Σπιναλόγκα μνημονικές αναφορές στον αποκλεισμό
Σπουδαστές: ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ιατρού Σοφία Καλλέργης Έκτωρας Ψυχαράκη Δέσποινα Επιβλέποντες καθηγητές:
Εισαγωγή......................................4-5 Ανάλυση......................................6-21 Ιστορική εξέλιξη.........................22-39
Ζαχαριάδης Ιωάννης Μωραΐτης Κωνσταντίνος
Εργαλεία.....................................40-51 Πρόταση.....................................52-97
2
3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η παρούσα διπλωματική σχετίζεται με μια περιοχή της βορειοανατολικής Κρητης με έντονη συμβολική σημασία. Το νησί της Σπιναλόγκα και η ευρύτερη περιοχή γύρω από αυτό είναι ιδιαιτέρως φορτισμένα με το αίσθημα της κοινωνικής εγκατάλειψης και του αποκλεισμού που συνδέεται άμεσα με μια ασθένεια, τρομακτική για τις παλιότερες γενιές, την ασθένεια της λέπρας. Αντικείμενο της μελέτης μας είναι η διαστολή της μνήμης της Σπιναλόγκα σε γεωγραφική κλίμακα. Με σκοπό να δομήσουμε ένα τρόπο τέτοιου είδους μνημονικής ενίσχυσης, σχεδιάσαμε και ακολουθήσαμε μια μεθοδολογία, την οποία εν συνεχεία χρησιμοποιήσαμε για τη σχεδιαστική μας προσέγγιση. Κατά τη μεθοδολογία αυτή, μεγενθύνουμε την κάτοψη της ίδιας της Σπιναλόγκα και έπειτα με συγκεκριμένο τρόπο την προβάλουμε στο απέναντι παραλικό μέτωπο. Έτσι, έχοντας τη μεγενθυμένη προβολή της Σπιναλόγκα ως μέσο όρασης και ανάγνωσης του υφιστάμενου τοπίου, επιχειρούμε τη δημιουργία τεσσάρων τοπιακών παρεμβάσεων σε μια απόσταση περίπου 2 χλμ. εκατέρωθεν του οικισμού της Πλάκας. Η θεματολογία των παρεμβάσεών μας αφορμάται από καίρια ζητήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ασθενείς στην περίοδο του Λεπροκομείου στη Σπιναλόγκα και έτσι τελικά σχεδιάζουμε μια προβλήτα για τη μεταφορά από και προς τη Σπιναλόγκα, ένα χώρο κοινωνικών καλλιεργειών, μια θαλάσσια εγκατάσταση και ένα χώρο υδάτινων δεξαμενών. Οι διαμορφώσεις μας είναι αφενός μια αναφορά στη Σπιναλόγκα και αφετέρου αποτελούν αυτοτελείς τοπιακές παρεμβάσεις, οι οποίες εξυπηρετούνται και συνδέονται μεταξύ τους μέσω του κεντρικού, παραλιακού οδικού άξονα της περιοχής και λειτουργούν στο συνολό τους ως ένα στάδιο μύησης πριν την επίσκεψη στη Σπιναλόγκα. Δεν πρόκειται για μια γραμμίκη αφήγηση, αντιθέτως ο εκάστοτε επισκέπτης τυγχάνει σε αυτές. Ως χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό στοιχείο - σήμαντρο χρησιμοποιούμε το τοιχείο. Πρόκειται για ένα ογκώδη μπετονένιο τοίχο, ο οποίος λόγω της κλίμακάς του και της τοποθέτησής του μέσα στη θάλασσα αποτελέι ένα ανοίκειο στοιχείο που αφενός οργανώνει τις κινήσεις γύρω του και αφετέρου διαμορφώνει μια όψη, η οποία γίνεται αντιληπτή όταν βρεθεί κανείς στη Σπιναλόγκα και αποκτήσει μια συνολική εικόνα του παραλιακού μετώπου της Πλάκας. Η επανάληψη αυτού του ανοίκειου στοιχείου και στις τέσσερις παρεμβάσεις κάνει πιο έντονη τη συνάφεια μεταξύ των παρεμβάσεων και εντείνει την αίσθησης του αποκλεισμού, η οποία επιχειρείται να αποδοθεί μέσω του τοιχείου. Θεωρούμαι πως διαλύοντας τη Σπιναλόγκα και διασπείροντάς τη στο απέναντι τοπίο, καθιστούμε αυτό το τοπίο εντονότατα συζηγές με τη Σπιναλόγκα. Αυτές οι ετεροτοπίες με αναγκάζουν να αισθανθώ ανοίκεια και να αντιληφθώ ότι κάτι ιδιαίετρο συμβαίνει εδώ, να νιώσω την ίδια την επιρροή της Σπιναλόγκα.
4
5
ΑΝΑΛΥΣΗ
6
7
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ Προκειται για έναν τόπο ο οποίος λογω της μελέτης του απο ορισμένους αρχαιολόγους, οι οποίοι ανέδειξαν την ιστορική του σημασία, αλλά και πιθανώς λόγω της κινηματογραφικης του προβολής εχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια μια περίπου μυθική διάσταση.
Σαφώς, για να ολοκληρώσουμε την περιπλάνησή μας αλλά και για να αποκτήσουμε μια εποπτεία της ευρύτερης περιοχής, αποφασίσαμε να περάσουμε απέναντι, στο Νησί, με το προγραμματισμένο δρομολόγιο που πραγματοποιείται απο το λιμάνι της Πλάκας.
