High Fidelity 12

Page 1


Mactonei Tube Fatman XM II 182

H

ΤLAudio (προς αποφυγήν παρεξηγήσεων το όνομα της μοιάζει με αυτό της ελληνικής ΤLA με την οποία δεν έχει καμία σχέση) είναι μια βρετανική εταιρία που ειδικεύεται στις επαγγελματικές συσκευές ήχου και πολλά προϊόντα της χρησιμοποιούνται από επώνυμους μουσικούς και στούντιο. Πριν όχι πολλά χρόνια αποφάσισε να δημιουργήσει και μια σειρά καταναλωτικών ηλεκτρονικών η οποία ακούει στο όνομα FATMAN. Τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της σειράς και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά δημιουργούν μια μοναδική ταυτότητα για κάθε συσκευή. Πρώτον λαμβάνεται ιδιαίτερη μνεία για τους χρήστες iPod, δεύτερον τα ενισχυτικά στάδια χρησιμοποιούν λυχνίες και τρίτον η σχεδίασή τους χωρίς να είναι ριζοσπαστική ή φουτουριστική διαφέρει σε ικανό βαθμό από αντίστοιχες υλοποιήσεις ώστε να τους δίνει ένα αριστοκρατικό αέρα ποιότητας. Έτσι κάθε Fatman έχει σχεδιαστεί με στόχο να καλύπτει τις αναζητήσεις των σύγχρονων μουσικόφιλων και να τους προσφέρει μια ελκυστική λύση που θα τους εισαγάγει στο κόσμο της υψηλής πιστότητας.

—————————— –—————— του Νίκουτου Κορακάκη Γίαννη Καλίτση ——————– ——————————

Όταν το αγγλικό φλέγμα και η παράδοση στο βιομηχανικό σχεδιασμό συνδυάζεται με τις παραγωγικές ικανότητες των δαιμόνιων απω ανατολίτων το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι ενδιαφέρον. Στην περίπτωση όμως του i Tube είναι κάτι παραπάνω. Είναι πειρασμός.

ΟThe χοντρός Golden έχει Samurai άποψη

Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παιδιά της Fatman είναι ο i Tube 182 της δοκιμής μας. Αν και η δομή του δεν διαφέρει ουσιαστικά από αυτήν ενός τυπικού λαμπάτου ολοκληρωμένου, δείχνει κομψός ενώ το γεγονός πως πρόκειται για μια SET υλοποίηση σίγουρα θα συναρπάσει όσους ήδη έχουν εισαχθεί στο μαγικό κόσμο της υψηλής πιστότητας. Στην πρόσοψή του θα βρείτε μόνο το διακόπτη ενεργοποίησης απενεργοποίησης, τον επιλογέα εισόδου (τρείς είσοδοι στάθμης line) και το ρυθμιστικό έντασης. Στο πάνω μέρος του σασί εκτός από τους μετασχηματιστές τροφοδοσίας και εξόδου θα βρείτε ανά κανάλι μια KT 88 που οδηγείται από δύο 6N3 που έχουν αναλάβει ρόλο driver. Kάθε σετ λυχνιών πλαισιώνεται από μια μεταλλική μπάρα ενώ στο κέντρο της συσκευής στέκεται μόνη της μια 6 Ε2 που παίζει και το ρόλο του ενδεικτικού στάθμης (μέσω μια φθορίζουσας πράσινης μπάρας). Οι ακροδέκτες που συναντάμε στο πίσω μέρος του 182 είναι καλής ποιότητας ενώ σε κάθε έξοδο υπάρχουν δύο λήψεις (8Ω και 4Ω) για την σύνδεση των ηχείων. High Fidelity

29


Mactonei Tube Fatman XM II 182

H

ΤLAudio (προς αποφυγήν παρεξηγήσεων το όνομα της μοιάζει με αυτό της ελληνικής ΤLA με την οποία δεν έχει καμία σχέση) είναι μια βρετανική εταιρία που ειδικεύεται στις επαγγελματικές συσκευές ήχου και πολλά προϊόντα της χρησιμοποιούνται από επώνυμους μουσικούς και στούντιο. Πριν όχι πολλά χρόνια αποφάσισε να δημιουργήσει και μια σειρά καταναλωτικών ηλεκτρονικών η οποία ακούει στο όνομα FATMAN. Τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της σειράς και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά δημιουργούν μια μοναδική ταυτότητα για κάθε συσκευή. Πρώτον λαμβάνεται ιδιαίτερη μνεία για τους χρήστες iPod, δεύτερον τα ενισχυτικά στάδια χρησιμοποιούν λυχνίες και τρίτον η σχεδίασή τους χωρίς να είναι ριζοσπαστική ή φουτουριστική διαφέρει σε ικανό βαθμό από αντίστοιχες υλοποιήσεις ώστε να τους δίνει ένα αριστοκρατικό αέρα ποιότητας. Έτσι κάθε Fatman έχει σχεδιαστεί με στόχο να καλύπτει τις αναζητήσεις των σύγχρονων μουσικόφιλων και να τους προσφέρει μια ελκυστική λύση που θα τους εισαγάγει στο κόσμο της υψηλής πιστότητας.

—————————— –—————— του Νίκουτου Κορακάκη Γίαννη Καλίτση ——————– ——————————

Όταν το αγγλικό φλέγμα και η παράδοση στο βιομηχανικό σχεδιασμό συνδυάζεται με τις παραγωγικές ικανότητες των δαιμόνιων απω ανατολίτων το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι ενδιαφέρον. Στην περίπτωση όμως του i Tube είναι κάτι παραπάνω. Είναι πειρασμός.

ΟThe χοντρός Golden έχει Samurai άποψη

Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παιδιά της Fatman είναι ο i Tube 182 της δοκιμής μας. Αν και η δομή του δεν διαφέρει ουσιαστικά από αυτήν ενός τυπικού λαμπάτου ολοκληρωμένου, δείχνει κομψός ενώ το γεγονός πως πρόκειται για μια SET υλοποίηση σίγουρα θα συναρπάσει όσους ήδη έχουν εισαχθεί στο μαγικό κόσμο της υψηλής πιστότητας. Στην πρόσοψή του θα βρείτε μόνο το διακόπτη ενεργοποίησης απενεργοποίησης, τον επιλογέα εισόδου (τρείς είσοδοι στάθμης line) και το ρυθμιστικό έντασης. Στο πάνω μέρος του σασί εκτός από τους μετασχηματιστές τροφοδοσίας και εξόδου θα βρείτε ανά κανάλι μια KT 88 που οδηγείται από δύο 6N3 που έχουν αναλάβει ρόλο driver. Kάθε σετ λυχνιών πλαισιώνεται από μια μεταλλική μπάρα ενώ στο κέντρο της συσκευής στέκεται μόνη της μια 6 Ε2 που παίζει και το ρόλο του ενδεικτικού στάθμης (μέσω μια φθορίζουσας πράσινης μπάρας). Οι ακροδέκτες που συναντάμε στο πίσω μέρος του 182 είναι καλής ποιότητας ενώ σε κάθε έξοδο υπάρχουν δύο λήψεις (8Ω και 4Ω) για την σύνδεση των ηχείων. High Fidelity

29


CAV T5881

Η

CAV είναι μια εταιρία που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη. Είτε τα τεράστια και οπωσδήποτε εντυπωσιακά ηχεία που μας παρουσίασε πριν από μερικά χρόνια, είτε οι πληθωρικοί σε διαστάσεις και βάρος στερεοφωνικοί ενισχυτές της, (ιδανικό παράδειγμα επ’ αυτών είναι το «θωρηκτό» CAV A12 που δοκιμάσαμε πριν λίγο καιρό), αλλά και κάποιοι ολοκληρωμένοι ενισχυτές για home cinema ίδιας λογικής, ήταν κατασκευές που τουλάχιστον εντυπωσίαζαν. Όλοι βέβαια γνωρίζουμε ότι η CAV είναι Κινέζικη, και μάλιστα σε αντίθεση με κάποιους άλλους «καμουφλαρισμένους» συμπατριώτες της δεν προσπαθεί καθόλου να το κρύψει αυτό. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι η εν λόγω εταιρία προσπαθεί και βελτιώνεται συνέχεια σε όλους τους τομείς. Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας της στην αγορά, κατέστησε σαφές το γεγονός ότι, αν μη τι άλλο, είναι τίμια στις προθέσεις της απέναντι στον καταναλωτή. Αυτό γίνεται αμέσως αντιληπτό και από τις τιμές των συσκευών της. Αν και όλες οι κατασκευές της είναι προκλητικά φτηνές, (ακόμα και για Κινέζικες), εν τούτοις η CAV δείχνει ότι δεν έχει σαν πρώτη προτεραιότητα την «οικονομία» όσο τουλάχιστον αφορά τα υλικά και την ποιότητα κατασκευής.

