Χώρα Σκοπέλου το οικιστικό αποτύπωμα μιας κοινωνίας καπεταναίων του Αιγαίου.
Παρασκευή Μαλακόζη Επιβλέπουσα διάλεξης: Γεωργία Μαρίνου Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τομέας Ι / Φεβρουάριος 2016
Θα ήθελα να ευχαριστήσω καταρχάς την επιβλέπουσα της διάλεξης μου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια κ. Γεωργία Μαρίνου, για την πολύτιμη βοήθεια, την καθοδήγηση και την υπομονή της. Οφείλω ευχαριστίες στον κ. Παναγιώτη Κεχριώτη, πολιτικό μηχανικό, για την παραχώρηση χαρτογραφικού υλικού και πληροφοριών για το νησί της Σκοπέλου. Ευχαριστώ τις φίλες και συμφοιτήτριες Στέλλα Στεργίου, για τη συνδρομή, τη συμπαράσταση και τις συμβουλές της, και Βασίλια Σαρρή για την παροχή στοιχείων και πληροφοριών. Ευχαριστώ επίσης τη φίλη Άννα Μαρία Κοπάνου για τη βοήθεια της στη συλλογή φωτογραφικού υλικού και την επιτόπια έρευνα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τέλος, την οικογένεια μου για την αγάπη και την υποστήριξη τους στις σπουδές μου όλα αυτά τα χρόνια.
Α. Εισαγωγή Α.1 Χώρα Σκοπέλου: γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία............................................ 6 Α.2 Το θαλάσσιο δίκτυο την ανατολική Μεσόγειο από το 13ο στο 19ο αιώνα.......... 8 Α.2.1 Εμπόριο: κατακτητές και ναυτικές δυνάμεις................................................. 9 Α.2.2 Η Σκόπελος μέσα στο μεσογειακό δίκτυο εμπορίου..................................... 12 Β. Οικιστική εξέλιξη Χώρας Β.1 Το κάστρο και ο οικισμός του................................................................................ 18 Β.2 Ο οικισμός εκτός του κάστρου.............................................................................. 21 Β.2.1 Κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο...................................................................... 27 Β.2.2 Ιστός οικισμού: άξονες κυκλοφορίας και οργάνωση σε γειτονιές................ 30 Β.2.3 Αρχιτεκτονική εικόνα..................................................................................... 38 _ Σκοπελίτικη κατοικία: τυπολογία, μορφές και επιρροές Γ. Αντί επιλόγου: Μια ανάγνωση των τελευταίων ιχνών ενός ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού χαρακτήρα στις Σποράδες που χάνεται................................................................. 54 Παράρτημα: Ιστορικοί χάρτες....................................................................................... 58 Βιβλιογραφία ............................................................................................................... 70 Εικονογραφικές Πηγές.................................................................................................. 74
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α_ εισαγωγή
«Όλην την νύκτα έπλεε το σκάφος με τα κύματα. Ο άνεμος είχε κοπάσει, και το απόγειον της νυκτός εφύσα ελαφρά! Το πρωί, με τα γλυκοχαράματα, ο πλοίαρχος εξημερώθη εις τον λιμένα της νήσου του. […] Οι δύο εκείνοι γιγαντοφυείς αδελφοί, ο Ώτος και ο Εφιάλτης, οίτινες είχον επιχειρήσει το πάλαι, ως διηγείται ο θείος Όμηρος, να βάλουν την Όσσαν επάνω εις τον Όλυμπον, και το Πήλιον επάνω εις την Όσσαν, διά να κάμουν σκάλαν ν' ανεβούν εις τον ουρανόν, όταν ήσαν παιδία ανήλικα ακόμη, εγύμναζον τούς βραχίονάς των παίζοντες εις τον αιγιαλόν κάτω. Έπαιρναν μικρά χαλίκια πλακαρά, ανάλογα με το ανάστημά των και έκαμναν «ψωμάκια», ρίπτοντες ταύτα εις την θάλασσαν, δια κυματοειδούς κινήσεως του πήχεος και της χειρός, ως διά σφενδόνης. Από τα χαλίκια εκείνα των δύο μικρών γιγάντων, τα οποία μετά πολλάς επιψαύσεις και πτήσεις επάνω εις τα κύματα, έπιπτον τέλος εις την θάλασσαν, από τα «ψωμάκια» εκείνα εφύτρωσαν και ανέθορον αι Σποράδες νήσοι αι κοσμούσαι το σμαράγδινον πέλαγος· η Σκίαθος, η Πεπάρηθος, η Αλόννησος, και τόσαι άλλαι.[…] Εις την δευτέραν των νήσων τούτων, την αλλάξασαν το όνομα, είχον αποβιβασθεί την εσπέραν της χθες οι δύο ναυτομαραγκοί...»
Παπαδιαμάντης, "Κοκκώνα θάλασσα" ή "Το γράμμα της πεθεράς"
εισαγωγή
Η νήσος Σκόπελος, η Πεπάρηθος των αρχαίων χρόνων αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο νησί του συμπλέγματος των Σποράδων, μετά τη Σκύρο. Συνδυάζει το απόκρημνο και βραχώδες στοιχείο των ακτών της με την ύπαρξη εύφορων εδαφών, παρουσιάζοντας έναν απρόσμενο συνδυασμό του πράσινου των πευκοδασών της και του σμαραγδένιου της θάλασσας. Η θέση της Σκοπέλου εντός του συμπλέγματος των Σποράδων αλλά και γενικότερα στο Αιγαίο, όπως και η εγγύτητα της με τη χερσαία Ελλάδα ήταν καθοριστικής σημασίας παράγοντες για την ιστορική και οικιστική εξέλιξη του νησιού. Ωστόσο, παρά την κοινή ιστορία, ανάπτυξη και εικόνα των νησιών των Β. Σποράδων, η Σκόπελος έχει συγχρόνως έναν τελείως δικό της ιδιαίτερο χαρακτήρα. Ο οικισμός της Χώρας παρουσιάζει, όπως τα περισσότερα νησιά, στενή διάταξη των κτισμάτων και απουσία ελεύθερων χώρων. Η αμφιθεατρική ανάπτυξη του οικισμού κατά μήκος της παραλιακής ζώνης, ακολουθεί την ανωφέρεια του βράχου, στον οποίο βρίσκονται τα απομεινάρια του κάστρου, με τις φιγούρες των σκοπελίτικων κατοικιών να διαμορφώνουν την κορυφογραμμή της Χώρας στον ορίζοντα. Σήμερα, σχεδόν στο σύνολο τους οι κατοικίες του οικισμού έχουν επιχρισθεί με ασβέστη και παρουσιάζουν τη γνωστή αιγαιοπελαγίτικη εικόνα. Όμως στη νησιωτική κοινή αυτή συγκρότηση, «ξεπηδά» μια κατ’ αρχήν μεγάλη διαφοροποίηση στη διαμόρφωση των κατοικιών: η κάλυψη τους με τετρακλινή στέγη με σχιστόπλακες. Στην παρούσα μελέτη, ξεκινώντας από αυτό το «περίεργο» για το νησιωτικό χώρο τυπολογικό, μορφολογικό και χρωματικό στοιχείο, άρχισα να αναλύω τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής του νησιού και ιδίως της πρώτης και ουσιαστικής εικόνας του, που έχει ο επισκέπτης με την άφιξη του στο λιμάνι της Χώρας. Τα στοιχεία αυτά κατέγραψα με τα πρόσθετα βιώματα που είχα καταγόμενη από την απέναντι χερσαία περιοχή, από το Βόλο. Η Σκόπελος, από το σύνολο των τριών νησιών στις Β. Σποράδες (μαζί με Σκιάθο και Αλόννησο), είναι το μόνο που διατηρεί έως σήμερα, αν και αλλοιωμένα, τα περισσότερα στοιχεία για το «δομημένο» παρελθόν του. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της, παρά το γεγονός ότι τείνει να εξαφανιστεί, διατηρεί ωστόσο κάποια στοιχεία που δεν υπάρχουν στην ευρέως γνωστή αρχιτεκτονική των νησιών του Αιγαίου. Στην εισαγωγική ενότητα εξετάζεται το πλαίσιο ανάπτυξης του νησιού και η θέση του στην εμπορική αλυσίδα των δυνάμεων που δραστηριοποιούνταν στο Αιγαίο και γενικότερα στη Μεσόγειο. Η ιστορική πορεία του νησιού έως και τους Βυζαντινούς χρόνους παρατίθεται για την απόκτηση μιας πιο συνολικής αντίληψης του ρόλου του 5
στις ελληνικές θάλασσες, συμπληρωματικά με αυτήν από την Ενετοκρατία και μετά, όπου και εντοπίζονται τα παλιότερα στοιχεία που διαμόρφωσαν τη νεότερη εικόνα της Σκοπέλου. Στη συνέχεια εξετάζεται η διαδικασία εξέλιξης του οικισμού της Χώρας, οι διαδοχικές φάσεις επέκτασης και η δομή του οικιστικού ιστού. Η Σκόπελος από μια μεσαιωνική τειχισμένη εγκατάσταση, μετατρέπεται με το πέρασμα του χρόνου σε μια ακμαία αστική πολιτεία εμπόρων και καπεταναίων. Μέσω του εντοπισμού και της ανάλυσης στοιχείων και μορφών της περιόδου ακμής στο εικ.1: θέση Σκοπέλου σημερινό δομημένο περιβάλλον του οικισμού και σε συνδυασμό με τη μελέτη της τότε κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης του νησιού, προκύπτει η αναγνώριση των επιρροών και συνθηκών που οδήγησαν στη σύνθεση της εικόνας ενός ηπειρωτικού οικισμού εγκατεστημένου σε νησί. Α.1 Σκόπελος: γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία Ξεκινώντας από το λιμάνι του Βόλου με το πλοίο της γραμμής ο ταξιδιώτης αντικρίζει κάποτε τις βραχώδεις ακτές της Σκοπέλου, την πρωτεύουσα του νησιωτικού συμπλέγματος των Σποράδων. Γεωγραφικά βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του βόρειου Αιγαίου, ανατολικά του Πηλίου ενώ απέχει από το λιμάνι του Βόλου απόσταση 60 ναυτικών μιλίων. Διοικητικά ανήκει στο Νομό Μαγνησίας και στη Περιφέρεια Θεσσαλίας ενώ ο πληθυσμός του νησιού, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ανέρχεται στους 4.960 κατοίκους. Το νησί παρουσιάζει έντονο ορεινό ανάγλυφο, με μέγιστο υψόμετρο τα 680μ και την παρουσία μεγάλων εκτάσεων δασών από πεύκα. Οι ακτές του νησιού είναι κατά κύριο λόγο βραχώδεις και απότομες με εξαίρεση τις παραλίες και τα τρία σημαντικότερα λιμάνια του νησιού: το κύριο λιμάνι της Χώρας Σκοπέλου, τον Πάνορμο, το λιμάνι της Γλώσσας και αυτό του Αγνώντα στα νότια του νησιού, το οποίο είναι πιο ασφαλές για την προσέγγιση πλοίων όταν στην περιοχή πνέουν βόρειοι άνεμοι. Το νησί στο οποίο, σύμφωνα με το μύθο, έζησαν οι γιοι του Διονύσου Στάφυλος και Πεπάρηθος, διαθέτει 6
εισαγωγή
ποικιλόμορφη ακτογραμμή μήκους 67 χιλιομέτρων και παρά το έντονα βραχώδες περιβάλλον, πλούσια βλάστηση όπου ευδοκιμεί η καλλιέργεια αμπελιών και δαμάσκηνων χάρη στο εύφορο κλίμα του νησιού. Το νησί σήμερα, όπως και στην αρχαιότητα, διαθέτει τρεις κύριους οικισμούς, τη Χώρα, τη Γλώσσα και το Κλήμα καθώς και μικρότερα χωριά όπως Παλιό και Νέο Κλήμα, Πάνορμος, Λουτράκι (επίνειο Γλώσσας) και Αθέατο. Η Χώρα της Σκοπέλου έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως παραδοσιακός οικισμός (13/11/78, ΦΕΚ 594/Δ/1311-78) και περιοχή φυσικού κάλλους. Βρισκόμενη εικ.2: Σκόπελος, οικισμοί νησιού στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού, είναι εγκατεστημένη στο μυχό του μεγαλύτερου και πιο προστατευμένου κόλπου του νησιού. Αποτελεί την έδρα του ομώνυμου Δήμου και με την παρουσία 3.000 μόνιμων κατοίκων αποτελεί τον μεγαλύτερο οικισμό του νησιού, ο οποίος κατοικείται σταθερά όλο το χρόνο. Εκτός από τη σύγχρονη παρουσία της Σκοπέλου στο νησιωτικό χώρο ως προσφιλής καλοκαιρινός προορισμός, το νησί έχει και σημαντική παρουσία στα ιστορικά και νεότερα χρόνια. Η αρχαιολογική σκαπάνη φέρνει στο φως ευρήματα που δείχνουν ότι το νησί κατοικείται από την πρώιμη και μέση φάση της μυκηναϊκής περιόδου (16ος14ος αιώνας π.Χ), όπως φανερώνουν ερείπια κτιρίων και τάφων στη θέση Στάφυλος. Η αρχαιολογική έρευνα που πραγματοποιήθηκε εκεί το 1936 από τον Ν. Πλάτωνα, έφερε στο φως μινωικά κτερίσματα τα οποία σε συνδυασμό με το όνομα της τοποθεσίας αποτελούν ένδειξη για τον αποικισμό της αρχαίας Πεπαρήθου από το μινωίτη Στάφυλο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης σύμφωνα με το μύθο. Κατά τους αρχαϊκούς και πρώιμους κλασικούς χρόνους η Πεπάρηθος αποικείται από τους Χαλκιδείς και γνωρίζει σημαντική ακμή διατηρώντας εμπορικές σχέσεις με κύρια λιμάνια του Αιγαίου και έχοντας δικό της νόμισμα. Το νησί διατηρεί την αυτονομία του μέχρι και την υποταγή του στη Α’ Αθηναϊκή συμμαχία, όπου συμμετέχει με την παροχή πλοίων και ναυτικής βάσης για το στόλο. Εκείνη την περίοδο, σε κείμενο του Θουκυδίδη για το σεισμό που έπληξε το νησί, αναφέρεται και η ύπαρξη δύο επιπλέον οικισμών εκτός αυτού που βρίσκονταν στη σημερινή θέση του κάστρου της Χώρας, του Πανόρμου και της Σελινούντος1. 1. Τα ερείπια και των δυο αυτών αρχαίων οικισμών σώζονται ακόμη και σήμερα, αν και χωρίς την ύπαρξη οργανωμένου αρχαιολογικού χώρου. Του Πανόρμου κοντά στο σημερινό ομώνυμο οικισμό και της Σελινούντος στο σημερινό Λουτράκι Γλώσσας.
