Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης Το παράδειγμα του Αμβούργου

Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Το παράδειγμα του Αμβούργου
Διάλεξη 9ου εξαμήνου Σεπτέμβριος 2016
Έλλη Παπαχριστοπούλου
Επιβλέπων Καθηγητής
Σταύρος Σταυρίδης
Τομέας ΙΙΙ _ Αρχιτεκτονικής Γλώσσας, Επικοινωνίας και Σχεδιασμού Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Περίληψη - Abstract
Η παρατεταμένη διαμονή μου στην πόλη του Αμβούργου τροφοδότησε τον προβληματισμό για το αν και πώς θα μπορούσα να εξερευνήσω και να βιώσω την πόλη πέρα από το πλέον ορατό, συνδιαλεγόμενη με ανθρώπους που ήδη μένουν εκεί, πεπεισμένη πως η εμπειρία του χώρου είναι καλειδοσκοπική. Η παρούσα ερευνητική στοχεύει στη διερεύνηση των στοιχείων που συγκροτούν την ταυτότητα της πόλης, εξετάζοντας την αρχιτεκτονική ως επιστήμη του χώρου και συστατικό στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας της πόλης, και όχι με την υλική και κατασκευαστική της υπόσταση. Με εργαλεία την περιπλάνηση στην πόλη, τη διαπροσωπική επαφή με τους κατοίκους και την κατασκευή αντιληπτικών και νοητικών χαρτών από εκείνους, προκειμένου να επανανοηματοδοτηθεί ο χώρος, γίνεται αναφορά σε σημεία του χώρου, τα οποία κατανέμονται στις εξής παραμέτρους μνήμης: την επίσημη, τη συλλογική και την προσωπική μνήμη. Μέσα από την αναγνώριση αυτών, συστήνεται ο συλλογικός πόλος της πόλης, ο οποίος διερευνάται και από τη σκοπιά της επίσημης αφήγησης για αυτή τη χανσεατική πόλη. Παράλληλα, σχολιάζεται το εγχείρημα του Hafencity, το οποίο χαρακτηρίζεται ως άρρητος πόλος της πόλης τη δεδομένη στιγμή. Προκύπτουν, συνεπώς, ερωτήματα σχετικά με τη σχέση των δύο αυτών πόλων, αν αυτή παραμένει στο χρόνο σταθερή ή είναι μεταβλητή, και πως εν τέλει επηρεάζουν την ταυτότητα της πόλης.
My extended stay in the city of Hamburg was the main motive to explore the city beyond the visible spectacle and experience it by meeting inhabitants, since I was convinced that the experience of space is kaleidoscopic. The aim of this research is to find and point out those spatial elements that identify the uniqueness and individuality of a city beyond its materiality and its constructions. The main tools were my wandering through the city of Hamburg, my interpersonal relationships with the Hamburger citizens and the mental maps that they constructed in order to revive and re-dwell the space. The places that the city-dwellers pointed out are organized according to three memory parameters: the places of formal memory, these of collective memory and these of individual memory. A collective urban node in the city is introduced through this categorization. This node is also thoroughly examined according to the official scope of this hanseatic city. Moreover, the Hafencity project is explained and mentioned as the unsaid urban node of the city at that time. As a result, questions regarding the relationship between these nodes arise, whether this relationship is stable over time or variable, and finally, how it affects the identity of the city.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
περιεχόμενα
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Περιεχόμενα
αφορμή για την επιλογή του θέματος [σ.15] στόχος της έρευνας [σ.17]
1. εννοιολογικό υπόβαθρο [σ.19-38] 1.1 η ταυτότητα της πόλης 1.2 η διαχείριση της μνήμης 1.3 το city-branding σήμερα και η κατασκευή τοποσήμων 1.4 η περίπτωση των αστικών αναπλάσεων σε παράκτια μέτωπα και πόλεις λιμάνια (waterfronts development) 1.5 το παράδειγμα του Αμβούργου
2. η επί τόπου συλλογή στοιχείων [σ.39-48] 2.1 γενική περιγραφή του project Hamburger Memory (ΗΜ) 2.2 συνάντηση και περιπλάνηση - κατασκευές εφήμερων και αυθόρμητων γεγονότων 2.3 η ανάλυση της ερώτησης : “ Πού θα θέλατε να πάτε σήμερα, αν αύριο ήταν η τελευταία μέρα σας στην πόλη του Αμβούργου; “ 2.4 ο χάρτης και η αφήγηση – εργαλεία νοηματοδότησης του χώρου
3. παραμετροποίηση των στοιχείων και συγκεντρωτική θεώρηση [σ.49-82] 3.1 πρώτο στάδιο: η αίσθηση του συμμετέχοντος 3.2 δεύτερο στάδιο: συγκεντρωτική κατάταξη των σημείων 3.3 σύγκριση των ευρημάτων της έρευνας με τους «επίσημους» χάρτες του Αμβούργου 3.4 επιστροφή στο πρώτο στάδιο: η αίσθηση του «ετέρου» συμμετέχοντος για την περιοχή του Hafencity
4. συμπεράσματα - η σχέση του συλλογικού με τον άρρητο πόλο [σ.83-87] βιβλιογραφία [σ.91-97]
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
αφορμή - στόχος
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Αφορμή για την επιλογή του θέματος
Αφορμή για την ενασχόλησή μου με το θέμα αποτέλεσε η ολιγόμηνη παραμονή μου στην πόλη του Αμβούργου. Η μετεγκατάσταση (μετοίκηση) σε έναν άλλο τόπο ήταν μία συνθήκη κατά την οποία επιδίωξα να ενταχθώ σ’ αυτόν. Η ένταξη αυτή, η πρώτη γνωριμία με τον τόπο, έγινε μέσω της εξοικείωσής μου με τα γενικής αποδοχής τοπόσημα. Με τον όρο αυτό νοούνται σημεία του χώρου, ή της πόλης, που ενίοτε τον ταυτοποιούν και τον χαρακτηρίζουν, σημεία όμως που σίγουρα προσανατολίζουν τον νέο ή εφήμερο κάτοικο, διαμορφώνοντας έτσι μία πρώτου βαθμού αντικειμενικότητα και οικειότητα με αυτό το καινούργιο περιβάλλον.
«… Όταν φτάνει σε μία νέα πόλη, ο ταξιδιώτης ξαναβρίσκει ένα παρελθόν που δεν ήξερε πλέον ότι είχε: η ξένη φύση αυτού που έπαψες πλέον να είσαι ή να έχεις, σου έχει στήσει καρτέρι στα πιο ξένα και άγνωστα μέρη…» Αόρατες πόλεις, Italo Calvino
Το κάθε ταξίδι κατασκευάζεται με βάση την εγκαθίδρυση ενός γεωγραφικού «άλλου». Ο ξένος, όμως, εντυπωσιάζεται από το θέαμα, επειδή δεν γνωρίζει πάντα τον χαρακτήρα της πόλης. Η κοινωνία του 21ου αιώνα έχει φροντίσει να αναπτύξει όλους τους μηχανισμούς της με γνώμονα την όραση και μετρά την κάθε της πραγματικότητα με κριτήριο την ικανότητά της να δείξει ή να δειχτεί, μετατρέποντας τις επικοινωνίες σε ταξίδια του ματιού. Αυτή η παρατεταμένη διαμονή, τροφοδότησε τον προβληματισμό για το αν και πώς θα μπορούσα να εξερευνήσω και να βιώσω την πόλη πέρα από το «θέαμα», με διαφορετικούς κανόνες, συνδιαλεγόμενη με ανθρώπους που ήδη μένουν εκεί, πεπεισμένη πως η πρόσληψη της εικόνας της για τον καθένα μας είναι μοναδική και η εμπειρία του χώρου καλειδοσκοπική.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.1] «Η πόλη» [die Stadt] _ Georg Grosz _ 1916/17 Είναι ο πρώτος πίνακας του Γερμανού εξπρεσιονιστή, εκπροσώπου της Νέας Αντικειμενικότητας [Neue Sachlichkeit], που ασχολείται ρητά με το θέμα της «Μεγαλούπολης». Για εκείνον, η πόλη είναι ο τόπος της Αποκάλυψης, στον οποίο τα προβλήματα και οι έννοιες των ανθρώπων συμπυκνώνονται, ο τόπος προσωπικής και συλλογικής παραφροσύνης.
Στόχος της έρευνας
Η παρούσα ερευνητική στοχεύει στη διερεύνηση των στοιχείων που συγκροτούν την ταυτότητα της πόλης, εξετάζοντας την αρχιτεκτονική ως επιστήμη του χώρου και συστατικό στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας της πόλης και όχι με την υλική και κατασκευαστική της υπόσταση. Με εργαλείο την προσωπική ιστορία-διαδρομή για τη δημιουργία συλλογικής αναφοράς μέσα σε ένα προσδιορισμένο και δομημένο περιβάλλον, θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε αν οι καθημερινοί χώροι και οι αυτοσχέδιες διαδικασίες που τελούνται σε αυτούς, ως αποσπάσματα ενός συνόλου, ενεργοποιούν και ταυτόχρονα υποστηρίζουν τη μνήμη της πόλης. Το ζητούμενο είναι να φέρουμε στο φως εκείνες τις λαθραίες πρακτικές, που προσλαμβάνει η σκόρπια αλλά τακτικού τύπου δημιουργικότητα των ομάδων ή των ατόμων, που πολλές φορές χάνονται στο όνομα μιας επιζητούμενης παγκόσμιας εικόνας. Διακρίνονται επομένως δύο περιπτώσεις θέασης της πόλης, εκείνη όπου τα στοιχεία προέρχονται από τις καθημερινές μας τελέσεις –μικροσκοπική ανάλυση– και εκείνη που σχεδιάζεται αυστηρά και πειθαρχημένα, για να επιβληθεί και να προβληθεί διεθνώς. Με άλλα λόγια, συστήνονται δύο «διαφορετικοί κόσμοι», εφόσον «τα ίδια πράγματα» αντιμετωπίζονται σύμφωνα με αντίθετες τυπικές προδιαγραφές. Μέσω της πρώτης οπτικής, καταγράφεται η θέληση για συλλογική, πολλαπλή και πολυλειτουργική διαχείριση του περιβάλλοντος της πόλης, αναπτύσσοντας ένα φάσμα σχέσεων μεταξύ φαντασιακού και ορθολογικότητας. Οι διαδικασίες και τα τεχνάσματα των υποκειμένων εδώ συνθέτουν ένα δίκτυο αντιπειθαρχίας στον εξαναγκασμό για μια φορετή ταυτότητα που υποδεικνύει η δεύτερη σκοπιά. Σύμφωνα με αυτή, το υποκείμενο της κυρίαρχης εικόνας είναι «ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες». Ο σχεδιασμός και οι πρακτικές περιστρέφονται τότε γύρω από έναν «μέσο χρήστη» και τον ανάγουν σε αξιοσημείωτη σχεδιαστική παράμετρο.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
1. εννοιολογικό υπόβαθρο
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.2] «Αναπόληση της Νέας Υόρκης» [Erinnerung an New York] Georg Grosz _ 1915/16 Πρόκειται για ένα έργο στο οποίο ο Grosz προσπαθεί να αποδώσει τη Νέα Υόρκη, χωρίς όμως να την έχει επισκεφτεί. Ουσιαστικά, αποτυπώνει την αποκτηθείσα φαντασία από εικόνες και περιοδικά της εποχής. Ενδιαφέρον έχει η ονομασία του έργου, αφού αποκαλεί αναπόληση μια προσωπική νοητική σύλληψη.
Εννοιολογικό υπόβαθρο
1.1 η ταυτότητα της πόλης Υπάρχει μια αδήριτη ανάγκη να προσδιορίζουμε και να κατονομάζουμε ό,τι μας περιβάλλει –ανεξαρτήτως μεγέθους ή κλίμακας–, να προσάπτουμε στο εκάστοτε «αυτό» ιδιότητες και στοιχεία –«αυτό» είναι …, «αυτό» έχει …– που ο συνδυασμός τους συνιστά τη μοναδικότητά του και εν τέλει συγκροτείται και διαμορφώνεται η ταυτότητα του. Αυτή η δεικτική και δηλωτική συνθήκη χρησιμοποιείται και στην περίπτωση προσδιορισμού της πόλης, νοούμενης τόσο ως ευρύτερης ενότητας –η ταυτότητά της σε αντιδιαστολή με εκείνη της επαρχίας–, όσο και ως διακριτής οντότητας μεταξύ όμοιων –η ταυτότητα της Αθήνας σε σχέση με εκείνη του Βερολίνου. Για τον Aldo Rossi1 , ο προσδιορισμός της πόλης έγκειται στη συλλογική μνήμη των λαών, είναι με άλλα λόγια ο τόπος (locus) όπου η τελευταία υποστασιοποιείται. Αυτό εξηγείται λόγω της συμπαγούς συνεκτικότητας της σχέσης των κατοίκων με τον τόπο.2 Ο μετασχηματισμός του χώρου πραγματοποιείται μέσα από τη δράση του κοινωνικού συνόλου και αντίστροφα. Βέβαια, ο μετασχηματισμός αυτός εξαρτάται πάντα από την οποιαδήποτε υλική πραγματικότητα αντιτίθεται σε αυτόν. Το σύνολο των αρχιτεκτονικών έργων και του δομημένου περιβάλλοντος αποτελεί το εξωτερικό περίβλημα, στους κόλπους του οποίου αναπτύσσεται και συνδιαμορφώνεται ο χαρακτήρας ολόκληρων εθνών, πολιτισμών και εποχών. Η αξία τότε της ιστορίας ως συλλογικής μνήμης επαφίεται στη σχέση του κοινωνικού συνόλου με τον τόπο και με την ιδέα του τόπου και βοηθά στο να γίνει αντιληπτή η δομή της πόλης, η ατομικότητα και η αρχιτεκτονική της. Η πόλη, λοιπόν, εξισώνεται με έναν περίπλοκο σύστημα προσωπικών και συλλογικών ιστοριών, σχέσεων, δράσεων και τόπων. Κάθε τόπος της ορίζεται μέσα από δράσεις οι οποίες κάθε φορά δημιουργούν ένα νέο χώρο, που με τη σειρά του ζωντανεύει μέσω των κινήσεων που συμβαίνουν σε αυτόν. Όλοι αυτοί οι τόποι είναι αλληλένδετοι μεταξύ τους. Καθένας τους μπορεί να διατηρεί τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, αλλά λειτουργεί πάντα σε συνάρτηση με τους άλλους, δημιουργώντας αφενός τον ιστό της και αφετέρου την ιστορία της. Έτσι, σε μια συνεχή αλληλουχία συνδέσεων και μεταμορφώσεων, αναδύονται σταθερά στοιχεία που κάνουν την πόλη να διαρκεί. Η συμπύκνωση του πνεύματος κάθε εποχής συγκροτεί ένα μέσο πολιτικής, πολιτισμικής και εθνικής συνείδησης. Η ταυτότητά της, επομένως, ενεργοποιείται μέσω της καθημερινής μνήμης και επαληθεύεται μέσω των εφαρμόσιμων πρακτικών. Συχνά σε αυτή συμπεριλαμβάνονται χώροι άκρως προσιτοί, μη «σημαντικοί» ή μοναδικοί, λειτουργώντας πάντα ως στοιχεία ενός όλου, που συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση του «μνημείου της πόλης» μέσα από το συνδυασμό δρώμενου-
[1] Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.190-193
[2] Για τον Aldo Rossi λειτουργεί ως αξίωμα το ότι η πόλη είναι ένα συλλογικό έργο, απαύγασμα των χεριών του ανθρώπου. Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.182-183
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.3] «Καντάδα» [Ständchen] Georg Grosz _ 1922 Με τον εικαστικό του λόγο ο καλλιτέχνης πραγματεύεται την κοινωνική και οικονομική ισχύουσα κατάσταση κατά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Εννοιολογικό υπόβαθρο
χώρου. Ο Michel de Certeau συγκρίνει αναλογικά τις διαδρομές στην πόλη με ένα γραπτό κείμενο και ισχυρίζεται ότι καθώς περιδιαβαίνουμε την πόλη δεν τη διαβάζουμε απλά, αλλά την προφέρουμε, τη συν-δημιουργούμε. Οι στιγμές του καθημερινού μέσα στον αστικό χώρο γίνονται η επική και ταυτόχρονα δρώσα μνήμη των στοιχείων που βρίσκονται, υπό κανονικές συνθήκες, στην αφάνεια. Βρίσκουν έναν χώρο αναπαράστασης και γίνονται «μικροϊστορίες όλης της πόλης»3. Η πόλη προβάλλεται –είναι κατηγορούμενο–, δρα –ως υποκείμενο– και γίνεται υποδοχέας –μετατρέπεται σε αντικείμενο– την ίδια ακριβώς στιγμή. Αποτελείται από ένα σύνολο σημείων που συνδυάζει τόπους και δρώμενα και μεταπλάθεται ολοένα με το βλέμμα, την κατοίκηση και τη μυθοπλασία του καθενός, αρθρώνοντας επεισόδια ενός ετερογενούς και ρευστού συνόλου. Η κατοίκηση ως βιωματική εμπειρία και η σημασία της πολλαπλότητας των επεισοδίων και των προσωπικών ερμηνειών αναφορικά με την πόλη αναδείχθηκαν κυρίως με το κίνημα των καταστασιακών. Η συστηματική, όχι όμως και συστηματοποιημένη, περιπλάνηση στον αστικό ιστό, η δυνατότητα ελεύθερης παρέμβασης από τον κάτοικο στο περιβάλλον που ζει, ο αυθορμητισμός των χωρικών τελέσεων και το στιγμιαίο, αλλά έντονο και μοναδικό επακόλουθο αυτών συνοψίζουν τον τρόπο ερμηνείας και λειτουργίας της «δικής τους» πόλης.4 Έτσι, η καταστασιακή εκδοχή καθορίζεται και νοηματοδοτείται από τους ίδιους τους κάτοικους της και το μυστήριο της ταυτότητάς της έγκειται στην ασυγκράτητη θέλησή της να αναδείξει εκείνες τις κρυφές με γυμνό μάτι, μα καθημερινές, πρακτικές δημιουργικότητας που εμφανίζονται στις συλλογικές της εκδηλώσεις. Πρόκειται λοιπόν, για μια μεταλλασσόμενη διάσταση του όρου «πόλη», αφού διαρκώς οι μεταβλητές του εξελίσσονται.
[3] Σταύρος Σταυρίδης, (2006), σ.111 / Michel de Certeau, L’ invention du quotidian (1994) σ.109-110
[4] “…looked to play, spontaneity and festivity as necessities to daily life, oppositional forces to bureaucratic planning.” Simon Sadler (1999), σ.40-47
[Εικ.4] Figures in Space-Travel Sketch Constant _1965 Οι ανθρώπινες φιγούρες κυριαρχούν στο χώρο, τον νοηματοδοτούν και τον επαληθεύουν.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.5] Drawing of the Cite Contemporaine pour 3 Millions d’ Habitants Le Corbusier _ 1922 Θεωρείται μία από τις χαρακτηριστικές εικόνες του μοντέρνου κινήματος που παρουσιάζει την ιδανική πόλη. Παράδοξα καθαρή, ακατοίκητη και άκρως τακτοποιημένη, αποδίδει ένα παγωμένο στιγμιότυπο.
Ωστόσο, σήμερα γίνονται πολλές προσπάθειες συγκρότησης και επιβολής ενός μηχανισμού παραγωγής ταυτότητας. Οι νέες προκατασκευασμένες πόλεις νομιμοποιούν και εξαίρουν την ολοκληρωτική τάση του απομονωμένου και αποχαυνωμένου κατοίκου, που επιβάλλει ο μοντέρνος καπιταλιστικός τρόπος ζωής. Μέσα σε αυτές απαξιώνεται ο αυθορμητισμός στις πρακτικές της καθημερινής ζωής, ενώ προσδιορίζεται απόλυτα ο χώρος ως «απόλυτα δημόσιος» ή «απόλυτα ιδιωτικός». Το υποκείμενο σε αυτή την περίπτωση στερείται του δικαιώματός του να επέμβει στο άμεσο μη ιδιωτικό του περιβάλλον, αποτρέπεται έτσι από τη συνειδητοποίηση ενός συλλογικού «ανήκειν» και δε συμμετέχει στη συνδιαμόρφωση της ταυτότητας της πόλης του. Ο χώρος πέρα από το εσωτερικό του σπιτιού του δεν αποτελεί πια ένα δυναμικό και μεταλλάξιμο περιβάλλον, αλλά ένα σταθερό προαποφασισμένο «δοχείο» υποδοχής κοινωνικο-οικονομικών συναλλαγών. Έχει ενδιαφέρον, συνεπώς, να διακρίνουμε τα στοιχεία εκείνα που επιβάλλονται και επιλέγονται να προβάλλονται ως τα πλέον «σταθερά» και αμετακίνητα για τη διαμόρφωση μιας σαφούς εικόνας για την κάθε πόλη, με ποια κριτήρια επιλέγονται και ποιοι τα αποφασίζουν. Προφανώς και οι αποφάσεις αυτές εμπεριέχουν μέσα τους πολιτικές και δεν αποτελούν ουδέτερες επιλογές. Η Αθήνα, το Βερολίνο, το Παρίσι απεικονίζουν και προάγουν τη μορφή μιας πολιτικής. Φυσικά, δεν αποκλείονται οι διαφορετικές αξιολογήσεις στις συγκεκριμένες επιλογές, αλλά είναι πλέον πρόδηλο πως η πολιτική πρωταγωνιστεί στη διαμόρφωση των ταυτοτήτων τους.
