεσσαλονίκη 2021
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ_ 1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ 2. ΠΕΡΙΛΗΨΗ 3. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ - ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ 5. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ / Προσδιορισμός των εννοιών 6. ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ / Γενική περιγραφή - Σημασία ονομασιών 6.1. Βουδισμός Νότιος Βουδισμός Βόρειος Βουδισμός Ανατολικός βουδισμός 6.2. Ινδουισμός Ναός Muṇḍeśvarī, Bihar Ναός Kailāśa, Ellora, Maharashtra Ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati, Tamil Nadu Ναός στην Πέτρα και το Φως, Barmer 6.3. Ιουδαϊσμός Ναός της Ιερουσαλήμ/Σολομώντος, Ισραήλ Συναγωγές Συναγωγή στη Masada, Ν. Ισραήλ Συναγωγή στην Καπερναούμ, Β. Ισραήλ Συναγωγή των Μοναστηριωτών, Θεσσαλονίκη 6.4. Χριστιανισμός Ιερός Ναός Παναγίας Αχειροποιήτου, Θεσσαλονίκη Καθολικό Μεγίστης Λαύρας, Άγιον Όρος Καθεδρικός Saint Denis, Παρίσι Υπαίθριο παρεκκλήσιο διδακτηρίου «Νομικός», Αθήνα 6.5. Ισλάμ Masjid al-Haram, Μέκκα Jami’ al-Umawi al-Kabir, Δαμασκός Φετιχιέ Τζαμί, Ιωάννινα Masjid Abijo, Λάγος Νιγηρίας 7. (ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ Μέσω αρχιτεκτονικών χειρισμών και σχεδιαστικών χαράξεων 7.1. Διαχωρισμός του Ιερού από το Βέβηλο 7.2. Χώρος προετοιμασίας εισόδου στο Ιερό 7.3. Διαχωρισμός φύλων 7.4. Χώρος ιδιαίτερης ιερότητας 7.5. Ο ιερότερος χώρος 7.6. Το Άδυτο - Το Θυσιαστήριο 8. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ / Οι ανθρώπινες αισθήσεις και η αίσθηση του Ιερού 8.1. Όραση 8.2. Όσφρηση 8.3. Ακοή 9. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ / Θεοποίηση ατόμων: πραγματικότητα ή χειρισμός; 10. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
9 11 13 19 25
34 36 42 46 51 53 56 58 60 63 63 70 72 74 77 81 83 91 95 98 101 103 106 110 112 115 116 124 130 134 137 140 145 146 155 157 161 167 168
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ_ Η παρούσα εργασία, υπό την επίβλεψη του κ. Αναστάσιου Τάντση, εκπονήθηκε ως ερευνητική διπλωματική μου εργασία, με αντικείμενο το ανεξήγητο φαινόμενο της αίσθησης – δέους που νιώθει κανείς όταν εισέρχεται σε ένα χώρο θρησκευτικής τελετουργίας, και την ατμόσφαιρα του υπερφυσικού – υπερβατικού – ιερού που κυριαρχεί εντός αυτών των χώρων. Το θέμα υπήρξε αντικείμενο συζήτησης πολλές φορές στο παρελθόν, έτσι ώστε πολυάριθμοι ερευνητές να στρέψουν την προσοχή τους σε αυτό με σκοπό την εύρεση των στοιχείων που συμβάλλουν στην επίτευξη της συγκεκριμένης ατμόσφαιρας στους λατρευτικούς χώρους. Φυσικά, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο επί του θέματος. Ανέκαθεν, ο άνθρωπος έχει την ανάγκη υλοποίησης και πραγμάτωσης της έννοιας του ‘ιερού’, την ανέγερση κατασκευών οι οποίες θα χαρακτηρίζουν έναν τόπο ως ‘ιερότερο από τον υπόλοιπο κόσμο’, ένα χώρο προσευχής και στην ουσία κοινωνίας του πιστού με το στοιχείο του θείου. Εξ ’ου η δημιουργία αρχιτεκτονημάτων, τα οποία αποκαλούνται ‘ιεροί χώροι’-sacred spaces και τυχαίνουν σεβασμού όχι μόνο από τα μέλη των πιστών, αλλά και από κάθε άνθρωπο. Σε αυτή την εργασία θα γίνει προσπάθεια προσέγγισης του ρόλου της αρχιτεκτονικής στον καθορισμό της ιερότητας στους χώρους λατρείας των γνωστότερων θρησκειών του κόσμου. Η σειρά παράθεσης των θρησκειών επιλέχτηκε με βάση τη μεταξύ τους επιρροή και τη χρονολογία εμφάνισης ιερών αρχιτεκτονημάτων. Έτσι, επιλέγονται κατά σειρά ο Βουδισμός, ο Ινδουισμός, ο Ιουδαϊσμός, ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ. Συγκεκριμένα, θα πραγματοποιηθεί εμβάθυνση στη σημασία των χαράξεων και της διαμόρφωσης των αρχιτεκτονικών ορίων εντός αυτών των χώρων, τα οποία οριοθετούν περιοχές που θεωρούνται μεγαλύτερης ή μικρότερης ιερότητας. Εξαιτίας της ευρείας χρήσης συμβολισμών, η γνώση κάποιων βασικών στοιχείων, αναφορικά με τις θρησκείες που θα ασχοληθούμε, αποτελεί προϋπόθεση για την καλύτερη κατανόηση του θέματος που διερευνάται.
Εικ.1: Η παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ. Διακρίνεται μπροστά και δεξιά το Τείχος των Δακρίων, ενώ στο βάθος ο Τρούλος/Θόλος στο Βράχο.
9
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
2. ΠΕΡΙΛΗΨΗ_ Μήκος 60, Πλάτος 20, Ύψος 25 (πήχεις): Οι διαστάσεις του Ναού του Σολομώντος, ενός αρχιτεκτονήματος που θεωρείται παραγγελία από τον ίδιο το Θεό και διαδραματίζει καίριο ρόλο στην ανάπτυξη των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας, τόσο διαχρονικώς όσο και διαθρησκευτικώς. Εντούτοις γεννάται το εξής ερώτημα: μπορεί η ιερότητα να περιοριστεί εντός των τριών διαστάσεων; Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη μορφών και κατασκευών, που αποτελούν όρια της ιερότητας σύμφωνα με τα ανθρώπινα δεδομένα, μεταξύ χώρων λατρείας του Βουδισμού, του Ινδουισμού, του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ. Ταυτόχρονα, εξετάζεται η εξέλιξη αυτών των ορίων εντός της κάθε θρησκείας, όπως και οι διάφοροι παραλληλισμοί που πιθανώς υπάρχουν ανάμεσα στις πέντε αυτές θρησκείες. Επιλέγοντας και αναλύοντας ένα αρχιτεκτονικό παράδειγμα-πρότυπο της εκάστοτε θρησκείας, σε συνδυασμό με την ανάλυση αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων μεταγενέστερης εποχής, αποσκοπείται η εμβάθυνση στην καλύτερη κατανόηση της ιερής αρχιτεκτονικής. Γνώμονα αποτελεί η συμβολή των ορίων στον περιορισμό της ιερότητας και την προστασία της από οτιδήποτε θεωρείται βέβηλο. Ως αποτέλεσμα, προκύπτουν οχτώ βασικοί σχεδιαστικοί χειρισμοί, των οποίων η λειτουργία συσχετίζεται με το διαχωρισμό του Ιερού από το βέβηλο, την προετοιμασία για την είσοδο στο Ιερό, το διαχωρισμό των φύλων, την επισήμανση τμημάτων ιδιαίτερης ιερότητας, την προστασία του ιερότερου τμήματος, του οποίου η αξία πηγάζει από το άδυτο ή/και το θυσιαστήριο. Επιπλέον χειρισμό αποτελεί η επικράτηση μυστηριακής ατμόσφαιρας εντός των ιερών χώρων, η οποία τείνει να ‘αγγίξει’ το υπερβατικό στοιχείο μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων. Βεβαίως, δεν παραλείπονται οι κοινωνικές διακρίσεις και η θεοποίηση θνητών (ή και όχι;) ανθρώπων. Οι παραπάνω παρατηρήσεις παρέχουν μία ποικιλία πληροφοριών και συμπερασμάτων, καθιστώντας δυνατότερη την επισήμανση της ιδανικής θέσης του αρχιτέκτονα απέναντι στην έννοια του ορίου, όχι μόνο κατά το σχεδιασμό αρχιτεκτονικών χώρων θρησκευτικής αξίας, αλλά και σε κάθε έργο του, ώστε η αρχιτεκτονική να αποτελεί βίωμα και το αρχιτεκτόνημα ‘ιερό χώρο’.
Εικ.2: Το προσκύνημα στο Γάγγη, στην ιερή πόλη Βαρανάσι, της Ινδίας. Ινδουισμός.
11
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
3. ΕΙΣΑΓΩΓΗ_ ‘Πνέυμα ο Θεός…’1 Η έννοια των ‘ιερών χώρων’ έχει συχνά θεωρηθεί ότι προσδιορίζει κάτι άυλο και όχι απαραίτητα έναν υλικό κλειστό ή οριοθετημένο χώρο, όπως υπάρχει στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων. Επομένως, διαφέρει από την έννοια του ‘ιερού τόπου’ και η ιερότητα δεν μπορεί να περιοριστεί στην ύλη και την τρισδιάστατη πραγματικότητα που η τελευταία ορίζει2. Οι λέξεις ‘ιερό’ και ‘θείο’ πολλές φορές ταυτίζονται, μιας και η πρώτη αποτελεί την ανώτατη πνευματική κατάσταση, στην οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί να επέλθει απολύτως, τη θεϊκή κατάσταση. Σύμφωνα με την προσέγγιση του ιστορικού των θρησκειών Mircea Eliade, πάνω στις θεωρήσεις του οποίου βασίζονται οι περισσότεροι ερευνητές ιερών χώρων: ‘Το Ιερό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από το Βέβηλο. Επομένως, δεν ανήκει στον ακάθαρτο αυτό κόσμο, προέρχεται από κάπου αλλού, τον υπερβαίνει…’3. Με βάση την παραπάνω εξήγηση, στην παρούσα έρευνα το ιερό θα ταυτιστεί με το υπερβατικό, δηλαδή το θείο. Σε κάθε θρησκεία χρησιμοποιείται πολύ συχνά ο όρος του ‘κέντρου του κόσμου’4. Το σημείο αυτό διαπερνά ένας νοητός άξονας, γνωστός με το όνομα axis mundi5, ο οποίος αποτελεί τη μοναδική σύνδεση που ενώνει τον κόσμο που ζούμε με το Θεό/θεούς ή την τέλεια πνευματική κατάσταση. Για τον Eliade, το κέντρο του κόσμου θεωρείται Τόπος, περιμετρικά του οποίου οι άνθρωποι αναπτύσσουν ένα μικρό σύμπαν που περιλαμβάνει τον εαυτό τους και τον κοντινό περίγυρο, την Οικία, η οποία δημιουργεί εξωτερικά από αυτήν έναν κοσμικό κύκλο. Ο τελευταίος κύκλος ορίζεται ως Σύμπαν. Οι ιεροί τόποι είναι τα σημεία – τοποθεσίες όπου το κέντρο του κόσμου, η Οικία και το Σύμπαν συνυπάρχουν. ‘…όλα τα Σύμπαντα διατηρούν ένα άνοιγμα…ούτως ή άλλως, το Σύμπαν που κατοικούμε – το σώμα, η Οικία, η επικράτεια, ο κόσμος – συνδέεται με ένα υψηλότερο επίπεδο, το οποίο υπερέχει.’6 Έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι τείνουν να επιλέγουν λόφους ή βουνά ως κέντρο του κόσμου. Για παράδειγμα, οι Ιουδαίοι7 θεωρούν την Ιερουσαλήμ (εικ.1) αναπαράσταση της ‘ουράνιας Ιερουσαλήμ του Θεού’, με κέντρο το Ναό της Ιερουσαλήμ / Σολομώντος (εικ.5) 1 Ιω., δ’, στ. 5-42. 2 Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces, σσ. 7. 3 Eliade, M. (1997). Symbolism, the Sacred and the Arts. London: Bloomsbury Publishing PLC.σσ. 107–124. 4 Eliade, M. (1959). The Sacred and the Profane. The Nature of Religion. New York., σσ. 21. 5 Eliade, M. (1996). Patterns in Comparative Religion. Nebraska: University of Nebraska Press., σσ. 370. 6 Eliade, M. (1997). Symbolism, the Sacred and the Arts. London: Bloomsbury Publishing PLC.σ. 107–124. 7 Ιουδαϊσμός_Ίδρυση: Αρχή του κόσμου. Πρώτος που κήρυξε το μονοθεϊσμό στον Ιουδαϊσμό, καθιστώντας τον επίσημα θρησκεία: Αβραάμ (περ. 1800 π.Χ.). Για περισσότερες πληροφορίες: Britannica / Judaism. Εικ.3: Το Μέγα Τζαμί στη Μέκκα. Ισλάμ.
13
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
και την Κιβωτό της Διαθήκης8 (εικ.6). Για τους Χριστιανούς9 ‘κέντρο του κόσμου’ αποτελεί ο ναός της Αναστάσεως με τον Πανάγιο Τάφο (εικ.4) και το λόφο του Γολγοθά10(εικ.8), οι Μουσουλμάνοι11 έχουν τον Ιερό Βράχο Kaaba12 (εικ.3, 7) στην ιερή πόλη Μέκκα (Makkah), ενώ το βουνό Kailash (εικ.11) θεωρείται ιερό στον Ινδουισμό13 και το Βουδισμό14. Εν ολίγοις, η έννοια του ‘ιερού χώρου’ όπως και της οριοθέτησής του είναι πολύ γενική. Μπορεί να συμπεριλάβει και παραδείγματα που δεν περιορίζονται χωρικά με σαφήνεια. Για το λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτητος ο προσδιορισμός της οπτικής γωνίας υπό την οποία θα προσεγγιστεί ο ‘ιερός χώρος’, τα χαρακτηριστικά που τον διέπουν, αλλά και οι προϋποθέσεις που αυτός θα πληροί σε κάθε αναφορά του στην παρούσα εργασία. Ένα άλλο κρίσιμο θέμα, που αφορά στο ιερό και την προσπάθεια οριοθέτησής του εντός των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας, είναι ο λόγος θεοποίησης προσώπων, και κατά συνέπεια η ιεροποίηση αντικειμένων και χώρων που συσχετίζονται με τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Με τον όρο θεοποίηση αναφερόμαστε στην αναγωγή ενός ατόμου στο ανώτατο επίπεδο ιερότητας. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα κίνητρα, τα οποία οδηγούν στην παραπάνω κατάσταση. Εξαιτίας αυτών των γεγονότων, προέκυψαν ιδιαίτερα περίτεχνες αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις. Πολυάριθμα ιστορικά παραδείγματα μπορούν να στηρίξουν τη διατύπωση αυτού του ερωτήματος. Εδώ θα αναφερθούμε επιλεκτικά σε ορισμένα. Ξεκινώντας από τις αρχαίες θρησκείες, εξέχουσα θέση διακατείχαν πάντοτε οι βασιλείς και γενικώς τα μέλη των ανώτερων κοινωνικών τάξεων, όπως και οι δωρητές της κατασκευής του χώρου λατρείας. Στον Ιουδαϊσμό, ο βασιλιάς Σολομών θεωρείται ο εκλεκτός του Θεού
Εικ.4: Εσωτερική άποψη του τμήματος του Ναού της Αναστάσεως με τον Πανάγιο Τάφο, Ιεροσόλυμα. Χριστιανισμός. Εικ.5: Τρισδιάστατο Μοντέλο αναπαράστασης της πιθανότερης μορφής του δεύτερου Ναού της Ιερουσαλήμ. Ιουδαϊσμός.
14
8 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions, σσ. 139. 9 Χριστιανισμός_Ίδρυση: Αποτελεί εξέλιξη του Ιουδαϊσμού. Ιδρυτής: Ιησούς Χριστός. Για περισσότερες πληροφορίες: britannica / Christianity 10 Kühnel, B. (1996). The Real and Ideal Jerusalem in Jewish, Christian and Islamic Art. Fifth International Seminar of the Center for Jewish Art (pp. 603-610). Jerusalem: Hebrew University of Jerusalem, σσ. 603–610. 11 Ισλάμ_Ίδρυση: περ. 7ος αι. μ.Χ.. Ιδρυτής: Προφήτης Μωάμεθ (περ. 570–632 μ.Χ.). Για περισσότερες πληροφορίες: britannica / Islam. َ ْ 12 Σύμφωνα με τον ορισμό της Wikipedia: Kaaba (Arabic: ةَبعكْلٱ, romanized: al-Kaʿbah, lit. ‘The Cube’, Arabic pronunciation: [kaʕ.bah]). Το μνημείο αυτό βρίσκεται στην τοποθεσία που θεωρείται ότι ο Ibrahim (Αβραάμ) και ο γυιος του Ισμαήλ είχαν κατασκευάσει, σε ανάμνηση της προστασίας που προσέφερε ο Αλλάχ στον Ισμαήλ και τη μητέρα του Άγαρ, όταν τους είχε αφήσει εκεί ο Αβραάμ. 13 Ινδουισμός_Ίδρυση: περίπου το 1700 π.Χ., ωστόσο ονομάζεται η πιο αρχαία θρησκεία του κόσμου (Fowler, Gellman & Hartman, Stevens). Ιδρυτής: ινδικός λαός. Για περισσότερες πληροφορίες: britannica / Hinduism 14 Βουδισμός_Ίδρυση: περ. 600 π.Χ. Ιδρυτής: Siddhārtha Gautama (Βούδας). Για περισσότερες πληροφορίες: Britannica / Buddhism.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
για την ανέγερση του μοναδικού Ναού, γι’ αυτό το λόγο παίρνει και το όνομά του, παρ’ όλο που τα σχέδια και οι λεπτομέρειες είχαν γίνει από τον πατέρα του, βασιλιά Δαυίδ15. ‘…πάντα ἐν γραφῇ χειρὸς Κυρίου ἔδωκε Δαυὶδ Σαλωμὼν κατὰ τὴν περιγενηθεῖσαν αὐτῷ σύνεσιν τῆς κατεργασίας τοῦ παραδείγματος…’16 Επομένως, ο Σολομών θεοποιήθηκε εξ’ αιτίας αυτής της ιεροφάνειας, την οποία βίωσε. Άρα, η εμφάνιση του Θεού ή γενικώς του υπερβατικού στοιχείου σε όραμα σε κάποιον άνθρωπο, μπορεί να τον καταστήσει κληρονόμο του, και επομένως να τον θεοποιήσει στα μάτια των πιστών. Άλλο ένα παράδειγμα θεοποίησης προσώπου και συγκεκριμένα του ιδρυτή μιας θρησκείας, είναι ο Προφήτης Μωάμεθ, στο Ισλάμ. Με βάση την προσωπική του μαρτυρία, θεωρείται προφήτης και δέκτης της αποκάλυψης του λόγου του Αλλάχ17 μέσω του αρχαγγέλου Γαβριήλ για τη συγγραφή του ιερού βιβλίου του Κορανίου18, πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε η θρησκεία. Το Κοράνι θεωρείται θεόπνευστο. ‘… Αυτή είναι μια αληθινή υπόσχεση από τον ΑΛΛΑΧ που αναφέρεται στο Νόμο (τη Βίβλο), στο Ευαγγέλιο και στο Κοράνιο …’19. Ο Προφήτης Μωάμεθ είναι ο τελευταίος προφήτης του Ισλάμ και η διαδρομή που ακολούθησε στα ταξίδια της ζωής του, όπως και οι πόλεις Μέκκα και Μεδίνα όπου έδρασε, θεωρούνται ιερά προσκυνήματα. Όσον αφορά το Χριστιανισμό, αναφέρεται μέσα στο βιβλίο της Καινής Διαθήκης το περιστατικό της συνάντησης του Ιησού Χριστού με μια γυναίκα Σαμαρείτιδα, δίπλα σε ένα πηγάδι, όπου γίνεται η πρώτη αναφορά στην έννοια του ιερού χώρου. Μέσα από αυτό το απόσπασμα, που θα εξεταστεί καλύτερα σε επόμενο κεφάλαιο, φαίνεται ότι στη χριστιανική πίστη δεν είναι αναγκαία για το Θεό η ύπαρξη ειδικά διαμορφωμένου αρχιτεκτονικού χώρου με σκοπό τη λατρεία του. Ωστόσο, κυρίως μετά το διάταγμα των Μεδιολάνων20 και την επικράτηση ανεξιθρησκίας στο Βυζάντιο, παρατηρούμε την ανέγερση μεγαλόπρεπων οικοδομημάτων, των οποίων οι ιδρυτές συχνά αγιοποιήθηκαν και κατείχαν ξεχωριστή θέση εντός της Εκκλησίας. Ο Ιουστινιανός, εμπνευστής 15 Στο κεφ. 28 του Α’ βιβλίου των Παραλειπομένων της Παλαιάς Διαθήκης περιγράφονται ακριβώς οι οδηγίες του Δαβίδ για την ανοικοδόμηση του Ναού. 16 Α’ Παραλ., 28, στ. 19. 17 Αλλάχ (ο Θεός), Αραβικά: ١ّهَلل, Λατινικά: Allāh, Πηγη: Wikipedia. َ ُ 18 Qurʾān, (Αραβικά: نآرقْلأ ,“Απαγγελία”), Πηγή: Encyclopedia Britannica. 19Κοράνι, 9:111. 20 313 μ. Χ. από το Μέγα Κωνσταντίνο και τον Αύγουστο Λικίνιο.
Εικ.6: Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση της Κιβωτού της Διαθήκης. Ιουδαϊσμός. Εικ.7: Ο Ιερός Κύβος Kaaba, Μέκκα, Σαουδική Αραβία. Ισλάμ.
15
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
του Ναού της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, παρουσιάζεται με τη γυναίκα του Θεοδώρα, στα ψηφιδωτά του Αγ. Βιταλίου στη Ραβέννα φορώντας φωτοστέφανο και κρατώντας δώρα όπως οι Μάγοι (εικ.9, 10). Η συνήθεια κατασκευής εκκλησιών και ιερών προσκυνημάτων για την πραγματοποίηση χριστιανικών τελετών έχει διατηρηθεί μέχρι και τις μέρες μας. Αποδεικνύεται ότι υπάρχει μία μεγάλη σειρά παραδειγμάτων όπου γίνεται θεοποίηση σημαντικών ιστορικών προσώπων και ιεροποίηση αντικειμένων και τοποθεσιών που σχετίζονται με αυτά, άλλες φορές μέσω του λόγου του Θεού (ιερά βιβλία) κι άλλες όχι. Οι ανθρώπινες αισθήσεις έχουν επηρεάσει ιδιαίτερα την αρχιτεκτονική ιερών χώρων, κάτι που συνδέεται άμεσα με τις παραδόσεις και τον πολιτισμό της κάθε θρησκείας και των διάφορων τόπων. Αν και σε καμία θρησκεία το στοιχείο του υπερβατικού δεν εμφανίζεται αυτοπροσώπως ανάμεσα στους πιστούς, κι έτσι η αίσθηση της όρασης και της αφής διεγείρονται κυρίως λόγω της απουσίας ερεθισμάτων, η ‘αίσθηση του ιερού /υπερβατικού’ προκαλείται μέσω άλλων χειρισμών. Το φως είναι η κοντινότερη αποκάλυψη της θείας επιφάνειας, γι’ αυτό και οι αρχιτεκτονικοί χειρισμοί του σε χώρους λατρείας είναι ειδικά προσεγμένοι και αξιοθαύμαστοι (εικ.13, 15). Μυστηριακό κλίμα μπορεί να δημιουργηθεί μέσω απόκρυψης των διαδραματιζομένων τελετών πίσω από πετάσματα ή τοίχους, με μόνο στοιχείο ύπαρξής τους τον ήχο, ο οποίος διεγείρει την αίσθηση της ακοής. Πολλές φορές, γίνεται αναφορά στο θείο στοιχείο ως ‘η φωνή’21. Ένας άλλος τρόπος μαρτυρίας της παρουσίας του Θεού σε έναν χώρο είναι η σύνδεσή του με κάποιο άρωμα (εικ.14, 15), το οποίο εισπνέει ο πιστός και, καθώς ο όσφρηση συνδέεται άρρηκτα με τη μνήμη, συνδυάζεται αυτή η μυρωδιά με το ιερό στοιχείο. Εικ.8: Το παρεκκλήσι του Γολγοθά, Ναός της Αναστάσεως, Ιεροσόλυμα. Χριστιανισμός. Εικ.9: Αναπαράσταση σε ψηφιδωτό, του Ιουστινιανού και της συνοδείας του. Διακρίνεται στο κέντρο ο Ιουστινιανός με φωτοστέφανο. Αγ. Βιτάλιος, Ραβέννα.
16
Έτσι, έχει προκύψει η ανέγερση θρησκευτικών μνημείων και χώρων θρησκευτικής λατρείας. Στην παρούσα εργασία, θα ασχοληθούμε με την έννοια του υλικού ιερού χώρου, ο οποίος περιορίζεται από κάποια αρχιτεκτονική κατασκευή. Θα αναλυθούν τα όρια των αντιπροσωπευτικότερων δειγμάτων ιερής αρχιτεκτονικής των πέντε σημερινών επικρατέστερων θρησκειών, για τα οποία υπάρχουν γραπτές πηγές της εποχής ίδρυσής τους. Συγκεκριμένα, ως πρότυπα δείγματα ιερής αρχιτεκτονικής του Βουδισμού, του Ινδουισμού, του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ, θεωρούμε στην παρούσα εργασία τις Σπηλιές Bhaja, το ναό Mundeshwari, το Ναό του Σολομώντος, 21 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS., σσ. 137.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
την εκκλησία της Παναγίας Αχειροποιήτου και το Μέγα Τζαμί στη Μέκκα, αντίστοιχα. Ένα ιδιαίτερο στοιχείο τους, που αν και είναι φανερό συνήθως δεν γίνεται αντιληπτό, είναι η σημασία των ονομασιών των διάφορων τμημάτων που υπάρχουν σε αυτούς τους χώρους. Αναλύοντας συνοπτικά τη χωρική οργάνωση στα αντιπροσωπευτικότερα παραδείγματα ‘ιερής αρχιτεκτονικής’, ώστε να κατανοήσουμε το ρόλο τους εντός των κτηρίων, και ερευνώντας την μετεξέλιξή τους σε απλούστερα παραδείγματα, θα μπορέσουμε να καταλάβουμε ότι η οριοθέτησή τους και η ονομασία τους κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, σχετικά με την αίσθηση του ιερού. Όλα τα παραπάνω αποτελούν δείγματα ανθρώπινης προσπάθειας για οριοθέτηση της ιερότητας, παρόλο που στην πλειοψηφία δεν προέρχονται από θεϊκή παράδοση. Μέσω της έρευνας και ανάλυσής τους, στο βαθμό που είναι δυνατόν, εντοπίζονται διάφοροι παραλληλισμοί και επιρροές μεταξύ των θρησκειών. Για το λόγο αυτό, θα επιχειρήσουμε συγκριτική παράθεση των υλικών αρχιτεκτονικών ορίων που βρίσκονται στους χώρους λατρείας των θρησκειών που θα μελετήσουμε, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια καλύτερη εικόνα για τη διαμόρφωσή τους και το ρόλο των σχεδιαστικών χειρισμών και χαράξεων εντός αυτών, συνολικά.
Εικ.10: Αναπαράσταση σε ψηφιδωτό, της Θεοδώρας και της συνοδείας της. Διακρίνεται στο κέντρο η Θεοδώρο, με λεπτομέρεια στο ένδυμά της που απεικονίζει τους Μάγους, ενώ η ίδια κρατά τα δώρα. Γύρω από το κεφάλι της διακρίνεται φωτοστέφανο. Αγ. Βιτάλιος, Ραβέννα. Εικ.11: Το Ιερό Βουνό Kailash, Θιβέτ. Ινδουισμός, Βουδισμός.
17
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
4. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ_ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ_ Το θέμα της έρευνας που πραγματεύεται η παρούσα εργασία είναι η διαμόρφωση των ορίων στους χώρους θρησκευτικής τελετουργίας με σκοπό τον ορισμό του χώρου υψηλής ιερότητας, σύμφωνα με τα ανθρώπινα κριτήρια. Το θέμα δεν έχει τύχει εκτενούς ανάλυσης μέχρι σήμερα αν και κατά καιρούς έχουν σημειωθεί στοιχεία σε διάφορες περιπτώσεις κοινωνικών οργανώσεων. Πολυάριθμοι ερευνητές έχουν ασχοληθεί με τις θρησκείες και την έννοια του ιερού, συμπεριλαμβάνοντας τους ιερούς χώρους, οι οποίοι καθορίζονται από κατασκευές μεγάλης ή μικρής αρχιτεκτονικής αξίας. Με το εν λόγω θέμα έχουν ασχοληθεί κυρίως ερευνητές από τα πεδία της θρησκείας, της θεολογίας, της αρχιτεκτονικής, της αρχαιολογίας, της ιστορίας, της τέχνης, της φιλοσοφίας και της κοινωνιολογίας. Παγκοσμίως γνωστός ερευνητής και ιστορικός των θρησκειών είναι ο Ρουμάνος Mircea Eliade, ενώ κατά βάση πηγή στοιχείων των θρησκειών είναι η Encyclopedia of Religions. Βεβαίως, το θέμα υπήρξε αντικείμενο έρευνας και σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Στη συνέχεια παρατίθενται χρονολογικά οι σημαντικότερες από τις βιβλιογραφικές πηγές πάνω στις οποίες βασίστηκε η παρούσα εργασία, με ταυτόχρονη περιγραφή του τρόπου προσέγγισης του ζητούμενου θέματος από τον εκάστοτε ερευνητή, καθώς και σύντομος σχολιασμός. Χρονολογικά, ο πρώτος αρχιτεκτονικά περιορισμένος ιερός χώρος των επικρατέστερων σήμερα θρησκειών είναι ο Ναός του Σολομώντος, ο οποίος χτίστηκε δύο φορές και τελικά κάηκε από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. Στοιχεία για την αρχική μορφή του αντλούμε από τις οδηγίες του Θεού προς τον Δαυίδ, για την κατασκευή του Ναού, στο 17ο κεφάλαιο του Α’ βιβλίου των «Παραλειπομένων» της «Παλαιάς Διαθήκης», καθώς και από το 28ο κεφάλαιο του ίδιου βιβλίου με τις οδηγίες του Δαυίδ προς τον Σολομών, όπως και από το 3ο κεφάλαιο στο «Β’ Παραλειπομένων», όπου περιγράφεται η κατασκευή του πρώτου Ναού από το Σολομών. Την ιστορία των Ιουδαίων και κατ’ επέκταση την ιστορία και περιγραφή των δύο φάσεων του Ναού, παραθέτει ο Ιώσηπος Φλάβιος, ο οποίος έζησε εκείνη την εποχή. Για τη διερεύνηση της μορφής του πρώτου Ναού θα χρησιμοποιήσουμε επίσης στοιχεία της ιουδαϊκής παράδοσης σε σύγκριση με την ιστορία, με βάση τα κείμενα του Ιώσηπου στην «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία»22. Χάρη σε αυτόν διαθέτουμε σήμερα τα πιο παραστατικά στοιχεία για το μοναδικό αυτό αρχιτεκτόνημα, που δεν σώζεται, στο 5ο βιβλίο της συλλογής του με τίτλο «Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου»23. Επιπρόσθετα, στο κεφάλαιο «Middot» του ιερού ιουδαϊκού βιβλίου «Mishnah», το οποίο συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή θρησκευτικών κειμένων με τίτλο «Ταλμούδ», υπάρχουν λεπτομερείς περιγραφές για το λόφο γύρω από το Ναό, όπως και τον ίδιο το δεύτερο Ναό. Στην περίπτωση των χριστιανικών εκκλησιών οι πηγές ξεκινούν με τους «Τέσσερις Λόγους» του Ευσέβιου Καισαρείας, που συγκεντρώνονται στο έργο με τίτλο «Εἰς τὸν βίον τοῦ μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως»24, με θέμα τη βιογραφία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθώς και στην «Εκκλησιαστική Ιστορία»25 που συνέγραψε. Στα παραπάνω συγγράμματα γίνεται σημαντική αναφορά στους ναούς που ανεγέρθηκαν κατά τη διάρκεια βασιλείας του Κωνσταντίνου. Εκτός αυτού, αναφέρονται στοιχεία για την κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την περίοδο, σχετικά με τη θέση που πρέπει να έχουν οι πιστοί απέναντι στη λειτουργική ζωή. Άλλη σημαντική πηγή για την πρωτοβυζαντινή εκκλησιαστική ναοδομία αποτελούν τα συγγράμματα του Γρηγορίου Ναζιανζού «Ἐνύπνιον περὶ τῆς Ἀναστασίας ἐκκλησίας»26 και «Ἐπιτάφιος εἰς τὸν πατέρα»27. Ο Γρηγόριος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την Τριαδική Θεολογία και εξέδωσε πολλά κείμενα, με σκοπό την αποσαφήνιση δογματικών σημείων του Χριστιανισμού. Εντός των περιγραφικών γραπτών του, υπάρχουν παραστατικές αναφορές στη μορφή διάφορων εκκλησιών της εποχής, 22 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η'). 23 Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου, στ. 185-237. 24 Ευσέβιος Καισαρείας. Εἰς τὸν βίον τοῦ μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως (Τόμ. Λόγος Γ'). 25 Ευσέβιος Καισαρείας. ᾿Εκκλησιαστικῆ ἱστορία. 26 Γρηγόριος Νύσσης. Ἐνύπνιον περὶ τῆς Ἀναστασίας ἐκκλησίας. 27 Γρηγόριος Νύσσης. Ἐπιτάφιος εἰς τὸν πατέρα. Εικ.12: Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας. Άγιον Όρος. Χριστιανισμός.
19
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
αν και η ναοδομία δεν αποτελεί το κατ’ εξοχήν αντικείμενο των έργων του. Συγκεκριμένα, αναφέρει στοιχεία για τη δομή της εκκλησίας της Αναστασίας στην Κωνσταντινούπολη, όπως και της εκκλησίας στη Ναζιανζό, όπου επιτελούσε επίσκοπος ο πατέρας του, στο πρώτο και δεύτερο έργο που αναφέρθηκαν αντίστοιχα. Ο ιστορικός Προκόπιος Καισαρείας, συνέγραψε δύο κύρια ιστορικά έργα, εκ των οποίων το ένα με τον τίτλο «Περί Κτισμάτων»28, αναφέρεται στο οικοδομικό έργο του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, απ’ όπου μπορούμε να αντλήσουμε στοιχεία για την ιερή αρχιτεκτονική, στην κορυφή της ακμής του Βυζαντίου. Την ίδια εποχή έζησε και ο ποιητής Παύλος Σιλεντιάριος, μέλος της βασιλικής αυλής ως αξιωματικός του Ιουστινιανού. Παρουσιάζει ποιητικές περιγραφές του μεγαλείου της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη στην «Έκφρασή» του, μία έμμετρη περιγραφή του κτηρίου. Πρόκειται για δύο διακριτά κείμενα: την «Ἔκφρασις ναοῦ Ἁγίας Σοφίας»29 και την «Έκφρασις εἰς τὸν ἄμβωνα του ναού της Αγ. Σοφίας»30. Για την εκκλησιαστική και μοναστηριακή αρχιτεκτονική του Βυζαντίου αποτελεί παράδειγμα η Μονή της Χώρας, την οποία επιμελήθηκε ο Θεόδωρος Μετοχίτης. Έχει γράψει πλήθος έργων, αφήνοντας μεγάλη φιλοσοφική κληρονομιά, ωστόσο δεν έχει αφήσει κάτι γραπτό με αναφορά στα αρχιτεκτονικά του σχέδια. Στοιχεία γι’ αυτόν και το έργο του γνωρίζουμε από τον μαθητή του Νικηφόρο Γρηγορά, ο οποίος συνέταξε τον επικήδειο λόγο του «Εις μέγαν λογοθέτην Θεόδωρον Μετοχίτην»31. Επιπλέον, λαμβάνουμε στοιχεία για την εκκλησιαστική κατάσταση της ύστερης βυζαντινής περιόδου από τον Συμεών Θεσσαλονίκης, του οποίου τα «Άπαντα»32 δημοσιεύτηκαν από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσίθεο.
Εικ.13: Φως μέσα από καφασωτό παράθυρο. Ισλάμ. Εικ.14: Καύση θυμιάματος. Βουδισμός.
20
28 Προκόπιος ο Καισαρεύς. Περί των του Δεσπότου Ιουστινιανού Κτισμάτων λόγοι έξι. Κωνσταντινούπολη. 29 Από το συγκεκριμένο έργο αντλούμε τα στοιχεία που αφορούν την παρούσα εργασία από την παρακάτω βιβλιογραφία: Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 59-90). Moscow: Indrik. 30 Από το συγκεκριμένο έργο αντλούμε τα στοιχεία που αφορούν την παρούσα εργασία από την παρακάτω βιβλιογραφία: Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 42–43. 31 Από το συγκεκριμένο έργο αντλούμε τα στοιχεία που αφορούν την παρούσα εργασία από την παρακάτω βιβλιογραφία: Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 59-90). Moscow: Indrik. και Gerstel , S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press. 32 Από το συγκεκριμένο έργο αντλούμε τα στοιχεία που αφορούν την παρούσα εργασία από την παρακάτω βιβλιογραφία: Gerstel , S. (2006). Thresholds of the sacred : architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, και βιβλιογραφία Τζήμας,
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ - ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ
Σε αυτά τα έργα συμπεριλαμβάνονται οδηγίες περί της λειτουργικής χριστιανικής ζωής, όπως και ερμηνείες της γενικής οργάνωσης των ναών και του περιεχομένου τους. Με την Αναγέννηση και τη Δυτική χριστιανική ναοδομία ασχολήθηκε ο ιστορικός της τέχνης Erwin Panofsky, σε συνεργασία με τη γυναίκα του Gerda Panofsky-Soegel. Για την παρούσα εργασία κρατούμε τον σχολιασμό του πάνω στο έργο τού Αββά Suger, τον καθεδρικό του St Denis στο Παρίσι, ο οποίος εκδόθηκε με τίτλο «Abbot Suger on the Abbey Church of St. Denis and Its Art Treasures»33. Ένα εύρος το οποίο αφορά σε όλες τις γνωστές θρησκείες που υπήρξαν μέχρι σήμερα, καλύπτει ο ιστορικός θρησκειών και φιλόσοφος Mircea Eliade. Έχει συγγράψει πλήθος έργων περιγράφοντας, αναλύοντας και συγκρίνοντας τα χαρακτηριστικά των θρησκειών. Ωστόσο, θα χρησιμοποιήσουμε πέντε από αυτά34, με θέμα την ιστορία και περιγραφή των θρησκειών, αλλά και το πολυσυζητημένο θέμα της σύγκρισης και προσδιορισμού των εννοιών ‘ιερό και βέβηλο’. Με αφορμή το τελευταίο ζήτημα, ο μαθητής του Ioan Petru Culianu συγγράφει το «Λεξικό των θρησκειών»35, όπου περιγράφει συνοπτικά τα χαρακτηριστικά όλων των γνωστών θρησκειών και θρησκευμάτων, θίγοντας για την καθεμία τη σημασία του ‘ιερού’ και του ‘βέβηλου’. Πάντα με επιρροές από τα συμπεράσματα του Eliade, ο Peter Kidson ερευνά τη μεσαιωνική τέχνη και αρχιτεκτονική. Ειδικότερα, στο έργο του «Panofsky, Suger and St.Denis»36, το οποίο θα χρησιμοποιήσουμε για την ανάλυση του παριζιάνικου καθεδρικού, παραθέτει τις επιρροές του Αββά Suger, σχολιάζοντας τους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς που ο τελευταίος επέλεξε για να ιδρύσει το γοτθικό ρυθμό. Επίσης με τις έννοιες ‘ιερό και βέβηλο’ έχει ασχοληθεί ο Larry Shiner, στο έργο του «Sacred Space, Profane Space, Human Space» 37, προσθέτοντας την έννοια του ανθρώπινου χώρου. Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. 33 Panofsky, E., & Panofsky-Soegel, G. (1979). Princeton University Press. Princeton, USA: Princeton University Press. 34 Eliade, M. (1959). The Sacred and the Profane. The Nature of Religion. New York., Eliade, M. (1982). A History of religious ideas. From Gautama Buddha to the Triumph of Christianity. (Τόμ. 2). Chicago and London: The University of Chicago Press., Eliade, M. (1992). Πραγματεία πάνω στην ιστορία των Θρησκειών. Αθήνα: Ι. Χατζηνικολή. Eliade, M. (1996). Patterns in Comparative Religion. Nebraska: University of Nebraska Press., Eliade, M. (1997). Symbolism, the Sacred and the Arts. London: Bloomsbury Publishing PLC. 35 Couliano, I.-P., & Mircea, E. (2008). Λεξικό των θρησκειών (3η εκδ.). Αθήνα: ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ. 36 Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, σσ. 1-17. 37 Shiner, L. E. (1972). Sacred Space, Profane Space, Human Space. Journal of the American Academy of Religion, σσ. 425-436.
Εικ.15: Φως και θυμίαμα, μέσα από την Ωραία Πύλη του Ιερού Βήματος. Χριστιανισμός.
21
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Ο Αναστάσιος Γιαννουλάτος, θεολόγος και επίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας, έχει ασχοληθεί με τη θρησκειολογία αλλά κατά κύριο λόγο με την ισλαμική θρησκεία. Ωστόσο, στη συλλογή έργων του «Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού»38, το οποίο συμβουλευθήκαμε ως βιβλιογραφία, εξηγούνται διάφοροι θρησκευτικοί όροι, περιγράφονται συνοπτικά οι επικρατέστερες θρησκείες και θρησκεύματα, ενώ γίνεται σύγκριση κάποιων από αυτές. Η περιεκτική τοποθέτησή του κάνει πιο καθαρό το τοπίο γύρω από τη σχέση μεταξύ των αρχιτεκτονημάτων κάθε θρησκείας. Τη σύγκριση της θέσης του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ απέναντι στη σημασία της Ιερουσαλήμ και του ιερού χώρου επιχειρεί και η ιστορικός τέχνης Bianca Kühnel, στο έργο «The Real and Ideal Jerusalem in Jewish, Christian and Islamic Art»39. H Sharon E. J. Gerstel έχει επιμεληθεί συλλογή ερευνών ξένων και Ελλήνων ερευνητών, με τίτλο «Thresholds of the Sacred »40, όπου παρουσιάζονται και επεξηγούνται τόσο αρχιτεκτονικά όσο και συμβολικά τα όρια εντός ιουδαϊκών και χριστιανικών χώρων θρησκευτικής τελετουργίας. Όσον αφορά κυρίως την οργάνωση των χριστιανικών ορθόδοξων χώρων με βάση τη λειτουργική ζωή, χρησιμοποιούνται το «Αγιορείτικον Τυπικόν»41 και το έργο του Κωνσταντίνου Καλλινίκου, «Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ»42. Με το θέμα των ιερών χώρων, κυρίως της βυζαντινής περιόδου, έχουν ασχοληθεί από αρχιτεκτονικής και αρχαιολογικής σκοπιάς και οι Ιάκωβος Ποταμιάνος και Αναστάσιος Τάντσης. Κάποια από τα έργα τους που χρησιμοποιούνται ως βιβλιογραφία στην παρούσα εργασία είναι «Το Φως στην Βυζαντινή Εκκλησία»43 και «Το Υπερώο στη Βυζαντινή Ναοδομία»44, του πρώτου και του δεύτερου αντίστοιχα. Για την εκκλησιαστική και μοναστηριακή αρχιτεκτονική αντλούμε κάποιες γενικότερες πληροφορίες και από τη μελέτη του Σωτήριου Τζήμα, «Αρχιτεκτονική: εκκλησιαστική και μοναστηριακή / Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου Μεταμορφώσεως του Σωτήρος»45. Στην Encyclopaedia of Religions, από όπου παίρνουμε πληροφορίες για τις επικρατέστερες θρησκείες, για το Χριστιανισμό έχει συγγράψει ο θεολόγος Colin Gunton46. Στην ίδια εγκυκλοπαίδεια, με το κομμάτι του Ισλάμ ασχολείται ο θρησκευτικός μελετητής Peter Antes47, ενώ με τον Ιουδαϊσμό ο Robert L. Cohn48. Μεγάλο έργο σχετικά με την ιουδαϊκή προσέγγιση της έννοιας του ιερού χώρου, έχει κάνει ο ραββίνος και θεολόγος του Μεταρρυθμιστικού Ιουδαϊσμού Lawrence Kushner στο σύγγραμμά του «This VERY PLACE»49. Για το ίδιο θέμα, και πιο συγκεκριμένα για τη σημασία της όσφρησης και του αρώματος στην ιουδαϊκή τελετουργία, έχει γράψει η Margaret Barker στο «Fragrance in the making of sacred space. Jewish temple paradigms of Christian worship»50. Οι Zali Gurevitch και Aran Gideon, θεολόγοι με ειδίκευση πάνω στον Ιουδαϊσμό, σχολιάζουν την έννοια του ιουδαϊκού ιερού χώρου πάνω σε έργα του Eliade, στο «Never in Place: Eliade and Judaic Sacred Space»51. Σχετικά με την έννοια του χώρου στο Βυζάντιο έχει ασχοληθεί ο Paul Magdalino σε συνεργασία με την Ruth Macrides, εξηγώντας τα ποιήματα του Παύλου Σιλεντιάριου52, όπως και ο Ρώσος ιστορι38 Γιαννουλάτος, Αναστάσιος (Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας). (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας. 39 Kühnel, B. (1996). The Real and Ideal Jerusalem in Jewish, Christian and Islamic Art. Fifth International Seminar of the Center for Jewish Art (σσ. 603-610). Jerusalem: Hebrew University of Jerusalem. 40 Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press. 41 Συνοδεία Χρυσοστόμου Ιερομονάχου. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη. 42 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο. 43 Ποταμιάνος, Ι. (2000). Το φως στη βυζαντινή εκκλησία. Θεσσαλονίκη: University Studio Press. 44 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη. 45 Τζήμας, Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. 46 Gunton, C. (1988). Christianity among the Religions in the “Encyclopedia of Religion”. Religious Studies. Cambridge University Press. 47 Antes, P. (1990). Islam in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, σσ.403-411. 48 Cohn, R. L. (1990). Judaism in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, 70, 392-402. 49 Kushner, L. (2016). This VERY PLACE. Στο L. Kushner, God Was in This Place and I, I Did Not Know: Finding Self, Spirituality and Ultimate Meaning (The Kushner Series) (σσ. 33-43). Woodstock, Vermont: Jewish Lights Publishing. 50 Barker, M. (2004). Fragrance in the making of sacred space. Jewish temple paradigms of Christian worship. Sacred (σσ. 66-72). Moscow: Research Centre for Eastern Christian Culture. 51 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions (σσ. 135-152). EHESS. 52 Macrides, R., & Magdalino, P. (1988). The architecture of ekphrasis: construction and context of Paul the Silentiary’s poem on Hagia Sophia. (σσ. 47 - 82).
22
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ - ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ
κός της τέχνης και βυζαντινολόγος Aleksey Lidov53. Ο τελευταίος έχει δημοσιεύσει δύο ερευνητικές συλλογές με τίτλο «Hierotopy» και «spatial icon». Οι δύο αυτοί τίτλοι έχουν καταστεί θεολογικές έννοιες, πάνω στις οποίες προσθέτουν τα αποτελέσματα της δουλειάς τους οι Nicoletta Isar54 και Leonid Beliaev55. Για τη Θιβετιανή ιερή αρχιτεκτονική παρουσιάζει σημαντικά στοιχεία η Diana Lange στο ψηφιακό περιοδικό «The Rubin» του ομώνυμου μουσείου τέχνης των Ιμαλαΐων. Συγκεκριμένα, στο άρθρο της «There’s More Than Meets the Eye with These Maps of Tibet»56 παρουσιάζει χειρόγραφους χάρτες του θιβετιανού βουδιστικού μοναστηριού Samyé, από τους οποίους θα αντλήσουμε στοιχεία για την αρχιτεκτονική οργάνωση του θιβετιανού μοναστηριού. Επίσης, σημαντικές πληροφορίες για τη βουδιστική αρχιτεκτονική αντλούμε από έγγραφα της ινδικής εφορείας αρχαιοτήτων57. Οι Ahir D. C.58, Coomaraswamy A.59, Fergusson J., & Burgess J.60 και Μitra D.61 μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά της βουδιστικής αρχιτεκτονικής και ιστορίας, όπως και στοιχεία αναλύσεων διάφορων βουδιστικών ιερών αρχιτεκτονημάτων. Στα έργα τους περιγράφονται οι χαρακτηριστικότερες αρχιτεκτονικές μορφές του Βουδισμού, καθώς και η εξέλιξή τους με την πάροδο των χρόνων. Από τις συγκεκριμένη βιβλιογραφία παίρνουμε πολλά στοιχεία για τις Σπηλιές Bhaja, αρχιτεκτονικό παράδειγμα του Βουδισμό, το οποίο θα χρησιμοποιήσουμε ως πρότυπο βουδιστικής ιερής αρχιτεκτονικής. Ιδιαίτερα πολλές πληροφορίες υπάρχουν στα λήμματα «Temple»62 και «Monastery»63 της Encyclopaedia Britannica, όπου με ιστορική σειρά αναλύονται σχετικά επιγραμματικά οι διάφορες φάσεις των ναών και μοναστηριών της κάθε θρησκείας. Βασικό εργαλείο μεθοδολογίας στην επιλογή βιβλιογραφίας αποτέλεσε η έρευνα, μέσω λεπτομερούς αναζήτησης και ανάλυσης βιβλιογραφίας και πηγών που αφορούν στο επιλεγμένο θέμα. Λέξεις όπως: ιερός-sacred και βέβηλος-profane, θρησκευτική αρχιτεκτονική-religious architecture, ιεροί χώροι-sacred spaces, (αρχιτεκτονικά) όρια-architectural limits, θα αποτελέσουν κλειδιά στην αναζήτηση υλικού. Το θέμα όπως ακριβώς μελετάται δεν έχει μεγάλο αριθμό προϋπαρχόντων ερευνών, αλλά εμπεριέχεται σε βιβλία και έρευνες που σχετίζονται με τη θρησκειολογία και τη θρησκευτική αρχιτεκτονική. Η επιλογή της βιβλιογραφίας βασίστηκε τόσο στην ανάγκη ερμηνείας του όρου ‘ιερός χώρος’, όσο και στη σχέση με τον τομέα της αρχιτεκτονικής δημιουργίας. Εξαιτίας της ευρύτητας του θέματος, η έρευνα περιορίζεται στην επιλογή ιερών χώρων με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον από τις πέντε επικρατέστερες θρησκείες της εποχής μας, οι οποίοι έχουν οριοθετηθεί με τη βοήθεια διαφόρων κατασκευών και θεωρούνται πρότυπα σχεδιασμού, καθώς γι' αυτούς σώζονται γραπτά και έγκυρα στοιχεία – πηγές. BMGS. 53 Lidov, A. (2004). The Flying Hodegetria. The Miraculous Icon as Bearer of Sacred Space. Στο G. Wolf, & E. Thunoe, The Miraculous Image in the Late Middle Ages and Renaissance (σσ. 291-321). Rome., Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred space as a form of creativity and subject of cultural history. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia. (σσ. 33-58). Moscow: Progress-tradition., Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred spaces as a form of creativity. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia. (σσ. 33-58). Moscow: Progress-tradition., Lidov, A. (2012). A Byzantine Jerusalem.The Imperial Pharos Chapel as the Holy Sepulchre. Στο A. Hoffman, & G. Wolf, Jerusalem as Narrative Space / Erzählraum Jerusalem (σσ. 63-104). Boston: Koninklijke Brill., Lidov, A. (2012). Creating the Sacred Space. Στο A. Lidov, Spazi i percoprsi sacri (σσ. 61-90). Moscow: Institute for World Culture, Lomonosov Moscow State University. 54 Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 59-90). Moscow: Indrik. 55 Beliaev, L. (2008). The Hierotopy of the Orthodox Feast: on the National Traditions in the Making of Sacred Spaces. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 277-284). Moscow: Indrik. 56 Lange, D. (2016, Νοέμβριος 28). There’s More Than Meets the Eye with These Maps of Tibet. The Rubin. 57 5000 Years of Indian Architecture. (1951). New Delhi: The Publications Division, Ministry of Information and Broadcasting, Government of India., Burgess, J., & Bhagvānlal, I. (1881). Inscriptions from the Cave-temples of Western India: With Descriptive Notes &c Volume 10 of Archæological Survey of Western India. Government Central Press., Gosh, A. (1964). Indian Archaeology: A review 1961-62. New Delhi: Archaeological survey of India. 58 Ahir, D. C. (2003). Buddhist sites and shrines in India: history, art, and architecture. Delhi: Sri Sataguru. 59 Coomaraswamy, A. (1916). Buddha and the gospel of Buddhism. New York: G. p. PUTNAM’S SONS. 60 Fergusson, J., & Burgess, J. (1880). The cave temples of India. London: ORDER OF HER MAJESTY’s SECRETARY OF STATE. 61 Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad. 62 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., Zeymal, Sørensen, H., Shatzman, S., Kyung-Ho, Ν., Chang, C., Bruce, A. Loten, H. S., McLeod, M., Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online. 63 Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online.
23
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
5. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ_ Προσδι ο ρι σ μ ός των εν ν οι ών _
‘Κι όταν υποδείξαμε [Ο Αλλάχ εκ μέρους όλων των Μουσουλμάνων] στον Αβραάμ την τοποθεσία του Ιερού Οίκου [Κύβος Kaaba] (λέγοντας): «Μη Μου συνεταιρίζεις κανένα πράγμα στη λατρεία Μου. Αγίασε, τον Οίκο Μου, γι’ αυτούς που τον περιτριγυρίζουν, ή που στέκονται (για να προσευχηθούν), ή που γονυπετούν ή που ενσκύπτουν κάτω (για να προσκυνήσουν).’64 Όπως αναλύσαμε και στην εισαγωγή, η ιερότητα με την κυριολεκτική της έννοια δεν περιορίζεται σε έναν συγκεκριμένο χώρο. Σε πολλές θρησκείες ιερός χώρος θεωρείται καθετί που έχει σχέση με τη φύση και βρίσκεται μακριά από την επιρροή του ανθρώπου. Στην ουσία κάθε ανθρώπινη παρέμβαση που δεν καθοδηγείται από μια ιεροφάνεια, θεωρείται βέβηλη και ανίερη65. Η ιερότητα μπορεί να επανέλθει μόνο μέσω του εξαγνισμού, που επιτυγχάνεται μέσω θυσιών και καταπόνησης του ανθρώπινου σώματος.66 Για παράδειγμα, στον Ινδουισμό όλα τα προσκυνήματα και οι ιεροί αρχιτεκτονικοί χώροι που τα περιβάλλουν βρίσκονται στη φύση, μακριά από την ανθρώπινη δραστηριότητα και σε δυσπρόσιτες τοποθεσίες.67 Στόχο αποτελεί η απελευθέρωση από το βάσανο της μετενσάρκωσης μέσω σωστού τρόπου ζωής, για την επίτευξη της πνευματικής κατάστασης Moksha. ‘…πέρα από αυτό [την Αιωνιότητα που είναι φυλακισμένη στον Εαυτό], τίποτα δεν αξίζει παραπάνω ως γνώση…’68 Δεν υπάρχει συγκεκριμένο ινδουιστικό Ιερό Βιβλίο, αλλά διάφορα γραπτά που αναφέρουν στοιχεία και διδακτικές ιστορίες της ινδουιστικής παράδοσης69. Ως θεοί λατρεύονται τα στοιχεία της φύσης και οι άνθρωποι που κατάφεραν να περάσουν σε Moksha. Υπάρχουν περίπου 33 εκατομμύρια θεότητες, αλλά κυρίως τιμάται το στοιχείο Brahma ως η Αρχή των πάντων, καθώς και οι πέντε θεότητες Śiva, Viṣṇu, Kṛṣṇa, Brahmā και Devī. Επομένως, ιερός τόπος είναι οτιδήποτε φυσικό. Κυρίως λατρεύονται οι πηγές μεγάλων ποταμών καθώς και οι πόλεις που αυτοί περνούν. Οι τρεις ιερότερες πόλεις του Ινδουισμού είναι οι Βαρανάσι με το Γάγγη Ποταμό (εικ.9), Βρινταβάν με το Γιαμούνα, παραπόταμο του Γάγγη, και Αλλαχαμπάντ, όπου πραγματοποιείται η συνάντηση των δύο προηγούμενων ποταμών, καθώς και του μυθικού ποταμού Σαρασβάτι.70 Έτσι γεννάται το ερώτημα: πώς προέκυψε η ανέγερση ιερών αρχιτεκτονημάτων, αφού ιερός χώρος θεωρείται η ίδια η φύση και όχι κάτι τεχνητό; Σε συνέχεια της διδασκαλίας του Ινδουισμού, ο Siddhārtha Gautama, γνωστός ως
64 Κοράνι, 22:26. 65 Shiner, L. E. (1972). Sacred Space, Profane Space, Human Space. Journal of the American Academy of Religion, σσ. 426. 66 Eliade, M. (1959). The Sacred and the Profane. The Nature of Religion. New York., σ. 10., Condren, M. T. (χ.χ.). Sacred Spaces: What Makes Them Sacred? Monmouth College, Communication Studies, σσ.1. 67 Karni Mata Temple, ιεροί βράχοι Sahasralinga. 68 Śvetāśvatara Upaniṣad 1. 12. Μετάφραση από την αγγλική γλώσσα από τη συγγραφέα. 69 Αν και οι διάφοροι ερευνητές θρησκειών τείνουν να μην προσδιορίζουν ινδουιστικά κείμενα ως ιερές γραφές, ο Dominic Goodall συμπεριλαμβάνει σε αυτά τα εξής: Puranas, Itihasa, Vedas, Bhagavad Gita, Agamas, Bhagavata Purana και Yajnavalkya Smriti. Για περισσότερες πληροφορίες: Zaehkner, R. C. (1992). Hindu Scriptures. Penguin Random House, σσ. 1-11. 70 Couliano, I.-P., & Mircea, E. (2008). Λεξικό των θρησκειών (3η εκδ.). Αθήνα: ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ., σσ. 67. Εικ.16: Sanchi stupa ή Μεγάλο stupa. Στο stupa-μαυσωλείο αυτό πιστεύεται ότι φυλάσσονται μερικά από τα λείψανα του Gautama. Sanchi, Ινδία. Βουδισμός.
25
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Βούδας ή Buddha71 και ιδρυτής του Βουδισμού, αναφέρει στα κείμενα των λόγων του, που σώζονται κυρίως στο βιβλίο Tri-piṭaka72 και έχουν παραδοθεί από γενιά σε γενιά, έναν ιδανικό τρόπο ζωής και όχι τη λατρεία ενός Θεού ή θεών, με σκοπό την απελευθέρωση από τον κύκλο της μετενσάρκωσηςsamsara και το συμπαντικό νόμο της πράξης και της συνέπειας-Karma, μέσω της απελευθέρωσης από το σώμα και το πέρασμα στην ανυπαρξία. ‘…Το σώμα είναι βάρος, επειδή είναι ο τόπος του πόνου: οι αισθήσεις, τα αντικείμενα [των αισθήσεων] και η αντίληψη υποφέρουν: η ίδια η ευχαρίστηση υποφέρει, επειδή ακολουθείται από ταλαιπωρία…’73 Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί οπουδήποτε και δεν συσχετίζεται με τον τόπο. Ωστόσο, η επιλογή του σωστού τόπου μπορεί να επιταχύνει αυτή τη διαδικασία. Τα Τρία Στολίδια του Βουδισμού, δηλαδή ο Βούδας, η διδασκαλίαdharma και τα μοναστικά τάγματα-sangha αποτελούν τον πυρήνα της λατρείας. Για το λόγο αυτό, το οροπέδιο του Θιβέτ, ένα μέρος θα λέγαμε ‘χαμένο στη φύση’, με τα περισσότερα βουδιστικά μοναστήρια74 και χώρους εξαγνισμού και φωτισμού, προτιμάται ως ιερός τόπος προσκυνήματος και περισυλλογής.75 Σύμφωνα με την παράδοση, ο Βούδας καθόρισε τοποθεσίες στη φύση ως ιερά προσκυνήματα76, και συνεπώς οι μοναχοί-bhikkhu και οι διδάσκαλοι-lama
Εικ.17: Ο Μεγάλος Βούδας, στο ναό Kōtoku-in, χτισμένος στο φυσικό περιβάλλον του βουνού Taiizan. Kamakura, Ιαπωνία. Βουδισμός. Εικ.18: Η Μονή της Χώρας. Κωνσταντινούπολη, 10771081 μ.Χ..
26
71 Η λέξη Buddha προέρχεται από το Bodhi, που σημαίνει ‘σοφία’ στη σανσκριτική γλώσσα και τη γλώσσα Pali, τη λειτουργική γλώσσα του Ινδουισμού, Βουδισμού και Τζαϊνισμού, η οποία ανήκει στην ινδική παράδοση όπως τα λατινικά για τους λατινογενείς πολιτισμούς και τα αρχαία ελληνικά για τους Έλληνες. Το πραγματικό όνομα του Buddha ήταν Siddhārtha Gautama. Έχει μείνει γνωστός με το όνομα Βούδας, το οποίο στην πραγματικότητα αποτελεί χαρακτηρισμό και προσδιορίζει τον ‘Πεφωτισμένο’, τον ‘Γνώστη’, αυτόν που κατάφερε τη φώτιση Nirvana. 72 Στο Βουδισμό δεν υπάρχει ένα Ιερό Βιβλίο, αλλά η κάθε σχολή έχει το δικό της. Στα περισσότερα αναγράφονται οι συμβουλές του Βούδδα και διάφορων σημαντικών μοναστικών ταγμάτων sangha. Το παλαιότερο βιβλίο είναι τα Tipitaka/Tripitaka, στα οποία εμπεριέχονται τρεις κατηγορίες κειμένων με οδηγίες για τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες, που είχε κατανοήσει ο Βούδας: α) Όλη η ύπαρξη είναι πόνος. Β) Ο πόνος προκαλείται από την εγωιστική επιθυμία. Γ) Αυτή η επιθυμία μπορεί να εξαλειφθεί. Δ) Η εξάλειψη της επιθυμίας μπορεί να επιτευχθεί ακολουθώντας την ευγενή οκτάπτυχη οδό: ορθή κατανόηση, ορθή σκέψη ορθή ομιλία, ορθή πράξη, ορθός βιοπορισμός, ορθή προσπάθεια, ορθή μνήμη, ορθός αυτοβυθισμός. Έτσι επιτυγχάνεται η nirvana, το μακάρι σβήσιμο της υπάρξεως. 73 Aniruddha (15ος αι.), σχολιάζοντας στο Samkhya Sutra Vritt 2.1. Για περισσότερα στοιχεία: Eliade, M. (1982). A History of religious ideas. From Gautama Buddha to the Triumph of Christianity. (Τόμ. 2). Chicago and London: The University of Chicago Press., σσ. 30. 74 Υπήρξαν εποχές όπου το ¼ του πληθυσμού του Θιβέτ ήταν μοναχοί. Για περισσότερες πληροφορίες: Γιαννουλάτος, Αναστάσιος (Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας) (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 209. 75 Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online., σσ. 23–24. 76 Σύμφωνα με τον Βούδδα, ιερά προσκυνήματα θεωρούνται το Λουμπίνι στο Νεπάλ, η γενέτειρά του, η Μπόυντα – γκάγια, ο τόπος του φωτισμού του, η Σάρανατ, στο ήρεμο πάρκο των ελάφων κοντά στο Μπενάρες, στο οποίο κήρυξε για πρώτη φορά, και η Κουσινάρα, όπου τελείωσε η πορεία του και πέρασε στη nirvana. Για περισσότερες πληροφορίες: Γιαννουλάτος, Α. (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 210–216.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
του Βουδισμού προτιμούν να εγκαθίστανται πάντα σε έρημους τόπους στην άγρια φύση, ακολουθώντας το παράδειγμα του Βούδα (εικ.17). Στο τέλος της ζωής του, ζήτησε να ανεγερθεί μαυσωλείο πάνω από τα απομεινάρια του, κάτι που συνεπάγεται στη δημιουργία ιερών κέντρων γύρω από τόπους αποθήκευσης ιερών λειψάνων (εικ.16). Ωστόσο, κι εδώ προκύπτει η απορία για το λόγο δημιουργίας τόσο περίτεχνων βουδιστικών ιερών αρχιτεκτονικών μνημείων. Στον αντίποδα, ιερός χώρος σε πολλά δόγματα μπορεί να είναι ακριβώς ο άνθρωπος – κτίσμα του Θεού - Δημιουργού και οτιδήποτε έχει σχέση με αυτόν, το οποίο εν τέλει καθαγιάζεται. Στον Ιουδαϊσμό, τη βάση της διδαχής διαμορφώνουν οι Δέκα Εντολές, τις οποίες θεωρείται ότι παρέδωσε ο ίδιος ο Θεός – Γιαχβέ77 στο Μωυσή. Ο άνθρωπος τηρώντας τις, καταφέρνει να ικανοποιήσει το Θεό, τον μόνο όντως Όντα, και να γίνει το όργανο μέσω του οποίου θα ακούγεται η Φωνή Του στους ανθρώπους. Ο Θεός αυτοαποκαλείται ‘Τόπος’78, και επομένως είναι η προέλευση και τοποθεσία του ιερού, το οποίο δεν περιορίζεται στα εγκόσμια σύνορα και δεν μπορεί να τοποθετηθεί σε έναν συγκεκριμένο τόπο. Εξαιτίας της συνεχούς μετακίνησης των Εβραίων την εποχή πριν το Χριστό, καθώς ήταν νομάδες, ιεροί χώροι αρχικά θεωρούνταν οι σκηνές79 όπου φυλαγόταν η φορητή ιερή κατασκευή της Κιβωτού της Διαθήκης με τις Πλάκες των Εντολών. Με τη μόνιμη εγκατάσταση του λαού στη Χαναάν – Γη της Επαγγελίας, ο Θεός ζητά από το βασιλιά Δαυίδ την ίδρυση ενός και μόνο Ναού του Πνεύματος του Θεού για την στέγαση της Κιβωτού, τον οποίο όμως κτίζει ο γιος του, Σολομών. Η ιερότητα του Ναού προέρχεται από την Κιβωτό της Διαθήκης και όχι από την τοποθεσία του. Άρα, εδώ η ύπαρξη ενός ιερού χώρου αποτελεί παραγγελία από τον ίδιο το Θεό80. Παρόλα αυτά, ο Θεός βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους και δεν περιορίζεται εντός ενός κτίσματος, του Ναού81. Στα ταλμουδικά κείμενα αναφέρεται ο Ναός ως bet 77 Το Τετραγράμματο όνομα του Θεού. Εβραϊκά ( הוהיΓΧΒΧ). 78 Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το χαρακτηρισμό του Θεού ως ‘Μέρος’ (Makom) στις βιβλικές γραφές: Kushner, L. (2016). This VERY PLACE. Στο L. Kushner, God Was in This Place and I, I Did Not Know: Finding Self, Spirituality and Ultimate Meaning (The Kushner Series) (σσ. 33-43). Woodstock, Vermont: Jewish Lights Publishing. 79 Εξ’ου και η γιορτή της σκηνοπηγίας. 80 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS, σσ. 137. 81 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS, σσ. 140
Εικ.19: Ψηφιδωτό της Παναγίας, στο τμήμα της εισόδδου του Ιερού. Διακρίνεται η επιγραφή: 'Η Χώρα των Αχωρήτου'. Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη. Εικ.20: Ψηφιδωτό του Χριστού, στο τμήμα της εισόδου από το νάρθηκα προς τον κυρίως ναό. Διακρίνεται η επιγραφή: 'Η Χώρα των ζώντων'. Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη.
27
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
bamiqdash, δηλαδή ‘η κατοικία που είναι ιερή’ ή ‘η κατοικία που ξεχωρίζει’82. Ο Χριστιανισμός, μόνος νόμιμος κληρονόμος και τελειοποιητής του Ιουδαϊσμού83, χαρακτηρίζεται από τη Νέα - Καινή Διαθήκη ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο, μέσω του Υιού του Θεού, Ιησού Χριστού. Η έννοια του ιερού χώρου είναι στενά συνδεδεμένη με τον άνθρωπο, καθώς του δίνεται η δυνατότητα της ‘κατά Χάριν θέωσης84, ύστερα από την Ενσάρκωση, Σταύρωση και Ανάσταση του Θεανθρώπου. Παρατηρώντας τα ψηφιδωτά του καθολικού της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη85 (εικ.18), αντιπροσωπευτικού παραδείγματος χριστιανικού ιερού χώρου από τη βυζαντινή εποχή, βλέπουμε ότι γίνεται ευρεία χρήση της λέξης ‘Χώρα’, σχολιάζοντας με αυτόν τον τρόπο την έννοια του ‘χώρου’ στη χριστιανική πίστη. Στο ψηφιδωτό του Ιησού Χριστού στην είσοδο προς το νάρθηκα του καθολικού αναγράφεται ο τίτλος ‘Η Χώρα των Ζώντων’ (εικ.20), θέλοντας να φανεί ότι οι πιστοί κατά την ένωσή τους με το Χριστό μεταβαίνουν στην Αιώνια Ζωή. Στο ψηφιδωτό της εισόδου του Ιερού Βήματος απεικονίζεται η Θεοτόκος με τον Ιησού - βρέφος στην κοιλιά της, όπου υπάρχει η επιγραφή ‘Η Χώρα του Αχωρήτου’ (εικ.19), αναφέροντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το γεγονός της σύλληψης του Ιησού Χριστού από την Παναγία και το πώς ο Θεός, ο οποίος είναι αχώρητος, άπειρος και απεριόριστος, ‘χώρεσε’ υπερφυσικά εντός της Θεοτόκου, κάνοντάς τη Δοχείο του Αχωρήτου και συνεπώς αγιάζοντάς την.86 Ωστόσο, στο ιερό βιβλίο του Χριστιανισμού, την Καινή Διαθήκη, περιγράφεται το παρακάτω περιστατικό από τη ζωή του Χριστού: ‘…[λέει η Σαμαρείτιδα] οἱ πατέρες ἡμῶν [Σαμαρείτες] ἐν τῷ ὄρει τούτῳ [Γαριζείν] προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς [Ιουδαίοι] λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν Εικ.21: Παναγιά των Παρισίων. Παρίσι, 12ος - 14ος αι.. Χριστιανισμός. Εικ.22: Ναός του Σμαραγδένιου Βούδα. Ταϊλάνδη. 15ος αι.. Βουδισμός. Εικ.23: Η Μεγάλη Συναγωγή. Τσεχία, 1859. Ιουδαϊσμός.
28
82 Jastrow, M. (1926). Dictionary of the Targumim, Talmud Babli, Talmud Yerushalmi and Midrashic Literature, σσ. 49. 83 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 8. 84 Γρηγόριος Νύσσης, Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνια, MPG 36, 324, 13. 85 Ο ναός χρονολογείται γύρω στο 1077-81. Χτίστηκε δωρεά της πεθεράς του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού Μαρία Δούκαινα, στη θέση παλαιότερων κτισμάτων που χρονολογούνται τον 6ο και 9ο αιώνα. Σήμερα είναι γνωστός ως Καριγιέ Τζαμί (τουρκ. Kariye Camii ή Kariye Müzesi). 86 Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred : architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 120, Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred spaces as a form of creativity. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia. Moscow: Progress-tradition.Lidov. The Creation of Sacred Spaces as a form of creativity and subject of cultural history., σσ. 8.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. [Εσύ λοιπόν ως προφήτης τι λες για αυτό;] λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί… καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν…’87 Είναι προφανές ότι σύμφωνα με τον Ιησού Χριστό, ιδρυτή και πρόσωπο του Τριαδικού Θεού του Χριστιανισμού, η προσευχή και η λατρεία μπορούν να τελεστούν οπουδήποτε88. Συνεπώς, γιατί έχουν δημιουργηθεί τόσο μεγαλοπρεπείς αρχιτεκτονικοί χώροι θρησκευτικής τελετουργίας; Η ίδια απορία δημιουργείται και για την ύπαρξη των μουσουλμανικών τζαμιών. Στο Ισλάμ89, ιδρυτής του οποίου είναι ο Προφήτης Μωάμεθ, ο Αλλάχ αποτελεί το Θεό – Δημιουργό, ο οποίος κατευθύνει τον κόσμο και καθορίζει τις πράξεις του κάθε ανθρώπου. Ιεροί Χώροι αναφέρονται από τον Μωάμεθ πρώτα ο Ιερός Κύβος Kaaba στη Μέκκα, η Μεδίνα και η Ιερουσαλήμ. Γι’ αυτό το λόγο, κατά την προσευχή τους, οι Μουσουλμάνοι στρέφονται προς αυτούς τους τόπους κατά προτεραιότητα, ενώ δεν χρειάζεται να βρίσκονται σε τζαμί για να προσευχηθούν. Η απάντηση στο λόγο δημιουργίας ‘ιερής’ αρχιτεκτονικής και χώρων θρησκευτικής λατρείας είναι κοινή για κάθε θρησκεία. Σύμφωνα με τον E. Troeltsh η θρησκευτικότητα δεν είναι κάτι το οποίο υπεισέρχεται στον άνθρωπο έξωθεν, αλλά έχει την πηγή της στην εσωτερική δομή της ανθρώπινης συνειδήσεως, στην ύπαρξη εντός αυτής ενός ανώτερου νόμου, που την αναγκάζει να συσχετίζει καθετί το πραγματικό προς μία απόλυτα υφιστάμενη Οντότητα. Παρόλο που στις περισσότερες περιπτώσεις η ανοικοδόμηση ιερών κτισμάτων δεν αποτελεί θεόπνευστο στοιχείο, υπάρχει δηλωμένη η ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργήσει ένα χώρο στον οποίο να αισθάνεται κοινωνός της θείας παρουσίας, με σκοπό να βιώσει το υπέρτατο ή θείο μεγαλείο και να χτίσει έναν Οίκο Ιερότητας, για να προσεγγίσει στο μέγιστο την ανώτατη 87 Ο διάλογος του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα, Ιω., δ’, στ. 5-42. 88 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 4. 89 Η λέξη Ισλάμ προέρχεται από την αραβική λέξη sal›m, που κυριολεκτικά σημαίνει ειρήνη, ενώ θεολογικά ερμηνεύεται ως ‘η πλήρης υποταγή στο Θεό’. Muslim, δηλαδή Μουσουλμάνος, είναι ο υποταγμένος. Για περισσότερες πληροφορίες: Λεξικό των θρησκειών, Eliade, σσ. 168, Γιαννουλάτος, Α. (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 234-236.
Εικ.24: Τζάμα Μασγίντ. Ινδία, 17ος αι. Ισλάμ. Εικ.25: Ναός Vatsala Devi. Νεπάλ, 1696. Ινδουισμός.
29
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
πνευματική κατάσταση.90 Έτσι, προκύπτει η δημιουργία ενός χώρου που εξασφαλίζει τις κατάλληλες προϋποθέσεις και εξυπηρετεί τις προαναφερόμενες ανάγκες, εκφραζόμενη μέσω της φράσης: ‘θέλω εγείρει ναόν’91. Γενικά, με τον όρο ‘ναός’ αναφερόμαστε στην κατοικία του Θεού ή κάποιου στοιχείου του Θεού, όπως η Δόξα Του ή το Όνομά Του92. Στα αγγλικά ο όρος εκφράζεται μέσω της λέξης ‘temple’, που προέρχεται από το ουσιαστικό ‘τέμενος’ του ελληνικού ρήματος ‘τέμνω’. Είναι δηλαδή ένας χώρος, ο οποίος έχει ξεχωριστεί/αποτετμηθεί από τον υπόλοιπο κόσμο προς λατρεία του υπερβατικού στοιχείου.93 Επομένως, ναοί μπορούν να θεωρηθούν οι ιεροί αρχιτεκτονικοί χώροι των Ινδουιστών (εικ.25), των Βουδιστών (εικ.22) αλλά και των περισσότερων αρχαίων θρησκειών, μιας και πιστεύεται ότι το υπερβατικό στοιχείο κατοικεί εντός του ιερού χώρου. Στον Ιουδαϊσμό, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει μόνο ένας Ναός, ενώ άλλοι χώροι, οι επονομαζόμενες συναγωγές, χρησιμοποιούνται για τη συγκέντρωση και ανάγνωση ιερών κειμένων. Παρ’ όλα αυτά, παρουσιάζονται στις συναγωγές αναφορές στο Ναό του Σολομώντα, και κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν αποκλείεται εντελώς η ιερότητά τους (εικ.23). Για τους Χριστιανούς, οι αρχιτεκτονικοί ιεροί χώροι ονομάζονται ναοί ή εκκλησίες, αν και δεν μπορούν να χαρακτηριστούν με ακρίβεια ναοί, σύμφωνα με τη σημασία που δώσαμε παραπάνω (εικ.21). Όντας χώρος ομαδικής προσευχής και τέλεσης των ιερών μυστηρίων παρουσία του Θεού, αποτελούν μια ενδιάμεση κατηγορία, που προέκυψε από την ανάγκη του ανθρώπου για κοινωνία με το Θεό, με επιδράσεις όμως από τον Ιουδαϊσμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ύπαρξη της Αγίας Τράπεζας στο Ιερό των χριστιανικών ναών, γνωστή και ως Ιερό Θυσιαστήριο «διότι επ’ αυτής τελείται η θυσία του Αμνού του Θεού υπέρ πάντων των πιστών, ζώντων και τεθνεώτων94», η οποία παραπέμπει στο μεγάλο βωμό που υπήρχε στην αυλή του Ναού του Σολομώντος για την τέλεση των θυσιών ζώων που προσφέρονταν ως αφιερώματα στο Θεό, καθώς και στο βωμό καύσης του θυμιάματος εσωτερικά του Ιερού. Αυτά τα στοιχεία θα αναλυθούν εκτενέστερα σε επόμενο κεφάλαιο. Στην Αγία Τράπεζα υπάρχουν συνήθως λείψανα αγίων. Ούτως ή άλλως, πάνω στην Αγ. Τράπεζα, επιβάλλεται η ύπαρξη Αντιμηνσίου95 για την τέλεση Θείας Λειτουργίας. Πάνω σε αυτό, είναι συραμμένα Άγια Λείψανα. Συνεπώς, είναι απαραίτητη η τέλεση της Θείας Λειτουργίας πάνω σε κάτι αγιασμένο, όπως λείψανα αγίων ή παλαιότερα με τους διωγμούς των Χριστιανών, πάνω στο σώμα των ίδιων των μαρτύρων ή στους τάφους τους96. Το μουσουλμανικό τζαμί δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ναός, μιας και αποτελεί αποκλειστικά χώρο προσευχής και όχι παρουσίας του Αλλάχ (εικ.24). Είναι ιερός χώρος γιατί ακολουθείται συγκεκριμένη διαδικασία ιεροποίησης και συχνά είναι χτισμένο κοντά/δίπλα/σε άμεση σχέση με τον τάφο ενός ιερού προσώπου ή τα λείψανα κάποιου προφήτη.97 Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω, οδηγούμαστε στο εξής ερώτημα: Υπάρχει ένα βασικό κριτήριο, κοινό σε κάθε θρησκεία, ώστε να θεωρείται ένας χώρος ιερός; Κι αν ναι, ποιο είναι αυτό; Σύμφωνα με τον ιστορικό θρησκειών Mircea Eliade: ‘Κάθε ιερός χώρος συνεπάγεται μιας ιεροφάνειας, μιας εισβολής του ιερού που προκαλεί
30
90 Eliade, M. (1992). Πραγματεία πάνω στην ιστορία των Θρησκειών. Αθήνα: Ι. Χατζηνικολή., σσ. 359. 91 Παράφραση του ‘…ἐγερῶ αὐτόν [τον Ναό συμβολικά, ο Χριστός αναφερόμενος στην Ανάσταση του]…’. Ιω, β’, στ. 19. 92 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS., σσ. 143. 93 Önhan Tunca, E. P. Uphill, Rob Jameson, Georges Roux, F. B. Sear, Adam Hardy, Ye. V. Zeymal’, Henrik H. Sørensen, Nancy Shatzman Steinhardt, Chang Kyung-Ho, Bruce A. Coats, H. Stanley Loten, Madeline McLeod and Norman Bancroft-Hunt, Temple, σσ. 1. 94 Γεωργιάδης, Β. (1990). Επιτομή Λειτουργικής (4η εκδ.). Αθήνα: Ρηγόπουλος., σσ. 22. 95 Λινό ύφασμα που καλύπτει την αγία τράπεζα, πάνω στο οποίο υπάρχει η εικόνα του τάφου του Χριστού. Καθιερώνεται κατά τα εγκαίνια του ναού. 96 Αναγνωστόπουλος, Σ. (2018). Εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία. Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας μέσα από πραγματικά γεγονότα και εμπειρίες άγιων ιερέων, μοναχών και πιστών., σσ. 38 και Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 14-23, 139-151. 97 Couliano, I.-P., & Mircea, E. (2008). Λεξικό των θρησκειών (3η εκδ.). Αθήνα: ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ., σσ. 175.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΙΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
την απόσπαση μιας περιοχής από τον περιβάλλοντα κόσμο και την ποιοτική μετατροπή της.’98 Δηλαδή, ένας χώρος μπορεί να κριθεί ιερός εφόσον έχει επέλθει κάποια θεϊκή αποκάλυψη σε σχέση με αυτόν και τον τόπο που βρίσκεται. Το γεγονός αυτό ονομάζεται ιεροφάνεια. Για να γίνει καλύτερα κατανοητός ο όρος, θα χρησιμοποιηθεί ένα παράδειγμα ορισμού ιερού χώρου με βάση μια ιεροφάνεια, μέσα από τη Βίβλο. ‘…καὶ ἀπήντησε τόπῳ[ο Ιακώβ] καὶ ἐκοιμήθῃ ἐκεῖ · ἔδυ γὰρ ὁ ἥλιος· καὶ ἔλαβεν ἀπὸ αυτός ῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ καὶ ἐκοιμήθη ἐν αυτός ῷ τόπῳ ἐκείνῳ. καὶ ἐνυπνιάσθη, καὶ ἰδοὺ κλίμαξ ἐστηριγμένη ἐν αυτός ῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς αυτός ὸν οὐρανόν, καὶ οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καὶ κατέβαινον ἐπ᾿ αὐ αυτός ῆς. ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ᾿ αὐ αυτός ῆς καὶ εἶπεν· ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς Ἁβραὰμ τοῦ πατρός σου, καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαάκ· μὴ φοβοῦ·… καὶ ἐξηγέρθη Ἰακὼβ ἐκ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ καὶ εἶπεν· ὅτι ἔστι Κύριος ἐν αυτός ῷ τόπῳ τούτῳ, ἐγὼ δὲ οὐκ ᾔδειν. καὶ ἐφοβήθη καὶ εἶπεν· ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος· οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾿ ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ. καὶ ἀνέστη Ἰακὼβ αυτός ὸ πρωΐ καὶ ἔλαβε αυτός ὸν λίθον, ὃν ὑπέθηκεν ἐκεῖ πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ ἔστησεν αὐ αυτός ὸν στήλην καὶ ἐπέχεεν ἔλαιον ἐπὶ αυτός ὸ ἄκρον αὐ αυτός ῆς. καὶ ἐκάλεσε αυτός ὸ ὄνομα τοῦ τόπου ἐκείνου Οἶκος Θεοῦ·…’99 Συμπεραίνουμε ότι εξαιτίας του ονείρου (ιεροφάνεια) που είδε ο Ιακώβ όντας ξαπλωμένος σε μια πέτρα (τόπος), ο τόπος αυτός κρίθηκε ιερός από εκείνον. Παρόμοιο παράδειγμα αποτελεί ο ναός του Ερεχθείου, ο οποίος ανεγέρθηκε στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. στο βόρειο τμήμα της Ακρόπολης Αθηνών, στο σημείο όπου πιστεύεται ότι διεξήχθη η μάχη της Αθηνάς με τον Ποσειδώνα για την πόλη.100 Άλλη μία παράμετρος, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψιν κατά τον προσδιορισμό ενός χώρου ως ‘ιερό’, είναι η ύπαρξη λειψάνων ιερών ή αγίων προσώπων, στον τόπο όπου βρίσκεται αυτός ο ‘ιερός χώρος’. Η συνήθεια αυτή παρατηρείται στο Βουδισμό, το Χριστιανισμό101 και το Ισλάμ. Όπως φαίνεται, υπάρχει αλληλένδετη σχέση και επίδραση μεταξύ της έννοιας της ιεροφάνειας ή των λειψάνων ιερών προσώπων, και του ιερού τόπου. Αυτή τη σχέση θεωρούμε ‘ιερό χώρο’. Τα παραπάνω συμπεράσματα τίθενται ως βασικές προϋποθέσεις για την ερμηνεία του ‘ιερού χώρου’ στην παρούσα εργασία. Επιπροσθέτως, εκτός από το παραπάνω κριτήριο, η επιλογή των ιερών χώρων έγινε με βάση την ύπαρξη αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος γύρω από αυτούς.
