Θεατρο 1980-2010
Στη σύγχρονη Ελλάδα, η αγάπη για το θέατρο είναι εμφανής αν κανείς απλά παρατηρήσει τον αριθμό των παραστάσεων που ανεβάζεται κάθε χρόνο στη χώρα και τον αριθμό των θεατρικών ομάδων που παράγουν ποιοτικό θεατρικό έργο. Εκείνο που παρατηρεί κανείς μελετώντας τα ρεύματα που διαπερνούν το σώμα του νεοελληνικού θεάτρου των τελευταίων τριάντα περίπου ετών, είναι μια σταδιακή μεν απομάκρυνση από τις προγενέστερες ρεαλιστικές προδιαγραφές του, όχι όμως τέτοια ώστε να ισχυριστεί κάποιος ότι έχει εκδοθεί και το διαζύγιο. Το νεοελληνικό θέατρο ποτέ δεν έπαψε να λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης των κοινωνικών τεκταινομένων, ένας καθρέφτης με καλά τοποθετημένα πλαίσια. Και εν μέρει θεωρούμε κατανοητή, εάν όχι αναμενόμενη, αυτήν την εμμονή του στο οικείο, το αναγνωρίσιμο και καθημερινό. Ειδικότερα την περίοδο αυτή στην Ελλάδα αναπτύχθηκε μια σκηνική τέχνη, ρεαλιστική στις προδιαγραφές της και αριστερίζουσα στους ιδεολογικούς της προσανατολισμούς. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, μετά το Β παγκόσμιο πόλεμο η θεατρική Ελλάδα, απομονωμένη στο νοτιότερο άκρο της Ευρώπης και βυθισμένη στα πάθη της, αντιδρούσε στο δικό της ολοκαύτωμα και τη δική της κοινωνικο-πολιτική κρίση με ό,τι πιο σίγουρο διέθετε εκείνη τη στιγμή: ένα συγκερασμό κωδίκων της ρεαλιστικής νεοηθογραφίας, με απόλυτο εκφραστή τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, τον οποίο θα ακολουθήσουν, και ενίοτε θα μιμηθούν, δεκάδες νεότεροι συγγραφείς οι οποίοι βάζουν στο στόχαστρο της κριτικής τους θεσμούς, συνήθειες, συμπεριφορές, κάτι που o κόσμος της μεταπολίτευσης υποδέχεται με ενθουσιασμό. Με την είσοδο της δεκαετίας 80-90 η χώρα εντάσσεται στην ΕΟΚ (1981), γεγονός που σηματοδοτεί πολλές και ραγδαίες μεταμορφώσεις σε όλα τα επίπεδα. Όσο για το θέατρο, ο αμεσότερος καθρέφτης της πραγματικότητας, αναδιπλώνεται και αυτό.
Αρχίζουν να εμφανίζονται έργα με άλλα υφολογικά στοιχεία, άλλες προσμίξεις, άλλες ευαισθησίες. Ο πολλαπλασιασμός των δραματικών σχολών, καθώς και η εμφάνιση λίγο αργότερα των πρώτων τμημάτων θεατρικών σπουδών στα Α.Ε.Ι, σε συνδυασμό με την έκρηξη του αριθμού των επαγγελματικών θιάσων και παραστάσεων, διευρύνουν τη θεατρική αγορά και, κατά συνέπεια, και την αναζήτηση νέων έργων. Η θεατρική δραστηριότητα των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα κατέδειξε την αλματώδη πρόοδο του ελληνικού θεάτρου, που έγινε πιο τολμηρό και νεωτεριστικό, και επέτρεψε σκηνοθετικούς
και υποκριτικούς
πειραματισμούς
μέσα
από
πρωτοβουλίες θεατρικών ομάδων και δημιουργών. Έτσι, τόσο η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη όσο και οι μεγάλες πόλεις της χώρας έχουν αποκτήσει πολλές θεατρικές σκηνές που παρουσιάζουν πλήθος και ποικιλία έργων κάθε χρόνο.
