Διαγενομένου του Σαββάτου
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
"Διαγενομένου του Σαββάτου Μαρία η Μαγδαλινή και Μαρία η του Ιακώβου και Σαλώμη ηγόρασαν αρώματα ίνα ελθούσαι αλείψωσιν αυτόν......” Ο τυφλός Ιερέας, Τειρεσίας εν ετέρα μορφή, με σταυρωμένα τα χέρια που άλλοτε κρατούσαν το Ευαγγέλιο, απαγγέλει και αγγέλει το κατά Μάρκον από μνήμης! Στη Σίφνο. Στον Αρτεμώνα. Στην Παναγία την Κόχη. Ναός που οικοδομήθηκε, εν ετέρα μορφή, πάνω στον αρχαίο ναό της Αρτέμιδος. Διαγενομένου του Μεγάλου Σαββάτου, ο τυφλός Γέροντας, η σεπτή μορφή, παίρνει τη θέση του δίπλα στον εφημέριο ο οποίος με μεγάλο σεβασμό και τρυφερότητα του την παραχωρεί. “.........και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, και εξεθάμβησαν. ο δε λέγει αυταίς· μη εκθαμβείσθε· Ιησούν ζητείται τον Ναζαρινόν τον εσταυρωμένον· ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν............” "και εξελθούσαι έφυγον από του μνημείου· είχε δε αυτάς τρόμος και έκστασις, και ουδενί ουδέν είπον· εφοβούντο γαρ.......” “........Μετά δε ταύτα δυσίν εξ αυτών-των μαθητών-περπατούσιν εφανερώθη εν ετέρα μορφή, πορευομένοις εις αγρόν.... “ (κατά Μάρκον).
....διαγενομένου του Μεγάλου Σαββάτου καλείται ο άνθρωπος στη Κόχη, στον Αρτεμώνα, στη Σίφνο,να πιστέψει(αν θέλει) στη Φωνή. Τη Φωνή, του εν ετέρα μορφή Τειρεσία, της Ιερής Κοινότητας νεκρών και ζώντων! “.....Μαρία δε εστήκει προς τω μνημείο κλαίουσα έξω.ως ουν έκλαιε, παρέκυψεν εις το μνημείον και θεωρεί δύο αγγέλους εν λευκοίς καθεζομένους, ένα προς τη κεφαλή και ένα προς τοις ποσίν, όπου έκειτο το σώμα του Ιησού. και λέγουσιν αυτή εκείνοι· γύναι, τί κλαίεις;
λέγει αυτοίς· ότι ήραν τον κύριον μου, και ουκ οίδα πού έθηκαν αυτόν. και ταύτα ειπούσα εστράφει εις τα οπίσω, και θεωρεί τον Ιησούν εστώτα, και ουκ ήδει ότι Ιησούς εστι. λέγει αυτή ο Ιησούς· γύναι τί κλαίεις; τίνα ζητείς; εκείνη δοκούσα ότι ο κηπουρός εστι, λέγει αυτώ· κύριε, ει συ εβάστασας αυτόν, ειπέ μου πού έθηκας αυτόν, καγώ αυτόν αρώ. λέγει αυτή Ιησούς· Μαρία. στραφείσα εκείνη λέγει αυτώ· ραββουνί, ό λέγεται, διδάσκαλε...” (κατά Ιωάννην)
Τον είδε και τον νόμισε για τον περιβολάρη, τον κηπουρό του κήπου όπου ήταν το μνημείο. Της μίλησε και πάλι δεν Τον γνώρισε! -Μαρία!..... είπε το όνομά της. -Ραββουνί!!!....απήντησε. 16 Οκτωβρίου 2004 Πλάκα Επεξήγηση: Εφημέριος στην Παναγία τη Κόχη, είναι ο Παπα-Δημήτρης. Ένας παπάς γύρω στα εξηνταπέντε. Λεπτός, τις πιο πολλές φορές με το αντιρί (τον εσωτερικό χιτώνα που είναι άλλοτε γκρί άλλοτε μπλέ), με μια παιδική καλοσύνη στο πρόσωπο, με διάθεση για αστεία, περιδιαβαίνει τα στενά της Σίφνου, αστειεύεται με τα πιτσιρίκια, τρώει παγωτό ξυλάκι στις πεζούλες με γερόντους κι εγγονάκια, ακούει τα εγκάρδια αστεία-και απαντάει-των "παλιών γυναικών". Μια φορά το χρόνο παίρνει τους Σιφνιούς και πάει εκδρομή στην Ελλάδα. Και κάθε βράδυ Αναστάσιμο, με μια απίθανα γλυκιά ταπεινοφροσύνη και στοργή, υποδέχεται τον τυφλό συνταξιούχο παπά-Τζανή, και συλλειτουργεί μαζί του την Αναστάσιμη Λειτουργία. Τον τυφλό αυτό Γέροντα, δεν έτυχε ποτέ να τον δω κάπου αλλού στη Σίφνο παρά μόνο όρθιο στην Ωραία Πύλη να συλλειτουργεί. Και μετά έξω, στη σιγαλιά της κυκλαδινής νύχτας, να απ-αγγέλει με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως. Τον παπα-Δημήτρη, τον έχω δει και στην εξής φάση: Μεγάλη Πέμπτη. Έχει μόλις, με άκρα συγκίνηση, αποθέσει τον Εσταυρωμένο στη μέση της Εκκλησίας. Στον εν ετέρα μορφή, Κρανίου Τόπον. Έχει μόλις ψάλλει το φοβερό "Σήμερον κρεμάται επί ξύλου,ο ενύδασι την γην κρεμάσας". Διακόπτει την ακολουθεία και από του Ιερού Βήματος καλεί, χαμηλοφώνως, τους αδελφούς του να προσευχηθούν για τον πιτσιρίκο του τάδε που είναι σε κρίσιμη κατάσταση με περιτονίτιδα. Το παιδί, μάθαμε ότι έζησε και έγινα καλά. Δεν ξέρω αν το έσωσε η δική μας προσευχή. Ξέρω όμως, είδα με τα μάτια της ψυχής μου, όλους μας εν ετέρα μορφή. Όλους μας να γινόμαστε Ένα. Μια Ευχή! Ένας Λιγμός! Μία Ιερή Κοινότητα! Μια σιγουριά ότι το παιδί θα σωθεί! Μια καθαρή ματιά να κοιτάει, βουρκωμένος, ο Ένας τον Άλλον! Μπορείς εσύ τώρα να αμφισβητήσεις ότι ήταν εκεί μαζί μας ο Θεός, εν ετέρα μορφή;