Beyond Autopoiesis

Page 1



Beyond Autopoiesis // Η αναζήτηση της καινοτομίας στην αρχιτεκτονική μέσα από την αυτοποιητική θεωρία //

Γαϊσερλίδου Παρασκευή Αρχιτέκτων Μηχανικός Δ.Π.Θ.

Ιανουάριος 2017

Η ερευνητική εργασία παρουσιάστηκε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό» του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ως μερική εκπλήρωση των απαιτήσεων για την απόκτηση Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στην Αρχιτεκτονική. Είναι προϊόν πρωτότυπης εργασίας αποκλειστικά δικής μου, εκτός των περιπτώσεων που ρητώς αναφέρονται μέσω βιβλιογραφικών αναφορών, σημειώσεων ή και άλλων δηλώσεων.


Τα πνευματικά δικαιώματα της παρούσας εργασίας ανήκουν στην Γαϊσερλίδου Παρασκευή και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών ‘Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό’, Α.Π.Θ.


Beyond Autopoiesis // Η αναζήτηση της καινοτομίας στην αρχιτεκτονική μέσα από την αυτοποιητική θεωρία //


BEYOND AUTOPOIESIS // 4

// περίληψη


5 // ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η φύση και οι βιολογικές διαδικασίες των ζωντανών οργανισμών αποτελούσαν πάντα πηγή έμπνευσης για τον σχεδιασμό. Τα τελευταία χρόνια η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας έχει ανοίξει έναν ολόκληρο κόσμο δυνατοτήτων και έχει οδηγήσει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στον πειραματισμό με φαινόμενα αυτο-οργάνωσης και ανάδυσης αντίστοιχα με αυτά που απαντώνται στη φύση, με αποτέλεσμα η διαδικασία του σχεδιασμού να έχει επαναπροσδιοριστεί. Η ερευνητική εργασία πραγματεύεται την επίδραση που θα μπορούσε να έχει η αυτοποίηση, η οποία αποτελεί τον μηχανισμό διατήρησης της εσωτερικής οργάνωσης και ταυτότητας των ζωντανών συστημάτων στο πεδίο της βιολογίας, στη διαμόρφωση και τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της καινοτομίας ως διαδικασίας παραγωγής του ‘νέου’ στην αρχιτεκτονική σκέψη. Με βασική θέση ότι η απομάκρυνση από το καθορισμένο πλαίσιο αντίληψης μιας πραγματικότητας αποτελεί προϋπόθεση για να οδηγήσει στην ενεργοποίηση νέων προοπτικών, η ερευνητική εργασία προσπαθεί να κατανοήσει αν η αυτοποιητική θεωρία μπορεί να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για τη διερεύνηση της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ή αντ’ αυτού θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί, προκειμένου μέσα από νέους όρους να επιτρέψει την ενεργοποίηση της καινοτομίας. Μέσα από τη διερεύνηση της αυτοποιητικής θεωρίας δίνεται η δυνατότητα να δημιουργηθούν ‘γραμμές φυγής’ από τον καθορισμένο τρόπο αντίληψής της στα πλαίσια διαμόρφωσης της αρχιτεκτονικής σκέψης, επιτρέποντας την κατανόηση της διαδικασίας παραγωγής του ‘νέου’ με διαφορετικό τρόπο. Μόνο πηγαίνοντας ‘πέρα από την αυτοποίηση’, μπορεί να διαταραχθεί η ταυτότητα του συστήματος επιτρέποντας την αλλαγή στο εσωτερικό του. Κατά αυτό τον τρόπο, η έννοια της αυτοποίησης, προσδιορισμένη μέσα από την αντίληψη της ‘διαφοράς’, μπορεί να οδηγήσει στην ανάδυση νέων δυνατοτήτων και να τροφοδοτήσει τη διερεύνηση της καινοτομίας στο πεδίο της αρχιτεκτονικής σκέψης.


BEYOND AUTOPOIESIS // 6

// abstract


7 // ABSTRACT

Nature and the biological processes of living organisms have always been a source of inspiration for design. In recent years, the use of digital technology has opened up a whole world of possibilities and has led the architectural design to experiment with self-organizing and emergent phenomena similar to those in nature, so the design process has been redefined. The thesis deals with the possible influence of the concept of autopoiesis, which is the process of maintaining the internal organization and identity of living systems in the field of biology, in shaping and redefining the concept of innovation as the production process of the ‘new’ in architectural thought. Arguing that opening up new perspectives presupposes to go away from the fixed perception of reality, the thesis tries to understand if autopoietic theory is an appropriate concept to explore innovation in architectural design or instead it should be redefined to allow the actualization of innovation through new terms. Through the investigation of autopoietic theory we have the opportunity to create ‘lines of flight’ beyond the definite way of its perception in shaping of architectural thought, allowing a different understanding of the production process of the 'new'. Only going ‘beyond autopoiesis’, we can affect the system to perturb its identity allowing change to occur within the system. By doing so, the concept of autopoiesis, defined through the concept of ‘difference’, can encourage new potentials to emerge for the investigation of innovation in the field of architectural thought.


BEYOND AUTOPOIESIS // 8



BEYOND AUTOPOIESIS // 10


11 // ΕΙΣΑΓΩΓΗ

// εισαγωγή Το να φύγει κανείς από το καθορισμένο πλαίσιο που αντιλαμβάνεται μια πραγματικότητα, αποτελεί ίσως τον πιο κατάλληλο τρόπο, ώστε να την αποσταθεροποιήσει και να την ξανασκεφτεί. Το να τοποθετεί κανείς τον εαυτό του και τη σκέψη του έξω από κάτι, ώστε να το δει και να το προσδιορίσει από το εξωτερικό του, παρέχει τη δυνατότητα να εξετάσει αυτό το εσωτερικό έξω από τους δικούς του όρους και να επιτρέψει την ανάδυση νέων προοπτικών. Το εξωτερικό είναι πιθανώς ο χώρος που δίνει την ώθηση για την ενεργοποίηση της καινοτομίας. Για να ξανασκεφτούμε, λοιπόν, την αρχιτεκτονική θα πρέπει να πάμε πέρα από αυτήν, «όχι για να την καταστρέψουμε [….] να την επικρίνουμε ή να την αποκλείσουμε· μάλλον για να την σκεφτούμε στην πραγματικότητα, να την αποσπάσουμε επαρκώς από τον εαυτό της και να την αντιληφθούμε με έναν τρόπο που πηγαίνει πέρα από τα γενικώς αποδεκτά της όρια»1, όπως αναφέρει ο Derrida. Η παρούσα ερευνητική εργασία διερευνά την έννοια της καινοτομίας στην αρχιτεκτονική σκέψη και τον τρόπο που αυτή μπορεί να επιτευχθεί, ώστε να οδηγήσει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό σε νέα ανεξερεύνητα μονοπάτια. Η διερεύνηση της καινοτομίας, όμως, επιδιώκεται να γίνει με έναν τρόπο διαφορετικό, εξετάζοντας την καινοτομία έξω από το πεδίο της αρχιτεκτονικής και έξω από το καθορισμένο πλαίσιο που μπορεί να την αντιληφθεί κανείς, προκειμένου να δοθεί χώρος σε νέες ερμηνείες που θα ήταν αδύνατο να προσεγγιστούν από το εσωτερικό. Η έννοια της αυτοποίησης, λοιπόν, αποτελεί τη βάση για την εν λόγω διερεύνηση της καινοτομίας· μια έννοια που συναντάται πρώτα στο πεδίο της βιολογίας και επινοήθηκε προκειμένου να περιγράψει την ικανότητα αυτο-αναπαραγωγής και αυτο-διατήρησης των ζωντανών οργανισμών. Η φύση και οι βιολογικές διαδικασίες των ζωντανών οργανισμών αποτελούσαν πάντα πηγή έμπνευσης για τον σχεδιασμό. Τα τελευταία χρόνια η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας έχει ανοίξει έναν ολόκληρο κόσμο δυνατοτήτων και έχει οδηγήσει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στον πειραματισμό με φαινόμενα αυτο-οργάνωσης και ανάδυσης αντίστοιχα με αυτά που απαντώνται στη φύση. Η διαδικασία του σχεδιασμού έχει επαναπροσδιοριστεί, καθώς παρατηρείται μια μετάβαση στο ρόλο του αρχιτέκτονα, μια μετάβαση από τον αρχιτέκτονασχεδιαστή στον αρχιτέκτονα-συντονιστή της δυναμικής διαδικασίας σχεδιασμού. Αυτός είναι και ο λόγος που βιολογικές διαδικασίες των έμβιων όντων, όπως η αυτοποίηση, έχουν εισχωρήσει στο πεδίο της αρχιτεκτονικής και αξίζει να διερευνηθούν, προκειμένου να ξεδιπλώσουν νέες δυνατότητες και να τροφοδοτήσουν έναν καινοτόμο σχεδιασμό.

1

01

J. Derrida, ‘Point de folie - Maintenant l’architecture’, La Case Vide: La Villette 1985 (ed. Tschumi, B.), London, Architectural Association, 1986, σελ.573-574, μτφρ. δική μου, ελεύθερη.


BEYOND AUTOPOIESIS // 12

Η ερευνητική εργασία πραγματεύεται την επίδραση που θα μπορούσε να έχει η αυτοποίηση, η οποία αποτελεί τον μηχανισμό διατήρησης της εσωτερικής οργάνωσης και ταυτότητας των ζωντανών συστημάτων στο πεδίο της βιολογίας, στη διαμόρφωση και τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της καινοτομίας ως διαδικασίας παραγωγής του ‘νέου’ στην αρχιτεκτονική σκέψη. Μέσα από τη διερεύνηση της αυτοποιητικής θεωρίας δίνεται η δυνατότητα να δημιουργηθούν ‘γραμμές φυγής’ από τον καθορισμένο τρόπο αντίληψής της στα πλαίσια διαμόρφωσης της αρχιτεκτονικής σκέψης, προκειμένου να αναδυθούν νέες προοπτικές για τον προσδιορισμό της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό μέσα από μια διαδικασία ‘διαφοράς’ και αλλαγής μέσα στο σύστημα. Οι βιολόγοι Humbert Maturana και Francisco Varela επινόησαν την έννοια της αυτοποίησης και στο βιβλίο ‘Autopoiesis and Cognition’ ανέπτυξαν την αυτοποιητική θεωρία προσδιορίζοντας τα ζωντανά συστήματα ως αυτο-αναφερόμενες [self-referential] ενότητες. Βασικό άξονα της παρούσας μελέτης αποτελεί η έννοια της αυτοποίησης, καθώς εξετάζει την επιρροή της αυτοποιητικής θεωρίας στη διαμόρφωση της καινοτομίας στην αρχιτεκτονική σκέψη. Μέσα από τη διερεύνηση της αυτοποίησης και την ανασκόπηση βασικών εννοιών και διαδικασιών που σχετίζονται με αυτή, γίνεται μια προσπάθεια κατανόησης των διεργασιών των αυτοποιητικών συστημάτων, προκειμένου να διασαφηνιστούν εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν το σύστημα στη διαμόρφωση του ‘νέου’. Στο σημείο που έχει αποσαφηνιστεί ο μηχανισμός της αυτοποίησης κατά τον τρόπο που αναλύθηκε από τους Maturana-Varela, θεωρήσεις με κυρίαρχη αυτή της ‘διαφοράς’ έρχονται να την εξηγήσουν συμπληρωματικά σε μια πιο φιλοσοφική βάση, καθώς και να αποσταθεροποιήσουν τα δεδομένα σε μια διαδικασία που δε γίνεται φανερή εξ αρχής. Εξετάζοντας την έννοια της ‘διαφοράς’ μέσα από το θεωρητικό έργο του Niklas Luhmann, του Gregory Bateson και κυρίως του Gilles Deleuze επιχειρείται μια στροφή στον τρόπο σκέψης σχετικά με το ρόλο της αυτοποίησης στη διαμόρφωση της παραγωγής του ‘νέου’. Ο Luhmann στο βιβλίο ‘Introduction to Systems Theory’ ανέπτυξε τη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων έχοντας ως βάση την αυτοποιητική θεωρία των Maturana-Varela. Ο τρόπος με τον οποίο όρισε την έννοια του ‘συστήματος’ και η συσχέτισή της με τη ‘διαφορά’ θεωρούνται σημαντικά στοιχεία στα πλαίσια της παρούσας μελέτης. Επίσης, μέσα από τα έργα ‘Steps to an Ecology of Mind’ του Bateson και ‘Difference and Repetition’ του Deleuze, η ερευνητική εργασία προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει και να διευρύνει το πλαίσιο κατανόησης της ‘διαφοράς’, ώστε να αποτελέσει το συνδετικό στοιχείο ανάμεσα στις έννοιες της αυτοποίησης και της καινοτομίας στο πεδίο της αρχιτεκτονικής. Καθώς η ‘διαφορά’ οδηγεί στην αποσταθεροποίηση και δίνει την ευκαιρία επαναπροσδιορισμού των δεδομένων, κρίνεται απαραίτητο να διασαφηνιστεί η δεύτερη έννοια της σχέσης αυτοποίηση-καινοτομία. Η καινοτομία, λοιπόν, μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή, όταν περιγράφεται μέσα από την έννοια της ανάδυσης και κατά αυτό τον τρόπο μπορεί να διασαφηνιστεί αν πρόκειται για σχετική ή ριζική και θεμελιώδη καινοτομία. Η προσπάθεια προσδιορισμού της καινοτομίας επιχειρείται μέσα από τα έργα ‘Emergence and Creativity’ του Peter Cariani και ‘The Rising Tide of Insignificancy’ του Κορνήλιου Καστοριάδη, ώστε να φτάσει στο απόγειο του προσδιορισμού της ως ‘απόλυτη απεδαφικοποίηση’. Συναντώντας για ακόμα μια φορά το θεωρητικό έργο του Deleuze, η ερευνητική εργασία επαληθεύει τη θέση που έχει εξ αρχής, πως προκειμένου να προκύψει


13 // ΕΙΣΑΓΩΓΗ

μια διαφορετική αντίληψη της πραγματικότητας και να δημιουργηθούν νέες συσχετίσεις που θα ενεργοποιήσουν την καινοτομία, η σκέψη θα πρέπει να αποδεσμευτεί από τις υπάρχουσες συσχετίσεις και να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα μέσα από νέους όρους. Καθώς η διερεύνηση αυτή κινείται σε μια φιλοσοφική βάση, κρίνεται απαραίτητος ο συσχετισμός του θεωρητικού πλαισίου με την αρχιτεκτονική. Με μια στάση αρχικά στο έργο ‘The Autopoiesis of Architecture’ του Patrik Schumacher, η ερευνητική εργασία προσπαθεί να προσδιορίσει το πεδίο της αρχιτεκτονικής αυτοποίησης και να κατανοήσει αν η θεωρία του Schumacher μπορεί να προωθήσει τη σκέψη στα πλαίσια της παρούσας μελέτης. Η απεδαφικοποίηση της αρχιτεκτονικής, όμως, έρχεται μέσα από το έργο ‘Folds, Bodies & Blobs’ του Greg Lynn, που τοποθετεί το θεωρητικό πλαίσιο της παρούσας μελέτης στο πεδίο της αρχιτεκτονικής και του σχεδιασμού. Σηματοδοτώντας τη μετάβαση από το ‘οργανικό’ στο ‘ανόργανο’ και τη μετατόπιση της αρχιτεκτονικής σκέψης από θεωρήσεις της ‘ολότητας’ σε αυτές των ‘τοπικών ιδιαιτεροτήτων’, η αρχιτεκτονική περιγράφεται μέσα από πιο ρευστές και πολλαπλές χωρικές καταστάσεις.

