Αντι-θέσεις, Αναγνώσεις Φύλου, Ιστορίας και Χώρου

Page 1

Αντι-Θέσεις Αναγνώσεις φύλου, ιστορίας και χώρου

20 21



Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Εισαγωγή στην Αρχιτεκτονική Έρευνα-Διάλεξη Αντι-Θέσεις: Αναγνώσεις φύλου, ιστορίας και χώρου. Αθανασοπούλου Γεωργία Λεχρή Κοτρώνη Μαριάννα Υπεύθυνοι Καθηγητές // Δενδρινός Σταύρος, Γρηγοριάδου Μαρία, Μιχαηλίδης Αντώνης Ξάνθη, Οκτώβριος 2021



παιχνίδια της “-” .

Οι Αντιθέσεις προδιαθέτουν για μια κατάσταση συγκρουσιακής ανάλυσης, βασισμένη σε μια ακόμη διπολική μελέτη φύλου και χώρου. Ακολουθώντας για μία ακόμη φορά ουσιοκρατικές αναλύσεις κάτω από το μανδύα της φυσικοποίησης των έμφυλων ρόλων και ταυτοτήτων.

Οι Αντι - Θέσεις, με τη διασπαστική “-”, παράγουν νέα νοήματα μέσω των δύο συνθετικών μερών. Οι “Αντί” και “ Θέσεις” εκφράζουν τη τοποθέτηση μας πέρα από τα αντιθετικά και βίαια συστήματα, που αποτελούν ιδεολογικά και κοινωνικά δημιουργήματα τα οποία εύκολα αποδομούνται, κατασκευάζοντας ένα νέο δυναμικό πλαίσιο κατανόησης, ικανό να παράξει αντ΄ αυτού νέες θέσεις για τα ζητήματα χώρου.


ABSTRACT Στις μέρες μας ο δημόσιος χώρος αποτελεί όλο και πιο έντονα πεδίο πολλαπλών συζητήσεων και διεκδικήσεων, καθώς πολλές λειτουργίες και θεσμοί της δημόσιας σφαίρας ιδιωτικοποιούνται, δικαιώματα και ελευθερίες που συναρτώνται με αυτήν περιστέλλονται, ενώ ακόμα ο δημόσιος χώρος της πόλης δέχεται έντονες πιέσεις τόσο από τις δυνάμεις της αγοράς όσο και από πρακτικές αστυνόμευσης ή και παρεμβάσεις “τακτοποίησης” στο όνομα της ασφάλειας και της αναβάθμισης. Στο πλαίσιο αυτό η αμφισβήτηση καθιερωμένων εννοιών και αντιλήψεων, όπως και ο προβληματισμός γύρω από ζητήματα που αφορούν τις μεθόδους και τα εργαλεία προσέγγισης του χώρου της πόλης αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Ο ευσεβής πόθος μας είναι να πάρουμε τα πρότυπα που δημιουργούν οι γυναίκες και τα νοήματα που επινοούν και να μάθουμε από αυτά. Αξιοποιώντας παραδείγματα και αναφορές άλλοτε από το παγκόσμιο και άλλοτε από το το τοπικό προσκήνιο ώστε να αναδείξουμε μέσα από την αντίστοιχη ανάλυση (zoom in, zoom out) την αξία μελέτης των σπουδών φύλου στη διαμόρφωση των έμφυλων ταυτοτήτων και των κοινωνικά κατασκευασμένων αστικών περιβαλλόντων. Έτσι ο χώρος και οι σημασίες του να προσλαμβάνονται και να κατανοούνται διαφορετικά και μεταβάλλεται η λογική συνοχή συστημάτων σκέψης και συμπεριφοράς. Στο πού δηλαδή στέκει κανείς για να μιλήσει για την πόλη, τί εξετάζει, ποιά ερωτήματα θέτει, πώς προσεγγίζει και πώς συναρμολογεί τις ποικίλες πληροφορίες που συλλέγει.


“Αν χαρτογραφήσουμε αυτά που έχουμε μάθει συνδέοντας το κάθε νόημα, αρχίζουμε να διαμορφώνουμε ένα νέο τρόπο για να δούμε την πραγματικότητα. Αυτό ο τρόπος θέασης είναι που αναφέρω ως οπτική από τη θέση των γυναικών” (Harding S., 1991). * Harding, S., Whose Science? Whose Knowledge?, Νέα Υόρκη: Cornell University Press, 1991.

Αν και οι φεμινιστικές σπουδές χαρακτηρίζονται από πληθώρα διαφορετικών οπτικών και προσδιορισμών μοιράζονται την κοινή πεποίθηση ότι η ενσωμάτωση του φύλου στις αστικές αναλύσεις είναι απαραίτητη καθώς συμβάλλει στην απόκτηση βαθύτερης γνώσης για το ζήτημα της πόλης. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι η κατανόηση σε βάθος, των έμφυλων σχέσεων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη μελέτη των τρόπων που οι γυναίκες και οι άνδρες χρησιμοποιούν και αντιλαμβάνονται τον (αστικό) χώρο και χρόνο. Μια τέτοια μελέτη θέτει δύσκολα ερωτήματα και συχνά συναντά χάσματα αφού το φύλο είναι ένα διάχυτο κοινωνικό κατασκεύασμα χωρίς προφανείς συσχετίσεις με το χώρο. Η παραγόμενη γνώση όμως μέσα από αυτή τη διαδικασία αξίζει τον κόπο καθώς μετασχηματίζει πλήρως την εικόνα που έχουμε για τη συγκρότηση της ίδιας της πόλης στο σύνολο της και μας αφήνει να οραματιστούμε μια κοινωνία που θα είμαστε όλες, όλοι και όλα ελεύθερα.


mεΘοδολογιΑ

Η μεθοδολογία που ακολουθείται διακρίνεται σε τέσσερα βασικά μέρη από τα οποία καθορίζεται και η δομή του κειμένου. Αξιοποιείται η συμβολή των κοινωνικών ερευνών και ιδιαίτερα της φεμινιστικής βιβλιογραφίας σε συνδυασμό με διεπιστημονικές προσεγγίσεις που προκύπτουν από τις πολλαπλές οσμωτικές επιρροές μεταξύ διαφορετικών γνωστικών πεδίων.


Η εργασία οργανώνεται σε τέσσερις ενότητες: Α Στο πρώτο σκέλος εξετάζονται, μέσα από το θεωρητικό πλαίσιο, η αλληλοεπικαλυπτόμενη σχέση του φύλου με το χώρο, η έννοια της ταυτότητας και των έμφυλων προσδιορισμών της, όπως επίσης και εκείνη των διπολικών συστημάτων ανάλυσης. Αυτά σε μία προσπάθεια να αποφυσικοποιήσουμε ακόμη και στα δικά μας μάτια, ριζωμένες αντιλήψεις για τους έμφυλους ρόλους όπως και για να οπλίσουμε το κείμενο μας με τις αναλύσεις όλων εκείνων που ασχολούνται με ζητήματα φύλου και χώρου. Β Στο δεύτερο σκέλος γίνεται μία σύντομη αναφορά σχετικά με τον έμφυλο καταμερισμό εργασίας και τη γυναικεία χειραφέτηση μέσω της ιστορικής αναγραφής και την εξέλιξη των 3 κυμάτων φεμινισμού. Αναδεικνύοντας το φύλο ως χρήσιμη κατηγορία ιστορικής ανάλυσης μέσω εννοιών που σχετίζονται με τους χώρους παραγωγής/αναπαραγωγής, τη θεωρία των χωριστών σφαιρών όπως και του καπιταλισμού διά των μεταβολών που επέφερε στον ρου της ιστορίας. Γ Στη συνέχεια στο τρίτο σκέλος τίθονται συγκεκριμένα οι έμφυλα προσδιορισμένες χωρικές πρακτικές και αναπαραστάσεις, μέσω παραδειγμάτων που εξακολουθούν να διαμορφώνουν τις καθημερινότητες των γυναικών στην πόλη. Δ Το τέταρτο και τελευταίο μέρος της διάλεξης αφορά την έμφυλη διάσταση των κρίσεων. Μελετώνται τρεις χρονικοί περίοδοι. Οι οικονομικές κρίσεις του Μεσοπολέμου και του 2008 καθώς και η κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού. Στις δύο πρώτες αποτυπώνονται οι έμφυλες επιπτώσεις και οι διαφορετικες διεκδίσεις, ενώ στη τρίτη θίγονται ζητήματα σχετικά με την πόλη ως βίωμα, την έμφυλη βία και τη συρρίκνωση του χώρου παραγωγής με αυτού της αναπαραγωγής.



Α ντι -Θ εσεισ : ΑνΑγνώσεισ φύλού , ιστοριΑσ κΑι χώρού .

περιεχομενΑ

01

Θεωρητικές Προσεγγίσεις

1.1 Φύλο και χώρος: δύο επικαλυπτόμενες έννοιες 1.2 H κοινωνική κατασκευή της ταυτότητας: διαλεκτική χώρου - σώματος και η συγκρότηση του ψευδούς εαυτού 1.3 Τα σώματα ως μέσο επιτέλεσης των έμφυλων επιταγών 1.4. Φιλοσοφική προσέγγιση για τα δυαδικά συστήματα ανάλυσης

02

31 34

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης

3.1 Προσεγγίζοντας το ζήτημα Φύλο και Χώρος 3.2 Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου 3.2.1 Χώροι γυναικών: η κατοικία στη Σχολή του Bauhaus 3.2.2 Άτυπη/ Ευέλικτη εργασία και Απόσταση

04

14 18 24

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου

2.1 Απαρχές του έμφυλου καταμερισμού εργασίας (ιστορικός καπιταλισμός) 2.2 Tα 3 Κύματα του Φεμινισμού και η γυναικεία χειραφέτηση

03

10

44 48 50 56

Η κρίση έχει φύλο;

4.1 Οι διεκδικήσεις του Μεσοπολέμου και το οικονομικό κραχ του ‘29 4.2 Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 4.3 Πανδημία 4.3.1 Η πόλη της πανδημίας 4.3.2 Η έμφυλη πανδημία μέσα στην πανδημία 4.3.3 Η συρρίκνωση του χώρου παραγωγής/ αναπαραγωγής

69 72 78 82 86


Αντι-Θέσεις: Αναγνώσεις φύλου, ιστορίας και χώρου.


Alain Badiou

Είμαστε στην εποχή που αρχίζει μία νέα σεξοποίηση της συμβολικής σκέψης. Πως εντοπίζεται στους πραγματικούς χώρους αυτών των αληθειών χωρίς θεό και χωρίς την παρουσία του πατέρα; Ιδού το ερώτημα απ΄όπου πρέπει να ξεκινήσει κανείς. Πιο συγκεκριμένα στις σύγχρονες συνθήκες τι σημαίνει μία γυναίκα που στρατεύεται στην πολιτική της χειραφέτησης; Τι είναι μία γυναίκα ιδιοφυής στα μαθηματικά και στη φυσική; Τι είναι μία γυναίκα καλλιτέχνης, μουσικός, ποιήτρια κλπ; Τι είναι μία γυναίκα συνυπεύθυνη στη σκέψη και στη δράση σε ένα ερωτικό πάθος κι όχι μία θεότητα σκοτεινή αυτού του πάθους; Αυτά τα ερωτήματα είναι υπό επεξεργασία διότι οι γυναίκες πάνω σε αυτά δουλεύουν. Σε ένα νέο μεταξύ των Δύο, όπως πάντα, ούτε η παράδοση, ούτε το κυρίαρχο σύγχρονο, ούτε η γυναίκα που προσάγεται βιαίως στις αρχαϊκές φιγούρες της θηλυκότητας, ούτε η γυναίκα που προετοιμάζει την υποδούλωση στη βίαιη μορφή του ατομικισμού. Ξέρω τι θα επινοήσουν οι γυναίκες! Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος χωρίς να ξέρω γιατί, είναι ότι οι γυναίκες θα επινοήσουν ένα νέο κορίτσι. Θα είναι το νέο κορίτσι που θα προτείνει τον εαυτό της να γίνει η νέα γυναίκα, η γυναίκα που θα περάσει ανάμεσα στα Δύο, η οποία αποποιείται όχι μόνο την καταπιεστική παράδοση αλλά και το ζουρλομανδύα του κεφαλαίου. Η γυναίκα που δεν θα είναι ούτε κάτω από τον καταπιεστικό νόμο της κοινοτικής συλλογικότητας κάτω από την παρουσία του θεού, ούτε στην καταπιεστική μορφή του καταναλωτικού και ανταγωνιστικού ατομικισμού. Είναι το άγνωστο νέο κορίτσι, κατά πολύ ανώτερο από τον άγνωστο στρατιώτη, το νέο κορίτσι σε μνημείο, είναι ένα μνημείο του μέλλοντος και όχι ένα μνημείο προς δόξα των νεκρών. Και αυτό το κορίτσι θα μπορέσει να πει, το λέει ήδη, μπροστά σ’ έναν ουρανό επιτέλους άδειο από όλους τους θεούς και αυτή η απουσία απελευθερώνει τη νέα γυναίκα, θα μπορέσει λοιπόν να πει όπως ο ποιητής Valery “...όμορφε ουρανέ, αληθινέ ουρανέ, κοίταξε με που αλλάζω…”

* - Alain Badiou, ομιλία στη Βουδαπέστη: Απομαγνητοφώνηση ντοκιμαντέρ ερτ3: τόποι ζωής, τόποι ιδεών, φεμινισμός, έτος παραγωγής, 2011. https://www.youtube.com/watch?v=ZgWTkolY_x0, [πρόσβαση: 12/05/2019].


01 Θεωρητικές Προσεγγίσεις Λέξεις κλειδιά κοινωνικοχωρική διαλεκτική, σώμα, ψευδής εαυτός, βιολογικός ντετερμινισμός, βιολογικό φύλο, κοινωνικό φύλο, ταυτότητα, έμφυλη ταυτότητα, έμφυλες αναπαραστάσεις, θεωρία επιτελεστικότητας, δίπολα, δυϊσμοι, τρίτος χώρος.



10

Φύλο και χώρος: δύο επικαλυπτόμενες έννοιες Η έρευνα μας ξεκίνησε με πολλές απορίες και ερωτήματα που είχαμε και δεν ξέραμε τις απαντήσεις. Ωστόσο με τη πάροδο της αναζήτησης μας, καταλάβαμε πως με το κάθε μας ερώτημα, ανοίγαμε νέους ενθουσιώδεις διαλόγους κατανοώντας κάθε φορά λίγο παραπάνω την δυναμική που έχει ο χώρος και την επιρροή που κατέχει στη κοινωνική εξέλιξη των πόλεων αλλά και την πληθώρα των αντιθέσεων που φιλοξενεί.

3 όψεις της κοινωνικοχωρικής διαλεκτικής των Dear & Wolch (1989) Διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων οι κοινωνικές σχέσεις συγκροτούνται μέσω του χώρου. Διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων οι κοινωνικές σχέσεις εμποδίζονται από το χώρο. Διαδικασίες στο πλαίσιο των οποίων οι σχέσεις διαμεσολαβούνται από το χώρο.

Θεωρητικές Προσεγγίσεις

Η αλυσιδωτή και έκδηλη αστικοποίηση όπως και οι καταιγιστικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών, αφήνουν πίσω τους αποτυπώματα κοινωνικά αλλά και χωρικά, πόσο μάλλον εκεί που πλάθονται και αλληλεπιδρούν σε πυκνότητα και ένταση οι άνθρωποι. Αυτή η συνθήκη φέρει τις πόλεις αντιμέτωπες με τη συσσώρευση καθοριστικών για αυτές στοιχείων, αποκτώντας κυρίαρχο ρόλο στη διαχείριση της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, δια των αντιφάσεων που φέρουν στο εσωτερικό τους. Φυσικά οι επιπτώσεις που προέκυψαν δεν οδήγησαν στα ίδια αποτελέσματα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και είναι αδύνατο να περιγραφούν συνολικά, κάτω από ένα κοινό πλαίσιο, καθώς υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην μεταβολή του κάθε αστικού περιβάλλοντος, με τις εκάστοτε ιστορικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες να πλάθουν ποικιλόμορφα και διαφορετικά πεδία εξερεύνησης. Ωστόσο οι αντιφάσεις αυτές είτε εντείνουν είτε δημιουργούν κοινωνικά φαινόμενα, όπως στεγαστικό διαχωρισμό, άστεγους, καταπίεση, εγκληματικότητα, διακρίσεις, όλα διαφορετικές εκφράσεις βίας. Έτσι γρήγορα κατανοούμε πως οι παρατηρήσεις μας και τα βιώματα μας είναι απόρροια μίας κοινωνίας αυξημένων κοινωνικών πολώσεων, όπου ο χώρος δεν είναι αμέτοχος. Ο Ed Soja (Soja, 1980) αποκάλεσε αυτό το φαινόμενο κοινωνικοχωρική διαλεκτική (sociospatial dialectic) , δηλαδή τη διαρκή και αμφίδρομη διαδικασία στην οποία οι άνθρωποι διαμορφώνουν καθημερινά τις πόλεις, ενώ παράλληλα διαμορφώνονται από αυτές καθώς σταδιακά επιβάλλονται στο περιβάλλον τους, τροποποιώντας το ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους και να εκφράζει τις αξίες τους.


11 Η Σάσα Λαδά (2009) στο κείμενο της, “Φύλο και χώρος” αναφέρει πως : ο ορισμός αυτής της διαλεκτικής σχέσης μεταξύ κοινωνίας και χώρου είναι εξαιρετικά σημαντικός καθώς αποτυπώνει με σαφήνεια πως ο χώρος παράγεται κοινωνικά, αλλά και ότι ο χώρος αποτελεί μία συνθήκη κοινωνικής παραγωγής. Συνεπώς ο χώρος δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως ένα ουδέτερο περιέχον όπου εκφράζονται κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές διαδικασίες. Καθώς έχει σημασία να αντιληφθούμε πως από μόνος του συμβάλλει στη φύση των σχέσεων και στη διαμόρφωση ιδεολογίας και ταυτότητας στη πόλη. Επομένως το έργο των αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων μπορεί να ερμηνευθεί σε σχέση με την αποτύπωση τους στην εξελισσόμενη υλική διάταξη της πόλης. Είναι ταυτόχρονα προϊόντα και φορείς ιδεών και σχέσεων εξουσίας που εμπεριέχονται στη διαδικασία του κοινωνικού και χωρικού μετασχηματισμού. “Τα προϊόντα της εργασίας τους, ο κοινωνικός τους ρόλος που έχουν ως παραγωγοί πολιτισμικών αξιών και η οργάνωση της κατανάλωσης στην οποία παρεμβαίνουν δημιουργούν μεταβαλλόμενα τοπία με την πλέον υλική έννοια του όρου. Ως αντικείμενα επιθυμίας και δομικές μορφές, τα έργα τους συνδέουν το χώρο με το χρόνο. Επίσης διαμεσολαβούν την οικονομική εξουσία μέσω τόσο της προσαρμογής τους όσο και της συμβολής τους στη διαμόρφωση κανόνων και προτύπων για τις κερδοσκοπικές επενδύσεις, την παραγωγή και την κατανάλωση.”

(Zukin,1991:39)

Στο κείμενο μας προσεγγίζεται η κοινωνικοχωρική διαλεκτική μέσω μίας από τις πλέον σημαντικές διαστάσεις: τις πατριαρχικές ιδιότητες του δομημένου περιβάλλοντος, καθώς μας προκλήθηκαν τελικά ερωτήματα για το πως οι σχέσεις φύλου δηλώνονται στο χώρο, όπως και για το τρόπο που οι χωρικές σχέσεις δηλώνονται στη κατασκευή του φύλου. Υπάρχει ένας λογικός συλλογισμός που δένει το φύλο με το χώρο: εάν το φύλο κάνει διαφορά στη κοινωνία που ζούμε, στο πώς μας συμπεριφέρονται και στο πώς σκεφτόμαστε για τον εαυτό μας, τότε αυτή η κοινωνική συνθήκη πρέπει να έχει κάποια επίπτωση και στους χώρους που δημιουργούμε και χρησιμοποιούμε (Λαδά, 2009).

part 1.1


12 Κεντρική υπόθεση εργασίας λοιπόν, είναι πως η δόμηση του χώρου έχει βασιστεί στο δευτερεύοντα ρόλο της γυναίκας, και πως ακριβώς αυτή η ανισότητα δομήθηκε όχι απλώς μέσα από την αντανάκλαση αλλά κυρίως από την ανα-παραγωγή της. Θεωρούμε πως η εισαγωγή της έννοιας του φύλου στο σχεδιασμό και η μελέτη της σημασίας του ως αίτιο και συγχρόνως ως αποτέλεσμα στη διαμόρφωση χώρου, αποτελεί λογικό επόμενο της ανάλυσης που κάναμε παραπάνω. Καθώς ο χώρος παράγεται κοινωνικά και πολιτισμικά και οι σχέσεις φύλου είναι κοινωνικά, πολιτισμικά και χωρικά δομημένες.(Λαδά, 2013) Κατ’ αυτό το τρόπο εξετάζουμε τη δυναμική του αρχιτεκτονικού έργου ως εκείνο που δημιουργεί, συντηρεί και ανα-παράγει τον έμφυλο χαρακτήρα στους χώρους καθημερινής διάδρασης, όπως και διάφορες έννοιες που συγκροτούν τη σχεδιαστική ιδεολογία. Αυτή η ανάλυση είναι ταυτόχρονη με την προσπάθεια μας να αποφύγουμε λάθη και αποκομμένες αναλύσεις από τις συνολικές αντιθέσεις που διέπουν τις ζωές μας με τη γνώση πως οι ασταθείς και άνισες μορφές καταπίεσης οδηγούν και σε ποικίλες μορφές αναπαράστασης. Σίγουρα τα κείμενα που έπονται και τα ζητήματα που θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε δεν μπορούν να θεωρηθούν ουδέτερα καθώς αποτελούν θραύσματα επιλογών κειμένων και προσωπικής τοποθέτησης, μέρη τα οποία επιλέξαμε να αναδείξουμε υπό τη δική μας ματιά, το δικό μας βλέμμα.

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


13 Βιβλιογραφικές αναφορές - Λαδά, Σ., Φύλο και χώρος: Αρχικές προσεγγίσεις και νέα ερωτήματα ή μεταξύ ορατών και αοράτων στο συλλογικό έργο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, 2009, σελ.17. - Λαδά, Σ., Φύλο και αρχιτεκτονική, 2013. http://www.fylopedia.uoa.gr/index.php/%CE%A6%CF%8D%CE%BB%CE%BF_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B1%CF%81%CF%8 7%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE, [πρόσβαση 26/09/2020]. Οι παρακάτω πηγές αποτελούν αποσπάσματα από το βιβλίο των Knox, P. - Pinch, S.,(1982) Κοινωνική γεωγραφία των πόλεων, επιμ. Μαλούτας Θ., Αθήνα: Σαββάλας, 2009. Και συγκεκριμένα οι σελίδες σε αντίστοιχη σειρά είναι οι εξής: σελ.39,38,253. - Dear, M. - Wolch, J., The Power of Geography: How Territory Shapes Social Life, Βοστώνη: Unwin Hyman,1989. -Soja, E., The Socio-spatial Dialectic στο συλλογικό έργο Annals of the Association of American Geographers 70, 1980, σελ..207-225. - Zukin, S., Landscapes of Power. From Detroit to Disney World, Μπέρκλεϊ, University of California Press,1991.

part 1.1


14

H κοινωνική κατασκευή της ταυτότητας: διαλεκτική χώρου σώματος και η συγκρότηση του ψευδούς εαυτού Τοποθετούμαστε σε χωρικά πλαίσια, τα σώματα μας εμπλέκονται φυσικά και διαισθητικά με τους χώρους. Διαδρούμε και αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο δια της εμπειρίας μας. Η κατοίκηση συνίσταται σε μια σειρά από τοποθετήσεις, αρνήσεις, σε μια σειρά από διαχωρισμούς με στόχο την εύρεση ενός τόπου για τα σώματά μας. Αυτοί οι διαχωρισμοί είναι αποτέλεσμα μιας διαρκούς εκπαίδευσης των σωμάτων. Ο τρόπος που κινούμαστε, τοποθετούμε το σώμα μας και το συσχετίζουμε με το χώρο και τους άλλους ανθρώπους είναι προϊόν ενός πολιτισμικού καθορισμού. Η εκπαιδευτική αυτή διαδικασία δομείται πάνω στην έννοια του ελέγχου, του ελέγχου του σώματος, των κινήσεων, των στάσεων, της συμπεριφοράς και των συναισθημάτων. Το ανθρώπινο σώμα για τον Foucault (1991) είναι το πεδίο τομής της αυτοπειθαρχίας του σώματος και του ελέγχου του πληθυσμού μέσω μίας βίαιης αφομοιωτικής διαδικασίας, κατά την οποία άνθρωπος και χώρος δεν γίνονται αντιληπτά σαν κάτι ξεχωριστό αλλά, αντίθετα, το σώμα του ανθρώπου “είναι αμφίλογο απόσπασμα του χώρου, η ιδιάζουσα και απαραμείωτη χωρικότητα του οποίου συναρθρώνεται με το χώρο των πραγμάτων”. Η διαπίστωση αυτή μας δίνει το έναυσμα να αναζητήσουμε διατυπώσεις του εξαναγκασμού της ανθρώπινης εμπειρίας με όρους που τοποθετούν στο κέντρο του προβληματισμού το ανθρώπινο σώμα. Μεγάλο κομμάτι αυτών των συνεχόμενων εξαναγκασμών αποτελεί και η συγκρότηση του εαυτού και οι κοινωνικές αναπαραστάσεις που ως ένα βαθμό το μεταμορφώνουν, το καθηλώνουν. Το ζήτημα αυτής της μεταμόρφωσης προηγείται της γέννησης του ατόμου. Κάθε κοινωνία και πολιτισμός έχει διαμορφώσει συγκεκριμένες δομές και πλαίσια που καθορίζουν τις ατομικές εμπειρίες. Κανένα υποκείμενο δε δημιουργεί μόνο του τις υλικές συνθήκες ύπαρξης του. Όπως εξηγεί ο Foucault τα νομικά συστήματα εξουσίας παράγουν εκείνα τα υποκείμενα τα οποία στη συνέχεια έρχονται να αντιπροσωπεύσουν και να αναπαραστήσουν. Συγκεκριμένα τα υποκείμενα υπάγονται σε δομές που κατά κύριο λόγο βασίζονται “στον περιορισμό, τον έλεγχο, την απαγόρευση και τη ρύθμιση με αποτέλεσμα τον περιορισμό στην ελευθερία ανάπτυξης της ταυτότητας τους. Έτσι με τη σειρά τους σχηματίζονται, ορίζονται και αναπαράγονται σύμφωνα με τις ίδιες δομές” (Butler, 2009).

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


15 «Η εξουσία δε βρίσκει ήδη συγκροτημένο, αυτό επί του οποίου ασκείται, αυτό που καταστέλλει, το υποκείμενο, αλλά το παράγει, το συγκροτεί. Η σχέση ανάμεσα στο υποκείμενο και την εξουσία, λοιπόν δεν είναι εξωτερική και επουσιώδης, αλλά συγκροτητική και ουσιώδης» Foucault, 2012 Η πρώτη μετατροπή ξεκινά με τους ενήλικες να αποδίδουν εκ των προτέρων στα παιδιά τους μια εν δυνάμει κοινωνική υπόσταση, ανάλογα με το αν θα είναι κορίτσια ή αγόρια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το κοινωνικό φύλο να στιγματίζει το βιολογικό πριν καν υπάρξει το βιολογικό. Ύστερα τα παιδιά αντιμετωπίζουν ένα συνονθύλευμα παρελθοντικών εμπειριών που τους μεταφέρονται και μια σειρά εμπειριών που βιώνουν στο παρόν και της ερμηνείας που τους αποδίδουν. Η M. Wetherell (2005) αναφέρει συγκεκριμένα: “δε βαραίνουν τα υποκείμενα μόνο οι “πραγματικές” εμπειρίες που αυτά έχουν βιώσει αλλά και οι μνήμες του παρελθόντος όπως τους μεταβιβάζονται κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησης, φαντασιακές κατασκευές, επιθυμίες κλπ”. Έτσι τα παιδιά προκειμένου να αισθανθούν ασφάλεια και σιγουριά, απωθούν και ανακατασκευάζουν τις παρορμήσεις και τα συναισθήματα τους στη βάση των απαιτήσεων και των προσδοκιών των άλλων. Η Alice Miller (1986) συνόψισε αυτό το φαινόμενο στον όρο “συγκρότηση του ψευδούς εαυτού”. Αυτή η διαδικασία που ακολουθούν τα παιδιά μπορεί να θεωρηθεί η αρχή της διαμόρφωσης των υποκειμένων και θέτει ερωτήματα για το πως τα άτομα αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και τους άλλους, με ποιο τρόπο συγκροτούνται τα ανθρώπινα υποκείμενα και ποια είναι τα στοιχεία που συναπαρτίζουν αυτή την αντίληψη, δηλαδή τη ταυτότητά τους, το τρόπο που προσδιορίζουν τον εαυτό τους σε δημόσιο και ιδιωτικό χώρο και σε σχέση με τους άλλους. Η διαδικασία συγκρότησης ταυτότητας συμπλέκεται με την ιδεολογία του υποκειμένου σε μια “παράσταση της φανταστικής σχέσης του ατόμου με τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξης του” (Althusser, 1999). Όπως διατυπώνει ο Andrew Sayer (1989:211): “το ποιος/α είσαι δεν εξαρτάται μόνο από το τι κατέχεις ή από το πως κατανοείς τον εαυτό σου, αλλά και από το πως οι άλλοι σχετίζονται με εσένα, από το πως κατανοούν αυτοί των εαυτό τους και εσένα”. Με άλλα λόγια ο εαυτός, δομείται ως ένα βαθμό από τους άλλους και σε σχέση με τους άλλους ακριβώς επειδή οι ατομικές και κοινωνικές

part 1.2


16 ταυτότητες διαμορφώνονται μέσα σε συγκεκριμένες δομές και πλαίσια που είναι εξ ολοκλήρου συνδεδεμένα με βιώματα από τους χώρους της οικογένειας, του σχολείου, της κοινότητας, της εργασίας και της ταξικής συνείδησης, άμεσες εμπειρίες που είναι γεωγραφικά προσδιορισμένες και διαρκώς σε μία αλληλεπίδραση με άλλα υποκείμενα. Αυτό σημαίνει ότι ο εαυτός μας, δομείται ως ένα βαθμό από τους άλλους. Η αποκρυστάλλωση της ιδεολογίας των μηχανισμών γύρω από τους οποίους συγκροτείται η εκάστοτε κοινωνία είναι απαραίτητη ώστε να γίνονται κατανοητά από το ίδιο το υποκείμενο τα συστήματα ιεράρχησης και δομής που επηρεάζουν τη συγκρότησης της ταυτότητας του. - Τι επιδιώκουμε να πούμε; - Πως αυτό που βλέπουμε δεν είναι αθώο, αλλά μολυσμένο από αυτό που μέχρι τώρα γνωρίζουμε και αντίστοιχα με αυτό που δεν γνωρίζουμε. Και πως αυτό που γνωρίζουμε αποτελεί εμπόδιο. Για να μη γνωρίσουμε το “άλλο”. Αυτή η διαρκής αλληλεπίδραση στην οποία είναι αναγκασμένο να υποβάλλεται το υποκείμενο ως κομμάτι της κοινωνίας το φέρνει αντιμέτωπο με την στερεοτυπική ανάγνωση και τη διαρκή αναζήτηση και διεκδίκηση της ταυτότητας του, ανάλογα με το που τοποθετεί τον ίδιο του τον εαυτό.

