Θέλω να μάθω μαζί σου όνειρα σε
και σε
να μάθω να σ' αγκαλιάζω στην ψυχή με την ψυχή μου να σπαρταρώ κάθε φορά
χωρίς φόβο να κάνω
α ζήσω θέλω μαζί σου όλες τις στιγμές τα ξημερώματα όλα όλες τις θλίψεις συννεφιές κι απέραντο ωκεανό να μυρίζω σε όλα τα λουλούδια του κόσμου τον ιδρώτα σου και σε κάθε άγγιγμα να θυμάμαι τη ματιά σου θέλω να ψιθυρίζεις στ' αυτί μου σ’ ερωτεύτηκα και να φωνάζεις στον κόσμο σου μόνο μ' αυτόν μπορώ
α σου διδάξω τ' απογεύματα μικρά της θάλασσας λουλούδια κοχύλια άγνωστοι μου αστερισμοί τραγούδια σε γλώσσα άγνωστη να τραγουδώ με φίλους νέους παροδικούς και να θυμάμαι τον ήχο του γέλιου σου γάργαρο νερό κουλουριαστό και το χαμόγελο κρήνη στραβή κτισμένη μ’ άσπρες πέτρες
α βλέπω στα σύννεφα χορογραφίες δικές σου και στα νερά στο βίαιο κύμα που σκάει στα βράχια να νιώθω το φιλί μας γυμνό για δες τσαλαβουτάει στους αχινούς δυο ρόγες σταφύλι ένα ρολόι ξεραμένο ένα λουλούδι λίγο κρασί φωτιά
παντού στη θάλασσα μέσα και μπροστά σ’ αυτήν με θέα απ’ το μπαλκόνι
στην γη κι οι αχινοί σκίζουν τα όνειρα σε μια στιγμή με άμμο στις κάλτσες ξανθιά ένα φθινόπωρο
στους τοίχους στα πατώματα στις αγκαλιές στα μάτια τις ανάσες
όνο τα κρεβάτια που ‘πεφταν οι πόρτες που ‘κλειναν ανορθόδοξα και μια φωτογραφία ή δυο ενός θνήσκοντος Χριστού κάποιου νεότερου Mantegna φοίβου με βράχυνση τέλεια κι ηρεμία νεκρική μ’ έφεραν σε μια πολύ προσωπική όλο δική μου Αναγέννηση
σύ είσαι ο πρώιμος δρόμος σκαμμένο μου χαντάκι είσαι εσύ ο αστήρ της θάλασσας, το άστρο του βορρά ο αστερίας του σύμπαντος, μικρέ μου γαλαξία η ξαστεριά σε νησί άγονο κι ένας αστός μπλεγμένος σε κυκλώματα πολύ μόνιμα η πόλη που είσαι, το πάντα γνώριμο άρωμα της γης η ζέση που όλο λείπει απ’ το σώμα μου κι όλο φορώ την γύμνια σου να ζεσταθώ και ντύνομαι την σάρκα σου σαρκίο δικό μου για να ενώσω τις καρδιές που τρέχουν πάντα σαν είναι η μια δίπλα στην άλλη είσαι οι κρύες μου πατούσες τις μέρες τις πιο ζεστές κι αυτή η ανάσα που χάνεται βίαια όταν η ευτυχία ορμάει απ’ την πόρτα
Είσαι τόσα και τόσα πολλά και θέλω αμέσως να ζήσω μαζί σου όλα τα όνειρα που κάνουμε σε μια στιγμή όταν κοιτιόμαστε κι είναι πάντα σαν η
φορά που σε κοιτώ
κι είναι πάντα σαν η
φορά που σε φιλώ
κι ας ήτανε αλλού η
μπλεγμένη με θάλασσα μέλι κανέλα αλκοόλ
ψηλές ψιλές κάλτσες σαν από γέννημα άχρονο παρηκμασμένοι αγκαλιασμένοι ωκεανοί χώνω στα λόγια μου νοήματα ξένα και στις εικόνες μου υποσχέσεις που φοβάμαι πολύ να τις δω γιατί φοβάμαι πολύ να τις πω σε σένα γιατί φοβάμαι πιο πολύ να τις πω σε μένα
κι αλήθεια σου λέω σαν από γέννημα άχρονο παρηκμασμένοι Ωκεανοί πολύ ή ίσως δύο είναι πάρα πολλοί
Kαι δεν μπορώ να κάνω τίποτα παρά να θέλω να περιμένω να ‘ρθει κάθε βράδυ να ‘ρθω να περιμένω πώς θα τελειώσει το όνειρο