Η παρούσα μελέτη προσπαθεί να απαντήσει σε μια σειρά ερωτημάτων, που είναι είτε φιλοσοφικού χαρακτήρα είτε περισσότερο εστιασμένα στην αρχιτεκτονική: Πώς μπορεί να διαμορφωθεί η αρχιτεκτονική σκέψη και κατ’ επέκταση η αναζήτηση του ‘νέου’ και της καινοτομίας μέσα από την αυτοποιητική θεωρία; Πώς η αυτοποίηση, ως μηχανισμός διατήρησης της εσωτερικής οργάνωσης και ταυτότητας των ζωντανών συστημάτων, μπορεί να οδηγήσει στη διαφοροποίηση και την αλλαγή μέσα στο σύστημα και ως εκ τούτου στην ανάδυση νέων δυνατοτήτων στην αρχιτεκτονική σκέψη; Γιατί η αυτοποίηση απασχολεί τόσο την αρχιτεκτονική; Κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί να δημιουργηθεί κάτι ‘νέο’; Πώς μπορεί η αρχιτεκτονική να προσεγγίσει την καινοτομία και τη δημιουργία ενός θεμελιωδώς νέου αρχιτεκτονικού αντικειμένου; Μπορεί να υπάρξει απόλυτη καινοτομία ή η δημιουργία κάτι ‘νέου’ θεωρείται σχετική; Πώς ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός μπορεί να οδηγηθεί στην παραγωγή νέων χωρικών ποιοτήτων; Η ερευνητική εργασία καλείται να απαντήσει σε αυτά τα ερώτημα προσπαθώντας να κατανοήσει αν η αυτοποιητική θεωρία μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη διαμόρφωση της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ή αντ’ αυτού θα πρέπει να αποσταθεροποιηθεί και να διαταραχθεί, προκειμένου να επιτρέψει την ενεργοποίηση της καινοτομίας.


BEYOND AUTOPOIESIS // 14

Ο τίτλος ‘Beyond Autopoiesis’ ή στα ελληνικά ‘Πέρα από την Αυτοποίηση’ επιλέχθηκε για δύο λόγους. Η αυτοποίηση είναι η κεντρική έννοια πάνω στην οποία βασίστηκε όλη η πορεία της μελέτης, καθώς διερευνάται η επίδραση που μπορεί να έχει στη διαμόρφωση και τον επαναπροσδιορισμό της καινοτομίας στην αρχιτεκτονική σκέψη. Επιπλέον, ο τίτλος περιγράφει την κύρια θέση της παρούσας ερευνητικής εργασίας πως για να ξανασκεφτούμε κάτι, θα πρέπει να πάμε ‘πέρα’ από αυτό και να το εξετάσουμε με νέους όρους. Έτσι, για να ξανασκεφτούμε την αυτοποίηση και κατ’ επέκταση την καινοτομία μέσα από την αυτοποιητική θεωρία, θα πρέπει να την αντιληφθούμε με έναν τρόπο που πηγαίνει πέρα από τα όριά της και να την εξετάσουμε με νέους όρους· με άλλα λόγια, θα πρέπει να πάμε πέρα από την αυτοποίηση.

Η ερευνητική εργασία οργανώνεται σε επτά ενότητες-κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο της ‘Εισαγωγής’ αρχικά προσδιορίζονται το θέμα της έρευνας και η υπόθεση εργασίας, αναλύεται το θεωρητικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η έρευνα και γίνεται μια γρήγορη ανασκόπηση των βασικών σημείων που θα αναλυθούν. Επίσης, προσδιορίζονται οι στόχοι και διατυπώνονται τα βασικά ερωτήματα που εξετάζονται στα πλαίσια της έρευνας. Στο δεύτερο κεφάλαιο ‘Αυτοποίηση’ αναλύεται η έννοια της αυτοποίησης και η αυτοποιητική θεωρία των ζωντανών συστημάτων, συσχετίζεται με τη ‘μηχανή’ προκειμένου να διασαφηνιστεί καλύτερα και περιγράφονται οι διαδικασίες αυτο-αναπαραγωγής και εξέλιξης των αυτοποιητικών συστημάτων. Στο τρίτο κεφάλαιο ‘Διαφορά & Διαφοροποίηση’ διατυπώνεται μια σειρά θεωρήσεων γύρω από την έννοια της ‘διαφοράς’, που έχουν σκοπό τόσο να εξηγήσουν πτυχές της αυτοποιητικής θεωρίας όσο και να οδηγήσουν στην αποσταθεροποίηση των δεδομένων, διευρύνοντας το πλαίσιο κατανόησης της έννοιας. Επιπλέον, αναλύεται η έννοια της ‘επανάληψης’ συσχετίζοντάς την με τη ‘διαφορά’ και προσδιορίζεται ο τρόπος που αυτή συνδέεται με τη διαδικασία παραγωγής του ‘νέου’. Στο τέταρτο κεφάλαιο ‘Ανάδυση νέων δυνατοτήτων’ αναλύεται η έννοια της ‘ανάδυσης’ άμεσα συσχετισμένη με την έννοια της ‘καινοτομίας’ σε μια προσπάθεια διερεύνησης της δεύτερης. Η ανάδυση κατηγοριοποιείται προκειμένου να περιγράψει τη σχετική και την απόλυτη καινοτομία και έπειτα συσχετίζεται με τη ‘δημιουργία’ προσεγγίζοντας, κατά αυτή την έννοια, τη διαδικασία σχεδιασμού του αρχιτεκτονικού αντικειμένου και παραγωγής χωρικών ποιοτήτων. Στο τελευταίο μέρος αυτού του κεφαλαίου, η καινοτομία περιγράφεται με όρους απεδαφικοποίησης και επισημαίνονται οι διαφορετικές ποιότητες που μπορεί να έχει.


15 // ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στο πέμπτο κεφάλαιο ‘Από την αυτοποιητική θεωρία στην αρχιτεκτονική’ η συζήτηση φεύγει από το γενικό θεωρητικό πλαίσιο και εστιάζεται στην αρχιτεκτονική. Αναλύεται η συμβολή του πεδίου της βιολογίας στην αρχιτεκτονική και περιγράφεται η σχέση ανάμεσα στα δύο πεδία. Στη συνέχεια αναλύεται το έργο ‘The Autopoiesis of Architecture’ του Patrik Schumacher ως μια αρχιτεκτονική θεωρία που βασίστηκε στην έννοια της αυτοποίησης, διατυπώνονται οι κύριες θέσεις της θεωρίας και καθορίζεται το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε. Τέλος, διαμορφώνεται η νέα αντίληψη της αρχιτεκτονικής μέσα από την απεδαφικοποίησή της, επαναπροσδιορίζονται οι έννοιες του χώρου και της γεωμετρίας, αναδιατυπώνονται οι χωρικές σχέσεις και καταστάσεις και υιοθετείται ένας νέος τρόπος σκέψης του αρχιτεκτονικού αντικειμένου. Στο έκτο κεφάλαιο ‘Αποσταθεροποιώντας την αυτοποίηση’ περιγράφονται κατ’ αρχήν ο τρόπος οργάνωσης της έρευνας και η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε, υπενθυμίζονται κάποια βασικά ερωτήματα που καλείται να απαντήσει η έρευνα και διατυπώνεται ο στόχος της έρευνας σε σχέση με αυτά τα ερωτήματα. Στη συνέχεια, δημιουργούνται οι συνδέσεις και οι συσχετισμοί ανάμεσα στα προηγούμενα κεφάλαια, ώστε να γίνει κατανοητή η πορεία προς τη θέση που καλείται να πάρει η ερευνητική εργασία ως προς τα αρχικά ερωτήματα. Έπειτα, τονίζεται η σημασία της παρούσας μελέτης, συζητούνται τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα και απαντώνται αναλυτικά τα αρχικά ερωτήματα. Τέλος, αναφέρονται περιορισμοί που τέθηκαν σε σχέση με την ανάλυση συγκεκριμένων θεωριών και επαναδιατυπώνεται συμπερασματικά η βασική θέση που διαμορφώθηκε σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης της καινοτομίας. Στο έβδομο κεφάλαιο ‘Συμπεράσματα’ διατυπώνονται τα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης ως απάντηση στα ερωτήματα που τέθηκαν εξ αρχής.


BEYOND AUTOPOIESIS // 16

// αυτοποίηση


17 // ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

02 2.1 Αυτο-ποίηση και Αυτο-νομία Ο όρος αυτοποίηση σημαίνει αυτοδημιουργία [ αυτο- + ποίησις (δημιουργία, παραγωγή) ].2 Επινοήθηκε από τους Χιλιανούς βιολόγους Humbert Maturana και Francisco Varela, προκειμένου να περιγράψει την κυκλική οργάνωση των ζωντανών συστημάτων [circular organization of living systems] και να αποδώσει το κύριο χαρακτηριστικό της, την αυτονομία [autonomy]. Η αυτοποίηση αναφέρεται στην ικανότητα των ζωντανών συστημάτων να παράγουν και να διατηρούν τον εαυτό τους. Ζητήματα, όπως η διατήρηση της ταυτότητας και η σταθερότητα των καθορισμένων σχέσεων των ζωντανών συστημάτων, τοποθετούνται στο κέντρο της συζήτησης που αφορά την αυτοποίηση.

Η κυκλική οργάνωση αποτελεί ένα ομοιοστατικό σύστημα, του οποίου η λειτουργία είναι να παράγει και να διατηρεί αυτή την ίδια κυκλική οργάνωση ορίζοντας ότι τα στοιχεία που το προσδιορίζουν είναι εκείνα των οποίων τη σύνθεση ή τη διατήρηση εξασφαλίζει.3 Σημαντική για την έννοια της αυτοποίησης είναι η έννοια της ενότητας [unity] και κατ’ επέκταση η σχέση των ζωντανών συστημάτων με το περιβάλλον τους. Η ύπαρξη ενός ζωντανού συστήματος μπορεί να νοηθεί μόνο μέσα ένα περιβάλλον. Το σύστημα προσδιορίζει το περιβάλλον μέσα στο οποίο υπάρχει και αλληλεπιδρά σε σχέση με την αυτοποίησή του, όπως επίσης και το περιβάλλον καθορίζει τα ζωντανά συστήματα που θα φιλοξενήσει. Έτσι, σύστημα και περιβάλλον δεν μπορούν να οριστούν το ένα ανεξάρτητα από το άλλο. Αυτή η σχέση αλληλεξάρτησης, ωστόσο, δεν ακυρώνει την ικανότητα των ζωντανών συστημάτων να αποτελούν αυτόνομες μονάδες, σαφώς διαχωρισμένες από το περιβάλλον τους.

2

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια, στο λήμμα «Αυτοποίηση». H. Maturana and F. Varela, Autopoiesis and Cognition: The Realization of the Living , Dordrecht, Holland, D. Reidel Publishing Company, 1980, σελ. 9, μτφρ. δική μου. 3


BEYOND AUTOPOIESIS // 18

2.2 Διατήρηση Ταυτότητας Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε δύο βασικές έννοιες της αυτοποιητικής θεωρίας, την οργάνωση [organization] και τη δομή [structure]. Η έννοια της οργάνωσης αναφέρεται στο σύστημα των σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα στα συστατικά μιας ενότητας, η οποία μέσω των σχέσεων αυτών γίνεται αντιληπτή ως ενότητα ή όλο μιας συγκεκριμένης κατηγορίας. Το σύνολο των σχέσεων που αφορούν την οργάνωση ενός συστήματος αποτελούν υποσύνολο των σχέσεων που περιλαμβάνονται στη δομή του. Η δομή αποτελεί ευρύτερη έννοια από την οργάνωση, καθώς αναφέρεται τόσο στο σύνολο των σχέσεων ανάμεσα στα συστατικά όσο και στα ίδια τα συστατικά και τις ιδιότητες τους. Στα πλαίσια της αυτοποιητικής θεωρίας, καθοριστική για την ταυτότητα ενός συστήματος και τον προσδιορισμό της κατηγορίας στην οποία ανήκει, είναι η οργάνωσή του. Όσο η οργάνωση παραμένει σταθερή και αμετάβλητη, η ταυτότητα του συστήματος εξακολουθεί να είναι η ίδια. Πιθανή αλλαγή στην οργάνωση συνεπάγεται αλλαγή της ταυτότητας και μετατροπή του συστήματος σε ενότητα διαφορετικής κατηγορίας. Σε αντίθεση με τις αλλαγές στην οργάνωση, οι αλλαγές που μπορεί να υπόκειται ένα σύστημα στη δομή του δεν επηρεάζουν την ταυτότητά του, αρκεί να μην επιφέρουν ολοκληρωτικές μεταβολές στην οργάνωσή του. Στην περίπτωση που η οργάνωση δε γίνεται πλέον αντιληπτή λόγω των αλλαγών στη δομή, το σύστημα επαναπροσδιορίζει την ταυτότητά του επαναπροσδιορίζοντας την οργάνωσή του.


19 // ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

2.3 Αυτοποίηση και 'μηχανή' Η προσέγγιση των Maturana-Varela για την ανάλυση της οργάνωσης της ζωής εστιάζει στις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα συστατικά, προκειμένου να συγκροτήσουν ένα ζωντανό σύστημα, παρά στη φύση και τις ιδιότητες των συστατικών του. Συσχετίζοντας τα ζωντανά συστήματα με την έννοια του μηχανισμού, αναπτύσσεται μια μη-ανιμιστική άποψη που υποστηρίζει πως τα ζωντανά συστήματα είναι μηχανές· με τη λέξη ‘μηχανή’ να τονίζει την έννοια του δυναμισμού που ενυπάρχει σε αυτά. Μέσα από την άποψη αυτή, δίνεται έμφαση στην οργάνωση των ζωντανών συστημάτων μέσω της οποίας προσδιορίζονται. Η σταθερότητα της οργάνωσης και η διατήρηση αυτής της σταθερότητας αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των αυτοποιητικών μηχανών. Η μηχανή προσδιορίζει και προσδιορίζεται από το περιβάλλον της μέσα από μια συνεχή αλληλεπίδραση χωρίς ουσιαστικά να μεταβάλλεται, καθώς οι διεργασίες πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου εντός των ορίων της. Ως εκ τούτου, γίνεται αντιληπτό πως η ομοιόσταση εμπεριέχεται στην έννοια της αυτοποίησης.

Μια αυτοποιητική μηχανή είναι μια μηχανή που είναι οργανωμένη (ορίζεται ως μια ενότητα) ως ένα δίκτυο διεργασιών παραγωγής (μετασχηματισμού και καταστροφής) μερών που παράγει τα μέρη τα οποία: I. μέσω των αλληλεπιδράσεων και των μετασχηματισμών συνεχώς αναδημιουργούν και πραγματοποιούν το δίκτυο των διεργασιών (σχέσεων) που τα παράγουν και II. τη συγκροτούν (τη μηχανή) ως μια συγκεκριμένη ενότητα στο χώρο μέσα στον οποίο αυτά (τα μέρη) υπάρχουν προσδιορίζοντας το τοπολογικό πεδίο της πραγματοποίησή της ως ενός τέτοιου δικτύου.4 Μέσα στον ατέρμονο κύκλο διεργασιών της αυτοποιητικής μηχανής, η οργάνωση αποτελεί τη θεμελιώδη μεταβλητή του συστήματος σε μια προσπάθεια διαρκούς διατήρησης της σταθερότητάς της. Το πεδίο των μετασχηματισμών που μπορεί να υποστεί η μηχανή διατηρώντας την ταυτότητα και την οργάνωσή της σταθερές, είναι το πεδίο μέσα στο οποίο μπορεί να υπάρξει ως ενότητα. Κατά αυτή την έννοια, η μηχανή διαφυλάσσει την αυτονομία της, καθώς κάθε αλλαγή είναι υποταγμένη στη διατήρηση της οργάνωσής της. Η μηχανή συνεχώς διαταράσσεται και αποκαθιστά αυτή τη διατάραξη του συστήματος. Η οργάνωση της μηχανής συνεχώς αναδημιουργείται και επαναπροσδιορίζεται. Τα ίδια τα μέρη της μηχανής, καθώς και οι στατικές σχέσεις μεταξύ τους δεν μπορούν να προσδιορίσουν την οργάνωση· η οργάνωση προσδιορίζεται από το αυτοποιητικό δίκτυο [autopoietic network] της μηχανής, το οποίο συνεχώς αναδημιουργείται από τα μέρη που το ίδιο παράγει. Επομένως, το αυτοποιητικό δίκτυο παράγει και αναδημιουργεί τον εαυτό του παράγοντας τα συστατικά του, τα οποία μέσω των αλληλεπιδράσεών τους αναδημιουργούν το δίκτυο. Η αυτοποιητική οργάνωση και κατά συνέπεια το αυτοποιητικό δίκτυο βασίζεται σε σχέσεις ανάμεσα στις διεργασίες παραγωγής των μερών του, που ως διεργασίες νοείται η αλληλουχία διεργασιών μέσα στο σύστημα. Το δίκτυο αυτών των διεργασιών είναι που προσδιορίζει μια μηχανή ως αυτοποιητική. Αναφορές σε χωρικές-στατικές σχέσεις ανάμεσα

4

Στο ίδιο, σελ. 78-79, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 20

στα μέρη της μηχανής και διεργασίες παραγωγής των μερών ανεξάρτητες από την οργάνωση δεν μπορούν να σχετίζονται με την έννοια των αυτοποιητικών μηχανών. Επιστρέφοντας στο συσχετισμό των ζωντανών συστημάτων με την έννοια της μηχανής, είναι φανερό πως τα ζωντανά συστήματα είναι φυσικές αυτοποιητικές μηχανές. «Η έννοια της αυτοποίησης είναι απαραίτητη και ικανή να χαρακτηρίσει την οργάνωση των ζωντανών συστημάτων»5, καθώς ένα ζωντανό σύστημα μετασχηματίζει την ύλη μέσα από εσωτερικές διεργασίες, οι οποίες με τη σειρά τους παράγουν την οργάνωση του συστήματος.