98 Eliade, M. (1959). The Sacred and the Profane. The Nature of Religion. New York., σσ. 26. 99 Γεν, 28, στ. 12–19. 100 [1.26.5] ἔστι δὲ καὶ οἴκημα Ἐρέχθειον καλούμενον. πρὸ δὲ τῆς ἐσόδου Διός ἐστι βωμὸς Ὑπάτου, ἔνθα ἔμψυχον θύουσιν οὐδέν, πέμματα δὲ θέντες οὐδὲν ἔτι οἴνῳ χρήσασθαι νομίζουσιν. ἐσελθοῦσι δέ εἰσι βωμοί, Ποσειδῶνος, ἐφ᾽ οὗ καὶ Ἐρεχθεῖ θύουσιν ἔκ του μαντεύματος, καὶ ἥρωος Βούτου, τρίτος δὲ Ἡφαίστου. γραφαὶ δὲ ἐπὶ τῶν τοίχων τοῦ γένους εἰσὶ τοῦ Βουταδῶν. καὶ —διπλοῦν γάρ ἐστι τὸ οἴκημα— ὕδωρ ἐστὶν ἔνδον θαλάσσιον ἐν φρέατι. τοῦτο μὲν θαῦμα οὐ μέγα. καὶ γὰρ ὅσοι μεσόγαιαν οἰκοῦσιν, ἄλλοις τε ἔστι καὶ Καρσὶν Ἀφροδισιεῦσιν. ἀλλὰ τόδε τὸ φρέαρ ἐς συγγραφὴν παρέχεται κυμάτων ἦχον ἐπὶ νότῳ πνεύσαντι. καὶ τριαίνης ἐστὶν ἐν τῇ πέτρᾳ σχῆμα. ταῦτα δὲ λέγεται Ποσειδῶνι μαρτύρια ἐς τὴν ἀμφισβήτησιν τῆς χώρας φανῆναι. από τη Βικιθήκη -Παυσανίου Ἑλλάδος Περιήγησις -Αττική. 101 Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης., σσ. 60.
31
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
6. ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ_ ΓΕΝΙ ΚΗ ΠΕ Ρ Ι Γ Ρ ΑΦΗ -ΣΗΜ ΑΣΙ Α ΟΝ ΟΜ Α Σ Ι ΩΝ _
Εικ.26: Είσοδος των Σπηλιών Mogao ή των Χιλίων Βούδων. Βουδισμός.
33
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
6.1.
Β Ο Υ Δ Ι Σ Μ ΟΣ _
‘…Αυτό [ο ιερός χώρος] είναι το στέρνο που η ψυχή μου απολαμβάνει…’102 Όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, κέντρο της βουδιστικής θρησκευτικής αρχιτεκτονικής αποτελούν τα μοναστηριακά κτηριακά συγκροτήματα. Σχετικά με την προέλευση των βουδιστικών μοναστηριών, αρχικά οι μοναχοί εγκαθίσταντο σε τυχαία σημεία στο φυσικό περιβάλλον, σε δάση, σπηλιές, ρίζες δέντρων ή λόφους, αφού το ιερό στοιχείο, σύμφωνα με τη βουδιστική διδασκαλία, είναι διάχυτο στη φύση. Ωστόσο, έπρεπε να βρεθεί κατάλυμα με σκοπό την προστασία τους από τα καιρικά φαινόμενα, τουλάχιστον τους τρεις βροχερούς μήνες του χρόνου103. Έτσι, τα βουδιστικά μοναστικά τάγματα οργανώθηκαν και εγκαταστάθηκαν σε κτηριακά συγκροτήματα, με διάφορους χώρους. Αυτοί διαφοροποιούνται ανάλογα των τοπικών παραδόσεων, κι έτσι στο νότιο Βουδισμό (εικ.29) δίνεται έμφαση στη διαμόρφωση μαυσωλείων εντός των μοναστηριών, τα λεγόμενα stūpas, ενώ στον ανατολικό στις παγόδες, εξελιγμένη πολυώροφη μορφή των stūpas. H ονομασία stūpa χρησιμοποιείται για τα μαυσωλεία που ακολουθούν χαρακτηριστικές για το Βουδισμό μορφές. Προέρχεται από τη σανσκριτική ρίζα stūp, που σημαίνει ‘συσσωρεύω’ και προσδιορίζει κατασκευές σχήματος κώδωνος, λωτού ή χρυσαλλίδας, οι οποίες συνήθως στέφονται από μικρή προεξέχουσα κατασκευή, σχήματος ομπρέλας. Αρχικά, τα stūpas αποτελούσαν τύμβους εις μνήμην ανθρώπων και χώρους αποθήκευσης της τέφρας τους. Με το θάνατο του Βούδα, τα stūpas χρησιμεύουν μόνο ως χώρος αποθήκευσης τέφρας βουδιστών μοναχών και ιερών προσώπων104. Για το λόγο αυτό, οι τοποθεσίες γύρω από αυτά χρησιμοποιούνται για διαλογισμό, με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται συνεχώς σε συνθετική πολυπλοκότητα. Σήμερα, τα stūpas έχουν πάρει μνημειακές διαστάσεις και έφτασαν να αποτελούν αρχιτεκτονήματα ιδιαίτερης αξίας (εικ.27). Αν και στον ανατολικό κόσμο η επικρατούσα ονομασία αυτών των μαυσωλείων είναι το stūpa, στη Σρι Λάνκα για τον προσδιορισμό τους χρησιμοποιείται ο όρος dāgāba, σύντμηση του dāhtu-gabbha, δηλαδή ‘κατασκευή που περιέχει μέσα στην κοιλότητά της λείψανα’. Στην παρούσα εργασία, θα χρησιμοποιηθεί ο όρος stūpa105. Εντούτοις, η μοναστηριακή βουδιστική αρχιτεκτονική κυριαρχεί στο βόρειο ή θιβετιανό Βουδισμό. Τα μοναστήρια παρουσιάζουν επιρροές από την αρχιτεκτονική των ινδικών αυτοκρατορικών παλατιών, που υπήρχαν πριν την εμφάνιση του Βουδισμού. Συγκεκριμένα, η ανακτορική αρχιτεκτονική στην Ινδία φαίνεται να αναπτύσσεται μεταξύ 8ου αι. π.Χ. και 2ου αι. μ.Χ.106. Έχει χαρακτήρα φρουριακής αρχιτεκτονικής, με μεγαλοπρεπή κτηριακά συγκροτήματα τοποθετημένα πάνω σε κορυφές λόφων, κοντά σε πόλεις. Στο κέντρο της δομής διαμορφωνόταν ο κυρίως όγκος με μια μεγάλη αίθουσα, η οποία χρησίμευε ως αίθουσα του θρόνου. Περιμετρικά της, αναπτύσσονταν οι κατοικίες του αυτοκράτορα και της οικογένειάς του. Σύνηθες φαινόμενο
102 Στίχος ψαλμού από τα βουδιστικά Ποιήματα των Αδελφών για την πραγματική φύση. 103 Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 30. 104 Αιτία αποτέλεσε ο μαθητής του Βούδα Ananda, κατά την ερώτησή του προς το Δάσκαλο για τον τρόπο ταφής του τελευταίου. Τελικά, o Gautama(Βούδας) ζήτησε να αποθηκευτούν τα λείψανά του σε μαυσωλεία, σε διάσπαρτα μέρη των τεσσάρων ιερών λεωφόρων. 105 Για περισσότερες πληροφορίες: Encyclopaedia Britannica και Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 21-30. 106 Το διάστημα αυτό προέκυψε από ευρήματα ανασκαφών και επομένως δεν αποκλείεται να υπήρχε νωρίτερα ινδική παλατιανή αρχιτεκτονική. Σύμφωνα με την Αρχαιολογική Υπηρεσία της Ινδίας, τα θεμέλια παλατιού που ανακαλύφθηκαν στο Kaushambi, σημαντική πόλη της αρχαίας Ινδίας στις βόρειες εκβολές του Γάγγη, κατανέμονται σε έξι ιστορικές φάσεις μεταξύ του 8ου αι. π.Χ. και 2ου αι. μ.Χ.. Για περισσότερες πληροφορίες: Gosh, A. (1964). Indian Archaeology: A review 1961-62. New Delhi: Archaeological survey of India., σσ. 50–52.
34
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
αποτελούσε η στέγαση του κεντρικού χώρου με τρούλο. Την ίδια χωρική διάρθρωση ακολουθούσαν και τα μετέπειτα ινδικά αυτοκρατορικά παλάτια. Ως αποτέλεσμα, στα βουδιστικά μοναστήρια οι διάφορες χρήσεις αναπτύσσονται περιμετρικά μιας κεντρικής αυλής, που λειτουργεί ως ιερός χώρος κοινής προσευχής και διαλογισμού από τους μοναχούς. Βλέπουμε ότι κεντρικά τοποθετείται η πιο ιερή και πιο σημαντική χρήση (εικ.28). Αντίστοιχα στα αυτοκρατορικά ανάκτορα υπήρχε η κεντρική τοποθέτηση της σημαντικότερης χρήσης, που αφορούσε τον Αυτοκράτορα, το άτομο ανώτατης κοινωνικής και ιερατικής τάξης στα πρόσωπα των πολιτών. Εντός των μοναστηριών κυριαρχεί πνεύμα ταπείνωσης. Ο ίδιος ο Gautama(γνωστότερος ως Βούδας) μύησε μοναχούς στη διάρκεια της ζωής του και θέσπισε τον τρόπο ζωής τους σε μοναστήρια, επιτρέποντας στους μοναχούς μόνο λιγοστά αντικείμενα στην κατοχή τους, και οπωσδήποτε όχι χρήματα. Κατά συνέπεια η επίπλωση είναι σχεδόν ανύπαρκτη.107 Ως πρότυπο βουδιστικού αρχιτεκτονήματος θα θεωρήσουμε το παλαιότερο διασωθέν μοναστηριακό σύμπλεγμα, το λαξευτό-στην-πέτρα μοναστήρι των Σπηλιών Bhaja, το οποίο διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση δεδομένης της ηλικίας του108. Στη συνέχεια θα συγκρίνουμε το παράδειγμά μας με την οργάνωση νεότερων παραδειγμάτων, με σκοπό την επισήμανση της διατήρησης, μετεξέλιξης ή εξαφάνισης διάφορων στοιχείων. Συγκεκριμένα, τα παραδείγματα αυτά είναι το μοναστήρι Samyé (700 μ.Χ.) και ο σύγχρονος βουδιστικός ναός Jetavana (2018 μ.Χ.).
Εικ.27: Οι μνημειακές διαστάσεις των stupa, σήμερα. Το Χρυσό Stupa του συγκροτήματος Schwedagon. Ινδουισμός. Εικ.28: Τυπική διάρθρωση βουδιστικού μοναστηριού. Κεντρικά βρίσκεται η αυλή με το ναό. Περιμετρικά αναπτύσσονται τα κελλιά των μοναχών και οι διάφοροι χώροι. Εικ.29: Οι σέκτες/ομάδες του Βουδισμού και οι περιοχές όπου επικρατούν. 107 Για περισσότερες πληροφορίες: Coomaraswamy, A. (1916). Buddha and the gospel of Buddhism. New York: G. p. PUTNAM’S SONS., σσ. 151–159. 108 Κατασκευή γύρω στο 2ο αι. π.Χ..
35
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
ΝΟΤΙΟΣ Β ΟΥΔ Ι ΣΜ ΟΣ_ Με τον όρο ‘Νότιος Βουδισμός’ αναφερόμαστε στις περιοχές της Ινδίας και της Σρι Λάνκα της Νοτιοανατολικής Ασίας, ιδίως στο Μιανμάρ (Βιρμανία), την Ταϊλάνδη, το Λάος, και την Καμπότζη. Αν και ο μοναχισμός εμφανίστηκε γύρω στον 6ο αι. π. Χ., τα μοναστηριακά κτηριακά συγκροτήματα σχεδιάζονται με βάση ένα συγκεκριμένο κτηριακό πρότυπο από τον 3ο αι. π.Χ. Μέχρι τότε η διάρθρωσή τους ήταν τυχαία, ανάλογα με τις ανάγκες και τον πληθυσμό των μοναχών. Εξαιτίας της κατασκευής τους από ξύλο ως δομικό στοιχείο και άχυρο για την στέγη, γνωρίζουμε στοιχεία γι’ αυτά μόνο από περιγραφές μοναχών που ταξίδεψαν εκεί109. Η οργανωμένη δόμηση των μοναστηριών πρωτοεμφανίστηκε στα όρη της νοτιοδυτικής Ινδίας και αποτέλεσε πρότυπο μέχρι τα μέσα του 7ου αι. μ.Χ.. Ειδικότερα, τα μοναστήρια, που σώζονται μέχρι σήμερα και θεωρούνται τα παλαιότερα, ήταν λαξευμένα μέσα σε πέτρινους λόφους, αποτελούμενα από στοές και σπηλιές (εικ.30). Αυτά δρουν ως τα πρώτα δείγματα οργανωμένης βουδιστικής μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Απαρτίζονταν από μεγάλους χώρους συγκέντρωσης – chaityas (εικ.36, 37), με επίσης λαξευτά στην πέτρα stūpas(μαυσωλεία) και χώρους κατοίκησης για του μοναχούς – vihāras (εικ.31). Οι τελευταίοι συνήθως ήταν λαξευμένοι ακριβώς στην πρόσοψη του λόφου και τοποθετούνταν περιμετρικά μιας κεντρικής τετράγωνης αυλής, ανά δύο έως εφτά κελιά στην κάθε πλευρά, καθένα από τα οποία παρείχε ένα πέτρινο κρεβάτι. Η επιλογή των ονομασιών των σημαντικότερων τμημάτων του μοναστηριού δεν είναι τυχαία. Διερευνώντας την προέλευση και σημασία τους, γίνεται καλύτερα κατανοητή η σύνδεση του παραδείγματος που επιλέχτηκε και του ρόλου του κάθε τμήματος εντός αυτού. Σχετικά με την προέλευση και σημασία του όρου vihāra110, που προσδιορίζει τα κελλιά των μοναχών, στα σανσκριτικά προέρχεται από το vi-har, που σημαίνει ‘να κατασκευάσω’. Χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό μιας μορφής διανομής/ μεταφοράς/ διαχωρισμού/ διάταξης. Η λέξη chaitya111, που προαναφέρθηκε και προσδιορίζει την κεντρική αίθουσα προσευχής των μοναστηριών, έχει ως ρίζα το ουσιαστικό chitā, που σημαίνει ‘πυρά’, δηλαδή το χώρο - βωμό πάνω στον οποίο καίγεται ο νεκρός. Αρχικά, περιείχε το stūpa, αλλά τελικά κατέληξε να περιέχει ναό, ιερό δέντρο και βωμό με το άγαλμα του Βούδα. Η ονομασία προσδιορίζει την ιερότητα του χώρου, ως αίθουσα θυσιαστηρίου, ύστερα από την απορρόφηση της καλής ενέργειας του ιερού προσώπου, του οποίου τα λείψανα βρίσκονται στο stūpa. Αυτού του είδους τα μοναστήρια μιμούνται τις αρχέγονες αρχιτεκτονικές μορφές βουδιστικού μοναστηριακού χαρακτήρα, που κατασκευάζονταν από ξύλο και αχυροσκεπή112. Τα σημαντικότερα λαξευτά–στην–πέτρα μοναστήρια που διατηρούνται σε καλή κατάσταση είναι στις περιοχές Bhaja, Ajanta, Karle, και Nasik της Ινδίας. Πολλές φορές σε αυτά διανοίγονταν και χώροι για τη φύλαξη των ιερών κειμένων, ένα είδος βιβλιοθήκης. Για την προστασία των κειμένων από τους τερμίτες, οι βιβλιοθήκες τοποθετούνταν πάντα κοντά στο υγρό στοιχείο.113 Το επιλεγόμενο παράδειγμα που θα μελετηθεί ως πρότυπο μοναστηριακής βουδιστικής αρχιτεκτονικής είναι οι Σπηλιές Bhaja, ένα μοναστηριακό συγκρότημα 22 λαξευμένων-στο-βράχο χώρων, με κέντρο τη μεγαλύτερη ιερή αίθουσα, chaitya. Η μορφή, ο σχεδιασμός και η οργάνωση αυτού του ιερού χώρου θα αναλυθούν περιληπτικά στο παρόν κεφάλαιο, ενώ παρακάτω θα επισημανθούν οι χαράξεις που λειτουργούν ως όρια της ιερότητάς τους. 109 Μία από τις σημαντικότερες μορφές του πρώιμου Βουδισμού που μας παρέχει στοιχεία για τα πρώτα μοναστήρια, είναι ο Μαουρυανός αυτοκράτορας Ashoka (περ. 269 – 232 π.Χ.), ο οποίος εισήχθη στη διδασκαλία, αναγνώρισε το Βουδισμό και τον επέβαλε στην επικράτειά του. Άφησε γραπτό υλικό σε βράχους και κολώνες, με αναφορές σε μοναστήρια και στην ιεραποστολή που ήθελε να κάνει για τη διάδοση του Βουδισμού πέραν των συνόρων της αυτοκρατορίας του. 110 Williams, M. (1963). A Sanskrit-English Dictionary: Etymological and Philologically Arranged With Special Reference to Cognate Indo-European Languages . Exford: Oxford University Press., σσ. 1003. 111 Για περισσότερες πληροφορίες: Encyclopaedia Britannica και Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 41–52. 112 6ος – 3ος αι. π.Χ. 113 Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online., σσ. 24–25.
36
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
Σπηλιές Bhaja, Πούνε, Ινδία Το μοναστηριακό συγκρότημα των 22 λαξευμένων-στο-βράχο σπηλιών Bhaja (εικ.32) χρονολογείται γύρω στο 2ο αι. π.Χ.114. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της Ινδίας, στην περιοχή Πούνε, 100 μ. πάνω από το ομώνυμο χωριό, όπου κατά την αρχαιότητα υπήρχε το πέρασμα ανταλλαγής εμπορίου, γνωστό με το όνομα Bhor Ghat, που ξεκινούσε από την Αραβική θάλασσα και κατέληγε στην Κοιλάδα Deccan. Η περιοχή είναι γεμάτη από τέτοιου είδους σπηλιές115, μιας και το ηφαιστιογενές πέτρωμα του βασάλτη αποτελούσε κατάλληλο υλικό για λάξευση. Η επιλογή περιοχής για την εγκατάσταση βουδιστών μοναχών και την ίδρυση μοναστηριών ήταν πολύ καίρια και γινόταν με προσοχή, καθώς έπρεπε να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αυτές γνωστοποιούνται από την ακόλουθη ερώτηση, η οποία αναφέρεται σε κείμενα μαθητή του Gautama(Βούδας), ότι έπρεπε να διατυπωθεί από κάθε δωρητή, όταν ήθελε να προσφέρει στον Δάσκαλο – Βούδα ένα μοναστήρι: ‘Τώρα πού θα μπορούσε να μείνει ο Κύριος, που δεν θα ήταν ούτε πολύ μακριά από χωριό (ή πόλη), ούτε πολύ κοντά, κατάλληλο μέρος να έρχεσαι και να πηγαίνεις, προσβάσιμο από ανθρώπους όποτε αυτοί το επιθυμούσαν, χωρίς καθημερινό συνωστισμό… απομονωμένο από τους ανθρώπους, κατάλληλο για διαλογισμό;’116 Συμπερασματικά, οι προϋποθέσεις για την κατάλληλη τοποθεσία ίδρυσης μοναστηριού ήταν δύο: Εγγύτητα σε κατοικημένη περιοχή, όπου θα μπορούσαν να φτάσουν οι μοναχοί για την καθημερινή τους επαιτεία, όπως αναφέρει ο Βούδας ότι θα έπρεπε να κάνουν για να ταπεινώνονται και να κερδίζουν τα προς το ζην, και ταυτόχρονα απομόνωση από τον κόσμο, για τη δημιουργία κατάλληλης ατμόσφαιρας για διαλογισμό. Η περιοχή των Σπηλιών Bhaja παρουσιάζει τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερο στοιχείο αυτών των σπηλαίων είναι τα πολυάριθμα stūpas(μαυσωλεία), δεκατέσσερα στον αριθμό, εκ των οποίων ξεχωρίζει το 114 Η χρονολόγηση αποτελεί την αργότερη πιθανή. Εντός του συγκροτήματος σώζονται δύο επιγραφές με ονόματα δωρητών από το 2ο αι. π.Χ.. Για περισσότερες πληροφορίες: Pradipkumar, M. S. (1981). The tabla in the Bhaja cave sculptures: A note (Τόμ. 18). Indica., σσ. 5. 115 Σπηλιές Bedse, Karla, Nasik, Patan. 116 Στο Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 31, από Chullavaga, σσ. 222.
Εικ.30: Σπηλιές στην περιοχή Pune, Ινδία. Δημιουργούνται χώροι για λαξευτά-στην-πέτρα μοναστήρια. Εδώ: Σπηλιές Ajanta. Εικ.31: Vihāra. Τυπική διάρθρωση κελλιών περιμετρικά μιας κεντρικής αυλής με προστώο.
37
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κεντρικό, τοποθετημένο στο χώρο συλλογικής προσευχής-chaitya. Σώζονται επιγραφές με ονόματα και τίτλους μοναχών, των οποίων την τέφρα περιέχουν τα μαυσωλεία, όπως και επιγραφές με αναφορές σε ονόματα δωρητών από το 2ο αι. π.Χ. Το συγκρότημα ανήκει στην πρώιμη φάση του Βουδισμού, εποχή κατά την οποία η εικόνα του Βούδα δεν είχε εισαχθεί στη λατρευτική παράδοση του τόπου. Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι χρησιμοποιούνταν από μοναχούς σίγουρα μέχρι τον 5ο-6ο αι. μ.Χ.117, από τις πιο πρόσφατες τοιχογραφίες μορφών Βούδα, που διατηρούνται στον κεντρικό χώρο-chaitya. 118 Για την ιδανική διάρθρωση των μοναστηριακών συγκροτημάτων δίνεται ακριβής περιγραφή στη σανσκριτική γλώσσα119. Η διάρθρωση αυτή συναντάται εν μέρει στις Σπηλιές Bhaja, λόγος για τον οποίο μπορούν να θεωρηθούν πρότυπο βουδιστικής αρχιτεκτονικής. Παρατηρώντας την κάτοψη του συμπλέγματος Bhaja (εικ.38), βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ανάγκη συγκεκριμένου προσανατολισμού, αλλά ορίζεται από αυτόν της σπηλιάς. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το άνοιγμά της στρέφεται προς τη Δύση. Χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι στο βάθος βρίσκεται το πιο ιερό τμήμα, το stūpa (σπηλιά ΧΙΙ). Οι περισσότερες σπηλιές αποτελούν ιδιόρρυθμα μοναστήρια, που ακολουθούν την κλασική οργάνωση με μεγάλο προστώο και κεντρική αίθουσα χωρίς υποστυλώματα, περιμετρικά της οποίας τοποθετούνται κελλιά σε μία έως τρεις πλευρές, καθώς η τέταρτη είναι πάντα το άνοιγμα της σπηλιάς. Το πιο πιθανό είναι αρχικά τα ανοίγματα των κοιλωμάτων να έκλειναν με ξυλόγλυπτες όψεις, οι οποίες σήμερα δε σώζονται. Αν και τα περισσότερα κελιά είναι ορθογωνικού σχήματος, δύο είναι κυκλικά με επίπεδη οροφή. Το ένα μάλιστα παρουσιάζει προστώο, ενώ το άλλο διαθέτει stūpa. Η κάθε σπηλιά έχει δεξαμενές και μάλλον λειτουργούσε αυτόνομα σε σχέση με τις υπόλοιπες, έχοντας ωστόσο κοινό χώρο προσευχής την chaitya (σπηλιά ΧΙΙ) και πιθανώς κοιμητήριο (εικ.35)120. Κοντά στην τελευταία
Εικ.32: Εξωτερική άποψη των Σπηλιών Bhaja. Εικ.33: Σπηλιά XVIIΙ. Προστώο.
38
117 Όταν ο Βούδας ξεκίνησε να λατρεύεται στο πλαίσιο του βουδιστικού τυπικού και εισήχθη το άγαλμα ή τοιχογραφίες με τη μορφή του, σε κάθε ιερό βουδιστικό κέντρο. 118 Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 151. 119 Η περιγραφή αυτή χρονολογείται στην εποχή του Gautama(Βούδας). Συγκεκριμένα, το ιδανικό μοναστήρι αποτελείται από vihāras-parivenạs, δηλαδή κελλιά με ιδιωτικές κάμαρες, kaṭṭakas – αίθουσες υποδοχής ή προστώα, upaṭṭhāna-sālās – χώρους προσωπικού, aggi- sālās – χώρους με τζάκι, kappiya-kuṭis – αποθηκευτικούς χώρους που συνδέονταν με τη vihāra, vacheha-kuṭis – αποχωρητήρια, chaṅkamas – διαδρόμους, chaṅkama-sālās – δωμάτια με διαδρόμους, udapānas – πηγάδια σκεπασμένα από udapāna-sālās – υπόστεγα, jantā-gharas – λουτρά, pokkharaṇi – δεξαμενές και maṇḍapas – κεντρικές μεγάλες αίθουσες. Για περισσότερες πληροφορίες: Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 41, από Chullavaga, σσ. 223. 120 Η πιθανολογία αυτή προκύπτει από το χώρο με δεκατέσσερα πέτρινα stūpas. Σε πολλά αναγράφεται το όνομα του μοναχού, του οποίου το αποτεφρωμένο σώμα περιέχεται, ενώ ένα συγκεκριμένο ξεχωρίζει για το διακοσμημένο του harmikā – ομπρέλα, στην κορυφή του τρούλου, με όψεις chaitya, ραβδωτά μοτίβα και φουρούσια. Για
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
σπηλιά βρίσκεται μια διαμόρφωση για δημιουργία καταρράκτη, η οποία κατά τη διάρκεια των μουσώνων συμβάλλει στη συγκέντρωση νερού σε μια μικρή δεξαμενή, κοντά στη βάση του (εικ.39).121 Ιδιαίτερες αναφορές θα γίνουν στις σπηλιές με διαφορετικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. • Σπηλιά VI: Πρόκειται για μία ασυνήθιστη vihāra(κατοικίες μοναχών), σχήματος τετραγώνου, με διαστάσεις πλευρών περίπου 4 μ. Η είσοδος πραγματοποιείται μέσα από προστώο. Στις δύο πλάγιες πλευρές αναπτύσσονται δύο τετράγωνοι χώροι για κελλιά, ενώ στην εσωτερική πλευρά υπάρχουν τρεις χώροι για την ίδια χρήση. Κεντρικά, βρίσκεται η chaitya, περίτεχνα στολισμένη με γλυπτό διάκοσμο και ραβδωτά μοτίβο. Πάνω από τα ανοίγματα όπου υπήρχαν οι πόρτες των κελλιών εμφανίζεται χαραγμένη η επιγραφή ‘Bodhi, η γυναίκα του ζευγολάτη’, η οποία πρέπει να αναφέρεται σε μια δωρήτρια και κατ’ επέκταση, προστάτιδα του μοναστηριού. Από το γεγονός αυτό, καταλαβαίνουμε ότι οι μοναχοί που διέμεναν σε αυτό το μοναστήρι, είχαν άμεση επικοινωνία με κατοίκους της πόλης Bhaja, μιας και η αναφορά του ζευγολάτη χωρίς το όνομά του σημαίνει ότι αυτός αποτελούσε πολύ γνωστό και συγκεκριμένο πρόσωπο για τους μοναχούς. • Σπηλιά XII: Το κοίλωμα αυτό αποτελεί το κεντρικό ιερό – chaitya, γνωστό και ως chaitya-griha (εικ.36, 37). Θεωρείται το αρχαιότερο δείγμα αυτού του είδους κατασκευής καθώς αποτελεί πιθανώς πιστό αντίγραφο του προγενέστερου ξύλινου τύπου παρόμοιας αρχιτεκτονικής. Είναι μία αίθουσα με τοξωτή επικάλυψη, διαστάσεων 8,7x18 μ., με stūpa (1) και κόγχη στο βάθος. Το περίγραμμα της ακολουθεί εσωτερικά κιονοστοιχία, που ορίζει τον περιμετρικό διάδρομο πλάτους 1 μ. (2). Οι οκταγωνικοί κίονες ύψους 3,5 μ. συγκλίνουν προς το κέντρο, μιμούμενοι τις αντίστοιχες ξύλινες κολώνες που υπήρχαν στις παρόμοιες παλαιότερες κατασκευές. Η οροφή είναι θολωτή. Διατηρούνται σε καλή κατάσταση τα αρχαία ξύλινα ζευκτά, τοποθετημένα εφαπτόμενα στην καμπύλη του θόλου. Στο άνοιγμα της σπηλιάς (3) υπήρχε ξύλινη όψη, με τοξωτή απόληξη, με άνοιγμα – πόρτα προς τη σπηλιά, διακοσμημένη με απλά γλυπτά μοτίβα. Πάνω από την πόρτα βρισκόταν ξύλινο παράθυρο με τοξωτή απόληξη, το οποίο μιμούνταν την απόληξη της όψης. Τα ξύλινα αυτά στοιχεία έχουν καταστραφεί ολοσχερώς. Ωστόσο, η ύπαρξή τους θεωρείται δεδομένη λόγω της ύπαρξης παρόμοιων κατασκευών σε σπηλιές της περιοχής (εικ.34), ίδιας αρχιτεκτονικής και εποχής, οι οποίες έχουν διασωθεί καθώς είναι λαξευμένες στην πέτρα και όχι ξύλινες122. Τη μορφή αυτών των ξύλινων στοιχείων στη συγκεκριμένη σπηλιά, μπορούμε να αναπαραστήσουμε από τις διάφορες ρεπλίκες, μικρότερου μεγέθους, που υπάρχουν σκαλισμένες εκατέρωθεν εξωτερικά της μεγάλης τοξωτής εισόδου. Η τακτική αυτή μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια, καθώς στα παρόμοια συμπλέγματα σπηλαίων, όταν σώζονται μέχρι σήμερα αυτού του είδους στοιχεία, παρατηρείται η αντιγραφή της μορφής τους σε όλα τα επιμέρους παράθυρα. Συνεχίζοντας, η στοά προσπαθεί να δώσει την εντύπωση πολυώροφου κτηρίου με εξώστες και παράθυρα, κάτι που φαίνεται από τα γλυπτά γυναικών και ανδρών που στέκονται σε εξώστες και εντοπίζονται στα επιστήλια ανάγλυφων ψευδοπαραστάδων, που υπάρχουν στον τοίχο του περιμετρικού διαδρόμου. Την ίδια εντύπωση δίνουν και τα ανάγλυφα παράθυρα σε διάφορα σημεία του τοίχου, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά της chaitya. Οι περιμετρικοί τοίχοι είναι διακοσμημένοι με ανάγλυφες παραστάσεις από την ινδική μυθολογία. Στο τέλος της μακρόστενης αίθουσας βρίσκεται το κεντρικό stūpa(μαυσωλείο)(1). Πρόκειται για επίσης λαξευτή κατασκευή, που ξεκινάει από κυλινδρικό τύμπανο, διαμέτρου 3,5 μ. στο έδαφος, το οποίο συγκλίνει ελαφρώς προς το κέντρο καθώς αναπτύσσεται στον καθ’ ύψος άξονα και καταλήγει σε ημισφαιρικό τρούλο. Στην κορυφή του διαθέτει ράγα υποδοχής, πιθανόν ξύλινης κατασκευής, που έμοιαζε με ομπρέλα. Περιμετρικά, το stūpa είναι διακοσμημένο με μορφές προερχόμενες από τη φύση, μεταξύ των οποίων παρατηρούνται εφτά διαφορετικά σύμβολα του Βούδα.123
Αυτού του είδους η διάταξη, με διάδρομο περιμετρικά του κυρίως ναού, ο οποίος οριοθετείται από
περισσότερες πληροφορίες: Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad., σσ. 153. 121 Karla & Bhaja Caves: High-Water Mark of Buddhist Architecture. (χ.χ.). India Travelite. 122 Σπηλιές Karla. 123 Burgess, J., & Bhagvānlal, I. (1881). Inscriptions from the Cave-temples of Western India: With Descriptive Notes &c Volume 10 of Archæological Survey of Western India. Government Central Press., σσ. 223–228.
39
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κιονοστοιχία και καταλήγει σε κόγχη με stūpa, συνηθιζόταν στους αρχαίους βουδιστικούς ναούς και διατηρείται μέχρι σήμερα, στους νεότερους. Στόχος είναι η ανάδειξη του μονοπατιού που περιτρέχει τον κυρίως ναό και είναι γνωστό στη βουδιστική παράδοση ως pradakśiṇā ή parikrama124, με σκοπό τη χρήση του από τον πιστό και την τέλεση της απαραίτητης τελετουργικής διαδρομής. Για το μονοπάτι αυτό και τη λειτουργία του ως όριο θα μιλήσουμε αναλυτικότερα σε επόμενο κεφάλαιο. • Σπηλιά XVI: Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της σπηλιάς είναι ότι έχει λαξευτή όψη με τρεις μικρές τοξωτές κατασκευές, που πιθανώς μιμούνται την ξύλινη όψη της chaitya. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει, καθώς σε αυτού του είδους τις σπηλιές όλες οι τοξωτές μορφές που μιμούνται ή αποτελούν ανοίγματα, παρουσιάζουν κοινά μορφολογικά χαρακτηριστικά. • Σπηλιά XVII: Ο χώρος αυτός αποτελεί vihāra(κατοικίες μοναχών), μεγέθους 5.6x3.8 μ.. Μέσα από το προστώο εισέρχεται κανείς στην κεντρική μεγάλη εσωτερική αυλή(1). Στη νότια και ανατολική πλευρά της αναπτύσσονται τρία(3, 4, 5) και δύο(6, 7) κελιά αντίστοιχα. Σε ένα απ’ αυτά τοποθετείται πέτρινο κάθισμα(7). Σώζονται σκαλισμένες επιγραφές στο πέτρινο τμήμα πάνω από τα ανοίγματα όπου βρίσκονταν οι πόρτες των κελιών, με αναφορές σε ονόματα δωρητών.
Εικ.34:Η τοξωτή είσοδος προς την chaitya, με το μεγάλο παράθυρο που μιμείται την τοξωτή απόληξη της θύρας. Διακρίνονται στο πάνω μέρος της φωτογραφίας οι σκαλιστές ρεπλίκες του τόξου της εισόδου. Σπηλιές Karla. Εικ.35: Κοιμητήριο. Η σπηλιά με τα δεκατέσσερα stūpa.
40
• Σπηλιά XVIIΙ: Η εν λόγω σπηλιά παρουσιάζει προστώο με κιονοστοιχία, αποτελούμενη από κίονες οκταγωνικής διατομής στον κορμό, αλλά με τετράγωνη βάση και επίστεψη (εικ.33)125. Η οροφή του προστώου ακολουθεί τη μορφή τόξου και φαινομενικά υποστηρίζεται σε ένα πλαίσιο πέτρινων, τοξοτά διαμορφωμένων δοκαριών. Από το προστώο υπάρχει πρόσβαση σε ένα κελί στο νότο, σε μια εσοχή στο βορρά, που ίσως χρησιμοποιούνταν ως κελί, ενώ ανατολικά μέσω δύο ανοιγμάτων επιτυγχάνεται η πρόσβαση στην κεντρική αίθουσα, η οποία φαίνεται και από ένα λαξευτό διάτρητο άνοιγμα τύπου jālī126. Η αίθουσα αυτή είναι ορθογώνιος χώρος, χωρίς υποστυλώματα, με κάθισμα στη βόρεια πλευρά και δύο κελιά, στην ανατολική και στη νότια 124 5000 Years of Indian Architecture. (1951). New Delhi: The Publications Division, Ministry of Information and Broadcasting, Government of India., Bhardwaj, S. M. (2017). CIRCULATION AND CIRCUMAMBULATION IN TIRTHA YATRA, In light of Geography and Self-Organization concept of the Chaos Theory. Kent: Kent State University. 125 Ahir, D. C. (2003). Buddhist sites and shrines in India: history, art, and architecture. Delhi: Sri Sataguru., σσ. 191. 126 Τα παράθυρα τύπου jālī, δηλαδή δίχτυ στα σανσκρτιτικά, είναι ανοίγματα που καλύπτονται με διάτρητο πέτασμα. Στο παράδειγμα που αναλύεται αποτελούν ενιαίες λαξευτές πέτρινες κατασκευές. Συνήθως είναι ξύλινο και αποτελεί πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο και στην ισλαμική αρχιτεκτονική, γνωστό με την ονομασία ‘καφασωτό’.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
Εικ.36,37: Chaitya. Τυπική διάρθρωση της κεντρικής αίθουσας του Ιερού, όπου προσεύχονται όλοι μαζί οι μοναχοί ενός μοναστηριού. Στο βάθος διακρίνεται το stūpa, κυκλικής διατομής. Εδώ: Bhaja Cave XII. Εικ.38: Κάτοψη των σπηλιών Bhaja - Τομή σπηλιάς chaitya.
41
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
πλευρά. Σχετικά με το διάκοσμο, ο οποίος είναι πλούσιος, η κεντρική αίθουσα κοσμείται με τοιχογραφίες οργανικών στοιχείων, εμπνευσμένων από το φυσικό περιβάλλον που αναπαριστούν διάφορα είδη φυτών. Από το προστώο προς την κεντρική αίθουσα, τα ανοίγματα έχουν ελαφρά κλίση προς τα μέσα και πλαισιώνονται από τρεις ανάγλυφες ανθρώπινες μορφές dvāra-pālas127. Εδώ βρίσκουμε πάλι ανάγλυφες αναπαραστάσεις της όψης της chaitya. Το ταβάνι του κελιού και της εσοχής παρουσιάζει ανάγλυφες παραστάσεις μορφών stūpas και διάφορων βουδιστικών φιγούρων. • Σπηλιά ΧIΧ: Πρόκειται για μοναστηριακό χώρο με μεγάλη προστώο. Στις πλευρές της εισόδου σώζονται δύο ανάγλυφοι φύλακες, ενώ στους τοίχους υπάρχουν σκαλισμένες παραστάσεις θεοτήτων.
ΒΟΡΕΙΟΣ ΒΟΥΔΙ ΣΜ ΟΣ _ Εικ.39: Δημιουργία καταρράκτη κατά την περίοδο των μουσώνων, και αποθήκευση του νερού σε δεξαμενές εντός των σπηλιών. Εικ.40: Γλυπτά ανθρώπινων μορφών στον περιμετρικό διάδρομο της chaitya (Σπηλιά ΧΙΙ).
Ο βόρειος Βουδισμός συμπεριλαμβάνει την ευρύτερη επικράτεια των Ιμαλαΐων και το Θιβέτ (εικ.29). Στην περιοχή αυτή οι κάτοικοι προσηλυτίστηκαν αργότερα, κυρίως χάρη στον Ινδό βασιλιά Ασόκα Βαρντάνα128. Επομένως, διακρίνονται ορισμένες διαφορές στη διαμόρφωση της βόρειας μοναστηριακής αρχιτεκτονικής, σε σχέση με το νότιο πρότυπο. Αυτές προκύπτουν εξαιτίας επιρροών από τον Ινδουισμό, ο οποίος επικρατεί στην περιοχή, αλλά και του ιδιαίτερου κλίματος και της μορφολογίας του εδάφους του Θιβέτ129. Η χωρική οργάνωση και ανάλυση των αρχιτεκτονικών στοιχείων που διέπουν αυτά τα κτηριακά συγκροτήματα, θα παρουσιαστούν μέσα από το πρώτο θιβετιανό μοναστήρι, το Samyé. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πραγματοποιηθεί μια εισαγωγή στην κατανόηση του χώρου του μοναστηριού, έτσι ώστε να γίνει καλύτερα αντιληπτός ο ρόλος των ορίων εντός αυτού και η σχέση του με το πρότυπο παράδειγμα βουδιστικής αρχιτεκτονικής που αναλύθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο, τις Σπηλιές Bhaja. 127 Μορφή που συνηθίζεται στο Βουδισμό και τις παρεμφερείς θρησκείες να τοποθετείται ως φύλακας δίπλα σε πύλες ή πόρτες. 128 Βασιλιάς της Ινδίας, 273-232 π.Χ.. Ο Βουδισμός είχε εμφανιστεί ήδη από τον 6ο αι. π.Χ.. 129 Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μοναστηριακή βουδιστική αρχιτεκτονική του Θιβέτ: Lange, D. (2016, Νοέμβριος 28). There’s More Than Meets the Eye with These Maps of Tibet. The Rubin.
42
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
Μοναστηριακό σύμπλεγμα Samyé, Lhasa, Θιβέτ Σύμφωνα με τον ιστορικό Gö Lotsawa Zhönnu-pel στα ‘Μπλε Χρονικά’130, το πρώτο θιβετιανό βουδιστικό μοναστήρι, γνωστό ως Samyé131, κατασκευάστηκε κατά την περίοδο βασιλείας του βασιλιά Trisong Détsen 132 , στην περιοχή της κοιλλάδας Chimpu, νότια της πόλης Lhasa της Κίνας, δίπλα από το βουνό Hapor. Στα ‘Μπλε Χρονικά’ αναφέρεται ότι η κατασκευή του διήρκησε τα χρόνια 787-791 μ.Χ., ενώ σύμφωνα με τη ‘Διαθήκη του Ba’133 η κατασκευή του κράτησε από το 763 έως το 779 μ.Χ. Η τελευταία πηγή θεωρείται πιο ακριβής, καθώς γράφτηκε την εποχή ανέγερσης του μοναστηριού. Σίγουρα πάντως, το μοναστήρι χρονολογείται στα τέλη του 8ου αι. μ.Χ. Αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, εγκαταστάθηκε εκεί το πρώτο τάγμα Θιβετιανών μοναχών. Το μοναστήρι λειτουργεί μέχρι σήμερα, παρόλο που έχει υποστεί πολλαπλές καταστροφές. Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν το 1981, όταν καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια της Πολιτιστικής Κινέζικης Επανάστασης134. ‘Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, στην κοιλάδα του Βραχμαπούτρα, το πρώτο φρικτό θέαμα που αντικρίσαμε επιβεβαιώνει όλα τα αρνητικά νέα για το παλαιότερο μοναστήρι του Θιβέτ: είναι κατεστραμμένο συθέμελα. Διακρίνεται μόνο το εξωτερικό τείχος, αλλά δεν κατάφερε να επιβιώσει κανένας ναός ή stupas.’135 Το Samyé ανακατασκευάστηκε το 1988, κυρίως χάρη στις προσπάθειες του μοναχού Choekyi Gyaltsen, με αποτέλεσμα σήμερα να αποτελεί ενεργό μοναστήρι και παγκόσμιο προσκύνημα του Βουδισμού. Εντός του ναού φυλάσσονται στάχτες των μετενσαρκώσεων των διάφορων τοπικών δασκάλων-lama. Επιπρόσθετα, σημαντική πηγή για την αρχική μορφή του μοναστηριού πριν την καταστροφή του στα τέλη του 20ου αι., αποτελεί η επονομαζόμενη 130 Τα Μπλε Χρονικά, 1476. 131 Ολόκληρο το όνομα του μοναστηριού είναι Samye Mighur Lhundrub Tsula Khang, που σημαίνει Το Ιερό της Αμετάβλητης Αυθόρμητης Παρουσίας. Πηγή: Wikipedia. 132 Το συμπέρασμα για τη χρονολόγηση του μοναστηριού προκύπτει και μέσα από επιγραφές πάνω σε αντικείμενα του μοναστηριού που έχουν διασωθεί. Για περισσότερες πληροφορίες: https://en.wikipedia.org/wiki/Samye 133 Κείμενα στην Παλαιά Θιβετιανή γλώσσα, Vajrayana Βουδισμός. Πιθανότερο συγγραφέα αποτελεί ο Ba Salnang, ακόλουθος της αυλής του Βασιλιά. Η χρονολογία συγγραφής δεν είναι γνωστή, αλλά σίγουρα βρίσκεται στην περίοδο βασιλείας του Trisong Detsen (περ. 755–797/804). Δύο αντίγραφά του σώζονται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη, τα οποία χρονολογούνται γύρω στον 9ο ή 10ο αι.. 134 Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, 1966–1976. 135 Heinrich Harrer, τα αυτούσια λόγια που είπε στον 14ο Dalai Lama για το τι ειδε το 1982 από το αεροπλάνο του, στη διαδρομή προς τη Lhasa.
Εικ.41: Μοναστήρι Samyé. Πανοραμική όψη από ψηλά.
43
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
‘Σοφή Συλλογή’. Δημιουργός αυτής της συλλογής είναι ένας μοναχός από τη Lhasa136, τον οποίο προσέλαβε ο ταγματάρχης William Edmund Hay137 το 1857, για να ζωγραφίσει σε εικόνες σχετικά μεγάλης κλίμακας, και στην ουσία να χαρτογραφήσει, το Θιβέτ του 19ου αι. και τα Βασίλεια των Δυτικών Ιμαλαΐων, Ladakh και Zangskar138. Αρχικά, θα αναλύσουμε τη διάρθρωση του μοναστηριού και κατόπιν θα περάσουμε στην ανάλυση του κεντρικού ναού. Το μοναστήρι (εικ.41, 42, 43) παρουσιάζει κυκλικό σχήμα οικοπέδου, έκτασης περ. 25.000 τ.μ.139. Υπάρχουν τέσσερις πύλες σε κάθε σημείο του ορίζοντα, με κεντρική πύλη εισόδου την ανατολική, και εξόδου τη δυτική. Παρατηρώντας τη διαγραμματική κάτοψη του μοναστηριού (εικ.42), βλέπουμε ότι ο ναός τοποθετείται κεντρικά. Στις τέσσερις γωνίες περιμετρικά του ναού τοποθετούνται τέσσερα stūpas(μαυσωλεία), στις τέσσερις πλευρές δώδεκα ιερά κτίσματα (τρία σε κάθε πλευρά), ενώ στο Βορρά υπάρχει το ιερό του Ήλιου και στο Νότο, της Σελήνης. Με την ανακατασκευή του μοναστηριού προστέθηκαν επιπλέον κτήρια (εικ.42 γκρι χρώμα), κι έτσι σήμερα φτάνουν συνολικά τα δεκαεφτά. Περιμετρικά, ο χώρος του μοναστηριού οριοθετείται με τη βοήθεια ψηλού τείχους, που κατασκευάστηκε από 1008140 stūpas τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο. Σχετικά με τα δώδεκα αρχικά κτίσματα που υπάρχουν γύρω από το ναό (εικ.42 λαδί χρώμα), τα εννιά από αυτά είναι μαυσωλεία-stūpas, εκ των οποίων το ιερότερο και μεγαλύτερο στη δυτική πλευρά παρουσιάζει κόγχη που κοιτάει προς την Ανατολή. Στο βορειοανατολικό τμήμα υπάρχουν δύο μεγάλα κτήρια που λειτουργούσαν ως σχολείο και τυπογραφείο. Έμπροσθεν της ανατολικής πύλης στεγάζεται καμπαναριό. Σύμφωνα με την παράδοση, η μπρούντζινη καμπάνα που περιέχεται στο καμπαναριό αποτελεί δωρεά της γυναίκας του βασιλιά Trisong Détsen, ιδρυτή του μοναστηριού141. Τέλος, στην Ανατολή τοποθετούνται χώροι φιλοξενίας, που μιμούνται κελλιά μοναχών. Η παραπάνω τοποθέτηση προκύπτει έτσι ώστε οι πιο κοσμικές χρήσεις να είναι στην Ανατολή, ενώ οι ιερές χρήσεις στη Δύση. Η ίδια τακτική ακολουθείται και στο κεντρικό κτήριο του ναού, που φέρει το όνομα Ütse . Γενικά, τα μεγέθη και στις τρεις διαστάσεις είναι τέτοια ώστε να υπάρχει απόλυτη αρμονία. Παρατηρώντας την κάτοψη (εικ.44) και την τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση(εικ.45), βλέπουμε ότι το κτήριο του ναού παρουσιάζει τέλεια συμμετρία στον άξονα Βορρά-Νότου, με την κεντρική είσοδό του τοποθετημένη στην Ανατολή(1). Εκατέρωθεν της εισόδου υπάρχουν τέσσερα πέτρινα αγάλματα, που αναπαριστούν δύο λιοντάρια του χιονιού και δύο ελέφαντες. Περιμετρικά, ο ναός περιβάλλεται από ψηλό τοίχο σχήματος τετραγώνου, με εσωτερικό επιστήλιο, που στεγάζει αποθηκευτικούς χώρους(2). Στις βόρεια και νότια πλευρές διανοίγονται άλλες δύο, δευτερεύουσες πύλες(3). Όσον αφορά τον καθ’ ύψος άξονα, το κτήριο αναπτύσσεται σε τέσσερα κλιμακωτά επίπεδα, με μορφολογικά και τυπολογικά χαρακτηριστικά από την θιβετιανή, κινέζικη και ινδική βουδιστική αρχιτεκτονική. Συνεπώς, το ισόγειο και ο πρώτος όροφος ανήκουν στο θιβετιανό τύπο, ο δεύτερος όροφος στον κινέζικο και οι δύο τελευταίοι όροφοι στον ινδικό (εικ.46). Οι στέγες των ορόφων είναι σχεδόν επίπεδες και αναπτύσσονται σε πέντε διαφορετικά ύψη. Ο συγκεκριμένος τρόπος κατασκευής υιοθετήθηκε στην περιοχή αυτή, για την ευκολότερη απομάκρυνση του χιονιού. Ο κάθε όροφος ακολουθεί διαφορετική μορφολογία και εσωτερική οργάνωση142. Συγκεκριμένα, το ισόγειο παρουσιάζει τριμερή διάταξη (εικ.44): κεντρικά βρίσκεται ένα μεγάλος χώρος ομαδικού διαλογισμού και λατρείας του Βούδα, γνωστός ως Dukhang(4), ο οποίος περιβάλλεται από διάδρομο με κιονοστοιχία(5), που περιμετρικά παρουσιάζει παρεκκλήσια(6, 7, 8) στις βόρεια-δυτική-νότια πλευρές. Η κεντρική και ιερότερη αίθουσα(4) φιλοξενεί το βωμό με το άγαλμα του Βούδα-Vairocana143 και πολλά άλλα αγάλματα ιερών ανθρώπων και ζώων. Στο βάθος της, υπάρχει κλίμακα που οδηγεί σε ένα από τα τρία παρεκκλήσια(6). Το παρεκκλήσι αυτό(6) περιέχει άγαλμα 136 Το όνομά του μένει άγνωστο μέχρι και σήμερα. 137 Πρώην βοηθός επιτρόπου της περιοχής Kulu, στα δυτικά Ιμαλάια (1805-1879). 138 Για περισσότερες πληροφορίες για τη συλλογή: Lange, D. (2016, Νοέμβριος 28). There’s More Than Meets the Eye with These Maps of Tibet. The Rubin. 139 Hays, J. (2015). Tibetan architecture: temples, palaces, stupas. 140 Το 1008 είναι ιερός αριθμός στο Βουδισμό. 141 Doney, L. (2014). Emperor, Dharmaraja, Bodhisattva? Inscriptions from the Reign of Khri Srong de brtsan. Journal of Research Institute: Historical Development of the Tibetan Languages, σσ. 63-84. 142 Dorje, G. (1999). Tibet Handbook: With Bhutan (2η εκδ.). Wien: Footprint Handbooks, σσ. 173. 143 Αστρική μορφή του Siddhartha Gautama Buddha.
44
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
Εικ.42: Διαγραμματική κάτοψη του μοναστηριού Samyé. Εικ.43:Σκίτσο της αρχικής διάρθρωσης του συγκροτήματος Samyé. Στο κέντρο ο ναός, στις τέσσερις γωνίες τα ιερά-chortens, και στις τέσσερεις πλευρές τα υπόλοιπα κτήρια. Συμβολισμός maṇḍala. Εικ.44: Κάτοψη ισογείου. Ναός Ütse. Μοναστήρι Samyé. Εικ.45: Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση του ναού Ütse. Μοναστήρι Samyé.
45
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
προστάτη του μοναστηριού και πολλές τοιχογραφίες ζωγραφισμένες με την τεχνική της νωπογραφίας, που περιγράφουν όχι μόνο εικόνες του Βούδα και σκηνές της ζωής του, αλλά και θεοτήτων και βουδιστικών συμβόλων. Το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των άλλων δύο παρεκκλησιών στη βόρεια(8) και στη νότια(7) πλευρά. Ο περιμετρικός διάδρομος(5) είναι το μονοπάτι της περιφοράς ή parikrama, το οποίο συναντήσαμε και στον κεντρικό χώρο-chaitya των Σπηλιών Bhaja. Για τους υπόλοιπους ορόφους δεν υπάρχουν δημοσιευμένα σχέδια και φωτογραφίες, μιας και αποτελούν άβατο, με ιερές χρήσεις αποκλειστικά για τους μοναχούς. Γνωρίζουμε κάποια στοιχεία μόνο από περιγραφές, τα οποία θα παραθέσουμε συνοπτικά. Στον πρώτο όροφο χωροθετούνται δωμάτια διαβίωσης των μοναχών, μαγειρεία, αποθήκες και ένα μικρό παρεκκλήσι. Στο δεύτερο όροφο υπάρχουν οι χώροι φιλοξενίας του βασιλιά και κατοικίας του Dalai-lama, οι οποίοι είναι κατάμεστοι από τοιχογραφίες πολλών έντονων χρωμάτων. Ο τρίτος όροφος αποτελεί μια ενιαία αίθουσα συγκέντρωσης και λατρείας, με αγάλματα και τοιχογραφίες θεοτήτων. Μια κρυφή σκάλα οδηγεί σε ιδιωτικό χώρο προσευχής στον τέταρτο όροφο, όπου φυλάσσεται ο ιερός πυρήνας του ναού, με αγάλματα και ιερά αντικείμενα, τα οποία δεν είναι προσβάσιμα παρά μόνο από τους μοναχούς. Από εδώ επιτυγχάνεται η πρόσβαση στις τέσσερις πολεμίστρες, που υπάρχουν στις τέσσερις γωνίες του ορόφου. Η καθεμιά είναι διακοσμημένη με πράσινα και χρυσά σχέδια. Σχετικά με τα υλικά κατασκευής, χρησιμοποιείται πέτρα ως φέρουσα τοιχοποιία, και ξύλινα υποστυλώματα και δοκάρια για την στήριξη των οροφών. Οι τελευταίες είναι κατασκευασμένες από κλαδιά και συνδετικό πηλοκονίαμα.144
ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ ΒΟΥ ΔΙ Σ ΜΟΣ _ Κατά τους πρώτους μ.Χ. αιώνες, Βουδιστές προσκυνητές και μοναχοί ακολουθώντας το Δρόμο του Μεταξιού διέδωσαν τη διδασκαλία στις οάσεις της κεντρικής Ασίας, τα σημερινά Τατζικιστάν, Κιργισία, Αυτόνομη Περιοχή των Ουιγούρων του Σιντζιάνγκ και τελικά την Κίνα145. Στη συνέχεια, ο Βουδισμός πέρασε στην Κορέα και την Ιαπωνία. Έτσι προέκυψε ο ανατολικός Βουδισμός, όπου κέντρα λατρευτικής αξίας αποτελούν οι παγόδες, εντός μοναστηριακών συμπλεγμάτων.
Εικ.46: Οι τρεις μορφολογικοί τύποι του ναού. Αριστερά:θιβετιανός, Κέντρο:κινέζικος, δεξιά: ινδικός.
46
Αρχικά, οι χώροι λατρείας διανοίχτηκαν και στην ουσία λαξεύτηκαν μέσα σε πέτρινους λόφους. Μιας και ο Βουδισμός διαδόθηκε από το νότο στην ανατολή, οι πέτρινοι ναοί της Κίνας θεωρούνται μεταγενέστεροι των μοναστηριών που κατασκευάζονταν με τον ίδιο τρόπο στο νότο, και χρονολογούνται μεταξύ του 4ου και 14ου αι. μ.Χ. Ιδιαίτερο παράδειγμα αποτελεί το Σπήλαιο Μογκάο ή αλλιώς τα Σπήλαια των Χιλίων Βούδων στην περιοχή Dunhuang, όπου σχεδόν 500 ναοί, 144 https://www.lonelyplanet.com - Ütse in Samye. 145 Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online., σ. 27–28.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
λαξευμένοι στο λόφο από αμμόπετρα, αναπτύσσονται κατά μήκος ενός ρηχού ποταμού, που κατευθύνεται από το νότο προς το βορά (εικ.26)146. Η μοναστηριακή αρχιτεκτονική εξελίχτηκε και ο σχεδιασμός κατέληξε να βασίζεται στην επανάληψη εσωτερικών αίθριων διαφόρων μεγεθών εντός ενός μοναστηριακού συγκροτήματος, τα οποία περιβάλλονται από τοίχους ή στοές, και στην κατασκευή κτηρίων σε επίπεδα. Το γεγονός αυτό συμβάλλει στην εύκολη προσαρμογή των μοναστηριών στους διάφορους τύπους εδάφους και υψομετρικών διαφορών. Συνήθως, κεντρικά τοποθετείται ο κυρίως ναός, ενώ πίσω από αυτόν ή δίπλα του βρίσκονται τα κελιά των μοναχών.147 Αν και ο σχεδιασμός είναι πολύ πιο απλός από κάθε άλλη βουδιστική σχολή, είναι ιδιαίτερα περίτεχνος ο τρόπος κατασκευής. Σε αντίθεση με τις παλαιότερες μορφές βουδιστικής αρχιτεκτονικής, εδώ κυριαρχεί το ξύλο ως πρώτη ύλη. Η διάρθρωση των χώρων είναι παρόμοια με αυτές, που προαναφέραμε. Αλλάζει μόνο η σύνδεση των διάφορων δομικών στοιχείων, μιας και αυτά είναι ξύλινα. Έτσι, η συνδεσμολογία δεν πραγματοποιείται με επιπρόσθετα υλικά, αλλά επινοήθηκαν περίπλοκοι μηχανισμοί, διαμορφώνοντας κατάλληλα τα δομικά στοιχεία. Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγχρονη βουδιστική αρχιτεκτονική. Το παράδειγμα ιερού χώρου του ανατολικού Βουδισμού που επιλέχτηκε, είναι το σύγχρονο μοναστηριακό συγκρότημα Jetavana, το οποίο έχει χτιστεί κοντά στα ερείπια παλαιότερου με το ίδιο όνομα. Στόχος είναι η έρευνα της μετεξέλιξης της βουδιστικής αρχιτεκτονικής στη σύγχρονη πραγματικότητα.
Βουδιστικό μοναστήρι Jetavana, Chuncheon-si, Νότια Κορέα Η πραγματική ονομασία αυτού του κτηριακού συγκροτήματος είναι Κέντρο Jetavana Seon. Το αυθεντικό μοναστήρι Jetavana (εικ.47) δεν σώζεται μέχρι σήμερα, παρά μόνο τα θεμέλια των περισσότερων κατασκευών του. Χάρει ευκολίας, στην παρούσα εργασία θα το αναφέρουμε ως νέο μοναστήρι Jetavana. Στην ουσία το νέο μοναστήρι χτίστηκε με πρότυπο τη διάρθρωση και τη μορφή του ομώνυμου πρώτου. Σύμφωνα με την παράδοση, το αρχαίο μοναστήρι οικοδομήθηκε ύστερα από πολυετή διαμάχη του Κορεάτη βουδιστή Anathapindika, με το βασιλιά της περιοχής Jeta, για την εξασφάλιση της απαραίτητης έκτασης γης. Τελικά, ο βασιλιάς την παραχώρησε, για τη δημιουργία του μοναστηριού. Για να εξασφαλίσει μόνιμα την εύνοιά του, ο 146 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 26–28. 147 Ό.π., σσ. 30.
Εικ.47: Λείψανα του αρχαίου μοναστηριού Jetavana. Το μέρος αποτελεί ακόμα ιερό χώρο. Εικ.48: Το νέο μοναστήρι Jetavana.
47
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Anathapindika ονόμασε το μοναστήρι Jetavana, δηλαδή στα σανσκριτικά ‘Το δάσος του πρίγκηπα Jeta’148. Το αρχαίο μοναστήρι είναι χτισμένο κοντά στην αρχαία πόλη Savatthi της Ινδίας, μία από της μεγαλύτερες πόλεις της εποχής του Siddhartha Gautama(Βούδας). Αποτέλεσε δωρεά στο Βούδα από τον Anathapindika, και ήταν το δεύτερο από τα μοναστήρια που ο Βούδας είχε ιδρύσει. Αν και δεν έχει χρονολογηθεί με ακρίβεια, πρέπει να χτίστηκε γύρω στον 5ο-4ο αι. π.Χ., κάτι που προκύπτει από το γεγονός ότι ο Gautama πέρασε εκεί μεγάλο μέρος της επίγειας ζωής του. Λόγω της μεγάλης παραμονής του Βούδα στον τόπο αυτόν, έχει καταστεί χώρος λατρείας μέχρι τις μέρες μας. Αν και τα κτήρια δεν σώζονται ολόκληρα ούτε είναι γνωστές οι χρήσεις τους, τα θεμέλια που έχουν σωθεί και οι παραδόσεις καθιστούν δυνατή τη δημιουργία εικασιών για την αρχική οργάνωση του μοναστηριού. Έτσι, το νέο μοναστήρι Jetavana (εικ.48) χτίστηκε με πρότυπο το παλαιό, το 2018 από το αρχιτεκτονικό γραφείο GAON στην περιοχή Chuncheon-si, της Ν. Κορέας. Αποτέλεσε παραγγελία του αρχηγού του τάγματος μοναχών, που ήθελαν να εγκατασταθούν εκεί. Τις περισσότερες πληροφορίες για την αρχιτεκτονική ανάλυση του κτηρίου αντλούμε από τις δηλώσεις του πρώτου αρχιτέκτονα του γραφείου, οι οποίες είναι δημοσιευμένες τόσο στην ιστοσελίδα του γραφείου GAON 149 όσο και στο ΑrchDaily150. Σύμφωνα με αυτόν, η κεντρική ιδέα της διαμόρφωσης του μοναστηριού βασίζεται στις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες του Βουδισμού151 και στην Αρχή της ‘Μέσης Οδού’, κατά την οποία ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει ευχάριστα ‘στην αρχή, τη μέση, και το τέλος’ του βίου του, αρκεί να μην φέρεται ακραία152. Βασικό μέλημα αποτέλεσε ο συνδυασμός της παράδοσης με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Ξεκινώντας την ανάλυση του παραδείγματος του συγκεκριμένου ιερού χώρου, παρατηρούμε στο τοπογραφικό σχέδιο (εικ.49) ότι το συγκρότημα αναπτύσσεται πάνω στον άξονα Ανατολής-Δύσης, με την κεντρική του είσοδο να βρίσκεται στην Ανατολή. Σε αυτόν τον άξονα αναπτύσσονται κλιμακωτά τρία επίπεδα. Το γεγονός αυτό πραγματοποιήθηκε με στόχο την ελάχιστη διαμόρφωση του εδάφους και την κατάταξη των χρήσεων με βάση μια ιεραρχία. Συνεπώς, στο κατώτερο-ανατολικό επίπεδο συναντούμε τις πιο κοσμικές χρήσεις, στο μεσαίο τις χρήσεις που απευθύνονται στους μοναχούς και στο Εικ.49: Τοπογραφικό σχέδιο. Μοναστήρι Jetavana. Εικ.50: Κατόψεις κτηρίου λατρείας.
48
148 Hecker, H. (2005). Anathapindika: The Great Benefactor. Kandy, Sri Lanka: Buddhist Publication Society. 149 Jetavana Temple in Gangchon στο http://www.studio-gaon.com. 150 Jetavana Buddhist Temple / Studio GAON στο https://www.archdaily.com. 151 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. κεφ.5, υποσημείωση 72. 152 Dhammacakkappavattana Sutta: Setting the Wheel of Dhamma in Motion. (1993). Στο T(r)ipitaka (T. Bhikkhu, Μεταφρ.).
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ
ανώτερο-δυτικό τις χρήσεις που φιλοξενούν τη λατρεία του Βούδα (εικ.51). Επιπλέον, ο κεντρικός άξονας είναι σχεδιασμένος έτσι ώστε να συμβολίζει μια ‘προοδευτική διαδικασία’, κατά την οποία ο άνθρωπος θέλει να επιτύχει το φωτισμό, όπως ο Βούδας. Το κεντρικό μονοπάτι που συνδέει όλες τις χρήσεις συμβολίζει τη ‘Μέση Οδό’. Ξεκινάει από την κεντρική πύλη, συμβολική αναπαράσταση της παραδοσιακής πύλης Iljumun(1), ‘σπάει’ δύο φορές και καταλήγει συμβολικά στο ανώτερο επίπεδο, που μπορεί νοητά να επεκταθεί στο άπειρο (εικ.51, 52). Όσον αφορά την κατανομή των χρήσεων στα τρία επίπεδα, συναντούμε στη νότια πλευρά του πρώτου επιπέδου το κτήριο στέγασης των γραφείων επικοινωνίας(2), με το όνομα Jongmusa, όπου οι άνθρωποι μπορούν να συνομιλήσουν και να συμβουλευτούν τους μοναχούς. Επίσης, εδώ συναντώνται εσωτερικοί(3) και εξωτερικοί χώροι διαλογισμού(4), οι οποίοι ονομάζονται Kuti. Περνώντας στο δεύτερο επίπεδο, συναντούμε τους χώρους διαμονής των μοναχών(5). Τέλος, στο ανώτερο επίπεδο τοποθετείται κεντρικά το κτήριο λατρείας-Yosache(6) και ο χώρος διαμονής του ηγουμένου του τάγματος(7). Όπως βλέπουμε στις κατόψεις (εικ.50) το κτήριο λατρείας διαθέτει ισόγειο και όροφο, καθώς και μεγάλες εξωτερικές πλατφόρμες, για την τέλεση των διάφορων εορτών. Στο ισόγειο τοποθετείται η αίθουσα λατρείας του Βούδα, ένας μεγάλος χώρος με το βωμό και το άγαλμα του Βούδα στη δυτική πλευρά. Μέσω κλιμακοστασίου, που βρίσκεται στη νότια πλευρά του κτηρίου επιτυγχάνεται η πρόσβαση στον όροφο, ο οποίος αποτελεί αίθουσα διαλογισμού, με πρόσβαση σε μεγάλο εξώστη. Κυριαρχεί η συμμετρία, με βάση τον κεντρικό άξονα Ανατολής-Δύσης. Σχετικά με τα υλικά, τα κτήρια είναι κατασκευασμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα, για τον στατικό φορέα. Οι επιφάνειες διαμορφώνονται με επένδυση από 300.000 οπτόπλινθους, τόσο στους εξωτερικούς τοίχους όσο και στα δάπεδα των εξωτερικών χώρων, έτσι ώστε η μορφή να παραπέμπει στο αρχαίο μοναστήρι, που ήταν κι αυτό κατασκευασμένο από πλίνθους. Εσωτερικά, στους χώρους των κλιμακοστασίων μένουν εμφανείς οι πλάκες σκυροδέματος, ενώ στους χώρους λατρείας και διαλογισμού επιχρίονται, ώστε να επικρατεί ηρεμία και ουδετερότητα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι τα ονόματα των χώρων δεν σημαίνουν κάτι. Η μόνη αρχιτεκτονική ορολογία που έχει σημασία είναι αυτή της πύλης τύπου Iljumun. Αυτός ο τύπος πύλης συναντάται σε όλες τις εισόδους των
Εικ.51,52: Διαγράμματα κεντρικής ιδέας.
49
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κορεάτικων ναών. Στα σανσκριτικά σημαίνει ‘Η Πύλη με τον ένα κίονα’, καθώς αν κανείς την κοιτάξει από τα πλάγια δίνεται η εντύπωση ότι η οροφή της στηρίζεται σε μόνο ένα υποστύλωμα153. Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ιεροί χώροι του Βουδισμού διακατέχονται από σχεδιαστικές αρχές, οι οποίες έχουν παραμείνει σταθερές ανεξαρτήτως της παρόδου των αιώνων. Τόσο οι πρώιμες διαμορφώσεις των νότιων βουδιστικών μοναστηριών υπό μορφήν λαξευτών σπηλιών, όσο και τα μεταγενέστερα παραδείγματα μοναστηριών του βόρειου και ανατολικού Βουδισμού, σχεδιάζονται έτσι ώστε να αποτελούν πραγμάτωση της βουδιστικής διδασκαλίας. Επιδιώκεται η διαμόρφωση των μοναστηριών έτσι ώστε να αποτελούν συμβολικές αναπαραστάσεις του βουδιστικού κόσμου ή της ανοδικής πορείας του ανθρώπου προς την ανώτατη πνευματική κατάσταση. Επομένως, σε κάθε περίπτωση ένα βουδιστικό μοναστήρι αναπτύσσεται με βάση την πηγή της ιερότητάς του, δηλαδή ένα πρόσωπο (παλαιότερα κάποιος μοναχός, σήμερα ο Βούδας) που πέτυχε τη Φώτιση, με αποτέλεσμα το ιερότερο τμήμα να βρίσκεται πάντα στο κέντρο ή στο ανώτερο και βαθύτερο σημείο του συγκροτήματος/ ναού, αποτελώντας κάποιες φορές άβατο για τους λαϊκούς αλλά ποτέ για τους μοναχούς. Ο σωστός χειρισμός των φυσικών μέσων αναπαράστασης, όπως η γλυπτική και η ζωγραφική, συμβάλλουν με τον τρόπο τους στη δημιουργία ενός ‘ιερού’ περιβάλλοντος εντός των χώρων λατρείας, πιο προσιτού και ‘απτού’ από τις ανθρώπινες αισθήσεις. Μέσω των παραπάνω συμπερασμάτων, θα προχωρήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο στην κατηγοριοποίηση των περιοριστικών κατασκευών για την απομόνωση τμημάτων και τον χαρακτηρισμό τους ως ιερότερα από τα υπόλοιπα, καθώς και τη σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα όρια των υπολοίπων θρησκειών που αναλύονται.
153 Για περισσότερες πληροφορίες: An illustrated guide to Korean culture : 233 traditional key words. (2002). Korea: Hakgojae: Seoul, σσ. 187.
50
6.2.
Ι Ν Δ ΟΥ Ι Σ Μ Ο Σ _
‘Οι θεοί ευφραίνονται πάντα όπου βρίσκονται άλση, ποτάμια, βουνά και πηγές, και σε πόλεις με κήπους αναψυχής…’154 Στον Ινδουισμό, μία από τις αρχαιότερες θρησκείες, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός ιερών χώρων πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη του 3ου αι. μ.Χ., με επιρροές από τα βουδιστικά stūpas(μαυσωλεία) 155 . Μέχρι τότε ως ιεροί χώροι χρησιμοποιούνταν τοποθεσίες οι οποίες θεωρούνταν κατοικίες θεών, όπως πηγές, λαγκάδια, μεγάλοι ποταμοί και βουνά156, καθώς και ιερά κατασκευασμένα από δασικά υλικά, τα οποία όμως δεν ήταν δυνατό να διατηρηθούν157. Οι ινδουιστικοί ναοί158 πρωτοεμφανίστηκαν ως απλά ιερά λαξευτά στην πέτρα και εξελίχθηκαν αρχιτεκτονικά, με αποτέλεσμα από τον 5ο αι. μ.Χ. έως τις μέρες μας να αποτελούν συμπαγή μνημεία με περίτεχνη γλυπτή διακόσμηση. Λειτουργούν ως κέντρα των ινδουιστικών κοινωνιών, στα οποία προσέρχονται οι πιστοί κατά τη βούλησή τους, για να ευχαριστήσουν τους θεούς και να προσευχηθούν. Η λατρεία πραγματοποιείται μέσω δεξιόστροφης περιφοράς των πιστών γύρω από κάτι ιερό όπως ο ναός, τελετουργικό γνωστό με το σανσκριτικό όνομα pradakshina που σημαίνει ‘στα δεξιά’, και της ταυτόχρονης εκφώνησης προσευχών κοιτώντας προς το είδωλο του θεού, που υπάρχει στον εκάστοτε ναό159. Απαραίτητη είναι η προσφορά φαγητών και λουλουδιών, για την κάλυψη των αναγκών του θεού. Κάθε ναός είναι αφιερωμένος σε μία θεότητα, θεωρείται κατοικία της και χώρος όπου ο παράδεισος συναντά τη γη. Για το λόγο αυτό, η μορφή των περισσότερων ινδουιστικών ναών παραπέμπει σε παλάτι ή βουνό-οροσειρά, καθώς σύμφωνα με την ινδουιστική παράδοση, τα Ιμαλάια και το θρυλικό βουνό Meru είναι οι κατεξοχήν κατοικίες των θεών160. Συγκεκριμένα, η ανάπτυξη του κάθε ναού υλοποιείται με βάση άλλοτε των οκτώ κατευθύνσεων της ιερής πυξίδας maṇḍala του Ινδουισμού161, για την οποία θα μιλήσουμε αναλυτικότερα σε επόμενο κεφάλαιο, και άλλοτε του ειδώλου ή σύμβολου του θεού, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο κάθε ναός. Εξαιτίας της ινδουιστικής θεωρίας περί του κύκλου μετενσαρκώσεων, για κάθε θεότητα υπάρχει η πίστη ότι έχει εμφανιστεί στον κόσμο μέσω πολλών μορφών. Το γεγονός αυτό, καθώς και η μητριαρχική βάση στην πρόσληψη του κόσμου που επικρατεί στον Ινδουισμού, σύμφωνα με την οποία η φύση θεοποιείται ως μητέρα όλων, τα σύμβολα των θεών έχουν μορφές με θεματολογία που πηγάζει κυρίως από το ανθρώπινο σώμα. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση στο κέντρο 154 Brhat Samhita 1.60.4-8, 6ος αι. μ.Χ. 155 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. 156 Ζιάκας, Γ. Δ. (1996). Ιστορία των Θρησκευμάτων: Τα Ινδικά Θρησκεύματα (Τόμ. Α›). Θεσσαλονίκη: Π. Πουρνάρα., σσ.16. 157 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online, σσ.16. 158 Επικρατέστερη ονομασία των ναών αποτελεί ο σανσκριτικός όρος mandir. Ωστόσο, ανάλογα με την τοποθεσία της Ινδίας στην οποία βρίσκεται ο κάθε ναός, αναφέρονται και οι όροι devalaya, devkula, kovil, deol, devasthanam ή prasada. Στην παρούσα εργασία δεν θα γίνει αυτού του είδους διάκριση, και όλοι οι ινδουιστικοί ιεροί χώροι θα αναφέρονται ως ‘ναοί’. 159 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. 160 Ζιάκας, Γ. Δ. (1996). Ιστορία των Θρησκευμάτων: Τα Ινδικά Θρησκεύματα (Τόμ. Α’). Θεσσαλονίκη: Π. Πουρνάρα., σσ.229, Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. 161 Τα οχτώ αυτά σημεία προκύπτουν από την ινδουιστική αντίληψη για τον κόσμο, η οποία φανερώνεται στο σχήμα maṇḍala. Για το συμβολισμό αυτό θα μιλήσουμε εκτενέστερα σε επόμενο κεφάλαιο. Για περισσότερες πληροφορίες: Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ. 3, Kramrisch, S. (1976). The Hindu Temple (Τόμ. 1). Delhi: Motilal Banarsidass Publishers., σσ. 19-62.
51
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
βρίσκεται το ιερότερο τμήμα του ναού, το garbhagriha, λέξη που στα σανσκριτικά σημαίνει ‘αίθουσα-μήτρα’. Ο χώρος αυτός αποτελεί τον πυρήνα του ναού και είναι ιδιαίτερα στενός, χωρίς ανοίγματα, παρά μόνο μία είσοδο162. Από αυτό το σημείο θεωρείται ότι πηγάζει η ενέργεια του θεού. Για το λόγο αυτό, επικρατεί ο διάκοσμος με τυφλές διακοσμημένες θύρες-ghana dvara, οι οποίες συμβολικά επιτρέπουν την εξάπλωση της θεϊκής ενέργειας προς τον κόσμο. Στο ιερό-garbhagriha επιτρέπεται η είσοδος μόνο στους ιερείς-pūjaris163, οι οποίοι φροντίζουν για την κάλυψη των αναγκών του θεού και του ναού164. Σε πολλούς ναούς, αναπτύσσεται μονοπάτι περιήγησης εντός του garbhagriha, για τέλεση του τελετουργικού pradakśiṇā, και επιπλέον το praṇāla, ένα αυλάκι με νερό που καταλήγει έξω από το ναό. Η στέγαση του garbhagriha πραγματοποιείται από πυργοειδείς κατασκευές, των οποίων η μορφολογία ποικίλει ανάλογα με τον αρχιτεκτονικό ρυθμό στον οποίο ανήκει ο ναός165. Η είσοδος στο ιερό επιτυγχάνεται μέσω προστώου-antarala, το οποίο ακολουθεί τετραγωνική αίθουσα με κιονοστοιχία - maṇḍapa, όπου παραμένουν οι πιστοί166. Ανάλογα με το μέγεθος του ναού, ο αριθμός των αιθουσών αυτών ποικίλει167. Εξωτερικά, αναπτύσσεται πάντα δεξαμενή νερού, που λειτουργεί ανεξάρτητα του praṇāla168, της οποίας η χρήση θα αναλυθεί σε επόμενο κεφάλαιο. Αν και η βασική διάρθρωση του ινδουιστικού ναού, όπως παρουσιάστηκε συνοπτικά παραπάνω, είναι σχετικά απλή, στην εξωτερική τους εμφάνιση τα κτήρια αυτά μοιάζουν ιδιαίτερα πολύπλοκα και δυσνόητα. Η εντύπωση αυτή προκύπτει εξαιτίας των πολυάριθμων γλυπτών που κοσμούν τον κάθε ναό, τα οποία αντλούν τη θεματολογία τους από θεϊκά σύμβολα και την ινδική μυθολογία, με επιρροές από το κοινωνικό, πολιτικό και γεωγραφικό πλαίσιο της κάθε εποχής. Κάθε γλυπτό καταλαμβάνει συγκεκριμένη θέση στο ναό169.
Εικ.53: Ρυθμός Nāgara. Εικ.54: Ρυθμός Drāvida.
52
162 NCERT. (2013). Temple Architecture and Sculpture. Στο An Introduction to Indian Art Part 6: Textbook in Fine Arts for Class 11 (σσ. 69-102). National Council of Education., σσ. 70. 163 Η ονομασία των ιερέων του Ινδουισμού προέκυψε από το τελετουργικό pūja, που στα σανσκριτικά σημαίνει ‘λατρεία’, κατά το οποίο προσφέρονται αφιερώματα και προσευχές στις θεότητες. Άλλη ονομασία που χρησιμοποιείται για τους ιερείς είναι archaka, από το τελετουργικό προσφοράς φωτός στις θεότητες, aarti, το οποίο αποτελεί τμήμα του pūja. 164 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. 165 NCERT. (2013). Temple Architecture and Sculpture. Στο An Introduction to Indian Art Part 6: Textbook in Fine Arts for Class 11 (σσ. 69-102). National Council of Education., σσ.70. 166 NCERT. (2013). Temple Architecture and Sculpture. Στο An Introduction to Indian Art Part 6: Textbook in Fine Arts for Class 11 (σσ. 69-102). National Council of Education., σσ.70. 167 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ. 3, 168 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ. 12, 169 Michell, G. (1988). The Hindu Temple: An Introduction to Its Meaning and Forms. USA: University of Chica-
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
Τυπολογικά, οι ναοί μπορούν να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, ανάλογα με την περιοχή εμφάνισής τους. Αυτές είναι ο αρχιτεκτονικός ρυθμός nāgara (εικ.53), που στα σανσκριτικά σημαίνει ‘ο γεννημένος στην πόλη’ και σχετίζεται με τα βόρεια τμήματα της Ινδίας, και ο drāvida(εικ.54), που στα σανσκριτικά σημαίνει ‘ο προερχόμενος από τη χώρα Dravida’ και σχετίζεται με τα νότια τμήματα της Ινδίας170. Λόγω της μακραίωνης ιστορίας του Ινδουισμού και των πολυάριθμων αρχιτεκτονικών παραλλαγών των δύο παραπάνω ρυθμών, παρουσιάζεται πληθώρα ιερών χώρων αυτής της θρησκείας. Η επιλογή των παραδειγμάτων προς ανάλυση για την παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε με γνώμονα τις κατασκευές που χρησιμοποιούνται ως διαχωριστικά, οι οποίες αναπτύσσονται εντός των ινδουιστικών ναών για να χαρακτηρίσουν ένα τμήμα ιερότερο κάποιου άλλου. Όλα τα παραδείγματα βρίσκονται στην Ινδία, όπου εξασκείται κατά κύριο λόγο ο Ινδουισμός. Πιο συγκεκριμένα, ως πρότυπο θα χρησιμοποιηθεί ο ναός Muṇḍeśvarī, στο Bihar, ο οποίος είναι από τους παλαιότερους. Η καθαρότητα και σαφήνεια που παρουσιάζει τόσο στη δομή όσο και στη μορφή του, συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση των αρχών που διέπουν τα κτήρια του είδους του. Εν συνεχεία, θα αναλυθούν μεταγενέστερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα, τα οποία φανερώνουν την μετεξέλιξη των ορίων προσδιορισμού της ιερότητας, εντός αυτών. Συγκεκριμένα αυτά είναι ο λαξευτός-στην-πέτρα ναός Kailāśa του συγκροτήματος Ellora, που βρίσκεται στο Maharashtra, ο ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati, που βρίσκεται στο Tamil Nadu, και τέλος, το νεότερο παράδειγμα του ‘Ναού της Πέτρας και του Φωτός’, στο Barmer.
Ναός Muṇḍeśvarī, Bihar Ο ναός Muṇḍeśvarī είναι χτισμένος στους ομώνυμους λόφους, κοντά στο χωριό Rangarh της ινδικής πολιτείας Bihar (εικ.56). Είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού-καταστροφέα Śiva και της θεάς της κοσμικής ενέργειας Shakti. Αποτελείται από ερείπια πολυάριθμων ινδουιστικών ναών που αναπτύσσονταν σε αυτήν την περιοχή, χωρίς να είναι γνωστό πότε ακριβώς διεκπεραιώθηκε αυτή η κατασκευή. Ό,τι δεν χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του ναού παραμένει μέχρι και σήμερα περιμετρικά αυτού, με αποτέλεσμα να διακρίνονται πολυάριθμα απομεινάρια δομικών και γλυπτών στοιχείων παλαιότερων ινδουιστικών ναών. Ενδιαφέρον για την αρχική μορφή του ναού παρουσιάζουν κομμάτια āmalaka, σχήματος πέτρινου ραβδωτού
Εικ.55: Το μονοπάτι με τις καμπάνες προς το ναό Muṇḍeśvarī.
go Press., σσ. 88, NCERT. (2013). Temple Architecture and Sculpture. Στο An Introduction to Indian Art Part 6: Textbook in Fine Arts for Class 11 (σσ. 69-102). National Council of Education., σσ. 70-71. 170 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online, σσ. 18-20.
Εικ.56: Νότια εξωτερική άποψη του ναού Muṇḍeśvarī.
53
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
δακτυλίου, που τοποθετούνται συνήθως στην κορυφή των σπειροειδών πύργων των ναών τύπου nāgara. Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της BSRTB171 σε συνέδριο του 2008, το αρχαιότερο τμήμα του ναού χρονολογείται στον 1ο αι. μ.Χ.. Επίσης, είναι ευρέως αποδεκτή η χρονολόγηση των διακοσμητικών στοιχείων που φέρουν τα ανοίγματα του ναού, γύρω στον 7ο αι. μ.Χ.172, γεγονός που αποτελεί αιτία χρονολόγησης ολόκληρου του ναού στον ίδιο αιώνα, από πολλούς ερευνητές173. Εντούτοις, σύμφωνα με τη Fiona Buckee, ερευνήτρια του τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Θρησκείας του Cardiff University, η σημερινή δομή του ναού διαμορφώθηκε γύρω στον 16ο αι.μ.Χ., πάνω σε ίχνη προγενέστερου174. Εκτός των άλλων, στοιχεία τόσο για το εξωτερικό όσο και το εσωτερικό του ναού, αντλούνται και από τις ζωγραφικές απεικονίσεις των Thomas και William Daniells (εικ.58, 59), του 1790. Στην παρούσα εργασία θα αναλύσουμε τη διαμόρφωση του ναού όπως σώζεται και χρησιμοποιείται σήμερα. Λόγω της κατασκευής του πάνω σε ίχνη προγενέστερου ναού με τμήματα παλαιότερων ιερών ινδουιστικών κτισμάτων, και της αδιάκοπης χρήσης του από τον 1ο αι. έως σήμερα, επιλέχθηκε να αναλυθεί ως πρότυπο ινδουιστικής αρχιτεκτονικής. Η πρόσβαση στο ύψωμα όπου βρίσκεται ο ναός πραγματοποιείται μέσω στεγασμένης κλίμακας στην ανατολική πλευρά του λόφου, από την οροφή της οποίας κρέμεται πλήθος από καμπάνες (εικ.55). Παρατηρώντας την κάτοψη της υπάρχουσας κατάστασης του ναού, βλέπουμε ότι το κτήριο αναπτύσσεται με βάση τις οκτώ κατευθύνσεις της ινδουιστικής πυξίδας, διαμορφώνοντας οκταγωνικό σχήμα πλάτους 14 μ. από πόρτα σε πόρτα175(εικ.57). Ο ναός είναι κατασκευασμένος εξολοκλήρου από αμμόλιθο176. Αποτελείται από έναν κεντρικό εσωτερικό χώρο που χρησιμοποιείται τόσο ως garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη) όσο και ως πέρασμα(1), με τέσσερις διαδρόμους που οδηγούν σε θύρες προς στο εξωτερικό του ναού(2, 3, 4, 5). Κύρια είσοδο αποτελεί 171 Bihar State Religious Trust Board. 172 Michell, G. (1988). The Hindu Temple: An Introduction to Its Meaning and Forms. USA: University of Chicago Press., σσ. 98. 173 Bloch, Notes on Places Visited, Kuraishi, List of Ancient Monuments, σσ. 143–144, Banerji, Age of the Imperial Guptas, σσ. 156–57, Panigrahi, Temple of Muṇḍeśvarī in Shahabad, Michell, Comparison of the Mundeśvarī Temple at Ramgarh and the Meguti Temple at Aihole, F. Asher, Art of Eastern India, σσ. 38–42, Williams, Art of Gupta India, σσ. 166–68, Meister, Muṇḍeśvarī: Ambiguity and Certainty, σσ. 77, Deva, Mundeswari Temple, Ramgarh, Deva, Rāmgaḍh, Muṇḍeśvarī Temple, Εικ.57:Κάτοψη του ναού Neuss, Temple of Muṇḍeśvarī, σσ. 543. Muṇḍeśvarī. 174 Για περισσότερες πληροφορίες: Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art. 175 Michell, G. (1988). The Hindu Temple: An Introduction to Its Meaning and Forms. USA: University of Chicago Press., Εικ.58: Ακουαντίνα του σσ. 98, Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff εξωτερικού του ναού University. Archives of Asian Art., σσ. 175. Muṇḍeśvarī. Thomas και Wil- 176 Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art., σσ. 173. liam Daniells, 1790.