7
Η περίοδος μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια έχει αφήσει υπολείμματα αρχαίων ναών και ιερών, γεγονός που επιβεβαιώνει την κατοίκηση του νησιού αλλά και την ευημερία του. Αναφορές στο νησί σημειώνονται επίσης και σε σχέση με την παραγωγή του ξακουστού «πεπαρήθιου» οίνου, το εμπόριο του οποίου κάλυπτε όλο το Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο και το οποίο άκμαζε έως και τους βυζαντινούς χρόνους. Κατά τα ρωμαϊκά χρόνια καθιερώνεται η ονομασία Σκόπελος και εκλείπει αυτή της Πεπαρήθου δια παντός, ενώ από πηγές1 γνωρίζουμε πως οι αρχαίοι οικισμοί του Πανόρμου και της Σελινούντος εξακολουθούν να κατοικούνται έως και τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους. Έπειτα ξεκινάει μια μακρά περίοδος πειρατικών επιδρομών και λεηλασιών στα νησιά των Σποράδων, λόγω αδυναμίας προστασίας της περιοχής από τη βυζαντινή εξουσία. Ο πληθυσμός επιστρέφει πλέον μόνιμα κατά το 13ο αιώνα υπό την κυριαρχία των Ενετών Ghisi2 για να ακολουθήσουν οι εναλλαγές στην κυριαρχία των Σποράδων μεταξύ Βυζαντινών και Ενετών έως το 1453 οπότε το νησί περνά οριστικά στα χέρια των Ενετών πριν την τελική κυριαρχία των Οθωμανών στο χώρο (1538). Ουσιαστικό γεγονός παραμένει πως τα νησιά των Β. Σποράδων υπό τη Βυζαντινή κυριαρχία διένυσαν μια οδυνηρή περίοδο λεηλασιών και αβεβαιότητας καθώς η χαλαρή βυζαντινή διοίκηση άφησε εκτεθειμένες όλες τις νησιωτικές κοινωνίες της εποχής με αποτέλεσμα την παρακμή τους, την οριακή επιβίωση τους καθώς και την ειρηνική και χωρίς αντίσταση αποδοχή από τους νησιώτες της εξουσίας και κατά συνέπεια προστασίας των Ενετών. Α.2 Το θαλάσσιο δίκτυο στην ανατολική Μεσόγειο από το 13ο στο 19ο αιώνα Η καίρια γεωγραφική θέση της Ελλάδας με το εκτενές ανάπτυγμα παραλίων αποτέλεσε αντικείμενο διαρκούς διεκδίκησης για την απόκτηση του ελέγχου στο θαλάσσιο χώρο της. Έτσι στα νερά της Μεσογείου έπλεαν ναυτικές δυνάμεις κρατών από την Ευρώπη και την Ασία, σε συνεχή σύγκρουση για τη διεκδίκηση του ελέγχου. Μέσα στη διεθνή διαμάχη για την επικράτηση και τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων, αναδύθηκε ακμαία η ελληνική ναυσιπλοΐα το 18ο αιώνα, μετά από μια μακρά περίοδο παραγκωνισμού, οπότε και η ενασχόληση με τη ναυτιλία επανέρχεται δυναμικά. 1. Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ.8. Αναφέρεται επίσης η ύπαρξη επιγραφής που χρονολογείται στα τέλη της ρωμαϊκής περιόδου, όπου γίνεται λόγος για κάποιον αρχιερέα της πόλης της Σελινούντος. 2.Προερχόμενοι από το μεγάλο ενετικό οίκο των βαρόνων Ghizi, ορίστηκαν ως άρχοντες των νησιών από τον επίσης Βενετό Marko Sanudo, ο οποίος τους παραχώρησε τη διοίκηση στις Β. Σποράδες. Με απόφαση της Βενετικής Δημοκρατίας, η κατάληψη των ελληνικών περιοχών το 13ο αιώνα ανατέθηκε σε ιδιώτες. Εκμεταλλευόμενος την παραπάνω απόφαση και προκήρυξη ο Marko Sanudo κατέπλευσε
8
εισαγωγή
Α.2.1 Εμπόριο: κατακτητές και ναυτικές δυνάμεις Το 13ο αιώνα η θαλάσσια κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο μοιράζεται μεταξύ των λατινικών δυνάμεων (Ενετοί και Γενουάτες) και του παρηκμασμένου πλέον Βυζαντίου. Με το πέρας της Δ’ Σταυροφορίας (1204), η κατάσταση στο Αιγαίο σταθεροποιείται με τους Ενετούς να κατέχουν τα περισσότερα νησιά καθώς και παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδας, ενώ οι Γενουάτες κυριαρχούν στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Τον 15ο αιώνα και με την επικράτηση των Οθωμανών, τα εδάφη της χερσαίας Ελλάδας και τα νησιά κοντά στις ακτές της Μ. Ασίας περνάν στην τούρκικη κυριαρχία, ενώ η Βενετία διατηρεί σταθερά υπό την εξουσία της την πλειοψηφία των προηγούμενων κτήσεων της (εικ.3). Οι απαρχές της ελληνικής ανάπτυξης στο Αιγαίο εντοπίζονται καταρχήν τον 18ο αιώνα σε ορισμένες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας1, όπου υπήρχε διαθέσιμο οικονομικό κεφάλαιο προς επένδυση. Η ακμάζουσα εμπορική δραστηριότητα που αναπτύσσεται προς την Κεντρική Ευρώπη και την Αδριατική, στη συνέχεια επεκτείνεται προς νησιωτικές περιοχές, μεταξύ άλλων και στη Σκόπελο, οδηγώντας το ελληνικό θαλάσσιο εμπόριο στο δικό του «χρυσό αιώνα», καλύπτοντας προορισμούς σε όλο τον κόσμο2. Η μετανάστευση, εσωτερική και εξωτερική, των πιο δυναμικών και δραστήριων στοιχείων του πληθυσμού προς περιοχές όπου δεν έφτανε η καταπίεση της τούρκικης διοίκησης, ήταν σημαντικός παράγοντας διότι έτσι δημιουργήθηκαν νέες εμπορικές εστίες που ακμάσαν χάρη στην απομάκρυνση από την επιρροή του κατακτητή. Θετικά συνέδραμαν επίσης και δυο συνθήκες ειρήνης μεταξύ της Τουρκίας και χωρών της Ευρώπης καθώς και με τη Ρωσία. Η πρώτη υπογράφηκε το 1698 στο Κάρλοβιτς της Κροατίας3 και η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774, η οποία εξασφάλισε στους Έλληνες έμπορους το δικαίωμα συναλλαγών χωρίς κίνδυνο σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης και της Ρωσίας. Η σταδιακή αποχώρηση της Βενετίας το 18ο αιώνα και προς κατάκτηση των ελληνικών νησιών. Ιδρυτής του Δουκάτου του Αιγαίου με έδρα τη Νάξο, κατέλαβε 21 νησιά μεταξύ των οποίων και η Σκιάθος, η Σκόπελος και η Αλόννησος. Βλ. Δ. Νασούλης, Σκόπελος, Ιστορική Μονογραφία, Αθήνα 1950, σ. 41 1.πχ Γιάννενα, Μοσχόπολη, Μέτσοβο κτλ. Η εμπορική δραστηριότητα και η μεγαλύτερη συγκέντρωση κεφαλαίου ξεκίνησε στην Ήπειρο και Δ. Μακεδονία, ως αποτέλεσμα των κύριων χερσαίων εμπορικών δρόμων μεταξύ Β. Ελλάδας και Κεντρικής Ευρώπης. 2. Βλ. Α. Ι. Τζαμτζής, Η ναυτιλία του Πηλίου στην Τουρκοκρατία, Αθήνα 1985, σ. 22,23 3. Η συνθήκη του Κάρλοβιτς υπεγράφη μεταξύ της Τουρκίας και των χωρών της Αυστρίας, Ρωσίας, Πολωνίας και Βενετίας. Οι όροι της συνθήκης που επέτρεπε το ελεύθερο εμπόριο μεταξύ των χωρών αυτών ευνόησε ιδιαίτερα μόνο τους Έλληνες, καθώς δεν υπήρχαν Τούρκοι έμποροι. Βλ. ομοίως με παραπάνω, σ. 13,14
9
ακόλουθα οι εσωτερικές αναταραχές που αντιμετώπισαν ευρωπαϊκές χώρες με μεγάλο μερίδιο στο εμπόριο της Ανατολής1 δημιούργησαν κενό στις θαλάσσιες μεταφορές, το οποίο οι Έλληνες έμποροι έσπευσαν να καλύψουν, αυξάνοντας τον εμπορικό ελληνόκτητο στόλο με τέτοιους ρυθμούς που «το 1813 το ελληνικό εμπορικό ναυτικό αυξήθηκε στον τεράστιο για την εποχή εκείνη αριθμό των 615 καραβιών που έφταναν τους 153.580 τόνους,…»2. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, έως τα μέσα του 18ου αιώνα οι Έλληνες είχαν πάρει σχεδόν ολοκληρωτικά στα χέρια τους το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο στην Ανατολική Μεσόγειο. Ελέγχοντας αρχικά το κύριο μέρος του εισαγωγικού εμπορίου, το 19ο αιώνα τα ελληνικά πλοία φτάνουν να προμηθεύουν με προϊόντα3 όλη τη Βαλκανική Χερσόνησο, τη Μαύρη Θάλασσα, την Αίγυπτο, τα νησιά του Αιγαίου, τα μεγάλα λιμάνια της ηπειρωτικής Ελλάδας και όλες τις χώρες που δραστηριοποιούνταν εμπορικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Με τη συγκέντρωση στο μεταξύ των απαραίτητων οικονομικών πόρων για τη δημιουργία στόλων ελληνικών εμπορικών πλοίων και με την ανυπαρξία ουσιαστικού οθωμανικού εμπορικού στόλου, εκτός των πλοίων που εφοδίαζαν την Κωνσταντινούπολη με σιτηρά, το ελληνικό στοιχείο βρήκε «ελεύθερο πεδίο» για να αναπτυχθεί. Ορισμένα από τα νησιά του Αιγαίου, μεταξύ των οποίων κι η Σκόπελος, εκμεταλλευόμενα τη θέση τους σε κάποιο από τα δίκτυα των δυνάμεων που επικρατούν καθώς και τα πλεονεκτήματα που πιθανά είχε το καθένα (παραγωγή προϊόντων, εγγύτητα σε πέρασμα ή χερσαία περιοχή) παρουσιάζουν ανάπτυξη των ναυτικών τους δραστηριοτήτων η οποία οδηγεί στην ευημερία τους αλλά και στη συνολική ανάδειξη του ελληνικού εμπορίου ως κυρίαρχο των μεταφορών στην Ανατολική Μεσόγειο κατά το 18ο και 19ο αιώνα. Όπως προκύπτει και από το στατιστικό πίνακα που συνέταξε ο Αδαμάντιος Κοραής4 το 1803, 1.Λόγος γίνεται εδώ για τη Γαλλία και την Αγγλία, των οποίων ο εμπορικός ανταγωνισμός στη Μεσόγειο εξαλείφθηκε λόγω της Γαλλικής επανάστασης και των αγγλο-γαλλικών πολέμων στη συνέχεια. Αν και οι παραπάνω χώρες διατηρούσαν εμπορικά πρακτορεία στα λιμάνια της Ανατολής, η εμπορική κίνηση τους ήταν σχεδόν μηδενική, όπως φαίνεται σε αναφορά του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Μασσαλίας προς τον Γάλλο υπουργό εσωτερικών: «…να στέλνουμε στην εξοχότητα σας κάθε μήνα ένα δελτίο γα την κατάσταση του γαλλικού εμπορίου στην Ανατολή, αλλά τέτοιο εμπόριο δεν υπάρχει», βλ. Α. Ι. Τζαμτζής, Η ναυτιλία του Πηλίου στην Τουρκοκρατία, Αθήνα 1985, σ. 20,21 2. Ομοίως με παραπάνω, σ.20. 3.Εξαγόμενα προϊόντα αποτελούσαν κυρίως τα πρωτογενή αγαθά της ελληνικής γης, όπως σιτηρά, λάδι, σταφίδα, τυρί, κρασί, βελανίδια, δέρματα, μετάξι και βαμβακερά νήματα. Αντίθετα, τα εισαγόμενα ήταν προϊόντα βιομηχανικής παραγωγής, όπως πχ τα υφάσματα. 4. Δ. Νασούλης, Σκόπελος, Ιστορική Μονογραφία, Αθήνα 1950, σ. 74
10
εισαγωγή
εικ.3: χάρτης κατανομής κτήσεων το 16ο αιώνα στον ελλαδικό χώρο [προσωπική επεξεργασία]
έως και τις αρχές του 19ου αιώνα η ελληνική ναυτιλία αποτελούσε ακμαίο οικονομικό κλάδο με σύνολο 569 πλοίων. Η ανάληψη μεγάλου μέρους του θαλάσσιου εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο από τους νησιωτικούς στόλους και η αδιαφορία της τούρκικης εξουσίας προς τις εμπορικές δραστηριότητες, ευνόησε τη σταθεροποίηση ειρηνικών συνθηκών στην περιοχή του Αιγαίου και την εξάπλωση της ναυτικής τέχνης σε όλο και περισσότερους υπόδουλους ναυτικούς τόπους. Μέσα σ’ αυτούς και η Σκόπελος, η οποία αναδείχθηκε σύντομα σε 11
ισχυρό ναυτικό τόπο1 κατέχοντας τη πέμπτη θέση στη στατιστική του Κοραή, ως προς το μέγεθος του στόλου της, καλύπτοντας προορισμούς σε Μαύρη Θάλασσα και Ευρώπη. Α.2.2 Η Σκόπελος μέσα στο Μεσογειακό δίκτυο εμπορίου Η Σκόπελος βρίσκονταν υπό την εξουσία Βενετών αρχόντων, υποτελών στο κράτος της Γαληνοτάτης, από το 1207 έως το 1538, με μια ενδιάμεση διακοπή όταν το νησί ανακαταλήφθηκε πρόσκαιρα από τους Βυζαντινούς. Στο πλαίσιο αυτό, το νησί αποτέλεσε ένα μικρό αλλά καίριο κρίκο στην εμπορική αλυσίδα της Βενετίας, διότι βρισκόταν κοντά στα παράλια της κεντρικής και βόρειας ηπειρωτικής χώρας, τα οποία ήταν υπό την εξουσία των Βυζαντινών και έπειτα των Οθωμανών, εξασφαλίζοντας έτσι τις εμπορικές σχέσεις με αυτά. Επιπρόσθετα, ως ενδιάμεσο πέρασμα εξασφάλιζε και την πορεία των ενετικών πλοίων προς το Βορρά για το εμπόριο με τον Εύξεινο Πόντο (εικ.5). Για τους λόγους αυτούς, αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης χαρτογράφων και γεωγράφων ήδη από το 15ο αιώνα, κατά τη σύνταξη των περίφημων νησολογίων. Η αξία αυτού του μικρού, αλλά με σημαντικό ρόλο σταθμού των Βενετών στην εμπορική γραμμή Βορρά- Νότου, φαίνεται και απ’ την συχνή καταγραφή του την εποχή των μεγάλων ποντοπόρων ταξιδιών και της ανάπτυξης της χαρτογραφίας. Πρώτος καταγράφει το νησί της Σκοπέλου, τη θέση του, εικ.4: η Σκόπελος σε χάρτη του Buondelmonti, 1420 το σχήμα του, τους οικισμούς και την τοπογραφία του, ο Φλωρεντινός Buondelmonti το 1420. Στους αφαιρετικούς χάρτες του αποτυπώνει σχηματικά το νησί, με ακρίβεια ωστόσο της τοποθεσίας του κάστρου και των ορεινών όγκων. Φυσικά ακολούθησαν αρκετοί ακόμα περιηγητές, με μεγαλύτερη ακρίβεια και περιγραφικότητα στις απεικονίσεις τους με κοινό στοιχείο να παραμένει σε όλους η καταγραφή της θέσης του κάστρου της Χώρας, των οικισμών και 1. Η στατιστική αναφέρει πως η Σκόπελος το 1803 κατέχει 35 πλοία με 525 ναυτικούς, βρισκόμενη στη πέμπτη θέση της κατάταξης πανελλαδικά, μετά τις νήσους Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, Γαλαξίδι και Άνδρο. Βλ. Δ. Νασούλης, Σκόπελος, Ιστορική Μονογραφία, Αθήνα 1950, σ.74 2. Hopf, C. (1873), «Exeunte de Negreponte- Constantinopoli, 1260», βλ. Α. Σάμψων, Σκόπελος, ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000, σ. 263
12
εισαγωγή
εικ.5: χάρτης δικτύου του Βενετικού θαλάσσιου εμπορίου [προσωπική επεξεργασία]
13
των όρμων του νησιού. Με την πλειοψηφία των τότε περιηγητών να προέρχεται από χώρες της νοτιοδυτικής Ευρώπης, συμπεραίνει κανείς πως η Σκόπελος είχε σημασία ως γεωγραφική θέση για τα δυτικά εμπορικά δίκτυα, κάτι που ενισχύεται και από το γεγονός ότι αναφέρεται σε επίσημο κατάλογο φρουρίων του 1260, ως έδρα ενετικής οχύρωσης1. Περνώντας το 1538 στην Οθωμανική κυριαρχία, η Σκόπελος απέκτησε σταδιακά, όπως και πλήθος άλλων ελληνικών νησιών, διοικητικά και θρησκευτικά προνόμια. Ως αποτέλεσμα υπήρξε η συγκέντρωση εκεί πληθυσμού από διάφορα μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ο οποίος σε συνδυασμό με τις παρεχόμενες ελευθερίες από την τουρκική διοίκηση και την εύφορη γη, συνέβαλε στην ακμή που γνώρισε το νησί κατά τις αρχές του 19ου αιώνα. Οι συνθήκες σταθερότητας που δημιουργήθηκαν με το πέρασμα στην οθωμανική κυριαρχία και της ευρύτερης περιοχής, όπως και η απαγόρευση διαμονής Τούρκων υπηκόων2 στο νησί, ευνόησαν την ευημερία και την ανάπτυξη εμπορικών δραστηριοτήτων. Με την δημιουργία στη συνέχεια στόλου ιδιόκτητου από τους νησιώτες, η θέση της Σκοπέλου ισχυροποιήθηκε μεταξύ του συνόλου των ναυτικών τόπων στο Αιγαίο αποφέροντας στους κατοίκους της οικονομική άνεση και πολιτιστική ανάπτυξη. Η σημαντικότατη θέση που κατείχε το νησί φαίνεται και από το ρόλο που διαδραμάτισε κατά την επαναστατική περίοδο2 με τη συμβολή του ως αγκυροβόλιο του επαναστατικού στόλου και με την συμμετοχή του στα διάφορα κινήματα με παροχή πλεούμενων και καταφυγίου για τους επαναστάτες. Το γεγονός ότι κατά το β' μισό του 17ου αιώνα, στη Σκόπελο υπήρχε έδρα ενετικού υποπροξενείου και ισχυρή παρουσία Γάλλων εμπόρων, πολλοί από τους οποίους κατοικούσαν εκεί3, δείχνει τη σημασία του νησιού για τους εμπορικούς δρόμους του Αιγαίου. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν δικαίωμα εγκατάστασης προξενείων σε λιμάνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο, ως αποτέλεσμα όρων που προέκυπταν από τη σύναψη συνθηκών υπό το καθεστώτος των «διομολογήσεων»4. Η ανάληψη του εμπορίου συνεπώς από τους Σκοπελίτες με την υποχώρηση των ξένων δυνάμεων, ήταν φυσική εξέλιξη. Η Σκόπελος είχε ουσιαστικά 1. Α. Σάμψων, Σκόπελος, ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000, σ. 281, του ιδίου, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ.122 2. Α. Σάμψων, Σκόπελος, ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000, , σ. 286-297, 307-318 3. Σύμφωνα με τον πλοίαρχο Ν. Κατσικογιάννη, η Σκόπελος είχε 30% μικρότερη δαπάνη κατασκευής σε σύγκριση με τη Σύρο. Βλ. ομοίως με παραπάνω, σ. 436 4. Στο διεθνές δίκαιο, συμβάσεις με τις οποίες οι υπήκοοι ενός ισχυρού κράτους αποκτούσαν δικαιώματα και προνόμια στο έδαφος ενός άλλου λιγότερου ισχυρού ή αναπτυγμένου κράτους, Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής, Τριανταφυλλίδης, http://www.greek-language.gr
14
εισαγωγή
το ρόλο του διαμετακομιστικού εμπορικού σταθμού, ωστόσο διαθέτει και τοπική παραγωγή την οποία εξάγει και γι’ αυτό το λόγο δεν αφανίστηκε από τον εμπορικό χάρτη, όταν το 18ο αιώνα αποχώρησαν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις από το εμπόριο στο νησί. Το εύφορο κλίμα ευνοεί ιδιαίτερα την καλλιέργεια των εδαφών καθώς και την ευδοκίμηση μεγάλων σε έκταση πευκοδασών, τα οποία αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για τους μικρούς αλλά ανταγωνιστικούς ταρσανάδες του νησιού. Η άσκηση από τους ντόπιους της ναυπηγικής τέχνης έφτασε σε τέτοια ακμή που το 19ο αιώνα στο νησί υπήρχαν 500 ναυπηγοί με παραγγελίες από πολλές περιοχές1. Μετά την προσάρτηση στο ελληνικό κράτος το 1830, η καλλιέργεια της γης επεκτείνεται2 και στην παραγωγή λαδιού, ελιάς, εσπεριδοειδών και φρούτων, δαμάσκηνων και άλλων ξηρών καρπών που έδωσε κάποια ώθηση στην οικονομία του νησιού πριν την επικράτηση του τουρισμού, από τη δεκαετία του ’80 και μετά, ως κύριο «εξαγώγιμο προϊόν».
