Αγρόν ηγόρασες;

Page 1

Αγρόν ηγόρασες; Ήγουν σκέψεις απονηούμενες και προσγειούμενες

Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής


Do little – do it Σήμερα, 20 Νοεμβρίου 2012, στα προεόρτια των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου, θα έπρεπε να σας μιλήσω για τη μάχη του Στάλινγκραντ, η οποία, από 17 τρέχοντος -εβδομήντα έτη φωτός μακριά (away) και όχι πριν (ago) - μπήκε στη δεύτερη φάση της, την επιθετική. Τρίτη μέρα σήμερα και η επέλαση των αντεπιτιθέμενων δυνάμεων του Κόκκινου Στρατού συνεχίζεται ακάθεκτη. Οι δυνάμεις αυτές τείνουν, με βάση το σχέδιο, να ενωθούν, τη δέκατη μέρα της αντεπίθεσης, στα μετόπισθεν της στρατιάς του Φον Πάουλους και να την εγκλωβίσουν μέσα στο “κέσελ”(=καζάνι, γερμ.) από όπου δεν θα γλιτώσει κανείς Γερμαναράς και, μαζί μ' αυτούς, κανείς Ούγγρος, Ρουμάνος, Ιταλός, από κείνους του εκστρατευτικού σώματος. Καζάν ντιπί, δηλαδή, και καζάν φι.πί!( Φον Πάουλους). Αντί για τον Ζούκωφ θα σας μιλήσω για τον Τζίμι Ντουλίτλ. Θα σας μιλήσω για μια αμερικανιά, από αυτές όμως τις αμερικανιές που μας αρέσουν και τις γουστάρουμε. Βρισκόμαστε λίγο πιο πέρα από το Στάλινγκραντ, στον χειμώνα του 1942. Ο Πρόεδρος Ρούσβελ ήθελε επειγόντως μιαν επιτυχία κατά των Ιαπώνων ικανή να αναπτερώσει το ηθικό των Αμερικανών. Η φρίκη του Περλ Χάρμπορ ήταν δύο μήνες φωτός μακριά τους. Οι επιτελείς γύρευαν τρόπο να πλήξουν την ίδια την Ιαπωνία, το Τόκιο πριν απ' όλα, για να δείξουν παντού ότι κανείς δεν είναι ασφαλής. Ο αντισυνταγματάρχης Τζέιμς Ντούλιτλ ανέλαβε να εκπαιδεύσει δεκαέξι πληρώματα αεροπλάνων για μια επιχείρηση βομβαρδισμού. Στις 18 Απριλίου του 1942, οι άνδρες αυτοί, κατούρησαν για να μην έχουν επιπλέον βάρος και επιβιβάστηκαν στα αεροπλάνα τους, τα “ υπερφρούρια” Β-25 Β, κι άρχισαν να απονηώνονται από τα δύο αεροπλανοφόρα που βρίσκονταν πεντακόσια μίλια ανατολικά των ιαπωνικών ακτών, στη μέση του Ειρηνικού, κατά τα λοιπά, ωκεανού. Τα είχαν μετασκευάσει έτσι ώστε να είναι όσο το δυνατόν ελαφρύτερα. Είχαν αφαιρέσει τη θωράκιση, τα εξαρτήματα που δεν θεωρούσαν απαραίτητα, είχαν αφαιρέσει ακόμα και τα πέντε βαρέα πολυβόλα της αυτοάμυνας του κάθε σκάφους και τα είχαν αντικαταστήσει με...ξύλινα. Έπρεπε να καταφέρουν να απονηώσουν τα βαριά αυτά αεροπλάνα, πλήρη φόρτου καυσίμων και βομβών, για να φτάσουν στο Τόκιο και σε κάποιες άλλες πόλεις, να ρίξουν τις βόμβες τους και να συνεχίσουν για την Κίνα όπου, υποτίθεται, θα προσγειώνονταν κακήν κακώς. Για επιστροφή και ...προσνήωση στ' αεροπλανοφόρα ούτε λόγος δεν έγινε. Ο J. Doolittle και οι άνδρες του κατάφεραν και οι Αμερικανοί ανεφώνησαν: “Doolittle – do it” !


Ντακότα ή Β-25 Β; Στο Στρατό “ντακότες” λέγαμε τους αργοκίνητους, αγύμναστους, υπέρβαρους, λουφαδόρους, στρατιώτες. Εκείνους που για διάφορους λόγους, εκτός υγείας, ήταν παροπλισμένοι και δύσκολα έπαιρναν μέρος στις πιο πολλές ασκήσεις και καθήκοντα. Κανείς δεν τους ήθελε μαζί του και όλοι προτιμούσαν να κάνουν μόνοι τη δουλειά. Κάπως έτσι είναι η οικονομία της χώρας. Σαν ένα βαρύ, δυσκίνητο αεροπλάνο που πρέπει να απονηωθεί από το αεροπλανοφόρο, στη μέση του Ειρηνικού, κατά τα λοιπά, ωκεανού, το οποίο πλέει πάση δυνάμει αγνοώντας τον “άγριο ενάντια του καιρό”. Το αεροπλανοφόρο είναι το Έθνος και η Πατρίδα. Τα καύσιμα και οι μπόμπες είναι το πνεύμα του Έθνους και της Πατρίδας. Το ζήτημα τίθεται για το αεροπλάνο: είναι μια ντακότα ή ένα Β-25 Β; Πιστεύω πως είναι το δεύτερο. Και γι' αυτό γράφω όλα τούτα ενώ τόσοι άλλοι “διεκδικούν” το δίκιο τους από τον...Γιαμαμότο, ότι ήταν πολλά σκληρός μαζί τους και τους εξουθένωσε(!)