———— του Π. Παναγόπουλου ——–——

Η CAV παρουσιάζει έναν λαμπάτο ενισχυτή μέσης ισχύος, ο οποίος με την πραγματικά πληθωρική παρουσία του, αν μη τι άλλο, ταράζει τα δεδομένα καθώς δημιουργεί κάποια εύλογα ερωτηματικά.

Υπερβαρέων Βαρών

Ο CAV T5881 αν και τελικός ενισχυτής κατά βάση, μπορεί να λειτουργήσει και σαν ολοκληρωμένος αν έχετε μόνο μια πηγή, μιας και διαθέτει δικό του ρυθμιστικό έντασης. Πριν προχωρήσουμε όμως θα ήθελα να σας αναφέρω την έκπληξη που δοκίμασα όταν παρέλαβα τον Τ5881 μέσα στην συσκευασία του. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι είχα να κάνω με έναν ενισχυτή με ισχύ μόλις 40 watt RMS, ήμουνα προετοιμασμένος να αντιμετωπίσω μεν κάτι αρκετά βαρύ, όχι όμως τόσο βαρύ! Το μόνο που κατάφερα όταν προσπάθησα να τον μεταφέρω, ήταν να τον μετακινήσω (και αυτό μάλλον λόγο κεκτημένης ταχύτητας) μόνον μερικά εκατοστά. Ο ενισχυτής αυτός μαζί με την συσκευασία του ζυγίζει ούτε λίγο ούτε πολύ γύρω στα 50 κιλά! Απίστευτο βάρος για έναν λαμπάτο ενισχυτή με ισχύ μόνον 40 watt. Το γεγονός αυτό κίνησε αμέσως το ενδιαφέρον και φυσικά την περιέργειά μου. Τι άραγε θα αντίκριζα μόλις θα άνοιγα την συσκευασία; High Fidelity

33


CAV T5881

Η

CAV είναι μια εταιρία που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη. Είτε τα τεράστια και οπωσδήποτε εντυπωσιακά ηχεία που μας παρουσίασε πριν από μερικά χρόνια, είτε οι πληθωρικοί σε διαστάσεις και βάρος στερεοφωνικοί ενισχυτές της, (ιδανικό παράδειγμα επ’ αυτών είναι το «θωρηκτό» CAV A12 που δοκιμάσαμε πριν λίγο καιρό), αλλά και κάποιοι ολοκληρωμένοι ενισχυτές για home cinema ίδιας λογικής, ήταν κατασκευές που τουλάχιστον εντυπωσίαζαν. Όλοι βέβαια γνωρίζουμε ότι η CAV είναι Κινέζικη, και μάλιστα σε αντίθεση με κάποιους άλλους «καμουφλαρισμένους» συμπατριώτες της δεν προσπαθεί καθόλου να το κρύψει αυτό. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι η εν λόγω εταιρία προσπαθεί και βελτιώνεται συνέχεια σε όλους τους τομείς. Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας της στην αγορά, κατέστησε σαφές το γεγονός ότι, αν μη τι άλλο, είναι τίμια στις προθέσεις της απέναντι στον καταναλωτή. Αυτό γίνεται αμέσως αντιληπτό και από τις τιμές των συσκευών της. Αν και όλες οι κατασκευές της είναι προκλητικά φτηνές, (ακόμα και για Κινέζικες), εν τούτοις η CAV δείχνει ότι δεν έχει σαν πρώτη προτεραιότητα την «οικονομία» όσο τουλάχιστον αφορά τα υλικά και την ποιότητα κατασκευής.

———— του Π. Παναγόπουλου ——–——

Η CAV παρουσιάζει έναν λαμπάτο ενισχυτή μέσης ισχύος, ο οποίος με την πραγματικά πληθωρική παρουσία του, αν μη τι άλλο, ταράζει τα δεδομένα καθώς δημιουργεί κάποια εύλογα ερωτηματικά.

Υπερβαρέων Βαρών

Ο CAV T5881 αν και τελικός ενισχυτής κατά βάση, μπορεί να λειτουργήσει και σαν ολοκληρωμένος αν έχετε μόνο μια πηγή, μιας και διαθέτει δικό του ρυθμιστικό έντασης. Πριν προχωρήσουμε όμως θα ήθελα να σας αναφέρω την έκπληξη που δοκίμασα όταν παρέλαβα τον Τ5881 μέσα στην συσκευασία του. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι είχα να κάνω με έναν ενισχυτή με ισχύ μόλις 40 watt RMS, ήμουνα προετοιμασμένος να αντιμετωπίσω μεν κάτι αρκετά βαρύ, όχι όμως τόσο βαρύ! Το μόνο που κατάφερα όταν προσπάθησα να τον μεταφέρω, ήταν να τον μετακινήσω (και αυτό μάλλον λόγο κεκτημένης ταχύτητας) μόνον μερικά εκατοστά. Ο ενισχυτής αυτός μαζί με την συσκευασία του ζυγίζει ούτε λίγο ούτε πολύ γύρω στα 50 κιλά! Απίστευτο βάρος για έναν λαμπάτο ενισχυτή με ισχύ μόνον 40 watt. Το γεγονός αυτό κίνησε αμέσως το ενδιαφέρον και φυσικά την περιέργειά μου. Τι άραγε θα αντίκριζα μόλις θα άνοιγα την συσκευασία; High Fidelity

33


Mactone XM II

Ε

ίμαι περίεργος να μάθω τι θα κάνατε αν ξαφνικά εμφανιζόταν κάποιος μπροστά σας και σας χάριζε μια δεσμίδα από αυτά τα “μοβ” χαρτονομίσματα του ευρώ, με συνολικό άθροισμα τα 7 χιλιάρικα. Όρε γλέντια!!! Και τι δεν θα κάνατε με αυτά τα λεφτά!!! Αν για παράδειγμα ήσασταν λάτρης της μικρής οθόνης (που πλέον δεν βρίσκεις μικρότερη από 32 ίντσες), θα μπορούσατε να πάρετε 7 ολόφρεσκες 40άρες LCD και να γεμίσετε κάθε γωνία του σπιτιού σας. Αν πάλι σας άρεσαν οι φθηνές μετακινήσεις στο κέντρο της πόλης και όχι μόνο, θα μπορούσατε να τσοντάρετε κάτι παραπάνω και να κάνετε δικό σας το Aygo της Toyota, ξεκινώντας τις βόλτες με μια μέση κατανάλωση καυσίμου κοντά στα 4,6 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

–—————— του Νίκου Κορακάκη ——————–

Όταν η εμπειρία και η γνώση γίνονται σύμμαχοι του πάθους για την μουσική και τον αναπαραγόμενο ήχο, τότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι πετυχημένο. Αν τώρα θέλατε να συνδυάσετε ένα αξιοπρεπές time-keeping με μια πολύ πετυχημένη κοινωνική προβολή, θα μπορούσατε να αγοράσετε δύο πολύ όμορφα Rolex Datejust, ένα για εσάς και ένα για την γυναίκα σας, πετυχαίνοντας έναν από τους βασικούς στόχους του νεοέλληνα. Επίσης, θα μπορούσατε να πάτε… πλατεία και να σαρώσετε κουστούμια, πουκάμισα, γραβάτες, παπούτσια και ότι άλλο είδος ένδυσης και υπόδησης σας έκανε κέφι, γεμίζοντας ακόμα και τα ντουλάπια της αποθήκης σας. Τι άλλο;;; Τι άλλο;;; Ααα... πως μου διέφυγε!!! Αν ήσασταν λάτρης των αποδράσεων, θα μπορούσατε να μπείτε στο πρώτο ταξιδιωτικό γραφείο που θα βρίσκατε μπροστά σας και να οργανώνατε ένα 40ήμερο ταξίδι για δύο άτομα στο τουριστικό θέρετρο της αρεσκείας σας. Για πείτε μου όμως; Αν ήσασταν λάτρης της μουσικής και του αναπαραγόμενου ήχου, θα επενδύατε ποτέ 7000 ευρώ σε έναν ολοκληρωμένο ενισχυτή;;;