Εννοιολογικό υπόβαθρο
1.2 η διαχείριση της μνήμης «Μια πόλη ορίζεται από τον λανθάνοντα αντίκτυπό της στη μνήμη σου…» Wim Wenders
5
[5] Wim Wenders, Hans Kollhof, (1993), σ.34
Η μνήμη αφορά εκείνη τη λειτουργία του νου που συγκρατεί και εγγράφει τα γεγονότα, τα βιώματα και τις εμπειρίες του υποκειμένου στο βάθος της συνείδησης, επηρεάζοντας στη συνέχεια τη δράση του.6 Η ατομική μνήμη αποτελεί μια σκοπιά θεώρησης της συλλογικής μνήμης, η οποία επαναδημιουργείται στο παρόν. Φτιαγμένη από επιμέρους εκλάμψεις και θραύσματα, αναπλάθεται και μεταβάλλεται καθημερινά υπό την επήρεια του παρόντος, χωρίς να αποτελεί αποθήκευση του παρελθόντος. Έτσι, διακρίνεται μία συνεχής αλληλεπίδραση ανάμεσα στην ατομική και τη συλλογική μνήμη.7 Μία τέτοιου τύπου σχέση διαπιστώνεται και ανάμεσα στις έννοιες του τόπου και του χρόνου, αφού στον ίδιο τόπο συμβαίνουν διαφορετικές δράσεις τόσο στο παρόν, όσο και στο παρελθόν. Αυτό εξηγείται, αν αναλογιστούμε πως «η τοποθεσία περιέχει όχι μόνο παρουσίες, αλλά και τη μνήμη των προηγούμενων παρουσιών, όπως και την έμμονη ιδέα μίας πιθανής παρουσίας».8 Η υπέρθεση διαφορετικών δράσεων στον ίδιο τόπο συγκεντρώνει επομένως το χρόνο στο ίδιο σημείο και δημιουργεί την ιστορία του τόπου. Ο κάθε χρόνος, αντίστοιχα, αφήνει το σημάδι του στον τόπο είτε ως ίχνος φανερό είτε ως ανάμνηση μιας εμπειρίας.9 Η μνήμη και η εμπειρία, επομένως, της πόλης δημιουργούνται μέσα από την επαφή με τους τόπους και με τη συνεχή ανάκληση του διαχρονικού τρόπου λειτουργίας της, κάτω από διαφορετικές κάθε φορά συνθήκες. Η ερμηνεία βέβαια αυτού του οπτικού montage που προσφέρει η πόλη και συντελείται μεταξύ πραγματικού, νοητικού και φαντασιακού βασίζεται και στον εκάστοτε θεατή, που για να δομήσει το «δικό του» όλο, κάνει τους απαραίτητους συνδυασμούς μεταξύ στοιχείων των επάλληλων στρωμάτων γύρω του. Ο P. Nora στον πρόλογο του «Les lieux de mémorie (Οι τόποι της μνήμης)», ισχυρίζεται ότι αυτό που κατονομάζουμε σήμερα μνήμη ανάγεται στην τάξη της ιστορίας. Συνηθίζουμε να μιλάμε για μνήμη όταν αναφερόμαστε σε κάτι παρελθοντικό. Κάνει μάλιστα και έναν διαχωρισμό ανάμεσα στην πραγματική μνήμη και τη μνήμη που είναι ιστορία.10
[6] Για τον Maurice Halbwachs, η μνήμη βασίζεται στη βιωματική εμπειρία. Αφορά κάτι που έρχεται από το παρελθόν και στιγματίζει το υποκείμενο με μια πρωτόγνωρη και ανεπεξέργαστη γνώση. Σε διαφορετική περίπτωση, που δεν υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ αυτών, αρκούμαστε να μιλήσουμε για ιστορία. Christine Boyer (1994), σ.26
[7] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.131 / Μ. Halbwachs (1994), Les cadres sociaux de la mѐmoire, Παρίσι: Albin Michel, σ.144-145
[8] Ρήση του Peter Eisenman, Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.274
[9] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.109
[10] Ο Maurice Halbwachs συνηγορεί στη θέση αυτή επισημαίνοντας πως εκεί που
«Η μνήμη είναι η ζωή, που φέρεται πάντα από ομάδες που ζουν σήμερα και με αυτό τον τρόπο βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη, είναι ανοιχτή στη διαλεκτική της ανάμνησης και της αμνησίας, χωρίς να συνειδητοποιεί τις αλλεπάλληλες παραμορφώσεις, ευάλωτη σε όλες τις χρήσεις και όλους τους χειρισμούς, δεκτική σε καταστάσεις ύπνωσης και σε ξαφνικά ξυπνήματα. Η ιστορία είναι η πάντα
τελειώνει η παράδοση, ξεκινά η ιστορία. Με αυτή την άποψη, προσδίδει στην παράδοση την έννοια της παροντικής και εν ενεργεία τέλεσης, σε σχέση με τον όρο της ιστορίας, όπου
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.6] «Το σπίτι με τις Καρυάτιδες» Ψηφιακό Collage _ 2015 Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Εννοιολογικό υπόβαθρο
προβληματική και ανολοκλήρωτη ανακατασκευή αυτού που δεν υπάρχει πλέον. Η μνήμη είναι ένα φαινόμενο πάντα επίκαιρο, ένας δεσμός τον οποίο ζούμε στο αιώνιο παρόν. Η ιστορία είναι μία αναπαράσταση του παρελθόντος. Η μνήμη είναι από τη φύση της πολλαπλή, συλλογική, αλλά και εξατομικευμένη. Η ιστορία, αντίθετα, ανήκει σε όλους και σε κανέναν και έτσι αναφέρεται στο παγκόσμιο. Η μνήμη ριζώνει στο υπαρκτό, στο χώρο, στο νεύμα, την εικόνα, το αντικείμενο. Η ιστορία δεν αγκιστρώνεται παρά σε χρονικές συνέχειες, στην εξέλιξη και τη σχέση των πραγμάτων.» 11
οι διαδικασίες είναι πλέον μια αναφορά στο παρελθόν. Christine Boyer (1994), σ.133
[11] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.110 / P.Nora (επιμ.) (1984), Les Lieux de mѐmoire, τόμος1, Παρίσι: Gallimard, σ.XXXIX
Η παραπάνω προσέγγιση της ιστορίας ως αναπαράσταση του παρελθόντος, θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το μουσείο εννοούμενο ως ίδρυμα, προκειμένου να κατανοήσουμε το πώς μεταφράζεται στο υλικό γεγονός της πόλης. Τα χαρακτηριστικά αυτής της κατηγορίας κτιρίων είναι το σαφές κτιριολογικό πρόγραμμα και το άκρως δομημένο περιεχόμενό τους. Ο φροντιστής της κάθε έκθεσης, μόνιμης ή περιοδικής, σχεδιάζει τον τρόπο που θα στηθούν τα εκθέματα, ποια θα αναδειχθούν και ποια θα μείνουν στις αποθήκες. Κάποιος αποφασίζει τι θα προβληθεί και πώς, προκειμένου να αφηγηθεί μια συγκεκριμένη ιστορία στους επισκέπτες. Ωστόσο, η δρώσα μνήμη της πόλης, η ενεργή σε κάθε χρόνο ταυτότητά της, συγκροτείται πέρα από τα μνημεία της και υπερβαίνει τις αρχιτεκτονικές φόρμες και τα σύμβολα. Αυτού του τύπου η μνήμη της πόλης ορίζει το αντι-μουσείο, σύμφωνα με τον Michel deCerteau12, και δεν μπορεί να προσδιοριστεί τοπικά.13
[12] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.272
[13] […]Είναι εντυπωσιακό ότι οι βιωμένοι τόποι είναι σαν παρουσίες απουσιών. Ό,τι φαίνεται δηλώνει ότι δεν υπάρχει πια: «βλέπετε, εδώ ήταν…», αλλά δεν το βλέπουμε πια. Τα δεικτικά λένε τις αόρατες ταυτότητες του ορατού.[…] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.273
[Εικ.7] 3 fingers_The stolen Daffodil Rose Blake _ 2015 Rebecca Hossack Gallery monotype
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[14] Aldo Rossi, (1985 [1966]), σ.186
[Εικ.8] Colby college’s Cotter union Charles W. Moore _1985 Εισάγοντας μια νέα αρχιτεκτονική γλώσσα στο υπάρχον δομημένο σύστημα
Η συνειδητή κατασκευή λοιπόν της μνήμης, που υφαίνει τον επίσημο μύθο της πόλης και αποβλέπει στη διαμόρφωση της μελλοντικής ιστορίας, καπηλεύεται στοιχεία, πολλές φορές του παρελθόντος, στο όνομα μιας «προσιτής» αρχιτεκτονικής, οικοδομήματα δηλαδή που κρίθηκαν και κρίνονται «επιτυχημένα», ενώ ταυτόχρονα σβήνει κάποια άλλα παντελώς. Οι κατεδαφίσεις, οι μεγάλες καταστροφές, οι απαλλοτριώσεις και όποιου άλλου τύπου ριζική αλλαγή στη δομή και χρήση του χώρου είναι από τα πιο γνωστά μέσα έκφρασης της δυναμικής της πόλης. Τα χαρακτηρισμένα μνημεία, μαρτυρίες «ένδοξων» παρελθόντων και θεματοφύλακες της ιστορίας, που εκφράζονται μέσα από τις αρχές της αρχιτεκτονικής, εμφανίζονται ως πρωτογενή στοιχεία, ως σταθερά σημεία που σηματοδοτούν αυτή τη δυναμική. Ο Aldo Rossi διαπιστώνει πως οι πόλεις παρουσιάζονται σε εμάς μέσα από καθορισμένους αστικούς συντελεστές, στους οποίους κυριαρχεί το ιστορικό στοιχείο.14 Δηλώνουν σίγουρα μια ιστορική και χρονική διαδοχή, αλλά όχι απαραίτητα και τη συνέχεια. Συνεπώς, πρέπει να γίνει αντιληπτό από αυτό κιόλας το σημείο πως τα ιστορικά και σταθερά αυτά μνημεία, που διαβάζουμε και επιβεβαιώνουμε στο χώρο, είναι αρχιτεκτονήματα που έχουν επιβιώσει με τη σύμφωνη γνώμη των κυρίαρχων τάξεων, έχοντας κριθεί πολύ σημαντικά. Αυτό κατ’ επέκταση σημαίνει πως το αποτέλεσμα στο χώρο θα μπορούσε να είναι αρκετά διαφορετικό, αν λαμβάνονταν υπόψιν οι αντίρροπες δυνάμεις ως προς τον τρόπο οργάνωσης και συγκρότησης της εκάστοτε πόλης. Στις μέρες μας, όπου σημειώνεται ο ενστερνισμός της ακραιφνούς τεχνολογικής προόδου και η ανάδειξη των πολυεθνικών επιχειρήσεων σε νέα μορφή εξουσίας –μετά την κυριαρχία της εκκλησιαστικής και έπειτα της κοσμικής, τώρα φαίνεται να νοηματοδοτείται μία «άλλη» εποχή–, προκύπτουν ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται η πόλη ως σύνολο, ποια τα σταθερά σημεία της, με ποιον τρόπο προβάλλονται και σε ποιον βαθμό επιδέχονται αμφισβήτηση.
Εννοιολογικό υπόβαθρο
1.3 το city-branding σήμερα και η κατασκευή τοποσήμων Αρχικά, θα ήθελα να εξηγήσω τον όρο city-branding15 (το λανσάρισμα – μαρκάρισμα ή η επωνυμία μίας πόλης). Πρόκειται για μία στρατηγική που λειτουργεί ως μέσο για την επίτευξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, με σκοπό την αύξηση των εσωτερικών επενδύσεων και του τουρισμού, αλλά και την επίτευξη κοινοτικής ανάπτυξης, ενισχύοντας την τοπική ταυτότητα και το αίσθημα ταύτισης των κατοίκων με την πόλη.16 Απώτερος στόχος είναι η κατάκτηση αναγνωρισιμότητας σε σχέση με άλλους τόπους που ανήκουν σε ίδια σύνολα. Οι φορείς των πόλεων αναζητούν τρόπους ώστε να τις κάνουν πιο ανταγωνιστικές και πιο ελκυστικές, προβάλλοντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο. Έχει ενδιαφέρον να εντοπίσουμε τις προσεγγίσεις σχεδιασμού σχετικά με τη συμμετοχή των φορέων. Σήμερα παρατηρείται κυρίως η λογική του «από πάνω προς τα κάτω» (top down) όλο και περισσότερο, δηλαδή ο σχεδιασμός γίνεται από επιστήμονες και επίσημους φορείς για τους κατοίκους. Η έρευνα που θα αναλυθεί στη συνέχεια έχει ως πρότυπο αναφοράς την «από κάτω προς τα πάνω» προσέγγιση (bottom up), όπου δηλαδή ο σχεδιασμός ξεκινά από τους κατοίκους και τις πρωτοβουλίες τους και καταλήγει στους φορείς. Το καινούργιο στοιχείο που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες είναι μία συνειδητή, ενσωματωμένη, στρατηγική εφαρμογή των θεωριών του marketing από δημόσιους κιόλας φορείς ως φιλοσοφία διαχείρισης του τόπου. Δομικό στοιχείο στη συγκρότησή του είναι η αντίληψη και η εντύπωση για έναν τόπο ως πεδίο διεθνών επενδύσεων. Αυτό έχει ως απόρροια την ενασχόληση με την εικόνα της πόλης – ομοίωμα, και όχι με την ίδια την πόλη. Αυτή, πλέον, λογίζεται ως εμπορεύσιμο προϊόν που ικανοποιεί τις ανάγκες των αγορών. Αυτοσκοπός γίνεται η κατασκευή
[15] Ο όρος branding, συνώνυμος της εμπορικής προσαρμογής, προέρχεται από το χώρο των πολυεθνικών επιχειρήσεων και αφορά την επικοινωνία των χαρακτηριστικών του προϊόντος προς τα έξω. Συνοψίζει τα μέσα που χρησιμοποιούνται για να γίνει περισσότερο εύληπτη στον καταναλωτή η προσφορά της υπηρεσίας ή του προϊόντος και να βελτιωθεί η αντίληψη και η εμπιστοσύνη του.
[16] Βραχνάκη Ευαγγελία, Το City branding ως εργαλείο σχεδιασμού και ανάπτυξης της πόλης _ Η βελτίωση της εικόνας της Αθήνας εν μέσω της οικονομικής κρίσης. (ΔΠΜΣ) 2014, σ.5, σ.16
[Εικ.9 - 15] Λογότυπα_Οπτικές ταυτότητες Το Αμβούργο μέσα από τα κτίρια του [Εικ.9] Τα επίσημα λογότυπα των πόλεων του Άμστερνταμ [Εικ.11], του Βερολίνου [Εικ.12] και της Σμύρνης [Εικ.14] Barcelona [Εικ.10] New York [Εικ.15] _ 2016 Calligraphy Cities _ Andrew Fox Η όπερα του Σίδνεϊ [Εικ.13]
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[17] Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.67
[18] Βραχνάκη Ευαγγελία, Το City branding ως εργαλείο σχεδιασμού και ανάπτυξης της πόλης _ Η βελτίωση της εικόνας της Αθήνας εν μέσω της οικονομικής κρίσης. (ΔΠΜΣ) 2014, σ.35-37
μιας αυστηρής και συγκεκριμένης εικόνας – brand image. Όμως, η διαμόρφωση της εικόνας της πόλης οφείλει να πραγματώνεται μέσα σε ένα αυστηρό τοπικό και χρονικό περίγραμμα. Με άλλα λόγια, οι προτάσεις που σχεδιάζονται για την προώθηση μιας πόλης οφείλουν να αφουγκράζονται πρωτίστως τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας και να λαμβάνουν υπόψιν τους τη χρονική συγκυρία υλοποίησής τους. Η μορφή της πόλης είναι πάντα η μορφή μίας εποχής.17 Βέβαια, στη μορφή μίας πόλης μπορούν να συνυπάρχουν και να ανιχνεύονται πολλές εποχές. Τα δύο αυτά σχήματα καθορίζουν, εν τέλει, την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της. Η πλέον κοινή εφαρμογή του city-branding γίνεται με επίκεντρο οπτικά στοιχεία, τα οποία είναι ικανά να επηρεάσουν ριζικά την εικόνα και την αξία μίας πόλης ή μίας μεμονωμένης περιοχής. Επικεντρώνεται στη δημιουργία ευνοϊκής εικόνας ή στην αλλαγή της αρνητικής ή αδιάφορης εικόνας της πόλης και ακολουθεί τρεις κατευθυντήριες γραμμές. Στις τεχνικές18 του συγκαταλέγονται: α) εκστρατείες προώθησης με χρήση μίας διακριτής οπτικής ταυτότητας - συσχετισμός του τόπου με μία προσωπικότητα (το παράδειγμα του Antonio Gaudi στη Βαρκελώνη), β) κατασκευή κτιρίων (μπορεί να αφορά ένα και μόνο κτίριο -Guggenheim effect ή το παράδειγμα της όπερας του Σίδνεϋ) ή ολόκληρων περιοχών (υλοποίηση θεματικής ταυτότητας –disneyfication) τοπόσημα για την πόλη (χαρακτηριστικό γνώρισμα της τακτικής marketing) ή δημιουργούνται νέοι τρόποι για την ενσωμάτωση των υφιστάμενων τοποσήμων στην προώθησή της – στη νέα φάση ανάπτυξης προσκαλούνται επώνυμοι αρχιτέκτονες -“star architects”- για την ελκυστικότητα των σχεδίων και η συζήτηση για νέες πόλεις αφορά πλέον αριθμούς και επιδόσεις, γ) η διοργάνωση διαφόρων ειδών εκδηλώσεων, σημαντικών και ελκυστικών για ποικίλες πληθυσμιακές ομάδες, τα επονομαζόμενα mega events. Τέτοιου βεληνεκούς γεγονός θεωρείται η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Η συνισταμένη των παραπάνω περιπτώσεων είναι ο πολιτισμός, καθώς δίνει το πλεονέκτημα της αναγνωρισιμότητας, της ιστορικής συνέχειας και της συλλογικής αντιπροσώπευσης. Έχοντας αποσαφηνιστεί ο στόχος της στρατηγικής κάθε φορά, τι πρέπει να επιτευχθεί και σε ποιους απευθύνεται, το city-branding προσπαθεί να δημιουργήσει συνειρμούς και συσχετισμούς με την πόλη, σημειώνοντας συχνά άλματα με τις χρονικότητές της και τη συνέχειά της. Οι παράμετροι που το καθορίζουν (Ποιοι αποτελούν τα ενδιαφερόμενα μέλη μιας πόλης; Ποιοι θα έχουν προτεραιότητα μεταξύ των μόνιμων κατοίκων και των τουριστών που θα επισκεφτούν μία φορά το μέρος;), το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύσσεται και ο τρόπος οργάνωσής του είναι αντικείμενα εκτενούς συζήτησης. Στην εποχή της ελεύθερης διεθνούς αγοράς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που το city-branding γίνεται μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εξευγενισμού (gentrification) της περιοχής, με υψηλό κίνδυνο να υποστηρίξει εμβληματικές αστικές παρεμβάσεις που απευθύνονται αποκλειστικά
Εννοιολογικό υπόβαθρο
σε αστικές ελίτ. Ανάλογη είναι η περίπτωση της Barceloneta, στη Βαρκελώνη. Η προσέλκυση του ξένου κοινού και των ξένων επενδύσεων ήταν το φλέγον ζήτημα του μεγάλου αστικού κέντρου, που το συνέδεσαν άμεσα με την αναζωογόνησή της, αγνοώντας τον υπάρχοντα πληθυσμό. Είναι δηλαδή προτάσεις που δεν δύνανται να απεικονιστούν συνεκτικά με το σύνολο της πόλης, είτε γιατί δεν έχουν αντιληφθεί την ιδιαιτερότητά της, είτε γιατί εσκεμμένα θέλουν να μεταστρέψουν τη φυσιογνωμία της.
1.4 η περίπτωση των αστικών αναπλάσεων σε παράκτια μέτωπα και πόλεις λιμάνια (waterfronts development) Η στρατηγική του city-branding που αναλύθηκε παραπάνω, εφαρμόζεται στις μέρες μας κατά κόρον σε πόλεις-λιμάνια, σε παράκτιες και παραποτάμιες περιοχές δηλαδή. Αυτές οι τοποθεσίες φέρουν a priori μια κοσμοπολίτικη χροιά και, έχοντας διατελέσει κύριες πύλες ανταλλαγής ιδεών και εμπορευμάτων, μαρτυρούν την αλλοτινή πολλαπλή χρησιμοποίηση τους. Φαντάζει, λοιπόν, πιο εύκολη η ανάδειξή τους σε πολιτιστικά και οικονομικά κέντρα με την εφαρμογή των παραπάνω τεχνικών. Ο ρόλος που διαδραμάτισαν κάποτε σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο, διεκδικείται ξανά με τους όρους όμως της σύγχρονης και παγκόσμιας οικονομίας. Για τις ιστορικές πόλεις-λιμάνια η συνέχεια των απτών και άυλων πολιτιστικών παραδόσεων, η διατήρηση των ιστορικών μικτών χαρακτηριστικών τους, η κοινωνικο-οικονομική ποικιλία και η δραστήρια ανθρώπινη παρουσία που προσιδιάζει μια «αυθόρμητη διάταξη» στο χώρο είναι σημαντικά θέματα προς διερεύνηση κατά την διαδικασία επανασχεδιασμού τους.
