4η βιομηχανική επανάσταση (αφιέρωμα της εφημερίδας ΠΡΙΝ)

Page 1

Η τεχνητή νοημοσύνη και οι «έξυπνες» μηχανές μόνο σε συνθήκες πραγματικής κομμουνιστικής κοινωνίας μπορούν να αξιοποιηθούν· για να μειωθεί δραστικά ο χρόνος εργασίας με παράλληλη εξάλειψη της ανεργίας, για να συμμετέχει ο άνθρωπος ουσιαστικά στη διεύθυνση της κοινωνίας, να αναπτύσσει το πνευματικό του επίπεδο, να ικανοποιεί όλες τις σύγχρονες ανάγκες του.

Αφιέρωμα

11

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

η

4 ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ Επανάσταση

Ευλογία ή κατάρα για τον άνθρωπο;

Σ

τα εκμεταλλευτικά συστήματα η πρόοδος στην επιστήμη και την τεχνολογία βελτιώνει τη ζωή των ανθρώπων, αλλά και την καταστρέφει. Η γεωργική επανάσταση συνυπήρξε με την εξέλιξη των οπλικών συστημάτων και η χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας στην παραγωγή και την ηλεκτροδότηση συνυπήρξε με την κατασκευή ατομικών βομβών τεράστιας καταστροφικής εμβέλειας. Στην εποχή του τελευταίου εκμεταλλευτικού συστήματος, η επιστήμη και η τεχνολογία αξιοποιούνται σε ύψιστο βαθμό από την κυρίαρχη αστική τάξη για την πρωτοφανή βελτίωση και αύξηση της ευημερίας και της κυριαρχίας της. Η σύγχρονη τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, ειδικά, συνίσταται στην μαζική αντικατάσταση ανθρώπων από «έξυπνες» μηχανές, που δεν εκτελούν απλώς αυτοματοποιημένες εργασίες, όπως στην προηγούμενη περίοδο, αλλά αντικαθιστούν τον άνθρωπο και σε ανώτερες διανοητικές δραστηριότητες, με ιδιότητες που οι ερευνητές τους προσδίδουν. Έτσι, μαζί με τις δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας, αυξάνουν

και οι προσδοκίες του κεφαλαίου για μεγαλύτερα κέρδη, αλλά και οι φόβοι για ανεπανόρθωτες καταστροφές. Στο αστικό στρατόπεδο υπάρχει μια οπτιμιστική και μια πεσιμιστική αντίληψη. Οι οπτιμιστές έχουν μια γραμμική και αυτόματη αντίληψη για τη σχέση της κοινωνίας και της νέας βιομηχανίας. Φρονούν ότι η νέα τεχνολογία θα εκτοξεύσει την παραγωγικότητα και την παραγωγή, θα οδηγήσει στη γενική ευημερία, έστω και με ανισότητες, θα καταργήσει τη βαριά και κουραστική εργασία, θα εξαλείψει την ανεργία, αφού η απώλεια των θέσεων χειρωνακτικής εργασίας θα αναπληρωθεί με θέσεις υψηλής ειδίκευσης, ενώ η αφθονία των αγαθών θα αμβλύνει αποφασιστικά τις ενδοκοινωνικές και διεθνείς αντιθέσεις. Από την άλλη, αναπτύσσεται και πάλι μια φοβικότητα προς την τεχνολογία (νεολουδισμός), όπως και τη δεκαετία του ‘60 είχαν αναπτυχθεί ανάλογες αντιλήψεις (κοινωνία της ευημερίας). Σε αυτή την πλευρά, θεωρείται αναπόφευκτη η εκτεταμένη τεχνολογική ανεργία της νέας εποχής, ιδίως στους τομείς της χει-

ρωνακτικής εργασίας και της χαμηλής ειδίκευσης. Ήδη, το εκτεταμένο δυναμικό των ανθρώπων, των οποίων η εργασία θα εκτελείται από τις μηχανές χαρακτηρίζεται «άχρηστη» τάξη (useless class). Διατυπώνεται δε η σκέψη η δομική αυτή ανεργία να αντιμετωπίζεται με ένα κατώτατο επίδομα επιβίωσης. Προβάλλεται, επίσης, ο ισχυρισμός ότι η υψηλά ειδικευμένη και αμειβόμενη πλειοψηφία (ή και μειοψηφία) θα ενδιαφέρεται για την ευημερία και την ανάδειξή της (ευδαιμονισμός-τεχνοκρατισμός), ενώ θα αδιαφορεί για την κουλτούρα, την ηθική, την προοδευτική πολιτική. Σε μια τέτοια κοινωνία οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στο πολυάριθμο άνεργο προλεταριάτο και την αστική και μεσαία ευπορούσα τάξη θα ενταθούν στο έπακρο. Έντονοι φόβοι εκφράζονται για τη διαχείριση και εκμετάλλευση άπειρου αριθμού προσωπικών δεδομένων στη γενίκευση συμπερασμάτων, αφού ήδη ανά έτος αυξάνεται εκθετικά η παραγωγή δεδομένων για την εξαγωγή κέρδους, αλλά και την καταστολή. Έντονος προβληματισμός αναπτύσσεται και από την «ανάθεση ευθύνης» από τον

Δημήτρης Γρηγορόπουλος

άνθρωπο στη μηχανή, προβληματισμός που φτάνει ως την υπερβολή περί «πολέμου» ανθρώπου-μηχανής. Επιπλέον, θα επεκταθεί στο έπακρο το μονοπώλιο και η αποκλειστικότητα (πατέντα) στην έρευνα και τη γνώση πανίσχυρων και παγκόσμιων μονοπωλίων. Είναι γεγονός ότι από τους αστούς διανοητές, αλλά και από ορισμένους μαρξιστές, η εξέλιξη και τα άλματα στην επιστήμη και την τεχνολογία εξετάζονται ως στοιχείο γραμμικής εξέλιξης των παραγωγικών δυνάμεων σε οπτιμιστική ή πεσιμιστική κατεύθυνση. Αυτή η αντιδιαλεκτική εξέλιξη παραβλέπει τις σχέσεις των παραγωγικών δυνάμεων με τις παραγωγικές σχέσεις και την ταξική πάλη. Η θετική και αρνητική κατεύθυνση της τεχνολογικής εξέλιξης δεν είναι ουδέτερη, αλλά επίδικο θέμα ταξικής πάλης. Από αυτήν θα εξαρτηθεί η καθολική εξασφάλιση εργασίας με δραστική μείωση του χρόνου εργασίας και αποδοχές ανάλογες με τις ανάγκες της εποχής, η δια βίου δωρεάν μάθηση που απαιτεί η σύγχρονη τεχνολογία, η κατάργηση των προνομίων των πολυεθνικών μονοπωλίων.