Η τιμή του στρέμματος στον “Αγρό του Αίματος” Τα αγροτεμάχια, και τώρα ακόμα που μιλάμε, επιδοτούνται, είτε καλλιεργούνται είτε μένουν χέρσα, με 40€ το στρέμμα! Στην περίπτωση που ενοικιάζονται το ενοίκιο κυμαίνεται ανάλογα με τη φύση του αγρού. Τα ξερικά κι άγονα μπορεί να νοικιάζονται και 30€ ενώ τα ποτιστικά, στη Θεσσαλία, μαθαίνω πως νοικιάζονται 60€. Δεν είναι λίγοι αυτοί που προτιμάνε να τα έχουνε χέρσα και να παίρνουν όλη την επιδότηση. Αν, ο αγρότης, εμπλακεί σε κάποια καλλιέργεια, ενδεχομένως, να “μπει και μέσα”. Να μη βγάλει δηλ. τα έξοδά του και να χάσει μέρος της επιδότησης ή και όλη την επιδότηση. Πώς γίνεται αυτό το “κατόρθωμα”; α) Τα προϊόντα “δεν έχουν τιμές”! Πχ το στάρι, ενώ είναι πολύ καλό ποιοτικά δεν πάει πάνω από 0,25€. β) Τα κόστη των διαφόρων συντελεστών της παραγωγής είναι μεγάλα και δεν κυμαίνονται όπως οι τιμές του τελικού προϊόντος (σπόροι, εργαλεία, όλα εισαγωγής). Όταν κυμαίνονται, όπως το πετρέλαιο (κι αυτό, φυσικά, εισαγωγής), το όφελος είναι αμελητέο. Γενικά η διακύμανση έχει την τάση να ανεβαίνει κάθε τόσο σε άλλο επίπεδο. γ) Το “κόστος” αναπαραγωγής της αγροτικής ικανότητας προς εργασία (η “εργατική δύναμη” του αγρότη) βρίσκεται στα ύψη του “βιοτικού επίπεδου” που βέβαια διαμορφώνεται από τον καπιταλισμό και για τον καπιταλισμό (το “ιδανικό πρότυπο” που λέει ο Θ. Ι. Ζιάκας στον “Πατριδεγωφάγο”, Εκδ Αρμός). Συνεπώς, όταν ο αγρότης θέλει τόσο μετρητό “για να σταθεί” στην κοινωνία του χωριού -είμαστε και ψωροπερήφανοι, τρομάρα μας φυσικά “δεν βγαίνει” όταν καλλιεργεί ό, τι κι αν


καλλιεργεί. Εδώ αγγίζουμε τον Κ. Καραβίδα που σε πείσμα όλων και προς δόξαν(!)δόξα =φανέρωση- του Σόιμπλε ισχυρίζεται πως η κάθε κοινωνία, ανάλογα με την παραγωγή και το επίπεδο που βρίσκεται αυτή, διαθέτει ένα όριο πολυτέλειας πέρα από το οποίο δεν μπορεί να πάει χωρίς να κινδυνεύει να χάσει την ελευθερία της. Το να αυξήσει αυτό “το όριο πολυτελείας”, είναι πέρα για πέρα θεμιτό αρκεί βέβαια να προσαρμόζει κάθε φορά ανάλογα και το παραγωγικό της τοιούτο. Κι αφού το κάνει αυτή την προσαρμογή, τότε, με τους πνευματικούς της ανθρώπους μπροστά-κι όχι τα “δημοσιογράφα”(μνήσθητι Μαλβίνα Κάραλη) και τους “πολιτικούς”-θα κάτσει να λογαριάσει “τι εστί πολυτέλεια”. Με δεδομένη, τέλος, την έκλειψη του “παραγωγικού πολυωνύμου”, το γεωργικό παραγωγικό κύτταρο δεν έχει εφεδρείες. Δεν έχει εφεδρικούς πόρους από όπου θα μπορούσε να καλύψει μέρος του κόστους της αναπαραγωγής του. Δεν έχει δικούς του σπόρους, όπως είχε παλιά, αλλά τους αγοράζει. Δεν έχει δικό του τρόπο λίπανσης αλλά τον αγοράζει. Δεν έχει δικά του εργαλεία άροσης αλλά τα αγοράζει. Δεν έχει δικά του μέσα συλλογής της σοδειάς αλλά τα αγοράζει...κ.ο.κ. Δεν έχει δικά του ξύλα να ζεσταθεί αλλά αγοράζει όλες τις μορφές της ενέργειας που χρησιμοποιεί. Δεν έχει γάλα για τα παιδιά του αλλά το αγοράζει. Δεν έχει αλεύρι για το ψωμί αλλά αγοράζει το ψωμί... Παρά ταύτα, κάνω λόγο για “έκλειψη του παραγωγικού πολυωνύμου”.Ή, για να είμαστε συμβατοί με τον Κ. Καραβίδα 1, κάνω λόγο για “νεκροφάνεια του παραγωγικού πολυωνύμου”. Κι αυτό γιατί, ακόμη και σήμερα, ο γεωργός και ο κάθε παραγωγός, για να υπάρχει σαν τέτοιος, μετέρχεται διαφόρων τεχνών και πατεντών. Η ιστορία του παραγωγικού του κυττάρου είναι μια εποποιία, όχι μόνο των τρόπων να ανακαλύπτει “νερό μέσα στην έρημο”αλλά και των τρόπων να “ανακαλύπτει τον τροχό” της δική του κλίμακας. Είναι μια εποποιία εν σμικρώ, συσπειρωμένη και συμπτυγμένη σε δύο διαστάσεις. Περιμένει να δημιουργηθούν οι συνθήκες για να αναπτυχθεί και να βλαστήσει....κόκκος σινάπεως... “ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ· ὃ μικρότερον μέν ἐστι πάντων τῶν σπερμάτων, ὅταν δὲ αὐξηθῇ, μεῖζον πάντων τῶν λαχάνων ἐστὶ καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε ἐλθεῖν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ κατασκηνοῦν ἐν τοῖς κλάδοις αὐτοῦ”. Είναι μια εποποιία της προσωπικής και της συλλογικής ανθρώπινης προσπάθειας στη μικρή κλίμακα, του επικεφαλής και των συνεργατών του, της “οικογένειας”, με την αιματολογική αλλά και την ευρύτερη έννοιά της...ότι, και στον πόλεμο και στην ειρήνη, “γενιά μας”και “παιδιά μας” και “φαμέγιους”και “ψυχογυιούς” και “παλληκάρια” λέγαμε τους ανθρώπους που δουλεύαμε μαζί. Ο δε σεΐζης του Γύφτου αράπης ήτανε...τ' ακούς Μπαρμπαρούση;