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


17 Βιβλιογραφικές αναφορές - Althusser, L., Ιδεολογία και Ιδεολογικοί Μηχανισμοί του Κράτους στο συλλογικό έργο Θέσεις 1964-1975, μτφρ. Γιαταγάνας Ξ., Αθήνα: Θεμέλιο, 1999, σελ. 99 - 113. - Butler, J., Αναταραχή Φύλου - Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, επιμ. Σπυροπούλου Χ., Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2009, σελ 25. - Foucault, M., Η μικροφυσική της εξουσίας, μτφρ. Τρουλίνου Λ., Αθήνα: Ύψιλον, 1991. - Foucault, M., Άλλοι χώροι [Ετεροτοπίες] στο συλλογικό έργο Ετεροτοπίες και άλλα κείμενα, μτφρ. Μπετζέλος Τ., Αθήνα: Πλέθρον, 2012, σελ. 255 - 270. - Wetherell, M., Ταυτότητες, ομάδες και κοινωνικά ζητήματα, μτφρ. Μποζάντζης Ν., Αθήνα: Μεταίχμιο, 2005. Οι παρακάτω πηγές αποτελούν αποσπάσματα από το βιβλίο των Knox, P. - Pinch, S.,(1982) Κοινωνική γεωγραφία των πόλεων, επιμ. Μαλούτας Θ., Αθήνα: Σαββάλας, 2009. Και συγκεκριμένα από τη σελίδα: σελ.285. - Miller, J.B., Toward a New Psychology of Women, Boston: Beacon Press, 1987 - Sayers, Α, On the Dialogue Between Humanism and Historical Materialism in Geography στο συλλογικό έργο Remaking Human Geography, επιμ. Kobayashi,A. - Mackenzie,S., Λονδίνο: Routledge, 1989, σελ 211.

part 1.2


18

Τα σώματα ως μέσο επιτέλεσης των έμφυλων επιταγών Θεωρείται από την αρχή αναγκαία η επισήμανση ότι οι γυναίκες, όπως και οι άντρες, δεν αποτελούν μια ενιαία κοινωνική ομάδα. Η κατηγορία “φύλο” διαμορφώνεται από πολλαπλές γυναικείες ταυτότητες που με τη σειρά τους συγκροτούνται από μια πληθώρα ετεροτήτων. Γι’ αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι “κάθε γυναίκα (και άνδρας) είναι σημείο τομής πολλαπλών αξόνων κυριαρχίας και υποτέλειας - κάποιοι από τους οποίους αποκτούν συγκυριακά μεγαλύτερη βαρύτητα από άλλους” (Βαΐου, 2006). “Η αρχική αυτή επισήμανση εισάγει μια διάσταση ρευστότητας στη συζήτηση για την ταυτότητα, παραπέμπει δηλαδή σε μια έννοια ταυτότητας εν-τω-γίγνεσθαι, που είναι συνεκτική και σταθερή μόνο στιγμιαία και σε ορισμένο τόπο. Στην αντίληψη αυτή το φύλο συνδιαμορφώνεται με την κοινωνική τάξη, τη φυλή, την εθνότητα, τη σεξουαλικότητα κοκ, συγκροτώντας μια πληθώρα από μεταβαλλόμενες θηλυκότητες και ανδρικότητες” (WGSG, 1997). Έτσι, η παραγωγή νοήματος απομακρύνεται από διπολικές δομές ταυτότητας/ετερότητας (λευκή/μαύρη, άνδρας/γυναίκα, ντόπιος/ ξένος, αστός/προλετάριος, πολιτισμένη/βάρβαρη, πόλη/φύση, ετεροφυλόφιλος/ομοφυλόφιλος κοκ), όπου η «/» αντιπροσωπεύσει μια βαθιά τομή: το πρώτο μέρος του διπόλου είναι κυρίαρχο και κατασκευάζει το άλλο ως υποδεέστερο, μέσω της αντίθεσης ή έλλειψης (Massey, 2001). Όμως η ρευστότητα των ατομικών ταυτοτήτων δεν συνεπάγεται αδυναμία σχετικά με τον προσδιορισμό των κατηγοριών φύλου, καθώς διαμορφώνονται μέσα από θεσμούς και αξιακά συστήματα τα οποία αποτελούν την έκφραση των συστημάτων κυριαρχίας. Πιο συγκεκριμένα οι νόμοι, οι κοινωνικές συνήθειες, οι αξίες και οι πεποιθήσεις αποκρυσταλλώνουν την καθημερινή ζωή και την έκφραση των διαπροσωπικών σχέσεων. Καθορίζουν με τη σειρά τους τι σημαίνει “άνδρας” ή “γυναίκα” σε ένα συγκεκριμένο τόπο, μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο χωρίς αυτά να προσδίδονται ή να ταυτίζονται με συγκεκριμένα πρόσωπα. Υπό το πρίσμα αυτών των κατηγοριών διαμορφώνεται ο “εαυτός” και ο “άλλος” και η μεταξύ τους αλληλεπίδραση, κανονικοποιούνται οι ατομικές επιλογές και εγκαθιδρύεται τι θεωρείται “φυσιολογικό”. Καθοριστικό ρόλο για το τι θεωρείται “φυσιολογικό” και τι

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


19 όχι, αποκτά ο βιολογικός ντετερμινισμός, ο οποίος από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα έχει εδραιωθεί ως νομοτελειακός με συνέπεια τον αποπροσανατολισμό και την εξαγωγή λανθασμένων συμπερασμάτων σχετικά με το τι επιτρέπεται να αντιμετωπίζεται ή όχι, ως φυσιολογικό και άρα ως κοινωνικά αποδεκτό. Ο βιολογικός ντετερμινισμός ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά καθορίζεται από έμφυτους και κληρονομικούς παράγοντες και έτσι η πνευματική ικανότητα, ο τρόπος αντίδρασης και οι δυνατότητες ανάπτυξης καθορίζονται από τη γενετική πληροφορία. Με άλλα λόγια οι σωματικές διαφορές χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιούν τη γυναικεία υποτέλεια ως βιολογική και άρα αναπόφευκτη με σκοπό να εκλογικεύονται προϋπάρχουσες σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στα φύλα και να ορίζονται υπαρκτοί ή υποτιθέμενοι τρόποι ζωής. «[…] το φύλο αποτελεί συστατικό στοιχείο των κοινωνικών σχέσεων, που στηρίζεται στις αντιληπτές διαφορές ανάμεσα στα φύλα, και το φύλο είναι πρωταρχικός τρόπος νοηματοδότησης των σχέσεων εξουσίας»

Scott, 1986

Ουσιαστικά, η διάκριση βιολογικό/κοινωνικό φύλο είναι η πρώτη αντίσταση απέναντι στο βιολογικό ντετερμινισμό. Η διάκριση αυτή κρίθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη για την αποδέσμευση των κοινωνικών διαδικασιών από τη βιολογία. Συγκεκριμένα στα μέσα της δεκαετίας του 1960 αποτέλεσε βασικό θεωρητικό εργαλείο των αρχικών κοινωνικοφεμινιστικών αναλύσεων. Σκοπός αυτών των αναλύσεων ήταν η ανάδειξη της θεμελιακά κοινωνικής ποιότητας των διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών, του ρόλου δηλαδή των κοινωνικών και πολιτισμικών διαδικασιών και πρακτικών που κατασκευάζουν και καθορίζουν την έμφυλη ταυτότητα «γυναίκα» (Λυκογιάννη, 2005). Η Simone de Beauvoir (1949) στο βιβλίο της “Το Δεύτερο Φύλο”, το οποίο αποτελεί πρόδρομο για τη θεώρηση της κοινωνικής κατασκευής του φύλου, αναφέρει: “Η βιολογία δεν είναι πεπρωμένο των γυναικών, αντίθετα τα βιολογικά δεδομένα κατασκευάζονται και χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιήσουν κοινωνικούς κανόνες

part 1.3


20

Οι εθνοτικοί άλλοι* Μετά τον ορισμό του κοινωνικού φύλου, η φεμινιστική θεωρία, ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1980, θέτει στο επίκεντρο της κριτικής της, τις ρητές ιεραρχίες οι οποίες δομούν το οικουμενικό πρότυπο του λευκού, αστού, υγιούς, ετεροφυλόφιλου άνδρα, που ορίζεται ως πρότυπο την περίοδο του Μοντερνισμού. Πέρα από τις γυναίκες, και οι εθνοτικοί άλλοι’, οι ομοφυλόφιλοι, οι ταξικά περιθωριοποιημένοι και οι ομάδες που προκύπτουν από τις ποικιλότροπες μεταξύ τους διασταυρώσεις, έθεσαν νέους προβληματισμούς γύρω από την έννοια της ταυτότητας του σώματος, καθώς αποτελούσαν κατηγορίες απόκλισης και αποκλεισμού από τις κανονιστικές θεμελιώσεις της παγκοσμιότητας (Αθανασίου, 2006).

Θεωρητικές Προσεγγίσεις

και σεξιστικές πρακτικές, για παράδειγμα τον αποκλεισμό των γυναικών ή των “μαύρων” από τα πολιτικά δικαιώματα, από πολλούς χώρους εργασίας, από βαθμίδες της εκπαίδευσης, από δημόσιους χώρους”. Η εισαγωγή, από τη δεκαετία 1970, του όρου “κοινωνικό φύλο” (αρχική απόδοση στα ελληνικά του αγγλικού όρου gender), ουσιαστικά λειτουργεί ως αντίδοτο στο βιολογισμό (το γενετικά καθορισμένο βιολογικό φύλο), υπογραμμίζει την πολιτισμική και κοινωνική ταξινόμηση σε ανδρικό και γυναικείο και συμβάλλει στην ανασκευή της οικουμενικότητας των κατηγοριών Άνδρας και Γυναίκα. Η θεωρητική επινόηση του κοινωνικού φύλου ώς αντίδοτου έχει ιστορικά συνδυαστεί με το έργο της Βρετανίδας κοινωνιολόγου Ann Oakley (1972), η οποία υποστήριξε πως το κοινωνικό φύλο είναι αυτό που διαμορφώνεται βάσει των θεσμών και την πολιτική μίας κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ταυτότητα που ορίζει το κοινωνικό φύλο μπορεί να διαφέρει ανάμεσα στις κοινωνίες, αλλά και να υπάρχει σε ποικίλες εκδοχές πέραν του δυαδικού έμφυλου προτύπου άνδρα-γυναίκα*. Έτσι η ταυτότητα δεν είναι ποτέ σταθερή και δεδομένη. Αντιθέτως, είναι ανοιχτή στις μεταβαλλόμενες εμπειρίες που συνδέονται με συγκεκριμένα ιστορικά, γεωγραφικά και πολιτισμικά πλαίσια, προϊόντα διαδικασιών κοινωνικής επεξεργασίας (Αθανασίου, 2006). Όταν αναφερόμαστε στην ταυτότητα του κοινωνικού φύλου εννοούμε την αυτοαντίληψη που διαμορφώνει ένα άτομο σχετικά με τον γυναικείο ή ανδρικό κοινωνικό ρόλο που επιλέγει να ασκεί και ο οποίος μπορεί να είναι διαφορετικός από το βιολογικό φύλο. Αυτό ισχύει από την δεκαετία του 1950 σε ποικίλους επιστημονικούς κλάδους όπως η κοινωνιολογία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η ψυχανάλυση κ.α. Η Judith Butler, σημαντική εκπρόσωπος του σύγχρονου αμερικανικού φεμινισμού, θεωρεί τους ρόλους που αναφέρονται στο φύλο ως μια κοινωνική πρακτική η οποία συχνά αποκαλείται “επιτελεστική”**. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει γυναικείο φύλο χωρίς ανδρικό και αντίστροφα.


21 Η θεωρία της επιτελεστικότητας ** “Χωρίς αμφιβολία, υπάρχουν ατομικές αποχρώσεις και ιδιαίτεροι τρόποι να πραγματώνει κανείς το φύλο του, αλλά το ότι το κάνει, και μάλιστα ότι το κάνει σύμφωνα με συγκεκριμένους κανόνες και απαγορεύσεις, σίγουρα δεν αποτελεί καθαρά προσωπικό του ζήτημα […]. Η πράξη που κάνει κανείς, το δρώμενο που επιτελεί είναι κατά κάποιον τρόπο μια πράξη που έχει ξεκινήσει πολύ προτού το δρών υποκείμενο εμφανιστεί στη σκηνή. Επομένως το φύλο είναι μια πράξη που έχει προβαριστεί ήδη – και μοιάζει με το σενάριο που συνεχίζει μεν να υπάρχει και άνευ των συγκεκριμένων ηθοποιών που το χρησιμοποιούν, αλλά δεν παύει ποτέ να χρειάζεται τους ηθοποιούς ως άτομα προκειμένου να πραγματωθεί και να αναπαραχθεί σαν πραγματικότητα για μία ακόμα φορά […]. Το φύλο είναι αυτό που φοράμε, μονίμως, εξαναγκαστικά, καθημερινά και αδιάκοπα, με άγχος και με ευχαρίστηση” (Butler, 1988).

“Οι διαφορές φύλου που αποτυπώνονται στα σώματα “είναι κοινωνικά α-νόητες μέχρις ότου οι κοινωνικές πρακτικές τις μετατρέψουν σε κοινωνική πραγματικότητα” Connell, 2006 Όπως έχει πει ο Lefebvre στο “La production de l'espace” (1991) μια τέτοια προσέγγιση δεν περιορίζεται στην υλική ή γεωμετρική υπόσταση του χώρου και του τόπου. Αφορά ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων που διαπλέκονται, αλληλεπιδρούν και αναπτύσσονται σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία που ποτέ δεν πρέπει να θεωρείται ένα αθώο πλαίσιο. Ένας τέτοιος τόπος διαφοροποιείται από μια στείρα προσέγγιση διπόλων όπως ορίων και οριοθετήσεων, καθαρότητας και διαφορετικού, αποδοχής και αποκλεισμού. Δεν είναι καθορισμένος και στατικός, αντιθέτως είναι ανοιχτός στην αμφισβήτηση και στις πολλαπλές αναγνώσεις. Έτσι, η ταυτότητα και η μοναδικότητα του τόπου καθορίζονται από τη διαπλοκή των κοινωνικών σχέσεων και την ιδιαιτερότητα των αλληλεπιδράσεων που μπορεί να εκτείνονται πολύ πιο μακριά από τον τόπο. Από αυτή την οπτική γίνεται αντιληπτό ότι “η ταυτότητα είναι μια ατελής διαδικασία, η οποία στηρίζεται σε μια στιγμή αυθαίρετου κλεισίματος που είναι ταυτόχρονα αληθινό

part 1.3


22 και ψευδές” (Keith, Pile 1993). Όπως χαρακτηριστικά έχει πει η Judith Butler (2006) “το σώμα υπόκειται σε μία σειρά πολιτισμικών συμβάσεων, που του ορίζουν τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται να κάνει, αλλά επιπλέον υπάρχει και μία σειρά άρρητων κανόνων οι οποίοι δομούν τον τρόπο με τον οποίο αυτό γίνεται πολιτισμικά αντιληπτό. Επομένως, δεν έχει κανένα νόημα το να είναι κάποια θηλυκού γένους, αλλά το να έχει γίνει γυναίκα. Αυτό σημαίνει ότι το σώμα της έχει εξαναγκαστεί να προσαρμοστεί σε μία ιστορική ιδέα περί γυναίκας, ώστε να μετατραπεί σε πολιτισμικό σημείο”(Butler, 2006). Δηλαδή, από τη μία υπάρχει το καθημερινό βιωμένο σώμα και από την άλλη το σύστημα των πειθαρχικών και ρυθμιστικών πρακτικών, που διαμορφώνουν τη μορφή και τη συμπεριφορά του και εν τέλει του προσδίδουν τη ταυτότητα. Αυτή η προσέγγιση δεν ακυρώνει την ύπαρξη ζητημάτων σχετικά με την ένταξη και τον αποκλεισμό, ούτε αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη χωρο-χρονικών σταθερών. “Παραμένει ερώτημα αν η ρευστότητα και η αποφυγή οριοθετήσεων του τόπου και της ταυτότητας μπορεί να αφορά απειλούμενες ταυτότητες και άτομα ή ομάδες που είναι “εκτός τόπου” σε χώρους οι οποίοι κατασκευάζονται, πραγματικά και συμβολικά, για τον αποκλεισμό τους” (Βαΐου, 2006). Οι παραπάνω παρατηρήσεις αναλύθηκαν ώστε να επισημανθεί ότι παράμετροι όπως το φύλο, η κοινωνική τάξη, η οικονομική επιφάνεια, η σεξουαλικότητα, η εθνότητα, η θρησκεία, οι βιολογικές διαφορές και άλλες δεν αντιμετωπίζονται στην παρούσα μελέτη ως προκαθορισμένες κατηγορίες ταυτότητας μέσα στις οποίες πρέπει να ενταχθούν οι γυναίκες. Η “ενιαία ομπρέλα” του υποκειμένου “γυναίκα” (όπως και “άνδρας”) αποδομείται προκειμένου να ενσωματωθούν στον προβληματισμό οι πολλαπλές εμπειρίες, τα επιμέρους χαρακτηριστικά και οι διαφορετικές “θέσεις” των γυναικών στην κοινωνία και την πόλη. Η θηλυκή υποκειμενικότητα παύει να αντιμετωπίζεται ως σταθερή και δεδομένη όπως συμβαίνει στην ντετερμινιστική σκέψη και οι γυναίκες δεν εξετάζονται πλέον ως θύματα, για αυτό αναζητούνται οι όροι σύμφωνα με τους οποίους αυτοί οι άξονες καταπίεσης διαμορφώνονται αμοιβαία και κατασκευάζουν τόπους σύγχρονους και διαχρονικούς.

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


23 Βιβλιογραφικές αναφορές - Αθανασίου, Α., Εισαγωγή, Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, επιμ. Αθανασίου Α., Αθήνα: Νήσος, 2006 - Βαΐου, Ν., Ταυτότητες/Ετερότητες γυναικών στην πόλη, Ίνδικτος, τχ.21, Νοέμβριος 2006, σελ. 171-183 - Λυκογιάννη Ρ., Η Μελέτη της Πόλης μέσα από την Έμφυλη Διάσταση της Καθημερινότητας, Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, σελ.13, 2005. - Πρόλογος των Κογκίδου Δ., Πολίτη Φ., The experience of gender change in public sector organizations. Gender, Work and Organization, Connell R.W., τόμ. 13, τχ. 05, Σεπτέμβριος 2006, όπου οι συγγραφείς αναφέρονται και στη σκέψη της Judith Butler, 1990. - Butler J., (1988), Παραστασιακές επιτελέσεις και συγκρότηση του φύλου: Δοκίμιο πάνω στη φαινομενολογία και τη φεμινιστική θεωρία, στο συλλογικό έργο, Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, επιμ. Αθανασίου Α., Αθήνα: Νήσος, σελ. 381-407, 2006. - De Beauvoir S.,(1949) Το δεύτερο φύλο, μτφρ. Σιμόπουλος Κ., Αθήνα: Γλάρος, 1979 - Keith, M., Pile, S., Place and the politics of Identity, Λονδίνο: Routledge, 1993 - Lefebvre H., La production de l’ espace, Παρίσι: Blackwell, 1991 - Massey, D., Φιλοσοφία και πολιτικές της χωρικότητας (δίγλωσση έκδοση), επιμ. Παπαρούνης Μ., Αθήνα: Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ και Παπασωτηρίου, 2001 - Oakley A., Sex, Gender and Society. Towards a New Society, San Francisco: Harper and Row, 1972 - WGSG (Women and Geography Study Group), Feminist Geographies. Explorations in diversity and difference, London: Longman,1997 - Scott J. O., (1986), Το φύλο: μια χρήσιμη κατηγορία της ιστορικής ανάλυσης, στο συλλογικό έργο Σιωπηρές ιστορίες: γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, επιμ. Αβδελά Ε., Ψαρρά Α., Αθήνα: Αλεξάνδρεια, σελ. 309, 1997 Αφορμές - Μαλούτα Παντελίδου Μ., Φύλο- Κοινωνία- Πολιτική, Αθήνα: Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας, σελ. 15-42, 2014. https://www.kethi.gr/ekdoseis/fylo-koinonia-politiki, [πρόσβαση 05/07/2020]. - Χαντζαρούλα Π., Γυναίκες και φύλα Ανθρωπολογικές και ιστορικές προσεγγίσεις Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&cad=rja&uact=8&ved=2ahUKEwiXi6vjgrbzAhWB_aQKHT4YB04QFnoECAUQAQ&url=http%3A%2F%2Fwww.isotita-epeaek.gr%2Filiko_apo_allous_foreis%2Fbibliografikes_meletes%2FXantzaroula_reduce.pdf&usg=AOvVaw15DJFSUEtLpv46nzY1ldHd, [πρόσβαση 03/06/2021]. - Κοτζάι Α., Βιολογικός ντετερμινισμός και κοινωνία, Political Doubts, 18/02/2015 http://www.politicaldoubts.com/reflections/item/604-viologikos-determinismos-kai-koinonia, [πρόσβαση 11/06/2021]. - Τι είναι ο βιολογικός ντετερμινισμός; (Σε ανθρώπους και ζώα), thpanorama https://el.thpanorama.com/ articles/biologa/qu-es-el-determinismo-biolgico-en-el-ser-humano-y-en-animales.html, [πρόσβαση 10/06/2 021]. - Mehta P., Ενάντια στο βιολογικό ντετερμινισμό, μτφρ. Barikat, Barikat https://barikat.gr/content/enantia-sto-viologiko-nteterminismo, [πρόβαση 10/06/2021].

part 1.3


24

Φιλοσοφική προσέγγιση των δυαδικών συστημάτων ανάλυσης Το παραπάνω κείμενο αναδεικνύει σε ένα μικρό βαθμό πως η διαδικασία συγκρότησης ταυτότητας υφίσταται συνεχή παραμόρφωση μέσω των κοινωνικών στερεοτύπων και ζητημάτων ισχύος, που δομούν κατά κάποιο τρόπο την αίσθηση της γενικής αλήθειας και συνήθως αυτή η αλληλεπίδραση διεκδικεί από τον εαυτό να πάρει κάποιου είδους θέση. Αποφασιστική σημασία στη συγκρότηση ταυτότητας συχνά αποτελεί η χρήση δυϊσμών (πχ. άνδρας-γυναίκα, ετερόφυλοςομοφυλόφιλος, πόλη-φύση, λογικό-παράλογο). Ωστόσο αυτή η οικουμενικότητα τίθεται υπό αμφισβήτηση μέσω της ανάδειξης των προβληματικών τους. Τα δίπολα αποτελούν στοιχεία φιλοσοφικής όπως και επιστημονικής ανάλυσης του δυτικού τρόπου σκέψης, εργαλεία κατανόησης του κόσμου. Όλα αυτά τα απόλυτα ζεύγη υποκείμενο - αντικείμενο, μυαλό – σώμα, δημόσιο – ιδιωτικό, πόλη - ύπαιθρος έχουν διαμορφωθεί από την δομημένη κυρίαρχη αντίθεση άνδρας – γυναίκα, με τρόπο που το αρσενικό να σχετίζεται με τον πρώτο όρο των παραπάνω δίπολων και το θηλυκό με τον δευτερο (Βαΐου,1994). Μέσω της φυσιοποιημένης τους αντίθεσης αναπαράγονται διαρκώς ενισχύοντας το ένα ή το άλλο διαιωνίζοντας αυτή την απόλυτη και καθαρά δομημένη “ορθολογική σκέψη”. Στη συλλογή κειμένων “Στενές επαφές φύλου, σεξουαλικότητας και χώρου”, ο Γιώργος Μαρνελάκης (2014) χρησιμοποιεί τη σχέση μορφής Α όχι Α, βασισμένος στο τρίπτυχο της «τυπικής λογικής» της Nancy Jay (1981): -της ταυτότητας -της αντίφασης -του αποκλειόμενου μέσου. Με την αρχή της ταυτότητας να συμβολίζει την καθαρότητα κάποιας έννοιας, δηλαδή πως αν κάτι είναι Α, είναι Α. Με την αρχή της αντίφασης να ξεκαθαρίζεται πως τίποτα δεν μπορεί να ανήκει και στις 2 κατηγορίες και με του αποκλειόμενου μέσου πως οτιδήποτε είναι γνωστό καταχωρείται σε μία από τις δύο. Με αυτή την κατηγοριοποίηση αναδεικνύεται έντονα πως το κάθε δίπολο ορίζεται συγκρουσιακά με το άλλο και παράλληλα απολύτως εξαρτώμενο από το δεύτερο λόγω της κατάτμησης τους, με τον πρώτο πόλο να έχει την πρωτοκαθεδρία της κανονικότητας που προαναφέραμε και το δεύτερο της διαφοράς.

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


25 Για την Grosz αυτές οι σιωπηρές, “φυσιοποιημένες” παραδοχές αποτελούν απόρροια σεξιστικών, πατριαρχικών και φαλλοκρατικών συστημάτων ανάλυσης (Grosz,1987). Με αυτή την ανάλυση λοιπόν πάνω στη χρήση δυϊσμών μπορούμε να καταφύγουμε στο αποδομηστικό έργο του Derrida, όπου αποπειράται να προσεγγίσει το “άλλο”. Το έργο του απορρέει από μία θεμελιώδη κριτική και ερμηνεία του ανθρωπιστικού θεωρητικού λόγου και των αντιλήψεων του για την υποκειμενικότητα. Συγκεκριμένα αναφέρει: “Σε αυτά τα παραδοσιακά ζεύγη αντίθεσης δεν υπάρχει συνύπαρξη των αντιθετικών όρων, αλλά μία βίαιη ιεραρχία. Ο πρώτος όρος κυριαρχεί πάνω στον άλλο, κατέχει δηλαδή με λίγα λόγια δεσπόζουσα θέση. Το να αποδομείς την αντίθεση σημαίνει, πάνω απ΄όλα, σε μία συγκεκριμένη στιγμή, να αντιστρέφεις την κυριαρχία” (Derrida,1981:41). Καταλαβαίνουμε πως σύμφωνα με το Derrida το πρώτο βήμα για την αποδόμηση αυτών των εύκολων δυϊσμών είναι η αντιστροφή των διπολικών όρων. Αυτή η αντιστροφή χρησιμοποιήθηκε από φεμινίστριες γκρεμίζοντας τοίχους γενεών, κάνοντας τη διαφορά να αποτελεί σημείο κυριαρχίας. Η Hooks (1989) για παράδειγμα εξετάζει το ρόλο του χώρου, τόσο του πραγματικού όσο και του μεταφορικού, στη διαμόρφωσή μας μέσω της βιωμένης εμπειρίας. Εισάγοντας ένα διαφορετικό δίπολο των πολιτικών και των χώρων “υποκειμενικής θέσης” - αυτό του περιθωρίου και του κέντρου. Φορτίζοντας ως θετικό πλέον εκείνο του περιθωρίου, κάνοντας αυτή την αντιστροφή το μεταμορφώνει σε χώρο αντίστασης, θεωρώντας πως η θεωρία είναι χειραφετητική και ικανή να φιλοξενεί τις διαφορετικές ερμηνείες. Δηλώνοντας η ίδια πως “επιλέγοντας το περιθώριο, αντί να το εκχωρήσω κάνει τη διαφορά”. Η συνειδητοποίηση πως οι διπολικές σχέσεις αποτελούν εργαλείο ανάλυσης είναι κατανοητή, ωστόσο η λογική του “είτε - είτε” είναι υπεραπλουστευτική και σκληρή απέναντι στη διαφορά. Τέτοιες έννοιες προσφέρονται λοιπόν στο πεδίο της αρχιτεκτονικής θεωρίας και ξεκλειδώνουν τις σχέσεις του χώρου και των κοινωνικών ταυτοτήτων φωτίζοντας την αλληλοεπικάλυψη τους τόσο εννοιολογικά όσο και υλικά. Οι προσεγγίσεις αυτές που προαναφέρθηκαν οδήγησαν τόσο σε πολύ γόνιμες αναδιατυπώσεις των παλαιότερων τρόπων κατανόησης όσο σε πολύτιμες

part 1.4


26 κριτικές των περιορισμών που έθεταν οι νεωτερικές πολιτικές ταυτότητες, οι οποίες παρέμεναν εγκλωβισμένες στην αντιθετική λογική, τόσο στην ανάλυσή τους όσο και στα προγράμματά τους για αλλαγή. Οι φεμινίστριες που δουλεύουν στην τέχνη, το σινεμά και την κριτική λογοτεχνία έχουν αναπτύξει σύνθετες προσεγγίσεις για να κατανοήσουν το πως οι διαφορές φύλου λειτουργούν σαν μηχανισμοί κατασκευής πολιτισμικών αναπαραστάσεων. Η Ε. Grosz (1996), γράφει, για παράδειγμα, για την ανάγκη να σκεφτούμε το “αδιανόητο”, να φανταστούμε μια αρχιτεκτονική “εκτός” του μέχρι τώρα. Σχόλιο από τον Edward Soja.

