Haliaetus HA 325 Firebird ——————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ———————————————
Το τραγούδι της φωτιάς
Η
Ηaliaetus Technologies ιδρύθηκε από τρεις μηχανικούς, καμπίνα θυμίζουν φούσκα. Ένα μεταλλικό, χρωμιωμένο, οι οποίοι τυγχάνουν και μουσικοί. Φυσικό επόμενο στεφάνι στην περιφέρεια του γούφερ χρησιμοποιείται για είναι η εταιρία -και τα προϊόντα της- να βασίζονται σε να «δέσει» οπτικά η καμπίνα του ηχείου με τα αλουμινένια μεγάλο βαθμό στην ορθή σκέψη, την αποτελεσματική ακροφύσια και αισθητικά. Το HA 325 είναι μια φουτουριστική εφαρμογή των φυσικών νόμων, τη χρήση απόλυτα κατασκευή, την οποία είτε θα λατρέψετε είτε θα μισήσετε ορθολογιστικών προσεγγίσεων στη λύση ηχητικών -σε καμία περίπτωση όμως δε θα περάσει απαρατήρητη. προβλημάτων, αλλά και στη χρήση των μουσικών τους Οι βάσεις που συνοδεύουν τα ηχεία θυμίζουν τα δανικά εμπειριών, γράφοντας στα παλιά τους παπούτσια πολλές έπιπλα που δημιούργησαν σχολή στα τέλη του ‘60 - αρχές από τις δοξασίες που κυριαρχούν στον κόσμο του High του ‘70 και ολοκληρώνουν τη στιλιστική μοναδικότητα End. του HA 325. Αφορμή για τη δημιουργία των ηχείων της Haliaetus υπήρξε O ωφέλιμος όγκος κάθε καμπίνας είναι μόλις 8lt, ενώ το η έρευνα της εταιρίας, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή μαύρο, άψογο φινίρισμα, επιτείνει την αίσθηση πως το Διαστημική Εταιρία (ΕSA), το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής ηχείο είναι πολύ μικρό σε όγκο. Έρευνας CNRS και το Πανεπιστήμιο Pierre & Marie Curie, (Για όσους το επιθυμούν, η εταιρία κατασκευάζει και δύο που είχε ως αποτέλεσμα μια νέα προσέγγιση στο θέμα συνοδά υπογούφερ, που φέρουν την ονομασία Bass της απόδοσης των χαμηλών συχνοτήτων από ένα ηχείο. Booster και συνδυάζονται με τα ΗΑ 325, προκειμένου να Η έρευνα αυτή κατέληξε σε ένα νέο τρόπο φόρτισης (το επιτύχουν απόλυτες επιδόσεις στις πολύ χαμηλές 2001), που πατενταρίστηκε με την ονομασία Acoustic συχνότητες). Nozzle (Ακουστικό ακροφύσιο), ενσωματώθηκε στα ηχεία Το γούφερ που έχει χρησιμοποιηθεί προέρχεται από τη της Haliaetus και αποτελεί το στοιχείο εκείνο που τα κάνει Scanspeak και πρόκειται για την κορυφαία μονάδα της, η με μια πρώτη ματιά να ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο οποία έχει χάρτινο κώνο ενισχυμένο με ίνες άνθρακα. Ο ανταγωνισμό. κώνος (διαμέτρου 5,5 ιντσών) είναι χαραγμένος σε πολλά Το ΗΑ 325 Firebird είναι ένα ηχείο δύο δρόμων δύο σημεία, ώστε να καταστέλλονται οι συντονισμοί που μεγαφώνων. Κάπου εδώ σταματούν και τα κοινά του αναπτύσσονται στην επιφάνειά του. Το συγκεκριμένο στοιχεία με ανταγωνιστικές υλοποιήσεις. Η καμπίνα του μεγάφωνο τροποποιείται από την Haliaetus (αν δεν με είναι χυτή από συνθετικό υλικό (ιδιαίτερα αδρανές ηχητικά), απατά η μνήμη μου, στην εργοστασιακή του μορφή δεν ενώ το καμπύλο σχήμα της μαζί με τα δύο ακουστικά είναι επικαλυμμένο με συνθετικό υλικό, ενώ αυτό που ακροφύσια, έχουν τοποθετηθεί κάτω από το γούφερ, χρησιμοποιεί το HA 325 είναι). δίνοντας στο κάθε ηχείο μια μοναδική όψη. Τα δύο Το τουίτερ είναι μεταξωτού θόλου και κατασκευάζεται και ακροφύσια κατασκευάζονται από αλουμίνιο και μπορεί αυτό από τη Scanspeak. Χρησιμοποιεί ένα μαγνητικό κανείς να τα παρομοιάσει είτε με την μπούκα μια εξάτμισης σύστημα νεοδυμίου και είναι τοποθετημένο πιο πίσω από είτε με το ακροφύσιο ενός πυραυλοκινητήρα. Βασική το επίπεδο του γούφερ, ώστε να μειώνεται η απόσταση δουλειά των ακροφυσίων είναι να ομαλοποιούν τη ροή των δύο ακουστικών κέντρων σε σχέση με τον ακροατή. του αέρα μέσα από στις οπές συντονισμού της καμπίνας, Οι ακροδέκτες του ηχείου είναι επίχρυσοι, πολύ καλής να βελτιώνουν τη μεταβατική συμπεριφορά στις χαμηλές ποιότητας και κατασκευάζονται από τη WBT. και, ταυτόχρονα, να βελτιστοποιούν τη διασπορά του ηχείου στις πολύ χαμηλές συχνότητες. Σε αυτό το σημείο Γνωρίζοντας το διαφορετικό πρέπει να σημειωθεί ότι και ο σωλήνας συντονισμού (του Το στήσιμο των HA 325 στις βάσεις τους είναι μια σχετικά κάθε ακροφυσίου) που βρίσκεται μέσα στην καμπίνα έχει περίεργη διαδικασία. Το κάθε ηχείο ακουμπά σε τέσσερα ελαστικά παρεμβύσματα από σορμποθάνη. Τα δύο εξ’αυτών μεταβλητή διατομή και αποτελεί μέρος της δομής της. Το σχήμα της καμπίνας περιγράφεται δύσκολα. Το τμήμα κουμπώνουν στα ακουστικά ακροφύσια, ενώ τα άλλα δύο, που φιλοξενεί το γούφερ έχει μορφή κόλουρου κώνου, που έχουν ημισφαιρική μορφή, στερεώνουν το πίσω αυτό που στεγάζει το τουίτερ έχει κυλινδρική διατομή και μέρος του ηχείου πάνω στη βάση. Αν και το σύστημα ελλειπτικό προφίλ, ενώ κάθε ένα από τα τμήματα των φαίνεται σχετικά ασταθές στην πράξη, αποδεικνύεται ακουστικών ακροφυσίων που ενσωματώνονται στην σταθερό, μια και τα ελαστικά παρεμβύσματα έχουν κολλώδη High Fidelity
35
Haliaetus HA 325 Firebird ——————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ———————————————
Το τραγούδι της φωτιάς
Η
Ηaliaetus Technologies ιδρύθηκε από τρεις μηχανικούς, καμπίνα θυμίζουν φούσκα. Ένα μεταλλικό, χρωμιωμένο, οι οποίοι τυγχάνουν και μουσικοί. Φυσικό επόμενο στεφάνι στην περιφέρεια του γούφερ χρησιμοποιείται για είναι η εταιρία -και τα προϊόντα της- να βασίζονται σε να «δέσει» οπτικά η καμπίνα του ηχείου με τα αλουμινένια μεγάλο βαθμό στην ορθή σκέψη, την αποτελεσματική ακροφύσια και αισθητικά. Το HA 325 είναι μια φουτουριστική εφαρμογή των φυσικών νόμων, τη χρήση απόλυτα κατασκευή, την οποία είτε θα λατρέψετε είτε θα μισήσετε ορθολογιστικών προσεγγίσεων στη λύση ηχητικών -σε καμία περίπτωση όμως δε θα περάσει απαρατήρητη. προβλημάτων, αλλά και στη χρήση των μουσικών τους Οι βάσεις που συνοδεύουν τα ηχεία θυμίζουν τα δανικά εμπειριών, γράφοντας στα παλιά τους παπούτσια πολλές έπιπλα που δημιούργησαν σχολή στα τέλη του ‘60 - αρχές από τις δοξασίες που κυριαρχούν στον κόσμο του High του ‘70 και ολοκληρώνουν τη στιλιστική μοναδικότητα End. του HA 325. Αφορμή για τη δημιουργία των ηχείων της Haliaetus υπήρξε O ωφέλιμος όγκος κάθε καμπίνας είναι μόλις 8lt, ενώ το η έρευνα της εταιρίας, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή μαύρο, άψογο φινίρισμα, επιτείνει την αίσθηση πως το Διαστημική Εταιρία (ΕSA), το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής ηχείο είναι πολύ μικρό σε όγκο. Έρευνας CNRS και το Πανεπιστήμιο Pierre & Marie Curie, (Για όσους το επιθυμούν, η εταιρία κατασκευάζει και δύο που είχε ως αποτέλεσμα μια νέα προσέγγιση στο θέμα συνοδά υπογούφερ, που φέρουν την ονομασία Bass της απόδοσης των χαμηλών συχνοτήτων από ένα ηχείο. Booster και συνδυάζονται με τα ΗΑ 325, προκειμένου να Η έρευνα αυτή κατέληξε σε ένα νέο τρόπο φόρτισης (το επιτύχουν απόλυτες επιδόσεις στις πολύ χαμηλές 2001), που πατενταρίστηκε με την ονομασία Acoustic συχνότητες). Nozzle (Ακουστικό ακροφύσιο), ενσωματώθηκε στα ηχεία Το γούφερ που έχει χρησιμοποιηθεί προέρχεται από τη της Haliaetus και αποτελεί το στοιχείο εκείνο που τα κάνει Scanspeak και πρόκειται για την κορυφαία μονάδα της, η με μια πρώτη ματιά να ξεχωρίζουν από τον υπόλοιπο οποία έχει χάρτινο κώνο ενισχυμένο με ίνες άνθρακα. Ο ανταγωνισμό. κώνος (διαμέτρου 5,5 ιντσών) είναι χαραγμένος σε πολλά Το ΗΑ 325 Firebird είναι ένα ηχείο δύο δρόμων δύο σημεία, ώστε να καταστέλλονται οι συντονισμοί που μεγαφώνων. Κάπου εδώ σταματούν και τα κοινά του αναπτύσσονται στην επιφάνειά του. Το συγκεκριμένο στοιχεία με ανταγωνιστικές υλοποιήσεις. Η καμπίνα του μεγάφωνο τροποποιείται από την Haliaetus (αν δεν με είναι χυτή από συνθετικό υλικό (ιδιαίτερα αδρανές ηχητικά), απατά η μνήμη μου, στην εργοστασιακή του μορφή δεν ενώ το καμπύλο σχήμα της μαζί με τα δύο ακουστικά είναι επικαλυμμένο με συνθετικό υλικό, ενώ αυτό που ακροφύσια, έχουν τοποθετηθεί κάτω από το γούφερ, χρησιμοποιεί το HA 325 είναι). δίνοντας στο κάθε ηχείο μια μοναδική όψη. Τα δύο Το τουίτερ είναι μεταξωτού θόλου και κατασκευάζεται και ακροφύσια κατασκευάζονται από αλουμίνιο και μπορεί αυτό από τη Scanspeak. Χρησιμοποιεί ένα μαγνητικό κανείς να τα παρομοιάσει είτε με την μπούκα μια εξάτμισης σύστημα νεοδυμίου και είναι τοποθετημένο πιο πίσω από είτε με το ακροφύσιο ενός πυραυλοκινητήρα. Βασική το επίπεδο του γούφερ, ώστε να μειώνεται η απόσταση δουλειά των ακροφυσίων είναι να ομαλοποιούν τη ροή των δύο ακουστικών κέντρων σε σχέση με τον ακροατή. του αέρα μέσα από στις οπές συντονισμού της καμπίνας, Οι ακροδέκτες του ηχείου είναι επίχρυσοι, πολύ καλής να βελτιώνουν τη μεταβατική συμπεριφορά στις χαμηλές ποιότητας και κατασκευάζονται από τη WBT. και, ταυτόχρονα, να βελτιστοποιούν τη διασπορά του ηχείου στις πολύ χαμηλές συχνότητες. Σε αυτό το σημείο Γνωρίζοντας το διαφορετικό πρέπει να σημειωθεί ότι και ο σωλήνας συντονισμού (του Το στήσιμο των HA 325 στις βάσεις τους είναι μια σχετικά κάθε ακροφυσίου) που βρίσκεται μέσα στην καμπίνα έχει περίεργη διαδικασία. Το κάθε ηχείο ακουμπά σε τέσσερα ελαστικά παρεμβύσματα από σορμποθάνη. Τα δύο εξ’αυτών μεταβλητή διατομή και αποτελεί μέρος της δομής της. Το σχήμα της καμπίνας περιγράφεται δύσκολα. Το τμήμα κουμπώνουν στα ακουστικά ακροφύσια, ενώ τα άλλα δύο, που φιλοξενεί το γούφερ έχει μορφή κόλουρου κώνου, που έχουν ημισφαιρική μορφή, στερεώνουν το πίσω αυτό που στεγάζει το τουίτερ έχει κυλινδρική διατομή και μέρος του ηχείου πάνω στη βάση. Αν και το σύστημα ελλειπτικό προφίλ, ενώ κάθε ένα από τα τμήματα των φαίνεται σχετικά ασταθές στην πράξη, αποδεικνύεται ακουστικών ακροφυσίων που ενσωματώνονται στην σταθερό, μια και τα ελαστικά παρεμβύσματα έχουν κολλώδη High Fidelity
35
Verity Audio Rienzi
Η
αλήθεια είναι πως η επαφή μου με τα ηχεία της Verity ήταν εντελώς επιφανειακή. Όσες φορές είχα ακούσει τα Tamino, ναι μεν μου άρεσαν, αλλά δεν με είχαν εντυπωσιάσει. Ενώ τα Parsifal ναι μεν με είχαν εντυπωσιάσει, αλλά ήταν τόσο ακριβά, ώστε να τους απαγορεύεται να είναι κάτι λιγότερο από πολύ καλά. Η συνάντησή μου πριν περίπου ένα χρόνο με τον Julien Pelchat μου έδωσε μια πολύ πιο καθαρή εικόνα για την καναδική εταιρία και το τεχνικό υπόβαθρο που υπάρχει πίσω από αυτή, ενώ μέσα από αυτή την συζήτηση είχε διαφανεί ότι ήδη εξέλισσε ένα νέο μοντέλο, το οποίο θα άνοιγε νέους ορίζοντες για τη Verity. Το Rienzi σχεδιάστηκε για να αποτελέσει την πρόταση της εταιρίας στη μεσαία (για high end) περιοχή κόστους και ταυτόχρονα να αποτελεί μια πλήρη πρόταση για την αναπαραγωγή του φάσματος. Είναι μια τρίδρομη σχεδίαση, με το γούφερ να «στεγάζεται» σε μια πλήρως ανεξάρτητη καμπίνα (όπως και στα μεγαλύτερα ηχεία της Verity), γεγονός που του δίνει αυξημένη ευελιξία σε θέματα τοποθέτησης, ενώ η εμφάνισή του (εξαιρετική κατά τη γνώμη μου) δηλώνει με προφανή τρόπο την κλάση του.
