200 χρόνια Επανάσταση του 1821 (αφιέρωμα της εφημερίδας ΠΡΙΝ)

Page 1

Βασική επιδίωξη για την αστική ματιά στην Επανάσταση του 1821 είναι να αναιρεθεί ο καθοριστικός ρόλος του υποκειμένου της: του φτωχού λαού που εμπνεύστηκε από το επαναστατικό μήνυμα, σήκωσε το βάρος του αγώνα και βρέθηκε προδομένος. Είτε στην ευρωπαϊκήεκσυγχρονιστική είτε στην εθνικιστική εκδοχή της αστικής ιδεολογίας, βασική πλευρά είναι η προσαρμογή του 1821 στις σύγχρονες αστικές στοχεύσεις.

Α Αφιέρωμα

9

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

200 χρόνια

Επανάσταση του 1821

Ξαναγράφουν την ιστορία απ' τη σκοπιά των αστών

Σ

τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση με εκδηλώσεις, εκδόσεις και αρθρογραφία. Αν και η πανδημία και οι πολύπλευρες τραγικές συνέπειές της βρίσκονται στο επίκεντρο, το 1821 απασχολεί με πυκνές παρεμβάσεις που έχουν ιστορική ματιά αλλά και το βλέμμα στραμμένο στο σήμερα και το αύριο. Η άρχουσα τάξη επιχειρεί να αξιοποιήσει την επέτειο, πρώτα από όλα, για να παρουσιάσει τον κόσμο του εφοπλισμού, της επιχειρηματικότητας και των τραπεζών σαν δημιουργό αυτής της χώρας και της ιστορίας της αλλά και τις Μεγάλες Δυνάμεις σαν σωτήρες της. Να ευλογήσει τα γένια της δηλαδή, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο κρίσης, που δεν μένει μόνο στην οικονομία αλλά διαπερνά τους θεσμούς και τις ιδέες της αστικής τάξης. Επιδιώκει να αναδείξει τις διαχρονικές συμμαχίες της με τους ιμπεριαλιστές (τώρα ΕΕ και ΝΑΤΟ) σαν υπαρξιακό στοιχείο της Ελλάδας.

Πέρα από το κυρίαρχο αφήγημα, υπάρχουν και οι διαφοροποιήσεις που δίνουν βάρος σε επιμέρους πλευρές. Δεν υπάρχουν μόνο τα ελιτίστικα μηνύματα για τον τολμηρό και επινοητικό κόσμο της αγοράς που έφερε τον Διαφωτισμό, οργάνωσε την Επανάσταση, μάς έκανε κράτος και μάς ενσωμάτωσε στη Δύση. Υπάρχει και η λαϊκής απεύθυνσης εθνικιστική αφήγηση, καθώς δεν υφίσταται σήμερα θετικό και αισιόδοξο αστικό όραμα, ενώ λειτουργεί και σαν αντιστάθμισμα στη φθορά του ευρωπαϊσμού. Βασική επιδίωξη για την αστική ματιά στην Επανάσταση του 1821 είναι να αναιρεθεί ο καθοριστικός ρόλος του υποκειμένου της: του φτωχού λαού που εμπνεύστηκε από το επαναστατικό μήνυμα, σήκωσε το βάρος του αγώνα και πλήρωσε βαρύ τίμημα για να βρεθεί προδομένος, στη συνέχεια, από τις κυρίαρχες δυνάμεις στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Δεν είναι καθόλου βολικό παράδειγμα για την αστική τάξη η ιδέα της Επανάστασης ενός

φτωχού λαού ενάντια στον πανίσχυρο δεσποτισμό του Σουλτάνου, τη βούληση των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά και τα κηρύγματα των ισχυρών στην ελληνική πλευρά, των κοτζαμπάσηδων και της επίσημης Εκκλησίας. Ενός επαναστατικού αγώνα που κόντρα σε κάθε ρεαλισμό κατάφερε να νικήσει, αφήνοντας μια ισχυρή δημοκρατική παρακαταθήκη, που αποτυπώνεται στην πεποίθηση ότι η εξέγερση απέναντι σε κάθε τυραννία είναι δικαίωμα. Αλλά και στα τρία επαναστατικά συντάγματα, στα οποία, δεκαετίες πριν από πολλές δυτικοευρωπαϊκές χώρες, αναγνωρίζονται οι δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα, η ισονομία, ενώ απαγορεύονται η δουλεία και οι τίτλοι ευγενείας. Προφανώς η κοινωνική και πολιτική ηγεμονία των αστικών στρωμάτων έβαλε φραγμούς και όρια στην Επανάσταση, επιτρέποντας στους επιγόνους της να ξαναγράψουν την ιστορία με τη βοήθεια της επιλεκτικής μνήμης. Καθόλου τυχαία ο πρέσβης των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ, όπως

Γιώργος Κρεασίδης

και πολλοί άλλοι, μιλάει για τον «ελληνικό πόλεμο για την ανεξαρτησία», αποφεύγοντας να αναφερθεί στην Επανάσταση. Δεν είναι η πρώτη φορά που ανάλογες επέτειοι αξιοποιούνται με αυτόν τον τρόπο. Το 1971, στα 150 χρόνια από το 1821, η Χούντα επιδίωξε να το εμφανίσει σαν έργο οπλαρχηγών και ιερωμένων, παραπέμποντας σε στρατό και εκκλησία, τα βασικά της στηρίγματα. Αλλά δεν σβήνει εύκολα η συλλογική μνήμη για τη ριζική ανατροπή του συσχετισμού και ένα αποτέλεσμα που κανείς ισχυρός εκείνου του καιρού δεν ήθελε. Η ιστορική ανατομία της επανάστασης μακριά από εξωραϊσμούς και σκοπιμότητες, από μια σκοπιά εργατική και λαϊκή, που πρώτος επιχείρησε στην εποχή του ο Γιάνης Κορδάτος, δεν είναι απλά μια απάντηση στην παραχάραξη ή μια επιστημονική πρόκληση. Είναι μια διαδικασία συλλογικής αυτογνωσίας μπροστά στις προκλήσεις του αγώνα κατά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας.


10

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

Αφιέρωμα

Μοιρολατρική σκοταδιστική θρησκευτική αντίληψη Ένα από τα επίδικα ζητήματα για τον χαρακτήρα της συνείδησης του Ελληνισμού επί τουρκοκρατίας, με κορύφωση την εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821, είναι η συμβολή της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας και της ορθόδοξης εκκλησίας στη διαβίωση και στη συνείδηση των υπόδουλων Ελλήνων και των λοιπών ορθοδόξων βαλκανικών λαών. Από την εποχή των αντιπάλων της ένωσης της ορθόδοξης και καθολικής εκκλησίας (σύνοδος Φερράρας 1408), στη διάρκεια της τουρκοκρατίας αλλά και στην Ελεύθερη Ελλάδα μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή, κυριάρχησε στους κόλπους της εκκλησίας αλλά και στον ελληνικό λαό και στις ηγετικές τάξεις του, σε μεγάλο βαθμό, μία μοιρολατρική τελεολογική αντίληψη. Σύμφωνα με αυτήν, η θεία πρόνοια προκάλεσε την άλωση της Κωνσταντινούπολης ως τιμωρία για την αποστασία από την ρθόδοξη πίστη. Η θεία πρόνοια θα καθόριζε «πάλι με χρόνους και καιρούς» πότε το ελληνικό γένος θα αποκαθιστούσε την ελευθερία του. Με την αντίληψη αυτή συνδεόταν και ο μύθος του «μαρμαρωμένου βασιλιά», το «ξανθό γένος» (Ρώσοι που θα απελευθέρωναν τους Έλληνες) και η αποκατάσταση του μεγαλείου της βυζαντινής αυτοκρατορίας, αφού το νέο ελληνικό κράτος με «θέλημα Θεού» θα επεκτεινόταν ως την «Κόκκινη Μηλιά», περιλαμβάνοντας μεγάλη έκταση της Τουρκίας. Αυτές οι σκοταδιστικές αντιλήψεις υπαγόρευαν την αρνητική στάση του ανώτερου ιερατείου απέναντι στην επανάσταση, ιδιαίτερα του Πατριαρχείου. Κυριότερος λόγος όμως αυτής της στάσης δεν ήταν η ανεστραμμένη ιδεολογία που είχε εναποθέσει στη θεία πρόνοια πότε και πώς οι ραγιάδες Έλληνες θα απαλλαγούν από τον τουρκικό ζυγό αλλά η ενσωμάτωση και υποταγή του Πατριαρχείου και του ανώτερου κλήρου γενικότερα στον διοικητικό μηχανισμό των κατακτητών.

