Ο φταίξας του φταίξαντος
Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής
Να μιλήσω πάλι, όπως είχα υποσχεθεί, για τις ευθύνες. Να μιλήσω όπως μιλάει ένας φίλος σε έναν φίλο αφού φίλοι τελικά είμαστε έστω κι αν κάποτε τσακωνόμαστε. Οι ευθύνες είναι σαν ένα σύστημα τεσσάρων εξισώσεων: α) [Φταίμε εμείς γιατί ιεραρχήσαμε αλλιώς τις ανάγκες μας.] (Βάλε ή βγάλε κι εσύ ό,τι νομίζεις, πάνω σε αυτό το θέμα, εγώ θα πω πως ήμασταν ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στ' αλεύρι). β) [Φταίνε αυτοί γιατί είναι αυτοί που είναι.] ( Πες εσύ ό,τι θες, εγώ δεν μπορώ να τα πω καλύτερα) γ) [Φταίμε εμείς γιατί δεν πήραμε υπόψη μας το τι είναι αυτό που είναι αυτοί.] Οι Αριστεροί ευθύνονται ακόμα πιο πολύ, σε αυτό το ζήτημα, γιατί εκείνοι τόνιζαν, ακόμα περισσότερο από άλλους, τα περί ιμπεριαλισμού (και του πολιτισμικού τοιούτου) και τα περί αποικιοκρατίας. δ) [Ευθυνόμαστε (αλλάζω σκόπιμα τη λέξη) εμείς για να βρούμε τον άλλο δρόμο ] (την Οδό, που δεν είναι δική τους όσο είναι δική μας και που θα θέλαμε να γίνει και δική τους. Οπότε, με έναν τρόπο, ευθυνόμαστε και για το αν θα την βρουν κι εκείνοι, για την ακρίβεια: έχουμε την ευθύνη να τους τη δείξουμε). Από όλες αυτές τις εξισώσεις, που η κάθε μία περιέχει, μέσα στις παρενθέσεις, πάρα πολλούς παράγοντες και αγνώστους, πάρα πολλά είδη αριθμών και κυρίως περιέχει μιγαδικούς τοιούτους, εμείς ποιες μπορούμε να “πειράξουμε”; Σε ποιες μπορούμε να παρέμβουμε και να αρχίσουμε να λύνουμε; Οι πιο πολλοί θεωρούν ότι μπορούμε και πρέπει να λύσουμε την (β). Μάλιστα τις άλλες δείχνουν να τις αγνοούν! Εγώ πιστεύω ότι η (β) είναι η πιο “άτρωτη” και ότι μάλλον στο “τέλος” πρέπει να μας απασχολήσει. Όσο κι αν καταγγέλλουμε πχ τον Σόιμπλε αυτός δεν αλλάζει. Όσο κι αν δείχνουμε τις ευθύνες τους, ελπίζοντας να τους πιέσουμε να χαλαρώσουν τη θηλιά, εμείς χάνουμε χρόνο να κόψουμε το σχοινί. Από την άλλη μεριά, έστω και εκ των υστέρων, εμείς μπορούμε να πειράξουμε την (α). Να αλλάζουμε αλλάζοντας την ιεράρχηση των αναγκών μας κτλ.