εικ.6: ταρσανάς του 1934
εικ.7: παραγωγή δαμάσκηνων
Η Σκόπελος αποτέλεσε σημαντικό κόμβο για τις θαλάσσιες μεταφορές και σταθμό για τα εμπορικά πλοία χάρη στο μικρό αλλά πολλαπλά σημαντικό ρόλο της στα εμπορικά δίκτυα του Αιγαίου. Βρισκόμενη σε καίρια θέση, ανέπτυξε σημαντική ναυτική δραστηριότητα και άκμασε βασιζόμενη στην παραγωγή του τόπου, δημιουργώντας ως το 19ο αιώνα μια απ’ τις πιο ισχυρές ναυτικές οικονομίες της χώρας.
1. Συνεπώς, οι βάσεις για την εμπορική δραστηριότητα στη Σκόπελο είχαν τεθεί ήδη πολύ νωρίτερα απ’ ότι στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας που παρουσίασαν αργότερα ναυτική και οικονομική ακμή. 2. Δ. Νασούλη, Σκόπελος, Ιστορική Μονογραφία, Αθήνα 1950, σ. 80
15
1906
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β_ οικιστική εξέλιξη Χώρας
Η πρώτη περίοδος κατοίκησης στην περιοχή της Χώρας Σκοπέλου χρονολογείται στη μυκηναϊκή περίοδο, στην οποία ανήκουν τα παλιότερα λείψανα που βρέθηκαν. Οι ιστορικές πηγές και έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, υποδεικνύουν τη συνεχόμενη κατοίκιση της περιοχής ιστορικά και ενισχύονται από την ανακάλυψη σημαντικών ευρημάτων, όπως ο τειχισμένος οικισμός της αρχαίας Πεπαρήθου που τοποθετείται στην κλασική περίοδο. Πάνω σε αυτά τα τείχη χτίζονται μετέπειτα τα βυζαντινά, αλλά ο οικισμός που περικλείουν εγκαταλείπεται την περίοδο μεταξύ 9ου και 11ου αιώνα λόγω των πειρατικών επιδρομών, καθώς οι κάτοικοι καταφεύγουν στο ορεινό εσωτερικό του νησιού για μεγαλύτερη ασφάλεια και προστασία. Από την πρώτη περιόδο της Ενετοκρατίας στα νησιά το 13ο αιώνα, η Σκόπελος κατοικείται και πάλι αναπτύσσοντας μια όλο και εξελισσόμενη οικονομική δραστηριότητα, που οδήγησε στη μεγάλη ακμή του νησιού κατά την οποία οι Σκοπελίτες ναυτικοί διέθεταν δικό τους στόλο. Β.1 Το κάστρο
εικ.10: το κάστρο της Χώρας σε γκραβούρα, Schweiger Lerchenfeld
Ο οικισμός της Χώρας Σκοπέλου προστατεύεται από κάστρο για την άμυνα, κατά το παρελθόν, των κατοίκων ενάντια σε εχθρικές επιδρομές (εικ.11,12). Οι ορεινές εξάρσεις της Χώρας συγκεντρώνονται στα ΒΔ του οικισμού, ενώ προς τα νότια και ανατολικά το έδαφος παρουσιάζει πιο ήπιο ανάγλυφο. Το κάστρο της Σκοπέλου μαζί με τον πρώτο μυκηναϊκό οικισμό της Χώρας τοποθετήθηκαν εξαρχής στο στρατηγικής σημασίας, βορεινό άκρο του σημερινού οικισμού, στο σημείο όπου το έντονο ανάγλυφο της γης φτάνει έως τη θάλασσα, δημιουργώντας προς την εξωτερική πλευρά του κόλπου απόκρημνες και γι’ αυτό απρόσιτες πλαγιές. Αντίθετα, προς τα νότια το ορεινό 18
οικιστική εξέλιξη Χώρας
ανάγλυφο μειώνεται σταδιακά μέχρι την ακτογραμμή όπου έως πρόσφατα βρίσκονταν οι κύριες λιμενικές υποδομές του οικισμού. Έτσι η τοποθεσία που επιλέγεται ήδη από την αρχαιότητα για την οικοδόμηση του οικισμού είναι φυσικά οχυρή και παραμένει έως την Ενετοκρατία προφυλαγμένη με τείχη. Ενδεικτικά, σε κάθε περίοδο κυριαρχίας στη Σκόπελο πραγματοποιούνται επιδιορθώσεις ή επεκτάσεις επί των λειψάνων της προηγούμενης φάσης.
εικ.11: άποψη των τειχών από τα ΝΔ
εικ.12: απόκρυμνες ακτές στα βόρεια του κάστρου
Τα τείχη της τελευταίας κατασκευαστικής περιόδου έχουν πλάτος 80εκ. από αργολιθοδομή και είναι θεμελιωμένα πάνω στο προγενέστερο βυζαντινό τείχος. Το ενετικό κάστρο περιελάμβανε δυο περίβολους καθώς και τετράγωνους πύργους για την προστασία της πύλης, η οποία ενωνόταν με το λιμάνι στα νότια μέσω κύριου άξονα που παρά τις καταπατήσεις, διακρίνεται ακόμα στο σημερινό ιστό. Χτισμένο κατά την περίοδο κυριαρχίας των αδερφών Ghizi, το κάστρο αντιπροσώπευε την ενετική προστασία για τους νησιώτες και την ενετική θαλάσσια υπεροχή προς τις υπόλοιπες δυνάμεις της εποχής που διεκδικούσαν την κυριαρχία στο Αιγαίο1. Εντός των τειχών βρίσκονταν η εκκλησία του Αγ. Αθανασίου (11ος αιώνας), ενώ οι κατοικίες παρατίθενται γραμμικά σχηματίζοντας δρόμους παράλληλους στη μακρά πλευρά των τειχών (εικ. 18). Η τελευταία, εφαπτόμενη στα τείχη σειρά κατοικιών σχημάτιζε μια δεύτερη, εσωτερική ζώνη προστασίας. Με την επέκταση του οικισμού εκτός του κάστρου, οι νέες κατοικίες χτίζονται επίσης σε επαφή με το τείχος, ενσωματώνοντας το και εξαφανίζοντας τελικά 1. Η Σκόπελος αναφέρεται σε επίσημο κατάλογο φρουρίων της εποχής, ως έδρα ενετικής οχύρωσης (1260, Seceolo, βλ. Α. Σάμψων, Σκόπελος, ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000, σ. 263). Ο ίδιος ο Filippo Ghisi καυχιόνταν για το απόρθητο του κάστρου του νησιού, διαψεύστηκε όμως σύντομα.
19
τα όρια της τειχισμένης εγκατάστασης. Δυστυχώς δεν σώζονται στοιχεία σχετικά με την τοποθεσία της διοίκησης εντός του κάστρου ή της εγκατάστασης των Ενετών αρχόντων. Από την περίοδο της Ενετοκρατίας, δεν σώζονται σήμερα κατοικίες και δημόσια κτίρια, παρά μόνο το συγκρότημα της Επισκοπής και τμήμα των τειχών του Κάστρου. Η θέση που σήμερα βρίσκεται το μοναδικό σωζόμενο τμήμα των ενετικών τειχών (εικ.13), καταδεικνύει τα όρια του οχυρωμένου οικισμού της Χώρας, ο οποίος βρίσκονταν αρχικά και μέχρι το 16ο αιώνα εντός του οχυρού. Μέχρι και την οριστική κατάληψη των νησιών από τους Τούρκους το 1538, στην περιοχή επικρατεί ανασφάλεια λόγω των επιθέσεων, η οποία σε συνδυασμό με τις πειρατικές επιδρομές περιορίζει την κατοίκηση αποκλειστικά εντός του κάστρου, με όσο το δυνατόν λιγότερη έκθεση του εικ.13: το εναπομείναν τμήμα του τείχους οικισμού εντός. 1 Γενικά στις Σποράδες ο άρχοντας δεν ζει σε ιδιαίτερο οχυρό και το τείχος περιβάλλει και προστατεύει συνολικά τον οικισμό. Το κάστρο της Χώρας, προστατευμένο από φυσικές εξάρσεις της γης παρουσιάζει μόνο ένα ευάλωτο σημείο, επιτρέποντας στους αμυνόμενους την αποτελεσματική υπεράσπιση της περιοχής. Η τοποθεσία εκτός από στρατηγικό σημείο με ανεμπόδιστη εποπτεία του συνόλου του κόλπου, εξασφαλίζει και άμεση πρόσβαση των αμυνομένων στο βουνό για τη συνέχιση της προάσπισης των εδαφών τους ή την εύρεση καταφυγίου στο ασφαλές ορεινό εσωτερικό του νησιού. Οποιαδήποτε άλλη θέση στην περίμετρο του κόλπου δεν προσφέρει το συνδυασμό των πλεονεκτημάτων που έχει η συγκεκριμένη τοποθεσία, αυτών της άμεσης σύνδεσης με τη διαφυγή στο βουνό και της ύπαρξης προστατευμένου λιμανιού. Παρά το πέρασμα του χρόνου και την εναλλαγή κατακτητών, διαφορετικών πολεμικών στρατηγικών και τεχνικών, το ύψωμα στα βόρεια του σημερινού οικισμού, επιλέγεται κάθε φορά από τον εκάστοτε άρχοντα της περιοχής καθώς συνδυάζει ιδανικά την ασφάλεια και τη δυνατότητα υπεράσπισης των αμυνομένων ενάντια σε κάθε επίθεση από τη θάλασσα, με την ανεμπόδιστη θέαση, σύνδεση και διέξοδο προς αυτή.
1. βλ. για περισσότερα αναφορικά με την οχυρωματική παράδοση στα νησιά του Αιγαίου: Δ. Φιλιππίδη, Νησιά του Αιγαίου, Αθήνα 2003, σ.79, 263-4
20
οικιστική εξέλιξη Χώρας
Β.2 Ο οικισμός εκτός του κάστρου Το 1525 ο ρέκτορας (διοικητής) των Βενετών στις Σποράδες, G. Bembo αναφέρει στην αυτοβιογραφία του πως ίδρυσε προστατευμένο οικισμό στο νησί της Σκοπέλου και πως πλέον εκεί κατοικούν «…60 οικογένειες με 60 ζευγάρια βοδιών»1, γεγονός το οποίο πιθανά τοποθετεί νέες οικιστικές εγκαταστάσεις εκτός του Κάστρου. Από το 1525 και έπειτα2 αρχίζει η σταδιακή εξάπλωση του οικισμού εκτός των τειχών, προς το παλιό λιμάνι όπως μαρτυρούν και σχετικές πηγές, για να φτάσουμε στο 17ο αιώνα οπότε και αναφέρεται πως πλέον υπάρχει «πόλη μπροστά στην οποία τα πλοία μπορούν να αγκυροβολήσουν […]»3. Η συνεχής απειλή των επιθέσεων από τη θάλασσα που επικρατούσε τους προηγούμενους αιώνες, άρχισε σταδιακά να υποχωρεί στα τέλη του 16ου αιώνα και σ’ αυτό συνέβαλε καθοριστικά η εδραίωση της κυριαρχίας των Οθωμανών, ενώ η παροχή προνομίων4 στους νησιώτες δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για την ευημερία του τόπου. Ο πληθυσμός του τειχισμένου οικισμού, οι ψαράδες και οι καλλιεργητές της γης που χρόνια μέναν περιορισμένοι πίσω από τα τείχη, με την αλλαγή των συνθηκών κυριαρχίας στο νησί άρχισαν να εγκαθίστανται εκτός του κάστρου, κοντά στη θάλασσα επιδιδόμενοι πλέον χωρίς φόβο στις καθημερινές τους δραστηριότητες. Έτσι οι διαδοχικές φάσεις επέκτασης (εικ. 18,19) από τα τείχη του κάστρου έως το παλιό λιμάνι (φάση Α,Α’) διακρίνονται ακόμα στο εικ.14: ο άξονας προς το κάστρο 1. Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ.53 2. Το 1538 γνωρίζουμε για την καταστροφή των νησιών των Β. Σποράδων και την οριστική κατάληψη τους από τους Τούρκους. Από τότε και έπειτα, ξεκινά μια περίοδος σταθερότητας για τα νησιά που εξασφαλίζει τις απαραίτητες συνθήκες για την ανάπτυξη τους, οπότε και τοποθετείται χρονολογικά με σιγουριά η εκτός των τειχών επέκταση του οικισμού της Χώρας Σκοπέλου. 3. O.Dapper, «Description exacte de l’ Archipel, Amsterdam» 1703, βλ. Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ.117 4. Η τούρκικη διοίκηση παραχώρησε ορισμένα προνόμια σε νησιωτικές περιοχές και σε όσες ηπειρωτικές παρουσίαζαν κάποιο ιδιαίτερο εμπορικό ή οικονομικό ενδιαφέρον. Στην περίπτωση της Σκοπέλου, τα προνόμια που παραχωρήθηκαν ήταν η διατήρηση της επισκοπής στο νησί και η απαγόρευση διαμονής Τούρκων στα εδάφη της. Η διοίκηση του νησιού ρυθμίζονταν μεταξύ της άρχουσας τάξης των μεγαλοκτηματιών που εμφανίστηκε λίγο αργότερα.
21
σημερινό ιστό του οικισμού, τα όρια των οποίων προσδιορίζονται κατά προσέγγιση με βάση τις χρονολογίες οικοδόμησης μερικών από τις πολυάριθμες εκκλησίες της Χώρας. Στον ιστό της περιοχής κάτω από το κάστρο, είναι εμφανείς δυο κύριοι άξονες, παράλληλοι προς την ακτογραμμή, οι οποίοι πιθανά αποτελούν και τα όρια των ζωνών επέκτασης στις κυριότερες φάσεις εξάπλωσης του οικισμού. Χαρακτηριστικό του ιστού στη δεδομένη περιοχή αποτελεί η παραλληλία των δρόμων, κύριων και ορισμένων δευτερευόντων, προς τη θάλασσα/ τείχος του κάστρου. Δεν υπάρχουν πυκνώσεις στο δίκτυο των καλντεριμιών, αλλά παράλληλες ζώνες, γεγονός που δείχνει τον τρόπο επέκτασης προς τη θάλασσα (εικ.20).