1 Ο Καραβίδας το παρομοιάζει με ζωντανό οργανισμό, σαν “χιλιόψυχο και πολύμορφο ζώο”.


Ο φόρος του αίματος και του ιδρώτα Για τη φορολόγηση των αγροτεμαχίων και στο φως των παραπάνω επισημάνσεων έχω να πω ότι: Εφόσον πια και το χωράφι που κάθεται ακαλλιέργητο έχει κόστος (φόρο), ευθύς εξαρχής μειώνεται η επιδότηση η οποία μέχρι τώρα έμπαινε ολόκληρη στην τσέπη. Το γεγονός αυτό, ενδεχομένως, να δημιουργήσει αντίρροπες τάσεις. Ενδεχομένως κάποιοι ν' αρχίσουν να το ψάχνουν έτσι ώστε να βρουν τους τρόπους που συμφέρει να καλλιεργούνται τα χωράφια αντί να κάθονται. Τις προάλλες μου ετέθη ένα ερώτημα για την φορολόγηση των αγροτεμαχίων, Έμεινε μετέωρο γιατί το εξέλαβα ως πρόφαση εν αμαρτίαις. Είναι αυτό που πας να κάνεις κάτι και οι άλλοι σου προτάσσουν όλες τις δυσκολίες, υπαρκτές κι ανύπαρκτες. Αν δεν αφήσεις πρώτα το μυαλό σου να απονηώσει το Β-25 Β δεν θα απονηωθεί ποτέ μαρσάροντας τις δικές του μηχανές. Μερικοί άνθρωποι επιδίδονται σε αυτό ακριβώς: να μη τολμήσουμε να απονηώσουμε το μυαλό μας. Είτε γιατί θέλουν να κάνουν τον έξυπνο (σφήκες) είτε γιατί έχουν μάθει να συλλέγουν το κακό (μύγες). Καλό είναι να έχουμε υπόψη αυτή τη “διαστροφή” των ανθρώπων της πιάτσας οπότε παραθέτω τη σχετική πείρα. Όταν είναι να κάνεις μια δουλειά και φωνάζεις τον ειδικό (μπορεί να είναι από μάστορας μέχρι μεταφορέας) του εκθέτεις τι θέλεις να κάνεις. Αν σταματήσεις εκεί, δεν υπάρχει πρόβλημα. Όλοι αρέσκονται να πουλάνε “γουρούνι στο σακί”. Αυτός θα σου πει πόσο κάνει η δουλειά του και συ δέχεσαι ή δεν δέχεσαι. Αν όμως εσύ, που δεν σ' αρέσει να αγοράζεις “γουρούνι στο σακί”, περάσεις στο “πώς” θα κάνει τη δουλειά, τότε τα πράγματα ζορίζουν. Γιατί, και μέσα στα χωράφια του μπαίνεις και τον δυσκολεύεις, και μέσα στο πνεύμα της “κοστολόγησης”, εκ των πραγμάτων, μπαίνεις και του δημιουργείς κίνδυνο διαφυγής κέρδους. Υπό το κράτος της απειλής αυτής αρχίζει να σου παριστάνει τα πράγμα δύσκολα. Εσύ του προτείνεις λύσεις πρακτικές, εύκολες και φθηνές, αφού εσύ πληρώνεις και θέλεις να γίνει η δουλειά ωραία και γρήγορα και φθηνά. Αυτός αποκρούει όλες τις προτάσεις ποντάροντας στο ότι τον έχεις ανάγκη. (Έτσι νομίζει και έτσι είναι πολλές φορές). Τελικά, ο μάστορας που έχεις καλέσει για να σου λύσει το πρόβλημα, σου έχει δημιουργήσει σωρό προβλημάτων και επιπλέον δαπάνες. Έχει γίνει μέρος του προβλήματος! Γενικά μιλώντας, η τάση αυτή, να φουσκώνουνε τα “κόστη”για να σε κάνουν να πιστέψεις ότι ο μπούφος είναι αηδόνι και άρα να τον πληρώσεις για τέτοιο, είναι ίδιον της σημερινής φάσης του καπιταλισμού και βέβαια δεν αφορά μόνο ούτε κύρια τους μαστόρους ούτε μόνο ούτε κύρια τους παραγωγούς. Αφορά και τους εμπόρους και τους παρέχοντες κάθε είδους υπηρεσία. Έτσι, προκειμένου να σου πάρουν τα τέσσερα (4) ευρώ, είναι πρόθυμοι να σου φέρουν στο τραπέζι, εκτός από τη χλίδα του μαγαζιού, τον καφέ, το μπισκοτάκι, το κέϊκ, την καραμέλα και, φυσικά, το ...χαμόγελο της δεσποινίδος που σερβίρει όλα αυτά. Συμπέρασμα: Καθόλου δεν τους νοιάζει το κόστος του καφέ! Γιατί, μαζί με όλα τα συμπαρομαρτούντα, το κόστος παραμένει ασήμαντο. Εκείνο που τους νοιάζει είναι η “κατά κεφαλήν είσπραξη”. Αυτά για όσους