Σχόλιο από την Griselda Pollock.

Ο Soja εμπνευσμένος από τις ετεροτοπίες του Foucault, υποστηρίζει πως η θεωρητική ανάλυση του χώρου έως τώρα εγκλωβιζόταν σε ένα δυαδικό σύστημα που από τη μία έδινε προτεραιότητα στο αντικείμενο, την ύλη και τις δομές και από την άλλη στο υποκείμενο και το πνεύμα. Με βάση αυτή τη λογική θεωρεί πως πρέπει να σκεφτούμε εκτός αυτών των δυϊστικών διπόλων,καθώς τα θεωρεί στατικά και μονοσήμαντα, εισάγοντας τον όρο “thirding-as-Othering (1996, σελ.61). Επισημαίνει πως αυτός ο όρος δεν αποτελεί αθροιστικό συνδυασμό των δύο πόλων, αλλά διαταραχή, αποδόμηση και ανασύσταση της ολιστικότητας τους. Έτσι προκύπτει μία ανοιχτή εναλλακτική που είναι όμοια και ταυτόχρονα εξαιρετικά διαφορετική από αυτούς τους πόλους. Υποστηρίζει πως αυτός ο τρόπος ανάγνωσης θα ανακάμψει τα δίπολα και τους χώρους που αυτά εκδηλώνονται (χωρικές πρακτικές και χώρους αναπαράστασης) και θα δώσει τόπο σε αμφίδρομες, αδιαμεσολάβητες από τα κυρίαρχα πρότυπα, μορφές οικειοποίησης του χώρου, που δεν εντάσσονται στα πλαίσια της ομαλής καπιταλιστικής αναπαραγωγής (1996, σελ.163). Προτείνει ένα ριζικά διαφορετικό τρόπο να σκεφτούμε χωρικά μέσω της αποδόμησης και έπειτα της ανανέωσης αυτών των καταπιεστικών συστημάτων ταξινόμησης.

Η Pollock, μέσω της δουλειάς της για τη ζωγραφική ανδρών ιμπρεσιονιστών, καταγράφει το πως συσχετίζουν ορισμένα είδη γυναικών σε συγκεκριμένους τόπους. Η ανάλυση της επανεξετάζει λοιπόν τον ίδιο το χώρο της θεωρίας (και των θεωριών για το χώρο συνακόλουθα) ανιχνεύει νέες κατηγορίες ένα πιο σύνθετο τρόπο από εκείνο των δυϊστικών αναπαραστάσεων, τη δημιουργία ενός νέου όρου που αιωρείται εντός αλλά και σε υπέρβαση της διπολικής λογικής. Ένας τέτοιος όρος λειτουργεί ως και τα δύο και κανένα από τα δύο ταυτόχρονα. Μπορεί να συμπεριλαμβάνει και τα δύο και ακόμη να υπερβαίνει το εύρος τους, τονίζοντας με αυτό το τρόπο την ανεπάρκεια των δυϊσμών (χωριστές σφαίρες), ως τρόπου περιγραφής του έμφυλου χώρου. Η προσέγγιση της δημιούργησε αναδιατυπώσεις στους τρόπους κατανόησης ταυτότητας πέρα των αντιθετικών διπόλων και έφερε μία σειρά νέων εννοιών που αφορούσαν τον ορισμό ενός “τρίτου χώρου”. Αυτή η εννοιολογική στροφή επανεξέτασε τα δίπολα, από απλώς αμοιβαία αποκλειόμενες περιοχές, οριζόμενες από τα αντιθετικά τους, ως περισσότερο ρευστές και επικαλυπτόμενες (πχ. ως συνδεδεμένες αντιφάσεις, όρια και περιθώρια).

Θεωρητικές Προσεγγίσεις


27 Βιβλιογραφικές αναφορές - Βαΐου, Ν., Φύλο και χώρος: Αρχικές προσεγγίσεις και νέα ερωτήματα ή μεταξύ ορατών και αοράτων στο συλλογικό τόμο Αναπαραστάσεις της θηλυκότητας Φεμινιστικές προσεγγίσεις, Αθήνα: ΚΕΤ, σελ.59-67, 1994. - Μαρνελάκης, Γ., Στενές επαφές φύλου, σεξουαλικότητας και χώρου. 7 κείμενα του Γιώργου Μαρνελάκη, επιμ. Βαΐου, Ν., Αθήνα: futura, σελ.24, 2014. - Derrida J., Positions, Λονδίνο: The Athlon Press, σελ.41, 1981, από Τεντοκάλη, Β., Ανιχνεύοντας το φύλο στο χώρο(Θραύσματα θεωρίας και εφαρμογής στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό) στο συλλογικό τόμο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura,σελ.185, 2009. - Pollock G., Vision and Difference: Femininity, Feminism and histories of Art, Λονδίνο: Routledge, 1992, από Λαδά, Σ., Φύλο και χώρος: Αρχικές προσεγγίσεις και νέα ερωτήματα ή μεταξύ ορατών και αοράτων στο συλλογικό τόμο Μετατοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, σελ.21, 2009. - Grosz, E., Feminist theory and the challenge to knowledges, Women Studies International Forum, τόμ. 10, τχ. ο5, σελ. 475-480, 1987, από Στενές επαφές φύλου, σεξουαλικότητας και χώρου. 7 κείμενα του Γιώργου Μαρνελάκη, επιμ. Βαΐου, Ν., Αθήνα: futura, σελ. 31,2014. - Grosz, E., Space, Time and Perversion, Λονδίνο: Routledge,1996. - Hooks, B., Yearning: Race, Gender and Cultural Politics, Λονδίνο: Turnaround Press, 1989. - Jay, Ν., Gender and dichotomy, Feminist Studies, τομ.07, τχ. ο1, σελ.38-56,1981. - Soja,E. Thirdspaces. Journeys to Los Angeles and Other Real-and-Imagined Places, Νιου Τζέρσεϊ: Blackwell, σελ.61 και 163, 1996, από Αργύρης Μ., Συζητώντας για την ετεροτοπία – οι χωροχρονικές εμπειρίες των «τεράτων», Προπτυχιακή Διατριβή, Μετσόβιο Πολυτεχνείο,2011. https://akea2011. com/2012/12/26/eterotopia/ , [πρόσβαση 05/10/2020].

part 1.4


28

02 Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου Λέξεις κλειδιά Χώρος παραγωγής/ Χώρος αναπαραγωγής, θεωρία των χωριστών σφαιρών, έμφυλος καταμερισμός εργασίας, μισθωτή εργασία/ οικιακή εργασία, καπιταλισμός, βιομηχανική επανάσταση, γυναικεία χειραφέτηση.


29


30

Η παραπάνω περιγραφή αποτελεί μία σύντομη ματιά γύρω από τη θεωρία των φεμινιστριών που ασχολούνται με ζητήματα ταυτότητας. Τη διαρκή αναζήτηση τους και τον αδιάκοπο μόχθο που αναβαθμίζει τα μέσα, τα εργαλεία και τα αιτήματα τους μέχρι και σήμερα. Έχοντας πλέον κατακτήσει την καταγραφή των γυναικών και των ζητημάτων φύλου στην ιστοριογραφία, ώστε να αποτελούν αυτόνομο πεδίο μελέτης. Με την ιστοριογραφία να υφίσταται διαρκείς αλλαγές ανάλογα με το χρόνο, τον τόπο και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Χάρη στο φεμινισμό κατορθώνεται η ενσωμάτωση των γυναικών στην ιστορία και είναι πλέον δυνατή η αναζήτηση της συνέχειας ανάμεσα στη ζωή των γυναικών που γράφουν ιστορία και των γυναικών του παρελθόντος. Η ιστορία αποτελεί πηγή ταυτότητας και οι γυναίκες αποτελούν προϊόν της, που διαμορφώθηκε από την κατηγορία του φύλου. Για αυτό το λόγο είναι σημαντικό για εμάς να κατανοήσουμε μέσω αυτής ζητήματα καθημερινότητας. Συγκεκριμένα τα κείμενα που έπονται αφορούν τομές της ιστορικής εξέλιξης της παγκόσμιας οικονομίας, των κρίσεων και των αγώνων που διαμόρφωσαν καθοριστικά τη θέση των γυναικών όπως και άλλων σε σχέση με το χώρο της κατοικίας, της εργασίας και του δημόσιου χώρου, ουσιαστικά οι άξονες που διαπλέκουν τις καθημερινότητες τους. Παράλληλα γίνεται και μία προσπάθεια ανάδειξης των αιτημάτων του κάθε φεμινιστικού κύματος και των αναδιαμορφώσεων τους κατά τη διαδικασία εξέλιξης της ιστορίας.

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


Απαρχές του έμφυλου καταμερισμού εργασίας

31

Η απαρχή του έμφυλου καταμερισμού της παραγωγής και η γυναικεία υποτέλεια ξεκινούν όταν δημιουργήθηκε το χάσμα μεταξύ αγαθών, εμπορεύσιμων και μη (παραγωγή). Η Sharon Smith στο έργο για τις προκαπιταλιστικές κοινωνίες βασισμένη στο έργο των Marx και Engels “Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους”, τονίζει χαρακτηριστικά ότι ο έμφυλος καταμερισμός της εργασίας προκύπτει από την άνοδο της ταξικής κοινωνίας. Υπήρχε καταμερισμός εργασίας και στις προταξικές κοινωνίες, όμως τα καθήκοντα των δύο φύλων ήταν ισότιμα και εκτελούνταν με σχετική αυτονομία. Ουσιαστικά ένας παραγωγός μόνος του ή με την οικογένεια του αποτελούσαν την εργατική δύναμη, χωρίς όμως εκείνο το μοντέλο οικογένειας να σχετίζεται με αυτό της πυρηνικής οικογένειας που γνωρίζουμε. Η καθοριστική διαφορά είναι ότι ο χώρος παραγωγής (εργασία) και ο χώρος αναπαραγωγής (οικία) λειτουργούσαν σα σύνολο. Είχαν πλήρη χωρική σύνδεση αφού από αυτήν εξαρτιόταν η ανάπτυξη και η ευημερία της οικογένειας και ευρύτερα της ομάδας ή της κοινότητας. Στο πέρασμα του χρόνου η πρόοδος και η ανάπτυξη έφεραν παραγωγή πλεονάσματος, το οποίο αποθηκευόταν ή πουλιόταν. Σε αυτό το σημείο πρωτοεμφανίζεται το νομισματικό εμπόριο. Αυτό χρονολογείται πρώτη φορά τον 7ο αι. Π.Χ. στη Λυδία (αρχαίο βασίλειο στην κεντρική Μικρά Ασία που άκμασε την Εποχή του Σιδήρου). Στον “ιστορικό καπιταλισμό” καταργείται σταδιακά ο αντιπραγματισμός (εμπόριο με βάση την ανταλλαγή ειδών) και παρατηρείται για πρώτη φορά η “αγορά” όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Σύμφωνα με τον Wallerstein όσο οι ταξικές κοινωνίες αναπτύσσονταν οι άνθρωποι είχαν ανάγκη για μια σταθερή δομή, την οποία βρήκαν στο νοικοκυριό. Η χρηματική αποτίμηση αύξησε την αξία της εργασίας εκτός σπιτιού έναντι της εργασίας εντός με συνέπεια το χάσμα μεταξύ της παραγωγικής και αναπαραγωγικής εργασίας (χώρος παραγωγής/ αναπαραγωγής). Από τη στιγμή που η επικερδής παραγωγή έπαψε να είναι συνδεδεμένη με το σπίτι και απομακρύνθηκε από αυτό, η αναπαραγωγή έμεινε σε αυτό και περιορίστηκε. Έτσι προκλήθηκε το πρώτο μεγάλο χάσμα: ο διαχωρισμός των σφαιρών. Η ατομική ιδιοκτησία

part 2.1


32 μεταμόρφωσε τις σχέσεις ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες εντός της οικίας, επειδή ακριβώς άλλαξε ριζικά τις πολιτικές και οικονομικές σχέσεις στο σύνολο της κοινωνίας. Σύμφωνα με τη Smith (2002) η σταδιακή επισκίαση της παραγωγής για χρήση από την παραγωγή πλεονάσματος άλλαξε τη φύση του νοικοκυριού, τη σημασία της γυναικείας εργασίας μέσα σε αυτό και συνεπώς τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία. “Ως παραγωγική εργασία κατέληξε, de facto, να ορίζεται η χρηματικά αμειβόμενη εργασία (κυρίως η μισθωτή) και ως μη παραγωγική η εργασία η οποία, αν και απαραίτητη, ήταν απλώς “επιβοηθητική” δραστηριότητα και κατά συνέπεια, θεωρήθηκε ότι δεν παράγει “πλεόνασμα”, που κάποιος άλλος θα μπορούσε πιθανόν να οικειοποιηθεί. Η παραγωγική (μισθωτή) εργασία έγινε το χρέος κατά κύριο λόγο του ενήλικου άντρα/ πατέρα και κατά δεύτερο λόγο των νεότερων ενηλίκων ανδρών του νοικοκυριού. Η μη παραγωγική (επιβοηθητική) εργασία έγινε το χρέος κατά κύριο λόγο της ενήλικης γυναίκας/ μητέρας και κατά δεύτερο λόγο των άλλων γυναικών, καθώς και των ηλικιωμένων και των παιδιών. Η παραγωγική εργασία γινόταν έξω από το νοικοκυριό, στο “χώρο εργασίας”, ενώ η μη παραγωγική γινόταν μέσα στο νοικοκυριό “(Wallerstein, 1983). Κατ΄ αυτό το τρόπο φυσικοποιήθηκαν οι ρόλοι των φύλων, η έννοια της ταυτότητας ορίστηκε, η καθημερινή εμπειρία περιορίστηκε και οι χώροι προσδιορίστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν πλέον για να φιλοξενήσουν αυτό το μοντέλο οικονομίας/παραγωγής.

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


33 Βιβλιογραφικές αναφορές - Aron R., (1965), Η εξέλιξη της κοινωνιολογικής σκέψης, τόμ. Α’, μτφρ. Λυκούδης Μπ. επιμ. Κονδύλης Π., Αθήνα: Γνώση, 2014. - Massey D., McDowell L., (1984), Ένας Χώρος για τις Γυναίκες;, στο συλλογικό έργο Περιφερειακή Ανάπτυξη και Πολιτική: Κείμενα από τη Διεθνή Εμπειρία, επιμ. Χατζημιχάλης Κ., Αθήνα: Εξάντας, 1992. - Smith S., Ο Ένγκελς για τις απαρχές της καταπίεσης των γυναικών, Διεθνιστική Αριστερά, τχ.01, 2002 - Wallerstein Ι., (1983), Ιστορικός Καπιταλισμός, μτφρ: Τσικρίκα Μ. Θεμέλιο: Αθήνα, 1987 -https://pateras.wordpress.com/tag/%CF%80%CF%81%CE%BF%CE%B A%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CF %83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B5%CF%82/

part 2.1


34

Tα 3 Κύματα του Φεμινισμού και η γυναικεία χειραφέτηση Σημαντική τομή για τη γυναικεία ταυτότητα και εργασία, αποτελεί η μαζική είσοδος των γυναικών στη μισθωτή εργασία με τη γέννηση του καπιταλισμού και της βιομηχανικής επανάστασης μεταξύ 17ου και 18ου αιώνα. Μεταξύ των κοινωνικών αλλαγών που ήρθαν εκείνη την περίοδο λόγω της μετακίνησης πληθυσμού στα αστικά κέντρα ήταν και αυτή της οικογένειας, της μετατροπής της σε πυρηνική. Αυτό το μοντέλο οικογένειας αποτέλεσε μαζικό φαινόμενο κατά τη διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα και εξακολουθεί να είναι η βασική δομή οικογένειας. Αν και υπάρχουν διαφοροποιήσεις σε διεθνές επίπεδο ανάλογα με τις γεωγραφικές ανισότητες που αντιμετώπιζαν οι γυναίκες σε κάθε περιοχή, η είσοδος τους στην εργασία τοποθετείται γύρω στο 1820 και μετά, όπου το 75 - 80 % των ενήλικων γυναικών στην Ευρώπη εργάζεται στη βιομηχανία υφασμάτων. Η γυναικεία εργασία θεωρούταν κατώτερης ποιότητας και ανειδίκευτη οπότε αμείβονταν λιγότερο. Παρόλα αυτά οι γυναίκες προτίμησαν να αφήσουν την αγροτική εργασία λόγω της οικονομική αβεβαιότητας που φέρει ενώ ταυτόχρονα η απασχόληση στην οικοτεχνία έσβηνε ενόψει της βιομηχανίας. Η είσοδος των γυναικών (και των παιδιών) στη μισθωτή εργασία είχε ως αποτέλεσμα να διαταραχθούν “προηγούμενα διαμορφωμένες σχέσεις και “ισορροπίες”, καθώς συνοδεύτηκε από την αμφισβήτηση του καθιερωμένου προτύπου ανάμεσα στα φύλα” (McDowell & Massey,1992). Έτσι από τη μια αμφισβητείται και ανατρέπεται ο υφιστάμενος έμφυλος καταμερισμός, αλλά από την άλλη συνεχίζεται η ανάπτυξη εξουσιαστικής σχέσης ανάμεσα στα φύλα. Χαρακτηριστικά η Massey αναφέρει ότι το “πρόβλημα” ήταν ότι οι γυναίκες ξεκίνησαν να “πηγαίνουν στη δουλειά” εκτός του τόπου κατοικίας. Αυτή η αλλαγή λειτούργησε ως απειλη για την υφιστάμενη οικογενειακή δομή για δύο λόγους. Πρώτον, υπήρχε ο φόβος ότι οι γυναίκες δε θα εκπληρώνουν ικανοποιητικά τα οικιακά τους καθήκοντα ως νοικοκυρές και μητέρες και δεύτερον είχαν πρόσβαση στη δημόσια σφαίρα και ζωή. Τους δινόταν η δυνατότητα να είναι ενεργές πολίτες. Είχαν μεικτές συναναστροφές και η καθημερινότητα τους δεν οριοθετούταν πλέον μόνο στο πλαίσιο οικογένεια - σύζυγος - μητέρα - νοικοκυρά. Εκείνη τη περίοδο (1830 - 1930) προσδιορίζονται και χρονικά οι αγώνες των γυναικών για ισότιμη αντιμετώπιση και ελαχιστοποίηση των διακρίσεων, όπου μετέπειτα κατά τη δεκαετία του 1960 ορίστηκε και ως το πρώτο φεμινιστικό κύμα. Καίριο αίτημα αποτελούσε η απόδοση ίσου εκλογικού δικαιώματος σε γυναίκες και άνδρες. Η πιο έντονη διεκδίκηση εμφανίζεται στη Βρετανία και τις

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


35 Ηνωμένες Πολιτείες καθώς και σε δυτικές αγγλόφωνες χώρες. Η εξάπλωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που σημειώνεται σταδιακά τον 19ο αιώνα σε ολοένα και περισσότερες κοινωνικές ομάδες κινητοποιεί τις γυναίκες της εποχής ώστε να διεκδικήσουν τη δυνατότητα ψήφου θεωρώντας ότι έτσι θα αναβαθμιστεί η κοινωνική τους θέση και θα επέλθει η πλήρης ισότητα. Ως ίδρυση του πρώτου αμερικανικού φεμινιστικού κύματος μπορεί να θεωρηθεί το συνέδριο του Seneca Falls, το 1848, όπου διατυπώθηκε η Διακήρυξη των Αισθημάτων, εμπνευσμένο από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, και ψηφίστηκε από 68 γυναίκες και 32 άνδρες. Η διακήρυξη συνομιλεί και εν τέλει εγγράφεται στο πεδίο του αμερικανικού φιλελευθερισμού και διατυπώνει τα αιτήματα της με τη μορφή δικαιωμάτων στη ψήφο, την εκπαίδευση, την εργασία και την ιδιοκτησία και θεωρεί αυτονόητη την εξίσωση των ανδρών και γυναικών ως προς την ορθολογικότητα τους. Μπορεί λοιπόν αυτή η περίοδος να χαρακτηρίζεται από πρόοδο λόγω της “ανακατανομής του χώρου” στην παραγωγή όπως υποστήριξε ο Engels, όμως σίγουρα υπερεκτίμησε το βαθμό που αυτή επηρεάζει τη θέση της γυναίκας ως προς τον άνδρα. Ο έμφυλος καταμερισμός της εργασίας εδραιώθηκε ώστε να θεωρείται φυσικός. Αυτό είχε σα συνέπεια η μισθωτή εργασία στις βιομηχανικές κοινωνίες να οργανωθεί ως αυτόχρημα ανδρική. Έτσι η διείσδυση των γυναικών στο χώρο της παραγωγής θεωρήθηκε παρείσφρηση και αντιμετωπίστηκε με μαζικές αντιδράσεις ως κάτι το “αφύσικο”. Οι αντιδράσεις αυτές διατηρήθηκαν σε κάποιο βαθμό ολόκληρο τον 20ο αιώνα με το φεμινιστικό κίνημα να επιστρέφει στο προσκήνιο μέσα από τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα και το νέο κύμα ριζοσπαστικοποίησης του 1960. Χρειάστηκαν μεγάλοι αγώνες από πλευράς των γυναικών για να γίνουν βήματα διεκδίκησης για ισότιμη αντιμετώπιση και ελαχιστοποίηση των διακρίσεων. Έκτοτε μέχρι και τη δεκαετία του 1980 γίνεται λόγος για το Δεύτερο Κύμα του Φεμινισμού ή όπως έχει χαρακτηριστεί ο Φεμινισμός των δικαιωμάτων. Οι φεμινίστριες και οι φεμινιστικές οργανώσεις αξιοποιώντας

Σχόλιο ως προς τα χαρακτηριστικά του 1ου Φεμινιστικού Κύματος Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το πρώτο φεμινιστικό κίνημα υπήρξε μονοσήμαντα προοδευτικό. Δεν απευθυνόταν εξίσου σε όλες τις γυναίκες καθώς αποτυπωνόταν κατεξοχήν από λευκές, μορφωμένες γυναίκες της μεσαίας τάξης . Επίσης ιδιαίτερα αντιφατικό είναι το γεγονός ότι πραγματώθηκε με φιλελεύθερους όρους (δικαιώματα, καθολικότητα, αφηρημένη ανθρώπινη φύση) τη στιγμή που υπερασπιζόταν τις γυναίκες. Μια κατηγορία με ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά τα οποία ο φιλελευθερισμός αδυνατεί να εκφράσει και να συλλάβει ικανοποιητικά.

part 2.2


36 Σχόλιο για τη στασιμότητα των φεμινιστικών κινημάτων κατα τη διάρκεια του Μεσοπολέμου Από το Μεσοπόλεμο (1918-1939) μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες ύστερα από τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου (1939-1945) το φεμινιστικό κίνημα παρουσιάζει σχετική αποδυνάμωση και στασιμότητα η οποία σχετίζεται με την άνοδο φασιστικών και αυταρχικών κινημάτων και καθεστώτων.

και εμπλουτίζοντας την παρακαταθήκη του πρώτου φεμινιστικού κινήματος συλλαμβάνουν ιδέες, αιτήματα και δράσεις. Το πρώτο κύμα του 19ου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του 20ου, βασίζεται κυρίως στην πολιτική (γυναικεία ψήφος: σουφραζέτες) και λιγότερο στη θεωρητική δράση καθώς οι φεμινιστικές οργανώσεις της εποχής διεκδικούν το εκλογικό δικαίωμα και γενικότερα πολιτικά δικαιώματα, το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Ενώ κατά το δεύτερο κύμα (1960-1980) αναπτύσσονται κινήματα ταυτότητας και δικαιωμάτων των γυναικών, των μαύρων και των ιθαγενών, κινήματα ενάντια στην αποικιοκρατία και κινήματα αυτονομιστικά, επηρεασμένα από το Μαρξισμό, τον Υπαρξισμό και τη Ψυχανάλυση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τίποτα δεν μένει πλέον ανεξέταστο και πρώτα από όλα το πολιτικό. Η απελευθέρωση, η γυναικεία χειραφέτηση (women’s liberation movement), η φεμινιστική πολιτική ταυτότητα και η ανάδειξη των γυναικών ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, η εργασιακή ισότητα, το δικαίωμα στην άμβλωση και η προστασία από την ενδοοικογενειακή βία αποτελούν τα βασικά αιτήματα της εποχής. Οι φεμινίστριες ιστορικοί αναζητούν τους λόγους της γυναικείας καταπίεσης και θέτουν υπό κριτική εξέταση και αμφισβήτηση τη σύσταση, τις προϋποθέσεις και τους όρους της πολιτικής θέσπισης, η οποία εμφανίζεται ως δεδομένη και νομιμοποιημένη, αποκρύπτοντας τις σχέσεις εξουσίας που εγγράφονται σε αυτή. Αναζητούν τα οικουμενικά σχήματα για την ερμηνεία και την αποσαφήνιση της γυναικείας υποτέλειας. Ως κυρίαρχοι λόγοι αναγνωρίζονται η πατριαρχία, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, ο έμφυλος καταμερισμός της εργασίας και οι ψυχαναλυτικές ερμηνείες για τη δημιουργία της έμφυλης ταυτότητας (Scott, 1996). Μέσω αυτή της εξέλιξης ο φεμινισμός γνωρίζει σπουδαία μετάθεση και από “γυναικείο ζήτημα” ενσωματώνεται στις “έμφυλες σχέσεις”. Οι δεκαετίες 1970 και 1980 είναι σταθμοί για την ανάδειξη του φεμινισμού καθώς η έννοια “κοινωνικό φύλο” (αναφέρθηκε και στο πρώτο κεφάλαιο) καθιερώνεται ως κεντρική στην πολιτική ιδεολογία του φεμινισμού και οι “γυναικείες σπουδές” σταδιακά αντικαθίστανται από τις “σπουδές φύλου” και συμπληρώνονται από τις μεταφεμινιστικές σπουδές.

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


37 ‘Το δεύτερο φύλο’ της Simone de Beauvoir Το 1949 η Simone de Beauvoir εκδίδει το εμβληματικό βιβλίο με τίτλο “Το Δεύτερο Φύλο” το οποίο έκτοτε αποτελεί σημείο αναφοράς για τις φεμινιστικές αναλύσεις που εντάσσονται στα πλαίσια του δεύτερου κύματος. Μεταξύ άλλων τοποθετείται πάνω στο ζήτημα της συγκρότησης της γυναικείας ταυτότητας με τη γνωστή φράση: “Γυναίκες δεν γεννιόμαστε, γινόμαστε. Καμιά βιολογική, ψυχική ή οικονομική μοίρα δεν καθορίζει τη μορφή που παίρνει στους κόλπους της κοινωνίας το θηλυκού γένους ανθρώπινο ον: αυτό το μεταξύ αρσενικού και ευνούχου πλάσμα που χαρακτηρίζουμε θηλυκό διαμορφώνεται από το σύνολο του πολιτισμού”. Με αυτή τη φράση δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν είναι εκ των προτέρων δεδομένο τι σημαίνει γυναίκα, δεν υφίσταται η γυναικεία “ουσία” αλλά πρόκειται για μια κοινωνική κατασκευή. Αυτό αμέσως διανοίγει το πεδίο για τη διάκριση μεταξύ βιολογικού φύλου (sex) και κοινωνικού φύλου (gender) (Ann Oakley 1972) και εντάσσεται η έννοια του φύλου στο σύστημα άνισων σχέσεων (δίπολο εξουσιαστή - εξουσιαζόμενου) ανάμεσα στα φύλα. Έτσι από το 1970 και έπειτα η φεμινιστική θεωρία στηρίζεται στη διαπίστωση ότι η έμφυλη ταυτότητα, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται το φύλο, δεν απορρέει από τη “φύση” μας και τη βιολογία αλλά είναι κοινωνικά και ιστορικά προσδιορισμένη. Σε αυτό το σημείο η φεμινιστική θεωρία αποκτά το αντιουσιοκρατικό της πλαίσιο. Η ουσιοκρατία στηρίζει ότι υπάρχει μια εγγενής “ουσία” που καθορίζει τη ταυτότητα, γυναικεία και αντρική. Η Beauvoir αρνείται αυτή την “ουσία”.