54
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
η νότια θύρα(4), έμπροσθεν της οποίας αναπτύσσεται υπερυψωμένη βάση(6), που αρχικά φιλοξενούσε πλατύ maṇḍapa(αίθουσα προσευχής των λαϊκών). Σύμφωνα με πληροφορίες από προσκυνητές του 6ου-7ου αι., η δαπεδόστρωση του τελευταίου αποτελούνταν από μεγάλες λίθινες πλάκες, ενώ στη νοτιοδυτική γωνία περιγράφονται απομεινάρια μικρού ιερού(7) με υποδοχή για λάβαρο177. Όσον αφορά το κτήριο του σωζόμενου ναού, παρουσιάζει τέσσερα θυραία ανοίγματα στις απολήξεις στενών διαδρόμων(2, 3, 4, 5). Από αυτά, το νότιο(4) παραμένει ανοιχτό αποτελώντας την κύρια είσοδο, ενώ τα υπόλοιπα τρία(3, 4, 5) είναι φραγμένα με υπολείμματα αρχαίων ναών που βρίσκονταν στην περιοχή ή σύγχρονες πόρτες, και ίσως συμπληρώνονταν με προστώα, που σήμερα δεν σώζονται178. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το τρόπος που είναι κλεισμένη η ανατολική θύρα(3), μέσω τμημάτων πέτρινης εσχάρας, γνωστής με την ινδική ορολογία jāli. Κατά τον τρόπο αυτό, δημιουργείται εσωτερικό περιβάλλον με πολύ χαμηλό φωτισμό στον ανατολικό διάδρομο του ναού(3), όπου τοποθετείται το άγαλμα της κύριας θεότητος Shakti, υπό τη μορφή Devi Muṇḍeśvarī. Το είδωλο είναι επενδυμένο με ύφασμα, με αποτέλεσμα να είναι ορατό μόνο το πρόσωπο και τα χρυσά μάτια του, και όχι το σώμα του, το οποίο διαθέτει οχτώ χέρια που κρατούν όπλα και κάθεται πάνω σε βουβάλι179. Στο κέντρο του ναού(1) αναπτύσσεται ψηλό εσωτερικό στέγαστρο τετραγωνικής κάτοψης, το οποίο στηρίζεται σε τέσσερις λεπτούς κίονες και φέρει λίθινο διακοσμημένο πλαίσιο. Ο χώρος αυτός(1) αποτελεί το ιερότερο τμήμα του συγκεκριμένου ναού. Οι κίονες αποτελούνται από τμήματα τετραγωνικής και πολυγωνικής διατομής, και φέρουν απλή επίστεψη. Κεντρικά αυτής της κατασκευής και πάνω σε χαμηλό βάθρο yonipīṭha, σχήματος αιδοίου, σύμβολο του θεού Śiva, διακρίνεται το είδωλο του τελευταίου, υπό τη μορφή τετρακέφαλης αναπαράστασης-caturmukhaliṅga. Το εσωτερικό του ναού όπως περιγράφηκε δεν παρουσιάζει διαφοροποιήσεις από την αντίστοιχη μορφή του το 1790, όπως αυτή αναπαρίσταται στην ακουαντίνα των Daniells (εικ.59). Αντιθέτως, το εξωτερικό περιβάλλον όπως διαμορφώνεται σήμερα παρουσιάζει πλήθος διαφορών. Σύμφωνα με τους Danniels το κτήριο ήταν δυσπρόσιτο και σχεδόν εντελώς κρυμμένο κάτω από σορό ερειπίων επικαλυμμένων με χώμα, σχηματίζοντας λόφο, στον οποίο είχαν φυτρώσει δέντρα (εικ.58). Αποκαλύφθηκε με τις ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν το 1902-1904180. Οι τέσσερις κύριοι συμπαγείς τοίχοι, που φέρουν τις θύρες, στηρίζονται σε προεξέχοντες πεσσούς με γλυπτή βάση που μιμείται μορφή δοχείου και είχε επίστεψη που δεν σώζεται. Οι τέσσερις δευτερεύοντες τοίχοι διαμορφώνουν εσωτερικά κόγχες υποδοχής ειδώλων, ενώ εξωτερικά παρουσιάζουν τρία τυφλά ανοίγματα, με το μεσαίο να είναι το μεγαλύτερο από αυτά. Τα πλαίσια τόσο των θυρών όσο και των ανοιγμάτων αποτελούν δείγματα αρχιτεκτονικής nāgara, με διαμορφωμένο φυτικό διάκοσμο και γλυπτές μορφές φυλάκων θεοτήτων, τις γνωστές από το Βουδισμό dvāra-pālas. Η οροφή του ναού είναι σύγχρονη, επίπεδη και κατασκευασμένη από σκυρόδεμα. Προέκυψε κατά τις επεμβάσεις της Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων των Ινδιών το 1913-1914181. Δύο είναι οι πιθανότερες αρχικές μορφές στέγασης, αυτή της 177 Singh, A. K., Sharma, M., & Jayaswal, V. (2017). The Sacred Landscape of Mundeshwari: The ‘Oldest Living’ Temple. Varanasi: ARYAN BOOKS INTERNATIONAL., σσ. 21-22. 178 Michell, G. (1988). The Hindu Temple: An Introduction to Its Meaning and Forms. USA: University of Chicago Press., σσ. 98, Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art., σσ.. 98 179 Singh, A. K., Sharma, M., & Jayaswal, V. (2017). The Sacred Landscape of Mundeshwari: The ‘Oldest Living’ Temple. Varanasi: ARYAN BOOKS INTERNATIONAL., σσ. 117, fig. 340. 180 Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art., σσ. 182, fig. 15. 181 Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art., σσ. 173.
Εικ.59: Ακουαντίνα του εσωτερικού του ναού, με την τετρακέφαλη μορφή του θεού Śiva . Thomas και William Daniells, 1790.
55
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κλασικής πυργοειδούς κατασκευής, τύπου sikhara του ρεύματος nāgara, ή με θόλο182.
Ναός Kailāśa, Ellora, Maharashtra Ο ναός Kailāśa, γνωστός και ως Kailāśanātha (εικ.60), βρίσκεται στο Maharashtra της Ινδίας και αποτελεί ένα από τα πολυάριθμα λαξευτά ινδουιστικά ιερά μνημεία του συγκροτήματος Ellora. Εκτός από ινδουιστικά ιερά μνημεία, στο χώρο αυτό αναπτύσσονται παρόμοιες κατασκευές που ανήκουν στο Βουδισμό και τον Τζαϊνισμό183. Η ονομασία του συγκεκριμένου ναού προσδιορίζει, σύμφωνα με την ινδουιστική παράδοση, την κατοικία στα Ιμαλάια του θεού Śiva, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός 184. Το μεγαλύτερο τμήμα του λαξεύτηκε στα μέσα του 8ου αι. μ.Χ.185, ξεκινώντας από την κορυφή και προχωρώντας προς τα κάτω, στο εύπλαστο πέτρωμα του βασάλτη, από το οποίο αποτελούνται οι λόφοι της περιοχής186. Πρόκειται για ένα από τα πιο αξιοθαύμαστα μονολιθικά μνημεία παγκοσμίως187. Ανήκει στον πρώιμο ρυθμό drāvida (εικ.54), αποτελώντας ίσως το βορειότερο παράδειγμα από τους ινδικούς ναούς του ίδιου ρυθμού188. Έτσι, αναπτύσσεται ως ένα συγκρότημα τριών βασικών κατασκευών, οι οποίες μοιάζουν να ξεπροβάλλουν από το έδαφος μιας αυλής σχήματος U, που προέκυψε κατά την εκσκαφή για την κατασκευή του. Εκατέρωθεν του ναού Kailāśa, υπάρχουν δύο μικρότεροι ναοί, οι οποίοι ανήκουν στον Τζαϊνισμό και γι’ αυτό το λόγο δεν θα εξεταστούν εδώ. Ειδικότερα, παρατηρώντας την κάτοψη (εικ.61) βλέπουμε ότι η πρόσβαση στην αυλή του ναού διαμορφώνεται με gopuram(1), μνημειακή
Εικ.60: Γενική άποψη από τα βορειοδυτικά. Ναός Kailāśa. Εικ.61:Κάτοψη. Ναός Kailāśa.
56
182 Σύμφωνα με παρατηρήσεις του T. Bloch, στις ανασκαφές του 1902-4. Για περισσότερες πληροφορίες: Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art., σσ. 189-192. 183 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm. 184 Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia., στο https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/. 185 Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia., στο https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/., Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 17., 186 Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia., στο https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/. 187 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm, Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 17., 188 Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia., στο https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/., Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
διώροφη πύλη, συνηθισμένη στο ρυθμό drāvida, η οποία φέρει πλούσιο διάκοσμο. Κυριολεκτικά, η λέξη gopuram χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ‘το μέρος από όπου εισάγεται όλη η ενέργεια των ζωντανών υπάρξεων’189. Στο αριστερό τμήμα της πύλης αυτής αναπτύσσονται ανάγλυφες αναπαραστάσεις μορφών του θεού-καταστροφέα Śiva, ενώ στα δεξιά του θεού-δημιουργού Viṣṇu. Αρχικά, η πύλη συνδεόταν μέσω λίθινων γεφυρών στο βόρειο και νότιο τμήμα της, με στοές εντός των τοιχών-prākāra που αναπτύσσονται εκατέρωθέν της και περιμετρικά του ναού όπως υπάρχει μέχρι και σήμερα, οι οποίες στέγαζαν αποθήκες και άλλες βοηθητικές χρήσεις. Συνεχίζοντας προς την ανατολική έξοδο της πύλης, μπορεί να εισέλθει κανείς στη μεγάλη αυλή του ναού, διαστάσεων 82x46 μ. στη βάση της190. Κεντρικά της αυλής αναπτύσσεται υπόστεγο(2), στου οποίου την οροφή ανυψώνεται το άγαλμα του ιερού ταύρου-φύλακα Nandi του θεού Śiva, που κοιτάει επιβλητικό προς το ναό. Το ιερό(2) αυτό αποτελεί διώροφη συμπαγή κατασκευή ύψους 7 μ.. Εκατέρωθέν του αναπτύσσονται δύο ελεύθεροι κολοσσιαίοι κίονες τύπου dhvajastambhas(3), οι οποίοι φέρουν υποδοχή για λάβαρο και αρχικά ενώνονταν με τις πλάγιες θύρες του ιερού Nandi(2). Στο ναό μπορεί να φτάσει κανείς μέσω λίθινης γέφυρας, που ενώνει το δεύτερο επίπεδο της πύλης- gopuram(1) με τον όροφο του ιερού του Nandi(2) και το κεντρικό προστώο της εισόδου του ναού(6) (εικ.62). Περνώντας στον τελευταίο, παρατηρούμε ότι αποτελείται από δύο κύριους χώρους, το maṇḍapa(κύριος χώρος προσευχής των πιστών)(4) και το garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη)(5), διαμορφωμένους πάνω σε ψηλή βάση, την οποία φαίνεται να υποστηρίζουν ελέφαντες, καθώς περιμετρικά της υπάρχουν οι αντίστοιχες γλυπτές μορφές. Για το λόγο αυτό, η είσοδος στο εσωτερικό επιτυγχάνεται μέσω δύο μνημειωδών κλιμάκων, στο βόρειο και νότιο τμήμα του προστώου(6). Ξεκινώντας από το maṇḍapa(4), βλέπουμε ότι διαθέτει τρία προστώα(6) στο Βορρά, το Νότο και τη Δύση, εκ των οποίων τα δύο πρώτα λειτουργούν ως εξώστες. Η οροφή του είναι επίπεδη και υποστηρίζεται από 16 κίονες τετραγωνικής διατομής, οργανωμένους σε τέσσερις ομάδες, ώστε να διαμορφώνεται κεντρικός διάδρομος που καταλήγει στο βάθος του ναού στο garbhagriha(5). Σε όλο το μήκος των περιμετρικών τοίχων του maṇḍapa(4) διαμορφώνονται κόγχες υποδοχής ειδώλων και 189 Για περισσότερες πληροφορίες: Sthapati, V. G. (2003). Significance of vimānam & gopuram. Chennai, Tamil Nadu, India: Dakshinaa Pub. House. 190 MITTRA, S. K. (2002). PERIODIC REPORTING ON THE APPLICATION OF THE WORLD HERITAGE CONVENTION SECTION II: STATE OF CONSERVATION OF SPECIFIC WORLD HERITAGE PROPERTIES. Archaeological Survey of India, UNESCO., σσ. 8.
Εικ.62: Βόρεια όψη. Ναός Kailāśa.
57
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
συμβόλων διάφορων θεοτήτων, μεταξύ ανάγλυφων ψευδοπαραστάδων. Στο βάθος του maṇḍapa(4) αναπτύσσεται antarala(7), μικρή αίθουσα υποδοχής μέσω της οποίας φτάνει κανείς στο διώροφο ιερό(5), που περιέχει κεντρικά το χαρακτηριστικό σύμβολο-Lingam του θεού Śiva (εικ.63). Η οροφή του garbhagriha(5) διαμορφώνεται μέσω οκταγωνικού πύργου vimana, ο οποίος αποτελείται από κλιμακωτά επίπεδα και στέφεται από θολοειδή βράχο, γνωστό ως sikhara, ο οποίος αρχικά κατέληγε σε κορυφή μορφής στάμνας191. Συνεπώς, το συνολικό ύψος του ναού στην κορυφή του vimana, φτάνει τα 32,6 μ.192. Στο ανατολικό τμήμα του ναού, περιμετρικά του garbhagriha(5), υπάρχουν προσαρτημένα πέντε μικρά μονόχωρα ιερά(8), που συνδέονται μεταξύ τους και με το maṇḍapa(4) του ναού με λίθινες γέφυρες. Μέσω της παραπάνω ανάλυσης διακρίνουμε τη διάθεση να ομοιάσει ο ναός σε αυτόνομο κτιστό κτήριο, καθώς διαθέτει σκαλισμένα όλα τα αναγκαία δομικά στοιχεία για την στήριξη μιας πολυώροφης αυτοφερόμενης κατασκευής, όπως βάση, υποστυλώματα και δοκάρια193. Τόσο μέσα από τα σχέδια όσο και τις φωτογραφίες, μπορούμε να διακρίνουμε τους νοητούς άξονες πάνω στους οποίους αναπτύσσεται ο ναός.
Ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati, Tamil Nadu Ο κεντρικό ναός του χωριού Krishnapuram (εικ. 64), κοντά στο Tamil Nandu της Ινδίας, είναι αφιερωμένος στο θεό Viṣṇu, περιέχοντας είδωλο μιας από τις μορφές του, αυτή του Veṇkiṭācalapati, εξ’ ου και η ονομασία του. Πρόκειται για μνημείο ρυθμού drāvida (εικ.54), το οποίο χρονολογείται γύρω στο 1560, και συνεπώς παρουσιάζει διαφοροποιήσεις από τον προηγούμενο ναό του ίδιου ρυθμού, που αναλύσαμε. Πριν την ανέγερση του ναού, ο χώρος αυτός δεν είχε κάποια ιδιαίτερη ιερότητα. Σήμερα καλύπτει έκταση 7.284 τ.μ., καθώς εκτός από το βασικό κτήριο, διαθέτει δύο επιπλέον περιφραγμένες ορθογώνιες αυλές με επιπλέον κτίσματα. Η αναλογία εξωτερικής/εσωτερικής αυλής είναι 2:1194. Στην αυθεντική μορφή του συγκροτήματος υπήρχε και Εικ.63: Εσωτερική άποψη προς το garbhagriha. Ναός Kailāśa. Εικ.64: Ανατολική άποψη της στοάς και του gopuram. Ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati.
58
191 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm. 192 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm., Michell, G. (1990). The Penguin Guide to the Monuments of India, Volume 1: Buddhist, Jain, Hindu (Τόμ. 1). Venghal: Penguin Books., σσ. 365. 193 Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia., στο https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/. 194 Branfoot, C. (2008). Imperial Frontiers: Building Sacred Space in Sixteenth-Century South India. The Art Bulletin, 90(2), σσ. 171.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
τρίτη αυλή, εξωτερικά των δύο υπαρχουσών, η οποία έχει καταστραφεί195. Ένα άλλο στοιχείο που δεν σώζεται είναι η αυθεντική οροφή του ναού, της οποίας η κλιμακωτή πυραμοειδής μορφή μπορεί να υποτεθεί λόγω της διάταξης drāvida που ακολουθείται. Συγκεκριμένα (εικ. 65), η περίφραξη της εξωτερικής αυλής - prākāra πραγματοποιείται μέσω ψηλού τοίχου από γρανίτη, ο οποίος είναι βαμμένος με άσπρες και κόκκινες ρίγες, γεγονός που υιοθετείται στους ινδουιστικούς χώρους της Ν. Ινδίας και θα αναλυθεί περεταίρω σε επόμενο κεφάλαιο. Η πρόσβαση στην κεντρική είσοδο του ναού πραγματοποιείται μέσω στοάς με κιονοστοιχία(1). Μνημειώδης πενταώροφη πυραμοειδής πύλη gopuram(2) συνολικού ύψους 34 μ., που λειτουργεί και ως καμπαναριό, διακόπτει τον εξωτερικό τοίχο και οδηγεί στο εσωτερικό της πρώτης αυλής. Οι κύριες κατασκευές εντός αυτής αναπτύσσονται στον άξονα Ανατολής-Δύσης, ο οποίος συνδέει το gopuram(2) με το ιερό στο βάθος του κεντρικού ναού, garbhagriha(3). Επομένως, ο πιστός εισερχόμενος από την κεντρική πύλη(2) αντικρίζει ανοιχτή σειρά κιονοστοιχιών(4), που δημιουργούν διαδρομή προς την κεντρική είσοδο του ναού(5) και παρουσιάζουν τρία αγάλματα στο κέντρο. Στο βόρειο τμήμα των κιονοστοιχιών(4) υπάρχει διαμορφωμένο mahāmaṇḍapa(6), δηλαδή χώρος για του πιστούς πριν τον κυρίως χώρο συγκέντρωσης-maṇḍapa(7), το οποίο κανονικά αναπτύσσεται στον ίδιο άξονα με το ναό, τακτική που δεν ακολουθείται στο εν λόγω παράδειγμα. Λίγο πριν την είσοδο της δεύτερης αυλής(5), διαμορφώνεται στο νότο μικρό υπόστεγο τμήμα(8) που χρησιμοποιείται ως εξωτερικός χώρος τελετουργιών, ενώ άλλοι δύο πανομοιότυποι ναΐσκοι(9), αφιερωμένα σε γυναικείες θεότητες, αναπτύσσονται συμμετρικά εκατέρωθεν του ναού. Περνώντας το δεύτερο αυλόγυρο, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί τόσο από την κεντρική είσοδο στην Ανατολή(5) όσο και από άνοιγμα στο Βορρά(10), παρατηρούμε ότι αναπτύσσεται το maṇḍapa(7), το οποίο παρουσιάζει 42 ιδιαίτερα περίτεχνες ανάγλυφες κολώνες, εκ των οποίων φαίνεται σαν να εξέρχονται αγάλματα πολεμιστών, θεοτήτων και διάφορων πλασμάτων της ινδουιστικής μυθολογίας196. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία χώρου για τον πιστό, με σκοπό την πραγματοποίηση του τελετουργικού pradakśiṇā(περιφορά) γύρω από το είδωλο του θεού(3). Στο maṇḍapa παρεμβάλλονται και δύο βοηθητικοί χώροι(11). Το κεντρικό ιερό μέρος του ναού(12, 13, 14, 3) είναι κατασκευασμένο πάνω σε υπερυψωμένη πλατφόρμα, με αποτέλεσμα η 195 Rajagopalan, M. (1993). 15 Vaishnava temples of Tamil Nadu. India: Govindaswamy Printers., σσ. 145. 196 Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτή τη μορφή κιονοστοιχίας: Branfoot, C. (2008). Imperial Frontiers: Building Sacred Space in Sixteenth-Century South India. The Art Bulletin, 90(2), 171-194.
Εικ.65: Κάτοψη. Ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati.
59
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
είσοδος να πραγματοποιείται με τη βοήθεια δύο κλιμάκων στο Βορρά και το Νότο, που οδηγούν σε προστώο(12) με ανάγλυφες κολώνες dvāra-pālas(θεότητες φύλακες). Εντός του κυρίως ναού αναπτύσσεται μικρό ardha-maṇḍapa(13), με ξεχωριστό antarala(προστώο)(14), που καταλήγει στο βάθος του ναού σε garbhagriha(3). Εντός αυτού υπάρχει το αγαλματίδιο του θεού Viṣṇu, υπό τη μορφή Veṇkiṭācalapati, το οποίο στέκεται σε όρθια στάση, φτάνοντας το ύψος των 1,2 μ., με τέσσερα χέρια που κρατούν σύμβολα του θεού. Εκατέρωθέν του, αναπτύσσονται στους τοίχους γλυπτά γυναικείων θεοτήτων. Πέραν των πολυάριθμων και ιδιαίτερα περίτεχνων γλυπτών διαφόρων μεγεθών, ο ναός παρουσιάζει τμήματα με τοιχογραφίες θεματολογίας παρμένης από τη φύση και την ινδουιστική μυθολογία.
Ναός στην Πέτρα και το Φως, Barmer Ο σύγχρονος ινδουιστικός ιερός χώρος που επιλέχτηκε να αναλυθεί στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, είναι ο ναός στην Πέτρα και το Φως, στο Rajasthan της Ινδίας (εικ.67). Κατασκευάστηκε το 2016, υπό την επίβλεψη του αρχιτεκτονικού γραφείου SpaceMatters, καλύπτοντας έκταση 4360 τ.μ.. Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε μέσα από την ανάλυση παραδειγμάτων ινδουιστικών ιερών χώρων, που προηγήθηκαν, η Ινδία φέρει πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά περίτεχνων, τόσο κατασκευαστικά όσο και μορφολογικά, ναών. Συνεπώς, πρόκληση για τους αρχιτέκτονες αποτέλεσε το γεγονός ότι ο καινούριος αυτός ναός έπρεπε να είναι αντάξιος εκπρόσωπος αυτής της κληρονομιάς. Καθώς το Rajasthan ανήκει στη Β. Ινδία, ο ρυθμός που ακολουθείται συμβολικά είναι ο nāgara (εικ.53).
Εικ.66: Εσωτερική άποψη του maṇḍapa. Εικ.67:Εξωτερική άποψη από τη Δύση. Ναός της Πέτρας και του Φωτός.
60
Ειδικότερα, ο χώρος στον οποίο ανεγέρθηκε ο ναός δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερη περίφραξη, αλλά είναι δημόσιος και ανοιχτός (εικ.68). Η κύρια είσοδος στην αυλή του ναού πραγματοποιείται από το κέντρο της νότιας πλευράς του οικοπέδου. Δυτικά του κτηρίου του ναού υπάρχει χαμηλή ανοιχτή δεξαμενή στο κέντρο ενός τετράγωνου τμήματος με βλάστηση, το οποίο ξεχωρίζει από το πλακόστρωτο δάπεδο που το περιβάλλει τόσο λόγω διαφοροποίησης υλικών, αλλά και εξαιτίας του χαμηλότερου επιπέδου στο οποίο βρίσκεται. Γύρω από τη δεξαμενή αυτή αναπτύσσονται παγκάκια, προς χρήση από τους πιστούς κατά την πλύση τους πριν να εισέλθουν στο εσωτερικό του ναού. Ανατολικά αυτού του τμήματος και σε πλατφόρμα σχεδόν διπλάσια σε ύψος, αναπτύσσεται ο ναός.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ
Για την πρόσβαση σε αυτόν είναι απαραίτητη η ανάβαση μέσω κλιμακοστασίου ή βοηθητικής ράμπας. Έμπροσθεν του κτηρίου αναπτύσσεται προστώο με αναρτημένες μικρές καμπάνες, ενώ κατευθείαν ακολουθεί το ιερό garbhagriha με το σύμβολο Lingam του θεού Śiva, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός. Το ιερό στεγάζει ο σπειροειδής πύργος shikhara, που μιμείται την παραδοσιακή μορφή αυτού του είδους κατασκευών, με τη διαφορά ότι δεν είναι συμπαγής και δεν φέρει γλυπτές αναπαραστάσεις. Γενικώς, δεν παρουσιάζεται γλυπτός διάκοσμος. Το shikhara αποτελείται από αυτόνομα πλαίσια, τοποθετημένα επάλληλα στον καθ’ ύψος άξονα έτσι ώστε να φιλτράρουν το φως, δημιουργώντας ευχάριστο σκιερό περιβάλλον στο εσωτερικό του ναού κατά τις πρωινές ώρες, και ενοποιώντας το σκοτεινό ουρανό με το φωτεινό εσωτερικό, κατά τις βραδινές ώρες. Εξαιτίας του θερμού κλίματος που επικρατεί στο ερημικό περιβάλλον του Rajasthan, το εσωτερικό του ναού συλλειτουργεί με το εξωτερικό. Συνεπώς, το αίθριο τμήμα περιμετρικά του garbhagriha λειτουργεί ως maṇḍapa, για την παραμονή των πιστών και την τέλεση των διάφορων τελετουργιών. Τέλος, στο ανατολικό άκρο του οικοπέδου, ακριβώς πίσω από το garbhagriha, αναπτύσσεται σιντριβάνι, του οποίο το νερό καταλήγει σε μεγάλη δεξαμενή, σε επίπεδο κατώτερο από αυτό του κτηρίου του ναού. Η πρόσβαση σε αυτή τη δεξαμενή επιτυγχάνεται μέσω δύο περιμετρικών διαδρομών, στο Βορρά και το Νότο. Όπως γίνεται αντιληπτό από τις φωτογραφίες, έχουν χρησιμοποιηθεί τοπικά υλικά για την κατασκευή του ναού, με επικρατέστερο αυτό του κίτρινου αμμόλιθου. Ως αποτέλεσμα, ο ναός εναρμονίζεται άψογα με το περιβάλλον της ερήμου του Rajasthan, που αναπτύσσεται τριγύρω του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται ο συνδυασμός της στιβαρής υλικότητας του αμμόλιθου με την ελαφρότητα της μορφής, καταφέρνοντας για άλλη μια φορά την ομαλή σχέση θρησκευτικής παραδοσιακής κουλτούρας και σύγχρονης αρχιτεκτονικής πραγματικότητας.
Εικ.68: Κάτοψη. Ναός της Πέτρας και του Φωτός.
61
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ιεροί χώροι του Ινδουισμού ακολουθούν δύο μεγάλους ρυθμούς, το nāgara στις βόρειες περιοχές της Ινδίας και τον drāvida στις νότιες. Αυτοί οι δύο ρυθμοί παρουσιάζουν διαφορές στη διάρθρωση, διατηρώντας ωστόσο κοινή ουσία, με τους πιστούς να παραμένουν σε ειδικά διαμορφωμένους στεγασμένους χώρους με κιονοστοιχίες, περιφερόμενοι γύρω από το ιερό με το σύμβολο της εκάστοτε θεότητας, στην οποία αφιερώνεται ο κάθε ναός. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζει ο γλυπτός διάκοσμος, αναπαριστώντας κατά κύριο λόγω ανθρώπινες μορφές παρμένες από την ινδουιστική μυθολογία, κάνοντας το ναό να μοιάζει σαν κατοικία των θεών. Το τελευταίο γεγονός ενισχύεται ακόμα περισσότερο μέσω της συνολικής μορφής του κτηρίου που μιμείται βουνά, τα οποία θεωρούνται τόπος διαμονής των θεοτήτων. Δεν παρατηρείται η διατήρηση κάποιου συγκεκριμένου προσανατολισμού όπως συνηθίζεται σε άλλες θρησκείες, με εξαίρεση κάποια παραδείγματα της πρώιμης περιόδου ινδουιστικής αρχιτεκτονικής που ακολουθούν το βουδιστικό πρότυπο maṇḍala. Εντούτοις, ο σχεδιασμός πραγματοποιείται με βάση το νοητό οριζόντιο άξονα που ενώνει τους ανθρώπους με το σύμβολο της θεότητας του κάθε ναού, και του κατακόρυφου άξονα που ενώνει το σύμβολο με την κορυφή του πύργου του ναού, αναπαριστώντας τη σχέση ανθρώπων-θεότητας-παραδείσου. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν οι καμπάνες και τα λάβαρα, τα οποία όπως είδαμε κατέχουν συγκεκριμένη θέση σε σχέση με το ναό, εξυπηρετώντας λειτουργικές ανάγκες με συμβολικό χαρακτήρα, τις οποίες θα αναλύσουμε σε επόμενο κεφάλαιο. Μέσω των παραπάνω συμπερασμάτων, θα προχωρήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο στην κατηγοριοποίηση των περιοριστικών κατασκευών για την απομόνωση τμημάτων και τον χαρακτηρισμό τους ως ιερότερα από τα υπόλοιπα, καθώς και τη σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα όρια των υπολοίπων θρησκειών που αναλύονται.
62
6.3.
Ι ΟΥ Δ Α Ϊ Σ Μ ΟΣ _
‘…Καὶ εἰσπορεύονται εἰς Καπερναούμ· καὶ εὐθέως τοῖς σάββασιν [ο Ιησούς]εἰσελθὼν εἰς τὴν συναγωγὴν ἐδίδασκε...197’ Στην ιουδαϊκή θρησκεία, το κτηριακό συγκρότημα που πραγματώνει την έννοια του ιερού χώρου είναι μοναδικό όπως και ο Θεός, και δεν είναι άλλο από τον περίφημο Ναό της Ιερουσαλήμ ή του Σολομώντος. Ο Ναός σήμερα δεν υπάρχει, αφού καταστράφηκε οριστικά το 70 μ.Χ. από το στρατό του Ρωμαίου αυτοκράτορα Τίτου. Από τις γραπτές πηγές γνωρίζουμε ότι είχε δύο κύριες οικοδομικές φάσεις. Τον πρώτο Ναό έχτισε ο βασιλιάς Σολομών, κατά παραγγελία του Θεού198. Στοιχεία για τη μορφή του αντλούμε από τα 17ο και 28ο κεφάλαια του Α’ βιβλίου των «Παραλειπομένων» της Παλαιάς Διαθήκης, καθώς και από το 3ο κεφάλαιο στο «Β’ Παραλειπομένων». Ο Ιώσηπος Φλάβιος είναι αυτός που μας παραδίδει την περιγραφή του δεύτερου Ναού, τον οποίο έχτισε ο Ηρώδης ο Μέγας, στα έργα του «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία» και «Ιουδαϊκός πόλεμος». Επίσης, στο κεφάλαιο «Middot» του ιερού ιουδαϊκού βιβλίου «Mishnah», το οποίο συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή θρησκευτικών κειμένων με τίτλο «Ταλμούδ», εμπεριέχονται λεπτομερείς περιγραφές για το λόφο γύρω από το Ναό, όπως και τον ίδιο το δεύτερο Ναό. Η συνοπτική περιγραφή και ανάλυση της διάρθρωσης των χώρων του Ναού, θα αποτελέσει βάση για την καλύτερη κατανόηση του τρόπου οριοθέτησης της ιερότητάς του. Ωστόσο, ιεροί χώροι για τους Ιουδαίους θεωρούνται και οι συναγωγές, των οποίων η εποχή εμφάνισης αποτελεί αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Συνεπώς, μετά την ανάλυση του Ναού ως παράδειγμα-πρότυπο, θα επιχειρήσουμε σύγκριση νεότερων παραδειγμάτων ιουδαϊκής θρησκευτικής αρχιτεκτονικής με αυτόν, με σκοπό την παρουσίαση της μετεξέλιξης των αρχιτεκτονικών ορίων του Ναού εντός αυτών των παραδειγμάτων. Τα παραδείγματα αυτά είναι με χρονολογική σειρά οι συναγωγές στη Masada, την Καπερναούμ και των Μοναστηριωτών στη Θεσσαλονίκη.
Ναός της Ιερουσαλήμ/Σολομώντος, Ισραήλ Από τους Ιουδαίους είναι γνωστός ως ‘Ο Άγιος Ναός’199. Βρισκόταν στο ύψωμα Αμωρία ή Σιών,200 στη σημερινή παλαιά πόλη της Ιερουσαλήμ, όπου πιστεύεται ότι έχτισε ο Αβραάμ το βωμό για να θυσιάσει το γιο του Ισαάκ.201 Η περιοχή αυτή θεωρείται εδώ και αιώνες ιερή από τους Ιουδαίους, τους Χριστιανούς και τους Ισλαμιστές, καθώς υπάρχουν σε αυτή μνημεία και των τριών θρησκειών. Συγκεκριμένα για τον Ιουδαϊσμό, σήμερα στο χώρο αυτό σώζεται μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα του δυτικού τείχους που περιέβαλε το δεύτερο Ναό, το οποίο έχει μείνει γνωστό ως ‘Τείχος των Δακρύων’ και αποτελεί παγκόσμιο ιουδαϊκό προσκύνημα. Για τους Χριστιανούς το μέρος αυτό 197 Μαρκ. Α’, στ. 21. 198 Α’ Παραλ., 28, στ. 19: ‘…πάντα ἐν γραφῇ χειρὸς Κυρίου ἔδωκε Δαυὶδ Σαλωμὼν κατὰ τὴν περιγενηθεῖσαν αὐτῷ σύνεσιν τῆς κατεργασίας τοῦ παραδείγματος…’. 199 Εβραϊκά: ׁשָּדְקִּמַה־תיֵּב, Μοντέρνα: Bēt hamMīqdaš. 200 Β’ Παραλ., 3, στ. 1. 201 Για περισσότερες πληροφορίες Encyclopaedia Britannica/Temple of Jerusalem στο https://www.britannica.com/topic/Temple-of-Jerusalem.
63
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
είναι ιερή τοποθεσία, καθώς εκεί προσευχήθηκε ο Ιησούς. Όσον αφορά το Ισλάμ, διατηρούνται τα ισλαμικά μνημεία του Θόλου/Τρούλου στο Βράχο και του Τζαμιού Al-Aqsa (εικ.1). Ο πρώτος Ναός (εικ.69) χτίστηκε από το βασιλιά Σολομώντα περίπου το 961–922 π. Χ.202 και γκρεμίστηκε το 587 π.Χ. από τον στρατό του Βαβυλώνιου βασιλιά, Nebuchadnezzar II. Ωστόσο, ξαναχτίστηκε στην ίδια θέση το 539 π.Χ. από τον Ηρώδη το Μέγα (εικ.72), αλλά τελικά κάηκε ολοσχερώς μαζί με όλη την Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους, το 70 μ.Χ.. Όλοι οι θησαυροί που φυλάσσονταν στις αίθουσες του Ναού μεταφέρθηκαν στη Ρώμη και τοποθετήθηκαν στην Αψίδα του Θριάμβου, που στήθηκε για τον Τίτο (εικ.70, 71, 55).203 Αν και ο Ναός σήμερα δεν υπάρχει και σχέδιά του δεν έχουν διασωθεί, μπορούν να προκύψουν διαγραμματικές κατόψεις και αναπαραστάσεις τόσο της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής μορφής του, μέσω συνδυασμού των περιγραφών των δύο φάσεων του Ναού και των ερειπίων της δεύτερης φάσης, που έχουν απομείνει204. Για την καλύτερη κατανόηση των διαφορών των δύο φάσεων του Ναού, θα χρησιμοποιήσουμε διαγράμματα κατόψεων (εικ.75, 76). Στα διαγράμματα αυτά έχουν αριθμηθεί οι χώροι, έτσι ώστε κάθε φορά που θα αναφέρεται ένας από αυτούς στο κείμενο, να υπάρχει συγκεκριμένη παραπομπή στον αντίστοιχο χώρο του διαγράμματος.
Εικ.69: : Ο πρώτος Ναός: Το κεντρικό κτήριο με το βωμό στην αυλή των Ιερέων (αριστερά) και τη ‘χάλκινη θάλασσα’ (δεξιά). Εικ.70:Τμήμα της Αψίδας του Τίτου, όπου αναπαρίσταται η νίκη του επί της Ιερουσαλήμ. Στη μέση διακρίνεται η επτάφωτος λυχνία πάνω στην Κιβωτό της Διαθήκης.
64
Παρατηρώντας τις διαγραμματικές κατόψεις, βλέπουμε ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο φάσεων του Ναού είναι αρκετές, ιδίως όσον αφορά το μέγεθος του περιβόλου. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο: [ο Ναός] ‘τέτραπτο…πρὸς τὴν ἀνατολήν’205, δηλαδή αναπτυσσόταν κατά μήκος του άξονα ανατολής – δύσης, με το βαθύτερο και ιερότερο τμήμα του κτηρίου του Ναού(4) να κοιτάει προς τη Δύση και την κύρια είσοδο(8) να βρίσκεται στην Ανατολή. 202 Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, στο βιβλίο η’ της «Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας»: ‘[61]Τῆς δ᾽ οἰκοδομίας τοῦ ναοῦ Σολόμων ἤρξατο τέταρτον ἔτος ἤδη τῆς βασιλείας ἔχων μηνὶ δευτέρῳ, ὃν Μακεδόνες μὲν Ἀρτεμίσιον καλοῦσιν Ἑβραῖοι δὲ Ἰάρ, μετὰ ἔτη πεντακόσια καὶ ἐνενήκοντα καὶ δύο τῆς ἀπ᾽ Αἰγύπτου τῶν Ἰσραηλιτῶν ἐξόδου, μετὰ δὲ χίλια καὶ εἴκοσι ἔτη τῆς Ἁβράμου εἰς τὴν Χαναναίαν ἐκ τῆς Μεσοποταμίας ἀφίξεως, ἀπὸ δὲ τῆς ἐπομβρίας μετὰ χίλια καὶ τετρακόσια καὶ τεσσαράκοντα· [62] ἀπὸ δὲ τοῦ πρώτου γεννηθέντος Ἀδάμου ἕως οὗ τὸν ναὸν ᾠκοδόμησε Σολόμων διεληλύθει τὰ πάντα ἔτη τρισχίλια καὶ ἑκατὸν δύο. καθ᾽ ὃν δὲ ὁ ναὸς ἤρξατο οἰκοδομεῖσθαι χρόνον, κατ᾽ ἐκεῖνον ἔτος ἤδη τῆς ἐν Τύρῳ βασιλείας ἑνδέκατον ἐνειστήκει Εἱρώμῳ, τῆς δὲ οἰκήσεως εἰς τὴν οἰκοδομίαν τοῦ ναοῦ διεγεγόνει χρόνος ἐτῶν τεσσαράκοντα καὶ διακοσίων.’ 203 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 8. 204 Για σχέδια του Ναού και των διάφορων περιόδων: Vanderkam, J. C. (2000). An Introduction to Early Judaism. Cambridge: Eerdmans., σσ. 196-199. 205 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η›), στ. 65.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
Το Ναό περιέβαλλαν αυλές. Όσον αφορά την οργάνωσή τους, αναπτύσσονταν από την ανατολική είσοδο του τείχους(8) έως την είσοδο του κεντρικού κτίσματος του Ναού(2). Υπήρχαν με τη σειρά: η αυλή των γυναικών (εικ.77 και εικ.75, 76-6), γνωστή με το εβραϊκό όνομα ezrat nashim, και η αυλή του Ναού (εικ.77 και εικ.75, 76-5+1), γνωστή με το εβραϊκό όνομα `azarah. Η τελευταία αποτελούνταν από την αυλή των πιστών Ισραηλιτών ανδρών (εικ.75, 76-5)και την αυλή των Ιερέων (εικ.75, 76-1). Εντός της αυλής των Ιερέων, υπήρχαν εξαγνιστικές κολυμβήθρες, γνωστές ως miqva’ot (εικ.78), με σκοπό την κάθαρση των Ιερέων για την είσοδό τους στο Ναό.206 Περιμετρικά, η κάθε αυλή περιοριζόταν από τις υπόλοιπες με τη βοήθεια τείχους με εσωτερικό επιστήλιο, το οποίο δημιουργούσε στοές, που χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικοί χώροι. Η πρόσβαση από τη μία αυλή στην επόμενη πραγματοποιούνταν μέσω μεγάλων ανοιγμάτων, που σχημάτιζαν πύλες. Γνωστότερη πύλη αποτελεί η Πύλη του Νικάνορα, με το εβραϊκό όνομα Sha’ar Nikanor, η οποία υπήρχε μεταξύ της αυλής των γυναικών(6) και της αυλής του Ναού(1+5)207. Περιμετρικά όλων των αυλών, βλέπουμε ότι στο δεύτερο Ναό προστέθηκε η αυλή των εθνικών ή αλλοθρήσκων (εικ.76-7). Η πρόσβαση στο κυρίως κτήριο του Ναού πραγματοποιούνταν από την ‘αυλή των Ιερέων’(1), μιας και μόνο σε εκείνους επιτρεπόταν η είσοδος208. Το κεντρικό ιερό περίκλειστο κτίριο διαιρούνταν σε τρία μέρη: το ‘προστώο’ ή ‘πρόναος’(2), γνωστό με την εβραϊκή ονομασία ʾulam, που οδηγούσε στη μεγάλη αίθουσα του ‘Ιερού’(3), γνωστή στα εβραϊκά ως hekhal, και τέλος το ‘Άδυτο’(4), τοποθετημένο σε ελαφρώς υπερυψωμένο επίπεδο, γνωστό ως ‘Άγια των Αγίων’ ή για τους Εβραίους HaDvir. Εκατέρωθεν της εισόδου του προστώου(2) υπήρχαν δύο κίονες, οι οποίοι ονομάζονταν συμβολικά Boaz και Jachin (εικ.69). Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ιερού(3) ήταν οι επτάφωτες λυχνίες menorah, σύμβολο του Ιουδαϊσμού, που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας. Μέσα στο Άδυτο(4) ήταν αρχικά τοποθετημένη η Κιβωτός της Διαθήκης γνωστή στα εβραϊκά ως Aron Kodesh209(εικ.6), ξύλινη επιχρυσωμένη κατασκευή φύλαξης των Ιερών Πλακών με τις Δέκα Εντολές του ιουδαϊκού Νόμου, που παρέδωσε ο Θεός στο Μωυσή. Στο δεύτερο Ναό, ο χώρος αυτός (εικ.76-4) παρέμενε άδειος, μιας και η Κιβωτός είχε χαθεί, και η απουσία περιεχομένου
Εικ.71: Η Αψίδα του Τίτου. Ρώμη, 81 μ.Χ. Εικ.72: Ο δεύτερος Ναός. Τρισδιάστατη αναπαράσταση.
206 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 10-11. 207 Ό.π., σσ. 18. 208 Gowan, D. E. (1976). Bridge between the Testaments: A Reappraisal of Judaism from the Exile to the Birth of Christianity. Pittsburgh: Pickwick Press., σσ. 73 κ.ε., Φιλιππίδης, Λ. (2017). Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής, σσ. 475. 209 Εβραϊκά: שֶדׄק ןֹורָא.
65
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
του δωματίου συμβόλιζε τον τόπο διαμονής της θείας παρουσίας στη Γη210. Σχετικά με τη σημασία των ονομασιών που αναφέρθηκαν, θα τις εξετάσουμε με βάση την ελληνική ερμηνεία των αρχικών εβραϊκών όρων. Ξεκινώντας από το κεντρικό κτήριο του Ναού, τα ονόματα των τριών τμημάτων του (2, 3, 4) έχουν κυριολεκτική σημασία. Η ονομασία του πρόναου(2) ʾulam211 σημαίνει ‘προστώο’, ο κυρίως Ναός(3) hekhal212 – ‘ιερό’, και τέλος το ‘Άδυτο’(4) - HaDvir213. Το ίδιο ισχύει για την ‘αυλή των γυναικών’(6) - ezrat nashim214 και την ‘αυλή του Ναού’(1+5) – `azarah215. Η Πύλη του Νικάνορα Sha’ar Nikanor216 ονομάστηκε έτσι ως απόδοση τιμής στον κατασκευαστή της, ο οποίος σύμφωνα με ιουδαϊκές ιστορίες του «Ταλμούδ», πέρασε πολλά δεινά για να τη φέρει στο Ναό, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του από την Αίγυπτο στην Ιουδαία, κάνοντας πολλά θαύματα. Όπως προαναφέρθηκε, υπήρχαν δύο κίονες στην είσοδο(2) του κεντρικού κτηρίου του Ναού, οι οποίοι έφεραν τα ονόματα Boaz217 (ο κίονας στα αριστερά), που σημαίνει ‘Στο Θεό είναι η δύναμη’, και Jachin218 (ο κίονας στα δεξιά), δηλαδή ‘Ο Θεός θα στηρίξει’. Η ονομασία των εξαγνιστικών κολυμβηθρών miqva’ot219, που υπήρχαν στην αυλή των Ιερέων(4) σημαίνει ‘μια συλλογή’, όπου πιθανώς να υπονοεί τη συλλογή των αμαρτημάτων συμβολικά, και τη συλλογή του νερού εντός μιας δεξαμενής κυριολεκτικά. Οι επτάφωτες λυχνίες, που υπήρχαν εντός του Ιερού(3) με την ονομασία menorah220 λέγονται έτσι γιατί στα σημιτικά η πηγή της λέξης σημαίνει: ‘να λάμπει’. Τέλος, η εβραϊκή ονομασία της Κιβωτού της Διαθήκης ως Aron Kodesh, είναι κυριολεκτική. Έχοντας περιγράψει επιγραμματικά την οργάνωση των χώρων του Ναού και του περιβόλου του, θα προχωρήσουμε σε πιο λεπτομερείς αναφορές σχετικά με τις διαστάσεις, την εσωτερική οργάνωση και μορφολογία τους, των υλικών και των επιμέρους κατασκευών, που αυτός περιείχε221. Ως κυρίως Ναό ή κτήριο του Ναού, θα αναφερόμαστε στο κεντρικό μεγάλο κτήριο με την
Εικ.73: Ο πρώτος Ναός. Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση. Εικ.74: Ο δεύτερος Ναός. Τρισδιάστατη αναπαράσταση. Στο κέντρο: η αυλή των γυναικών με την Πύλη του Νικάνορα.
66
210 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 21. 211 Εβραϊκά: םלוא. 212 Εβραϊκά: לכיה 213 Εβραϊκά: ריִבְּדה, lt. 214 Εβραϊκά: םישנה תרזע. 215 Εβραϊκά: הָרָזֲע. 216 Εβραϊκά: רונוקינ לש רעשה 217 Εβραϊκά: זַעֹּבboʿaz. 218 Εβραϊκά: ןיִכָיyakin. 219 Εβραϊκά: הֶוְקִמ/ הווקמ 220 Εβραϊκά: הָרֹונְמ. 221 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η›), στ. 67-70.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
Εικ.75: Η πρώτη φάση του Ναού.
Εικ.76: Η δεύτερη φάση του Ναού.
67
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
τριμερή διάρθρωση, που περιγράψαμε παραπάνω. Οι τρεις αυλές που προαναφέρθηκαν(5,6,7), μαζί με το κεντρικό κτίριο όπου φυλασσόταν η Κιβωτός της Διαθήκης, αποτελούσαν το Ναό. Στην εξωτερική αυλή των εθνικών(7), ιδίως με την επέκταση του Ηρώδη στο δεύτερο Ναό, υπήρχε η μεγαλύτερη κινητικότητα, καθώς εκεί πραγματοποιούνταν εμπορικές συναλλαγές, με δυνατότητα αγοράς ζώων και προσφορών για τις θυσίες, όπως και ανταλλαγής νομισμάτων.
Σχετικά με την πρώτη οικοδομική φάση του Ναού (εικ.56, 58, 61):
Οι διαστάσεις του κτηρίου του Ναού ήταν κατά προσέγγιση 30 μ. μήκος, 10 μ. πλάτος και ύψος 13 μ., ενώ το ψηλότερο τμήμα(2) είχε ύψος 60 μ.222. Η είσοδος στον κυρίως Ναό επιτυγχάνονταν από το αίθριο των Ιερέων(1), μέσω μιας κλίμακας. Αυτή, οδηγούσε στον πρώτο εσωτερικό χώρο του Ναού, το προστώο(2). Εκατέρωθεν της πύλης του προστώου, ανυψώνονταν οι δύο μεγάλοι ορειχάλκινοι ανάγλυφοι κίονες Jachin και Boaz, ύψους περίπου 10 μ., οι οποίοι έφεραν εντυπωσιακό διάκοσμο ιδιαίτερης εκλέπτυνσης223. Εσωτερικά, τo προστώο ή πρόναος(2) είχε 5 μ. βάθος, 10 μ. πλάτος και 60 μ. ύψος224. Οδηγούσε στο κεντρικό τμήμα του ναού, το Ιερό(3), το οποίο αποτελούσε το μεγαλύτερο χώρο του κτηρίου και είχε 10 μ. πλάτος, 13 μ. ύψος και 20 μ. μήκος.225 Εδώ πραγματοποιούνταν οι περισσότερες τελετουργίες, πάνω στη χρυσή τράπεζα του ‘άρτου της Προθέσεως ή Παρουσίας’ και το μικρό χρυσό βωμό καύσης θυμιάματος. Συνολικά δέκα επτάφωτες λυχνίες-menorah, κοσμούσαν τις δύο μεγαλύτερες πλευρές του χώρου. Τέλος, στο βάθος του Ναού αναπτυσσόταν το Άδυτο(4), ένας τέλεια κυβόσχημος χώρος με διαστάσεις περίπου 10 μ. η κάθε πλευρά226. Η είσοδος επιτρεπόταν μόνο στο Μέγα Αρχιερέα, τον πιο ιερό άνθρωπο του Ισραήλ, μια μέρα το χρόνο. Η μέρα εκείνη αποτελούσε την πιο άγια ημέρα, το Σάββατο των Σαββάτων, κατά την οποία εορταζόταν ο Εξιλασμός ή Yom Kippur227. Περνώντας στα υλικά κατασκευής, ο φέρων οργανισμός στον κατακόρυφο άξονα αποτελούνταν από λίθινη τοιχοποιία, ενώ στον οριζόντιο από ξύλινα δοκάρια από αρωματικό κέδρο. Όσον αφορά τα υλικά των φερουσών κατασκευών, εσωτερικά ο πρόναος(2) ήταν επενδυμένος εξ’ ολοκλήρου από χρυσό. Το Ιερό(3), ως επένδυση πάνω από την πέτρα της τοιχοποιίας παρουσίαζε ένα στρώμα από κέδρινες επιφάνειες, και τέλος χρυσή επένδυση, πάνω στην οποία ήταν χαραγμένοι φοίνικες και άλλες παραστάσεις από τη φύση. Για να είναι πιο λαμπρός ο χώρος αυτός(3), ήταν στολισμένος με πολύτιμους λίθους. Τα Άγια των Αγίων(4) εσωτερικά είχαν παντού επένδυση από καθαρό χρυσό με σκαλισμένα χερουβείμ. Δύο γλυπτά που αναπαριστούσαν Χερουβείμ, κατασκευασμένα από ξύλο ελιάς με επένδυση από χρυσό, τοποθετήθηκαν για να υποδεχτούν αναμεσά τους την Κιβωτό της Διαθήκης. Το μέγεθός τους περιγράφεται από το άνοιγμα των φτερών τους, εκ των οποίων το καθένα είχε μήκος 2,5 μ.228. Συνολικά εντός του Ναού, εκτός από τα χρυσά τμήματα που προαναφέρθηκαν, χρυσές ήταν όλες οι πύλες, όπως και τα παράθυρα και η οροφή. Ο πρώτος ναός περιείχε πέντε βωμούς: έναν στην είσοδο του χώρου ‘Άγια των Αγίων’(4), δύο εντός του Ιερού(3), ένα μεγάλο χάλκινο έμπροσθεν του προστώου(2), κι έναν τελευταίο μεγάλο στο βόρειο τμήμα της αυλής των Ιερέων(1). Ο τελευταίος ψηλός βωμός, η πρόσβαση του οποίου επιτυγχάνονταν 222 Β’ Παραλ., 3, στ. 3: ‘…καὶ ταῦτα ἤρξατο Σαλωμὼν τοῦ οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ· μῆκος πήχεων ἡ διαμέτρησις ἡ πρώτη πήχεων ἑξήκοντα καὶ εὗρος πήχεων εἴκοσι.’, και σύμφωνα με τον Ιώσηπο Φλάβιο στο βιβλίο η’ της «Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας»: ‘[64]…τὸ μὲν οὖν ὕψος ἦν ἑξήκοντα πηχῶν, τῶν δ᾽ αὐτῶν καὶ τὸ μῆκος, εὖρος δ᾽ εἴκοσι. κατὰ τούτου δὲ ἄλλος ἦν ἐγηγερμένος ἴσος τοῖς μέτροις, ὥστε εἶναι τὸ πᾶν ὕψος τῷ ναῷ πηχῶν ἑκατὸν καὶ εἴκοσι· [65]’ 223 Γ’ Βασιλ., 7, στ. 27. 224 Β’ Παραλ., 3, στ. 4: ‘καὶ αἰλὰμ κατὰ πρόσωπον τοῦ οἴκου, μῆκος ἐπὶ πρόσωπον πλάτους τοῦ οἴκου πήχεων εἴκοσι καὶ ὕψος πήχεων ἑκατὸν εἴκοσι·’, Ιώσηπος Φλάβιος, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, βιβλίο η’: ‘[65] …τὸ δὲ προνάιον αὐτοῦ προύστησαν ἐπὶ πήχεις μὲν εἴκοσι τὸ μῆκος πρὸς τὸ εὖρος τοῦ οἴκου τεταμένον, ἔχον δὲ πλάτος πήχεις δέκα καὶ εἰς ὕψος δὲ ἀνεγηγερμένον πηχῶν ἑκατὸν καὶ εἴκοσι.’ 225 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η')., στ. 71. 226 Ό.π.. 227 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 22. 228 Β Παραλ., 3, στ. 4-13: ‘καὶ αἰλὰμ κατὰ πρόσωπον τοῦ οἴκου, μῆκος ἐπὶ πρόσωπον πλάτους τοῦ οἴκου πήχεων εἴκοσι καὶ ὕψος πήχεων ἑκατὸν εἴκοσι· καὶ κατεχρύσωσεν αὐτὸν ἔσωθεν χρυσίῳ καθαρῷ. Καὶ τὸν οἶκον τὸν μέγαν ἐξύλωσε ξύλοις κεδρίνοις καὶ κατεχρύσωσε χρυσίῳ καθαρῷ καὶ ἔγλυψεν ἐπ᾿ αὐτοῦ φοίνικας καὶ χαλαστά. Καὶ ἐκόσμησε τὸν οἶκον λίθοις τιμίοις εἰς δόξαν καὶ ἐχρύσωσε χρυσίῳ χρυσίου τοῦ ἐκ Φαρουΐμ. Καὶ ἐχρύσωσε τὸν οἶκον καὶ τοὺς τοίχους αὐτοῦ καὶ τοὺς πυλῶνας καὶ τὰ ὀροφώματα καὶ τὰ θυρώματα χρυσίῳ καὶ ἔγλυψε Χερουβὶμ ἐπὶ τῶν τοίχων. Καὶ ἐποίησε τὸν οἶκον τοῦ ἁγίου τῶν ἁγίων, μῆκος αὐτοῦ ἐπὶ πρόσωπον πλάτους τοῦ οἴκου πήχεων εἴκοσι καὶ τὸ εὗρος πήχεων εἴκοσι, καὶ ἐχρύσωσεν αὐτὸν χρυσίῳ καθαρῷ εἰς Χερουβὶμ εἰς τάλαντα ἑξακόσια.Καὶ ὁλκὴ τῶν ἥλων, ὁλκὴ τοῦ ἑνὸς πεντήκοντα σίκλοι χρυσίου. καὶ τὸ ὑπερῷον ἐχρύσωσε χρυσίῳ. Καὶ ἐποίησεν ἐν τῷ οἴκῳ τῷ ἁγίῳ τῶν ἁγίων Χερουβὶμ δύο, ἔργον ἐκ ξύλων καὶ ἐχρύσωσεν αὐτὰ χρυσίῳ. Καὶ αἱ πτέρυγες τῶν Χερουβὶμ τὸ μῆκος πήχεων εἴκοσι, καὶ ἡ πτέρυξ ἡ μία πήχεων πέντε ἁπτομένη τοῦ τοίχου τοῦ οἴκου, καὶ ἡ πτέρυξ ἡ ἑτέρα πήχεων πέντε ἁπτομένη τῆς πτέρυγος τοῦ Χεροὺβ τοῦ ἑτέρου· Καὶ αἱ πτέρυγες τῶν Χερουβὶμ τούτων διαπεπετασμέναι πήχεων εἴκοσι· καὶ αὐτὰ ἑστηκόκα ἐπὶ τοὺς πόδας αὐτῶν, καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν εἰς τὸν οἶκον.’
68
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
από κεκλιμένη δίοδο, χρησίμευε για προσφορά θυσιών. Εκτός από βωμούς, είχαν κατασκευαστεί με ιδιαίτερη επιμέλεια και πολλές δεξαμενές. Μια μεγάλη χάλκινη, περίτεχνα διακοσμημένη δεξαμενή, χωρητικότητας πάνω από 20 τόνους νερού, γνωστή και ως ‘χάλκινη θάλασσα’, χρησιμοποιούνταν ως κολυμβήθρα για τον εξαγνισμό των Ιερέων πριν τελέσουν τις θυσίες. Βρισκόταν στο νότιο τμήμα της αυλής των Ιερέων(1). Δίπλα της είχαν κατασκευαστεί άλλες δέκα μικρότερες δεξαμενές, απαραίτητες για τους τελετουργικούς καθαρμούς των ζώων, που επρόκειτο να προσφερθούν ως θυσία. Σχετικά με τη δεύτερη οικοδομική φάση του Ναού (εικ.72, 74, 76), θα αναφερθούμε στις διαφορές που παρουσιάζονται σε σχέση με την πρώτη: Ο δεύτερος Ναός ήταν μεγαλύτερος του πρώτου, τόσο ως προς το κεντρικό κτήριο, όσο και ως προς τον περίβολο. Συγκεκριμένα, το κτήριο του Ναού απέκτησε πιο πλατύ προστώο(2), το οποίο είχε 50 μ. ύψος και μήκος, ενώ το βάθος ήταν 30 μ. Ήταν δηλαδή 10 μ. χαμηλότερο του πρώτου, αλλά πολύ μεγαλύτερο ως προς τον εσωτερικό χώρο που διέθετε. Άλλη μία διαφορά που παρατηρείται στο προστώο, είναι ότι δεν υπάρχει κάποια αναφορά για αντιγραφές των δύο κιόνων, εκατέρωθεν της εισόδου του. Τα υπόλοιπα δύο τμήματα του Ναού, που αντιστοιχούν στο Ιερό(3) και το Άδυτο(4), δεν παρουσίαζαν διαφορές από την πρώτη φάση ως προς τις διαστάσεις, εκτός από το ύψος που ακολουθεί αυτό του προστώου, δηλαδή τα 50 μ. Περνώντας στις αυλές, παρατηρούνται διαφορές τόσο στην αυλή του Ναού(1+5), όσο και στην αυλή των εθνικών(7). Συγκεκριμένα, η αυλή των Ιερέων(1) χωριζόταν με μικρού ύψους περιτείχισμα από την αυλή των Ισραηλιτών ανδρών(5), για προστατευτικούς λόγους. Το τείχος αυτό χτίστηκε περίπου στα μέσα του 1ου αι. π.χ., ύστερα από την επίθεση που δέχτηκε από τους πιστούς ο Ιερέας Αλέξανδρος Ιανναίος 229. Σχετικά με την αυλή των εθνικών(7), το μέγεθός της ήταν κατά δύο φορές μεγαλύτερο της εξωτερικής αυλής του πρώτου Ναού. Επίσης, η περιμετρική αυλή(7) απέκτησε ισχυρό περιμετρικό τείχος, γιγαντιαίων διαστάσεων το οποίο, όπως προειπώθηκε, έφτανε το ύψος των 50 μ. και το πάχος των 5 μ. Κατά την ανέγερση του δεύτερου Ναού, αν και γενικώς χρησιμοποιήθηκαν ίδια υλικά, προστέθηκε εξωτερική επένδυση του κυρίως κτηρίου από λευκή πέτρα, ενώ οι όψεις κοσμήθηκαν με περίτεχνα χρυσά γλυπτά σχήματα (εικ.72. 74). Εσωτερικά, η σημαντικότερη διαφορά έγκειται στο κενό του εσωτερικού χώρου του Αδύτου(4). Η Κιβωτός της Διαθήκης είχε καταστραφεί κατά τη βαβυλώνια αιχμαλωσία. Έτσι, για να δοθεί έμφαση στην απουσία της, το Άδυτο(4) διαχωριζόταν από τον υπόλοιπο Ναό(3) με χοντρό 229 Schürer, E., Vermes, G., & Millar, F. (2014). The History of the Jewish People in the Age of Jesus Christ (Τόμ. 2). Bloomsberry. σσ. 296.
Εικ.77: : Οι τρεις αυλές στο δεύτερο Ναό. Αριστερά η αυλή των γυναικών, στη μέση η αυλή των Ισραηλιτών ανδρών, δεξιά η αυλή των Ιερέων. Εικ.78: Κλίμακα με δύο διαδρόμους προς εξαγνιστική κολυμβήθρα- Miqva’ot.
69
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
παραπέτασμα που κάλυπτε τις οπτικές φυγές προς αυτό230, με αποτέλεσμα μέσα στο Άδυτο(4) να επικρατεί απόλυτο σκοτάδι. Κανονικά, εδώ ήταν τοποθετημένα τα δύο Χερουβείμ που φυλούσαν την Κιβωτό της Διαθήκης. Όμως, όπως μας πληροφορεί και ο Ιώσηπος για το δεύτερο Ναό, ο χώρος ήταν εντελώς άδειος, για να θυμίζει την ιερότητα, που χάθηκε231.
Συναγωγές Ο όρος ‘συναγωγή’ χρησιμοποιείται ευρέως για τον προσδιορισμό του κέντρου κάθε ιουδαϊκής κοινότητας, το οποίο δεν αποτελεί μόνο χώρο προσευχής, αλλά τις περισσότερες φορές φιλοξενεί και εκπαιδευτικές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές λειτουργίες. Αν και αρχικά σε κάθε κοινότητα αντιστοιχούσε μία συναγωγή, με την αύξηση των κατοίκων εμφανίστηκε ανάγκη κατασκευής περισσότερων σε κάθε οικισμό. Σχετικά με την προέλευση και τη σημασία της ονομασίας, στα εβραϊκά η λέξη ‘συναγωγή’ αντιστοιχεί στη λέξη synagog, η οποία έχει ελληνική ρίζα (συν+αγωγή) και ετυμολογικά σημαίνει ‘συνάθροιση/συγκέντρωση ανθρώπων στον ίδιο τόπο’. Άλλη εβραϊκή ονομασία είναι το bet ha-kneset, το οποίο σημαίνει ‘οίκος συγκέντρωσης’, όπως και shul στην εβραϊκή διάλεκτο Yiddish, που σημαίνει ‘σχολείο’232. Στην παρούσα εργασία θα χρησιμοποιηθεί ο όρος ‘συναγωγή’ κατά την αναφορά στους ιερούς ιουδαϊκούς χώρους.
Εικ.79: Ο βασιλικός τύπος συναγωγής. Εικ.80: Αψιδωτός τύπος συναγωγής. Εικ.81:Πεπλατυμένος τύπος συναγωγής.
70
Η προέλευση της αρχιτεκτονικής της συναγωγής παραμένει άγνωστη233. Για την ακριβή χρονολογία εμφάνισης αυτών των ιουδαϊκών χώρων προσευχής γνωρίζουμε επίσης λίγα, και το θέμα έχει καταλήξει να αποτελεί αντικείμενο ακαδημαϊκών διαφωνιών. Η επικρατέστερη άποψη θέλει τη δημιουργία συναγωγών λίγο μετά την καταστροφή του πρώτου Ναού το 587 π.Χ., είτε όταν οι Ιουδαίοι βρίσκονταν υπό τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία και εξορία, είτε αμέσως μόλις γύρισαν στην Ιερουσαλήμ και είχαν ανάγκη χώρου λατρείας234. Σε αντίθεση με το Ναό, συναγωγές μπορούσαν και μπορούν 230 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 22., σσ. 8. 231 Ιώσηπος φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε›), στ. 219. 232 Synagogue, Judaism από https://www.britannica.com/topic/synagogue, The Synagogue: Background & Overview από Jewish Virtual Library: A project of aise., στο https://www.jewishvirtuallibrary.org/synagogue-background-and-overview. 233 Gutmann, J. (1975). The Synagogue: Studies in Origins, Archaeology, and Architecture. Michigan: Ktav Publishing House., σσ. 36-40. 234 Σύμφωνα με ελληνική επιγραφή, που βρέθηκε στη συναγωγή του Θεόδοτου στην Ιερουσαλήμ και χρονολογείται τα χρόνια του Ηρώδη του Μέγα, αναφέρεται η ύπαρξη αρχαιότερης από αυτήν συναγωγής.. Επίσης, αναφέρεται η ύπαρξη συναγωγών τόσο από τον Ιώσηπο, στην Καινή Διαθήκη και τη ραβινική λογοτεχνία. Για περισσότερες πληροφορίες: Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 19, Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem:
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
να υπάρχουν οπουδήποτε και όχι μόνο στα Ιεροσόλυμα235. Ακόμα και μετά την κατασκευή του δεύτερου Ναού, οι συναγωγές διατηρήθηκαν ως χώρος λατρείας και συνέχισαν να ανεγείρονται νέες, χωρίς ωστόσο να ξεπερνούν το Ναό, αλλά τονίζοντας ακόμα περισσότερο την ιερότητά του. Λειτουργούσαν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς αυτόν236. Οι λειτουργίες που στεγάζει συνήθως μια συναγωγή δεν περιορίζονται μόνο στην καθημερινή προσευχή, καθώς αυτήν μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον κάθε πιστό οπουδήποτε. Εννοείται πως όταν υπήρχε ο Ναός και ταυτόχρονα οι συναγωγές, ο πρώτος αποτελούσε τον ιερότερο χώρο καθημερινής προσευχής, τον οποίο κάθε Εβραίος έπρεπε να επισκεφτεί τουλάχιστον μία φορά πριν το θάνατό του. Σύμφωνα με την ιουδαϊκή διδασκαλία, η ομαδική προσευχή έχει μεγαλύτερη αξία από την ατομική και ορισμένες προσευχές δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν χωρίς την παρουσία minyan, δηλαδή μιας χορωδίας δέκα ενηλίκων ανδρών. Οι περιορισμοί αυτοί δημιουργούν την ανάγκη ύπαρξης χώρων ομαδικής προσευχής237, ο οποίος είναι οι συναγωγές. Το Σάββατο και στις μεγάλες εορτές238 επιβάλλεται ο κάθε Ιουδαίος να αφήνει τις υποχρεώσεις του και να συμμετέχει στην ανάγνωση της Torah στη συναγωγή. Πέραν από την κάλυψη λατρευτικών αναγκών, οι συναγωγές κατά τα αρχαία χρόνια εξυπηρετούσαν και την ανάγκη στέγασης εκπαιδευτικών και κοινοτικών διαδικασιών. Η κάθε συναγωγή αποτελούσε οίκο προσευχής, εκπαίδευσης, συγκεντρώσεων των κατοίκων για τη διεξαγωγή θρησκευτικών και μη εκδηλώσεων, και ταμείο της κοινότητας. Αναλυτικότερα, η συνάθροιση των κατοίκων στις συναγωγές πραγματοποιούνταν για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων, όπως για παράδειγμα η απόδοση δικαιοσύνης. Πολλές φορές μάλιστα, οι συνελεύσεις αυτές λάμβαναν χώρα ακόμα και ακριβώς μετά την τέλεση των θρησκευτικών λειτουργιών. Επίσης, κατά τις μεγάλες εορτές πραγματοποιούνταν και ιερά γεύματα εντός των συναγωγών239. Αποτελούσαν επιπλέον ταμείο της κοινότητας, καθώς εκεί συγκεντρώνονταν φιλανθρωπίες για τους φτωχούς, τις ανάγκες της κοινότητας και τις ετήσιες δωρεές προς το Ναό, πριν ο τελευταίος καταστραφεί. Εκτός των άλλων, οι συναγωγές παρείχαν χώρους φιλοξενίας Ιουδαίων ταξιδιωτών, οι οποίοι πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ, αλλά The Israel exploration society., σσ. 24. 235 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 1. 236 Ό.π., σσ.3. 237 The Synagogue: Background & Overview από Jewish Virtual Library: A project of aise. 238 Pesach - Πέρασμα, Sukkot - Σκηνοπηγία, Shavuot – Πεντηκοστή. 239 Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 3-4.
Εικ.82: Η συναγωγή της Καπερναούμ. Εικ.83: : Η συναγωγή των Μοναστηριωτών στη Θεσσαλονίκη.
71
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
και κατοικίες για τους υπεύθυνους του χώρου. Ωστόσο, το σημαντικότερο λειτουργικό συμβάν, χάρη στο οποίο οι συναγωγές απέκτησαν τη μορφή τους, είναι η ανάγνωση και διδασκαλία της Torah ή Πεντατεύχου240. Εσωτερικά των συναγωγών υπήρχαν πολλά ιερά αντικείμενα, με αναφορές στο Ναό, όπως η Torah ή ‘Πεντάτευχος’, ντουλάπι ή κόγχη αποθήκευσής της με παραπέτασμα, βάθρο ή βήμα - bimah όπου ανέβαινε όποιος διάβαζε την Πεντάτευχο, καθώς και φωτιστικά εργαλεία όπως menorah και η ‘Αιώνια Λάμπα’ ή ner tamid. Η σημερινή μορφή των συναγωγών διαμορφώθηκε κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή, ακολουθώντας πρότυπα χριστιανικά και ισλαμικά. Μέχρι τότε επικρατούσαν τρεις βασικοί αρχιτεκτονικοί τύποι: ο βασιλικός, με επιρροές από τα ελληνορωμαϊκά επιμήκη κτήρια, της Γαλιλαίας ή αψιδωτός, με επιρροές από τις αυλές της Ν. Συρίας (εικ.79, 80) και ο πεπλατυμένος τύπος (εικ.81), ο οποίος φαίνεται να παρουσιάζει επιρροές από άλλες θρησκείες241. Γι’ αυτό υπάρχουν ορισμένες διαφορές μεταξύ της σημερινής ιουδαϊκής αρχιτεκτονικής και της βιβλικής, τις οποίες θα παρουσιάσουμε στα παραδείγματα. Με δεδομένες τις μελέτες που έχουν γίνει μέχρι τώρα, μία από τις παλαιότερες συναγωγές είναι αυτή στη Masada του Ισραήλ (εικ.84), την οποία και θα αναλύσουμε. Από τους τρεις επικρατέστερους τύπους πριν την ύστερη βυζαντινή εποχή, θα επιλέξουμε παράδειγμα του συνηθέστερου τύπου βασιλικής, τη συναγωγή στην Καπερναούμ (εικ.82). Τέλος, θα αναλυθεί και το παράδειγμα μιας πιο σύγχρονης συναγωγής, από τον Εβραϊσμό της Θεσσαλονίκης, αυτή των Μοναστηριωτών (εικ.83).
Συναγωγή στη Masada, Ν. Ισραήλ
Εικ.84: Τα ερείπια της πόλης Masada, πάνω στο λόφο.
Η Masada είναι αρχαία πόλη, στο νότιο τμήμα του Ισραήλ. Βρίσκεται κοντά στη Νεκρά θάλασσα, πάνω σε έναν απομονωμένο βράχο στη μέση της ερήμου, ο οποίος αποτελεί ιδανική τοποθεσία για τη διαμόρφωση οχυρωμένης πόλης. Χτίστηκε τον 4ο αι. π.Χ., όταν ο Ηρώδης ο Μέγας αποφάσισε την ανέγερση ανακτόρων στον τόπο αυτό, με σκοπό τη διαμονή της βασιλικής αυλής. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές του 1963, έφεραν στο φως τα λείψανα ενός κτηρίου, το οποίο θεωρείται συναγωγή. Το συμπέρασμα αυτό έχει προκύψει εξαιτίας δύο λόγων: 1) τόσο μορφολογικά, όσο και τυπολογικά, το κτήριο πληροί κάθε προϋπόθεση ώστε να είναι συναγωγή, 2) σε χώρο εσωτερικά της κατασκευής βρέθηκαν περγαμηνές με ιουδαϊκά κείμενα242. 240 Πράξ., ιε’, στ.21,Ezra, 7, στ.25. 241 Μεσσίνας, Η. Β. (1998). Οι συναγωγές στην Ελλάδα, η αρχιτεκτονική τους και η σχέση τους με την ιστό της πόλης και την εβραϊκή συνοικία. Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών., σσ. 12-13. 242 Τα κείμενα αυτά ανέφεραν στίχους από το Δευτερονόμιο και το Βιβλίο του Ιεζεκιήλ. Για περισσότερες
72
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
Η κατασκευή του κτηρίου χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 1ου αι. π.Χ., κατατάσσοντάς το στις συναγωγές της εποχής του δεύτερου Ναού. Ήδη από το 66 π.Χ., στο χώρο αυτό είχαν εγκατασταθεί πολίτες Ιουδαίοι, οι οποίοι αυξήθηκαν μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους, το 70 μ.Χ.. Το βουνό προσέφερε τέλεια προστασία από εχθρούς, μιας και είναι φυσικό φρούριο (εικ.84). Φυσικά, υπήρχε η ανάγκη κατασκευής χώρου λατρείας. Έτσι, προέκυψε η συναγωγή της Masada, κτήριο ενσωματωμένο στη βορειοδυτική πλευρά των ανακτορικών τειχών (εικ.85, 86, 87). Κατασκευαστικά αποτελείται από δύο φάσεις. Τυπολογικά παρουσιάζει επιρροές από ελληνορωμαϊκές αίθουσες εκδηλώσεων, μιας και πρόκειται για σχεδόν τετράγωνο κτήριο, με είσοδο(1) στη μία στενότερη πλευρά, πέτρινους χτιστούς πάγκους που ακολουθούν το περίγραμμα(2), και τρεις σειρές κολώνων, εσωτερικά των πλευρών που δεν παρουσιάζουν ανοίγματα. Το τελευταίο χαρακτηριστικό ίσχυε στην πρώτη φάση, μιας και στη δεύτερη γκρεμίστηκε η τρίτη σειρά κολώνων στη Δύση, για να διαμορφωθεί ξεχωριστός χώρος στη βόρεια γωνία(3). Ο προσανατολισμός του τοίχου στο βάθος του κτηρίου είναι προς την Ιερουσαλήμ. Αναλυτικότερα, παρατηρώντας τις κατόψεις με τις δύο φάσεις (εικ.85, 86), βλέπουμε ότι τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη, η είσοδός του κτηρίου(1) βρίσκεται στην Ανατολή, όπως συμβαίνει και στο Ναό. Η πρώτη φάση ανήκε στην περίοδο κατασκευής της πόλης από τον Ηρώδη, και το κτήριο πρέπει να αποτελούσε χώρο συγκέντρωσης(5) -πιθανώς συναγωγή- με προσωρινό χώρο φύλαξης ζώων(4)243. Οι δύο αυτοί χώροι διαφοροποιούνταν μέσω διαχωριστικού τοίχου με άνοιγμα στο κέντρο, και ήταν ο προθάλαμος(4), και η κυρίως αίθουσα(5), εσωτερικών διαστάσεων 8,2 x 11 μ. Πέντε κίονες σχημάτιζαν Π στη βόρεια, δυτική και νότια πλευρά, ακολουθώντας το περίγραμμα του κελύφους. Στη δεύτερη φάση βλέπουμε ότι το κτήριο αποκτά πολυπλοκότερη κάτοψη. Γκρεμίζεται ο διαχωριστικός εσωτερικός τοίχος, και οι δύο κολώνες της βόρειας γωνίας μεταφέρονται στη θέση του, έτσι ώστε να αφήσουν χώρο για τη δημιουργία δωματίου(3) με είσοδο στο Νότο, το οποίο μάλλον προοριζόταν για αποθήκευση ιερών κειμένων244. Τέλος, διαμορφώθηκαν περιμετρικά χτιστά στασίδια σε τέσσερα επίπεδα(2) (εικ.86, 88).
Κοντά στη συναγωγή αναπτύσσεται διαμόρφωση, που αποτελούσε
πληροφορίες: Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 22-23. και Wilson, E. J. (1996-97). The Masada Synagogue and Its Relationship to Jewish Worship during the Second Temple Period. Masada and the World of the New Testament, σσ. 269-276. 243 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 20. 244 Ο χώρος αυτός ήταν απαραίτητος στις συναγωγές και ονομαζόταν genizah. Για περισσότερες πληροφορίες: Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 20-21.
Εικ.85, 86: : Κατόψεις με τις πρώτη(Αριστερά) και δεύτερη(Δεξιά) φάσεις της συναγωγής της Masada.
73
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κολυμβήθρα εξαγνισμού miqva’ot. Ωστόσο, βλέπουμε ότι δεν υπάρχει κάποιο ίχνος κατασκευής για την υποδοχή της Torah. Η κατασκευή αυτή συνηθίζεται να υπάρχει σε κάθε συναγωγή από την αρχή της βυζαντινής εποχής μέχρι σήμερα, και ονομάζεται Hekhal, σε αντιστοιχία του Ιερού του Ναού. Κατά τη διδασκαλία της Πεντατεύχου οι Ιουδαίοι πρέπει να είναι στραμμένοι προς αυτήν, και κατ’ επέκταση την Ιερουσαλήμ πίσω της. Επομένως, υποθέτουμε ότι υπήρχε φορητή ξύλινη κατασκευή φύλαξης της Πεντάτευχου, χωρίς να γνωρίζουμε αν αυτή τοποθετούνταν μπροστά στο άνοιγμα της συναγωγής ή στο βάθος του χώρου. Αν ισχύει η πρώτη υπόθεση, τότε κατά την προσευχή και ανάγνωση της Πεντάτευχου, οι πιστοί ήταν στραμμένοι προς την Ανατολή και όχι την Ιερουσαλήμ. Το γεγονός αυτό δικαιολογείται καθώς, σύμφωνα με τον Dr Foerster245, ίσως κατά την περίοδο του δεύτερου Ναού οι συναγωγές να χτίζονταν με προσανατολισμό προς την Ανατολή αντί για την Ιερουσαλήμ, ενώ μετά την οριστική καταστροφή του Ναού, οι νέες που ανεγείρονταν να κοιτούσαν προς τον κατεστραμμένο Ναό, εις μνήμην του.
Συναγωγή στην Καπερναούμ, Β. Ισραήλ
Εικ.87: : Τα ερείπια της συναγωγής της Masada από ψηλά, εφαρμοσμένα πάνω στο τείχος. Εικ.88: Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση της συναγωγής της Masada. Δεν παρουσιάζεται στέγη καθώς δεν υπάρχουν αποδείξεις για τη μορφή της.
74
Η συναγωγή στην Καπερναούμ (εικ.82) ανακαλύφθηκε το 1866, από το Βρετανό χαρτογράφο Captain Charles W. Wilson. Η Καπερναούμ ή στα εβραϊκά Kfar Nahum, είναι γνωστή πόλη του αρχαίου Ισραήλ, η οποία αναφέρεται σε πολλά σημεία της Αγ. Γραφής, μιας και θεωρείται ένα από τα κύρια κέντρα δράσεως του Ιησού Χριστού στην περιοχή της Γαλιλαίας. Η κατασκευή της συναγωγής χρονολογείται μεταξύ του 390-450 μ.Χ.246, και γι’ αυτό το λόγο δεν αποτελεί τη συναγωγή που αναφέρεται στο εδάφιο της Καινής Διαθήκης: ‘Καὶ εἰσπορεύονται εἰς Καπερναούμ· καὶ εὐθέως τοῖς σάββασιν [ο Ιησούς]εἰσελθὼν εἰς τὴν συναγωγὴν ἐδίδασκε.247 ’, μιας και η επίγεια ζωή του Ιησού Χριστού τέλειωσε περίπου το 33 μ.Χ.. Συνεπώς ανήκει στη βυζαντινή περίοδο. Αν και το ότι η συγκεκριμένη συναγωγή δεν υπήρχε την εποχή του Χριστού είναι σίγουρο, υπάρχει πιθανότητα να χτίστηκε στα θεμέλια συναγωγής του 1ου αι. μ.Χ., η οποία ίσως ήταν αυτή της Καινής Διαθήκης. Η υπόθεση αυτή δικαιολογείται με βάση την αραμαϊκή επιγραφή που βρέθηκε σκαλισμένη πάνω σε κολώνα της συναγωγής, η οποία αναφέρει τα ονόματα δωρητών ‘Αλφαίος’ και ‘Ζεβεδαίος’, πρόσωπα της Καινής Διαθήκης248. Η συναγωγή αποτελεί πρότυπο παράδειγμα των συναγωγών της Γαλιλαίας, 245 Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 29. 246 Loffreda, S. (1973). The Late Chronology of the Synagogue of Capernaum. Israel Exploration Journal, 23, 37-42. 247 Μαρκ. Α’, στ. 21. 248 Archaeology in Israel: The Synagogue at Capernaum. Jewish Virtual Library: A project of aice στο https://www. jewishvirtuallibrary.org/the-synagogue-at-capernaum.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
ιδιαίτερα αυτών που ανήκουν στο βασιλικό τύπο (εικ.79), όπως και η ίδια. Γύρω από τη συναγωγή φαίνεται ότι αναπτυσσόταν μεγάλος οικισμός, κάτι που δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι συναγωγές ήταν το κέντρο των ιουδαϊκών κοινοτήτων. Τον 7ο αι. η συναγωγή λεηλατήθηκε είτε από την αραβική επιδρομή του 636 είτε ως αντίποινα των Βυζαντινών προς τους Ιουδαίους, για τη βεβήλωση της χριστιανικής εκκλησίας της Καπερναούμ από τους τελευταίους249. Εν συνεχεία, το 1926 πραγματοποιήθηκε μερική ανακατασκευή και συντήρηση της συναγωγής, κι έτσι μπορούν να διατυπωθούν, με μεγάλη ακρίβεια, απόψεις για την αρχική της μορφή250. Συγκεκριμένα, η συναγωγή είναι χτισμένη πάνω σε τεχνητό ύψωμα. Όπως βλέπουμε και στην κάτοψη που προέκυψε από τα απομεινάρια της συναγωγής (εικ.91), διαθέτει προαύλιο χώρο(1). Σύμφωνα με τον Levine, η είσοδος πραγματοποιούνταν από μια υπερυψωμένη εξέδρα(2) με κλίμακες στις δύο της πλευρές, δημιουργώντας διάδρομο στην πρόσοψη της συναγωγής. Εσωτερικά του κτηρίου έμπαινε κανείς από τη νότια πλευρά, όπου υπήρχαν τρία ανοίγματα με πόρτες(3+4). Το κεντρικό άνοιγμα(4) ήταν το μεγαλύτερο. Αυτή η όψη έβλεπε προς την Ιερουσαλήμ. Συνεπώς, εσωτερικά αυτής της πλευράς θα έπρεπε να υπάρχει κατασκευή υποδοχής της Torah, μιας και οι πιστοί πρέπει να είναι στραμμένοι προς την Ιερουσαλήμ κατά την ανάγνωσή της. Εφόσον δεν υπάρχουν ίχνη μόνιμης κατασκευής αποθήκευσης της Πεντατεύχου, καταλαβαίνουμε ότι τοποθετούνταν σε φορητή κατασκευή, εσωτερικά της κεντρικής και μεγαλύτερης(4) από τις τρεις πόρτες251. Περισσότερα στοιχεία για την πιθανότερη αρχική μορφολογία της συναγωγής μπορούμε να δούμε στην τρισδιάστατη αναπαράσταση (εικ.89, 90). Περνώντας στο εσωτερικό τις συναγωγής, δύο επίπεδα χτιστών στασιδιών(5) διέτρεχαν τις μακρόστενες πλευρές του κτηρίου, τα οποία προορίζονταν για τη γερουσία, που διηύθυνε τη συναγωγή. Οι υπόλοιποι πιστοί κάθονταν σε χαλάκια στο πάτωμα, κάτι που αποτελεί επιρροή από ανατολικά πρότυπα. Τρεις στοές(6+9) δημιουργούνταν με τη βοήθεια τριών σειρών κιονοστοιχίας, εσωτερικά της βόρειας-δυτικής και ανατολικής πλευράς, διαμορφώνοντας κεντρικά τον κυρίως χώρο(7). Οι δύο γωνιακές κολώνες είχαν 249 Archaeology in Israel: The Synagogue at Capernaum. Jewish Virtual Library: A project of aice., στο https://www. jewishvirtuallibrary.org/the-synagogue-at-capernaum 250 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 57. 251 Υπάρχουν αναφορές για μεταγενέστερη δημιουργία σταθερής κατασκευής για την υποδοχή της Πεντατεύχου, εσωτερικά της κεντρικής πόρτας. Αυτή η κατασκευή φέρει το όνομα Hekhal. Ως αποτέλεσμα, μετά την κατασκευή αυτού του μικρού δωματίου, η είσοδος πραγματοποιούνταν μόνο από τις δύο ακριανές πόρτες. Εντούτοις, δεν παρουσιάζουμε αυτή την εκδοχή καθώς δεν είναι εξακριβωμένη και υπάρχουν πολλές διατυπώσεις μιας τέτοιας εσωτερικής κατασκευής. Για περισσότερες πληροφορίες: Strange, J. F. (1977). The Caparnaum and Herodium Publications. Bulletin of the American Schools of Oriental Research, 65-73.