κόπτονται ότι τα χαράτσια τα βάζει μόνο το κράτος. Χαράτσι εν ετέρα μορφή είναι και ο έλεγχος της συσσωρευμένης, από την ανθρωπότητα, γνώσης. Ο εγκιβωτισμός της, από τους λίγους, και η εμπορευματοποίηση έναντι αδράς αμοιβής. Έχοντας ιδιοποιηθεί με το άστε ντούε όλη τη γνώση υποβάθρου της ανθρωπότητας, υποκλέπτοντες την άγνωστη γνώση των παραδόσεων όλων των λαών της γης ακόμα και των “πρωτόγονων”της ζούγκλας του Αμαζονίου, επικαλούμενοι τις δικές τους ερευνητικές προσπάθειες, επιβάλλουν “πνευματική ιδιοκτησία” στο “μέσον παραγωγής” που λέγεται γνώση και μέρα με τη μέρα αποκτά αύξουσα στρατηγική σημασία. (βλέπε Θ.Ι. Ζιάκας, Πατριδεγωφάγος, Εκδ, Αρμός, σελ. 194) Ήδη στη Γαλλία, στη χώρα του Διαφωτισμού και της Δημοκρατίας, η πατροπαράδοτη παραγωγή λιπάσματος από τσουκνίδα είναι στην παρανομία ενώ θεσπίστηκε νόμος που απαγορεύει την χρήση μη πιστοποιημένων σπόρων και φυτών. Οπότε δεν μου έκανε καμία έκπληξη όταν είδα στην τηλεόραση τον παλιό συνεργάτη της Ντόρας και τώρα καλλιεργητή σαλιγκαριών Θ. Κασίμη, να επιμένει στην πιστοποίηση ακόμα και των στεγάστρων της καλλιεργητικής μονάδας. Οι νεοφιλελεύθεροι, δεν έχουν πρόβλημα με το κράτος επειδή θέλουν περισσότερη ελευθερία. Έχουν πρόβλημα με το κράτος διότι θέλουν να ενσωματώσουν μέρος των λειτουργιών του -μέρος του κράτους (=δύναμη) - στις επιχειρήσεις τους. Θέλουν να κάνουν αυτοί, όπως τους συμφέρει, αυτό το οποίο έκανε το κράτος και πολλές φορές δεν τους συνέφερε. Στο νέο αυτό πεδίο αντιπαράθεσης προσιδιάζουν διαφορετικά από τα μέχρι σήμερα όπλα αφού το μέσον δεν αγιάζεται από τον σκοπό αλλά, αυτά τα δύο, οργανικά αλληλοκαθορίζονται και αλληλοπεριχορούνται. Νέες μάχες με νέες τακτικές. Η πάλη για την ελευθερία, από τους δρόμους των πόλεων περνάει στα κατά τ(ρ)όπους παραγωγικά κύτταρα, στα του καθ' ημάς τ(ρ)όπου παραγωγικά πολυώνυμα. Το έχουμε γράψει κι αλλού, η πάλη για την εξουσία, η πάλη υπέρ της ελευθερίας ή των άλλων αρχής, περνάει από τους δρόμους στα χωράφια και στα εργαστήρια, από την τερατούπολη στο τερατοχωριό που πρέπει να γίνει “Πόλις”. “...το ένα ζώο μάχεται με τα κέρατα το άλλο με τα δόντια, το λιοντάρι με τη δύναμι και με την σβελτάδα, η αλεπού με την υπεκφυγή και με την πονηριά. Βέβαια ο καθένας μπορεί να διαλέγη ό,τι του αρέσει, αλλά το επ' εμοί, επειδή με συμβουλεύετε «ν' αφήσω τη δική μου συστηματική λογική και να προσέξω περισσότερο τον κοινόν νουν των ευρωπαϊκών λαών», σας λέω καθαρά ότι αυτό βρίσκω πως είνε το ουσιαστικό δίδαγμα της πείρας και των άλλων αλλά και των δυτικών επίσης λαών, το ότι δηλαδή, αν και όλα τα σαμάρια είνε καμωμένα από το ίδιο υλικό, όμως ο κάθε γάιδαρος πρέπει να φορά το δικό του σαμάρι και ο κάθε άντρας να δείχνεται ό,τι είνε και όχι ό,τι δεν είνε, «κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και τάξι» λέει ο λαός, κύριε Γιαννιέ· κι εγώ επιμένω πως η ομοιομορφία του πολιτισμού δεν μπορεί νάνε γενική και απόλυτη· υπάρχουν για κάθε ώρα ωρισμένα όρια στο είδος της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, ωρισμένες παραδόσεις λιτότητας η πλούτου, απλότητας ή συνθέσεως, γενικά (ορισμένες μορφές οργανώσεως της όποιες δεν μπορεί να υπερβή, χωρίς τον


κίνδυνο πρόωρης εξαντλήσεως και διαφθοράς ηθικής και υλικής...” (K. Καραβίδας) (εδώ η συνέχεια)