Το 1987 η Joan Scott σε συνεργασία με τη Louise Tilly δημοσιεύουν το έργο “Γυναίκες, Εργασία και Οικογένεια (Women, Work and Family) όπου καταφέρνουν να αναδείξουν πως είναι αδύνατο να διαχωριστούν οι μετασχηματισμοί στην εργασία των γυναικών από τους αντίστοιχους της οικογένειας. Το ζήτημα της ισότητας και της διαφοράς φτάνει στο απόγειο του τη δεκαετία του 1980 με το δεύτερο κύμα να συγκροτείται γύρω από τη γυναικεία αλληλεγγύη και ταυτότητα. Στη συνέχεια η Scott το 1988 προσανατολίζεται στην αποδομητική προσέγγιση και στη γλωσσολογική στροφή νομιμοποιώντας το φύλο ως “χρήσιμη κατηγορία της ιστορικής ανάλυσης” (Scott, 1988). Ουσιαστικά οι φεμινιστικές οργανώσεις του Δεύτερου Κύματος παρήγαγαν πρακτικά συμπεράσματα σχετικά με την άρση της γυναικείας καταπίεσης στις καθημερινές διαπροσωπικές σχέσεις, το χώρο του σπιτιού και της εργασίας. Διεκδίκησαν και πέτυχαν

part 2.2


38 νομοθετικές ρυθμίσεις και δημόσιες πολιτικές σχετικά με την οικογενειακή ανισότητα και την παραδοσιακή αντίληψη περί “κεφαλής της οικογένειας”, την άσκηση κοινωνικής πολιτικής (άδεια κύησης, προνοιακά επιδόματα, παιδικοί σταθμοί). Παράλληλα έθεσαν στο προσκήνιο το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης, ταυτότητας και την αυτοδιάθεση του σώματος διεκδικώντας απελευθέρωση στα πεδία των ερωτικών και σεξουαλικών σχέσεων και στην τεκνοποίηση μέσω της ανάληψης του ελέγχου της σεξουαλικής ζωής και του δικαιώματος στην άμβλωση. Το ελευθεριακό πνεύμα των κοινωνικών κινημάτων διευκόλυναν την ανάδειξη της ιδέας ότι κάθε γυναίκα είναι, και οφείλει να είναι, απελευθερωμένη από κάθε εξωγενή καταναγκασμό και κοινωνικό κατασκεύασμα που της προβάλλει η πατριαρχία σχετικά με τους έμφυλους ρόλους και “φυσικούς” περιορισμούς και “αδυναμίες” του γυναικείου φύλου. Στο σύνολο της μια τέτοια στάση περιορίζει την ανδρική κυριαρχία σε όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων και προσφέρει στις γυναίκες τη δυνατότητα “ανοίγματος” στη δημόσια σφαίρα.

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


39 Αναφορά Αναφορά στο στο Τρίτο Τρίτο Κύμα Κύμα Φεμινισμού Φεμινισμού (Φεμινισμός της Διαφοράς) Η σύγχρονη ιστορία της φεμινιστικής θεωρίας δε μπορεί να αρθρωθεί με όρους ολιστικής, ενιαίας και εξελικτής αφήγησης. Στις μέρες μας ο διάλογος της φεμινιστικής θεωρίας χαρακτηρίζεται από πολυμορφικότητα και είναι ιδιαίτερα διευρυμένος καθώς συνεργάζεται και δέχεται επιρροές από διάφορες εκφορές της κοινωνικής και πολιτισμικής θεωρίας. Το 1991 η εισηγήτρια του όρου “Τρίτο Φεμινιστικό Κύμα”, Rebecca Walker, επισημαίνει ότι ο φεμινισμός των προηγούμενων δεκαετιών δεν απέδωσε επαρκώς την ποικιλομορφία των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν διαφορετικές κατηγορίες γυναικών και δεν κατάφερε να αποδώσει μια ριζοσπαστική προσέγγιση στην έμφυλη ταυτότητα και τη σεξουαλικότητα. Υποστηρίζει ότι επειδή ο τόνος του προγενέστερου φεμινισμού είχε αποδοθεί κυρίως από λευκές ετεροφυλόφιλες γυναίκες της μεσαίας τάξης δεν δόθηκε εξίσου σημασία στα προβλήματα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες των γυναικών λεσβιών, των μαύρων, των χαμηλόμισθων και ευρύτερα της L.G.B.T.Q.I. κοινότητας. Έτσι το Τρίτο Κύμα συμπορεύεται και οσμώνεται με τις διεκδικήσεις διάφορων μειονοτικών ομάδων που δεν ακολουθούν τα καθιερωμένα πρότυπα της “ετεροκανονικότητας”. Σε αυτό το σημείο είναι καθοριστική η αναφορά της Judith Butler με το έργο της “Αναταραχή φύλου” (2009). Η θέση της συμβαδίζει με το σύνθημα της Simone de Beauvoir “Γυναίκες δεν γεννιόμαστε, γινόμαστε” και κατευθύνει τη συλλογιστική της πορεία ένα βήμα παραπέρα υποστηρίζοντας ότι δεν υφίσταται ανδρικό και γυναικείο φύλο από βιολογική άποψη. Υποστηρίζει ότι το φύλο είναι επίκτητο με την έννοια ότι τα υποκείμενα εκπαιδεύονται να συμμορφώνονται προς τις κοινωνικές συμβάσεις σχετικά με τις αντιλήψεις περί φύλου ώστε να ανταποκρίνονται στα κοινωνικά κατασκευασμένα πρότυπα περί αρρενωπότητας και θηλυκότητας. Επομένως το θηλυκό και αρσενικό δεν πρέπει να θεωρούνται κατηγορίες της φύσης στις οποίες προσδίδονται ανάλογη σεξουαλική συμπεριφορά και ταυτότητα, αντιθέτως το δίπολο φύλου στην πραγματικότητα είναι αφύσικο. Παράλληλα όμως η φυσικοποίηση τους αποδεικνύεται κρίσιμη για την κοινωνική συνοχή και τάξη, τη νομιμοποίηση και την αναπαραγωγή της. “Οι κοινωνίες δομούνται στη διαφοροποίηση των φύλων και επί τούτου θεμελιώνονται σχέσεις εξουσίας ” (Butler, 2009).Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες έχουν καταγραφεί πλείστες διαφοροποιήσεις, τις οποίες η Judith Lorber ταξινομεί σε πέντε βιολογικά φύλα (περιλαμβάνοντας και τους ερμαφρόδιτους), τρεις σεξουαλικούς προσανατολισμούς, πέντε εκφάνσεις φύλου, έξι τύπους σχέσεων και δέκα αυτοπροσδιορισμούς” (Connell, 2006, σελ.105) Σύμφωνα με τη Judith Butler οι διεκδικήσεις του δεύτερου φεμινιστικού κινήματος παρέμειναν ημιτελείς και προβληματικές καθώς τα ζητήματα σεξουαλικής απελευθέρωσης και αναγνώρισης των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων γυναικών και ανδρών διεκδικήθηκαν υπό όρους που θέτει η ετεροφυλοφιλία και όλο το φάσμα των κοινωνικών πρακτικών και στερεοτύπων που συναρθρώνει η ετεροκανονικότητα. Με άλλα λόγια η ομοφυλοφιλία προσδιορίστηκε ως υπολειμματική σε σχέση με την ετεροφυλοφιλία και δεν της αποδόθηκε αυτοτελή διάσταση. Σε αυτό το σημείο η Butler αξιοποιεί τη φεμινιστική παράδοση, την οποία μετασχηματίζει και υπερβαίνει, καθώς τη συνδέει με το κίνημα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας (L.G.B.T.Q.I.) και συνενώνει τις σχετικές διεκδικήσεις και δικαιώματα, τα οποία στο σύνολο τους θεμελιώνονται σε μια κοινή ιδέα, αυτή της απόρριψης της έμφυλης διχοτόμησης σε αρσενικό/θηλυκό και στις συναφείς ιεραρχήσεις και διακρίσεις που αυτή παράγει. Έτσι δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο μελέτης, αυτό της queer theory, μέσα στο οποίο εγκολπώνονται ποικίλες κοινωνικές ομάδες και επιτυγχάνεται χάρη στο δυναμισμό και τη ρευστότητα του, η πλήρης αποδόμηση των εννοιών ταυτότητας και ετεροκανονικότητας.

part 2.2


40 Σχόλιο ως προς τη φεμινιστική ‘αμνησία’. Εδώ αξίζει να σημειωθεί και η τοποθέτηση των έγχρωμων φεμινιστριών οι οποίες στις αρχές του 1980 αντιστρατεύονται κάθε έννοια αδελφότητας και υποστηρίζουν ότι η ιστορία των γυναικών πάσχει από την ίδια αμνησία με την ιστορία που γραφόταν από τους άνδρες καθώς εξακολουθούσε να μην αναγνωρίζει ότι οι λευκές γυναίκες επωφελήθηκαν από την καταπίεση των μαύρων γυναικών (Hewitt 1985). Έτσι τη δεκαετία του 1990 καθώς ασκούν κριτική πάνω στην εννοιολόγηση του φύλου εισάγουν την έννοια της διάδρασης (intersectionality) υποστηρίζοντας ότι η ανάλυση του φύλου πρέπει να συνδέεται με την ανάλυση της τάξης, της φυλής και της σεξουαλικότητας καθώς είναι διαπλεκόμενες και αλληλοεξαρτώμενες πολιτισμικές κατασκευές. Η ιστορία των γυναικών συνεχίζει να συσκοτίζει και να αναπαράγει τις ανισότητες μεταξύ γυναικών ενώ έχει αποτύχει να ενσωματώσει τη φυλή και τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των γυναικών στην οπτική της (Lorde, 1984). Για την Patricia Hill Collins η γνώση πρέπει να έχει πολιτικό στόχο και να μπαίνει στην υπηρεσία των αδύναμων και καταπιεσμένων ομάδων και θεωρεί ότι μόνο έτσι η γνώση γίνεται πηγή κοινωνικής αλλαγής και όχι κοινωνικής συντήρησης. Αναφέρει συγκεκριμένα στο έργο της “Fighting Words: Black Women and the Search for Justice”: “Η κριτική κοινωνική θεωρία περιλαμβάνει σώματα γνώσης [...] τα οποία ενεργά ασχολούνται με τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν ομάδες ανθρώπων διαφορετικά τοποθετημένες σε συγκεκριμένα πολιτικά, κοινωνικά και ιστορικά πλαίσια, τα οποία έχουν ως χαρακτηριστικό τους την αδικία (Collins, 1998).

Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του φύλου


41 Βιβλιογραφικές αναφορές - Massey D., McDowell L., (1984), Ένας Χώρος για τις Γυναίκες;, στο συλλογικό έργο Περιφερειακή Ανάπτυξη και Πολιτική: Κείμενα από τη Διεθνή Εμπειρία, επιμ.. Χατζημιχάλης Κ., Αθήνα: Εξάντας, 1992 - Scott J., Deconstructing Equality-Versus-Difference: or, the Uses of Poststructuralist Theory for Feminism, στο συλλογικό έργο Feminist Studies, τομ.14, τχ. 1, σελ. 32-50, 1988a. - Scott J., Το φύλο: μια χρήσιμη κατηγορία της ιστορικής ανάλυσης, στο συλλογικό έργο Σιωπηρές Ιστορίες Γυναίκες και φύλο στην ιστορική αφήγηση, επιμ. Αβδελά Ε., Ψαρρά, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, σελ. 285-328, 1997. - Beauvoir S., (1949), Το Δεύτερο Φύλο (The second Sex), μτφρ. Κωνσταντίνου Τ., επιμ. Έρωτα Λ., σελ. 387, 2009. - Oakley A., (1972), Sex, gender and society, Λονδίνο: Routledge, 2015. - Scott J., Tilly L., Women, Work and Family, Λονδίνο: Routledge, 1987. - Scott J., Gender and the Politics of History, Νέα Υόρκη: Columbia University Press, 1988. - Butler J., Αναταραχή φύλου. Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, μτφρ. Καράμπελας Γ., επιμ. Σπυροπούλου Χ., Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2009. -Connell R., Το κοινωνικό φύλο, μτφρ. Κοτσιφού Ε., επιμ. Ασημακοπούλου Δ., Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, σελ. 105, 2006 - Hewitt, N. A., Beyond the Search for Sisterhood: American Women's History in the 1980s, Social History, τόμ. 10, τχ. 3, Λονδίνο: Taylor & Francis, Ltd, σελ. 299-321, 1985. - Lorde A., Sister Outsider: Essays and Speeches, Καλιφόρνια: Crossing Press, 1984. - Collins P. H., Fighting Words Black Women and the Search for Justice, επιμ. Calhoun C., Μινεάπολις: University of Minnesota Press, 1998. - ΜΑΘΗΜΑ 1ο: Τρια Κύματα του Φεμινισμου.pdf, 22/03/2017.

h t t p s : / / w w w. g o o g l e . c o m / u r l ? s a = t & r c t = j & q = & e s r c = s & s o u r c e = w e b & c d = & c a d = r j a & u a c t = 8 & ve d = 2 a h U K E w i n 4 e O y 2 L X z A h V K s 6 Q K H W 1 FAYg Q F n o E C AU QA Q&url=https%3A%2F%2Fstudent.cc.uoc.gr%2FuploadFiles%2F181-%25CE%25A6%25CE%2 5A5%25CE%25A1%25CE%259A293%2F%25CE%259C%25CE%2591%25CE%2598%25CE% 2597%25CE%259C%25CE%2591%25201%25CE%25BF_%25CE%25A4%25CF%2581%25CE%25B9%25CE%25B1%2520%25CE%259A%25CF%2585%25CE%25BC%25CE%25BC %25CE%25B1%25CF%2584%25CE%25B1%2520%25CE%25A6%25CE%25B5%25CE%2 5BC%25CE%25B9%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CE%25BC%25CE%25BF%25CF%2585.pdf&usg=AOvVaw3WALptEK6TNNjPyDYb2XKY, [πρόσβαση 15/06/2021].

- Φεμινισμός.pdf, 25/04/2007.

https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&ved=2ahUKEwjgl8CR2bXzAhXI-qQKHRH-CZcQFnoECBMQAQ&url=http%3A%2F%2Frepository.edulll.gr%2Fedulll%2Fbitstream%2F10795%2F1446%2F3%2F1446_01_FeminismosWikipedia.pdf&usg=AOvVaw3S62lOAXBNIvk_FCgQM4oP , [πρόσβαση 15/06/2021].

part 2.2


42

03 Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης Λέξεις κλειδιά Αναπαραστάσεις, καθημερινότητα, χωρική εμπειρία, κατοικία, εργασία, δημόσιος χώρος, απόσταση, μεταφορές, κουζίνα της Φρανκφούρτης, προγράμματα κοινωνικής κατοίκησης.


43


44

Προσεγγίζοντας το ζήτημα Φύλο και Χώρος Οι αρχικές προσεγγίσεις στα ζητήματα φύλου και χώρου, προήλθαν από την ανάπτυξη του γυναικείου κινήματος στις δεκαετίες 1960 και 1970, ως τμήμα της κριτικής στην επιστήμη, που αρχικά αναπτύχθηκε λόγω των προβληματισμών του νέου φεμινιστικού κινήματος (κυρίως σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης και τις ΗΠΑ) πάνω στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Τότε οι φεμινίστριες που ασχολούντουσαν με ζητήματα χώρου, έθεσαν ως πλαίσιο διερεύνησης τη σχέση γυναίκας - χώρου με στόχο την επανεξέταση των προσεγγίσεων και των θεωριών του χώρου από φεμινιστική σκοπιά” (Λαδά, 2013). Αυτό το είδος βλέμματος στα ζητήματα χώρου, διερευνούσε τις επιπτώσεις της κοινωνικής ανισότητας ανάμεσα στα δύο φύλα, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Αντίστοιχα, στην Ελλάδα η έννοια του φύλου άρχισε να βλέπει το φως της δημοσιότητας στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και μετά κυρίως στον ακαδημαϊκό χώρο (Λαδά, 2009). Καθώς το φύλο και ο χώρος συγκροτούνται αμοιβαία, επιχειρούν να κατανοήσουν τις συνέπειες οργάνωσης του αστικού χώρου στη διαμόρφωση έμφυλων σχέσεων και ταυτοτήτων, όπως και τις συνέπειες των έμφυλων σχέσεων στη συγκρότηση της πόλης. Με τις πρώτες μελέτες να ασχολούνται με τη χωρική οργάνωση της κατοικίας και τη σκιαγράφηση των διαφορετικών εκδοχών του κατοικείν, όπως το κατά φύλο και ηλικία κατακερματισμό των εργασιών του νοικοκυριού (πού, τί και πώς). Οι πατριαρχικές σχέσεις που συγκροτούν τις διαφορετικές εκδοχές της οικογενειακής ζωής, οι ρόλοι των γυναικών ως συζύγων, μητέρων, εντός και εκτός γάμου, και νοικοκυρών, ερμηνεύονται μέσα από τις διαφορετικές υλικές και συμβολικές τους αναπαραστάσεις στο χώρο της κατοικίας (Λαδά, 2009). Ωστόσο μεταγενέστερες επεξεργασίες των φεμινιστριών θεώρησαν σαν αφετηρία αυτό το κυρίαρχο θεωρητικό πλαίσιο για να ασκήσουν κριτική και να φτάσουν σε αναδιατυπώσεις απεγκλωβισμένες πλέον από την αντιθετική λογική των δίπολων προς μια σειρά νέων που αφορούσαν τον ορισμό ενός “τρίτου χώρου” πέραν των απλών δυϊστικών σχημάτων που ενυπάρχουν σε τόσα πολλά κοινωνικά/χωρικά θεωρητικά σχήματα και

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


45 προσλήψεις της δυτικής σκέψης (κεφ.1 αναφορά). Η εισαγωγή της διάκρισης κοινωνικού/βιολογικού φύλου αποτέλεσε σημείο εκκίνησης θεωρητικών αναζητήσεων για τους τρόπους με τους οποίους κατανοούμε το σώμα, ως αντικείμενο ανάλυσης του χώρου και άσκησης πολιτικής φύλου. Εγκαταλείποντας την a priori ταύτιση κάθε σφαίρας με ένα φύλο, αναγνωρίζοντας παραμέτρους όπως κοινωνικός αποκλεισμός, φυλετικές και έμφυλες χωρικές διακρίσεις, εκφράσεις επιθυμίας (Λαδά, 2013). Προωθώντας την "αποφυσιοποίηση" των έμφυλων ρόλων, μετατρέποντας τις διαφορές φύλου σε κοινωνικό ζήτημα, λόγω της διαφορετικής κοινωνικοποίησης στους έμφυλους ρόλους. Αμφισβητείται η μοναδική αλήθεια και η αντικειμενικότητα της κυρίαρχης αφήγησης, ενδυναμώνοντας πλέον τις αφηγήσεις των περιθωριοποιημένων άλλων. Ίσως το σώμα να αποτελεί τη κοντινότερη γεωγραφία ικανή να δημιουργήσει αμφισβητήσεις, όπου έχει την ικανότητα να αναπαραχθεί στο χώρο και να παράξει τον ίδιο χώρο. Ίσως το φύλο, να αποτελεί ανατρεπτικό στοιχείο ανάλυσης, ικανό παράγοντα αμφισβήτησης και αντίστασης. Ο χώρος, ο χρόνος, οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, το μόνο σίγουρο είναι πως δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για να απορρίψουμε σταθερές ανάλυσης. Προκαλούνται διαρκώς νέα δεδομένα και για το λόγο αυτό επιλέξαμε και τη λέξη ανατρεπτικό για να τονίσουμε την συνεχή εξέλιξη και διαφοροποίηση των φεμινιστικών προσεγγίσεων. Χαρακτηριστικό αυτών των προσεγγίσεων, αναζητήσεων αποτελούν οι εμπειρίες των σωμάτων. Με τα σώματα να μορφοποιούνται από τις δομές των πόλεων και εκείνες από εκείνα, προκύπτουν πολλαπλές πραγματικότητες … εμπειρίες χωρικά προσδιορισμένες. Και εμπειρίες σε πληθυντικό, για το λόγο που αναπτύξαμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, λόγω της απόρριψης της αντίληψης μίας οικουμενικής γυναίκας αποκομμένης από άλλες κατηγορίες που τη συγκροτούν παράλληλα (τάξη, ηλικία, φυλή κοκ.). Εμπειρίες λοιπόν, που συγκρούονται και δημιουργούν ερωτήματα, αναδεικνύουν κοινωνικά φαινόμενα, προβλήματα, ανάγκες, επιθυμίες.

part 3.1


46

"

Ο αστικός χώρος και οι σχέσεις που αναπτύσσονται σε αυτόν είναι αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών διαδικασιών και όχι απλά κοινωνικές κατασκευές. Ο αστικός χώρος συμμετέχει ενεργά όχι μόνο μέσα από την παραγωγή/κατασκευή χώρων, αλλά και μέσα από την καθημερινή ζωή που εκτυλίσσεται/βιώνεται στους χώρους αυτούς.

"

Lefebvre 1974

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


47 Βιβλιογραφικές αναφορές -Βαΐου Ν., Πόλη και Πολίτες. Η καθημερινή ζωή και το "δικαίωμα στη πόλη". στο συλλογικό έργο Βιώσιμη πόλη, επιμ.: Μοδινός M., Ευθυμιόπουλος Η. , Αθήνα: Στοχαστής και ΔΙΠΕ, 2000. - Λαδά Σ., Πρόλογος στο συλλογικό τόμο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, 2009, σελ.9-13. - Λαδά Σ., Φύλο και αρχιτεκτονική, 2013. http://www.fylopedia.uoa.gr/index.php/%CE%A6%CF%8D%CE%BB%CE%BF_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B1%CF%81%CF%8 7%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE, [πρόσβαση 02/06/2021]. - Lefebvre H.,(1974), Critique of Everyday Life (one volume edition), Νέα Υόρκη: Verso Books, 2014. - Rose G., Feminism and Geography, Κέιμπριτζ: Polity Press & Blackwell Pub, 1993.

part 3.1


48 Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου Η αναπαράσταση αποτελεί κλειδί στη διαμόρφωση έμφυλων ταυτοτήτων και χώρου και αποτελεί νέο πεδίο που εξελίσει όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο τις αναλύσεις των φεμινιστριών. Καθώς ο χώρος προσδιορίζεται με έμφυλο τρόπο όχι μόνο από τους διαφορετικούς τρόπους κατοίκησης (φυσική παρουσία υποκειμένων με ταυτότητα φύλου) αλλά ότι επίσης παράγεται ως «έμφυλος» μέσω της αναπαράστασης ¹ . (Λαδά, 2013) Το έργο του μαρξιστή φιλοσόφου Henri Lefebvre2 (1968) αποτελεί χρήσιμο θεωρητικό πλαίσιο για να σκεφτούμε το πώς η αναπαράσταση βοηθάει στην παραγωγή του κοινωνικού χώρου αλλά και παράγεται από αυτόν. Ενδιαφέρεται για το πώς ο χώρος παράγεται εννοιολογικά αλλά και υλικά. Προτείνει ότι η κοινωνική παραγωγή του χώρου πραγματοποιείται μέσω τριών διαφορετικών αλλά αλληλοεπηρεαζόμενων διαδικασιών: α. “χωρική πρακτική” (ο υλικός ή λειτουργικός χώρος), β. “αναπαραστάσεις του χώρου” (ο χώρος ως κωδικοποιημένη γλώσσα) και γ. “ο χώρος όπως αναπαρίσταται” μέσω της βιωμένης καθημερινής εμπειρίας του (representational space). Κατανοούμε λοιπόν, πως οι εμπειρίες της καθημερινής ζωής διαπλέκονται συνεχώς με χωρικές πρακτικές και αναπαραστάσεις. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί επιλεγμένα παραδείγματα τέτοιων σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους (κατοικίαεργασία-απόσταση), σε μία προσπάθεια μας κατανόησης και χαρτογράφησης της δυναμικής του χώρου και των διεκδικήσεων που τους συμπαρασύρουν.

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


49

Σχόλιο ως προς τη χρήση των Αναπαραστάσεων Οι περιγραφές χώρων χρησιμοποιούν λέξεις και εικόνες που έχουν πολιτισμικές συσχετίσεις με συγκεκριμένα φύλα για να επικαλεστούν συγκρίσεις με το βιολογικό σώμα –για παράδειγμα μαλακά, καμπυλόμορφα εσωτερικά συσχετίζονται με τις γυναίκες και οι φαλλικοί πύργοι με τους άνδρες. Όπως για παράδειγμα ο Αμερικανός αρχιτέκτονας Frank Gehry, εξήγησε πρόσφατα πως η επέκταση του σπιτιού του αποτελεί μια αρσενική, τραχιά, μη συμμετρική, σχεδιαστική πράξη σε σχέση με τις τυπικές θηλυκές αμερικανικές μονοκατοικίες (Λαδά, 2009).³ Η πιο διαδεδομένη αναπαράσταση του έμφυλου χώρου είναι το παράδειγμα των “χωριστών σφαιρών”. Ένα αντιθετικό και ιεραρχικό σύστημα που συγκροτείται από τον κυρίαρχο δημόσιο ανδρικό κόσμο της παραγωγής (η πόλη) και ένας υποδεέστερος ιδιωτικός γυναικείος της αναπαραγωγής (το σπίτι).

part 3.2


50 Χώροι γυναικών: η κατοικία στη Σχολή του Bauhaus Οι αναπαραστάσεις μεταβάλλονται χωρο-χρονικά, κοινωνικά, ιδεολογικά, συμβολικά και πολιτισμικά. Οι κρατικές και κεφαλαιακές επιταγές σε συνδυασμό με τις ατομικές πρακτικές και τις κοινωνικές σχέσεις είτε ανα-παράγουν και μετασχηματίζουν, είτε ανα-παράγονται και μετασχηματίζονται σύμφωνα με αυτές τις διαδικασίες και πρακτικές⁴ (Λυκογιάννη, 2005). Έτσι το πολιτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και οικονομικό αντίκρισμα είναι δυναμικό εν τω γίγνεσθαι ανάλογα με το συσχετισμό δυνάμεων. Αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων αποτυπώνεται και από τη Susan Mackenzie (1988), η οποία θεωρεί πως “η εξέλιξη της δομής του αστικού χώρου αποτελεί μία σειρά τρόπων επίλυσης έμφυλων αντιπαραθέσεων που εδραζόταν στο διαχωρισμό κατοικίας εργασίας, ο οποίος ήταν αναγκαίος για τη μεγάλη κλίμακας διαδικασία εκβιομηχάνισης που συντελέστηκε τον 19ο αιώνα”.⁵ Απαρχή αυτών των συσχετισμών στη διαδικασία σχεδιασμού χώρου, μπορεί να θεωρηθεί η περίοδος συγκρότησης του επαγγέλματος και η απειλή που συνιστούσαν για την καθεστηκυία κοινωνικοπολιτική τάξη τα νέα μητροπολιτικά περιβάλλοντα. Συνοπτικά, με βάση την ιστορική ανάλυση του προηγούμενου κεφαλαίου, οι σύγχρονες πόλεις έδιναν τη δυνατότητα στις γυναίκες να αποδράσουν από τις “οικιακές, θηλυκές” τους υποχρεώσεις. Μέρος των στόχων των μεταρρυθμιστών και των μελών του αρχικού κινήματος της πολεοδομίας ήταν η δημιουργία υλικών συνθηκών, όχι μόνο για την επίτευξη οικονομικής αποδοτικότητας και δημόσιας υγιεινής, αλλά και για τη διατήρησή κοινωνικής και ηθικής τάξης.⁶ (Knox, - Pinch, 1982) Αποτέλεσμα να καταστεί ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός “μία οργανωμένη εκστρατεία συνολικού αποκλεισμού γυναικών, παιδιών και άλλων ανατρεπτικών στοιχείων -εργατική τάξη, οι φτωχοί και οι μειονότητες- από αυτό τον κολασμένο αστικό χώρο” (Wilson,1991:6)⁷. Δημιουργώντας λοιπόν χωρικό διαχωρισμό, σε

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


51 “φυσικά” ανδρικά δημόσια πεδία βιομηχανίας/ εμπορίου και ιδιωτικά, θηλυκά πεδία οικογένειας. Οι γυναίκες κρατήθηκαν στη θέση τους, με ολοκληρωμένα σχέδια και θεσμικές ρυθμίσεις. Η Elisabeth Wilson αναφερόμενη σε αυτή την ιστορική εξέλιξη έχει επισημάνει ότι η μοντέρνα αρχιτεκτονική, συνειδητά προοδευτική, δεν έχει καμία αναφορά στις σχέσεις των φύλων ⁸ (Wilson, 1991:94). Και πράγματι, το πρωτοποριακό κίνημα του Μοντερνισμού σηματοδότησε τη στροφή της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής σε μία προσπάθεια εκσυγχρονισμού και εναρμόνισης της με τις ραγδαίες αλλαγές. Μέσα από τη δημιουργική σύλληψη και υιοθέτηση των σύγχρονων βιομηχανικών τεχνικών, η μοντέρνα αρχιτεκτονική αναγνώρισε την αναγκαιότητα της μαζικής παραγωγής και ανακάλυψε την αισθητική αξία της μηχανής και του βιομηχανικού συμβολισμού γενικότερα ⁹ (Γκουβέρη, 2007). Χωρίς ωστόσο, να αμφισβητήσει τις λειτουργίες της οικιακής μονάδας και των διαφορετικών χωρικών αναγκών στον αστικό ιστό. Παραδείγματος χάρη, η Σχολή του Bauhaus, πρωτοπόρα στο κίνημα του μοντερνισμού, συνέβαλε στην ενίσχυση του έμφυλου καταμερισμού εργασίας (και του νοικοκυριού) και στην εκστρατεία αποκλεισμού που προαναφέραμε, συντασσόμενο με τη πολιτική των Γερμανών συντηρητικών, βιομηχάνων και γυναικών της άρχουσας τάξης (ένωση γυναικείων συλλόγων B.D.F με μέλη ένα εκατ. γυναίκες) (1920-1930) με τίτλο “Επανένταξη των γυναικών στο σπίτι” (Female Redomestication)¹⁰ (Henderson, 1996).