εικ.15: η εκκλησία των Αγ. Αποστόλων
εικ.16: η Παναγιά του Πύργου
Η θεώρηση αυτή ενισχύεται και από την ύπαρξη χαράξεων κάθετων αξόνων προς την ακτογραμμή, οι οποίοι συνδέουν σημαντικά σημεία. Ο πρώτος στα νότια, συνδέει την εκκλησία των Αγ. Αποστόλων που χρονολογείται στον 11ο αιώνα, (εικ.15) με το σημείο όπου πρέπει να υπήρχε πύλη του κάστρου και το οποίο έως σήμερα καλείται από τους νησιώτες «Παλιόπορτα». Αντίστοιχα, στη βόρεια πλευρά του κάστρου, (εικ.14) κατά μήκος της απόκρημνης πλαγιάς η οποία λειτουργούσε ως φυσική άμυνα για τον οικισμό, αναπτύσσεται ένας εξίσου ευθύγραμμος άξονας ο οποίος συνδέει το βόρειο άκρο του κάστρου με την Παναγιά του Πύργου (εικ.16). Η ονομασία της εκκλησίας με το τοπωνύμιο «πύργος» σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και οι δυο ναοί βρίσκονται σε σχεδόν συμμετρικές ως προς την περιοχή του κάστρου, εξάρσεις της γης οδηγούν στο συμπέρασμα πως αυτοί οι δυο κύριοι άξονες συνέδεαν το κάστρο με τους πύργους παρατηρητήρια- φάρους που εξασφάλιζαν την προστασία του οικισμού αλλά και την ασφαλή προσέγγιση του λιμανιού. Παρά τις καταπατήσεις, είναι σαφής και ένας τρίτος άξονας, μέρος του οποίου σήμερα συνδέει την μητροπολιτική εκκλησία της Γεννήσεως 22
χάρτης επέκτασης οικισμού
οικιστική εξέλιξη Χώρας
15-16ος αιώνας
εικ.17: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
23
χάρτης επέκτασης οικισμού
17ος αιώνας
εικ.18: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
24
χάρτης επέκτασης οικισμού
οικιστική εξέλιξη Χώρας
17ος αιώνας και έπειτα
εικ.19: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
25
Φάσεις και τρόπος επέκτασης της Χώρας
εικ.20: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
26
χάρτης επέκτασης οικισμού
οικιστική εξέλιξη Χώρας
εικ.21: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
18ος αιώνας
27
του Χριστού (17ος αιώνας) με την πλατεία του παλιού λιμανιού, ο οποίος πρέπει να συνέχιζε ως τον περίβολο του κάστρου για τη σύνδεση του με το λιμάνι (εικ. 14). Συνεπώς, από τα παραπάνω συμπεραίνουμε πως η πρώτη κύρια φάση επέκτασης του οικισμού εκτός των τειχών είχε τη μορφή δακτυλίων που αναπτύσσονται ακολουθώντας τους τρεις άξονες σύνδεσης κάστρου-θάλασσας, με κέντρο τον πρωταρχικό οχυρωμένο οικισμό.
εικ.22: θέση επισκοπής- κάστρου
εικ.23: αεροφωτογραφία συγκροτήματος επισκοπής
Γνωρίζουμε πως ο οικισμός της Χώρας Σκοπέλου έως και το 16ο αιώνα, παραμένει εντός του κάστρου και αυτό οφείλεται κυρίαρχα στις βίαιες εναλλαγές της εξουσίας1 μεταξύ Ενετών και Βυζαντινών. Ωστόσο, σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το σημερινό οικισμό της Χώρας βρίσκεται ένα από τα εναπομείναντα μνημεία αμιγούς ενετικής αρχιτεκτονικής στο νησί, το συγκρότημα της Επισκοπής το οποίο χρονολογείται στο 15ο αιώνα2. Το γεγονός της κατασκευής τειχισμένου οικοδομήματος σε απόσταση από τον τότε υπάρχοντα οικισμό (εικ.22), ενισχύει τη πιθανότητα ύπαρξης περιοχής εγκατάστασης των Ενετών, εκτός της περιοχής του παλιού πυρήνα του κάστρου της Χώρας3. Πριν την Ενετοκρατία, στο κέντρο του περιβόλου υπήρχε παλαιοχριστιανικός επισκοπικός ναός4, στη θέση του οποίου χτίστηκε μεγάλη τρίκλιτη βασιλική του 1078. 1. Το 1207 έχουμε την απόσπαση των νησιών των Σποράδων από το Βυζάντιο και την προσχώρηση τους στο δίκτυο ενετικών αποικιών. Το 1276 ανακαταλαμβάνονται από τον Licario για λογαριασμό των Βυζαντινών, ενώ το 1453 επανέρχονται στην εξουσία των Ενετών όπου και παραμένουν έως το 1538. Aκολουθεί η Τουρκοκρατία που διαρκεί ως το 1830. 2. Α. Σάμψων, Επισκοπή Σκοπέλου : ένα υπαίθριο μουσείο, Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, τόμος Β΄, Βόλος 1973, σ. 267 3. Ας σημειωθεί εδώ, πως η απουσία οικιστικών ευρημάτων της ενετικής περιόδου, δικαιολογείται από την ολοσχερή καταστροφή που υπέστη το νησί με την οριστική λήξη της Ενετοκρατίας το 16ο αιώνα, καθώς και από την ερήμωση που ακολούθησε. 4. Ανδρέας Ξυγγόπουλος, Ο ναός της Επισκοπής Σκοπέλου, Αρχαιολογική Εφημερίδα, Αθήνα 1958, σ.188
24
οικιστική εξέλιξη Χώρας
Η βασιλική λειτουργούσε κατά την Ενετοκρατία ως επισκοπική εκκλησία1 και γι’ αυτό εκτιμάται πως το συγκρότημα χρησιμοποιούνταν από την άρχουσα τάξη της εποχής ως λατρευτικό κέντρο ή ήταν μοναστήρι. Την τάση απομάκρυνσης των αρχόντων από τα στενά όρια του κάστρου προς τις νότιες περιοχές, φαίνεται να ακολουθεί προς την ίδια κατεύθυνση και η επέκταση του οικισμού (φάση Β). Οι οριζόντιοι άξονες των καλντεριμιών, παράλληλοι στην ακτογραμμή, που προεκτείνονται προς τα νοτιοδυτικά έως το Φραγκομαχαλά, υποδεικνύουν την κατά μήκος του παραλιακού μετώπου ανάπτυξη του οικισμού (εικ. 20) στις περιοχές που έως σήμερα αποτελούν το εμπορικό και κοινωνικό κέντρο της Χώρας. Παρατηρείται συνεπώς, μια γραμμική επέκταση των οικιστικών εγκαταστάσεων που παρακολουθεί την όλο και αυξανόμενη εμπορική και οικονομική δραστηριότητα καθώς αναπτύσσεται σ’ όλη την έκταση της παραλιακής οδού από το 17ο αιώνα και μετά, χάρη στο θαλάσσιο δίκτυο μεταφορών που απελευθερώνεται σταδιακά. Το γεγονός πως η περιοχή του Φραγκομαχαλά παρουσιάζει συνδυασμό ονομασίας2 και μορφής ανάπτυξης (γραμμική) που παραπέμπουν σε δυτικές επιρροές, αποτελεί αναμφισβήτητα ένδειξη εγκατάστασης δυτικού τύπου. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες των κατοίκων, εκεί κατοικούσαν οι πιο εύπορες κοινωνικές ομάδες, κάτι που συμπεραίνεται και από τις αρχοντικές κατοικίες, εκ των οποίων οι παλιότερες που σώζονται σήμερα, είναι του 18ου αιώνα. Γνωρίζουμε πως έως τον 20ο αιώνα «επιβίωναν» ορισμένα κτίσματα με δυτικές επιρροές, όπως οξυκόρυφα τόξα στη στέψη των ανοιγμάτων, στις περιοχές Σοφαδάκια και Φραγκομαχαλάς3, δυστυχώς γκρεμισμένα σήμερα. Συμπληρωματικά η ύπαρξη της αρχοντικής κατοικίας Βακράτσα4 στην περιοχή του Αγ. Μιχαήλ, υποδεικνύει σαφώς πως κατά την περίοδο επέκτασης του οικισμού προς τα νότια (17ος -18ος αιων.) οι προαναφερθείσες περιοχές αποτελούσαν μία ενότηταγειτονιά με γραμμική ανάπτυξη, στην οποία κατοικούσαν τα πιο εύπορα στρώματα της τοπικής κοινωνίας. Από αναφορές περιηγητών μαθαίνουμε πως ήδη το 17ο αιώνα, η 1. Η διατήρηση επισκοπής στο νησί ήταν ένα προνόμιο που οι Ενετοί είχαν παραχωρήσει στους νησιώτες. Σήμερα τα κτίσματα των κελιών έχουν διαμορφωθεί σε ιδιωτική κατοικία. Βλ. Α. Σάμψων, Επισκοπή Σκοπέλου : ένα υπαίθριο μουσείο, Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, τόμος Β΄, Βόλος 1973, σ. 267 2. Η ενετοκρατία διήρκεσε στις Σποράδες ως το 1538, οπότε και δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες για επέκταση του οικισμού εκτός του κάστρου. Συνεπώς η ονομασία της περιοχής, αναφέρεται πιθανά στους δυτικούς (Γάλλους κυρίως) εμπόρους και προξένους που κατοίκησαν την περιοχή κατά το 17ο αιώνα, και όχι στους Ενετούς. 3. Α. Σάμψων, Η λαϊκή κατοικία στις Β. Σποράδες, Τόμος ΚΕ’, Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1983, σ. 40-41 4. Βακράτσας: όνομα σέρβικης καταγωγής που συναντάται σήμερα σε περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας. Αρχοντική οικογένεια του νησιού, απ’ την οποία κατάγονταν επιφανείς άνθρωποι του πνεύματος.
25
Σκόπελος διέθετε «μεγάλους εμπόρους που έχουν συναλλαγές με το Κάιρο και άλλα μέρη.»1, ενώ το 18ο γνωρίζουμε πως στο νησί υπάρχουν υποπροξενεία της Γαλλίας, Αγγλίας και Βενετίας2. Συμπερασματικά, η δεύτερη κύρια φάση επέκτασης του οικισμού τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 17ου αιώνα και έπειτα. Χωρικά αναπτύσσεται νότια του κάστρου και παράλληλα προς το παραλιακό μέτωπο (εικ. 19). Ακολούθως επεκτείνεται προς το εσωτερικό, διατηρώντας ευθύγραμμους και παράλληλους προς τη θάλασσα δρόμους. Γενικά η δόμηση χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ευχέρεια χώρου και μεγαλύτερα κτίσματα απ’ ότι στον παλιότερο οικισμό του Κάστρου. Όπως προαναφέρθηκε, η περίοδος που ακολουθεί από τα τέλη του 17ου αιώνα και μετά, χαρακτηρίζεται από μια όλο και αυξανόμενη ευημερία για το νησί, που ενισχύεται και από τις συνθήκες ασφάλειας στην περιοχή. Η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού3 κατά την τουρκοκρατία λόγω των εσωτερικών μεταναστεύσεων, οδήγησε σε περαιτέρω επέκταση του οικισμού. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει εδώ μόνιμη εγκατάσταση τούρκικου πληθυσμού προσελκύει κατοίκους κυρίως από βόρειες και κεντρικές περιοχές της Ελλάδας, που αναζητούν ελευθερία στον τρόπο διαβίωσης. Η συγκέντρωση πληθυσμών διαφορετικών παραδόσεων στο νησί είχε ως συνέπεια την αλλαγή στην παραγωγική δομή της Σκοπέλου. Αλλαγή που γίνεται εμφανής και μέσω της δομημένης παράδοσης του νησιού όπου παρουσιάζονται νέοι τύποι οικημάτων με σαφείς ηπειρωτικές επιρροές και οι οποίοι αναλύονται σε επόμενο κεφάλαιο. Σε τρίτη φάση, μετά από αυτές του 16ου και 17ου αιώνα αντίστοιχα, ακολουθεί η ανάπτυξη του δομημένου ιστού συμπληρωματικά στα όρια των προηγούμενων φάσεων, καθώς επεκτείνεται «οργανικά» προς το εσωτερικό (φάση Γ), καλύπτοντας αρχικά την περιοχή στα νοτιοδυτικά του κάστρου, γνωστή σήμερα με το όνομα «Πηγαδάκι». Χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελεί η διαφορετική συγκρότηση του ιστού κατά την τρίτη φάση επέκτασης με τη δημιουργία πυκνωμάτων γύρω από κέντρο που συνιστά η ύπαρξη βρύσης και εν προκειμένω ενός πηγαδιού. Ως «συνδετικός κρίκος» μεταξύ των περιοχών που αναπτύσσονται στη συνέχεια και των προγενέστερων, φαίνεται να χρησιμοποιείται συχνά η οικοδόμηση ενός ναού, γύρω από τον οποίο δημιουργείται 1. B. Randolf, “The present state of the islands in the Archipelago”, Oxford 1687,βλ. Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ.105 2.Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσ/νίκη 1997, σ. 12. Επίσης βλ. του ιδίου, Η λαϊκή κατοικία στις Β. Σποράδες, Τόμος ΚΕ’, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1983, σ.43 3. Από το 17ο αιώνα και μετά, παρατηρείται ένα όλο και αυξανόμενο εσωτερικό μεταναστευτικό ρεύμα από τις περιοχές όπου η καταπίεση του τούρκικου ζυγού είναι ιδιαίτερα έντονη, σε πιο δυσπρόσιτες περιοχές ή περιοχές που απολαμβάνουν κάποιων προνομίων. Τέτοιο παράδειγμα είναι και η περίπτωση της Σκοπέλου. Βλ. Α.Ι. Τζαμτζής, Η ναυτιλία του Πηλίου στην Τουρκοκρατία, Αθήνα 1985, σ.14-164.
26
οικιστική εξέλιξη Χώρας
στη συνέχεια η νέα εγκατάσταση. Συμπερασματικά, από τη μελέτη των σχετικών χαρτών (εικ.20,21) προκύπτει πως η τρίτη επεκτατική φάση πραγματοποιείται με την δημιουργία πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται η νέα περιοχή και στα όρια της οποίας τοποθετείται ένα νέο «σημείο ενδιαφέροντος». Σημείο που συνιστά κοινωνικό τόπο συγκέντρωσης (όπως οι εκκλησίες) και που λειτουργεί συνδετικά μεταξύ των περιοχών, ενώ δίνει παράλληλα και την κατεύθυνση για την επόμενη επέκταση. Συνολικά, στην επέκταση του οικισμού και την ανάπτυξη του εκτός των τειχών του Ενετικού κάστρου διακρίνονται τρεις φάσεις. Η πρώτη, κατά την οποία ο πληθυσμός του κάστρου επέκτεινε τον οικισμό δημιουργώντας διαδοχικές ζώνες κατοίκισης παράλληλα αλλά εκτός των τειχών, κατά μήκος του άξονα που πιθανά ένωνε την παλιότερη πύλη του κάστρου με το λιμάνι1 (φ. Α). Η δεύτερη φάση, που πιθανά εκτυλίχθηκε στα τέλη 17ου και αρχές 18ου αιώνα, είναι η επιλογή από την δυτικοκρατούμενη εύπορη τάξη του τόπου μιας νέας περιοχής για την εγκατάστασή της, κοντά στο κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας (παραλιακή ζώνη, φ.Β), εξυπηρετώντας έτσι και την «ανάγκη» γοήτρου και επίδειξης της κοινωνικής θέσης μέσω των επιβλητικών κατοικιών. Τρίτη και τελευταία, είναι η περίοδος επέκτασης του οικισμού προς το εσωτερικό στα δυτικά (φ.Γ), μέσω της ανάπτυξης μικρών οικιστικών κέντρων γύρω από ένα σημείο ενδιαφέροντος, το οποίο συνιστά η ύπαρξη εκκλησίας ή βρύσης. Τα κέντρα αυτά, σταδιακά και με την αύξηση του πληθυσμού επεκτάθηκαν ακτινωτά, έως ότου ενώθηκαν δημιουργώντας έναν ενιαίο οικισμό. Έως το 1970, η δομή και η έκταση του ιστού της Χώρας διατηρούνται αναλλοίωτες. Οι πιο πρόσφατες τάσεις επέκτασης του οικισμού μετά το 1970, φαίνεται να ακολουθούν τις κύριες οδικές αρτηρίες που οδηγούν έξω απ’ τον οικισμό προς τα νότια και δυτικά, επεκτείνοντας τα δομημένα όρια προς τον περιφερειακό δρόμο του οικισμού. Β.2.1 Κοινωνικό-οικονομικό πλαίσιο Οι κάτοικοι της Σκοπέλου παραδοσιακά είχαν οικονομική οργάνωση που περιελάμβανε κυρίαρχα δυο βασικούς τομείς: τη γεωργία και τις θαλάσσιες δραστηριότητες. Στο πλαίσιο της νησιωτικής ζωής και των περιορισμών που αυτή θέτει, ο ένας τομέας δρα συμπληρωματικά με τον άλλο, καθώς το θαλάσσιο εμπόριο και η εξέλιξη του βασίζονται στην μικρή αλλά αποδοτική καλλιέργεια της γης και την παραγωγή κρασιού. Κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας στο νησί (1207-1538), ο λιγοστός πληθυσμός που 1.Η ενασχόληση με τη θάλασσα και οι δραστηριότητες που σχετίζονται με αυτή κατέχουν πλέον όλο και σημαντικότερη θέση στη ζωή του νησιού. Έτσι δημιουργούνται εγκαταστάσεις σε εγγύτητα με την πηγή ανάπτυξης και εισοδήματος για τους κατοίκους.