Η κρατική μυθολογία για την επανάσταση του 1821 αποδίδει κομβικό ρόλο στην εκκλησία. Καθόλου τυχαία επιλέχθηκε ως επίσημη ημερομηνία έναρξης της επανάστασης η 25η Μαρτίου, ημέρα της γιορτής του Ευαγγελισμού — παρότι η εξέγερση είχε ξεκινήσει νωρίτερα και είχαν ελευθερωθεί περιοχές. Στην πραγματικότητα, ο ρόλος της εκκλησίας (μεγαλοϊδιοκτήτριας γης) κάθε άλλο παρά επαναστατικός ήταν.

Κήρυκες της υποταγής στην Υψηλή Πύλη

Αντιδραστικός ο ρόλος θρησκείας και εκκλησίας Δημήτρης Γρηγορόπουλος

Ο

αντιδραστικός ρόλος του Πατριαρχείου εντάθηκε, όταν στα τέλη του 18ου- αρχές του 19ου, υπό την επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης, του ευρωπαϊκού και ελληνικού Διαφωτισμού, ενισχύθηκαν οι εθνικοαπελευθερωτικές κινήσεις, ενώ σε περιοχές της υποδουλωμένης Ελλάδας αλλά και στον παροικιακό ελληνισμό, ξεφύτρωναν μυστικές εταιρείες με στόχο την απελευθέρωση. Μυστική εταιρεία για απελευθερωτικό σκοπό είχε ιδρύσει και ο Ρήγας Βελεστινλής, η οποία ανέπτυξε έντονη και αποτελεσματική δράση που προκάλεσε την ανησυχία των Τούρκων. Οι πατριαρχικοί και φαναριώτικοι κύκλοι δεν διαφοροποιήθηκαν απλώς από τις εθνικοαπελευθερωτικές και

δημοκρατικές ιδέες του Ρήγα και των συντρόφων του αλλά συνέταξαν και κυκλοφόρησαν φυλλάδιο με τον τίτλο «Πατριαρχική Διδασκαλία», στο οποίο κατακεραύνωναν τις ιδέες του Ρήγα και τις χαρακτήριζαν έργο του Σατανά! Το φυλλάδιο αυτό εκφράζει αντιδραστικές και φιλοτουρκικές θέσεις. Ο συντάκτης του κειμένου κηρύσσει ότι ο Θεός έστειλε τους Τούρκους για να υποδουλώσουν τους παρεκτραπέντες χριστιανούς, γιατί έτσι ευδόκησε να μεθοδεύσει τη σωτηρία τους. Εξαπολύει αφορισμούς ενάντια στο «σύστημα ελευθερίας» (εννοεί τα δόγματα της Γαλλικής Επανάστασης) και αφορίζει κάθε ιδέα πολιτικής ελευθερίας που και αυτή αποτελεί δέλεαρ του διαβόλου! Παροτρύνει τους Χριστιανούς να διατηρήσουν απαρασάλευτη την υποταγή τους στην πολιτική διοίκηση που εξασφαλίζει τα αναγκαία, ενώ οι περί ελευθερίας διδασκαλίες απάδουν στη χριστιανική διδασκαλία και είναι αξιομίσητες! Ο φιλοτουρκισμός και η

δουλοπρέπεια του Πατριαρχείου κορυφώθηκε με τον αφορισμό που απηύθυνε ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ εναντίον της Επανάστασης που ξέσπασε το 1821, χωρίς όμως με αυτήν τη στάση να αποφύγει τον μαρτυρικό θάνατο. Πληγή για τους υπόδουλους Έλληνες αποτελούσαν τα μοναστήρια, που εξουσίαζαν μεγάλες εκτάσεις γης. Τα μοναστήρια έρχονταν δεύτερα σε κατοχή γης, ύστερα απ’ τους Τούρκους φεουδάρχες, ξεπερνώντας σε πλούτο τους Έλληνες προεστούς (κοτζαμπάσηδες). Από δωρεές πιστών, παραχωρήσεις γης από το κράτος αλλά και με αθέμιτα μέσα, όπως αναφέρει ο Κορδάτος, είχαν αποκτήσει απέραντες εκτάσεις γης, δάση, καρποφόρα δέντρα, μετόχια, γιδοπρόβατα και άλογα. Στα τσιφλίκια των μοναστηριών δούλευαν μοναχοί αλλά κυρίως δουλοπάροικοι (αγροτόδουλοι) ή και εργάτες γης με μεροκάματο. Αλλά και η αντίληψη ότι η Εκκλησία αποτέλεσε τον πυ-

ρήνα της πνευματικής ανάπτυξης του Ελληνισμού είναι ασύστατη. Αν και οι πηγές δεν είναι σαφείς, σε επίπεδο στοιχειώδους εκπαίδευσης (γραφή, ανάγνωση, αρίθμηση), ιερείς και καλόγεροι, ως μόνοι σχετικά εγγράμματοι, στα χωριά ιδίως, εκτελούσαν χρέη διδασκάλου. Έτσι, δημιουργήθηκε αργότερα η αντίληψη του «κρυφού σχολειού», ενώ στην πραγματικότητα, η Υψηλή Πύλη, με κάποιες εξαιρέσεις, δεν εναντιώθηκε στην αναγέννηση των γραμμάτων. Ανάταση στην εκπαίδευση των Ελλήνων επέφεραν κυρίως οι ανώτερες σχολές που ιδρύθηκαν από τα τέλη του 17ου αιώνα ως το 1821, τις οποίες χρηματοδότησαν πλούσιοι αστοί έμποροι και όπου δίδαξαν επιφανείς εκπρόσωποι του Ελληνικού Διαφωτισμού. Η αντιδραστική στάση του ανώτερου κλήρου δεν είναι μονοσήμαντη. Μεγάλο τμήμα του κατώτερου κλήρου μοιράστηκε αγώνα και θυσίες, δίνοντας δοξασμένους μάρτυρες όπως τον Αθανάσιο Διάκο και όχι μόνο.


Αφιέρωμα

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

Το κοινωνικό υπόβαθρο του 1821 ▸ Το ανερχόμενο εμπορικό στοιχείο, οι γαιοκτήμονες, οι στρατιωτικοί και ο ρόλος των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων Γιώργος Μιχαηλίδης

Δ

ιακόσια χρόνια συμπληρώνονται από το 1821, αλλά τι ήταν τελικά το 1821; Μία επανάσταση εθνικοαπελευθερωτική; Κοινωνική; Χριστιανική; Φιλελεύθερη και δημοκρατική; Ας προσπαθήσουμε να μην ξεκινήσουμε δίνοντάς της έναν χαρακτηρισμό αλλά περιγράφοντας κάποια βασικά της γνωρίσματα. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να μας ενδιαφέρει η εποχή μες την οποία συμβαίνει. Η επανάσταση του 1821 βρίσκεται χρονικά κοντά στην αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση, τους ναπολεόντειους πολέμους αλλά και την ήττα της Γαλλίας και του νέου πνεύματος που αυτή πρέσβευε. Ακόμα πιο κοντά (και γεωγραφικά) βρίσκεται στην εμφάνιση του καρμποναρισμού στην Ιταλία. Κατά τον 19ο αιώνα, επιταχύνεται η αποσύνθεση των αυτοκρατοριών και της παλαιάς εξουσίας ως αποτέλεσμα της βιομηχανικής επανάστασης που έχει ξεκινήσει ήδη από το δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα. Η επανάσταση αυτή αφορά κυρίως τη δυτική Ευρώπη, όμως η οθωμανική αυτοκρατορία δεν μένει ανεπηρέαστη, ιδιαίτερα στο εμπορικό κομμάτι, όπου κυριαρχεί και ακμάζει το ελληνικό στοιχείο. Η εμπορική άνθιση που σημειώνεται στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη κοινωνικών στρωμάτων που αποκτούν οικονομική επιφάνεια και αυτοπεποίθηση. Ο ελληνικός κόσμος της εποχής απλώνεται κυρίαρχα σε παραλιακές πόλεις από τον Εύξεινο Πόντο μέχρι τις αφρικανικές ακτές και τη Μασσαλία. Δραστήριοι έμποροι και μορφωμένοι λόγιοι αποτελούν φορείς ως «ύλη» και «πνεύμα» της νέας εποχής που ανατέλλει. Πρόκειται για μια καπιταλιστική τάξη υπό διαμόρφωση, η οποία συνειδητοποιεί ή «διαισθάνεται» τη σημασία του δικού της εδαφικού σημείου αναφοράς. Οι εσωτερι-

