Οδηγός βλέμματος, μια ανάγνωση της Αθήνας μέσω των μπαλκονιών της

Page 1

ΟΔΗΓΟΣ ΒΛΕΜΜΑΤΟΣ μια ανάγνωση της Αθήνας μέσω των μπαλκονιών της


-οδηγός βλέμματος-


-οδηγός βλέμματος-



Οδηγός Βλέμματος μια ανάγνωση της Αθήνας μέσω των μπαλκονιών της

Ερευνητική Εργασία τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Ιανουάριος 2019

Μπράβου Ειρήνη

επιβλέπουσα καθηγήτρια Γαβρήλου Έ βελυν


10

14

16

εισαγωγή

τα μέσα

κλίμακα περιήγησης

47

58

70

01/ το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη

το μπαλκόνι, η μάσκα της αθηναϊκής οικίας

πωλείται, ενοικιάζεται, το μπαλκόνι χωρίς γείτονα


22

23

28

υποκείμενο / αφηγητής

διαδρομή

Αθήνα in stripes

77

90

97

02/ η υποχώρηση, το ρετιρέ

ευάερο, ευήλιο με μεγάλο μπαλκόνι

03/ η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος


106

116

121

04/ θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία

Αθήνα by night

05/ η τομή


128

146

148

ο βίος στην Αθήνα, μια περιπλάνηση στην πόλη

επίλογος

βιβλιογραφία


-οδηγός βλέμματος-

-εισαγωγή10


-οδηγός βλέμματος-

-εισαγωγή-

-εισαγωγή-

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

01

11

Έχοντας γεννηθεί και διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου στην Αθήνα, κατά τη διαμονή μου στη συγκεκριμένη πόλη γεννήθηκαν ερωτήματα. Τι είναι αυτό που τη χαρακτηρίζει ; Tί την καθιστά γνώριμη στα μάτια κάθε κατοίκου ; Ποιος άραγε είναι ο τρόπος να εντοπίσω, μα και να εξετάσω βαθύτερα αυτό που την κάνει ξεχωριστή ; Ξεκινώντας λοιπόν μία έρευνα και προσπαθώντας να δώσω απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, άρχισα να εξετάζω το κατεξοχήν χαρακτηριστικό της αθηναϊκής πόλης, την πολυκατοικία. “Η μοναδικότητα της Αθήνας πηγάζει από δύο ιδιομορφίες : Πρώτον, από το ότι υπάρχει μία μόνο κτιριακή τυπολογία, της πολυκατοικίας που καθορίζει την πόλη με πλήρη κάλυψη του αττικού τοπίου από το κέντρο της Αθήνας έως τις παρυφές της, και δεύτερον, από το ότι αυτή η κτηριακή τυπολογία έχει αποδειχθεί ικανή να στεγάσει μία πληθώρα χρήσεων σε κάθε επιμέρους μονάδα της ίδιας κατασκευής.” [...] “Το όφελος από αυτό το συνονθήλευμα χρήσεων για τον αστικό ιστό είναι ένας αδιάκοπος και ζωντανός δημόσιος χώρος μέσα και έξω από την πολυκατοικία. Η πολυκατοικία καθιστά εφικτό οι μεταβάσεις από τη μία επικράτεια στην άλλη να είναι βαθμιαίες και όχι απότομες, όχι όμως επειδή έχουν σχεδιαστεί έτσι, αλλά επειδή έτσι τις προσαρμόζουν οι χρήστες τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο κάθε χωρική επικράτεια μπορεί να αποδοθεί σε κάποιο συγκεκριμένο τρόπο κατά το δοκούν.” Μετά την πραγματοποίηση διαφόρων διαδρομών σε περιοχές της Αθήνας οι οποίες είχαν στόχο την παρατήρηση του αθηναϊκού μοντέλου κατοίκησης συνειδητοποιούμε ότι “Στην ανώνυμη αρχιτεκτονική της πολυκατοικίας, το σχήμα της μορφής


-οδηγός βλέμματος-

και το σχήμα του χώρου, που δίνουν στο κτήριο τον κοινωνικό του χαρακτήρα, αναπλάθονται μέσω του χειρισμού και της συγκέντρωσης αντικειμένων. Μπορούμε να πούμε λοιπόν ότι στη μορφή της πολυκατοικίας , το χωρικό σχήμα και το λειτουργικό σχήμα είναι γνωστά εκ των προτέρων και το μόνο που μένει είναι να αναδημιουργηθούν.” [1]

[1] Richard Woditsch, “Από το σκεπτικό, που ενυπάρχει στην πολυκατοικία, στο σκεπτικό που την αναστοχάζεται: η ανάγκη θεωρητικής γνώσης για τους κοινόχρηστους και ιδιωτικούς χώρους της πολυκατοικίας”., Δομές, τ.03/2008, σελ.48

-εισαγωγή-

Σε επίπεδο πόλης, η αναδημιουργία αυτή της πολυκατοικίας προκύπτει από την έκφραση των κατοίκων / ενοίκων στο τμήμα των εξωστών. Το μπαλκόνι έχει επικρατήσει ως βασικό μορφολογικό στοιχείο της πολυκατοικίας και έχει παίξει θεμελιακό ρόλο ως προς τη διαμόρφωση μιας συνολικής εικόνας της πόλης, καθώς και ενός προσωπικού χαρακτήρα. Πρόκειται για τη ζώνη η οποία εκτυλίσσεται στα δυο ανοιχτά μέτωπα της πολυκατοικίας,η οποία δημιουργεί μία ομαλή μετάβαση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, πολυκατοικίας και πόλης . Με βάση τις επιλογές των κατοίκων τα μπαλκόνια που συναντάμε κυμαίνονται σε μία κλίμακα που ξεκινάει από τα άδεια και καταλήγει στα ασφυκτικά γεμάτα. Κάθε επιλογή σχετικά με τα αντικείμενα που συγκεντρώνονται στο μπαλκόνι μας δίνει κάθε φορά πληθώρα πληροφοριών για τον κάτοικο στον οποίο αυτά ανήκουν. Τα όμοια κατασκευασμένα κελύφη με τις ελάχιστες διαφορές στη μορφολογία των μπαλκονιών φαίνεται πια να διαφέρουν ολοκληρωτικά, να έχουν κάθε φορά το δικό τους εκφραστικό χαρακτήρα χάρη στους μικρόκοσμους που δημιουργούνται. Για την ανάγνωση της πόλης των Αθηνών χρειάζεται να κοιτάξουμε

12


-εισαγωγή-

-οδηγός βλέμματος-

13

με νέα ματιά. Να διαβάσουμε ένα προς ένα τα μπαλκόνια της και να αφήσουμε αυτά να μας μιλήσουν για την πόλη. Το ενδιαφέρον της έρευνας λοιπόν θα επικεντρωθεί ακριβώς σε αυτή την προσπάθεια ανάγνωσης των μπαλκονιών της Αθήνας και κατά συνέπεια της ίδιας της πόλης , σε μια εκτενή ανάλυση που θα συνδυάσει τόσο την ερευνητική μεθοδολογία, όσο και ένα σύνολο εμπειρικών δεδομένων όπως αυτά αποσπάστηκαν από την προσωπική εμπειρία. Θα αφορά τη μελέτη μιας νέας ιδιότυπης όρασης η οποία συνδέεται άρρηκτα με την παρατήρηση της πόλης ,τον τρόπο με τον οποίο οι ένοικοι εκφράζονται μέσω των μπαλκονιών, την οικειοποίηση ,τη μεταβατική τους ιδιότητα, και τη σχέση τους με την κατοικία και την πόλη. Στα παρακάτω κείμενα θα οριστεί λοιπόν η μέθοδος με την οποία ταξινομούμε το βλέμμα μας σε σχέση με τον αττικό ιστό, η κλίμακα υπό την οποία εξετάζουμε την πόλη κάθε φορά καθώς επίσης και τα βασικά μέσα που χρησιμοποιούμε για να την αποτυπώσουμε και να εμβαθύνουμε στην εξερεύνηση της. Για την μελέτη των μπαλκονιών και τη σχέση τους με το βίο των Αθηναίων θα χρησιμοποιήσουμε ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο την τομή. Η έρευνα που ακολουθεί, έχει ως σκοπό να αποτελέσει έναν “οδηγό βλέμματος”, μία αναθεώρηση του τρόπου που κοιτάζουμε την πόλη και φυσικά μια νέα εκδοχή ανάγνωσης της , με τη βοήθεια πάντα του σήματος κατατεθέν της, των μπαλκονιών.


-οδηγός βλέμματος-

ΤΑ ΜΕΣΑ

-τα μέσα-

Για να μπούμε στη διαδικασία μιας παραγωγικής μελέτης σε σχέση με την πόλη, απαραίτητη κρίθηκε η “καταγραφή” της με διαφορετικά μέσα. Βασικό ρόλο παίζουν οι αφηγήσεις οι οποίες συντίθενται. Είναι χωροθετημένες στην Αθήνα, και διεκπεραιώνονται με ποικίλους τρόπους. Το υποκείμενοαφηγητής τίθεται κάθε φορά σε διαφορετική θέση σε σχέση με την πολυκατοικία και πραγματοποιεί διαδρομές στην πόλη. Το πρώτο και πιο απαραίτητο από όλα τα εργαλεία, είναι το ίδιο το βλέμμα του παρατηρητή μας, ο οποίος περιηγείται στην πόλη και τη σκανάρει από διαφορετικά επίπεδα, τα οποία θα αναλυθούν περαιτέρω στη συνέχεια. Η ανάλυση κάθε επίπεδου παρατήρησης συνοδεύεται κάθε φορά από ένα γραπτό βιωματικό κείμενο το οποίο συντάχθηκε άλλοτε με τη συλλογή σκόρπιων σκέψεων και συλλογισμών κατά την πραγματοποίηση των διαδρομών, ενώ άλλοτε υπήρξε απόρροια της ζωής στη μεγαλούπολη. Τις αφηγήσεις αυτές συμπληρώνουν κείμενα βασισμένα σε θεωρητικές πηγές. Στα πλαίσια του “σκαναρίσματος” της πόλης από τα διαφορετικά επίπεδα ανήκει και η αποτύπωση της με φωτογραφίες από την αντίστοιχη κάθε φορά προοπτική. Αυτές έπαιξαν καίριο ρόλο στη συστηματική μελέτη της, καθώς και στην παρατήρηση των μεταβολών που συμβαίνουν σε αυτή με την παρέλευση του χρόνου. Η φωτογραφία ως μέσο αποτέλεσε εξαιρετικά σημαντικό εργαλείο για τη συγκεκριμένη έρευνα. Η διαδικασία καταγραφής συμπληρώνεται με οπτικοακουστικό υλικό, λίστες αντικειμένων και αγγελιών σε εφημερίδες, ενώ δε λείπουν τα κολλάζ και τα δισδιάστατα και τρισδιάστατα σχέδια τα οποία παράχθηκαν στα πλαίσια της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας και συνήθως κατέχουν ερμηνευτικό ρόλο. Τα αποτελέσματα της χρήσης όλων των παραπάνω μέσων θα παρατεθούν παρακάτω με

14


-οδηγός βλέμματος-

σκοπό να κάνουν την εμπειρία εξερεύνησης και ανάγνωσης των μπαλκονιών της Αθήνας, όσο το δυνατόν περισσότερο γλαφυρή, μεταφέροντας την ατμόσφαιρα της πόλης στον αναγνώστη.

-τα μέσα-

15


Προοπτική φωτογράφισης από το επίπεδο του Λυκαβηττού (από ψηλά).

Προοπτική φωτογράφισης από το επίπεδο του δρόμου (από χαμηλά).

Προοπτική φωτογράφισης από την πολυκατοικία (μετωπική).


-οδηγός βλέμματος-

-κλίμακα περιήγησης-

ΚΛΙΜΑΚΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗΣ

17

Για την καλύτερη “ανάγνωση” της πόλης , στο παρόν ερευνητικό χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της σταδιακής εστίασης. Η πρώτη απόπειρα να την αφουγκραστούμε γίνεται από ένα λόφο, συγκεκριμένα το Λυκαβηττό, “το μάτι της Αθήνας”, όπως συνηθίζεται να τον αποκαλούν. Μόνο το προσωνύμιο του ήταν αρκετό για να μας πείσει ότι ήταν ο κατάλληλος λόφος για την παρατήρηση και την φωτογράφηση του συνόλου της πόλης.“Ο κοινός άνθρωπος ζεί κάτω από το όριο που ξεκινάει η ορατότητα [...] το να βρίσκεται κανείς ψηλά, στην κορυφή του World Center, σημαίνει να βρίσκεται ψηλά, έξω από την αντίληψη της πόλης” γράφει ο M. De Certeau [2] αναφερόμενος στη Νέα Υόρκη. Μεταφερόμενοι στην πραγματικότητα της Αθήνας, τη θέση του τοπικού World Center, λαμβάνει ο λόφος του Λυκαβηττού, ο οποίος προσφέρεται για μια προσεκτική παρατήρηση της Αθήνας, με τον παρατηρητή να βρίσκεται εκτός του αστικού ιστού. Χαρακτηριστικό αυτής της κλίμακας είναι ακριβώς όλη εκείνη η συσσώρευση μικροαντικειμένων, μία φλυαρία που έρχεται και “καλύπτει” το κτιστό συνονθύλευμα πολυκατοικιών και έχει ως βασικό τόπο έξαρσης της, τα μπαλκόνια. Αυτό το στρώμα (layer) μικροκλίμακας, αποτελεί το “σύμβολο” του βίου στην πόλη. Ο επόμενος τρόπος μέσω του οποίου επιχειρούμε να ταξινομήσουμε την θέαση ως προς το αττικό τοπίο, αφορά την χωρική τοποθέτηση του παρατηρητή, αυτή τη φορά εντός του αστικού ιστού .Συνεχίζουμε με την εξερεύνηση της πόλης σε επίπεδο συνοικίας, δηλαδή μέσω της κίνησης μας στα ενδότερα της αθηναίκής γειτονιάς και πολυκατοικίας. Ως σύγχρονος flaneur, ο περιπλανόμενος στους δρόμους της Αθήνας τριγυρνά στην πόλη και “διαβάζει” την οριζοντιότητα των μπαλκονιών. Αυτά

[2] M. De Certeau,“ L’invention du quotidien”, Gallimard,1990


-οδηγός βλέμματος-

είναι τελικά που χαρίζουν τη δική τους προοπτική στους δρόμους της, μετατρέποντας την σε μια πόλη ριγέ. Ο περιπλανώμενος του δρόμου μπορεί να είναι ένας κάτοικός της πόλης, ένας ταξιδευτής, ένας ερευνητής ή ένας αδιάφορος περαστικός. Ανάλογα με την ιδιότητα του μπορεί να συμπεράνει διαφορετικά πράγματα για την πόλη. Η Αθήνα αποτελεί για τον περιπατητή ένα άλυτο μυστήριο, μία διαδρομή γεμάτη πιθανότητες και φαντασιώσεις, τυχαία βλέμματα,υποθέσεις, αλλά καμία σιγουριά.

Η παραπάνω μεθοδολογία έχει βασιστεί στην κοινωνιολογική μελέτη του Jean Tricart κατά την οποία αναφέρει τρείς κύριες κλίμακες : “α) την κλίμακα του δρόμου, που περιλαμβάνει τις κατασκευές και τους μη οικοδομημένους χώρους που τον περιτριγυρίζουν, β) την κλίμακα της συνοικίας, που αποτελείται από ένα σύνολο οικοδομικών τετραγώνων και

-κλίμακα περιήγησης-

Ύστερα ο περιπατητής με την ιδιότητα του κατοίκου, έχει τη δυνατότητα να εισέλθει στα ενδότερα του κύτταρου της ελληνικής πόλης, την πολυκατοικία. Ως κάτοικοι της Αθήνας, εξετάζουμε το οικοδομικό τετράγωνο, με εργαλείο μας τη μέθοδο της τομής, πάντοτε φυσικά μέσω του πρίσματος των μπαλκονιών. Σε αυτό το σημείο δηλαδή, μελετάμε τον τρόπο με τον οποίο βιώνεται η ζωή στην πολυκατοικία σε σχέση με το μπαλκόνι. Το μέσα και το έξω , το απέναντι , το μέτωπο των μπαλκονιών στην πλευρά του δρόμου, και αντίστοιχα το μέτωπο αυτών στην πλευρά του ακαλύπτου είναι μόνο λίγα από τα ζητήματα που θα πραγματευτούμε.

18


-κλίμακα περιήγησης-

-οδηγός βλέμματος-

γ) την κλίμακα ολόκληρης της πόλης, που αποτελεί ένα σύνολο συνοικιών”. Στο παρόν ερευνητικό ξεκινάμε από το γενικότερο πλαίσιο, που αφορά την κλίμακα ολόκληρης της πόλης και στη συνέχεια εστιάζουμε σταδιακά στην κλίμακα της συνοικίας και του δρόμου αντίστοιχα. Επιχειρείται η κατάταξη των τριών -υποκατηγοριών για εμάς -της κλίμακας του Tricart σε δύο βασικότερες: α) αυτήν του παρατηρητή που βρίσκεται εκτός του αστικού ιστού,η οποία περιλαμβάνει την παρατήρηση από το επίπεδο ενός λόφου και β) την τοποθέτηση του παρατηρητή εντός του αστικού ιστού, εκεί όπου ανήκουν οι δύο τελευταίες εκδοχές ,η παρατήρηση από το επίπεδο του δρόμου και από το μπαλκόνι της πολυκατοικίας. Ακολουθώντας αυτή τη μεθοδολογία επιχειρούμε να αναγνώσουμε το αττικό τοπίο και να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο θέασης ως προς αυτό.