27
κατοικεί στο νησί ζει με ό, τι προσφέρει η φύση καλλιεργώντας τη γη και απασχολούμενος με τη θάλασσα. Καθώς η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από αναταραχές στην περιοχή των Σποράδων, η ολιγάριθμη μόνιμη εγκατάσταση κατοίκων που δημιουργείται, αποτελείται από γεωργούς, ψαράδες, μοναχούς καθώς και από την άρχουσα τάξη των Ενετών. Ωστόσο, η κοινωνία της Σκοπέλου δεν αποκτά ουσιαστική διάρθρωση με ενδιάμεσες τάξεις, παρά μόνο με τον ερχομό της Τουρκοκρατίας και της ακμής που ακολούθησε χάρη στο θαλάσσιο εμπόριο. Με τη συγκέντρωση πλούτου και την εισαγωγή νέων ιδεών και αντιλήψεων, ο πληθυσμός χωρίζεται σε τρεις κύριες ομάδες με κριτήριο την επαγγελματική απασχόληση και συνεπώς την οικονομική ευχέρεια. εικ.24: Σκοπελίτες, Schweiger Lerchenfeld
Την άρχουσα τάξη του νησιού κατά το 18ο αιώνα, αποτελούσαν οι οικογένειες που κατείχαν τα μεγαλύτερα μερίδια τόσο στη «στεριανή» όσο και στη θαλάσσια ενασχόληση, οι μεγαλοκτηματίες και οι καραβοκύρηδες του νησιού. Οι μεγάλες και πλούσιες οικογένειες ήταν ουσιαστικά και η διοικούσα τάξη κατά την Τουρκοκρατία που αναλάμβανε να συγκεντρώσει και να πληρώσει τους ετήσιους φόρους στον κατακτητή. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αποτελούνταν από την κατώτερη τάξη στην οποία ανήκαν οι μικροκαλλιεργητές, εργάτες, ψαράδες και ναύτες που συνιστούσαν τα πληρώματα του εμπορικού στόλου. Η ανθηρή παραγωγή κρασιού και η ακμή της ελληνικής ναυσιπλοΐας οδήγησαν στην ενασχόληση όλο και μεγαλύτερου μεριδίου του πληθυσμού με τον τομέα του εμπορίου, η οποία με τη σειρά της οδήγησε στη δημιουργία της αστικής τάξης. Αποτελούσε τη ραχοκοκαλιά της οικονομικής δραστηριότητας στο νησί και εκπροσωπούνταν από εμπόρους και μαγαζάτορες. Μια τέταρτη αυτοτελή ομάδα αποτελούσε η τάξη της εκκλησίας με τους κληρικούς και τους πολυπληθείς μοναχούς του νησιού. Με τη λήξη της επανάστασης του 1821 η κοινωνική διάρθρωση του πληθυσμού της Σκοπέλου παρέμεινε ίδια, με εξαίρεση ίσως την άρχουσα τάξη στην οποία προστέθηκαν οι πλοιοκτήτες καθώς και οι διάφοροι πρόξενοι κι εμπορικοί αντιπρόσωποι που εγκαταστάθηκαν στη συνέχεια. Η οικονομική ακμή του νησιού, εκτός από την εμφάνιση της νέας κοινωνικής τάξης, επέφερε αλλαγές και στην υπόλοιπη κοινωνία και στο δομημένο περιβάλλον της, αλλάζοντας την νοοτροπία και τις συνήθειες των νησιωτών. Οι κάτοικοι της Σκοπέλου 28
οικιστική εξέλιξη Χώρας
υπήρξαν έως τότε παραγωγοί αγαθών που προορίζονταν για «εσωτερική» κατανάλωση και συνεπώς η τοπική κοινωνία χαρακτηριζόταν από αυτάρκεια. Από το 18ο αιώνα οπότε και ακμάζει το θαλάσσιο εμπόριο, σημειώνεται η εισαγωγή και εξαγωγή προϊόντων αλλάζοντας επακόλουθα και τις καταναλωτικές συνήθειες των νησιωτών. Η βελτίωση του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου1 των κατοίκων της Σκοπέλου ήρθε με τους ναυτικούς που έφεραν μαζί τους τα όσα θαυμαστά γνώρισαν, υλικά και κυρίως πνευματικά αγαθά, από τους τόπους που ταξίδεψαν. Παράλληλα όμως «εισήχθησαν» και νέες νοοτροπίες που οδήγησαν σε έντονο κοινωνικό διαχωρισμό των τάξεων του πληθυσμού. Η σαφής κοινωνική οργάνωση αποτυπώθηκε χωρικά με το διαχωρισμό του οικισμού σε περιοχές και με τους διαφορετικούς τύπους κατοικιών για κάθε τάξη. Η κοινωνική δομή της Σκοπέλου αποτελεί άμεσο αντίκρισμα της οικονομικής οργάνωσης του τόπου και αυτό επαληθεύεται από το γεγονός ότι οι τάξεις οι οποίες ήλεγχαν την παραγωγή και τη διανομή του ξακουστού «πεπαρήθιου» οίνου, ασκούσαν επίσης και τη διοίκηση του τόπου (ανώτερη τάξη).
εικ.25: Υδραίοι ναυτικοί, Friedel 1. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της γενικότερης ανάπτυξης και ακμής του νησιού κατά το 19ο αιώνα, ήταν η ανάδυση από την τοπική κοινωνία πλήθους ανθρώπων του πνεύματος -συγγραφείς, καλλιτέχνες, βουλευτές- οι οποίοι και συγκροτούσαν τις «πνευματικές συντροφιές» που οργανώνονταν στα αρχοντόσπιτα της Χώρας.
29
Β.2.2 Ιστός οικισμού: άξονες κυκλοφορίας και οργάνωση σε γειτονιές Ο ιστός του οικισμού μετά την τελευταία επέκταση του τον 18ο αιώνα, θα μείνει περίπου ο ίδιος μέχρι τη δεκαετία του ’60-70. Μετά από αυτή την περίοδο θα έχουμε μια νέα επέκταση στα ΝΔ του θαλασσίου μετώπου που έως τώρα οριζόταν σε βάθος τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων. Η νέα αυτή περιοχή επέκτασης του οικισμού που βόρεια ορίζεται από τη γνωστή ως «Νεότερη πλατεία Πλατάνου», δεν χαρακτηρίζεται από τη συνεκτική δομή που είχε ο προγενέστερος οικισμός σε όλη τη διάρκεια της εξέλιξης του μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Το τμήμα του οικισμού που εντάσσεται στα όρια του 1970 περιλαμβάνει κτίσματα που χρονολογούνται από το 18ο -19ο αιώνα και αποτελείται από 10 περιοχές-γειτονιές, τα όρια των οποίων σε πολλές περιπτώσεις συμπίπτουν με αυτά των διαδοχικών φάσεων επέκτασης του οικισμού από το 16ο αιώνα έως τα νεότερα χρόνια. Η αλλαγή του ιστού το 18ο αιώνα δεν περιορίστηκε μόνο στην αύξηση του, αλλά είχε και ένα νέο καθοριστικό στοιχείο στη συγκρότηση του. Πραγματοποιείται χωρική διάκριση των κοινωνικών στρωμάτων, αφού για πρώτη φορά με την οικονομική άνθιση θα διαιρεθεί η κοινωνία με σαφήνεια σε τάξεις. Έως το 18ο αιώνα, άσχετα με τη λίγο μικρότερη ή μεγαλύτερη οικονομική άνεση των κατοίκων, η μόνη διαφοροποίηση που υπήρχε αφορούσε στα μέλη της εξουσίας. Τα πιο λαϊκά και ασθενέστερα οικονομικά στρώματα που διαμορφώθηκαν, κατοικούν στις περιοχές κοντά στο Κάστρο και το παλιό λιμάνι (συνοικία Χριστού, Ψαριανού, Μόλος, Παλιόκαστρο), που ήταν και το παλιότερο τμήμα του ιστού της Χώρας. Χαρακτηρίζεται από πυκνή δόμηση εν σειρά, στενά δρομάκια, μικρές κατοικίες με έντονη την καθ’ ύψος ανάπτυξη, στενές ιδιοκτησίες και την απουσία ελεύθερων χώρων. Το ανώτερο κοινωνικό στρώμα των μεγαλοκτηματιών, πλοιοκτητών και προξένων κατά την περίοδο ακμής του νησιού από το 18ο αιώνα και εξής, κατοίκησαν στην περιοχή που ονομάζεται έως και σήμερα Φραγκομαχαλάς καθώς και στην περιοχή του Αγ. Μιχαήλ. Ο τόπος κατοίκησής τους βρίσκεται σε εγγύτητα προς το εμπορικό και οικονομικό κέντρο της εποχής και προσφέρει πιο ευρύχωρες και άνετες συνθήκες διαβίωσης. Ως αποτέλεσμα, στις περιοχές που αναπτύσσονται κατά μήκος της παραλιακής οδού, όπου πραγματοποιούνταν οι εμπορικές δραστηριότητες, σώζονται αν και με προσθήκες, αρχοντικές κατοικίες ακόμα και αυτήν την εποχή. Πίσω από τις αρχοντικές οικίες του Αγ. Μιχαήλ, στο τμήμα του οικισμού προς τα δυτικά, κατοικούσε η μεσαία κοινωνική τάξη που αποτελούνταν από τους γεωργούς και τις οικογένειες των μικρεμπόρων. Η ζώνη αυτή κατοικίας αποτελεί την τρίτη φάση επέκτασης του οικισμού και δημιουργήθηκε ακριβώς την εποχή οικονομικής ανάπτυξης του νησιού τον 18ο αιώνα, οπότε και είχαμε την εγκατάσταση μεταναστών από την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα. 30
οικιστική εξέλιξη Χώρας
εικ.26: περιοχές Χώρας [προσωπική επεξεργασία]
31 εικ.27: χωρικός διαχωρισμός ανά κοιν. τάξη [προσωπική επεξεργασία]
εικ.28,29: περιοχή Φραγκομαχαλά
εικ.30,31: περιοχή κάστρου και Χριστού
32
οικιστική εξέλιξη Χώρας
Η οργάνωση της κάθε επιμέρους περιοχής σχετίζεται με τον τρόπο δημιουργίας της κατά την επέκταση του οικισμού (τέλη 16ου έως 18ο αιώνα) και παραμένει η ίδια έως και σήμερα. Αν και οι συνθήκες διαβίωσης έχουν αλλάξει, ο ιστός του οικισμού δεν έχει υποστεί σημαντικές αλλοιώσεις στις περιοχές που αναπτύχθηκαν πριν το ‘70. Η συγκρότηση του ιστού διακρίνεται είτε σε γραμμική ανάπτυξη, είτε σε αθροιστική συγκέντρωση πυρήνων. Στην πρώτη περίπτωση καθοριστικής σημασίας είναι ο άξονας κυκλοφορίας και στη δεύτερη, σημεία συνάθροισης όπως η βρύση και η εκκλησία. Τα σημεία αυτά όταν βρίσκονταν στα περίχωρα προσέλκυαν γύρω τους οικιστικές εγκαταστάσεις. Γειτονιές της πρώτης κατηγορίας αποτελούν ο Φραγκομαχαλάς, αλλά και τα Σοφαδάκια στο κάτω μέρος τους, όπου βρίσκεται ο κεντρικός άξονας- αρτηρία. Άξονας αυτός καμπτόμενος ορίζει το άνω νότιο πέρας και της περιοχής του Αγ. Μιχαήλ περικλείοντας την κατ’ εξοχήν «καλή» συνοικία. Ο Φραγκομαχαλάς έχει γραμμική οργάνωση παράλληλη με το παραλιακό μέτωπο, οι δρόμοι είναι συγκριτικά πιο πλατιοί και οι κατοικίες μεγαλύτερες και πλουσιότερες. Η περιοχή αυτή ξεδιπλώνεται προς το «εσωτερικό» της Χώρας ανάμεσα σε δυο κύριες και αρκετά ευθύγραμμες οδούς, με παράλληλη προς την παραλία διάταξη. Οι ιδιοκτησίες με βάση τις οδούς, αναπτύσσονται αρκετά ελεύθερα και πυκνά με προσβάσεις από αδιέξοδα. Η κατηγορία των πυρήνων μπορεί να χωριστεί σε υποπεριπτώσεις ανάλογα με τον τύπο του κέντρου, σε περιοχές που οργανώνονται γύρω από πλατεία εκκλησίας, γύρω από πλάτωμα βρύσης και τέλος γύρω από πλατεία με αμιγή εμπορική χρήση, κάτι που όμως αποτελεί νεότερο φαινόμενο και δεν εντάσσεται στην παλαιά δομή του ιστού. Οι περισσότερες και παλιότερες περιοχές ανήκουν στην πρώτη υποπερίπτωση, κάτι που είναι φανερό και από την ονομασία της κάθε μιας (συνοικία Χριστού, Παναγιάς Παμελετίου, Τρεις Ιεράρχες, Αγ. Παντελεήμων, Αγ. Μιχαήλ), που δανείζεται από την εκάστοτε εκκλησία η οποία αποτελεί το κέντρο. Για παράδειγμα, στην περιοχή του Κάστρου γνωστή ως «Παλιόκαστρο», το κέντρο ορίζεται από τη μητροπολιτική εκκλησία της Γεννήσεως του Χριστού, γύρω απ’ την οποία χτίζονται μεταγενέστερα μικρότεροι ιδιωτικοί ναοί ως αφιερώματα, δίπλα στο σπίτι της κάθε οικογένειας ναυτικών. Δύο γειτονιές του 18ου αιώνα αναπτύσσονται με κέντρο πλάτωμα βρύσης, το Γυφτόρεμα και το Πηγαδάκι, ενώ είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα πλατώματα1 του οικισμού, 1. Οι κεντρικά διαμορφούμενες περιοχές, δίνουν στο χάρτη την εικόνα πλατωμάτων με ακτινωτή ανάπτυξη του δομημένου ιστού γύρω τους, θυμίζοντας μορφές που παραπέμπουν σε πλατείες άλλων περιόδων χρονικά και γεωγραφικά. Ωστόσο, δεν αποτελεί παρά την «φυσική» εικόνα εξέλιξης ενός οικισμού με επιμέρους κέντρα, ανά περιοχή.
33
με εξαίρεση αυτά των μεγάλων εκκλησιών (Παμελετίου, Χριστού, Αγ. Απόστολοι), είναι μικρών διαστάσεων και ακανόνιστου σχήματος. Τα πλατώματα αυτά διαφέρουν σημαντικά από την έννοια της «πλατείας», καθώς διατηρείται πιο ακανόνιστη μορφή που προκύπτει από την «συνάντηση» καλντεριμιών στο δεδομένο σημείο, παρά από οργανωμένο σχεδιασμό δημιουργίας ελεύθερου χώρου. Σε ότι αφορά την παλιότερη εγκατάσταση στην παραλία, αυτή ξεκίνησε με το ξωκλήσι του μικρού ψαράδικου λιμανιού αναπτυσσόμενη κατά τις δυο πλευρές εκατέρωθεν του παλιού άξονα που συνέδεε το λιμάνι με το κάστρο.