“Η Επανένταξη των Γυναικών στο Σπίτι” “Η Επανένταξη των Γυναικών στο Σπίτι” αποτελεί πολιτική των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών και των συντηρητικών κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, που είχε ως στόχο την διατήρηση της κοινωνικής και ηθικής τάξης. Η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης αξιοποιώντας τα δίπολα έθεσε σε λειτουργία το ιεραρχικό σύστημα των “χωριστών σφαιρών”. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη νέα κατεύθυνση οι κρατικοί αντιπρόσωποι και το φιλελεύθερο κομμάτι του γυναικείου κινήματος παρήγαγε ένα “ιδανικό νοικοκυριό”, τον “επαγγελματικό χώρο των γυναικών”, που απαιτούσε και αυτός με τη σειρά του έρευνα για μέγιστη παραγωγικότητα. Στόχος ήταν η κατασκευή του σπιτιού σαν προέκταση του φορντικού εργοστασίου. Αυτός ο φόβος διατάραξης της τάξης προκλήθηκε από το νέο πρότυπο γυναίκας που άνθιζε εκείνη τη περίοδο στην Ευρώπη και την Αμερική, σύμφωνα με το οποίο μια γυναίκα είναι εργαζόμενη, μητέρα, διεκδικεί ανώτερη εκπαίδευση και οικονομική ανεξαρτησία. Επινοημένο από την Ιρλανδέζα Sarah Grand (1894) που δημοσίευσε το έργο με τίτλο “Η Νέα Πτυχή του Γυναικείου Ερωτήματος” (The New Aspect of Woman Question) στο “The North American Review”.

part 3.2


52 Παράδειγμα αυτής της σχεδιαστικής αντιμετώπισης από τη Σχολή αποτελούν και οι κοινωνικές κατοικίες του Ernst May με η κουζίνα που χρησιμοποιήθηκε (γνωστή και ως Φρανκφούρτης).

* “ελάχιστη κατοικία” Ως ελάχιστο ορίζουμε τον χώρος που προκύπτει αν δημιουργήσουμε το διάγραμμα κίνησης του, σε αυτό σχεδιάσουμε τις κινήσεις του χρήστη σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα και στη συνέχεια αφαιρέσουμε τα τμήματα του χώρου που δε χρησιμοποιούνται. Το πλαίσιο του ελάχιστου δίνεται επίσης από το ελάχιστο του φωτός, του αερισμού ταυτόχρονα με του χώρου που έχει ανάγκη ο άνθρωπος για την πλήρη ανάπτυξη των αναγκών και των δραστηριοτήτων του, μέσω της τυποποίησης και της βιομηχανοποίησης ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη απόδοση.¹⁴

Η ανάγκη επίλυσης των στεγαστικών προβλημάτων που προέκυψαν από τη καταστροφή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έθεσε σε λειτουργία την ανάπτυξη ιδεών αντιμετώπισης. Έτσι εισάγεται η ιδέα της “ελάχιστης κατοικίας”, βασισμένη σε προτάσεις του Bauhaus σχετικά με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, την εσωτερική διάταξη, την οικονομία και τον ορθολογισμό της κατασκευής, χρησιμοποιώντας τις νέες δυνατότητες που πρόσφεραν τα νέα τεχνολογικά μέσα. Το πρόγραμμα διήρκησε 10 χρόνια και ουσιαστικά προσπάθησε να καλύψει όσο δυνατό καλύτερα τις ανάγκες της μεσαίας τάξης παράλληλα με την εφαρμογή της ιδέας της ελάχιστης κατοικίας¹¹ (Φρέρης, 2017). Το “κέντρο του σπιτιού” μετατοπίζεται από την κουζίνα - τραπεζαρία σε ένα χώρο διημέρευσης της οικογένειας, το καθιστικό. Οι χώροι αποκτούν ειδική χρήση. Η κουζίνα υποβαθμίζεται και χρησιμοποιείται πλέον μόνο για την προετοιμασία και τη διαχείριση του φαγητού. Έτσι εκτός από την ορθολογική οργάνωση της κατοικίας ήρθε και η ορθολογική οργάνωση της γυναικείας δουλειάς, ταυτισμένη με τα νέα πρότυπα περί βιομηχανοποίησης της εργασίας στο σπίτι. Με τον όρο βιομηχανοποίηση της εργασίας μπορούμε και να καταφύγουμε και στην παράλληλη εφαρμογή της νέας κουζίνας, της κουζίνας της Φρανκφούρτης. Η καινοτομία έγκειται στους υπολογισμούς της σχεδιάστριας Lihotzky όπου με όρους ανθρωπομετρίας και οικονομίας δημιουργεί μία μηχανή, ένα μανιφέστο οικονομίας του χώρου. Τη σχεδίασε ώστε να λειτουργεί ως εξάρτημα ενός εξειδικευμένου εξοπλισμού, ένα χώρο εργασίας όπου όλες οι συσκευές ήταν μία προέκταση του χεριού του χειριστή. Αυτό επιτεύχθηκε με μετρήσεις του ανθρώπινου σώματος στην κινησιολογία του. Αποτέλεσμα η κάτοψη των 1,9 * 3,43 μέτρων

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


53 ώστε η κάθε κίνηση να είναι υπολογισμένη και εντός του πλέον βιομηχανικού προγραμματισμού στην παραγωγή φαγητού. Η Lihotzky κατάφερε να μειώσει κατά πολύ τις αποστάσεις που διανύουν οι νοικοκυρές . Την ώρα που μία τυπική εργασία μπορεί να απαιτούσε κίνηση 19 μέτρων την έριξε στα 8 μ.¹²(Heßler, 2009) Σε επίπεδο κάτοψης η κουζίνα μετατράπηκε σε “γωνία” του σπιτιού , προκειμένου το σπίτι να προσφέρει ηρεμία από την εργασία του έξω κόσμου, και έτσι οι δουλειές του σπιτιού να είναι απομονωμένες, αόρατες. Πρωτοπορία αυτής της κουζίνας αποτέλεσε η πλήρης ενσωμάτωση της σύγχρονης τεχνολογίας, τόσο σε επίπεδο υλικών όσο και συσκευών. Επίσης ήταν εργοστασιακά τυποποιημένο προϊόν που αποστέλλονταν στο εργοτάξιο και τοποθετούνταν με γερανό.10.000 κουζίνες είχαν εγκατασταθεί αποκλειστικά στη Φρανκφούρτη. Είναι ξεκάθαρο ότι η κουζίνα της Φρανκφούρτης δεν σχεδιάστηκε μόνο για την εργατική τάξη, αλλά προσπάθησε να ικανοποιήσει το ιδανικό μοντέλο γυναίκας κάθε τάξης, καθώς σχεδιάστηκαν 3 εκδοχές της: -η τυπική που απευθυνόταν στις εργάτριες -μία δεύτερη που είχε χώρο για δύο άτομα με στόχο τις μεσοαστές γυναίκες, που συμμετείχαν μεν οι ίδιες στο νοικοκυριό τους, αλλά απασχολούσαν και μία υπηρέτρια -και τέλος, μία τρίτη εκδοχή για τις γυναίκες αστές στις οποίες η κουζίνα επέτρεπε να εργάζονται τρία άτομα ταυτόχρονα. Επί της ουσίας, αποτέλεσε ένα σχεδιαστικό πείραμα-μανιφέστο, με πολύ μικρή πρακτική εφαρμογή, που στόχευε περισσότερο στη διαμόρφωση ενός προτύπου ζωής. Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα το γεγονός ότι οι φτωχές οικογένειες αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν στο κόστος απόκτησης μιας τέτοιας κουζίνας ή των απαραίτητων συνοδευτικών συσκευών που μπορούσε να επιφέρει οποιαδήποτε ουσιαστική βελτίωση στις συνθήκες ζωής των εργατριών γυναικών. ¹³

part 3.2


54 Αντίστοιχο παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί και η οικία Moller του Adolf Loos.

To Raumplan * (Raum (= Χώρος) + Plan (= Κάτοψη)) είναι ένας τρόπος σχεδιασμού που σκέφτηκε ο αρχιτέκτονας στον οποίο αντί να σχεδιάζεται το κτήριο όροφο με όροφο, κάτοψη σε κάτοψη, όπως ήταν το συνηθισμένο. Αντιθέτως σχεδιάζει χώρους – όγκους, οι οποίοι συνδέονται ελεύθερα στο κτήριο σε διαφορετικά ύψη ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε χώρου.¹⁵

Την ίδια περίοδο σε μία περιοχή κοντά στη Πράγα (1930) ο Loos ένας από τους θεμελιωτές του μοντερνισμού σχεδιάζει την οικία Moller, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως η πιο ολοκληρωμένη έκφραση της αντίληψης του περί αρχιτεκτονικής, και επιτομή της σχεδιαστικής του ιδεολογίας και οργάνωσης χώρων, γνωστό και ως Raumplan.* Σχεδιάζει έναν υπερυψωμένο χώρο, ένα δωμάτιο γυναικών ή αλλιώς Damenzimmer το οποίο αποτελούσε μοντέρνα εκδοχή του αριστοκρατικού νεοκλασικού boudoir, “σε ένα μεσοαστικό σπίτι”. Σε επίπεδο κάτοψης ο χώρος τοποθετείται σχεδόν στο κέντρο του σπιτιού, στο τέλος της πορείας που διαπερνά τους πιο δημόσιους χώρους και την αρχή για εκείνους των υπνοδωματίων ¹⁶ (Τροβά Β). Αυτός ο χώρος δεν έχει συγκεκριμένη χρήση, έχει την αίσθηση ενός χώρου ξεκούρασης και διαβάσματος. Επίσης από το εσωτερικό παράθυρο του χώρου υπάρχει οπτική εποπτεία περιμετρικά, στους χώρους εισόδου, υποδοχής, κουζίνας, υπνοδωματίων και βιβλιοθήκης χωρίς ωστόσο να είναι ικανή η θέαση και προς τα μέσα. Σε αυτό το χώρο , το παράθυρο είναι η μόνη πηγή φωτός χωρίς ωστόσο να αποτελεί ένα παράθυρο για θέαση, το βλέμμα στρέφεται στο εσωτερικό και για να καταφέρει να δει το εξωτερικό , απαιτείται να ταξιδέψει σε μία νοητή ευθεία από το κύριο καθιστικό έως το δωμάτιο μουσικής, το οποίο ανοίγεται στον κήπο¹⁷ (Colomina Β, 2003). Είναι δηλαδή ένα δωμάτιο στη καρδία του σπιτιού, κρυμμένο ωστόσο από τους “δημόσιους” χώρους της κατοικίας. Όπως αναφέρει και η Βάσω Τροβά στο κείμενό της “Η κατοικία ως έμφυλη διαπραγμάτευση”, είναι ένας χώρος που έχει φύλο, με τη γυναίκα κρυμμένη πίσω από τον έμφυλο ρόλο της να παρακολουθεί τη ζωή, αόρατη. Όπως υποστηρίζει η Colomina, η οικία Moller συμβολίζει όχι μόνο “την αρχιτεκτονική αναπαράσταση της θηλυκότητας” αλλά και την “εννοιολογική επικέντρωση της ερωτικής της παρουσίας στο Raumplan” ¹⁸ (Colomina B, 1992).

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


55 Συμπεράσματα : Καταλαβαίνουμε πως οι επιδιώξεις πάνω στα ζητήματα σχεδιασμού ταυτίζονται με τις καινοτομίες και τις ανάγκες της εποχής. Ωστόσο η καθιέρωση ενός καθολικά εφαρμόσιμου σχεδίου ζωής, το “minimum” ιδανικό σπίτι (το μοντέλο ελπίδα της δεκαετίας του ‘30), για το “μέσο εργαζόμενο πολίτη” (Βρυχέα, 2009)¹⁹, δεν κατάφερε να επιλύσει προβληματικές που προϋπήρχαν ούτε να δώσει μορφή σε ζητήματα της εποχής που αφορούσαν τα νέα οικογενειακά πρότυπα και τη θέση των γυναικών (η οποία πλέον άρχιζε να ξεφεύγει από αυτή τη “φυσική” της θέση, αυτή του χώρου της κατοικίας). Κατανοούμε πως είναι αποτέλεσμα πολύπλευρων ζητημάτων και στόχων, όπως η εντατικοποίηση της αθέατης εργασίας των γυναικών (πλέον απομονωμένη ακόμη και χωρικά από το υπόλοιπο σπίτι) όπως και στη διαμόρφωση μιας καταναλωτικής κουλτούρας για την επίτευξη αυτής της ιδανικής και καλά χρονομετρημένης ζωής. Η κοινωνική θέση των γυναικών παρέμεινε σταθερή, με τη θέση των εργατριών να επιδεινώνεται καθώς πλέον συμπλήρωναν και το οικιακό εισόδημα και εργάζονταν στο σπίτι χωρίς να μεταβληθούν οι έμφυλοι οικιακοί συσχετισμοί και να μοιραστούν οι υποχρεώσεις. Κατά τη περίοδο του Δεύτερου Κύματος κατανοήθηκε και αναλύθηκε η διάκριση μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας. Το σύνθημα που συμπυκνώνει αυτό που προσπαθούμε να θίξουμε για τα παραπάνω παραδείγματα είναι πως το “Το προσωπικό είναι πολιτικό”, διευρύνοντας τα όρια του πολιτικού, όπως και των εξουσιαστικών σχέσεων. Ωστόσο αυτή η ανάλυση δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διάκριση δημόσιο-ιδιωτικό πρέπει να εγκαταλειφθεί και ότι στερείται νοήματος και αξίας, αλλά ότι τα περιεχόμενα της είναι σχετικά και κυμαινόμενα, τα όρια της περατά και η πολιτική διάσταση διαπερνά και τα δύο.

part 3.2


56 Άτυπη/ Ευέλικτη εργασία και Απόσταση Μέχρι σήμερα παραμένουν ακόμη συμβολισμοί στηριζόμενοι σε διπολισμούς οι οποίοι περιορίζουν την εξέλιξη των συζητήσεων που αφορούν ζητήματα πόλης, όπως επίσης δεν έχει μεταβληθεί το μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας που καθιερώθηκε κατά τη περίοδο της . Εργασιακά η κατά φύλο διάκριση των επαγγελμάτων οξύνεται σταδιακά κάτω από τις “γυάλινες οροφές” των κτιρίων εργασίας και τις αφανείς ευέλικτες εργασίες των γυναικών. Σχόλιο: Γυάλινη οροφή Ο όρος «γυάλινη οροφή» υιοθετήθηκε το 1986 από τους δημοσιογράφους της εφημερίδας Wall Street Journal ²⁰. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα αόρατα εμπόδια (βάσει παγιωμένων προκαταλήψεων και ισχυρών εταιρικών παραδόσεων) που περιορίζουν την προαγωγή των γυναικών σε ανώτερες θέσεις κατά την επαγγελματική τους σταδιοδρομία. Η κλίμακα υπολογισμού της γυάλινης οροφής αντικατοπτρίζει τον βαθμό δυσκολίας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην προσπάθειά τους να προωθήσουν τη σταδιοδρομία τους σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα των ανδρών συναδέλφων τους. Η κοινή παραδοχή στην οποία βασίζονται όλοι οι αναλυτές στην ουσία είναι ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο έχει να κάνει με την υποεκπροσώπηση των γυναικών στα ανώτερα ιεραρχικά κλιμάκια και δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής ή αποτυχίας εκ μέρους των γυναικών, αλλά αποτέλεσμα κοινωνικών και διαρθρωτικών φραγμών που δημιουργούνται μέσα από άμεσες και έμμεσες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Από έρευνες προκύπτει ότι οι ικανότητες, οι μέθοδοι και η συνολική προσέγγιση των γυναικών σε επιστημονικά ζητήματα είναι απολύτως ίδιες με εκείνες των ανδρών. Κατά συνέπεια, οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται σε ανώτερες ιεραρχικά βαθμίδες. Περιορίζοντας, μέσω συνειδητών και ασυνείδητων στερεοτύπων, την παρουσία τους στην εργασία.²¹ (Παζαρζή Ν., ΠέκκαΟικονόμου Β., 2009)

Σύμφωνα με τη Βαΐου¹⁹ (1995) κυρίως ύστερα από το Β’ ΠΠ και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο όρος εργασία παρέπεμπε μόνο στην αμειβόμενη, επίσημη και τυπική απασχόληση που λαμβάνει χώρα σε διακεκριμένους τόπους εργασίας, και φέρνεται εις πέρας από λευκό, αρρενωπό άνδρα μέσης ηλικίας. Έτσι σύμφωνα με αυτό το πρότυπο οποιαδήποτε άλλη μορφή εργασίας θεωρήθηκε αυτόματα ως άτυπη, ως “άλλη”. ²² Η ευέλικτη μορφή εργασίας είναι ένας προσθετικός τύπος εργασιακής μορφής, άτυπη και αόρατη στα μάτια του κράτους

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


57 και της κοινωνίας. Η έννοια “άτυπες δραστηριότητες” αναφέρονται σε νόμιμες ή/και παράνομες δραστηριότητες που παρουσιάζουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά όπως: α) παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες για την αγορά, β) δεν καταγράφονται επίσημα και έτσι φοροδιαφεύγουν, γ) απορροφούν χαμηλά αμειβόμενο εργατικό δυναμικό - συνήθως γυναίκες, μειονότητες, ξένους, δ) αποφεύγουν τον αυξανόμενο έλεγχο του κράτους, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την τήρηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή της νομοθεσίας για την ασφάλεια και την κοινωνική ασφάλιση, 3) και παρουσιάζουν γεωγραφική συγκέντρωση σε συγκεκριμένες περιοχές ²³ (Βαΐου & Χατζημιχάλης, 1997). Αρκετά συχνά όμως, για πολλές γυναίκες η επιλογή τέτοιας εργασίας είναι “μονόδρομος” λόγω των οικιακών και οικογενειακών τους καθηκόντων που κατακλύζουν την καθημερινότητα τους. Η υποτίμηση, η ανασφάλεια, η υποβάθμιση και οι διακρίσεις είναι για μεγάλα τμήματα του γυναικείου πληθυσμού οι όροι με τους οποίους έπρεπε να συμβιβαστούν για να αντιμετωπίσουν τις βιοποριστικές τους ανάγκες” ²⁴(Αβδελά, 2009). Έτσι σε συνδυασμό με τις ανειλημμένες “γυναικείες υποχρεώσεις” τους οδηγούνται στην επιλογή επισφαλούς εργασίας, με μειωμένο ωράριο και τις περισσότερες φορές χωρίς ασφάλιση. Χωρικά η οργάνωση της εργασίας στο σώμα της πόλης είναι ένα συνονθύλευμα αλληλοδιαπλεκόμενων παραγόντων που δημιουργεί δυνατότητες και αποκλεισμούς πρόσβασης σε διαφορετικά άτομα και ομάδες. Η απόσταση εμφανίζεται ως σημαντικός προσδιοριστικός παράγοντας της ποιότητας ζωής σε διαφορετικά σημεία της πόλης λόγω των διαφοροποιήσεων όσον αφορά τη προσβασιμότητα σε ευκαιρίες, όπως θέσεις εργασίας, καταστήματα, σχολεία, κλινικές, πάρκα, αθλητικά κέντρα, κλπ. Έτσι γίνεται κατανοητό πως τα ζητήματα χωροθέτησης και τα δίκτυα μετακίνησης αποτελούν σημεία συγκρούσεων μέσα στη πόλη, δίνοντας ρόλο κλειδί για κατανόηση και άσκηση πολιτικής

part 3.2


58 για τον αστικό χώρο. Ανοίγει με αυτό το τρόπο η συζήτηση για τη μελέτη του δημόσιου χώρου στην αστική εμπειρία, για τους τόπους επιθυμίας όλων των κοινωνικών ομάδων. Δεν υπάρχουν ακριβή και κατά φύλο διαχωρισμένα δεδομένα από κάθε χώρα για τα μέσα μετακίνησης, ωστόσο σύμφωνα με τα βιώματα καθημερινής ζωής και τα υπάρχοντα δεδομένα, καθίσταται σαφές, πως σε σχέση με τους άνδρες, οι γυναίκες μετακινούνται συχνότερα είτε πεζές, είτε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. π.χ. στη Γαλλία, τα δύο τρίτα του επιβατικού κοινού είναι γυναίκες, ενώ στη Φιλαδέλφεια και το Σικάγο των ΗΠΑ τα ποσοστά ανέρχονται αντίστοιχα σε 64% και 62%²⁵. Ταυτόχρονα, σε παγκόσμιο επίπεδο, η οδήγηση ανδροκρατείται και στην περίπτωση που ένα νοικοκυριό διαθέτει ένα αυτοκίνητο, το πρώτο λόγο στη χρήση του τον έχει ο άνδρας ²⁶.

Έτσι η εκάστοτε διαμόρφωση των δικτύων των μέσων μαζικής μεταφοράς κρίνεται καθοριστική για τη καθημερινότητα των γυναικών και ειδικά για εκείνες με χαμηλότερες οικονομικές απολαβές. Αντίστοιχα οι λόγοι που μετακινούνται τα δύο φύλα διαφέρουν, καθώς το μοτίβο διαδρομής των γυναικών είναι συνήθως πιο περίπλοκο λόγω των υπηρεσιών φροντίδας στα νεότερα και τα γηραιότερα μέλη της εκάστοτε οικογένειας, όπως επίσης και στις υπόλοιπες φυσικοποιημένες θηλυκές τους υποχρεώσεις. Το μεγαλύτερο μέρος των άμισθων υπηρεσιών φροντίδας, σε παγκόσμιο επίπεδο, παρέχεται από γυναίκες (75 % )²⁷, γεγονός που επηρεάζει τις μετακινήσεις τους. Η τυπική “γυναικεία” διαδρομή για παράδειγμα περιλαμβάνει: τη συνοδεία των παιδιών πριν από τη δουλειά, τη μεταφορά ηλικιωμένων για ιατρική περίθαλψη, καθώς και τα ψώνια της ημέρας κατά την επιστροφή στο σπίτι. Πρόκειται για τη λεγόμενη “αλυσιδωτή μετακίνηση”, ένα μοτίβο διαδρομής δηλαδή με διασυνδεδεμένες μικρότερες διαδρομές ²⁸. πχ.: Στο Λονδίνο οι γυναίκες έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να μεταφέρουν ένα παιδί στο σχολείο και 25% περισσότερες πιθανότητες να πραγματοποιήσουν αλυσιδωτές μετακινήσεις. Το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 39% εάν το παιδί ξεπερνά την ηλικία των 9 ετών.²⁹ Οι αλυσιδωτές μετακινήσεις διαφοροποιούνται ανάμεσα στα δύο φύλα και στην υπόλοιπη Ευρώπη όπου μία γυναίκα με παιδί κάτω των πέντε ετών, το ποσοστό των αλυσιδωτών μεταφορών της ανέρχεται στο 54%, ενώ των ανδρών στο 19%.³⁰

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


59 Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως οι ανάγκες των γυναικών αποτελούν ζήτημα σχεδιασμού, καθώς οι καθημερινότητες μεταξύ των φύλων διαφέρουν και δεν γίνεται να αγνοούνται ούτε να υπάρχει έμφυλη αντιμετώπιση που να διαιωνίζει την υποβάθμιση διαβίωσης των γυναικών. Σε κατανόηση του φαινομένου αυτού βλέπουμε πως και η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το Καθεστώς των Γυναικών διαπίστωσε “μεροληψία υπέρ των ανδρών” στο σχεδιασμό του προγράμματος μετακινήσεων και αδυναμία διαχείρισης των έμφυλων παραμέτρων “στη διαμόρφωση του συστήματος”³¹. Επιπροσθέτως για ενίσχυση των λεγομένων μας βλέπουμε πως το 2014 σύμφωνα με έκθεση της Ε.Ε. σχετικά με το βαθμό ικανοποίησης των Ευρωπαίων από τις αστικές μεταφορές, ως δεδομένο θεωρείται πως δεν συμπεριλαμβάνονται οι αλυσιδωτές μετακινήσεις στο πρόγραμμα ³². Δεν υπολογίζονται δηλαδή οι διαδρομές που γίνονται με τα πόδια και μη μηχανοκίνητα. Ακόμη και που η χρησιμότητα τους είναι καθοριστικής σημασίας για τη καθημερινότητα των οικογενειών και την ευρύτερη οικονομία του πλανήτη, καθώς όπως εκτιμά το ινστιτούτο McKinsey η άμισθη παροχή υπηρεσιών φροντίδας συμβάλλει κατά 10 τρις δολάρια στο ετήσιο παγκόσμιο ΑΕΠ ³³. Κατ΄ αυτό το τρόπο γίνεται κατανοητό πως δεν έχει υπόσταση η μονολιθική αντιμετώπιση του αστικού σχεδιασμού καθώς οι ανάγκες δεν είναι καθολικές αλλά έχουν έμφυλο χαρακτήρα από τη στιγμή που είναι καλά δεμένες με κοινωνικές επιτάξεις (πχ.στερεότυπα τρόπου λειτουργίας των οικογενειών) επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο την έμφυλη ανισότητα. Αν θέλουμε πραγματικά να σχεδιάσουμε λαμβάνοντας υπόψη το παράγοντα φύλο, τότε οφείλουμε να αναπτύξουμε μία φιλική σχεδιαστική πολιτική με αυτό.

Οι αυστηρά ζωνοποιημένες περιοχές αποτελούν τα παραδοσιακό πρότυπο σχεδιασμού το οποίο επικρατούσε και παλαιότερα. Ωστόσο μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση επικράτησαν με ένταση μέσω ρυθμίσεων που όριζαν που και τι μπορεί να χτιστεί, όπως και διαχώρισαν νομικά το τόπο κατοικίας και εργασίας.

part 3.2


60 Το παράδειγμα: Minha Casa, Minha Vida (Το σπίτι μου, η ζωή μου), Βραζιλία Από τη στιγμή που έχουμε διευκρινίσει πως δεν υφίσταται ουσιαστικά ο διαχωρισμός χώρου εργασίας και χώρου οικίας, ώστε να θεωρείται τόπος χαλάρωσης, καθώς οι χρόνοι που καταναλώνονται είναι αντίστοιχοι για τις γυναίκες. Οι συνέπειες υιοθέτησης αυτής της θέσης (στο σχεδιασμό) αυτού του κατακερματισμού διαβίωσης μπορούν να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο την υποβάθμιση της γυναικείας καθημερινότητας και εμπειρίας στη πόλη. Η Caroline Criado Perez αναφέρει το παράδειγμα του οικιστικού σχεδίου δημόσιων κατοικιών της Βραζιλίας του 2009, που λεγόταν Minha Casa, Minha Vida (μτφρ. Το σπίτι μου, η ζωή μου). Το στεγαστικό πρόγραμμα, εγκαινιάστηκε το 2009 επί διακυβέρνησης Λούλα, και δεν κατόρθωσε να καλύψει, παρά σε μικρό ποσοστό, τις τεράστιες ανάγκες στέγασης του πληθυσμού. Πρόθεση του σχεδίου ήταν η αναβάθμιση της ζωής περίπου 50 εκατομμυρίων ανθρώπων που ζούσαν σε ανεπαρκείς συνθήκες στέγασης ³⁴. δεδομένα: Σε μια χώρα με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανισότητας, όπου το 1/3 του πληθυσμού ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, η έλλειψη στέγης αποτελεί ένα πρόβλημα διαχρονικό, που οξύνεται στις συνθήκες της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Ο αριθμός των αστέγων στη Βραζιλία ξεπερνά, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, τα 20 εκατομμύρια (στους οποίους δεν περιλαμβάνονται οι κάτοικοι αυτοσχέδιων καταλυμάτων). Πιο πρόσφατες καταγραφές εκτιμούν ότι ο αριθμός των αστέγων στη Βραζιλία αγγίζει τα 24 εκ., ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν 4,8 εκατομμύρια άδειες κατοικίες στη χώρα.³⁹

Τα υποκείμενα μετεγκατάστασης αφορούσαν σε μεγάλο βαθμό τους ενοίκους των φαβέλων. Ωστόσο, η στερεοτυπική ανάγνωση της διαβίωσης τους, δηλαδή ως παραγκουπόλεις χαμηλού βιοτικού επιπέδου που κυριαρχούνται από έγκλημα και ανομία, δίχως να συμπεριλαμβάνονται στα κριτήρια σχεδιασμού οι συνήθειες των οικογενειών που διέμεναν εκεί κατέστησε το πρόγραμμα μονόπλευρο. Οι φαβέλες δημιουργήθηκαν για την κάλυψη αναγκών καθώς το κράτος ήταν απών. Και σε γενικές γραμμές βρίσκονται σε βολικές τοποθεσίες τόσο για τη δουλειά όσο και για τη μετακίνηση. Ωστόσο, οι κατοικίες Minha Casa, Minha Vida (MCMV), χτίστηκαν στις παρυφές της Δυτικής Ζώνης, μιας περιοχής σε λήθαργο όπως υποστήριξε ο διευθυντής του Υπουργείου Στέγασης του Ρίο, Antonio Augusto Verissimo, καθώς τα ποσοστά συγκέντρωσης ανεργίας στη περιοχή είναι υψηλά. Ο ίδιος είχε ταχθεί εναντίων αυτής της μετεγκατάστασης καθώς φοβόταν πως θα δημιουργηθούν καινούρια φτωχοποιημένα γκέτο ³⁵.