19



Επεξηγηματικό σχέδιο. Τα επίπεδα περιπλάνησης και φωτογράφισης της Αθήνας


-οδηγός βλέμματος-

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ / ΑΦΗΓΗΤΗΣ

-υποκείμενο / αφηγητής-

Όπως προαναφέρθηκε, η συγκεκριμένη έρευνα πραγματοποιείται με τη συμβολή θεωρητικών πηγών καθώς και εμπειρικών δεδομένων, τα οποία έχουν συλλεχθεί χάρη στη βιωματική εμπειρία και τη δραστηριοποίηση του αφηγητή στην Αθήνα. Θα ήταν λοιπόν χρήσιμο να αποσαφηνίσουμε εξαρχής πως υποκείμενο καθώς και αφηγητή αυτής της περιπλάνησης αποτελεί ο τυχαίος κάτοικος της μεγαλούπολης. Ένα άτομο που έχει την ευχέρεια να περιπλανηθεί στους δρόμους της , να την ατενίσει από τους λόφους της μα σημαντικότερο απ’ όλα να την κατοικήσει ως ένοικος του ιδιόμορφου μοντέλου κατοίκησης της πολυκατοικίας, το οποίο συναντάμε κατ’ επανάληψη στον πυκνοδομημένο ιστό της πόλης. Έτσι του παρέχεται η δυνατότητα τόσο να “διαβάσει” την πόλη από απόσταση, όσο και να βιώσει τον παλμό και την καθημερινότητας της. Να γίνει συλλέκτης ιδιαίτερων στιγμών στους δρόμους της, και δυνητικά ηδονοβλεψίας των καθημερινών συνηθειών ως κάτοικος της πολυκατοικίας. Το γεγονός ότι έχει τη δυνατότητα να κατοικήσει την πόλη για μια αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο του προσδίδει ξεχωριστές ιδιότητες. Πρώτη από όλες την επιθυμία για μία βαθύτερη,και πιο ουσιαστική μελέτη της πόλης που κατοικεί. Το ενδιαφέρον του διαφέρει αισθητά από αυτό ενός τουρίστα ή ταξιδιώτη. Γνωρίζει τη βασική δομή και τα συστατικά στοιχεία της πόλης, και κινείται με άνεση σε αυτήν. Ξέρει τι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της και του δίνεται η ευκαιρία να το βιώσει και να το ερευνήσει εντατικά μέσα από την καθημερινή επαφή μαζί του.

22


-οδηγός βλέμματος-

-διαδρομή-

ΔΙΑΔΡΟΜΗ Το υποκείμενο μας κινείται σε κατοικημένες περιοχές εκεί ακριβώς που μπορεί να μελετήσει την πυκνότητα του αστικού ιστού στο ζενίθ της. Η επιλογή της διαδρομής που πραγματοποιεί κάθε φορά χαρακτηρίζεται από απόλυτη τυχαιότητα. Συνοιρμοί συναισθήματα και αναμνήσεις από τη ζωή στην πόλη το κάνουν να αποφασίζει την επόμενη περιοχή στην οποία θα κινηθεί. Κάπως έτσι ο χάρτης που προκύπτει από την περιήγηση του σε διαφορετικές περιοχές καταλήγει να είναι ένας χάρτης νοητικός, ένας χάρτης, ο οποίος αποτελείται από αποσπάσματα της Αθήνας. Παρ΄όλα αυτά λίγο μας ενδιαφέρει το όνομα αυτών των περιοχών αλλά πολύ περισσότερο η εικόνα τους. Δεν υπήρξε διόλου δύσκολο για το υποκείμενο μας να επιλέξει τις διαδρομές του αυτές, μιας και η Αθήνα στην πλειοψηφία της αποτελείται από πολυκατοικίες και φυσικά μπαλκόνια. Mε παλιές περιπλανήσεις στο μυαλό και νέες που ξεκινούσαν δημιούργησε τελικά τη δική του διαδρομή παρατήρησης στην πόλη, η οποία εκτυλλίσεται ως εξής:

23

ΝΙΚΑΙΑ-ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΣ-ΓΚΥΖΗ-ΝΙΚΑΙΑ-ΚΕΝΤΡΟ-ΠΑΝΟΡΜΟΥΝΙΚΑΙΑ-ΠΑΤΗΣΙΑ


Νίκαια

Άλιμο


ος

Πατήσια

Γκύζη

Λυκαβηττός Κέντρο

Πανόρμου


“ εκτός του αστικού ιστού”




-οδηγός βλέμματος-

ΑΘΗΝΑ IN STRIPES

Η εμπειρία του υποκειμένου μας εκτός του αστικού ιστού εξελίσσεται κατά την ανάβαση του σε ένα λόφο, συγκεκριμένα στο Λυκαβηττό. Ο περιπλανόμενός μας αποκτά καθολική όραση της πόλης. Η έξοδός του από τον αστικό ιστό έστω και για λίγο του δίνει τη δυνατότητα να τον παρατηρήσει ως τρίτος. Τα μάτια του μετατρέπονται στα μάτια του “ενός”, του ηδονοβλεψία θεού, του σιωπηλού παρατηρητή που δύναται να αφουγκραστεί την πόλη, χωρίς να είναι κομμάτι της, ακόμη και για λίγα λεπτά. Ο τρόπος που κοιτάζει διαφοροποιείται. Όταν κοιτά την πόλη από ψηλά γίνεται χρήστης μίας νέας, “μαγικής” όρασης, την οποία σπάνια οι περισσότεροι χρησιμοποιούν στην καθημερινότητα τους, αλλά όλοι διαθέτουν. Το παρακάτω κείμενο αποτελεί ένα μικρό εγχειρίδιο βασισμένο σε θεωρητικές πηγές, για τη χρήση αυτής της ειδικής όρασης, η οποία τελικά θα επιχειρήσει να ανακατασκευάσει την εμπειρία δεδομένων πραγμάτων και θα μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε τι χαρίζει στην πόλη το χαρακτήρα που διαθέτει. “«Πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε», λέγανε. «Να βλέπουμε πίσω από αυτό που φαίνεται». Αυτό σημαίνει το γερμανικό «Wissen»: «βρίσκω», «γνωρίζω», «βλέπω».Τα ίδια έγραφε και o Vischer, o Fiedler, o Göller, o Schmarsow. Μέσα από την «συμπάθεια», την «εναίσθηση» και την «εποπτεία» είναι που ο άνθρωπος ενώνεται


-οδηγός βλέμματος-

“Ζητάω να δω ό,τι δεν βλέπω. Το αττικό τοπίο είναι τοπίο πρόσκλησης στο αόρατο δια φεύγον.Κάποια νέα εμηνεία της βαθιάς εγχάραξης ,του σκισίματος και της επικάλυψης θα ισοδυναμούσε με κάποια ζητούμενη, προβληματική νέα όραση. ” -Αθήνα in stripes30

“Η εικόνα που κρύβει ό,τι παρουσιάζει , το αττικό τοπίο και η φαντασίωση της απόκρυψης” , Αριστείδης Αντονάς


-Αθήνα in stripes-

-οδηγός βλέμματος-

31

με τον κόσμο, με το σύμπαν, με το Θείο.Η κατανόηση του κόσμου προκύπτει από την «όξυνση της όρασης». [...] Σε αυτό αναφέρονταν ο Le Corbusier όταν έγραφε για τα «μάτια που δεν βλέπουν».Αυτό εννοούσε ο Mendelsohn όταν έλεγε στον Πικιώνη με σιγανή φωνή - εκεί πάνω στον ιερό βράχο - ότι έπρεπε κανείς να ανοίξει τα μάτια του και να δει! Να δει πίσω από αυτό που φαίνεται, να διαβάσει το κρυμμένο νόημα, να βιώσει τη μαγεία των πραγμάτων. Αυτό ήταν το μυστικό λοιπόν […] ! Η «νέα όραση» που απλώνεται σαν δίχτυ πάνω στα πράγματα. Ένα αόρατο δίκτυο οπτικών ακτίνων που διατρέχουν τον χώρο, αγγίζουν τα αντικείμενα, κινητοποιούν τα σχήματα και τα χρώματα συγχρονίζοντάς τα με τον εσωτερικό παλμό.“ [...] [3] “Ο τρόπος με τον οποίο βλέπεις τον κόσμο είναι μέρος της κατασκευής του κόσμου. Η πρόταση αυτή, που συνδέεται άμεσα με την έννοια και την πρακτική της θεωρίας, συμμετέχει στην κατασκευή του κόσμου αυτού σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Η μία γυρίζει το βλέμμα προς το παρελθόν και η άλλη το στρέφει προς το μέλλον. Στο αναπόφευκτο μέσο στέκεται η ματιά, ως υποκείμενο που ατενίζει τα αντικείμενά της στο παρόν, και ταυτόχρονα τα συγκροτεί. [...] Κατασκευές της όρασης είναι όλα όσα βλέπουμε. Η ενασχόληση με τα ορατά αντικείμενα, με την οπτική διάσταση των μορφών, με την «κοινωνική ζωή των

[3] Παναγιώτης Τουρκινιώτης & Κώστας Τσιαμπάος. “Κατασκευές της όρασης, από τη θεωρία του Δοξιάδη στο έργο του Πικιώνη”, Ποταμός,Αθήνα,2010, σελ.11


-οδηγός βλέμματος-

ορατών πραγμάτων» αφορά αυτό που ονομάζεται πολιτισμός της εικόνας. Οι εικόνες, τα σχήματα, τα σύμβολα δομούν σύνθετα συστήματα επικοινωνίας τα οποία αποτελούν σημαντικό μέρος κάθε πολιτισμού. Το ορατό βρίσκεται διαρκώς στην επιφάνεια ενός αόρατου πεδίου νοημάτων. [...] [4]

[4] Κώστας Τσιαμπάος, Ο Πικιώνης και η ιστορική διαφορά , 2011

-Αθήνα in stripes-

Κατασκευή όρασης αποτελεί και το ίδιο το αττικό τοπίο, με αποτέλεσμα να χρήζει ειδικής μεταχείρισης ως προς τον τρόπο που το κοιτάζουμε. “Κάποιος ειδικός τρόπος θέασης του τοπίου και κάποια ιδιαίτερη σύλληψη του τοπιακού στοιχείου προσφέρεται με ό,τι ονομάζουμε “αττικό τοπίο “.[...]. Στο αττικό τοπίο θριαμβεύει η προτεραιότητα στο χαμένο, στο κρυφό, σε ό,τι δεν φαίνεται μέσα στο ίδιο το βλέμμα που ατενίζει. Το ίδιο το βλέμμα στην παραδειγματική περίπτωση του αττικού τοπίου κτίζεται καθώς αποδίδει προτεραιότητα σε ό,τι δεν φαίνεται μεμιάς. Η ερώτηση για το αττικό τοπίο , λοιπόν υπό αυτό το πρίσμα, διατυπώνεται με έμφαση σε κάποια αντιστροφή. Αντί να αναρωτηθούμε “πως είναι οργανωμένη η θέαση προς την ειδική περίπτωση του αττικού- τοπίου: “, αναρωτιόμαστε “τί είδους ξεχωριστή τύφλωση είναι εκείνη που προσφέρεί ; “ [...]Έτσι, το αττικό τοπίο ονομάζει ένα φανερό κάλυπτρο και επίσης την προτεραιότητα σε κάτι που δεν φαίνεται·Το ”Αττικό τοπίο”

32


-Αθήνα in stripes-

-οδηγός βλέμματος-

33

είναι σήμερα μια εικόνα που κρύβει αυτό που παρουσιάζει. Ο μηχανισμός “αττικό τοπίο” αποδίδει λοιπόν προτεραιότητα στο βάθος. Το αόρατο στοιχείο υπερισχύει του ορατού, το υποθετικό υπερισχύει του απτού.Τα επιφαινόμενα δεν έχουν ιδιαίτερη αξία για τον ανατενιστή,απλώς αποκρύπτουν το σημαντικό βάθος.[...] Το αποκαλυπτόμενο καθαυτό παύει να έχει σημασία. Σημασία έχει η βεβαιότητα για την πράξη της αποκάλυψης που απο το κρυφό βάθος θα φέρει στο φως [...] κάτι που αξίζει την αναμονή και τον κόπο.Ζητάω να δω ό,τι δεν βλέπω. Το αττικό τοπίο είναι τοπίο πρόσκλησης στο αόρατο δια φεύγον.Κάποια νέα εμηνεία της βαθιάς εγχάραξης ,του σκισίματος και της επικάλυψης θα ισοδυναμούσε με κάποια ζητούμενη, προβληματική νέα όραση.”[5] O Αριστείδης Αντονάς έτσι αναφέρεται στο βάθος την Αθήνας, στα ερείπια τα οποία είναι θαμμένα στο έδαφος της, τα οποία καλύπτονται από την κτισμένη κουβέρτα της αττικής γής. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να τονίσουμε πως “Η επιλογή του όρου “τοπίο” γίνεται με επίγνωση της δυσκολίας ορισμού αλλά και των διαφορετικών τρόπων προσέγγισης του. Ο όρος “τοπίο” μπορεί να αφόρά την απεικόνιση μιας θέας στις εικαστικές τέχνες ή τη θέα αυτή καθαυτή όταν γίνεται αντικείμενο αισθητικής κρίσης ή απόλαυσης · ο όρος “τοπίο” περιλαμβάνει τη θεώρηση των ανθροπογενών παρεμβάσεων στο “φυσικό τοπίο” αλλά και τους μετασχηματισμούς του “αστικού τοπίου” · ο

[5] Αριστείδης Αντονάς, “Η εικόνα που κρύβει ό,τι παρουσιάζει , το αττικό τοπίο και η φαντασίωση της απόκρυψης” , Αρχιτεκτονικά Θέματα τ.28, 2004


-οδηγός βλέμματος-

Επιστρέφοντας λοιπόν στο ζήτημα που έθεσε ο Αριστείδης Αντονάς αναρωτιόμαστε, τί θα συνέβαινε αν στρέφαμε αυτήν την τομή που περιγράφει παραπάνω κατά 90 μοίρες, τοποθετώντας

[6] Πάνος Δραγώνας, “Αττικό τοπίο” , Αρχιτεκτονικά Θέματα τ39/2005. [7] Πάνος Δραγώνας, “Αττικό τοπίο” , Αρχιτεκτονικά Θέματα τ39/2005.

-Αθήνα in stripes-

όρος “τοπίο” αφορά επίσης την ανθρωπογενή οντότητα η οποία διαμορφώνει ένα “πολιτισμικό τοπίο”.[...] [6] Στο παράδειγμα του Αριστείδη Αντονά, ο όρος αττικό τοπίο αφορά το κρυμμένο βάθος της αττικής γής για την αποκάλυψη του οποίου αποζητάμε τη βαθιά εγχάραξη, το σχίσιμο του υπάρχοντος φυσικού τοπίου. Στο παρόν ερευνητικό ο όρος αττικό τοπίο αφορά το κτιστό σύνολο που καλύπτει τη φυσική τοπογραφία. Το σύνολο των πανομοιότυπων οικοδομημάτων το οποίο έχει φτάσει στο σημείο να δημιουργεί το ίδιο μια ταυτότητα για την πόλη που συγκροτεί. Η παραδοχή αυτή είναι δυνατόν να γίνει μιας και “η διάχυση της πόλης στην ευρύτερη περιοχή του Λεκανοπεδίου καθιστά πλέον αδύνατο τον προσδιορισμό ορίων ανάμεσα στο φυσικό και το αστικό τοπίο.[...] Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της φύσης όπως τα περιγράφει ο Πικιώνης (ανάγλυφη ταινία, καμπές, άπειρες εναλλαγές προοπτικής κ.α.) θα μπορούσαν να αποτελούν και χαρακτηριστικά της πόλης. [...]Η έντονη συναισθηματική προσέγγιση του που περιέγραψαν με βάση τη χαρά του απρόβλεπτου (ο Πικιώνης και ο Γιαννόπουλος) , του ανάγλυφου, της κίνησης και τις εναλλαγές της προοπτικής μπορούν να αναζητηθούν και τώρα στο νέο τεχνητό αττικό τοπίο.[...]” [7]

34


-οδηγός βλέμματος-

-Αθήνα in stripes-

την μεταξύ κτηρίου και μπαλκονιών ;

35

“Το κτίριο λειτουργεί ως ένα πεδίο μεταφοράς νοημάτων και προκαλεί για πολλαπλές ερμηνείες του όποιου περιεχομένου βρίσκεται κάτω από το κέλυφός του. Το οράν, ως πράξη, συμβαίνει στον χώρο ο οποίος βρίσκεται ανάμεσα στα εξωτερικά ορατά αντικείμενα της αρχιτεκτονικής και τα εσωτερικά αόρατα αντικείμενα της σκέψης. Μέσα από την όραση κατανοούμε αυτό που βλέπουμε και ταυτόχρονα προσεγγίζουμε τη σκέψη που βρίσκεται πίσω του. Μέσω της όρασης συμμετέχουμε εξίσου στη συγκρότηση του χώρου και του λόγου.Για τον Πικιώνη το βλέμμα μπορεί να «διαπερνάει» την ορατή μορφή και να διεισδύει σε ένα «κρυμμένο» νόημα.Το διεισδυτικό μάτι κατέχει την ικανότητα της ενόρασης. Ενόραση η οποία μπορεί να οδηγήσει στη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων φανερώνοντας αυτό το οποίο, εκ πρώτης όψεως, δεν φαίνεται. [...] Η κατανόηση της όρασης μας οδηγεί, από τη λειτουργία του οφθαλμού και του βλέμματος, στη διαδικασία της παρατήρησης, της θεώρησης, της θεωρίας. Και αν η λέξη θεωρία (από το ρήμα ορώ) σημαίνει κάτι, αυτό δεν είναι άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπει κανείς τα πράγματα. Έτσι, και στην αρχιτεκτονική, κάθε φορά, πίσω από την κτισμένη κατασκευή υπάρχει μία θεωρητική κατασκευή. Ή, αλλιώς, μία οπτική κατασκευή· μια κατασκευή της όρασης.” [8] Έτσι λοιπόν για πολλούς από τους θεατές του, το αττικό τοπίο μοιάζει με έναν κώδικα προς αποκρυπτογράφηση.Στην προσπάθεια του υποκειμένου μας να το αποκρυπτογραφήσει

[8] Κώστας Τσιαμπάος, “Κατασκευές όρασης, από τη θεωρία του Δοξιάδη στο έργο του Πικιώνη”, Ποταμός,Αθήνα,2010


-οδηγός βλέμματος-

Η ελληνική πολυκατοικία δεν είναι ένα ουδέτερο κουτί. Το κτιστό κουφάρι αποτέλεσαι το μέσο έκφρασης ενός ολόκληρου πολιτισμού. Ο ανατενιστής που θα παραδωθεί στο αττικό

[9] Kenneth Frampton ,“Modern architecture: A critical history“, Oxford University Press,1980 [10] “Η εξέλιξη της πόλης της Αθήνας [1834-σήμερα].”