εικ.32: «Πηγαδάκι»
εικ.34: κύριος άξονας κυκλοφορίας στο Φραγκομαχαλά
εικ.33: πλάτωμα Τ. Ιεραρχών
34
οικιστική εξέλιξη Χώρας
_Χρήσεις-χωροθέτηση λειτουργιών Η κατανομή των λειτουργιών στον ιστό της Χώρας μας είναι γνωστή για τον 19ο αιώνα και έπειτα. Δυστυχώς δεν σώζονται πληροφορίες ή στοιχεία που να υποδεικνύουν σαφώς την οργάνωση των λειτουργιών του οικισμού στις προγενέστερες περιόδους. Γύρω στα 1810 γίνονται οι πρώτες προσπάθειες για την κατασκευή λιμενικών εγκαταστάσεων στο βόρειο τμήμα του κόλπου της Χώρας, κάτω από την περιοχή του κάστρου, όπου πιθανά βρίσκονταν και οι παλιότερες εγκαταστάσεις που εξυπηρετούσαν ως τότε τις θαλάσσιες δραστηριότητες του πληθυσμού. Πίσω από το σημείο αυτό διαμορφώνεται η γνωστή σήμερα με το όνομα «Παλιά πλατεία Πλατάνου», σε άμεση σύνδεση και σχέση με το λιμάνι και πάνω στον παλιότερο άξονα που κατέληγε εκεί, ξεκινώντας από την πύλη του κάστρου. Τον 19ο αιώνα ο άξονας αυτός συνδέει το εμπορικό κέντρο (λιμάνι και προβλήτα) με το θρησκευτικό που μεταφέρεται εκεί από το κάστρο το 17ο αιώνα, κάτι που άλλωστε σχετίζεται με τη φάση επέκτασης του οικισμού. Σταδιακά η εμπορική δραστηριότητα μετατοπίζεται με το πέρασμα του χρόνου και την κατασκευή του νέου λιμανιού1 τη δεκαετία του 1960, στα Σοφαδάκια με τα καταστήματα και τους πλανόδιους πωλητές, χωρίς βέβαια να απομακρύνεται τελείως από την παραλιακή ζώνη. Σήμερα το νέο λιμάνι και οι χρήσεις του εμπορίου, της διοίκησης, των υπηρεσιών και της ψυχαγωγίας βρίσκονται ακόμα εντός των περιοχών κατοίκησης της άρχουσας τάξης (Φραγκομαχαλάς, Αγ. Μιχαήλ), ενώ παράλληλα έχει επεκταθεί στην κεντρική αρτηρία που ενώνει το λιμάνι με τον περιφερειακό της Χώρας καθώς και κατά μήκος της παραλιακής οδού. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένες χρήσεις εστίασης που τοποθετούνται στην περιοχή του κάστρου, οι οποίες ωστόσο είναι εποχιακές και σαφώς ανήκουν στα τελευταία χρόνια της άκριτης περιόδου τουριστικοποίησης του νησιού. Ορισμένες περιοχές συνδυάζουν σήμερα την εμπορική χρήση με αυτή της κατοικίας σε μεγαλύτερο ή μικρότερο
εικ.35: κατασκευαστικά έργα, ΄60
1.Το 1940 ανατίθεται η μελέτη και κατασκευή του λιμανιού στην εταιρία Θαλασσίων και Υδραυλικών έργων ΕΡΘΑ, με επιβλέποντες τον Α. Ρώτα και το λιμενολόγο Σακελλαρόπουλο. Ωστόσο, η τελική μορφή του λιμανιού ολοκληρώνεται μόλις το 2002, με μελέτη του μηχανικού Π. Ευθυμίου. Βλ. ΔούλγερηΙντζεσίλογλου, Παλιούρας, Ξηντάρης, Από το λιμένα της Πεπαρήθου στο λιμάνι της Σκοπέλου, Σκόπελος 2004, σ. 19
35
βαθμό, ενώ οι περισσότερες παρουσιάζουν αποκλειστικά τη χρήση της κατοίκισης. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι περιοχές με μεικτές χρήσεις είναι αυτές που χωροθετούνται κατά μήκος της παραλιακής ζώνης. Αντίθετα, οι περιοχές προς το κάστρο και στα ΝΔ του, παρουσιάζουν αμιγή χρήση κατοίκησης με σποραδική και σημειακή την ύπαρξη εμπορίου, στη μορφή του συνοικιακού μπακάλικου. Αυτονόητα, οι περιοχές με γραμμικούς άξονες συγκεντρώνουν το εμπόριο από το 18ο αιώνα, ενώ οι εκείνες με κεντρική οργάνωση διατηρούν αναλλοίωτο τον «κλειστό» χαρακτήρα με τη διαμόρφωση στενών και ανηφορικών καλντεριμιών που σπάνια ακολουθούν ευθύγραμμη κατεύθυνση και την αμιγή λειτουργία κατοίκισης. Ακόμη συνεχίζει να ισχύει ο προϋπάρχων χωρικός εντοπισμός των πλούσιων κατοικιών (εικ. 27). Συνακόλουθα, υπάρχει διαφοροποίηση της αρχιτεκτονικής εικόνας, όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια. Σε πολλά παραδείγματα νησιωτικών οικισμών, όπως η Σκύρος, το εμπορικό και κοινωνικό κέντρο συμπίπτει με τον πρωταρχικό οικιστικό πυρήνα (κάστρο) ή με τον άξονα που τον συνέδεε με το αντίστοιχο σημείο ενδιαφέροντος1. Στην περίπτωση της Χώρας Σκοπέλου αυτό δεν ισχύει. Η παλιά συνοικία του κάστρου ήταν έως και το 17ο αιώνα το κέντρο του οικισμού με την μητρόπολη. Η ύπαρξη της πλατείας πάνω από το παλιό λιμάνι καθώς και του άξονα που φτάνει ως την εκκλησία του Χριστού και που πιθανά συνέχιζε ως το κάστρο, καταδεικνύουν τη χωροθέτηση εμπορίου στην παραλία. Το αρχικό λιμάνι συνέχισε να λειτουργεί στην ίδια θέση μέχρι το 1960. Η περιοχή στα Σοφαδάκια, πάνω στο όριο με το Φραγκομαχαλά που προσφέρει άμεση σύνδεση των θαλάσσιων και των χερσαίων μεταφορών και διατήρησε πάντα τη λειτουργία του τόπου συγκέντρωσης όλων των κεντρικών και οικονομικών λειτουργιών, αποτέλεσε τη νέα περιοχή εγκατάστασης των λιμενικών εικ.36: Σοφαδάκια, 1950 υποδομών.
1. Σε αρκετές περιπτώσεις νησιών, παρατηρείται η ύπαρξη ενός κύριου άξονα που συνδέει το ιστορικό κέντρο του οικισμού με το λιμάνι, την αγορά ή την συνοικία των αρχόντων. Η εγγύτητα με τη θάλασσα καθορίζει το είδος των λειτουργιών που συνδέονται μέσω της βασικής αρτηρίας του οικισμού, η οποία και διαμορφώνει εξαρχής τη δομή της οικονομίας στην κάθε νησιωτική περίπτωση. Βλ. Δ. Φιλιππίδης, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, Τόμος 1, Αθήνα 1995, σ. 188-191
36
οικιστική εξέλιξη Χώρας
εικ.37: χωροθέτηση εμπορίου στις αρχές 20ου
37 εικ.38: χωροθέτηση εμπορίου τον 21ο αιων.
B.2.3 Αρχιτεκτονική εικόνα _ Σκοπελίτικη κατοικία: τυπολογία, μορφές και επιρροές Η Σκόπελος παρουσιάζει έναν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα που δεν μοιάζει με αυτόν που γενικά έχουμε στο νου μας για την αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική. Στο σωζόμενο σήμερα ιστό μπορούμε ακόμη να διακρίνουμε στην κατοικία τρεις διαφορετικούς τύπους. 1. Κτίσματα με δυτικά στοιχεία Σήμερα από την περίοδο της Ενετοκρατίας (13ος-15ος αιώνας) δεν διασώζεται κανένα παράδειγμα οικιστικής αρχιτεκτονικής. Ωστόσο μπορούμε να αναγνωρίσουμε την αρχιτεκτονική εικόνα της περιόδου από τα μόνα σωζόμενα ενετικά κτίσματα στη Χώρα Σκοπέλου, το συγκρότημα της Επισκοπής, 2χλμ νότια του οικισμού, και τμήματα του τείχους του Κάστρου της. Το κτιριακό συγκρότημα της Επισκοπής αποτελείται από λιθόκτιστο περίβολο ,στο ανατολικό τμήμα του οποίου ενσωματώθηκε τοίχος επιβλητικού κτιρίου φρουριακής μορφής, το οποίο όμως έμεινε ημιτελές για άγνωστους έως τώρα λόγους. Στον τοίχο αυτό, διακρίνονται σαφώς οι δυτικότροπες επιρροές σε στοιχεία όπως τα οξυκόρυφα ανοίγματα απο πώρινα πλαίσια και η προβάλλουσα κατασκευή σε κιλλίβαντες με ανάγλυφες, δυτικότροπες «μάσκες». Μεταγενέστερα ακολούθησαν οι ενετικές προσθήκες που διαμόρφωσαν τη σημερινή εικόνα του κτίσματος και χρονολογούνται στο 15ο αιώνα. Το συγκρότημα σήμερα, εντός του περιβόλου περιέχει έναν μονόχωρο ναό του 16ου-17ου αιώνα στη θέση της παλιότερης
εικ.40: λεπτομέρεια φουρούσι
εικ.39: ανατολικό τμήμα περιβόλου επισκοπής
εικ.41: λεπτομέρεια ανοίγματος
38
οικιστική εξέλιξη Χώρας
βασιλικής , και πολλά προσκτίσματα. 1
2. Κατοικίες με επιρροές από την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα Στο νησί υπάρχουν κατοικίες που ανάγονται στο 18ο αιώνα και δημιουργήθηκαν με την εγκατάσταση προσφύγων που ήρθαν από την ηπειρωτική Ελλάδα, αναζητώντας εγκατάσταση μακριά από την τουρκική εξουσία. Έτσι στη Σκόπελο καταφεύγει μεγάλος αριθμός προσφύγων από Ήπειρο και Μακεδονία, καθώς και σιναφιών μαστόρων οι οποίοι μετέδωσαν την τέχνη τους στους ντόπιους. Τα κτίρια κατοικίας που κτίζονται τότε, αποτελούν ένα μεγάλο σε πλήθος κομμάτι των κτισμάτων του οικισμού με δυο βασικές μορφές: τις πέτρινες κατοικίες «κυβοειδούς» μορφής και τις κατοικίες που εμφανίζουν προεξοχή στον όροφο, σαχνισί. 2α) Κατοικίες «κυβοειδούς» μορφής Τα κτίρια αυτά μοιάζει να είναι τα λιγότερα εντός του οικισμού της Χώρας, ωστόσο αποτελούν τον τύπο κατοικίας με τη μεγαλύτερη χρονική παρουσία στο νησί. Τα περισσότερα από αυτά χρονολογούνται στα τέλη 18ου και τις αρχές 19ου αιώνα, και ανήκαν σε επιφανή μέλη της σκοπελίτικης κοινωνίας όπως σε πρόξενους, πλούσιους εμπόρους ή πλοιάρχους και ήρωες της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου. Οι κατοικίες αυτές εντοπίζονται διάσπαρτες στη Χώρα σε περιοχές όπως ο Φραγκομαχαλάς, η συνοικία Παναγιάς Παμελετίου και η συνοικία Χριστού. Ωστόσο μοιάζουν να είναι λιγότερες στην πιο παλιά και πυκνή περιοχή του παλιού λιμανιού του κάστρου και σε αυτή της πρώτης επέκτασης, στη συνοικία του Χριστού, όπου θα πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο να αποκτηθεί οικόπεδο. Πρόκειται για επιβλητικές κατοικίες με τρεις συνήθως ορόφους και ορθογώνια κάτοψη. Οι κατοικίες αυτές είναι λίθινης κατασκευής, με χρήση ξυλοδεσιών για τη συγκράτηση των τοίχων σε συνδυασμό με εμφανή μεταλλικά κλειδιά, ενώ σημειώνεται σε αρκετές περιπτώσεις η χρήση πορσελάνης ως συνεκτικό υλικό μεταξύ των λίθων. Οι εξωτερικές επιφάνειες των τοίχων αφήνονται ακάλυπτες με εμφανή τη λίθινη κατασκευή, ωστόσο εντοπίζονται κατοικίες όπου χρησιμοποιείται επίχρισμα για την κάλυψη του συνόλου των όψεων. Αυτός ο τύπος κατοικίας χαρακτηρίζεται «κυβοειδής» καθώς διατηρεί καθ’ όλο το ύψος του το ίδιο περίγραμμα όγκου. Διαθέτει ανοίγματα σε όλες τις στάθμες, τα οποία είναι ορθογωνικού σχήματος με πιο σπάνια την εμφάνιση στοιχείων όπως κυματοειδών γωνιακών λίθων στο πάνω μέρος, ξύλινων πρεκιών και ελαφρώς 1. Α. Σάμψων, Επισκοπή Σκοπέλου : ένα υπαίθριο μουσείο, Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, τόμος Β΄, Βόλος 1973, σ. 267-8
39
υπερυψωμένων τόξων. Τα ανοίγματα που βρίσκονται στη βάση της οικίας είναι λιγότερα και πιο μικρά, χαρακτηριστικά του «κλειστού» χαρακτήρα του τύπου. Μεταγενέστερα, τα ανοίγματα των ορόφων θα πρέπει να διανοίχθηκαν και συνδυάστηκαν με το στοιχείο του εξώστη, ο οποίος στηρίζεται σε πέτρινα ή μεταλλικά φουρούσια. Οι κατοικίες αυτού του τύπου διαθέτουν συνήθως μεγάλες αυλές με κήπο που περιβάλλονται από πέτρινο περίβολο και έχουν προστατευμένη είσοδο με «πύλη» (πρόκειται για βαριές, ξύλινες, δίφυλλες αυλόπορτες με παραστάδες και στέγαστρο), όμοια με αυτές της Στερεάς και Βόρειας Ελλάδας. Η κατοικία συνήθως τοποθετείται σε γωνία του οικοπέδου και αποτελεί μέρος του περίβολου, οπότε και διαθέτει μια ή δυο κύριες όψεις προς τους δρόμους που την περιβάλλουν. Στεγάζονται πάντοτε με στέγη ξύλινης κατασκευής και κάλυψης με σχιστόλιθο, όπως επιβάλει η οικοδομική παράδοση στην περιοχή αλλά και οι κλιματολογικές συνθήκες1. Καθ’ ότι οι κατοικίες αυτές είναι τις περισσότερες φορές ορθογωνικής κάτοψης, οι στέγες τους είναι τετράριχτες με γείσο με μικρές διαφοροποιήσεις στη μορφή του, επηρεαζόμενο από το μακεδονικό καμπύλο γείσο από σοφά, είτε από το τοπικό ιδίωμα με την οδοντωτή διάταξη λεπτών τούβλων ή την ξύλινη κάλυψη που συναντάται συχνά στο Πήλιο. Η εσωτερική διαρρύθμιση αυτού του τύπου των κατοικιών διακρίνεται συνήθως σε τρία τμήματα: το κεντρικό από το οποίο γίνεται η είσοδος στην κατοικία και βρίσκεται η κάθετη κίνηση μέσω της σκάλας που ενώνει τους ορόφους, και τα υπόλοιπα δύο εκατέρωθεν του, όπου τοποθετούνται τα δωμάτια της οικογένειας. Λειτουργικά, στην ισόγεια στάθμη τοποθετούνται όλες οι βοηθητικές, οικιακές χρήσεις όπως η κουζίνα, αποθήκες, οι χώροι υγιεινής. Στην πρώτη στάθμη, απ’ όπου και η κύρια είσοδος στην κατοικία, τοποθετούνται μια σειρά χώρων διημέρευσης και η δεύτερη στάθμη, το λεγόμενο «αβέρτο», αποτελείται από έναν μεγάλο, ενιαίο κύριο χώρο όπου βρίσκεται το επίσημο δωμάτιο του σπιτιού. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει και ένας ή περισσότεροι μικρότεροι, βοηθητικοί χώροι. Ο συγκεκριμένος τύπος, χαρακτηρίζεται από την αρχετυπική μορφή του κλείστού απλού ορθογώνιου και γι’ αυτό θα μπορούσε να πει κανείς ότι εντοπίζεται στην οικοδομική παράδοση πολλών περιοχών της Ελλάδας. Πλησιάζει περισσότερο τις «κυβοειδείς» κατοικίες των κεντρικών και βόρειων περιοχών και εμφανίζει αρκετά κοινά στοιχεία 1. Στις Β. Σποράδες έχει επικρατήσει η δικλινής ή τετρακλινής στέγη και όχι το δώμα, καθώς μια τέτοια κατασκευή θα αποδεικνύονταν επιζήμια κατά την ύπαρξη έντονων καιρικών φαινομένων. Σε περιόδους με βροχοπτώσεις και χιόνι τα φορτία της στέγης θα αυξάνονταν σημαντικά με κατάληξη την υποχώρηση της, ενώ οι ισχυροί άνεμοι που επικρατούν κατά καιρούς δικαιολογούν την επιλογή της σχιστόπλακας για την κάλυψη της στέγης, ως πιο βαρύ και ανθεκτικό υλικό.
40
οικιστική εξέλιξη Χώρας
με την πρωταρχική μορφή των μακεδονικών αρχοντικών του 17ου αιώνα με τον κλειστό χαρακτήρα και την πέτρινη κατασκευή. Ωστόσο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι πέτρινες κατοικίες της Σκοπέλου παρουσιάζουν ομοιότητες στη μορφή και με τη σκυριανή κατοικία, η οποία ανήκει στην κυκλαδική αρχιτεκτονική. Και οι δύο τύποι χαρακτηρίζονται από τη λιτή ορθογωνική κάτοψη της κατοικίας και την κατασκευή από πέτρα, με τη διαφοροποίηση ωστόσο στον αριθμό τον ορόφων και τον τρόπο στέγασης. Κοινό στοιχείο αποτελεί επίσης και η εσωτερική διαρρύθμιση με τον ενιαίο χώρο. Συνολικά, ο «κυβοειδής» τύπος κατοικίας ενσωματώνει στοιχεία τόσο της ηπειρωτικής Ελλάδας, όσο και της κοινής νησιωτικής αρχιτεκτονικής, προσαρμοζόμενα στις τοπικές συνθήκες και παραδόσεις.