Όταν για πρώτη φορά προσεγγίσαμε την περιοχή, ήρθαμε αντιμέτωποι με ενα τοπίο ήρεμο, αραιοκατοικημένο, περιτριγυρισμένο με βουνά χωρις πυκνή βλάστηση και εμφανώς προστατευμένο απο τον κλειστό κόλπο της Ελούντας. Στη συνέχεια, καθως κινούμασταν στον παραλιακό οδικό άξονα, μας αποκαλύφθηκε ξαφνικά η θέα του εγκαταλελειμμένου νησιού της Σπιναλόγκα. Ενα νησί στιβαρό και μοναχικό, που επισφραγίζει την κλειστότητα του κόλπου και μοιάζει επιβλητικό, οχι λόγω μεγέθους αλλα για λόγους που αρχικά δεν μπορούσαμε να αποσαφηνίσουμε. Όσο πλησιαζαμε τόσο πιο έντονη νιώθαμε την επιρροή του νησιού στο χώρο. Η Σπιναλόγκα ειναι τόσο κοντά που σχεδόν μπορείς να διακρίνεις τα ερρείπια της και τόσο μακριά, που μοιάζει σαν να πρόκειται για μια συνθήκη από άλλη εποχή παγωμένη στο χρόνο.
Μας φανερώθηκε πλέον ξεκάθαρα το μεγαλείο αυτου του βράχου. Οταν πας στη Σπιναλογκα μπαινεις σε ενα αλλο χρονικό πλαίσιο που σου υποβάλλει ή επιβαλλει η Σπιναλογκα γιατι προσπαθεις να ταυτιστεις με το τοτε, άρα φευγεις απο το χρονο σου. Ομως, συνεχως αμφιταλαντεέεσαι στο τότε και στο τώρα. Η Σπιναλογκα αξιολογείται, εικονογραφείται, υπάρχει σαν ανάμνηση και μόνο, δεν υπάρχει τη στιγμή της εμπειρίας. Αυτό λοιπόν το γεγονός, οτι η Σπιναλογκα υφίσταται σε απόσταση, θελήσαμε να το μεταφράσουμε σε σχέδιο. έτσι αρχιζει ο προβληματισμός της μεταφορας. Πως θα παρεις τη Σπιναλογκα και θα τη φέρεις απέναντι, πως θα τη φέρεις πιο «κοντά». Αυτή ειναι η πρώτη ένταση, η πρώτη ανάγκη για τη διπλωματική μας.
Αρχικά, επισκεφθήκαμε διάφορα σημεία στην ευρύτερη περιοχή της Ελούντας και της Πλάκας ακολουθώντας το υφιστάμενο οδικό δίκτυο. Βρεθήκαμε ανάμεσα σε μεγάλα ξενοδοχεια και πολυτελείς βίλες, τουριστικά μαγαζιά, μεγαλύτερα ή μικρότερα λιμανια της περιοχής, ανεβήκαμε σε φυσικά πλατώματα που προσέφεραν μια συνολική εποπτεία του κόλπου. Παρατηρήσαμε πως σε αυτή την περιπλάνηση άλλοτε είχαμε στο μυαλό τη Σπιναλόγκα και άλλοτε όχι. Η επίσκεψή μας παρόλο που ειχε διάρκεια χρονική, ήταν στιγμιαία. Συνεχώς ξεχνάς και θυμάσαι.
8
Εναρκτήρια ιδέα είναι η διαστολή της μνήμης. Πρόθεσή μας είναι να επαναφέρουμε και να εντείνουμε τη μνήμη αυτού του νησιού στην περιοχή, όχι τόσο για τη συγκεκριμένη αναφορά της λέπρας, αλλά κυρίως για το αίσθημα του κοινωνικού αποκλεισμού εν γένει. Έτσι, επιχειρούμε να διαστείλουμε το συμβολισμό αυτό τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά. Συγκεκριμένα, έχοντας ως αναφορά τα σημεία θέασης και απόκρυψης της Σπιναλόγκα καθώς κινείται κανείς στον παραλιακό οδικό άξονα, ορίζουμε μια περιοχή παρέμβασης στο παραλιακό μέτωπο εκατέρωθεν της Πλάκας. Στη συνέχεια διαστέλλουμε και προβάλλουμε την αναφορά στη Σπιναλόγκα σε μια μεγαλύτερη κλίμακα με τρόπο που θα δείτε αναλυτικά στη συνέχεια κατά την εκτενέστερη παρουσίαση της πρότασής μας.
9
10
11
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ H περιοχή μας βρίσκεται στο νομο Λασιθίου και ανήκει στο δήμο του Αγ. Νικολάου. Βρίσκεται βόρεια στον κόλπο Μεραμβέλλου και απέχει 16χλμ απο τον Αγ. Νικόλαο. Η πρόσβαση επιτυγχάνεται τόσο χερσαία απο το οδικό δίκτυο της περιοχής όσο και από τη θάλασσα με συχνά δρομολόγια που πραγματοποιούνται από τον Αγ. Νικόλαο. Παρακάτω, στον χάρτη Γ, βλέπουμε τον κλειστό κόλπο της Ελούντας. Η περιοχή αυτή κλείνει από τη χερσόνησο της Κολοκύθας, ενώ στο στρατηγικό σημείο της εισόδου του κόλπου βρίσκεται η Σπιναλόγκα. Η χερσόνησος Κολοκύθα αυτη ειναι είναι τραχιά, άγονη και έρημη. Συνδέεται με τον κυρίως κορμό της Κρήτης με έναν Ισθμό, στην θέση Πόρος ή Σχίσμα, εκεί όπου συναντάμε και διάφορα ευρήματα απο την αρχαία πόλη της Ολούς, η οποία υπάρχει και σήμερα με το όνομα Ελούντα. Η Ελούντα λοιπόν, εκτείνεται σε αυτή την περιοχή και αποτελεί σημαντικό τουριστικό κέντρο της περιοχής με μεγάλο αριθμό ξενοδοχειακών μονάδων και άλλων χρήσεων τουριστικού ενδιαφέροντος. Επίσης απο την Ελούντα υπάρχουν συχνά δρομολόγια προς τη Σπιναλόγκα. Ο παραλιακός κεντρικος οδικός άξονας που ενώνει τον Αγ. Νικόλαο με την Ελούντα, βρίσκεται περίπου 5 μετρα πανω απο την επιφάνεια της θάλασσας για μια απόσταση σχεδόν 6χλμ. Μετά από το Σχίσμα και την Ελούντα περνά από τους οικισμούς Τσιφλίκι και Πλάκα για να ανηφορίσει τελικά προς τους οικισμούς του Βρουχά. Η Πλάκα ειναι ένας μικρός οικισμός στη δυτική ακτή της λιμνοθάλασσας της Ελούντας και βρίσκεται απέναντι από τη Σπιναλόγκα. Τόσο στο χωριό αυτό όσο και στην ευρύτερη περιοχή συναντάμε χρήσεις κυρίως τουριστικού ενδιαφέροντος όπως ξενοδοχεία, εστιατόρια, καφετέριες και μικρά μαγαζάκια τα οποία κατα κύριο λόγο συγκεντρώνονται πάνω στον πλακόστρωτο πεζόδρομο. Τους χειμερινούς μήνες οι μόνιμοι κάτοικοι της Πλάκας ζουν από την καλλιέργεια τοπικών αγροτικών προϊόντων όπως χαρούπια και ελιές και από την αλιεία. Μετά την άνοιξη και μέχρι τον Οκτώβρη κύρια ενασχόληση αποτελεί ο τουρισμός. Εδω βρίσκεται και το παλιο / νεο λιμάνι που ακομή και σήμερα σε μεταφέρει στη Σπιναλόγκα.
