Οι κομισάριοι του δημογραφικού ζητήματος

Page 1

Οι κομισάριοι του δημογραφικού ζητήματος

Γιώργος Μιλτ. Σαλεμής

Μέχρι τώρα νόμιζα ότι τα παιδιά τα φέρνει ο πελαργός. Μαθαίνω όμως έκπληκτος, κάλλιο αργά παρά ποτέ, ότι τα παιδιά τα φέρνει η πολιτική! Μάλιστα. Οι πολιτικοί μας αφού “μάς” έκαναν γεφύρια, αφού “μάς” έκαναν δρόμους, αφού “μάς” έκαναν λιμάνια, τώρα πρέπει να “μάς” κάνουν και παιδιά(!) Μορφωμένοι άνθρωποι, σπουδαγμένοι, κοσμογυρισμένοι, γλωσσομαθείς, επιμελείς, μας τα εξηγούν όλα και μας ενημερώνουν για το τι πρέπει να κάνουμε ώστε η Ελλάδα να συνεχίσει να κατοικείται από Έλληνες και να μην χαθεί ο σπόρος του Έλληνα και αναγκαστούμε, τότε, να χρησιμοποιήσουμε υβρίδια διάφορα και μεταλλαγμένα. Πότε; Μα τώρα...σε λίγο...το 2100! Τότε που θα' μαι γω εκατόν σαράντα χρονών κι εσύ ελπίζω να φαίνεσαι νέα...

Το 2100 Το 2100, λέει μια έρευνα, οι Έλληνες θα είναι 2,34 εκατομμύρια(sic). Δεν θα φτάνουν ούτε για “ζήτω”, πού να φτάσουν να σώσουν το έθνος, πώς να μπορέσουν να συντηρήσουν ένα κράτος με τα σύνορα τα σημερινά, πώς θα αφομοιώσουν τους μετανάστες; “Μπορούν οι λίγοι ν' αφομοιώσουν τους πολλούς;” Ας τα βάλουμε στη σειρά. Το 2100 είναι μια πολύ πολύ μακρινή χρονολογία. Όχι μόνο γιατί μέχρι τότε “ποιος ζει και ποιος πεθαίνει” αλλά και γιατί και η πείρα επισημαίνει και η επιστήμη παραδέχεται ότι πολλά μπορούν να συμβούν στην εξέλιξη ενός πληθυσμού. α) Ας πάρουμε πρώτα την πείρα. Πόσοι ήταν οι Έλληνες στην αρχή του 19ου αιώνα; Δεν ήταν παραπάνω από το νούμερο που σείει, για να μας τρομοκρατήσει, η έρευνα. Από αυτούς σκοτώθηκαν, σκλαβώθηκαν, εκπατρίστηκαν,- έτσι λένε οι ιστορικοί,- γύρω στις 500.000. Μείνανε τόσοι που φτάνουν για να λέει ο Μακρυγιάννης στο Ντερνύ “Κι᾿ αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραϊμη, παρηγοριώμαστε μ ᾿ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε τρώνε από ᾿μάς και μένει και


μαγιά Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν κι ᾿ όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Η θέση οπού είμαστε σήμερα εδώ είναι τοιούτη και θα ιδούμεν την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς. -"Τρε-μπιεν», λέγει κι᾿ αναχώρησε ο ναύαρχος”. Αυτοί οι “λίγοι” που μείνανε ήταν αρκετοί για να φτιάξουν εμάς και να καμωνόμαστε τώρα πως είμαστε “πολλοί”. Ότι με την αριθμητική μερικών μερικών αυτοίνοι τότε ήτανε “λίγοι” και μεις σήμερα είμαστε “πολλοί”. Κι εμείς, “οι πολλοί”, έχουμε φέρει το έθνος εκεί που το φέραμε ενώ εκείνοι, οι “λίγοι”, τα κατάφεραν καλύτερα. Στο χωριό μου η πρώτη απογραφή του ελληνοβαβαρικού κράτους (1834) βρίσκει εξήντα εννέα οικογένειες και γύρω στα 350 άτομα και το 1928- ήτοι ενενήντα τέσσερα χρόνια μετά- απογράφονται άτομα 1493. Ο πληθυσμός δηλαδή αυξήθηκε κατά τέσσερις (4) φορές! Να υποθέσουμε ότι αυτό οφείλετο στην αλλαγή των προτεραιοτήτων του ελληνοβαβαρικού, και στη συνέχεια, ελληνοδανικού κράτους; Στη μέριμνα του κράτους για τις πολύτεκνες οικογένειες; Στην επέκταση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής; Στην εξάλειψη της παιδικής θνησιμότητας; Διευκρινίζω δε σαφώς ότι το χωριό μου ουδόλως επωφελήθηκε από τις “νέες χώρες” ή από την έλευση των προσφύγων της Ιωνίας. Παρέμενε τότε αμιγώς Αρβανίτικο. [Ουάου! Πώς να κάνεις προκοπή όταν υπάρχουν Αρβανίτικα χωριά μέσα σε Ελληνοβαβαρικό κράτος(!)] Ας έρθουμε όμως ακόμα έναν αιώνα αργότερα. Περίπου στις μέρες μας. Η γενιά που γεννήθηκε – σε όλες τις χώρες- μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ονομάστηκε baby boom. Γιατί; Μα γιατί ακριβώς οι άνθρωποι για να γιατρέψουν τα boom του πολέμου, έπεσαν με τα μούτρα στον έρωτα και έκαναν πολλά παιδιά. Για να υπερβούν τη φρίκη του θανάτου έβαλαν τον έρωτα πάνω πάνω στις προτεραιότητες της ζωής τους...στο λατομείο ν' αγαπηθούμε, στους θάλαμους των αερίων, στη "σκάλα", στα πολυβολεία... Προφανώς δεν περίμεναν τις κρατικές επιδοτήσεις και τα αυτοκίνητα tax free με πινακίδες AMO. Δεν αποκλείεται λοιπόν, αντίθετα είναι πολύ πιθανό, μετά από την περίοδο μεγάλης δυστυχίας που έχουμε μπροστά μας να ανακάμψει ο πληθυσμός ακριβώς γιατί “αγνός εστί έρωτα έρωτι διακρουσάμενος”. Οι νύχτες είναι μεγάλες και κρύες και κει που μαζευόμαστε στο σπίτι και χωνόμαστε στο κρεβάτι - γιατί δεν έχουμε καλοριφέρ - πολλά ο θεός του έρωτα απεργάζεται. Συνεπώς αν κάποιος είχε κάνει κάποια πρόβλεψη για την εξέλιξη του πληθυσμού στις απαρχές του εικοστού αιώνα σίγουρα θα είχε πέσει έξω. Θα είχε δει ότι η εξίσωση της εξέλιξης του πληθυσμού δεν είναι γραμμική... αλλά...Θεϊκή! Ότι όσα σχέδια κι αν κάνουν οι άνθρωποι για τα παιδιά...αλλιώς Εκείνος κελεύει! β) Ας έρθουμε όμως και στην επιστήμη. Λίγο, όσο πατάει η γάτα. Με τις διακυμάνσεις των πληθυσμών- κάθε είδους εμβίων όντων- ασχολείται, εδώ και καμιά πενηνταριά χρόνια, η επιστήμη του Χάους. Εκεί έκθαμβοι οι χαολόγοι ανακαλύπτουν