εικ.43: κατοικία με περίβολο εικ.42: «κυβοειδής» κατοικία στο Φραγκομαχαλά
εικ.44
εικ.45: χαρακτηριστική αυλόπορτα του τύπου
41
εικ. 46: κάτοψη «αβέρτου»
εικ. 47: κάτοψη α’ στάθμης
εικ.48: κάτοψη ισογείου
42
οικιστική εξέλιξη Χώρας
2β) Κατοικίες με «σαχνισί» Ο τύπος αυτός κατοικίας είναι σύγχρονος χρονολογικά με τον προηγούμενο και πιο διαδεδομένος στη Χώρα της Σκοπέλου. Διαθέτει πιο εμφανείς τις επιρροές από τη βόρεια Ελλάδα και το γειτονικό Πήλιο χάρη στην ξύλινη προεξοχή του ορόφου. Ωστόσο με μια πιο λεπτομερή παρατήρηση διαπιστώνεται η ύπαρξη ιδιαίτερων χαρακτηριστικών. Οι κατοικίες αυτές συναντώνται σε όλες τις περιοχές της Χώρας, καθώς ο συγκεκριμένος τύπος αποδείχτηκε πολύ πρακτικός και κατάλληλος ως προς τις συνθήκες κατοίκησης που υπάρχουν στη Χώρα Σκοπέλου. Η έλλειψη χώρου και τα στενά δρομάκια επιτρέπουν τη δυνατότητα αύξησης του χώρου της κατοικίας μόνο καθ’ ύψος, κάτι που ο συγκεκριμένος τύπος επιτρέπει. Αλλά και σε επίπεδο κάτοψης, με τη χρήση των σαχνισιών αποδίδεται περισσότερος χώρος εντός της οικίας. Οι ιδιοκτήτες τους πιθανά ανήκαν στις μεσαίες κοινωνικές τάξεις. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των κατοικιών αυτών, όπως αναφέρθηκε, είναι η προεξοχή του πρώτου (και δεύτερου αν υπάρχει) ορόφου ως προς το ισόγειο, το οποίο σχηματίζει κλειστό πρόβολο, το λεγόμενο «σαχνισί». Στηρίζεται σε ξύλινους κιλλίβαντες με διαγώνιες αντιστηρίξεις. Η προεξοχή του προβόλου στα σκοπελίτικα σπίτια είναι σαφώς μικρότερη από των πηλιορείτικων και μπορεί να είναι είτε ορθογωνικής είτε τριγωνικής κάτοψης. Τα «φουρούσια» των σκοπελίτικων κατοικιών διαφέρουν από τα βορειοελλαδίτικα σαφώς καθώς είναι μικρότερα σε μέγεθος, όπως και οι προβάλλοντες χώροι, αλλά και ως προς τη διαμόρφωση, καθώς εμφανίζουν μορφές με πλούσιες λαξεύσεις. Οι κατοικίες αυτές αντλούν την τεχνογνωσία της κατασκευής τους από την ίδια «πηγή» με τα μορφολογικά τους στοιχεία: τις πηλιορείτικες και μακεδονικές κατοικίες. Έχουν πέτρινη, «κλειστή» κατασκευή στο ισόγειο, όπως τα κυβοειδή, ενώ οι όροφοι που προεξέχουν κατασκευάζονται με την τεχνική του τσατμά, δηλαδή πυκνός, ξύλινος σκελετός ο οποίος γεμίζεται με πλίνθους σε διάταξη ψαροκόκαλου ή μικρές πέτρες και άλλα ελαφρά υλικά. Η τελική επιφάνεια σοβατίζεται και καλύπτει εξολοκλήρου τη ξύλινη κατασκευή. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο τύπος αυτός δεν παρουσιάζει εξώστες, όπως επίσης το γεγονός ότι τα ανοίγματα του ορόφου είναι πολύ περισσότερα, κυρίως για λόγους ελάφρυνσης των φορτίων της προεξέχουσας κατασκευής των ορόφων. Τα ανοίγματα και σε αυτή την περίπτωση έχουν ορθογώνιο σχήμα, αλλά εμφανίζονται μεγαλύτερα απ’ ότι στον προηγούμενο τύπο της «κυβοειδούς» κατοικίας. Η στέγαση είναι όμοια με αυτή του προηγούμενου τύπου με κάλυψη από σχιστόπλακες, ενώ το γείσο διαμορφώνεται είτε με ξύλινη κάλυψη της προεξοχής της στέγης, ή αφήνοντας εκτεθειμένα τα δοκάρια της στέγης, είτε με ξύλινη, καμπύλη κάλυψη που τελικώς σοβατίζεται. 43
Η εσωτερική διαρρύθμιση των κατοικιών αυτών εξαρτάται από τον αριθμό των ορόφων που διαθέτουν. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει μόνο ένας όροφος πάνω από το ισόγειο ο εσωτερικός χώρος είναι πιο περιορισμένος, ενώ πάντα συναντάται πατάρι που διαχωρίζει τη στάθμη του ισογείου σε δυο επίπεδα με την ύπαρξη συχνά και υπογείου. Στην ανώτερη στάθμη τοποθετείται πάντα ο επίσημος χώρος του σπιτιού, ο οποίος χρησιμοποιείται από την οικογένεια και ως χώρος ύπνου, ενώ στην υποκείμενη στάθμη βρίσκονται οι βοηθητικές λειτουργίες της κουζίνας, των χώρων υγιεινής και οι αποθήκες. Όταν η κατοικία διαθέτει δυο ορόφους ή και υπόγειο οι χρήσεις του ανώτερου και του κατώτερου πατώματος διατηρούνται ίδιες, ενώ στο ενδιάμεσο τοποθετούνται οι χώροι διημέρευσης της οικογένειας.
εικ.50: τυπική κατοικία με σαχνισί
εικ.49:κατοικία με τριγωνικό σαχνισί
εικ.55: τυπική διαμόρφωση φουρουσιών
εικ.56: τύποι φουρουσιών
44
οικιστική εξέλιξη Χώρας
εικ.51: κάτοψη α’ στάθμης εικ.54: εγκάρσια τομή
εικ.52: κάτοψη ισογείου
εικ.53: κάτοψη υπογείου
45
3. Κατοικίες με ξύλινο εξώστη Οι κατοικίες αυτής της κατηγορίας εμφανίζονται στο νησί στα μέσα του 19ου αιώνα και αποτελούν εξέλιξη του προηγούμενου τύπου κατοικίας με «σαχνισί», ως αποτέλεσμα της ανάγκης για υπαίθριο, ιδιωτικό χώρο των κατοίκων του πυκνοδομημένου οικισμού της Χώρας. Οι κατοικίες αυτές είναι οι πιο διαδεδομένες και εμφανίζονται χρονολογικά μετά τους δυο προηγούμενους τύπους. Ανήκουν στα μικρομεσαία στρώματα του πληθυσμού της Χώρας και εντοπίζονται ιδιαίτερα στις περιοχές που χαρακτηρίζονται από πυκνή δόμηση, όπως αυτές νότια και δυτικά του κάστρου. Όπως είναι προφανές, κύριο χαρακτηριστικό αυτού του τύπου κατοικίας, που προέκυψε από τις ανάγκες μιας εξελισσόμενης αστικής κοινωνίας, είναι το μπαλκόνι που εκτίνεται συνήθως σε όλο το μήκος της όψης. Σύμφωνα με μελετητές1, η εξέλιξη αυτή στο σαχνισί της κατοικίας τροφοδοτήθηκε από την αλλαγή της οικονομίας και της κοινωνίας του νησιού από αγροτική –αλιευτική σε αστική με έντονη εμπορική δραστηριότητα. Ο κλειστός ξύλινος πρόβολος του ορόφου που υιοθετείται αρχικά από τους κατοίκους του νησιού, στη συνέχεια τροποποιείται και αποκτά υπαίθριο χαρακτήρα με τη μορφή ξύλινου, στεγασμένου εξώστη. Τα μπαλκόνια αυτά είναι πάντοτε ξύλινα και στηρίζονται συνήθως σε φουρούσια του ίδιου υλικού, ενώ εμφανίζονται στεγασμένα με αυτοτελές στέγαστρο ή με συνέχεια της στέγης της κατοικίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εξώστες αυτοί περιλαμβάνουν στο ένα άκρο τους, το χώρο υγιεινής ο οποίος εδώ τοποθετείται εκτός του κύριου όγκου της κατοικίας. Οι κατοικίες με ξύλινο εξώστη συναντώνται στον οικισμό σε μικρές παραλλαγές μεταξύ τους. Ο πρωταρχικός και πιο απλός τύπος, είναι των κατοικιών που διαθέτουν ισόγειο και όροφο και χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των οικημάτων στην προκείμενη κατηγορία. Ακολουθούν οι κατοικίες που εμφανίζουν ημιυπόγειο και πέτρινη, εξωτερική σκάλα που οδηγεί στην είσοδο του σπιτιού στην πρώτη στάθμη, ενώ το ξύλινο μπαλκόνι εμφανίζεται στη δεύτερη. Και τέλος, οι κατοικίες που διαθέτουν τρεις στάθμες (ισόγειο και δυο ορόφους) με μπαλκόνια είτε και στους δυο υπερκείμενους ορόφους, είτε μόνο στο δεύτερο. Η κατασκευή σε κάθε υποπερίπτωση δεν διαφέρει από αυτή του προηγούμενου τύπου, καθώς και εδώ έχουμε λίθινη κατασκευή στον ισόγειο χώρο και ελαφρύτερη από τσατμά στις υπερκείμενες στάθμες. Τα ανοίγματα διατηρούν τις ίδιες αναλογίες με τον προηγούμενο τύπο με το σαχνισί, είναι ορθογωνικού σχήματος και με ξύλινα κουφώματα. Οι στέγες διαθέτουν επίσης τη 1. Γ. Κίζης, Βόρειο Αιγαίο και Σποράδες, Νησιά του Αιγαίου, Αρχιτεκτονική, Αθήνα 2003, σ.86
46
οικιστική εξέλιξη Χώρας
χαρακτηριστική κάλυψη από σχιστόλιθους, ενώ η διαμόρφωση του γείσου εμφανίζεται με τις γνωστές παραλλαγές: ξύλινη καμπύλη κάλυψη με σοφά, προεξέχοντα δοκάρια οροφής ή οδοντωτή διάταξη λεπτών πλίνθων. Καθώς ο τύπος αυτός συναντάται στις συμπαγείς, παλιότερες περιοχές του οικισμού, σπάνια εμφανίζεται με ταυτόχρονη ύπαρξη αυλής. Πολλές φορές τα σπίτια έχουν μεσοτοιχίες και μοιράζονται την ίδια στέγη, γεγονός που δείχνει τους κανόνες συμβίωσης αλλά και την πρακτική όψη της κατασκευής σε πνεύμα οικονομίας. Εσωτερικά, πρόκειται για μονόχωρα κτίσματα τα οποία διαχωρίζουν τις λειτουργίες της κατοικίας καθ’ ύψος. Έτσι η στάθμη της εισόδου, που είναι συνήθως στο ισόγειο, χωρίζεται σε επιμέρους χώρους διαφορετικής στάθμης με ξύλινο πατάρι, απ’ τους οποίους οι χαμηλότεροι παραλαμβάνουν τις βοηθητικές λειτουργίες των αποθηκών, υπογείου κτλ. Ο ενδιάμεσος χώρος, η λεγόμενη «παραστιά1» δέχεται τη λειτουργία της κουζίνας ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις διαθέτει τζάκι. Από αυτή την ενδιάμεση στάθμη υπάρχει δεύτερη σκάλα που οδηγεί στον όροφο του «αβέρτου» ο οποίος παραμένει ενιαίος, χωρίς διαχωρισμό σε μικρότερους χώρους. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν δυο στάθμες πέραν του ισογείου, στην πρώτη βρίσκονται οι χώροι ύπνου και στη δεύτερη το «αβέρτο», ο επίσημος χώρος του σπιτιού. Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο τύπος αυτός κατοικίας κάνει την εμφάνιση του κατά την περίοδο ανάπτυξης εμπορικής και οικονομικής δραστηριότητας στο νησί. Έτσι σε ορισμένες περιπτώσεις τα κτίσματα της προκείμενης υποκατηγορίας διαμορφώνονται κατάλληλα ώστε το ισόγειο να δεχτεί χρήσεις εμπορίου, ενώ ο όροφος είτε χρησιμοποιείται ως αποθηκευτικός χώρος, είτε διατηρεί τη χρήση του ως κατοικία.
εικ.57: με εξώστη στην α’ στάθμη
εικ.58:εξώστης και στις δυο στάθμες
47
εικ.59: με εξωτερική σκάλα
εικ.61: τομή
εικ.60:κάτοψη α’ στάθμης
εικ. 62: κάτοψη ισογείου
εικ.63: γείσο με οδοντωτή διάταξη λεπτών τούβλων
εικ.64: κατοικία με ισόγειο και όροφο
48
οικιστική εξέλιξη Χώρας
εικ.65: με εμφανή δοκάρια οροφής εικ.66: με ξύλινη κάλυψη
εικ.67: με σοβατισμένη καμπύλη κάλυψη
4.Κατοικίες με νεοκλασικές επιρροές Οι κατοικίες αυτής της κατηγορίας χαρακτηρίζονται από τα στοιχεία της «επίσημης» ελληνικής αρχιτεκτονικής που καθιερώθηκε με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους και εμφανίζεται στο νησί γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι μορφές του νεοκλασικισμού «εισήχθησαν» στο νησί από την ανώτερη τάξη του πληθυσμού, την περίοδο που οι κάτοικοι της Σκοπέλου απέκτησαν τη δυνατότητα να επισκέπτονται την πρωτεύουσα και γυρνώντας θέλησαν να μεταφέρουν κάτι από την εικόνα που αντίκρισαν εκεί. Υπάρχουν νεοκλασικές οικίες που χτίζονται εξαρχής. Ωστόσο η πιο συχνή περίπτωση είναι η μεταλλαγή του κυβοειδούς τύπου με την προσθήκη νεοκλασικών στοιχείων. Οι κατοικίες αυτές συναντώνται συχνότερα στις συνοικίες του Φραγκομαχαλά, της Παναγιάς Παμελετίου καθώς και κατά μήκος της παραλιακής οδού. Κυριότερα χαρακτηριστικά αυτού του τύπου είναι οι δύο ή περισσότεροι όροφοι, οι εξώστες με τα μαρμάρινα ή μεταλλικά φουρούσια, τα ακροκέραμα στη στέγη και οι παραστάδες στα ανοίγματα τα οποία μεγαλώνουν, η συμμετρία της όψης και οι κομψές δίφυλλες θύρες με τα διακοσμητικά μεταλλικά στοιχεία. Πρόκειται για λίθινης ή μεικτής κατασκευής κτίσματα με πέτρες και τούβλα. Η στέγαση γίνεται συνήθως με τετράριχτη σκεπή με κάλυψη από σχιστόπλακες ή πιο σπάνια από κεραμίδια, ενώ έχουμε και την εμφάνιση ελάχιστων κτισμάτων του τύπου αυτού με δώμα. Στον οικισμό της Χώρας Σκοπέλου δεν υπάρχουν αμιγή νεοκλασικά κτίσματα, με ελάχιστες ίσως εξαιρέσεις κτισμάτων τα οποία οικοδομήθηκαν στις αρχές του 1900 στη θέση παλιότερων οικημάτων. Η εσωτερική οργάνωση των χώρων δεν διαφέρει ουσιαστικά από αυτή των προηγούμενων τύπων, με τη χωροθέτηση των βοηθητικών λειτουργιών στη χαμηλότερη στάθμη και 49
του επίσημου χώρου στην ανώτερη, καθώς όπως αναφέρθηκε ήδη πρόκειται για κτίσματα νησιωτικού χαρακτήρα που ενσωμάτωσαν στοιχεία του νεοκλασικού ρυθμού της Αθήνας. Ο νεοκλασικισμός στη Σκόπελο δεν αποτελεί τρόπο σκέψης του κατοίκου και δεν ριζώνει όπως στη Σύρο ή τη Μυτιλήνη. Εδώ οι καπεταναίοι και οι πλούσιοι κάτοικοι του νησιού διατηρούν τα σπίτια τους και προσθέτουν λίγα μόνο στοιχεία από την αρχιτεκτονική της πρωτεύουσας για να τα εξωραΐσουν.
εικ.68: νεοκλασικό στην παραλιακή οδό του 1900
εικ.69: με νεοκλασικά στοιχεία
εικ.70: με νεοκλασικά στοιχεία
Αν και τόπος νησιωτικός, η Σκόπελος διαθέτει αρχιτεκτονική έκφραση η οποία δίνει την εικόνα ορεινών οικισμών με σαφείς αρχιτεκτονικές μορφές που εντοπίζονται στην ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτή η ιδιαίτερη εικόνα που παρουσιάζει ο δομημένος ιστός της Χώρας την τοποθετεί τυπολογικά σε μια ιδιαίτερη ομάδα, όπου ανάλογα στοιχεία απαντούν στη Σάμο και τη Μυτιλήνη. Η εγγύτητα με τη στεριά, οι μεταναστεύσεις πληθυσμών αλλά και οι στενές σχέσεις, εμπορικές και πολιτιστικές, με το απέναντι κομμάτι ηπειρωτικής γης, επηρέασαν την αρχιτεκτονική εικόνα των παραπάνω νησιών. Αν και η Σκόπελος δεν παρουσιάζει κτίσματα ανάλογου πλούτου και μεγαλοπρέπειας όσο αυτά των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, αντλούν ωστόσο και τα δυο τις καταβολές των στοιχείων του δομημένου ιστού τους από ανάλογες πηγές.