Η “διεθνής”των ημετέρων μεσαζόντων Περισσότερο από τα διεθνή κέντρα που εχθρεύονται την κατάργηση των μεσαζόντων κινδυνεύουμε από τα δικά μας. Πολλά χρόνια τώρα θεωρώ την “λαϊκή αγορά” μιαν απάτη και μισή. Η “λαϊκή” υποτίθεται ότι είναι αυτό το πράγμα: έρχονται οι παραγωγοί και πουλάνε στους ανθρώπους της πόλης κατ’ ευθείαν! Χώρια που δεν γίνεται αυτό -και είναι οι πιο πολλοί “έμποροι”, αρπακτικά δηλαδή - αν τολμήσει κάποιος να “χτυπήσει” τις τιμές, τον φάγανε ζωντανό. Αυτό μαρτυράνε όσοι έχουν εντρυφήσει στη “λαϊκή” και είναι πελάτες της. Εγώ ούτε να πατήσω δεν θέλω. (αυτό σχετίζεται και με τον τρόπο προμήθειας τα του οίκου που έχω υιοθετήσει: πολλές μικρές προμήθειες και όχι λίγες μεγάλες για να αποφεύγεται η “φύρα του ψυγείου”-παίρνουμε για να έχουμε και στο τέλος δεν έχουμε γιατί εν τω μεταξύ χαλάσανε. Κι αν έχουμε, εν τω μεταξύ...ακριβύνανε αφού η τιμή κτίσης επιβαρύνθηκε με την “φύρα του ψυγείου”). Συμπέρασμα: Αντί οι δήμοι να οργανώνουν αυτά τα επαίσχυντα παζάρια - επαίσχυντα πρώτα πρώτα γιατί είναι γεμάτα υποκρισία προϊόντων χωρίς μεσάζοντες καλό είναι να εξυγιάνουν τις “λαϊκές”. Κάτι ανάλογο με τις “λαϊκές” γίνεται σε όλες τις οργανωμένες αγορές. Πιστεύεται ότι στην Βαρβάκειο αγορά επικρατεί ελεύθερος ανταγωνισμός και ότι οι τιμές διαμορφώνονται από το “αόρατο χέρι” του Αδάμ Σμιθ το οποίο, αν και έχει πεθάνει ο κάτοχός του, παραμένει ζωντανό; Το μόνο χέρι που μπορεί να βρει κανείς σε αυτές τις αγορές είναι το χέρι των “τσάτσων” που μεταλλάσσονται πρωτεϊκώ τω τρόπω, παίρνοντες διάφορες μορφές κι ονόματα, χειραγωγούντες και χειροκροτούντες αναλόγως. Για τον βάρβαρο τρόπο ελέγχου της αγοράς είπαμε. Να πούμε τώρα για τον σοφιστικέ τρόπο. Αντίθετα με ό, τι πιστεύεται από τους νεοφιλελεύθερους, τους τάχα αντικρατικιστές και στην ουσία κρατολάγνους (δεν είναι παραδοξολογία) 2, που με έναν εντυπωσιακό τρόπο περιορίζουν το φαινόμενο της μίζας μόνο στο κράτος, η αγορά γέμει μίζας και λαδώματος! Θεσμοθετημένης μίζας και “νόμιμου”λαδώματος. Αυτά να τα ακούνε οι θεσμολάγνοι κάθε λογής που βάζουν το κάρο πριν από το άλογο, φτιάχνουν το σαμάρι χωρίς να έχουν τον γάιδαρο και την αυγοθήκη χωρίς το αυγό. Λίγο παλιότερα, για να “μπεις” σε μια αλυσίδα λιανικής, έπιανες τον υπάλλ ηλο “αγοραστή”3 και, είτε μετρητοίς είτε επί πιστώσει, σου έδινε θέση στο ταράφι. Είτε μετρητά είτε με άλλους είδους χάρες, τα βρίσκατε. Μετά, τα αφεντικά πονήρεψαν. 2 Οι νεοφιλελεύθεροι μπορεί να θέλουν “λιγότερο κράτος” στην κορυφή της οικονομίας αλλά θέλουν, και σε μεγάλο βαθμό το έχουν πραγματώσει, “παντού κράτος” στα σπλάχνα της οικονομίας: στις επιχειρήσεις και, κυρίως, στις σχέσεις των διαφόρων “συντελεστών της παραγωγής”. 3 “αγοραστές” λένε του υπαλλήλους εκείνους του τμήματος προμηθειών της επιχείρησης λιανικού ή χονδρικού εμπορίου που διενεργούν τις διαπραγματεύσεις με τους πωλητές.