-Αθήνα in stripes-

ως θεατής του, εντοπίσθηκαν ίχνη παράλληλων ζωών να εξελίσσονται μέσα σε ένα κτιστό κουφάρι. Το κτιστό κουφάρι δημιουργείται από την επανάληψη όμοιων μεταξύ τους κτηρίων, των πολυκατοικιών. “Η ατέλειωτη επανάληψη αυτών των αδιάφορων κτιρίων, με τις λεπτές διαφοροποιήσεις που ανατρέχουν ως αναφορές σε μία συνέχεια απο το νεοκλασικό, μέσω της Art Deco, στον κυβοπουριστικό κονστρουκτιβισμό,δημιουργεί τελικά ένα ιδιαίτερα πολιτισμένο επίπεδο αστικής δόμησης, χωρίς όμοιο σε οποιοδήποτε μέρος του σύγχρονου κόσμου. Αυτό το “μη συνειδητό “ επίτευγμα- η αυτόνομη έκφραση μιας κουλτούρας αντί για το έργο ενός μεμονωμένου αρχιτέκτονα – είναι ό,τι πιο κατάλληλο για να γεννήσει μία πολύπλοκα αρθρωμένη πόλη [...] [9] ,”Λειτουργεί σαν ένα σύνολο, παρόλο που η ιδιότητα της μικροκλίμακας, που γεννιέται διαρκώς μέσα από την πολυμορφία της, δεν μας αφήνει να αντιλαμβανόμαστε με σαφήνεια τον τρόπο αυτής της συνολικής λειτουργίας.«Οι πόλεις μέσα στην πόλη» αντανακλούν τα πολλά επίπεδα της σύγχρονης Αθήνας και το δικαίωμα στην πόλη, στον αστικό τρόπο ζωής αποτελεί τις διεκδικήσεις και τριβές της σύγχρονης καθημερινότητας.” [10]

36


-οδηγός βλέμματος-

-Αθήνα in stripes-

τοπίο θα αρχίσει να περιβάλλεται από χρωματιστές τέντες, από μεταλλικά κάγκελα διαφόρων ειδών από κάθε λογής ιδιωτικά αντικείμενα που ένας χρήστης βάφτισε δημόσιο. Αυτό που δίνει ζωή σε αυτό το άδειο κουφάρι είναι τα ίχνη των ιδιωτικών ζωών του καθενός από μάς που μετατρέπονται σε δημόσια από τη στιγμή που ξεπροβάλλουν στο μπαλκόνι. “ Η ελληνική πόλη δεν αποτελείται απο κτήρια, αλλά από μπαλκόνια και τέντες” [11]

37

Τα μπαλκόνια της Αθήνας αποτελούν βασικό μέρος της ταυτότητας της. “ Όταν μιλάμε για ταυτότητα τόπου μπορεί να εννοούμε πολλά και διάφορα πράγματα. Μπορεί να αναφερόμαστε στους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι (ομαδικά ή ατομικά) αναγνωρίζουν αντικείμενα και εκχωρούν σε αυτά χαρακτηριστικά και ιδιαιτερότητες. [...] Αλλά συνήθως η ταυτότητα τόπου χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη μοναδικότητα και το ξεχωριστό ενός τόπου, τα όσα είναι τυπικά, εντόπια και χαρακτηριστικά”. [12] Έτσι λοιπόν αδιαμφισβήτητα μπορούμε να υποστηρίξουμε πως τα μπαλκόνια της Αθήνας, ως στοιχείο που την καθιστά γνώριμη στα μάτια μας, αποτελούν βασικό συστατικό της δομής αυτής της πόλης, και αν όχι την ταυτότητα της σίγουρα ένα σημαντικό μέρος της.

[11] Ανδρέας Αγγελιδάκης,“Η μπαλκονοποίηση της ελληνικής πόλης”, Δομές 67/2008 [12] Άρης Καλαντίδης, “Οι πολλές όψεις της αθηναϊκής ταυτότητας”, “Made in Athens”,, 13η διεθνής έκθεση αρχιτεκτονικής”,σελ. 70


-οδηγός βλέμματος-

-Αθήνα in stripes38


-Αθήνα in stripes-

-οδηγός βλέμματος-

39

Άρθο από τις Δομές τε’υχος 67 / 2008


-οδηγός βλέμματος-

Ναί, η Αθήνα ανήκει στα μπαλκόνια της και σίγουρα ένας ικανός αριθμός αυτών θα βρεθούν παρατημένα ή δήθεν περιποιημένα. Εκεί ακριβώς είναι που χρειάζεται αυτή η “νέα όραση” που χρίζει τον παρατηρητή ικανό να τα αναγνώσει. Να κοιτάξει όχι στη μάσκα αλλα στο μηχανισμό που την υποστηρίζει , την κατοικία. Ακόμη και τότε πιθανό είναι να φανερώνουν μία επιθυμία , μία ανάγκη ή ένα όραμα.

Η ανάγνωση αυτού του ευρετηρίου συνεπαίρνει τον ανατενιστή. Το αττικό τοπίο είναι βιβλίο ανοιχτό, η μάλλον ένα ριγέ τετράδιο, σε κάθε οριζόντιο ρίγα του διαβάζουμε μία επιθυμία. Ναι, η Αθήνα έχει υποστεί μια πλαστική επέμβαση, την μπαλκονοποίηση και τελικά είναι αυτή που κατάφερε να την κάνει ίσως ό,τι πιο όμορφο, ίσως ό,τι πιο άσχημο αλλά σίγουρα ό,τι πιο ζωντανό έχει κανείς αντικρίσει.

-Αθήνα in stripes-

Και κάπου εδώ θα σκεφτούμε πως το μπαλκόνι δεν αποτελεί πάντοτεμία μάσκα που κρύβεί ό,τι παρουσιάζει. Που καμουφλάρει ζωές, διαφημίζει, ή αποθηκεύει χωρίς κανένα σκοπό. Το μπαλκόνι είναι την ίδια στιγή ένας τόπος οραμάτων. Σκανάροντας τα ένα προς ένα, η διαδικασία θυμίζει το διάβασμα ενός “ευρετηρίου επιθυμιών”. Καθένα από αυτά άδειο ή γεμάτο είναι σαν να φωνάζει για προσοχη, για μία αλλαγή που αναμένει, για κάτι που κάποιος θα ήθελε να είναι αλλά ποτέ δεν κατάφερε.

40


-Αθήνα in stripes-

-Αθήνα in stripes-

-οδηγός βλέμματος-

01

41

Σχέδιο από διπλωματική εργασία, Οικονομάκης , Σιαμπακούλας




“ εντός του αστικού ιστού”




01

το “μπροστά” μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη



01 το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη



“O βασικός ορισμός που δίνει ο Le Corbusier για την πρωταρχική ιδέα της κατοικίας “Η κατοικία είναι ένα καταφύγιο, ένας περίφρακτος χώρος, ο οποίος προσφέρει προστασία από το κρύο , τη ζέστη και εξωτερική παρατήρηση” θα ήταν κοινότυπος, εαν σε αυτόν δεν περιλάμβανε το ζήτημα της θέας-θέασης.Το “βλέπειν” για τον Le Corbusier είναι μία από τις πρωταρχικές δραστηριότητες του σπιτιού. Η κατοικία αποτελεί μία συσκεύη για να δείς τον κόσμο, ένα μηχανισμό θέασης. Το καταφύγιο, ο διαχωρισμός απο το έξω, προσφέρεται απο την ικανότητα των παραθύρων να μετατρέπουν τον απειλητικό έξω κόσμο σε μία καθησυχαστική εικόνα.”[13] Η ελληνική κατοικία όμως όχι μόνο δε σταματά στο παράθυρο, αλλά μετασχηματίζει αυτό σε ένα πέρασμα. Περνώντας λοιπόν το κατώφλι της μπαλκονόπορτας , ο άνθρωπος καλείται να κατοικήσει έναν νέο χώρο που βρίσκεται στη μεθόριο ετερόκλιτων καταστάσεων. Άλλοστε” Διασχίζοντας το κατώφλι που οδηγεί σε έναν τόπο, υφίσταται κανείς , φαίνεται μια επίδραση δυσανάλογη με την έκταση της στο χρόνο και το χώρο. Ακόμη κι αν το πόδι πατάει μόνο για μία στιγμή σε μια πλάκα που σημαδεύει τα όρια του κατωφλιού, η αίσθηση του περάσματος απο κάτι σε κάτι άλλο γεννά μια εμπειρία ιδιαίτερη. Λίγο πρίν βρίσκεται κανείς μπροστά σε κάτι, λίγο μετά μέσα του . Στο κατώφλι αφήνει την πατημασιά του σημαδεύοντας το πέρασμα του.”[14]Κάπως έτσι

[13] Beatriz Colomina, Privacy and Publicity, Modern architecture as mass Media,MIT Press Cambridge, Massachussets, London 1994 [14] Σταύρος Σταυρίδης, “Προς μια ανθρωπολογία του κατωφλιού” , Στάχυ, Αθήνα,1999


-οδηγός βλέμματος-

Με ευκολία λοιπόν θα μπορούσαμε να προσδώσουμε στο μπαλκόνι τον χαρακτηρισμό του ενδιάμεσου χώρου, μιας και σε αυτό δρούν χωρικές ενότητες με διαφορετικά χαρακτηριστικά, αποκτά δική του υπόσταση , λειτουργεί συνδετικά και έχει την πρόθεση να ενώσει, να επεκτείνει τους χώρους της κατοικίας και της πόλης, του μέσα και του έξω, του ιδιωτικού και του δημόσιου. Το έξω δεν αποτελεί πλέον απειλή ή απλά μία εικόνα για κατανάλωση από τους θεατές στο εσωτερικό της κατοικίας .Θα μπορουσε κανείς να πεί πως το ίδιο το μπαλκόνι αποτελεί ενός είδους κατώφλι, έναν υποδοχέα. Και λέω “ενός είδους κατώφλι” γιατί περνώντας εξακολουθείς θεωρητικά να βρίσκεσαι στον ίδιο χώρο, σε αυτόν της ιδιοκτησίας σου, της δικής σου κατοικίας πρακτικά όμως είσαι εκτεθειμένος στην πόλη. Ο ίδιος ο ένοικος/ κάτοικος/χρήστης γίνεται μέρος του μπαλκονιού. Αποτελεί θέαμα τόσο για τους κατοίκους της κατοικίας, όσο και για τους πολίτες

[15] Σταύρος Σταυρίδης, “Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή”, 2002.

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

καταλήγουμε σε ένα χώρο που βρίσκεται στο μεταίχμιο του μέσα και του έξω, που ακροβατεί στα όρια του ιδιωτικού και του δημόσιου. Το μπαλκόνι. “ Ο Μπένγιαμην λέει πως η αρχιτεκτονική της πόλης είναι πορώδης, πράγμα που σημαίνει πως διαφορετικοί χώροι επικοινωνούν μέσα απο μία ώσμωση δραστηριοτήτων. [...] Οι δημόσιες και ιδιωτικές ζωές επικοινωνούν ιδιαίτερα έντονα. [...] Σε τούτη την αλληλεπίδραση ιδιωτικής και δημόσιας σφαίρας, γεννιούνται εμπειρίες χώρου ενδιάμεσου χαρακτήρα.”[15]

52


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

53

της πόλης. Κατοικεί ένα χώρο που ορίζεται όχι απο τοίχους αλλά απο εικόνες. Ο Le Corbusier αναφέρει “Αντιλαμβάνομαι οτι το έργο που εγείρουμε δεν είναι μοναδικό,ουτε απομονωμένο.Ο αέρας γύρω του αποτελεί άλλες επιφάνειες, άλλα εδάφη , άλλες οροφές. [...] Το έξω υπάρχει. Το έξω με ρουφάει στο όλον του το οποίο μοίαζει με δωμάτιο”.[16] Η μέθοδος λοιπόν με την οποία επιχειρείται να γίνει αισθητή η εμπειρία της εξόδου στο μπαλκόνι επιτυγχάνεται για μία ακόμη φορά με μέσο τη φωτογραφία. Κατά τον Le Corbusier “Όσων αφορά το καδράρισμα του τοπίου η κατοικια τοποθετεί το τοπίο σε ένα σύστημα κατηγοριών. Το σπίτι είναι ένας μηχανισμός ταξινόμησης. Συλλέγει θέες και τις ταξινομεί.Αυτό που κατηγοριοποιεί τη φύση της εικόνας είναι το παράθυρο” και κατ’ επέκταση το μπαλκόνι.Το παράθυρο καδράρει το τοπίο. Ο Le Corbusier παρομοιάζει το παράθυρο με το φακό μιας κάμερας “ Το παράθυρο (picture window) λειτουργεί με δύο τρόπους : μετατρέπει τον έξω κόσμο σε μια εικόνα προς κατανάλωση από αυτους που βρίσκονται στο εσωτερικό του σπιτιού, αλλά επίσης απεικονίζει την εικόνα του εσωτερικού χώρου στο έξω κόσμο”[17] Εφόσον λοιπόν μπορούμε να συσχετίσουμε το παράθυρο με το φακό της κάμερας, ο οποίος καδράρει τη θέα, αντίστοιχα και το μπαλκόνι θα μπορούσε να συγκριθεί με έναν τέτοιο, με

[16] Le Corbusier,“Precisions: on the present state of architecture and city planning”, MIT Press Cambridge, Massachussets, London, 1991, σελ. 78 [17] Beatriz Colomina, Privacy and Publicity, Modern architecture as mass Media,MIT Press Cambridge, Massachussets, London 1994


-οδηγός βλέμματος-

Με αυτό τον τρόπο αποδεικνύεται έμπρακτα η ιδιότητα του μπαλκονιού ως ενδιάμεσου χώρου. Είναι το όριο μεταξύ κατοικίας και πόλης το οποίο επιτρέπει στον παρατηρητή την ίδια στιγμή να γίνει θεατής και των δύο. Δίνει τη δυνατότητα της ταυτόχρονης θέασης της ζωής στην ιδιωτική καθώς και στη δημόσια σφαίρα. Αν κανείς σταθεί στο μπαλκόνι και διαγράψει μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον εαυτό του, σε κάθε φάση αυτής της περιστροφής πρόκειται να γίνει μάρτυρας διαφορετικών καταστάσεων οι οποίες συμβαίνουν την ίδια στιγμή στην πόλη. Αυτή είναι και η μεθοδολογία η οποία ακολουθήθηκε για τη φωτογράφιση των “χώρον” στους οποίους μπορεί κανείς να έχει οπτική πρόσβαση με μια επίσκεψη στο μπαλκόνι,της δικής του ή οποιασδήποτε κατοικίας. Μπορεί την ίδια στιγμή να γίνει παρατηρητής του εσωτερικού, ιδιωτικού χώρου και όλων των γεγονότων που εξελίσσονται σε αυτόν, ενώ ταυτόχρονα έχει τη δυνατότητα να παρατηρήσει την πόλη, σε επίπεδο δημόσιου βίου μα την ίδια στιγμή με την εισβολή του βλέμματος του στις ιδιωτικές ζωές των γειτόνων, γίνεται μάρτυρας και του ιδιωτικού βίου της πόλης.

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

μόνη διαφορά πως η κάμερα έχει πλέον τη δυνατότητα να διαγράφει στροφή 360 μοιρών καδράροντας την ίδια στιγμή τη θέα στο εξωτερικό απο πολλες διαφορετικές σκοπιές καθώς και τον εσωτερικό χώρο της κατοικίας απο έξω.

54


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

55

Επεξηγηματικό σχέδιο φωτογράφισης 360 μοιρών



Άγιος Ελευθέριος, Πατήσια, φωτογραφία 360 μοίρες


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

“Η διαφορά βρίσκεται μέσα στη μεγάλη οθόνη , με τις δύο της όψεις. Η μία που κοιτάζει προς τα “έξω” , φαινομενικά τη μάσκα, είναι διαφορετική απο εκείνη που κοιτάζει προς τα “μεσα”. Η σχέση μεταξύ του τι λέει η μάσκα και τί η κατασκευή που την υποστηρίζει από την άλλη ειναι “αυθαίρετη”. Αλλά στη μέση είναι η ίδια η οθόνη , ο μηχανισμός της διαφοράς.”

58

“Privacy and Publicity”, Beatriz Colomina


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ, Η ΜΑΣΚΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΙΚΗΣ ΟΙΚΙΑΣ

59

Συγκεκριμένα τώρα το “μπροστά” ή “καλό” ή “μεγάλο” μπαλκόνι -όπως οι ένοικοι συνηθίζουν να το αποκαλούν- ,αυτό το οποίο διαμορφώνει σχεδόν πάντοτε την όψη της πολυκατοικίας μπορεί να είναι, ή να συμβολίζει ακόμη περισσότερα. Η ύπαρξη του και μόνο υποδηλώνει την ανάγκη των Ελλήνων για μία συνεχή επαφή με το έξω, ακόμη και στο μικρό βαθμό που μπορεί κάποιος να το διεκδικήσει όντας κάτοικος μιας βαριάς μπετονένιας δομής πλάι σε άλλες όμοιες. “Ο βίος εν Ελλάδι είναι υπαίθριος, έγραψε κάποτε ο Περικλής Γιαννόπουλος. Και ήθελε,νομίζω μ΄αυτά τα λόγια του να πει πως το ήπιο ελληνικό κλίμα μας δίνει όλες τις δυνατότητες για να ζούμε άνετα και στο ύπαιθρο, να κατοικούμε δηλαδή κάτω απο τον ανοιχτό ουρανό, σε υπαίθριους χώρους.Αυτό σε πιο βόρεια και πιο υγρά και σκοτεινά τοπία δεν είναι κατορθωτό. Στα αφιλόξενα εκείνα τοπία το “μέσα” και το “έξω” είναι, σχεδόν, δύο διαφορετικοί και ξέχωροι κόσμοι, ενώ στο κατοικήσιμο ελληνικό τοπίο το “μέσα” και το “έξω” μπορούνε να οργανωθούν σαν μία ενότητα και να συντεθούνε σε ένα αδιείρετο οργανισμό και χώρο. Η αλήθεια είναι πως ο κάθε τόπος κατασκευάζει την αρχιτεκτονική όχι μονάχα σύμφωνα με τις δικές του κοινωνικές και οικονομικοτεχνικές δυνατότητες (η δεσμεύσεις), αλλά και σύμφωνα με τα κλιματολογικά του στοιχεία, που ως έναν σημαντικό βαθμό προδιαγράφουνε “λύσεις” και ακόμη (το πιο σημαντικό) διαπλάθουν τελειωτικά και τον χαρακτήρα μας και την ψυχή μας [...] Σε όλους τους τόπους όπου το κλίμα στέκει ήπιο και φιλικό, κι όχι μόνο στην Ελλάδα, η αρχιτεκτονική είχε πάντοτε βρεί τον τρόπο να οργανώνει το “μεσα” και το “έξω”, προς τον φυσικό περίγυρο που, επειδή είναι καί πλαστικά


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

αξιοπρόσεχτος “ τραβάει” το βλέμμα και την ψυχή προς το ανοιχτό ύπαιθρο [...] και στην περίπτωση που ο βίος είναι υπαίθριος και η αρχιτεκτονική μπορεί να “ζει” με ημιυπαίθριους και μεταβατικούς , ανάμεσα στο “μέσα” και στο “έξω” χώρους. “.[18]Γράφοντας αυτά ο Άρης Κωνσταντινίδης, πιθανά αναφερόμενος στο ιδιαίτερα ελκυστικό ύπαιθρο να μην είχε στο μυαλό του τη σημερινή εικόνα της πόλης των Αθηνών, όμως δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε πως και οι σημερινοί Αθηναίοι ως Έλληνες, έχουν σχέση στενά συνδεδεμένη με το έξω της πόλης τους. Αυτή την ανάγκη στα πλαίσια της τυπικής αθηναϊκής κατοικίας την καλύπτει το ακόμη πιο τυπικό, τουλαχιστον μορφολιγικά αθηναικό μπαλκόνι, το ημιυπαίθριο τμήμα της κατοικίας που φαίνεται σαν να μην έχει καλα καλά αποφασίσει που ανήκει Έχει ιδιοκτήτη μα δεν είναι απόλυτα ιδιωτικό...παραδίδεται σε κοινή θέα αλλά δεν είναι δημόσιο.