ότι όλα είναι ....απροσδιόριστα αφού οι αιτίες που καθορίζουν την διακύμανση των πληθυσμών είναι πολλές και πολλές απ' αυτές είναι άγνωστες. Ανακαλύπτουν έκθαμβοι ότι αυτά είναι φαινόμενα χαοτικά και δεν επιδέχονται καν τακτοποιημένη απεικόνιση πολλώ δε μάλλον τακτοποίηση. “ Ένας μικρός αριθμός ψαριών θα αυξάνεται γρήγορα. Ένας υπερβολικά μεγάλος πληθυσμός ψαριών θα μειώνεται. Ή, ας πάρουμε τα γιαπωνέζικα σκαθάρια. Κάθε 1η Αυγούστου βγαίνετε στον κήπο σας και μετράτε τα σκαθάρια. Για λόγους απλοποίησης, αγνοείτε τα πουλιά, αγνοείτε τις ασθένειες των σκαθαριών και παίρνετε υπόψη σας μόνο τα σταθερά αποθέματα τροφής. Αν τα σκαθάρια είναι λίγα, θα πολλαπλασιάζονται` αν είναι πολλά θα φάνε τον κήπο και μετά θα πεθάνουν από την πείνα” (Χάος James Gleick εκδ Κάτοπτρο σελ 96)

“...όπως φαίνεται όμως, κανείς από αυτούς τους πρώτους οικολόγους δεν είχε την έφεση ή τη δύναμη να συνεχίσει να ανασκαλεύει αριθμούς που αρνιόνταν να κατασταλάξουν κάπου. Σε κάθε περίπτωση, αν ο πληθυσμός συνέχιζε να μεταβάλλεται πάνω κάτω, οι οικολόγοι θεωρούσαν ότι ταλαντεύονταν γύρω από κάποιο σημείο ισορροπίας. Το σημαντικό ήταν η ισορροπία. Δεν περνούσε από το μυαλό των οικολόγων ότι ίσως να μην υπήρχε ισορροπία”( στο ίδιο σελ 99) Συμπέρασμα: Το 2100 είναι πολύ μακρινή ημερομηνία και τα 88 χρόνια που μεσολαβούν δεν είναι αρκετά για να μας δώσουν την αυτοπεποίθηση ότι μπορούμε να προγραμματίσουμε τις τάσεις εξέλιξης του πληθυσμού της Ελλάδας. Ακόμα κι αν είχαμε 188 χρόνια πάλι δεν θα μπορούσαμε να πούμε κάτι για το 2200. Αυτό που σήμερα βαίνει ανοδικά, μετά από λίγο, και με απροσδιόριστο τρόπο, αντιστρέφεται. Και το αντίθετο. Χαλαρώστε λοιπόν κι απολαύστε τον έρωτα χωρίς το άγχος της παιδοποιίας, του πατριωτικού καθήκοντος και της του έθνους σωτηρίας. Τότε, “ενδεχομένως” που λέει και ο Ζουράρις, να προκύψει αντιστροφή της πτωτικής τάσης.