κές αλλαγές στην οθωμανική αυτοκρατορία, αποτέλεσμα των κοινωνικών και εξωτερικών πιέσεων που δέχεται και της προσπάθειας της ελίτ της να πιάσει τον παλμό της εποχής, επιτρέπουν πλέον την εμπορευματική αξιοποίηση της γης και την απρόσκοπτη σχεδόν άνθιση του εμπορίου. Σε σύνδεση με τα παραπάνω, βιοτεχνικά κέντρα μικρού ή μέσου βεληνεκούς ξεπηδούν σε σειρά πόλεις, κωμοπόλεις και κεφαλοχώρια. Αυτή η οικονομική άνθιση έχει το πνευματικό της αντίστοιχο με τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου σχολείων και την τάση

ροικίες εκτός των συνόρων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι παραπάνω παράγοντες, υλικοί-πνευματικοί, συντελούν σε αυτό που ονομάζεται «εθνική αφύπνιση». Από κοινωνική σκοπιά προκύπτει η ωρίμανση μίας κατάστασης κατά την οποία μία διαρκώς και πιο ισχυρή τάξη εμπόρων, γραφειοκρατών και μεγαλογαιοκτημόνων επιζητά τη δημιουργία εθνικού κράτους (ή χριστιανικής ομοσπονδίας), το οποίο να τους απαλλάξει από τα βαρίδια της οθωμανικής εξουσίας και την πάντα επισφαλή τους θέση εντός της. Η μετάβαση από το γένος

Οι ιδέες του αγώνα είναι κυρίαρχα δημοκρατικές και προοδευτικές, τμήμα και όχι άρνηση των επαναστάσεων της εποχής τους για σπουδές στο εξωτερικό για τους γόνους των πιο εύπορων οικογενειών. Τα τμήματα αυτά του πληθυσμού έρχονται σε επαφή με τις δημοκρατικές και φιλελεύθερες ιδέες της εποχής αλλά και το επαναστατικό πνεύμα στις γαλλικές, γερμανικές ή ιταλικές παραλλαγές του. Συνολικά, στα τέλη του 18ου αιώνα και τις αρχές του 19ου, το ελληνικό στοιχείο είναι το πλέον εγγράμματο της οθωμανικής Αυτοκρατορίας ενώ εγγράμματοι και με ανώτερη μόρφωση για την εποχή είναι πολλοί Έλληνες στις πα-

στο έθνος πραγματοποιείται κατά την προετοιμασία και στη διάρκεια της επανάστασης, με το θρησκευτικό και εθνικό στοιχείο να αποτελούν βασικούς συνεκτικούς παράγοντες μαζί με την παιδεία και την κοινή γλώσσα. Όμως, και οι ιδέες και τα προτάγματα της επανάστασης δημιουργούν συνοχή για τις επαναστατημένες μάζες και αυτές οι ιδέες είναι κυρίαρχα δημοκρατικές και προοδευτικές, τμήμα και όχι άρνηση των επαναστάσεων της εποχής τους. Άρα, είναι οι κοινωνικές

διεργασίες που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τη διατύπωση του πολιτικού αιτήματος της ανεξαρτησίας και της εθνικής συγκρότησης. Οι έμποροι και οι λόγιοι που αρχικά εργάζονται για την επανάσταση, οραματίζονται πιο κοσμοπολίτικες εκδοχές του ελεύθερου κράτους σαν τη βαλκανική ομοσπονδία του Ρήγα. Αυτοί μπολιάζουν τη διαδικασία με τις δημοκρατικές και φιλελεύθερες ιδέες της περιόδου. Η επανάσταση όμως δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τους ανθρώπους που ελέγχουν τη γη και τους αγροτικούς πληθυσμούς, τους κοτζαμπάσηδες και προκρίτους. Αυτοί είναι ως επί το πλείστον φορείς της παράδοσης και του τοπικισμού. Η ένταξή τους στις επαναστατικές ετοιμασίες τροποποιεί το αρχικό πολιτικό πρόγραμμα. Οι στρατιωτικοί που ξεπηδούν ως ομάδα εξουσίας μέσα από τον αγώνα στερούνται, στην πλειονότητά τους, οικονομικής βάσης. Για να την αποκτήσουν, πρέπει να συγκρουστούν με τους προκρίτους που διατηρούσαν περιουσία στη γη και τη θάλασσα. Αυτή είναι η πρώτη αιτία των εμφυλίων συγκρούσεων. Η σύγκρουση θα μπορούσε να καταλήξει είτε στην επιβολή απέναντί τους είτε στην ενσωμάτωση των στρατιωτικών μετά τη συνεργασία με τους προκρίτους ή, τέλος, στην ήττα και υποταγή των στρατιωτικών. Πάντως προϋπόθεση είναι η σύγκρουση. Εκεί εκφράζεται και η κοινωνική δυσαρέσκεια των χαμηλότερων στρωμάτων, που φαίνεται να εμπιστεύονται τους στρατιωτικούς. Σε κάποιες, λιγότερο συχνές, περιπτώσεις τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα εξεγείρονται μόνα τους εναντίον των εκμεταλλευτών τους, όπως στην περίπτωση της βραχύβιας κομμούνας της Άνδρου. Το μίσος τους προς τους προεστούς και προκρίτους εκφράζεται με διάφορες αφορμές, δεν είναι όμως σε θέση ακόμα να διεξάγουν έναν δικό τους αγώνα. Κατά συνέπεια, οι αγώνες και τα αιτήματά τους συνήθως διαμεσολαβούνται από άλλες κοινωνικές ομάδες.

11 Εμφύλιες αντιπαραθέσεις και διαφορετικά σχέδια Η άλλη πλευρά των εμφυλίων συγκρούσεων αφορά στον ανταγωνισμό μεταξύ των τοπικών δομών και δικτύων εξουσίας, όπου κυριαρχούν οι μεγάλοι ιδιοκτήτες γης, και του πολιτικού κέντρου (κυβέρνησης), με κυρίαρχους εκεί την πολιτική γραφειοκρατία και τους εμπόρους/πλοιοκτήτες. Το κέντρο, η κυβέρνηση, επιθυμεί συγκέντρωση της δύναμης και του πλούτου άρα και της στρατιωτικής ισχύος. Όταν θα επιχειρήσει να υλοποιήσει το τελευταίο μέσω της υποθήκευσης των «Εθνικών Γαιών» με αντάλλαγμα το δάνειο από το εξωτερικό, η πρόκληση τόσο προς τους προκρίτους που ευελπιστούσαν σε επέκταση των κτημάτων τους, όσο και προς τους στρατιωτικούς και τους φτωχούς αγρότες/εργάτες γης που ήλπιζαν σε αναδιανομή της γης, ήταν μεγάλη. Η δεύτερη φάση του εμφυλίου πολέμου θα παγιώσει σε μεγάλο βαθμό τον εσωτερικό συσχετισμό μεταξύ των κυρίαρχων ομάδων που ηγούνταν της επανάστασης, ανακόπτοντας παράλληλα τη δυνατότητα των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων να αξιοποιήσουν αυτή την αντιπαράθεση δίνοντας πιο έντονο κοινωνικό χαρακτήρα στην επανάσταση. Ωστόσο, οι σοβαρές εμφύλιες συγκρούσεις που θα συνεχιστούν και μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, αποτελούν απόδειξη ότι παρότι η εθνική ιδέα και το όραμα του ανεξάρτητου κράτους ως προϋποθέσεις της «ελευθερίας» συνείχαν τους επαναστάτες, οι προσδοκίες των συμμετεχόντων δεν εξαντλούνταν εκεί, ενώ η συμμετοχή των διαφόρων κοινωνικών ομάδων στο επαναστατικό γεγονός δεν σήμαινε την ύπαρξη ενός και μόνο πολιτικού σχεδίου που να χωράει τους πάντες. Κάθε προσπάθεια ανάλογης απεικόνισης της επανάστασης του 1821, την στενεύει και τελικά την διαστρεβλώνει.


12

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

Χρονολόγιο 24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1821 ● ο Αλέξανδρος Υψηλάντης εκδίδει επαναστατική προκήρυξη, με την οποία κηρύσσει την επανάσταση στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες.

23 ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 ● η Καλαμάτα απελευθερώνεται από τον Κολοκοτρώνη και τους Μανιάτες. Πραγματική έναρξη της Επανάστασης.

23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1821 ● απελευθέρωση της Τριπολιτσάς υπό την αρχηγία του Κολοκοτρώνη.

1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1822: ● ψηφίζεται το πρώτο σύνταγμα του αγώνα από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου.

26 ΙΟΥΛΙΟΥ 1822 ● οι επαναστατικές δυνάμεις συντρίβουν τη στρατιά του Δράμαλη στα Δερβενάκια.

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1825 ● ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ αποβιβάζεται στην Πελοπόννησο. Η επανάσταση οδηγείται στο χείλος της καταστροφής.

11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1826 ● ηρωική έξοδος των πολιορκημένων του Μεσολογγίου.