12

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Αφιέρωμα

Ολοκληρωτικός καπιταλισμός σε πλήρη ανάπτυξη Έχουν ήδη περάσει πέντε χρόνια από τότε που ο Κλάους Σβαμπ, ιδρυτής του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση». Έκτοτε, ο όρος μπήκε στον δημόσιο λόγο — τόσο στην τρέχουσα δημοσιογραφική φρασεολογία όσο και στις μελέτες των κορυφαίων «δεξαμενών σκέψης» του κεφαλαίου. Αν και δεν είναι γνωστό με ακρίβεια το περιεχόμενό του, είναι σαφές ότι δεν αποτελεί μια φράση κενή περιεχομένου, ένα πυροτέχνημα που αναπαράγεται δήθεν «βαθυστόχαστα». Η συζήτηση για την industry 4.0 –παρά τις υπερβολές και τις ασάφειές της– αντανακλά στοιχεία της πραγματικότητας. Αντανακλά τα νέα άλματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, τα ακόμη μεγαλύτερα άλματα που μπορεί να προκύψουν από τον συνδυασμό διάφορων επιστημονικών πεδίων και τη γενικευμένη επίδρασή τους σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ταυτοχρόνως, αντανακλά την προσπάθεια του κεφαλαίου –ιδιαίτερα των ηγεμονικών, πολυεθνικών τμημάτων του– να βρει μια αξιόπιστη-μακροπρόθεσμη απάντηση στην κρίση που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2008, χειραγωγώντας τα εν λόγω άλματα, υπάγοντάς τα πραγματικά και καθολικά στους «ιερούς νόμους» της κερδοφορίας, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της αστικής κυριαρχίας. Από πού, όμως, πηγάζει η σχετική ασάφεια της έννοιας; Καταρχάς, από το ότι δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί οριστικά τα επιστημονικά άλματα και, έπειτα, από το γεγονός ότι ούτε το κεφάλαιο έχει ένα σαφές και συνολικό σχέδιο — ποτέ δεν λειτουργούσε έτσι. Η κυρίαρχη τάση/γραμμή του θα προκύψει από τον συνδυασμό των δυνατοτήτων που οσμίζεται ότι υπάρχουν και των ορίων που θέτουν οι ανάγκες κερδοφορίαςκυριαρχίας, ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός και η ταξική πάλη.

Οι εξελίξεις οδηγούν στην δημιουργία νέων εμπορευμάτων, ενίοτε άυλων, με όρους μαζικής βιομηχανικής παραγωγής, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται νέα δεδομένα και όσον αφορά στην παραγωγή κλασικών εμπορευμάτων, ενώ τα «έξυπνα» ρομπότ της νέας εποχής αντιπροσωπεύουν μία άλλη, ανώτερη ποιότητα από το γνωστό ως σήμερα μέσο εργασίας, που διαμεσολαβούσε ανάμεσα στον εργαζόμενο και το παραγόμενο προϊόν.

Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση

Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται Βασίλης Μηνακάκης

Ο

όρος «τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση» καλύπτει σχηματικά και συνοπτικά τις εξής πλευρές: Τις πρόσφατες τομές σε μια σειρά πεδία της επιστήμης-τεχνολογίας (ρομποτική, τεχνητή νοημοσύνη, νανοτεχνολογία κ.ά.), τις νέες δυνατότητες στη συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση μεγάλου όγκου συχνά αδόμητων πληροφοριών (big data), τη νέα ποιότητα που απορρέει από τον συνδυασμό αυτών των πεδίων (συνένωση ψηφιακής, φυσικής και βιολογικής σφαίρας), καθώς και τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει η αξιοποίηση αυτών των τομών στην παραγωγή εμπορευμάτων (η οποία συχνά κατανέμεται σε

διάφορες περιοχές της γης ή σε δραστηριότητες εντός κι εκτός του κλασικού χώρου εργασίας), στην κυκλοφορία, στην επικοινωνία (π.χ. ίντερνετ των πραγμάτων/IOT) και σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής. Η ως άνω εξέλιξη δημιουργεί νέα εμπορεύματα, άρα και νέα πεδία δράσης του κεφαλαίου –ειδικά του υπερσυσσωρευμένου και πολυεθνικού κεφαλαίου– με όρους μαζικής βιομηχανικής παραγωγής μάλιστα (βιομηχανικής παραγωγής που ούτε ο Μαρξ στην εποχή του δεν ταύτιζε στενά με τη χειρωνακτική εργασία και την παραγωγή υλικών προϊόντων και μόνο). Πολλά από αυτά τα εμπορεύματα είναι άυλα, δεν είναι όμως λιγότερο σημαντικά από ό,τι μια καρέκλα ή ένα ψυγείο. Το πόσα μάτια θα δουν μια διαφήμιση στο Facebook (που στοχεύσει στους 5 δισ. χρήστες), ένα τεστ ανίχνευσης χρωμοσωμάτων υπεύθυνων για τον καρκίνο του μαστού,

τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη συγκέντρωση και επεξεργασία εκατομμυρίων δεδομένων (αυτά που πούλησε η Google Analytica στον Τραμπ, κι εκείνος τα αξιοποίησε ώστε να εκλεγεί), η αναζήτηση ταξί - να μερικά νέα εμπορεύματα. Ταυτόχρονα, δημιουργεί νέα δεδομένα στην παραγωγή κλασικών εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, καθώς αλλάζει τόσο τα μέσα και τις τεχνικές εργασίας όσο και τα υλικά παραγωγής -άρα και τα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητές τους. Η νανοτεχνολογία και η επιστήμη των υλικών, για παράδειγμα, τροποποιούν την παραγωγή αρκετών εμπορευμάτων και συσκευών. Το ίδιο και η ενσωμάτωση στις εν λόγω συσκευές αυξανόμενων εφαρμογών της πληροφορικής. Δημιουργούνται νέες «συσκευές» με ποικίλες χρήσεις, ειρηνικές ή μη (π.χ. αυτόνομα οχήματα - drones), ενώ αρχίζει να βιομηχανοποιείται η παραγω-

γή με τρισδιάστατη εκτύπωση (3D) εμπορευμάτων κάθε λογής (από όπλα και καναπέδες έως τεχνητά ανθρώπινα μέλη). Επιπλέον, η γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή επαναστατικοποιούνται (βιοτεχνολογία, γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί, λιπάσματα, ζωοτροφές), ενώ σημαντικές είναι οι εξελίξεις στους τομείς της ιατρικής, του φαρμάκου, των βιολογικών υλικών. Την ίδια στιγμή, τα ρομπότ της νέας εποχής, τα οποία γνωρίζουν ευρεία διάδοση στην παραγωγή υλικών εμπορευμάτων αλλά και εμπορευμάτων υπηρεσιών (π.χ. χειρουργική, εξυπηρέτηση πελατών εστίασης), ενσωματώνουν αναβαθμισμένα στοιχεία πληροφορικής και τεχνητής νοημοσύνης, αυτοεκπαιδεύονται και αλληλεπιδρούν-συλλειτουργούν με τους εργαζόμενους. Αυτά τα «έξυπνα» ρομπότ αποτελούν μιαν άλλη, ανώτερη ποιότητα από το κλασικό μέσο εργασίας, το