Οι Ελληνίδες θέλουν οι Έλληνες μπορούν; Κάποια έρευνα ισχυρίζεται, ότι οι Ελληνίδες θέλουν να κάνουν περισσότερα παιδιά απ' όσα κάνουν αλλά δεν μπορούν λόγω του “κόστους”. Δεν τις “συμφέρει” θα προσέθετα εγώ. Χωρίς να θέλω να αμφισβητήσω την “ιερότητα” των “ερευνών”, χωρίς να θέλω να υπονομεύσω το κύρος τους το επιστημονικό, θα έλεγα να δούμε ξανά το κιν/φο έργο με τον Μελ Γκίμπσον “Αυτό που θέλουν οι γυναίκες”. Εκεί θα διαπιστώσουμε ότι οι γυναίκες -οι αμερικανίδες, μη πάει ο νου σας στο κακό- άλλο θέλουν και άλλο λένε ότι θέλουν. Κι αν εν πάση περιπτώσει λένε αυτό που θέλουν εννοούν ότι το θέλουν μέσα στις κατάλληλες συνθήκες, με τους όρους που εκείνες θα καθορίσουν, ώστε τα πράγματα να είναι πάντα “under control”. Ναι, οι Ελληνίδες θα έκαναν περισσότερα παιδιά αν μπορούσαν να


εξασφάλιζαν ταυτόχρονα “τον πατέρα τους και τη μάνα τους”: καριερούμπα, κοινωνική δραστηριότητα, διασκέδαση, ταξίδια, σπίτι κατάλληλο, αυτοκίνητο, εισόδημα και φυσικά να υπάρχει “πρόσωπο” ικανό για να υποστηρίξει υλικά , πρώτα όμως βιολογικά όλη αυτή την εποποιία. Όμως, τα αυξημένα ποσοστά διαζυγίων, τα αυξημένα ποσοστά “υποβοηθούμενης αναπαραγωγής”, τα αυξημένα ποσοστά “καισαρικών”, τα αυξημένα ποσοστά μπακουροσύνης και τέλος η εντελώς καθυστερημένη τεκνοποίηση- πάντα μετά τα τριάντα της Ελληνίδας- δεν δηλώνουν ότι οι Έλληνες μπορούν να κάνουν αυτό που θέλουν και όπως το θέλουν οι Ελληνίδες. Η Ελληνίδα και ο Έλληνας, σήμερα, δεν έχει, στο ζήτημα της τεκνοποιίας, καμία σχέση με την προγιαγιά της και τον προπάππο του στις αρχές του αιώνα. Δεν ξέρω με ποιο “σκεπτικό” έκαναν, εκείνοι οι άνθρωποι, τόσα παιδιά τότε. Και πολύ θα ήθελα να μάθω. Ξέρω όμως καλά πως δεν είχαν ό, τι έχουμε εμείς σήμερα από υλικά αγαθά. Ούτε καμία υποστήριξη από το “κοινωνικό κράτος”. Είχαν όμως μια ζωή που επιδέχονταν πληθυσμιακή αύξηση, που ήταν φτιαγμένη να υποδεχτεί και ν' αναθρέψει πολλά παιδιά. Είχαν, καθώς φαίνεται, και ένα ακόμα πράγμα. Κάτι σαν αδιόρατο, χωρίς μάζα, χωρίς διαστάσεις, “ πνευματικό τσιπάκι”, που έγραφε μέσα του δύο κουβέντες. “Τα παιδιά τα δίνει ο Θεός” και “είναι κακιά η ζωή χωρίς παιδιά”. Αυτό φαίνεται ήταν αρκετό για να μπορούν να έχουν, εκτός από το να θέλουν, και ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά.

Το κατά κεφαλήν κόστος Δεν νομίζω ότι η κύηση έχει κόστος. Αντιθέτως η αποφυγή της κύησης έχει κόστος. Το κόστος της αντισύλληψης προληπτικά και το κόστος της άμβλωσης κατασταλτικά. Συνεπώς η κύηση συμφέρει! Και από πλευράς χρόνου. Αν την εποχή που φεύγει ο άνδρας για φαντάρος η γυναίκα μείνει έγκυος, θα προλάβει ο μπαμπάς να πάρει, μαμά και παιδί, από το μαιευτήριο και να τους πάει σπίτι. Είναι σαν να λέμε ότι προλαβαίνουμε να πετάξουμε μέσα στο συρτάρι το κλειδί με το οποίο το κλειδώσαμε. Τόσο απλά. Κόστος έχει η κύηση και ο τοκετός όταν τα πράγματα δεν είναι φυσιολογικά. Όταν αργούν τα κορίτσια να παντρευτούν, όταν τ' αγόρια έχουν άγχος, όταν θέλουν και τα δύο μέρη να ελέγξουν και να χειραγωγήσουν τις διαδικασίες που όρισε ο Θεός για να γεννιόνται οι άνθρωποι. Έτσι φτάσαμε να πληρώνουμε αυτά που ο Θεός δίνει δωρεάν. Η “υποβοηθούμενη αναπαραγωγή”- τι φρικτός όρος- θεωρείται πια εκ των ων ουκ άνευ! Η “καισαρική τομή” εκτείνεται στο μισό των γεννήσεων! Η λήψη πολυδύναμων κυττάρων από το νεογνό και η αποθήκευσή τους θεωρείται τρέντι! Τρεις το λάδι, τρεις