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


61 Η Perez μεταφέρει πως εξαιτίας της έλλειψης θέσεων εργασίας σε κοντινή απόσταση, οι κάτοικοι αναγκάζονται να διανύουν μεγάλες αποστάσεις (3 ωρών) ώστε να μεταβούν στη Βόρεια και Κεντρική Ζώνη της πόλης που στεγάζονται τα κτίρια απασχόλησης. Και συμπληρώνει πως η μετακίνηση αυτή σε ένα ποσοστό της τάξης του 60% των καινούργιων οικιστικών μονάδων οι υποδομές μεταφορών απέχουν 30 λεπτά με τα πόδια. Αυτό το φαινόμενο θεωρεί πως επηρεάζει κατά κόρων τις γυναίκες καθώς αναφέρει πως το 71% των αυτοκινήτων ανήκουν σε άνδρες και συνακολούθως οι γυναίκες επωμίζονται αυτή την έλλειψη παροχής υποδομών ³⁶. Έπειτα αναφέρει πως το οικογενειακό μοντέλο των φαβέλων, δεν έρχεται σε ταύτιση με την πυρηνική οικογένεια που με βάση αυτό το πρότυπο έχουν σχεδιαστεί οι μανάδες του MCMV . ‘Οπως λέει η δρ. Theresa Williamson, εμπειρογνώμονας αστικού σχεδιασμού του Ρίο, “είναι πολύ σπάνιο να μπεις σε ένα σπίτι μιας φαβέλας και να μη ζουν εκεί τρεις γενιές ανθρώπων” και προσθέτει: “πως πολλά νοικοκυριά αποτελούνταν από μόνες μητέρες που συχνά έμεναν με τα παιδιά τους και έναν γηραιότερο γονέα, αλλά το τυποποιημένο σχέδιο των μικροσκοπικών MCMV οικιακών μονάδων δεν ανταποκρίνεται στο εύρος των οικογενειακών μοντέλων και τονίζει πως αυτό έχει ως ακόλουθο την απώλεια λύσης στη φροντίδα των παιδιών που μέχρι τότε αναλάμβαναν οι γηραιότεροι.” Έτσι, ξαφνικά χρειάζονται υπηρεσίες παιδικής φροντίδας, οι οποίες δεν παρέχονται. Η Perez επίσης αναφέρει πως δεν τίθεται ζήτημα πόρων αλλά προτεραιοτήτων, καθώς συμπληρώνει πως η Βραζιλία δαπάνησε εκατομμύρια στο πλαίσιο διεκδίκησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 2014 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016. Ακολούθως παραπέμπει σε έρευνα του κέντρου LSE Cities που διαπίστωσε πως οι υποδομές αυτής της περιόδου κατασκευάστηκαν για την εξυπηρέτηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, αφήνοντας με αυτό το τρόπο το φτωχότερο πληθυσμό με ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα για τις μετακινήσεις τους από τους χώρους μετεγκατάστασης στο κέντρο. Έπειτα αναφέρει πως στις φαβέλες η έλλειψη κανονισμών ζώνωσης επιτρέπει τη μετατροπή της οικίας σε χώρο εργασίας, που αποτελεί συχνό φαινόμενο για τη ζωή των γυναικών χωρίς σταθερή εργασία, ενώ στα νέα συγκροτήματα αποτελούν παράνομη πράξη. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως οι διαθέσιμες επιλογές των γυναικών εξαντλήθηκαν, αφού από τη μία η κυβέρνηση τις απομάκρυνε από τα τυπικά και μη τυπικά εργασιακά τους περιβάλλοντα με δυσλειτουργικές μονάδες μαζικής μεταφοράς και από την άλλη τους δημιούργησε και πρόβλημα στη φροντίδα των παιδιών καθώς οι υπηρεσίες παιδικής φροντίδας είναι μηδενικές και πλέον δεν μπορούν να στραφούν σε κάποιο συγγενικό πρόσωπο για την αντιμετώπιση αυτής της ανεπάρκειας.

part 3.2


62 Το αντιπαράδειγμα: Πρόγραμμα κατοικιών Frauen - Werk - Stadt (Γυναίκες-ΕργασίαΠόλη) στη Βιέννη Ωστόσο υπάρχουν προγράμματα τα οποία με όρους σχεδιασμού κατασκευάζουν τόπους που μπορούν να κατοικούν όλοι. Τέτοιο αποτελεί και το συγκρότημα κατοικιών Frauen - Werk - Stadt ( συντομογραφία F W S ) στη Βιέννη το 1993, όπου οι δημόσιοι φορείς και οι σχεδιαστές αποφάσισαν να κατασκευάσουν ένα χώρο προσαρμοσμένο στις ανάγκες των χρηστών. Συνέλεξαν δεδομένα, μέσω του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, που αποτύπωναν πως οι πραγματικότητες των δύο φύλων διαφέρουν. Τα αποτελέσματα αυτής της συλλογής δεδομένων έδειξαν ότι οι γυναίκες ξοδεύουν το διπλάσιο χρόνο στις υπηρεσίες φροντίδας από τους άντρες. Κατ΄ αυτό το τρόπο επέλεξαν περιοχές οι οποίες είχαν σε κοντινές αποστάσεις στάσεις τραμ, νηπιαγωγεία, σχολεία, ιατρεία, φαρμακεία, σούπερ μάρκετ. Και αυτά για να αποφορτίσουν τις γυναίκες από χρονοβόρες αλυσιδωτές μεταβιβάσεις, λόγο των αποστάσεων.³⁷ Το F.W.S. ουσιαστικά λειτουργεί σαν μία ειδικού τύπου φαβέλα, όπου δίνει προτεραιότητα στη κοινωνική ζωή και τους κοινόχρηστους χώρους. Αποτελείται από διασυνδεδεμένα κτίρια με μέγιστο αριθμό 4 κατοικίες ανά όροφο και βρίσκονται γύρω από κοινόχρηστους χώρους πρασίνου και παιχνιδιού (ορατούς από τα διαμερίσματα). Οι σχεδιάστριες Franziska Ullmann, Liselotte Peretti, Elsa Prochazka και Gisela Podreka για να εξασφαλίσουν την αίσθηση ασφάλειας τοποθέτησαν ανοιχτά τα κλιμακοστάσια, τοποθέτησαν έντονη φωταγώγηση στους δημόσιους χώρους και στους χώρους στάθμευσης. Επίσης σε επίπεδο κάτοψης, η κουζίνα τοποθετήθηκε στη καρδία του διαμερίσματος και διαθέτει οπτική επαφή προς όλο το σπίτι κατ΄αναλογία με τη θέση της αυλής. Αυτό αποτελεί καθοριστικό παράγοντα καθώς υπάρχει οπτική επαφή με τα παιδιά όπως επίσης αμφισβητεί την άποψη πως η οικιακή εργασία αποτελεί γυναικεία ευθύνη, και παράλληλα δεν απομονώνει και δεν εντατικοποιεί τις καθημερινές εργασίες ³⁸. Επίσης σχεδάσαν τις κατόψεις με δυνατότητα μεταβολής (μεταβλητή κάτοψη) ώστε να εξυπηρετούν τις πολλαπλές καθημερινότητες (πληθώρα οικογενειακών τύπων). Το Frauen-Werk-Stadt ακολούθησαν και άλλα 2 project που εξυπηρετούν τον κοινό στόχο, μιας στέγασης όπου βασίζεται στις καθημερινές ανάγκες και καθήκοντα των κατοίκων, ανεξαρτήτου φύλου, εθνικότητας, ηλικίας και σωματικής διάπλασης. Ακολούθησε, Frauen-Werk-Stadt II (10η δημοτική περιφέρεια) με εστίαση στην υποβοηθούμενη και κοινωνικά προσανατολισμένη στέγαση για τους ηλικιωμένους το 2004. Και τέλος ακολούθησε το έργο στέγασης [ro * sa], (22η δημοτική περιφέρεια), όπου υλοποιήθηκε με διαδικασίες συμμετοχικού σχεδιασμού μεταξύ των παραγωγών και των μελλοντικών κάτοικων του χώρου και ολοκληρώθηκε το 2009.

Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


63

Οι σύντομες αναφορές που κάναμε, είναι αναφορές της “σιωπής” αλλά και “θορύβου” των αρχιτεκτόνων, οι οποίες εμπεριέχουν/ προκύπτουν από θέσεις και αντιθέσεις. Ο τρόπος που κατανοείται και αντιμετωπίζεται ο χώρος είναι δυναμικός και πολυδιάστατος. Έτσι οι θέσεις των γυναικών (και των ανδρών) μέσα σε αυτόν αποτελούν όσμωση ποικίλων διαφορετικών παραμέτρων και εμπειριών που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ώστε ο χώρος να είναι ισάξια προσβάσιμος και κατανεμημένος σε όλες και όλους. Γι’ αυτό δεν πρέπει να παραβλέπεται η έμφυλη διάσταση του υφιστάμενου δημόσιου χώρου και οι κατοικίες δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται απλώς ως χρηστικές δομές αλλά ως “σχέδια διαβίωσης και συμβίωσης” μέσα στα οποία πρέπει να δρουν και να διαδρούν ισάξια τα μέλη της. Δυστυχώς, η έλλειψη δεδομένων δημιουργεί αμηχανία, σχεδιαστικά και βιωματικά. Η σιωπή είναι συνενοχή και συντελεί στην αναπαραγωγή του περιθωρίου.

part 3.2


64 Βιβλιογραφικές αναφορές 1. Λαδά Σ., Φύλο και αρχιτεκτονική, 2013. http://www.fylopedia.uoa.gr/index.php/%CE%A6%CF%8D%CE%BB%CE%BF_%CE%BA%CE %B1%CE%B9_%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84% CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE, [πρόσβαση 2/09/2021]. 2. Λαδά Σ., Φύλο και χώρος: Αρχικές προσεγγίσεις και νέα ερωτήματα ή μεταξύ ορατών και αοράτων στο συλλογικό έργο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, 2009, σελ.25. 3. Lefebvre H., (1968), Το Δικαίωμα στην Πόλη (Le Droit à la ville), μτφρ. Τουρτνικιώτης Π., επιμ. Δημόπουλος Δ., Αθήνα: Κουκκίδα, 2007 4. Λυκογιάννη Ρ., Η Μελέτη της Πόλης μέσα από την Έμφυλη Διάσταση της Καθημερινότητας, Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 2005, σελ.93. Οι πηγές 5,6,7 και 8 αποτελούν ενοποιημένη μορφή διαφορετικών σελίδων από το βιβλίο των Knox, P. - Pinch, S., (1982), Κοινωνική γεωγραφία των πόλεων, επιμ. Μαλούτας Θ., Αθήνα: Σαββάλας, 2009, σελ.250-270. Και συγκεκριμένα: 5. Mackenzie, S., (1988), Building Women, Building CIties: Toward Gender Sensitive Theory in the Environmental Disciplines, στο Andrew, C.- Milroy, B.(επιμ.), Life spaces, Βανκούβερ, University of British Columbia Press. 6. Knox, P. - Pinch, S.,(1982), Κοινωνική γεωγραφία των πόλεων, επιμ. Μαλούτας Θ., Αθήνα: Σαββάλας, 2009. 7, 8. Wilson, E. (1991), The Sphinx in the City: Urban Life, The Control of Disorder and Women, Μπέρκλεϊ, University of California Press. 9. Γκουβέρη, Σπ., Αρ Νουβώ και Μοντέρνα Αρχιτεκτονική, 2007 http://www.antibaro.gr/culture/gkouberh_artnouveau.php , [πρόσβαση 13/09/2021]. 10. Henderson C., Henderson S. R., Coleman D., Danze E., A revolution in the woman’s sphere: Grete Lihotzky and the Frankfurt Kitchen, στο συλλογικό τόμο Architecture and Feminism, New York: Princeton Architectural Press, 1996. σελ. 221-223. 11. Φρέρης Λ., Χώρος και έμφυλοι ρόλοι: Ηελάχιστη κατοικία και 'Ορθολογική' κουζίνα της Margarete Lihotzky, Φύλο συκής, 2017 https://www.fylosykis.gr/choros-emfyloi-roloi-elachisti-katoikia-orthologiki-koyzina-tis/#_edn7, [πρόσβαση 13/10/2020]. 12. Heßler, Μ., The Frankfurt Kitchen: The Model of Modernity and the “Madness” of Traditional Users, 1926 to 1933, στο συλλογικό έργο Cold War Kitchen: Americanization, Technology, and European Users, επιμ. Oldenziel, R., Zachmann, K., Μασαχουσέτη: MIT Press, 2009. 13. Αλεξάκη Ο., Γούβαλη Ο.,Ο ρόλος των έμφυλων σχέσεων στον σχεδιασμό της κατοικίας Παραδείγματα από το Μοντέρνο Κίνημα, Ερευνητική εργασία, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο,Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2013 14.Λάκκα Χ., Παπαδάτου Κ., Minimum Vivendi, Ερευνητική εργασία, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο,Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2014 15.Βικιπαίδεια: Κατοικία Μίλλερ, 2021 https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%AF%CE% B1_%CE%9C%CE%AF%CE%BB%CE%BB%CE%B5%CF%81, [πρόσβαση 15/09/2021].

16.Τροβά Β., Τόπος ειρήνης ή πεδίο μάχης; Η κατοικία ως έμφυλη διαπραγμάτευση στο συλλογικό τόμο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, σελ.103-106, 2009 Από τη θεωρία στη χωρική πρακτική και τους χώρους αναπαράστασης


65 17.Colomina Β., Οικιακή ηδονοβλεψία, στο βιβλίο Από ποια πλευρά του τοίχου; Ζητήματα φύλων στο σχεδιασμό του χώρου, 2003. 18.Colomina Β., Sexuality and Space, Nέα Υόρκη: Princeston Architectural Space, σελ. 73-128, 1992 19. Bρυχέα Α., Κρίση κατοίκησης, χωρικές ανισότητες και κοινωνικός αποκλεισμός στο συλλογικό έργο Μετα-τοπίσεις, Φύλο διαφορά και αστικός χώρος, επιμ. Λαδά, Σ., Αθήνα: futura, σελ.77, 2009 20. Hymowitz C., Scellhardt D. T., The glass ceiling: why women can’t seem to break the invisible barrier that blocks them from the top jobs, The Wall Street Journal, 1986 21. Παζαρζή Ν., Πέκκα-Οικονόμου Β., Φύλο και μάνατζμεντ, 2009.

h t t p : / / w w w. f y l o p e d i a . u o a . g r / i n d e x . p h p / % C E % A 6 % C F % 8 D % C E % B B % C E % B F_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%B6%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CF%84#comments , [πρόσβαση 10/09/2021].

22. Βαΐου Ν., Χατζημιχάλης Κ., Με τη Ραπτομηχανή στην Κουζίνα και τους Πολωνούς στους Αγρούς: Πόλεις, Περιφέρειες και Άτυπη Εργασία, Αθήνα: Εξάντας, 1997. 23.Βαΐου Ν., Χατζημιχάλης Κ., 1995, Ευελιξία για ποιους; Οι πολιτικές πλευρές των άτυπων μορφών παραγωγής στη Νότια Ευρώπη, στο συλλογικό έργο Κείμενα στη θεωρία και στην Εφαρμογή του Πολεοδομικού και του Χωροταξικού Σχεδιασμού, επιμ. Γεωργουλής Δ, Αθήνα: Παπαζήσης, σελ.5181, 1995. 24.Αβδελά Έ., Η όψιμη ανακάλυψη της επισφαλούς εργασίας, στο συλλογικό έργο Επισφαλής Εργασία, “Γυναικεία Εργασία” Παρέμβαση με αφορμή την Κωνσταντίνα Κούνεβα, Αφιέρωμα στο Ιστορείν, Αθήνα: Νεφέλη, σελ.: 13-17, 2009. *Οι πηγές 25 έως 38 αποτελούν περίληψη του κεφαλαίου 1 (σελ.55-75) του βιβλίου: Invisible Women, από τη συγγραφέα Caroline Criado Perez το 2019, εκδόσεις Penguin Pandom House,(σε ελληνική μετάφραση: 2019, Αόρατες Γυναίκες, προκαταλήψεις και διακρίσεις σε έναν κόσμο για άντρες, μτφρ. Γουλέτη Κ. Και Μήσιου Β., Αθήνα: Μεταίχμιο). 25. Ceccato, Vania (2017), ‘Women’s victimisation and safety in transit environments’, Crime Prevention and Community Safety, 19:3-4,163-7 26.http://www.wnyc.org/story/283137-census-data-show-public-transitgender-gap/ 27,28. Criado Perez C., Αόρατες γυναίκες, μτφρ. Γουλέτη Κ., Μήσιου Β., επιμ. Κυθρεώτης Χ., Αθήνα: Mεταίχμιο σελ.56, 2019 29. http://content.tfl.gov.uk/gender -equality-scheme-2007-2010 30.Madariaga S., Mobility of Care:Introducing New Concepts in Urban Transport, Farnham, 2013 31.http://thecityfix.com 32.http://ec.europa.eu/commfrontoffice/publicopinion/index.cfm/ResultDoc. 33.http://conversableeconomist.blogspot.co.uk/2015/10/unpai-care-work-women-and-gdp.html 34.http://www.habitatforhumanity.org.uk/what-we-do/where-we-work/latin-america-and-caribbean/brazil 35.http://abeiradourbanismo.blogspot.co.uk/2012/02/habitacao-emprego-e-mobilidade.html 36.http://www.lincolninst.edu/sites/default/files/pubfiles/koch_wp13jkl.pdf 37.http://thecityfix.com/commute/2013/09/how-design-city-women/6739/ 38. Architekturzentrum Wien (2008), Housing in Vienna: Innovative, Social, Ecological, Vienna 39. Κωνσταντοπούλου Β., Ζαχαριάδη Α., Άνθρωποι χωρίς φόβο: μία πελώρια κατάληψη των αστέγων στη Βραζιλία, 2017, https://www.enallaktikos.gr/Article/36813/anthrwpoi-hwris-fobo-mia-pelwria-katalhpsh-twn-astegwn-sth-brazilia, [πρόσβαση 25/09/2021].

part 3.2


66

04 Η κρίση έχει φύλο; Λέξεις κλειδιά Μεσοπόλεμος, διεκδίκηση τυπικής ισότητας, γυναικεία πολιτικά δικαιώματα, άτυπες εργασιακές διακρίσεις, παγκόσμια οικονομική κρίση, θηλυκοποίηση της εργασίας, πανδημία.


67


68

Αφετηρία αυτού του κεφαλαίου είναι η παραδοχή ότι αν και πολλά λέγονται για την κρίση απουσιάζουν οι αναφορές στις έμφυλες διαστάσεις της. Το εντυπωσιακότερο κατά τη διάρκεια μιας κρίσης είναι “οι δραματικές αλλαγές στους τρόπους σκέψης και κατανόησης, στους θεσμούς και στις κυρίαρχες ιδεολογίες, στις πολιτικές υποκειμενικότητες, [...] στις κοινωνικές σχέσεις, στις πολιτισμικές συνήθειες και προτιμήσεις που διαμορφώνουν τη ζωή” (Harvey, 2014). Είναι γνωστό ότι σε περιόδους κρίσης κλονίζονται συθέμελα η θέση και η θέαση μας για τον κόσμο και έτσι το ζήτημα του ορισμού της θέσης των φύλων έρχεται για μια ακόμη φορά στην επιφάνεια. Όπως λέει πολύ στοχευμένα ο Alain Badiou “το σύστημα παράγει τις αντιθέσεις του. Και εδώ συναντάμε το ζήτημα της επανίδρυσης της δημοκρατίας ή της ριζοσπαστικοποίησης της υπό το πρίσμα της φεμινιστικής θεωρίας, πολιτικής. Είναι κάτι προς επιδιόρθωση ή αυτό που χρειάζεται είναι μία εξέγερση στις οντολογικές της θεμελιώσεις, στις εδραιωμένες βεβαιότητες, για το φύλο, για τη παραγωγή όλων αυτών των αποκλεισμών;”

Η κρίση έχει φύλο;


Οι διεκδικήσεις του Μεσοπολέμου και το οικονομικό κραχ του ‘29

69

H προσέγγιση των έμφυλων διαστάσεων της οικονομικής κρίσης έχει ιδιαίτερα σημαντική κοινωνική συμβολή καθώς καταπιάνεται με προβληματικές και αναδεικνύει διακυβεύματα που συνήθως μένουν αφανή. Επιτρέπει τον προβληματισμό γύρω από τις κυρίαρχες οικονομικές αφηγήσεις και προάγει τον έλεγχο γύρω από την αναλυτική ισχύ της ίδιας της κατηγορίας του φύλου (Αβδελά, 2012). Με αφετηρία λοιπόν την ανάγκη για προσέγγιση και το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αρκετές επίσημες στατιστικές που να έχουν αναπτυχθεί σε βάθος χρόνου (στις οποίες θα μπορούσαμε να στηριχθούμε) θα γίνει μια προσπάθεια σύγκρισης μεταξύ δύο χρονικών περιόδων ιδιαίτερα σημαντικών για το ελληνικό προσκήνιο. Αφορά την περίοδο του Μεσοπολέμου, μεταξύ 1923 και 1940, και την περίοδο από την οικονομική κρίση του 2008 και μετά. Η σύγκριση έχει ως αφετηρία την περίοδο του Μεσοπολέμου, δηλαδή μεταξύ της Μικρασιατικής Καταστροφής με το τεράστιο κύμα μετανάστευσης που αυτή έφερε και της εισόδου της Ελλάδας στο Β’ Π.Π. Η λήξη του πολέμου οδηγεί στην κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας. Οι αλλεπάλληλες μετακινήσεις πληθυσμών δημιουργούν αντιφάσεις και μια ταραγμένη περίοδο που έδωσε τη σκυτάλη στη διαμόρφωση της σύγχρονης νεοελληνικής κοινωνίας και άρα αποτελεί σημαντικό στοιχείο για βαθύτερη προσέγγιση και κατανόηση. Το οικονομικό κραχ του 1929 επηρέασε και την Ελλάδα, της οποίας η οικονομία ήταν κατά βάση αγροτική και η βιομηχανική της παραγωγή απευθυνόταν κυρίως σε εσωτερική κατανάλωση. Επλήγησαν τα εξαγωγικά αγροτικά προϊόντα όπως ο καπνός. Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου το εργατικό δυναμικό απαρτιζόταν κυρίως από άνδρες. Η απασχόληση των γυναικών στο χώρο της παραγωγικής εργασίας σχεδόν διπλασιάστηκε τη δεκαετία του ‘20. Όμως, η χρεοκοπία του 1932 οδήγησε σε αύξηση της ανεργίας και των περικοπών καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 με τη γυναικεία μισθωτή εργασία να είναι η πρώτη που υποβαθμίζεται.

part 4.1


70 Το 1920 η Ελλάδα επικυρώνει τη σύμβαση με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας “για τη προστασία της εργασίας των γυναικών και των παιδιών” ύστερα από νομοθετική ρύθμιση του 1912. Δεν υπάρχει ιδιαίτερη αμφισβήτηση ότι η μισθωτή εργασία ήταν ανδρικό προνόμιο. “Το 1924 και το 1925, η Επιτροπή Οικονομιών που ανέλαβε να περιορίσει τις κρατικές δαπάνες και να μειώσει τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων πρότεινε επανειλημμένα οι απολύσεις σε διάφορες υπηρεσίες να αφορούν “κατά προτίμησιν” τις γυναίκες”. Τη δεκαετία του ‘30 πολλοί συνδικαλιστές ζητούσαν να θεσμοθετηθεί η ανδρική προτεραιότητα στην αγορά εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Συγκεκριμένα, το 1935 με αφορμή τη μείωση των δημόσιων δαπανών απαγορεύτηκε η πρόσληψη γυναικών σε θέσεις εργασίας που δεν ήταν συμβατές με το φύλο τους, δηλαδή επιτρεπόταν να προσληφθούν μόνο ως εκπαιδευτικοί, νοσοκόμες, δακτυλογράφοι, τηλεφωνήτριες, καθαρίστριες και άλλα σχετικά επαγγέλματα. Γίνεται ξεκάθαρο, επομένως, “ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα οι νομοθέτες και οι συνδικαλιστές, μολονότι αντίπαλα πολιτικά υποκείμενα, αντιλαμβάνονταν τις “εργαζόμενες γυναίκες” με τρόπους που συνέκλιναν μεταξύ τους” (Αβδελά, 2012). Χάρη στη δράση του μεσοπολεμικού φεμινιστικού κινήματος που βρισκόταν σε άνθιση από τη δεκαετία του ‘20 η αλλεπάλληλη υποτίμηση της γυναικείας εργασίας βρισκόταν συνεχόμενα στο προσκήνιο των συζητήσεων διεκδικώντας δικαιώματα και ελευθερίες για τις γυναίκες σε τρία επίπεδα. Πολιτικά, κοινωνικά και αστικά. Εναντιώνονταν στην “φυσικότητα” των έμφυλων διακρίσεων που εξισώνουν τις “γυναίκες” με το σπίτι και τη μητρότητα και τους “άνδρες” με την εργασία και το δημόσιο χώρο. Μέχρι τότε το φεμινιστικό κίνημα είχε χωριστεί προς δύο διαφορετικές κατευθύνσεις σχετικά με το ζήτημα των “εργαζόμενων γυναικών”. Η μία πλευρά υποστήριζε πλήρη εργασιακή ισότητα ανάμεσα στα φύλα ενώ η άλλη διεκδικούσε ειδικά προνόμια λόγω των υποτιθέμενων “φυσικών” διαφορών των γυναικών. Συγκεκριμένα στόχευαν στο δικαίωμα πρόωρης συνταξιοδότησης. Οι υπέρ της πλήρης ισότητας φεμινίστριες “προειδοποιούσαν ότι “ο διωγμός των εργαζόμενων γυναικών”, που όλες οι φεμινίστριες καταδίκαζαν, βασιζόταν σε

Η κρίση έχει φύλο;


71 παρόμοια επιχειρήματα βιολογικής διαφοράς. Καίριο παράδειγμα ήταν η εφαρμογή της αρχής “πρώτα οι γυναίκες” στις περικοπές προσωπικού από το κράτος, στην προσπάθεια του να μειώσει τις δαπάνες” (Αβδελά, 2012). Λόγω των συνεχόμενων κοινωνικών μεταβολών όλες οι φεμινίστριες τόνιζαν στις εργαζόμενες γυναίκες ότι πρέπει να οργανωθούν σε σωματεία ώστε να εξασφαλίσουν το δικαίωμα τους στο βιοπορισμό. Το εγχείρημα αυτό στηρίχθηκε και από ορισμένους άντρες συνδικαλιστές, κυρίως σε χώρους παραγωγής με μεγάλη γυναικεία απασχόληση. Όμως το αξιοσημείωτο είναι ότι τους απευθύνονταν πρώτα ως “γυναίκες” και ύστερα ως “συναδέλφους”. “Σπίτι, μαγείρεμα, πλύσιμο θα πουν, σκλαβιά, πείνα, εξαθλίωση, γκρίνια με τον αφέντη και ιδιότροπο άντρα ή αδελφό που θα σας τρέφει. Σπίτι, θα πει, ράφι για πάντα. [...] Διώξιμο από τις δημόσιες υπηρεσίες θα πει, αντίο ζωή” Πύρας, 1935 Το ζήτημα της γυναικείας εργασίας στο Μεσοπόλεμο ήταν συνεχώς υπό διεκδίκηση. Οι φεμινίστριες δεν απέρριπταν την έμφυλη διαφορά, όμως αρνούνταν να δεχθούν ότι “το ήμισυ της ανθρωπότητας” ήταν αναγκασμένο να υποστεί διακρίσεις στο χώρο της μισθωτής εργασίας. Παρά τις διαφορές τους, σε κάθε περίπτωση όλες συμφωνούσαν στο γεγονός ότι η αρχή όλων των προβλημάτων είναι η απουσία τυπικής ισότητας. Οι γυναίκες δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα (το δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα κατοχυρώθηκε το 1952). Τα αστικά τους δικαιώματα εξαρτιόντουσαν από τον “αρσενικό αρχηγό της οικογένειας” και τα κοινωνικά τους από την τυπικά ή άτυπα υποδεέστερη κοινωνική τους θέση. Το κέρδη του φεμινιστικού αγώνα στο τέλος της περιόδου για ισότητα και πολιτικά δικαιώματα ήταν ελάχιστα. ‘Ομως κατόρθωσαν να κάνουν το ζήτημα των “γυναικών” πολιτικό ενώ οι γυναίκες έκαναν τα πρώτα βήματα προς υπεράσπιση της εαυτής τους, των δικαιωμάτων τους και την αμφισβήτηση του κοινωνικού κατεστημένου.