5

Στο ίδιο, σελ. 82, μτφρ. δική μου.


21 // ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

2.4 Αυτο-αναπαραγωγή και Δυνατότητα αλλαγής Σε αντίθεση με την αυτοποίηση, η αναπαραγωγή και η εξέλιξη δεν είναι λειτουργίες άμεσα συνυφασμένες με την οργάνωση των ζωντανών συστημάτων· αποτελούν, όμως, καθοριστικά στοιχεία για τη διασφάλιση της ποικιλίας της ζωής. Μέσω της αυτοποίησής του ένα ζωντανό σύστημα μπορεί να οριστεί ως ενότητα, η ύπαρξη της οποίας είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της αναπαραγωγής, σύμφωνα με τον ισχυρισμό πως «η αναπαραγωγή απαιτεί μια ενότητα που θα αναπαραχθεί».6 Η αναπαραγωγή, επίσης, αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη της εξέλιξης και τη δυνατότητα αλλαγής. Η αυτο-αναπαραγωγή [self-reproduction] είναι μια από τις διεργασίες που υπάγονται στην έννοια της αναπαραγωγής και χαρακτηρίζει τα αυτοποιητικά συστήματα, καθώς είναι τα μόνα που μπορούν να αυτο-αναπαράγονται. Μέσω της αυτο-αναπαραγωγής τα ζωντανά συστήματα ως ενότητες μπορούν να παράγουν μια άλλη ενότητα με όμοια οργάνωση με τη δική τους. Αυτή η διαδικασία επιτυγχάνεται σε συνδυασμό με τη διεργασία της δικής τους παραγωγής. Στην ουσία, η αυτο-αναπαραγωγή είναι μια μορφή αυτοποίησης που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της αυτοποίησης του συστήματος χρησιμοποιώντας τον ίδιο μηχανισμό με αυτή. Ως εκ τούτου, η μεταβολή και η σταθερότητα, αναπόσπαστα στοιχεία κάθε παραγωγικού κύκλου, πραγματοποιούνται άμεσα συσχετισμένα με την έννοια της αυτοποίησης. Μέσω της αυτο-αναπαραγωγής μια προϋπάρχουσα δομή μετασχηματίζεται και αυτή η μεταβολή μπορεί να αναδυθεί μόνο όταν το σύστημα διαταράσσεται· έπειτα, το σύστημα αποκαθίσταται προσπαθώντας να διατηρήσει σταθερή την αυτοποίησή του. Η εξέλιξη αποτελεί ένα ιστορικό φαινόμενο, το οποίο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως «ένα μεταβαλλόμενο δίκτυο διαδοχικά παραγόμενων γεγονότων μέσα στο οποίο κάθε γεγονός [….] αναδύεται ως ένας μετασχηματισμός της προηγούμενης κατάστασης».7 Με αυτή την έννοια, η εξέλιξη αποτελεί το ιστορικό αλλαγής με την οργάνωση να διατηρείται αμετάβλητη σε κάθε αναπαραγωγικό κύκλο. Δεν μπορεί να νοηθεί εξέλιξη χωρίς την ύπαρξη διαδοχικής αναπαραγωγής και αλλαγής· η αλλαγή προϋποθέτει την αναπαραγωγή και η εξέλιξη προϋποθέτει την αλλαγή σε κάθε διαδοχικό παραγωγικό βήμα. Η αυτοποίηση αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό της ζωής. Τα ζωντανά συστήματα οφείλουν την ύπαρξή τους στο γεγονός ότι είναι αυτοποιητικά συστήματα στο φυσικό χώρο. Μέσω της αυτοποίησής τους μπορούν να οριστούν ως ενότητες και να καθορίσουν κάθε μετασχηματισμό και διατάραξη που μπορούν να υποστούν διατηρώντας συγχρόνως την ταυτότητά τους. Ως εκ τούτου, χωρίς την αυτοποιητική τους ικανότητα τα ζωντανά συστήματα παύουν να αποτελούν ενότητες και χάνουν την ταυτότητά τους· χωρίς την αυτοποίηση δεν μπορεί να υπάρξει ζωή.

6 7

Στο ίδιο, σελ. 100, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 103, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 22

// διαφορά & διαφοροποίηση

3.1 Η λογική της διαφοράς 3.1.1 Το σύστημα ως διαφορά Η βιολογική θεωρία των Maturana-Varela και ο όρος ‘αυτοποίηση’ που χρησιμοποίησαν για να περιγράψουν την ικανότητα των ζωντανών συστημάτων, αποτέλεσαν το κατάλληλο πλαίσιο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η θεωρία συστημάτων που ανέπτυξε ο Γερμανός κοινωνιολόγος Niklas Luhmann. Η ανάγκη του Luhmann να διατυπώσει μια γενική θεωρία της κοινωνίας και των κοινωνικών συστημάτων, προκειμένου να φύγει από τη σκιά του μέντορά του Talcott Parsons, τον οδήγησε να θέσει το πλαίσιο πάνω στο οποίο βασίστηκε αυτή η θεωρία. Χωρίς να αντικρούει τις απόψεις του Parsons, ο Luhmann προσπάθησε μέσα από τη θεωρία του να βελτιώσει και να συμπληρώσει τις απόψεις του μέντορά του για την έννοια του συστήματος. Μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της θεωρίας συστημάτων του Luhmann αποτέλεσε το έργο ‘Laws of Form’ του George Spencer Brown σχετικά με τη μαθηματική λογική, μετατοπίζοντας τη θεωρία συστημάτων από τη θεώρηση «το σύστημα ως αυτοποίηση» στη θεώρηση «το σύστημα ως διαφορά».8 Η έννοια της αυτοποίησης, λοιπόν, μέσα στο έργο του Luhmann απομακρύνεται από τη βιολογική προέλευσή της και επαναπροσδιορίζεται, έτσι ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί στα κοινωνικά συστήματα.

8

N. Luhmann, Introduction to Systems Theory (trans: Gilgen, P.), Cambridge and Malden, Polity Press, 2013, σελ. ix, μτφρ. δική μου.


23 // ΔΙΑΦΟΡΑ & ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ

03 Ξεκινώντας με τον ισχυρισμό ότι «το σύστημα είναι διαφορά, η διαφορά ανάμεσα στο σύστημα και το περιβάλλον»9, κρίνεται απαραίτητο να διευκρινιστεί η έννοια του συστήματος μέσα στο έργο του Luhmann. Ο όρος σύστημα αναφέρεται στις «σχέσεις μεταξύ των στοιχείων», στη «σχέση της δομής και της διαδικασίας».10 Με άλλα λόγια, ένα σύστημα προσδιορίζει την ύπαρξή του ως μονάδα μέσω της δομής και των διαδικασιών του. Μέσα από μια σειρά διαδοχικών διεργασιών το σύστημα δημιουργεί τον εαυτό του διατηρώντας τη διαφορά μεταξύ συστήματος και περιβάλλοντος, με το τελευταίο να αποτελεί εξωτερικό στοιχείο της διαδικασίας. Η έννοια της διαφοράς ή αλλιώς της διάκρισης κατέχει σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό του συστήματος. Ο Luhmann χαρακτηριστικά αναφέρει πως «η δημιουργία δεν είναι τίποτα παρά μια διαταγή “Κάνε μια διάκριση!”».11 Η έννοια της δημιουργίας προϋποθέτει μια διάκριση, επιβάλλει έναν τρόπο διάκρισης· χωρίς διάκριση δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα. Μέσω της διάκρισης επισημαίνεται η διαφορά ανάμεσα στο ένα και το άλλο, καθώς «κάθε διάκριση είναι ένα όριο»12, που σύμφωνα με τον Spencer Brown το όριο αυτό μπορεί να οριστεί ως «μορφή».13 Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι το αποτέλεσμα είναι η ύπαρξη δύο διαφορετικών πλευρών. Ωστόσο, η διάκριση έχει πραγματοποιηθεί προκειμένου να ορίσει μόνο τη μία εξ αυτών. Η διάκριση είναι αυτή που ορίζει το σύστημα ως ενότητα διαχωρίζοντάς το από το περιβάλλον του· υποδεικνύει το σύστημα και όχι το περιβάλλον. Το σύστημα αποτελεί τη μία πλευρά και το περιβάλλον την άλλη. Χωρίς αυτή τη διάκριση δεν μπορεί να υπάρξει το σύστημα. Με άλλα λόγια, το σύστημα μπορεί να οριστεί και να έχει υπόσταση χάρη στο γεγονός ότι υπάρχει το περιβάλλον από το οποίο διαχωρίζεται, χάρη στη «διατήρηση του ορίου»14 [boundary maintenance] ανάμεσα στο ίδιο και το περιβάλλον του.

9

Στο ίδιο, σελ. 44, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 52, μτφρ. δική μου. 11 Στο ίδιο, σελ. 49, μτφρ. δική μου. 12 Στο ίδιο, σελ. 50, μτφρ. δική μου. 13 Στο ίδιο, σελ. 50. 14 Στο ίδιο, σελ. 44, μτφρ. δική μου. 10


BEYOND AUTOPOIESIS // 24

3.1.2 Η διαφορά που κάνει τη διαφορά Η φράση του Bateson πως «η πληροφορία είναι η διαφορά που κάνει τη διαφορά»15, θα μπορούσε να τροφοδοτήσει μια περαιτέρω συζήτηση σε σχέση με την έννοια της διαφοράς και τον τρόπο που αυτή ορίζεται μέσα στο έργο του. Η διαφορά είναι μια έννοια που είναι δύσκολο να ερμηνευτεί και να διευκρινιστεί· «σίγουρα δεν είναι ένα πράγμα ή ένα γεγονός»16, όπως αναφέρει ο Bateson. Είναι ενδιαφέρον, λοιπόν, ο τρόπος που προσεγγίζει τη διαφορά, προκειμένου να γίνει κατανοητή, ξεκινώντας από τη φράση του Alfred Korzybski «ο χάρτης δεν είναι το έδαφος».17 Η φράση αυτή περιγράφει τη σχέση ανάμεσα στο έδαφος και το χάρτη υποδηλώνοντας τη σχέση που έχει ένα αντικείμενο με την αναπαράστασή του18 ή – διατυπώνοντάς το με διαφορετικό τρόπο – τη διαφορά ανάμεσα στην πραγματικότητα και το μοντέλο της πραγματικότητας που δημιουργείται από την ανθρώπινη αντίληψη. Έτσι, εφόσον δεν είναι το έδαφος αυτό που υπάρχει στο χάρτη, προκύπτει το ερώτημα σχετικά με το ποια είναι εκείνα τα στοιχεία του εδάφους που υπάρχουν στο χάρτη. Στην πραγματικότητα, αυτό που υπάρχει στο χάρτη είναι η διαφορά, μια διαφορά στο υψόμετρο, μια διαφορά στη βλάστηση, μια διαφορά στην επιφάνεια ή οποιαδήποτε άλλη διαφορά. Η διαδικασία της αναπαράστασης φιλτράρει την πραγματικότητα αποτυπώνοντας εκείνα τα στοιχεία – εκείνες τις ‘πληροφορίες’ – που γίνονται αντιληπτά από τον ανθρώπινο νου. Κανένα αντικείμενο δεν μπορεί να υπάρξει απαλλαγμένο από τις αναπαραστάσεις που δημιουργεί η αντίληψη. Ως εκ τούτου, η δυνατότητα αναπαράστασης ενός αντικειμένου οφείλεται στο γεγονός ότι το αντικείμενο δεν είναι ομοιόμορφο, στο γεγονός ότι υπάρχουν διαφορές. Η δυσκολία προσδιορισμού της διαφοράς έγκειται στο γεγονός ότι δεν μπορεί να εντοπιστεί. Σαφώς η αναγνώριση της διαφοράς ανάμεσα σε δύο αντικείμενα είναι εφικτή. Το πρόβλημα προκύπτει όταν αναρωτηθεί κανείς για το πού βρίσκεται η διαφορά, καθώς δε βρίσκεται ούτε στο ένα αντικείμενο ούτε στο άλλο, όπως επίσης ούτε και στο χώρο μεταξύ τους. Η αναγνώριση και η επεξεργασία της διαφοράς ανάμεσα σε δύο αντικείμενα σχετίζονται με τη διαδικασία αντίληψης του ανθρώπινου νου. Η πραγματικότητα γίνεται αντιληπτή μέσω των διαφορών, καθώς κάθε διαφορά υποδηλώνει μια διάκριση, μια διάκριση μεταξύ μερών. Η διάκριση δημιουργεί μια σχέση μεταξύ των μερών αυτών από το υποκείμενο που την προσδιορίζει, δημιουργεί μια κατηγοριοποίηση. Η διαφορά, λοιπόν, είναι μια αφηρημένη έννοια και όταν εμφανίζεται στο πέρασμα του χρόνου ορίζεται ως «αλλαγή».19 «Η λέξη ‘ιδέα’, στην πιο στοιχειώδη έννοιά της, είναι συνώνυμη με τη ‘διαφορά’»20, σύμφωνα με τον Bateson. Ο ίδιος, τροποποιώντας τη φράση του Kant πως μέσα σε ένα κομμάτι κιμωλίας υπάρχει ένας άπειρος αριθμός δυνητικών γεγονότων, υποστηρίζει πως «υπάρχει

15

«Information—the elementary unit of information—is a difference which makes a difference». G. Bateson, Steps to an Ecology of Mind: Collected Essays in Anthropology, Psychiatry, Evolution, and Epistemology, New Jersey and London, Jason Aronson Inc., 1987, σελ. 460, μτφρ. δική μου. 16 Στο ίδιο, σελ. 458, μτφρ. δική μου. 17 «The map is not the territory». Στο ίδιο, σελ. 455, μτφρ. δική μου. 18 Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια, στο λήμμα «Μap–territory relation». 19 G. Bateson, Steps to an Ecology of Mind: Collected Essays in Anthropology, Psychiatry, Evolution, and Epistemology, New Jersey and London, Jason Aronson Inc., 1987, σελ. 458. 20 Στο ίδιο, σελ. 459, μτφρ. δική μου.


25 // ΔΙΑΦΟΡΑ & ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ

ένας άπειρος αριθμός διαφορών γύρω και μέσα στο κομμάτι της κιμωλίας».21 Οι διαφορές αυτές αφορούν τόσο το αντικείμενο σε σχέση με το περιβάλλον που βρίσκεται, όσο και τα εσωτερικά του δομικά συστατικά. Κατά αυτή την έννοια, «υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις διαφορές».22 Εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι άπειρες, δεν είναι δυνατό να εισέλθουν στη διανοητική διαδικασία· έτσι, κρίνεται απαραίτητη η επιλογή κάποιων εξ αυτών αποτελώντας αυτό που ονομάζεται ‘πληροφορία’ [information] – τη γνώση που μπορεί να επικοινωνηθεί. Στην πραγματικότητα, «η πληροφορία – η στοιχειώδης μονάδα πληροφορίας – είναι μια διαφορά που κάνει τη διαφορά»23, επιστρέφοντας, έτσι, στη φράση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η συζήτηση για την έννοια της διαφοράς σύμφωνα με τον Bateson.