————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή —————————
Evolution
Περιγραφή Τα Rienzi είναι ηχεία τριών δρόμων τριών μεγαφώνων. Το γούφερ βρίσκεται σε μια ανεξάρτητη καμπίνα, που συνδέεται μέσω δύο καλωδίων και των αντίστοιχων ακροδεκτών με την καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ γούφερ και το τουίτερ. Η καμπίνα των χαμηλών είναι τύπου Bass Reflex, το μεγάφωνο έχει κώνο 7 ιντσών από χαρτί ενισχυμένο με ανθρακονήματα και κατασκευάζεται από τη Scanspeak. Σασί και μαγνητικό σύστημα κερδίζουν τις εντυπώσεις, ενώ η σχεδίαση του μαγνητικού συστήματος βασίζεται στις αρχές του Symmetric Drive που έχει πατεντάρει η σκανδιναβική εταιρία εδώ και αρκετά χρόνια. Η μπάφλα που φιλοξενεί το γούφερ έχει ελαφρά κλίση, ενώ η ύπαρξη ακροδεκτών σύνδεσης (προς τον ενισχυτή και προς τον «δορυφόρο» του ηχείου) και στις δύο όψεις της καμπίνας του γούφερ διευκολύνει τη «διπλή» τοποθέτηση της καμπίνας του γούφερ. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ασύνδετοι ακροδέκτες που «κοιτούν» κάθε φορά προς την πρόσοψη του ηχείου καλύπτονται έξυπνα με το λογότυπο της εταιρίας, μαρτυρώντας έτσι την προσοχή που έχει δοθεί και στις αισθητικές λεπτομέρειες. Ο δορυφόρος (η καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ μπας και
το τουίτερ) του Rienzi (είναι ουσιαστικά ένας πλήρες δίδρομο ηχείου μικρού όγκου) πατά πάνω σε ένα φύλο (σε μαύρο φινίρισμα) από MDF(πάχους 25 mm), από τις δύο πλευρές του φέρει λεπτά πόδια από σορμποθάνη που απομονώνουν από τους κραδασμούς, αλλά σταθεροποιούν και τη «σύνδεση» των δύο καμπίνων. Η καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ γούφερ και το τουίτερ είναι κλειστού τύπου. Για την αναπαραγωγή των μεσοχαμηλών χρησιμοποιείται ένα γούφερ με κώνο 6.5 ιντσών, το οποίο κατασκευάζεται από τη SEAS. Το συγκεκριμένο γούφερ είναι μία από τις πλέον δημοφιλείς σχεδιάσεις της νορβηγικής εταιρίας. Ο κώνος του κατασκευάζεται από διάφανο πολυπροπυλένιο, ενώ οι παράμετροί του έχουν τροποποιηθεί σύμφωνα με τις επιταγές της Verity. To τουίτερ είναι μαλακού (υφασμάτινου) θόλου της ίντσας και κατασκευάζεται από την Scanspeak. Η κεκλιμένη μπάφλα της καμπίνας καλύπτεται με τσόχα (που φροντίζει για τη μείωση των περιθλάσεων). Η καμπίνα τόσο του γούφερ όσο και των μιντα μπας και τουίτερ κατασκευάζεται από MDF (18mm στα τοιχώματα 25 mm στις μπάφλες), τα κροσόβερ είναι δεύτερης τάξης στον κλάδο του γούφερ και μιντ μπας και πρώτης τάξης στον κλάδο των τουίτερ, ενώ οι συχνότητες αποκοπής δεν ανακοινώνονται από τον κατασκευαστή. Oι ακροδέκτες του κάθε ηχείου είναι άριστης ποιότητας (από επιχρυσωμένο ορείχαλκο), ενώ η καμπίνα του γούφερ στηρίζεται σε τέσσερεις κώνους, οι οποίοι μπορεί να δεχθούν και τις ρυθμιζόμενες ακίδες που συνοδεύουν το κάθε Rienzi. Tέλος, τα Rienzi διατίθενται από τη Verity σε δύο τύπους φινιρίσματος, μαύρης λάκας (όπως αυτό της δοκιμής μας) και συκομουριάς. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μαύρη λάκα είναι κατά ΧΧΧ ευρώ ακριβότερη, αλλά τουλάχιστον, σύμφωνα με τη δική μου αισθητική, αξίζει κάθε ευρώ του επιπλέον κόστους της. Μαζί με τα Rienzi θα παραλάβετε και ένα κουτί, στο οποίο περιέχονται οι ακροδέκτες σύνδεσης, τα καλώδια σύνδεσης δορυφόρων και γούφερ, οι ακίδες και μια λαβή για την αποτελεσματικότερη σύσφιξη των ακροδεκτών. Ακρίβεια, πληρότητα μουσικότητα Tα Rienzi τοποθετήθηκαν σε απόσταση 80cm από τους πίσω τοίχους και 40cm από τους πλαϊνούς μέσα στο χώρο ακροάσεων του περιοδικού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής High Fidelity
43
Verity Audio Rienzi
Η
αλήθεια είναι πως η επαφή μου με τα ηχεία της Verity ήταν εντελώς επιφανειακή. Όσες φορές είχα ακούσει τα Tamino, ναι μεν μου άρεσαν, αλλά δεν με είχαν εντυπωσιάσει. Ενώ τα Parsifal ναι μεν με είχαν εντυπωσιάσει, αλλά ήταν τόσο ακριβά, ώστε να τους απαγορεύεται να είναι κάτι λιγότερο από πολύ καλά. Η συνάντησή μου πριν περίπου ένα χρόνο με τον Julien Pelchat μου έδωσε μια πολύ πιο καθαρή εικόνα για την καναδική εταιρία και το τεχνικό υπόβαθρο που υπάρχει πίσω από αυτή, ενώ μέσα από αυτή την συζήτηση είχε διαφανεί ότι ήδη εξέλισσε ένα νέο μοντέλο, το οποίο θα άνοιγε νέους ορίζοντες για τη Verity. Το Rienzi σχεδιάστηκε για να αποτελέσει την πρόταση της εταιρίας στη μεσαία (για high end) περιοχή κόστους και ταυτόχρονα να αποτελεί μια πλήρη πρόταση για την αναπαραγωγή του φάσματος. Είναι μια τρίδρομη σχεδίαση, με το γούφερ να «στεγάζεται» σε μια πλήρως ανεξάρτητη καμπίνα (όπως και στα μεγαλύτερα ηχεία της Verity), γεγονός που του δίνει αυξημένη ευελιξία σε θέματα τοποθέτησης, ενώ η εμφάνισή του (εξαιρετική κατά τη γνώμη μου) δηλώνει με προφανή τρόπο την κλάση του.
————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή —————————
Evolution
Περιγραφή Τα Rienzi είναι ηχεία τριών δρόμων τριών μεγαφώνων. Το γούφερ βρίσκεται σε μια ανεξάρτητη καμπίνα, που συνδέεται μέσω δύο καλωδίων και των αντίστοιχων ακροδεκτών με την καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ γούφερ και το τουίτερ. Η καμπίνα των χαμηλών είναι τύπου Bass Reflex, το μεγάφωνο έχει κώνο 7 ιντσών από χαρτί ενισχυμένο με ανθρακονήματα και κατασκευάζεται από τη Scanspeak. Σασί και μαγνητικό σύστημα κερδίζουν τις εντυπώσεις, ενώ η σχεδίαση του μαγνητικού συστήματος βασίζεται στις αρχές του Symmetric Drive που έχει πατεντάρει η σκανδιναβική εταιρία εδώ και αρκετά χρόνια. Η μπάφλα που φιλοξενεί το γούφερ έχει ελαφρά κλίση, ενώ η ύπαρξη ακροδεκτών σύνδεσης (προς τον ενισχυτή και προς τον «δορυφόρο» του ηχείου) και στις δύο όψεις της καμπίνας του γούφερ διευκολύνει τη «διπλή» τοποθέτηση της καμπίνας του γούφερ. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ασύνδετοι ακροδέκτες που «κοιτούν» κάθε φορά προς την πρόσοψη του ηχείου καλύπτονται έξυπνα με το λογότυπο της εταιρίας, μαρτυρώντας έτσι την προσοχή που έχει δοθεί και στις αισθητικές λεπτομέρειες. Ο δορυφόρος (η καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ μπας και
το τουίτερ) του Rienzi (είναι ουσιαστικά ένας πλήρες δίδρομο ηχείου μικρού όγκου) πατά πάνω σε ένα φύλο (σε μαύρο φινίρισμα) από MDF(πάχους 25 mm), από τις δύο πλευρές του φέρει λεπτά πόδια από σορμποθάνη που απομονώνουν από τους κραδασμούς, αλλά σταθεροποιούν και τη «σύνδεση» των δύο καμπίνων. Η καμπίνα που φιλοξενεί το μιντ γούφερ και το τουίτερ είναι κλειστού τύπου. Για την αναπαραγωγή των μεσοχαμηλών χρησιμοποιείται ένα γούφερ με κώνο 6.5 ιντσών, το οποίο κατασκευάζεται από τη SEAS. Το συγκεκριμένο γούφερ είναι μία από τις πλέον δημοφιλείς σχεδιάσεις της νορβηγικής εταιρίας. Ο κώνος του κατασκευάζεται από διάφανο πολυπροπυλένιο, ενώ οι παράμετροί του έχουν τροποποιηθεί σύμφωνα με τις επιταγές της Verity. To τουίτερ είναι μαλακού (υφασμάτινου) θόλου της ίντσας και κατασκευάζεται από την Scanspeak. Η κεκλιμένη μπάφλα της καμπίνας καλύπτεται με τσόχα (που φροντίζει για τη μείωση των περιθλάσεων). Η καμπίνα τόσο του γούφερ όσο και των μιντα μπας και τουίτερ κατασκευάζεται από MDF (18mm στα τοιχώματα 25 mm στις μπάφλες), τα κροσόβερ είναι δεύτερης τάξης στον κλάδο του γούφερ και μιντ μπας και πρώτης τάξης στον κλάδο των τουίτερ, ενώ οι συχνότητες αποκοπής δεν ανακοινώνονται από τον κατασκευαστή. Oι ακροδέκτες του κάθε ηχείου είναι άριστης ποιότητας (από επιχρυσωμένο ορείχαλκο), ενώ η καμπίνα του γούφερ στηρίζεται σε τέσσερεις κώνους, οι οποίοι μπορεί να δεχθούν και τις ρυθμιζόμενες ακίδες που συνοδεύουν το κάθε Rienzi. Tέλος, τα Rienzi διατίθενται από τη Verity σε δύο τύπους φινιρίσματος, μαύρης λάκας (όπως αυτό της δοκιμής μας) και συκομουριάς. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μαύρη λάκα είναι κατά ΧΧΧ ευρώ ακριβότερη, αλλά τουλάχιστον, σύμφωνα με τη δική μου αισθητική, αξίζει κάθε ευρώ του επιπλέον κόστους της. Μαζί με τα Rienzi θα παραλάβετε και ένα κουτί, στο οποίο περιέχονται οι ακροδέκτες σύνδεσης, τα καλώδια σύνδεσης δορυφόρων και γούφερ, οι ακίδες και μια λαβή για την αποτελεσματικότερη σύσφιξη των ακροδεκτών. Ακρίβεια, πληρότητα μουσικότητα Tα Rienzi τοποθετήθηκαν σε απόσταση 80cm από τους πίσω τοίχους και 40cm από τους πλαϊνούς μέσα στο χώρο ακροάσεων του περιοδικού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής High Fidelity
43
Aurum Cantus V3M —————————— του Π. Παναγόπουλου ——————————
Με τον αέρα της υπεροχης
Υ