The Golden Samurai

A new kid in town Τουλάχιστον για την Ελληνική αγορά του high end audio, η χαμηλού προφίλ Mactone είναι ένα «new kid in town», παρά το γεγονός ότι τα εκκεντρικά προϊόντα της εν λόγω εταιρίας, κοσμούν εδώ και 43 χρόνια τα συστήματα χιλιάδων φανατικών υποστηρικτών των Output Transformer-Less ή αλλιώς OTL ενισχυτικών συνόλων. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, πηγαίνοντας 47 High Fidelity

39


Mactone XM II

Ε

ίμαι περίεργος να μάθω τι θα κάνατε αν ξαφνικά εμφανιζόταν κάποιος μπροστά σας και σας χάριζε μια δεσμίδα από αυτά τα “μοβ” χαρτονομίσματα του ευρώ, με συνολικό άθροισμα τα 7 χιλιάρικα. Όρε γλέντια!!! Και τι δεν θα κάνατε με αυτά τα λεφτά!!! Αν για παράδειγμα ήσασταν λάτρης της μικρής οθόνης (που πλέον δεν βρίσκεις μικρότερη από 32 ίντσες), θα μπορούσατε να πάρετε 7 ολόφρεσκες 40άρες LCD και να γεμίσετε κάθε γωνία του σπιτιού σας. Αν πάλι σας άρεσαν οι φθηνές μετακινήσεις στο κέντρο της πόλης και όχι μόνο, θα μπορούσατε να τσοντάρετε κάτι παραπάνω και να κάνετε δικό σας το Aygo της Toyota, ξεκινώντας τις βόλτες με μια μέση κατανάλωση καυσίμου κοντά στα 4,6 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

–—————— του Νίκου Κορακάκη ——————–

Όταν η εμπειρία και η γνώση γίνονται σύμμαχοι του πάθους για την μουσική και τον αναπαραγόμενο ήχο, τότε το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι πετυχημένο. Αν τώρα θέλατε να συνδυάσετε ένα αξιοπρεπές time-keeping με μια πολύ πετυχημένη κοινωνική προβολή, θα μπορούσατε να αγοράσετε δύο πολύ όμορφα Rolex Datejust, ένα για εσάς και ένα για την γυναίκα σας, πετυχαίνοντας έναν από τους βασικούς στόχους του νεοέλληνα. Επίσης, θα μπορούσατε να πάτε… πλατεία και να σαρώσετε κουστούμια, πουκάμισα, γραβάτες, παπούτσια και ότι άλλο είδος ένδυσης και υπόδησης σας έκανε κέφι, γεμίζοντας ακόμα και τα ντουλάπια της αποθήκης σας. Τι άλλο;;; Τι άλλο;;; Ααα... πως μου διέφυγε!!! Αν ήσασταν λάτρης των αποδράσεων, θα μπορούσατε να μπείτε στο πρώτο ταξιδιωτικό γραφείο που θα βρίσκατε μπροστά σας και να οργανώνατε ένα 40ήμερο ταξίδι για δύο άτομα στο τουριστικό θέρετρο της αρεσκείας σας. Για πείτε μου όμως; Αν ήσασταν λάτρης της μουσικής και του αναπαραγόμενου ήχου, θα επενδύατε ποτέ 7000 ευρώ σε έναν ολοκληρωμένο ενισχυτή;;;

The Golden Samurai

A new kid in town Τουλάχιστον για την Ελληνική αγορά του high end audio, η χαμηλού προφίλ Mactone είναι ένα «new kid in town», παρά το γεγονός ότι τα εκκεντρικά προϊόντα της εν λόγω εταιρίας, κοσμούν εδώ και 43 χρόνια τα συστήματα χιλιάδων φανατικών υποστηρικτών των Output Transformer-Less ή αλλιώς OTL ενισχυτικών συνόλων. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, πηγαίνοντας 47 High Fidelity

39


Silver Note Miracle ————————— του Π. Παναγόπουλου ——————————

Ένα ασημένιο θαύμα


Silver Note Miracle ————————— του Π. Παναγόπουλου ——————————

Ένα ασημένιο θαύμα


Music First Audio

Τ

Passive Magnetic Pre amplifier

ι είναι άραγε αυτό που θα μπορούσαμε με πάσα υπευθυνότητα να χαρακτηρίσουμε σαν «εξέλιξη»; Είναι άραγε η πολυπλοκότητα στην σχεδίαση κάποιων κυκλωμάτων προκειμένου κάποιοι να επιδείξουν την σχεδιαστική τους δεινότητα, ή τελικά η απλότητα είναι ο δρόμος προς την ακουστική ηχητική μας λύτρωση; Σίγουρα οι εξαιρετικά πολύπλοκες σχεδιάσεις είναι μια μεγάλη πρόκληση, και διαθέτουν μιαν άλλη αίγλη. Μόνον όμως για αυτούς που δεν γνωρίζουν, καθώς τα πολύπλοκα κυκλώματα στην πλειοψηφία τους δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να προσπαθούν να διορθώσουν ένα ευθύς εξ αρχής λάθος, με μια σωρεία από άλλα λάθη που δεν αναιρούν αλλά απλά εξομαλύνουν το πρώτο, το αρχικό λάθος. Το οποίο δεν είναι άλλο φυσικά από την ίδια την πολυπλοκότητα του κυκλώματος. Ειδικά η υπόθεση ενισχυτές – προενισχυτές είναι μια πονεμένη ιστορία. Ο ιδανικός ενισχυτής θα ήταν ένα καλώδιο, που θα ενίσχυε τον ήχο. Αν και κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο, είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι το οποιοδήποτε

————————— του Π. Παναγόπουλου ————————————

Η μαγεία της απουσίας, ή η τελειότητα της «απλότητας»; Τι θα μπορούσε τελικά να είναι αυτό που θα χαρακτηρίζαμε σαν τον «απόλυτο προενισχυτή»; Θα ήταν άραγε ένα πολύπλοκο σχεδιαστικό θαύμα της τεχνολογίας, ή κάτι πολύ πιο απλό; Σε αυτό το σημείο και για να μας δώσει την απάντηση επεμβαίνει δυναμικά η Music First Audio.

Η τελιότητα της «απλότητας»

ηλεκτρονικό εξάρτημα μεσολαβεί και παρεμβάλλεται στην πορεία του σήματος έχει μόνον αρνητική επίδραση στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα. Και αυτό ισχύει πάντα και για τα πάντα. Αφορά δε από πυκνωτές και τρανζίστορ, μέχρι εποξικές πλακέτες, ασφάλειες, ρελέδες, γέφυρες και αντιστάσεις. Αφορά δηλαδή ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Ειδικά η παρουσία των πυκνωτών που παρεμβάλλονται στην πορεία του σήματος, αποτελεί τον κόλαφο και τον εφιάλτη του κάθε σχεδιαστή. Είναι επίσης πλέον αποδεδειγμένο ότι τα πολύ απλά αλλά προσεκτικά σχεδιασμένα κυκλώματα, ό,τι και εάν αυτά αφορούν, αποτελούν την λύση αλλά και την τελική ακουστική ανακούφιση για όλους τους μουσικόφιλους. Σε αυτά που σας ανέφερα δεν υπάρχει εξαίρεση. Οι μεγάλοι σχεδιαστές το γνωρίζουν πλέον πολύ καλά αυτό. Γνωρίζουν την μαγεία της απλότητας, και τι μπορεί αυτή να προσφέρει. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κυκλώματα εξόδου (και όχι μόνον) στους τελικούς ενισχυτές της Goldmund αποτελούν υποδείγματα σχεδίασης και έμπνευσης σε αυτόν ακριβώς τον τομέα. Τα ίδια ισχύουν σε μεγαλύτερο ή και μικρότερο βαθμό και για άλλους μεγάλους σχεδιαστές. Η λύση της παθητικής High Fidelity

59


Music First Audio

Τ

Passive Magnetic Pre amplifier

ι είναι άραγε αυτό που θα μπορούσαμε με πάσα υπευθυνότητα να χαρακτηρίσουμε σαν «εξέλιξη»; Είναι άραγε η πολυπλοκότητα στην σχεδίαση κάποιων κυκλωμάτων προκειμένου κάποιοι να επιδείξουν την σχεδιαστική τους δεινότητα, ή τελικά η απλότητα είναι ο δρόμος προς την ακουστική ηχητική μας λύτρωση; Σίγουρα οι εξαιρετικά πολύπλοκες σχεδιάσεις είναι μια μεγάλη πρόκληση, και διαθέτουν μιαν άλλη αίγλη. Μόνον όμως για αυτούς που δεν γνωρίζουν, καθώς τα πολύπλοκα κυκλώματα στην πλειοψηφία τους δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να προσπαθούν να διορθώσουν ένα ευθύς εξ αρχής λάθος, με μια σωρεία από άλλα λάθη που δεν αναιρούν αλλά απλά εξομαλύνουν το πρώτο, το αρχικό λάθος. Το οποίο δεν είναι άλλο φυσικά από την ίδια την πολυπλοκότητα του κυκλώματος. Ειδικά η υπόθεση ενισχυτές – προενισχυτές είναι μια πονεμένη ιστορία. Ο ιδανικός ενισχυτής θα ήταν ένα καλώδιο, που θα ενίσχυε τον ήχο. Αν και κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο, είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι το οποιοδήποτε

————————— του Π. Παναγόπουλου ————————————

Η μαγεία της απουσίας, ή η τελειότητα της «απλότητας»; Τι θα μπορούσε τελικά να είναι αυτό που θα χαρακτηρίζαμε σαν τον «απόλυτο προενισχυτή»; Θα ήταν άραγε ένα πολύπλοκο σχεδιαστικό θαύμα της τεχνολογίας, ή κάτι πολύ πιο απλό; Σε αυτό το σημείο και για να μας δώσει την απάντηση επεμβαίνει δυναμικά η Music First Audio.