60

Ως δομικό στοιχείο της πολυκατοικίας, του μοντέλου κατοίκησης που αποτελεί το κύτταρο της ελληνικής πόλης,το μπαλκόνι -και ιδιαίτερα αυτό το οποίο διαμορφώνει την όψη προς την πλευρά του δρόμου- θα μπορούσε πιθανά να θεωρηθεί ένα σήμα κατατεθέν της Αθήνας. H μόνιμη δομή της πολυκατοικίας αποτέλεσε τον καμβά στον οποίο μπορούν να εγγραφούν και να επανεγγραφούν χρήσεις και μεταμορφώσεις. Συχνά το μέσω για την έκφραση αυτών αποτελεί το μπαλκόνι.Η έκφραση των

[18] Άρης Κωνσταντινίδης ,“Για την Αρχιτεκτονική”, Δ Αρχιτεκτονικά θέματα, τ. 06/ 1972


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

61


-οδηγός βλέμματος-

Κι όπως έχει δείξει η ιστορία η όψη ενός κτηρίου έχει φανεί ικανή να διαμορφώσει μία εικονα της πόλης ίσως όχι στον κάτοικο της αλλά τουλάχιστον στον περαστικό της. Είναι δυνατόν να δημιουργήσει ένα “φαίνεσθαι” που είτε έχει σχέση με το “είναι” της πόλης είτε όχι, υπάρχει. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτέλεσε και η πόλη του Παρισιού όταν ο George Eugene Haussmann, αναλαμβάνει να επανεξετάσει και τελικά να αναδιαμορφώσει δραματικά το Παρίσι, κατακερεματίζοντας το ολοκληρωτικά στην προσπάθεια του να το ελέγξει . Πέρα από τους μετασχηματισμους που αφορούσαν τη δημιουργία μεγάλων λεωφόρων σε ευθείες με δέντρα και πέτρινα κτήρια με σκοπό την οπτική σύνδεση των βασικών σημείων της πόλης επέβαλε και μία σειρά αρχιτεκτονικών κανονισμών στους οποίους έπρεπε να υπακούουν τα κτήρια, σχετικά με το ύψος και τον αριθμό των ορόφων και κατα κύριο λόγο με τη διαμόρφωση των όψεων. Πιθανά θεωρεί πως τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των κτηρίων είναι ικανά να διαμορφώσουν τον αστικό χαρακτήρα μιας πόλης. Το κύριο στοιχείο για την δημιουργία του επιθυμητού αποτελέσματος αποτελεί αυτή η πρόσοψη, ενώ την ίδια στιγμή δευτερεύοντα ρόλο φαίνεται να κατέχει η εσωτερική διαμόρφωση της κατοικίας μίας και οι κατόψεις προκύπτουν από τα αριστοκρατικά διαμερίσματα του 18ου αιώνα. Ο Haussman λοιπόν τοποθετεί την νέα όψη σαν μία μάσκα στο εξωτερικό των κτηρίων δημιουργώντας τελικά την εικόνα της πόλης που οραματίζεται.

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

επιθυμιών των ενοίκων στα μπαλκόνια διαμορφώνουν άλλοτε όψεις απρόσωπες και άλλες φορές ιδιαιτέρως “επιμελημένες”.

62


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

Επιστρέφοντας τώρα στην περίπτωση της Αθήνας παρατηρούμε “Ομπρέλες, κινητά έπιπλα, διαχωριστικά παντώς τυπου , τέντες, στέγαστρα , χαρτόκουτα, σακούλες,πινακίδες”[19] , “κάθε είδους “ιδιωτικό” αντικείμενο παραδίδεται στην πόλη, γίνεται κοινόχρηστο. Δεν μπορούν να το αγγίξουν όλοι , αλλά σίγουρα το βλέπουν. Δεκάδες κατασκευές απο ευτελή υλικά διαμορφώνονται για να κρύψουν ενοίκους απο τα αδιάκριτα βλέμματα της γειτονιάς,από τον αδιάκριτο ήλιο ή απλά γιατί τα μπαλκόνια ήταν πολύ άδεια”[20].Άλλες φορές οι ένοικοι έχουν την ανάγκη να εκθέσουν ένα κομμάτι του εαυτού τους, συχνά όμως θα επιλέξουν εκείνο που τους επιτρέπει να σταθούν περήφανα απέναντι στο βλέμμα των άγνωστων περαστικών. Το μπαλκόνι γι αυτούς μοιάζει με μια στολισμένη βιτρίνα, μια διαφήμιση, φορούν σε αυτό μία μάσκα, σύμφωνα με το ζήτημα της μάσκας όπως αυτό δια τυπώθηκε από τον Adolf Loos στην προσπάθεια του να χαρακτηρίσει την πόλη της Βιέννης.

63

Όσον αφορά το ζήτημα της μάσκας φαίνεται να έχει απασχολήσει σε διαφορετικούς τομείς της ζωής. “Ο Karl Kraus (Αυστριακός συγγραφέας και δημοσιογραφος) στο Die Fackel , αντιτάχθηκε στη μάσκα της δημοσιογραφίας. Θεωρεί πως σε αντίθεση με τη διήγηση μύθων των παλαιότερων χρόνων περισσότερο καλύπτει παρά αποκαλύπτει τι έχει συμβεί. Στο κείμενό του “In these great times” αναφέρει “ Αν κάποιος διαβάζει εφημερίδα μόνο για τις πληροφορίες ,δε μαθαίνει την αλήθεια , ούτε καν την αλήθεια για το χαρτί “ . Η μάσκα τότε ήταν ένα

[19] 8η Διεθνής έκθεση αρχιτεκτονικής , Αθήνα, 2002 [20] Μαρία Μπουγονικολού, “Μηχανισμοί Παρέμβασης- η περίπτωση της κατοικίας”,Βόλος, 2016


-οδηγός βλέμματος-

Και η αρχιτεκτονική δε θα μπορούσε να λείπει απο τη λογική της μάσκας. Ο Adolf Loss στις σελίδες του περιοδικού Var Sacrum -το επίσημο περιοδικό της Secession της Βιέννης-ονόμασε τη Βιέννη “ πόλη των μασκών”, αφού σύγκρινε τα κτήρια του Ringstrasse με αυτά που ανεγέρθηκαν απο τον Potemkin με σκοπό να εντυπωσιάσουν την αυτοκράτειρα της Ρωσσίας Catherine.”[21]. Επρόκειτο για μια ιστορία σύμφωνα με την οποία ο Ρώσσος υπουργός δημιούργησε εικονικά κινητά χωριά κατασκευασμένα απο κανβά και πεπιεσμένο χαρτόνι, χωριά που είχαν ως αποστολή να μετατρέψουν μία οπτική έρημο σε ένα ακμάζον τοπίο για χάρη της αυτοκράτειρας στη διάρκεια του ταξιδιού της με τρένο στην Crimea το 1787.Αυτό που ο Adolf Loos αμέλησε να μας πει είναι πως η Catherine σκέφτηκε πως είδε πόλεις κατασκευασμένες απο χαρτί γιατί απλά περνούσε. “Κατα αυτό τον τρόπο και η Βιέννη ξεκίνησε να φορά μάσκα απο τη στιγμή που ο σιδηρόδρομος έγινε κομμάτι της καθημερινής ζωής.”[...] Κι ο Italo Calvino θίγει πιθανά το ζήτημα της μάσκας χωρίς βέβαια να το κατονομάζει “Άλλωστε δεν έχει μεγάλη σημασία: αν τη δει κανείς στέκοντας στο κέντρο της είναι μια άλλη πόλη, Ειρήνη είναι το όνομα μιας πόλης που βλέπεις από

[21] Beatriz Colomina, Privacy and Publicity, Modern architecture as mass Media,MIT Press Cambridge, Massachussets, London,1994

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

γεγονός ικανό να μιλήσει για τον εαυτό του. Μόνο αυτό που βρίσκεται πίσω του, “αυτό που είναι μόνο σκέψη “ όπως το θέτει ο Kraus “είναι ανέκφραστο”.[...]”

64


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

65

μακριά, αν την πλησιάσεις, αλλάζει.Άλλη είναι η πόλη για όποιον περνά χωρίς να μπει μέσα, και άλλη για όποιον εγκλωβίζεται σε αυτή και δε μπορεί να ξεφύγει’ άλλη είναι η πόλη στην οποία φτάνει κανείς για πρώτη φορά, άλλη είναι εκείνη που αφήνει πίσω του για να μην ξαναγυρίσει ποτέ’ η καθεμιά αξίζει ένα διαφορετικό όνομα’ ίσως, για την Ειρήνη, να μίλησα ήδη χρησιμοποιώντας άλλα ονόματα’ ίσως να μη μίλησα παρά μόνο για την Ειρήνη.”[22] Παράλληλα μέσα απο την ιστορία του κλεμμένου γράμματος[23] συμπεραίνουμε πως το καλά κρυμμένο μπορεί να είναι το φανερό.[…] “Ούτε μια φορά δεν του πέρασε από το νού ότι είναι πιθανό , ή δυνατό, ο υπουργός να έχει αποθέσει την επιστολή κάτω απο τη μύτη όλου του κόσμου ακριβώς για να εμποδίσει τον οποιονδήποτε να την παρατηρήσει.[...]τόσο περισσότερο πειθόμουν ό,τι για να κρύψει αυτήν την επιστολή ο υπουργός, είχε καταφύγει στην ευφυή και σώφρονα λύση να μην επιχειρήσει να την κρύψει καθόλου. [...] Όμως οι υπερβολικά ριζικές διαφορές, η ρυπαρότητα , η λερωμένη και σκισμένη εικόνα του χαρτιού, τόσο ασύμβατες με τις μεθοδικές συνήθειες του Ντ. Και τόσο ενδεικτικές της πρόθεσης να εξαπατηθεί ο παρατηρητής, ώστε να θεωρήσει άχρηστο το έγγραφο, όλα αυτά, καθώς και η υπερβολική αδιακρισία με την οποία είχε τοποθετηθει το έγγραφο σε κοινή θέα, συμφωνούσαν απολύτως με τα συμπεράσματα στα οποία είχα ήδη καταλήξει”.[...]

[22] Italo Calvino, “Le città invisibili”,Giulio Einaudi,Italy,1972 [23] Poe Edgar Alan, “The Raven and Other Poems”, Wiley and Putnam,New York,1845


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

Μία μάσκα σαν αυτή που φοράει ο άνθρωπος κατα τον Ulrich, η δημοσιογραφία για τον Kraus, τα χωριά φτιαγμένα απο χαρτόνι, σαν εκείνη που φοράει η Ειρήνη του Calvino είναι καταδικασμένο να φορά ίσως κάθε ένα απο τα “μπροστά” (πολλές φορές και πίσω) μπαλκόνια που συνάντησε το υποκείμενό μας στη διάρκεια αυτής της έρευνας . Το μπαλκόνι-μάσκα μπορεί να μας δίνει στοιχεία αυθαίρετα που καμία σχέση δεν έχουν με το εσωτερικό της κατοικίας, αφού είναι φορες που εκπροσωπούν μία πλαστή εικόνα, εκείνη που ο ένοικος επέλεξε οι άλλοι να κοιτάξουν. Δεν είναι όμως μόνο ένα το είδος της μάσκας που φορουν ή μάλλον που τους φοράμε. “Καλά κρυμμένο είναι εκείνο που μπορεί να βρίσκεται μπροστά στα μάτια σου” συμπεραίνουμε απο το κλεμμένο γράμμα του Edgar Allan Poe και με τον ίδιο τρόπο οι ένοικοι πρόδηλα αποκαλύπτουν το χαρακτήρα, τις ανάγκες, τις επιδιώξεις τους καθώς και όχι σπάνια, το τί συμβαίνει στο εσωτερικό της κατοικίας τους μέσω των πληροφοριών που λαμβάνουμε απο το μπαλκόνι τους.Από την άλλη πάλι, δεν είναι λίγες οι φορές που οι ένοικοι επιλέγουν να αφήσουν τα μπαλκόνια απολύτως άδεια και απρόσωπα. Μία επιλογή που μπορεί να σημαίνει μεγαλύτερη προσπάθεια για αναζήτηση ιδιωτικότητας, ακόμη κι απο εκείνους τους ενοίκους που επιλέγουν να την διεκδικήσουν με ψηλούς φράχτες και καλαμωτές. Αυτό που δεν υπολογίζουν όμως είναι πως στη μάσκα που φορούν στο μπαλκόνι τους είτε αυτή έχει να κάνει με την συλλογή και την υπερπληθώρα αντικειμένων είτε με την πλήρη απροσωπία τους, θα έχει πάντα μία σχισμή. Μία στιγμή αλήθειας που ο καθένας μπορεί να διακρίνει αν το μπαλκόνι αποτελεί μια ειλικρινή έκφραση του χαρακτήρα του ενοίκου της κατοικίας ή μια πλαστη εικόνα για κατανάλωση απο τους περαστικούς και τους γειτονες. Η σχισμή

66


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

67

αυτή δημιουργείται τη στιγμή που ανοίγει η μπαλκονοπορτα και αποκαλύπτεται πια “ο μηχανισμός” που συγκρατεί αυτή τη μάσκα. Στη δική μας περίπτωση τον ρόλο αυτού του μηχανισμού παίζει η ίδια η κατοικία, αφού “Η πραγματική διαφορά σε μία χάρτινη πόλη”, σε μια πόλη των μασκών, “δεν βρίσκεται στις διαφορετικές όψεις που αντιπροσωπεύουν τα υποθετικά διαφορετικά τους εσωτερικά. Αντιθέτως, οι γειτνιάσεις, οι σχέσεις και άλλα συμβάλουν στο να παρουσιάσουν μία πόλη των μασκών ως ένα εννιαίο σύνολο, μία οθόνη χωρίς σχισμές. Η διαφορά βρίσκεται μέσα στη μεγάλη οθόνη , με τις δύο της όψεις. Η μία που κοιτάζει προς τα “έξω” , φαινομενικά τη μάσκα, είναι διαφορετική απο εκείνη που κοιτάζει προς τα “μεσα”. Η σχέση μεταξύ του τι λέει η μάσκα και τί η κατασκευή που την υποστηρίζει από την άλλη ειναι “αυθαίρετη”. Αλλά στη μέση είναι η ίδια η οθόνη , ο μηχανισμός της διαφοράς”.[24] “Μια τελευταία σειρά συλλογισμών περιστρέφεται γύρω από την κρίσιμη έννοια της πρόσοψης στις πολυκατοικίες. Ειδικά εκεί που υπάρχουν συνεχή μέτωπα οικοδομών, η ρυθμική επανάληψη σχεδόν πανομοιότυπων λύσεων στην αντιμετώπιση των δύο κατακόρυφων επιπέδων –ενός πραγματικού (του εξωτερικού τοίχου με τα ανοίγματα) και ενός ιδεατού (της απόληξης των εξωστών)– προσφέρουν την απαραίτητη” ενότητα ύφους στην «ανήσυχη» εικόνα της σύγχρονης πόλης.

[24] Beatriz Colomina, Privacy and Publicity, Modern architecture as mass Media,MIT Press Cambridge, Massachussets, London,1994


-οδηγός βλέμματος-

Η υπερπληθώρα αντικειμένων , οι ιδιαίτερες συλλογές, τα αυτοσχέδια ή μη καθιστικά, οι ανεμιστήρες, οι πολύχρωμες τέντες, ή η ανυπαρξία όλων αυτών σε ένα μπαλκόνι έχουν τελικά το ίδιο αποτέλεσμα. Τη δημιουργία ενός μετώπου, όμοιου με μωσαϊκό, ένα μέτωπο το οποίο καλούμαστε να αποκρυπτογραφήσουμε για να καταφέρουμε εν τέλει να αναγνώσουμε την ίδια την κατοικία. Το σύνολο αυτών των τόσο διαφορετικών χειρισμών των τόσο όμοια κατασκευασμένων δομών, που θυμίζει ανομοιογενές μείγμα δημιουργεί μία ζώνη μεταξύ κατοικίας και πόλης , μία μάσκα η οποία τελικά φέρνει σε δεύτερη ανάγνωση την πρόσοψη τη πολυκατοικίας και επικεντρώνει το ενδιαφέρον σε αυτό τον ιδιότυπο τρόπο έκφρασης μιας ολόκληρης πόλης.