Αφιέρωμα οποίο διαμεσολαβούσε μεταξύ εργαζόμενου και παραγόμενου προϊόντος, αποτελώντας προέκταση του ανθρώπινου χεριού και μυαλού, ακόμη και από τις μηχανές των προηγούμενων φάσεων αυτοματοποίησης της παραγωγής. Από εδώ απορρέει μια μεγάλη αλλαγή στη σχέση ζωντανής και νεκρής εργασίας, αλλά και στους όρους δουλειάς της σύγχρονης εργατικής τάξης. Συνήθως, αναδεικνύεται η απώλεια θέσεων εργασίας, λόγω της αντικατάστασης των ανθρώπων από τις σύγχρονες μηχανές. Επ’ αυτού υπάρχει μεγάλη συζήτηση και στο αστικό στρατόπεδο, το οποίο εμφανίζεται διχασμένο ανάμεσα στους «πεσιμιστές» (που φέρνουν σε πρώτο πλάνο την τεχνολογική ανεργία της νέας εποχής) και στους «οπτιμιστές» (που υποστηρίζουν ότι η απώλεια θέσεων εργασίας σε θέσεις χαμηλής ειδίκευσης και χειρωνακτικής εργασίας θα αναπληρωθεί από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε άλλους τομείς). Η εργατική απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι επιθετική και τολμηρή, πιάνοντας το νήμα από το Σικάγο του 1886: Ριζική μείωση των ωρών και των ετών εργασίας, μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους, προστασία των ανέργων με επιβάρυνση του κεφαλαίου. Το επιτρέπουν τόσο η αυξημένη παραγωγικότητα της εργασίας όσο και ο τεράστιος πλούτος που έχει συσσωρεύσει μια ισχνότατη μειοψηφία καπιταλιστών εκμεταλλευόμενη τη δουλειά εκατομμυρίων εργατών όπου γης. Πολύ σημαντικές, όμως, είναι και οι πλευρές που αφορούν το περιεχόμενο της εργασίας (τις δεξιότητες-ικανότητες

της εργατικής δύναμης που μισθώνει ο καπιταλιστής), τη σχέση των εργαζόμενων με τα μέσα παραγωγής/εργασίας, τις μορφές κοινωνικού συνδυασμού της εργασίας και οργάνωσης της παραγωγής, τη σχέση του εργαζόμενου με τον τυπικό χώρο και το τυπικό ωράριο εργασίας. Πλέον οι απαιτού-

κτικό έλεγχο της παραγωγής) και ταυτοχρόνως ακριβαίνουν, η ζωντανή εργασία υπάγεται-υποτάσσεται πιο ποιοτικά και καθολικά σε αυτά και –διά μέσου αυτών– στο κεφάλαιο. Η εργατική πλευρά οφείλει να αναδείξει αυτή τη διάσταση και να προβάλει μια χειραφετητική λογική, αν δεν θέλει να

Η εργατική απάντηση πρέπει να είναι τολμηρή, πιάνοντας το νήμα από το Σικάγο του 1886. Να αναδείξει μια χειραφετητική λογική, εάν δεν θέλει να καταλήξει στον νεολουδισμό

μενες εργασιακές δεξιότητες μεταβάλλονται και έχουν την τάση να αναπροσαρμόζονται γρήγορα — εξού και η αστική συζήτηση περί «διά βίου μάθησης» ή το στρατηγικό βάρος που δίνει το κεφάλαιο στην εκπαίδευση. Επιπλέον, καθώς τα μέσα παραγωγής και εργασίας αναμορφώνονται (ενσωματώνοντας τις απαιτήσεις του εργοδότη για κέρδος και ασφυ-

καταλήξει σε έναν νεολουδισμό ή στον οικονομισμό, την οπτική δηλαδή που εστιάζει μόνο στην οικονομική πλευρά της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας, υποτιμώντας την καταπιεστική/ εξουσιαστική, τον «δεσποτισμό του κεφαλαίου» (Μαρξ). Σημαντική πλευρά της «Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης» είναι αυτή που αφορά εκτός από την παραγωγή υπε-

ραξίας (εμπορευμάτων) και την πραγμάτωσή της (πώληση παραχθέντων υλικών ή άυλων εμπορευμάτων). Η στηριγμένη στα νέα δεδομένα –και ειδικά στα δεδομένα των big data– υπερανάπτυξη τομέων του καπιταλιστικού επιχειρείν, όπως η έρευνα και ανάπτυξη (R&D), το marketing και τα logistics, δίνει τη δυνατότητα στο κεφάλαιο να οργανώσει πιο στοχευμένα την παραγωγή εμπορευμάτων, να τα πλασάρει πιο αποτελεσματικά στους επίδοξους αγοραστές, να μειώσει τα εμπορεύματα που παραμένουν σε αποθήκες και τον χρόνο παραμονής τους σε αυτές. Εν ολίγοις, να μεγιστοποιήσει τον λόγο παραχθέντων/πωληθέντων προϊόντων, να ελαχιστοποιήσει τον χρόνο περιστροφής του κεφαλαίου (Χ-Ε-Χ’) και, ως εκ τούτου, να αυξήσει τα κέρδη του. Για όλους αυτούς τους λόγους, το κεφάλαιο –και δη το πολυεθνικό-πολυκλαδικό– προωθεί την καθολική και «πραγματική» υπαγωγή στις επιδιώξεις του των επιστημονικών και τεχνολογικών διαδικασιών που σχετίζονται με την «Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση», ώστε να εξασφαλίσει τα μέγιστα κέρδη και την αναπαραγωγή της σχέσης εκμετάλλευσης, να διαιωνίσει την κυριαρχία του. Γι’ αυτό επιδιώκει να χειραγωγήσει αυτές τις διαδικασίες εν τω γεννάσθε (μέσω της χρηματοδότησης της έρευνας, της διαπλοκής ΑΕΙ-εταιρειών, κ.ά.) και να μετατρέψει τα αποτελέσματά τους σε ιδιωτική ιδιοκτησία μέσω των πατεντών και των copyrights (με τρόπους που αντιστοιχούν στις διαδικασίες της πρωταρχικής συσσώρευσης, την οποία μνημόνευσε ο Μαρξ αναφερόμενος στην υλική παραγωγή).