Η τελιότητα της «απλότητας»

ηλεκτρονικό εξάρτημα μεσολαβεί και παρεμβάλλεται στην πορεία του σήματος έχει μόνον αρνητική επίδραση στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα. Και αυτό ισχύει πάντα και για τα πάντα. Αφορά δε από πυκνωτές και τρανζίστορ, μέχρι εποξικές πλακέτες, ασφάλειες, ρελέδες, γέφυρες και αντιστάσεις. Αφορά δηλαδή ΤΑ ΠΑΝΤΑ. Ειδικά η παρουσία των πυκνωτών που παρεμβάλλονται στην πορεία του σήματος, αποτελεί τον κόλαφο και τον εφιάλτη του κάθε σχεδιαστή. Είναι επίσης πλέον αποδεδειγμένο ότι τα πολύ απλά αλλά προσεκτικά σχεδιασμένα κυκλώματα, ό,τι και εάν αυτά αφορούν, αποτελούν την λύση αλλά και την τελική ακουστική ανακούφιση για όλους τους μουσικόφιλους. Σε αυτά που σας ανέφερα δεν υπάρχει εξαίρεση. Οι μεγάλοι σχεδιαστές το γνωρίζουν πλέον πολύ καλά αυτό. Γνωρίζουν την μαγεία της απλότητας, και τι μπορεί αυτή να προσφέρει. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κυκλώματα εξόδου (και όχι μόνον) στους τελικούς ενισχυτές της Goldmund αποτελούν υποδείγματα σχεδίασης και έμπνευσης σε αυτόν ακριβώς τον τομέα. Τα ίδια ισχύουν σε μεγαλύτερο ή και μικρότερο βαθμό και για άλλους μεγάλους σχεδιαστές. Η λύση της παθητικής High Fidelity

59


JJ Electronics JJ-243 —————————— του Γίαννη Καλίτση ——————————

A true giant killer


JJ Electronics JJ-243 —————————— του Γίαννη Καλίτση ——————————

A true giant killer


Totem Wind

Μ

———— του Π. Παναγόπουλου ————

Ο Ινδιάνος Μάγος

πορεί ο Vince Bruzzese που βρίσκεται πίσω από την Totem να μην είναι Ινδιάνος, λίγο μάγος όμως θα πρέπει να είναι. Εάν δεν ήταν, η εταιρία του δεν θα είχε την θέση που αυτή την στιγμή κατέχει στην συνείδηση και στις καρδιές των μουσικόφιλων. Είναι σίγουρο ότι κανείς που γνωρίζει, δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Totem κατασκευάζει σοβαρά ηχεία. Ηχεία που παίζουν σωστά μουσική. Και δεν είναι πολλά τα ηχεία που παίζουν σωστά μουσική. Διαθέτουν δηλαδή αυτόν τον χαρακτήρα που είναι ικανός να σε αιχμαλωτίσει μετά από κάποιο πολύωρο άκουσμα, χωρίς να σε κουράσει με τα τσαλίμια του, χωρίς όμως να σε κάνει και να το βαρεθείς. Είναι γεγονός ότι ένα ηχείο με χαρακτήρα monitor είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια, ή μάλλον σε αυτό που είχε στο μυαλό του ο ηχολήπτης. Πόσο όμως μας αφορά αυτό, ή μάλλον πόσους από εμάς αφορά αυτό, όταν τα ηχεία αυτά μπούνε πλέον μέσα στο σαλόνι μας; Ελάχιστα θα έλεγα, καθώς η συμβίωση με την ωμή, συχνά ανελέητη πραγματικότητα, (ειδικά όταν θέλουμε να απολαύσουμε απλά μουσική), δεν είναι ό,τι το πιο ιδανικό. Μπορεί ένα ηχείο monitor να είναι όπλο στα χέρια ενός επαγγελματία, ή και ενός reviewer, στα χέρια όμως ενός ερασιτέχνη μπορεί να αποβεί ένα εργαλείο «στρυφνό». Βέβαια όπως τελικά πάντα ισχύει, όλα είναι θέμα γούστου. Από την άλλη, τα «άλλα» ηχεία, αυτά που έχουν φτιαχτεί μόνον για να αρέσουν, αυτά δηλαδή που σαν πρώτο άκουσμα εντυπωσιάζουν, για να ξεμπροστιαστούν λίγο αργότερα και να «ξεφουσκώσουν», δεν έχουν καν τα προσόντα ενός «monitor», που στο κάτω κάτω μας λέει μόνον την αλήθεια έστω και εάν αυτή δεν είναι πάντα αρεστή. Τουλάχιστον όμως λέει την αλήθεια. Η αλήθεια δεν είναι πάντα εύηχη. Επίσης είναι γεγονός ότι η απόλαυση βρίσκεται κάπου στην μέση. Δηλαδή μεταξύ αλήθειας και.... παραμυθιού. Αυτό ίσχυε πάντα όσο τουλάχιστον αφορά τα διάφορα θέματα αλλά και αντικείμενα που μας οδηγούν στο σύμπαν της ηχητικής απόλαυσης. Πάντα χρειάζεται αυτό το κάτι «άλλο», αυτό το μικρό «παραμύθι», που θα σε κάνει να ξεχνιέσαι, να ξεαγχώνεσαι, να χάνεσαι. Να μην σε «πιάνει» δηλαδή το ηχείο από τα αυτιά και να σου λέει: Άκου αυτό, είναι λάθος. Πρόσεξε εκεί, κάτι δεν πάει καλά στην παραγωγή. Καλό είναι να συμβαίνει και αυτό, όχι όμως συνέχεια. Άμα πάλι το ηχείο σου τα παρουσιάζει όλα ωραία, από κάπου μπάζει νερά η βάρκα. Είπαμε. Το ιδανικό είναι μια χρυσή τομή. Ένας μέσος όρος ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Αυτό προσπαθούν να πετύχουν οι περισσότεροι κατασκευαστές,

