![](https://assets.isu.pub/document-structure/231026125705-9853ea1438ca49b902ea7a18472f6d25/v1/3a6835770f3aff3ff50d3f0b7d56abc4.jpeg?crop=&height=450&originalHeight=450&originalWidth=783&width=720&zoom=&quality=85%2C50)
6 minute read
Ενεργειακές Κοινότητες για αντιμετώπιση της ακρίβειας και της ενεργειακής φτώχειας
Η μεγάλη αύξηση του κόστους του ηλεκτρισμού τα τελευταία χρόνια ως αποτέλεσμα των συνεχών αυξήσεων στο κόστος καυσίμων, αλλά και των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ που θα πρέπει να πληρώνει ετησίως ο Κύπριος καταναλωτής για τις εκπομπές ρύπων στην ηλεκτροπαραγωγή, δημιουργούν την ανάγκη για τη λήψη άμεσων αποφάσεων και μέτρων μείωσης του κόστους ηλεκτρισμού και στήριξης των ευάλωτων ομάδων. Η αδυναμία της Κύπρου να οδηγηθεί σε μια πιο πράσινη ηλεκτροπαραγωγή, το απομονωμένο και κορεσμένο δίκτυο ηλεκτρισμού, η μεγάλη καθυστέρηση στην ένταξη στο δίκτυο σοβαρών μονάδων αποθήκευσης ενέργειας, αλλά και η δυσκολία που υπάρχει για αξιοποίηση των ΑΠΕ από σημαντική μερίδα του πληθυσμού, δεν φαίνεται να ευνοούν τη μείωση της ακρίβειας στην ενέργεια και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Έχει τελικά επιτύχει τους στόχους της η στρατηγική μελέτη για την ενέργεια και το κλίμα, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΔΕΚ); Πόσο έχουν επωφεληθεί οι πολίτες και κυρίως οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού από τις συγκεκριμένες πολιτικές; Έχει μειωθεί η ακρίβεια και η ενεργειακή φτώχεια στη χώρα μας; Έχουμε υλοποιήσει αυτά που έπρεπε ή υπάρχει και κάτι άλλο που θα μπορούσε να γίνει;
Σκοπός του συγκεκριμένου άρθρου δεν είναι να δώσει απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα, αλλά να καταθέσει συγκεκριμένες τεκμηριωμένες απόψεις, για εύκολα και άμεσα μέτρα για αντιμετώπιση της ακρίβειας στην ενέργεια και για τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας.
Η ευρωπαϊκή οδηγία 944/2019 έχει δώσει συγκεκριμένη δομή, τόσο νομοθετικά όσο και λειτουργικά, για τον τρόπο λειτουργίας των Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών. Μια έξυπνη μορφή συνεργασίας μεταξύ πολιτών, επιχειρήσεων, δήμων, κοινοτήτων και οργανισμών, που σκοπό έχει την από κοινού πορεία προς την ενεργειακή αυτάρκεια, την εξοικονόμηση ενέργειας, τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, την προστασία των ευάλωτων ομάδων, την εξάλειψη της ενεργειακής φτώχειας και την ενεργειακή δημοκρατία.
Έστω και αν η κυπριακή νομοθεσία έχει εναρμονιστεί με την οδηγία 944/2019 και έχει συμπεριλάβει την προώθηση και λειτουργία των Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών, στον περί Ρύθμισης της Αγοράς Ηλεκτρισμού Νόμο του 2021, δεν υπάρχει ακόμη το κανονιστικό και θεσμικό πλαίσιο για τη δημιουργία και λειτουργία των ενεργειακών κοινοτήτων. Σύμφωνα με την κυπριακή νομοθεσία 130(Ι)/2021 η Ενεργειακή Κοινότητα βασίζεται σε εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή και τελεί υπό τον ουσιαστικό έλεγχο εταίρων ή μελών που είναι φυσικά πρόσωπα, τοπικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των δήμων, ή μικρών επιχειρήσεων. Παρέχει περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη σε επίπεδο κοινότητας για τα μέλη ή τους εταίρους της και δεν έχει σκοπό να παράγει οικονομικά κέρδη. Δύναται να δραστηριοποιείται στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, στη διανομή και στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, στις υπηρεσίες κατανάλωσης, σωρευτικής εκπροσώπησης, αποθήκευσης ενέργειας, στις υπηρεσίες ενεργειακής απόδοσης, στις υπηρεσίες φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, ή στην παροχή άλλων υπηρεσιών ενέργειας στους εταίρους ή τα μέλη της.