Κάθισαν και βρήκαν τρόπους να παίρνουν αυτοί τη μίζα αντί να την αφήνουν στον υπάλληλο. Αυξήθηκε και ο ανταγωνισμός για το “ταράφι Ελλάς” και οι αλυσίδες έπρεπε να βγάλουν από τη μύγα ξύγκι. Στην αρχή πουλούσαν το ίδιο το ράφι...τόσο το τρέχον μέτρο. Άρχισαν δηλαδή από έμποροι να γίνονται...γκαλερίστες(!) Ζούσαν από την ενοικίαση του..εκθεσιακού τους χώρου και τσοντάριζαν το εμπορικό κέρδος. Μετά, γίνανε...διαφημιστές(!) Πουλούσαν διάφορα άλλα πράγματα όπως τον τετραγωνικό πόντο στο έντυπο των προσφορών που έστελναν στους πελάτες τους. Μίζα στο τετράγωνο, δηλαδή! Μία μίζα για να είσαι στο μαγαζί το μεγάλο και άλλη μία για να είσαι στο μαγαζί το μικρό. Αυτό είναι η “προσφορά” που κάνει ο μεγάλος μεσάζων στον μικρό. Τον λαδώνει για να ψωνίσει από εκείνον και όχι από τον άλλον. Χωρίς, βέβαια, να μειώνει το δικό του μικτό κέρδος αλλά μειώνοντας το μικτό κέρδος του παραγωγού. Είπα ότι είναι στο τετράγωνο η μίζα αλλά μάλλον είναι στον κύβο. Γιατί υπάρχει και άλλη μία μίζα: προς τον “αγοραστή”! Τον υπάλληλο, δηλ, που κάποτε λάδωνες εσύ, τώρα τον λαδώνει το αφεντικό. Ένα περίπλοκο σύστημα “μπόνους” και “στόχων” κρατάει τα πράγματα υπό έλεγχο. Για κάθε συμφωνία που κλείνει ο “αγοραστής”- στην ουσία είναι απλώς ένας διαπραγματευτής ή ακόμα χειρότερα ένας δραγάτης για την τρομοκράτηση των παραγωγών- για κάθε “παροχή” που εξασφαλίζει με τη νέα συμφωνία, με κάθε αδικία που γίνεται σε βάρος του παραγωγού, ένα ποσό μπαίνει στον κουμπαρά της επιπλέον αμοιβής του. Γι’ αυτό τον έκοψε κρύος ιδρώτας τον αγοραστή του ΜΑΚΡΟ όταν στις αρχές του 2010 του ανακοίνωσα επί τόπου ότι δεν τους πουλάω με τους ίδιους όρους που επιμένανε να τους πουλήσω. (Έδινα κάθε χρόνο 4.000€ “για το έντυπο” και εκείνη τη χρονιά δεν ξέραμε αν ο τζίρος θα είναι τόσος. Η Γερμανίδα-μαμά όμως δεν διαπραγματευότανε καινούργιους “κρισιακούς” όρους). Εγώ απέφυγα τη σίγουρη ζημιά χάνοντας, φυσικά, τη θέση μου στο ράφι που την ακριβοπλήρωνα χρόνια. Για τη ΜΑΚΡΟ, το διαφυγόν κέρδος ήταν μικρό. Για τον “αγοραστή” ήταν μεγάλο. Ηθικά όμως η ζημιά ήταν και για τους δυο σημαντική γιατί τα δικά μου προϊόντα ήταν ανοδικά σε μιαν αγορά ομοειδών προϊόντων που επί χρόνια ήταν πτωτική. Αποθανέτω η ψυχή του Σαμψώνπαραγωγού μετά των αλλοφύλων Γερμανών αφίλων... Με τούτα και με τ' άλλα, ο παραγωγός που με το μυαλό του σκέφτεται “αγγέλους” και με τα χέρια του τους φτιάχνει, καταλήγει να ενεργεί και να συμπεριφέρεται σαν δημόσιος υπάλληλος(!) Πώς να ήτανε να του εξασφαλίσουμε έναν μισθό, πείνας έστω, για να μπορεί να ασχοληθεί απερίσπαστος με το παραγωγικό του έργο-μεράκι. Ένα μεγάλο μέρος της αδημονίας “να πάρω την σύνταξη”οφείλεται στο μεράκι αυτό”, στην “αυθυπερβατική τάση” της ψυχής του ανθρώπου, όπως λέει ο δάσκαλος που πάντα τον έχουμε στο νου μας. Να έχω χρόνο, να γυρίσω στο χωριό, να μαστορεύω στο πατρικό μου, να μαζεύω ελιές, πορτοκάλια, να πάω για ψάρεμα, για κυνήγι ....Το άλλο μέρος οφείλεται στο μεράκι του καφενέ και στο σχετικό “καπετανάτο”, στην “αυτοεπιβεβαιωτική τάση” της ψυχής του ανθρώπου. Αλλά γι' αυτό θα μιλήσουμε εκτενώς άλλη φορά.