[25]

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

68

[25] Δημήτρης Φιλιππίδης,“Πολυκατοικίες”, “Made in Athens | 13η διεθνής έκθεση αρχιτεκτονικής””, σελ. 224,



-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη70


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

ΠΩΛΕΙΤΑΙ - ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΧΩΡΙΣ ΓΕΙΤΟΝΑ

71

Σε γειτονιές του κέντρου της Αθήνας δεκάδες διατηρητέα κτήρια που θα πρεπε να αφηγούνται ιστορίες από εποχές που παρήλθαν ανεπιστρεπτί, μένουν απλοί μάρτυρες της εποχής τους, μιας και η γραφειοκρατία και άλλες δυσλειτουργίες καθιστούν δύσκολη την αποκατάσταση και αξιοποίηση τους. Παρόλο που πολλά από αυτά μένουν σήμερα ακατοίκητα δεν παύουν να ανήκουν στο σύμπλεγμα μίας γειτονιάς, δηλαδή να περιστοιχίζονται από άλλες πολυκατοικίες, ή διώροφες κατοικίες. Σέ εναν περίπατο στην πολυσύχναστη οδό του κέντρου της Αθήνας Πραξιτέλους συναντάμε διατηρητέα διώροφα ή πολυόροφα κτήρια, κτήρια οργανισμών με όψεις χωρίς μπαλκόνια, παρα μόνο στους τελευταίους ορόφους και τυπικές πολυκατοικίες. Την ίδια στιγμη πολλά από τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών ενοικιάζονται ή και πωλούνται. Όλα αυτά συνυπάρχουν στην ίδια περιοχή δημιουργώντας ένα νέο τύπο γειτονιάς. Πρωταγωνιστές σε αυτές τις γειτονιές, είναι τα μπαλκόνια που συνορεύουν με άλλα τα οποία τυγχάνει να μη διαθέτουν ένοικο. Μία συνθήκη που αναθεωρεί τη λειτουργία του μπαλκονιού μιας και η ζωή στην Αθήνα διαμορφώνεται τελικά από τη συνύπαρξη των τυχαίων ή μη βλεμμάτων που συμβαίνουν στη διάρκεια της καθημερινότητας. Η γειτνίαση με ένα διαμέρισμα που πωλείται ή ενοικιάζεται αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Το διαμέρισμα χωρίς κάτοικο στην πολυκατοικία οδηγεί στην ύπαρξη ενός μπαλκονιού χωρίς “προσωπικότητα”. Το μέτωπο της μάσκας των μπαλκονιών διακόπτεται και εκεί μένει μία θέση κενή. Τα μπαλκόνια των ακατοίκητων διαμερισμάτων είναι αναμονές. Περιμένουν υπομονετικά το νέο τους ιδιοκτήτη που καλείται να καλύψει ή να ή


-οδηγός βλέμματος-

-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

να διατηρήσει το κενό τους, συμπληρώνοντας αυτό το “πλέγμα”, την όψη από αντικείμενα,χρώματα και σχήματα. Σε εκείνα λοιπόν τα μπαλκόνια με το κίτρινο ταμπελάκι και το προχειρογραμμένο αριθμό τηλεφώνου βλέπουμε μια ευκαιρία να κοιτάξουμε την αθηναική πολυκατοικία στην ατόφια της μορφή. Το κτιστό κουφάρι που αναφέρθηκε πολλές φορές παραπάνω τώρα στέκει ολόγυμνο δίπλα στα επιμελημένα μπαλκόνια, χαρίζοντας μας απλόχερα τη δυνατότητα να το συγκρίνουμε μαζί τους, να φανταστούμε την πόλη ως μια κτιστή μάζα απαλλαγμένη από παντώς είδους ίχνη και έπειτα να κατανοήσουμε πως αυτό που τελικά τη διαμορφώνει μα και τη χαρακτηρίζει είναι η ύπαρξή αυτών ακριβώς των ιχνών των παράλληλων ζωών που εκτυλίσσονται στα πολυόροφα κτήρια. Οι ασυνέχειες στον κατά τα άλλα αδιάσπαστο ρυθμό επανάληψης των κατοικημένων μπαλκονιών δημιουργεί ένα ενδιαφέρον μοτίβο γεμάτο οράματα και αναμονές.

72

Είναι πιθανό να αναρωτηθεί κανείς τί είναι αυτό που διαχωρίζει ένα κατοικημένο μα άδειο ή μη επειμελημένο μπαλκόνι σε σχέση με αυτό που βρίσκεται σε μια παρόμοια κατάσταση αλλά την ίδια στιγμή δεν κατοικείται ; Η διαφορά λοιπόν κείτεται στο γεγονός πως το άδειο μπαλκόνι που έχει ιδιοκτήτη βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση εξαιτίας μιας επιλογής.Μεσολαβεί μια απόφαση.Με την προσεκτική παρατήρηση, θα έρθει η στιγμή στη διάρκεια του εικοσιτετραώρου, που το άδειο μπαλκόνι θα προδοθεί. Με το άνοιγμα έστω και μιας χαραμάδας του πατζουριού, με τη μπουγάδα που ανεμίζει


-το μπροστά μπαλκόνι, η τυπική αθηναϊκή κατοικία και η πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

73

στα σχοινιά του, ή με το φώς που ξεπροβάλλει και δημουργεί διαφόρων ειδών πάττερν μέσα από τα κλειστά παραθυρόφυλλα το βράδυ, δηλώνεται τελικά μια παρουσία. Τα μπαλκόνια των πολυκατοικιών αποτελούν έναν καμβά στον οποίο γράφονται και επανενγγράφονται χρήσεις. Το περιεχόμενο τους αλλάζει ανά την περιοχή, την εποχή τον ένοικο. Το μοτίβο της μάσκας των μπαλκονιών μεταβάλλεται μέρα με τη μέρα με βάση την ιδιοκτησία, άλλο γεμίζει τη στιγμή που κάποιο αδειάζει. Παρατηρώντας το ρυθμό της ένταξης και επανένταξης αντικειμένων στις δομές των εξωστών μπορούμε τελικά να αφουγκραστούμε το ρυθμό της Αθήνας.



Κολλάζ ετερότητας των μπαλκονιών



02 η υποχώρηση, το ρετιρέ



02 η υποχώρηση, το ρετιρέ


-οδηγός βλέμματος-

“Η αθηναϊκή πολυκατοικία και η μοντέρνα πολυκατοικία, και η μοντέρνα παράδοση”, Δημήτρης Φιλιππίδη

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

“Τα ρετιρέ της πολυκατοικίας, διαφέρουν “όχι μόνο για τα προφανή κοινωνικά τους συμφραζόμενα αλλά και για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική έκφραση που παίρνουν, έτσι ώστε να ξεχωρίζουν από οτιδήποτε βρίσκεται στις κατώτερες «τυπικές» στάθμες, αναπαράγοντας συνθήκες προαστιακής ζωής με κήπους, πισίνες και υπαίθριες ψησταριές. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ελάχιστα για τέτοιες «ουράνιες πολιτείες» απομακρυσμένες από τους θορύβους του ενοχλητικού οδοστρώματος και το συγχρωτισμό με τα αδιάκριτα βλέμματα των αγνώστων”

80


-οδηγός βλέμματος-

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

Η ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΚΑΤΟΚΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΡΑΣΗΣ Στα σπίτια που σχεδιάζει ο Le Corbusier […] Το βλέμμα οδηγείται στο “έξω” με έναν τόσο προμελετημένο τρόπο ώστε να προτείνει την ανάγνωση αυτών των κατοικιών ως κάδρα για μία θέα. Ακόμη και σε ένα “εξωτερικό” όπως ένα δώμα ή ένα “roof garden” κατασκευάζονται τοίχοι για να καδράρουν το τοπίο, και μία θέα από εκεί προς το εσωτερικό, όπως για παράδειγμα στη Villa Savoye.” [...] Όσων αφορά το καδράρισμα του τοπίου η κατοικια τοποθετεί το τοπίο σε ένα σύστημα κατηγοριών. Το σπίτι είναι ένας μηχανισμός ταξινόμησης. Συλλέγει θέες και τις ταξινομεί.

81

φωτογραφία της Villa Savoye, Le Corbusier, χρονολογία κατασκευής1928-1931


Στην πραγματικότητα της ελληνικής πολυκατοικίας οι συνθήκες διαφέρουν. Κανείς απο τους κατοίκους δεν επέλεξε τη θέα που θα αντικρίζει κάθε πρωί ανοίγοντας το πατζούρι του.


-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

-οδηγός βλέμματος-

83

Στην πραγματικότητα της ελληνικής πολυκατοικίας οι συνθήκες διαφέρουν. Κανείς απο τους κατοίκους δεν επέλεξε τη θέα που θα αντικρίζει κάθε πρωί ανοίγοντας το πατζούρι του Αν η πολυκατοικία που κατοικεί κάποιος δεν υπάρχει από πάντα ως τέτοια, κατα πάσα πιθανότητα κάποτε ήταν μία μονοκατοικία που δόθηκε για αντιπαροχή από τον ιδιοκτήτη που ακολούθησε τις τάσεις της εποχής.Ο Αθηναίος κοιτώντας απο το παράθυρό του, δεν περιμένει να αντικρίσει εκείνο το μαγευτικό φυσικό τοπίο που θα τον ταξιδέψει μέσα από τους τοίχους της ίδιας του της κατοικίας. Άλλωστε θα ήταν παράλογο να το περιμένει μιας και η δομή αυτής της πόλης μας κατευθύνει σε έναν πολύ συγκεκριμένο τύπο όρασης. Στενοί δρόμοι και μικρά οικοδομικά τετράγωνα σχεδιασμένα εξαρχής για πολύ χαμηλότερα κτήρια, αυτά χαρακτηρίζουν την Αθήνα. Κοιτώντας από το παραθυρό λοιπόν, ή για να διεκδικήσει καλυτερη όραση βγαίνοντας στο μπαλκόνι, ο ένοικος, θα δεί πιθανά μία άλλη όψη με τους γείτονες να απλώνουν, να μαλώνουν, να συζητούν και τα παιδιά να παίζουν στα μπαλκόνια. Όλα αυτά σε μία καλή περίπτωση, δηλαδή από τον 1ο εώς και τον 4ο όροφο. Αν είναι από τους άτυχους που κατοικούν “μέσα στα σπλάχνα της γης, τα λαβυρινθώδη ημιυπόγεια ή υπόγεια διαμερίσματα, πλάι σε ρολόγια της ΔΕΗ, αποθήκες και εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, κατοικημένα από βραδινές σκιές και μη προνομιούχους ή και (αν υπάρχει) την οικογένεια του θυρωρού” δε βλέπει απολύτως τίποτα, μιας και αυτά συνήθως “διαθέτουν ευρηματικούς τρόπους αερισμού, κάποτε και φωτισμού, μέσα από τρύπες, γρίλιες, σχάρες ή κουρ αγκλέζ”


-οδηγός βλέμματος-

βλέπει μεγαλώνει ακριβαίνει ανεβαίνει


-οδηγός βλέμματος-

ενώ στον πρώτο αρκείται στη θέα του δρόμου. Την ίδια στιγμή πιθανά εύχεται να μπορούσε να ανέβει λίγο ψηλότερα. “ Εντάξει όχι στον πρώτο, καλύτερα στο ρετιρέ, να βλέπει και κάτι.”

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

[26]

Κάπως έτσι λοιπόν στα πλαίσια της αθηναϊκής πραγματικότητας ο “ροοστάτης” την επιθυμίας αλλάζε. Ο κάτοικος της πολυκατοικίας δεν χρειάζεται να αντικρίζει ένα αφοπλιστικό φυσικό τοπίο, σαν αυτά που αναφέρει ο le Corbusier για να είναι ευτυχισμένος, του αρκεί απλά να μπορεί να βγεί στο μπαλκόνι του και να δεί “κάτι”. Η Αθήνα κατασκευάζει μία νέα δική της ειδυλλιακότητα η οποία χαρακτηρίζεται από την πυκνότητα της πόλης που έχεις τη δυνατότητα κάθε φορά να αντικρίζεις βγαίνοντας στο μπαλκόνι. Όσο μεγαλύτερο κομμάτι της θάλασσας των μπαλκονιών μπορείς να δείς αντίστοιχα από το δικό σου μπαλκόνι τόσο πολυτιμότερη θέση κατέχεις στη δομή της πολυκατοικίας.

85

Άλλωστε το μπαλκόνι του ρετιρέ, το μεγάλο μπαλκόνι, ανέκαθεν υπήρξε ένας πολυπόθητος στόχος για πολλούς από τους ενοίκους. Η θέα, το μέγεθος, ίσως και η αίσθηση κυριαρχίας καθιστούν το μπαλκόνι του ρετιρέ το καλύτερο των μπαλκονιών. Όσο υψώνεται προς τα πάνω η πολυκατοικία υποχωρεί αφήνοντας μεγαλύτερο τμήμα της προς εκμετάλλευση κάθε φορά, χαρίζοντας δηλαδή στην κατοικία μεγαλύτερο μπαλκόνι. Το μπαλκόνι με θέα, όντας ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα της κατοικίας αποτελεί την ίδια στιγμή αυτό που την κοστολογεί. Όσο ψηλότερα και μεγαλύτερο το μπαλκόνι τόσο πιο περιζήτητο

[26] Δημήτρης Φιλιππίδης,“Πολυκατοικίες”, “Made in Athens | 13η διεθνής έκθεση αρχιτεκτονικής””, σελ. 223


-οδηγός βλέμματος-

Η ιδιομορφία του ρετιρέ σχετίζεται φυσικά σε μεγάλο βαθμό και με το μέγεθός του.Ο ένοικος, αποδεσμευμένος πιά από τις περιορισμένες δυνατότητες που του παρέχει το στενό και μίζερο μπαλκόνι των χαμηλότερων ορόφων καλείται να κατοικήσει το μπαλκόνι του ρετιρέ με όλους τους δυνατούς τρόπους.

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

συνεπώς και ακριβότερο το διαμέρισμα. Τα προσόντα του τελευταίου μπαλκονιού όμως δε σταματούν εδώ. Η τυπολογία του ρετιρέ έχει ως αποτέλεσμα οι ανώτεροι όροφοι να αποκόπτονται από τη δημόσια θέαση, προσφέροντας έτσι στον κάτοικο μία ιδιότυπη μορφή ιδιωτικότητας. Η οποία διαφέρει κατά περίπτωση. Ο κάτοικος του ψηλότερου ορόφου, της ψηλότερης πολυκατοικίας της γειτονιάς είναι ο κυρίαρχος της θέας. Κατέχει την ιδανικότερη δυνατότητα όρασης ως προς το αττικό τοπία τόσο σε σχέση με τους κατοίκους της ιδίας πολυκατοικίας όσο και με αυτούς των γειτονικών χαμηλότερων πολυκατοικιών, ενώ την ίδια στιγμή υπερέχει όλων των γειτόνων του, μιας και έχει τη δυνατότητα να τους δεί τη στιγμή που εκείνος παραμένει αόρατος στους περισσότερους από αυτούς. Ακόμη μεγαλύτερο είναι το μυστήριο του ρετιρέ για τους περιπατητές, τους περαστικούς του δρόμου. Ακόμη κι αν δεν αντικρίζουν τις φιγούρες των ιδιοκτητών στο πέρασμα τους μπορούν πάντα να δημιουργήσουν μια εντύπωση γι αυτούς στη θέα του μπαλκονιού τους. Το μπαλκόνι του ρετιρέ δεν υπακούει σε αυτόν τον κανόνα. Δε δύνανται λοιπόν να συλλέξουν κανένα στοιχείο γι’ αυτό συνεπώς ούτε για τον ιδιοκτήτη του.

86


-οδηγός βλέμματος-

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

Μπορεί να γίνει η αποθήκη του, το καθιστικό του , ή ό,τι άλλο δεν κατάφερε να χωρέσει στο διαμέρισμα του, αποτελεί τη συνέχεια της κατοικίας, μια υπαίθρια μορφή της. Έτσι λοιπόν, τα ρετιρέ της πολυκατοικίας, διαφέρουν “όχι μόνο για τα προφανή κοινωνικά τους συμφραζόμενα αλλά και για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική έκφραση που παίρνουν, έτσι ώστε να ξεχωρίζουν από οτιδήποτε βρίσκεται στις κατώτερες «τυπικές» στάθμες, αναπαράγοντας συνθήκες προαστιακής ζωής με κήπους, πισίνες και υπαίθριες ψησταριές. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ελάχιστα για τέτοιες «ουράνιες πολιτείες» απομακρυσμένες από τους θορύβους του ενοχλητικού οδοστρώματος και το συγχρωτισμό με τα αδιάκριτα βλέμματα των αγνώστων.” [27]

87

[27] Δημήτρης Φιλιππίδης,“Πολυκατοικίες”, “Made in Athens | 13η διεθνής έκθεση

αρχιτεκτονικής””, σελ. 223


-οδηγός βλέμματος-

-η υποχώρηση, το ρετιρέ88

-Σκίτσο του Le Corbusier, Rio De JaneiroΓια τον Le Corbusier “η κατοικία σχεδιάζεται με μία εικόνα ήδη στο μυαλό. Το κάδρο καθορίζει τη διαφορά μεταξύ του “βλέπω” και του απλά κοιτάζω. Παράγει την εικόνα “εξημερώνοντας” το “συντριπτικό” τοπίο.”


-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

-οδηγός βλέμματος-

89

-Σκίτσο“Ο κάτοικος της πολυκατοικίας δεν χρειάζεται να αντικρίζει ένα αφοπλιστικό φυσικό τοπίο, σαν αυτά που αναφέρει ο le Corbusier για να είναι ευτυχισμένος του αρκεί απλά να μπορεί να βγεί στο μπαλκόνι του και να δεί “κάτι”. Η Αθήνα κατασκευάζει μία νέα δική της ειδυλλιακότητα η οποία χαρακτηρίζεται από την πυκνότητα της πόλης “


ευάερο, ευήλιο, με


ε μεγάλο μπαλκόνι


-οδηγός βλέμματος-

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

“ΜΑΡΟΥΣΙ 1) (Ν.Φιλοθέη), 110 τ.μ. , 1ος όροφος, ανακαινισμένο, μεγάλο μπαλκόνι, κατασκευή ‘73, αυτόνομη θέρμανση, 130.000 e 2) (Παράδεισος), μεζονέτα 140 τ.μ., ισογείου-1ου, 3υ/δ, 2 μπάνια, κατασκευή ‘75, βεράντες, θέα πράσινο, 145.000 e”

92

Αγγελία , “Χρυσή Ευκαιρία”


-οδηγός βλέμματος-

-η υποχώρηση, το ρετιρέ-

“Ευάερο , ευήλιο και με μεγάλο μπαλκόνι “ αυτή είναι η επιτομή του ιδανικού διαμερίσματος όπως συνήθως θα το συναντήσει σε μία αγγελία ο υποψήφιος ενοικιαστής ενίοτε και αγοραστής. Μπαλκόνι μπρός και πίσω, περιμετρικό μπαλκόνι, ρετιρέ. Στην προσπάθεια να σε πείσουν πως η κατοικία αξίζει την προσοχή σου πάντοτε θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο μπαλκόνι. Αυτό είναι που συνήθως θα την κατατάξει στις πολυτελείς ή όχι, αυτό επίσης θα την κοστολογήσει . Στα πλαίσια αυτής της ερευνητικής εργασίας μελετήθηκαν και συλλέχθηκαν αγγελίες από αθηναϊκές εφημερίδες οι οποίες έχουν ως στόχο την πώληση, την ενοικίαση ή αντίστοιχα την αναζήτηση κατοικίας στην Αθήνα. Μελετώντας τις, αναγνωρίζουμε το συνεχή αγώνα να τονισθεί η εξέχουσα θέση της κάθε κατοικίας στη δομή της πολυκατοικίας.