Εικ.89: Τρισδιάστατη αναπαράσταση της συναγωγής στην Καπερναούμ. Αριστερά: Πρόσοψη. Εικ.90: Τρισδιάστατη αναπαράσταση της συναγωγής στην Καπερναούμ. Αριστερά: Πίσω όψη.
75
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
διατομή σχήματος καρδιάς, καθώς ήθελαν να μοιάζουν σαν ένωση δύο κολώνων, από τις δύο σειρές που τέμνονται. Στη βορειοδυτική γωνία της συναγωγής προεξείχε χώρος(8), ο οποίος ίσως χρησίμευε για την αποθήκευσε ιερών κειμένων και της Torah. Δεν πρέπει να παραλείψουμε την πιθανότητα ύπαρξης ορόφου. Αρχικά, οι εσωτερικές κολώνες φαίνεται ότι επιστέγαζαν όροφο, ο οποίος αναπτυσσόταν πάνω από το δυτικό και ανατολικό διάδρομο(6). Ως αποτέλεσμα, δημιουργούνταν κάτι σαν εξώστης με μικρότερες κολώνες ακριβώς πάνω από τις αντίστοιχες του ισογείου, για την υποστήριξη της στέγης. Η είσοδος στους δύο εξώστες επιτυγχάνονταν από διαφορετική κλίμακα, στη βόρεια-πίσω πλευρά της συναγωγής(8) (εικ.90). Υπάρχουν γραπτές αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες αυτού του είδους όροφοι στις συναγωγές, χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά από τις γυναίκες. Συνεπώς, οι εξώστες αποτελούσαν γυναικωνίτη, σε αντιστοιχία της αυλής των γυναικών στο Ναό252(εικ.92). Περνώντας στον προαύλιο χώρο(1), φαίνεται να ήταν εσωτερικό αίθριο, περιμετρικά του οποίου αναπτύσσονταν τείχος με στοές. Η χρήση αυτού του χώρου πρέπει να ήταν εκπαιδευτική, δηλαδή να λειτουργούσε ως σχολείο, τόσο για παιδιά όσο και ενηλίκους. Πιθανώς, υπήρχαν και χώροι φιλοξενίας για τη διαμονή περαστικών, εντός των στοών. Τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά, η συναγωγή ήταν περίτεχνα διακοσμημένη με σύμβολα της ιουδαϊκής θρησκείας, τα οποία διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο ως όρια της ιερότητας. Επιγραμματικά μπορούμε να πούμε ότι η πρόσοψη, οι πόρτες, τα παράθυρα, οι κολώνες, τα κιονόκρανα και ο 252 Για περισσότερες πληροφορίες: Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 62-63.
Εικ.91: Κάτοψη της αρχικής κατάστασης της συναγωγής στην Καπερναούμ.
76
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
χώρος μεταξύ τους, έφεραν πλούσιο ανάγλυφο διάκοσμο με σύμβολα όπως η επτάφωτος λυχνία-menorah και ο βωμός του θυμιάματος, αντικείμενα με ιδιαίτερες αναφορές στο Ναό. Αυτοί οι συμβολισμοί θα αναλυθούν εκτενέστερα σε επόμενο κεφάλαιο. Σχετικά με τα υλικά κατασκευής, το συνηθέστερο που χρησιμοποιούνταν στα κτήρια της Καπερναούμ ήταν ο μαύρος βασάλτης, τοπικό υλικό που βρισκόταν σε αφθονία. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη συναγωγή χρησιμοποιείται θεμελίωση και βάση από βασάλτη, ενώ η υπόλοιπη κατασκευή είναι από γυαλισμένο λευκό ασβεστόλιθο, τόσο στους τοίχους όσο και τα πατώματα, ώστε να μοιάζει με μάρμαρο. Γενικά ο ασβεστόλιθος εκείνη την εποχή θεωρούνταν ένα πολύ ακριβό υλικό και χρησιμοποιούνταν σπάνια, σε κτήρια υψηλής σημασίας, ώστε να ξεχωρίζουν ανάμεσα στα σκούρα κτήρια από βασάλτη.
Συναγωγή των Μοναστηριωτών, Θεσσαλονίκη Κατά το μεταίχμιο της ύστερης ρωμαϊκής και της πρωτοβυζαντινής εποχής, ο Ιουδαϊσμός πήρε τη μορφή που είναι γνωστός μέχρι και σήμερα253. Συνεπώς, οι διαφορές μεταξύ των ιουδαϊκών ιερών μνημείων αναπτύσσονται κυρίως αναλύοντας το Ναό του Σολομώντα, συναγωγές της βιβλικής εποχής, δηλαδή της εποχής πριν τη γέννηση του Χριστού, της ύστερης ρωμαϊκής-πρωτοβυζαντινής και τέλος της σημερινής εποχής. Μεταξύ των δύο τελευταίων εποχών δεν πραγματοποιήθηκαν καίριες αλλαγές, παρά τη μεσολάβηση πολλών αιώνων, και για το λόγο αυτό η διερεύνηση της αρχιτεκτονικής των συναγωγών που ανήκουν σε αυτό το χρονικό διάστημα δεν φέρει κάποια σημασία για την παρούσα εργασία. Επομένως, από την ανάλυση ενός παραδείγματος του 4ου-5ου αι. μ.Χ. θα περάσουμε σε ένα παράδειγμα συναγωγής του 20ου αι., με σκοπό να διερευνήσουμε το κατά πόσο διατηρήθηκαν ή μεταβλήθηκαν τα στοιχεία που διέπουν την αρχιτεκτονική αυτών των ιερών χώρων. Ως παράδειγμα αυτής της εποχής επιλέγεται η συναγωγή των Μοναστηριωτών. Ιδρύθηκε το 1925-27 με τη συνδρομή Εβραίων δωρητών, οι οποίοι προέρχονταν από το χωριό Μοναστήρι, εξ’ ου και η ονομασία της. Σχεδιάστηκε από τον Τσέχο εβραϊκής καταγωγής αρχιτέκτονα Eli Ernst Levy στην οδό Συγγρού, της Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η συναγωγή χρησιμοποιήθηκε από τον Ερυθρό Σταυρό ως αποθήκη, γι’ αυτό και σώθηκε μέχρι σήμερα, σε αντίθεση με τις περισσότερες συναγωγές της Θεσσαλονίκης, που ανατινάχτηκαν254. Ο δυνατός σεισμός του 1978 προκάλεσε 253 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 5. 254 Τον εκτοπισμό και την εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης ακολούθησε η συστηματική καταστροφή των ιουδαϊκών χώρων προσευχής. Η κεντρική συναγωγή Μπεθ Σαούλ στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας ανατινάχτηκε το
Εικ.92: Φωτορεαλιστική οψοτομή της συναγωγής της Καπερναούμ.
77
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
μεγάλες ζημιές στη συναγωγή. Εν τέλει, το 2016 η συναγωγή συντηρήθηκε και ανακαινίστηκε από το γραφείο KARD Architects, κι έτσι λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας ως κεντρικός χώρος ομαδικής προσευχής της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης. Επομένως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι διακρίνονται δύο κύριες κατασκευαστικές φάσεις, η πρώτη με την ανέγερσή της, και η δεύτερη το 2016 με την ανακαίνιση και συντήρησή της255. Το αρχικό κτήριο ως κατασκευή δεν διέφερε από τη σημερινή του μορφή, παρά μόνο η εσωτερική διάταξη των καθισμάτων. Οι εξωτερικές διαστάσεις της συναγωγής είναι 18x15,75 μ., και το ανώτερο ύψος 12,30 μ. Από τις κατόψεις (εικ. 95, 96) βλέπουμε ότι η συναγωγή αποτελείται από ισόγειο και περιμετρικό όροφο με εξώστες. Ο προσανατολισμός της είναι βορειοανατολικός, ώστε να κοιτάει προς την Ιερουσαλήμ. Στο ισόγειο βρίσκεται η κεντρική αίθουσα προσευχής(1), με πρόσβαση σε εξωτερικό χώρο για τις γυναίκες(2), ενώ ο όροφος αποτελείται από περιμετρικούς εξώστες που χρησιμεύουν ως γυναικωνίτες και βοηθητικοί χώροι. Μπαίνοντας από την κεντρική είσοδο υπάρχει προθάλαμος(3), που οδηγεί κεντρικά στην αίθουσα προσευχής(1), αριστερά προς το κλιμακοστάσιο του γυναικωνίτη(4) και τον εξωτερικό χώρο των γυναικών(2), και δεξιά σε χώρο(5) που καταλήγει στο Ιερό(6). Στο βορειοανατολικό βάθος του κεντρικού χώρου προσευχής, κοιτώντας προς την Ιερουσαλήμ, βρίσκεται ο χώρος αποθήκευσης και ανάγνωσης της Πεντατεύχου και των παπύρων με τα ιουδαϊκά κείμενα, το γνωστό Hekhal(6). Εκατέρωθέν του είναι τοποθετημένες δύο επτάφωτες λυχνίες. Έμπροσθέν του υπάρχει το βήμα-bimah(7), με μορφή μαρμάρινου βάθρου με κικλίδωμα (εικ.97, 98). Στη σημερινή δομή της συναγωγής, τα καθίσματα αποτελούνται από ξύλινα στασίδια, στραμμένα προς το Hekhal(6). Η διάταξη αυτή δεν ίσχυε αρχικά, καθώς τα στασίδια ήταν τοποθετημένα στις τέσσερις πλευρές περιμετρικά του χώρου, παράλληλα στον κεντρικό άξονα του κτηρίου, όπως έχουμε δει να συμβαίνει στα άλλα δύο παραδείγματα συναγωγών που αναλύσαμε. Αυτά που βρίσκονταν στην εξέδρα του βήματος(7) και του Ιερού(6) προορίζονται για τους ραβίνους και υπεύθυνους της συναγωγής, ενώ αυτά του κυρίως χώρου(1) για τη γερουσία των πιστών. Εκατέρωθεν της κεντρικής αίθουσας διαμορφώνονται ανοιχτές γαλαρίες. Από τη βιβλιογραφία γνωρίζουμε ότι η συναγωγή διέθετε πλούσια βιβλιοθήκη, η οποία πιθανώς στεγαζόταν στο νοτιοανατολικό χώρο(5), που σήμερα στεγάζει εκπαιδευτικές λειτουργίες. Η πρόσοψη της συναγωγής (εικ.93, 94), προς τη Συγγρού, αποτελείτο στο ύψος του ισογείου 1943, όπως και η συναγωγή Μπεθ Ισραέλ στον εβραϊκό συνοικισμό 151. Οι υπόλοιπες συναγωγές εγκαταλείφθηκαν και κατεδαφίστηκαν. Η συναγωγή Μοναστηριωτών είναι η μόνη που σώζεται μέχρι σήμερα. 255 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΕΒΡΑΪΚΗΣ ΣΥΝΑΓΩΓΗΣ. (2018). Κτίριο, σσ. 112-113 από http://www. yvelia.com.
Εικ.93, 94: Η κύρια όψη της συναγωγής Μοναστηριωτών προς την οδό Συγγρού. Αριστερά: 1926-1978. Δεξιά: 2016-σήμερα.
78
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ
από ένα τρίλοβο άνοιγμα, του οποίου το μεσαίο τμήμα είναι μεγαλύτερο από τα δύο εκατέρωθεν. Στο ύψος του ορόφου, η πρόσοψη φέρει τοξωτό άνοιγμα που χωρίζεται σε τρία τμήματα με διαφράγματα, με πεσσίσκους στην προέκταση των κιόνων του ισογείου. Το μεσαίο τμήμα είναι το μεγαλύτερο και παρουσιάζει τοξωτή επίστεψη, την οποία ακολουθεί το γείσο της στέγης. Τα ανώτερα ανοίγματα έχουν το σχήμα του εβραϊκού συμβόλου του άστρου του Δαυίδ. Υπάρχει εξωτερικός ημιώροφος που περιτρέχει τον κεντρικό χώρο προσευχής, με κλιμακοστάσιο που οδηγεί σε όροφο και βοηθητικούς χώρους(8), εφαρμοσμένο στο βορειοδυτικό τοίχο. Κύρια πρόσβαση στον όροφο αποτελεί το κλιμακοστάσιο αριστερά της κεντρικής εισόδου(4). Εσωτερικά, οι εξώστες του ορόφου(9) καλύπτουν περιμετρικά τρία τμήματα του κεντρικού χώρου, πάνω από τις γαλαρίες, προσφέροντας οπτικές φυγές προς την κεντρική αίθουσα προσευχής του ισογείου(1), το βήμα(6) και το Ιερό(5). Εκτός από τη χρήση του ορόφου ως ezrat nashim - γυναικωνίτης, σε αντιστοιχία της αυλής των γυναικών του Ναού, παρουσιάζονται βοηθητικές χρήσεις όπως καθιστικό(11) και διοικητικά γραφεία(12). Σχετικά με τα υλικά κατασκευής, η συναγωγή αποτελούνταν εξ’ ολοκλήρου από πέτρα, αλλά εσωτερικά έφερε επένδυση στους τοίχους από λευκές μαρμάρινες πλάκες. Οι κολώνες και παραστάδες της πρόσοψης ήταν επίσης μαρμάρινες. Ωστόσο, λόγω των πολλαπλών φθορών που υπέστη η συναγωγή από τον πόλεμο και μετά, πραγματοποιούνταν διάφορες γρήγορες παρεμβάσεις, ώστε να υπάρχει λειτουργικότητα, χάνοντας τον ενιαίο της σχεδιασμό και την εβραϊκή ταυτότητά της. Με την ανακαίνιση της συναγωγής, το κτήριο αποτελείται πλέον από σύγχρονα υλικά, όπως σκυρόδεμα, ασβέστης και μέταλλο. Τα μόνα μαρμάρινα στοιχεία που διατηρήθηκαν είναι το εσωτερικό δάπεδο, το βήμα και το Ιερό256. Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ιεροί χώροι του Ιουδαϊσμού διαιρούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, το Ναό του Σολομώντα και τις συναγωγές. Οι τελευταίες διαμορφώθηκαν με αναφορές στον Ναό, το μόνο αυτούσιο ιερό χώρο του Ιουδαϊσμού, κάτι που γίνεται αντιληπτό ιδιαίτερα μετά την οριστική καταστροφή του το 70 μ.Χ. Ενώ στο Ναό διακρίνεται η 256 Μεσσίνας, Η. Β. (1998). Οι συναγωγές στην Ελλάδα, η αρχιτεκτονική τους και η σχέση τους με την ιστό της πόλης και την εβραϊκή συνοικία. Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών., σσ. 66.
Εικ.95, 96: Κατόψεις της σημερινής κατάστασης. Αριστερά: Ισόγειο και Ημιώροφος, Δεξιά: Όροφος.
79
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
οργάνωση του χώρου με βάση την ιερότητα των στοιχείων που περιέχονται σε κάθε τμήμα του, στις συναγωγές ο διαχωρισμός αυτός είναι δυσδιάκριτος, εξαιτίας της απουσίας αυτής της ιερότητας. Έτσι, σε γενικές γραμμές ο Ναός του Σολομώντα παρουσιάζει εξωτερικό χώρο, όπου παραμένουν κατά σειρά οι άπιστοι-οι πιστές γυναίκες-οι πιστοί άντρες-οι Ιερείς, και εσωτερικό χώρο λατρείας όπου επιτρέπεται η είσοδος μόνο στους Ιερείς και το Μέγα Αρχιερέα στο βαθύτερο τμήμα, όπου διαμένει η Θεία Παρουσία. Όσο πιο εσωτερικά βρίσκεται ένα τμήμα του Ναού τόσο μεγαλύτερης ιερότητας είναι, και τόσο περισσότερο πρέπει να περιοριστεί η ανθρώπινη-βέβηλη παρουσία εντός αυτού. Αντιθέτως, στις συναγωγές, ναι μεν υπάρχουν χώροι που προορίζονται για συγκεκριμένες ιερές λειτουργίες, αλλά ο διαχωρισμός τους δεν είναι τόσο έντονος. Η ύπαρξη της ιερότητας διασφαλίζεται μέσω της Πεντατεύχου και των ιερών κειμένων, που αναγιγνώσκονται και φυλάσσονται στο τμήμα της συναγωγής που είναι προσανατολισμένο προς την τοποθεσία όπου βρισκόταν αρχικά ο Ναός του Σολομώντα. Διατηρούνται αντικείμενα και σύμβολα από το Ναό, αλλά όλοι οι πιστοί έχουν πρόσβαση στα ιερά δρώμενα και τη διεξαγωγή της προσευχής. Μέσω των παραπάνω συμπερασμάτων, θα προχωρήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο στην κατηγοριοποίηση των περιοριστικών κατασκευών για την απομόνωση τμημάτων και τον χαρακτηρισμό τους ως ιερότερα από τα υπόλοιπα, καθώς και τη σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα όρια των υπολοίπων θρησκειών που αναλύονται.
Εικ.97, 98: Εσωτερική άποψη με το βήμα και το Ιερό. Δεξιά: 1926-1978. Αριστερά: 2016-σήμερα.
80
6.4.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ_
‘Καὶ εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ἱερόν τοῦ Θεοῦ… καὶ λέγει… ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται·…257’ Στο Χριστιανισμό, οι χώροι θρησκευτικής τελετουργίας ονομάζονται εκκλησίες, ή ναοί. Ο ελληνικός όρος ‘ναός’ προέρχεται από το ρήμα ‘ναίω’, που σημαίνει ‘κατοικώ/διαμένω’. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ονομασία δηλώνει ότι το κτήριο αποτελεί ‘Οίκο του Θεού’ και κατοικία-καταφύγιο όχι μόνο των πιστών, αλλά και κάθε ανθρώπου258. Συμβολικά, επεξήγηση της λέξης ‘ναός’ μπορεί να θεωρηθεί και η λέξη ‘ναῦς’, που σημαίνει πλοίο, συμβολίζοντας τη σωστική κιβωτό, που οδηγεί τους πιστούς στο Θεό259. Ο όρος εκκλησία προέρχεται από τις συνελεύσεις του δήμου, που πραγματοποιούνταν στις αρχαίες ελληνικές πόλεις, γνωστές ως ‘Εκκλησία του δήμου’. Επομένως, η λέξη χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σύνολο των πιστών αλλά και το χώρο λατρείας όπου πραγματοποιείται η συγκέντρωση των Χριστιανών260. Σύμφωνα με τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανό: ‘…‘Ἐκκλησία ἐστὶ ναὸς Θεοῦ, τέμενος ἅγιον, οἶκος προσευχῆς, συνάθροισις λαοῦ, σῶμα Χριστοῦ. Ἐκκλησία ἐστὶν ἐπίγειος οὐρανός, ἐν ᾖ ἐπουράνιος Θεὸς ἐνοικεῖ καὶ ἐμπεριπατεῖ, ἀντιτυποῦσα τὴν Σταύρωσιν καὶ τὴν Ταφὴν καὶ τὴν Ἀνάστασιν Χριστοῦ…261’ Τόσο στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό όσο και από συμβολικής απόψεως, ο χριστιανικός ναός αντλεί τα περισσότερα στοιχεία του από το Ναό του Σολομώντα. Απόδειξη αυτού του ισχυρισμού αποτελεί η τριμερής δομή των εκκλησιών, το ‘θυσιαστήριο’, οι λυχνίες και τα καντήλια, η χρήση θυμιάματος και παραπετασμάτων, η προσφορά άρτου στην ‘πρόθεση’, ο άμβωνας και πολλά άλλα στοιχεία, τα οποία θα παρουσιαστούν αναλυτικότερα στη συνέχεια. Το υπερώο, ανώγειο μιας τυπικής κατοικίας στο οποίο έλαβε χώρα ο Μυστικός Δείπνος, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο πρώτος χώρος συγκέντρωσης για τέλεση της Θείας Ευχαριστίας262. Έχοντας το ως πρότυπο, οι Χριστιανοί ξεκίνησαν να τελούν συνάξεις σε σπίτια εύπορων ανθρώπων263. Ωστόσο, η έλλειψη περίβλεπτου σημείου για την αποκλειστική χρήση του ως Αγ. Τράπεζα, πάνω στην οποία θα τελούνταν η Θεία Ευχαριστία, οδήγησε στην επιθυμία ανέγερσης ξεχωριστών 257 Ματθ. κα’, στ. 12-13. 258 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 3. 259 Τζήμας, Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις., σσ. 12., Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 31. 260 Η ονομασία αυτή διακρίνεται και στις επιστολές του απ. Παύλου, όπου αποστέλλονται χαιρετισμοί στις διάφορες εκκλησίες που είχαν ιδρυθεί. 261 Τζήμας, Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις., σσ. 1. 262 Ματθ, κστ΄, στ. 26-28.: ‘Ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐλογήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· Λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου· καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.’ 263 Σύμφωνα με τις επιστολές του απ. Παύλου, υπήρχαν κατ’ οίκον εκκλησίες στη Θεσσαλονίκη, την Έφεσο, την Κόρινθο, τους Κολοσσούς και τη Ρώμη. Ρωμ., ιστ’, στ. 5., Α’ Κορινθ., ιστ’, στ. 19.
81
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κτισμάτων, προορισμένων αποκλειστικά για την τέλεση των χριστιανικών τελετουργιών264. Επίσημα και με αρχιτεκτονική σημασία, η ύπαρξη των χριστιανικών ναών ξεκινάει περίπου τον 4ο αι. μ.Χ., με το διάταγμα των Μεδιολάνων και την επικράτηση ανεξιθρησκείας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το οποίο εξέδωσε ο Μ. Κωνσταντίνος. Τόσο ο ίδιος όσο και η μητέρα του, ανέγειραν πλήθος εκκλησιών. Από τις πρώτες αρχιτεκτονικά οργανωμένες εκκλησίες, που θεωρείται πρότυπο για την οργάνωση των ναών και παγκόσμιο χριστιανικό προσκύνημα μέχρι σήμερα, είναι ο Ναός της Αναστάσεως, στην Ιερουσαλήμ. Πλήθος εκκλησιαστικών τυπολογιών εμφανίστηκαν έκτοτε, με διάφορες παραλλαγές και διαφοροποιήσεις μεταξύ του Ανατολικού και Δυτικού Χριστιανισμού. Ως αποτέλεσμα, η χριστιανική αρχιτεκτονική προσφέρει πληθώρα διαφορετικών παραδειγμάτων. Εντούτοις, όλα προκύπτουν με παραλλαγές της τριμερούς δομής ‘νάρθηκας-κυρίως ναός-Ιερό’ (εικ.99). Στην παρούσα εργασία, η επιλογή παραδειγμάτων γίνεται με βάση την ανάλυση αντιπροσωπευτικότερων κτισμάτων, για την καλύτερη κατανόηση του τρόπου σχεδιασμού των διαχωριστικών ορίων, εντός των εκκλησιών. Αν και ο ναός της Αναστάσεως θα μπορούσε να αναλυθεί ως πρότυπο παράδειγμα, δεν κρίνεται κατάλληλος εξαιτίας των πολλαπλών παρεμβάσεων και επιδιορθώσεων που έχει υποστεί, με τελειοποίηση της μορφής του το 1810. Ως παράδειγμα πρώιμου ναού θα αναλύσουμε την εκκλησία της Παναγίας Αχειροποιήτου Θεσσαλονίκης, η οποία ανήκει στον τύπο της βασιλικής, χρονολογείται στα μέσα του 5ου αι. και θεωρείται από τις πλησιέστερα διατηρημένες στην αρχική μορφή τους εκκλησίες265. Στη συνέχεια, θα αναλύσουμε και θα συγκρίνουμε με αυτήν το Καθολικό της Μεγίστης Λαύρας, παράδειγμασταθμό στην ιστορία της χριστιανικής αρχιτεκτονικής, το οποίο αποτελεί πρότυπο του αγιορείτικου τύπου. Ως πρότυπη μορφή της δυτικής αρχιτεκτονικής, θα αναλύσουμε τον Καθεδρικό του St. Denis, που βρίσκεται στο Παρίσι, και θεωρείται σταθμός στην εμφάνιση του γοτθικού ρυθμού. Τέλος, θα αναλύσουμε ένα σύγχρονο παράδειγμα χριστιανικού χώρου λατρείας, το Υπαίθριο Παρεκκλήσιο Διδακτηρίου «Νομικός», στην Αθήνα. Στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική των εκκλησιών που ακολουθούν ρωσικό πρότυπο σχεδιασμού δεν θα γίνει αναφορά, μιας και οι διαφορές που παρουσιάζουν είναι καθαρά μορφολογικές, με επιρροές από ανατολικά πρότυπα, και δεν έχουν κάποια σημασία για την εξέλιξη των ορίων εντός των ιερών χριστιανικών χώρων.
Εικ.99: Τυπική διάρθρωση ορθόδοξης ανατολικής εκκλησίας. Ο τρούλλος αποτελεί μεταγενέστερο στοιχείο.
82
264 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 4-5. 265 Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης., σσ. 83-85.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Ιερός Ναός Παναγίας Αχειροποιήτου, Θεσσαλονίκη Η εκκλησία της Παναγίας Αχειροποιήτου (εικ.101) κατασκευάστηκε στη Θεσσαλονίκη, μεταξύ 450-475 μ.Χ. Η χρονολόγησή της προκύπτει από επιγραφή που υπάρχει σε ψηφιδωτό του νάρθηκα, όπου αναφέρεται το όνομα του κτήτορα ‘Ανδρέα’, ο οποίος πιστεύεται ότι ήταν ο μετέπειτα επίσκοπος Θεσσαλονίκης Ανδρέας, που έλαβε μέρος στη σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451. Είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο. Μέχρι το 13ο αιώνα, οι αναφορές που γίνονται στην εν λόγω εκκλησία την ονομάζουν ως ‘ο μεγάλος ναός της Παναγίας Θεοτόκου’. Έκτοτε, προέκυψε η σημερινή ονομασία της, η οποία προέρχεται από την αχειροποίητο εικόνα266 της Θεοτόκου δεομένης, που βρισκόταν εντός του ναού267. Η εκκλησία της Αχειροποιήτου ήταν και ο πρώτος ναός της πόλης που έγινε τζαμί αμέσως μετά την κατάληψη της από τους Τούρκους, το 1430268. Αν και η χρήση της ως τζαμί σταμάτησε με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912, δεν επαναλειτούργησε αμέσως ως χριστιανικός ναός, αλλά φιλοξενούσε τους πληγέντες από τη μεγάλη πυρκαγιά του ’17 και Έλληνες πρόσφυγες της Μικρασιατικής καταστροφής. Από το 1930 μέχρι τις μέρες μας αποτελεί χριστιανικό ναό. Τυπολογικά, είναι βασιλική τρίκλιτη ξυλόστεγη με υπερώα, που καταλήγει στα ανατολικά σε ημικυκλική αψίδα (εικ. 100). Αρχικά, βασιλικές ονομάζονταν τα ελληνορωμαϊκά επιμήκη, υπόστεγα, παραλληλεπίπεδα κτήρια, με εσωτερικές κιονοστοιχίες τοποθετημένες δρομικά, με αίθριο στην πλευρά της εισόδου και πολλές φορές κατάληξη σε κόγχη. Συνήθως, αυτά τα κτήρια λειτουργούσαν ως κτήρια διοίκησης και αστικά δικαστήρια. Κατά την ανέγερση και χρήση τους ως χριστιανικές εκκλησίες, στη θέση του δικαστικού τριβουναλίου τοποθετείται το ‘θυσιαστήριο’ ή αλλιώς ‘Ιερό’, προστίθεται ‘νάρθηκας’ στο απέναντι στενό τμήμα του κτηρίου, και διαμορφώνεται περίβολος με κήπο και διάφορα κτίσματα269. Εσωτερικά του κτηρίου της βασιλικής εκκλησίας 266 Στην παράδοση της χριστιανικής εκκλησίας, αχειροποίητες ονομάζονται οι εικόνες οι οποίες δεν ζωγραφίστηκαν από άνθρωπο. Πηγή: https://el.wikipedia.org. 267 Σύμφωνα με την παράδοση της εικόνας, αρχικά η Παναγία παρουσιαζόταν να κρατάει το Χριστό στην αγκαλιά της. Ωστόσο, μετά από αμάρτημα του κτήτορα της εκκλησίας, η εικόνα άλλαξε μορφή, παρουσιάζοντας τη Παναγία ολόσωμη σε όρθια στάση, χωρίς το Χριστό. Για περισσότερες πληροφορίες: Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, Ε. (1989). Αχειροποίητος. Ο μεγάλος ναός της Θεοτόκου. Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου. 268 Σε κίονα της βόρειας κιονοστοιχίας υπάρχει η τούρκικη επιγραφή: «Ο σουλτάνος Μουράτ πήρε τη Θεσσαλονίκη. 883». Το μουσουλμανικό έτος 883 αντιστοιχεί στο 1430. Όταν η πόλη καταλήφθηκε από τους Τούρκους, ο Μουράτ Β’ τέλεσε ευχαριστία εντός της εκκλησίας της Παναγίας Αχειροποιήτου. Για περισσότερες πληροφορίες: Mazower, M. (2006). Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων: ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΕΒΡΑΙΟΙ 1430-1950. Αθήνα: Αλεξάνδρεια., σσ. 52. 269 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 95-96., Mathews, T. F. (1971). The Early Churches of Constantinople, Architecture and Liturgy. University Park and London: Pennsylvania University Press., σσ.144-145.
Εικ.100: Βορειοανατολική άποψη του εξωτερικού της εκκλησίας της Αχειροποιήτου. Εικ.101: Νοτιοδυτική άποψη του εξωτερικού της εκκλησίας της Αχειροποιήτου.
83
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
και ανάμεσα στο ‘θυσιαστήριο’ και το ‘νάρθηκα’, αναπτύσσεται ο ‘κυρίως ναός’, με δύο κλίτη εκατέρωθέν του, αλλά με προσθήκη περισσότερων σε διάφορες εκδοχές. Τις περισσότερες φορές, το κτήριο είναι προσανατολισμένο έτσι ώστε οι προσευχόμενοι να στρέφονται προς την ανατολή του ήλιου270. Έτσι, και η εκκλησία της Παναγίας Αχειροποιήτου στρέφεται προς την Ανατολή, με παρέκκλιση προς το Νότο, ώστε να ακολουθεί τον άξονα των χαράξεων των οδών της πόλης. Παρατηρώντας την κάτοψη (εικ.105), διακρίνουμε την τριμερή δομή που αναπτύσσεται κατά μήκος του άξονα Δύσης-Ανατολής, με το νάρθηκα(1), τον κυρίως ναό(2) και το Ιερό(3). Το κτίσμα έχει μήκος 51,90 μ. και πλάτος 30,80 μ., ενώ το ύψος ξεκινά από τα 14 μ. στους πλάγιους εξωτερικούς τοίχους και φτάνει τα 22 μ. στην κορυφή της στέγης271. Αρχικά η εκκλησία ήταν μεγαλύτερη, καθώς με τις επεμβάσεις έχουν χαθεί τα κτίσματα εξωτερικά της βόρειας πλευράς, ο εξωνάρθηκας, του οποίου ίχνη σώζονται σήμερα, οι φωταγωγοί του κεντρικού κλίτους και το δυτικό υπερώο272. Η κεντρική είσοδος βρίσκεται στη νότια πλευρά(7), και διαμορφώνεται με πρόπυλο, καθώς ο επισκέπτης οδηγείται στην πόρτα μέσα από μνημειώδες κεραμόσκεπο, θολωτό εσωτερικά, προστώο. Άλλες δύο είσοδοι βρίσκονται στη δυτική πλευρά του ναού(8). Εισερχόμενοι από αυτές, οδηγούμαστε στο νάρθηκα(1), ο οποίος είναι ορθογώνιος σε κάτοψη, καλύπτει όλο το δυτικό τμήμα της εκκλησίας και συνδέεται με το κεντρικό κλίτος(5) του κυρίως ναού(2) μέσω περίτεχνα κατασκευασμένου τριπλού τοξωτού ανοίγματος, του τρίβηλου. Με τα δύο πλάγια κλίτη(4, 6) επικοινωνεί μέσω δύο τοξωτών ανοιγμάτων. Εξαιτίας της αφαίρεσης του δυτικού υπερώου, που αναπτυσσόταν πάνω από το νάρθηκα(1)273, το δυτικό τμήμα της εκκλησίας σήμερα παρουσιάζει ύψος 8,6 μ., χαμηλότερο από το αρχικό. Στη βόρεια πλευρά του νάρθηκα αναπτύσσεται πυργοειδές πρόσκτισμα(10), μέσω του οποίο επιτυγχανόταν η πρόσβαση στα υπερώα. Εξαιτίας της μη χρήσης των υπερώων, σήμερα είναι ερειπωμένο. Ο νάρθηκας(1), θα μπορούσε να διαιρεθεί νοητά σε τρία μέρη, αντίστοιχα των τριών κλιτών (4, 5, 6) του κεντρικού ναού. Εξωτερικά του μεσαίου τμήματος, υπάρχουν διακοσμητικά κογχάρια που φαίνεται να έφεραν 270 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 18-19. 271 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 280. 272 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 283. 273 Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης., σσ. 85.
Εικ.102: Νοτιοανατολική άποψη της Παναγίας Αχειροποιήτου. Κάτω αριστερά διακρίνεται το προσαρτημένο βαπτιστήριο.
84
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Εικ.103: : Διαμήκης τομή. Παναγία Αχειροποίητος. Εικ.104: Εγκάρσια τομή της εκκλησίας της Αχειροποιήτου, με υποθετική αποκατάσταση των φωταγωγών και του δυτικού υπερώου. Εικ.105: Κάτοψη της Παναγίας Αχειροποιήτου.
85
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
τοιχογραφίες αγίων274. Στη θέση του σημερινού δυτικού αύλειου χώρου της Αχειροποιήτου(11), φαίνεται ότι αρχικά αναπτυσσόταν ο εξωνάρθηκας, του οποίου διατηρείται μεγάλο τμήμα του εξωτερικού βόρειου τοίχου(12). Στις εξωτερικές αντηρίδες που έχουν διαμορφωθεί βόρεια και νότια των διατηρούμενων θυραίων ανοιγμάτων της εκκλησίας(8), διακρίνονται τμήματα της εσωτερικής τοιχοποιίας του εξωνάρθηκα, γεγονός που φανερώνει την τριμερή του εσωτερική διάρθρωση275. Ο κυρίως ναός(2) διαιρείται σε τρία(4, 5, 6) κλίτη με τη βοήθεια δύο σειρών κιονοστοιχιών αποτελούμενων από δώδεκα κίονες η καθεμία. Από τα τρία κλίτη μεγαλύτερο είναι το κεντρικό(5), με πλάτος 14,20 μ, ενώ τα βόρειο(4) και νότιο(6) κλίτη έχουν πλάτος 6,20 - 6,30 μ. Το κεντρικό κλίτος(5) καταλήγει ανατολικά στην κόγχη του Ιερού(3). Στους στυλοβάτες των κιονοστοιχιών διατηρούνται εγκοπές, οι οποίες υποδέχονταν μαρμάρινους πεσίσκους και θωράκια για τη δημιουργία φράγματος μεταξύ του νάρθηκα, των πλάγιων κλιτών και του μεσαίου κλίτους, έτσι ώστε να είναι ελεγχόμενη η προσπέλαση στο κεντρικό κλίτος. Αιτία αυτού του γεγονότος αποτελεί η τέλεση τμήματος των ιερουργιών από τους κληρικούς στο περίβλεπτο από όλους κεντρικό κλίτος(5)276, καθώς και η ύπαρξη άμβωνα(13), πρεσβυτερίου(14) και σολέα. Ο σολέας διαμορφωνόταν έμπροσθεν του Ιερού(3), διαχωρισμένος από τον υπόλοιπο ναό με μεταλλικό κιγκλίδωμα. Η θέση του άμβωνα(13) μαρτυρείται από τη διαφοροποίηση της δαπεδόστρωσης. Ο άμβωνας ήταν ψηλό βάθρο με περιμετρικό στηθαίο από θωράκια, συνολικού μήκους 5,5 μ., με δύο κλίμακες οι οποίες αναπτύσσονταν στον κεντρικό άξονα του κτηρίου277. Σήμερα, υπάρχει μικρός άμβωνας, τοποθετημένος βορειοανατολικά στο κεντρικό κλίτος (εικ. 108). Ο χώρος του Ιερού ή πρεσβυτέριο(14) διαμορφωνόταν στο ανατολικό τμήμα του κεντρικού κλίτους(5), περιλαμβάνοντας και την κόγχη στα ανατολικά. Διαφοροποιούνταν από το υπόλοιπο κεντρικό κλίτος μέσω ευθύγραμμου φράγματος, που υπήρχε στο ύψος του τρίτου ανατολικού κίονα της κιονοστοιχίας, αποτελούμενο από κίονες και ενδιάμεσους κιονίσκους.
Εικ.106, 107: Κάτοψη και αξονομετρικό του πρεσβυτερίου και του Ιερού.
86
274 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 288-295. 275 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., 405-411. 276 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 49. 277 Ράπτης, Κ. Θ., & Ζόμπου-Ασήμη, Ά. (2011). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: παρατηρήσεις και σκέψεις σχετικά με την οικοδομική ιστορία και την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Στο Εν Χώρω Τεχνηέσσα: Αφιέρωμα στην καθηγήτρια Ξανθίππη Σκαρπιά-Χόιπελ (σσ. 453-466). Θεσσαλονίκη: Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Διατμηματικό πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στην ‹Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού›. Α.Π.Θ., σσ. 458. Η μορφή αυτή του άμβωνα ήταν συνηθισμένη στις πρωτοβυζαντινές εκκλησίες. Για περισσότερες πληροφορίες: Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 54.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Κεντρικά του φράγματος αναπτυσσόταν προστώο, στον κυρίως άξονα του κτηρίου. Περιεχόμενο στο πρεσβυτέριο και τοποθετημένο συγκεκριμένα στην αψίδα του Ιερού, βρισκόταν υπερυψωμένο πειόσχημο σύνθρονο με ανεξάρτητα συμψέλλια. Κεντρικά του βάθρου δύο σκαλιά οδηγούσαν στον επισκοπικό θρόνο, ενώ ακριβώς μπροστά του ανυψονόταν η Αγ. Τράπεζα. Εκατέρωθέν της υπήρχαν δύο ανεξάρτητα ορθογώνια βάθρα για τους πρεσβύτερους, τα συμψέλλια(εικ.106, 107)278. Σήμερα, η διάταξη των χώρων που αναπτύσσονται κατά μήκος του κεντρικού άξονα έχει αλλάξει κατά πολύ. Το κεντρικό κλίτος είναι ανοιχτό για τους πιστούς. Λίγο πριν την αρχή της κόγχης αναπτύσσεται το υπερυψωμένο κατά τρία σκαλοπάτια, Ιερό Βήμα(3), έτσι ώστε να καλύπτει το ανατολικό τμήμα του ναού, μαζί με την κόγχη. Είναι απομονωμένο από το υπόλοιπο ισόγειο του ναού μέσω μαρμάρινου εικονοστασίου-τέμπλου (εικ.109). Δυτικά του Ιερού έχουν τοποθετηθεί τα ψαλτήρια των χορών, ένα στο Βορρά κι ένα στο Νότο. Ο επισκοπικός θρόνος υπάρχει ως ξεχωριστή κατασκευή στο νοτιοανατολικό τμήμα του κεντρικού κλίτους(5). Συνεχίζοντας με το βόρειοκλίτος(4), φαίνεται να καταλήγει ανατολικά σε μεταγεννέστερο πρόσκτισμα(15), το οποίο λειτουργεί ως παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Αγ. Ειρήνη. Το παρεκκλήσιο διαχωρίζεται με τρίλοβο άνοιγμα από το υπόλοιπο κλίτος, το οποίο σήμερα διαμορφώνεται με τέμπλο κι έτσι ο χώρος του παρεκκλησίου θεωρείται συνολικά ένα δεύτερο Ιερό Βήμα. Συνεπώς, οι πιστοί κατά τη διάρκεια των ακολουθιών παραμένουν έξω, στην ανατολική πλευρά του βόρειου κλίτους279. Εξωτερικά του σημερινού βόρειου κλίτους αναπτυσσόταν επιμήκης στοά(16), της οποίας ίχνη διατηρούνται έως σήμερα280. Το νότιο κλίτος(6), παρόμοιας μορφής με το βόρειο, περιλαμβάνει εκτός του μνημειώδους προπύλου(7), που προαναφέρθηκε, πρόσκτισμα(17). Είναι προσκολλημένο κεντρικά του κλίτους, με είσοδο τόσο από το εσωτερικό της εκκλησίας όσο και εξωτερικά. Θεωρείται το βαπτιστήριο του ναού, είτε το αρχικό διακονικό, είτε μαρτύριο. Σήμερα λειτουργεί ως παρεκκλήσιο αφιερωμένο στην Αγ. Παρασκευή. Πάνω από τα πλευρικά κλίτη(4, 6) διαμορφώνονται ισομεγέθη υπερώα, με χαμηλότερους κίονες από αυτούς του ισογείου, σε περασιά της κάτοψης του πρώτου επιπέδου. Όπως προαναφέρθηκε, αρχικά υπήρχε υπερώο και στη δυτική πλευρά(1), πάνω από το νάρθηκα, δικαιολογώντας την ύπαρξη των θυραίων δυτικών τοίχων των δύο εναπομείναντων υπερώων. Η στέγη διαιρείται σε τρία μέρη, εκ των οποίων το κεντρικό είναι το ψηλότερο διαμορφώνοντας τετράρριχτη στέγη, στη σημερινή της μορφή. Εκατέρωθεν της κεντρικής στέγης και σε χαμηλότερο επίπεδο, τα πλάγια κλίτη στεγάζονται με μονόρριχτη στέγη. Αρχικά, φαίνεται ότι το κεντρικό τμήμα της στέγης ήταν χτισμένο σε ψηλότερο κατά 3 μ. από το σημερινό ύψος, παρουσιάζοντας φωταγωγό αποτελούμενο από δίλοβα ή με περισσότερους λοβούς παράθυρα στην τοιχοποιία πάνω από τις κιονοστοιχίες281. Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από ίχνη των κιονίσκων που υπήρχαν για τη διαμόρφωση των τοξωτών παραθύρων282. Συνεπώς, οι αναλογίες του κτηρίου παρουσιάζουν μορφολογικές δυσαρμονίες στη σημερινή τους κατάσταση. Όσον αφορά τις εξωτερικές όψεις της εκκλησίας (εικ.100, 101, 102), βλέπουμε ότι σε όλες υπάρχει σαφής διμερής κατακόρυφος διαχωρισμός, με τη βοήθεια πολύλοβων ανοιγμάτων και διακοσμητικού πλίνθινου κοσμήτη. Η δυτική όψη χωρίζεται ακόμα πιο έντονα σε δύο καθ’ ύψος τμήματα, εξαιτίας της αφαίρεσης του δυτικού υπερώου. Κατά συνέπεια, παρουσιάζει υποχώρηση στον όροφο κατά 5,6 278 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 360-361. 279 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 283, 324-325. 280 Θεοχαρίδου, Κ. (1982). Φάσεις του ναού της Αχειροποιήτου. Δεύτερο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας, Tόμος περιλήψεων, (σσ. 31–32). Αθήνα. 281 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 441-442. 282 Ό.π., σσ. 324-325 και Ράπτης, Κ. Θ., & Ζόμπου-Ασήμη, Ά. (2011). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: παρατηρήσεις και σκέψεις σχετικά με την οικοδομική ιστορία και την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Στο Εν Χώρω Τεχνηέσσα: Αφιέρωμα στην καθηγήτρια Ξανθίππη Σκαρπιά-Χόιπελ (σσ. 453-466). Θεσσαλονίκη: Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Διατμηματικό πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στην ‘Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού’. Α.Π.Θ., σσ. 456-457.
87
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
μ., κάτι που σήμερα αποτελεί βατό δώμα της οροφής του νάρθηκα (εικ. 103, 104). Σχετικά με τα υλικά κατασκευής, χρησιμοποιείται τοιχοποιία χαρακτηριστική της πρωτοβυζαντινής περιόδου για τη Θεσσαλονίκη, με εναλλάξ ζώνες λιθοδομής και πλινθοδομής. Για τη δαπεδόστρωση χρησιμοποιούνται πλάκες από μάρμαρο Πορκοννήσου με φαιογάλανες φλεβώσεις, κωνσταντινοπολίτικης κατασκευής, οι οποίες στο μεγαλύτερο τμήμα του ναού διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Ο άμβωνας(13), που βρισκόταν κεντρικά του ναού και σήμερα έχει αφαιρεθεί, φαίνεται να αποτελούσε συνέχεια του πατώματος, καθώς δεν έχει βρεθεί επιπλέον στρώση κάτω από το δάπεδο αντικατάστασής του. Ιδιαίτερα περίτεχνες είναι οι κολώνες των περιμετρικών κιονοστοιχιών, οι οποίες διαθέτουν βάση από λευκό μάρμαρο, κορμό από μάρμαρο Πορκοννήσου, και κορινθιακά κιονόκρανα με τεκτονικά επιθήματα από πορκοννήσιο μάρμαρο. Η στέγη ήταν κατασκευασμένη από ξύλινα δοκάρια και βυζαντινά κεραμίδια. Σήμερα, για την ενίσχυση της στατικότητας του κτηρίου, έχουν προστεθεί σε πολλά σημεία σκυρόδεμα και μεταλλικά στοιχεία. Τέλος, δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε την επεξήγηση της ναοδομικής ορολογίας που χρησιμοποιήθηκε κατά την αναφορά των διάφορων τμημάτων της εκκλησίας. Ο ‘νάρθηκας’, γνωστός και ως ‘πρόναος’ και σπανιότερα ‘προτεμένισμα’, είναι ο προθάλαμος που τοποθετείται στο εγκάρσιο δυτικό τμήμα της κάθε εκκλησίας, ο οποίος μπορεί πολλές φορές να διαιρείται σε δύο τμήματα, περιέχοντας τον εξωνάρθηκα και τον εσωνάρθηκα. Κατά τους πρωτοχριστιανικούς αιώνες προοριζόταν για τους κατηχούμενους283. Παρουσιάζει ετυμολογία με πολλά σενάρια. Η επίσημη ονομασία του είναι ‘νάρθηξ’. Σύμφωνα με το Συμεών Θεσσαλονίκης, η λέξη είναι σύνθετη και αποτελείται από τις λέξεις ‘ναός+αρχή’. Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει καλαμοειδές φυτό ή ιατρικό κιβώτιο. Και τα δύο παρουσιάζουν επίμηκες σχήμα, κάτι που παραπέμπει σε αυτό του νάρθηκα284. Σήμερα, η χρήση της λέξης ‘νάρθηκας’ περιγράφει ‘το μέσο για την ακινητοποίηση ενός άκρου που έχει υποστεί ελαφρό κάταγμα· συνήθως αποτελείται από γύψο που αγκαλιάζει τη μισή περίμετρο του σκέλους και δένεται με επίδεσμο’285. Το ‘τρίβηλο’, τριπλό τοξωτό άνοιγμα με κίονες μεταξύ του νάρθηκα και του κυρίως ναού, προέρχεται από τις λέξεις ‘τρί(α)+βῆλον’, περιγράφοντας τον τριμερή διαχωρισμό του και την ύπαρξη πετασμάτων, τα οποία κάλυπταν τα ανοίγματά του. Ωστόσο, συνηθέστερο φαινόμενο υπήρξε η τοποθέτηση θυρών για την κάλυψη των ανοιγμάτων286. Ο ‘άμβωνας’, με την επίσημη ονομασία ‘ἄμβων’, προέρχεται από τη λέξη ‘ανεβαίνω’. Είναι ένα υπερυψωμένο βάθρο287, στο οποίο φτάνει κανείς μέσω κλίμακας, που χρησιμοποιείται από τους ιερείς και διακόνους για την απαγγελία του Ευαγγελίου και του κηρύγματος288. Το ‘πρεσβυτέριο’, δηλαδή ο χώρος που αναπτυσσόταν στην κόγχη της εκκλησίας και προοριζόταν για τους ιερουργούς289, προέρχεται από τη λέξη ‘πρεσβύτερος’, που χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει το μεγαλύτερο/γεροντότερο σε ηλικία από κάποιον άλλον. Ο όρος ‘πρεσβυτέριο’ προέρχεται από την αντίστοιχη ονομασία του συμβουλίου των γερόντων, που υπήρχε στην Αρχαία Ελλάδα. Ο πρεσβύτερος, δεν χαρακτήριζε μόνο το μεγαλύτερο σε ηλικία, αλλά και το σοφότερο. Γι’ αυτό και οι ιερείς στη χριστιανική πίστη, ονομάζονται και πρεσβύτεροι. Επομένως, το πρεσβυτερίο δηλώνει το χώρο των πρεσβύτερων-ιερέων290. Συνήθως περιείχε το ‘σύνθρονο’, κατασκευή που τοποθετούνταν στην κόγχη του Ιερού και χρησίμευε ως κάθισμα για τον κλήρο291. 283 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 64, Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 719. 284 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 96. 285 https://el.wiktionary.org/wiki/νάρθηκας 286 Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.)., σσ. 295. 287 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 714. 288 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 54-55, 289 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 720. 290 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 41. 291 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 28.
88
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Η λέξη ‘βαπτιστήριο’, από το αρχαίο ελληνικό ‘βαπτίζειν’ που σημαίνει ‘βυθίζω σε νερό’, περιγράφει το χώρο όπου πραγματοποιούνταν οι βαπτίσεις των Χριστιανών, κατά τις οποίες ο κατηχούμενος βυθιζόταν σε δεξαμενή νερού και ανερχόταν ως Χριστιανός292. ‘Μαρτύριο’, ονομάζεται το κτίσμα, το οποίο χτίζεται για να ‘μαρτυρήσει’ ένα σημαντικό συμβάν που συνέβει στον τόπο όπου είναι ανηγερμένο. Το συμβάν αυτό έχει σχέση με τη Χριστιανική πίστη. Για παράδειγμα, μαρτύρια ονομάζονται οι τάφοι των Χριστιανών μαρτύρων ή τα παρεκκλήσια που χτίζονται πάνω στον τόπο μαρτυρίου τους, προς ανάμνηση του συμβάντος293. Ο ‘σολέας’, είναι το υπερυψωμένο τμήμα ή απλώς διαχωρισμένο από τον κυρίως ναό, εντός του πρεσβυτέριου, ώστε ο ιερέας και η τέλεση των διάφορων μυστηρίων να είναι θεατά από όλο το λαό. Η κατασκευή του συνηθιζόταν κατά κύριο λόγο στις πρωτοβυζαντινές εκκλησίες294. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη seuil που προσδιορίζει είδος δαπέδου ή από το λατινικό solum, που σημαίνει ‘έδαφος’ ή ‘μικρό ύψωμα’, ή solium, που προσδιορίζει το ‘βασιλικό θρόνο’ ή ‘έδρα’295. Το ‘Ιερό/Άγιο Βήμα’ ή συνηθέστερα σκέτο ‘Ιερό’, γνωστό και ως ‘Άδυτο’ και ‘Άβατο’, προσδιορίζει το ιερότερο τμήμα της εκκλησίας όπου τελούνται τα ιερά μυστήρια, με σημαντικότερο αυτό της Θείας Ευχαριστίας296. Οι δύο τελευταίες ονομασίες του παραπέμπουν στον αντίστοιχο χώρο στο Ναό του Σολομώντος. Αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στη χρήση του επιθέτου ‘ιερό’ ως ουσιαστικό, εκφραστικό-λογοτεχνικό σχήμα που ονομάζεται ‘συνεκδοχή’, και χρησιμοποιείται για να δηλώσει έμφαση, στη συγκεκριμένη περίπτωση της ιερότητας297. Η διαφοροποίηση του Ιερού Βήματος από τον υπόλοιπο ναό γίνεται μέσω 292 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 42-46, 715. 293 Ο όρος αυτός ξεκίνησε να χρησιμοποιείται από τον Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 33-34, 62. 294 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 721. 295 Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 130-131. 296 Για περισσότερες πληροφορίες: Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 25. 297 https://el.wikipedia.org/Συνεκδοχή
Εικ.108: : Εσωτερική άποψη της Παναγίας Αχειροποιήτου. Εικ.109: Άποψη του εσωτερικού του Ιερού από το νότιο υπερώο.
89
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
του ‘εικονοστασίου’ ή αλλιώς ‘τέμπλου’, το οποίο, όπως είδαμε και στο παράδειγμα της Αχειροποιήτου, αρχικά δεν υπήρχε καθόλου ή ήταν ανοιχτό διάφραγμα ή θωράκιο χαμηλού ύψους, με μικρές αναρτημένες εικόνες, εξ’ ού και η ελληνική ονομασία του298. Σήμερα, βλέπουμε ότι γενικά στις περισσότερες εκκλησίες έχει τοποθετηθεί ψηλό τέμπλο, του οποίου τα κενά μεταξύ των κατακόρυφων φερόντων στοιχείων έχουν πληρωθεί και φέρουν εικόνες μεγάλου μεγέθους. Κεντρικά, το εικονοστάσι διαθέτει πάντα άνοιγμα, γνωστό ως ‘Ωραία Πύλη’, απ’ όπου εισέρχονται και εξέρχονται οι ιερουργοί κατά την τέλεση των τελετουργιών, και καλύπτεται με βήλο ή θύρα, το οποίο παλαιότερα έκλεινε, ώστε να κρύβει από τους μη Χριστιανούς την ιερότερη στιγμή της Θείας Λειτουργίας299. Εκατέρωθέν του, όταν το Ιερό παρουσιάζει τριμερή διάρθρωση, υπάρχουν δύο μικρότερα θυραία ανοίγματα, τα ‘παραπόρτια ή βημόθυρα’300, που οδηγούν στους δύο βοηθητικούς χώρους του Ιερού, τα λεγόμενα ‘παραβήματα’301. Ο ένας χώρος είναι το ‘διακονικό’. Όταν υπάρχει, βρίσκεται τυπικά νότια της Αγ. Τράπεζας και περιέχει ιερά σκεύη, άμφια των ιερέων και άλλα κειμήλια του ναού. Η λέξη προέρχεται από το αρχαιοελληνικό ρήμα ‘διακονέω/διακονῶ’, που σημαίνει ‘υπηρετώ με αφοσίωση’. Διάκονοι ονομάστηκαν οι εκλεγμένοι από τους Αποστόλους, Χριστιανοί, για εξυπηρέτηση των αναγκών της εκκλησίας και ενίσχυση της ιεραποστολής. Συνεπώς, το διακονικό προορίζεται για την εξυπηρέτηση των αναγκών της τέλεσης των χριστιανικών τελετουργιών302. Το τμήμα του Ιερού με το όνομα ‘πρόθεση’, ή ‘προσκομιδή’ ή ‘παρατραπέζιο’, περιγράφει πάντα το βόρειο τμήμα του βήματος, το οποίο χρησιμεύει για την πρόθεση των Τιμίων Δώρων – άρτος και οίνος – που προσφέρουν οι Χριστιανοί για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Δηλαδή, σε αυτό το μέρος ο ιερέας προετοιμάζει τα Τίμια Δώρα, πριν μεταφερθούν κατά τη Μεγάλη Είσοδο στην Αγ. Τράπεζα για να καθαγιαστούν303. Κλείνοντας, η σημασία της έννοιας ‘Αγία Τράπεζα’, γνωστής και ως ‘άγιο/αναίμακτο θυσιαστήριο’, που προσδιορίζει την κατασκευή που ομοιάζει τραπεζιού εντός του Ιερού όπου πραγματοποιείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, εκφράζει την προσφορά του Σώματος και Αίματος του Ιησού Χριστού ως θυσία προς βρώση, με τη μορφή άρτου και οίνου304. Η θυσία αυτή μας θυμίζει τις προσφορές στο Θεό, μέσω θυσιών ζώων, στον Ιουδαϊσμό.
298 25-26., Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 721. 299 Σύμφωνα με τον Καλλίνικο, η θύρα έκλεινε όταν ακουγόταν ο στίχος ‘Τας θύρας, τας θύρας, εν σοφίᾳ! Πρόσχωμεν.’, και άνοιγε στο ‘Καὶ ἔσται τὰ ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ…’. Για περισσότερες πληροφορίες: Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 41-48., Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 82. 300 Ιερομονάχου, Σ. Χ. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη. 45. 301 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 30-41, Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 126-132., Τάντσης, Α. (2012). Η αρχιτεκτονική σύνθεση στο Βυζάντιο. Θεσσαλονίκη: University Studio Press., σσ. 70. 302 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 30-31, Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 108-109. 303 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 35-36. 304 Altar, στο Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 714, Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 27, Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 139.
90
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Καθολικό Μεγίστης Λαύρας, Άγιον Όρος Το καθολικό της Μεγίστης Λαύρας (εικ.111, 113), δηλαδή ο κεντρικός ναός συγκέντρωσης των μοναχών της Μονής Μεγίστης Λαύρας (εικ.12, 110) για την τέλεση των ακολουθιών, θεωρείται αρχιτεκτονικό πρότυπο για τα περισσότερα καθολικά μονών όχι μόνο του Αγ. Όρους, αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας και των Βαλκανίων. Η αρχιτεκτονική σύνθεση αυτή ονομάστηκε ναός αθωνικού τύπου, ο οποίος προκύπτει από τη σύνθεση σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλλο επί τεσσάρων κιόνων ναού, με πλάγιες κόγχες, νάρθηκα και προσαρτημένα παρεκκλήσια305. Είναι μία από τις ελάχιστες βυζαντινές εκκλησίες για τις οποίες γνωρίζουμε τόσα πολλά στοιχεία περί της ταυτότητάς τους. Η κατασκευή της ξεκίνησε το 963 μ.Χ., από τον Αγ. Αθανάσιο τον Αθωνίτη, ο οποίος θεωρείται εγκαθιδρυτής όχι μόνο του καθολικού αλλά ολόκληρης της Μονής Μεγίστης Λαύρας και του κοινοβιακού τρόπου άσκησης του Αγ. Όρους, καθώς και εισηγητής της τρίκογχης διάταξης που ονομάστηκε αθωνικός τύπος. Αξίζει να αναφερθούμε σε μία σύντομη αφήγηση της ζωής του αγίου, καθώς κατ’ αυτόν τον τρόπο μαρτυρούνται στοιχεία για την προέλευση του καθολικού. Ο Αγ. Αθανάσιος ο Αθωνίτης γεννήθηκε γύρω στο 930 μ.Χ. στην Τραπεζούντα της Μικράς Ασίας, αλλά μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου γνωρίστηκε με το Νικηφόρο Φωκά, μελλοντικό αυτοκράτορα του Βυζαντίου. Κατά την εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά με σκοπό την κατάληψη του Ηρακλείου Κρήτης, ο Αγ. Αθανάσιος τον συνόδευε. Επομένως, θεωρείται ότι εκείνον τον καιρό επισκέφτηκε το ναό του Αγ. Τίτου Γόρτυνας, σήμερα ερειπωμένο μνημείο αλλά τότε κτήριο σε καλή κατάσταση, απ’ όπου εμπνεύστηκε την ιδέα των προεξεχόντων αψιδωτών χώρων εντός του ναού, όπου θα στέκονται οι χοροί των ψαλτών, τα λεγόμενα ‘χοροστάσια’ ή απλώς ‘χοροί’306. Έτσι, όταν μάλλον με παραγγελία και παρότρυνση του Φωκά, αποφάσισε την ίδρυση της Μεγίστης Λαύρας και την ανέγερση του καθολικού, εφάρμοσε ή ίσως επανάφερε στην επιφάνεια ένα νέο αρχιτεκτονικό ρυθμό, τον αθωνικό τρίκογχο. Ο Αγ. Αθανάσιος σκοτώθηκε, μαζί με άλλους μοναχούς, το 1002, όταν έπεσαν από σκαλωσιά κατά την επέκταση του καθολικού307. Εξαιτίας της μακράς του ιστορίας και των πολλών σεισμών που έχουν 305 Millet, G. (1905). Recherches au Mont-Athos. Bulletin de Correspondance Hellénique, σσ. 105-141 και Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ. 55. 306 Για περισσότερες πληροφορίες: Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν. 307 Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ. 60.
Εικ.110: Αεροφωτογραφία της Μονής Μεγίστης Λαύρας. Στο κέντρο διακρίνεται το καθολικό. Εικ.111: Εξωτερική βορειοανατολική άποψη του Καθολικού της Μεγίστης Λαύρας.
91
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
γίνει με το πέρασμα των χρόνων, η μορφή του σήμερα είναι αλλοιωμένη σε σχέση με την αρχική. Ωστόσο, μέσα από την πρόσφατη αναλυτική μελέτη του Σωτήρη Βογιατζή, που λαμβάνει υπόψιν όλες τις ολιγάριθμες προηγούμενες μελέτες που έχουν γίνει, προκύπτει η πιθανότερη αρχική κατάσταση του καθολικού308. Η ιστορία του μπορεί να κατανεμηθεί σε τέσσερις κατασκευαστικές φάσεις, τις οποίες θα παραθέσουμε συνοπτικά, με σκοπό να φανερωθούν οι μεγάλες επεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, καθώς και οι αρχιτεκτονικές τάσεις της χριστιανικής αρχιτεκτονικής κάθε εποχής. Ως Α’ φάση θεωρείται το διάστημα μεταξύ της κατασκευής του καθολικού το 963, και του 1060. Σε αυτήν την περίοδο κατασκευάστηκε το καθολικό, αφιερωμένο στη Θεοτόκο, σχεδόν ως σταυροειδής ναός με τρούλλο, με προσανατολισμό προς την Ανατολή. Αποτελούνταν από Ιερό, κυρίως ναό και διώροφο νάρθηκα, στον όροφο του οποίου παρέμενε αρχικά ο Άγ. Αθανάσιος, όπου υπήρχε και βιβλιοθήκη309. Στη συνέχεια προστέθηκαν στην εγκάρσια κεραία του σταυρού δύο πλάγιες κόγχες-χοροί, ένα παρεκκλήσι στο Βορρά, με τον τάφο του Αγ. Αθανασίου, αφιερωμένο στον ίδιο310, και ένα στο Νότο, του Αγ. Νικολάου311. Επίσης, προστέθηκε εξωνάρθηκας, για τη σύνδεση των παρεκκλησιών και του νάρθηκα του κεντρικού ναού. Το καθολικό περνάει στη Β’ κατασκευαστική του φάση, που διαρκεί από τον 11ο-16ο αι., όταν κατασκευάζεται η Φιάλη του αγιασμού στη δυτική πλευρά. Παράλληλα πραγματοποιείται και η αγιογράφηση του ναού. Στη Γ’ φάση φαίνεται να συνέβησαν δύο μεγάλοι σεισμοί, με αποτέλεσμα τη διπλή κατάρρευση και ανακατασκευή του κεντρικού τρούλλου312. Εκτός αυτού, σε σκίτσο του μοναχού Μπάρσκι, του 1744, φαίνεται να υπάρχει ένα μικρό παρεκκλήσι αφιερωμένο στη Θεοτόκο, εφαπτόμενο στη βόρεια πλευρά του παρεκκλησίου του Αγ. Αθανασίου (εικ.112)313. Ταυτόχρονα, το παρεκκλήσι του Αγίου αφιερώθηκε στους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Το ίδιο διάστημα, κατεδαφίζεται ο διώροφος νάρθηκας και ο εξωνάρθηκας, για τη δημιουργία της σημερινής Εικ.112: : Κατοψικό σκίτσο του Καθολικού της Μεγίστης Λαύρας. Μπάρσκι, 1744. Εικ.113: : Εξωτερική άποψη του δυτικού τμήματος. Διακρίνεται σε πρώτο πλάνο το κιβώριο με τη φιάλη το αγιασμού, με τον εξωνάρθηκα ακριβώς από πίσω και το κυρίως ναό στο βάθος. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας.
92
308 Για περισσότερες πληροφορίες: Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν. 309 Για περισσότερες πληροφορίες: Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν. 310 Το παρεκκλήσι αυτό σήμερα είναι αφιερωμένο στους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Αρχικά ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Αθανάσιο και το καθολικό στην Παναγία. Όμως, σύμφωνα με την παράδοση, παρουσιάστηκε η Παναγία στον ύπνο του ηγουμένου και τον διέταξε το Καθολικό να αφιερωθεί στη μνήμη του Αγίου Αθανασίου στις 5/7, κι έτσι το παρεκκλήσι αφιερώθηκε στους 40 μάρτυρες. 311 Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ. 60. 312 Γεδεών, Μ. Ι. (1902). Εκκλησιαστική Αλήθεια εκδιδομένη άπαξ της εβδομάδος. Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Τυπογραφείο. 313 Τριγώνης (Σκευοψύλαξ Μονής). (1772). ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙΟΝ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΑΥΡΑΣ, ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΑΘΩ. Βενετία: Σεργίου Ιερομονάχου.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
ευρύχωρης λιτής. Άλλες παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν σε αυτή τη φάση είναι η αγιογράφηση του ναού, η αντικατάσταση των μαρμάρινων τέμπλων από ξυλόγλυπτα το 1887314, η προσθήκη των υαλοστασίων στον εξωνάρθηκα και τέλος, οι νέες εξωτερικές όψεις των παρεκκλησιών, το 1899315. Έτσι, φτάνουμε στη σημερινή κατάσταση του καθολικού (εικ.114, 115), με τον κυρίως ναό(1) με τετραγωνισμένο σταυρικό πυρήνα με τρούλλο, τρεις μεγάλες(2, 3, 4) και τέσσερις μικρότερες(5, 6, 7, 8) κόγχες στις βόρεια-ανατολική-νότια απολήξεις του κεντρικού σταυρού, ευρύχωρη λιτή(9) με δύο παρεκκλήσια στο Βορρά(7) και το Νότο(8), και εξωνάρθηκα(10) με εξωτερικό τρουλλαίο υπόστεγο(11), που περιέχει φιάλη αγιασμού. Αναλυτικότερα, η είσοδος επιτυγχάνεται μέσω τριών ανοιγμάτων του εξωνάρθηκα(10), στη Δύση, το Βορρά και το Νότο. Η κύρια είσοδος είναι η δυτική, η οποία συνδέεται με τη Φιάλη(11). Η τελευταία παρουσιάζει τριμερή καθ’ ύψος διάταξη, με βάση, κορμό και στέψη. Πρόκειται για μία ανοιχτή οκταγωνική κατασκευή, με υπερυψωμένη βάση, κολώνες με ενδιάμεσο θωράκιο και τρούλλο (εικ.113). Στο κέντρο είναι μια μαρμάρινη δεξαμενή αγιασμού, διαμέτρου 2,5 μ. και βάθους 0,5 μ., η οποία στηρίζεται σε μαρμάρινο πόδιο ύψους 0,5 μ.316. Περνώντας στον εξωνάρθηκα(10) με τις τρεις εισόδους, βλέπουμε ότι είναι ένας μακρόστενος χώρος πλάτους 3 μ., με μήκος 25,7 μ. σε περασιά από τους ακραίους τοίχους των παρεκκλησιών(7, 8). Στεγάζεται με τη βοήθεια 11 θόλων, οι οποίοι δημιουργούν άνισα διάχωρα και στηρίζονται το καθένα στον εσωτερικό τοίχο της λιτής(9), τρία ισχυρά τόξα και κολώνες στη δυτική πλευρά. Ο χώρος αυτός φαίνεται αρχικά να ήταν κιονοστήρικτο, θολωτό προστώο, το οποίο στη συνέχεια έκλεισε με πολύχρωμα υαλοπετάσματα (εικ.117)317. Τον εξωνάρθηκα(10) με τη λιτή(9) συνδέει ένα κεντρικό μεγάλο θυραίο άνοιγμα, και δύο μικρότερα. Η λιτή(9) στεγάζεται από έξι θόλους, οι οποίοι στηρίζονται στους περιμετρικούς τοίχους και σε δύο κεντρικές κολώνες. Το κεντρικό τμήμα απολήγει σε τρούλλο. Βόρεια και νότια της λιτής βρίσκονται τα δύο παρεκκλήσια, αφιερωμένα στους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες(7) και τον Αγ. Νικόλαο(8) αντίστοιχα, όπως προειπώθηκε318. 314 Για περισσότερες πληροφορίες: Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν. 315 Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ. 56. 316 Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν., σσ. 62-63. 317 Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν., σσ. 38-39. 318 Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ.54.
Εικ.114: Κάτοψη της σημερινής κατάστασης του καθολικού της Μεγίστης Λαύρας. Εικ.115: : Εγκάρσια τομή(Τομή ΗΗ) στον εξωνάρθηκα του καθολικού της Μεγίστης Λαύρας.
93
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Στη συνέχεια, από τη λιτή(9) οδηγούμαστε στον κυρίως ναό(1) μέσω ανοίγματος με βαριά δίφυλλη ξύλινη θύρα, η οποία αποτελεί δωρεά του Νικηφόρου Φωκά. Στους ναούς της βυζαντινής περιόδου, όπως το καθολικό της Μεγίστης Λαύρας, το άνοιγμα αυτό μεταξύ νάρθηκα και κυρίως ναού καλείται ‘Βασίλειος Πύλη’, καθώς από εκεί συνήθιζαν να περνούν οι αυτοκράτορες319. Ο κυρίως ναός(1) είναι ένας τετραγωνισμένος σταυρικού σχήματος χώρος με τρούλλο και κόγχες στα ελεύθερα ανοίγματα. Συγκεκριμένα, δύο(3, 4) ημικυκλικές εσωτερικά και εξωτερικά κόγχες δημιουργούν τους χορούς/ χοροστάσια στο Βορρά και το Νότο, και τρεις(2, 5, 6) ημικυκλικές εσωτερικά και πολυγωνικές εξωτερικά, αποτελούν τις ανατολικές απολήξεις του Ιερού(2), με την πρόθεση(5) και το διακονικό(6). Τον κεντρικό τρούλλο (εικ.116) στηρίζουν τέσσερις πεσσοί σύνθετης ορθογωνικής διατομής, μέσω λοφίων320. Το ανατολικό σκέλος του σταυρικού τρουλαίου πυρήνα είναι το Ιερό(2, 5, 6). Αποτελείται από τρία τετράπλευρα τμήματα, που απολήγουν σε κόγχη και ξεχωρίζονται από τον κυρίως ναό(1) μέσω περίτεχνου ξυλόγλυπτου τέμπλου. Έμπροσθεν της κεντρικής μεγαλύτερης εκ των τριών, κόγχης(2) βρίσκεται η Αγ. Τράπεζα, ενώ εντός της κόγχης περιέχεται σύνθρονο. Η βόρεια κόγχη αποτελεί την πρόθεση(5) και η νότια κόγχη αποτελεί το διακονικό(6). Ο χώρος του διακονικού(6) διαθέτει θύρα στη νότια πλευρά, προς το εξωτερικό του καθολικού. Σχετικά με τις όψεις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σημερινή μορφή του ναού μοιάζει περισσότερο με ογκώδες συγκρότημα παρά ενιαίο κτήριο, λόγω των πολλαπλών προσθηκών και αλλαγών που έχουν προκύψει στο πέρασμα των χρόνων. Το έντονο κόκκινο χρώμα ενισχύει περισσότερο αυτή την εντύπωση. Τα ανοίγματα δεν είναι τοποθετημένα με κάποιον κανόνα, εκτός από αυτά που βρίσκονται περιμετρικά των τυμπάνων των τρούλλων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η στέγη είναι επικαλυμμένη με μολυβδοκάλυψη.
Εικ.116: Εσωτερική άποψη του κεντρικού τρούλλου. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας. Εικ.117: : Ο εξωνάρθηκας. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας.
94
Όπως βλέπουμε, αν και κατά την ανάλυση του πρότυπου παραδείγματος χριστιανικού ιερού χώρου της Αχειροποιήτου παραθέσαμε τη σημασία των ονομασιών των τμημάτων της εκκλησίας, στο παράδειγμα του Καθολικού Μεγίστης Λαύρας προέκυψαν κάποιες ακόμα. Αυτό συνέβη καθώς με την πάροδο των αιώνων δημιουργήθηκαν νέοι ρυθμοί και τμήματα εντός των εκκλησιών. Η ονομασία ‘λιτή’, που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον ευρύχωρο νάρθηκα του καθολικού μιας μονής, προήλθε από την ομώνυμη ακολουθία, η οποία διεξάγεται σε αυτό το χώρο. Οι ‘χοροί’ ή ‘χοροστάσια’, δη319 Ιερομονάχου, Σ. Χ. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη., σσ. 40. 320 Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ.54.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
λαδή οι κόγχες στα πλάγια των τρίκογχων αθωνικών εκκλησιών, όπου στέκονται οι χοροί των ψαλτών, πήραν το όνομά τους ακριβώς από τη χρήση τους321. Τέλος, ‘φιάλη’ καλείται το πολυγωνικό οικοδόμημα, που βρίσκεται συνήθως στο προαύλιο του καθολικού και περιέχει πέτρινη λεκάνη για τον αγιασμό322.
Καθεδρικός Saint Denis, Παρίσι Ο καθεδρικός του St Denis (Αγίου Διονυσίου) βρίσκεται στο ομώνυμο προάστιο, κοντά στο Παρίσι της Γαλλίας. Στη θέση αυτή κατά τη ρωμαϊκή εποχή υπήρχε γαλλο-ρωμαϊκό κοιμητήριο, το 475 χτίστηκε παρεκκλήσι στον Άγιο, το 775 εγκαινιάστηκε ο πρώτος καθεδρικός ναός εντός της Μονής του St Denis, ο οποίος τελικά απέκτησε τη φήμη του και τη γοτθική του μορφή με τις παρεμβάσεις του Αββά Suger, στα χρόνια 1135-1144. Από τότε έχουν πραγματοποιηθεί διάφορες αλλαγές, με την κάτοψη της εκκλησίας να οριστικοποιείται το 1837, όταν αφαιρέθηκε ο βόρειος πύργος που υπήρχε στην κυρίως-δυτική όψη. Συνεπώς, ο Αββάς Suger, μέσα από τον καθεδρικό του St Denis, θεωρείται ιδρυτής του γοτθικού ρυθμού, αν και δεν ήταν ο ίδιος ο αρχιτέκτονας που πραγματοποίησε τις αλλαγές. Τα ονόματα των αρχιτεκτόνων και των διάφορων γλυπτών παραμένουν άγνωστα. Λόγω της θεοκεντρικής αντίληψης του κόσμου που επικρατούσε στη Δυτική Ευρώπη εκείνη την εποχή, επικράτησε η έμφαση στον κατακόρυφο άξονα, μέσα από τη διαμόρφωση διαμηκών και ψηλών κτηρίων, με πολυάριθμα μακρόστενα παράθυρα. Η ευκαιρία αυτή δινόταν εξαιτίας της δημιουργίας εξωτερικών αντηρίδων, οι οποίες απομακρύνουν την ανάγκη ύπαρξης φέροντος οργανισμού από τοιχοποιία για τη στήριξη της βαριάς λίθινης στέγης, επιτρέποντας την ύπαρξη ολόσωμων υαλοστασίων και δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο φυσικό φωτισμό. Οι καθεδρικοί ναοί, αν και αποτελούν εξέλιξη του ρωμανικού τύπου εκκλησιών, κάτι που φαίνεται από τα πλάγια κλίτη, τους περιμετρικούς διαδρόμους και τα ακτινωτά παρεκκλήσια323, θυμίζουν πολύ τις βασιλικές της Ανατολικής Χριστιανικής εκκλησίας. Το γεγονός αυτό ίσως προκύπτει από τις ανατολικές επιρροές που είχε ο Αββάς Suger, πιθανώς από το Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη και τη θεωρία του περί του ‘άκτιστου φωτός’, μιας και ο ίδιος ανήκε στο τάγμα των Βενεδικτίνων μοναχών, των οποίων οι μοναστικές αρχές έχουν 321 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 293, 716, Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 118-119, Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, σσ.54. 322 Ιερομονάχου, Σ. Χ. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη., σσ.149. 323 Jordan, R. F. (1981). Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στο R. F. Jordan, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής (σσ. 164-218). Αθήνα: Υποδομή., σσ. 169.
Εικ.118: Η δυτική όψη του St Denis πριν την αφαίρεση του βόρειου πύργου. Félix Benoist, 1844–1845. Εικ.119: Η δυτική όψη του St Denis σήμερα. Εικ.120: Βορειοανατολική όψη του St Denis. Διακρίνονται οι πολυάριθμες εξωτερικές αντηρίδες. Félix Benoist, 1861.
95
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
επηρεαστεί από τα ανατολικά χριστιανικά μοναστήρια και το μοναστηριακό πρότυπο του Μεγάλου Βασιλείου324. Έτσι, βλέπουμε ότι στους γοτθικούς καθεδρικούς κυριαρχεί η λεπτομέρεια, με την αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική και τη γλυπτική να είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και δυσδιάκριτες η μία από την άλλη. Τα αντιπροσωπευτικότερα στοιχεία του κάθε κλάδου είναι το οξυκόρυφο τόξο, τα υαλογραφήματα και οι ραβδώσεις, αντίστοιχα325. Περνώντας συγκεκριμένα στον καθεδρικό του St Denis, διακρίνονται στην κάτοψη ο προϋπάρχων καρολίγγειος ναός και οι παρεμβάσεις του Αββά Suger, ακολουθώντας προσανατολισμό προς την ανατολή του ήλιου (εικ.121). Με τις προσθήκες που πραγματοποιήθηκαν, το μέγεθος της βασιλικής σχεδόν διπλασιάστηκε, αποκτώντας μήκος 108 μ., πλάτος 39 μ. και ύψος 28 μ. στο κυρίως σώμα του ναού. Ωστόσο, αξίζει να αναλύσουμε με τη σειρά την αρχιτεκτονική εξέλιξη του ναού, καθώς κατ’ αυτόν τον τρόπο θα φανερωθούν οι αρχιτεκτονικές τάσεις και η μετεξέλιξη των σχεδιαστικών ορίων σε κάθε εποχή. Αρχικά, η εκκλησία ήταν βασιλική ρωμανικού τύπου, με ένα κεντρικό και δύο εκατέρωθεν μικρότερα κλίτη-διαδρόμους, που διασταυρώνονταν με μονό εγκάρσιο κλίτος, σχηματίζοντας λατινικό σταυρό326. Στα δυτικά, ήταν διαμορφωμένη μνημειακή όψη, με κύρια είσοδο και έναν πύργο, ενώ στα ανατολικά υπήρχε επιμήκης αψίδα με υπόγεια μεγάλη κρύπτη327. Το 1135 ξεκίνησαν επεκτατικές εργασίες στο μοναστήρι του St Denis, από τον Αββά Suger, καθώς όπως ο ίδιος αναφέρει σε γραπτά κείμενα που έχει αφήσει, κατά τη διάρκεια μεγάλων εορτών ο χώρος δεν επαρκούσε και οι άνθρωποι κυριολεκτικά πατούσαν ο ένας πάνω στον άλλον328. Οι εργασίες αυτές μπορούν να κατανεμηθούν σε δύο ιστορικές φάσεις329. Στην Α’ φάση, που διαρκεί τα έτη 1135-1140, γκρεμίζεται η δυτική καρολίγγεια όψη, ώστε να επεκταθεί ο κυρίως ναός κατά τέσσερα σταυροθόλια και να προστεθεί νάρθηκας, με νέα μνημειακή όψη και τρία παρεκκλήσια στον όροφο. 324 Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, 1-17. σσ. 4. 325 Jordan, R. F. (1981). Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στο R. F. Jordan, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής (σσ. 164-218). Αθήνα: Υποδομή., σσ. 172. 326 Ο λατινικός σταυρός ή crux immissa έχει ένα κατακόρυφο σκέλος, που είναι μακρύτερο από το οριζόντιο (†). Η διαφορά του με την κάτοψη ελληνικού σταυρού ή crux quadrata στις εγγεγραμμένες σταυροειδείς εκκλησίες είναι ότι στις τελευταίες υπάρχουν τέσσερα ισοσκελή άκρα (+). Για περισσότερες πληροφορίες: https://el.wikipedia.org/ wiki/Σταυρός. 327 Για περισσότερες πληροφορίες: Crosby, S. M., & Blum, P. Z. (1987). The Royal Abbey of Saint-Denis from its beginnings to the death of Sugar, 475-1151. New Haven, Connecticut: Yale university press. 328 Cusimano, R., & Whitmore, E. (2018). Selected works of ABBOT SUGER OF SAINT-DENIS. Washington: The Catholic University of America Press., σσ. 95-96. 329 Jordan, R. F. (1981). Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στο R. F. Jordan, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής (σσ. 164-218). Αθήνα: Υποδομή., σσ. 178-179.
Εικ.121: Κάτοψη του St Denis με τις προσθήκες του Αββά Suger.
96
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Η νέα δυτική όψη, που διατηρείται σχεδόν αυτούσια μέχρι σήμερα, έχει τρεις πύλες, με την κεντρική να είναι η μεγαλύτερη, σε αντιστοιχία των αναλογιών του κεντρικού κλίτους και των δύο διαδρόμων. Η κάθε πύλη είχε εκατέρωθέν της δύο κολώνες σε μορφή προφητών ή βασιλιάδων από την Παλαιά Διαθήκη, καθώς και βαθύ τύμπανο πάνω από το ανώφλι, με γλυπτές αναπαραστάσεις. Οι ανάγλυφες κολώνες σήμερα δεν σώζονται, αφού καταστράφηκαν κατά τη γαλλική επανάσταση330. Επίσης, η όψη έφερε δύο πύργους-κωδωνοστάσια, στο Βορρά και το Νότο (εικ. 118), εκ των οποίων ο πρώτος ύψους 86 μ. αφαιρέθηκε το 1837, λόγω επικινδυνότητας της κατασκευής μετά από έντονα καιρικά φαινόμενα (εικ.119). Το ‘κωδωνοστάσιο’ ή ‘καμπαναριό’ είναι συνήθως η πυργοειδής κατασκευή που περιέχει καμπάνες. Η λέξη ‘καμπάνα’ προσδιορίζει τους κώδωνες, οι οποίοι εισήχθησαν τον 6ο αι. στο Χριστιανισμό της Δύσης και τελικά πέρασαν και στην Ανατολή. Η ονομασία τους προέρχεται από την Καμπανία, απ’ όπου εισαγόταν το μέταλλο κατασκευής τους. Πριν τις καμπάνες, χρησιμοποιούνταν κράχτες/ λαοσυνάκτες/θεοδρόμοι, σάλπιγγες, σφύρες και σήμαντρα. Τα μεταλλικά αυτά αντικείμενα και οι καμπάνες χρησιμοποιούνται έως σήμερα για την αναγγελία καλών και κακών νέων, αλλά και το κάλεσμα των πιστών για τις καθημερινές χριστιανικές τελετουργίες. Αντίστοιχη οργάνωση με δύο πύργους πρώιμου γοτθικού ρυθμού μπορούμε να δούμε στη δυτική όψη της Παναγίας των Παρισίων. Παρατηρούμε ότι υπάρχει σαφής τριμερής διαχωρισμός στον οριζόντιο άξονα, μέσω των προεξεχόντων κατακόρυφων αντηρίδων, οι οποίες δημιουργούν τρεις ζώνες ανοιγμάτων. Στην κεντρική ζώνη, όπου στο ισόγειο διαμορφώνεται η μεγαλύτερη πύλη, διανοίχτηκε στο τρίτο επίπεδο μεγάλο παράθυρο-ρόδακας, διαμέτρου 12 μ., με διαφράγματα που κοσμούνται με υαλογραφήματα. Στη Β’ φάση εντάσσονται οι προσθήκες που πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη 1140-1144. Ειδικότερα, ανακατασκευάστηκε το ανατολικό τμήμα του καθεδρικού, με την προσθήκη ευρύχωρου χοροστασίου πίσω από το πολυγωνικό ιερό, περιφερειακού κλίτους και ακτινωτών παρεκκλησιών (εικ.120). Άλλα στοιχεία που εισήχθησαν σε αυτή τη φάση είναι τα μεγάλα κατακόρυφα ανοίγματα, το οξυκόρυφο τόξο και η ραβδωτή τοιχοποιία. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη νέα κατασκευαστική εφεύρεση, τις εξωτερικές αντηρίδες, που ελαχιστοποιούσαν την ανάγκη ύπαρξης τοιχοποιίας μεταξύ των παραθύρων (εικ.123). 330 Η ύπαρξη των γλυπτών κολώνων και η μορφή τους είναι γνωστή μέσα από τα σχέδια του Montfaucon.
Εικ.122: Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση του μοναστηριού του St Denis, με τη μορφή του λίγο πριν τη γαλλική επανάσταση. Εικ.123: Εσωτερική άποψη του St Denis από τη Δύση.