20 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1827 ● ναυμαχία στο Ναυαρίνο, ολοκληρωτική καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου.

8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1828 ● ο Ιωάννης Καποδίστριας αποβιβάζεται στο Ναύπλιο σε κλίμα ενθουσιασμού.

3 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1830 ● υπογράφεται το πρωτόκολλο Ανεξαρτησίας του ελληνικού κράτους.

Αφιέρωμα

Γιώργος Κρεασίδης

Το 1821 και οι επαναστάσεις κόντρα στην Ιερή Συμμαχία

Ο

ταν στις 24 Φλεβάρη 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κήρυξε την έναρξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, το συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας στο Λάιμπαχ, τη σημερινή Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας διαρκούσε ήδη έναν μήνα. Οι μονάρχες της Ευρώπης και ο Βρετανός πρέσβης συνεδρίαζαν ανήσυχοι για τα εξεγερτικά γεγονότα στη Νάπολη και το Πεδεμόντιο ενάντια στις αναχρονιστικές μοναρχίες της Ιταλίας, όταν έμαθαν εμβρόντητοι για τη νέα επανάσταση. Η Ιερή Συμμαχία συγκροτήθηκε μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 και την παλινόρθωση της γαλλικής μοναρχίας. Η σύμπραξη των υπεραντιδραστικών μοναρχιών της Ρωσίας, της Αυστρίας, της Πρωσίας, με τη Βρετανία να παρακολουθεί από κάποια απόσταση, είχε σαν στόχο να καταπνίξει κάθε

κίνημα με κοινωνικά ή εθνικά χαρακτηριστικά που αμφισβητούσε την τάξη πραγμάτων που είχαν επιβάλλει με τη νίκη τους στο Βατερλό. Δαιμονοποιήθηκε η Γαλλική Επανάσταση και οι ιδέες του Διαφωτισμού αλλά και τα εθνικά κινήματα που γεννήθηκαν στον απόηχο τους, με ριζοσπαστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά, πριν τα απολέσουν οριστικά στο τέλος του 19ου αιώνα μεταλλασσόμενα σε εθνικισμούς. Η επιδίωξη της καθεστωτικής σταθερότητας αλλά και της διεθνούς ισορροπίας δυνάμεων με τη δύναμη των όπλων και της μυστικής αστυνομίας, δεν ήταν απλά αλαζονική. Επεδίωκε ουσιαστικά να γυρίσει τον χρόνο πίσω. Όπως έδειχναν οι αποστάσεις που κρατούσε η Βρετανία, η αναχρονιστική αυτή συμμαχία προσπαθούσε να συγκεράσει αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα. Η αναδυόμενη αστική τάξη, που

αποκτούσε δύναμη, ενίσχυε τις αποκλίσεις. Το συνέδριο του Λάιμπαχ αποφάσισε την εισβολή του αυστριακού στρατού στη Νάπολη και το Πεδεμόντιο και καταδίκασε την Ελληνική Επανάσταση, όπως και «κάθε υποτιθέμενη μεταρρύθμιση που πραγματοποιείται με κίνημα ή ανοιχτή βία». Το 1822 το επόμενο συνέδριο της Ιεράς Συμμαχίας στη Βερόνα αποφάσισε να επιτρέψει τη γαλλική εισβολή στην Ισπανία για να αποκατασταθεί ο βασιλιάς Φερδινάνδος Ζ’, ενώ στηρίχτηκαν οι αντιδραστικές δυνάμεις στα ιταλικά κρατίδια όπου ήταν σε εξέλιξη συγκρούσεις. Δεν κατάφερε το συνέδριο να συμφωνήσει στην πρόταση για στρατιωτική επέμβαση στις επαναστατημένες ισπανικές αποικίες της Νότιας Αμερικής λόγω των βρετανικών αντιρρήσεων. Η ανεξαρτητοποίηση των χωρών της Λατινικής Αμερικής και η διάλυση της αποι-


Αφιέρωμα

Οι αντιθέσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων έδωσαν χώρο στον αγώνα κιοκρατικής αυτοκρατορίας της Ισπανίας ήταν εξέλιξη που η Βρετανία έβλεπε θετικά, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τα συμφέροντα της αστικής της τάξης. Παράλληλα, τα ανταγωνιστικά συμφέροντα Αγγλίας και Ρωσίας στην ανατολική Μεσόγειο οδήγησαν σε μια φραστική μόνο καταδίκη της Ελληνικής Επανάστασης. Το συνέδριο της Βερόνας ήταν και το τελευταίο, καθώς η Ιερά Συμμαχία απαξιώθηκε και η Ελληνική Επανάσταση συνέβαλλε καθοριστικά σε αυτό. Καθώς έδειχνε αντοχή, άρχισε να διαφοροποιείται η στάση των λεγόμενων Μεγάλων Δυνάμεων. Το 1824 οι βρετανικές τράπεζες αναγνωρίζουν τους επαναστατημένους Έλληνες σαν εμπόλεμη δύναμη και χορηγούν το πρώτο από τα «Δάνεια της Ανεξαρτησίας», όπως ονομάστηκαν, για να ακολουθήσει ένα δεύτερο την επόμενη χρονιά. Ασφαλώς οι όροι ήταν ληστρικοί, ενώ από το 60% περίπου του ποσού που εκταμιεύτηκε ελάχιστα ξοδεύτηκαν για τον σκοπό τους, που ήταν η χρηματοδότηση του επαναστατικού πολέμου. Καταχρήσεις, σπατάλες, ρουσφέτια ήταν η κατάληξή τους, φαινόμενα που είχαν ισχυρή συμβολή στο ξέσπασμα των εμφυλίων συγκρούσεων. Γεγονός όμως παραμένει ότι έτσι ήρθε η διεθνής αναγνώριση. Ο διπλωματικός ανταγωνισμός για το ποιος θα ωφεληθεί από την Ελληνική Επανάσταση, οδήγησε στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου και την καταστροφή του Οθωμανικού Στόλου το 1827 από τον κοινό στόλο Ρωσίας, Αγγλίας και Γαλλίας. Ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος του 182829 και η ήττα του Σουλτάνου, επιτάχυναν τις εξελίξεις που οδήγησαν το 1830 στο Πρωτόκολ-

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

λο του Λονδίνου και την πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδας, αντί του καθεστώτος της αυτονομίας. Αντίστοιχα το 1829 αναγνωρίστηκε η αυτονομία της Σερβίας και έκλεισε η εκκρεμότητα για το μέλλον της, μετά τον συμβιβασμό που ακολούθησε τη σερβική επανάσταση του 1804-1815. Συχνά μπαίνει το ερώτημα αν τελικά η Επανάσταση νίκησε χάρη στην επέμβαση στο Ναβαρίνο από τις «προστάτιδες δυνάμεις», όπως αυτοανακηρύχτηκαν. Το ερώτημα ενισχύεται και από το αποτέλεσμα της καταστροφικής για την ελληνική πλευρά εκστρατείας στην Πελοπόννησο (1825-28) του Ιμπραήμ πασά, γιου του Μοχάμετ Άλι, ηγεμόνα της αυτόνομης Αιγύπτου. Το ερώτημα αυτό τίθεται συχνά με ιδεολογική στόχευση είτε για να αποδείξει τη ζωτική σημασία για την Ελλάδα της ανισότιμης σχέσης με τις δυτικές δυνάμεις ή τη Ρωσία είτε για να αποδειχτεί ότι η εξάρτηση, νοούμενη ως αποικιοκρατία, ξεκινά πριν καν την επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους. Άρα εκκρεμεί η εθνική ανεξαρτησία. Στην πραγματικότητα, η Ελληνική Επανάσταση δεν θα μπορούσε να είναι απλά μια ελληνοτουρκική σύγκρουση, με τον υπόλοιπο κόσμο, τα κράτη και τους λαούς απλά θεατές. Στεγανά στην πορεία της ιστορίας δεν υπάρχουν. Εφόσον η Ελληνική Επανάσταση κατάφερε όχι απλά να μην καταπνιγεί στο ξέσπασμά της αλλά και να κρατήσει σχεδόν μια δεκαετία, ήταν λογικό οι κοινωνικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην ηγεσία να αξιοποιήσουν το διεθνές περιβάλλον, επιδιώκοντας κάθε δυνατή συμμαχία. Από τα διαφοροποιημένα συμφέροντα της Βρετανίας σε σχέση με αυτά της Ιεράς Συμμαχίας, μέχρι το κύμα φιλελληνισμού στην Ευρώπη. Αυτό το τροφοδοτούσε η γοητεία της επαναστατικής ιδέας, σαν κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού αλλά και ο ρομαντισμός που έβλεπε στο 1821 την αναγέννηση της αρχαίας Ελλάδας. Εξάλλου, η αστική τάξη στην Ελλάδα θα αναδείξει στη διαδρομή της τις διεθνείς συμμαχίες σε βασικό της στοιχείο, μαζί με τον αδίστακτο χαρακτήρα της, για να κρατήσει στα χέρια της τον πλούτο και την εξουσία. Η Ελληνική Επανάσταση εντάσσεται σε ένα εξεγερτικό κύμα που αμφισβητούσε την τάξη πραγμάτων μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 και την Παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος. Οι ιδέες της αντλούν έμπνευση από τις ιδεολογικές κατακτήσεις της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 και του Διαφωτισμού, παρά τη φθορά που είχαν υποστεί από το αυτοκρατορικό καθεστώς του Ναπολέοντα. Το ίδιο ίσχυε για τους Ιταλούς Καρμπονάρους που στάθηκαν έμπνευση και για τη Φιλική Εταιρεία, για τους Ισπανούς φιλελεύθερους και μια σειρά από μυστικές οργανώσεις σε όλη σχεδόν την Ευρώπη αλλά και για τον ανεξαρτησιακό αγώνα των Σιμόν Μπολιβάρ και Σαν Μαρτίν στη Νότια Αμερική. Φυσικά είναι ταυτόχρονα ένα βαλκανικό γεγονός, καθώς το ’21 και η Σερβία άνοιξαν τον δρόμο για αντίστοιχες εξελίξεις στους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς στα χρόνια που ακολούθησαν.