Οι επιστήμες αιχμάλωτες του κεφαλαίου ▸ Η ουσία της «αντικειμενοποίησης» των παραγωγικών δυνάμεων ΟΙ ΤΟΜΕΣ της επιστήμης και της τεχνολογίας –και η industry 4.0– αντιμετωπίζονται από πολλούς μαρξιστές ως στοιχείο των παραγωγικών δυνάμεων μόνο. Το πνεύμα –και το γράμμα– του Μαρξ στο Κεφάλαιο και το «Απόσπασμα για τις μηχανές» (Grundrisse), αποτυπώνει μια διαφορετική οπτική, η οποία συνδέει αυτές τις τομές και με τις παραγωγικές δυνάμεις, αλλά και με τις παραγωγικές –κι ευρύτερα τις κοινωνικές– σχέσεις. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, το ποιες από τις επιστημονικές-τεχνολογικές τομές ενσωματώνονται τελικώς στην παραγωγή και τις άλλες κοινωνικές σφαίρες υπόκειται σε σύνθετο κριτήριο:

ιδιοκτησία-κέρδος-κυριαρχία. Η «αντικειμενοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων», η μετατροπή κάποιων απ’ αυτές σε μέσο εργασίας και πάγιο κεφάλαιο (π.χ. βιομηχανικά ρομπότ), γίνεται με κριτήριο τη μέγιστη κερδοφορία και τον μέγιστο έλεγχο των εργαζομένων, καθώς και του κυκλώματος παραγωγής-εμπορίας (παραγωγή υπεραξίας - πραγμάτωσή της). Από την άλλη, αυτή η «αντικειμενοποίηση» συνδέεται με την ανάπτυξη τεράστιων μονάδων και την καθολική υπαγωγή της επιστήμης στο κεφάλαιο. Με τα λόγια του Μαρξ: «Η ανάπτυξη, ωστόσο, των μηχανημάτων σε αυτή την κατεύθυνση παρουσιάζεται μόνο όταν

13

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

η μεγάλη βιομηχανία έχει φτάσει σε ανώτερη βαθμίδα και όλες οι επιστήμες έχουν αιχμαλωτιστεί στην υπηρεσία του κεφαλαίου». Ο ίδιος συμπληρώνει ότι, προκειμένου το κεφάλαιο να επιτύχει τους σκοπούς του, «ξυπνά όλες τις δυνάμεις της επιστήμης και της φύσης, όπως και του κοινωνικού συνδυασμού και της κοινωνικής συναλλαγής». Η κατεύθυνση του Μαρξ είναι σαφής: Το σύγχρονο κίνημα κοινωνικής χειραφέτησης πρέπει να θέσει στις προτεραιότητές του την απελευθέρωση από τα δεσμά του κεφαλαίου τόσο του κτήτορα όσο και του κτήματος (χαρακτήρας παραγωγικών δυνάμεων).

Πρωτοπόρος η Κίνα στη νέα εποχή Παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα, η εκτεταμένη χρήση «έξυπνων» ρομπότ και η ευρεία αυτοματοποίηση περισσότερο επιβεβαιώνει παρά ακυρώνει την οπτική του Μαρξ για την υπεραξία και τον καθοριστικό ρόλο του εργαζόμενου στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου. Έννοιεςκλειδί εδώ είναι η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου (η σχέση μέσων παραγωγής/εργαζόμενων, σταθερού/μεταβλητού κεφαλαίου) και η απόσπαση σχετικής υπεραξίας (που βασίζεται στην αυξημένη παραγωγικότητα και τα προηγμένα τεχνολογικά μέσα) και απόλυτης (εντατικοποίηση της εργασίας, παράταση του εργάσιμου χρόνου, συμπίεση των μισθών). Σύμφωνα με τον Μαρξ, η εισαγωγή από το κεφάλαιο νέων και ακριβότερων μέσων παραγωγής (νεκρή εργασία) που εκτοπίζουν τη ζωντανή εργασία (η οποία παράγει υπεραξία και κέρδος), αυξάνει την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου και οδηγεί στην τάση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Εκτός εάν κινητοποιηθούν αντίρροπες ενέργειες, ώστε ο ρυθμός εξέλιξης του ποσοστού υπεραξίας να είναι υπέρτερος του ρυθμού αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Η πιο ξεκάθαρη απόδειξη αυτού του μαρξικού νόμου έρχεται από την Κίνα. Εκεί υπάρχει η πλέον εκτεταμένη χρήση βιομηχανικών ρομπότ και πουλήθηκε το 36% των βιομηχανικών ρομπότ παγκοσμίως (2018). Πώς αυτό γίνεται κερδοφόρο; Με την ύπαρξη μιας πολυάριθμης εργατικής τάξης, η οποία δουλεύει πάμπολλες ώρες και με εξευτελιστικούς μισθούς. Με άλλα λόγια, με έναν οργανικό, νέου τύπου συνδυασμό απόσπασης απόλυτης και σχετικής υπεραξίας. Ανάλογο είναι το παράδειγμα της Foxconn, εταιρείας που λειτουργεί στην κοιλάδα του Περλ και παράγει τα iPhone της Apple. Εδώ, οι εξαντλητικοί ρυθμοί εργασίας οδηγούν πολλούς εργαζόμενους σε αυτοκτονία, ενώ ο βαθμός εκμετάλλευσης έχει φτάσει έως και 2.458% (Ινστιτούτο Μελετών Tricontinental).


14

Π

οια ήταν η κινητήρια δύναμη που ώθησε τον Τέιλορ στην αναζήτηση νέων τεχνικών οργάνωσης της παραγωγής; Μα φυσικά, το μονοπώλιο της γνώσης των βιομηχανικών χειρισμών που κατείχε η εργατική τάξη και, κατά συνέπεια, ο έλεγχος και η κυριαρχία που αυτή ασκούσε στην παραγωγή. Ο Tέιλορ διαχώρισε τις διαδικασίες του πλάνου και της εκτέλεσης και πέτυχε, εκείνη την εποχή, να εισάγει την έννοια του ανειδίκευτου εργάτη. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνει, πρώτον, να ενσωματώσει τις μεγάλες μεταναστευτικές ροές και να τις μετατρέψει σε παραγωγική δύναμη. Δεύτερον, πετυχαίνει να απελευθερώσει την εργασιακή διαδικασία από την εξουσία που της ασκούσαν οι εργάτες και, τρίτον, ασκεί τον μεγαλύτερο δυνατό έλεγχο πάνω στους εργάτες, επιδιώκοντας να συντρίψει την τάση χειραφέτησης. Το δεύτερο αναδεικνύεται ως καθοριστικός παράγοντας για το πέρασμα στην μαζική παραγωγή, μοντέλο που θα εφαρμόσει αργότερα ο Χένρι Φορντ. Ο ειδικευμένος τεχνίτης υφίσταται τρομερή πίεση σχετικά με τους τρόπους χειρισμού, ενώ ο στόχος της μείωσης του νεκρού χρόνου που έθεσε ο Τέιλορ, δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από την επιμήκυνση του χρόνου εργασίας και την ανατροπή του τρόπου απόσπασης υπερεργασίας – και υπεραξίας. Η γνώση σταδιακά μεταλαμπαδεύεται σε ένα νέο στρώμα, τους «μάνατζερς», οι οποίοι αναλαμβάνουν τον καταμερισμό της εργασίας. Ο ανειδίκευτος εργάτης, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των εγχειριδίων που σχεδίασαν οι «μάνατζερ», είναι πλέον η «καρδιά» της παραγωγής. Δεν είναι μόνο αντικειμενικά φτηνότερος, αλλά και συνδικαλιστικά ανοργάνωτος, ανήμπορος να υπερασπιστεί την αξία της εργατικής του δύναμης. Η μηχανοποίηση (mechanization) και η εισαγωγή πρωτόλειων αυτοματισμών θα εκτινάξουν την παραγωγικότητα. Οι ιδέες του Τέιλορ εξαπλώνονται σε όλα τα πεδία δραστηριοτήτων του κεφαλαίου, πέρα από τον βιομηχανικό τομέα. Η ευρεία και εντατική εφαρμογή του «επιστημονικού» μάνατζμεντ οδηγεί αναπόδραστα στην αποειδίκευση της εργασίας (όρος που απασχόλησε τον Μαρξ και ανέπτυξε ο Χάρι Μπρέιβερμαν). Η αποειδίκευση, σύμφωνα με τον Μαρξ, αποτελεί μία από τις στρατηγικές του κεφαλαίου προκειμένου να πετύχει κεφαλαιακή συσσώρευση. Στην περίπτωση της πρώτης και δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης λειτούργησε με δυναμικά αποτελέσματα για το κεφάλαιο και η δυτικού τύπου ανάπτυξη εφάρμοσε πιστά τις αρχές του τεϊλορισμού και του φορντισμού μέχρι και πολύ πρόσφατα. Στην σημερινή εποχή, οι ανάγκες για αύξηση της παραγωγικότητας είναι ακόμα μεγαλύτερες, λόγω της τεράστιας ζήτησης (π.χ. σε προϊόντα τεχνολογίας και επικοινωνιών). Πλέον, οι ικα-