αυτό έχει τελικά καταφέρει η Totem. Να φτιάχνει ηχεία που παίζουν μουσική. Χρησιμοποιώντας τα εκλεκτά μεγάφωνα μιας εταιρίας που κατασκευάζει ηχεία monitor, όχι τόσο αυστηρά όσο τα ATC, αλλά πάντως monitor, (για την Dynaudio μιλάω φυσικά), η Totem πετυχαίνει ένα αποτέλεσμα αν μη τι άλλο ζηλευτό. Κατασκευάζει ηχεία ακριβείας, απόλυτα όμως φιλικά, και έτοιμα για χρήση μέσα στο σαλόνι μας. Αυτό το είχε καταστήσει σαφές, και το είχε μάλιστα αποδείξει πριν από πολλά χρόνια με το θαυμάσιο ισοβαρικό Mani-2, το οποίο φυσικά παράγεται ακόμα μέχρι σήμερα. Η γκάμα της Totem δεν είναι μεγάλη. Είναι όμως εκτός των άλλων και διαχρονική. Διαθέτει μόνον έξι μοντέλα από ηχεία δαπέδου, πέντε ηχεία βάσης, κάποια ηχεία για home cinema, τέσσερα υπογούφερ, ενώ παράγει και κάποια καλώδια, καθώς και ένα πολύμπριζο. Όλες της οι δημιουργίες διακρίνονται για το κορυφαίο επίπεδο ποιότητας που διαθέτουν όσον αφορά θέματα κατασκευής αλλά και σχεδίασης. Το Wind είναι το δεύτερο μοντέλο της εταιρίας πριν την κορυφή, επάνω στην οποία δεσπόζει το τεράστιο και πανάκριβο Shaman. Το totem του Manitou Το ηχείο αυτό είναι κάτι μοναδικό σε εμφάνιση. Και να θέλεις να προσπεράσεις αδιάφορα την παρουσία του, δεν μπορείς. Οπωσδήποτε θα σταθείς και θα το παρατηρήσεις πιο προσεκτικά. Τότε θα έχεις την ευκαιρία να θαυμάσεις το επίπεδο κατασκευής αυτής της καμπίνας, η οποία είναι κυριολεκτικά λαξευμένη. Με τεθλασμένες γωνιές, και αρκετά περίτεχνο σχήμα, πραγματικά θυμίζει Ινδιάνικο γλυπτό! Οι διαστάσεις του ηχείου δεν είναι μεγάλες, απλά η κατασκευή αυτή είναι αρκετά ψηλή. Και το βάρος του δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο, αν και αυτό είναι κάτι που μεταβάλλεται ανάλογα με το περιεχόμενο. Το ηχείο δέχεται στο εσωτερικό του άμμο, ή και κάποιο άλλο υλικό, αυξάνοντας έτσι την στιβαρότητα του. Το Wind είναι ηχείο τριών δρόμων, τεσσάρων μεγαφώνων, και χρησιμοποιεί ένα γούφερ με διάμετρο 21εκ. χάρτινου κώνου, δύο μεγάφωνα μεσαίων της Dynaudio με διάμετρο 8εκ. και ένα τουΐτερ μεταλλικού θόλου με προστατευτική σίτα της Seas με διάμετρο 2.5εκ. Το κροσοβερ προς όλα τα μεγάφωνα είναι δεύτερης τάξης. Το ηχείο λειτουργεί με την αρχή φόρτισης χαμηλών, με την οπή του Bass Reflex να βρίσκεται τοποθετημένη στο πίσω μέρος του ηχείου αρκετά χαμηλά, ακριβώς επάνω από τους τέσσερις επίχρυσους ακροδέκτες διασύνδεσης της WBT. High Fidelity

73


Totem Wind

Μ

———— του Π. Παναγόπουλου ————

Ο Ινδιάνος Μάγος

πορεί ο Vince Bruzzese που βρίσκεται πίσω από την Totem να μην είναι Ινδιάνος, λίγο μάγος όμως θα πρέπει να είναι. Εάν δεν ήταν, η εταιρία του δεν θα είχε την θέση που αυτή την στιγμή κατέχει στην συνείδηση και στις καρδιές των μουσικόφιλων. Είναι σίγουρο ότι κανείς που γνωρίζει, δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Totem κατασκευάζει σοβαρά ηχεία. Ηχεία που παίζουν σωστά μουσική. Και δεν είναι πολλά τα ηχεία που παίζουν σωστά μουσική. Διαθέτουν δηλαδή αυτόν τον χαρακτήρα που είναι ικανός να σε αιχμαλωτίσει μετά από κάποιο πολύωρο άκουσμα, χωρίς να σε κουράσει με τα τσαλίμια του, χωρίς όμως να σε κάνει και να το βαρεθείς. Είναι γεγονός ότι ένα ηχείο με χαρακτήρα monitor είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια, ή μάλλον σε αυτό που είχε στο μυαλό του ο ηχολήπτης. Πόσο όμως μας αφορά αυτό, ή μάλλον πόσους από εμάς αφορά αυτό, όταν τα ηχεία αυτά μπούνε πλέον μέσα στο σαλόνι μας; Ελάχιστα θα έλεγα, καθώς η συμβίωση με την ωμή, συχνά ανελέητη πραγματικότητα, (ειδικά όταν θέλουμε να απολαύσουμε απλά μουσική), δεν είναι ό,τι το πιο ιδανικό. Μπορεί ένα ηχείο monitor να είναι όπλο στα χέρια ενός επαγγελματία, ή και ενός reviewer, στα χέρια όμως ενός ερασιτέχνη μπορεί να αποβεί ένα εργαλείο «στρυφνό». Βέβαια όπως τελικά πάντα ισχύει, όλα είναι θέμα γούστου. Από την άλλη, τα «άλλα» ηχεία, αυτά που έχουν φτιαχτεί μόνον για να αρέσουν, αυτά δηλαδή που σαν πρώτο άκουσμα εντυπωσιάζουν, για να ξεμπροστιαστούν λίγο αργότερα και να «ξεφουσκώσουν», δεν έχουν καν τα προσόντα ενός «monitor», που στο κάτω κάτω μας λέει μόνον την αλήθεια έστω και εάν αυτή δεν είναι πάντα αρεστή. Τουλάχιστον όμως λέει την αλήθεια. Η αλήθεια δεν είναι πάντα εύηχη. Επίσης είναι γεγονός ότι η απόλαυση βρίσκεται κάπου στην μέση. Δηλαδή μεταξύ αλήθειας και.... παραμυθιού. Αυτό ίσχυε πάντα όσο τουλάχιστον αφορά τα διάφορα θέματα αλλά και αντικείμενα που μας οδηγούν στο σύμπαν της ηχητικής απόλαυσης. Πάντα χρειάζεται αυτό το κάτι «άλλο», αυτό το μικρό «παραμύθι», που θα σε κάνει να ξεχνιέσαι, να ξεαγχώνεσαι, να χάνεσαι. Να μην σε «πιάνει» δηλαδή το ηχείο από τα αυτιά και να σου λέει: Άκου αυτό, είναι λάθος. Πρόσεξε εκεί, κάτι δεν πάει καλά στην παραγωγή. Καλό είναι να συμβαίνει και αυτό, όχι όμως συνέχεια. Άμα πάλι το ηχείο σου τα παρουσιάζει όλα ωραία, από κάπου μπάζει νερά η βάρκα. Είπαμε. Το ιδανικό είναι μια χρυσή τομή. Ένας μέσος όρος ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Αυτό προσπαθούν να πετύχουν οι περισσότεροι κατασκευαστές,

αυτό έχει τελικά καταφέρει η Totem. Να φτιάχνει ηχεία που παίζουν μουσική. Χρησιμοποιώντας τα εκλεκτά μεγάφωνα μιας εταιρίας που κατασκευάζει ηχεία monitor, όχι τόσο αυστηρά όσο τα ATC, αλλά πάντως monitor, (για την Dynaudio μιλάω φυσικά), η Totem πετυχαίνει ένα αποτέλεσμα αν μη τι άλλο ζηλευτό. Κατασκευάζει ηχεία ακριβείας, απόλυτα όμως φιλικά, και έτοιμα για χρήση μέσα στο σαλόνι μας. Αυτό το είχε καταστήσει σαφές, και το είχε μάλιστα αποδείξει πριν από πολλά χρόνια με το θαυμάσιο ισοβαρικό Mani-2, το οποίο φυσικά παράγεται ακόμα μέχρι σήμερα. Η γκάμα της Totem δεν είναι μεγάλη. Είναι όμως εκτός των άλλων και διαχρονική. Διαθέτει μόνον έξι μοντέλα από ηχεία δαπέδου, πέντε ηχεία βάσης, κάποια ηχεία για home cinema, τέσσερα υπογούφερ, ενώ παράγει και κάποια καλώδια, καθώς και ένα πολύμπριζο. Όλες της οι δημιουργίες διακρίνονται για το κορυφαίο επίπεδο ποιότητας που διαθέτουν όσον αφορά θέματα κατασκευής αλλά και σχεδίασης. Το Wind είναι το δεύτερο μοντέλο της εταιρίας πριν την κορυφή, επάνω στην οποία δεσπόζει το τεράστιο και πανάκριβο Shaman. Το totem του Manitou Το ηχείο αυτό είναι κάτι μοναδικό σε εμφάνιση. Και να θέλεις να προσπεράσεις αδιάφορα την παρουσία του, δεν μπορείς. Οπωσδήποτε θα σταθείς και θα το παρατηρήσεις πιο προσεκτικά. Τότε θα έχεις την ευκαιρία να θαυμάσεις το επίπεδο κατασκευής αυτής της καμπίνας, η οποία είναι κυριολεκτικά λαξευμένη. Με τεθλασμένες γωνιές, και αρκετά περίτεχνο σχήμα, πραγματικά θυμίζει Ινδιάνικο γλυπτό! Οι διαστάσεις του ηχείου δεν είναι μεγάλες, απλά η κατασκευή αυτή είναι αρκετά ψηλή. Και το βάρος του δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο, αν και αυτό είναι κάτι που μεταβάλλεται ανάλογα με το περιεχόμενο. Το ηχείο δέχεται στο εσωτερικό του άμμο, ή και κάποιο άλλο υλικό, αυξάνοντας έτσι την στιβαρότητα του. Το Wind είναι ηχείο τριών δρόμων, τεσσάρων μεγαφώνων, και χρησιμοποιεί ένα γούφερ με διάμετρο 21εκ. χάρτινου κώνου, δύο μεγάφωνα μεσαίων της Dynaudio με διάμετρο 8εκ. και ένα τουΐτερ μεταλλικού θόλου με προστατευτική σίτα της Seas με διάμετρο 2.5εκ. Το κροσοβερ προς όλα τα μεγάφωνα είναι δεύτερης τάξης. Το ηχείο λειτουργεί με την αρχή φόρτισης χαμηλών, με την οπή του Bass Reflex να βρίσκεται τοποθετημένη στο πίσω μέρος του ηχείου αρκετά χαμηλά, ακριβώς επάνω από τους τέσσερις επίχρυσους ακροδέκτες διασύνδεσης της WBT. High Fidelity