13

Οι αστικές σχέσεις διαβρώνουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία

Ο

ταν ξεσπά η Επανάσταση του 1821 η Οθωμανική Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε φαινόμενα βαθιάς κρίσης. Η εισβολή των καπιταλιστικών σχέσεων στον χώρο της Αυτοκρατορίας που ξεκίνησε μέσα από τις Διομολογήσεις, δηλαδή την παραχώρηση προνομίων εμπορικής δραστηριότητας σε Ευρωπαίους, είχε δημιουργήσει νέα κοινωνικά δεδομένα, που η παραδοσιακή δομή της δεν μπορούσε εύκολα να ενσωματώσει. Σαν συνέπεια ήρθε η διαμόρφωση αστικών στρωμάτων στους χριστιανικούς πληθυσμούς. Μια διαδικασία που για το ελληνικό στοιχείο ήταν ραγδαία εξελισσόμενη μφφέσα από τη σχέση του με το αγγλικό εμπόριο ήδη από τον 17ο αιώνα. Οι ριζοσπαστικές ιδέες του Διαφωτισμού και ο απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης ήρθαν να επιταχύνουν τη διαδικασία εθνογένεσης, με καταλύτη την εμπορική αστική τάξη των Ελλήνων και Σέρβων αρχικά και των άλλων βαλκανικών λαών στη συνέχεια. Επίσης, οι αλλεπάλληλες πολεμικές συγκρούσεις και ήττες από τη Ρωσία και την Αυστρία, πέρα από το κόστος για την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε ανθρώπινες απώλειες, πόρους και εδάφη, είχαν μακροπρόθεσμες συνέπειες. Οι συνθήκες που υπογράφονταν μετά τις ήττες, όπως η Συνθήκη του Πασάροβιτς με την Αυστρία (1718) και του ΚιουτσούκΚαϊναρτζή με τη Ρωσία (1774), πέρα από την καταγραφή του δυσμενούς συσχετισμού για τους Οθωμανούς, επιτάχυναν και τις κοινωνικές διεργασίες διαμόρφωσης των χριστιανικών αστικών στρωμάτων.

Ανάλογη επίδραση είχαν και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι, η γαλλοκρατία στα Επτάνησα (1797-99 και 1807-14) και τις Δαλματικές ακτές (1809-1814) και η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο (1798-99). Οι γαλλικές προπαγανδιστικές υποσχέσεις για ισότητα, ελευθερία και δημοκρατία είχαν καταλυτική απήχηση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι γαλλικές και αγγλικές αποικιοκρατικές βλέψεις έγιναν σταθερές παράμετροι, συμβάλλοντας στη μετατροπή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε «Μεγάλο Ασθενή» του διεθνούς σκηνικού. Ο οθωμανικός κόσμος θα επιχειρήσει να απαντήσει στην κάμψη της στρατιωτικής του δύναμης, αλλά και την κρίση της εσωτερικής του συνοχής. Άλλοτε με εκσυγχρονιστικές απόπειρες εκδυτικισμού, που θα επαναλαμβάνονται διευρυνόμενες σε όλη την κοινωνική και πολιτική σφαίρα μέχρι σχεδόν το τέλος της αυτοκρατορίας. Άλλοτε με μια «επιστροφή στις ρίζες» και τα στοιχεία του «ένδοξου παρελθόντος». Στα χρόνια που προηγήθηκαν από την Επανάσταση του ’21, οι αυτονομιστικές τάσεις των πασάδων της Βαλκανικής, όπως ο Αλή Πασάς στα Γιάννενα και ο Πασβάνογλου στο Βιδίνιο της Βουλγαρίας, θα οξύνουν τα προβλήματα συνοχής. Σε αυτές τις συνθήκες, η πολλαπλή εκμετάλλευση και καταπίεση των χωρικών και η αναζήτηση από τα αστικά στρώματα πολιτικής κάλυψης και μιας αγοράς χωρίς τη σουλτανική αυθαιρεσία και περιορισμούς, τροφοδοτούν τη δυναμική των εθνικών επαναστάσεων. Γ.Κ.


14 Χρήστος Ρέππας

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

Αφιέρωμα

Το κίνημα του διαφωτισμού σφράγισε την Επανάσταση ▸ Ο ριζοσπαστισμός του Κοραή και η επαναστατικότητα του Ρήγα

Τ

ο κίνημα του νεοελληνικού διαφωτισμού, που αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και τις πρώτες του 19ου, ανάμεσα σε δύο μεγάλα και καθοριστικά γεγονότα για τη συγκρότηση του ελληνικού έθνους –τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή του 1774 και την Επανάσταση του 1821– και αποτέλεσε τον ιδεολογικό καταλύτη της ελληνικής ανεξαρτησίας. Στο πλαίσιο αυτού του κινήματος αναπτύχθηκε μια καινούργια συνείδηση και θεώρηση του κόσμου, στηριγμένη στον ορθό λόγο, στην ιδέα των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, του κοινωνικού συμβολαίου και της έννοιας της επιστημονικής προόδου, που αποτέλεσε και την ιδεολογική βάση των μεγάλων αλλαγών που οδήγησαν στην Επανάσταση και στη συγκρότηση του εθνικού (αστικού) κράτους. Ο διαφωτισμός είναι το ιδεολογικό αποτέλεσμα των μεγάλων κοινωνικών, πολιτικών και πνευματικών αλλαγών που γνωρίζει η Ευρώπη από την Αναγέννηση και μετά τον 18ο αιώνα, που αποκρυσταλλώνονται σ’ ένα συγκροτημένο ρεύμα επαναστατικών ιδεών κριτικής στον παλιό κόσμο της απολυταρχίας, της φεουδαρχίας και της εξουσίας της Εκκλησίας. Είναι το πνευματικό κίνημα της ανερχόμενης αστικής τάξης που πραγματοποιεί τη συμμαχία με τον λαό και οδηγεί στις μεγάλες επαναστάσεις της νεωτερικής εποχής. Αντίστοιχα, στον ευρωπαϊκό χώρο (νοτιοβαλκανικό, μικρασιατικό) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η αλλαγή των κοινωνικοοικονομικών σχέσεων από τα μέσα του 17ου αιώνα έχει ως αποτέλεσμα την εμπορευματοποίηση της παραγωγής, τη συγκρότηση εθνικής συνείδησης στους ελληνόφωνους χριστιανικούς πληθυσμούς και την εμφάνιση της ανερχόμενης αστικής τάξης στο προσκήνιο. Το οικονομικό άνοιγμα στη δυτική Ευρώπη αποκτά και ιδεολογική διάσταση, με την αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στις ευρωπαϊκές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σημαντικό κέντρο των νέων ιδεών γίνονται και τα Επτάνησα, ειδικά μετά την κάθοδο των στρατευμάτων του Ναπολέοντα το 1797 και την κατάλυση της βενετικής κυριαρχίας σε αυτά. H αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στα Βαλκάνια έχει να κάνει με τις νέες πολιτικές ανάγκες του καινούργιου κοινωνικού υποκειμένου: Διαμόρφωση μιας κοσμικής εθνικής ταυτότητας που θα στηρίζεται στα