12
13
Α
14
B
15
Γ
16
Δ
17
18
19
20
21
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
22
23
H λέξη Σπιναλόγκα προέκυψε από τον μετασχηματισμός της φράσης «στην ελούντα» κατα την Ενετοκρατία. Στα Ιταλικά “Spina+Longa” σημαίνει “Ακάνθα (αγκάθι)+Μακριά”. Γεωμορφολογικά, αποτελεί μία μικρή οχυρή βραχονησίδα στο στόμιο του φυσικού λιμένα της Ελούντας με μήκος: 420μ., πλατος: 290μ. και μεγιστο ύψος: 54μ. Δηλαδή αναλογία 3:5. Το νησί κατοικήθηκε αδιάλειπτα από τα τέλη του 16ου αι. έως τα μέσα του 20ου αι. αποκτώντας διαφορετικές ταυτότητες και διασώζει μέχρι και σήμερα, σημαντικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της Ενετικής και Οθωμανικής περιόδου. Συγκεκριμένα, στη αρχαιότητα Ιδρύεται η πόλη Ολούντα. Η Σπιναλόγκα αποτελεί στρατηγικό σημείο άμυνας του λιμένα και της πόλης. Κατά την Ενετοκρατία αποτελεί καίριο στρατηγικό σημείο για την άμυνα του κόλπου και για την οχύρωσή της δημιουργείται περιμετρικό τείχος, δύο προμαχώνες, κατοικίες στρατιωτικών, 4 συγκροτήματα στρατώνων, αποθήκες όπλων και τροφίμων, αναρρωτήριο και ο καθολικός ναός της Αγ. Βαρβάρας. Το 1645 μ.Χ. ξεκινά ο Κρητικός Πόλεμος και έπειτα από 46 χρόνια πολιορκίας, η Σπιναλόγκα παραδίδεται στους Τούρκους. Στη συνέχεια, την περίοδο της Τουρκοκρατίας λειτουργεί για πρώτη φορά ως ένας στρατοκρατούμενος οικισμός, ο οποιος συνεχως αυξάνεται. Οι εχθροπραξίες μεταξυ χριστιανων και μουσουλμάνων – υπό γαλλική προστασία το 1898 προκαλούν την εκκένωση από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Σπιναλόγκα Την περίοδο του Λεπροκομείο (1904 μ.Χ. - 1957 μ.Χ.) το νησί κατοικείται ξανά, οταν η πολιτεία της Κρήτης αποφασίζει να απομονώσει για πρωτη φορα 251 λεπρού στο Νησί υπο αθλιες συνθηκες διαβιωσης. Το 1913, μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, το Λεπροκομείο γίνεται εθνικό και ο πληθυσμός αυξάνεται. Το 1936, ο Επαμεινώντας Ρεμουντάκης, φοιτητής της Ιατρικής που διαγνώστηκε με λέπρα αλλα αγωνίσθηκε για τα δικαιώματα όλων των αρρώστων, ίδρυσε την αδελφότητα των χανσενικών. Το 1948 βρίσκεται η θεραπεία της αρρώστειας και το 1957 το λεπροκομείο κλείνει και επέρχεται μια μακρά περίοδος λήθης.
24
25
26
27
28
29
Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
Η λέπρα, ή αλλιώς “νόσος του Χάνσεν”, προκαλείται από το μυκοβακτηρίδιο της λέπρας (Mycobacterium leprae) το οποίο ανακαλύφθηκε από το Νορβηγό γιατρό Χάνσεν το 1873.
Το 18ο αι. η “Αρχαϊκή λέπρα” ερμηνεύεται ως θεική οργή για ασεβείς συμπεριφορές των λεπρών. Οι λεπροί περιθωριοποιούνται ως αποδέκτες της “θείας τιμωρίας”, αλλά δεν αναγκάζονται σε χωρικό εγκλεισμό αφού δεν υπήρχε η πεποίθηση της μεταδοτικότητας της ασθένειας.
Η Κλινική εικόνα της ασθένειας ξεκινά συνήθως με ένα σύμμετρο κοκκινο εξάνθημα στο δέρμα, το οποίο στη συνέχεια εξαπλώνεται σταδιακά σε όλο το σώμα. Δημιουργούνται βλάβες του δέρματος στις οποίες ο ασθενής δεν νιώθει πόνο,οι μύες ατροφούν, χάνεται η αισθητικότητα των άκρων και το σώμα παραμορφώνεται. Η αναισθησία και η ατροφία καθιστά τα άκρα ευάλωτα σε τραυματισμούς και μπορεί να οδηγήσει ακομή και σε απώλεια αυτών. εμφανίζεται απώλεια τριχών βλάβες στα μάτια ή και τύφλωση. Συχνά ο βάκιλος της λέπρας προσέβαλε και το λάρυγγα, προσδίδοντας στους ασθενείς μια χαρακτηριστική βραχνή φωνή. Η λέπρα δεν είναι θανατηφόρος ασθένεια, αλλά μπορεί τελικά να προκαλέσει απώλεια της ζωής, λόγω σοβαρών λοιμώξεων στο δέρμα των ασθενών.