73


Davis Vinci

Η

–——— του Νίκου Κορακάκη ———

Vive Vinci

Davis είναι μια σχετικά νέα γαλλική εταιρία, ιδρύθηκε το 1986 από τον Μichel Visan που ήταν τεχνικός διευθυντής της SIARE. Στόχος της Davis δεν είναι να κινηθεί στα άνω άκρα του High End αλλά, αντίθετα, να προσφέρει ενδιαφέρουσες ηχητικά λύσεις στην χαμηλομεσαία κατηγορία τιμής. Τα Vinci ανήκουν στην μεσαία σειρά της και κερδίζουν τις πρώτες εντυπώσεις με την κομψή τους εμφάνιση που τα βοηθά να διαφοροποιηθούν (αισθητικά) από ένα τυπικό εκπρόσωπο της κατηγορίας. Παρά το γεγονός πως πρόκειται για ένα ηχείο δαπέδου τριών δρόμων τεσσάρων μεγαφώνων, η στενή μπάφλα τους και η καμπίνα με τις κεκλιμένες και ελαφρά καμπυλωμένες πλευρές δίνει «αέρα» στην υλοποίηση των Vinci αποφεύγοντας να δημιουργήσει την κλασική αίσθηση κουτιού. Τα Vinci χρησιμοποιούν δύο γούφερ διαμέτρου 6,5’’mm. Ο κώνος, αν και μ οιάζ ει να κα τα σ κε υ άζ ε ται α π ό ανθρακονήματα, είναι στην πραγματικότητα κατασκευασμένος από πλαστικοποιημένο χαρτί και η υφή του απλά μοιάζει με ανθρακόνημα. Το μιντ έχει και αυτό διάμετρο 6,5 ίντσες και ο κώνος του κα τα σ κε υ άζ ε τα ι α π ό Kev la r. Το συγκεκριμένο μεγάφωνο ξεχωρίζει χάρις στο σχετικά «ρηχό» προφίλ του κώνου του αλλά και χάρις στην ύπαρξη ενός – αντίστοιχα- χαμηλού ύψους phase plug που ομαλοποιεί την απόκριση του μεγάφωνου στο άνω όριο της απόκριση του. Τέλος το τουίτερ είναι μια κλασική υλοποίηση υφασμάτινου θόλου μίας ίντσας. H φόρτιση της καμπίνας των χαμηλών γίνεται μέσω μιας οπής συντονισμού που βρίσκεται στο εμπρός μέρος του ηχείου, ενώ το μιντ βρίσκεται απομονωμένο (μαζί με το τουίτερ) μέσα σε μια καμπίνα που

καταλαμβάνει το άνω του συνολικού όγκου του ηχείου. Η καμπίνα του μιντ φορτίζεται και αυτή από μια οπή συντονισμού που «βλέπει» στην πίσω όψη του ηχείου. Το εσωτερικό της καμπίνας (που είναι κατασκευασμένη από MDF) καλύπτεται από λεπτά φύλλα ακρυλικής βάτας ενώ τόσο το χώρισμα της καμπίνας των γούφερ από το μιντ όσο και τα δύο οκτωειδή νεύρα φροντίζουν για την μεγαλύτερη δυνατή ακαμψία των τοιχωμάτων της. Το κροσόβερ είναι δεύτερης τάξης σε όλους τους κ λάδους, δε ν χρησιμοποιεί δικτυώματα αντιστάθμισης της αντίστασης και υλοποιείται με υλικά καλής ποιότητας. Τα δύο ζεύγη ακροδεκτών των Vinci είναι πολύ καλής ποιότητας, ενώ οι βάσεις που τα συνοδεύουν προσφέρουν μεγαλύτερη ευστάθεια στην στερέωσή του αλλά βελτιώνουν περαιτέρω και την συνολική του εμφάνιση. Aκροάσεις Τα Vinci αρχικά συνδέθηκαν με το σετ ενισχυτικών της Xindak (βλέπετε και αντίστοιχη δοκιμή στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας) ενώ στην συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν γνώριμες από χρόνια ε νισ χυτικέ ς μονάδε ς σ τις οποίε ς συμπεριλήφθηκε το σετ MP 660 MF 330 της Magnum και ο κατοστάρης τελικός της Audia Flight. Εναλλακτικά μπήκαν στην αλυσίδα και οι δύο λαμπάτοι που δοκιμάζουμε, επίσης σε αυτό το τεύχος (Fatman i Tube 182 & CAV 1518). Στη θέση της πηγής καθήκοντα ανέλαβαν τόσο το γνώριμο Benchmark όσο και το Leonardo CD A9.3. Αυτό που γίνεται εύκολα φανερό από την αρχή είναι πως τα Vinci έχουν ένα έντονο ταπεραμέντο και χαρακτηρίζονται από την αίσθηση του μεγάλου ήχου. Το χαμηλό τους έχει όχι μόνο έκταση αλλά και καλό έλεγχο. Σε ροκ κομμάτια [16] [17] [18] το High Fidelity

81


Davis Vinci

Η

–——— του Νίκου Κορακάκη ———

Vive Vinci

Davis είναι μια σχετικά νέα γαλλική εταιρία, ιδρύθηκε το 1986 από τον Μichel Visan που ήταν τεχνικός διευθυντής της SIARE. Στόχος της Davis δεν είναι να κινηθεί στα άνω άκρα του High End αλλά, αντίθετα, να προσφέρει ενδιαφέρουσες ηχητικά λύσεις στην χαμηλομεσαία κατηγορία τιμής. Τα Vinci ανήκουν στην μεσαία σειρά της και κερδίζουν τις πρώτες εντυπώσεις με την κομψή τους εμφάνιση που τα βοηθά να διαφοροποιηθούν (αισθητικά) από ένα τυπικό εκπρόσωπο της κατηγορίας. Παρά το γεγονός πως πρόκειται για ένα ηχείο δαπέδου τριών δρόμων τεσσάρων μεγαφώνων, η στενή μπάφλα τους και η καμπίνα με τις κεκλιμένες και ελαφρά καμπυλωμένες πλευρές δίνει «αέρα» στην υλοποίηση των Vinci αποφεύγοντας να δημιουργήσει την κλασική αίσθηση κουτιού. Τα Vinci χρησιμοποιούν δύο γούφερ διαμέτρου 6,5’’mm. Ο κώνος, αν και μ οιάζ ει να κα τα σ κε υ άζ ε ται α π ό ανθρακονήματα, είναι στην πραγματικότητα κατασκευασμένος από πλαστικοποιημένο χαρτί και η υφή του απλά μοιάζει με ανθρακόνημα. Το μιντ έχει και αυτό διάμετρο 6,5 ίντσες και ο κώνος του κα τα σ κε υ άζ ε τα ι α π ό Kev la r. Το συγκεκριμένο μεγάφωνο ξεχωρίζει χάρις στο σχετικά «ρηχό» προφίλ του κώνου του αλλά και χάρις στην ύπαρξη ενός – αντίστοιχα- χαμηλού ύψους phase plug που ομαλοποιεί την απόκριση του μεγάφωνου στο άνω όριο της απόκριση του. Τέλος το τουίτερ είναι μια κλασική υλοποίηση υφασμάτινου θόλου μίας ίντσας. H φόρτιση της καμπίνας των χαμηλών γίνεται μέσω μιας οπής συντονισμού που βρίσκεται στο εμπρός μέρος του ηχείου, ενώ το μιντ βρίσκεται απομονωμένο (μαζί με το τουίτερ) μέσα σε μια καμπίνα που

