8 minute read
Το Μεταλλείο της Σκουριώτισσας: παρελθόν, παρόν και μέλλον
Όπως είναι γνωστό, η τεχνοοικονομική ανάπτυξη της Κύπρου είναι συνυφασμένη με την εκμετάλλευση των ορυκτών της πόρων, όπως χαλκού, σιδηροπυρίτη, αμιάντου, χρωμίτη, χρυσού, διάφορων ειδών πετρωμάτων και αργίλου. Εξέχουσα όμως θέση είχε η εκμετάλλευση των χαλκούχων μεταλλευμάτων της, η οποία ήταν και διαχρονική.
Το μεταλλείο της Σκουριώτισσας είναι το μοναδικό μεταλλείο της Κύπρου που συνεχίζει να λειτουργεί και σήμερα και που είχε συνεχή συνεισφορά στην παραγωγή χαλκού σε όλες τις ιστορικές περιόδους άνθησης της μεταλλευτικής δραστηριότητας στην Κύπρο.
Τα μεικτά θειούχα μεταλλεύματα της Κύπρου που είναι παγκοσμίως γνωστά ως κοιτάσματα «κυπριακού τύπου», δημιουργήθηκαν πριν από 90 εκατομμύρια χρόνια σε βάθος 8.000 μέτρων. Στη συνέχεια, με την ανάδυση του Τροόδους που προκλήθηκε λόγω της υποβύθισης της αφρικανικής λιθοσφαιρικής τεκτονικής πλάκας κάτω από την ευρασιατική, τα εν λόγω κοιτάσματα ανήλθαν στην επιφάνεια.
Η εκμετάλλευση του χαλκού στην Κύπρο ξεκίνησε πριν το 3000 π.Χ. και συνεχίστηκε μέχρι και το 700 μ.Χ. Μετά το 2000 π.Χ. υπήρξε σταδιακή αύξηση της παραγωγής χαλκού η οποία κορυφώθηκε στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, με αποτέλεσμα η Κύπρος να καταστεί το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής και εμπορίας χαλκού.
Για την περιγραφή του χαλκού επικράτησε η λατινική ονομασία aes Cuprium που σήμαινε «μέταλλο της Κύπρου» και που αργότερα συντομεύθηκε στο «cuprum», εκ του οποίου προέρχεται η αγγλική λέξη «copper» που χρησιμοποιείται σήμερα διεθνώς για την ονομασία του χαλκού.
Το πλουσιότερο σε χαλκό τμήμα των χαλκούχων μεταλλευμάτων βρισκόταν σε μικρό σχετικά βάθος από την επιφάνεια του εδάφους και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι στο νησί υπήρχε άφθονη ξυλεία, οι αρχαίοι Κύπριοι μεταλλωρύχοι - μεταλλουργοί μπόρεσαν με τα μέσα που διέθεταν τότε να εξορύσσουν το χαλκούχο μετάλλευμα με τη μέθοδο της υπόγειας εκμετάλλευσης. Ακολούθως, με την εφαρμογή πυρομεταλλουργικών μεθόδων κατόρθωσαν να παράγουν μεταλλικό χαλκό υψηλής καθαρότητας τον οποίο και εξήγαγαν στις γειτονικές χώρες στη μορφή των γνωστών ταλάντων χαλκού.
Εκτός από γραπτές ιστορικές αναφορές και τον εντοπισμό αρχαίων ναυαγίων φορτωμένων με τάλαντα χαλκού, απόδειξη της μακραίωνης εκμετάλλευσης του χαλκού στην Κύπρο αποτελούν αρχαίες γαλαρίες καθώς και γύρω στους 40 σωρούς αρχαίας σκουριάς συνολικού όγκου περίπου 4.000.000 τόνων, οι οποίοι και εντοπίζονται πλησίον σχεδόν όλων των σήμερα γνωστών κοιτασμάτων χαλκού και που προστατεύονται ως αρχαία μνημεία. Ο μεγαλύτερος σωρός αρχαίας σκουριάς βρίσκεται στην περιοχή της Σκουριώτισσας, από τον οποίο προήλθε και το όνομά της. Με βάση τον όγκο της αρχαίας σκουριάς που βρίσκεται στη Σκουριώτισσα και που ανέρχεται σε περίπου 2 εκατομμύρια τόνους, εκτιμάται ότι παράχθηκαν κατά την αρχαιότητα πάνω από 100.000 τόνοι μεταλλικού χαλκού από το εν λόγω μεταλλείο.