97
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Αυτές ήταν οι πρώιμες γοτθικές επεμβάσεις. Άλλες, που πραγματοποιήθηκαν μετά το θάνατο του Αββά Suger, είναι η ανακατασκευή του κυρίως ναού το 1231, σε ώριμο πλέον γοτθικό ρυθμό, με την εισαγωγή ενός νέου στοιχείου, του τριφορίου, μιας ζώνης στο ανώτερο τμήμα της τοιχοποιίας, με συνεχόμενα παράθυρα με πολύχρωμα βιτρώ. Εκτός αυτών, οι πλάγιοι διάδρομοι απέκτησαν ρόλο βασιλικής νεκρόπολης, καθώς τοποθετήθηκαν εκεί μνημειακοί τάφοι για την ταφή βασιλέων, συνήθεια που διατηρήθηκε μέχρι το 18ο αι, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν εκατοντάδες βασιλικοί τάφοι εντός του καθεδρικού. Επιπλέον, διευρύνθηκαν οι διασταυρώσεις του εγκάρσιου κλίτους και απέκτησαν μνημειώδεις όψεις με παράθυρα-ρόδακες. Το 1700 προστέθηκε στη βόρεια διασταύρωση παρεκκλήσιο περίκεντρου τύπου, για την στέγαση του οικογενειακού τάφου των Valois (εικ.122)331. Με τη γαλλική επανάσταση του 18ου αι. κατά της μοναρχίας, όλα τα στοιχεία του καθεδρικού που θεωρήθηκαν ότι ανήκαν σε βασιλιάδες καταστράφηκαν, καθώς και το μεγαλύτερο μέρος του μοναστηριού, μιας και αυτό είχε την εύνοια των προηγούμενων μοναρχών. Η εκκλησία ξαναλειτούργησε το 19ο αι., από τον Ναπολέων, και οι τάφοι επανατοποθετήθηκαν στις θέσεις που υπάρχουν σήμερα, διαφορετικές από τις αρχικές τους, από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Eugène Viollet-le-Duc. Στα μέσα του αιώνα έγινε η αφαίρεση του βόρειου πύργου της δυτικής όψεως, που προειπώθηκε, και η προσθήκη του χαρακτηριστικού εκκλησιαστικού οργάνου, στον όροφο του νάρθηκα, ιδιαίτερο στοιχείο του ρωμαιοκαθολικού εκκλησιαστικού τυπικού. Στο τελικό σημερινό αποτέλεσμα του καθεδρικού, βλέπουμε ότι επικρατεί ανοιχτό, ολοφώτεινο και ευάερο εσωτερικό περιβάλλον, με ενδιαφέρουσα προοπτική και μυστηριακό χαρακτήρα, λόγω των γλυπτών διακοσμήσεων και της δημιουργίας σκιών τόσο στις οροφές με τα σταυροθόλια όσο και στις σπηλαιώδεις εισόδους με τον πλούσιο γλυπτό διάκοσμο. Τονίζεται ο κεντρικός διαμήκης άξονας, τόσο στην κατακόρυφο διάσταση με το ύψος του κάθε τμήματος να είναι σχεδόν τριπλάσιο του πλάτους (εικ.123), όσο και στην οριζόντια διάσταση, με την τοποθέτηση των πιο ιερών στοιχείων πάνω σε αυτόν. Αυτά τα στοιχεία, που αποτελούν όρια εντός των ιερών χώρων, θα αναλυθούν περεταίρω σε επόμενο κεφάλαιο.
Υπαίθριο παρεκκλήσιο διδακτηρίου «Νομικός», Αθήνα Το παράδειγμα που επιλέχτηκε να αναλυθεί ως σύγχρονο δείγμα χριστιανικού χώρου λατρείας, είναι το υπαίθριο παρεκκλήσιο στο προαύλιο 331 Chapelle des Valois: Plan and elevation στο https://www.wga.hu.
Εικ.124: : Η αρχική μορφή του παρεκκλησίου των Αρχαγγέλων.
98
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
του σχολικού συγκροτήματος «Μιχαήλ Νομικός», που βρίσκεται στην περιοχή των Κάτω Πατησίων Αθήνας. Μελετήθηκε και σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα της εποχής του Μεσοπολέμου Νικόλαο Μητσάκη, το 1934, κατά παραγγελία του ιδιοκτήτη των εκπαιδευτηρίων, του οποίου έφεραν το όνομα. Σήμερα, στο χώρο αυτό λειτουργεί το 8ο Ενιαίο Λύκειο Αθηνών, διατηρώντας ακόμα το κτήριο του παρεκκλησίου, αν και παρουσιάζει σημαντικές διαφορές, τις οποίες θα δούμε κατόπιν της ανάλυσής του332. Πρόκειται να ναΐδριο έκτασης περ. 50 τ.μ., που αναπτύσσεται στην αυλή του σχολείου και είναι αφιερωμένο στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ. Όπως μπορούμε να δούμε και από την κάτοψη, η διάρθρωση του κτηρίου δεν συμβαδίζει με αυτή των παραδειγμάτων που αναλύθηκαν πρωτύτερα, καθώς στερείται νάρθηκα και κυρίως ναού (εικ.125). Το παρεκκλήσιο αποτελείται από μία κόγχη στην οποία είναι προσαρτημένες δύο μικρότερες αψίδες και λειτουργεί ως τριμερές Ιερό, καθώς και έναν ορθογώνιο χώρο με ανοιχτή την εμπρόσθια όψη του. Ο τελευταίος, θέλει να δώσει την εντύπωση κυρίως ναού που εκτείνεται σε όλη την αυλή του σχολείου, καθώς όπως αυτολεξεί υποστηρίζει και ο αρχιτέκτονας: ‘…Αντί κλειστού ναϊδρίου εμελέτησα ιερόν προστεγασμένο, βωμόν τρόπον τινά ούτως ώστε να δίνανται οι 2.000 μαθηταί να παρακολουθούν και να μετέχουν πραγματικώς της λειτουργίας…333’. Συνεπώς, αναπτύσσεται ένα ανοιχτό Ιερό, με ανυπαρξία φραγμάτων για ελεύθερη παρακολούθηση και συμμετοχή των μαθητών στις διάφορες τελετουργίες. Τα όρια καταργούνται, η χωρητικότητα μεγιστοποιείται και ιερό χώρο αποτελεί όλο το σχολικό συγκρότημα, με κορύφωση της ιερότητας στο Ιερό Βήμα του παρεκκλησίου. Πέραν αυτών των λιτών χαρακτηριστικών, στο βόρειο τμήμα του παρεκκλησίου ανυψώνεται στύλος απ’ όπου αναρτάται καμπάνα, για το κάλεσμα των πιστών στα θρησκευτικά δρώμενα (εικ.126). Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στη χρωματική μελέτη του Μητσάκη για το παρεκκλήσιο. Κατά το σχεδιασμό του, υπήρξε το ενδεχόμενο μη αγιογράφησης του εσωτερικού χάρη οικονομίας. Για το λόγο αυτό, ο αρχιτέκτονας πρότεινε διάφορους συνδυασμούς χρωμάτων για το εσωτερικό του παρεκκλησίου, συνδυάζοντας με αυτό τον τρόπο το θρησκευτικό συναίσθημα με το μοντέρνο λεξιλόγιο. Εν τέλει, η αγιογράφηση πραγματοποιήθηκε από τον Σπύρο Παπαλούκα, πάνω στη χρωματική παλέτα του Μητσάκη334. Εξωτερικά, το παρεκκλήσιο χαρακτηρίζεται από αυστηρές και καθαρές γραμμές, δίνοντας έμφαση στο εσωτερικό του και αποτελώντας χαρακτηριστικό παράδειγμα του ελληνικού μοντερνισμού (εικ.124). Ωστόσο, το 1956 οικοδομήθηκε τοίχος στην 332 Κωλέτσης, Ε. (2020). Μοντέρνες Αρχιτεκτονικές «Αιρέσεις», νεωτερικές αναζητήσεις στη νεοελληνική ναοδομία. Χανιά: Πολυτεχνείο Κρήτης. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών., σσ. 32-33. 333 Πανουσάκης, Χ. (1999). Νικόλαος Μητσάκης 1899-1941. Αθήνα: Μουσείο Μπενάκη., σσ. 33. 334 Ματιάτου, Α. (2018). Η συμβολή του χρώματος στον εξελληνισμό του «Μοντέρνου». Χανιά: Πολυτεχνείο Κρήτης. Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών., σσ. 40-41.
Εικ.125: κάτοψη του παρεκκλησίου διδακτηρίου "Νομικός". Νικόλαος Μητσάκης. Εικ.126: Προοπτικό. Υπαίθριο παρεκκλήσιο διδακτηρίου "Νομικός". Νικόλαος Μητσάκης.
99
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
ανοιχτή όψη του ναΐδρίου, ενώ αργότερα περιφράχτηκε από υψηλό κιγκλίδωμα για λόγους προστασίας, με αποτέλεσμα να χάνεται ο συμβολισμός και η αρχική του αίγλη (εικ.127, 128).
Εικ.127, 128: Εσωτερική (αριστερά) και εξωτερική (δεξιά) άποψη της σημερινής κατάστασης του παρεκκλησίου των Αρχαγγέλων.
Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ιεροί χώροι του Χριστιανισμού παρουσιάζουν ορισμένα κοινά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν αλλοιώνονται ανεξαρτήτως παράδοσης, τοποθεσίας ή προσωπικού σχεδιασμού. Συγκεκριμένα διατηρείται η τριμερής διάρθρωση ‘νάρθηκαςκυρίως ναός-Ιερό Βήμα’335, συμβολική αναπαράσταση του κόσμου, με λειτουργική και ‘προστατευτική’ σημασία σε σχέση με το ιερότερο τμήμα όλων των ναών, την Αγ. Τράπεζα εντός του Ιερού. Επιπλέον, δίνεται έμφαση στον καθολικό χαρακτήρα της θρησκείας, καθώς εξ' αρχής υπάρχουν διαμορφωμένα τμήματα μέσα στις εκκλησίες που προορίζονται για όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως θρησκείας, πνευματικής κατάστασης ή φύλου. Απώτερο σκοπό κάθε αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης ναού αποτελεί η ενίσχυση της σχέσης του Θεού με τους ανθρώπους, κάτι που επιτυγχάνεται μέσω ανοιγμάτων, γεωμετρικών διαμορφώσεων όπως κόγχες, πτυχώσεις και τρούλους, αλλά και της έμφασης στον άξονα του ύψους και του βάθους. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αποτελεί ο περίτεχνος χειρισμός του φωτός. Εντούτοις, οι συνθήκες και διάφορα καίρια ιστορικά γεγονότα ενίσχυσαν την ανάγκη προστασίας της ιερότητας μέσω υλικών ή συμβολικών διαχωριστικών ορίων, όπως τοιχογραφίες, πετάσματα, θύρες και κλίμακες. Όσο πιο εσωτερικά βρίσκεται ένα τμήμα στην κάθε εκκλησία τόσο μεγαλύτερης ιερότητας είναι, και τόσο περισσότερο πρέπει να περιοριστεί η απρόσεκτη ανθρώπινη πρόσβαση εντός αυτού. Μέσω των παραπάνω συμπερασμάτων θα προχωρήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο στην κατηγοριοποίηση των περιοριστικών κατασκευών για την απομόνωση τμημάτων και τον χαρακτηρισμό τους ως ιερότερα από τα υπόλοιπα, καθώς και στη σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα όρια των υπολοίπων θρησκειών που αναλύονται. 335 Στο τελευταίο παράδειγμα η διάρθρωση αυτή επεκτείνεται και εκτός αυτής καθαυτής της κατασκευής του ναού.
100
6.5.
ΙΣΛΑΜ_
‘Κάτοικοι της Δαμασκού, σε τέσσερα πράγματα υπερέχετε από τον υπόλοιπο κόσμο: στο κλίμα, το νερό, τα φρούτα, και τα λουτρά. Σε αυτά ήθελα να προσθέσω ένα πέμπτο: αυτό το τζαμί. ’ 336 Στο Ισλάμ, οι ιεροί χώροι είναι περισσότερο στοιχεία της αραβικής κουλτούρας πάρα θεϊκή παράδοση337. Ο μόνο ιερός χώρος που τιμάται ύστερα από θεϊκή αποκάλυψη, είναι αυτός του Ιερού Κύβου Kaaba, που βρίσκεται στη Μέκκα338. Σύμφωνα με το Κοράνι, ο Αλλάχ υπέδειξε τη θέση που ο Αβραάμ, ο οποίος θεωρείται προπάτορας του Ισλάμ, έπρεπε να το κατασκευάσει339. Ωστόσο, βλέπουμε ότι εκτός από το Ιερό Kaaba, ιερό χώρο στην ισλαμική θρησκεία αποτελούν τα τεμένη ή τζαμιά, καθώς αυτός είναι ο τόπος συγκέντρωσης των Μουσουλμάνων για ομαδική προσευχή. Η συνήθεια αυτή επικράτησε καθώς στο Ισλάμ, θεωρείται καλύτερη η ομαδική προσευχή, κι έτσι κάθε άντρας οφείλει την Παρασκευή να αφήνει τις δουλειές του και να πηγαίνει στο τζαμί για να συμμετάσχει στην ομαδική προσευχή περί το μεσημέρι. Ευπρόσδεκτες είναι και οι γυναίκες, χωρίς να είναι υποχρεωτικό για αυτές. Η προσευχή όμως είναι υποχρεωτική πέντε φορές την ημέρα και μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε σε κάποιο τζαμί είτε στο σπίτι του πιστού, με κατάλληλη προετοιμασία, ενώ υποχρεωτική είναι η συμμετοχή στην κοινή προσευχή το μεσημέρι της Παρασκευής340. Συστήνεται, ο προσανατολισμός qibla του προσευχόμενου, δηλαδή προς τη Μέκκα341. Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στο κοράνι, ο Αλλάχ δεν βρίσκεται μόνο εκεί αλλά είναι παντού342. Οι όροι τέμενος και τζαμί, που χρησιμοποιούνται για να προσδιορίσουν τον ισλαμικό χώρο κοινής προσευχής, προέρχονται από τις αραβικές λέξεις masjid και jāmiʿ, που σημαίνουν ‘χώρος προσκύνησης του Θεού’ και ‘αυτό που συγκεντρώνει όλα τα κομμάτια μαζί’, αντίστοιχα343. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι αρχιτεκτονικοί τύποι τζαμιών, καθώς το καθένα κατασκευάζεται με βάση προσωπικές προτιμήσεις του εκάστοτε δωρητή, γι’ αυτό και οι μορφές των κτηρίων αυτών ποικίλουν από κατασκευή σε κατασκευή. Μπορούν να κατανεμηθούν σε δύο βασικές κατηγορίες, ανάλογα με το ρόλο που διαδραματίζουν στην κοινωνία. Η πρώτη κατηγορία συμπεριλαμβάνει τα τζαμιά μεγάλων διαστάσεων, τα οποία αποτελούν κοινοτικό κέντρο και χώρο προσευχής για το μεσημέρι της Παρασκευής. Η δεύτερη κατηγορία συμπεριλαμβάνει τα μικρότερα τζαμιά, που κατασκευάζονται για χρήση από διάφορες 336 Τμήμα του λόγου του χαλίφη της Δαμασκού al-Walid bin Abd al-Malik, κατά την ανέγερση του Μεγάλου Τζαμιού της Δαμασκού., Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill. σσ. 1. 337 Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 64. 338 Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 67. 339 Κοράνι, 22:26: ‘Κι όταν υποδείξαμε [Ο Αλλάχ εκ μέρους όλων των Μουσουλμάνων] στον Αβραάμ την τοποθεσία του Ιερού Οίκου [Κύβος Kaaba] (λέγοντας): «Μη Μου συνεταιρίζεις κανένα πράγμα στη λατρεία Μου. Αγίασε, τον Οίκο Μου, γι’ αυτούς που τον περιτριγυρίζουν, ή που στέκονται (για να προσευχηθούν), ή που γονυπετούν ή που ενσκύπτουν κάτω (για να προσκυνήσουν).’ 340 Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 75. 341 Κοράνι, 2:149. 342 Κοράνι, 2:142. 343 The Concise Oxford Dictionary of World Religions, στο https://www.oxfordreference.com/.
101
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
κοινωνικές ομάδες344. Πρώτος κοινοτικός χώρος ομαδικής προσευχής θεωρείται η κατοικία του Προφήτη Μωάμεθ, στη Μεδίνα της Σαουδικής Αραβίας, η οποία περιέχει τον τάφο του και αποτελεί μία από τις τρεις σημαντικότερες ιερές τοποθεσίες του Ισλάμ345. Ουσιαστικά, η κατοικία του Προφήτη ήταν ένα τυπικό αραβικό σπίτι του 7ου αι., το οποίο αποτελούνταν από κεντρικό μεγάλο αίθριο χώρο, περιμετρικά του οποίου αναπτύσσονταν στοές, με επιμήκη δωμάτια με κιονοστοιχίες346. Ο χώρος προσευχής του Μωάμεθ ήταν η κεντρική αυλή, γι’ αυτό και τα πρώτα ισλαμικά χρόνια απομονώνονταν και ιεροποιούνταν αίθριοι χώροι, για τέλεση ομαδικής προσευχής347 (εικ.129). Γενικότερα, παρόλο που η διάρθρωση των χώρων ενός τζαμιού έχει υποστεί πολυάριθμες αλλαγές με την πάροδο των χρόνων, διέπεται από ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά. Περιέχεται πάντα ένας κεντρικός μεγάλος στεγασμένος χώρος κοινής προσευχής, με miḥrāb και minbar, στον οποίο πολλές φορές προσάπτεται μιναρές, εξωτερική αυλή με σιντριβάνι καθαρμού και dikka (εικ.130). Με τον όρο μιναρές αναφερόμαστε σε πυργοειδή κατασκευή, η οποία χτίζεται δίπλα ή μέσα σε τζαμί, φέρει εξώστη και χρησιμοποιείται πέντε φορές την ημέρα για να υπενθυμίσει στους πιστούς την ώρα της προσευχής. Στα νεότερα τζαμιά παρατηρείται πολύ συχνά η απόληξη των μιναρέδων σε οξυκόρυφη στέγη. Miḥrāb ονομάζεται η ημικυκλική κόγχη, που διαμορφώνεται στον τοίχο qibla, όπου στέκεται ο καθοδηγητής της ισλαμικής κοινότητας – ιμάμης, ώστε να διευθύνει την ομαδική προσευχή348. Ο τοίχος qibla είναι αυτός που βρίσκεται τοποθετημένος έτσι ώστε όταν οι προσευχόμενοι στρέφονται προς αυτόν, να είναι προσανατολισμένοι προς τη Μέκκα. Δεξιά της κόγχης, τοποθετείται το minbar, βάθρο με θέση στην κορυφή κλίμακας, η οποία χρησιμοποιείται από τον ιεροκήρυκα της κοινότητας για ανάγνωση και ερμηνεία ιερών κειμένων. Παλαιότερα, όταν ο κρατικός ηγέτης κατείχε και το ρόλο του θρησκευτικού ηγέτη, η κατασκευή αυτή χρησιμοποιούνταν για τα δημόσια κηρύγματά του349. Τέλος, dikka ονομάζεται το βάθρο ή πατάρι, που στηρίζεται σε κολώνες και τοποθετείται συνήθως στην αυλή του Τζαμιού, απ’ όπου ο ιμάμης απαγγέλει στίχους του Κορανίου και δίνει το ρυθμό για Εικ.129: : Κάτοψη της Οικίας του Προφήτη. Μεδίνα.
Εικ.130: Τυπική διάταξη ενός τζαμιού. 1) minbar, 2) μιναρές, 3) miḥrāb, 4)Χώρος προσευχής, 5)dikka, 6) σιντριβάνι
102
344 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/mosque. 345 Οι τρεις ιερές τοποθεσίες του Ισλάμ είναι με σειρά προτεραιότητας: Ο Ιερός Κύβος Kaaba στη Μέκκα, η κατοικία του Προφήτη στη Μεδίνα και το τέμενος Αλ-Άκσα στην Ιερουσαλήμ. Για περισσότερες πληροφορίες: Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill., σσ. 317. 346 Ettinghausen, R., Grabar, O., & Jenkins-Madina , M. (2003). Islamic Art and Architecture 650-1250 (2η εκδ.). New Haven & London: Yale University Press. Weisbin, K. (2015)., σσ. 5-8., Islam. Arts and humanities, Khan Academy., στο https://www.khanacademy.org. 347 Ayyad, E. S. (2015). A Prophetic Perspective of Mosque Architecture. Egyp: Suez Canal University, Islamic History and Archaeology., σσ. 139-146. 348 Για περισσότερες πληροφορίες: Pedersen, J. (1930). Masdjid. Brill., σσ. 334. 349 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/mosque.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
την ομαδική προσευχή. Στην ουσία υπάρχει κατ’ αντιστοιχία του minbar, για να συντονίζεται η προσευχή στον εξωτερικό χώρο προσευχής των τζαμιών350. Το στοιχείο αυτό διατηρήθηκε κυρίως στις νότιες χώρες όπου επικρατεί θερμό κλίμα, ενώ στις χώρες όπου επικρατούν χαμηλότερες θερμοκρασίες, μεταφέρθηκε στο εσωτερικό του τζαμιού, ως πατάρι πάνω από την είσοδο351. Πέραν αυτών των χαρακτηριστικών, διακρίνονται και άλλες διαφοροποιήσεις, τις οποίες θα εξετάσουμε αναλυτικότερα μέσα από τα επιλεγμένα παραδείγματα ιερών χώρων του Ισλάμ. Ως πρότυπο παράδειγμα θα χρησιμοποιήσουμε το προσκύνημα στη Μέκκα, με την αρχιτεκτονική διαμόρφωση που έχει αναπτυχθεί περιμετρικά του Ιερού Κύβου Kaaba. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα μπορέσουμε να εξετάσουμε ποια κοινά στοιχεία σχεδιαστικών χαράξεων υπάρχουν μεταξύ του θεόπνευστου αυτού ιερού χώρου, και των μεταγενέστερων ανθρώπινου σχεδιασμού. Συγκεκριμένα, θα αναλυθεί το Jami’ al-Umawi al-Kabir, στη Δαμασκό, έργο του 8ου αι., το Φετιχιέ τζαμί Ιωαννίνων, που χρονολογείται στις αρχές του 19ου αι. και τέλος, ένα παράδειγμα σύγχρονης ισλαμικής αρχιτεκτονικής, το τέμενος Abijo στο Λάγος της Νιγηρίας, που είναι κατασκευασμένο το 2020.
Masjid al-Haram, Μέκκα Το τζαμί Masjid al-Haram352, γνωστό και ως Μέγα Τζαμί της Μέκκα, είναι το συνώνυμο του ‘ιερού χώρου’ για τους Μουσουλμάνους παγκοσμίως353. Ενσωματώθηκε στη λατρευτική ζωή των Μουσουλμάνων στα μέσα του 7ου αι. μ.Χ., στη Μέκκα της Σαουδικής Αραβίας. Ωστόσο, τη σημερινή μορφή του απέκτησε το 1950, καθώς μέσα στους αιώνες έχει επεκταθεί και ανακατασκευαστεί πολλές φορές, για να καλύψει τις ανάγκες των συνεχώς αυξανόμενων προσκυνητών. Αναλύοντας το Τζαμί θα παρατηρήσουμε ότι έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με μια αραβική οικία, όπως για παράδειγμα η Οικία του Προφήτη. Αιτία ανέγερσής του αποτέλεσε η ανάγκη περιορισμού του ιερού χώρου γύρω από το προϋπάρχον κυβοειδές κτήριο του Ιερού Κύβου Kaaba. Σύμφωνα με την ισλαμική παράδοση, το Kaaba κατασκευάστηκε αρχικά από τον Αδάμ, και αργότερα ανακατασκευάστηκε από τον Αβραάμ και το γιο του Ισμαήλ με τις οδηγίες του Θεού-Αλλάχ354. Βλέπουμε, ότι όπως στον 350 Chisholm, H. (1911). Encyclopædia Britannica (11η εκδ., Τόμ. 8). United States: Cambridge University Press., σσ. 270. 351 Σμύρης, Γ. (2000). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων και η πολεοδομία της οθωμανικής πόλης. Στο Ηπειρώτικα Χρόνια (Τόμ. 34). Ιωάννινα: Ανάτυπο., σσ. 26-27. 352 Στα αραβικά, η ονομασία αυτή σημαίνει: Το Ιερό Τζαμί. Για περισσότερες πληροφορίες: Kieckhefer, R., & Bond, G. D. (1990). Sainthood: Its Manifestations in World Religions. Philosophy East and West, 578-580. 353 Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Con+cept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 67, Al-Azraqi . (2003). Akhbar Mecca: History of Mecca (Τόμ. 1). Leiden. σσ. 263. 354 Κοράνι, 22:26 και 2:127.
Εικ.131: : Συνολική άποψη του Masjid al-Haram σήμερα.
Εικ.132: : Τρισδιάστατη ψηφιακή αναπαράσταση του Masjid al-Haram.
103
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Ιουδαϊσμό και το Χριστιανισμό, έτσι και στο Ισλάμ ο Αδάμ και οι Εύα είναι οι πρώτοι άνθρωποι που δημιούργησε ο Θεός, και ο Αβραάμ είναι προπάτορας της θρησκείας. Συγκεκριμένα, όταν ο Θεός έδιωξε τον Αδάμ και την Εύα από τον παράδεισο, τους έστειλε το Μαύρο Λίθο για να τους δείξει πού να χτίσουν ιερό, με σκοπό την κάθαρση των αμαρτιών τους355. Αυτός ο Λίθος βρίσκεται σήμερα μέσα στον Ιερό Κύβο Kaaba. Κατά τους προ-ισλαμικούς χρόνους356 το Kaaba υπήρξε ιερό Αράβων πολυθεϊστών. Όταν περίπου το 630 μ.Χ. ο Προφήτης Μωάμεθ γυρνούσε από τη γειτονική πόλη Μεδίνα όπου διέμενε, για να καταλάβει τη Μέκκα απ’ όπου τον είχαν διώξει, κατέστρεψε τα παγανιστικά είδωλα θεών που υπήρχαν μέσα στον Κύβο και επανάφερε το μονοθεϊσμό, καθιερώνοντας τον Ιερό Κύβο ως μονοθεϊστικό σύμβολο και κεντρικό προσκύνημα του Ισλάμ357. Έκτοτε, δημιουργήθηκε το qibla, ο ορθός προσανατολισμός που πρέπει να έχουν οι πιστοί κατά την προσευχή τους, ώστε να στρέφονται προς το Kaaba. Μετά το θάνατο του Μωάμεθ, το Μέγα Τζαμί περνάει στην αρμοδιότητα του κάθε βασιλιά της περιοχής, ο οποίος είναι ο μόνος που επιτρέπεται να μπει εντός του Κύβου, για να τον καθαρίσει, μία φορά το χρόνο, μετά το μεγάλο προσκύνημα Hajj. Ο κάθε βασιλιάς έχει πραγματοποιήσει τις δικές του επεμβάσεις πάνω στο Τζαμί. Αναφέροντας τις πιο καίριες για τη διαμόρφωση της σημερινής του κατάστασης, έχουμε την κατασκευή στοών περιμετρικά του Kaaba στα τέλη του 7ου αι.358, τη διακόσμησή τους με ψηφιδωτά και τη θέσπιση της κάλυψης του Κύβου με μαύρο ύφασμα το 705-15, τη συνολική ανακατασκευή του Τζαμιού το 1631 λόγω πλημμύρας (εικ.134), και τέλος μια επέκταση στα τέλη του 20ου αι.359. Η σημερινή διάρθρωση του Τζαμιού αποτελείται από έναν μεγάλο ανοιχτό χώρο με το Kaaba στο κέντρο, περιμετρικά του οποίου αναπτύσσονται στοές, προσκυνήματα360 και εννιά μιναρέδες (εικ.131). Μία φορά κάθε χρόνο πραγματοποιείται το μεγάλο προσκύνημα Hajj, το οποίο εκτός των άλλων, περιέχει την προσκύνηση του Ιερού Kaaba. Ο πιστός πρέπει να γυρίσει εφτά φορές δεξιόστροφα γύρω από το Kaaba, και να ακουμπήσει ή να ασπαστεί
Εικ.133: Όψη της κεντρικής πύλης του Βασιλιά 'Abdullah. Βρίσκεται στο βορειοδυτική άκρο του Masjid al-Haram. Εικ.134: Συνολική άποψη του Masjid al-Haram το 1889.
104
355 Al-Azraqi . (2003). Akhbar Mecca: History of Mecca (Τόμ. 1). Leiden. σσ. 263. 356 Όπως έχει αναφερθεί, η ίδρυση του Ισλάμ πραγματοποιήθηκε από τον Προφήτη Μωάμεθ, στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ.. 357 Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 68. 358 Guidetti, M. (2016). In the Shadow of the Church: The Building of Mosques in Early Medieval Syria. Boston: Brill., σσ. 113. 359 Asif, T., Madni, A. H., & Ebrar , F. U. (2017). Islamic Architecture and extension of cities (A Historical background). Mitteilungen Klosterneuburg, 20-33., σσ. 23-24. 360 Τα προσκυνήματα αυτά έχουν να κάνουν με τοποθεσίες όπου σύμφωνα με το Κοράνι (3:96-97) πραγματοποιήθηκαν θαύματα στον Αβραάμ και τη γυναίκα του Αγάρ, και είναι συγκεκριμένα η πέτρα με το Ίχνος του ποδιού του Αβραάμ, το πηγάδι Zamzan και οι λόφοι Sala και Marwah
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
τουλάχιστον μια φορά το Μαύρο Λίθο, που βρίσκεται στον ανατολικό τοίχο του. Το τελετουργικό αυτό ονομάζεται ṭawāf, και ευθύνεται για το βασικό σχεδιασμό του Τζαμιού. Ειδικότερα, η σημερινή αρχιτεκτονική μορφή του Masjid al-Haram, που έχει προκύψει ύστερα από πολλαπλές επεμβάσεις, στερείται ενιαίου σχεδιασμού (εικ.132). Το Τζαμί καλύπτει έκταση 356,800 τ.μ. και αποτελείται από τρία κυρίως επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο περιλαμβάνει έναν ορθογωνικό σχεδόν αίθριο χώρο-πλατεία, γνωστό με το όνομα Mataaf, που περιέχει τον Κύβο Kaaba στο κέντρο, και χρησιμοποιείται για το ṭawāf361. Περιμετρικά αυτής της πλατείας βρίσκονται στεγασμένοι χώροι προσευχής, που φιλοξενούν εκτός αυτών και χώρους τεχνικής υποστήριξης και ελέγχου της λειτουργίας του Τζαμιού. Το δεύτερο επίπεδο στεγάζει κυρίως ανοιχτούς χώρους προσευχής. Το τρίτο επίπεδο διαμορφώθηκε με την επέκταση στα τέλη του 20ου αι., έτσι ώστε να δημιουργήσει μια διαδρομή στεγασμένη και προσαρτημένη στο Τζαμί, μεταξύ των δύο ιερών λόφων-προσκυνημάτων που περιέχει. Η είσοδος στο Τζαμί επιτυγχάνεται από κύριες και δευτερεύουσες πολυάριθμες Πύλες, οι οποίες παρουσιάζουν πολύλοβα αραβικής μορφής τόξα. Οι πέντε μεγαλύτερες από αυτές πλαισιώνονται από δύο ψηλούς μιναρέδες, ύψους 89 μ., με εξαίρεση την Πύλη στη νοτιοανατολική γωνία, όπου προσκολλάται ένας μόνο μιναρές. Φέρουν ονόματα σημαντικών προσωπικοτήτων και τοποθεσιών της ιστορίας του Ισλάμ. Κάθε Πύλη οδηγεί σε χώρο προσευχής που έχει να κάνει με τον κάτοχο του ονόματός της, και στον κεντρικό χώρο του Kaaba (εικ.133). Οι περιμετρικοί στεγασμένοι χώροι προσευχής είναι ανοιχτοί προς το Kaaba, υποστηριζόμενοι με πολυάριθμες τοξωτές κιονοστοιχίες, ώστε οι πιστοί να προσεύχονται κοιτώντας κατευθείαν προς αυτό. Κάθε ένας από αυτούς τους χώρους περιέχει ένα minbar(βάθρο), απ’ όπου ο ιμάμης διευθύνει την προσευχή. Όσον αφορά τον Ιερό Κύβο Kaaba (εικ.135, 136), βρίσκεται στο κέντρο της μεγάλης ανοιχτής πλατείας, γνωστής ως Mataaf, που κυριολεκτικά σημαίνει ‘ένα μέρος που είναι συχνά επισκέψιμο’. Το κτήριο έχει κυβοειδές σχήμα και είναι κατασκευασμένο από γρανίτη, με διαστάσεις πλευρών 10-15 μ.362. Το εσωτερικό του Κύβου είναι υπερυψωμένο κατά 2,2 μ. σε σχέση με το έδαφος, και περιέχει ένα μεγάλο χώρο χωρίς ανοίγματα, με εξαίρεση τη 361 Η περιστροφή αυτή θεωρείται κατά παραγγελία του Αλλάχ, σήμφωνα με το Κοράνι 22:26. Για περισσότερες πληροφορίες: Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78., σσ. 69., Ibn Ashur, M. a.-T. (1984). Tafsir al-Tahrir wa’l-Tanwir (Τόμ. 17). Beirut: Tunisian House of Publication., σσ. 241., Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill., σσ. 317. 362 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Kaaba. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com.
Εικ.135: Κάτοψη του Ιερού Κύβου Kaaba με τον περιφραγμένο χώρο hatīm. Εικ.136: Ανατολική άποψη του Ιερού Κύβου Kaaba κατά το προσκύνημα Hajj.
105
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
χρυσή δίφυλλη πόρτα, και ένα χρυσό άνοιγμα προς το βατό δώμα γνωστό ως Bab ar-Rahmah ή ‘Θύρα του Ελέους’363. Η βόρεια γωνία αυτού του χώρου είναι περίκλειστη και δημιουργεί πολύ μικρό ξεχωριστό χώρο, με κλίμακα που οδηγεί στην οροφή του Κύβου. Εσωτερικά, τόσο οι τοίχοι όσο και το δάπεδο από ασβεστόλιθο, παρουσιάζουν επένδυση από μαρμάρινες πλάκες. Η οροφή είναι κατασκευασμένη από ξύλινο σκελετό και ατσάλινες πλάκες, με μαρμάρινη επένδυση τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Στηρίζεται σε τρία υποστυλώματα, από τα οποία αναρτάται ράγα με κρεμαστά καντήλια. Ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο ανατολικά υποστυλώματα, υπάρχει τοποθετημένος μικρός βωμός σε μέγεθος τραπεζιού. Τα αντικείμενα αυτά είναι τα μόνα που υπάρχουν εντός του κτηρίου364. Περνώντας στο εξωτερικό του Kaaba, βλέπουμε ότι σκεπάζεται με κάλυμμα, το οποίο αντικαθίσταται κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος Hajj. Το κάλυμμα αυτό είναι γνωστό στα αραβικά ως Kiswah, δηλαδή ‘σάβανο’. Είναι φτιαγμένο από μαύρο μετάξι, με χρυσά κεντητά χωρία του Κορανίου στα 2/3 του ύψους του365. Στη βορειοδυτική εξωτερική πλευρά του Κύβου υπάρχει περιφραγμένος χώρος, γνωστός ως hatīm, ο οποίος συμβολίζει τα αρχικά όρια του Kaaba. Κατά τη διάρκεια του Hajj απαγορεύεται η είσοδός του σε αυτόν, καθώς αρχικά αποτελούσε κομμάτι του Kaaba. Σε κοντινή απόσταση από τον Κύβο υπάρχει ένα υπερυψωμένο τμήμα, στο οποίο λένε ότι έχει μείνει το ίχνος του ποδιού του Αβραάμ, όταν ανέβηκε πάνω σε αυτό με τον Ισμαήλ στους ώμους του, για να κατασκευάσουν το ανώτερο τμήμα του Kaaba. Στην ανατολική γωνία του Kaaba είναι ο Μαύρος Λίθος, ο οποίος σηματοδοτεί την εκκίνηση του κάθε κύκλου του ṭawāf. Έχει σπάσει σε κομμάτια κατά τη διάρκεια μεγάλης φωτιάς που κατέστρεψε το μνημείο το 683. Σήμερα, είναι συγκεντρωμένος με τη βοήθεια ασημένιου δακτυλίου.
Jami’ al-Umawi al-Kabir, Δαμασκός
Εικ.137: Αεροφωτογραφία του Jami' al-Umawi al-Kabir. Εικ.138: Βόρεια άποψη του haram. Αριστερά: ‘ο θόλος του ρολογιού’. Κεντρικά: Η πύλη και το εγκάρσιο κλίτος. Δεξιά και πίσω: ο δυτικός μιναρές.
106
Το Jami’ al-Umawi al-Kabir, γνωστό ως Μέγα Τζαμί της Δαμασκού ή Τζαμί των Ομεϋάδων, είναι χτισμένο στην ιστορική πόλη της Δαμασκού της Συρίας366, στη θέση παλαιότερων ιερών χώρων (εικ.138). Τα αρχαιολογικά ευρήματα του Τζαμιού, φανερώνουν στο κατώτερο επίπεδο την ύπαρξη 363 Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill., σσ. 317. 364 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Kaaba. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica. com. 365 The Kiswa – (Kaaba Covering). (2003). Al-Islaah Publications., στο http://web.archive.org. 366 Για περισσότερες πληροφορίες: Macaulay-Lewis, E..The Great Mosque of Damascus. Khan Academy., στο https:// www.khanacademy.org/humanities/art-islam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-ofdamascus.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
αρχαίου αραμαϊκού ιερού αφιερωμένου στο σημιτικό θεό Hadad. Αργότερα, με την εξάπλωση του Ελληνισμού από το Μ. Αλέξανδρο και μέχρι το τέλος της ρωμαϊκής περιόδου, το ιερό μετατράπηκε σε ναό του Δαμασκηνού Δία. Ωστόσο, με την εμφάνιση του Χριστιανισμού, ο ναός μετατρέπεται το 391 μ.Χ. σε εκκλησία, γνωστή ως καθεδρικός του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή, καθώς εκεί θεωρείται ότι έχει θαφτεί η κεφαλή του αγίου. Με την κατάληψη της Δαμασκού τον 7ο αι. από τους Μουσουλμάνους Άραβες, τμήμα της εκκλησίας μετατρέπεται σε πρωτοϊσλαμικό τέμενος. Έτσι, για ένα διάστημα ο χώρος της πρώην εκκλησίας διαιρούνταν σε δύο τμήματα, το δυτικό και το ανατολικό, τα οποία χρησιμοποιούνταν ως εκκλησία από τους Χριστιανούς κατοίκους, και ως χώρος προσευχής από τους Μουσουλμάνους, αντίστοιχα. Τελικά, ο χαλίφης al-Walid ΙΙ μετατρέπει το κτήριο σε μνημειώδες τζαμί, που αποτέλεσε κέντρο της Ομεϋαδικής δυναστείας και πρότυπο για το σχεδιασμό των μεταγενέστερων ιερών ισλαμικών χώρων367. Η κατασκευή του Τζαμιού διήρκησε περίπου δέκα χρόνια, από το 705 έως το 715 μ.Χ.368.Αιτία αυτής της μετατροπής υπήρξε το συνεχώς αυξανόμενο πλήθος των Μουσουλμάνων, με αποτέλεσμα την έλλειψη χώρου369. Δεν γνωρίζουμε αν η εκκλησία πέρασε από τους Χριστιανούς στους Μουσουλμάνους με ειρηνικό τρόπο370. Παρατηρώντας τόσο τις φωτογραφίες όσο και την κάτοψη του μνημείου (εικ.141), βλέπουμε ότι πρόκειται για ένα ορθογώνιο κτηριακό συγκρότημα, προσανατολισμένο έτσι ώστε ο νότιος εξωτερικός τοίχος του να αποτελεί τον τοίχο qibla(προσανατολισμός προς τη Μέκκα). Το τζαμί αποτελείται από κτήριο με εσωτερικό χώρο προσευχής στη νότια πλευρά(1), και μια μεγάλη αυλή(2) με περιμετρικές στοές(3, 4, 5) στις υπόλοιπες τρεις ελεύθερες πλευρές371. Η ορολογία των ισλαμικών ιερών χώρων που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του συγκεκριμένου τύπου κατασκευών, ονομάζει το κυρίως κτήριο του τζαμιού με τον εσωτερικό χώρο προσευχής-haram(1), λέξη που προσδιορίζει το ‘ιερό, απαγορευμένο και αποκομμένο τμήμα από τον κόσμο’, την αυλή-sahn(2) και τις αραβικές κιονοστοιχίες-riwaq372. 367 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 1-4, Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet., στο https://archnet.org/ sites/31. 368 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 2. 369 Macaulay-Lewis, E..The Great Mosque of Damascus. Khan Academy., στο https://www.khanacademy.org/humanities/art-islam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-of-damascus. 370 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 1-2. 371 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 290. 372 Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet., στο https://archnet.org/sites/31.
Εικ.139: Εσωτερική άποψη του ανατολικού τμήματος του haram. Διακρίνεται η κατασκευή με τον τάφο του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή. Εικ.140: : Εσωτερική άποψη της αυλής από τα νοτιοδυτικά. Αριστερά: το θησαυροφυλάκιο. Κεντρικά: Ο βόρειος μιναρές. Δεξιά: Το σιντριβάνι.
107
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Ξεκινώντας με την ανάλυση του haram(1), παρατηρούμε ότι πρόκειται για ένα μακρόστενο κτίσμα, οριζόντιων διαστάσεων 97x156 μ. και μέγιστου ύψους 36 μ., στο σημείο του τρούλλου(6). Πρόκειται για κτήριο που ακολουθεί μορφή τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής, με πτέρυγα που αναπτύσσεται κατά μήκος του κεντρικού εγκάρσιου άξονα του συγκροτήματος, πάνω στη οποία στηρίζεται τρούλλος373. Το κάθε κλίτος διαμορφώνεται με τη βοήθεια riwaq, όπως άλλωστε συμβαίνει και στις βυζαντινές βασιλικές, με τη δημιουργία στοών με κιονοστοιχίες. Για τη διαμόρφωση των αραβικών αυτών κιονοστοιχιών, έχουν χρησιμοποιηθεί κορινθιακοί κίονες από τους προηγούμενους ιερούς χώρους που αναπτύσσονταν στην τοποθεσία αυτή374. Οι κιονοστοιχίες διαιρούνται σε δύο καθ’ ύψος επίπεδα, καθένα από τα οποία παρουσιάζει διαφορετικές αποστάσεις μεταξύ των κιόνων375. Περίπου στη μέση των τριών κλιτών και με μεγαλύτερο ύψος από αυτά, παρεμβάλλεται η εγκάρσια πτέρυγα, βόρεια της οποίας διαμορφώνεται μνημειώδης πύλη(7). Αυτή η πύλη αποτελεί την είσοδο από την αυλή(2) στο χώρο προσευχής(1)376. Εξωτερικά, είναι πλούσια διακοσμημένη με περίτεχνα ψηφιδωτά, τα οποία αντλούν τη θεματολογία τους μέσα από το Κοράνι και την ‘Πόλη του Θεού’, εξαιτίας των ανεικονικών αντιλήψεων του Ισλάμ377. Έτσι, κυριαρχούν μορφές πόλεων, ανακτόρων, βουνών, ποταμιών, δέντρων και πολύ όμορφων κήπων (εικ.138). Συνεχίζοντας με την περιγραφή της εγκάρσιας πτέρυγας, βλέπουμε ότι είναι προσανατολισμένη κάθετα στο νότιο τοίχο qibla, με αποτέλεσμα να καταλήγει σε εσοχή-miḥrāb και βάθρο-minbar. Η οροφή της στηρίζεται πάνω σε μεγάλους πεσσούς τετραγωνικής διατομής, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ του με τοξοστοιχία. Εκτός από το miḥrāb που διαμορφώνεται εδώ, το οποίο είναι το κεντρικό του τζαμιού, αναπτύσσονται επιπλέον κατασκευές αυτού του τύπου, κατά μήκος του νότιου τοίχου του τζαμιού378. Κατ’ αυτόν τον τρό373 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 290. 374 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 2. 375 Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet., στο https://archnet.org/sites/31. 376 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 2-3. 377 Macaulay-Lewis, E..The Great Mosque of Damascus. Khan Academy., στο https://www.khanacademy.org/humanities/art-islam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-of-damascus. 378 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring
Εικ.141: Κάτοψη. Jami' al-Umawi al-Kabir.
108
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
πο, οι προσευχόμενοι στρέφονται προς τη Μέκκα. Πάνω στους τέσσερις πεσσούς στηρίζεται ο οκταγωνικός τρούλλος(6), γνωστός ως Qubbat ul-Nisr, δηλαδή ‘Τρούλλος του Αετού’. Περιμετρικά του τυμπάνου του τρούλλου διανοίγονται διπλά τοξωτά παράθυρα. Στο ανατολικό τμήμα του haram(1), κοντά στην εγκάρσια πτέρυγα, υπάρχει μαρμάρινη κατασκευή με τρούλλο και περιστύλιο(8), η οποία περιέχει τον τάφο της κεφαλής του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή379(εικ.139). Στη βόρεια πλευρά του haram εφαρμόζεται η αυλή sahn(2). Περιβάλλεται από περιστύλιο, εξωτερικά του οποίου αναπτύσσονται στοές στο ανατολικό(3) και στο δυτικό τμήμα(5), υποστηριζόμενες από κιονοστοιχίες. Τα δύο αυτά τμήματα του περιβόλου διαθέτουν δύο επίπεδα στον καθ’ ύψος άξονα, παρουσιάζοντας περιστύλιο με πεσσούς και κίονες, διαμορφωμένο στον καθ’ ύψος άξονα όπως οι κιονοστοιχίες εσωτερικά των τριών κλιτών του haram(1). Η τακτική αυτή δεν παρατηρείται στο βόρειο τμήμα(4), καθώς είναι ανακατασκευασμένο χωρίς riwaq και στοές, παρά μόνο με συμπαγείς πεσσίσκους, μετά την πλήρη κατάρρευσή του το 1759, από σεισμό. Τρεις πύλες είναι διανοιγμένες στον περίβολο του τζαμιού(9), μία στο Βορρά, μία στην Ανατολή και μία στη Δύση. Στις δύο νότιες γωνίες του τζαμιού(10, 11) καθώς και στο κέντρο της βόρειας πλευράς, δυτικά της βόρειας πύλης(12), αναπτύσσονται πυργοειδείς μιναρέδες. Πιθανολογείται ότι αρχικά υπήρχαν τέσσερις αμυντικοί πύργοι, σε κάθε γωνία του τζαμιού, εκ των οποίων οι βόρειοι γκρεμίστηκαν με την πάροδο των χρόνων. Τα απομεινάρια των νότιων πύργων χρησιμοποιήθηκαν ως βάσεις για τη διαμόρφωση των σημερινών μιναρέδων(10, 11)380. Ο κάθε μιναρές παραπέμπει σε κάποιο ιερό στοιχείο τις ισλαμικής παράδοσης. Για παράδειγμα, ο ανατολικός μιναρές(10) ονομάζεται Eesa Minaret, δηλαδή ‘ο μιναρές του Ιησού’381. Εσωτερικά της αυλής αναπτύσσονται τρεις βασικές λειτουργικές θολωτές κατασκευές, οι οποίες υποστηρίζονται από οκτώ κορινθιακούς κίονες. Συγκεκριμένα αυτές είναι το σιντριβάνι πλύσης πριν την προσευχή στο κέντρο(13), οκταγωνικό θησαυροφυλάκιο στα δυτικά(15) και η κατασκευή γνωστή ως ‘ο θόλος του ρολογιού’, στα ανατολικά(14)382. Η χρήση της τελευταίας δεν έχει Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 290. 379 Στην ισλαμική παράδοση, ο Αγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής τιμάται ως προφήτης Yayha. Κοράνι, 19: 7, 12 και 3:39. 380 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 3., Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet., στο https://archnet.org/sites/31. 381 Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet., στο https://archnet.org/sites/31. 382 Macaulay-Lewis, E..The Great Mosque of Damascus. Khan Academy., στο https://www.khanacademy.org/humanities/art-islam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-of-damascus.
Εικ.142: Το σιντριβάνι πλύσης προ της προσευχής. Jami' al-Umawi al-Kabir. Εικ.143: Ο θόλος του ρολογιού. Jami' al-Umawi al-Kabir.
109
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
εξακριβωθεί383(εικ.141, 142, 143). Όπως η όψη της πύλης του haram(7), έτσι και το μεγαλύτερο τμήμα του τζαμιού καλύπτονταν από γυάλινα ψηφιδωτά τύπου fusayfusa’a, μαρμάρινες πλάκες με σκαλιστές λεπτομέρειες στο κατώτερο τμήμα των τοίχων, και επίχρυσες λεπτομέρειες με στίχους από το Κοράνι384. Εντούτοις, η επέλαση των Μογγόλων περίπου το 1400 και η πυρκαγιά του 1893 αποτέλεσαν αιτία καταστροφής των μεγαλύτερου τμήματος του διακόσμου.
Φετιχιέ Τζαμί, Ιωάννινα Το Fethiye Camii ή στα ελληνικά Φετιχιέ τζαμί, δηλαδή ‘το τζαμί του κατακτητή’, βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο της ακρόπολης Ιτς Καλέ του οθωμανικού κάστρου των Ιωαννίνων (εικ.144). Η χρονολογία ανέγερσής του δεν είναι εξακριβωμένη. Το πιθανότερο σενάριο θέλει το πρώτο κτήριο που ανεγέρθηκε σε αυτή τη θέση το 13ο αι., να αποτελεί το μητροπολιτικό ναό του βυζαντινού Κράτους της Ηπείρου, αφιερωμένο στον τότε Πολιούχο, Αρχάγγελο Μιχαήλ. Αποτέλεσε μεγαλόπρεπο τζαμί, όπως φανερώνεται και από την περιγραφή του Εβλιά Τσελεμπί κατά την επίσκεψή του γύρω στο 1670385, μέχρι το 1770. Από το 1795 και μετά γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία για τη μορφή και το σχεδιασμό του τζαμιού, καθώς ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων έκανε ολοκληρωτική ανακαίνιση της περιοχής, διαμορφώνοντας την ακρόπολη Ιτς Καλέ. Το Φετιχιέ τζαμί θεωρείται αφιερωμένο στη μνήμη μιας από τις γυναίκες του, κόρης του Καπλάν Πασά, καθώς από αναφορές της εποχής είναι γνωστό ως τζαμί του Καπλάν Πασά386. Η χρήση του προοριζόταν για ιδιωτικό χώρο προσευχής από το σαράι387 του Αλή Πασά. Στην αυλή του τζαμιού και βορειοδυτικά από αυτό, σώζεται μέχρι σήμερα η βάση από τον οικογενειακό τάφο του Πασά, και πιθανολογείται αρχικά να διέθεται
Εικ.144: : Νότια εξωτερική άποψη του Φετιχιέ τζαμιού. Εικ.145: Κάτοψη. Φετιχιέ τζαμί Ιωαννίνων. Κανετάκης.
110
383 Macaulay-Lewis, E..The Great Mosque of Damascus. Khan Academy., στο https://www.khanacademy.org/humanities/art-islam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-of-damascus. 384 Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill., σσ. 2. 385 ‘…ένα αρχαίο τέμενος με σαμαρωτή οροφή, ολότελα καμάροσκέπαστο με πέτρινο μιναρέ, που προηγουμένως ήταν εκκλησία. Είναι κι αυτό ένα τζαμί ολόλαμπρο σε μια γωνία του κάστρου πάνω σε απόκρημνο βράχο, με πλάτος εξήντα πόδια και μήκος εκατό…’. Για περισσότερες πληροφορίες: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, στο http:// odysseus.culture.gr/h/3/gh352.jsp?obj_id=7642. 386 Παπαδοπούλου, Β. (2008). Φετιχιέ Τζαμί. Στο Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα (σ. 612). Υπουργείο Πολιτισμού. Διεύθυνση βυζαντινών και μεταβυζαντινών αρχαιοτήτων. 387 Το σαράι είναι πολυτελές κτήριο ή παλάτι που έχει χτιστεί για κάποιον πασά, βεζίρη, σουλτάνο, στρατιωτικό ή μπέη.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
υπόστεγο και να περιτριγυριζόταν από μικρό οθωμανικό νεκροταφείο388. Με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων το 1913, το τζαμί χρησιμοποιήθηκε ως βοηθητικός χώρος του στρατιωτικού νοσοκομείου της πόλης. Σήμερα, έχει περάσει στην ευθύνη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, αναστηλώθηκε και συντηρήθηκε, ώστε να λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος389. Το Φετιχιέ τζαμί στην τελευταία κατασκευαστική του φάση (εικ.145), που διατηρείται μέχρι σήμερα, μπορεί να περιγραφεί ως μονόχωρο κτήριο τετραγωνικής κάτοψης, εξωτερικών διατάσεων του κυρίως όγκου 10x10 μ.. Στεγάζεται από μεγάλο θόλο και διαθέτει προσαρτημένο μιναρέ ύψους 22 μ. στη νότια γωνία. Εξωτερικά των δύο ανατολικών πλευρών αναπτυσσόταν ανοιχτή στοά με περιστύλιο riwaq, της οποίας το κρηπίδωμα σώζεται μέχρι σήμερα, φανερώνοντας το μέσο πλάτος της που έφτανε τα 5 μ.. Το τζαμί είναι προσανατολισμένο έτσι ώστε ο βορειοδυτικός τοίχος να αποτελεί τον τοίχο qibla(προσανατολισμός προς τη Μέκκα). Επομένως, στον τοίχο αυτό είναι διανοιγμένη η εσοχή-miḥrāb, εντυπωσιακά διακοσμημένη με ροκοκό τοιχογραφίες, και πλαισιωμένη από δύο μαρμάρινους ανάγλυφους πεσσίσκους, οι οποίοι προέρχονται από τέμπλο χριστιανικού ναού (εικ.147). Η είσοδος στο εσωτερικό του τζαμιού επιτυγχάνεται από τη νοτιοανατολική πλευρά, μέσω τοξωτού δίφυλλου θυραίου ανοίγματος. Καθ’ όλο το μήκος εσωτερικά αυτής της πλευράς, είναι διαμορφωμένο ξύλινο πατάρι, που στηρίζεται σε λίθινους κίονες με τοξοστοιχίες390. Στη νότια γωνία της νοτιοανατολικής ζώνης ξεκινά από το ισόγειο λίθινη σκάλα ανόδου, η οποία αναπτύσσεται περιστροφικά, δίνει πρόσβαση στο πατάρι και συνεχίζει μέχρι τον εξώστη του μιναρέ, ο οποίος διαμορφώνεται πάνω από τα 2/3 του ύψους του(εικ.146). Ο μιναρές διατηρείται σε καλή κατάσταση μέχρι σήμερα. Προχωρώντας, αναπτύσσεται ο χώρος της προσευχής με το περίτεχνο miḥrāb και δύο ζώνες παραθύρων, εκ των οποίων όλα τα παράθυρα της ανώτερης ζώνης και της πλευράς της εισόδου είναι τοξωτά, και πιθανώς παρουσίαζαν καφασωτό πέτασμα στην αρχική τους μορφή. Πάνω από το χώρο προσευχής αναπτύσσεται μεγαλόπρεπος ο θόλος του τζαμιού. Στηρίζεται σε τέσσερα ημιχώνια και τέσσερα τυφλά τόξα εναλλάξ, φέροντας τοιχογραφίες 388 Για περισσότερες πληροφορίες: Σμύρης, Γ. (2000). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων και η πολεοδομία της οθωμανικής πόλης. Στο Ηπειρώτικα Χρόνια (Τόμ. 34). Ιωάννινα: Ανάτυπο., σσ. 60. 389 Για περισσότερες πληροφορίες: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, στο http://odysseus.culture.gr/h/3/gh352. jsp?obj_id=7642. 390 Σύμφωνα με τον Σμύρη Γ. το πατάρι αυτό λειτουργούσε ως dikka του τζαμιού Φετιχιέ, κάτι που δεν είναι εξακριβωμένο καθώς παρόμοιες μορφές σε τζαμιά των Ιωαννίνων είχαν χρήση γυναικωνίτη. Για περισσότερες πληροφορίες: Σμύρης, Γ. (2000). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων και η πολεοδομία της οθωμανικής πόλης. Στο Ηπειρώτικα Χρόνια (Τόμ. 34). Ιωάννινα: Ανάτυπο., σσ. 26-27, 60.
Εικ.146: Εσωτερική άποψη του νοτιοανατολικού τμήματος, με το dikka. Φετιχιέ Τζαμί Ιωαννίνων. Εικ.147: : Εσωτερική άποψη του χώρου προσευχής. Διακρίνεται τμήμα του θόλου και το miḥrāb.
111
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
φυτών και γεωμετρικών σχημάτων, όπως και χωρία από το Κοράνι391.
Masjid Abijo, Λάγος Νιγηρίας Το Masjid Abijo βρίσκεται στην ομώνυμη πόλη, κοντά στο Λάγος της Νιγηρίας. Κατασκευάστηκε από το αρχιτεκτονικό γραφείο Patrickwaheed Design Consultancy το 2020, καλύπτοντας συνολική έκταση 700 τ.μ. Βασικός στόχος των αρχιτεκτόνων, όπως στους περισσότερους ιερούς χώρους που ανεγείρονται στις μέρες μας, ήταν ο συνδυασμός σύγχρονου ύφους και υλικών με τη θρησκευτική παράδοση. Ως αποτέλεσμα, βλέπουμε να διατηρούνται όλες οι βασικές αρχές οργάνωσης του χώρου που διέπουν ένα τζαμί, όπως αυτές παρουσιάστηκαν στην ανάλυση των προηγούμενων παραδειγμάτων ισλαμικής ιερής αρχιτεκτονικής.
Εικ.148: Κάτοψη ισογείου. Masjid Abijo. Εικ.149: Νοτιοδυτική εξωτερική άποψη. Masjid Abijo.
112
Τόσο τυπολογικά όσο και μορφολογικά, το κτήριο διέπεται από απλότητα (εικ.148, 149). Αποτελείται από εξωτερικό περίφραχτο αυλόγυρο-sahn, με βοηθητικούς χώρους τοποθετημένους περιμετρικά και δύο χώρους που περιέχουν σιντριβάνια καθαρμών στα ανατολικά και τα βόρεια, για τους άνδρες και τις γυναίκες αντίστοιχα. Το haram απαρτίζεται από δύο κύριους ορθογώνιους συμπαγείς όγκους και είναι προσανατολισμένο προς τη Μέκκα, με τον ανατολικό τοίχο να αποτελεί τον τοίχο qibla(6). Ο τοίχος αυτός είναι ψηλότερος κατά πολύ σε σχέση με το υπόλοιπο κτήριο, ώστε να διαμορφώνει μιναρέ. Η είσοδος στο ισόγειο του τζαμιού, όπου βρίσκεται η κύρια αίθουσα προσευχής των ανδρών Μουσουλμάνων, πραγματοποιείται από δύο πλευρές, τη βόρεια και τη νότια, στις οποίες διαμορφώνονται στοές στηριζόμενες από πεσσίσκους(1). Ξεχωριστή είσοδος υπάρχει στη δυτική πλευρά(2), η οποία οδηγεί μέσω κλιμακοστασίου σε εξώστη στον ημιώροφο. Ο εξώστης αυτός αναπτύσσεται κατά μήκος όλου του δυτικού τμήματος της αίθουσας προσευχής των ανδρών(5), και χρησιμεύει ως γυναικωνίτης, για την παρουσία των γυναικών Μουσουλμάνων κατά τη διάρκεια της προσευχής. Διαθέτει μεταλλικό διάτρητο φράγμα προς τον κεντρικό χώρο προσευχής(5), που μιμείται το παραδοσιακό ισλαμικό καφασωτό διάφραγμα. Στο ισόγειο, ο χώρος προσευχής των ανδρών(5) διαθέτει miḥrāb(κόγχη)(6), δεξιά του οποίου αναπτύσσεται minbar(βάθρο). Υπάρχει δυνατότητα διεύρυνσης του χώρου μέσω κινητών υαλοπετασμάτων στα βόρειο, δυτικό και νότιο τμήματα, ώστε να ενοποιείται ο κεντρικός χώρος της προσευχής(5) με τις πλάγιες στοές(1) 391 Σμύρης, Γ. (2000). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων και η πολεοδομία της οθωμανικής πόλης. Στο Ηπειρώτικα Χρόνια (Τόμ. 34). Ιωάννινα: Ανάτυπο., σσ. 60-61.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΙΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΙΣΛΑΜ
και να χωράει μεγαλύτερο πλήθος Μουσουλμάνων ανδρών κατά την προσευχή της Παρασκευής. Στο ισόγειο του τζαμιού, εκτός από τον κεντρικό χώρο προσευχής(5) στεγάζονται και βοηθητικοί χώροι γραφείων(4). Δεν υπάρχει ο περίτεχνος διάκοσμος που συναντήσαμε στα προηγούμενα παραδείγματα, παρά μόνο τοιχογραφίες αυστηρών γεωμετρικών στοιχείων εσωτερικά της οροφής του κτηρίου. Παρόμοια μοτίβα ακολουθούνται στη διαμόρφωση των καφασωτών που κλείνουν τα παράθυρα της ανώτερης ζώνης του κτηρίου. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι το πέτρωμα λατερίτης, γνωστό και ως νικέλιο, και μείγμα άμμου με τσιμέντο392. Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ιεροί χώροι του Ισλάμ αναπτύσσονται ανάλογα με τις αρχιτεκτονικές τάσεις της κάθε εποχής, του κάθε τόπου και της ισλαμικής παράδοσης, αποτελώντας επί το πλείστον υπόστυλες αίθουσες ή/και τρουλαίους χώρους, με αυλή. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των δημόσιων τζαμιών και των ιδιωτικών, δεν παρουσιάζονται ιδιαίτερες διαφορές πέρα από το μέγεθος του κτηρίου. Εντούτοις, όλα εμπεριέχουν κάποια κοινά αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα οποία ορίζουν περιοχές μεγαλύτερης ή μικρότερης ιερότητας. Αυτά είναι ο εξωτερικός-sahn και ο εσωτερικός-haram χώρος προσευχής, ο προσανατολισμός προς τη Μέκκα, τον οποίο δηλώνει ο τοίχος qibla, με την εσοχή miḥrāb και το βάθρο-minbar στα δεξιά της, και σιντριβάνι για τους προ της προσευχής καθαρμούς. Ιδιαίτερο στοιχείο αποτελούν οι μιναρέδες, πυργοειδείς κατασκευές οι οποίοι χρησιμεύουν για να ειδοποιούνται οι πιστοί για τις ώρες προσευχής. Στους κεντρικούς χώρους προσευχής επιτρέπεται συνήθως η πρόσβαση μόνο στους άντρες Μουσουλμάνους, ενώ οι γυναίκες προσεύχονται σε πιο απομονωμένο διαφορετικό χώρο. Κυριαρχεί διακόσμηση από περίτεχνα ψηφιδωτά και τοιχογραφίες ανεικονικού περιεχομένου, ιδιαίτερα στις περιοχές μεγαλύτερης ιερότητας. Μέσω των παραπάνω συμπερασμάτων, θα προχωρήσουμε σε επόμενο κεφάλαιο στην κατηγοριοποίηση των περιοριστικών κατασκευών για την απομόνωση τμημάτων και τον χαρακτηρισμό τους ως ιερότερα από τα υπόλοιπα, καθώς και τη σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα όρια των υπολοίπων θρησκειών που αναλύονται.
392 Abdel, H. (2020). Abijo Mosque / Patrickwaheed Design Consultancy. ArchDaily., στο https://www.archdaily.com/957800/abijo-mosque-patrickwaheed-design-consultancy.
113
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
7. (καθ)οριζοντασ το ιερο στοιχειο_ μεσω αρχιτεκτονικων χειρισμεων - σχεδιαστικων χαραξεων_
‘…ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν…’393 Έχοντας αναλύσει αντιπροσωπευτικά παραδείγματα ιερών χώρων των πέντε γνωστότερων θρησκειών της εποχής μας, μπορούμε να προχωρήσουμε σε κατηγοριοποίηση των ορίων που υπάρχουν εντός αυτών, τα οποία συμβάλλουν στον περιορισμό συγκεκριμένων τμημάτων μεγαλύτερης ή μικρότερης ιερότητας από το περιβάλλον τους. Όπως έγινε αντιληπτό, μεταξύ των θρησκειών υπάρχουν παραλληλισμοί. Με λίγα λόγια, η διαμόρφωση των ιερών ινδουιστικών χώρων είναι επηρεασμένη από τους βουδιστικούς, ενώ οι χριστιανικές εκκλησίες και οι εβραϊκές συναγωγές αντλούν τα περισσότερα στοιχεία τους από το Ναό του Σολομώντα. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός, ο οποίος υπήρξε ιδρυτής πλήθους εκκλησιών, κατά τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη ανέβηκε στον άμβωνα και αποφάνθηκε: ‘Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε, Σολομόν!’394. Οι ιεροί χώροι του Ισλάμ παρουσιάζουν στοιχεία από τους ιερούς χώρους όλων των προηγούμενων θρησκειών, τόσο εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όσο και της χρονολογίας εμφάνισης ύστερα από τις υπόλοιπες τέσσερις θρησκείες. Συνεπώς, στο παρόν κεφάλαιο θα κατηγοριοποιήσουμε τα ‘όρια της ιερότητας’ με βάση έξι κύριους γνώμονες. Αρχικά, θα σχολιάσουμε τις κατασκευές οριοθέτησης και επιλογής ενός γεωγραφικού τόπου, με σκοπό το χαρακτηρισμό του ως ιερότερο από τον υπόλοιπο βέβηλο κόσμο. Στη συνέχεια, θα αναφερθούμε σε διαμορφώσεις μέσω των οποίων προετοιμάζεται ή/και εξαγνίζεται ο πιστός, με σκοπό την είσοδό του στον ιερό χώρο. Φυσικά, δεν γίνεται να παραληφθεί η αναφορά σε διαχωριστικές κατασκευές που έχουν σκοπό την τοποθέτηση των ανδρών και των γυναικών σε διαφορετικά σημεία εντός του ιερού χώρου. Προχωρώντας, θα παραθέσουμε τα τμήματα ιδιαίτερης ιερότητας που αναπτύσσονται συχνά εντός των λατρευτικών χώρων, τα οποία διαφοροποιούνται και είναι υποδεέστερα από το βασικό ιερότερο τμήμα, που συνήθως βρίσκεται στο βάθος των κτηρίων ή το κέντρο των κτηριακών συγκροτημάτων. Στο τέλος, θα καταλήξουμε στα τμήματα που είναι γνωστά ως ‘άδυτο’-‘θυσιαστήριο’, και αποτελούν την κορύφωση της ιερότητας εντός των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας. Παράλληλα με την κατηγοριοποίηση, παράθεση και σύγκριση των ‘ορίων της ιερότητας’, θα εξηγούμε τη συμβολική τους σημασία, όποτε αυτό καθίσταται αναγκαίο για την καλύτερη κατανόηση του λόγου ένταξής τους στην εκάστοτε κατηγορία. 393 Ψαλμός 103, στ. 9. 394 Gibbon, E. (1906). The History of the Decline and Fall of the Roman Empire (Τόμ. 7). New York: Fred de Fau and Company., Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred space as a form of creativity and subject of cultural history. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia., σσ. 10.
Εικ.150: Η θύρα του Kaaba. Masjid al-Haram. Ισλάμ.
115
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
7.1. ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΒΕΒΗΛΟ_ Όπως είδαμε και στην εισαγωγή της παρούσας εργασίας, κάθε θρησκεία διακρίνει τον κόσμο με βάση δύο αρχές: το ιερό και το βέβηλο395. Στο πλαίσιο αυτό προέκυψε η ανθρώπινη ανάγκη διαμόρφωσης περιοριστικών κατασκευών με σκοπό τη διαφύλαξη του πρώτου από το δεύτερο. Εξαιτίας της διαφορετικής αντιμετώπισης του όρου ‘κόσμος’ από κάθε θρησκεία, υπάρχουν οι παρακάτω διαμορφώσεις.
Εικ.151: Ζωγραφική αναπαράσταση του κόσμου maṇḍala. Εικ.152: Τοιχογραφία από την είσοδο του κεντρικού ναού. Διακρίνεται η οργάνωση maṇḍala. Samye μοναστήρι. Βουδισμός.
116
Γενικώς, ο ιερός χώρος αποτελεί μία μικρή αναπαράσταση του κόσμου, τον οποίο η κάθε θρησκεία αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Ξεκινώντας από το Βουδισμό, τη θρησκεία με τις πρώτες χρονολογικά αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις ιερών χώρων, ο κόσμος αναπτύσσεται ως maṇḍala. Σύμφωνα με το συμβολισμό αυτό, στο κέντρο του κόσμου βρίσκεται το ιερό Όρος Meru, το οποίο περιβάλλεται από 7 χρυσές οροσειρές και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα από ηπείρους, υπο-ηπείρους, χώρες, θάλασσες, πλανήτες και αστερισμούς. Περιμετρικά, ο κόσμος οριοθετείται από την οροσειρά Cakravāla, που εμποδίζει τον κόσμο να περάσει από το σκοτάδι στο φως. Μόνη σύνδεση με τον παράδεισο αποτελεί η κορυφή του Όρους Meru, το οποίο διαπερνάται από τον axis mundi, που όπως έχει προειπωθεί, συνδέει τον κόσμο των ανθρώπων με το υπερβατικό στοιχείο396(εικ.151). Τα βουδιστικά μοναστήρια αποτελούν τρισδιάστατες αναπαραστάσεις του κόσμου maṇḍala397, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στη διάρθρωση του θιβετιανού μοναστηριού Samyé. Στο συγκεκριμένο μοναστήρι κεντρικά τοποθετείται το πιο ιερό κτίσμα, ο ναός, συμβολίζοντας το θρυλικό όρος Meru. Στις τέσσερις γωνίες περιμετρικά του ναού τα τέσσερα stūpas(μαυσωλεία) αναπαριστούν τις τέσσερις θάλασσες, που βρίσκονται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα maṇḍala. Τα ιερά του Ήλιου και της Σελήνης συμβολίζουν τις δύο κυρίαρχες φυσικές δυνάμεις του φωτός και του σκότους, ενώ τα δώδεκα ιερά κτίσματα στις τέσσερις πλευρές περιμετρικά του ναού συμβολίζουν τις τέσσερις βουδιστικές ηπείρους και τις υπο-ηπείρους του βουδιστικού κόσμου. Ο περιμετρικός τοίχος που χωρίζει το μοναστήρι από 395 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 3, 5. 396 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ.3, Rinpoche, S. M. (2000). 2000 Seminary Transcripts: Teachings from The Sutra Tradition Book One. Colorado: Kalapa Publications, σσ. 65, 80. 397 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 26, Wayman, A. (1981). Reflections on the Theory of Barabudur as a Mandala. Στο Barabudur History and Significance of a Buddhist Monument. Berkeley: Asian Humanities Press.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΠΌ ΤΟ ΒΕΒΗΛΟ
τον υπόλοιπο κόσμο, σχηματίζοντας σχεδόν κυκλικό οικόπεδο, συμβολίζει τα όρια του βουδιστικού κόσμου, δηλαδή την οροσειρά Cakravāla, ονομασία που στα σανσκριτικά σημαίνει ‘σιδερένιος κύκλος / περίφραξη’398(εικ.152). Άλλες φορές, όπως στο σύγχρονο μοναστήρι Jetavana, η διάρθρωση πραγματοποιείται με βάση την προοδευτική διαδικασία επίτευξης του φωτισμού, ξεκινώντας από τους ανθρώπους και καταλήγοντας στο Βούδα-Φωτισμένο399. Τα παραπάνω στοιχεία περνούν και στον Ινδουισμό, γεγονός αναμενόμενο καθώς οι ινδουιστικοί ιεροί χώροι προέκυψαν έχοντας πρότυπο τους βουδιστικούς. Ωστόσο, όπως φάνηκε και από τα παραδείγματα που αναλύσαμε, πιο διαδεδομένο τύπο διάρθρωσης αποτελεί αυτή που προκύπτει με βάση δύο άξονες, έναν οριζόντιο και έναν κατακόρυφο400. Συγκεκριμένα, ο πρώτος οριζόντιος άξονας δημιουργείται μεταξύ της κύριας εισόδου και του συμβόλου του ναού, ενώ ο δεύτερος κατακόρυφος άξονας ενώνει νοητά το σύμβολο του θεού με την κορυφή της πυργοειδούς στέγης του ιερότερου χώρου του ναού, που συμβολικά αναπαριστά τον τόπο κατοικίας των θεών στο ιερό όρος Meru, ή το όρος Kailash, του οποίου παρυφές αποτελούν τα Ιμαλάια401. Για παράδειγμα, στο ναό Kailāśa δεν ισχύει η διαμόρφωση με βάση την ινδουιστική πυξίδα και το συμβολισμό του κόσμου maṇḍala, αλλά με γνώμονα τους άξονες που καταλήγουν νοητά στην κατοικία του θεού Śiva. Κατ’ αυτόν τον τρόπο βλέπουμε ότι ο οριζόντιος άξονας συνδέει την είσοδο του συγκροτήματος με το Lingam, μεταφέροντας την ενέργεια και τις προσευχές των ανθρώπων στο θεό Śiva, ενώ ο κατακόρυφος άξονας, που συμβολίζει τον axis-mundi, ξεκινά από το σύμβολο του Śiva και καταλήγει στην κορυφή του πύργου-vimana, συνδέοντας νοητά τον κόσμο των ανθρώπων με τον παράδεισο των θεών (εικ.153). Η σύνδεση αυτή ενισχύεται ακόμα περισσότερο μέσω των πολυάριθμων αναπαραστάσεων θεοτήτων, που αναπτύσσονται σε όλο το εύρος 398 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 26 399 Jetavana Buddhist Temple / Studio GAON στο https://www.archdaily.com. 400 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/, Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ.3, Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit. jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm, Parthasarathy, A. (2001). The Symbolism of Hindu Gods and Rituals. Vedanta Life Institute, σσ. 159. 401 Ζιάκας, Γ. Δ. (1996). Ιστορία των Θρησκευμάτων: Τα Ινδικά Θρησκεύματα (Τόμ. Α›). Θεσσαλονίκη: Π. Πουρνάρα, σσ. 229.
Εικ.153: : Οι δύο άξονες βάση των οποίων αναπτύσσονται οι περισσότεροι ινδουιστικοί ναοί. Ναός Kailāśa, Ellora Ινδουισμός.
117
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
του ναού, θυμίζοντας την ‘κατοικία των θεών’402. Στο χειρισμό αυτό θα αναφερθούμε αναλυτικότερα σε επόμενο κεφάλαιο. Στις τρεις βιβλικές θρησκείες, τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και το Ισλάμ, οι χώροι θρησκευτικής τελετουργίας αποτελούν επίσης αναπαραστάσεις του κόσμου, με τη διαφορά ότι ο κόσμος αυτός είναι ο κόσμος που ζούμε, και όχι κάποιος μυθολογικός κόσμος, όπως αυτός που συναντάται στην ινδική μυθολογία. Στον Ιουδαϊσμό ο συμβολισμός του κόσμου συναντάται στο Ναό του Σολομώντα, τον ιερότερο χώρο αυτού του κόσμου. Εξάλλου για τους Ιουδαίους ο Ναός και ό,τι απέμεινε από αυτόν σήμερα αποτελεί ανέκαθεν το κέντρου του κόσμου403. Έχοντας αναλύσει τη διάρθρωση του Ναού και στις δύο του φάσεις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν οι εξής συμβολισμοί: Τα Άγια των Αγίων, το πιο ιερό μέρος, συμβολίζουν τον Παράδεισο, η αίθουσα του Ιερού τη Γη, και η περιμετρική αυλή τη θάλασσα404(εικ.155). Οι συναγωγές, αν και έχουν διαμορφωθεί με βάση το παράδειγμα του Ναού, δεν παρουσιάζουν ίδια διάρθρωση καθώς υπάρχει απουσία του ιερότερου τμήματος, με αποτέλεσμα να είναι όλοι οι χώροι προσβάσιμοι από τους πιστούς, με μοναδική εξαίρεση το χώρο ανάγνωσης της Torah και κάποιες φορές τους χώρους που προορίζονται για συγκεκριμένο φύλο (εικ.159). Η τριμερής διάρθρωση του Ναού έχει περάσει τόσο στις χριστιανικές εκκλησίες όσο και στα ισλαμικά τζαμιά405. Σύμφωνα με το Συμεών Θεσσαλονίκης, στο Χριστιανισμό: ‘Ο ναός, ως οίκος όλων, εικονίζει τον κόσμο και κυρίως τον τριαδικό Θεό, εφόσον παντού και πάνω απ’ όλα είναι ο Θεός. Διαιρείται σε τρία μέρη: α) το Ιερότατο Βήμα, το οποίο είναι εις τύπον των υπερουρανίων και αυτού του ουρανού, όπου και ο θρόνος του αΰλου Θεού, ο οποίος συμβολίζεται από την αγία Τράπεζα. Όπως στα υπερουράνια, έτσι και στο Ιερό Βήμα βρίσκονται οι υπερουράνιες δυνάμεις, τις οποίες συμβολίζουν οι ιερείς. Ο αρχιερέας εικονίζει τον Κύριο και αυτοί που τον συνοδεύουν τους αγγέλους, που διακόνησαν στην θεία Σάρκωση, καθώς και τους Αποστόλους. β) Τον κυρίως ναό, ο οποίος αφ’ ενός παριστά τον ορώμενο κόσμο κατά τα κατώτερα τμήματά του, και αφ’ ετέρου τα ανώτερα, τον ορώμενο ουρανό. γ) Τον πρόναο ή νάρθηκα ή Λιτή.406’ Όπως μπορούμε να δούμε και στις κατόψεις των χριστιανικών ναών που αναλύθηκαν, αλλά και των περισσότερων ναών γενικότερα, η ανάπτυξη των κτηρίων διαμορφώνεται με βάση δύο άξονες, τον κατά μήκος και τον καθ’ ύψος, με έμφαση σε έναν από τους δύο ανάλογα με την τυπολογία του εκάστοτε ναού. Διακρίνεται έτσι σαφής ιεράρχηση των χώρων στην προοδευτική ανάπτυξή τους, ενισχύοντας το συμβολικό περιεχόμενο του κτηρίου ανάλογα με την ογκοπλασία και το βάθος, στο οποίο βρίσκεται το κάθε τμήμα του σε σχέση με την είσοδο και το Ιερό του ναού (εικ.156). Εκτός από το νοητό συμβολισμό του κόσμου, οι εκκλησίες σταυρικής διάταξης αναπαριστούν σε κάτοψη το ιερότερο σύμβολο του Χριστιανισμού, το σταυρό407, κάτι που μπορούμε να δούμε στα τρία από τα τέσσερα παραδείγματα χριστιανικών ιερών χώρων που αναλύθηκαν (εικ.157). Στο Ισλάμ, ο κόσμος αναπτύσσεται με βάση την πυξίδα qibla, η οποία στρέφεται πάντα προς τον Ιερό Κύβο, στη Μέκκα. Κάθε γωνία του Kaaba είναι στραμμένη προς ένα από τα τέσσερα σημεία του ισλαμικού ορίζοντα της qibla. Συγκεκριμένα, η ανατολική γωνία με το Μαύρο Λίθο δείχνει την Τουρκία, η βόρεια το Ιράκ, η δυτική τη Συρία και η νότια την Υεμένη408. Όπως είδαμε και από την ανάλυση χαρακτηριστικών παραδειγμάτων ισλαμικών ιερών χώρων, κάθε τζαμί αποτελείται από τρία κύρια τμήματα, το αίθριο sahn, τον ιερό στεγασμένο χώρο προσευχής haram και τον τοίχο qi402 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora., στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm. 403 Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. Moscow: Indrik., σσ. 74. 404 Barker, M. (1998). Beyond the Veil of the Temple. The High Priestly Origin of the Apocalypses. 405 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 1. 406 Συμεών Θεσσαλονίκης: 94. Τζήμας, Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις., σσ. 12-13., Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 53. 407 Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης., σσ. 131. 408 Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill, σσ. 317.
118
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΠΌ ΤΟ ΒΕΒΗΛΟ
bla στο βάθος του συγκροτήματος, ο οποίος στρέφεται προς τον Ιερό Κύβο Kaaba (εικ.158). Κατά συνέπεια, η ιερότητα κλιμακώνεται όσο περισσότερο εισέρχεται κανείς στο τζαμί, τόσο κατά το νοητό άξονα μεταξύ της κεντρικής εισόδου και του τοίχου qibla, όσο και κατά τη διαμόρφωση οριοθετικών κατασκευών περίκλεισης των ιερών τμημάτων, με αποτέλεσμα το ιερότερο τμήμα να αποτελεί ακριβώς τοίχο. Ιδιαίτερη έμφαση στην ιερότητα του εσωτερικού χώρου προσευχής-haram, δίνεται από την ίδια τη λέξη που προσδιορίζει το ‘ιερό, απαγορευμένο και αποκομμένο τμήμα από τον κόσμο’409. Συγκεκριμένο προσανατολισμό έχουν και οι εβραϊκές συναγωγές και οι χριστιανικές εκκλησίες. Παρατηρούμε ότι στα αρχαιολογικά ευρήματα συναγωγών της περιόδου του δεύτερου Ναού, στη Masada, στο Ηρώδειο και στο Κοραζίμ, ο προσανατολισμός τους ήταν προς τη Δύση με είσοδό στην Ανατολή, όπως συνέβαινε και στο Ναό. Με την καταστροφή του δεύτερου Ναού και την οριστική εξαφάνιση του ιερότερου ιουδαϊκού χώρου, οι συναγωγές προσανατολίζονται με τέτοιον τρόπο ώστε οι πιστοί κατά την τέλεση της προσευχής να στρέφονται προς την Ιερουσαλήμ και την τοποθεσία όπου ήταν χτισμένος ο Ναός410. Οι χριστιανικές εκκλησίες προσανατολίζονται κατά κύριο λόγο προς την Ανατολή, με μικρές παρεκκλίσεις προς το Βορρά ή το Νότο411, με αποτέλεσμα πιο σωστά να ισχύει η θέση ότι οι περισσότερες εκκλησίες είναι προσανατολισμένες προς τη ‘λειτουργική ανατολή’. Ο προσανατολισμός αυτός επικρατεί καθώς από την Ανατολή ξεκινά η πορεία του ήλιου, ο οποίος συμβολίζει το Χριστό ερχόμενο κατά τη Δευτέρα Παρουσία412. 409 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 106-110. 410 ‘Η είσοδος στις συναγωγές πρέπει να τοποθετείται στην Ανατολή, καθώς και η είσοδος του Ναού κοιτούσε την Ανατολή’, T Megillah III, 22., ‘…καὶ εἰσακούσῃ τῆς δεήσεως τοῦ δούλου σου καὶ τοῦ λαοῦ σου ᾿Ισραήλ, ἃ ἂν προσεύξωνται εἰς τὸν τόπον τοῦτον…’, Βασ. Γ’, 8, στ. 30., ‘Καὶ Δανιήλ… εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶ αἱ θυρίδες ἀνεῳγμέναι αὐτῷ ἐν τοῖς ὑπερῴοις αὐτοῦ κατέναντι ῾Ιερουσαλήμ…’, Δανιήλ, 6, στ. 10. 411 Για παράδειγμα, εξαιρέσεις αποτελούν η βασιλική του Αγ. Πέτρου στη Ρώμη και ο ναός του Παναγίου Τάφου, οι οποίες στρέφονται προς τη Δύση. Για περισσότερες πληροφορίες: Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 18-19. 412 Ματθ., κζ’, στ. 27: ‘ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου·’. Για περισσότερες πληροφορίες: Stephens, J. (2013). “East” in Curl. Στο J. S. Curl, & J. J. Sambrook, Encyclopaedia of Architectural Terms. London, United Kingdom: Taylor & Francis Ltd.
Εικ.154: Εσωτερική άποψη του Masjid Abijo προς τον ανατολικό τοίχο qibla. Ισλάμ.
119
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Εικ.155: Τριμερής διάρθρωση του Ναού του Σολομώντος. Συμβολισμός του κόσμου. Αριστερά: Α' Ναός, Δεξιά: Β' Ναός. Ιουδαϊσμός. Εικ.156: : Τριμερής διάρθρωση των χριστιανικών εκκλησιών που μελετήθηκαν και εύρος προσανατολισμού προς τη 'λειτουργική ανατολή'. Συμβολισμός του κόσμου. Εικ.157: Δημιουργία του συμβόλου του σταυρό στην κάτοψη των εκκλησιών που μελετήθηκαν.
120
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΠΌ ΤΟ ΒΕΒΗΛΟ
Εικ.158: Τριμερής διαχωρισμός τον τζαμιών που μελετήθηκαν με βάση την πυξίδα qibla. Επεξεργασία από συγγραφέα. Εικ.159: : Διμερής διάρθρωση των συναγωγών που μελετήθηκαν. Διακρίνεται η απουσία του ιερότερου στοιχείου(γαλάζιο χρώμα). Ιουδαϊσμός.