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Αφιέρωμα

Στάθης Παπαλιάκος Η πρώτη και η δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση δεν θα ήταν εφικτές δίχως την ταυτόχρονη ανάπτυξη τόσο των οικονομικών μεγεθών όσο και της τεχνολογίας. Περίπου 250 χρόνια μετά, οι δίδυμες επαναστάσεις της πληροφορίας-πληροφορικής και της βιοτεχνολογίας έρχονται να ταράξουν τον ρου της ανθρώπινης εξέλιξης. Για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει, πρέπει πρώτα να σταθούμε στη σημασία που είχε η οργάνωση της καπιταλιστικής εξουσίας στην παραγωγή κατά την προηγούμενη περίοδο, όταν η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με συνταρακτικές τεχνολογικές τομές.

Από τον Τεϊλορισμό-Φορντισμό στην εποχή των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης

ματισμένο να εκτελεί περιορισμένες νότητες του ανθρώπου στην παραγωγή κινήσεις ρομπότ (RPA). Τα μέχρι τώρα (σωματικές και γνωσιακές) τίθενται σε δείγματα των αυτοματοποιημένων αμφισβήτηση ή, πιο σωστά, χάνουν το μονάδων δείχνουν ότι η εισαγωγή των πλεονέκτημα που είχαν απέναντι στις ρομπότ σε γραμμές και αλυσίδες παμηχανές. Η τεχνητή νοημοσύνη αρχίζει να ξεπερνά τους ανθρώπους ώπους σε ραγωγής γίνεται με βάση τις μεολοένα και περισσότερεςς δελέτες των κινήσεων των ανθρώπων σε μια αντίστοιχη ξιότητες. Οι μηχανές, με θρ θέση εργασίας. Προς το την βοήθεια της τεχνολοθ Η μάχη παρόν, μάλιστα, αν γίας της πληροφορίας, του μέλλοντος: και σχετίζεται με την εμφανίζουν ολοένα με«Αποειδικευμένοι» τεχνητή νοημοσύνη, το γαλύτερες και σημαντιRPA δεν διαθέτει την κότερες διαφορές με τις εργάτες vs έξυπνων ανεξαρτησία που έχει ανθρώπινες δεξιότητες, μηχανών προγραμματιστεί να έχει όχι μόνο ποσοτικά αλλά και ποιοτικά. η πρώτη. Αντ’ αυτού, η αυτοματοποίηση αναπτύσΣταδιακά, η μάχη της αυτ παραγωγικότητας δεν θα α κρίσεται μέσα σε ένα δομημένο πλαίσιο κανόνων, αφήνοντας τον νεται ανάμεσα στον ανειδίκευτο έλεγχο στα χέρια των ανθρώπων. Το εργάτη και στον καταπιεστικό «μάνακρίσιμο ερώτημα που θα κληθούν πολύ τζερ». Στις παραγωγικές μονάδες της σύντομα να απαντήσουν οι σύγχρονοι νέας εποχής, θα συγκρούεται η μηχαμηχανικοί παραγωγής είναι εάν αυτά νική μάθηση και η τεχνητή νοημοσύνη τα όρια και οι κανόνες θα καθορίζονται με το «αποειδικευμένο» και προγραμ-

από τους αλγορίθμους των μεγάλων δεδομένων ή αν η απόφαση θα παραμείνει στον άνθρωπο. Όσο καλπάζουμε προς το δεύτερο και τρίτο κύμα αυτοματοποίησης, διαφαίνεται πως οι μηχανές θα έχουν τον πρώτο λόγο. Καθώς οι επιχειρήσεις προσαρμόζουν και αναπτύσσουν την τεχνολογία, είναι σαφές ότι θα είναι σε θέση να αυτοματοποιήσουν ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου ο οποίος «καταναλώνεται» σε υποστηρικτικές θέσεις εργασίας –που έχουν μελετηθεί και οργανωθεί επισταμένα από τον τεϊλορισμό-φορντισμό– παρά σε διευθυντικές. Αποτελεί, άραγε, αυτή η ορμητική εισαγωγή της αυτοματοποίησης απειλή για τις θέσεις εργασίας; Σύμφωνα με παγκόσμια μελέτη που διενήργησε η 2018 η PwC, εκτιμάται πως θέσεις χαμηλών μορφωτικών απαιτήσεων και «απλοποιημένες», που δεν απαιτούν υψηλά επίπεδα διανοητικής εργασίας, έχουν πιθανότητα 80% να αντικατασταθούν πλήρως. Η ανισότητα του διεθνούς καταμερισμού εργασίας με βάση το φύλο αναμένεται να ενταθεί επίσης, καθώς σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το 20 με 30% των θέσεων εργασίας που κατέχουν άνδρες θα αντικατασταθεί, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες κυμαίνεται μεταξύ 30 με 40%. Παράλληλα, υπάρχει και η άποψη του Γιουβάλ Νοά Χαραρί, που χαρακτηρίζει το δυναμικό των ανθρώπων των οποίων οι δουλείες θα αντικατασταθούν από τις μηχανές, ως «άχρηστη» τάξη (useless class). Η «άχρηστη» κατηγορία ατόμων που δεν θα μπορούν να βρουν απασχόληση σημαίνει ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν ή να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Στο βιβλίο του 21 Μαθήματα για τον 21ο Αιώνα, ο Ισραηλινός ιστορικός προκρίνει ως λύση την χορήγηση σε αυτή την «τάξη» ενός παγκόσμιου κατώτατου μισθού επιβίωσης που θα προέρχεται από την φορολογία των τεχνολογικών κολοσσών. Αυτή η τόσο απλή έκφραση και λύση, εντούτοις, προκαλεί ανατριχιαστικές αναλογίες με τον όρο «Unnütze Esser» (useless eaters - άχρηστοι που τρώνε, με μια έννοια) που χρησιμοποιούσαν οι ναζιστές για να περιγράψουν τους Εβραίους και γενικότερα τους ανθρώπους που δεν «προσέφεραν τίποτα» και οδηγούνταν στην εξολόθρευση. Το βέβαιο είναι ότι όπως οι αναταράξεις της πρώτης και δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης οδήγησαν στη γέννηση του καινοφανούς μαρξισμού και της κομμουνιστικής θεωρίας, έτσι και σήμερα χρειαζόμαστε μια σύγχρονη αφήγηση που θα κερδίσει και θα συνεπάρει την κοινωνική πλειοψηφία, για ένα κομμουνισμό του 21ου αιώνα που θα ενσωματώνει και θα δίνει νόημα στην ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, που θα έρχεται πιο κοντά με την ανάπτυξη της τεχνολογίας της πληροφορίας και θα ολοκληρώνει τις ανάγκες του μέσα από την βιοτεχνολογία.