Στις αρχές του 19ου αι. γίνεται διαχωρισμός αλλά όχι εγκλεισμός των λεπρών καθώς εκδιώκονταν από τα χωριά τους και καταφεύγουν σε συνοικισμούς μακριά από τα χωριά των “υγιών”, γνωστούς ως “Μεσκηνιές” ή “Λεπροχώρια”. Στις μετακινήσεις τους, τους υποχρεώναν να φορούν κουδούνια στο λαιμό για να τους ακούν όταν πλησιάζουν και να απομακρύνονται οι υγιείς καθώς πίστευαν οτι η λέπρα μεταδίδεται και με το βλέμμα. Το 1873 ο Armauer Hansen εντοπίζει το βάκιλο της λέπρας και η λέπρα βαθμιαία εκχωρείται στην ιατρική επιστήμη..Στα μέσα 20ου αι. οι λεπροί στέλνοται σε εξορία ή σε νοσοκομεία-φρούρια. Υπήρχαν τέσσερα Λεπροκομεία στην Ελλάδα: της Χίου, της Σάμου, της Κρήτης και ο “Αντιλεπρικός Σταθμός Αθηνών”. Σήμερα η μεταδοτικότητα της ασθένειας �ίναι πολύ περιορισμένη. Συνήθως, προσβάλλει ανθρώπους που ζουν σε μολυσματικό περιβάλλον, όπου δεν υπάρχουν συνθήκες υγιεινής. Το βακτηρίδιο μπορεί μεταδοθεί διαμέσου των ρινικών σταγονιδίων ή την επαφή με ανοικτές πληγές προσβεβλημένου δέρματος. Ο χρόνος επώασης της νόσου θεωρείται ότι μπορεί να κυμαίνεται από 9 μήνες έως 20 χρόνια. Μετά την ανακάλυψη της θεραπείας το 1940, η ασθένεια θεραπεύεται, με λήψη αντιβίωσης, για μεγάλο χρονικό διάστημα, συχνά για αρκετά έτη. Η θεραπεία σταματάει την μετάδοση και εξέλιξη της νόσου, καταπολεμά το μυκοβακτηρίδιο, αλλά βέβαια δεν αποκαθιστά τις σωματικές βλάβες.
30
31
Ο ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΣ Ο εγκλεισμός των λεπρών ήταν αποτέλεσμα πολιτικής και κοινωνικής συγκοιρίας. Ήταν και ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης, αφού σύμφωνα με τον Hansen, τον γιατρό ο οποίος ανακάλυψε το βάκιλο της λέπρας, ο μόνος τρόπος πρόληψης της ασθένειας ήταν η απομόνωση των όσων είχαν ήδη προσβληθεί. Παράλληλα, το νεοσύστατο πλέον ελληνικό κράτος, σε ένα κλίμα εξευρωπαϊσμού, θα θελήσει να περιθωριοποιήσει μία αρνητικά στιγματισμένη κοινωνική μειονότητα. Για να ενταχθεί στην Ευρώπη, απεντάσει τους λεπρούς από την κοινωνία. Απομονώνει τους λεπρούς, προκειμένου να μην απομονωθεί το ίδιο από την Ευρώπη. Ταυτόχονα η κοινωνία λειτουργεί και αυτή σε βάρος των λεπρών κατηγορώντας τους για οργανική ανωμαλία, διασπορά ακαθαρσίας και ανικανότητα προς εργασία. Σε μία γενίκευση που θα μπορούσαμε να κάνουμε, και ιστορικά, η κοινωνία πάντα τείνει να απομονώνει μία ομάδα ανθρώπων. Η λέπρα έπαιξε αυτό το ρόλο, του αποδιοπομπαίου τράγου. Ο εγκλεισμός των λεπρών, συγκεκριμένα στη Σπιναλόγκα, έγινε για λόγους επίσης κοινωνικούς και πολιτικούς. Αρχικά υπήρχε ήδη οικιστική υποδομή από τον οθωμανικό οικισμό. Στη συνέχεια σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι ήθελε το κράτος αλλά και η κοινωνία να διώξουν τους τελευταίους Τουρκοκρητικούς που είχαν απομείνει ακόμα στη νησίδα. Οι λεπροί εκεί δεν αντιμετωπίζοντας σαν απλοί πολίτες, αλλά ως εγκληματίες. Ο γιατρός του λεπροκομείου είχε αστυνομικά δικαιώματα και η μετοφορά τους στο νησί γινόταν με αστυνομική συνοδεία. Διαχρονικά, χρησιμοποιήθηκαν και άλλα νησιά ως φύλακες ή τόποι εξορίας (π.χ. σε εθνικό επίπεδο Μκαρόνησος, Γυάρος, Λέρος κλπ). Ο τόπος λειτουργέι ως μέσο άσκησης της εξουσίας, “προστατεύντας τους μεν από τους δε. Η Σπιναλόγκα δεν υπήρξε ποτέ θεραπευτικό ίδρυμα. Ήταν τόπος εξορίας, ένας τόπος μαρυτίου. Η απομόνωση ήταν υποχρεωτικός τρόπος ζωής που είχε επιβληθεί στους αρρώστους. Κάνουμε λόγο για έναν απόλυτο αποκλεισμό, στη πύλης της Σπιναλόγκα υπήρχε χαραγμένη η επιγραφή “Ξέχασε κάθε ελπίδα από τη ζωή, εσύ που μπαίνεις εδώ μέσα”. Κυριαρχούσε το αίσθημα της άρνησης για τη ζωή, της απελπισίας. Οι λεπροί δεν θεωρούνταν ούτε ζωντανοί ουτε νεκροί, διαγράφονταν από τα πρακτικά του κράτους σαν μη υπάρξοντας ποτέ!