121
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Κάθε ιερός χώρος από τις παραπάνω θρησκείες απομονώνεται από τον υπόλοιπο κόσμο με τη βοήθεια άλλες φορές υψηλού μνημειακού τείχους κι άλλες απλής περίφραξης. Για να γίνει ακόμα πιο έντονος αυτός ο διαχωρισμός, συναντάται συχνά η τοποθέτηση των ιερών χώρων πάνω σε υψώματα, φυσικά ή τεχνητά413. Έτσι, ο Ναός του Σολομώντα βρισκόταν σε λόφο414 και ο χώρος που περιείχε τον περίβολο και το κυρίως κτίσμα του διαχωριζόταν από τον υπόλοιπο κόσμο με τη βοήθεια αυλόγυρου γιγαντιαίων διαστάσεων. Ακόμα και το κτήριο του Ναού διαχωριζόταν από τους πιστούς που παρέμεναν στις αυλές με μικρότερο διάτρητο πέτρινο κιγκλίδωμα, γνωστό στα εβραϊκά ως soreg, λέξη της οποίας η σημασία είναι ‘περιβάλλω’ ή ‘ελίσσομαι’415. Η ίδια τακτική του περιβόλου αλλά σε πολύ μικρότερη κλίμακα ακολουθείται και στις συναγωγές, οι οποίες όταν υπάρχει δυνατότητα διαμορφώνονται πάνω σε τεχνητό ύψωμα και διαθέτουν περιτείχισμα. Στο Βουδισμό τα μοναστήρια παρουσιάζουν πάντοτε περίφραξη, ενώ στον Ινδουισμό ο διαχωρισμός του ιερού χώρου από το βέβηλο ενισχύεται ακόμα περισσότερο, με τον περίβολο να διαθέτει συνήθως εσωτερικά διαμόρφωση στοών prākāra. Μάλιστα στο Ν. Ινδουισμό, ο περίβολος χρωματίζεται με ρίγες λευκού και κόκκινου χρώματος (εικ.160), τα οποία συμβολίζουν τη δύναμη των αρσενικών και θηλυκών θεοτήτων, με αναφορά στις κυριότερες αναπαραγωγικές λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος416. Επιπρόσθετα, όπως φάνηκε και στα παραδείγματα που αναλύσαμε, οι ινδουιστικοί ιεροί χώροι είναι χτισμένοι σε φυσικό ή τεχνητό ύψωμα και πολλές φορές προσβάσιμοι μέσω ανηφορικών διαδρομών, οι οποίες αρχικά ήταν δύσβατες με ζουγκλώδη βλάστηση, που καθιστούσε τους ναούς δυσπρόσιτους417. Άλλο ένα στοιχείο διαφοροποίησης του ινδουιστικού ιερού χώρου από το βέβηλο περιβάλλον είναι η ύπαρξη ειδικών διαμορφώσεων για την υποδοχή λαβάρων, τα οποία διαθέτουν συγκεκριμένο χρώμα ή σύμβολο ανάλογα με τη θεότητα στην οποία ανήκουν (εικ. 161). Κατ’ αυτόν τον τρόπο συμβολίζεται η ‘κατάκτηση’ αυτού του χώρου από τη συγκεκριμένη θεότηΕικ.160: Ριγέ κόκκινο-άσπρος τοίχος περιμετρικά του ναού Krishnapuram Veṇkiṭācalapati. Ινδουισμός. Εικ.161: Λάβαρο στο ναό Muṇḍeśvarī και υποδοχές για λάβαρο εκατέρωθεν του ναού Kailāśa, Ellora. Ινδουισμός.
122
413 Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online., σσ. 1. 414 Για το συγκεκριμένο κιγκλίδωμα γίνονται αναφορές στο έργο του Ιώσηπου Φλάβιου ‘Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου’, στο Βιβλίο Δ’, στ. 182: ‘… μηδέποτε ὑπερβῆναι τὸν ὅρον τῶν βεβήλων’, στο Βιβλίο Ε’, στ. 193: ‘…δρύφακτος περιβέβλητο λίθινος, τρίπηχυς μὲν ὕψος…’ και στο Βιβλίο Στ’, στ. 124-128. Αναφορές υπάρχουν και στο έργο του ‘Ιουδαϊκή αρχαιολογία’, στα Βιβλίο ΙΒ’, στ. 145 και Βιβλίο ΙΕ’, στ. 417. Για περισσότερες πληροφορίες: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 13-15. 415 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 15. 416 Branfoot, C. (2008). Imperial Frontiers: Building Sacred Space in Sixteenth-Century South India. The Art Bulletin, 90(2), σσ. 171, Parthasarathy, A. (2001). The Symbolism of Hindu Gods and Rituals. Vedanta Life Institute, σσ. 161. 417 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/., Parthasarathy, A. (2001). The Symbolism of Hindu Gods and Rituals. Vedanta Life Institute, σσ. 157-158.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΠΌ ΤΟ ΒΕΒΗΛΟ
τα, καθιστώντας τον ιερό418. Στο Χριστιανισμό το στοιχείο της περίφραξης δεν είναι τόσο έντονο, καθώς ναι μεν οι εκκλησίες βρίσκονται εντός διαμορφωμένου οικοπέδου με αυλή, αλλά δεν παρουσιάζουν περίφραξη. Εν αντιθέσει, στο Ισλάμ τα τζαμιά αναπτύσσονται εντός περίφρακτων συγκροτημάτων με εσωτερικές στοές και κιονοστοιχίες, ακολουθώντας συνήθως την αρχιτεκτονική διάρθρωση αραβικής κατοικίας419 όταν πρόκειται για δημόσια χρήση τους. Η διάταξη αυτή αποτελεί θεϊκή παράδοση420. Η πρόσβαση σε όλους τους ιερούς χώρους που διαθέτουν περίφραξη επιτυγχάνεται μέσω πυλών, των οποίων η διαμόρφωση αντιστοιχεί στα μορφολογικά χαρακτηριστικά του εκάστοτε κτηρίου και πραγματοποιείται με σκοπό να προσδοθεί ιδιαίτερη σημασία στον ιερό χώρο, εφιστώντας την προσοχή των εισερχομένων. Έτσι, παρατηρείται η ανάπτυξη μνημειωδών πυλών, όπως στον Ιουδαϊσμό με το Ναό του Σολομώντα και την Πύλη του Νικάνορα, τον Ινδουισμό με τις πύλες gopuram και το Βουδισμό με τις πύλες Iljumun. Η τελευταία φαινομενικά μονόστηλη κατασκευή συμβολίζει το μοναδικό μονοπάτι φωτισμού, που έδειξε ο Βούδας-Gautama, το οποίο στηρίζει πάνω του όλον τον κόσμο421. Στο Ισλάμ, η κάθε πύλη είναι αφιερωμένη στον ιδρυτή της ή κάποιο ιερό πρόσωπο της παράδοσης, θέλοντας έτσι να ενισχύσει την προστασία του ιερού χώρου από το βέβηλο (εικ.162). Στο Χριστιανισμό, η ανυπαρξία περίφραξης συνεπάγεται στην απουσία πυλών. Ένα τελευταίο ιδιαίτερο στοιχείο που ενισχύει αυτή τη διάθεση διαχωρισμού του ιερού από το βέβηλο, είναι η διαμόρφωση των ιερών χώρων με πρόθεση να αποτελούν κέντρο της κοινωνίας από όπου θα ελέγχεται κάθε λειτουργία, επιμένοντας κυρίως στον τομέα της εκπαίδευσης. Συνεπώς, στα βουδιστικά μοναστήρια422 και τους πρώτους χριστιανικούς ναούς423 προσαρτούνταν τυπογραφεία και βιβλιοθήκες, ενώ στις εβραϊκές συναγωγές424 και τα ισλαμικά 418 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective, σσ. 11. 419 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 101-102. 420 Κοράνι, 9:28. Για περισσότερες πληροφορίες: Γιαννουλάτος, Α. (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 106. 421 Για περισσότερες πληροφορίες: An illustrated guide to Korean culture : 233 traditional key words. (2002). Korea: Hakgojae: Seoul, σσ. 187. 422 Όπως στο μοναστήρι Samyé, που αναλύθηκε. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 43-46. 423 Όπως στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας, το καθολικό του οποίου αναλύθηκε. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 91-95. 424 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 3-4.
Εικ.162: Οι πύλες διακοπής του περιμετρικού τείχους για είσοδο στον ιερό χώρο. Πάνω: gopuram-Ινδουισμός, Μέση: Iljumun-Βουδισμός, Κάτω αριστερά: Ισλαμική πύλη, Κάτω δεξιά: Η Πύλη του Νικάνορα-Ιουδαϊσμός.
123
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
τζαμιά425 σχολεία, δικαστήρια, βιβλιοθήκες και χώροι φιλοξενίας. Ιδιαίτερα τα τζαμιά, αποτελούσαν χώρο λήψης όλων των κοινωνικών αποφάσεων, καθώς ο πολιτικός αρχηγός ήταν και θρησκευτικός426. Μόνο για τους ινδουιστικούς ιερούς χώρους δεν διαθέτουμε στοιχεία σε σχέση με τέτοιου είδους κοινωνικές λειτουργίες, καθώς φαίνεται να αποτελούσαν απομονωμένους δυσπρόσβατους χώρους, αποκομμένους από την κοινωνία, με σκοπό τη διαφύλαξη του ιερού από το βέβηλο. Έχοντας εισέλθει πλέον στο αποκομμένο, απομονωμένο ή απλώς επιλεγμένο τμήμα γης που αποτελεί ιερό χώρο, ακολουθεί ξεχωριστό τμήμα με σκοπό την κατάλληλη προετοιμασία και τον εξαγνισμό του ανθρώπου, ώστε να μεταβεί στα ενδότερα του ιερού κτίσματος χωρίς να το βεβηλώσει.
7.2.
Εικ.163: Parikrama γύρω από την πηγή της ιερότητας. Αριστερά: chaitya, Σπηλιές Bhaja. Δεξιά: Ναός μοναστηριού Samyé. Βουδισμός. Εικ.164:Το ṭawāf γύρω από τον Ιερό Κύβο Kaaba, κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος Hajj. Ισλάμ.
ΧΩΡΟΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ ΙΕΡΟ_
Κάθε θρησκεία, προκειμένου να διαφυλάξει τους ιερούς της χώρους από βεβήλωση κατά την είσοδο των πιστών, αλλά και να προσδώσει τον απαραίτητο σεβασμό στη συγκεκριμένη διαδικασία της εξ επαφής προσέγγισης του ιερού χώρου(κυριολεκτικά) και του υπερβατικού στοιχείου(μεταφορικά), έχει θεσπίσει τελετουργικά προετοιμασίας και εξαγνισμού, τα οποία συνοδεύονται από καθιερωμένες αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις. Όπως είδαμε και κατά την ανάλυση των παραδειγμάτων, οι περιοριστικές αυτές αρχιτεκτονικές διαμορφώσεις, γνωστές στην παρούσα εργασία ως ‘όρια του ιερού’, παρουσιάζουν αντιστοιχίες μεταξύ των θρησκειών. Συνεπώς, μπορούμε να τις κατατάξουμε σε τρεις κατηγορίες. Εξαίρεση αποτελεί η διαμόρφωση του τμήματος του νάρθηκα των χριστιανικών εκκλησιών, η οποία αποτελεί από μόνη της μια κατηγορία επιπλέον, καθώς δεν διακρίνεται παρόμοιος χώρος προετοιμασίας εισόδου σε κάποια από τις υπόλοιπες τέσσερις θρησκείες. Ειδικότερα, στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται οι διαμορφώσεις που εξυπηρετούν τελετουργικά περιφοράς ή περιστροφής του πιστού γύρω από κάτι ιερό. Συγκεκριμένα, στο Βουδισμό συναντήσαμε το μονοπάτι parikrama ή αλλιώς pradakśiṇā, έναν διάδρομο που αναπτύσσεται περιμετρικά εντός του κυρίως ναού του κάθε μοναστηριού427. Στους πρώτους βουδιστικούς ιερούς 425 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/mosque. 426 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/mosque. 427 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., 6.2.
124
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΧΩΡΟΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ ΙΕΡΟ
χώρους, το parikrama περιτρέχει το κεντρικό stūpa(μαυσωλείο)428, ενώ στους μεταγενέστερους το άγαλμα του Βούδα429(εικ.163). Ο πιστός περιφέρεται δεξιόστροφα έχοντας στα δεξιά του το ιερό αντικείμενο, ακολουθώντας το parikrama συμβολικά ως πέρασμα στον εξαγνισμό, ώστε να απορροφήσει την ιερή ενέργεια και να καταστεί κατάλληλος για προσκύνησή του ιερότερου στοιχείου του ναού430. Εξ’ ου και η σημασία των ονομάτων του μονοπατιού, που στα σανσκριτικά σημαίνουν ‘το μονοπάτι που περιβάλλει κάτι’ και ‘προς τα δεξιά’, αντίστοιχα431. Το parikrama διαμορφώνεται με τη βοήθεια τοποθέτησης επάλληλων σειρών κιονοστοιχιών, οι οποίες σε συνδυασμό με τον περιμετρικό τοίχο και το ιερό αντικείμενο δημιουργούν ένα νοητό μονοπάτι, άλλοτε ευδιάκριτο κι άλλοτε δυσδιάκριτο, περιμετρικά της πηγής της ιερότητας του εκάστοτε χώρου. Αντίστοιχο μονοπάτι με την ίδια ονομασία, λειτουργία και διαμόρφωση συναντήσαμε και στους ινδουιστικούς ιερούς χώρους432 (εικ.165), με τη διαφορά ότι αναπτύσσεται γύρω από το garbhagriha που περιέχει το ιερό σύμβολου του θεού, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο εκάστοτε ναός. Παρόμοιο τελετουργικό παρατηρείται και στο Ισλάμ. Στο τζαμί Masjid al-Haram αναπτύσσεται μεγάλη ανοιχτή πλατεία-Mataaf γύρω από τον Ιερό Κύβο Kaaba, της οποίας τα εξωτερικά όρια θέτονται από τον περιβάλλοντα στεγασμένο πολυώροφο χώρο προσευχής με κιονοστοιχίες433. Έντονη διαφοροποίηση παρουσιάζεται επίσης εξαιτίας της αντοιχτότητας του Mataaf και της δαπεδόστρωσης από λευκό μάρμαρο, που ‘αστράφτει’ στο δυνατό ήλιο (εικ.164). Σύμφωνα με το τελετουργικό ṭawāf, το οποίο πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος Hajj, οι πιστοί ξεκινώντας από τη γωνία του Kaaba με το Μαύρο Λίθο πρέπει να περιφερθούν δεξιόστροφα περιμετρικά του Κύβου εφτά φορές, πλησιάζοντας τον σε κάθε στροφή όλο και περισσότερο, απευθύνοντας ταυτόχρονα δεήσεις στον Αλλάχ. Συμβολικά, η αρμονική αυτή περιστροφή των πιστών γύρω από τον ιερότερο χώρο, αναπαριστά την ενότητά τους απέναντι στο Θεό434. Στόχο αποτελεί η συμφιλίωση με τον Αλλάχ και το 428 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 36-42. 429 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 42-47. 430 5000 Years of Indian Architecture. (1951). New Delhi: The Publications Division, Ministry of Information and Broadcasting, Government of India., Bhardwaj, S. M. (2017). CIRCULATION AND CIRCUMAMBULATION IN TIRTHA YATRA, In light of Geography and Self-Organization concept of the Chaos Theory. Kent: Kent State University., Hays, J. (2015). Tibetan architecture: temples, palaces, stupas. 431 Bowker, J. (1999). The Oxford Dictionary of World Religions. New York: Oxford University Press., σσ. 224. 432 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2. 433 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 103-106. 434 Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill., σσ. 317. Για περισσότερες πληροφορίες: Denny, F. M. (2005). An Introduction to Islam (3η εκδ.). New Jersey: Pearson Prentice Hall., Sharīatī, A. (1992). HAJJ: Reflection on Its Rituals. Chicago: Kazi Publications.
Εικ.165: Parikrama γύρω από την πηγή της ιερότητας. Από αριστερά: Ναός Muṇḍeśvarī, Ναός Kailāśa, Ναός Krishnapuram Veṇkiṭācalapati, Ναός της Πέτρας και του Φωτός . Ινδουισμός.
125
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
άγγιγμα ή ο ασπασμός του Μαύρου Λίθου, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση, κατά τη Μέρα της Αποκάλυψης θα λάβει ζωή για να κρίνει τους άξιους και τους ανάξιους, που τον έχουν προσκυνήσει435. Ένα άλλο στοιχείο προετοιμασίας των πιστών προκειμένου να εισέλθουν στον ιερό χώρο είναι η ανάβαση436. Ξεκινώντας πάλι από το Βουδισμό, είδαμε ότι στο σύγχρονο παράδειγμα ιερής αρχιτεκτονικής το μοναστήρι αναπτύσσεται με βάση έναν κεντρικό ανηφορικό άξονα, σε τρία καθ’ ύψος επίπεδα. Η σύνδεση μεταξύ των τελευταίων, που ταυτόχρονα αποτελεί οριοθέτηση για την καθαρή διάκριση αυτών των τριών τμημάτων, πραγματοποιείται με κλίμακες και ράμπες437(εικ.48). Συμβολικά, ο πιστός ‘ανεβαίνει’ από την κοσμική ανίερη κατάσταση στο φωτισμό, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια. Παρόμοια ανηφορική διαδρομή βρίσκουμε στους ινδουιστικούς ιερούς χώρους, η οποία αρχικά ήταν χαοτική και δύσβατη, ενώ σήμερα έχει εξομαλυνθεί με σκοπό την εύκολη πρόσβαση στους ναούς, εκ των οποίων οι περισσότεροι αποτελούν τουριστικά αξιοθέατα. Συμβολικά, ο πιστός ‘ανεβαίνει’ με κόπο και ιδιαίτερη προσπάθεια από τον κόσμο των ανθρώπων στο ιερό του θεού, με σκοπό ο τελευταίος να μεταφέρει τις προσευχές του στον παράδεισο.
Επιπλέον, ιδιαίτερη ανηφορική διαδρομή αναπτυσσόταν και εξωτερικά του Ναού του Σολομώντος. Για την είσοδο στο Ναό ακολουθούνταν μια συγκεκριμένη διαδρομή, που αποτελούσε τελετουργικό κάθαρσης. Το μονοπάτι ενός προσκυνητή του 1ου αι.μ.Χ. ξεκινούσε από τα νότια εξωτερικά τείχη της αυλής των εθνικών, όπου όπως αναγράφεται στο ‘M. Middoth’438 ‘…οι δύο πύλες Huldah χρησίμευαν για να εισέλθεις και να εξέλθεις από το λόφο του Ναού… ερχόμενος από τη δεξιά, κάνοντας τον κύκλο περιμετρικά του εξωτερικού περίβολου του Ναού, εξερχόσουν από την αριστερή…’. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν αναμειγνύονταν οι εξαγνισμένοι προσκυνητές με τους ακάθαρτους439. Είναι κατανοητό ότι εντός του Ναού πραγματοποιούνταν εξαγνισμός των πιστών, κάτι που αποτελεί το τελευταίο ‘βήμα’ πριν εισέλθει κανείς στο ιερότερο και προσβάσιμο γι’ αυτόν τμήμα. Έτσι, περνάμε στην τρίτη κατηγορία χώρων προετοιμασίας εισόδου στο ιερό, που είναι οι δεξαμενές εξαγνιστικών πλύσεων. Στο Ναό του Σολομώντα440, πριν περάσουν οι προσκυνητές το εξωτερικό τείχος του Ναού, έπρεπε να εξασφαλίσουν ‘αγνότητα’ και ‘καθαρότητα’. Οι διαμορφώσεις που εξυπηρετούσαν αυτή τη διαδικασία ήταν οι κολυμβήθρες miqva’ot, οι οποίες υπήρχαν στα όρια μεταξύ των διάφορων τμημάτων, ώστε ο πιστός κάθε φορά να περνάει από μέσα και να εξαγνίζεται με σκοπό να μεταβεί στο επόμενο ιερότερο τμήμα. Για το λόγο αυτό, οι miqva’ot διέθεταν δύο ξεχωριστά μονοπάτια με μικρές κλίμακες εντός αυτών, απ’ όπου ο πιστός εισερχόταν ‘ακάθαρτος’ και αναδυόταν ‘αγνός’441(εικ.78). Εκτός από τους πιστούς λαϊκούς, εξαγνίζονταν και οι Ιερείς στη ‘χάλκινη θάλασσα’, ώστε να τελέσουν τις θυσίες στο βωμό της αυλής των Ιερέων ή να εισέλθουν στο κτήριο του Ναού. Μικρότερες δεξαμενές χρησιμοποιούνταν για τους τελετουργικούς καθαρμούς των ζώων, που επρόκειτο να προσφερθούν ως θυσία. Πέραν του Ναού, miqva’ot συναντούμε και έξω από τις συναγωγές του 3ου-8ου αι.442, όπως είδαμε και στην ανάλυση της συναγωγής στη Masada443. Το Ισλάμ, έχοντας την παραπάνω επιρροή, διατηρεί μέχρι και σήμερα το τελετουργικό πλύσης των πιστών προτού εισέλθουν στο τζαμί για να προσευχηθούν. Όπως φάνηκε και κατά την ανάλυση των ιερών ισλαμικών χώρων, στο sahn κάθε τζαμιού υπάρχουν σιντριβάνια καθαρμού (εικ.166) ώστε 435 Jami` at-Tirmidhi 961. 436 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ. 61-62. 437 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 47-50. 438 1:3, 2:2. Κείμενο από: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 10., μετάφραση από τη συγγραφέα. 439 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 10. 440 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 63-70. 441 M. Sheqalim 8:2 και Pesahim 19b, Ταλμούδ., Η Επιστολή του Αριστέα 106, Temple Scroll (11Q19) 45. 1-7, Fragment Oxyrhynchus σσ. 840. Για περισσότερες πληροφορίες: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 10. 442 Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 30. 443 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 72-74.
126
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΧΩΡΟΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ ΙΕΡΟ
οι πιστοί να πλένουν τα πόδια, τα χέρια και το πρόσωπό τους, καθώς πρέπει να εισέλθουν ψυχικά προετοιμασμένοι και σωματικά καθαροί στον ιερό χώρο. Πέραν του συμβολικού ρόλου, η χρήση της παραπάνω διαδικασίας έγκειται και στο γεγονός ότι οι πιστοί εισέρχονται στο τζαμί ξυπόλητοι ή φορώντας λειτουργικά υποδήματα444. Το τελετουργικό της αφαίρεσης των υποδημάτων καθιερώθηκε στο Ισλάμ εις ανάμνησιν της προσταγής του Θεού στο Μωυσή να αφαιρέσει τα σανδάλια του προτού εισέλθει στο χώρο παρουσίας Του, στο όρος Σινά445. Γενικά, στις ανατολικές θρησκείες τα πόδια και τα υποδήματα θεωρούνται ακάθαρτα, γι’ αυτό και συνηθίζεται η αφαίρεση των υποδημάτων κατά την είσοδο σε κάποια οικία. Η διαδικασία αυτή ακολουθείται όπως στο Ισλάμ και κατά την είσοδο στους ινδουιστικούς ναούς, συμβολικές οικίες του υπερβατικού. Εξωτερικά αυτών συναντώνται δεξαμενές νερού, των οποίων η χρήση έγκειται στην υποχρέωση του πιστού να εξαγνιστεί πριν μπει στο ναό, βουτώντας ολόκληρος στη δεξαμενή ή πλένοντας το κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια του (εικ.167). Εκτός αυτού, το νερό που περιέχεται χρησιμοποιείται για τις ανάγκες των θεοτήτων και για την καθαριότητα του εκάστοτε ναού446. Στο Χριστιανισμό, η εξαγνιστική πλύση ονομάζεται ‘βάπτισμα’ και δεν πραγματοποιείται από τον πιστό κάθε φορά που πρέπει να εισέλθει στον ιερό χώρο, αλλά στην αρχή της χριστιανικής του ζωής. Το βάπτισμα, ένα από τα επτά τελετουργικά μυστήρια του Χριστιανισμού, τελείται κατ’ αντιστοιχία του βαπτίσματος του Ιησού Χριστού από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο ή Βαπτιστή, ο οποίος καλούσε τους ανθρώπους σε μετάνοια ώστε να ετοιμαστούν για την υποδοχή του Μεσσία, και τους βύθιζε ή περιέλουζε με τρεχούμενο νερό στον Ιορδάνη ποταμό, ‘ξεπλένοντας’ με αυτόν τον τρόπο τις αμαρτίες τους ενώ ταυτόχρονα οι βαπτιζόμενοι τις απαριθμούσαν447. Από τον 4ο-6ο αι. 444 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/mosque. 445 Έξοδος, γ’, στ. 5: ‘ὁ δὲ [ο Θεός] εἶπε· μή ἐγγίσῃς ὧδε. λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί.’ Για περισσότερες πληροφορίες: Lioy, D. (2008). KJV International Bible Lesson Commentary: The New Standard in Biblical Exposition Based on the International Sunday School Lessons (ISSL). USA: David C. Cook Distribution., σσ. 321. 446 Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective., σσ. 12, 447 Ματθ. γ’, στ. 13-16: ‘Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ. ὁ δὲ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ
Εικ.166: Τμήμα κατάλληλα διαμορφωμένο για καθαρμό πριν την είσοδο στο τζαμί. Ισλάμ. Masjid Abijo. Εικ.167: Οι προσκυνητές βαδίζουν ξυπόλητοι προς το Ναό της Πέτρας και του Φωτός. Ινδουισμός.
127
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
το βάπτισμα πραγματοποιείται σε κολυμβήθρες εντός περίκλειστου τμήματος, το γνωστό βαπτιστήριο (εικ.102)448. Με την παγκόσμια διάδοση του Χριστιανισμού, οι κολυμβήθρες αποτελούν φορητό αντικείμενο. Η αλλαγή αυτή οφείλεται στη μείωση του μέσου όρου ηλικίας των βαπτιζομένων, οι οποίοι στις μέρες μας είναι κυρίως νήπια, ενώ παλαιότερα ήταν ώριμης ηλικίας και έπρεπε πρώτα να κατηχηθούν και να περάσουν μία περίοδο προετοιμασίας449. Το βάπτισμα τελούνταν κατά κύριο λόγο το Πάσχα, ώστε να συνδεθεί η ‘αναγέννηση’ του ανθρώπου και ο εξαγνισμός του με την Ανάσταση του Χριστού. Εξαιτίας της χρήσης του βαπτιστηρίου μόνο μια φορά το χρόνο, κατά την οποία ο επίσκοπος τελούσε όλες τις τελετουργικές διαδικασίες ώστε να ετοιμαστεί ο χώρος, παρομοιάζεται450 με τα Άγια των Αγίων του Ναού του Σολομώντα, τα οποία παρέμεναν άδεια όλο το χρόνο εκτός από μία ημέρα, στον εορτασμό του Yom Kippur, όταν εισερχόταν στο Άδυτο ο Μέγας Αρχιερέας451. Όπως είδαμε και στο παράδειγμα της εκκλησίας της Παναγίας Αχειροποιήτου452, το βαπτιστήριο αποτελούσε ξεχωριστή κατασκευή προσαρτημένη στο ναό, συνήθως περίκεντρης οκταγωνικής τυπολογίας με προεξέχουσα ή υπόσκαφη δεξαμενή στο κέντρο. Για το Χριστιανισμό, ο αριθμός οχτώ συμβολίζει τις μέρες που πέρασαν από την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα μέχρι την Ανάστασή του, καθώς και τις ημέρες που χρειάζονται για να ολοκληρωθεί η δημιουργία του κόσμου μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία453. Μάλιστα, για να τονιστεί η σημασία του ‘ζωοποιού’ βαπτίσματος, οι κολυμβήθρες στολίζονταν με γυαλιστερά ψηφιδωτά, ώστε σε συνδυασμό με τις αντανακλάσεις του φωτός στο νερό να φαίνεται ότι πραγματικά το τελευταίο προσφέρει ζωή454. Εκτός από τη βάπτιση, παρατηρείται η
Εικ.168: Αγιασμός στη Φιάλη. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας.
128
ἔρχῃ πρός με; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν πρὸς αὐτόν· Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. τότε ἀφίησιν αὐτόν· καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος·…’, Πραξ. Ι’, στ. 37: ‘…τὸ βάπτισμα ὃ ἐκήρυξεν Ἰωάννης’. 448 Jensen, R. M. (2011). Living Water: Images, Symbols, and Settings of Early. Leiden: Brill., σσ. 127-178. 449 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA : Oxford University Press., σσ. 46. 450 Την παρομοίωση διατυπώνει ο επίσκοπος Μιλάνου Αμβρόσιος (374-397). Για περισσότερες πληροφορίες: Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA : Oxford University Press., σσ. 42. 451 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 68. 452 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 83-90. 453 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 44. 454 Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA: Oxford University Press., σσ. 46.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΧΩΡΟΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΤΟ ΙΕΡΟ
συνήθεια καθαγιασμού των υδάτων και η μετατροπή τους σε αγιασμό, ο οποίος αναβλύζει από συγκεκριμένες δεξαμενές στην είσοδο των ναών, όπως η Φιάλη στο καθολικό της μεγίστης Λαύρας455(εικ.117, 168). Ο πιστός, προσέρχεται σε αυτές για να πιει αγιασμό, χωρίς αυτή η κίνηση να είναι υποχρεωτική πριν την είσοδό του στον εκάστοτε ναό. Παρόμοια είναι και η χρήση των ινδουιστικών praṇāla, αυλάκια με νερό που περιτρέχουν το ιερό σύμβολο της θεότητας-προστάτη του εκάστοτε ναού, τα οποία καταλήγουν έξω από το ναό456. Όπως προειπώθηκε, οι άνθρωποι που σκοπεύουν να γίνουν Χριστιανοί σε ώριμη ηλικία οφείλουν να περάσουν ένα στάδιο προετοιμασίας και κατήχησης. Ωστόσο, η Εκκλησία δεν τους απορρίπτει, όπως και κανέναν άνθρωπο, πιστό ή άπιστο, καθώς ‘…πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ457…’. Σε πηγές που αφορούν εκκλησιαστικούς χώρους από την εποχή του Βυζαντίου παρατηρείται η αναφορά σε τμήματα γνωστά ως ‘κατηχούμενο/α’458, έννοια που δεν συσχετίζεται τόσο με την ομάδα ανθρώπων (κατηχούμενοι) όσο με την προσπάθεια (επαν)ένταξης στην εκκλησία, λόγω άγνοιας ή σφάλματος. Η σχέση των κατηχουμένων με τον κυρίως ναό δεν ήταν άμεση, και περιοριζόταν αποκλειστικά στην ακουστική επαφή. Ίσως τα κατηχούμενα αποτελούσαν τμήματα των υπερώων και συνεπώς ήταν απομονωμένοι χώροι της εκκλησίας. Οι χρήστες τους δεν έρχονταν σε κανενός είδους επαφή με το υπόλοιπο εκκλησίασμα ούτε με τα δρώμενα. Εδώ, το ύψος, η απόσταση και η απουσία της αίσθησης της όρασης αποτελούν τα όρια σε σχέση με το ιερότερο τμήμα του ναού. Παρόμοια ήταν και η λειτουργία του νάρθηκα, ως χώρος προετοιμασίας εισόδου στο ιερό (εικ. Κατόψεις με νάρθηκες). Σε αντίθεση με τα κατηχούμενα, το τμήμα αυτό διατηρείται μέχρι τις μέρες μας εντός των εκκλησιών, περισσότερο τυπολογικά παρά λειτουργικά (εικ.169). Στο μέρος αυτό, το οποίο αποτελεί το λιγότερο ιερό και περισσότερο απομακρυσμένο από το Ιερό τμήμα μιας εκκλησίας, παρέμεναν οι άπιστοι, οι κατηχούμενοι και οι μετανοούντες459. Αποτελεί μεταίχμιο και όριο μεταξύ του κόσμου και Εικ.169: Ο χώρος του 455 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 91-95. 456 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2., σσ. 51-53. 457 Γαλ., γ’, στ. 28. 458 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 45. 459 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 109-118
νάρθηκα στην είσοδο των εκκλησιών που αναλύθηκαν. Χριστιανισμός. Εικ.170: Το τρίβηλο της Βασιλείου Πύλης. Εκκλησία Παναγίας Αχειροποιήτου.
129
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
του υπερβατικού, του βέβηλου και του ιερού. Ανάμεσα στο νάρθηκα και τον κυρίως ναό παρεμβάλλεται το τρίβηλο (εικ.170), το οποίο έκλεινε με καταπετάσματα ή θύρες, μη επιτρέποντας τη συμμετοχή των ανθρώπων που έστεκαν εκεί στις τελετουργίες, παρά μόνο μέσω της ακοής τους, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τη θέληση των παραμενόντων στο νάρθηκα να καταστούν κατάλληλοι ώστε να συμμετέχουν πλήρως στα δρόμενα. Ιδιαίτερα αντιληπτή γίνεται αυτή η πρόθεση στο καθολικό της Μονής της Χώρας, όπου ο νάρθηκας χαρακτηρίζεται ως ‘Χώρα των Ζώντων’ σε ψηφιδωτό του Χριστού που υπάρχει στην πύλη μεταξύ του εξωνάρθηκα και του εσωνάρθηκα (εικ.19). Σήμερα, ο νάρθηκας διαθέτει συνήθως μεγάλα ανοίγματα, που επιτρέπουν με ευκολία τις οπτικές φυγές και το πέρασμα προς τον κυρίως ναό, ενώ κάποιες φορές παραλείπεται, όπως φαίνεται και στο παράδειγμα του σύγχρονου χριστιανικού παρεκκλησίου που αναλύθηκε460.
7.3.
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΦΥΛΩΝ_
Κοιτάζοντας την ιστορία και την παράδοση των λαών, πολλές φορές δύσκολα γίνεται διακριτή η πραγματικότητα από το μύθο. Από την γένεση του κάθε πολιτισμού υπήρξε έντονο το θρησκευτικό στοιχείο μέσω των διάφορων δοξασιών, η πλειονότητα των οποίων είχε σχέση με το ανεξήγητο, δηλαδή τη φύση, τα καιρικά φαινόμενα και τη συμπεριφορά του ανθρώπου. Στις περισσότερες πρωτογενείς κουλτούρες (ιρλανδική κέλτικη, αρχαιο-ελληνική, αιγυπτιακή, βορειο-αμερικανική, ινδική, κινέζικη κ.ά.), που αποτέλεσαν βάση για την εξέλιξη των θρησκειών στη σημερινή τους κατάσταση, κυριαρχεί η αστρονομία και τα τέσσερα βασικότερα στοιχεία της φύσης: ο αέρας, η φωτιά, το νερό και η γη. Συνεπώς, αρχικά οι κοινωνίες ήταν μητριαρχικές, με κυρίαρχο τη μητέρα-φύση και συμβολισμούς που είχαν να κάνουν με τη γυναίκα και τον κύκλο ζωής της . Περνώντας στην πατριαρχία, και με την εμφάνιση θρησκειών που ο ιδρυτής τους είναι άντρας, παρατηρούμε ότι δογματικά ο στόχος ζωής του ανθρώπου υπερβαίνει το θάνατο του σώματος, δηλαδή τη φυσική κατάσταση, εμφανίζεται η έννοια της ψυχής, και δίνεται έμφαση πλέον στην αθανασία. Κέντρο του κόσμου δεν θεωρείται η μητέρα-φύση αλλά ο ίδιος ο Κόσμος, που έχει πλαστεί από το υπερβατικό στοιχείο-Δημιουργό461. Στο Βουδισμό, η θέση της γυναίκας ήταν πολύ κατώτερη του άντρα, καθώς εκείνη θεωρούνταν αιτία του πάθους και της επιθυμίας των ανδρών, και άρα της εξάρτισής τους από το σώμα. Διδάσκονταν στους άντρες μοναχούς ο φόβος προς τη γυναίκα, μιας και αυτή αποτελούσε την πιο υποχθόνια και επικίνδυνη παγίδα των αισθήσεων. Σε συζήτηση του Gautama(Βούδας) με το μαθητή του Ananda: ‘Δάσκαλε, πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε απέναντι στις γυναίκες;’ – ‘Πρέπει να αποφεύγεις το βλέμμα τους, Ananda.’ – ‘Μα αν τις δούμε, δάσκαλε, τι θα κάνουμε μετά;’ – ‘Μην τις μιλήσεις, Ananda.’ – ‘Μα αν τις μιλήσουμε, τι θα συμβεί μετά;’ – ‘Μετά, πρέπει να περιφρουρήσεις τον εαυτό σου, Ananda.’462 Το να ερωτευτεί κάποιος θεωρούνταν Mokah, παραφροσύνη. Ωστόσο, μετά από παρότρυνση του μαθητή του Ananda, ο Gautama δέχτηκε να παραχωρήσει στις γυναίκες τη δυνατότητα να γίνονται μοναχές, με λιγότερα δικαιώματα από τους μοναχούς και αυστηρότερους κανόνες, κάνοντας υπακοή σε αυτούς με σκοπό να καθυποταχτεί η γεμάτη πάθη και συναισθήματα φύση τους463. Γενικώς, στο Βουδισμό παροτρύνεται η πνευματική απάρνηση του φύλου, και ως αποτέλεσμα στην αρχιτεκτονική δεν φανερώνονται διαμορφώσεις που να προορίζονται για χρήση από ανθρώπους συγκεκριμένου φύλου (εικ.171). Το ίδιο συμβαίνει και στον Ινδουισμό (εικ.172). Θα λέγαμε ότι ο διαχωρισμός γίνεται ανάλογα με την πνευματική κατάσταση του κάθε πιστού, γι’ αυτό και οι μοναχοί έχουν πάντοτε προτεραιότητα.
Εντελώς διαφορετική είναι η προσέγγιση του Ιουδαϊσμού όσον αφορά τη διάκριση των φύλων, και
460 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 98-100. 461 Για περισσότερες πληροφορίες: Condren, M. T. (χ.χ.). Sacred Spaces: What Makes Them Sacred? Monmouth College, Communication Studies. 462 Coomaraswamy, A. (1916). Buddha and the gospel of Buddhism. New York: G. p. PUTNAM’S SONS., σσ. 160. 463 Coomaraswamy, A. (1916). Buddha and the gospel of Buddhism. New York: G. p. PUTNAM’S SONS., σσ. 162, Γιαννουλάτος, Α. (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 210.
130
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΦΥΛΩΝ
ιδίως κατά τους αρχαίους χρόνους. Ξεκινώντας από το Ναό του Σολομώντος464, είδαμε ότι αν και επιτρεπόταν η είσοδος σε όλους τους Ιουδαίους, οι γυναίκες διαχωρίζονταν από τους άντρες. Χώρος παραμονής των γυναικών ήταν η αυλή των γυναικών-ezrat nashim μεταξύ της αυλής των εθνικών και της αυλής του Ναού, που περιείχε τμήμα για τους άνδρες και τμήμα για τους Ιερείς. Το γεγονός αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, καθώς η γυναίκα θεωρούνταν κατώτερη του άντρα και ακάθαρτη από τη φύση της, κι έτσι της επιτρεπόταν η είσοδος μέχρι τη συγκεκριμένη αυλή. Τείχος περιέτρεχε την αυλή των γυναικών τόσο προς την αυλή των εθνικών, ώστε να διαχωρίζονται οι εθνικοί από τους πιστούς, όσο και προς την αυλή του Ναού. Μόνη πρόσβαση στην τελευταία αποτελούσε η Πύλη του Νικάνορα465. Για να ενισχύεται ακόμα περισσότερο αυτή η διαφοροποίηση, στην αυλή των γυναικών είχε δημιουργηθεί περιμετρική στοά, έτσι ώστε οι άντρες Ιουδαίοι να περνούν από το ισόγειο για να εισέλθουν στην αυλή του Ναού, που επιπλέον ήταν υπερυψωμένη κατά δεκαπέντε σκαλιά, και οι γυναίκες να παραμένουν στην οροφή των στοών(εικ. 173). Ειρωνεία αποτελεί το γεγονός ότι ιερό στοιχείο εντός της αυλής του Ναού αποτελούσε το αίμα των θυσιασμένων ζώων, ενώ ταυτόχρονα βέβηλο στοιχείο ήταν το αίμα του αναπαραγωγικού κύκλου της γυναίκας, εξ ‘ου και ο διαχωρισμός των αυλών466. O διαχωρισμός αυτός δεν διατηρήθηκε τόσο αυστηρά στις συναγωγές. Σε αντίθεση με το Ναό, οι τελετές έπαψαν να είναι προσβάσιμες μόνο από συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων, δίνοντας τη δυνατότητα σε κάθε πιστό να συμμετέχει και να βλέπει τα δρόμενα467. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψε η τοποθέτηση των δύο φύλων σε ξεχωριστά τμήματα του ιερού χώρου. Όπως είδαμε στη συναγωγή της Καπερναούμ468 και των Μοναστηριωτών469, αναπτύσσεται συγκεκριμένος χώρος για την παρακολούθηση της ανάγνωσης της Torah από τις γυναίκες, σε τμήματα περιμετρικά του κεντρικού χώρου προσευχής, όπως ο γυναικωνίτης. Στη συναγωγή της Καπερναούμ, ο 464 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 63-70. 465 Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε›, στ. 198-199. Για περισσότερες πληροφορίες: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 16-17. 466 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 16-18. 467 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 1. 468 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 74-77. 469 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 77-79.
Εικ.171: Ομαδικός διαλογισμός στον παλαιό ναό Jetavana. Δεν παρατηρείται διαχωρισμός των φύλων. Βουδισμός. Εικ.172: Ανυπαρξία διαχωρισμού των φύλων. Ναός Muṇḍeśvarī. Ινδουισμός.
131
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
γυναικωνίτης πιθανώς έφερε διάτρητο πέτασμα-καφασωτό που εμπόδιζε την ολική θέαση των τελετουργιών που πραγματοποιούνταν στο ισόγειο (εικ.92). Το καφασωτό αυτό ονομάζεται mechitza, και αποτελεί λειτουργικό στοιχείο διαχωρισμού των γυναικών από τους άντρες εντός των συναγωγών, που αναφέρεται στο ‘Ταλμούδ’470. Επίσης, οι γυναίκες εισέρχονται στη συναγωγή από ξεχωριστή είσοδο, με απομονωμένη αυλή και διάδρομο που οδηγεί στο γυναικωνίτη, έτσι ώστε να μην ανακατεύονται με τους άντρες. Ωστόσο, αυτή η συνήθεια έχει αρχίσει να παραβλέπεται (εικ.174).
Εικ.173: Ζωγραφική αναπαράσταση με την κατανομή των χρηστών του Ναού στην αυλή των γυναικών. Εικ.174: Διαχωρισμός των φύλων. Συναγωγή Μοναστηριωτών. Ιουδαϊσμός.
132
Στο Χριστιανισμό δεν υπάρχει κάποια σαφής οδηγία διαχωρισμού των φύλων εντός των ιερών χώρων. Στην αρχιτεκτονική των πρώτων χριστιανικών ναών παρατηρούμε την ύπαρξη ενός περιορισμένου υπερυψωμένου χώρου, του υπερώου, ο οποίος πολλές φορές θεωρήθηκε ότι προοριζόταν κατά κύριο λόγο για τις γυναίκες, χωρίς αυτό να αποκλείει την ύπαρξη γυναικών και μεταξύ ανδρών σε άλλα τμήματα της εκκλησίας όπου παρευρίσκονταν γενικώς οι λαϊκοί471. Το υπερώο αντλεί τις πηγές του από την οικιακή αρχιτεκτονική της ύστερης αρχαιότητας, όπου το ανώγειο τμήμα της κατοικίας και κατά συνέπεια πιο ιδιωτικό, προοριζόταν για τη διημέρευση των γυναικών, για λόγους σεμνότητας και ηθικής472. Κατ’ αντιστοιχία, στους βυζαντινούς ναούς δημιουργήθηκαν τα υπερώα ή εξώστες, τα οποία συνδέθηκαν τόσο με τη χρήση τους από τις γυναίκες όσο και από τις ανώτερες κοινωνικά τάξεις, εξαιτίας της ανάλογης λειτουργίας τους στους δημόσιους ρωμαϊκούς χώρους473. Στους αυτοκρατορικούς ναούς επικρατούσε η διαμόρφωση υπερώων σε δύο ύψη πάνω από τα πλάγια κλίτη της εκκλησίας, με την αυτοκρατορική αυλή να παρακολουθεί από το ανώτερο υπερώο, και πολλές γυναίκες με τα παιδιά τους να παραβρίσκονται καθ’ όλη τη διάρκεια των τελετουργιών στο μεσαίο υπερώο, ενώ οι υπόλοιποι λαϊκοί παρακολουθούσαν από τα πλάγια κλίτη του ισογείου. Άλλες φορές πάλι, όταν δεν υπήρχαν δύο επίπεδα υπερώων, οι γυναίκες παρακολουθούσαν τη λειτουργία από το νάρθηκα, ώστε το υπερώο να χρησιμοποιείται από την εκάστοτε αυτοκράτειρα και την αυλή της474. Από άλλες πηγές, καταλαβαίνουμε ότι η αντιμετώπιση αυτή δεν συναντώταν σε όλους τους ναούς, καθώς δεν ήταν αναγκαίες αυτές οι διαμορφώσεις475, και 470 Sukkah 51b-52a. 471 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 163-164. 472 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 96. 473 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 122. 474 Mathews, T. F. (1971). The Early Churches of Constantinople, Architecture and Liturgy. University Park and London: Pennsylvania University Press., σσ. 132. 475 Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ),
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΦΥΛΩΝ
βεβαίως όχι στα καθολικά των μοναστηριών, όπου απαγορευόταν η είσοδος σε άτομα αντίθετου φύλου των μοναχών. Εκτός αυτού, η ιεράρχηση των τμημάτων με βάση τους χρήστες τους είχε ως εξής: το Ιερό Βήμα απευθυνόταν στους ιερείς και τους διακόνους, ο κυρίως ναός στους μοναχούς, και οι υπόλοιποι εσωτερικοί και εξωτερικοί χώροι στο λαό476. Σε κάθε περίπτωση, τα υπερώα δεν αποτελούσαν χώρο αποκλειστικής χρήσης από τις γυναίκες. Για το σημερινό διαχωρισμό των γυναικών από τους άνδρες έτσι ώστε οι μεν να στέκονται στο γυναικωνίτη και το αριστερό τμήμα όπως εισέρχεται κανείς, και οι δε στο δεξί του κυρίως ναού, δεν υπάρχει κάποια αξιόλογη αναφορά που να τον καθιστά λειτουργικά απαραίτητο (εικ.175). Αντίθετα, στο Ισλάμ είναι αισθητός ο διαχωρισμός των γυναικών από τους άντρες εντός των ιερών χώρων, γεγονός που γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό από την ολική απαγόρευση της έλευσης των γυναικών σε πολλά τζαμιά477. Επιπλέον, όταν οι γυναίκες επιτρέπεται να εισέλθουν, προσεύχονται σε διαφορετικό χώρο από τους άνδρες, έτσι ώστε να αποκλείεται κάθε επαφή μεταξύ τους478. Ο χώρος προσευχής των γυναικών βρίσκεται συνήθως πίσω από το χώρο προσευχής των ανδρών, ή πάνω από αυτόν, σε γυναικωνίτη, με ύπαρξη διαχωριστικού καφασωτού πετάσματος μεταξύ των χώρων των δύο φύλων (176, 177). Γνωστό τζαμί στο οποίο δεν υπάρχει διαχωρισμός των φύλων αποτελεί το τζαμί Masjid al-Haram, στη Μέκκα. Εν κατακλείδι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διάκριση των φύλων στις θρησκείες δεν γίνεται τόσο αντιληπτή αρχιτεκτονικά, όσο στη λειτουργική ζωή των ανθρώπων. Εντούτοις, συνεχίζουν να υπάρχουν μέχρι και τις μέρες μας διαμορφώσεις με σκοπό το διαχωρισμό των φύλων εντός των ιερών χώρων, για τη διαφύλαξη της ιερότητας και τη μέγιστη προσήλωση του πιστού στα δρόμενα. Μέχρι τώρα, έχουμε δει όρια διαφύλαξης του ιερού στοιχείου που αναπτύσσονται ανάλογα με τον παράγοντα ιερό-βέβηλο, τον εξαγνισμό και την προετοιμασία, όπως και της διάκρισης των φύλων. Το αμέσως επόμενο επίπεδο ιερότητας είναι οι πιστοί, όπως και οι άνθρωποι που έχουν κάποιο λειτουργικό αξίωμα ή και αυτοί που διακρίνονται λόγω της ανώτερης ιερής κατάστασης που πέτυχαν στη ζωή της, σε σχέση με τους υπόλοιπους πιστούς.
Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 162. 476 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 54. 477 al-Sunan al-Kubrá, τόμ. 1, σσ. 109 και τόμ. 2, σσ. 558. 478 The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica., στο https:// www.britannica.com/topic/mosque.
Εικ.175: Διαχωρισμός των φύλων. Εκκλησία Παναγίας Αχειροποιήτου. Χριστιανισμός.
Εικ.176: Ομαδική προσευχή στο τζαμί της Δαμασκού. Διαχωρισμός φύλων. Ισλάμ.
133
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
7.4.
ΧΩΡΟΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗΣ ΙΕΡΟΤΗΤΑΣ_
Επομένως, φτάνουμε στα τμήματα των ιερών χώρων που διακατέχονται από ιδιαίτερη ιερότητα και οφείλουν τη θρησκευτική τους αξία είτε στη χρήση τους για προσευχή από τους πιστούς, είτε σε κάποιο συγκεκριμένο συμβάν. Σημαντική λεπτομέρεια αποτελεί η κατανόηση ότι αυτοί οι χώροι δεν συγκροτούν αντικείμενο λατρείας, αλλά τόπο προσευχής και συμμετοχής στα λατρευτικά δρώμενα, υπενθύμιση στους πιστούς του υπαρξιακού στόχου που έχουν θέσει, και απόδοση τιμής στους ανθρώπους που κατάφεραν ή βρίσκονται σε υψηλότερο επίπεδο ιερότητας. Συνεπώς, περνάμε στους κεντρικούς χώρους (συμ)προσευχής. Σε κάθε θρησκεία το τμήμα αυτό προορίζεται για τους πιστούς, με σκοπό τη συμμετοχή τους στην προσευχή και τις διάφορες τελετουργίες. Στο Βουδισμό, συναντήσαμε τις αυλές των vihāras(κατοικίες μοναχών), την κεντρική αίθουσα chaitya και την αίθουσα προσευχής με το βωμό του αγάλματος του Βούδα και άλλων σημαντικών ιερών προσώπων479. Στους ινδουιστικούς ναούς διακρίναμε τους στεγασμένους κιονοστήρικτους χώρους maṇḍapa(κύριος χώρος προσευχής των πιστών), των οποίων το κατώφλι οφείλουν να διαβούν οι πιστοί έχοντας καθαρά άκρα και χωρίς τα υποδήματά τους, συνήθεια που διατηρείται και στα haram των ισλαμικών τζαμιών480. Στον Ιουδαϊσμό, αρχικά οι πιστοί διαχωρίζονταν κατά σειρά ιερότητας σε γυναίκες, άνδρες, Ιερείς και το Μέγα Αρχιερέα, με αποτέλεσμα οι χώροι προσευχής του Ναού να ποικίλουν ανάλογα με τους χρήστες τους. Ως αποτέλεσμα, αναπτύσσονταν προοδευτικά ως εξής: αυλή των γυναικών, αυλή των ανδρών, αυλή των Ιερέων, Ιερό και Άδυτο481.
Εικ.177: Περιορισμός οπτικών φυγών από το γυναικωνίτη του Masjid Abijo. Διαχωρισμός φύλων. Ισλάμ. Εικ.178: Το κεντρικό stūpa. Σπηλιές Bhaja. Βουδισμός.
134
Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στην αυλή των Ιερέων. Όπως έχει γίνει κατανοητό, η αυλή αυτή αποτελούσε το τελευταίο τμήμα του Ναού πριν από το κτήριο με το Ιερό και τα Άγια των Αγίων, και προοριζόταν για αποκλειστική χρήση από τους Ιερείς, με σκοπό την τέλεση θυσιών ζώων στο βωμό που περιέχονταν. Κανείς από τους πιστούς, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, δεν επιτρεπόταν να εισέλθει σε αυτή την αυλή, ούτε καν οι βασιλείς όπως ο Σολομών και ο Ηρώδης που αποτελούσαν ιδρυτές του Ναού. Μεταξύ της αυλής των Ισραηλιτών ανδρών και των Ιερέων παρεμβαλλόταν αρχικά μπαλουστράδα482, που αργότερα μετατράπηκε σε χαμηλό τείχος483, πάνω στο 479 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1. 480 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2., σσ. 106-110. 481 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 63-70. 482 Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε’), στ. 226: ‘περιέστεφε δὲ τόν τε ναὸν καὶ τὸν βωμὸν εὔλιθόν τι καὶ χαρίεν γείσιον ὅσον πηχυαῖον ὕψος, ὃ διεῖργεν ἐξωτέρω τὸν δῆμον ἀπὸ τῶν ἱερέων. 483 Schürer, E., Vermes, G., & Millar, F. (2014). The History of the Jewish People in the Age of Jesus Christ (Τόμ. 2).
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΧΩΡΟΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗΣ ΙΕΡΟΤΗΤΑΣ
οποίο υπήρχαν αναρτημένες πλάκες με προειδοποιητικές επιγραφές για όποιον ασυνείδητα σκόπευε να εισέλθει εντός της αυλής και του Ναού484. Η διάρθρωση αυτή δεν πέρασε στις συναγωγές, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να αποτελούν ολόκληρες χώρο προσευχής485. Ωστόσο, παρόμοιο σκεπτικό συναντούμε στη διάρθρωση του κυρίως ναού των χριστιανικών εκκλησιών, ο οποίος χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ως χώρος συμμετοχής των πιστών στις ακολουθίες και το ιερότερο μυστήριο όλων, τη Θεία Ευχαριστία, βάση της λατρευτικής ζωής των Χριστιανών. Στις πρωτοβυζαντινές εκκλησίες όπως της Παναγίας Αχειροποιήτου που αναλύσαμε, το μεσαίο κλίτος του κυρίως ναού διαχωριζόταν από τα πλάγια και το νάρθηκα μέσω θωρακίου, και χρησιμοποιείτο από τους θρησκευτικούς λειτουργούς για την τέλεση των διάφορων τελετουργιών, ενώ στα πλάγια κλίτη και τα υπερώα στέκονταν οι πιστοί486. Παρόλα αυτά, η διάρθρωση αυτή δεν διατηρείται μέχρι τις μέρες μας, όπως διαπιστώσαμε αναλύοντας τα τρία μεταγενέστερα της Αχειροποιήτου παραδείγματα χριστιανικών ιερών χώρων487. Επιπλέον, χαρακτηριστικό ρόλο σε κάθε θρησκεία διαδραματίζουν οι άνθρωποι που έχουν κάποια ιδιαίτερη σχέση με το υπερβατικό στοιχείο. Στο Βουδισμό και τον Ινδουισμό, οι άνθρωποι αυτοί φέρουν τον τίτλο του ‘Φωτισμένου-Βούδα’, στο Χριστιανισμό είναι γνωστοί ως ‘Άγιοι’, και στον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ ως ‘Προφήτες’. Με το θάνατό τους, οι πιστοί διαμορφώνουν κατασκευές ιδιαίτερης σημασίας, θρησκευτικής και αρχιτεκτονικής, με σκοπό την αποθήκευση των λειψάνων τους, την προσκύνηση και ανάμνησή τους. Έτσι, στο Βουδισμό υπάρχουν τα stūpas, θολωτοί χώροι αποθήκευσης τέφρας βουδιστών μοναχών και ιερών προσώπων, τα οποία θεωρείται ότι ιεροποιούν έναν τόπο εξαιτίας της τέφρας του ‘φωτισμένου’ προσώπου που περιέχουν488. Για το λόγο αυτό, τα συναντάμε κεντρικά ή στο βάθος των χώρων προσευχής chaitya (εικ.178), ως μνημειώδεις κατασκευές σε κέντρα βουδιστικών συγκροτημάτων, αλλά και κατά ομάδες, σχηματίζοντας ιερά ‘νεκροταφεία’ εντός μοναστηριών (εικ.35). Παρόμοια κατασκευή συναντάται και στο Χριστιανισμό, με τη διαφορά ότι στον τελευταίο αν και υπάρχει η αποτέφρωση υποστηρίζεται η ταφή του σώματος, κι έτσι οι χώροι αυτοί χρήζουν ανάγκης μεγαλύτερου μεγέθους, ώστε να χωρούν τη λάρνακα ή τον τάφο με τη σωρό του εκάστοτε τιμώμενου αγίου. Η κατασκευή αυτή συνήθως είναι το λεγόμενο ‘μαρτύριο’, όπως για παράδειγμα ο χώρος που βρίσκεται η λάρνακα του Αγ. Δημητρίου στον ομώνυμο ναό στη Θεσσαλονίκη και ο τάφος του Αγ. Αθανασίου του Αθωνίτη στο καθολικό της Μεγίστης Λαύρας (εικ.179, 180). Άλλες φορές η κατασκευή είναι ένα μνημείο, γνωστό ως ‘τρόπαιο’ ή ‘ηρώο’, με γλυπτική αναπαράσταση του τιμώμενου προσώπου πάνω από τον τάφο του,489 όπως είδαμε και στους πολυάριθμους βασιλικούς τάφους εντός του St Denis490 (εικ.180). Στο Ισλάμ, εξαιτίας της συχνής μετατροπής χριστιανικών εκκλησιών σε τζαμιά, τα ‘μαρτύρια’ αγίων για το Χριστιανισμό, που θεωρούνται προφήτες στο Ισλάμ, διατηρήθηκαν, κάτι που φαίνεται και στο παράδειγμα του Μεγάλου Τζαμιού της Δαμασκού με το κιβώριο της κεφαλής του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, γνωστού στο Ισλάμ ως ‘προφήτη Yaḥyā’491 (εικ.183). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα stūpas(μαυσωλεία), τα ‘μαρτύρια’, τα ‘τρόπαια’ και τα ‘ηρώα’ λειτουργούν ως χώρος φύλαξης της ιερότητας που περιέχουν, και επισήμανσης ότι στο σημείο που βρίσκονται υπάρχει κάτι το ιερό. Κλείνοντας με το κεφάλαιο των χώρων ιδιαίτερης ιερότητας, αξίζει να αναφερθούμε στα παρεκκλήσια ή ιερά που αναπτύσσονται εσωτερικά ή γειτονικά των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας. Όπως παρατηρήσαμε κατά την ανάλυση παραδειγμάτων των πέντε θρησκειών που ερευνώνται στην παρούσα εργασία, το ιερότερο τμήμα περιβάλλεται συνήθως από παρεκκλήσια ή ιερά. Για παράδειγμα, στις βουδιστικές Σπηλιές Bhaja492 κάθε σπηλιά-vihāra αποτελούσε αυτόνομο μικρό μοναστήρι με Bloomsberry. σσ. 296. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 69. 484 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 18. 485 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 63-70. 486 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 82-90. 487 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4. 488 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 34. 489 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ 61. 490 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 95-98. 491 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 106-110. 492 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 36-42.
135
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
χώρο προσευχής και διαλογισμού, στον ινδουιστικό ναό Kailāśa493 αναπτύσσονταν πέντε μικρά ιερά περιμετρικά του garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη), στον καθεδρικό του St Denis494 συναντήσαμε τα ακτινωτά παρεκκλήσια πίσω από το Ιερό, ενώ στο Masjid al-Haram της Μέκκα495 περιέχονται ιεροί λόφοι και τοποθεσίες ιδιαίτερης θρησκευτικής αξίας (εικ.181). Εξέχοντα ρόλο διαδραματίζει το εβραϊκό Hekhal, δηλαδή ο χώρος αποθήκευσης και ανάγνωσης της Πεντατεύχου και των παπύρων με τα ιουδαϊκά κείμενα, στον τοίχο των συναγωγών που στρέφεται προς τη θέση που αρχικά βρισκόταν ο Ναός496. Το Hekhal, αποτελεί παραλληλισμό του Ιερού του Ναού, γι’ αυτό και αποτελεί το πιο περίτεχνα διαμορφωμένο τμήμα των συναγωγών, καθώς είναι υπερυψωμένο και κατασκευασμένο από πολύτιμα υλικά, ενώ παραμένει σχεδόν πάντα κλειστό με μεγαλειώδη δίφυλλη πύλη (εικ.97, 98). Η πύλη ανοίγει μόνο κατά την ανάγνωση των ιερών κειμένων από το ραβίνο της συναγωγής.
Εικ.179: Το κιβώριο(πίσω) με τη λάρνακα(μπροστά) του Αγ. Δημητρίου. Ναός Αγ. Δημητρίου Θεσσαλονίκης. Χριστιανισμός. Εικ.180: Οι πολυάριθμοι τάφοι-ηρώα εντός του St Denis. Χριστιανισμός. Εικ.181: Χώροι ιδιαίτερης θρησκευτικής αξίας προσαρτημένοι σε ιερούς χώρους. Πάνω αριστερά: σπηλιές-vihāras στις βουδιστικές Σπηλιές Bhaja. Πάνω δεξιά: πέντε μικρά ιερά στον ινδουιστικό ναό Kailāśa. Κάτω αριστερά: ακτινωτά παρεκκλήσια στον καθεδρικό του St Denis. Κάτω δεξιά: ιεροί λόφοι και τοποθεσίες ιδιαίτερης θρησκευτικής αξίας στο Masjid al-Haram.
136
Παρόλο που δε σώζεται κάποια αξιοσημείωτη αναφορά στο λόγο ύπαρξης όλων των παραπάνω κατασκευών ιδιαίτερης ιερότητας, οι οποίες συνηθίζεται να τοποθετούνται κοντά στο ιερότερο τμήμα του εκάστοτε χώρου λατρείας, δεν μπορούμε να προσπεράσουμε το γεγονός ότι δεν φαίνεται καθόλου τυχαία αυτή η επαναλαμβανόμενη διαμόρφωση. Πιθανή εξήγηση και προσωπική μου γνώμη, είναι ότι αυτού του είδους οι διαμορφώσεις συμβολίζουν ‘φύλακες’ του ιερότερου τμήματος, ενώ πολλές φορές προκύπτουν εξαιτίας ανθρώπινων συμφερόντων497.
493 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2., σσ. 56-58. 494 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 95-98. 495 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 103-106. 496 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 70-80. 497 Για παράδειγμα, παρεκκλήσια ενσωματωμένα σε χριστιανικούς ναούς κατασκευάζονταν με σκοπό την στέγαση τάφων σημαντικών προσώπων. Για περισσότερες πληροφορίες: Τάντσης, Α. (2012). Η αρχιτεκτονική σύνθεση στο Βυζάντιο. Θεσσαλονίκη: University Studio Press., σσ. 166.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
7.5.
Ο ΙΕΡΟΤΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ο ΙΕΡΟΤΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ_
Έτσι, καταλήγουμε στον ιερότερο χώρο, ο οποίος συνήθως βρίσκεται στο κέντρο ή βάθος των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας και περιέχει το ιερότερο στοιχείο της κάθε θρησκείας, αποτελώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο πηγή ιερότητας. Για την προστασία του ιερότερου χώρου παρατηρούμε την ανάπτυξη διαχωριστικών κατασκευών μεταξύ αυτού και του υπόλοιπου ιερού κτίσματος, όπως πετάσματα, θύρες και κλίμακες. Ξεκινώντας από τα ιερότερα τμήματα που αναπτύσσονται στο κέντρο θρησκευτικών συγκροτημάτων, βλέπουμε ότι κατά την ανάλυση των βουδιστικών σπηλιών Bhaja498 το κεντρικό ιερό chaitya, στο οποίο συγκεντρώνονταν οι μοναχοί κάθε vihāra για ομαδική προσευχή και διαλογισμό, αποτελεί το χώρο απ’ όπου πηγάζει η ιερότητα εξαιτίας του stūpa(μαυσωλείο) που περιέχει (εικ.178). Ο διαχωρισμός της σπηλιάς-αίθουσας chaitya από το περιβάλλον της πραγματοποιούνταν μέσω της σκαλιστής ξύλινης όψης που κάλυπτε το άνοιγμα της σπηλιάς, η οποία εκτός από το μεγάλο κεντρικό άνοιγμα παρουσίαζε επαναλαμβανόμενες σκαλιστές αναπαραστάσεις του ανοίγματος, που όπως είδαμε συναντώνται και σε πολλά άλλα σημεία των σπηλιών αυτών. Αντίστοιχοι συμβολισμοί τυφλών γλυπτών ή σκαλιστών ανοιγμάτων παρατηρήθηκαν και στα παραδείγματα του Ινδουισμού499, καθώς με αυτόν τον τρόπο δηλώνεται η έξοδος της ιερής ενέργειας που προέρχεται από το ιερότερο τμήμα του εκάστοτε ναού, προς τον ανίερο ανθρώπινο κόσμο, με σκοπό να ευνοηθούν οι πιστοί500 (εικ.56). Παραμένοντας στο Βουδισμό, βλέπουμε ότι η κεντρική τοποθέτηση του ιερότερου χώρου διατηρήθηκε στο βόρειο Βουδισμό και το μοναστήρι Samyé, μέσω της κεντρικής τοποθέτησης του ναού στο συγκρότημα, και της αίθουσας του Βούδα στο ναό501. Όπως έχει προειπωθεί, η τοποθέτηση αυτή είναι συμβολική, αναπαριστώντας το κέντρο του βουδιστικού κόσμου maṇḍala - το Όρος Meru502. Παρόλο που η πρόσβαση στην αίθουσα προσευχής δεν περιορίζεται από κάποια θύρα, περιμετρικά της αναπτύσσονται τουλάχιστον τέσσερις σειρές τοίχων, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την ιερή αξία της αίθουσας και του περιεχομένου της. Ίδιος χειρισμός παρατηρείται και στο Masjid al-Haram, τον 498 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 36-42. 499 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2. 500 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. 501 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 44-46. 502 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.1., σσ. 116-117.
Εικ.182: Ο τάφος του Αγ. Αθανασίου του Αθωνίτου. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας. Εικ.183: Το κιβώριο του Αγ. Ιωάννη του Βαπτιστή (προφήτης Yaḥyā) στο τζαμί της Δαμασκού. Ισλάμ.
137
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
ιερότερο ισλαμικό χώρο, το οποίο στο κέντρο περιέχει τον Ιερό Κύβο Kaaba. Αν και περιμετρικά του Κύβου δεν αναπτύσσονται όρια διαχωρισμού του από την πλατεία-Mataaf, με αποτέλεσμα την απαραίτητη χρήση ανθρώπινης φύλαξης κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος Hajj, η είσοδος στον Κύβο απαγορεύεται σε όλους, με μία μοναδική εξαίρεση, η οποία θα αναφερθεί σε επόμενο κεφάλαιο. Το ιερό εσωτερικό του Κύβου μπορεί να γίνει προσβάσιμο μόνο μέσω δίφυλλης πύλης, η οποία είναι υπερυψωμένη κατά 2,2 μ. από το έδαφος της πλατείας503 (εικ.150).
Εικ.184: Εσωτερική άποψη του κυρίως ναού. Στο βάθος διακρίνεται το τέμπλο. Καθολικό Μεγίστης Λαύρας. Χριστιανισμός. Εικ.185: Ανοιχτό Ιερό. Καθεδρικός St Denis. Χριστιανισμός.
138
Εντούτοις, στους περισσότερους χώρους θρησκευτικής τελετουργίας, το ιερότερο τμήμα αναπτύσσεται στο βάθος τους, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτόν τη μυστηριακή αίσθηση. Συνεπώς, βλέπουμε ότι το garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη) βρίσκεται στο βάθος των ινδουιστικών ιερών χώρων, με αποκλειστική είσοδο σε αυτό ένα άνοιγμα χωρίς θύρα, το οποίο επιτρέπεται να διαβεί μόνο ο ιερέας-pujaris504. Στον Ιουδαϊσμό, υπάρχει πιο έντονη κλιμάκωση της ιερότητας, καθώς το Ιερό δεν βρίσκεται στο βάθος του Ναού505 αλλά πριν το Άδυτο, το οποίο περιείχε την Κιβωτό της Διαθήκης, που αποτελούσε πηγή ιερότητας όχι μόνο του Ναού, αλλά και γενικώς του Ιουδαϊσμού. Εντούτοις, το Ιερό δεν παύει να διαθέτει πολυάριθμες περιοριστικές κατασκευές, με σκοπό τη διαφύλαξή του από το βέβηλο. Εκτός του γεγονότος ότι βρίσκεται εντός του κτηρίου του Ναού, ο οποίος ανυψώνεται στο βάθος του συγκροτήματος, επιτρέπεται η είσοδος μόνο στους Ιερείς, αφήνοντας τους λαϊκούς-πιστούς στις περιμετρικές αυλές. Η είσοδος πραγματοποιούνταν κατόπιν ανάβασης 12 σκαλοπατιών, από κλίμακα στην αυλή των Ιερέων, η οποία δεν οδηγούσε κατευθείαν στο Ιερό, αλλά μέσω πύλης στο ʾulam, του οποίου το περιεχόμενο ήταν ορατό από την αυλή των ανδρών Ισραηλιτών. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο: ‘…ἡ πρώτη δ' αὐτοῦ πύλη… θύρας οὐκ εἶχε: τοῦ γὰρ οὐρανοῦ τὸ ἀφανὲς καὶ ἀδιάκλειστον ἐνέφαινε…506’, ενώ η δεύτερη πύλη που οδηγούσε από το προστώο στο Hekhal(Ιερό) διέθεται δίφυλλη θύρα ‘καὶ ἐν ἀμφοτέραις ταῖς θύραις ξύλα πεύκινα· δύο πτυχαὶ ἡ θύρα ἡ μία καὶ στροφεῖς αὐτῶν, καὶ δύο πτυχαὶ ἡ θύρα ἡ δευτέρα, στρεφόμενα·507’. Όταν η δίφυλλη αυτή θύρα παρέμενε ανοιχτή, το άνοιγμα κάλυπτε ‘…καταπέτασμα πέπλος ἦν Βαβυλώνιος ποικιλτὸς ἐξ ὑακίνθου καὶ βύσσου κόκκου τε καὶ πορφύρας, 503 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 105-106. 504 Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia., στο https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2. 505 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.2., σσ. 62-70. 506 Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε›), στ. 208. 507 Γ’ Βασιλ., στ’, στ. 34.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
Ο ΙΕΡΟΤΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
θαυμαστῶς μὲν εἰργασμένος, οὐκ ἀθεώρητον δὲ τῆς ὕλης τὴν κρᾶσιν ἔχων, ἀλλ' ὥσπερ εἰκόνα τῶν ὅλων: ἐδόκει γὰρ αἰνίττεσθαι τῇ κόκκῳ μὲν τὸ πῦρ, τῇ βύσσῳ δὲ τὴν γῆν, τῇ δ’ ὑακίνθῳ τὸν ἀέρα, καὶ τῇ πορφύρᾳ τὴν θάλασσαν, τῶν μὲν ἐκ τῆς χροίας ὁμοιουμένων, τῆς δὲ βύσσου καὶ τῆς πορφύρας διὰ τὴν γένεσιν, ἐπειδὴ τὴν μὲν ἀναδίδωσιν ἡ γῆ, τὴν δ' ἡ θάλασσα. κατεγέγραπτο δ' ὁ πέπλος ἅπασαν τὴν οὐράνιον θεωρίαν πλὴν ζῳδίων.508’. Με αυτόν τον τρόπο η θέα προς το Ιερό, που περιείχε επτάφωτες λυχνίες, την τράπεζα του ‘άρτου της Προθέσεως ή Παρουσίας’ και το μικρό βωμό καύσης θυμιάματος, παρέμενε δυνατή κατά ένα βαθμό, δημιουργώντας εκθαμβωτική εικόνα. Παρόμοια αντιμετώπιση συναντούμε στο Ιερό Βήμα, γνωστό και ως θυσιαστήριο, που αναπτύσσεται στο βάθος των χριστιανικών εκκλησιών509. Σύμφωνα με το Συμεών Θεσσαλονίκης: ‘Καὶ διὰ τοῦ θυσιαστηρίου[Ιερού] ἅγιος ὁ ναός ἐστι· χωρὶς δὲ θυσιαστηρίου οὑ ναός, ἀλλὰ προσευχῆς μόνον οἶκος, μετέχων τῆς ἀπὸ τῶν εὐχῶν μόνης ἁγιωσύνης, οὐ Θεοῦ δόξης σκήνωμα, οὐδὲ κατοικητήριον τοῦτου510'. Για το λόγο αυτό, στο Ιερό επιτρέπεται η είσοδος μονάχα στους ιερουργούς και σε διακόνους που συμβάλλουν στη διεξαγωγή των τελετουργιών. Επίσης, η σπουδαιότητα αυτή τονίζεται ιδιαίτερα στο Ιερό του καθολικού της Μονής της Χώρας, με το ψηφιδωτό της Παναγίας κυοφορούσας, το οποίο φέρει την επιγραφή ‘Η Χώρα του Αχωρήτου’, παραλληλίζοντας τη Θεοτόκο με το Ιερό των εκκλησιών (εικ.19). Όπως είδαμε σε όλα τα παραδείγματα χριστιανικών ιερών χώρων που αναλύθηκαν, το Ιερό πλέον ορίζεται μέσω ψηλού τέμπλου και συνήθως περιέχει τρία τμήματα: την πρόθεση, την κόγχη με την Αγ. Τράπεζα και το διακονικό. Στις εκκλησίες προ του 9ου αι. δεν παρουσιαζόταν κλειστό τέμπλο ούτε τριμερής διάρθρωση, παρά μόνο χαμηλό κιγκλίδωμα ή σειρά κιονίσκων και μία κόγχη με την Αγ. Τράπεζα και το σύνθρονο511, στοιχεία που διατηρήθηκαν στην ιερή αρχιτεκτονική του Δυτικού Χριστιανισμού. Τα τελευταία χαρακτηριστικά παρατηρήθηκαν στο παράδειγμα της Παναγίας Αχειροποιήτου(αρχική κατάσταση) και του St Denis (εικ.185). Συνήθως μάλιστα, ο χώρος του Ιερού είναι υπερυψωμένος κατά μικρό αριθμό βαθμίδων, ενώ μεταβατικό στάδιο μεταξύ του κυρίως ναού και του Ιερού αποτελεί ο υπερυψωμένος και οριοθετημένος με κικγκλίδωμα σολέας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ψευδο-Σοφρώνιος για το κιγκλίδωμα του τέμπλου και το σολέα: ‘τὰ κάγκελλα ἀντίτυπα τῶν τοῦ τάφου καγκέλλων…ἡ σωλεία εἰς τύπον τοῦ ποταμοῦ τοῦ πυρὸς τοῦ χωρίζοντος τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἐκ τῶν δικαίων’512. Το τέμπλο που υπάρχει στις εκκλησίες της Ανατολής, προστέθηκε για προστατευτικούς λόγους513 και διαθέτει πάντα μία μεγαλόπρεπη κεντρική πύλη (Ωραία Πύλη) και δύο μικρές (παραπόρτια) εκατέρωθέν της, έμπροσθεν της πρόθεσης και του διακονικού. Τα παραπόρτια παραμένουν πάντα κλειστά με θύρες ή καταπετάσματα και χρησιμοποιούνται κυρίως βοηθητικά, εκτός από τη βόρεια πύλη απ’ όπου πραγματοποιείται η Μικρή Είσοδος κατά τη Θεία Ευχαριστία. Εντούτοις, η ‘Ωραία Πύλη’ παραμένει ανοιχτή καθώς από εκεί εξέρχονται οι λειτουργοί κατά την τέλεση των διάφορων τελετουργιών. Ωστόσο, διαθέτει συμβολικά καταπέτασμα και συνήθως δίφυλλη θύρα, τα οποία παλαιότερα έκλειναν κατά την μετατροπή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού, και άνοιγαν για να εξέλθει ο ιερέας κρατώντας τη Θεία Κοινωνία για τους πιστούς (εικ.184). Ιδιαίτερος είναι ο ρόλος των εικόνων-προσκυνηταριών που είναι ενσωματωμένες στο τέμπλο, τον οποίο θα περιγράψουμε σε επόμενο κεφάλαιο. Τέλος, θα αναφερθούμε στα ισλαμικά τζαμιά, τα οποία σε αντίθεση με την περίκεντρη διάταξη του Τζαμιού στη Μέκκα, παρουσιάζουν το ιερότερο τμήμα τους στο βάθος, το οποίο παραπέμπει στον Ιερό Κύβο Kaaba. Το ιερό αυτό τμήμα δεν είναι άλλο παρά ο τοίχος qibla με την κόγχη-miḥrāb. Τόσο συμβολικά όσο και κυριολεκτικά, ο τοίχος αυτός αντιπροσωπεύει το ιερό κέντρο του ισλαμικού κόσμου. Εντός του miḥrāb στέκεται μόνο ο ιμάμης, ώστε να κατευθύνει την προσευχή. Επομένως, οι πρώτες σειρές προσευχομένων πίσω από το ιερότερο τμήμα θεωρείται ότι είναι οι ανώτερες πνευματικά, γι’ 508 Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε›), στ. 212-214. 509 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 510 Συμεών Θεσσαλονίκης, Περί τε τοῦ θείου Ναοῦ, PG 155: 305. Για περισσότερες πληροφορίες: Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 25. 511 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 25. 512 Commentarius liturgicus, PG 87. 3:3984d–2985a. Για περισσότερες πληροφορίες: Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 130. 513 Για περισσότερες πληροφορίες: Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 41.
139
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
αυτό και χρησιμοποιούνται συνήθως από τις ανώτερες κοινωνικά τάξεις. Αξίζει να τονίσουμε το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους παραπάνω χώρους διαθέτουν ‘φύλακες’ στις εισόδους τους, συμβολίζοντας έτσι τη φροντίδα του υπερβατικού στοιχείου για φύλαξη του ιερότερου χώρου. Στο Βουδισμό και τον Ινδουισμό συναντώνται οι γλυπτές ή ζωγραφικές φιγούρες dvāra-pālas φυλάκων514 ή άγριων ζώων515, ενώ πολλές φορές εκατέρωθεν του αγάλματος του Βούδα τοποθετούνται φωτογραφίες ή ειδώλια προστατών-δωρητών516. Στον Ιουδαϊσμό, όπου επικρατούν ανεικονικές αντιλήψεις, το ρόλο φυλάκων διαδραματίζουν συμβολικά μεγαλόπρεποι κίονες, όπως οι Boaz και Jachin στην είσοδο του κτηρίου του πρώτου Ναού517, ενώ στα παραπόρτια των χριστιανικών εκκλησιών αγιογραφούνται πάντα οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, που αναπαρίστανται ως οπλοφορεμένοι στρατηγοί-άγγελοι518. Καταλαβαίνουμε συνεπώς, ότι το περιεχόμενο των ιερότερων αυτών τμημάτων είναι μεγίστης θρησκευτικής σημασίας.
7.6.
ΤΟ ΑΔΥΤΟ - ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ_
Όπως διαπιστώσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, το ιερότερο τμήμα οφείλει την ιερότητά του, και κατ’ επέκταση την ιερότητα ολόκληρου του χώρου θρησκευτικής τελετουργίας, στο περιεχόμενό του. Συνεπώς, στις περισσότερες θρησκείες αποτελεί Άδυτο, δηλαδή απαγορευμένο για όλους ή τους περισσότερους ανθρώπους, με εξαίρεση το Βουδισμό. Κοινό στοιχείο μεταξύ των θρησκειών είναι η σύνδεση της πηγής της ιερότητας με κάποιο γεγονός θυσίας, και κατ’ επέκταση με μορφές βωμώνθυσιαστηρίων. Εξαίρεση αποτελεί η σημερινή μορφή του Ιουδαϊσμού, καθώς μετά την οριστική καταστροφή του Ναού και την εξαφάνιση του ιερού στοιχείου, τη θέση των θυσιών πήραν η προσευχή και η ανάγνωση των ιερών κειμένων519. Στα αρχαία ελληνικά, η ετυμολογία της λέξης ‘βωμός’ προέρχεται από το ρήμα ‘βαίνω’, δηλαδή ‘βαδίζω, πορεύομαι’520. Αντίστοιχα, ο λατινικός όρος altare προέρχεται από το ουσιαστικό altus, που σημαίνει ‘ύψος’521. Διακρίνουμε πάλι την στοχευμένη επιλογή του ονόματος αυτού του ορίου στο χώρο, θέλοντας να δοθεί έμφαση στη νοητή ανύψωση του ανθρώπου, που προσφέρει τη θυσία, προς το Θεό. Στο Βουδισμό συχνή είναι η κατασκευή βωμών με άγαλμα του Βούδα, οι οποίοι αποκαλούνται Butsudan522, δηλαδή ‘ύψωμα που οδηγεί στο Βούδα, τη φώτιση και την τέλεια πνευματική κατάσταση’. Επομένως, ο βωμός είναι ένα μονοπάτι θα λέγαμε, μέσω του οποίου ο πιστός πορεύεται προς το Θεό. Ξεκινώντας από το Βουδισμό523, βλέπουμε ότι πηγή της ιερότητας αρχικά αποτελούσαν μόνο τα λείψανα μοναχών ή φωτισμένων ατόμων, τα οποία περιέχονταν εντός stūpa(μαυσωλείο). Επομένως, στους ιερότερους χώρους chaitya των μοναστηριών περιέχονταν το κεντρικό stūpa, τυμβοειδούς μορφής, που περιείχε στην ουσία την ιερή ενέργεια. Αντίστοιχη διαμόρφωση διακρίνουμε και στις χριστιανικές εκκλησίες524, καθώς πηγή ιερότητας αποτελεί η Αγ. Τράπεζα, κατασκευή που ομοιάζει με τραπέζι με άλλοτε έναν στύλο να την στηρίζει στο κέντρο και άλλοτε τέσσερις, η οποία πολλές φορές στεγάζεται από κιβώριο, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο οπτικά την ιερή της αξία525 (εικ.186). Εντούτοις, ουσιαστικά η ιερότητά της οφείλεται στα λείψανα αγίων που περιέχει και την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας πάνω σε αυτήν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι χωρίς την ύπαρξη αγίων λειψάνων δεν μπορεί να τελεστεί Θεία Ευχαριστία526. Η διαφορά μεταξύ των δύο παραπάνω δι514 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 40-42 και 6.2., σσ. 55, 60. 515 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 44, 46 και 6.2., σσ. 57, 59-60. 516 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 42-46. 517 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 62-70. 518 Για περισσότερες πληροφορίες: Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 108-109. 519 Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society., σσ. 1. 520 Παπανδρεόπουλος , Γ. (1994). Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ρώσση Ε. 521 Bowker, J. (1999). The Oxford Dictionary of World Religions. New York: Oxford University Press. 522 Butsudan (仏壇, κυρ. “Βουδιστικός βωμός”). Bowker, J. (1999). The Oxford Dictionary of World Religions. New York: Oxford University Press. 523 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1. 524 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4. 525 Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 27-28. 526 Αναγνωστόπουλος, Σ. (2018). Εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία. Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας μέσα από πραγματικά γεγονότα και εμπειρίες άγιων ιερέων, μοναχών και πιστών., σσ. 38 και Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 14-23, 139-151.
140
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΤΟ ΑΔΥΤΟ - ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ
αμορφώσεων έγκειται στο ότι η Αγ. Τράπεζα αποτελεί θυσιαστήριο, καθώς πάνω της τελείται η Θεία Ευχαριστία, με τη σταυρική θυσία του Ιησού Χριστού και τη Θεία Κοινωνία, η οποία αποτελεί Σώμα και Αίμα Χριστού υπό μορφή Άρτου και Οίνου. Το θυσιαστικό αυτό μυστήριο αποτελεί θεϊκή παράδοση καθώς σύμφωνα με τον Ιησού:
‘ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς. οἱ πατέρες ὑμῶν ἔφαγον τὸ μάννα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἀπέθανον· οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.527’ Το βουδιστικό stūpa δεν έχει κάποιο θυσιαστικό συμβολισμό, αλλά παρέχει την ιερή ενέργεια στον πιστό και τον περιβάλλοντα χώρο μέσω του τελετουργικού parikrama(περιφορά), που αναλύθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο528. Η ιδέα της ύπαρξης βωμού στο βάθος των χριστιανικών εκκλησιών πηγάζει από το Ναό του Σολομώντα529. Όπως γνωρίζουμε ύστερα από την ανάλυση αυτού του παραδείγματος, στην αυλή του Ναού πραγματοποιούνταν θυσίες ζώων, ενώ στο Ιερό προσφέρονταν σε μικρότερους βωμούς άρτος και θυμίαμα. Ωστόσο, η κορύφωση και πηγή της ιερότητας όχι μόνο του Ναού αλλά και γενικώς του Ιουδαϊσμού, είναι το Άδυτο, γνωστό και ως Άγια των Αγίων. Ο χώρος αυτός ήταν μια σκοτεινή αίθουσα, που στον πρώτο Ναό περιείχε την Κιβωτό της Διαθήκης με τις Πλάκες, που έδωσε ο Θεός στο Μωυσή στο Όρος Σινά, και τα δύο Χερουβίμ-φύλακες (εικ.187), ενώ στο δεύτερο που η Κιβωτός είχε κλαπεί, παρέμενε άδειος. Στην πύλη προς το Άδυτο, ο Σολομών ‘… ἐποίησε θύρας ξύλων ἀρκευθίνων εἰς φλιὰς πενταπλᾶς… καὶ περιέσχε χρυσίῳ…530’ και ‘…ἐποίησε τὸ καταπέτασμα ὑακίνθου καὶ πορφύρας καὶ κοκκίνου καὶ βύσσου καὶ ὕφανεν ἐν αὐτῷ Χερουβίμ531’, ενώ στο δεύτερο Ναό: ‘τὸ δ’ ἐνδοτάτω μέρος εἴκοσι μὲν πηχῶν ἦν: διείργετο δὲ ὁμοίως καταπετάσματι πρὸς τὸ ἔξωθεν. ἔκειτο δὲ οὐδὲν ὅλως ἐν αὐτῷ, ἄβατον δὲ καὶ ἄχραντον καὶ ἀθέατον ἦν πᾶσιν, ἁγίου δὲ ἅγιον ἐκαλεῖτο’. Το τελευταίο, μάλιστα, ήταν χοντρό και μάλλινο, μη επιτρέποντας οπτικές φυγές προς τα Άγια των Αγίων. Σημαντικές πηγές που μαρτυρούν την ιερότητα αυτού του χώρου αποτελούν οι περιγραφές του θανάτου του Ιησού πάνω στον Σταυρό, 527 Ιω,στ΄, στ. 48-54. 528 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.2., σσ. 125-126. 529 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 62-70. 530 Βασ. Γ’, στ’, στ. 31-32. 531 Παραλ. Β’, γ΄, στ. 14.