καταλαμβάνει το άνω του συνολικού όγκου του ηχείου. Η καμπίνα του μιντ φορτίζεται και αυτή από μια οπή συντονισμού που «βλέπει» στην πίσω όψη του ηχείου. Το εσωτερικό της καμπίνας (που είναι κατασκευασμένη από MDF) καλύπτεται από λεπτά φύλλα ακρυλικής βάτας ενώ τόσο το χώρισμα της καμπίνας των γούφερ από το μιντ όσο και τα δύο οκτωειδή νεύρα φροντίζουν για την μεγαλύτερη δυνατή ακαμψία των τοιχωμάτων της. Το κροσόβερ είναι δεύτερης τάξης σε όλους τους κ λάδους, δε ν χρησιμοποιεί δικτυώματα αντιστάθμισης της αντίστασης και υλοποιείται με υλικά καλής ποιότητας. Τα δύο ζεύγη ακροδεκτών των Vinci είναι πολύ καλής ποιότητας, ενώ οι βάσεις που τα συνοδεύουν προσφέρουν μεγαλύτερη ευστάθεια στην στερέωσή του αλλά βελτιώνουν περαιτέρω και την συνολική του εμφάνιση. Aκροάσεις Τα Vinci αρχικά συνδέθηκαν με το σετ ενισχυτικών της Xindak (βλέπετε και αντίστοιχη δοκιμή στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας) ενώ στην συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν γνώριμες από χρόνια ε νισ χυτικέ ς μονάδε ς σ τις οποίε ς συμπεριλήφθηκε το σετ MP 660 MF 330 της Magnum και ο κατοστάρης τελικός της Audia Flight. Εναλλακτικά μπήκαν στην αλυσίδα και οι δύο λαμπάτοι που δοκιμάζουμε, επίσης σε αυτό το τεύχος (Fatman i Tube 182 & CAV 1518). Στη θέση της πηγής καθήκοντα ανέλαβαν τόσο το γνώριμο Benchmark όσο και το Leonardo CD A9.3. Αυτό που γίνεται εύκολα φανερό από την αρχή είναι πως τα Vinci έχουν ένα έντονο ταπεραμέντο και χαρακτηρίζονται από την αίσθηση του μεγάλου ήχου. Το χαμηλό τους έχει όχι μόνο έκταση αλλά και καλό έλεγχο. Σε ροκ κομμάτια [16] [17] [18] το High Fidelity

81


Leonardo Audio CD A 9.3mk II ———————————————————— του Γίαννη Καλίτση ——————————————————

Στην αναζήτηση του «Κώδικα»


Leonardo Audio CD A 9.3mk II ———————————————————— του Γίαννη Καλίτση ——————————————————

Στην αναζήτηση του «Κώδικα»


Tom Evans Audio Design Linear A

————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ——————————————

Αποπλάνηση στο κόσμο της γραμμικότητας


Tom Evans Audio Design Linear A

————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ——————————————

Αποπλάνηση στο κόσμο της γραμμικότητας


Xindak

XA 8800MNE & XA 8350 —————————————— του Μανώλη Καστρούνη ——————————————

Μαγική Τριάδα


Xindak

XA 8800MNE & XA 8350 —————————————— του Μανώλη Καστρούνη ——————————————

Μαγική Τριάδα


Pro-Ject Pre Box & Amp Box ———————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ———————————————

Music Match Box

Β

λέποντας τα «σπιρτόκουτα» της Pro-Ject δύσκολα πιστεύεις πως πρόκειται για έναν προενισχυτή και έναν τελικό ενισχυτή, μιας και ο όρος mini δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα. Το γεγονός πως οι δύο συσκευές έχουν κυριολεκτικά λιλιπούτειες διαστάσεις (10 x 38 x 14cm) τις κάνει ιδανικές τόσο για να συνεργαστούν με κάποιο υπολογιστή (μαζί με δύο καλά ηχεία) όσο και να αποτελέσουν τα βασικά τμήματα ενός hi-fi εκκεντρικού φορητού συστήματος (μαζί με ένα καλό Discman) και ένα ζεύγος μικρών αλλά καλών ηχείων. Πέρα από αυτές όμως τις εφαρμογές τα σπιρτόκουτα της Project φιλοδοξούν να αποτελέσουν τα, σχεδόν αθέατα, μέλη και ενός entry level οικιακού συστήματος. Ο προενισχυτής διαθέτει δύο εισόδους και ρυθμιστικό έντασης που ελέγχεται και από τηλεχειριστήριο, ενώ εκτός από την στερεοφωνική έξοδο έχει και μια έξοδο trigger μέσω της οποίας μπορεί να ελέγχει και μια άλλη συσκευή (π.χ. τον τελικό). Παρά τις πολύ μικρές του διαστάσεις, στο εσωτερικό του συναντάμε μια by the book κατασκευή. Τα δύο κανάλια είναι σαφώς διαχωρισμένα και σε κάθε ένα από αυτά χρησιμοποιείται ένας τελεστικός ενισχυτής χαμηλού θορύβου και μεγάλου ρυθμού ανύψωσης της JRC, ενώ η επιλογή εισόδων γίνεται με την βοήθεια ηλεκτρονόμων. Τα υλικά, όπως είναι αναμενόμενο είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό του SMD ενώ ο μετασχηματιστής τροφοδοσίας στεγάζεται σε ένα εξωτερικό pack που μπαίνει άμεσα στην πρίζα και δίνει τάση στα κυκλώματα ανόρθωσης και εξομάλυνσης που βρίσκονται στην πλακέτα μαζί με τα υπόλοιπα κυκλώματα του προενισχυτή. Το περίβλημα του προενισχυτή είναι μεταλλικό και αυτό σε συνδυασμό με την απομακρυσμένη λειτουργία του μετασχηματιστή εξασφαλίζει την ελαχιστοποίηση των ηλεκτρομαγνητικών παρεμβολών. Επιπρόσθετα, οι μικρές διαστάσεις εξασφαλίζουν αυτόματα και το γεγονός πως το ηχητικό σήμα θα κάνει μια συντομότατη διαδρομή από την είσοδο μέχρι την έξοδο του προενισχυτή. Ο τελικός έχει τις ίδιες διαστάσεις με τον προενισχυτή του και φυσικά είναι ψηφιακός. Η διαμόρφωση – ψηφιοποίηση του ηχητικού σήματος βασίζεται στην αρχή του bi phase PWM και καταφέρνει παρά τις ελάχιστες διαστάσεις της συσκευής να αποδίδει 20W στο κάθε κανάλι (το συγκεκριμένο κύκλωμα επιτυγχάνει βαθμό απόδοσης πάνω από 80%). Εκτός από τους δύο ακροδέκτες εισόδου και τους ακροδέκτες