πήρχαν δύο γνωστοί και διαδεδομένοι τρόποι για να ο τρόπος που τα δημιουργήματα της υψηλής πιστότητας «δαμάσεις» μια αγορά, επομένως και να καταφέρεις λειτουργούν. Μια συσκευή ήχου δεν είναι μια ψυχρή να την ελέγξεις θετικά υπέρ σου. Ο ένας ήταν να της βιομηχανική απεικόνιση. Είναι η εικόνα ενός πατέραπροσφέρεις πρωτοποριακά προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας, δημιουργού. Έτσι ακριβώς έχτισε τους μύθους της η Δύση. κατασκευής και ήχου (εμείς, φυσικά, αναφερόμαστε πάντα Έτσι φτάσαμε και εμείς να ακούμε πλέον την πνοή της στη δική μας αγορά της υψηλής πιστότητας), ανεξαρτήτως τέχνης που βγαίνει και αναπνέει μέσα από το πυρίτιο. και υπεράνω τιμής. Ο δεύτερος ήταν να της προσφέρεις Επομένως, όταν μιλάμε πια για προϊόντα ήχου εξ Ανατολών προϊόντα πρωτοποριακά σε πολύ χαμηλές τιμές, έτσι ώστε δεν πρέπει να προσπερνάμε αδιάφορα όπως παλιά. Πρέπει όσοι θα ενδιαφερθούν και θα σε πλησιάσουν, να μην να κάνουμε μια στάση και να παρατηρούμε προσεκτικά. έχουν ως πρώτο τους μέλημα την ποιότητα, αλλά την Να εξετάζουμε και να ακούμε. Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; ποσότητα ή, απλά, την κατοχή των προϊόντων αυτών. Οι Γιατί βρήκα την ευκαιρία. Και είναι ωραίο κάποια στιγμή να Κινέζοι και οι λοιποί «ανατολικοί» καθιέρωσαν τα τελευταία έχεις σε αυτή την ζωή ευκαιρίες, έστω και για να αναπτύξεις χρόνια, πέραν των γνωστών πεπατημένων, και έναν ένα θέμα. Ειδικά δε, εάν το θέμα αυτό είναι τρέχον και καινούργιο «νόμο». Κατάφεραν (όχι όλοι βέβαια, αλλά «καυτό». Και την ευκαιρία μου την έδωσε αυτή την φορά αρκετοί από αυτούς), να εισάγουν στην αγορά προϊόντα, η Aurum Cantus. που και ποιότητα διέθεταν, αλλά και οι τιμές τους ήταν προκλητικά χαμηλές. Το μόνο που έλειπε από τους Πόθεν Έσχες; μαθητευόμενους αυτούς μάγους ήταν το τρίτο στοιχείο: Τι είναι όμως η Aurum Cantus και πως τολμά; Πως τολμά το στοιχείο του πρωτοποριακού –ή, για να το πούμε λίγο να διαθέτει επίπεδο και ποιότητα κατασκευής καμπίνας, διαφορετικά, του δημιουργικού. Τώρα τελευταία έχουν που ξεπερνά και αυτούς ακόμα τους Ιταλούς; Πως γίνεται αρχίσει να το αποκτούν και αυτό. Με λίγα λόγια, έχουν να διαθέτει μεγάφωνα δικής της κατασκευής, τα οποία αρχίσει πλέον να γίνονται τρομακτικά επικίνδυνοι για όλους καταφέρνουν να κοιτάζουν ευθέως στα μάτια όλους τους τους υπόλοιπους, οι οποίοι και αυτοί με τη σειρά τους καταξιωμένους Ευρωπαίους κατασκευαστές; Από που έχουν αρχίσει να συσπειρώνονται κάτω από ένα κοινό ξεφύτρωσε το φρούτο αυτό; Για όλα υπάρχουν βέβαια μέτωπο για να μη χαθούν. Το εάν θα τα καταφέρουν, μόνον απαντήσεις. Η Aurum Cantus δεν «ξεφύτρωσε» τώρα. το μέλλον μπορεί να το δείξει. Το θέμα όμως που μας Υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια παράγοντας μεγάφωνα για αφορά ως καταναλωτές, αλλά και ως μουσικόφιλους, είναι άλλους κατασκευαστές. Η γκάμα των μεγαφώνων της είναι τι γίνεται με αυτούς τους δαιμόνιους «σχιστομάτιδες». τεράστια, εκείνα όμως που χαίρουν ιδιαίτερης προσοχής Πόσο έχουν πετύχει τους στόχους τους; Έχουν καταφέρει είναι τα εξαιρετικά μεγάφωνα ribbon που παράγει. Κατά τελικά να ξεπεράσουν τις παιδικές τους ασθένειες, που βάση τα τουίτερ αυτά είναι τρία μοντέλα, και διάφορες αφορούσαν κατά βάση την αξιοπιστία των προϊόντων παραλλαγές αυτών ανάλογα με το μέγεθος και τις απαιτήσεις τους; Εδώ θα σταθώ σε ένα σημείο, για να τελειώνουμε του ηχείου. Αυτά λοιπόν τα ribbon είναι τα G2Si (αυτό είναι επιτέλους με τις ιστορίες και τα παραμύθια για αυτούς τους το πιο μικρό), G2, και G3Si. Το τελευταίο είναι το πιο μεγάλο «εξ Ανατολών» φιλόδοξους τύπους. Οι εν λόγω «μάγκες» μοντέλο και το μόνο που είναι μακρόστενο, καθώς τα διαθέτουν τα πάντα αυτήν τη στιγμή: και την τεχνολογία άλλα δύο μοντέλα είναι στρογγυλά. Τα τουίτερ αυτά (αλλά και την υποδομή και από ό,τι δείχνουν τα πράγματα και όλα τα υπόλοιπα μεγάφωνα), πωλούνται από τους διαθέτουν πλέον και το κέφι, αλλά και το μεράκι γι’αυτό Κινέζους ξεχωριστά και σαν μονάδες. Τα ribbon τουίτερ που κάνουν. Με λίγα λόγια, εγκαταλείποντας πλέον οριστικά τους διαθέτουν εξαιρετικό επίπεδο κατασκευής, και μια τον κόσμο του «υπαρκτού σοσιαλισμού», έχουν αρχίσει απόκριση συχνότητας που φτάνει μέχρι και τα 40kHz. Με να παραδίδονται με ιδιαίτερο κέφι στη μαγεία της λίγα λόγια λειτουργούν και σαν super τουίτερ. Το μοντέλο ευδαιμονικής κατανάλωσης. Ουτοπία; Λάθος τους; Αυτό υψηλών λοιπόν που χρησιμοποιεί το ηχείο της Aurum μόνον η ιστορία θα το κρίνει. Είναι όμως και κάτι που Cantus V3M (που αποτελεί και το αντικείμενο που μου επίσης δε μας αφορά. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι έδωσε την ευκαιρία για τόσους σχολιασμούς, καθώς είναι με αυτόν τον τρόπο έχουν αρχίσει πλέον να αγγίζουν τα η υπό δοκιμή συσκευή), είναι το G3N, που αποτελεί μια προϊόντα που παράγουν με αγάπη και αυτός μόνον είναι από τις παραλλαγές του κορυφαίου G3Si. Το εν λόγω High Fidelity
51
Aurum Cantus V3M —————————— του Π. Παναγόπουλου ——————————
Με τον αέρα της υπεροχης
Υ
πήρχαν δύο γνωστοί και διαδεδομένοι τρόποι για να ο τρόπος που τα δημιουργήματα της υψηλής πιστότητας «δαμάσεις» μια αγορά, επομένως και να καταφέρεις λειτουργούν. Μια συσκευή ήχου δεν είναι μια ψυχρή να την ελέγξεις θετικά υπέρ σου. Ο ένας ήταν να της βιομηχανική απεικόνιση. Είναι η εικόνα ενός πατέραπροσφέρεις πρωτοποριακά προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας, δημιουργού. Έτσι ακριβώς έχτισε τους μύθους της η Δύση. κατασκευής και ήχου (εμείς, φυσικά, αναφερόμαστε πάντα Έτσι φτάσαμε και εμείς να ακούμε πλέον την πνοή της στη δική μας αγορά της υψηλής πιστότητας), ανεξαρτήτως τέχνης που βγαίνει και αναπνέει μέσα από το πυρίτιο. και υπεράνω τιμής. Ο δεύτερος ήταν να της προσφέρεις Επομένως, όταν μιλάμε πια για προϊόντα ήχου εξ Ανατολών προϊόντα πρωτοποριακά σε πολύ χαμηλές τιμές, έτσι ώστε δεν πρέπει να προσπερνάμε αδιάφορα όπως παλιά. Πρέπει όσοι θα ενδιαφερθούν και θα σε πλησιάσουν, να μην να κάνουμε μια στάση και να παρατηρούμε προσεκτικά. έχουν ως πρώτο τους μέλημα την ποιότητα, αλλά την Να εξετάζουμε και να ακούμε. Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; ποσότητα ή, απλά, την κατοχή των προϊόντων αυτών. Οι Γιατί βρήκα την ευκαιρία. Και είναι ωραίο κάποια στιγμή να Κινέζοι και οι λοιποί «ανατολικοί» καθιέρωσαν τα τελευταία έχεις σε αυτή την ζωή ευκαιρίες, έστω και για να αναπτύξεις χρόνια, πέραν των γνωστών πεπατημένων, και έναν ένα θέμα. Ειδικά δε, εάν το θέμα αυτό είναι τρέχον και καινούργιο «νόμο». Κατάφεραν (όχι όλοι βέβαια, αλλά «καυτό». Και την ευκαιρία μου την έδωσε αυτή την φορά αρκετοί από αυτούς), να εισάγουν στην αγορά προϊόντα, η Aurum Cantus. που και ποιότητα διέθεταν, αλλά και οι τιμές τους ήταν προκλητικά χαμηλές. Το μόνο που έλειπε από τους Πόθεν Έσχες; μαθητευόμενους αυτούς μάγους ήταν το τρίτο στοιχείο: Τι είναι όμως η Aurum Cantus και πως τολμά; Πως τολμά το στοιχείο του πρωτοποριακού –ή, για να το πούμε λίγο να διαθέτει επίπεδο και ποιότητα κατασκευής καμπίνας, διαφορετικά, του δημιουργικού. Τώρα τελευταία έχουν που ξεπερνά και αυτούς ακόμα τους Ιταλούς; Πως γίνεται αρχίσει να το αποκτούν και αυτό. Με λίγα λόγια, έχουν να διαθέτει μεγάφωνα δικής της κατασκευής, τα οποία αρχίσει πλέον να γίνονται τρομακτικά επικίνδυνοι για όλους καταφέρνουν να κοιτάζουν ευθέως στα μάτια όλους τους τους υπόλοιπους, οι οποίοι και αυτοί με τη σειρά τους καταξιωμένους Ευρωπαίους κατασκευαστές; Από που έχουν αρχίσει να συσπειρώνονται κάτω από ένα κοινό ξεφύτρωσε το φρούτο αυτό; Για όλα υπάρχουν βέβαια μέτωπο για να μη χαθούν. Το εάν θα τα καταφέρουν, μόνον απαντήσεις. Η Aurum Cantus δεν «ξεφύτρωσε» τώρα. το μέλλον μπορεί να το δείξει. Το θέμα όμως που μας Υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια παράγοντας μεγάφωνα για αφορά ως καταναλωτές, αλλά και ως μουσικόφιλους, είναι άλλους κατασκευαστές. Η γκάμα των μεγαφώνων της είναι τι γίνεται με αυτούς τους δαιμόνιους «σχιστομάτιδες». τεράστια, εκείνα όμως που χαίρουν ιδιαίτερης προσοχής Πόσο έχουν πετύχει τους στόχους τους; Έχουν καταφέρει είναι τα εξαιρετικά μεγάφωνα ribbon που παράγει. Κατά τελικά να ξεπεράσουν τις παιδικές τους ασθένειες, που βάση τα τουίτερ αυτά είναι τρία μοντέλα, και διάφορες αφορούσαν κατά βάση την αξιοπιστία των προϊόντων παραλλαγές αυτών ανάλογα με το μέγεθος και τις απαιτήσεις τους; Εδώ θα σταθώ σε ένα σημείο, για να τελειώνουμε του ηχείου. Αυτά λοιπόν τα ribbon είναι τα G2Si (αυτό είναι επιτέλους με τις ιστορίες και τα παραμύθια για αυτούς τους το πιο μικρό), G2, και G3Si. Το τελευταίο είναι το πιο μεγάλο «εξ Ανατολών» φιλόδοξους τύπους. Οι εν λόγω «μάγκες» μοντέλο και το μόνο που είναι μακρόστενο, καθώς τα διαθέτουν τα πάντα αυτήν τη στιγμή: και την τεχνολογία άλλα δύο μοντέλα είναι στρογγυλά. Τα τουίτερ αυτά (αλλά και την υποδομή και από ό,τι δείχνουν τα πράγματα και όλα τα υπόλοιπα μεγάφωνα), πωλούνται από τους διαθέτουν πλέον και το κέφι, αλλά και το μεράκι γι’αυτό Κινέζους ξεχωριστά και σαν μονάδες. Τα ribbon τουίτερ που κάνουν. Με λίγα λόγια, εγκαταλείποντας πλέον οριστικά τους διαθέτουν εξαιρετικό επίπεδο κατασκευής, και μια τον κόσμο του «υπαρκτού σοσιαλισμού», έχουν αρχίσει απόκριση συχνότητας που φτάνει μέχρι και τα 40kHz. Με να παραδίδονται με ιδιαίτερο κέφι στη μαγεία της λίγα λόγια λειτουργούν και σαν super τουίτερ. Το μοντέλο ευδαιμονικής κατανάλωσης. Ουτοπία; Λάθος τους; Αυτό υψηλών λοιπόν που χρησιμοποιεί το ηχείο της Aurum μόνον η ιστορία θα το κρίνει. Είναι όμως και κάτι που Cantus V3M (που αποτελεί και το αντικείμενο που μου επίσης δε μας αφορά. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι ότι έδωσε την ευκαιρία για τόσους σχολιασμούς, καθώς είναι με αυτόν τον τρόπο έχουν αρχίσει πλέον να αγγίζουν τα η υπό δοκιμή συσκευή), είναι το G3N, που αποτελεί μια προϊόντα που παράγουν με αγάπη και αυτός μόνον είναι από τις παραλλαγές του κορυφαίου G3Si. Το εν λόγω High Fidelity
51
Ύψιλον DAC100 & CDT100
Ε
ίναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει μερικές φορές το ελληνικό πνεύμα. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο αριθμός των «παγκοσμίων ρεκόρ» που έχουμε σημειώσει και συνεχίζουμε να σημειώνουμε καθημερινά στο χώρο των επιστημών, των τεχνών, του αθλητισμού και πολλών άλλων κοινωνικών «στίβων» και, μάλιστα, όταν σε πληθυσμό αγγίζουμε μετά βίας τα 11 εκατομμύρια. Είναι εξίσου εντυπωσιακό ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε εισβάλει για τα καλά και σε κάποια «χωράφια», που ως σήμερα φάνταζαν εντελώς δύσβατα για μας, όπως για παράδειγμα είναι η αγορά του high end audio. Το εντυπωσιακότερο όλων δε είναι ότι ακόμα και εδώ καταφέραμε να κοιτάξουμε στα μάτια τις κραταιές δυνάμεις του χώρου -και μάλιστα να τις κερδίσουμε επάξια.