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΑΔΑ
Οι τρεις μεγάλοι θεατρικοί συγγραφείς των αρχών του 20ου αιώνα που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του νεοελληνικού θεάτρου, είναι: ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867 1951), ο Σπύρος Μελάς (1882-1966) και ο Παντελής Χορν (1881 - 1941). Ο Κάρολος Κουν με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Διονύσιο Δεβάρη ίδρυσαν τη Λαϊκή Σκηνή, ένα θεατρικό εργαστήρι, στην προσπάθειά τους να αξιοποιήσουν την ελληνική λαϊκή παράδοση και ανέβασαν έργα όπως την Ερωφίλη και την Αλκηστις. Το 1942 ιδρύεται το Θέατρο Τέχνης από τον Κάρολο Κουν, όπου και ανέβασε παραστάσεις σημαντικές για την ιστορία του ελληνικού θεάτρου. Αντιπροσωπευτικές παραστάσεις είναι οι: Γυάλινος κόσμος, Ματωμένος Γάμος, Λεωφορείον ο Πόθος, ο Θάνατος του εμποράκου κ.ά. Ο Κάρολος Κουν παρουσίασε στο ελληνικό κοινό το αμερικανικό θέατρο, παρουσιάζοντας στο Θέατρο Τέχνης έργα των Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκκετ κ.ά. Από τους νεότερους σκηνοθέτες αναφέρουμε ενδεικτικά τον Σπύρο Ευαγγελάτο, ο οποίος σκηνοθέτησε τον Φορτουνάτο, τον Χάση του Γουζέλη και μια διασκευή του Ερωτόκριτου κ.ά. Σημαντικοί έλληνες ζωγράφοι ασχολήθηκαν με την σκηνογραφία, όπως οι: Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, Γιάννης Μόραλης, Γιάννης Τσαρούχης, Σπύρος Βασιλείου. Ένας διακεκριμένος Έλληνας σκηνογράφος και ζωγράφος που συνεργάζεται με λυρικά θέατρα του εξωτερικού είναι ο Νίκος Γεωργιάδης. Ένας πολυβραβευμένος σκηνογράφος του θεάτρου είναι ο Διονύσης Φωτόπουλος, ο οποίος έχει συνεργαστεί με ευρωπαίους σκηνοθέτες όπως τους: Πήτερ Χωλ (στην παράσταση Οιδίπους), Πέτερ Στάιν και Λούκα Ρονκόνι. Στη σύγχρονη Ελλάδα, η αγάπη για το θέατρο είναι εμφανής αν κανείς απλά παρατηρήσει τον αριθμό των παραστάσεων που ανεβάζεται κάθε χρόνο στη χώρα και τον αριθμό των θεατρικών ομάδων που παράγουν ποιοτικό θεατρικό έργο. Από πολιτειακής απόψεως, το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού είναι ο αρμόδιος κρατικός φορέας για το θέατρο και έχει δημιουργήσει το Θεατρικό Δίκτυο. Η οργάνωση του Θεατρικού Δικτύου έχει συγκεντρώσει όλες τις μορφές θεατρικής δημιουργίας, προωθώντας τη συμμετοχή των ελληνικών θεατρικών σχημάτων σε διεθνή Φεστιβάλ αλλά και την ευαισθητοποίηση και ενεργοποίηση του κοινού στο αρχαίο δράμα, το παιδικό θέατρο και τις σύγχρονες μορφές θεατρικής έκφρασης.
