Είμαι γυναίκα στο σώμα ενός άντρα και δεν έχω όρεξη γι' αστεία. Μου αρκούν οι φάτσες σας, έτσι όπως με κοιτάτε με απέχθεια. Σας έδωσαν manual χρήσης για το σώμα σας κι έχετε μπερδέψει τ η ν αναπαραγωγή με τη σεξουαλικότητα. Νεκρή φύση! Πεταμένα λεφτά! Ντυθείτε στο φως για να γδυθείτε στο σκοτάδι και μη το πείτε πουθενά!*
Η διαχείριση της υγείας ως ιστορία πολέμου. Έχουμε ήδη διακηρύξει πως αντιλαμβανόμαστε την ιστορία ως έναπεδίο διαρκούς πολέμου, ως ένα πεδίο κριτικού αναστοχασμού γύρω από τις τρέχουσες ταυτότητες και τις τεχνολογίες διακυβέρνησης. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα συναρμόσουμε τις εξουσίες του έθνους και της υγείας, όπως αυτές λειτούργησαν στον τόπο της Σπιναλόγκας. Η Σπιναλόγκα λειτούργησε ως τόπος εγκλεισμού των φορέων τηςνόσου του χάνσεν από το 1903 ως το 1957, με αρκετές εκατοντάδεςφορείς της νόσου να περνούν τα σύνορά της. Πριν το 1903, η«μέριμνα» σε σχέση με τους/τις φορείς της νόσου απαιτούσε τονεκτοπισμό τους εκτός των πόλεων σε οικισμούς που ονομάζονταν Μεσκινίες
(η λέξη μεσκίνης είναι τουρκικής προέλευσης και σημαίνει φτωχός, βρωμερός, άθλιος), με την Πύλη να τους χορηγεί ένα ποσόώστε να μπορούν να συντηρούνται. Όμως ο εκτοπισμός τους δενσήμαινε τον εγκλεισμό σε πεπερασμένο χώρο, καθώς μπορούσαν να μετακινούνται και σε αρκετές περιπτώσεις να ζητιανεύουν στις πόλεις.
Μέχρι και την ίδρυση του λεπροκομείου, η νησίδα της Σπιναλόγκας αποτελούσε σε όλο το εύρος του 19ου αιώνα μια μουσουλμανικήκοινότητα με περισσότερους από 1000 κατοίκους, με οθωμανική σχολή, εμπορικές εταιρείες και σχετικά μεγάλη οικονομική ανάπτυξη. Από το 1898, κατά την περίοδο της κρητικής πολιτείας, ξεκίνησε οβίαιος εκτοπισμός των μουσουλμάνων κατοίκων της νησίδας, ο οποίος και ολοκληρώθηκε το 1903 με τον εγκλεισμό των πρώτων χανσενικών. Ο διάλογος γύρω από την θέσμιση του λεπροκομείου και τηντοποθέτησή του στη Σπιναλόγκα είναι ενδεικτικός της σταθερής συναρμογής των λόγων της υγείας με αυτούς του έθνους, στα πλαίσια της παραγωγής μιας δημόσιας σφαίρας κατοικημένης από υγιείς έλληνες. Ο νομάρχης Λασιθίου σε επιστολή του στον Βενιζέλο έλεγετα εξής: « η εγκατάστασις αυτή γενομένη, ίνα εξυπηρετήσει ουχί τηνεπιβεβλημένην περισυλλογήν
των πολυάριθμων εν τη νήσω μας λεπρών και την θεραπείαν αυτών και την ανακούφισην εκ των μεγάλων αναγκών αυτών και της κοινωνίας, εξής πρέπει να απομακρυνθώσιν, αλλά δια λόγους Εθνικούς (sic), προς απομάκρυνσιν, εκείθεν, ως φρουρίου των Τούρκων.» (παρατίθεται στο «οι λεπροί της σπιναλόγκας», Μάνος Σαββάκης, εκδόσεις Πλέθρον.), ενώ εξίσου αποκαλυπτική για τις προθέσεις και τη διαδικασία εκτοπισμού των χανσενικών στη Σπιναλόγκα είναι η αναφορά του γιατρού Ρεμουντάκη πως « .. έγιναν πολλές συσκέψεις και στο τέλος αποφασίστηκε διανόμου η προσωρινή μεταφορά των λεπρών εις το φρούριοΣπιναλόγκας, που με τη λύσι αυτή επετυχάνετο και ο άλλος σκοπός, ναεκδιωχθούν οι Τούρκοι που παρέμεναν εντός του Φρουρίου και με κανένα τρόπο δεν ήθελαν να το εγκαταλείψουν» («το ψέμα και η αλήθεια», ο Κόσμος της Ελληνίδας, 13/11/1976). Παράλληλα, οτoπικός τύπος παραληρούσε πάνω στα σώματα των χανσενικών, παρουσιάζοντάς τους, ως ένα διαρκή κίνδυνο για την υγεία και την αισθητική των πολιτών: «.. η βραχνή φωνή, προξενούσιν φρίκην άμακαι βδελυγμίαν εις τους εισερχόμενους και εξερχόμενους εις την πόλιν.» («περί της ανάγκης της Ιδρύσεως Λεπροκομείου», Ηράκλειον,27/01/1894). Βλέπουμε λοιπόν, πως η διαδικασία αποκλεισμού των χανσενικών σταπλαίσια της παραγωγής του υγιούς σώματος του πολίτη, ταυτίστηκεμε τη διαδικασία παραγωγής της ελληνοχριστιανικής ταυτότηταςμέσω μιας βίαιης διαδικασίας εθνοκάθαρσης- βίαιης απομάκρυνσης ήκαι δολοφονίας των μουσουλμανικών πληθυσμών που βρίσκονταν στην Κρήτη. Η δημόσια σφαίρα όφειλε να κατοικηθεί από υγιείς έλληνες χριστιανούς, και μπορεί η περίπτωση της Σπιναλόγκα να περιορίζεταισε μια συγκεκριμένη τοπικότητα, αλλά αποκαλύπτει την πραγματική λειτουργία των λόγων του έθνους και της υγείας. Η γενεαλογία τους, η γενεαλογία του ελληνικού έθνους, η γενεαλογία του έλληνα πολίτη, είναι μια ιστορία γραμμένη πάνω σε σώματα που φυλακίζονται, πάνωσε σώματα που δολοφούνται, το σώμα του «Άλλου». Η μνήμη αυτών των ιστοριών είναι πειραματισμός γύρω από τα όρια αυτού που είμαστε χωρίς να έχουμε ευθύνη, και η ευθύνη να γίνουμε όλα αυτά που
δεν είναι η ελληνική κοινωνία.