————————————————— του Νίκου Κορακάκη —————————————————
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει μια υλοποίηση που συνδυάζει τη μεθοδικότητα των Αμερικανών, τη φινέτσα των Ιταλών, τη σχολαστικότητα των Ιαπώνων, την τελειομανία των Γερμανών και την οξυδέρκεια των Ελλήνων.
Σε αυτό το τεύχος είχα την τιμή να δοκιμάσω το πανέμορφο και πανάκριβο ψηφιακό set της ελληνικής Ύψιλον, το οποίο αποτελείται από τον μετατροπέα DAC-100 και τον οδηγό ανάγνωσης CDT-100. Μια δοκιμή με εξαιρετικό ενδιαφέρον από την πρώτη μέχρι και την τελευταία στιγμή.
More neutral than ever!
Σχεδίαση και περιγραφή του CDT-100 Έτσι όπως κοιτούσα το CDT-100 της Ύψιλον, που δέσποζε στο υψηλότερο ράφι του rack μου, προσπαθούσα να θυμηθώ αν ποτέ είχε περάσει από το χώρο μου ομορφότερη συσκευή. Χωρίς καμία δόση υπερβολής, μπορώ να σας πω ότι η συγκεκριμένη υλοποίηση είναι μακράν η ομορφότερη που έχω δει ποτέ μου. Ένα πραγματικό έργο τέχνης από αλουμίνιο, με κορυφαία ποιότητα κατασκευής και έναν από τους καλύτερους μηχανισμούς ανάγνωσης που έχουν ποτέ κατασκευαστεί. Και μια που το έφερε η κουβέντα, το κομψοτέχνημα της Ύψιλον έκρυβε κάτω από το καπάκι του transport τη μετεξέλιξη του κορυφαίου top-loader CDM-12 Industrial, τον ιδιαίτερα δημοφιλή CDM - Pro II της Philips. Για όσους γνωρίζουν, ο συγκεκριμένος μηχανισμός High Fidelity
59
Ύψιλον DAC100 & CDT100
Ε
ίναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει μερικές φορές το ελληνικό πνεύμα. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο αριθμός των «παγκοσμίων ρεκόρ» που έχουμε σημειώσει και συνεχίζουμε να σημειώνουμε καθημερινά στο χώρο των επιστημών, των τεχνών, του αθλητισμού και πολλών άλλων κοινωνικών «στίβων» και, μάλιστα, όταν σε πληθυσμό αγγίζουμε μετά βίας τα 11 εκατομμύρια. Είναι εξίσου εντυπωσιακό ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε εισβάλει για τα καλά και σε κάποια «χωράφια», που ως σήμερα φάνταζαν εντελώς δύσβατα για μας, όπως για παράδειγμα είναι η αγορά του high end audio. Το εντυπωσιακότερο όλων δε είναι ότι ακόμα και εδώ καταφέραμε να κοιτάξουμε στα μάτια τις κραταιές δυνάμεις του χώρου -και μάλιστα να τις κερδίσουμε επάξια.
————————————————— του Νίκου Κορακάκη —————————————————
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει μια υλοποίηση που συνδυάζει τη μεθοδικότητα των Αμερικανών, τη φινέτσα των Ιταλών, τη σχολαστικότητα των Ιαπώνων, την τελειομανία των Γερμανών και την οξυδέρκεια των Ελλήνων.
Σε αυτό το τεύχος είχα την τιμή να δοκιμάσω το πανέμορφο και πανάκριβο ψηφιακό set της ελληνικής Ύψιλον, το οποίο αποτελείται από τον μετατροπέα DAC-100 και τον οδηγό ανάγνωσης CDT-100. Μια δοκιμή με εξαιρετικό ενδιαφέρον από την πρώτη μέχρι και την τελευταία στιγμή.
More neutral than ever!
Σχεδίαση και περιγραφή του CDT-100 Έτσι όπως κοιτούσα το CDT-100 της Ύψιλον, που δέσποζε στο υψηλότερο ράφι του rack μου, προσπαθούσα να θυμηθώ αν ποτέ είχε περάσει από το χώρο μου ομορφότερη συσκευή. Χωρίς καμία δόση υπερβολής, μπορώ να σας πω ότι η συγκεκριμένη υλοποίηση είναι μακράν η ομορφότερη που έχω δει ποτέ μου. Ένα πραγματικό έργο τέχνης από αλουμίνιο, με κορυφαία ποιότητα κατασκευής και έναν από τους καλύτερους μηχανισμούς ανάγνωσης που έχουν ποτέ κατασκευαστεί. Και μια που το έφερε η κουβέντα, το κομψοτέχνημα της Ύψιλον έκρυβε κάτω από το καπάκι του transport τη μετεξέλιξη του κορυφαίου top-loader CDM-12 Industrial, τον ιδιαίτερα δημοφιλή CDM - Pro II της Philips. Για όσους γνωρίζουν, ο συγκεκριμένος μηχανισμός High Fidelity
59
NEODIO CD ONE —————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ——————————
Vive la difference
NEODIO CD ONE —————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ——————————
Vive la difference
Audio Valve
Eclipse/Challenger 115
—————————————————— του Γιάννη Καμαρινού ———————————————————
Ο
μολογώ ότι πριν τη δοκιμή αυτού του τεύχους δε γνώριζα την Audio Valve. Για την ακρίβεια, είχα δει και ακούσει (ελάχιστα) γι’αυτήν στην τελευταία έκθεση, όταν η Audio K. Μασσέλου μόλις είχε αναλάβει την αντιπροσώπευσή της στη χώρα μας (συν ορισμένα διθυραμβικά σχόλια σε περιοδικά του εξωτερικού, σε Ευρώπη -της Γαλλίας συμπεριλαμβανομένης- και ΗΠΑ). Συνεπώς, όταν ο αρχισυντάκτης μου ανακοίνωσε ότι αναλαμβάνω για δοκιμή το σετ προενισχυτή-μονοτελών ενισχυτών της γερμανικής εταιρίας, ενθουσιάστηκα. Θα είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με μια πρόταση ακριβή και μεγάλων διαστάσεων. Σε ιστορία, ήχο και… βάρος.
Καθώς περνούσαν οι ημέρες, συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο ότι η θέση ακρόασης βρισκόταν μέσα στο ηχητικό δρώμενο και ο καθήμενος σε αυτήν δεν ήταν απλά παρατηρητής…
Ήχος υπό τον ελέγχο των λυχνιών
Η ιστορία Η Audio Valve δραστηριοποιείται στο χώρο της υψηλής πιστότητας περισσότερα από 25 χρόνια. Ιδρυτής και ιθύνων νους είναι ο κος Becker, καθηγητής ηλεκτρονικής. Η έδρα της εταιρίας και η γραμμή παραγωγής βρίσκονται στην πόλη Kaletal, στα βόρεια της Γερμανίας. Ο ίδιος ο κος Becker επιμένει μάλιστα να αναφέρει ως τόπο προέλευσης των υλοποιήσεών του τη Δυτική Γερμανία! Όλα τα μοντέλα είναι λαμπάτα και εντυπωσιακά σε εμφάνιση. Διατηρούν χαρακτήρα που συνδυάζει ρετρό και μεταμοντέρνα χαρακτηριστικά. Στο εσωτερικό τους όμως ο κος Becker, ιδιοκτήτης και αρχισχεδιαστής της εταιρίας, εφαρμόζει καινοτόμες τεχνικές και πατέντες, που, ομολογουμένως, ξεφεύγουν από την πεπατημένη! Ίσως κάποιοι οπαδοί του μινιμαλισμού και των λιτών σχεδιάσεων να βιαστούν να τον κατατάξουν στους «αιρετικούς» των λυχνιών, αλλά φαντάζομαι ότι τέτοιου είδους συζητήσεις δεν απασχολούν τον ίδιο. Ούτε εμάς, εννοείται. Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι η γκάμα περιλαμβάνει τον προενισχυτή Eklipse, τους λαμπάτους monoblck Baldur, Challenge και Avalon (σε διάφορες εκδόσεις), τον προενισχυτή φωνογραφικής κεφαλής Sunlinda και τον ενισχυτή ακουστικών RKV MkIII, τοπολογίας OTL. Μόλις πρόσφατα προστέθηκε στην γκάμα και ο πρώτος ολοκληρωμένος, τον οποίο και αναμένουμε στη χώρα μας τις επόμενες High Fidelity
77
Audio Valve
Eclipse/Challenger 115
—————————————————— του Γιάννη Καμαρινού ———————————————————
Ο
μολογώ ότι πριν τη δοκιμή αυτού του τεύχους δε γνώριζα την Audio Valve. Για την ακρίβεια, είχα δει και ακούσει (ελάχιστα) γι’αυτήν στην τελευταία έκθεση, όταν η Audio K. Μασσέλου μόλις είχε αναλάβει την αντιπροσώπευσή της στη χώρα μας (συν ορισμένα διθυραμβικά σχόλια σε περιοδικά του εξωτερικού, σε Ευρώπη -της Γαλλίας συμπεριλαμβανομένης- και ΗΠΑ). Συνεπώς, όταν ο αρχισυντάκτης μου ανακοίνωσε ότι αναλαμβάνω για δοκιμή το σετ προενισχυτή-μονοτελών ενισχυτών της γερμανικής εταιρίας, ενθουσιάστηκα. Θα είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με μια πρόταση ακριβή και μεγάλων διαστάσεων. Σε ιστορία, ήχο και… βάρος.
