6
Στιβ Τζομπς, Ουίνστον Τσόρτσιλ, Άλμπερτ Αϊνστάιν, Ουίλιαμ Σαίξπηρ ΠEΤΡΟΣ ΔΕΛΗΓΙAΝΝΗΣ Μαθητής Γ΄ Λυκείου Εκπαιδευτηρίων Δούκα
2016
M
α τι κοινό θα μπορούσαν να έχουν οι παραπάνω, πέρα από το ότι ο καθένας υπήρξε ιστορική μορφή στον αιώνα του; Η απάντηση είναι απλή όσο και γοητευτική: κανείς δεν φημιζόταν για τις σχολικές του επιδόσεις. Όσο παράδοξη κι αν φαίνεται αυτή η συνειδητοποίηση, αποδεικνύει για άλλη μια φορά τη συστηματικότητα και τη διαχρονικότητα με την οποία οι διάφοροι εκπαιδευτικοί θεσμοί αποτυγχάνουν όχι μόνο να εντοπίσουν αλλά κυρίως να προσελκύσουν τους «κορυφαίους των κορυφαίων». Βέβαια, όταν ένα σύστημα έχει αποτύχει με τους «καλύτερους», φανταστείτε τι έχει να επιδείξει με τους «χειρότερους»… Το ζήτημα στο σύγχρονο εκπαιδευτικό κατεστημένο μάλλον δεν αφορά τους τρόπους με τους οποίους οργανώνεται, ούτε τις μεθόδους και τα μέσα τα οποία χρησιμοποιεί. Αντίθετα, έγκειται στο ήθος του. Το ήθος καθορίζει τον σκοπό αλλά και
–38–
Αριστεία
ΛOΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤIΛΟΓΟΣ
τα μέσα. Σήμερα, τα μέσα είναι ανήθικα και ο σκοπός εκφυλισμένος. Υπό μία ρεαλιστική σκοπιά, κανένας μας δεν μπορεί να απαρνηθεί το γεγονός ότι ο άνθρωπος διαθέτει μια εγγενή ορμή για πρόοδο. Από τη στιγμή που ένα βρέφος θα δει το φως, ξεκινά ένα αδιάκοπο ταξίδι παρατήρησης, εξερεύνησης και κατανόησης, αρχικά μέσω των στοιχειωδών αισθήσεων, της αφής, της γεύσης, της όρασης, της ακοής, και στη συνέχεια με μέσα περίπλοκα, με ακατανόητες μέχρι και σήμερα βιολογικές διεργασίες και μηχανισμούς, που συναποτελούν αυτό που οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι ονόμαζαν «σκέψις». Η μακρινή «Ιθάκη» του ταξιδιού αυτού δεν είναι άλλη από την πνευματική, σωματική και ψυχική ολοκλήρωση του ατόμου. Ασυναίσθητα, λοιπόν, μόλις τέθηκε η παραδοχή ότι η ιδεατή καλλιέργεια –και άρα η εκπαίδευση– του ανθρώπου στοχεύει στην αυτοπραγμάτωση, και συνεπώς προς αυτή την κατεύθυνση μόνο μπορεί να θεωρείται ως εκ φύσεως ηθική. Ωστόσο, η σύγχρονη πραγματικότητα γύρω μας, είτε αυτή είναι εκπαιδευτική είτε εργασιακή είτε κοινωνική, διέπεται, στο πλήθος των περιπτώσεων, από μάλλον δαρβίνειες αρχές. Το άτομο στρέφεται στην ιδιώτευση, η πρόοδος αποκαθηλώνεται από αυταξία, ενώ, στον αντίποδα, φετιχοποιείται η –εκ προοιμίου ανταγωνιστική– επιδίωξη της υπεροχής έναντι του Άλλου: η αριστεία. Στο κυνήγι, λοιπόν, της αριστείας διαστρέφεται η ουσία των προσωπικών επιδιώξεων. Για να γίνει πιο κατανοητό, η επιθυμία ενός πρωταθλητή του στίβου να φτάσει στο αποκορύφωμα των δυνατοτήτων του διαφέρει εκ βάθρων από το να θέτει ως αυτοσκοπό την κατάκτηση του πρώτου τίτλου μιας διοργάνωσης. Ακόμα κι αφήνοντας στην άκρη την ηθολογική ερμηνεία του γεγονότος, μπορούμε να αντιληφθούμε πως, ενώ η πορεία προς την αυτοβελτίωση δεν γνωρίζει περιορισμούς, αντίθετα η προσπάθεια
–39–
2016
Αριστεία
ΛOΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤIΛΟΓΟΣ
2016
επίτευξης συγκεκριμένων στόχων αναπόφευκτα επιφυλάσσει αποτυχίες. Οι συνέπειές τους, μάλιστα, είναι πολλές φορές καταλυτικές για τον ψυχισμό του ατόμου, σε βαθμό που το κάνουν να αποζητά συχνά την αυτοεκτίμηση –ίσως– και με μακιαβελικές μεθόδους. Εκτός αυτού, η λειτουργία της αριστείας τείνει να καλλιεργεί τις διακρίσεις, ακόμα και εντός του σχολικού περιβάλλοντος. Το στοιχείο της σύγκρισης και της αντιπαράθεσης, που ενέχει εξ ορισμού ο όρος, αναμφίβολα διαπλάθει στην κοινωνική συνείδηση ένα «πρότυπο αριστείας», με το οποίο όποιος δεν συνάδει αυτόματα κρίνεται υποδεέστερος. Έτσι, στα «αριστειοκεντρικά» εκπαιδευτικά συστήματα παγιώνεται η διάκριση των αριστούχων από τους υπόλοιπους και εγείρονται αξεπέραστα κοινωνικά φράγματα. Χάριν παραδείγματος, θα μπορούσαμε να εντάξουμε στην κατηγορία αυτή και το σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων: η αποτυχία των μεν έρχεται ως συνέπεια της επιτυχίας των δε. Δηλαδή, ο υποψήφιος δεν απορρίπτεται με βάση τα προσόντα του, αλλά με κριτήριο τη μειονεξία του συγκριτικά με τους επιτυχόντες. Το γεγονός αυτό, φυσικά, δεν αποτελεί επιχείρημα για τη δημιουργία ανεξεταστικών και ανελεγκτικών δομών. Αντίθετα, η αξιολόγηση, όχι ως μέσο ιεράρχησης της νοημοσύνης αλλά ως μηχανισμός ανάδειξης των ικανοτήτων, των προσόντων, όπως επίσης των μειονεκτημάτων του ατόμου, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την προσωπική εξέλιξη και βελτίωσή του. Ακόμη περισσότερο, η αξιολόγηση αποτελεί και αναγκαία συνθήκη για την κατίσχυση της αξιοκρατίας, όχι βέβαια ως οικονομικό σύστημα επιβράβευσης των «αρίστων», αλλά ως κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ο καθένας θα μπορεί να καλλιεργήσει τις ιδιαίτερες δυνατότητές του και να προσφέρει ανάλογα με τις ικανότητές του. Είναι σίγουρο πως ούτε οι αφελέστεροι δεν θα επιθυμούσαν τον αυτοευνουχισμό της κοινωνίας με τη στέρηση των ικανότερων
–40–
Αριστεία
ΛOΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤIΛΟΓΟΣ
μελών της. Ωστόσο, η ανθρώπινη κοινωνία δεν χρειάζεται ούτε «άριστους» ούτε «μέτριους», ούτε «αρχηγούς» ούτε «ακόλουθους». Αντίθετα, έχει ανάγκη από ένα πνεύμα συνεργασίας και όχι ανταγωνισμού, που θα επιτρέψει στα μέλη της να διοχετεύσουν μαζί τις μοναδικές ικανότητες τους προς όφελος του συνόλου, ανεβάζοντας έτσι τον μέσο όρο και όχι ισοπεδώνοντάς τον, όπως υποστηρίζεται από πολλούς. Χρειάζεται ένα πνεύμα αλληλεγγύης και αλληλοπαρακίνησης, έτσι ώστε τα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων να υπερβαίνονται συνεχώς και το δυναμικό της κοινωνίας να διευρύνεται εσαεί. Τον σκοπό αυτό, λοιπόν, οφείλει να υπηρετήσει ο σύγχρονος θεσμός της εκπαίδευσης, κηρύττοντας την αλληλοβοήθεια και την ομαδικότητα, παρακινώντας τη θέληση για εξέλιξη, «εθίζοντας» τους μαθητές στη συνεργασία και όχι στον ανταγωνισμό.
2016
–41–