Στα πλαίσια της διαβίωσης τους στο νησί, οι λεπροί πέρα από τις δυσκολίες που τους προκαλούσε η ίδια η αρρώστια, είχαν να αντιμετωπίσουν και μία σείρα άλλων προβλημάτων που σχετίζονταν με το ίδιο το νησί. Πρώτα και κύρια το γεγονός ότι βρίσκονταν σε ένα νησί καθιστούσε την μετοφορά τροφίμων και νερού πολύ δύσκολη. Παράλληλα υπήρχε έλλειψη καλλιεργήσιμης γης. Το 1913, όταν η Κρήτη ενώνεται με την υπόλοιπη Ελλάδα, το λεπροκομείο γίνεται εθνικό. Ως αποτέλεμα φτάνουν στο νησί λεπροί από όλη την Ελλάδα, αυξάνοντας τις ανάγκες του λεπροκομείο καθιστώντας ακόμα πια δύσκολες τις συνθήκες. Προσπαθώντας να καλυφθούν οι νέες πια ανάγκες των αρρώστων, χτίζονται εκ νέου μερικά νέα κτήρια. Πιο συγκεκριμένα αναγέρθηκαν τέσσετα νέα συγκεροτήματα κοιτώνων, ένα λεπτροκομείο, μία τετραόροφη αποθήκη, ένα κτίσμα στο οποίο τοποθετήθηκε μία γεννήτρια ηλεκτρισμού και τέλος ένα νέο κοιμητήριο. Τα περισσότερα από αυτά τα κτήρια χτίστηκαν από σκυρόδεμα εξυπηρετώντας τη μοντερνιστική τάση της εποχής από τον Όρεστη Μάλτο, απόφοιτο της σχολής αρχιτεκτόνων μηχανικών στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Τα συγκεκριμένα κτίσματα κατηγορήθηκαν για την αρχιτεκτονική τους και την ασέβεια προς το ήδη υπαρκτό δομιμένο περιβάλλον και για το λόγο ορισμένα από αυτά κατεδαφίζονται μετά το κλείσιμο του λεπροκομείου το 1957. Η θεραπεία ήρθε επιτέλους στη Σπιναλόγκα το 1948, με τη μορφή του αντιβιοτικού “Diasone”. Έτσι, το λεπροκομείο κλείνει οριστικά το 1957. Το κλείσιμο του λεπροκομείου είχε ως αποτέλεσμα τη δυσαρέσκεια των εμπόρων της περιοχής, αφού είχαν αναπτύξει οικονομικές σχέσεις με τους λεπρούς. Μετά το κλείσιμο του λεπροκομείου ακολουθεί μία περίοδος λήθης και ντροπής για το νησί καθώς απόπνεε ένα αρνητικά φορτισμένο στίγα για τη περιοχή. Στα πλαίσια αυτής της απέχθειας, το νησί μετονομάζεται “Καλυδών”, και τους λεπρούς τους αποκαλούν πλέον χανσενικούς.
Πρώτη και ουσιαστική κίνηση αντίδρασης σε αυτές τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης ήρθε το 1936, όταν ο Ρεμουντάκης ιδρύει την αδελφότητα των χανσενικών. Έτσι ξεκινά μία νέα εποχή στη Σπιναλόγκα όπου πλέον οι άρρωστοι προσπαθούν να ζήσουν με περισσότερη αξιοπρέπεια. Σπάνε μέρη του τείχους της οχυρωμένης Σπιναλόγκα, επιτρέποντας πλέον στους εαυτούς τους να δουν το απέναντι, αλλά και στο απέναντι να δει αυτούς. Φτιάχνουν τσιμεντένιο περιμετρικό δρόμο, προσπαθούν να συντάξουν την καινούρια τους ζωή. 34
35
36
38
39
ΕΡΓΑΛΕΙΑ
40
41
1
Η Σπιναλόγκα έχει μια μοναδική επιρροή στο ευρύτερό της τοπίο και αποτελεί αναμφισβήτητα το κύριο στοιχειο της περιοχής μας. Το αντικείμενο της μελέτης μας είναι η διαστολή της μνήμης της Σπιναλόγκα σε γεωγραφική κλίμακα. Στην προσπάθεια μας να δομήσουμε ένα τρόπο τέτοιου είδους μνημονικής ενίσχυσης σχεδιάσαμε και ακολουθήσαμε μια μεθοδολογία πάνω στην οποία δομήσαμε εν συνεχεία τη σχεδιαστική μας προσέγγιση και κατά την οποία μεγενθύνουμε την κάτοψη της ιδιας της Σπιναλόγκα και έπειτα την προβάλουμε στην απέναντι περιοχή. Στον χάρτη 1 βλέπουμε σε μια μορφή αποδόμησης όλα τα εργαλεία συνολικά. Στη συνέχεια ακολουθεί το κάθε εργαλείο χάρτης ξεχωριστά.
42
43
2
Αρχικά, στον χάρτη 2 βλέπουμε την περιοχή της μελέτης μας η οποία προκύπτει απο τα σημεία Α και Β τα οποία αντιστοιχούν στο πρώτο και το τελεύταιο σημείο θέασης της Σπιναλόγκα καθώς κινούμαστε στο παραλιακό κεντρικό οδικό άξονα της περιοχής.