[Εικ.16] Φάσεις Ανάπτυξης Πόλεων-Λιμένων κατά Hoyle
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[19] “The theater of coming and going”, Bas Butuner (2006), σ.2
[Εικ.17] «Το νέο παράκτιο μέτωπο» Ψηφιακό Collage Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Τον 19ο αιώνα η επίσκεψη σε μια πόλη-λιμάνι ήταν συνυφασμένη με έναν μικρόκοσμο που εμπεριείχε όλες τις εθνικότητες και τους πολιτισμούς, ήταν ένα προοίμιο του κόσμου. Θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με μια περιοδική θεατρική σκηνή19. Η χωρική και λειτουργική συνύπαρξη πόλης και λιμανιού ήταν αδιαμφισβήτητη. Σημεία ενεργής κοινωνικής δράσης, αποτελούσαν τον πυρήνα της οικονομίας. Η αλλαγή της φύσης της παγκόσμιας οικονομίας –το τέλος της βιομηχανικής περιόδου και το πέρασμα στην παροχή υπηρεσιών– οδήγησε σταδιακά στην μετεγκατάσταση της λειτουργίας των λιμανιών σε περιοχές εκτός των πόλεων, στην εγκατάλειψη των πρότερων εγκαταστάσεων και στην ερήμωση μεγάλης έκτασης αστικών περιοχών. Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η αναζωογόνηση των προκυμαίων ανέκυψε ως ένα από τα σημαντικότερα αστικά σχεδιαστικά ζητήματα. Το φαινόμενο αναδύθηκε από τη Βόρεια Αμερική στα μέσα του ‘60 με την αναμόρφωση του λιμανιού της Βαλτιμόρης, ένα project το οποίο μεταμόρφωσε την ζώνη του λιμανιού σε ένα αστικό κέντρο αναψυχής. Έπειτα, η εφαρμογή της λογικής αυτής συνέβη στη Βοστώνη και το San Francisco. Η πολυλειτουργικότητα των εγχειρημάτων αυτών τα κατέστησε πρότυπα του είδους, τόσο στην Ευρώπη όσο και την Αμερική. Πρόκειται πλέον για μία παγκόσμια τάση, η οποία συναντάται σε διαφορετικούς τόπους με κοινές αρχές και συγκεκριμένο αποτέλεσμα: τον επαναπροσδιορισμό της προκυμαίας στον αστικό ιστό, τη μεταποίηση της αστικής εικόνας και την αναγέννηση της οικονομίας. Ωστόσο, κάθε παρέμβαση οφείλει να προσαρμόζεται στη φυσική δομή της πόλης, στην τοπιογραφία της και στην κοινωνική της ιδιοσυγκρασία, προκειμένου να
Εννοιολογικό υπόβαθρο
διατηρείται η μοναδικότητά της. Σήμερα παρόλα αυτά, ο απώτερος σκοπός αυτών των διαδικασιών είναι η συγκρότηση μιας ελκυστικά εμπορεύσιμης εικόνας, κυρίως σε παγκόσμιο επίπεδο, και κατ’ επέκταση σε τοπικό.20 Το όλο εγχείρημα τελεί υπό την κυριαρχία της παγκοσμιοποίησης. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερα κεφάλαια και τουρισμό οδηγεί στο να αντιγράφονται μοντέλα που έχουν εφαρμοστεί επιτυχώς σε άλλες γωνιές του κόσμου για την εγγύηση της επιτυχίας τους. Ενδεικτικά, αναφέρεται ως παράδειγμα προς μίμηση εκείνο του Σίδνεϋ, λόγω της επισκεψιμότητάς του μετά την ανάπλαση.21 Οι περιπτώσεις του Όσλο, του Λονδίνου, του Άμστερνταμ, της Γλασκώβης, του Δουβλίνου, της Σιγκαπούρης, του Χονγκ Κονγκ είναι ενδεικτικές για την υλοποίηση της εν λόγω στρατηγικής, όπου όμοια εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα, εστιατόρια, πάρκα, ξενοδοχεία και οικιστικές μονάδες λαμβάνουν χώρα. Το πλαίσιο ανάπτυξης αυτών των πόλεων τυποποιήθηκε σε τέτοιο βαθμό που είναι δυσδιάκριτο το αν γίνεται λόγος για την Ευρώπη, την Αμερική ή την Ασία. Συγκροτείται έτσι μία ενιαία ταυτότητα, αφού επαναλαμβάνεται η «ίδια θεαματική πόλη». Η τυποποίηση αυτή δεν μένει μόνο στις γενικές αρχές ή στον υπερσύγχρονο τρόπο κατασκευής, αλλά αφορά οργανωτικές μεθόδους του χώρου, χωρικές τυπολογίες και αρχιτεκτονικές φόρμες, παράγοντας ένα μονότονο και ατέρμονο déjà vu, που κάνει αδύνατη τη διάκριση των ιδιαίτερων τοπικών χαρακτηριστικών.
[20] “What sells the city is the image of the city.” Bas Butuner (2006), σ.4
[21] Υπολογίζονται πλέον περίπου 15 εκατομμύρια επισκέπτες στο παράκτιο μέτωπο ετησίως. Bas Butuner (2006), σ.4
Τα κτίρια που συνθέτουν την εικόνα βρίσκονται στο Λονδίνο, το Όσλο, τη Βαλτιμόρη, τη Βαρκελώνη, το Ώρχους, το Μάλμε και το Αμβούργο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι μπορούν να κατασκευαστούν άπειρες παραλλαγές αυτού του μετώπου, με κτίρια που συναντώνται σε ανάλογες περιοχές παγκοσμίως.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
1.5 το παράδειγμα του Αμβούργου περιγραφή του τόπου που διεξάγεται η έρευνα πεδίου [22] Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γερμανίας και το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης. <https://en.wikipedia.org/wiki/ Hamburg>
[23] “Αποθηκούπολη” (Speicherstadt > die Stadt =η πόλη, speichern = αποθηκεύω), είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία και την ανάπτυξη του Αμβούργου. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα 17 κτιρίων νεογοτθικού στυλ, τα οποία κατασκευάστηκαν περί τα μέσα της δεκαετίας του 1880 και χρησίμευαν στην αποθήκευση αγαθών, κυρίως μπαχαρικών, καφέ, καπνού και τσαγιού. Αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής, λόγω του σύστηματος πασσαλόπηξης στα θεμέλιά τους, των κοκκινωπών όψεων από ψημένα τούβλα και των μεταλλικών επικαλύψεων των στεγών.
[24] Κυρανούδη Δήμητρα “Μια σημαντική διάκριση για το Αμβούργο”, 2015, <http://www.dw.com/el /a-18564447> , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016
Στην παραπάνω κατηγορία συγκαταλέγεται και το Αμβούργο22 με την προσπάθεια ανάπλασης της παραποτάμιας περιοχής του παλιού λιμανιού, υπό τον τίτλο HafenCity Project. Γίνεται λόγος για μία έκταση 157 εκταρίων, που βρίσκεται λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από το κέντρο της παλιάς πόλης του Αμβούργου και γειτνιάζει με τη συνοικία Speicherstadt23 – πλέον αναγνωρισμένη ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO24. Η συνολική έκταση αποτελεί διεύρυνση του κέντρου κατά 40% της υπάρχουσας έκτασης. Στα πλαίσια του σχεδιασμού της περιοχής, αυτή κατανέμεται σε δέκα διακριτές συνοικίες. Ο διαφορετικός χαρακτήρας τους προκύπτει από τις χρήσεις που φιλοξενούν. Ενδεικτικά, πέρα από την κατοικία η «πόλη του λιμανιού» φιλοξενεί οικοδομήματα υπηρεσιών, επιχειρήσεων, εργασιακών και πολιτιστικών χώρων, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και λιανικού εμπορίου. Το εγχείρημα αποφασίστηκε το 1997 και το 2000 διεξήχθη διαγωνισμός για το Masterplan αυτού. Η υλοποίησή του ξεκίνησε το 2001 και η πρώτη «συνοικία» ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2008. Μέχρι το 2024 υπολογίζεται η ολοκλήρωση του συνολικού προγράμματος. Αντικείμενό του είναι η επανένταξη και επανάχρηση του παλιού λιμανιού και της άλλοτε βιομηχανικής περιοχής της πόλης μέσω της δημιουργίας μίας νέας πόλης -μέσα στην πόλη- με ανάμειξη των χρήσεων τόσο καθ΄ ύψος, όσο και σε επίπεδο ισογείων. Έτσι, γίνεται προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της σχέσης της καρδιάς του Αμβούργου με τον ποταμό Έλβα και ανασυγκροτείται μεγάλο τμήμα του παραποτάμιου μετώπου του. Η διοίκηση του τόπου στοχεύει στην ανάδειξη της πόλης σε παγκόσμιο κέντρο, καλλιεργώντας μία διεθνώς αναγνωρίσιμη εικόνα, που θα ταυτιστεί με αυτή, στοιχείο το οποίο μέχρι στιγμής θεωρεί πως δεν υφίσταται. Την επισφράγιση αυτής της επιτυχίας θα φέρει η ανοικοδόμηση της Φιλαρμονικής του Έλβα –Elbphillarmonie. Το κτίριο-έμβλημα του τόπου, έργο των star-architects Herzog and de Meuron, ανοίγει τις πύλες του αρχές του 2017. Αυτό που γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό για το σύνολο αυτού του project, είναι πως η αρχιτεκτονική – ως κατασκευή και μόνο- εξυπηρετεί την ανάγκη δημιουργίας «συμβόλου» και ενός «γεγονότος» για να παραχθεί, νοηματοδοτηθεί, οικοδομηθεί μία καινούργια εποχή. Η επιβεβαίωση και ολοκλήρωση της εφαρμογής του city-branding στο τάχιστα αναπτυσσόμενο παράδειγμά μας θα έρθει με την ιδέα για τη διοργάνωση της διεθνούς αθλητικής διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων το 2024, αποσκοπώντας στην αναζήτηση διεθνών επενδυτών και τουριστών. Το εγχείρημα αυτό ναυάγησε μετά την καταψήφιση της υποψηφιότητας στο δημοψήφισμα που διεξήχθη στα τέλη του 2015.
Το παράδειγμα του Αμβούργου
[Εικ.18] Χωροθέτηση των περιοχών του κέντρου του Αμβούργου Προσωπική επεξεργασία
sternscha n ze
lake Als ter
al tstad t a ltona s an k t p auli
neust a dt
Elbe speicherstad t
wilhelm sb urg h af e n c i ty
Elbe
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[25] Το παραδοσιακό υλικό δόμησης του Αμβούργου είναι το τούβλο, αφού δεν υπήρχε φυσικό υλικό για εξόρυξη στην περιοχή.
Στην ιστορία της πόλης είναι η τρίτη φορά που μία τόσο μεγάλη αλλαγή λαμβάνει χώρα στο χανσεατικό τοπίο. Η πυρκαγιά του 1842 και ο βομβαρδισμός που υπέστη το 1943 κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν αστικά γεγονότα που το σημάδεψαν. Οι κατεδαφίσεις που προέκυψαν από τα φυσικά αυτά φαινόμενα και οι μετέπειτα ανοικοδομήσεις –όπως και σε αυτή την περίπτωση του εξευγενισμού– συνδέονται με την κατεύθυνση ανάπτυξης και δυναμικής της πόλης αποφασιστικά. Δεν μπορούν να χαρακτηριστούν απλά ως καθαρά οικονομικό φαινόμενο μη λαμβάνοντας υπόψιν τα μεμονωμένα άτομα και τις επιμέρους ομάδες του συνόλου. Ο χαρακτήρας μιας τέτοιου βεληνεκούς παρέμβασης προτάσσει τις οικονομικές τάσεις και προοπτικές της εποχής, τη σχέση εξάρτησης οικονομίας με το σχέδιο της πόλης, το ρόλο του ατομικού παράγοντα στο εγχείρημα και το τι είδους κοινωνικό σύνολο θέλει να προάγει. Η ανάγνωση όλων αυτών από κάποιον ο οποίος ζει στην πόλη και βρίσκεται μέσα σε αυτή τη διαδικασία μετασχηματισμού δεν είναι πάντα εύκολη, χωρίς να σημαίνει πως η διαδικασία αναιρείται. Προκειμένου να ολοκληρωθεί αυτή η γενική περιγραφή του εγχειρήματος, θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά και στο είδος της αρχιτεκτονικής που χρησιμοποιείται. Το δομικό υλικό που κυριαρχεί είναι το γυαλί. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως είναι το υλικό που επιτάσσει η εποχή πλέον, και όχι ο τόπος. Τα παραδείγματα χρησιμοποίησής του παγκοσμίως τείνουν στο άπειρο –σε επίπεδο Ευρώπης ενδεικτικά αναφέρονται η εξέλιξη του City στο Λονδίνο και η περίπτωση της πόλης του Rotterdam– και στοχεύουν στην απεικόνιση της προόδου και της εξέλιξης, προσφέροντας εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ο ύμνος στη διαφάνεια και την καθαρότητα ξεκινά από το μοντέρνο κίνημα, τίθεται όμως σε πλήρη ισχύ από τους αρχιτέκτονες του μεταμοντέρνου. Ο λόγος που επισημαίνεται εδώ είναι προκειμένου να αναλογιστούμε και να συνδέσουμε τις μηχανικές του ιδιότητες με τις έννοιες του χρόνου και της μνήμης. Η έννοια της φθοράς δεν υφίσταται και η καταστροφή του επέρχεται στιγμιαία. Η θραυστότητα του αντίκειται στην ανθεκτικότητα του υπάρχοντος συστήματος δόμησης25. Το ίχνος του χρόνου είναι στιγμιαίο και εφήμερο. Αυτή η παρατήρηση είναι ίσως και η μόνη κοινή με την πρότερη κατάσταση του συγκεκριμένου χώρου, όπου πρωταγωνιστές του ήταν οι εξοπλισμοί φορτω-εκφορτώσεων των cargo και τα χρωματιστά υπερμεγέθη Containers.
Το παράδειγμα του Αμβούργου
[Εικ.19] Η περιοχή του Hafencity στις αρχές του 1990 Το σύμπλεγμα των αποθηκών πρωταγωνιστεί
[Εικ.20] Η περιοχή του Hafencity 2011 Το πρώτο τμήμα που ολοκληρώνεται είναι εκείνο που συνορεύει άμεσα με τις αποθήκες. Πλέον πρωταγωνιστής είναι η Φιλαρμονική του Έλβα.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.21] Cart-postale του 1989 Η θέα από το παλιό ταχυδρομείο προς το κέντρο της πόλης _ C.Hudemann
2. η επί τόπου συλλογή στοιχείων
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
22
23
24
25 [Εικ.22-25]
Σκίτσα επεξεργασίας του εγχειρήματος Hamburger Memory Οι διαδικασίες που θα προέκυπταν όφειλαν να είχαν ως κύριες αρχές τη συμμετοχικότητα, την προβολή της προσωπικότητας του εκάστοτε συμμετέχοντος και τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ κοινού και δημιουργού. Το παιχνίδι, ο αυθορμητισμός, και ο πειραματισμός υπέδειξαν τον τρόπο για τον προσδιορισμό των προσωπικών τοποσήμων.
Η επί τόπου συλλογή στοιχείων
2.1 γενική περιγραφή του project Hamburger Memory (ΗΜ) Το Hamburger Memory (ΗΜ) διεξήχθη στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus κατά το εαρινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2014-2015. Το μάθημα, για το οποίο δημιουργήθηκε, είχε τίτλο Κοινωνική Αστική Τέχνη (Social Urban Art) και ανήκε στη θεματολογία Μητροπολιτικός Πολιτισμός (Kultur der Metropole). Στόχος του κατά το διάστημα αυτό ήταν η συγκρότηση και αναπαραγωγή εργαλείων και μεθόδων για την προσέγγιση της ταυτότητας της σύγχρονης αυτής μεγαλούπολης26. Σε μια περίοδο που η πόλη ανοικοδομείται με ταχύτατους ρυθμούς, με την ελπίδα να αποκτήσει το ελιξίριο της οικονομικής της μακροβιότητας, όπως ήδη αναλύθηκε, η ανάπτυξη ενός διαύλου επικοινωνίας με τους ανθρώπους της κρίθηκε απαραίτητη για τη συλλογή στοιχείων. Το κύριο χαρακτηριστικό λοιπόν των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν και θα αναλυθούν παρακάτω ήταν η ενεργή συμμετοχή και η αλληλεπίδρασή του κοινού, και όχι η αντιμετώπιση αυτού ως απλού και παθητικού θεατή. Είναι ένα εγχείρημα με κύριο προβληματισμό το πού και πώς συγκροτείται η μνήμη της εν λόγω πόλης και ποιος ο ρόλος των σημείων που την καθορίζουν, αποδεχόμενη πως η εμπειρία κατοίκησης της πόλης και η εικόνα της συλλογικής λειτουργίας της πλάθονται μέσα από την επαφή με τους διάφορους τόπους και την άμεση – ή και έμμεση – συμμετοχή των προσωπικών ιστοριών-διαδρομών του καθενός σ’ αυτή. Έτσι, οι διαλεκτικές σχέσεις που ενεργοποιούνται άμεσα μέσω αυτού του project είναι εκείνη του μόνιμου με τον προσωρινό κάτοικο – στην προκειμένη περίπτωση εμένα – και εκείνη του περιβάλλοντος με τον τελευταίο. Η δομή του θα μπορούσε να παρομοιαστεί με εκείνη ενός παιχνιδιού. Η παρομοίωση κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, αν κατανοήσουμε το παιχνίδι ως μία δράση
[26] Έχει 1,7 εκατομμύρια πληθυσμό στο κέντρο της, ενώ με την ευρύτερη μητροπολιτική περιοχή ο πληθυσμός ξεπερνά τα 5 εκατομμύρια. <https://en.wikipedia.org/wiki/ Hamburg>
που επαναπροσδιορίζει το χώρο. Η σαφής διάκριση ρόλων – παικτών , η ύπαρξη αποσαφηνισμένου στόχου και η συνύπαρξη κανόνων, περιορισμών, αυθορμητισμού και ελευθερίας είναι κοινά τους γνωρίσματα. Τα εργαλεία της φαντασίας και της πηγαίας διάθεσης για εξερεύνηση που συναντά κανείς κατά τη διαδικασία ενός παιχνιδιού, απαντούν και σε αυτό το εγχείρημα. Σκοπός της συστηματοποιημένης, παιγνιώδους και δημιουργικής διαδικασίας που παρουσιάζεται στη συνέχεια είναι οι μόνιμοι κάτοικοι να συστήσουν τη δική τους «προσωπική» πόλη στον μέτοικο, επανερμηνεύοντας τόπους οικείους, που μάλλον θεωρεί κανείς δεδομένους στην καθημερινότητά του. Ο προσδιορισμός των εργαλείων και ο σχεδιασμός των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν ήταν σαφής εξαρχής. Ο τρόπος που στήθηκε η όλη διαδικασία εκπόνησης είχε ως απώτερο στόχο την ανάμειξή μου με τους κατοίκους της πόλης και τη συλλογή πρωτογενούς υλικού μέσα από τη συνεύρεση αυτή. Ο Michel de Certeau γράφει πως ο τρόπος ανάκλησης μιας «αόρατης γραφής» συμβαίνει μέσω νέων περιστάσεων και αντιστοιχεί στον τρόπο εγγραφής της.27 Η δημιουργία ενός
[27] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.234
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
διαδραστικού και αλληλεπιδραστικού γεγονότος έχει διττή σημασία, αφού από τη μία δίνει νέα διάσταση στον συγκεκριμένο τόπο και από την άλλη προκαλεί την ενεργή συμμετοχή του κοινού. Τα βήματα που χρησιμοποιήθηκαν αναλύονται στη συνέχεια με χρονική αλληλουχία, όπως πραγματοποιούνταν κατά τη διάρκεια του project. Πρόκειται για τη συνάντηση με τον/τους συμμετέχοντα/-οντες, την απάντηση στην ερώτηση “Πού θα θέλατε να πάτε σήμερα, αν αύριο ήταν η τελευταία μέρα σας στην πόλη του Αμβούργου;“, την κατασκευή από τον ερωτηθέντα σκίτσου-χάρτη και την μετέπειτα μετάβασή μου δειγματοληπτικά στα σημεία που ανέφερε. Με τον πρώτο συμμετέχοντα βρεθήκαμε σε μία περιοχή του Αμβούργου η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή συνόψιζε τη δική μου «εικόνα» για την πόλη, έχοντας ζήσει μόλις δύο μήνες εκεί. Μετά τη σύντομη συνομιλία μας και έχοντας το σκίτσο του μαζί μου, ακολούθησε η επίσκεψή μου στα μέρη που είχε αναφερθεί, όπου πραγματοποιήθηκε η συνάντηση με τον επόμενο. Η έρευνα έγινε σε δείγμα δέκα ανθρώπων, που το κοινό χαρακτηριστικό τους ήταν η διαμονή τους στο Αμβούργο για τουλάχιστον ένα χρόνο, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, φυλής ή θρησκεύματος. Η διαδικασία της έρευνας, όπως σχεδιάστηκε, μπορεί να παραλληλιστεί με έναν ατέρμονα βρόγχο. Το δείγμα των δέκα ατόμων είχε αποφασιστεί εξαρχής λόγω του περιορισμένου χρόνου παραμονής στην πόλη. Ωστόσο, μπορεί να συνεχιστεί ανά πάσα στιγμή από το σημείο που έμεινε και τα αποτελέσματα της όποιας επόμενης φάσης να οδηγήσουν σε ενδιαφέροντα πορίσματα, αντιπαραβάλλοντας τα παρόντα.
2.2 συνάντηση και περιπλάνηση κατασκευές εφήμερων και αυθόρμητων γεγονότων
[28] Μπορεί να γίνει αναγωγή στη μέθοδο και τον τρόπο προσέγγισης της έρευνας των καταστασιακών. Η «κατασκευή – δόμηση καταστάσεων» μέσα στον ιστό της πόλης (constructing situations) ήταν θεμελιώδες στοιχείο και ζητούμενο γύρω από το οποίο συγκροτήθηκαν τα εργαλεία και η έρευνά τους. Simon Sadler (1999), σ.105-110
Η συνάντηση Η άμεση επικοινωνία με τους συμμετέχοντες και ο τρόπος προσέγγισης αυτών στη σύγχρονη μητρόπολη θα μπορούσε να αποτελεί μία αυτοτελή έρευνα, συμπεριλαμβανομένου και του τρόπου αντίδρασής τους. Μία τέτοιου είδους όμως ανάλυση θα απαντούσε καλύτερα σε διαφορετικά αντικείμενα μελέτης, όπως αυτό της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Ωστόσο, η ανάδειξη εδώ της συνάντησης σε εργαλείο, σκοπό έχει να παρουσιάσει τη συμβολή της στη δημιουργία και δόμηση καταστάσεων στο σύγχρονο δημόσιο χώρο, μέσω του τρόπου με τον οποίο οι συμμετέχοντες προσεγγίστηκαν και επελέγησαν. Οι «καταστάσεις» που πραγματοποιούνται αποτελούν ένα είδος παράστασης – τέχνης, όπου όλος ο χώρος θεωρείται σκηνή και όλοι οι άνθρωποι performers.28 Η δημιουργία «καταστάσεων» είναι ουσιαστικά ένα συνολικό έργο τέχνης.
Η επί τόπου συλλογή στοιχείων
Καθεμία συνάντηση αποτελούσε μια μικρή παράσταση – «κατάσταση» – με διαφορετικό φινάλε κάθε φορά, τόσο για μένα όσο και για τους ανθρώπους που συνάντησα. Αν και η διαδικασία είχε αποσαφηνιστεί εξαρχής, η επανάληψή της εμπεριείχε πάντα το στοιχείο του τυχαίου και του αυθόρμητου, ως προς τη συνάντηση με τον επόμενο. Τα δύο άτομα συνδεόντουσαν με το ίδιο σημείο χωρικά, χωρίς να έχουν καμία επαφή μεταξύ τους. Το χωρικό στοιχείο που ο Α μου υποδείκνυε έμμεσα να επισκεφθώ, για τον Β ήταν εκείνο της συνάντησής μας. Στον κάθε επόμενο δηλαδή που συναντούσα, με είχε οδηγήσει εκεί ο προηγούμενος. Η μακροσκοπική θεώρηση όλων αυτών των συναντήσεων θα μπορούσε να παρομοιαστεί με κάποιο φιλμικό προϊόν αυτοτελών επεισοδίων, στα οποία ενυπάρχει ένας άτυπος συνδετικός κρίκος που υπονοεί τη συνέχειά τους.