50
χάρτης κατανομής τύπων κατοικίας
εικ.71: προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο Παρθενιάδη
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ_ αντί επιλόγου
Μια ανάγνωση των τελευταίων ιχνών ενός ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού χαρακτήρα στις Σποράδες, που χάνεται. Ολοκληρώνοντας την παρούσα μελέτη, σημασία θα πρέπει να δοθεί στη μοναδικότητα του αρχιτεκτονικού ιδιώματος της Σκοπέλου και στην ανάδειξη της ως τόπου ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής κληρονομίας. Μια κληρονομιά που πρέπει να προστατευθεί και να προβληθεί και σε καμιά περίπτωση να «κρυφτεί» πίσω από ένα επίκτητο, τουριστικό προσωπείο. Όπως προκύπτει από την ανάλυση των τύπων κατοικίας και των κατασκευαστικών χαρακτηριστικών που παρουσιάζει η Χώρα Σκοπέλου, είναι σαφές πως η αρχιτεκτονική της επιρρεάζεται εν πολλοίς από ιδιώματα που απαντούν στο χερσαίο ελλαδικό, ορεινό χώρο, όπως της Δυτικής Μακεδονίας και Θεσσαλίας. Ωστόσο, η Σκόπελος επιδεικνύει μια πρωτοτυπία στην έκφραση και ενσωμάτωση των κοινών αυτών στοιχείων, παρουσιάζοντας μια ιδιαίτερη τελική εικόνα με απόλυτα τοπικό χαρακτήρα. Η ακμή που γνώρισε η Σκόπελος μέσω της παραγωγής και εξαγωγής κρασιού, αλλά και η στρατηγική θέση της στον εμπορικό χάρτη του Αιγαίου, ήταν ο καταλύτης που έκανε ορατά τα αποτελέσματα της όσμωσης των διαφορετικών στοιχείων που έφτασαν εκεί. Οι διαφορετικές παραδόσεις που εμφανίστηκαν σε κοινό έδαφος αποτυπώθηκαν χωρικά με τη συνύπαρξη των ιδιαίτερων νησιωτικών- πηλιορείτικων χαρακτηριστικών στις κατοικίες με τους γνωστούς ξύλινους εξώστες. Ακόμη και τα νησιώτικα εκείνα σπίτια που δέχθηκαν μεταγενέστερα τις νεοκλασικές επιρροές της πρωτεύουσας, συμβάλλουν στη διαμόρφωση του ιδιαίτερου χαρακτήρα του νησιού, το οποίο «ανάθρεψε» καπεταναίους και καραβοκύρηδες που ταξίδεψαν τα σκοπελίτικα πλοία σε όλο το μήκος και πλάτος του Αιγαίου και του Εύξεινου Πόντου. Σήμερα το δομημένο τοπίο της Σκοπέλου παρουσιάζει μια διπλή αρχιτεκτονική εικόνα, την οποία η ιστορία και οι γεωπολιτικές συνθήκες διαμόρφωσαν σε ένα ξεχωριστό νησιωτικό ιδίωμα. Το ιδίωμα αυτό καλύφθηκε χάριν «συμμόρφωσης» με τα νεοτερικά και ακολούθως τουριστικά στερεότυπα που «αντιπροσώπευαν» την «παράδοση» στην αιγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική. Ωστόσο, η μερικώς επιβληθείσα εικόνα που προσδόθηκε στο νησί αγνοώντας τα στοιχεία της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Σκοπέλου, καλύπτει παρά μόνο επιφανειακά την παράδοση που επιβιώνει ακόμα κάτω από τον ασβέστη και αρκεί λίγη μόνο προσοχή και σημασία για να αναδειχθεί και αναβιώσει αυτή η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική παράδοση που κάνει τη Σκόπελο μοναδική μέσα στο σύμπλεγμα των Σποράδων και το δυτικό Αιγαίο. 54
εικ.72: Σκόπελος 1950
55
Παράρτημα_ ιστορικοί χάρτες
εικ 73.: η Σκιάθος και η Σκόπελος, Buondelmonti 1420
58
εικ.74: Σκιάθος και Σκόπελος, Dalli Sonetti 1485 εικ.75: λεπτομέρεια, κόλπος Χώρας Σκοπέλου
59
εικ.76: Bordone 1528
60
εικ.77: Antonio di Millo, 1591
61
εικ78.: Boschini , 1658
62
εικ.79: Alain Mallet, 1683
63
εικ.80: Dapper, 1688
64
εικ.81: Piacenza, 1688
65
εικ.82: Vander Aa, 1729
66
εικ.83: Choisel- Gouffier, 1778
67
Βιβλιογραφία
1. Ρέα Λεωνιδοπούλου-Στυλιανού, Μακρινίτσα : η εξέλιξη ενός οικισμού μέσα στο χώρο και το χρόνο, Διατριβή, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 1982 2. Ρέα Λεωνιδοπούλου-Στυλιανού, Πήλιο, Αθήνα 1988 3. Γιάννης Κίζης, Πηλιορείτικη οικοδομία : η αρχιτεκτονική της κατοικίας στο Πήλιο από τον 17ο στον 19ο αιώνα, Αθήνα 1995 4. Α. Σάμψων , Σκόπελος, ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000 5. Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσσαλονίκη 1997 6. Φώτης Αρ. Δημητρακόπουλος, Παπαδιαμάντης και Σκιάθος : φωτογραφίες από το αρχείο Merlier / Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα 1991 7. Γιάννης Προκόβας, Αμπελάκια : το λίκνο του Συνεταιρισμού, Αθήνα 1982 8. Δημήτρης Κωνσταντάρας – Σταθαράς, Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Μαγνησία : Βόλος-Νέα Ιωνία, Πήλιο, Αλμυρός, Βελεστίνο, Σκιάθος-Σκόπελος-Αλόννησος, Ν. Ιωνία Μαγνησίας 2008 9. Δημήτρης Φιλιππίδης (επιμελητής), Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, Τόμος 1,6,7,8, Αθήνα 1995 10. Δημήτρης Φιλιππίδης (επιμελητής), Νησιά του Αιγαίου : αρχιτεκτονική, Αθήνα 2003 11. Αναστασία Διαμ. Διαμαντοπούλου, Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική στα νησιά του Αιγαίου, Αθήνα 1999 12. Marc Held, Σπίτια της Σκοπέλου : επισημάνσεις σε μια λαϊκή αρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη 1993 13. Σπύρος Ασδραχάς, Αναστάσιος Τζαμτζής, Τζελίνα Χαρλαυτή (επιμελητές), Ελλάδα της θάλασσας, Αθήνα 2004 14. Αργ.Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου, Δ. Παλιούρας, Α. Ξηντάρης, Από τον λιμένα της Πεπαρήθου...στο λιμάνι της Σκοπέλου, Βόλος 2004 70
15. Α. Σαμψών Αδαμάντιου, Σκόπελος : ιστορική και αρχαιολογική αφήγηση, Αθήνα 2000 16. Δημοσθένης Γ. Νασούλης, Σκόπελος (η αρχαία Πεπάρηθος) : Ιστορική μονογραφία, Αθήνα 1950 17. Ειρήνη Βοστάνη-Κούμπα, Λέσβος, Αθήνα 1982 18. Μ. Γρ. Ζαγορησίου, Γ. Ν. Γιαννουλέλλης, Παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Λέσβου, Αθήνα 1995 19. Α. Ι. Τζαμτζής, Η ναυτιλία του Πηλίου στην τουρκοκρατία : μια άγνωστη πτυχή της νεώτερης ναυτικής μας ιστορία , Αθήνα 1970 20. Απόστολος Δ. Παπαθανασίου, Η Μαγνησία και το Πήλιο στον ύστερο μεσαίωνα : (1204-1423), Βόλος 1998 21. Α. Γ. Κρασανάκης, Ναυτική Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Αθήνα 2008 22. Νίνα Κεσίσου, Η Αρχιτεκτονική του Εσωτερικού Χώρου στην Παραδοσιακή Μακεδονική Κατοικία και η Σχέση της με την καθημερινή ζωή και τις Λειτουργικές Ανάγκες των Ενοίκων, Ερευνητική Εργασία, ΑΚΤΟ, Μάιος 2011 23. Κ. Αδαμοπούλου, Η εξέλιξη του Εμπορίου και της Ναυτιλίας στην Ύδρα, από τον 18ο αιώνα ως την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως - η οικογένεια Κουντουριώτη ως τυπικό δείγμα, Πρακτικά Συνεδρίου Ρήγας Φερραίος, Ιωάννης Καποδίστριας, Φρανσίσκο Ντε Μιράντα, Απρίλιος 2013 _Άρθρα 1. Ρέα Λεωνιδοπούλου-Στυλιανού, Το «Ελληνομουσείο» στη Ζαγορά του Πηλίου, Τεχνικά Χρονικά, Τεύχος 6-7, Αθήνα 1975 2.Α. Σάμψων, Η λαϊκή κατοικία στις Β. Σποράδες, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Τόμος ΚΕ’, Αθήνα 1983 3. Α. Σάμψων, Επισκοπή Σκοπέλου : ένα υπαίθριο μουσείο, Αρχείο Θεσσαλικών Μελετών, τόμος Β΄, Βόλος 1973 71
4. Ανδρέας Ξυγγόπουλος, Ο ναός της Επισκοπής Σκοπέλου, Αρχαιολογική Εφημερίδα, Αθήνα 1958 _Διαδικτυακές πηγές 1.http://skopelos-news.blogspot.gr/2011/02/blog-post_9004.html 2.http://www.inout.gr/showthread.php?t=29247 3.http://www.skopelos.net/gr/churches/episkopi.htm 4.https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%94%CE%84_%CE%A3%CF%84%CE%B1%CF%85% CF%81%CE%BF%CF%86%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1#.CE.88.CE.BD.CE.B1.CF.81. CE.BE.CE.B7_.CF.84.CE.B7.CF.82_.CE.A3.CF.84.CE.B1.CF.85.CF.81.CE.BF.CF.86.CE.BF. CF.81.CE.AF.CE.B1.CF.82:_.CE.96.CE.AC.CF.81.CE.B1 5.http://www.chioshistory.gr/en/itx/itx18.html 6.http://www.decobook.gr/parousiaseis/spoudastika-thema ta/1143-2012-10-24-17-57-55 7.http://www.xanthi.ilsp.gr/cultureportalweb/article.php?article_id=509&topic_ id=56&level=2&belongs=9&area_id=1&lang=gr 8.http://www.pemptousia.gr/2013/06/ta-archontika-tis-makedonias/ 9.http://www.aegeussociety.org/gr/index.php/excavations-and-research/vavouranakistopography-in-east-crete/ 10.http://www.academy.edu.gr/files/prakt_rigas/01_07_pr_rg.pdf 11.http://my-samos.blogspot.gr/p/blog-page_3186.html 12.http://www.yppo.gr/1/g1540.jsp?obj_id=98139 13.http://www.krassanakis.gr/Greek%20nautical%20history.htm 14.http://www.internetculturale.it/opencms/opencms/it/ricercaMagExpansion. 72
jsp?searchType=avanzato&channel__creator=Millo%2C+Antonio&opCha__ creator=OR&opCha__contributor=OR&q=&channel__contributor=Millo%2C+Antonio& pag=2 15.http://listedmonuments.culture.gr/monument.php?code=13709 16.http://eng.travelogues.gr/item.php?view=32238 17.http://el.travelogues.gr/page.php?view=48 18.http://www.ardin.gr/?q=node/1281 19.http://hartis.org/blog/en/greek_seamanship/the-aegean-under-ottoman-rule 20.http://skopeloshotels.gr/skopelos-hotels-churches-and-monasteries/ 21.http://www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=skopelos 22.http://www.kathimerini.gr/311466/article/politismos/arxeio-politismoy/e3i-aiwnesvenetokratias-sthn-ellada 23.http://www.e-e-s.gr/selides.asp?meletiID=107&pg=9 24.http://www.airphotos.gr/skopelos.htm 25.http://www.greekhotels.gr/gr/greek_island_hotels/aegean_islands_hotels/ skopelos_island/skopelos_architecture.asp 26.http://docplayer.gr/1816751-Perivallontiki-omada-gymnasioy-skopeloy.html 27.http://www.ferries-greece.com/el/travel-guide/sporades/skopelos/istoria/ 28.http://skopelosweb.gr/skopelos/article/skopelos_architecture_island 29.http://www.greekhotels.gr/gr/greek_island_hotels/aegean_islands_hotels/ skopelos_island/skopelos_history.asp 30.https://www.facebook.com/media/set/?set=a.1510372805878695.1073741851.145 8248041091172&type=3 73
31.https://www.facebook.com/MagnesiaStoPerasmaTouChronou/ _Εικονογραφικές Πηγές 1. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο από http://kyrcha.info/ 2. από http://www.openstreetmap.org/ 3. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο από http://podilato98.blogspot.gr/2011_09_01_ archive.html 4. από βιβλίο Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 39 5. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο από https://el.wikipedia.org/wiki/ Γαληνοτάτη_ Δημοκρατία_της_Βενετίας 6. από http://skopelos-news.blogspot.gr/2011/02/blog-post_9004.html 7. από https://www.facebook.com/media/set/?set=a.1510372805878695.1073741851. 1458248041091172&type=3 8. από http://skopelos-news.blogspot.gr/2011/02/blog-post_9004.html 9. προσωπικό αρχείο 10. από http://el.travelogues.gr/item.php?view=39806 11. από http://skopelosweb.gr/skopelos/article/enetiko_kastro_venetian_castle 12. από http://www.airphotos.gr/skopelos.htm 13. από http://skopelosweb.gr/skopelos/article/enetiko_kastro_venetian_castle 14. από βιβλίο Αργ.Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου, Δ. Παλιούρας, Α. Ξηντάρης, Από τον λιμένα της Πεπαρήθου...στο λιμάνι της Σκοπέλου, Βόλος 2004, σ. 14 15. προσωπική επεξεργασία, από http://skopelos-news.blogspot.gr/2011/02/blogpost_9004.html 16. από βιβλίο Αργ.Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου, Δ. Παλιούρας, Α. Ξηντάρης, Από τον λιμένα της Πεπαρήθου...στο λιμάνι της Σκοπέλου, Βόλος 2004, σ. 14 17. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο χάρτης Παρθενιάδη, Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, Διεύθυνση Πολεοδομίας 18-21. ομοίως με παραπάνω 74
22,23. από http://gis.ktimanet.gr/wms/ktbasemap/default.aspx 24. από http://el.travelogues.gr/travelogue.php?view=73&creator=1100933&tag=1023 25. από http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=262494 26,27. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο χάρτης Παρθενιάδη, Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, Διεύθυνση Πολεοδομίας 28-34. προσωπικό αρχείο 35. από βιβλίο Αργ.Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου, Δ. Παλιούρας, Α. Ξηντάρης, Από τον λιμένα της Πεπαρήθου...στο λιμάνι της Σκοπέλου, Βόλος 2004, σ. 19 36. από https://www.facebook.com/media/set/?set=a.1510372805878695.107374185 1.1458248041091172&type=3 37,38. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο χάρτης Παρθενιάδη, Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, Διεύθυνση Πολεοδομίας 39,41. από http://ekdramontas2.blogspot.gr/2013/08/blog-post_29.html 40. από http://www.golden-greece.gr/politismos/monastiriepiskopi.html 42-45. προσωπικό αρχείο 46-48. από άρθρο Α. Σάμψων, Η λαϊκή κατοικία στις Β. Σποράδες, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Τόμος ΚΕ’, Αθήνα 1983, σ. 41-43 49-52. προσωπικό αρχείο 53-56. προσωπική επεξεργασία από αρχείο Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Θεσσαλίας και Κεντρικής Στερεάς Ελλάδας 57-59. προσωπικό αρχείο 60-62. από άρθρο Α. Σάμψων, Η λαϊκή κατοικία στις Β. Σποράδες, Εταιρία Ευβοϊκών Σπουδών, Τόμος ΚΕ’, Αθήνα 1983, σ. 126-128 63-70. προσωπικό αρχείο 71. προσωπική επεξεργασία, υπόβαθρο χάρτης Παρθενιάδη, Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, Διεύθυνση Πολεοδομίας 72. από http://skopelos-news.blogspot.gr/2011/02/blog-post_9004.html 73. από βιβλίο Α. Σάμψων, Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 39 74,75. ομοίως με παραπάνω, σ. 46 75
76. από http://el.travelogues.gr/item.php?view=41347 77.από http://www.internetculturale.it/opencms/opencms/it/ricercaMagExpansion. jsp?searchType=avanzato&channel__creator=Millo%2C+Antonio&opCha__ creator=OR&opCha__contributor=OR&q=&channel__contributor=Millo%2C+Antonio& pag=2 78. από http://el.travelogues.gr/item.php?view=40939 79. από https://www.raremaps.com/gallery/detail/28233?view=print 80. από http://el.travelogues.gr/item.php?view=32278 81. από βιβλίο Α. Σάμψων , Περιηγητές και γεωγράφοι στις Βόρειες Σποράδες, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 83 82. ομοίως με παραπάνω σ. 129 83. ομοίως με παραπάνω σ. 139
76