αν θα ξυπνήσω ιδρωμένος κόκκινος με πατούσες ζεστές χωρίς αφή ούτ’ όνειρα να βλέπω την πόρτα κλειστή ή αν θα ξυπνήσω ξανά παγωμένος με κρύες πατούσες να αναζητώ στην ανάστροφη του γονάτου σου μια μικρή θερμή σπηλιά να χουχουλιάσω μυρίζοντας πορτοκάλι κανέλα και ρόδα να σε φιλώ στο λακκάκι του λαιμού σου ή στο στήθος ή πιο χαμηλά πότε δαγκώνοντας άγρια πότε πιο ρομαντικά πάντοτε με ύφος νοσταλγικό γνώριμο ίσως λίγο ειρωνικό να αναρωτιέσαι αν θα φύγω ή αν θα μείνω πάντα εδώ
κι αναρωτιέμαι το ίδιο θα μείνω θα φύγω να κάνω όνειρα να κάνεις σχέδια να φοβάμαι πολύ ή πολύ λίγο να δακρύζω αληθινά ή από γέλια αστεία βλακείες πειράγματα ευτυχίας δάκρυα
α γίνω θρασύς λίγο πιο αληθινός σκληρός αχρείος εγωκεντρικά ρομαντικός κι αστείος να γίνω ένας δυνατός ψεύτης να γίνω ένας μαγικός αυλός να γίνω όνειρο να γίνω αύρα να σε σηκώνω να σε παίρνω μακριά να γίνω παραγινωμένα σύκα να μ’ απλώνεις μελωμένο στην τάβλα να με γεύεσαι να γίνω ουρανός να είσαι η Γαία να γίνω Άδωνις να γίνεις το νερό που καθρεπτίζει να γίνουμε μαζί αρκούδες να πάρουμε θέση στον ουρανό η Μεγάλη εγώ η Μικρή εσύ και αν δεν θες θα σε πάω στον κύκλο τον αρκτικό στους πάγους να με ζεσταίνεις γιατί είσαι για μένα από τις πιο ζεστές ερήμους τις πιο θανατερές
α περάσουμε μαζί απ’ όλα τα βουνά και θα γνωρίσουμε όλους τους ήρωες τις άλλες νύμφες τις μέγαιρες και τους θεούς αν μένουνε εκεί ακόμα και μετά σ’ όλες τις θάλασσες κίτρινες μαύρες ερυθρές λευκές νεκρές στη θάλασσα των Σαργασσών να μαζέψουμε φύκια να σ’ τα κάνω περιδέραιο στη θάλασσα των Κοραλλιών να μαζέψουμε πολύχρωμα πέτρινα λουλούδια να μετράμε θαλάσσιες ελπίδες μας μετά Μεσόγειο στην Τυνησία να μαζέψουμε πέτρα πέτρα τα ρόδα της ερήμου να κάνουν παρέα στο ξεραμένο άγριο ρόδο σου μετά εδώ στην θάλασσα που βγήκαμε παιδιά της να βαφτιστούμε αληθινά άνθρωποι να μαζέψουμε λίγη ανθρωπιά λίγο έρωτα λίγο γαλάζιο να τ’ απλώσουμε στον ουρανό και δίπλα τους εμείς οι δυο απλωμένοι όπως ποτέ ξανά να αριθμούμε τα λάθη μας και να γελάμε με την αγάπη μας
Σπαρταράω
να ζήσω όλα τα όνειρα του κόσμου μου σε μια στιγμή κι οι κόσμοι μας να γίνουν ένα θέλω να σου μιλήσω με τρόπο που ποτέ κανείς δεν μίλησε να σου μάθω πράγματα που κανείς δεν μου ‘μαθε να σε πάω σε τόπους που πριν πάμε δεν υπήρξαν και θα υπάρχουν μετά μόνο για μας και θέλω να σ’ ανακαλύψω τόσο πολύ που εσύ πρώτα θα ξαφνιάζεσαι με τα ευρήματα
να σκάψω τόσο βαθιά κάτω απ’ τα λόγια που καμία λέξη υπαρκτή να μην ταιριάζει σε αυτό που έχουμε να πρέπει να βρούμε νέα γλώσσα να ξεδιψάσει τις γλώσσες μας νέο πάθος να σκοτώσει τα πάθη μας νέο πόθο να ανάβει πάντα τον πόθο μας
Θέλω τόσο πολύ να μάθω
σου όνειρα σε φως και σε σκιά να κάνω
να σ’ αγκαλιάζω χωρίς πια να ακουμπώ στο σώμα σου αλλά μέσα βαθιά με μιας να κλονίζω το είναι σου να σπαρταράω από πόθο πάντα και με μιας
Φ.