Περιοδικό ΕΤΕΚ Μαρτίου 2022, #264

Page 26

ΑΡΘΡΑ

Η ιστορία της ασφάλειας και υγείας στην Κύπρο: εκβιομηχάνιση υπό τη σκιά της αποικιοκρατίας Στις αρχές του 20ού αιώνα η οικονομία της Κύπρου ήταν κατά κύριο λόγο αγροτική. Βιοτεχνίες παραγωγής κρασιού, βαμβακιού και καπνού εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1920 αλλά ο μεταποιητικός τομέας παρέμεινε μικρός και υποτυπώδης. Οι βασικοί λόγοι πίσω από την υπανάπτυξη του κυπριακού βιομηχανικού τομέα ήταν δύο: η έλλειψη πόρων και η έλλειψη κεφαλαίων. Το νησί ήταν ιδιαίτερα φτωχό μετά από αιώνες σκληρής φορολογίας υπό οθωμανική και βρετανική κυριαρχία. Ο μεταποιητικός τομέας ήταν πολύ στενά συνδεδεμένος με την αγροτική παραγωγή, επομένως, μία κακή σοδειά επηρέαζε αρνητικά τις κυπριακές βιοτεχνίες. Επίσης, υπήρχε σοβαρή έλλειψη επενδύσεων από το εξωτερικό. Ο προστατευτισμός που υιοθέτησε η Βρετανική Αυτοκρατορία μετά την Οικονομική Διάσκεψη της Οτάβας το 1932 προσέλκυσε ελάχιστους επενδυτές στην Κύπρο και σε γενικές γραμμές δεν ωφέλησε την κυπριακή οικονομία καθώς οι Βρετανοί επέλεγαν συχνότερα να εισάγουν φθηνά προϊόντα από άλλες αποικίες. Οι δεκαετίες του 1920 και του 1930, ωστόσο, έφεραν σημαντική επέκταση της μεταλλευτικής βιομηχανίας, καθώς τότε εντατικοποιήθηκε η εξορυκτική δραστηριότητα στο ορυχείο αμιάντου και τα μεταλλεία χαλκού. Η εξόρυξη αμιάντου στο ομώνυμο χωριό του Τροόδους είχε ήδη ξεκινήσει το 1904, όταν ορισμένες από τις τοπικές κοινότητες άρχισαν να εκμεταλλεύονται τους πόρους του ορυκτού στη γύρω περιοχή. Στη συνέχεια, παραχωρήθηκαν δικαιώματα εκμετάλλευσης σε διάφορες ξένες εταιρείες, με σημαντικότερη από αυτές την Cyprus Asbestos Co. Ltd. Το 1912, ο Αμερικανός βιομήχανος Charles Godfrey Gunther αγόρασε γη κοντά στα αρχαία ορυχεία χαλκού στην περιοχή της Σκουριώτισσας και ξεκίνησε έρευνες εκεί. Η κυπριακή μεταλλευτική βιομηχανία άνθησε τη δεκαετία του 1920 και του 1930 όταν οι έρευνες της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων οδήγησαν στην ανακάλυψη κοιτασμάτων γύρω από το χωριό Μιτσερό, στα ορυχεία Κοκκινοπεζούλας, Κοκκινόγιας και Αγροκηπιάς. Η ΜΕΓΆΛΗ ΎΦΕΣΗ Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων έπεσαν δραματικά με αποτέλεσμα χιλιάδες αγρότες να χάσουν τη γη τους. Λόγω των υψηλών επιπέδων ανεργίας τα ορυχεία προσέλκυσαν τους κατοίκους των κοντινών χωριών. Από το 1932 έως το 1938 η μεταλλευτική βιομηχανία αναπτύχθηκε ραγδαία: η εξόρυξη μετάλλων υπερδιπλασιάστηκε ενώ ο αριθμός των εργατών στα ορυχεία και τα λατομεία σχεδόν τετραπλασιάστηκε. Η αποικιακή κυβέρνηση είχε παραχωρήσει στις ξένες εταιρείες εξωεδαφικά δικαιώματα και άφθονο περιθώριο για την εκμετάλλευση των Κυπρίων εργατών. Οι μεταλλωρύχοι αναγκάζονταν να εργάζονται κάτω από πολύ σκληρές συνθήκες και για πολύ χαμηλά μεροκάματα (10-12 γρόσια την ημέρα το 1923), ενώ το ωράριο εργασίας διαρκούσε από

