Οι κακές συνήθειες του Κούνελου Κείμενο: Julian Gough Εικονογράφηση: Jim Field Μετάφραση: Αντώνης Παπαθεοδούλου
© 2016, για το κείμενο: Julian Gough © 2016, για την εικονογράφηση: Jim Field © 2019, Εκδόσεις Ίκαρος (για την Ελληνική γλώσσα) Πρώτη έκδοση στη Μεγάλη Βρετανία, Hodder Children’s Books, 2016 Ο συγγραφέας/εικονογράφος διεκδικεί το ηθικό δικαίωμα να αναγνωρίζεται ως ο συγγραφέας/εικονογράφος του έργου αυτού. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου τέχνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρνης–Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή της στοιχειοθεσίας, της σελιδοποίησης, του εξωφύλλου και γενικότερα όλης της αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές ή οποιεσδήποτε άλλες μεθόδους σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.
Αυτό το βιβλίο τυπώθηκε σε οικολογικό χαρτί.
Μετάφραση: Αντώνης Παπαθεοδούλου Τυπογραφική επιμέλεια: Μαρία Ζουράρη Στοιχειοθεσία - προσαρμογή: Ευτυχία Λιάπη Πρώτη έκδοση Σεπτέμβριος 2019 ISBN 978-960-572-300-2 Τυπώθηκε στην Κίνα.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ • Βουλής 4, 105 62, Αθήνα ΤΗΛ: 210 3225152, FAX: 211 2687003 www.ikarosbooks.gr
Στη μνήμη της πάντα γελαστής Julie Crosbie
J. F.
Αφιερωμένο στην κόρη μου, Sophie. Με βοήθησε να γράψω και να ξαναγράψω αυτή την ιστορία σε πολλές πολλές εκδοχές. Γελούσε στα ωραία σημεία, κατσούφιαζε στα όχι τόσο ωραία, και σε ένα σημείο (όταν της ξαναδιάβαζα την τελική εκδοχή μιας αστείας σκηνής), έβαλε τα κλάματα. «Τι συμβαίνει;» τη ρώτησα πολύ ανήσυχος. « Έβγαλες…» μου είπε κλαίγοντας «…την αγαπημένη μου ατάκα!» Και μάλλον είχε δίκιο, γι’ αυτό την ξαναέβαλα στη θέση της (είναι η ατάκα του Λύκου που λέει «έχω βαρεθεί το φαγητό μου να τρέχει με εξήντα χιλιόμετρα την ώρα για να μου ξεφύγει»). Ε, λοιπόν, ΑΥΤΟ θα πει παθιασμένος σύμβουλος έκδοσης… Σε ευχαριστώ, Sophie.
J. G.
B A
Δ
N
Καθώς ο κλέφτης έβγαινε από τη σπηλιά, πάτησε πάνω στη μύτη της Αρκούδας. Η Αρκούδα ξύπνησε. «Πάει το μέλι μου! Πάει ο σολομός μου! Και τα λαχταριστά αβγά σκαθαριού μου!» είπε η Αρκούδα. «Εξαφανίστηκαν!»
Βγήκε έξω, αλλά ούτε το φαγητό της, ούτε κανένα ίχνος του κλέφτη φαινόταν μέσα στη χιονοθύελλα. Χιονοθύελλα; σκέφτηκε η Αρκούδα. ΧΙΟΝΟΘΥΕΛΛΑ;!;! Άρα δεν είναι Άνοιξη… Ξύπνησα νωρίς! Δεν πειράζει. Άλλωστε πάντα
ήθελα να φτιάξω έναν χιονάνθρωπο.
Η θύελλα πέρασε. Η Αρκούδα κύλησε μια χιονόμπαλα από το λοφάκι της ως την κορφή του διπλανού λόφου, και στάθηκε να πάρει μια ανάσα.
4
«Είναι το τέλος του κόσμου», είπε μια μελαγχολική φωνή. H Αρκούδα κοίταξε γύρω. «Όχι, δεν είναι», είπε η Αρκούδα επιφυλακτικά. «Είναι μια υπέροχη, ηλιόλουστη μέρα».
«Μπούρδες!» είπε η φωνή από χαμηλά. «Αφού ο ήλιος εξαφανίστηκε».
Α, σκέφτηκε η Αρκούδα. Κύλησε λίγο στην άκρη τη χιονόμπαλά της και ξεσκέπασε μια κουνελότρυπα. Ο Κούνελος πετάχτηκε από μέσα. Κοίταξε την Αρκούδα. Έπειτα κοίταξε την τεράστια χιονόμπαλα.