το ξύδι...δέκα το λαδόξυδο(!) Κι ενώ δεν λέμε κουβέντα για την πραγματική αυτή εμπορευματοποίηση κι εκμετάλλευση του πιο ιερού δώρου που δόθηκε στον άνθρωπο γυρεύουμε μ' επιδόματα να καλύψουμε την ένδυα της ψυχής μας και από τον εκάστοτε...Δένδια γυρεύουμε το νομικό πλαίσιο. Στη Σίφνο λένε: “το ότσι-ότσι τέσσερις και το κατσίκι πέντε και το σκυλί και το γατί μέρες εξήντα πέντε”. Ρίμες για να θυμόνται εύκολα πόσο διαρκεί η κύηση του χοίρου(=ότσι-ότσι), του κατσικιού μαζί και του αρνιού, του σκύλου και της γάτας. Ανώτερης ευφυίας ζώα, όπως ο σκύλος, θέλουν μόνο εξήντα πέντε μέρες για να γεννηθούν ενώ ο κατσικάκι κυοφορείται πέντε ολόκληρους μήνες, ήτοι μέρες εκατόν πενήντα. Αυτό το παράδειγμα φτάνει, θαρρώ, για να καταλάβουμε ότι αυτά τα πράγματα είναι θεϊκά και ότι οι ταχύτητές τους δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Όταν λοιπόν τα προσεγγίζουμε καλό είναι να τα προσεγγίζουμε προσεκτικά και ακόμα καλύτερο είναι να μην τα πολυπειράζουμε.

Οικογένεια VS παιδικός σταθμός Και ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός, αμφότεροι υποστάσεις της νεωτερικότητας, προκειμένου ν' “απελευθερώσουν” την γυναίκα από τη φροντίδα των παιδιών για να εντάξουν κατ' ευθείαν την παραγωγική της δύναμη στην οικονομία οδήγησαν τα παιδιά στους παιδικούς σταθμούς. Όπως τα κοτοπουλάκια ξεχωρίζονται από τις κλώσες στις “σύγχρονες” μονάδες αναπαραγωγής έτσι και τα παιδάκια ξεχωρίζονται από τις μαμάδες τους στις “σύγχρονες” μονάδες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Επειδή δεν συμφέρει την κοινωνία μία μαμά να φροντίζει τα ένα δύο παιδιά που της δίνει κάθε φορά ο Θεός εφευρέθηκε ο τρόπος μία “μαμά” να φροντίζει πολλά παιδιά του Θεού. Η “μαμά” αυτή δεν είναι απαραίτητο- και μάλλον δεν είναι και σύνηθες- να έχει δικό της παιδί. Αυτό θα πειγια όσους δεν κατάλαβαν- ότι η μητρότητα έστω και σε συσκευασία “παιδικού σταθμού” είναι μια πέρα για πέρα απρόσωπη -και άρα αντικοινωνική- διαδικασία. Μια διαδικασία που “διδάχτηκε” στις σχολές νηπιαγωγών και βρεφοκόμων. Οι πιο εύποροι της κοινωνίας μπορούν αντί να εντάξουν το παιδί τους σε αυτό το σύστημα φροντίδας – σε αυτό το μαζικό σύστημα φροντίδας- φέρνουν στο σπίτι τους μια “μαμά” για την “προσωπική” τάχα φροντίδα του παιδιού. Νομίζουν, οι δύστυχοι, ότι αυτό είναι καλύτερο(!) Εκείνη η δύστυχη “μαμά” τις πιο πολλές φορές είναι ξένη, μετανάστης, ίσως ακόμα και τώρα παράνομη, που δεν ξέρει πού την κεφαλή κλίνε και φυσικά είναι πιθανό να μην έχει δικό της παιδί. Αν έχει παιδί, εκείνο είναι μάλλον μακριά, στην πατρίδα της, όσο δηλαδή μακριά είναι το δικό της το μυαλό από το δικό μας το παιδί που μεγαλώνει. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορίας μητρότητας, αυτή οπού η μαμά έχει από την δουλειά της τη δυνατότητα να πάρει άδεια και να γυρίσει σ' αυτήν αφού το παιδί έχει αρκετά μεγαλώσει. Αυτή η μαμά όμως αντιμετωπίζει δυσκολίες εξέλιξης στη δουλειά