Καθώς περνούσαν οι ημέρες, συνειδητοποιούσα όλο και περισσότερο ότι η θέση ακρόασης βρισκόταν μέσα στο ηχητικό δρώμενο και ο καθήμενος σε αυτήν δεν ήταν απλά παρατηρητής…
Ήχος υπό τον ελέγχο των λυχνιών
Η ιστορία Η Audio Valve δραστηριοποιείται στο χώρο της υψηλής πιστότητας περισσότερα από 25 χρόνια. Ιδρυτής και ιθύνων νους είναι ο κος Becker, καθηγητής ηλεκτρονικής. Η έδρα της εταιρίας και η γραμμή παραγωγής βρίσκονται στην πόλη Kaletal, στα βόρεια της Γερμανίας. Ο ίδιος ο κος Becker επιμένει μάλιστα να αναφέρει ως τόπο προέλευσης των υλοποιήσεών του τη Δυτική Γερμανία! Όλα τα μοντέλα είναι λαμπάτα και εντυπωσιακά σε εμφάνιση. Διατηρούν χαρακτήρα που συνδυάζει ρετρό και μεταμοντέρνα χαρακτηριστικά. Στο εσωτερικό τους όμως ο κος Becker, ιδιοκτήτης και αρχισχεδιαστής της εταιρίας, εφαρμόζει καινοτόμες τεχνικές και πατέντες, που, ομολογουμένως, ξεφεύγουν από την πεπατημένη! Ίσως κάποιοι οπαδοί του μινιμαλισμού και των λιτών σχεδιάσεων να βιαστούν να τον κατατάξουν στους «αιρετικούς» των λυχνιών, αλλά φαντάζομαι ότι τέτοιου είδους συζητήσεις δεν απασχολούν τον ίδιο. Ούτε εμάς, εννοείται. Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι η γκάμα περιλαμβάνει τον προενισχυτή Eklipse, τους λαμπάτους monoblck Baldur, Challenge και Avalon (σε διάφορες εκδόσεις), τον προενισχυτή φωνογραφικής κεφαλής Sunlinda και τον ενισχυτή ακουστικών RKV MkIII, τοπολογίας OTL. Μόλις πρόσφατα προστέθηκε στην γκάμα και ο πρώτος ολοκληρωμένος, τον οποίο και αναμένουμε στη χώρα μας τις επόμενες High Fidelity
77
MeIody Astro Black 22 ————————————— του Π. Παναγόπουλου ————————————
Ά
ντε πάλι, για να μην ξεχνιόμαστε. Να που μπαίνουν και οι Αυστραλοί στο παιχνίδι και μάλιστα με φόρα. Βέβαια, οι τύποι δεν είναι και τόσο αμέτοχοι. Συνήθεις ύποπτοι είναι και αυτοί, καθώς όποτε μας έχουν «ταΐσει» με δημιουργίες τους, έχουμε «φάει» καλά. Μπορεί άραγε κανείς να ισχυριστεί ότι τα Plinius είναι αμελητέες ποσότητες; Ή μήπως τα Perreaux; Σοβαροί τύποι λοιπόν οι Αυστραλοί. Και πάντα επί της ουσίας, χωρίς πολλά πολλά «φρου φρου κι αρώματα». Η Melody είναι μεν μια αυστραλιανή εταιρία, το εργοστάσιο της όμως είναι στην Κίνα. Φυσικά, οι
Να λοιπόν και η ζωντανή αυστραλέζικη απάντηση στο μεγάλο ερώτημα: «Θα μας προλάβουν οι Κινέζοι ή θα τους «φάμε» στη στροφή; Ή, τελικά ,θα προλάβει να μας «φάει» το φασόν;
Η αντεπίθεση της Ωκεανίας
Αυστραλοί έχουν τους Κινέζους από κοντά και προφανώς δεν τους αφήνουν να πάρουν ανάσα, χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν. Από την άλλη, η συσκευασία και ο τελικός έλεγχος όλων των συσκευών τους γίνεται στην Αυστραλία. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτό το επίπεδο κατασκευής, αλλά και αυτό το φινίρισμα. Πιάνο λάκα stile με σοβαρότατη βαφή αυτοκινήτου και εμφάνιση που κόβει την ανάσα. Έτσι είναι όλες οι δημιουργίες της Melody, εντελώς μερακλίδικες. Επομένως, ας μην κολλάμε πλέον στο θέμα «Κίνα». Είναι ένα γεγονός που πρέπει να το πάρουμε απόφαση, καθώς τελικά έτσι όπως εξελίσσεται, τα πράγματα βαίνουν μόνον προς το καλό του καταναλωτή. Όσον αφορά τουλάχιστον την τσέπη μας. Έχω δε τελικά αρχίσει να πείθομαι ότι η κατάσταση αυτή έχει αρχίσει, μεταξύ άλλων, να «λύνει» κατά κάποιο τρόπο και τα χέρια των κατασκευαστών. Αναρωτιέμαι πόσο θα κόστιζε ένα τέτοιου επιπέδου φινίρισμα εάν γινόταν στην Ευρώπη, την Αμερική ή, έστω, και στην Αυστραλία. Η λογική μου μού λέει ότι καλύτερα θα ήταν να μην το σκέφτομαι. Όσο δε για το θέμα της συναρμολόγησης, αν έχεις τον Κινέζο από κοντά λάθη δε γίνονται. Επομένως... Η γκάμα της Melody είναι αρκετά μεγάλη και περιλαμβάνει ό,τι μπορεί να επιθυμήσει κάποιος απαιτητικός μουσικόφιλος, εκτός από πικάπ και ηχεία. Ο Astro Black 22 είναι ένα εντελώς νέο μοντέλο, που έρχεται να εμπλουτίσει τη σειρά, κάνοντας παρέα με τους άλλους επτά ολοκληρωμένους της εταιρίας. Βασικά βέβαια, το μοντέλο αυτό προέρχεται από μία άλλη νέα σειρά, η οποία περιλαμβάνει επίσης άλλους πέντε ολοκληρωμένους με High Fidelity
87
MeIody Astro Black 22 ————————————— του Π. Παναγόπουλου ————————————
Ά
ντε πάλι, για να μην ξεχνιόμαστε. Να που μπαίνουν και οι Αυστραλοί στο παιχνίδι και μάλιστα με φόρα. Βέβαια, οι τύποι δεν είναι και τόσο αμέτοχοι. Συνήθεις ύποπτοι είναι και αυτοί, καθώς όποτε μας έχουν «ταΐσει» με δημιουργίες τους, έχουμε «φάει» καλά. Μπορεί άραγε κανείς να ισχυριστεί ότι τα Plinius είναι αμελητέες ποσότητες; Ή μήπως τα Perreaux; Σοβαροί τύποι λοιπόν οι Αυστραλοί. Και πάντα επί της ουσίας, χωρίς πολλά πολλά «φρου φρου κι αρώματα». Η Melody είναι μεν μια αυστραλιανή εταιρία, το εργοστάσιο της όμως είναι στην Κίνα. Φυσικά, οι
Να λοιπόν και η ζωντανή αυστραλέζικη απάντηση στο μεγάλο ερώτημα: «Θα μας προλάβουν οι Κινέζοι ή θα τους «φάμε» στη στροφή; Ή, τελικά ,θα προλάβει να μας «φάει» το φασόν;
Η αντεπίθεση της Ωκεανίας
Αυστραλοί έχουν τους Κινέζους από κοντά και προφανώς δεν τους αφήνουν να πάρουν ανάσα, χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν. Από την άλλη, η συσκευασία και ο τελικός έλεγχος όλων των συσκευών τους γίνεται στην Αυστραλία. Δεν εξηγείται αλλιώς αυτό το επίπεδο κατασκευής, αλλά και αυτό το φινίρισμα. Πιάνο λάκα stile με σοβαρότατη βαφή αυτοκινήτου και εμφάνιση που κόβει την ανάσα. Έτσι είναι όλες οι δημιουργίες της Melody, εντελώς μερακλίδικες. Επομένως, ας μην κολλάμε πλέον στο θέμα «Κίνα». Είναι ένα γεγονός που πρέπει να το πάρουμε απόφαση, καθώς τελικά έτσι όπως εξελίσσεται, τα πράγματα βαίνουν μόνον προς το καλό του καταναλωτή. Όσον αφορά τουλάχιστον την τσέπη μας. Έχω δε τελικά αρχίσει να πείθομαι ότι η κατάσταση αυτή έχει αρχίσει, μεταξύ άλλων, να «λύνει» κατά κάποιο τρόπο και τα χέρια των κατασκευαστών. Αναρωτιέμαι πόσο θα κόστιζε ένα τέτοιου επιπέδου φινίρισμα εάν γινόταν στην Ευρώπη, την Αμερική ή, έστω, και στην Αυστραλία. Η λογική μου μού λέει ότι καλύτερα θα ήταν να μην το σκέφτομαι. Όσο δε για το θέμα της συναρμολόγησης, αν έχεις τον Κινέζο από κοντά λάθη δε γίνονται. Επομένως... Η γκάμα της Melody είναι αρκετά μεγάλη και περιλαμβάνει ό,τι μπορεί να επιθυμήσει κάποιος απαιτητικός μουσικόφιλος, εκτός από πικάπ και ηχεία. Ο Astro Black 22 είναι ένα εντελώς νέο μοντέλο, που έρχεται να εμπλουτίσει τη σειρά, κάνοντας παρέα με τους άλλους επτά ολοκληρωμένους της εταιρίας. Βασικά βέβαια, το μοντέλο αυτό προέρχεται από μία άλλη νέα σειρά, η οποία περιλαμβάνει επίσης άλλους πέντε ολοκληρωμένους με High Fidelity
87
Graaf GM 50B
Ό
ντως, ο δημοφιλής αυτός ολοκληρωμένος ενισχυτής της ιταλικής Graaf είναι μια ιδιαίτερα προσεγμένη σε όλους τους τομείς σχεδίαση. Προέρχεται εξάλλου από μια εταιρία, η οποία αποτελεί για τη γείτονα χώρα την «αιχμή του δόρατος», όσον τουλάχιστον αφορά τις λαμπάτες υλοποιήσεις. Και όντως, η Graaf δεν είναι μια τυχαία εταιρία. Είναι σαφώς το αντίθετο. Ο Mariani είναι ένας πολύ σοβαρός σχεδιαστής. Από το 1983 που η Graaf ξεκίνησε από την Modena την πορεία της στο χώρο, μόνον αξιοπρεπέστατες σε ήχο συσκευές μας έχει προσφέρει.
——————— του Π. Παναγόπουλου ———————
Ο GM 50Β δείχνει ότι είναι μια εξαιρετικά φιλόδοξη δημιουργία, η οποία μπορεί να καλύψει ακόμα και τα πιο απαιτητικά γούστα των μουσικόφιλων. Είναι όμως έτσι;
Μέσα από την καρδιά του Βεζούβιου
Για να είμαι πιο ακριβής, η συγκεκριμένη εταιρία ανέλαβε να βγάλει το «φίδι από την τρύπα». Και θα γίνω σαφής και πάνω σ’αυτό: Όταν η Graaf μπήκε στην αγορά, η Ιταλία ήταν μια άγνωστη χώρα στον κόσμο της υψηλής πιστότητας. Καμία σχέση δεν υπήρχε τότε με αυτό που βλέπουμε σήμερα. Κυκλοφορούσαν απλά κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες, οι οποίες φάνταζαν μάλλον αστείες, ειδικά όταν στεκόντουσαν δίπλα σε αντίστοιχες αγγλικές ή αμερικανικές. Οι παλιότεροι θυμούνται ίσως τα Galactron. Επομένως, χρειαζόταν μία δυναμική είσοδος από κάποιους, που θα τάραζαν σοβαρά τα νερά. Και αυτό έγινε από την Graaf και τη Sonus Faber. Μετά ακολούθησαν όλοι οι υπόλοιποι. Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Ένα μεγάλο όνομα λοιπόν δε «χτίζεται» τυχαία. Απλά χρειάζεται υποστήριξη ό,τι και εάν αυτό αφορά. Άξιο αναφοράς επίσης είναι ότι στη Modena υπάρχουν μόνον τέσσερα εργοστάσια. Τα τρία από αυτά είναι των Ferrari, Lamborghini και Maserati, ενώ το τέταρτο είναι της Graaf! Όλα δε τα μηχανήματα της Graaf περνούν, όταν χρειάζεται, από το φούρνο βαφής των αυτοκινήτων της Ferrari. Ο δε GM 50B δανείζεται τα χρώματα της Ferrari 612! Η γκάμα της Graaf, που δεν είναι μεγάλη, περιλαμβάνει κατά βάση μηχανήματα ενίσχυσης. Δηλαδή προενισχυτές, τελικούς ενισχυτές, αλλά και ολοκληρωμένους. Όλοι δε έχουν ως βάση τους τις λυχνίες. Όλοι εκτός από ένα πεντακάναλο τελικό, ο οποίος προορίζεται για Home Cinema. Ο GM 200, που είναι ένας OTL τελικός ενισχυτής και αποτελεί την κορυφή των συσκευών της, κατά την γνώμη του High Fidelity
93
Graaf GM 50B
Ό
ντως, ο δημοφιλής αυτός ολοκληρωμένος ενισχυτής της ιταλικής Graaf είναι μια ιδιαίτερα προσεγμένη σε όλους τους τομείς σχεδίαση. Προέρχεται εξάλλου από μια εταιρία, η οποία αποτελεί για τη γείτονα χώρα την «αιχμή του δόρατος», όσον τουλάχιστον αφορά τις λαμπάτες υλοποιήσεις. Και όντως, η Graaf δεν είναι μια τυχαία εταιρία. Είναι σαφώς το αντίθετο. Ο Mariani είναι ένας πολύ σοβαρός σχεδιαστής. Από το 1983 που η Graaf ξεκίνησε από την Modena την πορεία της στο χώρο, μόνον αξιοπρεπέστατες σε ήχο συσκευές μας έχει προσφέρει.