ιδεολογικά πρότυπα της Δύσης, αστική ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης, δημιουργία εθνικών κρατών στη θέση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. H εξέλιξη του κινήματος μπορεί να διακριθεί σε τρεις περιόδους: Μία προδρομική περίοδος, που χαρακτηρίζεται από την επαφή του ελλαδικού χώρου με το όνομα του Βολταίρου. H δεύτερη χαρακτηρίζεται από την παρουσία της γαλλικής Εγκυκλοπαίδειας σε νεοελληνικά έργα και η τρίτη έχει σχέση με την επονομαζόμενη κίνηση των ιδεολόγων, την ομάδα δηλαδή των Γάλλων διανοούμενων που υπερασπίστηκε τις αρχές της επανάστασης, χωρίς να αποδέχεται τη χρήση βίας στην εφαρμογή τους. Εκτός των άλλων, ο διαφωτισμός στηρίζει την ανανέωση του περιεχομένου της παιδείας στη διδασκαλία των ζωντανών γλωσσών και των εθνικών ιδιωμάτων, πράγμα που θα πυροδοτήσει στην ελληνική πραγματικότητα τη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα (Αδαμάντιος Κοραής, Παναγιώτης Κοδρικάς, Ιωάννης Βηλαράς, Αθανάσιος Χριστόπουλος κ.ά.). Στηρίζει επίσης την ελεύθερη κριτική έρευνα και εισάγει την ιδέα της ανεξιθρησκίας με την περίφημη Επιστολή για την ανεξιθρησκία του Τζον Λοκ και το αντίστοιχο δοκίμιο του Βολταίρου. Σ’ ένα επόμενο στάδιο, μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης και τη συνθήκη του Ιασίου (1792), ο νεοελληνικός διαφωτισμός γίνεται ξεκάθαρα πολιτικός και ριζοσπα-

στικός. Αυτό θα εκφραστεί με το έργο του Κοραή, ενώ η επαναστατική του όψη θα εκφραστεί κυρίως με το έργο του Ρήγα και με μια σειρά ανώνυμα κείμενα της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα (Ρωσσοαγγλογάλλος, 1805, Λίβελλος των Αρχιερέων, 1810) και την Ελληνική Νομαρχία ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας, εν Ιταλία, 1806, Ανωνύμου του Έλληνος. Στη σύγκρουσή του με το Πατριαρχείο για το σκοταδιστικό φυλλάδιο της Πατρικής Διδασκαλίας, ο Κοραής θα προτείνει έναν καινούργιο τύπο πολιτεύματος για τους Έλληνες ραγιάδες που έχει ως βάση την πολιτική ελευθερία και τον νόμο: «Εις το τοιούτον μόνον πολίτευμα έχει χώραν η αληθής ελευθερία· η οποία άλλο δεν είναι πλην “η εξουσία την οποίαν έχει πας ένας πολίτης να πράττη

H αποδοχή και μεταφορά των ιδεών του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στα Βαλκάνια έχει να κάνει με τις νέες πολιτικές ανάγκες του καινούργιου κοινωνικού υποκειμένου, της αστικής τάξης

όσα οι νόμοι δεν εμποδίζουσιν”, ήγουν να πράττη όχι ό,τι θέλει, αλλ’ ό,τι ηθέλησε την πρώτην φοράν, οπόταν ενώθη με τους συμπολίτας του εις μίαν πολιτικήν κοινωνίαν». Η μεταστροφή των φορέων του διαφωτισμού στο θέμα της πολιτικής τύχης του ελληνικού έθνους ξεκινάει μερικά χρόνια πριν την έκδοση του Υπομνήματος, από τον ίδιο τον Ρήγα. Η Επαναστατική Προκήρυξις Υπέρ των νόμων και της πατρίδος αποτελεί την πρώτη και συγκεκριμένη πρόταση για την πολιτειακή συγκρότηση της «Ελληνικής Δημοκρατίας». Στα Δίκαια του Ανθρώπου ορίζει με το άρθρο 6 ότι «η ελευθερία έχει ως θεμέλιον την φύσιν, γιατί φυσικά αγαπώμεν να είμεθα ελεύθεροι, έχει ως κανόναν την δικαιοσύνην, γιατί η δικαία ελευθερία είναι η καλή, έχει ως φύλακα τον νόμον, διατί αυτός προσδιορίζει έως πού πρέπει να είμεθα ελεύθεροι», ενώ στη Νέα Πολιτική Διοίκηση ζητάει «να είμεθα πρώτον όλοι ίσοι και όχι ο ένας κατώτερος του άλλου, δεύτερον να είμεθα ελεύθεροι και όχι ο ένας σκλάβος του αλλουνού [...]». Η ισότητα και η ελευθερία αυτή αφορά όλους τους υπόδουλους λαούς στην εξουσία του σουλτάνου «χωρίς εξαίρεσιν γλώσσης και θρησκείας» που μπορεί να γίνουν πολίτες της Ελληνικής δημοκρατίας. Η επαναστατική παράδοση του νεοελληνικού διαφωτισμού κορυφώνεται με την έκδοση της Ελληνικής Νομαρχίας, του Ανωνύμου του Έλληνος, ενός κειμένου βαθιάς κριτικής ανάλυσης της κοινωνικής και πολιτικής της πραγματικότητας της εποχής του όπου, ασκώντας σκληρή κριτική στις κυρίαρχες τάξεις της ελληνισμού της εποχής (κοτζαμπάσηδες, ανώτερος κλήρος, Φαναριώτες) προτείνει την Επανάσταση ως μόνη λύση στην τυραννική πραγματικότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας των αρχών του 19ου αιώνα, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τις δυνάμεις των ίδιων των Ελλήνων χωρίς καμιά αναβλητικότητα. Την οργανική σχέση του διαφωτισμού με την ελληνική επανάσταση μπορεί να την δει κανείς στους θεσμούς που εγκαθιδρύθηκαν στο έδαφος της επαναστατημένης Ελλάδας αμέσως μετά την απελευθέρωση των εδαφών της. Τα συνταγματικά κείμενα που εγκρίθηκαν και από τις τρεις εθνοσυνελεύσεις διαποτίζονται πλήρως από το πνεύμα του αιώνα των Φώτων και είναι από τις πιο πρωτοποριακές εφαρμογές αυτών των ιδεών, ειδικά το σύνταγμα της Τροιζήνας.


Αφιέρωμα Με την εμφάνισή του, το σοσιαλιστικό και ευρύτερα εργατικό κίνημα ήρθε αντιμέτωπο με την πρόκληση να διεκδικήσει τη δική του ερμηνεία για την Επανάσταση του 1821. Οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές επεξεργάζονται με βάση ταξικά κυρίως κριτήρια και καταλήγουν –ακόμη και όταν προτάσσουν την πλήρη άρνηση του ελληνικού έθνους και την απαξίωση των ελληνικών πατριωτικών παραδόσεων– σε διάφορες εκδοχές της ιστορικά διαμορφωμένης ελληνικής εθνικής φαντασιακής κοινότητας. Οι εκδοχές αυτές, μερικές φορές εντελώς ανταγωνιστικές όχι μόνο με τις κυρίαρχες

Κώστας Παλούκης

15

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

αλλά και μεταξύ τους, αντανακλούν τα διαφορετικά πολιτικά σχέδια που επικρατούν σε κάθε περίοδο στο σοσιαλιστικό και κομμουνιστικό κίνημα. Μέχρι το 1919, το ΣΕΚΕ και οι πρώτοι σοσιαλιστές διανοούμενοι θεωρούσαν την Αντάντ ένα αντιμοναρχικό-δημοκρατικό μέτωπο που πολεμούσε τις αυταρχικές κεντρικές αυτοκρατορίες και είχε ως στόχο τον εκδημοκρατισμό της Γερμανίας. Η νίκη των δυτικών Συμμάχων θεωρήθηκε ωφέλιμη για το εργατικό κίνημα και καθήκον του ελληνικού στρατού να πολεμήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και να απελευθερώσει τις ελληνικές

περιοχές. Την ίδια περίοδο, ο Ριζοσπάστης χαρακτηρίζει την Επανάσταση του 1821 αμιγώς εθνική και οι αγωνιστές της εξιδανικεύονται για την ειλικρινή τους αυτοθυσία στον αγώνα για την ανεξαρτησία αλλά και για το ιδανικό τους να γίνουν πολιτισμένοι, δηλαδή σαν τους «Φράγκους» που επισκέπτονταν ως περιηγητές τη χώρα. Θεωρεί, ωστόσο, ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν πραγματοποίησαν αυτό το ιδανικό, παρότι φοράνε τα δυτικά ενδύματα. Ως αληθινό μήνυμα της επετείου θεωρείται η ανάγκη της Ελλάδας να επανεύρει την πορεία προς τον πολιτισμό.