της, χάνει χρόνο έναντι των συναδέλφων της και οσονούπω οι “κατακτήσεις” αυτές θα χαθούν μέσα στη φρίκη της κρίσης. Άλλωστε ήταν “κατακτήσεις” ακριβώς γιατί δεν αφορούσαν όλες τις εργαζόμενες μητέρες ούτε καν τις “ελεύθερα” δραστηριοποιούμενες μπίσνες γουίμεν. Αφορούσαν μόνο εκείνες που για κάποιο λόγο, κάποια στιγμή, βρέθηκαν σε ισχυρή θέση έναντι των εργοδοτών και κείνοι για λόγους PR (=δημοσίων σχέσεων) κυρίως- και όχι για λόγους συνθηκολόγησης έναντι του ισχυρού ταξικού κινήματος- σε μια αυθυπέρβαση ερωτικής αγαθότητας(!) παρεχώρησαν αυτές τις εξυπηρετήσεις στις υπαλλήλους τους. Ταυτόχρονα δύο γιαγιάδες και δύο παππούδες( τώρα με τα πολλά διαζύγια και παραπάνω από δύο “γιαγιάδες” και “παππούδες”) καιροφυλακτούν για να αναλάβουν δράση. Οι σχέσεις ανάμεσα στους νέους έχουν από καιρό νομιμοποιηθεί, αγόρια και κορίτσια ζουν τους έρωτές τους μέσα στα πλαίσια – τα όποια πλαίσια- των ένθεν κακείθεν οικογενειών, και δεν βλέπω καμία μαμά που να μην θέλει εκτός από το ν' αλλάζει τα σεντόνια των εραστών ν' αλλάζει και τα πάμπερς των μωρών. Με άλλα λόγια, υπάρχει μια “νεκρά περίοδος” των γονιών που χαρακτηρίζεται από τα εξής αντιφατικά στοιχεία. Ενώ κάποτε οι δύο γονείς θα μπορούσαν να μεγαλώνουν το στερνοπούλι τους, τώρα, λόγω του “λίγα και καλά”,...σχολάζουν. Απ' την άλλη, τα παιδιά τους που δεν βιάζονται να κάνουν παιδιά και μεγαλώνουν αρκετά μέχρι να το αποφασίσουν, διαστέλουν την περίοδο της σχόλης των γονιών. Το σπίτι μένει για χρόνια χωρίς να μεγαλώνει μικρό παιδί, είτε αυτό είναι παιδί των γονιών είτε είναι εγγόνι. Την έλλειψη αυτή, την συναισθηματική αυτή ερήμωση της οικογένειας, την βλέπουμε μέσα στο σύνηθες υποκατάστατο...στο μεγάλωμα σκυλιών, γατιών και κάθε είδους κατοικιδίων. Να το πω και με άλλα λόγια για να μη μείνει κάτι θολό. Η οικογένεια, όταν έκανε τέσσερα, πέντε, έξι και επτά παιδιά, για μια μεγάλη περίοδο είκοσι έως τριάντα πέντε χρόνων, είχε στο σπίτι της ένα και περισσότερα παιδάκια να μεγαλώνει. Αυτό το γεγονός ήταν παράγοντας ευτυχίας για όλους τους ανθρώπους για όλη την ευρύτερη οικογένεια και για τα ίδια τα παιδιά. Αυτό δεν το επιμαρτυρεί η δική μας πείρα, οι αφηγήσεις των παλαιοτέρων, μας το επιβεβαιώνει το ότι ο τρόπος αυτός του ευ ζην δεν αλλάζει επί πάρα πολλούς αιώνες. Και αλλάζει άρδην μέσα σε μερικές δεκαετίες. Όταν δηλαδή “κάτι” αλλάζει μέσα στο “τσιπάκι” που λέγαμε. Μετά από αυτό η ευτυχία δεν αναζητιέται στα πρόσωπα των παιδιών αλλά στις συνθήκες που η οικογένεια τα ζει και τα μεγαλώνει. Δεν λέω, μέχρι ένα σημείο και αυτή η λογική έχει τα δίκια της. Αλλά η εκ των πραγμάτων μείωση του αριθμού των παιδιών στην οικογένεια έφερε και τη δυστυχία, την κατάθλιψη. Η χρονική απόσταση που χωρίζει το τελευταίο παιδί από το πρώτο εγγόνι είναι πια μεγάλη και η στέρηση των ανθρώπων από τη “μωρουδίλα” είναι τρομακτική, αγιάτρευτη και μη μετρήσιμη από τους δεινούς κοινωνιολόγους της υπέρμετρης και υπερμετρημένης και υπερτιμημένης νεωτερικότητας. Θέλω να πω με όλα αυτά ότι οι συνθήκες για τη γέννηση παιδιών είναι περισσότερο από ποτέ ευνοϊκές. Δεν είναι, λοιπόν, αυτές που φταίνε. Οι “χωρητικότητες” μέσα στην ευρύτερη οικογένεια του ζεύγους υπάρχουν γιατί έτσι


που είναι φτιαγμένη η δική μας οικογένεια “χωράει” κι άλλα παιδιά είτε είναι δικά μας παιδιά είτε είναι των παιδιών μας τα παιδιά. Το κακό βρίσκεται αλλού. Θέλω να πω ακόμα πως ναι μεν το κόστος κάποιων πραγμάτων μεγαλώνει, κάποιων άλλων όμως μικραίνει ή εκμηδενίζεται. Αρκεί να τα προσεγγίσουμε αλλιώς. Εκτός από οικονομία θα κάνουμε και πιο σωστά τη δουλειά, πιο ανθρώπινα. Αγαπάω πολύ τα ζευγάρια που δεν έχουν αυτοκίνητο επειδή θέλουν να έχουν δεύτερο παιδί. Εκείνο το “δεύτερο παιδί”, μαζί με το “πρώτο”, είναι που χρειάζεται το έθνος! Και βεβαία καθόλου δεν ιδρώνει τ' αυτί μου όταν ακούω εκκλήσεις για την υπογεννητικότητα και ταυτόχρονα βλέπω την κάθε οικογένεια να χρειάζεται καμιά τρακοσαριά ευρώ το μήνα για τσιγάρα και καπνό, άλλα τόσα για βενζίνες και αυτοκίνητο(και λίγα λέω), καμιά διακοσαριά για γατιά, σκυλιά, κλπ. Αλήθεια, για τηλέφωνα πόσα ευρώ χρειαζόμαστε; Η λύση στην “αναπαραγωγή” των νέων ανθρώπων μιας νέας μετα-νεωτερικής ( και όχι απλώς μετα- μεταπολιτευτικής) κοινωνίας βρίσκεται στην ανασύνταξη της οικογένειας στα διαφορετικά επίπεδα: του στενού ζευγαρωτού πυρήνα, της ευρύτερης παππουδογιαγιάδικης, και της ακόμα ευρύτερης των θείων, του σογιού κλπ