——————— του Π. Παναγόπουλου ———————
Ο GM 50Β δείχνει ότι είναι μια εξαιρετικά φιλόδοξη δημιουργία, η οποία μπορεί να καλύψει ακόμα και τα πιο απαιτητικά γούστα των μουσικόφιλων. Είναι όμως έτσι;
Μέσα από την καρδιά του Βεζούβιου
Για να είμαι πιο ακριβής, η συγκεκριμένη εταιρία ανέλαβε να βγάλει το «φίδι από την τρύπα». Και θα γίνω σαφής και πάνω σ’αυτό: Όταν η Graaf μπήκε στην αγορά, η Ιταλία ήταν μια άγνωστη χώρα στον κόσμο της υψηλής πιστότητας. Καμία σχέση δεν υπήρχε τότε με αυτό που βλέπουμε σήμερα. Κυκλοφορούσαν απλά κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες, οι οποίες φάνταζαν μάλλον αστείες, ειδικά όταν στεκόντουσαν δίπλα σε αντίστοιχες αγγλικές ή αμερικανικές. Οι παλιότεροι θυμούνται ίσως τα Galactron. Επομένως, χρειαζόταν μία δυναμική είσοδος από κάποιους, που θα τάραζαν σοβαρά τα νερά. Και αυτό έγινε από την Graaf και τη Sonus Faber. Μετά ακολούθησαν όλοι οι υπόλοιποι. Έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα. Ένα μεγάλο όνομα λοιπόν δε «χτίζεται» τυχαία. Απλά χρειάζεται υποστήριξη ό,τι και εάν αυτό αφορά. Άξιο αναφοράς επίσης είναι ότι στη Modena υπάρχουν μόνον τέσσερα εργοστάσια. Τα τρία από αυτά είναι των Ferrari, Lamborghini και Maserati, ενώ το τέταρτο είναι της Graaf! Όλα δε τα μηχανήματα της Graaf περνούν, όταν χρειάζεται, από το φούρνο βαφής των αυτοκινήτων της Ferrari. Ο δε GM 50B δανείζεται τα χρώματα της Ferrari 612! Η γκάμα της Graaf, που δεν είναι μεγάλη, περιλαμβάνει κατά βάση μηχανήματα ενίσχυσης. Δηλαδή προενισχυτές, τελικούς ενισχυτές, αλλά και ολοκληρωμένους. Όλοι δε έχουν ως βάση τους τις λυχνίες. Όλοι εκτός από ένα πεντακάναλο τελικό, ο οποίος προορίζεται για Home Cinema. Ο GM 200, που είναι ένας OTL τελικός ενισχυτής και αποτελεί την κορυφή των συσκευών της, κατά την γνώμη του High Fidelity
93
KP Audio Kronzilla SX I
Ο
Dr Kron είναι ένας σχεδιαστής που -απ’ όσο έχω καταλάβει- έχει βαθιά μέσα του τόσο το σαράκι του μηχανικού όσο και αυτό του… κολλημένου φίλου της υψηλής πιστότητας. Έτσι, η εταιρεία του δεν ακολουθεί κάποια από τα πατημένα μονοπάτια αλλά, αντίθετα, χαράσσει τον δικό της δρόμο που βασίζεται σε ιδιόρρυθμες σχεδιάσεις που πάνε κόντρα στον συρμό (τουλάχιστον όπως φάνηκε μέσα από τη συμβίωσή μας με τον SX I). Τροφοδότης σε ενεργά υλικά για τους λαμπάτους ενισχυτές της τσέχικης εταιρίας είναι το παρακλάδι της που κατασκευάζει λυχνίες. Αυτό το τμήμα της εταιρείας κατασκευάζει τόσο κάποιες από τις κλασικές λυχνίες όσο και κάποιες «πειραγμένες» που έχουν βασιστεί σε κάποιες κλασικές λυχνίες όσο και κάποιες που αποτελούν αποκλειστικά δικές της δημιουργίες, χρησιμοποιούνται τόσο στις δικές της υλοποιήσεις αλλά διατίθενται και σε όσους θέλουν να σχεδιάσουν μια νέα λαμπάτη υλοποίηση που δεν βασίζεται σε κάποιο κλασικό τύπο λυχνιών. Χαρακτηριστικότερο και επιβλητικότερο δείγμα των λυχνιών που κατασκευάζει και σχεδιάζει η ίδια η KR είναι η Τ1610 που χρησιμοποιείται εις διπλούν και στον SX I.
————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ————————————
Οι πύργοι της αρμονίας
Απίστευτες και όμως αληθινές Ο SX I είναι ένας στερεοφωνικός ολοκληρωμένος ενισχυτής. Σε αυτά τα σημεία εξαντλούνται, ίσως και τα κοινά του σημεία, με ομοειδείς υλοποιήσεις. Τα κιλά του (αγγίζουν τα 50) οι επιβλητικές του διαστάσεις (βάθος 55cm) και οι τεράστιες λυχνίες εξόδου τον διαφοροποιούν από το σύνολο του ανταγωνισμού του. Στο πάνω μέρος του σασί του εκτός από τις δύο λυχνίες θα βρείτε καλυμμένους μέσα σε μεταλλικά περιβλήματα του μετασχηματιστές εξόδου ενώ σε ένα δεύτερο μεταλλικό περίβλημα βρίσκονται ο μετασχηματιστής τροφοδοσίας και οι πυκνωτές εξομάλυνσης. Στο πίσω μέρος του SX I υπάρχουν τέσσερα ζεύγη εισόδων στάθμης γραμμής και οι ακροδέκτες (άριστης ποιότητας) σύνδεσης των ηχείων. Η επιλογή λήψης από το μετασχηματιστή για ηχεία 4 ή 8Ω γίνεται αλλάζοντας θέσης σε βραχυκυκλωρήρες που βρίσκονται πίσω από ένα μεταλλικό κάλλυμα (ανάμεσα στις μπόρνες). Στην πρόσοψη του ενισχυτή υπάρχει το ενδεικτικό λειτουργίας που το ρυθμιστικό έντασης, και οι πιεστικοί διακόπτες επιλογής της εισόδου με τα αντίστοιχα ενδεικτικά led. Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή του εσωτερικού
του SXI πρέπει να πούμε πως ο ενισχυτής έρχεται ιδιαίτερα πολιτισμένα σε λειτουργία (υπάρχει κύκλωμα καθυστέρησης και ομαλής έναυσης) ενώ εκεί που περιμένεις πω οι λυχνίες θα φωτοβολούν σαν φάροι μόλις και μετά βίας αντιλαμβάνεσαι πως είναι αναμμένες. (Το γιατί θα το δούμε στην συνέχεια). Τέλος ο ενισχυτής συνοδεύεται και από ένα τηλεχειριστήριο του οποίου όμως η αισθητική δεν είναι αντίστοιχα επιβλητική με την συνολική παρουσία του Τσέχου γίγαντα. Περιγραφή κυκλώματος Για όσους ακόμα δεν το κατάλαβαν πρέπει να πούμε πως ο SXI είναι ένας καθαρόαιμος SET ενισχυτής. Αντίθετα με αντίστοιχες υλοποιήσεις το μόνο σημείο που χρησιμοποιεί λυχνίες είναι το στάδιο εξόδου του ενώ στα στάδια της προενίσχυσης και οδήγησης της λυχνίας (κάθε καναλιού) υπάρχουν ημιαγωγοί και ένας τελεστικός ενισχυτής. Αν τίσ τοιχα και σ τα κ υ κ λώ μ α τα α νό ρ θ ωσ η ς χρησιμοποιούνται δίοδοι στερεάς κατάστασης μιας και ο Dr. Kron πιστεύει πως καμία λυχνία κενού δεν μπορεί να επιτύχει τα χαρακτηριστικά θορύβου και ταχύτητας που αυτός επιθυμεί για τα κυκλώματα ανόρθωσης. Το κύκλωμα του κάθε καναλιού είναι απόλυτα μινιμαλιστικό (τουλάχιστον εγώ δεν έχω δει ολοκληρωμένο που να έχει λιγότερα στάδια). Έτσι η επιλογή της εισόδου γίνεται μέσω ηλεκτρονόμων πολύ καλής ποιότητας και στην συνέχεια το σήμα οδηγείται στο ποτεσνιόμετρο (από την μπλε σειρά της ALPS ο δρομέας του οποίου κινείται και μέσω κινητήρα ώστε να μπορεί να τηλεχειρίζεται) και ακολούθως σε ένα στάδιο απομόνωσης - ενίσχυσης τάσης που χτίζεται γύρο από έναν ιστορικής αξίας τελεστικό (TL 072) που προφανώς έχει επιλεχθεί βάση των ηχητικών του επιδόσεων και όχι των τεχνικών του χαρακτηριστικών. Ακολουθεί το στάδιο ενίσχυσης ρεύματος και τάσης που απαρτίζεται από ένα FET που πολώνεται από μια πηγή ρεύματος και στο οποίο εφαρμόζεται τοπική ανάδραση, ενώ στη συνέχεια το σήμα οδηγείται απευθείας στο πλέγμα της T1610. Kαι σε αυτό το στάδιο χρησιμοποιείται τοπική ανάδραση, ενώ στον SXI δεν υπάρχει βρόγχος ανάδρασης από την έξοδο του μετασχηματιστή προς την είσοδο του ενισχυτή. Το κύκλωμα τροφοδοσίας του ενισχυτή χρησιμοποιεί έναν τεράστιο τοροειδή μετασχηματιστή και ένα μικρότερο, ενώ οι πυκνωτές εξομάλυνσης είναι πολύ καλής ποιότητας. H θηριώδης 1610 αποτελεί ένα από τα πνευματικά παιδιά του Eugene Kron. Πρόκειται για μια τρίοδο άμεσης High Fidelity
99
KP Audio Kronzilla SX I
Ο
Dr Kron είναι ένας σχεδιαστής που -απ’ όσο έχω καταλάβει- έχει βαθιά μέσα του τόσο το σαράκι του μηχανικού όσο και αυτό του… κολλημένου φίλου της υψηλής πιστότητας. Έτσι, η εταιρεία του δεν ακολουθεί κάποια από τα πατημένα μονοπάτια αλλά, αντίθετα, χαράσσει τον δικό της δρόμο που βασίζεται σε ιδιόρρυθμες σχεδιάσεις που πάνε κόντρα στον συρμό (τουλάχιστον όπως φάνηκε μέσα από τη συμβίωσή μας με τον SX I). Τροφοδότης σε ενεργά υλικά για τους λαμπάτους ενισχυτές της τσέχικης εταιρίας είναι το παρακλάδι της που κατασκευάζει λυχνίες. Αυτό το τμήμα της εταιρείας κατασκευάζει τόσο κάποιες από τις κλασικές λυχνίες όσο και κάποιες «πειραγμένες» που έχουν βασιστεί σε κάποιες κλασικές λυχνίες όσο και κάποιες που αποτελούν αποκλειστικά δικές της δημιουργίες, χρησιμοποιούνται τόσο στις δικές της υλοποιήσεις αλλά διατίθενται και σε όσους θέλουν να σχεδιάσουν μια νέα λαμπάτη υλοποίηση που δεν βασίζεται σε κάποιο κλασικό τύπο λυχνιών. Χαρακτηριστικότερο και επιβλητικότερο δείγμα των λυχνιών που κατασκευάζει και σχεδιάζει η ίδια η KR είναι η Τ1610 που χρησιμοποιείται εις διπλούν και στον SX I.
————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ————————————
Οι πύργοι της αρμονίας
Απίστευτες και όμως αληθινές Ο SX I είναι ένας στερεοφωνικός ολοκληρωμένος ενισχυτής. Σε αυτά τα σημεία εξαντλούνται, ίσως και τα κοινά του σημεία, με ομοειδείς υλοποιήσεις. Τα κιλά του (αγγίζουν τα 50) οι επιβλητικές του διαστάσεις (βάθος 55cm) και οι τεράστιες λυχνίες εξόδου τον διαφοροποιούν από το σύνολο του ανταγωνισμού του. Στο πάνω μέρος του σασί του εκτός από τις δύο λυχνίες θα βρείτε καλυμμένους μέσα σε μεταλλικά περιβλήματα του μετασχηματιστές εξόδου ενώ σε ένα δεύτερο μεταλλικό περίβλημα βρίσκονται ο μετασχηματιστής τροφοδοσίας και οι πυκνωτές εξομάλυνσης. Στο πίσω μέρος του SX I υπάρχουν τέσσερα ζεύγη εισόδων στάθμης γραμμής και οι ακροδέκτες (άριστης ποιότητας) σύνδεσης των ηχείων. Η επιλογή λήψης από το μετασχηματιστή για ηχεία 4 ή 8Ω γίνεται αλλάζοντας θέσης σε βραχυκυκλωρήρες που βρίσκονται πίσω από ένα μεταλλικό κάλλυμα (ανάμεσα στις μπόρνες). Στην πρόσοψη του ενισχυτή υπάρχει το ενδεικτικό λειτουργίας που το ρυθμιστικό έντασης, και οι πιεστικοί διακόπτες επιλογής της εισόδου με τα αντίστοιχα ενδεικτικά led. Πριν προχωρήσουμε στην περιγραφή του εσωτερικού
του SXI πρέπει να πούμε πως ο ενισχυτής έρχεται ιδιαίτερα πολιτισμένα σε λειτουργία (υπάρχει κύκλωμα καθυστέρησης και ομαλής έναυσης) ενώ εκεί που περιμένεις πω οι λυχνίες θα φωτοβολούν σαν φάροι μόλις και μετά βίας αντιλαμβάνεσαι πως είναι αναμμένες. (Το γιατί θα το δούμε στην συνέχεια). Τέλος ο ενισχυτής συνοδεύεται και από ένα τηλεχειριστήριο του οποίου όμως η αισθητική δεν είναι αντίστοιχα επιβλητική με την συνολική παρουσία του Τσέχου γίγαντα. Περιγραφή κυκλώματος Για όσους ακόμα δεν το κατάλαβαν πρέπει να πούμε πως ο SXI είναι ένας καθαρόαιμος SET ενισχυτής. Αντίθετα με αντίστοιχες υλοποιήσεις το μόνο σημείο που χρησιμοποιεί λυχνίες είναι το στάδιο εξόδου του ενώ στα στάδια της προενίσχυσης και οδήγησης της λυχνίας (κάθε καναλιού) υπάρχουν ημιαγωγοί και ένας τελεστικός ενισχυτής. Αν τίσ τοιχα και σ τα κ υ κ λώ μ α τα α νό ρ θ ωσ η ς χρησιμοποιούνται δίοδοι στερεάς κατάστασης μιας και ο Dr. Kron πιστεύει πως καμία λυχνία κενού δεν μπορεί να επιτύχει τα χαρακτηριστικά θορύβου και ταχύτητας που αυτός επιθυμεί για τα κυκλώματα ανόρθωσης. Το κύκλωμα του κάθε καναλιού είναι απόλυτα μινιμαλιστικό (τουλάχιστον εγώ δεν έχω δει ολοκληρωμένο που να έχει λιγότερα στάδια). Έτσι η επιλογή της εισόδου γίνεται μέσω ηλεκτρονόμων πολύ καλής ποιότητας και στην συνέχεια το σήμα οδηγείται στο ποτεσνιόμετρο (από την μπλε σειρά της ALPS ο δρομέας του οποίου κινείται και μέσω κινητήρα ώστε να μπορεί να τηλεχειρίζεται) και ακολούθως σε ένα στάδιο απομόνωσης - ενίσχυσης τάσης που χτίζεται γύρο από έναν ιστορικής αξίας τελεστικό (TL 072) που προφανώς έχει επιλεχθεί βάση των ηχητικών του επιδόσεων και όχι των τεχνικών του χαρακτηριστικών. Ακολουθεί το στάδιο ενίσχυσης ρεύματος και τάσης που απαρτίζεται από ένα FET που πολώνεται από μια πηγή ρεύματος και στο οποίο εφαρμόζεται τοπική ανάδραση, ενώ στη συνέχεια το σήμα οδηγείται απευθείας στο πλέγμα της T1610. Kαι σε αυτό το στάδιο χρησιμοποιείται τοπική ανάδραση, ενώ στον SXI δεν υπάρχει βρόγχος ανάδρασης από την έξοδο του μετασχηματιστή προς την είσοδο του ενισχυτή. Το κύκλωμα τροφοδοσίας του ενισχυτή χρησιμοποιεί έναν τεράστιο τοροειδή μετασχηματιστή και ένα μικρότερο, ενώ οι πυκνωτές εξομάλυνσης είναι πολύ καλής ποιότητας. H θηριώδης 1610 αποτελεί ένα από τα πνευματικά παιδιά του Eugene Kron. Πρόκειται για μια τρίοδο άμεσης High Fidelity
99
Lindemann 830 ——————— του Νίκου Κορακάκη ————————
Φλερτάροντας την κορυφή!