Το Θεατρικό Δίκτυο απαρτίζεται κυρίως από: Το Εθνικό Θέατρο, Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, Την Εθνική Λυρική Σκηνή, Τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.), Τους Επιχορηγούμενους Θιάσους, Το Θεατρικό Μουσείο, Το Ελληνικό Κέντρο Θεάτρου για παιδιά, Το Ελληνικό Κέντρο Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, Την Όπερα Δωματίου Θεσσαλονίκης κ.ά. Επίσης στο Θεατρικό Δίκτυο εντάσσονται όλοι οι φορείς θεάτρου που παράγουν θεατρικές παραστάσεις αλλά και οι ερευνητικοί φορείς για το Θέατρο όπως το Κέντρο Έρευνας και Πρακτικών Εφαρμογών του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος
ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
Το 1901 με απόφαση του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και με αρχικό κονδύλιο το οποίο είχε γίνει δωρεά από τον ομογενή Ευστράτιο Ράλλη, ιδρύεται το Βασιλικό Θέατρο το οποίο στεγάζεται στο κτίριο που κατασκευάστηκε ακριβώς για το σκοπό αυτό στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου πάνω σε σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ. Ο πρωτοπόρος για την εποχή εκείνη θεσμός αναγκάζεται να κλείσει το 1908, για να επανιδρυθεί το 1930 με νόμο, ως Εθνικό Θέατρο, με διευθυντή τον ποιητή Ιωάννη Γρυπάρη. Το Εθνικό Θέατρο συγκέντρωσε όλους τους αξιόλογους ηθοποιούς της εποχής του, οι οποίοι αποτέλεσαν και τον πρώτο θίασό του. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους: Αιμίλιο Βεάκη, Νίκο Ροζάν, Μήτσο Μυράτ, Χριστόφορο Νέζερ, Σαπφώ Αλκαίου, Νίκο Παπαγεωργίου, Τηλέμαχο Λεπενιώτη, Γιώργο Γληνό, Μιράντα Μυράτ, Αικατερίνη Βερώνη, Αιμίλιο Βεάκη, Ελένη Παπαδάκη, Κατίνα Παξινού, Αλέκο Μινωτή, Βάσω Μανωλίδου. Η εμφάνιση του Εθνικού Θεάτρου επέβαλε την ανάπτυξη της σκηνοθεσίας, της σκηνογραφίας, του θεατρικού κοστουμιού, της σκηνικής μουσικής και της χορογραφίας καθώς και της Δραματικής Σχολής, η οποία άρχισε να προετοιμάζει στελέχη για το Εθνικό Θέατρο αλλά και για ιδιωτικούς θιάσους. Στο Εθνικό Θέατρο ανεβαίνουν έργα κλασικού θεάτρου, νεώτερα αλλά και σύγχρονα, με βασική επιδίωξη την αναβίωση του αρχαίου δράματος. Από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, το Εθνικό Θέατρο ανεβάζει κάθε χρόνο νέα έργα και επαναλαμβάνει και παλαιότερα.
Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (Κ.Θ.Β.Ε.)
Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, ιδρύθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1961 και εγκαινίασε τη δραστηριότητά του το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς με παραστάσεις της τραγωδίας του Σοφοκλή "Οιδίπους Τύραννος", στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων. Πρώτος πρόεδρός του υπήρξε ο συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς και πρώτος διευθυντής του ο σκηνοθέτης Σωκράτης Καραντινός. Από το Δεκέμβριο του 1961 το Κ.Θ.Β.