Ενάντια στην κινητροποίηση της αναπαραγωγής Σκεφτείτε να έλεγε ο Θεός στους ανθρώπους “αυξάνεσθαι και πληθύνεσθαι ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις λογαριασμοίς του ταμιευτηρίου”. Σκεφτείτε τι έπαθε η γεωργία όταν βασίστηκε στις επιδοτήσεις και θα καταλάβετε τι θα πάθει το έθνος αν βασίσει τη διαιώνισή του στο γερμανοτσολιάδικο κράτος που υπήρχε μέχρι τώρα και σ' αυτό που θα “οικοδομηθεί” από την τρόικα από δω και πέρα. Αλίμονο μας αν κάνουμε παιδιά από πολιτική σκοπιμότητα και τρις αλίμονο μας αν κάνουμε τρίτο παιδί γιατί θα είμαστε κινητροποιημένοι από το κράτος και τις επιδοτήσεις του. Τρις αλίμονό μας αν δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε παιδιά χωρίς την “υποβοήθηση” του κράτους. Αναθέσαμε στο κράτος την “εκπροσώπηση” του έθνους, τώρα θα του αναθέσουμε και την αναπαραγωγή του; Πέρα απ' αυτό δεν νομίζω πως ο άνθρωπος που θα κάνει το τρίτο παιδί, γιατί θα περιμένει να εισπράξει την βοήθεια του κράτους, μπορεί να κάνει το παραμικρό για να οικοδομήσει κάτι “μετά” είτε αυτό αφορά την Μεταπολίτευση είτε αυτό το “μετά” αφορά την Μετανεωτερικότητα. Ο μετ' επιδομάτων ανάδοχος της αναπαραγωγής τους έθνους το πολύ πολύ να είναι ένας ιδιόμορφος εκτροφέας ψυχών. Κάτι σαν κι αυτούς τους ανθρώπους που αναλάμβαναν στο Παρίσι του 17ου και 18ου αιώνα με μίσθωση έργου τη “φροντίδα” των ορφανών έναντι μιας αισχρής αμοιβής που τους παραχωρούσε η καθολική εκκλησία. (Βλέπε το βιβλίο “Το Άρωμα” Πάτρικ Ζίσκιντ εκδ Ψυχογιός) Και, πραγματικά, δεν βλέπω τίποτα που πρέπει να σωθεί, είτε από τους


ανθρώπους αυτούς είτε από τον σπόρο τους. Υπ' αυτήν την έννοια ημείς άδομεν :

Μια Παπαδιά Περατιανή Μια παπαδιά περατιανή πάει κοντά στους κλέφτες πάει κι ο παπάς πάει κοντά πάει παρακαλώντας -Κοντοκαρτέρει παπαδιά δυό λόγια για να πούμε Το πού τ' αφήνεις τα παιδιά το έρημο το σπίτι -Φωτιά να κάψει τα παιδιά φωτιά να μπει στο σπίτι κι εγώ θα πάω κλέφτισσα θα πάω κοντά στους κλέφτες (ή: θα πάω με τους λεβέντες)

[παραθέτω και τους στίχους γιατί είναι σπάνιο αυτό το δημοτικό τραγούδι και εν πολλοίς άγνωστο. Οπότε ας μας συγχωρήσει ο...ακροατής και το κιτσ του βίντεο γιατί δεν βρέθηκε άλλο.]

Το κάλλος θα σώσει τον Κόσμο, το έθνος, την οικογένεια, τους ανθρώπους. Εν πάση περιπτώσει αφού οριοθετήθηκα, μέσω της ρήξεως, έναντι των ανέραστων που θέλουν κίνητρα για ν' αναπαραγάγουν τον εαυτό τους ας κάνω κι εγώ έναν συμβιβασμό. Θα παραδεχτώ ότι υπάρχουν κάποια κίνητρα για να κάνει κανείς παιδιά. Χωρίς αυτά δεν έχει κάποιος την όρεξη, το κέφι, να κάνει παιδιά. Και όταν υπάρχουν αυτά δεν μπορεί να τα αγνοήσει και να μην θέλει να κάνει παιδιά. Θα μιλήσω για τους άνδρες αλλά νομίζω κάτι ανάλογο ισχύει και για τις γυναίκες. Ας μιλήσουν όμως κι αυτές που είναι οι αρμόδιες μη τύχει και πουν πως τις καπελώνω. Δύο είναι τα κίνητρα αυτά: Το πρώτο είναι η μαμά! Έρχεται κάποια στιγμή στη σχέση του ερωτευμένου ζευγαριού- ακριβώς γιατί “έρως εστί τόκος εν τω καλώ” (Πλάτων)- που αρχίζεις να θέτεις το ζήτημα: “πόσο όμορφη θα είναι ως μαμά;”, “πόσο όμορφη θα είναι εγκυμονώντας;”, “πόσο όμορφα θα είναι τα παιδιά που θα της μοιάζουν, που θα έχουν κάποια από τα χαρακτηριστικά της;” Η ανώτατη αυτή εκδοχή του ίμερου εκχέεται από το σύνολο της υπάρξεώς σου