44
45
3
Το δεύτερο στοιχείο, χάρτης 3, που μας αφορά είναι η απόσταση μεταξύ του παλιού λιμανιού της Πλάκας και του παλιού λιμανιού της Σπιναλόγκα, από το οποίο γινόταν η μετοφορά των ασθενών αποό τη μία πλευρά στην άλλη, με σκοπό την ολοκληρωτική απομόνωση. Η απόσταση αυτή είναι 740 μέτρα και αποτελεί τη ζώνη πάνω στην οποία θα προβάλουμε κεντρικά τη μεγενθυμένη κάτοψη του νησιού. Παράλληλα από την αυτή των δύο λιμανιών προκύπτει ένας κάνναβος ο οποίος χρησιμοποιείται από εμάς στη συνέχεια και απλώνεται σε όλη την περιοχή
46
47
4
Στη συνέχεια στον χάρτη 4, μεγενθύνουμε την κάτοψη της Σπιναλόγκα με τρόπο ωστε τα όρια της κατά τον άξονα Βορρά-Νότο να εφάπτονται στους οριζόντιους άξονες που πρροέκυψαν από τα σημεία Α και Β και στη συνέχεια, κατά τον άλλον άξονα, τοποθετούμε αυτη την κάτοψη στο κέντρο της απόστασης των δύο λιμανιών της Πλακας και της Σπιναλόγκα. Το συγκεκριμένο σημείο τοποθετολυμε λοιπόν το μεγενθυμένο γεγονός του αποκλεισμού της Σπιναλόγκα.
48
49
5
Έπειτα, μετά από αυτή τη προβολή παρατηρήσαμε ότι κάποιες κτηριακές δομές που αφορούσαν τη λειτουργία του λεπροκομείου και κατ’ επέκταση της λειτουργίας του κοινωνικού αποκλεισμού, έρχονται να ακουμπήσουν, στη μεγέθυνση τους, πάνω στην απέναντι περιοχή της Πλάκας. Έτσι αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε, αν αυτά τα υποθετικά ίχνη των κτηρίων αυτών θα μπορούν να αποτελέσουν τα κεντρικά σημεία για τις πιθανές συνθετικές μας εγκαταστάσεις, οι οποίες θα υλοποιήσουν αυτή τη μεγέθυνση της μνήμης, αυτή την ένταση του κοινωνικού αποκλεισμού. Μετά τη μεγέθυνση και την προβολή του νησιού στην απέναντι περιοχή με τον τρόπο που περιγράψαμε, καταγράψαμε μια σειρά απο τέτοια ίχνη τα οποία ευσύνοπτα θα μπορούσαμε να τα περιορίσουμε και να τα σηματοδοτήσουμε σε μια ζώνη αναφοράς η οποία αντιστοιχεί περίπου στο εύρος του παλιού οικισμού της Πλάκας και τα οποία τελικά αποτελούν και τα πολύ συγκεκριμένα πλέον οικόπεδα των παρεμβάσεων μας.
50
51
ΠΡΟΤΑΣΗ
52
53
Στον τοπογραφικό χάρτη, που εκτείνεται στις παρακάτω 8 σελίδες, διακρίνουμε τα 3 σχεδιατικά μας επίπεδα: το τοπίο πανω στο οποίο παρεμβαίνουμε, με μπλέ τα μεγενθυμένα ιχνη των κτιρίων της Σπιναλόγκα μέσω των οποίων αναγνώσκουμε και εν τέλη σχεδιάζουμε το τοπίο και με λευκό τις παρεμβάσεις μας οι οποίες δανείζονται ιδιότητες και χαράξεις απο τα μεγενθυμένα ίχνη και το περιβάλλον τους. Από τη μια, λοιπόν, έχουμε τη Σπιναλόγκα, ενα τόπο συμπυκνωμένης ιστορίας, ένα νησί μαρτυρίου. Από την άλλη έχουμε το απέναντι, την άλλη όψη ενός υφιστάμενου τοπίου, το οποίο συνεχίζει διαρκώς να εξελίσσεται απαντώντας στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Ειναι σαφές λοιπόν ότι προκύπτει η ανάμιξη μιας πραγματικότητας που συνεχίζει να αναπτύσσεται και υπόκειται σε μια συνθήκη τουριστικής και αγροτικής ανάπτυξης και μιας υποθετικής, μνημονικής αναφοράς που έρχεται να εγκατασταθεί εκεί και να παράγει ενα ιδιόμορφο άτυπο μνημείο. Για να μπορέσουμε να οργανώσουμε αυτή τη σχέση και να ορίσουμε την ευρύτερη περιοχή ως ένα στάδιο μύησης των εκάστοτε επισκεπτών στη συνθήκη της Σπιναλόγκα, επεμβαίνουμε στο Κρητικό τοπίο με ένα σύνολο σημείων που έχουν συγκεκριμένες αναφορές στο Νησί.
Σην περιοχή υπάρχει διάχυτο ενα συναίσθημα το οποίο χρειάζεται στιγμές έντασης. Δημιουργούμε συνθήκες εγρήγορσης και διαταραχής της ομαλής όρασης στο απέναντι τοπίο οι οποίες δεν αποτελούν μια γραμμική αφήγηση. Αντιθέτως, κινούμενος στο τοπίο τυγχάνεις στα εκάστοτε σημεια. Οι διαμορφώσεις αποτελούν μια αναφορά στη διαστολή της Σπιναλόγκα αφενός και αφετέρου αποτελούν αυτοτελείς τοπιακές παρεμβάσεις οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους με τον τοπικό παραλιακό οδικό άξονα. Αυτές οι ετεροτοπίες ιδιόρυθμου πλαισίου με αναγκάζουν να αισθανθώ ανοίκεια και να αναρωτηθώ πως και γιατί είναι αυτά εδώ. Διαλύοντας τη Σπιναλόγκα και διασπείροντάς τη στο απέναντι τοπίο, το οποίο καθιστάται εντονότατα συζηγές με τη Σπιναλόγκα. Επίσης ως θεματολογία οι παρεμβάσεις μας αφορμώνται απο καίρια ζητήματα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ασθενείς την περίοδο του Λεπροκομείου στη Σπιναλόγκα, όπως ειναι η έλλειψη δεξαμενών νερού, η διαδικασία της μεταφοράς στο νησί, η αδυναμία καλλιέργειας του εδάφους και η απαγόρευση επαφής με τη θάλασσα, λόγω της φύσης της αρρώστειας. Έτσι δημιουργήσαμε ενα χωρο κοινωνικων καλλιεργειών, μια θαλάσσια εγκατασταση, μια προβλήτα, και ενα χώρο υδάτινων δεξαμενών αντίστοιχα. Ένα σημαντικό αρχιτεκτονικό στοιχείο που χρησιμοποιούμε και επαναλαμβάνεται και στις υπόλοιπες παρεμβάσεις μας είναι το τοιχείο. Το επιλέξαμε ως αρχιτεκτονικο στοιχείο για την απόδοση της αίσθησης του αποκλεισμού το οποίο λόγω της κλίμακας του αποτελεί αφενώς ένα ανοίκειο στοιχείο που οργανώνει τις κινήσεις και τις θεάσεις προς τη Σπιναλόγκα και αφετέρου λειτουργεί ως σήμαντρο των παρεμβάσεων μας, μιας και διαμορφώνει μια όψη που αντιλαμβάνεται κανείς όταν βρεθεί στη Σπιναλόγκα και δει το παραλιακό μέτωπο της Πλάκας.