Lindemann 830 ——————— του Νίκου Κορακάκη ————————
Φλερτάροντας την κορυφή!
Advance MPP-206 MAA-406 ———————————————— του Π. Παναγόπουλου ———————————————————
Η βελτίωση του βέλτιστου
Υ
πάρχουν κάποιες παράμετροι, οι οποίες όταν υπάρχει όρεξη και μεράκι δεν αλλάζουν. Ειδικά, εάν αυτές αφορούν κάποια βελτίωση, ό,τι και εάν αυτή αφορά. Είναι αυτό που λέμε ότι τα ανήσυχα πνεύματα ποτέ δεν επαναπαύονται. Ευτυχώς… Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Υπάρχουν δύο σχολές, επάνω στις οποίες κινούνται όλες οι συσκευές της υψηλής πιστότητας. Η μία σχολή είναι η «παραδοσιακή» της Δύσης, η οποία, στις ακριβές τουλάχιστον συσκευές της, επιβάλει το «κλασικό». Τι είναι το κλασικό; Υποτίθεται ότι εάν ένα μοντέλο κάποιας συσκευής (ό,τι και εάν είναι αυτή), κοστίζει ένα σεβαστό ποσό και κινείται σε μια κατηγορία που χαρακτηρίζεται «High End», δεν μπορεί να αλλάζει κάθε 6 μήνες -μπορεί απλά να αναβαθμίζεται. Αυτό υποτίθεται ότι συμβαίνει, καθώς κάτι που είναι τόσο καλό δεν έχει ανάγκη ανανέωσης. Όχι τουλάχιστον για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την άλλη είναι η άλλη σχολή, η ιαπωνική, που από τη μεριά της ισχυρίζεται ότι η «ανανέωση» είναι η βάση της εξέλιξης. Και οι δύο απόψεις έχουν κάποιες σωστές βάσεις, αλλά και κάποια μειονεκτήματα. Έχω, για παράδειγμα, συναντήσει απίστευτη στενοκεφαλιά εκ μέρους κάποιων «αρχαίων» σχεδιαστών (κυρίως Βρετανών), οι οποίοι ακόμα και σήμερα αρνούνται ακόμα και αυτή την απλή ανανέωση, υποστηρίζοντας ότι έχουν ανακαλύψει προ 20ετίας ή και 30ετίας το «αυγό του Κολόμβου». Ευτυχώς, αυτοί πλέον τείνουν να εκλείψουν. Από την άλλη, η τακτική των εξ ανατολής να αλλάζουν μοντέλα κάθε 6 μήνες, δεν το συζητώ, είναι απλά απαράδεκτη. Δείχνει την απόλυτη περιφρόνηση απέναντι στον αγοραστή. Δείχνει επίσης την απαξίωση των ιδίων απέναντι στους εαυτούς τους. Αυτό όμως υποτίθεται ότι το έχουν ξεπεράσει. Εφόσον αυτή την στιγμή κατευθύνουν τη «μεγάλη» αγορά, πολύ λίγο τους απασχολεί ο παράγων «καταναλωτική αξιοπρέπεια». Οι περισσότεροι πάντως κατασκευαστές που μας αφορούν, ευτυχώς βρίσκονται σε κάποιο σωστό μέσο όρο. Η Advance, που είναι και το θέμα που μας απασχολεί επί του παρόντος κειμένου, ψάχνεται. Πολύ σωστά δεν αλλάζει κάποιο μοντέλο που, αν μη τι άλλο, δεν είχε κάποια τέτοια ανάγκη. Απλά το αναβαθμίζει. Μιλώ φυσικά για τον προενισχυτή MPP 205 και τον τελικό ενισχυτή MAA 405, που είχα δοκιμάσει πριν από έναν περίπου χρόνο. Και οι δύο συσκευές με είχαν τότε ενθουσιάσει για έναν πολύ βασικό λόγο. Τον αξιοπρεπέστατο ήχο τους, σε σχέση με την προκλητικά χαμηλή τιμή τους.
Συν δε όλων των άλλων, τις δύο αυτές συσκευές συνόδευε ένα πολύ καλό προς άριστο επίπεδο κατασκευής, ο δε ενισχυτής διέθετε και πολύ μεγάλα αποθέματα ισχύος. Όταν λοιπόν παρέλαβα τα νέα 206 – 406, το πρώτο που αναρωτήθηκα ήταν προς τι η τόσο σύντομη «ανανέωση». Αυτό βέβαια απλά το αναρωτήθηκα, καθώς πολύ λίγο με αφορούσε στην πράξη. Εάν πράγματι η κίνηση αυτή αφορούσε θέματα ουσίας, δηλαδή ακόμα καλύτερο ήχο με την ίδια τιμή, τι καλύτερο; Είναι όμως έτσι; Ας το δούμε… Υπάρχει ουσία επί της ουσίας; Το να αναφερθώ ξανά στο τι ακριβώς είναι η Advance και το προφίλ της ως εταιρία, θα ήταν μάλλον χάσιμο χρόνου, καθώς οι περισσότεροι πλέον την γνωρίζετε. Είναι η γαλλική εταιρία με έδρα συναρμολόγησης την Κίνα, η οποία έθεσε νέα όρια στον πήχυ. Τώρα, σαφώς όλοι οι υπόλοιποι ειδικά σε αυτή την κατηγορία τιμής πρέπει να υπερπηδήσουν το όριο αυτό, εάν τουλάχιστον θέλουν να μείνουν ζωντανοί μέσα στο παιχνίδι. Αλλιώς, κάποια στιγμή οι Γάλλοι που συνεχώς μεγαλώνουν, (η Advance είναι σχετικά νέα εταιρία), θα τους «καταπιούν» -και θα φτύσουν και τα κουκούτσια. Αυτό το απέδειξαν ήδη με το εξαιρετικό CD τους MCD 203, που κατατρόπωσε ό,τι εκινείτο δίπλα του. Και όχι φυσικά άδικα. Το ίδιο, σε λίγο μικρότερο όμως βαθμό (όπως ήταν εξάλλου φυσικό), συνέβη και με το σετ του προ και του τελικού της. Και τα τρία αυτά μοντέλα ανανεώθηκαν. Τι είναι όμως τα νέα και φρέσκα Advance; Ας αρχίσουμε από τον προενισχυτή: Αυτός έχει δεχτεί κάποιες μικρές, οπωσδήποτε όμως αντιληπτές οπτικές επεμβάσεις προς το καλύτερο. Γι’αυτό το θέμα μπορούν να μιλήσουν καλύτερα οι φωτογραφίες. Από θέματα εργονομίας, δηλαδή εισόδων εξόδων και χειρισμού, είναι ακριβώς ο ίδιος. Δηλαδή, ο ΜΡΡ 206 διαθέτει μια σχετικά λιτή πρόσοψη, με 6 όλα κι όλα κουμπάκια και ένα μεγάλο περιστροφικό ρυθμιστικό, που αφορά στην ένταση. Τα υπόλοιπα (τα πιεστικά) απευθύνονται στην εκκίνηση της συσκευής και τη θέση κατάστασης αναμονής, αλλά και την επιλογή εισόδων. Όταν ο προενισχυτής τεθεί σε λειτουργία (κάτι που γίνεται από το πίσω μέρος της συσκευής), το λαμπάκι του κουμπιού stand by γίνεται από κόκκινο μπλε. Στο πίσω μέρος, πέραν των γνωστών εισόδων διακρίνουμε και μια είσοδο phono για κεφαλές MM, αλλά και MC με διακόπτη επιλογής λειτουργίας εξωτερικά τοποθετημένο κάτω από τη «βίδα» της γείωσης του πικάπ. Υπάρχει επίσης μια έξοδος για υπογούφερ, η οποία διαθέτει και ρυθμιστικό High Fidelity
113
Advance MPP-206 MAA-406 ———————————————— του Π. Παναγόπουλου ———————————————————
Η βελτίωση του βέλτιστου
Υ
πάρχουν κάποιες παράμετροι, οι οποίες όταν υπάρχει όρεξη και μεράκι δεν αλλάζουν. Ειδικά, εάν αυτές αφορούν κάποια βελτίωση, ό,τι και εάν αυτή αφορά. Είναι αυτό που λέμε ότι τα ανήσυχα πνεύματα ποτέ δεν επαναπαύονται. Ευτυχώς… Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Υπάρχουν δύο σχολές, επάνω στις οποίες κινούνται όλες οι συσκευές της υψηλής πιστότητας. Η μία σχολή είναι η «παραδοσιακή» της Δύσης, η οποία, στις ακριβές τουλάχιστον συσκευές της, επιβάλει το «κλασικό». Τι είναι το κλασικό; Υποτίθεται ότι εάν ένα μοντέλο κάποιας συσκευής (ό,τι και εάν είναι αυτή), κοστίζει ένα σεβαστό ποσό και κινείται σε μια κατηγορία που χαρακτηρίζεται «High End», δεν μπορεί να αλλάζει κάθε 6 μήνες -μπορεί απλά να αναβαθμίζεται. Αυτό υποτίθεται ότι συμβαίνει, καθώς κάτι που είναι τόσο καλό δεν έχει ανάγκη ανανέωσης. Όχι τουλάχιστον για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Από την άλλη είναι η άλλη σχολή, η ιαπωνική, που από τη μεριά της ισχυρίζεται ότι η «ανανέωση» είναι η βάση της εξέλιξης. Και οι δύο απόψεις έχουν κάποιες σωστές βάσεις, αλλά και κάποια μειονεκτήματα. Έχω, για παράδειγμα, συναντήσει απίστευτη στενοκεφαλιά εκ μέρους κάποιων «αρχαίων» σχεδιαστών (κυρίως Βρετανών), οι οποίοι ακόμα και σήμερα αρνούνται ακόμα και αυτή την απλή ανανέωση, υποστηρίζοντας ότι έχουν ανακαλύψει προ 20ετίας ή και 30ετίας το «αυγό του Κολόμβου». Ευτυχώς, αυτοί πλέον τείνουν να εκλείψουν. Από την άλλη, η τακτική των εξ ανατολής να αλλάζουν μοντέλα κάθε 6 μήνες, δεν το συζητώ, είναι απλά απαράδεκτη. Δείχνει την απόλυτη περιφρόνηση απέναντι στον αγοραστή. Δείχνει επίσης την απαξίωση των ιδίων απέναντι στους εαυτούς τους. Αυτό όμως υποτίθεται ότι το έχουν ξεπεράσει. Εφόσον αυτή την στιγμή κατευθύνουν τη «μεγάλη» αγορά, πολύ λίγο τους απασχολεί ο παράγων «καταναλωτική αξιοπρέπεια». Οι περισσότεροι πάντως κατασκευαστές που μας αφορούν, ευτυχώς βρίσκονται σε κάποιο σωστό μέσο όρο. Η Advance, που είναι και το θέμα που μας απασχολεί επί του παρόντος κειμένου, ψάχνεται. Πολύ σωστά δεν αλλάζει κάποιο μοντέλο που, αν μη τι άλλο, δεν είχε κάποια τέτοια ανάγκη. Απλά το αναβαθμίζει. Μιλώ φυσικά για τον προενισχυτή MPP 205 και τον τελικό ενισχυτή MAA 405, που είχα δοκιμάσει πριν από έναν περίπου χρόνο. Και οι δύο συσκευές με είχαν τότε ενθουσιάσει για έναν πολύ βασικό λόγο. Τον αξιοπρεπέστατο ήχο τους, σε σχέση με την προκλητικά χαμηλή τιμή τους.