και την κατακλύζει, την περιβάλλει, διεισδύει μέσα στο πνεύμα της και τη σάρκα της. Φυσικό επακόλουθο – το υπερφυσικό δεν λαμβάνει χώρα πάντα αλλά λαμβάνει- η αναδιάταξη των οργάνων της. Ο Θεός δεν μας έκανε το χατίρι να μας δώσει δύο καρδιές. Δεν έστερξε ακόμα και στη δέηση του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Μας έδωσε όμως την Γυναίκα. Μαζί με την καρδιά της που άλλοτε λιώνει στις φωτιές κι άλλοτε είναι πέτρα, μαζί με το ήπαρ της που διυλίζει όλα τα φαρμάκια του ψεύτικου τούτου κόσμου, μαζί με τους πνεύμονές της, αρχίζει τη λειτουργία του και ένα ακόμα όργανο μετατρέποντάς την σε “γεννήτρια” ομορφιάς και καλοσύνης! Το Απρόσιτον Κάλλος κτίζεται σε συσκευασία δώρου και προσάγεται εν τω σπηλαίω του καθενός καταυγάζοντας τη χαμοζωή του. Το νέο όργανο φέρει κατά το ήμισυ τους γενετικούς προκαθορισμούς τους δικούς σου και κατά το ήμισυ τους δικούς της. Αυτοί οι “προκαθορισμοί” επί εννέα μήνες κυκλοφορούν κι εντάσσονται στον οργανισμό της και κανείς δεν ξέρει ακόμα αν κάποιοι μένουν εκεί και μετά τους εννέα μήνες. Τότε λαμβάνει χώρα αυτό που ισχυρίζεται αληθώς ο Απόστολος: “Και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν. Το μυστήριον τούτο μέγα εστίν, εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν”! Το σίγουρο είναι πάντως πως αυτό που έγινε σου αρέσει και θέλεις να το ξανακάνεις καλύτερα αφού τώρα είσαστε και οι δυο καλύτερα προπονημένοι. Οπότε δεν βλέπεις την ώρα να περάσει λίγος καιρός, να σταθεροποιηθεί μαμά και οικογένεια στο νέο επίπεδο και να προχωρήσεις στην επόμενη ερωτική φάση που τώρα πια λέγεται “δεύτερο παιδί”, “τρίτο παιδί” κλπ. Η μαμά λοιπόν είναι το πρώτο κίνητρο, τα μάτια της που σε κοιτάνε την ώρα που το μωρό απλώνει τις αρίδες του στην κοιλίτσα της, η γλυκύτητα του προσώπου της όταν το εγκυμονεί ή το γαλουχεί, το δέρμα της που γίνεται βελούδινο, το κορμί της που καμπυλώνει και παρά ταύτα γίνεται περισσότερο ελαστικό και ελκυστικό. “ Η γυνή σου ως άμπελος ευθηνούσα εν τοις κλίτεσι της οικίας σου”. (Ακολουθία του Γάμου). Η μαμά, Σωτήρη, είναι το πρώτο κίνητρο και όχι το επίδομα! Το δεύτερο κίνητρο είναι το παιδί! Η Ναταλία του Κώστα είναι το κίνητρο, που ξύπνησε πρωί πρωί κι άρχισε να τραγουδάει τον Μπάρμπα Πήλιο, ένα χαμόγελο ολόκληρη, η ομορφιά και η καλοσύνη του Θεού σε συσκευασία δύο ετών! Τα μάτια του παιδιού όταν ξυπνάει στις δύο η ώρα, είναι το κίνητρο. Το πλασματάκι αυτό που φουσκώνει σαν το ζυμάρι και κάθε μήνα παίρνει ένα κιλό. Το πλασματάκι αυτό με την υπέροχη ευωδιά του. Με τις χαοτικές κινήσεις του που μέρα με τη μέρα αποκτούν τάξη και νόημα. Το πλασματάκι αυτό που ενώ χωράει μέσα στο ένα σου χέρι η ομορφιά του δεν χωράει ούτε στο νου ούτε στην καρδιά σου και δεν πρόκειται να χωρέσει ποτέ. Θα μένεις πάντα έκθαμβος μπροστά της και δεν θα την χορτάσεις όσα παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα κι αν αποκτήσεις. “Οι υιοί σου ως νεόφυτα ελαιών, κύκλω της τραπέζης σου”... “Αξίωσον αυτούς ιδείν τέκνα τέκνων· την κοίτην αυτών ανεπιβούλευτον διατήρησον· και δος αυτοίς από της δρόσου του ουρανού άνωθεν, και από της πιότητος της γης· έμπλησον τους οίκους αυτούς


σίτου, οίνου και ελέου και πάσης αγαθοσύνης, ίνα μεταδίδωσι και τοις χρείαν έχουσι, δωρούμενος άμα και τοις συμπαρούσι πάντα τα προς σωτηρίαν αιτήματα”. (Ομοίως, Ακολουθία τους Γάμου).