Στη σύγχρονη εποχή
Η εκμετάλλευση του χαλκού στην Κύπρο αρχίζει και πάλι γύρω στο 1921 από την περιοχή της Σκουριώτισσας και στη συνέχεια επεκτείνεται και σε άλλες μεταλλευτικές περιοχές της Κύπρου. Την εκμετάλλευση του μεταλλείου της Σκουριώτισσας είχε η εταιρεία αμερικανικών συμφερόντων Cyprus Mines Corporation κατά τρόπο συνεχή και εντατικό μέχρι και το 1974, οπότε και διακόπηκε λόγω της τουρκικής εισβολής. Η εκμετάλλευση γινόταν τόσο με υπόγειες μεθόδους όσο και με επιφανειακές. Το μετάλλευμα μετά την εξόρυξή του μεταφερόταν στο εργοστάσιο εμπλουτισμού τής εν λόγω εταιρείας στο Ξερό και αφού υποβαλλόταν σε θραύση και λειοτρίβηση για να παραχθεί μετάλλευμα με μέγεθος τεμαχίων κάτω από 0,5 mm, στη συνέχεια γινόταν ο διαχωρισμός των τεμαχίων που περιείχαν χαλκό από το στείρο υλικό με τη μέθοδο της επίπλευσης.
Από τη διεργασία της επίπλευσης παραγόταν συμπύκνωμα χαλκού μέσης περιεκτικότητας 19% σε χαλκό το οποίο και εξαγόταν από την Κύπρο για να χρησιμοποιηθεί στη μεταλλουργία παραγωγής χαλκού, ενώ το στείρο υλικό κατέληγε σε φράγμα τελμάτων. Από το 1949 και μετά, στο εν λόγω εργοστάσιο παράγονταν επίσης με τη μέθοδο της επίπλευσης και συμπυκνώματα χαλκούχου σιδηροπυρίτη, τα οποία ακολούθως εξάγονταν από την Κύπρο για να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία παραγωγής θειικού οξέος. Κατά την ίδια περίοδο ξεκίνησε και η παραγωγή ιζήματος χαλκού μέσης περιεκτικότητας 55-65% σε χαλκό, από τα θειούχα ορυκτά και τα οξείδια του χαλκού που διαλύονταν στο νερό. Η καταβύθιση του χαλκού στο διάλυμα πραγματοποιούνταν με τη βοήθεια σιδήρου (scrap iron). Κατά την περίοδο αυτή εξορύχθηκαν 6.785.000 τόνοι μεταλλεύματος μέσης περιεκτικότητας 2,5% σε Cu και 48% σε S καθώς και 1.000.000 τόνοι μεταλλεύματος μέσης περιεκτικότητας 0,8% σε Cu εκ των οποίων παράχθηκαν συμπυκνώματα και ιζήματα χαλκού που υπολογίζεται ότι περιείχαν γύρω στους 130.000 τόνους μεταλλικού χαλκού.
Η συνεχής εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του μεταλλείου της Σκουριώτισσας, τόσο κατά την αρχαιότητα όσο και κατά τους νεότερους χρόνους, οδήγησε στην εξάντληση του πλούσιου μεταλλεύματος χαλκού με αποτέλεσμα τα εναπομείναντα αποθέματα χαλκού να έχουν περιεκτικότητα κάτω από 0,8% σε Cu και να μην μπορούν να τύχουν οικονομικής εκμετάλλευσης με τις παραδοσιακές μεθόδους εμπλουτισμού.