Αφιέρωμα Δημήτρης Συνάπαλος

15

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Ευφυείς αυτοματισμοί, αδίστακτοι διαχειριστές ▸ Οι δύο όψεις της τεχνητής νοημοσύνης για την κοινωνία

Σ

το ξέφρενο κυνήγι για γρηγορότερα, υψηλότερα, δυνατότερα κέρδη είναι προφανές πως θα αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εργαλεία. Ένα από τα βαθύτερα και ουσιαστικότερα εργαλεία της πληροφορικής να είναι ο αυτοματισμός, η ικανότητα οργάνωσης της λήψης αποφάσεων χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, ένα προκαθορισμένο σύστημα αξιών το οποίο επιτρέπει την κατηγοριοποίηση της εισόδου (δεδομένων) του συστήματος και της εξόδου (συμπεράσματα). Ακριβώς αυτή την ικανότητα επαναστατικοποιεί η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) η οποία, χρησιμοποιώντας μεθόδους όπως η Βαθιά Μάθηση και η Ασαφής Λογική, δεν περιορίζεται πλέον σε μια a priori κωδικοποίηση της σχέσης εισόδου-εξόδου αλλά επιτρέπει στο πληροφορικό σύστημα να σχηματίσει «γνώμη», χρησιμοποιώντας τις εξισώσεις γραμμικής άλγεβρας που αναπτύχθηκαν κατά την εκπαίδευση του δικτύου, ώστε να διατυπώσει μια ικανή σχέση που δεν απαιτεί προκαθορισμό. Η υψηλή διεισδυτικότητα των συγκεκριμένων συστημάτων στην καθημερινότητα, μέσω της ενσωμάτωσής τους τόσο σε νέες τεχνολογίες –όπως ευφυή αυτοκίνητα ή διαγνωστικά συστήματα ιατρικής υποβοήθησης– όσο και σε υφιστάμενες, όπως οι μηχανισμοί βιομηχανικού ελέγχου, εγείρει πολλαπλά ζητήματα ηθικής φύσεως, τα οποία δεν πρέπει να μπουν κάτω από το χαλί των πλεονασμάτων και της αναιμικής παγκόσμιας ανάπτυξης. Ένα από τα δημοφιλέστερα ζητήματα της περιόδου αφορά στη διαχείριση και εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων. Η εκπαίδευση ενός Νευρωνικού Δικτύου απαιτεί δεκάδες έως εκατοντάδες χιλιάδες δείγματα-περιπτώσεις, τα οποία χρησιμεύουν στην γενίκευση των συμπερασμάτων σε μεγάλο εύρος. Πέραν των οικονομικών πλευρών που συνοδεύουν τη διαχείριση εκτεταμένων βάσεων δεδομένων, προκύπτει το ζήτημα της εξουσιοδότησης η οποία απαιτείται ώστε ο ερευνητικός φορέας να προχωρήσει σε συλλογή και διαχείριση. Πρόκειται, άλλωστε, για δεδομένα τα οποία σε ένα ποσοστό μπορούν να εξομοιωθούν, αλλά κυρίαρχα είναι πραγματικά καθώς έχουν προκύψει από ανθρώπινη δραστηριότητα. Η κατάσταση αυτή οδηγεί σε έντονη συζήτηση, καθώς προκύπτουν περιστατικά παραβίασης των υφιστάμενων νομοθεσιών (GDPR) ή ανάγκη εφαρμογής νομοθεσιών όπου δεν υπάρχουν (California Privacy Act). Δεν είναι τυ-

χαίο πως ανάμεσα στις εταιρίες με την εντονότερη ενασχόληση με την έρευνα γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη είναι και εκείνες που κατηγορούνται για τις πιο κατάφωρες παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων πελατών τους — όπως η Microsoft, η Google και η Facebook. Η τάση αυτή οφείλεται και σε μια δευτερεύουσα συσχέτιση, καθώς η παγκόσμια παραγωγή δεδομένων αυξάνεται εκθετικά ανά έτος, γεγονός που οδηγεί σε ένα «σαφάρι» αξιοποίησης αυτού του, τεράστιου μεγέθους, δυναμικού εξόρυξης κέρδους. Έντονο προβληματισμό προκαλεί και η ανάθεση ευθύνης από τον άνθρωπο στη μηχανή. Ένα σύστημα πληροφορικής μπορεί να είναι εξαιρετικό στην αντιληπτική του ικανότητα. Δύναται να εντοπίσει ένα σημάδι σε μια μαστογραφία και να προβλέψει πως θα εξελιχθεί σε κακοήθεια — ενδέχεται, όμως, να το παραβλέψει όταν το ποσοστό βεβαιότητας δεν είναι επαρκές, οδηγώντας σε λανθασμένες διαγνώσεις. Γενικώς, στα πρώιμα στάδια της ανάπτυξής τους, τα συστήματα αυτά χρησιμοποιούνται επικουρικά, χωρίς να αντικαθιστούν πλήρως τον ανθρώπινο παράγοντα. Ωστόσο, με την ωρίμανσή τους και τη διάχυση της χρήσης τους προκύπτουν ζητήματα λογοδοσίας. Ποιος αναλαμβάνει, για παράδειγμα, την ευθύνη για τις επιλογές του αλγόριθμου αναφορικά με τους στόχους υψηλής προτεραιότητας σε μια στρατιωτική επιχείρηση;