Από της δρόσου του ουρανού, λέει, κι όχι από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα.

Τα παιδιά είναι οι διώκτες του θανάτου Λένε πως κίνητρο για τον έρωτα, και κατ' επέκτασιν για τα παιδιά, είναι ο φόβος του θανάτου. Δεν το συμμερίζομαι απόλυτα. Ο φόβος του θανάτου υπάρχει στη ζωή του καθενός αλλά είναι μικρότερος όσο νεότερος στην ηλικία είναι ο άνθρωπος. Στον κάθε άνθρωπο επιδρά διαφορετικά και θα ήταν μάταιο και α-νόητο να προσπαθήσουμε να κάνουμε γενικεύσεις. Στη δική μου περίπτωση η παρουσία του θανάτου δεν έκρινε τις εξελίξεις αλλά τις επέσπευσε. Μεγάλη Πέμπτη του '86, λίγο πριν χτυπήσει η καμπάνα της εκκλησίας, η γιαγιά που ζούσε μαζί μας και με είχε μεγαλώσει έκλεισε τα μάτια και κοιμήθηκε για πάντα. Ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά. Την άλλη μέρα, Μεγάλη Παρασκευή, ο Επιτάφιος παραμέρισε προκειμένου η γιαγιά να πάρει τον δρόμο της για την “ποθεινήν πατρίδα”. Τότε τη σύμπτωση αυτή δεν την πολυκατάλαβα. Εκείνο που με ταρακούνησε συθέμελα ήταν η παρουσία τόσων πολλών ανθρώπων στην κηδεία! Δεν το χωρούσε ο νους μου γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι από το χωριό μου και τα γύρω χωριά, από την Αθήνα, συγγενείς, γνωστοί, φίλοι, ήρθαν, τέτοια κιόλας μέρα, για τον τελευταίο ασπασμό. Η γιαγιά δεν ήταν κανένας παράγοντας της κοινωνίας, ήταν μια γυναίκα “της τρίτης δημοτικού” που έμεινε νωρίς χήρα γιατί οι Γερμανοί της σκοτώσανε τον άντρα, τα έβαψε όλα μαύρα- τα σεντόνια, τα τζακόπανα, τα τραπεζομάντιλα- κι αφοσιώθηκε στο μεροκάματο και στο μεγάλωμα του μικρού της κοριτσιού. Όταν έκανα τους πρώτους λογαριασμούς- ακόμα δεν τους έχω τελειώσεισκέφτηκα πόσο τυχερός θα ήταν ο γυιος μου, ο αγέννητος, αν είχε προλάβει να γνωρίσει αυτή τη γιαγιά! Έτσι μου ήρθε, “ο γυιος μου”. Ήθελα το πρώτο παιδί να είναι αγόρι, γιατί ήξερα πώς να είμαι πατέρας ενός αγοριού αλλά για να γίνω πατέρας ενός κοριτσιού ήθελα χρόνο και προπόνηση. Σκεφτόμουν, λοιπόν, πόσο φτωχός θα είναι ο γυιος μου που δεν γνώρισε την καλοσύνη, τη στοργή, την αγάπη, αυτής της γιαγιάς. Που δεν θα του πει ιστορίες για τους Αργοναύτες, για τον Οδυσσέα, για τον Θησέα και τον Ηρακλή! Φράσεις ένα σωρό από τα Ευαγγέλια ... “τι ανέβηκες εκεί πάνω , σαν τον Ζακχαίο, Γιώργο;”... (Ακόμα δεν το χωράει ο νους πώς αυτή η γυναίκα δεν μου είπε ποτέ ένα από τα παραμύθια που λένε συνήθως οι γιαγιάδες στα παιδιά!) Έτσι κατέληξα ότι δεν έχουμε το χρόνο με το μέρος μας και τέτοια σπουδαία


πράγματα που έχουμε αποφασίσει να τα κάνουμε ας τα κάνουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε...και έχει ο Θεός. Και τω όντι, ο Θεός είχε απ' όλα τα καλά! Εμείς δεν είχαμε μυαλό. Ευτυχώς η μαμά, ούσα της ίδιας λογικής, συμφώνησε! Μετά από δυο τρία χρόνια, όταν ο θάνατος επισκέφτηκε και πάλι την οικογένεια, άκαιρα και άδικα αυτή τη φορά, τα παιδιά, αγόρι και κορίτσι, ήταν εκεί ακοίμητοι φρουροί και διώκτες του. Θαύματα Ελπίδας, Πίστης και Αγάπης να διυλίζουν τον ζόφο του θανάτου και να εκκινούν τη ζωή από την αρχή. Έκτοτε μου έμεινε κουσούρι να κοιτάζω τα πράγματα ανάποδα. Κι όταν βλέπω νέους ανθρώπους, ερωτικούς, δημιουργικούς, τρυφερούς, να αποφασίζουν να ζήσουν χωρίς παιδιά ή το αναβάλλουν για αργότερα δεν σκέφτομαι τι χάνουν εκείνοι αλλά σκέφτομαι τι χάνουν τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν ακόμα. Και όπως λέει ένας όχι και τόσο Τούρκος ποιητής... “τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα”. (Ναζίμ Χικμέτ)

1η Φεβρουαρίου 2012


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.