Ε. άρχισε να δίνει παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, στο Βασιλικό Θέατρο, ενώ το φθινόπωρο του 1962 εγκαταστάθηκε στο νεόκτιστο τότε κτίριο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Στόχος του, από την εποχή της ίδρυσής του, ήταν η διδασκαλία έργων του ελληνικού και ξένου δραματολογίου, η πραγματοποίηση περιοδειών στις κυριότερες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας και όλης της χώρας (από το 1962), η οργάνωση παραστάσεων αρχαίου δράματος ή άλλων κλασικών έργων στα σωζόμενα αρχαία θέατρα και αλλού, καθώς και διάφορες άλλες εκδηλώσεις που έχουν σχέση με το θέατρο και την τέχνη γενικότερα. Υπήρξε το πρώτο θέατρο στην Ελλάδα που καθιέρωσε εναλλασσόμενο δραματολόγιο. Παράλληλα οργάνωσε σειρά λογοτεχνικών πρωινών με διακεκριμένους ομιλητές. Από το 1973 λειτουργεί και η Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου, που παρέχει δωρεάν πλήρη θεατρική και γενικότερα καλλιτεχνική παιδεία και αποτελεί φυτώριο για νέους ηθοποιούς. Από το Νοέμβριο του 1977 άρχισε να λειτουργεί το "Θέατρο της Θράκης" με έδρα την Κομοτηνή. Στην αποκεντρωτική αυτή προσπάθεια προστέθηκε ύστερα από μια διετία και το "Θέατρο Ανατολικής Μακεδονίας" με έδρα τις Σέρρες. Οι δύο αυτές σκηνές λειτούργησαν ως το 1984. Από το Δεκέμβριο του 1977 λειτουργεί και η Παιδική Σκηνή, η οποία από το Δεκέμβριο του 1984 πήρε κατά καιρούς τη μορφή ενός πρωτότυπου είδους κουκλοθέατρου. Το Δεκέμβριο του 1982 στο καλλιτεχνικό δυναμικό του Κ.Θ.Β.Ε. ενσωματώθηκε η χορευτική ομάδα "Αέναον Χοροθέατρο" του Ντανιέλ Λομέλ κι έτσι, για πρώτη φορά η πόλη της Θεσσαλονίκης απέκτησε μόνιμη σκηνή με τακτικές παραστάσεις χορού τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και σε άλλες πόλεις. Τέλος, το 1997 ιδρύθηκε ως αυτοτελές τμήμα του Κ.Θ.Β.Ε η Όπερα Θεσσαλονίκης, η οποία συγχωνεύτηκε με το ΚΘΒΕ.
H Εθνική Λυρική Σκηνή
Η Λυρική Σκηνή ιδρύθηκε το 1940, αρχικά ως παράρτημα του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας παραστάσεις στο κτήριο Τσίλερ της οδού Αγίου Κωνσταντίνου. Η πρώτη παράσταση δόθηκε στις 5 Μαρτίου του 1940 με την οπερέτα του Γιόχαν Στράους "Νυχτερίδα"). Η πρεμιέρα έγινε δύο μέρες πριν την κήρυξη του πολέμου από τους Ιταλούς, παρουσία πολλών πρεσβευτών, αλλά και του γιου του Πουτσίνι. Στις 20 Ιουνίου του 1940 η σημαντικότερη μορφή του λυρικού θεάτρου, η Ελληνίδα υψίφωνος, Μαρία Κάλλας,υπογράφει το πρώτο της επαγγελματικό συμβόλαιο με την ΕΛΣ. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, οι παραστάσεις μεταφέρθηκαν στο νεόδμητο τότε κινηματοθέατρο Παλλάς, διότι διέθετε καταφύγιο σε περίπτωση αεροπορικού συναγερμού. Το καλοκαίρι τα έργα ανέβαιναν στο θέατρο Παρκ(οδός Μαυροματαίων), καθώς επίσης και σε θερινή σκηνή που βρισκόταν στον κήπο της σημερινής πλατείας Κλαυθμώνος. Στις 9 Μαΐου του 1944 ο οργανισμός λαμβάνει τον χαρακτηρισμό Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου και καθιερώνεται το επίσημο όνομά του ως, Εθνική Λυρική Σκηνή. Οι παραστάσεις δίνονται πια στο πρώτο Θέατρο Ολύμπια, εκεί που μεταγενέστερα θα ανεγερθεί το σημερινό θέατρο, με εναρκτήριο έργο την όπερα Ρέα του Σπυρίδωνος Σαμάρα. Από