Με απλά λόγια, οποιοσδήποτε πολίτης της χώρας μας θα έπρεπε (με βάση την κυπριακή νομοθεσία) να είχε τη δυνατότητα να συνεργαστεί με άλλους πολίτες, τοπικές αρχές ή και μικρές επιχειρήσεις, στον δήμο ή την κοινότητα όπου ζει ή/και εργάζεται και να μπορεί να υλοποιήσει ενεργειακά έργα, με απώτερο σκοπό τη μείωση του κόστους ενέργειας του ίδιου και των εταίρων του. Θα έπρεπε οι πολίτες να είχαν τη δυνατότητα, μέσω των σχεδίων ενεργειακών αναβαθμίσεων και ΑΠΕ, να αξιοποιήσουν οικονομίες κλίμακας για να μειώσουν, μέσω μιας Ενεργειακής Κοινότητας, το σημαντικό αρχικό κόστος επένδυσης που απαιτείται για τα έργα ενεργειακών αναβαθμίσεων, για υλοποίηση φωτοβολταϊκών πάρκων, για κοινά έργα αποθήκευσης ενέργειας και υπηρεσιών φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, ακόμη και για προμήθεια και διανομή ηλεκτρισμού, με σκοπό το κοινό όφελος των εταίρων της Ενεργειακής Κοινότητας Πολιτών, που θα οδηγεί σε ενεργειακή αυτάρκεια και ενεργειακή δημοκρατία. Επιπρόσθετα, η πολιτεία θα μπορούσε να στηρίξει οικονομικά και τεχνικά τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών, μέσω σχεδίων χορηγιών, διοργάνωσης σεμιναρίων και παροχής εμπειρογνωμοσύνης, για τη βέλτιστη και αποτελεσματική ανάπτυξη και λειτουργία τους. Θα ήταν πολύ πιο εύκολο για το κράτος να επιδοτήσει ενεργειακές αναβαθμίσεις που θα εκτελούνταν από ενεργειακές κοινότητες πολιτών, σε ένα ή περισσότερα κτήρια και πολυκατοικίες, θα μπορούσε να ενισχύσει οικονομικά πολύ πιο εύκολα και γρήγορα τη διεσπαρμένη παραγωγή και αποθήκευση ενέργειας, ειδικά σε περιοχές που το δίκτυο ηλεκτρισμού δεν είναι ακόμη κορεσμένο. Πολύ σημαντική επίσης είναι η δυνατότητα που δίνεται στο κράτος να εγγυηθεί τη διασφάλιση, για τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών, χρηματοδοτήσεων και πράσινων δανείων από τράπεζες, για πράσινες ενεργειακές επενδύσεις.
Αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει σήμερα. Τα περισσότερα έργα εξοικονόμησης ενέργειας και ΑΠΕ για να μπορούν να υλοποιηθούν ή να τύχουν στήριξης, θα πρέπει να γίνονται ιδιωτικά, από ένα φυσικό πρόσωπο ή μια νομική οντότητα, με αποτέλεσμα σημαντικά αυξημένο κόστος επένδυσης και αρκετές δυσκολίες υλοποίησης. Για παράδειγμα, πώς μπορούν και ποιο θα είναι το κόστος για να υλοποιηθούν σε μια γειτονιά των 50 κατοικιών ή σε μια πολυκατοικία των 10 διαμερισμάτων, ξεχωριστά, 50 ή 10 αντίστοιχα, φωτοβολταϊκά συστήματα, σε κοινόχρηστες τις πλείστες φορές οροφές, με ελάχιστη διαθεσιμότητα χώρου; Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα, όταν οι ένοικοι των κατοικιών ή διαμερισμάτων, δεν είναι και οι ιδιοκτήτες, κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά στις μέρες μας, με την ακρίβεια που υπάρχει στα ακίνητα. Πώς μπορεί να αξιοποιεί ο ένοικος το δικό του φωτοβολταϊκό σύστημα, όταν φύγει από την πολυκατοικία; Το ίδιο ισχύει και τις μικρές επιχειρήσεις, όταν αλλάξουν γραφείο/α ή κατάστημα/τα που ενοικιάζουν.