σύνδεσης των ηχείων στο πίσω μέρος του τελικού υπάρχει και μια είσοδος trigger ώστε ο τελικός να ενεργοποιείται από μια άλλη συσκευή. Το τροφοδοτικό του ενισχυτή είναι διακοπτικό και βρίσκεται σε ένα εξωτερικό πλαστικό χυτό περίβλημα και σύμφωνα με τον κατασκευαστή μπορεί να αποδώσει κορυφές ρεύματος που αγγίζουν τα 7Α. Στην καθημερινή ζωή: Με δεδομένο πως τα Project-άκια παρελήφθησαν αρχές Αυγούστου δεν απέφυγα τον πειρασμό να τα πάρω μαζί μου στις διακοπές όπου τα περίμενε ένα συνταξιοδοτημένο Baby της Audio Spectrum και - σαν πηγή - ένα discman της Sony που έχει γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα. Έτσι για περίπου μια εβδομάδα λειτουργούσαν σε δεκάωρη βάση και μέσα σε κλίμα ραστώνης άρχισαν να ξεδιπλώνουν τις αρετές τους. Κατ αρχήν πρέπει να σας πω πως τα πιτσιρίκια ξέρουν να τραβούν το ενδιαφέρον μιας και τα όσα δίνουν είναι πολύ παραπάνω από όσα μπορείς να περιμένεις. Κατ’ αρχήν ο θόρυβος κινείται σε αμελητέα επίπεδα ενώ και φασματικά η συμπεριφορά τους δείχνει ισορροπημένη και με ικανή έκταση. Εκτός από αυτό, καταφέρνουν να δημιουργούν ικανοποιητικές στάθμες με ένα ηχείο που δεν είναι (ήταν για την ακρίβεια την εποχή που παράγονταν) η επιτομή της ευαισθησίας. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση δημιουργούσαν την εντύπωση πως η απόδοσή τους κινούνταν τουλάχιστον ένα σκαλί πάνω από τον ταπεινό συνοδό τους. Τέλος, σε χρηστικό επίπεδο το τηλεχειριστήριο βοηθούσε σημαντικά στην διατήρηση χαλαρών ρυθμών και εκτιμήθηκε δεόντως. Έχοντας κερδίσει τις πρώτες εντυπώσεις, με την επιστροφή μου στα γραφεία του περιοδικού, ήταν δεδομένο πως θα τα περιμένουν πιο δύσκολες ώρες. Χρησιμοποιώντας σαν πηγή το Leonardo (ιεροσυλία θα πουν κάποιοι) και σαν ηχεία τα Vinci της Davis τα πιτσιρίκια της Pro-Ject στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Προσφέροντας ένα μουσικό αποτέλεσμα που χαρακτηρίζονταν από ζωντάνια και ισόρροπη απόδοση που γίνον ταν περισσότερο συναρπαστική σε ροκ κομμάτια και μικρά ακουστικά σύνολα και έχανε αρκετή από την γυαλάδα της σε μεγάλα συμφωνικά έργα. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχουν αδυναμίες, πως θα ήταν δυνατόν άλλωστε? Το χαμηλό τους είναι σχετικά ρηχό -κάτω από τους 100 κύκλους- ενώ αρκετές φορές διακρίνεις κάποια ίχνοι σκληράδας στην μεσουψηλή περιοχή, όμως αυτές οι High Fidelity

113


Pro-Ject Pre Box & Amp Box ———————————————— του Βαγγέλη Μαρκουλή ———————————————

Music Match Box

Β

λέποντας τα «σπιρτόκουτα» της Pro-Ject δύσκολα πιστεύεις πως πρόκειται για έναν προενισχυτή και έναν τελικό ενισχυτή, μιας και ο όρος mini δεν αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα. Το γεγονός πως οι δύο συσκευές έχουν κυριολεκτικά λιλιπούτειες διαστάσεις (10 x 38 x 14cm) τις κάνει ιδανικές τόσο για να συνεργαστούν με κάποιο υπολογιστή (μαζί με δύο καλά ηχεία) όσο και να αποτελέσουν τα βασικά τμήματα ενός hi-fi εκκεντρικού φορητού συστήματος (μαζί με ένα καλό Discman) και ένα ζεύγος μικρών αλλά καλών ηχείων. Πέρα από αυτές όμως τις εφαρμογές τα σπιρτόκουτα της Project φιλοδοξούν να αποτελέσουν τα, σχεδόν αθέατα, μέλη και ενός entry level οικιακού συστήματος. Ο προενισχυτής διαθέτει δύο εισόδους και ρυθμιστικό έντασης που ελέγχεται και από τηλεχειριστήριο, ενώ εκτός από την στερεοφωνική έξοδο έχει και μια έξοδο trigger μέσω της οποίας μπορεί να ελέγχει και μια άλλη συσκευή (π.χ. τον τελικό). Παρά τις πολύ μικρές του διαστάσεις, στο εσωτερικό του συναντάμε μια by the book κατασκευή. Τα δύο κανάλια είναι σαφώς διαχωρισμένα και σε κάθε ένα από αυτά χρησιμοποιείται ένας τελεστικός ενισχυτής χαμηλού θορύβου και μεγάλου ρυθμού ανύψωσης της JRC, ενώ η επιλογή εισόδων γίνεται με την βοήθεια ηλεκτρονόμων. Τα υλικά, όπως είναι αναμενόμενο είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό του SMD ενώ ο μετασχηματιστής τροφοδοσίας στεγάζεται σε ένα εξωτερικό pack που μπαίνει άμεσα στην πρίζα και δίνει τάση στα κυκλώματα ανόρθωσης και εξομάλυνσης που βρίσκονται στην πλακέτα μαζί με τα υπόλοιπα κυκλώματα του προενισχυτή. Το περίβλημα του προενισχυτή είναι μεταλλικό και αυτό σε συνδυασμό με την απομακρυσμένη λειτουργία του μετασχηματιστή εξασφαλίζει την ελαχιστοποίηση των ηλεκτρομαγνητικών παρεμβολών. Επιπρόσθετα, οι μικρές διαστάσεις εξασφαλίζουν αυτόματα και το γεγονός πως το ηχητικό σήμα θα κάνει μια συντομότατη διαδρομή από την είσοδο μέχρι την έξοδο του προενισχυτή. Ο τελικός έχει τις ίδιες διαστάσεις με τον προενισχυτή του και φυσικά είναι ψηφιακός. Η διαμόρφωση – ψηφιοποίηση του ηχητικού σήματος βασίζεται στην αρχή του bi phase PWM και καταφέρνει παρά τις ελάχιστες διαστάσεις της συσκευής να αποδίδει 20W στο κάθε κανάλι (το συγκεκριμένο κύκλωμα επιτυγχάνει βαθμό απόδοσης πάνω από 80%). Εκτός από τους δύο ακροδέκτες εισόδου και τους ακροδέκτες

σύνδεσης των ηχείων στο πίσω μέρος του τελικού υπάρχει και μια είσοδος trigger ώστε ο τελικός να ενεργοποιείται από μια άλλη συσκευή. Το τροφοδοτικό του ενισχυτή είναι διακοπτικό και βρίσκεται σε ένα εξωτερικό πλαστικό χυτό περίβλημα και σύμφωνα με τον κατασκευαστή μπορεί να αποδώσει κορυφές ρεύματος που αγγίζουν τα 7Α. Στην καθημερινή ζωή: Με δεδομένο πως τα Project-άκια παρελήφθησαν αρχές Αυγούστου δεν απέφυγα τον πειρασμό να τα πάρω μαζί μου στις διακοπές όπου τα περίμενε ένα συνταξιοδοτημένο Baby της Audio Spectrum και - σαν πηγή - ένα discman της Sony που έχει γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα. Έτσι για περίπου μια εβδομάδα λειτουργούσαν σε δεκάωρη βάση και μέσα σε κλίμα ραστώνης άρχισαν να ξεδιπλώνουν τις αρετές τους. Κατ αρχήν πρέπει να σας πω πως τα πιτσιρίκια ξέρουν να τραβούν το ενδιαφέρον μιας και τα όσα δίνουν είναι πολύ παραπάνω από όσα μπορείς να περιμένεις. Κατ’ αρχήν ο θόρυβος κινείται σε αμελητέα επίπεδα ενώ και φασματικά η συμπεριφορά τους δείχνει ισορροπημένη και με ικανή έκταση. Εκτός από αυτό, καταφέρνουν να δημιουργούν ικανοποιητικές στάθμες με ένα ηχείο που δεν είναι (ήταν για την ακρίβεια την εποχή που παράγονταν) η επιτομή της ευαισθησίας. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση δημιουργούσαν την εντύπωση πως η απόδοσή τους κινούνταν τουλάχιστον ένα σκαλί πάνω από τον ταπεινό συνοδό τους. Τέλος, σε χρηστικό επίπεδο το τηλεχειριστήριο βοηθούσε σημαντικά στην διατήρηση χαλαρών ρυθμών και εκτιμήθηκε δεόντως. Έχοντας κερδίσει τις πρώτες εντυπώσεις, με την επιστροφή μου στα γραφεία του περιοδικού, ήταν δεδομένο πως θα τα περιμένουν πιο δύσκολες ώρες. Χρησιμοποιώντας σαν πηγή το Leonardo (ιεροσυλία θα πουν κάποιοι) και σαν ηχεία τα Vinci της Davis τα πιτσιρίκια της Pro-Ject στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Προσφέροντας ένα μουσικό αποτέλεσμα που χαρακτηρίζονταν από ζωντάνια και ισόρροπη απόδοση που γίνον ταν περισσότερο συναρπαστική σε ροκ κομμάτια και μικρά ακουστικά σύνολα και έχανε αρκετή από την γυαλάδα της σε μεγάλα συμφωνικά έργα. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχουν αδυναμίες, πως θα ήταν δυνατόν άλλωστε? Το χαμηλό τους είναι σχετικά ρηχό -κάτω από τους 100 κύκλους- ενώ αρκετές φορές διακρίνεις κάποια ίχνοι σκληράδας στην μεσουψηλή περιοχή, όμως αυτές οι High Fidelity

113


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.