21

Στο ίδιο, σελ. 459-460, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 464, μτφρ. δική μου. 23 Στο ίδιο, σελ. 460, μτφρ. δική μου. 22


BEYOND AUTOPOIESIS // 26

3.1.3 Η διαφορά ως διάκριση Σε μια πιο φιλοσοφική βάση ορίζεται η έννοια της διαφοράς μέσα στο έργο του Deleuze ‘Difference and Repetition’. Η διαφορά [difference] είναι η κατάσταση στην οποία «κάτι διαχωρίζει τον εαυτό του – και ακόμη εκείνο από το οποίο διαχωρίζει τον εαυτό του δε διαχωρίζει τον εαυτό του από αυτό».24 Κατά αυτή την έννοια, δεν πρόκειται για «διαφορά ‘μεταξύ’ δύο πραγμάτων»·25 η διαφορά υπάρχει για να προσδιορίσει το ένα και όχι το άλλο. Σε γενικές γραμμές η διαφορά δε θα πρέπει να ταυτίζεται με έννοιες, όπως η ποικιλία [diversity] και η ετερότητα [otherness], καθώς αυτές οι δύο έννοιες τείνουν να προσδιορίσουν το αντικείμενο προσδιορίζοντας τη διαφορά του σε σχέση με κάτι άλλο. Αναδιατυπώνοντας, λοιπόν, τον αρχικό ορισμό, «η διαφορά είναι η κατάσταση στην οποία ο προσδιορισμός παίρνει τη μορφή μονομερούς διάκρισης».26 Σύμφωνα με τον Hegel, «η διαφορά [….] είναι ήδη σιωπηρά αντίφαση»·27 και η αντίφαση προσδιορίζει τον εαυτό της προσδιορίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο τη διαφορά. Η διαφορά είναι ήδη αντίφαση με την έννοια ότι υπονοεί την αντίφαση που ενυπάρχει. Θα πρέπει, βέβαια, να γίνει αντιληπτό ότι καμία διαφορά δεν απαιτεί την ύπαρξη μια αντίθεσης· η αντίθεση είναι αυτή που απαιτεί την ύπαρξη της διαφοράς. Το αντικείμενο προσδιορίζεται, λοιπόν, μέσα από τη διαδικασία διαχωρισμού του εαυτού του από αυτό που δεν είναι. Μέσα από την αντίστιξη ύπαρξης [being] και μη-ύπαρξης [non-being] ο Deleuze περιγράφει την έννοια της διαφοράς:

Η ύπαρξη είναι διαφορά από μόνη της. Η ύπαρξη είναι επίσης μη-ύπαρξη, αλλά η μηύπαρξη δεν είναι η ύπαρξη του αρνητικού. [….] Το ‘μη’ στην έκφραση ‘μη-ύπαρξη’ εκφράζει κάτι άλλο από το αρνητικό. [….] Η διαφορά δεν είναι το αρνητικό· αντιθέτως η μη-ύπαρξη είναι διαφορά: το έτερον [heteron], όχι το ενάντιον [enantion].28 Η ομοιότητα [sameness] μέσα στο έργο του Deleuze προσδιορίζει αυτό που διαφέρει, το διαφορετικό. Το όμοιο [same] αποτελεί την κατηγοριοποίηση των στοιχείων μέσω της διαφοράς τους από αυτό που δεν είναι. Το όμοιο προσδιορίζεται μόνο μέσω μιας διαφοράς, δεν υφίσταται χωρίς την ύπαρξη της διαφοράς. Έτσι, δε θα πρέπει να συγχέεται με τις έννοιες του ίσου [equal] και του ταυτόσημου [identical] που ορίζουν μια κατάσταση απλής ομοιομορφίας και προϋποθέτουν την απουσία κάθε διαφοράς.

24

G. Deleuze, Difference and Repetition (trans: Patton, P.), London and New York, Continuum, 1994, σελ. 28, μτφρ. δική μου. 25 Στο ίδιο, σελ. 28, μτφρ. δική μου. 26 Στο ίδιο, σελ. 28, μτφρ. δική μου. 27 Στο ίδιο, σελ. 44, μτφρ. δική μου. 28 Στο ίδιο, σελ. 63-64, μτφρ. δική μου.


27 // ΔΙΑΦΟΡΑ & ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ

3.2 Η επανάληψη ως δύναμη της διαφοράς Ο Deleuze εισάγει την έννοια της διαφοράς στην κυκλική διαδικασία της επανάληψης, αναφερόμενος στη φράση του Hume: «η επανάληψη δεν αλλάζει τίποτα μέσα στο αντικείμενο που επαναλαμβάνεται, αλλά αλλάζει κάτι στο μυαλό που το σκέφτεται».29 Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι η επανάληψη εμπεριέχει την έννοια της αλλαγής, μιας αλλαγής που παράγεται σε κάθε παραγωγικό βήμα. Υπό αυτή την έννοια, η αλλαγή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη διαφορά επισημαίνοντας πως κάτι νέο παράγεται. «H διαφορά κατοικεί στην επανάληψη»30 όπως αναφέρει ο Deleuze. Η μετάβαση από την μία κατάσταση στην άλλη μέσα στη διαδικασία της επανάληψης οφείλεται στη διαφορά που βρίσκεται ανάμεσα στις φάσεις της διαδικασίας. Επομένως, η επανάληψη μπορεί να οριστεί ως «η άμορφη ύπαρξη όλων των διαφορών,31 [….] η δύναμη της διαφοράς και της διαφοροποίησης».32 Το υποκείμενο τη επανάληψης δεν είναι ένα στοιχείο που παραμένει αμετάβλητο διατηρώντας την σταθερότητά του· δεν είναι το όμοιο [same] που επανέρχεται, αλλά το διαφορετικό [different] που ενυπάρχει μέσα στη διαδικασία της επανάληψης. Η έννοια της ομοιότητας δύσκολα μπορεί να διαχωριστεί από την έννοια της επανάληψης, καθώς γεννιέται και υπάρχει μέσα από αυτή. Έτσι, η επανάληψη είναι η ίδια ένα όμοιο στοιχείο μέσα στην πολλαπλότητα που ορίζουν τα διαφορετικά στοιχεία της ατέρμονης παραγωγικής διαδικασίας της επανάληψης. Το νέο προκύπτει μέσω αυτής της διαδικασίας αποτελώντας το υποκείμενο της επανάληψης και δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ίδια η επανάληψη· κατά αυτή την έννοια, αυτό που παράγεται είναι η ίδια η επανάληψη. Η επανάληψη ως δύναμη μετασχηματισμού περιγράφεται από τον Deleuze σε άμεση συσχέτιση με την έννοια του ‘γίγνεσθαι’ [becoming]. Πέρα από διατυπώσεις που το ορίζουν ως το προϊόν ανάμεσα σε δύο καταστάσεις, το γίγνεσθαι αποτελεί «ένα χαρακτηριστικό της ίδιας της παραγωγής των γεγονότων, [….] την ίδια τη δύναμη της αλλαγής»33 και γίνεται αντιληπτό μέσω των αλλαγών αυτών. «Το γίγνεσθαι είναι η λειτουργία της αυτοδιαφοροποίησης»34, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Elizabeth Grosz. Η διαδικασία παραγωγής της διαφοράς που ενυπάρχει στο αντικείμενο αναδύεται μέσα στο διαρκή κύκλο του γίγνεσθαι. Κάθε αντικείμενο αντιπροσωπεύει πολλά περισσότερα από τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς εμπεριέχει το διαφορετικό που δυνητικά θα μπορούσε να είναι. Έτσι, το γίγνεσθαι δεν μπορεί να νοηθεί ως μια επίκτητη ικανότητα της ύλης· αντιθέτως, αποτελεί τη βασική αρχή της με όλες τις δυνατότητες και προοπτικές που εμπερικλείει. Επομένως, η επανάληψη περιγράφει το γίγνεσθαι του αντικειμένου και το γίγνεσθαι περιγράφει την ατέρμονη διαδικασία της επανάληψης.

29

Στο ίδιο, σελ. 70, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 76, μτφρ. δική μου. 31 Στο ίδιο, σελ. 57, μτφρ. δική μου. 32 Στο ίδιο, σελ. 220, μτφρ. δική μου. 33 A. Parr (ed.), The Deleuze Dictionary: Revised Edition, Edinburgh, Edinburgh University Press, 2010, σελ. 26, μτφρ. δική μου. 34 E. Grosz, ‘Bergson, Deleuze and the Becoming of Unbecoming’, Parallax, Routledge, vol. 11, no. 2, 2005, σελ. 4, μτφρ. δική μου. 30


BEYOND AUTOPOIESIS // 28

Η επανάληψη είναι η παραγωγική διαδικασία που παράγει την διαφοροποίηση και ταυτόχρονα παράγεται μέσα από αυτήν, σύμφωνα με τον Deleuze. Μπορεί να γίνει καλύτερα αντιληπτή μέσα από την έννοια του πειραματισμού, καθώς μέσω της διαφοροποίησης σε κάθε παραγωγικό κύκλο επιτρέπει την ανάδυση νέων δυνατοτήτων πέρα από κάθε πρόβλεψη. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ορίζεται πέρα από κάθε τελεολογική αντίληψη που συσχετίζει την επανάληψη με την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού. Ορίζεται, λοιπόν, ως η διαδικασία που εξερευνά το νέο, το διαφορετικό, κατασκευάζοντας κινήσεις απεδαφικοποίησης. Ο τρόπος που ορίζονται οι έννοιες της επανάληψης, του γίγνεσθαι και της απεδαφικοποίησης μέσα στο έργο του Deleuze οδηγεί στην ανάπτυξη πολλαπλών συσχετίσεων καθιστώντας τα όρια ανάμεσά τους ασαφή. Καθώς η ίδια η «απεδαφικοποίηση» [deterritorialization] γίνεται αντιληπτή ως μια ενέργεια που εμπεριέχει την έννοια της αλλαγής, «υποδεικνύει τη δημιουργική δυνητικότητα ενός συνόλου»35 σύμφωνα με την Adrian Parr. Έτσι, η επανάληψη δημιουργεί την απεδαφικοποίησή της σε κάθε παραγωγικό κύκλο. Προσαρμόζοντας, λοιπόν, μια φράση των Deleuze-Guattari στην έννοια της επανάληψης, θα μπορούσε να προκύψει ο ισχυρισμός πως η ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας της επανάληψης δεν αποκαλύπτει μια προϋπάρχουσα και αναμενόμενη κατάσταση, αλλά υποδεικνύει έναν νέο κόσμο που δημιουργείται μέσα από την επερχόμενη αναίρεσή του, μέσα από την απεδαφικοποίησή του.36

35

A. Parr (ed.), The Deleuze Dictionary: Revised Edition, Edinburgh, Edinburgh University Press, 2010, σελ. 69, μτφρ. δική μου. 36 «The schizoanalytic flick of the finger, which restarts the movement, links up again with the tendency, and pushes the simulacra to a point where they cease being artificial images to become indices of the new world. That is what the completion of the process is: not a promised and a pre-existing land, but a world created in the process of its tendency, its coming undone, its deterritorialization.» G. Deleuze and F. Guattari, Anti- Oedipus: Capitalism and Schizophrenia (trans: Hurley, R., Seem, M. and Lane, H.), Minneapolis, University of Minnesota Press, 1983, σελ. 321-322.



BEYOND AUTOPOIESIS // 30

// ανάδυση νέων δυνατοτήτων


31 // ΑΝΑΔΥΣΗ ΝΕΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ

04 4.1 Ανάδυση και Καινοτομία Ορίζοντας την επανάληψη ως τη διαδικασία που εξερευνά το νέο, επιτρέποντας μέσω της διαφοροποίησης την ανάδυση νέων δυνατοτήτων που εμπεριέχουν την έννοια του απρόβλεπτου, κρίνεται σκόπιμο να διασαφηνιστεί η έννοια της ανάδυσης και η σχέση της με την καινοτομία. Η έννοια της ανάδυσης αναφέρεται σε συστήματα με αμείωτη πολυπλοκότητα37 [irreducible complexity], στον τρόπο παραγωγής της μορφής τους και τις συμπεριφορές που αναπτύσσουν. Το φαινόμενο της ανάδυσης, λοιπόν, περιγράφει τις ιδιότητες ενός συστήματος στο σύνολό του που δεν μπορούν να προκύψουν από τα συστατικά του, όταν αυτά εξετάζονται μεμονωμένα. Οι ιδιότητες αυτές που αναδύονται αποτελούν κάτι ανώτερο από το απλό άθροισμα των μερών του συστήματος. Διατυπώνοντας τον ισχυρισμό αυτό με διαφορετικό τρόπο γίνεται κατανοητό πως «το ‘όλον’ έχει ξεχωριστές ιδιότητες που αναδύονται μέσω των διαδικασιών συνεχούς αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα διαφορετικά επίπεδα οργάνωσης»38, σύμφωνα με τον Weinstock. «Αναδυόμενα φαινόμενα συμβαίνουν μόνο όταν το ‘όλον’ είναι πράγματι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του»39, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Holland.

37

Η αμείωτη πολυπλοκότητα περιγράφει ένα χαρακτηριστικό ορισμένων πολύπλοκων συστημάτων, τα οποία προκειμένου να λειτουργούν χρειάζονται το σύνολο των αλληλεπιδρώντων μερών τους. Η απουσία οποιουδήποτε από αυτά τα μέρη θα σήμαινε ουσιαστικά πως το σύστημα παύει να λειτουργεί. Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια, στο λήμμα «Irreducible complexity». 38 M. Weinstock, The Architecture of Emergence: The Evolution of Form in Nature and Civilisation , Chichester, United Kingdom, John Wiley & Sons Ltd, 2010, σελ. 31, μτφρ. δική μου. 39 J. Holland, ‘Emergence’, Philosophica, vol. 59, no. 1, 1997, σελ. 32, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 32

Η ανάδυση, χωρίς αμφιβολία, αναφέρεται σε κάτι νέο που δημιουργείται· η ύπαρξή του, όμως, εμφανίζεται ως ένα στοιχείο που δε θα μπορούσε να προβλεφθεί σε σχέση με μια προϋπάρχουσα κατάσταση. Κατά αυτή την έννοια, «η ανάδυση συνεπάγεται τη δημιουργία κάτι ριζικά νέου»40 και ως εκ τούτου συσχετίζεται με τη «θεμελιώδη καινοτομία»41 [fundamental novelty]. Αυτό είναι το στοιχείο στο οποίο έγκειται η διαφορά ανάμεσα στην ανάδυση και την καινοτομία. Η ανάδυση είναι ήδη καινοτομία με τον όρο της εμφάνισης ενός θεμελιωδώς νέου στοιχείου· αντίθετα, η καινοτομία δεν μπορεί να νοηθεί ως ένα απαραιτήτως αναδυόμενο γεγονός, καθώς μπορεί να προκύψει εκτός των άλλων και ως ανασυνδυασμός μιας προϋπάρχουσας κατάστασης. Μιλώντας για θεμελιώδη καινοτομία γίνεται κατανοητή η άμεση συσχέτιση της ανάδυσης με την έννοια της δημιουργικότητας. Έτσι, μέσα από την κατανόηση των διαδικασιών που οδηγούν στην παραγωγή αναδυόμενων γεγονότων και δομών, ο σχεδιασμός μπορεί να αποκτήσει μια νέα προοπτική έχοντας ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της καινοτομίας. Η ανάδυση μπορεί να δημιουργηθεί είτε ως ανασυνδυασμός είτε ως δημιουργία, σύμφωνα με τον Cariani. Ο διαχωρισμός αυτός έγκειται στον τρόπο παραγωγής των αναδυόμενων γεγονότων. Στην συνδυαστική ανάδυση διαμορφώνονται νέοι συνδυασμοί από ένα σταθερό σύνολο στοιχείων. Στην ουσία δεν υπάρχει παραγωγή νέων στοιχείων, απλώς διαμορφώνονται νέοι τρόποι συνδυασμού των ήδη υπαρχόντων στοιχείων. Κατά αυτή την έννοια, το σύνολο των πιθανών συνδυασμών που μπορούν να προκύψουν θεωρείται πεπερασμένο, αν και είναι πολύ μεγάλο. Αντίθετα, στη δημιουργική ανάδυση εμπεριέχεται η διαδικασία δημιουργίας νέων στοιχείων οδηγώντας κατ’ επέκταση στη διαμόρφωση νέων συνδυασμών και επιτρέποντας τη διεύρυνση του συνόλου των πιθανών συνδυασμών. Για κάθε νέο στοιχείο που δημιουργείται, ο χώρος των πιθανών συνδυασμών επεκτείνεται. Έτσι, το γεγονός ότι η διαδικασία παραγωγής νέων στοιχείων δεν είναι προσδιορισμένη, ορίζει ένα ανοιχτού τύπου σύστημα. Χωρίς αμφιβολία, μέσω της παραγωγικής διαδικασίας της ανάδυσης ο σχεδιασμός μπορεί να απελευθερωθεί από ασφυκτικές συμβάσεις επιτρέποντας την εμφάνιση μιας νέας πτυχής του κόσμου. «Η ανάδυση συνεπάγεται την εμφάνιση νέων προοπτικών, νέων παραθύρων στον κόσμο»42, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Cariani.