το 1946 το ξεχωριστό τμήμα οπερέτας παρουσιάζει το θερινό του πρόγραμμα στο Θέατρο Μετροπόλιταν και το χειμερινό στο Θέατρο Κυβέλη. Το 1958 εγκαινιάζεται το νεότερο Θέατρο Ολύμπια, σηματοδοτώντας μια άνθιση του οργανισμού, που περιλαμβάνει είκοσι παραγωγές τον χρόνο, πρώτες παρουσιάσεις (πρεμιέρες), καθώς και παραστάσεις στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού και το Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου. Πρώτη παράσταση στο νέο αυτό κτίριο είναι η Αΐντα του Βέρντι. Η παρουσία της Μαρίας Κάλλας υπήρξε καθοριστική για το καλλιτεχνικό ανάστημα του οργανισμού, που ωστόσο μπαίνει σε τροχιά ύφεσης με την άνοδο της Χούντας το 1967. Με τη μεταπολίτευση ο οργανισμός περιέρχεται στο Υπουργείο Πολιτισμού, ενώ καταργείται το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων», μέχρι πρότινος απαραίτητο για την πρόσληψη προσωπικού και καλλιτεχνών. Σταδιακά, ο φορέας πολιτισμού διαγράφει ανοδική πορεία, με εμπλουτισμό του ρεπερτορίου του, συνεργασίες με αλλοδαπά λυρικά θέατρα, αλλά και τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του ελληνικού καλλιτεχνικού χώρου της εποχής. Το 1994 η ΕΛΣ επαναδιατυπώνεται ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και συνεχίζει, παρά τις αντιξοότητες, να προσφέρει πολιτισμό στο φιλοθεάμων κοινό της Αθήνας και των επισκεπτών της. Τα τελευταία χρόνια μία ολοένα και εντονότερη συζήτηση για τις ελλιπείς εγκαταστάσεις τείνει να βρει τη λύση της, στον υπό σχεδιασμό πολυχώρο του Νέου Φαλήρου. Το πολλά υποσχόμενο Κέντρο Πολιτισμού, δωρεά Σταύρου Νιάρχου, φιλοδοξεί να καλύψει τις απαραίτητες κτιριακές υποδομές της ΕΛΣ, προσφέροντας νέα πνοή πολιτισμού με την υπογραφή του παγκοσμίως γνωστού αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο.
Η ιστορία του θεάτρου στη σύγχρονη Ελλάδα Η ιστορία του θεάτρου στη σύγχρονη Ελλάδα ξεκινά μετά το 1821, οπότε και καθιερώνεται ο όρος σύγχρονο ελληνικό θέατρο. Το σύγχρονο Ελληνικό θέατρο στις αρχές του 20ου αιώνα Η καθοριστική αλλαγή στην ιστορία του θεάτρου στη σύγχρονη Ελλάδα έλαβε χώρα όταν έγινε η Αθήνα πρωτεύουσα της χώρας, και κυρίως με το πέρασμα στον 20ο αιώνα. Την περίοδο αυτή άρχισαν να ιδρύονται οι πρώτες μεγάλες θεατρικές σκηνές, με το Βασιλικό θέατρο (Εθνικό θέατρο σήμερα) να θέτει τις βάσεις για την αλματώδη ανάπτυξη του θεάτρου στην Ελλάδα με νέα ρεύματα και πρακτικές. Οι θεατρικές σκηνές της Αθήνας άρχισαν να επενδύουν σε ευρωπαϊκά έργα, και ρεπερτόριο που παρουσιαζόταν ήδη εδώ και χρόνια στις μεγάλες Ευρωπαϊκές σκηνές. Η ανάπτυξη του θεάτρου αλλά και η μοντέρνα θεώρηση του έδωσαν την αφορμή για την εμφάνιση σπουδαίων καλλιτεχνών. Αν και υπήρξε τάση παρουσίασης των διάσημων ελληνικών τραγωδιών και κωμωδιών της αρχαιότητας, έκανε την εμφάνιση του ένα είδος που έμελλε να εξελιχθεί σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά είδη στο ελληνικό θέατρο: το κωμειδύλιο, που αποτελεί την ελληνική εκδοχή της ρομαντικής κομεντί με έντονα όμως κωμικά στοιχεία.