26
27
28
29
Οι συναντήσεις με τους συμμετέχοντες [Εικ.26] 3001 Kino [Εικ.27] Michelle Records [Εικ.28] Park Fiction [Εικ.29] Jenisch Park
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Η περιπλάνηση
[29] Το σύστημα της πόλης έχει παραλληλιστεί με εκείνο της γλώσσας αρκετές φορές. Ο Michel de Certeau [Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.254256], ο Carlo Aymonino και ο Aldo Rossi [Christine Boyer (1994), σ.178-179] μιλούν σχετικά με τους κανόνες, τα σχήματα και τις δομές των δύο αυτών συστημάτων.
[30] Αναγωγή στη φράση:
Αυτή η περιπλάνηση στην πόλη μέσω των συμμετεχόντων με ενέπλεξε παιγνιωδώς με την αρχιτεκτονική, το χώρο και το χρόνο. Το περπάτημα ως ενέργεια είναι για το σύστημα του άστεος ό,τι η εκφώνηση για τη χρήση και την κατανόηση της γλώσσας.29 Αυτό που πραγματοποιείται κατά την τέλεσή του είναι μια διεργασία ιδιοποίησης του τοπογραφικού συστήματος από τον πεζό. Το ενδιαφέρον έγκειται στο ότι η χωρική πραγμάτωση του τόπου μπορεί να επαναληφθεί ξανά και ξανά, διαμορφώνοντας σχέσεις μεταξύ των ίδιων ή και διαφοροποιημένων θέσεων. Ο περιπατητής ανάλογα με την τοποθέτησή του, συνιστά ένα κοντά και ένα μακριά, ένα εδώ και ένα εκεί. Η περιπλάνηση, την οποία συγκεντρώνει και πολλαπλασιάζει η πόλη, μετατρέπει την τελευταία σε μια απέραντη κοινωνική εμπειρία. Εισάγεται έτσι ένα ρυθμιστικό πλαίσιο στο οποίο πρωταγωνιστούν οι αυτοσχεδιασμοί. Η ανάγνωση επομένως της διαδικασίας αυτής είναι ενδεδυμένη με μια «τέχνη» που δεν ανήκει καθόλου στην παθητικότητα. Κάθε φορά τα χωρικά σημεία μεταμορφώνονται σε κάτι άλλο.30 Σύμφωνα με τον Debord, η περιπλάνηση
WORDS TAKE ON A NEW SENSE,
λογίζεται ως μία παιχνιδιάρικη και εποικοδομητική συμπεριφορά, όπου το
Simon Sadler (1999), σ.19
ασυνήθιστο και το επαναστατικό διεισδύουν στο ιδανικό και το λογικό.31 Η σύνθεση όλων αυτών μαζί ή κατά ζευγάρια πολλαπλασιάζουν τις δυνατότητες έκφρασης και χρήσης του χώρου, υπερνικώντας τους περιορισμούς. Φυσικά, η σύνθεση αυτή αποτελεί επιλογή. Ο περιπατητής προσθέτει ή αφαιρεί θραύσματα, προκειμένου να
[31] Για το λόγο αυτό, το όραμα του για μια ολόκληρη κοινωνία δομημένη στη διαδικασία
νοηματοδοτήσει το χώρο. Έτσι, καταδικάζονται τόποι στην αφάνεια αποφεύγοντάς
της διαρκούς περιπλάνησης
τους, αλλά και συντίθενται «τυχαίες» και άκρως ενδιαφέρουσες συνευρέσεις μέσω
θα εντατικοποιούσε τους
παρακαμπτήριων οδών.
κατοίκους της απέναντι στο φαύλο κύκλο της ρουτίνας τους. Simon Sadler (1999), σ.93-94
2.3 η ανάλυση της ερώτησης : “Πού θα θέλατε να πάτε σήμερα αν αύριο ήταν η τελευταία σας μέρα στην πόλη του Αμβούργου;“ Το υποκείμενο Ο τρόπος που διατυπώνεται η ερώτηση είναι πολύ συγκεκριμένος. Όταν πρόκειται να επισκεφτούμε ένα τόπο ή όντας ήδη εκεί, μία από τις πλέον συνηθισμένες ερωτήσεις είναι το τί να επισκεφτούμε, τί θεωρείται χαρακτηριστικό και αξιοσημείωτο [Εικ.30] Απόσπασμα από το collage του Guy Debord “Life continues to
δηλαδή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απευθύνομαι στους συμμετέχοντες με πρόθεση να με κατευθύνουν στην πόλη του Αμβούργου άμεσα, αλλά εμμένω στο τί οι ίδιοι θα επέλεγαν να κάνουν στην πόλη τους. Το ότι το υποκείμενο της ερώτησης έχει
be free and easy” _ 1959
αλλάξει είναι πολύ σημαντική διαπίστωση εδώ. Καθένας τους διαμορφώνει με την
(σε συνέχεια των αναφορών 30_31)
απάντηση του τη «δική του» πόλη και αποδίδει την εικόνα αυτής με τρόπο μοναδικό.
Η επί τόπου συλλογή στοιχείων
Ο ερωτηθείς, μέχρι πρότινος «αναγνώστης» της πόλης, έχει εισαχθεί πλέον στη θέση του «συγγραφέα». Η μετουσίωση σε αυτή την «άλλη» ιδιότητα επιτρέπει στον όποιο χρήστη-κάτοικο της πόλης να εκφραστεί για αυτή, αφού αποδυναμώνει την πόλωση μεταξύ του «εξειδικευμένου» και «ανειδίκευτου» σε ζητήματα της χωρικής εμπειρίας. Ο Michel de Certeau αναφέρει για τη μεταλλαγή αυτή, πως το «κείμενο» καθίσταται κατοικήσιμο σαν νοικιασμένο σπίτι, μετατρέποντας την ιδιοκτησία του άλλου σε τόπο που τον δανείστηκε για μια στιγμή ένας περαστικός. Οι ενοικιαστές διενεργούν μια παρόμοια μεταλλαγή στο σπίτι που επιπλώνουν με τις χειρονομίες και τις αναμνήσεις τους.32
[32] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.71
Η χρήση του χρόνου στα δύο σκέλη της ερώτησης Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σχολιάσω και το χρόνο που έχει επιλεγεί στην διατύπωση της παραπάνω ερώτησης. Η φράση του δεύτερου σκέλους ενέχει μία υπόθεση –απαντά σε μία συνθήκη του μέλλοντος, ενώ με το πρώτο αναφερόμαστε σε ενέργειες που η εκτέλεση τους αφορά το παρόν. Με τη σύνθεση των δύο αυτών μερών, όπου η αναδραστηριοποίηση του παρελθόντος είναι σαφώς στραμμένη στο μέλλον, ο συμμετέχων ανακαλεί στη μνήμη του την πόλη μέσα από την προσωπική του εμπειρία. Σύμφωνα με τον Schechner, η ανακαλούμενη συμπεριφορά προσφέρει στα άτομα -και στις ομάδες, την ευκαιρία να ξαναγίνουν αυτό που ήταν κάποτε- ή ακόμη και πιο συχνά, να ξαναγίνουν αυτό που δεν ήταν ποτέ αλλά ήθελαν να είναι ή θέλουν να γίνουν. Με την άποψη αυτή εξηγείται το στοιχείο της δυνητικότητας που ενυπάρχει στις απαντήσεις των συμμετεχόντων. Ο «παίκτης» διατρέχει νοητικά την πόλη και ορίζεται ως κύριος διαμορφωτής του χώρου. Η απόδοση και η συρραφή των στοιχείων ενέχουν συμβολισμό και φανταστικούς κόσμους, αφού τα γεγονότα που διηγούνται δεν διαδραματίζονται τη δεδομένη στιγμή. Ανακαλούμενα από το παρελθόν, πιθανώς αναδιαμορφώνονται. Αυτή η διαδικασία είναι πολύ σημαντική, αφού μετατρέπεται σε άτυπο μέσο δημιουργικής εξερεύνησης της πόλης τόσο για τον μόνιμο κάτοικο, όσο και για τον προσωρινό. Αυτή η νοητική εντατικοποίηση και προβολή ενεργοποιεί την καταγεγραμμένη μνήμη και έτσι προκύπτει μία δημιουργική αναδόμηση των προσωπικών βιωμάτων βασισμένη σε πραγματικούς αρχιτεκτονικούς χώρους. Τέλος, η χρήση της φράσης «τελευταία μέρα» χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να συλλεχθεί όσο γίνεται η συνολικότερη εικόνα του καθενός για την πόλη. Οι συμμετέχοντες καλούνται ουσιαστικά να συγκροτήσουν τη πιο δυνατή τους ανάμνηση από αυτή. Άλλωστε, όπως επισημαίνει και ο Italo Calvino στο έργο του Αόρατες πόλεις, άλλη είναι η πόλη στην οποία φτάνει κανείς για πρώτη φορά και άλλη εκείνη
που αφήνει πίσω του για να μην ξαναγυρίσει ποτέ, αφού ο τρόπος με τον οποίο προσλαμβάνει το περιβάλλον γύρω του αλλάζει άρδην μέσα από την εξοικείωση του με το χώρο.33
[33] Italo Calvino (2004 [1972]), σ.156
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
2.4 ο χάρτης και η αφήγηση _ εργαλεία νοηματοδότησης του χώρου [34]
«Οι αφηγήσεις διαφοροποιούν, οι φήμες ολοποιούν.» Michel de Certeau34
Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.272
[35] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.23
[36] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.254
[37] Κατ’ αναλογία των νοητικών χαρτών του καταστασιακού κινήματος, τα σκαριφήματα παρουσιάζουν οικειότητα και με το χώρο. “Situationist maps accordingly declared an intimacy with the city alien to the average street map.” Simon Sadler (1999), σ.82
[Εικ.31] Απόσπασμα χάρτη του 13ου αιώνα
[38] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.295
Ο χάρτης είναι το κατεξοχήν μέσο αναπαράστασης χωρικών συσχετίσεων που τις αποσυνδέει από το πεδίο της κοινωνικής πράξης. Συνεργεί στην υποστασιοποιητική πρόσληψη του χώρου, εμφανίζοντας τις χωρικές συσχετίσεις ως άχρονες και μη τελούμενες.35 Με άλλα λόγια, με την αποτύπωση της διαδρομής στο χάρτη χάνεται η διαδρομή αυτή: το ενέργημα ακριβώς του περνώ. Το περπάτημα, η περιπλάνηση, το «σουλάτσο», η δραστηριότητα των περαστικών, πιο απλά, μετατίθεται σε σημεία που συνθέτουν μία ολοποιητική, αναστρέψιμη γραμμή. Έτσι όμως, η πρόσληψη αφορά απλώς ένα λείψανο, τοποθετημένο στον ου χρόνο μιας επιφάνειας προβολής. Είναι ορατό, αλλά έχει συνέπεια να καθιστά αόρατη την τέλεση που το κατέστησε δυνατό.36 Το ίχνος υποκαθιστά την πρακτική και εκδηλώνει την ιδιότητα του γεωγραφικού συστήματος να μπορεί να μετασχηματίζει τη δράση σε αναγνώσιμο στοιχείο. Στην παρούσα ερευνητική ωστόσο, ο χάρτης δεν επιλέχθηκε προκειμένου να απομονώσει ένα σύστημα γεωγραφικών τόπων. Μας ενδιαφέρουν οι πρακτικές, οι αφηγήσεις της άτυπης λαϊκής κουλτούρας που ενυπάρχουν μέσα σε αυτές τις αναπαραστάσεις. Οι καθημερινές αφηγήσεις διηγούνται τι μπορείς να σκαρώσεις, πώς μπορείς να οικειοποιηθείς37 τον τόπο. Η άρρηκτη σύνδεση του εργαλείου με τις τελούμενες πρακτικές εμφανίζεται από τους πρώτους μεσαιωνικούς κιόλας χάρτες. Εκεί περιλαμβάνονταν χαράξεις διαδρομών υπό μορφή τόπων τοποθετημένων σε γραμμικές ή διαπλεκόμενες σειρές: από δω, πηγαίνεις εκεί κ.λπ.. Αναφέρονταν σταθμοί συνδεδεμένοι μεταξύ τους σφιχτά ή χαλαρά σε κυμαινόμενο βαθμό που έπρεπε να γίνουν σε αποστάσεις μετρημένες σε ώρες ή μέρες, σε καταγεγραμμένο δηλαδή χρόνο πορείας. Καθένας τους ήταν ένα υπόμνημα που επίτασσε ενέργειες. Η διαδρομή που έπρεπε να γίνει κυριαρχούσε. Στην περίοδο της Αναγέννησης, το πλήθος των «αφηγηματικών» σχημάτων καράβια, ζώα, πρόσωπα – εξακολουθεί να έχει τη λειτουργία του να υποδείξει πράξεις που καθιστούν δυνατή την κατασκευή ενός γεωγραφικού χάρτη. Οι αφηγήσεις που συνθέτουν το παρόν έργο σκοπεύουν να εξιστορήσουν κοινές πρακτικές. Η παρουσίασή τους και οι ιδιαίτερες εμπειρίες που παρουσιάζονται, οργανώνουν το χώρο και οριοθετούν το πεδίο έρευνας. Κάθε συμβάν που περιγράφεται σε αυτές, αν και υπάγεται σε ένα τυπικό πλαίσιο, εφαρμόζεται με τρόπο μοναδικό. Οι ιστορίες επομένως αυτές, μέσω της επαναδιατύπωσής τους, καταγράφουν συγχρόνως κανόνες και ευμήχανες κινήσεις. Συνιστούν τεχνουργίες χώρου.38 Εμφανίζονται έτσι μνημονεύσεις οι οποίες, με τη γοητεία που τους εισάγει το στοιχείο της έκπληξης, διδάσκουν ποιες τακτικές είναι δυνατές σε ένα δεδομένο
Η επί τόπου συλλογή στοιχείων
κοινωνικό σύστημα. Τόσο εκείνα τα ιστορικά πλέον θραύσματα αφηγήσεων, όσο και οι αφηγήσεις που στοιχειοθετούν την έρευνα τώρα σηματοδοτούν τελέσεις, πράξεις πάνω σε τόπους. Οι τόποι αυτοί είναι ετερογενείς, αφού άλλοτε έχουν κληροδοτηθεί από μία παράδοση και άλλοτε έχουν παραχθεί από μία παρατήρηση. Είναι γεγονός πως η προφορική διήγηση συνθέτει χώρους ακατάπαυστα, τους μετασχηματίζει σε τόπους, τους επαληθεύει, τους αντιπαραβάλλει και μετατοπίζει τα σύνορά τους. Ο Michel de Certeau39 εξισώνει την αφήγηση με μία «πολιτιστικά δημιουργό πράξη», αφού θεμελιώνει χώρους. Αντίστροφα, όπου αυτή εξαφανίζεται ή υποβαθμίζεται σε αντικείμενο μουσειακού χαρακτήρα, όταν δηλαδή η ομάδα ή το άτομο αποστερείται διηγήσεων, ο χώρος χάνεται. Η απόδοση από μνήμης του βιωμένου χώρου είναι αποτέλεσμα εσωτερικής διεργασίας του κάθε συμμετέχοντος. Το θέμα δεν είναι η σχεδιαστική πιστότητα αυτού που υπάρχει στο δομημένο χώρο με αυτό που προκύπτει στο χαρτί, αλλά το πώς συλλαμβάνεται, χρησιμοποιείται, κατανοείται, επανερμηνεύεται και σηματοδοτείται ο χώρος. Γι’ αυτό, και υπερέχει η αντιληπτική δεινότητα των συμμετεχόντων έναντι της καλλιτεχνικής. Η πραγματικότητα του χώρου που ο χάρτης εμφανίζει ως αντικειμενική δεν είναι παρά μία πραγματικότητα που συλλαμβάνεται ως αποτέλεσμα ενός σχεδίου, που είναι προϊόν (ή επιδιώκεται να αποτελεί προϊόν) ενός υποκειμένου εξουσίας, σύμφωνα με τον Minca.40 Η αφηγηματική εκδοχή της ατομικής μνήμης του συμμετέχοντος, που κυριαρχεί με την κατασκευή του χάρτη, αναδεικνύει το «ταξίδι» με τις δικές του χωρικές εμπειρίες και περιπέτειες, οι οποίες μετεγγράφονται από ένα χαρακτηρισμένο κοινωνικά αρχιτεκτονικό τοπίο. Οργανώνουν έτσι μία πορεία και πραγματοποιούν ένα «ταξίδι», πριν καν πραγματοποιηθεί με τα πόδια ή ενόσω πραγματοποιείται. Πέρα από τα ζωγραφικά και αρχιτεκτονικά σχέδια που αποδίδουν σημεία της πόλης, τα γρήγορα αυτά σκαριφήματα εμπλουτίζουν τη νοηματοδότηση του χώρου. Για τον Bergson41, η αντιπροσώπευση του πραγματικού συντίθεται από δύο διακριτές παρουσίες, της αναπόλησης και της αντίληψης. Μέσω της νοητικής σύλληψης του χώρου και της αναπαράστασης ενδυναμώνεται λοιπόν η έννοια του πραγματικού. Έτσι, η φαινομενολογία που συντίθεται αντανακλά τις κοινωνικές, πολιτισμικές και διανοητικές μορφές ζωής της συγκεκριμένης εποχής.
[39] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.297
[40] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.24
[41] Christine Boyer (1994), σ.25
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.32] «Η «κάθοδος» της Έλλης στην πόλη των συμμετεχόντων» Αντιληπτικός Χάρτης μετά τη διεξαγωγή της έρευνας HM Ψηφιακό Collage Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
3. παραμετροποίηση των στοιχείων και συγκεντρωτική θεώρηση
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Παραμετροποίηση των στοιχείων
Στο κεφάλαιο αυτό θα αναλύσουμε τις απαντήσεις των συμμετεχόντων σε δύο στάδια, στο πρώτο θα επικεντρωθούμε στα σημεία της κάθε απόκρισης-συμμετοχής μεταξύ τους και στη συνέχεια στο σύνολο των χώρων που αναφέρθηκαν για την πόλη του Αμβούργου κατά τη διεξαγωγή του project HM. Στο τρίτο μέρος αυτού του κεφαλαίου θα αντιπαρατεθούν τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από τη συγκεντρωτική ανάλυση των στοιχείων της έρευνας με την «επίσημη» εικόνα της πόλης, όπως αυτή αποτυπώνεται σε σειρά δημοσιευμένων χαρτών. Το ζητούμενό μας είναι η αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των αφηγήσεων. Η εξέταση των τύπων των σχέσεων που χαρακτηρίζουν τις διαδρομές, αν δηλαδή χαρακτηρίζονται ως εφικτές ή ανέφικτες στο διάστημα της μιας ημέρας που ορίζεται στην εκφώνηση για τον κάτοικο-χρήστη κάθε φορά, ή ποιο το χιλιομετρικό εύρος που καλύπτει καθεμιά τους, δε θα αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διερεύνησης. Αναφορικά με τα μετρικά αυτά χαρακτηριστικά των διαδρομών, θεωρώ πως ποικίλες σχέσεις μπορούν να εμφανιστούν, καθώς μεταβάλλονται οι αναλογίες, η ένταση της διαδρομής και ο βηματισμός των περιπατητών. Οι κύριες παράμετροι βάσει των οποίων θα αναλυθούν οι απαντήσεις είναι εκείνες της επίσημης, συλλογικής και ατομικής-προσωπικής μνήμης. Ως χώροι επίσημης μνήμης νοούνται εκείνοι που έχουν έναν οικουμενικό και καθολικό χαρακτήρα στον τόπο τον οποίο χωροθετούνται. Το νόημα τους έχει δηλαδή «φυσικοποιηθεί» και βρίσκονται έξω από τη δυναμική της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Ο χαρακτηρισμός του κλασικού ή του μεγάλου τους αποδίδονται προκειμένου να τονιστεί η αίγλη του παρελθόντος που φέρουν. Πρόκειται για στοιχεία του χώρου που είτε έχουν επιβιώσει στο χρόνο είτε έχει αποφασιστεί να διατηρηθούν και έχουν αναχθεί σε επίσημους και σημαντικούς αστικούς συντελεστές της πόλης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα επίσημης μνήμης ενός τόπου είναι οι χώροι θρησκευτικής λατρείας τόσο στη Δύση, όσο και στην Ανατολή, τα οχυρωματικά άλλοτε τείχη της πόλης, βασιλικά ανάκτορα και μέγαρα κ.λπ. . Τα σημεία αυτά μπορούν να αναχθούν σε δύο υποκατηγορίες, εκείνα που είναι ακόμη ενεργά μέσα στον ιστό -κατά τον Aldo Rossi, προωθητικά 42- και εκείνα που
[42]
ενεργούν παθητικά με το σύστημα της πόλης. Στην πρώτη υποκατηγορία, οι χώροι λειτουργούν και επιδρούν στο αστικό σύνολο, διατηρώντας τη ζωτικότητά τους, ενώ στη δεύτερη κατατάσσονται στοιχεία μεμονωμένα πλέον στο χώρο. Οι περιπτώσεις της τελευταίας θα μπορούσαν να παρομοιαστούν με νεκρά σώματα ή με σώματα
Aldo Rossi
σε κατάσταση λιποθυμίας που δεν ανατροφοδοτούν την πόλη, με ανοιχτό το ενδεχόμενο επιστροφής. Σε όποια όμως από τις δύο κατηγορίες αναφερόμαστε, αν η επίσημη μνήμη μπορούσε να αναχθεί σε χρονικότητα, τότε κατά τη γνώμη μου θα ήταν το παρελθόν, λόγω της έννοιας της διάρκειας με την οποία είναι άμεσα συνυφασμένη. Αυτή η εκτίμηση θα μας απασχολήσει και στη συνέχεια της έρευνας, αναφορικά με τις επιβαλλόμενες σύγχρονες κατασκευές επίσημης μνήμης.
(1985 [1966]), σ.61-68
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[43] Σταύρος Σταυρίδης (2006), σ.28
[44] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.246-247 [Εικ.33-34] Παράδειγμα επίσημης μνήμης στην πόλη του Αμβούργου Η περιοχή Nikolaifleet μετά το βομβαρδισμό της κατά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο (αριστερά) και όπως είναι σήμερα (δεξιά).