40

P. Cariani, ‘Emergence and Creativity’, Emocao Art.ficial 4.0: Emergencia [Exhibition volume], Itau Cultural, Sao Paulo, Brazil, 2008, μτφρ. δική μου. 41 Στο ίδιο, μτφρ. δική μου. 42 Στο ίδιο, μτφρ. δική μου.


33 // ΑΝΑΔΥΣΗ ΝΕΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ

4.2 Ανάδυση και Δημιουργία Η έννοια της ανάδυσης παρακάμπτει ερωτήματα σχετικά με θεωρήσεις του νέου, για το αν υπάρχει δημιουργία ή αν η ύπαρξη ορίζεται μέσα στον κύκλο της ατέρμονης επανάληψης, σύμφωνα με τον Καστοριάδη. Η ανάδυση αποτελεί ήδη δημιουργία, καθώς «η ύπαρξη είναι δημιουργία».43 Η έννοια της δημιουργίας προσδιορίζει την εμφάνιση μιας νέας μορφής καθιστώντας αδύνατη την παραγωγή ή την αναγωγή της σε προϋπάρχοντα στοιχεία. Αυτό διασαφηνίζει τη σχέση που έχουν οι δύο έννοιες – ανάδυση και δημιουργία – μεταξύ τους, καθώς και τα αναδυόμενα στοιχεία δεν μπορούν να περιγραφούν από την άποψη των στοιχείων που προϋπήρχαν. Επομένως, «η δημιουργία σημαίνει την ικανότητα να επιφέρει την ανάδυση αυτού που δεν έχει δοθεί [….] ξεκινώντας από κάτι δεδομένο».44 «Η δημιουργία προϋποθέτει κάποια απροσδιοριστία στην ύπαρξη»45, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Καστοριάδης. Εξ ορισμού η δημιουργία έχει την ικανότητα να ανοίγεται συνεχώς σε νέες καταστάσεις λόγω της απροσδιοριστίας της και να θέτει νέους προσδιορισμούς. Κατά αυτό τον τρόπο υποδηλώνει αυτό που έχει υπόσταση μέσα από κάθε νέο ενδεχόμενο προσδιορισμό. Οι προσδιορισμοί αυτοί δεν παράγονται σε σχέση με τα στοιχεία που προϋπάρχουν, ούτε μπορούν να αναχθούν σε αυτά· αντίθετα, αποτελούν μια «πηγή ετερότητας»46 δημιουργώντας κάτι μέσα από τη διαφοροποίηση της ίδιας του της υπόστασης. «Το σύστημα δημιουργεί τον εαυτό του επειδή υπάρχει και υπάρχει επειδή δημιουργεί τον εαυτό του.»47 Με άλλα λόγια, μέσα από τη δημιουργία προσδιορίζεται συνεχώς κάτι διαφορετικό οδηγώντας στην ανάδυση νέων καταστάσεων και μορφών. Έτσι, η δημιουργία είναι κάτι παραπάνω από ένας απλός ανασυνδυασμός των ήδη δεδομένων στοιχείων· αποκαλύπτει την εμφάνιση μιας μορφής που είναι θεμελιωδώς νέα. Μέσω της δημιουργίας, λοιπόν, δίνεται η δυνατότητα να ανοιχθεί μια νέα πραγματικότητα που μόνο η φαντασία μπορεί να ενεργοποιήσει· και δεν μπορεί να νοηθεί και να διαμορφωθεί αυτός ο νέος κόσμος χωρίς τις έννοιες της δημιουργίας και της φαντασίας.

43

C. Castoriadis, The Rising Tide of Insignificancy (The Big Sleep), (translated from the French and edited anonymously as a public service), 2003, σελ. 367, μτφρ. δική μου. 44 Στο ίδιο, σελ. 187, μτφρ. δική μου. 45 Στο ίδιο, σελ. 186, μτφρ. δική μου. 46 Στο ίδιο, σελ. 186, μτφρ. δική μου. 47 Στο ίδιο, σελ. 385, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 34

4.3 'Γραμμή φυγής' Από τον τρόπο που ορίστηκε η έννοια της ανάδυσης ως η κίνηση που οδηγεί στη δημιουργία κάτι ριζικά και απόλυτα νέου, απελευθερώνοντας το σύστημα από το δεδομένο πλαίσιο δυνατοτήτων του και ανοίγοντάς το σε νέες προοπτικές, γίνεται σαφές ότι η ανάδυση εμπεριέχει την έννοια της θεμελιώδους καινοτομίας ή, μέσα από μια διαφορετική προσέγγιση, αυτό που οι Deleuze-Guattari ονομάζουν «απόλυτη απεδαφικοποίηση» [absolute deterritorialization].48 Η απεδαφικοποίηση «είναι η κίνηση με την οποία κάτι αφήνει το έδαφος»49 και συχνά αναφέρεται από τους Deleuze-Guattari ως «γραμμή φυγής» [line of flight]. Απαιτεί την ύπαρξη ενός στοιχείου που θα απεδαφικοποιηθεί και ενός εδάφους [territory], που μέσω της διαδικασίας είτε θα εγκαταλειφθεί πλήρως είτε θα οριστεί και θα ανασυσταθεί μέσα από νέους όρους. Το έδαφος αυτό είναι ένας εύκαμπτος χώρος που έχει τη δυνατότητα να μεταλλάσσεται και μέσα από τη διαδικασία της απεδαφικοποίησης να περνά συνεχώς σε κάτι διαφορετικό. Η διαρκής μετάβαση σε μια διαφορετική κατάσταση κάνει αντιληπτή την απεδαφικοποίηση ως τη διαδικασία που παράγει την αλλαγή και τη διαφοροποίηση, υποδεικνύοντας αυτό που το απεδαφικοποιημένο στοιχείο δυνητικά θα μπορούσε να είναι. Απελευθερώνοντάς το από τις δεδομένες σχέσεις και συσχετίσεις μέσα από τις οποίες ορίζεται, γίνεται δυνατή η έκθεσή του σε νέες παραγωγικές συσχετίσεις. Η απεδαφικοποίηση εξαναγκάζει κάτι να διαταράξει την οργάνωσή του οδηγώντας, κατά κάποια έννοια, στη διάλυση – χωρίς αυτό να έχει αρνητική σημασία – ώστε εξετάζοντάς το έξω από τους δικούς του όρους να το προετοιμάσει για μελλοντικές συσχετίσεις. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να διασαφηνιστεί η σχέση που έχει η έννοια της απεδαφικοποίησης με την επανεδαφικοποίηση [reterritorialization], αλλά και με την ίδια την εδαφικότητα, καθώς σε καμία περίπτωση δε νοείται ως κάτι αρνητικό ή αντίθετο. Η απεδαφικοποίηση και η επανεδαφικοποίηση μπορούν να οριστούν ως οι διαδικασίες διαμόρφωσης μιας συγκεκριμένης εδαφικότητας. «Η γη δεν είναι το αντίθετο της απεδαφικοποίησης.»50 Ένα έδαφος είναι πάντα σε κατάσταση μιας δυνητικής απεδαφικοποίησης· στην ουσία, «η απεδαφικοποίηση ενυπάρχει σε μια εδαφικότητα ως το διάνυσμα μετασχηματισμού της»,51 σύμφωνα με την Adrian Parr. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να διαχωριστεί από τη δυνατότητα αλλαγής που κάθε εδαφικότητα εμπεριέχει. Επίσης, η διαδικασία της επανεδαφικοποίησης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την απεδαφικοποίηση που προηγείται αυτής και περιγράφει τον τρόπο ανασυνδυασμού και δημιουργίας νέων σχέσεων ανάμεσα στα απεδαφικοποιημένα στοιχεία, αποκλείοντας την ερμηνεία της ως μια κίνηση που σηματοδοτεί την επιστροφή σε ένα έδαφος που έχει εγκαταλειφθεί ή χαθεί.

48

Η έννοια της απεδαφικοποίησης [deterritorialization] επινοήθηκε από τους Gilles Deleuze και Félix Guattari στο έργο τους Anti- Oedipus: Capitalism and Schizophrenia. 49 G. Deleuze and F. Guattari, A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia (trans: Massumi, B.), Minneapolis and London, University of Minnesota Press, 1987, σελ. 508, μτφρ. δική μου. 50 Στο ίδιο, σελ. 509, μτφρ. δική μου. 51 A. Parr (ed.), The Deleuze Dictionary: Revised Edition, Edinburgh, Edinburgh University Press, 2010, σελ. 69, μτφρ. δική μου.


35 // ΑΝΑΔΥΣΗ ΝΕΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ

Ποιοτικά, οι κινήσεις απεδαφικοποίησης εκδηλώνονται με διαφορετικές μορφές και αναλύονται από τους Deleuze-Guattari σε σχέση με δύο βασικές διακρίσεις. Έτσι, μπορούν να έχουν θετική ή αρνητική μορφή και σε ένα δεύτερο επίπεδο μπορούν να χαρακτηριστούν ως σχετικές ή απόλυτες. Η απεδαφικοποίηση έχει αρνητική [negative] μορφή όταν επικαλύπτεται από μια επανεδαφικοποίηση, η οποία έρχεται να αντισταθμίσει τη διαταραχή που προκάλεσε η εν λόγω απεδαφικοποίηση και εμποδίζει το άνοιγμα του συστήματος σε νέες δυνατότητες και προοπτικές. Στη θετική [positive] της μορφή υπερισχύει σε σχέση με μια επερχόμενη επανεδαφικοποίηση, η οποία παύει να έχει τον πρωταρχικό ρόλο της όλης διαδικασίας. Παρόλα αυτά, η απεδαφικοποίηση στην τελευταία περίπτωση παραμένει σχετική [relative], καθώς η γραμμή φυγής που σχηματίζεται είναι κατακερματισμένη, αποτελούμενη από επιτυχημένα τμήματα της διαδικασίας και άλλα που έχουν καταλήξει σε αποτυχία λόγω της επανεδαφικοποίησης. Η σχετική απεδαφικοποίηση στοχεύει στην αποκατάσταση της διαταραχής οδηγώντας το σύστημα σε σταθερότητα. Σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες μορφές της, η απόλυτη [absolute] απεδαφικοποίηση εκφράζει κάτι ποιοτικά διαφορετικό. Η απόλυτη απεδαφικοποίηση μπορεί να συσχετιστεί με τη διαμόρφωση ενός σώματος που θεωρείται ως πολλαπλότητα σε αντίθεση με την σχετική που αντιμετωπίζει το σώμα ως ολότητα. Είναι χαρακτηριστικό πως οι Deleuze-Guattari χρησιμοποιούν τους όρους «’a’» και «One» για να χαρακτηρίσουν την ποιοτική διαφορά του σώματος σε καθεμία από τις δύο μορφές απεδαφικοποίησης· ο όρος ‘a body’ αφορά το πολλαπλό σώμα της απόλυτης απεδαφικοποίησης, ενώ ο όρος ‘One body’ αφορά το ολιστικό σώμα της σχετικής απεδαφικοποίησης.52 Θα πρέπει να διευκρινιστεί, ωστόσο, πως η απόλυτη απεδαφικοποίηση δεν αποτελεί ένα στάδιο που έπεται της σχετικής απεδαφικοποίησης, καθώς αποτελεί ένα ενυπάρχον χαρακτηριστικό, εσωτερικό και δυναμικό, του συστήματος και κατ’ επέκταση της σχετικής απεδαφικοποίησης. Συνοψίζοντας η απεδαφικοποίηση θεωρείται αρνητική ή σχετική όταν υπάρχει είτε σε σχέση με μια κύρια επανεδαφικοποίηση που εμποδίζει τις γραμμές φυγής είτε με μια δευτερεύουσα επανεδαφικοποίηση που περιορίζει τις γραμμές φυγής κατακερματίζοντάς τες. Αντιθέτως, η απόλυτη απεδαφικοποίηση μπορεί να φέρει τη δημιουργία μιας νέας γης, όχι απλά μια επανεδαφικοποιημένη γη μέσα από νέους όρους. Ωστόσο, γίνεται αντιληπτό πως όλες οι μορφές της απεδαφικοποίησης δεν μπορούν να οδηγήσουν το σύστημα στη θεμελιώδη καινοτομία, καθώς η τελευταία απαιτεί τη ‘διάλυση’ του συστήματος, προκειμένου να ενεργοποιηθεί και να το εκθέσει σε νέες δυνατότητες. Η απόλυτη απεδαφικοποίηση αποτελεί την ενυπάρχουσα δύναμη που μετασχηματίζει το σύστημα και, χωρίς αμφιβολία, είναι αυτή που το ανοίγει σε νέες προοπτικές ενεργοποιώντας τη θεμελιώδη καινοτομία. Το γεγονός ότι η διαδικασία της απόλυτης απεδαφικοποίησης συντελείται μέσα στην άυλη τάξη των δυνατοτήτων, ορίζει τη δημιουργία της θεμελιώδους καινοτομίας στο αντίστοιχο επίπεδο. Επομένως, η θεμελιώδης καινοτομία μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν η ισορροπία του συστήματος διαταραχθεί μέσω της απόλυτης απεδαφικοποίησης με αποτέλεσμα να προκύψουν νέες σχέσεις και συσχετίσεις οδηγώντας στη διαμόρφωση νέων δυνατοτήτων.

52

G. Deleuze and F. Guattari, A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia (trans: Massumi, B.), Minneapolis and London, University of Minnesota Press, 1987, σελ. 509.


BEYOND AUTOPOIESIS // 36

// από την αυτοποιητική θεωρία στην αρχιτεκτονική


37 // ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

05 5.1 Αρχιτεκτονική και Βιολογία Με αφορμή την αυτοποιητική θεωρία μπορεί να ξεκινήσει μια συζήτηση για τη συμβολή του πεδίου της βιολογίας και των εννοιών που πραγματεύεται στην αρχιτεκτονική. Οι αρχιτέκτονες στρέφονται στη βιολογία και τη φύση για έμπνευση, προκειμένου, όχι μόνο να κατανοήσουν, να εμπνευστούν και να μιμηθούν τη φυσική μορφή, τις αναλογίες και τα διάφορα μοτίβα, αλλά κυρίως να αναπτύξουν μεθόδους σχεδιασμού έχοντας ως αναφορά τις βιολογικές διαδικασίες των ζωντανών οργανισμών, από τον τρόπο ανάπτυξης και εξέλιξης μέχρι τους μηχανισμούς προσαρμογής στο γύρω περιβάλλον. Μπορεί να παρατηρηθεί, λοιπόν, μια πληθώρα συσχετισμών και αναλογιών ανάμεσα στους ζωντανούς οργανισμούς και το αντικείμενο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού· με συσχετισμούς που αφορούν κυρίως την εξέλιξη των ζωντανών οργανισμών σε σχέση με την παραγωγή του αρχιτεκτονικού αντικειμένου και επομένως την παραγωγή του χώρου. Το αρχιτεκτονικό αντικείμενο και η σχεδιαστική μέθοδος που το παράγει δανείζονται περιγραφές που απαντώνται στους ζωντανούς οργανισμούς χρησιμοποιώντας έννοιες – όπως «ολότητα» [wholeness], «συνοχή» [coherence], «συσχέτιση» [correlation], «ενοποίηση» [integration], «προσαρμογή» [adaptation]53 – που εκφράζουν την οργάνωση των ζωντανών συστημάτων, τη σχέση ανάμεσα στα μέρη τους, τη σχέση του οργανισμού με το περιβάλλον του και τη προσαρμογή του σε αυτό. Έτσι, θα μπορούσε να διατυπωθεί ο ισχυρισμός πως το αντικείμενο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού δεν είναι κάτι που μπορεί να επινοηθεί εξ αρχής· αντίθετα, εξελίσσεται μέσα στη σχεδιαστική διαδικασία παραγωγής του κατά αντιστοιχία με τις φυσικές μορφές και στη διάρκεια αυτής της εξέλιξης υπάρχει μια συνεχής αλληλεπίδραση του παραγόμενου αντικειμένου με το ‘περιβάλλον’ του. Αυτή η τάση και η στροφή της αρχιτεκτονικής προς τη βιολογία έγινε περισσότερο αισθητή με την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών και κατ’ επέκταση σχεδιαστικών μεθόδων με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η χρήση των γενετικών αλγορίθμων54 και άλλων τεχνικών προγραμματισμού έχει κάνει πραγματικότητα μια νέα πτυχή της αρχιτεκτονικής με τον όρο βιομορφική αρχιτεκτονική.