Και παπάς παπάς και ζευγάς ζευγάς Πέρα όμως από τις κάθε είδους μαφίες που ελέγχουν την αγορά, με σοφιστικέ αλλά και με βάρβαρους τρόπους, υπάρχει και η αποστροφή του παραγωγού για το εμπόριο. Αν και παράγει πράγματα και ενώ αυτό του δημιουργεί την τάση να τα παρουσιάσει ο ίδιος στην αγορά και να τα υποβάλλει στη δοκιμασία της ώστε να δρέψει οικονομικούς και άλλους καρπούς, τελικά, αποστρέφει το πρόσωπό του. Τη χαρά της επαφής με τον πελάτη την εκχωρεί, μετά χαράς, στον μεσάζοντα. Γιατί; Γιατί ο παραγωγός, ο μόνος κατάλληλος για να προωθήσει το προϊόν του, σιχαίνεται την αγοραπωλησία; Οι εξηγήσει που έχω δώσει (ή μερικές τουλάχιστον) είναι οι εξής: α) Η αγορά έχει γίνει πολύπλοκη, με γραφειοκρατικές διαδικασίες και όχι μόνο, και αποσπά τον παραγωγό από την έτσι κι αλλιώς πολύπλοκη παραγωγή. Αφήνει τον γάμο για τα πουρνάρια. Αυτό όμως δεν είναι η πιο ανυπέρβλητη δυσκολία. β) Η αγορά και οι παράγοντές της, τα “δίκτυα πωλήσεων”, (ήγουν η “καρδάρα”) αξιώνει να προσποριστεί το μεγαλύτερο κομμάτι της προστιθέμενης αξίας (ήγουν του “γάλακτος”). Όπως έχουμε πει κι αλλού, η καρδάρα πληρώνεται πολύ πιο καλά από το γάλα. Αυτό ο παραγωγός δεν το αντέχει! Υποστρέφει και συρρικνώνεται στο καβούκι του, πράγμα ό, τι χειρότερο. Την υποστροφή αυτή την αγαντάρει και η ανυπαρξία εναλλακτικών λύσεων (μέχρι τώρα τουλάχιστον). Αν έχω 500 κιλά γάλα την ημέρα, τι να το κάνω; Αν δεν το δώσω στον έμπορο με μειωμένο κέρδος θα πρέπει να τα πουλήσω σε πολλούς πελάτες που βρίσκονται μακριά από τη στάνη! Τρέχα γύρευε! Τρίτη...λύση είναι πως σε μερικές ώρες το γάλα θα χαλάσει! Να που μπορούν να ανοίξουνε θέσεις εργασίας... μικρές μονάδες παστερίωσης, μικρά οικιακά τυροκομεία, μικρές μονάδες ζυμαρικών κοκ. Εδώ είναι που ο τσομπάνης πρέπει να γίνει επιχειρηματίας, όπως ήτανε όταν δεν υπήρχε η ΦΑΓΕ αλλά υπήρχε πραγματική φέτα και η παραγωγή της ήταν καθετοποιημένη. Ενισχυτικό των παραπάνω είναι το γεγονός ότι οι αγροτικές επιχειρήσεις και γενικά οι παραγωγικές επιχειρήσεις ευημερούν όταν υπάρχει κάποιος “εμπορικός νους”στην οικογένεια ή στην ομάδα των συνεταίρων. Τότε μοιράζονται οι ρόλοι. Κάποιος παραμένει παραγωγός και κάποιος μεταλλάσσεται σε έμπορο. Έμπορος γίνεται αυτός που αντέχει την αδικία του “καρδάρα” και μπορεί να βρίσκει τρόπους να την υπερφαλαγγίσει. Αυτός που μετατρέπει το “όπου τον πιάσεις τον πελάτη” σε πολεμικό παίγνιο και “επιχείρηση γοητείας”. (Θυμόσαστε την συμβουλή του ΖορόΆντονι Χόπκινς στον Ζορό-Αντώνιο Μπαντέρας όταν τον προπονούσε για την επίσκεψη στο παλάτι του δον όπου θα γνωρίσει την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς;) γ) Ακριβώς γιατί η “καρδάρα” έχει αποκτήσει πόντους έναντι της παραγωγής, ο “καρδάρας” έχει γίνει αλαζόνας. Οι πόντοι αυτοί πολλαπλασιάζονται και από το γεγονός της υπερπληθόρας προϊόντων, εισαγομένων κυρίως, και της αντίστοιχης ξενομανίας. Μαζί τους πολλαπλασιάζεται και η αλαζονεία. Μπαίνεις στο μαγαζί του,


στην ουσία για να του δώσεις κέρδος και “μεροκάματο” αφού εσύ παράγεις, εσύ ξέρεις να φτιάχνεις, και σε αντιμετωπίζει σαν να του ζητάς ελεημοσύνη. Αυτό ισχύει για όλους τους κρίκους του εμπορίου, λιανικού τε και χονδρικού. Εξαίρεση αποτελούν μόνο κάποιοι θύλακες όπου πιστεύουν ακόμα ότι το εμπόριο είναι “καλή αγορά παρά καλή πώληση” και ότι ο “προμηθευτής είναι πιο σημαντικός στον έμπορο από τον πελάτη, ο οποίος θα έρθει όταν διαθέτεις καλό εμπόρευμα”. Έχω υπόψη μου και μεγάλες αλυσίδες λιανικού εμπορίου, ελληνικές, που χάρη στους φορείς τους και γενικά στην ηγετική τους ομάδα, διασώζουν πολλά από τα πράγματα που προαναφέραμε. Κάτι τέτοια, σταλινγκράντια, προγεφυρώματα πρέπει να τα κρατήσουμε και να τα διευρύνουμε μέχρι να ετοιμαστούν οι εφεδρείες, ήγουν η νέα γενιά των παραγωγών, που θα μας επιτρέψουν την αντεπίθεση, την ανατροπή, την περικύκλωση και την “καταστροφή”του αντιπάλου. Εδώ “καταστροφή” εννοείται η μετατροπή του Ολλανδού προμηθευτή σε πελάτη, του Γερμανού παραγωγού σε καταναλωτή. Αυτή, η ψυχολογική παράμετρος της σχέσης του παραγωγού με τον έμπορο, το σνομπάρισμα του πρώτου από τον δεύτερο, δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Μαζί με την ανάγκη να αυξήσει την παραγωγή για να ανταποκριθεί στα έξοδα, κάνει τον παραγωγό να εκχωρεί όσο όσο την διάθεση των προϊόντων του σε λίγους (ή και σε έναν) μεσάζοντες σιχτιρίζοντας και βλαστημώντας. Ο τρόπος πληρωμής και η ασφάλεια των πιστώσεων δεν είναι λόγος γιατί, τις πιο πολλές φορές, ο μεσάζων δεν πληρώνει καλύτερα από τους άλλους αλλά χειρότερα. (σε έχει στο χέρι). Και όπως λέει ο μπάρμπα-Βαγγέλης, παλιός έμπορος,...”από τους νοικοκυραίους χάσαμε τα λεφτά”. Εννοεί πως, εκείνος που είναι φερέγγυος απολαμβάνει πιστώσεις από τον προμηθευτή, και μετά, “όταν το εμπόριο αρρωσταίνει” -και αρρωσταίνει πάντα χωρίς όμως να πεθαίνει- δημιουργούνται χασούρες.