Η δεύτερη παράμετρος αυτή της συλλογικής μνήμης απαντά σε τόπους παραγωγής κοινά αναγνωρίσιμων νοημάτων. Μέσω αυτών το εκάστοτε υποκείμενο συνδέεται στενά με το κοινωνικό σύνολο που τους χαρακτηρίζει. Το ενδιαφέρον σε αυτή την κατηγορία θεωρώ πως εστιάζεται στο «παιχνίδι» της ερμηνείας τους. Μέσα σε ένα σύστημα αυστηρά προσδιορισμένων τόπων που αναλύει και ταξινομεί ταυτότητες, οι χώροι αυτοί «ανοίγουν χαραμάδες» και λειτουργούν ως ρωγμές. Ο τρόπος που εξηγούνται τα στοιχεία αυτά είναι ουσιαστικά εξαρτημένος από τις εν-τοπισμένες τελέσεις της συλλογικής μνήμης. Αυτό βέβαια προσδίδει μία πολλαπλότητα τόσο ως προς την ερμηνεία όσο και ως προς τον τρόπο που καθιστά κατοικήσιμο το χώρο στους χρήστες. Συχνά λοιπόν αυτοί οι τόποι διακρίνονται από το γεγονός ότι σωρεύονται σε αυτούς γεγονότα που μπορεί να έρχονται από διαφορετικές παραδόσεις ή να αντιστοιχούν σε διακριτές αφηγήσεις. Τότε είναι που μετατρέπονται σε πυκνωτές μνήμης 43. Οι τόποι συλλογικής μνήμης υπερβαίνουν την υλική τους υπόσταση, παρόλο που μέσα από υλικές κατασκευές πραγματώνεται η βιωματική εμπειρία τους. Αναφέρονται σε πνευματικές αξίες, στην ιδέα που ο κάτοικός τους έχει σχηματίσει για αυτούς, στη γενικότερη μνήμη με την οποία είναι φορτισμένοι, επειδή αποτελούν προϊόν κοινωνικού συνόλου και στη σχέση που ο κάτοικος έχει αναπτύξει με το σύνολο, διαμέσου αυτού του χώρου. Ο Michel de Certeau διακρίνει στις πρακτικές αυτές μία ειδική μορφή τελέσεων (των «τρόπων του πράττειν»), μια «άλλη χωρητικότητα» (μια «ανθρωπολογική», ποιητική και μυθική εμπειρία του χώρου) εν’ αντιθέσει με τη σκοτεινή και τυφλή κινητικότητα μιας κατοικημένης πόλης.44 Πρόκειται για ένα άυλο
Παραμετροποίηση των στοιχείων
μα τόσο υπαρκτό νεφέλωμα που πλανάται στη σχεδιασμένη και αναγνώσιμη πόλη ή για μία «μεταφορική» ή μετατοπιζόμενη πόλη που δημιουργείται μέσα της. Η τρίτη παράμετρος, αυτή της προσωπικής μνήμης, αφορά τόπους οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με προσωπικά βιώματα και αξιοσημείωτες τελέσεις για την καθημερινότητα των συμμετεχόντων. Στην κατηγορία αυτή, θα μπορούσαν να αναχθούν από τα σπίτια της παιδικής μας ηλικίας μέχρι και σημεία της πόλης, που για τον κάθε κάτοικο αναπτύσσουν ιδιαίτερη αξία, ανεξάρτητα από το αν είναι ταυτόχρονα στοιχεία που απαντούν σε σύνολο ή όχι. Αυτή η παράμετρος θα μπορούσε να αποτελεί προέκταση στην ανάλυση της προηγούμενης. Υπάρχει βέβαια μία ειδοποιός διαφορά κατά τη γνώμη μου ανάμεσα στις δύο πρώτες κατηγορίες. Φαίνεται πως τα στοιχεία της επίσημης μνήμης τα αποδεχόμαστε ή τα έχουμε ενσωματώσει στις καθημερινές τελέσεις μας, αφού υπάρχουν εκεί πριν από μας. Έχουμε μάθει να ζούμε γύρω από ή μέσα σε αυτά, όχι όμως χωρίς αυτά. Η επίσημη μνήμη φανερώνει εδώ το χαρακτηριστικό της ιστορικότητας που τη διακατέχει. Ωστόσο, εκείνα της συλλογικής μνήμης φέρουν το γνώρισμα του αυτοδημιούργητου, αναπτύσσουν μια «χειροποίητη» αυτοσχέδια δυναμική και μας υποβάλλουν σε έναν ενστικτώδη αυθορμητισμό. Φέρουν στοιχεία μας και φέρουμε δικά τους. Όταν δηλαδή μία ομάδα εγκαθίσταται σε ένα τμήμα του χώρου, τον μεταμορφώνει καθ’ ομοίωσή της, ενώ ταυτόχρονα προσαρμόζεται στους υλικούς παράγοντες που της αντιστέκονται. Αυτό το αλισβερίσι πραγματοποιείται διαρκώς από τη δημιουργία τους, τη διαδικασία μετασχηματισμού τους μέχρι και την κατάργησή τους.
[Εικ.35-36] Παραδείγματα συλλογικής μνήμης στην πόλη του Αμβούργου αριστερά: στην περιοχή Heiliggeistfeld, μετά από το φεστιβάλ Schlagermove 2016 δεξιά: εκδήλωση αποφοίτησης στο Oberhafenquartier, Ιούλιος 2015
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
37 38
39
40
41
Σκίτσα των συμμετεχόντων για τα μέρη που θα επέλεγαν την τελευταία μέρα #1 Το Αμβούργο του/της ... [Εικ.37] Micha [Εικ.38] Annegret [Εικ.39] Sabrina & Lotta [Εικ.40] Roland [Εικ.41] Melanie
Παραμετροποίηση των στοιχείων
3.1 πρώτο στάδιο: η αίσθηση του συμμετέχοντος Σ’ αυτό το πρώτο στάδιο αξιολόγησης του υλικού που συλλέχθηκε θεωρήθηκε αναγκαία η εξέταση και αποκωδικοποίηση καθενός από τους χάρτες του δείγματος εξαιτίας της ιδιαιτερότητας στην απόδοση καθενός από αυτούς. Όπως μπορεί να παρατηρηθεί, ο κάθε χώρος αποδίδεται με μία χαρακτηριστική εικόνα σε κάθε αφήγηση. Αξιοσημείωτη είναι η ταύτιση ορισμένων συμμετεχόντων ανά σημεία και η επανάληψη ορισμένων μοτίβων στην κατασκευή των χαρτών. Η διάκριση στις παραμέτρους μνήμης που αναλύθηκαν παραπάνω, θα πραγματοποιηθεί με γνώμονα το πού εντάσσει ο συμμετέχων τις αναφορές του μέσω της αφήγησής του. Οι χώροι που παρουσιάζονται στα σκίτσα δεν υπόκεινται σε μία λογική εντυπωσιασμού. Η επιλογή του ποιοι και πώς παρουσιάζονται στο χαρτί είναι μέρος της εσωτερικής διαδικασίας των συμμετεχόντων. Η ανάκληση προσωπικών βιωμάτων45 σε σημεία που ανήκουν στο σύνολο της πόλης επιβεβαιώνει πως η πόλη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τους ανθρώπους της. Κατά τον Banham, οι κάτοικοι ενός τόπου ορίζουν ως δικό τους περιβάλλον μία «ρευστή και παιχνιδιάρικη» πληθώρα αντικειμένων, υπηρεσιών και τεχνολογιών, παρά μία μνημειώδη αρχιτεκτονική που έχει επιβληθεί.46 Αυτή η άποψη θα επαληθευτεί και στη συνέχεια της ανάλυσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμη το γεγονός πως κανείς τους δεν αναφέρεται στην προσωπική του κατοικία, κάτι που αποτέλεσε ανησυχία κατά το σχεδιασμό του HM. Η κατάταξη των σημείων από τους συμμετέχοντες στις παραμέτρους της μνήμης δεν ταυτίζεται με εκείνη ενός εξωτερικού παρατηρητή. Υπάρχει έντονα το προσωπικό βίωμα και εμπειρία, οπότε κυριαρχεί η κατηγορία της προσωπικής μνήμης στην κατάταξη των σημείων. Το ενδιαφέρον καταγράφεται στον τρόπο με τον οποίο επισημαίνονται οι τόποι συλλογικής μνήμης από τον εκάστοτε αφηγητή. Η συλλογικότητα εκφράζεται μέσα από τη συμμετοχή του ατόμου σε μια μικρή ομάδα, στις περισσότερες περιπτώσεις τη φιλική του παρέα, προκειμένου να κατοικήσουν το χώρο. Το ιδιαίτερο γνώρισμα των χώρων μπορεί να γίνει αντιληπτό, αφού ο χρήστης αποτελεί μέρος ενός συνόλου, όχι όμως στο μέγεθος και την έντασή του. Με άλλα λόγια, ο χαρακτηρισμός ως τόπου συλλογικής μνήμης αποδίδεται σε σημεία που θα εξακολουθήσουν να νοούνται ως τέτοια και στη συνέχεια της έρευνας, για διαφορετικούς ωστόσο λόγους. Οι τελέσεις μιας μικρής ομάδας, αυτής του κάθε αφηγητή, είναι που τους κατατάσσουν σε αυτή την παράμετρο. Για να γίνει αυτό αντιληπτό, αξίζει να επισημανθούν ορισμένα παραδείγματα: «στο Gängeviertel νιώθω πάντα αποδεκτή» [Εικ.42], «μία τελευταία κουβέντα στο δισκάδικο του Michelle» [Εικ.45], «να δούμε την ανατολή του ήλιου στο Park Fiction με την παρέα μου» [Εικ.43]. Πρόκειται για αυτούσιες φράσεις κατά τη διαδικασία συλλογής στοιχείων. Περνώντας στην παράμετρο της επίσημης μνήμης, οι χώροι παρουσιάζονται ξανά μέσω προσωπικών τελέσεων, όχι όμως απαραίτητα με
[45] Marx’s quote: “Men can see nothing around them that is not their own image; everything speaks to them of themselves. Their very landscape is alive” Simon Sadler (1999), σ.77
[46] Simon Sadler (1999), σ.38
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[47] Το όνομα της είναι Hauptkirche Sankt Michaelis. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μπαρόκ εκκλησία του Αμβούργου. Εν αντιθέσει με τις άλλες που αρχικά εξυπηρετούσαν το Ρωμαιοκαθολικισμό, είχε εξαρχής οικοδομηθεί ως προτεσταντική. Πρώτη φορά ολοκληρώθηκε το 1669. Το σημερινό οικοδόμημα είναι το τρίτο κατά σειρά στο ίδιο σημείο.
[48] Αστικό πάρκο στο κέντρο του Αμβούργου 45 εκταρίων. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του πρώην οχυρωματικού δακτυλίου (Wallring) της παλιάς πόλης. Μετασχηματίζεται σε πάρκο το 19ο αιώνα.
την επίσημη λειτουργία τους, κάτι που φανερώνει την οικειότητα του αφηγητή με αυτά τα περιβάλλοντα. Ενδεικτικά αναφέρονται, η μουσική βραδιά στην εκκλησία του Αγίου Michaelis47 [Εικ.39], η φυσική άσκηση και το πικνίκ στο πάρκο Planten un Blomen48 [Εικ.45].
Κάθε φορά που βρισκόμαστε σε πραγματικούς αστικούς συντελεστές, είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε την πολυπλοκότητα της δομής τους, η οποία ξεπέρασε τη μονόπλευρη λειτουργικότητα που της είχε αρχικά αποδοθεί.49 Ένα άλλο στοιχείο που μπορούμε να εντοπίσουμε εξετάζοντας καθένα από τα σκαριφήματα είναι το είδος της εμπειρίας της πόλης που προσφέρουν. Η μία περίπτωση αφορά την εμπειρία μιας δυναμικής και εναλλασσόμενης πόλης, ενώ η άλλη μίας στατικής, που μπορεί να συγκεντρωθεί σε μια και μοναδική θέαση. Στην πρώτη, η απόδοση γίνεται μέσω μίας διαδρομής –πρόκειται δηλαδή για την κατασκευή ενός αντιληπτικού χάρτη [όπως Εικ.41 και Εικ.45]. Εδώ τα σημεία που υποδεικνύονται είναι περισσότερα από ένα και μπορούμε να μιλήσουμε για ένα άθροισμα εμπειριών που απαντούν στο ερώτημα της έρευνας. Οι αρθρώσεις των εμπειριών - τόπων έχουν σημαντικό ρόλο στη κατανόηση του συστήματος της πόλης. Η πορεία, που εναλλάξ ακολουθεί ένα δρόμο και την
ακολουθούν, δημιουργεί μία κινητή οργανικότητα του περιβάλλοντος, μία διαδοχή φατικών τόπων.50 Να σημειωθεί δε ότι δεν υπήρξε σαφής προσδιορισμός της διαδρομής που θα ακολουθούνταν, ενισχύοντας έτσι τη δυναμική της αφήγησης και το ενδεχόμενο του τυχαίου. Το εργαλείο της περιπλάνησης λοιπόν, που αναλύθηκε προηγουμένως ως εργαλείο για τη συλλογή των στοιχείων, επανέρχεται και επαληθεύεται πια ως αναπόσπαστη πρακτική της πόλης. Στη δεύτερη περίπτωση, η υπόδειξη ενός και μόνο μέρους συνοψίζει την εμπειρία της «τελευταίας μέρας». Η επικράτηση αυτού του
[49]
μοναδικού σημείου είναι άμεσα συνυφασμένη με την επικράτηση μίας και μόνο εικόνας. Οι
Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.170
αφηγήσεις αυτής της κατηγορίας παρουσιάζουν μία δηλωτική στάση απέναντι στην πόλη [όπως παρουσιάζεται στις Εικ.37, Εικ.38, Εικ.39]. Αυτό που διαπίστωσα τόσο από τις προφορικές αφηγήσεις όσο και από τα σκαριφήματα είναι ότι οι περιγραφές πραγματοποιούνται με όρους τελέσεων. Σε αυτές πάντα οι αφηγητές ταλαντεύονται ανάμεσα στους όρους ενός «πηγαίνω» – όπου αυτό σημαίνει ενέργειες χωρικοποιήσης, και ενός «βλέπω» – όπου αυτό σημαίνει τη γνώση και τη σαφή απόδοση μίας τάξης των τόπων. Η διαφορά των δύο περιπτώσεων έγκειται στο ότι η πρώτη πραγματώνει την τελική εικόνα μέσα από ένα σύνολο χωρικών πρακτικών, εξίσου σημαντικών με την εικόνα – «το πράττω καθιστά δυνατό το βλέπω»51.
[50] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.257
[51] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.290-291
[52] Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.58
Ολοκληρώνοντας την ανάλυση αυτού του πρώτου σταδίου, σημειώνεται ένα ακόμη κοινό γνώρισμα στις περιγραφές, αυτή τη φορά σε σχέση με την εικόνα του περιβάλλοντος,
[53]
σχηματίζοντας μία πρώτου βαθμού τυπικότητα των χωρικών πρακτικών. Το υδάτινο
Imageability: that quality in a physical object which gives it a high probability of evoking a strong image in any given
στοιχείο –και κυρίως η θέα του Έλβα– είναι κυρίαρχο στους χάρτες. Η παραμονή σε ένα σύνολο μεταβαλλόμενων στοιχείων το καθιστά αστικό συντελεστή.52 Επιβεβαιώνεται έτσι μία πτυχή της δυνατότητας παραγωγής αναγνωρίσιμης εικόνας – imageability53 –
Παραμετροποίηση των στοιχείων
της πόλης του Αμβούργου. Παράλληλα, μέσα από τις διαδρομές που κατεγράφησαν
observer. It is that shape,
παρατηρείται χωρική διασπορά των σημείων με κοινό γνώρισμα πως όλες σχεδόν οι διαδρομές περνούν από την περιοχή δυτικά της λίμνης Alster και έχουν διαλεκτική σχέση με το παραποτάμιο μέτωπο [Χάρτης 3.2.1]. Αν και η αφήγηση ξεκινά ως προσωπική υπόθεση, που δεν θα ενδιέφερε κανέναν πέρα από τα ενεργά υποκείμενά της – αφηγητές, τελικά φαίνεται να δημιουργεί και να εγκαθιστά το πνεύμα μίας γειτονιάς, ενός συλλογικού τόπου μέσα από αυτές τις εν-τοπισμένες αφηγήσεις.
color, or arrangement which facilitates the making of vividly identified, powerfully structured, highly useful mental images of the environment. It might also be called legibility, or perhaps visibility in a heightened sense, where objects are not only able to be seen, but are presented sharply and intensely to the senses. Ορισμός παραμέτρου από τον Kevin Lynch (1960), σ.9 Σκίτσα των συμμετεχόντων για τα μέρη που θα επέλεγαν την τελευταία μέρα #2 Το Αμβούργο του/της ... [Εικ.42] Akiko 42
[Εικ.43] Malte [Εικ.44] Marcel [Εικ.45] “Lady Michelle”
44
43 45
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
3.2 δεύτερο στάδιο: συγκεντρωτική κατάταξη των σημείων Η μετάβαση από το αίσθημα του συμμετέχοντος στη συγκεντρωτική διερεύνηση των σημείων θα μας αποσαφηνίσει αν αυτές οι πολύμορφες και αποσπασματικές χωρικές πρακτικές υπάγονται σε κάποιον κανόνα και με ποιον τρόπο, αν σχηματίζουν παρά το στοιχείο της αυτοτέλειάς τους συνδυαζόμενες μία κάποια λογική, μπορούν δηλαδή να ενταχθούν σε μία τυπολογία. Με την κατασκευή ενός χάρτη πια με όλα τα σημεία που κατεγράφησαν στην έρευνα, σημειώνονται αλλαγές στην προηγούμενη κατάταξή τους με βάση τις παραμέτρους της μνήμης. Αναταξινομήσεις σημείων παρουσιάζονται και στις τρεις κατηγορίες (επίσημη-συλλογική-προσωπική). Μέσω της συνολικής θεώρησης αυτών και με σύστημα αναφοράς πλέον το σύνολο των συμμετεχόντων, ενισχύεται κατά πολύ η παράμετρος της συλλογικής μνήμης. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως η προηγούμενη καταγραφή είναι ανεπαρκής ή λανθασμένη, αλλά πως όλα τα σημεία μπορούν να θεωρηθούν μεταβλητές στο χώρο, που επαναπροσδιορίζονται κάθε φορά ανάλογα με το σύστημα στο οποίο αναφέρονται ή εντάσσονται. Για την ακριβή διάκριση μεταξύ των σημείων συλλογικής και επίσημης μνήμης στην κατασκευή του συγκεντρωτικού χάρτη χρησιμοποιείται ο χάρτης με τα αναγνωρισμένα τοπόσημα και τα σημεία ιστορικής σημασίας του Αμβούργου. Όπως μπορούμε να διακρίνουμε λοιπόν, η πλειονότητα των τόπων στους οποίους αναφερόμαστε είναι κατά κύριο λόγο τόποι απλοί και καθημερινοί. Αν και συναντούμε ιστορικά τοπόσημα της πόλης, τα περισσότερα στοιχεία που χτίζουν και δημιουργούν την εικόνα και την ιστορία της πόλης εντοπίζονται σε λεπτομέρειες μικρής χρονικής διάρκειας. Οι υπαίθριες αγορές, τα ανώνυμα καφέ, τα κτήρια, οι δρόμοι, τα πάρκα και οι πλατείες όπου εκτυλίσσονται οι περιγραφές, γίνονται μέσα από τις αφηγήσεις σύμβολα της εμπειρίας της πόλης, στέκονται και συμμετέχουν ως αποσπάσματα μίας συλλογικής αναφοράς. Σε όλες τις περιπτώσεις η επίκληση του χώρου δεν ήταν απομονωμένη από την πρακτική που τον καθιστούσε άξιο αναφοράς. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι η μουσική συνάντηση με τη μπάντα του Μ. στη Rote Flora [Εικ.44], η διασκέδαση στους κάθετους δρόμους της Reeperbahn [Εικ.43], η προβολή μίας ταινίας στο 3001 Kino [Εικ.40]. Μέσα σε αυτό το μικρό μεν δείγμα, υπήρξαν σημεία τα οποία επαναλήφθηκαν. Η επανάληψή τους ήταν το ερέθισμα για την περαιτέρω αναζήτηση λεπτομερειών. Η [54]
ταξινόμησή τους στους τόπους συλλογικής μνήμης και η αναγωγή τους σε πυκνωτές
Το πρωταρχικό στοιχείο των
μνήμης δεν έγινε με μοναδικό κριτήριο το γεγονός ότι επαναλήφθηκαν, αλλά λόγω
αστικών συντελεστών για
των πρακτικών που εντοπίζονται και εφαρμόζονται στους χώρους αυτούς, δηλαδή
την κατανόησή τους είναι η σύλληψή του συλλογικού τους
του τρόπου λειτουργίας τους. Στη συνέχεια δίνονται κάποιες γενικές πληροφορίες
χαρακτήρα.
για τρεις από τους πλέον χαρακτηριστικούς τόπους συλλογικής μνήμης, οι οποίοι
Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.60
αποτελούν σημαντικούς και ρυθμιστικούς αστικούς συντελεστές 54 για την πόλη
Συγκεντρωτική θεώρηση των στοιχείων
του Αμβούργου σήμερα. Το κοινό γνώρισμα αυτών των τόπων είναι το αφετηριακό πλαίσιο μέσα στο οποίο συστάθηκαν. Η εδραίωσή τους επήλθε έπειτα από την άμεση κινητοποίηση, την ενεργή παρέμβαση και πρωτοβουλία των ίδιων των κατοίκων στο αστικό περιβάλλον. Το ενδιαφέρον είναι βέβαια ότι εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να λειτουργούν με τις ίδιες διαδικασίες, μέσω της επανάληψης των τελέσεων, με τις οποίες διεκδικήθηκαν, δικαιολογώντας την ανάδειξή τους σε άκρως ρυθμιστικά στοιχεία του χώρου, και σε πιθανά αθέλητα μνημεία 55. Η αναγωγή τους σε μνημείο επιβεβαιώνεται με τη ρήση του Aldo Rossi πως «Αν η τελετουργία είναι ένα στοιχείο
μόνιμο που συντηρεί το μύθο, το ίδιο ισχύει και για το μνημείο, το οποίο, την ίδια στιγμή που επικυρώνει το μύθο, καθιστά δυνατές τις τελετουργικές του μορφές.»56 Rote Flora – η παλιότερη κατάληψη του Αμβούργου Το οικοδόμημα του 1888 είχε αρχικά το όνομα Tivoli και λειτουργούσε ως θέατρο. Σύντομα μετονομάστηκε σε Flora-Theater. Χρησιμοποιούνταν για κονσέρτα, οπερέτες και παραστάσεις τύπου cabaret. Είναι ένα από τα λίγα θέατρα του Αμβούργου που δεν καταστράφηκαν κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το κτίριο λειτούργησε και ως κινηματογράφος μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60. Έπειτα από χρόνια αχρηστίας οι κάτοικοι εναντιώθηκαν στα σχέδια γνωστού παραγωγού να το μετατρέψει σε πολυτελές μουσικό θέατρο. Από το 1989 μέχρι και σήμερα ωστόσο, λειτουργεί ως αυτόνομο κατειλημμένο πολιτιστικό κέντρο, γνωστό με το όνομα Rote Flora («η Κόκκινη Φλώρα»). Η τοπική κοινωνία, συμπεριλαμβανομένων κατοίκων, ιδιοκτητών καταστημάτων και αυτόνομων ομάδων, κατέλαβαν το κτίριο.