Μπορούμε να πειράξουμε την (γ), να πάρουμε πρέφα, επιτέλους, τι είναι αυτοί και να καταναλώσουμε το Μόλυ, του Θεού τη Χάρη, για να γίνουμε άτρωτοι από τα μάγια της Κίρκης. Παίρνοντας πρέφα τι είναι αυτοί, το επικίνδυνο του χαρακτήρα τους, εμείς πάλι πρέπει να οχυρωθούμε, εμείς πάλι πρέπει να επιδράσουμε επάνω μας. Και αν δεν το κάνουμε εμείς δεν θα το κάνει άλλος. Άρα; Έχουμε κι εδώ την ευθύνη. Φταίμε γιατί δεν τον κάναμε και θα φταίμε όσο δεν το κάνουμε. Το να στρέφουμε συνεχώς τον φακό στις ευθύνες εκείνων λειτουργεί σαν άλλοθι σε μας “που δεν είμαστε παρθένες”. Κοινωνικά στρώματα ολόκληρα βαυκαλίζονται με όλα αυτά, χωρίς να κάνουν, ταυτόχρονα, και τα άλλα. Και τα “άλλα” είναι αυτά που λύνουν το πρόβλημα. Στην (δ) συνάρτηση, η ευθύνη μας είναι και μεγάλη και αποκλειστική. Σ’ αυτή δεν έχει να πει κανείς “ναι μεν αλλά”. Σε μας επαφίεται να παρέλθει κοτζάμ έκλειψη και να φωτιστεί η Οδός. Συμπέρασμα: Από όλα αυτά και από τις αλληλεπιδράσεις τους, εγώ τουλάχιστον, βγάζω τον λογαριασμό ότι “φταίμε”. Και μέσα σε αυτό το “φταίμε” περιέχονται πολλά φταιξίματα. Κυρίως περιέχεται το από πού πρέπει να αρχίσουμε να λύνουμε. Και επειδή δεν μιλώ γενικώς, δεν αναλύω γενικώς το θέμα,( από μια επιστημονική σκοπιά αλλά από μια πολιτική), με ενδιαφέρει, οι πολίτες, να δουν τι μπορούν να κάνουν αυτοί οι ίδιοι και όχι τι θα μπορούσαν να κάνουν οι άλλοι. Με ενδιαφέρει να κάνουμε εμείς κάτι, εδώ και τώρα, κι όχι να καταγγέλλουμε τους άλλους για ό,τι δεν κάνουν κι εμείς να μην κάνουμε τίποτα. Ακούστε τούτη την ιστορία που αφηγείται ο Ντίνος Χριστιανόπουλος: Στην ανταλλαγή των πληθυσμών, ένα καράβι με Πόντιους πρόσφυγες πέρασε από τον Κωνσταντινούπολη για να φορτώσει κι άλλους. Καθώς το καράβι σάλπαρε μια νέα γυναίκα από την Πόλη, περίλυπη έως θανάτου, πλησίασε έναν γέρο Πόντιο από μια μεγάλη παρέα που γλεντούσε και χόρευε εκστασιασμένη. Τον ρώτησε πώς μπορούν και χορεύουν έτσι μέσα στην τόση δυστυχία. Και ο γέροντας της απάντησε: -Φαντάσου πως τη μέρα που σκοτώθηκε ο άνδρας σου γεννήθηκε ο γυιος σου! Μια πατρίδα αφήνουμε και σε μια άλλη πάμε! Γι' αυτό χορεύουμε και γλεντάμε! Για την αναλογία του θέματος αναφέρουμε ότι αυτός ο χορός, ο ξέφρενος, παράφορος χορός για την επιστροφή στην πατρίδα-Ιθάκη, επαναλήφθηκε στις 15 Αυγούστους 1993 όταν ένα καράβι με 1013 Πόντιους απεπλεύσε από το Σοχούμι της Αμπχαζίας με προορισμό την Ελλάδα. Έτσι είναι τώρα και για μας. Από τη μια κατάσταση πάμε στην άλλη. Από έναν τρόπο ζωής, με τα καλά του αλλά και με τα άρτι εκραγέντα κακά του, πρέπει να πάμε σε έναν άλλο τρόπο ζωής ο οποίος θα ενσωματώνει τα καλά του προηγουμένου και θα θεραπεύει τα κακά. Πρέπει λοιπόν να πενθούμε αλλά δεν πρέπει να κλαψουρίζουμε. Και το πένθος