Από πού ν' αρχίσουμε; Υπάρχει η άποψη ότι η επιστροφή στην επαρχία είναι “ο σώζων εαυτόν σωθήτω”. Σίγουρα είναι και αυτό. Ένας χρόνος όμως διαμονής στην επαρχία μάλλον αύξησε την κοινωνικότητά μου παρά την μείωσε. Εδραίωσε την πίστη ότι η λύση βρίσκεται στο “Κτίζειν πόλιν”. “Κτίζειν πόλιν” σημαίνει να κάνεις το χωριό πόλη και όχι να κτίσεις κάτι στο πουθενά. “Κτίζειν πόλιν” σημαίνει να μετατρέπεις το ζειν σε ευ ζειν, όπως φυσικά το εννοούσε ο Αλέξανδρος μιλώντας για τον δάσκαλό του και όχι όπως το εννοεί ο καπιταλισμός απλώνοντας τις ξαπλώστρες. Για να έχουμε όμως ζην πρέπει να αποικήσουμε την ύπαιθρο χώρα κι εκεί να γίνουμε οικιστές των πόλεων που θα μας εξασφαλίσουν το ευ ζην. Το ευ ζην είναι κατηγορία πνευματική και ουχί υλική ακόμα κι αν περιστρέφεται πάντα γύρω από την ύλη. Δεν είναι μόνο το “τι να κάνουμε;” είναι και το “από πού ν' αρχίσουμε;” Πέρα από τις παρεμβάσεις μου στην τοπική εφημερίδα και παρά την απουσία μου από τους καφενέδες - σνομπάρω τους “καπεταναίους του καφενέ” που έχουν πτυχία στον


μηδενισμό - πάω κάθε Κυριακή στην εκκλησία γιατί εδώ είναι όλοι γνωστοί και οικείοι οπότε μ’ αρέσει περισσότερο από την απρόσωπη Αθήνα. Συζητάω ουσιαστικά πράγματα με παλιούς φίλους. Έχω έναν “παράξενο” συγχρονισμό με κάποιους ανθρώπους και κάνει πάσες ο ένας στον άλλο, ένας το “κόβει” άλλος το “ράβει” κι άλλος το φιτίλι ανάβη....και γενικά, υπάρχει κι αυτή η μεταφυσική της ιστορίας. Χιλιάδες χέρια μένουν άνεργα. Ένας “στρατός” από ανθρώπους ακμαίους, παραγωγικούς, σχολάζει στις πόλεις. Το ζήτημα είναι “Τι θα γίνουν αυτά τα χέρια;” Πώς, επανεντασσόμενα, παραγωγικά αυτή τη φορά, στην οικονομία μπορούν να μετατραπούν στις εφεδρείες εκείνες που θα αναλάβουν την αντεπίθεση. Σε μας, στην Ελλάδα, υπάρχει η απάντηση περισσότερο από τις άλλες χώρες του καταρρέοντος καπιταλισμού και της αντίληψης του ευ ζην που οικοδόμησε. Είναι η γη και η όποια, ψιλή μεν πατρογονική δε, σχέση μαζί της. Τι δεν υπάρχει σε επάρκεια; Η γνώση και η δεξιότητα. Μας φαίνεται βουνό κάτι που μπορεί να κάνει και ο πιο χαζός άνθρωπος του κόσμου...ο Πολύφημος με το ένα μάτι και όχι με τα τρία σαν τον Τριόπα4 και τον Λιόντα τον Ληστή από την Αργαλαστή (Θετταλός κι αυτός! Τυχαίο;) από τους οποίους και καταγόμαστε. Λείπει ακόμα: α) Η περίφραξη των χώρων (στην ηπειρωτική Ελλάδα και ειδικά στους κάμπους που βρίσκονται πάνω στους οδικούς άξονες, στα νησιά είναι όλα φραγμένα από αιώνες, έτοιμα). β) Η ασφάλεια της παραγωγής και των εργαλείων από τους ληστές! Ναι, εδώ μόνο αυτό φοβόμαστε, αυτό είναι ακόμα εμπόδιο! Μπαίνουν, τα κλέβουν και χάνονται. Του ενός του κλέψανε το τρακτέρ και το βρήκε 25 μέρες μετά στον κάμπο! Ο κλέφτης όμως ήταν, φαίνεται, προκομμένος και το ήθελε για να οργώσει...Του άλλου του κλέψανε τα μανάρια. Του αφήσανε μιαν αίγα και ένα...ραβασάκι...”και πολύ σου είναι”, έγραφε. Ίσως και να ήταν πράξη αντεκδίκησης...αίγα έπαρες αίγα θα σου πάρουν... Η αστικοποίηση του χωριού και της μικρής κωμόπολης, έστειλε έξω και μακριά όλα αυτά τα εργαστήρια του παραγωγικού πολυωνύμου που επιβίωσαν. Σε περιοχές έρημες και ακατοίκητες. Σε περιοχές που κάποτε έσφυζαν από ζωή και τώρα μαραζώνουν φορτωμένες με κάθε είδους σκουπίδια και παλιοπράγματα, κάτι ανάμεσα σε λόγκο και χωματερή. Δεν ξέρω πότε θα ξαναγίνει κήπος αυτός ο τόπος. Δεν ξέρω πόση δουλειά θα χρειαστεί, πόσος κόπος και ποια κατορθώματα. Ξέρω όμως ότι αυτοί που θα το κάνουν είμαστε εμείς και ξέρω ότι από εκεί πρέπει ν' αρχίσουμε.

4 Ο Τριόπας, εκείνος που έχει τρία μάτια, είναι ο πατέρας του Ερυσίχθονα, εκείνου που έχει κοκκινίσει τη γη.


Εικόνα 1: Οι πίνακες είναι του Βάλια Σεμερτζίδη


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.