53

P. Steadman, The Evolution of Designs: Biological Analogy in Architecture and the Applied Arts (A revised edition), London and New York, Routledge, 2008, σελ. 4. 54

Οι γενετικοί αλγόριθμοι αποτελούν αναμφισβήτητα το πιο χαρακτηριστικό σύγχρονο παράδειγμα συνδυαστικής ανάδυσης και, όπως υποδηλώνει το όνομά τους, έχουν εμπνευστεί από τη διαδικασία της βιολογικής εξέλιξης. Προσδιορίζουν τον τρόπο συνδυασμού των πρωταρχικών στοιχείων σε πιο σύνθετες δομές και οδηγούν μέσω της διαδικασίας της επιλογής στη δημιουργία νέων συνδυασμών αυτών των στοιχείων. Πολλαπλές συσχετίσεις και αντιστοιχίες γίνονται αντιληπτές ανάμεσα στους γενετικούς αλγορίθμους και τη θεωρία της βιολογικής εξέλιξης που αναπτύχθηκε από τον Charles Darwin.


BEYOND AUTOPOIESIS // 38

5.2 Η λογική της αρχιτεκτονικής αυτοποίησης του Schumacher Εξετάζοντας το πώς η αυτοποιητική θεωρία των Maturana-Varela μπορεί να διαμορφώσει την αρχιτεκτονική σκέψη ή απλά αναφέροντας τους όρους ‘αυτοποίηση’ και ‘αρχιτεκτονική’ μαζί, η πρώτη συσχέτιση που πιθανότατα δημιουργείται αφορά το έργο ‘The Autopoiesis of Architecture’ του Patrik Schumacher. Μέσα από το έργο του ο Schumacher επιχειρεί να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο θεωρητικό σύστημα που προσφέρεται ως ‘αυτοπεριγραφή’55 της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, όπως ο ίδιος αναφέρει. Η έννοια της ‘αυτοποίησης’ εισάγεται στην προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου θεωρητικού λεξιλογίου που θα επανερμηνεύσει το ήδη γνωστό θεωρητικό υπόβαθρο και θα παράγει νέες ιδέες, προκειμένου η αρχιτεκτονική να στραφεί σε ανεξερεύνητα πεδία. Στην πρώτη από μια σειρά θέσεων που αναπτύσσονται στο έργο του, ο Schumacher αναφέρει πως «το φαινόμενο της αρχιτεκτονικής μπορεί να κατανοηθεί επαρκέστερα αν αναλύεται ως ένα αυτόνομο δίκτυο (αυτοποιητικό σύστημα) επικοινωνιών».56 Η αυτο-αναφορικότητα αποτελεί σημαντική πτυχή της αρχιτεκτονικής, σύμφωνα με τον Schumacher, καθώς ορίζει την αρχιτεκτονική ως ένα αυτόνομο πεδίο, ως ένα κλειστό αυτο-αναφερόμενο αυτοποιητικό σύστημα.

55

Η θεωρία της αρχιτεκτονικής αυτοποίησης δε νοείται ως μια επιστημονική θεωρία σε σχέση με την αρχιτεκτονική· αντίθετα, αποτελεί μια θεωρητική προσέγγιση που παρεμβαίνει στην αρχιτεκτονική εκ των έσω περιγράφοντας, αξιολογώντας και ενισχύοντάς την στο σύνολό της μέσα από τη σύγχρονη αρχιτεκτονική σκέψη. P. Schumacher, The Autopoiesis of Architecture. Vol.I: A New Framework for Architecture , London, John Wiley & Sons Ltd, 2011, σελ. 5. 56 Στο ίδιο, σελ. 1, μτφρ. δική μου.


39 // ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Ισχυριζόμενος ήδη εξ αρχής πως «η αρχιτεκτονική θα πρέπει να διαμορφώνει θεωρίες για τον εαυτό της μέσα από μια θεωρία της κοινωνίας»57, ο Schumacher χρησιμοποιεί τη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων [Social Systems Theory] του Niklas Luhmann, προκειμένου να αναπτύξει τη θεωρία της αρχιτεκτονικής αυτοποίησης. Η έννοια της αυτοποίησης, η οποία αναπτύχθηκε πρώτα στο πεδίο της βιολογίας, περιγράφει ως κύριο χαρακτηριστικό της ζωής την κυκλική οργάνωση των ζωντανών συστημάτων, που παράγουν τα βασικά συστατικά τους μέσα από τις ίδιες τους τις διεργασίες. Η ιδέα αυτή που αντιμετωπίζει τα ζωντανά συστήματα ως αυτόνομες αυτοποιητικές ενότητες μεταφέρθηκε στη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων, τα οποία αναλύθηκαν από τον Luhmann ως συστήματα επικοινωνίας που παράγουν όλες τις απαραίτητες δομές επικοινωνίας τους μέσα από τις κλειστές αυτοαναφορικές διεργασίες τους. Κατά αυτή την έννοια, η κοινωνία είναι ένα πρωταρχικό σύστημα επικοινωνιών που περιλαμβάνει το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων. Υιοθετώντας τις απόψεις του Luhmann, ο Schumacher όρισε την αρχιτεκτονική κατά αντίστοιχο τρόπο με τα κοινωνικά συστήματα. Μέσα από την αυτοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής, η αρχιτεκτονική γίνεται αντιληπτή ως αυτόνομο δίκτυο επικοινωνίας, αποτελώντας ένα διακριτό υποσύστημα που εξελίσσεται μέσα στο συνολικό σύστημα των κοινωνικών επικοινωνιών. Ως σύστημα επικοινωνίας αποτελεί, λοιπόν, ένα κλειστό σύστημα που παράγει τα συστατικά του μέσω των εσωτερικών διεργασιών επικοινωνίας. Κατά αυτή την έννοια, η αρχιτεκτονική είναι ένα αυτοποιητικό σύστημα που παράγει, μέσω των διεργασιών της και εντός των ορίων της, τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητα ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί ως ενότητα. Όπως κάθε σύστημα, έτσι και η αρχιτεκτονική μπορεί να νοηθεί λόγω της διαδικασίας διαχωρισμού της από το περιβάλλον της· επομένως, προκειμένου να υπάρχει και να διατηρεί την ταυτότητά της, είναι σημαντική η διατήρηση αυτής της διαφοράς. Σύμφωνα με τον Schumacher, ο αρχιτεκτονικός λόγος καλείται να διατηρήσει την αρχιτεκτονική ως ενότητα σε μια διαδικασία συνεχούς διαχωρισμού από τα γειτονικά της πεδία. Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι η αυτονομία της αρχιτεκτονικής και ο ξεκάθαρος διαχωρισμός της από το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων αποτελούν κεντρικά ζητήματα στη θεωρία της αρχιτεκτονικής αυτοποίησης του Schumacher.

57

Στο ίδιο, σελ. 9, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 40

5.3 Η απεδαφικοποίηση της αρχιτεκτονικής 5.3.1 Η δυναμική αρχιτεκτονική μορφή Σύμφωνα με τον Greg Lynn, οι έννοιες του οργανισμού και της οργάνωσης υποδηλώνουν εξ ορισμού μια ολότητα, ένα σύνολο πραγμάτων, που προσδιορίζεται από ένα «άκαμπτο εξωτερικό όριο» και έναν «εσωτερικό χώρο».58 Η διατήρηση του εξωτερικού ορίου είναι καθοριστικής σημασίας για το σύνολο, καθώς οποιαδήποτε αλλαγή σε αυτό συνεπάγεται διατάραξη της ισορροπίας του όλου. Σε αυτή την προσπάθεια διαφύλαξης της εσωτερικής ισορροπίας του συνόλου, ο εσωτερικός χώρος καλείται να μείνει αμετάβλητος αποτρέποντας πιθανές εξωτερικές επιδράσεις του περιβάλλοντος. Το αντικείμενο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, λοιπόν, θα μπορούσε να νοηθεί ως «ένα αφηρημένο, ολιστικό και οργανικό σώμα»59, καθώς το εσωτερικό της αρχιτεκτονικής έχει ήδη υιοθετήσει μια τέτοια οργανική λογική, όπως υποστηρίζει ο Greg Lynn. Στην περίπτωση των ζωντανών οργανισμών, όμως, η εξέλιξη αποτελεί καθοριστικό στοιχείο στη διαμόρφωση της μορφής και της δομής τους, επαναπροσδιορίζοντας το άκαμπτο όριο μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού. Μέσα από το έργο του ‘On Growth and Form’ ο D'Arcy Thompson ανέλυσε πώς οι ζωντανοί οργανισμοί, και κατ’ επέκταση η μορφή τους, μπορούν να υποστούν μετασχηματισμούς ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης με τις περιβαλλοντικές δυνάμεις. Με τη μέθοδο της Καρτεσιανής παραμόρφωσης δημιουργείται ένα συνεχές σύστημα μετασχηματισμών, που οδηγεί στην αναδιατύπωση του όρου της γεωμετρίας. Οι χωρικές σχέσεις παύουν να είναι στατικές και αμετάβλητες, αλλά αποτελούν ένα δυναμικό πεδίο που υπόκειται συνεχώς σε μετασχηματισμούς και παραμορφώσεις. Κατ’ αντιστοιχία, οι ζωντανοί οργανισμοί δεν μπορούν να νοηθούν ανεξάρτητα από το περιβάλλον τους· οι εξωτερικές δυνάμεις του περιβάλλοντος είναι αυτές που συνεχώς μετασχηματίζουν κάθε οργανισμό επιδρώντας στο εσωτερικό. Περιγράφοντας την αρχιτεκτονική με όρους που αναφέρονται στους ζωντανούς οργανισμούς και, επομένως, προσδιορίζοντας την ως ολότητα, γίνεται κατανοητό ότι δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς το άκαμπτο εξωτερικό όριο, ενώ αυτο-προσδιορίζεται και χαρακτηρίζεται από αυτονομία ως προς τις εξωτερικές δυνάμεις. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρχει κάποια επιφύλαξη σε μια τέτοια στατική θεώρηση της αρχιτεκτονικής, που τη συσχετίζει με την άκαμπτη γεωμετρική ακρίβεια και την ενοποιημένη οργανική ολότητα. Σύμφωνα με την άποψη του Greg Lynn, «τα κτίρια δεν είναι οργανισμοί, αλλά απλά προσωρινές κατασκευές που είναι ήδη πολλαπλότητες. Όταν το οργανικό είναι εσωτερικά συνεχές, το ανόργανο είναι εσωτερικά ασυνεχές και ικανό για μια πολλαπλότητα απρόβλεπτων συνδέσεων.»60 Έτσι, εισάγει στο λόγο του την έννοια της «απεδαφικοποίησης» [deterritorialization] από τη στατική θεώρηση της αρχιτεκτονικής, εξετάζοντας την αυτονομία του οργανισμού έξω από τους όρους της και εστιάζοντας σε «πιο εύκαμπτα συστήματα περιγραφής»61 της αρχιτεκτονικής μορφής. Απέχοντας, λοιπόν, από θεωρήσεις του όλου, το 58

G. Lynn, Folds, Bodies & Blobs: Collected Essays, Brussels, La Lettre Volée, 1998, σελ. 37, μτφρ. δική μου. 59 Στο ίδιο, σελ. 37, μτφρ. δική μου. 60 Στο ίδιο, σελ. 41, μτφρ. δική μου. 61 Στο ίδιο, σελ. 41, μτφρ. δική μου.


41 // ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

εσωτερικό ανοίγεται σε παραγωγικές συσχετίσεις καταργώντας το άκαμπτο εξωτερικό όριο. Τα «χωρικά σώματα»62 οφείλουν τον προσδιορισμό τους στην επίδραση των εξωτερικών δυνάμεων. Οι «ασαφείς μορφές»63 [vague forms] που διαδέχονται την άκαμπτη γεωμετρία, οδηγούν τα ‘χωρικά σώματα’ της αρχιτεκτονικής σε πιο εύκαμπτες, ρευστές και πολλαπλές χωρικές καταστάσεις.

62 63

Στο ίδιο, σελ. 42, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 41, μτφρ. δική μου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 42

5.3.2 'Χωρικά σώματα' Τα ‘χωρικά σώματα’ θα μπορούσαν, χωρίς αμφιβολία, να συσχετιστούν με αυτό που οι Deleuze-Guattari ονομάζουν «σώμα χωρίς όργανα» [body without organs]. «Το σώμα χωρίς όργανα δεν αντιτίθεται στα όργανα κάθε αυτά, αλλά στη συγκεκριμένη οργάνωση των οργάνων, που αποκαλούμε οργανισμό. [….] Το σώμα είναι ζωντανό κι όμως μη οργανικό· [….] ορίζεται από ένα ασαφές όργανο, ενώ ο οργανισμός ορίζεται από καθορισμένα όργανα.»64 Υπό αυτή την έννοια, η απεδαφικοποίηση της αρχιτεκτονικής αναφέρεται στη διάλυση του οργανισμού, μια διάλυση που δεν υποδηλώνει πως ο οργανισμός παύει να υπάρχει, αντίθετα ανοίγει το σώμα σε πολλαπλούς και απροσδόκητους συσχετισμούς· αναδιατυπώνει, έτσι, την έννοια του οργανικού ορίζοντάς το ως «μια πολλαπλότητα συνδεδεμένων οργάνων χωρίς μια ενιαία οργάνωση».65 Μέσα από την αναδιατύπωση αυτή, ο ισχυρισμός πως η συμπεριφορά των μερών καθορίζεται από το ενοποιημένο σώμα αποτελώντας ένα κλειστό σύστημα, τίθεται υπό αμφισβήτηση με την προσοχή να εστιάζεται στις τοπικές συμπεριφορές των μερών και τη συμβολή τους στη σύνθεση του σώματος. Ο Greg Lynn υποστηρίζει πως η ανάδυση του σώματος μπορεί να προκύψει μέσα από τις τοπικές σύνθετες συνδέσεις και αλληλεπιδράσεις ανόμοιων μερών, γεγονός που καθιστά αδύνατη την ύπαρξη μιας ενιαίας γενικής οργάνωσης. Η οργάνωση και η ενότητα του επαναπροσδιορισμένου σώματος καθορίζονται από τις συσχετίσεις των «τοπικών ιδιαιτεροτήτων» [local particularities].66 Το σώμα προσδιορίζεται «μέσω μιας διαδικασίας συνεχούς διαφοροποίησης και πολλαπλασιασμού»·67 σε αντίθεση με την ολιστική λογική που προσπαθεί να εξαλείψει κάθε είδους διαφορά. Θα πρέπει, βέβαια, να διευκρινιστεί ότι η αναδιατυπωμένη έννοια του σώματος δεν αναφέρεται στην αποσύνθεσή του, αλλά αντίθετα στη σύνθεση ενός μη-στατικού και σταθερού σώματος. Στην έννοια της αποσύνθεσης οι εσωτερικές διαφορές είναι καταστροφικές για την οργάνωση του σώματος ως ολότητα οδηγώντας στη διάλυσή του. Η σύνθεση ενός σταθερού σώματος, όμως, οφείλεται σε αυτές τις διαφοροποιήσεις και μέσω αυτών το σώμα μπορεί συνεχώς να μετασχηματίζεται και να αλλάζει. Έτσι, το σώμα ως ενότητα παραμένει ατελές μέσα στην ατέρμονη διαδικασία της σύνθεσής του αναδυόμενο μέσα από τις διαφοροποιήσεις. Επιστρέφοντας, λοιπόν, στην αρχιτεκτονική τα «χωρικά σώματα» προσδιορίζονται ως μια ρευστή δυναμική κατάσταση που διαρκώς μετασχηματίζεται, με τη διαφοροποίηση να έχει το συνθετικό ρόλο της όλης διαδικασίας. Αναφερόμενος στο έργο ‘The Parasite’ του Γάλλου φιλόσοφου Michel Serres, ο Greg Lynn διατυπώνει μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση που δίνει τη δυνατότητα κατανόησης της έννοιας της διαφοροποίησης έξω από τα στενά όρια που υποδηλώνει ο όρος. Οι εσωτερικές διαφορές μπορούν να παρομοιαστούν με ένα εξωτερικό σώμα, με ένα παράσιτο που

64

G. Deleuze, Francis Bacon: The Logic of Sensation (trans: Smith, D.), London and New York, Continuum, 2003, σελ. 44-45,47, μτφρ. δική μου. 65 G. Lynn, Folds, Bodies & Blobs: Collected Essays, Brussels, La Lettre Volée, 1998, σελ. 42, μτφρ. δική μου. 66 Στο ίδιο, σελ. 136, μτφρ. δική μου. 67 Στο ίδιο, σελ. 136, μτφρ. δική μου.