Τομή για το ελληνικό θέατρο είναι το τέλος του Β' Παγκόσμιου πολέμου. Το πριν από τον πόλεμο ελληνικό θέατρο θα μπορούσαμε να το κατατάξουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες: στο ηθογραφικό και κοινωνικό-ηθογραφικό (Ξενόπουλος), παράλληλα με κάποιες δοκιμές αστικού θεάτρου (Μελάς) και ιστορικού δράματος (Τερζάκης). Από το 1951 κυριαρχεί η ελληνική φαρσοκωμωδία. Παράλληλα, στο μη εμπορικό θέατρο έχουμε τη διμέτωπη συγγραφή του Τερζάκη με τα ιστορικά και αστικά δράματά του, τις συνθέσεις πάνω σε πρόσωπα και γεγονότα του 1821 των Μελά, Φωτιάδη και Ρώτα και τέλος τις λυρικές ηθογραφίες του Περγιάλη. Τη δεκαετία όμως του 1950 δύο γεγονότα άνοιξαν ένα δρόμο πολύ πιο αισιόδοξο για το ελληνικό θέατρο. Η ανάπτυξη του "Θεάτρου Τέχνης" από τον Κάρολο Κουν και η παρουσία των συγγραφέων Ιάκωβου Καμπανέλλη ("Αυλή των θαυμάτων") και Γιώργου Σεβαστίκογλου ("Αγγέλα"). Τη δεκαετία του 1960 συνέβηκε η μεγάλη στροφή. Για πρώτη φορά στη θεατρική ζωή της Ελλάδας παρουσιάστηκαν τόσοι συγγραφείς ταυτόχρονα και προβληματισμένοι με τη γύρω τους πραγματικότητα. Στα έργα τους θα μπορούσαμε να διακρίνουμε μερικά κοινά χαρακτηριστικά. Ενώ συχνά ακολουθούν τις κλασικές τομές που επέβαλε το ρεαλιστικό θέατρο όσον αφορά τις πράξεις και οι περιγραφές των σκηνικών
χώρων δε διαφέρουν πολύ από πιστές φωτογραφήσεις, ωστόσο είναι απόλυτα αποκομμένοι από το ρεαλιστικό και ψυχολογικό θέατρο. Οι ήρωές τους, συχνά δεν εξαρτιώνται από ψυχολογικές αναλύσεις, δεν είναι χαρακτήρες, αλλά είναι μορφές μέσα στις οποίες συμπυκνώνονται υπερατομικές καταστάσεις. Σύγχρονοι θεατρικοί συγγραφείς Στις αρχές και τα μέσα του 20ου αιώνα εμφανίστηκαν θεατρικοί συγγραφείς που παρουσίασαν έργα με ποικίλη θεματογραφία, όπως οι οικογενειακές συγκρούσεις, οι επιπτώσεις των πολέμων, η Ευρωπαϊκή τάση της Ελλάδας, αλλά και ηθογραφίες και κείμενα λαογραφικού ενδιαφέροντος. Οι πιο σημαντικοί θεατρικοί συγγραφείς της εποχής ήταν ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, με έργα όπως ο Ποπολάρος, η Στέλλα Βιολάντη, ο Σπύρος Μελάς που έγραψε έργα όπως ο Παπαφλέσσας, ο Γιος του Ίσκιου. Λίγο αργότερα έκανε την εμφάνιση του ο Παντελής Χόρν που ενσωμάτωσε κωμικά στοιχεία στο δράμα, δίνοντας εκπληκτικά έργα όπως το Φυντανάκι και ο Σέντζας. Ο Άγγελος Τερζάκης, ο Γιώργος Θεοτοκάς και ο Δημήτρης Ψαθάς είναι επίσης ανάμεσα στους πιο σημαντικούς συγγραφείς μας στον 20ο αιώνα. Άλλοι σημαντικοί συγγραφείς του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου είναι : Δημήτρης Κεχαΐδης ("Προάστειον Νέου Φαλήρου", "Το Πανηγύρι", " Η Βέρα και το