93

Όσο ψηλότερα βρίσκεται το διαμέρισμα, συνήθως τόσο αυξάνεται και η τιμή του. Το ενδιαφέρον μονοπολεί η αναζήτηση πρόσβασης στην πολυπόθητη θέα. Η καλύτερη “όραση” του αττικού τοπίου είναι κύριο μέλημα.Άλλωστε “για τον Γιαννόπουλο η αντίληψη του αττικού τοπίου είναι μια υπόθεση βλέμματος”[28] . Και αυτό αποδεικνύεται έμπρακτα από το γεγονός ότι κάθε κατοικία αξιολογείται σε σχέση με τη θέση της απέναντι στο αττικό τοπίο. Ιδιαίτερες πολυτέλειες όπως θέα στη θάλασσα, στην Ακρόπολη ή θέα πράσινο κατατάσσουν αυτομάτως τα διαμερίσματα στα περιζήτητα . Άλλοτε ο συντάκτης της αγγελίας τονίζει ως προσόν

[28]Πάνος Δραγώνας,“Μετασχηματισμοί του αττικού τοπίου”, Αρχιτεκτονικά θέματα 39 / 2005


-οδηγός βλέμματος-

την “απεριόριστη θέα” χωρίς να διευκρινίζει κάποιο συγκεκριμένο “αξιοθέατο”. Αυτό θα μπορούσε να λειτουργεί ακόμη και ως παγίδα. Γνωρίζοντας το αδύνατο σημείο των αγοραστών οι πωλητές προσπαθούν να τους δελεάσουν.Ακόμη όμως κι αν δε γίνεται συγκεκριμένη μνεία στη θέα, σίγουρα τονίζεται η ύπαρξη μπαλκονιού όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Αυτό αμέσως χαρίζει στον αναγνώστη της αγγελίας την ασφάλεια πως σίγουρα θα έχει τη δυνατότητα να δεί κάτι από την κατοικία του, ακόμη κι αν αυτό είναι το μπαλκόνι των απέναντι. -η υποχώρηση, το ρετιρέ-

Άλλωστε η πολυκατοικία είναι δομημένη έτσι ώστε να χαρίζει το προνόμιο της ιδανικής θέας στους λίγους. Οι περισσότεροι από τους ενοίκους αρκούνται στην ύπαρξη του μπαλκονιού και στις ευκαιρίες που τους παρέχονται μέσω αυτού.

94




03 η κατοικία, το “πίσω” μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος



03 η κατοικία,

το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος


-οδηγός βλέμματος-

-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος100


-οδηγός βλέμματος-

-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος-

ΤΟ “ΑΟΡΑΤΟ” ΜΠΑΛΚΟΝΙ

101

“Ζούμε στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας. Κι εγώ τώρα κάθουμαι σε πολυκατοικία. Έχω ένα εσωτερικό δυάρι στον τρίτο όροφο. Εσωτερικά τα λένε τώρα τα διαμερίσματα που δεν βλέπουν στο δρόμο αλλά στην αυλή, μα και η αυλή πια δεν λέγεται αυλή αλλά ακάλυπτος χώρος.”[...] “Αυτός ο ακάλυπτος χώρος πηγαίνει σε βάθος, και από τις δύο πλευρές του είναι χτισμένες άλλες δυο πολυκατοικίες. Στο βάθος δεν έχει δυστυχώς διέξοδο αλλά μια πολυκατοικία φράζει το χώρο και δημιουργεί μια σούδα. Δηλαδή είμαστε ένα συγκρότημα από εφτά πολυκατοικίες.”[29] Τα παραπάνω περιγράφει η Μαρία Ιορδανίδου στο βιβλίο “η αυλή μας” το οποίο εκδίδεται για πρώτη φορά το 1961 μόλις 44 χρόνια μετά την ανοικοδόμηση της πρώτης πολυκατοικίας της Αθήνας, στις οδούς Φιλελλήνων και Όθωνος το 1917. Ωστόσο έναν αιώνα μετά την ανέγερση της πρώτης πολυόροφης οικοδομής και 57 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου στο οποίο διαβάζουμε σκέψεις και τα βιώματα της Ιορδανίδου, μιας τυχαίας κατοίκου της τότε Αθήνας, τα πράγματα δε μοιάζουν να διαφέρουν πολύ. “Υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του οικοπέδου είναι ο χώρος που αφήνεται ακάλυπτος για να μην υπάρχει υπέρβαση του ποσοστού κάλυψης ή του συντελεστή δόμησης που ισχύει στην περιοχή” όπως ορίζεται από τον ΓΟΚ. Συμπεραίνουμε λοιπόν,πως είναι ένας χώρος ο οποίος νομοθετικά δεν κτίζεται. Οι ακάλυπτοι χώροι που εσωκλείονται στις πολυκατοικίες των αστικών κέντρων για τους περισσότερους από τους

[29]Μαρία Ιορδανίδου, “Η αυλή μας” ,1961


-οδηγός βλέμματος-

Ο χώρος αυτός μερικές φορές ανήκει σε έναν. Άλλες μπορεί να τον μοιράζονται δύο ή ακόμη και περισσότερες πολυκατοικίες. Συνήθως όμως δεν τον χρησιμοποιεί κανείς.Παραμένει ένα κομμάτι άγνωστο όπου συχνά οι περισσότεροι από τους ενοίκους δεν γνωρίζουν ούτε τον τρόπο να εισέλθουν. “Κι όμως έχουν ήδη γίνει, έστω σποραδικά, νύξεις για τη μυστηριακή ατμόσφαιρα του «ατημέλητου» και «ασχεδίαστου» ακάλυπτου, με την επιλεκτική απόκρυψη της «ζωής των άλλων» σε διπλανά ή απέναντι διαμερίσματα. Ακόμα και για την «αλήθεια» που αναδύεται από τους λερούς τοίχους, τα εγκαταλειμμένα αντικείμενα σε μπαλκόνια ή όσα μισοκρύβονται πίσω από κουρτίνες που ανεμίζουν σε αντικριστά διαμερίσματα.”[30] Αυτό που οι περισσότεροι από τους ενοίκους δεν συνειδητοποιούν είναι πως στην πραγματικότητα έχουν καθημερινά “πρόσβαση” στον ακάλυπτο χώρο, το είδος όμως αυτής της πρόσβασης διαφέρει απο το τετριμμένο. Αυτή επιτυγχάνεται μέσω των πίσω μπαλκονιών και δεν αποτελείται αποκλειστικά από τη φυσική παρουσία των ενοίκων σε αυτό που ονομάζουμε ακάλυπτο χώρο.

[30]Δημήτρης Φιλιππίδης,“Πολυκατοικίες”, “Made in Athens | 13η διεθνής έκθεση

αρχιτεκτονικής”, σελ. 224

-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος-

κατοίκους των πολυκατοκιών δεν παίζουν κανέναν απολύτως ρόλο. Η μόνη χρησιμότητά τους είναι το να παρέχουν φυσικό φωτισμό και αερισμό σε πολλά από τα διαμερίσματα της κάθε πολυκατοικίας.

102


-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος-

-οδηγός βλέμματος-

103

Με μία έξοδο στο πίσω μπαλκόνι μιας οποιασδήποτε αθηναϊκής πολυκατοικίας ενεργοποιούνται όλες οι αισθήσεις του ενοίκου. “Όταν ήρθαμε σε αυτό το σπίτι το πρώτο πράμα που πήρε το ματι μου σαν βγήκα στο μπαλκονι ήταν το αντικρινό μπαλκονάκι , που το είχαν περιτριγυρισμένο με σύρμα ως απάνω και έμοιαζε με κοτέτσι ή κλουβί άγριου ζώου. Μέσα σ΄αυτό το κλουβί τριγύριζε σαν φυλακισμένο αγριμάκι ένα παιδί κάπου τριών χρονών. Σε μια γωνιά του μπαλκονιού ήταν στοιβαγμένα καταγής παιχνίδια.[...]Εκτός από το δράμα του παιδιού απέναντι το μπαλκόνι μου έχει αρχίσει να με διασκεδάζει. Έχω την εντύπωση πως βρίσκουμαι σε θεωρείο κουκλοθέατρου. Σωστή μαριονέτα, Κάθε παράθυρο, ή μάλλον κάθε μπαλκονόπορτα, είναι και μία σκηνή.”[31] Κυρίαρχο ρόλο παίζει πάντοτε η όραση, η οποία επιτρέπει στον κάθε ένοικο να εισβάλλει με το βλέμμα του σε ένα μικρό ή μεγάλο μέρος της ιδιωτικής ζωής του γείτονα του ανάλογα πάντοτε με το βαθμό στον οποίο εκείνος του το επιτρέπει. Η κλίμακα στην οποία επιτρέπεται η “εισβολή”ενός οποιουδήποτε βλέμματος στην ιδιωτική ζωή ενός ενοίκου εξαρτάται από τρείς παράγοντες: α) τη γεωγραφική θέση του μπαλκονιού σε σχέση με το δικό μας , β)τη συχνότητα εξόδου του ενοίκου στο μπαλκόνι και γ) το πόσο συχνά ο κάτοχος ενός μπαλκονιού ανοίγει την μπαλκονόπορτά του.

Εκτός όμως από την όραση ο Αθηναίος μπορεί να συλλέξει

[31] Μαρία Ιορδανίδου, “Η αυλή μας” ,1961


-οδηγός βλέμματος-

Και ίσως δεν είναι τυχαίο οτι κάποιος μπορεί να γίνει συλλέκτης τέτοιον πληροφοριών και σπάνιων στιγμών κυρίως από το πίσω μπαλκόνι. Ακόμη και το περιεχόμενο αυτού του μπαλκονιού διαφέρει από εκείνο του μπαλκονιού της “καλής” όψης. Απομακρυσμένο από το δρόμο κάνει τον ένοικο να ζεί στην ψευδαίσθηση πως είναι ταυτόχρονα απαλαγμένο από τα αδιάκριτα βλέμματα, κι έτσι δεν διστάζει να συλλέξει σε αυτό παντώς τύπου αντικείμενα που δεν είχαν την απαιτούμενη κατα την κρίση του αισθητική για να σταθούν περίτρανα στην όψη του δρόμου. Το πίσω μπαλκόνι θα μπορούσε εύκολα να κατέχει τον τίτλο του ειλικρινούς μπαλκονιού. Για τους λιγότερο τολμηρούς αυτούς που δίστασαν να εκδηλωθούν στο μπροστά μπαλκόνι και του φόρεσαν τη μάσκα του καθωσπρεπισμού αποτελεί μία ανάσα από την υποκριτικότητα της καλής τους όψης. Ελεύθερα συλλέγουν σε αυτό τα “άχρηστα” αντικείμενα που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να αποθηκευτούν ούτε καν στο εσωτερικό του διαμερίσματος. Οι ένοικοι φαίνεται να έχουν τη λανθασμένη αίσθηση πως το πίσω μπαλκόνι τους προσφέρει κάποιας μορφής προστασία.Με μία γρήγορη ματιά στην αραδιασμένη “πραμάτια” κάθε ενοίκου συμπεραίνουμε οτι διακατέχεται από έναν

-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος-

πληροφορίες για τους γύρω του θέλοντας ή μη, όντας απλώς κάτοικος μιας πολυκατοικίας. Ο χώρος του ακαλύπτου αποτελεί τον κατεξοχήν χώρο συλλογής των ήχων που παράγονται στο συγκρότημα πολυκατοικιών οι οποίες τον μοιράζονται. Έτσι σε λίγη μόνον ώρα είναι πιθανό ένας ένοικος να γνωρίζει για την απόλυση , το γάμο, το ατύχημα, την προαγωγή ή την ερωτική ζωή του γείτονα του χωρίς καν να τον βλέπει, παρά μόνον ακούγοντάς τον από το πίσω μπαλκόνι.

104


-η κατοικία, το πίσω μπαλκόνι και ο ακάλυπτος χώρος-

-οδηγός βλέμματος-

αυθορμητισμό, μιά αίσθηση πως το πίσω μπαλκόνι είναι καλά καμουφλαρισμένο πίσω από μία κλειστή αυλαία η οποία όμως παραμένει κλειστή μόνο στη φαντασία του ιδιοκτήτη.

105



04 θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία



04

θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία


-οδηγός βλέμματος-

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία110


-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

-οδηγός βλέμματος-

111

“Καθώς τη χαίρομαι με βίαιη ηδονή, αναρωτιέμαι που τάχα να έχει την πηγή της η απόλαυση της “θέασης του συνόλου” , όταν βλέπεις από ψηλά , όταν ολοποιείς το πλέον άμετρο από τα ανθρώπινα κείμενα. [...] Όποιος ανέβει εκεί ψηλά , βγαίνει από τη μάζα που συμπαρασύρει και ανακατεύει μέσα της οποιαδήποτε ταυτότητα δημιουργού ή θεατή. [...] Η ανύψωση του τον μετατρέπει σε ηδονοβλεψία. Τον τοποθετεί σε απόσταση. Μεταβάλλει σε κείμενο που απλώνεται μπροστά του, κάτω από το βλέμμα του , τον κόσμο που τον είχε μαγεμένο, “κατακυριευμένο”. Του επιτρέπει να τον διαβάσει, να είναι ένας ηλιακός Οφθαλμός, ένα βλέμμα θεού. Έξαρση σκοπικής και γνωστής ενόρμησης. Να μην είσαι τίποτ’ άλλο πέρα απο τούτο το βλέπον σημείο, αυτή είναι η μυθοπλασία της γνώσης. [...] Η επιθυμία του ανθρώπου να δει την πόλη γεννήθηκε προτού αποκτήσει τα μάτια για να την ικανοποιήσει. Οι πίνακες του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης απεικονίζουν την πόλη όπως τη βλέπει σε προοπτική ένα μάτι που ποτέ δεν έχει υπάρξει ακόμη.[...] Η ίδια σκοπική ενόρμηση κατατρύχει τους χρήστες των αρχιτεκτονικών παραγωγών, οι οποίες υλοποιούν σήμερα την ουτοπία που παλαιότερα απλώς ζωγραφιζόταν.” [32] Στα δεδομένα της αθηναϊκής πραγματικότητας, σχεδόν σε κάθε έναν από τους κατοίκους της πόλης, δίνεται η

[32] De Certeau Michel, “L’invention du quotidien”,Gallimard, 1990


-οδηγός βλέμματος-

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

“Όποιος ανέβει εκεί ψηλά , βγαίνει από τη μάζα που συμπαρασύρει και ανακατεύει μέσα της οποιαδήποτε ταυτότητα δημιουργού ή θεατή. [...] Η ανύψωση του τον μετατρέπει σε ηδονοβλεψία. Τον τοποθετεί σε απόσταση. Μεταβάλλει σε κείμενο που απλώνεται μπροστά του, κάτω από το βλέμμα του , τον κόσμο που τον είχε μαγεμένο, κατακυριευμένο.”

112

”“The practise of everyday life”, Michel de Certeau


-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

-οδηγός βλέμματος-

113

δυνατότητα να πάρει το ρόλο αυτού του ηδονοβλεψία θεού. “Η ληξιαρχική πράξη γέννησης της αθηναϊκής πολυκατοικίας είναι ο περίφημος νόμος 3741 του 1929 περί οριζοντίου ιδιοκτησίας. Επέτρεπε την ανάπτυξη καθ’ ύψος, σε μια εποχή που η Αθήνα είχε να αντιμετωπίσει οξύ οικιστικό πρόβλημα.Η πολυκατοικια, το καμάρι του λειτουργισμού, που πύκνωσε τον χώρο, γέμισε το κενό, στέγασε ορφανές ανάγκες και δημιούργησε νέες, έφερε κοντά ανθρώπους άγνωστους μεταξύ τους και τους έκανε απρόθυμους γείτονες, που έκτοτε φτιάχνουν ή δεν φτιάχνουν σχέσεις εκεί όπου είναι αναγκασμένοι να υπάρξουν παράλληλα και ενίοτε να συναντηθούν, είναι η βασική ύλη της πόλης. Το βασικό της στοιχείο.”[33] Αυτομάτως λοιπόν ο αριθμός των κατοικιών αρχίζει να μεγαλώνει , ο κάτοικος ανεβαίνει όλο και ψηλότερα. Το πολυπόθητο σημείο που τον θέτει σε προνομιακή θέση είναι πλέον κομμάτι της κατοικίας του. Στο μπαλκόνι συμβαίνει η μεταμόρφωση του ενοίκου στο μάτι που τα βλέπει όλα θέλοντας ή μη. O Georges Bataille στο βιβλίο του “η ιστορία του ματιού” γράφει αυτά που πολλοί θεωρούν πως δε θα έπρεπε να γραφτούν ενώ την ίδια στιγμή οι ήρωες του βλέπουν εκείνα που δε θα έπρεπε να δούν. Κάποιοι από αυτούς αντιδρούν, κάποιοι απολαμβάνουν να παραμένουν σιωπηλοί παρατηρητές ,τη στιγμή που άλλοι εθελοτυφλούν. Βρίσκονται μπροστα στο “σοκαριστηκό” θέαμα αλλά επιλέγουν να μην το δούν. Οι άνθρωποί κοιτούν ή κοιτούν αλλού, και με αυτό τον τρόπο αποκτούν επίγνωση των αντιφατικών παρορμήσεων τους. Κάθε θεατής έχει τα δικά του όρια , κι όταν ενστικτωδώς αποστρέφει το βλέμμα του, μαθαίνουμε ποιά ακριβώς είναι αυτά

[33]Νίκος Βράντσης, “Τι είναι μια πολυκατοικία;”


-οδηγός βλέμματος-

Οι κάτοικοι της ελληνικής μεγαλούπολης, είναι μόνιμοι θεατές ενός θεάματος που καθημερινά τους επιβάλλεται. Η μπαλκονόπορτά τους, ορίζει ενα σταθερό κάδρο στο οποίο μέρα με τη μέρα τα δρώμενα αλλάζουν. Ένα βήμα μετά την μπαλκονόπορτα, στον εξώστη το κάδρο χάνεται και μπροστά στο θεατή ξεχύνεται ένα εύρος επιλογών προς παρακολούθηση. Πολυκατοικίες στη σειρά, με μπαλκόνια τα οποία κάθε πρωί ( ή και βράδυ) ανοίγουν αυλαία για μια νέα παράσταση – ίσως όμοια-μα ποτέ ίδια με τη χθεσινή, και δρόμοι με περαστικούς, περιπλανώμενους με αιτία ή χωρίς, με μοναχικούς, με παρέες, μικρούς θιάσους πεζούς, ή ταχύτερα κινούμενους σε δίτροχα ή τετράτροχα. Αυτό το μάτι “που τα πάντα ορά” γίνεται ο καθένας από εμάς που έχει στη διάθεση του κατοικία με μπαλκόνι. Βλέποντας την πόλη, τη γειτονιά, το δρόμο από ψηλά γίνεσαι μάρτυρας πολλών παράλληλων ιστοριών, μα την ίδια στιγμή είσαι πρωταγωνιστής της δικής σου ιστορίας. Σύμφωνα με τον Sigmund Freud “Στην έρευνα ενός ζέυγους αντιθέτων, των ενορμήσεων που έχουν

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

τα όρια. Η κατοίκηση στην αθηναϊκή γειτονιά χαρακτηρίζεται από πολλές ιδιότητες. Πρωταγωνιστής αυτών των ιδιοτήτων το βλέμμα. Κοιτώ και με κοιτάζουν, έτσι εκτυλίσσεται η ζωή στην Αθήνα. Όργανο διεκπαιρέωσης του πρωταγωνιστικού διπτύχου ενεργειών, οι εξώστες.