Συν δε όλων των άλλων, τις δύο αυτές συσκευές συνόδευε ένα πολύ καλό προς άριστο επίπεδο κατασκευής, ο δε ενισχυτής διέθετε και πολύ μεγάλα αποθέματα ισχύος. Όταν λοιπόν παρέλαβα τα νέα 206 – 406, το πρώτο που αναρωτήθηκα ήταν προς τι η τόσο σύντομη «ανανέωση». Αυτό βέβαια απλά το αναρωτήθηκα, καθώς πολύ λίγο με αφορούσε στην πράξη. Εάν πράγματι η κίνηση αυτή αφορούσε θέματα ουσίας, δηλαδή ακόμα καλύτερο ήχο με την ίδια τιμή, τι καλύτερο; Είναι όμως έτσι; Ας το δούμε… Υπάρχει ουσία επί της ουσίας; Το να αναφερθώ ξανά στο τι ακριβώς είναι η Advance και το προφίλ της ως εταιρία, θα ήταν μάλλον χάσιμο χρόνου, καθώς οι περισσότεροι πλέον την γνωρίζετε. Είναι η γαλλική εταιρία με έδρα συναρμολόγησης την Κίνα, η οποία έθεσε νέα όρια στον πήχυ. Τώρα, σαφώς όλοι οι υπόλοιποι ειδικά σε αυτή την κατηγορία τιμής πρέπει να υπερπηδήσουν το όριο αυτό, εάν τουλάχιστον θέλουν να μείνουν ζωντανοί μέσα στο παιχνίδι. Αλλιώς, κάποια στιγμή οι Γάλλοι που συνεχώς μεγαλώνουν, (η Advance είναι σχετικά νέα εταιρία), θα τους «καταπιούν» -και θα φτύσουν και τα κουκούτσια. Αυτό το απέδειξαν ήδη με το εξαιρετικό CD τους MCD 203, που κατατρόπωσε ό,τι εκινείτο δίπλα του. Και όχι φυσικά άδικα. Το ίδιο, σε λίγο μικρότερο όμως βαθμό (όπως ήταν εξάλλου φυσικό), συνέβη και με το σετ του προ και του τελικού της. Και τα τρία αυτά μοντέλα ανανεώθηκαν. Τι είναι όμως τα νέα και φρέσκα Advance; Ας αρχίσουμε από τον προενισχυτή: Αυτός έχει δεχτεί κάποιες μικρές, οπωσδήποτε όμως αντιληπτές οπτικές επεμβάσεις προς το καλύτερο. Γι’αυτό το θέμα μπορούν να μιλήσουν καλύτερα οι φωτογραφίες. Από θέματα εργονομίας, δηλαδή εισόδων εξόδων και χειρισμού, είναι ακριβώς ο ίδιος. Δηλαδή, ο ΜΡΡ 206 διαθέτει μια σχετικά λιτή πρόσοψη, με 6 όλα κι όλα κουμπάκια και ένα μεγάλο περιστροφικό ρυθμιστικό, που αφορά στην ένταση. Τα υπόλοιπα (τα πιεστικά) απευθύνονται στην εκκίνηση της συσκευής και τη θέση κατάστασης αναμονής, αλλά και την επιλογή εισόδων. Όταν ο προενισχυτής τεθεί σε λειτουργία (κάτι που γίνεται από το πίσω μέρος της συσκευής), το λαμπάκι του κουμπιού stand by γίνεται από κόκκινο μπλε. Στο πίσω μέρος, πέραν των γνωστών εισόδων διακρίνουμε και μια είσοδο phono για κεφαλές MM, αλλά και MC με διακόπτη επιλογής λειτουργίας εξωτερικά τοποθετημένο κάτω από τη «βίδα» της γείωσης του πικάπ. Υπάρχει επίσης μια έξοδος για υπογούφερ, η οποία διαθέτει και ρυθμιστικό High Fidelity
113
Pioneer PL A 25 ————————— του Old Boy —————————
Ή
ταν Κυριακή μεσημέρι, αρχές του ‘74 που μας κάλεσε ο θείος. Το τελευταίο μπάρκο είχε κρατήσει 14 μήνες και ήθελε να ξανασμίξει με όλο το σόι. Ο πατέρας μου, κατά τα γνωστά, κατέβηκε στο υπόγειο και γέμισε δυο πεντόκιλα από το δικό του κρασί. Στη διαδρομή προς Κυψέλη έγινε και μια στάση στο «Άριστον» για το καθιερωμένο γαλακτομπούρεκο και «σημαιολοστολισμένοι» πια αριβάραμε στο σπίτι του chief (έτσι φώναζε ο πατέρας χαϊδεύτηκα τον αδελφό του). Όλη οι οικογένεια σε παράταξη και ο θείος να αστράφτει από χαρά. Ακολούθησαν τα καθιερωμένα δακρύβρεχτα… αλλά και τα πιο ενδιαφέροντα, τα δώρα για όλα τα ανήψια, αναπόσπαστο μέρος του εθιμοτυπικού. Κάποια κατώτερα των προσδοκιών (τρανζιστοράκι ονειρευόμουν, αυτοκινητάκι μου προέκυψε) και κάποια ανώτερα, όπως το ψυγείο της αδελφής μου που πάγωνε κανονικά -μια λιλιπούτεια παγοθήκη μου έβγαλε το μάτι. Ο οίνος, μεταγγισμένος σε δύο αρχοντικές καράφες, το roast beef, τα τυροπιτάκια, τα κεφτεδάκια και όλα τα συνοδευτικά της Mαρίτσας, όπως πάντα όαση ανάμεσα στα συνηθισμένα της μαμάς και οι συζητήσεις με το γκαζάδικο να ταξιδεύει σε λιμάνια γνωστά και άγνωστα κρατούσαν το ενδιαφέρον. Κάποια στιγμή, ο chief σηκώθηκε και με ένα ματαιόδοξο χαμόγελο κατευθύνθηκε προς το έπιπλο που μέσα του αναπαυόταν το σύστημα-έπιπλο της Grundig, που το θυμάμαι να υπάρχει στην άκρη του σαλονιού τους από τότε που θυμάμαι και τον εαυτό μου.
Όμως, τώρα, καμάρωνε πάνω του πικάπ PL A 25 και ένας ραδιοενισχυτής SΧ 1050 της Pioneer. Ένας δίσκος του «Στελάρα» ακούμπησε στο πλατό και κάπου εκεί άρχισε ο έρωτας (όχι με τον Καζαντζίδη). Στο γυρισμό ο μπαμπάς υμνούσε τη «φωνή» και εγώ με ονειρευόμουν να βάζω πάνω στο πλατό του PL – A25 το «Dark Side of the Moon» των Pink Floyd που είχα αγοράσει χωρίς να έχω καν πικάπ. Μετά από 10 χρόνια, φοιτητής πια και ο θείος στα πρόθυρα της σύνταξης και με καινούργιο στερεοφωνικό, με καλούσε σπίτι του για να μου δώσει το αντικείμενο του πάθους μου. «Δεν θα περιμένεις να πεθάνω για να τα κληρονομήσεις», μου είπε χαμογελώντας. Βέβαια, εγώ τότε ονειρευόμουνα το TD 160, όμως είχα ένα BSR, καθώς τα στενά οικονομικά της οικογένειας δεν μου επέτρεπαν ούτε να αγγίξω ένα ταπεινό DUAL. Έτσι, το πρώτο μου πραγματικό σύστημα ήταν αυτό που μια Κυριακή μεσημέρι μου είχε «κλέψει» την καρδιά και μου έδωσε την πρώτη διά ζώσης εμπειρία με τη στερεοφωνία. Για τρεις μέρες το γυάλιζα, το καθάριζα, του αγόρασα καινούργια βελόνα και κάποια στιγμή ακούστηκε το «Money», στέλνοντας για πάντα το BSR στον κόσμο της λήθης. Μετά από άλλα 20 χρόνια ξαναβρήκα το PL A25 σε μια γωνία του παταριού να «φορά» την Ortophon που του είχα χαρίσει λίγο πριν το απαρνηθώ για ένα Rega Planar 3. Και εκεί που το είχα ξεγραμμένο κάτι ξύπνησε μέσα μου. Το έβγαλα, το ξεσκόνισα και έχοντας πλέον δει πολλά τα μάτια μου, αποφάσισα να το αναπαλαιώσω.
Memories in Auto mode High Fidelity
119
Pioneer PL A 25 ————————— του Old Boy —————————
Ή
ταν Κυριακή μεσημέρι, αρχές του ‘74 που μας κάλεσε ο θείος. Το τελευταίο μπάρκο είχε κρατήσει 14 μήνες και ήθελε να ξανασμίξει με όλο το σόι. Ο πατέρας μου, κατά τα γνωστά, κατέβηκε στο υπόγειο και γέμισε δυο πεντόκιλα από το δικό του κρασί. Στη διαδρομή προς Κυψέλη έγινε και μια στάση στο «Άριστον» για το καθιερωμένο γαλακτομπούρεκο και «σημαιολοστολισμένοι» πια αριβάραμε στο σπίτι του chief (έτσι φώναζε ο πατέρας χαϊδεύτηκα τον αδελφό του). Όλη οι οικογένεια σε παράταξη και ο θείος να αστράφτει από χαρά. Ακολούθησαν τα καθιερωμένα δακρύβρεχτα… αλλά και τα πιο ενδιαφέροντα, τα δώρα για όλα τα ανήψια, αναπόσπαστο μέρος του εθιμοτυπικού. Κάποια κατώτερα των προσδοκιών (τρανζιστοράκι ονειρευόμουν, αυτοκινητάκι μου προέκυψε) και κάποια ανώτερα, όπως το ψυγείο της αδελφής μου που πάγωνε κανονικά -μια λιλιπούτεια παγοθήκη μου έβγαλε το μάτι. Ο οίνος, μεταγγισμένος σε δύο αρχοντικές καράφες, το roast beef, τα τυροπιτάκια, τα κεφτεδάκια και όλα τα συνοδευτικά της Mαρίτσας, όπως πάντα όαση ανάμεσα στα συνηθισμένα της μαμάς και οι συζητήσεις με το γκαζάδικο να ταξιδεύει σε λιμάνια γνωστά και άγνωστα κρατούσαν το ενδιαφέρον. Κάποια στιγμή, ο chief σηκώθηκε και με ένα ματαιόδοξο χαμόγελο κατευθύνθηκε προς το έπιπλο που μέσα του αναπαυόταν το σύστημα-έπιπλο της Grundig, που το θυμάμαι να υπάρχει στην άκρη του σαλονιού τους από τότε που θυμάμαι και τον εαυτό μου.
Όμως, τώρα, καμάρωνε πάνω του πικάπ PL A 25 και ένας ραδιοενισχυτής SΧ 1050 της Pioneer. Ένας δίσκος του «Στελάρα» ακούμπησε στο πλατό και κάπου εκεί άρχισε ο έρωτας (όχι με τον Καζαντζίδη). Στο γυρισμό ο μπαμπάς υμνούσε τη «φωνή» και εγώ με ονειρευόμουν να βάζω πάνω στο πλατό του PL – A25 το «Dark Side of the Moon» των Pink Floyd που είχα αγοράσει χωρίς να έχω καν πικάπ. Μετά από 10 χρόνια, φοιτητής πια και ο θείος στα πρόθυρα της σύνταξης και με καινούργιο στερεοφωνικό, με καλούσε σπίτι του για να μου δώσει το αντικείμενο του πάθους μου. «Δεν θα περιμένεις να πεθάνω για να τα κληρονομήσεις», μου είπε χαμογελώντας. Βέβαια, εγώ τότε ονειρευόμουνα το TD 160, όμως είχα ένα BSR, καθώς τα στενά οικονομικά της οικογένειας δεν μου επέτρεπαν ούτε να αγγίξω ένα ταπεινό DUAL. Έτσι, το πρώτο μου πραγματικό σύστημα ήταν αυτό που μια Κυριακή μεσημέρι μου είχε «κλέψει» την καρδιά και μου έδωσε την πρώτη διά ζώσης εμπειρία με τη στερεοφωνία. Για τρεις μέρες το γυάλιζα, το καθάριζα, του αγόρασα καινούργια βελόνα και κάποια στιγμή ακούστηκε το «Money», στέλνοντας για πάντα το BSR στον κόσμο της λήθης. Μετά από άλλα 20 χρόνια ξαναβρήκα το PL A25 σε μια γωνία του παταριού να «φορά» την Ortophon που του είχα χαρίσει λίγο πριν το απαρνηθώ για ένα Rega Planar 3. Και εκεί που το είχα ξεγραμμένο κάτι ξύπνησε μέσα μου. Το έβγαλα, το ξεσκόνισα και έχοντας πλέον δει πολλά τα μάτια μου, αποφάσισα να το αναπαλαιώσω.
Memories in Auto mode High Fidelity
119