Αρκεί η απόδοση ευθύνης και πιθανώς η τιμωρία ενός αποδιοπομπαίου τράγου για το ξέπλυμα «κατά λάθος» εγκλημάτων πολέμου; Πρόσφατα (Οκτώβριος 2019), το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ εξέδωσε υπόμνημα σχετικά με την ηθική χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στο πλαίσιο της ευθύνης του. Ως κεντρικό άξονα ορίζει την απαιτούμενη συστοιχία πέντε αρχών: Υπευθυνότητα-Ισοτιμία-Διαφάνεια-Εμπιστοσύνη-Διαχειρισιμότητα. Βάση αυτών, το άρθρο νομιμοποιεί την αυτοματοποιημένη βία, προσπαθώντας να προβλέψει ασύμμετρες απειλές, ακαριαίους πολέμους (flash wars) που μπορούν να προκληθούν από την αντιπαράθεση ευφυών αυτοματισμών, ενώ επενδύει και στην –κεφαλαιώδους

Ένα δυνητικά πανίσχυρο εργαλείο, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί είτε για να εξυψώσει είτε για να ισοπεδώσει τον άνθρωπο

σημασίας όπως αναφέρεται– ανάπτυξη ευφυών μεθόδων κυβερνοασφάλειας, ώστε να συστηματοποιηθεί η αντιπαράθεση στο τέταρτο πεδίο πολεμικών επιχειρήσεων (μετά την ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα), που είναι το Διαδίκτυο. Το σίγουρο είναι πως το ερώτημα περί της ηθικής χρήσης της ΤΝ από την παγκοσμίως επεμβατική αστική τάξη των ΗΠΑ είναι ιδιαιτέρως σοβαρό και δεν πρέπει να θεωρηθεί τετριμμένο καθώς θέτει παγκόσμιο τετελεσμένο. Άλλωστε, η ΤΝ αποτελεί ένα δυνητικά πανίσχυρο εργαλείο, που μπορεί να αξιοποιηθεί είτε για να εξυψώσει είτε για να ισοπεδώσει τον άνθρωπο. Μπορεί να εφαρμοστεί στην ορθολογιστική διαχείριση πόρων, να αυτοματοποιήσει διαδικασίες απαραίτητες για τον περιορισμό της περιβαλλοντικής καταστροφής όπως ο έλεγχος δασικών περιοχών για εστίες πυρκαγιών, να επιτρέψει την αυξημένη διάρκεια και ποιότητα ζωής, αρχικά υποβοηθώντας διαγνωστικά και σε δεύτερο βαθμό επεμβαίνοντας θεραπευτικά. Μπορεί, εξίσου, να κάνει θαύματα στα πλαίσια της εντονότερης καταστολής και αστυνόμευσης και στη διεύρυνση των ταξικών διαφορών, ακόμη και να συμβάλλει στην αφαίρεση της ανθρώπινης ιδιότητας από τον άνθρωπο-υποκείμενο και τον υποβιβασμό του σε παθητικό αποδέκτη άνωθεν αποφάσεων. Η πορεία που θα χαραχτεί δεν είναι δεδομένη. Η ιστορία δεν ρέει μόνη της, κατευθύνεται από την βούληση των δημιουργών της. Αν δεν θέλουμε να εγκαταλείψουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων στους διώκτες μας, οφείλουμε να αναλάβουμε ενεργά ρόλο στον καθορισμό των ορίων μέσα στα οποία επιτρέπουμε να ωριμάσει η τεχνητή νοημοσύνη. Οι φοιτητικοί και ερευνητικοί σύλλογοι, τα εργατικά σωματεία των εμπλεκόμενων κλάδων, οι φορείς και οι συνελεύσεις των πολιτών πρέπει να απαιτήσουν τη σύμπλευση της ερευνητικής διαδικασίας με τις ανάγκες τους. Ως ερευνητές, δε, χρειαζόμαστε ελεύθερη πρόσβαση σε ανωνυμοποιημένα δεδομένα και χρήση ανοιχτού κώδικα, αντί πνευματικής ιδιοκτησίας, για να σπάσουν τα μονοπώλια στην πληροφορία και την έρευνα. Όλοι έχουμε ανάγκη από την απαραίτητη, βελτιστοποιημένη παραγωγή και όχι από την άναρχη, ανεξέλεγκτη κατανάλωση φυσικών και μη πόρων. Έχουμε ανάγκη την ποιότητα ζωής που επιτρέπει η πανίσχυρη αυτή τεχνολογία, αλλά δεν μπορούμε να δεχθούμε τη χρήση της από δυνάμεις πειθάρχησης, καταστολής, κατοχής και σκοταδισμού.


16

ΚΥΡΙΑΚΗ 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Αφιέρωμα

Κώστας Σουφτάς

Η

κυρίαρχη αφήγηση για τη σχέση των τεχνολογικών καινοτομιών με την κοινωνία παρουσιάζεται μονοσήμαντα ως αντιστοίχιση των κοινωνικών εξελίξεων με κάποιες μεμονωμένες εφευρέσεις. Η αλήθεια είναι ότι οι τεχνολογικές καινοτομίες δεν αλλάζουν από μόνες τους την κοινωνία αλλά ενισχύουν και αναπτύσσουν –και αναπτύσσονται από– δυναμικές που υπήρχαν ήδη. Αυτό σημαίνει ότι καμία εξέλιξη της τεχνολογίας και καμιά επίπτωσή της δεν μπορεί να εξεταστεί, χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν η ίδια η κοινωνία και ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής. Η τεχνολογία στον καπιταλισμό τίθεται στην υπηρεσία του κεφαλαίου, ώστε να βοηθήσει στην απόσπαση υπεραξίας. Συμβάλλει την εντατικοποίηση της εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας, εισάγοντας αυτοματισμούς και επιτρέποντας τον έλεγχο μέσω επιτήρησης. Ήδη από την πρώτη Βιομηχανική Επανάσταση, οι μηχανές και τα εργοστάσια αρχικά εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν, όχι λόγω κάποιου πλεονεκτήματος σε επίπεδο ποιότητας ούτε με σκοπό να βελτιώσουν το επίπεδο ζωής των εργατών. Αντιπροσώπευαν, πρώτα και κύρια, ένα χτύπημα στην εξουσία των εργατών πάνω στην παραγωγική διαδικασία. Η σύνδεση της βιομηχανίας με την επιστήμη, η μείωση των αποστάσεων (τρένα, τηλέγραφοι κ.α.), σε συνδυασμό με το πολιτικό πλαίσιο του ιμπεριαλισμού και τις δυνατότητες πρόσβασης σε νέες αγορές, οδήγησαν σε μια οικονομική ανάπτυξη χωρίς προηγούμενο. Με τις εξελίξεις στη χαλυβουργία και τη χημική βιομηχανία, με τα νέα μηχανήματα και τις νέες πηγές ενέργειας, παράγονταν πρωτόγνωρα ως τότε αγαθά, κάτι που δεν μπορούσε να γίνει έξω από το νέο βιομηχανικό σύστημα και την ανεπανάληπτη παραγωγικότητά του. Οι επιθέσεις του κεφαλαίου και οι αντιστάσεις των εργατών δεν σταμάτησαν ποτέ. Όμως, με τις κατακτήσεις που κερδήθηκαν στην πορεία, υπήρξε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και για τους εργάτες. Αυτή η «ανοδική πορεία», όμως, είχε ημερομηνία λήξης. Μετά την κρίση του 1970, η αστική τάξη αναζήτησε διάφορες λύσεις για αντιρρόπηση της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους. Η απάντηση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού συνδέθηκε εξαρχής με τους νέους τομείς της ηλεκτρονικής, της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών, που αναπτύσσονταν χέρι-χέρι με την απορρύθμιση της εργασίας, την «παγκοσμιοποίηση» και τις (νεο)φιλελεύθερες πολιτικές. Με την βοήθεια της ανάπτυξης της μικροηλεκτρονικής, των τηλεπικοινωνιών και των δικτύων (Η/Υ, Ίντερνετ, PLC κ.α), επιτεύχθηκε σε πρωτοφανή έκταση η αυτοματοποίηση τόσο της διανοητικής εργασίας όσο και της επιτήρησης/ελέγχου της παραγωγικής διαδικασίας με πιο συγκεντρωτικές και απομακρυσμένες μορφές. Οι νέες μορφές αυτοματοποίησης επέτρεψαν αντίστοιχα τη μείωση, για την ίδια ποσότητα