μας πρέπει να είναι όχι για τον τρόπο ζωής που αφήνουμε - αυτός ήταν από καταβολής άρρωστος - αλλά γιατί αφεθήκαμε στα πάθη μας και στα πάθη των άλλων. Εκθέσαμε τη ζωή μας σε κινδύνους που απορρέουν από την καταστροφή της συλλογικής μας, της κοινωνικής μας ζωής. Κοιτάξαμε το ιδιωτικό μας συμφέρον αδιαφορώντας για το δημόσιο. Κοιτάξαμε τη δουλειά μας νομίζοντας ότι η δουλειά μας δεν επηρεάζεται από την γενική πορεία του έθνους και τις πατρίδας. Όταν ασχοληθήκαμε με το συλλογικό συμφέρον, της ομάδας, της τοπικής κοινωνίας, του κράτους, το κάναμε με λάθος τρόπο ή, εν πάση περιπτώσει, ο τρόπος αυτός δεν επαρκούσε για να δώσει λύσεις στο πρόβλημα. Αντί να ανακρούσουμε πρύμναν, αγκιστρωθήκαμε σε ιδεοληψίες και εμμονές που μόνο γενναιότητα δεν δηλώνουν. Για να μη πω για κείνους που βάλανε μέσα στην τάχα ροβεσπιέρικη πολιτική τους δράση κάμποση ιδιοτέλεια. Ιδιοτέλεια που δεν είναι απαραίτητο να σημαίνει χρηματικά οφέλη. Αυτά εύκολα αποκαλύπτονται και το παιγνίδι τελειώνει. Άλλωστε, ο βήχας και ο παράς δεν κρύβονται. Μιλάω για την ιδιοτέλεια της δόξας, της αυτοπροβολής, του ναρκισσισμού, που τρώει τα σωθικά του δημοσίου ανδρός και μαζί τρώει και την πατρίδα. Δεν είμαι υπέρ ούτε των ατομικών εκτελέσεων ούτε υπέρ των “μαζικών εκτελέσεων”. Όταν μιλάω για ευθύνες δεν εννοώ προτεσταντικές ενοχοποιήσεις. Δεν πιστεύω στις τιμωρίες που θα επιβάλλουν όλοι σε όλους, οι μεν στους δε, οι τάχα αναμάρτητοι στους αμαρτωλούς. Έναν λαό δεν μπορείς να τον τιμωρήσεις, πρώτα πρώτα γιατί είναι ο πρώτος που υφίσταται τις συνέπειες των πράξεών του. Όλα αυτά μας οδηγούν, ντουγρού, στον εμφύλιος πόλεμο. Και αν αμφιβάλλει κανείς μπορούμε να το συζητήσουμε. Έχουμε εμείς, εδώ στο Σχηματάρι, μπόλικη πείρα αίματος και μπορούμε να δανείσουμε και στα γύρω χωριά του δήμου Τανάγρας και στην Ελλάδα ολάκερη. Πιστεύω σε μια μαζική αλλαγή των συνειδήσεων και των πρακτικών. Πιστεύω σε μια αλλαγή της συνείδησης και της στάσης του καθενός που θα επιφέρει την αλλαγή των πάντων, στην ζωή του και στη ζωής της κοινωνίας.
-Βλέπω τους Στρατοδίκες να καίνε σαν κεριά, στο μεγάλο τραπέζι της Αναστάσεως. -Βλέπω τους Χωροφυλάκους να προσφέρουν το αίμα τους, θυσία στην καθαρότητα των ουρανών. -Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών. -Βλέπω τις κανονιοφόρους του Έρωτα Οδυσσέας Ελύτης
Πιστεύω ότι μπορούμε, κυριολεκτικά από τη μία μέρα στην άλλη, να εμφανιστούμε στη δημόσια και ιδιωτική μας ζωή όπως οι άνδρες του Οδυσσέας μετά την κίρκεια γουρονοποίησή τους...”πιο νιοι και πιο τρανοί και πιο όμορφοι”! Άνθρωποι υψηλόφρονες, μεγάθυμοι, υπομονετικοί, σταθεροί, με πίστη ότι μας
αγαπάει ο Θεός και μας δίνει τόσην ομορφιά έστω κι αν τα στίγματα φέρει των δικών μας πταισμάτων. Άνθρωποι, γενναίοι, άνω έχοντες την καρδίαν, που δεν βάζουν πρώτα το κακό με τον νου τους, που δεν μολεύουν την ψυχή τους με πρόστυχα πράγματα, που πέφτουν αλλά σηκώνονται, που συγχωρούν όπως και μετανοούν. Ότι δεν έζησε άνθρωπος που δεν έχει αμαρτήσει. Άνθρωποι πεινώντες τη δικαιοσύνη, όχι μόνο για την πάρτη τους αλλά πρώτα πρώτα για τους άλλους, για όλους. Άνθρωποι με διάκριση, τη μεγίστη των αρετών. Άνθρωποι με ευσπλαχνία και με κατανόηση για όλους και πριν απ' όλα για τους αδυνάτους. Τέτοιοι άνθρωποι ήταν οι προπάτορές μας, οικιστές των χωριών της κοιλάδας του Ασωπού πριν από 630 χρόνια. Και τέτοιοι άνθρωποι καλούμαστε να γίνουμε και μεις σήμερα. Μια απόφαση χρειάζεται...ούτε καν η κατάκτηση της εξουσίας.