[55] Σύμφωνα με τον Alois Riegl, τα μνημεία διαχωρίζονται σε ηθελημένα και αθέλητα (intentional and unintentional monuments). Τα ηθελημένα αφορούν ανθρώπινες δημιουργίες που έχουν γίνει σκοπίμως για να φέρνουν στη μνήμη των επόμενων γενιών ανθρώπινα έργα και γεγονότα του παρελθόντος, προσπαθώντας να κατακτήσουν την «αθανασία» και ένα ατέρμονο παρόν. Αναφορικά με τα αθέλητα, δεν νοηματοδοτούνται ως τέτοια από τους δημιουργούς ή τους χρήστες τους, αλλά αναδεικνύονται μέσα από την προσωπική ή συλλογική αντίληψη του χώρου, τις εφαρμοζόμενες πρακτικές σε αυτά και την ανατροφοδότηση στοιχείων τους στον αστικό ιστό. Alois Riegl, “The Modern Cult of Monuments, its Character and its Origin” (1902), στο Oppositions Journal, no.25, New York (Rizzoli) 1982, σ.21-50
[56] Aldo Rossi (1985 [1966]), σ.25
[Εικ.46] Το δίκτυο των χωρικών πρωτοβουλιών “Recht auf die Stadt”
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[57] Μετάφραση: “Komm in die Gänge”
[58] Ως Gängeviertel χαρακτηρίζονται στο Αμβούργο οι ιδιαίτερες περιοχές κατοικίας στα τμήματα Altstadt und Neustadt . Πρόκειται για συμπλέγματα παραδοσιακών κατασκευών της Β. Ευρώπης του 18ου και 19ου αιώνα που είναι κατά το ήμισυ ξύλινες (Fachwerkhäuser) με λαβυρινθώδεις πίσω αυλές-ακαλύπτους, στενά ανοίγματα θυρών και στενές διόδους (Gänge) μεταξύ των κατοικιών για να είναι προσπελάσιμα. Οι συνθήκες διαβίωσης έγιναν ιδιαίτερα δύσκολες λόγω της υψηλής πυκνότητας του πληθυσμού κατά τον 19ο αιώνα. Στα οικοδομήματα αυτά ζούσαν κυρίως τα μεσαία και κατώτερα στρώματα της εποχής. Τέλη του ίδιου αιώνα ξεκινάνε μαζικές κατεδαφίσεις σε αυτού του τύπου τα συμπλέγματα στο πλαίσιο εξυγίανσης της πόλης.
[59] “Recht auf Stadt” (RaS) η γενική ιδέα προέρχεται από το Γάλλο κοινωνιολόγο, εξειδικευμένο σε ζητήματα πόλης, Henri Lefèbvre, ο οποίος αναλύει τον όρο στο βιβλίο του «Το δικαίωμα στην πόλη» [“Le droit à la ville” (1968)]. Είναι ένα δίκτυο 63 πρωτοβουλιών στο Αμβούργο, που συστήθηκε το 2009 και αγωνίζεται για οικονομικά προσιτή στέγαση, δεν αφορά σε επαγγελματικούς χώρους αλλά στοχεύει στην κοινωνικοποίηση της ιδιοκτησίας. Απαντούν σε μία νέα μορφή δημοκρατικού σχεδιασμού και τάσσονται υπέρ της διατήρησης και συντήρησης των δημόσιων χώρων της
Gängeviertel – «Έλα στη δίοδο»57 Το 2009 διακόσιοι καλλιτέχνες κατέλαβαν μέσα σε ένα απόγευμα δεκαπέντε κτίρια –χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα– στο κέντρο της πόλης, τα τελευταία απομεινάρια του Gängeviertel58, ανάμεσα στις παλιές εργατικές κατοικίες και ένα εργοστασιακό κτίριο. Την ίδια κιόλας μέρα οργανώθηκαν εκθέσεις, συζητήσεις και μία μεγάλη γιορτή. Να σημειωθεί πως πριν από χρόνια τα κτίρια είχαν πουληθεί σε επενδυτή, ο οποίος σχεδίαζε την κατεδάφιση της πλειονότητας αυτών. Τρεις μήνες μετά το συμβάν, οι δομές, που βρίσκονταν σε αχρηστία για καιρό, πέρασαν ξανά στην ιδιοκτησία της πόλης και υπεγράφη ένα σύμφωνο συνεργασίας μεταξύ των καταληψιών και της διοίκησης της πόλης, το οποίο εκχωρούσε στους νέους χρήστες το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το χώρο και τους υποχρέωνε να το συντηρούν. Σήμερα το όλο εγχείρημα εξακολουθεί να λειτουργεί και να σφύζει από ζωή. Αποτελεί μία ενεργητική και δημιουργική συστάδα για πολιτιστικές και κοινωνικές δράσεις. Το όνομα του δικτύου τους είναι “Komm in die Gänge” και συμμετέχει πλέον στο ευρύτερο δίκτυο «Δικαίωμα στην πόλη» (“Recht auf Stadt”)59 προωθώντας μια συζήτηση σε επίπεδο πόλης για τον αστικό σχεδιασμό της και την εφαρμοζόμενη πολιτική στη χανσεατική πόλη.
Park Fiction – “Desire will Leave the House and Take to the Streets”60 Πρόκειται για ένα project το οποίο ξεκίνησε το 1994, και ολοκληρώθηκε το 2005, μετά από την έντονη διαμαρτυρία των κατοίκων της περιοχής ενάντια στην πώλησή του σε επενδυτές για την ανοικοδόμηση πολυτελών κατοικιών και κτιρίων γραφείων. Αντί αυτού, μέσω μιας επίμονης συλλογικής και συμμετοχικής διαδικασίας, δημιουργήθηκε ένας δημόσιος χώρος πρασίνου σε μια από τις πιο πυκνοδομημένες περιοχές του Αμβούργου, αρχιτέκτονες του οποίου ήταν οι ίδιοι οι κάτοικοι. Εδώ, δηλαδή, η στρατηγική σχεδιασμού είναι της λογικής “bottom-up”. Αυτός ο τοπικός ακτιβισμός είναι άμεσα συνυφασμένος με τη γειτονιά του S.Pauli από το 1980 κιόλας. Μία από τις επιτυχημένες πρακτικές που χρησιμοποιήθηκαν για την διεκδίκηση του σημείου ήταν το ότι οι κάτοικοι δεν διαμαρτυρήθηκαν για αυτό, αλλά το χρησιμοποίησαν εξαρχής ως πάρκο. Οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν προερχόντουσαν από διαφορετικούς επιστημονικούς χώρους –μουσικοί, μάγειρες, ψυχολόγοι, καλλιτέχνες, ιερείς, παιδιά, διευθυντές τοπικών σχολείων– και οργάνωσαν από την πρώτη στιγμή ένα παράλληλο σχέδιο αξιοποίησης του χώρου με εκδηλώσεις, δημόσιες συζητήσεις και εκθέσεις. Ένας από τους πρωτεργάτες που συμμετείχαν στις ενέργειες αυτές, ο καλλιτέχνης Christoph Schäfer, ανέφερε πως η συνεχόμενη χρήση του χώρου ως πάρκο από τους κατοίκους της περιοχής το κατέστησαν μια «κοινωνική πραγματικότητα».61 Η «συλλογική παραγωγή επιθυμιών» (‘collective production of desires’) ήταν ο κύριος στόχος κατά τη διαδικασία υλοποίησης του εγχειρήματος.
Συστήνοντας το συλλογικό πόλο
πόλης, πέρα από τον σύγχρονο κατασταλτικό εξευγενισμό και τη νεολιμπεραλιστική αστική ανάπτυξη. μτφ. από την ιστοσελίδα: http://www.rechtaufstadt.net/
[60] Ταινία της Margit Czenki του 1998 σχετικά με τις δράσεις στο Park Fiction, γυρισμένη σε Super 8 and 16mm film
[61] http://www.spatialagency.net/ database/park.fiction
[Εικ.47] «Στις «ρωγμές» επικρατεί διέγερση...»
«Αλλάζουμε τον τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, προκειμένου να απολαύσουμε αυτές τις ιδιαίτερες ατέλειες της πόλης, να ανακαλύψουμε δηλαδή μια ομορφιά εκεί όπου πρώτα δεν την έβλεπε κανείς.» Wim Wenders (1993), σ.30
Το κατοικήσιμο μέσα από απλές και καθημερινές τελέσεις και πολλαπλά στιγμιότυπα Ψηφιακό Collage Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Χάρτης 3.2.1] Συγκεντρωτικός χάρτης και κατάταξη των σημείων του HM Προσωπική επεξεργασία
τόποι επίσημης μνήμης τόποι συλλογικής μνήμης τόποι προσωπικής μνήμης
Συγκεντρωτική θεώρηση των στοιχείων
Η κατάταξη των σημείων σε τόπους συλλογικής, επίσημης και προσωπικής μνήμης γίνεται με κριτήριο τη συγκεντρωτική θεώρηση όλων των απαντήσεων των συμμετεχόντων και έπειτα από επί τόπου επίσκεψη των περισσότερων εξ αυτών. Παρατηρείται διασπορά των σημείων ατομικής μνήμης -η παρατήρηση επαληθεύεται αν αναλογιστούμε πως και οι τόποι συλλογικής είναι ταυτόχρονα και τόποι προσωπικής μνήμης. Ταυτόχρονα, στο χάρτη μπορούμε να διακρίνουμε δύο περιοχές πύκνωσης των σημείων. Η πρώτη αποτελείται από τις διοικητικές υποπεριοχές Altstadt και Neustadt [Εικ.18] και συγκεντρώνει τόπους επίσημης μνήμης -αποτελεί το ιστορικό κέντρο του Αμβούργου- και η δεύτερη που βρίσκεται αριστερά της Neustadt και της Λίμνης, συγκροτείται κυρίως από τις υποπεριοχές Sankt Pauli, Sternschanze, Altona [Εικ.18] και συγκεντρώνει τόπους συλλογικής μνήμης. Αναφορικά με την περιοχή κάτω από τον Έλβα, φαίνεται να έχει κοινά χαρακτηριστικά με τη δεύτερη συγκέντρωση σημείων, όπου φανερώνεται μια ιδιαίτερη σύνδεση των κατοίκων με την πόλη τους.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Χάρτης 3.2.2] Χάρτης αρχιτεκτονικών μνημείων και προστατευόμενων ανσάμπλς στο κέντρο του Αμβούργου πηγή: geoportal-hamburg.de
Συγκεντρωτική θεώρηση των στοιχείων
Στο συγκεκριμένο χάρτη μπορούμε να διακρίνουμε ιδιαίτερη πύκνωση των προστατευμένων περιοχών, κτισμάτων και κήπων στο κέντρο της πόλης του Αμβούργου -επαληθεύοντας το Χάρτη 3.2.1. Πρόκειται, δηλαδή, για σημεία, για κελύφη ή δημόσιους χώρους, που έχει αποφασιστεί να διατηρηθούν και να συντηρηθούν στο πέρας του χρόνου και συγκροτούν την επίσημη μνήμη της πόλης. Οι περιοχές που σχολιάστηκαν στον προηγούμενο χάρτη έχουν και εδώ πρωταγωνιστικό ρόλο.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Συστήνοντας το συλλογικό πόλο Εξετάζοντας και συνδυάζοντας τη χωροθέτησή τους, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε έναν ιδιότυπο πόλο ανάπτυξης στην περιοχή που ορίζουν. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι τρεις αυτές περιπτώσεις δεν λειτουργούν μεμονωμένα μέσα στην πόλη. Η αύρα τους διαχέεται πέρα από το ορισμένο οικοδομικό τετράγωνο στο οποίο χωροθετούνται και λειτουργούν ως πομποί μίας εναλλακτικής πόλης. Η περιοχή αυτή χωρικά και γεωγραφικά περιλαμβάνει τις διοικητικές περιοχές Sternschanze, Sankt [62] Πρόκειται για τον δυτικότερο αστικό δήμο της πόλης. Από το 1640 μέχρι το 1864 βρίσκονταν υπό δανική κατοχή. Μέχρι το 1937 η Altona ήταν μία ανεξάρτητη πόλη. Προσαρτάται στο Αμβούργο το 1938. Το 2008 προστίθεται στο διοικητικό κομμάτι της η περιοχή - γειτονιά της Sternschanze. Το τμήμα αυτό είναι που μας αφορά στη συγκεκριμένη έρευνα.
[Εικ.48] Am Schlachthof Η διπλή σκηνή _ Μέρος Α’ Η περιοχή των παλιών σφαγείων αποτελεί σήμερα σημαντικό πόλο συνάντησης για την πόλη. Υπήρξε το σημείο εκκίνησης για τη συλλογή στοιχείων της έρευνας Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Pauli, ένα τμήμα της Altona62 και το βορειοδυτικό τμήμα της παλιάς πόλης στο τμήμα Neustadt. Ο προσδιορισμός αυτός μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στο επόμενο στάδιο ανάλυσης, όπου θα αναζητηθεί η εικόνα που προβάλλουν οι επίσημοι φορείς της πόλης για την εν λόγω περιοχή. Ο συγκεκριμένος πόλος έγινε αντικείμενο περαιτέρω διερεύνησης καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής μου στο Αμβούργο μέσω της ελκτικής δύναμης που μου ασκούσε. Μέσα σε αυτόν άλλωστε ξεκίνησε το ΗΜ, όπου πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση. Ήταν για μένα από την πρώτη επίσκεψή μου ένα ανεπίσημο μνημείο, με την έννοια ενός αξιόλογου ανθρώπινου δημιουργήματος σε σχέση με άλλες περιοχές που είχα μέχρι τότε επισκεφτεί. Ένα ιδιαίτερο στοιχείο της περιοχής είναι πως ο κάτοικός της είναι ο κύριος πρωταγωνιστής στις καθημερινές πρακτικές. Τα μπαλκόνια, τα παράθυρα, οι μικρές πίσω αυλές, οι σκάλες και οι βιτρίνες δε νοούνται ως υπολειμματικοί χώροι, αλλά ως ενεργοί χώροι κατοίκησης, κοινωνικής συναναστροφής και δημόσιας δράσης. Τα ερεθίσματα που προσφέρει η πόλη βρίσκονται σε οργασμό. Οι εκτεθειμένες αισθήσεις της όρασης, ακοής και όσφρησης είναι σε πλήρη εγρήγορση. Η πόλη με αυτή τη
Συστήνοντας το συλλογικό πόλο
νοηματοδότηση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα διαδραστικό παλίμψηστο, λόγω της διαρκούς εναλλαγής και μετεγγραφής στιγμιότυπων. Η αλληλοεπικάλυψη της επίσημης και χαρακτηρισμένης χρήσης με την αυτοσχέδια δράση– η διοργάνωση υπαίθριων αγορών (flea markets) και αυτοσχέδιων μουσικών γεγονότων, η έκφραση μέσω του graffiti και των αυτοκόλλητων, ο τρόπος που κάθονται στο χώρο – οδηγεί εδώ σε μία ιδιαίτερη και πολυδιάστατη έκφραση της αστικής εμπειρίας. Επικρατεί το αίσθημα της οικειοποίησης κάθε σημείου του αστικού αυτού περιβάλλοντος από τους χρήστες νοηματοδοτώντας κάθε σπιθαμή του. Μιας όμως καλώς εννοούμενης οικειοποίησης, που θυμίζει αυτή της γειτονιάς – συνοικίας σε μια μικρή πόλη. Κατοικώ/Ζω στην πόλη, και η
πόλη κατοικεί/ζει μέσα μου.63 Ο χρήστης προσπαθεί να προσδώσει στο χώρο στοιχεία της προσωπικότητάς του, όπως στην περίπτωση της οικίας του. Οι αυτοσχεδιασμοί και οι μικρές χειρονομίες κυριαρχούν με τέτοιο τρόπο που προσιδιάζει στη λογική του παιχνιδιού και συνδιαμορφώνουν έτσι εκδοχές λαϊκής κουλτούρας. Το ιδιαίτερο αυτό αστικό κλίμα συγκροτεί τη δρώσα μνήμη. Ένας χείμαρρος ζωής στους δημόσιους ανοιχτούς χώρους, παρά τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες διαμορφώνει μια μοναδική ατμόσφαιρα του αστικού φαινομένου. Σε αυτό συμβάλλει και η ετερογενής πληθυσμιακά σύνθεση της περιοχής. Η ώσμωση διαφορετικών κοινωνικών ομάδων και η συνύπαρξη ποικίλων εθνικοτήτων παράγει εναλλασσόμενες εικόνες της αστικής ζωής. Αυτοί οι συνηθισμένοι άνθρωποι της πόλης συντελούν στην παραγωγή ενός αριστουργηματικού έργου τέχνης χωρίς να είναι σε θέση να το κατανοήσουν. Οι ιστορίες τους και οι γραφές τους στην πόλη διασταυρώνονται και συνθέτουν επ’ άπειρον μία πολλαπλή ιστορία, που καθημερινά αναφορικά με τις παραστάσεις που προβάλλει είναι μία άλλη.
[63] Juhani Pallasmaa (2007), σ.125-133
[Εικ.49] Fleamarket Am Schlachthof Η διπλή σκηνή _ Μέρος Β’ Ψηφιακό Collage Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Συστήνοντας το συλλογικό πόλο
[Εικ.50] Η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του συλλογικού πόλου [...] Τα μπαλκόνια, τα
παράθυρα, οι μικρές πίσω αυλές, οι σκάλες και οι βιτρίνες δε νοούνται ως υπολειμματικοί χώροι, αλλά ως ενεργοί χώροι κατοίκησης, κοινωνικής συναναστροφής και δημόσιας δράσης. [...] Ψηφιακό Collage των αρχιεκτονικών στοιχείων που εντοπίζονται στους χώρους των περιγραφών Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
3.3 σύγκριση των ευρημάτων της έρευνας με τους «επίσημους» χάρτες του Αμβούργου Στην ενότητα αυτή, θα εξετάσουμε πως παρουσιάζονται στους επίσημους χάρτες της μητροπολιτικής περιοχής οι παραπάνω περιοχές που διαμορφώνουν το συλλογικό πόλο, καθώς και εκείνη του Hafencity. Παρόλο που η τελευταία δεν αποτελεί σημείο αναφοράς στις προφορικές αφηγήσεις ή τους χάρτες των συμμετεχόντων, κρίνεται αναγκαία προς διερεύνηση δεδομένου ότι προορίζεται να ανασυγκροτήσει την ταυτότητα ολόκληρης της πόλης. Ο τρόπος συγκέντρωσης των αποτελεσμάτων βρίσκεται στον αντίποδα του προηγούμενου, ο οποίος έγινε με γνώμονα ποιοτικά χαρακτηριστικά του τόπου και όχι ποσοτικά. Εδώ τα στοιχεία που θα αξιολογηθούν αν και προέρχονται από μετρήσιμους και ποσοτικούς δείκτες, διαμορφώνουν μια ξεκάθαρη εικόνα σχετικά με τις τάσεις ανάπτυξης της πόλης και το χαρακτήρα που επιδιώκεται να προβληθεί. Πριν όμως αναλυθούν τα στοιχεία αυτά, θα ήταν χρήσιμο να διευκρινιστούν τα είδη των χαρτών μέσα από τα οποία θα αντλήσουμε πληροφορίες. Πέρα από τον διοικητικό και πληθυσμιακό καταμερισμό, επιλέχθηκαν χάρτες με δείκτες κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά της πόλης. Αναλυτικά οι δείκτες είναι η χωροθέτηση της κατοικίας, ο καταμερισμός των δομών κοινωνικής κατοικίας, η χωροθέτηση της πολυπολιτισμικότητας, η κατανομή με το πόσο ανοικτή-ανεκτική είναι η κάθε περιοχή στη διαφορετικότητα, η ασφάλεια της κάθε περιοχής, που προκύπτει από την καταμέτρηση κλοπών και αντιδικιών σε αυτές, οι αξίες και οι χρήσεις γης. Οι σκοπιές αυτές επιλέχθηκαν ώστε να εξεταστεί αν τα παραπάνω ευρήματα συνηγορούν με την κυρίαρχη αφήγηση της πόλης. Η ανάγνωση και ανάλυση που θα πραγματοποιηθεί θα γίνει ανά ενότητα. Η πρώτη περίπτωση συγκροτείται από τις περιοχές Altona-Altstadt, Sternschanze, Sankt Pauli, Neustadt και Wilhelmsburg, είναι δηλαδή οι περιοχές που με βάση την έρευνα του HM παρατηρήθηκε μεγάλη συγκέντρωση απαντήσεων. Η ιδιαιτερότητα όμως αυτής έγκειται στο ότι η περιοχή του Wilhelmsburg βρίσκεται από την κάτω πλευρά του Έλβα. Η δεύτερη ενότητα θα περιοριστεί στην περιοχή του Hafencity. Στην πρώτη, λοιπόν, σύμφωνα με τις καταγραφές του 2015, που παρουσιάζονται στην επίσημη ιστοσελίδα της στατιστικής υπηρεσίας του Αμβούργου (Das Statistische Amt für Hamburg und Schleswig-Holstein ή Das Statistikamt Nord) παρατηρείται μεγάλη πληθυσμιακή συγκέντρωση [Χάρτης 3.3.1]. Αυτό επαληθεύεται και από τον καταμερισμό των δομών κοινωνικής κατοικίας [Χάρτης 3.3.3], όπου όλες οι περιοχές που γίνεται λόγος στο σημείο αυτό κατέχουν το υψηλότερο ποσοστό στην κατανομή. Πέρα όμως από την κοινωνική κατοικία, οι χρήσεις στην ενότητα αυτή αποκλίνουν. Οι περιοχές που χωροθετούνται βόρεια του Έλβα χαρακτηρίζονται ως
Η επίσημη εικόνα της πόλης
[Χάρτης 3.3.1] Η κατανομή του πληθυσμού στη μητροπολιτική περιοχή του Αμβούργου _ 2015
[Χάρτης 3.3.2] Χρήσεις Γης
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
γενικής κατοικίας με διασπορά πράσινων χώρων, ενώ σε εκείνη νότια του ποταμού η χρήση της γης είναι κατά το ήμισυ αμιγώς βιομηχανική [Χάρτης 3.3.2]. Η απόκλιση των υποενοτήτων εντείνεται στην καταγραφή της (οικονομικής) αξίας γης [Χάρτης 3.3.5]. Ο διαχωρισμός συμβαίνει πάλι βάσει της χωροθέτησης του Έλβα. Το Ομόσπονδο Στεγαστικό Ταμιευτήριο (Landesbausparkasse – LBS) κοστολογεί στον άτλαντα ακινήτων για το 2015 την κάτω υποενότητα με τη μικρότερη δυνατή αξία, ενώ τοποθετεί την άνω στην τρίτη κατηγορία της κατάταξης. Θα μπορούσε να εκτιμήσει μέχρι στιγμής κανείς πως στο σύνολό της η πόλη παρουσιάζεται να αναπτύσσεται από τη μία της πλευρά (“one-sided” city), ωστόσο οι απαντήσεις που έλαβα κατά τη διάρκεια της επί τόπου έρευνας και βρίσκονται χωρικά στην αναπτυσσόμενη βιομηχανική περιοχή, συγκροτούν μία εξίσου δυνατή εικόνα που προσδίδει στο χαρακτήρα και την αύρα του Αμβούργου. Οι τρεις δείκτες που μένουν να αναλυθούν – η χωροθέτηση της πολυπολιτισμικότητας [Χάρτης 3.3.7], η κατανομή ανάλογα με το πόσο ανοικτή-ανεκτική είναι η κάθε περιοχή στη διαφορετικότητα [Χάρτης 3.3.8], η ασφάλεια της κάθε περιοχής, που προκύπτει από την καταμέτρηση κλοπών και αντιδικιών σε αυτές [Χάρτης 3.3.6]– προέρχονται από διαφορετικές πηγές, ωστόσο εμπεριέχουν κατά τη γνώμη μου νοηματικές συγγένειες. Ο πρώτος από τη στατιστική υπηρεσία του Αμβούργου καταμετρά τον πληθυσμό το 2013 που είναι κάτοικοι Αμβούργου μεν, αλλά έχουν μεταναστευτικό υπόβαθρο. Εδώ οι περιοχές της πρώτης ενότητας βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, με το ποσοστό του πληθυσμού να αγγίζει το 50%. Ο δεύτερος δείκτης, δημοσιευμένος στον τόμο 62 του 2008 της αρχειακής ιστοσελίδας επιστημονικής γεωγραφίας ERKUNDE, χαρακτηρίζει τις περιοχές βάσει της δημιουργικότητας και της ανοχής που υποδεικνύουν. Βάσει αυτού, οι περιοχές του συλλογικού πόλου που ορίστηκε παραπάνω κατατάσσονται με διαφορά στην πρώτη θέση. Είναι όμως οι ίδιες που χαρακτηρίζονται ως τελείως ή σε μεγάλο βαθμό μη ασφαλείς, σε άρθρα διαδικτυακών εφημερίδων -mopo.de και heise.de. Εν αντιθέσει, με τη δεύτερη ενότητα, εκείνη του Hafencity, η εικόνα που παρουσιάζεται στους ίδιους χάρτες είναι τελείως διαφορετική. Η περιοχή κατοικίας στο σύνολο της πρότασης είναι πολύ μεμονωμένη και μικρή, ενώ δεν παρουσιάζεται κάποια μέριμνα για κοινωνικές δομές κατοίκησης. Αναφορικά με τις χρήσεις γης, σημειώνονται ως μεικτές στον κύριο χάρτη, ενώ σε εκείνον που δημοσιεύει η ERKUNDE ολόκληρο το Hafencity έχει προσαρτηθεί στο διοικητικό κέντρο, χωρίς να παρουσιάζει πρόσημο στην ανοχή. Τα στοιχεία που παρατίθενται σχετικά με την ασφάλεια της περιοχής και την αξία γης σε αυτή, την αξιολογούν ως αρκετά ασφαλή και από τις πλέον ακριβές με μεγάλη ζήτηση, ενώ εκείνα για την πολυπολιτισμικότητα του πληθυσμού την εντάσσουν σε μία μεσαία κατηγορία.