Το ΣΕΚΕ και το 1821: Από την αμιγώς εθνική στην αστική επανάσταση Η σταδιακή αλλαγή στάσης στο πολιτικό πλαίσιο της εποχής

Ο

ι πολιτικές εξελίξεις της περιόδου εκείνης, δηλαδή η αυταρχική και αντεργατική πολιτική της φιλοανταντικής κυβέρνησης του Ελευθέριου Βενιζέλου, σε συνδυασμό με τη νέα εκστρατεία στη Μικρά Ασία, είχαν προκαλέσει ένα σημαντικό ρήγμα στα αριστερά, επιδρώντας και στην ανάγνωση του 1821. Η Επανάσταση αντιμετωπίζεται πλέον ως εθνική απέναντι στον «τουρκικό ζυγό» αλλά και ως ταξική που εκφράζει τα οικονομικά συμφέροντα των τότε εμπόρων και τσιφλικούχων. Το ελληνικό έθνος παραμένει μια ενιαία ενότητα η οποία προδίδεται από τις διεφθαρμένες αστικές τάξεις, ενώ το ΣΕΚΕ συνδέει την απουσία εσωτερικής ελευθερίας και εκμετάλλευσης του εργατικού και αγροτικού λαού, την παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων και την πολιτισμική καθυστέρηση με την εξάρτηση της χώρας από τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες. Ως εκ τούτου, «από τας ελευθερίας για τας οποίας επολέμησε ο λαός του εικοσιένα, τίποτε σήμερα δεν μένει». Η ηθικοποιημένη εργατική τάξη, η «ψυχή του ταπεινού εργατικού λαού», ο «νέος κόσμος» που «γεννιέται μέσα στα υγρά υπόγεια των πόλεων και τις καλύβες των αγρών» και όχι οι διεφθαρμένες αστικές τάξεις αποτελούν την ελπίδα για τη σωτηρία του έθνους. Ταυτόχρονα, λόγω της συμμετοχής του ΣΕΚΕ στη Σοσιαλιστική Βαλκανική Ομοσπονδία, προστίθεται μια μορφή παμβαλκανικής πρόσληψης της ελευθερίας. Η εργατική τάξη, λοιπόν, δεν είναι ένα ανταγωνιστικό στοιχείο στο έθνος αλλά η μόνη υγιής δύναμη η οποία μπορεί να δράσει

απελευθερωτικά για χάρη όλου του εθνικού συνόλου. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια του 1921, στην 100ή επέτειο από την Επανάσταση και σε καιρό όξυνσης του πολέμου στο μέτωπο, έλαβαν χώρα συνολικά 50 μεγάλες απεργίες με συμμετοχή 40.000 εργατών. Η εμπειρία αυτή φαίνεται πως εξελίσσει την αντίληψη για την Επανάσταση. Παρουσιάζεται σαν μια απάτη των «μικροαστών και των εμπόρων της εποχής» οι οποίοι, κατέχοντες την οικονομική ζωή της χώρας, «είχον συμφέρον να αποκτήσουν και την πολιτικήν εξουσίαν». Η έννοια του έθνους δεν καλύπτει πλέον όλες τις τάξεις αλλά αποτελείται μόνο από τις εργατικές και λαϊκές τάξεις. Ως εκ τούτου, οι καπιταλιστές αντιμετωπίζονται ως οι νέοι κατακτητές του έθνους καθώς οι αγρότες βρίσκονται σε χειρότερη θέση κάτω από τον «Έλληνα αγά», ενώ οι ελεύθεροι μικροα-

στοί προλεταριοποιούνται και υποδουλώνονται στους καπιταλιστές. Συνεπώς, ο ελληνικός λαός δεν μπορεί να βρει κάποιο νόημα στην επέτειο αφού η ελευθερία, την οποία επόθησαν οι επαναστάτες του 1821, δεν υπάρχει εντός του αστικού καθεστώτος. Η επέτειος του 1821 χαρακτηρίζεται ως μια μυθιστορία των αστών πανηγυριστών που προσπαθούν να συγκινήσουν τις μάζες, επαναλαμβάνοντας για 100 χρόνια αυτήν την κωμωδία, αφορά τη δική τους ελευθερία σε βάρος των ελευθεριών του λαού. Ωστόσο, δεν πετιέται εντελώς ο επαναστατικός συμβολισμός της επετείου. Αντίθετα, επανανοηματοδοτείται, παρουσιάζοντας τις λαϊκές μάζες έτοιμες για το πυρ ενός νέου «1821» με σκοπό «την ολοσχερή κατάλυσιν όλων των τυραννιών και όλων των τυράννων, τάξεως, φυλής, θρησκεύματος» και την ίδρυση του «μεγάλου Ναού

της Παγκόσμιας Ελευθέρας Ανθρωπότητος». Οι σοσιαλιστές δεν αρνούνται λοιπόν την έννοια του έθνους αλλά την επανερμηνεύουν. Στα 1924, η επέτειος του 1821 ταυτίζεται με την επίσημη ανακήρυξη της ελληνικής δημοκρατίας και παρουσιάζεται από τον φιλοβενιζελικό και δημοκρατικό Τύπο της εποχής, όπως και από την κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ως διπλή γιορτή. Οι κομμουνιστές που επικρατούν σε βάρος των σοσιαλιστών εντός του ΣΕΚΕ(Κ), παρ’ ότι χαιρετίζουν την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, έχουν μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Ο Ριζοσπάστης τοποθετείται με ένα άρθρο, προφανώς γραμμένο από τον Γιάννη Κορδάτο. Η επανάσταση του 1821 δεν ήταν ταξικά και κοινωνικά λαϊκή, δεν αφορά τις εργατικές και λαϊκές τάξεις — ήταν ταξικά και κοινωνικά αστική. Ωστόσο, υπάρχει μια κοινή ανάγνωση, η αναγνώριση της ολοκλήρωσης του αστικού δημοκρατικού ζητήματος που τέθηκε το 1821 και πραγματοποιήθηκε το 1924. Απλά στους μεν σημαίνει πραγμάτωση του ιδανικού της ελευθερίας και στους δε πραγμάτωση της αστικής ελευθερίας και διαιώνιση της εργατικής και αγροτικής σκλαβιάς. Η πτώση της βασιλείας δεν πρέπει να γίνεται με ψηφίσματα αλλά στον δρόμο και να οδηγεί στην αγχόνη, ενώ πρέπει να συνοδεύεται με άλλες κοινωνικές ριζικές μεταρρυθμίσεις. Συνεπώς, αποτελεί εκκρεμότητα το «εργατικό 1821». Τους επόμενους μήνες και μέσα σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο, ο Γιάννης Κορδάτος κυκλοφορεί το βιβλίο που φαίνεται ότι ήδη γράφει με τίτλο Η Κοινωνική Σημασία της επανάστασης του 1821.


16 Βασίλης Μηνακάκης

ΣΑΒΒΑΤΟ 20 - ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2021

Αφιέρωμα

Από τις Βρυξέλλες έως την Αργυρούπολη… Τα δύο «άκρα» του εορτασμού των 200 ετών από την Επανάσταση

Α

πό τη μια, οι κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες, που καλούν στις επίσημες εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, τον διάδοχο του βρετανικού θρόνου, πρίγκιπα Κάρολο και τους προέδρους Ρωσίας και Γαλλίας, Βλαντιμίρ Πούτιν και Εμανουέλ Μακρόν (ο οποίος δεν θα έρθει τελικά) — κορυφαίους εκπροσώπους των τριών χωρών των οποίων οι στόλοι καταναυμάχησαν τον οθωμανικό στο Ναβαρίνο, σε μια κρίσιμη για την πορεία της Επανάστασης στιγμή. Κίνηση συμβολική, που υποδηλώνει αυτό που με πιο ακραίο κι ανοιχτό τρόπο διακηρύσσουν νεοφιλελεύθεροι και ευρωπαιολάγνοι εν όψει της επετείου: Χωρίς τους Δυτικούς, η Επανάσταση θα είχε αποτύχει. Τι θα μπορούσαν να κάνουν μια χούφτα κλεφταρματολοί, ένα στράτευμα ατάκτων απέναντι στην πανίσχυρη Οθωμανική Αυτοκρατορία; Συνεπώς, συνεχίζουν ρητά ή υπόρρητα, στους Δυτικούς οφείλουμε την ελευθερία μας και το μέλλον μας είναι άρρηκτα δεμένο με αυτούς. Από την άλλη, η Αργυρούπολη και η ελληνική λεβεντιά. Ήρωες της Επανάστασης γίνονται γκράφιτι στο αθλητικό κέντρο –σε σημείο που τους βλέπουν πολλά μάτια– από τον «Εύρυτο», ο οποίος θα φωτογραφηθεί με τον δήμαρχο, τον μητροπολίτη Γλυφάδας Αντώνιο και έναν αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας. Μικρή…