Τάβλι"), Βασίλης Ζιώγας ("Προξενειό της Αντιγόνης", "Πασχαλινά παιχνίδια"), Κώστας Μουρσελάς ("Η κυρία δεν πενθεί", "Επικίνδυνο φορτίο"), Λούλα Αναγνωστάκη ("Η πόλη", "Αντόνιο ή το Μήνυμα"), Παύλος Μάτεσης ("Τελετή", "Καθαίρεση", "Βιοχημεία"), Στρατής Καρράς ("Παλαιστές", "Νυχτοφύλακες"), Γιώργος Σκούρτης ("Νταντάδες", "Κομμάτια και θρύψαλα"), Μάριος Ποντίκας ("Ο Λάκκος και η Φάβα", "Τρομπόνι"). Τέλη 20ου αιώνα Η θεατρική δραστηριότητα των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα κατέδειξε την αλματώδη πρόοδο του ελληνικού θεάτρου, που έγινε πιο τολμηρό και νεωτεριστικό, και επέτρεψε σκηνοθετικούς και υποκριτικούς πειραματισμούς μέσα από πρωτοβουλίες θεατρικών ομάδων και δημιουργών. Έτσι, τόσο η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη όσο και οι μεγάλες πόλεις της χώρας έχουν αποκτήσει πολλές θεατρικές σκηνές που παρουσιάζουν πλήθος και ποικιλία έργων κάθε χρόνο.
1979-80 Γκουνό – Φάουστ
1987-88 Βέρντι - Ντον Κάρλο
1995-96 Ντονιτσέττι - Το ελιξίριο του έρωτα
2003-04 Μότσαρτ - Η Ψευτοπεριβολάρισσα
2006-07 Βέρντι - Ναμπούκκο
2006-07 Πουτσίνι - Τόσκα
2011-12 Γκουνό - Φάουστ
1. Ποιός από τους τρεις κλάδους Ψυχαγωγίας πιστεύεις ότι έχει αναπτυχτεί περισσότερο τον τελευταίο αιώνα στην Αθήνα; Α) Μουσική Β) Θέατρο Γ) Κινηματογράφος 2. Ποιάς εικοσαετίας τη μουσική προτιμάτε; Α)50-70 Β)70-90 Γ)90 μέχρι σήμερα 3. Πιστεύετε ότι το θέατρο ποιοτικά έχει… Α)βελτιωθεί Β)παρακμάσει Γ)μένει ίδιο 4. Στον ελληνικό κινηματογράφο τις τελευταίες δεκαετίες έχετε παρατηρήσει μεγαλύτερες αλλαγές Α)στα εφέ Β)στη θεματολογία Γ)στα σκηνικά Δ)στο σενάριο Ε)σε όλα τα παραπάνω 5. Πότε πιστεύετε ότι οι νέοι αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στην ψυχαγωγία Α)Χτες Β)Σήμερα
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ Θέμα: Η Αθήνα του χτες και του σήμερα Ομάδα: Ψυχαγωγία (2) Θέμα έρευνας: Η ψυχαγωγία στην Αθήνα του Χτες και του Σήμερα. Στην έρευνα συμμετείχαν ενενήντα πέντε άτομα (95), εκ των οποίων 42 μαθητές, 30 μαθήτριες και 23 ενήλικες.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ερώτηση 1 Ποιός από τους τρεις κλάδους Ψυχαγωγίας πιστεύεις ότι έχει αναπτυχθεί περισσότερο τον τελευταίο αιώνα στην Αθήνα; Μαθητές %
Μαθήτριες %
Ενήλικες %
60 50 40 30 20 10 0 Α) Μουσική
Β) Θέατρο
Γ) Κινηματογράφος
Φαίνεται ότι η πλειοψηφία πιστεύει ότι ο Κινηματογράφος έχει αναπτυχθεί περισσότερο σε σχέση με τη Μουσική και το Θέατρο, ως κλάδος Ψυχαγωγίας τα τελευταία χρόνια. Την άποψη αυτή στηρίζουν κυρίως οι μαθήτριες και οι μαθητές ενώ οι ενήλικες επέλεξαν τη Μουσική και το Θέατρο.