Μετά από συνεχή έρευνα από την Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία και με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την επιτόπου εκχύλιση χαλκού που πραγματοποιήθηκε στο εν λόγω μεταλλείο την προηγούμενη περίοδο, το 1996 ξεκινά η παραγωγή μεταλλικού χαλκού με την εφαρμογή υδρομεταλλουργικών μεθόδων από την εταιρεία Hellenic Copper Mines Ltd. Η υδρομεταλλουργική αυτή επεξεργασία περιλαμβάνει την εκχύλιση του φτωχού μεταλλεύματος σε σωρούς με τη βοήθεια αραιού διαλύματος θειικού οξέος και τη βιοεκχύλιση, την αύξηση του περιεχόμενου χαλκού στο διάλυμα και την εξαγωγή του με οργανικό διαλύτη (solvent extraction) και την παραγωγή καθόδων χαλκού καθαρότητας 99,999% με τη μέθοδο της ηλεκτρανάκτησης. Από αυτή τη διαδικασία, που τερματίστηκε το 2019 λόγω της πλήρους εξάντλησης των οικονομικά εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων, παράχθηκαν συνολικά γύρω στους 66.000 τόνους μεταλλικού χαλκού με συνεισφορά στην οικονομία της Κύπρου γύρω στα €232.000.000.
Από το 2017 ξεκίνησε στον χώρο του μεταλλείου η παραγωγή χρυσού και αργύρου από την εκμετάλλευση φτωχού μεταλλεύματος χρυσού που είχε εξορυχθεί παλαιότερα και δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί οικονομικά στο παρελθόν, καθώς και η επεξεργασία απορριμμάτων ή και χρυσοφόρων μπάζων που βρίσκονται σε άλλες μεταλλευτικές περιοχές της Κύπρου με περιεκτικότητα γύρω στα 0,8 ppm σε χρυσό. Για την ανάκτηση του χρυσού εφαρμόζεται η μέθοδος της εκχύλισης του χρυσού σε σωρούς μεταλλεύματος με τη βοήθεια αραιού διαλύματος κυανιούχου νατρίου, η προσρόφηση του χρυσού και του αργύρου που περιέχεται στο κυοφορούν διάλυμα από ενεργό άνθρακα και η παραγωγή κράματος χρυσού - αργύρου με την εκρόφησή τους από τον άνθρακα και την ηλεκτρανάκτησή τους.
Εντός του 2019 μεταφέρθηκαν στο μεταλλείο της Σκουριώτισσας τα απορρίμματα της μονάδας παραγωγής χρυσού που λειτούργησε τη δεκαετία του 1930 πλησίον της κοινότητας Μιτσερού, στα οποία υπήρχαν υπολείμματα κυανίου και προκαλούσαν ρύπανση των επιφανειακών και των υπόγειων νερών της περιοχής, ενώ εντός του 2020 ξεκίνησε η απόληψη μέρους των μπάζων από το μεταλλείο του Στρογγυλού (γνωστό ως νότιο μεταλλείο Μαθιάτη) προκειμένου να αξιοποιηθεί ο χρυσός που περιέχεται σε αυτά και εν συνεχεία αποκαταστάθηκε ο χώρος με τη δενδροφύτευσή του. Πλέον, οι εργασίες παραγωγής χρυσού και αργύρου έχουν ανασταλεί καθότι δεν υπάρχουν αδειοδοτημένα σημεία εκμετάλλευσης.
Η παραγωγή χαλκού έχει διακοπεί λόγω της εξάντλησης των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων φτωχού χαλκούχου μεταλλεύματος και οι εργασίες παραγωγής χρυσού και αργύρου έχουν ανασταλεί λόγω μη αδειοδοτημένων αποθεμάτων.
Οι νέες προοπτικές
Οι προοπτικές συνέχισης της λειτουργίας τού εν λόγω μεταλλείου είναι ευοίωνες, αφού από το 2021 η εταιρεία Hellenic Minerals Ltd έχει ξεκινήσει την παραγωγή θειικού νικελίου από μετάλλευμα νικελιούχου λατερίτη το οποίο εισάγεται από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από την Αφρική, με τη συμπερίληψη πρόσθετων σχετικών όρων στην υφιστάμενη μεταλλευτική μίσθωση της Σκουριώτισσας.