43 // ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

κατοικεί στο εσωτερικό μετατοπίζοντας και μετασχηματίζοντάς το. Απέχοντας από την έννοια του παρασίτου που δρα επιθετικά καταστρέφοντας μια υπάρχουσα ενότητα, το παράσιτο του Serres συντελεί στη σύνθεση ενός νέου σώματος. Το εσωτερικό δεν προϋπάρχει, αλλά οφείλει την ύπαρξή του στο παράσιτο. Το παράσιτο είναι αυτό που ως αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού δημιουργεί ένα δίκτυο συνδέσεων και συσχετισμών διαμορφώνοντάς το ως ενότητα. Με τη διαφοροποίηση να αποτελεί βασική συνιστώσα στη διαδικασία διαμόρφωσης του επαναπροσδιορισμένου σώματος, το σώμα ορίζεται ως «εντατικό σύστημα»68 [intensive system] που συνθέτει μια προσωρινή εσωτερική σταθερότητα και τάξη. Το εντατικό σώμα δεν είναι απόλυτα συνεκτικό, καθώς αποτελείται από ετερογενή στοιχεία· είναι, όμως, συνεχές μέσω της διαρκούς διαφοροποίησης. Επίσης, η συνεχής αλληλεπίδραση με το εξωτερικό είναι καθοριστική· το σώμα δέχεται την επίδραση των εξωτερικών δυνάμεων, προσαρμόζεται σε αυτές και στη συνέχεια επηρεάζει με τη σειρά του το περιβάλλον. Ως «διπλή απεδαφικοποίηση»69 [two-fold deterritorialization] περιγράφει ο Greg Lynn τη σχέση του σώματος με το περιβάλλον του, δανειζόμενος τον όρο από τους Deleuze-Guattari. Το άκαμπτο εξωτερικό όριο μεταξύ του σώματος και του περιβάλλοντός του επαναπροσδιορίζεται συνεχώς, καθώς το σώμα εσωτερικεύει τις εξωτερικές δυνάμεις και ταυτόχρονα ανοίγεται στο εξωτερικό. Το απεδαφικοποιημένο σώμα συνθέτει μια προσωρινή ενότητα και έπειτα τη διασκορπίζει προς τα έξω. Η διαδικασία της αλληλεπίδρασης φαίνεται να περιλαμβάνει δύο φαινομενικά αντίθετες ενέργειες, που γίνονται, ωστόσο, αντιληπτές ως μια συνεχόμενη ενέργεια. Το «ρευστό ημιδιαπερατό όριο»70 [fluid semi-permeable boundary] μέσα σε αυτή την κατάσταση της συνεχούς διαφοροποίησης έρχεται να αντικαταστήσει το άκαμπτο όριο του ολιστικού σώματος. Η εσωτερική εύκαμπτη τάξη έχοντας την ικανότητα να αντιδράσει στις εξωτερικές δυνάμεις διαμορφώνει το απεδαφικοποιημένο σώμα και η ικανότητα αυτή είναι που ενεργοποιεί την έννοια του απρόβλεπτου.

68

Στο ίδιο, σελ. 140, μτφρ. δική μου. Στο ίδιο, σελ. 143, μτφρ. δική μου. 70 Στο ίδιο, σελ. 143, μτφρ. δική μου. 69


BEYOND AUTOPOIESIS // 44

// αποσταθεροποιώντας την αυτοποίηση

6.1 Η λογική της έρευνας Η αναζήτηση του ‘νέου’ και της καινοτομίας αποτελεί κινητήρια δύναμη στη διαδικασία του σχεδιασμού, καθώς ο αρχιτέκτονας έχει την ανάγκη να αναζητά συνεχώς νέους τρόπους σχεδιασμού, να δημιουργεί νέες μορφές, να πειραματίζεται με νέα εργαλεία. Αναμφισβήτητα, ο σχεδιασμός πάντα εμπεριέχει τη δημιουργία του ‘νέου’. Μιλώντας, όμως, για καινοτομία αυτό που θα πρέπει να αναρωτηθεί κάποιος είναι κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί να δημιουργηθεί κάτι ‘νέο’ ή διατυπώνοντάς το με διαφορετικό τρόπο, ποια είναι εκείνη η διαδικασία μέσα από την οποία μπορεί αυτό να δημιουργηθεί. Η απάντηση και η περιγραφή των συνθηκών πιθανότατα να έχουν τον ίδιο βαθμό ασάφειας και απροσδιοριστίας με τα αρχικά ερωτήματα, καθώς η έννοια της καινοτομίας δεν είναι κάτι που έχει υλική υπόσταση, παρόλο που προσδιορίζεται μέσα από αυτή. Η πρόθεση της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι να διερευνήσει την έννοια της καινοτομίας μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα, προσεγγίζοντάς την μέσα από την έννοια της αυτοποίησης. Κατά αυτό τον τρόπο, γίνεται εφικτό να φύγει κανείς από τα στενά όρια που μπορεί να αναλογιστεί την καινοτομία εξερευνώντας την με διαφορετικό τρόπο.


45 // ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

06 Με το βλέμμα στραμμένο από την αρχή στην αυτοποιητική θεωρία που διατυπώθηκε από τους Maturana-Varela, η ερευνητική εργασία προσπαθεί να χαράξει μια πορεία δομημένη πάνω σε βασικές έννοιες – αυτοποίηση, διαφορά, διαφοροποίηση, επανάληψη, ανάδυση, απεδαφικοποίηση – καθώς καλείται να απαντήσει σε καίρια ερωτήματα, όπως αυτά τέθηκαν εξ αρχής. Η έννοια της αυτοποίησης συναντάται αρχικά σε ένα πεδίο εξωτερικό της αρχιτεκτονικής, αυτό της βιολογίας, και στη συνέχεια φαίνεται να έχει τροφοδοτήσει μια σειρά άλλων προσεγγίσεων – από τη θεωρία συστημάτων του Luhmann μέχρι την αυτοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής του Schumacher. Θεωρήσεις, με κυρίαρχη αυτή της ‘διαφοράς’, έρχονται να ταράξουν τα νερά, καθώς από τη μια οδηγούν στην επαρκέστερη κατανόηση της διαδικασίας της αυτοποίησης, ενώ από την άλλη τείνουν να κατευθύνουν τη σκέψη σε άλλα μονοπάτια δημιουργώντας ‘γραμμές φυγής’. Η ερευνητική εργασία εξετάζοντας και συσχετίζοντας διάφορες απόψεις θέτει στο κέντρο το θεωρητικό λόγο του Deleuze, καθώς καλείται να πάρει θέση ως προς τα αρχικά ερωτήματα. Ξεκινώντας, λοιπόν, από πεδία εξωτερικά της αρχιτεκτονικής, η συσχέτιση των θεωρήσεων με την αρχιτεκτονική σκέψη και ο επαναπροσδιορισμός της κρίνονται απαραίτητα στοιχεία της διαδικασίας. Επομένως, γίνεται κατανοητό πως στην προσπάθεια διερεύνησης της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και γενικότερα, η έννοια της αυτοποίησης γίνεται αφορμή να ανοίξει ένας νέος κόσμος ερωτημάτων διαθέσιμος προς εξερεύνηση. Η ερευνητική εργασία πραγματεύεται το πώς μπορεί να διαμορφωθεί η αρχιτεκτονική σκέψη και κατ’ επέκταση η αναζήτηση του νέου και της καινοτομίας μέσα από την αυτοποιητική θεωρία. Πώς η αυτοποίηση, ως μηχανισμός διατήρησης της εσωτερικής οργάνωσης και ταυτότητας των ζωντανών συστημάτων, μπορεί να οδηγήσει στη διαφοροποίηση και την αλλαγή μέσα στο σύστημα και ως εκ τούτου στην ανάδυση νέων δυνατοτήτων στην αρχιτεκτονική σκέψη; Η ερευνητική εργασία καλείται να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα προσπαθώντας να κατανοήσει αν η αυτοποιητική θεωρία μπορεί να αποτελέσει πρόσφορο έδαφος για τη διερεύνηση της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ή αντ’ αυτού θα πρέπει να ‘απομυθοποιηθεί’ και να υποστεί μια ‘μετατόπιση’, προκειμένου μέσα από νέους όρους να ενεργοποιήσει την καινοτομία.


BEYOND AUTOPOIESIS // 46

6.2 Ενεργοποιώντας την καινοτομία Η παρούσα ερευνητική εργασία αποτελεί μια προσπάθεια να συμβάλλει στη διερεύνηση και την κατανόηση της έννοιας της καινοτομίας, ως διαδικασίας δημιουργίας του ‘νέου’, στο πεδίο της αρχιτεκτονικής σκέψης. Προκειμένου να απελευθερωθεί η σκέψη από τον καθιερωμένο τρόπο αντίληψης της καινοτομίας, επιδιώκεται μια διαφορετική προσέγγιση μέσα από τη διερεύνηση της αυτοποίησης ως ικανότητας των ζωντανών συστημάτων. Η αυτοποίηση αποτελεί μια ενδιαφέρουσα και θεμελιώδη ικανότητα των ζωντανών συστημάτων, στην οποία μπορούν να στραφούν οι αρχιτέκτονες ενθαρρύνοντας τη διεπιστημονική σχέση μεταξύ βιολογίας και αρχιτεκτονικής. Τα ζωντανά συστήματα έχουν την ικανότητα να δημιουργούν και να παράγουν τον ίδιο τους τον εαυτό μέσα από τη συνεχή διαδικασία της αυτοποίησης. Η εσωτερική οργάνωση ως κύρια μεταβλητή αυτής της διαδικασίας μεταβάλλεται και αποκαθίσταται συνεχώς. Η συνεχής αλληλεπίδραση με το περιβάλλον δημιουργεί συνθήκες που αποσταθεροποιούν το σύστημα, το οποίο καλείται να αποκαταστήσει άμεσα τη διατάραξη προσπαθώντας να διατηρήσει την ταυτότητά του. Κατά αυτή την έννοια, κάθε μεταβολή που προκαλείται στο σύστημα μπορεί να αναδυθεί μόνο όταν αυτό διαταράσσεται· κάθε μεταβολή έρχεται για να αναιρεθεί, καθώς θα μπορούσε να είναι καταστροφική. Το ίδιο το σύστημα δεν επιζητά την αλλαγή και τη διαφοροποίηση· το περιβάλλον και η αλληλεπίδραση με αυτό οφείλονται για αυτές τις ενέργειες διατάραξης και μεταβολής. Το σύστημα αντιτίθεται σε κάθε ενέργεια που οδηγεί στη διάλυσή του ή τον μετασχηματισμό του σε κάτι διαφορετικό. Στα πλαίσια της αυτοποιητικής θεωρίας, καθοριστική και απολύτως απαραίτητη για τον προσδιορισμό των ζωντανών συστημάτων είναι η σχέση που έχουν με το περιβάλλον τους. Τα ζωντανά συστήματα δεν μπορούν να νοηθούν χωρίς την ύπαρξη του περιβάλλοντός τους με το στοιχείο αυτό, βέβαια, να μην αναιρεί την αυτονομία που έχει κάθε σύστημα από το περιβάλλον του. Η ύπαρξη αυτού του διαχωρισμού ανάμεσα στο ίδιο και το περιβάλλον, η ύπαρξη αυτού του ορίου είναι που κάνει το σύστημα να έχει ταυτότητα. Το σύστημα μπορεί να προσδιοριστεί, καθώς διαφέρει από αυτό που το περιβάλλει, και διατηρεί την ύπαρξή του διατηρώντας τη διαφορά του από το περιβάλλον του. Η διατήρηση του ορίου ανάμεσα στο σύστημα και το περιβάλλον, η διατήρηση αυτής της ‘διαφοράς’ είναι ζωτικής σημασίας για το σύστημα. Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι ένα αυτοποιητικό σύστημα μπορεί να προσδιοριστεί από δύο ενέργειες άμεσα συσχετισμένες μεταξύ τους: τη διατήρηση της εσωτερικής του οργάνωσης και τη διατήρηση του ορίου ανάμεσα στο ίδιο και το περιβάλλον του. Το σύστημα διατηρεί τη ‘διαφορά’ του από το περιβάλλον διατηρώντας σταθερή την εσωτερική του οργάνωση.


47 // ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

Στην προσπάθεια διερεύνησης της καινοτομίας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και των συνθηκών κάτω από τις οποίες μπορεί αυτή να επιτευχθεί, η έννοια της αυτοποίησης, προσδιορισμένη μέσα από την αντίληψη της ‘διαφοράς’, μπορεί να ενεργοποιήσει νέες προοπτικές στον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την καινοτομία στην αρχιτεκτονική σκέψη. Προσδιορίζοντας την ιδιότητα του συστήματος μέσα από την αυτοποιητική θεώρηση που αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την εμφάνιση της καινοτομίας, μπορούν να διασαφηνιστούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι δυνατό να επιτευχθεί η δημιουργία κάτι θεμελιωδώς νέου. Κατά αυτή την έννοια, διαπιστώνεται πως η αυτοποίηση υποδεικνύει τη σταθερότητα και τη διατήρηση αυτής της σταθερότητας μέσα στο σύστημα σε κάθε παραγωγικό κύκλο. Η λογική της διαφοροποίησης δεν αποτελεί πτυχή του συστήματος. Η μεταβολή και ο μετασχηματισμός δεν είναι στοιχεία συνυφασμένα με την αυτοποιητική διαδικασία στο βαθμό που μπορούν να φέρουν την αλλαγή· ενυπάρχουν στη διαδικασία μόνο για να εξαλειφθούν από το σύστημα. Η μεταβολή εμφανίζεται στο σύστημα όταν αυτό διαταράσσεται και έπειτα αποκαθίσταται, προκειμένου να διατηρηθεί η ταυτότητά του. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, χωρίς αμφιβολία, η μεταβολή δεν μπορεί να προκύψει μέσα στο χρόνο και ως εκ τούτου δεν μπορούν να νοηθούν η διαφοροποίηση και η αλλαγή. Κάθε πιθανή διαφορά στο σύστημα θα μπορούσε να επιφέρει τη διάλυσή του στο πλαίσιο της αυτοποιητικής θεώρησης, μια διάλυση που θα υποδήλωνε πως το σύστημα παύει να υπάρχει. Η επίτευξη της διαφοράς φαίνεται να κατέχει πρωταρχικό ρόλο στην προσέγγιση της καινοτομίας και την ανάδυση νέων απρόβλεπτων δυνατοτήτων. Αναφέροντας, όμως, την έννοια της διαφοράς υποδηλώνεται αμέσως ένας διαχωρισμός ή μια διάκριση. Δε γίνεται λόγος για διαφορά μεταξύ δύο αντικειμένων, αλλά είναι αυτή η φύση της έννοιας της ‘διαφοράς’ που προϋποθέτει ένα διαχωρισμό του αντικειμένου από αυτό που δεν είναι, προκειμένου να προσδιοριστεί. Καθώς το ενδιαφέρον εστιάζεται γύρω από την έννοια της καινοτομίας, γίνεται αντιληπτό πως το ‘νέο’ αντικείμενο μπορεί να προσδιοριστεί μέσα από τη διαφορά του από την προϋπάρχουσα κατάσταση· κάθε ‘νέο’ αντικείμενο που δημιουργείται μπορεί να προσδιοριστεί μέσα από τη διαφορά του από την προϋπάρχουσα κατάσταση. Η μετάβαση αυτή από τη μία κατάσταση στην άλλη οφείλεται στη διαφορά. Η επανάληψη, όπως αυτή έχει οριστεί από τον Deleuze, είναι η παραγωγική διαδικασία που παράγει τη διαφορά και τη διαφοροποίηση, καθώς ταυτόχρονα ορίζεται και παράγεται μέσα από την ύπαρξη της διαφοράς. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να νοηθεί ως αντιγραφή· η επανάληψη έχει ανάγκη την έννοια της διαφοράς και δεν μπορεί να προσδιοριστεί χωρίς αυτήν. Εμπεριέχοντας, λοιπόν, τις έννοιες της διαφοράς και της αλλαγής σε κάθε παραγωγικό βήμα, επιτρέπει την συσχέτισή της με τη διαδικασία δημιουργίας του ‘νέου’· το ‘νέο’ είναι το υποκείμενο της επανάληψης. Δημιουργώντας ‘γραμμές φυγής’ σε κάθε παραγωγικό της κύκλο, η επανάληψη προσπαθεί να δραπετεύσει από την παρούσα κατάσταση, να αφήσει πίσω καθορισμένες σχέσεις και συσχετίσεις και να ανοιχθεί στην εξερεύνηση του ‘νέου’, του ‘διαφορετικού’. Μέσα από τη διαφοροποίηση και την αλλαγή είναι που γίνεται δυνατή η ανάδυση νέων δυνατοτήτων πέρα από κάθε πρόβλεψη.