Είναι μύθος ή πραγματικότητα η νέα Βιομηχανική Επανάσταση; ▸ Αμφίβολο το εάν θα επαναληφθεί το οικονομικό «θαύμα» της δεύτερης, με ανάλογη ανάταση της κερδοφορίας

εργασίας, των υπαλληλικών και εξειδικευμένων θέσεων εργασίας που απαιτούνταν, καθώς και τη μεταφορά/κατάργηση ολόκληρων τμημάτων ή επιχειρήσεων μέσω του φαινομένου του outsourcing. Αυτό το τρίτο κύμα τεχνολογικής καινοτομίας έδωσε μια ώθηση στην κερδοφορία του κεφαλαίου, η οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν έφτασε την αντίστοιχη που έδωσαν οι βιομηχανικές επαναστάσεις του προηγούμενου αιώνα, συνταράσσοντας τον κόσμο και την οικονομία. Οι νέοι αυτοί κλάδοι αντιπροσωπεύουν, μετά τη δεκαετία του '90, τα μεγαλύτερα «success story» κερδοφορίας και αποδεικνύονται ιδιαιτέρως διεισδυτικοί. Αρχικά με την ανάπτυξη των ψηφιακών καταστημάτων που στηρίζονται σε αποθήκες οι οποίες διαθέτουν αυτοματοποιημένη εφοδιαστική αλυσίδα και, μετέπειτα, με την ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των διάφορων «πλατφορμών» (Uber, Airbnb κ.α.) και των υπηρεσιών «νέφους» (cloud), έχουν καταφέρει να συμμετέχουν ή και να διαμεσολαβούν

Η γοητεία που ασκεί το νέο αφήγημα σε επιχειρήσεις και πολιτικό προσωπικό είναι έντονη

τόσο στην αυτοματοποίηση των επιχειρήσεων όσο και στις διαπροσωπικές σχέσεις και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Στην αιχμή των νέων τεχνολογιών και επιχειρηματικών μοντέλων βρίσκονται τα λεγόμενα «μεγάλα δεδομένα» (big data), το «Ίντερνετ των Πραγμάτων» (Ιnternet of Things), η μηχανική μάθηση, οι υπηρεσίες cloud και οι πλατφόρμες διαμεσολάβησης. Με το «Ίντερνετ των Πραγμάτων» εφοδιάζονται τα «φυσικά» αντικείμενα (συσκευές, άνθρωποι, κτίρια, χωράφια κ.λπ.) με αισθητήρες και δυνατότητα δικτυακής επικοινωνίας με υπολογιστικά συστήματα, ώστε να μπορούν να παρακολουθηθούν ή να ελεγχθούν απομακρυσμένα. Στις δύο άλλες περιπτώσεις, η συγκέντρωση τεράστιων όγκων δεδομένων (από μηχανές αναζήτησης, e-mail, δορυφόρους, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έγγραφα, αισθητήρες κ.λπ.), η επεξεργασία και αποθήκευση τους, έδωσε τη δυνατότητα να μετατρέπονται τα ίδια τα δεδομένα σε εμπόρευμα, αλλά και να χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση αλγορίθμων μηχανικής μάθησης σε τεράστιες υπολογιστικές υποδομές. Μέσω δε των υπηρεσιών cloud, τόσο οι υπολογιστικές υποδομές όσο και οι αλγόριθμοι μπορούν να παρέχονται σε άλλες επιχειρήσεις ως υπηρεσίες. Τέλος, οι πλατφόρμες έχουν τον ρόλο διαμεσολαβητή ανάμεσα σε χρήστες που προσφέρουν κάποιο προϊόν και χρήστες που το επιθυμούν/αναζητούν, με κάποιο αντίτιμο για τη διαμεσολάβηση φυσικά, προσφέρουν πολύ εύκολη συμμετοχή, αλλά και συνεχή αξιολόγηση. Η γοητεία που ασκείται σε επιχειρήσεις και πολιτικό προσωπικό είναι ευδιάκριτα. Το χαράτσι των παρόχων και οι αυξημένοι κίνδυνοι ωχριούν μπροστά στην υπόσχεση για τη μείωση του κόστους της αρχικής επένδυσης όσον αφορά στους νέους αυτοματισμούς και τη μείωση των αναγκών σε εργατικό δυναμικό. Από την άλλη, η εδραίωση των πλατφορμών σε διάφορους κλάδους (όπως εμπόριο, συγκοινωνίες και τουρισμός) δημιουργεί ένα ασφυκτικό κλίμα εξατομίκευσης και ανταγωνισμού στις τάξεις των εργαζόμενων ή των μικρών επιχειρήσεων — οι οποίες θα μετακυλήσουν το βάρος της συμπίεσης κερδών πάλι στους εργαζόμενους. Είναι, παρ’ όλα αυτά, αμφίβολο κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε για νέα Βιομηχανική Επανάσταση, υπό την έννοια μιας επαναφοράς του οικονομικού θαύματος που κορυφώθηκε με τη δεύτερη. Οι απόπειρες υποστήριξης μιας τέτοιας θέσης σκοντάφτουν πάνω στα δεδομένα πληθώρας εμπειρικών ερευνών. Αυτό που τελικά συμβαίνει είναι μια εκτόπιση της ζωντανής εργασίας, της παραγωγού δηλαδή της αξίας και της υπεραξίας. Πίσω από τη μελλοντολογία συγκαλύπτεται μια περίοδος συχνότερων κρισιακών φαινομένων και ανάπτυξης των θέσεων εργασίας χωρίς ιδιαίτερη αύξησή τους, με την κερδοφορία να εξασφαλίζεται περισσότερο μέσα από τη συμπίεση των πραγματικών μισθών.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.