Εικ.186: Αγία Τράπεζα με Κιβώριο. Το θυσιαστήριο. Χριστιανισμός. Εικ.187: Τα Άγια των Αγίων. Ζωγραφική αναπαράσταση. Το Άδυτο. Ιουδαϊσμός.
141
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
όταν ‘ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀφεὶς φωνὴν μεγάλην ἐξέπνευσε. Καὶ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω.’532, καθώς και της βεβήλωσης του Ναού από τον Τίτο, όταν παίρνοντας μία γυναίκα από την αυλή των γυναικών, έσκισε το καταπέτασμα το οποίο εκτίναξε αίμα, εισήλθε στα Άγια των Αγίων και τα ατίμασε533. Το γεγονός πως ούτε ο Μέγας αρχιερέας αλλά ούτε και οι Ιερείς μπορούσαν να είναι εντός του Αδύτου534 φανέρωνε την πίστη ότι ο Θεός ήταν απόμακρος από τον άνθρωπο535. Συνεχίζοντας με τον Ινδουισμό536, βλέπουμε ότι πηγή ιερότητας αποτελεί το σύμβολο του εκάστοτε προστάτη θεού, που βρίσκεται εντός του garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη). Συμβολικά, το αντικείμενο αυτό αναπαριστά την ύπαρξη του θεού και της ιερής του ενέργειας εντός του ναού. Αν και δεν αποτελεί βωμό, οι πιστοί οφείλουν να προσφέρουν ως συμβολική θυσία στο θεό λουλούδια, καρπούς και φαγητό, εις ένδειξη της πάταξης των γήινων απολαύσεών τους (εικ.188). Παρόμοια προσφορά πραγματοποιείται από τους Βουδιστές στο Βούδα, οι οποίοι εκτός αυτών τοποθετούν κεριά, λάμπες πετρελαίου ή καιόμενο λιβάνι στο βωμό με το άγαλμά του, ακολουθώντας συγκεκριμένο τελετουργικό, με σκοπό να αποκτήσουν την εύνοια του Φωτισμένου για πνευματική πρόοδο απέναντι στο βάσανο της ύπαρξης και μετενσάρκωση σε ανώτερο πνευματικό ον (εικ.189). Ένα συνονθύλευμα των παραπάνω χαρακτηριστικών αποτελεί η μορφή και το τελετουργικό που συνοδεύει τον Ιερό Κύβο Kaaba537. Συγκεκριμένα, η ιερότητα του Κύβου προέρχεται από το Μαύρο Λίθο στην ανατολική γωνία του Kaaba, ο οποίος θεωρείται θεόσταλτος, αντικείμενο προσκύνησης και κριτής των ανθρώπων κατά την Τελική Κρίση538. Για το λόγο αυτό, φυλάσσεται εντός ασημένιου δακτυλίου (εικ.190). Το εσωτερικού του Κύβου, που αποτελεί Άδυτο για όλους (εκτός από τον προστάτη-βασιλιά της περιοχής και τη βασιλική ακολουθία του, μετά το προσκύνημα Hajj, κατά την καθαριότητα του Kaaba) είναι εντελώς άδειο. Εξαίρεση αποτελούν οι προσφορές των πιστών και του βασιλιά, όπως καντήλια, αρώματα και έλαια που καίγονται στο μικρό χτιστό
Εικ.188: Το ιερό σύμβολο Lingam. Ναός , Ellora. Το θυσιαστήριο. Ινδουισμός. Εικ.189: : Ο βωμός του Βούδα. Το θυσιαστήριο. Βουδισμός. Μοναστήρι Jetavana.
142
532 Μαρκ., ιε’, στ. 37-38. 533 Για περισσότερες πληροφορίες: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 23-24. 534 Με εξαίρεση μία μέρα το χρόνο, όταν εισερχόταν ο Μέγας Αρχιερέας. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 62-70. 535 Ferguson, Backgrounds of early Christianity (Grand Rapids, Mich.: William B. Eerdmans Pub., 2003). σσ. 527-530. 536 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1. 537 Ettinghausen, R., Grabar, O., & Jenkins-Madina , M. (2003). Islamic Art and Architecture 650-1250 (2η εκδ.). New Haven & London: Yale University Press., σσ. 10. 538 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.1., σσ. 103-106.
(ΚΑΘ)ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ
ΤΟ ΑΔΥΤΟ - ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ
βωμό στο κέντρο του Kaaba539(εικ.191). Ιδιαίτερης σημασίας είναι η σχέση των Μουσουλμάνων με τη θυσία ενός ζώου540, συνήθεια που ονομάζεται Qurbani και διατηρείται μέχρι σήμερα σε πολλές αραβικές χώρες. Σύμφωνα με την παράδοση, κατά τη γιορτή Eid al-Adha αποδίδεται τιμή στην πρόθεση του Αβραάμ-Ibrahim να υπακούσει το Θεό και να θυσιάσει το γιο του Ισμαήλ, κάτι που τελικά δεν συνέβη καθώς ο Θεός πήρε από το χέρι του Αβραάμ το γιο του και έβαλε στη θέση του ένα αρνί541, όπως και στις θυσίες του Κάιν-Qabil και του Άβελ-Habil542. Εξαιτίας της κατασκευής του Κύβου από τα δύο παραπάνω πρόσωπα, η θυσία πραγματοποιείται ύστερα από προσκύνηση του Kaaba543. Επομένως, σε κάθε θρησκεία είναι αντιληπτή αυτή η πρόθεση του ανθρώπου συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική (αισθήσεις) με το τελετουργικό (πνεύμα) να φέρει τον πιστό σε κατάσταση πνευματικότητας και επικοινωνίας ή αντίληψης του υπερβατικού, όσο δυνατό μπορεί να είναι αυτό. Εντούτοις, πέραν των χαρακτηριστικών που αναλύθηκαν στο παρόν κεφάλαιο, κατά τα οποία περιοριστικές κατασκευές διαχωρίζουν τους χώρους ανάλογα με τους χρήστες, το βέβηλο, ένα μεταβατικό στάδιο, το ιερό και το Άδυτο, διακρίνονται εντός των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας διαμορφώσεις που εντάσσονται στην κατηγορία των νοητών ορίων. Τα τελευταία, έχουν στόχο κυρίως τη διέγερση των ανθρώπινων αισθήσεων, οι οποίες λόγω της μη αντίληψης του άυλου υπερβατικού, δεν δέχονται ερεθίσματα και θα παρέμεναν σε αδράνεια αν δεν υπήρχαν χειρισμοί που προκαλούν μια έκτη αίσθηση, την ‘αίσθηση του ιερού’.
539 Kaaba, Madain Project, στο https://madainproject.com/kabah_(interior). 540 Θυσιάζεται κατσίκα, πρόβατο, αγελάδα ή καμήλα. Το γουρούνι στο Ισλάμ είναι ιερό ζώο, κι έτσι οι Μουσουλμάνοι απαγορεύεται να σκοτώσουν ή να φάνε χοιρινό. Για περισσότερες πληροφορίες: Antes, P. (1990). Islam in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, 403-411., σσ. 409. 541 Κοράνι 37: 100-101. 542 Κοράνι 5: 27. 543 Για περισσότερες πληροφορίες: Glassé, C. (1991). The Concise Encyclopedia of Islam. New York: HarperSanFrancisco, Suhail Academy., σσ. 18-19.
Εικ.190: Ο Μαύρος Λίθος. Ιερός Κύβος Kaaba. Ισλάμ. Εικ.191: Το εσωτερικό του Kaaba. Ισλάμ.
143
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
8. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ_
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Η ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ_
‘…ὁ δὲ [ο Θεός] εἶπε [στο Μωυσή]· μή ἐγγίσῃς ὧδε. λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί…’544 Μέσα στον άνθρωπο υπάρχει έμφυτη η ορμή προς το άπειρο. Πρόκειται για υπαρξιακή, αδιάκοπη ‘επέκταση’ πέρα από τα αισθητά όρια, στο αιώνιο. Η θρησκευτική εμπειρία κινείται σε αυτό το πεδίο. Η θρησκεία δεν είναι επιφαινόμενο της ηθικής, της λογικής, του ψυχικού βίου ή της κοινωνίας, αλλά αποτελεί αυτόνομο φαινόμενο με πρωτογενή κατηγορία αναφοράς: το Ιερό, το Άγιο. Ξεκινώντας με το δέος ενώπιον του ιερού και υπερβατικού, κορυφώνεται στην προσωπική συνάντηση, στη βιωματική σχέση του ανθρώπου με το άγιο, στην οποία συμμετέχουν νόηση, συναίσθημα, βούληση, συνειδητό και υποσυνείδητο545. Ο άνθρωπος προσπαθεί να βιώσει αυτή τη σχέση με το ιερό πλησιάζοντας την αγιότητα μέσω των αισθήσεων. Αρχιτεκτονικοί, και όχι μόνο, χειρισμοί που διεγείρουν και προβληματίζουν τις αισθήσεις της όρασης, της όσφρησης (και εμμέσως της γεύσης) και της ακοής, με την αφή φυσικά να μη διαδραματίζει κάποιον ιδιαίτερο ρόλο καθώς το υπερβατικό κάθε άλλο παρά απτό είναι, μοιάζουν να διαλύουν τα σύνορα του φυσικού κόσμου και να αγγίζουν αυτά μιας ανώτερης ύπαρξης, διαμορφώνοντας τα χαρακτηριστικά μιας έκτης αίσθησης, η οποία συναντάται σε κάθε ιερό χώρο. Αυτή είναι η αίσθηση του ιερού. 544 Έξοδος, 3, στ. 5. 545 Γιαννουλάτος, Αναστάσιος (Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας)(2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 27-36.
Εικ.192: Το εσωτερικό της Αγ. Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.
145
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
8.1.
ΟΡΑΣΗ_
‘…Με φώτα λαμπερά καταργώντας αυτήν τη θλίψη, λατρεύω το Φωτισμένο[Βούδα], το Φως των τριών κόσμων…546’ Η πρώτη αίσθηση που χρησιμοποιείται για να διαμορφώσει την εντύπωση της παρουσίας του υπερβατικού εντός του εκάστοτε ιερού χώρου είναι η όραση. Παρόλο που όλες οι διαμορφώσεις οριοθέτησης της ιερότητας θα μπορούσαν να ενταχθούν στο παρόν κεφάλαιο, καθώς παρουσιάζουν κάποια όψη που διεγείρει την όραση, εμείς θα περιοριστούμε σε αυτές που επηρεάζουν κυρίως την όραση και όχι τόσο τις υπόλοιπες αισθήσεις, με σκοπό τη διαμόρφωση μυστηριακής ατμόσφαιρας εντός των ιερών χώρων. Οι διαμορφώσεις αυτές μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τέσσερις κατηγορίες.
Εικ.193: Το άνοιγμα του ιερότερου τμήματος-garbhagriha του ναού Kailāśa, προς το χώρο προσευχής των πιστών- maṇḍapa. Εικ.194: Κιονόκρανο με σύμβολο menorah. Συναγωγή στην Καπερναούμ. Ιουδαϊσμός.
146
Πρώτη κατηγορία αποτελούν τα εμπόδια θέασης προς τον ιερότερο χώρο, με την πηγή της ιερότητας του εκάστοτε χώρου θρησκευτικής τελετουργίας. Όπως είδαμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, το ιερότερο τμήμα συνήθως αποκρύπτεται από τους πιστούς, ιδίως κατά την κορύφωση της ιερότητάς του, όπως για παράδειγμα η απόκρυψη του Ιερού των χριστιανικών ναών με τη βοήθεια του διαχωριστικού τέμπλου και καταπετασμάτων ή θυρών, ιδιαίτερα κατά την ετοιμασία της Θείας Κοινωνίας (εικ.184, 196)547. Εκτός αυτού, ο κυρίως ναός, που αποτελούσε χώρο προορισμένο για χρήση από τους πιστούς, διαχωριζόταν από το νάρθηκα, που χρησιμοποιούντο από άπιστους ή μετανοούντες. Ο διαχωρισμός αυτός επιτυγχανόταν μέσω τέμπλου ή τριβήλου, με ανοίγματα που έκλειναν κατά την κορύφωση της Θείας Ευχαριστίας548. Στον Ιουδαϊσμό549, η οπτική επαφή με την πηγή της ιερότητας είναι εντελώς αδύνατη, καθώς εντός του Αδύτου επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι, και χοντρό καταπέτασμα κάλυπτε την είσοδό του. Αυτή η κατάργηση της οπτικής επαφής με το ιερό στοιχείο ξεκινούσε από την είσοδο κιόλας του κτηρίου του Ναού, καθώς ημιδιαφανή καταπετάσματα κάλυπταν τα ανοίγματα προς το προστώο και το Ιερό, με το δεύτερο να παρουσιάζει επιπλέον και θύρες. Μάλιστα, εξωτερικά του Ναού υπήρχαν πέτρινα μεγάλα πετάσματα-πινακίδες, με 546 Thera, E. I. (2002). Vandana: The Album of Pali Devotional Chanting and Hymns. Penang, Malaysia: Mahindarama Dhamma Publication., σσ. 11-12. 547 Taft, R. F. S. J. (2006). The Decline of Communion in Byzantium and the Distancing of the congregation from the Liturgical Action: Cause, Effect, or Neither? Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 35-43. 548 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.2., σσ. 83-90. 549 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.6., σσ. 137-140.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΟΡΑΣΗ
προειδοποιητικές επιγραφές στα Ελληνικά και τα Λατινικά, που ανέφεραν τις τραγικές συνέπειες της ασυνείδητης βεβήλωσης του ιερού χώρου του Ναού, ώστε να το βλέπουν οι ξένοι αλλόθρησκοι και να μην εισέρχονται στο Ναό550. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στον Ινδουισμό551, όπου ο πιστός δεν μπορεί να πλησιάσει το ιερό σύμβολο εντός του garbhagriha(το ιερότερο τμήμα με το σύμβολο του θεού-προστάτη), το οποίο αποτελεί άδυτο, αλλά μπορεί να το δει εν μέρει μέσα από το άνοιγμα στην είσοδο του χώρου αυτού (εικ.193). Για να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η αίσθηση της απόστασης στη σχέση μεταξύ των θεοτήτων και του ανθρώπου, τα περισσότερα ιερά σύμβολα καλύπτονται εν μέρει με υφάσματα ή λουλούδια (εικ.195). Στο Ισλάμ, το εσωτερικό του ιερότερου χώρου Kaaba παραμένει γενικώς απροσπέλαστο από τους πιστούς, ωστόσο ο Μαύρος Λίθος βρίσκεται σε κοινή θέα, τόσο για λειτουργικούς552 όσο και θρησκευτικούς553 λόγους. Δεύτερη και πολύ σημαντική κατηγορία, αποτελούν οι αναπαραστάσεις προσώπων ή συμβόλων που δίνουν την εντύπωση νοητής μεταφοράς του πιστού σε έναν άλλον, ιερό κόσμο. Ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ, όντας θρησκείες με ανεικονικές αντιλήψεις, χρησιμοποιούν κυρίως σύμβολα, εικόνες τοπίων και χωρία των ιερών τους βιβλίων. Αντιθέτως, στο Χριστιανισμό και τον Ινδουισμό, οι ιεροί χώροι είναι κατάμεστοι με πρόσωπα και περιστατικά της θρησκευτικής παράδοσης. Στο Βουδισμό, πριν να επικρατήσει η λατρεία του Βούδα, οι χώροι κοσμούνταν με γλυπτές και ζωγραφικές αναπαραστάσεις θεματολογίας παρμένης από τη φύση, ενώ έκτοτε συναντώνται εκτός των υπολοίπων και φιγούρες ιερών προσώπων. Πιο συγκεκριμένα, στο Ναό του Σολομώντα554, τον πρώτο και αντιπροσωπευτικότερο ιουδαϊκό ιερό χώρο, δεν συναντώνται τόσο σύμβολα, με εξαίρεση τις menorah-επτάφωτες λυχνίες στο Ιερό, και φοίνικες και Χερουβίμ στα Άγια των Αγίων (εικ.187). Διατηρώντας την παράδοση, οι συναγωγές παρουσιάζουν ελάχιστα σύμβολα, όπως menorah (εικ.208) και το άστρο του Δαυίδ (εικ.23, 83)555. Παρόμοιοι χειρισμοί παρατηρούνται και στα ισλαμικά τζαμιά, όπου κυριαρχούν περίτεχνα ψηφιδωτά και τοιχογραφίες με τοπία από τη φύση και την περιγραφή του παραδείσου που αναφέρεται στο κοράνι556. Στο Χριστιανισμό557, οι ορθόδοξες εκκλησίες είναι συνήθως γεμάτες από αγιογραφίες και ψηφιδωτά, όχι μόνο στους τοίχους αλλά και σε κάθε τμήμα εντός αυτών. Η ύπαρξη ιερών εικόνων διαμορφώνει την ατμόσφαιρα του όλου περιβάλλοντος, μιας και οι ίδιες θεωρούνται ιερός χώρος και ιεροποιούν τον τόπο που βρίσκονται558. Ιδιαίτερα κατά τους βυζαντινούς χρόνους, επικρατούσε εικονογράφηση μέσω ψηφιδωτών με φύλλα χρυσού. Στο τέμπλο του Ιερού, και
Εικ.195: Tετρακέφαλη αναπαράσταση-caturmukhaliṅga του θεού Śiva, καλυμμένη εν μέρει με ύφασμα και λουλούδια. Ναός Muṇḍeśvarī. Ινδουισμός.
550 Για περισσότερες πληροφορίες: Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 15-16. 551 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.6. 552 Από το σημείο αυτό ξεκινάει το ṭawāf,, κατά τη διάρκεια του οποίου οι πιστοί προσπαθούν να αγγίξουν και να ασπαστούν το Λίθο. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.2. 553 Βλέποντας το Μαύρο Λίθο οι πιστοί θυμούνται το ρόλο του κατά την Τελική Κρίση. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.1. 554 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ. 62-70. 555 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3. 556 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 557 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.4. 558 Lidov, A. (2004). The Flying Hodegetria. The Miraculous Icon as Bearer of Sacred Space. Στο G. Wolf, & E. Thunoe, The Miraculous Image in the Late Middle Ages and Renaissance. Rome.
147
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Εικ.196: Είσοδος παρεκκλησίου στο καθολικό της Μεγίστης Λαύρας. Πάνω από την είσοδο διακρίνεται αγιογραφία γνωστή με την ονομασία 'Δέησις', με την Παναγία και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο εκατέρωθεν του Ιησού Χρηστού που ευλογεί. Χριστιανισμός. Στο βάθος διακρίινεται το τέμπλο του Ιερού. Εικ.197: Το ψηφιδωτό με την Πλατυτέρα στην κόγχη του Ιερού Βήματος της Αγ. Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως. Χριστιανισμός.
148
πολλές φορές του νάρθηκα κατά την εποχή των Παλαιολόγων559, βρίσκονταν αναρτημένες ευμεγέθεις εικόνες, γνωστές ως προσκυνητάρια, των οποίων το περιεχόμενο ήταν συμβολικό ανάλογα με το θεατή που απευθυνόταν. Ο χειρισμός αυτός εμφανίστηκε στα τέλη της βυζαντινής εποχής, καθώς όπως είδαμε και κατά την ανάλυση της Αχειροποιήτου, αρχικά δεν υπήρχε τέμπλο για οριοθέτηση του Ιερού Βήματος560. Έκτοτε, τα προσκυνητάρια φέρουν εικόνες ιδιαίτερης θρησκευτικής αξίας, οι οποίες αποκτούν κύρος τόσο λόγω της τοποθέτησής τους στο κατώφλι του Ιερού, όσο και εξαιτίας του περίτεχνου διακόσμου που τις περιβάλει561. Οι χώροι που θεωρούνται πιο ιεροί έχουν πιο μεγαλοπρεπείς αγιογραφίες, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στη Μονή της Χώρας, καθώς από νωπογραφίες στα λιγότερο ιερά τμήματα περνάμε σε χρυσοποίκιλτα ψηφιδωτά. Στην Παναγία Αχειροποίητο που αναλύθηκε, οι αγιογραφίες δεν σώζονται, καθώς αποτελεί παλαιότερο παράδειγμα και έχει υποστεί τις συνέπειες της εικονομαχίας και της μετατροπής σε τζαμί. Αυτή η ύπαρξη ιερών εικόνων εντείνει τη σχέση του πιστού με το Θεό, μιας και οπτικοποιείται κατά κάποιον τρόπο η ιερότητα, η οποία πλησιάζει περισσότερο την ανθρώπινη πραγματικότητα, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να νιώθει το υπερβατικό στοιχείο πιο κοντά του. Το επιχείρημα αυτό μπορεί να σταθεί αν κοιτάξουμε αναλυτικά τους εικονογραφικούς κύκλους, οι οποίοι ανάλογα με το τμήμα της εκκλησίας στο οποίο τοποθετούνται, αναπαριστούν πρόσωπα μικρότερης ή μεγαλύτερης αγιότητας562. Επομένως, στο νάρθηκα των εκκλησιών παρατηρείται συνήθως η εικόνογράφηση της Τελικής Κρίσης, στον κυρίως ναό παρατηρείται η εικονογράφηση αγίων, και από το τέμπλο του 559 Τέτοια παραδείγματα αποτελούν οι Άγιοι Απόστολοι και ο Αγ. Νικόλαος Ορφανός Θεσσαλονίκης, η Κόκκινη Εκκλησία στο Βουλγαρέλι και οι περισσότερες της Κύπρου. Για περισσότερες πληροφορίες: Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 123-124. 560 Για περισσότερες πληροφορίες: Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 107. 561 Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 107. 562 Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 129. Ποταμιάνος, Ι. (2000). Το φως στη βυζαντινή εκκλησία. Θεσσαλονίκη: University Studio Press., σσ. 73-100.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
Ιερού και μετά βλέπουμε την αναπαράσταση κυρίως εικόνων της Παναγίας, του Χριστού, του Ιωάννη του Προδρόμου και του εκάστοτε προστάτη-αγίου. Χαρακτηριστική είναι η σταθερή θέση τοιχογραφιών στην κόγχη του Ιερού με την Παναγία-Πλατυτέρα (εικ.197) και στον κεντρικό τρούλλο του ναού, όταν υπάρχει, του Ιησού Χριστού-Παντοκράτορος (εικ.99, 116). Δημιουργείται έτσι μια κυκλική συνομιλία των πιστών, οι οποίοι βλέποντας τις εσχατολογικές αναφορές, προσεύχονται στους αγίους και την Παναγία, που βρίσκονται μεταξύ των ανθρώπων και του Χριστού, ώστε να μεταφέρουν τις ευχές τους και να μεσιτεύσουν στο Χριστό, ο οποίος φαίνεται να τις δέχεται και να τους ευλογεί με το δεξί του χέρι (εικ.196)563. Επιγραφές που χαρακτηρίζουν τον Χριστό ως ‘ο Σωτήρ’ ή ‘ο Ελεήμων’ και την Παναγία ως ‘Ελεούσα’, ‘Γοργοεπήκοο’ ή ‘Παράκλησις’, ενισχύουν την παραπάνω σχέση. Στο δυτικό Χριστιανισμό επικρατεί η απεικόνιση σκηνών μαρτυρίων αγίων πάνω σε χρωματιστά βιτρώ αλλά και η τρισδιάστατη αναπαράστασή τους με τη βοήθεια γλυπτών αγαλμάτων, όπως είδαμε και στον καθεδρικό του St Denis (εικ.199)564. Σύμφωνα με τον Αββά Suger, ο διάκοσμος συμβάλλει στη δημιουργία εγγύτητας μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού, κάτι που γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στη μορφή και τη διάρθρωση του St Denis565. Τα αγάλματα των μαρτύρων φαίνονται τόσο ζωντανά, που μοιάζει σαν τα πρόσωπα που αναπαριστούν να βρίσκονται όντως ανάμεσα στο εκκλησίασμα. Σπανιότερα, παρουσιάζονται ζωγραφικοί πίνακες και τοιχογραφίες, οι οποίες ανήκουν στο ρεύμα της αναγέννησης και επομένως το περιεχόμενό τους έχει ρεαλιστική εμφάνιση. Ιδιαίτερα στις γοτθικές αλλά και γενικότερα στις εκκλησίες του δυτικού Χριστιανισμού, η αίσθηση του ιερού προκαλείται μέσω ειδικού χειρισμού του φωτός, για τον οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω. Αντίστοιχα στον Ινδουισμό, αν και η διάρθρωση των ιερών χώρων δεν είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, δεν ισχύει το ίδιο και για την όψη τους. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας των ανάγλυφων φυτικών στοιχείων και φιγούρων που βρίσκονται σε κάθε κτιστό τμήμα του ναού, καθώς και των πολυάριθμων αγαλμάτων, πολλές φορές ανθρώπινης κλίμακας, τα οποία αναπαριστούν 563 Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 118 – 122. 564 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 95-98. 565 Για περισσότερες πληροφορίες: Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes.
ΟΡΑΣΗ
Εικ.198: Το εσωτερικό του maṇḍapa του ναού Kailāśa. Ινδουισμός. Εικ.199: : Κεφαλοφόρο άγαλμα του St Denis. Πίσω του διακρίνονται αναπαραστάσεις σε βιτρώ. Καθεδρικός του St Denis. Χριστιανισμός.
Εικ.18: Η Μονή της Χώρας. Κωνσταντινούπολη, 10771081 μ.Χ..
149
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
μορφές από την ινδική μυθολογία. Ο χειρισμός αυτός διακρίνεται έντονα στο maṇḍapa(κύριος χώρος προσευχής των πιστών) του ναού Kailāśa, όπου οι ανάγλυφες μορφές που ενσωματώνονται στους πολυάριθμους κίονες δημιουργούν την αίσθηση στον πιστό ότι βρίσκεται ανάμεσα σε δέντρα σκοτεινού δάσους, όπου οι θεότητες περιφέρονται ανάμεσα στους ανθρώπους (εικ.198)566. Παρόμοια αίσθηση δημιουργείται και στο maṇḍapa του ναού Krishnapuram Veṇkiṭācalapati, με τα 42 αγάλματα-κολώνες πολεμιστών, θεοτήτων και διάφορων πλασμάτων της ινδουιστικής μυθολογίας567. Εκτός από τα παραπάνω ανάγλυφα σχέδια, συναντώνται συχνά και τυφλές θύρες ή ανοίγματα τύπου jālī, έτσι ώστε να τονιστεί η ροή της ιερής ενέργειας που πηγάζει από το ιερό σύμβολο του κάθε ναού, προς τον κόσμο(εικ.202). Θα λέγαμε ότι επικρατεί ‘ο φόβος του κενού᾿. Η συνολική μορφή του ναού, η οποία μιμείται βουνό, σε συνδυασμό με το κατάμεστο από φιγούρες κτήριο, έχει στόχο τη δημιουργία της εντύπωσης στον πιστό ότι βρίσκεται στον παράδεισο, ανάμεσα στους θεούς568. Τα παραπάνω γλυπτικά στοιχεία έχουν περάσει κυρίως με συμβολικό τρόπο στους σημερινούς ναούς, οι οποίοι όπως είδαμε και κατά την ανάλυση του παραδείγματος του 'ναού στην Πέτρα και το Φως' παρουσιάζουν απλό και σχεδόν άδειο εσωτερικό569.
Εικ.200: Γλυπτικές αναπαραστάσεις ανθρώπων που συμμετέχουν στα θρησκευτικά δρώμενα. Σπηλιές Bhaja. αίθουσα chaitya.
150
Στον αρχαίο Βουδισμό, βλέπουμε ότι εκατέρωθεν των χώρων chaitya(κεντρικός ιερός χώρος προσευχής) αναπτύσσονται πολυάριθμες γλυπτές αναπαραστάσεις ανθρώπων σε εξώστες και παράθυρα, οι οποίες τοποθετημένες σε επίπεδα θέλουν να προκαλέσουν στον πιστό την εντύπωση ότι βρίσκεται σε πολυώροφο κτήριο, σαν αρχαίο ινδικό κατάλυμα – πανσιόν με κατοίκους που παρατηρούν τα γεγονότα εντός της ιερής αυτής αίθουσας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σπηλιά ΧΙΙ των Σπηλιών Bhaja, που αναλύθηκαν, αλλά και η λίγο μεταγενέστερες γειτονικές σπηλιές Ajanta (εικ.200, 201)570. Πέραν των γλυπτών μορφών, ραβδωτά μοτίβο και ανάγλυφα βουδιστικά σύμβολα παρατηρούνται σε κάθε τοίχο, πέτασμα ή κατασκευή. Εκτός αυτού, τα τυφλά διάτρητα ανοίγματα jālī, που αποτελούν μικρογραφίες των ξύλινων τοξωτών όψεων των σκαλιστών βουδιστικών σπηλιών, συμβολίζουν τη ροή της ιερής ενέργειας προς τον ανθρώπινο κόσμο, χειρισμός που επηρέασε τις αντίστοιχες μορφές στους ινδουιστικούς ναούς. Με την εισαγωγή της λατρείας του Βούδα στις θρησκευτικές συνήθειες και έκτοτε, οι βουδιστικοί ναοί περιέχουν όχι μόνο αγάλματα που αναπαριστούν το Βούδα και σκηνές από τη ζωή του, αλλά και ζωγραφικές αναπαραστάσεις με έντονο συμβολισμό, όπως αυτός του 566 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora, στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm. 567 Branfoot, C. (2008). Imperial Frontiers: Building Sacred Space in Sixteenth-Century South India. The Art Bulletin, 90(2), 171-194. 568 Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora, στο http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm. 569 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 60-61. 570 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 36-42.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΟΡΑΣΗ
κόσμου maṇḍala571. Παράδειγμα του τελευταίου χειρισμού αποτελούν τα τέσσερα stūpas(μαυσωλεία) διαφορετικών χρωμάτων που συναντήσαμε στο μοναστήρι Samyé, τα οποία αναπτύσσονται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα maṇḍala, ενισχύοντας το συμβολικό τους χαρακτήρα φέροντας τα χρώματα πράσινο για την Ανατολή, μαύρο για τη Δύση, κόκκινο για το Νότο και άσπρο για το Βορρά572. Περνώντας στο χειρισμό των υλικών, παρατηρούμε ότι όσο πλησιάζει κανείς προς το ιερότερο τμήμα και την πηγή της ιερότητας, τόσο πιο πολύτιμα είναι τα υλικά κατασκευής. Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, όταν οι Μάγοι επισκέφτηκαν τον Ιησού του προσέφεραν χρυσό, σμύρνα και λιβάνι, ως συμβολικά δώρα απόδοσης τιμής που αρμόζουν σε βασιλιά. Στο Ναό του Σολομώντος αυτά ήταν τα τρία λατρευτικά σύμβολα, τα οποία διέτρεχαν τον χώρο και συνεπώς, η επαφή τους με αυτά σε κάθε περίπτωση θύμιζε την παρουσία του Θεού. Η προσκύνηση των Μάγων και η απόδοση αυτών των τριών δώρων θεωρείται ότι συμβολίζει την αποκατάσταση του αυθεντικού Ναού από τον Ιησού. Άλλη παράδοση που αναφέρεται σε πολλά ιουδαϊκά βιβλία573 υποστηρίζει ότι ο Αδάμ, φεύγοντας από τον Παράδεισο πήρε μαζί του αυτά τα τρία αντικείμενα, ικετεύοντας το Θεό ότι χωρίς αυτά δεν θα μπορούσε να κάνει θυσία αρεστή σε Εκείνον, ώστε να εισακούονται οι προσευχές του. Η παράδοση συνεχίζει λέγοντας ότι ο Αδάμ έκρυψε αυτά τα τρία πολύτιμα υλικά σε μια σπηλιά, που έμεινε γνωστή με το όνομα ‘Το Σπήλαιο των Θησαυρών’. Για τους παραπάνω λόγους καθετί στο εσωτερικό του κτηρίου τόσο του πρώτου Ναού, όσο και του δεύτερου, είχε χρυσή επένδυση, της οποίας το πάχος αυξανόταν προς το βάθος του Ναού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η εντύπωση ότι οι τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι εξ’ ολοκλήρου από χρυσάφι (εικ.73). Στο Ιερό, τμήμα μεγαλύτερης ιερότητας σε σχέση με το προστώο, εκτός της χρυσής επένδυσης υπήρχαν ενσωματωμένοι στους τοίχους πολύτιμοι λίθοι, και τα λειτουργικά αντικείμενα που περιέχονταν εντός αυτού του χώρου ήταν επίσης επιχρυσωμένα574. Αντιθέτως, στη λιγότερο ιερή αυλή του Ναού, οι φορητές δεξαμενές που χρησίμευαν ως κολυμβήθρες ανθρώπων ή χώροι πλύσης ζώων ήταν χάλκινες. Στις χριστιανικές εκκλησίες, παρατηρούμε αντίστοιχη χρήση πολύτιμων υλικών, ιδιαίτερα κατά τους βυζαντινούς-μεσαιωνικούς χρόνους. Εντούτοις, στις περισσότερες μεταβυζαντινές εκκλησίες η συνήθεια αυτή δεν διατηρήθηκε, κάτι που γίνεται διακριτό στην επιλογή υλικών για την κατασκευή του τέμπλου, το οποίο αποτελεί όριο μεταξύ του κυρίως ναού και του Ιερού. Πολυτελή υλικά, όπως επένδυση χρυσού, ασημιού, μαρμάρου ή στόκου575, συναντούμε στις αυτοκρατορικές εκκλησίες της Αγ. Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως και του Αγ. Βιταλίου στη Ραβέννα, ενώ οι περισσότερες εκκλησίες πλέον παρουσιάζουν τέμπλο με λιτή εμφάνιση χαρακτικών αναπαραστάσεων σε ξύλο ή πέτρα576. Χρησιμοποιώντας παρόμοιο σκεπτικό, ο Ιερός Κύβος Kaaba είναι κατασκευασμένος από γρανίτη και σκεπασμένος με μαύρο μεταξένιο κάλυμμα-Kiswah, έτσι ώστε να προκαλείται αντίθεση ανάμεσα σε αυτόν και το λευκό μάρμαρο της πλατείας Mataaf που τον περιτρέχει, για να δηλώνεται έντονα η διαφορά του ανθρώπινου και του υπερβατικού577. Παρόμοιος χειρισμός συναντάται και στην κατασκευή της συναγωγής στην Καπερναούμ από γυαλισμένο λευκό ασβεστόλιθο, υλικό ιδιαίτερα ακριβό εκείνη την εποχή, εν αντιθέσει με την κατασκευή των περιβαλλόντων κτηρίων από βασάλτη578. Αντιθέτως, στις ανατολικές θρησκείες, όπου συνηθίζεται η χρήση τοπικών υλικών για εναρμόνιση του ναού με το περιβάλλον του και η επικράτηση ήρεμης ατμόσφαιρας εντός των χώρων προσευχής, ώστε ο πιστός να μεταφερθεί πιο εύκολα στην επιθυμητή κατάσταση έξω από τον εαυτό του, παρατηρείται ομοιομορφία στην κατασκευή του ναού. Ωστόσο, πολλοί βουδιστικοί ιεροί χώροι που έχουν πάρει μνημειώδεις διαστάσεις και έχουν μετατραπεί σε τουριστικούς προορισμούς, παρουσιάζουν απόκλιση από την παράδοση και την ουσία της βουδιστικής διδασκαλίας, και χρησιμοποιούν ιδιαίτερα 571 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.1. 572 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 42-46. 573 Ιωβηλαίων 3.27, Αποκάλυψη του Μωυσή 29, Testament of Adam, The Book of the Cave of Treasures, The Book of Adam and Eve. Τα βιβλία αυτά κατατάσσονται στα απόκρυφα ψευδεπίγραφα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία και την Ρωμαιοκαθολική. Για περισσότερες πληροφορίες: Barker, M. (2004). Fragrance in the making of sacred space. Jewish temple paradigms of Christian worship. Sacred (σσ. 66-72). Moscow: Research Centre for Eastern Christian Culture. 574 Branham, J. R. (2006). Penetrating the Sacred: Breaches and Barriers in the Jerusalem Temple, στο Gerstel, S. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press, σσ. 21. 575 Ο στόκος αποτελούσε σπάνιο και πολυτελές υλικό την εποχή εκείνη. 576 Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 123., Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο., σσ. 111. 577 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5., σσ. 103-106 και 7.1. 578 Για περισσότερες πληροφορίες βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.3., σσ.74-77.
151
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
πολύτιμα και εντυπωσιακά υλικά, με σκοπό να προσελκύσουν τον επισκέπτη στα πιο ιερά τμήματα (εικ.27).
Εικ.201: Γλυπτικές αναπαραστάσεις ανοιγμάτων και εξωστών σε επίπεδα. Σπηλιές Ajanta. Βουδισμός. Εικ.202: Μυστηριακό περιβάλλον εντός των βουδιστικών ναών. Εικ.203: Το χοροστάσιο του St Denis πίσω από το Ιερό Βήμα με την Αγ. Τράπεζα.
152
Φτάνοντας στην τέταρτη και τελευταία κατηγορία αυτής της υποενότητας, βλέπουμε ότι το φως χρήζει ιδιαίτερου χειρισμού εντός των ιερών χώρων. Διαβάζοντας τα βυζαντινά μοναστικά τυπικά579, καθώς και μελέτες πάνω στο φως εντός των βυζαντινών εκκλησιών580, αλλά και των γοτθικών καθεδρικών581, συμπεραίνουμε ότι οι αρχιτέκτονες και γενικώς οι σχεδιαστές αυτών των αρχιτεκτονημάτων έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στη διαμόρφωση μια οπτικής ατμόσφαιρας, η οποία να δημιουργεί την αίσθηση της ύπαρξης του υπερβατικού στοιχείου μεταξύ των πιστών και εντός του ιερού χώρου. Ο Αββάς Suger, διαμορφώνοντας τις αρχές που διέπουν τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των γοτθικών ναών μέσα από παραλλαγές στο ρωμανικό στυλ, με σκοπό τον τονισμό του ύψους και του βάθους582, θεσπίζει τα χαρακτηριστικά μακρόστενα ανοίγματα και τις ροζέτες με βιτρό των καθεδρικών, τα οποία διατρέχουν αυτούς τους ναούς διαμορφώνοντας ένα ιδιαίτερο οπτικό παιχνίδι, ιδίως κατά τις ώρες που ο ήλιος χτυπά οριζόντια τα ανοίγματα (εικ. 203). Καταλαβαίνουμε επομένως ότι το γεωγραφικός πλάτος, η ημερομηνία και το υλικό διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στη δημιουργία ατμοσφαιρικού φωτεινού περιβάλλοντος εντός των χριστιανικών εκκλησιών. Συχνά μάλιστα, διατυπώνεται η άποψη ότι υπάρχει μια θεατρικότητα στον τρόπο χειρισμού του φωτός583. Σύμφωνα με τον Παύλο Σιλεντιάριο στο ποίημα του για την Αγ. Σοφία584, ένας μεγάλος κυκλικός πολυέλαιος με λαμπερούς φανούς έμοιαζε με δαχτυλίδι καθώς έπεφτε η σκιά του στο πάτωμα, που δημιουργούσε το εισερχόμενο φως από τα σαράντα παράθυρα του κεντρικού τρούλου. Ακόμη, ένα γιγάντιο δαχτυλίδι από φανάρια ήταν τοποθετημένο περιμετρικά της 579 Για περισσότερες πληροφορίες βλ Συνοδία Χρυσοστόμου Ιερομονάχου. (2004). Αγιορειτικόν τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη. 580 Ποταμιάνος, Ι. (2000). Το φως στη βυζαντινή εκκλησία. Θεσσαλονίκη: University Studio Press. 581 Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, σσ. 1-1 7. 582 Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, σσ. 1. 583 Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred space as a form of creativity and subject of cultural history. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia., σσ. 65–68. 584 Ἔκφρασις ναοῦ Ἁγίας Σοφίας, στ. 810-838. Για περισσότερες πληροφορίες: Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces., σσ. 215-242., Αντωνιάδης, Ε. Μ. (1908). Έκφρασις της Αγίας Σοφίας, ήτοι μελέτη συνθετική και αναλυτική υπό έποψιν αρχιτεκτονικήν, αρχαιολογικήν και ιστορικήν του πολυθρυλήτου τεμένους Κωνσταντινουπόλεως (Τόμ. 2). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου., σσ. 45.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΟΡΑΣΗ
επίστεψης του κυρίως ναού. Ασημένιοι δίσκοι, που έφεραν την εικόνα του Σταυρού ήταν αναρτημένοι με εκατόν πενήντα αλυσίδες από τον κεντρικό τρούλο, στο κέντρο του οποίου υπήρχε στρογγυλή οπή. Τα περβάζια των παραθύρων στο τύμπανο του βασικού τρούλου ήταν επενδυμένα με επίχρυσα ψηφιδωτά, λειτουργώντας κατά κάποιον τρόπο ως ανακλαστήρες, διαχέοντας το φως των ουράνιων σωμάτων με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια φωτεινή ομίχλη εντός του ναού (εικ.192). Συνεπώς, οι αρχιτέκτονες Αρτέμιος και Ισίδωρος είχαν εφαρμόσει ένα καλά μελετημένο σύστημα ανοιγμάτων, κατόπτρων και φανών, με σκοπό τη διαμόρφωση ιδιαίτερου οπτικού περιβάλλοντος. Περίτεχνοι χειρισμοί με παρόμοιους στόχους παρατηρούνται και στον καθεδρικό το St Denis, καθώς σύμφωνα με τον Panofsky, ο Αββάς Suger αλλά και οι επόμενοι σχεδιαστές των μεταγενέστερων παρεμβάσεων του ναού, εκμεταλλευόμενοι το νεοεισαχθέν δομικό στοιχείο των εξωτερικών αντηρίδων, διαμόρφωσαν περιμετρικά του ναού τεράστια παράθυρα με διαφράγματα που έφεραν πολύχρωμα υαλογραφήματα, στοιχείο που αναδείχθηκε αναπόσπαστο χαρακτηριστικό της γοτθικής αρχιτεκτονικής585. Ιδίως ύστερα από τις ύστερο-γοτθικές παρεμβάσεις, με τη διάνοιξη τριφορίων στο ανώτερο τμήμα των πλάγιων τοίχων και τη διαμόρφωση χοροστασίου στην κόγχη πίσω από το Ιερό, ο ναός είναι κατάμεστος από φως και δίνει την εντύπωση ότι η οροφή του στηρίζεται μόνο στις εσωτερικές κολώνες. Κυριαρχεί ο τονισμός του κατακόρυφου άξονα και της αιώρησης, στοιχείο που παραπέμπει συμβολικά στη θεοκεντρική αντίληψη του κόσμου, που επικρατούσε στις αρχές τις 2ης χιλιετίας. Ανάλογοι χειρισμοί του φυσικού φωτός, μικρότερης σημασίας, παρατηρούνται στο Ναό και τις εβραϊκές συναγωγές, όπως και στους ινδουιστικούς και βουδιστικούς ναούς και τα ισλαμικά τζαμιά. Συγκεκριμένα, τα ανοίγματα βρίσκονται κατά κύριο λόγο στο ανώτερο τμήμα της τοιχοποιίας, με σκοπό να διαμορφώνεται ημισκότεινο κατανυκτικό περιβάλλον και μυστηριακή ατμόσφαιρα, που παραπέμπει στο υπερβατικό στοιχείο (εικ.202). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απουσία παραθύρων στο Άδυτο του Ναού, ώστε να επικρατεί απόλυτο σκοτάδι, συμβολίζοντας το Θεό που 585 Για περισσότερες πληροφορίες: Jordan, R. F. (1981). Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στο R. F. Jordan, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής (σσ. 164-218). Αθήνα: Υποδομή., Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes,
Εικ.204: Κεριά. Χριστιανισμός.
Εικ.205: Diva. Ινδουισμός.
153
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
εμφανίζεται ως νεφέλη586. Στις συναγωγές, τα παράθυρα τοποθετούνται στην όψη προς την Ιερουσαλήμ, έτσι ώστε φως από την Αγία Πόλη να φωτίζει τους πιστούς587. Η παράδοση αυτή προέκυψε από το βιβλίο του Δανιήλ: ‘Καὶ Δανιήλ… εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, καὶ αἱ θυρίδες ἀνεῳγμέναι αὐτῷ ἐν τοῖς ὑπερῴοις αὐτοῦ κατέναντι ῾Ιερουσαλήμ…’588. Εκτός της αξιοποίησης του φυσικού φωτισμού, σε κάθε ιερό χώρο συναντάται η χρήση τεχνητών μέσων για τη δημιουργία κατανυκτικής ατμόσφαιρας. Το μέσο αυτό είναι κατά κύριο λόγο η φωτιά. Έτσι, στους ινδουιστικούς και τους βουδιστικούς ναούς χρησιμοποιούνται λάμπες βουτύρου, γνωστές με το όνομα diya και yak, οι οποίες θεωρείται ότι διώχνουν το σκοτάδι από το ανθρώπινο πνεύμα ώστε οι πιστοί να συγκεντρωθούν στο διαλογισμό και να πετύχουν τη φώτιση, όπως η φλόγα της λάμπας (εικ.205). Για παράδειγμα, εσωτερικά του κεντρικού ναού του μοναστηριού Samyé, αν και υπάρχει σύνδεση με το δίκτυο ηλεκτρισμού ο φωτισμός πραγματοποιείται με yak-λάμπες βουτύρου (εικ.207)589. Στον Ιουδαϊσμό έχουν αντίστοιχα τις επτάφωτες λυχνίες, σύμβολο της επταήμερης δημιουργίας του κόσμου(εικ. menorah), ενώ στις συναγωγές έχει προστεθεί η ‘Αιώνια Λάμπα’ ή ner tamid (εικ.206)590. Αυτή η λάμπα ή λυχνία τοποθετείται μπροστά από το Aron Kodesh πάνω στο οποίο διαβάζεται η Torah, και συμβολικά εκπληρώνει την εντολή που δόθηκε από το Θεό στο Μωυσή: ‘Καὶ σὺ σύνταξον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ λαβέτωσάν σοι ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν ἄτρυγον καθαρὸν κεκομμένον εἰς φῶς καῦσαι, ἵνα καίηται λύχνος διαπαντός. ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου ἔξωθεν τοῦ καταπετάσματος τοῦ ἐπὶ τῆς διαθήκης καύσει αὐτὸ ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ ἀφ᾿ ἑσπέρας ἕως πρωΐ ἐναντίον Κυρίου· νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν παρὰ τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ’591. Στο Χριστιανισμό, τα καντήλια και τα κεριά διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο στη λειτουργική ζωή, καθώς κάθε πιστός μπαίνοντας στην εκκλησία ανάβει κερί κάνοντας τον σταυρό του και το τοποθετεί στα μανουάλια που βρίσκονται συνήθως στο νάρθηκα (εικ.204). Εκτός αυτού, τα αναμμένα κεριά αποτελούν λειτουργικό τυπικό, όπως για παράδειγμα το κερί που συνοδεύει τα Τίμια Εικ.206: Menorah. Ιουδαϊσμός. Εικ.207: Yak λάμπες βουτύρου. Βουδισμός.
154
586 Βασ. Α’, η’, στ. 10-11: ‘καὶ ἐγένετο ὡς ἐξῆλθον οἱ ἱερεῖς ἐκ τοῦ ἁγίου καὶ ἡ νεφέλη ἔπλησεν τὸν οἶκον καὶ οὐκ ἠδύναντο οἱ ἱερεῖς στῆναι λειτουργεῖν ἀπὸ προσώπου τῆς νεφέλης ὅτι ἔπλησεν δόξα κυρίου τὸν οἶκον’. 587 Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row., σσ. 57. 588 Δανιήλ, στ’, στ. 10. 589 Hays, J. (2015). Tibetan architecture: temples, palaces, stupas., στο http://factsanddetails.com/china/cat6/sub36/ entry-4430.html. 590 Για περισσότερες πληροφορίες: The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Ner tamid. Encyclopaedia Britannica., στο https://www.britannica.com/topic/ner-tamid. 591 Έξοδ., κζ’, στ. 20-21.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΟΡΑΣΗ
Δώρα κατά τη Μεγάλη Είσοδο της Θείας Ευχαριστίας, συμβολίζοντας τον Ιωάννη τον Πρόδρομο που προετοίμασε την άφιξη του Ιησού592. Το στοιχείο του φωτός συμβολίζει το Χριστό, ο οποίος είναι το Φως593 και οι άνθρωποι το πνευματικό φως της ανθρωπότητας594, ενώ η κίνηση για το άναμμα του κεριού εκφράζει την προσευχή του πιστού. Αντίστοιχα κεριά, γνωστά ως αναθήματα, υπό τη μορφή ρεσώ, παρουσιάζονται και στη δυτική χριστιανική εκκλησία. Παρομοίως, στο Ισλάμ χρησιμοποιούνται καντήλια ή λάμπες λαδιού, οι οποίες συμβολίζουν το Θεό που είναι το Φως595, γι’ αυτό και συναντώνται κυρίως κοντά στο ιερότερο τμήμα των τζαμιών, και φυσικά εντός του Ιερού Κύβου (εικ.191). Εντούτοις, ύστερα από τις παραπάνω παρατηρήσεις καταλαβαίνουμε ότι όσο πλησιάζει κανείς προς το ιερότερο τμήμα ενός ιερού χώρου, τόσο μειώνεται το φως και η αίσθηση της όρασης εξασθενεί, με αποτέλεσμα να διεγείρεται μία άλλη αίσθηση, αυτή της όσφρησης.
8.2.
ΟΣΦΡΗΣΗ_ ‘Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου…596’
Σε κάθε θρησκευτική παράδοση υπάρχει έντονη η χρήση μέσων διέγερσης της όσφρησης, με συνέπεια την ταύτιση της ιερότητας με συγκεκριμένα αρώματα όπως το καθαρό κερί, το θυμίαμα και τα αρωματικά έλαια, στοιχεία που πηγάζουν κατά κύριο λόγο από την Ανατολή597. Έτσι, σε κάθε χώρο θρησκευτικής τελετουργίας συναντώνται διαμορφώσεις σε καίρια τμήματα του χώρου, οι οποίες αναδίδουν συγκεκριμένα αρώματα. Ειδικότερα, στο Ναό του Σολομώντος κάθε τμήμα είχε διαφορετικό άρωμα και όσο πλησίαζε κανείς στον ιερότερο χώρο, τα Άγια των Αγίων, η όσφρηση γινόταν το κυρίαρχο αίσθημα εντοπισμού του Θεού, καθώς όπως είδαμε και στην προηγούμενη υποενότητα, ο όραση ήταν μειωμένη έως ανύπαρκτη. Το άρωμα συνδυάζεται με το μέγεθος της ιερότητας. Στην Έξοδο αναφέρεται ότι όποιος χρησιμοποιούσε ασυνείδητα τα ιερά αρώματα, έπρεπε να αποκόπτεται από τους συγγενείς του, μιας και το γεγονός αυτό αποτελούσε προσβολή και 592 Για περισσότερες πληροφορίες: Herbermann, C. (1913). “Early Christian Lamps”. Catholic Encyclopedia. New York: Robert Appleton Company. 593 Ιω., α’, στ. 1-9. 594 Ματθ., ε’, 14: ‘Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου…’. 595 Κοράνι, 24, στ. 35. 596 Ψαλμ. 140, στ. 2. 597 Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred space as a form of creativity and subject of cultural history. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia., σσ. 5.
Εικ.208: Καύση θυμιάματος σε μεγάλα πήλινα δοχεία στην είσοδο του ναού του μοναστηριού Samyé. Βουδισμός. Εικ.209: Καύση θυμιάματος. Χριστιανισμός.
155
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
βεβήλωση598. Όπως προειπώθηκε, χαρακτηριστικά αρώματα εντός του Ναού αποτελούσαν η σμύρνα και το λιβάνι. Ο Θεός είχε παρουσιάσει σε όραμα στο Μωυσή, στο όρος Σινά, τον τρόπο που η σκηνή με τις Πλάκες των Εντολών και αργότερα ο Ναός πρέπει να αρωματιστεί, οι ιερείς να θυμιατίζουν και γενικώς να αιωρείται στον αέρα ένας συγκεκριμένος συνδυασμός αρωμάτων.599 Γι’ αυτό στο εσωτερικό του Ναού, υπήρχε διάχυτο άρωμα αναμειγμένων μπαχαρικών με λιβάνι, ενώ τα έλαια αποτελούνταν κατά βάση από σμύρνα (εικ.187). Στο πρώτο τμήμα του Ναού, χρησιμοποιούνταν θυμίαμα από αγνό λιβάνι, ενώ όσο πλησίαζε κανείς στο εσωτερικό, στα Άγια των Αγίων, το άρωμα γινόταν πιο έντονο καθώς αναμειγνυόταν με άλλα μπαχαρικά. Η παρουσία του Θεού συμβολιζόταν με το δυνατό θυμίαμα, κι ό,τι συσχετιζόταν με αυτό θεωρούνταν ιερό.600 Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, όταν ο Σολομών εγκαινίασε το Ναό, τεράστιες ποσότητες θυμιάματος κάηκαν ‘…ὡς ἅπαντα τὸν πέριξ ἀέρα πεπληρωμένον καὶ τοῖς πορρωτάτω τυγχάνουσιν ἡδὺν ἀπαντᾶν καὶ γνωρίζειν ἐπιδημίαν θεοῦ καὶ κατοικισμὸν κατ᾽ ἀνθρωπίνην δόξαν εἰς νεοδόμητον αὐτῷ καὶ καθιερωμένον χωρίον…’601. Με την καταστροφή του πρώτου Ναού, τα αρώματα και τα έλαια χάθηκαν, και έτσι οι Ιουδαίοι θεωρούν ότι ο Μεσσίας θα έρθει με αυτά τα δώρα και θα ανοικοδομήσει τον Ναό. Για το λόγο αυτό, στις συναγωγές λείπει τέτοιου είδους διαμόρφωση. Παρόμοια χρήση παρουσιάζεται και στις υπόλοιπες τέσσερις θρησκείες, χωρίς ωστόσο να επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό την αρχιτεκτονική διαμόρφωση. Με παράδειγμα τον Ιουδαϊσμό, τόσο οι Χριστιανοί όσο και οι Μουσουλμάνοι διαθέτουν φορητά σκεύη για καύση θυμιάματος. Ειδικότερα, οι Χριστιανοί καίνε λιβάνι κατά τη διάρκεια τόσο των τελετουργιών όσο και της προσωπικής τους προσευχής, απαγγέλοντας ταυτόχρονα ευχές, οι οποίες συμβολικά ανεβαίνουν στον ουρανό όπως ο καπνός του θυμιάματος (εικ.209)602. Η συνήθεια αυτή αποτελεί θεϊκή παράδοση603. Οι Μουσουλμάνοι το εισήγαγαν στην ισλαμική παράδοση γύρω στα μέσα του 9ου αι., για χρήση κυρίως κατά τις μεταθανάτιες τελετές, με αποτέλεσμα το άρωμά του να παραπέμπει στο θάνατο604. Στον 598 Έξοδος, 30, στ. 33,38. 599 Έξοδος, 25, στ. 9. 600 Για τα αρώματα του Ναού υπάρχουν πληροφορίες στα βιβλία της Πεντάτευχου Λεβιτικό, 24, στ. 7, Έξοδος, 30, στ. 36 και 31, στ. 11, Αριθμοί, 4, στ. 16. 601 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η')., στ. 102. 602 Ψαλμ. 140, στ. 2. 603 Αποκάλυψη, ε’, στ. 8 και η’, στ. 3. Για περισσότερες πληροφορίες: Herrera, M. D. (2011). Holy Smoke: The Use of Incense in the Catholic Church. San Luis Obispo: Tixlini Scriptorium. 604 Για περισσότερες πληροφορίες: Ergin, N. (2014). The Fragrance of the Divine: Ottoman Incense Burners and Their Context. The Art Bulletin, 70-97.
Εικ.210: Καύση θυμιάματος. Ισλάμ.
156
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΟΣΦΡΗΣΗ
Ινδουισμό και το Βουδισμό (εικ.208) παρουσιάζεται η διαμόρφωση πήλινων δοχείων με άμμο έμπροσθεν ιερών αγαλμάτων ή προσκυνημάτων, τα οποία μπορούν να υποδεχτούν μικρές ή μεγάλες ποσότητες θυμιάματος, που προσφέρονται από τους πιστούς όταν προσεύχονται, συμβολίζοντας την προσευχή τους που ‘ταξιδεύει’ προς το υπερβατικό. Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται κατάλληλο περιβάλλον ώστε να μπορέσει ο πιστός να απομακρύνει το νου του από την καθημερινότητα και να διαλογιστεί605.
8.3.
ΑΚΟΗ_
‘…Χτυπώ αυτήν την καμπάνα ώστε να επικαλεστώ τη θεότητα, για να προσέλθουν οι ενάρετες και ευγενείς δυνάμεις και να αποχωρήσουν οι δαιμονικές και κακές δυνάμεις…606’
Επόμενη αίσθηση που συμβάλλει στη διαμόρφωση ‘ιερής’ ατμόσφαιρας εντός ενός χώρου θρησκευτικής τελετουργίας είναι η ακοή. Μεταξύ των δύο ανατολικών και των βιβλικών θρησκειών, των οποίων οι ιεροί χώροι μελετώνται στην παρούσα εργασία, υπάρχει μία σημαντική διαφορά: στις πρώτες, η προσευχή του κάθε ανθρώπου πραγματοποιείται ατομικά και εξαιτίας του διαλογισμού απαραίτητη είναι η διαμόρφωση σχεδόν ανύπαρκτου ηχοτοπίου, ενώ στις δεύτερες η προσευχή πραγματοποιείται ομαδικά, κατευθυνόμενη από τους λειτουργούς. Έτσι, ξεκινώντας από τους βουδιστικούς και ινδουιστικούς ιερούς
605 Thera, E. I. (2002). Vandana: The Album of Pali Devotional Chanting and Hymns. Penang, Malaysia: Mahindarama Dhamma Publication., σσ. 5. 606 Το mantaṃ-επίκληση των Ινδουιστών, κατά την είσοδό τους σε έναν ιερό χώρο και το χτύπημα της καμπάνας.
Εικ.211: Εκκλησιαστικό όργανο στον όροφο του νάρθηκα. Καθεδρικός του St Denis. Χριστιανισμός. Εικ.212: Minbar στο Τζαμί της Μέκκα. Ισλάμ.
Εικ.18: Η Μονή της Χώρας. Κωνσταντινούπολη, 10771081 μ.Χ..
157
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
Εικ.213: Καμπάνες στην είσοδο του ναού στην Πέτρα και το Φως. Ινδουισμός. Εικ.214: Κάτοψη του άμβωνα της Αγ. Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως. Χριστιανισμός.
158
χώρους, βλέπουμε ότι κατά την είσοδο σε αυτούς είναι απαραίτητη ή κρούση καμπανών από τον κάθε πιστό ξεχωριστά. Εκτός αυτού, η καμπάνα κρούεται και από τους pujaris κατά τις διάφορες τελετουργίες. Για το λόγο αυτό, στην πύλη κάθε ναού συναντώνται αναρτημένες καμπάνες διαφόρων μεγεθών (εικ.55, 213). Στον Ινδουισμό, η καμπάνα με το καμπυλωτό της σχήμα συμβολίζει το άπειρο, γνωστό στην ινδική παράδοση ως Ananta, η γλώσσα που δημιουργεί το διαπεραστικό ήχο συμβολίζει τη θεά Sarasvatī, της σοφίας, της γνώσης και της μουσικής, ενώ η λαβή απ’ όπου αναρτάται η καμπάνα συμβολίζει τη δύναμη. Το χτύπημα της καμπάνας θεωρείται ότι καλεί τη θετική ενέργεια ή τα καλά πνεύματα και διώχνει την αρνητική ενέργεια και τα κακά πνεύματα607. Επηρεασμένοι από αυτά τα πρότυπα οι Χριστιανοί υιοθέτησαν τη χρήση της καμπάνας από τον 7ο αι. μ.Χ., ως μέσο για ειδοποίηση των πιστών κατά την εκκίνηση μιας τελετουργίας ή ενός εξαιρετικά σημαντικού συμβάντος. Έκτοτε, διαμορφώνονται κωδωνοστάσια προσαρτημένα σε κάθε εκκλησία, συνήθως στη δυτική πλευρά κοντά στην είσοδο, τα οποία πολλές φορές έχουν ιδιαίτερη αρχιτεκτονική σημασία, κάτι που φάνηκε κατά την ανάλυση του καθεδρικού του St Denis (εικ.118, 119). Πριν από τις καμπάνες, χρησιμοποιούνταν άλλα μέσα ειδοποίησης όπως κράχτες, τρομπέτες, τάλαντα και σήμαντρα608. Στο Ισλάμ, οι καμπάνες θεωρούνται ήχος του σατανά-Iblis, γι’ αυτό και δεν χρησιμοποιούνται609. Άλλο ένα όργανο παραγωγής ήχου που αποτελεί νοητό όριο, καθώς συνοδεύει τις τελετουργίες και ο ήχος που παράγει έχει συσχετιστεί αποκλειστικά με τις χριστιανικές εκκλησίες της Δύσης, είναι το εκκλησιαστικό όργανο, το οποίο βρίσκεται συνήθως πίσω από τους πιστούς, στον όροφο του νάρθηκα, όπως και στον καθεδρικό του St Denis (εικ.211). Πέραν αυτού, πηγές ήχου αποτελούν και οι χορωδίες ή χοροί των ψαλτών, που συνοδεύουν τις τελετουργίες αντιπροσωπώντας το λαό και έχουν συγκεκριμένο χώρο όπου στέκονται εντός των χριστιανικών ναών. Για παράδειγμα, στο καθολικό της Μεγίστης Λαύρας είδαμε ότι ο σταυροειδής τρίκογχος ρυθμός διαμορφώθηκε αποκλειστικά για την ενσωμάτωση των χοροστασίων στον κυρίως ναό της εκκλησίας, ενώ στον St Denis το χοροστάσιο αναπτύσσεται ολοφώτεινο ανατολικά του Ιερού. Αφήνοντας τα ‘όργανα’ παραγωγής ήχου, θα περάσουμε στις 607 Η χρήση της καμπάνας φανερώνεται σε κείμενο του ιερού ινδουιστικού βιβλίου āgama. 608 Buse, A. (1858). S. Paulin évêque de Nole et son siècle (350-450). (L. Dancoisne, Μεταφρ.) Paris: H. Casterman., σσ. 415–418. Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press., σσ. 97-98, Ιερομονάχου, Σ. Χ. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη., σσ. 41. 609 Sunan Abī Dāwūd 2556, 4231.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
ΑΚΟΗ
κατασκευές των ιερών χώρων, που συμβάλλουν στην ομαλή διεξαγωγή των διάφορων τελετουργιών. Οι διαμορφώσεις αυτές αποτελούν ‘όρια του ιερού’, καθώς είναι προσβάσιμες μόνο από συγκεκριμένα άτομα και πολλές φορές ταυτίζονται με τη φωνή του Θεού. Σύμφωνα με τον Lawrence Hoffman, η ιδέα της ιουδαϊκής λατρείας μπορεί να εκφραστεί στην έννοια του ‘λόγου’: Οι λόγοι - προσευχές των πιστών προσφέρονται ως δώρο στο Θεό, απουσία ιερατείου και ναού μιας και η πηγή της ιερότητας έχει χαθεί. Ο Θεός απαντάει μέσω των λόγων του, οι οποίοι διαβάζονται δημόσια από την Torah στις συναγωγές.610 Στη Βίβλο, το ιερό δεν περιορίζεται σε τόπο, όπως και η φωνή. Ο Θεός, συμβολιζόμενος ως ‘Η Φωνή’, δύσκολα εντοπίζεται, και θεωρείται εκτός τόπου611. Η ιδέα της Φωνής από τον ουρανό, δηλαδή από το Θεό, φαίνεται και στη διαμόρφωση του άμβωνα, υπερυψωμένη κατασκευή που συναντάται στις χριστιανικές εκκλησίες, στις εβραϊκές συναγωγές με την ονομασία bimah και στα ισλαμικά τζαμιά με την ονομασία minbar. Η κατασκευή αυτή προέκυψε λόγω της ανάγκης θέασης και ακοής των αναγνωστών από τα πλήθη των πιστών. Η χρήση του σήμερα είναι καθαρά συμβολική, καθώς με την εξέλιξη της τεχνολογίας οι ηχητικές εγκαταστάσεις συνέβαλαν στην εξάλειψη αυτού του προβλήματος. Στις χριστιανικές εκκλησίες, αν και ο άμβωνας αρχικά τοποθετούνταν στο κέντρο του ναού, τελικά πήρε τη θέση του βορειοανατολικά του κεντρικού κλίτους. Συνήθως αποτελεί περίκλειστη υπερυψωμένη πλατφόρμα, στην ουσία ένα υπερυψωμένο βήμα, στο οποία ανεβαίνει ο ιερέας ή ο διάκονος για την ανάγνωση του ευαγγελίου. Εφόσον ο αναγνώστης βρίσκεται σε ύψος ανώτερο από το επίπεδο των πιστών, δίνεται η εντύπωση ότι τα λόγια έρχονται από τον ουρανό και άρα πλησιάζουν πιο πολύ την ‘ενσάρκωση’ του ‘Λόγου του Θεού’ (εικ.214)612. Αντίστοιχη κατασκευή παρόμοιας χρήσης αποτελεί το bimah που συναντήσαμε στις εβραϊκές συναγωγές (εικ.97, 98), και το βάθρο-minbar στα ισλαμικά τζαμιά (εικ.212), διαμορφώσεις τοποθετημένες κοντά στον τοίχο που στρέφεται προς τις Ιερές Πόλεις της κάθε θρησκείας. Επομένως, καταλαβαίνουμε ότι οι ανθρώπινες αισθήσεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση της ‘αίσθησης του ιερού’ εντός των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας, κάτι που είναι ευρέως γνωστό και αποδεκτό από τους σχεδιαστές, αρχιτέκτονες ή γενικά τους συμβάλλοντες στην ανέγερση ενός ιερού χώρου, κάθε εποχής. Δίνοντας έμφαση στις διαμορφώσεις που επηρεάζουν την όραση, εμποδίζοντάς την, επιτρέποντάς την ή μεταφέροντάς την νοητά σε ‘άλλο κόσμο’, επιτυγχάνεται η αφύπνιση του πιστού κατά τη διάρκεια παραμονής του εντός του ιερού χώρου και τη διάρκεια των θρησκευτικών δρώμενων. Υλικά, αυτό επιτυγχάνεται μέσω πετασμάτων, καταπετασμάτων αδιάφανων ή ημιδιάφανων, ανοιγμάτων και άλλων διαμορφώσεων για ατμοσφαιρικό χειρισμό του φυσικού και τεχνητού φωτός, τρισδιάστατης και δισδιάστατης διακόσμησης σε καίρια σημεία που αποτελούν όρια, αλλά και κατάλληλης χρήση υλικών και υφών. Για να ενισχυθεί η σημασία τους στον περιορισμό της ιερότητας, διαθέτουν πάντοτε συμβολικό περιεχόμενο με παραπομπές στην εκάστοτε θρησκεία και παράδοση. Εκτός από την όραση, σημαντικοί χειρισμοί διεγείρουν την αίσθηση της όσφρησης, έτσι ώστε συγκεκριμένα αρώματα να συνδεθούν με το υπερβατικό στοιχείο και την ιερότητα συγκεκριμένων χώρων. Μάλιστα όσο μεγαλύτερης ιερότητας είναι ένα τμήμα των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας, τόσο πιο έντονο είναι το άρωμα που αναδίδεται. Τέλος, ιδιαίτερη μέριμνα έχει δοθεί στις διαμορφώσεις που διεγείρουν την ακοή, αίσθηση που θα μπορούσε να ταυτιστεί με την έννοια του υπερβατικού, καθώς προσλαμβάνει τον ήχο χωρίς να τον βλέπουμε ή να μπορούμε να προσδιορίσουμε με ευκολία την πηγή του. Ωστόσο, θα αποτελούσε σφάλμα η παράλειψη της δημιουργίας μιας αποκλειστικής κατηγορίας για περιοριστικές διαμορφώσεις οι οποίες δεν εντάσσονται σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες, καθώς έχουν προκύψει εξαιτίας ανθρώπινων συμφερόντων. Τα όρια αυτά αφορούν την ιερότητα ενός τμήματος εντός των ιερών χώρων, εξαιτίας θεοποίησης ατόμων.
610 Cohn, R. L. (1990). Judaism in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, 70, σσ. 400. 611 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS., σσ. 136. 612 Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 59-90). Moscow: Indrik., σσ. 15.
159
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
9. ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ_
ΘΕΟΠΟΙΗΣΗ ΑΤΟΜΩΝ: ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Ή ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ;
‘…[Εσύ ο Θεός] εἶπας οἰκοδομῆσαι ναὸν ἐν ὄρει ἁγίῳ σου καὶ ἐν πόλει κατασκηνώσεώς σου θυσιαστήριον, μίμημα σκηνῆς ἁγίας, ἣν προητοίμασας ἀπ᾿ ἀρχῆς…’613 Έχοντας αναλύσει και κατατάξει τις κατασκευές οριοθέτησης τμημάτων ιερών χώρων, με σκοπό τη δημιουργία κλιμάκωσης της ιερότητας και διαχωρισμού από το βέβηλο στοιχείο του κόσμου, μένει ένα τελευταίο θέμα να αναπτύξουμε: σε κάθε θρησκεία η θεοποίηση προσώπων, που συνεπάγεται σε διαμόρφωση εντός των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας ιδιαίτερων τμημάτων μεγαλύτερης ιερότητας από τα υπόλοιπα, προέκυψε από ιεροφάνεια ή υπήρξε αποτέλεσμα ανθρώπινου συμφέροντος, και πώς κάτι τέτοιο αποδεικνύεται; Για να γίνει καλύτερα κατανοητό το θέμα θα αναφερθούμε σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Αρχικά, στο Βουδισμό, ιεροί χώροι όπως είδαμε θεωρούνται κυρίως τα μοναστήρια και τα stūpas(μαυσωλεία), όπως και οι περιοχές που επισκέφτηκε ο Βούδας-Φωτισμένος κατά τη διάρκεια της ζωής του. Τα πρώτα, δημιουργήθηκαν από τάγματα μοναχών sangha614, τα οποία χειροτόνησε ο ίδιος ο Φωτισμένος στις περιοχές που επισκέφτηκε κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς του να πετύχει τη nirvana. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το παλαιό μοναστήρι Jetavana. Συγκεκριμένα, όταν εκείνος ‘έσβησε’615 και πέρασε στην απόλυτη nirvana, το λείψανό του τιμήθηκε για εφτά ημέρες και τελικά κάηκε. Ό,τι απέμεινε μοιράστηκε σε σωρούς στα οκτώ κρατίδια της περιοχής Kushinagar616, καθώς εκεί έζησε και δίδαξε (εικ.216). Σύμφωνα με την παράδοση, ο ίδιος ο Βούδας έδωσε οδηγίες για το πώς πρέπει να φυλάσσονται τα ιερά λείψανα. Έτσι, στις τοποθεσίες όπου υπάρχουν οι σωροί αυτές δημιουργήθηκαν τα μαυσωλεία stūpas, περιμετρικά των οποίων αναπτύσσονται μέχρι σήμερα ιεροί χώροι, με ή χωρίς αρχιτεκτονική διαμόρφωση. Συνεπώς, η ιεροποίηση ενός τόπου στο Βουδισμό εξαρτάται από το ‘πνεύμα’ θα λέγαμε και την ατμόσφαιρα που άφησε πίσω του ο άνθρωπος, ο οποίος έφτασε όσο το δυνατόν πιο κοντά στο φωτισμό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Βούδας μαζί με τις άλλες μορφές μετενσάρκωσης που έχει παρουσιαστεί στη γη, λατρεύεται ως dvadi deva δηλαδή ‘ο θεός πάνω από τους θεούς’, και το άγαλμά του βρίσκεται στο κέντρο της λατρευτικής ζωής και τιμάται από τον 1ο αι. μ.Χ. σε κάθε βουδιστικό χώρο. Μέχρι τότε, όπως είδαμε και στο αρχαιότερο παράδειγμα βουδιστικής ιερής αρχιτεκτονικής που αναλύθηκε, τις Σπηλιές Bhaja, δεν υπήρχαν αγάλματα και εικόνες του Φωτισμένου αλλά χρησιμοποιούνταν σύμβολα όπως ο τροχός, το αποτύπωμα του ποδιού του Βούδα και το ιερό δέντρο-bodhi617. Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω γεγονότα, βλέπουμε ότι υπάρχει μια τάση θεοποίησης του Βούδα και ιεροποίησης των χώρων που αυτός είχε επισκεφτεί, αν και ο ίδιος δεν ανέφερε ποτέ τον εαυτό του ως θεότητα, καθώς δεν πίστευε στην ύπαρξη του υπερβατικού. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια της ζωής του αναγνώριζε στον εαυτό του ότι θα πετύχει τη φώτιση, κάτι που φαίνεται στα λόγια του για τη θέσπιση σχολείων, με σκοπό τη μετάδοση των γνώσεών του για τη σωτηρία, μετά το θάνατό του: ‘Αυτά τα σχολεία θα είναι τα αποθετήρια των δώδεκα διαφορετικών καρπών των γραφών μου, χωρίς προτεραιότητα ή κατωτερότητα -όπως ακριβώς η γεύση του θαλασσινού νερού είναι παντού η ίδια- ή όπως οι δώδεκα γιοι του ανθρώπου, όλοι ειλικρινείς και αληθι-
613 Σοφία Σολ., 9, στ. 8. 614 Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online., σσ. 23. 615 Σύμφωνα με την παράδοση ο θάνατος του Βούδα χρονολογείται γύρω στο 483 π.Χ., τη βραδιά της πανσελήνου του Μαΐου. Για περισσότερες πληροφορίες: Γιαννουλάτος, Α. (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 66–77. 616 Κουσινάρα, η σημερινή Κασία, Ινδία. 617 Γιαννουλάτος, Αναστάσιος (Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας) (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας., σσ. 211. Εικ.215: Ο Θόλος/Τρούλος στο Βράχο. Ισλάμ.
161
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
νοί, έτσι θα είναι και η έκθεση του δόγματός μου, υποστηριζόμενη από αυτά τα σχολεία.’618
Εικ.216: Ο βωμός με το χρυσό άγαλμα 6,1 μ. του ξαπλωμένου Βούδα, στον τόπο όπου πιστεύεται ότι ‘έσβησε’. Το άγαλμα είναι στραμμένο προς τη Δύση, συμβολίζοντας τη 'δύση' της ζωής του Gautama. Parinirvana Stupa, Kushinagar, India. Βουδισμός. Εικ.217 : Ο Βράχος εσωτερικά του Θόλου. Qubbat aṣ-Ṣakhra, Ιερουσαλήμ. Ισλάμ.
162
Κάτι αντίστοιχο παρατηρούμε ότι συμβαίνει και στο Ισλάμ. Ο προφήτης Μωάμεθ, αναγνωρισμένος ως ο τελευταίος προφήτης μετά τον Ιησού, το Μωυσή, τον Αβραάμ, τον Αδάμ και άλλους, που σφράγισε την παρουσία προφητών του Αλλάχ στη Γη, θεωρείται λατρευτικό πρότυπο βάσει του οποίου έχει οργανωθεί η ισλαμική λατρεία και τα καθήκοντα του κάθε πιστού619. Το γεγονός αυτό έχει επηρεάσει δραστικά τη διαμόρφωση ιερών ισλαμικών χώρων, καθώς όπως είδαμε, ο τρόπος και ο τόπος που προσευχόταν ο Μωάμεθ αποτέλεσε σχεδιαστικό πρότυπο. Η Οικία του Προφήτη, με το εσωτερικό αίθριο και τις περιμετρικές στοές με κιονοστοιχίες, έδωσε τη βάση για την ανάπτυξη των περισσότερων μεταγενέστερων ισλαμικών χώρων λατρείας, όπως είδαμε αναλυτικά κατά την περιγραφή αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων τους620. Οι τρεις ιερότερες τοποθεσίες του Ισλάμ έχουν αποκτήσει την ιερότητά τους εξαιτίας της σχέσης τους με τον Προφήτη Μωάμεθ. Ειδικότερα, η ιερότερη τοποθεσία του Κύβου Kaaba στη Μέκκα θεωρείται ότι έχει ανακατασκευαστεί από το Μωάμεθ, ο οποίος τη θέσπισε ως κέντρο του Ισλάμ και της πυξίδας qibla, βάση της οποίας προσανατολίζεται κάθε τζαμί και προσευχόμενος. Η δεύτερη ιερή ισλαμική τοποθεσία είναι η ίδια η Οικία του Προφήτη, ενώ η τρίτη και τελευταία είναι ο Θόλος στο Βράχο, κτήριο εξέχουσας αρχιτεκτονικής σημασίας, που στεγάζει τον Βράχο όπου πιστεύεται ότι παραλίγο να γίνει η θυσία του Ισαάκ από τον Αβραάμ, και από τον οποίο αναλήφθηκε ο Προφήτης Μωάμεθ στον ουρανό συνοδευόμενος από τον αρχάγγελο Γαβριήλ, για να προσευχηθεί με τον Αβραάμ, τον Μωυσή και τον Ιησού (εικ.217)621. Εκτός των ιδρυτών των θρησκειών, με ιδιαίτερη διάκριση αντιμετωπίζονται από τους πιστούς και οι δωρητές. Στο Βουδισμό, μαζί με το Βούδα βλέπουμε ότι τιμώνται αγάλματα δωρητών που συνέβαλαν στην ανέγερση των ιερών χώρων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ‘προστάτες’ και έχουν ιδιαίτερη θέση εντός των βουδιστικών χώρων προσευχής. Άλλες φορές, σκαλίζονται επιγραφές, οι οποίες αναφέρουν τα ονόματά τους, μεταξύ του ελάχιστου σκαλιστού διακόσμου 618 Beal, R. S. (1880). The Eighteen Schools of Buddhism by Vasumitra. The Indian Antiquary, A Journal of Oriental Research, IX, σσ. 300. 619 Peters, F. E. (2003). Islam, a guide for Jews and Christians. Princeton N J: Princeton University Press., σσ. 9, Esposito, J. L. (1998). Islam. New York: Oxford University Press., σσ. 12. 620 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.5. 621 Κοράνι, 17:1. Για περισσότερες πληροφορίες: Braswell, G. (1996). Islam – Its Prophets, People, Politics and Power. TN Antioch: Broadman and Holman Publishers., σσ. 14, Ali, A. Y. (1946). The Qur’an: Text, Translation & Commentary . New York: NY: Islamic Propagation Centre International., σσ. 1625–31.
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
που επικρατεί. Για παράδειγμα, στις Σπηλιές Bhaja, παρουσιάζεται επιγραφή με αναφορά στη ‘γυναίκα του ζευγολάτη’, κάτι που αποτελεί αποκλειστική εξαίρεση, καθώς όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, η γυναίκα στο Βουδισμό δεν έχει πολλά δικαιώματα622. Στο μοναστήρι Samyé, η κεντρική ιερότερη πύλη φέρει την καμπάνα της γυναίκας του βασιλιά Trisong Détsen. Επιπλέον, ο δωρητής, που συνήθως αποτελούσε εύπορο άνθρωπο, κατά κύριο λόγο βασιλιά, έχαιρε ιδιαίτερων προνομίων. Συγκεκριμένα, στο παράδειγμα του μοναστηριού Samyé, που αναλύσαμε, τα βασιλικά διαμερίσματα αναπτύσσονταν στο ίδιο επίπεδο με αυτά των μοναχών, με πρόσβαση στον ιερότερο άδυτο χώρο623. Η ίδια αντιμετώπιση προς τους δωρητές συναντάται σε κάθε θρησκεία, της οποίας παραδείγματα ιερών χώρων μελετήσαμε. Ιδιαίτερα στις τρεις βιβλικές θρησκείες: τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και το Ισλάμ, ονόματα δωρητών αναφέρονται σχεδόν σε κάθε λατρευτικό χώρο. Όταν μάλιστα, ο χώρος αυτός διαθέτει ελάχιστο έως μηδαμινό διάκοσμο εξαιτίας ανεικονικών αντιλήψεων και παραδόσεων όπως συμβαίνει στις συναγωγές, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ιδιαίτερης αντιμετώπισης των δωρητών, όσον αφορά το μέγεθος της ιερότητας στους οποίους αποδίδονταν. Η αντιμετώπιση αυτή συναντάται και στο Ναό του Σολομώντος, ο οποίος ως γνωστόν αποτελεί τον ιερότερο ιουδαϊκό χώρο. Υπάρχουν στην ουσία τρεις νοητοί ομόκεντροι κύκλοι, των οποίων το κέντρο διασχίζει ο axis mundi624. Όσο πλησιάζει κανείς προς το κέντρο του κύκλου τόσο μεγαλύτερη η ιερότητα και τόσο μικρότερη η απόσταση από το Θεό. Η Χώρα625, η Ιερουσαλήμ και ο Ναός είναι οι τρεις ιερές τοποθεσίες του Ιουδαϊσμού. Όπως αναφέρεται μέσα στην Πεντάτευχο: ‘Η Γη του Ισραήλ βρίσκεται στο κέντρο του κόσμου, και η Ιερουσαλήμ στο κέντρο της Γης του Ισραήλ, και ο Ναός στο κέντρο της Ιερουσαλήμ…’626 Μοναδικό, προσβάσιμο για τους Ιουδαίους απομεινάρι του Ναού αποτελεί το Τείχος των Δακρύων, η μόνη σύνδεση με το Θεό και την ιερή τους παράδοση. Εντούτοις, εύλογα δημιουργείται η απορία περί της επικράτησης αναφοράς στο Ναό με το όνομα του βασιλιά-ιδρυτή και όχι του Θεού, όπως αυτός αναφέρεται
Εικ.218: Επιγραφή με ονόματα δωρητών. Σπηλιές Bhaja, Ινδία. Βουδισμός. Εικ.219: Το άγαλμα του Βούδα στην κεντρική αίθουσα προσευχής. Εκατέρωθέν του διακρίνονται φωτογραφίες μεγάλων δωρητών. Μοναστήρι Samyé, Θιβέτ.
622 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 7.2. 623 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.1., σσ. 42-46. 624 Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions. EHESS., σσ. 138. 625 Ως Χαναάν (η ονομασία αυτή χρησιμοποιείται στη Βίβλο, Εβραϊκά: ןַעַנְּכ – Kənáʿan) ή Χώρα οι Ιουδαίοι αναφέρονταν στην περιοχή Λεβάντες, η οποία βρισκόταν στη Μέση Ανατολή, νότια της οροσειράς του Ταύρου και μεταξύ της Μεσογείου, της Αραβικής ερήμου της της Άνω Μεσοποταμίας. 626 Midrash Tanchuma Kedoshim, Siman 10.
163
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
στην προσευχή του Σολομώντα πριν την κατασκευή του. ‘…[προσεύχεται ο Σολομών] καὶ νῦν, Κύριε ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ, πιστωθήτω δὴ τὸ ρῆμά σου τῷ Δαυὶδ τῷ πατρί μου [για το Ναό]. ὅτι εἰ ἀληθῶς κατοικήσει ὁ Θεὸς μετὰ ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς; εἰ ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ οὐκ ἀρκέσουσί σοι, πλὴν καὶ ὁ οἶκος οὗτος, ὃν ᾠκοδόμησα τῷ ὀνόματί σου;…’627 Ουσιαστικά, αν και σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση ο Ναός αποτελούσε υπόσχεση και παραγγελία του Θεού στο βασιλιά Δαυίδ και εν συνεχεία στο γιο του Σολομώντα, ο τελευταίος έχει σχεδόν θεοποιηθεί λόγω της προσφοράς του.
Εικ.220: Το μνημειακό πρόπυλο απ' όπου εισερχόταν ο αυτοκράτορας κατά τους βυζαντινούς χρόνους. Νότια πλευρά, Παναγία Αχειροποίητος, Θεσσαλονίκη. Χριστιανισμός. Εικ.221 : Ο εξώστης, που χρησιμοποιούνταν από την αυτοκρατορική αυλή. Παναγία Αχειροποίητος, Θεσσαλονίκη. Χριστιανισμός.