54
55
57
58
59
60
61
62
63
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ Εδώ, το ίχνος της μεγενθυμένης Σπιναλόγκα βρίσκεται σε ένα μικρό λόφο της περιοχής. Σε αυτό το σημείο δημιουργούμε μια έκταση κοινωνικών καλλιεργιών και ένα βοηθητικό κτιριακό όγκο. Από τον δρόμο και στη συνέχεια το πάρκινκ οδηγούμαστε στο πρώτο επίπεδο στάσης και από εκεί είτε κατευθύνομαι στο χώρο των καλλιεργειών είτε πάω προς το κτήριο. Οι καλλιέργειες διαορφώνονται σε διαφορετικά επίπεδα ομαλής κλίσης που έχουν προκύψει από τις υφιστάμενες υψομετρικές καμπύλες. Οργανώνονται σε ένα κάνναβο ενώ η προσέγγιση σε αυτές γίνεται με ελεύθερο τρόπο. Το κτήριο προσεγγίζεται είτε από το επίπεδο των καλλιεργειών μέσω αυτής της πορείας, είτε από το ανώτερο επίπεδο του ‘μπελβεντέρε’ που αναφέρθηκε νωρίτερα. Όσον αφορά το κτηριακό όγκο, στο ισόγειο διατήθεται αποθηκευτικός χώρος για τους καλλιεργητές. Στον όροφο διαμορφώνεται ένα μεταλλικό πατάρι, το οποίο λειτουργεί ως χώρος προώθησης προϊόντων και στάσης για τους επισκέπτες. Βασικό συνθετικό στοιχείο, είναι ένα έπιπλο μεγάλων διαστάσεων το οποίο καταλαμβάνει το εσωτερικό, διαμορφώνοντας το χωρο γύρω του και εκτείνεται και στους δύο ορόφους εξυπηρετώντας και τους δύο χώρους. Στο εσωτερικό του κτίσματος υπάρχουν διάφοροι βοηθητικοί χώροι και μία εσωτερική σκάλα που ενώνοι τα δύο επίπεδα. Ανεβαίνοντας στο πατάρι, υπάρχει πωλητήριο με τα καλλιεργήσιμα προϊόντα το οποία είναι τοποθετημένα σε διαμορφωμένα ράφια. Παράλληλα στον συγκεκριμένο χώρο υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης και από τον υπαίθριο χώρο με τη βοήθεια μιας εξωτερικής σκάλας η οποία βρίσκεται στο ιδιόμορφο τοπίο της παρέμβασης. Αυτή τη φορά πρόκειται για μια διαφορετική ερμηνεία του τοιχείου. Το τοιχείο εδώ είναι μεταλλικό, αλλά εξακολουθεί να λειτουργεί ως οπτικός φραγμός μέσω της πυκνής αναρριχώμενης φύτευσης.
64
65
68
69
70
71
Η ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Στο συγκεκριμένο σημείο το ίχνος προβάλλεται στη θάλασσα. Η εγκατάσταση αυτή που προτείνεται στη θάλασσα αφορμάται από τους λουόμενους της παραλίας που εκτείνεται το συγκεκριμένο σημείο. Η προσέγγιση γίνεται μέσω της θάλασσας όπου κάποιος αφού ανέβει μια σκάλα βρίσκεται σε ένα υπερυψωμένο επίπεδο από όπου έχει μετωπική θέαση της Σπιναλόγκα. Αυτή η εγκατάσταση λόγω θέσης, λειτουργεί συμπληρωματικά της παρέμβασης που ακολουθεί, στο χωριό της Πλάκας
72
73
76
77
78
79
Η ΠΡΟΒΛΗΤΑ Στην περιοχή του παραλιακού οικισμού της Πλάκας, επιχειρούμε να συνθέσουμε μία πορεία από την Πλάκα προς τη Σπιναλόγκα μέσω μιας προβλήτας που οργανώνει τα αντίστοιχα δρομολόγια. Πέρα από την προβλήτα, στο εύρος του ίχνους της Σπιναλόγκα, σχεδιάζουμε και άλλες διαμορφώσεις που λειτουργούν ενισχυτικά στο παραλιακό αυτό μέτωπο. Προτείνουμε την επέκταση του υφιστάμενου πεζόδρομου μέχρι το υφιστάμενο πάρκο (πάρκο Μιραμπέλλου). Επίσης, προτείνουμε στο τωρινό λιμάνι της πλάκας τη διαμόρφωση μια υπαίθριας αγοράς που εξυπηρετεί τις ανάγκες της Πλάκας και των τουριστών που επισκέπτονται την περιοχή, με τοπικά προϊόντα (λάδι, μέλι, χαρούπια, ψάρια κτλπ). Κατά την επίσκεψη μας εκεί παρατηρήσαμε ότι υπάρχει συνωστισμός των τουριστών και των ψαράδων της περιοχής. Έτσι λοιπόν, σχεδιάζουμε μια προβλήτα που οργανώνει τα δρομολόγια από και προς τη Σπιναλόγκα μιας και τα ξεχωρίζει απο το υφιστάμενο λιμάνι που παραμένει για την εξυπηρέτηση των ντόπιων ψαράδων. Από την στάθμη του πεζόδρομου εισερχόμαστε σε πορεία πάνω από το νερό σε ύψος περίπου 4 μέτρων διαπερνάμε το όριο