Ερώτηση 2
Ποιάς εικοσαετίας τη Μουσική προτιμάτε; Μαθητές %
Μαθήτριες %
Ενήλικες %
120
100
80
60
40
20
0 Α) 50-70
Β) 70-90
Γ) 90-σήμερα
Όπως αναμέναμε, οι μαθητές και οι μαθήτριες έδειξαν ξεκάθαρα την προτίμηση τους στη Μουσική της τελευταίας εικοσαετίας, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Από την πλευρά των ενηλίκων , οι απόψεις διίστανται αφού αν και υπάρχει μια τάση προς τη μουσική του 90΄ έως σήμερα, δεν μπορούμε να οδηγηθούμε σε ακριβές συμπέρασμα .
Ερώτηση 3
Πιστεύετε ότι το θέατρο ποιοτικά έχει... Μαθητές %
Μαθήτριες %
Ενήλικες %
60
50
40
30
20
10
0 Α)βελτιωθεί
Β)παρακμάσει
Γ)μένει ίδιο
Είναι ξεκάθαρη η άποψη των ενηλίκων ότι το θέατρο τα τελευταία χρόνια, όσον αφορά την ποιότητα, έχει παρακμάσει. Οι μαθητές δείχνουν να διαφωνούν μεταξύ τους ενώ οι μαθήτριες πιστεύουν ότι παραμένει ποιοτικά ίδιο.
Ερώτηση 4
Στον Ελληνικό κινηματογράφο, έχετε παρατηρήσει μεγαλύτερες αλλαγές... Μαθητές %
Μαθήτριες %
Ενήλικες %
60 50 40 30 20 10 0 Α)στα εφέ
Β)στη Γ)στα σκηνικά Δ)στο σενάριο θεματολογία
Ε)σε όλα τα παραπάνω
Όσον αφορά το χώρο του Κινηματογράφου, η πλειοψηφία των μαθητριών και μαθητών πιστεύει ότι στα εφέ και έχουν συντελεστεί οι μεγαλύτερες αλλαγές. Και πάλι οι ενήλικες έχουν διαφορετική άποψη αφού δεν φαίνεται να ξεχωρίζουν σε ποιόν τομέα του Κινηματογράφου έχουν γίνει μεγαλύτερες αλλαγές με εξαίρεση ένα μικρό τμήμα από αυτούς, που επιλέγει τα σκηνικά.
Ερώτηση 5
Πότε πιστεύετε ότι οι νέοι αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στην Ψυχαγωγία; Μαθητές %
Μαθήτριες %
Ενήλικες %
80 70 60 50 40 30 20 10 0 Α)Χτες
Β)Σήμερα
Οι απαντήσεις των ερωτηθέντων καταδεικνύουν ότι οι νέοι σήμερα αφιερώνουν περισσότερο από το χρόνο στους στην Ψυχαγωγία σε σχέση με το χτες. Την άποψη αυτή δείχνουν να στηρίζουν κυρίως οι μαθητές, αλλά και οι μαθήτριες σε λίγο μικρότερο όμως βαθμό. Αντιθέτως, οι απαντήσεις των ενηλίκων είναι μοιρασμένες με ένα μικρό ποσοστό υπέρ του ‘Χτες’
Πηγές και Βιβλιογραφία www.kazam.gr http://el.wikipedia.org/ http://www.nationalopera.gr/gr/ethniki-luriki-skini/ http://www.ntng.gr/default.aspx?lang=el-GR&page=3 http://www.mytheatro.gr/istoria-theatroy/