Η επίσημη εικόνα της πόλης
[Χάρτης 3.3.3] Η κοινωνική κατοικία στη μητροπολιτική περιοχή του Αμβούργου _ 2015
[Χάρτης 3.3.4] Η κατοικία στην μητροπολιτική περιοχή του Αμβούργου Κτίρια Κατοικίας _ 2015
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Χάρτης 3.3.5] Αξία Γης Τιμή ακινήτου σε Ε/m2
[Χάρτης 3.3.6] Οι «ασφαλείς» περιοχές Σύνθεση τριών χαρτών Προσωπική επεξεργασία
πολύ επικίνδυνες καθόλου ασφαλείς σχεδόν ασφαλείς ασφαλείς
Η επίσημη εικόνα της πόλης
[Χάρτης 3.3.7] Η χωροθέτηση της πολυπολιτισμικότητας _ 2013
[Χάρτης 3.3.8] Η ανοχή στη διαφορετικότητα
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.51] Park Fiction
[Εικ.52] Υπαίθρια αγορά στο Schlachthof
[Εικ.53] Πάρτυ στο Οberhafenquartier
[Εικ.54] Βόλτα στo Karoviertel
[Εικ.55] Κυριακή στις όχθες της Alster
[Εικ.56] Ανατολή του ήλιου στον Έλβα
[Εικ.57] Μονοήμερη εκδρομή στο Jenish Park
[Εικ.51 - 57] Φωτογραφίες από τα σημεία που μου υποδείχθηκαν κατά τη διάρκεια συλλογής των στοιχείων
Η επίσημη εικόνα της πόλης
[Εικ.58] Magellan-Terrassen
[Εικ.59] Μουσείο Miniatur Wunderland
[Εικ.60] Συνοικία Nikolaifleet
[Εικ.61] “Κάνουμε Σύγχρονη Αρχιτεκτονική”
[Εικ.62] Hafencity και Φιλαρμονική
[Εικ.63] Μουσείο Τέχνης και Φωτογραφίας
[Εικ.64] Το μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από το 2015 _ die Speicherstadt
[Εικ.58 - 64] Σημεία της πόλης που προτείνονται για επίσκεψη από το trip-advisor και HamburgTourismus
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
3.4 επιστροφή στο πρώτο στάδιο: η αίσθηση του «ετέρου» συμμετέχοντος για την περιοχή του Hafencity Έχοντας παρουσιάσει πιο πάνω έναν εναλλακτικό τρόπο ανάγνωσης και πραγμάτωσης της πόλης και με αφορμή το τελευταίο στοιχείο του προηγούμενου κεφαλαίου, θα ήθελα στο σημείο αυτό να περιγράψω τη δική μου αίσθηση για την περιοχή του Hafencity και της Speicherstadt. Η αποτίμηση του χώρου δεν προέκυψε μέσα από μερικές περιστασιακές επισκέψεις. Με την εν λόγω περιοχή υπήρξε καθημερινή τριβή για όλο το διάστημα παραμονής μου λόγω της χωροθέτησης του πανεπιστημίου. Αν και αποτελεί ένα εγχείρημα εν εξελίξει, οι βασικές αρχές που το διέπουν είναι ήδη εμφανείς. Κατά τη γνώμη μου στην περίπτωση του Hafencity παρατηρείται η αγωνιώδης θέσμιση ενός «άλλου πραγματικού», εξ’ ολοκλήρου επίπλαστου. Ο επιζητούμενος μνημειακός χαρακτήρας έχει ως αποτέλεσμα ένα εντυπωσιακό και διαρκές κτιριολογικό υπερθέαμα υλοποιημένο σε ένα «αυτοπροσδιοριζόμενο» tabula rasa. Για το λόγο αυτό θα μπορούσε να ταυτιστεί με την περίπτωση μίας διεθνούς κατασκευαστικής έκθεσης, στη λογική του θεσμού των “Expo”. Με άλλα λόγια, προβάλλεται μία λαμπερή εκδοχή ενός μουσειοποιημένου και εκθεσιακού περιβάλλοντος με αποστειρωμένη μνήμη, που θεμελιώνει έναν άρρητο πόλο. Σχεδιασμένο ως ένα όλο δίπλα σε ένα άλλο, ανεξάρτητο και αυτόνομο, και όχι ως ένα μέρος που ήρθε να ενταχθεί στην υπάρχουσα πόλη, διεκδικεί να στιγματίσει την ταυτότητά της και όχι απλά να συνδράμει σε αυτή.
Οι κατανεμημένες χρήσεις O πλήρης εξορθολογισμός της πόλης δημιουργεί μία κατ’ επίφαση αστικότητα. Παρατηρείται ένας σαφής διαχωρισμός των λειτουργιών της στη λογική της μοντέρνας πολεοδομίας, όπου κυριαρχεί η απομόνωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και εργασιακών χώρων από την περιοχή της κατοικίας και η ανοικοδόμηση υπερπολυτελών κτιρίων που στεγάζουν γραφεία, ξενοδοχειακές μονάδες και υπερπολυτελείς κατοικίες. Το εμπόριο και η ψυχαγωγία περνά σε μία [64]
διαφορετική διάσταση. Μεγάλα εμπορικά και ψυχαγωγικά κέντρα με αυστηρώς
“Games are forbidden in the
συγκροτημένα λειτουργικά προγράμματα a-priori στοχεύουν σε συγκεκριμένες
labyrinth!” η επιγραφή στο
καταναλωτικές ομάδες. Η τεχνητή αυτή υποκατάσταση της αστικής ζωής εναποθέτει
Jardin des Plantes, το πάρκο
σταδιακά όλες τις λειτουργίες, τις ενέργειες και τις ιδιότητες αποκλειστικά στην
εκτόνωσης της γειτονιάς του λετριστικού κινήματος με το καρτεσιανό σύστημα
πόλη, στοιχεία που στην περιγραφή των παραπάνω κεφαλαίων φαίνονται να είναι σκόρπια και διάχυτα στο χώρο και αποδομένα σε πολλαπλά φυσικά υποκείμενα,
οργάνωσης.
ομάδες, συλλόγους ή άτομα. Παραφράζοντας την επιγραφή στο Jardin des Plantes64,
Simon Sadler (1999), σ. 51
στο Hafencity φαίνεται να απαγορεύονται τα «παιχνίδια». Η μικρή αυτή πόλη που
Ο άρρητος πόλος
οικοδομείται αποκαθαρμένη από κάποιες χρήσεις, απευθύνεται αποκλειστικά σε έναν περιστασιακό και ένα μελλοντικό χρήστη, αφού αρκετά από τα οικοδομήματα που έχουν ολοκληρωθεί δεν έχουν ακόμη κατοικηθεί. Με την προώθηση νέων οικιστικών προϊόντων για συγκεκριμένα εισοδήματα, περιφράσσεται η ζωή και δημιουργείται κοινωνική πόλωση, ενώ σκηνογραφείται στο έπακρο ο χώρος των καθημερινών πρακτικών. Απόρροια όλων αυτών είναι η καλλιέργεια ενός ανώνυμου και αδρανούς κατοίκου-υποκειμένου.
«Το σκηνικό» – Το σύμπλεγμα των αποθηκών (Speicherstadt) Το τμήμα των κατοικιών που ολοκληρώθηκε πρώτο – από το 2008 κιόλας, εκτυλίσσεται μπροστά από ένα ιδιαίτερα γραφικό αστικό σκηνικό, εκείνο των αποθηκών (Speicherstadt). Η επιλογή του συγκεκριμένου τμήματος να αποτελέσει την απαρχή του συνόλου της πολεοδομικής και αστικής ανασυγκρότησης κάθε άλλο παρά τυχαία φαντάζει, αφού ο χώρος του παλιού λιμανιού είναι από τους πλέον «φωτογενείς» και σημαντικός πόλος έλξης τουριστών. Όπως ήδη έγινε λόγος στον πρώτο κεφάλαιο, η περιοχή του παλιού εμπορικού λιμανιού καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος της κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η σημερινή λοιπόν εικόνα που αντικρύζει ένας περιπατητής είναι η αποκατεστημένη. Με την μετακίνηση του λιμανιού από την αρχική θέση, άλλες χρήσεις κατέλαβαν το σύμπλεγμα των αποθηκών. Σήμερα, η αλλοτινή περιοχή τροφοδοσίας της πόλης βρίθει χώρων θεαμάτων και ψυχαγωγίας, εστίασης και μουσείων που προσπαθούν να μιμηθούν την παρελθοντική αίγλη του τόπου.
[Εικ.65] Κατασκευή γραφικού σκηνικού Σκιτσοειδής απόδοση της νεόδμητης περιοχής κατοικίας στο Hafencity Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Ο νέος «πολυπόθητος» αστικός συντελεστής – Η Φιλαρμονική του Έλβα [65] Οι πίνακες του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης απεικονίζουν την πόλη όπως τη βλέπει σε προοπτική ένα μάτι που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε ακόμη υπάρξει, δεν είχαν αποκτηθεί τα μέσα.
[66] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.245 [Εικ.66] Ο παρατηρητής βρίσκεται έξω, κάτω... είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, χαμένος στο πλήθος Η ηδονοβλεπτική σχέση με την πόλη _ Το υποκείμενο μέσα στο κτίριο _ Ο θαυμασμός, η ταύτιση και η κυριαρχία Προσωπική σύνθεση και επεξεργασία
Η φρενίτιδα για τη φαντασμαγορία και την τέρψη του ματιού με το «τρικ» του εντυπωσιασμού θα μπορούσε να συνοψισθεί στην περίοπτη και εμβληματική Φιλαρμονική. Κατά τον Aldo Rossi, όταν η αρχιτεκτονική προτείνει τη δημιουργία αστικών συντελεστών, που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική κατάσταση της πόλης, τότε υπεισέρχεται αναγκαστικά στο επίπεδο της αισθητικής και της μορφολογίας. Αυτό που επιδιώκεται να επιβληθεί μέσα από το εν λόγω κτίριο είναι η ταύτιση του με την πόλη του Αμβούργου. Η προβολή του ως «εκείνο το κάτι, που έλειπε» από την πόλη προκειμένου να επιστεγαστεί και να εγγυηθεί η εκτόξευσή της οικονομικά, με έκανε να αναρωτηθώ αν μπορεί ένα κτίριο με τις χρήσεις του συγκεκριμένου να συνοψίσει μία ολόκληρη πόλη ή μία εποχή. Η δημιουργία ενός δημόσιου επιπέδου στα τριάντα οχτώ περίπου μέτρα, ικανοποιεί την διακαή επιθυμία του ανθρώπου να δει την πόλη από ψηλά.65 Η συνύπαρξή του όμως με δύο μουσικές αίθουσες, ένα πολυτελές ξενοδοχείο και 45 περίπου πολυτελείς ιδιόκτητες κατοικίες, οι οποίες βλέπουν αποκλειστικά τον Έλβα και το καινούριο λιμάνι, εγείρει ερωτήματα ως προς το τι θέλει να αναδείξει τελικά. Ανυψώνοντας το καθημερινό, απλό υποκείμενο εκεί, αυτό μετατρέπεται σε ηδονοβλεψία, αφού του επιδεικνύεται ένα ηδονικό σύμπαν, υπενθυμίζοντάς του το μεταξύ τους χάσμα. Κι έπειτα ξαναπέφτει απότομα εκεί όπου κυκλοφορούσε και κυκλοφορούν τα πλήθη που είναι ορατά από ψηλά. Μια Πτώση σαν και αυτή του Ικάρου66.
Ο άρρητος πόλος
Η λανθάνουσα διαχείριση της μνήμης – Η ονοματοδοσία των δρόμων «Η πλατεία Ομονοίας δεν είναι τόπος, είναι μία ιδέα» έλεγε ο C.Malaparte67. Τα ονόματα που φέρει μία πόλη στους δρόμους της, τους δημόσιους χώρους της και τις υποπεριοχές της ιεραρχούν και διατάσσουν σημασιολογικά την επιφάνειά της. Πρόκειται για άυλους αστικούς συντελεστές που διευθετούν χρονολογικά και νομιμοποιούν την ιστορία της πόλης. Κατά τον Michel de Certeau68, η ιδιαιτερότητά τους έγκειται στο ότι παρόλο που χάνουν βαθμιαία τη «χαραγμένη» αξία τους, εξακολουθούν «να σημαίνουν» και να επιβιώνουν πέρα από τον πρώτο καθορισμό τους. Πάνω στην κυριολεκτική τους σημασία αρθρώνουν μια δεύτερη αιωρούμενη γεωγραφία διεισδύοντας στην ιστορική και λειτουργική οργάνωση της πόλης. Έχει
παρατηρηθεί πως τις περισσότερες φορές η εξουσία είναι τοπωνυμική και εγκαθιδρύει τη δική της τάξη τόπων ονοματίζοντάς τους.69 H επιλογή άρα των
[67] “La place de la Concorde n’est pas une place, c’est une idѐe”, Curzio Malaparte
[68] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.265-268
[69]
ονομάτων που θα αποδοθούν σε μία νεόδμητη περιοχή είναι άρρηκτα συνυφασμένη, έστω και αν η σχέση δεν είναι άμεσα αναγνώσιμη, της πολιτικής και της τάσης ανάπτυξης που θα επιχειρηθεί σε αυτή.
Michel de Certeau
Στην περίπτωση του Αμβούργου, όπως αναλύει και η Rita Bake70, οι ονομασίες αυτές προκύπτουν ως επί το πλείστον από ονόματα ανθρώπων που έζησαν στις αντίστοιχες περιοχές ή έχουν προσφέρει έργο μέσω της επαγγελματικής ή ερασιτεχνικής τους δραστηριότητας. Η περιοχή του παλιού λιμανιού ανέσυρε τα ονόματά της από παλιά από τις γερμανικές αποικίες. Τέλη του 19ου αιώνα αποφασίστηκε η περιοχή να λάβει ονόματα υπερατλαντικών προορισμών προκειμένου να επιτείνει τον παγκόσμιο χαρακτήρα της. Εν προκειμένω, στις οδούς του Hafencity φαίνεται να εφαρμόζεται η φιλόδοξη τακτική του «προσδίδω ένα εύηχο και ωραίο όνομα στο μεγάλο αυτό
[70]
«άδειο» χώρο».71 Οι κεντρικότεροι εξ’ αυτών είναι σύνθετες λέξεις με το πρώτο
[71]
συνθετικό να αποτελεί ασιατικό γεωγραφικό τόπο και το δεύτερο γερμανικές λέξεις που προσδιορίζουν το είδος της οδού – λεωφόρος, δρόμος κ.λπ.. Ενδεικτικά αναφέρονται: Osakaallee, Tokiostraβe, HongKongstraβe, Shanghaiallee, Koreastraβe, Yokohamastraβe κ.λπ.. «Οικειοποιούνται» ξένοι λόγοι που φέρουν δικές τους τάξεις και ταυτότητες, προκειμένου να εγκαινιαστούν νέες σχέσεις και να δημιουργηθούν τόποι «φορετοί». Ανάλογη και η περίπτωση των τριών μεγαλύτερων πλατειών, η ταράτσα του Marco Polo (Marco Polo Terrassen), η ταράτσα του Μαγγελάνου (Magellanen Terrassen) και η πλατεία του Vasco Da Gama (Vasco Da Gama Platz). Οι τρεις αποικιακοί κατακτητές του κόσμου χρησιμοποιούνται εδώ ως λείψανα νοημάτων και μεγάλων φιλοδοξιών. Στα πλαίσια ενός ακραιφνούς συμβολισμού διακρίνεται ένας τρόπος λειτουργίας των σχέσεων ανάμεσα στις χωρικές και σημαίνουσες πρακτικές. Η θέσπιση ενός ικανού να εμπνεύσει πίστη όνομα και να γίνει συνώνυμο ενός θρύλου, που αργότερα θα μετατραπεί σε ανάμνηση, αλλά πάντα όμως θα έχει την αύρα ενός
(2010 [1990]), σ.308
Rita Bake (2015), σ.32-33, 137-145
Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.265-267
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
άπιαστου, ξεφεύγει από την πολεοδομική συστηματικότητα. Αναζητούνται νόμοι και κανόνες που δεν προκύπτουν από την ιστορική πραγματικότητα της πόλης, όπως υφίσταται, αλλά είναι δεμένοι σε ένα σχέδιο, σε ένα γενικό σχήμα για το πώς πρέπει να είναι από εκείνη τη στιγμή και έπειτα. Πορευόμαστε επομένως σε τόπους που δεν μπορούμε να πιστέψουμε πια σε τίποτα.
