4 minute read
Η Κύπρος χρειάζεται Υφυπουργείο Φυσικών Καταστροφών
Επιστολή στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη απέστειλε το ΕΤΕΚ, διά του προέδρου του Κωνσταντίνου Κωνσταντή, με θέμα την ανάγκη σύστασης Υφυπουργείου Φυσικών Καταστροφών στην Κύπρο.
Η επιστολή αναφέρει τα ακόλουθα:
«1. Όπως γνωρίζετε, η χώρα μας βρίσκεται σε σεισμογενή περιοχή και συναφώς ο κίνδυνος για κάποια έντονη σεισμική καταπόνηση και για τις όποιες συνέπειες για την ανθρώπινη ζωή αλλά και για τις κρίσιμες υποδομές και το περιβάλλον στην περίπτωση ενός ισχυρού σεισμού είναι υπαρκτός. Μεγάλος αριθμός οικοδομών στη χώρα μας έχει κατασκευαστεί σε χρονικές περιόδους κατά τις οποίες δεν εφαρμόζονταν αντισεισμικοί κώδικες κατά τον σχεδιασμό κτηρίων (προγενέστερα της εφαρμογής του Κυπριακού Αντισεισμικού Κώδικα (1994)), ή έχει σχεδιαστεί με λιγότερο απαιτητικές αντισεισμικές πρόνοιες σε σχέση με αυτές που θέτουν οι ευρωκώδικες σήμερα (οι οποίοι θεσμοθετήθηκαν το 2012).
2. Στη βάση αυτή, η λήψη προληπτικών μέτρων για τη μείωση της σεισμικής διακινδύνευσης με στόχο την προστασία της ανθρώπινης ζωής, των κρίσιμων υποδομών και την ελαχιστοποίηση των κοινωνικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών και άλλων επιπτώσεων για τη χώρα μας στην περίπτωση ενός ισχυρού σεισμού, είναι επιβεβλημένη. Στο ίδιο πλαίσιο, η προώθηση ενεργειών και μέτρων για τη μείωση του κινδύνου σε περίπτωση άλλων φυσικών αλλά και ανθρωπογενών καταστροφών, όπως π.χ. πυρκαγιάς, πλημμύρας, θεομηνίας κ.ά. είναι επίσης αναγκαία και επιβεβλημένη.
3. Ταυτόχρονα, η βέλτιστη ετοιμότητα της πολιτείας για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση των επιπτώσεων ενός ακραίου φαινομένου ή/και καταστροφής, είναι κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια των πολιτών και την άμεση ανταπόκριση του κράτους στις έκτακτες και ειδικές ανάγκες που θα προκύψουν (όπως π.χ. ανάγκες περίθαλψης, προσωρινής στέγασης προσώπων που οι οικοδομές τους θα κριθούν ακατάλληλες για χρήση, εκτέλεσης εργασιών για την άρση επικινδυνότητας σε κτήρια κ.ά.).
4. Ενόψει όλων των πιο πάνω, θεωρούμε ότι η σύσταση Υφυπουργείου Φυσικών Καταστροφών στη χώρα μας θα συμβάλει καθοριστικά στην κατάρτιση μιας ολιστικής στρατηγικής αντιμετώπισης αλλά και προώθησης στοχευμένων ενεργειών για όλα τα πιο πάνω κρίσιμα για τον τόπο ζητήματα, καθώς και στην εξασφάλιση των απαιτούμενων πόρων για την υλοποίησή τους. Στη βάση αυτή, σας καλούμε να εξετάσετε το ενδεχόμενο δημιουργίας Υφυπουργείου Φυσικών Καταστροφών στην Κύπρο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα οι προαναφερόμενες αρμοδιότητες εμπίπτουν στη δικαιοδοσία Υπουργείου και συγκεκριμένα του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, το οποίο σε πρόσφατη επίσκεψή μας στην Ελλάδα διαπιστώσαμε ότι επιτελεί αξιοζήλευτο έργο.
5. Σε ό,τι αφορά τον τρόπο λειτουργίας του προτεινόμενου Υφυπουργείου, θεωρούμε πως αυτός πρέπει να βασιστεί σε δύο βασικούς πυλώνες, αυτόν της λήψης προληπτικών μέτρων για τη μείωση του κινδύνου και αυτόν της αντιμετώπισης/διαχείρισης των επιπτώσεων φυσικών καταστροφών. Σε ό,τι αφορά τον πρώτο πυλώνα, σε αυτό θα δύναται να εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, αρμοδιότητες που σχετίζονται με τη διενέργεια προσεισμικών ελέγχων στα δημόσια χρήσης κτήρια αλλά και γενικότερα, κατ’ αντιστοιχία των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) στην Ελλάδα και την προώθηση ενεργειών για την πρόληψη καταστροφών ευρύτερα, όπως για παράδειγμα εφαρμογής μέτρων για την αποφυγή πυρκαγιών ή πλημυρών ή άλλων φυσικών καταστροφών. Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο πυλώνα, θεωρούμε πως αυτός θα πρέπει να επικεντρώνεται στην κατάρτιση στρατηγικής και την προώθηση ενεργειών για τη βέλτιστη ετοιμότητα της πολιτείας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων που δύναται να προκύψουν για τη χώρα στην περίπτωση σεισμού ή άλλης καταστροφής. Με δεδομένο ότι η αρμοδιότητα αυτή ήδη εμπίπτει στη Δύναμη Πολιτικής Άμυνας ή/και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας νοουμένου ότι η εισήγησή μας για δημιουργία Υφυπουργείου Φυσικών Καταστροφών υιοθετηθεί θεωρούμε πως το Τμήμα αυτό θα πρέπει, εκ των πραγμάτων, να μεταφερθεί στο νέο Υφυπουργείο, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην Ελλάδα.
Ευελπιστούμε στη θετική σας ανταπόκριση στο θέμα και παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιεσδήποτε διευκρινίσεις αλλά και για κατ’ ίδιαν συνάντηση το συντομότερο δυνατόν για επεξήγηση της πρότασής μας, εάν το επιθυμείτε» καταλήγει η επιστολή.