114


-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

-οδηγός βλέμματος-

115

ως στόχο την παρατήρηση και την αυτοεπίδειξη του εαυτού (ηδονοβλεψία και επιδειξιομανία στη γλωσσα των διαστροφών), προτείνουμε τα εξής στάδια: α) την παρατήρηση ως ενεργή δραστηριότητα που κατευθύνετσι ως ένα ξένο αντικείμενο, β) την εγκατάλειψη του αντικειμένου και τη στροφή της ηδονοβλεπτικής ενόρμησης σε ένα σημείο του ίδιου του σώματος του υποκειμένου, δηλαδή τη μεταστροφή στην παθητικότητα και τον ορισμό ενός νέου στόχου: “να με βλέπουν”.[34] Συμπεραίνουμε λοιπόν πως ο ένοικος - συνειδητά ή ασυνείδητα - βγαίνει στο μπαλκόνι όχι μόνο για να δεί μα επίσης για να τον δούν. Έτσι λοιπόν,ο κάτοικος ηδονοβλεψίας μετατρέπεται στο αντικείμενο προς παρατήρηση για τον ηδονοβλεψία του γειτονικού μπαλκονιού. Ζούμε σε μια πόλη γεμάτη ηδονοβλεψίες, θεάματα, πονηρά ή αθώα βλέμματα. Βλέμματα που κοιτάνε με αποστροφή κι άλλα που το ακραίο το βλέπουν σύνηθες. Η οικειότητα έχει μετατρέψει τους Αθηναίους σε ηδονοβλεψίες και επιδειξιομανείς χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται. Οι σιλουέτες μέσα από τα κλειστά τζάμια, το “αράδιασμα” της ιδιωτικής ζωής του καθενός από εμας στα μπαλκόνια, καλεί τους κατοίκους αυτής της πόλης σε ένα “κρυφό” παιχνίδι βλεμμάτων και σκέψεων, πιο φανερό από κάθε άλλο.

[34] Freud Sigmund, “Ενορμήσεις και ορμικά πεπρωμένα”, ελληνική παιδεία


-οδηγός βλέμματος-

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία116

Γιώργης Γερόλυμπος / Athens Spread 2012


-οδηγός βλέμματος-

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

ΑΘΗΝΑ BY NIGHT

117

Το φως και το σκοτάδι ανέκαθεν υπήρξαν ένα δίδυμο με πολλές αντιθέσεις, μα πάντοτε παραμένουν απαραίτητα το ένα για το άλλο. Κάπως έτσι και οι αφηγήσεις που συνθέτει το βλέμμα διαφέρουν υπό συνθήκες ημέρας και νύχτας, παρόλο που ξεδιπλώνονται στο ίδιο πλαίσιο. Ο αστικός ιστός της Αθήνας αν και μορφολογικά ίδιος διαφέρει αρκετά με την παρέλευση του εικοσιτετραώρου. Η πόλη ησυχάζει μα κάθε της “κίνηση” φαίνεται πια εντονότερη χάρη στις φωτεινές πηγές που μαρτυρούν πως η Αθήνα παραμένει ζωντανή ακόμη και στο σκοτάδι. Κάθε ενέργεια οποιουδήποτε ένοικου στη διάρκεια της νύχτας “φωτίζεται”. ΄Οπως ήδη έχει αναφερθεί, ο βίος στην πολυκατοικία είναι η συνύπαρξη παράλληλων ζωών,συνεπώς και ταυτόχρονων ενεργειών. Κάπως έτσι όλες αυτές οι ενέργειες δημιουργούν ένα δικό τους ρυθμό. Αυτός λοιπόν ο ρυθμός δε θα μπορούσε να μην συναντάται και στο μοτίβο της μάσκας των μπαλκονιών. Στη διάρκεια της νύχτας η έξοδος στο μπαλκόνι σηματοδοτείται με το πάτημα ενός διακόπτη. Τότε το μπαλκόνι μετατρέπεται σε μια φωτεινή σκηνή έτοιμη να παρουσιάσει και πάλι αυτή τη φορά υπό άλλες συνθήκες το θέαμα της. Οι θεατές της μπορεί να είναι λιγότεροι μα σίγουρα πιο επικεντρωμένοι στην προσεκτική παρατήρηση του θεάματος χάρη στο φωτισμό, ο οποίος τους επιτρέπει συνειδητά η μη να το εντοπίσουν ευκολότερα. Η πόλη γεμίζει από μή στατικά, φωτεινά μέτωπα, με σκηνές που ανοίγουν και κλείνουν την αυλαία τους. Κάθε φορά το φώς που θα φωτίσει ή θα βυθίσει στο σκοτάδι ένα μπαλκόνι είναι έκπληξη για τον παρατηρητή. Φυσικά σε δεύτερη ανάγνωση, κι έπειτα από το μέτωπο των μπαλκονιών εμφανίζονται επιμέρους


-οδηγός βλέμματος-

φωτεινές πηγές που προέρχονται από το εσωτερικό της κατοικίας.Αυτές κάνουν ευκολότερη την παράδοση της ιδιωτικής ζωής του ενοίκου σε δημόσια θέα, συνήθως χάρη σε ένα ανοιχτό παντζούρι. -θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

Με το κλείσιμο όμως αυτού του παντζουριού ο πρωταγωνιστικός ρόλος επιστρέφει και πάλι στο μπαλκόνι. Άλλωστε πάντοτε διατηρούσαν μια ιδιαίτερη σχέση με παντώς είδους φωτεινές πηγές, ικανές να τα κάνουν να δηλώσουν το παρόν και να εντυπωσιάσουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο στολισμός των Χριστουγέννων. Φαίνεται τελικά πως οι αλλαγές που συμβαίνουν σε ένα μπαλκόνι από τον ένοικό του είναι άρρικτα συνδεδεμένες με το χρόνο. Μόλις πέσει το σούρουπο έχει έρθει η ώρα να ανεβάσει την τέντα του, όταν σκοτεινιάσει τελείως θα ανάψει τα φώτα, κι ίσως οι πιο ρομαντικοί και μερικά κεριά, το καλοκαίρι θα γυρίσει την οθόνη της τηλεόρασης και θα παρακολουθεί από το μπαλκόνι μετατρέποντας της σε ένα αυτοσχέδια προσωπικό θερινό σινεμά, θα βγάλει το τραπέζι και τις καρέκλες έξω μιας και τα χρησιμοποιεί κάθε μέρα.Το χειμώνα θα το διακοσμήσει με χριστουγεννιάτικα φώτα και στολίδια, ενώ οι καρέκλες θα μειωθούν ή θα εξαφανιστούν μιάς και ο καιρός πλέον δεν επιτρέπει στον ίδιο βαθμό ανέμελες συζητήσεις στο μπαλκόνι, τη θέση τους θα πάρουν πιθανά τα ξύλα για το τζάκι. Οι ώρες, οι μέρες, οι επόχες που περνούν όλα παίζουν το δικό τους ρόλο ώστε το μπαλκόνι να κάνει το δικό του κύκλο σε αυτά άλλωτε με μεταβολές και άλλωτε όχι.

118


-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

-οδηγός βλέμματος-

Από την κλίμακα της πολυκατοικίας και πολλές φορές και αυτή του δρόμου στη διάρκεια της νύχτας ο παρατηρητής συλλέγει εύκολα πληροφορίες, “κλέβει” λίγο λίγο, την ιδιωτικότητα του άλλου μιας και δε χρειάζεται να καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε να εντοπίσει τις φωτισμένες κατοικίες. Μια νυχτερινή περιπλάνηση στο Λυκαβηττό με σκοπό την παρατήρηση του αττικού τοπίου, σε μετατρέπει στον “ένα” απέναντι στο σύνολο. Αυτό το σύνολο αποτελείται από φωτεινές πηγές · τα κινούμενα φωτα των αμαξιών, τα φώτα της κατοικίας που φαίνονται μέσω των παραθύρων και τελικά τα φώτα των μπαλκονιών. Το μοτίβο τους είναι απρόβλεπτο. Στα φώτα των μπαλκονιών που αναβοσβήνουν, η πόλη μας χαρίζει απλόχερα όλα της τα μυστικά · αποκαλύπτει τον ¨παλμό” της, έναν παλμό που προέρχεται από τον καθημερινό βίο των κατοίκων της στη διάρκεια της νύχτας.

119



05 η τομή


-οδηγός βλέμματος-

-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία122


-θέαση, θέαμα, ηδονοβλεψία, επιδειξιομανία-

-οδηγός βλέμματος-

123


-οδηγός βλέμματος-


-οδηγός βλέμματος-

-η τομή-

Η ΤΟΜΗ

125

Η παραπάνω τομή αποτέλεσε το βασικό εργαλείο για τη σταδιακή εστίαση στα μέρη της πολυκατοικίας και την εξέταση των σχέσεων που αναπτύσσονται σε αυτήν. Μετά την παρουσίαση των επιμέρους σχέσεων, το πάζλ συμπληρώνεται και μπροστά μας έχουμε πλέον τη συνόλική εικόνα ενός υποθετικού οικοδομικού τετραγώνου της Αθήνας. Ζωηρά εσωτερικά και εξωτερικά τμήματα της κατοικίας εναλλάσσονται με απολύτως άδεια και ανεπεξέργαστα τμήματα. Προσεγμένα μπροστά μπαλκόνια δημιουργούν ένα ενδιάμεσο μέτωπο επικοινωνίας μεταξύ κατοικίας και πόλης ενώ υπερφορτωμένα με παντώς είδους άχρηστα αντικείμενα, πίσω μπαλκόνια διαμορφώνουν μια ιδιαίτερου τύπου κρυφή αυλή άδεια μα την ίδια στιγμή γεμάτη ζωή. Τα ρετιρέ που παίζουν κρυφτό με τους περαστικούς διαμορφώνουν κατοικίες προαστιακού χαρακτήρα. Τα ισόγεια που στερούνται της θέασης από ψηλά συνήθως είναι διαμορφωμένα ως χώροι εστίασης ή εμπορικά καταστήματα. Σίγουρα δεν αποτελούν το κατάλληλο μέρος για τους ηδονοβλεψίες της πόλης μας, μιας και επιτρέπουν την οπτική πρόσβαση μόνο στο δρόμο. Γι’ αυτούς προσφέρονται ως ιδανικοί οι ψηλότεροι όροφοι, καθένας από τους οποίους διαθέτει ένα δικό του “παρατηρητήριο”, το μπαλκόνι.


“ ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη ”



-οδηγός βλέμματος-

“στην πολυκατοικία”


-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

129

O George Perec με την καταναγκαστική προσήλωση σε ανεξάντλητα ταξινομικά διαβήματα για τον κόσμο που τον περιβάλλει προσφέρεται ως το , μάλλον, αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα έργου που με εμμονικό τρόπο επιχειρεί συνεχείς απογραφές και ταξινομήσεις προσφέροντας λίστες, πίνακες, χρονολόγια και καταλόγους των αντικειμένων και των χωρικών στοιχείων, εντός των οποίων ζεί. Στο βιβλίο “Χορείες χώρων”, “τεμαχίζει” την καθημερινότητα σε “ωρολογιακές φέτες”, όπως ο ίδιος αναφέρει. Κάπως έτσι δημιουργεί μια λίστα, φανταστικών υποκειμένων που ζουν ένα φανταστικό εικοσιτετράωρο, στους χώρους του διαμερίσματος. ΄Ομοια πρακτική ακολουθείται σε αυτή την ερευνητική εργασία, για την περιγραφεί του βίου σε μία πολυκατοικία της Αθήνας, με επίκεντρο αυτή τη φορά το χώρο του εξώστη. Μόνη διαφορά με το εικοσιτετράωρο του Perec είναι πως το υποκείμενο μας, οι δραστηριότητες του κι όλα τα πρόσωπα της ιστορίας μας είναι πέρα για πέρα αληθινά. Παρακάτω ακολουθεί λοιπόν ένα απόσπασμα του εικοσιτετραώρου του δικού μας αφηγητή, όπως αυτός το βιώνει στην ελληνική πολυκατοικία, με πρωταγωνιστή πάντα το χώρο του μπαλκονιού.


-οδηγός βλέμματος-

-ο

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

“οι καθημερινές δραστηριότητες αντιστοιχούν σε ωρολογιακές φέτες, και σε κάθε ωρολογιακή φέτα αντιστοιχεί κι ένα απ’ τα δωμάτια του διαμερίσματος. Δίνω ένα πρόχειρο παράδειγμα:”

130

”Χορείες χώρων”, George Perec


-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

131


-οδηγός βλέμματος-

-ο

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη132


-οδηγός βλέμματος-

-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ

133

09.00

Ξυπναω. Σηκώνομαι απο το κρεβάτι , ανοίγω το πατζούρι.

κρεβατοκάμαρα

09.15 09.20

Φτιάχνω τον καφέ μου στην κουζίνα και κάθομαι να τον απολαύσω άλλοτε στην καρέκλα δίπλα στην μπαλκονόπορτα κι όταν ο καιρός μου το επιτρέπει έξω, στο μπαλκόνι . Πάντα μ’ άρεσε να το κάνω αυτό. Απο μικρή στο μπαλκόνι περνούσα τα πρωινά που δεν είχα σχολείο. Έμενε και η καλύτερη μου φίλη η Δ απέναντι. Παίζαμε απο απόσταση. Άλλωστε δεν ήταν και τόσο μεγάλη, μόνο μερικά μέτρα δρόμος μας χώριζε. Τίποτα το σημαντικό. Σ’ αυτά τα μπαλκόνια μεγαλώσαμε. Κι αργότερα ήμουν απο τους τυχερούς που κατάφεραν να εξασφαλίσουν φοιτητικό σπίτι, “ευάρο, ευήλιο και με μεγάλο μπαλκόνι” όπως με μεγάλη γλαφυρότητα το περιέγραφε η αγγελία μέσα απο την οποία το εντόπισα. Απολαμβάνω να βλέπω το ξύπνημα της πόλης.

κουζίνα

μπαλκόνι


-οδηγός βλέμματος-

-ο

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

09.45

Κάθομαι για λίγο και παρατηρώ κάθε πατζούρι που ανοίγει μετά το δικό μου. Μοιάζει λες κι η κάθε κατοικία ανοίγει τα μάτια της με το πρόσταγμα του αγουροξυπνημένου ιδιοκτήτη. Κάποια είναι ήδη ανοιχτά πολύ πριν από τα δικά μου, κι άλλα πάλι που ανοίγουν πολύ αργότερα. Η κυρία Μ , πάντοτε ξύπνια απο τις πρώτες πρωινές ώρες. Την έχω προσέξει φορές που γυρνάω απο κάποιο ξενύχτι να απλώνει ρούχα, συνήθως κατσουφιασμένη. Μετά ξυπνάει εκείνος ο μυστήριος τύπος του 3ου ορόφου, ο Β. Κι είναι μυστήριος όχι για κανέναν άλλο λόγο, παραμόνο επειδή μένουμε στην ίδια πολυκατοικία και ποτέ δεν έτυχε να τον συνάντήσω. Γνωρίζω την ύπαρξή του μόνο επειδή τους καλοκαιρινούς μήνες τον ακούω που βγαίνει και παίζει κιθάρα στο μπαλκόνι. Τότε συνήθως η πάντα κατσουφιασμένη Μ απο απέναντι του φωνάζει με μανία “να σταματήσει επιτέλους, κι εκείνος μπαίνει μέσα και κατεβάζει νευριασμένος το πατζούρι.

134


-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

10.00

135

Απο το πατζούρι του είναι που καταλαβαίνω κι εγώ οτι ξύπνησε. Κάνει έναν χαρακτηριστικό ήχο. Είναι μάλλον χαλασμένο. Και μετά είναι η οικογένεια απέναντι. Όχι ακριβώς απέναντι δηλαδή, αλλά τους βλέπω. Παλαιότερα τους πετύχαινα πάντα στο μπαλκόνι , χειμώνα-καλοκαίρι, να παίρνουν το πρωινό τους. Από τότε όμως που απέκτησαν την μικρή Ε βγαίνουν πιο σπάνια, “ για να μην κρυώσει”. Εκείνοι μου το είπαν, τους είχα χαιρετήσει ένα πρωί και τους ρώτησα πού χάθηκαν. Είναι πολλοί ακόμη που έχω γνωρίσει από το σεργιάνι τους στο μπαλκόνι χωρίς να το ξέρουν.

10.10

Κάπου εδώ τρέχω πίσω στην κρεβατοκάμαρα να ετοιμαστώ στα γρήγορα, μιας και η πρωινή μου συνήθεια είναι αυτή που συνήθως καταφέρνει να με βάζει στη λίστα των αργοπορημένων.

κρεβατοκάμαρα

10.30

Βγαίνω απο το διαμέρισμα. Κλειδώ νω.

είσοδος διαμερίσματος


-οδηγός βλέμματος-

10.33

κλιμακοστάσιο

-ο

δρόμος

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

10.40

Κατεβαίνω γρήγορα τις σκάλες. Αυτή τη φορά καλημερίζω τους γείτονες που μπορεί να συναντήσω. Ναι, ακόμη και εκείνους που δε πολυσυμπαθώ. Δεν είμαι πιά στο μπαλκόνι , τώρα βγήκα από το σπίτι. Πρέπει να είμαι τυπική.

136


-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

-οδηγός βλέμματος-

137

Μετά το πέρας μερικών ωρών της ημέρας του υποκειμένου μας, το συναντάμε και πάλι, αυτή τη φορά περιπλανώμενο στην καρδιά του άστεως. Περπατά στους δρόμους της πόλης, και παρατηρεί τη ζωή της γειτονιάς στο επίπεδο των εξωστών. Με την έξοδο του από την πολυκατοικία, η μορφή της αφήγησης του υποκειμένου μας αλλάζει χαρακτήρα. Παύει να καταγράφει εμμονικά τις ώρες και τα μέρη. Βρίσκεται στο δρόμο και ως άλλος flaneur παρατηρεί, κρυφοκοιτάζει μα κυρίως απολαμβάνει την περιπλάνηση του.