Στο Χριστιανισμό, κυριαρχεί η τάση αυτοθεοποίησης των αυτοκρατόρωνιδρυτών των ναών κατά την περίοδο του Βυζαντίου και του Δυτικοευρωπαϊκού Μεσαίωνα. Σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία: ‘… οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ628…’, δηλαδή όλοι είναι ίσοι απέναντι στον Ιησού Χριστό, χωρίς καμία απολύτως διάκριση. Αγνοώντας την παραπάνω χριστιανική αλήθεια, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες και οι Δυτικοευρωπαίοι βασιλιάδες ανασυνέταξαν την ιεραρχία. Ενώ στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους όλοι οι πιστοί έχουν ίσα λειτουργικά δικαιώματα, κατά τη βυζαντινή-μεσαιωνική εποχή η τέλεση των μυστηρίων δεν είναι άμεσα ορατή από όλους, εξαιτίας της χρήσης χαράξεων και ορίων, όπως παραπετάσματα και υπερυψωμένους χώρους, τα γνωστά ‘υπερώα’ ή ‘εξώστες’ ή ‘γυναικωνίτες’629. Άμεση πρόσβαση στον ιερότερο χώρο, το Ιερό Βήμα, έχει αποκλειστικά το ιερατείο ενώ έμμεσα και η αυτοκρατορική αυλή, τα μέλη της οποίας παρακολουθούν την κάθε τελετή από τα υπερώα, με οπτικές φυγές προς το εσωτερικό του Ιερού και διατήρηση απόστασης από τους ‘κοινούς πιστούς’630. Κατά συνέπεια, η ιερότητα κλιμακωνόταν με βάση την κοινωνική τάξη. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Ζ’ τον Πορφυρογέννητο, στη συλλογή του ‘Περί Βασιλείου Τάξεως’ που περιγράφει ακριβώς το τελετουργικό τυπικό που είχε διαμορφωθεί για τη συμμετοχή της αυτοκρατορικής αυλής στις δημόσιες τελετές631, ο αυτοκράτορας με τη συνοδεία του συμμετέχει σε μεγάλες θρησκευτικές εορτές παρευρισκόμενος στον εξώστη. Παράδειγμα αυτής της διαμόρφωσης συναντήσαμε κατά την ανάλυση της Παναγίας Αχειροποιήτου632 627 Α’ Βασιλ., 8, στ. 26–27. 628 Γαλ., γ’, στ. 28. 629 Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης., σσ. 66. 630 Condren, M. T. (χ.χ.). Sacred Spaces: What Makes Them Sacred? Monmouth College, Communication Studies., σσ. 3. 631 Έκθεσις περί της βασιλείου τάξεως, Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος (De cerimoniis aulae Byzantinae, 1-192), στο http://khazarzar.skeptik.net. 632 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4, σσ. 83-90.
164
ΟΡΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
(εικ.221). Αυτός ο χώρος είχε πάντα θέαση προς το ισόγειο και πολλές φορές μάλιστα συνδέεται με το Ιερό, έτσι ώστε ο αυτοκράτορας και η αυλή του να κοινωνούν των Αχράντων Μυστηρίων πριν από όλους τους πιστούς. Η πρόσβαση στον ξεχωριστό αυτό χώρο γινόταν άμεσα από το παλάτι, όταν αυτό ήταν δυνατόν633. Με λίγα λόγια, ο αυτοκράτορας, που στην πλειοψηφία ήταν ο δωρητής και εμπνευστής των μεγαλοπρεπέστερων εκκλησιαστικών έργων, κρινόταν αγιότερος όλων των άλλων πιστών, με αποτέλεσμα τη φύλαξη της ιερότητά του σε ξεχωριστό τμήμα εντός της εκκλησίας. Σχετικά με τις επιγραφές αναφοράς στους ιδρυτές, στο Χριστιανισμό σώζονται βυζαντινά ψηφιδωτά αναπαράστασής τους, που πολλές φορές κρατούν το ναό που ιδρύουν και τον προσφέρουν στο Χριστό, την Παναγία ή τον Προστάτη Άγιο. Συχνά μάλιστα, οι δωρητές φέρουν φωτοστέφανο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα ψηφιδωτά του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας στον Αγ. Βιτάλιο της Ρώμης (εικ.9, 10), της προσφοράς της Μονής Χώρας στο Χριστό από το Θεόδωρο Μετοχίτη στο καθολικό της ομώνυμης μονής, του Ιουστινιανού και του Μέγα Κωνσταντίνου που προσφέρουν την Αγ. Σοφία και την Κωνσταντινούπολη στη Θεοτόκο, στο ναό της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, του αγ. Δημητρίου με τους κτήτορες στον Πολιούχο ναό της Θεσσαλονίκης, και πολλά άλλα. Άλλη μία κατασκευή η οποία οφείλεται στην εξέχουσα ιεραρχική λειτουργική θέση των δωρητώναυτοκρατόρων είναι οι μνημειώδεις αυτοκρατορικές πύλες, με μορφολογικά χαρακτηριστικά που πολλές φορές έρχονται σε μεγάλη αντίθεση με τη συνολική εμφάνιση του ναού. Τέτοια παραδείγματα συναντήσαμε στην εκκλησία της Αχειροποιήτου634(εικ.220) και στο καθολικό της Μεγίστης Λαύρας635, με τη Βασίλειο Πύλη μεταξύ του νάρθηκα και του κυρίως ναού636. Η ανέγερση πυλών αποκλειστικά για τη χρήση τους από το ιδρυτή-βασιλιά συναντάται και στο Ναό του Σολομώντος. Το ανατολικό τμήμα του τείχους περιμετρικά της αυλής των γυναικών διέθετε μεγαλόπρεπη πύλη και δίκλιτη στοά, η οποία έφερε το όνομα του βασιλιά Σολομώντος, και χρησιμοποιούνταν και στη συνέχεια από τον Ηρώδη το Μέγα, που δεν την αλλοίωσε κατά τη β’ οικοδομική φάση του Ναού εξαιτίας της μεγάλης φήμης της637. Ο τελευταίος, ανήγειρε στο νότιο τμήμα του εξωτερικού περιβόλου του δεύτερου Ναού εντυπωσιακή τρίκλιτη στοά, γνωστή από τον Ιώσηπο ως ‘Βασίλειος Στοά’638, η οποία στέγαζε δικαστικές λειτουργίες και χώρους ανταλλαγής νομισμάτων και αγοράς ζώων για προσφορά στο Θεό ως θυσία. Εκτός αυτών, από εκεί ηχούσε το κέρας για την εκκίνηση των ιερών γιορτών και του Σαββάτου. Στην ουσία, από αυτό το χώρο ο βασιλιάς διοικούσε τόσο κρατικά όσο και θρησκευτικά639. Επιπλέον, στο Χριστιανισμό συχνή ήταν η ανέγερση μεγαλόπρεπων παρεκκλησιών για χρήση τους ως μαυσωλεία, με σκοπό την τοποθέτηση εντός αυτών αυτοκρατορικών τάφων. Όπως είδαμε και στον καθεδρικό του St Denis640, οι βασιλικοί καθεδρικοί αποτελούσαν στην ουσία νεκροπόλεις, καθώς περιείχαν πολυάριθμους βασιλικούς τάφους, που σώζονται μέχρι και σήμερα. Επομένως, σε όλες τις θρησκείες εκτός από τον Ινδουϊσμό, διακρίνεται η διαμόρφωση ιδιαίτερων χαράξεων για τον περιορισμό περίβλεπτων τμημάτων εντός των ιερών χώρων, με σκοπό τη διαφύλαξη της ιερότητας που θεωρείτο ότι έφεραν κάποια ξεχωριστά άτομα, από το βέβηλο υπόλοιπο κόσμο. Πολλές φορές μάλιστα, η ανάπτυξη των ιερών χώρων βασίζεται σε πρότυπα που προέκυψαν από τον ιδανικό τρόπο ζωής ενός ανθρώπου, σημαντικού για την παράδοση της εκάστοτε θρησκείας. Καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις που παρουσιάστηκαν δεν φαίνεται να προκύπτει ύστερα από θεία παρέμβαση, και όλες οι διαμορφώσεις αποτελούν προϊόν ανθρώπινης λογικής. 633 Mathews, T. F. (1971). The Early Churches of Constantinople, Architecture and Liturgy. University Park and London: Pennsylvania University Press., σσ. 132–134., Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη., σσ. 93–97. 634 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 83-90. 635 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 91-95. 636 Για περισσότερες πληροφορίες: Kalopissi – Verti, S. (2006). The Proskynetaria of the Templon and Narthex: Form, Imagery, Spatial Connections, and Reception. Στο S. Gerstel, Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press., σσ. 130-131. 637 Ιω, ι’, στ.23, Πράξ., γ’, στ.11 και ε’, στ. 12, Φλάβιος, Ι. (75-79 μ.Χ.). Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου (Τόμ. ε›), στ. 185, Φλάβιος, Ι. (93-93 μ.Χ.). Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η›), στ. 401-403. 638 Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία (Τόμ. η›), στ. 411-416. 639 Rivka, G. (2003). Contested holiness: Jewish, Muslim, and Christian perspectives on the Temple Mount in Jerusalem. New Jersey: KTAV Pub. House., σσ. 68. 640 Βλ. στην παρούσα εργασία κεφ. 6.4., σσ. 95-98.
165
ΔΟΜΝΙΚΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ • ΜΗΚΟΣ 60_ΠΛΑΤΟΣ 20_ΥΨΟΣ 25
10. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ_ Οι δεκαεννέα χώροι θρησκευτικής τελετουργίας που μελετήθηκαν στην παρούσα έρευνα ναι μεν αποτελούν αντιπροσωπευτικά παραδείγματα των πέντε επικρατέστερων θρησκειών της εποχής μας, αλλά παρά το πλήθος τους δεν παύουν να είναι ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό σε σχέση με τους ιερούς χώρους όλων των εποχών και τόπων. Ωστόσο, η ανάλυσή τους δίδει τη δυνατότητα να ρίξουμε μια βαθύτερη ματιά στην ουσία αυτών των χώρων και το λόγο εμφάνισης και ύπαρξής τους. Μερικές από τις σκέψεις και ιδέες που ίσως δημιουργήθηκαν κατά την εξέλιξη της εργασίας και την προσπάθεια απάντησης των αρχικών προβληματισμών που τέθηκαν, σχετικά με την προέλευση και τους χειρισμούς των ορίων εντός των ιερών χώρων για τη δημιουργία της ‘αίσθησης του ιερού’, έχουν να κάνουν με την εξής σχέση: ο άνθρωπος – η αρχιτεκτονική - το υπερβατικό. Καθ’ όλη την πορεία της ανθρωπότητας βλέπουμε ότι υπάρχει έκδηλη η ανάγκη του ανθρώπου να τεθούν όρια, καθώς με αυτόν τον τρόπο μπορεί να νιώσει ότι ελέγχει το περιβάλλον του. Έννοιες όπως ‘το υπερφυσικό’, ‘το απεριόριστο’, ‘το ελεύθερο’ και ‘το αιώνιο’ υπερβαίνουν τις νοητικές του ικανότητες. Η αρχιτεκτονική, άλλες φορές πρωτόγονη και αχαλίνωτη, κι άλλες φορές βαθιά μελετημένη και ουσιαστικά απλή, αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα μέσα του ανθρώπου να θέσει τα τόσο επιθυμητά όρια στο υπερβατικό και ανεξέλεγκτο στοιχείο της καθημερινότητάς του, όπως για παράδειγμα το στοιχείο της ιερότητας. Συνεπώς, αιτία διαμόρφωσης συγκεκριμένων αρχιτεκτονικών μορφών με σκοπό τον ‘περιορισμό’ της ιερότητας, αποτελεί αυτή ακριβώς η ανθρώπινη ανάγκη και όχι η διαταγή, παράδοση ή ανάγκη του υπερβατικού στοιχείου για φύλαξη της ιερότητάς του. Με την πάροδο των χρόνων βλέπουμε ότι εξελίσσεται και κατά κάποιον τρόπο ωριμάζει η σχέση μεταξύ θρησκευτικού και αρχιτεκτονικού πνεύματος, κατακτώντας σε πολλές περιπτώσεις μια αρμονική ισορροπία, καθώς μειώνονται οι περιορισμοί και αυξάνεται η απλότητα στο σχεδιασμό, τα υλικά και το διάκοσμο, αποκτώντας συμβολικό χαρακτήρα με αποχή των κοινωνικών στερεοτύπων. Η γενική διάρθρωση των ιερών χώρων με βάση συγκεκριμένα αρχιτεκτονικά όρια θα μπορούσε να παραλληλιστεί με αυτήν όλων των αρχιτεκτονημάτων, και ιδιαίτερα των κατοικιών. Κάθε αρχιτεκτονικός χώρος αποτελείται από τρία κύρια τμήματα: χώρο υποδοχής και προετοιμασίας, χώρο παραμονής και συγκέντρωσης των χρηστών, χώρο μεγαλύτερης – ‘ιερότερης’ σημασίας. Η κατανομή των διάφορων δωματίων, αιθουσών ή γενικότερα των χώρων ενός αρχιτεκτονήματος πραγματοποιείται με βάση τη χρήση τους ως δημόσιοι ή ιδιωτικοί, κάτι που έχει άμεσο αντίκτυπο στην ανοικτότητα και κλειστότητα των χώρων, καθώς και το λιτό ή περίτεχνο περιεχόμενό τους. Κατά τη γνώμη μου, ο αρχιτέκτονας θα μπορούσε να διαθέτει ένα στοιχείο που θα τον βοηθούσε να ξεπεράσει τις στεγνές λειτουργικές και μηχανικές ανάγκες παραγωγής κτηρίων. Λαμβάνοντας υπόψιν τη σημασία των ορίων για τον άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί το δέκτη του εκάστοτε αρχιτεκτονήματος με συγκεκριμένες ανάγκες και αντοχές, ο αρχιτέκτονας θα μπορούσε να προσπαθήσει να κάνει ένα βήμα προς την υπέρβαση των ορίων και την σταδιακή εξάλειψή τους μέσω απλών και ουσιαστικών χειρισμών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η αρχιτεκτονική θα αποτελεί βίωμα και το αρχιτεκτόνημα ‘ιερό χώρο’.
"Ελιμπίσθικα το ανέφικτο..." - Δημήτρης Πικιώνης
167
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ_ ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΠΗΓΕΣ _ _ Robert de Clari, (1990). Η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης (La Conquête de Constantinople). Αθήνα: Χατζηνικολής. _ Cusimano, R., & Whitmore, E. (2018). Selected works of ABBOT SUGER OF SAINT-DENIS. Washington: The Catholic University of America Press. _ Dhammacakkappavattana Sutta: Setting the Wheel of Dhamma in Motion. (1993). Στο T(r)ipitaka (T. Bhikkhu, Μεταφρ.). Ανάκτηση Φεβρουάριος 20, 2021, από https://www.accesstoinsight.org _ Γρηγόριος Νύσσης. Ἐνύπνιον περὶ τῆς Ἀναστασίας ἐκκλησίας. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://melodos.com/thisavros/biblio.php?p=patrologia/%204os/ %CE%93%CF%81%CE%B7%CE%B3%CF%8C%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82%20 %CE%9D%CE%B1%CE%BD%CE%B6%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B6%CE%B7% CE%BD%CF%8C%CF%82 _ Γρηγόριος Νύσσης. Ἐπιτάφιος εἰς τὸν πατέρα. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://el.wikisource.org/wiki/%CE%95%CF%80%CE%B9%CF%84%CE%AC%CF%8 6%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%B5%CE%B9%CF%82_%CF%84%CE%BF%CE%BD_ %CF%80%CE%B1%CF%84%CE%AD%CF%81%CE%B1 _ Ευσέβιος Καισαρείας. ᾿Εκκλησιαστικῆ ἱστορία. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από http://users.sch.gr//npavlou/EUSEBIOU.htm _ Ευσέβιος Καισαρείας. Eις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως (Τόμ. Λόγος Γ›). Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://el.wikisource.org/wiki/%CE%95% CF%85%CF%83%CE%AD%CE%B2%CE%B9%CE%BF%CF%85_%CE%9A%CE%B1%C E%B9%CF%83%CE%B1%CF%81%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82,_%CE%95%CE% B9%CF%82_%CF%84%CE%BF%CE%BD_%CE%B2%CE%AF%CE%BF%CE%BD_%CF% 84%CE%BF%CF%85_%CE%BC%CE%B1%CE%BA%CE%B1%CF%81% _ Προκόπιος ο Καισαρεύς. Περί των του Δεσπότου Ιουστινιανού Κτισμάτων λόγοι έξι. Κωνσταντινούπολη. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από http://digital.lib.auth. gr/record/126091/files/005.pdf?version=1 _ Τριγώνης (Σκευοψύλαξ Μονής). (1772). ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙΟΝ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΑΥΡΑΣ, ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΑΘΩ. Βενετία: Σεργίου Ιερομονάχου.
168
_ Ιώσηπος Φλάβιος. Περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ πολέμου. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://el.wikisource.org/wiki/%CE%99%CE%BF%CF%85%CE%B4%CE%B1%CF%8A %CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%A0%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF %CF%82/%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%BF_%CE%91 _ Ιώσηπος Φλάβιος. Ιουδαϊκή αρχαιολογία. Ανάκτηση Ιανουάριος 17, 2021, από https:// el.wikisource.org/wiki/%CE%99%CE%BF%CF%85%CE%B4%CE%B1%CF%8A%CE%B A%CE%AE_%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF% CE%B3%CE%AF%CE%B1/%CE%B7
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ _ _ Guidetti, M. (2016). In the Shadow of the Church: The Building of Mosques in Early Medieval Syria. Boston: Brill. Ανάκτηση Μάρτιος 17, 2021, από https://books.google. gr/books?id=3n5yDQAAQBAJ&pg=PA113&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false _ 5000 Years of Indian Architecture. (1951). New Delhi: The Publications Division, Ministry of Information and Broadcasting, Government of India. _ Abdel, H. (2020). Abijo Mosque / Patrickwaheed Design Consultancy. ArchDaily. Ανάκτηση Μάρτιος 26, 2021, από https://www.archdaily.com/957800/abijomosque-patrickwaheed-design-consultancy _ Ahir, D. C. (2003). Buddhist sites and shrines in India: history, art, and architecture. Delhi: Sri Sataguru. _ Al-Azraqi . (2003). Akhbar Mecca: History of Mecca (Τόμ. 1). Leiden. _ Ali, A. Y. (1946). The Qur’an: Text, Translation & Commentary . New York: NY: Islamic Propagation Centre International. _ An illustrated guide to Korean culture : 233 traditional key words. (2002). Korea: Hakgojae: Seoul. Ανάκτηση Φεβρουάριος 20, 2021, από https://archive.org/details/ illustratedguide0000unse_j0p0/page/187/mode/2up _ Antes, P. (1990). Islam in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, 403411. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 26, 2020, από https://www.jstor.org/stable/1205210 _ Archaeology in Israel: The Synagogue at Capernaum. (χ.χ.). Jewish Virtual Library: A project of aice. Ανάκτηση Φεβρουάριος 28, 2021, από https://www. jewishvirtuallibrary.org/the-synagogue-at-capernaum
169
_ Asif, T., Madni, A. H., & Ebrar , F. U. (2017). Islamic Architecture and extension of cities (A Historical background). Mitteilungen Klosterneuburg, 20-33. Ανάκτηση Μάρτιος 17, 2021, από https://www.researchgate.net/publication/328781942_ Islamic_Architecture_and_extension_of_citiesA_Historical_back_ground _ Ayyad, E. S. (2015). A Prophetic Perspective of Mosque Architecture. Egyp: Suez Canal University, Islamic History and Archaeology. Ανάκτηση Μάρτιος 15, 2021, από https://www.researchgate.net/publication/280835477_A_Prophetic_Perspective_of_Mosque_Architecture _ Barker, M. (1998). Beyond the Veil of the Temple. The High Priestly Origin of the Apocalypses. Ανάκτηση Φεβρουάριος 11, 2021, από https://www.marquette.edu/ maqom/veil.html _ Barker, M. (2004). Fragrance in the making of sacred space. Jewish temple paradigms of Christian worship. Sacred (σσ. 66-72). Moscow: Research Centre for Eastern Christian Culture. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από http://hierotopy.ru _ Beal, R. S. (1880). The Eighteen Schools of Buddhism by Vasumitra. The Indian Antiquary, A Journal of Oriental Research, IX, 299-302. Ανάκτηση Απρίλιος 8, 2021, από https://www.sacred-texts.com/journals/ia/18sb.htm _ Beliaev, L. (2008). The Hierotopy of the Orthodox Feast: on the National Traditions in the Making of Sacred Spaces. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 277-284). Moscow: Indrik. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από http://hierotopy.ru/contents/ComparativeStudySacredSpaces_14_ Beliyaev_NationalTraditions_2008_Rus.pdf _ Bhardwaj, S. M. (2017). CIRCULATION AND CIRCUMAMBULATION IN TIRTHA YATRA, In light of Geography and Self-Organization concept of the Chaos Theory. Kent: Kent State University. Ανάκτηση Φεβρουάριος 5, 2021, από https://web.archive. org/web/20170115212649/http://www.colorado.edu/Conferences/pilgrimage/ papers/Bhardwaj.html _ Bowker, J. (1999). The Oxford Dictionary of World Religions. New York: Oxford University Press. _ Branfoot, C. (2008). Imperial Frontiers: Building Sacred Space in Sixteenth-Century South India. The Art Bulletin, 90(2), 171-194. Ανάκτηση Μάρτιος 31, 2021, από https://www.jstor.org/stable/20619601?seq=3#metadata_info_tab_contents _ Braswell, G. (1996). Islam – Its Prophets, People, Politics and Power. TN Antioch: Broadman and Holman Publishers.
170
_ Britannica, T. E. (1998). Kaaba. Encyclopaedia Britannica. Ανάκτηση Μάρτιος16, 2021, από https://www.britannica.com/topic/Kaaba-shrine-Mecca-Saudi-Arabia _ Buckee, F. (2020). The Curious Case of the Octagonal Temple: An Architectural Analysis and Revised History. Cardiff University. Archives of Asian Art. Ανάκτηση Μάρτιος 29, 2021, από https://www.academia.edu/45486382/The_Curious_ Case_of_the_Octagonal_Temple_An_Architectural_Analysis_and_Revised_History_of_the_Temples_of_Mu%E1%B9%87%E1%B8%8De%C5%9Bvar%C4%AB_Hill _ Burgess, J., & Bhagvānlal, I. (1881). Inscriptions from the Cave-temples of Western India: With Descriptive Notes &c Volume 10 of Archæological Survey of Western India. Government Central Press. Ανάκτηση Ιουλίου 5, 2013, από https://books. google.gr/books?id=tnIIAAAAQAAJ&q=%22bhaja+caves%22&pg=PR9&redir_ esc=y#v=snippet&q=%22bhaja%20caves%22&f=false _ Buse, A. (1858). S. Paulin évêque de Nole et son siècle (350-450). (L. Dancoisne, Μεταφρ.) Paris: H. Casterman. _ Cartwright, M. (2015). Hindu Architecture. World History Encyclopedia. Ανάκτηση Μάρτιος 29, 2021, από https://www.ancient.eu/Hindu_Architecture/ _ Cartwright, M. (2016, Μάρτιος 8). Ellora Caves. World History Encuclopedia. Ανάκτηση Μάρτιος 30, 2021, από https://www.ancient.eu/article/874/ellora-caves/ _ Chen, D. (1986). On the Chronology of the Ancient Synagogue at Capernaum. Zeitschrift des Deutschen Palästina-Vereins, 134-143. Ανάκτηση Φεβρουάριος 28, 2021, από https://www.jstor.org/stable/27931283?seq=3#metadata_info_ tab_contents _ Chisholm, H. (1911). Encyclopædia Britannica (11η εκδ., Τόμ. 8). United States: Cambridge University Press. _ Cohn, R. L. (1990). Judaism in the “Encyclopedia of Religion”. The Journal of Religion, 70, 392-402. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 25, 2020, από https://www.jstor.org/ stable/1205209 _ Condren, M. T. (χ.χ.). Sacred Spaces: What Makes Them Sacred? Monmouth College, Communication Studies. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από https://department. monm.edu/cata/default.htm _ Coomaraswamy, A. (1916). Buddha and the gospel of Buddhism. New York: G. p. PUTNAM’S SONS. _ Couliano, I.-P., & Mircea, E. (2008). Λεξικό των θρησκειών (3η εκδ.). Αθήνα: ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ.
171
_ Crosby, S. M., & Blum, P. Z. (1987). The Royal Abbey of Saint-Denis from its beginnings to the death of Sugar, 475-1151. New Haven, Connecticut: Yale university press. _ Denny, F. M. (2005). An Introduction to Islam (3η εκδ.). New Jersey: Pearson Prentice Hall. _ Dokras, U. V. (2020). ELEMENTS OF INDIAN TEMPLES of the Hindu Temple Architecture. Journal of the Indo Nordic Author’s Collective. Ανάκτηση Μάρτιος 29, 2021, από https://www.researchgate.net/publication/343361295_ELEMENTS_OF_INDIAN_ TEMPLES_Part_7_of_the_Hindu_Temple_Architecture_series_Dr_Uday_Dokras _ Doney, L. (2014). Emperor, Dharmaraja, Bodhisattva? Inscriptions from the Reign of Khri Srong lde brtsan. Journal of Research Institute: Historical Development of the Tibetan Languages, σσ. 63-84. Ανάκτηση Φεβρουάριος 19, 2021, από https:// zenodo.org _ Dorje, G. (1999). Tibet Handbook: With Bhutan (2η εκδ.). Wien: Footprint Handbooks. _ Eliade, M. (1959). The Sacred and the Profane. The Nature of Religion. New York. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από https://www.academia.edu/19180092/The_ sacred_and_the_profane_the_nature_of_religion _ Eliade, M. (1982). A History of religious ideas. From Gautama Buddha to the Triumph of Christianity. (Τόμ. 2). Chicago and London: The University of Chicago Press. Ανάκτηση Δεκέμβριος 13, 2020, από https://archive.org/details/2.MirceaEliadeAHistoryOfReligiousIdeasFromGautamaBuddhaToTheTriumphOfChristianity_201802/1.%20Mircea_Eliade%20A%20History%20of%20Religious%20Ideas%20 --%20From%20the%20Stone%20Age%20to%20the%20Eleusinian%20Mysteries/ page/n11/mod _ Eliade, M. (1992). Πραγματεία πάνω στην ιστορία των Θρησκειών. Αθήνα: Ι. Χατζηνικολή. _ Eliade, M. (1996). Patterns in Comparative Religion. Nebraska: University of Nebraska Press. _ Eliade, M. (1997). Symbolism, the Sacred and the Arts. London: Bloomsbury Publishing PLC. _ Ergin, N. (2014). The Fragrance of the Divine: Ottoman Incense Burners and Their Context. The Art Bulletin, 70-97. Ανάκτηση Απρίλιος 26, 2021, από https://www.jstor. org/stable/43947707?seq=4#metadata_info_tab_contents _ Esposito, J. L. (1998). Islam. New York: Oxford University Press. Ανάκτηση Αρπίλιος 8, 2021, από https://archive.org/details/islamstraightpat00espo_0/page/12/ mode/2up
172
_ Ettinghausen, R., Grabar, O., & Jenkins-Madina , M. (2003). Islamic Art and Architecture 650-1250 (2η εκδ.). New Haven & London: Yale University Press. Ανάκτηση Μάρτιος 16, 2021, από https://issuu.com/tallerbioarq/docs/islamic_art_and_architecture_650-12 _ Farouk-Alli, A. (2002). A Qur’anic Perspective and Analysis of the Concept of Sacred Space in Islam. Journal for the Study of Religion, 15(5), 63-78. Ανάκτηση Μαρτίου 15, 2021, από http://www.jstor.com/stable/24764344 _ Fawcett, R., Jansen, V., Lupia, J. N., & Loveday, H. (2003). Monastery. Grove Art Online. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 26, 2020, από https://doi.org/10.1093/ gao/9781884446054.article.T059008 _ Fergusson, J., & Burgess, J. (1880). The cave temples of India. London: ORDER OF HER MAJESTY’s SECRETARY OF STATE. _ Flood, F. B. (2001). The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Ummayyad Visual Culture. Leiden & Boston & Köln: Brill. Ανάκτηση Μάρτιος 23, 2021, από https://books.google.gr/books/about/The_Great_Mosque_of_Damascus. html?id=r5f8kxIyykQC&redir_esc=y _ Gerstel, S. E. (2006). Thresholds of the sacred: architectural, art historical, liturgical, and theological perspectives on religious screens, East and West. Washington: Harvard University Press. _ Gibbon, E. (1906). The History of the Decline and Fall of the Roman Empire (Τόμ. 7). New York: Fred de Fau and Company. _ Glassé, C. (1991). The Concise Encyclopedia of Islam. New York: HarperSanFrancisco, Suhail Academy. _ Gonen, R. (2003). Contested holiness: Jewish, Muslim, and Christian perspectives on the Temple Mount in Jerusalem. New Jersey: KTAV Pub. House. Ανάκτηση Απρίλιος 8, 2021, από https://archive.org/details/contestedholines00rivk _ Gosh, A. (1964). Indian Archaeology: A review 1961-62. New Delhi: Archaeological survey of India. _ Gowan, D. E. (1976). Bridge between the Testaments: A Reappraisal of Judaism from the Exile to the Birth of Christianity . Pittsburgh: Pickwick Press. _ Gunton, C. (1988). Christianity among the Religions in the “Encyclopedia of Religion”. Religious Studies . Cambridge University Press. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από https://www.jstor.org/stable/20019261
173
_ Gurevitch, Z., & Aran, G. (1994). Never in Place: Eliade and Judaïc Sacred Space. Στο Archives de sciences sociales des religions (σσ. 135-152). EHESS. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από https://www.jstor.org/stable/30116233 _ Gutmann, J. (1975). The Synagogue: Studies in Origins, Archaeology, and Architecture. Michigan: Ktav Publishing House. _ Hays, J. (2015). Tibetan architecture: temples, palaces, stupas. Ανάκτηση Φεβρουάριος 19, 2021, από http://factsanddetails.com/china/cat6/sub36/entry-4430.html _ Hecker, H. (2005). Anathapindika: The Great Benefactor. Kandy, Sri Lanka: Buddhist Publication Society. Ανάκτηση Φεβρουάριος 20, 2021, από https://www. accesstoinsight.org/lib/authors/hecker/wheel334.html _ Herbermann, C. (1913). “Early Christian Lamps”. Catholic Encyclopedia. New York: Robert Appleton Company. _ Herrera, M. D. (2011). Holy Smoke: The Use of Incense in the Catholic Church. San Luis Obispo: Tixlini Scriptorium. Ανάκτηση Απρίλιος 26, 2021, από https://www.scribd. com/doc/170397802 _ Houtsma, M. T. (1913). Encyclopaedia of Islam (Τόμ. IV). Leiden: Brill. _ Ibn Ashur, M. a.-T. (1984). Tafsir al-Tahrir wa’l-Tanwir (Τόμ. 17). Beirut: Tunisian House of Publication. _ Isar, N. (2008). CHOROGRAPHY (CHÔRA, CHORÓS) — A PERFORMATIVE PARADIGM OF CREATION OF SACRED SPACE IN BYZANTIUM. Στο A. Lidov, Hierotopy. Comparative studies of sacred spaces. (σσ. 59-90). Moscow: Indrik. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από https://www.academia.edu _ (χ.χ.). Jami’ al-Umawi al-Kabir (Damascus). ArchNet. Ανάκτηση Μάρτιος 23, 2021, από https://archnet.org/sites/31 _ Jensen, R. M. (2011). Living Water: Images, Symbols, and Settings of Early. Leiden: Brill. _ Jordan, R. F. (1981). Γοτθική Αρχιτεκτονική. Στο R. F. Jordan, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής (σσ. 164-218). Αθήνα: Υποδομή. _ Kamiya, T. (2013). The Kailasa Temple at Ellora. Ανάκτηση Μάρτιος 30, 2021, από http://www.kamit.jp/02_unesco/03_kailasa/kai_eng.htm _ Karla & Bhaja Caves: High-Water Mark of Buddhist Architecture. (χ.χ.). India Travelite. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://web.archive.org/web/20130918184750/ http://www.indiatravelite.com/feature/bhajakarlacaves.htm.
174
_ Kidson, P. (1987). Panofsky, Suger and St Denis. Journal of the Warburg and Courtauld Institutes, 1-17. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από https://www.jstor.org/ stable/751314 _ Kieckhefer, R., & Bond, G. D. (1990). Sainthood: Its Manifestations in World Religions. Philosophy East and West, 578-580. _ Kleinbauer, W. E. (1992). Early Christian and Byzantine Architecture: An Annotated Bibliography and Historiography. Boston: G.K. Hall. _ Kramrisch, S. (1976). The Hindu Temple (Τόμ. 1). Delhi: Motilal Banarsidass Publishers. _ Krautheimer, R. (1965). Early Christian and Byzantine Architecture. Harmondsworth and Baltimore: Penguin Books. _ Krystle, D. (2018). Building Analysis - The Kaaba. Islamic Architecture. Ανάκτηση Μάρτιος 16, 2021, από https://islamicarchitecturebydxx.blogspot.com/2015/07/ building-analysis-kaaba.html _ Kühnel, B. (1996). The Real and Ideal Jerusalem in Jewish, Christian and Islamic Art. Fifth International Seminar of the Center for Jewish Art (σσ. 603-610). Jerusalem: Hebrew University of Jerusalem. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από https://www. academia.edu/12839265/The_Real_and_Ideal_Jerusalem_in_Jewish_Christian_ and_Islamic_Art _ Kushner, L. (2016). This VERY PLACE. Στο L. Kushner, God Was in This Place and I, I Did Not Know: Finding Self, Spirituality and Ultimate Meaning (The Kushner Series) (σσ. 33-43). Woodstock, Vermont: Jewish Lights Publishing. _ Lange, D. (2016). There’s More Than Meets the Eye with These Maps of Tibet. The Rubin. Ανάκτηση Νοεμβρίου 27, 2020, από https://rubinmuseum.org/blog/mapsof-tibet-wise-collection-diana-lange _ Levine, L. I. (1981). Ancient Synagogues Revealed. Jerusalem: The Israel exploration society. _ Lidov, A. (2004). The Flying Hodegetria. The Miraculous Icon as Bearer of Sacred Space. Στο G. Wolf, & E. Thunoe, The Miraculous Image in the Late Middle Ages and Renaissance (σσ. 291-321). Rome. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από http:// hierotopy.ru/contents/PostedPapers_9_Lidov_FlyingHodegetria_2004.pdf _ Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred space as a form of creativity and subject of cultural history. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia. (σσ. 33 - 58). Moscow: Progress-tradition.
175
_ Lidov, A. (2006). Hierotopy. The creation of sacred spaces as a form of creativity. Στο A. Lidov, Hierotopy. Creation of Sacred Spaces in Byzantium and Medieval Russia. (σσ. 33-58). Moscow: Progress-tradition. _ Lidov, A. (2012). A Byzantine Jerusalem.The Imperial Pharos Chapel as the Holy Sepulchre. Στο A. Hoffman, & G. Wolf, Jerusalem as Narrative Space / Erzählraum Jerusalem (σσ. 63-104). Boston: Koninklijke Brill. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από http://hierotopy.ru/contents/PostedPapers_6_Lidov_ByzantineJerusalem_ NarrativeJerusalem_2012_Eng.pdf _ Lidov, A. (2012). Creating the Sacred Space. Στο A. Lidov, Spazi i percoprsi sacri (σσ. 61-90). Moscow: Institute for World Culture, Lomonosov Moscow State University. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από http://hierotopy.ru/en/ _ Lioy, D. (2008). KJV International Bible Lesson Commentary: The New Standard in Biblical Exposition Based on the International Sunday School Lessons (ISSL). USA: David C. Cook Distribution. Ανάκτηση Απρίλιος 22, 2021, από https://books.google. gr/books?id=o4r3kT4GHf8C&pg=PA3&hl=el&source=gbs_selected_pages&cad=3#v=onepage&q&f=false _ Loffreda, S. (1973). The Late Chronology of the Synagogue of Capernaum. Israel Exploration Journal, 23, 37-42. _ Macaulay-Lewis, E. (χ.χ.). The Great Mosque of Damascus. Khan Academy. Ανάκτηση Μάρτιος 23, 2021, από https://www.khanacademy.org/humanities/artislam/chronological-periods-islamic/islamic-art-early/a/the-great-mosque-ofdamascus _ Macrides, R., & Magdalino, P. (1988). The architecture of ekphrasis: construction and context of Paul the Silentiary’s poem on Hagia Sophia. (σσ. 47 - 82). BMGS. Ανάκτηση Φεβρουάριος 17, 2021, από https://www.cambridge.org/core _ Marinis, V. (2014). Architecture and Ritual in the churches of Constantinople. USA: Cambridge University Press. _ Mathews, T. F. (1971). The Early Churches of Constantinople, Architecture and Liturgy. University Park and London: Pennsylvania University Press. _
Mazower, M. (2006). Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων: ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΕΒΡΑΙΟΙ 1430-1950. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ,
_ Michell, G. (1988). The Hindu Temple: An Introduction to Its Meaning and Forms. USA: University of Chicago Press. _ Michell, G. (1990). The Penguin Guide to the Monuments of India, Volume 1: Buddhist,
176
Jain, Hindu (Τόμ. 1). Venghal: Penguin Books. _ Millet, G. (1905). Recherches au Mont-Athos. Bulletin de Correspondance Hellénique, σσ. 105-141. _ Mitra, D. (1980). Buddhist Monuments. Calcutta: Sahitya Samsad. _ MITTRA, S. K. (2002). PERIODIC REPORTING ON THE APPLICATION OF THE WORLD HERITAGE CONVENTION SECTION II: STATE OF CONSERVATION OF SPECIFIC WORLD HERITAGE PROPERTIES. Archaeological Survey of India, UNESCO. Ανάκτηση Μάρτιος 31, 2021, από https://whc.unesco.org/archive/periodicreporting/apa/ cycle01/section2/243.pdf _ Monastir Synagogue. (2016). KARD Architects. Ανάκτηση Μάρτιος 1, 2021, από https:// kardarchitects.com/projects/monastir-synagogue/ _ NCERT. (2013). Temple Architecture and Sculpture. Στο An Introduction to Indian Art Part 6: Textbook in Fine Arts for Class 11 (σσ. 69-102). National Council of Education. Ανάκτηση Μάρτιος 29, 2021, από https://ncert.nic.in/textbook/pdf/ kefa106.pdf _ Ousterhout, R. G. (2019). Eastern Medieval Architecture: The Building Traditions of Byzantium and Neighboring Lands. USA : Oxford University Press. _ Panofsky, E., & Panofsky-Soegel, G. (1979). Abbot Suger on the Abbey Church of St.-Denis and its art treasures. Princeton, USA: Princeton University Press. Ανάκτηση Ιανουάριος 29, 2021, από https://archive.org/details/abbotsugeronabbe0000suge/page/n6/mode/thumb _ Parthasarathy, A. (2001). The Symbolism of Hindu Gods and Rituals. Vedanta Life Institute. _ Pedersen, J. (1930). Masdjid. Brill. _ Peters, F. E. (2003). Islam, a guide for Jews and Christians. Princeton N J: Princeton University Press. Ανάκτηση Απρίλιος 8, 2021, από https://archive.org/details/ islamguideforjew00fepe/page/9/mode/2up _ Pradipkumar, M. S. (1981). The tabla in the Bhaja cave sculptures: A note (Τόμ. 18). Indica. _ Rajagopalan, M. (1993). 15 Vaishnava temples of Tamilnadu. India: Govindaswamy Printers. _ Rinpoche, S. M. (2000). 2000 Seminary Transcripts: Teachings From The Sutra Tradition Book One. Colorado: Kalapa Publications.
177
_ Schürer, E., Vermes, G., & Millar, F. (2014). The History of the Jewish People in the Age of Jesus Christ (Τόμ. 2). Bloomsberry. _ Shanks, H. (1979). Judaism in stone: The archaeology of ancient synagogues. Canada, Toronto: The Biblical Archaeology Society and Harper & Row. _ Sharīatī, A. (1992). HAJJ: Reflection on Its Rituals. Chicago: Kazi Publications. _ Shiner, L. E. (1972). Sacred Space, Profane Space, Human Space. Journal of the American Academy of Religion, 425-436. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 29, 2020, από https:// www.jstor.org/stable/1460891 _ Singh, A. K., Sharma, M., & Jayaswal, V. (2017). The Sacred Landscape of Mundeshwari: The ‘Oldest Living’ Temple. Varanasi: ARYAN BOOKS INTERNATIONAL. _ Stephens, J. (2013). “East” in Curl. Στο J. S. Curl, & J. J. Sambrook, Encyclopaedia of Architectural Terms. London, United Kingdom: Taylor & Francis Ltd. _ Sthapati, V. G. (2003). Significance of vimānam & gopuram. Chennai, Tamil Nadu, India: Dakshinaa Pub. House. _ Strange, J. F. (1977). The Caparnaum and Herodium Publications. Bulletin of the American Schools of Oriental Research, 65-73. _ The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Kaaba. Encyclopaedia Britannica. Ανάκτηση Μάρτιος 17, 2021, από https://www.britannica.com/topic/Kaaba-shrine-Mecca-Saudi-Arabia _ The Editors of Encyclopaedia Britannica. (2019). Mosque: Place of Worship. Encyclopaedia Britannica. Ανάκτηση Μάρτιος 15, 2021, από https://www.britannica. com/topic/mosque _ The Editors of Encyclopaedia Britannica. (χ.χ.). Synagogue, Judaism. Ανάκτηση Φεβρουάριος 26, 2021, από https://www.britannica.com/topic/synagogue _ The Kiswa – (Kaaba Covering). (2003). Al-Islaah Publications. Ανάκτηση Μάρτιος 17, 2021, από https://archive.is/20030722203309/http://members.tripod.com/ worldupdates/newupdates10/id43.htm _ (χ.χ.). The Synagogue: Background & Overview. Jewish Virtual Library: A project of aise. Ανάκτηση Φεβρουάριος 26, 2021, από https://www.jewishvirtuallibrary.org/ synagogue-background-and-overview _ Thera, E. I. (2002). Vandana: The Album of Pali Devotional Chanting and Hymns. Penang, Malaysia: Mahindarama Dhamma Publication. Ανάκτηση Απρίλιος 26, 2021, από https://web.archive.org/web/20050531043943/http://www.bud-
178
dhanet.net/pdf_file/vandana02.pdf _ Tunca, Ö., Uphill, E. P., Jameson, R., Roux, G., Sear, F. B., Hardy, A., . . . Bancroft-Hunt, N. (2019). Temple. Grove Art Online. Ανάκτηση Σεπτέμβριος 25, 2020, από https:// doi.org/10.1093/gao/9781884446054.article.T083708 _ Vanderkam, J. C. (2000). An Introduction to Early Judaism. Cambridge: Eerdmans. Ανάκτηση Φεβρουάριος 17, 2021, από https://books.google.gr/books?id=0fFlz7PbgTcC&printsec=frontcover&hl=el&source=gbs_ge_summary_r&cad=0#v=onepage&q&f=false _ Wayman, A. (1981). Reflections on the Theory of Barabudur as a Mandala. Στο Barabudur History and Significance of a Buddhist Monument. Berkeley: Asian Humanities Press. _ Weisbin, K. (2015). Islam. Arts and humanities, Khan Academy. Ανάκτηση Μάρτιος 16, 2021, από https://www.khanacademy.org/humanities/ap-art-history/ introduction-cultures-religions-apah/islam-apah/a/introduction-to-mosquearchitecture _ Williams, M. (1963). A Sanskrit-English Dictionary: Etymological and Philologically Arranged With Special Reference to Cognate Indo-European Languages . Exford: Oxford University Press. _ Wilson, E. J. (1996-97). The Masada Synagogue and Its Relationship to Jewish Worship during the Second Temple Period. Masada and the World of the New Testament, 269-276. _ Wong, W. S. (2014). Stupa, Pagoda and Chorten –Origin and Meaning of Buddhist Architecture. Hong Kong: Athens Institute for Education and Research (ATINER). The University of Hong Kong. _ Zaehkner, R. C. (1992). Hindu Scriptures. Penguin Random House, σσ. 1-11.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ _
_ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΕΒΡΑΪΚΗΣ ΣΥΝΑΓΩΓΗΣ. (2018). Κτίριο, 112115. Ανάκτηση Μάρτιος 1, 2021, από http://www.yvelia.com/amarchitects/ articles/ktirio/ktirio_monastir_synagogue_03.18.pdf _ Αναγνωστόπουλος, Σ. (2018). Εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία. Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας μέσα από πραγματικά γεγονότα και εμπειρίες άγιων ιερέων, μοναχών και πιστών.
179
_ Αντωνιάδης, Ε. Μ. (1908). Έκφρασις της Αγίας Σοφίας, ήτοι μελέτη συνθετική και αναλυτική υπό έποψιν αρχιτεκτονικήν, αρχαιολογικήν και ιστορικήν του πολυθρυλήτου τεμένους Κωνσταντινουπόλεως (Τόμ. 2). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου. _ Βογιατζής, Σ. (2019). Το καθολικό της Ιεράς Μονής Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Αθήνα: Καπόν. _ Γεδεών, Μ. Ι. (1902). Εκκλησιαστική Αλήθεια εκδιδομένη άπαξ της εβδομάδος. Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Τυπογραφείο. _ Γεωργιάδης, Β. (1990). Επιτομή Λειτουργικής (4η εκδ.). Αθήνα: Ρηγόπουλος. _ Γιαννουλάτος, Αναστάσιος (Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας) (2004). Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών μελετημάτων. Αθήνα: Ακρίτας. _ Δήμος, Ν., & Τριαντή, Α. (2003). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων. Πειραιάς: ΤΕΙ Πειραιά. Σχολή τεχνολογικών εφαρμογών. Τμήμα πολιτικών δομικών έργων. Ανάκτηση Μάρτιος 24, 2021, από https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&es rc=s&source=web&cd=&cad=rja&uact=8&ved=2ahUKEwjP4qT03cjvAhVFDWM BHTqSAi8QFjABegQIAhAD&url=http%3A%2F%2Fokeanis.lib.puas.gr%2Fxmlui%2F handle%2F123456789%2F946%3Flocale-attribute%3Den&usg=AOvVaw05TfOOl_ MGOwaB67QJdwa _ Ζιάκας, Γ. Δ. (1996). Ιστορία των Θρησκευμάτων: Τα Ινδικά Θρησκεύματα (Τόμ. Α›). Θεσσαλονίκη: Π. Πουρνάρα. _ Θεοχαρίδου, Κ. (1982). Φάσεις του ναού της Αχειροποιήτου. Δεύτερο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας, Tόμος περιλήψεων, (σσ. 31–32). Αθήνα. _ Ιερομονάχου, Σ. Χ. (2004). Αγιορείτικον τυπικόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας. Αθήνα: Καστανιώτη. _ Καλλίνικος, Κ. (1921). Ο χριστιανικός ναός και τα τελούμενα εν αυτώ. Αλεξάνδρεια: Πατριαρχικό Τυπογραφείο. Ανάκτηση Ιανουαρίου 29, 2021, από http://medusa. libver.gr/jspui/handle/123456789/3993 _ Κάππας, Μ. (2009). Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΕΙ∆ΟΥΣ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΥ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ∆Ο: ΤΟ ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΛΟΥ ΤΕΤΡΑΚΙΟΝΙΟΥ / ΤΕΤΡΑΣΤΥΛΟΥ. Θεσσαλονίκη: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Τομέας Αρχαιολογίας. Ανάκτηση Μάρτιος 15, 2021, από http://ikee.lib.auth.gr/record/112442/files/Kappas1.pdf
180
_ Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, Ε. (1989). Αχειροποίητος. Ο μεγάλος ναός της Θεοτόκου. Θεσσαλονίκη: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου. _ Κωλέτσης, Ε. (2020). Μοντέρνες Αρχιτεκτονικές «Αιρέσεις», νεωτερικές αναζητήσεις στη νεοελληνική ναοδομία. Χανιά: Πολυτεχνείο Κρήτης. Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. _ Ματιάτου, Α. (2018). Η συμβολή του χρώματος στον εξελληνισμό του «Μοντέρνου». Χανιά: Πολυτεχνείο Κρήτης. Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Ανάκτηση Μάιος 7, 2021, από https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&c d=&ved=2ahUKEwjEhPixx7fwAhUZtaQKHbOGBKUQFjAAegQIAhAD&url=https%3 A%2F%2Fdias.library.tuc.gr%2Fview%2Fmanf%2F79080&usg=AOvVaw0MElve8yD CUQxKfvfT0koV _ Μεσσίνας, Η. Β. (1998). Οι συναγωγές στην Ελλάδα, η αρχιτεκτονική τους και η σχέση τους με την ιστό της πόλης και την εβραϊκή συνοικία. Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Ανάκτηση Φεβρουάριος 27, 2021, από https://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/11795#page/12/mode/2up _ Μπούρας, Χ. Θ. (2001). Βυζαντινή και μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Αθήνα: Μέλισσα. _ Μυλωνάς, Π. Μ. (1981). Η ΑΡΧΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ: Αναθεώρηση ορισμένων θεωριών για την προέλευση του τύπου. Αρχαιολογία, 52-63. _ Ορθόδοξος συναξαριστής. (χ.χ.). Η Αγία Γραφή. Ανάκτηση Δεκέμβριος 12, 2020, από http://www.saint.gr/bible.aspx _ Πανουσάκης, Χ. (1999). Νικόλαος Μητσάκης 1899-1941. Αθήνα: Μουσείο Μπενάκη. _ Παπαδοπούλου, Β. (2008). Φετιχιέ Τζαμί. Στο Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα (σ. 612). Υπουργείο Πολιτισμού. Διεύθυνση βυζαντινών και μεταβυζαντινών αρχαιοτήτων. Ανάκτηση Μάρτιος 24, 2021, από https://www.academia.edu/3 617005/_%CE%A4%CE%B6%CE%B1%CE%BC%CE%AF_%CE%91%CF%83%CE%BB% CE%AC%CE%BD_%CE%A0%CE%B1%CF%83%CE%AC_%CE%A6%CE%B5%CF%84 %CE%B9%CF%87%CE%B9%CE%AD_%CE%A4%CE%B6%CE%B1%CE%BC%CE%AF_ %CE%9C%CE%B5%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B5%CF%83%CE%AD%CF%82_% CE%9 _ Παπανδρεόπουλος , Γ. (1994). Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ρώσση Ε. _ Ποταμιάνος, Ι. (2000). Το φως στη βυζαντινή εκκλησία. Θεσσαλονίκη: University Studio
181
Press. _ Ράπτης, Κ. Θ. (2016). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Τομέας Αρχαιολογίας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.). Ανάκτηση Μάρτιος 7, 2021, από https://ikee.lib.auth.gr/record/286747/files/GRI-201718111-2.pdf _ Ράπτης, Κ. Θ. (2017). Η δομική αποκατάσταση της Αχειροποιήτου κατά τον 7ο αιώνα και η σημασία της για την αστική συνέχεια της Θεσσαλονίκης κατά τους «σκοτεινούς αιώνες». Στο Φ. Κ. Ιωάννης Δ. Βαραλής, Κτίτωρ: Αφιέρωμα στον δάσκαλο Γεώργιο Βελένη (σσ. 289-306). Θεσσαλονίκη: Μυγδονία. Ανάκτηση Μάρτιος 07, 2021, από https://www.academia.edu/34859105/Raptis_K_T_2017_%CE%97_%CE%B4%C E%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BA%C E%B1%CF%84%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE %B7%CF%82_%CE%91%CF%87%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%BF%CF%80%CE%BF %CE%B9%CE%AE%CF%84%CE _ Ράπτης, Κ. Θ., & Ζόμπου-Ασήμη, Ά. (2011). Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: παρατηρήσεις και σκέψεις σχετικά με την οικοδομική ιστορία και την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Στο Εν Χώρω Τεχνηέσσα: Αφιέρωμα στην καθηγήτρια Ξανθίππη Σκαρπιά-Χόιπελ (σσ. 453-466). Θεσσαλονίκη: Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Διατμηματικό πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στην ‹Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού›. Α.Π.Θ. Ανάκτηση Μαρτίου 7, 2021, από https://eclass.uop.gr/modules/document/file. php/656/%CE%98%CE%B5%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%BD% CE%AF%CE%BA%CE%B7%20-%20%CE%91%CF%87%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE %BF%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%82.pdf _ Σμύρης, Γ. (2000). Τα μουσουλμανικά τεμένη των Ιωαννίνων και η πολεοδομία της οθωμανικής πόλης. Στο Ηπειρώτικα Χρόνια (Τόμ. 34). Ιωάννινα: Ανάτυπο. _ Συγκρότημα του Βασιλιά Φάχντ. (2000). Το Ιερόν Κοράνιον και μετάφραση των Εννοιών Του στην Ελληνική Γλώσσα. Μεδίνα, Σαουδική Αραβία: Υπουργίο Ισλαμικών υποθέσεων, Βακουφίων και Ιερού Κηρύγματος της Σαουδικής Αραβίας. Ανάκτηση Δεκέμβριος 12, 2020, από https://tikaras.files.wordpress.com/2008/05/koranigreek1.pdf _ Τάντσης, Α. (2003). Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. _ Τάντσης, Α. (2008). Το υπερώο στη Βυζαντινή ναοδομία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας, Τομέας Βυζαντινής
182
Αρχαιολογίας, Θεσσαλονίκη. Ανάκτηση Δεκέμβριος 7, 2020, από https://www. didaktorika.gr/eadd/handle/10442/23727 _ Τάντσης, Α. (2012). Η αρχιτεκτονική σύνθεση στο Βυζάντιο. Θεσσαλονίκη: University Studio Press. _ Τζήμας, Σ. (2007). Αρχιτεκτονική, Εκκλησιαστική και Μοναστηριακή. Ιερά μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – Άγια Μετέωρα. Τρίκαλα: Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. _ Τσίμπας, Θ. (2019). Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ UNESCO ΩΣ ΜΝΗΜΕΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ.Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Θεσσαλονίκη: ΔΙΪΔΡΥΜΑΤΙΚΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ«ΕΛΛΑΔΑ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ», Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, Θεολογική Σχολή Α.Π.Θ. και Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας, Θεολογική Σχολή Ε.Κ.Π.Α. Ανάκτηση Μαρτίου 7, 2021, από http://ikee.lib.auth.gr/record/308956/files/GRI-2019-25999.pdf _ Φιλιππίδης, Λ. (2017). Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής.
183
ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΩΝ_ 1. https://www.bordersofadventure.com/wp-content/uploads/2014/01/Travel-to-Jerusalem-View-of-old-city.jpg 2. https://www.versustravel.eu/photos/shutterstock_743910991_2.jpg 3. https://cdn.britannica.com/20/153520-050-177A78E4/Kabah-hajj-pilgrims-Saudi-Arabia-Mecca.jpg 4. https://jerusalem-patriarchate.b-cdn.net/wp-content/uploads/2018/03/panagios_ tafos3-1024x682.jpg 5. https://www.eaglerockcovenantchurch.org/wp-content/uploads/2015/06/JLM_ Temple3-300x224.jpg 6. https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:A 7. https://cdn.britannica.com/12/75512-050-384F387A/Kabah-Great-Mosque-Mecca.jpg 8.
https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/d/d3/Golgotha_%28Church_ of_the_Holy_Sepulchre%29.jpg
9. https://i.pinimg.com/originals/45/05/5e/45055ef569c18f19574a5e1424f0a339.jpg 10. https://i.pinimg.com/originals/65/ce/1b/65ce1b22dc9eb754a0b0f1fc8488ebf2.jpg 11. https://miro.medium.com/max/768/1*D-PJMoI_RIVGsBDaTuSRdQ.jpeg 12. https://choratouaxoritou.gr/wp-content/uploads/2016/07/%CE%99%CE%B5%CF %81%CE%AC-%CE%9C%CE%BF%CE%BD%CE%AE-%CE%9C%CE%B5%CE%B3%CE %AF%CF%83%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%9B%CE%B1%CF%8D%CF%81%CE%B1%CF%82..png 13. https://i.pinimg.com/originals/1b/32/35/1b323502a5269ffcb332143c2cdb2c0b.jpg 14. h t t p s : / / w w w . l e a r n r e l i g i o n s . c o m / t h m b / U - J J a P S g T H I u i n W 7 a W m O B F D_7mg=/768x0/filters:no_upscale():max_bytes(150000):strip_icc()/GettyImages-509707805-56a0c5205f9b58eba4b3ab99.jpg 15. φωτ. αρχείο Λ. Παπανικολάου 16. https://images.indianexpress.com/2019/07/sanchi2.jpg 17. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/e/ec/Le_Grand_Bouddha_du_ Kotoku-in_%28Kamakura%2C_Japon%29_%2842096289494%29.jpg
184
18. https://www.vimaorthodoxias.gr/wp-content/uploads/2020/08/shutterstock_365650748.jpg 19. https://slideplayer.com/slide/17575033/104/images/3/Consider+two+famous+mosaics+from+the+14th+century+in+what+is+today+Istanbul+but+was+then+Constantinople.+These+two+mosaics+are+in+the+Church+of+the+Khora%2C+now+known+as+Kariye+Camii+in+Turkish.+Khora+%28%CE%A7%CF%8E%CF%81%CE%B 1%29+literally+means+place%2C+space%2C+country.+Why+Khora+These+two+mosaics+tell+us+why...jpg 20. https://i1.wp.com/monuments.hist.auth.gr/wp-content/uploads/2017/11/22_ Moni_Choras.jpg 21. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/a/af/Notre-Dame_de_ Paris_2013-07-24.jpg/1200px-Notre-Dame_de_Paris_2013-07-24.jpg 22. h t t p s : / / s t 2 . d e p o s i t p h o t o s . c o m / 4 0 4 3 5 2 5 / 5 9 0 3 / i / 9 5 0 / d e p o s i t p h o tos_59030141-stock-photo-miniature-copy-of-angkor-wat.jpg 23. https://i.pinimg.com/originals/cf/4c/c8/cf4cc824ab98f5492169cdd38376851a.jpg 24. https://i.pinimg.com/originals/68/c9/71/68c97159ebc8ff2b05a75c1748c909fd.jpg 25. https://live.staticflickr.com/7439/27336571785_9f87f46228_b.jpg 26. https://www.advantour.com/img/china/dunhuang/mogao1.jpg 27. https://images.squarespace-cdn.com/content/5388e453e4b0813d343199fc/1493932808390-GLNN0ZQR2Q9FL8CE40ZV/shwedagon-pagoda-History.jpg?content-type=image%2Fjpeg 28. https://i.pinimg.com/originals/bc/c1/1e/bcc11e4ab5e28c43bb44e6f114420fa0. jpg 29. _sects.png/220px-Buddhist_sects.png, επεξεργασία από συγγραφέα. 30. https://ka-perseus-images.s3.amazonaws.com/df1fe7452ce081224305690cd3c3e9e8645915e7.jpg 31. (Fawcett, Jansen, Lupia, & Loveday, 2003)σσ. 25, επεξεργασία από συγγραφέα. 32. https://i.pinimg.com/564x/aa/36/2a/aa362a4050673dab801e12fa1e8e754a.jpg 33. https://www.livehistoryindia.com/amazing-india/2017/07/19/bhaja-caves-along-
185
the-trade-route 34. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/b/b6/Karla_Great_ Chaitya_front_view.jpg/220px-Karla_Great_Chaitya_front_view.jpg 35. https://www.livehistoryindia.com/amazing-india/2017/07/19/bhaja-caves-alongthe-trade-route 36. https://live.staticflickr.com/2905/33563413101_a0528b8e06_b.jpg 37. https://image.slidesharecdn.com/chaityasandvihrasautosaved-160209152033/95/ chaityas-and-viharas-architecture-16-638.jpg?cb=1455031269 38. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/a/aa/Bhaja_caves_plan.jpg, επεξεργασία από συγγραφέα. 39. https://www.tripadvisor.in/Attraction_Review-g1156430-d4088538-Reviews-Bhaja_ Caves-Khandala_Lonavala_Pune_District_Maharashtra.html#photos;aggregationId=101&albumid=101&filter=7&ff=439056267 40. http://2.bp.blogspot.com/-PCNhI_qicRo/Ty1SjMtjLPI/AAAAAAAABCk/jez7Qy0cI9g/ s640/lr-Bhaja+oth+collage+1.jpg 41. https://wondersoftibet.com/wp-content/uploads/2018/02/Samye-Monastery-complex.jpg 42. https://i.pinimg.com/originals/b3/c1/af/b3c1af2eabbbedb7c1cd4e6e93837dca. jpg, επεξεργασία από συγγραφέα. 43. (Wong, 2014), Figure 4. 44. https://www.semanticscholar.org/paper/The-Reconstruction-of-Buddhist-Landscape-Planning-Li-Ma/020b40999c28412991968d73618ffe3c986ca937/figure/2 45. https://web.archive.org/web/20121018183830/http://sketchup.google. com/3dwarehouse/details?mid=c40adf263fb38107a96d611196fa955a 46. http://www.tibetheritagefund.org/_obj/?r=120&c=0&o=12, https://images.chinahighlights.com/allpicture/2018/06/e7a37b5f26914748bd938b25.jpg 47. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/6/61/Sravasti-gandhakuti.jpg/800px-Sravasti-gandhakuti.jpg 48. https://images.adsttc.com/media/images/5ca7/4192/284d/d1e4/3300/01d7/ slideshow/01_Jetavana_%C2%A9Youngchae_Park.jpg?1554465163 49. https://images.adsttc.com/media/images/5ca7/44c5/284d/d1e4/3300/01e7/me-
186
dium_jpg/Site_Plan.jpg?1554465977, επεξεργασία από συγγραφέα. 50. https://images.adsttc.com/media/images/5ca7/4594/284d/d1e4/3300/01eb/medium_jpg/The_Dharma_Hall_Plan.jpg?1554466180 51. http://karles.cafe24.com/images/01%20%eb%8b%a4%ec%9d%b4%ec%96%b4%ea %b7%b8%eb%9e%a8.jpg, 52. http://karles.cafe24.com/images/02%20%ec%a0%84%ed%86%b5%ec%82%ac%ec %b0%b0%ea%b3%bc%20%eb%b0%b0%ec%b9%98%eb%b9%84%ea%b5%90.jpg 53. h t t p s : / / c d n 1 . b y j u s . c o m / w p - c o n t e n t / u p l o a d s / 2 0 1 8 / 1 1 / f r e e - i a s prep/2017/11/29084421/1415776748.indian-architech-6.jpg 54. https://img.jagranjosh.com/imported/images/E/Articles/Dravida-Nagara0-img.jpg 55. http://3.bp.blogspot.com/-lMlr6nfqEHk/UY5eBTxQxxI/AAAAAAAACTY/Uzh7CRxvrRc/s1600/DSC00313.JPG 56. http://4.bp.blogspot.com/-6LkhuqAPpIs/UY5dCjCkbUI/AAAAAAAACRw/VAOhXN4pX4c/s1600/DSC00301.JPG 57. (Buckee, 2020), fig.2. 58. (Buckee, 2020), Figure 13. 59. (Buckee, 2020), Figure 11. 60. https://www.ancient.eu/img/r/p/750x750/4565.jpg.webp?v=1615300208 61. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/tXHTdDgae5Q2FrZw5chln3Hzdmo54vbSLn2Pk2fPmoxsWF30w5un3Nhh_gKs5gKpyAIv5ZbS8sb3sPRyeK5zabQuE8t9L11HRWGui8_E 62. https://images.assettype.com/indynetwork%2F2020-04%2F5143a8be-434b-4ad6b803-dabac6499d10%2F1280px_Kailasha_temple_Ellora__section_drawing_1915_ sketch.jpg?auto=format&q=35&w=1200 63. https://live.staticflickr.com/1518/25035514155_edcaa87b74_b.jpg 64. https://qph.fs.quoracdn.net/main-qimg-c9edb5e439d492afb291bdcd97b064e8 65. (Branfoot, 2008)2. 66. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/d/d5/Krishnapuram4. jpg/800px-Krishnapuram4.jpg 67. https://images.adsttc.com/media/images/572d/3108/e58e/ce74/ca00/00ef/slide-
187
show/Temple_of_Stone_and_Light_(5).jpg?1462579433 68. https://images.adsttc.com/media/images/572d/7ff6/e58e/ce74/ca00/010d/slideshow/1-SITE_PLAN.jpg?1462599646 69. https://i.pinimg.com/564x/a8/1a/11/a81a115477ae83a3deee568ce7ff80fc.jpg 70. https://img.haarets.co.il/img/1.5673814/1018316866.jpg?precrop=1280,966,x0,y0&height=1449&width=1920 71. https://i.pinimg.com/originals/6e/18/e8/6e18e8b7842af27b9289174de0f3ac00.jpg 72. https://i.pinimg.com/564x/ac/64/92/ac649203d1c303773712846030b25442.jpg 73. https://i.pinimg.com/564x/eb/a6/ed/eba6ed51372de5123b81ed1d992bd265.jpg, επεξεργασία από συγγραφέα. 74. https://i.pinimg.com/564x/ff/ff/1e/ffff1e45877923a2d47da84f46fa051a.jpg 75. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/mPfVTDvViOpqRR7yYlDEbfzw7SpamFuNKiXlfc1cOWonak_HTiahJ6P9EMJqNJUmTT6viyuclZTOpDav3xJjBSFfLML0L4MHcg 76. Εικόνα 80: Η δεύτερη φάση του Ναού. Πηγή: https://i.pinimg.com/originals/85/7c/71/ 857c712a3594c0bf9148711bf0067dcb.jpg, επεξεργασία από συγγραφέα. 77. (Gerstel, 2006), Fig. 10. 78. (Gerstel, 2006), Fig. 2. 79. (Shanks, 1979), σσ. 50-51. 80. (Shanks, 1979), σσ. 50-51. 81. (Shanks, 1979), σσ. 50-51. 82. h t t p s : / / i m g c . a l l p o s t e r s i m a g e s . c o m / i m g / p r i n t / u - g - P L N Y A U 0 . j p g?w=550&h=550&p=0 83. https://kardarchitects.com/wp-content/uploads/2019/07/IMG_9449.jpg 84. https://s3.amazonaws.com/gs-geo-images/ccca3313-307f-4b87-82e18c994f2f35d3.jpg 85. (Levine, 1981), σσ. 25. 86. (Levine, 1981), σσ. 25. 87. https://madainproject.com/content/media/collect/masada_8475834123.jpg 88. https://madainproject.com/content/media/collect/masada_2934827881.jpg
188
89. https://synagogues.kinneret.ac.il/wp-content/uploads/2015/11/Capernaum-Model-Southeast-View.jpg 90. https://synagogues.kinneret.ac.il/wp-content/uploads/2015/11/Capernaum-Model-Southeast-View.jpg 91. (Chen, 1986), Fig. 1. 92. https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcRmGI7c3RLMvOUhjbIUiFQtSuwbshlQ3ACs-g&usqp=CAU 93. https://www.anumuseum.org.il/wp-content/uploads/MonastirSalonika_1.jpg, 94. https://kardarchitects.com 95. http://www.yvelia.com 96. http://www.yvelia.com 97. https://kardarchitects.com 98. https://www.anumuseum.org.il 99. h t t p s : / / w w w . g o o g l e . c o m / u r l ? s a = i & u r l = h t t p s % 3 A % 2 F % 2 F e n . w i k i p e d i a . org%2Fwiki%2FChurch_architecture&psig=AOvVaw0bKgxUYVCdkkKFayElor70&ust=1620294840799000&source=images&cd=vfe&ved=0CAIQjRxqFwoTCKir7OiisvACFQAAAAAdAAAAABAe. Επεξεργασία από συγγραφέα. 100. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016), Εικ. 170. 101. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016), Εικ. 172. 102. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016), Εικ. 169 103. (Ράπτης & Ζόμπου-Ασήμη, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: παρατηρήσεις και σκέψεις σχετικά με την οικοδομική ιστορία και την αποκατάσταση της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, 2011), Εικ. 9. 104.
(Ορλάνδος, 1952-54), εικ. 118.
105.
Αρχείο τ. 9ης ΕΒΑ / ΕΦΑΠΟΘ
106.
(Ξυγγόπουλος, 1941-52). εικ. 4.
107.
(Ξυγγόπουλος, 1941-52). εικ. 4.
189
108.
https://poliagapimeni.files.wordpress.com/2015/07/axeiropoiitos3.jpg
109. (Ράπτης, Η δομική αποκατάσταση της Αχειροποιήτου κατά τον 7ο αιώνα και η σημασία της για την αστική συνέχεια της Θεσσαλονίκης κατά τους «σκοτεινούς αιώνες», 2017), Εικ. 207. 110. h t t p s : / / w w w . m o n a s t i r i a k a . g r / i m a g e s / c a c h e d / i e r a - m o n i - m e g i s tis-layras-b17f65a1168531f6b2c33ade476d36bflavrajpg--1--webdata--64360.jpg 111. https://www.archaiologia.gr/wp-content/uploads/2011/06/Moni_Megistis_ Lavras.jpg 112.
(Μυλωνάς, 1981). Εικ.10.
113. https://web.archive.org/web/20161023063538if_/http://static.panoramio.com/ photos/large/52664147.jpg 114.
(Βογιατζής, 2019), Σχεδ. 2., επεξεργασία από συγγραφέα.
115.
(Βογιατζής, 2019), Σχέδ. 13.
116. https://www.orthodoxianewsagency.gr/wp-content/uploads/2019/11/IMG9868-600x400.jpg 117.
(Βογιατζής, 2019), 52.
118. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/1/1e/Saint_Denis_F%C3%A9lix_Benoist_1844_1845.jpg 119. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/4/48/Saint-Denis_-_ Fa%C3%A7ade.jpg 120. https://ferrebeekeeper.files.wordpress.com/2016/02/1024px-felixbenoiststdenis. jpg?w=584 121.
(Cusimano & Whitmore, 2018), σσ. 39.
122. https://i.pinimg.com/564x/7a/bd/40/7abd403d3a0dd5ea49afa60ac6c538a5. jpg 123. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/8/88/Saint_Denis_-_ La_Basilique_2.jpg/320px-Saint_Denis_-_La_Basilique_2.jpg
190
124.
http://www.ogdoolykeio.gr/Folders/parekklisi.htm
125.
(Κωλέτσης, 2020)εικ. 14.
126.
Αρχεία Νεοελληνικής αρχιτεκτονικής https://www.benaki.org/index.php?op-
tion=com_collectionitems&view=collectionitem&id=145459&Itemid=&lang=el 127. https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2017/01/16295727_1345 545762134551_384469544_n.jpg 128. https://www.mixanitouxronou.gr/wp-content/uploads/2017/01/16295727_1345 545762134551_384469544_n.jpg 129.
(Ettinghausen, Grabar, & Jenkins-Madina , 2003), 3.
130. https://images.slideplayer.com/37/10684747/slides/slide_8.jpg, από συγγραφέα.
επεξεργασία
131. https://s3-ap-southeast-2.amazonaws.com/tud-media/raw/images/iStock_57692270_SMALL_620x380.jpg 132.
https://static.turbosquid.com/Preview/2015/10/12__16_01_39/MasjidilHa-
ram_00.pnga5782c5b-4d52-46f1-9ca2-d6a52e85bdc5Original.jpg 133.
https://madainproject.com/king_abdullah_expansion#gallery-1
134.
https://i.pinimg.com/564x/b1/f5/2a/b1f52a2e276724d7b58574bc75b5161a.jpg
135.
https://en.wikipedia.org/wiki/Kaaba#/media/File:Kaaba-plan.svg
136. https://4.bp.blogspot.com/-rilysmdYqF0/VbeB8ZM2pWI/AAAAAAAAFF4/HCt2gJXNSYs/s1600/Kaaba-1.jpg 137. https://i.pinimg.com/originals/41/be/c0/41bec00bbe3c87ba1dd42bbda2eb2bed.jpg 138. h t t p s : / / m a d a i n p r o j e c t . c o m / c o n t e n t / m e d i a / c o l l e c t / u m a y y a d _ mosque_348928.jpg 139.
https://smarthistory.org/wp-content/uploads/2019/05/PrayerHall.jpg
140. h t t p s : / / m a d a i n p r o j e c t . c o m / c o n t e n t / m e d i a / c o l l e c t / u m a y y a d _ mosque_001288.jpg 141. https://s3.us-east-1.amazonaws.com/media.archnet.org/system/media_contents/contents/44546/original/IMG13463.jpg?1384714301 142.
https://smarthistory.org/wp-content/uploads/2019/05/Fountain.jpg
143.
https://madainproject.com/content/media/collect/clock_dome_837238.jpg
144. 145.
(Σμύρης, 2000)Σχ.17.1
191
146.
https://www.travelioannina.com/sites/default/files/2017-03/fetihe2.jpg
147. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/28M9nze4Nrdi16GaRcWz9fVCTLW0j3S__cFLuBRNsjz0zlSsUZTW8lu_9NaTiiO7cLaPxUfyJ7ZkF1zwkjP8gGvhtYkbz0zuV46FSFOyAkrgHYTc7jvCQNAO1Hzu 148. https://images.adsttc.com/media/images/603c/f0bc/f91c/8152/2500/0081/ slideshow/ABIJO_MOSQUE_DRAWINGS_2.jpg?1614606509 149. https://images.adsttc.com/media/images/603c/e7bf/f91c/8186/2500/0056/ slideshow/ABIJO_MOSQUE_2.jpg?1614604193 150. https://i.pinimg.com/originals/f1/18/e0/f118e08af2862cad024a88e35aefecb2. jpg 151.
https://scontent.fskg1-1.fna.fbcdn.net/v/t1.0-
9/122039434_3336536819728334_8063489722524083261_n.jpg?_nc_ cat=104&ccb=1-3&_nc_sid=730e14&_nc_eui2=AeHIxvkt66LHsIl_f5zqVz sKjFrb8Bx3-reMWtvwHHf6t2aSxsF8ABTLfDdCPa_imBDLV7yZDuhQD4cIEcWrDKLX&_nc_ohc=X0-cBty7VmcAX_ns2hE&_nc_ht=scontent.fskg1-1. fna&oh=bbcf3d2968b2afaa5a786aa470e178ff&oe=6079F5DE 152. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/CSnlF7dDBXIvwJcLH3IuUoANdrkinJcEVMru4I7SkqKzOuM2jf_zJIy3hyhZ2Md7mYtskwnM20Nw_Bwt_g5PqEBRTGO7U2IN-X3ev2S6Z88jUEiXJ6dmhoNS-CjmUF1vkmqYsdZIPw1XzRzR 153. https://s3images.coroflot.com/user_files/individual_files/large_678917_ xs4qy45qge5pj7cy0xuxksb9s.jpg,https://i.pinimg.com/originals/66/ a6/79/66a67985de9fb5 154. https://www.archdaily.com/957800/abijo-mosque-patrickwaheed-design-consultancy/603ce9f3f91c81522500006c-abijo-mosque-patrickwaheed-design-consultancy-photo?next_project=no
192
155.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
156.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
157.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
158.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
159.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
160.
http://img1.dinamalar.com/Kovilimages/T_500_796.jpg
161.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
162.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
163.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
164.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
165.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
166. https://www.archdaily.com/957800/abijo-mosque-patrickwaheed-design-consultancy 167. https://www.archdaily.com/786983/temple-in-stone-and-light-spacematters/572d346fe58ece74ca000100-temple-in-stone-and-light-spacematters-photo 168. https://www.google.com/url?sa=i&url=https%3A%2F%2Fslideplayer. gr%2Fslide%2F2002354%2F&psig=AOvVaw39Af9VoZDnU8yPsndEfzH2&ust=1 620309624125000&source=images&cd=vfe&ved=0CAIQjRxqFwoTCJiQyPDZsvACFQAAAAAdAA 169.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
170. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016)εικ.178. 171. https://i.pinimg.com/564x/c6/64/2a/c6642af249cb4cbc0ae991d47b126aab. jpg 172.
https://pbs.twimg.com/media/D6wGzscUYAEQHsh.jpg
173.
https://qph.fs.quoracdn.net/main-qimg-fb44e28c03d45f1079d10e349e806b67
174. h t t p s : / / w w w . j p o s t . c o m / / H t t p H a n d l e r s / S h o w I m a g e . a s h x ?id=341246&w=640&h=428 175. https://thesstoday.gr/wp-content/uploads/2019/10/panagia-axeiropoiitos-e1571462175910.jpg 176. https://c8.alamy.com/comp/B67P9P/muslim-men-at-prayer-salah-muslimprayer-in-umayyad-mosque-damascus-B67P9P.jpg 177. https://images.adsttc.com/media/images/603c/eede/f91c/8152/2500/007e/ slideshow/ABIJO_MOSQUE_23.jpg?1614606006 178.
https://www.livehistoryindia.com
179.
https://www.agdimitriosthes.gr/wp-content/uploads/2019/06/Kiborio-8.jpg
180.
https://parisdiarybylaure.com/wp-content/uploads/2015/12/SAINT-DENIS-226-
193
tombeaux-765x1024.jpg 181.
Επεξεργασία από συγγραφέα.
182. h t t p s : / / p n e u m a t i k h t r o f h . f i l e s . w o r d p r e s s . c o m / 2 0 1 4 / 0 7 / c3677-cea4ce91cea6ce9fcea3ce91ce93ce99ce9fcea5ce91ce98ce91ce9dce91cea3ce99ce9fcea5cf80ceb1cf81ceb5cebacebacebbceafcf83ceb9cebfce9 183. https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/9/96/Flickr_-_ jemasmith_-_Shrine_to_St_John_the_Baptist%2C_Umayyad_Mosque%2C_Damascus..jpg/1200px-Flickr_-_ 184.
https://player.slideplayer.gr/80/13340259/slides/slide_6.jpg
185.
https://lh3.googleusercontent.com/proxy/7kIrDZSFcWVaO3KG7ElNn5Y9-pW8P_
ewFwcjt4SshoUNipiO4DioR6wHP0TiQjvT8_0EZZw8-M4ci_3-B2-4kpNlbnIWKayZ9fmaSRMaIeXC6DpSdtJWv6GZ38t2byFz3Q-6qDoiyg 186. https://preview.redd.it/ccfczn8mwm931.jpg?width=960&crop=smart&auto=webp&s=2e03d863ecd04ffdd700c27cbfde4cf0ae802d15 187. https://i.pinimg.com/originals/12/9c/30/129c3036e1930c91b43b60b0a8e288f5. jpg 188.
https://live.staticflickr.com/343/19614032085_f8d3095d89_b.jpg
189. https://www.itsliquid.com/wp-content/uploads/2019/06/Jetavana-Temple_011.jpg 190. https://1.bp.blogspot.com/-_kuCUbXU45E/XU3Ohm7bEQI/AAAAAAAAIh8/ cMutKe2EmB0ITCPl5W_-xmqz3w5yp8pjwCLcBGAs/s1600/2018_7_9_11_55_12_264. jpg 191.
https://madainproject.com/content/media/collect/kaaba_2387430.jpg
192.
https://sonaduygur.files.wordpress.com/2011/11/hagia-sophia1.jpg
193. http://i0.wp.com/haribhakt.com/wp-content/uploads/2015/07/Kailash_Temple_Hindu.jpg 194. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/j8jHY8VPYZspf7cH3FgAoCNrPSx85dmG2OHaaIclAvRc21xg6reIIP67TVD34RbfKjmglR8rOoxSJBQny4gZd-gMMv_J9T2DjEw
194
195.
(Buckee, 2020) figure 12.
196.
https://www.worldhistory.org/img/r/p/750x750/7970.jpg.webp?v=1599506103
197. h t t p s : / / 4 . b p . b l o g s p o t . c o m / _ q 7 U q n Z 4 v 5 1 o / T A I 7 5 A 5 v Y 0 I / AAAAAAAAB0A/e-mJ6aHPVdI/s640/IMG_081%CE%A0%CE%B1%CE%BD%CE%B1%C E%B3%CE%B9%CE%B1+%CF%84%CE%B7%CF%82+%CE%91 198.
https://live.staticflickr.com/4347/36098777653_9aae82a26d_b.jpg
199.
https://www.sah.org/images/default-source/blog/fig-18.jpg?sfvrsn=9525d9b_2
200. http://2.bp.blogspot.com/-AxaEBEs6jXg/TykR-9kgSLI/AAAAAAAABA0/BdBpvY-BAWc/s1600/Lr_Bhaja+Art-oth.jpg 201. Σπηλιές Ajanta. Βουδισμός. Πηγή:https://static2.tripoto.com/media/filter/nxl/ img/1818316/SpotDocument/1574835803_img_20190225_104548.jpg 202.
https://i.pinimg.com/564x/c4/3b/8b/c43b8b2a8df7f2e3cd0412674532fd08.jpg
203.
https://i.pinimg.com/564x/57/00/1b/57001bf8b2216de0112bf0c651e4ae28.jpg
204.
https://amayei.nyc3.digitaloceanspaces.com/2018/09/orthodox_easter.jpg
205. https://static.india.com/wp-content/uploads/2016/10/diwali-in-kashmir.jpg?impolicy=Medium_Resize&w=1200&h=800 206. https://cdn.shopify.com/s/files/1/0068/5798/2063/products/f266090a02220f64b1a61c833c6e324b_1475379f-3df1-4c91-a2b9-0626ebc2be60_1200x1200.jpg?v=1540691611 207.
https://i.pinimg.com/564x/2c/fc/bb/2cfcbb7fe4b076cf68e7454f649dc075.jpg
208. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/FotR3QDxlDo73Dzd1_OYZhegSqTg7ayJ_FGX5YOlks6dmE_OxmNoJgRk__RHi8C2tebefok1SnPUNqa1awc9kVt7GCACZZGOKodwyVpGaSVDycz_O4xNenbsSQCXa_XV71ZNfemGHGiw609cT2Nm7jlfibEM2UK1LU9D3kcLB9KaouJWWuoqOox8Wba-WICcCHDjikQWCqAdurO 209. https://i.pinimg.com/originals/9e/e4/07/9ee407ae3e1b7eeaf7af9984530e0274. jpg 210. https://lh3.googleusercontent.com/proxy/C1p35clOxy1Y1QoPfS7aoy2yLJ5cUEQU3xZhBgSDQ4GTBh1CfxOd9stxR9KbshpvpKVQ96yu9gckUlnYMyhKDIupWadSIdwUIvEV82J5BPfRHEeCkrkSgRrqjP5U-qB_bwaGgQxFNXSS 211.
https://live.staticflickr.com/3023/5797963146_a427918df2_b.jpg
212.
https://i.pinimg.com/564x/78/12/18/7812180590e7a1c9b9c012d1876b4488.jpg
213. https://images.adsttc.com/media/images/572d/3450/e58e/ce74/ca00/00ff/ slideshow/Temple_of_Stone_and_Light_(25).jpg?1462580264
195
214.
(Isar, 2008)εικ.6
215. https://www.itraveljerusalem.com/wp-content/uploads/2016/07/atr-crddome-of-the-rock-noam-chen-2.jpg 216. h t t p s : / / i . p i n i m g . c o m / o r i g i n a l s / f c / 7 a / e 6 / f c 7 a e 6 e 7 b e d 1 9 8 c cc1aaa3b486111312.jpg 217.
https://i.pinimg.com/564x/81/08/78/8108788f27c140b82effcba2a32f67ac.jpg
218.
https://www.livehistoryindia.com
219. h t t p s : / / r e s . c l o u d i n a r y . c o m / t w e n t y 2 0 / p r i v a t e _ i m a g e s / t _ w a t e r mark-criss-cross-10/v1563622482000/photosp/947ebed0-40de-4a8 220. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016)Εικ. 274. 221. (Ράπτης, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: Αρχιτεκτονική και Γλυπτός Διάκοσμος, 2016), Εικ. 200. 222. https://futurearchitectureplatform.org/media/applications/2019/01/07/DQ_ GALLERY_JQTS_05.jpg
196
ΠΕΡΙΛΗΨΗ_ Μήκος 60, Πλάτος 20, Ύψος 25 (πήχεις): Οι διαστάσεις του Ναού του Σολομώντος, ενός αρχιτεκτονήματος που θεωρείται παραγγελία από τον ίδιο το Θεό και διαδραματίζει καίριο ρόλο στην ανάπτυξη των χώρων θρησκευτικής τελετουργίας, τόσο διαχρονικώς όσο και διαθρησκευτικώς. Εντούτοις γεννάται το εξής ερώτημα: μπορεί η ιερότητα να περιοριστεί εντός των τριών διαστάσεων; Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη μορφών και κατασκευών, που αποτελούν όρια της ιερότητας σύμφωνα με τα ανθρώπινα δεδομένα, μεταξύ χώρων λατρείας του Βουδισμού, του Ινδουισμού, του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ. Ταυτόχρονα, εξετάζεται η εξέλιξη αυτών των ορίων εντός της κάθε θρησκείας, όπως και οι διάφοροι παραλληλισμοί που πιθανώς υπάρχουν ανάμεσα στις πέντε αυτές θρησκείες. Επιλέγοντας και αναλύοντας ένα αρχιτεκτονικό παράδειγμα-πρότυπο της εκάστοτε θρησκείας, σε συνδυασμό με την ανάλυση αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων μεταγενέστερης εποχής, αποσκοπείται η εμβάθυνση στην καλύτερη κατανόηση της ιερής αρχιτεκτονικής. Γνώμονα αποτελεί η συμβολή των ορίων στον περιορισμό της ιερότητας και την προστασία της από οτιδήποτε θεωρείται βέβηλο. Ως αποτέλεσμα, προκύπτουν οχτώ βασικοί σχεδιαστικοί χειρισμοί, των οποίων η λειτουργία συσχετίζεται με το διαχωρισμό του Ιερού από το βέβηλο, την προετοιμασία για την είσοδο στο Ιερό, το διαχωρισμό των φύλων, την επισήμανση τμημάτων ιδιαίτερης ιερότητας, την προστασία του ιερότερου τμήματος, του οποίου η αξία πηγάζει από το άδυτο ή/και το θυσιαστήριο. Επιπλέον χειρισμό αποτελεί η επικράτηση μυστηριακής ατμόσφαιρας εντός των ιερών χώρων, η οποία τείνει να ‘αγγίξει’ το υπερβατικό στοιχείο μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων. Βεβαίως, δεν παραλείπονται οι κοινωνικές διακρίσεις και η θεοποίηση θνητών (ή και όχι;) ανθρώπων. Οι παραπάνω παρατηρήσεις παρέχουν μία ποικιλία πληροφοριών και συμπερασμάτων, καθιστώντας δυνατότερη την επισήμανση της ιδανικής θέσης του αρχιτέκτονα απέναντι στην έννοια του ορίου, όχι μόνο κατά το σχεδιασμό αρχιτεκτονικών χώρων θρησκευτικής αξίας, αλλά και σε κάθε έργο του, ώστε η αρχιτεκτονική να αποτελεί βίωμα και το αρχιτεκτόνημα ‘ιερό χώρο’.