Νίκος Πελεκούδας

λεπτομέρεια: Ουκ ολίγα από τα γκράφιτι τα οποία φέρουν την υπογραφή του «Εύρυτου» αντανακλούν ένα ανοιχτά ρατσιστικό, νεοναζιστικό και ακροδεξιό πνεύμα. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο «άκρα», θα κινηθεί ο εορτασμός των 200 χρόνων της Επανάστασης. Φυσικά η πανδημία έχει αλλάξει πολύ τα δεδομένα και του χρόνου –μιας και πολλές από τις προγραμματισμένες δράσεις μετατίθενται χρονικά μερικούς μήνες μετά, για περιόδους που οι υγειονομικές συνθήκες θα είναι πιο ασφαλείς– αλλά και του όγκου

— μιας και κάποιες άλλες από αυτές τις δράσεις θα ακυρωθούν ή θα μετασχηματιστούν σε διαδικτυακές. Όπως και να έχει όμως, οι δράσεις αυτές σε ό,τι αφορά το πολιτικό και ιδεολογικό τους «χρώμα», θα ακροβατούν μεταξύ αυτών των δύο «άκρων», με άλλη κάθε φορά ισορροπία · μια ισορροπία που θα κλίνει προς την… Αργυρούπολη όσο πιο «χαμηλά» κατεβαίνουμε (δήμοι, τοπικοί φορείς, εκκλησία κ.λπ.) και προς τις… Βρυξέλλες όσο ανεβαίνουμε πιο ψηλά και θεσμικά. Θύμα αυτής της δύσκολης ισορροπίας (που οδήγησε στην

έξοδο κάποια από τα αρχικά μέλη της) αλλά και της πανδημίας και της μη στήριξής της από τα επιχειρηματικά ιδρύματα, που ήδη από καιρό είχαν τους δικούς τους προγραμματισμούς, η Επιτροπή της Αγγελοπούλου μοιάζει να εξελίσσεται πλέον περισσότερο σε μια ομπρέλα, που θα σκεπάσει με το επίσημο θεσμικό πλαίσιο ήδη προγραμματισμένες δράσεις, παρά μια ουσιαστική παρέμβαση. Ας είναι αυτή η βεντάλια –με τις όποιες παραλλαγές της– ξεκάθαρη. Γιατί βρισκόμαστε στο 2021 και όχι στο 1971, οπότε το κυρίαρχο αφήγημα δεν είναι απλώς ένας αναβαπτισμένος εθνικισμός, ένα εκσυγχρονισμένο «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια». Συνενώνει περισσότερα πράγματα — ή επιχειρεί τουλάχιστον να κάνει κάτι τέτοιο. Γιατί, ενόψει της επετείου, βλέπουμε από θεσμούς εορτασμού της (ιδρύματα, πανεπιστήμια, μουσεία κ.λπ.), από δωρεές κλινών ΜΕΘ και συνέδρια για την πανδημία έως νέες ιστορικές μελέτες, σύγχρονες μουσειακές προτάσεις, ανάδειξη αρχειακών πηγών, επιστημονικά συνέδρια και πολλά άλλα. Η αναμέτρηση με αυτό το εκσυγχρονισμένο πλαίσιο δεν γίνεται με «ευκολίες», με τα «παλιά» — έστω τα χρήσιμα «παλιά». Όποιος μείνει σε αυτά, θα αιφνιδιαστεί βλέποντας την έκταση της συζήτησης για τους εμφυλίους του 1821 ή για τη σφαγή στην κατειλημμένη από τους Έλληνες Τριπολιτσά.

«Οι Έλληνες, ενωμένοι, θα νικήσουμε!» Ο αιώνιος αστικός μύθος της «εθνικής ενότητας»

Τ

ο ζητούμενο είναι η περίφημη εθνική ενότητα, που δεν θα μπορούσε να λείψει και από τις εορταστικές ομιλίες για το 1821. Εμφανίζει όμως πάντα μια ιδιομορφία από όλους όσοι αναφέρονται σε αυτήν, κυβερνώντες ή και γενικότερα δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος. Δεν έχει ποτέ εφαρμογή στο παρόν. Το συνηθέστερο είναι η αναφορά να γίνεται στο μέλλον, σε ένα μεγάλο «εθνικό» στόχο που η ενότητα είναι η βασική, ίσως και η μοναδική προϋπόθεση υλοποίησής του. Ή στο παρελθόν, δηλαδή είτε σε δοξασμένα χρόνια που αυτή η ενότητα έδωσε καρπούς είτε σε άλλες περιόδους, που δεν υπήρξε και οδήγησε σε «εθνικές» καταστροφές. Ιδιαίτερα για το παρελθόν πρόκειται για λαθροχειρία. Οι πολεμικοί αγώνες της αρχαιότητας εναντίον των Περσών που πολύ γρήγορα έγιναν πόλεμος ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις, Αθήνα και Σπάρτη, είναι ένα πρώτο κλασικό πα-

ράδειγμα. Βέβαια, και εντός των Περσικών –λεγόμενων– Πολέμων, η μία δύναμη επιχείρησε να τους προσεταιριστεί ενάντια στην άλλη. Το έπος του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν ένα κανονικό μακέλεμα των υπόλοιπων πόλεων-κρατών. Έτσι και η επανάσταση του 1821 πολύ γρήγορα έγινε μια ανελέητη ακολουθία εμφυλίων πολέμων για τη μελλοντική εξουσία σε βάρος των πιο πληβειακών στρωμάτων. Στην ήττα του 1897, ο πολεμικός μεγαλοϊδεατικός πυρετός διέσπασε ακόμα και το αστικό μπλοκ εξουσίας. Οι βαλκανικοί πόλεμοι ήταν μια συστηματική εθνοκάθαρση ιδιαίτερα στα μακεδονικά εδάφη, σαφής επιλογή των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων και της ελληνικής άρχουσας τάξης. Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία συστηματικά εξαθλίωσε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα εντός των συνόρων και οδήγησε στο ξεκλήρισμα των ελληνικού πληθυσμού στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου. Η αντίσταση στους Ιταλούς

υλοποιήθηκε από τον λαό σε κόντρα με τη δικτατορική εξουσία. Σε όλες τις περιπτώσεις, το μόνιμο χαρακτηριστικό δεν ήταν η εθνική ενότητα. Στην αρχαία ιστορία δεν υπήρξε αυτό που σήμερα ονομάζεται ελληνικό έθνος (αν και αυτό είναι ένα ξεχωριστό ζήτημα από μόνο του), ενώ στη σύγχρονη ιστορία εθνική ενότητα ονομάζεται, μεταμφιεσμένα, η επώδυνη επικράτηση των κυρίαρχων κάθε φορά στοχεύσεων που έχει ως προϋπόθεση την εκτόπιση και περιθωριοποίηση των αντίπαλων διαφορετικών φωνών. Η εθνική ενότητα είναι τελικά προαναγγελία και υλοποίηση ενός κοινωνικού πολέμου ενάντια στους ταξικούς αντιπάλους της αστικής κυριαρχίας. Όλες οι «επιτυχίες» μιας υποτιθέμενης ενότητας στο παρελθόν είναι η νίκη της κυρίαρχης τάξης αλλά και το αφήγημά της γι’ αυτές τις νίκες. Όπου αυτό δεν υπήρξε, όπου δεν υλοποιήθηκε αυτή η ενότητα, αυτό συνέβη γιατί οι σχεδια-

σμοί δεν προχώρησαν, γιατί ο εκμεταλλευόμενος λαός αντιστεκόταν. Άλλωστε, αργά ή γρήγορα, οι πλέον «εθνικόφρονες» πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, θα είναι αυτές που θα υλοποιήσουν, σε συνεργασία με τον κατακτητή, την ενιαία επίθεση της τάξης τους ενάντια στον εχθρό λαό. Κάθε αστικό κράτος, μαζί και το ελληνικό, κρίνεται και από την επιτυχία με την οποία θα διαμορφώσει τη δική του ιστορία περί μακραίωνης εθνικής αποστολής. Η εθνική ενότητα είναι η ιδεολογική ρομφαία της ενσωμάτωσης των εκμεταλλευόμενων σε αλλότριους στόχους. Δεν υπάρχει λοιπόν καμιά εθνική ενότητα με κάποιες μυθικές δυνάμεις που κάποτε εξασφάλισε δοξασμένες μέρες. Είναι το παρατσούκλι της πλήρους επικράτησης των ταξικών συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης. Και έχει επιτυχία ιδεολογικά στο βαθμό που οι εκμεταλλευόμενοι αρνούνται τα ιστορικά τους καθήκοντα.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.