part 4.1


72

Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 H οικονομική κρίση του 2008 είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι η εξάρτηση της σύγχρονης διακυβέρνησης από την κυριαρχία των αγορών έχει παγκόσμιες ριζικές επιπτώσεις στην κοινωνική δομή. “Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μόνο μια ιδιαίτερη αντίληψη για την οικονομία, ούτε μια ιδεολογία, αλλά είναι κυρίως ένας συγκεκριμένος πολιτικός ορθολογισμός που περιορίζει τα δημοκρατικά δικαιώματα όλο και περισσότερων ανθρώπων” (Agamben κ. συν., 2011). Είναι κοινή παραδοχή ότι στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε η οικονομία επηρεάζει όσο ποτέ άλλοτε το πολιτικό προσκήνιο και παρασκήνιο με αποτέλεσμα το μέλλον της δημοκρατίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων να είναι υπό απειλή αν όχι και κατάρρευση. Χαρακτηριστικά ο William Sewell (2005) μιλάει για την “εξαΰλωση των κοινωνικών σχέσεων”, η Wendy Brown (2011) για τη διαδικασία “αποδημοκρατικοποίησης“ και ο Geoff Eley (2007) για τη “ριζική επαναπρολεταριοποίηση” της εργασίας. Στη συνεδρίαση που πραγματοποίησε η Επιτροπή για τη Θέση των Γυναικών του ΟΗΕ (Commission on the Status of Women) το Μάρτιο του 2009, λίγο καιρό μετά την οικονομική ύφεση του 2008, έγιναν δύο πολύ σημαντικές διατυπώσεις. Πρώτον, επισημάνθηκε ότι οι χρηματιστηριακές και οικονομικές κρίσεις δεν έχουν μόνο νομισματικό κόστος αλλά πλήττουν επίσης τη δυνατότητα των ανθρώπων να απολαμβάνουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα.” Δεύτερον, “οι χρηματιστηριακές και οικονομικές κρίσεις έχουν ειδικές έμφυλες συνέπειες με αποτέλεσμα να επιβαρύνουν δυσανάλογα τις γυναίκες, ειδικά όσες είναι φτωχές, μετανάστριες και μέλη μειονοτήτων”. Είναι αξιοσημείωτο ότι η βασική αφήγηση θεωρεί αυτονόητο τον άξονα διαφοράς μεταξύ των φύλων και κατ’ επέκταση των συνεπειών του. Η κοινωνιολόγος Sylvia Walby (2009) στην παρουσίαση της έρευνας της με τίτλο “Το φύλο και η οικονομική κρίση” στο συνέδριο της UNESCO αναφέρει συγκεκριμένα: “Η τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση είναι έμφυλη ως προς τα αίτια της καθώς και ως προς τις συνέπειες της για τα ανθρώπινα δικαιώματα”. Αναφέρει επίσης ότι “οι έμφυλες παραδοχές αποτελούν το υπόστρωμα των χρηματιστηριακών και μακροοικονομικών πολιτικών, την έμφυλη σύνθεση εκείνων που παίρνουν τις

Η κρίση έχει φύλο;


73 αποφάσεις καθώς και εκείνων στην “πραγματική” οικονομία που επωφελούνται ή χάνουν από τις αποφάσεις αυτές”. Ουσιαστικά η Walby υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα του φύλου ως παράμετρος που καθορίζει τη μορφή των οικονομικών αποφάσεων και κάνει σαφή αναφορά, μέσω της οικονομικής κρίσης, στον αποκλεισμό που βιώνουν οι γυναίκες και στην ευάλωτη και υποδεέστερη κοινωνική θέση που βρίσκονται εξαιτίας των σχέσεων εξουσίας και των πολιτικών και κοινωνικών δομών. Αντίστοιχα, η Αβδελά αναφερόμενη συγκεκριμένα στο ελληνικό προσκήνιο επισημαίνει ότι δεν υπάρχουν εξειδικευμένες μελέτες που να φανερώνουν πως διαφορετικές ομάδες μισθωτών πλήττονται διαφορετικά. “Η έμφυλη διαφορά προσμετράται ως δεδομένη ανάμεσα σε άλλα στοιχεία που δυσκολεύουν την εύρεση εργασίας, δεν αναλύεται ως αυτόνομη. Χωρίς συστηματική ανάλυση και ερμηνεία που να του δίνει νόημα και περιεχόμενο, το φύλο χάνει τη σημασία του, γίνεται αόρατο” (Αβδελά, 2012). Στην ίδια συνεδρίαση της επιτροπής για τη Θέση των Γυναικών η οικονομολόγος Stephanie Seguino στο θέμα με τίτλο “Έμφυλες προοπτικές της οικονομικής κρίσης” τοποθετείται συγκεκριμένα πάνω στις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης σχετικά με την ανεργία. Αναφέρει συγκεκριμένα ότι αν και “η διαφοροποιημένη επίπτωση στην απασχόληση των γυναικών έναντι των ανδρών ποικίλλει από χώρα σε χώρα, [...] αναμένεται ότι η ανεργία των γυναικών θα αυξηθεί δυσανάλογα καθώς θα γίνονται περικοπές στο δημόσιο τομέα. Και τούτο, επειδή οι γυναίκες που εργάζονται συγκεντρώνονται κυρίως στην εκπαίδευση, την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες”. Επίσης, ενώ η περικοπή των θέσεων εργασίας επηρεάζει εξίσου όλο το εργατικό δυναμικό, οι γυναίκες τείνουν να απολύονται πρώτες, καθώς οι άνδρες παραδοσιακά είναι αυτοί που πρέπει να συντηρούν την οικογένεια. Η παλιά αρχή “διώξτε πρώτα τις γυναίκες” αναμένεται να αναβιώσει όσο ο κρίση βαθαίνει. Ειδικά σε χώρες, όπως στην Ελλάδα, που τα ποσοστά της γυναικείας ανεργίας είναι αρκετά υψηλότερα από αυτά των ανδρών.

part 4.2


74 Στατιστικά Eurostat για το 2010 και 2011. ση των Αναπαραστάσεων Υπάρχουν ορισμένα στατιστικά της Eurostat για το 2010 που δείχνουν ότι σε απόλυτους αριθμούς απασχολούνται περισσότεροι άντρες παρά γυναίκες. Συγκεκριμένα τρεις στους τέσσερις άντρες μεταξύ 15 και 75 χρονών έναντι μίας στις δύο γυναίκες. Πριν το ξέσπασμα της κρίσης η γυναικεία ανεργία ήταν σχεδόν τριπλάσια σε σχέση με αυτή των ανδρών. Τον Απρίλιο του 2011 η ανεργία στις νέες γυναίκες άγγιζε το 43%, ενώ στους νέους άντρες το 32%. Στο διάστημα που ακολούθησε τα ποσοστά αυξήθηκαν κι άλλο. Αριθμητικά η κρίση έπληξε περισσότερο την ανδρική απασχόληση, ταυτόχρονα όμως εκτίναξε κι άλλο το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες, κατά βάση αυξήθηκε η εργασιακή τους επισφάλεια στην αγορά εργασίας.

Στις μέρες μας δύσκολα θα τολμούσε κάποιος να διεκδικήσει δημόσια την προτεραιότητα των ανδρών στη μισθωτή εργασία ή να ζητήσει την επαναφορά της αρχής “πρώτα οι κυρίες” όπως στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Η τυπική ισότητα, κεκτημένο του παρελθόντος, και η αύξηση των γυναικών στην αγορά εργασίας καθώς και το θεμελιώδες δικαίωμα ψήφου και το πολιτικό κόστος τέτοιας πρότασης αρκούν για να αποτρέψουν τέτοιες τοποθετήσεις. Ωστόσο, η τυπική ισότητα παύει να ισχύει μπροστά στις άτυπες διακρίσεις. Ενδεικτικά παραδείγματα της κατάστασης είναι ότι η μητρότητα και η περίοδος της εγκυμοσύνης αποτελούν πολύ συχνά αίτια για μη πρόσληψεις ή απολύσεις γυναικών. Όμως, με μια ευρύτερη ματιά γίνεται αντιληπτό ότι η αδράνεια σε τέτοια ζητήματα δεν πλήττει μόνο το φεμινιστικό κίνημα. Η συνεχής διάρρηξη των εργασιακών σχέσεων, η διάβρωση του κοινωνικού κράτους, η έμφυλη διανομή της επισφαλούς εργασίας και η “προλεταριοποίηση” με κύρια πληττόμενη κοινωνική ομάδα αυτή των νέων και των μεταναστριών/-ων είναι “διακριτικό γνώρισμα του παρόντος” (Eley, 2007). Οι άντρες, ειδικά οι νέοι, έρχονται αντιμέτωποι με συνθήκες εργασίας που θεωρούντουσαν δεδομένες για τις γυναίκες στη Δύση για πάνω από δύο αιώνες. Ανατρέχοντας στο παρελθόν ξέρουμε ότι οι γυναίκες απολύονταν πρώτες, αμοίβονταν λιγότερο, έπρεπε να διεκδικήσουν τη θέση τους στα σωματεία και τα συνδικάτα και η εργασία τους “δεν αποτέλεσε δικαίωμα, όπως για τους άντρες, αλλά δυνατότητα που τους προσφερόταν κατά περιόδους και υπό όρους” (Αβδελά, 2009:14).

Η κρίση έχει φύλο;


75 Συνοψίζοντας, θα έλεγε κανείς ότι η όλο αυξανόμενη επισφάλεια στο σύνολο του εργασιακού τομέα “θηλυκοποιεί” την εργασία ακόμη και για την κατηγορία της κατεξοχήν μισθωτής εργασίας, αυτής των ανδρών. Σε αυτό το σημείο κλονίζεται το στερεότυπο του “κουβαλητή” με αποτέλεσμα να πρέπει και οι ίδιοι και αντιμετωπίσουν την περιθωριοποίηση και την κοινωνική απόρριψη και σε ένα βαθύτερο επίπεδο να επαναπροσδιορίσουν τις προσωπικές τους πεποιθήσεις και στερεότυπα. Το ανησυχητικό βέβαια είναι ότι αυτή η συγκυρία δε γίνεται αντιληπτή ως “εκθήλυνση” την μισθωτής εργασίας αλλά ως απόρροια της οικονομικής κρίσης με αποτέλεσμα να γίνεται αποδεκτή ως τέτοια, να μην αμφισβητείται και να μην πολιτικοποιείται. Προστατεύεται κάτω από την “ομπρέλα” της γενικότερης εργασιακής επισφάλειας και παρόλο που είναι μπροστά μας τα δεδομένα δεν έχει γίνει δημόσια συσχέτιση των ζητημάτων φύλου και επισφάλειας, ούτε έχουν τεθεί προς συζήτηση οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης στις έμφυλες ταυτότητες.

Άτυπες διακρίσεις στον εργασιακό χώρο. Διαθέσιμα στοιχεία και καταγγελίες γυναικών αποδεικνύουν ότι σε πολλές συνεντεύξεις εργασίας οι υποψήφιες αναγκάζονται να απαντήσουν σε ερωτήσεις σχετικά με την πραγματοποίηση οικογένειας και το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης παρόλο που δεν έχουν καμία σχέση με τα εργασιακά τους προσόντα και αποτελούν ιδιαίτερα προσωπικά ζητήματα και ότι κατά την εγκυμοσύνη και το διάστημα μετά, κατά την άδεια μητρότητας, επειδή η απόλυση είναι παράνομη, παρουσιάζεται ως “εθελοντική αποχώρηση”. Επίσης ακόμη και σήμερα, παρόλο που οι γυναίκες λαμβάνουν την ίδια εκπαίδευση με τους άνδρες καταλαμβάνουν λιγότερο επικερδείς θέσεις εργασίας και ανώτερες βαθμίδες ιεραρχικά. Και βέβαια ο σεξισμός και η παρενόχληση είναι συμπεριφορές που οι γυναίκες εργαζόμενες αναγκάζονται πολύ συχνά να αντιμετωπίσουν με το κράτος να μην τις προστατεύει. Δυστυχώς όμως, παρά τις προβληματικές το σημαίνον “γυναίκες” παραμένει αδρανές σε σχέση με εμπειρίες του παρελθόντος, χωρίς συλλογικό όργανο που να συσπειρώνει και να διεκδικεί ενάντια στην καταπάτηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του.

part 4.2


76 Συμπεράσματα: Επιστρέφοντας σε όσα παρουσιάστηκαν παραπάνω για τις δύο χρονικές περιόδους η οικονομική ύφεση μοιάζει να επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες καθώς οι έμφυλες διακρίσεις είναι βαθιά εδραιωμένες και σε άλλους τομείς της ζωής τους. Οι πολλαπλοί ρόλοι των γυναικών χαρακτηρίζονται από σχέσεις εξουσίας και δίπολα που ξεπερνούν τα όρια του χώρου παραγωγής έναντι του χώρου αναπαραγωγής με τις πηγές και μορφές καταπίεσης να ποικίλλουν. Έτσι παρόλο που ζούμε σε μια εποχή που τα δημοκρατικά δικαιώματα περιορίζονται για όλους τους πολίτες, των γυναικών εξακολουθούν να πλήττονται ασύμμετρα. Οι γυναίκες εργαζόμενες αμείβονταν λιγότερο και εξακολουθούν να αμείβονται λιγότερο, παρά τις περικοπές, και έχουν μικρότερη ιδιοκτησία. Για αυτό εξαρτώνται περισσότερο από τις προνοιακές ρυθμίσεις (οι οποίες πλήττονται άμεσα από τη φοροδιαφυγή και τη μείωση των δημόσιων δαπανών). Όλα μαζί συνθέτουν ένα ιδιαίτερα περίπλοκο πλαίσιο που δύσκολα πολιτικοποιείται και γίνεται σαφές καθώς είναι ένα σύνολο διαφορετικών παραμέτρων που απαιτεί τη συνεργασία πολλαπλών επιστημών. “Πόσο υπερβολή είναι, λοιπον, να ισχυριστεί κανείς ότι η σημερινή οικονομική κρίση συνιστά πισωγύρισμα στον τρόπο με τον οποίο εννοιολογείται το φύλο και επιδρά πολιτικά, ιδίως επειδή η κρίση τείνει να το φυσικοποιεί και επομένως να το κάνει αόρατο; Και αφορά άραγε αυτό μόνο την Ελλάδα;” (Αβδελά, 2012) Κλείνοντας είναι κατανοητό πως είναι δύσκολο να απαντηθεί τι συμβαίνει στο φύλο ως αναλυτική κατηγορία. Πάντως αν παραφράσουμε τη ρήση του Jacques Rancière ότι “ο πολιτικός αγώνας είναι επίσης αγώνας για την οικειοποίηση των λέξεων” (2005) άρα και των νοημάτων που κρύβουν οι λέξεις τότε το ζήτημα της αποφυσικοποίησης του φύλου είναι πολιτικά σημαντικό, ζήτημα διαχρονικό και πρέπει να μελετηθεί με την αντίστοιχη προσοχή.

Η κρίση έχει φύλο;


77 Βιβλιογραφικές αναφορές - Αβδελά Έ., Η όψιμη ανακάλυψη της επισφαλούς εργασίας, στο συλλογικό έργο Επισφαλής Εργασία, “Γυναικεία Εργασία” Παρέμβαση με αφορμή την Κωνσταντίνα Κούνεβα, Αφιέρωμα στο Ιστορείν,, Αθήνα: Νεφέλη, σελ.: 13-17, 2009. - Αβδελά Έ., Φύλο στην (σε) κρίση ή τι συμβαίνει στις “γυναίκες” σε χαλεπούς καιρούς, Σύγχρονα Θέματα, τχ. 115, σελ. 8-17, 2012. - Βαΐου Ν., Χατζημιχάλης Κ., 1995, Ευελιξία για ποιους; Οι πολιτικές πλευρές των άτυπων μορφών παραγωγής στη Νότια Ευρώπη, στο συλλογικό έργο Κείμενα στη θεωρία και στην Εφαρμογή του Πολεοδομικού και του Χωροταξικού Σχεδιασμού, επιμ. Γεωργουλής Δ, Αθήνα: Παπαζήσης, σελ.5181, 1995. - Βαΐου Ν ., Χατζημιχάλης Κ., Με τη Ραπτομηχανή στην Κουζίνα και τους Πολωνούς στους Αγρούς: Πόλεις, Περιφέρειες και Άτυπη Εργασία, Αθήνα: Εξάντας, 1997. - Βαΐου Ν., Στρατηγάκη Μ., Φεμινισμός και εργασία των γυναικών: Συμπτώσεις και αποκλίσεις, Σεμιναρια Πολιτικού Προβληματισμού, Αθήνα: Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, 2001. - Πύρας Κ., Η επίθεση κατά των γυναικών. Τα καθήκοντά τους, Διδασκαλικόν Βήμα, τχ. 2,, σελ. 6, 1935 - Agamben G., Badiou A., Bensaïd D., Brown W., Nancy J.L., Rancière J., Ross K., Žižek S., Democracy in What State?, Αφιέρωμα στο New Directions in Critical Theory, επιμ. Allen A., Κολούμπια: Columbia University Press, 2011. -Badiou A., ομιλία στη Βουδαπέστη: Απομαγνητοφώνηση ντοκιμαντέρ ερτ3: τόποι ζωής, τόποι ιδεών, φεμινισμός, έτος παραγωγής, 2011. https://www.youtube.com/watch?v=ZgWTkolY_x0, [πρόσβαση: 12/05/2019]. - Commission on the Status of Women, 53ο συνέδριο , Moderator’s summary: Emerging Issues, Trends and New Approaches to Issues Affecting the Situation of Women or Equality Between Women and Men. Gender Perspectives of the Financial Crisis, 2-13/3/2009, http://www.un.org/womenwatch/daw/csw/csw53/crps/E-CN.6-2009-CRP.7%20En.pdf, (τελευταία πρόσβαση 29/09/21). - Eley G., Historicizing the Global, Politicizing Capital: Giving the Present a Name, History Workshop Journal, τόμ. 63, τχ. 1, σελ. 154–188, 01/03/2007, - Eurostat Statistics, Employment Rate by Gender, Age Group 15- 64, 10/08/2011 https://ec.europa.eu/eurostat/web/main/help/first-visit/tgm, (πρόσβαση 08/05/2020). http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/refreshTableAction.do;jsessionid=9ea7d07e30e65ff915f1c1184cc9841da84f6a78a313.e34OaN8Pc3mMc40Lc3aMaNyTa3eRe0?tab=table&plugin=1&pcode=tsiem010&language=e, (πρόσβαση 08/05/2020). -Harvey D., (2014), Δεκαεφτά Αντιφάσεις και το τέλος του Καπιταλισμού (Seventeen Contradictions and the End of Capitalism), μτφρ. Αστερίου Ε., επιμ. Δημητρίου Β., Αθήνα: Μεταίχμιο, 2015. - Rancière J., Hatred of Democracy, Λονδίνο: Verso Books, 2005. - Sewell W.., Logics of History, Σικάγο: University of Chicago Press, 2005. - Walby S., Gender and the Financial Crisis (Το φύλο και η οικονομική κρίση), ανακοίνωση για το πρόγραμμα της UNESCO, 9/4/2009, http://www.lancs.ac.uk/fass/doc_library/sociology/Gender_ and_financial_crisis_Sylvia_Walby.pdf, (πρόσβαση 17/11/20). - Seguino S., The Global Economic Crisis and Its Gender Implications (Η οικονομική κρίση και οι έμφυλες επιπτώσεις της), ανακοίνωση στη συνεδρία με θέμα Gender Perspectives on the Financial Crisis (Έμφυλες προοπτικές της οικονομικής κρίσης) της 53ης συνεδρίασης της Επιτροπής για τη Θέση των Γυναικών του ΟΗΕ, 5/3/2009, http:// www.un.org/womenwatch/daw/csw/csw53/panels/financial_crisis/Seguino_25Feb09.pdf, (πρόσβαση 20/11/20).

part 4.2


78

Η πόλη της πανδημίας Ο φασισμός δεν ορίζεται από τον αριθμό των θυμάτων, αλλά από τον τρόπο που τα σκοτώνει. Jean-Paul Sartre Αυτό που ονομάζουμε “πόλη”, τόσο ως αφηρημένη ιδέα όσο και ως συγκεκριμένη κατάσταση, είναι ο τόπος του Covid-19. Γι’αυτό “δίχως την έννοια του τόπου η πανδημία είναι αδιανόητη” (Smith, 2020), γιατί αφορά τους πάντες [παν (όλος) - δήμος (πληθυσμός)] Και ακριβώς επειδή αφορά το σύνολο της κοινωνίας υπερβαίνει τις διακρίσεις και γκρεμίζει τα γεωγραφικά, πολιτισμικά, έμφυλα, ταξικά ή φυλετικά όρια. Η πόλη είναι το χωροχρονικό γεγονός, το “ζωτικό πεδίο συνάθροισης”, ο “ανοιχτός τόπος συνάντησης” (Massey, 1997, σελ. 101) και η “συνύπαρξη αγνώστων” (Young, 1990, σελ. 318). Δεν είναι τυχαίο που η εμφάνιση του ιού, και κάθε ιού, είναι πολύ εντονότερη στα αστικά περιβάλλοντα. Η πόλη είναι η απαραίτητη προϋπόθεση ύπαρξης και εξάπλωσης. Αν το αναλογιστεί κανείς είναι αναπόφεκτο αφού το ήμισυ του πληθυσμού ζει όχι μόνο σε πόλεις αλλά σε μεγα-πόλεις, έτσι τα αστικά κέντρα μετατρέπονται στις κύριες τοποθετήσεις της κρίσης του ιού. Παράλληλα όμως, τίποτα δεν αποκλείει την εμφάνιση κρουσμάτων και αλλού. Η επικράτεια της πανδημίας του Covid-19, και κάθε πανδημίας, παραμένει και θα παραμείνει πάντα ακατάληπτη. “Αυτό που χαρακτηρίζει μια επιδημία ή πανδημία είναι το πέρασμά της από το ένα σώμα στο άλλο, η κυκλοφορία της ή η ροή της μεταξύ μιας πολλαπλότητας σωμάτων” (Κακολύρης, 2020) και το αστικό περιβάλλον είναι ακριβώς αυτό. Η κυκλοφορία και αλληλεπίδραση μιας πολλαπλότητας σωμάτων. Ετσι, η επιδημική ή πανδημική νόσος κυκλοφορεί μέσω της ίδιας της καθημερινής κυκλοφορίας των σωμάτων που κατοικούν την πόλη. Αυτό που καθιστά ταχεία τη μετάδοση, δεν είναι μόνο η μεταδοτικότητα του μικροβίου, αλλά κυρίως τα έθιμα, οι συνήθειες, οι τρόποι ζωής και τα μέσα μεταφοράς. Όσο πιο πυκνή και ευρεία η κυκλοφορία και η αλληλεπίδραση των σωμάτων, όσο αποτελεσματικότερα τα δίκτυα της κυκλοφορίας τους, τόσο ευκολότερη η κυκλοφορία του ιού. Κατά μία έννοια, η

Η κρίση έχει φύλο;


79 απειλή είναι λιγότερο το μικρόβιο απ’ ό,τι τα ίδια τα κοινωνικά δίκτυα ή η κυκλοφορία. Όπως σημειώνει ο Eugene Thacker (2009), μια “επιδημία μπορεί να είναι επιδημία – και όχι απλώς “ενδημία”– μόνο εάν κάθε κυκλοφορία ρέει, μόνο εάν τα δίκτυα εμπορίου και ταξιδιού λειτουργούν σωστά”. Είναι οι αρμοί της κοινωνικότητας και του πολιτισμού μας που μεταδίδουν τον ιό και κάνουν αδύνατη τη χαρτογράφηση του. Η Sue Golding (1993α, σελ. 206) αποκαλεί αυτή την αδυναμία “ανέφικτη γεωγραφία”. “Ανέφικτη όχι επειδή δεν υπάρχει αλλά διότι δεν υφίσταται ακριβώς την ίδια στιγμή”. Δεν υπάρχει πόλη που να μην είναι δυνητικά πόλη του SARS-CoV-2, είναι οποιαδήποτε πόλη, ταυτόχρονα η κάθε μία και όλες μαζί. Εξαιτίας λοιπόν αυτής της αδυναμίας γεωγραφικού προσδιορισμού ολόκληρος ο πλανήτης μπήκε σε κατάσταση εξαίρεσης (κατάσταση εκτάκτου ανάγκης). Σε μια κατάσταση περιορισμού και αυτοπεριορισμού όπως μας θύμισε και ο Ιταλός φιλόσοφος Giorgio Agamben στις 2 Φεβρουαρίου του 2020. Η “εξαίρεση” δεν είναι μια λέξη που απλά εισέβαλε στην καθημερινή μας ζωή. Απεναντίας, είναι μια βίαιη και επώδυνη έξοδος από την κανονικότητα της καθεμιάς και του καθένα. “Ο Agamben χαρακτήρισε αρχικά τα μέτρα που ελήφθησαν ως υπερβολικά, ως μέτρα που οδηγούν στην επικράτηση του φόβου και του πανικού, ανοίγοντας τον δρόμο για την επιβολή μιας μόνιμης κατάστασης εξαίρεσης και για την κατάργηση της ελευθερίας, προς όφελος μιας υποτιθέμενης ασφάλειας” (Στυλιανού, 2020). Το επίδικο της τωρινής κρίσης είναι η εμφάνιση ζητημάτων στο προσκήνιο όπως δημόσιες ελευθερίες, αγαθά, χώροι, υπηρεσίες και δικαιώματα και κατά πόσο είναι ισότιμη η πρόσβαση σε αυτά. Το δικαίωμα του συναθροίζεσθαι, της εργασίας, το δικαίωμα σε στέγη, η πρόσβαση στο δημόσιο χώρο, στο δημόσιο σύστημα υγείας, σε δομές προστασίας. Κεκτημένα που έχουν τόσο απαξιωθεί και που η συνεχής απαξίωση τους στο όνομα του νεοφιλελευθερισμού μπορεί να οδηγήσει ολόκληρες κοινωνίες σε ανα περιόδους επαναλαμβανόμενη ή συνεχή κατάσταση εξαίρεσης όσο απουσιάζει η κοινωνική πρόνοια.

part 4.3.1


80

Η κρίση έχει φύλο;