26

την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου. Οι πολύωρες βάρδιες, οι χαμηλοί μισθοί, οι επικίνδυνες συνθήκες εργασίας καθώς και η απουσία αποτελεσματικής εργατικής νομοθεσίας καθιστούσαν την εργασία στα ορυχεία εξαιρετικά δύσκολη. Ενδεικτικό της στάσης των εργοδοτών και των Αρχών ήταν το ότι οι μεταλλωρύχοι δεν μπορούσαν καν να φέρουν το δικό τους ψωμί στα ορυχεία και υποχρεώνονταν να αγοράζουν ακριβό ψωμί από εισαγόμενο αλεύρι. Στην Κύπρο υπήρχαν δύο διαφορετικοί τύποι ορυχείων: τα ανοιχτά και τα υπόγεια. Στα ανοιχτά ορυχεία, όπως ήταν το ορυχείο αμιάντου, οι εργαζόμενοι κινδύνευαν από την τοξική σκόνη και από κατολισθήσεις. Στα υπόγεια ορυχεία υπήρχε επιπλέον κίνδυνος λόγω των εκρηκτικών που Χάρη στην ανάπτυξη χρησιμοποιούνταν για να επιταχυντης μεταλλευτικής θεί το άνοιγμα των υπογείων στοών. Υπήρχε ακόμη κίνδυνος θανάτου από βιομηχανίας, ασφυξία. η Κύπρος είχε Δύο από τους πρώτους θανάτους που σχηματίσει τη δική μας έγιναν γνωστοί μέσα από μαρτυρίες των κατοίκων του Μιτσερού ήταν της ξεχωριστή αυτοί ενός επιστάτη και του τεχνικού διευθυντή του μεταλλείου στις αρχές εργατική τάξη της δεκαετίας του 1920. Και οι δύο πέθαναν από ασφυξία όταν η φλόγα της λάμπας ασετιλίνης τους έσβησε, σημάδι ότι υπήρχε έλλειψη οξυγόνου στη στοά του μεταλλείου. Το 1925 συνέβη ένα από τα πιο ευρέως δημοσιοποιημένα και θανατηφόρα ατυχήματα, όταν έντεκα εργάτες παγιδεύτηκαν σε μία από τις στοές του μεταλλείου και πέθαναν από ασφυξία. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Νέος Άνθρωπος», τα θύματα ήταν στην πραγματικότητα 48 ή περισσότερα. Η κοινωνική κατακραυγή γύρω από τα ατυχήματα στα μεταλλεία οδήγησε την κυβέρνηση να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο θέσπισης αποτελεσματικής εργατικής νομοθεσίας. Καθώς η Κύπρος ήταν βρετανική αποικία, όλα τα ενδεχόμενα μέτρα ασφάλειας και υγείας που επρόκειτο να εφαρμοστούν θα βασίζονταν σε βρετανικά πρότυπα. Στη Μεγάλη Βρετανία, το λίκνο της Βιομηχανικής Επανάστασης, οι προσπάθειες για επίτευξη καλύτερων και αξιοπρεπέστερων συνθηκών εργασίας σε εργοστάσια και ορυχεία είχαν ξεκινήσει ήδη από τις αρχές με μέσα του 19ου αιώνα. Η βρετανική κυβέρνηση υιοθέτησε οκτώ νόμους περί εργοστασίων, τα Factory Acts, μεταξύ 1802 και 1891. Οι νόμοι αυτοί είχαν ως στόχο την προστασία των εργατών και ιδιαίτερα των παιδιών που δούλευαν σε εργοστάσια και υφαντουργεία. Το 1833 ορίστηκαν οι πρώτοι επιθεωρητές εργοστασίων. Το «Workman's Compensation Act» του 1897 εδραίωσε την αρχή της χρηματικής αποζημίωσης για εργαζόμενους που είχαν υποστεί τραυματισμούς κατά τη διάρκεια της εργασίας. Σε γενικές γραμμές, τα μέτρα προστασίας για τους εργάτες στα εργοστάσια και τα ορυχεία των αποικιών επιβάλλονταν πολύ αργότερα από ό,τι στη Βρετανία. Συνήθως χρειαζόταν να ασκηθεί πίεση από τοπικούς κοινωνικούς μεταρρυθμιστές προκειμένου να εκδοθούν πράξεις και νόμοι παρόμοιοι με αυτούς που ίσχυαν στη Βρετανία. Αυτό συνέβη στην


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.