[Εικ.67] Τα ονόματα μιας πόλης δεν αφορούν μόνο τον χωρικό προσανατολισμό μας Ψηφιακό Collage Προσωπική επεξεργασία
4. συμπεράσματα η σχέση του συλλογικού με τον άρρητο πόλο
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Η σχέση του συλλογικού με τον άρρητο πόλο
Η πόλη, ως ενεργό υποκείμενο, καθορίζει και καθορίζεται, λοιπόν, από τις ανθρώπινες ιστορίες και δράσεις. Τα στοιχεία που συγκροτούν την ταυτότητά της αναφέρονται κυρίως στο βιωματικό χώρο και όχι στον ιστορικό. Μέσα από τη διαδικασία εντοπισμού αυτών των στοιχείων-αποσπασμάτων και της ερμηνείας τους, καθένα καθίσταται στιγμιαία εν δυνάμει σύμβολο. Με την παραπάνω έρευνα, επιβεβαιώνονται έτσι οι δυο ετερόκλητες αφετηρίες για τη διαδικασία κατασκευής της μνήμης. Η πρώτη στοιχειοθετεί τον κυρίαρχο μύθο της πόλης και προβάλλεται προς τα έξω. Οι δομές εξουσίας και οι μηχανισμοί που καλλιεργούν επιδιώκουν να οργανώνουν το ετερόκλητο ανθρώπινο πλήθος σε «πειθαρχική» κοινωνία και προσπαθούν να διαχειριστούν, να ταξινομήσουν και να ομογενοποιήσουν όλες τις παρεκκλίνουσες συμπεριφορές στους διάφορους τομείς της καθημερινής πρακτικής. Μέσω των τακτικών που χρησιμοποιούν, είτε διαφοροποιούν και ανακατανέμουν τα τμήματα και τις λειτουργίες της πόλης, χάρη σε αντιστροφές, μετατοπίσεις, συσσωρεύσεις κ.λπ., είτε η διαμόρφωση της ταυτότητας της πόλης συνδυάζεται με την απόρριψη μη διαχειρίσιμων στοιχείων, «αποβλήτων» μιας λειτουργιστικής διοίκησης. Όσον αφορά τη δεύτερη αφετηρία, είναι εκείνη που τρέφουν οι ίδιοι οι κάτοικοι, παλιοί και νέοι, και πηγάζει από μία εσωτερική ανάγκη αυτοπροσδιορισμού και οριοθέτησης της κοινότητας στην οποία ανήκουν. Πρόκειται για «κατασκευές» –υλικές και άυλες– που έχουν δημιουργήσει γηγενείς Αμβουργιανοί, μειονότητες, εσωτερικοί και εξωτερικοί μετανάστες · έκαστος έχει μία δική του θεώρηση για την πόλη και όλοι μαζί συστήνουν μια ιδιαίτερη και καθολική φυσιογνωμία, όχι όμως ομοιογενή, με άτυπα σύμφωνα συμβίωσης και συμβιβασμούς. Τα κίνητρά τους διαφοροποιούνται άρδην από εκείνα που θέλουν την πόλη διεθνές κέντρο, καθώς η δική τους διαχείριση για τη μνήμη δεν αποσκοπεί σε μια προβολή προς τα έξω με γνώμονα το κέρδος, αλλά σε μία προσπάθεια διατήρησης της κοινοτικής τους ιδιοσυγκρασίας. Σημειώνεται, επομένως, μια σύγκρουση μεταξύ του άρρητου πόλου, δηλαδή της καινούργιας επιβεβλημένης ταυτότητας και επίσημης μνήμης, και του χαρακτηρισμένου συλλογικού πόλου. Ο ίδιος, όμως, συλλογικός πόλος φαίνεται να συμπληρώνεται από τον προ-Hafencity επίσημο πόλο (τις περιοχές Altstadt και Neustadt). Δηλαδή, εντοπίζονται ταυτόχρονα μία διαζευκτική και μια συζευκτική σχέση αντίστοιχα, με την ύπαρξη της μιας να επαληθεύει την άλλη. Ο προβληματισμός που προκύπτει στο σημείο αυτό είναι αν η ιστορικότητα που προσδίδεται σταδιακά στην επίσημη μνήμη είναι το στοιχείο εκείνο που τρέπει τη διάζευξη σε σύζευξη στους τόπους της πόλης. Αν δηλαδή αυτή η μεταμόρφωση συντελείται νομοτελειακά με το πέρασμα του χρόνου και τότε οι αρχικά άρρητοι πόλοι του ιστού μιας πόλης επιτρέπουν στους κόλπους τους την εφαρμογή λαϊκών διαδικασιών και καθημερινών τελέσεων, που συνδιαλέγονται με τους επίσημους και «εγκεκριμένους» μηχανισμούς μόνο και μόνο για να τους παρακάμψουν και να τους μεταστρέψουν. Σε περίπτωση
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
[Εικ.68] Cart Postale της Triennale φωτογραφίας _Ιούνιος 2015 [...] καλλιεργώντας την πίστη πως το «πραγματικό» είναι το πλέον ορατό, το σύγχρονο «ομοίωμα» είναι το ιδωμένο και ταυτίζεται με ό,τι εξαναγκάζεται κανείς να πιστέψει. [...]
Η σχέση του συλλογικού με τον άρρητο πόλο
που ισχύει βέβαια αυτό, ένα δεύτερο ερώτημα ανακύπτει αναφορικά με τη γνησιότητα της ιστορίας που προσλαμβάνουμε και μαθαίνουμε να ζούμε μέσα σε αυτή.
«Η αλήθεια είναι πως ποτέ η ιστορία δε μίλησε τόσο και δεν έδειξε τόσα. […] Οι «αφηγήσεις» για το τι συμβαίνει συνιστούν την ορθοδοξία μας.[…] Αυτοπαρουσιάζονται ως αγγελιαφόροι ενός «πραγματικού». Η στολή τους έχει το χρώμα του οικονομικού και κοινωνικού εδάφους.[…] Το πραγματικό που μας αφηγούνται μας υπαγορεύει αδιάκοπα τι πρέπει να πιστέψουμε, τι πρέπει να κάνουμε, πώς πρέπει να ζήσουμε.»72 Με δύο λόγια, καλλιεργώντας την πίστη πως το «πραγματικό» είναι το πλέον ορατό, το σύγχρονο «ομοίωμα» είναι το ιδωμένο και ταυτίζεται με ό,τι εξαναγκάζεται κανείς να πιστέψει. Ωστόσο, μπροστά στις σημερινές απεικονιστικές αφηγήσεις, που δεν είναι τίποτα παραπάνω από «μυθοπλασίες», ορατές και αναγνώσιμες παραγωγές, ο σημερινός θεατής-παρατηρητής φαίνεται να ξέρει ότι πρόκειται για μια σκέτη «φαινομενικότητα» και τα αποτελέσματα φαντασμαγορικών και κερδοσκοπικών χειρισμών. Σίγουρα, αυτή η «μυθοπλασία» μπορεί να αποδειχθεί τελείως κενή, ψυχρή
[72] Michel de Certeau (2010 [1990]), σ.406-408
[73] Wim Wenders, Hans Kollhof, (1993), σ.18
και στείρα, αν δεν καταφέρει, στο «ξετύλιγμα της πλοκής»73 της –στη διάρκεια
[74]
ζωής της–, να συναντήσει την «πραγματικότητα», να συναρθρωθεί δηλαδή με τη πολλαπλή, δρώσα και σωρευμένη μνήμη, δίνοντας εμπράγματη υπόσταση στη σκέψη του πληθυντικού.
Η ταύτιση ή η προσέγγιση της
74
αστικής εξέλιξης μέσω του σχεδιασμού είναι εκείνος ο δείκτης που κρίνει την επιτυχία του εγχειρήματος.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Ευχαριστίες
Ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον κ. Σταύρο Σταυρίδη –για την πολύτιμη βοήθειά του και τις άκρως ενδιαφέρουσες συζητήσεις σε αυτή την πρώτη ερευνητική μου απόπειρα– , τη Hilke Berger, τον Michael Kranixfeld και την Guo Yue –για την εξαιρετική συνεργασία μας κατά τη διάρκεια εκπόνησης του project Hamburger Memory στο Αμβούργο–, τη Μαίρη και το Γιώργο, τους πιο ένθερμους υποστηρικτές μου, τη Βιβή, τη Δήμητρα, την Ιωάννα και το Χρήστο για τη στήριξη, την ενθάρρυνση και την υπομονή του καθενός όλο αυτό το διάστημα.
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
βιβλιογραφία
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Βιβλιογραφία
Βιβλιογραφία Bake, Rita (2015) Ein Gedächtnis der Stadt _ Nach Frauen und Männern bennante Strasse, Plätze, Brücken in Hamburg _ Band 1 Überblick und Analyse. Hamburg, Germany: Landeszentrale für politische Bildung Hamburg Boyer, Christine (1994) The City of Collective Memory _ Its Historical Imagery and Architectural Entertainments. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press Calvino, Italo (2004 [1972]) Οι αόρατες πόλεις. μτφ. Χρυσοστομίδης Ανταίος. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη Certeau, Michel de (2010 [1990]) Επινοώντας την καθημερινή πρακτική _ Η πολύτροπη τεχνική του πράττειν. μτφ. Καψαμπέλη Κική. Αθήνα: Σμίλη Lynch, Kevin (1960) The image of the city. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press von Rauch, Yamin και Visscher Jochen (επιμέλεια) (2002) Der Potsdammer Platz _ Urbane Architektur für das neue Berlin. Leipzig: Jovis Rossi, Aldo (1985 [1966]) Η αρχιτεκτονική της πόλης. μτφ. Πετρίδου Βασιλική. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, Εκδόσεις Πανεπιστημιακών Βιβλίων και Περιοδικών Sadler, Simon (1999) The situationist city. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press Σταυρίδης, Σταύρος (επιμέλεια) (2006) Μνήμη και εμπειρία του χώρου. Αθήνα: Αλεξάνδρεια Wenders, Wim και Kollhof, Hans (1993) Μία συζήτηση για την πόλη. μτφρ. Μ.Σόλμαν, επιμ. Α.Κυριακίδης, Αθήνα: Ανεπίκαιρες εκδόσεις
Σπουδαστικές Διαλέξεις και Διπλωματικές Εργασίες Αυλητή Μαρία (2014) Κίνηση και συμπεριφορά στην πόλη. Ε.Μ.Π., Τομέας Αρχιτεκτονικής Γλώσσας, Επικοινωνίας και Σχεδιασμού Βραχνάκη Ευαγγελία (2014) Το City branding ως εργαλείο σχεδιασμού και ανάπτυξης της πόλης _ Η βελτίωση της εικόνας της Αθήνας εν μέσω της οικονομικής κρίσης. (ΔΠΜΣ _ Κατεύθυνση Β’) Ε.Μ.Π., Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας Γαïτανόπουλος Ν. και Καλδής Γ. (2014) “Glück auf” Μία περιήγηση στο μύθο της βιομηχανικής Γερμανίας. Ε.Μ.Π., Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας Ζορμπά Θ. και Οικονομάκη Ε. (2015) Οι 35 πόλεις των μαθητών. Ε.Μ.Π., Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας Μαναρή Αφροδίτη (2013) Hanseatic Hamburg _ Hafencity Hamburg _ η μετάβαση. Ε.Μ.Π., Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας
Σκορλέτου Γ. και Τζεβελέκου Χ. (2014) Αισθήσεις και Αρχιτεκτονική _ Χαρτογραφώντας συν-αισθήματα στην πόλη. Ε.Μ.Π., Τομέας Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Φιλίππου, Αλεξάνδρα (2013) Αμβούργο, ελεύθερη χανσεατική πόλη _ Από τη μεσαιωνική αρχιεπισκοπή στο σύγχρονο κέντρο εμπορίου και πολιτισμού. Ε.Μ.Π., Τομέας Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού Χασκοπούλου, Μαργαρίτα (2015) Χανσεατικές πόλεις _ η αρχιτεκτονική εικόνα μίας εμπορικής υπεροχής. Ε.Μ.Π., Τομέας Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού Hochhalter, Anna (2013) Waterfront Spectacular. University of Illinois at Urbana-Champaign, Master of Landscape Architecture
Φιλμογραφία Μικροπόλεις _ Αθήνα μία άγνωστη πόλη, Σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ. Παραγωγή: 2011 Τα στέκια _ Ιστορίες αγοραίου πολιτισμού, Σειρά ντοκιμαντέρ της ΝΕΡΙΤ. Παραγωγή: 2014
Διαδίκτυο – Ιστότοποι http://geoportal-hamburg.de/ http://www.hamburg.de/planportal/ http://www.statistik-nord.de/fileadmin/maps/Stadtteil_Profile_2015/atlas.html (Interaktive Karten für Hamburg) http://www.geheimtipphamburg.de/ http://www.hamburg-travel.com/attractions/ http://www.hafencity.com/ http://designingtheurbancommons.org/details/resources/ http://www.spatialagency.net/database/park.fiction http://park-fiction.net/ http://urban-matters.org/projectsbyindividuals/park-fiction https://www.nadir.org http://www.rechtaufstadt.net/netzwerk http://wiki.rechtaufstadt.net/ https://de.wikipedia.org/wiki/G%C3%A4ngeviertel_(Hamburg) https://www.instagram.com/hamburgahoi/ https://www.instagram.com/hamburger.kunsthalle/ https://www.instagram.com/heute_in_hamburg/ https://www.instagram.com/typisch_hamburch/ https://www.instagram.com/welovehh/ https://www.instagram.com/hamburgzeigtkunst/ https://www.instagram.com/mitvergnuegenhh/
Άρθρα Butuner, Bas (2006) “Waterfront Revitalization as a Challenging Urban Issue in Istanbul”, 42nd ISoCaRP Congress 2006, τελευταία επίσκεψη: 25/07/2016 Constant (1996) “Another City for Another Life”, article at: Architectural Positions – Architecture, Modernity and the Public Sphere (2009), Amsterdam: TU Delft, σ.233-238
Βιβλιογραφία
Dähn Arthur, Grube Michael (2014) “Die Zerstörung Hamburgs im Zweiten Weltkrieg”, <http:// www.geschichtsspuren.de/artikel/verschiedenes/175-zerstoerung-hamburg-weltkrieg.html> , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016 Jaeger Falk (2014) “From Hammaburg to HafenCity” , < http://www.area-arch.it/en/ from-hammaburg-to-hafencity/ > , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016 Kaltenbrunner Robert (2014) “Die ersehnte Katastrophe”, <http://www.fr-online.de/kultur/literatur-die-ersehnte-katastrophe,1472786,26739698.html> , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016 Kostopoulou, Stella (2013) “On the Revitalized Waterfront: Creative Milieu for Creative Tourism”, <www.mdpi.com/journal/sustainability>, τελευταία επίσκεψη: 25/07/2016 Krier, Leon (1978) “The blind spot”, Architectural Design, 4, σ.218-221 Κυρανούδη Δήμητρα (2015) “Μια σημαντική διάκριση για το Αμβούργο” , <http://www. dw.com/el /a-18564447> , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016 Lippman David H. (1998) “Allied Aerial Destruction of Hamburg during World War II” , < http://www.historynet.com/allied-aerial-destruction-of-hamburg-during-world-war-ii.htm > , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016 Oehmke Phillip (2010) “Squatters take on the creative class – Who has the right to shape the city?” , <http://www.spiegel.de/international/germany/squatters-take-on-the-creative-classwho-has-the-right-to-shape-the-city-a-670600.html > , τελευταία επίσκεψη: 07/08/2016 Pallasma, Juhani (2007) “Inhabiting Space and Time – the Loss and Recovery of Public Space”, article at: Architectural Positions – Architecture, Modernity and the Public Sphere (2009), Amsterdam: TU Delft, σ.125-133 Pohl, Thomas (2008) “Distribution patterns of the creative class in Hamburg: “openness to diversity” as a driving force for socio-spatial differentiation?”, ERDKUNDE, 62 (4), σ.317-328 Schäfer, Christoph (2004) “The city is unwritten – Urban experiences and thoughts seen through Park Fiction”, <http://park-fiction.net/the-city-is-unwritten-urban-experiences-andthoughts-seen-through-park-fiction/>, τελευταία επίσκεψη: 14/08/2016 Schubert, Dirk (2014) “Waterfront transformations and city/port interface areas in Hamburg”, vol.13 (1), σ.9-20 Schulte Wilhelm, Walter Jörn (2014) “More city in the city, a dialogue with Wilhelm Schulte and Jörn Walter”, <http://www.area-arch.it/en/more-city-in-the-city/> , τελευταία επίσκεψη: 05/08/2016
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης
Φωτογραφίες Εικ.1 _ «Η πόλη» [die Stadt] _ Georg Grosz _ 1916/17 Ivo Kranzfelder (2013), GROSZ, Köln: Taschen GmbH, σ.14-15 Εικ.2 «Αναπόληση της Νέας Υόρκης» [Erinnerung an New York] _ Georg Grosz _ 1915/16 Ivo Kranzfelder (2013), GROSZ, Köln: Taschen GmbH, σ.20 Εικ.3 «Καντάδα» [Ständchen] _ Georg Grosz _ 1922 Ivo Kranzfelder (2013), GROSZ, Köln: Taschen GmbH, σ.57 Εικ.4 Figures in Space – Travel Sketch _ Constant _1965 “Another City for Another Life”, article at: Architectural Positions – Architecture, Modernity and the Public Sphere (2009), Amsterdam: TU Delft, σ.234 Εικ.5 Drawing of the Cite Contemporaine pour 3 Millions d’ Habitants _ Le Corbusier _ 1922 Sadler, Simon (1999) The situationist city. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press, σ.77 Εικ.7 3 fingers - The stolen Daffodil _ Rose Blake _ 2015 _Rebecca Hossack Gallery monotype <http://www.iamroseblake.com/exhibitions/>, exhibition: Now I am an artist Εικ.8 Colby college’s Cotter union _ Charles W. Moore _1985, article at: Architectural Positions – Architecture, Modernity and the Public Sphere (2009), Amsterdam: TU Delft, σ.290 Εικ.9 Καμπάνια της επιχείρησης Dropbox για την ίδρυση κεντρικών γραφείων στο Αμβούργο Εικ.10 Calligraphy Cities _ Andrew Fox _ 2016 <https://www.behance.net/gallery/34774779/Calligraphy-Cities> Εικ.11 Λογότυπο Άμστερνταμ http://www.smithsonianmag.com/arts-culture/rebranding-amsterdam-and-what-it-means-to-rebrand-a-city-19539392/ Εικ.12 Λογότυπο Βερολίνου https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Be_Berlin_Logo.svg Εικ.14 Λογότυπο Σμύρνης http://www.underconsideration.com/brandnew/archives/izmir.php#.V9pSQ5iLShc Εικ.15 Calligraphy Cities _ Andrew Fox _ 2016 <https://www.behance.net/gallery/34774779/Calligraphy-Cities> Εικ.16 Butuner, Bas (2006) “Waterfront Revitalization as a Challenging Urban Issue in Istanbul”, 42nd ISoCaRP Congress 2006, τελευταία επίσκεψη: 25/07/2016 Εικ.18 Το αρχικό διάγραμμα προέρχεται από: http://www.kcap.eu/en/projects/v/hafencity/869 Εικ.19 Αεροφωτογραφία της περιοχής του Hafencity αρχές του 1990 <http://www.hafencity.com/en/overview/hafencity-the-genesis-of-an-idea.html> Εικ.20 Αεροφωτογραφία της περιοχής του Hafencity το 2011 <http://www.hafencity.com/en/overview/hafencity-the-genesis-of-an-idea.html> Εικ.30 Εξώφυλλο από Sadler, Simon (1999) The situationist city. Cambridge, Massachusetts: The MIT Press Εικ.31 Die Ebstorfer Weltkarte <http://www.landschaftsmuseum.de/Seiten/Museen/Ebstorf1.htm> τελευταία επίσκεψη: 18/09/2016 Εικ.32 Οι μορφές που χρησιμοποιούνται στο collage είναι από την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων (2013) και το μυστικό Ημερολόγιο του Κοντορεβιθούλη (2011) από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε εικονογράφηση της Rebecca Dautremer. Εικ.33 Η εικόνα εκτίθεται στον υπό αναστήλωση ναό του Αγίου Νικολάου, στην περιοχή Nikolaifleet Εικ.34 προσωπικό αρχείο Εικ.35 Αναδημοσίευση στο ιστολόγιο hamburgahoi: https://www.instagram.com/p/BH9qAkjgzMF/?taken-by=hamburgahoi τελευταία επίσκεψη:30/08/2016 Εικ.36 προσωπικό αρχείο Mette Lyhne Εικ.46 Το δίκτυο των 63 πρωτοβουλιών http://www.rechtaufstadt.net/netzwerk τελευταία επίσκεψη:30/08/2016 Εικ.51 Αναδημοσίευση στις 16/09/2016 στο ιστολόγιο hamburgahoi: https://www.instagram.com/p/BH9qAkjgzMF/?taken-by=hamburgahoi Εικ.54 http://budgettraveller.org/48-hours-in-hamburg/ τελευταία επίσκεψη:30/08/2016 Εικ.58 http://citylifechange23.tumblr.com/post/38574104303/urbanination-hafencity-hamburg-germany τελευταία επίσκεψη:31/08/2016 Εικ.63 Αναδημοσίευση στο ιστολόγιο hamburgahoi: https://www.instagram.com/p/BH9qAkjgzMF/?taken-by=hamburgahoi τελευταία επίσκεψη:30/08/2016 Εικ.67 Η παρούσα εικόνα αποτελεί σύνθεση επιμέρους στοιχείων του βιβλίου: Bake, Rita (2015) Ein Gedächtnis der Stadt _ Nach Frauen und Männern bennante Straβe, Plätze, Brücken in Hamburg _ Band 1 Überblick und Analyse. Hamburg, Germany: Landeszentrale für politische Bildung Hamburg Εικ.68 Cart Postale για την Triennale Φωτογραφίας _ Διεθνές Φεστιβάλ Φωτογραφίας 18-28 Ιούνη 2015 – Υπό την Αιγίδα: Hamburg I Kulturbehörde
Χάρτης 3.2.2 http://geoportal-hamburg.de/Geoportal/geo-online/index.html?layer=denkmalschutz_ensembles,%20denkmalschutz_flaechen_garten,%20denkmalschutz_flaechen_gewaesser,%20denkmalschutz_gebauede,%20denkmalschutz_obj_symbol
Χάρτης 3.3.1 http://www.statistik-nord.de/fileadmin/maps/Stadtteil_Profile_2015/atlas.html (Interaktive Karten für Hamburg)
Χάρτης 3.3.2 http://www.hamburg.de/planportal/flaechennutzungsplan
Χάρτης 3.3.3 http://www.statistik-nord.de/fileadmin/maps/Stadtteil_Profile_2015/atlas.html (Interaktive Karten für Hamburg)
Χάρτης 3.3.4 http://www.statistik-nord.de/fileadmin/maps/Stadtteil_Profile_2015/atlas.html (Interaktive Karten für Hamburg)
Χάρτης 3.3.5 https://www.lbs.de/media/unternehmen/schleswig_holstein_hamburg_6/immobilienmarktatlas/ immobilienmarktatlas_hh_maerz_2015/Immobilienmarktatlas_2015_Hamburg_und_Umland_Einzelseiten
Χάρτης 3.3.6 Σύνθεση στοιχείων από: http://www.heise.de/tp/artikel/22/22732/1.html (τελευταία επίσκεψη: 25/08/2016), http://www.mopo.de/hamburg/grosse-uebersichtskarte-hier-wohnen-hamburgs-streithammel-23225060 (τελευταία επίσκεψη: 25/08/2016) και http://www.abendblatt.de/hamburg/article205214291/So-viel-Kriminalitaet-herrscht-in-Ihrem-Stadtteil. html (τελευταία επίσκεψη: 25/08/2016)
Χάρτης 3.3.7 http://www.statistik-nord.de/ Δημοσίευση στις 10 Δεκέμβρη του 2013 με τον τίτλο migrationsgruende_SI_SPEZIAL_VI_2013_02
Χάρτης 3.3.8 Pohl, Thomas (2008) “Distribution patterns of the creative class in Hamburg: “openness to diversity” as a driving force for socio-spatial differentiation?”, ERDKUNDE, 62 (4), σ. 323
*Οι υπόλοιπες φωτογραφίες είναι από προσωπικό αρχείο
Μια εναλλακτική περιπλάνηση στις πραγματικότητες της πόλης