81 Βιβλιογραφικές αναφορές -Κακολύρης Γ., Μια φουκωική ανίχνευση των απαρχών της διαχείρισης της πανδημίας του κορωνοϊού Covid-19 στο συλλογικό έργο Τοπικά ιθ/ Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου , επιμ. Καπόλα Π., Κουζέλης Γ. Κωνσταντά Ο., Αθήνα: Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου και Νήσος, σελ. 161-166, 2020. - Στυλιανού Α., Ο κορωνοϊός και εμείς στο συλλογικό έργο Τοπικά ιθ/ Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου ,επιμ. Καπόλα Π., Κουζέλης Γ. Κωνσταντά Ο., Αθήνα: Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου και Νήσος, σελ. 63-67, 2020. - Agamben G.,The invention of an epidemic, 2020 Αρχικά δημοσιεύτηκε στην ιταλική γλώσσα στον ιστότοπο Quodlibet. Αναδημοσιεύθηκε στα αγγλικά στον ισότοπο του European journal of psychoanalysis που φιλοξένησε κριτικές στις θέσεις του Agamben. Στις 17 Μαρτίου 2020, ο Agamben δημοσίευσε μία απάντηση στους κριτές του που εμπεριέχει διευκρινίσεις και διασαφήσεις των θέσεών του. Στο εν λόγω κείμενο ισχυρίζεται ότι το κέντρο βάρους του βρισκόταν εξαρχής στην «μετά κορωνοϊό» εποχή. (Βλ. G. Agamben, «Clarifications», European Journal of Psychoanalysis. σελ.75 - Golding S., Quantum Philosophy, Impossible Geographies and a few Small Points about Life, Liberty and Pursuit of Sex (All in the name of democracy), στο συλλογικό έργο Place and the politics of identity, επιμ.Keith M. και Pile S., Λονδίνο: Routledge, σελ. 206-219, 1993a. - Massey D., Space/Power, Identity/Difference: Tensions in the city στο συλλογικό έργο The Urbanization of injustice, επιμ. Merrifield A., Swyngedouw E., Νέα Υόρκη: New York University Press, σελ. 100-116, 1997 - Young I.M., The Ideal of Community and the Politics of Difference, στο συλλογικό έργο Feminism/ Postmodernism, επιμ. Nicholson L. J., Νέα Υόρκη: Routledge, σελ. 300-323, 1990 - Smith D. V., Πανδημία, χώρος πανικού και πανούκλα, μτφρ. Στυλιανίδης Ορέστης στο συλλογικό έργο Τοπικά ιθ/ Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου ,επιμ. Καπόλα Π., Κουζέλης Γ. Κωνσταντά Ο., Αθήνα: Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου και Νήσος, σελ. 697-701, 2020. - Thacker E., The Shadows of Atheology: Epidemics, Power and Life after Foucault, Theory, Culture and Society, Λος Άντζελες: Sage Publications, τόμ. 26, τχ. 6, σελ. 149, 2009

part 4.3.1


82

Η έμφυλη πανδημία μέσα στην πανδημία Στις γωνίες (εγκλεισμός #9) Δεν μπορείς να κλείνεις έναν άνθρωπο στο σπίτι με πρόσχημα τη σωτηρία του από το κακό, αν δεν λάβεις πρώτα αποδείξεις πως το κακό δεν βρίσκεται ήδη μέσα στο ίδιο αυτό σπίτι. Γιώτα Τεμπρίδου -Τα ιογενή “Μέσα στο πλαίσιο της πανδημίας το σπίτι αποκτά διαστάσεις και πολλαπλά σημαινόμενα. Ανάλογα τις συνθήκες ο οικιακός χώρος διογκώνεται ή συστέλλεται ενώ το δίπολο ιδιωτικό/δημόσιο σημαίνεται με την ασφάλεια και τον κίνδυνο αντίστοιχα” (Σπαθάρα, 2020). Στο όνομα της ατομικής και συλλογικής υγείας ο δημόσιος χώρος αντιμετωπίζεται ως ο υπέρτατος κίνδυνος ενώ ο ιδιωτικός ως ασφαλής ή λιγότερο επικίνδυνος στο σύνολο του. Ένα παιχνίδι των σφαιρών μεταξύ όρων και ορίων, ελευθεριών και περιορισμών, μεταξύ του μέσα και του έξω. Έννοιες επανανοηματοδοτούνται και ανασυγκροτούνται υπό την “αντικειμενικότητα” του επιστημονικού λόγου ο οποίος νομιμοποιεί τον κυρίαρχο κρατικό λόγο και επιβεβαιώνει την “κατάσταση εξαίρεσης”. Ο υποχρεωτικός εγκλεισμός παράγει μια πληθώρα διαφορετικών ερμηνειών και κριτικών θεωρήσεων στο και για το πλαίσιο της έγκλειστης καθημερινότητας αφού κάθε ενσώματη επαφή και κοινωνικότητα καθίσταται άκρως επικίνδυνη. Γι’αυτό με δεδομένο την πλήρη απαξίωση της δημόσιας υγείας το μόνο που προστατεύει είναι η αυστηρή παραμονή στη χωρική υλικότητα του σπιτιού, η οποία μετουσιώνεται στο μόνο εν δυνάμει χώρο προστασίας και πρόληψης. Ο μόνος χώρος που προσφέρει φροντίδα, ασφάλεια, προστασία και προάγει την ατομική και κοινωνική ευθύνη, γι’ αυτό “Μένουμε Σπίτι” όπως προέτρεπαν τα κυρίαρχα συστημικά μέσα. Όμως η κρατική εξουσία με τα έκτακτα νομοθετήματα φαίνεται να μην έχει λάβει υπόψη της τις διαφορετικές ταξικές, έμφυλες, εθνοτικές, ηλικιακές, κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές ορίζουσες που διέπουν την οργάνωση και λειτουργία του οικιακού χώρου, τις ενσώματες υλικότητες και βιαιότητες. Λειτουργίες που διαχρονικά παράγονται και αναπαράγονται εντός του. Το διαμέρισμα στην Κυψέλη με τον “ελάχιστο υπαίθριο χώρο, με στοιχειωδη εξοπλισμό και με υψηλό δείκτη πυκνοκατοίκησης (δηλαδή, άτομα ανά δωμάτιο)” (Βαΐου, 2020) δεν είναι το ίδιο με μια μονοκατοικία με αυλή. Γι’αυτό είναι ακραία η γενίκευση της αντικειμενικής βίωσης του χώρου που προωθείται τόσο έντονα

Η κρίση έχει φύλο;


83 μέσω των κρατικών εντολών και ειδικών. Ο παράδεισος μιας υποτιθέμενης οικιακής ασφάλειας εύκολα μετατρέπεται σε κόλαση για κάποιες/-ους. Οι συναισθηματικές εκφράσεις και πρακτικές που διαδραματίζονται εντός του οικείου χώρου δεν οδηγούν πάντα σε συναισθηματική γαλήνη, συντροφικότητα και ασφάλεια όπως στήριζε το σύνθημα “Μένουμε σπίτι, μένουμε ασφαλείς”. Η βιοπολιτική αντίληψη του χώρου της οικίας ως χώρου ακίνδυνου αποδείχθηκε εντελώς αυθαίρετη και ανυπόστατη στην έμφυλη διάσταση της αφού παρά τις τυπικές θεσμικές ρυθμίσεις και πολιτικές που έχουν νομοθετηθεί οι κυρίαρχες αντιλήψεις και συμπεριφορές εξακολουθούν να αναπαράγονται και να αναπαράγουν πατριαρχικά στερεότυπα και έμφυλη ανισότητα. Η προτροπή, που έγινε νομική και απαράβατη επιταγή, “Μένουμε σπίτι” αναδύεται δυσοίωνη ειρωνεία για τις γυναίκες (και τα παιδιά) θύματα ή δυνητικά θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Το σπίτι δεν είναι για όλες ασφαλής χώρος αφού η οικία είναι ο κατεξοχήν τόπος επιβολής της εξουσίας, του καταναγκασμού και της αναπαραγωγής σχέσεων ιεραρχίας. Εντός του εδραιώνεται ένα πεδίο μάχης όπου τα εξουσιαζόμενα σώματα είτε θα υποκύψουν στη βία αποδεχόμενα άβουλα το δυνάστη τους είτε θα αντισταθούν στην καταπίεση ακόμη και με κόστος τη ίδια τους τη ζωή. Οι οικιακοί χώροι “είναι διαποτισμένοι με άνισες κοινωνικές σχέσεις και ασύμπτωτες συμπεριφορές τις οποίες φωτίζει ο εγκλεισμός” (Λαφαζάνη, Χατζημιχάλης, 2020) σε συνδυασμό με την ενίσχυση του ακροδεξιού λόγου, την όξυνση του ρατσισμού και εθνικισμού και της ακραίας καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Η κατακόρυφη αύξηση της έμφυλης βίας δεν οφείλεται στην κοινωνική απομόνωση και τον περιορισμό, αλλά στο προϋπάρχον διαταξικό και διαχρονικά δοσμένο πατριαρχικά κοινωνικό κατεστημένο που αντιλαμβάνεται τα σώματα των γυναικών και των θηλυκοτήτων ως τόπους εκτόνωσης και βαλβίδες αποσυμπίεσης. Μέσω αυτής της παγιωμένης αντίληψης επιβεβαιώνει την κυριαρχία του ώστε να ελέγχει, να περιορίζει ή να εκ-τοπίζει τις ενσώματες θηλυκότητες στη σφαίρα του αόρατου. Θεωρεί ότι είναι αυτονόητα, εγγενές προνομιακό του στοιχείο, γι’αυτό και νομιμοποιεί τέτοιες συμπεριφορές με τη δικαιολογία των πρωτόγνωρων κοινωνικών συνθηκών. “Ο όρος ενδοοικογενειακή βία συνιστά αποκρυπτικό όρο” (Σπαθάρα, 2020) αφού αναφέρεται σε μια βία ενδημική, εν-τοπισμένη, που χρήζει εξατομικευμένη αντιμετώπιση και προσέγγιση και όχι ως βία που συναρθρώνεται έμφυλα και με πολλαπλές εκφάνσεις στην καθημερινή πρακτική. Ο χωρικός της προσδιορισμός

part 4.3.2


84 την εκ-τοπίζει από το πεδίο του πολιτικού και δημόσιου λόγου αναγάγοντας την σε ιδιωτική, προσωπική υπόθεση, “κεκλεισμένων των θυρών” παραγκονίζοντας ότι “το προσωπικό είναι πολιτικό”. Έτσι μετατρέπεται σε εξαίρεση από τη γενικότερα ασκούμενη έμφυλη βία. Παρουσιάζεται “ως απόρροια δήθεν διαταραγμένων, ανέργων, ζηλιάρηδων και βαθιά ερωτευμένων συζύγων και συντρόφων” (Σπαθάρα, 2020), πρώην και νυν, που όμως είναι “καλά παιδιά”. Έτσι για μια ακόμη φορά η πατριαρχική κοινωνία λειτουργεί αποποιητικά και κανονικοποιώντας τη βία. Στην πραγματικότητα όλο αυτό το διάστημα εντός της πανδημίας του SARS-2 εξελίσσεται με ιδιαίτερα ραγδαίο ρυθμό μια έμφυλη πανδημία με αποκορύφωμα τις χιλιάδες γυναικοκτονίες που σημειώνονται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Γι’ αυτό τα φεμινιστικά και Λ.Ο.Α.Τ.Κ.Ι. κινήματα υπερασπιζόμενα το ζήτημα της έμφυλης βίας διεκδικούν την πολιτικοποίηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας και απαιτούν να εδραιωθεί από το σύγχρονο δίκαιο η έμφυλη βία ως σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων φωνάζοντας “Δεν είμαστε όλες εδώ, λείπουν οι δολοφονημένες”, “ούτε μία λιγότερη”.

“Δεν είμαστε όλες εδώ, λείπουν οι δολοφονημένες”, “ούτε μία λιγότερη”: Συνθήματα που ακούγονται στις διαμαρτυρίες και πορείες των φεμινιστικών οργανώσεων στην Ελλάδα και την Αργεντινή αντίστοιχα. Στις 28 Νοεμβρίου 2018 η 21χρονη Ελένη Τοπαλούδη βιάστηκε ομαδικώς και δολοφονήθηκε από το Μανώλη Κούκουρα και τον Αλέξανδρο Λούτσαϊ στο νησί της Ρόδου. “Δεν είμαστε όλες εδώ, λείπουν οι δολοφονημένες” φωνάζουν από τότε για όσες και όσα δολοφονήθηκαν και θα δολοφονηθούν λόγω του φύλου τους. Το Μάιο του 2015 η 14χρονη Chiara Paez από την Αργεντινή δολοφονήθηκε από τον 16χρονο σύντροφό της, ενώ ήταν μόλις δύο μηνών έγκυος. Κοντά στις 300.000 γυναίκες συγκεντρώθηκαν στο Buenos Aires στις 3 Ιουνίου του 2015 και διαδήλωσαν «Ni una menos» (Ούτε μία λιγότερη), απαιτώντας καμία άλλη γυναίκα να μη χαθεί στην Αργεντινή εξαιτίας της βίας που στρέφεται κατά του γυναικείου φύλου. Το κίνημα «Ούτε μία λιγότερη» διαδόθηκε σε όλη τη Λατινική Αμερική. Διαδηλώσεις κατά της έμφυλης βίας ξέσπασαν σε κάθε χώρα.

Η κρίση έχει φύλο;


85 Violence against women still too common -----> Χαρακτηριστικά στη μεγαλύτερη δημοσκοπική έρευνα που έχει διεξαχθεί παγκοσμίως για τη βία κατά των γυναικών (FRA, 2014) με τη συμμετοχή περισσότερων από 42.000 γυναικών, ηλικίας 18-74, σε κράτη μέλη της ΕΕ: 1 στις 3 γυναίκες στην ΕΕ έχει υποστεί σωματική βία από την ηλικία των 15 ετών και άνω 1 στις 2 γυναίκες έχει βιώσει ψυχολογική βία από το σύντροφό της 1 στις 8 γυναίκες έχει υποστεί οικονομική βία από το σύντροφό τους 1 στις 10 γυναίκες έχει βιώσει σεξουαλική βία από την ηλικία των 15 ετών και άνω 1 στις 20 γυναίκες έχει πέσει θύμα βιασμού 1 στις 3 γυναίκες έχει παρενοχληθεί σεξουαλικά στο χώρο εργασίας 1 στις 5 νεαρές γυναίκες, μεταξύ 18-29 ετών, έχει παρενοχληθεί σεξουαλικά στο διαδίκτυο 1 στις 5 γυναίκες έχει βιώσει stalking 50 γυναίκες χάνουν τη ζωή τους κάθε εβδομάδα λόγω της ενδοοικογενειακής βίας στην Ε.Ε.

Βιβλιογραφικές αναφορές - Βαΐου Ν., “Μένουμε σπίτι”: συρρίκνωση του χώρου και ψηφίδες μιας δύσκολης καθημερινότητας, στο συλλογικό έργο Τοπικά ιθ/ Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου ,επιμ. Καπόλα Π., Κουζέλης Γ. Κωνσταντά Ο., Αθήνα: Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου και Νήσος, σελ. 697-701, 2020. - Λαφαζάνη Ο. Χατζημιχάλης Κ., Οι άνισοι χώροι της πανδημίας στο συλλογικό έργο Τοπικά ιθ/ Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου ,επιμ. Καπόλα Π., Κουζέλης Γ. Κωνσταντά Ο., Αθήνα: Εταιρεία Μελέτης των Επιστημών του Ανθρώπου και Νήσος, σελ. 63-67, 2020 - Σπαθαρα Ε., Είναι απαίσιο να γυρνάς σπίτι: Πανδημία, εγκλεισμός & έμφυλη βία, 07/12/2020

https://www.enainstitute.org/%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%B1%CF%80%CE%B1%CE %AF%CF%83%CE%B9%CE%BF-%CE%BD%CE%B1-%CE%B3%CF%85%CF%81%CE%BD%CE%AC%CF%82%CF%83%CF%80%CE%AF%CF%84%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CE%B7/ ,[πρόσβαση

01/10/2021] - Έρευνα της FRA: the EU’s Rights Agency με τίτλο Violence against women still too common (H βία κατά των γυναικών εξακολουθεί να είναι πολύ συχνή) , 05/03/2014 https://fra.europa.eu/en/news/2017/violence-against-women-still-all-too-common, [πρόσβαση 25/ 09/2021]

part 4.3.2


Η συρρίκνωση του χώρου παραγωγής/ αναπαραγωγής

86

Οι γυναίκες δεν πρόκειται να γίνουν ίσες έξω από το σπίτι, όσο οι άντρες δεν είναι ίσοι μέσα στο σπίτι. Gloria Steinem Κάποιες από τις παθογένειες της πατριαρχίας που αναδείχθηκαν εν καιρώ πανδημίας είναι οι υγειονομικοί κίνδυνοι, ο φόρτος εργασίας και οι προκλήσεις στην ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής. Η επιστροφή στο σπίτι, το κλείσιμο των σχολείων, η έλλειψη ιδιωτικού χρόνου, η χωρίς ωράριο τηλεργασία είναι η καθημερινότητα ενός μεσοαστικού σπιτικού. Οι δουλειές πλέον δεν έχουν ωράριο γιατί δεν έχουν χώρο, έτσι κατά τη διάρκεια των lockdowns οι γυναίκες έπρεπε να υποστηρίξουν επιπλέον ρόλους και να αναλάβουν κυρίως περισσότερες ευθύνες φροντίδας. Σύμφωνα με έρευνα του UN Women οι γυναίκες απασχολούνταν καθημερινά κατά μέσο όρο έξι ώρες περισσότερο από τους άνδρες στη μη αμειβόμενη φροντίδα των παιδιών. Στη διάρκεια της πανδημίας όμως οι γυναίκες επειδή έχουν αναλάβει μεγαλύτερο μερίδιο φροντίδας αφιερώνουν 7,7 περισσότερες ώρες την ημέρα. Αυτό αντιστοιχεί σχεδόν σε μια δεύτερη δουλειά πλήρους απασχόλησης. “Η πανδημία έχει σαφή ταξικότητα και έχει αναδείξει τις ανισότητες στον κοινωνικό, χωρικό και έμφυλο καταμερισμό της εργασίας” (Λαφαζάνη, Χατζημιχάλης, 2020). Κατά τη διάρκεια της πανδημίας στο σύνολο τους οι γυναίκες υπέστησαν μεγαλύτερες απώλειες σε θέσεις εργασίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι απορροφώνται κυρίως σε θέσεις εργασίας που απαιτούν φυσική παρουσία και σε χαμηλότερα αμειβόμενους κλάδους και επαγγέλματα. Κλάδοι όπως ο τουρισμός, η φιλοξενία, η οικιακή φροντίδα, το λιανικό εμπόριο. Παράλληλα όμως η πλειονότητα των εργαζομένων στο τομέα υγείας είναι γυναίκες με αποτέλεσμα να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό. Σύμφωνα με τη UN Women, οι γυναίκες αποτελούν το 70% των εργαζομένων στο τομέα της υγείας παγκοσμίως και υπεραντιποσωπεύονται σε επαγγέλματα σχετικά με την φροντίδα και την καθαριότητα, όπως η φροντίδα ασθενών, η νοσηλευτική και υγειονομική περίθαλψη και η μαιευτική. Η στενή επαφή με ασθενείς σε συνδυασμό με τις κακές εργασιακές συνθήκες, τα εξαντλητικά ωράρια και τις χαμηλές αμοιβές επιδεινώνουν τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης τους.

Η κρίση έχει φύλο;


87 Σύμφωνα με έρευνα του ΟΗΕ εν καιρώ πανδημίας περισσότερες γυναίκες έχασαν τη δουλειά τους και έκτοτε αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες για να βρουν νέα. Προβλέπεται το ποσοστό φτώχειας των γυναικών να αυξηθεί κατά 9,1% εξαιτίας της πανδημίας και των επιπτώσεων της. Αντίθετα, κλάδοι υπηρεσιών που δεν διαταράχθηκαν τόσο λόγω της δραστηριότητας τους, όπως οι πληροφορίες, η επικοινωνία, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και οι ασφάλειες, που απασχολούν κυρίως άντρες, είδαν αύξηση στα ποσοστά απασχόλησης. Οι συντάκτες της έκθεσης προειδοποιούν ότι οι τάσεις αυτές είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν σε χαμηλότερες συντάξεις για τις γυναίκες και να οξύνουν τις ανισότητες μεταξύ των φύλων τις επόμενες δεκαετίες. Το Παγκόσμιο Ινστιτούτο McKinsey ανακοίνωσε ότι η κρίση κατέστησε τις γυναικείες θέσεις εργασίας 1,8 φορές πιο ευάλωτες σε σχέση με εκείνες των ανδρών. Όμως αν ληφθεί άμεσα δράση για την έμφυλη ισότητα το παγκόσμιο ΑΕΠ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 13 τρισ. δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία. Όπως αναφέρει και η φεμινίστρια οικονομολόγος Μezzadri, η πανδημία αποτελεί πρωτοφανή κρίση του τομέα της κοινωνικής αναπαραγωγής. Όσο ο χώρος δράσης περιοριζόταν, τόσο τα δίπολα δημόσια/ιδιωτική σφαίρα και οικιακή/μη οικιακή εργασία απορροφούσαν το ένα το άλλο. Όσο διαστέλοταν ο χρόνος εντός του σπιτιού, τόσο αυξανόταν η κατανάλωση και η οικιακή εργασία. Σε αυτήν την συνθήκη, η έννοια της φροντίδας απέκτησε μεγαλύτερη αξία επιβαρύνοντας σαφώς περισσότερο εκείνα τα υποκείμενα που την παρείχαν και πριν. Οι γυναίκες με τους πολλαπλούς τους ρόλους, εργαζόμενες, μητέρες, σύζυγοι, κόρες έπρεπε κατά προτεραιότητα να είναι φροντιστικές και ύστερα παραγωγικές. Από τις 206 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα του ΟΗΕ μόνο 61 είχαν λάβει μέτρα ώστε να μην πέφτει όλο το βάρος της οικογενειακής φροντίδας στις γυναίκες, το οποίο είχε αυξηθεί με το κλείσιμο των σχολείων και τις οδηγίες για απομόνωση των υπερήλικων. Η αξία της φροντίδας μέσα στα πλαίσια της υποτιθέμενης ιδιωτικής σφαίρας εν μέσω πανδημίας απέκτησε κοινωνικές διαστάσεις με αποτέλεσμα την ανάγκη λήψης κρατικών αποφάσεων και δράσεων με σκοπό το δημόσιο καλό. Η μαρξίστρια φεμινίστρια ακαδημαϊκός Tithi Bhattacharya τονίζει πως η πανδημία έχει επαναφέρει αυτό που η φεμινιστική οικονομική πολιτική συζητάει από τη γέννησή της, ότι η άμισθη οικιακή εργασία συντήρησης της ζωής είναι στην ουσία της παραγωγή κοινωνικής υπεραξίας που δεν πρέπει να υποβαθμίζεται. Όπως έχει πει και η Nancy Fraser το 2019: “Οι αγώνες για την κοινωνική αναπαραγωγή είναι και ταξικοί αγώνες. Γιατί δεν μπορείς να έχεις παραγωγή και βιομηχανική

part 4.3.3


88 εργασία εάν δεν έχεις κάποιαν να επιτελεί το έργο της παραγωγής και της αναπαραγωγής των εργαζομένων, της φροντίδας για την επόμενη γενιά που θα τους αντικαταστήσει. Η κοινωνική αναπαραγωγή είναι απαραίτητη για την καπιταλιστική παραγωγή. Η εργασία που παράγει αυτούς τους ανθρώπους και αυτές τις μορφές κοινωνικότητας είναι από κάθε άποψη ίδια με την εργασία που γίνεται στα εργοστάσια”.

Στατιστικά δεδομένα για τη περίοδο της καραντίνας ----> Σύμφωνα με μια έρευνα του «Institute for Fiscal Studies» και του «UCL Institute of Education», κατά τη διάρκεια της καραντίνας οι εργαζόμενες μητέρες μπορούσαν να δουλέψουν μέσω τηλεργασίας απερίσπαστες λιγότερο από μία ώρα, ενώ οι σύζυγοί τους τρεις. Από την ίδια έρευνα προέκυψε πως οι μητέρες αφιερώνουν κατά μέσο όρο 2,5 ώρες περισσότερο από τους πατεράδες στη φροντίδα των παιδιών, όπως επίσης ότι οι μητέρες είναι κατά 23% πιθανότερο να χάσουν τις δουλείες τους εξαιτίας της κρίσης της πανδημίας. Σε μια άλλη έρευνα που διεξήχθη από τη «Women’s Budget Group» και την «Fawcett Society», το 15% των μητέρων έπρεπε να πάρουν άδεια άνευ αποδοχών σε αντίθεση με τους συζύγους τους (8%). Επιπλέον, το 57% των πατεράδων είπαν ότι είχαν τη δυνατότητα της εργασίας από το σπίτι σε αντίθεση με το 49% των εργαζόμενων μητέρων. Έκθεση που δημοσιεύθηκε στο UN Women τον Μάρτιο, χρησιμοποιώντας στοιχεία από 170 χώρες, ανακάλυψε ότι η πλειοψηφία των γυναικών πληρώνεται 16% λιγότερα χρήματα από τους άνδρες, ενώ σχεδόν μία στις πέντε έχει βιώσει ενδοοικογενειακή βία εντός του προηγούμενου έτους.

Η κρίση έχει φύλο;


89 Βιβλιογραφικές αναφορές - Ανακοινώσεις σχετικά με μελέτες του παγκόσμιου Ινστιτούτου McKinsey & Company:

https://www.mckinsey.com/about-us/new-at-mckinsey-blog/one-year-into-the-pandemic-what-does-our-women-in-theworkplace-report-say https://www.mckinsey.com/search?q=women++work+after+pandemic&pageFilter=all&sort=default&start=2

- Ανακοινώσεις σχετικά με μελέτες του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών: :

https://unric.org/el/%ce%ad%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7-%ce%bf%ce%b7%ce%b5-%ce%ba% cf%81%ce%af%cf%83%ce%b9%ce%bc%ce%bf%ce%b9-%ce%bf%ce%b9-%ce%b5%cf%80%cf%8c%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%bf%ce%b9-18-%ce%bc%ce%ae%ce%bd%ce%b5/

- Το ΒΗΜΑ Team, Κορωνοϊός – ΟΗΕ : Τα μέτρα δεν στηρίζουν τις γυναίκες, Το ΒΗΜΑ, 29/09/2020

https://www.tovima.gr/2020/09/29/world/koronoios-oie-ta-metra-den-stirizoun-tis-gynaikes/ ,[πρόσβαση

02/10/2021]. - Το ΒΗΜΑ Team, Θύματα της πανδημίας οι γυναίκες – Τι αναφέρει έκθεση της ΕΕ, Το ΒΗΜΑ, 21/03/2021 https://www.tovima.gr/2021/03/05/world/thymata-tis-pandimias-oi-gynaikes-tianaferei-ekthesi-tis-ee/, [πρόσβαση 03/10/2021]. - Δελτίο τύπου PwC Women in Work Index 2021: Υποχώρηση των γυναικείων κατακτήσεων της τελευταίας δεκαετίας στο χώρο εργασίας λόγω της πανδημίας, 08/03/2021. https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&cad=rja&uact=8&ved=2ahUKEwio9PTSrrPzAhWEzaQKHYCPA1wQFnoECAcQAQ&url=https%3A%2F%2Fwww.pwc.com%2Fgr%2Fen%2Fmedia-centre%2FWomenInWorkIndex.pdf&usg=AOvVaw1WVAThyNIC_msVYzG9-OE0, [πρόσβαση:05/10/2021].

- Η πλήρης ανάλυση του δείκτη «PwC Women» της PwC βρίσκεται: https://www.pwc.co.uk/services/economics/insights/women-in-work-index.html

Στο δελτίο τύπου αξιοποιούνται στοιχεία από έρευνες της UN Women, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) - Συνέντευξη με τη Nancy Fraser: Οι αγώνες για την κοινωνική αναπαραγωγή είναι και ταξικοί αγώνες, Κόκκινο, τχ. 13, Νοέμβριος 2019. -Bahn K., Cohen J., A feminist perspective on COVID-19 and the value of care work globally, Gender Work and Organization, 2020. - H Bhattacharya T. αναφέρεται τόσο στην οικιακή εργασία όσο και στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Βλ. Sarah, Jaffe «Social Reproduction and the Pandemic, with Tithi Bhattacharya» διαθέσιμο στο https://www.dissentmagazine.org/online_articles/social-reproduction-and-the-pandemic-with-tithi-bhattacharya

- Mezzadri A., A crisis like no other: social reproduction and the regeneration of capitalist life during the COVID-19 pandemic, Developing Economics: A CRITICAL PERSPECTIVE ON DEVELOPMENT ECONOMICS, διαθέσιμο στο https://developingeconomics.org/2020/04/20/a-crisis-like-no-other-social-reproduction-and-the-regeneration-of-capitalist-life-during-the-covid-19-pandemic/

part 4.3.3



Alain Badiou* “Η πολλαπλότητα του φεμινισμού δημιουργείται μέσα από τις κοινωνικές σχέσεις. Όπου οι ίδιες οι κοινωνικές σχέσεις είναι απρόβλεπτες. Έτσι με αυτό το τρόπο γίνεται κατανοητή η διαρκής ανατρεπτικότητα του φεμινισμού. Δεν υπάρχει ένα τέλος αλλά είναι ικανός να θέτει όλες τις κοινωνικές σχέσεις όλα τα αιτήματα που θα έρχονται. Διαρκής επανάσταση”.

the end

* - Alain Badiou, ομιλία στη Βουδαπέστη: Απομαγνητοφώνηση ντοκιμαντέρ ερτ3: τόποι ζωής, τόποι ιδεών, φεμινισμός, έτος παραγωγής, 2011. https://www.youtube.com/watch?v=ZgWTkolY_x0, [πρόσβαση: 12/05/2019].


Παράρτημα Κεφαλαίου 3

Οι κοινωνικές κατοικίες του Ernst May και η κουζίνα της Φρανκφούρτης

Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου



Παράρτημα Κεφαλαίου 3

Οικία Moller του Adolf Loos

Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου



Παράρτημα Κεφαλαίου 3

Minha Casa, Minha Vida

Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου



Παράρτημα Κεφαλαίου 3

Frauen - Werk - Stadt

Έμφυλες αναπαραστάσεις του χώρου



Οι παραπάνω εικόνες βρίσκονται στους ακόλουθους συνδέσμους: -https://en.wikipedia.org/wiki/Frankfurt_kitchen#/media/File:Frankfurterkueche.jpg -https://www.museumderdinge.org/exhibitions/permanent-collection-open-storage/frankfurt-kitchen -https://socks-studio.com/2014/03/03/i-do-not-draw-plans-facades-or-sectionsadolf-loos-and-the-villa-muller/ -https://www.themodernhouse.com/journal/house-of-the-day-villa-moller-by-adolf-loos/ -https://www.brasildefato.com.br/2019/09/03/governo-bolsonaro-corta-rdollar-19-bilhao-do-minha-casa-minha-vida-para-2020 -https://favelissues.com/2013/06/09/minha-casa-minha-vida-federal-housing-policy-in-brazil/ -https://medium.com/@natpalit/visit-to-frauen-werk-stadt-1-ec90491cf51e



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.