Το όλο έργο παραγωγής θειικού νικελίου, για το οποίο έχουν εκδοθεί όλες οι απαιτούμενες άδειες (περιβαλλοντική, μεταλλευτική, κ.ά.), αφορά την εισαγωγή περίπου 430.000 τόνων μεταλλεύματος νικελιούχου λατερίτη τον χρόνο, το οποίο τυγχάνει παρόμοιας υδρομεταλλουργικής μεθόδου επεξεργασίας που εφαρμοζόταν για την εκχύλιση χαλκούχου μεταλλεύματος και περιλαμβάνει την εκχύλιση του μεταλλεύματος σε σωρούς με τη βοήθεια αραιού διαλύματος θειικού οξέος, την εξαγωγή του νικελίου με οργανικό διαλύτη με τη μέθοδο solvent extraction και την παραγωγή θειικού νικελίου με τη μέθοδο της κρυσταλλοποίησης. Από την υδρομεταλλουργική αυτή επεξεργασία παράγεται θειικό νικέλιο, το οποίο εξάγεται από την Κύπρο και χρησιμοποιείται στη βιομηχανία κατασκευής μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Αποτελεί καθαρά εξαγωγική δραστηριότητα με σημαντικό ετήσιο ύψος εξαγωγών, που από τις εισφορές προς το κράτος μέσω φορολογιών, μισθώσεων, δικαιωμάτων και διάφορων ταμείων αποτελεί ασπίδα για την κυπριακή οικονομία.
Το μετάλλευμα μετά την εκχύλισή του θα χρησιμοποιείται για την περιβαλλοντική αποκατάσταση της περιοχής και την πλήρωση της εκσκαφής τού εν λόγω μεταλλείου. Η λειτουργία του μεταλλείου της Σκουριώτισσας τόσο για την παραγωγή χρυσού όσο και για την παραγωγή θειικού νικελίου, θα συνεχίσει να γίνεται με όλες τις απαραίτητες άδειες που προνοούνται από την κυπριακή νομοθεσία (Πολεοδομική Άδεια, Μεταλλευτική Μίσθωση, Άδεια Βιομηχανικών Εκπομπών και Άδεια Εγκατάστασης Εξορυκτικών Αποβλήτων). Έχει περάσει με επιτυχία την επιθεώρηση του Περιβαλλοντικού Συστήματος ISO14001 κατά το 2022. Σημειώνεται ότι, σε όλη την παραγωγική διαδικασία χρυσού, εφαρμόζονται όλες οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές (ΒΔΤ) για τη χρήση κυανίου που προνοούνται στη σχετική ευρωπαϊκή Οδηγία Διαχείρισης Εξορυκτικών Αποβλήτων, οι οποίες και αποτελούν το πλέον αποτελεσματικό και προηγμένο στάδιο εξέλιξης των δραστηριοτήτων και μεθόδων λειτουργίας, όσον αφορά την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του. Εφαρμόζονται επίσης όλες οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές (ΒΔΤ) για την παραγωγή θειικού νικελίου.
Για τον έλεγχο τήρησης των όρων των αναφερόμενων αδειών και την εφαρμογή των σχετικών νομοθεσιών που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος και των εργαζομένων, διενεργούνται τακτικές επιθεωρήσεις τόσο από την Υπηρεσία Μεταλλείων όσο και από το Τμήμα Περιβάλλοντος και το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, ενώ για την πιστή τήρηση των όρων αυτών και της περιβαλλοντικής αποκατάστασης του χώρου της μεταλλευτικής μίσθωσης, ο φορέας εκμετάλλευσης είναι δεσμευμένος με χρηματικές εγγυήσεις, το ύψος των οποίων είναι ανάλογο του κόστους της αποκατάστασης που επικαιροποιείται ανά πενταετία. Το μεταλλείο έχει πρόσφατα κερδίσει το βραβείο «Χρυσός Προστάτης του Περιβάλλοντος» από το Κυπριακό Κέντρο Περιβαλλοντικής Έρευνας και Εκπαίδευσης (ΚΥΚΠΕΕ) και το βραβείο «Καινοτομίας για τον Πρωτογενή Τομέα» από την Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ).
Εμορφία Κωνσταντινίδη
Γεωλόγος