Όλα τα πιο πάνω προβλήματα λύνονται με τη δημιουργία μια Ενεργειακής Κοινότητας Πολιτών, με εταίρους τους ενοίκους ή/και ιδιοκτήτες των κτηρίων, γραφείων, καταστημάτων, διαμερισμάτων, κατοικιών, κ.λπ. Η επένδυση σε ένα κοινό φωτοβολταϊκό πάρκο από την Ενεργειακή Κοινότητα, από το οποίο θα επωφεληθούν όλοι οι εταίροι της, θα έχει μικρότερο κόστος υλοποίησης, θα μπορεί να χρηματοδοτηθεί πιο εύκολα από μια τράπεζα, θα μπορεί να τύχει πιο εύκολης και άμεσης στήριξης από το Υπουργείο Ενέργειας και θα μπορεί να δώσει δωρεάν ενεργειακή αυτάρκεια στις ευάλωτες ομάδες που είναι μέλη της. Η συμμετοχή ή η αποχώρηση οποιουδήποτε μέλους θα πρέπει να είναι ελεύθερη, σύμφωνα και με τη σχετική νομοθεσία, ενώ οποιοδήποτε μέλος θα μπορεί να μεταφέρει τα δικαιώματα που έχει στο κοινωφελές φωτοβολταϊκό πάρκο και να αξιοποιεί την παραγωγή ηλεκτρισμού που του αναλογεί, στη νέα του κατοικία ή στις νέες κτηριακές εγκαταστάσεις, για μια μικρή επιχείρηση.
Πολύ σημαντικό στοιχείο, όπως αναφέρθηκε, είναι και η αντιμετώπιση από τις Ενεργειακές Κοινότητες Πολιτών της ενεργειακής φτώχειας και η στήριξη των ευάλωτων ομάδων. Το κράτος μπορεί πολύ εύκολα να επιδοτήσει 100% το μερίδιο του ευάλωτου καταναλωτή μέσα στην Ενεργειακή Κοινότητα, είτε μέσω του Ταμείου ΑΠΕ και ΕΞΕ ή με άλλα πράσινα ευρωπαϊκά κονδύλια, πετυχαίνοντας έτσι και την ενεργειακή δημοκρατία. Όπως έχει αναφερθεί πολλές φορές, η ενέργεια θα πρέπει να είναι κοινωνικό αγαθό και όχι προϊόν για πλουτισμό. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, έχει υπολογιστεί ότι τα έργα Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών προσφέρουν οικονομικό όφελος στις τοπικές κοινωνίες, από 2 έως και 8 φορές περισσότερο, σε σχέση με τα ατομικά έργα. Στην Ελλάδα ήδη δραστηριοποιούνται πέραν των 1.400 Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών, με πολλαπλά οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες.
Αυτό που πρέπει συνεπώς να γίνει είναι η άμεση ετοιμασία και ψήφιση (ΡΑΕΚ, Υπουργείο Ενέργειας, Βουλή) του θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου για τη δημιουργία και λειτουργία των Ενεργειακών Κοινοτήτων Πολιτών, ώστε να ολοκληρωθεί η εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με την ευρωπαϊκή οδηγία 944/2019 και να μπορέσει η Κύπρος να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ακρίβεια στην ενέργεια, την ενεργειακή φτώχεια και τις περιβαλλοντικές προκλήσεις, προς όφελος όλων και κυρίως των ευάλωτων ομάδων.
Χρύσανθος Μαρούχος,
Ηλεκτρολόγος Μηχανικός / Ενεργειακός Ελεγκτής
(Dipl. BSc/MSc, MEng, MBA)
.