BEYOND AUTOPOIESIS // 48

Επιστρέφοντας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό γίνεται φανερό πως η καινοτομία μπορεί να επιτευχθεί μέσω της απεδαφικοποίησης από τις υπάρχουσες συμβάσεις, απελευθερώνοντας τον σχεδιασμό από τον συνηθισμένο τρόπο ενέργειας, επιτρέποντας την ανάδυση νέων δυνατοτήτων και προοπτικών. Η ίδια η διαδικασία του σχεδιασμού είναι δημιουργία, καθώς ανοίγεται συνεχώς σε νέες καταστάσεις, προκειμένου να προσδιορίσει κάτι διαφορετικό. Έτσι, το αντικείμενο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού θα πρέπει να αναζητήσει την απεδαφικοποίησή του, αμφισβητώντας θεωρήσεις που προσδιορίζουν την αρχιτεκτονική ως ολότητα σε μια προσπάθεια συσχέτισής της με τους ζωντανούς οργανισμούς. Είναι σημαντική η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την αρχιτεκτονική ως ολότητα στην αρχιτεκτονική που προσδιορίζεται μέσα από τις σχέσεις και τις τοπικές αλληλεπιδράσεις των μερών· είναι τα μέρη αυτά που οδηγούν το αντικείμενο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στην ανάδυση νέων δυνατοτήτων, που δε θα μπορούσαν να προβλεφθούν εξ αρχής και είναι αδύνατο να αναχθούν στα ίδια τα μέρη.71 Σε αντίθεση με τη διπλή ενέργεια διατήρησης των αυτοποιητικών συστημάτων, τα ‘χωρικά σώματα’ της αρχιτεκτονικής πραγματοποιούν μια διπλή κίνηση απεδαφικοποίησης. Το σώμα δεν προσπαθεί πλέον να διατηρήσει την εσωτερική του οργάνωση· αντίθετα, εσωτερικεύει τις εξωτερικές δυνάμεις και ταυτόχρονα ανοίγει το εσωτερικό του προς τα έξω καταργώντας το όριο σε σχέση με το περιβάλλον του. Με αυτό τον τρόπο, τα ‘χωρικά σώματα’ της αρχιτεκτονικής ανοίγουν το εσωτερικό τους σε παραγωγικές συσχετίσεις σε μια συνεχή και άνευ ορίων αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Οι χωρικές σχέσεις μετατρέπονται, κατά αυτή την έννοια, σε ένα δυναμικό πεδίο μετασχηματισμών με τη διαφοροποίηση να αποτελεί βασική έννοια στην επαναπροσδιορισμένη αντίληψη για τον τρόπο σχεδιασμού του αρχιτεκτονικού αντικειμένου. Η διαφορά που θα μπορούσε να είναι καταστροφική για τα αυτοποιητικά συστήματα, έχει τον συνθετικό ρόλο στη διαδικασία διαμόρφωσης των χωρικών σχέσεων. Οι χωρικές σχέσεις δεν προϋπάρχουν, αλλά δημιουργούνται μέσω της διαφοροποίησης διαμορφώνοντας ένα δίκτυο συσχετισμών ανάμεσα στα μέρη. Μέσω της διαδικασίας συνεχούς διαφοροποίησης οι χωρικές σχέσεις διαμορφώνονται και αλλάζουν προσδιορίζοντας ρευστές και πολλαπλές χωρικές καταστάσεις.

71

Η θεωρία που εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ των μερών ενός συνόλου και τη σχέση κάθε μέρους με το σύνολο [parthood] αναφέρεται στην αγγλική βιβλιογραφία ως mereology.


49 // ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗ

Στο πλαίσιο που προσδιορίστηκαν οι χωρικές σχέσεις και η αρχιτεκτονική στην παρούσα ερευνητική εργασία, είναι δύσκολο να αναλογιστεί κανείς την αυτοποίηση της αρχιτεκτονικής με τον τρόπο που επιχείρησε ο Patrik Schumacher. Κρίθηκε, λοιπόν, σκόπιμο να μη διερευνηθεί περαιτέρω η αυτοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής, καθώς η παρούσα μελέτη προσπαθεί να αντιληφθεί και να συσχετίσει την έννοια της αυτοποίησης με την αρχιτεκτονική σε ένα διαφορετικό πλαίσιο. Είναι η επαναπροσδιορισμένη αντίληψη της αρχιτεκτονικής που δεν μπορεί να συμβαδίσει με θεωρήσεις που αφορούν τη διατήρηση της αυτονομίας της αρχιτεκτονικής και του προσδιορισμού της ως ένα κλειστό αυτοποιητικό σύστημα. Η θεωρία του Schumacher αποτελεί, σαφώς, μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο που συσχετίστηκαν οι έννοιες ‘αυτοποίηση’ και ‘αρχιτεκτονική’· ίσως και δικαιολογημένα, καθώς η αυτοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής βασίστηκε περισσότερο στη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων του Luhmann.

Σε απάντηση, λοιπόν, του βασικού ερωτήματος που τέθηκε εξ αρχής, για το πώς μπορεί να διαμορφωθεί η αρχιτεκτονική σκέψη και κατ’ επέκταση η αναζήτηση της καινοτομίας μέσα από την αυτοποιητική θεωρία, προκύπτει ο ισχυρισμός πως: Η θεμελιώδης καινοτομία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από κινήσεις απεδαφικοποίησης, μόνο όταν η ισορροπία του συστήματος διαταραχθεί επιτρέποντας την αλλαγή και τη διαφορά μέσα στο σύστημα και ως εκ τούτου την ανάδυση νέων δυνατοτήτων και προοπτικών, μόνο όταν ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός απελευθερωθεί από τον καθιερωμένο τρόπο σκέψης επιτρέποντας την εμφάνιση ενός νέου κόσμου.


BEYOND AUTOPOIESIS // 50

// συμπεράσματα


51 // ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ο προσδιορισμός της έννοιας της καινοτομίας αποτελεί ένα ενδιαφέρον πεδίο έρευνας. Ωστόσο, είναι δύσκολο να διευκρινιστεί και να εξηγηθεί πλήρως, καθώς είναι μια έννοια χωρίς υλική υπόσταση. Έτσι, κάθε προσπάθεια προσδιορισμού της καινοτομίας είναι πιθανό να παραμένει σε ένα ασαφές πλαίσιο και να έχει κάποιο βαθμό απροσδιοριστίας. Η διερεύνηση, όμως, της έννοιας της καινοτομίας, όσο ασαφής κι αν παραμένει, θέτει μια σειρά από προβληματισμούς και επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες. Ο στόχος της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση και η κατανόηση της έννοιας της καινοτομίας, με όλο το βαθμό απροσδιοριστίας που αυτή συνεπάγεται, στο πεδίο της αρχιτεκτονικής σκέψης μέσα από την έννοια της αυτοποίησης. Η αυτοποίηση, μια διεργασία που – όπως διαπιστώνεται από την παρούσα μελέτη – δείχνει την αδυναμία της να οδηγήσει στη δημιουργία κάτι ‘νέου’ μέσα στο ίδιο της το σύστημα, δίνει τη δυνατότητα κατανόησης της διαδικασίας παραγωγής του ‘νέου’ με διαφορετικό τρόπο και ενεργοποιεί νέες προοπτικές στον τρόπο αντίληψης της καινοτομίας. Η ενέργεια της διατήρησης είναι που δεν επιτρέπει την εμφάνιση της καινοτομίας στο σύστημα εξαλείφοντας κάθε ‘διαφορά’ που εμφανίζεται. Επομένως, η αυτοποίηση με τον τρόπο που έχει οριστεί ως μηχανισμός διατήρησης της εσωτερικής οργάνωσης και ταυτότητας των ζωντανών συστημάτων, δεν μπορεί να οδηγήσει στη διαφοροποίηση και την αλλαγή· η συμβολή της, όμως, στη διερεύνηση της καινοτομίας κρίνεται σημαντική. Συνοψίζοντας, γίνεται κατανοητό ότι μόνο πηγαίνοντας ‘πέρα από την αυτοποίηση’, μπορεί ο οργανισμός να απαλλαχθεί από την έννοια της οργάνωσης του εσωτερικού του και να επαναπροσδιοριστεί. Μόνο όταν το σώμα πάψει να θεωρείται οργανικό και οδηγηθεί στη ‘διάλυσή’ του, μπορεί να ανοιχθεί σε μια πολλαπλότητα απροσδόκητων συσχετισμών. Όταν οι εσωτερικές ‘διαφορές’ σταματήσουν να θεωρούνται καταστροφικές και πάρουν τον συνθετικό ρόλο της διαδικασίας, μπορεί το σώμα να αναδυθεί από τα μέρη του. Με άλλα λόγια, όταν η αυτοποίηση επαναπροσδιοριστεί μέσα από την έννοια της ‘διαφοράς’, μπορεί να οδηγήσει στην ανάδυση νέων προοπτικών και να τροφοδοτήσει τη διερεύνηση της καινοτομίας στο πεδίο της αρχιτεκτονικής σκέψης. Κατ’ επέκταση, μόνο όταν η σκέψη απελευθερωθεί από τις καθιερωμένες συμβάσεις και δραπετεύσει από τον κόσμο όπως τον ξέρει, μπορεί να οδηγηθεί στην ανάδυση νέων προοπτικών και τη δημιουργία ενός νέου κόσμου. Όταν ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός καταφέρει να ξεφύγει από ντετερμινιστικά μοντέλα, μπορεί να επιτύχει την παραγωγή νέων χωρικών σχέσεων και να προσφέρει έναν νέο τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας. Μόνο όταν η αρχιτεκτονική αφεθεί στο εξωτερικό της, μπορεί να επανερμηνευθεί και να επιτρέψει την προσέγγισή της με νέους όρους· μέσα από κινήσεις απεδαφικοποίησης είναι που μπορεί να απαλλαχθεί από τις υπάρχουσες σχέσεις και να χαράξει μια νέα πορεία προς την αναζήτηση της καινοτομίας. Μέσα από αυτές τις ‘γραμμές φυγής’ μπορούμε να μιλάμε για θεμελιώδη καινοτομία.

07


BEYOND AUTOPOIESIS // 52

// βιβλιογραφία


53 // ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία: 

Bateson, G., Steps to an Ecology of Mind: Collected Essays in Anthropology, Psychiatry, Evolution, and Epistemology, New Jersey and London, Jason Aronson Inc., 1987.

Cariani, P., ‘Emergence and Creativity’, Emocao Art.ficial 4.0: Emergencia [Exhibition volume], Itau Cultural, Sao Paulo, Brazil, 2008. Available online: http://www.cariani.com/CarianiNewWebsite/Publications_files/CarianiItauCultural200 8-Emergence.pdf (accessed 30 January 2017)

Castoriadis, C., The Rising Tide of Insignificancy (The Big Sleep), (translated from the French and edited anonymously as a public service), 2003. Available online: http://www.notbored.org/RTI.pdf (accessed 30 January 2017)

Deleuze, G., Difference and Repetition (trans: Patton, P.), London and New York, Continuum, 1994.

Deleuze, G., Francis Bacon: The Logic of Sensation (trans: Smith, D.), London and New York, Continuum, 2003.

Deleuze, G. and Guattari, F., A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia (trans: Massumi, B.), Minneapolis and London, University of Minnesota Press, 1987.

Deleuze, G. and Guattari, F., Anti- Oedipus: Capitalism and Schizophrenia (trans: Hurley, R., Seem, M. and Lane, H.), Minneapolis, University of Minnesota Press, 1983.

Derrida, J., ‘Point de folie - Maintenant l’architecture’, La Case Vide: La Villette 1985 (ed. Tschumi, B.), London, Architectural Association, 1986. Available online: http://isites.harvard.edu/fs/docs/icb.topic136722.files/Week_6_Spacing/Derrida_Poi nt_du_Folie.pdf (accessed 30 January 2017)

Grosz, E., Architecture from the Outside: Essays on Virtual and Real Space, Cambridge, MA, Massachusetts Institute of Technology, 2001.

Grosz, E., ‘Bergson, Deleuze and the Becoming of Unbecoming’, Parallax, Routledge, vol. 11, no. 2, 2005, pp. 4-13. Available online: http://projectlamar.com/media/Grosz-Bergson-Deleuze-and-the-Becoming-ofUnbecoming.pdf (accessed 30 January 2017)

Holland, J., ‘Emergence’, Philosophica, vol. 59, no. 1, 1997, pp 11-40. Available online: http://logica.ugent.be/philosophica/fulltexts/59-2.pdf (accessed 30 January 2017)

Luhmann, N., Introduction to Systems Theory (trans: Gilgen, P.), Cambridge and Malden, Polity Press, 2013.


BEYOND AUTOPOIESIS // 54

Lynn, G., Folds, Bodies & Blobs: Collected Essays, Brussels, La Lettre Volée, 1998.

Maturana, H. and Varela, F., Autopoiesis and Cognition: The Realization of the Living, Dordrecht, Holland, D. Reidel Publishing Company, 1980.

Parr, A. (ed.), The Deleuze Dictionary: Revised Edition, Edinburgh, Edinburgh University Press, 2010.

Schumacher, P., The Autopoiesis of Architecture. Vol.I: A New Framework for Architecture, London, John Wiley & Sons Ltd, 2011.

Steadman, P., The Evolution of Designs: Biological Analogy in Architecture and the Applied Arts (A revised edition), London and New York, Routledge, 2008.

Weinstock, M., The Architecture of Emergence: The Evolution of Form in Nature and Civilisation, Chichester, United Kingdom, John Wiley & Sons Ltd, 2010.

Zaroukas, E. and Ireland, T., ‘Actuating (Auto)Poiesis’, Book of Abstracts EMCSR 2014, 2014, pp. 261-265. Available online: http://emcsr.net/wp-content/uploads/2014/04/BoA-EMCSR-2014.pdf (accessed 30 January 2017)

Ιστότοποι: 

https://el.wikipedia.org/ Βικιπαίδεια, η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

https://en.wikipedia.org/ Wikipedia, the free encyclopedia


55 // ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Πηγές εικόνων: 

Εικόνα εξωφύλλου // Collective Patterns (3D model): Το έργο πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό».

Εικόνα (σελ. 10-11) // Drawing Hands: http://totallyhistory.com/drawing-hands/

Εικόνα (σελ. 16-17) // Decomposing Territories (3D printed model): Το έργο πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό».

Εικόνα (σελ. 18) // System-Environment Coupling: Βασισμένη στην αντίστοιχη εικόνα:

http://supergoodtech.com/tomquick/phd/autopoiesis.html 

Εικόνα (σελ. 30-31) // entr(o)pic: http://cargocollective.com/synergies

Εικόνα (σελ. 36) // Adaptive Ecologies: http://www.evolo.us/architecture/adaptive-urban-ecology-skyscrapers-formanhattan/

Εικόνα (σελ. 38-39) // Urban Field – Adaptive Urban Fabric: http://www.suckerpunchdaily.com/2012/10/01/urban-field-adaptive-urban-fabric/

Εικόνα (σελ. 40-41) // palimpsest: http://cargocollective.com/synergies

Εικόνα (σελ. 44) // ad libitum: http://cargocollective.com/synergies

Εικόνα (σελ. 48-49) // Fluid Surf: http://cargocollective.com/synergies


BEYOND AUTOPOIESIS // 56


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.