και όντας σε ύψος μπορούμε πια να δούμε και στη συνέχεια να προσεγγίσουμε τη Σπιναλόγκα. Στη συνέχεια επιβιβαζόμαστε στο καράβι, είτε αποχωρούμε και κατευθυνόμαστε πάλι προς την Πλάκα από μια άλλη, χαμηλότερη πορεία (1,5 μέτρο από τη θάλασσα) η οποία τελικά με κάποια επίπεδα μας ανεβάζει και πάλι στον πεζόδρομο. Επίσης για τη λειτουργία της προβλήτας προτείνουμε χώρο πληροφόρησης και έκδοσης εισιτηρίων στο επίπεδο της ανώτερης πορείας, ενώ στο κατώτερο επίπεδο της πορείας της εξόδου προβλέπεται αποθηκευτικός χώρος για την ανάγκη των καραβιών . Το τοιχείο αποτελεί στιβαρό μπετονένιο όριο και θεμελιώνεται με πασσάλους ανά 5μ. στον πυθμένα της θάλασσας, οι οποίοι αφήνεται μερικώς να φανούν και στην όψη της προβλήτας. Το τοιχείο έχει μήκος 23 μέτρα και ύψος 8,50 μέτρα από τη στάθμη της θάλασσας που σημαίνει ότι έρχεται τελικά σε αντιστοιχία ύψους με τα κτίρια του οικισμού της πλάκας τα οποία είναι κατά κύριο λόγο 2όροφα και υπάρχουν ανώτερα, σε στάθμη περίπου 5 μέτρων από τη θάλασσα. Το οριζόντιο επίπεδο της προβλήτας είναι από χτυπητό μπετόν. Οι διαδρομές που ενώνουν την Πλάκα με την προβλήτα έχουν μεταλλικό σκελετό διπλού «Τ», με υποστυλώματα περίπου ανά 8μ και ξύλινη επένδυση στα επίπεδα της κίνησης.
80
81
84
85
87
Η ΔΕΞΑΜΕΝΗ Πρόκειται για την παρέμβαση που βρίσκεται στο μεγαλύτερο υψόμετρο. Το έδαφος είναι πολύ απότομο, η θέα όμως είναι πανοραμική και υπάρχει άποψη ολόκληρου του κόλπου. Η συγκεκριμένη παρέμβαση έχει αφορμηθεί από το έλλειψη πόσιμου νερού την περίοδο του λεπροκομείου, συνεπώς πρόκειται για μια εγκατάσταση συλλογής νερού. Δημιουργούμε μέσα στο έδαφος δεξαμενές νερού, όπου συλλέγουμε το βρόχινο νερό. Λειτουργούν επικουρικά για την γύρω περιοχή της Πλάκας που απέχει γύρω στα 600 μέτρα. Στο κατώτερο επίπεδο υπάρχει μία μεταλλική εξέδρα η οποία προσεγγίζεται από τον υπάρχον παραλιακό δρόμο. Στη συνέχεια διαμορφώνουμε ένα υπαίθριο μονοπάτι παράλληλα στις υψομετρικές στο οποίο παρεμβάλλονται διάφορα σημεία στάσης. Η διαδρομή τελικά καταλήγει σε ένα πλάτωμα, στο επίπεδο όπου διαμορφώνεται η είσοδος των δεξαμενών μας. Εδώ το νερό της βροχής συλλέγεται μέσω του μεγάλου κεκλιμένου τοίχου, ο οποίος λειτουργεί και ως τοίχος αντιστήριξης. Ο τοίχος είναι, όπως και όλα τα υπόλοιπα δομικά στοιχεία, από σκυρόδεμα και ακολουθεί τις έντονες υψομετρικές καμπύλες του εδάφους. Έχει κυκλικές οπές για τη απορροή υδάτων και διαδοχικές προεξοχές ώστε να κάνει πιο έντονο τον ήχο του νερού. Η παρέμβαση χωρίζεται σε ουσιαστικά τέσσερα επίπεδα με μία γραμμική ανοδική κίνηση. Κατά τη διάρκεια της κίνησης αυτής οι δεξαμενές είναι ορατές στον επισκέπτη. Παράλληλα στο τέσσερα αυτά επίπεδα οργανώνονται εκθεσιακοί χώροι με αντικείμενα από την ίδια τη Σπιναλόγκα. Στους συγκεκριμένους χώρους είναι έντονη η σχέση του επισκέπτη με το νερό, ενώ ο επισκέπτης υπόκειται σε μία, ενημερωτικού χαρακτήρα για τη συνολικότερη παρέμβαση μας στο τοπίο διαδικασία, αφού από το συγκεκριμένο σημείο, όλες μας οι παρεμβάσεις είναι εμφανείς. Τέλος, και σε αυτή τη παρέμβαση υπάρχει το ανοίκειο για το τοπίο τοιχείο το οποίο λειτουργεί και εδώ ως σήμαντρο, ενώ παράλληλα παίζει με τις οπτικές φυγές από και προς τη Σπιναλόγκα.
88
89
92
93
94
95
Ευχαριστούμε θερμά τους καθηγητές μας Ι. Ζαχαριάδη και Κ. Μωραΐτη για τις συζητήσεις , τις συμβουλές και την καθοδήγησή τους Τη Βίβια και τη Μαρία για την πολύτιμη βοήθειά τους Όλους τους φίλους μας από τα καμαρίνια αλλά και όσους συνέβαλαν με τον τρόπο τους, και φυσικά τις οικογένειές μας για την στήριξή τους
96
97