-οδηγός βλέμματος-

“στο δρόμο”


-οδηγός βλέμματος-

ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ

-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

Η ώρα είναι ήδη 16.00 και επιστρέφω στο σπίτι επιλέγοντας όπως πάντα τη μακρύτερη διαδρομή. Συνεχίζω την αγαπημένη μου ενασχόληση, να προχορώ παρατηρώντας τα πάντα γύρω. Την προσοχή μου τραβάνε οι φωνές που ακούω.Ψάχνω μα δε βλέπω τον άνθρωπο από τον οποίο προέρχονται. Η απορία μου δεν αργεί να λυθεί. Στρέφοντας το βλέμμα μου λίγο ψηλότερα, βλέπω τον Χ και τον Δ να παίζουν στο μπαλκόνι του δευτέρου ορόφου κι όπως πάντα τη Ζ δίπλα τους άγρυπνο φρουρό. Καμιά φορά κυκλοφορεί ανάμεσα στα πόδια τους η Ε. Ξέρω μόνο πως είναι καφέ κ συνηθίζει να τρέχει αρκετά γρήγορα πέρα δόθε το μπαλκόνι. Ακούω το βηματισμό της. Μια δυο φορές έχω δει και το κεφάλι της που μεταβίας χωράει από τα κάγκελα, μα πάντα τα καταφέρνει να ελέγξει τουςπεραστικούς και να τους κατατάξει σε επικίνδυνους ή μη.

139

Η μόνιμη πρόκληση σε κάθε μου βόλτα είναι τα ρετιρέ. Εκεί τα πράγματα δυσκολεύουν.Αυτό το μόνιμο κρυφτό. Πάντα συμβαίνει αυτό με τις πολυκατοικίες. Οι ψηλότεροι όροφοι, που κάποιες φορές φέρνουν περισσότερο σε κρεμαστούς κήπους, σαλόνια ή γήπεδα ποδοσφαίρου για μικρά παιδιά, δε φαίνονται ποτέ. Είναι λες κι οι αυτοί οι ένοικοι είναι οι προστετευόμενοι της πολυκατοικίας. Σαν να υποχώρησε για να τους προφυλάξει απο κάτι περίεργους διαβάτες σαν εμένα.Έτσι λοπόν κάθε φορά που βλέπω την πολυκατοικία να υποχωρεί έχει έρθει η ώρα να να μαντέψω ποίος μπορεί να είναι αυτός ο μυστήριος μα την ίδια στιγμή τυχερός κάτοικος του


-οδηγός βλέμματος-

-ο

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη140


-οδηγός βλέμματος-

-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

ρετιρέ. Οφείλω να ομολογήσω βέβαια πως πολλές είναι οι φορές που δεν τα καταφέρνω. Να και το σήμα κατατεθέν της γειτονιάς, το λευκό σπίτι με το ρόζ κατάφυτο μπαλκόνι και την πάντα καλοντυμένη κυρία Μ να πλέκει ή να ποτίζει τα φυτά της. Με το που το συναντάω σημαίνει οτι σε δεκαεπτά βήματα ακριβώς θα βρίσκομαι στο κατώφλι του σπιτιού μου.

141

Ο περιπλανώμενος μας πρόκειται να συνεχίσει την περιήγηση του στην Αθήνα. Αυτή τη φορά επιλέγει την παρατήρηση της από ένα λόφο. Γίνεται για λίγο ένας “μικρός θεός”, όπως κάθε ένας από τους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω του και χαζεύουν το αττικό τοπίο απο το Λυκαβηττό. Ο αφηγητής επιχείρησε να αναγνώσει την πόλη από ψηλά, συλλογίστηκε και κατέγραψε τα συμπεράσματα και τις σκέψεις που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια μα και μετά από την τελευταία του περιπλάνηση.


-οδηγός βλέμματος-

“στο λόφο”


-οδηγός βλέμματος-

-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

ΣΤΟ ΛΟΦΟ Τις καλές μέρες, κυρίως τα Σαββατοκύριακα που το πρόγραμμά μου το επιτρέπει, μ αρέσει να κοιτάω απο ψηλά, όχι πλέον το δρόμο της γειτονιάς, μα ολόκληρη την πόλη. Έτσι φεύγω από το μπαλκόνι και επιλέγω να παρατηρήσω,να αφουγκραστώ και να ερμηνεύσω την Αθήνα από έναν λόφο. Οι λόφοι του αττικού τοπίου φαντάζουν βραχονησίδες στο ενιαίο στρώμα του τεχνητού περιβάλλοντος. Οι μόνες ασυνέχειες μέσα στη θάλασσα των πολυκατοικιών του αττικού τοπίου, προσφέρονται ως το μοναδικό τόσο εύκολα προσβάσιμο μέσο για παρατήρηση, για μία ιδιότυπη ανάγνωση της πόλης που χαρακτηρίζεται από αυτή την πυκνότητα, την υπερπληθώρα αντικειμένων, στοιχείων και χρωμάτων που συνθέτουν τελικά την Αθήνα.

143

Με μια γρήγορη ματιά από το Λυκαβηττό στην κτιστή κουβέρτα που απλώνεται μπροστά μου, την προσοχή μου τραβάνε τα χρώματα, οι υφές οι συλλογές που καθιστούν κάθε ένα από τα όμοια μεταξύ τους κτίσματα διαφορετικό. Η έκφραση του “λαού” της Αθήνας πραγματοποιείται μέσω τον μπαλκονιών. Και φτάνουμε τελικά στο σημείο όπου εκφράζουν την ταυτότητα μιας ολόκληρης πόλης. H Αθήνα εκτυλίσσεται σε τρία στρώματα, το πρώτο είναι αυτό του φυσικού τοπίου, το δεύτερο το κτιστό περιβάλλον της και το τρίτο και σημαντικότερο η πληροφορία που συσσωρεύουν οι κάτοικοι στα μπαλκόνια τους.


-οδηγός βλέμματος-

-ο

βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη144


-οδηγός βλέμματος-

-ο βίος στην Αθήνα · μια περιπλάνηση στην πόλη-

Ως παρατηρητής αυτών των αντικειμένων υπό την κλίμακα που τα τοποθετεί η μεγάλη απόσταση μου από αυτά, δεν μπορώ σχεδόν να αναγνωρίσω περι τίνος πρόκειται κάθε φορά.

145

Σε κάθε μπαλκόνι επικρατεί ένα χρώμα, αυτό της τέντας και ύστερα μπορώ μόνον να τα κατατάξω σε τρείς βασικές κατηγορίες. Άδεια, επιμελημένα και ασφυκτικά γεμάτα. Σίγουρα οι υποπεριπτώσεις ποικίλλουν μου φαίνεται όμως ιδιαιτέρως δύσκολο να τις εντοπίσω. Από αυτό το ύψος “διαβάζω” το ρυθμό της πόλης, εισόδους και εξόδους στα μπαλκόνια από άτομα χωρίς όνομα ή πρόσωπο. Καμία από τις ιστορίες αυτών των μπαλκονιών δεν είναι αρκετά γνώριμη μα ούτε τελείως άγνωστη. Η μικροκλίμακα πέφτει σαν πέπλο που σκεπάζει τις πολυκατοικίες χαρίζοντας μας τη δυνατότητα μιάς υπόθεσης για την πόλη και τους κατοίκους της. Η ιδιωτική ζωή του καθενός έρχεται να περικυκλώσει το δημόσιο βίο που συμβαίνει στους μποντιλιαρισμένους αυτοκινητοδρόμους και στα πολυσύχναστα ή μη στενά. Και είναι τελικά αυτή που έρχεται να δώσει ζωή και χαρακτήρα σε μια ολόκληρη πόλη.


-οδηγός βλέμματος-

ΕΠΙΛΟΓΟΣ Σε αυτή την ερευνητική εργασία επιχειρήθηκε η ανάγνωση της πόλης των Αθηνών, μέσω του κατεξοχήν σήματος κατατεθέν της, τα μπαλκόνια. Παραπάνω εντοπίσαμε το πως εκδηλώνεται ο καθημερινός βίος των Αθηναίων στους χώρους των εξωστών και πως ακριβώς αυτό είναι που τελικά χαρκτηρίζει και καθιστά ζωντανή μια ολόκληρη πόλη. Με όση επιτυχία κι αν φέραμε σε πέρας αυτή μας την αποστολή, σιγουρα ανακαλύψαμε ένα πολύ μικρό μέρος από αυτό που ονομάζουμε αττικό τοπίο.

Με την χρήση πια της “ειδικής” μου “όρασης” με σιγουριά μπορώ να υποστηρίξω πως οι εξώστες της Αθήνας φέρουν μέσα τους μια ολόκληρη πόλη. Για κάποιους μπορεί να αποτελούν μόνον ένα βασικό μορφολογικό στοιχείο της πολυκατοικίας, μα στην πραγματικότητα, μέσα τους κρύβουν την ίδια την ταυτότητα της Αθήνας, όντας το βασικό μέσο έκφρασης των κατοίκων της.“Παρά τη φαινομενική αδράνεια του κτιριακού αποθέματος,

[35] Τσιαμπάος Κώστας,Ο Πικιώνης και η ιστορική διαφορά, 2011

-επίλογος-

Κύριο μέλημα αυτής της έρευνας, είναι να κάνει αντιληπτό πως “ Η προσεκτική παρατήρηση μπορεί να φανερώσει αυτό που δεν φαίνεται άμεσα και να εξηγήσει πράγματα που σκόπιμα ή μη μένουν κρυμμένα και βουβά.“[35] Να καλέσει τον παρατηρητή να επιστρατεύσει την “ειδική του όραση”, που σε κανένα βαθμό δε σχετίζεται με το επιφανειακό βλέμμα, και να αναδιοργανώσει την εμπειρία δεδομένων πραγμάτων σχετικά με την πόλη.

146


-οδηγός βλέμματος-

-επίλογος-

η πόλη βρίσκεται σε δυναμική ισορροπία και άλλαζει συνεχώς”[36] , κι όλη αυτή η αλλαγή γίνεται αντιληπτή χάρη στο αράδιασμα του ιδιωτικού βίου του καθενός από εμάς στους εξώστες. Αναζητήσαμε όλη αυτή την εκδήλωση της ζωής στις περιοχές όπου πραγματοποιείται η κατοίκηση.Ένας τυχαίος κάτοικός της μεγαλούπολης περιπλανήθηκε σε αυτές , βίωσε τον αστικό ιστό ως περαστικός και ώς κάτοικος κι ύστερα διάβασε την πόλη έξω από αυτόν. ΄Ενας τυχαίος κάτοικος αυτής της πόλης είμαι και εγώ, που τυγχάνει να είμαι και ο αφηγητής αυτών των περιπλανήσεων.

147

Με το πέρας των διαδρομών μου αναγνωρίζω τα μπαλκόνια ως ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της Αθήνας. Οι εξώστες στέκουν αέναα στην θέση του. Γεμίζουν και αδειάζουν από κατοίκους, όνειρα, επιλογές και οράματα. Τα μπαλκόνια είναι αναμονές για μια αλλαγή που θα συμβεί σε αυτά και στην πόλη που αποτελούν. Δίνουν ζωή σε μια μάζα από άδεια κτήρια. Δηλώνουν την παρουσία των Αθηναίων, με τα χρώματα, τις υφές και την ποικιλία των συσσωρευμένων αντικειμένων. Στέκουν αγέρωχα και γεμάτα, επαναστατούν, και τάσσονται με τα χρώματα τους κατά του γκρίζου της πόλης, χαρίζοντάς της τελικά ζωντάνια και μοναδικότητα. Η Αθήνα δεν αποτελείται από κτήρια, αλλά από μπαλκόνια.

[36] Ντόρα Γαλάνη,“Μικρές Αθήνες. Ένα λιγότερο γνωστό πρόσωπο της ΕΑΧΑ”,Made in Athens


-οδηγός βλέμματος-

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ελληνική βιβλιογραφία Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (Γ.Ο.Κ.) | ΦΕΚ 140 Α’ Δραγώνας Πάνος, Σκιαδά Άννα | Ελληνική συμμετοχή στη 13η διεθνή αρχιτεκτονική έκθεση | La Biennale di Venezia | 2012 Made in Athens Ιορδανίδου Μαρία | Εστία | Αθήνα 2012 Η Αυλή μας

Κοτιώνης Ζήσης | Άγρα | Αθήνα 2006 Πες μου που είναι η Αθήνα Σταυρίδης Σταύρος | Ελληνικά Γράμματα | Αθήνα 2002 Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή Σταυρίδης Σταύρος | Στάχυ | Αθήνα 1999 Προς μία ανθρωπολογία του κατωφλιού Τσιαμπάος Κώστας | Ποταμός | Αθήνα 2010 Κατασκευές της όρασης, από τη θεωρία του Δοξιάδη στο έργο του Πικιώνη

-βιβλιογραφία-

Κωνσταντινίδης Άρης | ΠΕΚ (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) | Αθήνα, 2012 Για την Αρχιτεκτονική, δημοσιεύματα σε εφημερίδες, σε περιοδικά και σε βιβλία

148


-οδηγός βλέμματος-

-βιβλιογραφία-

Καβάφης Π. Κωνσταντίνος | Νάρκισσος | 2003 Άπαντα τα ποιήματα

149


-οδηγός βλέμματος-

Μεταφρασμένη βιβλιογραφία Bataille Georges (μτφ. Δημητριάδης Δημήτρης) | Gallimard | Γαλλία 1993 (μτφ. Άγρα 2009) L’histoire de l’œil (μτφ. Η ιστορία του ματιού) Calvino Italo (μτφ. Χρυσοστομίδης Ανταίος) | Giulio Einaudi ! Italy 1972 (μτφ. Καστανιώτης 2009) Le città invisibili (μτφ. Αόρατες πόλεις)

Kenneth Frampton (μτφ. Ανδρουλάκης Θόδωρος, Παγκάλου Μαρία) | Oxford University Press | 1980 (μτφ. θεμέλιο 2009) Modern architecture: A critical history (μτφ. Μοντέρνα αρχιτεκτονική: Ιστορία και κριτική) Freud Sigmund (μτφ. Μυλωνά Νίκη) | Εκδοσεις ελληνική παιδεία | Germany 1915 Triebe und triebschicksale (μτφ. Ενορμήσεις και ορμικά πεπρωμένα) Freud Sigmund (μτφ. Λεωνίση Σοφία) | Άγρα | Αθήνα 2016 The Sexual Aberrations (μτφ. Καθημερινές σεξουαλικές διαστροφές)

-βιβλιογραφία-

De Certeau Michel (μτφ. Καψαμπέλη Κική) | Gallimard | Γαλλία1990 (μτφ. Σμιλή 2010) L’invention du quotidien (μτφ. Επινοώντας την καθημερινή πρακτική)

150


-οδηγός βλέμματος-

Perec George (μτφ. Κυριακίδης Αχιλλέας) | Galilee | Γαλλία 1974 (μτφ. Ύψιλον 2000) Especes d’ espaces (μτφ. Χορείες χώρων)

-βιβλιογραφία-

Poe Edgar Alan (μτφ. Κατερίνα Σχίνα) | Wiley and Putnam | New York1845 (μτφ. Μεταλιχμιο 2013) The Raven and Other Poems (μτφ. 21 ισορίες και “το κοράκι”)

151


-οδηγός βλέμματος-

Ξένη βιβλιογραφία Colomina Beatriz | MIT Press Cambridge, Massachussets, London 1994 Privacy and publicity, Modern architecture as mass Media Crary Jonathan | MIT Press Cambridge, Massachussets, London 1994 Techniques of the observer

-βιβλιογραφία-

Le Corbusier | MIT Press Cambridge, Massachussets, London, 1991 Precisions on the present state of architecture and city planning

152


-οδηγός βλέμματος-

Αρθογραφία Αγγελιδάκης Ανδρέας | Δομές 67/2008 Η μπαλκονοποίηση της ελληνικής πόλης Αντονάς Αριστείδης | Αρχιτεκτονικά θέματα 28 / 2004 Η εικόνα που κρύβει ό,τι παρουσιάζει. Το αττικό τοπίο και η φαντασίωση της απόκρυψης.

-βιβλιογραφία-

Βράντσης Νίκος | Parallaxi Magazine | 2017 Τι είναι μια πολυκατοικία ; Δραγώνας Πάνος | Αρχιτεκτονικά θέματα 39 / 2005 Αττικό τοπίο

153

Λουϊζα | Ακαδημία Πλάτωνος Καταγραφές | 2009 Η εξέλιξη της πόλης της Αθήνας Τσιαμπάος Κώστας | kostastsiambaos.blogspot | 2011 Ο Πικιώνης και η ιστορική διαφορά Horn Christian | Urban planet | Γαλλία 2012 Haussmann and buldings of Paris Richard Woditch | Δομές 67 / 2008 Από το σκεπτικό που ενυπάρχει στην πολυκατοικία, στο σκεπτικό που την αναστοχάζεται : η ανάγκη θεωρητικής γνώσης για τους κοινόχρηστους και ιδιωτικούς χώρους.


-οδηγός βλέμματος-

Εικόνες Γερόλυμπος Γιώργης | Ελληνική συμμετοχή στη 13η διεθνή αρχιτεκτονική έκθεση | La Biennale di Venezia | 2012 Made in Athens , Athens spread (νυχτερινή λήψη της Αθήνας) google images | villa savoye http://hacedordetrampas.blogspot.com

-βιβλιογραφία154


-οδηγός βλέμματος-

Σπουδαστικές εργασίες

-βιβλιογραφία-

Μαρία Μπουγονικολού | Ερευνητική εργασία | επιβλ. Γαβρήλου Έβελυν | Βόλος 2016 Μηχανισμοί Παρέμβασης, η περίπτωση της κατοικίας

155


-οδηγός βλέμματος-

Καινούριους τόπο δεν θά βρεις άλ Η πόλις θα σ Στους δρόμου τους ί Και στες γειτονιές τ και μες στα ίδια σπίτ Πάντα στην πόλι Για τα αλλού — δεν έχει πλοίο για Έτσι που τη ζωή σ στην κώχη τούτη την την χά


ους δεν θα βρεις, λλες θάλασσες. σε ακολουθεί. υς θα γυρνάς ίδιους. τες ίδιες θα γερνάς· τια αυτά θ’ ασπρίζεις. αυτή θα φθάνεις. — μη ελπίζεις— α σε, δεν έχει οδό. σου ρήμαξες εδώ ν μικρή, σ’ όλην την γη άλασες.

-οδηγός βλέμματος-


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.